Ο Δίκαιος Ιώβ έζησε περίπου στους χρόνους των Πατριαρχών, στην Αυσίτιδα χώρα, μεταξύ Ιδουμαίας και Αραβίας και είχε αραμαϊκή καταγωγή. Ήταν πολύ πλούσιος, αλλά και ευσεβής, ενάρετος και δίκαιος. Η οικία του ήταν ανοικτή σε κάθε ξένο. Επιδείκνυε στοργή προς κάθε στερούμενο, πάσχοντα και αδικούμενο, παρέχοντας στοργή και συμπαράσταση. Ήταν στήριγμα πτωχών και υπερασπιστής αδυνάτων, δίκαιος και γενναιόδωρος απέναντι στους πολυπληθείς υπηρέτες του και τους δούλους του. Στοργικός οικογενειάρχης, είχε αναθρέψει δέκα παιδιά, επτά γυιούς και τρεις κόρες, τα οποία συνήθιζαν να τρώνε και να πίνουν καθημερινώς μαζί.
Ο
Ιώβ κάθε πρωί πρόσφερε θυσίες στον Θεό
για τα παιδιά του, διότι σκεπτόταν και
έλεγε: «μήπως τυχόν τα παιδιά μου
σκέφθηκαν κατά την ώρα των συμποσίων
σκέψεις αμαρτωλές και αμάρτησαν έτσι
απέναντι του Θεού». Απολάμβανε
ιδιαίτερο σεβασμό από τους συμπολίτες
του, που όταν τον άκουγαν τον μακάριζαν
για τη σοφία του. Είχε μέγα πλήθος από
ζώα: 7.000 πρόβατα, 3.000 καμήλες, 500 ζεύγη
βοδιών, μια αγέλη 500 θηλυκών όνων και
ένα πλήθος βοσκών και επιστατών. Φέρεται
να ήταν γενικά από τους πλουσιότερους
και τους πλέον διακεκριμένους ανθρώπους
των ανατολικών χωρών. Αυτόν τον Δίκαιο
ζήτησε και έλαβε ο διάβολος άδεια από
τον Θεό να τον δοκιμάσει, προκειμένου
να τον κάνει να αδημονήσει, να χάσει την
πίστη και την υπομονή του και να
βλασφημήσει κατά του Θεού. Κάποια
μέρα λοιπόν που τα παιδιά του Ιώβ
διασκέδαζαν στο σπίτι του μεγαλύτερου
αδελφού τους, φθάνει ένας αγγελιαφόρος
στον Ιώβ και του αναφέρει ότι κάποιοι
ληστές, αφού έσφαξαν τους δούλους βοσκούς
του, άρπαξαν τα ζεύγη των βοδιών και
τους θηλυκούς όνους και μόνο αυτός
σώθηκε της καταστροφής. Πριν τελειώσει
όμως το λόγο του, φθάνει άλλος αγγελιαφόρος
που ανήγγειλε στον Ιώβ, ότι φωτιά έπεσε
από τον ουρανό και κατέκαψε όλα τα
πρόβατα και τους βοσκούς αυτών και μόνο
αυτός σώθηκε. Πριν και αυτός ολοκληρώσει,
φθάνει έτερος που ανήγγειλε ότι έφιπποι
ληστές κατά ομάδες περικύκλωσαν τα
κοπάδια των καμήλων, τις οποίες και
άρπαξαν, φονεύοντας όλους τους δούλους
και βοσκούς που τις φύλαγαν. Στο σημείο
αυτό φθάνει τέταρτος αγγελιοφόρος που
ανήγγειλε το τραγικότερο: Σφοδρός άνεμος
άρπαξε τη στέγη της οικίας, στην οποία
συνέτρωγαν τα παιδιά του Ιώβ, με συνέπεια
να ταφούν όλα τα παιδιά του κάτω από τα
ερείπια. Τότε ο Ιώβ σηκώθηκε και
σκίζοντας τα ενδύματά του και κουρεύοντας
τα μαλλιά του έπεσε στο έδαφος προσκυνώντας
τον Θεό και είπε: «Γυμνός εξήλθα από την
κοιλιά της μάνας μου και γυμνός θα απέλθω
από τον κόσμο αυτό. Ο Κύριος έδωσε τα
δώρα του και ο ίδιος τα αφαίρεσε. Ας
είναι δοξασμένο το όνομά Του στους
αιώνες» (είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον
εις τους αιώνας). Επιπρόσθετα, για να
τον δοκιμάσει ακόμα περισσότερο ο
διάβολος, έλαβε άδεια από τον Θεό και ο
Ιώβ προσβλήθηκε από φοβερή μολυσματική
ασθένεια και γέμισε από πληγές, ζώντας
πλέον έξω από τα τείχη της πόλης του. Οι
πληγές του ήταν γεμάτες πύο, μύριζαν
άσχημα και τον πονούσαν και γι΄ αυτό
τις έξυνε με ένα όστρακο καθισμένος
«επί κοπρίας» μακριά από το σπίτι του
και τους ανθρώπους. Όμως, παρά την μεγάλη
του θλίψη και τον σωματικό του πόνο,
συνέχισε να δοξολογεί τον Θεό. Στην
γυναίκα του, που τον προέτρεψε να
βλασφημήσει τον Θεό και να δώσει τέλος
στην ζωή του, απάντησε: «Γιατί μίλησες
έτσι σαν μία ανόητη γυναίκα; Εάν δεχθήκαμε
τα αγαθά από τον Θεό, τα κακά δεν θα τα
υπομείνουμε;». Ο διάβολος πλέον
ανεχώρησε ντροπιασμένος επειδή με τις
προσβολές των τόσων πειρασμών, δεν
κατόρθωσε τον σκοπό που είχε, δηλαδή να
τον κάνει να βλασφημήσει κατά του Θεού.
Ως ανταμοιβή για την υπομονή του, ο Ιώβ αποκαταστάθηκε από τον Θεό στην αρχική του κατάσταση υγείας και ευδαιμονίας, και μάλιστα με πολύ περισσότερα αγαθά και ευλογίες: Απέκτησε πάλι επτά γιους και τρεις θυγατέρες, καθώς και τα διπλάσια ζώα, και έζησε μετά τη δοκιμασία αυτή 170 χρόνια. Πέθανε σε ηλικία 240 ετών, αφού ευτύχησε να δει και τα τρισέγγονά του!
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος
δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς
τῆς ἀνδρείας ἀκαθαίρετος πύργος, τᾶς
τοῦ Βελίαρ ἀπεκρούσω ἑφόδους, καὶ
ἀκλινὴς διέμεινας σοφὲ ἐν πειρασμοίς,
ὅθεν χαρακτῆρα σε, ἀρραγοῦς καρτερίας,
καὶ λαμπρὸν ὑπόδειγμα, ἀρετῶν οὐρανίων,
ἡ Ἐκκλησία μέλπει σε Ἰώβ, λαμπρυνομένη,
τοὶς σοὶς προτερήμασι.
Ἕτερον
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος β’.
Τοῦ
δικαίου σου Ἰώβ τὴν μνήμην, Κύριε,
ἑορτάζοντες, δι᾽ αὐτοῦ σὲ δυσωποῦμεν·
Σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος
πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχᾶς τῆς φύσεως.
Ὡς
ἀληθὴς καὶ δίκαιος, θεοσεβὴς καὶ
ἄμεμπτος, ἡγιασμένος τε ὤφθης πανένδοξε,
Θεοῦ θεράπον γνήσιε· καὶ ἐδίδαξας
κόσμον, ἐν τῇ σῇ καρτερίᾳ Ἰώβ πολύαθλε·
ὅθεν πάντες τιμῶντες, ὑμνοῦμέν σου
τὸ μνημόσυνον.