A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ Γ.Ο.Χ.ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΟΙΩΤΙΑΣ κ.ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ Γ.Ο.Χ.ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΟΙΩΤΙΑΣ κ.ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Α´ ΛΟΥΚΑ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

DSC 8970

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ὁ Ἀπόστολος Λουκᾶς μᾶς ἀφηγεῖται ὅτι κάποιο πρωί, πλῆθος κόσμου συγκεντρώθηκε στὴ λίμνη Γεννησαρὲτ γιὰ νὰ ἀκούσει τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Τότε, ὁ Κύριός μας ἀνέβηκε στὸ πλοῖο ἑνὸς τῶν ψαράδων τῆς περιοχῆς, τοῦ Σίμωνος, τοῦ μετέπειτα Πέτρου, ὁ ὁποῖος μὲ τοὺς συνεργάτες του ξέμπλεκε τὰ δίχτυα ὕστερα ἀπὸ μία ἀποτυχημένη νυκτερινὴ ἁλιευτικὴ προσπάθεια, καὶ τὸν παρακάλεσε νὰ ἀπομακρυνθοῦν λίγα μέτρα ἀπὸ τὴ στεριὰ γιὰ νὰ διδάξει ἀπὸ ἐκεῖ τὸν ὄχλο. Μὲ τὸ πέρας τοῦ κηρύγματος, ὁ Χριστὸς παρότρυνε τὸν Πέτρο νὰ γυρίσει στὰ ἀνοιχτὰ καὶ νὰ ρίξει μὲ τοὺς συνεργάτες του πάλι τὰ δίχτυα. Ὁ Πέτρος, ἔχοντας δεῖ τὴν εὐγένεια τοῦ Κυρίου καὶ τὴν σεβάσμια στάση Του, ἔχοντας ἐντυπωσιασθεῖ ἀπὸ τὸ θεῖο κήρυγμά Του καὶ βιώσει τὴν Θεία Χάρη, ἀποδέχθηκε τὴν πρόταση. Ἔριξε τὰ δίχτυα μὲ τοὺς συνεργάτες του καὶ ἔπιασαν τόσα ψάρια, ὥστε νὰ καλέσουν καὶ δεύτερο πλοῖο γιὰ τὴν μεταφορά. Μετὰ ἀπὸ τὸ θαῦμα αὐτό, ὁ Πέτρος παρακάλεσε τὸν Χριστό: «Φύγε ἀπὸ κοντά μου διότι εἶμαι ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος, Κύριε», γιὰ νὰ ἀκούσει ἀπὸ τὰ θεϊκὰ χείλη τό: «Μὴν φοβᾶσαι. Ἀπὸ τώρα θὰ εἶσαι ψαρὰς ἀνθρώπων». Στὴν πρόσκληση αὐτή, τόσο ὁ Πέτρος, ὅσο καὶ ὁ ἀδερφός του, Ἀνδρέας, καὶ οἱ δύο γιοὶ τοῦ Ζεβεδαίου, ἀνταποκρίθηκαν θετικά. Ἄφησαν τὰ πάντα ἀμέσως καὶ ἔγιναν μαθητές Του καὶ ἁλιεῖς ἀνθρώπων. 

            ρχικά, λοιπόν, μαθαίνουμε ὅτι πλήθη κόσμου διψοῦσαν νὰ ἀκοῦνε τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Καὶ αὐτό, γιατὶ δίδασκε τὸν κόσμο ὄχι ὅπως οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι, μόνο μὲ τὰ λόγια, ἀλλὰ διότι ἡ διδασκαλία συνοδευόταν ἀπὸ τὸν ἅγιο τρόπο ζωῆς Του. Ἕνα χαρακτηριστικὸ παράδειγμα τῆς εὐγένειας καὶ τῆς ταπείνωσης τοῦ Κυρίου εἶναι ὅτι ἐνῶ ἦταν Θεάνθρωπος, μεγάλος Διδάσκαλος, καὶ Πρόσωπο ξακουστὸ σὲ πολλούς, ἐντούτοις, μπαίνοντας στὸ πλοῖο τοῦ Πέτρου, ἑνὸς ἁπλοϊκοῦ ψαρᾶ, δὲν τὸν διέταξε μὲ αὐταρχικότητα, ἀλλὰ τὸν παρακάλεσε, προκειμένου νὰ ἀπομακρυνθοῦν λίγο ἀπὸ τὴν προκυμαία. Αὐτὴ ἡ εὐγένεια καὶ ὁ σεβασμὸς στὸν πλησίον, ὅποιος καὶ ἂν εἶναι, ἀλλὰ καὶ ὅποια καὶ ἂν εἶναι ἡ ἰδιότητά μας, εἶναι ποὺ τὸν ὠθεῖ καὶ νὰ φιλοτιμηθεῖ καὶ ἐμᾶς νὰ σεβαστεῖ. Διαφορετικά, ἀποτύχαμε. 

             να σημεῖο στὸ ὁποῖο ἰδιαίτερα θὰ ἤθελα νὰ σταθῶ εἶναι ἡ ὑπακοὴ τοῦ Πέτρου. Ὑπακοή… μία ἔννοια παρεξηγημένη, γιὰ ὅσους βέβαια συνηθίζουν νὰ παρεξηγοῦν. Οἱ ἐκτὸς Ἐκκλησίας τὴν θεωροῦν ὡς δουλικότητα, ὡς ἀνελευθερία, ὡς ἔλλειψη αὐτοπεποίθησης καὶ κριτικῆς σκέψης. Δυστυχῶς, οἱ θέσεις τους κατέληξαν νὰ ἐπηρεάσουν καὶ ἀνθρώπους ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας. Μὲ ἀποτέλεσμα, νὰ ἔχουμε σήμερα Χριστιανούς, Κληρικοὺς καὶ λαϊκούς, οἱ ὁποῖοι ἀρνοῦνται νὰ ὑπακούσουν τὴν Ἱερὰ Σύνοδο, τὸν οἰκεῖο Ἐπίσκοπο, τὸν πνευματικὸ πατέρα, ἢ ἀκόμα καὶ τὸν Γέροντα ἢ τὴν Γερόντισσά τους, ἂν πρόκειται γιὰ Μοναχούς. Ἀντ’ αὐτοῦ, ἀρέσκονται νὰ ἀνεξαρτητοποιοῦνται, νὰ κάνουν τὸ θέλημά τους, νὰ ἱκανοποιοῦν τὶς ἰδιοτέλειές τους καὶ νὰ σχηματίζουν τὶς παρεκκλησιαστικὲς ὀμάδες τους. Καὶ μετὰ πιστεύουμε ὅτι ἐμεῖς μόνο εἴμαστε οἱ ἀκραιφνεῖς Ὀρθόδοξοι καὶ ὅτι ἐμεῖς θὰ σώσουμε τὴν Ὀρθοδοξία! Πόσο μακριὰ εἴμαστε… Σήμερα ὁ Χριστός, πρὶν καλὰ καλὰ ἐκλέξει ὡς Ἀπόστολό του τὸν μέγα Πέτρο ἐξέτασε ἐὰν εἶναι τέκνο ὑπακοῆς. Τί ἀκριβῶς ἔκανε; Ἐνῶ τὸν εἶδε νὰ ξεμπλέκει τὰ δίχτυα, πράγμα ἰδιαίτερα περίπλοκο, καὶ μάλιστα μετὰ ἀπὸ βραδινὸ ἀποτυχημένο ψάρεμα, εἶπε στὸν ἐπαγγελματία ψαρά: «Νὰ πᾶς στὸ βάθος καὶ νὰ ρίξεις τὸ δίχτυ». Ἂν ἦταν ἄλλος στὴ θέση τοῦ Πέτρου τί θὰ ἔλεγε; «Ἄσε μὲ ἥσυχο, ἄνθρωπέ μου. Ὅλη τὴν νύχτα ἐγὼ ὁ ἔμπειρος δὲν ἔπιασα τίποτα καὶ θὰ πιάσω τώρα ἀκούγοντας ἕναν ἄπειρο;». Ὁ Πέτρος, ὅμως, δὲν ἀπάντησε ἔτσι, ἀλλὰ εἶπε: «Κύριε, παρ’ ὅλο ποὺ δὲν ἔπιασα τίποτα ὅλο τὸ βράδυ, τώρα, ἐπειδὴ μοῦ τὸ λὲς ἐσύ, θὰ ρίξω τὸ δίχτυ». Δεῖτε πόσο ἀνταμείφθηκε τὸ παιδὶ τῆς ὑπακοῆς: ἔπιασε τόσα ψάρια ὥστε νὰ φωνάξει καὶ δεύτερο πλοῖο, ἀλλὰ καὶ τὰ δύο μαζὶ νὰ δυσκολευτοῦν νὰ μεταφέρουν τὸ φορτωμένο δίχτυ. 

            πομένως, μᾶς διδάσκει ὁ Κύριος μέσῳ αὐτοῦ τοῦ περιστατικοῦ ὅτι ἡ ὑπακοὴ ἀποτελεῖ τὴν ρίζα καὶ τὸ θεμέλιο τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Βεβαίως, ὄχι ὁποιαδήποτε ὑπακοή, ἀλλὰ ἡ ὑπακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐκφράζεται ἀπὸ πνευματικοὺς πατέρες ποὺ καὶ οἱ ἴδιοι κάνουν ὑπακοή, διότι ἂν ὑπακοῦμε πατέρες ἀνυπότακτους, εἶναι σὰν νὰ ἐπιτρέπουμε στὸν ἑαυτό μας νὰ μᾶς καθοδηγοῦν τυφλοί, μὲ τελικὸ προορισμὸ τὸν ψυχικό μας (καὶ τὸν σωματικὸ σὲ πολλὲς περιπτώσεις) θάνατο. 

            Μόλις ἐπέστρεψαν πίσω στὸ λιμάνι καὶ ξεφόρτωσαν τὸ δίχτυ, ὁ Πέτρος ἔκθαμβος πλησίασε τὸν Χριστὸ καὶ ἔχοντας συνειδητοποιήσει ὅτι ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶναι ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος, τὸν παρακάλεσε: «Κύριε, φύγε ἀπὸ κοντά μου, διότι εἶμαι ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος». Γιὰ νὰ φτάσει ὁ Πέτρος στὸ σημεῖο νὰ κατανοήσει τόσο γρήγορα τὸν Χριστὸ καὶ νὰ Τὸν ἐμπιστευθεῖ ἀπόλυτα, σημαίνει ὅτι εἶχε καθαρή, ἁγνὴ καρδιὰ καὶ συνείδηση. Σὲ ἀντίθεση μὲ πολλοὺς ἐξ΄ ἡμῶν ποὺ ἀντὶ νὰ δοῦμε καὶ νὰ κρίνουμε μὲ νηφαλιότητα τὰ καλὰ ἔργα τοῦ καθενός, βασιζόμαστε σὲ φῆμες καὶ σχηματίζουμε διαστρεβλωμένες, ψεύτικες εἰκόνες τὶς ὁποῖες φτάνουμε σὲ σημεῖο νὰ πιστεύουμε ὡς ἀληθινές.

            Δὲν εἶναι, ὅμως, μόνο θαυμαστὴ ἡ ταχύτητα μὲ τὴν ὁποία ὁ Πέτρος ἀναγνώρισε τὸν Κύριο, ἀλλὰ καὶ ἡ μεγάλη ταπεινοφροσύνη του. Ὁ Πέτρος θεώρησε τὸν ἑαυτό του ἀνάξιο μέχρι καὶ νὰ στέκεται κοντὰ στὸν Ἰησοῦ. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, ὁ Ἰησοῦς τοῦ προσέφερε τὸ μέγιστο ἀποστολικὸ ἀξίωμα. Ἔκανε, δηλαδή, Ἀπόστολό Του ἕναν ἄνθρωπο ὄχι μὲ βάση τὶς περγαμηνὲς καὶ τὰ πτυχία του, ἀλλὰ μὲ βάση τὴν ὑπακοὴ καὶ τὴν ταπεινοφροσύνη του. Ἔτσι, ὁ Σίμων κατάφερε νὰ γίνει Πέτρος, ἡ πέτρα τῆς Ἐκκλησίας. 

            Βεβαίως, πολὺ σημαντικὸ τμῆμα τῆς σημερινῆς περικοπῆς εἶναι ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο ἀναφέρεται στὴν ἀποδοχὴ τῆς πρόσκλησης τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τοὺς πρώτους Ἀποστόλους. Ὅλοι εἶχαν τὶς δουλειές, τὶς οἰκογένειες, τὰ σπίτια τους· ὅταν, ὅμως ὁ Χριστὸς τοὺς εἶπε «ἐλάτε», ἄφησαν ἀμέσως τὰ πάντα καὶ Τὸν ἀκολούθησαν. Ἂν ἄρχιζαν νὰ σκέφτονται: «καὶ τώρα τί θα τρώω, πού θὰ μένω, μήπως θὰ κρυώσω, μήπως δὲν θὰ ἀντέξω, μήπως δὲν θὰ εἶναι καλὸ νὰ ἀφήσω τοὺς γονεῖς μου καὶ νὰ φύγω;», κανένας δὲν θὰ γινόταν Ἀπόστολος Χριστοῦ.

            ν κατακλείδι, τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἂν πάντοτε ἔχουμε στὴ σκέψη μας καὶ προσπαθοῦμε νὰ ἐφαρμόζουμε τὰ νοήματά του, θὰ βιώσουμε ὅλη τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, δὲν θὰ κουραστοῦμε, οὔτε θὰ ἀρνηθοῦμε νὰ ἀσκήσουμε τὴν ὑπακοή. Θὰ εἴμαστε πρόθυμοι, μὲ πνεῦμα θυσίας. Θὰ διψᾶμε νὰ ἀκοῦμε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Θὰ προσέχουμε τοὺς τρόπους συμπεριφορᾶς μας. Δὲν θὰ θεωρήσουμε ποτὲ τὸν ἑαυτό μας ἄξιο γιὰ τὶς δωρεὲς τοῦ Θεοῦ. Θὰ εἴμαστε ταπεινοὶ καὶ ὁ Θεὸς θὰ μᾶς δίνει πλούσια τὴν εὐλογία Του, ὅπως τὴν ἔδωσε στοὺς γνήσιους Μαθητές Του.         

Μετ’ εὐχῶν,

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ ΤΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ 2025 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Ἡ σημερινή μας λατρευτικὴ σύναξη, πέραν τοῦ κυριακάτικου ἑορτασμοῦ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ μας, ἔχει ἀναφορὰ καὶ σὲ ἕνα ἄλλο σημαντικὸ γεγονός: τὴν ἀρχὴ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους. Μέσα ἀπὸ ὕμνους καὶ εὐχές, ποὺ ἔχει ὁρίσει ἡ Ἐκκλησία μας στὴν ἱερὴ ἀκολουθία τῆς ἡμέρας αὐτῆς, προσευχόμαστε στὸν Πανάγαθο Κύριό μας νὰ εὐλογήσει τὸν νέον ἐνιαυτόν, νὰ μᾶς χαρίσει εἰρηνικὸ, πολύκαρπο καὶ καλλίκαρπο τὸ νέο ἔτος, νὰ χορηγήσει τὴν εἰρήνη στὸν κόσμο καὶ τὸ φυσικὸ περιβάλλον.

            Ἀποτελεῖ ὕψιστη εὐλογία τὸ ὅτι ξεκινᾶμε τὴν νέα χρονιὰ μὲ προσευχὴ καὶ ἐκκλησιασμό, πράγμα βέβαια ποὺ πρέπει νὰ συμβαίνει κάθε ἔτος καὶ ὄχι μόνο ὅταν ἡ ἑορτὴ αὐτὴ πέφτει ἡμέρα Κυριακή. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς διδάσκουν τὸ «ἀπὸ Θεοῦ ἄρχεσθαι», νὰ ξεκινᾶμε δηλαδὴ τὸ ὁτιδήποτε, εἴτε αὐτὸ λέγεται νέο ἔτος, εἴτε λέγεται οἰκογένεια, εἴτε λέγεται νέα ἐργασία, ἔχοντας αἰτηθεῖ πρωτίστως τὸ ἔλεος καὶ τὴν εὐλογία τοῦ Κυρίου. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ θέτουμε ἰσχυρὸ θεμέλιο γιὰ τὴν κάθε μας κίνηση, τὸ ὁποῖο ἀποτελεῖ ἐγγύηση γιὰ τὴν ἐπιτυχία. Ἀλλὰ καὶ ἂν ἀκόμη δὲν ἐπιτύχουμε, πάντως θὰ εἴμαστε προστατευμένοι ἀπὸ τὴν σκέπη τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν θὰ πέσουμε σὲ ἀπόγνωση, ἀλλὰ θὰ ἔχουμε τὸ ψυχικὸ σθένος νὰ ἐπανασυντάξουμε τὶς δυνάμεις μας καὶ νὰ συνεχίσουμε μὲ προοπτικὴ γιὰ τὰ καλύτερα. 

            Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, σᾶς παρακαλῶ, ὅπως ξεκινᾶμε τὸ νέο ἔτος μὲ προσευχή, ἔτσι μὲ προσευχὴ καὶ ἀναφορὰ στὸν Ὕψιστο Θεὸ νὰ ξεκινᾶμε καὶ νὰ τελειώνουμε τὴν κάθε μας μέρα. Ἀνοίγουμε τὰ μάτια μας; Ἡ πρώτη μας κίνηση ἂς εἶναι τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καὶ ἕνα «δόξα σοι Κύριε», εἰς ἔνδειξη εὐχαριστίας. Βγαίνουμε ἀπὸ τὸ σπίτι γιὰ τὴ δουλειὰ ἢ τὸ σχολεῖο; Πάλι, νὰ κάνουμε τὸν Σταυρό μας γιὰ νὰ μᾶς ἐνδυναμώνει ὁ Κύριος. Ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ διαχέεται δωρεάν. Δὲν κοστίζει. Ἂς τὴν αἰτούμασθε, λοιπόν, καθημερινῶς, καὶ ὁ Κύριος θὰ μᾶς τὴν δίνει, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μεταμορφωθεῖ ἡ καθημερινή μας ζωή. Ὅπου ὑπάρχει ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ τὰ πάντα γίνονται φωτεινότερα.

            Ἂς θυμηθοῦμε τὶ ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα. Εἰσῆλθε ὁ Χριστὸς στὴν συναγωγὴ καὶ σηκώθηκε γιὰ νὰ διαβάσει κάποιο ἀπὸ τὰ ἱερὰ κείμενα. Τοῦ δόθηκε τὸ βιβλίο τοῦ Προφήτη Ἡσαΐα καὶ ἀφοῦ τὸ ἄνοιξε, διάβασε ἐκεῖνο τὸ χωρίο ποὺ λέει: «Τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου μένει σὲ ἐμένα, διότι μὲ ἀυτὸ μὲ ἔχρισε, μὲ ἔστειλε νὰ εὐαγγελίσω τοὺς πτωχούς, νὰ θεραπεύσω ὅσους αἰσθάνονται συντριβὴ καρδίας, νᾶ κηρύξω ἐλευθερία στοὺς αἰχμαλώτους, ἀνάβλεψη στοὺς τυφλούς, νὰ στείλω ὑγιεῖς καὶ ἐλεύθερους ἀπὸ κάθε ἐνοχὴ ὅσους ἔχουν καταπληγωθεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, νὰ κηρύξω τὴν ἀρχὴ τῆς νέας ἐποχῆς ποὺ θὰ εἶναι εὐχαρίστως δεκτὴ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ποθητὴ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους».

            Βεβαίως, ὅλα αὐτὰ τὰ προφητικὰ λόγια ἀναφέρονταν στὸν Ἴδιο τὸν Χριστό, αἰῶνες πρὶν τὴν Γέννησή Του ἀπὸ τὴν Παναγία μας. Γιὰ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος μόλις τελείωσε τὴν ἀνάγνωση, τόνισε στοὺς παρευρισκομένους ὅτι σήμερα ἐκπληρώθηκε ἡ προφητεία. Αὐτὸ τὸ «σήμερον», ὅμως, δὲν ἀναφέρεται σὲ ἐκείνη μόνο τὴ δεδομένη στιγμή, δύο χιλιετίες πίσω, ἀλλὰ εἶναι διαχρονικό. Καθημερινῶς ἐκπληρώνεται αὐτὴ ἡ προφητεία διότι ὅλες αὐτὲς οἱ εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ δὲν λάμβαναν χώρα μόνο κατὰ τὴν ἐπὶ γῆς μετὰ σαρκὸς παρουσία Του. Οἱ εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ συμβαίνουν τώρα, κάθημερινῶς καὶ πάντοτε. Ἔτσι, λοιπόν, βλέπουμε ὅτι ὁ Κύριος διαρκῶς ἔρχεται, διαρκῶς μᾶς ἐπισκέπτεται καὶ σκοπὸ ἔχει νὰ μᾶς ὠφελήσει. Σὲ ἐμᾶς, ποὺ εἴμαστε πτωχοὶ σὲ κάθε τὶ καλό, ἔρχεται νὰ μεταφέρει τὴν εὐχάριστη εἴδηση ὅτι μὲ τὴν βοήθειά Του μποροῦμε νὰ γίνουμε πλούσιοι σὲ ἀρετὲς καὶ μὲ μία λέξη: ἅγιοι· ἐμᾶς, ποὺ τὰ προβλήματα τῆς καθημερινότητας πολλὲς φορὲς μᾶς συντρίβουν τὴν καρδιὰ καὶ μᾶς τσακίζουν ὑπὸ τὸ βάρος τους, ἔρχεται νὰ μᾶς ἐνδυναμώσει καὶ ἀνορθώσει· ἐμᾶς, ποὺ εἴμαστε αἰχμάλωτοι στὰ πάθη καὶ τὶς ἁμαρτίες, ἔρχεται νὰ μᾶς ἐλευθερώσει μέσα ἀπὸ τὴν χαρὰ τῆς ἁγιότητας· ἐμᾶς, ποὺ εἴμαστε τυφλοὶ καὶ σκοτισμένοι, ἔρχεται νὰ μᾶς χαρίσει τὸ Φῶς τῆς Ἀλήθειας. Ἐφ᾽ ὅσον ὁ Χριστὸς θέλει καὶ μᾶς ἐπισκέπτεται, ἂς φροντίσουμε νὰ Τοῦ ἔχουμε διάπλατα ἀνοιχτὴ τὴν θύρα τῆς ψυχῆς μας. Τότε, ἀκόμη καὶ ὅλες οἱ δυνάμεις τοῦ κακοῦ νὰ ξεσηκωθοῦν ἐναντίον μας «ἐν ἅρμασι καὶ ἐν ἴπποις», ἐμεῖς μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου θὰ βγαίνουμε πάντα νικητές. Λέγοντας δὲ τὴν λέξη «νικητές», δὲν τὴν ἐννοῶ μὲ τρόπο κοσμικό, ἀλλὰ πνευματικό. Νικητὴς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀκόμη καὶ στὶς δύσκολες περιστάσεις διατηρεῖ τὴν ψυχικὴ ὡραιότητα, ἐκεῖνος ποὺ καὶ μέσα στὸ χάος τοῦ πολέμου αἰσθάνεται τὴν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖνος, τελικά, ποὺ ἀξιώνεται τῆς αἰώνιας καὶ ἀληθινῆς Ζωῆς.

            Αὐτὴ τὴν ἀληθινὴ Ζωὴ στὸν τόπο τῶν δικαίων, ὅπου δὲν ὑπάρχει πόνος, λύπη καὶ στεναγμός, εὐχόμαστε, ἰδιαίτερα τὴν ἡμέρα αὐτή, νὰ ἀπολαμβάνουν οἱ ψυχὲς τῶν Ἑλλήνων ποὺ βίωσαν τὴν φρίκη τῆς μεγαλύτερης -ἵσως- τραγωδίας τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας· τῆς Γενοκτονίας ποὺ ἐξαπέλυσαν στὴν αἱματοβαμμένη γη τῆς Μικρασίας οἱ Νεοτούρκοι τὴν περίοδο τῶν ἐτῶν 1914 - 1923. Σὲ αὐτὸ τὸ κομμάτι τῆς ἱστορίας μας εἶναι ἀφιερωμένη ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ πολιτεία ἡ σημερινὴ ἡμέρα, γιὰ αὐτὸ καὶ σὲ ὅλες τὶς ἐνορίες μας θὰ τελεσθεῖ ἐπιμνημόσυνη δέηση ὑπὲρ ἀναπαύσεως τῶν γενοκτονηθέντων Ἑλλήνων, πολλοὶ ἐκ τῶν ὁποίων ἦταν δικοί μας πρόγονοι. 

            Οἱ σφαγὲς καὶ ὅλα τὰ μαρτύρια ποὺ ὑπέστη ἡ πονεμένη Ρωμιοσύνη δὲν εἶναι παρὰ ὁ Σταυρὸς ποὺ ἡ ἴδια ἐπέλεξε νὰ σηκώσει, μὴ ἀρνούμενη τὸν ἑαυτό της. Ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ εἴτε σφαγιάσθηκαν εἴτε βιαίως ἐκδιώχθηκαν ἀπὸ τὶς πατρογονικές τους ἐστίες ἦταν ὅσοι ἀποφάσισαν μὲ τὸ ὁποιοδήποτε κόστος νὰ μὴν ἀρνηθοῦν τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἑλλάδα. Εἴμαστε χριστιανοί. Ἡ ζωή μας εἶναι συνυφασμένη μὲ τὸν Σταυρό. Δὲν πρόκειται, ὅμως, γιὰ Σταυρὸ κάποιας ἥττας, ἀλλὰ γιὰ τὸν Σταυρὸ ποὺ ὁδηγεῖ στὴν Νίκη τῆς Ζωῆς ἐπὶ τοῦ θανάτου. 

            Ὅσοι ἐπιλέγουν νὰ παραδίδουν οἰκειοθελῶς τὰ ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια τοῦ Γένους μας, μπορεῖ νὰ ἐξασφαλίζουν μία εἰρηνικὴ διαβίωση, ἀλλὰ μαζὶ μὲ αὐτὴν ἐξασφαλίζουν καὶ τίτλους αἰσχύνης: «προδότες», «προσκυνημένοι». Ὅσοι κρατοῦν μὲ νύχια καὶ μὲ δόντια τὴν ταυτότητά μας, ἐξασφαλίζουν τὸν ἄφθαρτο στέφανο τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Τί κὶ ἂν τοὺς χιλιοκομματιάσουν τὶς σάρκες; Ἐκεῖνοι γράφονται μὲ χρυσὰ γράμματα στὸ βιβλίο τῆς Ζωῆς καὶ τῆς Ἱστορίας ὡς «ἥρωες», «ἅγιοι», «ἐθνομάρτυρες». 

Εἴη ἡ μνήμη αὐτῶν αἰωνία!

Καλὸ καὶ εὐλογημένο τὸ νέο ἔτος!

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 24 Αυγούστου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

               Πολλὲς φορές, ἐκεῖ ποὺ δὲν ὑπάρχουν ἐξωτερικὰ προβλήματα νὰ μᾶς ταλαιπωροῦν, ἐμεῖς οἱ ἴδιοι φροντίζουμε νὰ τὰ δημιουργοῦμε. Στὶς παρακλήσεις πρὸς τὴν Κυρὰ-Παναγιὰ ψάλλουμε μεταξὺ ἄλλων: «οἱ μισοῦντές με μάτην […] λάκκον ηὐτρέπισαν».  Δυστυχέστερο, ὅμως, εἶναι τὸ φαινόμενο μόνοι μας νὰ σκάβουμε τὸν λάκκο μας καὶ νὰ πέφτουμε μέσα. Αὐτὸ γίνεται ὅταν στὴ ζωή μας ἐπιλέγουμε νὰ ἀκολουθήσουμε ὄχι τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὸ θέλημά μας, ὅπως συνέβη μὲ τὸ τραγικὸ κεντρικὸ πρόσωπο τῆς σημερινῆς παραβολῆς.

               Κάποιος Βασιλιᾶς θέλησε νὰ ζητήσει λογαριασμὸ ἀπὸ τοὺς ὀφειλέτες του. Τοῦ παρουσίασαν τότε ἕναν δοῦλο, ὁ ὁποῖος χρωστοῦσε τὸ ὑπέρογκο ποσὸ τῶν δέκα χιλιάδων ταλάντων. Ἐπειδὴ ὁ δοῦλος δὲν εἶχε νὰ ξεπληρώσει τὸ βαρύτατο χρέος, ὁ Βασιλιὰς διέταξε νὰ τοῦ πάρουν τὴν γυναίκα καὶ τὰ παιδιὰ καὶ ὅλο του τὸ βιός, ὥστε νὰ τὰ λάβει ὁ ἴδιος ἀντὶ τοῦ χρέους. Καταλυπημένος μὲ τὴν διαταγὴ αὐτή, ὁ ὀφειλέτης ἔπεσε στὰ πόδια τοῦ Βασιλιᾶ παρακαλῶντάς τον νὰ δείξει ἔλεος, καὶ ὑποσχέθηκε νὰ ξεχρεώσει. Πράγματι, ὁ Βασιλιᾶς σπλαχνίσθηκε καί, τελικά, τοῦ χάρισε τὸ χρέος. 

               ναπαυμένος ὁ δοῦλος, βγῆκε ἀπ΄ τὸ παλάτι καὶ λίγα μέτρα πιὸ πέρα εἶδε κάποιον σύνδουλό του, ὁ ὁποῖος τοῦ ὄφειλε μόλις ἑκατὸ δηνάρια. Σὲ σύγκριση μὲ τὰ δέκα χιλιάδες τάλαντα, τὰ ἑκατὸ δηνάρια ἀποτελοῦσαν ἕνα τελείως μηδαμινὸ καὶ ἀσήμαντο ποσό. Κὶ ὅμως, γιὰ νὰ δοῦμε ὅλοι μας πόσο εὔκολα μποροῦν τὰ πάθη νὰ τυφλώσουν τὸν ἄνθρωπο, ὁ δοῦλος ποὺ παρὰ λίγο γλίτωσε τὴν ὁλικὴ καταστροφὴ τῆς οἰκογένειάς του χάρη στὸ ἔλεος τοῦ Βασιλιᾶ, ἄρχισε ὡς δῆθεν ἀνώτερος νὰ ζητᾶ διὰ τῆς βίας τὰ ὀφειλόμενα ἑκατὸ δηνάρια ἀπὸ τὸν σύνδουλό του. Τί κὶ ἂν ἐκεῖνος ἔπεφτε καὶ τὸν παρακαλοῦσε; Ἀδίστακτος αὐτός. Εἶχε ξεχάσει τὴν θέση στὴν ὁποία μόλις πρὶν λίγο βρισκόταν, γιὰ αὐτὸ καὶ τόση ἦταν ἡ ἀσπλαχνία του, ποὺ ἅρπαξε τὸν σύνδουλό του καὶ τὸν ἔκλεισε στὴ φυλακή. Λογάριασε ὁ δυστυχὴς χωρὶς τὸν ξενοδόχο.

               Τὸ νέο γνωστοποιήθηκε ἀστραπιαῖα στὸν Βασιλιᾶ. Ἐκεῖνος, ὀργισμένος γιὰ τὴν ἀδικία ποὺ ἔλαβε χώρα, εἶπε στὸν δοῦλο: «δοῦλε πονηρέ, ὅλο σου τὸ χρέος στὸ χάρισα ἐπειδὴ μὲ παρεκάλεσες. Δὲν ἔπρεπε καὶ ἐσὺ νὰ σπλαχνισθεῖς τὸν σύνδουλό σου ὅπως κὶ ἐγὼ σὲ σπλαχνίσθηκα;». Ἀφοῦ εἶπε αὐτά, διέταξε δικαίως νὰ τὸν παραδώσουν στοὺς βασανιστές, μέχρι νὰ ἐπιστρέψει ὅσα χρωστοῦσε. 

               Εὔκολα κατανοοῦμε τὸ νόημα τῆς παραβολῆς στὴν καθημερινή μας ζωή. Ὁ Βασιλιᾶς, ἀσφαλῶς, εἶναι ὁ Δικαιοκρίτης Θεός. Ἐμεῖς εἴμαστε δοῦλοι τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖοι ἔχουμε συγκεντρωμένο στὸ ἱστορικό μας ἕνα βαρύτατο φορτίο ἁμαρτιῶν. Ἂν καὶ φέρουμε αὐτὸ τὸ φορτίο, ὁ Θεὸς «οὐ κατὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν ἐποίησεν ἡμῖν». Δὲν μᾶς ἀνταπέδωσε τὴν ἀξία τῶν ἁμαρτιῶν μας, ἀλλὰ μᾶς σπλαχνίσθηκε καὶ μᾶς λύτρωσε ἀπὸ τὸ χρέος καὶ μᾶς λυτρώνει κάθε φορὰ ποὺ προστρέχουμε μὲ μετάνοια καὶ εἰλικρίνεια στὸ Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως. Ὅταν, ὅμως, φεύγουμε ἀπὸ τὴν Ἐξομολόγηση, πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς γρήγορα ξεχνᾶμε τὴν μακροθυμία τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν μας καὶ μὲ τὸ ποὺ βλέπουμε κάποιον -ἀκόμη καὶ ἂν αὐτὸς ὁ κάποιος λέγεται σύζυγος, πεθερὰ ἢ πεθερός, ἀδερφὴ ἢ ἀδερφός- ὁ ὁποῖος λίγο μᾶς κορόιδεψε, μᾶς σκούντηξε, μᾶς μίλησε ἀπότομα, μᾶς εἰρωνεύτηκε, μᾶς ἔκλεψε, μᾶς ἔκρινε, μᾶς χτύπησε, εἴμαστε ἔτοιμοι (καὶ τὸ κάνουμε ἀρκετὲς φορές) νὰ τὸν παραδώσουμε στὸ πὺρ τὸ ἐξώτερον, σὰν νὰ εἴμαστε βασιλικώτεροι τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ. Τότε, ὅμως, λαμβάνουμε τὴν «ἔνδικον μισθαποδοσίαν». Ἡ ἀγνωμοσύνη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ἡ ἀσπλαχνία πρὸς τοὺς συνανθρώπους μας, τοὺς συνδούλους μας, προκαλεῖ τὴν Θεία Δικαιοσύνη, ἡ ὁποία στὴν περίπτωση αὐτὴ εἶναι ἀπόλυτη. 

               Δὲν εἶναι λογικὸ καὶ δίκαιο; Πῶς γίνεται νὰ θέλω ἀπὸ τὸν Ὕψιστο Θεὸ νὰ εἶναι Ἐλεήμων ἀπέναντι σὲ ἐμένα, ἕναν ταπεινὸ δοῦλο, ὅταν ἐγὼ μὲ τὴν πρώτη εὐκαιρία σπεύδω νὰ καταστρέψω τοὺς ὅμοιους μὲ ἐμένα ταπεινοὺς συνανθρώπους μου; Κὶ ὅλο αὐτὸ γιατί; Γιὰ νὰ ἐπικρατήσει γιὰ λίγο τὸ «ἐγώ» μου. Γιὰ αὐτὸ τὸ «ἐγὼ» ζημιωνόμαστε ἀφάνταστα. Αὐτὸ τὸ «ἐγὼ» εἶναι ποὺ μᾶς ἀνοίγει τὸν λάκκο. Ἂν ἀντ’ αὐτοῦ ἐπιλέξουμε τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ, αὐτομάτως ἔχουμε ἐξασφαλίσει διὰ παντὸς τὸν πλοῦτο τῆς φιλανθρωπίας Του. Τί ἐξυπνώτερο ἀπὸ αὐτό;

               Τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἐκφράζεται μέσα ἀπὸ τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, εἶναι νὰ συγχωροῦμε, πράγμα ποὺ ἐξ ὁρισμοῦ εἶναι ἀντίθετο πρὸς τὸν ἐγωισμό. «Συγχωρῶ» στὴν κυριολεξία σημαίνει «κάνω χώρο γιὰ νὰ χωρέσει ὁ ἄλλος, ὁ πλησίον». Γιὰ νὰ δημιουργηθεῖ στὴν καρδιὰ αὐτὸς ὁ χῶρος γιὰ τὸν συνάνθρωπο, εἶναι ἀνάγκη νὰ περιοριστεῖ τὸ «ἐγώ». 

                συγχώρεση εἶναι τὸ ἕνα φτερὸ τοῦ Χριστιανοῦ. Τὸ ἄλλο εἶναι ἡ ἀγάπη. Χωρὶς τὴν συγχώρεση δὲν θὰ δοῦμε Πρόσωπο Θεοῦ, διότι ἂν ἐμεῖς δὲν συγχωρέσουμε, οὔτε ὁ Θεὸς θὰ μᾶς συγχωρέσει. Τί λέμε, ἄλλωστε, στὸ «Πάτερ ἡμῶν»; «Ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν». Ἂν τόσο ἀνυποχώρητοι εἴμαστε στὸ νὰ μὴν συγχωροῦμε ἀπ’ τὴν καρδιά μας ἐκεῖνον ποὺ μᾶς πίκρανε, τότε μάλλον πρέπει νὰ ἀλλάξουμε αὐτὴ τὴν προσευχή. Μὴ γένοιτο!

               Καὶ γιατί, τελικά, νὰ εἴμαστε ἀνυποχώρητοι; Τί μᾶς ἔκαναν; Μᾶς λιθοβόλησαν σὰν τὸν Πρωτομάρτυρα Στέφανο; Μήπως καὶ ἐμᾶς σὰν τὸν Τίμιο Πρόδρομο μᾶς ἔκοψαν τὸ κεφάλι; Μήπως μᾶς ἀνέβασαν στὸν Σταυρό, σὰν τὸν Δεσπότη Χριστό; Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν Σταυρὸ ὅπου ἦταν καθηλωμένος, μάθημα μᾶς ἔδωσε νὰ συγχωροῦμε, λέγοντας: «Πατέρα μου, συγχώρεσέ τους. Δὲν ξέρουν τί κάνουν».

γαπητοὶ ἀδελφοί,

                ὁδὸς πρὸς τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν εἶναι πιὸ ἁπλὴ ἀπὸ ὅτι τὴν θεωροῦμε. Μποροῦμε νὰ συγχωροῦμε τοὺς πάντες; Θὰ μᾶς συγχωρήσει κὶ ἐμᾶς ὁ Φιλάνθρωπος Θεὸς καὶ θὰ πεῖ στοὺς Ἀγγέλους Του: «διαγράψτε του τὸ χρέος καὶ βάλτε τον στὴν χαρὰ τῆς Ζωῆς». Εὔχομαι αὐτὸ νὰ ἀξιωθοῦμε ὅλοι νὰ τὸ ἀκούσουμε!

               Καλὴ συνέχεια νὰ ἔχουμε τῆς νηστείας τοῦ Δεκαπενταυγούστου, καί, ὅπως συνηθίζει νὰ λέει ὁ εὐσεβῆς λαός μας, «καλὴ Παναγιά»! Εἶναι γιὰ ἐμᾶς ἡ καλύτερη εὐκαιρία νὰ τιμήσουμε τὴν Κυρία Θεοτόκο καὶ νὰ ἀκουμπήσουμε στὰ εἰκονίσματά της τὰ αἰτήματα τῶν καρδιῶν μας. Μὴν τὴν ἀφήσουμε νὰ πάει χαμένη!

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 20 Ιουλίου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Μετὰ τὴν θεραπεία τῶν δαιμονισμένων τῆς χώρας τῶν Γεργεσηνῶν, ὁ Κύριός μας ἐπέστρεψε στὴν πόλη Του, τὴν Καπερναούμ. Εὑρισκόμενος ἐκεῖ καὶ κηρύττοντας σὲ κάποιο σπίτι, ὁδήγησαν ἐνώπιόν Του ἕναν παράλυτο ξαπλωμένο στὸ κρεβάτι του. Οἱ Εὐαγγελιστὲς Λουκᾶς καὶ Μάρκος διηγοῦνται τὸ γεγονὸς προσθέτωντας ὅτι προκειμένου νὰ φθάσει ὁ παράλυτος ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδὴ στὸ σπίτι ἐπικρατοῦσε ἔντονος συνωστισμός, οἱ φίλοι του, οἱ ὁποῖοι τὸν κουβαλοῦσαν, χάλασαν τὴ στέγη καὶ τὸν κατέβασαν μέσῳ αὐτῆς. Ἡ μεγάλη πίστη τους ὅτι ὁ Ἰησοῦς θὰ ἐπιτελοῦσε τὸ θαῦμα, συγκίνησε τὴν εὐσπλαχνία Του. «Ἔχε θάρρος, παιδί μου, σοῦ συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες», τοῦ εἶπε. 

               Μά, ὁ παραλυτικὸς εἶχε ἄλλο αἴτημα! Πλησίασε τὸν Χριστὸ γιὰ νὰ μπορέσει νὰ σηκωθεῖ καὶ νὰ περπατήσει, ὄχι γιὰ νὰ τοῦ συγχωρεθοῦν οἱ ἁμαρτίες. Αὐτὸ οὔτε ποὺ τὸ σκεφτόταν. Ὁ ἴδιος, πάντως, δὲν ἀντέδρασε, ἀλλὰ μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐμπιστοσύνη περίμενε τὴν ἐξέλιξη. 

               Πολλὲς φορὲς συμβαίνει νὰ ζητᾶμε κάτι ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ νὰ μὴν τὸ λαμβάνουμε, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μᾶς πιάνει τὸ παράπονο. Ναί, ἀλλὰ μήπως ὁ Θεὸς φροντίζει ὥστε νὰ λάβουμε κάτι ἀνώτερο ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ζητᾶμε, καὶ μάλιστα τὴν κατάλληλη ὥρα; Ὁ Θεὸς μᾶς ἔχει πεῖ «αἰτεῖτε καὶ δοθήσεται» καί, ἀναμφίβολα, δὲν λέει ψέματα. Ἑπομένως, ὀφείλουμε μετὰ τὸ αἴτημά μας νὰ κάνουμε ὑπομονὴ καὶ νὰ Τοῦ ἔχουμε ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη. Ἀκόμη καὶ ἂν δὲν μᾶς δώσει αὐτὸ ποῦ ζητᾶμε, σίγουρα θὰ μᾶς δώσει αὐτὸ ποὺ ἡ ψυχή μας ἔχει ἀνάγκη γιὰ τὴ σωτηρία της. 

               πίσης, μέσα ἀπὸ αὐτὴ τὴ συγκλονιστικὴ φράση Του, ὁ Θεάνθρωπος οὐσιαστικὰ μᾶς διδάσκει ὅτι ἂν ἐπιθυμοῦμε νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ κάποια συμφορά, πρέπει νὰ ἀναζητήσουμε τὴν αἰτία τῆς συμφορᾶς καὶ νὰ θεραπεύσουμε πρῶτα αὐτήν. Στὴν περίπτωση τοῦ παραλυτικοῦ, ἡ παραλυσία του ὀφειλόταν, ὅπως φαίνεται, σὲ κάποιο παράπτωμά του. Ἔτσι, μὲ τὴν θεραπεία τοῦ παραπτώματος, θὰ ἐρχόταν καὶ ἡ θεραπεία τῆς παραλυσίας. 

               ταν ἕνας γονέας ἔρχεται στὸν πνευματικὸ καὶ παραπονιέται γιὰ τὴ συμφορὰ νὰ ξεφύγει τὸ παιδί του ἐντελῶς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, αὐτὴ τὴ συμφορὰ τὴν ἐτοίμαζε γιὰ καιρὸ ὁ ἴδιος ὁ γονέας καὶ γιὰ νὰ διορθωθεῖ, πρέπει πρῶτα νὰ φροντίσει νὰ συγχωρεθεῖ ἡ ἁμαρτία του, δηλαδὴ ἡ λανθασμένη συμπεριφορά του ἀπέναντι στὸ παιδί του. 

               πιστρέφοντας στὴν εὐαγγελικὴ διήγηση, βλέπουμε νὰ ξεσπᾶ μία ταραχὴ στὴ σκέψη τῶν παρισταμένων ἐκεῖ Φαρισαίων: «Αὐτὸς βλασφημεῖ» εἶπαν μεταξύ τους. Πολλάκις ἔχει γίνει ἀναφορὰ στὴν ὑποκρισία τῶν ταλαίπωρων αὐτῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι προκαλοῦν προβλήματα διαχρονικά. Ὑποτίθεται ὅτι ἦταν ἂνθρωποι τοῦ Θεοῦ, ἀκριβεῖς τηρητὲς τῶν νόμων. Ὑποτίθεται ὅτι ἦταν οἱ μεγάλοι πνευματικοὶ διδάσκαλοι καὶ κήρυκες τῆς εὐσεβείας. Δυστυχῶς, ὅμως, ἔμειναν στὸ «ὑποτίθεται» καὶ ἀπὸ ὅ,τι φάνηκε, ἦταν περισσότερο παράλυτοι στὴν ψυχὴ ἀπὸ ὅ,τι ὁ παράλυτος τῆς περικοπῆς, στὸ σῶμα. Θεώρησαν βλασφημία τὰ λόγια τοῦ Ἰησοῦ, διότι γνώριζαν πὼς μόνο ὁ Θεὸς συγχωρεῖ ἁμαρτίες. Τὸ ἂν ὁ Ἰησοῦς μὲ τὰ δεκάδες θαύματα ποὺ εἶχε ἐπιτελέσει, ἦταν ὁ Θεὸς ἢ ὄχι, αὐτὸ οὔτε ποὺ νοιάζονταν νὰ τὸ ἐπεξεργασθοῦν, διότι δὲν τοὺς τὸ ἐπέτρεπε ὁ φθόνος τους.  

               Βλέποντας ὁ Κύριος, ὡς Παντογνώστης, αὐτὲς τὶς μάταιες καὶ φθονερές τους σκέψεις, τὶς χρησιμοποίησε γιὰ νὰ ἀποκαλυφθεῖ ἡ ἀληθινή Του ὑπόσταση στοὺς ἀνθρώπους, ἄσχετα ἂν τελικὰ αὐτοὶ δὲν κατάλαβαν. Ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶπε: «ὁ Θεὸς μόνο συγχωρεῖ ἁμαρτίες, καὶ ἐφόσον εἶμαι ὁ Θεός, ἄρα συγχωρῶ», διότι θὰ Τὸν παρεξηγοῦσαν ἂν μιλοῦσε γιὰ τὸν Ἑαυτό Του. Ἀντιθέτως, τὸ ὅτι μόνο ὁ Θεὸς συγχωρεῖ ἁμαρτίες, τὸ εἶπαν μεταξύ τους ἐκεῖνοι ποὺ ἐχθρεύονταν τὸν Χριστό. Τότε, πῆρε τὴν εὐκαιρία καὶ τοὺς εἶπε: γιὰ νὰ δεῖτε ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔχει τὴν ἐξουσία νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες (πράγμα ποὺ δὲν φαίνεται), δηλαδὴ ὅτι εἶναι ὁ Θεός –λέει στὸν παράλυτο- σήκω, πάρε τὸ κρεβάτι σου καὶ πήγαινε στὸ σπίτι σου (πράγμα ποὺ φαίνεται). 

               ταν κάποιος μένει γιὰ θεραπεία στὸ νοσοκομεῖο ξαπλωμένος γιά, τὸ λιγότερο, πέντε ἡμέρες, ὅταν σηκώνεται στὰ πόδια του, ἐνδεχομένως νὰ πέσει καὶ νὰ χρειαστεῖ στηρίγματα. Ὁ ἐπὶ χρόνια παράλυτος, ὅμως, δὲν χρειάσθηκε κανένα στήριγμα. Ἀμέσως μετὰ τὴν ἐντολὴ ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Χριστό, σηκώθηκε, ἄρχισε νὰ περπατᾶ καὶ μάλιστα κουβαλῶντας καὶ τὸ κρεβάτι του. Ὅταν ὁ ἂνθρωπος μέσα ἀπὸ τὴν καρδιακή του πίστη ἑλκύει τὴν θεραπευτικὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, αὐτὴ τὸν καθιστᾶ ἐντελῶς Ὑγιῆ, εἴτε σωματικά, εἴτε ψυχικά, εἴτε καὶ στὰ δύο. Πίστη, ἑπομένως, μᾶς χρειάζεται. 

               ν κατακλείδι, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, πολλὲς φορὲς ζητᾶμε κάτι ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ δὲν τὸ λαμβάνουμε. Ὑπομονὴ καὶ πίστη! Ξέρει ὁ Θεὸς νὰ δίνει τὸ συμφέρον, ἁπλῶς θέλει νὰ δεῖ καὶ τὸν δικό μας ἀγώνα. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, οἱ συμφορὲς ποὺ οἱ ἴδιοι πολλὲς φορὲς ἔχουμε προκαλέσει στὴ ζωή μας, δὲν λύνονται μὲ μαγικὸ τρόπο μὲ τὴν προσφυγὴ σὲ ἕναν θαυματουργὸ πνευματικό, ἀλλὰ μέσα ἀπὸ τὴν προσωπική μας προσπάθεια νὰ γνωρίσουμε τὰ λάθη ποὺ ὁδήγησαν στὴ συμφορὰ καὶ νὰ διορθώσουμε πρῶτα αὐτά. Τέλος, ὁ Δεσπότης Χριστὸς εἶναι ὁ μεγάλος Ἰατρὸς τῶν σωματικῶν καὶ ψυχικῶν μας νοσημάτων. Ἂν θέλουμε τὴ θεραπεία μας, σὲ Ἐκεῖνον ὀφείλουμε νὰ καταφεύγουμε, μὲ Ἐκεῖνον νὰ ἐπικοινωνοῦμε καὶ τὶς ἐντολὲς Ἐκείνου νὰ ἀκολουθοῦμε. 

Μετ’ εὐχῶν,

 Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 6 Ιουλίου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Δ´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Σίγουρα θὰ ἔχετε ἀκούσει τὴν φράση «μὴν κρίνεις τὸ βιβλίο ἀπὸ τὸ ἐξώφυλλό του». Σημαίνει ὅτι ἡ ἐξωτερικὴ ἐμφάνιση, κατὰ κύριο λόγο, εἶναι παραπλανητικὴ καὶ δὲν ἔχει σχέση μὲ τὸ περιεχόμενο. Ἂν αὐτὸ ἰσχύει μία φορὰ γιὰ τὰ βιβλία, γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ἰσχύει πολὺ περισσότερες. Δυστυχῶς, ὅμως, συχνὰ ὁ ἄνθρωπος ἀγνοεῖ ἢ ἀδιαφορεῖ γιὰ αὐτὴ τὴν ἀλήθεια καὶ συνηθίζει νὰ βάζει ταμπέλες στοὺς συνανθρώπους του μὲ βάση τὸ ἐξωτερικό τους σχῆμα. Δίνει, ἔτσι, βαρύτητα στοὺς τύπους καὶ ὄχι στὴν οὐσία, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μὴν διαφέρει ἀπὸ τοὺς Φαρισαίους. 

            Ἐμεῖς, ὡς Χριστιανοί, οὕτως ἢ ἄλλως ὀφείλουμε νὰ μὴν κρίνουμε κανένα, οὔτε μὲ βάση τὸ περιεχόμενό του, οὔτε μὲ βάση τὴν ἐμφάνισή του, διότι ὁ Χριστὸς μᾶς βεβαιώνει ὅτι ἂν δὲν κρίνουμε, δὲν θὰ κριθοῦμε. 

            Πολλοὶ θὰ ἔκριναν τὸν ἑκατόνταρχο τῆς σημερινῆς περικοπῆς, βασισμένοι στὰ ἐξωτερικά του στοιχεῖα. Εἶχε λαμπρὴ στρατιωτικὴ στολή, εἶχε ὑπὸ τὴν ἐξουσία του στρατιῶτες καὶ δούλους. Ἦταν Ρωμαῖος καί, ἑπομένως, εἰδωλολάτρης καὶ ἀξιωματικὸς τοῦ στρατοῦ κατοχῆς τοῦ Ἰσραήλ. Τί πιθανότητες ὑπῆρχαν ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος νὰ ἔχει εὐσέβεια μέσα του; Κατὰ πᾶσα πιθανότητα, θὰ ἐπρόκειτο γιὰ ἕναν μεγάλο ἁμαρτωλό, τυραννικὸ καὶ ὀργίλο ἄνθρωπο. Κὶ ὅμως, ὁ ἑκατόνταρχος εἶχε πολὺ μεγάλη εὐσέβεια καὶ ἀρετή. 

            Τὶς τελευταῖες ἡμέρες ὁ ἑκατόνταρχος ὑπέφερε. Ὁ ἴδιος δὲν εἶχε κάποια ἀσθένεια. Οὔτε ἡ οἰκογένειά του. Ἀσθενοῦσε ὁ δοῦλος του καὶ ἦταν στὰ πρόθυρα τοῦ θανάτου. Γιὰ αὐτὸ ὁ ἑκατόνταρχος κίνησε γῆ καὶ οὐρανὸ γιὰ νὰ βοηθηθεῖ ὁ ἀσθενὴς δοῦλος. Ποιός; Ὁ δοῦλος, ὁ ὁποῖος θεωροῦνταν, τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, πρᾶγμα. Τόσο μεγάλη ἦταν ἡ καλοσύνη του, ποὺ μέχρι καὶ γιὰ τὸν δοῦλο του θυσιαζόταν. 

            Εἶχε ἀκούσει γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ θέλησε νὰ Τὸν προσεγγίσει γιὰ νὰ Τοῦ ἀπευθύνει τὸ αἴτημά του. Μετὰ τὴν ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλία, ὁ ἑκατόνταρχος πλησίασε τὸν Κύριο μὲ πολὺ σεβασμὸ καὶ ἀνέφερε τὸ πρόβλημά του. Δὲν εἶχε ἴχνος αὐθάδειας ἢ ἀμφισβήτησης στὰ λόγια του. Δὲν εἶχε αὐτὸ ποὺ λέμε «παρρησία», ὥστε νὰ ἐπιχειρήσει νὰ μιλήσει στὸν Χριστὸ σὰν ἴσος πρὸς ἴσο. Ὁ Θεάνθρωπος ἀναπαύθηκε μὲ τὴν ταπεινοφροσύνη του καὶ ἀμέσως τοῦ ἀπάντησε «Θὰ ἔρθω στὸ σπίτι σου νὰ σοῦ θεραπεύσω τὸν ὑπηρέτη». Χρειαζόταν νὰ πάει στὸ σπίτι; Δὲν μποροῦσε μὲ ἕναν λόγο Του νὰ τὸν θεραπεύσει ἐξ ἀποστάσεως; Ἀσφαλῶς καὶ μποροῦσε. Ἤθελε, ὅμως, νὰ κάνει γνωστὴ στὸν παριστάμενο λαὸ τὴν καλὴ πνευματικὴ κατάσταση τοῦ ἑκατοντάρχου, ὁ ὁποῖος στὸ ἄκουσμα τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Χριστοῦ, σάστισε. «Κύριε, εἶμαι ἀνάξιος νὰ ἔρθεις στὸ σπίτι μου», εἶπε. 

            Ὁ Κύριος τὸν ἐπαίνεσε, τότε, μπροστὰ σὲ ὅλους, προβάλλοντάς τὸν ὡς παράδειγμα πρὸς μίμηση: «Πουθενὰ στὸ Ἰσραὴλ δὲν βρῆκα τόση πίστη». Ὕστερα ἀπὸ τὰ λόγια αὐτά, μὲ τὸν λόγο Του θεράπευσε τὸν πάσχοντα ὑπηρέτη.

            Ὅσο πιὸ γρήγορα κατανοήσουμε πόσο ἀναγκαία εἶναι στὴ ζωή μας ἡ ταπεινοφροσύνη καὶ τὴν ἐφαρμόσουμε, τόσο πιὸ γρήγορα θὰ γευθοῦμε τὴν ἀληθινὴ μακαριότητα: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι». Ἡ ταπεινοφροσύνη ἕλκει τὴν Θεία Χάρη, ἀλλὰ καὶ τὸν ἔπαινο ἀπὸ τὸν Ἴδιο Θεό. Ἐπαινεὶ ὁ Θεὸς τὸν ταπεινὸ διότι ξέρει ὅτι δὲν θὰ πέσει. Ἄλλωστε, ὁ ταπεινὸς δὲν ἔχει ἀπὸ πού νὰ πέσει, καθὼς ἔχει τὸν ἑαυτό του κάτω ἀπὸ ὅλους. 

            Μπορεῖ στὴν προσευχή μας νὰ παρακαλοῦμε τὸν Θεό: «Κύριε βοήθησέ με νὰ γίνω ταπεινός». Αὐτὸ αὐτομάτως σημαίνει ὅτι Τὸν παρακαλοῦμε νὰ στείλει στὴ ζωή μας ἀνθρώπους ποὺ θὰ μᾶς ὑποτιμήσουν καὶ θὰ μᾶς προσβάλουν, ὥστε νὰ τσαλακωθεῖ ἡ εἰκόνα, τὸ εἴδωλο ποὺ ἔχουμε πλάσει γιὰ τὸν ἑαυτό μας. Αὐτὴ εἶναι μία ὁδὸς πρὸς τὴν ταπεινοφροσύνη, τὸ νὰ δεχόμαστε τὶς ὕβρεις, τὶς προσβολὲς καὶ τὴν χλεύη ὅπως ὁ Διδάσκαλος τῆς Ταπεινοφροσύνης, ὁ Νυμφίος Χριστός, μὲ σιγὴ ἰχθύος. Δὲν εἶναι εὔκολο γιὰ τοὺς περισσότερους, ἀλλὰ ὅλοι μποροῦν νὰ τὸ πετύχουν μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἀρκεῖ νὰ εἶναι πρόθυμοι νὰ πονέσουν γιὰ λίγο τὸν τραυματισμὸ τῆς εἰκόνας τους. Ὑπάρχουν τρία στάδια τοῦ ἀνθρώπου ποὺ δέχεται προσβολές. Τὸ πρῶτο, τῶν ἀρχαρίων, νὰ δέχεσαι τὴν προσβολή, νὰ βρίσκεσαι σὲ ἐσωτερικὴ ταραχή, ἀλλὰ νὰ σιωπᾶς. Τὸ δεύτερο, νὰ δέχεσαι τὴν προσβολὴ μὲ εἰρήνη ψυχῆς καὶ τὸ τρίτο, νὰ ἀναζητᾶς τὴν προσβολὴ ὡς πηγὴ χαρᾶς, θεωρώντας ὅτι ἡ προσβολὴ τοῦ πλησίον εἶναι φάρμακο γιὰ τὶς ἁμαρτίες. Μαθαίνοντας στὸ πρῶτο, ὁδηγούμαστε στὸ δεύτερο καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸ τρίτο. 

            Ἄλλη ὁδὸς εἶναι ἡ αὐτομεμψία, τὸ νὰ κατηγοροῦμε οἱ ἴδιοι τὸν ἑαυτό μας. Γιὰ νὰ φθάσουμε ὡς ἐκεῖ, πρέπει πρῶτα νὰ ἔχουμε γνωρίσει πραγματικὰ τὸν ἑαυτό μας, νὰ πετύχουμε δηλαδή, τὸ «γνῶθι σαυτόν». Ἂν γνωρίζουμε τὰ θετικά μας, θὰ τὰ ἐπιστρατεύσουμε στὸν ἀγώνα κατὰ τῶν ἀρνητικῶν στοιχεῖων τῆς προσωπικότητάς μας καὶ ὅλη μας ἡ μέριμνα θὰ εἶναι αὐτὰ τὰ ἀρνητικὰ νὰ τὰ μετατρέψουμε σὲ θετικά. Ἂν μποῦμε σὲ αὐτὴ τὴν διαδικασία, δὲν θὰ ἔχουμε χρόνο καὶ διάθεση οὔτε κὰν νὰ δοῦμε τὰ σφάλματα τῶν ἄλλων, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ σκηνώσει μέσα μας ἡ ἁγία ταπεινοφροσύνη, ἡ μεγάλη αὐτὴ ἀρετὴ ποὺ εἶχε ὁ εὐλογημένος ἑκατόνταρχος γιὰ νὰ φθάσει στὸ σημεῖο νὰ πεῖ ὅτι δὲν ἀξίζει τῆς θεϊκῆς παρουσίας στὸ σπίτι του. 

            Ἐν κατακλείδι, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, σήμερα, Δ’ Κυριακὴ τοῦ Ματθαίου, συμπεραίνουμε πρῶτον ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἀφήνουμε τὰ ἐξωτερικὰ στοιχεῖα τῶν συνανθρώπων μας νὰ μᾶς ἐξαπατοῦν. Ἄνθρωποι φαινομενικὰ ἄσχετοι ἢ ἁμαρτωλοί, κρύβουν μέσα τους πλοῦτο ἀρετῆς. Δεύτερον, ἡ ταπεινοφροσύνη εὐφραίνει τὸν Θεό, δέχεται τὸν ἔπαινό Του καὶ τὴν εὐλογία Του. Καὶ τρίτον, γιὰ νὰ φθάσουμε στὴν ταπεινοφροσύνη πρέπει νὰ ἔχουμε συναίσθηση τῆς πνευματικῆς μας κατάστασης, ἐνῷ γιὰ νὰ φθάσουμε στὴ συναίσθηση, πρέπει πρῶτα νὰ γκρεμίσουμε τὴν εἰκόνα ποὺ ἔχουμε χτίσει γιὰ τὸ «ἐγώ» μας.

Ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ νὰ μᾶς ἐνισχύει ὅλους!

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 15 Ιουνίου 2025

MΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

               φοῦ διανύσαμε τὴν ἑορταστικὴ ἑβδομάδα τῆς Ἁγίας Πεντηκοστῆς, κατὰ τὴν ὁποία τιμήσαμε τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στοὺς Ἱεροὺς Ἀποστόλους, ἀξιωθήκαμε μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ φτάσουμε στὴν Α΄ Κυριακὴ τῶν εὐαγγελικῶν περικοπῶν τοῦ Ματθαίου, οἱ ὁποῖες παύουν  δύο ἑβδομάδες πρὸ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Σταυροῦ. Ἡ σημερινὴ Κυριακὴ εἶναι προέκταση τῆς προηγούμενης, καθώς, ἐνῷ ἐκείνη ἦταν ἀφιερωμένη στὴν γενέθλιο ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας, αὐτὴ ἀναφέρεται -κατὰ κάποιον τρόπο- στὴν ἐξάπλωση καὶ τὸ ἔργο της. 

               Συγκεκριμένα, σήμερα τιμοῦμε τὴν μνήμη πάντων τῶν ἐπωνύμων καὶ ἀνωνύμων Ἁγίων. Τὸ ὅτι ἡ πρώτη Ἐκκλησία τῶν Ἀποστόλων ἐξαπλώθηκε, φαίνεται ξεκάθαρα στὸ μεγάλο πλῆθος τῶν Ἁγίων ποὺ ἀναδείχθηκαν διὰ μέσου τῶν αἰώνων. Τὸ ὅτι πάλι, μὲ τὴν ἑορτὴ τῶν Ἁγίων Πάντων θυμόμαστε τὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι σαφές. Ἡ Ἐκκλησία, ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ἐργάσθηκε καὶ θὰ ἐργάζεται μέχρι τὴν Δευτέρα Παρουσία γιὰ νὰ κάνει τοὺς ἀνθρώπους Ἁγίους. Οἱ Ἅγιοι Πάντες μᾶς ἀποδεικνύουν ὅτι τὸ ἔργο αὐτὸ τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ ξεκάθαρη πραγματικότητα. 

               Πολλὲς φορὲς διαβάζουμε τὴν Ἁγία Γραφὴ καί, δυστυχῶς, τὰ ἔργα μας εἶναι ἀντίθετα πρὸς αὐτὰ τὰ ὁποῖα διαβάζουμε. Τότε, συχνὰ ἀναρωτιόμαστε: «μὰ γίνεται ἐγὼ νὰ καταφέρω νὰ ἐφαρμόσω αὐτὰ ποὺ λέει τὸ Εὐαγγέλιο»; Ἂν δὲν ὑπῆρχαν Ἅγιοι, τότε ἐνδεχομένως νὰ εἴχαμε κάποια δικαιολογία. Τώρα, ὅμως, αὐτὸ δὲν ἰσχύει. Ζοῦμε στὸν 21ο αἰώνα. Ὅλοι οἱ περασμένοι αἰῶνες, ἀκόμη καὶ ὁ πιὸ πρόσφατος, ἀνέδειξαν ἀναρίθμητα παραδείγματα ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι κατάφεραν -καὶ μὲ τὸ παραπάνω- νὰ ἐφαρμόσουν μὲ ἀπόλυτη ἀκρίβεια τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Ἡ ζωὴ ὅλων αὐτῶν τῶν Ἁγίων ἀποτελεῖ ἕνα ἔμπρακτο Εὐαγγέλιο καὶ μᾶς ἀποδεικνύει ὅτι ἡ ἁγιότητα εἶναι ἐφικτὴ σὲ κάθε ἐποχή, σὲ κάθε τόπο. Μᾶς ἀποδεικνύει, ἐπίσης, ὅτι αὐτὰ τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ ἔλαβαν οἱ Ἀπόστολοι πρὶν δύο χιλιετίες, δὲν ἀνήκουν στὸ παρελθόν, ἀλλὰ μποροῦν νὰ γίνουν κτῆμα μας πάντοτε.

               Οἱ Ἅγιοί μας, Ἀρχιερεῖς, Ἱερεῖς, Ὅσιοι, Μάρτυρες, καὶ ἁπλοὶ Λαϊκοί, εἶναι ἡ παρηγοριά μας. Πολλὲς φορὲς διαβάζοντας τὸν βίο τους, βλέπουμε κάποια στοιχεῖα τῆς προσωπικότητάς μας καὶ αὐτὸ διότι δὲν ἦταν ἄγγελοι, ἦταν ὅμοιοι μὲ ἐμᾶς. Εἶχαν σάρκα καὶ ὀστά, εἶχαν ἀδυναμίες καὶ πάθη. Φρόντισαν, ὅμως, τὰ πάθη τους νὰ τὰ μεταμορφώσουν κατὰ Θεόν, ἐνῷ γιὰ τὶς ἀδυναμίες τους στράφηκαν στὸν Θεὸ μὲ ἐμπιστοσύνη καὶ Τοῦ εἶπαν: «Ἐμεῖς θὰ κάνουμε αὐτὰ ποὺ μποροῦμε καὶ αὐτὰ ποὺ δὲν μποροῦμε τὰ ἀφήνουμε στὴν φιλανθρωπία Σου». Πολλοί, μάλιστα, ἄλλοτε ὑπῆρξαν πεσμένοι σὲ μεγάλα ἁμαρτήματα καὶ αὐτὸ διότι δὲν ἤξεραν πού νὰ στραφοῦν γιὰ νὰ καλύψουν ἀληθινὰ τὰ κενὰ τῆς ψυχῆς τους. Βρίσκονταν σὲ ἀδιέξοδο, μέχρι ποὺ συναντήθηκαν μὲ τὸν Χριστό, ὁ Ὁποῖος τοὺς πρόσφερε τὴν διέξοδο καὶ τοὺς ὁδήγησε στὴν ἐλευθερία καὶ τὸ Φῶς. 

               πως οἱ κυριακάτικες εὐαγγελικὲς περικοπὲς τοῦ Ἰωάννου ξεκινοῦν τὸ Πάσχα μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἔτσι καὶ οἱ κυριακάτικες περικοπὲς τοῦ Ματθαίου ξεκινοῦν μὲ τὴν Ἀνάσταση, ὅπως τὴν βίωσαν οἱ Ἅγιοι Πάντες. Οἱ Ἅγιοί μας, μιμούμενοι τὸν Χριστό, σήκωσαν τὸν Σταυρό τους, ὁ ὁποῖος  μεταφράζεται ὡς ἀσκητικοὶ κόποι, ἀγῶνες ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας, μαρτυρικὸς θάνατος, στερήσεις, κακουχίες ἢ θυσίες, καὶ κατόπιν κέρδισαν τὴν Ἀνάστασή τους. Ὁ βίος τους ἦταν μία διαρκὴς ὁμολογία Χριστοῦ.

               Σὲ αὐτὴν τὴν ὁμολογία ἀναφέρεται ὁ Κύριός μας σήμερα, λέγοντας: «ἐκεῖνον ποὺ θὰ μὲ ὁμολογήσει ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων, θὰ τὸν ὁμολογήσω κὶ ἐγὼ ἐνώπιον τοῦ Οὐρανίου Πατρός». Ἡ ὁμολογία εἶναι στὶς ἡμέρες μας μία παρεξηγημένη ἔννοια. Ὁμολογία, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, κάνουμε μὲ τὸ παράδειγμά μας. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει καθαρίσει τὴν καρδιά του καὶ ἔχει ἑνωθεῖ μὲ τὸν Θεό, καὶ μὸνο μὲ τὴ στάση τοῦ σώματός του ὁμολογεῖ Ἰησοῦ Χριστό. Πολλοὶ θεωροῦν ὅτι ὁμολογία εἶναι τὸ νὰ τρέχουν στὶς πλατεῖες μὲ πανὸ καὶ νὰ διαμαρτύρονται, συχνὰ ἀνάρμοστα, κατὰ τῶν ἀρνησιχρίστων. Οἱ Ἀπόστολοι, ὅμως, ποτὲ δὲν προέβησαν σὲ μία τέτοια πράξη, τουλάχιστον μετὰ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Προηγουμένως, μία φορὰ στὴν παρορμητικότητά του ὁ Πέτρος εἶχε κόψει τὸ αὐτὶ τοῦ Μάλχου, ἀλλὰ ὁ Κύριος τὸν ἐπετίμησε, λέγοντάς του οὐσιαστικά: «τὴν ὁμολογία σου νὰ τὴν δείξεις μὲ ἄλλο τρόπο καὶ σὲ ἄλλη ὥρα», πράγμα στὸ ὁποῖο, τελικά, ὁ Πέτρος δὲν ἀνταποκρίθηκε, γενόμενος ἀρνητὴς τοῦ Χριστοῦ τὴν πιὸ κρίσιμη στιγμή. 

               πὸ τὰ μικρὰ φαίνεται ὁ ἄνθρωπος. Ἂν στὰ μικρὰ δὲν εἴμαστε ὅπως πρέπει, τότε σίγουρα δὲν θὰ εἴμαστε στὰ μεγάλα. Μικρὰ παραδείγματα ὁμολογίας –μεταξὺ ἄλλων- εἶναι τὸ νὰ κάνουμε τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καθὼς περνᾶμε ἔξω ἀπὸ τὸν Ναό, ἢ πρὶν καὶ μετὰ τὸ φαγητό. Κάποιοι ἀδελφοί μας αἰσθάνονται ντροπὴ γιὰ νὰ μὴν σχολιαστοῦν ἀπὸ τοὺς διπλανούς. Ντροπὴ νὰ αἰσθανόμαστε γιὰ ἄλλα πράγματα. Ἐμεῖς ἂς κάνουμε τὸν Σταυρό μας, ὅπως διδαχθήκαμε. Μπορεῖ νὰ μᾶς σχολιάσουν ἢ νὰ μᾶς εἰρωνευτοῦν. Ὁ καθένας ὅ,τι ἔχει στὴν καρδιά του προσφέρει: ἄλλος τὴν εὐλογία καὶ ἄλλος τὴν εἰρωνεία. Ἂς μὴν ἐπιτρέψουμε στὴν εἰρωνεία νὰ στερήσει τὴν εὐλογία. Οἱ Ἅγιοι Πάντες, ἑδραῖοι καὶ ἀμετακίνητοι στὴν Ὀρθόδοξη Πίστη, δὲν σκέφτηκαν νὰ συμμορφωθοῦν μὲ τὶς βουλὲς τῶν ἀνθρώπων γιὰ νὰ μὴν γίνουν ἀντικείμενο σχολιασμοῦ. Ἀντιθέτως, αἰσθάνονταν πλούσια τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή τους καὶ ἤθελαν αὐτὴ τὴν εὐλογία τῆς Ὀρθοδοξίας νὰ τὴν ἔχουν καὶ οἱ συνάνθρωποί τους, χωρὶς νὰ τοὺς κάνουν μαθήματα. Ὁμολογοῦσαν καὶ δίδασκαν μὲ τὴν φωτεινὴ μορφή τους, μὲ τὴν καλοσύνη τους καὶ τὴν πραότητά τους καὶ ὅταν τὸ ἀπαιτοῦσαν οἱ συνθῆκες, μὲ τὴν ἐν Χριστῷ παρρησία καὶ τὸν θεῖο ζῆλο. Εἶχαν γίνει πνευματικοὶ μαγνῆτες καὶ σκόρπιζαν τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ στὴν κοινωνία τους. Αὐτὴ εἶναι ἡ μεγαλύτερη ὁμολογία. 

               ν κατακλείδι, εὔχομαι μὲ τὶς πρεσβεῖες τῶν Ἁγίων Πάντων, ὁ Κύριος νὰ μᾶς βοηθήσει νὰ τοὺς μιμηθοῦμε. Ἡ μίμηση εἶναι ἡ πραγματικὴ τιμὴ ποὺ μποροῦμε νὰ τοὺς προσφέρουμε. Ἂν τοὺς τιμήσουμε, θὰ λάβουμε κὶ ἐμεῖς τιμή· τὴν ὕψιστη τιμὴ νὰ μετάσχουμε τῆς Ἀναστάσεως!

Χρόνια πολλὰ κὶ εὐλογημένα!

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Πέμπτη 5 Ιουνίου 2025

ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ Α´ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς & Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

EKDILOSI AGION PATERON 14 of 83

 

Ἱερὸς Προσκυνηματικὸς Ναὸς Παναγίας Σουμελᾶ Ἀσπροπύργου

22.5/4.6.2025

Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Ὑπακούοντας στὴν προτροπὴ τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου: «μνημονεύετε τῶν ἡγουμένων ὑμῶν, οἵτινες ἐλάλησαν ὑμῖν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ» (Εβρ. 13,7), συναχθήκαμε σήμερα στὸν ἱερὸ αὐτὸ χῶρο γιὰ νὰ ἀποδώσουμε ἐλάχιστο φόρο τιμῆς στοὺς Τριακοσίους Δέκα καὶ Ὀκτὼ Ἁγίους καὶ Θεοφόρους Πατέρες τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ὁ λόγος αὐτῆς τῆς ξεχωριστῆς τιμητικῆς ἀναφορᾶς εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι φέτος συμπληρώθηκαν 1700 χρόνια ἀπὸ τὴν -κατὰ τὸ ἔτος 325- σύγκληση τῆς Συνόδου στὴν Νίκαια τῆς Βιθυνίας.

            Θὰ ἤθελα στὴν ἀρχὴ τῆς παρούσας ὁμιλίας νὰ ἀναφερθῶ γενικὰ στὸν θεσμὸ τῶν Συνόδων. Μία σύνοδος ἀποτελεῖ τὴν συγκέντρωση ἀνθρώπων ἑνὸς συλλογικοῦ θεσμοῦ μὲ σκοπὸ τὴν συζήτηση καὶ τὴν ἀπὸ κοινοῦ ἐπίλυση προβλημάτων ποὺ ἀφοροῦν ἕνα σύνολο. Γιὰ τὰ ἐκκλησιαστικὰ πράγματα, ἡ Σύνοδος σημαίνει ἀκριβῶς τὴν συγκέντρωση τῶν Ἀρχιερέων μίας τοπικῆς ἢ γεωγραφικὰ εὑρύτερης Ἐκκλησίας γιὰ τὴν λήψη ἀποφάσεων ποὺ ἀφοροῦν, μεταξὺ ἄλλων, τὴν ζωὴ τοῦ ποιμνίου, ζητήματα διοίκησης καὶ θέματα δογματικά. Εἶναι ἀδύνατο νὰ μὴν συσχετίσουμε τὴν εὐλογημένη αὐτὴ πρακτικὴ τῆς συγκρότησης τῶν Ἱερῶν Συνόδων μὲ τὴν διαβεβαίωση τοῦ Κυρίου μας: «Ὅπου εἰσὶ δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμὶ ἐν μέσῳ αὐτῶν» (Μτ. 18,20). Οἱ Ἅγιοι Πατέρες συνήχθηκαν στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ ἔχοντας τὸν Ἴδιο τὸν Κύριο ἀνάμεσά τους, ἐξέδωσαν τὶς θεόπνευστες ἀποφάσεις τους μὲ κύρος διαχρονικό. Ὡστόσο, πρέπει νὰ σημειωθεῖ ὅτι οἱ Ἅγιοι Πατέρες δὲν ἐγκαινίασαν οἱ ἴδιοι τὸν θεσμὸ τῶν Συνόδων, ἀλλὰ ὡς διάδοχοι τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ἀκολούθησαν τὴν δική τους γραμμή. Ποιά ἦταν αὐτή; Τὸ νὰ ἀντιμετωπίζουν συνοδικὰ τὰ ὅποια ἀναφυόμενα προβλήματα, ὅπως ἀκριβῶς συνέβη κατὰ τὴν Ἀποστολικὴ Σύνοδο τοῦ 48 μ.Χ., ἡ ὁποία ἔδωσε λύση στὸ ζήτημα τῆς τήρησης τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου ἀπὸ τοὺς ἐξ ἐθνῶν Χριστιανούς.  

            Προκειμένου νὰ φθάσει ὁ λόγος στὴν Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, θεωρῶ χρήσιμη μία σύντομη ἀναφορὰ στὰ χρόνια ποὺ προηγήθηκαν αὐτῆς. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, λίγες δεκαετίες νωρίτερα, μαστιζόταν ἀπὸ τοὺς διωγμοὺς ποὺ ἐξαπέλυσαν κυρίως οἱ Αὐτοκράτορες Διοκλητιανὸς καὶ Μαξιμιανός. Ἐπίκεντρο τῆς λατρευτικῆς ζωῆς κατὰ τὴν περίοδο αὐτή, ἡ ὁποία μᾶς χάρισε ἀπειράριθμο πλήθος Μαρτύρων, ἦταν οἱ κατακόμβες, χῶροι λατρείας ὑπόγειοι καὶ μυστικοί, ποὺ ἐξυπηρετοῦσαν τὴν ἀσφαλῆ τέλεση τῶν θρησκευτικῶν καθηκόντων τῶν Χριστιανῶν. 

            Ὅταν ὁ Μέγας καὶ Ἅγιος Κωνσταντῖνος ἔγινε συναυτοκράτορας μαζὶ μὲ τὸν Λικίνιο, συναποφάσισαν στὴν πόλη τῶν Μεδιολάνων τὸ ἔτος 313 νὰ θέσουν σὲ ἐφαρμογὴ τὴν ἀνεξιθρησκεία σὲ ὅλο τὸ ρωμαϊκὸ κράτος, γεγονὸς τὸ ὁποῖο εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴν σταδιακὴ ἐξάπλωση τῆς χριστιανικῆς πίστεως. 

            Στὸ πλαίσιο τῆς ἐλεύθερης λατρείας, ἐκδηλώθηκαν ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας νέες αἱρετικὲς δοξασίες ποὺ προκαλοῦσαν σύγχυση καὶ διαιρέσεις. Μία ἐξ αὐτῶν προῆλθε ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια, ὅπου ὁ πρεσβύτερος Ἄρειος, ἄνδρας πολὺ ἀσκητικὸς καὶ ἐξαιρετικὰ μορφωμένος, ἀπὸ τὸν ἐγωισμὸ καὶ τὴν ἀλαζονεία του «παραμορφώθηκε» καὶ ἄρχισε νὰ κηρύττει, παρὰ τὶς συστάσεις τοῦ Ἐπισκόπου του, ὅτι ὁ Χριστὸς ἀποτελεῖ κτίσμα καὶ ὄχι τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Μάλιστα, προκειμένου νὰ κερδίσει ἔδαφος μεταξὺ τοῦ ποιμνίου, ἔγραψε ἄσματα μὲ τὶς αἱρετικὲς ἀντιλήψεις του γιὰ νὰ τὰ τραγουδᾶ ὁ ἁπλὸς λαὸς καὶ νὰ ἀφομοιώνει τὴν πλάνη. 

            Τὸ 324 ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος ἔγινε Μονοκράτορας τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας καὶ ἐξ ἀρχῆς τίμησε τὸν Χριστιανισμό, θεωρῶντας τὸν ὡς τὸν κατάλληλο συνδετικὸ ἱστὸ ποὺ θὰ συνέβαλλε στὴν διατήρηση τῆς ἑνότητας τῆς Αὐτοκρατορίας. 

            Βλέποντας, ὥστόσο, ὅτι ἡ αἵρεση τοῦ Ἀρείου ἀπειλεῖ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ κατ᾽ ἐπέκταση τῆς Αὐτοκρατορίας, γιὰ πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία προσκάλεσε ὁ ἴδιος τοὺς Ἐπισκόπους τῆς Αὐτοκρατορίας σὲ Σύνοδο στὴν Νίκαια τῆς Βιθυνίας, προκειμένου νὰ λυθεῖ τὸ ζήτημα τοῦ Ἀρειανισμοῦ καὶ νὰ ἐξασφαλισθεῖ ἡ ἑνότητα. 

            Οἱ συνεδριάσεις ξεκίνησαν τὸ 325, μὲ τὸν Αὐτοκράτορα παρόντα, νὰ ἐπιβλέπει τὸν διάλογο, μεσολαβῶντας γιὰ τὴν ἤπια διεξαγωγή του. Ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποι εἶχαν ἴσες εὐκαιρίες στὸν λόγο καὶ στὴν λήψη τῶν ἀποφάσεων, σύμφωνα μὲ τὸν δημοκρατικὸ τρόπο τῆς συνοδικότητας, ὁ ὁποῖος πάντοτε πρέπει νὰ ἐπιδιώκεται καὶ νὰ μὴν ἀκυρώνεται σύμφωνα μὲ τὴν παπικὴ θεωρία τοῦ πρωτείου ἐξουσίας. Ἡ Ἐκκλησία μας ἀνὰ τοὺς αἰῶνες μιλᾶ συνοδικά, ὄρος ποὺ περιέχει μέσα του τὴν ἐλευθερία τῆς ἔκφρασης, τὸν ἀλληλοσεβασμὸ τῶν ἀπόψεων καὶ τὴν ἐπικράτηση τῆς πλειοψηφίας. 

            Μεταξὺ τῶν ἀποτελεσμάτων τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὑπῆρξε ἡ ἀπόρριψη τῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν τοῦ Ἀρείου, καθὼς ἡ διδασκαλία του ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἀποτελεῖ κτίσμα τοῦ Θεοῦ, ἀκύρωνε τὴν σύνδεση Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ὑπάρχει πρόβλημα στὸ σωτηριολογικὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο: ἂν ὁ Θεὸς δὲν ἐνανθρώπησε, τότε ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ γίνει κατὰ χάριν Θεὸς καὶ μέτοχος τῆς σωτηρίας. Ἀπέναντι στὶς πλάνες τοῦ Ἀρείου, ἡ Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἀπάντησε μὲ τὴν ἔκδοση τοῦ Συμβόλου Πίστεως τῆς Νικαίας, ὅπου ἀναφέρεται ὁ Χριστὸς ὡς «ὁμοούσιος τῷ Πατρί», δηλαδὴ τῆς ἴδιας οὐσίας μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα. Ὁ Χριστός μας, ἑπομένως, σύμφωνα μὲ τὴν δογματικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι καὶ τέλειος Θεὸς καὶ τέλειος Ἄνθρωπος. 

          Στὸ Σύμβολο τῆς Νικαίας προστέθηκαν ἀπὸ τὴν Β´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως πέντε ἀκόμη ἄρθρα, καθιστῶντας σαφὴ τὴν δογματικὴ Ἀλήθεια τῶν σχέσεων τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος. Τὸ Σύμβολο Νικαίας - Κωνσταντινουπόλεως εἶναι γνωστὸ ἀπὸ τοὺς περισσότερους ὡς «Σύμβολο τῆς Πίστεως», ἤ, πιὸ ἁπλά, «Πιστεύω».

            Ἐπὶ τῇ εὐκαιρίᾳ, ἡ Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος θέσπισε ἐπίσημα τὸν κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Ἁγίου Πάσχα γιὰ ὅλους τοὺς Χριστιανούς. Προέβη σὲ αὐτὴ τὴν κίνηση, διότι μέχρι τότε οἱ Χριστιανοὶ ἑόρταζαν αὐτὴ τὴν μεγίστη τῶν ἑορτῶν σὲ ξεχωριστὲς χρονικὲς περιόδους. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες, εὐαισθητοποιημένοι γιὰ τὸ ζήτημα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητας τόσο στὴν πίστη, ὅσο καὶ στὴν λατρεία, θέσπισαν τὸ Πάσχα νὰ ἑορτάζεται ἀπὸ ὅλους τοὺς Χριστιανοὺς τὴν Κυριακὴ μετὰ τὴν πρώτη πανσέληνο τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας. Ἂν ὅμως ἡ πρώτη Πανσέληνος τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας συμπέσει ἡμέρα Κυριακή, ὁ ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα νὰ μετατίθεται τὴν ἀμέσως ἑπομένη Κυριακή. Βάσει αὐτοῦ τοῦ ὑπολογισμοῦ, τὸ Ὀρθόδοξο Πάσχα ἑορτάζεται πάντοτε μετὰ τὸ Πάσχα τῶν Ἑβραίων. Ποτὲ πρίν, ποτὲ ταυτόχρονα, ὅπως πράττουν οἱ παπικοί, παρὰ τὸν 7ο Κανόνα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ἀλλὰ καὶ αὐτὴ τὴν ἱστορικὴ πραγματικότητα, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ὁ Κύριος ἀναστήθηκε μετὰ τὸ ἑβραϊκὸ Πάσχα. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἀγωνίσθηκαν γιὰ τὴν ἑνότητα στὴν λατρεία, ἀλλὰ δυστυχῶς ἡ μέριμνά τους αὐτὴ δὲν ἔγινε σεβαστὴ ἀπὸ λεγομένους χριστιανούς.

            Κατὰ τὴν ἱστορικὴ ἐπέτειο ποὺ ἑορτάζουμε, μὲ προβληματίζει ἡ ἑξῆς ἀπορία: εἴμαστε μὲ τοὺς Πατέρες; Κινούμαστε στὸ πνεῦμα τους; Συμμεριζόμαστε τὴν ἀγωνία ποὺ ἐπέδειξαν γιὰ τὸ καλὸ τῆς Ἐκκλησίας, ἢ ἁπλῶς στρουθοκαμηλίζουμε ἐπιθυμῶντας νὰ ξεχάσουμε ὅτι ὑπάρχουν προβλήματα ποὺ ἀναμένουν μία λύση; 

            Ἡ Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἀποτέλεσε τὸ πρότυπο γιὰ τὶς ἑπόμενες Ὀκτὼ Οἰκουμενικὲς Συνόδους, ὅλες μεγίστης σημασίας, οἱ ὁποῖες ἀποκρυστάλλωσαν τὰ δόγματα τῆς πίστης μας καὶ ἐπέφεραν, ἀργὰ ἢ γρήγορα, τὴν σταθερότητα καὶ τὴν εἰρήνη στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀπορρίπτοντας τὶς αἱρετικὲς διδασκαλίες καὶ θέτοντας τοὺς αἱρετικοὺς στὴν κρίση τοῦ Θεοῦ. 

            Φθάνοντας στὸ σήμερα, ἔχουμε δεῖ πολλάκις ὅτι οἱ ἐπαφὲς σύγχρονων κληρικῶν καὶ λαϊκῶν μὲ ἑτεροδόξους, ὄχι μόνο δὲν περιορίζονται στὸ ἐπίπεδο τῶν ἀμφισβητούμενης ἀποτελεσματικότητος διαλόγων, ἀλλὰ προχωροῦν καὶ σὲ συμπροσευχές. Ἂν εἶναι αὐτὸ τὸ σωστό, τότε γιατὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἐπέβαλαν τὰ ἀναθέματα σὲ ὅσους τόλμησαν νὰ στρεβλώσουν τὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας;

            Βεβαίως, τὸ νὰ ἐπιθυμοῦμε ὅλοι νὰ ἐπανέλθουν στὴν Ὀρθοδοξία εἶναι καλὸ καὶ ἅγιο. Κάτι τέτοιο, ὅμως, θὰ ἐπιτευχθεῖ μόνο μὲ τὸν ἁγιοπνευματικὸ τρόπο ζωῆς -ὁ ὁποῖος δύναται νὰ λειτουργήσει σὰν πνευματικὸς μαγνήτης καὶ νὰ ἑλκύσει κάθε καλοπροαίρετο πρὸς τὴν Ὀρθοδοξία- καὶ ὄχι μὲ τὶς δημόσιες σχέσεις καὶ τὶς ἐκπτώσεις στὴν πίστη.

            Οὔτε, βέβαια, ἡ ἀκραία συμπεριφορὰ κάποιων λεγομένων ὀρθοδόξων νὰ καταδικάζουν τοὺς πάντες εἶναι ἐπιθυμητὴ καὶ σύμφωνη πρὸς τὸ ἦθος τῶν Πατέρων. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μὲ εἰλικρίνεια ὅρισαν στὶς καθημερινὲς ἀκολουθίες καὶ σὲ αὐτὸ τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας νὰ προσευχόμαστε «ὑπὲρ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως», σύμφωνα πάντα μὲ ὅσα ἐσφράγισαν οἱ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι.

            Οἱ Πατέρες προτίμησαν τὴν μεσαία καὶ βασιλικὴ ὁδὸ τῆς διακρίσεως. Οὔτε παρέκκλιναν, οὔτε ὑπερέβαλαν. Ἡ μόνη τους ὑπερβολὴ ἦταν στὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸ ποίμνιο· ἡ μόνη ἐπιτρεπτὴ ὑπερβολή, καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς «ὑπερβαλλόντως ἠγάπησεν ἡμᾶς». Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐμφορεῖται ἀπὸ αὐτὴ τὴν εἰλικρινῆ ἀγάπη, δὲν κινδυνεύει, ἀλλὰ πάντοτε ἔχει σύμμαχο τὸν Θεό, ὁ Ὁποῖος συνεργεῖ σὲ κάθε ἔργο ἀγαθό. 

            Σήμερα, 1700 χρόνια μετὰ τὴν Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἀκόμη τιμοῦμε τοὺς Ἁγίους Πατέρες. Γιατί; Γιατὶ ἀγάπησαν Χριστό, ἀνέλαβαν μὲ ὑπευθυνότητα τὴν ὑψηλὴ ἀποστολὴ ποὺ τοὺς ἀνέθεσε ἡ Ἐκκλησία καὶ τὴν ἔφεραν εἰς πέρας. Δὲν ἔδωσαν «τοῖς βλεφάροις νυσταγμὸν» γιὰ νὰ φυλάσσουν τὰ λογικὰ πρόβατα. Ἀπέναντι στὶς μεγάλες ἀπειλές, δὲν σώπασαν, οὔτε ἔκαναν τὰ στραβὰ μάτια γιὰ νὰ ἐξασφαλίσουν τὴν ἄνεσή τους. Ἀπεναντίας, ἀγωνίσθηκαν σθεναρῶς, καὶ κατάφεραν νὰ βάλουν στὴν θέση ποὺ τοὺς ἀνήκει τοὺς βαρεῖς προβατόσχημους λύκους. Γιὰ νὰ φθάσουν σὲ αὐτὸ τὸ ἐπίπεδο, εἶχαν ἤδη διανύσει τὰ στάδια τῆς πνευματικῆς ζωῆς: ἀποτίναξαν τὴν κακία, καθάρισαν τὴν καρδιά τους, ζώσθηκαν ὡς πανοπλία τὴν ἀρετὴ καὶ ἐξῆλθαν στὴ μάχη μὲ τὴν ρομφαία τῆς δικαιοσύνης καὶ τὴν περικεφαλαία τῆς ἀληθινῆς πίστης. 

            Οἵ Ἅγιοι Πατέρες μας, ἐμφορούμενοι ἀπὸ τὴν σοφία μὲ τὴν ὁποία ὁ Θεὸς τοὺς προίκισε, ἀναδείχθηκαν στύλοι καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας. Δίχως στύλους δὲν στέκεται κανένα οἰκοδόμημα. Ἡ ἀλήθεια στηρίχθηκε και θὰ στηρίζεται εἰς αἰῶνας ἀιώνων διότι εὐτύχησε νὰ ἔχει ὡς στύλους της τοὺς Ἁγίους Πατέρες. Ἐκεῖνοι εἶναι οἱ καθοδηγητές μας, ποὺ μᾶς κατευθύνουν πρὸς τὴν ὁδὸ τῆς Κάθαρσης, τοῦ Φωτισμοῦ καὶ τῆς Θέωσης.

            Εἴθε τὴν ὁδὸ αὐτὴ νὰ κατορθώσουμε μὲ τὶς πρεσβεῖες τους νὰ διανύσουμε ἐπιτυχῶς, πρὸς δόξαν τοῦ Ἀνάρχου Πατρός, τοῦ Συνανάρχου καὶ Ὁμοουσίου Αὐτῷ Υἱοῦ καὶ τοῦ Συμπροσκυνουμένου καὶ Συνδοξαζομένου Παναγίου Πνεύματος. Ἀμήν.

Κυριακή 18 Μαΐου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

DSC 8970


γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

Χριστὸς Ἀνέστη!

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Κυριακῇ πέμπτῃ ἀπὸ τοῦ Πάσχα,

τὴν τῆς Σαμαρείτιδος ἑορτὴν ἑορτάζομεν.

δωρ λαβεῖν ἐλθοῦσα τὸ φθαρτόν, γύναι,

Τὸ ζῶν ἀπαντλεῖς, ᾧ ῥύπους ψυχῆς πλύνεις.

νῶ φθαρτὸ νερό, γυναίκα, ἦλθες νὰ λάβεις,

Τὸ ζωντανὸ ἀντλεῖς, ρύπους ψυχῆς μὲ τὸ ὁποῖο πλένεις.

               πως ἀκούσαμε σήμερα ἀπὸ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, ἕνα μεσημέρι, ὁ Χριστὸς εὐαγγελιζόμενος τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ἦρθε μὲ τοὺς Μαθητές Του στὴν Σαμάρεια καὶ κουρασμένος ἀπὸ τὴν πολλὴ ὁδοιπορία κάθισε κοντὰ στὸ πηγάδι, ποὺ εἶχε φτιάξει ὁ Πατριάρχης Ἰακώβ, γιὰ νὰ ξεκουραστεῖ, ἐνῶ οἱ Ἀπόστολοι πῆγαν στὴν πόλη γιὰ νὰ ἀγοράσουν τρόφιμα. Ἡ κούραση αὐτὴ ποὺ προκύπτει ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ἐργασία, εἶναι καίρια γιὰ τὴν ἐξάπλωση τοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Χριστός, γιὰ νὰ εὐαγγελίσει τὸν κόσμο, κουράσθηκε, διδάσκοντας ὅτι ἐκεῖνος ποὺ πρόκειται νὰ διακονήσει τὴν Ἐκκλησία, πρέπει νὰ εἶναι ἔτοιμος νὰ κουραστεῖ σωματικά, ὅπως καὶ ὁ Κύριός μας. Ἄλλωστε, «τὰ ἀγαθὰ κόποις κτῶνται». Μετὰ τὴν σωματικὴ κόπωση, ὁ Χριστός, ὅπως θὰ δοῦμε στὴ συνέχεια, θὰ γευθεῖ πνευματικὴ τροφή. Ἡ φυγοπονία αὐτὸ ἀκριβῶς στερεῖ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, τὴν μετάληψη πνευματικῆς τροφῆς, ἡ ὁποία στηρίζει καὶ εὐφραίνει τὸν ἐργάτη τοῦ καλοῦ. 

               Λίγο ἀργότερα, στὸ πηγάδι φτάνει μία γυναίκα, Σαμαρείτιδα, γιὰ νὰ ἀντλήσει νερὸ μὲ τὴ στάμνα της. Βλέποντάς την ὁ Κύριος, δὲν διστάζει νὰ γίνει ὁ ἐνδεής, ἐκεῖνος δηλαδὴ ποὺ ἔχει ἀνάγκη, καὶ ἔρχεται στὸ ἴδιο ἐπίπεδο μὲ αὐτὸ τῆς γυναίκας. Γιὰ νὰ τὴν ἀνυψώσει, καταδέχεται νὰ ταπεινωθεῖ, ζητῶντας νερὸ ἀπὸ μία γυναίκα καὶ μάλιστα Σαμαρείτιδα καὶ μάλιστα μοιχαλίδα. Στοὺς ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Καλὸς Ποιμὴν παραδίδει σήμερα μαθήματα ποιμαντικῆς. Βλέπετε, ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη νὰ αἰσθάνεται χρήσιμος. Αὐτὴ τὴν ἀνάγκη τῆς Σαμαρείτιδας ἱκανοποιεῖ ὁ Χριστὸς γιὰ νὰ τὴν προσεγγίσει, σπάζοντας τὸ κατεστημένο, δεδομένου ὅτι δὲν συνηθιζόταν ἄντρες νὰ συνομιλοῦν μὲ γυναῖκες σὲ δημόσιο χῶρο, καθῶς θεωροῦνταν ὑποδεέστερες. Καλὸ θὰ ἦταν, οἱ δῆθεν προοδευτικοὶ τῶν ἡμερῶν μας νὰ γνώριζαν ὅτι ὁ πρῶτος ποὺ ἔφερε τὴν πρόοδο τῶν ἀνθρωπίνων σχέσεων, ἦταν ὁ Δεσπότης Χριστός. Ἡ κίνηση αὐτὴ τοῦ Κυρίου ἦταν πολὺ σημαντική, ἰδιαίτερα ἂν σκεφτοῦμε ὅτι ἡ γυναίκα ἐκείνη, λόγῳ τῆς ἁμαρτωλῆς ζωῆς της, πιθανὸν νὰ βίωνε τὴν περιφρόνηση τῶν συνανθρώπων της. 

               Στὸ σημεῖο αὐτό, ἡ γυναίκα ἐξεπλάγη καὶ ἀπόρησε πῶς ἕνας Ἰουδαῖος συνομιλεῖ μὲ μία Σαμαρείτιδα. Οἱ σχέσεις Ἰουδαίων καὶ Σαμαρειτῶν χαρακτηρίζονταν ἀπὸ ἔχθρα, ἡ ὁποία δὲν ἔλεγε νὰ πάψει γιὰ ἕναν ἁπλούστατο λόγο: τὴν ἔλλειψη ἐπικοινωνίας. Οἱ δύο λαοὶ δὲν ἔβλεπαν τὰ πρόσωπα, ἀλλὰ μία ἀπρόσωπη ταμπέλα: Ἰουδαῖος, Σαμαρείτης. Ὁ Χριστὸς σήμερα πρότεινε τὴν λύση γιὰ τὴν εἰρήνευση τῶν σχέσεων: τὴν ἐπικοινωνία. Μέσῳ αὐτῆς, ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει τὸν ἄνθρωπο καὶ ἀρχίζει νὰ βλέπει περισσότερο ἐκεῖνα ποὺ ἐνώνουν, παρὰ ὅσα χωρίζουν. 

               Tὴν ἀπορία τῆς γυναίκας ἀκολούθησε μία στροφὴ στὴν ροὴ τῆς συζήτησης. «Ἂν ἤξερες […] ποιός εἶναι ἐκεῖνος ποὺ σοῦ λέει «φέρε μου νὰ πιῶ», ἐσὺ θὰ τοῦ ζητοῦσες καὶ θὰ σοὺ ἔδινε τὸ νερὸ τὸ ζωντανό», εἶπε ὁ Κύριος στὴν γυναίκα. Πρόκειται γιὰ τὴν δροσιὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴν ὁποία ὅποιος γεύθηκε, δὲν δίψασε ξανὰ γιὰ ἐπίγειες ἀπολαύσεις. Αὐτὸ τὸ ζωντανὸ νερὸ ἀποτελεῖ πρόγευση τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, πρόγευση τῆς Ἀναστάσεως, βέβαιη πίστη ὅτι ὁ θάνατος καὶ κάθε δύναμη τοῦ κακοῦ νικήθηκε ἀπὸ τὸν Ἀναστάντα Χριστό. Σὲ ἀντίθεση μὲ πρίν, ποὺ ὁ Χριστὸς ζητοῦσε τὸ ἐπίγειο νερό, τώρα ἡ Σαμαρείτις ζητᾶ ἀπὸ τὸν Χριστὸ τὸ «ὕδωρ τὸ ζῶν», χωρὶς βέβαια νὰ καταλάβει περὶ τίνος πρόκειται. 

               στόσο, ὁ Κύριος ἀνταποκρίθηκε θετικά στὸ αἴτημα τῆς γυναίκας.

Πήγαινε, φώναξε μου τὸν ἄνδρα σου, τῆς εἶπε.

Δὲν ἔχω ἄνδρα.

Σωστὰ εἶπες ὅτι δὲν ἔχεις ἄνδρα, γιατὶ εἶχες πέντε ἄνδρες καὶ αὐτὸς ποὺ ἔχεις τώρα, δὲν εἶναι ἄνδρας σου.

Προσπάθησε ἡ Σαμαρείτιδα νὰ ἀποκρύψει τὰ ἁμαρτήματά της, ὅπως πολλοὶ στὴν Ἐξομολόγηση, ἀλλὰ ὁ Θεός, καὶ αὐτὰ ποὺ ἀκόμη δὲν ἔχει πράξει ὁ ἄνθρωπος, τὰ γνωρίζει πολὺ καλά. Γιὰ αὐτό, στὴν Ἐξομολόγηση πρέπει νὰ εἴμαστε εἰλικρινεῖς. Διαφορετικά, μπορεῖ νὰ ἀποκαλυφθοῦν οἱ ἁμαρτίες μας μὲ πιὸ ντροπιαστικὸ τρόπο, ὅπως στὴν προκειμένη περίπτωση. 

               Μέσα ἀπὸ τὰ ἀφοπλιστικὰ αὐτὰ λόγια τοῦ ἄγνωστου συνομιλητῆ της, ἡ γυναίκα κατάλαβε ὅτι μάλλον εἶναι Προφήτης. Ἕναν μόνο λόγο ἄκουσε ἡ ἐλευθέρων ἠθῶν γυναίκα καὶ κατάλαβε ὅτι τὸ πρόσωπο ποὺ εἶχε ἀπέναντί της ἦταν ἱερό. Οἱ δὲ Φαρισαῖοι, οἱ «ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ», τόσα καὶ τόσα θαύματα εἶδαν καὶ δὲν θέλησαν νὰ καταλάβουν. Ἡ ψυχή τους εἶχε βρεῖ αὐτὸ ποὺ ζητοῦσε: μία πλαστὴ εἰκόνα τὴν ὁποία νὰ βλέπει ὁ κόσμος καὶ νὰ τὴν σέβεται. Ἡ ψυχή, ὅμως, τῆς γυναίκας, δὲν εἶχε βρεῖ αὐτὸ ποὺ ζητοῦσε. Γιὰ αὐτὸ καὶ ἄλλαξε ἕξι συζύγους. Ἤλπιζε ὅτι κάποια στιγμὴ θὰ βρεῖ τὸν κατάλληλο. Στὴν πραγματικότητα, αὐτὸ ποὺ ἔψαχνε ἦταν κάτι πολὺ ἀνώτερο ἀπὸ μία σαρκικὴ σχέση, ἦταν ἡ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, εἶχε πνευματικὲς ἀνησυχίες: «Οἱ πατέρες μας προσκύνησαν στὸ βουνὸ αὐτό, ἐνῶ ἐσεῖς λέτε ὅτι στὰ Ἱεροσόλυμα πρέπει νὰ προσκυνοῦμε», εἶπε στὸν Κύριο, γιὰ νὰ λάβει τὴν ἀπάντηση: 

 Θεὸς εἶναι Πνεῦμα καὶ αὐτοὶ ποὺ Τὸν προσκυνοῦν, πρέπει νὰ Τὸν προσκυνοῦν μὲ τὸ πνεῦμα καὶ μὲ εἰλικρίνεια».

Ξέρω ὅτι ἔρχεται ὁ Μεσσίας, ὁ λεγόμενος Χριστός. Ὅταν ἔλθει ἐκεῖνος, θὰ μᾶς τὰ ἀναγγείλει ὅλα. 

Θὰ περίμενε κανεὶς ὅτι ὁ Θεάνθρωπος, ἀπὸ ταπείνωση δὲν θὰ ἔλεγε ποιός ἦταν. Ὁ Χριστὸς, ὅμως, προτίμησε νὰ πεῖ τὴν ἀλήθεια γιὰ τὴν ὁποία ἦλθε στὴν γῆ. Ἔτσι, ἔκανε τὴν ἀποκάλυψη: «Ἐγὼ εἶμαι (ὁ Χριστός), ποὺ σου μιλάω». 

 ἁμαρτωλή, ἀλλὰ ἄδολη γυναίκα, ποὺ γιὰ τόσα χρόνια ἦταν στὰ δίχτυα τοῦ κακοῦ, πίστεψε ἀμέσως. Αὐτὸ ἦταν. Ἔλαβε τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν. Πῆγε γιὰ φθαρτὸ νερό, ἀλλὰ ἄντλησε αἰώνιο. Τὸ φθαρτὸ δὲν τὴν ἐνδιέφερε πλέον. Ἄφησε πίσω τὴ στάμνα της, μαζὶ καὶ τὶς ἁμαρτίες, καὶ ἔτρεξε νὰ γίνει Ἰσαπόστολος τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ἁγία Φωτεινή. 

               ν τῷ μεταξύ, ἦρθαν οἱ Ἀπόστολοι καὶ ἔφεραν τὶς τροφές. Εἶδαν τὸν Διδάσκαλό τους νὰ συνομιλεῖ μὲ τὴν γυναίκα καὶ κανένας δὲν Τοῦ ζήτησε τὸν λόγο. Εἶχαν ἐμπιστοσύνη στὴν πρόνοιά Του. 

Διδάσκαλε, φάε.

γὼ ἔχω φάει τροφή, τὴν ὁποία ἐσεῖς δὲν ξέρετε. 

               Τί ἀναφέραμε στὴν ἀρχή; Αὐτὴ εἶναι ἡ πνευματικὴ τροφὴ ποὺ ἀπολαμβάνει ἐκεῖνος ποὺ ἐργάζεται καὶ κουράζεται στὸν ἀμπελώνα τοῦ Θεοῦ, ἡ χαρὰ μαζὶ μὲ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς Ἀγγέλους γιὰ τὰ πρόβατα ποὺ ξεφεύγουν ἀπ΄ τοὺς λύκους καὶ ἐπιστρέφουν πίσω στὴν μάνδρα.

               ν ἕνας ἄνθρωπος γνωρίσει τὸν Θεὸ καὶ μεταμορφωθεῖ,  μπορεῖ νὰ μεταμορφώσει ὁλόκληρη τὴν κοινωνία. Γιὰ αὐτό, ὁ Κύριος κανέναν δὲν ἀπέρριψε. Ὡς ἀποτέλεσμα, πειθόμενοι στὸ κήρυμα τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς, οἱ Σαμαρεῖτες ζήτησαν ἀπὸ τὸν Κύριό μας νὰ μείνει λίγο μαζί τους. Ἔμεινε ἐκεῖ μόνο δύο ἡμέρες. Αὐτὲς ἦταν ἀρκετὲς γιὰ νὰ πλησιάσουν ὕστερα τὴν Φωτεινὴ καὶ νὰ τῆς ποῦν: «Δὲν πιστεύουμε πλέον ἀπὸ τὰ λόγια σου. Οἱ ἴδιοι ἀκούσαμε καὶ ξέρουμε ὅτι Αὐτὸς εἶναι στὰ ἀλήθεια ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου, ὁ Χριστός». 

               Εὐχή μου, αὐτὴ τὴν σωτήρια ὁμολογία τῶν Σαμαρειτῶν νὰ τὴν φυλάξουμε καλὰ στὴν καρδιά μας καὶ ὄχι μόνο στὰ αὐτιά. Ἂν κάνουμε τὸ πρῶτο, ἡ ὁμολογία αὐτὴ θὰ γίνει γιὰ ἐμᾶς τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν. Τότε ποιά μέριμνα ἢ ποιό ψυχικὸ κενὸ θὰ μπορέσει νὰ μᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ; 

Ἀληθῶς Ἀνέστη ὁ Κύριος!

Μετ’ εὐχῶν,

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος