A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Δευτέρα 29 Μαΐου 2023

ΠΟΣΟΝ ΚΑΚΟΝ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΨΕΥΜΑΤΑ (Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου)



Πόσον κακὸν εἶναι τὰ ψεύματα

Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου

Προσέχετε, νὰ μὴ λέγετε ψεύματα, διότι τὸ ψεῦδος εἶναι γέννημα τοῦ διαβόλου καὶ ὁ διάβολος εἶναι ὁ τοῦ ψεύδους πατήρ. Ὅθεν, ἀκολούθως καὶ ὅσοι εἶναι ψεῦσται, ἔχουν πατέρα τὸν διάβολον καὶ ὁμοιάζουν μὲ αὐτόν, ὅπου εἶναι πρωτοψεύστης, καθὼς εἶπεν ὁ Κύριος· «ὑμεῖς ἐκ τοῦ πατρὸς τοῦ διαβόλου ἐστέ, καὶ τὰς ἐπιθυμίας τοῦ πατρὸς ὑμῶν θέλετε ποιεῖν· ἐκεῖνος ἀνθρωποκτόνος ἦν ἀπ’ ἀρχῆς, καὶ ἐν τῇ ἀληθείᾳ οὐχ ἕστηκεν… ὅταν λαλῇ τὸ ψεῦδος ἐκ τῶν ἰδίων λαλεῖ, ὅτι ψεύστης ἐστὶ καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ» (Ἰωάν. η’ 44).

     Καθὼς ἐκ τοῦ ἐναντίου, ὅσοι λέγουν τὴν ἀλήθειαν, ἔχουν πατέρα τους τὴν ἀλήθειαν, ἥτις εἶναι ὁ Θεὸς καὶ ὁ Ἰησοῦς Χριστός, καὶ ἀπὸ τὴν ἀλήθειαν εἶναι γεγεννημένοι, καθὼς λέγει ὁ ἠγαπημένος Ἰωάννης· «τεκνία μου μὴ ἀγαπῶμεν λόγῳ, μηδὲ γλώσσῃ, ἀλλ’ ἔργῳ καὶ ἀληθείᾳ· καὶ ἐν τούτῳ γινώσκομεν, ὅτι ἐκ τῆς ἀληθείας ἐσμέν» (Α’ Ἰωάν. γ’ 18).

     Ἐσεῖς εἶσθε Χριστιανοὶ καὶ διὰ μέσου τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος ἐγυμνώθητε ἀπὸ τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον, καὶ ἐνεδύθητε τὸν Χριστόν, ὅστις εἶναι ἀλήθεια, καθὼς τὸ λέγει ὁ ἴδιος· «ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» (Ἰωάν. ιδ’ 6). Πῶς ἀποτολμᾶτε λοιπὸν νὰ ἀφίνετε τὴν ἀλήθειαν καὶ νὰ λέγετε τὸ ψεῦδος; Δὲν στοχάζεσθε πὼς διὰ τὰς ψευδολογίας σας ταύτας ἐκδύνεσθε τὸν Χριστὸν τὸν νέον ἄνθρωπον καὶ ἐνδύνεσθε πάλιν τὸν παλαιὸν καὶ φθειρόμενον; Δὲν ἀκούετε πὼς σᾶς συμβουλεύει ὁ μακάριος Παῦλος, νὰ μὴ ψεύδεσθε ἕνας πρὸς τὸν ἄλλον, ἀλλὰ νὰ ἐκδυθῆτε τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον, τοῦ ὁποίου εἶναι τὸ ψεῦδος ἴδιον καὶ νὰ ἐνδυθῆτε τὸν νέον, τοῦ ὁποίου εἶναι ἴδιον ἡ ἀλήθεια; «μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους, ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ, καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον, τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν» (Κολασ. γ’ 9).

     Ὁ θεῖος Χρυσόστομος λέγει, ὅτι ὅποιος φορεῖ κανένα φόρεμα, ἐκεῖνο μόνον φαίνεται ὅπου εἶναι τὸ φόρεμά του. Λοιπὸν καὶ ἐσεῖς οἱ Χριστιανοὶ ἐπειδὴ φορεῖτε τὸν Χριστὸν ὡσὰν φόρεμα, ἐκεῖνο μόνον πρέπει νὰ φαίνεσθε καὶ εἰς τὰ ἔργα καὶ εἰς τὰ λόγια καὶ εἰς ὅλα τὰ πάντα, ὅτι εἶναι τὸ φόρεμά σας, ἤγουν ὅτι εἶναι ὁ Χριστός: «τὸν Χριστὸν ἐνδυσώμεθα καὶ μετ’ αὐτοῦ ὦμεν· ὁ γὰρ ἐνδυσάμενος ἐκεῖνο φαίνεται, ὅπερ ἐνδέδυται· φαινέσθω τοίνυν πάντοθεν ἐν ὑμῖν ὁ Χριστός· καὶ πῶς φανεῖται; ἄν τὰ Ἐκείνου ποιῇς» (Λόγ. κδ’ εἰς τὴν πρὸς Ρωμ.).  

     Κάθε ψεῦδος ὅ,τι λογῆς καὶ ἄν εἶναι, μὲ ὅποιον τρόπον καὶ ἄν λέγεται, εἶναι κακὸν καὶ ὀλέθριον καὶ δὲν πρέπει νὰ τὸ λαλοῦν οἱ Χριστιανοί, διότι γίνεται συνήθεια κακὴ εἰς αὐτούς, καθὼς λέγει ὁ σοφὸς Σειράχ· «μὴ θέλετε ψεύδεσθαι πᾶν ψεῦδος· ὁ γὰρ ἐνδελεχισμὸς αὐτοῦ οὐκ εἰς ἀγαθόν» (Σειρ. ζ’ 14). Καὶ ἀλλαχοῦ λέγει ὁ ἴδιος Σειράχ, ὅτι προτιμότερον εἶναι νὰ κλέπτῃ τινὰς παρὰ νὰ συνειθίζῃ ὁλονένα νὰ λέγῃ ψεύματα, ἀγκαλὰ καὶ οἱ δύο κληρονομοῦσι τὴν ἀπώλειαν καὶ τὴν κόλασιν· «αἱρετὸν κλέπτης ἤ ἐνδελεχίζων ψεύδει· ἀμφότεροι δὲ ἀπώλειαν κληρονομήσουσιν» (Σειρ. κ’ 25)· πόσῳ μᾶλλον δὲν πρέπει οἱ Χριστιανοὶ νὰ λαλοῦν ψεύματα διὰ νὰ γελάσουν τὸν ἀδελφόν τους μὲ δολιότητα καὶ κακίαν, καθὼς τὸ κάμνουσι τινές;…

     Φοβηθῆτε λοιπὸν τὸν Θεὸν καὶ παύσατε ἀπὸ τοῦ νὰ μεταχειρίζεσθε ψευδολογίας καὶ μάλιστα εἰς τὰς ἐργασίας σας, διότι ὁ Θεὸς συνειθίζει νὰ ἀφανίζῃ ὅλους ἐκείνους ὅπου λαλοῦσι τὰ ψεύματα, καθὼς εἶναι γεγραμμένον εἰς τὸν θεῖον Δαβίδ· «ἀπολεῖς πάντας τοὺς λαλοῦντας τὸ ψεῦδος» (Ψαλμ. ε’ 6), διότι ὁ Θεὸς δίδει μεγάλας δυστυχίας εἰς ἐκείνους ὅπου ψευδολογοῦν, τόσον ὅπου καταντοῦν οἱ ταλαίπωροι νὰ φοροῦν τρίχινα δέρματα ἀπὸ τὴν πτωχείαν τους, καθὼς εἶναι γεγραμμένον εἰς τὸν Ζαχαρίαν· «καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ, καταισχυνθήσονται οἱ προφῆται… καὶ ἐνδύσονται δέρριν τριχίνην, ἀνθ’ ὧν ἐψεύσαντο» (Ζαχ. ζ’ 4). Διότι ὁ Θεὸς μισεῖ καὶ συγχαίνεται ἐκεῖνον ὅπου λαλεῖ τὸ ψεῦδος, καθὼς λέγει ὁ Σολομών· «βδέλυγμα Κυρίῳ χείλη ψευδῆ» (Παρ. 23). Καὶ διότι τέλος πάντων, ὁ Θεὸς εὐγάνει ἔξω ἀπὸ τὴν βασιλείαν του ὅλους ἐκείνους ὅπου ἀγαποῦν τὰς ψευδολογίας, καθὼς τὸ μαρτυρεῖ ἡ ἱερὰ Ἀποκάλυψις· «ἔξω δὲ οἱ κύνες καὶ πᾶς ὁ φιλῶν καὶ ποιῶν ψεῦδος» (Ἀποκαλ. κβ’ 16) καὶ ἀπορρίπτει αὐτοὺς εἰς τὴν λίμνην τοῦ πυρός· «δειλοῖς δὲ καὶ πᾶσι τοῖς ψευδέσι, τὸ μέρος αὐτῶν ἐν τῇ λίμνῃ τῇ καιομένῃ πυρὶ καὶ θείῳ, ὅ ἐστι δεύτερος θάνατος» (Ἀποκαλ. κα’ 8).

     Ἐσεῖς ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος παρακαλεῖτε τὸν Θεὸν νὰ εὑρίσκεται μὲ τὴν χάριν Του εἰς τὰς τέχνας σας, διὰ νὰ εὐλογῇ τοὺς κόπους τῶν χειρῶν σας καὶ νὰ αὐξάνῃ τὰ ὑπάρχοντά σας· καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο φέρνετε τὸν διάβολον μὲ τὰς ψευδολογίας σας καὶ διώκετε τὸν Θεόν. Διότι ὅπου λέγονται ψεύματα ἀπὸ ἐκεῖ φεύγει ὁ Θεός, ὁ μισῶν τὸ ψεῦδος, καὶ ἔρχεται ὁ διάβολος ὁ τοῦ ψεύδους πατήρ· εἰς τὴν τέχνην δὲ ἐκείνην εἰς τὴν ὁποίαν δὲν εἶναι ὁ Θεὸς ἀλλὰ ὁ διάβολος, τί εὐλογία πλέον ἤ τί καλὸν ἠμπορεῖ νὰ ἀκολουθήσῃ; βέβαια οὐδέν· μάλιστα δὲ ἐκεῖ εἶναι κατάρα καὶ δυστυχία καὶ κάθε ἄλλο κακόν.

     Ἔπειτα συλλογισθῆτε καὶ τοῦτο, ὅτι ὅταν ἐσεῖς φανῆτε ψεῦσται μίαν φοράν, ὕστερον καὶ ἀλήθειαν νὰ λέγετε, τινὰς πλέον δὲν σᾶς πιστεύει, καθὼς λέγει ὁ θεῖος Χρυσόστομος· «μὴ ποιήσῃς ἄπιστον τῷ φίλῳ σεαυτὸν ἵνα μή, καὶ ὅτε λαλεῖς ἀλήθειαν, οὐκ ἔτι πιστευθήσῃ· ὁ γὰρ ἐν ἑνὶ εὑρεθεὶς ψεύστης, οὐκ ἔτι ἐστὶν ἄξιος πιστευθῆναι, οὐδὲ ἄν ἀληθεύσῃ ποτέ» (Λόγ. ὅτι ἐπίπλαστον σχῆμα φεύγειν χρή)…

      (Ἀπόσπασμα μὲ μικρὴ διασκευὴ ἀπὸ τὸν Λόγο Η’: «Ὅτι οἱ Χριστιανοὶ τεχνῖται πρέπει χωρὶς κακίαν νὰ δουλεύουν τὰς τέχνας των», τοῦ ἔργου τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου «Χριστοήθεια τῶν Χριστιανῶν», ἐκδ. Σωτηρίου Σχοινᾶ, ἐν Βόλῳ 1957, σελ. 150-153).

Κυριακή 28 Μαΐου 2023

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Α΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ 2023 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

77897 2

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

               Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴ μνήμη τῶν Ἁγίων 318 Θεοφόρων Πατέρων τῆς Α΄ ΟἰκουμενικῆςΣυνόδου. Ἡ σύγκληση αὐτῆς ἀποτέλεσε πρωτοβουλία τοῦ Αὐτοκράτορα τῆς Νέας Ρώμης, ἉγίουΚωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου, ὕστερα ἀπὸ ἕναν διχασμό, ὁ ὁποῖος ἦρθε νὰ ταλανίσει τὴν εἰρήνη ποὺἀπολάμβανε ἡ Ἐκκλησία λίγα χρόνια μετὰ τὴν ἐπίσημη λήξη τῶν μεγάλων εἰδωλολατρικῶν διωγμῶν.

                διχασμὸς ξεκίνησε ὄχι ἀπὸ κάποιον κοσμικό, ὄχι ἀπὸ κάποιον ἄθεο, ἀλλὰ ἀπὸ ἕναν ἱερέα τῆςἈλεξάνδρειας, ἕναν πολὺ μορφωμένο καὶ ἀσκητικό, ἕναν «φωστήρα» καὶ «ὁμολογητὴ» στὰ μάτια πολλῶνὀπαδῶν του, τὸν Ἄρειο. Ἀπὸ τὴν πολλή του μόρφωση εἶχε παραμορφωθεῖ καὶ πίστεψε ὅτι κατέχει τὸ ἀλάθητο, ὅτι εἶναι καλύτερος καὶ ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπό του καὶ ἀπὸ ὅλους τοὺς κοινοὺς θνητούς. Τί ἔκανε λοιπόν; Ἄρχισενὰ διδάσκει ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι κτίσμα τοῦ Θεοῦ, ὅτι δὲν εἶναι τῆς ἴδιας οὐσίας μὲ τὸν Πατέρα, ἀλλὰ ὅτιμετεῖχε τῆς Θεότητας κατὰ χάριν, ὅπως ὅλοι ἑμεῖς μποροῦμε νὰ μετέχουμε. Οὐσιαστικά, ὁ Ἄρειος γκρέμισε τὴν γέφυρα τῆς σωτηρίας μας, χωρίζοντας τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὸν Θεό. Μάλιστα, γιὰ νὰ κερδίσει ἔδαφος, συνέθετε ποιήματα μὲ τὶς αἱρετικὲς δοξασίες του, γιὰ νὰ τὰ τραγουδᾶ ὁ λαὸς καὶ νὰ μαθαίνει ἀβίαστα τὴν διδασκαλία του.

                Ἐπίσκοπός του, Ἅγιος Ἀλέξανδρος, τὸν συμβούλευε, τοῦ ἔκανε συστάσεις, τὸν προειδοποιοῦσε. Ἐκεῖνος, ὅμως, εἶχε χαράξει τὴν ὁδό του: αὐτὴν τῆς ἀπωλείας. Δὲν καταλάβαινε τὴν τύφλωσή του ἀπὸ τὴν ἀλαζονεία, ἀλλὰ πίστευε πραγματικὰ ὅτι αὐτὸ ποὺ ἔκανε ἦταν θεάρεστο. Δύναται νὰ μᾶς θυμήσει πολλὰ αὐτὴ ἡ ἐπαναλαμβανόμενη στοὺς αἰῶνες ἱστορία.

               ν τέλει, ὁ Ἅγιος Κωνσταντίνος, ὅπως προείπαμε, γιὰ νὰ διασφαλίσει τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ κατ’ ἐπέκτασιν τῆς Αὐτοκρατορίας, κάλεσε ὅλους τοὺς Ἀρχιερεῖς σὲ Σύνοδο γιὰ νὰ λυθεῖ τὸ μεγάλο αὐτὸ ζήτημα. Ἡ Σύνοδος συνέταξε τὸ πρῶτο Σύμβολο τῆς Πίστεως, διακηρύττοντας τὸν Χριστὸ Ὁμοούσιο μὲ τὸν Πατέρα καὶ ἀναθεματίζοντας τὴν αἵρεση τοῦ Ἀρείου.

             Δὲν εἶναι καθόλου τυχαῖο τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἀνάμνηση τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τιμᾶται μία ἑβδομάδα πρὶν τὴν Πεντηκοστὴ καὶ τὴν ἑορτὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς δίδαξαν τὸν ὀρθὸ τρόπο νὰ δοξάζουμε καὶ νὰ λατρεύουμε τὴν Ἁγία Τριάδα. Δὲν μποροῦμε, λοιπόν, νὰ φτάσουμε στὴν ἑορτὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἄν πρωτίστως δὲν σεβόμαστε καὶ δὲν ἀποδεχόμαστε μὲ ἐπίγνωση τὶς ἐπιταγὲς καὶ τὴ διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων.

               Τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα παραθέτει ἕνα τμῆμα ἀπὸ τὴν προσευχὴ τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ λίγο πρὶν τὴν σύλληψή Του ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους. Παραθέτω λίγες πολὺ σημαντικὲς φράσεις, ὅπως: «Τὸ ἔργο ποὺ Μοῦ ἀνέθεσες, τὸ ἔφερα εἰς πέρας», «Φανέρωσα τὸ ὄνομά Σου στοὺς ἀνθρώπους», «Πάτερ Ἅγιε, τήρησε αὐτοὺς στὸ ὄνομά Σου, γιὰ νὰ εἶναι ἕνα, ὅπως ἑμεῖς», «αὐτοὺς ποὺ μοῦ ἔδωσες, τοὺς φύλαξα». Μέσα ἀπὸ τὶς φράσεις αὐτὲς ἀντλοῦμε πολὺ δυνατὰ μηνύματα:

               Πρῶτον, ὁ Κύριος μᾶς διδάσκει νὰ μὴν εἴμαστε εὐθυνόφοβοι. Ὁ Ἴδιος ἀνέλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸ Πατέρα τὴν ὕψιστη ἀποστολὴ νὰ φανερώσει τὸ ὀνομά Του στοὺς ἀνθρώπους γιὰ νὰ τοὺς ὁδηγήσει στὴ σωτηρία, καὶ τὴν ὁλοκλήρωσε. Δυστυχῶς, πολλοὶ ἀπὸ ἑμᾶς θέλουμε ἐπίμονα τὴν ἀνάπαυσή μας μέσα ἀπὸ λίγες ἕως καὶ καθόλου εὐθῦνες. Ἄν σκέφτονταν ἔτσι οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ὁ ἀρειανισμὸς θὰ εἶχε ἐπεκταθεῖ πολὺ περισσότερο καὶ θὰ εἶχε δημιουργήσει ἀκόμη μεγαλύτερες καὶ ἀνεπανόρθωτες βλάβες στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὴ ἡ εὐθυνοφοβία καὶ ἡ ἀδιαθεσία γιὰ δράση εἶναι ποὺ φέρνει τὸ κακὸ διαχρονικά. Θυμᾶμαι μία πολὺ ἐπιτυχημένη φράση ποὺ ἔλεγε: «Οἱ κακὲς ἐποχὲς δημιουργοῦν δυνατοὺς ἀνθρώπους. Οἱ δυνατοὶ ἄνθρωποι δημιουργοῦν καλὲς ἐποχές. Οἱ καλὲς ἐποχὲς δημιουργοῦν ἀδύναμους ἀνθρώπους. Οἱ ἀδύναμοι ἄνθρωποι δημιουρχοῦν κακὲς ἐποχές». Ἡ ἀνάληψη τῆς εὐθύνης καὶ ἡ συνεπὴς ἐργασία μόνο καλὸ προσέφεραν διαχρονικά. Σὲ αὐτό, λοιπόν, ἔχουμε καθῆκον νὰ μιμηθοῦμε τοὺς Ἁγίους Πατέρες ἄν θέλουμε νὰ τοὺς τιμοῦμε ἀληθινά.

               Δεύτερον, ὁ Χριστὸς εἶχε ἀγωνία γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἦταν ὑπὸ τὴν εὐθύνη Του. Αὐτὴ τὴν ἀγωνία μιμήθηκαν καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Ἦταν αὐτὴ ἡ ἀγωνία παραγωγική. Μία ἀγωνία ποὺ τοὺς ὠθοῦσε νὰ προβαίνουν σὲ κατάλληλες πράξεις γιὰ νὰ διατηρηθεῖ, νὰ προοδεύσει καὶ νὰ αὐξηθεῖ τὸ ποίμνιο. Οἱ περισσότεροι ἀπὸ ὅσους ἀκοῦτε τὸ μήνυμα αὐτό, δὲν εἶστε ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας. Εἶστε, ὅμως, γονεῖς. Ἔχετε ἀγωνία γιὰ τὰ παιδιά σας; Αὐτὴ ἡ ἀγωνία εἶναι ποὺ θὰ σᾶς ὠθήσει σὲ προσευχὴ θερμὴ καὶ καρδιακὴ γιὰ τὴν ἀσφάλεια καὶ πρόοδο τῶν παιδιῶν σας. Εἶναι αὐτὴ ποὺ θὰ σᾶς διδάξει τοὺς καλύτερους τρόπους μὲ τοὺς ὁποίους θὰ ἀναθρέψετε ὑγιῶς τὰ παιδιά σας. Μὴν παρεξηγήσετε τὴν ἔννοια τῆς ἀγωνίας. Δὲν εἶναι γιὰ νὰ μᾶς δημιουργήσει φόβο καὶ ἀνασφάλεια. Εἶναι γιὰ νὰ μᾶς τονίσει τὴν φροντίδα καὶ τὴν ἐπιμέλεια ποὺ πρέπει νὰ δείχνουμε σὲ κάθε πτυχὴ τῆς ζωῆς μας.

               Τρίτον, ἐπιθυμία τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ, τόσο μεγάλη καὶ σημαντική, ὥστε νὰ τὴν ἐκφράσει λίγο πρὶν τὸ ἑκούσιον Πάθος, ἦταν ἡ ἑνότητα τῶν παιδιῶν Του, τῶν Ἀποστόλων καὶ κατ’ ἐπέκτασιν ὅλων τῶν Χριστιανῶν. Οἱ Ἀπόστολοι γνώρισαν τὸν Χριστό, γέμισαν ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ αὐτὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τοὺς διατήρησε ἑνωμένους μέχρι τέλους, παρὰ τὶς ὅποιες ἐνδεχόμενες διαφωνίες. Ἡ διασάλευση τῆς ἑνότητας ἔγινε -καὶ γίνεται- ἀπὸ ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι δὲν εἶχαν γνωρίσει στὴν καρδιά τους τὸν Χριστό, οὔτε εἶχαν φωτισθεῖ ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἐπρόκειτο γιὰ ἀνθρώπους μὲ ἐγωισμό, μὲ τὴν ἐπιθυμία νὰ φανοῦν πιὸ πνευματικοὶ καὶ ἐξυπνώτεροι. Ὅπου ὑπάρχει ἐγωισμός, δὲν ὑπάρχει ἀγάπη, διότι σὲ μία διαφωνία, ἡ ἀγάπη φέρνει τὴ λύση καὶ τὴν εἰρήνη στὶς ἀνθρώπινες σχέσεις. Ὁ ἐγωισμός, ἀντιθέτως, ἐπιτείνει τὴ διαμάχη, διότι ὁ ἄνθρωπος δὲν ἐπιτρέπει στὸν ἑαυτό του νὰ ὑποχωρήσει σὲ καμία περίπτωση, γιὰ νὰ μὴν χαλάσει δῆθεν ἡ εἰκόνα του. Εὔκολα κατανοοῦμε ὅτι ὁ ἐγωιστὴς δὲν κοιτᾶ μακροπρόθεσμα, στὴν ἐποχὴ μετὰ ἀπὸ αὐτόν, διότι εἶναι ἐγκλωβισμένος στὴ σφαίρα τοῦ ἑαυτοῦ. Ἴσως θεωρεῖ ὑποσυνείδητα ὅτι δὲν θὰ ὑπάρξει κὰν κόσμος μετὰ ἀπὸ αὐτόν, γιὰ αὐτὸ καὶ ὁ αἱρετικὸς δὲν ἐνοχλεῖται καθόλου μὲ τὴν ἰδέα ὅτι διασπᾶ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Οὐσιαστικά, ἡ προσευχὴ τοῦ Κυρίου μας νὰ φυλαχθεῖ ἡ ἑνότητα, εἶναι μία προσευχὴ καὶ ἕνα ὅπλο κατὰ τοῦ ἀνθρώπινου ἐγωισμοῦ, τοῦ τυφλοῦ ἐγωισμοῦ, ὁ ὁποῖος ξεχνᾶ πὼς ἡ ἰσχὺς βρίσκεται ἐν τῇ ἑνώσει. Ξεχνᾶ πὼς ὁ Χριστιανισμὸς μεγαλούργησε καὶ κυριάρχησε ἐξαιτίας τῆς ἑνότητας τῶν Χριστιανῶν τὶς ἐποχὲς τῶν διωγμῶν.

               Μεγάλη καὶ ἐπιτακτικὴ ἡ ἀνάγκη νὰ εἴμαστε ἑνωμένοι, ἑνωμένοι, ὅμως, ὑπὸ τὸν βασικότατο ὅρο τῆς ἀκέραιης πίστης στὰ διατεταγμένα καὶ παραδοθέντα ὑπὸ τοῦ Κυρίου, τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τῶν Θεοφόρων Πατέρων, σύμφωνα μὲ τὸ Ὀρθὸ Δόγμα τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Ἄλλου τύπου ἑνώσεις, ὅπως αὐτὲς ποὺ ἐπιδιώκει ἡ σύγχρονη αἵρεση τοῦ οἰκουμενισμοῦ μὲ τὸ πρόσχημα τῆς ἀγάπης καὶ δίχως τὴν ἐπιστροφὴ τῶν αἱρετικῶν, δὲν ἔχουν θέση στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Διαφορετικά, δὲν θὰ τιμούσαμε σήμερα τοὺς Ἁγίους Πατέρες, διότι ἂν ἡ μετάνοια τῶν αἱρετικῶν δὲν ἦταν ὑποχρεωτική γιὰ τὴν παραμονὴ στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, θὰ ἄφηναν ἀνενόχλητο τὸν Ἄρειο καὶ τὸν καθένα νὰ πιστεύει καὶ νὰ κηρύττει ὅ,τι θέλει. Κάτι τέτοιο –δόξα τῷ Θεῷ- δὲν συνέβη.

               ν κατακλείδι, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, κρατᾶμε ἀπὸ τὴν σημερινὴ ἑορτὴ σημαντικὰ ἐφόδια: μακριὰ ἀπὸ τὴν ἐγωιστικὴ ἀπομόνωση, ὀρθὴ πίστη τῆς Ἁγίας Τριάδος γιὰ τὴν ὀρθὴ λατρεία τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἐμπιστοσύνη στὸ συνοδικὸ σύστημα τῆς Ἐκκλησίας, ὑπευθυνότητα, παραγωγικὴ ἀγωνία καὶ ἑνότητα. Μὲ μία λέξη, ΑΓΑΠΗ. Εἶναι καρπὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ὡς ἐκ τούτου, πάντα εἶναι δεμένη μὲ τὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὴν Ὀρθοπραξία.

Ταῖς τῶν τριακοσίων δέκα καὶ ὀκτὼ Θεοφόρων Πατέρων πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεὸς, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν!

Μετ΄ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

†  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Τρίτη 23 Μαΐου 2023

ΕΠΙΣΚΟΠΟΙ ΤΗΣ ΡΩΣΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ ΜΑΖΙ ΜΕ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ ΤΩΝ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ (παλαιοημερολογιτών) ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΙΣ

 Ο Άγιος Φιλάρετος, ο Άγιος Μαξίμοβιτς κι άλλοι Επίσκοποι της Ρωσικής Εκκλησίας της Διασποράς μαζί με Επισκόπους των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών Ελλάδος (παλαιοημερολογίτες) και η Αναγνώρισις της Αποστολικής Διαδοχής των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών Ελλάδος!

Κάντε κλικ στις εικόνες για μεγέθυνση














ΟΡΘΟΠΡΑΞΙΑ

Δευτέρα 22 Μαΐου 2023

Ὀρθόδοξοι Ἀντιδράσεις εἰς τοὺς σκοποὺς τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν»

 Ὀρθοδοξία καὶ Οἰκουμενισμὸς

Εἰσαγωγικὰ

            Προβαίνουμε στὴν ἀνάρτηση ἑνὸς σημαντικοῦ ὁμολογιακοῦ κειμένου, ὑπογραφομένου ἀπὸ τὸν μακαριστὸ Ἐπίσκοπο Κυκλάδων καὶ Νήσων Γαβριὴλ (+1998), τῆς Ἐκκλησίας μας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλάδος, τὸ ὁποῖο κυκλοφόρησε πρὸ 40ετίας, τὸ θέρος τοῦ 1983, ἐπ΄ εὐκαιρίᾳ τῆς συγκλήσεως τῆς ΣΤ’ Γενικῆς Συνελεύσεως τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν» στὸ Βανκοῦβερ τοῦ Καναδᾶ.

Τότε, ὁ Κυκλάδων Γαβριὴλ μετέβη αὐτοπροσώπως στὴν Νέα Ὑόρκη τῶν Η.Π.Α., ὡς καὶ στὸν Καναδᾶ, καὶ παρουσίασε τὸ ἐν λόγῳ κείμενο ἀρχικῶς στὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ρωσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐν Διασπορᾷ, ὑπὸ τὸν Ἅγιο Μητροπολίτη Φιλάρετο, ἡ ὁποία συνήρχετο σὲ Συνεδριάσεις στὴν Σκήτη Μεταμορφώσεως στὸ Μάνσονβιλ καὶ στὸ Μόντρεαλ, ὥστε νὰ ὑπάρξει μία ἀντίδρασις ἔναντι τοῦ οἰκουμενιστικοῦ κινδύνου, μία προσπάθεια ἀφυπνίσεως τῶν ἀγνοούντων ἤ πλανωμένων καὶ μία ἀπὸ κοινοῦ ἀποδοκιμασία εἰδικῶς τῶν σκοπῶν καὶ μεθόδων τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν». Ἡ Σύνοδος τῶν Ρώσων Ἐπισκόπων ἐν Διασπορᾷ ἔλαβε ὑπ’ ὄψιν της τὴν ὁμολογιακὴ αὐτὴ προσπάθεια στὴν ἔκφραση τῆς γνωστῆς ἀντι-οικουμενιστικῆς μαρτυρίας της κατὰ τὴν περίσταση ἐκείνη.

            Ὁ Κυκλάδων Γαβριὴλ προχώρησε ἔτι περισσότερο· προέβη στὴν ἐπίδοση τοῦ κειμένου του τόσο στὸν Γενικὸ Γραμματέα τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν», ὅσο καὶ πρὸς ὅλες τὶς ἀντιπροσωπεῖες τῶν ἐπισήμων τοπικῶν ὀρθοδόξων ἐκκλησιῶν, οἱ ὁποῖες ἐλάμβαναν μέρος στὴν ΣΤ’ Γενικὴ Συνέλευση στὸ Βανκοῦβερ, χωρὶς βεβαίως νὰ εἶναι γνωστὸ κατὰ πόσον τὸ κείμενο ἐλήφθη ὑπ’ ὄψιν ἀπὸ τοὺς ἀποδέκτας του. Ἡ πρᾶξις ἐκείνη ἦταν ἐντυπωσιακὴ ἐξ ἑαυτῆς μὲ ἰδιαίτερη βαρύτητα καὶ σημαντικότητα.

            Παράλληλα, ὁ Κυκλάδων Γαβριὴλ ἐπέτυχε, ὥστε τὸ κείμενό του νὰ δημοσιευθεῖ τόσο στοὺς «New York Times» ἀγγλιστί, ὅσο καὶ σὲ ἐφημερίδες τῆς ἑλληνικῆς ὁμογενείας τῶν Η.Π.Α. ἑλληνιστί, σὰν μία συμβολὴ στὴν κατάθεση καὶ διάδοση τῆς «ἄλλης ὄψεως» τῶν πραγμάτων, παρ΄ ὅλον ὅτι τὸ κείμενο ἦταν τέτοιου χαρακτῆρος, ὥστε νὰ μὴ προσφέρεται γιὰ κατανόηση ὑπὸ τῶν πολλῶν.

            Ὁ Κυκλάδων Γαβριήλ, τοῦ ὁποίου οἱ κόποι καὶ ἀγῶνες στὸ θέμα αὐτό, ἀλλὰ καὶ γενικώτερα, εἶναι ἀξιοπαρατήρητοι καὶ ἀξιομνημόνευτοι, ἔγραψε χαρακτηριστικὰ καὶ ἀποφασιστικὰ κατόπιν πάντων τούτων:

            «Ἡμεῖς, διακηρύσσομεν ὅτι διὰ τῶν ἡμετέρων ταπεινῶν δυνάμεων θὰ συνεχίσωμεν καὶ ὀλίγοι καὶ μετὰ πολλῶν τὸν ἀγῶνα κατὰ τοῦ ἀνοσίου Οἰκουμενισμοῦ, ἵνα μὴ τὰ ἱερὰ καὶ ὅσια τῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν πίστεως κατασπιλωθοῦν ὑπὸ τῶν ποικιλωνύμων αἱρέσεων. Ὁ Κύριος ἐγγύς!»…   

            Τὸ ἴδιο τὸ κείμενο, τὸ ὁποῖο παραθέτουμε ἐν συνεχείᾳ, ἀποτελεῖ μία πυκνὴ θεολογικὴ ἀντίρρηση, Πατερικῶς καὶ Συνοδικῶς τεκμηριωμένη, κατὰ τῆς οἰκουμενιστικῆς ἰδέας τῆς ἀποκαταστάσεως τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως αὐτὴ ἐπιδιώκεται ὑπὸ τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν», διὰ τῆς κατ΄ οὐσίαν ὑπερβάσεως ἤ καὶ ἐγκαταλείψεως τῆς ἱερᾶς Ἀποστολικῆς καὶ Πατερικῆς Παραδόσεως. Ὅμως, ἐξηγεῖ ὅτι μόνον μέσῳ αὐτῆς τῆς Παραδόσεως ἐπιτυγχάνεται ἡ αὐθεντικὴ βίωσις τοῦ Μυστηρίου τῆς ἐν Χριστῷ Οἰκονομίας καὶ τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου.

            Ὁ Θεάνθρωπος Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ὡς Κεφαλὴ τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὡς Κέντρο τῆς Ἀποστολικῆς καὶ Πατερικῆς Παραδόσεως, ζωοποιεῖ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ ὅσους πιστεύουν ὀρθὰ εἰς Αὐτόν, ἑνούμενοι στὴν ἁγία Ἐκκλησία Του καὶ βιοῦντες τὴν Μυστηριακὴ-Εὐχαριστιακὴ καὶ Χαρισματικὴ Παρουσία Του ἐν Ἀληθείᾳ, Ἑνότητι καὶ Ἀγάπῃ.

Ὁ σύγχρονος Οἰκουμενισμὸς δὲν ἀνήκει οὔτε κινεῖται στὸ πλαίσιο τῆς Ἁγιοπνευματικῆς Ἐνεργείας τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἄρα δὲν ἐμπνέεται οὔτε θεολογεῖ Πατερικῶς καὶ Παραδοσιακῶς, ἤτοι Ὀρθοδόξως. Ὡς δημιούργημα τοῦ ριζοσπαστικοῦ καὶ ἀντιχριστιανικοῦ νεωτέρου ἀνθρωπισμοῦ, ὁδηγεῖ στὴν ἐγκοσμιοκρατία καὶ ἀγωνίζεται ματαίως γιὰ ἕνωση τοῦ Χριστιανικοῦ κόσμου μὲ αὐτόνομα οὐμανιστικὰ κριτήρια, δηλαδὴ ἄνευ Ἀληθείας καὶ ἄνευ Χριστοῦ.

Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, σημειώνεται ἐπιγραμματικά:

«Ὁ δογματικὸς καὶ ἠθικὸς μινιμαλισμός, ὁ ἀνθρωπιστικὸς εἰρηνισμὸς καὶ ὁ ὁριζόντιος ἀκτιβιστικὸς κοινωνισμὸς ὁδηγοῦν εἰς μίαν ἕνωσιν τοῦ Χριστιανικοῦ κόσμου χωρὶς Ἐκκλησίαν καὶ χωρὶς Χριστόν, διὸ καὶ αἱ τοιαῦται προσπάθειαι τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν ἀποτελοῦν τὴν κατ΄ ἐξοχὴν σύγχρονον βλασφημίαν κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ διακηρύσσουν τὴν βαθεῖαν κρίσιν πίστεως τοῦ δυτικοῦ χριστιανικοῦ κόσμου».

Τοιουτοτρόπως δέ, ἡ Ὀρθόδοξος Πίστις, ὡς ἐλπίδα σωτηρίας τοῦ κόσμου, πολεμεῖται καὶ νοθεύεται ἀπὸ τὸν σύγχρονο Οἰκουμενισμὸ καὶ μάλιστα ἀπὸ τὴν κύρια θεσμικὴ ἔκφραση αὐτοῦ, ἤτοι τὸ «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», τὸ λίκνο αὐτό, ὅπως ἀνοικτὰ χαρακτηρίζεται, πασῶν τῶν αἱρέσεων καὶ πρόδρομο τοῦ Ἀντιχρίστου!

Ἡ εὐθαρσὴς καὶ πεπαρρησιασμένη αὐτὴ Ὀρθόδοξος ἀποτίμησις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, κινουμένη στὴν Πατερικὴ γραμμὴ τῆς γνησίας Ὀρθοδόξου αὐτοσυνειδησίας, δὲν δύναται παρὰ νὰ εὑρίσκει σύμφωνο κάθε πραγματικὸ μέλος τῆς Ἐκκλησίας, νὰ χαροποιεῖ δέ, ἐμπνέει καὶ ἐνισχύει τοὺς Ὀρθοδόξους Ἀντι-οικουμενιστὰς στὸν ὁμολογιακὸ ἀγῶνα τους.

Τὸ κείμενο ἐλήφθη ἀπὸ τὸ «Ἔκτακτον Τεῦχος» τοῦ μηνιαίου Περιοδικοῦ «Ὁσία Εἰρήνη Χρυσοβαλάντου» τῆς ὁμωνύμου Ἱερᾶς Γυναικείας Μονῆς Λυκοβρύσεως Ἀττικῆς (σσ. 152-156), τὸ ὁποῖο ἐκυκλοφορήθη μεταξὺ τῶν τευχῶν τῶν μηνῶν Σεπτεμβρίου καὶ Ὀκτωβρίου τοῦ ἔτους 1983. 

+Λ.&Π.Κλ.

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΚΥΚΛΑΔΩΝ ΚΑΙ ΝΗΣΩΝ
ΕΔΡΑ: ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΟΣΙΑΣ ΕΙΡΗΝΗΣ ΧΡΥΣΟΒΑΛΑΝΤΟΥ
ΛΥΚΟΒΡΥΣΙΣ ΑΤΤΙΚΗΣ

Ἀρ. Πρωτ. 103/83

Ὀρθόδοξοι Ἀντιδράσεις εἰς τοὺς σκοποὺς
τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν»

            Η ΣΥΓΚΛΗΣΙΣ τῆς Γενικῆς Συνελεύσεως τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου [Ἐκκλησιῶν] ἐν Βανκοῦβερ ἀποτελεῖ πράγματι πολυδιάστατον καὶ πολυσήμαντον θρησκευτικὸν γεγονός, διότι συνέρχονται ἐπὶ ταυτὸ ἐκπρόσωποι τῶν ποικιλωνύμων Προτεσταντικῶν ὁμολογιῶν καὶ τῶν αὐτοκεφάλων Ὀρθοδόξων καὶ Ἀνατολικῶν λεγομένων Ἐκκλησιῶν, μὲ τὴν συμμετοχὴν καὶ Παπικῶν παρατηρητῶν, διὰ νὰ συζητήσουν ἐπὶ τοῦ βασικοῦ θέματος τῆς ἡμετέρας Πίστεως: «Ἰησοῦς Χριστὸς ἡ Ζωὴ τοῦ Κόσμου» (Jesus Christ the Life of the World). Αἱ ἐργασίαι τῆς Γενικῆς Συνελεύσεως θὰ περατωθοῦν διὰ τῆς ἀποδοχῆς κοινῶν θεολογικῶν, ἐκκλησιαστικῶν καὶ πολιτικοκοινωνικῶν διακηρύξεων. Ἑκατοντάδες κληρικοὶ καὶ θεολόγοι, ἀφορμώμενοι ἀπὸ διαφόρων θεολογικῶν καὶ ἐκκλησιαστικῶν προϋποθέσεων, θὰ ἐπεξεργασθοῦν κοινὰ θεολογικὰ κείμενα πρὸς ἐναρμόνισιν τῶν θεολογικῶν καὶ ὁμολογιακῶν ἀντιθέσεων καὶ «κοινὴν» δῆθεν μαρτυρίαν τοῦ Χριστοῦ εἰς τὸν σύγχρονον κόσμον.

            Ὑπὸ τὴν προοπτικὴν αὐτὴν οἱ Ὀρθόδοξοι Ἀρχιερεῖς Κυκλάδων καὶ Νήσων Γαβριήλ, Ἀττικῆς καὶ Διαυλείας Ἀκάκιος καὶ Θεσσαλονίκης Χρυσόστομος, μετὰ τῆς Μοναστικῆς Ἀδελφότητος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Εἰρήνης Χρυσοβαλάντου ἐν Ἑλλάδι, ὡς ἐπίσης καὶ μετὰ τοῦ γνησίου Ὀρθοδόξου Μοναχισμοῦ, ἀπορρίπτομεν μετὰ τοῦ πιστοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ τὴν τοιαύτην παρέκκλισιν ἐκ τῶν παγίων ὁρίων ἅ ἔθεντο οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἡμῶν καὶ ἐκφράζομεν τὴν βαθεῖαν ἀντίδρασιν εἰς τοὺς σκοποὺς καὶ τὰς μεθόδους τοῦ συγχρόνου Οἰκουμενισμοῦ.

            Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία οὐδὲν δύναται νὰ ἐλπίζῃ καὶ δὲν δύναται νὰ δώσῃ μαρτυρίαν τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως εἰς τὴν προτεσταντικὴν Γενικὴν Συνέλευσιν καὶ εἰς τὸ Παγκόσμιον Συμβούλιον Ἐκκλησιῶν.

            Ὑπὸ τὴν προοπτικὴν αὐτὴν αὐτὸ τοῦτο τὸ Παγκόσμιον Συμβούλιον Ἐκκλησιῶν, οἱ δι΄ αὐτοῦ καὶ ὑπ΄ αὐτοῦ ἐπιδιωκόμενοι σκοποὶ καὶ αἱ μακροχρόνιοι μεθοδεύσεις ἐκκλησιαστικῆς πολιτικῆς, συνιστοῦν εἰς τὴν ἐποχήν μας τὴν ἀντιπροσωπευτικωτέραν ἔκφρασιν τοῦ συγχρόνου Χριστιανικοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ἡ πεμπτουσία τοῦ φαινομένου τούτου ἔγκειται, ἐν τελευταίᾳ ἀναλύσει, εἰς τὴν προσπάθειαν πρὸς συνειδητοποίησιν τῆς ἀνάγκης, ὅτι ἡ ἀποκατάστασις τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας συνεπάγεται ἀναποτρέπτως τὴν ὑπέρβασιν ἤ ἐγκατάλειψιν τῆς ἱερᾶς Ἀποστολικῆς καὶ Πατερικῆς Παραδόσεως καὶ τὴν συνάντησιν ὅλων τῶν Χριστιανῶν εἰς τὴν καθ΄ ὁμολογιακὸν τρόπον ὑποκειμενικῶς κατανοουμένην πίστιν τῶν ἀποστολικῶν χρόνων.

Ἡ ἐπιδίωξις αὐτὴ εἶναι πρόδηλος εἰς τὸ ὅλον ἔργον τοῦ τομέως δράσεως τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν: «Πίστις καὶ Τάξις» (Faith and Order) καὶ ὁδηγεῖ ἀναποφεύκτως εἰς τὴν θεμελίωσιν τῆς πίστεως καὶ τῶν δομῶν τῆς Ἐκκλησίας ἐπὶ ἑνὸς δογματικοῦ μινιμαλισμοῦ μὲ ἀπολύτως προτεσταντικὰ πλαίσια. Ἡ παγκυριαρχία τῶν Προτεσταντικῶν ὁμολογιῶν εἰς τὰς δομὰς καὶ τὴν λειτουργίαν τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν καὶ ἡ πενιχρὰ καὶ ὑποτονικὴ παρουσία τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν εἶναι ἔκδηλοι εἰς τὰ κοινὰ κείμενα τῆς Ἐπιτροπῆς «Πίστις καὶ Τάξις» (Faith and Order) διὰ τὸ «Βάπτισμα, Εὐχαριστίαν καὶ Λειτούργημα» (Baptism, Eucharist and Ministry), τὰ ὁποῖα ἀποτελοῦν διακήρυξιν τῶν προτεσταντικῶν θεολογικῶν θέσεων καὶ θὰ τεθοῦν ὑπὸ τῆς Γενικῆς Συνελεύσεως ὡς θεμελιώδεις βάσεις τῆς περαιτέρω δράσεως τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν εἰς τὸν χῶρον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.

            Ἄν ἀναλογισθῇ τις ὅτι ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς ἐθεώρει ἀναγκαίαν τὴν διακήρυξιν: «Ἐμὸν μὲν οὐδὲν ἐρῶ παντελῶς· ὅ δὲ παρὰ τῶν Πατέρων ἐδιδάχθην φημί» (Ἐπιστ. 15, PG 91, 544), τότε κατανοεῖ τὴν σημασίαν καὶ τὴν σπουδαιότητα τῆς Ἀποστολοπαραδότου Πατερικῆς Παραδόσεως διὰ τὴν αὐθεντικὴν βίωσιν τοῦ Μυστηρίου τῆς ἐν Χριστῷ θείας Οἰκονομίας καὶ τῆς ἐν Αὐτῷ σωτηρίας τοῦ κόσμου. Ἄν γίνεται ἀποδεκτὸν ὅτι κέντρον τῆς ἱερᾶς Ἀποστολικῆς καὶ Πατερικῆς Παραδόσεως εἶναι ὁ ἀεὶ ζῶν Θεάνθρωπος Χριστός, ὁ πάντοτε Παρὼν ἐν τῷ Θεανθρωπίνῳ Σώματι τῆς Ἐκκλησίας, ὡς Κεφαλὴ καὶ Ἀπαρχή του καὶ ὁ Παραδίδων καὶ ὁ Παραδιδόμενος διὰ τοῦ Εὐαγγελίου, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, τότε τὸ περιεχόμενον τοῦ θέματος τῆς Γενικῆς Συνελεύσεως εἶναι δεδομένον διὰ τῆς ἱερᾶς Παραδόσεως καὶ οἱ συνηθροισμένοι ἐν Βανκοῦβερ οὐδὲν ἕτερον δύνανται νὰ εἴπουν, συμφώνως καὶ πρὸς τὴν παραγγελίαν τοῦ μεγάλου Πατρὸς τῆς Ἐκκλησίας Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ: «Διό, ἀδελφοί, στῶμεν ἐν τῇ πέτρᾳ τῆς πίστεως καὶ τῇ παραδόσει τῆς Ἐκκλησίας, μὴ μεταίροντες ὅρια, ἅ ἔθεντο οἱ ἅγιοι Πατέρες ἡμῶν· μὴ διδόντες τόπον τοῖς βουλομένοις καινοτομεῖν καὶ καταλύειν τὴν οἰκοδομὴν τῆς ἁγίας τοῦ Θεοῦ Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Εἰ γὰρ δοθῇ ἄδεια παντὶ βουλομένῳ, κατὰ μικρὸν ὅλον τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καταλυθήσεται» (Ὁμιλ. 3, 41, PG 94, 1356).    

            Ἄν οἱ Ἀπόστολοι παρέδωκαν εἰς τοὺς διαδόχους αὐτῶν τὸν ὅλον Θεάνθρωπον Χριστόν, συμφώνως καὶ τῇ διακηρύξει τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Παρέδωκα ὑμῖν ὅ καὶ παρέλαβον» (Α’ Κορ. 15, 3), τότε ἡ Ἐκκλησία, τὸ Θεανθρώπινον Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, συγκροτεῖται καὶ λειτουργεῖ συνεχῶς καὶ ἀδιακόπως ἐν τῇ ἱστορίᾳ τῆς σωτηρίας ὑπὸ τὴν ἀσφαλῆ καὶ ἀλάθητον καθοδήγησιν τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός, τὸν Ὁποῖον ἐμφυτεύει τὸ Πανάγιον Πνεῦμα εἰς τὴν Ἐκκλησίαν καὶ εἰς πᾶσαν πιστεύουσαν ψυχήν. Ἡ διὰ τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος Χριστοποίησις τῶν πιστῶν καθιστᾷ τὴν Ἐκκλησίαν διαρκῆ καὶ αὐθεντικὴν Χριστοκεντρικὴν Πεντηκοστήν, διότι διὰ τῶν Μυστηρίων καὶ ἰδίᾳ διὰ τοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας βιοῦται ὑπὸ τῶν πιστῶν ἡ πραγματικὴ παρουσία τοῦ Χριστοῦ εἰς τὴν ζωήν των κατὰ τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ Κυρίου: «ἰδοὺ ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. 28, 20).

            Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, τὸ ὁποῖον συγκροτεῖ καὶ κατευθύνει τὴν Ἐκκλησίαν εἰς πᾶσαν τὴν Ἀλήθειαν, ἤτοι τὸν Θεάνθρωπον Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ τὸν ἐν Τριάδι Θεόν, εἶναι ἡ ἐνεργοποιὸς καὶ ζωοποιὸς ψυχὴ τῆς Ἐκκλησίας εἰς τὴν ἱστορίαν τῆς σωτηρίας καὶ μέχρι τὰ ἔσχατα, διὸ καί, κατὰ τὴν διακήρυξιν τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν, «οὐδεὶς δύναται εἰπεῖν Κύριον Ἰησοῦν εἰ μὴ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ». Διὰ τῆς Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος καὶ ἐντὸς τοῦ χώρου τῆς Ἁγιοπνευματικῆς ἐνεργείας ἐθεολόγησαν οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ αἱ Σύνοδοι καὶ ἀφῆκαν αἰσθητὴν τὴν ἀποτύπωσιν τοῦ ἔργου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐν τῇ ἱστορίᾳ τῆς σωτηρίας διὰ τῆς ἱερᾶς Παραδόσεως.

            Ὁ σύγχρονος Οἰκουμενισμὸς εἶναι δημιούργημα τοῦ ριζοσπαστικοῦ καὶ ἀντιχριστιανικοῦ νεωτέρου ἀνθρωποκεντρισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἔχει ὡς ἀρχὴν ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι τόσον ἀναγκαῖος εἰς τὸν ἄνθρωπον, ὅσον καὶ ὁ ἄνθρωπος εἰς τὸν Θεὸν καὶ ὁ ὁποῖος ἀγωνίζεται καὶ δι΄ αὐτοῦ εἰσέτι τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν νὰ καταστήσῃ τὸ λυτρωτκὸν μήνυμα τοῦ Χριστοῦ ἁπλῶς ὑπηρετικὸν στοιχεῖον τῶν πολιτικο-κοινωνικῶν καὶ γηΐνων ἀναγκῶν τοῦ ἀνθρώπου, διὸ καὶ ἀγωνίζεται νὰ πραγματοποιήσῃ τὴν ἕνωσιν τοῦ Χριστιανικοῦ κόσμου μὲ αὐτόνομα οὐμανιστικὰ κριτήρια, ἄνευ δηλαδὴ τῆς Ἀληθείας καὶ κατὰ συνέπειαν ἄνευ Χριστοῦ, ὅστις εἶναι «ἡ ὁδός, ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν πιστῶν. Ὁ δογματικὸς καὶ ἠθικὸς μινιμαλισμός, ὁ ἀνθρωπιστικὸς εἰρηνισμὸς καὶ ὁ ὁριζόντιος ἀκτιβιστικὸς κοινωνισμὸς ὁδηγοῦν εἰς μίαν ἕνωσιν τοῦ Χριστιανικοῦ κόσμου χωρὶς Ἐκκλησίαν καὶ χωρὶς Χριστόν, διὸ καὶ αἱ τοιαῦται προσπάθειαι τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν ἀποτελοῦν τὴν κατ΄ ἐξοχὴν σύγχρονον βλασφημίαν κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ διακηρύσσουν τὴν βαθεῖαν κρίσιν πίστεως τοῦ δυτικοῦ χριστιανικοῦ κόσμου.

            Ἡ ἀδιαφόρως θεολογικῶν ἀντιθέσεων ἤ καὶ αἱρετικῶν πλανῶν παραδοχὴ τῆς ἀρχῆς τῆς «Διακοινωνίας» (Inter-communio) συνεπάγεται τὴν ἄρνησιν τῆς Ἀληθείας, ἤτοι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, διότι κατὰ τὸν Μ. Ἀθανάσιον οἱ Χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ παραμένουν ἀμετακίνητοι εἰς «αὐτὴν τὴν ἐξ ἀρχῆς παράδοσιν καὶ διδασκαλίαν καὶ πίστιν τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἥν ὁ μὲν Κύριος ἔδωκεν, οἱ δὲ Ἀπόστολοι ἐκήρυξαν καὶ οἱ Πατέρες ἐφύλαξαν. Ἐν ταύτῃ γὰρ ἡ Ἐκκλησία τεθεμελίωται, καὶ ὁ ταύτης ἐκπίπτων οὔτ’ ἄν εἴη, οὔτ’ ἄν ἔτι λέγοιτο Χριστιανός» (Πρὸς Σεραπίωνα, ἐπ. 1, PG 26, 593. 596).       

            Τοιαύτη εἶναι καὶ ἡ ἐκφράζουσα τὴν αὐτοσυνειδησίαν τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας διακήρυξις τῆς Ζ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου: «Ἡμεῖς δὲ κατὰ πάντα τῶν αὐτῶν Θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν τὰ δόγματα καὶ πράγματα κρατοῦντες, κηρύσσομεν ἐν ἑνὶ στόματι καὶ μιᾷ καρδίᾳ, μηδὲν προστιθέντες, μηδὲν ἀφαιροῦντες τῶν ἐξ αὐτῶν παραδοθέντων ἡμῖν. Ἀλλὰ τούτοις βεβαιούμεθα, τούτοις στηριζόμεθα. Οὕτως ὁμολογοῦμεν, οὕτως διδάσκομεν, καθὼς αἱ ἅγιαι καὶ Οἰκουμενικαὶ ἕξ Σύνοδοι ὥρισαν καὶ ἐβεβαίωσαν… Οἱ Προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ Οἰκουμένη ὡς συμπεφρόνηκεν, ἡ Χάρις ὡς ἔλαμψεν, ἡ Ἀλήθεια ὡς ἀποδέδεικται, τὸ ψεῦδος ὡς ἀπελήλαται, ἡ Σοφία ὡς ἐπαρρησιάσατο, ὁ Χριστὸς ὡς ἐβράβευσεν. Οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν Χριστὸν τὸν ἀληθινὸν Θεὸν ἡμῶν… Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τὴν Οἰκουμένην ἐστήριξεν» (Mansi 13, 129).

            Αὕτη ἡ πίστις πολεμεῖται καὶ νοθεύεται διὰ τοῦ συγχρόνου Οἰκουμενισμοῦ καὶ ἰδίᾳ τοῦ λεγομένου Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν, τοῦ λίκνου πασῶν τῶν αἱρέσεων καὶ προδρόμου τοῦ Ἀντιχρίστου.

+ Ὁ Κυκλάδων καὶ Νήσων Γαβριὴλ  

Πηγή

Κυριακή 21 Μαΐου 2023

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ 2023 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 0466

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

Χριστὸς Ἀνέστη!

               Τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἔχει ἀναφορὰ στὴν ἴαση τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ ἀπὸ τὸν Κύριό μας. 

                Κύριός μας, καθὼς περπατᾶ στὰ Ἱεροσόλυμα μὲ τοὺς Μαθητές Του, βλέπει κάποιον ἄνθρωπο τυφλὸ ἐκ γενετῆς νὰ ζητᾶ ἐλεημοσύνη καὶ σπλαχνιζόμενος αὐτόν, ἀναμειγνύει τὸ σάλιο Του μὲ χῶμα, φτιάχνει πηλὸ καὶ μὲ αὐτὸν ἀλείφει τὰ μάτια τοῦ ἀσθενοῦς, προτρέποντάς τον νὰ πλύνει τὸ πρόσωπό του στὴν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ. Μόλις πλένεται, αὐτομάτως ἀνοίγει τὰ μάτια του καὶ βλέπει γιὰ πρώτη φορὰ τὸ φῶς. 

               Νομίζω μποροῦμε ὅλοι νὰ φανταστοῦμε πόσο μεγάλη ἦταν ἡ χαρὰ ποὺ γεύθηκε ὁ πρώην τυφλός. Μποροῦσε πλέον νὰ δεῖ τὴν ὀμορφιὰ τῶν κτισμάτων τοῦ Θεοῦ. Δὲν εἶχε πλέον ἀνάγκη ἐλεημοσύνης, ἀλλὰ μποροῦσε ὁ ἴδιος νὰ ἐργαστεῖ γιὰ νὰ συντηρηθεῖ. Ἡ μεγάλη δυσκολία ποὺ ἀντιμετώπιζε ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας του, πλέον εἶχε ξεπεραστεῖ μὲ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ. Χαρά, λοιπόν, κυριαρχοῦσε στὰ συναισθήματά του.

               Καὶ κάπου ἐδὼ ἔρχεται ὁ φθόνος. Βλέποντας οἱ Ἰουδαῖοι θεραπευμένο τὸν ἄνθρωπο, ἐξεπλάγησαν καὶ τὸν ὁδήγησαν στοὺς «μεγάλους πνευματικοὺς» τῆς ἐποχῆς, τοὺς Φαρισαίους. Αὐτοὶ οἱ ὑποκριτές, ἀντὶ νὰ χαροῦν μὲ τὴν χαρά του καὶ νὰ δοξάσουν ἀπὸ κοινοῦ τὸν Θεό, μὲ τοῦ Ὁποίου μόνο τὴν δύναμη συμβαίνουν τόσο θαυμαστὰ γεγονότα, τὸν βομβάρδισαν μὲ ἐρωτήσεις: ποιός σὲ θεράπευσε, πῶς σὲ θεράπευσε, ποιά ἡ γνώμη σου γιὰ Αὐτὸν ποὺ σὲ θεράπευσε, καί, ἐν ὀλίγοις, βρέθηκαν σὲ μία σύγχυση. Οἱ μὲν ἔλεγαν ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ἁμαρτωλός, ἐπειδὴ ἔφτιαξε πηλὸ ἡμέρα Σαββάτου, οἱ δέ, οἱ συνετοὶ Φαρισαῖοι καὶ ἐνδεχομένως κρυφοὶ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ, ἔλεγαν: ἄν εἶναι ἁμαρτωλός, πῶς μπορεῖ νὰ κάνει τέτοια θαύματα; 

               Στὸ διὰ ταῦτα, μετὰ ἀπὸ τὶς τόσες ἐρωτήσεις, ὁ ἰαθεὶς τυφλὸς ἔδωσε ἕνα μάθημα ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ γνωρίζουν οἱ διδάσκαλοι τοῦ Ἰσραήλ: «ἐὰν ὁ ἄνθρωπος ποὺ μὲ θεράπευσε δὲν ἦταν τοῦ Θεοῦ, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ κάνει τίποτα». Αὐτὰ τὰ λόγια, ὡστόσο, ἀντὶ νὰ συγκινήσουν, ἐξόργισαν ἀκόμη περισσότερο τοὺς Φαρισαίους, οἱ ὁποῖοι ἔχασαν ἐντελῶς τὸν ἔλεγχο καὶ γιὰ νὰ βγοῦν ἀπὸ πάνω ἐξαπέλυσαν ἐναντίον του τὴν κατηγορία ὅτι γεννήθηκε μέσα στὶς ἁμαρτίες. Καὶ μόνο αὐτὸ τὸ τελευταῖο καταδεικνύει πόσο τυφλοὶ ἦταν, δογματικοί, χωρὶς κριτικὴ σκέψη. Σὲ ἕναν ἀντίλογο, ἡ μάχη γίνεται μέσῳ ἐπιχειρημάτων. Ὅταν κάποιος κακόβουλα ξεκινᾶ νὰ ὑβρίζει τὸ πρόσωπο ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ νὰ στηρίξει τὴ θέση του μὲ ἐπιχειρήματα, σημαίνει ὅτι εἶναι πωρωμένος. Τέτοιοι ἄνθρωποι, δυστυχῶς, ἀκόμη καὶ ὁ Θεὸς νὰ ἐμφανισθεῖ μπροστά τους, δὲν θὰ Τὸν πιστέψουν. Ἀπόδειξη, ἡ στάση τῶν Φαρισαίων.

               Οἱ Φαρισαῖοι, ἄν καὶ μὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ σώματος ἔβλεπαν τὸ φῶς, οἱ ὀφθαλμοὶ τῆς ψυχῆς τους ἦταν βυθισμένοι στὸ μαῦρο σκοτάδι. Ἀντιθέτως, ὁ σωματικὰ τυφλὸς ἔβλεπε πολὺ καθαρὰ μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς. Ἡ διαφορὰ τυφλοῦ καὶ Φαρισαίων ἔγκειται στὴν καθαρότητα τῆς ψυχῆς. Ὁ τυφλὸς εἶχε καρδιὰ καθαρὴ ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὶς μικροπρέπειες. Ὡς ἐκ τούτου, εἶχε πολὺ ὀξυμμένη τὴν ἀντίληψή του καὶ ἦταν ἔτοιμος ἀνὰ πᾶσα ὥρα καὶ στιγμὴ νὰ δεχθεῖ τὸ καλὸ καὶ νὰ ἀποφύγει τὸ κακό. Οἱ Φαρισαῖοι, ἀπεναντίας, ἔπασχαν ἀπὸ τὸν φθόνο. Δὲν εἶχαν καθαρὴ καρδιά. Ὁ φθόνος τους, ἡ ἐγωπάθειά τους, ὁ ἀτομισμός τους, δὲν τοὺς ἐπέτρεπε νὰ δοῦν ὅτι ὑπάρχει κάποιος καλύτερος ἀπὸ αὐτούς. Γιὰ αὐτό, ἄλλωστε, προσπάθησαν νὰ ἀποδείξουν μὲ τόσο ἀνόσιο τρόπο ὅτι ὁ Χριστὸς ἦταν ἁμαρτωλός. 

                φθόνος, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα ἁμαρτήματα καὶ συνίσταται στὸ νὰ ζηλεύει κανεὶς κακοπροαίρετα τὰ ἀγαθὰ τοῦ πλησίον, νὰ λυπᾶται μὲ τὴν χαρά του καὶ νὰ χαίρεται μὲ τὴ λύπη του. Πρῶτος φθονερὸς καὶ διδάσκαλος τοῦ φθόνου ὑπῆρξε ὁ μισόκαλος τῆς ψυχῆς, ὁ πονηρός. Φθόνησε τὴν χαρὰ τῶν Πρωτοπλάστων καὶ ἔκανε τὸ πᾶν γιὰ νὰ ἐκδιωχθοῦν ἀπὸ τὸν Παράδεισο. Ἔπειτα, ὁ Κάιν, φθόνησε τὸν Ἄβελ καὶ ὁ φθόνος του γέννησε τὸν φόνο. Ὁ φθονερὸς εἶναι ἄνθρωπος αὐτοκαταστροφικός: καὶ τὸν ἑαυτό του δὲν ὠφελεῖ, καὶ τὸν πλησίον βλάπτει. Ὁ φθόνος, ὅπως ὀρθὰ ἔχει διατυπωθεῖ, δὲν προτιμᾶ τὸ συμφέρον. 

               Αἰτία τοῦ φθόνου ἀποτελεῖ ἡ φιλοδοξία. Οἱ Φαρισαῖοι τῆς σημερινῆς περικοπῆς ἤθελαν νὰ φτιάξουν ἕνα μεγάλο ὄνομα γιὰ τὸν ἑαυτό τους ἀπέναντι στοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ ἀποκτήσουν πρόσκαιρη τιμὴ καὶ δόξα μὲ τὸ νὰ πιστέψει ὁ κόσμος κάτι ποὺ οἱ Φαρισαῖοι δὲν ἦταν: ἅγιοι. Ἐνῶ, λοιπόν, ἔτσι εἶχαν τὰ πράγματα, ἐμφανίσθηκε ὁ Χριστός. Μέσα ἀπὸ τὴ διδασκαλία Του καὶ τὶς ἐνέργειές Του κατόρθωσε νὰ ἑλκύσει τὴν ἀγάπη πολλῶν ἀνθρώπων, δικαίων καὶ ἁμαρτωλῶν. Αὐτὸ οἱ Φαρισαῖοι τὸ θεώρησαν ὡς ἀπειλὴ γιὰ τὴν δόξα ποὺ ὀνειρεύονταν. Ἑπομένως, ἀντὶ νὰ φιλοσοφήσουν τὴν ματαιότητα τῆς ζωῆς, νὰ ταπεινωθοῦν καὶ νὰ γίνουν συμμέτοχοι ὅλων τῶν ἀγαθῶν ποὺ ὁ Κύριος ἦρθε νὰ προσφέρει, αὐτοὶ Τὸν μίσησαν καὶ ἔβαλαν στόχο τῆς ζωῆς τους νὰ Τὸν ἐξαφανίσουν, γιὰ αὐτὸ καὶ τὴν κατάλληλη ὥρα Τὸν ὁδήγησαν στὸν Σταυρό. Ὅσο ἦταν ἐν ζωῇ οἱ Φαρισαῖοι, δὲν εἶχαν εἰρήνη, διότι αἰσθάνονταν διαρκῶς ἀπειλὴ ἀπὸ τὸν Κύριό μας. Ὅταν πέθαναν, πάλι δὲν εἶχαν εἰρήνη, διότι ὁ φθόνος τοὺς κράτησε μακριὰ ἀπὸ τὴν γεύση τῆς χαρᾶς τοῦ Θεοῦ. 

                φθονερός, ἑπομένως, οὔτε στὴν παροῦσα ζωὴ εὐχαριστιέται, οὔτε στὴν ἄλλη. Γιὰ αὐτό, πρέπει νὰ προσέξουμε πολὺ νὰ ἀπέχουμε ἀπὸ τὸ κακὸ αὐτό. Σίγουρα, ὁ τυφλὸς τοῦ Εὐαγγελίου ἦταν καθαρὸς καὶ ἀπὸ αὐτὸ τὸ πάθος, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀξιωθεῖ ὄχι μόνο νὰ γίνει καλά, ἀλλὰ καὶ νὰ δεχθεῖ τὴν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ. Ὅταν τὸν ἔδιωξαν οἱ Φαρισαῖοι, τὸν πλησίασε ὁ Χριστός μας καὶ τοῦ εἶπε: 

- Ἐσὺ πιστεύεις στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ;

- Ποιός εἶναι, Κύριε, γιὰ νὰ πιστέψω σὲ Αὐτόν;

- Καὶ Τὸν εἶδες καὶ σοῦ μιλᾶ. Αὐτὸς εἶναι. 

- Πιστέυω, Κύριε. 

               Καὶ τὸν προσκύνησε. 

               Νομίζω ὅτι ὅλοι θὰ θέλαμε μία τέτοια ἐπικοινωνία μὲ τὸν Δεσπότη Χριστό. Καλὸ θὰ εἶναι αὐτὸ τὸν σύντομο ἀλλὰ οὐσιαστικὸ διάλογο τοῦ Χριστοῦ μὲ τὸν πρώην τυφλὸ νὰ τὸν ἔχουμε διαρκῶς στὴ σκέψη μας πρὶν διαπράξουμε κάποια ἁμαρτία ἤ ἰκανοποιήσουμε κάποιο πάθος. Καὶ νὰ ποῦμε στὸν ἑαυτό μας:

- Θέλεις νὰ τιμηθεῖς ὅπως ὁ Τυφλός; Κράτα καθαρὴ τὴν καρδιά σου. 

               Καὶ μία ἐπισήμανση: τὴν ἐρχόμενη Τετάρτη ἀποδίδεται ἡ ἑορτὴ τοῦ Πάσχα. Εἶναι ἡ τελευταία μέρα ποὺ ψάλλουμε τὸ κοσμοχαρμόσυνο «Χριστὸς Ἀνέστη» καὶ μάλιστα ὅλες οἱ ἀκολουθίες τῆς ἡμέρας γίνονται ὅπως τὴν ἡμέρα τοῦ Πάσχα, γιὰ αὐτὸ καὶ εἶναι μεγάλη εὐλογία νὰ συμμετάσχετε σὲ αὐτές.

Ἀληθῶς Ἀνέστη ὁ Κύριος!

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Τρίτη 16 Μαΐου 2023

Ἐγκύκλιος Ἐπιστολὴ τῆς Συνόδου τῶν Ἐπισκόπων τῆς Ὀρθοδόξου Ρωσικῆς Ἐκκλησίας ἐν Διασπορᾷ

  

Ἐπετειακὴ ἀναδημοσίευσις ἑνὸς ἰδιαίτερα ἐπικαίρου κειμένου

Εἰσαγωγικὰ τοῦ Ἐπιμελητοῦ τῆς ἀναδημοσιεύσεως

ΠΡΙΝ ἀπὸ 40 χρόνια, τὸν Αὔγουστο τοῦ 1983, ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἀδελφῆς Ὀρθόδοξου Ρωσικῆς Ἐκκλησίας ἐν Διασπορᾷ, ὑπὸ τὸν Σεβασμ. Μητροπολίτη Φιλάρετο (+1985, εὕρεσις ἀφθάρτου Λειψάνου: 1998, Διακήρυξις Ἁγιότητος: 2008) καὶ τῇ συμμετοχῇ 13 ἀκόμη Ἀρχιερέων, συνῆλθε σὲ Συνοδικὴ Συνεδρίαση στὴν Ἱερὰ Σκήτη Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος στὸ Μάνσονβιλ τοῦ Κεμπέκ, στὸν Καναδᾶ. Ἀντιμετώπισε δὲ ποικιλία ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων Πίστεως καὶ Ἤθους καὶ ἐξέδωσε μία σημαντικὴ «Ἐγκύκλιο Ἐπιστολὴ» πρὸς τὸ Ποίμνιο Αὐτῆς, ἡ ὁποία λόγῳ τοῦ προφανοῦς πνευματικοῦ ἐνδιαφέροντός της καὶ τῆς ἐντυπωσιακῆς ἐπικαιρότητός της, θεωρήθηκε καλὸ νὰ ἀναδημοσιευθεῖ ἐνταῦθα.

            Τὴν περίοδο ἐκείνη, στὴν ἄλλη ἄκρη τοῦ ἀχανοῦς Καναδᾶ, συνήρχετο σχεδὸν ταυτόχρονα ἡ ΣΤ΄ Γενικὴ Συνέλευσις τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν» στὸ Βανκοῦβερ, ἕνα μεῖζον Οἰκουμενιστικὸ γεγονός, τὸ ὁποῖο ἀνέδειξε πασιφανῶς τὸν συγκρητιστικὸ χαρακτῆρα τῆς Παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τὴν «ἀναβαθμισμένη» καὶ «προηγμένη» πλέον πορεία καὶ ἔκφρασή του σὲ Διαχριστιανικὸ καὶ Διαθρησκειακὸ ἐπίπεδο. Ἡ διευρυμένη συμμετοχὴ ἀντιπροσώπων ὅλων τῶν λεγομένων ἐπισήμων τοπικῶν ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στὴν Συνέλευση ἐκείνη, ἀπεδείκνυε τὸν ἐνεργὸ ρόλο τους καὶ τὴν συνυπευθυνότητά τους γιὰ τὴν ἀποστατικὴ πορεία τῶν πραγμάτων στὸν Οἰκουμενικὸ αὐτὸ Ὀργανισμὸ τῆς Γενεύης.

            Ὅμως, ἡ καρδιὰ τῆς Ὀρθοδοξίας κτυποῦσε στὴν ἐρημητικὴ Σκήτη τῆς Μεταμορφώσεως στὸ Μάνσονβιλ, ὅπου μοσχοβολοῦσε τὸ θυμίαμα τῆς «ἐν Πνεύματι καὶ Ἀληθείᾳ» Λατρείας καὶ Ὁμολογίας τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καὶ ὅπου ὁ Κύριος εὐμενῶς ἐπέβλεπε, καὶ ὄχι στὶς πολύχρωμες καὶ πολύβουες αἴθουσες καὶ τέντες τοῦ «Π.Σ.Ε.» στὸ Βανκοῦβερ, ὅπου ἀντηχοῦσαν οἱ ἰαχὲς τῶν προτεσταντικῶν ἐμβατηρίων, μὲ τὴν ὑπόκρουση τῶν συγχρόνων μουσικῶν ὀργάνων, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ οἱ παγανιστικὲς τελετὲς ἐνώπιον ἑνὸς τεραστίου «τοτὲμ» ποὺ ἤγειραν, ὅπου ἦσαν στραμμένα τὰ φῶτα τῆς δημοσιότητος καὶ τὸ ἐνδιαφέρον τῆς κοινῆς γνώμης, ἀλλὰ ὁ Κύριος ἀπεστρέφετο!

            Οἱ Ἀρχιερεῖς τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς, παρὰ τὰ προβλήματα τῆς ἐκτεταμένης γεωγραφικὰ Δικαιοδοσίας τους καὶ τῆς ὅποιας ἀνομοιογένειάς τους σὲ ἐπὶ μέρους θέματα, εἶχαν τὸ σθένος καὶ τὸν φωτισμὸ τῆς Χάριτος τοῦ Θείου Παρακλήτου νὰ προβοῦν σὲ σπουδαῖο συνδυασμό: ἐνετόπισαν, κατήγγειλαν, ἀλλὰ καὶ κατεδίκασαν τὴν Οἰκουμενιστικὴ ἐκτροπή, πρὸς διαφύλαξιν τοῦ Ποιμνίου τους ἀπὸ τὴν ἀποστασία αὐτή, καθὼς ἐπίσης συνεδύασαν τὴν ἁγία εὐαισθησία τους γιὰ τὴν Πίστη μὲ τὴν ἀξιέπαινη ποιμαντικὴ ἀγωνία τους γιὰ τὸν τρόπο προφυλάξεως τοῦ Ποιμνίου τους ἀπὸ τὸν κόσμο τῆς ἀποστασίας σὲ ἠθικὸ ἐπίπεδο· διέκριναν δὲ τὰ «σημεῖα τῶν ἐσχάτων» καὶ προέτρεψαν σὲ σωτηριώδη ἐγρήγορση, ἡ ὁποία ἐνεργοποιεῖται μὲ τὴν καλλιέργεια τῆς γνησίας ἐκκλησιαστικῆς συνειδήσεως, τὴν πνευματικὴ ἀφύπνιση καὶ μάλιστα, σὲ πρακτικὸ ἐπίπεδο, μὲ τὴν ἀποφυγὴ τῆς κατακρίσεως καὶ δὴ τῆς ἱεροκατηγορίας.

            Οἱ ἀναφορὲς σὲ ἰδιάζοντα στοιχεῖα τῆς ρωσικῆς πραγματικότητος, ὡς καὶ στὴν πολιτικὴ κατάσταση, ἡ ὁποία ἐπικρατοῦσε ἀκόμη στὴν τότε Σοβιετικὴ Ἕνωση, μὲ ἐκκλησιαστικὲς ἐπιπτώσεις, ἐντάσσονται βέβαια στὰ ἐνδιαφέροντα τῆς ἐποχῆς ἐκδόσεως τοῦ κειμένου τῆς «Ἐγκυκλίου», ὄχι ὅμως ἐντελῶς ἐκτὸς τῆς συναφείας τοῦ σήμερα.

            Τὸ κείμενο τῆς «Ἐγκυκλίου» ἐλήφθη ἀπὸ τὴν ἔκδοσή του στὰ ἑλληνικά, ὅπως δημοσιεύθηκε στὸ ἔργο «Ὀρθόδοξος Μαρτυρία – Ἀντιοικουμενιστικὰ κείμενα τῆς περιόδου 1966-1983 τοῦ Προκαθημένου τῆς ἐν Διασπορᾷ Ὀρθοδόξου Ρωσικῆς Ἐκκλησίας Πανιερωτάτου Μητροπολίτου κ. Φιλαρέτου», ὑπὸ Καλλινίκου Ἱερομονάχου Ἁγιορείτου, Ἅγιον Ὄρος-Ἀθῆναι 1985, σελ. 69-81, μὲ μικρὲς βελτιώσεις στὴν ἀπόδοση, βάσει τοῦ ἀγγλικοῦ κειμένου τῆς «Ἐγκυκλίου» (περιοδ. «Orthodox Life», Vol. 33, No 6/November-December 1983, pp. 11-18, ἀπὸ ὅπου ἔχει ληφθεῖ καὶ ἡ φωτογραφία τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῶν Ρώσων Ἐπισκόπων). Οἱ ἐσωτερικοὶ τίτλοι τῆς ἑλληνικῆς μεταφράσεως διατηρήθηκαν καὶ ἐπαυξήθηκαν. Σὲ λίγα μόνον σημεῖα ἐντὸς τοῦ κειμένου τῆς «Ἐγκυκλίου» προσθέσαμε δικές μας παραπομπές, γιὰ τὴν καλύτερη κατανόηση θέσεων Αὐτῆς στὸ τότε καὶ στὸ σήμερα. Ἐφ’ ὅσον ἡ «Ἐγκύκλιος Ἐπιστολὴ» δημοσιεύθηκε αὐτοτελῶς, δὲν συμπεριλάβαμε καὶ τὸ κείμενο τοῦ «Ἀναθέματος κατὰ τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ», τὸ ὁποῖο παραθέτει συνημμένως εἰς Αὐτήν, ἰδίᾳ ἐμπνεύσει καὶ πρωτοβουλίᾳ, ἡ ὡς ἄνω ἑλληνικὴ ἔκδοσις.   

            Ἐλπίζουμε καὶ εὐχόμαστε, τὸ ἰσχυρὸ πνευματικὸ μήνυμα τοῦ Ὁμολογιακοῦ καὶ Ποιμαντικοῦ αὐτοῦ Πατερικοῦ κειμένου, νὰ ἔχει τὴν ἀναμενομένη ἐπίδραση σὲ ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους τῆς σήμερον, ὡς λόγος προφητικὸς καὶ χαρισματικός.

+Ὁ Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος Κλήμης

Ἐγκύκλιος Ἐπιστολὴ
τῆς Συνόδου τῶν Ἐπισκόπων
τῆς Ὀρθοδόξου Ρωσικῆς Ἐκκλησίας ἐν Διασπορᾷ

            Η ΧΑΡΙΣ καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ εἴησαν καὶ πληθυνθείησαν ἐν μέσῳ τοῦ Κλήρου καὶ τῶν πιστῶν τῆς Ρωσικῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν Ἐκκλησίας ἐν Διασπορᾷ.

            Ἐξ ὀνόματος τῆς Συνόδου τῶν Ἐπισκόπων ἀπευθυνόμεθα πρὸς ἅπαν τὸ εὐσεβὲς ἡμῶν Ποίμνιον, τὸ διεσπαρμένον ἁπανταχοῦ τῆς γῆς. Χαιρετίζομεν τὰ ἠγαπημένα ἡμῶν τέκνα καὶ ἐπευλογοῦμεν τοὺς ἐπιτεταμένους αὐτῶν ἀγῶνας εἰς τὴν Χριστιανικὴν Ὀρθόδοξον ζωήν, εἰς ἕνα κόσμον ὅστις ἀπομακρύνεται ἔτι καὶ ἔτι ἐξ ὅλων τῶν ἀρχῶν, τὰς ὁποίας ἐνετείλατο ὅπως τηρῶμεν ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, οἱ Ἀπόστολοι Αὐτοῦ καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες.

α. Ἡ «μεγάλη θλῖψις» ἐν Ρωσίᾳ καὶ ἐν τῷ κόσμῳ

            Εἰς τὴν δυστυχῆ πατρίδα μας, τὴν ἀποκαλουμένην ποτὲ Ἁγίαν Ρωσίαν, ἔχει ἐγκαθιδρυθῆ ἕν παγκόσμιον κέντρον τοῦ τὰ πάντα κατέχοντος κακοῦ, τὸ ὁποῖον ἐλπίζει ἐπὶ τοῦ παρόντος, ὅπως ἐκριζώσῃ ἅπαντα τὰ ἴχνη τῆς προηγουμένης ἁγιότητος καὶ εὐσεβείας. Καθ’ ὅλας αὐτὰς τὰς δεκαετίας ἔχομεν παρακολουθήσει μετὰ θλίψεως τὰ μαρτύρια τῶν ἀδελφῶν ἡμῶν, καὶ νοερῶς ἔχομεν ἀσπασθῆ τὰς πληγάς των, καὶ τιμήσει ὡς Ἁγίους Μάρτυρας ἅπαντα ἐκεῖνα τὰ ἑκατομμύρια τῶν πιστῶν, οἱ ὁποῖοι μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν Πατριάρχην Τύχωνα καὶ τὸν Βασιλομάρτυρα Νικόλαον Β΄, ἀπέδειξαν τὴν πίστιν των πρὸς τὸν Θεὸν ἄχρι θανάτου. Ὁ συγγραφεὺς τῆς Ἀποκαλύψεως εἶδεν αὐτοὺς προφητικῶς, «ἑστῶτας ἐνώπιον τοῦ θρόνου καὶ ἐνώπιον τοῦ ἀρνίου, περιβεβλημένους στολὰς λευκὰς» (Ἀποκαλ. ζ΄ 9). Ἐλέχθη δὲ αὐτῷ περὶ τούτων: «Οὗτοι εἰσὶν οἱ ἐρχόμενοι ἐκ τῆς θλίψεως τῆς μεγάλης, καὶ ἔπλυναν τὰς στολὰς αὐτῶν καὶ ἐλεύκαναν αὐτὰς ἐν τῷ αἵματι τοῦ ἀρνίου. Διὰ τοῦτό εἰσιν ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ καὶ λατρεύουσιν αὐτῷ ἡμέρας καὶ νυκτὸς ἐν τῷ ναῷ αὐτοῦ. Καὶ ὁ καθήμενος ἐπὶ τοῦ θρόνου σκηνώσει ἐπ’ αὐτοὺς» (Ἀποκαλ. ζ΄ 14-15).

            Συνελθόντες ἀπὸ κοινοῦ ἐν τῇ παρούσῃ Συνόδῳ, ἵνα συζητήσωμεν ἐπὶ θεμάτων τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς ἡμῶν, ἔχομεν αἰσθανθῆ τὴν πνευματικὴν ἡμῶν ἑνότητα μετ’ αὐτῶν καὶ μετ’ ἐκείνων τῶν ἀδελφῶν ἡμῶν, οἱ ὁποῖοι ἀκολουθοῦν τὰ ἴχνη των, ἔτι ὄντες «ἐν θλίψει μεγάλῃ».

            Διάγοντες ἐν ἐλευθερίᾳ, μόνον πνευματικῶς συμπάσχομεν αὐτοῖς εἰς ταύτην τὴν «μεγάλην θλῖψιν». Ἀλλ’ ὅμως ἔχομεν τὴν ἡμετέραν θλῖψιν, ἡ ὁποία ἑνοῦται μετὰ τῆς ἰδικῆς των, προκαλουμένη ὑπὸ τῆς ἀπιστίας καὶ ἀποστασίας ἐκ τῆς ἀληθοῦς πίστεως, ἀκόμη καὶ ἐκείνων οἵτινες φέρουν τὸ ὄνομα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ, ἥτις ἀποστασία, ἐξαπλοῦται ὅλον καὶ περισσότερον εἰς τὸν κόσμον. Ἐντὸς τοῦ κόσμου, ὁ ὁποῖος μᾶς περιβάλλει, συχνάκις αἰσθανόμεθα ὅτι οἱ λόγοι τοῦ Σωτῆρος, «ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε» (Ἰωάν. ιστ΄ 33), ἐπαληθεύουν εἰς ἡμᾶς.

β. Τὸ «πνεῦμα τοῦ κόσμου» καὶ ἡ προφύλαξις τῶν νέων

            Ἐὰν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἶδεν ὅτι ζῶν ἐν τῷ κόσμῳ ἦτο ἀδύνατον νὰ μὴ ἔχῃ ἐπαφὴν «τοῖς πόρνοις τοῦ κόσμου τούτου ἤ τοῖς πλεονέκταις ἥ ἅρπαξιν ἤ εἰδωλολάτραις» (Α΄ Κορ. ε΄ 10), τί λοιπὸν δυνάμεθα νὰ εἴπωμεν ἡμεῖς περὶ τῶν ἡμετέρων καιρῶν; Τώρα, οὐχὶ μόνον εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νὰ ἔχωμεν ἐπαφὴν μετ’ αὐτῶν, ἀλλ’ ἔτι περισσότερον, ὁ τρόπος ζωῆς εἰς τὸ περιβάλλον μας θεμελιοῦται ἐπὶ τῆς ἀναγνωρίσεως ὄχι μόνον τοῦ ἐπιτρεπτοῦ, ἀλλὰ καὶ τῆς νομιμότητος τῶν κατωτάτων καὶ αἰσχίστων εἰδῶν τῆς ἁμαρτίας!…

            Ἰδιαιτέρως ἀνησυχητικὸν δι’ ἡμᾶς εἶναι τὸ ὅτι τὰ τέκνα ἡμῶν, ἡ νεολαία ἡμῶν, ἀναπτύσσονται ἐντὸς τοῦ περιβάλλοντος τούτου. Εἶναι πολὺ δύσκολον δι’ αὐτὰ νὰ ἀναπτυχθοῦν ὡς «υἱοὶ Θεοῦ», τὴν στιγμὴν κατὰ τὴν ὁποίαν περικυκλοῦνται ὑφ’ ἑνὸς τρόπου ζωῆς ἑδραζομένου ἐπὶ τῆς ἀπιστίας, ἥτις ἀρνεῖται ἁπάσας τὰς βασικὰς ἀρχὰς τῆς Χριστιανικῆς πίστεως καὶ τῆς οἰκογενείας.

            Διὰ τοῦτο ἔχομεν συστήσει εἰς τοὺς Ἐφημερίους ἡμῶν, ὅτι θὰ πρέπει νὰ ἐπιδείξουν ἰδιαιτέραν φροντίδα εἰς τὴν διδασκαλίαν περὶ οἰκογενειακῆς ζωῆς εἰς τὰ Ποίμνιά των. Διὰ νὰ δυνηθοῦν τὰ τέκνα νὰ ἐξελιχθοῦν εἰς υἱοὺς τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, αἱ ἐκπαιδευτικαὶ προσπάθειαι τῶν γονέων πρέπει νὰ ἀρχίσουν ἀπὸ τὸν καιρόν, κατὰ τὸν ὁποῖον τὰ τέκνα αὐτῶν εὑρίσκονται εἰσέτι ἐντὸς τῆς κοιλίας τῆς μητρός. Ἀκόμη καὶ ἄπιστοι ἰατροὶ ἀναγνωρίζουν τώρα, ὅτι ἡ περίοδος ἐκείνη εἶναι λίαν σημαντικὴ διὰ τὴν μελλοντικὴν ἀνάπτυξιν τοῦ νηπίου! Οἱ γονεῖς πρέπει νὰ τροφοδοτοῦν τὰ τέκνα αὐτῶν ἀπὸ τῆς βρεφικῆς ἡλικίας μὲ καλὰς καὶ ἁγίας ἐντυπώσεις, παρέχοντες οἱ ἴδιοι ἑαυτοὺς παράδειγμα προσευχῆς καὶ ἀρετῆς, ὥστε ἡ ἁμαρτία καὶ ἡ ἀνηθικότης νὰ εἶναί τι ξένον πρὸς αὐτά, καὶ νὰ μὴν προσελκύῃ ταῦτα, ἀλλ’ ἀντιθέτως, νὰ τὰ ἀπωθῇ. Πρέπει νὰ ἐνθυμῶνται ὅτι τὰ τέκνα των, ὅταν ἐνηλικιωθοῦν, θὰ παράσχουν χαρὰν καὶ παρηγορίαν πρὸς αὐτούς, μόνον κατὰ τὸ μέτρον τοῦ καλοῦ, τὸ ὁποῖον ἐνεφυτεύθη εἰς τὰς καρδίας των ὑπὸ τῆς οἰκογενείας των. Διὰ τὸν λόγον τοῦτον, οἱ Ἐφημέριοι ὀφείλουν συνεχῶς νὰ διδάσκουν γονεῖς τε καὶ τέκνα, καὶ ταυτοχρόνως νὰ φροντίζουν διὰ τὴν ἵδρυσιν ἐκκλησιαστικῶν σχολείων καὶ τὴν προσέλκυσιν νεαρῶν ἐνοριτῶν ἐκ παιδικῆς αὐτῶν ἡλικίας πρὸς ἐνεργὸν συμμετοχήν των εἰς τὴν ζωὴν τῆς Ἐκκλησίας.

            Εἶναι καλὸν νὰ προσελκύῃ κανεὶς πλησίον του ψυχὰς νέων, αἱ ὁποῖαι δὲν εἶναι δηλητηριασμέναι ὑπὸ παραδειγμάτων τοῦ κακοῦ, ἐκλαμβανομένου τούτου ὡς ἐπιτρεπτοῦ ἤ ἀκόμη καὶ θετικοῦ. Ἄς φροντίσουν οἱ Ἐφημέριοι καὶ οἱ γονεῖς, ὥστε τὰ τέκνα των νὰ ἴδουν καὶ νὰ γνωρίσουν πρότυπα καλοῦ εἰς τοὺς Ἁγίους καὶ εἰς τὰ κατορθώματα μεγάλων ἀνδρῶν. Εἶναι ἰδιαιτέρως ἀναγκαῖον νὰ διδάσκουν ἐπιμόνως αὐτὰ νὰ ἀγαποῦν τὴν ἀλήθειαν καὶ νὰ ἀποστρέφωνται ἅπαντα τὰ εἴδη τοῦ ψεύδους.

γ. «Παγκόσμιον Συμβούλιον Ἐκκλησιῶν» καὶ Οἰκουμενισμὸς

            Τὸ ψεῦδος ἔχει τώρα ἀποκτήσει ἰδιαιτέραν ἰσχύν, εἰσχωρῆσαν βαθέως ἐντὸς τῆς συνειδήσεως τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλοίμονον, οἱ διασπείροντες αὐτὸ δὲν εἶναι μόνον πολιτικοὶ παράγοντες, θεωροῦντες τὰ πάντα ἐπιτρεπτὰ διὰ τὴν ἀπόκτησιν ἰσχύος, ἀλλ’ ἐπίσης ἐκπρόσωποι διαφόρων θρησκευτικῶν δογμάτων. Μία καθαρὰ ἔκφρασις τούτου ὑπῆρξεν ἡ Ἕκτη Γενικὴ Συνέλευσις τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν (Π.Σ.Ε.), ἡ ὁποία ἔλαβε χώραν εἰς Βανκοῦβερ κατὰ τὸν αὐτὸν σχεδὸν χρόνον μὲ τὰς Συνεδρίας τῆς ἡμετέρας Συνόδου.

            Ἡ Σύνοδος ἡμῶν, εἰς τὴν Ἀπόφασιν αὐτῆς ἀπὸ 28ης Ἰουλίου/1ης Αὐγούστου [1983], ἐξήγησεν ὅτι ἡ Ρωσικὴ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐν Διασπορᾷ δὲν λαμβάνει μέρος εἰς τὸ Παγκόσμιον Συμβούλιον Ἐκκλησιῶν, καθ’ ὅσον τοῦτο ἐπιδιώκει νὰ ἐκπροσωπῇ τοὺς συμμετέχοντας -ἀπεσταλμένους ὁμάδων αἱ ὁποῖαι διαφέρουν ὡς πρὸς τὰς πεποιθήσεις των- ὡς νὰ εἶχον αὗται εἶδος ἑνότητός τινος ἐν τῇ πίστει αὐτῶν. Εἰς τὴν πραγματικότητα ὅμως, ἡ θέσις αὕτη ἀποτελεῖ ψεῦδος, καθ’ ὅσον οὗτοι, ὄντες μέλη διαφόρων ὁμολογιῶν καὶ σεκτῶν, δὲν ἔχουν ἀπαρνηθῆ τὰ σημεῖα ἀσυμφωνίας μεταξὺ ἀλλήλων, καὶ πολὺ ὀλιγώτερον μετὰ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐπὶ δογμάτων καὶ θεμελιωδῶν θέσεων. Ἐν ὀνόματι ἐξευρέσεως ἑνοποιητικῶν διατυπώσεων, αἱ ἀνωτέρω διαφοραὶ πεποιθήσεων δὲν ἔχουν ἐξαλειφθῆ, ἀλλ’ ἁπλῶς ἔχουν παραμερισθῆ. Ἀντὶ τῶν ἀκραδάντων ἀληθειῶν τῆς πίστεως, οὗτοι ἐπιχειροῦν νὰ ἴδουν μόνον γνώμας, οὐχὶ ὑποχρεωτικὰς διὰ πάντας. Εἰς ἀπάντησιν τῆς ὁμολογίας τῆς μιᾶς Ὀρθοδόξου Πίστεως, λέγουν ὁμοῦ μὲ τὸν Πιλᾶτον: «Τί ἐστιν ἀλήθεια;». Καὶ τὰ κατ’ ὄνομα ὀρθόδοξα μέλη τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως ὅλον καὶ περισσότερον ἐπισύρουν ἐφ’ ἑαυτῶν τὴν μομφὴν κατὰ τοῦ Ἀγγέλου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Λαοδικείας: «Οἶδά σου τὰ ἔργα, ὅτι οὔτε ψυχρὸς εἶ, οὔτε ζεστός· ὄφελον ψυχρὸς ἦς ἤ ζεστὸς» (Ἀποκαλ. γ΄ 15).

            Μία καθαρὰ διακήρυξις τοιαύτης ψευδοῦς ἑνώσεως ἦτο ἡ τέλεσις τῆς οὕτω καλουμένης «Λειτουργίας τῆς Λίμα», τ.ἔ. μιᾶς ὑποτιθεμένης εὐχαριστιακῆς τελετῆς, ὑπὸ τοῦ ἀρχιεπισκόπου Καντουαρίας καὶ διαφόρων προτεσταντῶν παστόρων. Αὕτη ἡ «Λειτουργία», συντεθεῖσα ἀρχικῶς εἰς μίαν Συνέλευσιν εἰς Λίμα (τοῦ Περοῦ), ἀποβλέπει εἰς τὸ νὰ ἐπαναφέρῃ τοὺς συμμετέχοντας εἰς τὰ πρῶτα στάδια τῆς ἀρχαίας Ὀρθοδόξου Λειτουργίας, ἀλλ’ ἄνευ τοῦ κυριωτέρου στοιχείου: τὴν ἄνευ ὅρων πίστιν εἰς τὴν μεταβολὴν τοῦ ἄρτου καὶ τοῦ οἴνου εἰς Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ἀναγκαιότητα νὰ τελεσθῇ αὕτη μόνον ὑπὸ Λειτουργοῦ φέροντος ἀποστολικὴν διαδοχήν.

            Περιγράφον τὴν «Λειτουργίαν» ταύτην τὸ περιοδικὸν Newsweek τῆς 22ας Αὐγούστου 1983, ἔγραψεν: «Ἔναντι τοῦ ἀλταρίου εὑρίσκετο ἕν πολυεθνικὸν ἐκκλησίασμα 3.500 Χριστιανῶν πάσης φυλῆς καὶ ἐκ πάσης γωνίας τῆς γῆς, συμπεριλαμβανομένων Ρωμαιοκαθολικῶν κληρικῶν καὶ γενειοφόρων Ὀρθοδόξων ἐπισκόπων, οἵτινες, πρὸ ὀλίγου χρόνου, θὰ ἀπέφευγον μίαν τοιαύτην τελετήν». Συμφώνως πρὸς μίαν ἀνταπόκρισιν τῆς Ὑπηρεσίας Οἰκουμενικοῦ Τύπου τῆς 4ης Αὐγούστου, κατὰ τὴν διάρκειαν τελέσεως τῆς Λειτουργίας τῆς Λίμα ὑπὸ τοῦ ἀρχιεπισκόπου Καντουαρίας, οἱ Ὀρθόδοξοι καὶ οἱ Ρωμαιοκαθολικοὶ δὲν μετέσχον τῶν μυστηρίων, ἀλλὰ συνεπροσευχήθησαν μόνον. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κύριλλος τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας1 ἀνέπεμψε δέησιν, ὅπως «συντόμως ἀποκτήσωμεν ὁρατὴν ἑνότητα ἐν τῷ σώματι τοῦ Χριστοῦ, εὐλογοῦντες τὸν ἄρτον καὶ τὸ ποτήριον ἐπὶ τῆς αὐτῆς ἁγίας Τραπέζης».  

            Ὁ Ἕλλην Ἀρχιεπίσκοπος (Ἀμερικῆς) Ἰάκωβος ἐτέλεσε χωριστὴν Λειτουργίαν τὴν ἡμέραν τῆς Μεταμορφώσεως (ν.ἡ.), κατὰ τὴν ὁποίαν, συμφώνως πρὸς ἀναφορὰς ληφθείσας παρ’ ἡμῖν, ἐδόθη ἡ Θεία Κοινωνία ἄνευ ἐπαρκοῦς ἐλέγχου ὄχι μόνον πρὸς τοὺς Ὀρθοδόξους, ἀλλὰ καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους τοὺς πλησιάσαντας εἰς τὸ Ἅγιον Ποτήριον.

            Τοιουτοτρόπως, βλέπομεν μετὰ λύπης ὅτι ἡ αὐξανομένη πορεία ἐφαρμογῆς τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ μεταξὺ Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, περὶ τῆς ὁποίας εἴχομεν προειδοποιήσει τοὺς ἀδελφοὺς ἡμῶν διὰ τῶν ἡμετέρων «Ἐπιστολῶν Πόνου», ὄχι μόνον δὲν ἔχει ἀνασταλῆ, ἀλλὰ καὶ ἐκτείνεται. Ἡ διαμόρφωσις ἑνὸς διομολογιακοῦ φρονήματος περὶ τοῦ Βαπτίσματος, τῆς Εὐχαριστίας καὶ τῆς Ἱερωσύνης, ἔχει κατὰ τὰ τελευταῖα ἔτη ἐκδηλωθῆ εἰς ποικίλας οὕτω καλουμένας Οἰκουμενικὰς Ἀκολουθίας, ἰδιαιτέρως δὲ καθαρῶς ἐξεφράσθη εἰς τὸ κείμενον τῆς Λίμα καὶ νῦν εἰς Βανκοῦβερ. Ἡ Σύνοδος ἡμῶν ἔχει ῥητῶς καταδικάσει τὴν προκήρυξιν ταύτην καὶ ἔχει ὁρίσει ὅπως προστεθῇ Ἀναθεματισμὸς διὰ τὴν αἵρεσιν τοῦ Οὐκουμενισμοῦ εἰς τὸ «Συνοδικὸν» τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας.

            Ἐπιπροσθέτως, οἱονδήποτε εἶδος συμμετοχῆς Ὀρθοδόξων εἰς προσευχὴν μεθ’ ἑτεροδόξων, καὶ ἰδιαιτέρως εἰς κοινὴν προσευχὴν εἰς τὴν οὕτω καλουμένην οἰκουμενικὴν «Λειτουργίαν τῆς Λίμα», ἀπαγορεύεται αὐστηρῶς δι’ Ὀρθοδόξους, συμφώνως πρὸς τοὺς ΜΕ΄ καὶ ΜΣΤ΄ Κανόνας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, καὶ ὑποβάλλει τούτους εἰς ἀφορισμὸν ἀπὸ τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ΛΒ΄ καὶ ΛΓ΄ Κανόνες τῆς Συνόδου τῆς Λαοδικείας ἀπαγορεύουν εἰδικῶς τὴν λῆψιν ἄρτου καὶ οἴνου εὐλογηθέντων ὑπὸ μὴ Ὀρθοδόξων Κληρικῶν, ὡς καὶ τὴν ἀπὸ κοινοῦ προσευχὴν μετ’ αὐτῶν. Ὁ ἐπιφανὴς Ρῶσος Κανονολόγος Ἐπίσκοπος τοῦ Σμολὲνσκ Ἰωάννης, γράφει εἰς σχόλιον αὐτοῦ ἐπὶ τοῦ ΜΣΤ΄ Κανόνος τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων: «Οἱ Ἀποστολικοὶ Κανόνες ἐν γένει μίαν βάσιν διαγράφουν διὰ τὴν ἀπόρριψιν αἱρετικῶν θρησκευτικῶν τελετῶν: τὸ γεγονὸς ὅτι εἰς τὴν αἵρεσιν δὲν δύναται νὰ ὑπάρξῃ ἀληθὴς ἱερωσύνη, εἰ μὴ μόνον ψευδὴς τοιαύτη. Τοῦτο συμβαίνει διότι, λόγῳ τοῦ χωρισμοῦ τῶν ἑτεροδόξων ἀπὸ τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἀποστολικὴ διαδοχὴ τῆς ἱερωσύνης αὐτῶν παύει νὰ ὑφίσταται, ἀφ’ ἑνὸς καί, ἀφ’ ἑτέρου, ἡ παροχὴ τῶν δωρεῶν τῆς χάριτος παρὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατὰ  τὴν χειροτονίαν ἐπίσης διακόπτεται. Συνεπῶς, δὲν δύνανται νὰ μεταβιβάσουν ταύτην εἰς ἑτέρους· καὶ ὡς μὴ λαβόντες νόμιμον δικαίωμα διὰ τὴν τέλεσιν τῶν Μυστηρίων, δὲν δύνανται ἑπομένως νὰ καταστήσουν ἀληθῆ καὶ σωτηριώδη τὰ ὑπ’ αὐτῶν τελούμενα Μυστήρια».

δ. Συνεργασία «Π.Σ.Ε.» καὶ Πατριαρχείου Μόσχας

            Εἰς ἁπάσας τὰς δραστηριότητας τῆς ἐν Βανκοῦβερ Γενικῆς Συνελεύσεως, ἐνεργὸν μέρος διεδραμάτισεν ἡ πολυμελὴς ἀντιπροσωπεία τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας, τὸ ὁποῖον μετ’ ἐπιτάσεως χρησιμοποιεῖ τὸ Παγκόσμιον Συμβούλιον Ἐκκλησιῶν διὰ Σοβιετικὴν προπαγάνδα. Αὕτη χρησιμοποιεῖται δεόντως πρὸς διάδοσιν ψευδῶν εἰδήσεων περὶ τῆς ὑποτιθεμένης ἐλευθερίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σοβιετικῆς Ἑνώσεως, καὶ πρὸς παρεμπόδισιν -ὑπὸ τὸ πρόσχημα προασπίσεως τῆς εἰρήνης- τοῦ ἐξοπλισμοῦ τῶν χωρῶν ἐκείνων, αἵτινες, πιθανόν, θὰ ἠδύναντο νὰ προλάβουν τὴν ἐξάπλωσιν τοῦ Κομμουνισμοῦ εἰς τὴν Δύσιν. Οἱ ἀντιπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας τῆς Μόσχας εἰς εὐρεῖαν κλίμακα ὁμιλοῦν περὶ ὑποστηρίξεως φιλοκομμουνιστικῶν κινημάτων, ἐνῷ κατ’ οὐδένα τρόπον ἐπιτρέπουν νὰ κατηγορήσῃ τις τοὺς Σοβιετικοὺς διὰ θρησκευτικὸν διωγμόν.

            Τοιουτοτρόπως, ὡς ἐπακόλουθον τῆς ἀντιδράσεως τῆς ἀντιπροσωπείας τῆς Μόσχας, ἡ ἀναφορὰ τοῦ Διακόνου Βλαδιμήρου Ρούσακ, ὅστις συνέγραψε βιβλίον περὶ τῆς δυσχεροῦς θέσεως τῆς διωκομένης Ἐκκλησίας ἐν τῇ Σοβιετικῇ Ἑνώσει, δὲν ἐπετράπη νὰ ἀναγνωσθῇ κατὰ τὴν Συνέλευσιν. Ἐξ αἰτίας τοῦ βιβλίου τούτου ἐπαύθη οὗτος ἀπὸ ἱεροπραξίας καὶ ἐκλήθη εἰς ἀπολογίαν ὑπὸ τῆς Κὰ-Γκὲ-Μπέ. Εἰς μάτην ἤλπιζε νὰ προσελκύσῃ τὸ ἐνδιαφέρον τῆς Συνελεύσεως διὰ τὸν διωγμὸν τῆς Ἐκκλησίας εἰς τὴν χώραν του. Ἐνῷ διὰ μακρῶν καὶ μετὰ στόμφου ὁμιλοῦν αἱ Συνελεύσεις αὗται περὶ ἀνάγκης αὐξήσεως τοῦ ἐνδιαφέροντος ὑπὲρ τῶν πολυποικίλων ἀριστερῶν ὁμάδων,ἔχουν ἐπὶ σειρὰν ἐτῶν παραμείνει κωφαὶ εἰς τὰς κραυγὰς τῶν πραγματικῶν καὶ πολυαρίθμων θυμάτων τοῦ ἀθεϊσμοῦ!

            Δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι τοῦτο συμβαίνει κατὰ μέγα μέρος, λόγῳ τοῦ ὅτι δὲν ἐπιθυμοῦν νὰ ἀκούσουν οὐδεμίαν φωνὴν ἐκ τῆς Ρωσίας, εἰ μὴ μόνον αὐτὴν τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας, τὸ ὁποῖον, ὅμως, λέγει μόνον ὅ,τι διατάσσεται νὰ λέγῃ ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν πάσης θρησκευτικῆς πίστεως, μέσῳ τῶν ὀργάνων τῆς Κὰ-Γκὲ-Μπέ.

            Μία εἰδικὴ ἀπόφασις τῆς Συνόδου τῶν Ἐπισκόπων ἐλήφθη ἐπίσης ἐπὶ τοῦ θέματος τούτου, ἐν ἀναφορᾷ πρὸς ἕν σκανδαλῶδες συμβάν: τὴν ἐντολὴν τῆς Συνόδου τῆς Μόσχας ὅπως τελεσθοῦν Μνημόσυνα διὰ τὸν ἀποθανόντα τὸ παρελθὸν ἔτος (1982) ἀθεϊστὴν καὶ διώκτην τῆς Ἐκκλησίας Μπρέζνιεφ, τοῦ ὁποίου τὰς πράξεις ὁ Πατριάρχης Ποιμὴν βλασφήμως ἀπεκάλεσε «θεαρέστους»! Εἰς τὰς ὁδηγίας διὰ τὴν τέλεσιν Μνημοσύνων ὑπὲρ αὐτοῦ ὑπεδεικνύετο, ὅτι δὲν ἔπρεπεν νὰ ἀποκληθῇ «δοῦλος τοῦ Θεοῦ» -ὅπως καὶ βεβαιότατα δὲν ὑπῆρξεν. Ἅπαντες ὅμως θὰ πρέπῃ νὰ εἶχον αἰσθανθῆ δυσκόλως, προσφέροντες οἱονδήποτε εἶδος προσευχῶν διὰ τὴν κατάταξιν εἰς τὴν Οὐράνιον Βασιλείαν ἀνθρώπου, ὅστις ἠρνήθη αὐτὴν ταύτην τὴν ὕπαρξιν τῆς Βασιλείας! Οὕτω, παράβασις ἐκκλησιαστικῶν Κανόνων πρὸς εὐαρέστησιν τῶν ἀθεϊστῶν, ἀναποφεύκτως ὁδηγεῖ εἰς ὑποκρισίαν. Ἡ Σύνοδος παρετήρησεν ὅτι, ὁπωσδήποτε καὶ ἄν ἀπεκαλεῖτο ὁ Μπρέζνιεφ, τὰ Μνημόσυνα ὑπὲρ αὐτοῦ περιεῖχον μίαν ἐσωτερικὴν ἀντινομίαν, ὑποκρισίαν καὶ ψεῦδος. Ὑπῆρξαν μία ἀσυγχώρητος βλασφημία.

            Θὰ ἀνέμενέ τις ὅτι ἅπας ὁ κόσμος, ἰδιαιτέρως ὁ Ὀρθόδοξος κόσμος, θὰ ἐταράσσετο μετ’ ἀγανακτήσεως ἐνώπιον τοιαύτης βλασφημίας, ἀλλ’ ἀλλοίμονον, ἅπαντες σιωποῦν, ἐνῷ μία σαφὴς δήλωσις διαμαρτυρίας ἔχει ἐκδοθῆ μόνον παρὰ τῆς ἡμετέρας Συνόδου.

ε. Μία ἐλπιδοφόρος διαπίστωσις

            Ἀντιμετωπίζοντες τοιαύτην ἀδιαφορίαν περὶ τὴν ἀλήθειαν καὶ ἕνεκα τοῦ ἀναπτυσσομένου μοντερνισμοῦ, σεβαστὸς ἀριθμὸς Ὀρθοδόξων Ἱερέων καὶ πιστῶν ἔχει στραφῆ πρὸς τοὺς ἡμετέρους Ἱεράρχας διὰ τὴν διατήρησιν τῆς γνησίας Ὀρθοδοξίας καὶ τῆς πορείας τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, ἡγιασμένης ὑπὸ αἰωνοβίου Παραδόσεως, συμφώνως πρὸς τὸ ὀρθόδοξον ἡμερολόγιον τὸ ἐγκαθιδρυθὲν ὑπὸ τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου2.        

            Τοιουτοτρόπως ἡ Ἐκκλησία ἡμῶν ἔχει ἐμπλουτισθῆ μὲ νέα τέκνα καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ ἐμπλουτίζεται ὄχι μόνον ὑπὸ Ἑλλήνων ἀφωσιωμένων εἰς τὴν πίστιν, ἀλλ’ ἐπίσης καὶ ὑπὸ Ἐνοριῶν, ἀποκοπεισῶν μὲν ἀπὸ τὴν Ρωσικὴν Ἐκκλησίαν κατὰ τὰς τελευταίας δεκαετίας καὶ προσχωρησασῶν εἰς τὴν παράνομον Ἀμερικανικὴν Αὐτοκεφαλίαν, ἐπιστρεφουσῶν δὲ νῦν εἰς τοὺς κόλπους αὐτῆς. Διὰ πολλοὺς ἐξ αὐτῶν ἡ ἀπόφασίς των αὕτη δὲν ἐλήφθη εὐκόλως, καθ’ ὅσον συνεπάγεται μεγάλας θυσίας. Χαίρομεν διὰ τὴν ἀγάπην των πρὸς τὴν ἀλήθειαν καὶ σφοδρῶς ἐπιθυμῶμεν ὅπως ἅπαντα τὰ τέκνα τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν διάγουν τὸν θρησκευτικόν των βίον μὲ ὅσον ζῆλον τὸ πράττουν τὰ νέα ταῦτα τέκνα, τὰ ὁποῖα τελευταίως ἦλθον εἰς γνῶσιν τῆς ἀληθείας καὶ ἡνώθησαν μετ’ αὐτῆς.

            Παρ’ ὅλον ὅτι οἱ ἀπὸ διαφόρων ἐθνοτήτων καὶ προηγηθεισῶν συνηθειῶν προσαρτησθέντες εἰς τὴν ἡμετέραν Ἐκκλησίαν πιθανὸν νὰ παρουσιάζουν ἐνίοτε τὸ ἕν ἤ τὸ ἄλλον ποιμαντικὸν πρόβλημα, βλέπομεν τοῦτο μετὰ κατανοήσεως, ἐνθυμούμενοι ὅτι ἐνώπιον τοῦ Προσώπου τοῦ Θεοῦ οὐκ ἐνι Ἕλλην ἤ Ἰουδαῖος, Ρῶσος, Ἀμερικανός, ἤ οἱαδήποτε ἑτέρα διαφορὰ προελεύσεως. Πάντες θεωροῦνται ὡς ἀγαπητὰ τέκνα ἡμῶν, ἔχοντα ἕνα κοινὸν σκοπόν: νὰ διατηρήσουν ἀλώβητον τὴν πίστιν τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ νὰ σώσουν τὰς ψυχάς των, ἀνεξαρτήτως τῶν ἐξωτερικῶν συνθηκῶν, αἵτινες μᾶς περιβάλλουν.

στ. Τὰ σημεῖα τῆς ἐλεύσεως τοῦ Ἀντιχρίστου

Διαβιοῦμεν ἐντὸς τοῦ αὐτοῦ κόσμου, καὶ δι’ ἅπαντας ἡμᾶς ὑπάρχουν οἱ αὐτοὶ κίνδυνοι καὶ πειρασμοὶ ἐκ μέρους τῆς ἀποστασίας, ἥτις ἔχει ἐναγκαλισθῆ τὸν κόσμον ἅπαντα, τ.ἔ. τῆς ἀπομακρύνσεως ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ τὴν Ἐκκλησίαν, καὶ περὶ τῆς ὁποίας ὁ Ἀπόστολος Παῦλος προειδοποίησε τοὺς πιστοὺς εἰς τὴν Δευτέραν αὐτοῦ πρὸς Θεσσαλονικεῖς Ἐπιστολήν.

Πολλοὶ σήμερον παρατηροῦν σημεῖα τῆς προσεγγίσεως τοῦ τέλους τοῦ κόσμου. Ὡρισμένοι ἐπιστήμονες ἤδη θεωροῦν τοῦτο ὡς ἐνδεχομένην πιθανότητα διὰ τὸν ἐξαντλημένον καὶ οὕτως εἰπεῖν «γηράσκοντα» κόσμον, ὑπολογίζοντες τὸν χρόνον κατὰ τὸν ὁποῖον θὰ συμβῇ τοῦτο. Ἄλλοι δὲ μελετοῦν τὰς προφητείας τῶν Ἁγίων Γραφῶν καί, ἐφαρμόζοντες αὐτὰς εἰς τὴν πορείαν τῆς συγχρόνου πολιτικῆς ζωῆς, προβλέπουν τὸν ἐπικείμενον ἐρχομὸν παγκοσμίων κρίσεων καὶ ἐσχάτων ἡμερῶν. Αἱ χρονολογίαι ὅμως καὶ οἱ ἐπακριβεῖς προσδιορισμοὶ δὲν εἶναι εἰσέτι προσιτοὶ εἰς ἡμᾶς. Ὁ Κύριος ἁπλῶς προειδοποίησεν ἡμᾶς δι’ ὡρισμένα σημεῖα ἐν τῷ κόσμῳ, ἅτινα θὰ προηγηθοῦν τοῦ τέλους αὐτοῦ, λέγων πρὸς ἡμᾶς, «Βλέπετε μή τις ὑμᾶς πλανήσῃ. Πολλοὶ γὰρ ἐλεύσονται ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου λέγοντες, ἐγὼ εἰμὶ ὁ Χριστός, καὶ πολλοὺς πλανήσουσι» (Ματθ. κδ΄ 4-5).

Εἰς τοὺς ποικίλους φανεροὺς ψευδομεσσίας προσετέθησαν ἤδη ἀναφοραὶ περὶ τῆς γεννήσεως καὶ προπαρασκευῆς ἑνὸς σοβαρωτέρου διεκδικητοῦ τῆς θέσεως τοῦ Παγκοσμίου Βασιλέως καὶ Ψευδο-Μεσσίου. Ὁπωσδήποτε δὲν δυνάμεθα ἀκόμη νὰ βεβαιώσωμεν οὐδὲν θετικῶς, ἐκτὸς τοῦ γεγονότος, ὅτι τὰ σημεῖα ἔχουν ἤδη ἐμφανισθῆ, καὶ συμφώνως πρὸς τὰ ὁποῖα δύναταί τις νὰ προβλέψῃ τὴν ἐμφάνισιν τοῦ «Υἱοῦ τῆς Ἀπωλείας» ἐντὸς μιᾶς ἐγγυτάτης περιόδου τῆς ἱστορίας, ἤ ἀκόμη καὶ ἐντὸς τῶν ἑπομένων ὀλίγων ἐτῶν, μετὰ τὴν ἑνοποίησιν παντὸς τοῦ κόσμου ὑπὸ μίαν παγκόσμιον κυβέρνησιν.

Ἀλλ’ ὅμως δὲν εἶναι ἄνευ λόγου, ὅτι εἰς τὰς ὁδοὺς τῆς Προνοίας Του ὁ Κύριος δὲν ἀποκαλύπτει ταῦτα πλήρως πρὸς ἡμᾶς. Δι’ ἡμᾶς εἶναι ἀρκετὸν νὰ γνωρίζωμεν ὅτι ἔχομεν ἤδη εἰσέλθει εἰς μίαν περίοδον τῆς ἱστορίας, κατὰ τὴν ὁποίαν ἡ σχετικῶς ἐπικειμένη ἐμφάνισις τοῦ Ἀντιχρίστου εἶναι λίαν πιθανή. Καὶ τοῦτο ἀπαιτεῖ πνευματικὴν ἑτοιμότητα ἀπὸ ἡμᾶς.

Τί σημαίνει μία τοιαύτη ἑτοιμότης; Σημαίνει, τὴν εἰς τοιοῦτον βαθμὸν ἀνάπτυξιν τῶν πνευματικῶν δυνάμεων, ὥστε νὰ δημιουργηθῇ ἡ ἱκανότης ἀντιστάσεως ἔναντι τῶν πειρασμῶν τοῦ Ἀντιχρίστου. Πολλοὶ ἐκ τῶν πειρασμῶν τούτων –μὲ τὴν ἔννοιαν ἐξασθενίσεως τῆς πίστεως, θεοποιήσεως τοῦ ἀνθρώπου, προδοσίας τῆς πίστεως εἰς τὴν μίαν ἀληθῆ Ἐκκλησίαν ἐν ὀνόματι οὐμανιστικῆς τινος θρησκευτικῆς ἑνότητος ὑπὸ μίαν ψευδοεκκλησίαν- εὑρίσκονται ἤδη ἐνώπιον ἡμῶν, προπαρασκευάζοντες εἰσέτι καὶ τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, ὅπως εἶναι ἕτοιμοι διὰ νὰ ἀκολουθήσουν τὰς ὁδοὺς τοῦ Ἀντιχρίστου! 

            Ἀλλὰ τί δυνάμεθα νὰ πράξωμεν, ἐκτὸς τοῦ νὰ παρατηρῶμεν τὰ σημεῖα τῶν καιρῶν; Ὀφείλομεν νὰ ἀναπτύξωμεν ἐντὸς ἡμῶν, ἐντὸς τῶν ἡμετέρων Ποιμνίων, ἐντὸς πασῶν τῶν Ὀρθοδόξων οἰκογενειῶν ἡμῶν, μίαν σταθερὰν πίστιν εἰς τὸ γεγονός, ὅτι ὁ Κύριος ἔδωκεν εἰς ἡμᾶς τὸ μέγα δῶρον τοῦ νὰ ἀνήκωμεν εἰς τὴν μίαν ἀληθῆ Ἐκκλησίαν, ἡ ὁποία, ἄν καὶ κατὰ τὴν ἔναρξιν τῆς ὑπάρξεως Αὐτῆς δὲν καθωρίζετο νὰ εἶναι μία μειοψηφία εἰς τὴν γῆν, ὅμως Αὕτη, καίτοι μειοψηφία, ἀπετελεῖτο μόνον ἐκ πιστῶν καὶ ἀφωσιωμένων ἀνθρώπων εἰς τὴν ἀληθῆ ταύτην Ἐκκλησίαν. Τοῦτο δὲν εἶναι ἕν εὔκολον καθῆκον· ἀπαιτεῖ ἀντιθέτως σταθερὰν πίστιν, πνευματικὴν ἰσχύν, καὶ ἀφοσίωσιν εἰς τὴν ἀλήθειαν, ἐν μέσῳ ἑνὸς περιβάλλοντος κόσμου ἀλλοτρίου τυγχάνοντος πρὸς τὸν Χριστόν. 

ζ. Ἔκκλησις πρὸς ἐγρήγορσιν

            Ἐν ὄψει τῶν πειρασμῶν, οἵτινες ἤδη ὑπάρχουν καὶ τοὺς ὁποίους ἀντιμετωπίζομεν, πρέπει νὰ κατευθύνωμεν ἁπάσας τὰς πνευματικὰς καὶ ψυχικὰς ἡμῶν δυνάμεις εἰς προετοιμασίαν δι’ οἱασδήποτε δοκιμασίας. Βοηθούμεθα εἰς ταύτην τὴν προπαρασκευὴν ὑπὸ τοῦ ἐπικειμένου (ἐντὸς πέντε ἐτῶν) ἑορτασμοῦ τῆς χιλιετηρίδος ἀπὸ τῆς Βαπτίσεως ἐν Χριστῷ τῆς Ρωσίας. Ἀνανεοῦντες ἐντὸς τῆς διανοίας καὶ τῶν καρδιῶν ἡμῶν τὰς ἀρχὰς ἐκείνας τῆς εὐσεβείας, τὰς ὁποίας ὁ Πρίγκηψ Ἅγιος Βλαδίμηρος ἐνεφύτευσεν ἐν Ρωσίᾳ, θὰ ἐπιχειρήσωμεν νὰ ἐνστερνισθῶμεν αὐτὰς εἰς τὴν καθημερινὴν ἡμῶν ζωήν, ἐπ’ ἐλπίδι ὅτι ὁ Κύριος θὰ ἐπιτρέψῃ νὰ τὰς ἐπαναφέρωμεν εἰς τὴν Πατρίδα μας, οὕτως ὥστε νὰ συνενωθῶμεν ἐκ νέου μετ’ ἐκείνου τοῦ τμήματος τῆς Ἁγίας Ρωσίας τὸ ὁποῖον, παρ’ ὅλην τὴν ἀπάτην καὶ τὴν δίωξιν, συνεχίζει νὰ ὑπάρχῃ ἐκεῖ, ἔστω καὶ εἰς μικρὸν ἀριθμόν3.

            Ὁ Κύριος ἔχει ἐπιτρέψει εἰς ἡμᾶς νὰ ζῶμεν ἄχρι στιγμῆς ἐν ἐλευθερίᾳ, οὐδόλως ὑφιστάμενοι ἐξωτερικήν τινα βίαν καὶ οὐδόλως περιοριζόμενοι εἰς τὴν πνευματικὴν ἡμῶν ζωήν, εἰ μὴ μόνον ἐκ τῆς ἀπουσίας πίστεως καὶ τῆς ὀκνηρίας ἡμῶν. Διὰ νὰ ἀποφύγωμεν τὴν μόλυνσιν ὑπὸ τοῦ βορβόρου τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς κακίας ἥτις περιβάλλει ἡμᾶς, ὀφείλομεν ὅπως ἀφυπνισθῶμεν πνευματικῶς.

            Εἰς μίαν ἐμπνευσμένην καὶ φλογερὰν ἀναφορὰν πρὸς τὴν Σύνοδον ἐπὶ τῆς ἀναγκαιότητος πνευματικῆς ἀναγεννήσεως, ὁ Σεβασμιώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Βιτάλιος, ἔγραφεν: «Ἅπαν τὸ Ποίμνιον ἡμῶν εὑρίσκεται ἤδη ἐν κοινωνίᾳ μετὰ τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσῳ τῆς Μυστηρίων· μόνον νὰ ἀναρριπίσωμεν χρειαζόμεθα εἰς πῦρ τὴν φλόγα ἐκείνην, διὰ παντὸς μέσου καταλλήλου διὰ ποιμαντικὴν ἐργασίαν, καὶ νὰ πράξωμεν ὅ,τι δυνάμεθα ἵνα γενώμεθα τὰ πάντα τοῖς πᾶσι, κατὰ τοὺς λόγους τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, οὕτως ὥστε νὰ σωθοῦν τινες. Εἰς ἐφαρμογὴν τούτου, ὀφείλομεν νὰ πείσωμεν τοὺς πιστοὺς νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν παλαιὰν συνήθειαν νὰ κοινωνοῦν τῶν ἁγίων Μυστηρίων μόνον ἅπαξ κατ’ ἔτος, ἐὰν ἀκόμη ἐπιμένουν τινες εἰς τοῦτο τὸ κάθε ἄλλο παρὰ ἀξιέπαινον ἔθος. Πρέπει νὰ πείσωμεν ἅπαντας τοὺς Ἱερεῖς ἡμῶν ὅπως προσεύχωνται καὶ οἱ ἴδιοι πρὸ τῆς τελέσεως τοῦ Μυστηρίου τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, διὰ νὰ χορηγήσῃ εἰς αὐτοὺς ὁ Κύριος τὴν δωρεὰν τῆς ἀγάπης, τῆς σοφίας, τῆς συμπαθείας καὶ τοῦ ἐλέους. Πρέπει ἐπίσης νὰ τονίσωμεν εἰς ἅπαν τὸ Ποίμνιον ἡμῶν τὴν ἀναγκαιότητα τῆς προσευχῆς πρὸ τῆς προσελεύσεως εἰς τὴν Ἐξομολόγησιν, ἵνα ὁ Κύριος παράσχῃ εἰς αὐτοὺς τὴν δωρεὰν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀληθῆ μετάνοιαν, τὸ χάρισμα τῆς κατανύξεως καὶ συντριβῆς διὰ τὰ ἁμαρτήματα αὐτῶν, τὸ χάρισμα τῶν δακρύων, τὸ ὁποῖον ἀποκαθαίρει τὰς ψυχὰς ἡμῶν διὰ τοῦ ὕδατος ἑνὸς δευτέρου βαπτίσματος, ὅπερ ἀποτελεῖ ὅ,τι θὰ ὤφειλεν ἡ Ἐξομολόγησις νὰ εἶναι, ἀντὶ μιᾶς στιγμιαίας, ἁπλῆς ἀπαριθμήσεως τῶν ἁμαρτιῶν». 

            Ταυτοχρόνως, παρακαλοῦμεν τὰ πνευματικὰ ἡμῶν τέκνα ὅπως ἀποφεύγουν νὰ παρασύρωνται εὐχερῶς εἰς τὸ ἁμάρτημα τῆς κατακρίσεως ἑτέρων, καὶ μάλιστα τῶν Ἐφημερίων αὐτῶν. Ἡ πρᾶξις αὕτη ὑποκινεῖται ὑπὸ πολλῶν τῆς Ἐκκλησίας ἐχθρῶν, οἵτινες πρὸ πολλοῦ ἐπέλεξαν τὸ κέντρον τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡμῶν διοικήσεως –τὴν ἐνδημοῦσαν Σύνοδον, τὴν ἐκλεγεῖσαν ὑπὸ τοῦ σώματος ἁπάντων τῶν Ἐπισκόπων τῆς Συνόδου- ὡς ἀντικείμενον τῶν ἰδιαιτέρως πικρῶν αὐτῶν ἐπιθέσεων. Δὲν παραλείπουν πρὸς τοῦτο νὰ χρησιμοποιοῦν οἱονδήποτε εἶδος ψεύδους καὶ συκοφαντίας, ἐλπίζοντες οὕτω νὰ ὑπονομεύσουν τὸ κῦρος καὶ τὴν σπουδαιότητα τῆς κεντρικῆς διοικήσεως ἡμῶν, τὴν ὁποίαν μισοῦν. Μὴ δίδετε πίστιν εἰς ψευδεῖς διαδόσεις, ἔχοντες κατὰ νοῦν ὅτι πολλάκις -ὑπὸ τὴν ἐμφάνισιν ἐνίοτε προασπίσεως τῆς ἀληθείας- κυκλοφοροῦν αὗται ἐκ μέρους τῶν ἐχθρῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὄπισθεν τῶν ὁποίων ἵστανται Σοβιετικοὶ πράκτορες καὶ μυστικοὶ ὑποστηρικταὶ τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας.

            Ἐνθαρρύνων καὶ ὑπενθυμίζων ἡμᾶς περὶ τῆς Αὐτοῦ ἀγάπης καὶ φροντίδος ὁ Κύριος, ἔχει πέμψει τελευταίως πρὸς ἡμᾶς μίαν θαυμαστὴν διαβεβαίωσιν: τὴν μυροβλύζουσαν Εἰκόνα τῆς Παναγίας Πορταϊτίσσης (τῶν Ἰβήρων)4, ἐνώπιον τῆς ὁποίας προσηυχήθημεν κατὰ τὴν διάρκειαν τῶν Συνεδριάσεων, παρακολουθοῦντες τὴν θαυματουργὸν ροὴν ἐξ Αὐτῆς ἀφθόνου εὐώδους μύρου! Διὰ τούτου ἡ Πάναγνος Θεοτόκος πάλιν δεικνύει πρὸς ἡμᾶς τὴν φροντίδα Αὐτῆς τὴν ὁποίαν εἴχομεν γνωρίσει κατὰ τὸ διάστημα ὅλων αὐτῶν τῶν ἐτῶν, διὰ τῆς ἐπίσης θαυμαστῆς Ὁδηγητρίας –τῆς θαυματουργοῦ Αὐτῆς Εἰκόνος «Κούρσκ-Κορενάγια».

            Ἀναγνωρίζοντες ὅτι ὁ κόσμος ἵσταται ἐνώπιον ἑνὸς ἱστορικῶς ἄνευ προηγουμένου κινδύνου ἀπιστεύτων ἀναστατώσεων καὶ δυστυχιῶν, θὰ ἀντλῶμεν ἰσχὺν καὶ ἐνθάρρυνσιν δι’ ἑαυτοὺς ἀπὸ ταύτην τὴν θαυμασίαν φανέρωσιν, καὶ παραλλήλως, θὰ προπαρασκευάζωμεν ἑαυτοὺς διὰ τῶν ἔργων τῆς μετανοίας καὶ εὐσεβείας, διὰ τὰς χάριτας, ἤ τὰς δοκιμασίας, τὰς ὁποίας ὁ Θεὸς θὰ εὐδοκήσῃ νὰ ἀποστείλῃ πρὸς ἡμᾶς.

            Ὑπεράνω ὅλων ὅμως, ἄς κοπιάσωμεν, ὅπως μὴ ἐπιτρέψωμεν εἰς τοὺς ἑαυτοὺς ἡμῶν νὰ καταποθοῦν ὑπὸ τοῦ κακοῦ, τὸ ὁποῖον αὐξάνει εἰς τὸν περιβάλλοντα κόσμον. Τὸ ἐρώτημα τίθεται ὁσημέραι καὶ συχνότερον, καὶ μετ’ ὀξύτητος ἐνώπιον ἑκάστου: Εἰς ποῖον ἐπιθυμεῖ νὰ ἀνήκῃ; Εἰς τὸν Χριστόν, ἤ τὸν διάβολον; Συμφώνως μὲ ποίας ἀρχὰς διαβιοῖ; Τὰς Χριστιανικάς, ἤ τὰς ἀντιχριστιανικάς;

            Παρακαλοῦμεν ὑμᾶς, πνευματικὰ ἡμῶν τέκνα, ὅπως δώσητε ἄνευ ταλαντεύσεων καὶ ἄνευ οὐδενὸς φόβου μίαν Ὀρθόδοξον ἀπάντησιν ἐντὸς ὑμῶν εἰς τὰς ἐρωτήσεις ταύτας, καὶ ἐπιλέξητε τὴν λαμπρὰν ὁδὸν τῆς ἐναρέτου ζωῆς· καὶ ἐπιλέγοντες ταύτην, ἀκολουθήσωμεν αὐτὴν γενναίως, οὕτως ὥστε νὰ ἐπιτύχωμεν ἀκωλύτως τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

            Εἴθε ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, καὶ αἱ προσευχαὶ καὶ τὰ παραδείγματα τῶν ἀνδρείων ρώσων Νεομαρτύρων νὰ ἐνισχύουν ἅπαντας ἡμᾶς εἰς τοῦτο!

Ὁ Πρόεδρος τῆς Συνόδου τῶν Ἐπισκόπων
+ Μητροπολίτης Φιλάρετος

Τὰ Μέλη τῆς Συνόδου

+ Σεραφείμ, Ἀρχιεπίσκοπος Σικάγου καὶ Κεντρικῆς Ἀμερικῆς
+ Ἀθανάσιος, Ἀρχιεπίσκοπος Μπουένος-Ἄϋρες, Ἀργεντινῆς καὶ Παραγουάης
+ Βιτάλιος, Ἀρχιεπίσκοπος Μόντρεαλ καὶ Καναδᾶ
+ Ἀντώνιος, Ἀρχιεπίσκοπος Λὸς Ἄντζελες καὶ Νοτίου Καλιφορνίας
+ Ἀντώνιος, Ἀρχιεπίσκοπος Γενεύης καὶ Δυτικῆς Εὐρώπης
+ Ἀντώνιος, Ἀρχιεπίσκοπος Σὰν Φρανσίσκο καὶ Δυτικῆς Ἀμερικῆς
+ Σεραφείμ, Ἀρχιεπίσκοπος Καράκας καὶ Βενεζουέλας
+ Παῦλος, Ἀρχιεπίσκοπος Σύδνεϋ, Αὐστραλίας καὶ Νέας Ζηλανδίας
+ Λαῦρος, Ἀρχιεπίσκοπος Συρακουσῶν καὶ Μονῆς Ἁγίας Τριάδος
+ Κωνσταντῖνος, Ἐπίσκοπος Ρίτσμοντ καὶ Βρετανίας
+ Γρηγόριος, Ἐπίσκοπος Οὐάσιγκτον καὶ Φλώριδος
+ Μᾶρκος, Ἐπίσκοπος Βερολίνου καὶ Γερμανίας
+ Ἀλύπιος, Ἐπίσκοπος Κλήβελαντ

Μόντρεαλ, Αὔγουστος 1983   

Παραπομπές:

                1. Ὁ ἐνταῦθα ἀναφερόμενος ὀνομαστικὰ οἰκουμενιστὴς ἀρχιεπίσκοπος Κύριλλος, δὲν εἶναι ἄλλος ἀπὸ τὸν σημερινὸ πατριάρχη Μόσχας Κύριλλο, ὁ ὁποῖος ποτὲ δὲν ἔχει ἀρνηθῆ ἤ πολὺ περισσότερο μετανοήσει γιὰ τὴν οἰκουμενιστική, ἀλλὰ καὶ σεργιανιστική, ἤτοι ὑποτελῆ στοὺς ἀθέους, δραστηριότητά του. Πάρα ταῦτα, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς, ἡ ὁποία κατήγγελλε μὲ κάθε τρόπο τὶς ἐκτροπὲς τῆς Μόσχας, ἑνώθηκε μετ’ αὐτῆς τὸ 2007, χωρὶς νὰ ἐπιλυθοῦν ὀρθοδόξως τὰ διαιρετικὰ θέματα Πίστεως μεταξύ τους. Ἀπὸ τοὺς 14 Ἀρχιερεῖς, οἱ ὁποῖοι ὑπέγραψαν τὴν ὁμολογιακὴ αὐτὴ Ἐγκύκλιο τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς τὸ 1983, μόνον 3 ζοῦσαν τὸ 2007 ἀποδεχθέντες τὴν δύσφημη ἕνωση.

                2. Ἰδιαίτερη προσπάθεια καταβάλλεται ἀπό τινας παλαιότερα καὶ σήμερα, ἀκόμη καὶ Ἀντι-οικουμενιστάς, νὰ ἀποδειχθεῖ ὅτι ἡ Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος δὲν «ἐθέσπισε»-«ἐγκαθίδρυσε» κάποιο ἡμερολόγιο. Ὅμως, ἐνδιαφερομένη γιὰ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ὅρισε τὴν τήρηση τοῦ Πασχαλίου βασιζομένη στὸ προϋπάρχον Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο, πρᾶγμα ποὺ ὁδήγησε σταδιακῶς στὴν διὰ τῆς Παραδόσεως καθιερωθεῖσα καὶ παγιωθεῖσα ἕως τὸν ΣΤ΄ πλέον αἰῶνα ἑνοποιημένη ἑορτολογικὴ τάξη στὴν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ἐπλήγη δεινῶς μόνον στὶς ἀρχὲς τοῦ Κ΄ αἰῶνος, χάριν συνεορτασμοῦ μὲ τοὺς ἀπὸ αἰώνων καινοτομήσαντας ἡμερολογιακῶς ἑτεροδόξους.

                3. Ἡ πρόρρησις αὐτὴ ἐπαληθεύθηκε ἐν μέρει ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ ’90 μετὰ τὴν πτώση τοῦ ἀθεϊσμοῦ, ὅταν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς ἐπί τινα ἔτη δραστηριοποιήθηκε καὶ ἐντὸς Ρωσίας, ἐρχομένη σὲ κοινωνία μὲ τοὺς ὁμοεθνεῖς αὐτῆς, οἱ ὁποῖοι δὲν ὑπέκυψαν στὴν ἐξουσία τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας ἤ ἐπιθυμοῦσαν νὰ ἀπαγκιστρωθοῦν ἀπὸ αὐτήν. Ὅμως, γιὰ ποικίλους λόγους, ἀλλὰ καὶ ἐνώπιον τοῦ ἐνδεχομένου ἑνώσεως μετὰ τῆς Μόσχας, ἡ ὁπωσδήποτε δύσκολη ἐκείνη προσπάθεια ἄρχισε νὰ ἐγκαταλείπεται. Παρὰ ταῦτα, εἶχαν ἤδη διαμορφωθεῖ ἑστίες ἀντιστάσεως καὶ συνεχίσεως τοῦ γνησίου Ὀρθοδόξου πνεύματος, τοῦ ὁποίου φορεὺς καὶ μεταδότης ἦταν ἡ παραδοσιακὴ Ἐκκλησία τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς, τμῆμα δὲ αὐτῆς δὲν δέχθηκε τὴν προαναφερθεῖσα ἕνωση μετὰ τῆς Μόσχας τοῦ 2007, ὑπὸ τὸν νῦν Σεβ. Μητροπολίτη κ. Ἀγαθάγγελο τῆς Ὀδησσοῦ, παρὰ τὰ προβλήματα ποὺ προέκυψαν ἀπὸ τὴν ἔλλειψη ἑνότητος ποὺ παρατηρεῖται καὶ τὴν ἐκτροπὴ σὲ ἀκρότητες ὁμάδων ποὺ προέκυψαν μὲ ἀντικανονικὸ τρόπο.

                4. Πρόκειται γιὰ τὴν Εἰκόνα τῆς Παναγίας Πορταϊτίσσης, ἡ ὁποία ἁγιογραφήθηκε σὲ Ἱερὸ Κελλίο στὰ Κατουνάκια τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ δωρήθηκε μὲ τρόπο θαυμαστὸ τὸ 1982 στὸν κάτοχο καὶ φύλακά της Ἰωσὴφ Munoz Cortez, προσήλυτο στὴν Ὀρθοδοξία ἀπὸ τὴν Χιλή, μέλος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς, διαμένοντα στὸ Μόντρεαλ τοῦ Καναδᾶ. Ἡ Ἱερὰ αὐτὴ Εἰκόνα ἀπὸ τὸν Νοέμβριο τοῦ 1982 ἄρχισε θαυματουργικῶς νὰ ρέει εὐῶδες καὶ ἰαματικὸ Μύρο. Τοῦτο διήρκεσε μέχρι τὸ Φθινόπωρο τοῦ 1997, ὁπότε ὁ φύλακας Αὐτῆς ἀδ. Ἰωσὴφ φονεύθηκε ὑπὸ ἀδιευκρίνιστες συνθῆκες κατὰ τὴν διάρκεια ταξιδίου του στὴν Ἑλλάδα, ἔκτοτε δὲ ἡ θαυματουργὴ αὐτὴ Ἱερὰ Εἰκόνα ἀγνοεῖται ποῦ βρίσκεται καὶ τί ἀπέγινε.