A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2013

Όμιλίες τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου



Ταπείνωση



Τότε   θά   γίνεις   μεγάλος,   τότε   ἔνδοξος·   ὅταν
ξευτελίζεις τόν ἑαυτό σου· ὅταν δέν ποθεῖς τά πρωτεῖα·
ὅταν  καταδέχεσαι  νά  μειώνεσαι  καί  νά  κινδυνεύεις
συνεχῶς.
Ὅταν ἐπιδιώκεις νά εἶσαι διάκονος πολλῶν· νά τούς
ὑπηρετεῖς    καί    νά    τούς    φοντίζεις·    νά    εἶσαι
προετοιμασμένος γιά τό σκοπό αὐτό, ὅλα νά τά κάνεις
κι ὅλα νά τά πάθεις.
Ἔχοντας   αὐτά   συνεχῶς   στή   σκέψη   μας,   ἄς
ἐπιδιώκουμε  τήν  ταπείνωση  μέ  μεγάλη  προθυμία·
μάλιστα ὅταν μᾶς βρίζουν καὶ μᾶς φτυνουν· ὅταν μᾶς
ἀτιμάζουν καί μᾶς περιφρονοῦν· ὅλα νά τά ὑπομένουμε
μέ εὐχαρίστηση.
Τίποτε δέν μᾶς ὑψώνει στά μάτια τοῦ Θεοῦ τόσο
πολύ καί δέν μᾶς χαρίζει δόξα καί τιμή,  ὅσο ἡ ἀρετή
τῆς ταπείνωσης.

Ἡ ὀμορφιά τῆς ψυχῆς


Τή γυναίκα τήν κάνει ἀξιαγάπητη ὄχι ἡ ὀμορφιά
τοῦ  σώματος,  ἀλλά  ἡ  ἀρετή  τῆς  ψυχῆς  της·  ὄχι  τά
βαψίματα, οὔτε τά χρυσά κοσμήματα καί τά πολυτελή
ροῦχα, ἀλλά ἡ σωφροσύνη, ἡ καλοσύνη κι ὁ φόβος τοῦ
Θεοῦ.
Τό  πνευματικό  κάλλος  κατορθώνεται  μόνο  μέσα
στό   Ναό·   ἐκεῖ   οἱ   ἀπόστολοι   καί   οἱ   Προφῆτες
καθαρίζουν,   στολίζουν,   ἀφαιροῦν   τό   γέρασμα   πού
προκαλεῖ ἡ ἁμαρτία· ἐκεῖ προσθέτουν τήν ἀκμή τῆς
νεότητας  καί  ἀπομακρύνουν  ἀπ’  τή  ψυχή  μας  κάθε
κηλίδα, κάθε ρυτίδα καί μολυσμό.
Αὐτό  λοιπόν  τό  κάλλος,  ἄς  προσπαθήσουμε,  νά
ἐγκαταστήσουμε μέσα μας καί ἄντρες καί γυναῖκες. Τό
κάλλος  τοῦ  σώματος  τό  μαραίνει  ἡ  ἀρρώστια·  τό
σβήνουν τά γηρατειά· τό καταστρέφει ὁ θάνατος. 
Τό  κάλλος  ὅμως  τῆς  ψυχῆς,  οὔτε  χρόνος,  οὔτε
ἀρρώστια,  οὔτε γηρατειά,  οὔτε θάνατος μπορεῖ νά τό
καταστρέψει· παραμένει γιά πάντα ἀνθηρό.
Γιά   νά   γίνουμε   λοιπόν   φίλοι   μέ   τό   Θεό,   ἄς
φροντίζουμε   κάθε   μέρα   γι’   αὐτό   τό   κάλλος·   ἄς
καθαρίζουμε  κάθε  κηλίδα  μέ  τήν  ἀνάγνωση  τῶν
Γραφῶν, μέ τήν προσευχή, μέ τήν ἐλεημοσύνη καί μέ
τήν μεταξύ μας ἀγάπη.
Τότε  ὁ  Χριστός  θά  ἀγαπήσει  τήν  ὀμορφιά  τῆς
ψυχῆς  μας,  καί  θά  μᾶς  ἀξιώσει  ν’  ἀπολαύσουμε  τά
ἀγαθά τῆς  οὐράνιας Βασιλείας Του.

Ἡ δύναμη τῆς ἀγάπης



Ἄν κι ἐγκατέλειψα τήν πόλη, δέν ἔπαψα ὅμως νά
σᾶς σκέφτομαι οὔτε λεπτό· ἀγάπησα τήν ὀμορφιά τῆς
ψυχῆς σας·  ὅπου κι ἄν πάω τήν κουβαλῶ μαζί μου.
Οἱ ζωγράφοι φτιάχνουν τίς εἰκόνες τῶν ἀνθρώπων,
ἀνακατεύοντας διάφορα χρώματα· μέ τόν ἴδιο τρόπο κι
ἐγώ   ζωγράφισα τήν εἰκόνα τῆς ψυχῆς σας.  Γι’  αὐτό
πῆρα σάν χρώματα τίς ἀρετές σας· τό ἐνδιαφέρον σας
γιά τίς συνάξεις,  τήν προθυμία σας γιά τήν ἀκρόαση,
τήν ἀγάπη σας στό πρόσωπό μου.
Τή  ζωγραφιά  αὐτή  τήν  εἴχα  πάντα  μέσα  στήν
καρδιά μου· αὐτή μοῦ ’δινε τή μεγάλη παρηγοριά, ὅσο
καιρό βρισκόμουν μακρυά σας.
Ἔφερνα συνέχεια στό νοῦ μου τήν ἀγάπη σας·  ὅταν
ἔμενα  στό  σπίτι,  ὅταν  βάδιζα,    ὅταν  ἀναπαυόμουν. 
Ἔβρισκα    μεγάλη    εὐχαρίστηση    σ’     αὐτές    τίς
ὀνειροπολήσεις.  Ἦταν ἡ  συντροφιά μου, ὄχι μόνο τήν
ἡμέρα, ἀλλά καί τή νύχτα.
έν μποροῦσα νά σᾶς δῶ μέ τά μάτια τοῦ σώματος·
σᾶς ἔβλεπα ὅμως μέ τά μάτια τῆς ἀγάπης.  ∆έν ἦταν
δυνατόν νά εἶμαι κοντά σας μέ τό σῶμα· βρισκόμουν
ὅμως μαζί σας,  μέ τή διάθεση τῆς ψυχῆς.  Πάντα στ’
αὐτιά μου, ἀντηχοῦσε ἡ φωνή σας.
Ἡ ἀρρώστια μου μέ ἀνάγκαζε νά μένω στόν τόπο
ἐκεῖνο, γιατί ἔβλεπα μεγάλη ὠφέλεια ἀπ’ τόν καθαρό
ἀέρα· ἡ δύναμη ὅμως τῆς ἀγάπης σας, δέν τό ἀνεχόταν
αὐτό.  Θεώρησα λοιπόν σάν ὑγεία,  ὅχι τήν ἀπαλλαγή
μου ἀπ’ τήν ἀρρώστια, ἀλλά τή δική σας συντροφιά.

Παιδί μου, θέλεις νά ὑπηρετεῖς τόν Κύριο;

Ἑτοίμασε τή ψυχή σου νά ὑπομείνει πειρασμό



Ἄς μήν ἀποροῦμε, πού ὑποφέρουμε πολλά βάσανα,
ἐνῶ   ἀσχολούμαστε   μέ   πνευματικά   πράγματα.   Οἱ
ληστές δέν τρυποῦν τούς τοίχους,  ἐκεῖ   πού   ὑπάρχει
χορτάρι καί ἄχυρο·  τρυποῦν, ἐκεῖ πού  ὑπάρχει χρυσάφι
κι  ἀσήμι.
Ἔτσι   κάνει   κι   ὁ   διάβολος·   ἐπιτίθεται   μόνον
ἐναντίον ἐκείνων,  πού ἐργάζονται πνευματικά.  Ὅπου
ὑπάρχει ἀρετή,  ἐκεῖ κάνει τήν παρουσία του ὁ φθόνος
κι οἱ συκοφαντίες.
Ἄν    ἐνῶ    ἀσχολούμασταν    μέ    τά    πνευματικά
πράγματα,  γνωρίζαμε  ἀπ’  τήν  ἀρχή,    ὅτι    δέν    θά
πάθουμε    κανένα    κακό,    δέν    θά    κάναμε    κάτι
σπουδαῖο.  Ἡ ἀσχολία μας αὐτή, θά ἦταν ἐγγύηση γιά
τήν   ἀσφάλειά  μας.
Ὅταν    ὅμως  πρόκειται    νά    κάνεις    κάτι    πού
ἀρέσει  στό  Θεό,  ἔχε  στό νοῦ  σου, ὅτι θ’  ἀντιμετω-
πίσεις  θλίψεις,    θάνατο·  Ὅποιος  ἀγωνίζεται  στήν
πυγμαχία, δέν παίρνει βραβεῖο, χωρίς τραύματα. 
Ἐσύ   λοιπόν πού   δέχτηκες νά κατέβεις σέ ἀγῶνα
μέ τό διάβολο, νά  μήν  ἐπιδιώκεις  νά  ζεῖς  ἄνετα. Ὁ
Θεός  δέν  σοῦ  ὑποσχέθηκε,  ὅτι  θά  σ’  ἀνταμείψει σ’
αὐτή  τή ζωή,  ἀλλά  στήν  ἄλλη.
Μιμήσου  τό  ζῆλο  τῶν  Ἀποστόλων  κι  ὅλων  τῶν
Ἁγίων· μή σταματᾶς νά ἐκτελεῖς τά θεάρεστα ἔργα·
μή χάνεις τό θάρρος σου, ἔστω κι ἄν ἄπειρες φορές δεῖς
τό  διάβολο, νά  σοῦ  βάζει  ἐμπόδια.