A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Τετάρτη 24 Απριλίου 2013

Mε αφορμή την Κυριακή της Ορθοδοξίας.Τα αναθέματα του Συνοδικού.

anastilosi twn eikonwn
«Ει τις μη αναθεματίζει Άρειον, Ευνόμιον, Μακεδόνιον, Απολινάριον, Νεστόριον, Ευτυχέα, και Ωριγένην , μετά των ασεβών αυτών συγγραμμάτων, και τους άλλους πάντας αιρετικούς, τους κατακριθέντας και αναθεματισθέντας υπό της αγίας καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας και των προειρημένων αγίων τεσσάρων συνόδων, και τους τα όμοια των προειρημένων αιρετικών φρονήσαντας ή φρονούντας και μέχρι τέλους τη οικεία ασεβεία εμμείναντας, ο τοιούτος ανάθεμα έστω…» (Ε΄ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ 553 μ.Χ – ΒΛΑΣΙΟΥ ΦΕΙΔΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΜΟΣ Α΄- Σελ. 721 ΑΘΗΝΑΙ 1992).


Ὁμιλεῖ (η Σύνοδος) ξεκάθαρα ὅμως  καί γιά τούς τά ὅμοια τῶν πρειρημένων αἱρετικῶν φρονήσαντας ἤ φρονοῦντας καί ὄχι μόνον γιά τούς κατακριθέντες καί ἀναθεματισθέντες, εἴ τις μή ἀναθεματίζει … ἀνάθεμα ἔστω!


Σημειωτέον ὅτι τό κείμενο εἶναι ἀπό τόν ὅρον τῆς Ε΄ Οἰκουμενικῆς. Αὐτόν ἐκύρωσε καί ἡ Ζ΄ Οἰκουμενική καί γι αὐτό σημειώσαμε ὅτι καί ἡ Ζ΄ τά ἴδια λεγει (Πρακτικά δ΄συνεδρίας), ἀφοῦ ἐκεῖ τονίζεται: “Ἡμεῖς δέ κατά πάντα τῶν αὐτῶν θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν τά δόγματα καί πράγματα κρατοῦντες, μηδέν ἀφαιροῦντες τῶν ἐξ αὐτῶν παραδοθέντων ἡμῖν, ἀλλά τούτοις βεβαιούμεθα, τούτοις στηριζόμεθα, οὕτως ὁμολογοῦμεν, οὕτως διδάσκομεν,καθώς αἱ ἅγιαι οἰκουμενικαί ἕξ σύνοδοι ὥρισαν καί ἐβεβαίωσαν” καί πάλιν: “ἑπόμενοι ταῖς ἁγίαις ἕξ Οἰκουμενικαῖς Συνόδοις, πρῶτα μέν ἐν τῆ λαμπρᾶ Νικαέων μητροπόλει συναθροισθείση” “Εἴ τις πᾶσαν παράδοσιν ἐκκλησιαστικήν ἔγγραφον ἤ ἄγραφον ἀθετεῖ, ἀνάθεμα ἔστω” (MCC XIII, 397- 400, 413/4 καί MCC XIII, 129- 133, γιά νά παραπέμπουμε μέ τόν διεθνῆ ἀποδεκτό τρόπο παραπομπῶν, πού χρησιμοποιεῖ καί ὁ Ρωμανίδης).


Ἡ Οἰκουμενική Σύνοδος κάνει διάγνωση τῆς ἤδη ἐπελθούσης σήψεως καί τῆς αὐτο-ἀποκοπῆς ἀπό τήν Ἐκκλησίαν, τούς ὁποίους καί ἀναθεματίζει. (Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας): τοῖς οὖν ἀνεπιστρόφως τῆ πλάνῃ ταύτῃ κατεχομένοις, καί πρός πάντα λόγον θεῖον καί πνευματικήν διδασκαλίαν τά ὦτα βεβυσμένοις, ὡς ἤδη λοιπόν σεσηπόσι καί τοῦ κοινοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας ἀποτεμοῦσιν ἑαυτούς, ἀνάθεμα”. (Βλ. Ρωμανίδη, Δογματική, τόμος Β΄, σελ. 129 στό ἀπόσπασμα πού παραθέτει ἀπό τό Συνοδικό καί στό Τριώδιο, Σαλιβέρου, Ἀθῆναι 1926, σελ. 145 ἑξ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 1960, σελ. 144 ἑξ.).


Ἐνῶ τό ἀνάθεμα πού ἐκφωνοῦμε τήν ἑπόμενη Κυριακή τῆς φιλτάτης Ὀρθοδοξίας εἶναι ἀποφασιστικῆς καί καταλυτικῆς σημασίας: Ἅπαντα τά παρά τήν ἐκκλησιαστικήν παράδοσιν καί τήν διδασκαλίαν καί ὑποτύπωσιν τῶν ἁγίων καί ἀοιδήμων Πατέρων καινοτομηθέντα” καί τώρα, πρόσεξε φίλε τοῦ Χριστοῦ καί τῆς ἀληθείας ἑπόμενε: “ἤ μετά τοῦτο πραχθησόμενα” ἀνάθεμα γ΄).


Θά λέγαμε, λοιπόν, ἑπόμενοι τῶν ἐπί Βέκκου μαρτυρησάντων θεοφόρων Πατέρων μας καί Μαρτύρων:


Σκηνικῶς παίξομεν;


Ὅταν κλῆρος καί λαός ἀναθεματίζει, οὕς ἀναθεμάτισαν οἱ Πατέρες μας καί δή ἐν ἐπιτραχηλίῳ ἤ ἐν ὠμοφορίῳ, ὅταν παρίσταται ἀρχιερεύς ἤ ἡ Σύνοδος πᾶσα ἀπό τοῦ ἄμβωνος, συναινοῦντος καί συναναθεματίζοντος τοῦ λαοῦ ὅλους τούς αἱρετικούς, διότι μᾶς προστάσσει ἡ Ἁγία Ζ΄: πᾶσιν τοῖς Αἱρετικοῖς ἀνάθεμα γ΄;


Υπάρχουν μερικοί οι οποίοι υπό το πρόσχημα της αγάπης(=αγαπολογίας), προσπαθούν να πείσουν τους χριστιανούς να μην ασχολούνται με δόγματα και κανόνες, διότι δήθεν αυτά δεν είναι (όπως λέγουν οι ίδιοι) για εμάς τους αμαρτωλούς!


Χρησιμοποιούν εδάφια του Ευαγγελίου επιλεκτικά, τονίζοντας τα συγκεκριμένα χωρία (περί αγάπης), αποσιωπώντας όμως όλα τα υπόλοιπα που ομιλούν δια τους ψευδοπροφήτας αιρετικούς και τα οποία μας διδάσκουν την απομάκρυνση από αυτούς!


Λέγουν ότι εμείς πρέπει να ασχολούμαστε με τα πάθη μας και με τα περί «αγάπης»=αγαπολογίας , και μάλιστα να κάνουμε ένα ακόμα μεγάλο βήμα!! ποιό είναι αυτό; να μην κάνουμε τα λάθη των προηγουμένων, αλλά να τα διορθώσουμε!!! Ποιοί είναι αυτοί οι ”προηγούμενοι” και ποιά λάθη έκαναν, πιστεύουμε ότι όλοι καταλάβατε!!


Είναι όμως όπως τα λέγουν;


Οι πατέρες ερωτούν; Τί έκ των δύο είναι αναγκαίον διά τήν έν Χριστώ σωτηρίαν; Το δόγμα ή η ηθική εντολή; Αμφότερα απαντά ή Εκκλησία διά τού αγίου Γρηγορίου Νύσσης, κυριώτερον όμως τούτων είναι η δογματική αλήθεια του Ευαγγελίου.


Ότε ο Κύριος μετά την Αναστασίν του Του απέστελλε τούς Αποστόλους είς τά έθνη, παρήγγειλε «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς είς τό όνομα τού Πατρός καί τού Υιού καί τού Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν» (Ματθ. αη΄ 19 – 20). Διά τών λόγων τούτων ο Σωτήρ διαιρεί «είς δύο τήν τών Χριστιανών πολιτείαν, είς τε τό ηθικόν μέρος, καί είς τήν τών δογμάτων ακρίβειαν» (Γρηγορίου Νύσσης, PG 46, 1089). Καί ενώ «τόν… βίον ημών διά τής τηρήσεως τών εντολών Αυτού κατορθούσθαι κελεύειν» (αυτόθι), «το… σωτήριον δόγμα έν τή τού βαπτίσματος παραδόσει κατησφαλίσατο» (αυτόθι). Έχρηζε γάρ μείζονος προστασίας, ώς φέρον τήν μεγαλυτέραν ψυχικήν ωφέλειαν.


Το δόγμα επέχει έναντι της ηθικής εντολής θέσιν «κυριωτέρου καί μείζονος» καί «τής μεγάλης καί πρώτης ελπίδος», ήτις όμως δέν συμπαρίσταται «έν περί το δόγμα πλάνη τοίς απατηθείσιν» (αυτόθι). Η παράβασις τής ηθικής εντολής, έν συγκρίσει πρός τήν περί τό δόγμα πλάνην, φέρει «μικροτέραν τή ψυχή τήν ζημίαν» (αυτόθι), ή δέ δευτέραν τήν μεγαλυτέραν. Μή υπάρχοντος τού ορθού δόγματος, «μηδέ είτι διά τών εντολών κατορθωθή κέρδος» (αυτόθι) δύναται νά παραμείνει είς τήν ψυχήν. Όπως «ή πίστις χωρίς τών έργων νεκρά εστίν» (Ιακ. β΄ 20), ούτω καί τα έργα, καί πολλώ μάλλον, άνευ τής ορθής πίστεως είναι ανώφελα.


Διό ο εχθρός τής έν Χριστώ σωτηρίας Διάβολος άφησε «τό… κατά τάς εντολάς μέρος… απαρεγχείρητον (απρόσβλητον)», «ώς μικροτέραν φέρον τή ψυχή την ζημίαν», γράφει ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης (αυτόθι). Πάσα δέ σχεδόν η σπουδή αυτού εστράφη εναντίον τού «κυριωτέρου καί μείζονος», ηγούν τού δόγματος, καθ΄ ότι, διά της παρατροπής από τής ορθοδόξου πίστεως, καί τό μικρόν έκ τής τηρήσεως των εντολών κέρδος καταλύεται.


Σήμερον η πονηρά αύτη μεθοδεία τού Διαβόλου λαμβάνει καί τήν τακτικήν τής σιωπής επί της δογματικής αληθείας καί της αποφυγής τών δογματικών συζητήσεων, άτινα κηρύσσονται υπό τής αιρέσεως τού Οικουμενισμού.


Πρώτη είναι η ορθόδοξος πίστις, έν ταύτη ενυπάρχει η μεγάλη ελπίς, καί έκ ταύτης τής πίστεως προέρχεται ή ώς επιστέγασμα μείζων πάντων έν Χριστώ αγάπη (1 Κορ. ιγ΄ 13). Η αληθής αγάπη είναι αδύνατος άνευ τής αποκεκαλυμμένης δογματικής αλήθειας.


Ακόμα μας λέγουν, όπως προαναφέραμε” να διορθώσουμε τα λάθη ”εκείνων”, διότι μας έφεραν σε ”διάσταση” με τους υπολοίπους ”χριστιανούς”, αιρετικούς θα λέγαμε εμείς! Κινούνται όμως από ειλικρινή αγάπη αυτοί που τα λέγουν αυτά; Μάλλον όχι! Εάν είχαν αληθινή αγάπη δεν θα προσπαθούσαν να πλησιάζουν τους Ορθοδόξους με τους λόγους που ήδη προαναφέραμε, αλλά θα πλησίαζαν τους ”αγαπώντες” από αυτούς αιρετικούς δια να τους διδάξουν την ορθή πίστη, και να τους δείξουν την πλάνη τους διότι από ”αγάπη” πονούν δι΄ αυτούς! Όμως βλέπουμε το άκρως αντίθετον!


Πιστεύομε ότι είπαμε ήδη πολλά και θα κλείσουμε το άρθρο μας με ένα επίκαιρο εδάφιο από άρθρο που δημοσιεύσαμε, διότι η Κυριακή που έρχεται είναι η της Ορθοδοξίας.


Εμεἰς ευχόμαστε αυτήν την Κυριακή της Ορθοδοξίας, όσοι λαλούν τους προαναφερόμενους αντιπατερικούς λόγους να λαλήσουν αυτήν την φοράν μαζί με το σώμα της Καθόλου Ορθοδοξίας το:


«Ει τις μη αναθεματίζει Άρειον, Ευνόμιον, Μακεδόνιον, Απολινάριον, Νεστόριον, Ευτυχέα, και Ωριγένην , μετά των ασεβών αυτών συγγραμμάτων, και τους άλλους πάντας αιρετικούς, τους κατακριθέντας και αναθεματισθέντας υπό της αγίας καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας και των προειρημένων αγίων τεσσάρων συνόδων, και τους τα όμοια των προειρημένων αιρετικών φρονήσαντας ή φρονούντας και μέχρι τέλους τη οικεία ασεβεία εμμείναντας, ο τοιούτος ανάθεμα έστω…»


διότι:


O μή λέγων τοις αιρετικοίς ανάθεμα, ανάθεμα έστω”! κατά το αθάνατον Συνοδικόν της Ορθοδοξίας μας!


Όσο δια τα περί ”αγάπης”=αγαπολογίας, ας μελετήσουν προσευχόμενοι τα συγγράμματα και τις ερμηνείες των αγίων της Εκκλησίας μας, δια να μπορέσουν  να αποκτήσουν την διάκριση των πραγμάτων δια το θέμα που ομιλούμε.


Το «Συνοδικόν της Ορθοδοξίας» είναι εν επισημότατον κείμενον της Εκκλησίας. Είναι «Συνοδικόν». Αλλ’ από τότε που εξεδόθη μέχρι σήμερον, έχουν παρέλθει ένδεκα συναπτοί αιώνες. Και αυτό προβάλλεται υπό των νεωτεριζόντων, ως το τρωτόν του, σημείον. Διότι οι ελευθερίως ερμηνεύοντες την διδασκαλίαν της Εκκλησίας επικαλούνται τι; Τον χρόνον. Λέγουν ότι εκείνα ήσαν καλά δια την εποχήν των. Σήμερον όμως τα πάντα ήλλαξαν. «Γέγονε τα πάντα καινά». Αλλά ποία είναι «εκείνα»; Η δογματική διδασκαλία, η Ηθική, η λειτουργική πράξις, η θεόθεν μαρτυρηθείσα «εν πολλοίς τεκμηρίοις» πνευματική πείρα της Ορθοδοξίας. Αλλάσσουν αυτά; Πως δυνάμεθα να παραθεωρήσωμεν ανενόχως δόγματα, Ορους, Ι. Κανόνας;



Το «Συνοδικόν της Ορθοδοξίας» έχει πολύ ευρυτέραν σημασίαν από μίαν απλήν επισφράγισιν της νίκης κατά των εικονομάχων. Ναι μεν, η αναστήλωσις των Ι. Εικόνων αποτελεί σπουδαιότατον θεολογικόν γεγονός, του οποίου την σημασίαν αναλύουν τα πρακτικά της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου. Αλλ’ η αναδρομή του «Συνοδικού» εις τας αρχάς του 4ου αιώνος και η κατ’ όνομα μνεία, τόσον των προασπιστών των Ορθοδόξων δογμάτων, όσον και των αιρεσιαρχών, εκ του άλλου δε, η προέκτασίς του μέχρι του 14ου αιώνος, εις τας Ησυχαστικάς Έριδας, προσδίδουν εις τούτο τον χαρακτήρα αιωνίου κύρους κώδικος της Εκκλησίας.


Το «ανάθεμα τρις» κατά των αιρετικών και το «αιωνία η μνήμη» δια τους αγωνισθέντας υπέρ της Ορθοδοξίας, μέσα εις τας διαστάσεις δέκα ολοκλήρων αιώνων, αποτελούν την ανακεφαλαίωσιν της διδασκαλίας της Εκκλησίας, ανανεώνουν την στερράν στάσιν της και εξαίρουν το νόημα της Παραδόσεως.


Αυτή η Πράξις της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου και των Τοπικών της Κωνσταντινουπόλεως του 14ουαιώνος, υπογραμμίζει το αιώνιον και αναλλοίωτον των θείων αληθειών. Και ότι ο χρόνος δια την Εκκλησίαν αποτελεί απλώς την διάρκειαν εντός της οποίας στρατεύεται, ως ζώσα πάντοτε εν τη αισθήσει της αιωνιότητος και υπερβαίνουσα τας εκ του χρόνου μεταβολάς των εγκοσμίων πραγμάτων. Εάν σήμερον συνήρχετο μία Οικουμενική Σύνοδος, δύναταί τις να φαντασθή ότι θα απεφαίνετο διαφόρως απ’ ό,τι η Εβδόμη; Εάν ναι, διατί από την Πρώτην Οικουμενικήν μέχρι την Εβδόμην και μέχρι τας Τοπικάς, αι οποίαι φθάνουν έως τον 19ον αιώνα, δεν εσημειώθησαν παρεκκλίσεις;


Και ετέρα απορία, εις απάντησιν των νεωτερικών. Εάν οι καιροί πρέπει να προσδιορίζουν το πνεύμα της Εκκλησίας, διατί οι τελευταίοι προς ημάς Πατέρες ενέμειναν εις την διδασκαλίαν των Πατέρων των πρώτων αιώνων; Και όχι μόνον ενέμειναν, αλλά και ήντλησαν. Όχι κατά τρόπον δουλικόν, μιμητικόν, αλλά κατά εσωτερικήν κοινωνίαν, εκ ταυτότητος βίου, από «νουν Χριστού».


Και αυτοί δεν είναι ολίγοι και άσημοι. Πλήθη Οσίων και Ομολογητών, που ανέπνεαν Χριστόν, πλήθη αγίων διδασκάλων, από τον άγιον Γρηγόριον τον Παλαμά μέχρις Ιωσήφ.


Του Βρυεννίου και του Αγίου Μάρκου Εφέσου, του Πατριάρχου Γενναδίου, Ευγενίου Βουλγάρεως, αγίου Μακαρίου Κορίνθου, Αθανασίου του Παρίου, αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου και μέχρις εσχάτων, έως του αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως. Τι σημαίνει λοιπόν η εμμονή εις την διδασκαλίαν της Εκκλησίας, η ενότης μεταξύ των αγίων Πατέρων, η ακαταμάχητος αυτή Consensus patrum; Τι άλλο από το ότι αυτό το Άγιον Πνεύμα κατευθύνει την Ορθόδοξον Εκκλησίαν μέχρι των ημερών μας;


Βεβαίως, η Εκκλησία δύναται να αλλάσση τρόπους δράσεως, μεθόδους, να χρησιμοποιή κάποιαν συγκατάβασιν. Να προσαρμόζεται, χωρίς να ανατρέπη. Να οικονομή, χωρίς να καταργή. Η λέξις Οικονομία αποτελεί Εκκλησιαστικόν όρον, σημαίνοντα την, λόγω ανυπερβλήτου ανάγκης, προς καιρόν αναστολήν της Ακριβείας. Αλλ’ αυτή η Οικονομία είναι γνωστή από τους Αποστολικούς χρόνους, ότε ο Απόστολος Παύλος «εγένετο τα πάντα τοις πάσιν» εις θέματα εντελώς τυπικά. Απόδειξις τούτου, ότι ο ίδιος εκστομίζει βαρύτατον ανάθεμα εις πάντα, όστις θα «ευηγγελίζετο παρ’ ο ευηγγελίσθη» αυτός, έστω και αν συνέβαινε το αδύνατον, ώστε ο ευαγγελιζόμενος να είναι «άγγελος εξ ουρανού».


Το μάλλον επικρατούν σήμερον ρεύμα μεταξύ των Χριστιανών όλου του κόσμου είναι ο οικουμενισμός. Τι σημαίνει ο νεολογισμός αυτός; Εκάστη «εκκλησία» τον αντιλαμβάνεται κατά τον ιδικόν της τρόπον.


Ο Παπισμός αίφνης τον βλέπει ως ευκαιρίαν απορροφήσεως των πάντων υπό του πάπα. Ο Προτεσταντισμός ως πολυώνυμος και λάλος, ως αντικείμενο ατερμόνων συζητήσεων, προς «εύρεσιν» ορθολογικώς της αληθείας. Η Ορθοδοξία, αυτάρκης εν τη αληθεία της, πέραν της υποχρεώσεώς της να «δίδη λόγον παντί τω αιτούντι», ουδέν ζητεί και κινεί μετά θλίψεως και οίκτου την κεφαλήν δια πάντας τους «ματαιωθέντας εν τοις διαλογισμοίς αυτών», θρηνούσα τα παρασυρόμενα από το ρεύμα τέκνα της.


Άλλο η Ορθοδοξία και άλλο οι ορθόδοξοι. Εκείνη ουδέποτε πλανάται. Αυτοί υπόκεινται εις πλάνας μέχρι και αρνήσεως. Και δυστυχώς, οι πολλοί Νεοέλληνες και μάλιστα θεολόγοι και ηγέται της Ορθοδοξίας, θέλουν τον Οικουμενισμόν, εν αρχή μεν ως «διάλογον» και ανάπτυξιν αδελφικών σχέσεων και αργότερον, διδομένων ωρισμένων εξηγήσεων επί των διαφορών, ως ενότητα και ένωσιν.


Δια τας Σλαυϊκάς Εκκλησίας δεν δυνάμεθα να εκφέρωμεν γνώμην, διότι δεν γνωρίζομεν πότε ενεργούν εκ σεβασμού προς την ορθόδοξον Παράδοσιν και πότε εκ πολιτικών, ως ταις επιβάλλεται, ελατηρίων.


Λοιπόν οι Νεοέλληνες, ιδίως θεολόγοι, ζητούν τον Οικουμενισμόν, διότι δεν πιστεύουν εις την Ορθοδοξίαν, επειδή δεν βιούν την Ορθοδοξίαν. Και παραδέχονται, εκ της φυσιωσάσης αυτούς γνώσεως, ότι αι διαφοραί μεταξύ Ορθοδοξίας και Λατίνων οφείλονται μάλλον εις τον τρόπον του σκέπτεσθαι παρά εις ουσιαστικούς λόγους. Αυτής της θεωρίας ο επισημότερος θεωρητικός είναι ο Πατριάρχης κ. Αθηναγόρας.


Εάν επίστευεν εις την Εκκλησίαν μας, ως Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν, πέραν ενός οφειλομένου διαφωτιστικού διαλόγου, καμμίαν άλλην διάθεσιν επαφής δεν θα είχε με τους πάσης φύσεως αιρετικούς.


Η Ορθοδοξία διαλέγεται ανά τους αιώνας, αλλά τίποτε δεν θυσιάζει χάριν σκοπιμότητος. Ημπορεί να απειλούμεθα με αφανισμόν, αλλ’ αυτό ενδιαφέρει τον Θεόν, όχι ημάς. Εις ημάς επιβάλλεται να τηρώμεν την πίστιν μας και να μετανοώμεν, εφ’ οις ημάρτομεν. Και να μεριμνώμεν ανθρωπίνως υπέρ εαυτών και των άλλων, μέχρι του σημείου, όπου η πίστις η ορθόδοξος δεν θίγεται.


Όταν όμως ο οικουμενισμός, μας ισοπεδώνη με τους αιρετικούς, τότε επέρχεται σύγχυσις και εις ημάς και εις αυτούς. Ημείς λησμονούμεν ότι είμεθα ορθόδοξοι και αυτοί αυταπατώνται ότι δεν είναι αιρετικοί.


Ο διάλογος έχει γελοίαν την βάσιν. Διότι ποίαν μεταβολήν επί το ορθόδοξον έσχον οι Προτεστάνται από τετρακοσίων ετών, που μελετούν την Ορθοδοξίαν; Ή οι Λατίνοι ποίαν διάθεσιν έχουν δια συζήτησιν, αφού δια της τελευταίας συνόδου των εστερέωσαν επί πλείον τας πεπλανημένας δοξασίας των; Και όχι μόνον αυτό, αλλά και μας … προσκαλούν να εισέλθωμεν εις την ποίμνην των! Εάν ζητούν διάλογον μεθ’ ημών, είναι διότι ανεκάλυψαν ρήγματα εις το τείχος μας. Δεν θέλουν συζητήσεις περί Ορθοδοξίας. Τα ξεύρουν όλα. Ούτε ζητούν να ακούσωμεν τας ιδικάς των απόψεις. Γνωρίζουν ότι τας ξεύρομεν. Θέλουν να αναγνωρίσωμεν τον Πάπαν και ημείς, ως ουνίται, ας φρονώμεν όπως νομίζομεν. Έτσι σκέπτεται και ο Πατριάρχης μας. Αλλά, λέγουν ότι το κάμνει αυτό πιεζόμενος από την Τουρκικήν βαρβαρότητα. Όχι, διότι τα ίδια έλεγε και όταν αι ημέραι εν Φαναρίω ήσαν ρόδιναι. Ο Πατριάρχης είναι βαρύτατα άρρωστος. Πάσχει από αγάπην νοσηράν, αφιλόθεον, δια να μη είπωμεν αντίθεον, αφού περιφρονεί τας αληθείας Του ή δεν τας πιστεύει, όπως και όσοι τον ακολουθούν εις τον κατήφορον.


Η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος απεφάνθη: «Ανάθεμα πάσι τοις αιρετικοίς και τοις κοινωνούσιν αυτοίς». Εις το «Συνοδικόν της Ορθοδοξίας» έχουν περιληφθή και αναθέματα «κατά Βαρλαάμ και Ακινδύνου και τοις οπαδοίς και διαδόχοις αυτών». Οπαδοί και διάδοχοι αυτών είναι οι Λατίνοι, οι οποίοι ακριβέστερον υπήρξαν οι διδάσκαλοι αυτών. Αλλά τα αναθέματα ταύτα δεν έχουν σημασίαν δια τους φιλοδιαλόγους, δια να επιβεβαιούται ότι δεν πιστεύουν ορθώς.


Η Κυριακή της Ορθοδοξίας είναι μία Κυριακή παρατεινομένη μέσα εις την ψυχήν των Ορθοδόξων και εν βέλος εις την καρδίαν πάντων των αιρετικών όλων των αιώνων. Όσοι οι πιστοί, «στώμεν καλώς». Η πανάμωμος Ορθοδοξία μας κυκλούται πανταχόθεν. Ας αγρυπνούμεν προσευχόμενοι. Η εικονομαχία επεκράτησεν επί εκατόν έτη, αλλ’ έσβησε. Νέοι εικονοκλάσται, δεινότεροι εκείνων έχουν εμφανισθή. Αλλ’ η Ορθοδοξία θα δοκιμασθή και πάλιν θα νικήση εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών.



θ.μ.δ.



ΠΗΓΗ: ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ





Τρίτη 23 Απριλίου 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Δ΄ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ: Εὐαγγέλιο - Ἡ Δ΄Οἰκουμενική Σύνοδος καί οἱ αἰρετικοί Μονοφυσίτες



Εὐαγγέλιο Κυριακής: Ματθ. (Ε´14 – 19)


Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου. οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη· οὐδὲ καίουσι λύχνον καὶ τιθέασιν αὐτὸν ὑπὸ τὸν μόδιον, ἀλλ’ ἐπὶ τὴν λυχνίαν, καὶ λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ. Οὕτως λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσιν τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς. Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι ἀλλὰ πληρῶσαι. Αμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται. Ος ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτως τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν· ὃς δ’ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν.


Ἀπόδοση 

Σεις με το φωτεινόν σας παράδειγμα και τα λόγια του Ευαγγελίου είσθε το πνευματικόν φως της ανθρωπότητος. Οπως δε μία πόλις που είναι κτισμένη επάνω στο όρος, δεν ημπορεί να κρυφθή, έτσι και ο ιδικός σας βίος θα υποπίπτη, είτε το θέλετε είτε όχι, εις την αντίληψιν των ανθρώπων. Και όταν ανάπτουν λύχνον οι άνθρωποι, δεν τον θέτουν κάτω από τον κάδον, αλλά επάνω στον λυχνοστάτην, ώστε να φωτίζη όλους εκείνους που ευρίσκονται μέσα στο σπίτι. Το φως λοιπόν (που επήρατε από εμέ και είναι τώρα ιδικόν σας) έτσι ας λάμψη εμπρός στους ανθρώπους, δια να ίδουν τα καλά σας έργα και δοξάσουν τον Πατέρα σας τον ουράνιον, που έχει τέτοια ενάρετα τέκνα. Μη νομίσετε ότι ήλθα να καταλύσω τον νόμον του Μωϋσέως η την διδασκαλίαν των προφητών. Δεν ήλθα να καταλύσω αυτά, αλλά να τα τηρήσω, να τα εκπληρώσω και να τα ολοκληρώσω εις ένα τέλειον νόμον. Διότι σας διαβεβαιώ με πάσαν επισημότητα, ότι έως ότου υπάρχη ο ουρανός και η γη, ούτε ένα γιώτα η ένα κόμμα, δεν θα παραπέση από τον νόμον, μέχρι την στιγμήν που όλα θα επαληθεύσουν και θα πραγματοποιηθούν εις την ζωήν και το έργον μου. Εκείνος λοιπόν, που θα παραβή μίαν από τας εντολάς αυτάς, που φαίνονται μικραί και ασήμαντοι, και διδάξη έτσι τους ανθρώπους, θα ονμασθή ελάχιστος εις την βασιλείαν των ουρανών. Εκείνος όμως που θα αγωνισθή να τηρήση όλας τας εντολάς και διδάξη την τήρησιν αυτών και στους ανθρώπους, αυτός θα ανακηρυχθή μέγας εις την βασιλείαν των ουρανών.

Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα





Η Εκκλησία διαχρονικά προκαλείτο από διάφορους αιρετικούς. Τα προβλήματα που αυτοί προκαλούσαν, ως προβατόσχημοι λύκοι, καθώς και τα ζητήματα που προέκυπταν τα αντιμετώπιζε Συνοδικά. Διά των Συνόδων η Εκκλησία εξήγησε ό,τι ήταν ήδη παραδεδομένο από το Θεό -αλλά αμφισβητήθηκε από την αίρεση- και μάλιστα, κατα τρόπο που να μην επιδέχεται πλέον παρερμηνεία, ώστε οι πιστοί να γνωρίζουν επακριβώς την πίστη τους και έτσι, έχοντας ορθά θεολογικά κριτήρια, να μην παρασύρονται από τους κακοπροαίρετους αιρεσιάρχες. Το έτος 451 μ.Χ., λοιπόν, επί Αυτοκρατορίας του Αγίου Μαρκιανού και της Αγίας Πουλχερίας, συγκλήθηκε Σύνοδος από 630 Πατέρες στην Χαλκηδόνα (πόλη που βρίσκεται στις ακτές του Βοσπόρου, απέναντι από την Κωνσταντινούπολη), η οποία εκαλείτο να αντιμετωπίσει την αίρεση του μονοφυσιτισμού, της οποίας κύριοι εκπρόσωποι απέβησαν οι αιρετικοί Ευτυχής και Διόσκορος. Η Σύνοδος του 451 αναγνωρίστηκε από την Εκκλησία ως η Δ’ Οικουμενική.

Ο Ευτυχής


Ο Ευτυχής ήταν αρχιμανδρίτης και ηγείτο ενός μοναστηριού στην Κωνσταντινούπολη. Σύμφωνα με τη θεωρία του, στο ένα πρόσωπο του Ιησού Χριστού δεν υπάρχουν δύο φύσεις, αλλά μόνο μία, η Θεία, διότι δεν δεχόταν πως ο σαρκωθείς Υιός και Λόγος του Θεού, ως άνθρωπος, είχε ομοούσια φύση με την μητέρα του, την Κυρία Θεοτόκο. Το καίριο και κύριο αυτό δογματικό ολίσθημα ο Ευτυχής επιχειρούσε να δικαιολογήσει λέγοντας ότι η ανθρώπινη φύση του Χριστού απορροφήθηκε από τη Θεία του φύση. Έτσι ο Ευτυχής ακύρωνε το έργο της Θείας Οικονομίας.

Ως εκ τούτου, λοιπόν, ο Ευτυχής καθαιρέθηκε, από Ενδημούσα Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη, η οποία συγκλήθηκε με Πρόεδρο τον Αρχιεπίσκοπο τον Άγιο Φλαβιανό. Ο αιρεσιάρχης Ευτυχής, όμως, συνεργούντος του Χρυσαφίου, κατάφερε να πετύχει αποκατάστασή του με σύγκλιση μεγάλης συνόδου στήν Έφεσο, όπου αυτή τη φορά προήδρευε ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Διόσκορος. Η σύνοδος αυτή έγινε το 449 και ονομάστηκε Ληστρική, λόγω των θλιβερών και αντιεκκλησιαστικών γεγονότων που σημειώθηκαν κατά την διάρκειά της.

Ο Διόσκορος

Ο Διόσκορος, σύμφωνα με τις πηγές, συντάχθηκε με τον αιρετικό Ευτυχή και μάλιστα προέβηκε σε κάθε ενέργεια, προκειμένου να επικρατήσει η θεωρία του μονοφυσιτισμού. Η φράση που εκφώνησε «συντιθέμεθα τούτοις και ημείς πάντες», θα μείνει στην ιστορία. Ο Διόσκορος αποκατέστησε τον Ευτυχή και διακήρυξε τη θεολογική του συμφωνία με τον εν λόγω αιρεσιάρχη, εξάσκησε ψυχολογική βία και απείλησε με σωματική εξόντωση όσους θα τολμούσαν να διαφωνήσουν μαζί του, καθαίρεσε και φόνευσε τον Άγιο Φλαβιανό.

Η Σύνοδος του 451 μ. Χ.


Ο αυτοκράτορας Μαρκιανός συγκάλεσε το 451 την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο στην Χαλκηδόνα με σκοπό την αντιμετώπιση της αίρεσης του μονοφυσιτισμού και των πρωταγωνιστών της λεγόμενης Ληστρικής συνόδου.
Στη Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο, λοιπόν, καθαιρέθηκε ο Ευτυχής και ο Διόσκορος και παράλληλα διατυπώθηκε ο περίφημος, πλέον, Όρος:
«Επόμενοι τοίνυν τοις Αγίοις Πατράσιν, ένα και τον αυτόν ομολογείν Υιόν τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν συμφώνως άπαντες εκδιδάσκομεν, τέλειον τον αυτόν εν θεότητι και τέλειον τον αυτόν εν ανθρωπότητι, Θεόν αληθώς και άνθρωπον αληθώς τον αυτόν εκ ψυχής λογικής και σώματος, ομοούσιον τω Πατρί κατά την Θεότητα και ομοούσιον ημίν κατά την ανθρωπότητα, κατά πάντα όμοιον ημίν χωρίς αμαρτίας· προ αιώνων μεν εκ του Πατρός γεννηθέντα κατά την Θεότητα, επ’ εσχάτων δε των ημερών τον αυτόν δι’ ημάς και διά την ημετέραν σωτηρίαν εκ Μαρίας της Παρθένου της Θεοτόκου κατά την ανθρωπότητα, ένα και τον αυτόν Χριστόν, Υιόν, Κύριον, Μονογενή, εν δύ,ο φύσεσιν ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως γνωριζόμενον, ουδαμού της των φύσεων διαφοράς ανηρημένης διά την ένωσιν, σωζομένης δε μάλλον της ιδιότητος εκατέρας φύσεως και εις εν πρόσωπον και μίαν υπόστασιν συντρεχούσης, ουκ εις δύο πρόσωπα μεριζόμενον ή διαιρούμενον, αλλ’ ένα και τον αυτόν Υιόν Μονογενή, Θεόν Λόγον, Κύριον Ιησούν Χριστόν, καθάπερ άνωθεν οι προφήται περί αυτού και αυτός ημάς Ιησούς Χριστός εξεπαίδευσε και το των Πατέρων ημίν παρέδωκε Σύμβολον».

Τέλος οι Άγιοι και θεοφόροι Πατέρες εξέδωσαν 30 Ιερούς κανόνες οι οποίοι περιέχονται στο Ιερό Πηδάλιο και έχουν να κάνουν με την ορθή διοίκηση της Εκκλησίας μας.
Φυσικά η Δ ΄ Οικουμενική Σύνοδος, δεν έφερε κάτι το καινούργιο που δεν υπήρχε μέχρι τότε στο χώρο της Εκκλησίας μας. Αυτό που ήδη υφίστατο και το βίωνε το σώμα των πιστών, οι Άγιοι Πατέρες το διευκρίνισαν το οριοθέτησαν, και έτσι βοηθήθηκαν και βοηθούμαστε οι πιστοί στο να γνωρίζουμε ποια ακριβώς είναι η Πίστη μας. Ποιοι οι όροι αυτής της πίστεως με τις τόσες υπαρξιακές προεκτάσεις στη ζωή μας.
Μετά δε την υπογραφή του Όρου, οι Θεοφόροι Πατέρες αναφώνησαν προς τον Αυτοκράτορα:
«Διά σου βεβαία η πίστις. Τους αιρετικούς συ εδίωξας. Νεστορίω καί Ευτυχεί ανάθεμα. Ανάθεμα και Διοσκόρω … Νεστορίω και Ευτυχεί και Διοσκόρω ανάθεμα … τους αιρετικούς υμείς εξεβάλετε· Νεστορίω και Ευτυχεί και Διοσκόρω ανάθεμα. Η Τριάς τους τρεις καθείλε· η Τριάς τους τρεις εξέβαλε».
Σημ: αρκετά χρόνια αργότερα, το 787, η Ζ´ Οικουμενική Σύνοδος αποκάλεσε τον Διόσκορο επίσης αιρετικό.

Παναγιώτης Θεοδώρου, Θεολόγος.
 



Περισσότερες λεπτομέρειες για την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο
Σύγκληση και σύνθεση της Συνόδου


Η Σύνοδος συγκλήθηκε στις 8 Νοεμβρίου του 451. Μετά από το καθολικό αίτημα των μελών της εκκλησίας οι νέοι αυτοκράτορεςΜαρκιανός και Πουλχερία αποφάσισαν να ικανοποιήσουν τα αίτημα της εκκλησίας ώστε να επιλυθεί το παρατεινόμενο και διογκούμενο πρόβλημα της χριστολογικής έριδας. Η σύνοδος τελικώς συγκροτήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και συγκεκριμένα στο ναό της Αγίας Ευφημίας , στο προάστιο της πόλεως που αποκαλείτο Χαλκηδόνα. Το προσκλητήριο παραδόθηκε στους επισκόπους προς συγκρότηση της συνόδου για τη Νίκαια της Βιθυνίας στις 1 Σεπτεμβρίου του 451 αρχικώς, λόγω όμως «της απασχολήσεως του αυτοκράτορος εις πολεμικάς προπαρασκευάς, ως και διαφόρων μηχανορραφιών του Διοσκόρου, διετάχθη η μεταφορά της έδρας»,  με αποτέλεσμα η σύνοδος να καθυστερήσει ένα και πλέον μήνα.
Η σύνοδος της Χαλκηδόνος αποτέλεσε τη μεγαλύτερη σε συμμετοχήΟικουμενική Σύνοδο αφού συμμετείχαν σε αυτή περίπου 630 επίσκοποι,  αν και έχει εκφραστεί η άποψη ότι σε κάθε συνεδρία είναι πιθανό να μην παρευρίσκοντο περισσότεροι από 350.
 Προεδρεύοντες της συνόδου ήταν ο Ανατόλιος επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως και οι παπικοί αντιπρόσωποι, ενώ σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν για την τάξη της συνόδου οι αυτοκρατορικοί αντιπρόσωποι. Ο Πάπας Λεόντιος δεν παρευρέθη στη σύνοδο επικαλούμενος την ανάγκη παρουσίας του στην Ιταλία λόγω των επιδρομών του Αττίλα.  Κυριότερες προσωπικότητες της συνόδου ήταν ο Μάξιμος Αντιοχείας, ο Ιουβενάλιος Ιεροσολύμων, οι Πασχασίνος,Λουκίνσιος,  Βονιφάτιος  και Ιουλιανός, αντιπρόσωποι του Πάπα Ρώμης στη σύνοδο, ο Δορυλαίου Ευσέβιος και ο Θεοδώρητος Κύρου .

Οι διεργασίες και το έργο της Συνόδου

Η Σύνοδος κατά την πρώτη συνεδρία κήρυξε τη «Ληστρική» σύνοδο της Εφέσου ως παράνομη και καταδίκασε άμεσα το Διόσκορο για τα πεπραγμένα του κατά τη διάρκεια της Ληστρικής συνόδου. Επίσης καταδίκασε τον Ευτυχή και τις απόψεις του, ενώ αποκατέστησε τους αναθεματισμένους επισκόπους της «Ληστρικής» συνόδου. Ταυτόχρονα δικαίωσε και το Φλαβιανό Κωνσταντινουπόλεως, αφού έκανε δεκτό το δογματικό χριστολογικό όρο που είχε αποδώσει στον ΑυτοκράτοραΘεοδόσιο Β΄. Μετά την αποκατάσταση της τάξης η σύνοδος προέβη στο κανονικό και δογματικό της έργο. Βάση του δογματικού όρου υπήρξε αναμφισβητήτως ο «Όρος των Διαλλαγών» καθώς και «η χριστολογική διδασκαλία των Αλεξανδρινών θεολόγων και μάλιστα του Κυρίλλου Αλεξανδρείας της των Αντιοχέων και ιδιαίτατα του Θεοδώρητου, και της των δυτικών, ως απετυπώθη από τη επιστολή Λέοντος προς τον Φλαβιανόν». Σε αυτή τη φάση μάλιστα μετά τη μεγάλη νίκη της Αλεξανδρινής θεολογίας στη Γ΄ Οικουμενική σύνοδο θα λέγαμε πως παρατηρήθηκε μεγάλη νίκη των αντιοχειανών θεολόγων.

Η Σύνοδος της Χαλκηδόνας οριστικά απέρριψε πως ο Ιησούς  Χριστός είναι «ψιλός» άνθρωπος και πως ο Λόγος απλώς εγκατοίκησε στο σώμα του Ιησού και πως η ένωσή Του ήταν απλώς ηθική και εν απλή συνάφεια (Νεστοριανισμός). Ταυτόχρονα τώρα απέκλεισε σύγκραση, σύγχυση ή τροπή των δύο φύσεων καθώς και την περίπτωση της μη ομοουσιότητας του σώματος του Χριστού προς την ανθρώπινη φύση και το πάθος της θεϊκής υποστάσεως (μονοφυσιτισμός). Διακήρυξε δε πως ο Ιησούς Χριστός είναι τέλειος θεός και τέλειος άνθρωπος, ομοούσιος καθεκάστη φύση προς το Θεό και τον άνθρωπο, πως η ένωση τελέσθη αδιαιρέτως και αχωρίστως (νεστοριανισμός), ασυγχήτως και ατρέπτως (μονοφυσιτισμός) σε μία υπόσταση. «Η δογματική αυτή διατύπωση, βασισθείσα επί της Αγίας Γραφής και της προηγηθείσης δογματικής παραδόσεως και εξελίξεως εν τη εκκλησία, αποτελεί επιτυχή και ορθόδοξον σύνθεσιν ένθεν μεν της νεστοριανικής διαιρέσεως του ενός χριστού και των δύο φύσεων αυτού, ετερώθεν δε της μονοφυστικής ενώσεως του ενός Χριστού και των δύο εν Χριστώ φύσεων». Επιπρόσθετα εκηρώθησαν τα σύμβολα των Α΄, Β΄ και Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου, ενώ συντελέσθη και ιδιαίτερα σημαντικό κανονικό έργο, το οποίο αποδίδεται σε 30 κανόνες με ιδιαίτερη βάση σε διοικητικά ζητήματα.



Φύτεψε στον ουρανό το θησαυρό σου. (Αγ. Ι. Χρυσοστόμου)


Εσύ, αν κάποιος σου δείξει πάνω στη γη ένα μέρος που δεν παραβιάζεται, και αν σε φέρει στην ίδια την έρημο υποσχόμενος ότι τα χρήματά σου θα βρίσκονται σε ασφάλεια, ούτε διστάζεις, ούτε δείχνεις κάποια επιφύλαξη, αλλά δείχνεις εμπιστοσύνη και μεταφέρεις τα χρήματά σου εκεί.
Όταν, όμως, σου υπόσχεται το ίδιο ο Θεός και όχι κάποιος άνθρωπος, και σου προτείνει όχι την έρημο, αλλά τον ουρανό, κάνεις τα αντίθετα. Και όμως, αν αυτά είναι ασφαλισμένα εδώ κάτω χίλιες φορές, ποτέ δεν θα μπορέσεις να ελευθερωθείς από τη φροντίδα. Και αν ακόμη δεν τα χάσεις, δεν θα ελευθερωθείς ποτέ από την αγωνία, μήπως τα χάσεις. Εκεί, όμως, δεν θα υποφέρεις τίποτε από αυτά. Και επί πλέον θα ωφεληθείς, διότι δεν κρύβεις μόνο το χρυσάφι σου, αλλά το σπέρνεις.
Το ίδιο γίνεται θησαυρός και σπόρος και κάτι περισσότερο από τα δύο. Διότι ο σπόρος δεν κρατεί για πάντοτε, ενώ αυτό μένει παντοτινά. Και ο θησαυρός δε βλαστάνει, ενώ αυτό σου δίνει καρπούς αθάνατους.
Και αν μου προβάλεις το χρόνο και την αναβολή της ανταποδόσεως, μπορώ και εγώ να σου δείξω και να σου πω, πόσα κερδίζεις και εδώ. Χωριστά, όμως, από αυτά, θα προσπαθήσω να σου αποδείξω και από αυτές τις βιοτικές φροντίδες, ότι αυτά είναι προφάσεις μάταιες.
Στη ζωή αυτή δημιουργείς πολλά, τα οποία δεν πρόκειται να τα χαρείς εσύ ο ίδιος. Και αν σε κατηγορήσει κάποιος, δικαιολογείσαι ότι έχεις τα παιδιά και τα παιδιά των παιδιών σου και νομίζεις ότι βρήκες κάποια ικανοποιητική δικαιολογία για τους παραπανίσιους κόπους.
Όταν στα βαθειά σου γηρατειά κτίζεις μεγαλόπρεπα σπίτια, που, προτού τελειώσουν, εσύ θα έχεις αναχωρήσει πολλές φορές· και όταν φυτεύεις δένδρα, που θα σου δώσουν καρπό μετά από πολύ χρόνο, και όταν αγοράζεις περιουσίες και κτήματα, την κυριότητα των οποίων θα αποκτήσεις ύστερα από πολύ διάστημα, και όταν δημιουργείς και άλλα πολλά παρόμοια, των οποίων τη χαρά δεν θα δοκιμάσεις εσύ, τα ετοιμάζεις τάχα για τον εαυτό σου ή για τους άλλους;
Δεν είναι, λοιπόν, πάρα πολλή μεγάλη ανοησία, εδώ να μη στενοχωριέσαι καθόλου για την αργοπορία του χρόνου, τη στιγμή, μάλιστα, που από την αργοπορία αυτή, θα χάσεις όλη την αμοιβή σου, για την εκεί, όμως, καθυστέρηση να αδρανείς, τη στιγμή, που αυτή σου δίνει μεγαλύτερο κέρδος, και τα αγαθά δεν τα προορίζει για άλλους, άλλα χαρίζει σε σένα τις δωρεές;
Έκτος από αυτά δεν είναι και μεγάλη η αναβολή. Τα πράγματα έχουν πλησιάσει πολύ και δε γνωρίζουμε, μήπως και στη γενιά μας τελειώσει η ζωή αυτή και φθάσει η φοβερή εκείνη ημέρα, που θα μας παρουσιάσει το φρικτό και αδέκαστο κριτήριο. Τα περισσότερα σημεία έχουν πραγματοποιηθεί. Και το Ευαγγέλιο έχει κηρυχτεί σε όλα τα μέρη του κόσμου και οι πόλεμοι και οι λοιμοί και οι σεισμοί έχουν γίνει και δεν είναι πλέον η απόσταση πολύ μεγάλη.
Δεν βλέπεις τα σημεία; Αυτό ακριβώς είναι το μεγαλύτερο σημείο. Ούτε εκείνοι που ζούσαν στην εποχή του Νώε είχαν διακρίνει τα προμηνύματα της καταστροφής εκείνης· αλλ’ ενώ έπαιζαν και έτρωγαν και παντρεύονταν και έκαναν όλα τα συνηθισμένα της ζωής, τους βρήκε η φοβερή εκείνη τιμωρία. Το ίδιο και στα Σόδομα· ενώ διασκέδαζαν και δεν υποψιάζονταν τίποτε, κεραυνοβολήθηκαν από τους κεραυνούς που έπεσαν….
Όσο έχουμε, λοιπόν, καιρό, ας ετοιμάσουμε για τον εαυτό μας από τώρα για τότε την παρρησία μας πολλή, ας συγκεντρώσουμε άφθονο λάδι, ας τα τοποθετήσουμε όλα στον ουρανό, για να τα απολαύσουμε την κατάλληλη ώρα και όταν τα χρειαζόμαστε, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού…

(Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Κατά Ματθαίον, Κ΄ ΕΠΕ 9,722-726.)

ΠΗΓΗ:http://fdathanasiou.wordpress.com

ΤΟ ΙΕΡΟ ΠΗΔΑΛΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

ΤΟ ΙΕΡΟ ΠΗΔΑΛΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ pdf

ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ---Ο Μέγας Αντώνιος,οι δαίμονες και ο Χριστός



Μετά τους πρώτους πειρασμούς, ο Άγιος προσεύχεται με πιό πολλή πίστη. Οι πρώτες νίκες κατά του διαβόλου του δίνουν θάρρος και δύναμι.

Η νηστεία και η σκληραγωγία γινότανε πιό αυστηρή. Εκτός από το ελάχιστο ψωμί, που έτρωγε κάθε δύο, τρείς ή και τέσσερις μέρες, ούτε λάδι , ούτε κρασί, ούτε καμιά άλλη τροφή έβαζε στο στόμα του. Κοιμότανε πάνω σε μιά παλιά ψάθα ή και εντελώς κάτω στο χώμα.

-Οι νέοι πρέπει ν’ αγωνίζονται, έλεγε. Πρέπει να βασανίζουν τη σάρκα, γιατί έτσι μονάχα εξασθενίζουν τις ηδονές και δυναμώνουν το πνεύμα.
Δεν άφηνε ο Άγιος τις ώρες του να περνούν σε ραθυμία. Πάντοτε βρισκότανε σε κίνησι κι’ ενέργεια. Προετοίμαζε τον εαυτό του και για νέες συγκρούσεις με τον διάβολο..

Για ν’ ανεβάση, λοιπόν, ακόμη πιό ψηλά τον αγώνα και την άθληση του την χριστιανική, καταφεύγει σ’ ενα παλαιό τάφο κι’ απομονώνεται. Εκεί του φέρνει την λίγη τροφή του, από καιρού εις καιρό, κάποιος ευσεβής χριστιανός. Ο τάφος αυτός ήταν ένα άνοιγμα σε ένα βράχο γιατί έτσι ήταν παλιά οι τάφοι.

Η ηρωική αυτή πράξη έφερε την αναστάτωση στον κόσμο των δαιμόνων. Δεν άντεχαν να βλέπουν ένα ζωντανό ασκητή να μένει στο χώρο του θανάτου και να βιώνει με προσευχή τη ζωή και να περιμένει την ανάσταση.
Μιά νύκτα λοιπόν, πλήθος δαιμόνων με μεγάλη μανία και με μίσος ανθρωποκτόνο όρμησαν εναντίον του Αγίου και τον κτύπησαν βάναυσα με σκοπό να τον θανατώσουν, για να σβήσουν τα ίχνη του από τη γη. Όμως οι δαίμονες μπορούν να βασανίσουν τον άνθρωπο και να τον πειράξουν, αλλά δεν μπορούν να τον θανατώσουν. Την ώρα του θανάτου την αποφασίζει ο ίδιος ο Θεός. Οι δαίμονες, αφού κτύπησαν μέχρι προθύρων θανάτου, τον άφησαν εκεί μέσα στο μνήμα λιπόθυμο από το πολύ ξύλο για να πεθάνει.
Όμως η Πρόνοια του Θεού ενήργησε και διήγειρε πνεύμα στην ψυχή του βοηθού του Αγίου, ο οποίος έξω από το προγραμματισμένο, πρίν από την καθορισμένη μέρα πήγε στο μνήμα να του φέρει ψωμί και νερό.
Μόλις άνοιξε την είσοδο του τάφου είδε τον Άγιο Αντώνιο πεσμένο στο έδαφος σαν νεκρό. Τότε αμέσως τον σήκωσε και τον μετέφερε στο Κυριακό που ήταν ένα οίκημα αφιερωμένο στον Κύριο. Εκεί μαζεύτηκαν οι συγγενείς και οι γνωστοί του και τον παράστεκαν, γιατί νόμιζαν πως θα πέθαινε. Όμως τα μεσάνυκτα συνήλθε ο Άγιος και ξύπνησε. Τότε είδε οτι κοιμόντουσαν όλοι, όσοι ήλθαν να του παρασταθούν. Μόνο ο βοηθός του έμενε άγρυπνος.
Ο Άγιος έκανε νεύμα στο βοηθό του να τον σηκώσει και να τον ξαναπάει στο μνήμα από όπου τον είχε πάρει!!!
Ο βοηθός του, αφού τον στήριξε και τον βάσταξε, τον πήγε στον τάφο όπου τον ξανάκλεισε μέσα.
Έμενε λοιπόν ο Άγιος μέσα στον τάφο ξαπλωμένος και προσευχόμενος συνεχώς, με ιερό ζήλο, ενώ το σώμα του δεν μπορούσε να σηκωθεί από τους πόνους.
Οι δαίμονες τον περιτριγύρισαν πάλι απειλητικά. Ο Άγιος όμως τους έλεγε:
- Εδώ είμαι. Δεν φεύγω από τις μαστιγώσεις σας. Εάν και περισσότερα κακά μου κάνετε, πάλι δεν μπορείται να με χωρίσεται από τον αγάπη του Χριστού και Σωτήρα μου.
Οι δαίμονες, βλέποντας τον Άγιο να προσεύχεται ακόμη και πληγωμένος, χωρίς να φοβάται, αγρίεψαν περισσότερο. Έκαναν τόσο δυνατό θόρυβο, ώστε φάνηκε οτι σείσθηκε ο τόπος και σχίσθηκαν οι τέσσεροις τοίχοι.
Στη συνέχεια οι δαίμονες μετασχηματίστηκαν, κατά φαντασίαν, σε ερπετά και θηρία, για να τον τρομοκρατήσουν. Γέμισε ο τόπος από λιοντάρια, αρκούδες, λεοπαρδάλεις, φίδια, λύκους και άλλα φρικτά θεάματα. Το κάθε ένα απειλούσε με το δικό του σχήμα και με τον δικό του τρόπο.
Τα λιοντάρια έβγαζαν άγριους βρυχηθμούς και ορμούσαν να τον κατασπαράξουν. Οι ταύροι ορμούσαν να τον κερατίσουν. Οι σκορπιοί και τα φίδια ορμούσαν να τον δαγκάσουν και να τον φαρμακώσουν. Οι λεοπαρδάλεις και οι λύκοι ορμούσαν να τον καταξεσκίσουν και να τον φάνε. Και ανάλογα εκδηλώνονταν τα φαινόμενα εκείνα θηρία. Τα κτυπήματα τους ήταν φοβερά και η αγριότητα τους αβάστακτη, ανυπόφορη.
Ο Όσιος συνθλιβόταν από όλα αυτά και υπέμενε καρτερικά τα φοβερά τους κτυπήματα. Αισθανόταν φοβερό πόνο στο σώμα του. Όμως στην ψυχή ήταν άφοβος και άγρυπνος. Ενώ στέναζε από σωματικό πόνο, η ψυχή του ήταν ανυπόταχτη και ανυποχώρητη. Και αντιμετωπίζοντας και καταφρονόντας τους δαίμονες έλεγε:
- Εάν είχατε δύναμη, τότε έφθανε ένας και μόνος από σας να με πολεμήσει. Αλλά επειδή ο Δεσπότης σας έχει κόψη τα νεύρα και σας έχει αφήσει δίχως δύναμη, γι’ αυτό προσπαθείται με το πλήθος και την υποκρισία να με φοβίσετε μετασχηματιζόμενοι σε μορφές θηρίων. Εαν λάβατε την εξουσία από άνω εναντίον μου μη αμελείτε. Αν όμως δε λάβατε εξουσία, τότε γιατί αναστατώνεσθε άδικα;
Οι δαίμονες ενώ εμπαίζονταν από τον Άγιο και προσπαθούσαν ανήμποροι να τον βλάψουν, έτριζαν τα δόντια και τον απειλούσαν.
Τέλος, ο Κύριος που δε λησμόνησε τον Άγιο Του, ήρθε σε συμπαράσταση και σε βοήθεια του. Τότε ο Άγιος Αντώνιος είδε τη στέγη του τάφου σαν να ανοιγόταν και μια αχτίδα φωτός να έρχεται πρός αυτόν. Αμέσως οι δαίμονες εξαφανίσθηκαν αιφνιδιαστικά και έπαψε ο πόνος του σώματος. Θεραπεύθηκαν όλα τα σημάδια από τις πληγές που του προκάλεσαν οι δαίμονες.
Τότε ο Άγιος, που αισθάνθηκε την ευεργετική επίσκεψη του Θεού, προσευχήθηκε με τα εξής λόγια.
- Πού ήσουν Χριστέ μου και δεν φάνηκες από την αρχή, να σταματήσεις τις οδύνες και τους πόνους μου;
Τότε ακούσθηκε η θεία φωνή και του είπε.
- Αντώνιε, εδώ ήμουν αλλά καρτερούσα να δω τον αγώνα σου. Επειδή λοιπόν υπέμεινες και δε νικήθηκες, θα είμαι βοηθός σου πάντοτε και θα σε κάνω ονομαστό σε όλο τον κόσμο.


Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ε' ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ (10 Ἀπριλίου)



Ό άγιος Γρηγόριος γεννήθηκε το 1745 στήν Δημητσάνα. Οί γονείς του, Ιωάννης Αγγελόπουλος και Ασημίνα, ήσαν πτωχοί. Στο άγιο Βάπτισμα έλαβε το όνομα Γεωργός, έμαθε τά πρώτα του γράμματα από τον θείο του ιερομόναχο Μελέτιο και κατόπιν έφυγε και εγκαταστάθηκε μαζί του στήν Σμύρνη. Έκάρη μοναχός σε μονή στήν νήσο των Στροφάδων και ολοκλήρωσε τήν θεολογική μόρφωση του στήν Πατμιάδα Σχολή. Επιστρέφοντας στήν Σμύρνη, ο μητροπολίτης Προκόπιος, ο όποιος έτρεφε γιά τον Γρηγόριο πατρική αγάπη, τον χειροτόνησε άρχιδιάκονο και κατόπιν πρεσβύτερο και οταν ανήλθε στον οικουμενικό θρόνο (1788) τον χειροτόνησε διάδοχο του στήν Μητρόπολη Σμύρνης.

Στην προσπάθειά του ο Εθνομάρτυρας να διασώσει τον Ελληνικό πληθυσμό από την σφαγή και συγχρόνως να παραπλανήσει τον Σουλτάνο και να δώσει την ευκαιρία στους αγωνιστές να εργάζονται ανενόχλητοι, αναγκάσθηκε να αφορίσει τους επαναστάτες.

Συντριπτική απάντηση στους κατήγορους του Γρηγορίου θα δώσει ο Αλέξανδρος Υψηλάντης με τις οδηγίες που έστειλε από το Κισνόβιο της Βεσσαραβίας στους αρχηγούς της Πελοποννήσου: «Ὁ μὲν Πατριάρχης βιαζόμενος παρὰ τῆς Πόρτας σᾶς στέλλει ἀφοριστικὸ καὶ ἐξάρχους, παρακινώντας σας νὰ ἑνωθῆτε μὲ τὴν Πόρταν. Ἐσεῖς ὅμως νὰ θεωρῆτε ταῦτα ὡς ἄκυρα καθόσον γίνοντα μὲ βίαν καὶ δυναστείαν καὶ ἄνευ θελήσεως τοῦ Πατριάρχου». «Ἂς μὴν λησμονήσωμεν ὅτι ὑπάρχουν περιστάσεις καθ’ ἃς ἀπαιτοῦνται θυσίαι μεγαλύτεραι καὶ αὐτῆς τῆς θυσίας τῆς ζωῆς καὶ ὅτι ἐνίοτε ἡ μαρτυρικὴ ζωὴ εἶναι πικρότερον ἀλλὰ πλέον ἐπιβεβλημένον καθῆκον καὶ αὐτοῦ τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου. Καὶ αὐτὴν τὴν ὑπέρτατην θυσίαν προσέφερεν ὁ ἀοίδιμος Πατριάρχης, ὅστις συνησθάνθη συναίσθημα πικρότερον καὶ αὐτοῦ τοῦ θανάτου, ὅταν θυσιάζων πάντα ἐγωισμὸν καὶ ἀποβλέπων εἰς τὸ ἀληθινὸν συμφέρον, ἠναγκάσθη νὰ θέση τὴν ὑπογραφὴν του κάτωθι ἐγγράφου καταδικάζοντας τὸ κίνημα, ὑπὲρ τῆς ἐπιτυχίας τοῦ ὁποίου ὁλοψύχως ηὔχετο καὶ εἰργάζετο. Ὑπογράφων, ἀπεμάκρυνε τᾶς ὑπονοίας τῆς Πύλης περὶ συμμετοχῆς εἰς τὸ κίνημα ἐπισήμων κύκλων, μὴ ὑπογράφων, θὰ ἐπεβεβαίου τᾶς ὑπονοίας, ὄτε δεινὴ ἐπιπίπτουσα ἡ τιμωρία τοῦ τυράννου κατὰ τῶν βυσσοδομούντων, θὰ ἐνέκρου τὸ κίνημα πρὶν ἢ ἐκραγῆ. Ἄλλως ὁ ἀοίδιμος Πατριάρχης μετὰ θαυμαστῆς ἐγκαρτερήσεως ὑπέστη τὸ μαρτύριον, ὅταν ἐπέστη τὸ μαρτύριον, ὅταν ἐπέστη ἡ ὥρα, καίτοι ἠδύνατο νὰ σωθῆ διὰ τῆς φυγῆς».


Ο Άγιος Γρηγόριος μυήθηκε στην Φιλική εταιρεία από τον Ιωάννη Φαρμάκη περί τα μέσα του έτους 1818 μ.Χ. στο Άγιον Όρος. «Ἔδειξεν εὐθὺς ζωηρότατον ἐνθουσιασμὸν ὑπὲρ τοῦ πνεύματος αὐτῆς» και «ηὐχήθη ἀπὸ καρδίας», για την επιτυχία του σκοπού της.

Στις 19 Αυγούστου 1785 μ.Χ. εκλέγεται οικουμενικός Πατριάρχης και παραμένει στον πατριαρχικό θρόνο μέχρι τον Δεκέμβριο του 1798 μ.Χ.. Κατά το έτος αυτό καθαιρείται από την Πύλη, διότι θεωρήθηκε ανίκανος να διατηρήσει την υποταγή των Χριστιανικών λαών κάτω από τον Τουρκικό ζυγό και εξορίζεται στο Άγιον Όρος. Το 1818 μ.Χ. κλήθηκε για τρίτη φορά στον Οικουμενικό θρόνο, στον οποίο και παρέμεινε μέχρι την ημέρα του μαρτυρικού του θανάτου.

Ο Κωνσταντίνος Κούμας αναφέρει ότι ο Άγιος Γρηγόριος δεν ήταν μόνο «σεμνὸς τὸ ἦθος, λιτὸς τὴν δίαιταν, ταπεινὸς τὴν στολήν, ζηλωτὴς τῆς πίστεως, δραστηριότατος εἰς ὅλα τὰ ἔργα του», αλλά ήταν και «ἄκαμπτος εἰς τᾶς ἰδέας του καὶ δὲν τὸν ἔμελε διὰ κανὲν ἐναντίων, ὅταν ἀπεφάσιζε τίποτε». Και ο Γρηγόριος αποφάσισε. Έταξε ως σκοπό στην ζωή του να υπηρετήσει πιστά το δούλο Γένος και να βοηθήσει με όλες τις δυνάμεις του και με την ζωή του στην απελευθέρωση από τον Τουρκικό ζυγό. Για την πραγματοποίηση του σκοπού του χρησιμοποιούσε όλη του τη διπλωματική δεξιοτεχνία.

Στην προσπάθειά του ο Εθνομάρτυρας να διασώσει τον Ελληνικό πληθυσμό από την σφαγή και συγχρόνως να παραπλανήσει τον Σουλτάνο και να δώσει την ευκαιρία στους αγωνιστές να εργάζονται ανενόχλητοι, αναγκάσθηκε να αφορίσει τους επαναστάτες.Είναι χαρακτηριστική η επιστολή που έστειλε ο Άγιος Γρηγόριος στις 26 Δεκεμβρίου 1820 μ.Χ. στον Επίσκοπο Σαλώνων Ησαΐα και πολύτιμη από ιστορική άποψη, γιατί αποδεικνύει πως ο Εθνομάρτυς παρακολουθούσε όλα όσα συνέβαιναν στην Ελλάδα, σε όλες του τις λεπτομέρειες και τις προετοιμασίες για την επανάσταση: «Ἀμφοτέρα τᾶς τιμίας ἐπιστολᾶς, διὰ τοῦ ἀγαθοῦ Φοῦντα Γαλαξειδιώτου, ἀσφαλῶς ἐδεξάμην καὶ τοὺς ἐν αὐταὶς τιμίους λόγους ἔγνων. Ἐχεμυθείας, ἀδελφέ, μεγίστη χρεία καὶ προφύλαξις περὶ πᾶν διάβημα, οἱ γὰρ χρόνοι πονηροὶ εἰσι καὶ ἐν ταὶς φιλοπατριώταις ἐστι καὶ μοχθηρῶν ζύμη, ἀφ’ ἧς ὡς ἀπὸ ψωραλέου προβάτου φυλάττεσθε. Κακὸν γὰρ πολλοὶ μηχανώνται διὰ τὸ τῆς φιλοπλουτίας ἔγκλημα. Διὸ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξω κοινολογῶν μοι ἐμπιστευομένοις πατριώταις, τὰ ἐχεμυθείας δεόμενα. Οἱ Γαλαξειδιώται, οὖς ἐπιστέλλεις μοι συνεχῶς, πεφροντισμένως ἐνεργούσι, καὶ ἀφ’ ὧν ἔγνω ἀδύνατον ἀντὶ παντὸς τιμίου οὐδ’ ἐλάχιστον λόγον ἕρκος ὀδόντων φυγείν. Οὐ μόνον τὰ σά, ἀλλὰ καὶ τὰ τῶν ἐν Μορέᾳ ἀδελφῶν γράμματα κομίζουσι μοι. Ἡ τοῦ Παπανδρέα πρᾶξις πατριωτικὴ μὲν τοὶς γινώσκουσι τὰ μύχια, κατακρίνουσι δὲ οἱ μὴ εἰδότες τὸν ἄνδρα. Κρυφὰ ὑπερασπίζου αὐτόν, ἐν φανερῷ δὲ ἄγνοιαν ὑποκρίνου, ἔστι δ’ ὄτε καὶ ἐπίκρινε τοὶς θεοσεβέσιν ἀδελφοὶς καὶ ἀλλοφύλοις. Ἰδὶα πράυνον τὸν Βεζύρην λόγοις καὶ ὑπόσχεσιν, ἀλλὰ μὴ παραδοθήτω εἰς λέοντος στόμα. Ἄσπασον οὒν ταὶς ἐμαὶς εὐχαὶς τοὺς ἀνδρείους ἀδελφούς, προτρέπων εἰς κρυψίνοιαν διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων. Ἀνδρωθήτωσαν ὥσπερ λέοντες καὶ ἡ εὐλογία τοῦ Κυρίου κρατύνει αὐτούς, ἐγγὺς δ’ ἔστι τοῦ Σωτῆρος τὸ Πάσχα. Αἳ εὐχαὶ τῆς ἐμῆς μετριότητος ἐπὶ τῆς κεφαλῆς σου, ἀδελφέ μου Ἠασαΐα. Γεωργοὶ ἀκαμάτως καὶ ὄλβια γεώργια δώσοι σοι ὁ Πανύψιστος».

Ο Άγιος Γρηγόριος συνιστούσε τον αγώνα για την ελευθερία και τον ενίσχυε με κάθε μέσο. Ήταν αποφασισμένος να θυσιασθεί για την Πατρίδα. «Χρεωστοῦμεν», έλεγε, «νὰ ποιμαίνωμεν καλῶς τὰ ποίμνιά μας καὶ χρείας τυχούσης νὰ κάμωμεν, ὅπως ἔκαμεν ὁ Ἰησοῦς δι’ ἠμᾶς διὰ νὰ μᾶς σώση....».

Σε επιστολή που έστειλε προς τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, έγραφε: «Συλλειτουργὲ ἐν Χριστῷ καὶ λίαν ἀγαπητὲ ἀδελφέ. Ἔλαβον τὴν ἀπὸ 20 Ἀπριλίου ἐπιστολήν σου. Ἡ ἀπόφασίς μου περὶ μελετωμένης ἀνορθώσεως «σχολῆς» τῆς φιλτάτης πατρίδος εἶναι τοιαύτη, ὡς ἡ ἰδική σας. Ὅπως θέλῃς μάθει καὶ παρὰ τοῦ ἰδίου. Τὸ κιβώτιον τοῦ ἐλέους πρέπει νὰ ἐμψυχωθῆ. Καὶ τὴν βουλὴν τοῦ Κυρίου ἀνθρώπιναι δυνάμεις δὲν δύνανται νὰ τὴν μεταβάλουν. Γενηθήτω τὸ θέλημά Του».

Κάτω από την λέξη «σχολήν» υπονοούσαν την Ελληνική Επανάσταση. Οι Φιλικοί μάλιστα ονόμασαν επιστάτες της σχολής τον Οικουμενικό Πατριάρχη Γρηγόριο και τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Πολύκαρπο.

Όταν σε μια συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ο Μητροπολίτης Δέρκων Γρηγόριος προέτρεψε τον Πατριάρχη να μεταβούν στην Πελοπόννησο για να τεθούν επικεφαλής της Επαναστάσεως, ο Γρηγόριος ο Ε' απάντησε: «Καὶ ἐγὼ ὡς κεφαλὴ τοῦ Ἔθνους καὶ ὑμεῖς ὡς Σύνοδος ὀφείλομεν νὰ ἀποθάνωμεν διὰ τὴν κοινὴν σωτηρίαν. Ὁ θάνατος ἠμῶν θὰ δώση δικαίωμα εἰς τὴν Χριστιανοσύνην νὰ ὑπερασπίση τὸ Ἔθνος ἐναντίων τοῦ τυράννου. Ἀλλ’ ἂν ὑπάγωμεν ἠμεῖς νὰ θαρρύνωμεν τὴν Ἐπανάστασιν, τότε θὰ δικαιώσωμεν τὸν Σουλτάνον ἀποφασίσαντα νὰ ἐξολοθρεύση ὅλον τὸ Ἔθνος».

Όταν μερικοί προσπάθησαν να τον πείσουν να φύγει από την Κωνσταντινούπολη και να σώσει τον εαυτό του, ο καλός ποιμένας απάντησε: «Μὲ προτρέπετε εἰς φυγήν. Μάχαιρα θὰ διέλθη τᾶς ρύμας τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ λοιπῶν πόλεων τῶν χριστιανικῶν ἐπαρχιῶν. Ὑμεῖς ἐπιθυμεῖτε ὅπως ἐγὼ μεταμφιεζόμενος καταφύγω εἰς πλοῖον ἢ κλεισθῶ ἐν οἰκίᾳ οἱουδήποτε εὐεργετικοῦ ὑμῶν Πρεσβευτοῦ, ν’ ἀκούω δὲ ἐκεῖθεν πῶς οἱ δήμιοι κατακρεουργούσι τὸν χηρεύοντα λαόν. Οὐχί! Ἐγὼ διὰ τοῦτο εἶμαι Πατριάρχης, ὅπως σώσω τὸ Ἔθνος μου, οὐχὶ δὲ ὅπως θὰ θεωρήσωσιν ἀδιαφόρως πῶς ἡ πίστις αὐτῶν ἐξυβρίσθη ἐν τῷ προσώπῳ μου. Οἱ Ἕλληνες, οἱ ἄνδρες τῆς μάχης, θὰ μάχωνται μετὰ μεγαλυτέρας μανίας, ὅπερ συχνάκις δωρεῖται τὴν νίκην. Εἰς τοῦτο εἶμαι πεπεισμένος. Βλέπετε μεθ’ ὑπομονῆς εἰς ὅτι καὶ ἂν μοῦ συμβῇ. Σήμερον (Κυριακὴ τῶν Βαΐων) θὰ φάγωμεν ἰχθεῖς, ἀλλὰ μετὰ τίνας ἡμέρας καὶ ἴσως καὶ ταύτην τὴν ἑβδομάδα οἱ ἰχθεῖς θὰ μᾶς φάγωσιν… Ναί, ἂς μὴ γίνω χλεύασμα τῶν ζώντων. Δὲν θὰ ἀνεχθῶ ὥστε εἰς τᾶς ὁδοὺς τῆς Ὀδησσοῦ, τῆς Κερκύρας καὶ τῆς Ἀγκῶνος διερχόμενον ἐν μέσῳ τῶν ἀγυιῶν νὰ μὲ δακτυλοδείκτωσι λέγοντες: “Ἰδοὺ ἔρχεται ὁ φονεὺς Πατριάρχης”. Ἂν τὸ Ἔθνος μου σωθῆ καὶ θριαμβεύση, τότε πέποιθα θὰ μοῦ ἀποδώση θυμίαμα ἐπαίνου καὶ τιμῶν, διότι ἐξεπλήρωσα τὸ χρέος μου… Ὑπάγω ὅπου μὲ καλεῖ ὁ νοῦς μου, ὁ μέγας κλῆρος τοῦ Ἔθνους καὶ ὁ Πατὴρ ὁ οὐράνιος, ὁ μάρτυς τῶν ἀνθρωπίνων πράξεων».

Ο Γρηγόριος ο Ε', ο φλογερός αυτός Ιεράρχης, ακολούθησε τον δρόμο του. Σάρκωσε ολόκληρο το υπόδουλο Γένος. Επωμίσθηκε το σταυρό του. Ανέβηκε το Γολγοθά του. Δέχθηκε ραπίσματα, χλευασμούς, εμπτυσμούς και τέλος τον θάνατο με απαγχονισμό. Μπροστά στο Πατριαρχείο, την ημέρα του Πάσχα του 1821, οι Τούρκοι κρέμασαν τον Πατριάρχη.Υπεβλήθη σε ανάκριση και φρικτά βασανιστήρια στήν διάρκεια τών οποίων παρέμεινε μεγαλοπρεπώς σιωπηλός. Διέκοψε τήν σιωπή του μόνο όταν του πρότειναν να αρνηθεί τήν πίστη του, λέγοντας: «Ό πατριάρχης τών χριστιανών χριστιανός αποθνήσκει!» Λίγο αργότερα, μόλις εξελέγη από τήν ιερά Συνοδό ο διάδοχος του, τον άπαγχόνισαν στήν πύλη του Πατριαρχείου, ή οποία έκτοτε παραμένει κλειστή εις μνήμην του φρικτού αύτου άνοσιουργηματος. Τήν ύστατη στιγμή, ο άγιος Γρηγόριος ύψωσε τά χέρια στον ουρανό, ευλόγησε τους χριστιανούς και είπε: «Κύριε Ίησού Χριστέ, δέξαι το πνεύμα μου!» Και ενώ Τούρκοι και Εβραίοι λιθοβολούσαν το πτώμα του πατριάρχη, ο πασάς πού ανέλαβε τήν εκτέλεση καθόταν μπροστά στήν σορό και κάπνιζε άρειμανίως.

Στο έγγραφο της καταδίκης του (τουρκιστί «γιαφτάς»), αναφέρεται η αιτία του απαγχονισμού του: «.…Ἀλλ’ ὁ ἄπιστος πατριάρχης τῶν Ἑλλήνων… ἐξ αἰτίας τῆς διαφθορᾶς τῆς καρδίας του, ὄχι μόνον δὲν εἰδοποίησεν οὐδ’ ἐπαίδευσε τοὺς ἀπατηθέντας, ἀλλὰ καθ’ ὅλα τὰ φαινόμενα ἦτο καὶ αὐτός, ὡς ἀρχηγός, μυστικὸς συμμέτοχος τῆς Ἐπαναστάσεως… ἀντὶ νὰ δαμάσῃ τοὺς ἀποστάτας καὶ δώση πρῶτος τὸ παράδειγμα τῆς εἰς τὰ καθήκοντα ἐπιστροφῆς τῶν, ὁ ἄπιστος οὗτος ἔγινεν ὁ πρωταίτιος ὅλων τῶν ἀνεφυεισῶν ταραχῶν.

Εἴμεθα πληροφορημένοι ὅτι ἐγεννήθη ἐν Πελοποννήσῳ καὶ ὅτι εἶναι συνένοχος ὅλως τῶν ἀταξιῶν, ὄσας οἱ ἀποπλανηθέντες ραγιάδες ἔπραξαν κατὰ τὴν ἐπαρχίαν Καλαβρύτων…

Ἐπειδὴ πανταχόθεν ἐβεβαιώθημεν περὶ τῆς προδοσίας του ὄχι μόνος εἰς βλάβην τῆς ὑψηλῆς Πύλης, ἀλλὰ καὶ εἰς ὄλεθρον αὐτοῦ τοῦ ἔθνους του, ἀνάγκη ἦτο νὰ λείψη ὁ ἄνθρωπος οὗτος ἀπὸ τοῦ προσώπου τῆς γῆς καὶ διὰ τοῦτο ἐκρεμάσθη πρὸς σωφρονισμὸ τῶν ἄλλων».

Ένα χρόνο μετά τον απαγχονισμό και την μεταφορά του τιμίου λειψάνου του από τον πλοίαρχο Μ. Σκλάβο στην Οδησσό της Ρωσίας, ο Ζακυνθινός ιερωμένος Οικονόμος Νικόλαος Κοκκίνης, μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Ζακύνθου, εφημέριος τότε του παλαίφατου ναού της Οδηγήτριας και φλογερότατος Φιλικός, ευαισθητοποιημένος από την θυσία του Πατριάρχη, συνθέτει Ακολουθία προς τιμήν του νέου Ιερομάρτυρα, κάτι που αποδεικνύει περίτρανα ότι ο Άγιος Γρηγόριος στη συνείδηση του Γένους κατέκτησε αμέσως με το τίμιο αίμα του θέση Αγίου.

Το 1871 μ.Χ. η Εκκλησία της Ελλάδος θεώρησε επιβεβλημένο να μετακομίσει το τίμιο λείψανό του από την Οδησσό στην απελεύθερη Αθήνα. Για τον σκοπό αυτό συστάθηκε Επιτροπή, στην οποία συμμετείχαν ο Αρχιεπίσκοπος Ζακύνθου Νικόλαος Β' ο Κατραμής και Αρχιμανδρίτης Αβέρκιος Λ. Λαμπίρης, Α' γραμματεύς της Ιεράς Συνόδου. Στην Οδησσό απεδόθησαν από τα μέλη της Επιτροπής και τους εκεί ομόδοξους τιμές Αγίου στο ιερό λείψανο του Αγίου Γρηγορίου. Κατά την Πανυχίδα μάλιστα, που τελέσθηκε εκεί κατά την ημέρα της μνήμης του, «εἐξεφώνισεν ἀπ’ ἄμβωνος, κατ’ ἐπίμονον τῶν ὁμογενῶν ἀπαίτησιν, λογύδριον ὁ Σεβασμιώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ζακύνθου». Το ιερό λείψανο έφθασε στην Αθήνα την 25η Απριλίου 1871 μ.Χ., όπου οι Αθηναίοι του επεφύλαξαν πάνδημη υποδοχή. Με κατάνυξη και αγαλλίαση εναπετέθη στον Καθεδρικό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, όπου φυλάσσεται μέχρι σήμερα σε περίβλεπτη λάρνακα.

Στις 10 Απριλίου 1921 μ.Χ. ανακηρύχθηκε Άγιος από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος




Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α'. Τῆς ἐρήμου πολίτης.


Δημητσάνης τὸν γόνον βυζαντίου τὸν πρόεδρον, καὶ τῆς Ἐκκλησίας ἁπάσης, γέρας θεῖον καὶ καύχημα. Γρηγόριον τιμήσωμεν πιστοί, ὡς Μάρτυρα Χριστοῦ πανευκλεῆ, ἶνα λάβωμεν πταισμάτων τὸν ἱλασμόν, παρὰ Θεοῦ κραυγάζοντες. Δόξα τῷ δεδωκότι σου ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐν εὐκλείᾳ οὐρανῶν,  δοξασαντᾶ σε Ἅγιε.  

   




                                             

Δευτέρα 22 Απριλίου 2013

ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ ΜΟΝΟΣ 1/10 - Οι Πύρινες Γλώσσες














Η σταυροαναστάσιμη πορεία της Ορθοδοξίας

Ομιλία του Σεβ. Μητροπολίτου Αττικής και Βοιωτία κ. Χρυσοστόμου κατά την Κυριακή της Ορθοδοξίας 2013.


Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας 2013.


Ἡ σταυροαναστάσιμη πορεία τῆς Ὀρθοδοξίας διὰ μέσου τῶν αἰώνων


Ὑπὸ τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας  κ.  Χρυσοστόμου.


        Ὁ ἱερός Μελωδός Μακαριώτατε πάτερ καί δέσποτα Ἀρχιεπίσκοπε τῶν Γ.Ο.Χ. Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ.κ. Καλλίνικε ἀναφωνεῖ: «Σκιρτῶντες μετ’ εὐφροσύνης σήμερον, πιστοί βοήσωμεν˙ Ὡς θαυμαστά τά ἒργα σου Χριστέ καί μεγάλη ἡ δύναμις, ὁ τήν ἡμῶν ὁμόνοιαν, καί συμφωνίαν ἐργασάμενος.»[1]. Καί μαζί μέ τόν ὑμνογράφο μποροῦμε κι ἐμεῖς Σεβασμιώτατε καί Θεοφιλέστατοι ἃγιοι ἀρχιερεῖς, τίμιο πρεσβυτέριο καί ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί νά ἀναφωνήσουμε: «Ἡμέραν χαρμονικήν θεόφρονες, δεῦτε τελέσωμεν˙ νῦν Οὐρανός εὐφραίνεται καί γῆ, καί Ἀγγέλων τά τάγματα, καί τῶν βροτῶν τά συστήματα διαφερόντως ἑορτάζοντα.»[2].



        Σήμερα ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία λαμπροφορεμένη καί ἀπαστράπτουσα ἑορτάζει τήν ἀναστήλωση τῶν Ἁγίων Εἰκόνων. Μνήμην ποιεῖ καί τῶν Ἁγίων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι μέ τόν θεόπνευστο λόγο τους καί τήν δράση τους ἀντιτάχθηκαν στά διατάγματα πού ἂλλαζαν «ἰῶτα ἓν, ἢ μιάν κεραίαν» ἀπό τήν ὀρθόδοξη πίστη, λατρεία καί παράδοση.



        Ἂς δοῦμε λοιπόν ἀγαπητοί ἀδελφοί τήν σταυροαναστάσιμη πορεία τῆς «φίλης» Ὀρθοδοξίας μέσα στούς διχασμούς τῆς Εἰκονομαχίας, τοῦ Σχίσματος, τοῦ αὐτοκεφάλου τῆς ἐν Ἑλλάδι Ἐκκλησίας καί τῆς καινοτόμου ἀλλαγῆς τοῦ ἑορτολογίου. Ἂς δοῦμε ὃμως ἐπίσης τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία καί ποῦ θά ὁδηγηθοῦμε, ἐάν ὑπακούσουμε στήν ἐντολή: «στήκετε καί κρατεῖτε τάς παραδόσεις»!



        Ἡ ἒναρξη τῆς Εἰκονομαχίας τοποθετεῖται τό 726 μ.Χ., ὃταν αὐτοκράτορας τοῦ Ἀνατολικοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους -τοῦ λανθασμένα ἀποκαλουμένου «Βυζάντιο»- ἦταν ὁ Λέων Γ’ ὁ Ἲσαυρος, πού καταγόταν ἀπό τήν Ἀνατολή καί εἶχε δεχθεῖ ἐπιρροές ἀπό τόν Μονοφυσιτισμό καί ἀπό τίς θρησκευτικές ἀντιλήψεις τῶν Ἑβραίων καί τῶν Ἀράβων. Ἡ εἰκονομαχική πολιτική δέν ἐξυπηρετοῦσε κανένα σκοπό καί ἡ ἀπόφαση γιά τήν ἀπαγόρευση τῆς προσκυνήσεως τῶν εἰκόνων ἐλήφθη χωρίς τήν σύμφωνη γνώμη τοῦ Πατριάρχη. Πιό ἀδιάλλακτος ἀπό τούς εἰκονομάχους αὐτοκράτορες φάνηκε ὁ Κωνσταντῖνος Ε’, στά χρόνια τοῦ ὁποίου ἦταν ἒντονη ἡ ἀντιμοναχική πολιτική ἀφοῦ τίς εἰκόνες ὑπερασπίζονταν, κυρίως, οἱ μοναχοί. Τό 787 μ.Χ. ἡ αὐτοκράτειρα Εἰρήνη Ἀθηναία, ἐπίτροπος τοῦ ἀνηλίκου ὑιοῦ της Κωνσταντίνου Στ’, συγκάλεσε τήν Ζ’ Οἰκουμενική Σύνοδο, στήν ὁποία ἀποφασίσθηκε ἡ ἀποκατάσταση τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων, ἀλλά ταυτόχρονα καταδικάσθηκε ὁποιαδήποτε ὑπερβολή στήν προσκύνησή τους.



        Ἂς ἀκούσουμε στό σημεῖο αὐτό τά λόγια τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, ὁ ὁποῖος γράφει χαρακτηριστικά: «Ἐφόσον προσκυνῶ καί σέβομαι τόν Σταυρό καί τήν Λόγχη, τόν Κάλαμο καί τόν Σπόγγο, μέ τά ὁποῖα οἱ θεοκτόνοι Ἰουδαῖοι προσέβαλαν καί σκότωσαν τόν Κύριό μας, γιατί ὃλα αὐτά στάθηκαν τά ὂργανά τοῦ ἒργου τῆς Σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων, πῶς νά μήν προσκυνήσω καί τίς Εἰκόνες πού παρασκευάζουν οἱ πιστοί μέ ἀγαθή προαίρεση καί μέ σκοπό τήν δοξολογία καί τήν ἀνάμνηση τῶν Παθῶν τοῦ Χριστοῦ; Καί ἐφόσον προσκυνῶ τήν εἰκόνα τοῦ Σταυροῦ πού κατασκευάζεται μέ ὁποιοδήποτε ὑλικό, πῶς νά μήν προσκυνήσω τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ πού κατέστησε σωτήριο τόν Σταυρό; Τό ὃτι δέν προσκυνῶ τήν ὓλη αὐτό εἶναι φανερό διότι ἂν καταστραφεῖ τό ἐκτύπωμα ἑνός σταυροῦ, πού εἶναι κατασκευασμένος ἀπό ξύλο, παραδίδω τό ξύλο στήν φωτιά. Τό ἲδιο συμβαίνει καί μέ τό ξύλο τῶν εἰκονισμάτων, ὃταν αὐτό καταστραφεῖ.»[3].



        Ἡ θεολογία τοῦ Ἁγίου χαρακτηρίζεται ἀπό τήν ἐπιβλητική ἒμφαση πού δίνει στίς Ἱερές Εἰκόνες. Ἡ Εἰκόνα ἐξαίρεται ὡς ἀναγκαῖος θεσμός γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου! Οἱ Καππαδόκες Πατέρες, ἀπό τούς πρωτοβυζαντινούς ἢδη αἰῶνες, συνέβαλαν ἀποφασιστικά μέ τά συγγράμματά τους στήν ἀποδοχή τῆς εἰκονιστικῆς τέχνης. Αὐτοί, ὑπό τήν ἂμεση ἐπίδραση τῆς κλασσικῆς παιδείας, εἶδαν τήν εἰκαστική τέχνη ὡς παιδαγωγικό μέσο, ὡς βιβλίο τῶν ἀγραμμάτων πού συμπληρώνει τό κατηχητικό ἒργο τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἃγιος Γρηγόριος Νύσσης γράφει: «οἶδε γάρ καί γραφή σιωπῶσα ἐν τοίχῳ λαλεῖν καί τά μέγιστα ὠφελεῖν»[4]. Ἡ λατρεία τῶν εἰκόνων εἶναι καθῆκον. Ἡ εἰκόνα διευκρινίζει τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί μάλιστα μέ μιά μονοσήμαντη σαφήνεια πού δέν διαθέτει ὁ λόγος. Ὁ Ἃγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός καταλήγει στήν θεμελιώδη ρήση: «Εἶδα τήν ἀνθρωπόμορφη εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καί ἡ ψυχή μου σωθηκε»[5].
        Τό 815 μ.Χ. ὃμως ὁ αὐτοκράτωρ Λέων Ε’ Ἀρμένιος, σέ σύνοδο πού πραγματοποιήθηκε στήν Ἁγία Σοφία, ἀνακινεῖ τήν Εἰκονομαχία κατηγορώντας τήν αὐτοκράτειρα Εἰρήνη τήν Ἀθηναία, ὃτι ἀναστήλωσε τίς εἰκόνες παρασυρμένη ἀπό γυναικεία «ἀφελότητα» (ἓως ἂν τό βασιλεύειν ἐξ ἀνδρῶν εἰς γυναῖκα μετέπεσε καί τῇ γυναικείᾳ ἀφελότητι ἡ ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ ἐπημαίνετο)[6]. Τό πολιτικό καί ἐκκλησιαστικό ζήτημα τῆς Εἰκονομαχίας λήγει ὁριστικά τό 843 μ.Χ. , ὃταν ἡ αὐτοκράτειρα Θεοδώρα, ἐπίτροπος τοῦ ἀνηλίκου υἱοῦ της αὐτοκράτορα Μιχαήλ Γ’, ἀποφασίζει τήν ὁριστική ἀναστήλωσή τους. Τό εἰκονομαχικό κίνημα, πού συντάραξε γιά ἓναν περίπου αἰώνα τήν Βυζαντινή Αὐτοκρατορία, ἒληξε μέ τήν πλήρη ἐπικράτηση τῶν εἰκονοφίλων. Τόν θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας γιορτάζει μέχρι καί σήμερα ἡ Ἐκκλησία τήν Α’ Κυριακή τῶν Νηστειῶν, δηλαδή τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας.



        Στήν διάρκεια τῆς Εἰκονομαχίας ἀνεφάνησαν νέοι Μάρτυρες καί Ὁμολογητές, ἀπό τούς ὁποίους χαρακτηριστικά ἀναφέρουμε: τούς Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως Ταράσιο καί Μεθόδιο, τόν Ὃσιο Θεόδωρο τόν Στουδίτη, τόν Ὃσιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό, τούς Ἁγίους Θεόδωρο καί Θεοφάνη Γραπτούς. Οἱ Πατέρες αὐτοί ἀγωνίσθηκαν κατά τήν διάρκεια τῆς Εἰκονομαχίας καί ὑπερασπίσθηκαν τήν ἀπόφαση τῆς Στ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἡ ὁποία καθιέρωσε τήν προσκύνηση τῶν Εἰκόνων. «Οἱ Ἃγιοι Πατέρες γνώρισαν τήν πτώση τοῦ Ἀδάμ ἐμπειρικά, βίωσαν τόν «ἀδαμιαῖο θρῆνο», ἀφοῦ προηγουμένως γνώρισαν προσωπικά τήν μέθεξη τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ ἀκτίστω Φωτί στήν ὑπόσταση τοῦ Λόγου.»[7]. Οἱ ἱεροί ἁγιογράφοι ἂλλωστε «ἱστόρησαν» τίς εἰκόνες ὀρθόδοξα καί ἀληθινά γιατί ζοῦσαν τά στάδια τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως, δηλαδή τήν κάθαρση τῆς καρδιᾶς, τόν φωτισμό τοῦ νοός καί τήν θέωση, καί ἐπέτυχαν στήν ὀρθόδοξη ἁγιογραφία νά περάσουν τά ἀποτελέσματα τῆς θεώσεως, πού εἶναι ἡ θέα τοῦ Ἀκτίστου Φωτός, ἡ ἓνωση θείας Χάριτος καί ἀνθρωπίνης παραδόσεως. Ἡ τέχνη χωρίς τήν ἀσκητική καί θεραπευτική μέθοδο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἁπλῶς αἰσθητική. Δυστυχῶς ἐμεῖς οἱ σύγχρονοι νεοέλληνες πάσχουμε ἀπό αὐτήν τήν ἀνθρώπινη ἀθεράπευτη αἰσθητική.



       Εἶναι χαρακτηριστικό τῆς βυζαντινῆς πολιτικῆς -ὃπως σημειώνει καί ὁ Μέγας Βασίλειος- ὃτι τόσο ἡ ἐκκλησιαστική, ὃσο καί ἡ πολιτική διακονία, «εἰς ἓν ὁρῶσι τέλος τήν τῶν ὑπηκόων σωτηρίαν», δηλαδή σέ ἓναν σκοπό ἀποβλέπουν, στήν σωτηρία τοῦ λαοῦ. Γι’ αὐτό οἱ αἱρέσεις –καί ἀνάμεσά τους καί ἡ Εἰκονομαχία- ἀντιμετωπίζονταν μέ τόσο πάθος καί ἀγωνία˙ γιατί ἒκλειναν τόν δρόμο στήν θέωση καθιστώντας ἀδύνατη τήν σωτηρία. Γι’ αὐτό τό Βυζάντιο, δηλαδή ἡ Ρωμανία, τό 1054 ἀναγκάσθηκε νά διαχωρισθεῖ ἀπ’ τήν δυτική-παπική ἐκκλησία καθώς ἡ αὐθαίρετη εἰσαγωγή τοῦ filoque στό Σύμβολο τῆς Πίστεως καί τό πρωτεῖο τοῦ Πάπα ἒρχονταν σέ πλήρη ἀντίθεση μέ τά δόγματα ὅλων τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Καί ἦταν ὁ Πάπας καί τό μῖσος του γιά τήν Ὀρθοδοξία ἡ αἰτία τόσο τῆς πρώτης ἁλώσεως καί τῆς ἀνήκουστης λεηλασίας τῆς Βασιλεύουσας τό 1204 ἀπό τούς Σταυροφόρους, ὃσο καί τῆς δεύτερης ἀπό τούς Τούρκους τό 1453, ὃταν ὂχι μόνο δέν ἒστειλε βοήθεια στούς λίγους ὑπερασπιστές τῆς Πόλης, ἀλλά καί τούς ἂφησε νά σφαγιασθοῦν!



        Καί ἡ Ὀρθοδοξία συνεχίζει καί στήν διάρκεια τοῦ 19ου αἰώνα νά πολεμεῖται ἀπ’ τούς ἐχθρούς της καί νά ἀνηφορίζει στόν δρόμο τοῦ Γολγοθᾶ. Τό 1833 περίπου, μέ τίς ἀποφάσεις τῆς βαυαρικῆς Ἀντιβασιλείας τῶν: Ἂρμανσμπεργκ, Μάουερ καί Χέϊδεκ καί τήν ὑποστήριξη τοῦ Ἀδαμαντίου Κοραῆ καί τοῦ Θεοκλήτου Φαρμακίδη, ἡ ἐν Ἑλλάδι Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐγκαταλείπει τήν μητέρα Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί δημιουργεῖται τό αὐτοκέφαλο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἒτσι τό Πατριαρχεῖο τῶν Ρωμηῶν, τό ὁποῖο κράτησε κραταιά καί ἀλώβητη τήν Ὀρθοδοξία καί το χριστεπώνυμο ποίμνιο του στά χρόνια τῆς ζοφερῆς Τουρκοκρατίας ὡς millet (μιλλέτ), δηλαδή ὡς θρησκευτική κοινότητα καί ἐθνότητα, ἀποδυναμώνεται! Παράλληλα ὃμως οἱ Βαυαροί, ἀγνοώντας τόσο τήν δημοκρατική δομή, ὃσο καί τόν βαθμό τῆς παραδοσιακῆς ἀνεξαρτησίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, θέτουν τόν κλῆρο ὑπό τόν ἒλεγχο τῆς Κυβερνήσεως. Ταυτόχρονα, ὁ ἀνήλικος βασιλιᾶς Ὂθωνας, ἂν καί Παπικὸς στό θρήσκευμα, ὀνομάζεται κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας!



        Ὃμως παρ’ ὃλες τίς αἱρέσεις καί τά ἐγκλήματα εἰς βάρος της, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στέκει κραταιά. Ὃπως ἡ Εἰκονομαχία ἦταν αἳρεση καί ταυτόχρονα πολιτική τῶν βυζαντινῶν αὐτοκρατόρων, ἒτσι αὐθαίρετη πολιτική ἦταν καί ἡ ἀλλαγή τοῦ ἑορτολογίου τό 1924 ἀπό τήν Ἑλληνική Κυβέρνηση καί τήν Ἐκκλησία. Ἡ ἀλλαγή τοῦ ἑορτολογίου ἦταν ἓνα ἀκόμη καίριο πλῆγμα στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ὃπως ὁ λαός τῆς Ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας διχάσθηκε στήν διάρκεια τῆς Εἰκονομαχίας, ἒτσι καί ἡ ἀπόφαση αὐτή δίχασε τό ποίμνιο σέ Παλαιοημερολογῖτες καί Νεοημερολογῖτες.



        Ὃσοι παρέμειναν σταθεροί, συσπειρώθηκαν καί δημιούργησαν τήν πρώτη Ὀρθόδοξη Κοινότητα τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τό 1926, ἓναν ἀκριβῶς χρόνο μετά τό μέγα θαῦμα τῆς Θεόθεν Βεβαιώσεως. Ἡ Γ’ Ἐμφάνιση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἒλαβε χώρα στίς 13 Σεπτεμβρίου 1925 στίς 11 τή νύχτα, στό ὂρος Ὑμηττός στήν Ἱερά Μονή τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου. Μέ τόν τρόπο αὐτό ὁ Ἲδιος ὁ Χριστός ἒδωσε δύναμη καί θάρρος στούς πιστούς νά συνεχίσουν τόν Ἃγιο Ἀγώνα τους. Ἡ Χάρις τοῦ Κυρίου ἐνδυνάμωσε τό ποίμνιο πού δέν ἢθελε νά φραγκέψει καί νά  παραδώσει «γῆν καί ὓδωρ» στόν ‘’Πάπα’’ καί τήν Δυτικὴ ‘’Ἐκκλησία’’ . Συγκροτώντας καί δημιουργώντας Ἱερούς Ναούς, Μοναστήρια καί συλλόγους μέ 800 παραρτήματα σέ ὁλόκληρη τήν χώρα κατόρθωσαν νά διαφυλάξουν τήν πίστη τους παρ’ ὃλο πού οἱ ἱερεῖς τήν περίοδο ἐκείνη ἦταν ἐλάχιστοι! Συλλήψεις, φυλακίσεις, ἀποσχηματισμοί κληρικῶν καί ἐξορίες λαμβάνουν χώρα στήν διάρκεια τῶν διωγμῶν. Ἀπό τό 1924 καί ἒπειτα καί κυρίως τήν περίοδο 1952-1954 νέοι εὐλαβεῖς ἀγωνιστές κληρικοί καί λαϊκοί ἀναδύονται.



        Στό σημεῖο αὐτό ἂς ἀναφέρουμε χαρακτηριστικά τούς: πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομο, Κυκλάδων Γερμανό, Ἀστορίας Πέτρο, Ταλαντίου Ἀκάκιο, Πενταπόλεως Καλλιόπιο, Ἀθηνῶν Χρυσόστομο καὶ πολλοὶ ἄλλοι Ἀρχιερεῖς . Οἱ Ἱεράρχες αὐτοί  μαζί μέ Γέροντες ὃπως οἱ: Ἰωάννης Φλῶρος,  Ἱερώνυμος Αἰγίνης, Ἰωάννης Αμφιάλης, Εὐγένιος Λεμονῆς, Χρυσόστομος Σταμούλης, Νήφων Ἀστυφίδης καί πολλοί ἂλλοι καθώς καί τό λοιπό πλῆθος τῶν ἁπλῶν ἀνθρώπων, ὃπως ἡ Αἰκατερίνη Ρούτη (θῦμα τῆς βίας κατά τῶν παλαιοημερολογιτῶν), ἒγραψαν μέ τήν δική τους θυσία καί προσφορά νέες σελίδες στήν ἱστορία τῆς Σταυρωμένης Ὀρθοδοξίας.
        Δυστυχῶς ὃμως καί στίς ἡμέρες μας ὑπάρχουν ἂνθρωποι πού μάχονται τήν Ὀρθοδοξία. Τέτοια ἐχθρική καί πολέμια στάση κράτησε τό σοβιετικό καθεστώς στούς Ὀρθοδόξους ὑπηκόους τῶν χωρῶν τῆς πρώην Σοβιετικῆς Ἑνώσεως. Οἱ Ὀρθόδοξοι ἐξακολουθοῦν νά πολεμοῦνται καί στίς ἰσλαμικές χῶρες, ὃπως στήν Τουρκία, στήν  Αἲγυπτο, στόν Λίβανο, στήν Συρία καί ἀλλοῦ, ὃπου ἀποτελοῦν μεινοτικούς πληθυσμούς.



        Ἂς ὑπογραμμίσουμε ὃμως στό σημεῖο αὐτό ὃτι πολέμιοι τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι καί οἱ Οἰκουμενιστές, Ἀρχιερεῖς καί ἱερεῖς. Αὐτοί μέ τίς αἱρετικές δοξασίες τους καί τό δυτικό φρόνημά τους, μέ τά συλλείτουργα καί τίς συμπροσευχές τους μέ αἱρετικά δόγματα (Ἀγγλικανούς, Προτεστάντες, Λατίνους κλπ) ἀπεμπολοῦν τήν Ὀρθοδοξία. «Στῶμεν καλῶς»! Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί ἒχουμε χρέος νά ἀκολουθήσουμε καί νά διατηρήσουμε ἀνόθευτη τήν πίστη καί τήν παράδοση τῶν Ἁγίων Πατέρων καί ὅλων τῶν  Οἰκουμενικῶν Συνόδων! Στόν ἀγώνα μας αὐτόν ἒχουμε στήριγμά μας τόν Κύριο Ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό˙ Αὐτόν πού δόξασε τό ἒθνος μας καί μέ τήν Χάρη τοῦ Ὁποίου προσθέσαμε νέες σελίδες ἐνδόξου πολιτισμοῦ, μέ βάση τό ἑλληνορθόδοξο ἰδεῶδες, δίπλα στίς ἢδη ὑπάρχουσες! Ὃσοι ἀνά τούς αἰῶνες πολεμοῦν τήν Ὀρθοδοξία, τήν κραταιώνουν˙ ὃσο τήν ἀδικοῦν, τόσο δικαιώνεται˙ ὃσο προσπαθοῦν νά τήν ἐξαφανίσουν, τόσο ζωντανή παραμένει! «Σκληρόν πρός κέντρα λακτίζειν»!



        Στό σημεῖο αὐτό ὃμως ἀδελφοί εἶναι ἀπαραίτητο νά τονίσουμε τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία! Γιατί τόσοι Μάρτυρες, Ὃσιοι καί Ὁμολογητές σ’ὃλο τό διάβα τῆς Χριστιανικῆς ἱστορίας ἔδωσαν τό αἷμα τους ἢ ἐπέλεξαν τήν σταυροαναστάσιμη πορεία τοῦ μαρτυρίου τῆς συνειδήσεως; Ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση δέν εἶναι ἓνας ἐξωτερικός πολιτισμός, ἀλλά τρόπος ζωῆς! Εἶναι ὁ δρόμος πού ὁδηγεῖ στήν ὂντως Ζωή˙ «Ἐγώ εἰμί ἡ ὁδός, ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή» θά διαλαλεῖ στούς αἰῶνες ὁ Ἀναστάς Χριστός!



         Ἡ Ἐκκλησία εἶναι θεραπευτήριο ψυχῶν. Σκοπός ὃλων μας εἶναι να θεραπευθοῦμε, μέσῳ τῶν Μυστηρίων γιά νά δοῦμε τόν Θεό ὡς Φῶς καί σ’ αὐτήν καί στήν ἂλλη ζωή. Ἡ Ἐκκλησία ἒχει ὡς κριτήριο τῆς ποιμαντικῆς θεραπευτικῆς τήν ἐπίτευξη τῆς πνευματικῆς θεραπείας μέ τό ἂνοιγμα τῆς πορείας τοῦ ἀνθρώπου πρός τήν θέωση[8]. Θεραπεύοντας, δηλαδή, τόν ἂνθρωπο τόν προετοιμάζει νά βλέπει τόν Χριστό αἰώνια ὡς Παράδεισο καί ὂχι ὡς Κόλαση. Ἡ Ὀρθοδοξία, ὡς Ὀρθοδοξία, γεννᾶ Ἁγίους καί κατορθώνει μέ τόν τρόπο αὐτό νά παραμένει στόν κόσμο ἒτσι, ὡς χῶρος δηλαδή ἁγιασμοῦ καί ἁγιότητος.



        Στίς δύσκολες μέρες πού ἡ Ἑλλάδα διανύει σήμερα, εἶναι ἀναγκαῖο νά θυμόμαστε ὃτι ἡ Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά ταυτιστεῖ μέ ἐνδοκοσμικές καταστάσεις, μέ πολιτικά κόμματα, μέ ἐθνικισμούς. Ἡ Ἐκκλησία κινεῖται ἀκόμη καί ὑπεράνω τῶν πατρίδων, χωρίς ὃμως νά τίς καταργεῖ. Ἂλλωστε οἱ ἀγωνιστές τοῦ ’21 ὁρκίστηκαν στό Ἱερό Εὐαγγέλιο ὃτι θά ἀγωνισθοῦν πρῶτα ὑπέρ πίστεως καί ὓστερα ὑπέρ πατρίδος. Χαρακτηριστική εἶναι ἡ φράση τοῦ γέρου τοῦ Μωριᾶ, τοῦ Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, «ὃταν ἐπιάσαμε τά ὃπλα εἲπαμε πρῶτα ὑπέρ πίστεως καί ὓστερα ὑπέρ πατρίδος». Τό πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ οὐρανός καί ὁ Χριστιανός ζῆ μέσα σέ μία ἐσχατολογική προσδοκία βιώνοντας ἀπό τώρα καί ἐν ἀρραβῶνι τήν αἰώνια ζωή.



        Οἱ ἡμέρες τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς μᾶς καλοῦν νά ἀγωνισθοῦμε καί νά προσπαθήσουμε νά τοποθετήσουμε τήν αἰωνιότητα σέ κάθε λεπτομέρεια τῆς καθημερινότητάς μας. Τό φρόνημα καί ἡ καρδιά μας νά χτυποῦν γιά ὃσα δέν ἒχουν τέλος, γιά ὃσα ζοῦν στόν αἰῶνα. Αὐτή εἶναι ἡ Ἐκκλησία μας! Ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν Παῦλος διακηρύττει ὃτι «ἡμῶν τό πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει»!



        Ἡ Ὀρθοδοξία μπορεῖ νά μᾶς βοηθήσει νά ἀνακαλύψουμε τόν θησαυρό τῆς θεϊκῆς κληρονομιᾶς πού ὁ Θεός ἒχει τοποθετήσει μέσα μας. Μέ τόν τρόπο αὐτό εἶναι δυνατόν νά ξεφύγουμε ἀπό τήν μιζέρια καί τήν κακομοιριά τῆς ἁμαρτίας καί τῆς ἂρρωστης πνευματικῆς μας νοοτροπίας. Ἒτσι μόνο θά ἀξιωθοῦμε νά γιορτάσουμε πνευματικά καί μέ τόν ἀνώτερο νοῦ μας τά Πάθη τοῦ Κυρίου καί τήν ζωηφόρο Ἀνάστασή Του.



        Ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανισμός εἶναι ἡ μοναδική ἀληθινή «θρησκεία» Πίστη , ἡ ὁποία ἀποκαλύφθηκε στόν κόσμο μας ἀπό τόν ἲδιο τόν Ἐνανθρωπήσαντα Χριστό. Ἡ Ὀρθοδοξία, πού εἶναι μία πρόκληση καί μία πρόσκληση σέ μία συγκινητική καί συνάμα καταπληκτική περιπέτεια, ἒχει διατηρήσει τήν διδασκαλία της ἀναλλοίωτη ἀνά τούς αἰῶνες. Ὁ Χριστός εἶναι προσιτός, φιλικός, συγχωρητικός. Δέν περιφρονεῖ τούς ἁμαρτωλούς, ἀλλά ἀντίθετα κατανοεῖ τήν ἀδυναμία μας, μᾶς συγχωρεῖ, μᾶς ἀγαπᾶ καί θυσιάζεται γιά ἐμᾶς. Ἡ Ὀρθόδοξη παράδοση καί διδασκαλία εἶναι γιά ἀνθρώπους αἰσιόδοξους καί μαχητικούς«Τέκνον Τιμόθεε  νῆφε ἐν πᾶσι, κακοπάθησον» προτρέπει τόν μαθητή του -Ἀπόστολο Τιμόθεο- ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ἀφήνοντας τήν φράση αὐτή αἰώνια παρακαταθήκη σέ ὃλους τούς ἀγωνιζομένους Χριστιανούς. Εἶναι γεγονός ὃτι οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί ἀγωνίζονται νά εἶναι γνήσιοι καί ἀκέραιοι. Γιά νά ἀναστηθεῖ ὁ Χριστιανός εἶναι ἀναγκαῖο νά σταυρωθεῖ! Ἡ Ὀρθοδοξία ἀγαπητοί μου, δέν μπορεῖ νά διδαχθεῖ, ἀλλά μόνο νά βιωθεῖ! Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι μία ἀνοιχτή, στοργική, μητρική ἀγκαλιά πού ἀναπαύει τά παιδιά της!



        2013 χρόνια ἡ Ὀρθοδοξία ὑπῆρξε τό μοναδικό παγκόσμιο φαινόμενο, τό ὁποῖο παρά τίς αἱρέσεις καί τούς διωγμούς ἐξακολουθεῖ να ζεῖ ἀλώβητη. Καί αὐτό γιατί ὃλοι οἱ Χριστιανοί ἀνά τούς αἰῶνες πιστεύουμε στόν Ἓνα, μοναδικό Δημιουργό καί Κύριο τοῦ σύμπαντος˙ σ’ Αὐτόν πού εἶναι ἡ Ἀνάσταση˙ στήν Σταυρωμένη Ἀγάπη. Πιστεύουμε στόν Χριστό, ὁ Ὁποῖος πάντα θά διακηρύττει, μέσῳ τῶν θεοπνεύστων Εὐαγγελιστῶν Του: «Ἐγώ εἰμί τό Φῶς τοῦ κόσμου ὁ ἀκουλουθῶν ἐμοί οὐ μή περιπατήσει ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ’ ἓξει τό Φῶς τῆς ζωῆς.». Ὃσοι ἀκολούθησαν τήν ὀρθόδοξη παράδοση ἀξιώθηκαν -μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τόν δικό τους προσωπικό πνευματικό ἀγώνα- νά ὁδηγηθοῦν ἀπό τά γήϊνα στά οὐράνια˙ ἀπό τήν ἐξορία στήν πραγματική κατοικία, στήν καινή κτίση, δηλαδή στόν Παράδεισο. Οἱ ἀνά τούς αἰῶνες σεσωσμένοι μετεῖχαν στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, πού δέν εἶναι ἂλλα ἀπό τό Βάπτισμα, τό Χρῖσμα, τήν Μετάνοια- Ἐξομολόγηση καί κυρίως τήν Θεία Εὐχαριστία, στήν δική τους σταυροαναστάσιμη πορεία πρός τήν κάθαρση τῆς καρδιᾶς, τόν φωτισμό τοῦ νοός καί τήν θέωση.



        Στό σημεῖο αὐτό κρίνεται σκόπιμο νά τονισθεῖ ὃτι ὁ Χριστός ἒδωσε ἐντολή στούς Ἁγίους Του Μαθητές καί Ἀποστόλους: «πορευθέντες οὖν μαθητεύσατε πάντα τά ἒθνη, βαπτίζοντες αὐτούς εἰς τό ὂνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτούς τηρεῖν πάντα ὃσα ἐνετειλάμην ὑμῖν. Καί ἰδού ἐγώ μεθ’ ὑμῶν εἰμί πάσας τάς ἡμέρας ἓως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ἀμήν». Ἂρα ὃποιος ἐπιθυμεῖ νά ἐνταχθεῖ στό σῶμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, θά ὁδηγηθεῖ σ’ αὐτήν διά τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος, τό ὁποῖο σημαίνει τήν τριπλῆ κατάδυση εἰς τό ὂνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος καί ὂχι τό παπικό ράντισμα.



        Τι λυπηρὸ τὸ φαινόμενο, των ἡμερῶν μᾶς, ἀλλὰ καὶ ὅλου τοῦ ἔργου τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἐδῶ καὶ 93 χρόνια μὲ ὅλα τὰ ἀνοίγματα τῶν παλαιοτέρων Πατριαρχῶν καὶ σημερινῶν Προκαθημένων μὲ ἀρχηγὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη πρὸς τὴ δύση.




        Ὑπάρχει Χριστιανὸς ποὺ νὰ μὴ θέλει σωτηρία, θέωση καὶ ἕνωση μὲ τὸ Κύριο;




        Ὑπάρχει Χριστιανὸς ποὺ δὲ δέχεται ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ νὰ εἴμαστε ἑνωμένοι;  Ὅλοι τὸ θέλουμε.




        Βεβαίως μὲ βασικὲς προϋποθέσεις,  νὰ ὑπάρχει τὸ Βάπτισμα καὶ ἡ Ὀρθόδοξη ὁμολογία τοῦ Πιστεύω μας .




        Οἱ Λατῖνοι εἶναι ἀβάπτιστοι εἶναι ραντισμένοι, εἶναι στὴ πλάνη στὴν αἵρεση.  Εἶναι αὐτοὶ ποὺ δημιούργησαν ὅλα τὰ δεινὰ στὸ Χριστιανικὸ κόσμο,  Σταυροφορίες, ὑποδούλωση τῶν Ἑλλήνων γιὰ 400 χρόνια  στοὺς Τούρκους,   ὁ Μαρξισμὸς καὶ ὁ Κομμουνισμὸς ποὺ ἑδραιώθηκαν μόνο σὲ Ὀρθόδοξα κράτη,  ἐπίσης στὸ Β Παγκόσμιο Πόλεμο 820 χιλιάδες Σέρβοι κατακρεουργήθηκαν. Ὅλα αὐτὰ καὶ πολλὰ ἄλλα ἀπὸ τοὺς Λατίνους.



        Δυστυχῶς λοιπὸν ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης  καὶ ὅλες οἱ ἀντιπροσωπεῖες τῶν  λεγομένων   ‘’ Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν’’ παρευρέθησαν  στὴ δῆθεν   ’’ ἐνθρόνιση ‘’   τοῦ    ’’ Πάπα. ‘’



         Ὅπως, ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα  ὁ Κορίνθου Διονύσιος,  ἀπὸ  τὴ Ρωσία ὁ Βολοκολὰμσκ Ἱλαρίων,  ἀπὸ  τὴ Κύπρο  ὁ Κύκκου  Νικηφόρος καὶ ὁ Ταμασοὺ  Ισαϊας.  ( Ἔτσι  πιστεύουν οἱ ἀδελφοὶ μας οἱ Κύπριοι ὅτι θὰ ἀπεγκλωβιστοῦν ἀπὸ τὰ δεσμὰ ποὺ τοὺς ἔχει ἐπιφέρει ἡ Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση, προσκυνώντας τὸν Αἱρεσιάρχη Πάπα;, γι' αὐτὸν ποὺ  ὁ Πατροκοσμὰς  ὁ Αἰτωλὸς διακήρυσσε στεντορεία  τὴ φωνὴ «Τον πάπα νὰ καταρᾶσθε διότι αὐτὸς θὰ εἶναι ἡ αἰτία τοῦ κακοῦ»)



        Θέλω νὰ θέσω ἕνα  ἐρώτημα. Ὁ σημερινὸς λεγόμενος ‘’Πάπας’’ καὶ οἱ προκάτοχοι αὐτοῦ ἀπὸ τὸ 1054 ἕως  σήμερα εἶναι Ἐπίσκοποι Ρώμης,  εἶναι πάπες; Οἱ ἀβάπτιστοι;




        Ὄχι!!!




        Ὅσο καὶ νὰ βροντοφωνάζουν , ὅσο καὶ νὰ γράφουν θεολογικὰ καὶ νομικά,  ὅσο καὶ νὰ ἀναθεματίζουν  τοὺς αἱρετικοὺς καὶ  ἰδιαιτέρως τοὺς Λατίνους οἱ δῆθεν συντηρητικοὶ τοῦ νέου ἡμερολογίου ,  οὐσιαστικὰ κάνουν  χαρτοπόλεμο, διότι καὶ κοινὸ ποτήριο ἔχουν μὲ τὸν Οἰκουμενικό καὶ μὲ ὅλους ὅσους προανέφερα ποὺ παρευρέθησαν στὴν ‘’ἐνθρόνιση  τοῦ πάπα.’’




        Δὲν πιστεύω νὰ ἀγνοοῦν  τὸ   ‘’ὁ κοινωνῶν ἀκοινωνήτω ἀκοινώνητος έσται ‘’!!!!




        Εἶναι ἀναγκαῖο νά ὑπακοῦμε στίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, διότι εἶναι σέ ὃλους μας γνωστό ὃτι ἡ ὑπακοή ὁδηγεῖ στήν ζωή, ἐνῶ ἡ παρακοή στόν θάνατο. Τὸ βάπτισμα εἶναι ἡ ἐντολὴ τοῦ Κυρίου καὶ ὄχι τὸ ράντισμα τῶν Λατίνων. Ποιός λοιπόν ἀπό ἐμᾶς θά ἀλλοιώσει ἢ θά ἀλλάξει τόν διαχρονικό Λόγο τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἁγίων Του; Ποιός δέν θά παραμείνει πιστός «ἂχρι θανάτου», ἀφοῦ ὁ Κύριος μᾶς λέει ὃτι «ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος οὗτος σωθήσεται.»;



        Ποιός δέν θά κλίνει γόνυ ψυχῆς καί σώματος στά αἰώνια λόγια τοῦ Δωρεοδότη «ἐν τῇ ὑπομονὴ ὑμῶν κτήσασθε τά ψυχάς ὑμῶν»; Ἡ Ἑλληνορθόδοξη πατρίδα μας ἐπεβίωσε σ’ ὃλες τίς δύσκολες περιόδους τῆς ἐνδόξου ἱστορίας της καί κυρίως στά χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας καί τῆς Γερμανικῆς Κατοχῆς, χάρη στήν ὑπομονή καί τήν πίστη τῶν ἁγνῶν ἀνθρώπων στήν  Ὀρθόδοξη παράδοση.



        Ἀγαπητοί ἀδελφοί, ἡ παράδοση δέν εἶναι ἁπλῶς ἡ μελέτη τοῦ παρελθόντος, οὒτε τά ἀρχαιολογικά μνημεῖα! Ἡ παράδοση εἶναι ἡ μέθοδος τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου μέσα ἀπό τό τρίπτυχο τῆς καθάρσεως, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως˙ αὐτό παραδίδεται ἀπό γενιά σέ γενιά.




         Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι καί Θεοφιλέστατοι ἃγιοι ἀρχιερεῖς, τίμιον πρεσβυτέριον, χορεία τῶν διακόνων, ὁσιότατοι μοναχοί καί μονάζουσαι, ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, ἡ Ἐκκλησία μας σήμερα τιμᾶ τούς Ἁγίους Πατέρες, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίσθηκαν νά τηρήσουν ἀμόλυντη τήν Ὀρθοδοξία καί νά μεταλαμπαδεύσουν ἀνόθευτη τήν πίστη καί τήν παράδοσή της. Οἱ Πατέρες εἶναι τό φῶς τοῦ κόσμου˙ οἱ πνευματικοί φάροι τῆς Βασιλείας˙ τά τεκμήρια τῆς ἁγιότητος˙ «ἐπιστολή Χριστοῦ γινωσκομένη καί ἀναγινωσκομένη ὑπό πάντων ἀνθρώπων». Εἶναι αὐτοί πού ὡς «δοῦλοι γνησιώτατοι Χριστοῦ καί τοῦ ἐνθέου κηρύγματος, μύσται ἱερώτατοι»[9] πρεσβεύουν γιά τήν ἐπίτευξη τοῦ λόγου τῆς ὑπάρξεώς μας σ’ αὐτόν τόν κόσμο, δηλαδή γιά τήν σωτηρία τῶν ψυχῶν μας.



------------------------------------------------

1. Ἰδιόμελον τοῦ Ὂρθρου τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας, Τριώδιον, ἐκδόσεις ΦΩΣ, Ἀθῆναι 1983, σελ. 145.
2. ὃ.π., σελ. 146.
3.  Ἰωάννης Δαμασκηνὸς, Περὶ Εἰκόνων Λόγ. Β’, Patrologia Graeca , τόμος 94, κεφ. 19, στήλη 1305.
4. Νικόλαος Γκιολές, Παλαιοχριστιανική μνημειακή Ζωγραφική, (π. 300-726), Ἀθήνα 2007, σελ. 18-19.
5. H.-G. Beck, Ἱστορία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στὴ Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία, μέτ. Ι. Ἀναγνώστου, Ἱστορικὲς ἐκδόσεις Στ. Βασιλόπουλος, Ἀθήνα 2004, σελ. 213-214.
6. P. J. Alexander, The Iconoclastic Council of St. Sophia (815) and its Definition (Horos), DOP. 7, 1953, App. 59, ἀρ. 7 [= Religious and Political History and Thought in the Byzantine Empire, Λονδίνο 1978, ἀρ. VIII.].
7. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου, Ἐμπειρική Δογματική τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, κατά τίς προφορικές παραδόσεις τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, Τόμος Β΄, Ἐκδόσεις Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου, Ἒκδοση Α’ 2010, σελ. 204.
8. Πρωτοπρ. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ, Δοκίμια  Ὀρθόδοξης Μαρτυρίας, Έκδόσεις ΑΘΩΣ, Ἀθήνα, χ.χ.  , σελ. 213.
9. ἀπό τούς Αἲνους τῆς Κυριακῆς τῶν Ἁγίων 318 Πατέρων τῆς ἐν Νικαίᾳ Α’ Οἲκουμενικῆς Συνόδου, «Ὃλην εἰσεδεξάμενοι... ὃρον θεοδίδακτον.».