A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΔΙΔΑΚΤΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΔΙΔΑΚΤΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου 2013

῾ΑΒΒΑ, ΝΑ ΠΑΝΤΡΕΥΤΩ Ή ΝΑ ΚΑΛΟΓΕΡΕΨΩ;








῾Καθίστε, παιδιά μου᾽, εἶπε ἥσυχα ὁ γέροντας ᾽Ισαάκ, κι ἔδειξε μέ τό χέρι του στούς δυό νέους τά πρόχειρα καθίσματα πού βρίσκονταν ἔξω ἀπό τό φτωχικό κελλί του. ῾Καθίστε νά ξαποστάσετε λίγο ἀπό τόν κόπο πού κάνατε νά ᾽ρθεῖτε μέχρι ἐδῶ᾽.
 ῾Ο γέροντας ἔσπευσε νά τούς φέρει δυό ποτήρια μέ καθαρό νερό καί τούς τράταρε λίγα ἀποξηραμένα σύκα πού τοῦ εἶχαν φέρει ἄλλοι προσκυνητές. Τράβηξε κι αὐτός ἕνα κάθισμα καί κάθισε κοντά τους.
Οἱ νέοι συνεσταλμένα πῆραν τό κέρασμα καί ἤπιαν μονορούφι τό νερό. ῾Εὐχαριστοῦμε, γέροντα. Τήν εὐχή σου νά ἔχουμε᾽.
῾Ποιός καλός ἄνεμος σᾶς ἔφερε λοιπόν ἀπό ᾽δῶ;᾽ ρώτησε ὁ ἀββᾶς. ῾Πρέπει νά τό λέει ἡ καρδιά κάποιου γιά νά ἀποφασίσει νά ἀνέβει τό βουνό᾽.
῾Γέροντα, ἤρθαμε γιά σένα᾽ πῆρε τόν λόγο ὁ ἕνας πού φαινόταν καί λίγο μεγαλύτερος στήν ἡλικία. ῾Μᾶς ἀπασχολεῖ τό μέλλον μας. ῎Εχουμε λογισμούς γιά τόν δρόμο πού πρέπει νά ἀκολουθήσουμε. Μᾶς θέλγει ἡ οἰκογενειακή ζωή, ἀλλά καί μᾶς συγκινεῖ ἡ ζωή τῆς ἀφιέρωσης. Μᾶς εἶπαν γιά σένα, ὅτι ἐσύ μπορεῖς νά μᾶς βοηθήσεις, νά μᾶς ξεδιαλύνεις τούς λογισμούς᾽.
῾Πνευματικό, παιδιά μου, δέν ἔχετε;᾽ εἶπε μέ ἁπλότητα ὁ ἀββᾶς καί χάϊδεψε τήν μακριά ἄσπρη γενειάδα του. Σταμάτησε λίγο καί τά βαθουλωμένα ἀπό τήν ἄσκηση μάτια του σάν νά θυμήθηκαν κάτι ἀπό τά παλιά.  Συνέχισε. ῾᾽Εκεῖνος στόν ὁποῖο ἐξομολογεῖσθε τίς ἁμαρτίες σας καί πού σᾶς ξέρει καλά στήν ἐσωτερική σας ζωή, ἐκεῖνος εἶναι ὁ πιό κατάλληλος νά σᾶς συμβουλεύσει γιά κάτι τέτοιο. ῎Αν καί γιά μιά τέτοια ἀπόφαση...᾽, ἦταν σάν νά μονολογεῖ ἐδῶ ὁ Γέροντας,  ῾...τόν πρῶτο λόγο τόν ἔχει ὄχι ὁ πνευματικός, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος᾽.
῾᾽Αββᾶ, ἀπευθυνθήκαμε σ᾽ αὐτόν, μᾶς ἄκουσε, μᾶς συμβούλευσε, ἀλλά ἐκεῖνος μᾶς ἔστειλε σέ σένα. ῞Ο,τι σᾶς πεῖ ὁ γέροντας ᾽Ισαάκ, μᾶς τόνισε. ᾽Εκεῖνος εἶναι ὁ χαρισματοῦχος ἀπό τόν Θεό. ῞Ο,τι σᾶς πεῖ᾽.
Δέν μίλησε ὁ γέροντας. Στό ἄκουσμα μάλιστα τοῦ χαρακτηρισμοῦ του ἔσκυψε στό στῆθος του κι ἀναστέναξε βαθιά. ῾῞Ο,τι λάμπει δέν εἶναι χρυσός᾽, σχολίασε σιγανά κι ἕνα δάκρυ κύλησε ἀπό τά χαμηλωμένα μάτια του. Σήκωσε τό κεφάλι του.
῾Παιδιά μου᾽, εἶπε ἀργά. ῾Γιά νά καταλάβετε τόν δρόμο σας, γιά νά εἶναι ἀπό τόν Θεό αὐτό πού θέλετε νά ἀκολουθήσετε στήν ζωή σας, πρέπει πρῶτα ἀπό ὅλα νά τό θέλετε πολύ. Γιατί αὐτό πού ἐσεῖς θέλετε αὐτό τελικά θέλει κι ὁ Θεός. ῾Ο Θεός δέν ἐκβιάζει κανέναν νά πάρει δρόμο πού δέν θέλει καί δέν τοῦ ταιριάζει. Γι᾽ αὐτό κοιτάξτε μέσα σας, στό βάθος τῆς καρδιᾶς σας, κι αὐτό πού θά σᾶς πεῖ ἐκείνη, κάντε το’.
᾽Ακολούθησε μιά μικρή σιωπή. ῾Ο Γέροντας φάνηκε νά ψιθυρίζει κάτι πού οἱ νέοι ἦταν βέβαιοι πώς ἦταν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου. Δέν ἔμειναν ὅμως ἱκανοποιημένοι πλήρως ἀπό τήν ἀπάντηση.
῾Γέροντα᾽, πῆρε θάρρος τώρα περισσότερο ὁ νεώτερος. ῾Δέν ἁγιάζει κανείς εὔκολα ὅταν γίνει μοναχός; ῾Ο κοσμικός ἄνθρωπος καί μάλιστα ὁ οἰκογενειάρχης εἶναι σάν ἁλυσοδεμένος. Θά πρέπει νά κάνει πολλές ἀβαρίες στήν συνείδησή του γιά χάρη τῆς οἰκογένειάς του.  Θά ἀναγκαστεῖ νά πεῖ τά κατά συνθήκην πού λένε ψέμματα. Θά ξεχάσει ἐπανειλημμένως τόν Θεό᾽. ῾Η φωνή του ἀπέκτησε τώρα δραματικό τόνο, δείχνοντας ὅτι πράγματι ἀντιμετώπιζε μέ ἀγωνία τό  μέλλον του. ῾᾽Αββᾶ, μᾶς ἀπασχολεῖ σοβαρά τό θέμα τῆς σωτηρίας μας. Δέν θέλουμε νά παίζουμε μέ τά πράγματα τοῦ Θεοῦ!᾽
῾Ο ᾽Ισαάκ κοίταξε μέ μεγάλη συμπάθεια τούς δυό νέους. Χάρηκε γιατί εἶδε τήν χάρη τοῦ Θεοῦ νά ἐνεργεῖ στίς καρδιές τους καί νά τούς ὠθεῖ σέ ἕναν τόσο σοβαρό προβληματισμό. ῎Επρεπε λοιπόν νά τούς βοηθήσει νά καταλάβουν πιό οὐσιαστικά τά πράγματα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς.
῾Παιδιά μου᾽, πῆρε καί πάλι τόν λόγο, ἀφοῦ ξεκκούκισε λίγο τό κομποσχοίνι του, ῾ἡ ἐπιλογή τοῦ δρόμου τῆς ζωῆς εἶναι ἀσφαλῶς σημαντικό πράγμα καί πρέπει μέ σοβαρότητα νά τήν ἀντιμετωπίσει κανείς. Δέν εἶναι ὅμως τό ἅπαντο. Γιατί ἀκριβῶς εἴτε ἐπιλέξει κανείς νά κάνει οἰκογένεια εἴτε ἐπιλέξει τήν ἀφιερωμένη ζωή τοῦ καλόγερου κάνει ἐπιλογή ἑνός δρόμου. Τό ζητούμενο λοιπόν δέν εἶναι ὁ δρόμος, ἀλλά ὁ Χριστός. ᾽Εκεῖνος εἶναι καί ὁ δρόμος καί τό τέρμα τοῦ δρόμου. ῾Τά πάντα καί ἐν πᾶσι Χριστός᾽ πού λέει καί ὁ μεγάλος ἀπόστολος. Κι αὐτό σημαίνει ὅτι ἄν ἔχουμε ᾽Εκεῖνον ἐνώπιόν μας πάντοτε, δηλαδή ἄν ἡ καθημερινή προτεραιότητά μας εἶναι πῶς νά σταθοῦμε στίς ἅγιες ἐντολές Του ὥστε μέ ἀγάπη πρός Αὐτόν νά Τόν κοινωνοῦμε στά ἅγια μυστήρια τῆς ᾽Εκκλησίας μας, δέν ἔχει καί τόση σημασία τό εἶδος τοῦ δρόμου πού ἀκολουθοῦμε. Μπορεῖ λοιπόν κάποιος νά γίνει καλόγερος, μπορεῖ νά κάνει οἰκογένεια, μπορεῖ κι ἁπλῶς νά μένει, πού λέει ὁ λόγος, στό σπίτι του: ἄν κρατάει τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ θά σωθεῖ.
Μία μικρή γάτα νιαούρισε ἐκείνη τήν ὥρα καί διέκοψε τόν εἱρμό τῆς σκέψης τοῦ Γέροντα. Χωρίς καθόλου φόβο τόν πλησίασε καί πήδηξε στήν ἀγκαλιά του. Χουχούλιασε σ᾽ αὐτήν. ῾Ο Γέροντας χαμογέλασε καί χάϊδεψε τό πλάσμα τοῦ Θεοῦ. ῾῾Η μικρή μου ψιψίνα᾽, ἀπευθύνθηκε στούς δυό νέους πού κι ἐκεῖνοι ἔβλεπαν μέ ἀγαλλίαση τήν ὅλη σκηνή. ῾Πήγαινε καί θά σέ φωνάξω ἀργότερα᾽, τῆς εἶπε μέ τρυφερότητα. ῾Μή μᾶς διακόπτεις᾽.
῞Ενα ξαφνικό φύσημα τοῦ ἀέρα στριφογύρισε κάποια φύλλα ἀπό ἕναν εὐκάλυπτο πού παράπεσαν κοντά τους καί πάνω τους.
῾῾Ο Χριστός λοιπόν, παιδιά μου᾽, συνέχισε ὁ ἀββᾶς καταπίνοντας τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ σάν τό ἀκριβότερο καί πιό εὐωδιαστό πιοτό, ῾εἶναι ᾽Εκεῖνος πού ἀποτελεῖ τόν σκοπό μας καί Αὐτόν πρέπει νά κρατᾶμε ὅ,τι κι ἄν ἐπιλέξουμε στήν ζωή μας. Κι ἄν ἀρχίζουμε νά Τόν ἀγαπᾶμε ῾ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς, ἐξ ὅλης τῆς καρδίας, ἐξ ὅλης τῆς διανοίας, ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος᾽, ὅπως ζητάει κι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἀπαρχῆς, τότε θά μπορέσουμε  νά ἀγαπήσουμε καί τόν συνάνθρωπό μας σάν τόν ἑαυτό μας. Γιατί βεβαίως κανείς δέν μπορεῖ νά ἀγαπήσει τόν συνάνθρωπό του σωστά, πού σημαίνει ἀνιδιοτελῶς, χωρίς συμφέρον, ἄν πρῶτα δέν ἔχει ἀγαπήσει τόν Θεό.
Στράφηκε στόν νεώτερο πού ρώτησε. ῾Πράγματι, ἔχεις δίκιο, ἀδελφέ μου, νά θεωρεῖς ὅτι ἡ μοναχική ἀφιέρωση εἶναι πιό εὔκολη γιά ἁγιασμό. ῎Ετσι τουλάχιστον φαίνεται καί ἔτσι τό θεωροῦν πολλοί ἀπό τούς ἁγιασμένους Πατέρες μας. ῾Η εἰκόνα μάλιστα πού χρησιμοποίησες ὅτι ὁ κοσμικός ἄνθρωπος εἶναι σάν τόν δεμένο χειροπόδαρα εἶναι εἰκόνα τοῦ μεγάλου ἀσκητικοῦ δασκάλου ὁσίου ᾽Ιωάννη τῆς Κλίμακος. Εἶναι ὅμως κι ἄλλοι πού πιστεύουν ὅτι ἡ οἰκογενειακή ζωή φέρνει τόν ἄνθρωπο πιό εὔκολα στόν ἁγιασμό του, γιατί λόγω τῶν σχέσεων μέ τόν σύζυγο ἤ τήν σύζυγο, μέ τά παιδιά, μέ τούς ἀνθρώπους τοῦ ἐπαγγέλματος, τόν τρίβει διαρκῶς καί τόν κάνει στρογγυλό ἀπό τά ἐξογκώματα τοῦ χαρακτήρα του. Γι᾽ αὐτό σᾶς εἶπα ὅτι δέν πρέπει κανείς νά ἀπολυτοποιήσει τήν ἐπιλογή τοῦ δρόμου. ᾽Ακόμη καί λάθος ἐπιλογή νά κάνει κανείς, ἐνῶ δηλαδή εἶναι φτιαγμένος γιά οἰκογένεια νά γίνει καλόγερος, ἤ ἐνῶ τοῦ ταιριάζει πιό πολύ ἡ μοναχική ἀφιέρωση ἐκεῖνος νά  κάνει οἰκογένεια, δέν σημαίνει ὅτι θά χάσει, ἄν πράγματι τό ἐπιθυμεῖ, τόν στόχο του. Πῶς νά σᾶς τό πῶ; ῾Ο προκομμένος ἄνθρωπος, αὐτός πού μέ φιλότιμο ἀγωνίζεται, ὅπου καί νά βρεθεῖ θά προκόψει᾽.
῾Γέροντα, μᾶς ἀναπαύει ὁ λόγος σας᾽, εἶπε ὁ μεγαλύτερος. ῾Καταλαβαίνουμε γιατί καί ὁ πνευματικός μας μᾶς ἔστειλε σέ σᾶς. Κι ἐκεῖνος κάπως ἔτσι μᾶς ἔθεσε τό θέμα, ἀλλά ἀλλιῶς νά τό ἀκοῦμε κι ἀπό ἕναν ἄνθρωπο ἀφιερωμένο τόσο πολύ στόν Θεό, ὅπως ἐσεῖς. ᾽Επιτρέψτε μου ὅμως νά ρωτήσω κάτι πού μοῦ τριβελίζει τό μυαλό ἀπό καιρό, ἀλλά καί τώρα πού μιλᾶμε. ῞Ενας ἄνθρωπος πού γίνεται καλόγερος, πού ἔστω καί ἐξωτερικά φαίνεται ὅτι ὅλη τήν ζωή του τήν παραθέτει στόν Κύριο, δέν εἶναι ἀπαλλαγμένος περισσότερο  λόγω τῶν συνθηκῶν τῆς ζωῆς του ἀπό τούς σαρκικούς πειρασμούς, οἱ ὁποῖοι στόν κόσμο σίγουρα εἶναι πιό πολλοί καί πιό ἔντονοι καί μάλιστα στήν σημερινή ἐποχή;᾽
Χαμογέλασε πικρόχολα ὁ Γέροντας. Δέν βιάστηκε κι ἐδῶ νά ἀπαντήσει.
῾῎Ετσι φαίνεται κι ἴσως σέ κάποιο βαθμό ἔτσι καί νά ᾽ναι᾽, εἶπε στήν συνέχεια. ῾᾽Αλλά, ἀδελφοί μου, θυμηθεῖτε αὐτό πού εἶπε ἕνας ἐπίσης μεγάλος Γέροντας τῆς ἐποχῆς μας: ῾τό θέμα σάρξ τελειώνει μέ τό θέμα πλάξ᾽. Δηλαδή, ὅσο βρίσκεται κανείς στόν κόσμο τοῦτο, εἴτε εἶναι κοσμικός εἴτε καλόγερος δέν μπορεῖ νά ἔχει ἐμπιστοσύνη στήν σάρκα του. Παλεύεις, ἀγωνίζεσαι, φαίνεται ὅτι ὑποτάσσεις τήν σάρκα σου  καί δέν σέ ἀπασχολεῖ πιά, καί ξάφνου ἀπό τό πουθενά ἐξεγείρεται. Γιατί; Διότι δέν εἶναι θέμα μόνο τοῦ ἀνθρώπου ὁ πνευματικός ἀγώνας, ἀλλά καί τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ. Καί γιά νά ἐνεργήσει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ πρέπει νά ὑπάρξει τό κατάλληλο ἔδαφος, δηλαδή ἡ ταπείνωση. Θέλω νά πῶ ὅτι μπορεῖ μετά ἀπό μεγάλο πράγματι ἀγώνα κατά τῆς σάρκας νά νιώσει κάποια ὑπερηφάνεια ὁ ἄνθρωπος, νά πιστέψει ὅτι κατόρθωσε κάτι, κι ἐκεῖ λοιπόν λόγω τοῦ φουσκώματος αὐτοῦ τῆς καρδιᾶς του νά τόν ἐγκαταλείψει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Κι ἄν σ᾽ ἐγκαταλείψει ἡ χάρη τότε καταλαβαίνουμε ποιός κυρίως ἀναλαμβάνει δράση! ῾Ο πονηρός διάβολος πού τοῦ παραχωρεῖται νά ξεσηκώσει κουρνιαχτό πειρασμῶν, φέρνοντας στόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου ὅλου τοῦ κόσμου τίς ἀσχήμιες. Δυστυχῶς, ῾οὐκ ἀγνοοῦμεν αὐτοῦ τά νοήματα᾽ κατά τόν ἀπόστολο. Γι᾽ αὐτό καί δέν εἶναι λίγες οἱ περιπτώσεις πού ἅγιοι κατά πάντα καλόγεροι ξέπεσαν, γιατί κάποια στιγμή δέν πρόσεξαν. Μπορεῖ λοιπόν πράγματι νά φαίνεται ὅτι εἶναι ἀπαλλαγμένος ὁ καλόγερος ἀπό σαρκικούς πειρασμούς, τουλάχιστον τούς ἐξωτερικούς, ἀλλά δέν εἶναι ἔτσι. ᾽Εκεῖνο πού σώζει πάντοτε εἶναι ἡ ταπείνωση, ὅταν συνοδεύεται ἀπό τήν ἀδιάκοπη νήψη. Νά βάλει κανείς φρουρό στόν νοῦ καί στήν καρδιά του τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καί νά νιώθει ὅτι εἶναι ῾ὑποκάτω πάσης τῆς κτίσεως᾽. Τότε ναί, τόν φυλάσσει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ᾽.
῾Γέροντα, μπορῶ νά σᾶς ρωτήσω κάτι πάνω σ᾽ αὐτά πού μᾶς εἴπατε;᾽ πῆρε τόν λόγο ὁ νεώτερος, καί φάνηκε σάν νά ξεπερνάει τά ὅρια τῆς σεμνότητάς του.
Χαμογέλασε ὁ γέροντας ᾽Ισαάκ. ῾᾽Ελεύθερα, παιδί μου. ᾽Εν Χριστῷ ἀδελφοί εἴμαστε. Μήν νιώθεις πιεσμένος. ῎Αλλωστε, ἄν νιώσω κόπωση θά σᾶς τό πῶ καί θά σταματήσουμε᾽.
Πῆρε θάρρος ὁ νέος. ῾Εἴπατε προηγουμένως, ἅγιε Γέροντα, ὅτι δέν εἶναι λίγες οἱ περιπτώσεις πού ἀκόμη καί καλόγεροι ξέπεσαν, γιατί χαλάρωσαν τόν πνευματικό τους ἀγώνα ἤ πίστεψαν λίγο περισσότερο ἀπό ὅ,τι ἔπρεπε στόν ἑαυτό τους. ῎Εχετε κάποιο πρόχειρο παράδειγμα νά μᾶς πεῖτε; Αὐτές οἱ ἱστορίες ἀπό τήν ἀσκητική παράδοση τῆς ᾽Εκκλησίας μας εἶναι τόσο διδακτικές καί γιά ἐμᾶς τούς κοσμικούς, γιατί νομίζω ὅτι μᾶς δείχνουν μέ ἀνάγλυφο τρόπο πόσο τελικά ἡ ἀνθρώπινη φύση εἶναι εὐάλωτη καί μόνο ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι τό ἀπόλυτο στήριγμα᾽.
῾Ο ἀββᾶς ἀντί ἄλλης ἀπαντήσεως σηκώθηκε ἀπό τήν θέση του. ῾᾽Επιτρέψτε μου γιά λίγο᾽ εἶπε. Πῆγε μέσα στό κελλί του καί βγῆκε μετά ἀπό λίγο κρατώντας στά χέρια του ἕνα μικρό βιβλίο. ῾Νά, ἐδῶ, ἔχουν καταγραφεῖ ἀρκετές τέτοιες περιπτώσεις᾽. Τούς τό ἔδειξε. ῾Πρόκειται γιά τό ῾Λειμωνάριον᾽ τοῦ ᾽Ιωάννη Μόσχου᾽, εἶπε. ῾Γιά ἕνα περιβόλι πνευματικό δηλαδή. ῾Ο ᾽Ιωάννης αὐτός, Μόσχος ἤ Εὐκρατᾶς λεγόμενος, ἦταν μοναχός  στίς μονές τοῦ ἁγίου Θεοδοσίου καί τοῦ ἁγίου Σάββα στά ῾Ιεροσόλυμα. Γεννήθηκε στήν Δαμασκό τό 545 μ.Χ. καί πέθανε στήν Ρώμη τό 619. ᾽Ανέδειξε μάλιστα πνευματικό τέκνο τόν ἅγιο Σωφρόνιο ῾Ιεροσολύμων, στόν ὁποῖο καί ἀφιερώνει τό βιβλίο. ᾽Αφοῦ γύρισε ὅλη σχεδόν τήν οἰκουμένη τῆς ἐποχῆς, δηλαδή τήν Ρωμαϊκή αὐτοκρατορία, ἀπ᾽ ὅσα ἄκουσε καί εἶδε κατέγραψε τά ὠφελιμότερα καί ὡραιότερα. Τό ῾Λειμωνάριον᾽ δηλαδή ἀναφέρεται σέ ἱστορίες, μοναχικές καί κοσμικές, τοῦ 6ου μ. Χ. αἰώνα ἀλλά καί προγενέστερες, πού διαδραματίζονται κυρίως στίς περιοχές τῆς Παλαιστίνης, Συρίας, Κιλικίας καί Αἰγύπτου. Λοιπόν, ἀπό αὐτές τίς ἱστορίες ἀκοῦστε σᾶς παρακαλῶ μία, πού δέν εἶναι καί ἡ μόνη, καί βγάλτε μόνοι σας τά συμπεράσματα πάνω στό ἐρώτημα. Θά μοῦ ἐπιτρέψετε νά σᾶς τήν διαβάσω ὅπως εἶναι στό κείμενο, ἁπλῶς μεταφρασμένη στήν ἁπλή νεοελληνική᾽.
Οἱ δύο νέοι ἀνακάθισαν καί μέ τεράστιο ἐνδιαφέρον ἄκουσαν τόν Γέροντα νά τούς διαβάζει ἀπό τό 39οκεφάλαιο καθώς τούς εἶπε. ῾Πρόκειται γιά κάτι πού διηγήθηκε ὁ ἅγιος ᾽Αναστάσιος ὁ πατριάρχης ᾽Αντιοχείας τόν 6ο μ.Χ. αἰώνα κι εἶναι πράγματι ἱστορία συγκλονιστική᾽.
῾῾Ο ᾽Αναστάσιος λοιπόν ὁ πατριάρχης ἔλεγε ὅτι κάποιος μοναχός τῆς μονῆς τοῦ ἀββᾶ Σεβηριανοῦ ἐστάλη γιά διακόνημα στά μέρη τῆς ᾽Ελευθεροπόλεως. Καθώς λοιπόν φιλοξενήθηκε ἀπό κάποιο γεωργό φιλόχριστο, ὁ ὁποῖος εἶχε μιά θυγατέρα μονογενή, πού ἡ μητέρα της εἶχε πεθάνει, ὅταν ἔκανε ὁ μοναχός στό σπίτι τοῦ γεωργοῦ λίγες μέρες, ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος πάντοτε πολεμάει τούς ἀνθρώπους, ἔβαλε στόν ἀδελφό ἀκάθαρτους λογισμούς καί εἶχε πόλεμο γιά τήν κόρη καί ζητοῦσε εὐκαιρία νά τῆς ἐπιτεθεῖ. Λοιπόν ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος προκάλεσε τόν πόλεμο, ὁ ἴδιος ἔδωσε καί τήν εὐκαιρία. ῞Οταν λοιπόν ὁ πατέρας τῆς κόρης πῆγε στήν ᾽Ασκάλωνα γιά κάποιες ἀναγκαῖες ὑποθέσεις καί ἀντιλήφθηκε ὁ ἀδελφός ὅτι δέν βρισκόταν στό σπίτι κανείς ἄλλος παρά αὐτός καί ἡ κόρη, κίνησε πρός αὐτήν θέλοντας νά τήν βιάσει. Αὐτή, μόλις τόν εἶδε ταραγμένο καί ξαναμμένο ὁλόκληρο γιά τήν πράξη, τοῦ εἶπε: ῾Μήν ταραχτεῖς καθόλου, μήτε νά πράξεις τίποτε ἄπρεπο σέ μένα. ῾Ο πατέρας μου δέν ἔρχεται οὔτε σήμερα οὔτε αὔριο. Λοιπόν πρῶτα ἄκουσέ με τί σοῦ λέω. Καί, μάρτυράς ὁ Κύριος, κι  ἐγώ  κάνω πρόθυμα ὅ,τι θέλεις᾽. Καί τόν κατάφερε σοφά μ᾽ αὐτά τά λόγια: ῾᾽Εσύ κύριε ἀδελφέ, πόσον καιρό ἔχεις στό μοναστήρι σου;᾽ Αὐτός ἀπάντησε: ῾Δεκαεφτά χρόνια᾽. Καί τοῦ ξαναλέει: ῾῎Εχεις γνωρίσει γυναίκα;᾽  Τῆς λέει: ῾῎Οχι᾽. ᾽Αποκρίθηκε ἡ κόρη στόν ἀδελφό: ῾Καί θέλεις γιά μιά ὥρα νά χάσεις τόν κόπο σου; Πόσες φορές δέν ἔχυσες δάκρυα, γιά νά παρουσιάσεις στόν Χριστό ἄσπιλο τό σῶμα σου ἀπό κάθε ἀκαθαρσία; Καί τώρα θέλεις νά χάσεις ὅλον τόν κόπο ἐκεῖνο γιά μιά μικρή ἡδονή; ᾽Αλλά ἔστω ὅτι σέ ὑπακούω. ῎Αν πέσεις μαζί μου, ἔχεις ποῦ νά μέ πᾶς καί νά μέ θρέψεις;᾽. Λέει ὁ ἀδελφός: ῾῎Οχι᾽. Τότε ἀποκρίθηκε ἡ κόρη καί τοῦ εἶπε: ῾Σοῦ μιλῶ εἰλικρινά καί δέν ψεύδομαι. ῎Αν μέ ταπεινώσεις, γίνεσαι αἴτιος πολλῶν κακῶν᾽. Τῆς λέει ὁ μοναχός: ῾Πῶς;᾽ Τοῦ ἀποκρίθηκε ἡ κόρη: ῾῞Ενα μέν ὅτι χάνεις τήν ψυχή σου. Δεύτερο δέ ὅτι θά σοῦ ζητηθεῖ κι ἡ δική μου ψυχή. Γιά νά τό καταλάβεις σέ βεβαιώνω μέ ὅρκο: Μά αὐτόν πού εἶπε ῾οὐ ψεύσεσθε᾽, ἄν μέ ταπεινώσεις, θά ἀπαγχονιστῶ καί εἶναι σάν νά κάνεις καί φόνο καί κρίνεσαι στήν μέλλουσα κρίση σάν φονιάς. Πρίν λοιπόν γίνεις αἴτιος τόσων κακῶν, πήγαινε στό μοναστήρι σου καί θά μοῦ χρωστᾶς πολλές προσευχές εὐγνωμοσύνης᾽. ᾽Αφοῦ λοιπόν ἦρθε στά σύγκαλά του ὁ μοναχός καί ἀνάνηψε, ἔφυγε ἀπό τό σπίτι τοῦ γεωργοῦ, πῆγε στό μοναστήρι του κι ἔβαλε μετάνοια στόν ἡγούμενο νά μή βγεῖ πιά ἀπό τό μοναστήρι. Καί μετά πού ἔκανε τρεῖς μῆνες, ἐξεδήμησε πρός Κύριον᾽.
Ὁ Γέροντας ἔκλεισε τό βιβλίο καί στράφηκε στούς νέους, τῶν ὁποίων τά μάτια εἶχαν γεμίσει δάκρυα. ῾Πῶς σᾶς φάνηκε;᾽ ρώτησε.
῾Γέροντα, ἦταν συγκλονιστική ἡ ἱστορία᾽ εἶπε ὁ μεγαλύτερος. ῾Καί τό συγκλονιστικότερο δέν ἦταν νομίζω ὁ πειρασμός τοῦ καλόγερου, ὅσο ἡ ἁγνότητα τῆς κόρης καί ἡ σύνεση μέ τήν ὁποία χειρίστηκε τόν πειρασμό του. ῾Η κοσμική νίκησε τόν καλόγερο᾽.



῾Ναί, παιδί μου. ῾Ο Θεός δέν ἐπέτρεψε νά χαθοῦν οἱ κόποι καί τῆς κόρης, ἀλλά καί τοῦ καλόγερου. Καί θά ἔλεγε κανείς ὅτι τό μεγαλεῖο στήν ἱστορία βρίσκεται στό τέλος της. Γιατί ὄχι μόνο ἡ νέα πῆρε πολλά πνευματικά στεφάνια – μιά ἁγία ἀπό τίς πολλές ἄγνωστες τῆς ᾽Εκκλησίας μας - ἀλλά ἅγιασε ἔχω τήν ἐντύπωση καί ὁ καλόγερος. Μετάνιωσε, ἐξομολογήθηκε, ἔμπρακτα ἔδειξε τήν μετάνοιά του. Κι ὁ Θεός τόν πῆρε κοντά Του ἔτσι μετανοιωμένο.


ΠΗΓΗ ''ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ''


Τετάρτη 28 Αυγούστου 2013

Η ΦΟΒΕΡΗ ΠΛΑΝΗ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΘΕΛΗΜΑΤΟΣ



Στα ησυχαστήρια των Κατουνακίων, προς τη θάλασσα έμενε ενάρετος Γέροντας, με έναν επίσης ευλαβέστατο υποτακτικό, ό όποιος στην αρχή έκανε υπακοή, άλλα με μια μικρή δώσει υποκρισίας. Ή υποκρισία του έφερε ψευτοταπείνωσι, και ενώ στην αρχή, όπως είπαμε, πράγματι υποτάζονταν στο θέλημα του Γέροντα του και του Πνευματικού του και ήταν πράος και ήσυχος, με τον καιρό όμως, επειδή δεν είχε ειλικρίνεια, άρχισε να κάνει κρυφά το θέλημα του.
Όπως μου διηγήθηκαν Πατέρες της ερήμου αυτής, το όνομα του Γέροντα του δεν ενθυμούνται, άλλα πολύ καλά ενθυμούνται, πώς ό Μοναχός αυτός, πνευματικό είχε τον ξακουστό και ενάρετο Παπα – Γρηγόρη, ό όποιος ησύχαζε στη Μικρή Άγιάννα, στην Καλύβα «Κοίμησης της Θεοτόκου», πού είναι στο ψηλότερο μέρος.
Στους δοκίμους και αρχαρίους Μοναχούς, από τον Πνευματικό έξομολόγο, σύμφωνα με τη δύναμη του καθενός, δίδεται ανάλογος Κανόνας προσευχής και νηστείας.Συνήθως στην αρχή ορίζονται 50 γονυκλισίες—Μετάνοιες— και έξι κομβοσχοίνια. Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή μονοφαγία, δηλαδή μια φορά την ήμερα φαγητό χωρίς λάδι ή τίποτε το λιπαρό. Αν ό οργανισμός αντέχει, με την πάροδο του χρόνου, αυξάνει ό Κανόνας της προσευχής και της νηστείας. Οι Μετάνοιες γίνονται 100 και 10 κομβοσχοίνια την ήμερα και δυο φορές την εβδομάδα απόλυτη ξηροφαγία ή τέλεια νηστεία.
Όταν γίνει Μοναχός μεγαλόσχημος, οι μετάνοιες γίνονται 300 και τα κομβοσχοίνια 15 την ήμερα, ανάλογα γίνεται και με την νηστεία. Αυτή ή προσευχή πού κάνει ό κάθε αδελφός μόνος του είναι ό καθορισμένος Κανόνας, ό όποιος θα πρέπει να γίνεται, εκτός από τις καθιερωμένες κοινές προσευχές με όλους τους αδελφούς, δηλαδή την προσευχή του Εσπερινού, του Μεσονυκτικού, του Όρθρου, των Ωρών, της θείας Λειτουργίας, των Τυπικών και του Απόδειπνου, ή οποία είναι κοινή για όλους τους αδελφούς και υποχρεωτική, εκτός ασθενείας ή αναγκαιας υπηρεσίας —διακονήματος— το όποιο θα διακρίνει και θα καθορίζει ό Γέροντας ή ό ηγούμενος και ό Πνευματικός.
Έκτος, λοιπόν, άπ' αυτά, που είναι καθορισμένα και συνεχίζονται από την ιερή Παράδοση, ότι άλλο κάνει ιδιαίτερο ό Μοναχός, χωρίς την άδεια ή ευλογία από το Γέροντα του ή τον Πνευματικό του, αυτό λογίζεται θέλημα κι όταν μάλιστα γίνεται κρυφά είναι αμαρτία μεγάλη. Ό υποτακτικός αυτός, πού το όνομά του, καθώς με βεβαίωσαν ήταν «Σπυρίδων» είχε πολλά χρόνια στην Καλογερική και στην υπακοή, πού στην αρχή ακολουθούσε τη σειρά των Πατέρων, αλλά σιγά ,σιγά τον πλάνεψε ό διάβολος κι άρχισε να κάνει κρυφά νηστείες και προσευχές περισσότερες άπ' εκείνες πού του είχαν ορίσει.
Από το θέλημα αυτό, αισθάνονταν μέσα του ικανοποίηση και άρχισε να πιστεύει, πώς αυτός έβαλε κάποια καλύτερη σειρά, άπ' εκείνη πού είχανε οι άλλοι Πατέρες. Νήστευε πιο πολύ και έτσι λίγο – λίγο χωρίς να το καταλάβει έπεσε σε υπερηφάνεια κι είχε τον εαυτό του σε υπόληψη και τους άλλους θεωρούσε κατώτερους του, στην αρετή και σ' όλα τ' άλλα, πώς δεν τον έφτανε στην αρετή, ούτε αυτός ό Γέροντας του. Τον δε Πνευματικό του θεωρούσε στενοκέφαλο, όπως και ό ίδιος διηγόταν αργότερα, στους Πατέρες, μετά το πάθημα του.
Πνευματικός του ήταν ό Παπα – Γρηγόρης, πού με τα καλογέρια του, Κοσμά και Δαμιανό τους Μοναχούς, έμενε στην «Κοίμηση της Θεοτόκου», όπως είπαμε, στη Μικρή Άγιάννα.



ΚΑΛΟΣΤΗΜΕΝΗ ΠΑΓΙΔΑ ΤΟΥ ΣΑΤΑΝΑ

Μια νύχτα του Γενάρη, τα μεσάνυχτα χτύπησαν την πόρτα του δωματίου του, αφού είπαν δυο λέξεις μόνον από το «Δι' ευχών».
Ό Μοναχός Σπυρίδων άνοιξε την πόρτα και βλέπει μπροστά του έναν Άγγελο. Μόλις τον είδε ταράχτηκε τόσο πού δεν ήξερε τι να ειπεί, μόνον έτριβε τα μάτια του και του φάνηκε ο Άγγελος πολύ κόκκινος.
Ό φαινόμενος Άγγελος, δεν του έδωκε καιρό να σκεφθεί, άρχισε να του λέει επαίνους και κολακείες: «— Αδελφέ, ό Θεός δέχτηκε τις προσευχές σου και τις νηστείες σου, σα θυμίαμα και επειδή ευχαριστήθηκε πολύ από αυτά πού κάνεις, από τον εαυτό σου και την προαίρεση σου, με έστειλε να σε πάρω νάρθεις ν' ανέβουμε μαζί στην κορυφή του Άθωνα, και κείνος θα κατέβει με όλους τους αγίους, για να τον προσκυνήσεις, να πάρεις θάρρος και δύναμη, για να κάνεις μεγαλύτερες και περισσότερες αρετές. Εμπρός να φύγουμε, έχω εντολή να σε πάρω αμέσως, γιατί δεν έχουμε πολύ χρόνο στη διάθεση μας, ό Δεσπότης Χριστός θα είναι στο θρόνο να τον προσκυνήσεις και θα σου δώσει πολλά χαρίσματα». Ό Μοναχός Σπυρίδων, από τη φαντασία και την υπερηφάνεια σκοτισμένος, δε σκέφτηκε ούτε μια φορά να ειπεί την προσευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησόν με» ή καν να κάνει έστω και μια φορά το σταυρό του, χωρίς να σκεφθεί τίποτε το πονηρό, ακολούθησε τον φαινόμενο Άγγελο και πήραν τον ανήφορο να πάνε στην κορυφή του Άθωνα από τα Κατουνάκια, μες την καρδιά του χειμώνα. Ό δρόμος ήταν καλυμμένος με πολλά χιόνια, πολλές φορές ό Μοναχός βούλιαζε μέχρι τη μέση στα χιόνια, παραπονιόταν πώς κουράστηκε, κι έλεγε να καθίσουν λίγο, αλλά ό φαινόμενος Άγγελος του απαντούσε: «Κάνε κουράγιο, αδελφέ, δεν είδες ότι τα καλά έργα «κόποις κτώνται και μόχθοις κατωρθούνται λίγο ακόμη φθάνουμε».
Ό Μοναχός άλλου έπεφτε κι άλλου σηκωνότανε, με πολλή ταλαιπωρία και κόπο, σε τρεις ώρες φτάσανε επί τέλους στην κορυφή !
Ό φαινόμενος Άγγελος όλος χαρά, λέγει στο Μοναχό Σπυρίδωνα: Κοίταξε άββά προς τα εκεί. Ό Μοναχός σαστισμένος από την πολλή κούραση, γύρισε προς τα δυτικά της Κορυφής και είδε μέσα σε ένα μεγάλο στρογγυλό δίσκο πού είχε πολύ φως κόκκινο σα φωτιά, στη μέση φαινότανε σαν το Δεσπότη Χριστό φορεμένο αρχιερατικά άμφια, να κάθεται σε θρόνο, γύρω – γύρω να είναι Άγγελοι. Μετά βλέπει να έρχονται κύματα – κύματα οι άγιοι σε Τάγματα. Τότε άρχισε να διακρίνει, πώς ερχόντουσαν τα διάφορα Τάγματα των Αγγέλων, των Αποστόλων, των Όσίων, των Ιεραρχών και των Δικαιων ανδρών και γυναικών, ακριβώς όπως παριστάνονται στην εικόνα των Αγίων Πάντων.


Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΗΣ ΠΛΑΝΗΣ ΤΟΥ ΣΑΤΑΝΑ

Από τους ιεράρχες, μπροστά – μπροστά φαινόταν να έρχεται ό Άγιος Σπυρίδων, τότε ό φαινόμενος Άγγελος προστακτικά είπε στο μοναχό Σπυρίδωνα: «τι κάθεσαι και βλέπεις σα χαζός και κοιτάς έτσι περίεργα; Δε βλέπεις το Δεσπότη Χριστό πού σε περιμένει; Πήγαινε σύντομα να τον προσκυνήσεις».
Ό Μοναχός Σπυρίδων, επηρεασμένος από τη φαντασία της υπερηφάνειας, φούσκωνε πιο πολύ σαν το Παγώνι και προχώρησε λίγο, αλλά σιγά – σιγά πήγαινε με δισταγμό κάπως, σαν να του έλεγε κάτι από μέσα του, μην προχωρείς άλλο! τι να ήταν άραγε ; Να ήταν ή φωνή της συνειδήσεως ή ό φύλακας Άγγελος του; Σε μια στιγμή, ό πάτερ Σπυρίδων, πρόσεξε τον Άγιο Σπυρίδωνα, πού ερχότανε μπροστά, πώς στο κεφάλι του φορούσε ένα μεγάλο σκούφο, πού, το ύψος του έφτανε το ένα μέτρο. Τον άγιο Σπυρίδωνα, επειδή έφερε το όνομά του, σαν προστάτη του, τον είχε περισσότερη ευλάβεια και σεβασμό και επειδή συνήθως οι αγιογράφοι στις εικόνες, τον Άγιο Σπυρίδωνα, τον παριστάνουν αντίθετα από εκείνο πού αυτός έβλεπε, με πολύ μικρή σκούφια, ό πάτερ Σπυρίδων, παραξενεύτηκε βλέποντας τόσο μεγάλη και ψηλή σκούφια να φορεί ό άγιος του και κάνοντας το σταυρό του είπε φωναχτά: «Κύριε ελέησον, ό άγιος μου Σπυρίδωνας να έχει τόσο μεγάλη σκούφια, πολύ περίεργο πράγμα! !»
Μόλις έκαμε το σημείο του σταυρού, χάθηκαν όλα τα φαινόμενα και οι απάτες του Σατανά έγιναν άφαντες, αλλά ό ίδιος, είδε πώς βρισκότανε στο χείλος του γκρεμού, ευτυχώς το ένα πόδι ήταν βουλιαγμένο στο χιόνι και το άλλο πού είχε σηκωμένο, γιο: να προχωρήσει, βρίσκονταν στο κενό, δηλαδή δεν είχε μέρος να το πατήσει, γιατί αν έκανε μισό βήμα ακόμη, θα έπεφτε στο κενό πού είναι περισσότερο από χίλια μέτρα βάθος. Τον λυπήθηκε όμως ό Θεός, γιατί αντί να πέσει μπροστά, έγειρε προς τα πίσω και έμεινε εκεί από το φόβο και τη φρίκη πού δοκίμασε περισσότερο από τρεις ώρες λιπόθυμος και συνήλθε σαν πήρε για καλά ή ήμερα και, τον ζέστανε ό ήλιος.


Ο ΘΕΟΣ ΑΓΑΠΑΕΙ ΤΟ ΠΛΑΣΜΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΧΑΡΙΖΕΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ

Πήρε το δρόμο του γυρισμού, άλλα τα πόδια κι όλο το σώμα πονούσαν φρικτά και έτρεμαν από το φόβο και την υπερβολική νηστεία. Ταλαιπωρημένος όπως ήταν, έκαμε 12 ολόκληρες ώρες να κατέβει από τον Άθωνα και με πολύ κόπο πήγε στο ησυχαστήριο, κτύπησε την πόρτα του Γέροντα του, άνοιξε και τον βρήκε να προσεύχεται με δάκρυα στα μάτια και να παρακαλεί το Θεό.
στην ερώτηση τι του συνέβη, ό Πάτερ Σπυρίδων, αντί απαντήσεως έπεσε στα πόδια του Γέροντα του, και διηγήθηκε με κάθε λεπτομέρεια το φρικτό πάθημα του και την απάτη πού του έκαναν οι Δαίμονες.
Ό Γέροντας του, απλός και ενάρετος άνθρωπος, ζήτησε να μάθει την αίτια και αφού έμαθε τα κρυφά θελήματα, τις επί πλέον προσευχές, νηστείες και γονυκλισίες, του έδωκε επιτίμιο και αυστηρό κανόνα και εν συνεχεία τον έστειλε στον Πνευματικό του Παπα – Γρηγόρη, ό όποιος με τη σειρά του, επειδή ό πάτερ Σπυρίδων, πίστεψε στις φαντασίες του Σατανά και τον ακολούθησε, χωρίς να ρωτήσει το Γέροντα του ή καν να κάνει το σταυρό του, κίνησε και πήγε στο άγνωστο, τον έπετίμησε και τον τιμώρησε επί τρία χρόνια να μη κοινωνήσει τα Άχραντα Μυστήρια, το Σώμα και Αίμα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Του επέβαλε αποκλεισμό από την κοινή προσευχή και υποχρεωτικά, για τις κρυφές νηστείες πού έκανε με το θέλημα του, θα κατέλυε κάθε μέρα αρτύσιμοι τροφή και για να του ταπεινώσει το φρόνημα, τον έστειλε στο ιερό Κοινόβιο της Μονής του αγίου Διονυσίου, πού ήταν ένα από τα αυστηρότερα Μοναστήρια, να πλένει υποχρεωτικά τα πιάτα στο μαγειρείο του Κοινοβίου και να λέγει αύτη την προσευχή συνέχεια: «ελέησον με ό Θεός το βδέλυγμα».
Τρία χρόνια έμεινε στον κανόνα αυτό στο Μοναστήρι του Διονυσίου και μετά γύρισε και πάλι στο Γέροντα του, ό όποιος με χαρά τον δέχτηκε μετανοημένο και διορθωμένο.
Ό αδελφός Σπυρίδων, έλεγε το πάθημα του αυτό, σ' όλους τους Πατέρες, τους οποίους παρακαλούσε να προσεύχονται και γι' αυτόν. Σ' όλη δε τη ζωή του, δεν έλειψαν ποτέ τα δάκρυα από τα μάτια του. Για την υπακοή του δε αυτή, πού ακολούθησε κατά γράμμα τον κανόνα του Γέροντα και του Πνευματικού -του, τον αξίωσε ό Θεός να αποκτήσει ταπείνωση πλέον αληθινή και όχι ψεύτικη και να τελειωθεί με μετάνοια και καθαρή εξομολόγηση, γενόμενος υπόδειγμα κάλου υποτακτικού και τέλειου Μονάχου.


Ο ΘΕΟΣ ΔΕ ΔΕΧΕΤΑΙ ΓΙΑ ΑΡΕΤΕΣ ΤΑ ΚΡΥΦΑ ΘΕΛΗΜΑΤΑ

Λίγα χρόνια μετά από το συμβάν αυτό, σε μια από τις ησυχαστικές Καλύβες στα Κατουνάκια, ασκήτευε ένας Ιερομόναχος σαν υποτακτικός σε έναν ευλαβέστατο και διακριτικό Γέροντα Σεραφείμ.
Ό υποτακτικός νέος Ιερεύς τότε, με πολλή προθυμία και ευλάβεια στα πνευματικά καθήκοντα, από τον μισόκαλο διάβολο παρακινούμενος, έκανε κρυφά προσευχές και νηστείες, χωρίς να έχει τη γνώμη και συγκατάθεση του Γέροντα του.
Πέρασαν αρκετά χρόνια, με τη νοθευμένη, από το θέλημα του, αύτη ευλάβεια, πού του έδωσε και μια ψευτοταπείνωσι στα μάτια των άλλων αδελφών να φαίνεται αγαθός και άκακος.
Μια βραδιά τα μεσάνυχτα, όπως έκανε την κρυφή προσευχή του αυτή, βλέπει στη γωνιά της οροφής του Κελιού του, να κατεβαίνει από το ταβάνι ένας κατακόκκινος άγγελος πού έμοιαζε σαν φωτιά (παίρνει ό Σατανάς το σχήμα του αγγέλου, αλλά το διακριτικό πού τον ξεχωρίζει από τον πραγματικό άγγελο είναι πώς φαίνεται κατακόκκινος σα φωτιά και φέρνει ταραχή και φρίκη στην ψυχή εκείνου πού τον βλέπει), ό όποιος αφού κατέβηκε δήθεν από τον ουρανό χωρίς να πιάνεται από πουθενά, για να κατέβει στο δωμάτιο του αδελφού, πιανότανε από τα ξυλοπάταρα του ταβανιού, όπως έχουν εκεί τα παλιά σπίτια και Καλύβια, πιανότανε λοιπόν ό φαινόμενος άγγελος για να μην πέσει στο κενό.
Ό Ιερομόναχος όταν τον είδε τρόμαξε και άρχισε με το δεξί του χέρι να σταυρώνει τον αέρα και να φωνάζει: «Κύριος επιτίμησε σε διάβολε, φύγε από το δωμάτιο μου καταραμένε» και συνέχιζε να σταυρώνει.
Ό φαινόμενος άγγελος όμως δεν έφευγε, άλλα με κολακευτικό τρόπο, του έλεγε: «Αδελφέ, μην ενοχλείσαι από την παρουσία μου, γιατί μ' έστειλε ό Θεός να σου ειπώ, πώς δέχτηκε τις προσευχές σου και τις νηστείες σου, ευχαριστήθηκε πολύ άπ' αυτές και θα σου δώσει πολλά χαρίσματα».
Ό Ιερομόναχος υστέρα άπ' αυτά άρχισε να υποχωρεί και να παίρνει θάρρος, άλλ' ό φανείς άγγελος έγινε άφαντος, αφού συνέχιζε να σταυρώνει τον αέρα και επειδή έδωκε βάση κάπως σ' αυτά πού άκουσε, φαίνεται πίστεψε στα κολακευτικά λόγια του Σατανά, διότι άρχισε από μέσα του να φουσκώνει από εγωισμό και δεν είπε σε κανέναν τίποτε.
Δεν πέρασαν όμως ούτε 15 ήμερες και επειδή δεν φανέρωσε σε κανέναν τη σατανική παγίδα, ό δαίμονας πείραξε τον Ιερομόναχο με πολύ σκληρό σαρκικό πόλεμο, τόσο πού δεν έβρισκε ησυχία μέρα – νύχτα επί σαράντα ή μερόνυχτα. Τότε εξαναγκάστηκε να το εξομολογηθεί στο Γέροντα του και στο πνευματικό του, Παπα – Συμεών, ό όποιος ήταν καλός και διακριτικός, τον κανόνισε περισσότερο για την απόκρυψη των κρυφών αυτών ενεργειών του και του επέβαλε αυστηρή τιμωρία.
Στην αρχή του επέβαλε, να εξευτελίζει τον εαυτό του ενώπιον όλων των Πατέρων και να λογαριάζει πώς είναι ό αμαρτωλότερος άνθρωπος της γης. Σε συνέχεια του λοιπού δε θα κάνει τίποτε χωρίς τη γνώμη και γνώση του Γέροντα και του Πνευματικού, δε θα κάνει ούτε προσευχή πέραν της κεκανονισμένης ούτε θα λειτουργήσει επί αρκετό χρονικό διάστημα.
Έτσι αφού εξομολογηθεί και ταπεινώθηκε ζητώντας συγχώρεση από το Θεό και τους ανθρώπους, άρχισε να υποχωρεί ό σαρκικός πόλεμος, ό οποίος κυρίως τρέφεται με τον εγωισμό, την πολυφαγία και τη φαντασία των αισχρών λογισμών και πραγμάτων, και ανάλογα ό άνθρωπος γίνεται θύμα του πολέμου ή νικητής και στεφανώνεται από τον αγωνοθέτη Δεσπότη Χριστό, πού βραβεύει τις καλές μας πράξεις και τιμωρεί τίς κακές και κρυφές ενέργειες μας.
Εις δε τους ανθρώπους που επιμένουν να κάνουν το θέλημα τους αυτά και χειρότερα παραχωρεί ό Πανάγαθος θεός, πού θέλει με κάθε τρόπο να μας σώσει και να μας παραλάβει καθαρούς και αγνούς στη βασιλεία των ουρανών, όπως έγινε με τον εν λόγω ιερομόναχο, πού για παραδειγματισμό όλων ημών παραχώρησε να πάθει αυτά για να προσέχομε εμείς.


Τρίτη 27 Αυγούστου 2013

Ένα διδακτικό παραμύθι... Μάς αφορά όλους...

Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.

Ένα ποντικάκι κάποτε, παρατηρούσε από την τρυπούλα του τον αγρότη και τη γυναίκα του που ξεδίπλωναν ένα πακέτο. Τι λιχουδιά άραγε έκρυβε εκείνο το πακέτο; Αναρωτήθηκε. Όταν οι δύο αγρότες άνοιξαν το πακέτο, δεν φαντάζεστε πόσο μεγάλο ήταν το σοκ που έπαθε, όταν διαπίστωσε πως επρόκειτο για μια ποντικοπαγίδα!

Τρέχει γρήγορα λοιπόν στον αχυρώνα για να ανακοινώσει το φοβερό νέο!.Μια ποντικοπαγίδα μέσα στο σπίτι! Μια ποντικοπαγίδα μέσα στο σπίτι!

Η κότα κακάρισε, έξυσε την πλάτη της και σηκώνοντας το λαιμό της είπε: " ποντικέ μου, καταλαβαίνω πως αυτό αποτελεί πρόβλημα για σένα, αλλά δεν βλέπω να έχει καμιά επίπτωση σε μένα! Δε με ενοχλεί καθόλου εμένα η ποντικοπαγίδα στο σπίτι!".

Το ποντικάκι γύρισε τότε στο γουρούνι και τού φώναξε: "Έχει μια ποντικοπαγίδα στο σπίτι! Το γουρούνι έδειξε συμπόνια αλλά απάντησε: "Λυπάμαι πολύ ποντικέ μου, αλλά δεν μπορώ να κάνω τίποτα άλλο από το να προσευχηθώ. Να είσαι σίγουρος ότι θα το κάνω. Θα προσευχηθώ." Τότε το ποντίκι στράφηκε προς το βόδι και τού φώναξε κρούοντας τον κώδωνα τού κινδύνου:


"Έχει μια ποντικοπαγίδα στο σπίτι! Έχει μια ποντικοπαγίδα στο σπίτι!" Και το βόδι απάντησε: "Κοιτάξτε, ποντικέ μου, πολύ λυπάμαι για τον κίνδυνο που διατρέχεις, αλλά εμένα η ποντικοπαγίδα το μόνο που μπορεί να μου κάνει, είναι ένα τσιμπηματάκι στο δέρμα μου! "

Έτσι, ο ποντικούλης, έφυγε με κατεβασμένο το κεφάλι, περίλυπος και απογοητευμένος γιατί θα έπρεπε ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ, να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο της ποντικοπαγίδας!

Την επόμενη νύχτα, ένας παράξενος θόρυβος, κάτι σαν το θόρυβο που κάνει η ποντικοπαγίδα όταν κλείνει, ξύπνησε τη γυναίκα τού αγρότη που έτρεξε να δει τι συνέβη. Μέσα στη νύχτα όμως, δεν πρόσεξε πως στην παγίδα πιάστηκε από την ουρά ένα φίδι .... Φοβισμένο το φίδι δάγκωσε τη γυναίκα. Ο άντρας της έτρεξε γρήγορα και την πήγε στο νοσοκομείο. Αλλοίμονο όμως, την έφερε στο σπίτι με πολύ υψηλό πυρετό. Ο γιατρός τον συμβούλεψε να της κάνει ζεστές σουπίτσες.. Έτσι ο αγρότης *έσφαξε την κότα* για να κάνει μια καλή κοτόσουπα!

Η γυναίκα όμως πήγαινε από το κακό στο χειρότερο και όλοι οι γείτονες ερχόταν στη φάρμα να βοηθήσουν. Ο καθένας με τη σειρά του καθόταν στο προσκεφάλι της γυναίκας από ένα 8ωρο. Για να τους ταΐσει όλους αυτούς ο αγρότης αναγκάστηκε να *σφάξει το γουρούνι*. Τελικά όμως η γυναίκα δε τη γλύτωσε! Πέθανε! Στη κηδεία της ήρθε πάρα πολύς κόσμος, γιατί ήταν καλή γυναίκα και την αγαπούσαν όλοι. Για να φιλοξενήσει όλον αυτόν τον κόσμο ο αγρότης αναγκάστηκε να *σφάξει το βόδι*

Ο κυρ Ποντικός μας, έβλεπε όλο αυτό το πήγαιν' έλα από την τρυπούλα του με πάρα πολύ μεγάλη θλίψη.......

ΤΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΕΙΝΑΙ ΠΩΣ: Χάσαμε την ανθρωπιά μας. και ενισχύσαμε τον ατομισμό μας..! Όταν κάποιος δίπλα μας κινδυνεύει, βρισκόμαστε όλοι σε κίνδυνο! Είμαστε όλοι συνεπιβάτες σ' αυτό το πλοίο που λέγεται ζωή! Ο καθένας μας αποτελεί τον κρίκο της ίδιας αλυσίδας! Είμαστε σαν τις ίνες ενός υφάσματος. Και αν ένα μέρος του υφάσματος χαλάσει, το ύφασμα είναι άχρηστο....

Είναι αδύνατον να γελάμε, αν δεν γελάει ολόκληρη η γειτονιά.

*Αγαπητοί φίλοι.*

Πραγματικά η ιστοριούλα είναι πολύ διδακτική. Δεν είναι, λοιπόν, καθόλου τυχαίο το ότι όλοι οι μεγάλοι φιλόσοφοι δίδαξαν την αλληλεγγύη όχι μονάχα ως μια μεγάλη αρετή, αλλά και ως αναγκαία τέτοια.

Πηγή: panagiaalexiotissa.blogspot.gr

Κυριακή 18 Αυγούστου 2013

«Ὅ,τι εἶναι νόμιμο, εἶναι καὶ ἠθικό»;

«Ἀνεξαρτήτως ὁποιουδήποτε νομικοῦ ἰσχυρισμοῦ!»


του Επισκόπου Μαραθώνος κ. Φωτίου


Χθές στὴν Πρεμετή τῆς Βορείου Ἠπείρου, δικαστικοί ἐπιμελητές, μὲ ἐργάτες καί κάλυψη ἀπό ἄνδρες τῶν σωμάτων ἀσφαλείας, προέβησαν σέ ἐφαρμογή δικαστικῶν ἀποφάσεωn γιὰ κατάσχεση στην Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου. Ἀπομάκρυναν τοὺς πιστούς, βιαιοπράγησαν κατὰ τῶν ἱερέων καί φόρτωσαν σὲ φορτηγό σωρηδόν, εἰκόνες, προσκυνητάρια, καντήλια, ἑξαπτέρυγα, παγκάρι, καρέκλες, καὶ ὅ,τι μποροῦσε νὰ μεταφερθεῖ. Μέχρι καὶ τὴν καμπάνα πῆραν, ἀφοῦ ἔριξαν κάτω τό πρόχειρο κωδωνοστάσιο. Οἱ σχετικές φωτογραφίες καὶ τὰ βίντεο ἔχουν κατακλύσει τὸ ἑλληνικό διαδίκτυο.

Βεβαίως, κάποιος θὰ μποροῦσε νὰ πεῖ, ὅτι ὅλα ἔγινα νόμιμα, σύμφωνα μὲ τοὺς ἀλβανικούς νόμους καὶ κατ’ ἐφαρμογήν νομίμων δικαστικῶν ἀποφάσεων. Παρ’ ὅλα ταῦτα τὸ ἑλληνικό Ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν ἔσπευσε δικαίως νὰ καταδικάσει τὶς βιαιότητες αὐτές ὡς: «πράξεις ἀπαράδεκτες καὶ καταδικαστέες, ἀνεξαρτήτως ὁποιουδήποτε νομικοῦ ἰσχυρισμοῦ.»

Συγχαίρουμε τὸ Ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν γιὰ τὴν τόσο ξεκάθαρη θέση τὴν ὁποία ἔλαβε καὶ παραθέτουμε ὁλόκληρη τὴν δήλωση τοῦ Ἐκπροσώπου τοῦ Ὑπουργείου κ. Κωνσταντίνου Κούτρα ὅπως δημοσιεύθηκε χθές:

«Μας προκαλούν βαθειά ανησυχία πληροφορίες για βίαια επεισόδια που έλαβαν χώρα, σήμερα, στην πόλη Πρεμετή, στον ιερό Ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου.

H βίαιη απομάκρυνση κληρικών, η σφράγιση του ιερού Ναού, την επομένη μάλιστα του εορτασμού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, η παρεμπόδιση πιστών να προσέλθουν στον τόπο της θρησκευτικής τους λατρείας, καθώς και η αφαίρεση εικόνων και ιερών σκευών από το χώρο του Ναού είναι πράξεις απαράδεκτες και καταδικαστέες, ανεξαρτήτως οποιουδήποτε νομικού ισχυρισμού.

Ο σεβασμός της θρησκευτικής ελευθερίας, η προστασία των χώρων λατρείας και η ανεμπόδιστη άσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων είναι χαρακτηριστικό εκ των ων ουκ άνευ ενός κράτους δικαίου και θεμελιώδες στοιχείο του κοινοτικού κεκτημένου και του ευρωπαϊκού θεσμικού πολιτισμού.

Ελπίζουμε συνεπώς οι ενέργειες αυτές να έγιναν ερήμην της αλβανικής κυβέρνησης.

Η Πρεσβεία μας και οι Προξενικές μας Αρχές στη χώρα έχουν λάβει οδηγίες να παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς το ζήτημα».

Ἐδῶ ἔρχεται καὶ πάλι στὸ προσκήνιο ἕνα ζήτημα ποὺ εἶχε ἀπασχολήσει καὶ παλαιότερα τὴν Ἑλληνική κοινή γνώμη: «Ὅ,τι εἶναι νόμιμο, εἶναι καὶ ἠθικό»; Ἀσφαλῶς ὄχι. Μὲ τυπικὰ νόμιμες διαδικασίες (νομότυπες) μποροῦν νὰ γίνουν ἀκόμη καὶ τὰ μεγαλύτερα ἐγκλήματα. Με τυπικῶς νόμιμες διαδικασίες (δίκες, ἀπολογίες κατηγορουμένων, κ.λπ.) καὶ ἡ Ἱερὰ ἐξέταση ἔκαιγε στὴν πυρά τοῦς ἀντιφρονοῦντες. Μὲ νομότυπες διαδικασίες εἶχαν κηρυχθεῖ καὶ οἱ διωγμοί κατὰ τῶν χριστιανῶν πού ρίχνονταν στὰ θηρία «κατ’ ἐφαρμογὴν νομίμων δικαστικῶν ἀποφάσεων».

Γι’ αὐτὸ ἂς ἀφήσουν κατὰ μέρος αὐτὰ τὰ ἐπιχειρήματα οἱ Κατσουλιέρηδες καὶ οἱ ὑπερσπιστές τους. Τὶ πάει νὰ πεῖ «ἐφαρμογὴ νομίμων δικαστικῶν ἀποφάσεων»; 

Ἐχαρακτήρισαν τούς ἀντιφρονοῦντες «σχισματικούς» καὶ ἀπό νοικοκύρηδες οἱ γνήσιοι Ἐσφιγμενίτες ἔγιναν -ὡς διὰ μαγείας- «καταληψίες» μέσα στο ἴδιο τους τὸ σπίτι!

Εἶναι δίκαιο αὐτό; Καὶ ποιὸς κρίνει ποιοί εἶναι σχισματικοί; Γιὰ τοὺς Κατσουλιέρηδες καὶ τὸ Οἰκονομικόν Πατριαρχεῖον οἱ Ἐσφιγμενίτες εἶναι σχισματικοί. Γιὰ τοὺς Ἐσφιγμενίτες καὶ πάρα πολλούς ἄλλους Ἔλληνες, οἱ Κατσουλιέρηδες καὶ οἱ Πατριαρχικοί εἶναι σχισματικοί. 

Πῶς τὰ κοσμικά δικαστήρια ἐμπλέκονται σὲ μία πνευματική διαφορά καί παίρνουν τὴν ἄποψη τοῦ ἑνός μέρους, τοῦ Πατριαρχείου, ποὺ κατὰ ...σύμπτωσιν εἶναι τὸ πιὸ ἰσχυρό;

Αὐτός εἶναι ὁ ὁρισμός τοῦ δικαίου τοῦ ἰσχυροτέρου, ὅπως λέγει ἡ Γραφή: «ἔστω δὲ ἡμῶν ἡ ἰσχὺς νόμος τῆς δικαιοσύνης, τὸ γὰρ ἀσθενὲς ἄχρηστον ἐλέγχεται» (Σοφ. Σολομ. Βʹ 11). Ὁ νόμος τῆς δικαιοσύνης τους εἶναι ἡ ἰσχύς πού διαθέτουν, τό δέ ἀσθενές μέρος δὲν τὸ λογαριάζουν ὡσἄν ἄχρηστο, ὅπως σοφᾶ περιγράφει ὁ Δίκαιος Σολομών.

Καὶ τὰ ὑπόλοιπα τῆς περιγραφῆς τοῦ Σολομῶντος ταιριάζουν ἀπολύτως στήν διένεξη Πατριαρχικῶν (Μνημονευτῶν) καὶ Ὀρθοδόξων (Ζηλωτῶν): «ἐνεδρεύσωμεν δὲ τὸν δίκαιον, ὅτι δύσχρηστος ἡμῖν ἐστι καὶ ἐναντιοῦται τοῖς ἔργοις ἡμῶν καὶ ὀνειδίζει ἡμῖν ἁμαρτήματα νόμου καὶ ἐπιφημίζει ἡμῖν ἁμαρτήματα παιδείας ἡμῶν· ἐπαγγέλλεται γνῶσιν ἔχειν Θεοῦ καὶ παῖδα Κυρίου ἑαυτὸν ὀνομάζει· ἐγένετο ἡμῖν εἰς ἔλεγχον ἐννοιῶν ἡμῶν· βαρύς ἐστιν ἡμῖν καὶ βλεπόμενος, ὅτι ἀνόμοιος τοῖς ἄλλοις ὁ βίος αὐτοῦ, καὶ ἐξηλλαγμέναι αἱ τρίβοι αὐτοῦ· εἰς κίβδηλον ἐλογίσθημεν αὐτῷ, καὶ ἀπέχεται τῶν ὁδῶν ἡμῶν ὡς ἀπὸ ἀκαθαρσιῶν· μακαρίζει ἔσχατα δικαίων καὶ ἀλαζονεύεται πατέρα Θεόν. ἴδωμεν εἰ οἱ λόγοι αὐτοῦ ἀληθεῖς, καὶ πειράσωμεν τὰ ἐν ἐκβάσει αὐτοῦ·» (Σοφ. Σολ. Βʹ 12-17). 

Ἐλέγχεται ἡ συνείδησή τους ἀπό τήν στάση τῶν Ζηλωτῶν καὶ φρίττουν. Δὲν ἀντέχουν οὔτε νὰ τοὺς βλέπουν καὶ μηχανεύονται ὅλα αὐτά τά τερτίπια μὲ τίς «νόμιμες δικαστικές ἀποφάσεις» πού στηρίζονται σὲ μία ὑποκειμενική κρίση πνευματικοῦ χαρακτήρα.

Νά ὄμως πού σὲ ἄλλα μέρη ἡ Πατριαρχική μερίδα δέν ἔχει τήν ἴδια ἰσχύ, ὁπότε οἱ νόμιμες διαδικασίες (σύμφωνα μέ τούς νόμους τοῦ τουρκικοῦ κράτους) μποροῦν νὰ δημεύουν περιουσιακά στοιχεῖα τοῦ Πατριαρχείου ἢ νὰ κλείνουν θεολογικές σχολές καὶ ἡ «ἐφαρμογὴ νομίμων δικαστικῶν ἀποφάσεων» (σύμφωνα μὲ τὴν ἀλβανική νομοθεσία) νὰ φορτώνει σέ φορτηγά τίς εἰκόνες, τά καντήλια καί τίς καμπάνες τῶν Ὀρθοδόξων ναῶν γιὰ ἐκποίηση...

Καὶ βέβαια, τὸ Ἑλληνικό Ὑπουργεῖο τῶν Ἐξωτερικῶν ἔχει κάθε δικαίωμα νὰ διαμαρτύρεται. Τί θὰ γίνει ὅμως ὅταν οἱ ἀποθρασυμένοι «Κατσουλιέρηδες» ἐπιχειρήσουν τὸν προσεχῆ Σεπτέμβριο, ὅπως σχεδιάζουν, νὰ καταλάβουν τὸ τὸ ἀντιπροσωπεῖον τῆς Μονῆς Ἐσφιγμἐνου στίς Καρυές «κατ’ ἐφαρμογὴν νομίμων δικαστικῶν ἀποφάσεων»; Ὑπ’ ὄψιν ὅτι τὸ Ἅγιον Ὄρος τελεῖ ὑπό τὴν ἅμεσο ἐποπτεία (διὰ τῆς πολιτικῆς διοικήσεως) τοῦ Ὑπουργείου τῶν Ἐξωτερικῶν.

Ἐὰν, λοιπόν, καθ’ ὑπόθεσιν -ὅ μὴ γένοιτο- καταληφθεῖ τότε τὸ ἀντιπροσωπεῖον τῆς Μονῆς Ἐσφιγμἐνου στίς Καρυές ἀπό τὴν ἀδελφότητα τῶν Κατσουλιέρηδων μὲ τὴ συνεργασία δικαστικῶν ἐπιμελητῶν και ἀστυνομικῶν, μποροῦμε νὰ φανταστοῦμε τὴν ἀλβανική Κυβέρνηση νὰ ἀνταποδίδει τὰ πυρά, ἐκδίδοντας ἀκριβῶς τήν ἰδια ἀνακοίνωση μέ τήν ἀλλαγή μόνον τῶν ὀνομάτων:

«Μας προκαλούν βαθειά ανησυχία πληροφορίες για βίαια επεισόδια που έλαβαν χώρα, σήμερα, στὶς Καρυές, στο αντιπροσωπείο τῆς Ιεράς Μονής Εσφιγμένου.

H βίαιη απομάκρυνση Μοναχών, η ἐκκένωση του Κτιρίου, την επομένη μάλιστα του εορτασμού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (ημέρα κατά την οποία πανηγυρίζει τὸ παρεκκλήσι τὸ διαμορφωμένο ἐντός του αντιπροσωπείου) η παρεμπόδιση τῶν προσκυνητών να προσέλθουν στον τόπο της θρησκευτικής τους λατρείας, καθώς και η αφαίρεση αντικειμένων από τό χώρο του Μοναστηριακού Αντιπροσωπείου είναι πράξεις απαράδεκτες και καταδικαστέες, ανεξαρτήτως οποιουδήποτε νομικού ισχυρισμού.

Ο σεβασμός της θρησκευτικής ελευθερίας, η προστασία των χώρων λατρείας και η ανεμπόδιστη άσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων είναι χαρακτηριστικό εκ των ων ουκ άνευ ενός κράτους δικαίου και θεμελιώδες στοιχείο του κοινοτικού κεκτημένου και του ευρωπαϊκού θεσμικού πολιτισμού.

Ελπίζουμε συνεπώς οι ενέργειες αυτές να έγιναν ερήμην της ελληνικής κυβέρνησης.

Η Πρεσβεία μας και οι Προξενικές μας Αρχές στη χώρα έχουν λάβει οδηγίες να παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς το ζήτημα».

Ἂς προσέξει τὸ Ὑπουργεῖο μας διότι ἡ ἑριστική συμπεριφορά μίας πενταμελοῦς καλογηρικῆς (;) ἀδελφότητος κινδυνεύει νὰ ἀπογυμνώσει τὴν ἑλληνική ἐξωτερικὴ πολιτική ἀπό τὰ ἐπιχειρήματα τὰ ὁποῖα ἐπικαλεῖται γιὰ τὴν προστασία τῶν δικαιωμάτων τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν στὰ γειτονικά κράτη. Καὶ μάλιστα, κινδυνεύει ἀπό κατήγορος νὰ βρεθεῖ κατηγορούμενη.


Γι’ αὐτό ἂς προσέξει καλά.

ΠΗΓΗ: http://entoytwnika.blogspot.gr/2013/08/blog-post_6743.html

Παρασκευή 9 Αυγούστου 2013

Η ΠΛΗΘΩΡΑ ΤΩΝ «ΓΕΡΟΝΤΩΝ» ΚΑΙ Η «ΕΥΣΕΒΕΙΑ» ΤΩΝ ΑΦΕΛΩΝ

Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση 

ΓΕΜΙΣΕ ἡ Ἐκκλησία μας μέ «γέροντες», οἱ ὁποῖοι καθοδηγοῦν τούς πιστούς καί τούς ὁδηγοῦν στή σωτηρία, ὅπως ἰσχυρίζονται. Συνήθως εἶναι ἱερομόναχοι, ἀλλά καί κοσμικοί ἀρχιμανδρίτες, πού ἔχουν διαβάσει πολλά γιά τούς πραγματικούς Γέροντες καί ἀναμασώντας τούς λόγους τους ἤ διηγούμενοι τά τοῦ βίου τους, δημιουργοῦν ψευδαισθήσεις στούς ἀνυποψίαστους καί ἀποκτοῦν καί οἱ ἴδιοι φήμη ἐναρέτου καί θεοφωτίστου γέροντα, ἐνῶ δέν ἔχουν κανένα ἀπό τά γνωρίσματα τῶν ἁγίων Γερόντων.

 Τό ἀποτέλεσμα εἶναι πολλοί ἀδελφοί νά παγιδεύονται στήν ἐπικίνδυνη προσωπολατρία καί ἀντί νά ἀνοίγει ὁ νοῦς τους καί νά προχωροῦν στόν πνευματικό δρόμο τῆς κατά Χριστόν ζωῆς, μένουν προσκολλημένοι σέ μερικά τυπικά πράγματα, ἐξωτερικά καί ἀνούσια, καί καθησυχάζουν τή συνείδησή τους πῶς τάχα προοδεύουν, ἀφοῦ τηροῦν τά ὅσα τούς λένε οἱ «γέροντές» τους. Δυστυχῶς, ὑπάρχουν πολλά παραδείγματα καί δέν πρέπει νά κλείνουμε τά μάτια μας ἐκεῖ πού ἐπιβάλλεται νά τά ἔχουμε ὀρθάνοιχτα.
Οἱ φυσιωμένοι αὐτοί «γέροντες» εἶναι δύσκολο νά συναισθανθοῦν τήν πλάνη τους καί νά ταπεινωθοῦν. Ἡ φιλοδοξία τους εἶναι νά ἔχουν πνευματικά τέκνα, πειθαρχικά, ἄβουλα καί νά συνεργοῦν στό ὅποιο ἔργο τους, εἴτε μοναστηριακό εἶναι αὐτό εἴτε ἐνοριακό. Οἱ ἄνθρωποι πού συνήθως τούς ἀκολουθοῦν δέν εἶναι σέ θέση νά ἀποκαλύψουν την ὑποκρισία τους. Ἔχουν περιορισμένη πληροφόρηση, δέν κάνουν πολλές σκέψεις καί σύρονται ἀπό τόν ἀλάθητο «γέροντά» τους, κάνοντας ὑπακοή καί συγχρόνως διατηροῦν ὅλες τίς κοσμικές και ἁμαρτωλές τους συνήθειες. Ἐπικαλοῦνται συχνά τόν «γέροντά» τους, ὅταν συνομιλοῦν μέ ἄλλους ἀδελφούς στήν προσπάθειά τους νά τους πείσουν ὅτι οἱ ὅποιες δικές τους ἀποφάσεις γιά μικρά καί μεγάλα θέματα τῆς προσωπικῆς τους ζωῆς καί ὄχι μόνο, εἶναι ὀρθές και κανένας δέν μπορεῖ νά τίς ἀμφισβητήσει ἤ νά τίς κρίνει ἀρνητικά, ἀφοῦ ἔχουν τήν εὐλογία τοῦ «γέροντά» τους. Προφανῶς πρόκειται γιά ἀρρωστημένη εὐσέβεια, ἡ ὁποία πρέπει νά καταπολεμεῖται ἀπό τούς πνευματικούς. Κάποτε πρέπει νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι ἄλλο εἶναι ἡ ἀφέλεια καί ἄλλο ἡ ταπείνωση καί ἡ εὐσέβεια. Κινδυνεύουμε μερικές φορές νά δώσουμε ἁρμοδιότητες σέ πονηρούς καί ἀφελεῖς ἀνθρώπους καί νά θεωρήσουμε ὅτι πνευματική ζωή εἶναι αὐτό πού μέ οὐ κατ᾽ ἐπίγνωσιν ζῆλο μᾶς προτείνουν! Ἀλίμονο! Βέβαια, στήν Ἐκκλησία χωρᾶνε ὅλοι. Δέν πρέπει ὅμως νά δίνουμε καθοδηγητικό ρόλο στούς ἀδυνάμους καί πλανεμένους.
Οἱ ἀληθινοί Γέροντες εἶναι λίγοι καί κρυμμένοι. Δέν θορυβοῦν και ἀποφεύγουν τήν προβολή. Βοηθοῦν πνευματικά τούς ἀνθρώπους, με τρόπο ἁπλό, χωρίς νά τούς δεσμεύουν καί νά τούς ἐξαναγκάζουν. Προσπαθοῦν νά τούς βάλουν τήν καλή ἀνησυχία, προκειμένου μόνοι τους νά ἐρευνήσουν περισσότερο τό λόγο τοῦ Θεοῦ καί νά γευθοῦν τή γλυκύτητα τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ἀπαρνούμενοι τό κοσμικό φρόνημα καί τίς περιττές μέριμνες, πού ὁδηγοῦν στή ραθυμία. Αὐτοί οἱ Γέροντες πρέπει νά ἀποτελοῦν τό παράδειγμα ὅλων τῶν κληρικῶν. Δέν εἶναι εὔκολη ὑπόθεση. Προϋποθέτει καθαρότητα βίου, ἁπλότητα, ταπείνωση καί ἁγνότητα στίς προθέσεις.


Ορθόδοξος Τύπος, 9/08/2013

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2013

Ο θυμός και η αγάπη

"Ἐνῶ ἕνας ἄνδρας γυάλιζε τὸ νέο αὐτοκίνητό του, ὁ ἡλικίας 4 ἐτῶν γιός του, πῆρε μία πέτρα καὶ γρατσούνισε μὲ γραμμὲς μέρος τοῦ αὐτοκινήτου.

Στὸ θυμὸ τοῦ ἀπάνω, ὁ ἄνδρας αὐτὸς πῆρε τὸ χέρι τοῦ παιδιοῦ του καὶ χρησιμοποιώντας ἕνα γαλλικὸ κλειδί, τὸ χτύπησε πολλὲς φορὲς .

Στὸ νοσοκομεῖο, τὸ παιδὶ ἔχασε ὅλα τὰ δάχτυλά του λόγω τῶν πολλαπλῶν σπασιμάτων. Ὅταν τὸ παιδὶ εἶδε τὸν πατέρα του μὲ τὰ παραπονεμένα μάτια τοῦ γεμάτα πόνο τὸν ρώτησε: " Μπαμπά... πότε τὰ δάχτυλά μου θὰ μεγαλώσουν πάλι; " Ο πατέρας βουβός, πῆγε πίσω στὸ αὐτοκίνητό του καὶ τὸ κλώτσησε πολλὲς φορὲς . Σκεπτόμενος αὐτὸ ποὺ ἔκανε, βρισκόμενος μπροστὰ στὸ αὐτοκίνητό του καὶ βλέποντας ξανὰ τὶς γρατζουνιές, ἀντιλήφθηκε ὅτι τὸ παιδὶ τοῦ εἶχε γράψει μὲ τὴν πέτρα "ΜΠΑΜΠΑ ΣΕ ΑΓΑΠΩ". Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα ὁ ἄνδρας αὐτὸς αὐτοκτόνησε .

Συμπέρασμα: Ὁ θυμὸς καὶ ἡ ἀγάπη δὲν ἔχουν κανένα ὅριο. Τὰ πράγματα ὑπάρχουν γιὰ νὰ χρησιμοποιοῦνται, ἐνῶ οἱ ἄνθρωποι εἶναι γιὰ νὰ ἀγαπιοῦνtαι.

ΠΗΓΗ:
 http://xristianos.gr

Τρίτη 16 Ιουλίου 2013

"ΔΟΞΑ ΤΩ ΘΕΩ, ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΚΥΡΙΕ "




Κάποτε υπήρχε μια φτωχή γυναίκα
Που για ότι καλό της συνέβαινε
Με το παραμικρό έλεγε "Δόξα τω Θεω".

Κοντά της όμως ζούσε ένας πλούσιος ο οποίος
Κάθε φορά που περνούσε μπροστά από το σπίτι της

Την άκουγε να λέει "Δόξα τω Θεώ, ευχαριστώ Κύριε"
Και κάθε φορά τον εκνεύριζε.
Ώσπου μια μέρα λέει στο υπηρέτη του
-Πήγαινε στην αγορά πάρε δυο καρότσια τροφές
Και πήγαινε την σ΄ αυτήν την γυναίκα.

Και όταν σε ρωτήσει ποιος τα έφερε να της πεις ο Διάβολος τα έφερε.

Πράγματι λοιπόν την άλλη μέρα χτυπάει το κουδούνι της γυναίκας
Και καθώς ανοίγει βλέπει τα δυο καρότσια με τα τρόφιμα και τον υπηρέτη από πίσω.
-"Δόξα τω Θεω, ευχαριστώ Κύριε" λέει εκείνη λάμποντας από χαρά.
-Δεν θέλετε να μάθετε ποιος σας έφερε τα καρότσια; ρώτησε ανυπόμονα ο υπηρέτης...

-Όχι παιδί μου, δεν έχει σημασία, όταν ο Θεός θέλει, ακόμη και ο διάβολος τον υπηρετεί...
Είπε η γυναίκα και μπήκε μέσα χαρούμενη με τα καρότσια.

Παρασκευή 5 Ιουλίου 2013

ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ-ΟΧΙ ΤΑ ΤΣΟΦΛΙΑ



Κάποτε, ένας άνθρωπος, βρισκόταν σε πάρα πολύ δύσκολη θέση. Ένα σοβαρό πρόβλημα τον
βασάνιζε.
Ζήτησε να τον βοηθήσει ο Θεός και του υποσχέθηκε ότι αυτό που θα βρει στον δρόμο της ζωής
του θα του το προσφέρει.
Ο Θεός ικανοποίησε βεβαίως το αίτημά του και θα περίμενε κανείς και ο άνθρωπος, με τη σειρά του, να εκπληρώσει κι' αυτός το τάμα.
Στο δρόμο που βάδιζε βρήκε μια σακούλα γεμάτη με αφράτα καρύδια.
Πεινασμένος,  όπως ήταν, κάθισε κοντά σε μια βρυσούλα κι άρχιζε να σπάζει τα καρύδια.
 Όταν έφαγε και τα τελευταίο καρύδι, θυμήθηκε την υπόσχεσί του. Στενοχωρέθηκε λίγο, αλλά
γρήγορα βγήκε από το αδιέξοδο.
Τι λέτε, να σοφίστηκε; Τα τσόφλια! Τα μάζεψε γρήγορα, τα έβαλε στη σακούλα και είπε:
"Θεέ μου, αυτά είναι δικά σου". Αυτός κράτησε τον καρπό και τα τσόφλια τα έδωσε στον Θεό!

Αχαρακτήριστος και προσβλητική η συμπεριφορά του. Και όμως την ίδια πράξη επαναλαμβάνουν
πολλοί άνθρωποι. Πως;
Τα τσόφλια της ζωής τών προσφέρουν στο Θεό και τον καρπό της ζωής, τα ωραιότερα χρόνια τα
προσφέρουν στον δίαβολο. " Τώρα που είμαστε νέοι θα ζήσουμε όπως θέλουμε και όταν γεράσουμε φροντίζουμε και για την ψυχή μας".
Τα γεράματα στον Θεό και τα νιάτα στον διάβολο.
Αυτό κάνουν οι πολλοί. Εσύ όμως πως σκέπτεσαι;                 

Πέμπτη 4 Ιουλίου 2013

ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ-ΤΟ ΠΙΟ ΔΥΝΑΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ



Ένας ερημίτης μαζί με τον υποτακτικό του θέλησε να μεταβεί σε κάποια πόλι να κηρύξουν.
Περπάτησαν στους δρόμους της πόλεως μια ολόκληρη ημέρα χωρίς να μιλήσουν για το Χριστό.
 Σοβαροί, απλοί, ταπεινοί, προσεκτικοί σε κάθε βήμα των, σε κάθε κίνησί των.
Ενώ ο ήλιος έγερνε στην δύση ο υποτακτικός ανησύχησε και ρώτησε να μάθει πότε θα κηρύξουν για τον Χριστό.
 Και ο γέροντας απάντησε:
-Το κήρυγμα έγινε.
-Πότε;
-Δεν το κατάλαβες; Και όμως το κήρυγμα έγινε.

Η απλότης, η σεμνότης, η σοβαρότης και τα γεμάτα καλοσύνη και  ιλαρότητα πρόσωπά των αποτελούσαν ένα βροντερό κήρυγμα.

Οι άνθρωποι στην εποχή μας κουράστηκαν από τα λόγια και τις υποσχέσεις, από τις  φιλοσοφίες και τις ηθικοδιδασκαλίες των ανθρώπων.
Τώρα ζητούν έργα και ζωή παραδειγματική. Και το παράδειγμα του χριστιανού είναι το πιο βροντερό κήρυγμα. Αυτό ας μη το λησμονούμε ποτέ. 


Τρίτη 2 Ιουλίου 2013

ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ-ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΣΑΝ ΝΑ ΜΑΛΩΣΟΥΝ



Δύο ασκηταί ζούσαν αγαπημένοι μέσα σε μια έρημο.Μια ημέρα,εκεί που συζητούσαν ωφέλημα και σοβαρά,είπε ο ένας.Αδελφέ,ποτέ δεν φιλονικήσαμε.Θα πείραζε να μαλώσουμε καμιά φορά; Το θέλεις; Ας επιχειρήσουμε να δούμε πως μαλώνουν οι άνθρωποι μεταξύ των.
Πως όμως; Να βάλουμε αυτό το κανάτι στη μέση. Εγώ θα λέω είναι δικό μου,εσύ θα λες είναι δικό σου και έτσι θ'αρχίση ο καυγάς.
Μπήκε, λοιπόν,  το κανάτι.  Ε,αφού είναι δικό σου,απάντησε ο ένας,πάρτο και πήγαινε στην ευχή του Θεού. Έτσι δεν μπόρεσαν να μαλώσουν οι δυο άνθρωποι του Θεού μεταξύ των.

Σε αυτό το σημείο αρετής και τελειότητος πρέπει να φθάσει ο άνθρωπος,ώστε να είναι αμετακίνητος από το αγαθό και ακλινής προς το κακό. Έτσι μας θέλει ο Θεός να ζούμε,χωρίς έριδες και μίση,αλλά πάντα αδελφωμένοι και αγαπημένοι. Ποτέ δεν πρέπει για τιποτένια πράγματα να χάνουμε την γαλήνη μας και να χαλνούμε τις καρδιές μας.   

Κυριακή 30 Ιουνίου 2013

Τὸ ράσο καὶ τὰ γένεια (Φώτης Κόντογλου)


Φώτης Κόντογλου
(ἀπὸ τὸ Ἀσάλευτο Θεμέλιο, Ἀκρίτας 1996)




Πολλὰ ἔχουν γραφῇ γιὰ τὰ ράσα καὶ τὰ γένια τῶν κληρικῶν. Οἱ περισσότεροι ἀπ᾿ ἐκείνους ποὺ δὲν τὰ χωνεύουνε, εἶναι κάποιοι ποὺ θέλουνε νὰ φαίνουνται ἐλεύθεροι καὶ νεωτεριστικὰ πνεύματα. Αὐτοὶ ὅλοι εἶναι πάντα «πρακτικοὶ» ἄθρωποι, ποὺ κρίνουνε τὰ τῆς θρησκείας μὲ τὸ πρακτικὸ καὶ πεζὸ μυαλό τους, ἐνῷ ἡ χριστιανικὴ θρησκεία δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ τὰ πρακτικὰ μυαλά, γιατὶ εἶναι ἡ βαθύτερη ποίηση, ἡ ἄβυσσο τῆς ποίησης. Ἡ κακοδαιμονία τῆς Ἐκκλησίας μας ἔχει τὴν αἰτία της, κατὰ τὴν γνώμη μου, στὸ ὅτι λείψανε ἀπ᾿ αὐτὴν οἱ ποιητικὲς ψυχές, μὲ τὴν πραγματικὴ σημαία τῆς ποίησης, καὶ γέμισε ἀπὸ «πρακτικούς ἀνθρώπους, ἤγουν ἀπὸ ξεραΐλα καὶ τὸ μέγα ἔλεος.

Νὰ βάλῃ κανεὶς μὲ τὸν νοῦ του καὶ ν᾿ ἀπορήσῃ τί σχέση ἔχουν αὐτοὶ οἱ «θετικοὶ καὶ πρακτικοὶ» ἄνθρωποι, οἱ λεγόμενοι φρόνιμοι καὶ ἔξυπνοι, μὲ τὸν Χριστό, ποὺ εἶπε τὰ παρακάτω λόγια: Ἂν δὲν γυρίσετε πίσω καὶ γίνετε σὰν τὰ παιδιά, δὲν θὰ μπεῖτε στὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν.- μὴν φροντίζετε τί θὰ φᾶτε καὶ τί θὰ πιῆτε καὶ τί ροῦχο θὰ φορέσετε.- Ἐγὼ σᾶς λέγω μὴν ἀντισταθεῖτε στὸν πονηρό, ἀλλὰ ὅποιος σὲ χτυπήσει ἀπὸ τὸ δεξὶ μάγουλό σου, στρέψε καὶ τ᾿ ἄλλο.- Μακάριοι ὅσοι καταδιώκονται γιὰ μένα. - Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς σας.- Μὴ θησαυρίζετε θησαυροὺς ἀπάνω στὴ γῆ.- Ἐμπᾶτε ἀπὸ τὴν στενὴ πύλη, γιατὶ εἶναι στενὸς καὶ θλιμμένος, ὁ δρόμος ποὺ πηγαίνει στὴ ζωή, κ᾿ εἶναι λίγοι ποὺ τὸν βρίσκουνε.- Ἀφῆστε τοὺς νεκροὺς νὰ θάψουν τοὺς πεθαμένους τους.- Δὲν ἦλθα νὰ φέρω εἰρήνη ἀλλὰ μάχαιρα.- Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ παίρνεται μὲ τὴ βία κ᾿ οἱ βιαστὲς τὴν ἀρπάζουνε».

Ποιὰ σχέση μποροῦνε νὰ ἔχουνε αὐτὰ τὰ πράγματα κι᾿ ἄλλα πολλὰ ποῦ εἶπε ὁ Χριστός, μὲ τὸ πρακτικὸ μυαλό; Τὸ πρακτικὸ μυαλὸ κοιτάζει ποιὸ εἶναι τὸ συμφέρον καὶ τὸ ὠφέλιμο γιὰ τὴν ὑλικὴ ζωὴ καὶ γιὰ τὴν ἀσφάλειά της· δὲ μπορεῖ νὰ πετάξει ἐλεύθερο ἐκεῖ ποὺ τὸ καλεῖ ὁ Χριστός. Μιὰ θρησκεία ποὺ παραγγέλνει κάποια πράγματα ποὺ εἶναι ὁλότελα ἀνάποδα ἀπὸ ὅ,τι νοιώθει τὸ πρακτικὸ μυαλό, μπορεῖ νὰ εἶναι γιὰ πρακτικοὺς ἀνθρώπους; Πῶς νὰ παραδεχθῇ ὁ πρακτικὸς ἄνθρωπος πὼς δὲν ὠφελεῖται σὲ τίποτα ἂν κερδίσῃ τὸν κόσμον ὅλον; Πῶς, αὐτὸς ὁ θετικὸς ἄνθρωπος νὰ θυσιάσει ὅλα τὰ χεροπιαστὰ τούτου τοῦ κόσμου, κυνηγώντας τοὺς ἴσκιους τῆς μέλλουσας ζωῆς; «Οἱ βιαστὲς ἁρπάζουνε τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ», λέγει ὁ Χριστός. Μπορεῖ νὰ εἶναι βιαστὴς ὁ πρακτικὸς ἄνθρωπος, ποὺ τὰ μετρὰ ὅλα καὶ δὲν ριψοκινδυνεύει ποτέ; Πρακτικοὶ ἤτανε οἱ Φαρισαῖοι, οἱ Ρωμαῖοι, ὁ ἴδιος ὁ Ἰούδας, ποὺ φρόντιζε τόσο πολὺ γιὰ τὸ γλωσσοκόμο. Ὁ πρακτικὸς ἄνθρωπος δὲ μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι καχύποπτος, πονηρός, κι᾿ ὁ Χριστὸς εἶπε στοὺς Ἰουδαίους: «Πῶς μπορεῖτε νὰ μιλᾶτε ἀγαθά, ἀφοῦ εἶστε πονηροί»; Ἡ Σαμαρείτιδα δὲ καταλάβαινε τί τῆς ἔλεγε ὁ Χριστός, ἐπειδὴ τὸ μυαλό της ἤτανε πρακτικό, καὶ σὲ καιρὸ ποὺ τῆς μιλοῦσε γιὰ «τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν τὸ ἀλλόμενον εἰς ζωὴν αἰώνιον», αὐτὴ μιλοῦσε γιὰ τὸ φυσικὸ νερό, «γιὰ νὰ μὴ διψᾷ, καὶ νὰ πηγαίνῃ στὸ πηγάδι νὰ τ᾿ ἀνεβάζῃ μὲ τὸν κουβᾶ», «ἵνα μὴ διψῶ, μηδὲ ἔρχομαι ἐνθάδε ἀντλεῖν».

Πρακτικοὶ ἤτανε οἱ Ἑβραῖοι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, κολλημένοι στὸ ἐπίγειο συμφέρον, καὶ γι᾿ αὐτό, ὅσα τοὺς ὑποσχέθηκε ὁ Θεός, τὶς «επαγγελίες», τὶς καταλαβαίνανε γιὰ ὑλικές με τὸ ὑλικὸ φρόνημά τους...
Λοιπόν, οἱ πρακτικοὶ ἄνθρωποι, ποὺ εἶναι καὶ μικρολόγοι, τὰ ζητήματα τῆς θρησκείας τὰ βλέπουνε καὶ τὰ κρίνουνε μὲ τὸν ὠφελιμιστικὸν τρόπο ποὺ δουλεύει τὸ μυαλό τους. Αὐτοὶ εἶναι ποὺ ἀγαπᾶνε τὶς καινοτομίες στὴ λατρεία καὶ σὲ ὅλα τὰ ἐκκλησιαστικὰ πράγματα. Αὐτοὶ θέλουνε τὴ συντόμεψη τῶν ἀκολουθιῶν, αὐτοὶ δείχνουνε ὑπερβολικὴ φροντίδα γιὰ τὰ ἀναπαυτικὰ καθίσματα τοῦ ναοῦ, γιὰ τὴν ἐξωτερικὴ τάξη καὶ καθαριότητα, γιὰ τὸν συγχρονισμὸ τῆς λατρείας μὲ εὐρωπαϊκὴ μουσική, μὲ φυσικὴ σαρκικὴ εἰκονογράφηση, μὲ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ κάθε τί ποὺ βαστᾶ ἀπὸ τὴν παράδοση, μὲ τὴν κατάργηση τελετουργικῶν διατάξεων, καὶ τέλος, μὲ τὴν ἀλλαγὴ τῆς ἐξωτερικῆς μορφῆς τῶν κληρικῶν: Κατὰ τὴν γνώμη τους τὸ ράσο πρέπει νὰ καταργηθῇ, κι᾿ ὁ παπὰς νὰ φορᾷ πανταλόνι καὶ σακκάκι ὅπως ὅλοι οἱ ἄνδρες, πρέπει οἱ ἱερεῖς νὰ κόψουν τὰ μαλλιὰ καὶ τὰ γένεια τους, νὰ ξουρίσουνε τὸ μουστάκι τους, «για νὰ εἶναι καθαροί». Βλέπετε πὼς οἱ πρακτικοὶ ἄνθρωποι προσέχουνε πολύ, ὅπως εἶπα καὶ πρίν, «τὸ ἔξωθεν τοῦ ποτηρίου καὶ τῆς παροψίδος». Λοιπόν, μὲ τὶς σοφὲς καὶ βαθυστόχαστες ὑποδείξεις τους δὲν θὰ εἶναι παραμελημένοι καὶ λεροὶ σὰν τὸν ἅγιο Γιάννη, σὰν τὸν ἅγιο Ἀντώνιο, σὰν τὸν ἅγιο Χρυσόστομο, σὰν τὸν ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλὸ μὲ τὴν γιδότριχα, ἀλλὰ θὰ κάνουνε ταχτικὰ τὸ μπάνιο τους, θὰ συχνοξουρίζονται, καὶ θὰ μοσκοβολοῦνε, ὅπως ὅλοι οἱ σημερινοὶ πολιτισμένοι, ἀκόμα κ᾿ οἱ γκάγκστερς, οἱ μεγάλοι ἀπατεῶνες, οἱ ἄνθρωποι τῶν πάρτυ, τῶν ἱπποδρομίων, τῶν πλάζ, κλπ.

Ἔγραψα πολλὲς φορὲς γιὰ τὴν περιβολὴ τῶν ἱερωμένων καὶ γιὰ τὴν ἐξωτερικὴ ὄψη τους, ἀπ᾿ ἀφορμὴ κάποιων «πρακτικῶν» νεωτεριστῶν ποὺ κόπτονται γιὰ «την ἀναχρονιστικὴ καὶ βάρβαρη ἀμφίεσή τους καὶ γιὰ τὴν ἀσχήμια (πόση εὐαισθησία καὶ καιλαισθησία!) τῶν μαλλιῶν καὶ τῶν γενιῶν των». Δὲν θὰ ξαναγράψω ὅσα ἔγραψα ἄλλη φορά, περασπίζοντας τὴν ἐξωτερικὴ μορφὴ τῶν κληρικῶν μας ἀπὸ τὴν ἄποψη τῆς παράδοσης.

Τοῦτο μονάχα θὰ πῶ τώρα σχετικὰ μὲ τὴν παράδοση στὸ ντύσιμο τοῦ κλήρου μας: Ἂς φαντασθῇ ὅποιος θέλει, ἂν μπορῇ νὰ σταθῇ πιὰ τίποτε ἑλληνικό, ἀπὸ τὴ μέρα ποὺ θὰ ἐμφανισθῇ ὁ παπὰς στὸ χωριὸ μὲ σακκάκι καὶ μὲ πανταλόνι, μὲ γραβάτα καὶ μὲ ρεπούμπλικα, ξουρισμένος καὶ μαδημένος, ὅπως εἶναι μερικοὶ ποὺ ἔρχουνται ἀπὸ τὸ ἐξωτερικό, καὶ ἀηδιάζει κανένας νὰ βλέπη ξουρισμένους σβέρκους, μάγουλα σὰν καθαρισμένα αὐγά, προγούλια, ἔκφραση τραπεζίτη ἢ ὀπερατὲρ τοῦ κινηματογράφου, χειρονομίες καὶ φωνὲς τῆς πιάτσας, κλπ.

Σήμερα θὰ πῶ λίγα λόγια μονάχα γιὰ τὸ ράσο καὶ γιὰ τὰ γένεια, «ἀπὸ αἰσθητικῆς ἀπόψεως», ὅπως λένε κ᾿ οἱ αἰσθητικοί, ἐπειδὴ οἱ νεωτεριστὲς ποὺ φωνάζουνε πῶς πρέπει νὰ καταργηθοῦνε, λένε πῶς ἀηδιάζουνε ἀπὸ τὴν ἀσχήμια τοῦ ράσου καὶ τῶν γενείων, καὶ πὼς ὅσα λένε τὰ λένε ἐν ὀνόματι «τῆς καλαισθησίας».

Καὶ πρῶτα - πρῶτα ποιὰ εἶναι ἡ καλαισθησία στὰ θρησκευτικὰ καὶ ἐκκλησιαστικὰ πράγματα; Σ᾿ αὐτὰ δὲν ὑπάρχει «καλαισθησία» κατὰ τὰ γοῦστα τοῦ κόσμου, ἀλλὰ εἶναι καλὸ καὶ ἔμορφο ὅ,τι εἶναι εὐπρεπὲς καὶ σεμνό, ὅ,τι εἶναι πρέπον στὸ πνευματικὸ ἀξίωμα τοῦ ἱερέως. Ὅπως ἡ μορφὴ ποὺ ἔχουνε τόσα ἀντικείμενα εἶναι σχετικὰ μὲ τὴν ἐκκλησία, κτίρια, εἰκόνες, ψαλμός, σκεύη, βιβλία, ἄμφια, ποὺ εἶναι τέτοια, ὥστε νὰ ἀνεβάζουν τὸν νοῦν καὶ τὴν καρδιὰ τοῦ πιστοῦ στὸν πνευματικὸ κόσμο, σὰν νὰ εἶναι σύμβολα ἱερὰ καὶ ὑπομνήματα στὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, «ἀναγωγικὰ» ἀπὸ τὸν ὑλικὸ στὸν φθαρτὸ κόσμο στὸν πνευματικὸ καὶ ἄφθαρτον τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ἔτσι καὶ ἡ ἀμφίεση κ᾿ ἡ ὄψη τῶν κληρικῶν, πρέπει νὰ δείχνῃ τὸ πνευματικὸ ἀξίωμά τους. Ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους ποὺ ζοῦσαν πρὸ Χριστοῦ, οἱ ἱερεῖς, οἱ μάντεις, οἱ πυθίες, εἴχανε ἰδιαίτερη στολὴ κ᾿ οἱ ἄντρες εἴχανε καὶ γένεια καὶ μαλλιά, ὥστε νὰ δυναμώνῃ μὲ τὴ μορφὴ καὶ τὸ πνευματικὸ ἐπιβάλλον τους. Οἱ Ἕλληνες ποὺ ἐκτιμήσανε τὴ μορφὴ μέχρι λατρείας, δίνανε μεγάλη προσοχὴ σ᾿ αὐτὰ ποὺ τὰ νομίζουνε «ἄνευ σημασίας καὶ πάρεργα» οἱ εὐρύνοες καὶ ἐλευθερόφρονες πρακτικοὶ χριστιανοὶ μὲ τὸ θετικὸ μυαλό τους. Τουλάχιστον δὲν φαντάζονται πὼς κ᾿ ἕνα λιοντάρι στὴ φυσική του κατάστασή του, ποὺ τὸ στόλισε ὁ Θεὸς μὲ τὴ μεγαλοπρέπεια τῆς χαίτης του, θὰ γίνη σὰν ἕνα ψωρόσκυλο, ἂν τὸ κουρέψουνε; Μήτε ἕνα τόσο πρακτικὸ πράγμα δὲν βάζουνε στὸν νοῦ τους αὐτοὶ οἱ «πρακτικοὶ» κύριοι; Μὰ τέτοια κεφάλια δὲν γεμίζουνε μήτε μὲ χίλια πράγματα ποὺ μπορεῖ νὰ πῇ κανένας ἀπάνω σ᾿ αὐτὸ τὸ θέμα.
Ἀλλὰ ὅπως εἶπα καὶ παραπάνω, ἂς πάρουμε τὸ πράγμα κι᾿ ἀπὸ τὴ μεριὰ «τῆς καλαισθησίας», γιατὶ τώρα τελευταῖα οἱ πρακτικοὶ νεωτεριστὲς γυρίσανε τὸ τραγούδι τοῦ ράσου καὶ τῶν γενειῶν στὴν αἰσθητική, ἴσως ἐπειδὴ ἡ ἐποχή μας ποὺ εἶναι ἡ πιὸ ἀκαλαίσθητη, δίνει μεγάλη σημασία στὴν «αἰσθητικὴ» καὶ στὸ «καλὸ γοῦστο».
Θά ῾θελα νὰ γράψω ἕνα φυλλάδιο ὁλόκληρο ποὺ νἄχῃ γιὰ τίτλο «Η ἀκαλαισθησία ὁμιλοῦσα περὶ αἰσθητκῆς». Νὰ τὸ γράψω μάλιστα στὴν καθαρεύουσα, ὥστε νὰ εἶναι σύμφωνο μὲ κείνους ποὺ μοῦ δώσανε ἀφορμὴ γιὰ νὰ γράψω.

Λοιπόν, ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἀποτροπιάζονται τὸ ράσο καὶ τοὺς γενειοφόρους ἱερεῖς, στὄνομα τῆς καλαισθησίας; Ἀπάντηση; Κατὰ κανόνα εἶναι οἱ πιὸ ἀκαλαίσθητοι, οἱ ἄνθρωποι τοῦ «κακοῦ γούστου», ποὺ δὲν ἔχουνε καμία σχέση μὲ τὴν τέχνη, καὶ μήτε κἂν μὲ τὴ συνηθισμένη καλαισθησία. Μπῆτε στὰ σπίτια τους καὶ στὰ γραφεῖα του καὶ θὰ φρίξετε. Ἀρχιτεκτονική, ἔπιπλα, εἰκόνες, βιβλία, βάζα, πολύφωτα, ὅλα σε σπρώχνουνε νὰ βγῇς ἔξω. Ἐκεῖνο ποὺ θὰ σοῦ κάνῃ τὴ μεγαλύτερη ἐντύπωση, εἶναι κανένα ἐλεεινὸ κάντρο μὲ ἐλεεινότερη κορνίζα, κρεμασμένο ἀπάνω ἀπὸ τὸ γραφεῖο ἢ ἀπὸ τὸ κρεβάτι, ποὺ θὰ παριστάνῃ κενέναν «γλυκὺν Ἰησοῦν» γεμάτον ζαχαρίνη, μ᾿ ἐκεῖνο τὸ μειδίαμα ποὺ παραγγέλνουν οἱ φωτογράφοι στοὺς πελάτες μπροστὰ στὸ φακό, μὲ ρεφλεδάκια στὸ πρόσωπο, μὲ μαλλιὰ ποὺ ἔχουνε γίνει μποῦκλες στὸ κομμωτήριο, μὲ κινηματογραφικὲς χειρονομίες κλπ.

Ὅποτε τυχαίνει νὰ συναπαντήσω κανέναν παπᾶ, καὶ πρὸ πάντων ἂν τύχῃ νὰ εἶναι εὐμορφάνθρωπος, στέκουμαι καὶ τὸν θαυμάζω γιὰ τὴν μεγαλοπρέπειά του, γιὰ τὸ ἐπιβάλλον καὶ μαζὶ γιὰ τὴν σεμνότητα ποὺ ἔχει ἡ ὄψη του, καὶ γιὰ τὴν ἐμπιστοσύνη ποὺ ἔχει τὸ παρουσιαστικὸ καὶ ἡ ἀμφίεσή του. Ἱερὸ πρόσωπο! Ἀλλὰ καὶ τί γραφικότητα ἔχει ὅλο τὸ παράστημά του. Εἶμαι ζωγράφος, τὸ μάτι μου εἶναι ἀκονισμένο στὸ τί εἶναι γενικὰ τὸ ἔμορφο, κι᾿ ὄχι μοναχὰ δὲν βρίσκω κανένα ψεγάδι ἀπάνω του, ἀλλὰ καὶ τὸν θαυμάζω. Καὶ νὰ συλλογίζεσαι πῶς ὑπάρχουν κάποιοι Ἕλληνες, καὶ θεολόγοι μάλιστα, ποὺ ξυνίζουνε τὰ μοῦτρα τους, ποὺ τὸν βρίσκουνε «ἀντιαισθητικόν»! Ἀντιαισθητικὸν βρίσκουνε τὸν Ὅμηρο, τὸν μάντη Τειρεσία, τὸν Μέντορα, τὸν Ἀχιλλέα μὲ τὰ μαῦρα στριφτὰ γένια, τὸν Θεμιστοκλῆ, τὸν ἅγιο Βασίλειο, τὸν ἅγιο Λουκιανὸ ποὺ τὸν εἶδε καὶ τἄχασε ὁ σκληρὸς Διοκλητιανός, τὸν ἅγιο Νικόλαο, τὸν Κωνσταντῖνο τὸν Παλαιολόγο, τὸν Θανάση Διάκο, τὸν Παπαφλέσσα, τὸν Ἡσαΐα Σαλώνων, τέλος βρίσκουνε ἄσχημο τὸν πνευματικὸ λέοντα μὲ τὴν φυσικὴ χαίτη του, καὶ ἔχουνε γιὰ ὄμορφον ἐκεῖνον τὸν μαδημένον, ποὺ εἶναι σὰν τὸ κριάρι ποὺ τὸ κουρέψανε καὶ γίνηκε ἀγνώριστο, μὲ τὰ στραβὰ ποδάρια του, μὲ τὸ λαιμὸ τῆς γαλοπούλας καὶ μὲ τὸ κωμικὸ μούσι! Μὴ χειρότερα! Ποὺ μπορεῖ νὰ φτάσῃ ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ ξιπασιὰ γιὰ νὰ φανῆ εὐρωπαϊσμένος! Ἐμεῖς ποὺ κάτι γομᾶμε ἀπὸ τέχνη, νοιώθουμε αὐτὰ τὰ αἰσθήματα, κ᾿ οἱ ἀπελέκητοι καὶ κακόγουστοι «ἀχαλοῦν γιὰ τὴν ἄκομψον καὶ βάρβαρον ἐμφάνισιν τῶν κληρικῶν»! Ποιοί; ἐκεῖνοι ποὺ τὸ μάτι τους θέλει νὰ βλέπει τριμμένα κι᾿ ἀνέκφραστα σχήματα.

Ἀλλὰ καὶ κακοφτιαγμένος νὰ εἶναι ὁ παπάς, μὲ τὸ ντύσιμό του παρουσιάζεται εὐπρεπισμένος, παρὰ ἂν φοροῦσε σακκάκια καὶ πανταλόνια: μὲ τὰ γένια καὶ τὰ μαλλιὰ κρύβονται οἱ ἀσχήμιες τοῦ κεφαλιοῦ, τὰ προγούλια, οἱ σβέρκοι, τὰ πλατειὰ χείλια, τὰ παχειὰ μάγουλα. Βάλε καὶ τὸ καλυμαύχι, ποὺ εἶναι ἕνα θαυμάσιο κάλυμμα, καὶ ποὺ γίνεται πιὸ θαυμάσιο με τὸ ἐπανωκαλύμμαυχο*. Τὰ κουσούρια (ἐλαττώματα) πάλι ποὺ ἔχει τυχὸν τὸ σῶμα ἑνὸς κληρικοῦ κρύβουνται καὶ μετασχηματίζονται ἀπὸ τὰ ράσα, οἱ κοιλιές, τὰ στραβὰ πόδια, τὰ μακρυὰ χέρια, ἡ καμπούρα, κ.ο.κ. Ὅλα ντύνουνται μὲ εὐπρέπεια καὶ πνευματικὴ ἀρχοντιά, μπροστὰ στὰ στενὰ καὶ στὰ μεσάτα των καθολικῶν, τὰ κλὸς καὶ τὰ μοδιστράδικα πλισσέ. Οἱ παπάδες μας εἶναι σὰν πνευματικοὶ ἄρχοντες. Δόξα σοι ὁ Θεὸς ποὺ βλέπουμε ἀκόμα τέτοιες βιβλικὲς μορφὲς στὸν αἰώνα τῆς μονοτονίας, τῆς ἀνέκφραστης ὁμοιομορφίας καὶ τῆς ἀντιπνευματικῆς πεζότητας! Ὡστόσο, κ᾿ ἐκεῖνοι ποὺ δὲν χωνεύουν τὰ μαλλιὰ καὶ τὰ ράσα, μιλοῦμε συχνὰ μὲ γεροντοκοριτσίστικη ἔκσταση γιὰ κάποιες «βιβλικές μορφές». Θέλεις μῆλον ἔπαρε, θέλεις κυδώνι λάβε, ποὺ λέγει καὶ ἡ παροιμία.

Τὸ πόσο στολίζουν τὰ γένεια ἕνα ἱερὸ πρόσωπο καὶ τοῦ δίνουνε εὐπρέπεια καὶ πνευματικὸ ἀξίωμα, τὸ δείχνει ἀνάμεσα σὲ ἄλλα καὶ τὸ ἄγαλμα τοῦ Μωϋσῇ ἀπὸ τὸν Μιχαὴλ Ἄγγελο. (Τὸ γράφω αὐτὸ γιὰ τοὺς δυτικόπληκτους). Ἐνῶ κατὰ τὴν ἀρχαία παράδοση ὁ Μωϋσῆς παριστάνεται σπανὸς μὲ λίγες ἀραιὲς τρίχες στὸ πηγούνι, ὁ Μιχαὴλ Ἄγγελος. δηλ. ἕνας τεχνίτης κατόλικος, ποὺ ἔβλεπε γύρω τοὺς ξουρισμένους κληρικούς, τὸν ἔκανε μὲ μακρυὰ καὶ μπλεγμένα γένεια καὶ μὲ πολλὰ σγουρὰ μαλλιά, γιὰ νὰ δώσῃ χαρακτήρα ὑπερανθρώπου καὶ ἱερατικόν, ὅπως στὸν Σαβαώθ, στοὺς Πατριάρχες καὶ στ᾿ ἄλλα σεβάσμια πρόσωπα τῆς Ἁγίας Γραφῆς.

Κάποιος γνωστός μου κληρικὸς ποὺ ταξίδεψε πρὶν ἀπὸ λίγα χρόνια στὴ Συρία καὶ στὸ Λίβανο, μοῦ ῾λεγε πῶς τοῦ εἶπε ἕνας ἀρχιμανδρίτης Σῦρος πὼς ὁ βασιλιὰς τῆς Ἰορδανίας Ἀβδουλλάχ, ἔλεγε στὸν μακαρίτη Πατριάρχη Ἀντιοχείας: «Ἐσεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι ἔχετε στὸ παρουσιαστικό σας κάποιο πράγμα ποὺ μᾶς κάνει, ἐμᾶς τοὺς μουσουλμάνους, νὰ νοιώθουμε σεβασμό. Ἐνῷ ἐκεῖνοι οἱ φραγκοπαπάδες μᾶς φαίνουνται σὰν πράκτορες ὑπόπτων ὑποθέσεων». Ἀλλὰ καὶ κάποιοι ἱερεῖς μας ποὺ πήγανε σὲ ξένες χῶρες χριστιανικὲς τῆς Εὐρώπης καὶ τῆς Ἀμερικῆς, μὲ τὰ ράσα καὶ τὰ γένεια, ὅπως κάνουνε ὁ Ρῶσοι, ἤτανε σεβάσμιοι γιὰ τοὺς ντόπιους, ἐνῶ στοὺς κουρεμένους φραγκοφορεμένους δικούς μας δὲν δείχνανε κανένα σεβασμὸ σὰν σὲ θρησκευτικοὺς ἀνθρώπους. Πολλοὶ ξένοι μοῦ τὸ τονίσανε αὐτό, καὶ γι᾿ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία μας ποὺ στέλνει στὶς παροικίες παπάδες, ἔχει ξεπέσει στὴν συνείδηση τῶν ξένων. Ἐξ ἄλλου, τὸ κοστούμι κ᾿ ἡ γραβάτα ἔχει μεγάλη ἐπίδραση στὸ ἦθος τῶν κληρικῶν μας ποὺ τὰ φορᾶνε.**.

Ἕνας εὐλαβὴς ἱερεύς, γνωστός μου, μοῦ ἔλεγε πὼς ὅταν τὸ βράδυ βγάλῃ τὰ ράσα γιὰ νὰ κοιμηθῇ, δὲν γνωρίζει τὸν ἑαυτό του, καὶ θαρρεῖ πῶς ἡ θεία χάρη ποὺ νοιώθει ὅταν τὰ φορῇ, φεύγει ἀπὸ πάνω του.

Ὅπως ὁ ἀξιωματικὸς ἢ ὁ ἀστυνόμος ποὺ ὑπηρετεῖ τὴν ἐπίγεια ἐξουσία, φορεῖ τὴ στολή του γιὰ νὰ γνωρίζεται, ἔτσι κι᾿ ὁ ἱερωμένος, καὶ πολὺ περισσότερο, γιατὶ ὑπηρετεῖ τὴν οὐράνια ἐξουσία πρέπει νὰ φορεῖ τὴν στολή του, κι᾿ ὄχι νὰ ντρέπεται, ὅπως κάνουνε ἐκεῖνοι ποὺ δὲν θέλουν τὸ ράσο. Ἂν βγάζανε τὴν ἱερατικὴ περιβολή τους οἱ παπάδες καὶ βάζανε πολιτικά, θὰ βλέπανε τί περίπαιγμα θὰ παθαίνανε ἀπὸ τοὺς ἄθρησκους, προπάντων στὴν ἐπαρχία. Γιατὶ τὸ ράσο εἶναι ἀσπίδα.

Γιὰ τοῦτο, πῶς ἀλλοίμονο ἂν παρουσιασθῇ ὁ παπὰς στὸ χωριὸ μὲ πανταλόνια καὶ μὲ γραβάτα, καὶ τὸ καλοκαίρι μὲ κοντὰ μανίκια! Ὢ τί δυστυχία! Ὢ διάλυση τῶν πάντων! Τί Ἑλλάδα μπορεῖ νὰ σταθῇ πιά; Ὅλα θὰ διαλυθοῦνε. Ὁ παπὰς στὸ χωριὸ εἶναι σύμβολο. Σύμβολο θρησκευτικὸ καὶ ἐθνικό, ἂς εἶναι καὶ ἀγράμματος, ὁ πιὸ ἀπελέκητος. Τὸ ράσο θυμίζει στὸν λαὸ τὴν ἱστορία του, τὶς θυσίες του, τοὺς πόνους του, τὶς χαρές του, καὶ γι᾿ αὐτὸ τὸ ράσο τὸν ζεσταίνει, τοῦ δίνει φρόνημα, πίστη, πεποίθηση, ἐμπιστοσύνη κι᾿ ἀγάπη στὴ φυλή του. Αὐτοὶ ποὺ θέλουνε νὰ καταργήσουνε τὸ ράσο καὶ νὰ μοντερνίσουνε τὴν ἀρχαία ὄψη τοῦ παπᾶ, συλλογιστήκανε καλὰ τί ζητᾶνε; Ἂς ρωτήσουν τοὺς ξενητεμένους Ἕλληνες τί χαρὰ καὶ τί κατάνυξη νοιώθουν ὅταν ἀντικρύσουν, στὶς χῶρες ποὺ ζοῦν, κάποιον ἱερέα μας μὲ γένεια καὶ μὲ ράσο. Εἶδα κάπου νὰ γράφει ἕνας διάκος εὐσεβὴς ὅτι σὲ ἕνα γράμμα ποὺ ἔλαβε ἀπὸ ἕναν γνωστό του νέον, ἀλλὰ ἔγγαμον ἱερέα, ποὺ ὑπηρετεῖ στὴν Τασμανία τῆς Αὐστραλίας, ἔγραφε τὰ παρακάτω λόγια: «τὸ εὐχάριστο εἶναι ὅτι κατώρθωσα νὰ διατηρῶ τὰ ράσα καὶ τὰ γένειά μου, καὶ οὕτω ἀπολαμβάνω σεβασμοῦ καὶ πολλῆς ἐκτιμήσεως ἀπὸ τοὺς ὁμογενεῖς της Τασμανίας».

Ἀλλὰ ἂς γυρίσουμε γιὰ λίγο ἀκόμα σὲ ἐκείνους ποὺ δὲ μποροῦνε νὰ χωνέψουνε τὸ ράσο καὶ τὰ γένεια τῶν ἱερέων ἀπὸ τὴ μεγάλη «αἰσθητική» καλλιέργεια ποὺ ἔχουνε.
Ἕνας ἀπ᾿ αὐτούς, ποὺ εἶναι τώρα μακαρίτης κ᾿ ἤτανε τότε ποὺ ζοῦσε καθηγητὴς σπουδαῖος της Θεολογίας, μὲ προσκάλεσε στὸ σπίτι του γιὰ νὰ μοῦ δείξῃ τὰ «καλλιτεχνήματα» ποὺ εἶχε... Δὲν ἔβλεπα τὴν ὥρα καὶ τὴν στιγμὴ νὰ φύγω ἀπὸ κεῖ μέσα καὶ σὰν βγῆκα, ἔκανα τὸν σταυρό μου, ἀνασαίνοντας βαθειά, καὶ εὐχαρίστησα τὸν Κύριο ποὺ δὲν μὲ ἀξίωσε νὰ γίνω σοφὸς καθηγητής. Λοιπόν, ἐκεῖνος ὁ φτωχὸς ἄνθρωπος, ἐκεῖνος ὁ ψυχικὸς ξέρακας ποὺ περνοῦσε γιὰ σοφός, δὲν χώνευε μήτε τὰ ράσα, μήτε τὴ βυζαντινὴ εἰκονογραφία, μήτε «την βάρβαρον βυζαντινὴν μουσικήν, ἠνάλωσε δὲ τὰς δυνάμεις αὐτοῦ μέχρι τοῦ θανάτου του, μοχθήσας διὰ τὴν συγχρόνισιν τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἡμῶν τεχνῶν»! Θεὸς συχωρέστον.



*
Κ᾿ ἡ μίτρα τοῦ δεσπότη (ἡ κορόνα) εἶναι ἀπὸ τὰ πλέον ἐπιβλητικὰ καὶ θαυμαστὰ καλύμματα, μ᾿ ὅλο ποὺ εἶναι ρώσικη. Ἐνῶ ἡ τιάρα τῶν καρδιναλίων ἐκφράζει ἀλαζονεία καὶ σατανικότητα, εἶναι καὶ κακοῦ γούστου κατασκεύασμα.



** Κάποιος πολύξερος καὶ σπουδασμένος καὶ ποὺ γνωρίζει καλὰ τὰ ἐκκλησιαστικὰ πράγματα, μοῦ ἔλεγε πὼς ἀπὸ τὸν καιρὸ ποὺ ἱερωμένοι μας βγάλανε τὰ ράσα, πλήθηνε ἡ κακοήθεια τοῦ κλήρου σὲ κείνη τὴ χώρα ποὺ κατοικοῦσε.