Ἐγεννήθη εἰς
τὸ χωρίον Δαφνῶν τῆς Χίου κατὰ τὸ
ἔτος 1815 ἀπὸ
εὐσεβεῖς γονεῖς,
τὸν Μιχαὴλ καὶ Ἀντωνία Φραγκοσκούφη
(ἢ Μενή). Περὶ
τῆς γεννήσεώς
του προεφήτευσε ὁ Ἅγιος Μακάριος
Κορίνθου ὁ Νοταρᾶς
(ὁ καὶ τελικῶς
ἀσκητεύσας εἰς τὴν προσφιλήν του Χίον)
στὴ µητέρα τοῦ
Ὁσίου, οὖσαν
ἐν προκεχωρηµένῃ ἡλικίᾳ,τὰ ἑξῆς:
«θὰ κάµεις ἀγόρι, θὰ τὸ
ὀνοµάσεις
Πολύδωρον, θὰ γίνει µοναχὸς καὶ διὰ
αὐτοῦ θὰ σωθοῦν πολλὲς
ψυχές». Ἐγεννήθη
ὁ Πολύδωρος, ἠνδρώθη, καταγίνηκε µὲ
τὸ ἐµπόριο καὶ
παραλλήλως
ἀρραβωνίσθη εἰς ἡλικίαν 20 ἐτῶν. Σ’
ἕνα χρόνο ἡ µνηστή
του πεθαίνει.
Γυρίζοντας ἀπὸ ταξίδι ἐπισκέπτεται
τὸν τάφο της καὶ
ἀνοίγοντας τὴν
πλάκα ἀντικρίζει τὴ σεσηπυῖα σωρό της
γεµάτη
σκώληκες. Παίρνει
µερικὰ στὸ χέρι του καὶ φιλοσοφεῖ
περὶ τοῦ θανάτου
καὶ τὴ µαταιότητα
τῶν ἐγκοσµίων. Κι ἀποφασίζει νὰ τὰ
ἐγκαταλείψει
ὀριστικά.
Λαµβάνει τὸ
Μέγα Ἀγγελικὸ σχῆµα εἰς τὴν Νέαν
Μονὴν τῆς Χίου
(ἱδρυθεῖσαν
τὸν 10ον αἰώνα) µετονοµασθεὶς ἀπὸ
Πολύδωρος Παρθένιος.
Σὲ µητρῶο τῆς
Νέας Μονῆς µὲ ἡµεροµηνία 7/5/1843 γράφεται
τοῦτο: «Ὁ
Γεροπαρθένιος
ἴδιον τοῦ Φραγκοσκούφη γρ. 200».Δὲν ἦταν
ἀκόµη οὔτε 35
χρονῶν καὶ τὸν
προσαγόρευαν γερο-Παρθένιο. Ἀνακαλύπτει
ἐπὶ τοῦ
Ὄρους Πενθόδου
ἀπόκρηµνο σπήλαιο,εἰς τὸ ὁποῖο
ἀποφασίζει νὰ
ἐγκαταβιώσει.
Σὲ ἐνύπνιο βλέπει τὸν Ἅγιον Ἀπόστολον
καὶ Εὐαγγελιστὴν
Μάρκο µὲ µοναχικὴ
ἐνδυµασία νὰ τὸν ἀποκαλεῖ «γείτονα»
καὶ νὰ τὸν
προσκαλεῖ νὰ
ἔρθει νὰ τὸν βρεῖ. Πράγµατι λίγα µόνο
µέτρα παραπάνω
ἀπὸ τὸν τόπο
ἀσκήσεώς του ἀνακάλυψε ἐρηµωµένο
ναΰδριον ἐπ’ ὀνόµατι
τοῦ Ἁγίου Μάρκου
καὶ τότε ἀρχίζει νὰ ἀνεγείρει µικρὴ
Μονὴ ἐπ’ ὀνόµατι
τοῦ Ἁγίου
Εὐαγγελιστοῦ Μάρκου.
Σύντοµα κοντά
του συρρέει ἀρκετὰ µεγάλος ἀριθµὸς
µοναχῶν, οἱ
ὁποῖοι ζοῦσαν
ὑποδειγµατικὴ «καλογερική»,βαθειὰ
ἐµπνευσµένη καὶ
καταλυτικὰ
ἐπηρεασµένη ἀπὸ τὴν κολλυβαδικὴν
παράδοση τῶν Ἁγίων
Μακαρίου Νοταρᾶ,
Ἀρσενίου τοῦ Παρίου καὶ Νικηφόρου τοῦ
Χίου.
Ἔτρωγαν µία
φορὰ τὴν ἡµέρα, χειµώνα – καλοκαίρι,
κύρια ἀπασχόλησίς
τους ἦταν οἱ
γεωργικὲς ἐργασίες, στὶς 3 τὸ µεσηµέρι
τελοῦσαν τὴν Θ’ Ὥρα
µὲ τὸν Ἑσπερινὸ
καὶ λάµβαναν τὸ ἀντίδωρο. Κατὰ τὴν
ὥρα τῆς
ἀναπαύσεως δὲ
ρέµβαζαν οὔτε ἀργολογοῦσαν παρὰ
κατεσκεύαζαν
µικροὺς ξύλινους
σταυροὺς ἀπὸ κυπαρίσσι (τοὺς ὁποίους
µοίραζε ὁ Ὅσιος
γιὰ εὐλογία)
κι ἕνας µοναχὸς ἔκανε ἀνάγνωση. Ἡ
µονολόγιστος εὐχὴ
σιγοψιθυριζόταν
ἀπ’ ἄκρη εἰς ἄκρην τῆς Μονῆς. Ἡ
καθηµερινὴ
διδασκαλία πρὸς
τοὺς ὑποτακτικούς του περιεστρέφετο
γύρω ἀπὸ τὸ
µυστήριον τοῦ
θανάτου καὶ τὴν ὥρα τῆς ἐξόδου τῆς
ψυχῆς προτρέποντας
τοὺς µοναχοὺς
νὰ ἐξετάζουν κάθε βράδυ τὸν ἐαυτό
τους καὶ νὰ
κοιµοῦνται
πάντα µὲ δακρυσµένους ὀφθαλµούς. Τὴν
αὐτὴν Κοινοβιακὴν
τάξιν βρῆκε κι
ὁ Μακαριστὸς Μητροπολίτης Χίου,Στέφανος,ὅταν
ἐνετάχθη εἰς
τὴν ἀδελφότητα τοῦ Ἁγίου Μάρκου τὸ
1941. Εὔχυµος
πνευµατικὸς
καρπὸς καὶ µεγάλο πνευµατικὸ ἀνάστηµα
τοῦ Ὁσίου
Παρθενίου ἦτο
καὶ ὁ γέρων Γαβριήλ,µετέπειτα Ἡγούµενος
τῆς Μονῆς,
ὅστις καὶ
ἀνεδείχθη ὑπέρµαχος τῶν πατρώων
Παραδόσεων κατὰ τὴν
περίοδο τῆς
ἐπάρατης ἑορτολογικῆς καινοτοµίας.
Ὁ Ὅσιος Παρθένιος
κοιµήθηκε εἰρηνικὰ τὸν αἰώνιον ὕπνον
εἰς τὰς 8
Δεκεµβρίου τοῦ
ἔτους 1883 καὶ ἐτάφη ἐντὸς τοῦ νάρθηκα
τοῦ ταπεινοῦ
Καθολικοῦ τῆς
Μονῆς του.
τους, ὁ Ὅσιος
εἶχε ἀξιωθεῖ τοῦ προορατικοῦ
χαρίσµατος. Προέγνωσε τὸν
θάνατο ἑνὸς
νέου στὴν ἡλικία καλογήρου του καὶ
τὸν προέτρεψε νὰ
προετοιµασθεῖ.
Ἀνήµερα τῆς καταστροφῆς τῆς Χίου ἀπὸ
τὸ φονικὸ σεισµὸ
τῆς 22ας Μαρτίου
τοῦ 1881 ὁ Ὅσιος θρηνώντας φώναζε «Ἕνα
µεγάλο βουνὸ
θὰ πέση καὶ θὰ
κτυπήση τὴ Χίον». Μάλιστα ἀπέτρεψε ἕνα
λαϊκό, ὀνόµατι
Κωνσταντίνο, νὰ
ἐγκαταλείψη τὸ µοναστήρι τὴν ὥρα τοῦ
σεισµοῦ. Παρὰ
µόνο ὅταν κόπασε
τὸ κακὸ τοῦ εἶπε «πήγαινε τῶρα νὰ
ξεπλακώσης τὴ
γυναίκα σου καὶ
τὰ παιδιά σου, µὲ προσοχὴ µὴν τοὺς
κτυπήσεις,διότι ὅλοι
ζοῦνε». Καὶ
πράγµατι ὁ Κωνσταντίνος βρῆκε τὴν
οἰκογένειά του σώα κι
ἀβλαβή. Τὸ
κήρυγµά του πρὸς ὅσους ἔσπευδαν στὸ
µοναστηράκι γιὰ
βοήθεια ἦταν:
«Μετανοεῖτε παιδιά µου, εἰδάλλως θὰ
βουλιάξει ἡ Χίος». Ὁ
Κύριος τοῦ
φανέρωνε τὰ κρύφια τῶν καρδιῶν πολλῶν
πιστῶν καὶ τοὺς
διηυκόλυνε κατὰ
τὴν ὥρα τῆς ἐξαγορεύσεως τῶν ἀµαρτιῶν
νὰ
ὁµολογήσουν.
Πολλοὶ ἦταν
αὐτοὶ ποὺ διένυαν ἀπόσταση 12 ὡρῶν
νηστικοί, γιὰ νὰ
λάβουν χάριν
εὐλογίας τὸ ἀντίδωρο ἀπὸ τὸ χέρι
του.
Ἄλλοι ἐπικαλοῦντο
τὸ ὄνοµά του καὶ τὰς πρεσβείας τοῦ
Ὁσίου, ὅσο ἦταν
ἀκόµη ἐν ζωῇ,ὅπως
εἷς καπετάνιος, τοῦ ὁποίου τὸ ἀνάθηµα,
σὲ ἀσηµένιο
καραβάκι,
βρίσκεται εἰσέτι εἰς τὴν Ἱερὰ Μονὴ
τοῦ Ἁγίου Μάρκου.
Ὁ Μακαριστὸς
Μητροπολίτης Χίου,Στέφανος,τὸ 1948
ἐπικαλούµενος τὰς
εὐχὰς τοῦ Ὁσίου
Παρθενίου καὶ τοποθετώντας τὰ ἱερὰ
λείψανά τοῦ ( τὰ
ὁποία κατὰ
διαστήµατα ἐκχέουν ἁπαλὴ εὐωδία) ἐπὶ
δαιµονιζοµένης
µοναχῆς ἐξέβαλε
ἰσχυρὸ δαιµόνιο,τὸ ὁποῖο ταλάνιζε
αὐτὴν ἐπὶ 17 ἔτη.
Μεγάλη Παρασκευὴ
ἡ µικρὴ κόρη τοῦ Σταµατίου Μανίδη εἶδε
τὸν Ὅσιο
νὰ κάθεται ἐπὶ
τοῦ µνήµατός του ἐντὸς τοῦ νάρθηκα.
Τὸ 1952 ἡ Ἀγγέλα
Μανίδη, τοῦ Σταµατίου καὶ τῆς Μαρίας,
εἰς ἡλικίαν 20
ἐτῶν ἀπαλλάχθηκε
ἀπὸ δαιµόνιο καὶ βρῆκε τὴν ἀκοή
της,ἀφοῦ
προσεκύνησε
στὸν τάφο τοῦ Ὁσίου.
Τὸ 1961 ὁ Χίου
Στέφανος χάριν εὐλογίας ἐπῆρε τρία
µικρὰ ἀποτµήµατα
τοῦ ἱεροῦ
λειψάνου τοῦ Ὁσίου διὰ νὰ τὰ µεταφέρει
σὲ Μονύδρια τῆς
Ἀττικῆς ἔχοντα
πνευµατικὴ συγγένειαν µὲ τὸ µοναστήρι
τοῦ Ἁγίου
Μάρκου. Ἀφοῦ
τὰ φύλαξε µέσα σὲ ντουλάπα πρὶν τὸ
ταξίδι του, ἡ
ντουλάπα ἦρχισε
νὰ σείεται τόσο πολὺ ποὺ κατάλαβε πὼς
δὲν ἦταν
θέληµα τοῦ Ὁσίου
Πατρὸς αὐτὸ τὸ τόλµηµα.
Ἀπὸ τότε πόσα
ἄλλα θαυµαστὰ ἔχει ἐπιτελέσει ἡ σωρὸς
τῶν ἱερῶν
λειψάνων τοῦ
Ὁσίου, τὰ ὁποῖα περιῆλθαν στὴ λήθη
τοῦ χρόνου,διότι ἡ
παλαιὰ ἀδελφότης
ὑπὸ τοῦ Μητροπολίτου Παντελεήµονος
Φωστίνη (ἡ
ὁποία τηροῦσε
ἀπαρασάλευτα τὴν παράδοση τοῦ Παλαιοῦ
Ἡµερολογίου)
διασκορπίστηκε
ἀπὸ τὸν ἀντίθεο κατατρεγµὸ τοῦ 1947 –
1951 κι ἔτσι
ἀπωλέσθη ὁ
συνδετικὸς κρίκος µὲ τὸ σήµερα.
Κατακλείοντας
αὐτὴν τὴν µικρή µας ἀναφορὰ στὸ
ἁγιασµένο πρόσωπο
τοῦ Ὁσίου Πατρὸς
Παρθενίου τοῦ Χίου, φρονοῦµε ὅτι ἡ
ἀναγραφὴ αὐτοῦ
εἰς τὰς
ἁγιολογικὰς δέλτους τῆς ἐν Ἑλλάδι
Γνησίας Ὀρθοδόξου
Ἐκκλησίας καὶ
ἡ συµπερίληψή του εἰς τὸ Χιακὸν
Λειµωνάριον, ἀποτελεῖ
θεάρεστη πράξη
καὶ σηµεῖο ἀναφορᾶς τῆς παρουσίας
τῶν Γ.Ο.Χ. εἰς τὴ
νῆσον Χίον.
Ὑπάρχει ἤδη
Ἀκολουθία Ἑσπερινοῦ καὶ Ὄρθρου
ποιηθεῖσα παρὰ
τοῦ Γερασίµου
µοναχοῦ Μικραγιαννανίτου, καθὼς καὶ
Παρακλητικὸς
Κανὼν µετὰ
Χαιρετιστηρίων Οἴκων καὶ Ἐγκωµίων
ὑπὸ Δρος
Χαραλάµπους
Μπούσια.
Ἀπολυτίκιον
Τον
της Χίου προστάτην και Πενθόδου το
καλύχημα, Ευαγγελιστού θείου Μάρκου
της
Μονής τον Δομήτορα υμνήσωμεν εν ύμνοις
οι πιστοί Παρθένιον τον νέον
ασκητήν,
θεραπεύη γαρ νοσούντας, και τον μελλόντων
προλέγη την έκβασιν.
Δόξα τω σε
στεφανώσαντι Χριστώ, δόξα τω σε
θαυμαστώσαντι, δόξα τον της
Χίου,
σεισμόν προκαταγγείλαντι.