A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Κυριακή 22 Ιουνίου 2014

Η ΑΜΑΡΤΙΑ ΘΕΩΡΟΥΜΕΝΗ ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΑ. ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΗ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ ( π. Νικηφόρος Νάσσος)

Picture



Α) ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ
Δέν θά μπορούσαμε νά ὁμιλοῦμε γιά ὀρθόδοξο ποιμαντική καί γιά πνευματική πατρότητα, στό πλαίσιο τῆς Ἐκκλησίας, ἄν δέν γινόταν λόγος γιά τήν ἁμαρτία, ἀφοῦ μέ τήν ποιμαντική, αὐτή καταπολεμεῖται, καταλύεται καί νικᾶται ἐν Χριστῷ μέσα στό στάδιο τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνος καί αὐτό γίνεται μέ τά «ὅπλα τοῦ φωτός». Πῶς, ὅμως, νοεῖται ἡ ἁμαρτία ὀρθοδόξως, κατά τήν Πατερική μας Παράδοση; Τό θέμα τῆς ἁμαρτίας εἶναι τεράστιο, ἀλλά ἐδῶ θά γίνουν ἐνδεικτικές ἀναφορές, γενικές, χωρίς νά παρατεθοῦν λεπτομέρειες γιά τήν ἔννοια τῆς ἁμαρτίας, τή φύση ἤ τίς μορφές της, τίς διακρίσεις τῶν ἁμαρτιῶν κλπ., διότι θά χρειαζόταν νά γραφοῦν πάρα πολλά γιά ὅλα αὐτά. Ὑπάρχει ἕνα πλῆθος Πατερικῶν θέσεων καί ἑρμηνειῶν, ἀπό τίς ὁποῖες θά ἐπιλέξουμε τίς κυριώτερες, γιά νά κατανοήσουμε πῶς ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ θεωρεῖ τήν ἁμαρτία, διότι ἀπό αὐτήν τή θεώρηση ἐξαρτᾶται ἡ περαιτέρω πνευματική καί ποιμαντική ἀντιμετώπιση τῆς ἁμαρτίας, ἐν Χριστῷ.



Ἀρχικά θά ποῦμε ὅτι ἡ λέξη «ἁμαρτία» μέ τήν ἀρχαιοελληνική σημασία τοῦ ὅρου σημαίνει ἀστοχία, ἀπόκλιση ἀπό ἕναν συγκεκριμένο στόχο. Στήν ΘΗΕ διαβάζουμε τά ἑξῆς: «Ἡ ἐτυμολογία τοῦ τε ἑλληνικοῦ ὅρου ἁμαρτία και τοῦ ἀντιστίχου ἐβραϊκοῦ χαττάθ, σημαίνει ἀποτυχία εἰς τήν προσπάθειαν πρός ἐπιτυχίαν ὡρισμένου τινός σκοποῦ».1 


Ἡ ἁμαρτία θεωρεῖται ὡς ἀστοχία καί στήν ὀρθόδοξη Παράδοση, ἐπειδή οἱ ἄνθρωποι, διά τοῦ Γενάρχου μας Ἀδάμ στόν ἐπίγειο Παράδεισο τῆς Ἐδέμ, ἀποτύχαμε τοῦ στόχου, πού ἦταν ἡ θέωση καί ἕνωση μέ τόν Θεό, γεγονός πού θά ἐπραγματοποιεῖτο μέ τήν καλή χρήση τοῦ αὐτεξουσίου μας. Τό Προπατορικό ἁμάρτημα συνιστᾶ ὑπαρκτική ἀστοχία νά πραγματοποιήσει ὁ ἄνθρωπος τήν κατά Θεόν τελείωσή του, τήν ἐπίτευξη τοῦ «καθ᾿ ὁμοίωσιν», πού κατά τούς Πατέρες εἶναι ἡ χαρισματική θέωση. Ταυτόχρονα ὅμως, ἡ ἁμαρτία εἶναι καί παρακοή στό Νόμο τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἄλλωστε ἐκφράστηκε διά τοῦ λεγομένου Προπατορικοῦ ἁμαρτήματος. Ὁ μεγάλος δογματολόγος τῆς Ἐκκλησίας μας, ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, θά σημειώσει ἐν προκειμένῳ, ὅτι ἡ κακία, «οὐδέν ἕτερον ἐστιν, εἰμί ἁμαρτία καί ἀποτυχία καί παρακοή τοῦ δεσποτικοῦ νόμου».2 

Αὐτή ἡ ἀπόκλιση ἀπό τόν στόχο καί ἡ παρακοή στό θεῖον θέλημα, συνεχίζεται μέσα στήν ἱστορία, μέ τά ἁμαρτήματα τά λεγόμενα μεταπατορικά, τά κατοπινά. Ἡ ἁμαρτία εἶναι καί λέγεταιἀλλοτρίωση Θεοῦ καί νέκρωση. Διά τῆς ἁμαρτίας, ὁ ἄνθρωπος ἀλλοτριώνεται ἀπό τόν Θεόν, νεκρώνεται ἀπό τήν πηγή τῆς Ζωῆς. Εὔστοχα ὁ Μ. Βασίλειος γράφει ὅτι «τοῦτο ἐστι τό κακόν, ἡ τοῦ Θεοῦ ἀλλοτρίωσις».3 Καί ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, θά τό ἐπαναλάβει μέ αὐτά τά λόγια:«ἁμαρτία ἐστιν ἡ τοῦ Θεοῦ ἀλλοτρίωσις, ὅς ἐστίν ἡ ἀληθινή τε καί μόνη ζωή»4.

Ὅταν ἁμαρτάνουμε, ἀποχωροῦμε καί φεύγουμε «εἰς χώραν μακράν» καί ἀπομακρυνόμαστε ἀπό τήν ἐπισκίαση τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ· αἰθανόμαστε τήν λεγομένη «ἐγκατάλειψη» ἀπό αὐτήν. Μέ τήν Μετάνοια, νιώθουμε καί πάλι τήν ἐπανέλευση τῆς Χάριτος.

Ἡ ἁμαρτία εἶναι μιά παρά φύσιν κατάστασιν τῆς ψυχῆς. Ἡ φυσιολογική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά μήν ἁμαρτάνει, ἅπαξ καί ἔχει βαπτισθεῖ καί ἀναγεννηθεῖ ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό! Καί τοῦτο διότι μένει μέσα στόν Βαπτιζόμενο ἄνθρωπο ἡ νέα ζωή πού τοῦ μετέδωσε ὁ Θεός μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα Του, ὅπως λέγει ἡ Γραφή. Δέν εἶναι αὐτό ὑπερβολή, οὔτε παραλογισμός, τό νά μήν μπορεῖ (νά μήν ἔχει λόγο) ὁ ἄνθρωπος νά ἁμαρτήσει μετά τό Βάπτισμα, διότι αὐτό ἀναφέρεται καθαρά στό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καί συγκεκριμένα στήν Α΄ Καθολική ἐπιστολή τοῦ Ἰωάννου: «Πᾶς ὁ γεγενννημένος ἐκ τοῦ Θεοῦ ἁμαρτίαν οὐ ποιεῖ, ὅτι σπέρμα αὐτοῦ ἐν αὐτῷ μένει· καί οὐ δύναται ἁμαρτάνειν, ὅτι ἐκ τοῦ Θεοῦ γεγέννηται».5 Στή φυσιολογική του κατάσταση λοιπόν ὁ ἄνθρωπος δέν ἁμαρτάνει. Αὐτό λέγεται ψυχική ὑγεία ἀπό τούς Πατέρες μας. Ἀλλά δυστυχῶς, ἐπειδή εἴμαστε τρεπτοί καί αὐτό εἶναι συστατικόν τῆς κτιστῆς φύσεώς μας (μόνο τό ἄκτιστο εἶναι ἄτρεπτο6), κάνουμε κακή χρῆση τοῦ αὐτεξουσίου καί ἁμαρτάνουμε. Ἐνῶ δέ, ὀντολογικῶς ἡ ἁμαρτία εἶναι ἀνυπόστατη, μέ τήν παράχρηση τοῦ αὐτεξουσίου τήν καθιστοῦμε ὑπαρκτή. Πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι στούς ἀγγέλους καί στούς ἀνθρώπους ἐδόθη ἀπό τόν Θεό ὡς δῶρο τό αὐτεξούσιο. Ἀπό τήν καλή χρῆση του σωζόμαστε. Ἀπό τήν κακή χρῆση τοῦ αὐτεξουσίου ἁμαρτάνουμε. «Ἀρχή καί ρίζα τῆς ἁμαρτίας τό ἐφ᾿ ἠμῖν καί τό αὐτεξούσιον», θά πεῖ καί πάλι ὁ φωστήρ τῆς Καισαρείας Βασίλειος. Εἶναι μάλιστα ἀξιοπρόσεκτο τό ὅτι αὐτό ἐλέχθη καί ἀπό τούς φιλοσόφους, καί συγκεκριμένα ἀπό τόν Ἀριστοτέλη, ὁ ὁποῖος στά «Ἠθικά Νικομάχειά» του γράφει: «ἐφ᾿ ἡμῖν δή καί ἡ ἀρετή, ὁμοίως δέ καί ἡ κακία».7 Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν εἶναι κανείς ἐκ φύσεως κακός - ἁμαρτωλός, ἀλλά γίνεται κατά τήν προαίρεση, ὅπως άναφέρεται στήν Πατερική Γραμματεία.«Οὐδείς κατά οὐσίαν κακός ἐστίν, ἀλλά κατά προαίρεσιν», θά γράψει, μεταξύ ἄλλων Πατέρων καί ἐκκλησιαστικπων συγγραφέων, Δίδυμος ὁ Ἀλεξανδρεύς8.

Ὅταν ἁμαρτάνουμε, ἀσθενοῦμε ψυχικῶς, ἀφοῦ ἐκπίπτουμε ἀπό τήν κατάσταση τῆς ὑγείας, τήν «κατά φύσιν». Συνεπῶς πρός τά ἀνωτέρω, ἡ ἁμαρτία εἶναι καί λέγεται νόσος τῆς ψυχῆς.«Νόσος καί τρώσις ψυχῆς ἡ ἁμαρτία»9. Αὐτή ἡ νόσος πρωτοεμφανίζεται στόν ἐπίγειο Παράδεισο μέ τήν Πτώση τῶν πρωτοπλάστων καί κληροδοτεῖται στή φύση μας ἀπό αὐτούς. Πολύ παραστατικά θά τό πεῖ ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας: «Νενόσηκεν οὖν ἡ φύσις τήν ἁμαρτίαν, διά τῆς παρακοῆς τοῦ ἑνός, τοῦ Ἀδάμ».10 

Αὐτήν τή νόσο τῆς πεσούσης φύσεώς μας τήν ὁποία κληρονομήσαμε ἀπό τον Ἀδάμ, τήν θεραπεύει ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός μέ ὅλο τό ἀπολυτρωτικό ἔργο Του, μέ τήν σωτηριώδη θεία Οἰκονομία Του ὅπως λέγεται.Γι᾿ αὐτό και ὁ Χριστός προσφωνεῖται στίς εὐχές τῆς Θ. Λειτουργίας καί σέ πολλές ἄλλες εὐχές και ὕμνους ὡς «ὁ Ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν». Καί ἡ Ἐκκλησία Του, εἶναι τό πνευματικό ἰατρεῖο, ὅπως τόσο παρασταστικά τό λέγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, τό ὁποῖο θεραπεύει τίς ψυχές. «Καί γάρ ἰατρεῖον θαυμαστόν τῆς Ἐκκλησίας τό διδασκαλεῖον ἐστιν· ἰατρεῖον οὐχί σωμάτων ἀλλά ψυχῶν. Πνευματικόν γάρ ἐστι, καί οὐχί τραύματα σαρκός, ἀλλ᾿ ἁμαρτήματα διανοίας διορθοῦται».11 

Β) Η ΔΥΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΡΕΒΛΩΣΗ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ.
ΔΙΚΑΝΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ

Πολύ διαφορετική εἶναι ἡ θεώρηση τῆς ἁμαρτίας στό δυτικό κόσμο, ὅπου ἡ ἁμαρτία νοεῖται μόνο ὡς παράβαση τοῦ νόμου, στά πλαίσια τῆς ἀνσέλμειας θεωρίας τῆς «ἱκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης», πού εἶναι δόγμα πίστεως στόν παπισμό. Ὁ Ἄνσελμος, ἀρχιεπίσκοπος Καντεμβουρίας, συνέγραψε ἕνα ἀπολογητικό ἔργο, μιά πραγματεία σωτηριολογικῆς φύσεως, μέ τόν τίτλο: «Cur Deus Homo» (γιατί ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος). Δέν θά ἀναφερθοῦμε σέ λεπτομέρειες περί τοῦ σκοποῦ τῆς πραγματείας, τοῦ ἱστορικοῦ πλαισίου ἑντός τοῦ ὁποίου συνεγράφη κ.ἄ.12 Θά ὑπογραμμίσουμε συνοπτικά13 τά περί τῆς ἐν λόγῳ θεωρίας τῆς ἱκανοποιήσεως (satisfactio), ὅπως διακηρρύσσεται στή μελέτη αὐτοῦ τοῦ δυτικοῦ θεολόγου, ὥστε νά δοῦμε τή φραγγική διαστρέβλωση στό ζήτημα τῆς σωτηριολογίας, ἀλλά καί τῆς ἁμαρτίας πού ἐδῶ ἐξετάζουμε. 

Ἡ περί «ἱκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης» κακοδοξία, ἡ πλασμένη μέ βάση τό κοσμικό-φραγγικό δίκαιο, ἔχει ἐν συντόμῳ ὡς ἑξῆς: Ὁ πρῶτος ἄθρωπος μέσα στόν ἐπίγειο παράδεισο ἁμάρτησε. Αὐτή ἡ ἁμαρτία προσέβαλε τήν τιμή καί ἀξιοπρέπεια τοῦ Θεοῦ. Μέ τήν ἁμαρτία τῶν πρωτοπλάστων ἐξοργίστηκε ὁ Θεός, διότι διεσαλεύθη ἡ τάξη τῆς δημιουργίας τήν ὁποία Αὐτός ἔχει θέσει στήν κτίση. Βεβαίως, σχετικά μέ τήν «τιμή τοῦ Θεοῦ», ὅπως προσδιορίζεται ἀπό τόν Ἄνσελμο (honor Dei) καί ἀποτελεῖ κλειδί κατανοήσεως τῆς σωτηριολογίας του, θά πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι «ἡ ἔννοια τῆς «τιμῆς τοῦ Θεοῦ» στή Δύση συνδέεται στενά μέ τή δομή τῆς φεουδαρχικῆς κοινωνίας, ἡ ὁποία κάνει κατανοητό καί τό νομικό ὑπόβαθρο τῆς τιμῆς αὐτῆς».14Δηλαδή ὁμιλοῦμε γιά μιά θεώρηση τῆς τιμῆς τοῦ Θεοῦ μέ καθαρά ἀνθρώπινα κριτήρια, νομικιστικά ἐκλαμβανόμενη, ὅπως ἄλλωστε θεωροῦνται καί ἑρμηνεύονται ὅλα μέ τό πνεῦμα (τό χωρίς Πνεῦμα) καί τό σκεπτικό τῆς ὀρθολογιζούσης Δύσεως. Ὡστόσο, ἀνάλογη ἑρμηνεία κάνει ὁ Ἄνσελμος καί στό θέμα τῆς «τάξεως τῆς δημιουργίας» καί μέσα ἀπό τίς σχετικές διατυπώσεις του γίνεται φανερό πώς «συνδέει ὀργανικά την ἔννοια τῆς τιμῆς τοῦ Θεοῦ τόσο μέ τήν ἔννοια τῆς τάξεως τῆς δημιουργίας ὅσο καί μέ τήν ἔννοια τῆς ἁμαρτίας, ἀλλά καί μέ τή δικαιική ἔννοια τῆς ἐξισορροπητικῆς ἱκανοποιήσεως».15 

Τί θά ἔπρεπε, λοιπόν, νά ἀκολουθήσει μετά ἀπό ὅλα αὐτά, μετά ἀπό αὐτήν τή μεγίστη (κατά τούς παπικούς) προσβολή τοῦ ἀνθρώπου ἔναντι τοῦ Θεοῦ, διά τῆς ἀνατροπῆς τῆς τάξεως τῆς δημιουργίας; Θά ἔπρεπε ὁπωσδήποτε ὁ ἄνθρωπος νά πληρώσει καί μάλιστα «ἀκριβά» γι᾿ αὐτήν τή μεγάλη προσβολή! Ὅμως, δέν μποροῦσε νά λάβει χώρα αὐτό, ἀφοῦ ἡ προσβολή ἦταν τόσο μεγάλη, ὅση καί ἡ ἀξία τοῦ προσβαλομένου. Τί θά ἔπρεπε, λοιπόν, νά λάβει χώρα, ὥστε καί ἡ ἀνθρωπότητα νά ἐξιλεωθεῖ καί ἡ θεία Δικαιοσύνη νά ἱκανοποιηθεῖ; Τό πρόβλημα βρίσκει τή λύση του ὅταν ὁ Θεός…ἀποφασίζει νά στείλει τόν Μονογενῆ Του Υἱό στόν κόσμο γιά νά πεθάνει ἐπί τοῦ Σταυροῦ μέ τή στοχοθεσία αὐτή. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὡς μία ἰσοδύναμη ἐπανόρθωση, μόνον Αὐτός θά μποροῦσε νά ἀποκαταστήσει ἀντικειμενικῶς τήν διασαλευθεῖσα τάξη τῆς δημιουργίας, ὅπως καί ἔπραξε. Καί ἔτσι, ὡς ἄπειρο θῦμα, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, τιμωρούμενος διά τοῦ σταυρικοῦ θανάτου, προσέφερε μία ἄπειρη ἱκανοποίηση στόν Θεό Πατέρα καί πέτυχε τό σκοπό αὐτό, νά ἀλλάξει ἡ στάση τοῦ Θεοῦ πρός τήν ἀνθρωπότητα καί νά δοθεῖ σ᾿ αὐτήν ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν. Γι᾿ αὐτό, λοιπόν, ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος! Κατά τόν Ἄνσελμο Καντερβουρίας τόν συστηματοποιήσαντα τήν «περί ἱκανοποιήσεως» θεωρία, ἡ θεία ἐνανθρώπηση «ἔχει τό λόγο καί τό σκοπό της κατ᾿ ἀποκλειστικότητα στό θάνατο τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ. Καί τοῦτο ἐπειδή μόνον ὁ θάνατος ἑνός Θεανθρώπου θά μποροῦσε νά ἱκανοποιήσει πλήρως τόν ἀπείρως προσβληθέντα ἀπό τήν ἁμαρτία Θεό ». 16 

Μετά ἀπό αὐτά, ἀφοῦ εἴδαμε τήν ἀλλοίωση τοῦ περιεχομένου τῆς ὀρθοδόξου σωτηριολογίας, κατανοοῦμε ὅτι στή δύση ἡ ἔννοια τῆς ἁμαρτίας ἔχει διαστραφεῖ πλήρως, ἀφοῦ ἡ ἁμαρτία τίθεται σέ σχέση μέ τόν Θεό μόνο καί ὄχι μέ τόν ἄνθρωπο. Οἱ ὀρθόδοξοι πιστεύουμε ὅτι διά τῆς ἁμαρτίας ὁ ἄνθρωπος προσβάλλεται, τραυματίζετα, προσβάλλεται, ἀσθενεῖ. Ὁ Θεός λυπεῖται βεβαίως, ἀφοῦ βλέπει τό πλάσμα του νά κατατυρρανεῖται ὑπό τοῦ διαβόλου καί τῶν παθῶν, ἀλλά δέν πάσχει ὡς ἀπαθής, ἀντίθετα, ὁ ἄνθρωπος πάσχει καί φθείρεται. Δέν ἔχει ἀνάγκη καταλλαγῆς ὁ Θεός, ἀλλά ὁ ἄνθρωπος! Ὁ Θεός «οὐδέποτε ἐχθραίνει», ἐπισημαίνει ὀρθοδόξως ὁ χρυσοστομικός κάλαμος17. Ὁ ἄνθρωπος καθίσταται διά τῆς ἁμαρτίας ἐχθρός τοῦ Θεοῦ. Οἱ δυτικοί, ὅμως, πιστεύουν ὅτι μέ τήν ἁμαρτία ὁ ἄνθρωπος προσβάλλει τόν Θεό καί αὐτό ἐνέχει εὐθύνες…ποινικές. Ἡ λανθασμένη, ὅμως, θεώρηση τῆς ἁμαρτίας, συνεπάγεται καί τή λανθασμένη ἀντιμετώπιση τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀπό τούς ἐκκλησιαστικούς φορεῖς, ἐν προκειμένω τούς πνευματικούς πατέρες καί ποιμένες. Ὁ πνευματικός - ἐξομολόγος στόν παπισμό, ἀντιμετωπίζει τόν ἐξομολογούμενο ὄχι ὡς ἀσθενῆ, ἀλλά ὡς παραβάτη καί διασαλευτή μόνο τῆς τάξεως τῆς δημιουργίας, κατά τρόπο δικανικό. Ὡς ἀμείλικτος δέ καί ἄτεγκτος δικαστής, ὁ δυτικός πνευματικός, ἐπιβάλλει τόν κανόνα στον ἐξομολογούμενο, ὡς μέσον ἐξιλεώσεως και ἱκανοποιήσεως τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ὡς ἄσκηση μετανοίας, ὡς φάρμακο γιά τή θεραπεία, ὅπως ἰσχύει στήν ὀρθόδοξη Παράδοσή μας. Ἡ περί «ἰκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης» διά τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χαριστοῦ, βλάσφημη θεωρία, ἡ ὁποῖα στηρίζεται σέ μιά ἐσφαλμένη θεωρία περί κληρονομικῆς ἐνοχῆς καί περί προελεύσεως τοῦ θανάτου ὡς ἐκ Θεοῦ τιμωρίας τῶν ἀνθρώπων, ἔχει διαποτίσει τόν δυτικό κόσμο καί ἀποδίωξε πολλούς ἀπό τήν πίστη στόν Θεό! Εἰσῆλθε δε, μετά τήν τουρκοκρατία καί ἀπό διάφορες ἱστορικές συγκυρίες καί στό δικό μας χώρο, τῆς καθ᾿ ἠμᾶς Ἀνατολῆς18, ἀλλά δέν ἐπικράτησε, ἀφοῦ σήμερα οἱ περισσότεροι πνευματικοί πατέρες εἶναι πεπαιδευμένοι ἐκκλησιολογικῶς καί θεολογικῶς καί γνωρίζουν τά περί ἁμαρτίας καί κάνουν ὀρθές προσεγγίσεις, διαγνώσεις, θεραπεῖες ἐν Χριστῷ. 

Γ) ΟΡΘΗ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ

Θεωροῦμε ὅτι σήμερα, ὑπέρ ποτέ καί ἄλλοτε, θά πρέπει οἱ ὀρθόδοξοι πνευματικοί - ἐξομολόγοι, ἀλλά καί οἱ ἁπλοί πρεσβύτεροι, νά ὑπογραμμίζουν μέ ἔμπονο ζῆλο καί ἀνύστακτη ποιμαντική εὐθύνη πρός τά πνευματικά τους παιδιά τήν μεγάλη και ἀνυπολόγιστη ζημία τῆς ἁμαρτίας ἐπί τῶν ἀθανάτων ψυχῶν! Νά ἐπισημαίνεται ἐπίσης ὅτι τό μόνο κακό στόν κόσμο εἶναι ἡ ἁμαρτία, ὅπως τόσο παραστατικά τό γράφει ὁ δεινός πολέμιος τῆς ἁμαρτίας, Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Οὐδέν κακόν, ἁμαρτία μόνον»! Οὔτε κίνδυνοι, οὔτε ἐπιφορές, οὔτε ἀσθένειες καί θάνατοι, οὔτε θλίψεις καί ἀδικίες μποροῦν νά προξενήσουν στόν ἄνθρωπο τό κακό ποῦ προξενεῖ ἡ ἁμαρτία! Ἀντίθετα, ὅλα τα προειρημένα, χρησιμοποιοῦνται πανσόφως ἀπό τόν Φιλάνθρωπο καί Πανάγαθο Θεό ὡς μέσα πρός ἐξάληψιν τῆς ἁμαρτίας! Φρονοῦμε δέ ταπεινῶς, ὅτι οἱ πνευματικοί πατέρες θά πρέπει νά συστήσουν στά πνευματικά τους τέκνα νά μελετήσουν σε μετάφραση, μεταξύ ἄλλων, δύο περίφημες θεολογικές ἀλλά καί τά μέγιστα διδακτικές ὁμιλίες – πραγματεῖες, τῶν δύο γιγάντων τῆς πίστεως καί Οἰκουμενικῶν Διδασκάλων, Μ. Βασιλείου καί ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ἀντίστοιχα. Ἡ πρώτη εἶναι αὐτή πού φέρει τον τίτλο «Ὅτι οὐκ ἐστίν αἴτιος τῶν κακῶν ὁ Θεός» (Μ. Βασιλείου19) και ἡ δεύτερη, αὐτή πού φέρει τόν τίτλο: «Ὅτι τόν ἑαυτόν μή ἀδικοῦντα οὐδείς παραβλάψαι δύναται» (Ἰω. Χρυσοστόμου20). 

Ἐπιπλέον, πρέπει νά καθίσταται γνωστό στούς πιστούς ὅτι ἡ ἁμαρτία, ὡς ὑπαρξιακή κατάσταση τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου, δέν ἔχει νά κάνει μέ κάποιες πράξεις, τίς ὁποῖες ἀπαριθμοῦμε στόν πνευματικό μας πατέρα καί καλῶς πράττουμε, ἀλλά κυρίως πρόκειται γιά ἕναν τρόπο ζωῆς!Ἁμαρτωλός δέν εἶναι κάποιος πού κάτι κάνει, ἀλλά κάποιος πού κάπως εἶναι! Κατανοῦμε λοιπόν, ὅτι πρόκειται γιά κάτι βαθύτερο και ὑπαρξιακό μιά στάση ζωῆς χωρίς τόν Θεό. Ἕνας δεινός θεολόγος ὑπογράμμιζε τά ἑξῆς: «Ἠ ἁμαρτία δέν συνίσταται στίς λίγες ἤ πολλές ἁμαρτωλές πράξεις, ἀλλά σέ μιά ὁλοκληρωτική ἀπώλεια τῆς ζωῆς. Εἶναι ἕνας κυριολεκτικός ἀφανισμός πού συνειδητοποιεῖται ἀπό τόν ἄνθρωπο ὡς ἀπουσία τοῦ Θεοῦ, ταῶν ἄλλων προσώπων, τοῦ ἑαυτοῦ του, τῶν πραγμάτων, γενικώτερα ὡς ἀπουσία σκοποῦ καί νοήματος καί κατ᾿ ἐπέκταση ὡς ἀδήριτη μοναξιά καί ἀγωνία».21 Ἔτσι, ὅταν οἱ ἄνθρωποι κατανοήσουν ὅτι μέ τήν ἁμαρτία μένουν ἔρημοι καί γυμνοί ὑπαρξιακῶς, τότε θά στραφοῦν ἐμπόνως πρός τόν Θεό, πού εἶναι ὁ μόνος ὁ Ὁποῖος μπορεῖ νά τούς «ἐνδύσει» μυστικά καί νά τούς πληρώσει ἐσωτερικά! Καί αὐτό θά ἀποτελεῖ γι᾿ αὐτούς πλέον, ἐνδόμυχον ἔφεσιν καί ποθούμενο ἀγαθό! 

Νά ὁμιλοῦν οἱ πνευματικοί, περί αὐτῆς τῆς φοβερῆς νόσου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τῆς ἁμαρτίας, ὄχι μόνο θεολογικά, ἀλλά καί ἁπλοϊκά, ἐπαγωγικά, μέσῳ παραδειγμάτων, ὥστε νά διδάσκονται και οἱ πλέον ἁπλοϊκοί! Πῶς νὰ παρομοιάζουν τὴν ἁμαρτία; Μέ τή χρῆση παραδειγμάτων ἀπό τά κείμενα τῶν Ἁγίων καί ἀπό τήν ζωή μας. Ὁ  ἱερὸς Αὐγουστῖνος, λ.χ., γράφει ὅτι ἡ ἁμαρτία ὁμοιάζει μὲ  ῥεῦμα ποταμοῦ, ποὺ τὸ καλοκαίρι  φαίνεται ἥσυχο καὶ τὸ διαβαίνεις  εὔκολα, ἀλλὰ τὸ χειμῶνα ὀγκώνεται  ξαφνικά, γκρεμίζει γεφύρια,  πλημμυρίζει κάμπους, πνίγει ζῷα καὶ  ἀνθρώπους, προκαλεῖ φόβο. Μικρὸ τὸ κακὸ  ποὺ προξενοῦν οἱ ποταμοὶ μπροστὰ στὸν  κατακλυσμὸ τῆς ἁμαρτίας. Ἡ ἁμαρτία, ἀκόμη, παρομοιάζεται ἀπό παλαιούς ἱεροκήρυκες22, μέ τήν βασίλισσα ἐκείνη, τήν Σεμίραμι, ἡ ὁποῖα κατέστρεψε τόν β σύζυγό της Νίνο, βασιλέα τῶν Ἀσυρίων, μέ τρεῖς ἐντολές! Ἡ Σεμίραμις ἀσκοῦσε γιά πολύν καιρό μεγάλη πίεση στόν βασιλέα νά τῆς παραχωρήσει γιά μιά μόνο μέρα τό θρόνο, γιά νά βασιλεύσει. Στίς πολλές πιέσεις, ὁ Νίνος ὑπέκυψε καί τῆς παραχώρησε τήν βασιλική ἐξουσία, γιά μιά μόνο μέρα. Ἡ διεστραμμένη καί ὑστερόβουλη βασίλισσα, μόλις κάθησε ἐπί τοῦ θρόνου, ἔδωσε ἀμέσως στούς ὑπηκόους της, τρεῖς ἐντολές: 1) νά συλληφθεῖ ὁ βασιλεύς, 2) νά δεθεῖ χειροπόδαρα καί 3) νά ἀποκεφαλισθεῖ! Αὐτό παθαίνει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀφήσει τό αὐτεξούσιό του νά κινηθεῖ πρός τήν περιοχή τῆς ἁμαρτίας, ὅταν παραχωρήσει χώρο στήν ἁμαρτία, ἡ ὁποῖα ὑποσκελίζει καί θανατώνει πικρῶς ὡς ἡ κακή καί τυρρανική βασίλισσα, ὅσους μπορεῖ νά ἐξουσιάσει! 

Τέλος, ἀπό τίς περίφημες «Κατηχήσεις» τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, μεταφέρουμε ἕνα ἀπόσπασμα σέ μετάφραση, πολύ διδακτικό, σχετικό μέ τήν ἁμαρτία, ὥστε νά τό γνωρίζουμε ὅσοι μετερχόμαστε τοῦ ἔργου τῆς θεραπείας τῶν ψυχῶν καί νά τό διδάσκουμε στά πνευματικά μας τέκνα πρός ὡφέλειαν και ἀποφυγήν, ὅσο γίνεται, τῆς ἁμαρτίας, μέ τή μνήμη τῆς μελλούσης κρίσεως τοῦ Κυρίου: «Τί τέλος πάντων εἶναι ἡ ἁμαρτία; Εἶναι ζῶο; εἶναι ἄγγελος; εἶναι δαίμονας; Τί εἶναι αὐτό πού τήν ἐνεργεῖ; Δεν εἶναι ἐχθρός πού ἔρχεται ἀπ᾿ ἔξω, ἀλλά δικό σου κακό γέννημα (σσ. ἐννοεῖ τῆς προαιρέσεως), πού ξεφυτρώνει ἀπό σένα. Κοίταξε με καθαρά τα μάτια σου καί δέν θά ἔχεις κακή ἐπιθυμία. Κράτα τά δικά σου καί μήν παίρνεις τά ξένα πράγματα, καί ἔτσι ἡ τάση γιά ἁρπαγή θά ἀποκοιμηθεῖ. Φέρνε στό νοῦ σου τή μέλλουσα κρίση, καί δέν θά μπορέσει νά σέ νικήσει οὔτε πορνεία, οὔτε μοιχεία, οὔτε φόνος. Ὅταν, ἀντίθετα, λησμονήσεις τόν Θεό, τότε ἀρχίζουν νά ἐμφανίζονται οἱ πηγές τῶν κακῶν».23

___________________________________________________________________________


1 Βλ. «Ἁμαρτία», εἰς ΘΗΕ, 2, 250.
2 Περί τῶν δύο ἐν Χριστῷ θελημάτων, Κατά Μανιχαίων, MPG. 54, 1589C
3 Βλ. Ὁμιλία «Ὅτι οὐκ ἔστι αἴτιος τῶν κακῶν ὁ Θεός», 8, ΒΕΠ., 54, 96. 
4 Γρηγορίου Θεολόγου, Ἀντιρρητικός εἰς τήν Εὐνομίου ἔκθεσιν, ΒΕΠΕΣ, 68, 138, βλ. Ἀθανασίου Ἀγγελοπούλου, Ἡ ἁμαρτία, Ἀθήνα 2002, σελ. 18.
5 Α΄ Καθολ. ἐπιστ. Ἰω., 3, 9. 
6 Βλ. Ἰω. Δαμασκηνοῦ: «Πᾶν γάρ τό κτιστόν καί τρεπτόν, μόνον δέ τό ἄκτιστον ἄτρεπτον, καί πᾶν λογικόν αὐτεξούσιον», Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, Κείμενο, μετάφραση, εἰσαγωγή, σχόλια Ν, Ματσούκα, σελ. 100
7  Ἠθικά Νικομάχεια, III,(ΙΙΙ, 3b).
8  Ὑπόμνημα εἰς τούς Ψαλμούς, ΒΕΠ, 45, 351., ὅπου π. Ἀθ. Ἀγγελοπούλου, Ἡ ἁμαρτία, σελ. 26.
9 Διδύμου Ἀλεξανδρέως, Ὑπόμνημα εἰς τούς Ψαλμούς, ΒΕΠ, 45,33.
10 Ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, Ἑρμηνεία στήν πρός Ρωμαίους, MPG. 74, 789 Α.
11 MPG, 51, 354, Περί τοῦ μή δημοσιεύειν τά ἁμαρτήματα.
12 Στήν μνημονευθεῖσα περισπούδαστη μελέτη τοῦ καθηγητοῦ Δ. Τσελλεγγίδη, ὑπάρχουν πολλά στοιχεία περί ὅλων αὐτῶν καί λεπτομέρειες σημαντικές. 
13 Σέ μία ἄλλη μελέτη μας γίνεται λόγος διεξοδικά σχετικά μέ τήν κακόδοξη αὐτή θεωρία καί τήν ἀναίρεσή της ἀπό τήν Πατερική, ὀρθόδοξη Διδασκαλία. 
14 Βλ. Δ.Τσελεγγίδη ἀναφερόμενο ἔργο, «Ἡ ἱκανοποίηση τῆς θείας δικαιοσύνης κατά τόν Ἄνσελμο Καντεμβουρίας», σελ. 49.
15 ὅπου π. σελ. 55-56.
16 ὅπου π. σελ. 118.
17 MPG., 61, 478, ( Ὁμλία ΙΑ΄, Εἰς Β΄ Κορινθίους).
18 Σέ κάποια συγγράμματα θεολόγων καί ἱεροκηρύκων τοῦ περασμένου αἰῶνος, ἡ κακόδοξη θεωρία τῆς «ἱκανοποιήσεως», ὅπως λ.χ. στοῦ π. Κωνσταντίνου Καλλινίκου ἀλλά καί στο σπουδαιότατο κατά τα ἄλλα σύγγραμμα τοῦ μεγάλου καί ἐξόχου Κεφαλονήτου ἱεροκήρυκος Ἡλία Μηνιάτη «Διδαχαί καί λόγοι» (στίς ὁμιλίες του στή Μ. Παρασκευή). Ἀλλά καί τό ἔργο τοῦ γνωστοῦ ἀρχιμανδρίτου - ἱεροκήρυκος π. Εὐσεβίου Ματθοπούλου «Ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου», ὄχι ἁπλῶς περιέχει, ἀλλά κυριολεκτικά βρίθει ἀπό τήν θεωρία αὐτή, ἡ ὁποῖα καί μετεδόθη μέσῳ τῆς μεγάλης κυκλοφορήσεώς του παρά τῶν θρησκευτικῶν Ὀργανώσεων… Φυσικά δέν ἀποδίδουμε κακή πρόθεση στούς ἀνωτέρω συγγραφεῖς, οἱ ὁποῖοι παρεσύρθησαν εἴτε ἀπό ἄγνοια τῆς πατερικῆς Θεολογίας (δέν ὑπῆρχαν καί οἱ ἐκδόσεις τῶν Πατερικῶν κειμένων πού ὑπάρχουν σήμερα), εἴτε ἀπο τό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς, ἀφοῦ ὅπως ὀρθά ἔχει διατυπωθεῖ «ἡ Τουρκοκρατία προσέφερε τό κατάλληλο κλίμα γιά τήν δυνατότητα εἰσαγωγῆς τῆς «περί ἱκανοποιήσεως» διδασκαλίας στήν Ἀνατολή». (βλ. πρωτ. Γ. Μεταλληνοῦ, Λόγος ὡς ἀντίλογος, ἐκδ. Ἀρμός, σελ. 86). 
Ὡστόσο, κάποιοι ἔγραψαν ( ὅπως λ.χ. ὁ καθηγητής Χρ. Γιανναρᾶς) ὅτι στό «Ἐξομολογητάριο» τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου ὑπάρχει ἀρκετή δυτική ἐπιροή καί ταύτιση μέ τήν ἐν λόγῳ θεωρία τῆς «ἱκανοποιήσεως». Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι μπορεῖ ὄντως νά ἐντοπίζεται λεκτικά/φραστικά ἕνας ἐπηρεασμός λόγῳ ἱστορικῶν συνθηκῶν τῆς ἐποχῆς, πλήν ὅμως, ὁ ὀρθοδοξότατος ἅγιος Νικόδημος καί δεινός Πατερικός Θεολόγος, πολύ ἀπεῖχε ἀπό τίς δογματικές παραχαράξεις καί ἀλλοτριώσεις τῶν παπικῶν! Οὔτε ἐγκλωβίστηκε ἐγνωσμένα στό δικανικό πνεῦμα! Καί αὐτό φαίνεται «ἡλίου φαεινότερον», ἀπό τό γεγονός ὅτι ὁ πεφωτισμένος Νικόδημος ὁμιλεῖ γιά «ἰατρεία» τῆς ψυχῆς μέσῳ τοῦ κανόνος (βλ. «Ἐξομολογητάριον», σελ. 254), γιά νοερά προσευχή καί γιά ἄσκηση τοῦ πιστοῦ, μέσα σέ πλαίσια θεραπευτικά καί ὄχι δικανικά –σχολαστικά. (Περί ἰατρείας, ἐπίσης, κάνει λόγο ὁ ἱερός Νικόδημος, καί στήν ἑρμηνεία του στόν ρβ΄ Κανόνα τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου). Ὡς «ἱκανοποίηση» δέ, ὁ Ὅσιος δέχεται τόν κανόνα πού πρέπει νά ἐπιβάλλει ὁ πνευματικός πατήρ, ὡς ἄσκησιν μετανοίας τοῦ ἁμαρτωλοῦ, καί μάλιστα κανόνα διττόν, καί σωματικόν καί πνευματικόν (ὅπου π. «Ἐξομολογητάριον», σελ. 79).
19 ΕΠΕ, 7, 87.
20 ΕΠΕ, 31, 497.
21 Βλ. Π. Νέλλα, «Ζῶον θεούμενον», ἐκδ. Περιοδικοῦ «Σύναξη», Ἀθήνα 1981, σελ.210.
22 Βλ. Ἠλία Μηνιάτη, «Διδαχαί καί λόγοι», σελ. 224 -225.
23 Ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Κατήχησις Φωτιζομένων Β΄.