A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Δευτέρα 30 Ιουνίου 2014

Ἁγίου Ἀποστόλου Ἰούδα τοῦ Θαδδαίου (19 Ἰουνίου)

Η εικόνα ίσως περιέχει: 1 άτομο


Ο Άγιος Ιούδας, ήτο εις εκ των δώδεκα Αποστόλων, και εν μεν τω κατά Λουκάν Ευαγγελίω (κεφ. ς΄ 16) ομοίως και εν ταίς Πράξεσι (κεφ. α΄ 13) ονομάζεται Ιούδας Ιακώβου, δηλαδή αδελφός Ιακώβου του αδελφοθέου, εν δε τω κατά Ματθαίον Ευαγγελίω ονομάζεται Θαδδαίος και Λεββαίος (κεφ. ι΄ 3), ο οποίος έγραψε και την Καθολικήν επιστολήν, την φωτιστικήν εκείνην και δογματικήν, εις πάντας τους πιστεύσαντες Χριστιανούς. Ήτο δε αυτάδελφος του Κυρίου, καθότι ήτο υιός του Μνήστορος Ιωσήφ, κατά τον θείον Επιφάνιον (Αιρές. οη΄) και υπηρέτης του φρικτού Μυστηρίου της υπέρ λόγον ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου.

Ούτος λοιπόν πεμφθείς εις τον κόσμον παρ’ αυτού του Χριστού, ως αδελφός αυτού και μυσταγωγός, και ως άνθραξ πυρωθείς ταις αυτού λαμπρότησι, πάσαν πλάνην κατέφλεξε και τους εσκοτισμένους εφώτισε, διότι ούτος έλκων τον ζυγόν του Σωτήρος και την αύλακα τέμνων και σπείρων τον σπόρον της ευσεβείας εις την Οικουμένην, πολύν εποίησε καρπόν και πολλούς τη αληθινή πίστει στηρίξας, έπεισε τούτους, να χλευάζωσι και να περιγελώσι τα των Ελλήνων είδωλα. Επειδή, οι λατρεύοντες τους ψευδωνύμους θεούς, δεν ηδύναντο, να ιατρεύσωσι τας ανιάτους ασθενείας, δια τούτο κατέφευγον εις τον Άγιον τούτον Απόστολον, και ούτως ελάμβανον διπλήν την ιατρείαν, σώματος και ψυχής, διότι η ιατρεία των του σώματος ασθενειών, οδηγός εγίνετο εις τους απίστους προς την πίστιν του Χριστού.

Πριν από την κλήση του από τον Κύριο, ώστε να συναριθμηθή μεταξύ των 12 μαθητών Του, προσήλθε στις όχθες του ποταμού Ιορδάνη και ζήτησε να βαπτισθή από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, όπως τόσοι άλλοι άνθρωποι είχαν δίψα να βαπτιστούν και να μάθουν για τον Μεσσία.

Σύμφωνα με την παράδοση, μετά την Ανάληψη του Ιησού Χριστού και τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος ο Απόστολος Ιούδας ο Θαδδαίος έλαβε δύναμιν πολλήν και σοφίαν και κήρυξε το Ευαγγέλιον της σωτηρίας αρχικά στην Μεσοποταμίαν, εν συνεχεία στην Παρθίαν, την Αρμενίαν και τέλος στην Συρίαν και κυρίως στην Έδεσσαν, ενώ έφθασε το κήρυγμα του, έως την Βηρυττόν και την πόλιν της Φοινίκης.

Αμέτρητα είναι τα θαύματα του Αγίου Αποστόλου Ιούδα του Θεαδέλφου κατά την επίγειον βιοτήν του.

Χαρακτηριστικό παραμένει το θαύμα της ιάσεως του ηγεμόνα της Συρίας Αύγαρου ο οποίος ασθενήσας βαρειά από την νόσον της λέπρας τον εθεράπευσε πλήρως.

Ο ηγεμόνας αναγνωρίζοντας την πίστη που δίδασκε ο Απόστολος Ιούδας στον Ιησού Χριστόν επηρέασε μεγάλο πλήθος εκ του λαού του, οι οποίοι καθημερινά εβαπτίζοντο κατά συρροήν στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.

Περατώσας το θείον έργον του ο Απόστολος Ιούδας ο Θαδδαίος επορεύθη στην πόλιν Αραρά και εκεί, κρεμασθείς υπό των απίστων και δια δεκαννέα βελών πληχθείς, παρέδωκε
την ψυχήν του εις χείρας Του Θεού, και έλαβε παρ’ Αυτού τον του Μαρτυρίου αμάραντον στέφανον.

Ἀπολυτίκιον  
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Χριστοῦ σὲ συγγενῆ, ὢ Ἰούδα εἰδότες, καὶ μάρτυρα στερρόν, ἱερῶς εὐφημοῦμεν, τὴν πλάνην πατήσαντα, καὶ τὴν πίστιν τηρήσαντα, ὅθεν σήμερον, τὴν παναγίαν σου μνήμην, ἑορτάζοντες, ἁμαρτημάτων τὴν λύσιν, εὐχαίς σου λαμβάνομεν.




Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’.
Ἀπόστολε Ἅγιε Ἰούδα, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.



Κοντάκιον
Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικὸς.
Ἐκ ῥίζης εὐκλεοῦς, θεοδώρητον κλῆμα, ἀνέτειλας ἡμῖν, τοῦ Κυρίου αὐτόπτα, Ἀπόστολε θεάδελφε, τοῦ Χριστοῦ κήρυξ πάνσοφε, τρέφων ἅπαντα, κόσμον καρποῖς σου τῶν λόγων, τὴν ὀρθόδοξον, πίστιν Κυρίου διδάσκων, ὡς μύστης τῆς χάριτος. 



Μεγαλυνάριον
Δεῦτε τὸν Θεάδελφον Μαθητήν, καὶ τῆς εὐσεβείας, τὸν φωστῆρα τὸν θεαυγῆ, ὑμνήσωμεν πόθῳ, χαῖρε αὐτῷ βοῶντες, Ἀπόστολε Ἰούδα, Χριστοῦ διάκονε. 



Στίχος
Kλήσις τριπλή σοι και τριπλούν μάκαρ πάθος, Άρσις δέσις τε και τρίτον τόξου τάσις. Eννεακαιδεκάτη βελέεσσιν Iούδας θνήσκει.

Καὶ συγγενείᾳ καὶ χορῷ αὐχεῖν ἔχεις. Χριστοῦ μαθητῶν ὦ Ἰούδα, καὶ πάθει. Ἐννεακαιδεκάτῃ βελέεσσιν Ἰούδας θνῄσκει.