A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Τετάρτη 1 Μαΐου 2013

Λειτουργικές διαφορές Ορθοδοξίας και Παπισμού





Πρωτοπρεσβ. π. Άγγελος Αγγελακόπουλος,




Α) Διπλή Θεία Λειτουργία


Αναφερόμενος ο Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στήν θεία λατρεία καί στά λειτουργικά θέματα, σημειώνει ότι η εν Αντισιοδώρω τοπική σύνοδος, πού συνήχθη κατά τό χιγ΄ (613 μ.X.) επί Ηρακλείου διόρισε νά μήν γίνονται δύο λειτουργίες τήν ίδια ημέρα στήν ίδια Αγία Τράπεζα, γιά νά μήν διπλασιάζεται ο μοναδικός θάνατος του Χριστού. «Ουκ έξεστιν εν μιά τραπέζη κατά τήν αυτήν δύω λειτουργίας ειπείν, ουδέ εν τη αυτή τραπέζη, εν η ο Επίσκοπος ελειτούργησε, τόν Πρεσβύτερον εν εκείνη τη ημέρα λειτουργήσαι». Τον παραπάνω διορισμό της συνόδου παραβαίνουν οιαιρετικοί παπιστές, οι οποίοι «λειτουργούν» πολλές φορές στο ίδιο αλτάριον (παπική αγία τράπεζα) . Αλλά καί κάποιοι Ορθόδοξοι ιερείς, πού λειτουργούν δύο φορές, τάχα γιά παρρησία, ας γνωρίζουν ότι βαρέως αμαρτάνουν. Καλόν θα είναι να παύσουν εις τό εξής αυτό τό άτοπο[1].

Β) Τα άζυμα (όστια)


Σύμφωνα με τόν ο΄ (70ό) Αποστολικό Κανόνα, όποιος Επίσκοπος ή Πρεσβύτερος ή Διάκονος ή όποιος ανήκει στούς καταλόγους των Κληρικών, νηστεύει μαζί μέ τούςΙουδαίους ή εορτάζει μ’αυτούς τό Πάσχα ή άλλες εορτές ή δέχεται απ’αυτούς τά ξένα δώρα της εορτής τους, όπως τά άζυμα (τά οποία κι αυτοί τρώνε κατά τίς ημέρες του φάσκα τους καί σέ κάθε εορτή τους καί σέ κάθε θυσία προσέφεραν άζυμα) ή κάτι άλλο παρόμοιο, ας καθαίρεται, ή αν είναι λαϊκός, ας αφορίζεται. Γιατί, αν καί αυτοί, πού τά δέχθηκαν, συννηστεύοντας καί συνεορτάζοντας, δέν είναι ομόφρονες μέ τούς Ιουδαίους (γιατί αν ήταν τέτοιοι, δέν έπρεπε νά καθαιρεθούν ή νά αφορισθούν, αλλά νά παραδοθούν στό ανάθεμα, κατά τόν κθ΄ της εν Λαοδικεία), αλλ’ όμως δίδουν αφορμή σκανδάλου καί υποψία ότι τιμούν τίς εορτές των Ιουδαίων, τό οποίο είναι αλλότριο των Ορθοδόξων, καί μολύνονται οι ίδιοι μέ τήν συναναστροφή των Χριστοκτόνων, πρός τούς οποίους λέει ο Θεός : «νηστείαν καί αργίαν καί τάς εορτάς υμών μισεί η ψυχή μου».
Από τόν παρόντα Κανόνα γίνεται φανερό πόσο αξιοκατάκριτοι είναι οι Λατίνοι, πούκαινοτόμησαν τό μυστήριο της θείας Ευχαριστίας καί εισήγαγαν σ’αυτό τά Ιουδαϊκά άζυμα. Από τήν εποχή του Χριστού μέχρι τό 1053 μ.Χ. η Εκκλησία των Δυτικών λειτουργούσε μέ ένζυμο άρτο. Κατ’αυτό τό έτος ο Λέων ο Θ΄ έγινε ο πρώτος εφευρετής των αζύμων. Ψευδέστατο αποδείχθηκε αυτό, πού πρότειναν οι Λατίνοι, ότι ο Κύριος τέλεσε τόν μυστικό Δείπνο μέ άζυμο άρτο, διότι : Α) βρέθηκε ένζυμος άρτος, πού παραδόθηκε από τόν Κύριο. Διηγείται ο Νικόλαος ο Υδρούντος στό «Κατά αζύμων»[2]έργο του ότι, όταν οι Φράγγοι κατέλαβαν τήν Κωνσταντινούπολη, βρήκαν στό Βασιλικό σκευοφυλάκιο τά τίμια ξύλα, τό ακάνθινο στεφάνι, τά σανδάλια του Σωτήρος καί ένα καρφί. Βρήκαν, όμως, καί σ’ ένα χρυσό λιθομαργαρητοκόλλητο σκεύος άρτο, από τόν οποίο έδωσε ο Κύριος στούς Αποστόλους. Γι’αυτό είχε καί αυτή τήν επιγραφή˙ «Ενθάδε κείται ο θείος άρτος, ον ο Χριστός τοις μαθηταίς εν τη ώρα του Δείπνου διένειμεν, ειπών˙ Λάβετε, φάγετε, τουτό εστι τό Σώμα μου». Επειδή, όμως, ήταν ένζυμος, οι Δυτικοί, πού τόν βρήκαν, δηλ. ο Επίσκοπος Αλβεστανίας καί ο υποψήφιος Βηθλεέμ, θέλησαν νά τόν κρύψουν. Τήν αλήθεια της ιστορίας αυτής μαρτυρεί καί ο Γεώργιος ο Κερκύρας, πού ήκμασε κατά τό 1146ο έτος. Καί Β) πρώτος ο Ιωάννης ο Ιεροσολύμων καί ύστερα ο πολυμαθής Ευστράτιος ο Αργέντης, πού έλαβε αφορμή από τόν προρηθέντα Ιωάννη, συνέγραψαν κατά αζύμων καί απέδειξαν μέ γραφικούς καί αναντιρρήτους λόγους ότι ο Κύριος δέν έφαγε τό νομικό φάσκα καί ακολούθως δέν τέλεσε τόν μυστικό Δείπνο μέ άζυμα[3].
Ερμηνεύοντας ο Όσιος Νικόδημος τό δεύτερο τροπάριο της θ΄ ωδής του κανόνος της Μεγάλης Πέμπτης, «Άπιτε τοις μαθηταίς, ο Λόγος έφη, τό Πάσχα, εν υπερώω τόπω, ω νους ενίδρυται, οις μυσταγωγώ σκευάσατε, αζύμω αληθείας λόγω˙ τό στερρόν δέ της χάριτος μεγαλύνατε», αναφέρει ότι ο Κύριος προτρέπει τούς Μαθητές Του νά ετοιμάσουν τό Πάσχα μέ άζυμο μέν λόγο της αληθείας καί απλότητος, όχι όμως καί χωρίς τόν ένζυμο καί αρτώδη καί στερεό˙ διότι, τόν ένζυμο άρτο αινιγματωδώς φανέρωσε ο Μελωδός όσιος Κοσμάς Μαϊουμά μέ τήν προσθήκη του «τό στερρόν δέ της χάριτος μεγαλύνατε». Της χάριτος είναι τό ένζυμο, επειδή μέ ένζυμο άρτο και ο Κύριος τότε παρέδωσε τό Μυστήριο, γιατί ακόμη δέν ήταν καιρός των αζύμων, καθότι αυτά τρώγονταν μέ τόν αμνό καί τίς πικρίδες τήν νύκτα του Μεγάλου Σαββάτου, καί όλη η Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού μέ ένζυμο άρτο εκτελεί τό Μυστήριο. Επειδή είναι της χάριτος, γι’αυτό ακολούθως είπε ο Μελωδός νά μεγαλύνουν τό ένζυμο. Μέ τό νά μεταχειριζόταν ο παλαιός Νόμος σέ όλες σχεδόν τίς ιεροπραξίες τά άζυμα, γι’αυτό ο Μελωδός δέν τά ονομάζει της χάριτος, ούτε λέει νά τά μεγαλύνουν οι πιστοί. Γιατί, όμως, αναφέρει ο Μελωδός εδώ άζυμα; Γιά νά δείξει μυστικώς ότι ο Κύριος έφαγε τότε τό παλαιό Πάσχα, τό οποίο έγινε μέ άζυμα, καθώς καί άλλοι πολλοί άγιοι Πατέρες έτσι υπέλαβαν. Ότι δέν τό έφαγε κατ’εκε~ινον τόν χρόνο, μας παραπέμπει ο Όσιος Νικόδημος στόν λόγο του Ιωάννου Ιεροσολύμων «Κατά αζύμων»[4]καί στό «Περί Μυστηρίων Βιβλιάριον» του Ευστρατίου Αργέντου[5].
Ότι μέν τά άζυμα είναι αποβεβλημένα από τά Μυστήρια της Εκκλησίας του Χριστού, τά δέ ένζυμα μόνο είναι αποδεκτά σ’αυτήν καί τί αυτά δηλώνουν, μας φανερώνει ο όσιος Ιωσήφ ο Βρυέννιος. Στήν πρώτη διάλεξη, πού έκανε, του λατίνου Σκαράνου, λέει˙ «Πρώτον υμών (των Λατίνων) αποσχιζόμεθα, ότι αντί ενζύμων εν ταις υμών λειτουργίαις προσφέρετε άζυμα˙ περί αυτού γάρ ούτως η εβδόμη Οικουμενική Σύνοδος τίθησιν˙ Ει τις ου τίθησιν εις τήν προσφοράν προζύμην καί άλας καί ει τις προσφέρει άζυμα, ανάθεμα έστω»[6]. Καί ο Μέγας Βασίλειος στήν ερμηνεία της Θείας Λειτουργίας λέει˙ «Διά των ενταύθα τελουμένων σημαίνομεν τήν τελείαν ανθρωπότητα του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού καί δείκνυμεν τούτο τέλειον Θεόν είναι καί τέλειον άνθρωπον˙ άλευρον η σάρξ, πρόζυμον η ψυχή, άλας ο νους˙ καί διά τούτο ονομάζομεν. Αλλά καί τάς πέντε αισθήσεις αποπληρούμεν εν ταις ιεραίς προσφοραίς˙ όρασις τό άλευρον, όσφρησις τό πρόζυμον, ακοή τό πυρ, γεύσις τό άλας καί αφή τό ύδωρ»[7].
Στό σημείο αυτό ωφέλιμο είναι νά θυμηθούμε καί τούς δεκατρείς αγίους ενδόξους Οσιομάρτυρες καί Ομολογητές της Ορθοδόξου πίστεως της Ιεράς Μονής Καντάρας της Κύπρου, Ιωάννη, Κόνονα, Ιερεμία, Μάρκο, Κύριλλο, Θεόκτιστο, Βαρνάβα, Μάξιμο, Θεόγνωστο, Ιωσήφ, Γεννάδιο, Γεράσιμο καί Γερμανό, οι οποίοι, επειδή δέν δέχθηκαν τά άζυμα καί τήν νοθευμένη ομολογία των Λατίνων, κάηκαν απ’τους Λατίνους στίς 19 Μαΐου 1231[8].


Γ) Το ζέον


Σύμφωνα μέ τόν Όσιο Νικόδημο, διπλό στάθηκε τό θαύμα της ακηράτου πλευράς του Κυρίου, όχι μόνο γιατί εξέβλυσε αίμα καί ύδωρ, τό μέν αίμα ως άνθρωπος, τό δέ ύδωρ, ως υπέρ άνθρωπον, κατά τόν Θεολόγο Γρηγόριο, αλλά καί γιατί αυτά εξέβλυσαν ζεστά καί ζωντανά, σά νά ήταν ζωντανή εκείνη η πλευρά καί ζωοποιός, εξαιτίας της καθ’υπόστασιν ενώσεως της ζωοποιού Θεότητος, κατά τόν άγιο Συμεών Θεσσαλονίκης. Γιά νά παριστάνεται μέν τό πρώτο θαύμα, νομοθετήθηκε νά εκχέεται αίμα καί ύδωρ στό άγιο Ποτήριο. Γιά νά παριστάνεται δέ τό δεύτερο, διατάχθηκε άνωθεν καί εξ αρχής, όπως λέει ο Βαλσαμών καί ο Γερμανός Κωνσταντινουπόλεως, νά εκχέεται αυτό τό ύδωρ ζεστό καί κοχλάζον στόν καιρό του Κοινωνικού, όχι ψυχρό ή χλιαρό, ώστε καί αυτός ο ιερεύς καί οι υπόλοιποι, πού τά μεταλαμβάνουν έτσι ζεστά, νά διατίθενται ότι τά μεταλαμβάνουν, καθώς τότε εξήλθαν από τήν ζωοποιό πλευρά του Σωτήρος. Σφάλλουν, λοιπόν, πολύ οι ιερείς εκείνοι, πού αμελούν σ’αυτό, καί δέν ζεσταίνουν καλά τό άγιο ζέον, αλλά τό βάζουν χλιαρό στό Θείο Ποτήριο. Γιατί, πρέπει νά είναι βραστό καί κοχλάζον, όταν εκχέεται (ώστε νά ζεσταίνεται καί τό άγιο Ποτήριο απ’αυτό), καθώς καί αυτό τό όνομα δηλώνει˙ γιατί ζέον θά πει βραστό νερό. Γι’αυτό καί ο θείος Νικηφόρος στόν ιγ΄ Κανόνα[9] του λέει ότι, χωρίς ζέον καί θερμό ύδωρ, δέν πρέπει νά λειτουργήσει Πρεσβύτερος. Οι δέ Λατίνοι, μή λειτουργώντας μέ θερμό ύδωρ, παριστάνουν μ’αυτό νεκρή τήν ζώσα θεότητα καί τήν από αυτήν ζωοποιουμένη θεία πλευρά του Σωτήρος. Πρέπει δέ οι ιερείς νά προσέχουν καί στήν μέν πρώτη έγχυση του ύδατος στό Ποτήριο στήν πρόθεση νά βάζουν λιγότερο ύδωρ, ύστερα δέ νά βάζουν περισσότερο τό θερμό γιά δύο αίτια : α) γιά νά θερμανθεί η προτέρα ένωση στό Ποτήριο καί β) γιά νά γίνει μετρία η κράση του οίνου καί του ύδατος καί όχι νά γίνεται τό εναντίον καί νά δίνουμε αφορμή στούς Λατίνους νά μας κατηγορούν ότι φθείρουμε τήν κράση του Ποτηρίου μέ τό υπερβολικό νερό[10].


Δ) Ο τρόπος κοινωνίας


Αναφερόμενος ο Όσιος Νικόδημος στήν Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία, μεταξύ των άλλων λέει καί ότι αυτοί, πού δέν χρίουν τόν άγιο Άρτο μέ τό πανακήρατο Αίμα, όπως διατάσσεται στά Ευχολόγια, καί τόν φυλάττουν χωρίς νά είναι χρισμένος, γιά νά γίνει μ’αυτόν η Προηγιασμένη, προφανώς λατινοφρονούν. Γιατί, αυτό είναι χαρακτηριστικό της δυσσέβειας των Λατίνων, τό νά μεταδίδουν στούς λαϊκούς από ένα είδος, δηλ. μόνο από τόν άρτο, τό Μυστήριο της Ευχαριστίας, όπως παρανόμως νομοθέτησε η δυτική σύνοδος, πού συγκροτήθηκε στήν Κωνσταντία της Γερμανίας τό 1414 μ.Χ.[11]. Στήν πρώην ορθοδοξούσα δυτική Εκκλησία οι γυναίκες δέν ελάμβαναν τόν άγιο άρτο μέ γυμνά χέρια, αλλά, αφού άπλωναν στά χέρια τους κάποια λευκά οράρια, δηλ. άσπρα μανδηλάκια, έτσι δέχονταν τόν άγιο άρτο, καθώς τό διορίζει αυτό η εν Αντισιοδώρω τοπική Σύνοδος στόν λστ΄ Κανόνα της καί ο ιερός Αυγουστ~ινος στόν 252ο λόγο του. Αυτό τό μανδηλάκι ονομαζόταν Δομενικάλε, πού στά Λατινικά σημαίνει Κυριακό, επειδή τό έφερναν κατά τίς Κυριακές στήν Εκκλησία, γιά νά λάβουν τό Σωμα του Χριστού[12].


Ε) Τα Κυριακά λόγια


Σχολιάζοντας ο Όσιος Νικόδημος τόν 91ο Κανόνα του Μ. Βασιλείου, επισημαίνει ότι, ας αισχυνθούν οι παπιστές, βλέποντας εδώ τόν Μεγάλο Βασίλειο, τόν 13ο Απόστολο, νά λέει ότι δέν είναι αρκετά τά Κυριακά λόγια, δηλαδή τό «Λάβετε, φάγετε...» καί τό«Πίετε...»[13], για τήν τελείωση των θείων Μυστηρίων, όπως αντιθέτως κακώς καί σφαλερώς λένε αυτοί, αλλά μαζί μ’αυτά είναι αναγκαίες καί οι ευχές καί οι επικλήσεις, πού λέγονται μυστικώς από τόν Ιερέα. Ότι δέ αυτό είναι πανάληθες καί του Ηλίου φαεινώτερον, τό αποδεικνύει μέ αναντίρρητες καί γενναιότατες αποδείξεις ο πολυμαθέστατος ανήρ Ευστράτιος ο Αργέντης στό βιβλίο του «περί Μυστηρίων»[14]. Μέ άλλα λόγια, η αιρετική παρασυναγωγή του Παπισμού υποστηρίζει ότι ο καθαγιασμός του άρτου καί του οίνου γίνεται κατά τήν εκφώνηση των ιδρυτικών λόγων του Χριστού«Λάβετε, φάγετε...» καί «Πίετε...». Η Ορθόδοξη Εκκλησία, όμως, δέχεται ότι ο καθαγιασμός γίνεται μέ τήν επίκληση του Αγίου Πνεύματος «κατάπεμψον τό Πνεύμα σου τό Άγιον εφ’ημάς καί επί τά προκείμενα δώρα ταύτα καί ποίησον...». Η διαφωνία μεταξύ Παπισμού καί Ορθοδόξου Εκκλησίας αρχίζει επίσημα από τήν  ενωτική ψευδοσύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας, ενώ είναι γνωστή από τόν 9ο αιώνα. Ο Ζυγαβηνός (12ος αιώ.) καί ο άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας (14ος αιώ.) αντιπαραθέτουν μέ έμφαση τήν ορθόδοξη θεώρηση στήν παπική αυτή διδασκαλία. Η παπική αντίληψη γιά τόν καθαγιασμό των τιμίων δώρων αποτελεί άμεση συνέπεια της αλλοιώσεως του Τριαδικού δόγματος μέ την αίρεση του Filioque. Προβάλλεται μέ έμφαση ο Χριστός καί ατονεί ο ρόλος του Αγίου Πνεύματος. Παράλληλα, η διδασκαλία αυτή οφείλεται σέ μιά χριστοκεντρική αντίληψη της Θείας αποκαλύψεως καί της Θείας Ευχαριστίας. Όλα αυτά εξυπηρετούν άριστα τήν προβολή του παπικού πρωτείου καί διευκολύνουν πολύ τήν απαίτηση των παπών γιά διοικητική υπεροχή στήν όλη Εκκλησία. Αντιθέτως η ορθόδοξη θεώρηση τονίζει τόν τριαδοκεντρικό χαρακτήρα της Εκκλησίας καί φανερώνει τήν πνευματολογική βάση της ορθοδόξου Εκκλησιολογίας. Επίσης, η ορθόδοξη θεώρηση θεμελιώνεται σέ μαρτυρίες των αγίων πατέρων, στίς αρχαίες λειτουργίες, πού περιέχουν τήν επίκληση καί γενικότερα στήν όλη ιερά παράδοση[15].
Πηγή: aktines.blogspot.gr








[1] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον,  σ. 90.
[2]  ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΥΔΡΟΥΝΤΟΣ, Κατά αζύμων.
[3] ΔΟΣΙΘΕΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Δωδεκάβιβλος, βιβλίο 8ο, κεφ. 12ο, §δ΄, σσ. 396-397, ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ, Ιερά Κατήχησις, ΑΓΙΟΣ
   ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σσ. 96-97.
[4] ΙΩΑΝΝΗΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Κατά αζύμων.
[5] ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ ΑΡΓΕΝΤΗΣ, Περί μυστηρίων.
[6] ΑΓΙΟΣ ΙΩΣΗΦ ΒΡΥΕΝΝΙΟΣ, Κατά λατίνου Σκαράνου, Τά ευρεθέντα, τ. α΄-γ΄, εκδ.Β. Ρηγόπουλος, Θεσσαλονίκη 1990-1.                                                                                                                                     
[7] Μ.ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ, Λειτουργία..., PG 31, 1629-1658,  ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ,Εορτοδρόμιον ήτοι ερμηνεία εις τούς ασματικούς κανόνας των Δεσποτικών καί Θεομητορικών εορτ~ων, τ. Β΄, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1995, σσ. 168-169.
[8] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, τ. Ε΄, Θεσσαλονίκη 2003, σ. 480
  καί ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ -  ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΧΙΟΥ - ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ – ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΑΡΙΟΣ, Συναξαριστής Νεομαρτύρων, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη,Θεσσαλονίκη 1996, σ. 534.
[9] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σ. 727.
[10] Ό. π., σσ. 248-249.
[11] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σ. 268.
[12] Ό. π., σ. 311.
[13] Ματθ. 26, 26-28.
[14] Ό. π., σσ. 645-646 καί ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ ΑΡΓΕΝΤΗΣ, Περί μυστηρίων βιβλιάριον, σσ. 92-250.
[15] ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ, Δυτική θεολογία καί πνευματικότητα˙ σημειώσεις από τίς πανεπιστημιακές παραδόσεις, εκδ. Υπηρεσία Δημοσιευμάτων Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη, σσ. 54-55.

Τρίτη 30 Απριλίου 2013

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ - Τῆς ἀλειψάσης τόν Κύριον



     « Τῇ ἁγίᾳ καὶ μεγάλῃ Τετάρτῃ, τῆς ἀλειψάσης τὸν Κύριον μύρῳ Πόρνης γυναικός, μνείαν ποιεῖσθαι οἱ θειότατοι Πατέρες ἐθέσπισαν, ὅτι πρὸ τοῦ σωτηρίου Πάθους μικρὸν τοῦτο γέγονε».
 

 Αυτό είναι το συναξάρι της σημερινής ημέρας, της Μεγάλης Τετάρτης. Οι συνοδοιπόροι του πάθους του Χριστού μας πιστοί καλούμαστε αυτή την ιερή ημέρα να τιμήσουμε την έμπρακτη και ειλικρινή μετάνοια της πρώην πόρνης γυναικός, η οποία έγινε συνώνυμη με την συντριβή και την αλλαγή ζωής.

        Το σημαντικότατο, συγκινητικότατο και διδακτικότατο γεγονός της αλείψεως του Κυρίου με πολύτιμο μύρο από την αμαρτωλή γυναίκα διασώζουν με μικρές παραλλαγές και οι τέσσερις ευαγγελιστές. Ο Ματθαίος (26,6-13), ο Μάρκος (14,3-9) και ο Ιωάννης (12,1-8) ομιλούν για την ίδια γυναίκα, την Μαρία, την αδελφή του Λαζάρου, η οποία, όπως αναφέραμε, από ευγνωμοσύνη για την ανάσταση του αδελφού της, έκαμε αυτή την σπουδαία πράξη. Αντίθετα ο Λουκάς αναφέρει πως η γυναίκα, που δεν αναφέρεται το όνομά της, ήταν αμαρτωλή πόρνη. Είναι προφανές ότι πρόκειται για διαφορετικό περιστατικό. Ίσως να ήταν η πόρνη γυναίκα, την οποία έσωσε ο Κύριος από το λιθοβολισμό των υποκριτών Ιουδαίων (Ιωάν.8,5).

           Βεβαίως στον Εσπερινό της ημέρες διαβάζεται η περικοπή από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη, όμως το περιεχόμενο και η θαυμάσια υμνολογία της ημέρας είναι εμπνευσμένη από την περικοπή του Ευαγγελίου του Λουκά.

        Σύμφωνα με τον ιερό ευαγγελιστή ο Ιησούς προσκλήθηκε σε δείπνο στο σπίτι κάποιου Σίμωνος, ο οποίος ανήκε στην τάξη των Φαρισαίων. Κάποια γυναίκα αμαρτωλή όταν έμαθε ότι ο Κύριος ήλθε στην πόλη, ζήτησε να μάθει σε πιο σπίτι έχει καταλύσει. Και ενώ έτρωγαν και συζητούσαν, ξάφνου μπήκε στο σπίτι η γυναίκα εκείνη, κρατώντας στα χέρια της αλαβάστρινο δοχείο γεμάτο πολύτιμο μύρο. Προχώρησε στο μέρος του Ιησού και αφού στάθηκε πίσω Του, γονάτισε και άρχισε να κλαίει και να οδύρεται γοερά.
Άνοιξε αμέσως το δοχείο και άρχισε να ρίχνει απλόχερα το μύρο και να πλένει με αυτό πόδια του Ιησού. Μαζί με το πολύτιμο μύρο έσμιγε και τα καυτά δάκρυά της, τα οποία έτρεχαν σαν ποτάμι από τα μάτια της.  Αφού άδειασε το δοχείο ξέπλεξε τα πλούσια μαλλιά της και σκούπισε με αυτά τα πόδια Του, φιλώντας τα αδιάκοπα.

      Ο Φαρισαίος οικοδεσπότης απόρησε με το γεγονός και διαλογιζόταν: Αυτός εδώ είναι προφήτης, δε γνωρίζει το ποιόν αυτής τη γυναίκας και την αφήνει να τον αγγίξει; Ο καρδιογνώστης Χριστός είπε στον Σίμωνα: Έχω να σου πω το εξής για τις σκέψεις σου: Εκείνος είπε: μίλα μου δάσκάλε. Κάποιος, του είπε, δάνεισε χρήματα σε δύο ανθρώπους, στον πρώτο πεντακόσια δηνάρια και στον δεύτερο πενήντα. Όταν έπρεπε να τα επιστρέψουν αυτοί δεν είχαν και ο δανειστής τους τα χάρισε. Και ρωτά το Σίμωνα: ποιος από τους δυο θα χρωστάει μεγαλύτερη χάρη στον δανειστή; Ο Σίμων απάντησε: αυτός που του χαρίστηκε το μεγαλύτερο ποσό. Σωστά απάντησες του είπε ο Ιησούς. Για κοίταξε αυτή τη γυναίκα. Εγώ μπήκα στο σπίτι σου και δεν μου έπλυνες τα πόδια με νερό, όμως εκείνη μου τα έπλυνε με τα δάκρυά της και τα σκούπισε με τα μαλλιά της. Χαιρετισμό δε μου έδωκες, όμως αυτή δε σταμάτησε στιγμή να μου φιλάει τα πόδια. Με λάδι δεν μου άλειψες το κεφάλι, όμως αυτή με πανάκριβο μύρο μου άλειψε τα πόδια. Δεν αξίζει να της πω: «σου συγχωρούνται οι τόσες πολλές αμαρτίες σου, διότι με αγάπησες τόσο πολύ»; Γυρίζοντας προς τη γυναίκα της είπε: «σου συγχωρούνται οι αμαρτίες σου». Τότε άρχισαν οι συνδαιτυμόνες να διερωτώνται: ποιος είναι αυτός που μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες; Ο Χριστός ξαναλέγει στη γυναίκα: «Η πίστη σου σε έσωσε, πήγαινε στο καλό».

        Η γυναίκα αυτή ήταν διαβόητη για την αμαρτωλότητά της. Οι υποκριτές συντοπίτες της την ήθελαν πόρνη, για να ικανοποιεί τις πορνικές τους αμαρτωλές έξεις. Ένα σκεύος αμαρτωλής ηδονής και τίποτε περισσότερο. Στην κοινωνική και θρησκευτική ζωή της πόλεως δεν είχε θέση, ήταν το μίασμα, την οποία έπρεπε να αποφεύγουν. Κάπως έτσι σκέφτηκε και ο Σίμων ο οικοδεσπότης, όταν είδε να μπαίνει στο «καθώς πρέπει» σπίτι του εκείνη και να το «μιαίνει». Πολλώ δε μάλλον να αγγίζει τον υψηλό καλεσμένο του ραβίνο.

    Το σώμα της αμαρτωλής αυτής γυναίκας έχε παραδοθεί εξ’ ολοκλήρου στο βόρβορο της αμαρτίας και της διαφθοράς. Όμως μέσα στα κατάβαθα της ψυχής της σιγόκαιγε αμυδρή φλόγα λυτρώσεως. Ο ψυχικός της κόσμος δεν είχε διαφθαρεί
 ολοκληρωτικά. Η παρουσία του Σωτήρα Χριστού στην πόλη εκείνη λειτούργησε στην καρδιά της ως ισχυρότατος άνεμος, ο οποίος θέριεψε την αδύναμη φλόγα λυτρώσεως και την έκαμε πυρακτωμένο καμίνι, ασυγκράτητη ορμή για μετάνοια και σωτηρία και γι’ αυτό έτρεξε κοντά Του με τον χαρακτηριστικό αυτό τρόπο.

     «Προσέξετε, φιλόχριστοι Χριστιανοί, συμβουλεύει ο ιερός Χρυσόστομος, να νοήσετε και να απολαύσετε την καλή διήγηση της καλής αυτής γυναικός, η οποία έφτασε ως εκεί, χωρίς να την καλέσουν, πλησίασε στο μέρος που βρισκόταν ο Κύριος και εξομολογήθηκε δημόσια, εξ όλης καρδίας, τα κρίματά της, χωρίς να αισχύνη, χωρίς φόβο η αντρειωμένη στην ψυχή. Δε λογάριασε τίποτε, ούτε την ταραχή των υπηρετών, ούτε την κατηγορία και το όνειδος των παρισταμένων».
             

     Ο Χριστός, εγκαινίασε μια νέα αντίληψη για τον αμαρτωλό άνθρωπο, εντελώς διάφορη από εκείνη της ιουδαϊκής κοινωνίας. Δεν είναι ο αμαρτωλός άνθρωπος μιασμένος από τη φύση του, αλλά ένας πνευματικά ασθενής, ο οποίος χρειάζεται βοήθεια. Έθεσε ως αντίδοτο της πνευματικής ασθένειας τη μετάνοια, η οποία είναι ο ισχυρότατος εκείνος μοχλός, ο οποίος γκρεμίζει το οικοδόμημα της αμαρτίας και αναγεννά τον άνθρωπο. Δια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού παρήλθε ανεπιστρεπτί το καθεστώς του νόμου και της μισθαποδοσίας, και ανέτειλε η εποχή της χάρητος και του ελέους.

      Οι θείοι υμνογράφοι, θέλοντας να τονίσουν το σωτήριο νόημα της μετάνοιας της αμαρτωλής γυναικός, στόλισαν τις ιερές ακολουθίες της Μεγάλης Τετάρτης με μια ποιητική και μουσική πανδαισία ύψιστης αξίας. Η ακολουθία ιδιαίτερα του Όρθρου, σύμφωνα με επιφανείς λειτουργιολόγους, είναι από τις καλλίτερες ποιητικές
συνθέσεις όλων των ακολουθιών του έτους. Τους ύμνους της Μ. Τετάρτης χαρακτηρίζουν οι πλούσιες εικόνες, οι διάλογοι και οι αντιθέσεις. Ο Όρθρος ξεκινάει με το γνωστό «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται…» και ακολουθούν τα υπέροχα καθίσματα«Πόρνη προσήλθε σοι…», «Ιούδας ο δόλιος φιλαργυρίαν ερών…» και το καταπληκτικό «Η πόρνη εν κλαυθμώ ανεβόα, οικτίρμων…». Στο κοντάκιο παρουσιάζεται ο κάθε άνθρωπος αμαρτωλός να βρίσκεται στη θέση της πόρνης. Ο ιερός ποιητής παίρνει τη θέση της και ικετεύει στο Δεσπότη και Λυτρωτή Χριστό να τον ελεήσει, «Υπέρ την πόρνην αγαθέ, ανομήσας, δακρύων όμβρους (όπως εκείνη)ουδαμώς σοι προσήξα, αλλά σιγή δεόμενος προσπίπτω σοι, πόθω ασπαζόμενος τους αχράντους σου πόδας, όπως μοι την άφεσιν, ως Δεσπότης, παράσχης των οφλημάτων, κράζοντι, Σωτήρ, εκ του βορβόρου των έργων μου ρύσαι με». Εξαίσιες ποιητικές συνθέσεις έργα του αγίου Κοσμά του Μελωδού, είναι τα τροπάρια των στιχηρών των αίνων. «Σε τον της Παρθένου Υιόν πόρνη επιγνούσα Θεόν…», «Το πολυτίμητον μύρον η πόρνη έμιξε μετά δακρύων…», «Ότε η αμαρτωλός προσέφερε το μύρον…», «Ω της Ιούδα αθλιότητος! Εθεώρει την πόρνην φιλούσαν τα ίχνη και εκέπτετο δόλω της προδοσίας το φίλημα…». Στα υπέροχα αυτά τροπάρια γίνεται αριστοτεχνική αντίθεση μεταξύ της μετανοούσας γυναικός και του μελλοντικού προδότη μαθητή Ιούδα. Ο ιερός ποιητής εξαίρει την μετάνοια της πόρνης και στηλιτεύει την προδοσία του μαθητή. Τα τροπάρια των αποστίχων είναι και αυτά καταπληκτικές  ποιητικές συνθέσεις και είναι έργα του Βυζαντίου του Μελωδού. «Σήμερον ο Χριστός παραγίνεται εν τη οικία του Φαρισαίου…»,«Ήπλωσεν η πόρνη τα τρίχας σοι τω Δεσπότη, ήπλωσεν ο Ιούδας τας χείρας τοις παρανόμοις…», «Προσήλθε γυνή δυσώδης και βεβορβορωμένη…». Στο τέλος ψάλλεται ένα από τα κορυφαία ποιήματα όχι μόνο της Εκκλησίας μας, αλλά και γενικότερα της παγκοσμίου λογοτεχνίας. Πρόκειται για το γνωστότατο δοξαστικό «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή…», το γνωστό τροπάριο της Κασσιανής, της μεγάλης αυτής βυζαντινής ποιήτριας, την οποία μερικοί αμαθείς την  ταυτίζουν με την πόρνη, που αναφέρεται στον περίφημο ύμνο της. Κανενός η ψυχή δεν μένει ασυγκίνητη στο άκουσμά του.

       Η αφιέρωση της ημέρας αυτής στην μακάρια πρώην πόρνη γυναίκα έγινε σκόπιμα από τους αγίους Πατέρες. Η μορφή της προβάλλει ως φωτεινό ορόσημο καταμεσής στην οδοιπορία προς το Θείο Πάθος για να δείξει και σε μας πως αν δεν συντριβούμε, σαν και εκείνη, και δεν δείξουμε έμπρακτη μετάνοια, δεν μπορούμε να ακολουθήσουμε το Χριστό στο Πάθος και την Ανάσταση. Η αγία μας Εκκλησία θέσπισε τη μετάνοια ως ύψιστη δωρεά η οποία ανανεώνει την ουρανοδρόμο πορεία μας προς το Χριστό και την τελείωσή μας. Καλός χριστιανός δεν είναι εκείνος, ο οποίος γεμάτο κομπασμό και εγωιστική αυτάρκεια, ισχυρίζεται ότι έφτασε σε επίπεδο αγιότητας και δεν χρειάζεται πια άλλο αγώνα, αλλά ο διατελών σε διαρκή μετάνοια.
 


ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου Καθηγητού

Πηγή: aktines.blogspot.gr



Κοντάκιον
Ἦχος δ'. Ὁ ὑψωθεὶς.


Ὑπὲρ τὴν Πόρνην Ἀγαθὲ ἀνομήσας, δακρύων ὄμβρους οὐδαμῶς σοι προσῆξα, ἀλλὰ σιγῇ δεόμενος προσπίπτω σοι, πόθῳ ἀσπαζόμενος, τοὺς ἀχράντους σου πόδας, ὅπως μοι τὴν ἄφεσιν, ὡς Δεσπότης παράσχῃς, τῶν ὀφλημάτων κράζοντι Σωτήρ. Ἐκ τοῦ βορβόρου τῶν ἔργων μου ῥῦσαί με.


Μετάφραση 

Ἀγαθὲ Κύριε, ἂν καὶ ἁμάρτησα πιὸ πολὺ ἀπὸ τὴν πόρνη ὅμως δέ σοῦ πρόσφερα (ὅπως ἐκείνη) βροχὴ δακρύων μετανοίας· ἀλλὰ πέφτω στὰ πόδια σου, σιωπηλὰ δεόμενος καὶ ἀσπαζόμενος τὰ ὁλοκάθαρα πόδια σου, νὰ μοῦ χορηγήσεις συγχώρηση τῶν πταισμάτων μου, κράζοντας Σωτῆρα μου: Λύτρωσέ με ἀπὸ τὸν ἠθικὸ βόρβορο τῶν ἁμαρτημάτων μου καὶ σῶσε με.


ΤΟ ΤΡΟΠΑΡΙΟ ΤΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΗΣ (ΚΕΙΜΕΝΟ - ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ - ΒΙΝΤΕΟ)










Από τα απόστιχα ιδιόμελα του όρθρου της
 Μ. Τετάρτης


Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή, 
τὴν σὴν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν, 
ὀδυρομένη, μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει. 
Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας, 
ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας. 
Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων, 
ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ· 
κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας, 
ὁ κλίνας τοὺς οὐρανοὺς τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει. 
Καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας, 
ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις· 
ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν, 
κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη. 
Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους 
τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου; 
Μή με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος.



Μεταγραφή του Φώτη Κόντογλου


Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες, 
σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα 
και σε άλειψε με μυρουδικά πριν από τον ενταφιασμό σου 
κι έλεγε οδυρόμενη: Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη 
και δίχως φεγγάρι, η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας. 
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων, 
εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας. 
Λύγισε στ' αναστενάγματα της καρδιάς μου, 
εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης. 
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου, 
και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου· 
αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό, 
τ' άκουσε να περπατάνε, από το φόβο της κρύφτηκε. 
Των αμαρτιών μου τα πλήθη και των κριμάτων σου την άβυσσο, 
ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση, ψυχοσώστη Σωτήρα μου; 
Μην καταφρονέσης τη δούλη σου, εσύ που έχεις τ' αμέτρητο έλεος



ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ - ΤΩΝ 10 ΠΑΡΘΕΝΩΝ



Αυτό είναι το συναξάρι της δεύτερης ημέρας της Μεγάλης Εβδομάδος. Ο Νυμφίος της Εκκλησίας και της ψυχής μας, «ο ωραίος κάλλει παρά πάντας βροτούς», οδεύει προς το εκούσιο Πάθος Του, καλώντας κοντά Του όλους εμάς τους πιστούς Του, για να μας κάνει κοινωνούς των σωτηριωδών παθημάτων Του και του θριάμβου της Αναστάσεώς Του.

      Οι θείοι Πατέρες όρισαν την αγία αυτή ημέρα να θυμηθούμε μια από τις πιο παραστατικές και διδακτικές παραβολές του Κυρίου μας: την παραβολή των Δέκα Παρθένων. Κι’ είχαν το σκοπό τους. Η συνοδοιπορία με το Χριστό μας προς το Θείο Πάθος δεν θα πρέπει να είναι τυπική και απλά συναισθηματική, αλλά θα πρέπει να είναι ολοκληρωτική συμμετοχή στην εν Χριστώ πορεία και να συνοδεύεται από οντολογική αλλαγή  του είναι μας.  Η ενθύμηση της παραβολής των δέκα παρθένων είναι μια άριστη πνευματική άσκηση για να μην διαφεύγει από τη σκέψη μας η επερχόμενη μεγάλη, επιφανής και συνάμα φοβερή ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου μας.

      Την παραβολή των δέκα Παρθένων διασώζει ο ευαγγελιστής Ματθαίος στο 25ο  κεφάλαιο του Ευαγγελίου του. Με την ευκαιρία μιας καταπληκτικής εσχατολογικής ομιλίας Του ο Κύριος είπε και την εξής παραβολή: Η Βασιλεία των ουρανών μοιάζει με δέκα παρθένες οι οποίες αφού πήραν μαζί τους τα λυχνάρια τους πήγαν να υποδεχθούν τον νυμφίο. Πέντε από αυτές ήταν σώφρονες και φρόντισαν να έχουν μαζί τους απόθεμα λαδιού για τα λυχνάρια τους, ενώ οι άλλες πέντε ήταν ανόητες και δεν φρόντισαν να έχουν μαζί τους το αναγκαίο απόθεμα λαδιού. Επειδή δε αργούσε ο νυμφίος και η νύχτα προχωρούσε έπεσαν να κοιμηθούν. Τα μεσάνυχτα ακούστηκε μια γοερή κραυγή η οποία ανήγγειλε τον ερχομό του νυμφίου. Οι παρθένες σηκώθηκαν για να προαπαντήσουν τον νυμφίο. Οι μεν σώφρονες παρθένες, οι οποίες είχαν απόθεμα λαδιού άναψαν τα λυχνάρια τους και περίλαμπρες περίμεναν την είσοδο του νυμφίου, για να μπουν μαζί του στη λαμπρή γαμήλια χαρά. Οι δε μωρές ξύπνησαν αιφνιδιασμένες και μη μπορώντας να ανάψουν τα λυχνάρια τους, ζητούσαν απεγνωσμένα από τις σώφρονες να τους δώσουν λίγο λάδι από το δικό τους. Εκείνες τους απάντησαν πως μόλις αρκεί για τα δικά τους τα λυχνάρια και καλά θα κάνουν να πάνε να αγοράσουν. Οι ανόητες παρθένες έτρεξαν, καταμεσής της νύχτας, να αγοράσουν λάδι, αλλά εν τω μεταξύ ο νυμφίος έφθασε και μπήκε στο χώρο του γάμου με τις πέντε φρόνιμες παρθένες και η πόρτα έκλεισε ερμητικά και οριστικά. Οι ανόητες παρθένες έφθασαν καθυστερημένες και άρχισαν να φωνάζουν: Κύριε, Κύριε άνοιξέ μας. Αυτός τους απάντησε αλήθεια σας λέγω πως δεν σας γνωρίζω. Έμειναν τελικά έξω του νυμφώνος. Έκλεισε την παραστατική αυτή παραβολή του ο Κύριος με την εξής σωτήρια προτροπή: «Γρηγορείτε ουν, ότι ουκ οίδατε την ημέραν ουδε την ώραν εν η ο Υιός του ανθρώπου έρχεται»  (Ματθ.25,13 ) και «γρηγορείτε ουν΄ ουκ οίδατε γαρ πότε ο κύριος της οικίας έρχεται, οψέ ή μεσονυκτίου ή αλεκτροφωνίας ή πρωί΄ μη ελθών εξαίφνης εύρη υμάς καδεύδοντας» (Μάρκ.13,35).

         Η παραβολή αυτή έχει ως σκοπό να θυμίσει στους πιστούς πως η Δευτέρα και ένδοξη Παρουσία του Κυρίου θα γίνει ξαφνικά, θα έρθει «ως κλέπτης εν νυκτί» (Α΄Θεσ.5,2). Γι’ αυτό θα πρέπει οι πιστοί να είναι πάντοτε, ανά πάσα στιγμή έτοιμοι, για την υποδοχή Του, διαφορετικά θα μείνουν έξω από τη βασιλεία του Θεού και θα χαθούν. Αυτή η ζωή είναι το στάδιο προετοιμασίας μας για την αιωνιότητα. Αν δεν αν δεν αλλάξουμε πορεία ζωής, αν δεν υπερβούμε τον πτωτικό
και αμαρτωλό εαυτό μας, αν δεν εφοδιάσουμε την ψυχή μας με ουράνιους θησαυρούς, αν δεν στολιστούμε με αρετές και δε συνταχθούμε οντολογικά με το Σωτήρα Χριστό είναι σίγουρο ότι θα βρεθούμε εκείνη τη φοβερή ημέρα της Κρίσεως έξω από την ατέρμονη Βασιλεία του Θεού, προορισμένοι για την αιώνια κόλαση, όπου «εκεί έσται ο κλαυθός και ο βρυγμός των οδόντων» (Λουκ.13,28). Τότε, διαβεβαίωσε ο Κύριος, εσείς οι ασεβείς, με φόβο και με ανείπωτο τρόμο, «όψησθε Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ και πάντας τους προφήτας εν τη βασιλεία του Θεού, υμάς δε εκβαλλομένους έξω» (Λουκ.13,28). Τρομερό πραγματικά να φαντάζεται κάποιος αυτή την πραγματικότητα, πόσο μάλλον να τη βιώσει κιόλας!

     Έτσι οι θείοι Πατέρες έκριναν σκόπιμο να αφιερώσουν μια ημέρα της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδος στην ανάμνηση της εσχατολογικής αυτής παραβολής των δέκα παρθένων. Το κατανυκτικό κλίμα αυτών των αγίων ημερών είναι η καλλίτερη στιγμή για να υπενθυμίσει η αγία μας Εκκλησία στους πιστούς το φοβερό και απρόοπτο της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου. Επίσης  η εγρήγορση είναι συνυφασμένη με το Πάθος του Θεανθρώπου. Ο Ίδιος ο Κύριος κατά τη δραματική νύκτα της συλλήψεως Του στον κήπο της Γεθσημανή τόνιζε στους μαθητές του «Γρηγορείτε και προσεύχεσθε» (Μάρκ.14,38)!

       Μέσα στην κατανυκτική ατμόσφαιρα της Μεγάλης Εβδομάδος η μνεία της Δευτέρας Παρουσίας και η ανάγκη της συνεχούς ετοιμασίας για την τρομερή εκείνη ημέρα, είναι επιτακτική. Ο επίγειος βίος μας είναι καθοριστικός για τον επέκεινα της ζωής αυτής προορισμού μας. Οι φρόνιμες παρθένες φρόντισαν να είναι έτοιμες για την υποδοχή του Νυμφίου, σε αντίθεση με τις μωρές και νωθρές παρθένες, οι οποίες είχαν διασπάσει την προσοχή τους σε άλλες δευτερευούσης σημασίας έννοιες και δεν φρόντισαν να έχουν τα απαραίτητα εφόδια για την υποδοχή του Νυμφίου και να εξασφαλίσουν την είσοδό τους στη λαμπρή γαμήλια ευφροσύνη.

       Οι παρθένες συμβολίζουν τις ψυχές μας και η προμήθεια λαδιού για το λυχνάρι είναι ο επίγειος συνεχής αγώνας για να κάνουμε το θέλημα του Θεού, να κάνουμε έργα ευποιίας, να παραμερίζουμε από την ύπαρξή μας συνεχώς όλα εκείνα τα στοιχεία που είναι παρείσακτα στη φύση μας και αντιστρατεύονται την πνευματική μας πρόοδο και τελείωση. Το λυχνάρι είναι η παρρησία μας μπροστά στο Θεό. Οι φρόνιμες παρθένες συμβολίζουν  της αγαθής προαιρέσεως ψυχές, οι οποίες ζουν αδιάκοπα την λαχτάρα της ένωσής τους με το Νυμφίο της Εκκλησίας, τον σωτήρα Χριστό. Γι’ αυτό αγωνίζονται αέναα να αποκτούν αρετές και πνευματική προκοπή και να περιθωριοποιούν όλα εκείνα τα στοιχεία, τα οποία αντιστρατεύονται την ένωσή τους με το Θεό. Οι μωρές παρθένες συμβολίζουν τις ράθυμες, αδιάφορες και εν πολλοίς εχθρικά προς το Χριστό διατελούσες ψυχές. Είναι εκείνες οι ψυχές οι οποίες απορροφημένες από την υλιστική ευδαιμονία, αδιαφορούν για την πνευματική πρόοδο και την εν Χριστώ σωτηρία.

         Το φοβερό γεγονός της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου θα γίνει, όπως αναφέραμε ξαφνικά και σε χρόνο ανύποπτο και θα πληρώσει με χαρά ανείπωτη τις φρόνιμες και αγαθές ψυχές και θα φέρει φόβο και αγωνία τις μωρές ψυχές. Οι μεν πρώτες θα επιβραβευτούν για την σώφρονα στάση τους και θα εισέλθουν στην ατέρμονη βασιλεία του Θεού, ενώ οι δεύτερες εξ’ αιτίας της αμέλειά τους θα αποκλειστούν από τη βασιλεία του Θεού και θα βυθισθούν στην κατάσταση της παντοτινής λύπης και της τιμωρίας, «εις το πυρ το αιώνιον το ητοιμασμένον τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού» (Ματθ.25,41).

       Η παραβολή των δέκα παρθένων μας διδάσκει επίσης το αναπάντεχο της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου, αλλά και το αναπάντεχο του θανάτου μας. Έσχατα για τον κάθε πιστό είναι η στιγμή του θανάτου του, διότι με τον ερχομό του θανάτου παγιώνεται δια παντός και αιωνίως η κατάστασή μας. Είναι βασική διδασκαλία της
 Εκκλησίας μας, πως «εν τω Άδη ουκ έστι μετάνοια» . Ο ιερός Χρυσόστομος τόνισε πως «Μη τοίνυν απλώς κλαίωμεν τους αποθανόντας, αλλά τους εν αμαρτίαις. Ούτοι θρήνων άξιοι, ούτοι κοπετών και δακρύων. Ποία γαρ ελπίς, είπε μοι, μετά αμαρτημάτων απελθείν, ένθα ουκ εστίν αμαρτήματα αποδύσασθαι; Έως μεν γαρ ώσιν Ενταύθα, ίσως ην προσδοκών πολλή, ότι μεταβαλούνται, ότι βελτίους έσονται. Αν Δε απέλθωσι εις τον άδην ένθα ουκ εστίν από μετανοίας κερδάναί τι (εν γαρ τω Άδη φησί τις εξομολογήσεταί σοι;) πως ου θρήνων άξιοι;». Το γεγονός του θανάτου είναι το πλέον ενδεχόμενο στη φύσης μας και συνήθως το πλέον απρόοπτο γεγονός. Αν αμελήσουμε μπορεί να μας βρει ο θάνατος απροετοίμαστους και άρα προορισμένους για την αιώνια κόλαση!

         Η υμνολογία της Αγίας και Μεγάλης Τρίτης είναι και αυτή καταπληκτική, όπως ολόκληρης της Μ. Εβδομάδος. Η ακολουθία του Όρθρου, η οποία, όπως είπαμε ψάλλεται τη Μ. Δευτέρα το βράδυ, για να μπορούν να την παρακολουθούν οι εργαζόμενοι πιστοί, αρχίζει με το γνωστό κατανυκτικό τροπάριο «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός…». Ακολουθούν τα υπέροχα καθίσματα, ποιήματα του μεγάλου Ρωμανού του Μελωδού, «Τον Νυμφίον αδελφοί αγαπήσωμεν…», «Βουλευτήριον, Σωτήρ, παρανομίας κατά σου…» και το υπέροχο τροπάριο «Ο Ιούδας τη γνώμη φιλαργυρεί κατά του διδασκάλου ο δυσμενής…». Ακολουθεί η ευαγγελική περικοπή, η οποία περιέχει τα φοβερά «ουαί» του Κυρίου κατά των υποκριτών Φαρισαίων. Το κοντάκιο «Την ώραν, ψυχή, του τέλους εννοήσασα…», καθώς και ο Οίκος «Τι ραθυμείς, αθλία ψυχή μου;…» είναι σχετικά με το περιεχόμενο της ημέρας. Τα τροπάρια των Αίνων, ποιήματα του Κοσμά του Μελωδού και Ιωάννου μοναχού, «Εν ταις λαμπρότησι των αγίων σου πως
εισελεύσομαι ο ανάξιος;…», «Ο τη ψυχή ραθυμία νυστάξας…» και «Του κρύψαντος το τάλαντον…», όπως και τα τροπάρια των Αποστίχων «Δεύτε πιστοί επεργασώμεθα προθύμως τω Δεσπότη…», «Όταν έλθης εν δόξη μετ’ αγγελικών δυνάμεων…» και «Ο Νυμφίος ο κάλλει ωραίος παρά πάντας ανθρώπους…» είναι σχετικά με την περικοπή της παραβολής των δέκα Παρθένων. Προτρέπουν με άκρατο λυρισμό τους πιστούς να μιμηθούν τις φρόνιμες Παρθένες για να μη μείνουν έξω του «Νυμφώνος Χριστού». Τέλος το καταπληκτικό δοξαστικό, ποίημα και αυτό του αγίου Κοσμά, «Ιδού σοι τάλαντον ο Δεσπότης εμπιστεύσει, ψυχή μου, φόβω δέξαι το χάρισμα…» αναφέρεται στην άλλη επίσης παραστατική παραβολή του Κυρίου, αυτή των Ταλάντων.

          Ως συνοδοιπόροι του Θείου Πάθους θα πρέπει να έχουμε συνεχώς στραμμένη τη σκέψη μας πως θα ενώσουμε την ψυχή μας με το Νυμφίο Χριστό. Τα φτηνά και εφήμερα πράγματα πρέπει να τα θέτουμε σε δεύτερη μοίρα, αν θέλουμε κι’ εμείς να βρεθούμε στην ομάδα των φρονίμων παρθένων κατά τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Ο δρόμος του Θείου Πάθους δείχνει και σε μας το δικό μας δρόμο, ο οποίος είναι ατραπός μαρτυρίου, που όμως οδηγεί στη εν Χριστώ απολύτρωση και στην αιώνια ζωή.

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου Καθηγητού
 
Πηγή: aktines.blogspot.gr






Κυριακή 28 Απριλίου 2013

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ-ΙΩΣΗΦ ΤΟΥ ΠΑΓΚΑΛΟΥ.


Φωτογραφία του Αθανάσιος Καλαμαρινός.

Από τη σημερινή μέρα ξεκινούν τα άγια Πάθη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Τύπος του Κυρίου μας Ιησού είναι ο πάγκαλος Ιωσήφ που σήμερα επιτελούμε την ανάμνησή του.


Ήταν ο μικρότερος γιός του Πατριάρχη Ιακώβ και ο πιο αγαπητός. Όμως φθονήθηκε από τα αδέλφια του και αρχικά τον έρριξαν σ' ένα βαθύ λάκκο και εξαπάτησαν το πατέρα τους χρησιμοποιώντας ένα ματωμένο ρούχο ότι δήθεν τον κατασπάραξε κάποιο θηρίο. Στη συνέχεια τον πούλησαν για τριάντα αργύρια σε εμπόρους, οι οποίοι τον ξαναπούλησαν στον αρχιμάργειρα του βασιλιά της Αιγύπτου, τον Πετεφρή. Ο Ιωσήφ ήταν πανέμορφος και τον ερωτεύθηκε η γυναίκα του Πετεφρή, που θέλησε να τον παρασύρει σε ανήθικη πράξη βιαίως. Μόλις εκείνη έπιασε τον Ιωσήφ, εκείνος άφησε στα χέρια της το χιτώνα του και έφυγε. Εκείνη από το θυμό της τον συκοφάντησε στο σύζυγό της, ότι δήθεν αυτός επιτέθηκε εναντίον της με ανήθικους σκοπούς. Ο Πετεφρής την πίστευσε και φυλάκισε τον Ιωσήφ.

Κάποτε όμως ο Φαραώ, ο βασιλιάς της Αιγύπτου, είδε ένα παράξενο όνειρο και ζήτησε έναν εξηγητή. Με το φωτισμό του Θεού, μόνο ο Ιωσήφ μπόρεσε να το εξηγήσει. Ότι θα έλθουν στη χώρα του επτά χρόνια ευφορίας και επτά ακαρπίας και πείνας. Ενθουσιάσθηκε ο Φαραώ από τη σοφία του και τον έκανε γενικό άρχοντα, σαν πρωθυπουργό. Ο Ιωσήφ διαχειρίσθηκε άριστα την εξουσία και φρόντισε στα δύσκολα χρόνια της πείνας όλο το λαό. Με αφορμή τη διανομή του σιταριού, φανερώθηκαν τ' αδέλφια του που τον είχαν φθονήσει. Εκείνος δεν τους κράτησε κακία, αντίθετα τα προσκάλεσε μόνιμα στην Αίγυπτο μαζί με τους γονείς.

Αυτός λοιπόν αποτελεί προεικόνηση του Χριστού, διότι και Αυτός, αγαπητός γιός του Πατέρα, φθονήθηκε από τους ομοφύλους Του Ιουδαίους, πουλήθηκε από το μαθητή Του για τριάντα αργύρια και κλείσθηκε στο σκοτεινό λάκκο, τον τάφο.

Επίσης, σήμερα μνημονεύουμε και τη άκαρπο συκή, την οποία καταράσθηκε ο Κύριος και ξεράθηκε αμέσως. Συμβολίζει τόσο τη Συναγωγή των Εβραίων, η οποία δεν είχε πνευματικούς καρπούς, όσο και κάθε άνθρωπο που στερείται πνευματικών καρπών, αρετών. Έδειξε ο Κύριος τη δύναμή Του στο άψυχο δένδρο και ποτέ πάνω σε άνθρωπο, για να δείξει ότι δεν έχει μόνο δύναμη να ευεργετεί, αλλά και να τιμωρεί.

Η υμνογραφία αναφέρεται σήμερα στα δύο παραπάνω θέματα, αλλά και επί πλέον στο θέμα της πορείας του Κυρίου προς το Πάθος. Από το τροπάριο: «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται...» οι ακολουθίες της Μ. Δευτέρας έως Τετάρτης λέγονται και «Ακολουθίες του Νυμφίου».


Ἀπολυτίκιον. 
Ἦχος πλ. Δ’.



Ἰδοῦ ὁ Νυμφίος ἔρχεται, ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός· καὶ μακάριος ὁ δοῦλος, ὃν εὑρήσει γρηγοροῦντα· ἀνάξιος δὲ πάλιν, ὃν εὑρήσει ῥαθυμοῦντα. Βλέπε οὖν ψυχή μου, μὴ τῷ ὕπνῳ κατενεχθῇς, ἵνα μὴ τῷ θανάτῳ παραδοθῇς, καὶ τῆς βασιλείας ἔξω κλεισθῇς· ἀλλὰ ἀνάνηψον κράζουσα· Ἅγιος, Ἅγιος εἶ ὁ Θεὸς ἡμῶν, διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.


ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ:

Δείτε, έρχεται ο Γαμπρός (Νυμφίος) καταμεσίς της νύχτας,
και καλότυχος ο δούλος, που θα τον βρει ξύπνιο,
αλλά ανάξιος εκείνος που θα πιαστεί στον ύπνο.
Πρόσεχε λοιπόν, ψυχή μου, μην αφεθείς στον ύπνο,
για να μην παραδοθείς στο θάνατο και κλειστείς
έξω από τη Bασιλεία. Αλλά σύνελθε και φώναξε:
Είσαι Άγιος, Άγιος, Άγιος, Θεέ μας,
μέσω της Θεοτόκου Eλέησέ μας. 





Κοντάκιον. 

Ἦχος πλ.δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τπης φύσεως.


Ὁ Ἰακὼβ ὠδύρετο, τοῦ Ἰωσὴφ τὴν στέρησιν· καὶ ὁ γενναῖος ἐκάθητο ἅρματι, ὡς βασιλεὺς τιμώμενος· τῆς Αἰγυπτίας γὰρ τότε, ταῖς ἡδοναῖς μὴ δουλεύσας ἀντεδοξάζετο, παρὰ τοῦ
βλέποντος τὰς τῶν ἀνθρώπων καρδίας, καὶ νέμοντος στέφος ἄφθαρτον.






ΟΔΕΥΟΝΤΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΑΣΧΑ ΠΟΘΟΣ ΕΝΘΕΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ



τοῦ π. Νικηφόρου Νάσσου

Picture
«Τό ἀληθινόν Πάσχα καί ἡ ἀληθινή ἑορτή τῆς
ψυχῆς εἶναι ὁ Χριστός, ὅστις θυσιάζεται
 εἰς τά μυστήρια». [1]

   
Μέ ἀφορμή τήν κατανυκτική περίοδο τοῦ Τριωδίου, κατά τήν ὁποία οἱ πιστοί ἐκτελοῦν τόν λεγόμενο «ψυχικό καθαρμό», ὥστε νά φθάσουν ἕτοιμοι στή Ζωηφόρο Ἀνάσταση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, καταθέτουμε λίγες σκέψεις ἀναφορικά μέ τό κέντρο ἀλλά καί τήν κατάληξη καί στοχοποίηση  ὅλης τῆς πνευματικῆς μας προετοιμασίας, πού εἶναι ἡ Θεία Μετάληψη τοῦ Παναγίου Σώματος καί Αἵματος τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ. 

Τό ἀληθινό Πάσχα εἶναι ὁ Χριστός, ὅπως εἴδαμε στό χωρίο τοῦ Ὁσίου Νικοδήμου, καί θά τό δοῦμε  καί στά ἑπόμενα. Ὅλοι ἐμεῖς περιμένουμε τό Πάσχα, ἀλλά πῶς ὅμως καί μέ τί κριτήρια; Μέ θεολογικά καί σωτηριολογικά, ἤ ἐντελῶς κοσμικά καί κοινωνικά;  Μήπως ἀναμένουμε τήν ἔλευση τῆς Λαμπρῆς, ὅπως λέγεται, ὡς ἑορτή καί μόνο κατά τήν ὁποία θά καταλύσουμε τήν «ἀπολλυμένην βρώσιν», δηλαδή «ἐπιτέλους θά φᾶμε μετά ἀπό πενῆντα μέρες», ὅπως συνηθίζουμε νά λέμε; Θά γίνει,βεβαίως, καί αὐτό, θά καταλύσουμε, ἀφοῦ ἡ νηστεία θά παρέλθει, ἀλλά δέν εἶναι μόνο αὐτό πού συνιστᾶ τό Πάσχα, τό ὁποῖο  πού περιμένουμε! Εἶναι δέ γεγονός, ὅτι μέ πολλές προσδοκίες, ἐπιθυμίες, σκεπτικά καί διαθέσεις περιμένουν οἱ ἄνθρωποι τό Πάσχα καί δέν εἶναι τοῦ παρόντος νά ἀναλύσουμε. 


Ὅμως, εἶναι ἐπίσης γεγονός ἀναμφίβολο, ὅτι πολλοί εἶναι ἐκείνοι οἱ ὁποῖοι, δυστυχῶς, ἑορτάζουν Πάσχα χωρίς Χριστό… Καί αὐτό λαμβάνει χώρα ὅταν ὁ ἄνθρωπος, σκεπτόμενος μόνο ὑλικά καί αἰσθησιακά, ἀγνοήσει τό πνευματικό καί θεῖο νόημα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ! Λησμονεῖ πραγματικά ὁ αἰσθησιακός ἄνθρωπος ὅτι ἡ  Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, τήν ὁποία περιμένουμε μετά τή λήξη τῆς Ἁγίας καί  Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἀποτελεῖτό αἰώνιο Πάσχα ἡμῶν τῶν Χριστιανῶν, ἀφοῦ ὁ Παθών καί ἐκ τάφου Ἀναστάς Κύριός μας, εἶναι ὁ κατ᾿ ἐξοχήν Ἀμνός τοῦ Θεοῦ,«τό Πάσχα ἡμῶν» ὅπως μᾶς λέγει ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν Παῦλος. Αὐτό γιά τόν ἰδεώδη Χριστιανό συνιστᾶ μία βίωση προσωπική καί ὑπαρξιακή τοῦ Πάσχα (πού σημαίνει στά ἐβραϊκά δάβασις, πέρασμα), μιά ἐν προκειμένῳ δική του διάβαση ἀπό τή δουλεία τῆς ἁμαρτίας στήν ἀνάσταση τῆς ψυχῆς καί τήν πορεία της πρός τήν πνευματική «γῆ τῆς ἐπαγγελίας», τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Αὐτό συντελεῖται μέσα στήν Ἁγία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία μας. Καί συντελεῖται μέ τήν ὅλη ἐκκλησιαστική  καί πνευματική ζωή, ἀλλά κορυφώνεται στό «Μυστήριον τῶν Μυστηρίων», τήν Θεία Εὐχαριστία, ὅπου μετέχουμε τοῦ «Πασχαλίου Ἀμνοῦ», τοῦ Θυσιαζομένου Κυρίου μας. Μέ αὐτό τό πνεῦμα ἀκριβῶς, ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, θά μᾶς τονίσει καί πάλι, στό θεολογικότατο Ἑορτοδρόμιό του ὅτι: «Ἀληθινόν Πάσχα τῶν χριστιανῶν εἶναι ὁ Χριστός, ὁ ἐν τοῖς μυστηρίοις μεταλαμβανόμενος»! [2]


Ὡστόσο, δεν θά πρέπει νά λησμονεῖται ἀπό κανέναν ὅτι ἡ κάθε Θεία Λειτουργία εἶναι ἕνα Πάσχα, ἕνα πνευματικό πανηγύρι, κυρίως δέ, γιά ὅσους χριστιανούς ἔχουν τή δυνατότητα μεθέξεως  στό ἀναστάσιμο «πόμα» τῆς Εὐχαριστίας, δηλαδή γιά ὅσους μεταλαμβάνουν (κατόπιν τῆς σχετικῆς προετοιμασίας, αὐτομεμψίας, μετανοίας κλπ.) τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων τοῦ Θεοῦ. Πραγματικά, ἀφοῦ ὑπάρχει ὁ Χριστός, ὁ «προσφέρων και προσφερόμενος και προσδεχόμενος και διαδιδόμενος» μέσῳ τῶν Φρικτῶν Του Μυστηρίων, μπορεῖ καί μία καθημερινή ἡμέρα νά γίνει Πάσχα γιά τόν πιστό. Ἀληθινά, «ὅλες οἱ ἡμέρες γίνονται Πάσχα καί ἀνάσταση μέ τή θεία λειτουργία, στήν ὁποία μετέχοντας καί κοινωνώντας οἱ πιστοί γίνονται ἀνάσιμο καί  ἀναστημένο κατά Κυριακόν σῶμα, κοινωνία ἀληθής ἑνότητας ἐν Χριστῷ πού βιώνει ἀδιάλειπτα τήν πασχάλια ἀνακαινιστική ἐμπειρία». [3] Κάθε φορά πού προσερχόμαστε στήν Ἀγία Τράπεζα μέ κεκαθαρμένη συνείδηση, Πάσχα ἐπιτελοῦμε, ὑπογραμμίζει ὁ ἱ. Χρυσόστομος: «Ὁσάκις ἄν προσίῃς μετά καθαροῦ συνειδότος, Πάσχα ἐπιτελεῖς». [4]  


Εἶναι δέ γεγονός, ὅτι ἀνάλογα μέ τήν ἑτοιμασία μας, λαμβάνουμε χάρη ἐκ τοῦ Μυστηρίου καί δύναμη ψυχῆς καί αὐτό εἶναι ἕνα σημεῖο πολύ σημαντικό τό ὁποῖο πρέπει νά προσέχουμε ἅπαντες οἱ κοινωνοῦντες καί προσεγγίζοντες τά Θεῖα Μυστήρια, κληρικοί καί λαϊκοί. Ὁ θεολογικότατος Καβάσιλας, στό  περισπούδαστο ἔργο του «Περί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς» θά τονίσει τήν ὡς ἄνω πραγματικότητα γράφοντας ὅτι «τοῦτο τό μυστήριον φῶς μέν ἐστί τοῖς ἤδη κεκαθαρμένοις, καθάρσιον δέ τοῖς ἔτι καθαιρομένοις, ἀλείπτης δέ (=προπονητής) κατά τοῦ πονηροῦ καί τῶν παθῶν ἀγωνιζομένοις». [5]


Ὁ ἐν Ὁσίοις καί Διδασκάλοις Μέγας, Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, θά μᾶς ὑπομνήσει ὅτι «τό ἱερόν καί πανάγιον Σῶμα τοῦ Κυρίου μας, ὅταν καλῶς καί ἀξίως μεταλαμβάνεται, εἰς τούς πολεμοῦντας (κατά τοῦ διαβόλου) γίνεται ὅπλον, εἰς τούς ἀναχωροῦντας ἀπό τόν Θεόν ἐπαναστροφή. Τούς ἀσθενεῖς ἐνδυναμώνει, τούς ὑγιεῖς εὐφραίνει, τάς ἀσθενείας ἰατρεύει, τήν ὑγείαν διαφυλάττει». Μᾶς ἐπισημαίνει δέ παρακάτω ὅτι «διά τῆς Μεταλήψεως εὐκολώτερον διορθούμεθα, πλέον μακρόθυμοι καί ὑπομονητικοί εἰς τούς πόνους καί θλίψεις γινόμεθα, πλέον θερμοί εἰς τήν ἀγάπην, πλέον πρόθυμοι εἰς τήν ὑπακοήν, πλέον  ὀξύτεροι  καί γρηγορότεροι εἰς τήν ἐνέργειαν (=ἐνεργοποίησιν) τῶν χαρισμάτων».[6] Καί στίς εὐχές τῆς γνωστῆς Ἀκολουθίας τῆς Θείας Μεταλήψεως συναντοῦμε αὐτά τά ἀποτελέσματα τῆς ἐπενεργείας τῆς ἀκτίστου Χάριτος, ἡ  ὁποία προχέεται ἀπό τά Πανάγια Μυστήρια καί ἐπισκιάζει τούς μετ᾿ ἑτοιμασίας προσερχομένους πιστούς. Σέ ἕνα τροπάριο τοῦ κανόνος λ.χ. λέγονται τά ἑξῆς: «Πηγή ἀγαθῶν ἡ μετάληψις, Χριστέ, τῶν ἀθανάτων σου νῦν Μυστηρίων γενηθήτω μοι, φῶς καί ζωή καί ἀπάθεια καί πρός ἀρετῆς θειοτέρας προκοπήν καί ἐπίδοσιν πρόξενος, μόνε ἀγαθέ ὅπως δοξάζω σε».[7]


Σέ ἕνα ἄλλο τροπάριο, φαίνεται πώς ἡ θέωση, ὡς ἐνοίκηση τῆς ἀκτίστου ἐνεργείας τῆς Τριαδικῆς Θεότητος στόν πιστό, εἶναι τό ὕψιστο ἀποτέλεσμα τῆς Θ. Μεταλήψεως[8]: «Ψυχήν σύν τῷ σώματι ἁγιασθείην, Δέσποτα, φωτισθείην, σωθείην, γενοίμην οἶκος σου, τῇ τῶν μυστηρίων μεθέξει τῶν ἱερῶν, ἔνοικόν σε ἔχων σύν Πατρί και Πνεύματι, εὐεργέτα πολυέλαιε». [9] Στήν δέ ποιητική εὐχή τοῦ Ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου διαβάζουμε: «καί καθαίρεις καί λαμπρύνεις καί φωτός ποιεῖς μετόχους, κοινωνούς θεότητός σου ἐργαζόμενος ἀφθόνως…». 


Ἑνῶ ὅμως αὐτά ἰσχύουν γιά τήν ἐμπροϋπόθετη συμμετοχή τοῦ ἀνθρώπου στό «Ποτήριον τῆς Ζωῆς», ἀντίθετα, ὅποιος προσέρχεται ἀνέτοιμος καί ἀμετανόητος, αὐτός μετέχει τῆς καυστικῆς/κολαστικῆς ἐνεργείας τῆς Θ. Κοινωνίας και γίνεται στην ψυχή του «εἰς κρῖμα καί εἰς κατάκριμα». Τό κυριακό σῶμα τυγχάνει «ἄνθραξ, τούς ἀναξίους φλέγων», ὅπως διαβάζουμε στούς λεγομένους «προτρεπτικούς στίχους» τῆς Ἀκολουθίας τῆς Θ. Μεταλήψεως. Εἶναι φῶς πού φωτίζει και ἁγιάζει τούς ἀξίους (τούς μετανοοῦντες), ἀλλά καί πῦρ πού καίει τούς ἀκαθάρτους. Γιά τό λόγο αὐτό, ἱκετεύουμε τόν Κύριο, μέσα ἀπό τά ἱερά κείμενα, ὥστε νά μή δεχθοῦμε ἑντός μας τά ἀρνητικά ἀποτελέσματα τῆς ἀκτίστου Χάριτος τοῦ Μυστηρίου, λόγῳ τῆς ἀναξιότητος[10] καί ἀκαθαρσίας μας: «…καί μή εἰς κρῖμα μοι γένοιτο ἡ μετάληψις τῶν ἀχράντων καί ζωοποιῶν μυστηρίων σου, μηδέ ἀσθενής γενοίμην, ψυχῇ τε και σώματι, ἐκ τοῦ ἀναξίως αὐτῶν μεταλαμβάνειν».[11]


Ἑπομένως, εἶναι ἀπαραίτητος ὁ προευτρεπισμός τῆς ψυχῆς, ἡ κάθαρσή της ἀπό τά «ψεκτά πάθη», προκειμένου νά δεχθεῖ διά τῆς Θείας Μεταλήψεως τόν Καθαρότατο καί Πανάσπιλο Θεό! Βεβαίως, νά σημειωθεῖ ὅτι «μολονότι, τελικά, ἡ ἁγιότητα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἐκείνη πού μᾶς καθιστᾶ «ἀξίους» στήν προσέγγιση καί μετάληψη τῶν Ἁγίων Δώρων, ἡ πνευματική ζωή, ὡς διαρκής προετοιμασία τοῦ πιστοῦ γιά τή συμμετοχή στό φρικτό μυστήριο, διακρατεῖ τόν πιστό στό κυριακό σῶμα».[12] 


 Γι᾿ αὐτό καί ὁ Ἅγιος Νικόδημος μᾶς συμβουλεύει ὡς ἑξῆς: «Διά τοῦτο εἶναι ἀνάγκη νά προκαθαρίζωμεν τόν ἑαυτόν μας ἀπό πάντα λογισμόν μέ τήν ἐξομολόγησιν καί μάλιστα (νά τόν καθαρίζωμεν) ἀπό τήν μνησικακίαν, και τότε ἄς πλησιάζωμεν εἰς τά θεῖα μυστήρια. Ἐπειδή, καθώς ἡ ἀγάπη εἶναι πλήρωμα καί τελείωσις ὅλου τοῦ νόμου, οὕτω ἡ μνησικακία καί τό μῖσος εἶναι ἀναίρεσις και ἀθέτησις ὅλου τοῦ νόμου καί πᾶσης ἀρετῆς». [13]


Γιά νά πραγματοποιηθοῦν, ὅμως, ὅλα αὐτά, θά πρέπει ὁ Χριστιανός νά ποθήσει μέ ὅλη του τήν ὕπαρξη νά προσέρχεται μέ πόθο καί ἱερά ἐπιθυμία ἀκορέστως στη  μετοχή τῶν Ἁγιασμάτων τοῦ Χριστοῦ! Καί οἱ πνευματικοί πατέρες -ἐξομολόγοι, νά μήν κωλύουν τούς δυναμένους πιστούς νά μεταλαμβάνουν τῶν Ζωοποιῶν Μυστηρίων, ὅταν βεβαίως συντρέχουν οἱ κατάλληλες προϋποθέσεις καί δέν ὑφίστανται κωλύματα ἐκ θανασίμων ἁμαρτιῶν. Ὀφείλουν δέ, νά συμβουλεύουν καί νά παρακινοῦν τά πνευματικά τους τέκνα νά ἁγωνίζονται τόν καλόν ἁγῶνα τῆς ἀρετῆς, ὥστε νά καθιστοῦν τήν ψυχή τους δοχεῖο κατάλληλο πρός ὑποδοχήν τῆς ἀκτίστου Ἐνεργείας, ἡ ὁποία προέρχεται ἀπό τή Θεία Κοινωνία. Ὀφείλουν, ἀκόμη, νά τούς διδάσκουν κάτι βασικότατο καί θεμελιωδέστατο, ὅτι ἡ θεία Κοινωνία, κατά τούς Πατέρες καί ἱερούς Διδασκάλους ἀποτελεῖ «τό μέγιστο καί ἐπισφραγιστικό δώρημα τοῦ τριπλοῦ καί ἑνιαίου μυστηρίου τῆς χριστιανικῆς μυήσεως. Βαπτισματική ἀναγέννηση ἀναγέννηση καί χαρισματική σφράγιση ὁλοκληρώνονται  καί τελειοῦνται  μέ τήν πρόσκληση στην   πνευματική  Τράπεζα τοῦ Κυρίου καί τή μετοχή τοῦ ἁγιασμοῦ τῶν θείων μυστηρίων». [14] 


Αὐτός, λοιπόν, ὁ θεοφιλής πόθος τοῦ πιστοῦ νά προσέρχεται ὅσο συχνά μπορεῖ στό «Ποτήριον τῆς Ζωῆς», τόν συνδέει μέ τήν Ἀληθινή, τήν ὄντως Ζωή, τόν Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος μᾶς τρέφει ὅπως ἡ μητέρα μας, ἀφοῦ Αὐτός μᾶς ἀννεγέννησε, κατά την ὡραιότατη διατύπωση τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ:«Ὥσπερ γυνή τό τεχθέν οἰκείῳ τρέφει  αἵματι καί γάλακτι, οὕτω καί ὁ Χριστός, οὕς ἐγέννησεν αὐτός, οἰκείῳ τρέφει  διηνεκῶς αἵματι».[15] Αὐτή ἡ ταπεινή καί νοσταλγική ἐκζήτηση καί προσμονή τῆς «Οὐράνιας τροφοδοσίας», προσπορίζει στό κτιστό τή μυστική κονωνία του μέ τό ἄκτιστο, μέ τόν ἀΐδιο Θεό. Αὐτή ἡ ἐπιπόθηση τῆς μετοχῆς στά Ἅγια Μυστήρια, ὅπως ὀρθά ἔχει γραφεῖ, «ζωοποιεῖ τήν ψυχή, λαμπρύνει τήν καρδιά, φωτίζει τό νοῦ, καθαίρει τίς ἁμαρτίες, συντρίβει τόν διάβολο, δικαιώνει καί  ἁγιάζει τόν σύνολο ἄνθρωπο, γιατί τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Κυρίου εἶναι τά ἀληθινά ἁγιάσματα τοῦ ἀνθρώπου».[16]


Θά κλείσουμε μέ τά  ἱερά λόγια τοῦ ἱεροῦ Διδασκάλου, Ὁσίου Νικοδήμου, ὁ ὁποῖος περιγράφει τά ἀποτελέσματα  τῆς Θείας καί Ἱερᾶς Μεταλήψεως καί τό πῶς αὐτή ἐνεργεῖ στούς ἀγωνιστές ὡς νικητήριο κατά τῶν  ἀοράτων ἐθρῶν, ὡς  ψυχική εἰρήνη καί πνευματική κατάπαυση.


«Ἐάν λοιπόν θέλωμεν καί ἡμεῖς νά φύγωμεν τήν Αἴγυπτον, ἤτοι τήν σκυθρωπήν καί διώκτριαν ἁμαρτίαν, καί τόν Φαραώ,  τόν νοητόν τύρρανον, καθώς λέγει ὁ θεολόγος Γρηγόριος, καί νά κληρονομήσωμεν τήν γῆν τῆς καρδίας καί τῆς ἐπαγγελίας, πρέπει, καθώς ἐκεῖνοι εἶχον στρατηγόν τόν Ἰησοῦν τοῦ Ναυῆ νά ἔχωμεν καί ἡμεῖς τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, διά τῆς συχνῆς μεταλήψεως , διά νά νικήσωμεν τούς Χαναναίους καί ἀλλοφύλους, τά ἄτακτα πάθη τῆς σαρκός, καί τούς Γαβαωνίτας, τούς ἀπατηλούς λογισμούς, διά νά καθίσωμεν εἰς τήν πόλιν Ἱερουσαλήμ ἡ ὁποία ἑρμηνεύεται ἱερά εἰρήνη πρός διαφοράν τῆς  κοσμικῆς εἰρήνης».[17]






[1] Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Περί τῆς συνεχοῦς Μεταλήψεως, ἐκδ. Σ. Σχοινᾶ, Βόλος 1971, σ. 68.
[2] Βλ. ἀρχιμ. Νικοδήμου Σκρέττα,  καθηγητοῦ Α.Π.Θ. Ἡ Θεία Εὐχαριστία και τα προνόμια τῆς Κυριακῆς κατά τή διιδασκαλία τῶν Κολλυβάδων, ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 346.
[3] ὅπου π. σελ. 588.
[4] ὅπου π. σελ. 589.
[5] Βλ. Νικολάου Καβάσιλα, Περί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, Λόγος Δ΄.
[6] Βλ. Π. Μ. Σωτῆρχου,  Ὀδηγός Ὀρθοδοξίας, Κείμενα Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, ἐκδ. Ν. Παναγοπούλου, σελ. 104.
[7] Βλ. Κανόνα τῆς ἀκολουθίας τῆς Θ. Μεταλήψεως, Ὡδή ἐβδόμη.
[8] Βλ. πρωτοπρ. Γ. Μεταλληνοῦ, Ἡ Θεολογική Μαρτυρία τῆςἘκκλησιαστικῆς Λατρείας, ἐκδ. Ἁρμός,σελ. 298.
[9] ὅπου π. Ἀκολουθία Θ. Μ. Ἐννάτη ὠδή.
[10] Βεβαίως  ὅλοι εἴμαστε ἀνάξιοι  προκειμένου νά δεχθοῦμε ἑντός μας τό «πῦρ τῆς θεότητος», ἀλλά τουλάχιστον νά τό ἀναγνωρίζουμε καί νά ταπεινώνεται ἔτσι τό φρόνημά μας. Καί νά κάνουμε ὅσο μποροῦμε τή σχετική προετοιμασία πρίν προσέλθουμε στα Ἄχραντα Μυστήρια. Ἑπομένως, ἄλλο ἀνάξιος καί ἄλλο ἀπροετοίμαστος! Τό πρῶτο ὀφείλεται στήν κτιστή φύση μας. Τό δεύτερο ἔγκειται στήν προαίρεσή μας.
[11] Βλ. Α΄εὐχή τῆς Ἀκολουθίας τῆς Θ. Μ.
[12] π.  Γ. Μεταλληνοῦ, Ἡ Θεολογική μαρτυρία…σελ. 286.
[13] ὅπου π. σελ. 99
[14] Ἡ Θ. Εὐχαριστία καί τά προνόμοια…σελ. 52, ὅπου γίνεται ἑρμηνεία τῆς θέσεως Ἀθανασίου τοῦ Παρίου.
[15] MPG. 73, 585D.
[16] ὅπου π. Ἡ Θεία Εὐχαριστία καί τά προνόμια τῆς Κυριακῆς… σελ. 343



[17] ὅπου π. σελ. 335.