Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου!». Μιά φράση, πού λέγε- ται συχνά-πυκνά ὡς ἔκφραση ἐνδιαφέροντος καί ἀγάπης, μέ περιεχόμενο ὅμως ἰδιαίτερα ἐγωκεντρικό καί ὑλιστικό. «Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου!». Πρόσεχε, δηλαδή, τήν ὑγεία σου, τή δίαιτά σου, τήν ἐμφάνισή σου, τή δουλειά σου...
Ἡ ἴδια ἀκριβῶς φράση, ἀλλά μέ διαμετρικά ἀντίθετη ἔννοια, συναντᾶται ἀρκετές φορές καί στήν Ἁγία Γραφή: «Πρόσεχε σεαυτῷ».
Τήν ἀκριβή ἑρμηνεία τῆς θείας αὐτῆς προσταγῆς μᾶς ἀναπτύσσει σέ μιά ὑπέροχη ποιμαντική του ὁμιλία ὁ ἅγιος Βασίλειος ὁ Μέγας. Σύμφωνα μέ τούς μελετητές τοῦ ἔργου του, ὁ λόγος Εἰς τὸ Πρόσεχε σεαυτῷ – ὡς «λόγο ἀξιοθαύμαστο καί γεμάτο ἀπό κάθε σοφία» τόν ἀξιολογεῖ ὁ ὅσιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνός– εἶναι ὁ σπουδαιότερος ἠθικός λόγος του καί ἀποτελεῖ ἐπιτομή τῆς ὀρθόδοξης ἀνθρωπολογίας.
Ὁ ἅγιος ἱεράρχης μᾶς καλεῖ νά μαζέψουμε τόν νοῦ μας ἀπό τή μάταιη περιπλάνηση στήν κενότητα τῆς κοσμικῆς ζωῆς καί νά τόν στρέψουμε προσεκτικά στόν ἐσωτερικό μας ἄνθρωπο, γιά νά γνωρίσουμε τόν πραγματικό μας ἑαυτό. Τί εἴμαστε; Ποιοί εἴμαστε; Ἀπό ποῦ ἤρθαμε καί ποῦ πηγαίνουμε; Ποιός εἶναι ὁ ἀληθινός σκοπός τῆς ζωῆς μας; Ποιά τά κύρια καί ποιά τά δευτερεύοντα στοιχεῖα τῆς ὑπάρξεώς μας; Τί ἐπιθυμεῖ ἡ ψυχή μας, μέ ποιά αἰσθήματα ζεῖ, σέ ποιά κατάσταση βρίσκεται; Ἡ εἰλικρινής αὐτοεξέταση μᾶς ὁδηγεῖ στήν αὐτογνωσία. Κι αὐτή, ἀφοῦ συνταιριαστεῖ μέ τή μετά- νοια, τόν πνευματικό ζῆλο καί τήν ἄγρυπνη φροντίδα μας γιά τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, μᾶς ἀνεβάζει σταδιακά στή θεογνωσία. Ἔτσι, ἡ προσοχή τοῦ ἑαυτοῦ μας γίνεται τελικά μιά ἐνατένιση τοῦ Θεοῦ, μιά αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ στή ζωή μας. «Πρόσεχε σεαυτῷ, ἵνα προσέχῃς Θεῷ», τονίζει ὁ θεοφόρος ἅγιος στό τέλος τοῦ λόγου του.
Ἡ ἀποκλειστική προσκόλληση τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου στήν ἄμετρη ἱκανοποίηση τῶν ἀτομικῶν του βιοτικῶν ἀναγκῶν τόν ἔχει στερήσει ἀπό τήν κοινωνία μέ τόν ἀληθινό Θεό καί τόν συνάνθρωπό του καί τόν ἔχει ὁδηγήσει σέ τραγικά ὑπαρξιακά ἀδιέξοδα.
Γι’ αὐτό εἶναι, νομίζουμε, ἐπίκαιρος ὁ ἀφυπνιστικός καί καθοδηγητικός λόγος τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὅπως μάλιστα αὐτός βιώνεται στήν ὀρθόδοξη παράδοσή μας. Τόν προσφέρουμε σέ ἐλεύθερη νεοελληνική ἀπόδοση, μέ τήν εὐχή νά προκαλέσει στίς καλοπροαίρετες ψυχές θεϊκές ἀλλαγές, σάν ἐκεῖνες πού ἔνιωθε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὅταν μελετοῦσε τούς λόγους τοῦ ὁμόψυχου φίλου του. « Ὅταν ἐντρυφῶ στούς ἠθικούς λόγους τοῦ Βασιλείου», ἔλεγε, «ἐξαγνίζομαι στήν ψυχή καί τό σῶμα καί γίνομαι ναός πού δέχεται τόν Θεό, ὄργανο πού τίς χορδές του χτυπᾶ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ξαναρυθμίζω τότε τή ζωή μου σύμφωνα μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα καί μέ μιά θεϊκή ἀλλαγή γίνομαι ἄλλος ἄνθρωπος».
ΙΕΡΑ
ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου Δύσκολα γίνεται κτῆμα μας ὁ λόγος τῆς ἀλήθειας πού περιέχεται στήν Ἁγία Γραφή. Καί, καθώς αὐτός εἶναι σύντομος καί περιεκτικός, εὔκολα χάνει κανείς, ἄν δέν προσέχει, τό βαθύτερο νόημά του. Αὐτό ἀκριβῶς ἰσχύει καί γιά τόν ἀκόλουθο ἁγιογραφικό λόγο: «Πρόσεχε τόν ἑαυ- τό σου, μήν τυχόν κάποιος ἀπόκρυφος λογισμός τῆς ψυχῆς σου γίνει ἁμαρτία» (Δευτ. 15:9).
Ἐπειδή
ἐμεῖς, οἱ ἄνθρωποι, εὔκολα ἁμαρτάνουμε
μέ τίς σκέψεις, ὁ Πλάστης μᾶς πρόσταξε
νά ἔχουμε ὡς πρωταρχική φροντίδα τήν
καθαρότητα τοῦ νοῦ, πού εἶναι ὁ ἡγεμόνας
τοῦ ψυχικοῦ μας κόσμου.
Οἱ πράξεις τοῦ σώματος, γιά νά πραγματοποιηθοῦν, χρειάζονται καί χρόνο καί κόπους καί συνεργάτες καί τίς κατάλληλες εὐκαιρίες. Οἱ κινήσεις, ὅμως, τοῦ νοῦ ἐπιτελοῦνται ταχύτατα καί σέ κάθε καιρό, δίχως κόπους καί ἰδιαίτερες φροντίδες. Ὅπου, λοιπόν, ἡ ἁμαρτία εἶναι εὔκολη καί γρήγορη, ἐκεῖ ἀπαιτεῖται καί αὐξημένη ἐπαγρύπνηση. “Φυλάξου”, μᾶς φωνάζει ὁ Θεός, “μήν ἁμαρτήσεις μέ καμιά κρυφή σκέψη τῆς ψυχῆς σου”.
Ἄς παραμείνουμε, ὅμως, στό πρῶτο μέρος τοῦ ἁγιογραφικοῦ αὐτοῦ λόγου: «Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου!».
Τά ζῶα ἔχουν ἔμφυτη ἀπό τόν Θεό τή δυνατότητα νά ἀποστρέφονται ἐνστικτωδῶς τίς βλαβερές τροφές καί νά ἀποζητοῦν τίς ὠφέλιμες. Σ’ ἐμᾶς, ὅμως, ὁ παιδαγωγός Θεός ἔδωσε τό παράγγελμα τῆς προσοχῆς, ὥστε μέ τόν νοῦ μας νά μποροῦμε νά ἐπιλέγουμε ἐλεύθερα καί νά κάνουμε ἐνσυνείδητα ὅ,τι τά ζῶα κάνουν ἀσυνείδητα. Ἔτσι, μέ τή συνεχή καί προσεκτική ἐπιστασία τῶν λογισμῶν μας, μποροῦμε νά γινόμαστε πιστοί τηρητές τῶν θείων ἐντολῶν, ἀποφεύγοντας τήν ἁμαρτία, ὅπως τά ζῶα ἀποφεύγουν τίς δηλητηριώδεις τροφές, καί ἐπιδιώκοντας τήν ἀρετή, ὅπως ἐκεῖνα τά θρεπτικά χόρτα.
«Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου!». Δηλαδή, ἀπό κάθε μεριά νά παρακολουθεῖς προσεκτικά τόν ἑαυτό σου. Ἀκοίμητα νά ᾽χεις τά μάτια τῆς ψυχῆς σου. Περπατᾶς ἀνάμεσα σέ παγίδες. Κρυφές θηλιές ἔχει στήσει στόν δρόμο σου ὁ πονηρός. Νά κοιτᾶς ἀκατάπαυστα μέ προσοχή ὁλόγυρά σου, «γιά νά σωθεῖς σάν τό ζαρκάδι ἀπό τά βρόχια, σάν τό πουλί ἀπό τοῦ κυνηγοῦ τό χέρι» (Παροιμ. 6:5). Φυλάξου, μήν πέσεις στήν παγίδα τῆς ἁμαρτίας καί γίνεις θήραμα τοῦ διαβόλου, αἰχμάλωτος στά δικά του τά θελήματα.
«Πρόσεχε», λοιπόν, «τόν ἑαυτό σου!». Δηλαδή, 6 οὔτε τά δικά σου πράγματα, οὔτε αὐτά πού ὑπάρχουν γύρω σου, ἀλλά μόνο τόν ἑαυτό σου τόν ἴδιο πρόσεχε. Γιατί ἄλλο εἶναι ὁ ἑαυτός μας, ἄλλο τά δικά μας πράγματα καί ἄλλο αὐτά πού ὑπάρχουν γύρω μας. Ὁ ἑαυτός μας εἶναι ἡ ψυχή καί ὁ νοῦς μας, ἐφόσον ἔχουμε πλαστεῖ «κατ’ εἰκόνα» τοῦ Δημιουργοῦ. Δικό μας εἶναι τό σῶμα μέ τίς αἰσθήσεις του*. Καί τά γύρω ἀπό μᾶς εἶναι τά χρήματα, τά ἐπαγγέλματα καί ὅλα τά ἀναγκαῖα γιά τή συντήρηση τῆς ζωῆς μας πράγματα.
Τί μᾶς λέει, λοιπόν, ἡ Γραφή; Μή δίνεις σημα- σία στή σάρκα, οὔτε νά ἐπιδιώκεις μέ κάθε τρόπο ὅ,τι φαίνεται καλό σ᾿ αὐτήν, δηλαδή ὑγεία, ὀμορφιά, ἡδονικές ἀπολαύσεις, μακροζωΐα. Νά μή θαυμάζεις τά χρήματα, τή δόξα, τήν ἐξουσία. Μήτε πάλι νά θεωρεῖς σπουδαῖα ὅσα εἶναι ἀπαραίτητα γιά τούτη τήν πρόσκαιρη ζωή καί ν᾿ ἀφοσιώνεσαι ἐξ ὁλοκλήρου σ᾿ αὐτήν, ἀδιαφορώντας γιά τήν αἰώνια ζωή. Ἀλλά τήν ψυχή σου νά προσέχεις. Αὐτήν νά φροντίζεις καί νά στολίζεις. Καθάρισέ την ἀπό τόν ρύπο τῆς ἁμαρτίας. Διῶξε ἀπό πάνω της τά αἴσχη τῆς κακίας καί μέ τό κάλλος τῆς ἀρετῆς ἀνάδειξέ την πανέμορφη καί φωτεινή.
Φιλοσόφησε πάνω στήν ὕπαρξή σου, γνώρισε τή φύση σου, δές ποιός εἶσαι. Ἀποτελεῖσαι ἀπό σῶμα, πού εἶναι θνητό, καί ἀπό ψυχή, πού εἶναι ἀθάνατη. Σέ δύο ἐπίπεδα κινεῖται καί ἀναπτύσσεται ἡ ζωή μας. Τό ἕνα, αὐτό πού σχετίζεται μέ τό σῶμα, περνάει καί φεύγει γρήγορα. Τό ἄλλο, αὐτό πού ἀναφέρεται στήν ψυχή, εἶναι αἰώνιο καί πέρα ἀπό κάθε ἀνθρώπινη περιγραφή. Πρόσεχε, λοιπόν, τόν ἑαυτό σου, ὥστε οὔτε στά ἐφήμερα νά προσκολληθεῖς σάν νά εἶναι αἰώνια, οὔτε τά αἰώνια νά καταφρονήσεις σάν νά εἶναι ἐφήμερα. Μή δίνεις σημασία στή σάρκα, γιατί αὐτή εἶναι πρόσκαιρη· φρόντιζε τήν ψυχή σου, πού εἶναι ἀθάνατη.
Παρατήρησε λεπτομερῶς τόν ἑαυτό σου, γιά νά μάθεις νά χορηγεῖς στό κάθε συστατικό του τά ὠφέλιμα: στό σῶμα τροφές καί ἐνδύματα, στήν ψυχή θεοσέβεια καί ἀρετή. Μήτε νά παραπαχαίνεις τό σῶμα, μήτε νά δίνεις σημασία στίς σαρκικές ἀπαιτήσεις. Ἐπειδή «ἡ σάρκα ἐπιθυμεῖ ἀντίθετα πρός τό πνεῦμα καί τό πνεῦμα ἀντίθετα πρός τή σάρκα κι αὐτά τά δύο ἀντιμάχονται τό ἕνα τό ἄλλο» (Γαλ. 5:17), κοίτα μήπως, μέ τό νά παραφορτώνεις τή σάρκα, δίνεις πολλή ἐξουσία στό κατώτερο στοιχεῖο τῆς ὑπάρξεώς σου. Γιατί μέ τό σῶμα καί τήν ψυχή συμβαίνει ὅ,τι καί μέ μιά ζυγαριά: Ἄν παραφορτώσεις τόν ἕνα της δίσκο, ὁπωσδήποτε θά κάνεις ἐλαφρότερο τόν ἄλλο. Ὅταν, λοιπόν, τό σῶμα καλοπερνᾶ, ἡ ψυχή γίνεται ἀδρανής καί ἄτονη. Κι ὅταν, ἀντίθετα, ἡ ψυχή ἐξυψώνεται μέ τήν ἀρετή, οἱ σαρκικές ἐπιθυμίες μαραίνονται.
Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου, γιά νά μπορεῖς νά διακρίνεις πότε ἡ ψυχή εἶναι ὑγιής καί πότε 8 ἀσθενής. Γιατί πολλοί, λόγω τῆς μεγάλης τους ἀπροσεξίας, ἄν καί πάσχουν ἀπό βαριά καί ἀνία- τα πνευματικά νοσήματα, δέν τό ἀντιλαμβάνονται. Ἐσύ, ὅμως, πρόσεχε τόν ἑαυτό σου, ὥστε ἀνάλογα μέ τά ἁμαρτήματά σου νά ἀκολουθήσεις καί τήν κατάλληλη θεραπευτική ἀγωγή. Εἶναι μεγάλο καί βαρύ τό παράπτωμά σου; Σοῦ χρειάζονται λεπτομερής ἐξομολόγηση, πικρά δάκρυα, αὐστηρή νηστεία καί συνεχής ἀγρυπνία. Εἶναι ἐλαφρότερο; Ἄς μετριαστεῖ καί ἡ μετάνοιά σου.
Ἡ σύντομη αὐτή προτροπή γιά προσοχή ἔχει ἐφαρμογή σέ ὅλους τούς χριστιανούς, ἀνάλογα μέ τήν ἰδιαίτερη διακονία πού ὁ καθένας ἐπιτελεῖ στήν Ἐκκλησία, ὥστε ὅλοι νά ἐργάζονται μέ ἀκρίβεια, ἐπιμέλεια καί προθυμία.
Ὁδοιπόρος εἶσαι, ἀδελφέ μου. Πρόσεξε μήν παραστρατήσεις, μή λοξοδρομήσεις δεξιά ἤ ἀριστερά. Βάδιζε πάντα στή βασιλική ὁδό.
Στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ εἶσαι. Κακοπάθησε γιά τό Εὐαγγέλιό Του (πρβλ. Β΄ Τιμ. 1:8). Φόρεσε τήν πανοπλία τοῦ Θεοῦ καί ρίξου στόν καλό ἀγώνα ἐνάντια στά πονηρά πνεύματα καί τά σαρκικά πάθη, δίχως νά μπλέκεσαι στίς βιοτικές φροντίδες, γιά ν’ ἀρέσεις ἔτσι σ᾿ Αὐτόν πού σέ στρατολόγησε (πρβλ. Β΄ Τιμ. 2:4).
Πνευματικός ἀθλητής εἶσαι. Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου, μήν τυχόν παραβεῖς τούς ἀθλητικούς κανόνες, γιατί κανείς δέν παίρνει τό στεφάνι τῆς νίκης, ἄν δέν ἀγωνιστεῖ σύμφωνα μ᾿ αὐτούς (πρβλ. Β΄ Τιμ. 2:5). Νά μιμεῖσαι τόν ἀπόστολο Παῦλο, πού ἔτρεχε καί πάλευε καί πυγμαχοῦσε. Πάλεψε κι ἐσύ, λοιπόν, μέ τούς ἀόρατους ἐχθρούς. Σάν καλός πυγμάχος κάρφωσε τό βλέμ- μα τῆς ψυχῆς σου στόν ἀντίπαλο καί προφυλάξου ἀπό τά χτυπήματά του. Σάν γρήγορος δρομέας βιάσου νά φτάσεις στό τέρμα, γιά νά κατακτήσεις τό βραβεῖο τῆς ἀρετῆς. Τέτοιον σέ θέλει ὁ Θεός· ὄχι τεμπέλη καί κοιμισμένο, ἀλλά προσεκτικό καί ἄγρυπνο κυβερνήτη τοῦ ἑαυτοῦ σου. «Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου!». Νά εἶσαι νηφάλιος καί συνετός, ἐργατικός καί προνοητικός. Νά μή χάνεις τόν χρόνο σου, μήτε νά ὀνειροπολεῖς γιά πράγματα πού δέν ἔχεις καί πού δέν πρόκειται ποτέ ν’ ἀποκτήσεις. Αὐτό τό παθαίνουν συνήθως οἱ νέοι, πού ἀφήνουν τό ἐλαφρό τους μυαλό νά φαντάζεται μεγάλη ζωή καί τιμές, λαμπρούς γάμους, ἐκλεκτά παιδιά, βαθιά γηρατειά καί, ἀκόμα περισσότερο, πολυτελεῖς κατοικίες, περιουσίες, κτήματα, ὑπηρέτες, πολιτικές ἐξουσίες, ὑψηλά ἀξιώματα. Ὅλα τοῦτα νομίζουν, οἱ ἀνόητοι, ὅτι τά ἀπολαμβάνουν κιόλας, σάν νά τά ἔχουν μπροστά τους. Εἶναι αὐτό ἀρρώστια ἀργόσχολης καί ράθυμης ψυχῆς, τό νά βλέπει, δηλαδή, κανείς ὄνειρα ἐνῶ εἶναι ξύπνιος. Ἐσύ, ὅμως, πρόσεχε τόν ἑαυτό σου! Μή φαντάζεσαι τά ἀνύπαρκτα, ἀλλά φρόντισε νά ἀξιοποιήσεις τά παρόντα.
Νομίζω, ὅμως, ὅτι μέ τούτη τήν παραίνεση θέλησε ὁ Νομοθέτης νά μᾶς ἀπαλλάξει κι ἀπό ἕνα ἄλλο πάθος, ἀπό τή συνήθεια πού ἔχει ὁ καθένας μας νά περιεργάζεται τά ξένα καί νά μή σκέφτεται τά δικά του. Πάψε, λέει, νά ἀσχολεῖσαι μέ τίς ξένες ἁμαρτίες. Ἐρεύνησε τόν ἑαυτό σου καί δές ἄν ἐσύ ζεῖς ὅπως θέλει ὁ Θεός. Γιατί πολλοί, σύμφωνα μέ τά λόγια τοῦ Κυρίου, «βλέπουν τό σκουπιδάκι στό μάτι τοῦ ἀδελφοῦ τους καί δέν νιώθουν τό δοκάρι πού ἔχουν στό δικό τους μάτι» (πρβλ. Ματθ. 7:3). Μήν κρίνεις, λοιπόν, ἐξωτερικά, προσπαθώντας νά βρεῖς ψεγάδια στόν ἀδελφό σου, σάν ἐκεῖνον τόν ἀλαζόνα Φαρισαῖο πού δικαίωνε τόν ἑαυτό του κι ἐξευτέλιζε τόν τελώνη. Τόν ἑαυτό σου νά ἀνακρίνεις διαρκῶς, μήν τυχόν ἁμάρτησες μέ τή σκέψη, μήπως ἡ γλώσσα βιάστηκε κι ἔσφαλε σέ κάτι, μήπως τά ἔργα σου δέν συμφωνοῦν μέ τό θεῖο θέλημα. Κι ἄν βρεῖς μέ τήν αὐτοεξέταση ὅτι εἶναι πολλά τά ἁμαρτήματά σου –κι ὁπωσδήποτε θά βρεῖς, γιατί ἄνθρωπος εἶσαι κι ἐσύ– λέγε τά λόγια τοῦ τελώνη: «Ὁ Θεὸς ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» (Λουκ. 18:13).
«Πρόσεχε», λοιπόν, «τόν ἑαυτό σου!». Αὐτός ὁ λόγος, σάν ἄλλος καλός σύμβουλος, θά σοῦ ὑπενθυμίζει τήν ἀνθρώπινη πραγματικότητα, ἔτσι ὥστε οὔτε νά ὑπερηφανεύεσαι, ὅταν ἡ ζωή σου κυλάει εὐτυχισμένη, οὔτε νά ἀπελπίζεσαι, ὅταν δυσχερεῖς περιστάσεις σέ καταθλίβουν.
Καυχιέσαι γιά τά πλούτη σου, γιά τούς σπουδαίους προγόνους καί τήν ἔνδοξη πατρίδα σου, γιά τήν ὀμορφιά σου καί τίς τιμές πού ὅλοι σοῦ ἀποδίδουν; Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου, γιατί εἶσαι θνητός· «χῶμα εἶσαι, καί στό χῶμα θά καταλήξεις» (Γεν. 3:19). Σκέψου ἐκείνους πού πρίν ἀπό χρόνια καμάρωναν σάν κι ἐσένα. Ποῦ εἶναι τώρα οἱ ἰσχυροί πολιτικοί, οἱ ἀκαταμάχητοι ρήτορες, οἱ λαμπροί ἄρχοντες καί οἱ ἔνδοξοι στρατηγοί; Δέν ἔγιναν ὅλοι σκόνη; Δέν ἀποδείχθηκαν ὅλα ἕνα παραμύθι; Σέ λίγα μόνο κόκαλα δέν περιορίστηκε ἡ θύμησή τους; Σκύψε στούς τάφους νά δεῖς ποιός εἶναι ὁ ὑπηρέτης καί ποιός ὁ κύριος, ποιός ὁ φτωχός καί ποιός ὁ πλούσιος. Ξεχώρισε, ἄν μπορεῖς, τόν αἰχμάλωτο ἀπό τόν βασιλιά, τόν ἰσχυρό ἀπό τόν ἀδύνατο, τόν ὄμορφο ἀπό τόν ἄσχημο. Νά θυμᾶσαι, λοιπόν, τή φύση σου, καί δέν θά ἀλαζονευθεῖς ποτέ. Καί θά τή θυμᾶσαι, ὅταν προσέχεις τόν ἑαυτό σου.
Εἶσαι, πάλι, φτωχός καί ἄσημος, δίχως σπίτι καί πατρίδα, ἀδύναμος κι ἀνήμπορος νά οἰκονομήσεις τίς καθημερινές σου ἀνάγκες ἤ νά ἀντισταθεῖς στίς πιέσεις τῶν ἰσχυρῶν; Μήν ἀπελπιστεῖς, γιατί τάχα δέν ἔχεις τίποτα τό ἀξιοζήλευτο. Ἀνύψωσε τήν ψυχή σου καί δές τά ἀγαθά πού σοῦ ἔχει ἤδη χαρίσει ὁ Θεός καί ὅσα, σύμφωνα μέ τήν ὑπόσχεσή Του, σοῦ ἐπιφυλάσσει γιά τό μέλλον.
Καί πρῶτα-πρῶτα σκέψου ὅτι εἶσαι ἄνθρω- πος, τό μόνο θεόπλαστο ἀπ᾿ ὅλα τά ζῶα. Τό ὅτι δημιουργήθηκες ἀπό τά ἴδια τά χέρια τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μέ τή δική Του εἰκόνα, καί τό ὅτι μπορεῖς, ζώντας ἐνάρετα, νά φθάσεις στήν τιμή καί τήν ἀξία τούς ἀγγέλους, αὐτά δέν ἀρκοῦν, σάν τά συλλογιστεῖς καλά, νά σέ γεμίσουν μέ οὐράνια χαρά; Ἔλαβες ψυχή νοερή καί λογική, μέ τήν ὁποία γνωρίζεις τόν Θεό, κατανοεῖς τόν κόσμο πού σέ περιβάλλει, ἀπολαμβάνεις τούς γλυκούς καρπούς τῆς σοφίας. Ὅλα τά ζῶα βρίσκονται κάτω ἀπό τή δική σου ἐξουσία. Ἐσύ δέν δημιούργησες τέχνες, δέν ἵδρυσες πόλεις, δέν ἐπινόησες ὅσα σοῦ εἶναι ἀναγκαῖα; Ἡ θάλασσα καί ἡ γῆ δέν εἶναι στή δική σου ὑπηρεσία; Ὁ ἀέρας, ὁ οὐρανός καί τ᾿ ἄστρα δέν σοῦ φανερώνουν τή δική τους τάξη καί ἁρμονία; Γιατί, λοιπόν, μικροψυχεῖς; Ἐπειδή δέν κοιμᾶσαι σέ φιλντισένιο κρεβάτι; Ἔχεις ὅμως τή γῆ, τήν πολυτιμότερη ἀπό πολλά τέτοια κρεβάτια, πού σοῦ χαρίζει γλυκιά ἀνάπαυση, ὕπνο γρήγορο καί ἀμέριμνο. Δέν ξαπλώνεις κάτω ἀπό χρυσή σκεπή, ἀλλά ἔχεις τόν κατάστερο οὐρανό, πού λάμπει μέ τήν ἀπερίγραπτη ὀμορφιά του.
Κι αὐτά μέν εἶναι τά ὑλικά δῶρα τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. Ὑπάρχουν, ὅμως, καί τά ἀνώ- τερα πού ἔγιναν γιά χάρη σου: Γιά σένα ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ· γιά σένα ἡ διανομή τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ κατάργηση τοῦ θανάτου καί ἡ ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως· γιά σένα οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ, πού τή ζωή σου τελει- οποιοῦν· γιά σένα ἡ πανευφρόσυνη βασιλεία τῶν οὐρανῶν καί τά στεφάνια τῆς δικαιοσύνης, ἄν γιά τήν ἀρετή κοπιάσεις. Αὐτά κι ἀκόμα περισσότερα ἀγαθά θά βρεῖς νά ὑπάρχουν γύρω σου, ἄν τόν ἑαυτό σου ἐπιμελεῖσαι. Καί θά τά χαρεῖς ἀληθινά, ἀποδιώχνοντας τή λύπη γιά ὅσα τυχόν στερεῖσαι.
Τοῦτο τό παράγγελμα, τό «Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου!», θά σοῦ δίνει μεγάλη βοήθεια, ἄν σέ κάθε περίσταση τό ἔχεις στόν νοῦ σου. Γιά παράδειγμα: Ὀργίζεσαι καί ξεστομίζεις λόγια ἄπρεπα ἤ χειρονομεῖς σάν θηρίο; Ἄν προσέχεις τόν ἑαυτό σου, μέ λογικές σκέψεις θά καταπραΰνεις τόν θυμό, ὅπως μέ τό μαστίγιο δαμάζεις ἕνα ἀτίθα- σο πουλάρι. Ἔτσι, καί τή γλώσσα σου θά συγκρατήσεις καί τή χειροδικία θά ἀποφύγεις. Ἐπιθυμίες πονηρές κεντρίζουν τήν ψυχή σου καί διεγείρουν τή σάρκα; Ἄν προσέχεις τόν ἑαυτό σου καί θυμηθεῖς ὅτι ἡ γλύκα τῆς ἁμαρτίας ἔχει πικρό τέλος, ὅτι ὁ ἡδονικός γαργαλισμός γεννάει τό φαρμακερό σκουλήκι, πού μᾶς τιμωρεῖ αἰώνια στήν κόλαση, καί ὅτι ἡ σαρκική φλόγωση γεννάει τό αἰώνιο πῦρ –ἄν ὅλα αὐτά τά θυμηθεῖς– ἀμέσως θά ἐξαφανιστοῦν οἱ ἡδονές καί στήν ψυχή θά βασιλέψουν θαυμαστή γαλήνη καί ἡσυχία. Μήν ἀφήσεις, λοιπόν, ποτέ τόν νοῦ σου νά αἰχμα- λωτιστεῖ ἀπό τά πάθη, οὔτε πάλι νά ἐπιτρέψεις στά πάθη νά ἐπαναστατήσουν καί νά ἀναλάβουν αὐτά τήν ἡγεμονία τῆς ψυχῆς.
Ἡ ἀκριβής κατανόηση τοῦ ἑαυτοῦ σου θά σέ ὁδηγήσει ἀπό μόνη της καί στήν ἔννοια τοῦ Θεοῦ. Ἄν, δηλαδή, σκύψεις μέ προσοχή στόν ἑαυτό σου, δέν θά ἔχεις ἀνάγκη τά δημιουργήματα γιά νά βρεῖς τόν δημιουργό Θεό, ἀλλά μέσα σου, σάν σ᾿ ἕνα μικρό ἀριστούργημα, θά ἀνακαλύψεις τή με- γάλη σοφία τοῦ Πλάστη σου.
Ἀσώματος εἶναι ὁ Θεός, ὅπως καί ἡ ψυχή σου. Ἀόρατος εἶναι ὁ Θεός, ὅπως καί ἡ ψυχή σου, γιατί κι αὐτή δέν τή βλέπεις μέ τά σωματικά μάτια. Δέν ἔχει ἡ ψυχή οὔτε χρῶμα οὔτε σχῆμα οὔτε κάποιο σωματικό γνώρισμα γιά νά τήν προσδιορίσει ὁ ἄνθρωπος· μόνο ἀπό τίς ἐνέργειές της γίνεται γνωστή. Παρόμοια, καί τόν Θεό μή ζητᾶς νά Tόν δεῖς μέ τά μάτια, γιατί μόνο μέ τήν πίστη θά μπορέσει ἡ ψυχή νά Τόν κατανοήσει.
Θαύμαζε τόν τεχνίτη Θεό. Πῶς συνένωσε τήν ψυχή μέ τό σῶμα, ἀπαρτίζοντας ἕνα ἁρμονικό σύνολο! Τί δύναμη δίνει ἡ ψυχή στό σῶμα, καί πῶς τό σῶμα συμμετέχει στά παθήματα τῆς ψυχῆς! Πῶς τό σῶμα παίρνει ζωή ἀπό τήν ψυχή, καί πῶς ἡ ψυχή δέχεται τούς πόνους ἀπό τό σῶμα! Τί πλοῦτο γνώσεων κατέχει ἡ ψυχή, καί πῶς οἱ καινούργιες γνώσεις δέν ἐπισκιάζουν τίς παλαιότερες, καθώς αὐτές διαφυλάσσονται ἀσύγ- χυτες καί ξεκάθαρες, χαραγμένες σάν σέ χάλκινη στήλη! Πῶς ἡ ψυχή, ὅταν ξεγλιστρᾶ στά σαρκικά πάθη, χάνει τή φυσική της ὀμορφιά, καί πῶς πάλι, ὅταν καθαρίζεται, σπεύδει μέ τήν ἀρετή νά μοιάσει στόν Κτίστη της!
Ὕστερα ἀπό τήν ἐξέταση τῆς ψυχῆς, στρέψε, ἄν θέλεις, τήν προσοχή σου στήν κατασκευή τοῦ σώματος, γιά νά θαυμάσεις πόσο ταιριαστό κατάλυμα γιά τή λογική ψυχή δημιούργησε ὁ ἀριστοτέχνης Θεός.
Ἀπ᾿ ὅλα τά ζῶα μόνο τόν ἄνθρωπο ἔπλασε ὁ Θεός νά ἔχει ὄρθια στάση, γιά νά γνωρίζεις ὅτι ἡ ζωή σου συγγενεύει μέ τά οὐράνια. Ὅλα τά τετράποδα ἔχουν στραμμένα τά βλέμματα στή γῆ καί τήν κοιλιά, ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος βλέπει πρός τόν οὐρανό, ὥστε νά μήν ἀσχολεῖται μέ τή γαστέρα καί τά ὑπογάστρια πάθη, ἀλλά νά κατευθύνεται μ᾿ ὅλη του τήν ὁρμή πρός τά ἀνώτερα. Ἔπειτα, στό κεφάλι, πού βρίσκεται στό ψηλότερο μέρος τοῦ σώματος, τοποθέτησε τίς σπουδαιότερες αἰσθήσεις: τήν ὅραση, τήν ἀκοή, τήν ὄσφρηση, τή γεύση. Ἄν καί βρίσκονται, ὅμως, ὅλες μαζί σ᾿ ἕνα περιορισμένο καί στενό χῶρο, τόσο κοντά μεταξύ τους, δέν ἐμποδίζει καθόλου ἡ μία τή λειτουργία τῆς ἄλλης. Τά μάτια, βέβαια, ἔχουν κα- ταλάβει τήν πιό ψηλή σκοπιά, κάτω ἀπό τή μικρή προεξοχή τῶν φρυδιῶν, ὥστε νά μήν παρεμβάλλεται ὡς ἐμπόδιο κανένα ἄλλο μέλος τοῦ σώματος καί νά μποροῦν ἔτσι ἐλεύθερα νά ἀτενίζουν κατευθείαν μπροστά. Τά αὐτιά, πάλι, συλλαμβάνουν τούς ἤχους μ’ ἕναν ἑλικοειδή πόρο, δεῖγμα καί τοῦτο τῆς ὑπέρτατης σοφίας τοῦ Δημιουρ- γοῦ, γιατί ἔτσι ἡ φωνή ὄχι μόνο διέρχεται ἀνεμπόδιστα, ἀλλά καί ἐνισχύεται μέ τίς ἀντηχήσεις πού γίνονται στούς ἕλικες. Παρατήρησε καί τή φύση τῆς γλώσσας, πού εἶναι ἁπαλή καί εὐλύγιστη, ὥστε μέ τίς διάφορες κινήσεις της νά μπορεῖ νά ἐκφράζει ἄνετα κάθε λόγο. Τά δόντια, ἐξάλλου, ὑποβοηθοῦν τόσο τή φώνηση, μέ τό νά ἐξασφαλίζουν ἰσχυρή στήριξη στή γλώσσα, ὅσο καί τή διατροφή τοῦ σώματος, μέ τό νά κόβουν καί νά πολτοποιοῦν τίς τροφές.
Ἐξετάζοντας μέ παρόμοιο τρόπο καί τά ὑπόλοιπα μέλη τοῦ σώματος –τούς πνεύμονες, τήν καρδιά, τά αἱμοφόρα ἀγγεῖα, τά πεπτικά ὄργανα καί ὅλα τά ἄλλα– θά ἀντιληφθεῖς τήν ἀνεξερεύνητη σοφία τοῦ Δημιουργοῦ καί ἔκπληκτος θά ἀναφωνήσεις μαζί μέ τόν προφήτη Δαβίδ: «Ὑπερθαύμαστη μοῦ εἶναι ἡ γνώση Σου, καί τόσο ὑπέ- ροχη, πού νά τή συλλάβω δέν μπορῶ» (Ψαλμ. 138:6).
Νά προσέχεις, λοιπόν, μέ ἐπιμέλεια τόν ἑαυτό σου, γιά νά μπορεῖς νά εἶσαι προσηλωμένος καί στόν Θεό, στόν ὁποῖο ἀνήκουν ἡ δύναμη καί ἡ δόξα στήν ἀτέλειωτη αἰωνιότητα. Ἀμήν.
* Ἐδῶ ὁ Μέγας Βασίλειος δέν ἀρνεῖται τό σῶμα ὡς συστατικό τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά θέλει νά τονίσει τήν ἀνωτερότητα τῆς ψυχῆς. Αὐτό φαίνεται καί στή συνέχεια τοῦ λόγου, ὅπως ἐπί- σης καί σέ ἄλλα ἔργα του, ὅπου θεωρεῖ τόν ἄνθρωπο ὡς ἑνιαία ψυχοσωματική ὕπαρξη –ὅταν λέει π.χ.: «Σύνθετος ὁ ἄνθρωπος ἔκ τε τοῦ γηΐνου πλάσματος καὶ ἐκ τῆς ἐνοικούσης ψυχῆς τῷ σώματι».
Οἱ πράξεις τοῦ σώματος, γιά νά πραγματοποιηθοῦν, χρειάζονται καί χρόνο καί κόπους καί συνεργάτες καί τίς κατάλληλες εὐκαιρίες. Οἱ κινήσεις, ὅμως, τοῦ νοῦ ἐπιτελοῦνται ταχύτατα καί σέ κάθε καιρό, δίχως κόπους καί ἰδιαίτερες φροντίδες. Ὅπου, λοιπόν, ἡ ἁμαρτία εἶναι εὔκολη καί γρήγορη, ἐκεῖ ἀπαιτεῖται καί αὐξημένη ἐπαγρύπνηση. “Φυλάξου”, μᾶς φωνάζει ὁ Θεός, “μήν ἁμαρτήσεις μέ καμιά κρυφή σκέψη τῆς ψυχῆς σου”.
Ἄς παραμείνουμε, ὅμως, στό πρῶτο μέρος τοῦ ἁγιογραφικοῦ αὐτοῦ λόγου: «Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου!».
Τά ζῶα ἔχουν ἔμφυτη ἀπό τόν Θεό τή δυνατότητα νά ἀποστρέφονται ἐνστικτωδῶς τίς βλαβερές τροφές καί νά ἀποζητοῦν τίς ὠφέλιμες. Σ’ ἐμᾶς, ὅμως, ὁ παιδαγωγός Θεός ἔδωσε τό παράγγελμα τῆς προσοχῆς, ὥστε μέ τόν νοῦ μας νά μποροῦμε νά ἐπιλέγουμε ἐλεύθερα καί νά κάνουμε ἐνσυνείδητα ὅ,τι τά ζῶα κάνουν ἀσυνείδητα. Ἔτσι, μέ τή συνεχή καί προσεκτική ἐπιστασία τῶν λογισμῶν μας, μποροῦμε νά γινόμαστε πιστοί τηρητές τῶν θείων ἐντολῶν, ἀποφεύγοντας τήν ἁμαρτία, ὅπως τά ζῶα ἀποφεύγουν τίς δηλητηριώδεις τροφές, καί ἐπιδιώκοντας τήν ἀρετή, ὅπως ἐκεῖνα τά θρεπτικά χόρτα.
«Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου!». Δηλαδή, ἀπό κάθε μεριά νά παρακολουθεῖς προσεκτικά τόν ἑαυτό σου. Ἀκοίμητα νά ᾽χεις τά μάτια τῆς ψυχῆς σου. Περπατᾶς ἀνάμεσα σέ παγίδες. Κρυφές θηλιές ἔχει στήσει στόν δρόμο σου ὁ πονηρός. Νά κοιτᾶς ἀκατάπαυστα μέ προσοχή ὁλόγυρά σου, «γιά νά σωθεῖς σάν τό ζαρκάδι ἀπό τά βρόχια, σάν τό πουλί ἀπό τοῦ κυνηγοῦ τό χέρι» (Παροιμ. 6:5). Φυλάξου, μήν πέσεις στήν παγίδα τῆς ἁμαρτίας καί γίνεις θήραμα τοῦ διαβόλου, αἰχμάλωτος στά δικά του τά θελήματα.
«Πρόσεχε», λοιπόν, «τόν ἑαυτό σου!». Δηλαδή, 6 οὔτε τά δικά σου πράγματα, οὔτε αὐτά πού ὑπάρχουν γύρω σου, ἀλλά μόνο τόν ἑαυτό σου τόν ἴδιο πρόσεχε. Γιατί ἄλλο εἶναι ὁ ἑαυτός μας, ἄλλο τά δικά μας πράγματα καί ἄλλο αὐτά πού ὑπάρχουν γύρω μας. Ὁ ἑαυτός μας εἶναι ἡ ψυχή καί ὁ νοῦς μας, ἐφόσον ἔχουμε πλαστεῖ «κατ’ εἰκόνα» τοῦ Δημιουργοῦ. Δικό μας εἶναι τό σῶμα μέ τίς αἰσθήσεις του*. Καί τά γύρω ἀπό μᾶς εἶναι τά χρήματα, τά ἐπαγγέλματα καί ὅλα τά ἀναγκαῖα γιά τή συντήρηση τῆς ζωῆς μας πράγματα.
Τί μᾶς λέει, λοιπόν, ἡ Γραφή; Μή δίνεις σημα- σία στή σάρκα, οὔτε νά ἐπιδιώκεις μέ κάθε τρόπο ὅ,τι φαίνεται καλό σ᾿ αὐτήν, δηλαδή ὑγεία, ὀμορφιά, ἡδονικές ἀπολαύσεις, μακροζωΐα. Νά μή θαυμάζεις τά χρήματα, τή δόξα, τήν ἐξουσία. Μήτε πάλι νά θεωρεῖς σπουδαῖα ὅσα εἶναι ἀπαραίτητα γιά τούτη τήν πρόσκαιρη ζωή καί ν᾿ ἀφοσιώνεσαι ἐξ ὁλοκλήρου σ᾿ αὐτήν, ἀδιαφορώντας γιά τήν αἰώνια ζωή. Ἀλλά τήν ψυχή σου νά προσέχεις. Αὐτήν νά φροντίζεις καί νά στολίζεις. Καθάρισέ την ἀπό τόν ρύπο τῆς ἁμαρτίας. Διῶξε ἀπό πάνω της τά αἴσχη τῆς κακίας καί μέ τό κάλλος τῆς ἀρετῆς ἀνάδειξέ την πανέμορφη καί φωτεινή.
Φιλοσόφησε πάνω στήν ὕπαρξή σου, γνώρισε τή φύση σου, δές ποιός εἶσαι. Ἀποτελεῖσαι ἀπό σῶμα, πού εἶναι θνητό, καί ἀπό ψυχή, πού εἶναι ἀθάνατη. Σέ δύο ἐπίπεδα κινεῖται καί ἀναπτύσσεται ἡ ζωή μας. Τό ἕνα, αὐτό πού σχετίζεται μέ τό σῶμα, περνάει καί φεύγει γρήγορα. Τό ἄλλο, αὐτό πού ἀναφέρεται στήν ψυχή, εἶναι αἰώνιο καί πέρα ἀπό κάθε ἀνθρώπινη περιγραφή. Πρόσεχε, λοιπόν, τόν ἑαυτό σου, ὥστε οὔτε στά ἐφήμερα νά προσκολληθεῖς σάν νά εἶναι αἰώνια, οὔτε τά αἰώνια νά καταφρονήσεις σάν νά εἶναι ἐφήμερα. Μή δίνεις σημασία στή σάρκα, γιατί αὐτή εἶναι πρόσκαιρη· φρόντιζε τήν ψυχή σου, πού εἶναι ἀθάνατη.
Παρατήρησε λεπτομερῶς τόν ἑαυτό σου, γιά νά μάθεις νά χορηγεῖς στό κάθε συστατικό του τά ὠφέλιμα: στό σῶμα τροφές καί ἐνδύματα, στήν ψυχή θεοσέβεια καί ἀρετή. Μήτε νά παραπαχαίνεις τό σῶμα, μήτε νά δίνεις σημασία στίς σαρκικές ἀπαιτήσεις. Ἐπειδή «ἡ σάρκα ἐπιθυμεῖ ἀντίθετα πρός τό πνεῦμα καί τό πνεῦμα ἀντίθετα πρός τή σάρκα κι αὐτά τά δύο ἀντιμάχονται τό ἕνα τό ἄλλο» (Γαλ. 5:17), κοίτα μήπως, μέ τό νά παραφορτώνεις τή σάρκα, δίνεις πολλή ἐξουσία στό κατώτερο στοιχεῖο τῆς ὑπάρξεώς σου. Γιατί μέ τό σῶμα καί τήν ψυχή συμβαίνει ὅ,τι καί μέ μιά ζυγαριά: Ἄν παραφορτώσεις τόν ἕνα της δίσκο, ὁπωσδήποτε θά κάνεις ἐλαφρότερο τόν ἄλλο. Ὅταν, λοιπόν, τό σῶμα καλοπερνᾶ, ἡ ψυχή γίνεται ἀδρανής καί ἄτονη. Κι ὅταν, ἀντίθετα, ἡ ψυχή ἐξυψώνεται μέ τήν ἀρετή, οἱ σαρκικές ἐπιθυμίες μαραίνονται.
Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου, γιά νά μπορεῖς νά διακρίνεις πότε ἡ ψυχή εἶναι ὑγιής καί πότε 8 ἀσθενής. Γιατί πολλοί, λόγω τῆς μεγάλης τους ἀπροσεξίας, ἄν καί πάσχουν ἀπό βαριά καί ἀνία- τα πνευματικά νοσήματα, δέν τό ἀντιλαμβάνονται. Ἐσύ, ὅμως, πρόσεχε τόν ἑαυτό σου, ὥστε ἀνάλογα μέ τά ἁμαρτήματά σου νά ἀκολουθήσεις καί τήν κατάλληλη θεραπευτική ἀγωγή. Εἶναι μεγάλο καί βαρύ τό παράπτωμά σου; Σοῦ χρειάζονται λεπτομερής ἐξομολόγηση, πικρά δάκρυα, αὐστηρή νηστεία καί συνεχής ἀγρυπνία. Εἶναι ἐλαφρότερο; Ἄς μετριαστεῖ καί ἡ μετάνοιά σου.
Ἡ σύντομη αὐτή προτροπή γιά προσοχή ἔχει ἐφαρμογή σέ ὅλους τούς χριστιανούς, ἀνάλογα μέ τήν ἰδιαίτερη διακονία πού ὁ καθένας ἐπιτελεῖ στήν Ἐκκλησία, ὥστε ὅλοι νά ἐργάζονται μέ ἀκρίβεια, ἐπιμέλεια καί προθυμία.
Ὁδοιπόρος εἶσαι, ἀδελφέ μου. Πρόσεξε μήν παραστρατήσεις, μή λοξοδρομήσεις δεξιά ἤ ἀριστερά. Βάδιζε πάντα στή βασιλική ὁδό.
Στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ εἶσαι. Κακοπάθησε γιά τό Εὐαγγέλιό Του (πρβλ. Β΄ Τιμ. 1:8). Φόρεσε τήν πανοπλία τοῦ Θεοῦ καί ρίξου στόν καλό ἀγώνα ἐνάντια στά πονηρά πνεύματα καί τά σαρκικά πάθη, δίχως νά μπλέκεσαι στίς βιοτικές φροντίδες, γιά ν’ ἀρέσεις ἔτσι σ᾿ Αὐτόν πού σέ στρατολόγησε (πρβλ. Β΄ Τιμ. 2:4).
Πνευματικός ἀθλητής εἶσαι. Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου, μήν τυχόν παραβεῖς τούς ἀθλητικούς κανόνες, γιατί κανείς δέν παίρνει τό στεφάνι τῆς νίκης, ἄν δέν ἀγωνιστεῖ σύμφωνα μ᾿ αὐτούς (πρβλ. Β΄ Τιμ. 2:5). Νά μιμεῖσαι τόν ἀπόστολο Παῦλο, πού ἔτρεχε καί πάλευε καί πυγμαχοῦσε. Πάλεψε κι ἐσύ, λοιπόν, μέ τούς ἀόρατους ἐχθρούς. Σάν καλός πυγμάχος κάρφωσε τό βλέμ- μα τῆς ψυχῆς σου στόν ἀντίπαλο καί προφυλάξου ἀπό τά χτυπήματά του. Σάν γρήγορος δρομέας βιάσου νά φτάσεις στό τέρμα, γιά νά κατακτήσεις τό βραβεῖο τῆς ἀρετῆς. Τέτοιον σέ θέλει ὁ Θεός· ὄχι τεμπέλη καί κοιμισμένο, ἀλλά προσεκτικό καί ἄγρυπνο κυβερνήτη τοῦ ἑαυτοῦ σου. «Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου!». Νά εἶσαι νηφάλιος καί συνετός, ἐργατικός καί προνοητικός. Νά μή χάνεις τόν χρόνο σου, μήτε νά ὀνειροπολεῖς γιά πράγματα πού δέν ἔχεις καί πού δέν πρόκειται ποτέ ν’ ἀποκτήσεις. Αὐτό τό παθαίνουν συνήθως οἱ νέοι, πού ἀφήνουν τό ἐλαφρό τους μυαλό νά φαντάζεται μεγάλη ζωή καί τιμές, λαμπρούς γάμους, ἐκλεκτά παιδιά, βαθιά γηρατειά καί, ἀκόμα περισσότερο, πολυτελεῖς κατοικίες, περιουσίες, κτήματα, ὑπηρέτες, πολιτικές ἐξουσίες, ὑψηλά ἀξιώματα. Ὅλα τοῦτα νομίζουν, οἱ ἀνόητοι, ὅτι τά ἀπολαμβάνουν κιόλας, σάν νά τά ἔχουν μπροστά τους. Εἶναι αὐτό ἀρρώστια ἀργόσχολης καί ράθυμης ψυχῆς, τό νά βλέπει, δηλαδή, κανείς ὄνειρα ἐνῶ εἶναι ξύπνιος. Ἐσύ, ὅμως, πρόσεχε τόν ἑαυτό σου! Μή φαντάζεσαι τά ἀνύπαρκτα, ἀλλά φρόντισε νά ἀξιοποιήσεις τά παρόντα.
Νομίζω, ὅμως, ὅτι μέ τούτη τήν παραίνεση θέλησε ὁ Νομοθέτης νά μᾶς ἀπαλλάξει κι ἀπό ἕνα ἄλλο πάθος, ἀπό τή συνήθεια πού ἔχει ὁ καθένας μας νά περιεργάζεται τά ξένα καί νά μή σκέφτεται τά δικά του. Πάψε, λέει, νά ἀσχολεῖσαι μέ τίς ξένες ἁμαρτίες. Ἐρεύνησε τόν ἑαυτό σου καί δές ἄν ἐσύ ζεῖς ὅπως θέλει ὁ Θεός. Γιατί πολλοί, σύμφωνα μέ τά λόγια τοῦ Κυρίου, «βλέπουν τό σκουπιδάκι στό μάτι τοῦ ἀδελφοῦ τους καί δέν νιώθουν τό δοκάρι πού ἔχουν στό δικό τους μάτι» (πρβλ. Ματθ. 7:3). Μήν κρίνεις, λοιπόν, ἐξωτερικά, προσπαθώντας νά βρεῖς ψεγάδια στόν ἀδελφό σου, σάν ἐκεῖνον τόν ἀλαζόνα Φαρισαῖο πού δικαίωνε τόν ἑαυτό του κι ἐξευτέλιζε τόν τελώνη. Τόν ἑαυτό σου νά ἀνακρίνεις διαρκῶς, μήν τυχόν ἁμάρτησες μέ τή σκέψη, μήπως ἡ γλώσσα βιάστηκε κι ἔσφαλε σέ κάτι, μήπως τά ἔργα σου δέν συμφωνοῦν μέ τό θεῖο θέλημα. Κι ἄν βρεῖς μέ τήν αὐτοεξέταση ὅτι εἶναι πολλά τά ἁμαρτήματά σου –κι ὁπωσδήποτε θά βρεῖς, γιατί ἄνθρωπος εἶσαι κι ἐσύ– λέγε τά λόγια τοῦ τελώνη: «Ὁ Θεὸς ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» (Λουκ. 18:13).
«Πρόσεχε», λοιπόν, «τόν ἑαυτό σου!». Αὐτός ὁ λόγος, σάν ἄλλος καλός σύμβουλος, θά σοῦ ὑπενθυμίζει τήν ἀνθρώπινη πραγματικότητα, ἔτσι ὥστε οὔτε νά ὑπερηφανεύεσαι, ὅταν ἡ ζωή σου κυλάει εὐτυχισμένη, οὔτε νά ἀπελπίζεσαι, ὅταν δυσχερεῖς περιστάσεις σέ καταθλίβουν.
Καυχιέσαι γιά τά πλούτη σου, γιά τούς σπουδαίους προγόνους καί τήν ἔνδοξη πατρίδα σου, γιά τήν ὀμορφιά σου καί τίς τιμές πού ὅλοι σοῦ ἀποδίδουν; Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου, γιατί εἶσαι θνητός· «χῶμα εἶσαι, καί στό χῶμα θά καταλήξεις» (Γεν. 3:19). Σκέψου ἐκείνους πού πρίν ἀπό χρόνια καμάρωναν σάν κι ἐσένα. Ποῦ εἶναι τώρα οἱ ἰσχυροί πολιτικοί, οἱ ἀκαταμάχητοι ρήτορες, οἱ λαμπροί ἄρχοντες καί οἱ ἔνδοξοι στρατηγοί; Δέν ἔγιναν ὅλοι σκόνη; Δέν ἀποδείχθηκαν ὅλα ἕνα παραμύθι; Σέ λίγα μόνο κόκαλα δέν περιορίστηκε ἡ θύμησή τους; Σκύψε στούς τάφους νά δεῖς ποιός εἶναι ὁ ὑπηρέτης καί ποιός ὁ κύριος, ποιός ὁ φτωχός καί ποιός ὁ πλούσιος. Ξεχώρισε, ἄν μπορεῖς, τόν αἰχμάλωτο ἀπό τόν βασιλιά, τόν ἰσχυρό ἀπό τόν ἀδύνατο, τόν ὄμορφο ἀπό τόν ἄσχημο. Νά θυμᾶσαι, λοιπόν, τή φύση σου, καί δέν θά ἀλαζονευθεῖς ποτέ. Καί θά τή θυμᾶσαι, ὅταν προσέχεις τόν ἑαυτό σου.
Εἶσαι, πάλι, φτωχός καί ἄσημος, δίχως σπίτι καί πατρίδα, ἀδύναμος κι ἀνήμπορος νά οἰκονομήσεις τίς καθημερινές σου ἀνάγκες ἤ νά ἀντισταθεῖς στίς πιέσεις τῶν ἰσχυρῶν; Μήν ἀπελπιστεῖς, γιατί τάχα δέν ἔχεις τίποτα τό ἀξιοζήλευτο. Ἀνύψωσε τήν ψυχή σου καί δές τά ἀγαθά πού σοῦ ἔχει ἤδη χαρίσει ὁ Θεός καί ὅσα, σύμφωνα μέ τήν ὑπόσχεσή Του, σοῦ ἐπιφυλάσσει γιά τό μέλλον.
Καί πρῶτα-πρῶτα σκέψου ὅτι εἶσαι ἄνθρω- πος, τό μόνο θεόπλαστο ἀπ᾿ ὅλα τά ζῶα. Τό ὅτι δημιουργήθηκες ἀπό τά ἴδια τά χέρια τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μέ τή δική Του εἰκόνα, καί τό ὅτι μπορεῖς, ζώντας ἐνάρετα, νά φθάσεις στήν τιμή καί τήν ἀξία τούς ἀγγέλους, αὐτά δέν ἀρκοῦν, σάν τά συλλογιστεῖς καλά, νά σέ γεμίσουν μέ οὐράνια χαρά; Ἔλαβες ψυχή νοερή καί λογική, μέ τήν ὁποία γνωρίζεις τόν Θεό, κατανοεῖς τόν κόσμο πού σέ περιβάλλει, ἀπολαμβάνεις τούς γλυκούς καρπούς τῆς σοφίας. Ὅλα τά ζῶα βρίσκονται κάτω ἀπό τή δική σου ἐξουσία. Ἐσύ δέν δημιούργησες τέχνες, δέν ἵδρυσες πόλεις, δέν ἐπινόησες ὅσα σοῦ εἶναι ἀναγκαῖα; Ἡ θάλασσα καί ἡ γῆ δέν εἶναι στή δική σου ὑπηρεσία; Ὁ ἀέρας, ὁ οὐρανός καί τ᾿ ἄστρα δέν σοῦ φανερώνουν τή δική τους τάξη καί ἁρμονία; Γιατί, λοιπόν, μικροψυχεῖς; Ἐπειδή δέν κοιμᾶσαι σέ φιλντισένιο κρεβάτι; Ἔχεις ὅμως τή γῆ, τήν πολυτιμότερη ἀπό πολλά τέτοια κρεβάτια, πού σοῦ χαρίζει γλυκιά ἀνάπαυση, ὕπνο γρήγορο καί ἀμέριμνο. Δέν ξαπλώνεις κάτω ἀπό χρυσή σκεπή, ἀλλά ἔχεις τόν κατάστερο οὐρανό, πού λάμπει μέ τήν ἀπερίγραπτη ὀμορφιά του.
Κι αὐτά μέν εἶναι τά ὑλικά δῶρα τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. Ὑπάρχουν, ὅμως, καί τά ἀνώ- τερα πού ἔγιναν γιά χάρη σου: Γιά σένα ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ· γιά σένα ἡ διανομή τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ κατάργηση τοῦ θανάτου καί ἡ ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως· γιά σένα οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ, πού τή ζωή σου τελει- οποιοῦν· γιά σένα ἡ πανευφρόσυνη βασιλεία τῶν οὐρανῶν καί τά στεφάνια τῆς δικαιοσύνης, ἄν γιά τήν ἀρετή κοπιάσεις. Αὐτά κι ἀκόμα περισσότερα ἀγαθά θά βρεῖς νά ὑπάρχουν γύρω σου, ἄν τόν ἑαυτό σου ἐπιμελεῖσαι. Καί θά τά χαρεῖς ἀληθινά, ἀποδιώχνοντας τή λύπη γιά ὅσα τυχόν στερεῖσαι.
Τοῦτο τό παράγγελμα, τό «Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου!», θά σοῦ δίνει μεγάλη βοήθεια, ἄν σέ κάθε περίσταση τό ἔχεις στόν νοῦ σου. Γιά παράδειγμα: Ὀργίζεσαι καί ξεστομίζεις λόγια ἄπρεπα ἤ χειρονομεῖς σάν θηρίο; Ἄν προσέχεις τόν ἑαυτό σου, μέ λογικές σκέψεις θά καταπραΰνεις τόν θυμό, ὅπως μέ τό μαστίγιο δαμάζεις ἕνα ἀτίθα- σο πουλάρι. Ἔτσι, καί τή γλώσσα σου θά συγκρατήσεις καί τή χειροδικία θά ἀποφύγεις. Ἐπιθυμίες πονηρές κεντρίζουν τήν ψυχή σου καί διεγείρουν τή σάρκα; Ἄν προσέχεις τόν ἑαυτό σου καί θυμηθεῖς ὅτι ἡ γλύκα τῆς ἁμαρτίας ἔχει πικρό τέλος, ὅτι ὁ ἡδονικός γαργαλισμός γεννάει τό φαρμακερό σκουλήκι, πού μᾶς τιμωρεῖ αἰώνια στήν κόλαση, καί ὅτι ἡ σαρκική φλόγωση γεννάει τό αἰώνιο πῦρ –ἄν ὅλα αὐτά τά θυμηθεῖς– ἀμέσως θά ἐξαφανιστοῦν οἱ ἡδονές καί στήν ψυχή θά βασιλέψουν θαυμαστή γαλήνη καί ἡσυχία. Μήν ἀφήσεις, λοιπόν, ποτέ τόν νοῦ σου νά αἰχμα- λωτιστεῖ ἀπό τά πάθη, οὔτε πάλι νά ἐπιτρέψεις στά πάθη νά ἐπαναστατήσουν καί νά ἀναλάβουν αὐτά τήν ἡγεμονία τῆς ψυχῆς.
Ἡ ἀκριβής κατανόηση τοῦ ἑαυτοῦ σου θά σέ ὁδηγήσει ἀπό μόνη της καί στήν ἔννοια τοῦ Θεοῦ. Ἄν, δηλαδή, σκύψεις μέ προσοχή στόν ἑαυτό σου, δέν θά ἔχεις ἀνάγκη τά δημιουργήματα γιά νά βρεῖς τόν δημιουργό Θεό, ἀλλά μέσα σου, σάν σ᾿ ἕνα μικρό ἀριστούργημα, θά ἀνακαλύψεις τή με- γάλη σοφία τοῦ Πλάστη σου.
Ἀσώματος εἶναι ὁ Θεός, ὅπως καί ἡ ψυχή σου. Ἀόρατος εἶναι ὁ Θεός, ὅπως καί ἡ ψυχή σου, γιατί κι αὐτή δέν τή βλέπεις μέ τά σωματικά μάτια. Δέν ἔχει ἡ ψυχή οὔτε χρῶμα οὔτε σχῆμα οὔτε κάποιο σωματικό γνώρισμα γιά νά τήν προσδιορίσει ὁ ἄνθρωπος· μόνο ἀπό τίς ἐνέργειές της γίνεται γνωστή. Παρόμοια, καί τόν Θεό μή ζητᾶς νά Tόν δεῖς μέ τά μάτια, γιατί μόνο μέ τήν πίστη θά μπορέσει ἡ ψυχή νά Τόν κατανοήσει.
Θαύμαζε τόν τεχνίτη Θεό. Πῶς συνένωσε τήν ψυχή μέ τό σῶμα, ἀπαρτίζοντας ἕνα ἁρμονικό σύνολο! Τί δύναμη δίνει ἡ ψυχή στό σῶμα, καί πῶς τό σῶμα συμμετέχει στά παθήματα τῆς ψυχῆς! Πῶς τό σῶμα παίρνει ζωή ἀπό τήν ψυχή, καί πῶς ἡ ψυχή δέχεται τούς πόνους ἀπό τό σῶμα! Τί πλοῦτο γνώσεων κατέχει ἡ ψυχή, καί πῶς οἱ καινούργιες γνώσεις δέν ἐπισκιάζουν τίς παλαιότερες, καθώς αὐτές διαφυλάσσονται ἀσύγ- χυτες καί ξεκάθαρες, χαραγμένες σάν σέ χάλκινη στήλη! Πῶς ἡ ψυχή, ὅταν ξεγλιστρᾶ στά σαρκικά πάθη, χάνει τή φυσική της ὀμορφιά, καί πῶς πάλι, ὅταν καθαρίζεται, σπεύδει μέ τήν ἀρετή νά μοιάσει στόν Κτίστη της!
Ὕστερα ἀπό τήν ἐξέταση τῆς ψυχῆς, στρέψε, ἄν θέλεις, τήν προσοχή σου στήν κατασκευή τοῦ σώματος, γιά νά θαυμάσεις πόσο ταιριαστό κατάλυμα γιά τή λογική ψυχή δημιούργησε ὁ ἀριστοτέχνης Θεός.
Ἀπ᾿ ὅλα τά ζῶα μόνο τόν ἄνθρωπο ἔπλασε ὁ Θεός νά ἔχει ὄρθια στάση, γιά νά γνωρίζεις ὅτι ἡ ζωή σου συγγενεύει μέ τά οὐράνια. Ὅλα τά τετράποδα ἔχουν στραμμένα τά βλέμματα στή γῆ καί τήν κοιλιά, ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος βλέπει πρός τόν οὐρανό, ὥστε νά μήν ἀσχολεῖται μέ τή γαστέρα καί τά ὑπογάστρια πάθη, ἀλλά νά κατευθύνεται μ᾿ ὅλη του τήν ὁρμή πρός τά ἀνώτερα. Ἔπειτα, στό κεφάλι, πού βρίσκεται στό ψηλότερο μέρος τοῦ σώματος, τοποθέτησε τίς σπουδαιότερες αἰσθήσεις: τήν ὅραση, τήν ἀκοή, τήν ὄσφρηση, τή γεύση. Ἄν καί βρίσκονται, ὅμως, ὅλες μαζί σ᾿ ἕνα περιορισμένο καί στενό χῶρο, τόσο κοντά μεταξύ τους, δέν ἐμποδίζει καθόλου ἡ μία τή λειτουργία τῆς ἄλλης. Τά μάτια, βέβαια, ἔχουν κα- ταλάβει τήν πιό ψηλή σκοπιά, κάτω ἀπό τή μικρή προεξοχή τῶν φρυδιῶν, ὥστε νά μήν παρεμβάλλεται ὡς ἐμπόδιο κανένα ἄλλο μέλος τοῦ σώματος καί νά μποροῦν ἔτσι ἐλεύθερα νά ἀτενίζουν κατευθείαν μπροστά. Τά αὐτιά, πάλι, συλλαμβάνουν τούς ἤχους μ’ ἕναν ἑλικοειδή πόρο, δεῖγμα καί τοῦτο τῆς ὑπέρτατης σοφίας τοῦ Δημιουρ- γοῦ, γιατί ἔτσι ἡ φωνή ὄχι μόνο διέρχεται ἀνεμπόδιστα, ἀλλά καί ἐνισχύεται μέ τίς ἀντηχήσεις πού γίνονται στούς ἕλικες. Παρατήρησε καί τή φύση τῆς γλώσσας, πού εἶναι ἁπαλή καί εὐλύγιστη, ὥστε μέ τίς διάφορες κινήσεις της νά μπορεῖ νά ἐκφράζει ἄνετα κάθε λόγο. Τά δόντια, ἐξάλλου, ὑποβοηθοῦν τόσο τή φώνηση, μέ τό νά ἐξασφαλίζουν ἰσχυρή στήριξη στή γλώσσα, ὅσο καί τή διατροφή τοῦ σώματος, μέ τό νά κόβουν καί νά πολτοποιοῦν τίς τροφές.
Ἐξετάζοντας μέ παρόμοιο τρόπο καί τά ὑπόλοιπα μέλη τοῦ σώματος –τούς πνεύμονες, τήν καρδιά, τά αἱμοφόρα ἀγγεῖα, τά πεπτικά ὄργανα καί ὅλα τά ἄλλα– θά ἀντιληφθεῖς τήν ἀνεξερεύνητη σοφία τοῦ Δημιουργοῦ καί ἔκπληκτος θά ἀναφωνήσεις μαζί μέ τόν προφήτη Δαβίδ: «Ὑπερθαύμαστη μοῦ εἶναι ἡ γνώση Σου, καί τόσο ὑπέ- ροχη, πού νά τή συλλάβω δέν μπορῶ» (Ψαλμ. 138:6).
Νά προσέχεις, λοιπόν, μέ ἐπιμέλεια τόν ἑαυτό σου, γιά νά μπορεῖς νά εἶσαι προσηλωμένος καί στόν Θεό, στόν ὁποῖο ἀνήκουν ἡ δύναμη καί ἡ δόξα στήν ἀτέλειωτη αἰωνιότητα. Ἀμήν.
* Ἐδῶ ὁ Μέγας Βασίλειος δέν ἀρνεῖται τό σῶμα ὡς συστατικό τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά θέλει νά τονίσει τήν ἀνωτερότητα τῆς ψυχῆς. Αὐτό φαίνεται καί στή συνέχεια τοῦ λόγου, ὅπως ἐπί- σης καί σέ ἄλλα ἔργα του, ὅπου θεωρεῖ τόν ἄνθρωπο ὡς ἑνιαία ψυχοσωματική ὕπαρξη –ὅταν λέει π.χ.: «Σύνθετος ὁ ἄνθρωπος ἔκ τε τοῦ γηΐνου πλάσματος καὶ ἐκ τῆς ἐνοικούσης ψυχῆς τῷ σώματι».
Πηγή:
alopsis.gr