«ἔρρει
τά καλά, γυμνά τά κακά…»
(Ἅγιος
Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
Ἔρχεται στό νοῦ μας μία ἐπιστολή πόνου καί ἁγωνίας ἑνός μεγάλου Πατρός καί Διδασκάλου τῆς Ἐκκλησίας μας, τοῦ «ἀετοῦ τῆς Θεολογίας» ὅπως ἀποκαλεῖται, τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Ναζιανζηνοῦ. Τοῦ ἔγραψε κάποιος φίλος του, ὁ ρήτορας Εὐδόξιος, ὁ ὁποῖος τόν ἐρώτησε γιά τήν ὑγεία του καί γενικά γιά τήν κατάσταση τῶν ἐκκλησιαστικῶν καί τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων. Ἡ ἀπάντηση τοῦ Ἁγίου, ἐκ πρώτης ὄψεως φαίνεται μελαγχολική, ἀλλά στήν πραγματικότητα εἶναι λίαν παρηγορητική, ἀποκαλυπτική περί τῆς τότε ἐποχῆς ἀλλά καί ἐπίκαιρη καί διαχρονική! Μέ τή χαρακτηριστική ποιητικότητα τῶν κειμένων του, ὁ φωστήρ τῆς Ναζιανζοῦ, καταπλήσσει καί διδάσκει, παρηγορεῖ καί ἐμπνέει. Ἀετός τοῦ πνεύματος ὁ ἱερος Γρηγόριος, ὑμνητικός ἐρωδιός τῆς ἐσταυρωμένης Ἀγάπης, ὑψιπέτης καί οὐρανόφρων, ἀλλά καί «χαμηλός» ὅταν χρειάζεται, ἀνθρώπινος, προσγειωμένος στήν πραγματικότητα, ἄμεσος, συμπονετικός, προσιτός.
Ἀρχίζει μέ τή διεκτραγώδηση τῶν προσωπικῶν του παθημάτων, μέ τήν ἔλλειψη τῶν γονέων οἱ ὁποίοι στηρίζουν τόν κάθε ἄνθρωπο στή ζωή του, ἀναφέρει τήν ἔλλειψη τοῦ σαρκικοῦ ἀλλά καί τοῦ πνευματικοῦ του ἀδελφοῦ (Μ. Βασιλείου), ἐκθέτει τά προβλήματα τοῦ γήρατος καί τῆς ὑγείας, τίς περιπλοκές καί «ἐπιθέσεις» τῶν διαφόρων θεμάτων, τίς μέριμνες καί φροντίδες πού ἔχει κάθε προΐστάμενος καί δή μάλιστα πνευματικός πατέρας, ποιμένας λογικῶν προβάτων, καθοδηγός ἀθανάτων ψυχῶν: «Ἐρωτᾷς πῶς τά ἡμέτερα. Καί λίαν πικρῶς». Ρωτᾶς, λέγει, πῶς πᾶνε τά δικά μου; Πολύ ἄσχημα! Νά, λοιπόν, πού καί οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας ἦταν ρεαλιστές και ὄχι ἀπόκοσμοι καί μονοφυσιτικοί, ὅπως κακῶς πολλοί τούς χαρακτηρίζουν! Καί συνεχίζει ὁ ἱερός Πατήρ: «Βασίλειον οὐκ ἔχω, Καισάριον οὐκ ἔχω, τόν πνευματικόν ἀδελφόν καί τόν σωματικόν.Ὁ πατήρ μου καί ἡ μήτηρμου ἐγκατέλιπόν με, μετά τοῦ Δαβίδ φθέγγομαι.Τά τοῦ σώματος πονηρῶς ἔχει (τό σῶμα μου εἶναι σέ κακή κατάσταση), τό γῆρας ὑπέρ κεφαλῆς, φροντίδων ἐπιπλοκαί, πραγμάτων ἐπιδρομαί»… (Βλ. Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου συγγράμματα, ἐκδ. ΕΠΕ, 7, σ. 152).
Μέχρι τοῦ σημείου αὐτοῦ, ὁ Γρηγόριος περιγράφει τά δικά του, τήν προσωπική του κατάσταση. Στή συνέχεια ὅμως θά διαζωγραφίσει γλαφυρότατα καί μέ παροιμιώδη λογοτεχνική δεινότητα καί ἐνάργεια τήν ἐπικρατοῦσα ἐκκλησιαστική ἀλλά καί κοινωνική κατάσταση τῆς ἐποχῆς του. Ἔτσι, ὁμολογεῖ γιά τήν ἀπιστία τῶν φίλων δηλ. την ἔλλειψη τῆς πραγματικῆς φιλίας (καί…ὁμιλοῦμε γιά τόν 4ο= αἰῶνα!), γιά τήν ἔλλειψη τῶν καλῶν ἀπό τόν κόσμο, γιά τήν ἀπροκάλυπτη ἐμφάνηση τῆς κακίας, δηλαδή τῆς ἁμαρτίας, τῆς ἀποστασίας, τῆς ποκίλης διαφθορᾶς.
Ἀκόμη, ὁ ποιητικός καί ρητορικός Γρηγόριος μᾶς ὁμιλεῖ γιά τό ταξίδι μας μέσα στή νύχτα τοῦ βίου αὐτοῦ, ὁπου δέν ὑπάρχει πουθενά φάρος, δέν ὑπάρχει φῶς… ί καταλήγει στήν ὡραιότατη ἐπιστολή πόνου, λέγοντας τή φράση «Χριστός καθεύδει», ὁ Χριστός «κοιμᾶται», «ἡσυχάζει», δηλ. κατά κάποιο τρόπο (ἀνθρωποπαθῶς θά λέγαμε) ἀδρανεῖ…: «Τά τῶν φίλων ἄπιστα, τά τῆς Ἐκκλησίας ἀποίμαντα.Ἔρρει τά καλά, γυμνά τά κακά,ὁ πλοῦς ἐν νυκτί, πυρσός οὐδαμοῦ, Χριστός καθεύδει» (ὅπου π., Ἐπστολή).
Μήπως καί στήν ἐποχή μας δέν πραγματοποιοῦνται τά ἀνωτέρω; Ὑπάρχει ἀληθινή, γνήσια καί πραγματική φιλία κατά Θεόν στούς περισσοτέρους ἀνθρώπους στήν ἰδιοτελῆ καί χρησιμοθηρική κοινωνία μας; Μέ τόν φανό τοῦ Διογένους πρέπει νά ψάξει κανείς γιά νά συναντήσει πιστό φίλο, τέτοιον πού περιγράφει πάλι ὁ ἅγιος Γρηγόριος λέγοντας ὅτι «φίλου πιστοῦ οὐκ ἔστιν ἀντάλλαγμα, φίλος πιστός σκέπη κραταιά και ὡχυρωμένον βασίλειον, φίλος πιστός θησαυρός ἔμψυχος, φίλος πιστός κῆπος κεκλεισμένος και πηγή ἐσφραγισμένη, κατά καιρόν ἀνοιγόμενά τε και μεταλαμβανόμενα»….
Μήπως συναντοῦμε συχνά στίς ἡμέρες μας πολλούς ποιμένες ἀνυστάκτους, πατέρες στοργικούς ὅπως τούς ὁμολογεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, οἱ ὁποῖοι ἀναγεννοῦν τά πνευματικά τους τέκνα «ἐν Χριστῷ καί διά τοῦ Εὐαγγελίου», ἐκκλησιαστικούς προεστώτες μέ ἀγάπη, εὐσπλαχνία, ἀσκητικό ἦθος καί θυσιαστική διάθεση γιά τό ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ, κληρικούς προσφερομένους εἰς ἀνιδιοτελῆ διακονία τῶν ἀθανάτων ψυχῶν, χάριν τῶν ὁποίων «Χριστός ἀπέθανεν»; Ὑπάρχουν; Ἤ μαρτυροῦνται πολλά περί τοῦ ἀντιθέτου σήμερα; Ὀλίγα, δυστυχῶς, τά φαεινά ὑποδείγματα. Στίς περισσότερες τῶν περιπτώσεων ἐπαληθεύεται ὁ Θεολόγος Γρηγόριος, γράφοντας ὅτι «τά τῆς Ἐκκλησίας ἀποίμαντα»…
Στίς πονηρές ἡμέρες μας, ἐπίσης, «ἔρρει τά καλά, γυμνά τά κακά». Ἐξέλιπε ἡ ἀληθής ἀγάπη πού ἀποτελεῖ τό κατ᾿ ἐξοχήν γνώρισμα τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἀνιδιοτέλεια, ἡ θυσία καί ἡ φιλανθρωπία προς τους πάσχοντες ἀδελφούς, ὁ σεβασμός τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, ἡ ἔνδειξη ὑπομονῆς στά σφάλματα τῶν ἄλλων, ἀνοχῆς καί καρτερικότητος, ἡ ταπεινοφροσύνη καί ἡ ἐγκράτεια, ἡ ἀγωνιστικότητα καί ἡ σταυρική ζωή, ἡ ὀλιγαρκής χρήση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν κλπ.
Ἀκόμη, ἐξέλιπε ὁ (ὑγιῆς) φόβος τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν σημερινό ἄνθρωπο, ἡ εὐλάβεια καί ὁ ἁγῶνας γιά τήν κατάκτηση τῶν ἀρετῶν μέσα στό πλαίσιο τῆς Ἐκκλησίας, ἐξέλιπε ἡ συνειδητή μετοχή στά ἱερά Μυστήρια, μιά μετοχή ἡ ὁποία συνδιαζομένη μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καθιστοῦν τον ἄνθρωπο δεκτικόν τῆς Χάριτος καί ζωντανό μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ.
Ἀποδίωξε ὁ σημερινός ἄνθρωπος τόν Θεό, ἐπαναλαμβάνοντας τό Γραφικό: «ἀπόστα ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὀδούς σου εἰδέναι οὐ βούλομαι»…(Ἰώβ, κα΄14). Δηλαδή φῦγε ἀπό κοντά μου Θεέ, δέν ἐπιθυμῶ νά σέ γνωρίζω, δέν θέλω νά ξέρω τίς ἐντολές σου, μοῦ εἶσαι ἐμπόδιο στά σχέδιά μου, στίς ἐπιδιώξεις καί τίς ἐνέργειές μου… Καί ἑπομένως, ὅταν ἀποδιώξουμε ἀπό τη ζωή μας τόν Θεάνθρωπο Χριστό, τή πηγή κάθε καλοῦ και ἀγαθοῦ, ἔρχεται ὁ ἀντίδικος διάβολος καί ἐμφανίζονται ὅλα τά κακά, ἀφοῦ ὅπως γνωρίζουμε, «χωρίς Θεό, ὅλα ἐπιτρέπονται»…
Καί σήμερα ἐμφανίζονται ὄντως «γυμνά τά κακά», ἀπροκάλυπτη ἡ κακία, ἀναίσχυντη καί πολυποίκιλη ἡ ἀποστασία. Βεβαίως, οἱ Ἅγιοι Πατέρες καί ἱεροί συγραφεῖς, μᾶς τονίζουν ὅτι τό κακό δέν ἔχει δική του ὑπόσταση, ἀλλά ἀποτελεῖ ἔλλειψη τοῦ ἀγαθοῦ, ὅπως καί τό σκοτάδι ἐμφανίζεται ὡς ἔλλειψη τοῦ φωτός! Ὅμως, ἡ ἁμαρτία καί τό κακό εἶναι νοσηρές, παθογόνες καταστάσεις τῆς ἀσθενικῆς φύσεως καί τῆς βουλήσεώς μας, γνωρίσματα τῆς μεταπτωτικῆς καταστάσεως. Γι᾿ αὐτό καί ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου γιά τήν ὁποία τόσος λόγος γίνεται στά ἱερά κείμενα, Βιβλικά, Πατερικά, ὑμνολογικά, εἶναι ἡ θεραπεία ἀπό τή νόσο τῆς ἁμαρτίας, ἡ ἀνάπλαση τοῦ «θείου καλλιτεχνήματος», τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ἀνακαίνιση ἐν Χριστῷ. Ἡ ἀνακαίνιση πού συντελεῖται μέσα στήν Ἐκκλησία μέ τόν πνευματικό ἀγώνα καί τή μετοχή τοῦ ἀνθρώπου στά ἱερά Μυστήρια σημαίνει κατάργηση τοῦ κακοῦ καί τῆς ἁμαρτίας. Αὐτό τό ζεῖ ὅποιος βιώνει συνειδητά τήν πνευματική ζωή. Τό κακό, λοιπόν, δέν ἔχει ἀρχέγονες ρίζες, ἀλλά ἀποτελεῖ μόνο παρασιτική διάβρωση· δέν ἔχει ὅπως εἴπαμε, ὑπόσταση, ἀλλά «κλέβει» τήν ὑπόσταση τοῦ ἀγαθοῦ. Ἐλλείψει ἑπομένως τῶν καλῶν (τῶν ἀρετῶν), ἐμφανίζονται «γυμνά τά κακά».
Πέραν αὐτοῦ, ἀφοῦ ὁ Χριστός εἶναι Φῶς, «τό φῶς το ἀληθινόν τό φωτίζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον», ὅποιος Τόν ἀπορρίπτει ἀπό τή ζωή του, πορεύεται στό σκοτάδι τοῦ βίου αὐτοῦ καί δέν βρίσκει φανό! «Ὁ πλοῦς ἐν νυκτί, πυρσός οὐδαμοῦ». Ὅταν ἀρνούμαστε τήν θεία οἰακοστροφία καί πηδαλιουχία τοῦ πλοίου τῆς ζωῆς μας ἀπό τόν Κύριο, τόν μόνο κυβερνήτη τοῦ σύμπαντος, ὁ Ὁποῖος καί μόνον Αὐτός μπορεῖ νά μᾶς ὀδηγήσει στόν εὔδιο τῆς σωτηρίας λιμένα, τότε, σκότος βαθύ καί ψηλαφητό θά ἀπλωθεῖ καί μάταια θά ζητοῦμε «ἐν τῇ νυκτί φῶς». Εὐκταῖον νά μήν παραδοθεῖ στό ἔρεβος καί στή μαύρη νύκτα τῶν παθῶν ἡ «κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ»πλασθεῖσα ψυχή…
Στήν ἀκροτελεύτεια φράση τῆς «πονεμένης» ἐπιστολῆς του ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος θά σημειώσει ὅτι ὁ «Χριστός καθεύδει», κοιμᾶται, ἡσυχάζει… Θέλει προφανῶς νά ὑπογραμμίσει τήν ἀνοχή τοῦ Κυρίου γιά ὅσα συμβαίνουν στόν κόσμο, πρᾶγμα πού ἐπισημαίνεται καί τό συναντοῦμε καί σέ ἄλλα κείμενα, Βιβλικά και Πατερικά, κατά τρόπο ἀνθρωπομορφικό καί παιδαγωγικό. (Ψαλμ.44,23: «Ἐξεγέρθητι, ἵνα τί ὑπνοῖς Κύριε; Ἀνάστηθι»!)…
Πολλοί λέγουν και σήμερα, ὅπως τό ἀκοῦμε ὅτι «κάτι κακό θα συμβεῖ, κάποια ὀργή θά ξεσπάσει ἀφοῦ ἡ ἀποστασία ἔχει κορυφωθεῖ καί ἡ ἀνοχή τοῦ Θεοῦ ἐξαντλεῖται· πόλεμος, καταστροφή, ἤ κάτι ἄλλο φοβερό καί συγκλονιστικό θά λάβει χώρα στόν κόσμο» κλπ.… Δέν ὑπάρχουν ὅμως κακά ἐκ τοῦ Θεοῦ, ὅπως τά ἐννοοῦμε ἐμεῖς, μέ τή λεγόμενη «Θεοδικία», ἀλλά ὑπάρχουν παιδευτικές παραχωρήσεις τοῦ ἐξεγειρομένου «ἐξ ὕπνου» Κυρίου καί Θεοῦ! Ἐπιτρέπει ὁ Θεός συμφορές, μήπως καί ἀνανήψουμε καί ἐπιστρέψουμε σ᾿ Αὐτόν και σωθοῦμε.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἐν προκειμένῳ, θά μᾶς πεῖ ὅτι οἱ συμφορές και οἱ θλίψεις, εἶναι κάτι τό κακό ὅπως το ἐκλαμβάνουμε, ἀλλά, ἄν μετανοήσουμε, μποροῦν νά ἀποβοῦν ὠφέλιμα στήν πνευματική μας πορεία: «Αὗται δέ τῷ μέν δοκεῖν κακαί εἰσι ἀλγειναί τυγχάνουσαι, τῇ ἀληθείᾳ ἀγαθαί∙ ἐπιστροφῆς γάρ καί σωτηρίας γίνονται τοῖς συνιοῦσι πρόξενοι∙ ταύτας διά Θεοῦ γίνεσθαι φησίν ἡ Γραφή». (βλ. Ἔκδοσις ἀκριβής…MPG. 94, 1193). Ἄλλωστε, καί κατά τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, στην οὐσία δέν ὑπάρχει καμιά συμφορά, παρά μόνο μία, ἡ ἁμαρτία. «Οὐδέν κακόν, ἁμαρτία μόνον»…
Τά παραχωρούμενα ἀπό τόν Θεό δεινά εἶναι τά «φάρμακα», μέ τά ὁποῖα θεραπεύεται ἡ μεγάλη νόσος ὅπως προείπαμε, ἡ ἁμαρτία. Τά ἐπιτρέπει ὁ Κύριος, παρόλο πού ἐμεῖς, ἁμετανόητοι ὄντες, λέγουμε πολλές φορές ὅτι «δέν θά ἀφήσει ὁ Θεός» κλπ. Καί ὅμως! Ὁ Θεός, ὅπως τό βλέπουμε στήν παγκόσμια Ἱστορία, ἐπέτρεψε πολλά δεινά! Ὁ Κύριός μας εἶναι μέν μακρόθυμος, πολυέλεος καί πέλαγος ἀγάπης καί φιλευσπλαχνίας, ἀλλά εἶναι καί Δικαιοκρίτης καί αὐτό δέν θά πρέπει νά τό ἀγνοοῦμε οἱ πιστοί! Τιμωρεῖ δέ, ἐνίοτε, ἀλλά μέ ἀγάπη, ὅσο καί ἄν αὐτό μπορεῖ νά ἀκούγεται λογικά ὡς ἀντιφατικό, ἀφοῦ ἐμεῖς πεπερασμένοι ὄντες, δεν μποροῦμε νά ἑννοήσουμε τό πῶς συνυφαίνεται (ὑπέρλογα) ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μέ τή Θεία δικαιοσύνη Του! Ἡ λογική τοῦ Θεοῦ εἶναι ὑπέρ τόν ἀνθρώπινο λόγο, παράδοξη, ἀνεξιχνίαστη καί μυστηριώδης ἔναντι τοῦ Ὀρθολογισμοῦ. Ἔτσι λ.χ., διαβάζοντας τήν Παλαιά καί τήν Καινή Διαθήκη, βλέπουμε ἄπειρες τιμωρίες ἀσεβῶν κλπ. μέ τήν προοπτική πάντα τῆς ἐσχατολογικῆς αἰωνίου Κολάσεως τῶν ἀμετανοήτων ἁμαρτωλών.
Παράλληλα, ὁ Κύριος ἐνεργεῖ παιδαγωγικά εἴτε σέ ἐπίπεδο προσωπικό, εἴτε ἐθνικό. Ἔτσι, ἐπέτρεψε τήν ἅλωση τῆς βασιλίδος τῶν πόλεων, ἐπέτρεψε τήν Μικρασιατική καταστροφή μέ τόν τόσο ξεριζωμό κλπ. ἐπέτρεψε πολέμους, μάστιγες, σεισμούς, λοιμούς και λιμούς και ἄλλα πολλά. Γιατί καί σήμερα νά ἀποκλείεται ἡ Θεία παρέμβαση μέ τήν τόση ἀποστασία; Βλέπει ὁ Θεός μετάνοια σήμερα; Καλό εῑναι να σταθοπυμε λίγο στό σημεῖο αὐτό, μέ κάποιες ἀπαραίτητες ἐπισημάνσεις. Πῶς πορευόμαστε ὅλοι, κληρικοί καί λαϊκοί, ἄνδρες, γυναῖκες, παδιά, νέοι καί ἡλικιωμένοι; Ποῦ εἶναι ἡ μετάνοιά μας, ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό καί τόν συνάνθρωπο ἐμπράκτως, ἡ προσευχή, ἡ συμμετοχή στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἐν γένει πνευματική μας ζωή καί πολιτεία; Μήπως μποροῦμε νά μετρήσουμε τίς χιλιάδες τῶν ἀνθρώπων στόν τόπο μας οἱ ὁποίοι κοιμοῦνται τίς Κυριακές ὅπου ὁ Θεός σέ κάθε ὀρθόδοξο Ναό θυσιάζεται καί «κάνει τό τραπέζι του», καλώντας ὅλους νά γίνουμε συνδαιτυμόνες τοῦ θείου Δείπνου, μέσα στή θεία Λειτουργία πού ἀποτελεῖ ἐσχατολογική πρόγευση τῆς Βασιλείας Του; Ἀλλά καί ὅσοι ἐκκλησιάζονται, μετέχουν τοῦ Δείπνου τῆς Εὐχαριστίας, ἤ εἶναι ἁπλοί θεατές καί ἐκκλησιάζονται τυπικά, «γιά τά μάτια τοῦ κόσμου», «γιά τό καλό» καί ἀπό συνήθεια; Πόσοι ἀγωνίζονται, ποθοῦν καί νοσταλγοῦν πότε θά ἔρθουν μέ σωστή προετοιμασία στό Ποτήριον τῆς Ζωῆς» γιά νά κοινωνήσουν Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ «εἰς ἅφεσιν ἅμαρτιῶν καί ζωήν αἰώνιον»;
Ποῦ εἶναι σήμερα οἱ νέοι μας; Πόσα χρόνια περνοῦν χωρίς θεία Κοινωνία ἐξαιτίας ταῶν προγαμιαίων σχέσεων καί ἄλλων ἐμποδίων; Πῶς ἔπειτα νά μήν αἰσθάνονται κενό ψυχικό, ὑπαρξιακή ἐρημία, ψυχολογικές διαταραχές, ἄγχη, ἀναισθιότητες, φοβίες, μεταπτώσεις καί ἀνασφάλειες; Ὅποιος κοινωνεῖ συχνά δέν γνωρίζει τίποτε ἀπ᾿ ὅλα αὐτά, δέν βάλλεται ἔσωθεν, δέν ἡττᾶται στόν πόλεμο πού ἀντιμετωπίζει! Ἤ τουλάχιστον ἔχει ὁπλισμό καί μάχεται δυναμικά με τη Χάρη τοῦ Θεοῦ ἐναντίον τῶν ποικίλων ἐπιδρομῶν καί ἔχει κίνητρο γιά νά ἀγωνίζεται. Πῶς νά τό κατανοήσουν οἱ νέοι μας; Ἀλλά καί ὅσοι μποροῦν καί μετέχουν τῶν Μυστηρίων, κρατοῦν ἔπειτα τή Χάρη πού ἔλαβαν; Τήν διατηροῦν ἐνεργό στήν καρδιά τους; Ἤ τήν «ἐξαναμίζουν» τήν ἴδια μέρα, μέ κακίες, ἐγωϊσμούς, ψεκτά πάθη, ἁμαρτήματα, μησικακίες, ψυχοφθόρες ἔξεις καί ἰδιοτελεῖς συμπεριφορές; Πῶς νά παραμείνει ἐν Χάριτι ὁ Δεσπότης Χριστός μετά τή θεία Κοινωνία σέ μιά ἀμετανόητη καί ἐπιλήσμονα τῶν θείων Δωρεῶν καρδιά και ψυχή; Ἡ πικρά διαπίστως λοιπόν εἶναι ὅτι κατά κανόνα εἴμαστε ὅλοι ἀμετανόητοι, κληρικοί καί λαϊκοί!
Νά γιατί παραχωροῦνται ἐκ τοῦ Θεοῦ τά δεινά καί οἱ δοκιμασίες, οἱποικίλες ἐπιφορές, ἀσθένειες, θάνατοι κ.ἄ. Σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τῶν Προφητῶν ἀλλά καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, ἄν μετανοήσουμε καί ἐπιστρέψουμε ὡς ἄνθρωποι στόν Ζώντα Ἀληθινό Θεό, τότε ἡ βουλή τοῦ Θεοῦ θά ἀλλάξει! Τά δάκρυά μας θά κάμψουν τήν δικαία Του ὁργή (ὅπως λέμε ἀνθρωπομορφικά), δηλαδή τήν ἐκδήλωση τῶν παιδαγωγικῶν ἤ ἀπογνωστικῶν (κατά τόν ἅγιο Ἱ. τόν Δαμασκηνό) παραχωρήσεων Του. Θά ἀλλάξουν τά πάντα, μέ τή δική μας ὁλόθερμη μετάνοια καί ἐπανάκαμψη στόν Θεό, ἀφοῦ ὁ Θεός ὡς αὐτάγαθος «καί πηγή ἀγαθότητος» δέν θέλει τόν θάνατο τοῦ ἁμαρτωλού «ἕως τοῦ ἐπιστρέψαι καί ζῆν αὐτόν».
Ἐλπίζουμε καί προσευχόμαστε, ὥστε ὁ ἐν Τριάδι Πανάγαθος Θεός, μέ τίς «ἀκοίμητες πρεσβεῖες» τῆς Παναγίας Μητέρας Του νά λυπηθεῖ τήν δοκιμαζόμενη καί ἀπό πᾶσης πλευρᾶς αἰχμάλωτη χώρα μας! Τόν ἱκετεύουμε «ἐν στεναγμοῖς ἀλλαλήτοις» νά μᾶς χαρίσει ὡς ἔθνος καί ὡς πρόσωπα τό μέγα καί πλούσιον ἔλεός Του, νά μᾶς ἐνισχύει στήν πίστη μας, νά μᾶς δωρίσει πνεῦμα σωφροσύνης, μετανοίας καί ταπεινοφροσύνης, καί, ἐν τέλει, νά μᾶς διασώσει ἀπό ὅλα τά δεινά, πού βίαια καί ἄτεγκτα σήμερα μᾶς περιστοιχίζουν καί ἐπαπειλοῦν.
π.
Νικηφόρος Νάσσος