Ὁ ἀνθύπατος της Ἀνατολῆς
Πρίσκος ἔχων συγκάθεδρον τὸν φιλόσοφον
καὶ ἱερέα τοῦ Ἄρεως Ἀπελλιανόν,
ἐκήρυξε, κατὰ τὴν ἀπόφασιν καὶ ἐντολὴν
τοῦ Διοκλητιανοῦ, διωγμὸν κατὰ τῶν
Χριστιανῶν εἰς τὴν Ἀνατολήν. Κατὰ
τὴν ἑορτὴν τοῦ ψευδωνύμου θεοῦ Ἄρεως
ἐζήτησε ἅπαντες οἱ κάτοικοι νὰ
προσέλθουν εἰς τὴν ἑορτήν. Ὄσoι δὲν
θὰ προσήρχοντο θὰ ἐτιμωροῦντο μὲ
φοβερὰ κολαστήρια. Οἱ χριστιανοὶ καθ᾿
ὀμάδας ἐκρύπτοντο ἄλλοι εἰς οἰκίας
καὶ ἄλλοι εἰς ἐρημικὰς περιοχάς. Ἡ
Ἁγία Εὐφημία ἠγεῖτο μιᾶς τοιαύτης
ὁμάδος στηρίζουσα τοὺς πιστοὺς διὰ
τοῦ φλογεροῦ λόγου της.
Συνελήφθη ἡ Ἁγία μετὰ τῶν τεσσαράκοντα ἐννέα μελῶν τῆς ὁμάδος της. Εἰς τὴν πρόσκλησιν τοῦ Πρίσκου νὰ θυσιάσουν εἰς τὸ εἴδωλον τοῦ Ἄρεως ἡ Ἁγία καὶ ἡ ὁμάδα της ἠρνήθησαν μὲ τόλμην καὶ παρρησίαν, ἀπὸ τὴν ἀπάντησίν των ἐθυμώθη ὁ Πρίσκος καὶ ἔδωκεν ἐντολὴν νὰ δέρουν ἐπὶ εἴκοσι ἡμέρας τοὺς Ἁγίους καὶ νὰ τοὺς φυλακίσουν. Μετὰ τὰς εἴκοσι ἡμέρας ἐδοκίμασε καὶ πάλιν νὰ πείσει τοὺς μάρτυρας νὰ θυσιάσουν. Μετὰ τὴν ἀρνησίν των, τοὺς ἔδειραν τόσον, ὥστε κατεπονήθησαν οἱ δέροντες στρατιῶται. Τότε τοὺς λοιποὺς μάρτυρας ὁ Πρίσκος ἔκλεισεν εἰς τὴν φυλακήν, τὴν δὲ Ἁγίαν προσεπάθησε νὰ τὴν πείσει νὰ θυσιάσει. Μετὰ τὴν ἄρνησίν της καὶ τὴν ὁμολογίαν τῆς πίστεώς της εἰς τὸν Χριστὸν τὴν ἔβαλον εἰς τὸν τροχὸν καὶ ἔτσι κατεκόπτετο ὅλον τὸ σῶμα τῆς Ἁγίας. Κατὰ τὸ μαρτύριόν της ἡ Ἁγία προσηύχετο διαρκῶς. Μετὰ τὸ πέρας τῆς προσευχῆς τῆς θαυματουργικῶς ἐλύθη ἀπὸ τὸν τροχὸν καὶ ἀποκατεστάθη τέλειον καὶ ὑγιὲς τὸ σῶμα της. Ἐν συνεχείᾳ ἐρρίφθη ἡ Ἁγία εἰς πυρακτωμένην κάμινον. Οἱ προεστῶτες τῶν ὑπηρετῶν Σωσθένης καὶ Βίκτωρ ἠρνήθησαν νὰ ρίψουν τὴν Ἁγίαν εἰς τὴν κάμινον, διότι ἔβλεπον νὰ ἵστανται παρὰ τὸ πλευρὸν τῆς Ἁγίας δυὸ φοβεροὶ ἄνδρες, οἱ ὁποῖοι ἀπειλοῦσαν ὄτι θὰ διασκορπίσουν τὸ πῦρ. Ὁ Σωσθένης καὶ ὁ Βίκτωρ ὡμολόγησαν τὸν Χριστὸν καὶ ἐμαρτύρησαν. Προσευχηθεῖσα ἡ Ἁγία ἐρρίφθη εἰς τὴν κάμινον. Ἡ φλὸξ δὲν ἤγγισε τὴν Ἁγίαν, ἀλλὰ διεσκορπίσθη ἔξω τῆς καμίνου καὶ ἔκαυσε πολλούς.
Ὁ Πρίσκος ὑπέβαλε την Ἁγίαν εἰς νέον μαρτύριον. Ἐκτύπων τὴν Μάρτυρα μὲ ὀξεῖς λίθους καὶ σίδηρα αἰχμηρὰ καὶ ἔτσι κατεκόπη καὶ κατεξεσχίσθη τὸ σωμά της. Καὶ πάλιν θαυματουργικῶς ἀποκατεστάθη ὑγιής. Ἀκολούθως ἐρρίφθη ἡ Ἁγία εἰς μεγάλην δεξαμενήν, ὅπου ὑπῆρχον σαρκοβόρα θηρία τῆς θαλάσσης. Τὰ θηρία ὄχι μόνον δὲν ἔβλαψαν τὴν Ἁγίαν, ἀλλὰ καὶ τὴν ἐβάσταζον ἐπάνω των. Ἔπειτα ἔβαλον τὴν Μάρτυρα εἰς λάκκον μὲ σουβλιά. Καὶ ἐκεῖθεν ἐξῆλθεν ἀβλαβής. Ἐπεχείρησεν ὁ Πρίσκος νὰ πριονίσει καὶ νὰ καύσει τὴν Ἁγίαν. Οἱ ὀδόντες ἐστράβωσαν καὶ τὸ πῦρ ἐσβέσθη καὶ οὐδὲν αὕτη ἔπαθεν. Τέλος ἐρρίφθη ἡ Μάρτυς εἰς θηρία, τὰ ὁποῖα ἦλθον πλησίον της προσκυνοῦντα αὐτήν. Ἐπειδὴ ἡ Ἁγία πρὸ τοῦ μαρτυρίου αὐτοῦ ἱκέτευσε τὸν Χριστὸν νὰ τὴν ἀναπαύσῃ πλησίον Του, μία ἄρκτος τὴν ἐδάγκωσε καὶ οὕτω παρέδωκε τὴν ἁγίαν της ψυχὴν εἰς χεῖρας τοῦ Νυμφίου της.
Χαίροντες οἱ γονεῖς της ἔθαψαν μετὰ πάσης τιμῆς τὸ πάνσεπτόν της λείψανον εἰς τὴν Χαλκηδόνα καὶ ἐδόξαζαν τὸν Κύριον, διότι ἠξιώθησαν τῆς τιμῆς νὰ ἔχουν τὴν θυγατέρα των Μεγαλομάρτυρα τῆς Ἐκκλησίας καὶ πρέσβειράν των πλησίον Του.
Συνελήφθη ἡ Ἁγία μετὰ τῶν τεσσαράκοντα ἐννέα μελῶν τῆς ὁμάδος της. Εἰς τὴν πρόσκλησιν τοῦ Πρίσκου νὰ θυσιάσουν εἰς τὸ εἴδωλον τοῦ Ἄρεως ἡ Ἁγία καὶ ἡ ὁμάδα της ἠρνήθησαν μὲ τόλμην καὶ παρρησίαν, ἀπὸ τὴν ἀπάντησίν των ἐθυμώθη ὁ Πρίσκος καὶ ἔδωκεν ἐντολὴν νὰ δέρουν ἐπὶ εἴκοσι ἡμέρας τοὺς Ἁγίους καὶ νὰ τοὺς φυλακίσουν. Μετὰ τὰς εἴκοσι ἡμέρας ἐδοκίμασε καὶ πάλιν νὰ πείσει τοὺς μάρτυρας νὰ θυσιάσουν. Μετὰ τὴν ἀρνησίν των, τοὺς ἔδειραν τόσον, ὥστε κατεπονήθησαν οἱ δέροντες στρατιῶται. Τότε τοὺς λοιποὺς μάρτυρας ὁ Πρίσκος ἔκλεισεν εἰς τὴν φυλακήν, τὴν δὲ Ἁγίαν προσεπάθησε νὰ τὴν πείσει νὰ θυσιάσει. Μετὰ τὴν ἄρνησίν της καὶ τὴν ὁμολογίαν τῆς πίστεώς της εἰς τὸν Χριστὸν τὴν ἔβαλον εἰς τὸν τροχὸν καὶ ἔτσι κατεκόπτετο ὅλον τὸ σῶμα τῆς Ἁγίας. Κατὰ τὸ μαρτύριόν της ἡ Ἁγία προσηύχετο διαρκῶς. Μετὰ τὸ πέρας τῆς προσευχῆς τῆς θαυματουργικῶς ἐλύθη ἀπὸ τὸν τροχὸν καὶ ἀποκατεστάθη τέλειον καὶ ὑγιὲς τὸ σῶμα της. Ἐν συνεχείᾳ ἐρρίφθη ἡ Ἁγία εἰς πυρακτωμένην κάμινον. Οἱ προεστῶτες τῶν ὑπηρετῶν Σωσθένης καὶ Βίκτωρ ἠρνήθησαν νὰ ρίψουν τὴν Ἁγίαν εἰς τὴν κάμινον, διότι ἔβλεπον νὰ ἵστανται παρὰ τὸ πλευρὸν τῆς Ἁγίας δυὸ φοβεροὶ ἄνδρες, οἱ ὁποῖοι ἀπειλοῦσαν ὄτι θὰ διασκορπίσουν τὸ πῦρ. Ὁ Σωσθένης καὶ ὁ Βίκτωρ ὡμολόγησαν τὸν Χριστὸν καὶ ἐμαρτύρησαν. Προσευχηθεῖσα ἡ Ἁγία ἐρρίφθη εἰς τὴν κάμινον. Ἡ φλὸξ δὲν ἤγγισε τὴν Ἁγίαν, ἀλλὰ διεσκορπίσθη ἔξω τῆς καμίνου καὶ ἔκαυσε πολλούς.
Ὁ Πρίσκος ὑπέβαλε την Ἁγίαν εἰς νέον μαρτύριον. Ἐκτύπων τὴν Μάρτυρα μὲ ὀξεῖς λίθους καὶ σίδηρα αἰχμηρὰ καὶ ἔτσι κατεκόπη καὶ κατεξεσχίσθη τὸ σωμά της. Καὶ πάλιν θαυματουργικῶς ἀποκατεστάθη ὑγιής. Ἀκολούθως ἐρρίφθη ἡ Ἁγία εἰς μεγάλην δεξαμενήν, ὅπου ὑπῆρχον σαρκοβόρα θηρία τῆς θαλάσσης. Τὰ θηρία ὄχι μόνον δὲν ἔβλαψαν τὴν Ἁγίαν, ἀλλὰ καὶ τὴν ἐβάσταζον ἐπάνω των. Ἔπειτα ἔβαλον τὴν Μάρτυρα εἰς λάκκον μὲ σουβλιά. Καὶ ἐκεῖθεν ἐξῆλθεν ἀβλαβής. Ἐπεχείρησεν ὁ Πρίσκος νὰ πριονίσει καὶ νὰ καύσει τὴν Ἁγίαν. Οἱ ὀδόντες ἐστράβωσαν καὶ τὸ πῦρ ἐσβέσθη καὶ οὐδὲν αὕτη ἔπαθεν. Τέλος ἐρρίφθη ἡ Μάρτυς εἰς θηρία, τὰ ὁποῖα ἦλθον πλησίον της προσκυνοῦντα αὐτήν. Ἐπειδὴ ἡ Ἁγία πρὸ τοῦ μαρτυρίου αὐτοῦ ἱκέτευσε τὸν Χριστὸν νὰ τὴν ἀναπαύσῃ πλησίον Του, μία ἄρκτος τὴν ἐδάγκωσε καὶ οὕτω παρέδωκε τὴν ἁγίαν της ψυχὴν εἰς χεῖρας τοῦ Νυμφίου της.
Χαίροντες οἱ γονεῖς της ἔθαψαν μετὰ πάσης τιμῆς τὸ πάνσεπτόν της λείψανον εἰς τὴν Χαλκηδόνα καὶ ἐδόξαζαν τὸν Κύριον, διότι ἠξιώθησαν τῆς τιμῆς νὰ ἔχουν τὴν θυγατέρα των Μεγαλομάρτυρα τῆς Ἐκκλησίας καὶ πρέσβειράν των πλησίον Του.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος
γ΄ Θείας Πίστεως.
Λίαν
εὔφρανας τούς Ὀρθοδόξους καί κατήσχυνας
τούς κακοδόξους, Εὐφημία, Χριστοῦ
καλλιπάρθενε. Τῆς γάρ Τετάρτης Συνόδου
ἔκυρωσας,
ἅ
οἱ Πατέρες καλῶς ἐδογμάτισαν. Μάρτυς
ἔνδοξε, Χριστόν τόν Θεό ἱκέτευε,
δωρήσασθαι ἠμίν τό μέγα ἔλεος.
Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τῷ
θείῳ ἔρωτι, λαμπρῶς ἀθλήσασα, εἰς
oσμὴν ἔδραμες, Χριστοῦ πανεύφημε, οἶα
νεᾶνις παγκαλής, καὶ Μάρτυς πεποικιλμένη·
ὅθεν εἰσελήλυθας, εἰς παστάδα
οὐράνιον,
κόσμῳ διανέμουσα, ἰαμάτων χαρίσματα,
καὶ σώζουσα τοὺς σοὶ ἐκβοῶντας·
χαίροις θεόφρον Εὐφημία.