A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2013

Ο αγώνας των Ορθοδόξων επί εικονομαχίας υπόδειγμα του Ιερού ημών αγώνος

Tου Επισκόπου Μαραθώνος Γ.Ο.Χ. Φωτίου

Μακαριώτατε Αρχιεπίσκοπε της Εκκλησίας των Γ.Ο.Χ. κ. Χρυσόστομε ,

Άγιοι Αρχιερείς,
Τιμιον Πρεσβυτέριον,
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,

Ο αρχαίος τραγικός συγγραφεύς Ευριπίδης είχε πει «όλβιος όστις ιστορίης έσχε μάθησιν». Ευτυχής είναι όποιος γνωρίζει την Ιστορία.  Και για εμάς, τούς αγωνιζομένους τον καλόν αγώνα υπέρ της πατρώας ευσεβείας, είναι αναγκαίο να ανατρέξουμε στις πηγές της Εκκλησιαστικής Ιστορίας για να αντλήσουμε διδάγματα. Αξίζει να δούμε πως «οι προπάτορες ημών, οι κληροδοτήσαντες εις ημάς την ευσέβειαν» αντιμετώπισαν προβλήματα και καταστάσεις παρόμοια με αυτά που αντιμετωπίζουμε και εμείς σήμερα. Αρκεί, βεβαίως, να εξετάσουμε τα θέματα αυτά, μέσα στα ειδικά ιστορικά πλαίσια της εποχής τους. Διότι εκτός από ομοιότητες, υπάρχουν και πολλές διαφορές στα παραδείγματα που εξετάζουμε από εποχές του παρελθόντος. Οι διαφορές αυτές αφορούν, κυρίως, τις ιδιαίτερες ιστορικο-κοινωνικές συνθήκες εντός των οποίων διεδραματίσθησαν τα ιστορικά αυτά γεγονότα. Η εποχή της Εικονομαχίας παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με την σημερινή εποχή, όσον αφορά τα εκκλησιαστικά πράγματα στον γεωγραφικό μας χώρο.

Οι ομοιότητες των δύο περιόδων

Με την εικονομαχία επεχειρήθη η εισαγωγή στην Εκκλησία «εθών αλλοτρίων». Επιρροές από τις ανεικονικές θρησκείες των Εβραίων και των Μωαμεθανών επέδρασαν σημαντικά στην διαμόρφωση του εικονομαχικού φρονήματος. Γι' αυτό και οι εικονομάχοι εκαλούντο Ιουαινόφρονες και Σαρακηνόφρονες.

Ο Χαλίφης Yazid είχε εκδόσει περί το 720 διάταγμα κατά των εικόνων.

Γι' αυτό και ο Λεων ο Ίσαυρος όταν εξέδωσε διάταγμα κατά των Αγ. Εικόνων, κατ' ουσίαν αντέγραψε ξένα πρότυπα. Ένα επιχείρημα των εικονομάχων ήταν ότι, αποβάλλοντας τις αγ. εικόνες, η χριστιανική εκκλησία θα γινόταν πιο ελκυστική στούς Ιουδαίους και στούς Μωαμεθανούς.

Βεβαια, κανένα τέτοιο αποτέλεσμα δεν υπήρξε. Δεν κατεγράφη καμία μεταστροφή Εβραίων η Μωαμεθανών στον Χριστιανισμό για τον λόγο αυτό.

Όπως δεν υπήρξε και με την αλλαγή του εορτολογίου που έγινε, όπως λένε για να συνεορτάζουμε «με τας αδελφάς εκκλησίας της Δυσεως». Και οι οικουμενιστές διατύνονται - όπως και οι εικονομάχοι τότε - ότι υιοθετούν τις καινοτομίες για να προσελκύουν τους ετεροδόξους στην Ορθοδοξία.

Τοτε οι Ορθόδοξοι αντέδρασαν για να μη γίνουν και εκείνα «σαρασκηνόφρονες» να μη σαρακηνήσουν. Τωρα  ο αγώνας γίνεται για να μη γίνουμε λατινόφρονες να μη φραγκέψουμε.

Η εικονομαχία προσπάθησε να επιβληθή δια της βίας και επεκράτησε ως θρησκεία του κράτους για 80 έτη περίπου.

Παρομοίως και οι νεοημερολογητικός οικουμενισμός. Είναι στην πατρίδα μας κρατική θρησκεία και επεβλήθη μέσων διωγμών των Ορθοδόξων. Ήδη επικρατεί επί 86 έτη.

Όταν επεβλήθη η εικονομαχία και συνήλθε η εικονομαχική σύνοδος της Ιερείας, όλοι οι επίσκοποι του Βυζαντινού κράτους την απεδέχθησαν, είτε διότι ήταν εκ φρονήματος εικονομάχοι, είτε διότι υπέκυψαν «δια τον φόβον του Βασιλέως».
|
Το ίδιο και κατά τον 20 αιώνα, όταν επεβλήθη ο νεοημερολιτισμός στην Ελλάδα όλοι οι Αρχιερείς - ακόμη και οι διαφωνούντες - τον εδέχθησαν.
Μαζί με την εικονομαχία καθιερώθηκαν άλλες μεταρρυθμίσεις: συντομεύθηκε η θ. λειτουργία, καταργήθηκαν οι αγρυπνίες και άλλες ακολουθίες, νηστείες, εορτές κ.α.

Παρόμοιες αποφάσεις έλαβαν και οι οικουμενιστές κατά το λεγόμενο Πανορθόδοξο Συνέδριο του 1923 μαζί με την αλλαγή του ημερολογίου.
Μια άλλη ομοιότητα που διαπιστώσαμε κατά την σύγκριση των δύο εποχών είναι και το ότι όταν ο γηραιός ηγέτης των Ορθοδόξων ο Πατριάρχης Γερμανός καθηρέθη αθέσμως και εξωρίσθη, τότε ανεβιβάσθη στον θρόνο από τον Λεοντα Ίσαυρο ο υποτακτικός του Πατριάρχου Σύγκελλος Αναστάσιος. Έτσι λοιπόν ο πρώην υποτακτικός του ηγέτη των Ορθοδόξων έγινε Πατριάρχης και αρχηγός των καινοτόμων! Εντυπωσιακή ομοιότης της περιπτώσεως του γηραιού ηγέτου των Γνησίων Ορθοδόξων, του Μακαριστού πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου, ο οποίος ομοίως καθηρέθη αθέσμως και εξωρίσθη τρεις φορές χάριν της καλής ομολογίας, ο δε υποτακτικός του, ο Διάκονός του στην Μητρόπολη Πελαγονίας Αθηναγόρας, έγινε Πατριάρχης, ηγέτης των καινοτόμων και αξεπέραστη προσωπικότητα στον χώρο του Οικουμενισμού (μέχρι την εμφάνιση του νυν πατριάρχου).

Χρήσιμα διδάγματα

Αλλά, αρκετά περί της ομοιότητας των δύο περιόδων. Τι διδάγματα, όμως, μπορούμε να αντλήσουμε από την εποχή της εικονομαχίας και τα οποία θα μπορούσαν να μας φανούν χρήσιμα στον Ιερό μας αγώνα;

Πρώτα απ' όλα, ας δούμε εάν οι Ορθόδοξοι της εποχής της εικονομαχίας αναγνώριζον τούς εικονομάχους ως αρχιερείς προ της Ζ  Οἰκουμενικῆς Συνόδου.

Αναφέρεται στο έργο «Λογος αποδεικτικός περί των εικόνων» το αποδιδόμενο στον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό:

«Τωρα πες μου· ποιόν να ακολουθήσουμε; Τον άγιο Βασίλειο τον θαυματουργό η τον Παστιλά που οδήγησε πολλές ψυχές στην απώλεια; Ποιόν να πιστέψουμε; τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, που διδάσκει το δρόμο της μετάνοιας και της σωτηρίας, η τον Τρικάκαβο, το δάσκαλο της αταξίας και της απώλειας; Ποιόν να ακούσουμε; τον Γρηγόριο που διέπρεψε στη θεολογία, η τον Κωνσταντίνο τον ανίερο φατριάρχη, την καταστροφή ολόκληρου του λαού; Αυτόν που εξοστράκισε από την αγία του Χριστού Εκκλησία την αγία πίστη των αγίων και σεπτών εικόνων, μαζί με τον συνονόματό του, ο οποίος πήρε αναξίως τα σκήπτρα της βασιλείας.» (ΕΠΕ, τ.3, Θεσσαλονίκη 1990, σελ. 405).

«Βλέπεις αυτή την παρασυναγωγή, που την συγκρότησαν οι κλέφτες και όχι οι ποιμένες, εναντίον της Εκκλησίας του Χριστού;» (ε.α., σελ. 407).

«Και δεν ταιριάζει να λέγεται σύνοδος, αλλά συνέδριο ιουδαϊκό. (...) Και αφού συγκάλεσαν οι ιερείς των Ιουδαίων το συνέδριο, πήραν έγκριση από αυτό εναντίον του Σωτήρα να τον συλλάβουν και να τον σκοτώσουν. Και αφού τον συνέλαβαν, τον σταύρωσαν και αφού ανάμιξαν ξίδι και χολή, έβαλαν σφουγγάρι στο καλάμι και το πρόσφεραν στο στόμα του και παίρνοντας λόγχη τρύπησαν την αγία του πλευρά. Έτσι, οι άλλοτε υιοί έγιναν ξένοι προς την ευγένεια των πατριαρχών και πατέρων τους.» (ε.α., σελ. 409).

«Και συγκαλώντας συνέδριο οι ιερείς των Χριστιανών, μαζί με τούς βασιλείς, που είχαν αρπάξει αναξίως τη βασιλεία και είχαν εισπηδήσει στα προαύλιά της τυραννικά, έβγαλαν απόφαση από τούς πονηρούς συλλογισμούς και οι ίδιοι σχεδίασαν δόλια και απερίσκεπτα ενάντια στην εικόνα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, και την καταδίκασαν να καταπατηθεί από τα παράνομα πόδια τους, αντι της σαρκικής σταύρωσης που διέπραξαν οι Ιουδαίοι. Και όπως οι άνομοι ανάμιξαν ξίδι και χολή και το έφεραν στο στόμα του Χριστού, έτσι και αυτοί ανακάτεψαν νερό και ασβέστη, και βάζοντας σφουγγάρι σε ξύλο το έφεραν στην όμοια με σάρκα μορφη της τίμιας εικόνας και την επέχρισαν. Και αντι της λόγχης που τρύπησε την ζωοδότρα πλευρά του Χριστού, παίρνοντας αμφίστομο σπαθί, την κατέσκαψαν, την απόξεσαν και την εξαφάνισαν από την εκκλησία, και ολοκλήρωσαν και αυτοί το έργο των Ιουδαίων και παρέδωσαν τον εαυτό τους στο διάβολο. Τι συμφορά! τι τρέλλα! τι εξαπάτηση των Χριστιανών! Ακόμα και οι βασιλείς και οι αρχιερείς που θεωρούνταν Χριστιανοί, αποξένωσαν τούς εαυτούς τους από την άψογη πίστη, και έρριξαν οι ίδιοι τούς εαυτούς τους στο βάραθρο των Ιουδαίων, μέσα σε βραχύ χρονικό διάστημα. Αλίμονο σε σένα, διάβολε, ξένε του Θεού, που ανέμιξες τούς Χριστιανούς με τούς Ιουδαίους.» (ε.α., σελ. 411).

Ο πατριάρχης των εικονομάχων αποκαλείται «ανίερος φατριάρχης», η εικονομαχική Συνοδος της Ιερείας «εβδελυγμένη παρά Θεού και των Αγίων αυτού», «θεομίσητος», «παρασυναγωγή» και «Ιουδαϊκόν Συνέδριον». Οι εικονομάχοι αρχιερείς καλούνται «άρπαγες και ουχί ποιμένες» και παρομοιάζονται με τούς σταυρωτάς του Χριστού.

Ας  δούμε τώρα τι γράφει ο Όσιος Θεοφάνης ο Ομολογητής στην χρονογραφία του. Περιγράφοντας την παραίτηση του μετανοημένου Εικονομάχου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Παύλου αναφέρει τα λόγια με τα οποία αιτιολόγησε την απόφασή του στην Βασίλισσα Θεοδώρα: «Μηπως δεν θα έπρεπε να έχω ανέλθει καθόλου στον ιερατικό θρόνο, εφόσον η Εκκλησία του Θεού υφίστατο διώξεις, διαχωρισμένη καθώς ήταν από τούς άλλους Καθολικούς (Ορθόδοξους) θρόνους και υποκείμενη σε αναθεματισμό». (Θεοφάνους Ομολογητού, «Χρονογραφία», Μεταφρ. Αρχιμ. Ανανία Κουστένη, τ. Γ , εκδ. Αρμός, Αθήναι 2007, σελ. 1245).

Ο ίδιος υποδεικνύει τον ασηκρήτι (βασιλικό γραμματέα) Ταράσιο ως τον καταλληλότερο για διάδοχό του. Ο Ταράσιος, όμως, κοσμικός ων και αυτοκρατορικός αξιωματούχος, δεν ήθελε να γίνει Πατριάρχης, αφ’ ενός μεν φοβούμενος το βάρος της αρχιερωσύνης αλλά και διότι θεωρούσε την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως βαρυνομένη με ανάθεμα, λόγω της εικονομαχικής αιρέσεως. Είπε: «Βλέπω επίσης ότι εμείς κατά καιρούς μιλάμε μ' ένα συγκεκριμένο τρόπο, ενώ οι ομόπιστοί μας, οι Χριστιανοί της Ανατολής, μιλούν διαφορετικά και οι Δυτικοί συμφωνούν μαζί τους, ενώ εμείς έχουμε αποξενωθεί από όλους αυτούς και αναθεματιζόμαστε καθημερινά απ' αυτούς. Το ανάθεμα είναι τρομερό πράγμα. Οδηγεί κάποιον μακριά από το Θεο, τον ωθεί μακριά από τη βασιλεία των ουρανών προς το εξώτερο σκότος. (...) Και αν οι βασιλείς μας, οι προστάτες της Ορθοδοξίας, καταδεχθούν να εγκρίνουν το αίτημά μου, τότε κι εγώ δέχομαι να εκπληρώσω την εντολή τους και δέχομαι την εκλογή σας. Αν όμως όχι, μου είναι αδύνατον να το κάνω, για να μην υποβληθώ σε ανάθεμα και καταδικαστώ την ημέρα του Κυρίου μας και Κριτού της δικαιοσύνης, όταν ούτε βασιλιάς, ούτε ιερέας ούτε άρχοντες ούτε πλήθος ανθρώπων θα είναι σε θέση να με απαλλάξουν.» (ε.α., σελ. 1249, 1251, 1253).

Ώστε λοιπόν η εικονομαχική Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως ήταν αναθεματισμένη και αποκεκομένη από τον κορμο της Εκκλησίας ήδη και προ της Ζ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.

Ακόμη ας δούμε, πως οι Ορθόδοξοι θεωρούν τούς εικονομάχους, ως εντός Εκκλησίας η εκτός Αυτής;

Στα Πρακτικά της Ζ  Οἰκουμενικῆς Συνόδου γράφει περί των μετανοημένων εικονομάχων αρχιερέων:

α) «Βασίλειος ο επίσκοπος Αγκύρας είπεν· όσον ην εις δύναμίν μου, δεσπόται, εξήτασα την υπόθεσιν, και πάσαν πληροφορίαν δεξάμενος, προσήλθον τη καθολική εκκλησία ο έσχατος υμών δούλος. Ταράσιος ο αγιώτατος πατριάρχης είπεν· δόξα τω Θεώ τω θέλοντι πάντας ανθρώπους σωθήναι και εις επίγνωσιν άληθείας ελθείν.» Και στην συνέχεια ο ίδιος μετανοημένος Επίσκοπος Αγκύρας στον λίβελλό του αναφέρει: «...και εγώ Βασίλειος ο επίσκοπος Αγκύρας της πόλεως, προαιρούμενος ενωθήναι τη καθολική εκκλησία,... » (Πρακτικά Οικουμενικών Συνόδων, τ.3, σελ. 229).

β) Και αλλού: «...προσήχθη Θεόδωρος ο ευλαβέστατος επίσκοπος Μύρων της Λυκίας και είπε· καγώ ο αμαρτωλός και ανάξιος πολλά ψηλαφήσας και ερευνήσας, και το κρείττον επιλεξάμενος, δέομαι του Θεού και της υμετέρας αγιωσύνης, ίνα μετά πάντων καγώ ο αμαρτωλός ενωθώ τη αγία καθολική εκκλησία. (...) Ευθύμιος ο οσιώτατος επίσκοπος Σάρδης είπεν ευλογητός ο Θεός ο ενώσας αυτόν τη καθολική εκκλησία» (ε.α., σελ. 230).

γ) «Και προσήχθη Θεοδόσιος ο επίσκοπος του Αμορίου, και είπε· (...) και παρακαλώ την αγίαν υμών σύνοδον, ίνα μετά πάντων των Χριστιανών δέξησθαι καμέ τον ανάξιον υμών δούλον. (...) δέξασθαί με, ως εδέξατο ο Θεός τον άσωτον, και την πόρνην, και τον ληστήν. Ζητήσατέ με, καθώς εζήτησεν ο Χριστός το απολωλός πρόβατον, ο ανέλαβεν επί των ώμων». (ε.α., σελ. 230-231).


Βλέπουμε λοιπόν ότι κατά την Ζ  Οἰκουμενική Σύνοδο οι μετανοημένοι Εικονομάχοι Αρχιερείς θεωρούν και οι ίδιοι ότι είναι αποκεκομένοι από την Εκκλησία και εντάσσονται σ’ Αυτήν.

Ας δούμε όμως και τις επιστολές του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου, αν μπορούμε να αντλήσουμε από αυτές χρήσιμα διδάγματα για τον ιερό μας αγώνα. Γράφει (προς Θεόδωρον Μονάζοντα): «εν κεφαλαίω δε ειπείν, τον η υπογραφή η κοινωνία αιρετική αλόντα ιερέα η απλώς διάκονον είργεσθαι παντάπασιν της ιερουργίας, αλλά γαρ και της κοινωνίας, μετά δε την της επιτιμίας περαίωσιν των μεν αγιασμάτων μετέχειν, της δε λειτουργίας ουδαμώς, έως αγίας συνόδου, ευλογείν δε η και εύχεσθαι ως κοινόν μοναχόν, ουχ ως ιερωμένον, αλλά και τούτο μετά συμπλήρωσιν επιτιμητικήν·»(Θεοδώρου Στουδίτου, «Άπαντα», σειρά «Φιλοκαλία», τ. 18Γ εκδ. ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1999, σελ. 270 ).

Γράφει ακόμη σε μία άλλη επιστολή του (προς Ειρήνην Ηγουμένην): «επί δε τη του πρεσβυτέρου υποθέσει μετατακτέον τον λόγον. ου τι που ημείς, ω αμμάς, νυν μεν τούτο λέγομεν, αύριον δε έτερον, αλλ' ο αυτός λόγος ημίν εστιν αεί· τι τούτο; τον αλόντα πρεσβύτερον τη κοινωνία των αιρετικών, ει γε μάλιστα και υπογραφή, μη εξείναι ιερουργείν έως καιρού ορθοδόξου συνόδου, εφ' η τα τοιαύτα και θεωρηθήσεται και διακριθήσεται, η μόνον το κατά περίστασιν βαπτίζειν, εκκομίζειν νεκρόν, διδείν σχήμα μοναχώ, αγιάζειν των Θεοφανίων το ύδωρ, ευαγγελίζεσθαι κατ' όρθρον και μεταδιδόναι των αγιασμάτων, ήδη θεουργηθέντων υπό σεσωσμένου πρεσβυτέρου. και ταύτα, ως είπον, εξ ανάγκης, επεί, ευρισκομένου του μη εμπαρέντος τη κοινωνία ιερέως, ουδέ τα προειρημένα πράσσειν εξόν.» (ε.α. σελ. 450, 452).

Και στην ερώτηση πως πρέπει να αντιμετωπίζονται αυτοί που ήλθαν σε κοινωνία με την αίρεση, ο όσιος Θεόδωρος απαντά: «...ει μεν πρεσβύτερος η διάκονος, ειργέσθω της ιερουργίας έως συνόδου ορθοδοξίας, μετά δε επιτιμίαν την προσήκουσαν μετεχέτω των ορθοδόξων αγιασμάτων, η δε δύναμις της επιτιμίας αμεθεξία εστί των αγιασμάτων καθ' ον καιρόν η καιρούς ο επιτιμών οικονομοίη·»(ε.α. σελ. 504).

Δηλαδή, φαίνεται καθαρότατα ότι –κατά τον Αγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη- το επιτίμιο για την πτώση του κληρικού στο σφάλμα της κοινωνίας με την αίρεση εφαρμόζεται αμέσως. Η Σύνοδος δεν χρειάζεται να συνέλθει για την επιβολή του επιτιμίου, αλλά για να αποφανθεί για την λύση του.

Όμως και κάτι άλλο πολύ χρήσιμο συναντούμε στις επιστολές του Οσίου Θεοδώρου. Πολύς λόγος γίνεται από κύκλους νεοημερολογιτών για τις αρχιερατικές χειροτονίας της Εκκλησίας μας από τους Ρώσους της Διασποράς. Ότι είναι υπερόριες και άρα αντικανονικές και άδεκτες. Παρόμοιο πρόβλημα υπήρχε και κατά τον καιρό της εικονομαχίας. Πολλοί που ήθελαν να χειροτονηθούν από ορθοδόξους Αρχιερείς, έφευγαν έξω από τα όρια της Αυτοκρατορίας προς την Ορθόδοξη, τότε, Ρώμη και Νεάπολη και Λογγοβαρδία. Ετέθη τότε το θέμα αν έπρεπε να γίνουν δέκτές αυτές οι υπερόριες χειροτονίες. Γι’ αυτό, στην επιστολή του προς Μεθόδιον Μονάζοντα ο Αγιος αναφέρει: «Ερώτησις. περί των χειροτονηθέντων πρεσβυτέρων εν Ρωμη, εν Νεαπόλει και εν Λαγγιβαρδία ακηρύκτων και απολελυμένων, ει χρη τους τοιούτους δέχεσθαι και κοινωνείν αυτοίς και συνεσθίειν και συνεύχεσθαι. Απόκρισις. εν καιρώ αιρέσεως ου κατά τα εν ειρήνη τυπωθέντα πάντως απαραλείπτως γίνεται δια την αναγκάζουσαν χρείαν, όπερ φαίνεται πεποιηκώς ο τε μακαριώτατος Αθανάσιος και ο αγιώτατος Ευσέβιος,υπερορίους χειροτονίας αμφότεροι ποιησάμενοι. Και νυν δε το αυτό οράται πραττόμενον εν τη παρούση αιρέσει. Ώστε οι υποδηλωθέντες, ει ου προδήλως εισί κατεγνωσμένοι, ουδαμώς εκ του ούτως χειροτονηθήναι αποτροπιαίοι, αλλά προσδεκτέοι κατά τέσσαρας προτάσεις»(ε.α. σελ. 486).

Είναι σαφέστατος ο Αγιος: κατά τον καιρό της αιρέσεως τα πράγματα δεν γίνονται όπως στον καιρό της ειρήνης. Και στην περίπτωση αυτή, λοιπόν, οι υπερόριες χειροτονίες γίνονται δεκτές.

Πατριαρχική Εγκύκλιος

Τις ημέρες αυτές κυκλοφόρησε από το Πατριαρχ. Κωνσταντινουπόλεως μια εγκύκλιος επί τη Κυριακή της Ορθοδοξίας. Στην εγκύκλιο αυτή ο Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος υπεραμύνεται των οικουμενιστικών του ανοιγμάτων, κατά τρόπον απροκάλυπτο.

Λεγει: «η Ορθοδοξία δεν είναι μουσιακός θησαυρός δια να συντηρήται, αλλά πνοη ζωής δια να μεταδίδεται και ζωογονή τούς ανθρώπους».

Άπαντούμε: η παραδοθείσα πίστις είναι αμετάβλητη. Είναι η άνωθεν αποκεκαλυμένη αλήθεια και είναι από μόνη της αμετάβλητη. Δεν χρειάζεται κανενός είδους συντήρηση. Ζωσα πνοη είναι η χάρις του Αγ. Πνεύματος η οποία μεταμορφώνει τούς ανθρώπους. Η μέθοδος, ο τρόπος της μεταμορφώσεως αυτής είναι σταθερός και αμετάβλητος και είναι η Ορθοδοξία. Οι μεταμορφώσεις των ανθρώπων που εγκολπώνονται την Ορθοδοξία είναι μία διαδικασία συνεχής και επαναλαμβανόμενη.

Αναφέρει ακόμη: «H Ορθοδοξία είναι πάντοτε επίκαιρος, αρκεί να την προβάλλουμε με ταπεινοφροσύνην και να την ερμηνεύουμε λαμβάνοντες υπ' όψιν τας αναζητήσεις και τας υπαρξιακάς ανάγκας του Ανθρώπου εις κάθε εποχήν και πολιτισμικόν περίγυρον».

Η αλήθεια όμως είναι ότι οι οικουμενισταί δεν «προβάλλουν με ταπεινοφροσύνην» την Ορθοδοξία αλλά την μεταβάλλουν και την προσαρμόζουν στα ανθρώπινα μέτρα.

Η ορθοδοξία όμως δεν προσαρμόζεται στα μέτρα των ανθρώπων. Είναι -όπως προείπαμε- αξία σταθερή. Οι άνθρωποι πρέπει να την αποδεχθούν και να προσαρμοσθούν στα δικά της μέτρα.

Αναφέρει ακόμη: «Η Ορθόδοξος Εκκλησία δεν φοβείται τον διάλογον, διότι και η αλήθεια δεν τον φοβείται.  Αντιθέτως, εάν η Ορθοδοξία κλεισθή εις τον εαυτόν της και δεν διαλέγεται με τούς εκτός αυτής, όχι μόνον θα αποτύχη εις την αποστολήν της, αλλά και θα μετατραπή από «καθολική» και «κατά την οικουμένην» Εκκλησία που είναι, εις μίαν εσωστρεφή και αυτάρεσκον ομάδα, εις ένα «γκέττο» εις το περιθώριον της ιστορίας.»

Η Εκκλησία του Χριστού είναι Καθολική διότι απευθύνεται σε όλους τούς ανθρώπους της οικουμένης. Φυσικά δεν φοβείται τον διάλογο, αλλά διαλέγεται για να πείσει τούς εκτός εκκλησίας να δεχθούν την αλήθεια της πίστεως και όχι για να αυτομεταβληθεί. Αυτό που κάνουν οι οικουμενισταί δεν είναι διάλογος αλλά υποχωρήσεις. Ο Απ. Παύλος δεν λέγει όχι στον διάλογο, αλλά «μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού». Ο διάλογος δεν μπορεί να είναι αιώνιος, εάν οι αλλοτριοφρονούντες δεν πείθονται.

«Δια τον λόγον αυτόν και οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας μας ουδέποτε εφοβήθησαν τον διάλογον με τον πνευματικόν περίγυρον της εποχής των, ακόμη και με τούς ειδωλολάτρας φιλοσόφους των χρόνων των, και με τον τρόπον αυτόν επηρέασαν και διαμόρφωσαν τον πολιτισμόν της εποχής των και μας παρέδωσαν μίαν Εκκλησίαν αληθινά οικουμενικήν.»

«Οικουμενικήν» αλλ' όχι «οικουμενιστικήν» κ. Πατριάρχα. Σείς με τούς επί 80 έτη διαλόγους τι κατορθώσατε. Μηπως οι αιρετικοί με τούς οποίους διαλέγεσθε πλησίασαν την Ορθοδοξία; Απεναντίας. Έγιναν χειρότεροι από πριν και εκείνοι, αλλά και εσείς που διαλέγεσθε άσκοπα με αυτούς. Και έπειτα σείς δεν αρκείσθε στούς διαλόγους, αλλά προχωρείτε και σε συμπροσευχές και συλλείτουργα με τούς ετεροδόξους. Ποτε οι Άγιοι Πατέρες έκαναν τέτοια πράγματα. Το αντίθετο. Τα απαγόρευαν κατηγορηματικώς.

«Οφείλομεν», αναφέρει στην συνέχεια, «πρώτον να συνομιλήσωμεν οι χριστιανοί μεταξύ μας και να λύσωμεν τας διαφοράς μας, δια να είναι αξιόπιστος η μαρτυρία μας προς τον έξω κόσμον τις διαφορές μας.»

Ώστε πρόκειται να «λύσουμε τις διαφορές μας! Τι διαφορές να λύσουμε και πως; Μηπως με αμοιβαίες υποχωρήσεις; Η μήπως με την αδιαφορία για τις διαφορές; Μάλλον με το δεύτερο. Θα παρακάμψουν τις διαφορές ανεχόμενοι τις διαφορές αλλήλων και προχωρούντες σε ενότητα. Κατι τέτοιο είχε προτείνει ο Αυτοκράτωρ Μιχαήλ ο Τραυλός (μετριοπαθής εικονομάχος). Διέταξε να λησμονηθούν και οι εικονομαχικές και οι ορθόδοξες σύνοδοι της τελευταίας περιόδου και οι μεν να ανέχονται τούς δε. Ζητησε και κοινή συνδιάλεξη των δύο μερίδων αλλά οι Ορθόδοξοι αρνήθηκαν (Στεφανίδου Εκκλησιαστική Ιστορία, σελ. 263).

Συνεχίζει η Πατριαρχική εγκύκλιος: «Η προσπάθεια δια την ενότητα των χριστιανών είναι θέλημα και εντολή του Κυρίου, ο Οποίος προ του Παθους Του προσηύχετο προς τον Πατέρα «ίνα πάντες (οι μαθηταί Του) εν ώσιν, ίνα ο κόσμος πιστεύση ότι συ με απέστειλας» (Ιωάν. 17, 21). Δεν είναι δυνατόν ο Κυριος να αγωνιά δια την ενότητα των χριστιανών και ημείς να μένωμεν αδιάφοροι. Τούτο θα αποτελούσε εγκληματικήν προδοσίαν και παράβασιν της εντολής Του».

Το θέλημα του Θεού και η προσευχή της Εκκλησίας είναι όλοι οι άνθρωποι να ενωθούν με τον Χριστό. Ενωμένοι με τον Χριστό γίνονται ένα και μεταξύ τους. Όχι ατελείωτες συζητήσεις και διαπραγματεύσεις για επίπλαστες ενότητες. Παράβαση της εντολής του Χριστού είναι ακριβώς αυτό το οποίο πράττουν οι οικουμενιστές. Διότι η ενότητα που προωθούν δεν έχει ως βάση την μοναδικότητα της αληθείας της Ορθοδοξίας, αλλά αντιθέτως: την καταστρατηγεί.

Γράφει στην συνέχεια: «Ακριβώς δι' αυτούς τούς λόγους, το Οικουμενικόν Πατριαρχείον με την σύμφωνον γνώμην και συμμετοχήν όλων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών διεξάγει από πολλών δεκαετιών πανορθοδόξους επισήμους θεολογικούς διαλόγους μετά των μεγαλυτέρων χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών. Σκοπός αυτών των διαλόγων είναι να συζητηθούν με πνεύμα αγάπης όλα όσα χωρίζουν τούς χριστιανούς τόσον εις την πίστιν των όσον και εις την οργάνωσιν και ζωήν της Εκκλησίας.»

Την απάντηση δίδει ο Απ. Παύλος: «Μετά μίαν και δευτέραν τοποθεσίαν παραστού». Άρα δεν είναι προς καύχησή του η επίκληση των πολλών δεκαετιών που συζητούν με τούς ετεροδόξους.

«Τούς διαλόγους αυτούς και κάθε προσπάθεια ειρηνικών και αδελφικών σχέσεων της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τούς άλλους χριστιανούς πολεμούν σήμερον, δυστυχώς, και μάλιστα με φανατισμόν απαράδεκτον δια το Ορθοδόξον ήθος, ωρισμένοι κύκλοι που διεκδικούν δια τον εαυτόν των αποκλειστικώς τον τίτλον του ζηλωτού και υπερασπιστού της Ορθοδοξίας.»

Δεν έχει σημασία τι λέγουμε εμείς. Τούς διαλόγους «αυτούς πολεμούν οι Άγιοι Απόστολοι Πατέρες μένα από τούς Ι. Κανόνες και τα συγγράμματα που μας άφησαν. Εμείς αυτούς ακολουθούμε.

«Διαδίδουν ψευδώς ότι επίκειται η ένωσις μεταξύ Ρωμαιοκαθολικών και Ορθοδόξων, ενώ γνωρίζουν ότι αι διαφοραί που συζητούνται εις τον θεολογικόν διάλογον μεταξύ αυτών, είναι ακόμη πολλαί, και θα απαιτήση μακρόν χρόνον η συζήτησίς των.»

Μηπως, εν τέλει, δεν έχει ανάγκην την ένωσιν με τούς Λατίνους ο κ. Πατριάρχης; Διότι όπως εξελίσσεται η κατάσταση αρχίζει να επικρατεί και στην Ανατολή η παπική νοοτροπία της Δυσης. Τι να τον κάνουμε -λοιπόν- τον πάπα της Ρωμης, όταν θα έχουμε πάπα στη νέα Ρωμη; Θα έχετε ακούσει ασφαλώς τον όρο «ο προκαθήμενος της Ορθοδοξίας» και ο «Αρχηγός 250 εκατομ. Ορθοδόξων». Από τότε η Ορθόδοξος Εκκλησία απέκτησε άλλο αρχηγό από τον Χριστό και από τότε ο Επίσκοπος μίας πόλεως διεκδικεί τον τίτλο του Επισκόπου όλων των πιστών της γης; Αυτά ο πάπας τα ισχυρίζεται. Ιδού - λοιπόν - οδεύουν σε μία μελλοντική ενωμένη εκκλησιαστική κατάσταση με δύο πάπες. Έναν στην Δυση και έναν στην Ανατολή. Ίσως να υιοθετήσουν ως σύμβολο τον δικέφαλο αετό όπου η μία κεφαλή θα φέρει παπική τιάρα και η άλλη πατριαρχική μίτρα...

«Κατηγορούν όσους διεξάγουν τούς διαλόγους ως δήθεν «αιρετικούς» και «προδότας» της Ορθοδοξίας, απλώς και μόνον διότι διαλέγονται με τούς ετεροδόξους, προβάλλοντες εις αυτούς τον πλούτον και την αλήθειαν της Ορθοδόξου πίστεώς μας.»

Ο πλούτος της Ορθοδοξίας δεν προβάλλεται με συλλείτουργα και συμπροσευχές με τούς ετεροδόξους και τούς αλλοθρήσκους. Ούτε με εόρτια πατριαρχικά μηνύματα στα ραμαζάνια και τα μπαϊράμια. Ποτε οι άγιοι πατέρες έκαναν τέτοια πράγματα;

«Ομιλούν απαξιωτικά δια κάθε προσπάθειαν συνδιαλλαγής μεταξύ των διηρημένων χριστιανών και αποκαταστάσεως της ενότητός των ως δήθεν «παναίρεσιν του οικουμενισμού» χωρίς να παρέχουν καμμίαν απόδειξιν ότι κατά τας επαφάς της με τούς μη Ορθοδόξους η Ορθόδοξος Εκκλησία εγκατέλειψε η αρνήθηκε τα δόγματα των Οικουμενικών Συνόδων και των πατέρων της Εκκλησίας μας.»

Ένα μικρό παράδειγμα μόνον: «Σε συνεντεύξεις τους ο κ. Ζηζιούλας παλιότερα και ο καρδινάλιος κ. Βαλτερ Γκάσπερ προσφάτως σε Ιταλικά έντυπα αναφέρθηκαν στούς διαλόγους τους. Έχουν συμφωνήσει ήδη ότι ο πάπας έχει πρωτεία και τα πρωτεία του δεν είναι μόνον «πρωτεία τιμής» αλλά και κάτι παραπάνω. Αυτό το «κάτι παραπάνω» απέμενε να διευκρινήσουν. Δηλαδή, το πως θα ασκή ο (κάθε) πάπας τα πρωτεία εξουσίας του.»

Και καταλήγει το μήνυμα με την αυτάρεσκη αναφορά του Πατρ. Κωνσταντινουπόλεως ως «Κεντρου της Ορθοδοξίας». Εαν ήταν πράγματι ορθόδοξο, θα ήταν ένα κέντρο συντονισμού. Τωρα όμως, το Φανάριον έπιχειρεί να ασκή εξουσία. Επεμβαίνει αυθαίρετα σε άλλες Τοπικές Αυτοκέφαλες Εκκλησίες. Έχει έλθει σε ρήξη με Ιεροσόλυμα, Μοσχα και Αθήνα και σε κάποιες περιπτώσεις περισσότερο από μία φορά. Κανένα φανάρι όμως δεν είναι κέντρον ορθοδοξίας. Δεν υπάρχει γεωγραφικό σημείο από το οποίο εξαρτάται η Ορθοδοξία. Η Κπολη υπήρξε πολλάκις στο παρελθόν -όπως είναι και τώρα- κέντρον κακοδοξίας. Επί Νεστορίου, Μακεδονίου, των αιρεσιαρχών Αναστασίου, Κωνσταντίνου, Θεοδώρου Κασιτερά, Ιωάννου Γραμματικού των εικονομάχων Πατριαρχών και άλλοτε πολλάκις το Πατρ. Κωνσταντινουπόλεως υπήρξε εστία της Κακοδοξίας.

              Πραγματικό κέντρο της Ορθοδοξίας είναι η αλήθεια δηλ. ο Χριστός και χρέος όλων μας ως Ορθοδόξων είναι να μείνουμε ενωμένοι με το κέντρο αυτό. 

Επίλογος

Σεβαστοί πατέρες και αγαπητοί αδελφοί,

Κλείνοντας την παρούσα πανηγυρική ομιλία επιτρέψατέ μου να κάνω μία πνευματική αναγωγή. Ο κάθε άνθρωπος είναι μία εικόνα Θεού. Επλάθημεν κατ' εικόνα Θεού. Το «κατ' εικόνα» αναφέρεται στο λογικόν και αυτεξούσιον του ανθρώπου. Αυτή η εικόνα Θεού, μετά την πτώση «ημαυρώθη». Χρέος μας, λοιπόν, είναι να αποκαθάρωμεν την εικόνα Θεού που φέρει ο καθένας μας, με τα δάκρυα της μετανοίας. 'Ας τροφοδοτήσουμε το «λογικόν» με την Ορθόδοξη διδασκαλία και το «αυτεξούσιον» ας το κατευθύνουμε στην εθελούσια τήρηση των θείων εντολών.

Έτσι θα συντελεσθή με πνευματικό τρόπο η εντός ημών αναστήλωσις της θείας εικόνος. Έτσι θα εορτάσουμε πνευματικώς την εορτή της Ορθοδοξίας. Αμήν, γένοιτο.