Κατά
την τέλεση της Μεγάλης Εορτής της
Μεταμορφώσεως του Κυρίου και Θεού και
Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, που γίνεται
κάθε χρόνο στις 6 Αυγούστου με
το (παλαιό) Πάτριο Εορτολόγιο (19/8 ν. ημ.)
στην Ιερά Μονή του Θαβωρίου Όρους της
Γαλιλαίας, συμβαίνει ένα θαυμαστό
γεγονός κατά το οποίο καλύπτεται και
επισκιάζεται το Θαβώριο Όρος από μια
φωτεινή Νεφέλη. Το φαινόμενο αυτό είναι
ορατό και διαβεβαιώνεται από πλήθη
πιστών Ορθοδόξων προσκυνητών οι οποίοι
μετά την ολονύκτια αγρυπνία και το πέρας
της Θείας Λειτουργίας, βγαίνουν στον
περίβολο της αυλής προσευχόμενοι
ψάλλοντας ύμνους...
Και ενώ ο
καιρός είναι αίθριος, έρχεται στις 4 η
ώρα το πρωί μια φωτεινή Νεφέλη που
συνεχώς πυκνώνει, καλύπτοντας το Θαβώριο
Όρος και την Ιερά Μονή, λάμποντας ολοένα
και περισσότερο, εκπέμποντας ένα
Θείο Φως που έχει ευωδιάζον ερυθροκυανόλευκο
χρώμα!!! Όλα αυτά συμβαίνουν μπροστά
στους έκπληκτους προσκυνητές που
συγκινημένοι δέονται καθώς η Αγία Νεφέλη
καταλάμπουσα από το Θείο Φως, βεβαιεί
την Παρουσία του Θεού κινούμενη,
καλύπτοντας και φωτίζοντας τους πάντες
και τα πάντα ως μεγίστη Ευλογία και
Αγιασμό.
Εν συνεχεία και
ενώ συνεχίζονται οι δεήσεις και οι
δοξολογίες, η Αγία Νεφέλη σταδιακά
απομακρύνεται αποσυρόμενη από το Θαβώριο
Όρος, δίδοντας όπως και το Άγιο Φως της
Αναστάσεως που βγαίνει από τον Πανάγιο
Τάφο, μια αδιαμφισβήτητη πιστοποίηση
και χαρά για την Αλήθεια της Ορθοδόξου
πίστεως.
Tο σώμα δηλαδή
είναι κατώτερο από την ψυχή, δεν είναι
όμως αντίθετο από την ψυχή. Η ψυχή είναι
απλή και εξυπηρετείται με τις επιθυμίες
του σώματος.
Εμείς παραδεχόμαστε
ότι το σώμα είναι κατώτερο από την ψυχή
και υποδεέστερο· αυτό όμως δεν σημαίνει,
ότι το σώμα είναι αντίθετο από την ψυχή,
ότι δηλαδή την πολεμά και ότι είναι
πονηρό· αλλ’ έχει ανάγκη από την ψυχή,
όπως ακριβώς η κιθάρα από τον κιθαριστή
και το πλοίο από τον κυβερνήτη. Αυτά
δηλαδή που δεν είναι αντίθετα με εκείνους
που τα οδηγούν και τα μεταχειρίζονται,
μπορεί να είναι πάρα πολύ σπουδαία, δεν
έχουν όμως την ίδια αξία με τον
τεχνίτη.Όταν το σώμα γίνει ασθενικό,
αναγκαστικά και η ψυχή συμμετέχει σ’
αυτή τη βλάβη· γιατί ως επί το πλείστον
οι ενέργειες της ψυχής συμβαδίζουν
με τη διάθεση του σώματος. Γιατί και
κατά τη διάρκεια των ασθενειών είμαστε
διαφορετικοί εξαιτίας της αδυναμίας
του σώματος και διαφορετικοί, όταν
είμαστε υγιείς. Όπως ακριβώς δηλαδή
στην περίπτωση της χορδής του οργάνου,
όταν οι φθόγγοι είναι απαλοί και άτονοι
και αδύνατοι, υποβαθμίζεται και η αξία
της μουσικής τέχνης, επειδή αναγκάζεται
να ακολουθεί την αδυναμία των χορδών·
έτσι και στην περίπτωση του σώματος, η
ψυχή δέχεται απ’ αυτό πολλές βλάβες,
πολλές ανάγκες. Γιατί, όταν το σώμα
έχει ανάγκη από πολλή περιποίηση,
και η ψυχή υπομένει την σκλαβιά
εκείνη.
Αν ήσουνα ασώματος, ο Χριστός
θα σου παρέδιδε τα ασώματα δώρα των
Μυστηρίων γυμνά· επειδή όμως η άυλη
ψυχή είναι στενά συνδεδεμένη με το υλικό
σώμα, σου παραδίδει με αισθητά και υλικά
σημεία τα αόρατα, τα οποία μόνον με το
νου του μπορεί να συλλάβει ο άνθρωπος.
Είναι στενός ο σύνδεσμος της
ψυχής με το σώμα· και το επινόησε αυτό
ο Δημιουργός, ώστε να μη πείθουν
μερικοί να μισούμε το σώμα σαν να είναι
ξένο και εχθρικό…Ο διάβολος όμως
κυριάρχησε τόσο πολύ, ώστε έπεισε
μερικούς να μισούν και το ίδιο το
σώμα τους…Γιατί, αν το σώμα είναι
όργανο του διαβόλου, τότε πού οφείλεται
η τόσο μεγάλη συμφωνία που υπάρχει
ανάμεσα στο σώμα και στην ψυχή, που είναι
τόσο μεγάλη, ώστε το σώμα να είναι
κατάλληλο να υπηρετεί την ευσεβή ψυχή
από όλες τις πλευρές; Αλλά αν είναι
κατάλληλο, ίσως πει κανείς, πώς συμβαίνει
να σκοτίζει την ψυχή; Δεν είναι το
σώμα που τυφλώνει την ψυχή, μακριά μια
τέτοια σκέψη, άνθρωπε, αλλά οι αμαρτωλές
απολαύσεις.
Και από πού προέρχεται η
επιθυμία των αμαρτωλών απολαύσεων; Δεν
προέρχεται καθόλου από το σώμα, αλλά
από την πονηρή εσωτερική διάθεση…Δεν
είναι όργανα του διαβόλου ούτε το σώμα,
ούτε οι τροφές, αλλά μόνον οι αμαρτωλές
απολαύσεις.
Και γιατί σου μιλάω για το
θάνατο; Αφού βέβαια και στη ζωή την
ίδια σου δείχνω, πως όλα τα καλά είναι
δικά της. Γιατί, αν η ψυχή ευφρανθεί,
τότε ρόδα σκορπίζει στο πρόσωπο· και
αν πονέσει, αφού πάρει πίσω εκείνο το
κάλλος, περιβάλλει το παν με μαύρη
στολή. Και αν μεν ευφραίνεται συνεχώς
η ψυχή, το σώμα γίνεται απαθές· αν όμως
πονέσει, το κάνει πιο αδύνατο και πιο
ασθενικό από τον ιστό της αράχνης. Αν
πάλι θυμώσει η ψυχή, πάλι το κάνει
αποκρουστικό και αισχρό· αν δείξει
γαλήνιο μάτι, του χαρίζει μεγάλο κάλλος·
αν φθονεί, χύνει πολλή ωχρότητα και το
μαραζώνει· αν αγαπά, του χαρίζει
μεγάλη ομορφιά. Έτσι πολλές γυναίκες,
που δεν είναι όμορφες στο πρόσωπο,
παίρνουν πολλή χάρη από την ψυχή. Άλλες
πάλι που ακτινοβολούν με την ωραιότητά
τους, επειδή έχουν ψυχή χωρίς χάρη,
καταστρέφουν και την ομορφιά τους.
Σκέψου, πως κοκκινίζει ένα πρόσωπο
λευκό και πως με την ποικιλία του χρώματος
προσφέρει πολλή ευχαρίστηση, όσες
φορές βέβαια πρέπει κανείς να νιώθει
ντροπή και να κοκκινίζει. Όπως ακριβώς
επίσης, όταν η ψυχή είναι αναίσχυντη,
κάνει τη μορφή αηδέστερη και αγριότερη
από τη μορφή του θηρίου.
«Ο στολισμός του ανθρώπου, το
γέλιο των δοντιών του και το βάδισμά
του φανερώνουν τι άνθρωπος είναι αυτός».
Σαφής δηλαδή εικόνα της ψυχικής
καταστάσεως θα μπορούσε να γίνει το
εξωτερικό παρουσιαστικό του ανθρώπου,
και η κίνηση των μελών του σώματος
δείχνει ιδιαίτερα την ομορφιά της ψυχής.
Η τάξη των εξωτερικών μελών του σώματος
απεικονίζει κατά ένα τρόπο την ψυχική
κατάσταση του ανθρώπου.
«Υπερηφανεύτηκαν οι γυναίκες
της Ιερουσαλήμ και βάδισαν με το κεφάλι
ψηλά». Εδώ και τις γελοιοποιεί και
φανερώνει τη γυναικεία αλαζονεία, που
δεν μπορεί να περιοριστεί μέσα στη
σκέψη, αλλ’ εκδηλώνεται και επιδεικνύεται
και με τις κινήσεις του σώματος… Γιατί
με όλα, με τα μάτια, με τα φορέματα, με
τα πόδια, με το βάδισμα φανερώνεται
και η σωφροσύνη και η ασέλγεια. Γιατί
οι κινήσεις των αισθητηρίων οργάνων
είναι κατά κάποιο τρόπο οι κήρυκες της
ψυχής που κατοικεί μέσα στο σώμα. Και
όπως ακριβώς οι ζωγράφοι, αφού αναμείξουν
τα χρώματα, ζωγραφίζουν τις εικόνες που
θέλουν, έτσι λοιπόν και οι κινήσεις των
μελών του σώματος εκφράζουν και θέτουν
μπροστά στα μάτια μας τα χαρακτηριστικά
γνωρίσματα της ψυχής. Γι’ αυτό και
κάποιος άλλος σοφός έλεγε: «Η ενδυμασία
του ανθρώπου, ο τρόπος με τον οποίον
γελάει και το βάδισμά του φανερώνουν
το ποιόν του».
Προσευχές
πάλι, οι οποίες διαδέχονται την ανάγνωση,
βρίσκουν την ψυχή πιο νεαρή και πιο
ακμαία, αφού έχει συγκινηθεί από τον
πόθο προς τον Θεό (που προκάλεσε η
ανάγνωση). Καλή δε προσευχή είναι εκείνη
που προκαλεί μέσα στην ψυχή, σαφή την
έννοια του Θεού. Και αυτό είναι ενοίκηση
του Θεού, το να έχει κανείς εγκατεστημένο
μέσα του το Θεό με τη μνήμη. Έτσι
γινόμαστε ναός του Θεού, όταν δεν
διακόπτεται η συνέχεια αυτής της μνήμης
από γήινες φροντίδες, όταν δεν ταράσσεται
ο νους από απροσδόκητα πάθη, αλλά
αποφεύγοντάς τα όλα ο φιλόθεος αναχωρεί
στο Θεό, και εκδιώκοντας ό,τι μας προσκαλεί
στην κακία, ενδιατρίβει στις ασχολίες
που οδηγούν στην αρετή.
-Πώς κατορθώνει
κανείς την συγκέντρωση στην προσευχή;
Εάν μέσα του βεβαιωθεί ότι
μπροστά του είναι ο Θεός. Διότι εάν
κάποιος που βλέπει έναν άρχοντα ή
προϊστάμενο και συζητεί μαζί του έχει
το βλέμμα προσηλωμένο σ’ αυτόν, πόσο
μάλλον αυτός που προσεύχεται στο Θεό
θα έχει το νου προσηλωμένο σ’ Αυτόν που
ελέγχει καρδίες και νεφρούς -«ετάζων
καρδίας και νεφρούς ό Θεός» (Ψαλμ. 10)-
εφαρμόζοντας αυτό που λέγει η Γραφή:
«…και τα χέρια που υψώνουν στον ουρανό
να είναι καθαρά, χωρίς οργή και
εριστικότητα» (Α’ Τιμόθ. 2, 8),
Όταν ο Κύριος είπε στην προσευχή
του: «Πάτερα μου, αν είναι δυνατόν,
ας μην πιω αυτό το ποτήρι» (Ματθ. 26′,
39), ύστερα συμπλήρωσε: «αλλά ας μη γίνει
το δικό μου θέλημα αλλά το δικό σου».
Συνεπώς πρέπει να γνωρίζουμε ότι δεν
μας έχει επιτραπεί να ζητούμε ό,τι
θέλουμε, αφού δεν γνωρίζουμε ούτε
καν το συμφέρον μας: «…εμείς δεν ξέρουμε
ούτε τι ούτε πως να προσευχηθούμε…»
(Ρωμ. 8′ 26). Ώστε τα αιτήματα πρέπει να
τα υποβάλλουμε στο Θεό με πολλή περίσκεψη,
σύμφωνα με το θέλημά του· κι εάν δεν
εισακουσθούμε πρέπει να γνωρίζουμε ότι
χρειάζεται επίμονη και καρτερία, σύμφωνα
με την παραβολή του Κυρίου για το ότι
«πρέπει πάντοτε να προσευχόμαστε και
να μην αποκάμουμε» (Λουκ. 18, 1) και με τον
άλλο λόγο του Κυρίου που είπε σε άλλη
περίσταση ότι: «… για την αναίδειά του
θα σηκωθεί και θα του δώσει ό,τι χρειάζεται»
(Λουκ. 11′ 8)· ή χρειάζεσαι διόρθωση και
επιμέλεια, σύμφωνα με αυτό που είπε ο
Θεός σε κάποιους ανθρώπους διά μέσου
του Προφήτη: «όταν εκτείνετε τα χέρια
σας, θα αποστρέψω τα μάτια μου από σας.
Και εάν αυξήσετε τις δεήσεις σας, δεν
θα εισακουστείτε, γιατί τα χέρια σας
είναι γεμάτα αίματα. Λουσθείτε, και
γίνετε καθαροί…» κ.λπ. (Ησ. Α’ 15-16). Ότι
δε και τώρα γίνονται και είναι τα χέρια
των πολλών γεμάτα αίματα, δεν πρέπει
καθόλου ν’ αμφιβάλλουν αυτοί που
πιστεύουν σ’ εκείνη την κρίση του Θεού…
- Ποιο είναι το
«ταμιείον», στο οποίο προστάζει ο Κύριος
να εισέλθει ο προσευχόμενος;
Ταμείο συνήθως ονομάζουμε ένα
χώρο κενό και απόμερο, που βάζουμε ό,τι
θέλουμε να αποθηκεύσουμε, ή που είναι
δυνατόν να κρυφτούμε, όπως αναφέρεται
από τον Προφήτη: «Βάδιζε, λαέ μου, μπες
μέσα στο ταμείο σου, κλείσε τη πόρτα
σου, κρύψου…» (Ησ. 26′ 20). Η δύναμη της
εντολής γίνεται σαφής από τα συμφραζόμενα,
διότι ο λόγος απευθύνεται σ’ αυτούς
που πάσχουν από ανθρωπαρέσκεια. Ώστε
αν κάποιος ενοχλείται από αυτό το πάθος,
καλά κάνει που αποσύρεται στην προσευχή
και απομονώνεται, μέχρι να μπορέσει ν’
αποκτήσει τη διάθεση να μην προσέχει
τους επαίνους των ανθρώπων, αλλά να
αποβλέπει μόνο στο Θεό, όπως λέγει ο
Ψαλμωδός: «όπως τα μάτια των δούλων
είναι προσηλωμένα στα χέρια του Κυρίου
τους, και τα μάτια της δούλης στα χέρια
της Κυρίας της, έτσι και τα δικά μας
μάτια να είναι στραμμένα προς τον Κύριο
και Θεό μας…» (Ψαλμ. 122′ 2). Εάν όμως
κάποιος με τη χάρη του Θεού είναι καθαρός
από εκείνο το πάθος, δεν έχει ανάγκη να
κρύβει το καλό.
Όταν ο διάβολος επιχειρεί να
μας επιβουλευθεί και προσπαθεί να
εκτοξεύσει τους λογισμούς του σαν
πυρακτωμένα βέλη με πολλή σφοδρότητα
μέσα στην αμέριμνη και ήσυχη ψυχή και
ξαφνικά να την πυρπολήσει και να
υπενθυμίζει μακροχρόνια και επίμονα
εκείνα που έσπειρε μία φορά, τότε πρέπει
αυτές τις επιβουλές να τις αντιμετωπίσουμε
με εγρήγορση και εντατική προσοχή, όπως
ο αθλητής που αποτρέπει τις λαβές των
αντιπάλων με την ακριβέστατη επιφυλακή
και την ταχύτητα του σώματος, και να
αναθέσουμε στην προσευχή και την
πρόσκληση της συμμαχίας του Θεού τη
διεξαγωγή του πολέμου και την αποφυγή
των βελών. Διότι αυτό μας δίδαξε ο Παύλος,
λέγοντας: «… εκτός από όλα αυτά, κρατάτε
πάντα την πίστη σαν ασπίδα, πάνω στην
οποία θα μπορέσετε να σβήσετε τα
φλογισμένα βέλη του πονηρού…» (Εφ. 6,
16). Και αν λοιπόν υποβάλλει τις πονηρές
φαντασίες του κατά την ώρα της προσευχής,
να μη σταματήσει η ψυχή να προσεύχεται,
ούτε να νομίζει ότι αυτή είναι υπεύθυνη
για την σπορά του εχθρού στον αγρό της
και για τις ποικίλες φαντασίες του
πονηρού, αλλά σκεπτόμενη ότι η φαντασία
των άτοπων σκέψεων οφείλεται στην
αναίδεια του εφευρέτη της πονηρίας, ας
εντείνει τη γονυκλισία και ας ικετεύει
το Θεό να διαλυθεί το πονηρό τείχος της
μνήμης των άτοπων λογισμών, ώστε
ανεμπόδιστα, με τη δύναμη του νου να
διαβεί στη στιγμή ακάθεκτη προς το Θεό,
χωρίς να διακόπτεται σε κανένα σημείο
από τις εφόδους των πονηρών ενθυμήσεων.
Εάν στέκεσαι ενώπιον του Θεού
όπως πρέπει και προσφέρεις όλες σου τις
δυνάμεις,μην απομακρυνθείς μέχρι να
λάβεις το αίτημά σου· εάν όμως σε
κατακρίνει η συνείδησή σου ότι καταφρονείς
και εάν, ενώ μπορείς, δεν προσεύχεσαι
συγκεντρωμένος, μην τολμήσεις να σταθείς
ενώπιον του Θεού, για να μη γίνει η
προσευχή σου αφορμή αμαρτίας. Εάν
όμως, επειδή εξαντλήθηκες από την
αμαρτία, δεν μπορείς να προσεύχεσαι
απερίσπαστα, να βιάζεις όσο μπορείς τον
εαυτό σου και να στέκεσαι επίμονα ενώπιον
του Θεού, έχοντας το νου σου σ’ Αυτόν
και συμμαζεύοντάς τον στον εαυτό του·
και ο Θεός συγχωρεί, επειδή αδυνατείς
να σταθείς όπως πρέπει ενώπιόν Του, όχι
από καταφρόνηση, αλλά από αδυναμία. Εάν
βιάζεις τον εαυτό σου μ’ αυτό τον τρόπο
σε κάθε καλό έργο, μην αποκάμεις μέχρι
να λάβεις το αίτημά σου, αλλά κτύπα την
πόρτα Του ζητώντας το αίτημά σου. Διότι
λέγει: «όποιος ζητάει παίρνει, όποιος
ψάχνει βρίσκει και όποιος χτυπάει του
ανοίγεται» (Λουκ. 11′, 10). Διότι τι άλλο
θέλεις να επιτύχεις παρά μόνο την κατά
Θεό σωτηρία;
(Από το βιβλίο «Ο κόσμος της
Προσευχής», εκδ. Κάλαμος –Πηγή: www.alopsis.gr)
Στην
αρχή ο άνθρωπος προσελκύεται από το Θεό
με τη δωρεά της χάρης, κι όταν έχει πια
προσελκυσθεί, τότε αρχίζει μακρά περίοδος
δοκιμασίας.
Δοκιμάζεται η
ελευθερία του ανθρώπου και η εμπιστοσύνη
του στο Θεό, και δοκιμάζεται «σκληρά». Στην αρχή οι
αιτήσεις προς το Θεό, μικρές και μεγάλες,
ακόμη και οι παρακλήσεις πού μόλις
εκφράζονται,εκπληρώνονται συνήθως
με γρήγορο και θαυμαστό τρόπο από το
Θεό.
Όταν όμως έλθει η περίοδος
της δοκιμασίας, τότε όλα αλλάζουν και
σαν να κλείνεται ο ουρανός και να γίνεται
κουφός σ' όλες τις δεήσεις.
Για το
θερμό χριστιανό όλα στη ζωή του γίνονται
δύσκολα. Η συμπεριφορά των ανθρώπων
απέναντί του χειροτερεύει, παύουν να
τον εκτιμούν αυτό πού ανέχονται σ'
άλλους, σ' αυτόν δεν το συγχωρούν, η
εργασία του πληρώνεται, σχεδόν
πάντοτε, κάτω από το νόμιμο, το σώμα
του εύκολα προσβάλλεται από ασθένειες.
Η φύση, οι άνθρωποι, όλα στρέφονται
εναντίον του.
Παρότι τα φυσικά
του χαρίσματα δεν είναι κατώτερα από
τα χαρίσματα των άλλων, δεν βρίσκει
ευνοϊκές συνθήκες να τα χρησιμοποιήσει.
Επί πλέον υπομένει πολλές επιθέσεις
από τις δαιμονικές δυνάμεις και το
αποκορύφωμα είναι η ανυπόφορη θλίψη
από τη θεία εγκατάλειψη.
Τότε
κορυφώνεται το πάθος του, γιατί πλήττεται
ο όλος άνθρωπος σ' όλα τα επίπεδα της
υπάρξεώς του.
Ο Θεός εγκαταλείπει
τον άνθρωπο;... Είναι δυνατό αυτό;...
Κι
εν τούτοις στη θέση του βιώματος της
εγγύτητας του Θεού έρχεται στην ψυχή
το αίσθημα πώς Εκείνος είναι απείρως,
απροσίτως μακριά, πέρα από τους αστρικούς
κόσμους κι όλες οι επικλήσεις προς Αυτόν
χάνονται αβοήθητες στο αχανές του
κοσμικού διαστήματος. H ψυχή εντείνει
εσωτερικά την κραυγή της προς Αυτόν,
αλλά δεν βλέπει ακόμα ούτε βοήθεια ΟΥΤΕ
προσοχή. Όλα τότε γίνονται φορτικά.
Όλα
κατορθώνονται με δυσανάλογα μεγάλο
κόπο. H ζωή γεμίζει από μόχθους κι
αναδεύει μέσα στον άνθρωπο το αίσθημα
πώς βαραίνει πάνω του η κατάρα και η
οργή του Θεού.
Όταν όμως περάσουν
αυτές οι δοκιμασίες, τότε θα δει πώς η
θαυμαστή πρόνοια του Θεού τον φύλαγε
προσεκτικά σ' όλες τις πτυχές της ζωής
του.
Χιλιόχρονη πείρα, πού παραδίνεται
από γενιά σε γενιά, λέει πώς, όταν ο Θεός
δει την πίστη της ψυχής του αγωνιστή
γι' Αυτόν, όπως είδε την πίστη του
Ιώβ, τότε τον οδηγεί σε αβύσσους και ύψη
πού είναι απρόσιτα σ' άλλους.
Όσο
πληρέστερη και ισχυρότερη είναι η πίστη
και η εμπιστοσύνη του ανθρώπου στο Θεό,
τόσο μεγαλύτερο θα είναι και το μέτρο
της δοκιμασίας και η πληρότητα της
πείρας, πού μπορεί να φτάσει σε μεγάλο
βαθμό.
Τότε γίνεται ολοφάνερο πώς
έφτασε στα όρια, πού δεν μπορεί να
ξεπεράσει ο άνθρωπος.
Ανάμεσα στους
πολυάριθμους Αγίους, που κοσμούν το
τοπικό αγιολόγιο και τη μακρόχρονη
εκκλησιαστική ιστορία του μυροβόλου
νησιού της Χίου είναι και η Αγία
παρθενομάρτυς Μαρκέλλα, που αποτελεί
το ευλαβικό καύχημα των απανταχού της
Γης Χίων και τον πολύτιμο πνευματικό
θησαυρό για χιλιάδες προσκυνητές, που
συρρέουν στον τόπο του μαρτυρίου της
για να αποδώσουν τον οφειλόμενο σεβασμό
στο μεγαλείο και τον ηρωισμό της, αλλά
και για να ζητήσουν τη θαυματουργική
της χάρη για την επίλυση σωματικών και
ψυχικών ασθενειών.
Η Αγία Μαρκέλλα
γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Βολισσό, στο
ιστορικό αυτό κεφαλοχώρι της βορειοδυτικής
Χίου. Για τον χρόνο της γέννησης, της
ζωής και του μαρτυρίου της Αγίας υπάρχει
σύγχυση και ασάφεια μεταξύ των βιογράφων.
Σύμφωνα με τον βιογράφο της, Όσιο Νικηφόρο
τον Χίο (βλέπε 1 Μαΐου), η Αγία Μαρκέλλα
έζησε και ήκμασε περί το 1500 μ.Χ. Ο πατέρας
της ήταν ειδωλολάτρης και η χριστιανή
μητέρα της απεβίωσε σε νεαρά ηλικία. Η
Μαρκέλλα διακρίθηκε από νωρίς για τη
βαθιά της πίστη και αγάπη στον Χριστό,
την καλοσύνη και αγνότητά της, τη
σεμνότητα και την ευγένεια της ψυχής
της. Προικισμένη με θεϊκή σοφία και
αμέτρητα ψυχικά χαρίσματα επικοινωνούσε
αδιάκοπα με τον Θεό. Αυτόν τον «επίγειο
άγγελο» φθόνησε ο εωσφόρος και θέλησε
να την πολεμήσει με κάθε μέσο.
Έτσι
ο ειδωλολάτρης και σκληρόκαρδος πατέρας
της άρχισε να επιθυμεί ερωτικά την ίδια
του την κόρη και να νιώθει προς αυτή μία
αστείρευτη σαρκική επιθυμία. Όταν η
Μαρκέλλα διαπίστωσε τον αναίσχυντο
χαρακτήρα του σαρκολάτρη πατέρα της,
εγκατέλειψε το πατρικό σπίτι και
αναζήτησε καταφύγιο στα βουνά της
περιοχής. Τότε ο πατέρας της κινούμενος
από τις κτηνώδεις ορέξεις του και με
απερίγραπτη μανία άρχισε να ψάχνει να
βρει τη νεαρή και όμορφη Μαρκέλλα. Τότε
η δύστυχη και έντρομη κόρη προσπάθησε
να προστατευθεί και να σώσει την τιμιότητά
της. Μία μεγάλη βάτος αποτέλεσε το
ασφαλές καταφύγιο της Αγίας. Ένας βοσκός
όμως αντιλήφθηκε τη Μαρκέλλα και υπέδειξε
τη βάτο στον μανιακό πατέρα της. Τότε ο
πατέρας έβαλε φωτιά στη βάτο για να την
αναγκάσει να βγει έξω από αυτή. Η Μαρκέλλα
κατάφερε και βρήκε διέξοδο και έτσι
γλίτωσε από τα χέρια του σαρκολάτρη
πατέρα της. Στη συνέχεια άρχισε να τρέχει
πάνω στις πέτρες και τα βράχια, αλλά ο
πατέρας της βλέποντας τη δυσκολία να
την φτάσει, αποφάσισε να τη σημαδέψει
με το τόξο του και έτσι εκτόξευσε προς
αυτή ένα βέλος. Η Αγία πληγώθηκε και το
αγνό της αίμα πότισε τα βράχια. Παρόλα
αυτά δεν έχασε την ψυχική της δύναμη
και συνέχισε να τρέχει. Οι σωματικές
της δυνάμεις άρχισαν όμως να την
εγκαταλείπουν και κάποια στιγμή έπεσε
κάτω ταλαιπωρημένη και πληγωμένη. Η
βαθιά και ακλόνητη πίστη της την βοήθησε
να βρει τη σωτήρια λύση. Με τα μάτια
στραμμένα στον Ουράνιο Νυμφίο προσευχήθηκε
και Του ζήτησε να σχίσει τον βράχο και
να την κρύψει μέσα. Η παράκληση της Αγίας
έγινε πραγματικότητα και έτσι ο βράχος
σχίστηκε και δέχτηκε το σώμα της ενάρετης
Μαρκέλλας μέχρι το στήθος. Ο σαρκολάτρης
πατέρας φτάνοντας στον τόπο και βλέποντας
το παράδοξο αυτό θαύμα, οργίστηκε ακόμη
περισσότερο και έκοψε με ένα μαχαίρι
τους μαστούς της και τους πέταξε στο
βουνό. Στη συνέχεια αποκεφάλισε την
κόρη του και πέταξε την κεφαλή της στη
θάλασσα. Σύμφωνα με την παράδοση μία
ασυνήθιστη λάμψη άρχισε να εκπέμπεται
από την κεφαλή της Αγίας, που στέφθηκε
με τον ουράνιο και άφθαρτο στέφανο της
άθλησης και της θεϊκής δόξας.
Ο
σχισμένος βράχος, που δέχτηκε το μαρτυρικό
σώμα της Αγίας, αποτελεί μέχρι σήμερα
για τους προσκυνητές σημείο ευλαβικής
αναφοράς και πηγή ιαμάτων, αφού όσοι
προσεύχονται με πίστη, παρατηρούν τον
ερυθρό χρωματισμό των βράχων και το
νερό να ατμίζει. Αναρίθμητα είναι τα
θαύματα, που με τη χάρη του Θεού, έχει
επιτελέσει η Αγία Μαρκέλλα από την εποχή
του μαρτυρίου της έως τις ημέρες μας,
ενώ μάρτυρες θαυμαστών σημείων έγιναν
λαμπρές πνευματικές φυσιογνωμίες της
Εκκλησίας μας, όπως Άγιος Μακάριος ο
Νοταράς Επίσκοπος Κορίνθου (βλέπε 17
Απριλίου), ο Άγιος Νεκτάριος Επίσκοπος
Πενταπόλεως (βλέπε 9 Νοεμβρίου) και
ο βιογράφος και συντάκτης της Ακολουθίας
της Αγίας, Όσιος Νικηφόρος ο Χίος (βλέπε 1
Μαΐου), οι οποίοι συχνά προσέρχονταν
στον τόπο του μαρτυρίου της Αγίας για
να προσευχηθούν. Η μνήμη της Αγίας
παρθενομάρτυρος Μαρκέλλας εορτάζεται
κάθε χρόνο στις 22 Ιουλίου και λαμπρά
πανήγυρις λαμβάνει χώρα στον φερώνυμο
ιερό ναό της Αγίας, που βρίσκεται επί
της αμμώδους παραλίας στον ομώνυμο όρμο
της Βολισσού και αποτελεί παγχιακό,
αλλά και πανελλήνιο προσκύνημα.
Η
φιλοπατρία των απανταχού της Γης
ευρισκομένων Χίων, αλλά και τα αναρίθμητα
θαύματα της Αγίας οδήγησαν στην ανέγερση
ιερών ναών επ’ ονόματι της πολυάθλου
και ενδόξου παρθενομάρτυρος της Χίου.
Έτσι η συνοικία του Βοτανικού στην Αθήνα
κοσμείται με ενοριακό ναό της Αγίας
Μαρκέλλας, ενώ τα τελευταία χρόνια
ανεγέρθηκε περικαλλές παρεκκλήσιο στο
όνομα της Αγίας και στην περιοχή της
Κάτω Κηφισιάς. Γραφικά παρεκκλήσια επ’
ονόματί της έχουν καταγραφεί στις
Σπέτσες, την Άνδρο, τη Μήλο, τη Σαντορίνη
και τη Σάμο.