A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Πέμπτη 14 Μαΐου 2015

Η ΑΠΟΤΕΙΧΙΣ ΜΟΥ (Αρχιμανδρίτου Χρυσοστόμου Σπύρου)




Από το Βιβλίο Η ΑΠΟΤΕΙΧΙΣ ΜΟΥ Αρχιμανδρίτου Χρυσοστόμου Σμύρνης
Ιερά Μονή Γοργοεπηκόου και Μυροφόρων Σπέτσαι 2008

Σελίδες 27-42


Ο όρος των θείων Κανόνων της Εκκλησίας άποτειχίζω (1), άποτεσχίζομαι, ή άποτείχισις (2 ) σημαίνει χωρισμός, “τό γαρ τείχος των εντός αύτοΰ προς τούς εκτός χωρισμός έστι”(3), γράφει τον ΙΒ' αιώνα ό κανονολόγος Ζωναράς Ιωάννης. Δηλαδή, όπως τό παλαιόν εν καιρώ εχθρικής επιδρομής οί κάτοικοι κατέφευγον εντός των τειχών τών πόλεων καί οΰτω διά τούτων διεχωρίζοντο άπό τών πολεμίων, άγωνιζόμενοι κατ’ αυτών άμυντικώς καί επιθετικώς μέχρι τής νίκης καί τής άπαλλαγής των έκ τών εχθρών, ούτω γίνεται καί εν τήΕκκλησία.

Έν καιρώ  κηρυττομένης εν αυτή αιρέσεως υπό τών εχθρών τής’Ορθοδοξίας αιρετικών, οι’Ορθόδοξοι Χριστιανοί καταφεύγουσιν εις τα τείχη τήςΈκκλησίας, δηλαδή εις τούς Αγίους (4) Πατέρας καί την θείαν αυτών διδασκαλίαν, βάσει τής οποίας χωρίζονται έκ τών αιρετικών, καί άγωνίζονται κατ’ αυτών καί τής αιρέσεως όμολογουντες καί έλέγχοντες, μέχρι τής νίκης τής ’Ορθοδόξου 'Ομολογίας τής Πίστεως. Δηλαδή, έως τής κατακρίσεως καί τοΰ άναθεματισμοϋ τής αιρέσεως καί τών άμετανοήτων αιρετικών, καί τής δικαιώσεως καί έπικρατήσεως τής θείας ’Ορθοδοξίας δι’ άντιαιρετικήςΌρθοδόξου Συνόδου, εις την όποίαν άποβλέπει δ όλος άντιαφετικός άγων τής’Ορθοδόξου Πίστεως. Άρχεται δε ό καλός ουτοςάγών τής Όρθοδόξου Πίστεως “προ συνοδικής διαγνώσεως ( 5 ), ήτοι, πριν άποφασίση ή  Σύνοδος περί τοΰ κηρύσσοντος αίρεσιν, καί από τής στιγμής τής κηρύξεως ταύτης εν τη Εκκλησία.

Ή σωτήριος αυτή άποτείχισις έντέλλεται υπό τοΰ Κυρίου τής Εκκλησίας Ίησοΰ Χρίστου τοΰ Θεού διά τοΰ Ευαγγελικού καί Κανονικού νόμου, καί διδάσκεται έν Πνεύματι Άγίω διά τοΰ πατερικοΰ θείου λόγου καί τής αγίας εκκλησιαστικής πράξεως τής Ί. Παραδόσεως τής’Ορθοδοξίας. Αγαθοί δε καρποί τής θείας ταύτης Άποτειχίσεως είναι όλαι αι άντιαιρετικαί’Ορθόδοξοι Σύνοδοι, Οίκουμεν ικαί καί Τοπικά ί, καί οί προ αυτών καλοί άντιαιρετικοί αγώνες τής Ορθοδόξου Ομολογίας τής Πίστεως ( 6) τών’Ορθοδόξων Χριστιανών,Ομολογητών καί Μαρτύρων, κατά τής αιρέσεως καί υπέρ τής’Ορθοδοξίας. Καί δι’ αυτών τών έν Χριστώ αγώνων διετη-ρήθη μέχρι σήμερον επί γής ορθόδοξος ή τοΰ Χριστοΰ  Έκκλησία, δι’ ής ή έν Χριστώ σωτηρία». (Νομοκανονικής ΈπιτροπήςΕλλήνων Πολιτών, «Αναιδής Έπίθεσις κατά ’Ορθοδοξίας καί Πολιτείας», Άθήναι 1997) Άρ. Δελήμπαση.

***

«Οί ’Ορθόδοξοι, διακόπτοντες την κοινωνία τους με τούς αιρετικούς, καί έν προκειμένω μέ τούς Οίκουμενιστάς, μήπως έξέρχονται τής Έκκλησίας; Μήπως απομακρύνονται από τόν Θεόν; Μήπως χωρίζονται από τούς Αγίους; Μήπως καταλύουν την ενότητα τής’Ορθοδοξίας;

Ασφαλώς καί βεβαίως, όχι!

Οί βίοι τών Αγίων είναι πάντοτε γιά τούς ’Ορθοδόξους οι άσφαλεΐς οδηγοί θεωρίας καί πράξεως.

Ό άγιος Μάρκος, ευρισκόμενος στις τελευταίες στιγμές της επιγείου ζωής του (έκοιμήθη τήν 23. 6. 1445), δηλώνει κατηγορηματικά, ότι δέν θέλει όλως διόλου καί μέ κανέναν απολύτως τρόπο νά εχη κοινωνία μέ τόν τότε λατινόφρονα Πατριάρχη Γρηγόριον  (Γρηγόριος F Μάμας, 1443- 1450) καί μέ όσους κοινωνοΰσαν μαζί του, οί όποιοι μέ τήν ένωτική καί παπόφιλη τακτική τους είργάζοντο «επί καταστροφή των ορθών δογμάτων τής Εκκλησίας» (7).   


Τό αξιοπρόσεκτο είναι, ότι ό Άγιος δέν θέλει νά εχη κοινωνία μαζί τους, όχι μόνον όσο ζή, άλλά ούτε καί μετά τήν κοίμησιν του ούτε στήν κηδεία του, ούτε καί υστέρα στά μνημόσυνά του!..

Άς θαυμάσουμε αυτά τά Ιδια τά λόγια τής παρακαταθήκης τοΰ Αγίου; «Ούτε βούλομαι», παραγγέλλει ό Άτλας τής ’Ορθοδοξίας, «ούτε δέχομαι τήν αύτοΰ (τοΰ Πατριάρχου) ή των μετ’ αύτοΰ κοινωνίαν, τό παράπαν ούδαμώς ούτε επί ζωής μου, ούτε μετά θάνατον» «ώσπερ παρά πάσάν μου τήν ζωήν έμήν κεχωρισμένος άπ’ αυτών, ούτω καί έν τώ καιρώ τής εξόδου μου, καί ετι καί μετά τήν έμήν άποβέωσιν καί έξορκών εντέλλομαι, ινα μηδεές εξ αυτών προσέγγιση ή έν τή έμή κηδεία, ή έν τοϊς μνημοσύνοις μου άλλ’ ουδέ άλλου τινός τών τούτου μέρους ήμών ώστε συμφορεύειν έπιχειρήσαι, καί συλλειτουργειν τοις ήμετέροις. Τοϋτο γάρ έστι τό τά άμικτα μίγνυσθαι. Δει γάρ παντάπασιν (παντελώς) έκείνους είναι κεχωρισμένους ήμών, μέχρις αν δώ ό Θεός τήν καλήν διόρθωσιν καί ειρήνην τής ’Εκκλησίας αύτοΰ» ( 8.)

Ό λόγος τοΰ Αγίου είναι αυστηρός καί άκαμπτος άράγε, ποΰ οφείλεται αυτό; Πώς δικαιολογούσε τήν απόλυτη αυτήν στάσι του έναντι των Λατινοφρόνων ενωτικών τής εποχής του, ο! οποίοι σημειωτέου δεν είχαν ακόμη κριθή άρμοδίως υπό Συνόδου’Ορθοδόξων καί αποτελούσαν τότε την λεγομένην «επίσημη Εκκλησία»;

Άς ακούσουμε λοιπόν τόν Άγιον, πώς εξηγεί με θαυμαστή άκρίβεια καί θεολογική διαύγεια την στάσι του:

«Πέπεισμαι γάρ άκριβώς, ότι όσον άποδιίσταμαι (άποχωρίζομαι/άπομακρύνομαι) τούτου (τού Πατριάρχου) καί των τοιούτων, (τών ενωτικών) έγγίζω τώ Θεώ καί πάσι τοΐς πιστοΐς καί άγίοις Πατράσι- καί ώσπερ τούτων χωρίζομαι, ούτως ένοΰμαι τη αλήθεια καί τοΐς άγίοις Πατράσι τοΐς θεολόγοις τής’Εκκλησίας» ( 9.)

Κατά τούς Αγίους λοιπόν, χωρισμός από τούς αιρετικούς σημαίνει προσέγγισι καί ένωσι μέ τόν Θεόν, την Αλήθεια, τούς Πατέρας.

Καί ο άγιος Γρηγόριος ό Παλαμάς διέκοψε την κοινωνία μέ τόν επίσης λατινόφρονα Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννη Καλέκα (1334-1347), εξ αιτίας τού οποίου έφυλακίσθη (1343), ύβρίσθη καί άνεθεματίσθη.

Οί Πατριαρχικοί άποκαλοΰσαν τόν άγιο Γρηγόριο «στασιαστήν» καί κατέκριναν αυτόν «μετά τών αποστατών καί δεσμωτών συντετάχθαι», τούς δέ όμόφρονάς του θεωρούσαν ώς«απειθείς», «ανυπότακτους» καί «αποτρόπαιους» ( 10.)

«Τόν Παλαμάν καί τούς όμόφρονάς αυτού»..., «τολμήσαντας άκανονίστως καί άκρίτως άποκόψαι τό μνημόσυνου μου, τώ άπό τής ζωαρχικής καί άγιας Τριάδος δεσμώ καθυποβάλλομεν, καί τώ αναθέματα παραπέμπομεν. Ή υπογραφή· Ιωάννης έλέω Θεοΰ Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως νέας'Ρώμης, καί Οικουμενικός Πατριάρχης» (11.)

Το ιαΰτα βεβαίως αναθέματα όχι μόνον δέν ισχύουν, αλλά είναι δόξα καί τιμή γιά τούς Ένισταμένους κατά τής αιρέσεως, ταυτοχρόνως δέ αποτελούν έγγύησι τής ορθής πορείας καί τής νομιμότητος του άντιαιρετικοΰ άγώνος των.

«Ην ποτέ φευκτόν καί φοβερόν τό ανάθεμα, ότε κατά των ενόχων τής άσεβείας, υπέρ των τής εύσεβείας κηρύκων, έφέρετο» αφού όμως έστράφη «κατά τών προμάχων τής’Ορθοδοξίας», «εις μύθους καί παίγνια μεταπέπτωκε μάλλον δέ, τοΐς εύσεβέσι καί αιρετόν παρεσκεύασται», έφ όσον εις αυτούς «στεφάνους άκηράτους, καί αθάνατον δόξαν, αντί ποινής, απεργάζεται. Διό καί έκαστος τών ευσεβών καί αγίων, ύπ’ αυτών ήλλοτριωμένων Χριστού, μυριάκις αιρεϊται προπηλακίζεσθαι καί άναθεματίζεσθαι», παρά νά κοινωνήση μέ αιρετικούς» ( 12 ) ( 13.)

Ή διακοπή εκκλησιαστικής/μυστηριακής κοινωνίας καί ή άπομάκρυνσις άπό τούς κηρύττοντας αιρετικά δόγματα, όπως έπραξε καί ό Άγιος Μάρκος, καλείται «Άποτείχισις», ή όποία μάλιστα εφαρμόζεται ακόμη καί «πρό συνοδικής διαγνώσε-ως» δηλαδή. και «προ του να γένη ακόμη συνοοική κρισις περί τής αιρέσεως ταύτης». καί τού αιρετικού, όπως διευκρινίζει ό Όσιος Νικόδημος ό Αγιορείτης (14).

Ή σωτήριος αυτή «Άποτείχισις» αποτελεί μέρος τοΰ γενικωτέρου άγώνος τής ’Ορθοδόξου Ένστάσεως.

Εκείνοι, πού καταπολεμούν καί αποκρούουν μίαν αιρεσιν, καί υπερασπίζονται τήν Αλήθεια τής ’Ορθοδοξίας, λέγονται «Ένιστάμενοι», διότι ένίστανται, δηλ. αγωνίζονται όρθοδόξως, νομίμως καί θεαρέστως υπέρ τής αγίας Πίστεως καί γιά νά απαλλάξουν «από σχισμάτων καί μερισμών τήν Εκκλησίαν». (ΙΕ' κανών τής Πρωτοδευτέρας Συνόδου).

Οι άγιοι Πατέρες καί μάλιστα ό Όσιος Θεόδωρος ό Στουδίτης λέγουν, ότι «πας ό υπέρ τής Αλήθειας ένιστάμενος» ( 15  ) είναι άγωνιστής τοΰ καλού άγώνος «τής ’Ορθοδόξου καί θεαρέστου ένστάσεως»( 16 ) καί γιά τόν λόγον τούτον λογίζεται ώς «ομολογητής πας ο ενισταμενος»( 17 ) κατα τής αιρεσεως και υπέρ τής Ορθοδοξίας.

Κ ατά τούς άγιους Πατέρας, ή περίοδος τού ορθοδόξου άντιαιρετ ικού άγώνος είναι «καιρόςΌμολογίας, καιρόςΈνστάσεως, καιρός άθλήσεως, τυχόν καί άλλων παθημάτων άλλα καί στεφάνων καί δόξης έπουρανίου» (18.)

Ή έννοια επομένως τήςΌρδοδόξουΈνστάσεως περιλαμβάνει τήν «Άποτείχισι», άλλά δέν εξαντλείται εις αυτήν  άπαιτεΐται ένας συνεχής άγων, μία κατά τόν Μέγαν Βασίλειον «καρτερά καί άνένδοτος ένστασις» «υπέρ τής Αλήθειας» (19) , ή οποία αρχίζει πρακτικώς μέ τήν «Άποτείχισι», συνεχίζεται μέ τήν διακήρυξι τής Άληθείας καί την αναίρεσή τής πλάνης, ολοκληρώνεται δέ μέ την κατάκρισι τής αίρέσεως καί των αμετανόητων αιρετικών υπό’Ορθοδόξου Συνόδου.

Ένα ακόμη παράδειγμα από την εκκλησιαστική ιστορία θά συμβάλη μέ πρακτικό τρόπο στην βαθύτερη κατανόησι τής ’Ορθοδόξου Ένστάσεως καί Άποτειχίσεως.

Άς μεταφερθοΰμε στην Κωνσταντινούπολη επί πατριαρχείας Νεστορίου (428-431).

Εέ μία Εκκλησία τής Βασιλευούσης, κατά την ώρα τής Λειτουργίας, ό Επίσκοπος Δωρόθεος, παρουσία του Νεστορίου, άπετόλμησε «μεγάλη τή φωνή» νά διακηρύξη την δεινή α'ίρεσί του.

Τί έπηκολούθησε; Ευθύς αμέσως «γέγονε κραυγή μεγάλη παρά παντός τοΰ λαού καί εκδρομή»(15) , δηλ. έξοδος ομαδική καί ορμητική από τόν Ναό.

Ή «εκδρομή», ή αυθόρμητη αυτή έξοδος καί άπομάκρυνσις των ευσεβών από τόν τόπο τής κηρύξεως τής νεστοριανής αίρέσεως καί ό αποχωρισμός από τόν αιρετικόν, εκφράζει άριστα την έννοια τής «Άποτειχίσεως».   

Ετό εξής οί’Ορθόδοξοι τής Κωνσταντινουπόλεως δέν ήθελαν νά κοινωνοΰν έκκλησιαστικώς μέ τούς Νεστοριανούς, μέχρι καί τοΰ σημείου νά μην έκκλησιάζωνται πλέον στούς Ναούς τής

Πόλεως, φοβούμενοι όπως έγραφε ό Άγιώτατος Πατριάρχης Αλεξανδρείας Κύριλλος νά μή βλαφθούν.

Άπό την στιγμή εκείνη άρχισε ό αγών της «’Ορθοδόξου καί Θεαρέστου Ένστάσεως·» έστοίχισε βεβαίως διωγμούς καί βασανιστήρια καί στερήσεις, αλλά είχε αίσιο πέρας, δηλ. την σύγκλησή της Γ' Αγίας Οικουμενικής Συνόδου, ή οποία διεσάφησε καί διεκήρυξε την ’Ορθόδοξη άλήθεια καί άναθεμάτισε την αί'ρεσι καί τόν αίρεσιάρχη Νεστόριο.

Έτσι συνέβαινε καί με κάθε Οικουμενική Σύνοδο: ήταν τό αποκορύφωμα τής’Ορθοδόξου Ένστάσεως καί Άποτειχίσεως.

Οί εύσεβεΐς ήσαν άνέκαθεν εύαίσθητοι στά θέματα τής Πίστεως.Ό Άγιος Γρηγόριος τούς χαρακτηρίζει ώς «τό θερμότερον μέρος τής Εκκλησίας» ( 16  ) καί δέν έδίσταζον νά άπομακρυνθοΰν άπό Ποιμένας, έστω καί πολύ έναρέτους, όταν αυτοί δέν (ορθοτομούσαν τόν λόγο τής Αλήθειας, ώς λόγου χάριν συνέβη μέ τόν Γέροντα Επίσκοπον Ναζιανζού, όστις «άπλότητι τρόπων» φενακισθείς καί «άκεραιότητι γνώμης τφ άγκίστρω περιπεσών», «τό δέλεαρ τής αίρέσεως» κατεδέξατο, «γραφή τε χειρός καί κοινωνία συναφθείς» τοΐς "όμοιουσιανοΐς". Έξ άφορμής τής υπογραφής ήμιαρειανικού συμβόλου ύπ’ αύτού συνέβησαν ταραχαί εν Ναζιανζω. Ή Εκκλησία τής Ναζιανζού έταράχθη καί έδιχάσθη· ήγέρθη «σάλος» καί «καταιγίς». Οί Ιερείς καί μάλιστα οί Μοναχοί τής περιοχής Ναζιανζού διέκοψαν κοινωνίαν μετ’ αύτού· δηλ. «άπετειχίσθησαν»17. («Ή αϊρεσις τού (Οικουμενισμοϋ καί ή Πατερική στάσις των Όρθοδόξων» Συμβολή στην Άντι-Οικουμενιστική Θεολογία Σειρά Β' 4 έκδοσις Ί. Μονής Άγ. Κυπριανού καί’ Ιουστίνης - Φυλή Αττικής.

«Ή ψευδής ένωσις τής Φλωρεντίας πρός καιρόν έδίχασε τήν ’Ορθόδοξον Ανατολήν. Ό αύτοκράτωρ, οί αύλικοί, οι ανώτεροι άξιωματούχοι τής κοινωνίας, οι διανούμενοι, ό Πατριάρχης Κων/ πόλεως καί οί πλεΐστοι των επισκόπων άπετέλουν τήν παράταξιν τών Ενωτικών. Οί ιερείς, οί μοναχοί, αί μοναχαί καί δ λαός, δ φύλαξ οΰτος τής’Ορθοδοξέας, έτάχθησαν άνεπιφυλάκτως υπό τήν σημαίαν τοΰ αποφασισμένου αρχηγού Μάρκου τού Ευγενικού.

Ενωτικόί καί Ανθενωτικοί άνεμετρήθησαν εις πείσμονα καί παρατεταμένον άγώνα μέ άποτέλεσμα νά ήττηθούν κατά κράτος καί νά καταισχυνθούν οί διαθέτοντες τήν δύναμιν τής πολιτικής καί εκκλησιαστικής εξουσίας. Εις τόν άγώνα μεταξύ τών ’Ορθοδόξων καί τών Γραικολατίνων δουλών τού πάπα ένίκησεν ή άλήθεια, ή δε αλήθεια δεν συμπορεύεται πάντοτε μετά τών προσώπων, τών κατεχόντων τήν άνωτάτην εν τή Έκκλησή καί Πολιτεία ήγεσίαν.

Τήν δύναμιν τού Ορθοδόξου Μοναχισμού καί λαού δεν υποτιμούν ουδέ αυτοί οί σύγχρονοι Ρωμαιοκαθολικοί θεολόγοι. Ό JGill, όμιλών περί τών άντιταχθέντων εις τήν ένωσιν Βυζαντινών, γράφει: “Στό Βυζάντιο ή βάσις τής άντιστάσεως δέν ήταν τό Κράτος, άλλ’ ή Εκκλησία καί άπό τήν Εκκλησία όχι τόσο πολύ οί επίσκοποι, όσον οί μοναχοί καί ό κοινός λαός, πού έβλεπε τούς μοναχούς ώς τούς διαφωτισμένους άσκητάς καί πνευματικούς οδηγούς ...Ήταν (οί μοναχοί) οί πρόμαχοι τής’Ορθοδοξίας ... αυστηροί, άκαμπτοι... Γιά νά έχη πιθανότητα επιτυχίας κάθε σχέδιο ένώσεως, έπρεπε πρώτα οί καλόγηροι καί ό λαός μαζί τους νά προσελκυθούν σ’ αυτό”.

ΌΕφέσου Μάρκος ό Ευγενικός, κατά την Σύνοδον της Φλωρεντίας, πιεζόμενος υπό πολλών νά επίδειξη συγκατάβασήν, ώστε νά έπιτευχθή ή μετά τής Δυτικής Εκκλησίας Ένωσις, άπεκρίθη: “ου συγχωρεΐ συγκατάβασις εις τά τής ΠίστεωςΎΌτε δέ οί υπέρ τής ένώσεως τοΰ άπήντησαν, ότι “ολίγη έστί ή των δύο ομολογιών διαφορά καί ολίγη συγκατάβασις ενώσει ημάς, εί θελήσεις καί αυτός χρήσασθαι ταύτη”, εκείνος άπεκρίθη. “Παρόμοιόν έστι τούτο τό ρηθέντι παρά τουΈπάρχου πρός τόν Άγ. Θεόδωρον τόν Γραπτόν ή τόν Στουδίτην είπε γάρ αύτώ  έτι μίαν μόνην κοινωνήσατε (μετά αιρετικών) καί έτερον ούκ άπαιτοΰμεν, πορεύεσθαι δέ όποι φίλον ήμΐν καί ό Άγιος έφη πρός αυτόν όμοιόν τι λέγεις, ώσπερ αν τις άξιών έτερον λέγει· ούδέν αίτοΰμεν σε, άλλ’ ή την σήν άπαξ άποτεμεΐν κεφαλήν, καί μετά ταΰτα πορεύου όπου θέλεις. Ου γάρ έστι μικρόν εν τοΐς τοιούτοις καί τό δοκεϊν μικρόν” καθότι “τό επί δόγμασιν είτε μικροις εϊτε μεγάλοις άμαρτάνειν, ταύτόν έστιν εξ άμφοτέρων γάρ ό νόμος τού Θεού άθετεΐται”, κατά την έκφρασιν τοΰ Κων /πόλεως άγίουΤαρασίου»18. (Θεοδωρήτου Ίερομ., Διάλογοι τήςΈρήμου, σελίδες 52-53, ύποσήμ. (14).

«Τά περί πίστεως, ένθα καί τό παρεκκλΐναι μικρόν, άμαρτεΐν έστιν άμαρτίαν τήν πρός θάνατον» (19 ).

«Αυτό μέν ούν τούτο έστι τό πάντων αίτιον των κακών, τό μη καί υπέρ τών μικρών τούτων άγανακτεΐν. Διά τούτο τά μείζονα τών άμοίτημάτων έπεισήλθεν, ότι τά έλάττονα τής προσηκούσης ου τυγχάνει διορθώσεως. Καί καθάπερ έν τοΐς σώμασιν,... οϋτω καί επί τών ψυχών'οί τών μικρών ύπερορώντες, τά μείζονα έπεισάγουσιν.

Εί γάρ οί παρά την αρχήν άποπηδάν των θείων θεσμών έπιχειροΰντες καί μικρόν τι παρακινεΐν, τής προσηκούσης έτύγχανον έπιτιμήσεως, ούκ αν ό παρών έτέχθη λοιμός, καί τοσοϋτος χειμών τάς Εκκλησίας κατέλαβεν» «ό τής ύγιοΰς πίστεως καί βραχύτατον άνατρέψας, τώ παντί λυμαίνεται» (20.)

«Ή διακοπή τοΰ μνημοσύνου καί ή μή κοινωνία μετά των καινοτόμων, δέν άποτελεϊ “φανατισμόν” καί “αμάθειαν”, ή καινότητα έν τη Όρθοδόξω Εκκλησία. Δυστυχώς, άπέχομεν πολύ καί διά μίαν προσέγγισιν, έστω, τοΰ ήρωϊκοϋ παρελθόντος τών πατέρων ήμών...

Γνους δέ ό Ύπάτιος, ότι παρ’ ό δει έφρόνησεν ό Νεστόριός, ευθέως περιεΐλεν έν τώ απόστολε ίω τό όνομα αυτοΰ, τοΰ μή άναφέρεσθαι έν τή προσφορά. Γνους δέ τούτο ο ευλαβέστατος Εύλάλιος, δεδοικώς τήν εκβασιν τοΰ πράγματος, ήν γάρ έγκρατής έν τή πόλει ό Νεστόριος, λέγει τώ Ύπατίω. Διατί περιεΐλες τό όνομα αυτοΰ μή γινώσκων τό άποβησόμενον; Ό δέ Ύπάτιος έφη:Έγώ άφ ου έγνων ότι άδικα λέγει περί τοΰ Κυρίου μου, ού κοινωνώ αύτώ οΰτε αναφέρω τό όνομα αυτοΰ· έκεϊνος γάρ ούκ έστιν επίσκοπος.

Τότε λέγει ό επίσκοπος έν οργή: ύπαγε, διόρθωσον ό έποίησας, έπεί τι ποιήσαι έχω εις σέ.Ό δέ Ύπάτιος άπεκρίθη· ό θέλεις ποίησαν έγώ γάρ πάντα προεθέμην παθεΐν καί οΰτω ταΰτα έποίησα...” (Acta SanctorumNov./ Β,' σελ. 267). Τό κατωτέρω, άποτελεϊ “σκηνικόν” τών μετά τήν Σύνοδον τής Λυώνος γεγονότων, (1274), έκφράζον έν όλη του τή άπλότητι, τήν ήρωϊκήν άντίστασιν ένός γνησίου τέκνου τής Εκκλησίας καί τής έρήμου.

Μετά την σύνοδον της Λυώνος έπαρρησιάσθη τά των Ιταλών δόγματα έξεβλήθη της Εκκλησίας ό Πατριάρχης (Ιωσήφ) καί άντεισήχθη ετερος του καφοΰ μάλλον ή τής αλητείας (Βέκκος) καί εν δεσμοΐς καί κακώσεσι καί παντοίαις αίκίαις ήν τά των ’Ορθοδόξων. Τηνικαΰτα καί ό Μέγας Μελέτιος συμβούλω καί συνεργώ τω θείω χρησάμενος Γαλακτίωνι, συν κάκείνφ τή βασιλίδι των πόλεων έπιδημεϊ, καί την ύγιά δόξαν πάσι ύπετίθετο, τής λατινικής πλάνης, τους τε συναπαχθέντας ταύτη ώς οΐον τε άφιστάς, καί τους ένισταμένους στηρίζων καί ύπαλείφων πρός άντιπαράταξιν τοΰ καινού τούτου δόγματος...

Αλλά εις τάς τοΰ κρατοΰντος άκοάς τά περί τούτου φθάσαντα, ου μικρώς τούτον έτάραξεν... Καί γούν μεταπεμφθέντες άμα τφ κρατοΰντι παρέστησαν οι γεννάδαι καί τρανώςώμολόγουν τού των πατέρων είναι δόγματος, καί μή κοινωνεΐν αίρέσει, παρά των πατέρων άριδήλως καί πρό τού γενέσθαι έλεγχθείση...

Τήν παρρησίαν ταύτην ύβριν οίκείαν λογισάμενος ό κρατών, φυλακή δίδωσι τήν καλήν τών πατέρων συζυγίαν τή δέ συνείπετο καί πολλή τις άλλη κακουχία, πρός ήν άντέστησαν γένναίως, οι γενναίοι τού Χριστού στρατιώται...»26. (Θεοδωρήτου Ίερομ., Διάλογοι τής Ερήμου, σελίδες 211-212).

«Σχίσμα» ή «Άποτείχισις;»

«Οι ευσεβείς’Ορθόδοξοι Χριστιανοί, οι όποιοι άπεστράφησαν τήν αίρεσι τού Οίκουμενισμού καί τήν καινοτομίαν τού Νέου Ημερολογίου καί έκράτησαν μέ εύλάβεια τό Πάτριο Έκκλησιαστικό Ημερολόγιο, καλούνται Άντι-Οικουμενισταί καί Άκαινοτόμητοι αυτοί δέν ακολουθούν τούς Οίκουμενιστάς καί Νεοημερολογίτας ποιμένας στην καταστροφική τους πορεία καί δέν έχουν καμμίαν εκκλησιαστική σχέσι μέ αυτούς, δηλ. έχουν άποτειχισθή από τούς Νεωτεριστάς.

Μέ τήν στάσι τους αυτή δέν προκάλεσαν Σχίσμα στήν Έκκλησία, αλλά υπάκουσαν στους άγιους Πατέρας κα ί τούςΊερούς Κανόνας, οί όποιοι επαινούν καί μακαρίζουν όσους άποτειχίζονται, δηλ. χωρίζονται άπό καινοτόμους ποιμένας γιά λόγους δογματικούς, όταν αυτοί κηρύσσουν δημοσίως κακοδοξίες καί αιρέσεις. (ΙΕ'Ίερός Κανών τής Πρωτοδευτέρας Συνόδου).

Σχίσμα έχουμε μόνο στήν περίπτωσι πού ένα μέρος τού κλήρου καί τού λαού διακόπτουν σχέσι καί κοινωνία μέ τούς κανονικούς Ποιμένας τής Εκκλησίας «άναιτίως» καί «άνευλόγως», μέ τήν πρόφασι «ζητημάτων ιάσιμων» ή παραπτωμάτων των άρχιερέων (21. )

Ή αϊρεσις τού οίκουμενισμοΰ, άπό τήν οποία άπέρρευσε ή Ημερολογιακή Καινοτομία τού 1924, δέν είναι δυνατόν νά θεωρηθή ως άσήμαντο πράγμα καί «ζήτημα ιάσιμο», έφ’ όσον πολύ έγκυρα έχει χαρακτηρισθή ως «κάτι πολύ χειρότερον τής παναιρέσεως» καί ως «νόσος πρός θάνατον», ώς πάλιν «ό πλέον άπαίσιος συγκρητισμός», ώς «χείρων πάσης αίρέσεως» καί «άνήκουστος προδοσία» (22.)

Επομένως, όσοι άκολουθούν τό Πάτριο Εκκλησιαστικό Ημερολόγιο καί είναι Άντιοικουμενισταί, όχι μόνο δέν είναι Σχισματικοί, αλλά συγκροτούν τό Άκαινοτόμητο Πλήρωμα τής ’Ορθοδόξου Εκκλησίας, τό όποιον έχει άποτειχισθή από τούς Νεωτεριστάς καί ένίσταται, δηλ. αγωνίζεται γιά τήν,ειρήνευσι καί ενότητα τής Εκκλησίας, αδιαφορώντας γιά τούς διωγμούς καί τίς συκοφαντίες εναντίον του.

Πρέπει νά γίνη πλήρως κατανοητό, ότι είναι τελείως διαφορετικά πράγματα τό Σχίσμα, πού δεν συγχωρεϊται ούτε με αίμα μαρτυρίου καί ή άποτείχισις, ή οποία είναι σωτήριος καί άξια «τής πρεπούσης τιμής τοις Όρθοδόξοις». (ΙΕ'Ιερός Κανών τής Πρωτοδευτέρας Συνόδου).

«Άγώνος ούν χρεία μεγάλου, καί τούτου νομίμου» (Μ. Βασιλείου, P.G 31, 1540Β), καί «’Ορθοδόξου θεάρεστουΈνστάσεως» (Οσ. Θεοδώρου Στουδίτου, P.G 99, 1045).

(Εκ Δελτίου τής Ί. Μονής Άγ. Κυπριανού καί Ίουστίνης, Φυλή Αττικής).

***

«Μόνον ούτω, θά δυνηθώμεν εντός τής σημερινής δίνης καί συγχύσεως νά διασώσωμεν εκείνο, τό όποιον παραγγέλλει ό Θεός εις τήν Άποκάλυψιν: “κράτει ό έχεις, ίνα μηδείς λάβη τόν στέφανόν σου” (3', 11).

Αλλά πρός τί οί είσέτι τυχόν ενδοιασμοί; Αυτοί ουτοι ό ΙΓ, ΙΔ, ΙΕ κανών, όστις άποτελεϊ καί τήν πλήρη έπεξήγησιν των προηγουμένων, ύφηγοϋνται καί έντέλλονται τήν διακοπήν του μνημοσύνου καί άνευ συνοδικής διαγνώμης.

Οι δήθεν έγκλήμασί τισι τοΰ οικείου κατεγνωκώς επισκόπου ως καί ό πρόφασιν εγκλήματος ποιούμενος κατά τού οικείου Μητροπολίτου” οί τοιοΰτοι, βεβαίως, ώς καί οί Ιεροί κανόνες άναφέρουσι, ύπόκεινται εις καθαίρεσιν άποσπώμενοι τοΰ οικείου επισκόπου. Αλλά οί άλλοι; Οί άλλοι, οιτινες εύρίσκονται ενώπιον τής τραγικότητος τής γυμνή τή κεφαλή κηρυττομένης αίρέσεως, είναι δυνατόν να συνταυτισθοΰν μετά των άνωτέρω;

Όχι!, μυριάκις τό εναντίον! Ό καρπός μιας τοιαύτης διαγωγής των είναι ό έπαινος τής Εκκλησίας, “τής πρεπούσης τιμής τοΐς Όρθοδόξοις άξιωθήσονται”, ως αναφέρει καί ο κανών, καί ουδόλως ή κατάκρισις ή τό πλέον βλάσφημον, όπερ ασφαλώς εξ άγνοίας των λέγουν τινές, ότι δηλ. “σχίζουν” την Εκκλησίαν διασπώντες την έαυτής ενότητα!...    ,

Οί ανωτέρω δέν βλασφημοΟσι μόνον κατά των Πατέρων, οϊτινες συνέταξαν τούς παρόντας κανόνας, άλλά καί κατά τής συνόλου χορέ ίας των ομολογητών, ο! όποιοι στοιχοΰντεςτή ύφηγήσει τών άνωτέρω ως καί τοϋ 31ου Άποστολικοϋ, ήδυνήθησαν μέ τους άγώνας καί τά ίδια αυτών αϊματα “σχισμάτων καί μερισμών ρύσασθαι την’Εκκλησίαν”. Σημειωτέον δέ καί τοΰτο: ότι δηλ. ό άνωτέρω 15ος κανών τής Πρωτοδευτέρας συνετάγη ολίγα έτη μετά τόν φοβερόν σάλον τής Είκονομαχίας, όστις ειχεν εκ θεμελίων συνταράξει την Εκκλησίαν τοϋ Βυζαντίου, ή οποία μόλις κατά την περίοδον τής παρούσης Συνόδου έπανήρχετο εις την πάλαι αυτής ευταξίαν.

Παρά ταΰτα, οί πατέρες οί συγκροτήσαντες ταύτην, δέν έδίστασαν διά του άνωτέρω κανόνος, νά διακηρύξουν την έκ νέου άπομάκρυνσιν τών πιστών εκ παντός αιρετικού ποιμένος καί “ψευδεπισκόπου”!

Άλλά καί τό ετι σπουδαιότερον. Ώς γνωστόν, ό άγιώτατος ηγούμενος τοϋ Στουδίου Θεόδωρος μετά πολυπληθών ηγουμένων καί μοναχών, επί έτη είχε διακόψει την μετά τοϋ Πατριάρχου καί τών κοινωνούντων αύτψ εκκλησιαστικήν κοινωνίαν επί τώ λόγω καί μόνω τής μή τιμωρίας τοϋ πρεσβυτέρου Ιωσήφ, όστις ειχεν ευλογήσει τόν παράνομον γάμον τοϋ αύτοκράτορος! '

Οί λοιποί όμως, “οικονομικοί” επίσκοποι καί ιερείς, δέν έδίσταζον, καλυπτόμενοι όπισθεν τοϋ πλήθους καί τών εξουσιών, νά επιρρίπτουν μετ’ αναίδειας τήν “ρετσινιά” τοϋ “σχιστού” τής Εκκλησίας εις πάντας τούς διακόψαντας τήν μετ’ αυτών κοινωνίαν! Ευθύς όμως κατησχύνοντο υπό της θεολόγου καί πλήρους παρρησίας γραφίδος τοΰ άπαραμίλλου ηγέτου τής Μοναδικής πολιτείας.

Ούκ έσμέν άποσχίσται, ώ θαυμάσιε, τής τοΰ Χρίστου Έκλησίας μήποτε τούτο πάθοιμεν άλλ’ εί καί άλλως εν πολλοΐς άμαρτήμασι τυγχάνομεν όμόσωμοι αυτής καί τρόφιμοι μετά των θείων δογμάτων καί τούς κανόνας αυτής καί διατυπώσεις γλι-χόμεθα φυλάττεσθαι. Τό δε ταράττειν καί άποσχίζειν απ’ αυτής, την μηδεμίαν έχούσης άληθώς κηλίδα ή ρυτίδα κατά τε τόν τής πίστεως λόγον, καί τόν των κανόνων όρον, απ’ αρχής αίώνος καί μέχρι τοΰ δεΰρο, εκείνων έστίν, ών ή πίστις τό ένδιάστροφον έχει, καί ό βίος τό άκανόνιστον καί άθεσμον... Τό μή διαστέλλεσθαι κατά τόν Θεολόγον, προδοσία τής άληθείας σαφής καί των κανόνων παράλυσις...

Διό, ΐσθι, μή είναι σχίσμα τής Εκκλησίας, άλλ’ άληθείας έπικράτησιν καί Θείων νόμων έκδίκησιν...

Τό γάρ μή εχειν σπίλον ή ρυτίδα, ϊνα καί πάλιν ειπωμεν, οΰτω νοείτω τό μή προσιεμένην τά τε άσεβή δόγματα καί τά άκανόνιστα εγχειρήματα, ου μήν άλλά καί τά εν τοΐς αυτουργοΰσι άπηγορευμένα συμφρονήματα, ως που φησίν ό θείος Βασίλειος πρός ά ό Παΰλος ό μέγας, ουδέ συνεστιάσθαι τοΐς τοιουτοις παραχωρεί.

Έπεί άπό των Αποστόλων καί κατόπιν, πολλαχώς πολ-λα ί αιρέσεις προσερράγησαν αυτή καί ρυπάσματα άθεσμα καί άκανόνιστα έπεπόλασαν, ώσπερ καί τό νΰν άλλά μήν αυτή τώ προειρημένα) τρόπω άσχιστος καί άμώμητος διαμεμένηκεν, καί διαμένει έως τοΰ αίώνος, ύπεξαιρουμένων καί άποπεμπομένων απ’ αυτής των κακώς φρονησάντων ή πραξάντων ώσπερ εξ άσειστου καί παραλίου πέτρας τά προσρήσσοντα κύματα”» (Βασιλείω Μο-νάζοντι, PG 99, 997-1004, Θεοδωρήτου Ίερόμ., Διάλογοι τής Ερήμου, σελίδες 217-221).

«Ήθέλησεν ηγούμενός τις νά κάλυψη την μετά των Είκο-νομάχων κοινωνία του, διό καί πολλά περί των ανωτέρω έγραψεν πρός τόν άγιον Θεόδωρον, άποκλαίων οίονεί την των Ιερών Ναών έρημίαν...

Εύστρατίω ήγουμένω. Έχάρην δεξάμενός σου τό τίμιον γράμμα, πατέρων φίλτατε, καί διδαχθείς τά κατά την όσιότητά σου ούτως εχειν καί ούτως, έπεί, όσον εκ τών άπαγγειλάντων, καίτοι άξιοπίστων,λυπηρώςδιεκείμην, άκούσας την υποκριτικήν υπογραφήν. Καί με δέξαι, τιμιώτατε, παρρησιαστικώτερον διαλεγόμενον. Ούκ εξω αιτίας τό κατασχεθέντα σε υπό βασιλικού, μεΐναι απαθή, ήγουν άφετον. Τούτο γάρ τών τεθρυλλημένων επαγωγόν.

Ούδείς ουν τών πεπαρρησιασμένων άτερ φυλακής, ή τουλάχιστον εξορίας, ήτοι φυγαδείας, ώμολόγηται διαμεΐναι. Οι δέ τούτων εκτός, εντός τής απαγωγής, ινα μή τραχυτερον είπών λυπήσω.Ή ου διεβλέψω, διορατικώτατε, τόν χαλεπόν διωγμόν Δέοντος τού θηριωνύμου; ου ή Άχααβιτική χειρ ειλε καί τούς εξ άλλου κράτους, εκτεινε τε και ωλεσε' το γε φιλανθρωποτερον έφρούρησε μετά πικράν μαστίγωσιν μή ότι γε τούς υπό χεΐρα.

Εί δ’ αυτός ουτίπου τών τοιούτων πεπονθώς μετά σύλληψιν, σύγγνωθι, έσυλήθης άγιε. Καί μή μοι φυλάττεσθαι τάς οικείας Εκκλησίας λέγε, καί σώας τάς ιστορίας (αγιογραφίας) μένειν, τήν τε αναφοράν τού άγιωτάτου ημών Πατριάρχου. Τούτο γάρ καί άλλοι άπαχθέντες φιλολογοΰσιν. Ου δύνανται ταύτα διασεσώσθαι, εί μήτοι προδοσία αληθινής ένστάσεως έγένετο.

Τί τό όφελος, εί ημείς οι ναός Θεού καί όντες καί λεγόμενοι, ήχρειώ'δημεν καί άψυχους οίκους περιποιησάμε·8α;Ή είκών τού Χριστού, ούτε τής Θεοτόκου, ούτε τινός αγίου διαπίπτει. Μένει γάρ εν αύτοΐς ως πρωτοτύποις· πίπτουσι δέ οί δοκούντες καθαιρεΐν αύτάς αλλά γάρ καί οί φειδοΐ τούτων προέμενοι τήν παρρησίαν καί τήν δι’ αυτής κάκωσιν.

Ούά! άλλοι άποθνήσκοντες, έτεροι ύπεροριζόμενοι, άλλοι μαστιζόμενοι, έτεροι φρουρούμενοι, τά δρη έχοντα καί α! έρημίαι, πέτραι τε καί σπήλαια τούς μακαρίως δεδιωγμένους καί ημείς οίκοι μένοντες, καί οίόμενοι άβλαβώς διαμένειν;

 ΟΥΔΑΜΩΣ...

Ταΰτα φιλών καί ύπομνήσκων ε’ίρηκα, καί ώς υπό έπιτιμίαν έσμέν άξιοι έλθεΐν καί ότι εν καιρω ’Ορθοδοξίας ούδέν άψηλάφητον άφεθείη...”» (PG 99, 1365ΑΒ).

(Θεοδώρητου Ίερομ., Διάλογοί τής Έρημου, σελ. 221-224).

Εάν δι’ ένα παράνομον γάμον τού αύτοκράτορος, ό έξαρχος των'Ομολογητών, Άγιος Θεόδωρος ό Στουδίτης καί οί μαθηταί του διέκοψαν τό μνημόσυνον τού Πατριάρχου και τών κοινωνούντων αύτώ, τί νά ε’ίπωμεν ημείς σήμερον διά τόν ασφυκτικόν εναγκαλισμόν υπό τών φύσει καί θέσει ταγών τής Εκκλησίας τού προτεσταντικοΰ άποβλαστήματος, ήτοι, τού επάρατου Συγκριτιστικοΰ Οίκουμενισμού;

«Τό κατωτέρω επεισόδιο περιγράφεται έν ταΐς έπιστολαις τού Αγίου Θεοδώρου τού Στουδίτου καί άναφέρεται εις μαθητήν του τινά ήγούμενον, όστις τόν ήκολούθησεν εις τήν κατά τοΰ παρανόμου γάμου τοϋ αύτοκράτορος διαμαρτυρίαν του, καί, όστις παρά τάς συνεχείς πιέσεις καί τά μαρτύρια, ήρνεΐτο νά μνημονεύση τού Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης εις όν καί ύπήγετο έκκλησιαστικώς.

...Τύπτειν οΰτω τίς τέτυφεν ανθρώπων, ου λέγω χριστιανική χειρ, άλλά βαρβαρική δίς έκατοντάκις πρός εξήκοντα καί εξ μαστίγων, ειτα μετ’ ου πολύ, δίς δύο έκατοντάσι βουνεύ-ρων επί τών νώτων ώς ό γενναίος γε άρχιεπίσκοπος, μάλλον δέ άλλοτριοεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, καί ου τών αγελαίων τινά, άλλά μονάζοντα, καί τούτον ήγούμενον, καί μάλα τόν εύλαβέστατον, τούνομα Ευθύμιον, τόν τής ευθυμίας όντως φερώ-

νυμον... Καί υπέρ τίνος ό δαρμός; ϊνα τόν του Χρίστου αθλητήν πείση συνθέσθαι άναφέρείν αυτόν ώς ιεράρχην άλλ’ ώ τής γεν-ναίότητος καί κραταίότητος του μάκαρος! Οΰτω γάρ δίκαίον ειπεΐν οτι καί μετά τοσαυτας πληγάς καί αίματος άγίου ρύσιν, ώστε φοινίσσεσθαι τά πέλματα των ποδών των έκεΐσε παρόντων καί οίονεί πηλοπο ιεϊσθαι τό πορφυρεον κονίαμα εις οικοδομήν τής τοΰ Χρίστου Εκκλησίας, κείμενος ήδη βραχύ άπνοος, καί άφωνος, καί έρωτηθείς παρά των κολαστών μνημονεύει τόν τύραννον, φημί, άλλ’ ούκ αρχιεπίσκοπον ότι , φησίν, ό μακάριος- ουτω μέχρι θανάτου σχεδόν ου παρατρέψας τόν νοΰν, ου παρεκκλίνας τι των όρθοδόξως εγνωσμένων αύτώ”» (PG 99, 1097BC).    

(Θεοδώρητου Ίερομ., Διάλογοι της Έρημου, σελ. 212-213).


ΠΑΡΑΠΟΜΠΑΙ 


1   ΙΕ’ Κανόνος ΑΒ’ Συνόδου.

2   Κατά τό έγκυρον Λεξικόν τών Liddell-Seott, ΤΑ', σελ. 352. Άποτειχίζω: κλείω ή χωρίζω διά τείχους, α) πρός όχύρωσιν, β) πρός άποκλεισμόν, γ)  άνεγείρω μεσότειχον, τοίχον πρός διαχωρισμόν,  δ)εγείρω οχυρώματα.

Άποτείχισις: τό άποτειχίζειν, περιτειχίζει, άποκΛείειν, άνέγερσις οχυρωμάτων, όχύρωσις. (Σημείωσις ήμετέρα).

3   Κανονολόγου Ζωναρά, Σ. I. Κ. 2, 694.    .

4   Μ. Αθανασίου, Β.Ε.Π.Ε.Σ., 32,130.

5   ΙΕ1 Κανόνος ΑΒ’ Συνόδου.

6   Α' ΤιμόΘ., στ' 12.

7   Αγ. Μάρκου ’Εφέσου, PG 160, 536 C («Απολογία, ρηθεΐσα επί τήτελευτή αύτοΰ αύτοσχεδίως»).    '

8   Τοΰ αυτού, PG 160, 536 C - 537 Α.

9  Τοΰ αυτού, PG 160, 536 C-D.

10Αγ. Γρηγορίου Παλαμά, Συγγράμματα, Β'σελ. 541 [Β'πρός Μακάριον, § 4], σελ 595 [Αναίρεσις γράμματος Καλέκα, § 13, Π. Χρήστου].

11   Τοϋ αυτού, PG 150, 863 C-864 Α.

12   Μ. Φωτίου, PG 102, σελ. 833 A-C / Επιστολή ΙΖ', «Ίγνατίερ Μητροπολίτη Κλαυδιουπόλεως».

13   ΙΕ' Ιερού Κανόνος τής Πρωτοδευτέρας Αγ. Συνόδου (861, επί Μ. Φωτίου Κων/πόλεως).

14   Όσ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Ί. Πηδάλιον, σελ. 358.

15.    Όσ. Θεοδώρου Στουδίτου, PG 99, 1064C, Επιστολή ΜΓ'«Ιωσήφ άδελφω καί Αρχιεπίσκοπω».

16.    Τού αυτού, PG 99,1045D, Επιστολή ΛΘ' «Θεοφίλω Ήγουμένω».

17.    Τού αυτού, PG 99,1177C, ’Επιστολή Κ' «Μακαρίφ Ήγουμένψ».

18.    Τού αυτού, PG 99, 1013Β, ’Επιστολή ΛΑ' «Τοίς εν Σακκουδίωνι άδελφοίς».

19.    Μ. Βασιλείου, PG 32, 952, Επιστολή ΣΝΗ' «Έπιφανίω ’Επισκοπώ»,§3.



15«Καίγέγονε μέν κραυγή μεγάλη παρά παντός τού λαού καί εκδρομή· Ού γάρ ήθελον έτι κοινωνεΐν αύτοΐς τοιαϋτα φρονοϋσινΑοστε και νυν άποσυνάκτους είναι τούς λαούς τής Κωνσταντινουπόλεως, πλήν ολίγων ελαφρότερων καί των κολακευόντων αύτρν. Τά δέ μοναστήρια σχεδόν άπαντα καί οί τούτων άρχιμανδρϊται, καί τής συγκλήτου πολλοί ού συνάγονται, δεδιότες μή άδικηθώσιν εις πί-στιν, αύτού καί των σύν αύτω,... πάντων λαλούντων τά διεστραμμένα» (Άγ. Κυρίλλου Αλεξανδρείας, PG 77, σελ. 81B-C, ένθ'άνωτ.)

16li. Άγ. Γρηγορίου τού Θεολόγου, PG 35, 1005C (Λόγος ΙΗ', «Εις τόν Πατέρα...», § ιη’).

17«...Τούτον οι τής χώρας μονασταί μή άνασχόμενοι, τής κοινωνίας αύτού άποτέμνονται, συναπέστη δέ αύτοις καί τού λαού μέρος ού τό βραχύτατον...» (Γρηγορίου Πρεσβυτέρου,PG 35, 261C', «Βίος τού έν άγίοις Πατρός ήμών Γρηγορίου τού Θεολόγου, Επισκόπου Ναζιανζού»).

18   Άρχ/που Ίερ. Κοτσώνη, «Προβλήματα τής ’Εκκλησιαστικής Οικονομίας», ΑΘήναι 1957, σελ. 170-1 καί παρά «Πρακτικά Συνόδων» Β', σελ. 169.

19   Μ. Φωτίου, P.G. 102,604C επιστολή Β', «πρός τόν Πάπα Νικόλαον Ρώμης».

2  Ιερού Χρυσοστόμου, Υπόμνημα εις τήν πρός Γαλάτας επιστολήν, Κεφ. A', P.G. 622, §6 καί 623, §6.

21   (ΒΛ. Ιερούς Κανόνας ΛΑ’ άποστολίκόν, ΙΕ1 τής Πρωτοδευτέρας, Α' Μ. Βασιλείου καί τά σχόλια εις αυτούς).

22   Ανδρέου Θεοδώρου, Ή ’Ορθοδοξία χθες καί σήμερον, σελ. 21, εκδόσεις «Ορθοδόξου Τύπου», Άθήναί 1973. Αρχίμ. Ιουστίνου Πόποβίτς, «Μία Ορθόδοξος Γνωμάτευσις καί Μαρτυρία», περιοδικόν «Κοινωνία», Μάρτιος-Απρίλως 1975, σελ. 95 -101.



26. Περιοδικόν «Γρηγόριος Παλαμάς» 1921, σεΛ. 609 έξ, όρα καί προΛε-γόμενα «ΑΛφαβηταΛφαβήτου», έκδ. περιοδικού «Αθως», 1928, σεΛ. 9 έξ.


Από το Βιβλίο Η ΑΠΟΤΕΙΧΙΣ ΜΟΥ Αρχιμανδρίτου Χρυσοστόμου Σμύρνης
Ιερά Μονή Γοργοεπηκόου και Μυροφόρων Σπέτσαι 2008

Δευτέρα 11 Μαΐου 2015

Ἡ θέα τοῦ Χριστοῦ (Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσανίνωφ)






Ὁ Κύριος ὑποσχέθηκε στούς μαθητές Του ὅτι θά εἶναι μαζί τους παντοτινά «ὥς τή συντέλεια τοῦ κόσμου». Καί, πραγματικά, εἶναι μαζί τους μέσα στό ἅγιο Εὐαγγέλιο καί στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Τόν Χριστό δέν Τόν βλέπουν ὅσοι δέν πιστεύουν στό Εὐαγγέλιο. Αὐτοί δέν Τόν βλέπουν, γιατί εἶναι τυφλωμένοι ἀπό τήν ἀπιστία.

Θέλεις ν’ ἀκούσεις τόν Χριστό; Σοῦ μιλάει μέ τό Εὐαγγέλιο. Μήν περιφρονεῖς τή σωτήρια φωνή Του. Φύγε μακριά ἀπό τήν ἁμαρτωλή ζωή καί ἄκου μέ προσοχή τή διδασκαλία Του, πού εἶναι ἡ αἰώνια ζωή.

Θέλεις νά σοῦ φανερωθεῖ ὁ Χριστός; Ὁ Ἴδιος σέ διδάσκει πῶς θά τό πετύχεις: «Ὅποιος κρατᾶ τίς ἐντολές μου καί τίς ἐκτελεῖ, αὐτός μέ ἀγαπᾶ• κι αὐτός πού μέ ἀγαπᾶ, θά ἀγαπηθεῖ ἀπό τόν Πατέρα μου, κι ἐγώ θά τόν ἀγαπήσω καί θά τοῦ φανερώσω τόν ἑαυτό μου».

Φυλάξου ἀπό τή φαντασία σου, πού μπορεῖ νά σοῦ δημιουργήσει τήν ἐντύπωση ὅτι βλέπεις τόν Ἰησοῦ Χριστό, ὅτι Τόν ἀγγίζεις, ὅτι Τόν ἀγκαλιάζεις. Δέν πρόκειται παρά γιά μιὰ ὀλέθρια αὐταπάτη, ἕνα μάταιο παιχνίδι ὑπερηφάνειας, ἐπάρσεως, ἀλαζονείας ἤ, ὅπως ὀνομάζεται ἀπό τούς ἀσκητικούς συγγραφεῖς, οἰήσεως.

Ἄν τηρεῖς τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου, μέ τρόπο θαυμαστό θά δεῖς τόν Κύριο μέσα σου, ὅπως Τόν ἔβλεπε ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί ὅπως ζητοῦσε νά Τόν βλέπουν καί οἱ ἄλλοι χριστιανοί, θεωρώντας πώς ὅσοι δέν τό εἶχαν κατορθώσει, δέν εἶχαν φτάσει στήν κατάσταση πού ἔπρεπε ὡς χριστιανοί.

Ἄν ζεῖς ζωή ἁμαρτωλή, ἄν ἱκανοποιεῖσαι μέ τά πάθη σου καί συνάμα νομίζεις ὅτι ἀγαπᾶς τόν Χριστό, ὁ αἰώνιος μαθητής τοῦ Κυρίου, αὐτός πού στό Μυστικό Δεῖπνο ἔγειρε στό στῆθος Του, θά σοῦ καταλογίσει πλάνη καί θά σέ διαψεύσει. Γράφει: ´Ὅποιος λέει, “Τόν γνώρισα”, δέν τηρεῖ ὅμως τίς ἐντολές Του, εἶναι ψεύτης- δέν λέει τήν ἀλήθεια. Ὅποιος, ἀπεναντίας, ὑπακούει στόν λόγο Του, αὐτός ἀσφαλῶς ἀγαπᾶ τόν Θεό μ’ ὅλη του τήν καρδιά».

Ἄν κάνεις τό ἁμαρτωλό σου θέλημα, καταπατώντας ἔτσι τίς εὐαγγελικές ἐντολές, τότε ὁ Κύριος θά σέ συναριθμήσει ἀνάμεσα σ’ ἐκείνους πού δέν Τόν ἀγαποῦν. «Αὐτός πού δέν μέ ἀγαπᾶ», λέει, «δέν ἀκολουθεῖ τά λόγια μου».

Ἐξέτασε μέ ἐπιμέλεια τά ἐνδύματά σου. Μή βιάζεσαι νά πᾶς στό γάμο τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ φορώντας σάν ἀσύνετος βρωμερά παλιοκούρελα, μολονότι εἶσαι καλεσμένος σ’ αὐτό τό γάμο ὅπως κάθε χριστιανός. Ὁ Βασιλιάς τοῦ οὐρανοῦ ἔχει ὑπηρέτες, πού θά σοῦ δέσουν τά πόδια καί τά χέρια καί θά σέ πετάξουν ἔξω, στό σκοτάδι, μακριά ἀπό τό Θεό. Οἱ δαίμονες εἶναι οἱ ὑπηρέτες στούς ὁποίους θά παραδοθεῖ ὁ ἀδιάντροπος ἀναζητητής τῆς ἀγάπης καί ἄλλων ὑψηλῶν πνευματικῶν καταστάσεων, πού δέν καθαρίστηκε μέ τή μετάνοια, ἀλλά φούσκωσε ἀπό οἴηση καί ὑψηλοφροσύνη. Σκοτάδι εἶναι ἡ τύφλωση τοῦ πνεύματος τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν ἐμπάθεια καί τή σαρκικότητα. Ὅποιος βρίσκεται σ’ αὐτή τήν κατάσταση, ἔχει χάσει τήν πνευματική του ἐλευθερία, εἶναι δοῦλος τῆς ἁμαρτίας καί τῶν πονηρῶν πνευμάτων. Τό δέσιμο τῶν ποδιῶν καί τῶν χεριῶν σημαίνει τήν ἀπώλεια τῆς ἱκανότητας γιά θεάρεστη ζωή καί πνευματική προκοπή. Ἀπ’ αὐτή τήν τραγική κατάσταση ἀπελευθερώνεται ὁ ἄνθρωπος, ἄv, ἀφοῦ παραδεχθεῖ καί ἀπορρίψει τήν πλάνη του, μπεῖ στό σωτήριο στάδιο τῆς μετάνοιας.

Δύσκολη εἶναι ἡ ἔξοδος ἀπό τήν πλάνη. Φρουρά στέκεται στήν πόρτα, πόρτα ἀσφαλισμένη μέ μεγάλη κλειδαριά κι ἀμπάρες, πόρτα σφραγισμένη μέ τή σφραγίδα τήν ἄσπαστη τοῦ ἅδη. Κλειδαριά κι ἀμπάρες εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια, πού βρίσκεται βαθιά κρυμμένη στή καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, ἡ κενοδοξία, πού ἀποτελεῖ τό κίνητρο κάθε δραστηριότητάς του, ἡ ὑποκρισία καί ἡ πονηρία, μέ τίς ὁποῖες κατορθώνει νά βάλει τή μάσκα τῶν καλῶν προθέσεων, τῆς ταπεινοφροσύνης καί τῆς ἁγιότητας, σκεπάζοντας τήν ὑπερηφάνεια καί τήν κενοδοξία του. Σφραγίδα ἄσπαστη, πάλι, εἶναι ἡ ἀποδοχή τῶν ἐνεργειῶν τῆς πλάνης ὡς ἐνεργειῶν θείων καί εὐλογημένων.

Μπορεῖ, ἄραγε, ὁ ἄνθρωπος πού βρίσκεται σέ πλάνη, στήν περιοχή τοῦ ψεύδους καί τῆς ἀπάτης, νά γίνει τηρητής τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι ἡ ἀλήθεια ἀπό τήν Ἀλήθεια; Ὅποιος δέχεται τό ψεῦδος, ὅποιος εὐχαριστιέται μέ τό ψεῦδος, ὅποιος ταυτίζεται μέ τό ψεῦδος, ὅποιος ἑνώνεται μέ τό πνεῦμα τοῦ ψεύδους, μπορεῖ νά ἀγαπήσει τήν ἀλήθεια; Ὄχι, θά τή μισήσει, θά γίνει φανατικός ἐχθρός καί διώκτης της.

Τί θά κάνετε ἐσεῖς, δύστυχοι ὀνειροπόλοι, ποὺ νομίζατε ὅτι περάσατε ὅλη τήν ἐπίγεια ζωή σας στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ, ὅταν κεραυνόπληκτοι θ’ ἀκούσετε τήν ἀπόφαση τοῦ Σωτήρα, «Ποτέ δέν σᾶς ἤξερα• φύγετε μακριά μου, ἐσεῖς ποὺ ἀντιστρατεύεστε τόν νόμο τοῦ Θεοῦ»;

Φίλε μου ἀληθινέ, πήγαινε στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Πλησίασέ Τον ἀπό τόν δρόμο τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν. Γνώρισέ Τον μέσα σ’ αὐτές. Μέ τήν τήρησή τους φανέρωσε καί ἀπόδειξε τήν ἀγάπη σου σ’ Ἐκεῖνον. Ὁ Ἴδιος τότε θά σοῦ ἀποκαλύψει τόν ἑαυτό Του καί θά πλημμυρίσει τήν καρδιά σου ἀπό ἀνέκφραστη ἀγάπη, τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀγάπη αὐτή δέν προέρχεται ἀπό σένα, τόν πεσμένο ἄνθρωπο, ἀλλά ἀποτελεῖ δῶρο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τό δίνει ὁ μοναδικός ἀληθινός Θεός στά ´δοχεῖαª πού καθαρίστηκαν μέ τή μετάνοια καί στολίστηκαν μέ τήν ταπείνωση καί τή σωφροσύνη.

Νά ἐμπιστεύεσαι τή ζωή σου καί τήν ψυχή σου στό Κύριο, τόν παντοδύναμο καί πανάγαθο. Ὄχι στόν ἑαυτό σου, τόν ἀδύναμο καί ἁμαρτωλό. Ἔτσι θά εἶσαι ἀσφαλής. Ὁ Κύριος εἶναι ὁ δημιουργός σου. Μετά τή θλιβερή πτώση σου, Ἐκεῖνος ἐνανθρώπησε γιά σένα, καταδικάστηκε γιά σένα, ἔχυσε τό αἷμα Του γιά σένα. Μά καί τί δέν θά κάνει ἀκόμα γιά σένα! Ἑτοιμάσου νά δεχθεῖς τά δῶρα Του, καθαρίζοντας τήν ψυχή σου. Αὐτό εἶναι τό δικό σου ἔργο. Ἀμήν. 


(«Ἀσκητικές ἐμπειρίες Α’», Ἱ. Μ. Παρακλήτου)


Παρασκευή 8 Μαΐου 2015

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΚΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ ΕΤΕΡΩΝ




Πώς λοιπόν οι  νεορθόδοξοι Επίσκοποι μπορούν να κατανοήσουν τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή,ο οποίος,όταν ερωτήθηκε σε ποια Εκκλησία ανήκει,την στιγμή που ήταν χωρισμένος από όλες τις τοπικές Εκκλησίες και τα Πατριαρχεία,που είχαν συμφωνήσει στην αίρεση του Μονοθελητισμού,απάντησε:''Καθολικήν Εκκλησίαν την ορθήν και σωτήριον της εις αυτόν πίστεως ομολογίαν Πέτρου μακαρίσας,εφ΄οις αυτόν σαφώς ομολόγησεν ο τον όλων είναι Θεόν απεφήνατο''.Δηλαδή ο Άγιος Μάξιμος,ως προυπόθεση για να είσαι μέσα στην Εκκλησία,δεν θεώρησε να είσαι ενωμένος με τον Επίσκοπο,αλλά με την αλήθεια.Με τον Επίσκοπο επιβάλλεται να ενωθείς εφόσον αυτός είναι οργανικά ενωμένος με την αλήθεια.Αν ενωθείς,ενώ ο Επίσκοπος δεν είναι ενωμένος με την αλήθεια,αλλά με την πλάνη και τον Οικουμενισμό,είναι δείγμα,ότι και συ αυτομάτως βγαίνεις από την Εκκλησία,την οποία δεν εκφράζει ο Επίσκοπος,αλλά οι πατέρες,η Παράδοση και οι Κανόνες.

Όταν λοιπόν βλέπουμε στις μέρες μας να αφορίζονται οι όντως Ορθόδοξοι και να μην καταδικάζονται οι εν τη Ορθοδοξία αιρετικοί,πρέπει να καταλάβουμε,ότι και οι αναγνωρίζοντες τους παράνομους αφορισμούς,όλοι αυτοί ανήκουν εκεί που ανήκουν οι αρχηγοί και οδηγοί του κακού,δηλαδή στον Οικουμενισμό και όχι στην Ορθοδοξία.Αλίμονο,αν ο Χριστός περίμενε την απόφαση της Συνόδου για να κατατάξει κάποιον εντός ή εκτός της Εκκλησίας.Και αλίμονο αν η Ορθοδοξία είχε αφεθεί στην υπεράσπιση και την προστασία των Επισκόπων μόνο ή των Συνόδων.Αρκεί να σκεφθούμε,για να καταλάβουμε την εξαθλίωση και πλάνη και αποσύνθεση της Συνόδου,ότι ανεκήρυξαν,ως άγιο τον Χρυσόστομο Σμύρνης,ο οποίος αποδεδειγμένα υπήρξε Μασώνος και έτσι άλλαξαν ριζικά την περί Αγίων Παράδοση της Εκκλησίας,γεμίζοντας με απέραντη χαρά τους Μασώνους.Και αν θέλουμε και άλλο παράδειγμα για να καταλάβουμε τον ύπουλο τρόπο με τον οποίο οι Οικουμενιστές Επίσκοποι εργάζονται για να αμβλύνουν το κριτήριο των Ορθοδόξων,ως προς την πίστη,ας πούμε και το εξής:''Στον ραδιοφωνικό σταθμό της Μητροπόλεως Δημητριάδος,την περόδο της Σαρρακοστής,στην εκπομπή ΄΄Οι Άγιοι της Εκκλησίας μας΄΄ παρουσίασαν,ως άγιο της Εκκλησίας μας τον Φραγκίσκο της Ασσίζης και μίλησαν μεταξύ των άλλων και για την ''αγία όστια''!Τα σχόλια νομίζω περιττεύουν.Ας αφήσουμε,που σε αυτού του τύπου τους σταθμούς,τους λεγόμενους εκκλησιαστικούς,βάζουν μουσική ροκ και κοσμικά τραγούδια,για να πλησιάσουν δήθεν τους νέους''.Τα ανωτέρω αναπτύσσονται πολύ επιτυχώς και στο περιοδικό ''Άγιοι Κολλυβάδες'' του Ιερέως π.Νικολάου Δημαρά,όπου αναφέρει τα εξής:''Διάχυτη είναι η παπική νοοτροπία των Νεοημερολογιτών.Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή είναι αδιανόητο να εγερθούν οι πιστοί,λαικοί,μοναχοί και ιερείς εναντίον αρχιερέων που καταπατούν τις Ιερές Παραδόσεις των Πατέρων και κηρύσσουν αιρέσεις κατεγνωσμένες.Αυτό που έγινε σε όλη την ιστορία της Εκκλησίας καταδικάζεται από τους εχθρούς των Παλαιοημερολογιτών.Την αυθεντία όμως μέσα στην Εκκλησία την έχει το Πνεύμα το Άγιο.Όποιος έχει πνεύμα άγιο έχει την αυθεντία.Μέσα στην Ορθοδοξία σημασία δεν έχει,ποιος συμφωνεί και ποιος δεν συμφωνεί με τους αρχιερείς,αλλά,ποιος συμφωνεί και ποιος δεν συμφωνεί με τα όργανα του Παναγίου Πνεύματος:τους Πατέρες της Εκκλησίας.Έτσι προσπαθούν οι Νεοημερολογίτες να περάσουν την άποψιν,ότι Εκκλησία είναι οι Αρχιερείς!!!Και λένε με αναισχυντία:''το να εγείρονται τα άτομα,κληρικοί και λαικοί και να αποκηρύσσουν επισκόπους τους οποίους η ''Ορθόδοξος Εκκλησία'' αποδέχεται,είναι καθαροί προτεσταντισμοί''.Για να λέει κανείς τέτοια πράγματα πρέπει να αγνοεί και τον Προτεσταντισμό και την Ορθοδοξία.Προτεσταντισμός δεν είναι η μη αναγνώρισις αυθεντίας στους Αρχιερείς,είναι η μη αναγνώρισις αυθεντίας στην Εκκλησία,είναι η μη αναγνώρισις του γεγονότος,ότι το Άγιον Πνεύμα φωτίζει και καθοδηγεί την Εκκλησία.Η Εκκλησία σε αντίθεση με τους κακοδόξους Νεοημερολογίτες,όταν μιλάει για την Καθολική Εκκλησία,δεν εννοεί μόνο τους Επισκόπους της,ούτε εννοεί μόνον την σημερινήν ανά τον κόσμο Ορθόδοξη Εκκλησία.Η Καθολική Εκκλησία δεν είναι μόνον η στρατευομένη,είναι και η Θριαμβεύουσα.Όταν η σημερινή,ανά τον κόσμο,επίσημη ''ορθόδοξη εκκλησία'' έρχεται σε αντίθεση με την Θριαμβεύουσα Εκκλησία των Αγίων Πατέρων και των Οικουμενικών,Πανορθοδόξων και τοπικών Συνόδων,τότε οι Ορθόδοξοι πιστοί που εγείρονται εναντίον της για να παραμείνουν σε κοινωνία πίστεως με την Εκκλησία των Αποστόλων και των Πατέρων,όχι μόνον προτεστάντες δεν είναι,αλλά απεναντίας είναι τα μοναδικά μέλη της στρατευομένης Εκκλησίας.Όχι μόνον σχίσμα δεν κάνουν με το να ακολουθούν την σύγχρονη Ιεραρχία,που βαδίζει δικούς της δρόμους,αλλά είναι αυτοί η Εκκλησία,γιατι μόνον αυτοί αποτελούν ένα σώμα με την από τους Αποστόλους Καθολική Εκκλησία του Χριστού...Η ενότης (της Εκκλησίας) έχει στην ουσία της θεολογικό και αγιοπατερικό περιεχόμενο,διότι είναι ενότης Πίστεως.Δεν είναι ενότης διοικητική.Διότι τέτοια ενότητα έχουν και οι Φράγκοι και αναγνωρίζουν,ως σημείο της εξωτερικής τους διοικητικής ενότητος και αναφοράς,τον αιρεσιάρχην πάπα.Όμως δεν ορθοτομούν τον λόγον της αληθείας και βρίσκονται στην αίρεση και στην πλάνη,εκτός Εκκλησίας.Τέτοια ενότητα εννοούν οι Νεοημερολογίτες,ότι πρέπει να έχουμε και εμείς οι Ορθόδοξοι!!!Αυτά τα λένε βέβαια κάτω από την φράγκικη επίδραση στην κακόδοξη και ουνίτικη εκκλησιολογία τους...''.(Και συνεχίζει παρακάτω και εξηγεί αναλυτικά και δια την ευθύνη των Μοναχών και των ''φωτισμένων'' καθηγουμένων του Αγίου Όρους και λέγει):''Ξέρουν πολύ καλά,ότι ο επίσκοπός τους είναι ψευδεπίσκοπος (ο Πατριάρχης δηλαδή),και ψευδοδιδάσκαλος και όμως εξακολουθούν και τον μνημονεύουν για επίσκοπό τους!Και δεν το ξέρουν μόνον οι Αγιορείτες,το ξέρουν και όλοι οι άλλοι επίσκοποι στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο και παρ΄όλα αυτά εξακολουθούν να τον μνημονεύουν και κοινωνούν με την αίρεσή του και καταμολύνουν τα θυσιαστήριά τους,γιατι κοινωνούν με τον πάπα μέσω του Βαρθολομαίου και με το φρόνημα του ''Πατριάρχου''.Πώς είναι δυνατόν να μην είναι πρώτιστο καθήκον του Ορθοδόξου πιστού και επομένως υποχρέωσις στοιχειώδης,να προσπαθήσει να γλυτώσει την Εκκλησία από τα σχίσματα,που προκαλούν οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι διδάσκοντας άλλα,απ΄ότι διδάσκει η Εκκλησία;Οι αρχιερείς αυτοί,ας είναι και χιλιάδες με τις ετεροδιδασκαλίες τους αποσχίζονται από την Εκκλησία του Χριστού,από την Εκκλησία των Αποστόλων και των Πατέρων.Όσοι αποσχίζονται από αυτούς τους Αρχιερείς,επειδή συνήθως είναι λίγοι,φαίνονται σαν να κάνουν αυτοί το σχίσμα.Έχοντας υπ΄όψιν αυτήν την πραγματικότητα,ο Κανών τονίζει σε όλες τις γενεές των χριστιανών:Δεν πρέπει να σας εξαπατούν τα φαινόμενα,δεν κάνουν σχίσμα οι λίγοι που μένουν πιστοί στην Αποστολική Εκκλησία.Σχίσμα κάνουν,όσοι μένουν πιστοί στους αιρετικούς αρχιερείς και όσοι τους ακολουθούν.Αυτοί αποσχίζονται από την Εκκλησία των Αποστόλων και των Πατέρων.Οι λόγοι που αποσχίζονται από τους τέτοιους αρχιερείς στην πραγματικότητα γλυτώνουν την Εκκλησία από τα πραγματικά σχίσματα.Είναι λοιπόν ή δεν είναι υποχρεωτικός ο ΙΕ΄Κανών για όλους τους Ορθοδόξους,που δεν θα πρέπει να ξεγελάνε τους εαυτούς τους με τα ''έργα'',τα μεγάλα μοναστήρια,τα κτίρια,τις κατασκηνώσεις και το φιλανθρωπικό έργο,ότι έτσι τάχα εκπληρώνουν το καθήκον τους,ως Ορθόδοξοι;Όλα αυτά έχουν νόημα,όταν γίνονται για την δόξα της Ορθοδοξίας,όταν οι ηγούμενοι ορθοτομούν τον λόγον της αληθείας.Και αντιθέτως γίνονται επιπρόσθετο βάρος στην ψυχή εκείνων,που τα προβάλλουν με όλα τα σύγχρονα μέσα και ρίχνουν στάχτη στα μάτια και εξαπατούν τους απλούς που τους ακολουθούν,επειδή εντυπωσιάζονται από τα ''έργα'',παρασύροντάς τους έτσι εις την πλάνη και τον όλεθρο της αιρέσεως.Είναι επομένως πρωταρχικό καθήκον ημών των κληρικών να αγωνιζόμαστε για να διαφυλαχθεί αμόλυντον το Θυσιαστήριον της φίλτατης Ορθοδοξίας μας από κάθε αιρετικήν επιμειξίαν,γιατι διαφορετικά γινόμεθα πρόξενοι απωλείας και των ψυχών μας και των πιστών,που μας ακολουθούν,για τους οποίους θα δώσουμε λόγον στον Θεόν...Τί απολογίαν θα δώσουν εις τον Πανάγαθον Θεόν οι Μοναχοί της σήμερον,όταν βλέπουν τους Ορθοδόξους αδελφούς τους να πάσχουν και να διώκονται και εκείνοι αρκούνται στην προδοτική σιωπή'';

Αυτά,όμως δεν τα πιστεύουν καθόλου οι σημερινοί επίσκοποι και οι Αγιορείται ηγούμενοι,γι' αυτό και διώκουν κάθε επικριτή τους...Δεν αναλογίζονται την ευθύνη τους ενώπιον της Ιστορίας,αφού λόγω θέσεως και παρελθόντος,είναι οι πλέον ενδεδειγμένοι να αναχαιτίσουν τον επίσκοπόν τους από τον κατήφορον της αποστασίας του.Η μέχρι τούδε στάσις των δυστηχώς,ουδέν άλλο εκφράζει παρά δειλίαν και φιλαυτίαν,αφού πρωτίστως προνοούν δια την εξασφάλισιν της ηγουμενίας,εις δεύτερον μοίραν έχοντες το της ομολογίας...Διατί δεν μιμούνται τους πατέρας των,οι οποίοι ενώπιον κακοδόξων αυτοκρατόρων και πατριαρχών,μετά σταθερότητος και παρρησίας διεκήρυτταν:''ως τα αίματα πάντων ημών προθύμως εκχέηται'' και ''ετοίμη η ταπείνωσις ημών μέχρι θανάτου υποστήναι ή εξάρνους (αρνητάς) ημάς γενέσθαι της τοιαύτης ημών ειλικρινούς ομολογίας''.Άγίου Θεοδώρου Στουδίτη P.G.99.1120 A.



Εισαγωγή στο διαδίκτυο,τίτλος και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.Από το βιβλίο ''ΑΓΙΟΠΑΤΕΡΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΚΕΙΜΕΝΩΝ'',Υπό Αγιορειτών Γερόντων,Έκδοση ''Θηβαική Φωνή'' 2006.Σελίδες 276-279.Η φωτογραφία του Γέροντος Μεθοδίου,ηγουμένου της ιστορικής Μονής Εσφιγμένου του Άθωνα είναι παρμένη από την σελίδα του F.B. ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΕΣΦΙΓΜΕΝΟΥ.



Υπό Αγιορειτών Γερόντων

Τετάρτη 6 Μαΐου 2015

Ο ΕΧΘΡΟΣ ΠΟΛΕΜΑΕΙ ΜΕ ΔΙΑΦΟΡΟΥΣ ΤΡΟΠΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ (Ἁγίου Ἐφραίμ)

Αγίου Εφραίμ: Ο εχθρός πολεμάει με διάφορους τρόπους τους αγωνιστές

Πρόσεχε, αδελφέ, γιατί ο εχθρός πολεμάει με διάφορους τρόπους τους αγωνιστές. Καί πριν μεν πραγματοποιηθεί η αμαρτία, ο εχθρός τη δείχνει στα μάτια τους πολύ μικρή.

Προπαντός την επιθυμία της σαρκικής ηδονής τόση ασήμαντη την παρουσιάζει πριν γίνει πράξη, ώστε φαίνεται στον αδελφό ότι σχεδόν δεν διαφέρει καθόλου από το να του χυθεί στη γη ένα ποτήρι κρύο νερό.

Μετά τη διάπραξη της αμαρτίας όμως, ο πονηρός την παρουσιάζει υπερβολικά βαριά στα μάτια εκείνου που αμάρτησε, σηκώνοντας εναντίον του μύρια κύματα λογισμών, έτσι ώστε, πνίγοντας μέσα σ αυτά τη λογική σκέψη του αδελφού, να τον καταποντίσει στο βυθό της απελπισίας.

Κι εσύ λοιπόν, αγαπητέ, γνωρίζοντας από πριν αυτές τις πανουργίες του εχθρού, πρόσεχε μη σε γελάσει και αμαρτήσεις. Αλλά κι αν έχεις ήδη πέσει σ ένα παράπτωμα, μην το συνεχίζεις, απελπισμένος για τη σωτηρία σου. Σήκω και γύρνα πίσω στον Κύριο και Θεό σου. Κι Εκείνος θα σ ελεήσει. Γιατί ο Δεσπότης μας είναι οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος και πολυέλεος, και δεν περιφρονεί όσους μετανοούν ειλικρινά, αλλά πρόθυμα και με χαρά τους δέχεται.

Όταν λοιπόν σού λέει ο εχθρός, «Χάθηκες, δεν μπορείς πιά να σωθείς!», Εσύ πες του:

«Εγώ έχω Θεό εύσπλαγχνο και μακρόθυμο, γι αυτό και δεν απελπίζομαι για τη σωτηρία μου. Εκείνος που μας άφησε εντολή να συγχωρούμε το συνάνθρωπό μας «έως εβδομηκοντάκις επτά» (Ματθ. 18:22), ο Ίδιος, πολύ περισσότερο, θα συγχωρήσει τις αμαρτίες εκείνων που επιστρέφουν κοντά Του μ όλη τους την ψυχή ».

Κι έτσι, με τη χάρη του Θεού, θα λυτρωθείς από τον πόλεμο.

Πηγή: www.agioritikovima.gr

ΓΙΑΤΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΜΙΣΕΙ ΤΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥΣ (Ἃγιος Νήφων)





Πες μου, πάτερ, σε παρακαλώ κάτι: Για ποιό λόγο οι περισσότεροι άνθρωποι μισούν τους δικαίους; Γιατί τους περιφρονούν; Γιατί σκανδαλίζονται μαζί τους; Αντίθετα, λίγοι ειναι εκείνοι που τους τιμούν…

- Πολύ συμφέρει τους δικαίους, παιδί μου, η περιφρόνηση των ανθρώπων. Τους ταιριάζει, θα ‘λεγα, όπως ταιριάζουν στον ουρανό τ’ αστέρια. Είδα μάλιστα ενάρετο, που κέρδισε πενήντα στεφάνια σε μία μέρα από τις κακολογίες των άλλων.

- Και με ποιόν τρόπο τα κέρδισε; ρώτησα απορήμενος.

- Άκουσε: Ο άνθρωπος αυτός έμενε στα Βούκολα. Ήταν επιφανής και αξιοσέβαστος. Έκανε πολλά καλά έργα στους συνανθρώπους του και όλους τους αγαπούσε σαν αγγέλους του Θεού. Εκείνοι, ωστόσο, πλανέθηκαν από τον πονηρό και άρχισαν να αντιπαθούν τον ευεργέτη τους σα να ήταν κακούργος. Άλλοι έλεγαν πως είναι δολερός, άλλοι ακόλαστος, άλλοι κλέφτης και άλλοι αιρετικός! Έχει, βλέπεις, τη συνήθεια ο διάβολος να διασύρει τους αγίους με το στόμα των αμαρτώλων ανθρώπων. Ο άνθρωπος όμως για τον οποίο σου μιλάω, ακούγοντας τις συκοφαντίες αυτές, χαιρόταν ειλικρινά και ευχαριστούσε το Θεό.



“Κύριε”, έλεγε, “δείξε το έλεος Σου σ’ όσους με μισούν, με συκοφαντούν, με διασύρουν. Κανένας απ’ τους αδελφούς να μην πάθει κακό για μένα τον αμαρτωλό, ούτε στην παρούσα ζωή ούτε στην άλλη. Σύντριψε όμως και αφάνησε τους πονηρούς δαίμονες, που τους ξεσηκώνουν εναντίον μου. Σε παρακαλώ, Θεέ μου, όπως δεν αποστράφηκες εμένα τον βέβηλο, όσες φορές αμάρτησα και πρόστρεξα στην ευσπλαχνία Σου ζητώντας συγχώρηση, έτσι να μην αποστραφείς τώρα κι αυτούς, που κατηγορούν τον αχρείο δούλο Σου. Αντίθετα, αγιάσέ τους με το έλεός Σου και σκέπασέ τους με την αγαθότητα Σου”.

Έτσι προσευχόταν, αγαπητέ, ο δίκαιος εκείνος, γι’ αυτούς που τον μισούσαν και τον κακολογούσαν! Και κοίταξε τι θαυμαστό γινόταν: Όσες φορές τη μέρα βίαζε τον εαυτό του και προσευχόταν για τους εχθρούς του, τόσες φορές κατέβαινε άγγελος Κυρίου και τοποθετούσε στο κεφάλι του ουράνιο διαμαντοστόλιστο στεφάνι. Αυτό, βέβαια, δεν το καταλάβαινε ο ίδιος, γιατί ο Θεός τον στεφάνωνε αόρατα… Γι’ αυτό λοιπόν, παιδί μου, επιτρέπει πολλές φορές ο αγαθός Θεός να κακολογούνται και να εξουθενώνονται οι ενάρετοι, για ν’ αυξήσουν έτσι τα στέφανια τους και τα βραβεία τους και τους ουράνιους μισθούς τους.

- Ωστόσο, όπως είπα και πριν, πάτερ, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί οι δίκαιοι σ’ άλλους ανθρώπους αρέσουν και σ’ άλλους όχι.

- Πρόσεξε, παιδί μου, και θα σου το εξηγήσω με μερικά παραδείγματα: Δεν βλέπεις που ο Θεός στέλνει βροχή, και δεν αρέσει σε όλους; Όπως συνήθως, άλλοι λένε το ένα και άλλοι το άλλο. Ο ένας λέει: “Δόξα σοι ο Θεός! Θα ποτιστεί η γη!”.

Ο άλλος, αντίθετα: “Κακό που μας βρήκε! Πάει η σοδειά!”. Άν πάλι ο Θεός στείλει βαρύ χειμώνα, οι φτωχοί, τρέμοντας από την παγωνιά, λένε με παράπονο: “Αχ, γιατί να κάνει ο Θεός τόσο κρύο;”. Οι πλούσιοι, απεναντίας, τότε ακριβώς απολαμβάνουν περισσότερο τη θαλπωρή, γιατί έχουν όλα όσα χρειάζονται – και θέρμανση και χοντρά ρούχα και κρασί και ζεστό ψωμί και κρέατα και καθετί που αναπαύει το σώμα. Τέλος πάντων, φεύγει ο χειμώνας, έρχεται η άνοιξη και ακολουθεί το καλοκαίρι με την πολλή του ζέστη. Τότε λένε μερικοί: “Ο χειμώνας είναι πολύ καλύτερος. Ούτε μύγες έχει ούτε ψύλλους ούτε κοριούς”.

Και, κοντολογής, άλλοι προτιμούν το χειμώνα σαν υγιεινότερο, άλλοι την άνοιξη σαν γλυκύτερη, άλλοι το καλοκαίρι σαν θερμότερο… Αλλά γιατί στα λέω όλα αυτά; Φτάνει μόνο να σκεφτείς, ότι ο Χριστός, ο Κύριος και Θεός μας, έγινε άνθρωπος, συναναστράφηκε με τους αχάριστους Εβραίους και τους ευργέτησε με μύρια καλά – δαιμόνια έδιωξε, λεπρούς καθάρισε, τυφλούς φώτισε, κουτσούς στήριξε, παράλυτους σήκωσε, νεκρούς ανέστησε, τελώνες διόρθωσε, πόρνες συνέτισε, με λίγα ψωμιά πλήθη χόρτασε και τόσα άλλα έκανε, για τα οποία φθαρτός άνθρωπος δεν μπορεί να μιλήσει. Και για όλα τούτα ποια ήταν η ανταμοιβή του Κυρίου μας;

Ο φθόνος, η συκοφαντία, οι εξευτελισμοί, τα ραπίσματα, η μαστίγωση, τα φτυσίματα και στο τέλος η σταύρωση! Αν λοιπόν ο Πλάστης μας δεν άρεσε σε όλους τους ανθρώπους, πως θα αρέσει ο δίκαιος στους συνάνθρώπος του; Ξέρεις, παιδί μου, ο ενάρετος Άβελ έζησε τότε που ελάχιστοι άνθρωποι υπήρχαν πάνω στη γη. Και παρόλο που δεν έκανε το παραμικρό κακό στον αδελφό του Κάϊν, αυτός, σκοτισμένος από τον πονηρό, τον φθόνησε και τον σκότωσε.

Σκέψου λοιπόν, αν τότε, που υπήρχαν μόνο δύο αδέλφια στη γη, ο δίκαιος Άβελ δεν μπόρεσε να ξεφύγει απ’ τον ανθρώπινο φθόνο, θα μπόρεσει κανείς σήμερα, ζώντας ανάμεσα σε τόσο κόσμο; Αδύνατον! Είναι γραμμένο άλλωστε: “Τέκνον, ει προσέρχη δουλεύειν Κυρίω Θεώ, ετοίμασεν την ψυχήν σου εις πειρασμόν”.

ΟΣΙΟΣ ΝΗΦΩΝ, ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΑΝΗΣ – Ο Άγιος των μετανοούντων 

Παρασκευή 1 Μαΐου 2015

Παρέμβαση της Ιεράς Συνόδου υπέρ των αρνητών του ΑΜΚΑ



Την παρέμβαση της πολιτείας προκειμένου να ξεπεραστούν τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί που αρνούνται να παραλάβουν ΑΜΚΑ ζήτησε σήμερα από τον Υπουργό Υγείας κ. Παναγιώτη Κουρουμπλή ο Μακαριωτατος Αρχιεπίσκοπος Γ.Ο.Χ. Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ.κ. Καλλίνικος.

Ο Προκαθήμενος της Ελλαδικής Εκκλησίας συνοδευόμενος από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Γ.Ο.Χ. Πειραιώς και Σαλαμίνος κ. Γερόντιο και τον Γ' Γραμματέα της Ιεράς Συνόδου Ιερομόχαχο π. Καλλίνικο Ηλιόπουλο επισκέφθηκαν σήμερα τον κ. Υπουργό προκειμένου να του εκθέσουν το μείζον αυτό ζήτημα.

Στη συνάντηση παρέστησαν επίσης ο Βουλευτής Ηρακλείου των ΑΝΕΛ. κ. Κωνσταντίνος Δαμαβολίτης και ο τ. Βουλευτής Θεσσαλονίκης κ.Γαβριήλ Αβραμίδης. Τόσο ο Μακαριώτατος όσο και ο Σεβασμιώτατος, τόνισαν στον κύριο Υπουργό την μεγάλη σημασία που έχει για την Εκκλησία μας η αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού, το οποίο δεν θίγει σε καμία περίπτωση την ευρυθμο λειτουργία του Κράτους.

Αντιθέτως, οι άνθρωποι αυτοί που για λόγους πίστεως και θρησκευτικής συνειδήσεως αρνούνται την χρήση του συγκεκριμένου αριθμού, μετατρέπονται σε θύματα διακρίσεων και αντιμετωπίζονται ως πολίτες β΄κατηγορίας.

Σε μια εποχή που τα ατομικά δικαιώματα και οι προσωπικές ελευθερίες αποτελούν βασικά συστατικά του πολιτισμού μας είναι πρόκληση Έλληνες πολίτες να μην έχουν πρόσβαση σε ζωτικής σημασίας υπηρεσίες για τις οποίες μάλιστα έχουν καταβάλει κρατήσεις επειδή οι θρησκευτικές τους πεποιθήσεις δεν γίνονται δεκτές.

Ο κ. Υπουργός που άκουσε με προσοχή τα επιχειρήματα της Εκκλησίας μας, δεσμεύθηκε να μελετήσει το υπόμνημα της Ιεράς Συνόδου που κατέθεσε ο Μακαριώτατος.


Η συνάντηση αυτή με τον κ. Υπουργό είναι μια ακόμη ενέργεια της Εκκλησίας μας, η οποία παρά τα όσα δολίως διοχετεύουν συγκεκριμένοι κύκλοι, ουδέποτε έπαυσε να μεριμνά υπέρ του ποιμνίου Αυτής. Η Εκκλησία των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών Ελλάδος, συνεχίζοντας την πορεία των αοιδίμων ομολογητών Πατέρων μας, μεριμνά, αγωνίζεται και εργάζεται για τον Ιερό Αγώνα.

ΕΚ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΥΠΟΥ


Πέμπτη 30 Απριλίου 2015

ΠΩΣ ΝΑ ΥΠΟΜΕΝΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΠΕΙΡΑΣΜΟΥΣ (Ὃσιος Συμεῶν ὁ Νέος Θεολόγος)

Όσοι είναι φίλοι του Θεού, όσοι έχουν κλείσει μέσα τους τον Κύριο σαν ένα πολύτιμο θησαυρό, δέχονται με πολλή χαρά τις βρισιές και τις ατιμίες, και αγαπούν με καθαρή καρδιά, σαν ευεργέτες, αυτούς που τους αδικούν.


Ο Χριστός, ο αναμάρτητος, ραπίσθηκε άδικα από ένα δούλο, κι έτσι έγινε το πρότυπο όλων μας στην ανεκτικότητα, τη μεγαλοψυχία και τη μακροθυμία. Αλλά μόνο ραπίσθηκε; Αν πάρουμε από την αρχή τα γεγονότα της ένσαρκης οικονομίας Του, θα δούμε πως αυτή δεν είναι τίποτ' άλλο παρά μια αλυσίδα ταπεινώσεων και εξευτελισμών. Πρώτα-πρώτα ο Κύριος, όντας Θεός, καταδέχθηκε να έρθει στη γη, «μορφήν δούλου λαβών», και να ζήσει ανάμεσά μας σαν ένας άσημος και φτωχός «τέκτονος υιός». Μέχρι τα τριάντα Του χρόνια βοηθούσε τον άγιο Ιωσήφ στο ταπεινό επάγγελμα του ξυλουργού. Ύστερα, όσο κήρυττε και θαυματουργούσε, υπέμεινε το διασυρμό, τη συκοφαντία και τις επιβουλές των Φαρισαίων και Γραμματέων. Και τέλος, πιάστηκε, χλευάσθηκε, μαστιγώθηκε, ραπίσθηκε και σταυρώθηκε. Ποιος; Ο αθώος από τους φταίχτες. Ο ευεργέτης από τους ευεργετημένους. Ο Θεός από τους ανθρώπους! Και γιατί όλα τούτα; Πρώτα, για να μας σώσει, όπως όλοι ξέρουμε. Κι έπειτα, για να μας δώσει παράδειγμα, όπως γράφει ο απόστολος Πέτρος: «Χριστός έπαθεν υπέρ υμών, υμίν υπολιμπάνων υπογραμμόν ίνα επακολουθήσητε τοις ίχνεσιν αυτού». Όπως υπέμεινε Εκείνος όλους τους πειρασμούς και τις δοκιμασίες της ζωής, και μάλιστα την αδικία και την αχαριστία εκείνων που είχε ευεργετήσει, έτσι πρέπει να υπομένουμε κι εμείς. «Τούτο γαρ χάρις, ει δια συνείδησιν Θεού υποφέρει τις λύπας, πάσχων αδίκως», γράφει πάλι ο πρωτοκορυφαίος απόστολος. «Ποίον γαρ κλέος, ει αμαρτάνοντες και κολαφιζόμενοι υπομενείτε; Αλλ' εἰ αγαθοποιούντες και πάσχοντες υπομενείτε, τούτο χάρις παρά Θεώ» .

«Αγαθοποιών και πάσχων» ακριβώς ο Χριστός, είναι σα να λέει στον καθένα από μας: “Αν θέλεις, άνθρωπέ μου, να ζήσεις αιώνια μαζί μου, και να γίνεις «κατά χάριν Θεός», ταπεινώσου για χάρη μου, όπως ταπεινώθηκα κι εγώ για χάρη σου. Πέταξε από πάνω σου τη δαιμονική υπερηφάνεια και μη ντραπείς να υποστείς χλευασμούς και να πάθεις κάθε κακό για τις εντολές μου. Αλλιώς, θα ντραπώ κι εγώ για σένα την ημέρα της Κρίσεως. «Ος γαρ αν επαισχυνθή με και τους εμούς λόγους, τούτον ο υιός του ανθρώπου επαισχυνθήσεται, όταν έλθη εν τη δόξη αυτού και του πατρός και των αγίων αγγέλων». Και θα προστάξω τότε τους αγγέλους μου: «Αρθήτω ο ασεβής, ίνα μη ίδη την δόξαν Κυρίου»”.

Αν λοιπόν δεν υπομείνουμε τους πειρασμούς, τότε και ο Κύριος θα μας αποδοκιμάσει στη δευτέρα παρουσία Του, γιατί προτιμήσαμε τη δόξα των ανθρώπων και δεν θελήσαμε ν' ακολουθήσουμε το παράδειγμά Του. Πώς θέλουμε να συμβασιλεύσουμε και να συνδοξασθούμε μαζί Του στη βασιλεία των ουρανών, αν δεν καταδεχόμαστε να ταπεινωθούμε από έναν άλλον άνθρωπο, εμείς, που είμαστε «γη και σποδός», τη στιγμή που ο Χριστός, ο άπειρος Θεός και δημιουργός του σύμπαντος, αυτοταπεινώθηκε, άφησε την ουράνια δόξα Του κι έγινε άνθρωπος ευτελής; Εμείς δεν καταδεχόμαστε να ταπεινωθούμε μπροστά στον αδελφό μας, που είναι ίσως ανώτερος από μας, ενώ ο Χριστός έγινε δούλος και δέχθηκε τόσες ταπεινώσεις και σταυρικό θάνατο ακόμα, από τους δούλους Του!

Ας υποθέσουμε, ότι βαδίζουμε στο δρόμο μαζί με τον Χριστό. Και μας συναντάει ένας άνθρωπος, που χτυπάει στο πρόσωπο και Εκείνον και εμάς. Ο Δεσπότης Χριστός δεν αντιδρά και δεν διαμαρτύρεται. Μπορούμε να σκεφτούμε σε τι δεινή θέση θα βρεθούμε εμείς, αν αντιδράσουμε;

Ο Κύριος είναι το υπόδειγμά μας. Και όμως, Εκείνος περιπαίζεται και δεν αγανακτεί· εμείς επαναστατούμε. Εκείνος δέχεται σταυρό και θάνατο ταπεινωτικό· εμείς δεν σηκώνουμε ούτε ένα ταπεινωτικό λόγο. Πώς λοιπόν θα γίνουμε συγκοινωνοί της δόξας Του, αφού δεν καταδεχόμαστε να γίνουμε συγκοινωνοί των παθών και των βασάνων Του; Μάταια αγωνιζόμαστε, μάταια ελπίζουμε στην αιώνια ζωή, αν δεν είμαστε αποφασισμένοι να σηκώσουμε σταυρό, όπως Εκείνος.

Δεν απομένει πάρα να Τον μιμηθούμε, με τη βεβαιότητα ότι «ουκ άξια τα παθήματα του νυν καιρού προς την μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι εις ημάς».


(Από το βιβλίο: “ΑΠΟΣΤΑΓΜΑ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΣΟΦΙΑΣ” Βασισμένο σε κείμενο του Οσίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ).

Τρίτη 28 Απριλίου 2015

ΟΙ ΒΟΥΛΕΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ (Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου)





Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, πού γνώρισε τόσα ἀπόρρητα μυστήρια καί ἀνέβηκε ὡς τόν τρίτο οὐρανό, καθώς μελετοῦσε τίς βουλές καί τίς κρίσεις τοῦ Θεοῦ, αἰσθάνθηκε ἴλιγγο, σάν νά κοίταζε σέ ἄβυσσο. Προσπαθώντας νά ἐρευνήσει τό βάθος τῆς σοφίας καί τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ, σάστισε. Σάστισε καί σταμάτησε ἀμέσως τήν ἔρευνα, ἀναφωνώντας: «Ποιός γνώρισε τή σκέψη τοῦ Κυρίου; Πόσο ἀνεξερεύνητες εἶναι οἱ ἀποφάσεις του καί πόσο ἀνεξιχνίαστα τά σχέδιά του!» (Ρωμ. 11:34, 33).

Ἄν ἔτσι ἀντιμετώπισε τοῦ Θεοῦ τίς βουλές ὁ ἀπόστολος, ἐμεῖς γιατί ματαιοπονοῦμε, προσπαθώντας νά ἐρευνήσουμε τά ἀνεξερεύνητα καί νά ἐξιχνιάσουμε τά ἀνεξιχνίαστα; Ἄς μή φτάνουμε, σᾶς παρακαλῶ, σέ τέτοιο σημεῖο παραλογισμοῦ. Ἀλλά, σέ κάθε μας ἀπορία, ἄς θυμόμαστε κι ἄς ἐπαναλαμβάνουμε τό λόγο τοῦ ψαλμωδοῦ: «Οἱ δίκαιες κρίσεις σου εἶναι σάν μιά βαθειά ἄβυσσος» (Ψαλμ. 35:7).

«Θά σέ δοξολογήσω, γιατί φάνηκες θαυμαστός φοβερά», λέει πάλι ὁ Δαβίδ (Ψαλμ. 138:14). Τί σημαίνει «φοβερά»; Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι θαυμάζουμε πολλά πράγματα, ὅπως λ.χ. κομψούς κίονες, ὡραίους ζωγραφικούς πίνακες, ἀνθηρά σώματα. Μά ὁ θαυμασμός μας δέν συνοδεύεται ἀπό φόβο. Θαυμάζουμε ἐπίσης, τήν πλατειά θάλασσα καί τόν ἀβυσσαλέο βυθό της. Σάν σκύψουμε, ὅμως, νά κοιτάξουμε σ' αὐτόν τό βυθό, δοκιμάζουμε φόβο. Παρόμοιος φόβος κυρίεψε, λοιπόν, καί τόν προφήτη, καθώς ἔσκυψε νά κοιτάξει τό ἀπέραντο καί ἀπύθμενο πέλαγος τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ. Ζαλίστηκε, θαύμασε, τρόμαξε κι ἔκανε πίσω, κράζοντας: «Θά σέ δοξολογήσω, γιατί φάνηκες θαυμαστός φοβερά. Θαυμαστά εἶναι καί τά ἔργα σου» (Ψαλμ. 138:14). Καί στρέφοντας τή σκέψη του στόν ἑαυτό του, ἀναφώνησε: «Μέ γεμίζει θαυμασμό, Θεέ μου, ἡ γνώση πού ἔχεις γιά μένα. Εἶναι τόσο μεγάλη, πού δέν μπορῶ νά τή συλλάβω» (Ψαλμ. 138:6).

Πολύ συχνά, καί μάλιστα σέ ψυχές εὐσεβεῖς, ὁ Θεός οἰκονομεῖ τά πράγματα ἔτσι, ὥστε γεγονότα δυσάρεστα νά ἔχουν κατάληξη εὐτυχῆ. Ἄς θυμηθοῦμε μερικά περιστατικά ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη.

Ὁ Ἰωσήφ, ὁ γιός τοῦ πατριάρχη Ἰακώβ, πουλήθηκε ἀπό τους ἀδελφούς του καί κατέληξε στήν Αἴγυπτο, στό σπίτι τοῦ Πετεφρῆ. Ἡ γυναίκα τοῦ Πετεφρῆ εἶχε πονηρούς σκοπούς γιά τόν Ἰωσήφ. Στό τέλος τόν συκοφάντησε καί τόν ἔστειλε στή φυλακή. Νόμιζε ὅτι ἔτσι τοῦ ἔκανε κακό. Ἀπεναντίας, ἡ φυλακή ἦταν οἴκημα πιό ἥσυχο καί ἀσφαλισμένο ἀπό τό σπίτι τοῦ Πετεφρῆ. Γιατί σ' ἐκεῖνο τό σπίτι μπορεῖ νά εἶχε πολλές ἀνέσεις, ἄλλα ζοῦσε σ' ἕναν ἀκατάπαυστο φόβο ἀπό τίς ἁμαρτωλές ἐπιθέσεις τῆς ἀκόλαστης δράκαινας. Ἡ ἀγωνία του ἦταν βασανιστικότερη ἀπό τή ζωή τῆς φυλακῆς. Προτιμοῦσε νά ζεῖ μαζί μέ κατάδικους παρά μέ μιά μανιασμένη κυρά. Στό δεσμωτήριο τόν παρηγοροῦσε ἡ σκέψη ὅτι βρέθηκε ἐκεῖ γιά νά μή χάσει τήν ἁγνότητά του, ἐνῶ, ὅσο ἔμενε κοντά της, ἔτρεμε μήπως ἡ ψυχή του τραυματιστεῖ. Ἔτσι, οὐσιαστικά δέν μπῆκε σέ φυλακή, ἄλλα γλύτωσε ἀπό φυλακή. Ἦρθε σέ ρήξη μέ τόν ἐπίγειο κύριό του, τόν Πετεφρῆ, ἀλλά σέ στενότερο σύνδεσμο μέ τόν οὐράνιο Κύριό του, τό Θεό.

Παλαιότερα οἱ ἀδελφοί του τόν εἶχαν πουλήσει σέ Ἰσμαηλίτες ἐμπόρους. Στήν πραγματικότητα τόν ὠφέλησαν, γιατί τόν ἀπάλλαξαν ἔτσι ἀπό τήν κακία τους καί τίς καθημερινές ἐπιβουλές τους. Ὑπάρχει, ἀλήθεια, χειρότερο πράγμα, ἀπό τή συμβίωση μέ ἀδελφούς πού σέ φθονοῦν, σέ κατατρέχουν, σέ ἐπιβουλεύονται; Θέλησαν νά τοῦ κάνουν κακό, μά ὁ Θεός τό γύρισε σέ καλό.

Καί ἀργότερα, ὅταν ὁ ἀρχιοινοχόος τόν ξέχασε, πάλι σέ καλό τοῦ βγῆκε, γιατί ἀποφυλακίστηκε πιό ἐπίσημα καί πιό ἔνδοξα. Τήν ἐλευθερία του δέν τοῦ τή χάρισε ἡ ἀνθρώπινη καλοσύνη, ἄλλα ἡ θεία πρόνοια. Ὁ Φαραώ τόν ἔβγαλε ἀπό τή φυλακή, ὅταν τόν χρειάστηκε γιά νά τοῦ ἐξηγήσει τά ὄνειρα. Ἔτσι, τόν ἔβγαλε ὄχι σάν βασιλιάς πού κάνει εὐεργεσία, ἀλλά σάν βασιλιάς πού δέχεται εὐεργεσία. Ὁ Θεός δέν ἤθελε νά εὐεργετηθεῖ ὁ Ἰωσήφ σάν δοῦλος, ἄλλα νά παρουσιαστεῖ στό Φαραώ σάν εὐεργέτης του, νά τοῦ συμπαρασταθεῖ στήν ἀνάγκη του καί νά τοῦ δείξει πόση σοφία εἶχε.

Γι' αὐτό, λοιπόν, τόν εἶχε λησμονήσει ὁ ἀρχιοινοχόος, γιά νά μήν τόν ἀγνοήσει ὁ Φαραώ, γιά νά μήν τόν στερηθεῖ ἡ Αἴγυπτος. Γιατί ἄν ὁ ἀρχιοινοχόος τόν θυμόταν, θά ἔβγαινε νωρίτερα ἀπό τή φυλακή, καί τότε ἀναμφίβολα θά ἐπιθυμοῦσε νά γυρίσει στήν πατρίδα του. Ἔτσι, ὅμως, ὅλη ἡ κατοπινή ἔνδοξη ἱστορία θά ματαιωνόταν. Τά τόσα ἐμπόδια -ἡ ὑπηρεσία στό σπίτι τοῦ Πετεφρῆ, ἡ φυλακή καί, ἀργότερα, τό βασιλικό ἀξίωμα- τόν κράτησαν ἐκεῖ, γιά νά πραγματοποιηθοῦν τά μεγάλα σχέδια τοῦ Κυρίου.

Ἄς ἐξετάσουμε πολύ συνοπτικά καί τή ζωή τοῦ πατέρα τοῦ Ἰωσήφ, τοῦ πατριάρχη Ἰακώβ. Ὁ ἀδελφός του Ἠσαῦ τόν φθόνησε καί ζητοῦσε νά τόν σκοτώσει, ἀναγκάζοντάς τον ἔτσι νά φύγει ἀπό τήν πατρίδα του. Τί συνέπειες εἶχε αὐτό; Πρῶτα-πρῶτα, ξεφεύγοντας τόν κίνδυνο, βρῆκε ἀσφάλεια καί ἡσυχία. Ὕστερα, ἔμαθε νά ἐμβαθύνει περισσότερο στά πράγματα, κι ἔτσι ἔγινε πιό σοφός. Καί τέλος, ἀξιώθηκε νά δεῖ τό θαυμαστό ἐκεῖνο ὄνειρο μέ τήν κλίμακα.

Ἀλλά, θά μοῦ πεῖτε, στήν ξένη χώρα, τή Μεσοποταμία, ὅπου πῆγε, δούλεψε σκληρά. Καί στήν ἀρχή, βέβαια, βρῆκε γυναίκα νά πάρει, τή Ραχήλ, καί κέρδισε τή συμπάθεια τοῦ πεθεροῦ του, τοῦ Λάβαν, στή συνέχεια ὅμως ὁ Λάβαν τόν ἐξαπάτησε, δίνοντάς του γυναίκα τή μεγαλύτερη κόρη του, τή Λεία. Ναί, ἔτσι ἔγινε, ἄλλα τοῦτο τόν ὠφέλησε, γιατί ἡ Ραχήλ ἦταν στείρα, ἐνῶ ἀπό τή Λεία ἀπέκτησε πολλά παιδιά.

Ἀργότερα ὁ Λάβαν τόν μίσησε. Μά καί τό μίσος αὐτό τοῦ βγῆκε σέ καλό, γιατί ἔγινε ἀφορμή νά γυρίσει στήν πατρίδα του. Ἄν δέν ἀντιμετώπιζε κανένα πρόβλημα στή Μεσοποταμία, δέν θά σκεφτόταν τή Χαναάν. Ὁ Λάβαν τοῦ κατακράτησε τό μισθό τῶν κόπων του. Μήτε κι αὐτό τόν ζημίωσε καθόλου, ἀφοῦ πρόκοψε καί πλούτισε περισσότερο ἀπό τόν πεθερό του.

Τί βλέπουμε, λοιπόν; Ὅσο μεγαλύτερη ἐπιβουλή καί ἐχθρότητα ἀντιμετώπιζε, τόσο περισσότερο προόδευε. Ἄν δέν ἔπαιρνε γυναίκα πρῶτα τή Λεία, δέν θ' ἀποκτοῦσε σύντομα τόσα παιδιά, ἄλλα θά ἦταν γιά χρόνια ἄτεκνος καί θά θρηνοῦσε, ὅπως ἀκριβῶς καί ἡ Ραχήλ. Ἄν ὁ Λάβαν δέν τοῦ στεροῦσε τό μισθό του, δέν θά νοσταλγοῦσε τήν πατρίδα του, δέν θά δενόταν πιό στενά μέ τίς γυναῖκες του, δέν θά γύριζε μέ δόξα καί τιμή στή γῆ Χαναάν, δέν θά συναντοῦσε στό δρόμο τούς ἀγγέλους καί τόν ἴδιο τό Θεό.

Ἀξιοθαύμαστο, ἀλήθεια, εἶναι τό ὅτι ὁ Θεός μᾶς εὐεργετεῖ μέσ' ἀπό γεγονότα πού φαίνονται ὄχι εὐνοϊκά καί εὐχάριστα, ἄλλα ἐνάντια καί δυσάρεστα. Ἄς δοῦμε ἀκόμα μερικά παραδείγματα.

Ὁ Φαραώ πρόσταξε νά ρίχνονται στό ποτάμι τά βρέφη τῶν Ἰσραηλιτῶν. Ἄν δέν γινόταν αὐτό, δέν θά σωζόταν ὁ Μωυσῆς ἀπό τή θυγατέρα τοῦ Φαραώ καί δέν θ' ἀνατρεφόταν στά ἀνάκτορα. Ὁ Θεός οἰκονόμησε ἔτσι τά πράγματα, γιά νά δείξει πόσο εὔκολα ἡ σοφία Του καί ἡ παντοδυναμία Του βρίσκουν λύσεις γιά προβλήματα ἄλυτα καί διέξοδο στά ἀδιέξοδα.

Ἀργότερα ἕνας Ἑβραῖος εἶπε ἀπειλητικά στό Μωυσῆ: "Μήπως θέλεις νά μέ σκοτώσεις;". Καί αὐτό τόν ὠφέλησε, γιατί φοβήθηκε καί ἀποφάσισε νά ἐγκαταλείψει τήν Αἴγυπτο. Ἔτσι ἔφυγε στήν ἔρημο τοῦ Σινᾶ. Ἐκεῖ ὄχι μόνο μακριά ἀπό τούς κινδύνους τῆς Αἰγύπτου ἔζησε, ἀλλά καί ὡρίμασε πνευματικά καί πλουτίστηκε μέ σοφία καί ἀξιώθηκε νά δεῖ τό θαυμάσιο ἐκεῖνο ὅραμα τῆς φλεγόμενης βάτου καί ἔλαβε τή θεία ἐπαγγελία τῆς λυτρώσεως τοῦ λαοῦ του ἀπό τήν τυραννική δουλεία τῶν Αἰγυπτίων.

Κάτι παρόμοιο ἔγινε καί μέ τόν Ἀαρών. Ὅταν ἐπαναστάτησαν ἐναντίον του ὁ Κορέ καί ὁρισμένοι ἄλλοι ἄρχοντες τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, ἀμφισβητώντας του τό ἀξίωμα τῆς ἱερωσύνης, ὁ Θεός, μέ τό θαῦμα τοῦ ραβδιοῦ πού βλάστησε, τόν ἀνέδειξε λαμπρότερο καί ἐνδοξότερο.

Ἄς θυμηθοῦμε τώρα καί τούς Τρεῖς Παῖδες. Στήν περίπτωσή τους ὁ διάβολος ἔπαθε τό συνηθισμένο του πάθημα, πού ποτέ δέν τοῦ γίνεται μάθημα. Τί δηλαδή; Τά μέσα πού χρησιμοποιεῖ γιά νά πολεμήσει τούς πιστούς, χτυποῦν τελικά τόν ἴδιο καί ἐξουδετερώνουν τή δύναμή του. Αὐτό, φυσικά, γίνεται ὄχι γιατί τό θέλει ἐκεῖνος, ἀλλά γιατί ὁ πάνσοφος Θεός ὁδηγεῖ τά πράγματα ἔτσι, ὥστε τά τεχνάσματα καί τά ὄπλα του νά στραφοῦν ἐναντίον του. Ἔβαλε, λοιπόν, ὁ πονηρός σ' ἐκεῖνον τόν τύραννο, τό Ναβουχοδονόσορ, τή σκέψη νά μήν ἀποκεφαλίσουν τούς ἁγίους οὔτε νά τούς ρίξουν στά θηρία, ἄλλα νά τούς θανατώσουν στή φωτιά. Γιατί; Γιά νά μή μείνει τίποτε ἀπό τά λείψανά τους, γιά νά ἐξαφανιστοῦν τά σώματά τους, γιά ν' ἀνακατευτεῖ ἡ στάχτη ἀπό τά ὀστά τους μέ τή στάχτη ἀπό τά ξύλα. Ἀλλά ὁ Θεός χρησιμοποίησε αὐτόν τόν τρόπο γιά νά νικηθεῖ ἡ ἀσέβεια καί νά κατατροπωθεῖ ἡ εἰδωλολατρία. Ἔτσι ἔκανε τά σώματά τους ἀπρόσιτα στίς φλόγες, διδάσκοντας τούς βαρβάρους ὅτι ἡ φωτιά, πού εἶχε θεοποιηθεῖ στά μέρη τῆς Ἀνατολῆς, φοβᾶται ὄχι μόνο τό Θεό, μά καί τούς δούλους Του.

Στούς διωγμούς, πάλι, τί ἔγινε; Οἱ διῶκτες στράφηκαν μέ ἀπίστευτη μανία ἐνάντια στούς χριστιανούς. Καί ὅμως, ὅλο τους τό μίσος, ὅλη τους ἡ μοχθηρία, ὅλη τους ἡ ἀγριότητα ἀφανίστηκε πιό εὔκολα ἀπ' ὅ,τι ἀφανίζεται ὁ ἱστός τῆς ἀράχνης, διαλύθηκε πιό γρήγορα ἀπ’ ὅ,τι διαλύεται ὁ καπνός, σκορπίστηκε πιό γοργά ἀπ' ὅ,τι σκορπίζεται ἡ σκόνη. Ἡ ἐμπάθειά τους ἐνάντια στούς χριστιανούς εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα ν' ἀναδειχθεῖ ὁλόκληρη χορεία ἀπό μάρτυρες. Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία πλουτίστηκε μέ τούς ἀθάνατους καί ἔμψυχους αὐτούς θησαυρούς, πού, ὄχι μόνο στή διάρκεια τῆς ἅγιας ζωῆς τους, ἀλλά καί μετά τήν τελείωσή τους προσφέρουν πλούσια σ' ὅλους μας τόσες οὐράνιες εὐεργεσίες.

Τή δύναμή Του ὁ Θεός τή δείχνει ἰδιαίτερα, ὅταν αὐξηθοῦν οἱ ἐχθροί τῶν πιστῶν δούλων Του.

Ἔτσι, στή δική μας γενιά, ὅταν ἀνέβηκε στό θρόνο ὁ παραβάτης Ἰουλιανός (361-363), αὐτός πού ξεπέρασε ὅλους τούς ἄλλους ἀσεβεῖς στήν ἀσέβεια, ἔγιναν πολλά καί παράδοξα σημεῖα.

Πρῶτα-πρῶτα, μόλις ἔγινε βασιλιάς, ἔπεσε στίς πόλεις μεγάλη πείνα. Κακή ἀρχή μιᾶς κακῆς βασιλείας.

Ἀργότερα, ὅταν ἔδωσε ἐντολή νά ξαναχτιστεῖ ὁ ἰουδαϊκός Ναός τῶν Ἱεροσολύμων, γιά νά διαψευσθεῖ ἡ προφητεία τοῦ Χριστοῦ, φωτιά ξεπήδησε ἀπό τά θεμέλια κι ἔκανε τούς οἰκοδόμους νά τό βάλουν στά πόδια. Ἔτσι τό σχέδιό του ματαιώθηκε.

Ὅταν, πάλι, ὁ ταμίας του καί ὁ θεῖος του - Ἰουλιανός λεγόταν κι αὐτός- τόλμησαν νά μολύνουν τά ἱερά σκεύη τῶν χριστιανῶν, τιμωρήθηκαν παραδειγματικά ἀπό τόν Θεό: Τοῦ πρώτου τό σῶμα γέμισε πληγές καί σκουλήκια΄ καί τοῦ δεύτερου τά σπλάχνα χύθηκαν ἔξω. Ἔτσι πέθαναν καί οἱ δύο. Φριχτοί θάνατοι!

Τέλος, σέ ὁρισμένα μέρη, ὅπου τελέστηκαν θυσίες στά εἴδωλα, στέρεψαν οἱ πηγές. Ἄλλο ἕνα θεϊκό σημάδι. Συνηθίζει νά ἐνεργεῖ ἔτσι ὁ Θεός σέ εἰδικές περιστάσεις. Ὅταν τά κακά πληθαίνουν, ὅταν ἡ ἀνομία ἁπλώνεται, ὅταν οἱ δοῦλοι Του κακοποιοῦνται, τότε δείχνει τή μεγάλη Του δύναμη.

Δέν θά παραλείψω ν' ἀναφέρω καί μιάν ἄλλη σοφή ἄλλα καί συνηθισμένη παιδαγωγία τοῦ Θεοῦ: Ὅταν ἀντιμετωπίζουμε πειρασμούς καί δυσκολίες, δέν ἐπεμβαίνει ἀμέσως γιά νά μᾶς βοηθήσει, ἄλλα πρῶτα μᾶς ἀφήνει νά ταλαιπωρηθοῦμε κάμποσο καιρό κι ὕστερα κάνει τό θαῦμά Του. Γιατί τό κάνει αὐτό; Γιά νά μᾶς προφυλάξει ἀπό τήν ἀγνωμοσύνη καί τήν ἀχαριστία. Συνήθως ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, μόλις περάσουν οἱ συμφορές, ξεχνᾶμε καί τήν πίκρα τους καί τόν Θεό, πού μᾶς λυτρώνει ἀπ' αὐτές. Πολλές φορές, πάλι, νομίζουμε ὅτι μόνοι μας κατορθώσαμε ν' ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τά ὅποια δεινά μᾶς βρῆκαν. Γι' αὐτό, λοιπόν, ἐπιτρέπει ὁ Θεός νά μᾶς τσακίσουν πρῶτα οἱ δοκιμασίες, κι ὕστερα ἔρχεται νά μᾶς σώσει.

Ὅταν, λ.χ., οἱ Φιλισταῖοι ἀπειλοῦσαν τούς Ἰσραηλίτες καί ὁ Γολιάθ τούς φοβέριζε, ὁ Θεός σχεδίασε νά ὁδηγήσει στήν ἀναμέτρηση τό Δαβίδ καί νά τόν ἀναδείξει νικητή. Δέν πραγματοποίησε, ὅμως, ἐξαρχῆς τό σχέδιό Του. Ἄφησε πρῶτα νά περάσουν σαράντα ὁλόκληρες μέρες. Στό διάστημα αὐτό ὁ ἀλλόφυλος γίγαντας ἔβριζε, περιγελοῦσε καί προκαλοῦσε τούς Ἑβραίους, πού εἶχαν λιώσει ἀπό τό φόβο. Κανένας δέν τολμοῦσε νά τά βάλει μέ τόν τρομερό ἀντίπαλο. Ὅλοι ἀπελπίστηκαν γιά τή σωτηρία τους. Καί τότε μόνο, ὅταν πιά κατάλαβαν τήν ἀδυναμία τους καί πίστεψαν ὅτι χάνονται, ὁ Θεός χάρισε στόν Δαβίδ τή θαυμαστή κι ἀνέλπιστη ἐκείνη νίκη. Ὁ ὑπερφίαλος Γολιάθ σκοτώθηκε καί οἱ Φιλισταῖοι ντροπιάστηκαν.

Σέ κρίσιμες περιστάσεις, ἐμεῖς συνηθίζουμε νά κάνουμε ἀνθρώπινες σκέψεις καί ρηχούς ὑπολογισμούς. Ἔτσι, λ.χ. λέμε: "Ἄν μᾶς ἐπιτεθοῦν ξαφνικά οἱ ἐχθροί καί δέν εἶναι ἕτοιμος ὁ στρατός μας γιά νά τούς ἀποκρούσει, τί θά γίνουμε; Θά μᾶς αἰχμαλωτίσουν ὅλους καί θά καταστρέψουν τή χώρα μας". Μά τί νομίζεις; Ἐπειδή δέν προλαβαίνεις ἐσύ τόν ἐχθρό, δέν τόν προλαβαίνει καί ὁ Θεός; Ἐπειδή δέν εἶσαι ἐσύ «πανταχοῦ παρών», δέν εἶναι καί ὁ Θεός; Ἤ μήπως γι' Αὐτόν ἄλλα εἶναι δυνατά καί ἄλλα ἀδύνατα;

Ἡ Ἐρυθρά Θάλασσα, μολονότι ἄψυχη, ὑπάκουσε στό θέλημα τοῦ Κυρίου καί κατάπιε τούς Αἰγυπτίους. Τά ψάρια, μολονότι χωρίς λογικό, ὑπάκουσαν κι αὐτά στό θέλημα τοῦ Κυρίου καί πιάστηκαν στά δίχτυα τοῦ ἀποστόλου Πέτρου. Κι ἕνας ἄγγελος, ὅταν πάρει διαταγή ἀπό τόν Κύριο, μπορεῖ νά ἐξολοθρεύσει ὅλους τούς ἐχθρούς τῆς ἀληθινῆς πίστεως. Κάτι τέτοιο δέν ἔγινε στά χρόνια τοῦ προφήτη Ἠσαΐα;

Κάποιος Χαναναῖος εἶχε μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό του. Νόμιζε πώς εἶναι πολύ σπουδαῖος στρατηγός. Ἐννοῶ τόν Σισάρα, γιά τόν ὁποίο κάνει λόγο καί ὁ ψαλμωδός: «Κάνε, (Κύριε, στούς ἐχθρούς σου) ὅ,τι ἔκανες κάποτε στούς κατοίκους τῆς Μαδιάμ καί στό Σισάρα, ὅ,τι ἔκανες στόν Ἰαβείν στό χείμαρρο Κεισών» (Ψαλμ. 82:10). Ὁ Ἰαβείν ἦταν βασιλιάς τῶν Χαναναίων καί ὁ Σισάρα ἀρχιστράτηγος. Οἱ Ἰσραηλίτες, βλέποντες τά ἐννιακόσια σιδερένια ἅρματα καί τούς ἀναρίθμητους στρατιῶτες τοῦ Σισάρα, κατατρόμαξαν. Τότε ὁ φιλάνθρωπος Θεός μίλησε μέ τό στόμα μιᾶς προφήτισσας, τῆς Δεββώρας, πού κάλεσε τόν ἀρχηγό τῶν Ἰσραηλιτῶν καί τοῦ εἶπε: "Μή φοβηθεῖς! Ὁ Θεός θά σοῦ παραδώσει τόν Σισάρα στά χέρια σου. Τό κατόρθωμα, ὅμως, θ' ἀνήκει σέ γυναίκα. Ναί, γυναίκα θά τόν ἐξοντώσει". Καί πράγματι, τόν θανάτωσε ἡ Ἰαήλ. Βλέπεις πῶς τιμωρήθηκε γιά τήν ἀλαζονεία του; Σκοτώθηκε, καί μάλιστα ἀπό γυναικεῖο χέρι. Τόν ἔδεσε ὁ Θεός μέ τά δεσμά τοῦ ὕπνου καί, ὅπως ἦταν κοιμισμένος, ἡ Ἰαήλ τοῦ ἔμπηξε ἕναν πάσσαλο στόν κρόταφο!

Ὅταν ὁ Θεός θελήσει νά μᾶς βοηθήσει, τίποτα δέν μπορεῖ νά Τόν ἐμποδίσει. Φτάνει τότε ἕνα ὅπλο τοῦ Θεοῦ, φτάνει ἕνας ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, φτάνει ἕνα νεῦμα μόνο τοῦ Θεοῦ, γιά νά νικηθοῦν καί οἱ πιό ἰσχυροί ἐχθροί. Ἐμεῖς ἄς προσευχόμαστε στόν Χριστό, λέγοντας: "Κύριε, πές ἕνα λόγο, καί θά σκορπιστοῦν οἱ ἐχθροί Σου. Πές ἕνα λόγο, καί θά σωθεῖ ἡ πόλη Σου. Πές ἕνα λόγο, καί θά νικήσει ὁ λαός Σου". Ἄς Τοῦ λέμε ὅ,τι καί ὁ Δαβίδ: «Νά, οἱ ἐχθροί σου χαλᾶνε τόν κόσμο κι αὐτοί πού σέ μισοῦν σήκωσαν κεφάλι» (Ψαλμ. 82:3). Καί τότε φτάνει μιά γυναίκα σάν τήν Ἰαήλ, μιά σάν τή Δεββώρα ἤ μιά σάν ἐκείνη τήν ἄγνωστη, πού χτύπησε μέ τή μυλόπετρα τόν ἀδελφοκτόνο βασιλιά Ἀβιμέλεχ, γιά νά φέρει τή νίκη.

Ὁ Θεός ἔχει πολλῶν εἰδῶν φάρμακα γιά τή σωτηρία μας. Στόν καθένα δίνει ὅ,τι τοῦ χρειάζεται. Γιατί ὅλοι χρειαζόμαστε κάποιο φάρμακο. «Ποιός θά καυχηθεῖ πώς ἔχει ἁγνή τήν καρδιά; Ἤ ποιός θά πεῖ θαρρετά πώς εἶναι καθαρός ἀπό ἁμαρτίες;» (Παροιμ. 20:9).

Δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος ἀναμάρτητος. Κι ἄν μοῦ πεῖς ὅτι ὁ τάδε εἶναι δίκαιος, εἶναι σπλαχνικός, εἶναι φιλάνθρωπος, θά συμφωνήσω. Δέν μπορεῖ, ὅμως, νά μήν ἔχει καί κάποιο ἐλάττωμα. Ἤ ἀπό τήν κενοδοξία θά νικιέται ἤ ἀπό τήν κακολογία ἤ ἀπό κάτι ἄλλο. Ἕνας κάνει ἐλεημοσύνες, ἀλλά δέν εἶναι ἁγνός. Ἄλλος εἶναι ἁγνός, ἀλλά δέν κάνει ἐλεημοσύνες. Ὁ ἕνας ἔχει μία ἀρετή καί ὁ ἄλλος τήν ἄλλη. Ὁ Φαρισαῖος νήστευε, προσευχόταν, δέν ἀδικοῦσε κανέναν, τηροῦσε τό νόμο. Εἶχε ὅμως ἀλαζονεία. Ἔτσι καταδικάστηκε ἀπό τόν Κύριο, γιατί ἡ ἀλαζονεία τόν ζημίωσε περισσότερο ἀπ' ὅσο θά τόν ζημίωναν ὅλες οἱ ἄλλες ἁμαρτίες μαζί.

Δέν ὑπάρχει, λοιπόν, ἄνθρωπος ἀπόλυτα δίκαιος, ἀπόλυτα ἐνάρετος, ἀπόλυτα καθαρός ἀπό ἁμαρτία. Ἀπό τήν ἄλλη μεριά, δέν ὑπάρχει ἁμαρτωλός ἄνθρωπος πού νά μήν ἔχει κι ἕνα μικρό, ἔστω, καλό. Κάποιος, λ.χ., κάνει ἁρπαγές καί καταστροφές. Μερικές φορές, ὅμως, δείχνει καλοσύνη, βοηθάει ἕναν ἄνθρωπο, λυπᾶται γιά τό κακό.

Ποιός ἦταν σκληρότερος ἀπό τόν ἅρπαγα βασιλιά Ἀχαάβ; Καί ὅμως, ἀκόμα κι αὐτός ἐνίωσε κάποτε συντριβή καί κατάνυξη. Ποιός ἦταν χειρότερος ἀπό τόν φιλάργυρο καί προδότη Ἰούδα; Καί ὅμως, ἀκόμα κι αὐτός, μετά τήν προδοσία του, εἶπε: «Ἁμάρτησα, γιατί ἔστειλα στό θάνατο ἕναν ἀθῶο» (Ματθ. 27:4).

Στή ζωή αὐτή ἐφαρμόζεται σ' ὅλους ὁ νόμος τῆς ἀνταποδόσεως. Γι' αὐτό οἱ ἐνάρετοι δοκιμάζουν θλίψεις. Γι' αὐτό οἱ ἄδικοι ἀπολαμβάνουν ἀγαθά. Οἱ πρῶτοι τιμωροῦνται ἐδῶ γιά τίς λίγες ἁμαρτίες τους κι ἔτσι δέν θά στερηθοῦν τόν παράδεισο. Οἱ δεύτεροι ἀμείβονται ἐδῶ γιά τίς λίγες καλές τους πράξεις, καί θά τιμωροῦνται αἰώνια γιά τήν πολλή κακία τους.

Ὅταν ὑποφέρουμε ἄδικα, πρέπει νά ξέρουμε ὅτι αὐτό συμβαίνει μέ παραχώρηση τοῦ Θεοῦ, εἴτε γιά νά ξεχρεώσουμε ἁμαρτίες εἴτε γιά νά πάρουμε στεφάνια. Ὁ βασιλιάς Δαβίδ, ὅταν ὁ Σεμεΐ τόν ἔλουζε μέ βρισιές καί κατάρες, δέν ἄφησε κανένα νά τόν πειράξει «Ἀφῆστε τον», εἶπε, «νά μέ βρίζει, γιά νά δεῖ ὁ Κύριος τήν ταπείνωσή μου καί νά μοῦ ἀνταποδώσει καλό γιά τίς κατάρες πού δέχομαι σήμερα» (Β' Βασ. 16:11-12). Καί γιά τόν ἀκόλαστο ἐκεῖνο Κορίνθιο τί εἶπε ὁ ἀπόστολος Παῦλος; «Νά παραδοθεῖ στό σατανᾶ, γιά νά τοῦ ἀφανίσει τό σῶμα καί νά σωθεῖ ἔτσι ἡ ψυχή του» (πρβλ. Α' Κορ. 5:5). Ἀλλά καί ὁ φτωχός Λάζαρος τῆς εὐαγγελικῆς παραβολῆς γι' αὐτόν τό λόγο πῆγε στόν τόπο τῆς εὐφροσύνης, ἐπειδή ὑπέφερε τόσα καί τόσα στή ζωή του.

Πολλοί νομίζουν πώς εἶναι ὁπωσδήποτε ἁμαρτωλός ἐκεῖνος πού ὑποφέρει. Ὑποθέτουν, ἀνόητα ὅμως καί ἀβάσιμα, πώς οἱ συμφορές ἔρχονται πάντα σάν τιμωρία γιά τήν παράβαση τοῦ θείου νόμου. Αὐτό ἔγινε στή περίπτωση τοῦ δίκαιου καί πολυβασανισμένου Ἰώβ. Οἱ τρεῖς φίλοι του, πού τόν ἐπισκέφθηκαν στή διάρκεια τῆς δοκιμασίας του, μολονότι δέν ἤξεραν καμιάν ἁμαρτία του, τοῦ ἔλεγαν: «Δέν εἶναι μεγάλη ἡ κακία σου καί ἀνυπολόγιστες οἱ ἁμαρτίες σου;» (Ἰώβ 22:5).

Μά κι ὁ Σεμεΐ, πού ἀνέφερα πιό πρίν, γιατί ἔβριζε τόν Δαβίδ; Ἐπειδή τότε εἶχε ἐπαναστατήσει ἐναντίον τοῦ βασιλιᾶ ὁ γιός του Ἀβεσσαλώμ. Καθώς, λοιπόν, προσπαθοῦσε νά ξεφύγει ἀπό τούς ἀνθρώπους τοῦ γιοῦ του, πού τόν καταδίωκαν γιά νά τόν ἐξοντώσουν, ὁ Δαβίδ συνάντησε τόν Σεμεΐ. Κι ἐκεῖνος νόμιζε πώς ὁ βασιλιάς, γιά νά βρεθεῖ σ' αὐτή τή δοκιμασία, ἦταν φονιάς. Νά γιατί ἄρχισε νά τόν βρίζει καί νά τόν καταριέται.

Κάτι παρόμοιο ἔγινε καί μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο, ὅταν βρέθηκε στό νησί Μελίτη, μετά τό ναυάγιο τοῦ πλοίου πού τόν μετέφερε στή Ρώμη. Μιά ὀχιά τόν δάγκωσε τότε στό χέρι. Οἱ κάτοικοι τοῦ νησιοῦ, βλέποντας τό ἑρπετό νά κρέμεται ἀπό τό χέρι του, ἔλεγαν μεταξύ τους: «Ὁπωσδήποτε φονιάς εἶναι ὁ ἄνθρωπος αὐτός. Σώθηκε ἀπό τή θάλασσα, ἀλλά ἡ θεία δίκη δέν τόν ἄφησε νά ζήσει» (Πράξ. 28:4).

Καί σήμερα ἀκούω πολλούς νά λένε: "Ἄν ὁ Θεός ἀγαποῦσε τούς φτωχούς, δέν θά τούς ἔκανε φτωχούς". Καί ἄλλους, βλέποντας ἕναν ἐλεήμονα ἄνθρωπο νά ὑποφέρει ἀπό βαρειά ἀρρώστια, νά ρωτᾶνε: "Τί ἔγιναν οἱ ἐλεημοσύνες του; Τί ἔγιναν οἱ καλοσύνες του;". Ἀνόητες ἐρωτήσεις.

Πῶς κατηγορεῖς, ἄνθρωπέ μου, τό Θεό μέ τόση εὐκολία καί ἐπιπολαιότητα; Μπορεῖ ποτέ ὁ Θεός νά μισεῖ τούς φτωχούς, καί μάλιστα τούς ἐνάρετους, καί ν' ἀγαπάει τούς πλουσίους, καί μάλιστα τούς κακούς καί ἄσπλαχνους; Γιά νά μήν ἁμαρτάνεις μέ τέτοιες βλάσφημες ἄλλα καί παράλογες σκέψεις, θά σοῦ ἐξηγήσω τί ἀγαπάει καί τί ἀποστρέφεται ὁ Θεός.

Ὁ Θεός ἀγαπάει ὅποιον τηρεῖ τίς ἐντολές Του. «Αὐτόν», λέει, «θά τόν ἀγαπήσω καί θά τοῦ φανερώσω τόν ἑαυτό μου» (Ἰω. 14:21). Ὄχι αὐτόν πού ἔχει πλούτη, ὄχι αὐτόν πού ἔχει ὑγεία, μά αὐτόν «πού κρατάει τίς ἐντολές μου καί τίς ἐκτελεῖ». Καί ποιόν ἀποστρέφεται ὁ Θεός; Αὐτόν πού δέν τηρεῖ τίς ἐντολές Του.

Ὅταν, λοιπόν, δεῖς κάποιον πού περιφρονεῖ τό θέλημα καί τό νόμο τοῦ Θεοῦ, εἴτε πλούσιος εἶναι, εἴτε ὑγιής, νά μήν ἀμφιβάλλεις ὅτι τόν ἀποστρέφεται ὁ Κύριος. Ἀπεναντίας, τόν ἐνάρετο καί εὐσεβῆ, εἴτε φτωχός εἶναι, εἴτε ἄρρωστος, τόν ἀγαπάει. Δέν ἄκουσες τί λέει ἡ Γραφή; «Παιδεύει ὁ Κύριος ὅποιον ἀγαπάει καί μαστιγώνει ὅποιον ἀναγνωρίζει γιά παιδί του» (Παροιμ. 3:12). Θά μοῦ πεῖς, βέβαια, ὅτι πολλοί ἄνθρωποι σκανδαλίζονται μ' αὐτό. Φταίει τό μυαλό τους. Γιατί δέν κάνουν τήν ἁπλή τούτη σκέψη: Ἡ ἀμοιβή δέν δίνεται στήν παροῦσα ζωή. Ἐδῶ εἶναι τό στάδιο τῶν ἀγώνων. Τά βραβεῖα καί τά στεφάνια θά δοθοῦν στήν ἄλλη ζωή.

Δέν πρέπει νά λυπόμαστε γι' αὐτούς πού δοκιμάζονται καί ὑποφέρουν, ἀλλά γι' αὐτούς πού, ἐνῶ ἁμαρτάνουν, δέν τιμωροῦνται. Οἱ τιμωρίες, ἄλλωστε, ἐμποδίζουν ἀπό τήν ἁμαρτία καί ὁδηγοῦν στήν ἀρετή. "Ἄν ὅμως εἶναι ἔτσι", θά μοῦ πεῖτε, "ἄν πράγματι ἀπομακρύνουν τό κακό οἱ τιμωρίες, τότε γιατί νά μή μᾶς τιμωρεῖ ὁ Θεός γιά κάθε ἁμαρτία μας;". Θά σᾶς ἀπαντήσω: Ἄν ὁ Θεός τιμωροῦσε τόν κάθε ἄνθρωπο γιά κάθε ἁμαρτία του, ἡ ἀνθρωπότητα ὁλόκληρη θ' ἀφανιζόταν καί ἡ δυνατότητα τῆς μετάνοιας θά χανόταν. Κοίτα, λ.χ., τήν περίπτωση τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Ἄν ὁ Θεός τόν τιμωροῦσε γιά τό διωγμό τῶν χριστιανῶν, ἄν πολύ περισσότερο τόν θανάτωνε, πῶς θά μποροῦσε νά μετανοήσει, νά πραγματοποιήσει τόσα θεάρεστα ἔργα καί νά ὁδηγήσει τήν οἰκουμένη ἀπό τήν πλάνη στήν ἀλήθεια; Δές καί τούς γιατρούς, πῶς ἐνεργοῦν. Ὅταν παρουσιαστεῖ κάποιος βαριά πληγωμένος, ἐφαρμόζουν θεραπευτική ἀγωγή ἀνάλογη ὄχι μέ τόν ἀριθμό καί τό μέγεθος τῶν πληγῶν, ἄλλα μέ τήν ἀντοχή τοῦ ὀργανισμοῦ. Γιατί ποιά ἡ ὠφέλεια, ἄν κλείσουν οἱ πληγές ἀλλά πεθάνει ὁ ἄνθρωπος;

Γι' αὐτό καί ὁ Θεός οὔτε ὅλους μαζί τούς ἁμαρτωλούς τιμωρεῖ οὔτε ἀνάλογα μέ τ' ἁμαρτήματά τους. Οἱ τιμωρίες Του εἶναι σταδιακές, μεθοδικές καί σκόπιμες. Πολλές φορές, τιμωρώντας ἕναν ἄνθρωπο, συνετίζει πολλούς. Κάτι τέτοιο κάνουν καί οἱ γιατροί, ὅταν κόβουν ἕνα σάπιο μέλος γιά νά ἐξασφαλίσουν τήν ὑγεία στό ὑπόλοιπο σῶμα.

Ὅταν βλέπεις ἕναν μέθυσο νά γίνεται νηστευτής ἤ ἕναν αἰσχρολόγο νά ψάλλει θείους ὕμνους, νά θαυμάζεις τή μακροθυμία τοῦ Κυρίου, νά ἐγκωμιάζεις τή μετάνοια καί νά λές μαζί μέ τόν ψαλμωδό: «Αὐτή ἡ ἀλλοίωση εἶναι ἔργο τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου» (Ψαλμ. 76:11). Δηλαδή, τή θαυμαστή αὐτή μεταβολή τήν πραγματοποίησε τό δεξί χέρι τοῦ Θεοῦ, ἡ δυνατή ἐπέμβαση καί ἐνέργειά Του.

Κάθε ἔργο πού ἀποσκοπεῖ στή σωτηρία ψυχῶν, δέχεται ἀπό τήν ἀρχή ἐπιθέσεις. Μόλις γεννήθηκε ὁ Χριστός, ξέσπασε ἡ μανία τοῦ Ἡρώδη.

Κι ἔσυ, ἄν ἀξιωθεῖς κάποτε νά ὑπηρετήσεις μ' ὁποιονδήποτε τρόπο τό Θεό, θά ὑποφέρεις πολύ, θά πονέσεις πολύ, θά κινδυνέψεις πολύ. Μήν ξαφνιαστεῖς. Μήν ταραχθεῖς. Μήν ἀναρωτηθεῖς: Ἐγώ ἐκτελῶ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, καί θά ἔπρεπε νά δοξάζομαι γι' αὐτό καί νά στεφανώνομαι. Γιατί, λοιπόν, ὑποφέρω; Νά θυμηθεῖς τότε τό Χριστό, πού διώχθηκε ὥς τό θάνατο, καί μᾶς προειδοποίησε: «Ἄν ἐμένα καταδίωξαν, θά καταδιώξουν κι ἐσᾶς» (Ἰω. 15:20). Μᾶς ἔδωσε, ὅμως, καί μιάν ὑπόσχεση: «Ὅποιος μείνει σταθερός ὥς τό τέλος, αὐτός θά σωθεῖ» (Ματθ. 10:22). Ἄν κάποιος φροντίζει γιά τή σωτηρία του, εἶναι ἀδύνατο νά χαθεῖ. Ὁ Θεός δέν θά τόν ἐγκαταλείψει στίς δυσκολίες καί τούς κινδύνους. Τί εἶπε ὁ Κύριος στόν Πέτρο; «Σίμων, Σίμων! Ὁ σατανᾶς ζήτησε νά σᾶς δοκιμάσει σάν τό σιτάρι στό κόσκινο. Ἐγώ, ὅμως, προσευχήθηκα γιά σένα, νά μή σ' ἐγκαταλείψει ἡ πίστη σου» (Λουκ. 22:32).

Ὅταν δεῖ ὁ Θεός ὅτι τό φορτίο τῶν πειρασμῶν ξεπερνάει τίς δυνάμεις μας, ἁπλώνει τό χέρι Του καί μᾶς ξαλαφρώνει ἀπό τό περίσσιο βάρος. Ἄν, ὅμως, δεῖ ὅτι ἀδιαφοροῦμε γιά τή σωτηρία μας, μᾶς ἐγκαταλείπει ἀβοήθητους.

Δέν πιέζει καί δέν ἀναγκάζει κανέναν ὁ Θεός. Γιά τούς ἀπρόθυμους καί ἀδιάφορους ἀδιαφορεῖ. Ἀντίθετα, τούς πρόθυμους καί καλοπροαίρετους τούς τραβάει κοντά Του μέ πολύ πόθο. Ὁ ἀπόστολος λέει: «Ὁ Θεός δέν κάνει διακρίσεις, ἀλλά δέχεται τόν καθένα, σ' ὅποιον λαό κι ἄν ἀνήκει, ἀρκεῖ νά Τόν σέβεται καί νά ζεῖ σύμφωνα μέ τό θέλημά Του» (Πράξ. 10:34-35).

(Ἀπό τό βιβλίο «ΘΕΜΑΤΑ ΖΩΗΣ», Ὀμιλίες τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ) (Πηγή: alopsis.gr).
Πηγή: Εγκόλπιον Ορθοδοξίας”




Δευτέρα 27 Απριλίου 2015

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ (Ἁγίου Κυπριανοῦ Καρθαγένης)




Ο Άγιος Κυπριανός με το παρακάτω κείμενό του, μας δείχνει τον Χριστιανικό τρόπο θεώρησης του θανάτου. Όχι με απελπισία, αλλά με προσμονή και ανυπομονησία.

Γιατί ποιος ευλογημένος άνθρωπος, δεν θα σπεύσει με χαρά να αντικρύσει τον Κύριό Του το συντομότερο?

Δεν πρέπει να θλιβώμεθα, Αγαπητοί χριστιανοί Από ΤΗΝ εκδημία Των αδελφών μας προς  ΤΟΝ ΘΕΟ, αφού γνωρίζομε καλά ότι δεν έχουν χαθή, αλλ 'ότι απλώς προηγούνται από εμάς. Ξέρομε πράγματι ότι δεν μας εγκαταλείπουν παρά για να προπορευθούν, όπως κάνουν συχνά οι ταξιδιώτες και οι ναυτικοί. Μπορούμε να λυπούμεθα, χωρίς όμως να θρηνούμε την απώλειά τους.

Ο απόστολος Παύλος, μέμφεται κάθε άνθρωπο που δοκιμάζει θλίψι με τον θάνατο των δικών του, τον επιπλήττει και μάλιστα τον κατηγορεί: «Ου θέλομεν δε υμάς αγνοείν, αδελφοί, περί των κεκοιμημένων, ίνα μη λυπήσθε καθώς και οι λοιποί οι μη έχοντες ελπίδα. ει γαρ πιστεύομεν ότι Ιησούς απέθανε και ανέστη, ούτω και ο Θεός τους κοιμηθέντας δια του Ιησού άξει (θα φέρη) συν αυτώ »(Α 'Θεσσ., δ' 13-14). Πράγμα που σημαίνει ότι αυτοί που θλίβονται για τον θάνατο των δικών τους, είναι πράγματι αυτοί που δεν έχουν ελπίδα.

Επομένως, εμείς που ζούμε με την ελπίδα και πιστεύομε στον Θεό, εμείς που έχομε την πεποίθηση ότι ο Χριστός υπέφερε για εμάς και ανέστη, που έχομε αναγεννηθή δι 'Αυτού και εν Αυτώ, γιατί θλιβόμεθα τόσο με την εκδημία των δικών μας, σαν να ήσαν χαμένοι δια παντός, αφού ο ίδιος ο Χριστός, ο Κύριός μας, μας ενισχύει με αυτούς τους λόγους: «Εγώ ειμι η ανάστασις και η ζωή · ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται · και πας ο ζων και πιστεύων εις εμέ ου μη αποθάνη εις τον αιώνα »(Ιω. ια, 25-26). Εάν, λοιπόν, πιστεύομε στον Ιησού Χριστό, εάν έχομε εμπιστοσύνη στους λόγους και στις υποσχέσεις Του, δεν θα πεθάνομε ποτέ.

Ας μην λησμονούμε ότι ο θάνατος δεν είναι μία τελική έξοδος, αλλά ένα πέρασμα, μια πρόσκαιρη πορεία προς την αιωνιότητα. Ποιος δεν θα βιαζόταν να φθάση σε μία ζωή καλύτερη; . Ποιος δεν θα ήταν ανυπόμονος να αλλάξη μορφή, να μεταμορφωθή κατ 'εικόνα Χριστού και να πλησιάση το ταχύτερον στην ουράνια ευγένεια και δόξα, Οπως ΤΟ κηρύσσει Ο Απ Παύλος: «Ημών γαρ το πολίτευμα εν ουρανοίς υπάρχει, εξ ου και σωτήρα απεκδεχόμεθα Κύριον Ιησούν Χριστόν, ος μετασχηματίσει το σώμα της ταπεινώσεως ημών εις το γενέσθαι αυτό σύμμορφον τω σώματι της δόξης Αυτού »(Φιλ Γ, 20) ..

Όπως μαρτυρεί το βιβλίο της Γενέσεως, ο Ενώχ αρπάχθηκε από την ζωή, αυτός που είχε την εύνοια του Θεού: «Ευηρέστησεν Ενώχ τω Θεώ, και ουχ ευρίσκετο, ότι μετέθηκεν αυτόν ο Θεός» (Γεν ε, 24) .. Δια μέσου του Σολομώντος , το άγιον Πνεύμα μας διδάσκει ομοίως ότι, αυτοί που ευαρεστούν στον Θεό, καλούνται πρόωρα από την ζωή και ελευθερώνονται γρηγορώτερα από τον κόσμο · από φόβο μήπως, η πολύ μεγάλη παραμονή στην γη, συμβή να τους φθείρη: «Ηρπάγη, μη κακία αλλάξη σύνεσιν αυτού. Αρεστή γαρ ην Κυρίω η ψυχή αυτού · δια τούτο έσπευσεν εκ μέσου πονηρίας »(Σοφ. Σολ. Ιδ, 11-14).

Ευρίσκομε ακόμη μέσα στους Ψαλμούς το παράδειγμα του Δαυίδ, μιας ψυχής αφοσιωμένης στον Θεό με την πίστη την πνευματική, που σπεύδει με βιασύνη προς τον Κύριο: «Ως αγαπητά τα σκηνώματά Σου, Κύριε των δυνάμεων.Επιποθεί και εκλείπει η ψυχή μου εις τας αυλάς του Κυρίου »(Ψαλμ. Πγ, 2).

Είναι ίδιον εκείνου που ο κόσμος γοητεύει, που αφήνεται να πλανηθή από τα απατηλά θέλγητρα του κόσμου, να επιθυμεί να παραμείνει επί μακρόν στην ζωή. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης, όμως, μας υποχρεώνει ζωηρά να μη προσηλωνόμεθα στον κόσμο, υπακούοντες στις σαρκικές επιθυμίες μας, και μας παροτρύνει με αυτούς τους λόγους: «Μη αγαπάτε τον κόσμον μηδέ τα εν τω κόσμω · εάν τις αγαπά τον κόσμον, ουκ έστιν η αγάπη του Πατρός εν αυτώ · ότι παν το εν τω κόσμω, η επιθυμία της σαρκός και η επιθυμία των οφθαλμών και η αλαζονεία του βίου, ουκ έστιν εκ του Πατρός, αλλ 'εκ του κόσμου εστί. Και ο κόσμος παράγεται (παρέρχεται) και η επιθυμία αυτού · ο δε ποιών το θέλημα του Θεού μένει εις τον αιώνα »(Α Ιω. Β, 15-17).

Ας είμεθα μάλλον έτοιμοι να υπακούσωμε στις βουλές του Θεού, ισχυροί με μια ψυχή ευθεία και ειλικρινή, με μια πίστη ακλόνητη και ένα θάρρος σταθερό, και ας μη θλιβώμεθα από τον θάνατο αυτών που μας είναι αγαπητοί. όταν σημάνει η ώρα, να καλέσει και εμάς ο Θεός, ας βαδίσωμε προς Αυτόν χωρίς δισταγμό, χωρίς βαρυθυμία.

Αν οι δούλοι του Θεού όφειλαν, σε κάθε εποχή, να συμμορφώνονται με αυτόν τον κανόνα, η τήρησίς του τώρα έχει γίνει μία αναγκαιότητα. Ο κόσμος, πράγματι, επιταχύνει τον όλεθρό του και βρίσκεται πολιορκημένος από πλήθος συμφορών που τον φθείρουν, εις τρόπον ώστε εμείς που έχομε συνείδηση ​​των κακών, που τον έχουν ήδη προσβάλλει σφοδρώς και που γνωρίζομε ότι γεγονότα ακόμη βαρύτερα τον απειλούν, συμπεραίνομε χωρίς κόπο ότι, το μεγαλύτερο συμφέρον για εμάς τους Χριστιανούς είναι να αποσυρθούμε, το γρηγορώτερον, από την γη εδώ.

Και δεν πρέπει, αγαπητοί αδελφοί μου, να λησμονούμε ότι, έχομε ήδη αποχωρισθεί από τον κόσμο και ζούμε εδώ κάτω «ως πάροικοι και παρεπίδημοι» - σαν ξένοι και περαστικοί -. (. Β Α Πέτρ, 11), ΣΑΝ ταξιδιώτες Ευλογημένη το η ΗΜΕΡΑ, που έχει ορίσει στον καθένα την πραγματική του κατοικία και που, αφού μας αποσπάσει από αυτόν τον κόσμο και μας απαλλάξει από τα δεσμά του, μας μεταφέρει στον Παράδεισο και στην Βασιλεία των Ουρανών. Τι γλυκύτητα να πεθαίνεις χωρίς φόβο! Τι μακαριότητα βαθειά και ατελείωτη, να ζεις μέσα στην αιωνιότητα!

Ποιος είναι αυτός που δεν θα έσπευδε να ξαναφθάσει στην πατρίδα του, μετά από ένα διάστημα παραμονής στην ξενιτιά; Πατρίδα μας είναι ο παράδεισος και εξ αρχής είχαμε τους Πατριάρχες για πατέρες. Γιατί, λοιπόν, δεν σπεύδομε ν 'αντικρύσωμε την πατρίδα μας;

Εκεί ευρίσκεται ο ένδοξος χορός των Αποστόλων, η ζωογόνος πληθύς των Προφητών, η αναρίθμητη στρατιά των Μαρτύρων, στεφανωμένων για τα κατορθώματά τους ενάντια στον εχθρό και τον πόνο, απολαμβάνοντες εκεί τον θρίαμβό των. Εκεί ακτινοβολούν οι παρθένοι, που υπεδούλωσαν με αξιέπαινες προσπάθειες την φιληδονία της σαρκός. Εκεί, τέλος, ανταμοίβονται οι άνθρωποι που επέδειξαν ευσπλαχνία και οίκτο, που πολλαπλασίασαν τις ελεήμονες πράξεις τους συντρέχοντες, σαν βοηθοί, στις ανάγκες των πτωχών και, πιστοί στα παραγγέλματα του Κυρίου , κατάφεραν να ανυψωθούν από τα γήινα αγαθά στους θησαυρούς τους ουράνιους.

Ας βιαστούμε λοιπόν, να τους συναντήσωμε και να παρουσιασθούμε ενώπιον του Κυρίου, και ο Χριστός μας ας διαγνώσει τον πόθο της πίστεως και της ψυχής μας · Αυτός, ο Οποίος απονέμει την ύψιστη ανταμοιβή της δόξης Του σε αυτούς, που τον έχουν ποθήσει με την πιο μεγάλη θέρμη της καρδιάς τους.

Πηγή: www.agioritikovima.gr