A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Τετάρτη 18 Ιουνίου 2014

Η άγνωστη ιστορία του Ιούδα του Ισκαριώτη

ioudas-iskariotis-kremasmenos
Το κείμενο που ακολουθεί, προέρχεται από χειρόγραφο της Ιεράς Μονής Ιβήρων, αντίγραφο του οποίου απόκειται στο Κελλί του του Αγίου Γοβδελά του Πέρσου της Ιεράς Μονής Ιβήρωνν, το οποίο αντέγραψε και εξέδωσε δίς ο Αγιορείτης (†) Ιερομόναχος Αβέρκιος το 1895 και 1896 στην Βάρνα.

Κατάγονταν από την Ισκάρια και ο πατέρας του ονομάζονταν Ρόβελ. Μια νύκτα η μητέρα του ξύπνησε έντρομη με φωνές. μετά από έναν εφιάλτη που είχε δει στον ύπνο της και διαλογίζονταν περί αυτού. Ο Ρόβελ την ρώτησε τι συμβαίνει, για να λάβει την απάντηση ότι εάν συλλάβει παιδί και είναι αρσενικό, τότε αυτό θα είναι ο χαλασμός της γενιάς των Εβραίων. Πράγματι, κατά σύμπτωση, τη νύχτα εκείνη συνέλαβε η γυναίκα του Ρόβελ και γέννησε μετά από καιρό αγόρι. Φοβούμενοι την πραγματοποίηση του εφιάλτη, κατασκεύασαν ένα κιβώτιο, σαν αυτό που είχαν κάμει στην Αίγυπτο για τον Μωϋσή, τοποθέτησαν το παιδί τους μέσα σε αυτό και το άφησαν στη θάλασσα της Γαλιλαίας.

Απέναντι της Ισκαρίας, υπήρχε μικρή νήσος όπου ποιμένες ξεχειμώνιαζαν τα κοπάδια τους. Εκεί έφτασε με τα κύματα το κιβώτιο, το οποίο ανέσυραν από τα νερά οι ποιμένες και βρήκαν το μικρό παιδί. Το μεγάλωσαν και του έδωσαν το όνομα Ιούδας. Μόλις αναπτύχθηκε και άρχισε να βαδίζει, το μετέφεραν στην Ισκάρια, προκειμένου να βρουν άνθρωπο για να το δώσουν προκειμένου να το αναθρέψει. Εκεί συμπτωματικά, συνάντησαν τον Ρόβελ και του έδωσαν το μικρό παιδί, δίχως να γνωρίζουν ότι είναι ο φυσικός του πατέρας, ο δε Ρόβελ το ανέλαβε, και το αγάπησε, ενθυμούμενος το δικό του παιδί το οποίο πριν από χρόνια είχε αφήσει μέσα σε κιβώτιο στη θάλασσα της Γαλιλαίας. Η μητέρα του Ιούδα, εν τω μεταξύ, είχε γεννήσει κι άλλον υιό, μαζί με τον οποίο ανέτρεφε και τον Ιούδα, ο οποίος κακοποιούσε συχνά τον αδελφό του αναλογιζόμενος πονηρά την διανομή της πατρικής περιουσίας. Κάποια ημέρα, αποφάσισε – συνεπεία της φιλαργυρίας – να φονεύσει τον αδελφό του για να γίνει μελλοντικά ο κύριος όλης της περιουσίας του πατέρα του.

Έτσι, ενώ βρίσκονταν τα δυο αδέλφια μακριά από το σπίτι, τον φόνευσε χτυπώντας τον με πέτρα στο κεφάλι. Αναλογιζόμενος τις συνέπειες, αναχώρησε για τα Ιεροσόλυμα, αφήνοντας τους γονείς του περίλυπους και απαρηγόρητους, μάταια να τους αναζητούν. Εκεί γνώρισε τον Ηρώδη, ο οποίος τον τοποθέτησε επιμελητή στην υπηρεσία του με αποστολή να προμηθεύεται τα αναγκαία προϊόντα και πράγματα για τα ανάκτορα.

Κατόπιν αρκετών ετών, οι γονείς του Ιούδα, πούλησαν την περιουσία τους στην Ισκάρια και εγκαταστάθηκαν στα Ιεροσόλυμα, σε μια μεγάλη οικία με μεγάλους και ωραίους κήπους δίπλα στο παλάτι του Ηρώδη. Εκεί, κάποια ημέρα, ενώ ο Ηρώδης αμέριμνος απολάμβανε την ομορφιά των κήπων του Ρόβελ, ο Ιούδας για να τον ευχαριστήσει του είπε ότι μπορεί να πάει και να του φέρει καρπούς και άνθη από τον κήπο του Ροβελ.


Πράγματι, πήδηξε και μπήκε παράνομα στους κήπους του πατέρα του, έκοψε άνθη και καρπούς, επιστρέφοντας όμως έπεσε πάνω στον πατέρα του Ρόβελ, ο οποίος τον ήλεγξε για την παρανομία του, χωρίς να καταλάβει ότι ήταν ο χαμένος υιός του, λέγοντάς του ότι αν όσα έκοψε ήταν για τον βασιλιά, τότε ο ίδιος θα του έδινε τα καλύτερα.

Τότε ο πανούργος Ιούδας, τον φόνευσε με τον ίδιο τρόπο που είχε σκοτώσει και τον μικρό του αδελφό. Ανέβασε τους καρπούς και τα άνθη στον Ηρώδη, του διηγήθηκε τα συμβάντα, αλλά ο βασιλιάς σιώπησε για τον θάνατο του Ρόβελ. Μετά παρέλευση λίγου χρόνου, διέταξε τον Ιούδα να πανδρευτεί τη χήρα του Ρόβελ, για να γίνει κληρονόμος της περιουσίας της. Ανακοινώθηκε η προσταγή του βασιλιά στη σύζυγο του Ρόβελ, λάβει ως δεύτερο σύζυγό της τον Ιούδα, και εκείνη δέχθηκε από φόβο και χωρίς να γνωρίζει ότι πρόκειται για τον χαμένο υιό της.

Με το πέρασμα δε του χρόνου ο Ιούδας τεκνοποίησε με αυτήν. Κάποια δε ημέρα που αυτή έκλαιγε, ενθυμούμενη τα βάσανα που πέρασε και τα οποία διηγήθηκε στον Ιούδα. Τότε ο Ιούδας θυμήθηκε ότι τον βρήκαν οι ποιμένες σε ένα κιβώτιο στα νερά, θυμήθηκε τους φόνους του αδελφού και του πατέρα του Ρόβελ που διέπραξε, και απεκάλυψε στη μητέρα του όλα τα εγκλήματα που είχε διαπράξει. Αυτή, διέρρηξε τα ιμάτιά της, και θρήνησε απαρηγόρητη για την αμαρτία που είχε κάμει, ούτως ώστε να έχει ως άνδρα το ίδιο της το παιδί. Είπε λοιπόν στον Ιούδα ότι πλέον είναι αδύνατον να ζήσει μαζί του. Τότε ο Ιούδας, αναλογιζόμενος τα μεγάλα κακουργήματα που είχε διαπράξει, έφυγε και πήγε να συναντήσει τον Χριστό, για τον οποίον είχε ακούσει, προκειμένου να εξιλεωθεί η ψυχή του.

Ο Χριστός, ως πολυεύσπλαχνος, δίκαιος και αγαπών τους αμαρτωλούς, τον έκαμε μαθητή του και του ανέθεσε να κρατάει το ταμείο, τα χρήματα που κάλυπταν τις ανάγκες της ιεράς συνοδείας του Χριστού και των Αποστόλων του. Ο παμμίαρος όμως Ιούδας, έκλεβε από τα χρήματα αυτά και τα έστελνε στην μητέρα και γυναίκα του, για να πληρωθεί η ρύση του Δαβίδ : «γενηθήτωσαν οἱ υἱοὶ αὐτοῦ ὀρφανοὶ καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ χήρα» (Ψαλμός 108, 9).

Ακολούθως, το πάθος της φιλαργυρίας τον οδήγησε να πωλήσει τον Διδάσκαλό του και Θεό για τριάκοντα αργύρια. Μεταμεληθείς για την ανίερη πράξη του, επέστρεψε τα τριάκοντα αργύρια στους Γραμματείς και Φαρισαίους, και απελπισμένος κρεμάστηκε, έπεσε μπρούμυτα και χύθηκαν έξω τα σπλάχνα του, λαμβάνοντας ως αμοιβή τα επίχειρα της κακίας και της φιλαργυρίας του. Ως πονηρός, κρεμάσθηκε, για να προλάβει να κατέβει στον Άδη, πριν κατέλθει ο Κύριος, και να ελευθερωθεί κι αυτός μαζί με τους προπάτορες. Έμεινε όμως κρεμασμένος στο δένδρο ως την στιγμή που αναστήθηκε ο Κύριος και τότε ξεψύχησε.

ΠΗΓΗ : Αβερκίου Ιερομονάχου Αγιορείτου, Ιστορία ακριβής περί των κατά την Σταύρωσιν και Ανάστασιν του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού τελεσθέντων, Συγγραφείσα το πρώτον υπό Ιουδαίου τινός Αινέα, συγχρόνου του Σωτήρος Μεταφρασθείσα δε εις την Λατινίδα γλώσσαν υπό Νικοδήμου τοπάρχου του εκ Ρώμης, Σώζεται εν τινι χειρογράφω εν τω Αγίω Όρει, Εν Βάρνη 1896, σσ. 78 – 85.

orthodoxianpress.com

Σάββατο 14 Ιουνίου 2014

ΕΓΚΩΜΙΟ ΣΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΠΑΝΤΕΣ, ΠΟΥ ΜΑΡΤΥΡΗΣΑΝ Σ᾽ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ (Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου)

Σχετική εικόνα



Φωτογραφία του Αθανάσιος Καλαμαρινός.

1. Δέν πέρασαν ἀκόμη ἑπτά μέρες, ἀπό τότε πού γιορτάσαμε τήν ἱερή πανήγυρη 
τῆς Πεντηκοστῆς, καί πάλι μᾶς πρόφθασε χορός μαρτύρων ἤ καλύτερα στρατιά μαρτύρων καί παράταξη, πού δέν εἶναι καθόλου κατώτερη ἀπό τή στρατιά τῶν ἀγγέλων, τήν ὁποία εἶδε ὁ πατριάρχης Ἰακώβ, ἀλλά εἶναι ἴδιας ἀξίας καί τάξης μέ αὐτή. Γιατί μάρτυρες καί ἄγγελοι διαφέρουν μόνο στά ὀνόματα, στά ἔργα τους ὅμως ταυτίζονται. Στόν οὐρανό κατοικοῦν οἱ ἄγγελοι, στόν οὐρανό καί οἱ μάρτυρες. Αἰώνιοι καί ἀθάνατοι εἶναι ἐκεῖνοι, τό ἴδιο θά γίνουν καί οἱ μάρτυρες. Ἀλλ᾽ ἐκεῖνοι ἔλαβαν καί ἀσώματη φύση; Καί τί σημασία ἔχει αὐτό; Γιατί οἱ μάρτυρες, ἄν καί ἔχουν σῶμα, ὅμως εἶναι ἀθάνατο ἤ καλύτερα καί πρίν ἀπό τήν ἀθανασία ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ στολίζει τά σώματά τους περισσότερο ἀπό τήν ἀθανασία. Δέν εἶναι τόσο λαμπρός ὁ οὐρανός, πού στολίζεται μέ τό πλῆθος τῶνἀστεριῶν, ὅσο εἶναι τά σώματα τῶν μαρτύρων, πού στολίζονται μέ τό λαμπρό αἷμα τῶν τραυμάτων. Ὥστε ἐπειδή πέθαναν γι᾽ αὐτό καί εἶναι ἀνώτεροι, καί βραβεύτηκαν πρίν ἀπό τήν ἀθανασία παίρνοντας τά στεφάνια ἀπό τήν ὥρα τοῦ θανάτου τους.

«Τόν ἔκανες λίγο κατώτερο ἀπό τούς ἀγγέλους, τόν στεφάνωσες μέ δόξα καί τιμή» (Ψαλμ. 8, 6), λέει ὁ Δαυίδ, γιά τή φύση ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλά καί τό λίγο αὐτό πού στεροῦνταν οἱ ἄνθρωποι σέ σχέση μέ τούς ἀγγέλους, τό συμπλήρωσε ὁ Χριστός ὅταν ἦρθε, καταδικάζοντας τό θάνατο μέ τό δικό του θάνατο. Ἐγώ ὅμως δέν ἀντλῶἀπ᾽ ἐδῶ τά ἐπιχειρήματά μου, ἀλλά ἀπό τό ὅτι τό μειονέκτημα αὐτό τοῦ θανάτου ἔγινε πλεονέκτημα. Γιατί ἄν δέν ἦταν θνητοί δέν θά γίνονταν μάρτυρες. Ὥστε ἄν δέν ὑπῆρχε θάνατος δέν θά ὑπῆρχε καί στεφάνι. Ἄν δένὑπῆρχε θάνατος, δέν θά ὑπῆρχε καί μαρτύριο. Ἄν δέν ὑπῆρχε θάνατος, δέν θά μποροῦσε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος νά λέει: «Κάθε μέρα πεθαίνω, μά τό δικό σας καύχημα, πού ἔχω στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Α’ Κορ. 15, 31). Ἄν δέν ὑπῆρχε θάνατος καί φθορά, δέν θά μποροῦσε πάλι ὁ ἴδιος νά λέει: «Χαίρομαι στά παθήματά μου γιά σᾶς, καίἀναπληρώνω στή σάρκα μου τά ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ» (Κολ. 1, 24). Ἄς μήν λυπούμαστε λοιπόν ἐπειδή γίναμε θνητοί, ἀλλά ἄς εὐχαριστοῦμε, ἐπειδή ἀπό τό θάνατο μᾶς ἀνοίχτηκε τό στάδιο τοῦ μαρτυρίου,ἀπό τή φθορά λάβαμε ἀφορμή γιά τά βραβεῖα. Ἀπό ἐδῶ ἔχουμε τήν ἀφορμή γιά ἀγωνίσματα.

Βλέπεις τή σοφία τοῦ Θεοῦ, πῶς τό πιό μεγάλο κακό τό ἀποκορύφωμα τῆς συμφορᾶς πού μᾶς ἔφερε ὁδιάβολος, ἐννοῶ τό θάνατο, τόν μετέτρεψε σέ τιμή καί δόξα μας, ὁδηγώντας μ᾽ αὐτόν τούς ἀθλητές στά βραβεῖα τοῦ μαρτυρίου; Τί θά κάνουμε ὅμως; Θά εὐχαριστήσουμε τό διάβολο γιά τό θάνατο; Ὁ Θεός νά φυλάξει. Γιατί τό κατόρθωμα δέν εἶναι ἔργο τῆς δικῆς του θελήσεως, ἀλλά εἶναι χάρισμα τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ.Ἐκεῖνος τόν ἔφερε γιά νά μᾶς καταστρέψει καί ξαναφέρνοντάς μας στή γῆ νά ξεκόψει κάθε ἐλπίδα σωτηρίας.Ὁ Χριστός ὅμως, μέ τό δικό του θάνατο ἄλλαξε τήν πορεία καί μέ τόν ἴδιο τό θάνατο μᾶς ἀνέβασε πάλι στόν οὐρανό. Κανείς σας λοιπόν ἄς μήν μέ κατηγορήσει, ἄν ὀνόμασα τό σύνολο τῶν μαρτύρων χορό καί στράτευμα, δίνοντας δυό ἀντίθετα ὀνόματα στό ἴδιο πράγμα. Γιατί χορός καί στράτευμα εἶναι ἀντίθετα πράγματα, ἐδῶὅμως ἔγιναν ἕνα. Ἐπειδή βάδιζαν μ᾽ εὐχαρίστηση στά βασανιστήρια, σάν νά χόρευαν καί ἔδειξαν τόση ἀνδρεία καί ἀντοχή σάν νά βρίσκονταν σέ πόλεμο καί νίκησαν τούς ἐχθρούς. Ἄν βέβαια ἐξετάσουμε τή φύση τῶν ὅσων γίνονταν, ἦταν μάχη καί πόλεμος καί παράταξη. Ἄν ὅμως ἐξετάσεις τή διάθεση αὐτῶν πού ἔπασχαν, ἦταν χοροί, ὅσα συνέβαιναν, ἦταν διασκεδάσεις καί πανηγύρια καί ἡ πιό μεγάλη ἀπόλαυση.

Θέλεις νά μάθεις ὅτι αὐτά ἦταν πιό τρομερά ἀπό τόν πόλεμο; Ἐννοῶ τά σχετικά μέ τούς μάρτυρες. Ποιό τέλος πάντων εἶναι τό φοβερό στόν πόλεμο; Στήνονται καί ἀπό τίς δυό μεριές στρατόπεδα περιφραγμένα, πού λάμπουν ἀπό τά ὅπλα καί καταυγάζουν τή γύρω περιοχή, ρίχνοντας ἀπό παντοῦ σύννεφα τά βέλη, πού μέ τό πλῆθος τους κρύβουν τόν οὐρανό, τρέχουν αὐλάκια τά αἵματα πάνω στή γῆ καί εἶναι πολλοί ὁλόγυρα οἱ νεκροί.Ὅπως ἀκριβῶς στό θερισμό πέφτουν στή γῆ τά στάχυα, ἔτσι καί ἐδῶ εἶναι οἱ στρατιῶτες, καθώς πέφτουν ὁἕνας πάνω στόν ἄλλο. Ἔλα λοιπόν νά σέ ὁδηγήσω ἀπό ἐκεῖνα σ᾽ αὐτή ἐδῶ τή μάχη. Καί ἐδῶ ὑπάρχουν δυό παρατάξεις, ἡ μία τῶν μαρτύρων καί ἡ ἄλλη τῶν τυράννων. Ἀλλά οἱ τύραννοι εἶναι ὁπλισμένοι τέλεια, οἱμάρτυρες ὅμως μάχονται μέ γυμνό τό σῶμα καί ἡ νίκη ἀνήκει στούς γυμνούς καί ὄχι στούς ὁπλισμένους. Ποιός δέν θά ἀποροῦσε, μέ τό ὅτι αὐτός πού μαστιγώνεται νικάει ἐκεῖνον πού τόν μαστιγώνει; Ὁ δεμένος νικάει τόνἐλεύθερο; Αὐτός πού κατακαίγεται νικάει ἐκεῖνον πού τόν καίει; Αὐτός πού πέθαινει νικάει ἐκεῖνον πού τόν σκοτώνει;

Εἶδες πώς αὐτά εἶναι πιό φοβερά ἀπό ἐκεῖνα; Ἐκεῖνα ἄν καί εἶναι φοβερά, γίνονται ὅμως μέ φυσικό τρόπο, αὐτάὅμως ξεπερνοῦν κάθε φυσικό τρόπο καί κάθε σειρά τῶν πραγμάτων, γιά νά μάθεις ὅτι τά κατορθώματα εἶναι τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ. Ἄν καί τί εἶναι πιό ἄδικο ἀπό τή μάχη αὐτή; Τί πιό παράνομο ἀπό τά ἀγωνίσματα; Γιατί στούς πολέμους καί οἱ δύο πού μάχονται προστατεύονται, ἐδῶ ὅμως δέν συμβαίνει τό ἴδιο. Ἀλλά ὁ ἕνας εἶναι γυμνός καί ὁ ἄλλος ὁπλισμένος. Στούς ἀγῶνες πάλι ἐπιτρέπεται καί στούς δυό νά σηκώνουν τά χέρια ὁ ἕναςἐναντίον τοῦ ἄλλου. Ἐδῶ ὅμως ὁ ἕνας εἶναι δεμένος καί ὁ ἄλλος κτυπάει ἐλεύθερος καί πληγώνει. Καί αὐτοί πού δίκαζαν σάν νά ᾽ταν ἐξουσιαστές ἐξασφάλισαν γιά τούς ἑαυτούς τους τό δικαίωμα νά κακοποιοῦν.

Στούς δίκαιους μάρτυρες ὅμως ἔδωσαν τό προνόμιο νά κακοποιοῦνται. Ἔτσι μάχονται μέ τούς ἁγίους καί οὔτε ἔτσι τούς νικοῦν. Ἀλλά μετά τήν ἄνιση αὐτή μάχη, ἀφοῦ νικήθηκαν ὑποχώρησαν. Καί αὐτό μοιάζει σάν κάποιον πού φέρνει ἕνα πολεμιστή στόν πόλεμο, τοῦ κόβει τήν αἰχμή τοῦ δόρατος, τοῦ βγάζει τό θώρακα καί τόν διατάζει νά μάχεται ἔτσι μέ γυμνό σῶμα. Ἀλλά ὁ πολεμιστής ἄν καί χτυπιέται, πληγώνεται καί τραυματίζεται βαριά, τελικά στήνει τρόπαιο νίκης.

Καθώς ὁδηγοῦσαν τούς μάρτυρες γυμνούς, μέ δεμένα πίσω τά χέρια καί ἀπό παντοῦ τούς χτυποῦσαν καί τούς ξέσκιζαν, φαίνονταν πώς νικοῦνταν, ὅμως αὐτοί ἄν καί τραυματίζονταν, ἔστηναν τό τρόπαιο τῆς νίκηςἐναντίον τοῦ διαβόλου. Καί ὅπως τό διαμάντι ὅταν χτυπιέται δέν σπάζει, οὔτε μαλακώνει, ἀλλά διαλύει τό σίδερο πού τό χτυπᾶ, ἔτσι ἀκριβῶς καί οἱ ψυχές τῶν ἁγίων, ἐνῶ βασανίζονταν τόσο πολύ, οἱ ἴδιες δέν πάθαιναν κανένα κακό, ἀλλά διέλυαν τή δύναμη ἐκείνων πού τούς χτυποῦσαν καί τούς ἔδιωχναν ἀπό τούς ἀγῶνες νικημένους, ντροπιασμένους καί βαριά τραυματισμένους. Γιατί ἔδεσαν τούς μάρτυρες καί στό ξύλο καί τρυποῦσαν τά πλευρά τους, ἀνοίγοντας βαθιά αὐλάκια, σάν νά ὄργωναν τή γῆ, ἀλλά δέν ἔσκιζαν τά σώματά τους. Καί μποροῦσε νά δεῖ κανείς λαγόνες ξεσκισμένες, πλευρά ἀνοιγμένα καί στήθη τσακισμένα.

 Οὔτε ἐδῶὅμως σταματοῦσαν τή μανία τους τά αἱμοβόρα ἐκεῖνα θηρία, ἀλλά, ἀφοῦ τούς κατέβαζαν ἀπό τό ξύλο, τούς τέντωναν σέ σιδερένια σχάρα πάνω σέ ἀναμένα κάρβουνα. Καί τότε μποροῦσες νά δεῖς ἀκόμη σκληρότερα θεάματα ἀπό τά προηγούμενα. Νά τρέχουν δηλαδή διπλές σταγόνες ἀπό τά σώματά τους, ἄλλες ἀπό τό αἷμα πού χυνόταν καί ἄλλες ἀπό τίς σάρκες πού ἔλειωναν. Οἱ ἅγιοι ὅμως πού ἦταν ξαπλωμένοι πάνω στά κάρβουνα σάν νά ἦταν ρόδα, παρακολουθοῦσαν μέ πολλή εὐχαρίστηση τά ὅσα γίνονταν.

2. Ἐσύ ὅμως ὅταν ἀκούσεις σιδερένια σχάρα φέρε στό νοῦ σου τή νοητή σκάλα, πού εἶδε ὁ πατριάρχης Ἰακώβ νά ἁπλώνεται ἀπό τή γῆ στόν οὐρανό. Ἀπό ἐκείνη κατέβαιναν ἄγγελοι, ἀπό αὐτήν ἀνεβαίνουν μάρτυρες, καί τίς δύο δέ τίς στηρίζει ὁ Κύριος. Δέν θά ἄντεχαν τούς πόνους αὐτοί οἱ ἅγιοι, ἄν δέν στηρίζονταν σ᾽ αὐτή τή σκάλα. Ἀπό ἐκείνη ἀνεβαίνουν καί κατεβαίνουν ἄγγελοι. Καί ἀπό αὐτή, εἶναι ὁλοφάνερο πώς ἀνεβαίνουν καί μάρτυρες. Καί γιατί αὐτό; Ἐπειδή οἱ ἄγγελοι στέλνονται γιά νά ὑπηρετήσουν αὐτούς πού θά κληρονομήσουν τή σωτηρία. Οἱ μάρτυρες ὅμως σάν ἀθλητές καί νικητές, ἀφοῦ ἀπαλλάχθηκαν ἀπό τούς ἀγῶνες, ἔφυγαν στή συνέχεια γιά τόν ἀγωνοθέτη.

Ἀλλά ἄς μήν ἀγγίζουν μονάχα τ᾽ ἀφτιά μας τά ὅσα λέγονται. Ὅταν δηλαδή ἀκοῦμε ὅτι ὑπῆρχαν κάρβουνα, κάτω ἀπό τά καταπληγωμένα σώματα, ἄς ἀναλογιστοῦμε πῶς νιώθουμε ὅταν μᾶς πιάσει ξαφνικά πυρετός. Νομίζουμε ὅτι ἡ ζωή εἶναι ἀνυπόφορη, ταραζόμαστε, δυσανασχετοῦμε, γκρινιάζουμε σάν μικρά παιδιά, θεωρώντας ὅτι ἡ φλόγα τοῦ πυρετοῦ δέν εἶναι καθόλου μικρότερη ἀπό τήν κόλαση. Αὐτοί ὅμως, χωρίς νά τούς πιάσει πυρετός, ἀλλά ἔχοντας ὁλόγυρά τους τή φλόγα νά τούς ζώνει καί τίς σπίθες νά πηδοῦν ἐπάνω στίς πληγές καί νά δαγκώνουν τά τραύματα πιό ἄγρια ἀπό κάθε θηρίο, ἦταν σάν ἀδαμάντινοι καί ἔβλεπαν τά ὅσα γίνονταν σάν νά συνέβαιναν σέ ξένα σώματα. Ἔτσι μέ πολλή γενναιότητα καί μέ πολλή ἀνδρεία στέκονταν σταθεροί στήν ὁμολογία τους, μένοντας ἀκλόνητοι σ᾽ ὅλα τά βασανιστήρια καί κάνοντας νά λάμψει καί ἡ δική τους ἀνδρεία καί ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἔχετε δεῖ πολλές φορές ν᾽ ἀνεβαίνει ψηλά τήν αὐγή ὁ ἥλιος καί νά στέλνει τίς χρυσές ἀκτίνες του; Ἔ, τέτοια ἦταν τά σώματα τῶν ἁγίων. Σάν χρυσές ἀκτίνες τούς περικύκλωναν ἀπό παντοῦ σάν ρυάκια μέ τό αἷμα καί ἔκαναν νά λάμπει τό σῶμα τους πολύ περισσότερο ἀπ᾽ ὅ,τι κάνει ὁ ἥλιος τόν οὐρανό.

Βλέποντας αὐτό τό αἷμα οἱ ἄγγελοι χαίρονταν, οἱ δαίμονες φοβοῦνταν καί ὁ ἴδιος ὁ διάβολος ἔτρεμε. Γιατί δένἦταν ἁπλῶς αἷμα αὐτό πού τώρα ἔβλεπαν, ἀλλά αἷμα σωτήριο, αἷμα ἅγιο, αἷμα ἄξιο γιά τούς οὐρανούς, αἷμα πού διαρκῶς ποτίζει τά καλά φυτά τῆς Ἐκκλησίας. Εἶδε τό αἷμα καί ἔφριξε ὁ διάβολος, γιατί θυμήθηκε ἄλλο αἷμα, τό αἷμα τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ. Γιά χάρη ἐκείνου τοῦ αἵματος χύθηκε αὐτό. Γιατί ἀπό τότε πού κεντήθηκεἡ πλευρά τοῦ Δεσπότου βλέπεις στή συνέχεια νά κεντοῦνται ἀμέτρητες πλευρές. Ποιός λοιπόν δέν θά ἔπαιρνε μέρος μ᾽ εὐχαρίστηση πολλή σ᾽ αὐτούς τούς ἀγῶνες, ὅταν πρόκειται νά γίνει μέτοχος τῶν παθημάτων τοῦΔεσπότου καί νά ἔχει τόν ἴδιο θάνατο μέ τόν Χριστό; Εἶναι ἀρκετή αὐτή ἡ ἀνταπόδοση καί μεγαλύτερη ἡ τιμή.Ἡ ἀμοιβή ξεπερνάει τά κατορθώματα καί ἔρχεται πρίν ἀπό τόν ἐρχομό τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἄς μήν φοβόμαστε λοιπόν ὅταν ἀκοῦμε ὅτι ὁ τάδε μαρτύρησε, ἀλλά ἄς τρομάζουμε ὅταν ἀκοῦμε ὅτι ὁ τάδε δειλίασε καί ἔπεσε, ἐνῶ μπροστά του εἶχε τέτοια βραβεῖα.

Καί ἄν θέλεις ν᾽ ἀκούσεις τί ἔγινε ὕστερα μάθε πώς αὐτά δέν μπορεῖ νά τά παραστήσει κανένας ἀνθρώπινος λόγος, ὅπως λέει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Οὔτε μάτι εἶδε, οὔτε αὐτί ἄκουσε, οὔτε ἀνθρώπινος νοῦςἀναλογίστηκε αὐτά, πού ἑτοίμασε ὁ Θεός γιά ἐκείνους πού τόν ἀγαποῦν» (Α’ Κορ. 2, 9). Καί κανένας ἀπό τούςἀνθρώπους δέν ἀγάπησε τόσο τό Θεό, ὅσο οἱ μάρτυρες. Βέβαια δέν θά σιωπήσουμε, ἐπειδή τό μέγεθος τῶνἀγαθῶν πού ἔχουν ἑτοιμαστεῖ ξεπερνᾶ καί τό λόγο καί τή σκέψη μας, ἀλλά ὅσο εἶναι δυνατόν καί ἐμεῖς νά ποῦμε καί ἐσεῖς ν᾽ ἀκούσετε, θά προσπαθήσουμε νά σᾶς δείξουμε ἀμυδρά τή μακαριότητα πού περιμένει τούς μάρτυρες στόν οὐρανό. Γιατί θά τή γνωρίσουν καθαρά μόνον αὐτοί οἱ ὁποῖοι θά τήν ἀπολαύσουν προσωπικά. Καί τά μέν δεινά αὐτά καί ἀβάστακτα τά ὑποφέρουν οἱ μάρτυρες γιά λίγο χρονικό διάστημα. Μετά ὅμως ἀπό τήν ἀπαλλαγή τους ἀπό τή ζωή αὐτή ἀνεβαίνουν στούς οὐρανούς, ἐνῶ προπορεύονται ἄγγελοι καί τούς περιστοιχίζουν ἀρχάγγελοι. Γιατί οἱ ἄγγελοι δέν ντρέπονται τούς συνδούλους τους, ἀλλά θά ἤθελαν νά κάνουν τά πάντα γι᾽ αὐτούς, ἐπειδή καί ἐκεῖνοι προτίμησαν νά δεινοπαθήσουν γιά τό Δεσπότη τους Χριστό.

Καί ὅταν ἀνεβοῦν στόν οὐρανό, ὅλες ἐκεῖνες οἱ ἅγιες δυνάμεις τρέχουν νά τούς προϋπαντήσουν. Ἄν λοιπόν,ὅταν ξένοι ἀθλητές ἔρχονται στήν πόλη, ὅλος ὁ λαός τρέχει ἀπό παντοῦ καί ἀφοῦ τούς περικυκλώσουν παρατηροῦν καλά ἀπό κοντά τή δύναμη πού ἔχουν τά μέλη τοῦ σώματός τους, πολύ περισσότερο ὅταν οἱἀθλητές τῆς εὐσέβειας ἀνεβοῦν στούς οὐρανούς τρέχουν νά τούς προϋπαντήσουν οἱ ἄγγελοι καί ὅλες οἱοὐράνιες δυνάμεις. Τρέχουν ἀπό παντοῦ γιά νά παρατηρήσουν τά τραύματά τους καί τούς ὑποδέχονται ὅλους καί τούς ἀσπάζονται σάν ἥρωες πού γύρισαν ἀπό τόν πόλεμο καί τή μάχη καί ὕστερα ἀπό πολλά τρόπαια καί νίκες. Ἔπειτα τούς ὁδηγοῦν μέ μεγάλη συνοδεία πρός τό βασιλιά τῶν οὐρανῶν, στό θρόνο ἐκεῖνο πού εἶναι γεμάτος ἀπό πολλή δόξα, ὅπου βρίσκονται τά Χερουβίμ καί τά Σεραφίμ. Καί ὅταν φτάσουν ἐκεῖ καί προσκυνήσουν ἐκεῖνον πού κάθεται πάνω στό θρόνο, ἀπολαμβάνουν πλέον περισσότερη τιμή ἀπό τό Δεσπότηἀπό ἐκείνη πού ἀπολαμβάνουν ἀπό τούς συνδούλους τους ἀγγέλους.

Γιατί δέν τούς δέχεται σάν δούλους - ἄν καί αὐτό θά ἦταν μεγάλη τιμή καί δέν μπορεῖ κανείς νά βρεῖ ἴση μ᾽ αὐτήν - ἀλλά σάν φίλους Του. «Γιατί ἐσεῖς», λέει ὁ Κύριος, «εἴσαστε φίλοι μου» (Ἰωαν. 15, 14). Καί πολύ σωστά τό λέει, γιατί καί ἀλλοῦ εἶπε: «Μεγαλύτερηἀπό αὐτή τήν ἀγάπη δέν ἔχει κανένας, ὥστε νά δώσει τή ζωή του γιά χάρη τῶν φίλων του» (Ἰωαν. 15, 13).

Ἐπειδή λοιπόν ἔδειξαν τήν πιό μεγάλη ἀγάπη, τούς ὑποδέχεται καί ἀπολαμβάνουν ἐκείνη τή δόξα. Ἑνώνονται μέ τούς ἀγγελικούς χορούς καί παίρνουν μέρος στήν ὑπερκόσμια δοξολογία. Ἄν λοιπόν καί ὅταν εἶχαν τό σῶμα μετεῖχαν στό χορό ἐκεῖνο μέ τήν κοινωνία τῶν μυστηρίων καί ἔψαλλαν μαζί μέ τά Χερουβίμ τόν τρισάγιο ὕμνο, καθώς γνωρίζετε ἐσεῖς οἱ πιστοί, πολύ περισσότερο τώρα πού βρέθηκαν μέ τούς ἀγγέλους, παίρνουν μέρος στή δοξολογία ἐκείνη, μέ πολλή παρρησία. Ἄραγε δέν φοβόσαστε πρίν τό μαρτύριο; Ἄραγε δέν ἐπιθυμεῖτε τώρα τό μαρτύριο; Ἄραγε δέν λυπᾶστε τώρα, πού δέν εἶναι καιρός μαρτυρίου; Ἄς γυμναζόμαστε λοιπόν γιά τόν καιρό τοῦ μαρτυρίου. Περιφρόνησαν ἐκεῖνοι τή ζωή, περιφρόνησε ἐσύ τίς ἀπολαύσεις. Ἔρριξαν ἐκεῖνοι τά σώματά τους στή φωτιά, ρίξε ἐσύ τώρα χρήματα στά χέρια τῶν φτωχῶν.

Καταπάτησαν ἐκεῖνοι τά ἀναμμένα κάρβουνα, σβῆσε ἐσύ μέσα σου τή φλόγα τῆς ἐπιθυμίας. Εἶναι ἐνοχλητικά αὐτά, ἀλλά μᾶς φέρνουν κέρδος. Μήν βλέπεις τά παρόντα πού εἶναι δυσάρεστα, ἀλλά τά μέλλοντα πού εἶναι εὐχάριστα. Ὄχι τά βάσανα πού περνᾶς τώρα,ἀλλά τά ἀγαθά πού ἐλπίζεις. Ὄχι τά παθήματα, ἀλλά τά βραβεῖα. Ὄχι τούς κόπους, ἀλλά τά στεφάνια. Ὄχι τούς ἱδρῶτες, ἀλλά τίς ἀμοιβές. Ὄχι τούς πόνους, ἀλλά τίς ἀνταποδόσεις. Ὄχι τήν ἀναμένη φωτιά, ἀλλά τή βασιλεία πού σέ περιμένει. Ὄχι τούς δήμιους πού σέ περιτριγυρίζουν, ἀλλά τό Χριστό πού θά σέ στεφανώσει.

3. Αὐτός εἶναι ὁ καλύτερος τρόπος καί ὁ εὐκολότερος δρόμος γιά τήν ἀρετή. Νά μήν βλέπει δηλαδή κανείς τούς κόπους μόνο, ἀλλά μαζί μέ τούς κόπους καί τά βραβεῖα. Καί ὄχι ξεχωριστά τό καθένα. Ὅταν λοιπόν πρόκειται νά δώσεις ἐλεημοσύνη, μήν σκέπτεσαι τά χρήματα πού θά ξοδέψεις, ἀλλά τήν ἀπόκτηση τῆς δικαιοσύνης. «Σκόρπισε χρήματα, ἔδωσε στούς φτωχούς. Ἡ δικαιοσύνη του μένει αἰώνια» (Ψαλμ. 111, 9). Μήν βλέπεις τόν πλοῦτο σου πού λιγοστεύει, ἀλλά τό θησαυρό πού πληθαίνει. Ἄν νηστεύεις, μήν σκέπτεσαι τήν καταβολή πού φέρνει ἡ νηστεία, ἀλλά τήν ἄνεση πού θά προέρθει ἀπό τή σωματική ἀδυναμία. Ἄν ἀγρυπνήσεις στήν προσευχή, μήν συλλογίζεσαι τήν ταλαιπωρία τῆς ἀγρυπνίας, ἀλλά τήν παρρησία πού θά ἀποκτήσεις ἀπό τήν προσευχή. Ἔτσι κάνουν καί οἱ στρατιῶτες. Δέν βλέπουν τά τραύματα, ἀλλά τίς ἀμοιβές. Δέν βλέπουν τίς σφαγές, ἀλλά τίς νίκες. Οὔτε βλέπουν τούς νεκρούς στό πεδίο τῆς μάχης, ἀλλά τούς ἥρωες πού στεφανώνονται. Ἔτσι καί οἱ κυβερνῆτες βλέπουν μπροστά στά κύματα τά λιμάνια, μπροστά στά ναυάγια τάἐμπορεύματα, μπροστά στά δεινά τῆς θάλασσας τά ἀγαθά μετά τή θάλασσα.

Ἔτσι κάμε καί ἐσύ. Σκέψου πόσο μεγάλο πράγμα εἶναι μέσα στή βαθιά νύχτα, ὅταν κοιμοῦνται ὅλοι οἱἄνθρωποι καί τά θηρία καί τά κατοικίδια ζῶα, ὅταν ὑπάρχει ἀπόλυτη ἡσυχία, ἐσύ μόνο νά σηκωθεῖς καί νά μιλήσεις μέ τόν Κύριό μας. Εἶναι γλυκός ὁ ὕπνος; Ἀλλά τίποτε δέν εἶναι πιό γλυκό ἀπό τήν προσευχή. Ἄν συνομιλήσεις μόνος μαζί Του, πολλά θά καταφέρεις. Δέν θά σέ ἐνοχλεῖ κανείς, οὔτε θά ἐμποδίσει τήν προσευχή σου. Ἔχεις καί τήν ὥρα σύμμαχο γιά νά ἐπιτύχεις αὐτά πού θέλεις. Ἐσύ ὅμως βαριέσαι νά σηκωθεῖς καί στριφογυρίζεις ξαπλωμένος στό μαλακό στρῶμα; Σκέψου τούς μάρτυρες πού εἶναι σήμερα ξαπλωμένοι στή σιδερένια σχάρα, χωρίς στρῶμα ἀπό κάτω, ἀλλά ἀναμένα κάρβουνα.

Ἐδῶ θέλω νά σταματήσω τό λόγο, γιά νά φύγετε ἔχοντας ἔντονη καί ζωηρή τή μνήμη ἐκείνης τῆς σχάρας καί νά τήν θυμᾶστε νύχτα καί μέρα. Γιατί, καί ἄν ἀκόμα μᾶς κρατοῦν ἄπειρα δεσμά, ὅταν ἔχουμε στό νοῦ μας αὐτή τή σχάρα, θά μπορέσουμε νά τά σπάσουμε ὅλα μέ εὐκολία καί νά σηκωθοῦμε γιά προσευχή. Ὄχι μόνο τή σχάρα, ἀλλά καί τίς ἄλλες τιμωρίες τῶν μαρτύρων ἄς τίς χαράξουμε στό βιβλίο τῆς καρδιᾶς μας. Ἄς σκεφτοῦμε καί ἐμεῖς σάν αὐτούς πού λαμπροστολίζουν τά σπίτια τους καί κρεμᾶνε σ᾽ ὅλα τά σημεῖα ὄμορφες ζωγραφιές.Ἄς ζωγραφίσουμε στούς τοίχους τῆς δικῆς μας ψυχῆς τίς τιμωρίες τῶν μαρτύρων. Γιατί ἐκεῖνες οἱ ζωγραφιές εἶναι ἀνώφελες, αὐτές ὅμως ἐπικερδεῖς. Αὐτή ἡ ζωγραφική δέν χρειάζεται χρώματα, οὔτε ἔξοδα, οὔτε κάποια τέχνη. Ἀλλά γιά ὅλα αὐτά φτάνει νά χρησιμοποιήσει κανείς τήν προθυμία του καί τή γενναία καί νηφάλια σκέψη του καί μ᾽ αὐτή σάν χέρι ἄριστου τεχνίτη νά ζωγραφίσει τίς τιμωρίες τῶν μαρτύρων.

Ἄς ζωγραφίσουμε λοιπόν στή ψυχή μας ἄλλους νά εἶναι στά τηγάνια, ἄλλους ξαπλωμένους σ᾽ ἀναμμένα κάρβουνα, ἄλλους ἀναποδογυρισμένους στά καζάνια, ἄλλους νά καταποντίζονται στή θάλασσα, ἄλλους νά ξεσκίζονται, ἄλλους νά τούς γυρίζουν στόν τροχό, ἄλλους νά τούς ρίχνουν στόν γκρεμό. Ἄλλους πάλι νά παλεύουν μέ θηρία, ἄλλους νά τούς ὁδηγοῦν στό βάραθρο καί ἄλλους ὅπως ἔτυχε ὁ καθένας νά τελειώσει ἡ ζωή του. Ὥστε μέ τήν ποικιλία αὐτῆς τῆς ζωγραφικῆς, ἀφοῦ λαμπροστολίσουμε τό σπίτι τῆς ψυχῆς μας, νά τό κάνουμε κατάλληλο κατάλυμα γιά τό βασιλιά τῶν οὐρανῶν. Γιατί ἄν δεῖ τέτοιες ζωγραφιές στήν ψυχή μας, θάἔρθει μαζί μέ τόν Πατέρα καί μαζί μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα καί θά κατοικήσει μέσα μας. Καί θά γίνει στή συνέχεια ἡψυχή μας βασιλικό παλάτι καί κανένας κακός λογισμός δέν θά μπορέσει νά τήν πατήσει, ἀφοῦ ἡ μνήμη τῶν μαρτύρων, σάν ζωγραφιά θά ὑπάρχει πάντοτε μέσα μας καί θά σκορπᾶ πολλή λάμψη καί θά κατοικεῖ συνεχῶς μέσα μας ὁ βασιλιάς τῶν ὅλων Θεός.

 Ἔτσι λοιπόν, ἀφοῦ ὑποδεχτοῦμε τό Χριστό ἐδῶ, θά μπορέσουμε μετά τήν ἀναχώρησή μας ἀπό τή γῆ νά Τόν ὑποδεχτοῦμε στίς αἰώνιες κατοικίες μας, τίς ὁποῖες εὔχομαι νά ἐπιτύχουμε ὅλοι μας μέ τή χάρη καί τή φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, διά τοῦ ὁποίου καί μέ τόν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα στόν Πατέρα καί στό ἅγιο καί ζωοποιό Πνεῦμα στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.



Πηγή: www.alopsis.gr


ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ - Ἀπόστολος (Ἀληθινοὶ νικητὲς - Τὸ μυστικὸ τῆς νίκης - Μαθητεία στούς βίους τῶν Ἁγίων)




Ἀδελφοί, οἱ ἅγιοι πάντες διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαν­το δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀ­­­­σθενείας, ­ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ­ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τοὺς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπα­­νίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύ­τρωσιν, ἵνα κρείττονος ­ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖ­­ραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ ­φυλα­κῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειρά­σθη­σαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ­ἀπέθανον, περι­ῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις ­δέρ­­μασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακου­χούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀ­­­παῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες ­μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ­ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι. Τοιγαροῦν καὶ ἡμεῖς, ­τοσοῦτον ἔχον­τες περικείμενον ἡμῖν νέφος μαρτύ­ρων, ὄγκον ἀποθέμενοι πάντα καὶ τὴν εὐ­­­περί­στατον ἁμαρτίαν, δι᾿ ὑπομονῆς τρέ­­­χωμεν τὸν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα, ἀφο­­­ρῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν ᾿Ιησοῦν.



1. Ἀληθινοὶ νικητὲς

Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Πάντων σήμερα, καὶ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴ μνήμη ὅλων τῶν ἁγίων ποὺ ἔζησαν σὲ κάθε τόπο καὶ ἐποχὴ καὶ ἀγωνίσθηκαν μὲ πίστη καὶ αὐταπάρνηση νὰ μείνουν σταθεροὶ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. «Τοῦ Κυρίου μου πάντας ὑμνῶ τοὺς φίλους», λέει ὁ στίχος στὸ Συναξάρι τῆς ἑορτῆς κι εἶναι, στ’ ἀλήθεια, ἡ σημερινὴ ἑορτὴ εὐκαιρία νὰ τιμήσουμε καὶ νὰ ὑμνήσουμε ὅλους τοὺς ἁγίους, τοὺς φίλους τοῦ Θεοῦ.
Τί ἔκαναν λοιπὸν οἱ ἅγιοι καὶ τοὺς ἀξίζουν ὕμνοι καὶ ἐγκώμια;... Τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ἀναφέρει πολλὰ καὶ ἀ­­ξιοθαύμαστα κατορθώματά τους: ἔφραξαν στόματα λιονταριῶν, ἔσβησαν τὴν καταστρεπτικὴ δύναμη τῆς φωτιᾶς, διέφυγαν τὸν κίνδυνο τῆς σφαγῆς, πῆραν δύναμη κι ἔγιναν καλὰ ἀπὸ ἀρρώστιες, ἀναδείχθηκαν ἰσχυροὶ καὶ ἀνίκητοι στὸν πόλεμο, ἔτρεψαν σὲ φυγὴ τὶς ἐχθρικὲς πα­ρατάξεις.
Ἐπιπλέον ὁ θεόπνευστος ­Ἀπόστολος ἐγκωμιάζει καὶ αὐτοὺς ποὺ δοκίμασαν ἐμπαιγμοὺς καὶ μαστιγώσεις, δεσμὰ καὶ φυλακίσεις, καθὼς καὶ αὐτοὺς ποὺ λιθο­βολήθηκαν, πριονίσθηκαν καὶ ὑπέμει­ναν κι ἄλλα μαρτύρια καὶ κακουχίες. Ποιὸ εἶναι ὅμως τὸ θαυμαστὸ σὲ ὅλα αὐτά; Στὴν περίπτωση ἐκείνων ποὺ γλύτωσαν καὶ «ἔφυγον στόματα μαχαίρας» τὸ θαῦμα εἶναι φανερό· στὴν περίπτωση αὐτῶν οἱ ὁποῖοι «ἐν φό­νῳ μαχαίρας ἀπέθανον» ποιὸ τὸ θαυμαστό;... Καὶ τὰ δύο εἶναι θαυμαστά, ἐξηγεῖ ὁ ἐρμηνευτὴς Ζιγαβηνός, διότι φανερώνουν πίστη ἡ ὁποία «καὶ ἀνύει (=κατορθώνει) μεγάλα, καὶ πάσχει μεγάλα». Πίστη ἔχει κι αὐτὸς ποὺ πιστεύει ὅτι ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ τὸν γλυτώσει ἀπὸ τοὺς κινδύνους καὶ πράγματι σώζεται, πίστη ὅμως ἔχει κι αὐτὸς ποὺ τόσο πολὺ ἐπιθυμεῖ τὰ αἰώνια ἀγαθά, ὥστε νὰ προχωρεῖ στὸ μαρτυρικὸ θάνατο ὄχι ἁπλῶς χωρὶς φόβο ἀλλὰ μὲ προθυμία καὶ χαρά! Νικητὴς δὲν εἶναι αὐτὸς ποὺ γλυτώνει προσωρινὰ τὴ ζωή του, ἀλλὰ αὐτὸς ποὺ ὑπομένει τὴν ὅποια δυσκολία καὶ μένει σταθερὸς μέχρι τὸ τέλος στὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς πραγματικὰ βαδίζει στὰ ἴχνη τῶν Ἁγίων Πάντων, στὸ δρόμο τῆς νίκης καὶ τῆς αἰωνίου δόξης.


2. Τὸ μυστικὸ τῆς νίκης

Ποιὸ εἶναι ὅμως τὸ μυστικὸ αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων ποὺ εὐαρέστησαν στὸν Θεὸ καὶ ἀπέκτησαν τόσο μεγάλη τιμὴ καὶ δόξα; Μᾶς τὸ ἀποκαλύπτει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος. Εἶναι ἡ πίστη: «Οἱ ἅγιοι Πάντες διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας»· ἐπειδὴ εἶχαν πίστη, καταπολέμησαν καὶ ὑπέ­ταξαν βασίλεια καὶ ἐπέτυχαν πολλὰ ἀκόμη κατορθώματα.
Κι ὅταν μιλᾶμε γιὰ πίστη, ἐννοοῦμε πίστη στὸν ἀληθινὸ Τριαδικὸ Θεό. Πίστη στὸν ἐνανθρωπήσαντα Θεὸ Λόγο, τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Πίστη ποὺ ξεπερνᾶ τὴ λογικὴ καὶ τὶς αἰσθήσεις καὶ μεταγγίζει στὴν ψυχὴ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὴν παντοδυναμία καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Πίστη ποὺ βλέπει τὰ «μὴ βλεπόμενα» καὶ ἐνισχύει τὴν προσδοκία «ἄλλης βιοτῆς αἰωνίου». Αὐτὴ ἡ πίστη, ποὺ θέρμαινε τὶς ψυχὲς ὅλων τῶν ἁγίων καὶ τῶν μαρτύρων, ἂς ἐμπνέει καὶ τὴ δική μας ζωή, γιὰ νὰ ἀντιμετωπίζουμε μὲ ἀνδρεία καὶ ὑπομονὴ τὶς κάθε εἴδους δυσ­­κολίες «ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τε­λει­ω­τὴν Ἰησοῦν», δηλαδή, στρέφοντας τὰ βλέμματα καὶ τὴν προσοχή μας στὸν Κύριο Ἰησοῦ, ποὺ εἶναι ὁ ἀρχηγὸς καὶ θεμελιωτὴς τῆς πίστεώς μας.


3. Μαθητεία στοὺς βίους τῶν Ἁγίων

Τὸ 11ο κεφάλαιο τῆς πρὸς Ἑβραίους ἐ­­πιστολῆς ἔχει χαρακτηρισθεῖ ὡς ὁ «ὕμνος τῆς πίστεως». Ὡστόσο τὰ ἐντυπωσιακὰ κατορθώματα τῆς πίστεως ποὺ ἀναφέρονται ἐκεῖ εἶναι ἐλάχιστα σὲ σχέση μὲ τὰ ἀναρί­θμητα θαυμαστὰ σημεῖα ποὺ συναν­τοῦμε στὴ ζωὴ τῶν ἁγίων. Ὁ ἅγιος Ἀπόστολος τονίζει μάλιστα ὅτι μᾶς περιβάλλει «νέφος μαρτύρων», δηλαδὴ ἀπειράριθμο πλῆθος ἁγίων μαρτύρων. Πόσα ἔχουμε νὰ διδαχθοῦμε ἀπὸ τοὺς ἁγίους μας!
Ὁ μεγάλος Σέρβος θεολόγος καὶ σύγχρονος ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς, ποὺ τὸν ἑορτάζουμε αὐτὲς τὶς μέρες, στὶς 14 Ἰουνίου, ἔλεγε: «Οἱ Βίοι τῶν Ἁγίων εἶναι Ὀρθόδοξη Ἐγκυκλοπαίδεια... Ἐὰν ποθεῖς τὴν ἀγάπη, τὴν ἀλήθεια, τὴ δικαιοσύνη, τὴν ἐλπίδα, τὴν πραότητα. τὴν ταπείνωση, τὴ μετάνοια, τὴν προσευχὴ ἢ ὁποιαδήποτε ἀρετὴ καὶ ἄσκηση, στοὺς Βίους τῶν Ἁγίων θὰ βρεῖς ἕνα πλῆθος ἁγίων διδασκάλων γιὰ κάθε ἄσκηση καὶ θὰ λάβεις τὴ βοήθεια τῆς χάριτος γιὰ κάθε ἀρετή. Ἐὰν περνᾶς μαρτύρια γιὰ τὴν πίστη σου στὸν Χριστό, οἱ Βίοι τῶν Ἁγίων θὰ σὲ παρηγορήσουν καὶ θὰ σὲ ἐνθαρρύνουν, θὰ σὲ ἐνδυναμώσουν καὶ θὰ σὲ ἀναπτερώσουν, ὥστε τὰ μαρτύριά σου νὰ μεταβληθοῦν σὲ χαρά. Ὁποιονδήποτε πειρασμὸ οἱ Βίοι τῶν Ἁγίων θὰ σὲ βοηθήσουν νὰ τὸν νικήσεις καὶ τώρα καὶ πάντοτε...».
Ἂς ἀγαπήσουμε λοιπὸν τὰ Συναξάρια καὶ τὰ Μαρτυρολόγια, ποὺ μᾶς περιγράφουν τοὺς βίους καὶ τὰ μαρτύρια τῶν ἁγίων. Ἂς γνωρίζουμε ὁ καθένας μας τουλάχιστον τὸν βίο τοῦ ἁγίου ποὺ φέρουμε τὸ ὄνομά του ἢ τοῦ προστάτου καὶ πολιούχου μας. Γενικά, ἂς ἔρθουμε πιὸ κοντὰ στοὺς ἁγίους μας, γιὰ νὰ ξεκολλήσει ὁ νοῦς μας ἀπὸ τὰ γήινα καὶ τὰ φθαρτὰ καὶ νὰ στραφεῖ στὰ οὐράνια καὶ τὰ αἰώνια ἀγαθά.


ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ - Εὐαγγέλιον (Ὁ δρόμος τῶν Ἁγίων)


32 Εἶπεν ὁ Κύριοs τοῖs ἑαυτοῦ µαθηταῖς· πᾶς ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς. 33 ὅστις δ᾿ ἂν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτὸν κἀγὼ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς. 37  Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· 38 καὶ ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος.27 Τότε ἀποκριθεὶς ὁ Πέτρος εἶπεν αὐτῷ· ἰδοὺ ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καὶ ἠκολουθήσαμέν σοι· τί ἄρα ἔσται ἡμῖν; 28 ὁ δὲ  Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὑμεῖς οἱ ἀκολουθήσαντές μοι, ἐν τῇ παλιγγενεσίᾳ, ὅταν καθίσῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, καθίσεσθε καὶ ὑμεῖς ἐπὶ δώδεκα θρόνους κρίνοντες τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ  Ἰσραήλ. 29 καὶ πᾶς ὃς ἀφῆκεν οἰκίας ἢ ἀδελφοὺς ἢ ἀδελφὰς ἢ πατέρα ἢ μητέρα ἢ γυναῖκα ἢ τέκνα ἢ ἀγροὺς ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός μου, ἑκατονταπλασίονα λήψεται καὶ ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσει. 30 Πολλοὶ δὲ ἔσονται πρῶτοι ἔσχατοι καὶ ἔσχατοι πρῶτοι.

Ὁ δρόμος τῶν Ἁγίων

Ομολογία της θείας του φύσεως

Στο ιερό Ευαγγέλιο της εορτής των Αγίων Πάντων ο Κύριος μας παρουσιάζει δυο βασικές προϋποθέσεις για να ακολουθήσουμε όλοι μας τον δρόμο των Αγίων.

Η πρώτη προϋπόθεση η ομολογία της πίστεως. Μας διαβεβαιώνει ο Κύριος: Καθένα που θα με ομολογήσει μπροστά στους ανθρώπους που καταδιώκουν την πίστη μου, θα τον ομολογήσω κι εγώ ως πιστό ακόλουθό μου μπροστά στον Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς. Εκείνον όμως που θα με αρνηθεί μπροστά στους ανθρώπους, αυτόν θα τον αρνηθώ κι εγώ και δεν θα τον αναγνωρίσω ως δικό μου μπροστά στον Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς.

Ο Κύριος λοιπόν θέτει ως βασική προϋπόθεση της σωτηρίας μας να ομολογούμε τον Χριστό μπροστά στους διώκτες και αρνητές του. Ποιο όμως ακριβώς είναι το νόημα των λόγων αυτών του Κυρίου;  Αν κανείς μελετήσει τις αναλύσεις των ιερών ερμηνευτών, θα δει ότι εδώ ο Κύριος δεν ζητεί μία γενική και αόριστη ομολογία. Αλλά ζητεί να Τ ον ομολογούμε με συγκεκριμένο και σαφή τρόπο, να Τ ον ομολογούμε ως Σωτήρα μας και Θεό μας.

Γιατί όμως ο Χριστός μας μας ζητά μία τέτοια ομολογία; Διότι μέσα στους αιώνες κανείς δεν αρνήθηκε ότι ο Κύριος είναι ένας μεγάλος διδάσκαλος, προφήτης, αναγεννητής, φιλόσοφος. Κανείς δεν αρνήθηκε το πνευματικό και κοινωνικό του έργο. Το σημείο που ενοχλεί τους διώκτες του Κυρίου είναι ένα και μοναδικό: η θεότητά του. Διότι αυτό καθορίζει τα πάντα στη ζωή μας.

Εάν δεχθούμε τον Κύριο Ιησού Χριστό απλώς και μόνον ως ένα ιστορικό πρόσωπο ξεχωριστό και τέλειο, τότε αυτό δεν έχει καμία επίδραση στη ζωή μας. Εάν όμως Τον αποδεχθούμε και Τον ομολογούμε ως Θεάνθρωπο Διδάσκαλο Σωτήρα μας, τότε αυτό έχει καθοριστική σημασία για τη ζωή μας. Διότι τότε θα πρέπει να αποδεχθούμε όλα όσα ζητάει από εμάς και να συμμορφώσουμε τη ζωή μας με το θέλημά του.

Ο δρόμος λοιπόν προς την αγιότητα προϋποθέτει όχι μία γενική και αόριστη ομολογία πίστεως, αλλά μία πίστη και ομολογία συγκεκριμένη. Να ομολογούμε τον Κύριο μας Ιησού Χριστό ως «Θεόν αληθινόν, ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ γεννηθέντα». Και να ζούμε όπως Εκείνος θέλει. Μόνον έτσι θα μπορέσουμε να εισέλθουμε στο δρόμο των Αγίων, στο δρόμο του Χριστού.

Η πρώτη αγάπη μας

Στη συνέχεια ο Κύριος μας παρουσιάζει τη δεύτερη προϋπόθεση για τον δρόμο της αγιότητος. Ζητά απ’ όλους μας να Τον αγαπούμε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον στον κόσμο. Εκείνος, λέει, που αγαπά τον πατέρα του ή τη μητέρα του περισσότερο από έμενα και με αρνείται για να μη χωρισθεί από τους γονείς του, δεν αξίζει για μένα. Κι Εκείνος που αγαπά τον γυιό του ή την κόρη του περισσότερο από έμενα, δεν είναι άξιος να λέγεται μαθητής μου. Κι Εκείνος που δεν παίρνει την απόφαση να υποστεί σταυρικό θάνατο και δεν ακολουθεί πίσω μου με την απόφαση να ακολουθήσει το παράδειγμά μου, δεν αξίζει για μένα.

Τότε Του αποκρίθηκε ο Πέτρος: Κύριε, εμείς αφήσαμε τα πάντα και Σε ακολουθήσαμε. Τι άραγε θα γίνει μ’ εμάς; Και ο Κύριος απάντησε: Όταν θα καθίσω στον θεϊκό μου θρόνο, θα καθίσετε κι εσείς Σε δώδεκα θρόνους δικάζοντας τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ. Και καθένας που άφησε σπίτια ή αδελφούς ή αδελφές ή πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή παιδιά ή χωράφια για να μη χωρισθεί από εμένα, θα λάβει πολλαπλάσια σ’ αυτή τη ζωή και θα κληρονομήσει την αιώνια ζωή. Και πολλοί που είναι εδώ πρώτοι, θα είναι στην αιώνια βασιλεία τελευταίοι, ενώ πολλοί τελευταίοι θα είναι εκεί πρώτοι.


Ο Κύριός μας εδώ θέτει ως βασική προϋπόθεση για να μας αποδεχθεί ως άξιους μαθητές του να Τον αγαπάμε περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο στον κόσμο, ακόμη και από τα πλέον αγαπημένα ιερά μας πρόσωπα, τον πατέρα μας και τη μητέρα μας. Και γιατί μας το ζητάει αυτό; Μας το ζητάει όχι γιατί έχει ανάγκη από την αγάπη μας, αλλά για το δικό μας συμφέρον. Πρωτίστως διότι όταν τα συγγενικά μας πρόσωπα βρίσκονται μακριά από το δρόμο του Θεού, υπάρχει ο κίνδυνος να επηρεάσουν κι εμάς. Έπειτα υπάρχουν πολλοί Χριστιανοί που έχουν αρρωστημένη προσκόλληση στο παιδιά τους, στους γονείς τους ή Σε άλλα συγγενικά πρόσωπα, σε βαθμό που να τα αγαπούν περισσότερο και από τον Θεό!

Ο Κύριος όμως μας ζητά να Τον αγαπούμε πάνω απ’ όλους και για έναν άλλο λόγο καθοριστικό για τη ζωή μας: Διότι θέλει να μας καταστήσει μετόχους της δικής του μακαριότητας, να μας προσφέρει ασύλληπτης αξίας δώρα, να μας προσφέρει τα πάντα. Διότι όταν αγαπάμε τον Χριστό μας περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο στον κόσμο, ζούμε από αυτή τη ζωή σ’ έναν άλλο κόσμο· στον κόσμο της Βασιλείας του Θεού. Όταν έχουμε στραμμένα τα μάτια μας σ’ Εκείνον, τότε μπορούμε να γευθούμε τα αόρατα μυστικά, τις πνευματικές ομορφιές, τα μυστήρια του Θεού. Μπορούμε να γευθούμε τη γλυκύτητα της παρουσίας του· ν’ απολαύσουμε τη μυστική κοινωνία μαζί του. Να ζούμε καθημερινά μια πνευματική ζωή αγιότητος, χάριτος. Να απολαμβάνουμε τη λατρεία και την προσευχή ως ύψιστες πνευματικές ηδονές. Έτσι θα έχουμε μέσα μας τόσο δυνατά βιώματα, που θα συνεπαίρνουν την ύπαρξή μας. Έτσι θα γίνουμε πολίτες της Βασιλείας του από αυτή τη ζωή. Ας Τον αγαπήσουμε λοιπόν πάνω απ’ όλους και απ’ όλα. Και ας εισέλθουμε στο μυστήριο της εν Χριστώ αγάπης και ζωής.

Πηγή: www.xfd.gr

Ἀπολυτίκιον


Τῶν ἐν ὅλω τῶ κόσμω Μαρτύρων σου, ὡς πορφύραν καὶ βύσσον τὰ αἵματα, ἡ Ἐκκλησία σου στολισαμένη, δι' αὐτῶν βοᾷ σοὶ Χριστὲ ὁ Θεός. Τῶ λαῶ σου τοὺς οἰκτιρμούς σου κατάπεμψον, εἰρήνην τὴ πολιτεία σου δώρησαι, καὶ ταὶς ψυχαὶς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.







Δείτε σχετικά:

Παρασκευή 13 Ιουνίου 2014

Κοιμήθηκε ο Γέροντας Χρυσόστομος των Σπετσών (βίντεο από ομιλία)


Τριάντα χρόνια ακριβώς μετά από την Ομολογία - Αποτείχισή του από την κοινωνία με τους νεοημερολογίτες - οικουμενιστές (1984) και την έναρξη των διώξεων και των ταλαιπωριών, που υπέμεινε από εχθρούς και "φίλους", κοιμήθηκε σήμερα ο Γέροντας μας, ο πατήρ Χρυσόστομος Σπύρου, ανάστημα του π. Φιλοθέου Ζερβάκου, πνευματικός, θεολόγος και ιεροκήρυκας.

ΑΓΙΕ ΓΕΡΟΝΤΑ, ΤΗΝ ΕΥΧΗ ΣΟΥ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ
Ο ΘΕΟΣ ΝΑ ΑΝΑΠΑΥΣΕΙ ΤΗΝ ΨΥΧΟΥΛΑ ΣΟΥ
ΣΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΟΛΑ



Πέμπτη 12 Ιουνίου 2014

Ιερού Χρυσοστόμου, ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΚΑΙ ΝΗΣΤΕΙΑ



ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΚΑΙ ΝΗΣΤΕΙΑ


Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου


        Είδες πόσο μεγάλη είναι η δύναμις των ύμνων;  Πόσα κατορθώνει η δοξολογία του Θεού;  πόσα κατορθώνει η προσευχή;  Πάντοτε βέβαια η δύναμις της προσευχής είναι μεγάλη, όταν όμως συνοδεύεται και από νηστεία, τότε κάνει την ψυχή ακόμη πιο δυνατή.  Τώρα έχουμε μεγάλη σωφροσύνη των λογισμών˙  τώρα υπάρχει πνευματικό ενδιαφέρον και η ψυχή προσέχει όλα τα ουράνια.  Γι’ αυτό η Γραφή πάντοτε συνδύασε την προσευχή με τη νηστεία.  Πώς και πότε;  «Μη στερήτε», λέγει, «ο ένας τον άλλον, εκτός και αν γίνη κοινή συμφωνία για να αφιερωθήτε στην προσευχή και τη νηστεία» (Α΄Κορ. 7,5).  Και πάλι αλλού λέγει˙  «Το γένος αυτό δε βγαίνει, παρά μόνον με προσευχή και νηστεία» (Ματθ. 17,21).  Καθώς και αλλού πάλι˙  «Αφού προσευχήθηκαν», λέγει, «και νήστεψαν, τοποθέτησαν πάνω τους τα χέρια τους» (Πράξ. 13,3).
        Βλέπεις ότι παντού η προσευχή είναι ενωμένη με τη νηστεία;  Διότι τότε αναπέμπεται από τη λύρα πιο ευχάριστη και πιο αξιόλογη μελωδία.  Δεν είναι χαλαρωμένες οι χορδές, διαλυμένες από την μέθη της πλεονεξίας, αλλά ο λογισμός είναι ισχυρός, ο νους διεγερμένος, η ψυχή γεμάτη από νηφαλιότητα.  Έτσι πρέπει να πλησιάζουμε στο Θεό και να συνομιλούμε μαζί Του, έχοντας δηλαδή την προσοχή μας συγκεντρωμένη μόνο σ’ Αυτόν.  Διότι, αν όταν έχουμε να πούμε κάτι το σπουδαίο στους φίλους μας, τους παίρνουμε σε ένα μέρος απόμερο μόνους και έτσι συνομιλούμε, πολύ περισσότερο αυτό πρέπει να γίνεται στην περίπτωσι του Θεού.  Να κλεινώμαστε δηλαδή στο πιο απομονωμένο δωμάτιό μας και να προσευχώμαστε, ενώ θα επικρατή μεγάλη ησυχία˙  τότε, αν απευθύνουμε την παράκλησί μας για το συμφέρον της ψυχής μας, οπωσδήποτε όλα θα τα επιτύχουμε.  Διότι είναι μεγάλο αγαθό η προσευχή, όταν γίνεται με καρδιά γεμάτη από ευχαρίστησι και με πνευματική καθαρότητα.

Πέμπτη 5 Ιουνίου 2014

Ἡ πνοὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ( Ἁγίου Ἰννοκεντίου Μόσχας)

Ἁγίου Ἰννοκεντίου Μόσχας  Η ΠΝΟΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ


Ὁ ἅγιος Ἰννοκέντιος (Βενιαμίνωφ, 1707-1879), εἶναι μία λαμπρὴ ἱεραποστολικὴ 
καὶ ἀρχιερατικὴ μορφὴ τῆς ρωσικῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας. Ἀφοῦ ἀφιέρωσε σαράντα πέντε ὁλόκληρα χρόνια τῆς ἐπίγειας ζωῆς του στὸν εὐαγγελισμὸ τῶν εἰδωλολατρικῶν ἐθνοτήτων τῆς Ἄπω Ἀνατολῆς, τὰ δεκαεπτὰ ὡς ἱερέας (1823-1840) καὶ τὰ εἴκοσι ὀκτὼ ὡς ἐπίσκοπος Καμτσάτκας, Κουρίλων καὶ Ἀλεουτίων Νήσων (1840-1868), ἀνῆλθε στὸν μητροπολιτικὸ θρόνο τῆς Μόσχας (1868), ὅπου παρέμεινε ὡς τὴν ὀσιακὴ κοίμησή του, τὸ 1879, ἐπιτελώντας ἕνα μεγαλόπνοο καὶ ἐντυπωσιακὸ ποιμαντικὸ ἔργο. Τὸ 1977 ἀνακηρύχθηκε ἐπίσημα ἅγιος ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας.
Ἀνάμεσα στὰ συγγραφικὰ πονήματα τοῦ ἁγίου Ἰννοκεντίου περιλαμβάνεται καὶ τὸ μικρὸ ἀλλὰ περίφημο ἔργο του «Ὑπόδειξη τοῦ δρόμου πρὸς τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Τὸ βιβλίο αὐτό, μία συνοπτικὴ ὀρθόδοξη κατήχηση, γνώρισε καταπληκτικὴ ἐπιτυχία. Στὴ Ρωσία, ὡς τὸ 1917, ἔφτασε τὶς 47 ἐκδόσεις. Στὰ ἑλληνικὰ ἔχουν γίνει, ἀπὸ τὸ 1843 μέχρι σήμερα, τουλάχιστον πέντε διαφορετικὲς μεταφράσεις του, ὁρισμένες ἀπ' αὐτὲς μὲ ἐπανειλημμένες ἐκδόσεις.
Στὸ τεῦχος τοῦτο τῆς «Φωνῆς τῶν Πατέρων» ἐκδίδουμε, σὲ νεοελληνικὴ ἀπόδοση, τὸ τέταρτο μέρος τοῦ βιβλίου, ποὺ ἀναφέρεται στὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Βασισμένος στὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ θεόσοφος Ἱεράρχης, ἀπαντάει σὲ τρία βασικὰ ἐρωτήματα: α) Τί εἶναι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα• β) πότε καὶ ποιοὶ Τὸ ἀποκτοῦν• γ) πῶς μποροῦμε νὰ Τὸ ἀποκτήσουμε κι ἐμεῖς.

α) Τί εἶναι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ τί δίνει στὸν ἄνθρωπο.
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ὁ Θεός, τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, παντοδύναμο ὅπως ὁ Πατέρας καὶ ὁ Υἱός. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ζωογονεῖ, ἐμψυχώνει καὶ ἐνδυναμώνει τὰ πλάσματα. Αὐτὸ δίνει στὰ ζῶα τὴ ζωή, στοὺς ἀνθρώπους τὸ νοῦ καὶ στοὺς χριστιανοὺς τὴν ἀνώτερη ζωή, τὴν πνευματική. Αὐτὸ φωτίζει τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν βοηθάει νὰ μπεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δίνεται στὸν καθένα μας ὄχι σύμφωνα μὲ τὴν ἀξία τῶν καλῶν ἔργων του, ἀλλὰ δωρεάν, σύμφωνα μὲ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴ σωτηρία του.
Στὴ συνέχεια θὰ δοῦμε τί χαρίζει στὸν ἄνθρωπο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.

1. Ὅταν κατοικήσει μέσα στὸν ἄνθρωπο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τοῦ δίνει πίστη καὶ φωτισμό. Χωρὶς Αὐτό, κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει ἀληθινὴ καὶ ζωντανὴ πίστη. Χωρὶς τὸ φωτισμό Του, καὶ ὁ πιὸ σοφὸς καὶ μορφωμένος ἄνθρωπος εἶναι ὁλότελα τυφλὸς ὡς πρὸς τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν κτίση Του. Ἀπεναντίας, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μπορεῖ νὰ φωτίσει ἐσωτερικὰ καὶ τὸν πιὸ ἀμόρφωτο καὶ ἁπλοϊκὸ ἄνθρωπο, νὰ τοῦ ἀποκαλύψει ἄμεσα τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τοῦ προσφέρει τὴ γλυκειὰ γεύση τῆς βασιλείας Του. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, αἰσθάνεται στὴν ψυχή του ἕνα ἀσυνήθιστο φῶς, ποὺ τοῦ ἦταν ὁλότελα ἄγνωστο μέχρι τότε.

2. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα γεννάει στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη. Ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη εἶναι σὰν μία καθαρὴ φωτιά, μία πηγὴ θερμότητας, ποὺ ζεσταίνει τὴν καρδιά. Εἶναι μία ρίζα, ποὺ βλαστάνει μέσα στὴν καρδιὰ ὅλα τὰ καλὰ ἔργα. Γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχει ζωογονηθεῖ ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη, τίποτα δὲν εἶναι δύσκολο, φοβερὸ ἢ ἀδύνατο. Γι' αὐτὸν κανένας νόμος δὲν εἶναι βαρύς, καμιὰ ἐντολὴ δὲν εἶναι ἀνεφάρμοστη. Ὅλα του εἶναι εὔκολα.
Ἡ πίστη καὶ ἡ ἀγάπη, ποὺ χαρίζει στὸν ἄνθρωπο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι τόσο μεγάλα καὶ δυνατὰ ὄπλα στὰ χέρια του, πού, ἂν τὰ ἔχει, μπορεῖ εὔκολα, ἄνετα, μὲ χαρὰ καὶ γαλήνη νὰ βαδίσει τὸ δρόμο ποὺ βάδισε ὁ Χριστός.

3. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δίνει ἀκόμα στὸν ἄνθρωπο δύναμη, γιὰ ν' ἀντιστέκεται στοὺς πειρασμοὺς τοῦ κόσμου.Ἔτσι, χρησιμοποιεῖ βέβαια τὰ ἐπίγεια ἀγαθά, ἀλλὰ σὰν περαστικὸς ταξιδιώτης, χωρὶς νὰ κολλάει σ' αὐτὰ τὴν καρδιά του. Ἀντίθετα, ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅσο μορφωμένος καὶ ἔξυπνος κι ἂν εἶναι, μένει πάντα δοῦλος καὶ αἰχμάλωτος τοῦ κόσμου.

4. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δίνει στὸν ἄνθρωπο καὶ σοφία. Αὐτὸ τὸ βλέπουμε κατεξοχὴν στοὺς ἁγίους ἀποστόλους, πού, πρὶν λάβουν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἦταν ἀγράμματοι καὶ ἁπλοϊκοὶ ἄνθρωποι, ὕστερα ὅμως κανεὶς δὲν μποροῦσε ν' ἀντισταθεῖ στὴ σοφία καὶ τὴ δύναμη τοῦ λόγου τους.
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα χαρίζει σοφία ὄχι μόνο στὰ λόγια τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ καὶ στὶς πράξεις του. Ἔτσι, λ.χ., ἐκεῖνος ποὺ ἔχει μέσα του τὸ Πνεῦμα, πάντα θὰ βρεῖ τὸ χρόνο καὶ τὸν τρόπο νὰ φροντίσει γιὰ τὴ σωτηρία του, ἀκόμα καὶ μέσα στὸ θόρυβο τοῦ κόσμου.

5. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα χαρίζει τὴν ἀληθινὴ χαρά, τὴν καρδιακὴ εὐτυχία καὶ τὴν ἀσάλευτη εἰρήνη. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποτὲ δὲν μπορεῖ νὰ χαρεῖ ἀληθινά, νὰ εὐχαριστηθεῖ καθαρά, νὰ νιώσει τὴν εἰρήνη ποὺ γλυκαίνει τὴν ψυχή. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι κάπου κάπου χαίρεται. Μὰ ἡ χαρά του εἶναι στιγμιαία καὶ ὄχι καθαρή. Κάπου-κάπου διασκεδάζει. Μὰ οἱ διασκεδάσεις του εἶναι πάντα κενές, ἀνούσιες, καὶ μετὰ ἀπ' αὐτὲς τὸν κυριεύει μία ἀκόμα μεγαλύτερη στενοχώρια. Κάπου-κάπου εἶναι ἤρεμος. Μὰ ἡ ἠρεμία του δὲν εἶναι ἡ πνευματικὴ εἰρήνη, εἶναι νάρκη τῆς ψυχῆς. Καὶ ἀλίμονο σ' ἐκεῖνον ποὺ δὲν προσπαθεῖ καὶ δὲν θέλει νὰ ξυπνήσει ἀπ' αὐτὴ τὴ νάρκη!

6. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δίνει καὶ τὴν ἀληθινὴ ταπείνωση. Ὁ ἄνθρωπος, ἀκόμα καὶ ὁ πιὸ γνωστικός, δὲν μπορεῖ νὰ γνωρίσει τὸν ἑαυτό του ὅσο πρέπει, ἂν δὲν ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Γιατί χωρὶς τὴ θεία βοήθεια, δὲν μπορεῖ νὰ δεῖ τὴν πραγματικὴ κατάσταση τῆς ψυχῆς του. Ἂν εἶναι τίμιος καὶ κάνει κανένα καλὸ στοὺς συνανθρώπους του, νομίζει πῶς εἶναι δίκαιος ἢ καί, σὲ σύγκριση μὲ τοὺς ἄλλους, τέλειος καὶ πῶς δὲν τοῦ χρειάζεται τίποτ' ἄλλο!
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅταν κατοικήσει μέσα μας, μᾶς ἀποκαλύπτει ὅλη τὴν ἐσωτερική μας φτώχια καὶ ἀδυναμία. Καὶ ἀνάμεσα στὶς ἀρετές μας, προβάλλει ὅλες τὶς ἁμαρτίες μας, τὴν ἀμέλειά μας, τὴν ἀδιαφορία μας γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἄλλων, τὴν ἰδιοτέλειά μας ἀκόμα καὶ ἐκεῖ ποὺ φαινόμαστε μεγαλόψυχοι, τὴν παχυλὴ φιλαυτία μας ἀκόμα καὶ ἐκεῖ ποὺ ποτὲ δὲν τὴν ὑποπτευόμασταν. Κοντολογίς, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μας τὰ δείχνει ὅλα, ὅπως πραγματικὰ εἶναι. Καὶ τότε ἀρχίζουμε ν' ἀποκτᾶμε τὴν ἀληθινὴ ταπείνωση. Τότε ἀρχίζουμε νὰ χάνουμε τὴν ἐμπιστοσύνη μας στὶς δικές μας δυνάμεις καὶ ἀρετές. Τότε ἀρχίζουμε νὰ θεωροῦμε τὸν ἑαυτό μας χειρότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Καὶ ταπεινωμένοι μπροστὰ στὸν Ἰησοῦ Χριστό, ἀρχίζουμε νὰ μετανοοῦμε εἰλικρινὰ καὶ νὰ ἐλπίζουμε μόνο σ' Ἐκεῖνον.

7. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μᾶς διδάσκει, τέλος, τὴν ἀληθινὴ προσευχή. Κανένας δὲν μπορεῖ νὰ κάνει προσευχὴ πραγματικὰ εὐάρεστη στὸ Θεό, πρὶν λάβει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Γιατί ἂν ἀρχίσει νὰ προσεύχεται, χωρὶς νὰ ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, θὰ δεῖ τὸ νοῦ του νὰ μὴν μπορεῖ νὰ συγκεντρωθεῖ. Ἐπιπλέον, δὲν γνωρίζει, ὅπως πρέπει, οὔτε τὸν ἑαυτό του οὔτε τὶς ἀνάγκες του οὔτε τί νὰ ζητήσει οὔτε πῶς νὰ τὸ ζητήσει ἀπὸ τὸ Θεό. Καλὰ-καλὰ δὲν ξέρει οὔτε τί εἶναι ὁ Θεός. Ὅποιος, ὅμως, ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, γνωρίζει τὸ Θεό, βλέπει ὅτι Αὐτὸς εἶναι ὁ Πατέρας του καὶ ξέρει πῶς νὰ Τὸν πλησιάσει, πῶς νὰ Τὸν παρακαλέσει καὶ τί νὰ Τοῦ ζητήσει. Οἱ σκέψεις του στὴν προσευχὴ εἶναι εὔτακτες, καθαρές, προσηλωμένες μόνο στὸν Κύριο. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος μπορεῖ μὲ τὴν προσευχή του νὰ πετύχει τὰ πάντα, ἀκόμα καὶ βουνὰ νὰ μετακινήσει.
Νά, λοιπόν, τί χαρίζει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σ' ἐκεῖνον ποὺ Τὸ ἔχει λάβει. Βλέπετε ὅτι, χωρὶς τὴ βοήθεια καὶ τὴ συνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶναι ἀδύνατον ὄχι μόνο νὰ μποῦμε στὴν οὐράνια βασιλεία, ἀλλὰ κι ἕνα βῆμα νὰ κάνουμε στὸ δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ ἐκεῖ. Γι' αὐτὸ εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ποθοῦμε καὶ νὰ ζητᾶμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα• εἶναι ἀπαραίτητο νὰ Τὸ ἀποκτήσουμε καὶ νὰ Τὸ ἔχουμε πάντα μέσα μας, ὅπως Τὸ εἶχαν οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι.

β'. Πότε καὶ ποιοὶ ἀποκτοῦν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶπε: «Ὁ ἄνεμος πνέει ὅπου θέλει• ἀκοῦς τὴ βοή του, ἀλλὰ δὲν ξέρεις ἀπὸ ποῦ ἔρχεται καὶ ποῦ πηγαίνει. Ἔτσι συμβαίνει καὶ μὲ καθέναν ποὺ γεννιέται ἀπὸ τὸ Πνεῦμα» (Ἰω. 3:8). Τὰ λόγια αὐτὰ σημαίνουν, ὅτι τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴν καρδιά μας μποροῦμε νὰ τὴν ἀκούσουμε, νὰ τὴν αἰσθανθοῦμε καὶ νὰ τὴν ἀντιληφτοῦμε, ἀλλὰ δὲν μποροῦμε ποτὲ νὰ προσδιορίσουμε ἀπὸ πρὶν τὴν περίσταση καὶ τὴν ὥρα ποὺ θὰ μᾶς ἐπισκεφθεῖ. Βλέπουμε πῶς οἱ ἀπόστολοι ἔλαβαν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σὲ στιγμὲς ποὺ δὲν τὸ περίμεναν. Μόνο ἡ ἐπίσημη κατάβαση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τοὺς εἶχε προαναγγελθεῖ, καὶ πραγματοποιήθηκε τὴν προκαθορισμένη μέρα στὸν προκαθορισμένο τόπο• καὶ τότε, ὅμως, δὲν ἔλαβαν τὸ Πνεῦμα σὰν ἀνταμοιβὴ γιὰ προσωπικά τους κατορθώματα, ἀλλὰ δωρεάν, χάρη στὴν πίστη καὶ τὴν ἐλπίδα τους. Ἡ ὁμόψυχη προσευχή, στὴν ὁποία ἦταν ἀφοσιωμένοι ἀπὸ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου ὡς τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δὲν ἦταν τόσο τὸ μέσο, γιὰ νὰ πάρουν τὸ Πνεῦμα, ὅσο μία προετοιμασία γι' αὐτὸ τὸ γεγονός.
Κανένας, ἑπομένως, δὲν μπορεῖ νὰ ξέρει ποιὰ στιγμὴ καὶ μὲ ποιὸ τρόπο θὰ λάβει τὰ δῶρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιατί τὰ δῶρα δίνονται ἀπροσδόκητα, ὅποτε καὶ σ' ὅποιον θέλει ὁ δωρητής. Γι' αὐτὸ κάνουν μεγάλο λάθος, ὅσοι περιμένουν νὰ λάβουν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μὲ συγκεκριμένο τρόπο καὶ σὲ συγκεκριμένη ὥρα. Ὅσοι, μάλιστα, ἐπινοοῦν δικά τους μέσα γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτό, ὄχι μόνο δὲν πρόκειται νὰ λάβουν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλὰ παίρνουν ἐπάνω τους καὶ μία φοβερὴ ἁμαρτία.
Πρὶν μιλήσουμε γιὰ τὸ πῶς μποροῦμε ν' ἀποκτήσουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, πρέπει νὰ τονίσουμε ὅτι Αὐτὸ δίνεται μόνο στοὺς ἀληθινὰ πιστούς. Καὶ ἀληθινὰ πιστὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ὁμολογεῖ σωστὰ τὴν ἁγία ὀρθόδοξη πίστη, χωρὶς καμιὰ πρόσθεση ἢ ἀφαίρεση ἢ ἀλλοίωση, ὅπως μᾶς τὴν παρέδωσαν οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι καὶ ὅπως τὴ διατύπωσαν καὶ τὴν ἐπικύρωσαν οἱ ἅγιοι πατέρες στὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους. Κάθε ἀμφιβολία ἡ σόφισμα σὲ θέματα πίστεως εἶναι ἀνυπακοή. Καὶ ὁ ἀνυπάκουος δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ γίνει ναὸς καὶ κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

γ'. Πῶς μποροῦμε ν' ἀποκτήσουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
Τὰ γνωστὰ καὶ ἀποτελεσματικὰ μέσα γιὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τῶν ἱερῶν Γραφῶν καὶ τὴν πείρα τῶν μεγάλων ἅγιων, εἶναι τὰ ἑξῆς:
  1. Ἡ καθαρὴ καρδιὰ καὶ τὸ ἁγνὸ σῶμα.
  2. Ἡ ταπεινοφροσύνη.
  3. Ἡ ὑπακοὴ στὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ.
  4. Ἡ προσευχή.
  5. Ἡ καθημερινὴ αὐταπάρνηση.
  6. Ἡ ἀνάγνωση καὶ ἀκρόαση τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
  7. Τὰ μυστήρια της Ἐκκλησίας μας καὶ κατεξοχὴν ἡ θεία κοινωνία.
Κάθε πιστὴ ψυχὴ μπορεῖ νὰ γεμίσει μὲ Ἅγιο Πνεῦμα, ἂν καθαριστεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὴ φιλαυτία καὶ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι πάντα ὁλόγυρά μας καὶ ἐπιθυμεῖ νὰ μπεῖ μέσα μας. Ἀλλὰ οἱ κακές μας πράξεις μας περιβάλλουν σὰν ἰσχυρὸ πέτρινο τεῖχος καὶ τ' ἁμαρτήματά μας σὰν ἄγριοι φρουροὶ Τὸ διώχνουν μακριά μας καὶ δὲν Τὸ ἀφήνουν νὰ μᾶς πλησιάσει.
Κάθε ἁμαρτία διώχνει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Πιὸ μισητές, ὅμως, Τοῦ εἶναι ἀπὸ τὶς σωματικὲς ἡ πορνεία καὶ ἀπὸ τὶς ψυχικὲς ἡ ὑπερηφάνεια. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἡ τέλεια καθαρότητα, δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ κατοικήσει σὲ ἄνθρωπο μολυσμένο μὲ ἁμαρτίες. Πῶς νὰ μείνει στὴν καρδιά μας, ὅταν αὐτὴ εἶναι γεμάτη μὲ μέριμνες, ἐπιθυμίες καὶ πάθη;
Ἂς δοῦμε, λοιπόν, πιὸ ἀναλυτικὰ τὰ μέσα γιὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

1. Ἂν θέλουμε νὰ μὴ χάσουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ πήραμε στὸ βάπτισμα, ἤ, ἂν τὸ χάσαμε, νὰ Τὸ ἀποκτήσουμε πάλι, ὀφείλουμε νὰ ἔχουμε καρδιὰ καθαρὴ καὶ σῶμα ἁγνό, ἀμόλυντο δηλαδὴ ἀπὸ κάθε σαρκικὴ ἁμαρτία.
Καρδιὰ καὶ σῶμα πρέπει νὰ εἶναι ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ σ' ὅποιον ἔχει καθαρὴ καρδιὰ καὶ ἀμόλυντο σῶμα, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ μπεῖ καὶ θὰ κυριέψει τὴν ψυχή του. Φτάνει νὰ μὴν ἔχει ἀποθέσει ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς τὴν ἐλπίδα του στὰ καλά του ἔργα καὶ νὰ μὴν καυχιέται γι' αὐτά, νὰ μὴ νομίζει δηλαδὴ ὅτι δικαιωματικὰ πρέπει νὰ λάβει τὰ δῶρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σὰν ἀμοιβὴ ποὺ τοῦ χρωστάει ὁ Θεός.
Ἂν ἐσὺ εἶχες τὴν ἀτυχία νὰ κηλιδώσεις τὴν καρδιά σου καὶ νὰ φθείρεις τὸ σῶμα σου μὲ τὴν ἁμαρτία, ἀγωνίσου νὰ καθαριστεῖς μὲ τὴ μετάνοια. Πάψε ν' ἁμαρτάνεις, μετανόησε μὲ συντριβὴ καὶ ἄρχισε νὰ ζεῖς μὲ περισσότερη προσοχή. Ἔτσι θ' ἀξιωθεῖς ν' ἀπολαύσεις τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.

2. Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ σίγουρα μέσα γιὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ Ἅγιου Πνεύματος εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη.
Ἔστω κι ἂν εἶσαι ἄνθρωπος τίμιος, καλός, δίκαιος καὶ σπλαχνικός, ἔστω κι ἂν τηρεῖς ὅλες τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, νὰ θεωρεῖς παντοτινὰ τὸν ἑαυτό σου σὰν ἕναν ἀνάξιο δοῦλο Του, σὰν ἕνα ἐργαλεῖο στὰ χέρια Του, ἐργαλεῖο μὲ τὸ ὅποιο Ἐκεῖνος ἐνεργεῖ. Ἄλλωστε, φτάνει μία πιὸ προσεκτικὴ ματιὰ στὰ καλά μας ἔργα, ἀκόμα καὶ στὶς μεγαλύτερες ἀρετές μας, γιὰ νὰ δοῦμε πόσο λίγο ἀξίζουν νὰ λέγονται χριστιανικὲς ἀρετές. Πόσες φορές, λ.χ., δίνουμε ἐλεημοσύνη, ἂν ὄχι ἀπὸ ματαιοδοξία καὶ φιλαυτία, ὁπωσδήποτε ὅμως ἀπὸ ἰδιοτέλεια, σὰν τοκογλύφοι, ἐλπίζοντας δηλαδὴ ὅτι γιὰ ἕνα νόμισμα ποὺ δώσαμε στὸν φτωχό, θὰ πάρουμε ἀπὸ τὸ Θεὸ ἑκατὸ ἢ χίλια;
Ταπεινοφροσύνη εἶναι καὶ κάτι ἄλλο, τὸ νὰ ὑπομένεις καρτερικὰ καὶ ἀγόγγυστα ὅλες τὶς θλίψεις, λύπες καὶ δυστυχίες, θεωρώντάς τες σὰν τιμωρία γιὰ τὶς ἁμαρτίες σου. Νὰ μὴ λές, Ἀλίμονο στὴ συμφορά μου!", ἀλλὰ "Καὶ λίγα εἶναι τοῦτα γιὰ τὶς ἁμαρτίες μου!". Καὶ νὰ ζητᾶς ἀπὸ τὸ Θεό, ὄχι τόσο νὰ σὲ ἀπαλλάξει ἀπὸ τὶς δοκιμασίες, ὅσο νὰ σοῦ δώσει δύναμη γιὰ νὰ τὶς ὑπομένεις.

3. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μποροῦμε νὰ Τὸ ἀποκτήσουμε ἐπίσης μὲ τὴν ὑπακοὴ στὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Θεὸς μιλάει πολὺ καθαρά, μὲ τρόπο σαφὴ καὶ κατανοητό. Ἔτσι μποροῦμε ν' ἀκοῦμε τὴ φωνή του σὲ κάθε τόπο καὶ χρόνο καὶ περίσταση. Φτάνει μόνο νὰ ἔχουμε αὐτιὰ γιὰ ν' ἀκοῦμε. Εἶσαι λ.χ., δυστυχισμένος; Σὲ ἀδίκησε κάποιος; Πέθανε ἕνας συγγενής σου; Εἶσαι ἄρρωστος, λυπημένος ἢ μελαγχολικὸς χωρὶς καμιὰ φανερὴ αἰτία, ὅπως συμβαίνει συχνὰ σὲ ὅλους μας; Σ' ὅλες αὐτὲς τὶς περιπτώσεις μπορεῖς ν' ἀκούσεις τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, ποὺ σοῦ λέει νὰ συνέλθεις καί, ἀντὶ νὰ στηρίζεσαι στοὺς ἀνθρώπους ἢ νὰ ζητᾶς παρηγοριὰ στὶς διασκεδάσεις καὶ τὰ ξεφαντώματα, νὰ γυρίσεις μετανοημένος σ' Αὐτόν, νὰ ζητήσεις παρηγοριὰ καὶ βοήθεια μόνο ἀπ' Αὐτόν.
Ἂν πάλι καλοπερνᾶς, ἂν ἔχεις ἄφθονα ἀγαθὰ καὶ καμιὰν ἀνάγκη, ἂν οἱ ὑποθέσεις σου ὅλες ἐξελίσσονται θετικά, ἂν δὲν γνωρίζεις πόνο καὶ θλίψη, ἀλλὰ μόνο χαρά, καὶ μάλιστα χαρὰ πνευματική, ὅλα τοῦτα εἶναι τοῦ Θεοῦ φωνή, ποὺ σὲ παρακινεῖ ν' ἀγαπᾶς μ' ὅλη σου τὴν καρδιὰ τὸν Εὐεργέτη σου, νὰ Τὸν εὐχαριστεῖς μ' ὅλη σου τὴ δύναμη καὶ νὰ μὴν ξεχνᾶς, ὅταν ἀπολαμβάνεις τ' ἀγαθὰ αὐτοῦ τοῦ κόσμου, νὰ βοηθᾶς καὶ τοὺς δικούς Του ἄσημους ἀδελφούς, δηλαδὴ τοὺς φτωχούς. Νὰ μὴν ξεχνᾶς ἀκόμα, πῶς τὰ ἀληθινὰ ἀγαθὰ καὶ ἡ αἰώνια χαρὰ βρίσκονται στὸν οὐρανὸ καὶ προέρχονται ἀπ' Αὐτὸν ποὺ εἶναι ἡ πηγὴ κάθε ἀγαθοῦ καὶ κάθε χαρᾶς.
Ἂν εἶναι παρανομία ἡ περιφρόνηση ἑνὸς ἐπίγειου ἄρχοντα, πόσο μεγαλύτερη ἁμαρτία εἶναι ἡ περιφρόνηση τοῦ οὐράνιου Βασιλιᾶ! Ἂν δὲν προσέξουμε, μπορεῖ ὁ Θεός, μετὰ τὶς ἀναρίθμητες ὀχλήσεις καὶ τὶς ἐπανειλημμένες προσκλήσεις Του, νὰ μᾶς ἐγκαταλείψει σὰν πεισματάρικα παιδιά. Θὰ μᾶς ἀφήσει τότε νὰ κάνουμε ὅ,τι θέλουμε. Ἀλλὰ μετὰ ἀπ' αὐτὸ ὁ νοῦς μας λίγο-λίγο θὰ σκοτιστεῖ τόσο πολύ, ὥστε καὶ οἱ φοβερότερες ἀκόμη ἁμαρτίες δὲν θὰ μᾶς φαίνονται παρὰ ἀναπόφευκτες ἀδυναμίες τῆς ἀνθρώπινης φύσεώς μας. Ὅσο, λοιπόν, ὠφέλιμο καὶ σωτήριο εἶναι τὸ ν' ἀκοῦμε τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, τόσο ἐπικίνδυνο καὶ καταστροφικὸ εἶναι τὸ νὰ μὴν τῆς δίνουμε σημασία.

4. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα Τὸ παίρνουμε ἀκόμα μὲ τὴν προσευχή. Εἶναι ὁ πιὸ ἁπλὸς καὶ ἀποτελεσματικὸς τρόπος, ποὺ μπορεῖ νὰ τὸν χρησιμοποιεῖ ὁ καθένας μας ὁποιαδήποτε ὥρα.
Ὅπως γνωρίζουμε, ἡ προσευχὴ εἶναι ἐξωτερικὴ καὶ ἐσωτερική. Ὅποιος προσεύχεται κάνοντας γονυκλισίες, κάνει ἐξωτερικὴ προσευχή. Καὶ ὅποιος μὲ τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά του ἀπευθύνεται στὸ Θεὸ πασχίζοντας νὰ Τὸν ἔχει ἀκατάπαυστα στὸ λογισμό του, κάνει ἐσωτερικὴ προσευχή.
Ὅλοι ξέρετε ποιὸς ἀπὸ τοὺς δυὸ αὐτοὺς τρόπους προσευχῆς εἶναι ὁ πιὸ καλός, ὁ πιὸ καρποφόρος, ὁ πιὸ εὐάρεστος στὸν Κύριο. Ξέρετε, ἐπίσης, ὅτι μποροῦμε νὰ προσευχόμαστε παντοῦ καὶ πάντοτε, ἀκόμα καὶ τότε ποὺ μᾶς καταβάλλει ἡ ἁμαρτία. Μποροῦμε νὰ προσευχόμαστε καὶ ὅταν δουλεύουμε καὶ ὅταν ξεκουραζόμαστε, τὶς γιορτὲς καὶ τὶς καθημερινές, ὄρθιοι, καθιστοὶ ἢ ξαπλωμένοι.
Ἐδῶ χρειάζεται νὰ σᾶς πῶ μόνο, ὅτι, μολονότι ἡ ἐσωτερικὴ προσευχὴ εἶναι τὸ πιὸ ἰσχυρὸ μέσο γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῆς θείας χάριτος, δὲν πρέπει ν' ἀφήνουμε καὶ τὴν ἐξωτερικὴ προσευχή, καὶ μάλιστα τὴν κοινὴ θεία λατρεία. Πολλοὶ λένε: "Γιατί νὰ πάω στὴν ἐκκλησία; Μπορῶ καὶ στὸ σπίτι νὰ προσευχηθῶ. Ἐκεῖ περισσότερο ἁμαρτάνεις παρὰ προσεύχεσαι". Ἀλλὰ τί τοὺς κάνει, νομίζετε, νὰ μιλοῦν ἔτσι; Ἡ καλή τους γνώση ἢ ἡ ὀρθή τους κρίση; Καθόλου! Ἀπεναντίας, ἡ τεμπελιὰ καὶ ὁ ἐγωισμός τους. Εἶναι ἀλήθεια, βέβαια, ὅτι μερικὲς φορὲς συμβαίνει, δυστυχῶς, νὰ εἴμαστε μέσα στὴν ἐκκλησία καὶ ν' ἁμαρτάνουμε. Αὐτό, ὅμως, δὲν γίνεται ἐπειδὴ ἤρθαμε στὴν ἐκκλησία, μὰ ἐπειδὴ ἤρθαμε μὲ διάθεση ἀκατάλληλη, ὄχι γιὰ νὰ προσευχηθοῦμε, μὰ γιὰ ἄλλα! Καὶ γιὰ νὰ πεισθεῖτε, κοιτάξτε ἐκείνους πού, μὲ τὶς παραπάνω προφάσεις, δὲν ἔρχονται στὴν ἐκκλησία. Μήπως προσεύχονται στὸ σπίτι τους; Κάθε ἄλλο!
Εἴπαμε πρίν, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, δὲν μπορεῖ νὰ προσευχηθεῖ ἀληθινά. Πράγματι, γιὰ νὰ προσευχηθεῖ κανεὶς ὅπως πρέπει, χρειάζεται πολὺς κόπος, μεγάλος ἀγώνας. Δὲν εἶναι δυνατὸν ἀμέσως ἢ ἔστω σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα νὰ κατευθύνει τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά του στὸ Θεό. Ἀλλά, ὅμως, τί ἀποκτιέται στὸν κόσμο τοῦτο εὔκολα, γρήγορα καὶ ἄκοπα; Ποιὰ τέχνη, ποιὰ ἐπιστήμη, ποιὰ πνευματικὴ παρηγοριά; Γι' αὐτὸ νὰ προσεύχεσαι. Ἀκόμα κι ἂν στὴν προσευχή σου βλέπεις πολὺ κόπο καὶ καμιὰ εὐχαρίστηση, νὰ προσεύχεσαι μὲ ἐπιμέλεια καὶ ζῆλο. Νὰ συνηθίζεις τὸν ἑαυτό σου στὴν προσευχὴ καὶ τὴ συνομιλία μὲ τὸ Θεό. Νὰ προσπαθεῖς, ὅσο μπορεῖς, νὰ συμμαζεύεις καὶ νὰ ἐλέγχεις τὶς σκορπισμένες σου σκέψεις. Ἔτσι, σιγὰ σιγά, ἡ προσευχή σου θὰ γίνεται ὅλο καὶ πιὸ εὔκολη. Θ' ἀρχίσεις κι ἐσὺ νὰ αἰσθάνεσαι μία γλυκειὰ παρηγοριά. Καὶ ἂν κάνεις εἰλικρινὴ προσπάθεια, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, βλέποντας τὴν ἀγωνιστικότητά σου καὶ τὴ γνησιότητα τοῦ πόθου σου, γρήγορα θὰ σὲ βοηθήσει. Καὶ ἀφοῦ μπεῖ μέσα σου, θὰ σοῦ διδάξει τὴν ἀληθινὴ προσευχή.
Ὁ Θεὸς μᾶς ζητάει νὰ προσευχόμαστε ἀδιάκοπα (Α' Θεσσ. 5:17). Πολλοὶ λένε: "Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ προσευχόμαστε ἀδιάκοπα, ἀφοῦ ζοῦμε στὸν κόσμο; Ἂν ἀσχοληθοῦμε μόνο μὲ τὴν προσευχή, πότε θὰ ἐκπληρώσουμε τὶς ὑποχρεώσεις μας καὶ θ' ἀσχοληθοῦμε μὲ τὶς δουλειές μας;".
Δὲν μποροῦμε, βέβαια, νὰ κάνουμε ἀδιάλειπτη προσευχὴ ἐξωτερικά, νὰ στεκόμαστε δηλαδὴ πάντοτε σὲ στάση προσευχῆς, γιατί πρέπει καὶ νὰ δουλέψουμε καὶ πολλὲς ἄλλες ἀνάγκες μας νὰ ἱκανοποιήσουμε. Ὅποιος, ὅμως, συναισθάνεται τὴν ἐσωτερική του φτώχεια, δὲν θὰ πάψει νὰ προσεύχεται, ὅ,τι κι ἂν κάνει. Ὅποιος θερμὰ ποθεῖ νὰ μπεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, θὰ βρεῖ τὴν εὐκαιρία καὶ τὸ χρόνο νὰ προσεύχεται, τόσο ἐσωτερικὰ ὅσο καὶ ἐξωτερικά. Ἀκόμα κι ὅταν ἐργάζεται βαριὰ καὶ ἀκατάπαυστα, θὰ βρεῖ καιρὸ νὰ μιλήσει στὸ Θεό. Δὲν βρίσκει καιρὸ νὰ προσευχηθεῖ μόνο ἐκεῖνος ποὺ δὲν θέλει νὰ προσευχηθεῖ.
Μερικοὶ πιστεύουν ὅτι προσευχὴ μπορεῖ νὰ γίνεται μόνο ἀπὸ βιβλία. Καλὸ εἶναι, βέβαια, ἂν μπορεῖς, νὰ ἱκετεύεις καὶ νὰ δοξολογεῖς τὸ Θεὸ μὲ τὰ λόγια τῶν ψαλμῶν καὶ τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων. Ἄν, ὅμως, εἶσαι ἀγράμματος, τότε φτάνει νὰ μάθεις τὶς κυριότερες προσευχές, μὲ πρώτη τὴν Κυριακὴ προσευχή, δηλαδὴ τὸ «Πάτερ ἡμῶν». Σ' αὐτὴ τὴν προσευχή, ποὺ μᾶς τὴν παρέδωσε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, ἀναφέρονται ὅλες οἱ ἀνάγκες μας. Ἄν, πάλι, οἱ περιστάσεις δὲν ἐπιτρέπουν νὰ προσευχηθεῖς γιὰ ἀρκετὴ ὥρα, τότε λέγε μερικὲς ἁπλὲς καὶ σύντομες προσευχές, ὅπως, «Κύριε, ἐλέησον», «Θεέ μου, βοήθησέ με», «Κύριε, συγχώρεσέ με», «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν».

5. Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἅγιους πατέρες εἶπε: " Ἂν θέλεις ἡ προσευχή σου ν' ἀνεβεῖ κατευθείαν στὸ Θεό, δῶσε της δυὸ φτερά, τὴ νηστεία καὶ τὴν ἐλεημοσύνη ". Κυρίως μ' αὐτὲς τὶς δυὸ πρακτικὲς ἀρετὲς πραγματοποιεῖται ἡ καθημερινὴ αὐταπάρνηση.
Νηστεία γενικὰ καὶ γιὰ κάθε ἄνθρωπο εἶναι ἡ ἐγκράτεια καὶ ὁ αὐστηρὸς μετριασμὸς στὴ χρήση τῆς τροφῆς.
Σκοπὸς τῆς νηστείας εἶναι νὰ ταπεινώσει καὶ νὰ ἐλαφρύνει τὸ σῶμα, κάνοντάς το ἔτσι πιὸ ὑπάκουο στὴν ψυχή.
Γιατί ἕνα χορτάτο καὶ παχύσαρκο σῶμα ζητάει εὐκολίες καὶ ἀνέσεις, μᾶς κάνει ράθυμους καὶ δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ συλλογιζόμαστε τὸ Θεό. Δένει τὴν ψυχή, τὴν πνίγει, τὴν κάνει ὅ,τι θέλει.
Ἀλλὰ νηστεύοντας σωματικά, πρέπει συνάμα νὰ νηστεύεις καὶ ψυχικά: Νὰ φυλᾶς τὴ γλώσσα σου ἀπὸ κάθε κακὸ ἢ ἀνώφελο λόγο. Νὰ κυριαρχεῖς στὶς ἐπιθυμίες σου. Νὰ ξεριζώνεις τὰ πάθη σου.
Ὅσο γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη, ἐμεῖς συνήθως ὀνομάζουμε ἔτσι τὴ βοήθεια ποὺ δίνουμε στοὺς φτωχούς. Δὲν εἶναι, ὅμως, μόνο αὐτή. Ἐλεημοσύνη εἶναι κάθε πράξη ἀγάπης καὶ εὐσπλαχνίας: Νὰ δώσει κανεὶς τροφὴ στὸν πεινασμένο, νὰ δώσει νερὸ στὸν διψασμένο, νὰ ντύσει τὸν γυμνό, νὰ ἐπισκεφθεῖ τὸν ἄρρωστο καὶ τὸν φυλακισμένο, νὰ φιλοξενήσει τὸν ἄστεγο, νὰ περιθάλψει τὸ ὀρφανὸ κ.λπ.
Ἀλλὰ γιὰ νὰ εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη σου ἀληθινή, ὅλα αὐτὰ πρέπει νὰ τὰ κάνεις χωρὶς νὰ καυχιέσαι, χωρὶς νὰ ζητᾶς τὸν ἔπαινο τῶν ἄνθρωπων καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη ἐκείνων ποὺ εὐεργετεῖς.

6. Ἕνας ἄλλος τρόπος, μὲ τὸν ὅποιο μποροῦμε νὰ πάρουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι, ὅπως εἴπαμε, ἡ ἀνάγνωση καὶ ἀκρόαση τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Ἡ Ἅγια Γραφὴ εἶναι γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἕνα θησαυροφυλάκιο, ἀπ' ὅπου μπορεῖ νὰ ἀντλήσει φῶς καὶ ζωή• φῶς, ποὺ φωτίζει καὶ σοφίζει, καὶ ζωή, ποὺ ζωογονεῖ καὶ παρηγορεῖ καὶ εὐφραίνει. Ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πολυτιμότερα δῶρα τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο, μία μεγάλη εὐεργεσία, ἀπὸ τὴν ὁποία ὁ καθένας μπορεῖ νὰ ὠφεληθεῖ, φτάνει μόνο νὰ τὸ θελήσει. Ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι ἡ θεία σοφία, μία σοφία τόσο θαυμαστὴ καὶ ἐξαιρετική, ποὺ μπορεῖ νὰ τὴν κατανοήσει ὁ πιὸ ἁπλὸς κι ἀγράμματος ἄνθρωπος. Γι' αὐτὸ ἀκριβῶς πολλοὶ ἁπλοὶ ἄνθρωποι, διαβάζοντας ἢ ἀκούγοντας τὴν Ἁγία Γραφή, ἔγιναν εὐσεβεῖς καὶ ἔλαβαν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἐνῶ ἀπεναντίας ἄλλοι, καὶ μάλιστα μορφωμένοι, μελετώντάς την, πλανήθηκαν καὶ χάθηκαν. Αὐτὸ ἔγινε, γιατί οἱ πρῶτοι τὴ διάβαζαν μὲ ἁπλότητα καρδιᾶς, χωρὶς ὀρθολογιστικὰ ψιλολογήματα, ἐπιδιώκοντας νὰ πλουτίσουν ὄχι σὲ γνώση ἀνθρώπινη, ἀλλὰ σὲ χάρη καὶ δύναμη καὶ Πνεῦμα Θεοῦ, ἐνῶ οἱ δεύτεροι, νομίζοντας πῶς εἶναι σοφοὶ καὶ πῶς τὰ ξέρουν ὅλα, ζητοῦσαν στὴ Γραφὴ ὄχι τὴ δύναμη καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὴ σοφία τοῦ κόσμου.

7. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα Τὸ ἀποκτοῦμε, τέλος, μὲ τὴ συμμετοχὴ στὰ ἱερὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ κατεξοχὴν μὲ τὴ θεία κοινωνία.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶπε: «Ὅποιος τρώει τὴ σάρκα μου καὶ πίνει τὸ αἷμα μου, εἶναι ἑνωμένος μαζί μου κι ἐγὼ μαζί του. Αὐτὸς ἔχει ζωὴ παντοτινή. Καὶ ἐγὼ θὰ τὸν ἀναστήσω τὴν ἔσχατη ἡμέρα» (πρβλ. Ἰω. 6:56-54). Ὅποιος, δηλαδή, ἄξια κοινωνεῖ τὰ ἅγια μυστήρια, ἑνώνεται μὲ τὸν Κύριο. Καὶ ὅποιος μὲ ἀληθινὴ μετάνοια, καθαρὴ καρδιά, θεῖο φόβο καὶ ἀκράδαντη πίστη παίρνει τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου, παίρνει συνάμα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, πού, μπαίνοντας στὸν ἄνθρωπο, τὸν ἑτοιμάζει νὰ δεχτεῖ καὶ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ τὸ Θεὸ Πατέρα, νὰ γίνει δηλαδὴ ναὸς καὶ κατοικητήριο τοῦ ἀληθινοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἀπεναντίας, ὅποιος κοινωνεῖ τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου ἀνάξια, μὲ ψυχὴ ἀκάθαρτη, μὲ καρδιὰ γεμάτη κακία, ἐκδικητικότητα καὶ μίσος, ὄχι μόνο δὲν παίρνει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλὰ γίνεται προδότης, ὅπως ὁ Ἰούδας, καὶ σταυρώνει τὸ Χριστὸ γι' ἄλλη μία φορά.
Τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, γι' αὐτοὺς ποὺ ἄξια τὸ μεταλαβαίνουν, εἶναι τὸ φάρμακο ποὺ θεραπεύει κάθε ἀσθένεια καὶ κάθε ἀδυναμία. Καὶ ποιὸς ἀπὸ μᾶς εἶναι σὲ κατάσταση τέλειας ὑγείας; Ποιὸς δὲν χρειάζεται θεραπεία, ἀνακούφιση καὶ παρηγοριά;
Τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ τροφή μας στὸ δρόμο πρὸς τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Μπορεῖ ποτὲ νὰ ξεκινήσει κανεὶς γιὰ μεγάλη καὶ κοπιαστικὴ πορεία χωρὶς τροφή;
Τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁρατὸ ἁγιαστικὸ μέσο, ποὺ μᾶς τὸ κληροδότησε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καὶ μᾶς τὸ ἄφησε γιὰ τὸν ἁγιασμό μας. Ποιὸς δὲν θὰ ἤθελε νὰ γίνει μέτοχος σὲ μία τέτοια κληρονομιὰ καὶ ν' ἁγιαστεῖ;
Μὴν ἀμελεῖτε, λοιπόν, νὰ πλησιάζετε στὸ Ποτήριο τῆς ζωῆς. Ἀλλὰ νὰ πλησιάζετε μὲ φόβο Θεοῦ καὶ πίστη. Ὅποιος ἀρνεῖται ἢ ἀμελεῖ νὰ κοινωνήσει, δὲν ἀγαπάει τὸ Χριστό, γι' αὐτὸ οὔτε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ λάβει οὔτε στὴν οὐράνια βασιλεία θὰ μπεῖ.
Αὐτά, λοιπόν, εἶναι τὰ μέσα, μὲ τὰ ὅποια μποροῦμε ν' ἀποκτήσουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα: καθαρὴ καρδιὰ καὶ ἁγνὴ ζωή, ταπεινοφροσύνη, ὑπακοὴ στὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, προσευχή, αὐταπάρνηση, μελέτη τῶν ἱερῶν βιβλίων, θεία κοινωνία.
Τὸ καθένα ἀπ' αὐτὰ τὰ μέσα ἀρκεῖ, βέβαια, καὶ μόνο του γιὰ νὰ μᾶς χαρίσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Μὰ εἶναι πιὸ καλὸ καὶ πιὸ ἀποτελεσματικὸ νὰ τὰ χρησιμοποιοῦμε ὅλα μαζί. Τότε, χωρὶς καμιὰν ἀμφιβολία, θὰ λάβουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Καὶ θὰ γίνουμε ἅγιοι!
Τελειώνοντας, πρέπει νὰ ποῦμε, ὅτι, ἂν κάποιος ἀξιωθεῖ νὰ λάβει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ στὴ συνέχεια πέσει σὲ ἁμαρτία, Τὸ διώχνει ἀπὸ μέσα του. Καὶ τότε, ὅμως, ἂς μὴν ἀπελπιστεῖ, ἂς μὴ νομίσει ὅτι χάθηκαν ὅλα. Ὅσο πιὸ γρήγορα μπορεῖ, ἂς προσπέσει στὸ Θεὸ μὲ θέρμη, μὲ μετάνοια, μὲ προσευχή. Καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ ἐπιστρέψει μέσα του.


Ἱερὰ Μονὴ Παρακλήτου 
Ὠρωποῦ Ἀττικῆς 


ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ - Ἀπόστολος - (Ὁμιλία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ)




Ἀπόστολος Κυριακής (Πραξ. Β´ 1-11)



Εν τῷ συμπληροῦσθαι τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς ἦσαν ἅπαντες οἱ ἀπόστολοι ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό. Καὶ ἐγένετο ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας, καὶ ἐπλήρωσεν ὅλον τὸν οἶκον οὗ ἦσαν καθήμενοι· καὶ ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός, ἐκάθισέ τε ἐφ᾿ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν, καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος ῾Αγίου, καὶ ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι. ῏Ησαν δὲ ἐν ῾Ιερουσαλὴμ κατοικοῦντες ᾿Ιουδαῖοι, ἄνδρες εὐλαβεῖς ἀπὸ παντὸς ἔθνους τῶν ὑπὸ τὸν οὐρανόν· γενομένης δὲ τῆς φωνῆς ταύτης συνῆλθε τὸ πλῆθος καὶ συνεχύθη, ὅτι ἤκουον εἷς ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ λαλούντων αὐτῶν. ᾿Εξίσταντο δὲ πάντες καὶ ἐθαύμαζον λέγοντες πρὸς ἀλλήλους· Οὐκ ἰδοὺ πάντες οὗτοί εἰσιν οἱ λαλοῦντες Γαλιλαῖοι; Καὶ πῶς ἡμεῖς ἀκούομεν ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ ἡμῶν ἐν ᾗ ἐγεννήθημεν, Πάρθοι καὶ Μῆδοι καὶ ᾿Ελαμῖται, καὶ οἱ κατοικοῦντες τὴν Μεσοποταμίαν, ᾿Ιουδαίαν τε καὶ Καππαδοκίαν, Πόντον καὶ τὴν ᾿Ασίαν, Φρυγίαν τε καὶ Παμφυλίαν, Αἴγυπτον καὶ τὰ μέρη τῆς Λιβύης τῆς κατὰ Κυρήνην, καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες ῾Ρωμαῖοι, ᾿Ιουδαῖοί τε καὶ προσήλυτοι, Κρῆτες καὶ ῎Αραβες, ἀκούομεν λαλούντων αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις γλώσσαις τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ;

Ἀπόδοση 

Όταν ἔφτασε ἡ ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ἦταν ὅλοι μαζὶ συγκεντρωμένοι μὲ ὁμοψυχία στὸ ἴδιο μέρος. Ξαφνικὰ ἦρθε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ μιὰ βουὴ σὰν νὰ φυσοῦσε δυνατὸς ἄνεμος, καὶ γέμισε ὅλο τὸ σπίτι ὅπου ἔμεναν. ᾿Επίσης τοὺς παρουσιάστηκαν γλῶσσες σὰν φλόγες φωτιᾶς, ποὺ μοιράστηκαν καὶ κάθισαν ἀπὸ μία στὸν καθένα ἀπ’ αὐτούς. ῞Ολοι τότε πλημμύρισαν ἀπὸ Πνεῦμα ῞Αγιο καὶ ἄρχισαν νὰ μιλοῦν σὲ ἄλλες γλῶσσες, ἀνάλογα μὲ τὴν ἱκανότητα ποὺ τοὺς ἔδινε τὸ Πνεῦμα. Στὴν ῾Ιερουσαλὴμ βρίσκονταν τότε εὐσεβεῖς ᾿Ιουδαῖοι ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη τοῦ κόσμου. ῞Οταν ἀκούστηκε αὐτὴ ἡ βουή, συγκεντρώθηκε πλῆθος ἀπ’ αὐτοὺς καὶ ἦταν κατάπληκτοι, γιατὶ ὁ καθένας τους ἄκουγε τοὺς ἀποστόλους νὰ μιλᾶνε στὴ δική του γλώσσα. Εἶχαν μείνει ὅλοι ἐκστατικοὶ καὶ μὲ ἀπορία ἔλεγαν μεταξύ τους· «Μὰ αὐτοὶ ὅλοι ποὺ μιλᾶνε δὲν εἶναι Γαλιλαῖοι; Πῶς, λοιπόν, ἐμεῖς τοὺς ἀκοῦμε νὰ μιλᾶνε στὴ δική μας μητρικὴ γλώσσα; Πάρθοι, Μῆδοι καὶ ᾿Ελαμίτες, κάτοικοι τῆς Μεσοποταμίας, τῆς ᾿Ιουδαίας καὶ τῆς Καππαδοκίας, τοῦ Πόντου καὶ τῆς ᾿Ασίας, τῆς Φρυγίας καὶ τῆς Παμφυλίας, τῆς Αἰγύπτου, καὶ ἀπὸ τὰ μέρη τῆς λιβυκῆς Κυρήνης, Ρωμαῖοι ποὺ εἶναι ἐγκατεστημένοι ἐδῶ, Κρητικοὶ καὶ ῎Αραβες, ὅλοι ἐμεῖς, εἴτε ἰουδαϊκῆς καταγωγῆς εἴτε προσήλυτοι, τοὺς ἀκοῦμε νὰ μιλοῦν στὶς γλῶσσες μας γιὰ τὰ θαυμαστὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ».
Λόγος εἰς τῆν Πεντηκοστήν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ

Όταν συμπληρωνόταν η πεντηκοστή ημέρα μετά την Ανάσταση, της οποίας έφθασε τώρα η μνήμη, ενώ όλοι οι μαθητές ήσαν συγκεντρωμένοι μαζί και ευρίσκονταν ομόψυχοι στο υπερώο (οίκος) εκείνου του ιερού, αλλά και στο προσωπικό του υπερώο, στο νου του, συναγμένος ο καθένας τους (διότι ήσαν σε ησυχία και αφιερωμένοι στη δέηση και στους ύμνους προς το Θεό), ξαφνικά, λέγει ο ευαγγελιστής Λουκάς, «ακούσθηκε ήχος από τον ουρανό, σαν από ορμή βιαίου ανέμου και εγέμισε τον οίκο όπου κάθονταν».(Πραξ.2, 1-11). Είναι βίαιος γιατί νικά τα πάντα και ξεπερνά τα τείχη του πονηρού, γκρεμίζει κάθε οχύρωμα του εχθρού, ταπεινώνει τους υπερήφανους, ανυψώνει τους ταπεινούς στη καρδιά και διασπά τους συνδέσμους των αμαρτημάτων. Γέμισε δε ο οίκος εκείνος στον οποίο κάθονταν, καθιστώντας τον, κολυμβήθρα πνευματική και εκπληρώνοντας την επαγγελία του Σωτήρα, που τους έλεγε, πριν αναληφθεί: «Ο μεν Ιωάννης βάπτισε με νερό, εσείς δε θα βαπτισθήτε με άγιο Πνεύμα, όχι έπειτα από πολλές μέρες».

Αλλά και το όνομα που έδωσε σ' αυτούς το έδειξε να αληθεύει. Διότι δια του ήχου αυτού από τους ουρανούς οι Απόστολοι έγιναν πραγματικά υιοί βροντής. «Και φάνηκαν σ' αυτούς γλώσσες διαμεριζόμενες ωσάν πυρός και στον καθένα τους κάθισε από μια κι' εγέμισαν όλοι άγιο Πνεύμα και μιλούσαν άλλες γλώσσες, όπως τους έδιδε το Πνεύμα να μιλούν».

Αλλά για ποιό λόγο φάνηκε το Πνεύμα σε σχήμα γλωσσών;

Αφ' ενός για να επιδείξει τη συμφυϊα του, τη σχέση του με το Λόγο του Θεού, γιατί τίποτε δεν είναι συγγενέστερο από τη γλώσσα προς το λόγο. Συγχρόνως δε και για τη χάρη της διδασκαλίας, γιατί ο κατά Χριστό διδάσκαλος χρειάζεται χαριτωμένη γλώσσα.

Γιατί δε φανερώθηκε το άγιο Πνεύμα με πύρινες γλώσσες;

Όχι μόνο για το ομοούσιο του Πνεύματος προς το Πατέρα και τον Υιό (γιατί πυρ είναι ο Θεός μας), αλλά και για τη διπλή ενέργεια του κηρύγματος των Αποστόλων. Γιατί μπορεί συγχρόνως να ευεργετεί και να τιμωρεί. Όπως το πυρ έχει διπλή ιδιότητα και να φωτίζει και να φλογίζει, έτσι και ο λόγος της διδασκαλίας, αυτούς που υπακούουν φωτίζει και αυτούς που απειθούν παραδίδει τελικά σε πυρ και κόλαση. Είπε δε γλώσσες, όχι πυρός, αλλά σαν πυρός, για να μη νομίσει κανείς ότι το πυρ εκείνο είναι αισθητό και υλικό, αλλά να αντιληφθούμε την επιφάνεια του Πνεύματος σαν με παράδειγμα.
 
Για ποιό λόγο δε οι γλώσσες φάνηκαν να διαμερίζονται σ' αυτούς; 

Γιατί μόνο στο Χριστό που ήλθε και αυτός από πάνω δεν δίδεται με μέτρο το Πνεύμα από το Πατέρα. Εκείνος και κατά σάρκα ακόμη είχε ολόκληρη τη θεία δύναμη και την ενέργεια, ενώ σε κανέναν άλλο δεν έγινε χωρητή όλη η χάρη του Πνεύματος, αλλά ατομικά ο καθένας αποκτά άλλος το ένα και άλλος το άλλο από τα χαρίσματα, για να μη νομίσει κανείς ότι η από το Πνεύμα διδόμενη στους αγίους χάρη είναι φύση.

Το δε εκάθισε δεν υποδηλώνει μόνο το δεσποτικό αξίωμα, αλλά και το ενιαίο του θείου Πνεύματος. Κάθισε πάνω στό καθένα τους και πληρώθηκαν όλοι άγιο Πνεύμα, γιατί και όταν μερίζεται κατά τις διάφορες δυνάμεις και ενέργειές του, δια της καθεμιάς ενέργειας παρευρίσκεται και ενεργεί ολόκληρο το άγιο Πνεύμα, αμερίστως μεριζόμενο και ολοκληρωτικά μετεχόμενο, κατά την εικόνα της ηλιακής ακτίνας. Λαλούσαν δε άλλες γλώσσες, δηλαδή διαλέκτους, διότι έγιναν όργανα του θείου Πνεύματος, ενεργούντα και κινούμενα κατά τη θέληση και δύναμη εκείνου.

Αυτά προαναγγέλθηκαν και μέσω των προφητών του, όπως δια του Ιεζεκιήλ: «θα σας δώσω καρδιά νέα και Πνεύμα νέο θα βάλω μέσα σας, το Πνεύμα μου». (Ιεζ. 36,26). Δια του Ιωήλ: «και κατά τις έσχατες μέρες θα εκχύσω από το Πνεύμα μου επάνω σε κάθε σάρκα». (Ιωήλ 2,28). Δια του Μωυσή: «ποιός θα καταστήσει προφήτες όλο το λαό του Κυρίου, όταν δώσει ο Κύριος σ' αυτούς το Πνεύμα του;».

Ο ίδιος δε ο Κύριος έλεγε: «όποιος πιστεύει σε μένα, θα ρεύσουν ποτάμια ζωντανού ύδατος από την κοιλιά του» το οποίο ερμηνεύοντας ο ευαγγελιστής: «τούτο το έλεγε περί του Πνεύματος που επρόκειτο να λαμβάνουν οι πιστεύοντες σ' αυτόν». (Ιω. 17,39). Έλεγε επίσης στους μαθητές του: «εάν με αγαπάτε, θα τηρήσετε τις εντολές μου, κι' εγώ θα ζητήσω από τον Πατέρα να σας στείλει άλλο Παράκλητο, για να μείνει μαζί σας αιωνίως, το Πνεύμα της αληθείας» και «ο δε Παράκλητος, το άγιο Πνεύμα, που θα στείλει ο Πατέρας στο όνομά μου, εκείνος θα σας διδάξει τα πάντα» και «θα σας οδηγήσει σε όλη την αλήθεια». (Ιω.14,15 - 14,26 - 15,26 - 17,39).

Τώρα λοιπόν εκπληρώθηκε η επαγγελία και κατήλθε το άγιο Πνεύμα, σταλμένο και δοσμένο από το Πατέρα και τον Υιό και αφού περιέλαμψε τους αγίους μαθητές και τους άναψε θείως ως πραγματικές λαμπάδες και τους ανέδειξε σε φωστήρες υπερκοσμίους και παγκοσμίους. Όπως δε, αν κανείς ανάψει από τη φωσφόρο λαμπάδα άλλη και από 'κείνη άλλη και ούτω καθεξής, κρατώντας το με τη διαδοχή, έχει πάντοτε το φως μόνιμα, έτσι δια της χειροτονίας των Αποστόλων επί τους διαδόχους των διαδίδεται η χάρη του θείου Πνεύματος δι' όλων των γενεών και φωτίζει όλους τους υπακούοντας στους ποιμένες και διδασκάλους.

Το άγιο Πνεύμα που δεν αποστέλλεται μόνο, αλλά και αποστέλλει τον από τον Πατέρα Υιό πάνω στη γη και μας δίδαξε τα θαυμαστά και μεγάλα. Διότι το άγιο Πνεύμα ήταν πάντοτε και συνυπήρχε με τον Υιό στον Πατέρα, συνδημιουργώντας στο καιρό τους τα δημιουργηθέντα και συνανακαινίζοντας τα φθαρέντα και συγκρατώντας τα διαμένοντα, πανταχού παρόν και τα πάντα πληρούν και διέπον και εφορών. Όχι μόνο παντού, αλλά και πάνω από το παν, ούτε σε όλο τον αιώνα και το χρόνο μόνο, αλλά και πριν από κάθε αιώνα και χρόνο».

(απόσπασμα από τις Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», τόμος 10ος)



Πηγή: www.alopsis.gr


Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ'

Εὐλογητὸς εἶ, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ πανσόφους τοὺς ἁλιεῖς ἀναδείξας, καταπέμψας αὐτοῖς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, καὶ δι' αὐτῶν τὴν οἰκουμένην σαγηνεύσας, φιλάνθρωπε, δόξα σοι. 









Ἐξαποστειλάριον Ἦχος γ'

Τὸ πανάγιον Πνεῦμα, τὸ προϊὸν ἐκ τοῦ Πατρός, καὶ δι' Υἱοῦ ἐνδημῆσαν, τοῖς ἀγραμμάτοις Μαθηταῖς, τοὺς σὲ Θεὸν ἐπιγνόντας, σῶσον, ἁγίασον πάντας. (Δίς)
Ἕτερον Ἦχος ὁ αὐτὸς

Φῶς ὁ Πατήρ, φῶς ὁ Λόγος, φῶς καὶ τὸ ἅγιον Πνεῦμα, ὅπερ ἐν γλώσσαις πυρίναις, τοῖς Ἀποστόλοις ἐπέμφθη, καὶ δι' αὐτοῦ πᾶς ὁ κόσμος φωταγωγεῖται, Τριάδα σέβειν ἁγίαν. (Ἅπαξ) 



Δείτε σχετικά:

3. Ἡ πνοὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ( Ἁγίου Ἰννοκεντίου Μόσχας)