A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2013

Ο αγώνας των Ορθοδόξων επί εικονομαχίας υπόδειγμα του Ιερού ημών αγώνος

Tου Επισκόπου Μαραθώνος Γ.Ο.Χ. Φωτίου

Μακαριώτατε Αρχιεπίσκοπε της Εκκλησίας των Γ.Ο.Χ. κ. Χρυσόστομε ,

Άγιοι Αρχιερείς,
Τιμιον Πρεσβυτέριον,
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,

Ο αρχαίος τραγικός συγγραφεύς Ευριπίδης είχε πει «όλβιος όστις ιστορίης έσχε μάθησιν». Ευτυχής είναι όποιος γνωρίζει την Ιστορία.  Και για εμάς, τούς αγωνιζομένους τον καλόν αγώνα υπέρ της πατρώας ευσεβείας, είναι αναγκαίο να ανατρέξουμε στις πηγές της Εκκλησιαστικής Ιστορίας για να αντλήσουμε διδάγματα. Αξίζει να δούμε πως «οι προπάτορες ημών, οι κληροδοτήσαντες εις ημάς την ευσέβειαν» αντιμετώπισαν προβλήματα και καταστάσεις παρόμοια με αυτά που αντιμετωπίζουμε και εμείς σήμερα. Αρκεί, βεβαίως, να εξετάσουμε τα θέματα αυτά, μέσα στα ειδικά ιστορικά πλαίσια της εποχής τους. Διότι εκτός από ομοιότητες, υπάρχουν και πολλές διαφορές στα παραδείγματα που εξετάζουμε από εποχές του παρελθόντος. Οι διαφορές αυτές αφορούν, κυρίως, τις ιδιαίτερες ιστορικο-κοινωνικές συνθήκες εντός των οποίων διεδραματίσθησαν τα ιστορικά αυτά γεγονότα. Η εποχή της Εικονομαχίας παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με την σημερινή εποχή, όσον αφορά τα εκκλησιαστικά πράγματα στον γεωγραφικό μας χώρο.

Οι ομοιότητες των δύο περιόδων

Με την εικονομαχία επεχειρήθη η εισαγωγή στην Εκκλησία «εθών αλλοτρίων». Επιρροές από τις ανεικονικές θρησκείες των Εβραίων και των Μωαμεθανών επέδρασαν σημαντικά στην διαμόρφωση του εικονομαχικού φρονήματος. Γι' αυτό και οι εικονομάχοι εκαλούντο Ιουαινόφρονες και Σαρακηνόφρονες.

Ο Χαλίφης Yazid είχε εκδόσει περί το 720 διάταγμα κατά των εικόνων.

Γι' αυτό και ο Λεων ο Ίσαυρος όταν εξέδωσε διάταγμα κατά των Αγ. Εικόνων, κατ' ουσίαν αντέγραψε ξένα πρότυπα. Ένα επιχείρημα των εικονομάχων ήταν ότι, αποβάλλοντας τις αγ. εικόνες, η χριστιανική εκκλησία θα γινόταν πιο ελκυστική στούς Ιουδαίους και στούς Μωαμεθανούς.

Βεβαια, κανένα τέτοιο αποτέλεσμα δεν υπήρξε. Δεν κατεγράφη καμία μεταστροφή Εβραίων η Μωαμεθανών στον Χριστιανισμό για τον λόγο αυτό.

Όπως δεν υπήρξε και με την αλλαγή του εορτολογίου που έγινε, όπως λένε για να συνεορτάζουμε «με τας αδελφάς εκκλησίας της Δυσεως». Και οι οικουμενιστές διατύνονται - όπως και οι εικονομάχοι τότε - ότι υιοθετούν τις καινοτομίες για να προσελκύουν τους ετεροδόξους στην Ορθοδοξία.

Τοτε οι Ορθόδοξοι αντέδρασαν για να μη γίνουν και εκείνα «σαρασκηνόφρονες» να μη σαρακηνήσουν. Τωρα  ο αγώνας γίνεται για να μη γίνουμε λατινόφρονες να μη φραγκέψουμε.

Η εικονομαχία προσπάθησε να επιβληθή δια της βίας και επεκράτησε ως θρησκεία του κράτους για 80 έτη περίπου.

Παρομοίως και οι νεοημερολογητικός οικουμενισμός. Είναι στην πατρίδα μας κρατική θρησκεία και επεβλήθη μέσων διωγμών των Ορθοδόξων. Ήδη επικρατεί επί 86 έτη.

Όταν επεβλήθη η εικονομαχία και συνήλθε η εικονομαχική σύνοδος της Ιερείας, όλοι οι επίσκοποι του Βυζαντινού κράτους την απεδέχθησαν, είτε διότι ήταν εκ φρονήματος εικονομάχοι, είτε διότι υπέκυψαν «δια τον φόβον του Βασιλέως».
|
Το ίδιο και κατά τον 20 αιώνα, όταν επεβλήθη ο νεοημερολιτισμός στην Ελλάδα όλοι οι Αρχιερείς - ακόμη και οι διαφωνούντες - τον εδέχθησαν.
Μαζί με την εικονομαχία καθιερώθηκαν άλλες μεταρρυθμίσεις: συντομεύθηκε η θ. λειτουργία, καταργήθηκαν οι αγρυπνίες και άλλες ακολουθίες, νηστείες, εορτές κ.α.

Παρόμοιες αποφάσεις έλαβαν και οι οικουμενιστές κατά το λεγόμενο Πανορθόδοξο Συνέδριο του 1923 μαζί με την αλλαγή του ημερολογίου.
Μια άλλη ομοιότητα που διαπιστώσαμε κατά την σύγκριση των δύο εποχών είναι και το ότι όταν ο γηραιός ηγέτης των Ορθοδόξων ο Πατριάρχης Γερμανός καθηρέθη αθέσμως και εξωρίσθη, τότε ανεβιβάσθη στον θρόνο από τον Λεοντα Ίσαυρο ο υποτακτικός του Πατριάρχου Σύγκελλος Αναστάσιος. Έτσι λοιπόν ο πρώην υποτακτικός του ηγέτη των Ορθοδόξων έγινε Πατριάρχης και αρχηγός των καινοτόμων! Εντυπωσιακή ομοιότης της περιπτώσεως του γηραιού ηγέτου των Γνησίων Ορθοδόξων, του Μακαριστού πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου, ο οποίος ομοίως καθηρέθη αθέσμως και εξωρίσθη τρεις φορές χάριν της καλής ομολογίας, ο δε υποτακτικός του, ο Διάκονός του στην Μητρόπολη Πελαγονίας Αθηναγόρας, έγινε Πατριάρχης, ηγέτης των καινοτόμων και αξεπέραστη προσωπικότητα στον χώρο του Οικουμενισμού (μέχρι την εμφάνιση του νυν πατριάρχου).

Χρήσιμα διδάγματα

Αλλά, αρκετά περί της ομοιότητας των δύο περιόδων. Τι διδάγματα, όμως, μπορούμε να αντλήσουμε από την εποχή της εικονομαχίας και τα οποία θα μπορούσαν να μας φανούν χρήσιμα στον Ιερό μας αγώνα;

Πρώτα απ' όλα, ας δούμε εάν οι Ορθόδοξοι της εποχής της εικονομαχίας αναγνώριζον τούς εικονομάχους ως αρχιερείς προ της Ζ  Οἰκουμενικῆς Συνόδου.

Αναφέρεται στο έργο «Λογος αποδεικτικός περί των εικόνων» το αποδιδόμενο στον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό:

«Τωρα πες μου· ποιόν να ακολουθήσουμε; Τον άγιο Βασίλειο τον θαυματουργό η τον Παστιλά που οδήγησε πολλές ψυχές στην απώλεια; Ποιόν να πιστέψουμε; τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, που διδάσκει το δρόμο της μετάνοιας και της σωτηρίας, η τον Τρικάκαβο, το δάσκαλο της αταξίας και της απώλειας; Ποιόν να ακούσουμε; τον Γρηγόριο που διέπρεψε στη θεολογία, η τον Κωνσταντίνο τον ανίερο φατριάρχη, την καταστροφή ολόκληρου του λαού; Αυτόν που εξοστράκισε από την αγία του Χριστού Εκκλησία την αγία πίστη των αγίων και σεπτών εικόνων, μαζί με τον συνονόματό του, ο οποίος πήρε αναξίως τα σκήπτρα της βασιλείας.» (ΕΠΕ, τ.3, Θεσσαλονίκη 1990, σελ. 405).

«Βλέπεις αυτή την παρασυναγωγή, που την συγκρότησαν οι κλέφτες και όχι οι ποιμένες, εναντίον της Εκκλησίας του Χριστού;» (ε.α., σελ. 407).

«Και δεν ταιριάζει να λέγεται σύνοδος, αλλά συνέδριο ιουδαϊκό. (...) Και αφού συγκάλεσαν οι ιερείς των Ιουδαίων το συνέδριο, πήραν έγκριση από αυτό εναντίον του Σωτήρα να τον συλλάβουν και να τον σκοτώσουν. Και αφού τον συνέλαβαν, τον σταύρωσαν και αφού ανάμιξαν ξίδι και χολή, έβαλαν σφουγγάρι στο καλάμι και το πρόσφεραν στο στόμα του και παίρνοντας λόγχη τρύπησαν την αγία του πλευρά. Έτσι, οι άλλοτε υιοί έγιναν ξένοι προς την ευγένεια των πατριαρχών και πατέρων τους.» (ε.α., σελ. 409).

«Και συγκαλώντας συνέδριο οι ιερείς των Χριστιανών, μαζί με τούς βασιλείς, που είχαν αρπάξει αναξίως τη βασιλεία και είχαν εισπηδήσει στα προαύλιά της τυραννικά, έβγαλαν απόφαση από τούς πονηρούς συλλογισμούς και οι ίδιοι σχεδίασαν δόλια και απερίσκεπτα ενάντια στην εικόνα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, και την καταδίκασαν να καταπατηθεί από τα παράνομα πόδια τους, αντι της σαρκικής σταύρωσης που διέπραξαν οι Ιουδαίοι. Και όπως οι άνομοι ανάμιξαν ξίδι και χολή και το έφεραν στο στόμα του Χριστού, έτσι και αυτοί ανακάτεψαν νερό και ασβέστη, και βάζοντας σφουγγάρι σε ξύλο το έφεραν στην όμοια με σάρκα μορφη της τίμιας εικόνας και την επέχρισαν. Και αντι της λόγχης που τρύπησε την ζωοδότρα πλευρά του Χριστού, παίρνοντας αμφίστομο σπαθί, την κατέσκαψαν, την απόξεσαν και την εξαφάνισαν από την εκκλησία, και ολοκλήρωσαν και αυτοί το έργο των Ιουδαίων και παρέδωσαν τον εαυτό τους στο διάβολο. Τι συμφορά! τι τρέλλα! τι εξαπάτηση των Χριστιανών! Ακόμα και οι βασιλείς και οι αρχιερείς που θεωρούνταν Χριστιανοί, αποξένωσαν τούς εαυτούς τους από την άψογη πίστη, και έρριξαν οι ίδιοι τούς εαυτούς τους στο βάραθρο των Ιουδαίων, μέσα σε βραχύ χρονικό διάστημα. Αλίμονο σε σένα, διάβολε, ξένε του Θεού, που ανέμιξες τούς Χριστιανούς με τούς Ιουδαίους.» (ε.α., σελ. 411).

Ο πατριάρχης των εικονομάχων αποκαλείται «ανίερος φατριάρχης», η εικονομαχική Συνοδος της Ιερείας «εβδελυγμένη παρά Θεού και των Αγίων αυτού», «θεομίσητος», «παρασυναγωγή» και «Ιουδαϊκόν Συνέδριον». Οι εικονομάχοι αρχιερείς καλούνται «άρπαγες και ουχί ποιμένες» και παρομοιάζονται με τούς σταυρωτάς του Χριστού.

Ας  δούμε τώρα τι γράφει ο Όσιος Θεοφάνης ο Ομολογητής στην χρονογραφία του. Περιγράφοντας την παραίτηση του μετανοημένου Εικονομάχου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Παύλου αναφέρει τα λόγια με τα οποία αιτιολόγησε την απόφασή του στην Βασίλισσα Θεοδώρα: «Μηπως δεν θα έπρεπε να έχω ανέλθει καθόλου στον ιερατικό θρόνο, εφόσον η Εκκλησία του Θεού υφίστατο διώξεις, διαχωρισμένη καθώς ήταν από τούς άλλους Καθολικούς (Ορθόδοξους) θρόνους και υποκείμενη σε αναθεματισμό». (Θεοφάνους Ομολογητού, «Χρονογραφία», Μεταφρ. Αρχιμ. Ανανία Κουστένη, τ. Γ , εκδ. Αρμός, Αθήναι 2007, σελ. 1245).

Ο ίδιος υποδεικνύει τον ασηκρήτι (βασιλικό γραμματέα) Ταράσιο ως τον καταλληλότερο για διάδοχό του. Ο Ταράσιος, όμως, κοσμικός ων και αυτοκρατορικός αξιωματούχος, δεν ήθελε να γίνει Πατριάρχης, αφ’ ενός μεν φοβούμενος το βάρος της αρχιερωσύνης αλλά και διότι θεωρούσε την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως βαρυνομένη με ανάθεμα, λόγω της εικονομαχικής αιρέσεως. Είπε: «Βλέπω επίσης ότι εμείς κατά καιρούς μιλάμε μ' ένα συγκεκριμένο τρόπο, ενώ οι ομόπιστοί μας, οι Χριστιανοί της Ανατολής, μιλούν διαφορετικά και οι Δυτικοί συμφωνούν μαζί τους, ενώ εμείς έχουμε αποξενωθεί από όλους αυτούς και αναθεματιζόμαστε καθημερινά απ' αυτούς. Το ανάθεμα είναι τρομερό πράγμα. Οδηγεί κάποιον μακριά από το Θεο, τον ωθεί μακριά από τη βασιλεία των ουρανών προς το εξώτερο σκότος. (...) Και αν οι βασιλείς μας, οι προστάτες της Ορθοδοξίας, καταδεχθούν να εγκρίνουν το αίτημά μου, τότε κι εγώ δέχομαι να εκπληρώσω την εντολή τους και δέχομαι την εκλογή σας. Αν όμως όχι, μου είναι αδύνατον να το κάνω, για να μην υποβληθώ σε ανάθεμα και καταδικαστώ την ημέρα του Κυρίου μας και Κριτού της δικαιοσύνης, όταν ούτε βασιλιάς, ούτε ιερέας ούτε άρχοντες ούτε πλήθος ανθρώπων θα είναι σε θέση να με απαλλάξουν.» (ε.α., σελ. 1249, 1251, 1253).

Ώστε λοιπόν η εικονομαχική Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως ήταν αναθεματισμένη και αποκεκομένη από τον κορμο της Εκκλησίας ήδη και προ της Ζ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.

Ακόμη ας δούμε, πως οι Ορθόδοξοι θεωρούν τούς εικονομάχους, ως εντός Εκκλησίας η εκτός Αυτής;

Στα Πρακτικά της Ζ  Οἰκουμενικῆς Συνόδου γράφει περί των μετανοημένων εικονομάχων αρχιερέων:

α) «Βασίλειος ο επίσκοπος Αγκύρας είπεν· όσον ην εις δύναμίν μου, δεσπόται, εξήτασα την υπόθεσιν, και πάσαν πληροφορίαν δεξάμενος, προσήλθον τη καθολική εκκλησία ο έσχατος υμών δούλος. Ταράσιος ο αγιώτατος πατριάρχης είπεν· δόξα τω Θεώ τω θέλοντι πάντας ανθρώπους σωθήναι και εις επίγνωσιν άληθείας ελθείν.» Και στην συνέχεια ο ίδιος μετανοημένος Επίσκοπος Αγκύρας στον λίβελλό του αναφέρει: «...και εγώ Βασίλειος ο επίσκοπος Αγκύρας της πόλεως, προαιρούμενος ενωθήναι τη καθολική εκκλησία,... » (Πρακτικά Οικουμενικών Συνόδων, τ.3, σελ. 229).

β) Και αλλού: «...προσήχθη Θεόδωρος ο ευλαβέστατος επίσκοπος Μύρων της Λυκίας και είπε· καγώ ο αμαρτωλός και ανάξιος πολλά ψηλαφήσας και ερευνήσας, και το κρείττον επιλεξάμενος, δέομαι του Θεού και της υμετέρας αγιωσύνης, ίνα μετά πάντων καγώ ο αμαρτωλός ενωθώ τη αγία καθολική εκκλησία. (...) Ευθύμιος ο οσιώτατος επίσκοπος Σάρδης είπεν ευλογητός ο Θεός ο ενώσας αυτόν τη καθολική εκκλησία» (ε.α., σελ. 230).

γ) «Και προσήχθη Θεοδόσιος ο επίσκοπος του Αμορίου, και είπε· (...) και παρακαλώ την αγίαν υμών σύνοδον, ίνα μετά πάντων των Χριστιανών δέξησθαι καμέ τον ανάξιον υμών δούλον. (...) δέξασθαί με, ως εδέξατο ο Θεός τον άσωτον, και την πόρνην, και τον ληστήν. Ζητήσατέ με, καθώς εζήτησεν ο Χριστός το απολωλός πρόβατον, ο ανέλαβεν επί των ώμων». (ε.α., σελ. 230-231).


Βλέπουμε λοιπόν ότι κατά την Ζ  Οἰκουμενική Σύνοδο οι μετανοημένοι Εικονομάχοι Αρχιερείς θεωρούν και οι ίδιοι ότι είναι αποκεκομένοι από την Εκκλησία και εντάσσονται σ’ Αυτήν.

Ας δούμε όμως και τις επιστολές του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου, αν μπορούμε να αντλήσουμε από αυτές χρήσιμα διδάγματα για τον ιερό μας αγώνα. Γράφει (προς Θεόδωρον Μονάζοντα): «εν κεφαλαίω δε ειπείν, τον η υπογραφή η κοινωνία αιρετική αλόντα ιερέα η απλώς διάκονον είργεσθαι παντάπασιν της ιερουργίας, αλλά γαρ και της κοινωνίας, μετά δε την της επιτιμίας περαίωσιν των μεν αγιασμάτων μετέχειν, της δε λειτουργίας ουδαμώς, έως αγίας συνόδου, ευλογείν δε η και εύχεσθαι ως κοινόν μοναχόν, ουχ ως ιερωμένον, αλλά και τούτο μετά συμπλήρωσιν επιτιμητικήν·»(Θεοδώρου Στουδίτου, «Άπαντα», σειρά «Φιλοκαλία», τ. 18Γ εκδ. ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1999, σελ. 270 ).

Γράφει ακόμη σε μία άλλη επιστολή του (προς Ειρήνην Ηγουμένην): «επί δε τη του πρεσβυτέρου υποθέσει μετατακτέον τον λόγον. ου τι που ημείς, ω αμμάς, νυν μεν τούτο λέγομεν, αύριον δε έτερον, αλλ' ο αυτός λόγος ημίν εστιν αεί· τι τούτο; τον αλόντα πρεσβύτερον τη κοινωνία των αιρετικών, ει γε μάλιστα και υπογραφή, μη εξείναι ιερουργείν έως καιρού ορθοδόξου συνόδου, εφ' η τα τοιαύτα και θεωρηθήσεται και διακριθήσεται, η μόνον το κατά περίστασιν βαπτίζειν, εκκομίζειν νεκρόν, διδείν σχήμα μοναχώ, αγιάζειν των Θεοφανίων το ύδωρ, ευαγγελίζεσθαι κατ' όρθρον και μεταδιδόναι των αγιασμάτων, ήδη θεουργηθέντων υπό σεσωσμένου πρεσβυτέρου. και ταύτα, ως είπον, εξ ανάγκης, επεί, ευρισκομένου του μη εμπαρέντος τη κοινωνία ιερέως, ουδέ τα προειρημένα πράσσειν εξόν.» (ε.α. σελ. 450, 452).

Και στην ερώτηση πως πρέπει να αντιμετωπίζονται αυτοί που ήλθαν σε κοινωνία με την αίρεση, ο όσιος Θεόδωρος απαντά: «...ει μεν πρεσβύτερος η διάκονος, ειργέσθω της ιερουργίας έως συνόδου ορθοδοξίας, μετά δε επιτιμίαν την προσήκουσαν μετεχέτω των ορθοδόξων αγιασμάτων, η δε δύναμις της επιτιμίας αμεθεξία εστί των αγιασμάτων καθ' ον καιρόν η καιρούς ο επιτιμών οικονομοίη·»(ε.α. σελ. 504).

Δηλαδή, φαίνεται καθαρότατα ότι –κατά τον Αγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη- το επιτίμιο για την πτώση του κληρικού στο σφάλμα της κοινωνίας με την αίρεση εφαρμόζεται αμέσως. Η Σύνοδος δεν χρειάζεται να συνέλθει για την επιβολή του επιτιμίου, αλλά για να αποφανθεί για την λύση του.

Όμως και κάτι άλλο πολύ χρήσιμο συναντούμε στις επιστολές του Οσίου Θεοδώρου. Πολύς λόγος γίνεται από κύκλους νεοημερολογιτών για τις αρχιερατικές χειροτονίας της Εκκλησίας μας από τους Ρώσους της Διασποράς. Ότι είναι υπερόριες και άρα αντικανονικές και άδεκτες. Παρόμοιο πρόβλημα υπήρχε και κατά τον καιρό της εικονομαχίας. Πολλοί που ήθελαν να χειροτονηθούν από ορθοδόξους Αρχιερείς, έφευγαν έξω από τα όρια της Αυτοκρατορίας προς την Ορθόδοξη, τότε, Ρώμη και Νεάπολη και Λογγοβαρδία. Ετέθη τότε το θέμα αν έπρεπε να γίνουν δέκτές αυτές οι υπερόριες χειροτονίες. Γι’ αυτό, στην επιστολή του προς Μεθόδιον Μονάζοντα ο Αγιος αναφέρει: «Ερώτησις. περί των χειροτονηθέντων πρεσβυτέρων εν Ρωμη, εν Νεαπόλει και εν Λαγγιβαρδία ακηρύκτων και απολελυμένων, ει χρη τους τοιούτους δέχεσθαι και κοινωνείν αυτοίς και συνεσθίειν και συνεύχεσθαι. Απόκρισις. εν καιρώ αιρέσεως ου κατά τα εν ειρήνη τυπωθέντα πάντως απαραλείπτως γίνεται δια την αναγκάζουσαν χρείαν, όπερ φαίνεται πεποιηκώς ο τε μακαριώτατος Αθανάσιος και ο αγιώτατος Ευσέβιος,υπερορίους χειροτονίας αμφότεροι ποιησάμενοι. Και νυν δε το αυτό οράται πραττόμενον εν τη παρούση αιρέσει. Ώστε οι υποδηλωθέντες, ει ου προδήλως εισί κατεγνωσμένοι, ουδαμώς εκ του ούτως χειροτονηθήναι αποτροπιαίοι, αλλά προσδεκτέοι κατά τέσσαρας προτάσεις»(ε.α. σελ. 486).

Είναι σαφέστατος ο Αγιος: κατά τον καιρό της αιρέσεως τα πράγματα δεν γίνονται όπως στον καιρό της ειρήνης. Και στην περίπτωση αυτή, λοιπόν, οι υπερόριες χειροτονίες γίνονται δεκτές.

Πατριαρχική Εγκύκλιος

Τις ημέρες αυτές κυκλοφόρησε από το Πατριαρχ. Κωνσταντινουπόλεως μια εγκύκλιος επί τη Κυριακή της Ορθοδοξίας. Στην εγκύκλιο αυτή ο Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος υπεραμύνεται των οικουμενιστικών του ανοιγμάτων, κατά τρόπον απροκάλυπτο.

Λεγει: «η Ορθοδοξία δεν είναι μουσιακός θησαυρός δια να συντηρήται, αλλά πνοη ζωής δια να μεταδίδεται και ζωογονή τούς ανθρώπους».

Άπαντούμε: η παραδοθείσα πίστις είναι αμετάβλητη. Είναι η άνωθεν αποκεκαλυμένη αλήθεια και είναι από μόνη της αμετάβλητη. Δεν χρειάζεται κανενός είδους συντήρηση. Ζωσα πνοη είναι η χάρις του Αγ. Πνεύματος η οποία μεταμορφώνει τούς ανθρώπους. Η μέθοδος, ο τρόπος της μεταμορφώσεως αυτής είναι σταθερός και αμετάβλητος και είναι η Ορθοδοξία. Οι μεταμορφώσεις των ανθρώπων που εγκολπώνονται την Ορθοδοξία είναι μία διαδικασία συνεχής και επαναλαμβανόμενη.

Αναφέρει ακόμη: «H Ορθοδοξία είναι πάντοτε επίκαιρος, αρκεί να την προβάλλουμε με ταπεινοφροσύνην και να την ερμηνεύουμε λαμβάνοντες υπ' όψιν τας αναζητήσεις και τας υπαρξιακάς ανάγκας του Ανθρώπου εις κάθε εποχήν και πολιτισμικόν περίγυρον».

Η αλήθεια όμως είναι ότι οι οικουμενισταί δεν «προβάλλουν με ταπεινοφροσύνην» την Ορθοδοξία αλλά την μεταβάλλουν και την προσαρμόζουν στα ανθρώπινα μέτρα.

Η ορθοδοξία όμως δεν προσαρμόζεται στα μέτρα των ανθρώπων. Είναι -όπως προείπαμε- αξία σταθερή. Οι άνθρωποι πρέπει να την αποδεχθούν και να προσαρμοσθούν στα δικά της μέτρα.

Αναφέρει ακόμη: «Η Ορθόδοξος Εκκλησία δεν φοβείται τον διάλογον, διότι και η αλήθεια δεν τον φοβείται.  Αντιθέτως, εάν η Ορθοδοξία κλεισθή εις τον εαυτόν της και δεν διαλέγεται με τούς εκτός αυτής, όχι μόνον θα αποτύχη εις την αποστολήν της, αλλά και θα μετατραπή από «καθολική» και «κατά την οικουμένην» Εκκλησία που είναι, εις μίαν εσωστρεφή και αυτάρεσκον ομάδα, εις ένα «γκέττο» εις το περιθώριον της ιστορίας.»

Η Εκκλησία του Χριστού είναι Καθολική διότι απευθύνεται σε όλους τούς ανθρώπους της οικουμένης. Φυσικά δεν φοβείται τον διάλογο, αλλά διαλέγεται για να πείσει τούς εκτός εκκλησίας να δεχθούν την αλήθεια της πίστεως και όχι για να αυτομεταβληθεί. Αυτό που κάνουν οι οικουμενισταί δεν είναι διάλογος αλλά υποχωρήσεις. Ο Απ. Παύλος δεν λέγει όχι στον διάλογο, αλλά «μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού». Ο διάλογος δεν μπορεί να είναι αιώνιος, εάν οι αλλοτριοφρονούντες δεν πείθονται.

«Δια τον λόγον αυτόν και οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας μας ουδέποτε εφοβήθησαν τον διάλογον με τον πνευματικόν περίγυρον της εποχής των, ακόμη και με τούς ειδωλολάτρας φιλοσόφους των χρόνων των, και με τον τρόπον αυτόν επηρέασαν και διαμόρφωσαν τον πολιτισμόν της εποχής των και μας παρέδωσαν μίαν Εκκλησίαν αληθινά οικουμενικήν.»

«Οικουμενικήν» αλλ' όχι «οικουμενιστικήν» κ. Πατριάρχα. Σείς με τούς επί 80 έτη διαλόγους τι κατορθώσατε. Μηπως οι αιρετικοί με τούς οποίους διαλέγεσθε πλησίασαν την Ορθοδοξία; Απεναντίας. Έγιναν χειρότεροι από πριν και εκείνοι, αλλά και εσείς που διαλέγεσθε άσκοπα με αυτούς. Και έπειτα σείς δεν αρκείσθε στούς διαλόγους, αλλά προχωρείτε και σε συμπροσευχές και συλλείτουργα με τούς ετεροδόξους. Ποτε οι Άγιοι Πατέρες έκαναν τέτοια πράγματα. Το αντίθετο. Τα απαγόρευαν κατηγορηματικώς.

«Οφείλομεν», αναφέρει στην συνέχεια, «πρώτον να συνομιλήσωμεν οι χριστιανοί μεταξύ μας και να λύσωμεν τας διαφοράς μας, δια να είναι αξιόπιστος η μαρτυρία μας προς τον έξω κόσμον τις διαφορές μας.»

Ώστε πρόκειται να «λύσουμε τις διαφορές μας! Τι διαφορές να λύσουμε και πως; Μηπως με αμοιβαίες υποχωρήσεις; Η μήπως με την αδιαφορία για τις διαφορές; Μάλλον με το δεύτερο. Θα παρακάμψουν τις διαφορές ανεχόμενοι τις διαφορές αλλήλων και προχωρούντες σε ενότητα. Κατι τέτοιο είχε προτείνει ο Αυτοκράτωρ Μιχαήλ ο Τραυλός (μετριοπαθής εικονομάχος). Διέταξε να λησμονηθούν και οι εικονομαχικές και οι ορθόδοξες σύνοδοι της τελευταίας περιόδου και οι μεν να ανέχονται τούς δε. Ζητησε και κοινή συνδιάλεξη των δύο μερίδων αλλά οι Ορθόδοξοι αρνήθηκαν (Στεφανίδου Εκκλησιαστική Ιστορία, σελ. 263).

Συνεχίζει η Πατριαρχική εγκύκλιος: «Η προσπάθεια δια την ενότητα των χριστιανών είναι θέλημα και εντολή του Κυρίου, ο Οποίος προ του Παθους Του προσηύχετο προς τον Πατέρα «ίνα πάντες (οι μαθηταί Του) εν ώσιν, ίνα ο κόσμος πιστεύση ότι συ με απέστειλας» (Ιωάν. 17, 21). Δεν είναι δυνατόν ο Κυριος να αγωνιά δια την ενότητα των χριστιανών και ημείς να μένωμεν αδιάφοροι. Τούτο θα αποτελούσε εγκληματικήν προδοσίαν και παράβασιν της εντολής Του».

Το θέλημα του Θεού και η προσευχή της Εκκλησίας είναι όλοι οι άνθρωποι να ενωθούν με τον Χριστό. Ενωμένοι με τον Χριστό γίνονται ένα και μεταξύ τους. Όχι ατελείωτες συζητήσεις και διαπραγματεύσεις για επίπλαστες ενότητες. Παράβαση της εντολής του Χριστού είναι ακριβώς αυτό το οποίο πράττουν οι οικουμενιστές. Διότι η ενότητα που προωθούν δεν έχει ως βάση την μοναδικότητα της αληθείας της Ορθοδοξίας, αλλά αντιθέτως: την καταστρατηγεί.

Γράφει στην συνέχεια: «Ακριβώς δι' αυτούς τούς λόγους, το Οικουμενικόν Πατριαρχείον με την σύμφωνον γνώμην και συμμετοχήν όλων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών διεξάγει από πολλών δεκαετιών πανορθοδόξους επισήμους θεολογικούς διαλόγους μετά των μεγαλυτέρων χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών. Σκοπός αυτών των διαλόγων είναι να συζητηθούν με πνεύμα αγάπης όλα όσα χωρίζουν τούς χριστιανούς τόσον εις την πίστιν των όσον και εις την οργάνωσιν και ζωήν της Εκκλησίας.»

Την απάντηση δίδει ο Απ. Παύλος: «Μετά μίαν και δευτέραν τοποθεσίαν παραστού». Άρα δεν είναι προς καύχησή του η επίκληση των πολλών δεκαετιών που συζητούν με τούς ετεροδόξους.

«Τούς διαλόγους αυτούς και κάθε προσπάθεια ειρηνικών και αδελφικών σχέσεων της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τούς άλλους χριστιανούς πολεμούν σήμερον, δυστυχώς, και μάλιστα με φανατισμόν απαράδεκτον δια το Ορθοδόξον ήθος, ωρισμένοι κύκλοι που διεκδικούν δια τον εαυτόν των αποκλειστικώς τον τίτλον του ζηλωτού και υπερασπιστού της Ορθοδοξίας.»

Δεν έχει σημασία τι λέγουμε εμείς. Τούς διαλόγους «αυτούς πολεμούν οι Άγιοι Απόστολοι Πατέρες μένα από τούς Ι. Κανόνες και τα συγγράμματα που μας άφησαν. Εμείς αυτούς ακολουθούμε.

«Διαδίδουν ψευδώς ότι επίκειται η ένωσις μεταξύ Ρωμαιοκαθολικών και Ορθοδόξων, ενώ γνωρίζουν ότι αι διαφοραί που συζητούνται εις τον θεολογικόν διάλογον μεταξύ αυτών, είναι ακόμη πολλαί, και θα απαιτήση μακρόν χρόνον η συζήτησίς των.»

Μηπως, εν τέλει, δεν έχει ανάγκην την ένωσιν με τούς Λατίνους ο κ. Πατριάρχης; Διότι όπως εξελίσσεται η κατάσταση αρχίζει να επικρατεί και στην Ανατολή η παπική νοοτροπία της Δυσης. Τι να τον κάνουμε -λοιπόν- τον πάπα της Ρωμης, όταν θα έχουμε πάπα στη νέα Ρωμη; Θα έχετε ακούσει ασφαλώς τον όρο «ο προκαθήμενος της Ορθοδοξίας» και ο «Αρχηγός 250 εκατομ. Ορθοδόξων». Από τότε η Ορθόδοξος Εκκλησία απέκτησε άλλο αρχηγό από τον Χριστό και από τότε ο Επίσκοπος μίας πόλεως διεκδικεί τον τίτλο του Επισκόπου όλων των πιστών της γης; Αυτά ο πάπας τα ισχυρίζεται. Ιδού - λοιπόν - οδεύουν σε μία μελλοντική ενωμένη εκκλησιαστική κατάσταση με δύο πάπες. Έναν στην Δυση και έναν στην Ανατολή. Ίσως να υιοθετήσουν ως σύμβολο τον δικέφαλο αετό όπου η μία κεφαλή θα φέρει παπική τιάρα και η άλλη πατριαρχική μίτρα...

«Κατηγορούν όσους διεξάγουν τούς διαλόγους ως δήθεν «αιρετικούς» και «προδότας» της Ορθοδοξίας, απλώς και μόνον διότι διαλέγονται με τούς ετεροδόξους, προβάλλοντες εις αυτούς τον πλούτον και την αλήθειαν της Ορθοδόξου πίστεώς μας.»

Ο πλούτος της Ορθοδοξίας δεν προβάλλεται με συλλείτουργα και συμπροσευχές με τούς ετεροδόξους και τούς αλλοθρήσκους. Ούτε με εόρτια πατριαρχικά μηνύματα στα ραμαζάνια και τα μπαϊράμια. Ποτε οι άγιοι πατέρες έκαναν τέτοια πράγματα;

«Ομιλούν απαξιωτικά δια κάθε προσπάθειαν συνδιαλλαγής μεταξύ των διηρημένων χριστιανών και αποκαταστάσεως της ενότητός των ως δήθεν «παναίρεσιν του οικουμενισμού» χωρίς να παρέχουν καμμίαν απόδειξιν ότι κατά τας επαφάς της με τούς μη Ορθοδόξους η Ορθόδοξος Εκκλησία εγκατέλειψε η αρνήθηκε τα δόγματα των Οικουμενικών Συνόδων και των πατέρων της Εκκλησίας μας.»

Ένα μικρό παράδειγμα μόνον: «Σε συνεντεύξεις τους ο κ. Ζηζιούλας παλιότερα και ο καρδινάλιος κ. Βαλτερ Γκάσπερ προσφάτως σε Ιταλικά έντυπα αναφέρθηκαν στούς διαλόγους τους. Έχουν συμφωνήσει ήδη ότι ο πάπας έχει πρωτεία και τα πρωτεία του δεν είναι μόνον «πρωτεία τιμής» αλλά και κάτι παραπάνω. Αυτό το «κάτι παραπάνω» απέμενε να διευκρινήσουν. Δηλαδή, το πως θα ασκή ο (κάθε) πάπας τα πρωτεία εξουσίας του.»

Και καταλήγει το μήνυμα με την αυτάρεσκη αναφορά του Πατρ. Κωνσταντινουπόλεως ως «Κεντρου της Ορθοδοξίας». Εαν ήταν πράγματι ορθόδοξο, θα ήταν ένα κέντρο συντονισμού. Τωρα όμως, το Φανάριον έπιχειρεί να ασκή εξουσία. Επεμβαίνει αυθαίρετα σε άλλες Τοπικές Αυτοκέφαλες Εκκλησίες. Έχει έλθει σε ρήξη με Ιεροσόλυμα, Μοσχα και Αθήνα και σε κάποιες περιπτώσεις περισσότερο από μία φορά. Κανένα φανάρι όμως δεν είναι κέντρον ορθοδοξίας. Δεν υπάρχει γεωγραφικό σημείο από το οποίο εξαρτάται η Ορθοδοξία. Η Κπολη υπήρξε πολλάκις στο παρελθόν -όπως είναι και τώρα- κέντρον κακοδοξίας. Επί Νεστορίου, Μακεδονίου, των αιρεσιαρχών Αναστασίου, Κωνσταντίνου, Θεοδώρου Κασιτερά, Ιωάννου Γραμματικού των εικονομάχων Πατριαρχών και άλλοτε πολλάκις το Πατρ. Κωνσταντινουπόλεως υπήρξε εστία της Κακοδοξίας.

              Πραγματικό κέντρο της Ορθοδοξίας είναι η αλήθεια δηλ. ο Χριστός και χρέος όλων μας ως Ορθοδόξων είναι να μείνουμε ενωμένοι με το κέντρο αυτό. 

Επίλογος

Σεβαστοί πατέρες και αγαπητοί αδελφοί,

Κλείνοντας την παρούσα πανηγυρική ομιλία επιτρέψατέ μου να κάνω μία πνευματική αναγωγή. Ο κάθε άνθρωπος είναι μία εικόνα Θεού. Επλάθημεν κατ' εικόνα Θεού. Το «κατ' εικόνα» αναφέρεται στο λογικόν και αυτεξούσιον του ανθρώπου. Αυτή η εικόνα Θεού, μετά την πτώση «ημαυρώθη». Χρέος μας, λοιπόν, είναι να αποκαθάρωμεν την εικόνα Θεού που φέρει ο καθένας μας, με τα δάκρυα της μετανοίας. 'Ας τροφοδοτήσουμε το «λογικόν» με την Ορθόδοξη διδασκαλία και το «αυτεξούσιον» ας το κατευθύνουμε στην εθελούσια τήρηση των θείων εντολών.

Έτσι θα συντελεσθή με πνευματικό τρόπο η εντός ημών αναστήλωσις της θείας εικόνος. Έτσι θα εορτάσουμε πνευματικώς την εορτή της Ορθοδοξίας. Αμήν, γένοιτο.


Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2013

Όταν δίνεις πλουτίζεις ... δεν φτωχαίνεις! -- Διδακτική ιστορία


Ο φούρναρης γκρίνιαζε συνέχεια στην γυναίκα του που πήγαινε στις εκκλησίες και έδινε στους φτωχούς και στους εράνους. Μια μέρα, εκεί που έβγαλε το ζεστό ψωμί και μοσχοβόλησε η γειτονιά, ήρθε και στάθηκε στην πόρτα του ένας φτωχός.
- Αφεντικό, όλα αυτά τα ψωμιά είναι δικά σου;
- Αμ΄ τίνος να'ναι; 
- Και δεν τα τρως;
-Βρε φύγε από δω! 
- Δώσε μου και μένα ένα ψωμάκι που πεινάω. 
- Φύγε σου είπα, παράτα με 
- Αφεντικό! 
- Φεύγεις ή δεν φεύγεις; 
- Αφεντικό! Παρακαλούσε ο φτωχός... 
Δεν πρόλαβε να τελειώσει, και ο φούρναρης πετάει ένα ψωμί στο κεφάλι του. Έσκυψε ο φτωχός και το ψωμί τον πήρε ξυστά και έπεσε παραπέρα. Τρέχει, το αρπάζει, κάθεται σε μια γωνιά και το τρώει...
Ο φούρναρης όλη μέρα ήταν νευριασμένος για τον γρουσούζη επισκέπτη και το ψωμί που έχασε. Ας τολμήσει να ξανάλθει, έλεγε! 
Τη νύχτα, κάπου δύο μετά τα μεσάνυχτα, πετάγεται ο φούρναρης από τον ύπνο του τρομαγμένος και καταϊδρωμένος. 
- Γυναίκα, σήκω, ξύπνα. Φέρε μου μία φανέλα να αλλάξω και να σου πω ...; Γυναίκα, πέθανα λέει, και μαζεύτηκαν γύρω μου Άγγελοι και διάβολοι. Ποιος να πάρει την ψυχή μου. 
Σε μια μεγάλη ζυγαριά όλο και πρόσθεταν οι τρισκατάρατοι τα κρίματά μου. Και ο ζυγός βάρυνε και βάρυνε και οι Άγγελοι δεν είχαν τίποτα να βάλουν και λυπόντουσαν. 
Σε μια στιγμή, ένας Άγγελος φωνάζει: Το ψωμί! Αυτό που χόρτασε τον πεινασμένο. Βάλτε το στον άλλο ζυγό. 
Οι διάβολοι επαναστάτησαν: Το ψωμί δεν το έδωσε. Το έριξε να σπάσει το κεφάλι του φτωχού. 
Και απάντησαν οι Άγγελοι: Όμως χόρτασε τον πεινασμένο και εκείνος έδωσε την ευχή του. 
Και που λες γυναίκα μου, εκείνο το ψωμί έκανε και έγειρε η ζυγαριά αντίθετα και σώθηκα. Το λοιπόν, δίνε, δίνε και μη σταματάς. Και εγώ θα δίνω. Αχ, και να ξανάρθει εκείνος ο φτωχός! 

Επιτέλους το κατάλαβε και ο φούρναρης ότι κερδίζει όταν δίνει. Εμείς όμως; Το έχουμε καταλάβει; Μήπως φοβόμαστε να δώσουμε; Μήπως η "κρίση" μας βούλιαξε στην ολιγοπιστία; Μήπως είναι καιρός να αρχίσουμε να γινόμαστε και λίγο χριστιανοί;;; Και να πιστεύουμε ακλόνητα, πως όταν δίνουμε, αντί να φτωχαίνουμε, πλουτίζουμε. 
Ας το αποδείξουμε εμπράκτως. Κάποιοι άνθρωποι έχουν ανάγκη και περιμένουν έστω και ένα κομμάτι ψωμί... 
Αδελφοί μου, μην ξεχνάτε ότι: Η πρώτη θυγατέρα του Θεού είναι η ελεημοσύνη, αυτή η ελεημοσύνη κατέπεισε τον Θεό και έγινε άνθρωπος, για να σώσει τον άνθρωπο...

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ: Η αποκεκαλυμμένη αλήθεια

[Ομιλία κατά την εκδήλωση εορτασμού της Κυριακής της Ορθοδοξίας 2004, στην αίθουσα εκδηλώσεων του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς]

Tου Επισκόπου Μαραθώνος Γ.Ο.Χ. Φωτίου 

Μακαριώτατε
Άγιοι Αρχιερείς
Τιμιον Πρεσβυτέριον
Άγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,

            Η Εκκλησία μας ψάλλει· «Τον σαρκί εκουσίως, σταυρωθέντα δι' ημας, παθόντα και ταφέντα και αναστάντα εκ νεκρών, υμνήσωμεν λέγοντες· στήριξον ορθοδοξία την Εκκλησίαν σου, Χριστέ, και ειρήνευσον την ζωήν ημών ως αγαθός και φιλάνθρωπος».

              Αυτό το «ορθοδοξία», σε πτώση δοτική, που ακούσαμε ανωτέρω στο στιχηρό, σημαίνει· με ορθοδοξία. Δηλαδή, «δια της Ορθοδοξίας στήριξε την Εκκλησία Σου Χριστέ».

              Τι είναι, λοιπόν, η Ορθοδοξία, που εορτάζουμε σήμερα; Είναι η Εκκλησία; Αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς, δεν είναι η Εκκλησία, αλλά κάτι δια του οποίου στηρίζεται η Εκκλησία. Είναι η υγεία του σώματος της Εκκλησίας. Οπως, κατ' αντιδιαστολήν, αίρεση είναι ασθένεια στο σώμα της Εκκλησίας. Και όπως πολλές ασθένειες προσβάλλουν τον ανθρώπινο οργανισμό, ενώ η κατάσταση της υγείας είναι μία, έτσι ακριβώς, πολλές είναι οι αιρέσεις που μπορεί να προσβάλλουν τα μέλη της Εκκλησίας, ενώ η Ορθοδοξία, η κατάσταση της υγείας σ' αυτήν είναι μία.

              Είναι πράγματι αξιοθαύμαστο, αγαπητοί μου αδελφοί, το πώς ενεργεί το κάθε κύτταρο ενός οποιουδήποτε ζωντανού οργανισμού. Γνωρίζει ακριβώς την αποστολή του, τον ρόλο του μέσα στον οργανισμό αυτό και, καθοδηγεί, ενεργεί, βάσει ενός προγράμματος, το οποίο βρίσκεται εγχαραγμένο μέσα στον πυρήνα του από τον Δημιουργό, το Δ.Ν.Α. Μεσα εκεί στο κέντρο του κάθε κυττάρου μας βρίσκονται αποτυπωμένα όλα τα χαρακτηριστικά του σώματός μας και κατά την διάπλαση του σώματος τα κύτταρα καθοδηγούνται βάσει αυτού του σχεδίου, που υπάρχει εντός τους, λαμβάνουν τις θέσεις τους, διαφοροποιούνται, πολλαπλασιάζονται, αντικαθίστανται, επιτελούν τις λειτουργίες τους αρμονικά και ο οργανισμός λειτουργεί σωστά· είναι υγιής.

              Αν κάτι δεν πάει καλά, αν το κύτταρο ξεκλίνει από τον εγχάρακτο προγραμματισμό του, τότε δεν επιτελεί το έργο του, «τρελλαίνεται», πολλαπλασιάζεται ανεξέλεγκτα, και γίνεται καρκινογόνο. Τότε το καρκίνωμα πρέπει να αποκοπεί με το χειρουργικό νυστέρι.

              Κατά παρόμοιο τρόπο τα κύτταρα του Οργανισμού της Εκκλησίας που προσβάλλονται από την αίρεση, εκτρέπονται από τον προορισμό τους και δεν επιτελούν πλέον το έργο τους σωστά μέσα στο σώμα της Εκκλησίας. Μεταβάλλονται σε πνευματικά καρκινώματα και αποκόπτονται από το υγιές σώμα της Εκκλησίας.

              Ορθόδοξος Χριστιανός είναι ένα υγιές κύτταρο του οργανισμού του σώματος της Εκκλησίας, που γνωρίζει και επιτελεί τον προορισμό του. Δηλαδή είναι τροχιοθετημένος στην πορεία προς το «καθ' ομοίωσιν Θεού», στην πορεία προς την θέωση.

              Για να κατανοήσουμε καλύτερα την έννοια της ορθοδοξίας ας παρατηρήσουμε τα συνθετικά της λέξεως. Ορθή-δόξα (δόξα, από το δοκέω-ώ που σημαίνει κυρίως γνώμη, δοξασία). Δηλαδή κατά κύρια έννοια Ορθοδοξία σημαίνει· ορθή γνώμη, αληθινή γνώμη η άποψη. Επειδή όμως, κατά τον Ψαλμωδό, «πας άνθρωπος ψεύστης», οποιαδήποτε ανθρώπινη άποψη η γνώμη σχετικώς με τον προορισμό του ανθρώπου είναι ψευδής. Μονον η άποψη του Θεού, αυτή δηλαδή που μας απεκάλυψε ο Θεός, είναι η ορθή και η αληθινή. Εκείνος ο οποίος μας έπλασε, Εκείνος είναι που μας εφανέρωσε και τον υψηλό μας προορισμό και καλεί όλους τούς ανθρώπους εκουσίως να τον εκπληρώσουν. Ορθοδοξία είναι η αληθινή απάντηση στο υπαρξιακό μας ερώτημα. Δεν είναι προϊόν ανθρωπίνου στοχασμού, αλλά αποκάλυψις του Θεού. Είναι η αποκεκαλυμμένη αλήθεια.

              Το Πανάγιον Πνεύμα, κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, την γενέθλιο ημέρα της Εκκλησίας του Χριστού, παρέδωσε στούς Αγίους Αποστόλους «άπαξ» την αληθινή πίστη, την Ορθοδοξία. Αυτή είναι ο ανεκτίμητος θησαυρός μας, τον οποίον παρελάβαμε μέσω των Αγίων Πατέρων από τούς Αποστόλους και ανελάβαμε να διαφυλάξουμε ακέραιο ως ιερά παρακαταθήκη. Ειναι η εμπειρία της ακτίστου χάριτος του Θεού, η μέθεξις των θείων Του ενεργειών από τούς αξίους, δηλαδή τούς αγίους. Αυτοί οι άγιοι που έφθασαν σ' αυτές τις ουράνιες καταστάσεις και όπως ο Απόστολος Παύλος, εγεύθησαν την δόξαν του Θεού, άκουσαν τα «άρρητα ρήματα, α ουκ εξόν άνθρωπον λαλήσαι» (Β΄ Κορ. ΙΒ΄ 4), αυτοί οι ίδιοι άφησαν σ' εμάς τις αναγκαίες «οδηγίες» για να φθάσωμε και εμείς σ' αυτήν την ανέκφραστη κατάσταση. Αυτή είναι η διδαχή της Εκκλησίας την οποία εμείς παρελάβαμε διατυπωμένη στην Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση.

              Τοσο όμως η Αγία Γραφή όσο και η Ιερά Παράδοση δεν μπορούν να ερμηνευθούν έξω από τα πλαίσια της Ορθοδοξίας. Καθε προσπάθεια προσεγγίσεως των θείων μυστηρίων με την λογική κατέληξε σε αίρεση. « Εσφράγισται γαρ τοις ερευνώσι· πεφανέρωται δε τα θαύματα τοις προσκυνούσιν εν πίστει το μυστήριον». Σε όσους, όπως εμείς, δεν έχουν φθάσει στα μέτρα των αγίων Πατέρων, δεν απομένει λοιπόν παρά να ακολουθούν ταπεινά τις ερμηνείες των Αγίων Πατέρων, όπως γράφει και το Συνοδικό της Ορθοδοξίας «κατά τας των αγίων θεοπνεύστους θεολογίας και το της Εκκλησίας ευσεβές φρόνημα». Οι άγιοι Πατέρες, έχοντας αποκτήσει την εμπειρία του Αγίου Πνεύματος, την ίδια εμπειρία με τούς προ αυτών αγίους Πατέρες και Αποστόλους είναι οι μόνοι απλανείς ερμηνευτές των θεοπνεύστων κειμένων. Αυτοί, οι ανά τούς αιώνας μέχρι σήμερα άγιοι, ήσαν σε θέση να αναγνωρίσουν την αληθινή διδασκαλία από την ψευδή· την Ορθοδοξία από την αίρεση. Γι' αυτό συνερχόμενοι σε Συνόδους κατεδίκαζαν τις αιρέσεις και διεσάφιζαν την αλήθεια. Οχι ως ανακαλύπτοντες καινούρια δόγματα, αλλά «την άπαξ παραδοθείσα τοις αγίοις πίστιν» διεσάφιζαν και διετύπωναν.

              Το τονίζουμε αυτό, διότι οι λατίνοι φρονούν ότι υπάρχει εξέλιξη στα δόγματα και συν τω χρόνω η ανθρωπότης δέχεται νέες αποκαλύψεις. Γι' αυτό συνεχώς οι λατίνοι διατυπώνουν νέα, καινοφανή δόγματα. Οι Αγιοι Πατέρες αυτά που ήταν ήδη γνωστά απ' αρχής ξεκαθάριζαν, οσάκις υπήρξε αμφισβήτηση. Και ήταν σε θέση να το πράξουν, όπως ο έμπειρος χοράρχης αντιλαμβάνεται την παραμικρή παραφωνία μέσα στην χορωδία του. Κατά όμοιον τρόπο οι Θεοφόροι Πατέρες αντιλαμβάνοντο κάθε αίρεση μόλις αυτή εμφανίζετο και με την θεόπνευστη διδασκαλία τους διετράνωναν την υγιά διδασκαλία της Εκκλησίας.

              Κατά καιρούς εμφανίσθηκαν διάφορες αιρέσεις. Και περισσότερο η Εκκλησία δοκιμάσθηκε από τις αιρέσεις, παρά από τούς διωγμούς των ειδωλολατρών.

              Γνωστικοί, Σαββελιανιστές, Αρειανοί, Απολλιναριστές, Νεστοριανοί, Πνευματομάχοι, Μονοφυσίτες, Μονοθελίτες ήταν κάποιες ομάδες αιρετικών, που απεκόπησαν από το σώμα της Εκκλησίας. Οταν όμως ενέσκυψε η λαίλαπα της εικονομαχίας, η Εκκλησία δοκιμάσθηκε σε μεγάλο βαθμό. Διότι οι εικονομάχοι εμφανίσθηκαν όχι ως καινοτόμοι, αλλά ως κήρυκες επαναφοράς της Εκκλησίας σε αρχαιοπρεπή λιτότητα. Εθεώρησαν τον θεσμό των ιερών εικόνων κάτι ξένο, που είχε εισχωρήσει στην Εκκλησία και επείσακτο, που έπρεπε να αποβληθεί. Εχαρακτήρισαν την τιμή των αγίων εικόνων και των αγίων λειψάνων ως ειδωλολατρία και την πολέμησαν. Ποιός ήταν αυτός, που διέγνωσε την υποτιθέμενη «αίρεση» πρώτος; ο Αυτοκράτωρ! Ο θηριώνυμος Λεων Γ΄ ο Ισαυρος, αφού αναρριχήθηκε στον θρόνο, άρχισε να θεολογεί και να εκδίδει διατάγματα, επιβάλλοντας δια της βίας τις εικονομαχικές του απόψεις. Οι άγιοι Πατέρες της εποχής ευθέως διέγνωσαν την πλάνη και αντιστάθηκαν. Διότι, αν οι σκιές και τα σουδάρια των Αγίων Αποστόλων θαυματουργούσαν πόσο μάλλον οι εικόνες και τα άγια λείψανα, στα οποία βέβαια οι ευσεβείς δεν απένειμαν λατρεία, αλλά τιμή. Τιμώντας τις άγιες εικόνες και τα ιερά λείψανα «η τιμή προς το πρωτότυπον διαβαίνει» (Μ. Βασίλειος). Αυτά διετύπωσαν θαυμασίως οι Αγιοι Πατέρες στην 7η Οικουμ. Συνοδο. Ομως, επί περίπου έναν αιώνα η Εκκλησία του Χριστού ήταν η διωκόμενη, ενώ η κρατούσα Εκκλησία της εποχής, ήταν η εικονομαχική. Στον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως και στούς μεγάλους μητροπολιτικούς θρόνους της Αυτοκρατορίας Εικονομάχοι « Αρχιερείς» ύβριζαν τούς Ορθοδόξους ως «σανιδοπίστους», αιρετικούς. Οι Ορθόδοξοι κληρικοί λίγοι και κατατρεγμένοι, με κίνδυνο της ζωής τους εξυπηρετούσαν τούς φοβισμένους λιγοστούς πιστούς.

              Η Εκκλησία ανέδειξε τότε νέους μάρτυρες και ομολογητές και όταν παρήλθε ο χρόνος της δοκιμασίας κατά τρόπο απρόσμενο, έγινε η παλινόρθωση της Ορθοδοξίας, μετά τον θάνατο του τελευταίου εικονομάχου Αυτοκράτορος Θεοφίλου. Αυτό το γεγονός εορτάζουμε σήμερα, διότι ήταν ο θρίαμβος της αλήθειας κατά της πλάνης. Επειτα από 116 έτη σκληρής δοκιμασίας (726-842), εδικαιώθη το μικρόν ποίμνιον των Ορθοδόξων και η εικονομαχική «κρατούσα Εκκλησία» της Εποχής κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος. Εκτοτε δεν εμφανίσθηκε πλέον ξανά, παρά μόνον μαζί με την εκβλάστηση των προτεσταντικών παραφυάδων, οι οποίες προήλθαν από την λατινική αίρεση, επτά αιώνες αργότερα. Μεχρι σήμερα, οι Προτεστάντες είναι, παρά τις όποιες άλλες μεταξύ τους διαφορές, σύμφωνοι στην εμμονή τους στην αίρεση της εικονομαχίας, και στα συγγράμματά τους - όπως διεπιστώσαμε «ιδίοις όμμασι» - εκθειάζουν τούς εικονομάχους της περιόδου 726-842, όπως ακριβώς εμείς σήμερα μακαρίζουμε τούς Ορθοδόξους εικονοφίλους...

              Ο πρώτος εορτασμός του θριάμβου της Ορθοδοξίας με λιτάνευση των ιερών εικόνων, έγινε την πρώτη Κυριακή των νηστειών του έτους 842, και έκτοτε καθιερώθηκε η εορτή αυτή. Αντικατέστησε την εορτή των προφητών που μέχρι τότε εορταζόταν την Α΄ Κυριακή των Νηστειών, η οποία μετατέθηκε την Κυριακή προ του Χριστού Γεννήσεως. Κατάλοιπα αυτής είναι το εξαίσιο αποστολικό ανάγνωσμα περί «Γεδεών, Βαλάκ τε και Σαμψών και Ιεφθάε, Δαβίδ τε και Σαμουήλ και των προφητών, οι δια πίστεως κατηγονίσαντο βασιλείας, ειργάσαντο δικαιοσύνην, επέτυχον επαγγελιών, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβεσαν δύναμιν πυρός, έφυγον στόματα μαχαίρας, ενεδυναμώθησαν από ασθενείας, εγεννήθησαν ισχυροί εν πολέμω, παρεμβολάς έκλιναν αλλοτρίων». Αλήθεια, τι καλύτερο αποστολικό ανάγνωσμα θα μπορούσε να βρεθεί; Γι' αυτό αφέθηκε αυτό το ίδιο αποστολικό ανάγνωσμα στην ακολουθία της Κυριακής της Ορθοδοξίας για να μας υπενθυμίζει, ότι η Εκκλησία βιώνει πάντοτε σε όλους τούς αιώνες το μυστήριο του Σταυρού και της Αναστάσεως, σε μία συνεχή ανακύκλωση και επανάληψη. Η δοκιμασία διαδεχόταν από τον θρίαμβο και αυτός πάλι απ' την δοκιμασία. Αυτό γινόταν και προ της εικονομαχίας και μετά από αυτήν. Το ίδιο συνεχίζεται μέχρι τις ημέρες μας. Εκεί που φαίνεται να τρεμοσβήνει η φλόγα της αληθούς πίστεως, εκεί έξαφνα τα πάντα ανατρέπονται και αναζωπυρώνεται η Ορθοδοξία.

              Μετά την εικονομαχία, ο Παπισμός, ο Βαρλααμητισμός και η Φραγκοκρατία επεχείρησαν να σβήσουν την Ορθοδοξία, η οποία όμως και πάλιν υπερίσχυσε. Και τούτο, χάρις τούς αγώνες των νέων Αγίων Τριών Ιεραρχών· Μ. Φωτίου, Αγίου Γρηγορίου Παλαμά και Μαρκου του Ευγενικού. Τα κατά Βαρλαάμ και Ακινδύνου και κατά Λατίνων γενικώτερα κεφάλαια προσετέθησαν έκτοτε στο Συνοδικό της Ορθοδοξίας και διαβάζονται μετά την λιτάνευση των Ιερών εικόνων, εις έλεγχον αιώνιον των λατινοφρόνων! Επειτα και πάλι δοκιμασία, εξ ανατολών αυτήν την φορά. Η κατάκτηση του μεγαλύτερου μέρους των Ορθοδόξων χωρών από τούς Μωαμεθανούς, έγινε αφορμή για νέους αγώνες μαρτυρικούς. Και πάλιν η Ορθοδοξία επέζησε.

              Τον περασμένο αιώνα νέες δοκιμασίες και διωγμοί συνετάραξαν όλον τον Ορθόδοξο κόσμο. Ο Αθεϊσμός έπρεπε να δοκιμάση δια πυρός και σιδήρου τις Σλαβικές χώρες για να αναδείξουν και αυτές νέους μάρτυρες και ομολογητές και να καταρρεύσει κι' αυτός μπροστά στα έκπληκτα μάτια της ανθρωπότητας.

              Πριν όμως φύγη ο αθεϊσμός, η μάλλον, σχεδόν μόλις άρχισε να κυριαρχεί στα ανατολικά κράτη, νέα δοκιμασία για την Ορθοδοξία εμφανίσθηκε· η αίρεση του Οικουμενισμού.

              Ολοι, λίγο-πολύ, έχουμε ακούσει για την ασθένεια αυτή που ονομάσθηκε η μάστιγα του περασμένου αιώνα· το Συνδρομο της Επίκτητης Ανοσολογικής Ανεπάρκειας, το γνωστό κοινώς από τα αρχικά της αγγλικής του ονομασίας· AIDS. Η μόλυνση από τον ιο του AIDS. προξενεί σταδιακή εξασθένηση, η εξουδετέρωση του ανοσοποιητικού συστήματος του οργανισμού (δηλαδή καταστρέφει την άμυνα του οργανισμού), με αποτέλεσμα ο άνθρωπος να είναι εκτεθειμένος σε κάθε είδους λοίμωξη, η και σε καρκίνο.

              Λοιπόν, αυτό κάνει και ο Οικουμενισμός. Καταστρέφει το πνευματικό, ανοσοποιητικό σύστημα, και αφήνει τούς Χριστιανούς εκτεθειμένους σε κάθε είδους αίρεση. Γι' αυτό και λέγεται λίαν ευστόχως, Παναίρεσις του Οικουμενισμού. Προσβάλλει το ορθόδοξο κριτήριο, την μοναδικότητα της αποκεκαλυμμένης αλήθειας, θεωρεί ότι όλες οι αιρέσεις αλλά και οι θρησκείες ακόμη, έχουν στοιχεία της αληθείας και μπορούν να οδηγήσουν τον άνθρωπο στη σωτηρία. Αποπροσανατολίζει τον άνθρωπο από τον πραγματικό του προορισμό, την θέωση, και τον κατευθύνει σε άλλους στόχους.

              Και η φθορά του Οικουμενισμού στην πνευματική μας άμυνα είναι σταδιακή και προοδευτική, όπως ακριβώς η επίδραση του ιού του AIDS. στην άμυνα του σωματικού μας οργανισμού. Πρώτα γίνεται ο προσβαλλόμενος οργανισμός φορέας και μετά εκδηλώνεται η νόσος σε κάποιο μικρό η μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ σε μερικές περιπτώσεις η νόσος εμφανίζεται άμεσα. Και ο Οικουμενισμός, συνήθως πρώτα προσβάλλει τον εκκλησιαστικό οργανισμό με τη μορφή του νεοημερολογιτισμού και σιγά-σιγά εξουδετερώνει την άμυνά του (την ορθόδοξη συνείδηση δηλαδή) έναντι των αιρέσεων. Υπάρχουν όμως και παραδείγματα εκδηλώσεων της νόσου του Οικουμενισμού με τρόπο άμεσο, δίχως την παρεμβολή του νεοημερολογιτισμού, όπως έγινε λ.χ. με τα σλαβικά Πατριαρχεία. Η εκδήλωση της νόσου του Οικουμενισμού γίνεται φανερή, από τις συχνές ανταλλαγές μηνυμάτων μεταξύ θρησκευτικών ηγετών, τις κοινές προσευχές, τις κοινές θρησκευτικές τελετές, τις κοινές διακηρύξεις και συμφωνίες, τις κοινές συνάξεις σε συνέδρια, συμπόσια ακόμη και κρουαζιέρες για συνομιλίες εν πλω και ο,τι άλλο κοινό μπορεί κανείς να φαντασθή, ούτως ώστε να εξουδετερωθή η ορθόδοξη συνείδηση των πιστών και να θεωρεί ότι δεν υπάρχει καμμία ουσιαστική διαφορά μεταξύ Ορθοδοξίας και αιρέσεως, Χριστιανισμού και Ιουδαϊσμού η Μωαμεθανισμού η Βουδδισμού. Ομως, όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος· «τις δε κοινωνία φωτί προς σκότος; τις δε συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαλ; η τις μερίς πιστώ μετά απίστου;» (Β΄ Κορινθ. στ΄ 14-15). Παραλείπουμε δε εδώ την επιπρόσθετη αναφορά των ιερών κανόνων, οι οποίοι παραβιάζονται από αυτήν την συγκρητιστική συμπεριφορά για να μη γίνουμε κουραστικοί. Είναι λίγο-πολύ γνωστοί σε όλους εμάς άλλωστε. Είναι κοινή διδασκαλία όλων των αγίων Πατέρων ότι η Ορθοδοξία είναι η μόνη αλήθεια, ως αποκεκαλυμμένη άνωθεν και μη έχουσα καμμία σχέση με τις ανθρώπινες επινοήσεις που συνιστούν τις αιρέσεις και τα διάφορα θρησκεύματα. Αυτήν την αυτονόητη μέχρι τώρα αλήθεια, έρχονται οι οπαδοί του οικουμενισμού να αμφισβητήσουν στις ημέρες μας. Τούς δε ιερούς κανόνες, οι οποίοι τούς εμποδίζουν σ' αυτό, τούς χαρακτηρίζουν ως «τείχη του αίσχους» και «εντάλματα μίσους».

              Ομως αυτά είναι τα τείχη, που οριοθετούν και προστατεύουν την Ορθοδοξία. Διότι ο ίδιος ο Κυριος μας λέγει στην παραβολή του αμπελώνος, ότι έβαλε όρια στην Εκκλησία Του «Ανθρωπός τις εφύτευσεν αμπελώνα και φραγμόν αυτώ περιέθηκε» (Ματθ. ΚΑ΄ 33). Οι νέοι φωστήρες του οικουμενισμού θέλουν την Εκκλησία «ξέφραγη» χάριν δήθεν της αγάπης! Γι' αυτό κατεδαφίζουν τούς φραγμούς και τα όρια. Ομως ακριβώς αυτό συνιστά πράξη μίσους και όχι αγάπης. Διότι αν δεν είναι διακριτά τα όρια μεταξύ αληθείας και πλάνης, πως οι εν πλάνη ευρισκόμενοι θα αναγνωρίσουν την αλήθεια και θα έλθουν ενδεχομένως σε συναίσθηση;

              Βεβαίως διακηρύσσουν ενίοτε ότι οι ενέργειές τους γίνονται για να προσελκύσουν στην Ορθοδοξία τούς αιρετικούς. Ποιός όμως είναι ο καρπός των προσπαθειών τους επί τόσες δεκαετίες; Οι διάφοροι αιρετικοί ούτε καν πλησίασαν την Ορθοδοξία, μάλλον απομακρύνθηκαν περισσότερο απ' αυτήν και παρέσυραν και αυτούς (τούς εξ Ορθοδόξων Οικουμενιστές) μακρυά από την ορθοδοξία. Γι' αυτό ο Απόστολος Παύλος συνιστά· «αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού, ειδώς ότι εξέστραπται ο τοιούτος και αμαρτάνει ων αυτοκατάκριτος» (Τιτ. Γ΄ 10-11), ο δε ευαγγελιστής της αγάπης Αγιος Ιωάννης ο Θεολόγος για τούς διδασκάλους της πλάνης λέγει· «ει τις έρχεται προς υμάς και ταύτην την διδαχήν ου φέρει μη λαμβάνετε αυτόν εις οικίαν και χαίρειν αυτώ μη λέγετε· ο γαρ λέγων αυτώ χαίρειν κοινωνεί τοις έργοις αυτού τοις πονηροίς» (Β΄ Ιωάν. 10-11). Οι Πατέρες της Εκκλησίας, έχοντας υπ' όψιν τα ανωτέρω, δεν έκαναν ατελείωτους διαλόγους με τούς αιρετικούς, εν είδει διαπραγματεύσεων για την επίλυση συνοριακής διαφοράς μεταξύ κρατών. Η αλήθεια της πίστεως είναι αδιαπραγμάτευτη αξία. Δεν είναι δυνατόν να επέλθη συμφωνία Ορθοδοξίας και αιρέσεων με αμοιβαίες υποχωρήσεις. Ο Αγιος Μαρκος ο Ευγενικός αναφέρει σχετικώς· «Δια ταύτα φευκτέοι οι της μεσότητα [=τον συμβιβασμό] ευαγγελιζόμενοι, ως ουδέν σταθερόν και ωρισμενον και βέβαιον διδάσκοντες, αλλ' ως κόθορνοι προς αμφοτέρας τας δόξας κατά το εκχωρούν προσφυόμενοι και επαμφοτερίζοντες» και σε επιστολή του προς τον Γεώργιον Σχολάριο (μετέπειτα Πατριάρχη Γεννάδιο)· «ουδέποτε δια μεσότητος τα εκκλησιαστικά διωρθώθησαν. Μεσον αληθείας και ψεύδους ουδέν εστίν. Αλλ' ώσπερ τον του φωτός έξω γενόμενον, εν τω σκότει είναι ανάγκη· ούτω τον της αληθείας μικρόν παρεκλίναντα, τω ψεύδει υποκείσθαι φαίωμεν (αποδεικνύουμε-φανερώνουμε) αληθώς». Αλλά, νομίζω, δεν χρειάζεται άλλη επιχειρηματολογία για κάτι που είναι αυτονόητο σε όποιον έχει κοινή λογική· τα όρια μεταξύ αληθείας και ψεύδους είναι διακριτά και υπαρκτά!...

              «Ναι», θα μας πουν κάποιοι συντηρητικοί νεοημερολογίτες, «τον κίνδυνο του Οικουμενισμού τον βλέπουμε και εμείς. Εσείς, όμως, φύγατε από την Εκκλησία και δεν σταθήκατε να αγωνισθήτε, όπως εμείς, μέσα απ' αυτήν. Δεν έπρεπε να εγκαταλείψετε το πλοίο της Εκκλησίας την ώρα του κινδύνου».

              Ομως τα πράγματα δεν είναι έτσι. Δεν εγκαταλείψαμε εμείς το πλοίο της Εκκλησίας. Αυτό που έγινε είναι, ότι κατά την διάρκεια του ταξιδιού, κάποιοι Αξιωματικοί του πληρώματος και μέρος των επιβατών έπαθαν ομαδική παράκρουση και έρριψαν εαυτούς στα ύδατα της αιρέσεως του οικουμενισμού. Εμείς, οι εναπομείναντες στο σκάφος, προθύμως περισυλλέγουμε όποιον ναυαγό συνέλθει και θελήσει να επανέλθει στο πλοίο. Δεν έχει σημασία το ότι οι εγκαταλείψαντες το πλοίο είναι περισσότεροι από τούς παραμείναντας. Αυτό που έχει σημασία είναι το να παραμείνουμε στο πλοίο της Ορθοδοξίας, σταθεροί στα όσα παρελάβαμε. Ενώ οι συντηρητικοί νεοημερολογίτες, ενώ λέγουν ότι αντιλαμβάνονται την παραφροσύνη του Οικουμενισμού, υπήκουσαν στο παράγγελμα των παραφρόνων αξιωματικών και εγκατέλειψαν την γνησιότητα της πίστεως χάριν της ενότητας και της υπακοής στούς οικουμενιστές ηγέτες τους.

              Αλλο παράδειγμα μας φέρνουν οι ίδιοι. Ηλθαν κλέπτες στον οίκο της Ορθοδοξίας (οι αιρετικοί) και αντί να σταθούμε να αντιμετωπίσουμε τούς κλέπτες, βγήκαμε έξω και αρχίσαμε να πετροβολούμε τα παράθυρα και καλούμε όσους συνεχίζουν να αντιστέκονται να βγουν και αυτοί έξω.

              Ομως και πάλι ατυχές το παράδειγμα. Διότι όχι μόνο δεν εγκαταλείψαμε το οίκημα στούς κλέπτες, αλλά από την αρχή και μέχρι σήμερα αντιμαχόμαστε τούς εισβολείς. Οταν όμως είδαμε κάποιους απ' τούς συγκατοίκους μας να ενδίδουν στούς κλέπτες και να τούς διευκολύνουν στην κατάληψη του οίκου της Ορθοδοξίας, τότε απομονώσαμε τα διαμερίσματα αυτών που ενέδοσαν, κτίζοντας έναν τοίχο ώστε να προστατευθεί τουλάχιστον ο δικός μας χώρος και να μπορούμε να αντιστεκόμαστε καλύτερα στούς εισβολείς.

              Αλλά είναι δυνατόν εσείς οι λίγοι παλαιοημερολογίτες να έχετε την αλήθεια; Μονο εσείς είσθε οι πραγματικά Ορθόδοξοι και αυτοαποκαλείσθε μάλιστα Γνήσιοι Ορθόδοξοι; Πολύ συχνά ακούμε αυτό το επιχείρημα. Αν όμως η ποσότητα είναι το κριτήριο της αληθείας, τότε ούτε και αυτοί που μας υποβάλουν το ερώτημα είναι στην αλήθεια. Διότι πόσοι είναι οι νεοημερολογίτες και γενικώς οι εξ Ορθοδόξων οικουμενιστές σε σχέση με τα 6 δισεκατομμύρια περίπου ανθρώπων της Γης; Είναι 200, η το πολύ 300 εκατομμύρια και σε χώρες με υπογεννητικότητα. Τα υπόλοιπα συνεχώς αυξανόμενα 5,7 δισεκατομμύρια είναι Κομφουκιανιστές, Ινδουϊστές, Βουδδιστές, Μωαμεθανοί, Λατίνοι κ.λπ. Δεν είναι το πλήθος το κριτήριο της αληθείας. Την εποχή του κατακλυσμού μόνο μία οικογένεια ήταν αυτή η οποία πίστεψε στην αλήθεια και σώθηκε μέσα στην κιβωτό, ενώ το πλήθος των υπολοίπων ανθρώπων της Γης κατεπνίγη στα ύδατα. Λεγει και η Αγ. Γραφή «κρείσσον εις δίκαιος ποιών το θέλημα του Κυρίου η μύριοι παράνομοι» και το αψευδές στόμα του Κυρίου· «Μη φοβού το μικρόν ποίμνιον· ότι ευδόκησεν ο πατήρ υμών δούναι υμίν την βασιλείαν» (Λουκ. ΙΒ΄ 32) « Ωστε θεωρείτε τούς εαυτούς σας τούς μόνους Ορθοδόξους επί της Γης;» μας ερωτούν πάλι οι επιμένοντες στην καινοτομία αδελφοί μας. Εμείς τούς απαντούμε, ότι θεωρούμε την Εκκλησία μας, την Εκκλησία των Γ.Ο.Χ., ως την συνέχεια της μίας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας στον Ελλαδικό χώρο. Τι γίνεται στον υπόλοιπο κόσμο δεν μπορούμε με απόλυτη βεβαιότητα να γνωρίζουμε, διότι και ο Ζηλωτής Προφήτης Ηλίας θεωρούσε ότι είχε μείνει μόνος «μη κλίνων τω Βααλ» (Γ΄ Βασιλειών ΙΘ΄ 10, 18) όμως ο Θεός του απεκάλυψε ότι υπήρχαν 7.000 άνδρες οι οποίοι δεν είχαν προσκυνήσει τον Βααλ.

              Ένα ακόμη επιχείρημα που ίσως ακούσουμε είναι ότι « Εστω, έχετε δίκαιο σε όσα λέγετε για τον οικουμενισμό, είναι σφάλμα. Αλλά καλύτερα να πλανώμεθα μέσα στην Εκκλησία παρά να ορθοφρονούμε έξω Αυτής». Επιχείρημα αμάρτυρο από τούς Πατέρες, και ενάντιο σε κάθε λογική. Διότι η Εκκλησία είναι η άμπελος η αληθινή, όπως λέγει η σχετική παραβολή. Και το κλήμα δεν καρποφορεί έξω από το αμπέλι της Εκκλησίας. Δεν μπορεί κάποιος να ορθοφρονεί εκτός Εκκλησίας και να πλανάται εντός αυτής. Μπορεί κάποιοι που δεν είναι ζωντανά μέλη της Εκκλησίας να πλανώνται, όχι όμως τα πραγματικά μέλη Της, που γνωρίζουν τον προορισμό τους και αγωνίζονται για την επίτευξή του με την βοήθεια του Χριστού· «Καθώς το κλήμα ου δύναται καρπόν φέρειν αφ' εαυτού, εάν μη μείνη εν τη αμπέλω, ούτως ουδέ υμείς εάν μη εν εμοί μείνητε. Εγώ ειμί άμπελος υμείς τα κλήματα· ο μένων εν εμοί, καγώ εν αυτώ ούτος φέρει καρπόν πολύν» ( Ιωάνν. ΙΕ΄ 5). Είναι φανερό ότι εάν κάποιος θεωρεί ότι πλανάται, τότε δεν είναι ενωμένος με τον Χριστό, άρα δεν είναι στην Εκκλησία. Αλλά και η μέχρι τώρα πράξη της Εκκλησίας μας διδάσκει ότι όταν οι πιστοί διεπίστωναν κάποιο πράγματι σφάλμα πίστεως (αίρεση) κηρυττόμενο δημοσίως από εκκλησιαστικό προεστώτα, τότε διέκοπταν κάθε εκκλησιαστική κοινωνία μαζί του, ακόμη και προ συνοδικής διαγνώμης. Οταν λ.χ. ο προκάτοχος του κ. Βαρθολομαίου Πατριάρχης Κων/λεως Νεστόριος διεκήρυξε την αίρεσή του ευθύς οι ευσεβείς κληρικοί και λαϊκοί της Κων/λεως διέκοψαν την εκκλησιαστική κοινωνία μαζί του. Δεν περίμεναν πρώτα την καταδίκη του· ούτε είπαν καλύτερα ενωμένοι στην Εκκλησία της Κων/λεως και σφάλλοντες, παρά έξω απ' αυτήν και ορθοφρονούντες! Η διακοπή του μνημοσύνου του αιρετίζοντος ήταν καθήκον για τον κάθε ορθόδοξο κληρικό. Και το καθήκον αυτό, στηρίζεται στον 31ο Αποστολικό Κανόνα, και διευκρινίζεται πλήρως στον γνωστό 15ο της ΑΒ΄ Συνόδου· ότι δεν πρέπει κανείς να διακόπτει εκκλησιαστική κοινωνία με την προϊσταμένη του εκκλησιαστική αρχή επικαλούμενος προσωπικά σφάλματα του προεστώτος του, πρέπει όμως να το πράττει, αν ο προεστώς του (ιερέας η επίσκοπος) σφάλλει αποδεδειγμένα ως προς την πίστη. Οταν, δηλαδή, κηρύττει δημοσίως αίρεση κατεγνωσμένη. Σε κάθε άλλη περίπτωση είναι επιβεβλημένη η υπακοή. Ακόμα και αν η προϊσταμένη μας εκκλησιαστική αρχή μας αδικήσει τιμωρώντας μας αδίκως. Ακόμη και τότε πρέπει να υπομείνουμε και να μη διακόπτουμε την εκκλησιαστική κοινωνία. Διότι, όταν δεν κινδυνεύει η πίστις πρέπει να έχουμε υπ' όψιν το ρητό «εν άλλοις πταίομεν και εν άλλοις κολαζόμεθα» και να εναποθέτουμε την δικαίωσή μας στον Θεο. Το να αναγνωρίζουμε όμως, ότι ο ποιμένας κηρύττει αίρεση και να τον μνημονεύουμε ως ορθόδοξο είναι εμπαιγμός και υποκρισία. Διότι ο αντι-οικουμενιστής νεοημερολογίτης κληρικός, όταν είναι στραμμένος προς τον λαο την ώρα του κηρύγματος μπορεί να στηλιτεύει την αίρεση του Οικουμενισμού, μόλις όμως κάνει μεταβολή και στραφεί προς τον Θεο δεόμενος, μνημονεύει τον κηρύττοντα την αίρεση αυτή ως ορθοτομούντα τον λόγον της αληθείας. Γεννάται το ερώτημα, ποιόν εμπαίζει, τον λαο η τον Θεο;

              Αλλά, μπορεί να μας πει κάποιος, εσείς όταν διεκόψατε κοινωνία με την κρατούσα Εκκλησία ήταν μόνο το θέμα του ημερολογίου. Δεν ήταν αυτό θέμα πίστεως. Ο Οικουμενισμός προέκυψε εκ των υστέρων.

              Η απάντηση είναι, ότι ο νεοημερολογιτισμός ήταν εντεγμένος στο σχέδιο του Οικουμενισμού. Το πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση αυτή. Αυτό έγινε ευθύς αντιληπτό από τούς ευσεβείς Χριστιανούς, οι οποίοι μόλις επεβλήθη η ημερολογιακή καινοτομία ανεφώνησαν «μας φραγκέψανε» και ξεκίνησε ο αγώνας για την αποτροπή της εκφραγκεύσεως της Ορθοδοξίας. Και ο αγώνας αυτός επευλογήθηκε από τον Θεο με την Γ΄ εμφάνιση του Τ. Σταυρού στον Υμηττό το 1925 και με μία παρόμοια εμφάνιση στο όρος του Κοφινα στην Κρήτη. Γι' αυτούς όμως που, όπως οι Ιουδαίοι «σημείον αιτούσι» για το θέμα του ημερολογίου, έχουμε το επαναλαμβανόμενο κατ' έτος θαύμα της ροής του αίματος στο Ιερό προσκύνημα του Αγ. Νικολάου εν Βουνένοις.

              Το πάτριο εορτολόγιο είναι παράδοση της Εκκλησίας και για τον λόγο αυτό το τηρούμε δίχως να μας ενδιαφέρει η αστρονομική του ακρίβεια, όπως εσφαλμένα μας κατηγορούν. Μολις χθες σε άρθρο κάποιου έγκριτου Επιστήμονα σχετικά με το ημερολόγιο, ανεγνώσαμε μία παραπομπή του αρθρογράφου στην γνωστή διατριβή του κ. Χριστοδούλου Παρασκευαΐδη, η οποία περιέχει μία κραυγαλέα ανακρίβεια, η οποία οδηγεί τον συγγραφέα στο εσφαλμένο συμπέρασμα, ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία παραβιάζει τον όρο της Α΄ Οικουμ. Συνόδου για τον υπολογισμό της εορτής του Πασχα, διότι δεν βασίζεται στην αστρονομικώς πραγματική εαρινή ισημερία, του Νεου Ημερολογίου, αλλά στην εσφαλμένη του Παλαιού. Ο κ. Χριστόδουλος αναφέρει· «αξιοσημείωτον τυγχάνει το γεγονός ότι η Α΄ Οικουμ. Συνοδος, θελήσασα να ορίση την ημέρα εορτασμού του Πασχα, δεν ώρισε μήνας και ημέρας του Ιουλιανού Ημερολογίου, αλλ' έθετο ως σταθεράν βάσιν του υπολογισμού την εαρινήν ισημερίαν, δηλαδή ώρισε τα κατά τον εορτασμόν ουχί ημερομηνιακώς, αλλ' αστρονομικώς και τούτο διότι το κανονικώς ενδιαφέρον δεν είναι η ημερομηνία, αλλ' η ισημερία». Λαθος κ. Χριστόδουλε· Το «κανονικώς ενδιαφέρον» της Α΄ Οικουμ. Συνόδου, δεν ήταν ούτε η ημερομηνία, ούτε η ισημερία, αλλά το «μη συνεορτάζειν το Πασχα μετά των Ιουδαίων» για λόγους κυρίως ποιμαντικούς. Η Α΄ Οικουμ. Συνοδος θεώρησε επιβλαβή τον συνεορτασμό του Πασχα των Χριστιανών με αυτό των Ιουδαίων, όπως ρητώς αναφέρουν οι σχετικοί κανόνες. Είναι ευνόητο ότι αν συνεορτάζαμε το Πασχα με τούς Ιουδαίους, θα έμοιαζε η Χριστιανική Εκκλησία σαν μία Ιουδαϊκή αίρεση. Ισως κάποιοι Χριστιανοί να υιοθετούσαν και άλλα στοιχεία της Ιουδαϊκής λατρείας και ακόμη, ίσως κάποιοι απλοϊκοί πιστοί να πήγαιναν και στις συναγωγές να εορτάσουν το Πασχα. Η Αγία Συνοδος όμως έθεσε φραγμό διαφοροποιήσεως. Η αναφορά στην ισημερία γίνεται, διότι το Πασχα των Ιουδαίων είναι την 14η ημέρα του μήνα Νισάν που είναι σεληνιακός. Αρχίζει με την νέα σελήνη και σε 14 ημέρες έχουμε Πανσέληνο. Ο Νισάν είναι ο πρώτος ανοιξιάτικος μήνας, και η άνοιξη αρχίζει την εαρινή ισημερία. Αρα 14 του μήνα Νισάν είναι η Πρώτη Πανσέληνος μετά την ισημερία. Την ισημερία όμως οι Ιουδαίοι την είχαν καθορίσει σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο 21 Μαρτίου. Οι Αγιοι Πατέρες γνώριζαν ότι το Ιουλιανό ημερολόγιο είχε κάποιο σφάλμα ως προς την μέτρηση του χρόνου, διότι ήδη από την εποχή του Ιουλίου Καίσαρος η Ισημερία είχε κατεβεί από τις 23 Μαρτίου στις 21. Παρ' όλα αυτά οι Αγ. Πατέρες δεν ώρισαν να παρατηρούμε αστρονομικώς πότε είναι ακριβώς η ισημερία και βάσει αυτής να εορτάζουμε το Πασχα, αλλά πότε οι Ιουδαίοι το εορτάζουν, ώστε εμείς πάντοτε την επομένη Κυριακή να επιτελούμε το Πασχα.

              Αποδεικνύεται λοιπόν, ότι οι Αγιοι Πατέρες της Α΄ Οικουμ. Συνόδου κινήθηκαν ακριβώς στην αντίθετη κατεύθυνση από τούς σημερινούς Οικουμενιστές οι οποίοι επέβαλαν το ν. ημερολόγιο για να συνεορτάζουμε με όλους τούς αιρετικούς. Εμείς όμως ας είμαστε ταπεινοί ακόλουθοι της αγιοπατερικής πορείας ανά τούς αιώνας, για την διαφύλαξη της ιεράς παρακαταθήκης. Να μιμούμαστε την στάση τους, όταν χρειάζεται να αντιμετωπίσουμε στις ημέρες μας παρόμοιες καταστάσεις με αυτές που εκείνοι συνήντησαν. Να έχουμε πάντοτε σαν πυξίδα την επίγνωση του προορισμού μας και να προσπαθούμε όλα μας τα έργα να συντείνουν στην επίτευξη του. Να γνωρίζουμε ότι ο μεγαλύτερος αγώνας που έχουμε είναι εντός ημών, κατά των παθών μας, ώστε κεκαθαρμένοι να τύχωμε του θείου φωτισμού και της δόξης του Κυρίου, όπως διδάσκει η αποκεκαλυμμένη από τον Τριαδικό Θεο αλήθεια· η Ορθοδοξία.

Αμήν Γένοιτο.

ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ, ΕΟΡΤΗ ΥΠΟΜΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟΥ ΚΑΘΑΡΟΤΗΤΟΣ (π. Νικηφόρος Νάσσος)

PictureΓράφει ο εφημέριος του Ιερού Ναού Τιμίου Προδρόμου π. Νικηφόρος Νάσσος

Ὁμιλώντας περί τῆς Ἀειπαρθένου Θεοτόκου ὁ Μέγας ἐν Θεολογίᾳ καί Διδασκαλίᾳ, 
φωστήρ τῆς Ἐκκλησίας, Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, λέγει ὅτι ὁ Πανάγιος Θεός, ἐπιθυμώντας νά φτιάξει μία εἰκόνα, ἕναν τέλειο ζωγραφικό πίνακα, στόν ὁποῖον νά ἀποτυπώνονται ὅλα τά καλά, μία σύνθεση ὅλων τῶν θείων καί τῶν ἀνθρωπίνων χαρίτων, ἕνα κόσμημα ὅλης τῆς ὁρατῆς καί ἀοράτου κτίσεως, μιά εἰκόνα ἡ ὁποία θά μαρτυροῦσε ὅλη τη δύναμη καί τή σοφία τοῦ δημιουργοῦ της ὡς καλλιτέχνου, κατεσκεύασε τήν πάγκαλη Μητέρα Του, ἀφοῦ συγκέντρωσε πάνω σ᾿ αὐτήν ὅλες τίς χάρες τῶν ἀγγέλων καί τῶν ἀνθρώπων.

«Ὥσπερ γὰρ βουληθεὶς ὁ Θεὸς εἰκόνα στήσασθαι παντὸς καλοῦ καὶ τὴν περὶ ταῦτα δύναμιν καθαρῶς ἐνδείξασθαι καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις, ὁρατῶν καὶ ἀοράτων κοινὸν ὑποστήσας κόσμον, μᾶλλον δὲ θείων τε καὶ ἀνθρωπίνων ἁπασῶν χαρίτων κοινὸν ὑποδείξας κρᾶμα καὶ καλλονὴν ὑπερτέραν, ἀμφοτέρους ἐπικοσμοῦσαν κόσμους, οὕτω ταύτην οὕτω παγκάλην ὄντως ἐξειργάσατο πάντα συνελών, οἷς πάντα διελὼν ἐκόσμησε τρόπον τῆς αὐτῷ διαφερούσης μόνῳ δημιουργικῆς δυνάμεως ἡμῖν ἐπιδεικνὺς ἐξαίσιον καὶ ὄντως προσήκοντα τῇ τοῦ φωτὸς μητρί».1

Ἡ πάγκαλη αὐτή εἰκόνα τοῦ Θεοῦ - Δημιουργοῦ, πού συγκεντρώνει ὅλες τίς χάρες ἀγγέλων καί ἀνθρώπων, εἶναι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος καί ἡ μεγαλύτερη ἀρετή αὐτῆς εἶναι ἡ καθαρότητα, ἀφοῦ «τῇ καθαρότητι θέλγει Θεόν ἐνανθρωπῆσαι ἐξ αὐτῆς», ὅπως ὁ ἴδιος θεοτοκόφιλος Ἅγιος ἀλλοῦ σημειώνει. Αὐτή, ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Λόγου, μέσα στά Ἅγια τῶν Ἁγίων ἔφθασε στή «νοητή σιγή» καί στή θεωρία τοῦ Θεοῦ, γενομένη προτυπο τοῦ ὀρθοδόξου ἡσυχασμοῦ. Βεβαίως μέσα στό Ναό, εἰσέρχεται ἡ ἤδη γενομένη Ναός τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέει τό Κοντάκιο τῆς ἑορτῆς («ὁ καθαρώτατος Ναός τοῦ Σωτῆρος»). Ἐκεῖ, διά τῆς προσευχῆς, τῆς «ἱερᾶς ἠσυχίας» καί τῆς ὅλης πνευματικότητος πού ἀνέπτυξε ἔφθασε στή χαρισματική θέωση, τήν μακαρία κατάσταση τῶν Ἁγίων τοῦ Θεοῦ.

Ἡ Μαρία ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἀποτελεῖ «δοχεῖον καθαρότητος» κατά τήν ὑμνολογία καί καλεῖ ὅλους μας νά πορευθοῦμε τήν ὁδό τῆς ἐσωτερικῆς καθαρότητος, ὥστε νά σκηνώσει ἐντός μας ἐν Χάριτι ὁ καθαρώτατος καί πανάσπιλος Θεός. 

Πόσο σπουδαῖο πρᾶγμα εἶναι ἡ καθαρότητα τῆς ψυχῆς, τῆς καρδίας καί τοῦ νοός! Αὐτή τή σπουδαιότητα, ἀλλά καί τήν ἀναγκαιότητα τή βλέπουμε μέσα ἀπό τά ἱερά διδάγματα τῶν θεοφόρων Πατέρων μας, στή Φιλοκαλία καί τά ἄλλα κείμενα τῶν «παθόντων τά θεῖα καί εἴτα μαθόντων», τῶν ὄντως κεκαθαρμένων καί φωτομόρφων… 

Ἡ καθαρότητα τῆς Ἀειπαρθένου Θεοτόκου, θά πρέπει νά ἐμπνέει τούς πνευματικούς ταγούς τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε νά ἀγωνίζονται λιπαρῶς καί πᾶσῃ θυσίᾳ γιά τήν πνευματική τους κάθαρση κατά πρῶτο λόγο καί ἔπειτα νά διδάσκουν τά περί Θεοῦ καί τῆς σωτηρίας στό ποίμνιό τους. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος θά ὑπογραμμίσει αὐτήν τή μεγάλη πραγματικότητα καί θά γράψει ὅτι εἶναι σπουδαῖο πρᾶγμα νά ὁμιλεῖ κάποιος γιά τόν Θεό, ἀλλά σπουδαιότερο εἶναι νά καθαρίζει κάποιος τόν ἑαυτό του ἀπό τά πάθη γιά τόν Θεό. Διότι, λέγει, σέ ψυχή γεμάτη ἀπό πάθη δέν θά εἰσέλθει σοφία, ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ καί ὁ φωτισμός. «Μέγα τό περί Θεοῦ λαλεῖν; Ἀλλά μεῖζον τό ἑαυτόν καθαίρειν Θεῷ, ἐπειδή εἰς κακότεχνον ψυχήν σοφία οὐκ εἰσελεύσεται».2 

Ὁ πνευματικός θεραπευτής τῶν ψυχχῶν, ὀφείλει νά ἔχει καί αὐτός τόν δικό του θεραπευτή, τόν πνευματικό του πατέρα καί ἰατρό καί χειραγωγό στήν κατά Θεόν ζωή, τόν Μωυσῆ, τόν ποδηγέτη του πρός τήν ἀνηφορική πορεία ἐν μέσῳ ὠδίνων καί ὀδυνῶν, μιά πορεία μέ κατάληξη τή νοητή γῆ τῆς ἐπαγγελίας, τήν ἐν Πνεύματι θεωρία καί ὑπαρξιακή γνώση τοῦ Θεοῦ… Διαφορετικά, πῶς θά ὁδηγήσει ἄλλους στήν κάθαρση, ὅταν ὁ ἴδιος εἶναι ἀκάθαρτος; Γι᾿ αὐτό καί πάλι ὁ τῆς Θεολογίας ἐπώνυμος θά τονίσει ὅτι πρέπει πρῶτα νά καθαριστεῖς ἐσύ ὁ πνευματικός πατέρας, γιά νά καθαρίσεις τούς ἄλλους, νά σοφιστεῖς γιά νά σοφίσεις, νά φωτιστεῖς γιά νά φωτίσεις, νά προσεγγίσεις τόν Θεό καί ἔπειτα νά ὁδηγήσεις σ᾿ Ἐκεῖνον ἄλλους. «Καθαρθῆναι δεῖ πρῶτον, εἶτα καθᾶραι∙ σοφισθῆναι καί οὕτω σοφίσαι∙ γενέσθαι φῶς καί φωτίσαι∙ ἐγγίσαι Θεῷ καί πραγαγεῖν ἄλλους».3

Ἀλλά καί οἱ λαϊκοί, ὅλοι οἱ Χριστιανοί, ὀφείλουν νά ἀγωνίζονται προσευχόμενοι καί ἐγρηγοροῦντες, στό πλαίσιο τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν ἀπόκτηση τῆς καθαρότητας ταῆς ψυχῆς τους! Καί αὐτό, εἶναι μέν δύσκολο ἔργοκαι ἐπίπονο, κυρίως σήμερα μέ τίς τόσες προκλήσεις καί τόν παναχοῦ ἐφαπλούμενο φοβερό καύσωνα τῆς ἁμαρτίας , ἀλλά συντελεῖται μέ τήν θεία ἀρωγή, ὅπως ἄλλωστε κάθε ἔργο πνευματικό, διότι «χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖ οὐδέν», μᾶς λέγει ὁ Θεάνθρωπος Κύριος στό Ἱερό Του Εὐαγγέλιο.4 

Ἡ Χάρις εἶναι δεδομένη, ἀλλά χρειάζεται ὁπωσδήποτε καί ἡ ἀνθρώπινη «συνέργεια» ὅπως λέγεται θεολογικά, ἡ ἀνταπόκριση, ἡ προθυμία, ἡ ἀπάντηση στήν ἀενάως ἐνεργουμένη λυτρωτική κλήση τοῦ Θεοῦ γιά τήν κάθαρση καί τή σωτηρία.

Ὁ Μέγας Οὐρανοφάντωρ Βασίλειος, πολύ παραστατικά σέ μία του ἐπιστολή θά τονίσει ὅτι «οὔτε ἀκάθαρτος καθρέπτης μπορεῖ νά δεχθεῖ τίς ἀντανακλάσεις τῶν εἰκόνων, οὔτε ψυχή πού εἶναι κατειλημμένη ἀπό τίς βιοτικές φροντίδες καί σκοτισμένη ἀπό τά πάθη τοῦ σαρκικοῦ φρονήματος μπορεῖ νά ὑποδεχθεῖ τίς ἐλλάμψεις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».5

Ἀπαραίτητη, λοιπόν, ἡ κάθαρση τῆς ψυχῆς καί ἡ θεραπεία ἀπό τά πάθη (καί γενεσιουργός αἰτία ὅλων τῶν παθῶν εἶναι ἡ φιλαυτία6), ὥστε νά μπορεῖ μέσα του ὁ ἄνθρωπος νά αἰσθανθεῖ τήν μυστική παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ὅπως ὀρθά ἔχει γραφεῖ, ἡ ἀκαθαρσία τοῦ ἀνθρώπου παρεμβάλλεται ἀνάμεσα σέ αὐτόν καί στό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ὡς μεσότοιχο, πού ἐμποδίζει τήν ἐπενέργεια τῆς χάριτός Του. Το Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι πανταχοῦ παρών. Ἐνῶ ὅμως φανερώνει τήν ἐνέργειά Του σε ὅσους εἶναι καθαροί ἀπό πάθη, παραμένει μακρυά ἀπό ὅσους εἶναι ἀκάθαρτοι. Ἡ ἐπενέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος προϋποθέτει τήν κάθαρση, πολύ πραγματοποιεῖται μέ τή μετάνοια, την ταπείνωση καί τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν. Καί ἡ κάθαρση αὐτή συμβαδίζει μέ τόν πόλεμο κατά τῶν παθῶν.7

Δέν μπορεῖ, πάντως, οὔτε τόν ἑαυτό του ὁ ἄνθρωπος νά δεῖ καί νά γνωρίσει, ὄντας ἀκάθαρτος! Στερεῖται ἔτσι τῆς αὐτογνωσίας, πού θά τόν ὁδηγήσει στήν θεογνωσία, τήν ὑπαρξιακή γνώση τοῦ Θεοῦ. Διότι, ὅπως μᾶς διαβεβαιώνουν οἱ Ἅγιοί μας, «ὅπως ὅταν ὑπάρχει ὁμίχλη, δέν μπορεῖ κάποιος νά δεῖ τόν ἥλιο, ἔτσι δέν μπορεῖ νά δεῖ καί τό κάλλος τῆς ψυχῆς, ὅταν αὐτό καλύπτεται ἀπό τήν ὁμίχλη τῶν παθῶν». Γι᾿ αὐτό χρειάζεται ἡ πορεία πρός τή λεγομένη «μεταστοιχείωση τῶν παθῶν», δηλαδή ἡ κίνηση ἀπό τήν παραφυσική λειτουργία τῶν ψυχικῶν δυνάμεων στό «κατά φύσιν», πρᾶγμα πού συντελεῖται μέσα στήν Ἐκκλησία διά τῶν μυστηρίων καί τῆς ὅλης πνευματικῆς ζωῆς, στήν ὁποία καλούμαστε ὡς Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί. Τό πῶς αὐτό πραγματοποιεῖται, εἶναι ἀδύνατον ἐδῶ νά ἀναλυθεῖ. Ὀφείλουμε νά μελετοῦμε καί νά ἐρωτοῦμε τούς πνευματικούς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας νά μᾶς ἐξηγοῦν και διαφωτίζουν ἐπαρκῶς, τί εἶναι τά πάθη καί ποιά εἶναι, τί εἶναι οἱ λογισμοί καί ποιά τά εἴδη τους, πῶς καθαίρεται ἡ καρδιά, πῶς θεραπεύεται ὁ ἄνθρωπος ἀπο τή νόσο τῆς ἁμαρτίας, ποιά μέσα χρησιμοποιεῖ, ποιά εἶναι τά στάδια τῆς πνευματικῆς ζωῆς κλπ. Ὁπωσδήποτε πάντως, ὅλοι δέν θά πρέπει νά ἀγνοοῦμε τή γνωστή στήν Πατερική παράδοση καί Θεολογία, τριμερῆ διάκριση τῆς ἀκτίστου Χάριτος τοῦ Θεοῦ (διάκριση πού διατυπώνεται ἀπό τούς Πατέρες μέ διάφορες ὀνομασίες καί ὄχι πάντοτε στατικά), ἡ ὁποία Χάρις, ἀνάλογα μέ τό ἔργο πού ἐπιτελεῖ, διακρίνεται σέ καθαρτική, φωτιστική καί τελειωτική, ἤ θεοποιός. Καθαρτική εἶναι αὐτή πού καθαρίζει τόν ἄνθρωπο ἀπό τά πάθη. Φωτιστική εἶναι αὐτή πού φωτίζει τό νοῦ και τόν ὁδηγεῖ στή θεωρία τοῦ Θεοῦ καί αὐτό ἀποτελεῖ ἕνα πρῶτο στάδιο θεώσεως. Καί τέλος, τελειωτική εἶναι ἐκείνη πού πραγματοποιεῖ τή θέωση τοῦ ἀνθρώπου, τήν ὁμοίωση μέ τόν Θεό. Αὐτό ταυτίζεται μέ τήν ἐπίτευξη τοῦ «καθ᾿ ὁμοίωσιν», ὅπως καί πάλι ἀναφέρεται στά Πατερικά κείμενα, ἤ μποροῦμε νά τό διατυπώσουμε και ἀντίστροφα, ὅτι ἡ ἐπίτευξη τοῦ «καθ᾿ ὁμοίωσιν» ταυτίζεται με την χαρισματική θέωση τοῦ πιστοῦ.

Εἴθε ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ἡ ἐν τῷ Ναῷ τοῦ Κυρίου ἀφιερωθεῖσα καί καταστᾶσα ἔμψυχος Ναός τοῦ Θεοῦ, νά μᾶς ἐνισχύει πάντοτε μέ τήν ἰσχυρή πρεσβεία της πρός τόν Υἱό της, ὥστε νά πορευόμαστε Χάριτι Θεοῦ καί μέ τόν δικό μας ἀγῶνα τήν ὁδό τῆς καθάρσεως, καί τοῦ φωτισμοῦ καί νά ἐπιτύχουμε τήν χαρισματική μας θέωση, στά πλαίσια τῆς παρούσης ζωῆς. Αὐτό τό γεγονός φαίνεται ὡς ὄνειρο ἀνεκπλήρωτο, ἀλλά δέν πρόκειται γιά κάτι τό ἀκατόρθωτο, ἀφοῦ ὑπάρχουν ἄνθρωποι οἱ ὁποίοι τό ἐπέτυχαν σύν Θεῷ, διότι αὐτός εἶναι καί ὁ σκοπός τῆς πνευματικῆς ζωῆς. 

ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2013

1 Ὁμιλία εἰς τά Εἰσόδεια, ΝΓ΄, ΕΠΕ, 11, 274
2 ΕΠΕ, 2, 48, Λόγος ΛΒ΄ 
3 ΕΠΕ, 1, 164, Ἀπολογητικός τῆς εἰς τόν Πόντον φυγῆς, MPG. 58, 489A.
4 Ἰω, 15, 5.
5 Ἐπιστολή 210, Πρός τούς λογιωτάτους τῆς Νεοκαισαρείας, ΕΠΕ, 3, 188
6 Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής λέγει σχετικά: «θέλεις νά ἐλευθερωθεῖς ἀπό τά πάθη; ἀποτίναξε τή μητέρα τῶν παθῶν, τή φιλαυτία». Κεφ. Περί ἀγάπης, II, I.
7 Βλ. Γ. Μανζταρίδη, Ὀδοιπορικό θεολογικῆς ἀνθρωπολογίας, ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Βατοπεδίου, 2005, σελ. 286.
 Πηγή:  http://intpvolou.weebly.com/3/post/2013/12/10.html


Δείτε σχετικά: 






Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2013

ΟΙ ΕΥΓΕΝΕΣΤΑΤΟΙ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ, ΑΛΛΑ ΑΣΕΒΕΣΤΑΤΟΙ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ!

ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ



ΕΥΓΕΝΕΣΤΑΤΟΙ ΚΑΙ ΑΓΕΝΕΣΤΑΤΟΙ ἀπό τό ἱστολόγιο ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ 1

Λόγος εἰς τὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου (Τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ)




Τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ
«Λόγος εἰς τὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου»


Ἐὰν τὸ δένδρο ἀναγνωρίζεται ἀπὸ τὸν καρπό, καὶ τὸ καλὸ δένδρο παράγει ἐπίσης καλὸν καρπὸ (Ματθ. 7, 16. Λουκ. 6, 44), ἡ μητέρα τῆς αὐτοαγαθότητος, ἡ γεννήτρια τῆς ἀΐδιας καλλονῆς, πῶς δὲν θὰ ὑπερεῖχε ἀσυγκρίτως κατὰ τὴν καλοκαγαθία ἀπὸ κάθε ἀγαθὸ ἐγκόσμιο καὶ ὑπερκόσμιο; Διότι ἡ δύναμις ποὺ ἐκαλλιέργησε τὰ πάντα, ἡ συναΐδια καὶ ἀπαράλλακτη εἰκὼν τῆς ἀγαθότητος, ὁ προαιώνιος καὶ ὑπερούσιος καὶ ὑπεράγαθος Λόγος, ἀπὸ ἀνέκφραστη φιλανθρωπία κι᾽ εὐσπλαγχνία γιὰ χάρι μας ἠθέλησε νὰ περιβληθῇ τὴν ἰδική μας εἰκόνα, γιὰ νὰ ἀνακαλέσῃ τὴν φύσι ποὺ εἶχε συρθῇ κάτω στοὺς μυχοὺς τοῦ ἅδη καὶ νὰ τὴν ἀνακαινίσῃ, διότι εἶχε παλαιωθῆ, καὶ νὰ τὴν ἀναβιβάσῃ πρὸς τὸ ὑπερουράνιο ὕψος τῆς βασιλείας καὶ θεότητός του. Γιὰ νὰ ἑνωθῇ λοιπὸν μὲ αὐτὴν καθ᾽ ὑπόσταση, ἐπειδὴ ἐχρειαζόταν σαρκικὸ πρόσλημα καὶ σάρκα νέα συγχρόνως καὶ ἰδική μας, ὥστε νὰ μᾶς ἀνανεώσῃ ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἴδιους, ἐπὶ πλέον δὲ ἐχρειαζόταν καὶ κυοφορία καὶ γέννα σὰν τὴ δική μας, τροφὴ μετὰ τὴ γέννα καὶ κατάλληλη ἀγωγή, γινόμενος πρὸς χάριν μας καθ᾽ ὅλα σὰν ἐμᾶς, εὑρίσκει γιὰ ὅλα πρέπουσα ὑπηρέτρια καὶ χορηγὸ ἀμόλυντης φύσεως ἀπὸ τὸν ἑαυτό της αὐτὴν τὴν ἀειπάρθενη, ἡ ὁποία ὑμνεῖται ἀπὸ μᾶς καὶ τῆς ὁποίας σήμερα ἑορτάζομε τὴν παράδοξη εἴσοδο στὰ ἅγια τῶν ἁγίων. Διότι αὐτὴν προορίζει πρὶν ἀπὸ τοὺς αἰῶνες ὁ Θεὸς γιὰ τὴ σωτηρία καὶ ἀποκατάσταση τοῦ γένους, καὶ τὴν ἐκλέγει ἀνάμεσα ἀπὸ ὅλους, ὄχι ἁπλῶς τοὺς πολλούς, ἀλλὰ τοὺς ἀπὸ τοὺς αἰῶνες ἐκλεγμένους καὶ θαυμαστοὺς καὶ περιβοήτους γιὰ τὴν εὐσέβεια καὶ σύνεσι, καθὼς καὶ γιὰ τὰ κοινωφελῆ καὶ θεοφιλῆ συγχρόνως ἤθη καὶ λόγια καὶ ἔργα.

2. Διότι στὴν ἀρχὴ ἐσηκώθηκε ἐναντίον μας ὁ νοητὸς καὶ ἀρχέκακος ὄφις καὶ μᾶς κατέῤῥιψε στὰ βάραθρα τοῦ ἅδη. Κι᾽ ὑπάρχουν πολλοὶ λόγοι, γιὰ τοὺς ὁποίους ἐσηκώθηκε ἐναντίον μας καὶ ὑπεδούλωσε τὴ φύσι μας· φθόνος καὶ ζηλοτυπία καὶ μῖσος, ἀδικία καὶ δόλος καὶ σοφιστεία, καὶ μαζὶ μὲ τὰ τέτοια, ἡ θανατηφόρος δύναμις ποὺ ἔχει μέσα του, τὴν ὁποία πρῶτος ἐγέννησε καὶ μόνος του, ἀφοῦ πρῶτος αὐτὸς ἀποστάτησε ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ ζωή. Πραγματικὰ στὴν ἀρχὴ ἐφθόνησε τὸν Ἀδάμ, ὅταν τὸν εἶδε νὰ ζῇ στὸν τόπο τῆς ἄφθαρτης τρυφῆς καὶ νὰ περιλάμπεται μὲ θεοειδῆ δόξα καὶ νὰ ὁδηγῆται ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανό, ἀπὸ ὅπου αὐτὸς ἀπεῤῥίφθηκε δικαίως καὶ ἀπὸ φθόνο ἐξεμάνη ἐναντίον του μὲ τὴ χειρότερη μανία, ὥστε νὰ θελήσῃ καὶ νὰ τὸν θανατώσῃ ἀκόμη. Ὁ φθόνος εἶναι πατέρας ὄχι τοῦ μίσους μόνο ἀλλὰ καὶ τοῦ φόνου, τὸν ὁποῖο ἐπέφερε σ᾽ ἐμᾶς ἀναμιγνύοντάς τον μὲ δόλο ὁ δολερὸς καὶ ἀληθινὰ μισάνθρωπος ὄφις. Διότι καταλήφθηκε ἀπὸ ἔρωτα πρὸς τὴν τυραννία σὲ βάρος του ἐντελῶς ἄδικα, γιὰ καταστροφὴ τοῦ πλασθέντος κατ᾽ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσι Θεοῦ· ἐπειδὴ ὅμως δὲν ἐτόλμησε νὰ ἐπιτεθῇ κατὰ πρόσωπο, ἐχρησιμοποίησε τὸν δόλο καὶ τὴν πονηρία. Ἀφοῦ ἐπλησίασε διὰ τοῦ αἰσθητοῦ ὄφεως ὡς φίλος καὶ καλὸς σύμβουλος ὁ φοβερὸς καὶ πραγματικὰ ἐχθρὸς καὶ ἐπίβουλος, κατορθώνει, φεῦ!, κρυφὰ νὰ ἐπιτύχῃ καὶ μὲ τὴ ἀντίθεη συμβουλὴ χύνει σὰν δηλητήριο στὸ ἄνθρωπο τὴν θανατηφόρα δύναμί του.

3. Ἐὰν λοιπὸν ὁ Ἀδάμ, κρατώντας δυνατὰ τότε τὴν θεία ἐντολή, ἀπέῤῥιπτε τὴν ἐχθρικὴ πονηρὰ συμβουλή, θὰ ἐφαινόταν νικητὴς κατὰ τοῦ ἀντιπάλου καὶ ἀνώτερος τῆς θανατηφόρας φθορᾶς, καταντροπιάζοντας τὸν μανιακὸ καὶ δόλιο προσβολέα. Ἐπειδὴ ὅμως ἐκεῖνος ὑποκύπτοντας ἑκούσιως, ποὺ δὲν ἔπρεπε ποτὲ νὰ τὸ κάμῃ, ἐνικήθηκε καὶ ἀχρειώθηκε, κι᾽ ἔτσι, ἀφοῦ ἦταν ῥίζα τοῦ γένους, μᾶς ἀνέδειξε καταλλήλους θνητοὺς βλαστούς, ἐχρειαζόταν ὁπωσδήποτε, ἂν ἔπρεπε νὰ ἀνταποδώσωμε τὴν ἧττα, νὰ κερδίσωμε τὴ νίκη, ν᾽ ἀποῤῥίψωμε μὲ ψυχὴ καὶ σῶμα τὸ θανατηφόρο δηλητήριο καὶ ν᾽ ἀπολαύσωμε ζωή, καὶ μάλιστα ζωὴ αἰώνια καὶ ἀπαθῆ. Ἐχρειαζόταν λοιπὸν τὸ γένος μας νέα ῥίζα, δηλαδὴ νέο Ἀδάμ, ὄχι μόνο ἀναμάρτητο, ἀλλὰ κι᾽ ἐντελῶς ἀνεξαπάτητο καὶ ἀήττητο, ποὺ ἐπὶ πλέον μπορεῖ καὶ νὰ συγχωρῇ τὶς ἁμαρτίες καὶ νὰ καθιστᾶ ἀθώους τοὺς ἐνόχους, ποὺ ὄχι μόνο ζῆ ἀλλὰ καὶ ζωοποιεῖ, ὥστε νὰ μεταδίδῃ ζωὴ καὶ ἄφεσι ἁμαρτιῶν καὶ στοὺς προσκολλωμένους σ᾽ αὐτὸν καὶ συγγενεῖς κατὰ τὸ γένος, ἀναζωογονώντας ὄχι μόνο τοὺς μεταγενεστέρους, ἀλλὰ καὶ τοὺς πρὶν ἀπὸ αὐτὸν ἀποθανόντας.

4. Γι᾽ αὐτὸ ὁ Παῦλος, ἡ μεγάλη σάλπιγγα τοῦ Πνεύματος, βοᾷ λέγοντας, «ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ἔγινε ὡς ζωντανὴ ψυχή, ὁ δεύτερος ἄνθρωπος ἔγινε ὡς πνεῦμα ζωοποιὸ» (Α´ Κορ. 15, 45). Ἀναμάρτητος δὲ καὶ ζωοποιὸς καὶ ἱκανὸς νὰ συγχωρῇ ἁμαρτίες δὲν εἶναι κανεὶς πλὴν τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως ὁ νέος Ἀδὰμ ἦταν ἀναγκαῖο νὰ εἶναι ὄχι μόνο ἄνθρωπος ἀλλὰ καὶ Θεός, νὰ εἶναι κυριολεκτικῶς ζωὴ καὶ σοφία, δικαιοσύνη καὶ ἀγάπη, εὐσπλαγχνία καὶ κάθε ἄλλο ἀγαθό, ὥστε νὰ διενεργήσῃ τὴν ἀνακαίνισι καὶ ἀναζώωσι τοῦ παλαιοῦ Ἀδὰμ μὲ ἔλεος καὶ σοφία καὶ δικαιοσύνη. Ὁ νοητὸς καὶ ἀρχέκακος ὄφις, χρησιμοποιώντας τὰ ἀντίθετα ἀπὸ αὐτὰ προεκάλεσε σ᾽ ἐμᾶς τὴν παλαίωσι καὶ τὴ νέκρωσι.

5. Ὅπως λοιπὸν στὴν ἀρχὴ ὁ ἀνθρωποκτόνος ἀπὸ φθόνο καὶ μῖσος ξεσηκώθηκε ἐναντίον μας, ἔτσι ὁ ἀρχηγὸς τῆς ζωῆς ἐκινήθηκε ὑπὲρ ἡμῶν ἀπὸ ὑπερβολὴ φιλανθρωπίας καὶ ἀγαθότητος. Διότι ἀγάπησε δικαίως τὴ σωτηρία τοῦ πλάσματός του, ποὺ ἦταν νὰ τὸ φέρῃ πάλι στὴν ἐξουσία καὶ νὰ τὸ ξανασώσῃ, ὅπως ἐκεῖνος ὁ ἀρχέκακος ἀδίκως ἀγάπησε τὴν ἀπώλεια τοῦ πλάσματος τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἦταν νὰ τὸ ὑποτάξῃ στὸν ἑαυτό του καὶ νὰ τοῦ ἐπιβάλλεται τυραννικῶς. Ὅπως δὲ αὐτὸς διέπραξε τὴ νίκη του καὶ τὴν πτῶσι τοῦ ἀνθρώπου μὲ ἀδικία καὶ δόλο, μὲ ἀπάτη καὶ σοφιστεία, ἔτσι ὁ ἐλευθερωτὴς μὲ δικαιοσύνη καὶ σοφία καὶ ἀλήθεια ἐπραγματοποίησε τὴν τελικὴ ἧττα τοῦ ἀρχεκάκου καὶ τὴν ἀνακαίνισι τοῦ πλάσματός του. Ἀλλὰ ἡ ἀνάπτυξις τοῦ θέματος περὶ τῆς σοφίας ποὺ ὑπάρχει σ᾽ αὐτὴν τὴ θεία οἰκονομία δὲν εἶναι τοῦ παρόντος καιροῦ.

6. Ἦταν δὲ θέμα ἀκριβοῦς δικαιοσύνης καὶ ἡ ἴδια ἡ ἡττηθεῖσα καὶ ὑποδουλωθεῖσα ἑκουσίως φύσις νὰ ξαναπαλαίσῃ γιὰ τὴ νίκη καὶ ν᾽ ἀπωθήσῃ τὴ δουλεία ἑκουσίως. Γι᾽ αὐτὸ ὁ Θεὸς εὐδόκησε ν᾽ ἀναλάβῃ ἀπὸ ἐμᾶς τὴ φύσι μας ἑνούμενος μὲ αὐτὴν παραδόξως καθ᾽ ὑπόστασι. Ἦταν δὲ ἀδύνατο ἡ ὑψίστη ἐκείνη καὶ ὑπεράνω τοῦ νοῦ καθαρότης νὰ ἑνωθῇ μὲ μολυσμένη φύσι διότι ἕνα μόνο πρᾶγμα εἶναι ἀδύνατο στὸν Θεὸ τὸ νὰ συνέλθῃ σὲ ἕνωσι μὲ ἀκάθαρτο, πρὶν τοῦτο καθαρισθῇ. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἐχρειαζόταν κατ᾽ ἀνάγκη μιὰ τελείως ἀμόλυντη καὶ καθαρωτάτη παρθένος γιὰ κυοφορία καὶ γέννησι ἐκείνου ποὺ εἶναι καὶ ἐραστής της καὶ δοτὴρ τῆς καθαρότητος ἡ ὁποία καὶ προωρίσθηκε καὶ ἀποτελέσθηκε κι᾽ ἐφανερώθηκε, καὶ τὸ σχετικὸ μὲ αὐτὴν μυστήριο ἐτελέσθηκε, μὲ πολλὰ παράδοξα γεγονότα ποὺ κατὰ καιροὺς συνῆλθαν σὲ ἕνα.

7. Γι᾽ αὐτὸ καὶ τὰ γεγονότα ποὺ συνετέλεσαν σ᾽ αὐτὸ ἑορτάζονται ἀπὸ ἐμᾶς σήμερα, ἀφοῦ ἀπὸ τὸ ἀποτέλεσμα ἀντιληφθήκαμε κυρίως τὸ μεγαλεῖο τῶν γεγονότων ποὺ ὡδήγησαν πρὸς τὸ τόσο μεγάλο τέλος. Διότι αὐτὸς ποὺ εἶναι ἐκ Θεοῦ καὶ πρὸς τὸν Θεὸν καὶ Θεός, καὶ Λόγος καὶ Υἱὸς τοῦ ὑψίστου Πατρός, συνάναρχος καὶ συναΐδιος, γίνεται υἱὸς ἀνθρώπου, αὐτῆς τῆς Ἀειπάρθενης. «Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερα εἶναι ὁ ἴδιος, καθὼς καὶ στοὺς αἰῶνες» (Ἑβρ. 13, 8), ἄτρεπτος κατὰ τὴν θεότητα, ἄμεμπτος κατὰ τὴν ἀνθρωπότητα. «Αὐτὸς μόνος», ὅπως ἤδη προεμαρτύρησε ὁ Ἠσαΐας (Ἠσ. 53, 9), «δὲν διέπραξε ἁμαρτία καὶ δὲν εὑρέθηκε δόλος στὸ στόμα του». Καὶ ὄχι μόνο τοῦτο, ἀλλὰ καὶ αὐτὸς μόνος δὲν συνελήφθηκε μὲ ἀνομίες, οὔτε ἐγεννήθηκε μὲ ἁμαρτίες, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ Δαβὶδ στοὺς ψαλμοὺς γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ γιὰ κάθε ἄνθρωπο ὥστε νὰ εἶναι καὶ κατὰ τὸ πρόσλημμα τελείως καθαρὸς καὶ ἀμόλυντος καὶ νὰ μὴ χρειάζεται οὔτε κατ᾽ αὐτὸ καθάρσια μέσα γιὰ τὸν ἑαυτό του· γιὰ νὰ εἶναι ἔτσι δυνατό, διαβιβάζοντας σ᾽ ἐμᾶς γιὰ χάρι μας δικαίως μαζὶ καὶ πανσόφως τόσο τὴν κάθαρσι ὅσο καὶ τὸ πάθος, νὰ δεχθῇ καὶ τὸν θάνατο καὶ τὴν ἀνάστασι. Πραγματικὰ ἡ κατὰ τὴν σάρκα ὁρμὴ πρὸς γένεσι, ποὺ εἶναι ἀκουσία καὶ ἀπειθὴς στὸν νόμο τοῦ νοός, ἂν καὶ ἀπὸ μερικοὺς δουλαγωγεῖται βιαίως, ἀπὸ μερικοὺς δὲ σωφρόνως ἀφήνεται μόνο γιὰ παιδοποιΐα, πάντως φέρει τὰ σύμβολα τῆς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ καταδίκης, καθὼς εἶναι καὶ λέγεται φθορὰ καὶ ὁπωσδήποτε γιὰ τὴν φθορὰ γεννᾶ, καὶ εἶναι ἐμπαθὴς κίνησις τοῦ ἀνθρώπου ποὺ δὲν ἐκράτησε τὴν τιμή, τὴν ὁποία ἡ φύσις μας ἐπῆρε ἀπὸ τὸν Θεό, ἀλλὰ ὡμοιώθηκε μὲ τὰ κτήνη.

8. Γι᾽ αὐτὸ ὄχι μόνο ἦλθε ὁ Θεὸς ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους ἀλλὰ καὶ ἦλθε ἀπὸ παρθένο ἁγνὴ καὶ ἁγία, μᾶλλον δὲ πανυπέραγνη καὶ ὑπεραγία, ἀφοῦ εἶναι παρθένος ὄχι μόνο ὑπερτέρα μολυσμοῦ σαρκός, ἀλλὰ καὶ ἀνωτέρα ἀπὸ μολυσμένους σαρκικοὺς λογισμούς. Τὴν σύλληψί της ἐπέφερε ἐπέλευσι παναγίου Πνεύματος, ὄχι ὀρέξεως σαρκός, προεκάλεσε εὐαγγελισμὸς καὶ πίστις στὴν ἐνανθρώπησι τοῦ Θεοῦ ποὺ νικᾶ κάθε λόγο ὡς ἐξαίσια καὶ ὑπὲρ λόγο, ἀλλὰ δὲν προέλαβε συγκατάθεσις καὶ πεῖρα ἐμπαθοῦς. Διότι συνέλαβε κι᾽ ἐγέννησε, ἐνῶ εἶχε ἐντελῶς ἀπομακρυσμένη τέτοια ἐπιθυμία μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν πνευματικὴ θυμηδία (διότι εἶπε ἡ παρθένος πρὸς τὸν εὐαγγελιστὴ ἄγγελο, «ἰδοὺ ἡ δούλη τοῦ Κυρίου ἂς γίνῃ σ᾽ ἐμένα σύμφωνα μὲ τὰ λόγια σου» (Λουκ. 1, 38). Γιὰ νὰ εὑρεθῇ λοιπὸν παρθένος ἱκανὴ γι᾽ αὐτό, ὁ Θεὸς προορίζει πρὸ αἰώνων καὶ ἐκλέγει ἀνάμεσα στοὺς ἐκλεγμένους ἀπὸ αἰῶνες αὐτὴν τὴν ὑμνουμένη τώρα ἀπὸ ἐμᾶς ἀειπάρθενη κόρη.

9. Καὶ βλέπετε ἀπὸ ποῦ ἄρχισε ἡ ἐκλογή. Ἀνάμεσα στὰ παιδιὰ τοῦ Ἀδὰμ ἐξελέγη ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁ θαυμάσιος Σήθ, ποὺ μὲ τὴν εὐκοσμία τῶν ἠθῶν, τὴν εὐταξία τῶν αἰσθήσεων καὶ τὴν εὐπρέπεια τῶν ἀρετῶν ἐδείκνυε τὸν ἑαυτό του ἔμψυχο οὐρανὸ κι᾽ ἐπέτυχε γι᾽ αὐτὸ τὴν ἐκλογή, ἀπὸ τὴν ὁποία ἐπρόκειτο νὰ βλαστήσῃ αὐτὴ ἡ παρθένος ὡς θεοπρεπὲς ὄχημα τοῦ ὑπερουρανίου Θεοῦ καὶ ν᾽ ἀνακαλέσῃ τοὺς ἀνθρώπους πρὸς οὐράνια υἱοθεσία.

10. Γι᾽ αὐτὸ ὅλοι οἱ ἀπὸ τοῦ Σὴθ (Γεν. 4, 26) ὠνομάζονταν υἱοὶ Θεοῦ, διότι ἀπὸ αὐτὴν τὴν γενεὰ ἐπρόκειτο ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ νὰ γίνῃ υἱὸς ἀνθρώπου, ἐφ᾽ ὅσον ἄλλωστε καὶ ὁ Σὴθ γλωσσικῶς σημαίνει ἀνάστασις, μᾶλλον δὲ ἐξανάστασις, ἡ ὁποία εἶναι κυρίως ὁ Κύριος ποὺ ἐπαγγέλεται καὶ χαρίζει ἀθάνατη ζωὴ στοὺς πιστεύοντας σ᾽ αὐτόν. Καὶ πόσο ταιριαστὸς εἶναι ὁ τύπος! «Ὁ μὲν Σὴθ ἔγινε γιὰ τὴν Εὔα, ὅπως λέγει αὐτή, στὴ θέσι τοῦ Ἄβελ», τὸν ὁποῖο ἐφόνευσε ἀπὸ φθόνο ὁ Κάϊν (Γεν. 4, 25)· ὁ δὲ τόκος τῆς παρθένου Χριστὸς ἔγινε στὴ φύσι ἀντὶ γιὰ τὸν Ἀδάμ, τὸν ὁποῖο ἐθανάτωσε ἀπὸ φθόνο ὁ ἀρχηγὸς καὶ προστάτης τῆς κακίας. Ἀλλὰ ὁ μὲν Σὴθ δὲν ἀνέστησε τὸν Ἄβελ, ἀφοῦ ἦταν ἁπλῶς τύπος τῆς ἀναστάσεως· ὁ δὲ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς ἀνέστησε τὸν Ἀδάμ, διότι αὐτὸς εἶναι ἡ ἀληθινὴ τῶν ἀνθρώπων ζωὴ καὶ ἀνάστασις, ἐξ αἰτίας τῆς ὁποίας καὶ οἱ ἀπόγονοι τοῦ Σὴθ ἀξιώθηκαν τὴν θεία υἱοθεσία κατὰ τὴν ἐλπίδα τους, ὀνομαζόμενοι υἱοὶ τοῦ Θεοῦ. Ὅτι δὲ ὠνομάζονταν υἱοὶ τοῦ Θεοῦ ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς ἐλπίδος εἶναι φανερὸ ἀπὸ τὸν πρῶτο ὀνομασθέντα ποὺ διαδέχθηκε τὴν ἐκλογή. Ἦταν δὲ αὐτὸς ὁ Ἐνὼς τοῦ Σήθ, ὁ ὁποῖος κατὰ τὸ γεγραμμένο ἀπὸ τὸν Μωυσῆ «πρῶτος ἤλπισε νὰ καλῆται μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ» (Γεν. 4, 26). Βλέπετε σαφῶς ὅτι ἐπέτυχε τὸ θεῖο ὄνομα σύμφωνα μὲ τὴν ἐλπίδα;

11. Ἀφοῦ λοιπὸν ἄρχισε ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ παιδιὰ τοῦ Ἀδὰμ ἡ ἐκλογὴ γι᾽ αὐτὴν ποὺ κατὰ τὴν πρόγνωσί του θὰ ἐγινόταν μητέρα τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπετελεῖτο διὰ μέσου τῶν κατὰ καιροὺς γενεῶν, κατέβηκε μέχρι τοῦ βασιλέως καὶ προφήτου Δαβὶδ καὶ τῶν διαδόχων τοῦ θρόνου καὶ τοῦ γένους του. Ἐπειδὴ δὲ ὁ καιρὸς ἐκαλοῦσε τώρα τὴν ἀποτελείωσι τῆς θείας αὐτῆς ἐκλογῆς, ἐξελέγησαν ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ἀπὸ τὸν οἶκο καὶ τὴ γενεὰ τοῦ Δαβίδ, ποὺ ἦσαν μὲν ἄτεκνοι, συνεζοῦσαν δὲ σωφρόνως καὶ ἦσαν ἀνώτεροι στὴν ἀρετὴ ἀπὸ ὅλους ὅσοι ἀνάγουν στὸ Δαβὶδ τὴν εὐγένεια τοῦ γένους καὶ τοῦ ἤθους. Αὐτὸ τὸ ζεῦγος ἐζητοῦσε διὰ τῆς ἀσκήσεως καὶ προσευχῆς τὴν λῆξι τῆς ἀτεκνίας των ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ ὑποσχόταν νὰ ἀναθέσουν σ᾽ αὐτὸν ἀπὸ βρέφος αὐτὸ ποὺ θὰ ἐγεννοῦσαν. Τότε παρέχεται ἡ ὑπόσχεσις καὶ δίδεται παιδί, ἡ τωρινὴ Θεομήτωρ, ὥστε ἡ πανάρετη κόρη νὰ γεννηθῇ ἀπὸ πολυαρέτους γονεῖς καὶ ἡ πάναγνη ἀπὸ ἐξαιρετικὰ σώφρονες, καὶ νὰ λάβῃ ὡς καρπὸ ἡ σωφροσύνη, συνερχομένη μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἄσκησι, τὸ νὰ γίνῃ γεννήτρια τῆς παρθενίας, καὶ μάλιστα παρθενίας ποὺ προβάλλει ἀφθόρως κατὰ τὴν σάρκα τὸν προαιωνίως γεννημένον ἀπὸ παρθένον Πατέρα κατὰ τὴν θεότητα. Τί πτερὰ ἐκείνης τῆς προσευχῆς! Τί παῤῥησία, ποὺ εὑρῆκε ἑνώπιον τοῦ Κυρίου!

12. Ἀλλὰ ἐπειδὴ βέβαια ἐκεῖνοι ἐπέτυχαν ἔτσι τὰ ζητούμενα μὲ τὴν προσευχή τους καὶ εἶδαν τὴν πρὸς αὐτοὺς θεία ἐπαγγελία νὰ ἐκπληρώνεται ἐμπράκτως, σπεύδοντας καὶ αὐτοὶ νὰ ἐκπληρώσουν τὴν πρὸς τὸ Θεὸ ὑπόσχεσι ὡς φιλαλήθεις καὶ θεοφιλεῖς καὶ φιλόθεοι συγχρόνως, εὐθὺς μετὰ τὸν ἀπογαλακτισμὸ ὁδηγοῦν τὴν ἀληθινὰ ἱερὰ καὶ θεόπαιδα καὶ τώρα θεομήτορα παρθένο στὸ ἱερὸ τοῦ Θεοῦ καὶ στὸν ἱεράρχη ποὺ εὑρισκόταν σ᾽ αὐτό. Αὐτὴ δέ, γεμάτη θεία χάρι καὶ τέλειο νοῦ ἀκόμη καὶ σ᾽ αὐτὴ τὴν ἡλικία, ἀντιλαμβανόταν ἀπὸ τότε, καὶ μάλιστα καλύτερα ἀπὸ τοὺς ἄλλους τὰ τελούμενα σ᾽ αὐτήν, καὶ ἔδειξε μὲ ὅποιον τρόπο μποροῦσε ὅτι δὲν ὁδηγεῖται, ἀλλὰ αὐτὴ μόνη της μὲ ἐλεύθερη γνώμη προσέρχεται στὸ Θεό, σὰν νὰ εἶναι ἀπὸ ἑαυτοῦ της πτερωμένη πρὸς τὸν ἱερὸ καὶ θεῖο ἔρωτα και νὰ θεωρῇ ἀγαπητὴ καὶ νὰ ἀναγνωρίζῃ ὡς ἀξία της τὴν εἴσοδο καὶ κατοικία στὰ ἅγια τῶν ἁγίων.

13. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ ἀρχιερεὺς τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ἀντιλήφθηκε τότε ὅτι ἡ κόρη εἶχε ἔνοικη τὴν θεοειδῆ χάρι παραπάνω ἀπὸ ὅλους, ἔπρεπε νὰ τὴν ἀξιώσῃ τὸ ἀνώτερο ἀπὸ ὅλους, νὰ τὴν εἰσαγάγῃ στὰ ἅγια τῶν ἁγίων καὶ νὰ πείσῃ αὐτὸ ποὺ γινόταν ὅλους τοὺς τότε ἀνθρώπους ν᾽ ἀγαποῦν, μὲ τὴν σύμπραξι καὶ ἀπόφασι τοῦ Θεοῦ μαζί, ποὺ ἔστελλε ἀπὸ ἄνω δι᾽ ἀγγέλου ἀπόῤῥητη τροφὴ στὴν παρθένο ἐκεῖ. Μὲ αὐτὴν τὴν τροφὴ ἐδυνάμωνε καλύτερα τὴ φύσι της καὶ συντηροῦσε καὶ τελειοποιοῦσε τὸν ἑαυτό της κατὰ τὸ σῶμα καθαρώτερα καὶ ἀνώτερα ἀπὸ τὶς ἀσώματες δυνάμεις, ἔχοντας ὡς ὑπηρέτες τοὺς οὐρανίους νόες, διότι δὲν εἰσήχθηκε ἁπλῶς καὶ μόνο στὰ ἅγια τῶν ἁγίων, ἀλλὰ καὶ κατὰ κάποιον τρόπο παραλήφθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ σὲ συνοίκησι μὲ αὐτὸν γιὰ ὄχι ὀλίγα ἔτη· ὥστε ἔτσι στὸν κατάλληλο καιρὸ ν᾽ ἀνοιχθοῦν οἱ οὐράνιες μονὲς καὶ νὰ δοθοῦν γιὰ ἀΐδια κατοίκια σὲ ὅσους πιστεύουν στὴν παράδοξη γέννα της.

14. Ἔτσι λοιπὸν καὶ γι᾽ αὐτοὺς τοὺς λόγους ἀπετέθη δικαίως σήμερα στὰ ἅγια ἄδυτα σὰν θησαυρὸς τοῦ Θεοῦ ἡ κόρη ποὺ ἐξελέγη ἀνάμεσα στοὺς ἐκλεκτοὺς ἀπὸ αἰῶνες, ποὺ ἀναδείχθηκε ἁγία τῶν ἁγίων, ποὺ ἔχει τὸ σῶμα καθαρώτερο καὶ θειότερο ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὰ διὰ τῆς ἀρετῆς κεκαθαρμένα πνεύματα, ὥστε νὰ μὴ εἶναι δεκτικὸ μόνο τοῦ τύπου τῶν θείων λόγων, ἀλλὰ καὶ τοῦ ἰδίου τοῦ ἐνυποστάτου καὶ μονογενοῦς Λόγου τοῦ προανάρχου Πατρός· σὰν θησαυρὸς ποὺ ὁ Λόγος θὰ τὸν χρησιμοποιοῦσε στὸν καιρὸ του, ὅπως καὶ ἔγινε, γιὰ πλουτισμὸ καὶ ὑπερκόσμιο καὶ συγχρόνως παγκόσμιο κόσμημα. Κι᾽ ἔτσι καὶ γι᾽ αὐτὸν τὸν λόγο δοξάζει τὴ μητέρα του καὶ πρὶν ἀπὸ τὴ γέννησι καὶ μετὰ τὴ γέννησι. Ἐμεῖς δέ, κατανοώντας τὴ σημασία τῆς σωτηρίας ποὺ μᾶς ἑτοιμάσθηκε δι᾽ αὐτῆς ἀποδίδουμε μὲ ὅλη τὴ δύναμί μας τὴν εὐχαριστία καὶ τὸν ὕμνο. Πραγματικά, ἂν ἡ εὐγνώμων γυναῖκα ποὺ ἀναφέρεται στὸ εὐαγγέλιο, μόλις ἄκουσε γιὰ λίγο τοὺς σωτηριώδεις λόγους τοῦ Κυρίου, ἀπέδωσε τὸν μακαρισμὸ καὶ τὴν εὐχαριστία στὴ μητέρα τούτου, ὑψώνοντας τὴ φωνή της ἀπὸ τὸν ὄχλο καὶ λέγοντας πρὸς τὸν Χριστό, «καλότυχη εἶναι ἡ κοιλία ποὺ σ᾽ ἐβάστασε καὶ οἱ μαστοὶ ποὺ ἐθήλασες» (Λουκ. 11, 27) ἐμεῖς ποὺ ἔχουμε κοντὰ μας γραμμένα ὅλα τὰ λόγια τῆς αἰώνιας ζωῆς, καὶ ὄχι μόνο τὰ λόγια, ἀλλὰ καὶ τὰ θαύματα καὶ τὰ παθήματα καὶ τὴν δι᾽ αὐτῶν ἔγερσι τῆς φύσεως μας ἀπὸ τοὺς νεκροὺς καὶ ἀνάληψὶ της ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανό, καὶ τὴν δι᾽ αὐτῶν ἐπηγγελμένη σ᾽ ἐμᾶς ἀθάνατη ζωὴ καὶ ἀμετάτρεπτη σωτηρία, πῶς δὲν θ᾽ ἀνυμνήσωμε καὶ μακαρίσωμε ἀδιαλείπτως τὴν μητέρα τοῦ χορηγοῦ τῆς σωτηρίας, τοῦ δοτῆρος τῆς ζωῆς, ἑορτάζοντας τώρα καὶ τὴν σύλληψι αὐτῆς καὶ τὴν γέννησι καὶ τὴν μετοίκησι στὰ ἅγια τῶν ἁγίων;

15. Ἀλλὰ ἂς μετοικίσωμε κι᾽ ἐμεῖς τοὺς ἑαυτούς μας, ἀδελφοί, ἀπὸ τὴ γῆ στὰ ἄνω· ἂς μεταφερθοῦμε ἀπὸ τὴν σάρκα ἐπάνω στὸ πνεῦμα· ἂς μεταθέσωμε τὸν πόθο ἀπὸ τὰ πρόσκαιρα στὰ μόνιμα· ἂς καταφρονήσωμε τὶς σαρκικὲς ἡδονές, ποὺ ἔχουν εὑρεθῇ ὡς δέλεαρ κατὰ τῆς ψυχῆς καὶ παρέρχονται γρήγορα· ἂς ἐπιθυμήσωμε τὰ πνευματικὰ χαρίσματα ποὺ μένουν ἄφθαρτα· ἂς ὑψώσωμε ἀπὸ τὴν κάτω τύρβη τὴ στάσι καὶ τὴν διάνοιὰ μας· ἂς τὴν ἀνεβάσωμε στὰ οὐράνια ἄδυτα, ἐκεῖνα τὰ ἅγια τῶν ἁγίων, ὅπου τώρα κατοικεῖ ἡ Θεοτόκος.

16. Διότι ἔτσι θὰ εἰσέλθουν σ᾽ αὐτὴν ἐπωφελῶς γιὰ μᾶς μὲ θεάρεστη παῤῥησία καὶ τὰ ἄσματά μας καὶ οἱ δεήσεις μας πρὸς αὐτὴν κι ἔτσι ἐκτὸς ἀπὸ τὰ παρόντα μὲ τὴ μεσιτεία της θὰ γίνωμε κληρονόμοι καὶ τῶν μελλόντων καὶ μενόντων ἀγαθῶν, μὲ τὴ χάρι καὶ φιλανθρωπία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου μας ποὺ ἐγεννήθηκε ἀπὸ αὐτὴν γιὰ μᾶς, στὸν ὁποῖο πρέπει δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνησις, μαζὶ μὲ τὸν ἄναρχο Πατέρα του καὶ τὸ συναΐδιο καὶ ζωοποιὸ Πνεῦμα, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Γένοιτο.

ΠΗΓΗ


Δείτε σχετικά: 


Λόγος εἰς τά Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου (Ἁγίου Λουκά Κριμαίας)





...Αν όλοι εμείς οι μεγάλοι πρέπει όλη τη ζωή μας να είμαστε στενά ενωμένοι με το Αληθινό Κλήμα, τον Κύριο μας Ιησού Χριστό και να τρεφόμαστε με το ζωοποιό χυμό από τη Θεία Ρίζα, το ίδιο αυτό ισχύει καί για τα μικρότερα κλήματα του Αμπελιού, τα πιο μικρά πράσινα φύλλα καί τα μικρά τρυφερά άνθη, πού ανθίζουν στο άγιο Κλήμα. Αυτά τα άνθη, τα φύλλα και τα μικρά κλήματα είναι τα παιδιά μας, τα όποια φροντίζουμε με τρυφερότητα, τα όποια αγαπάμε σαν την καρδιά μας.

Έχουν μεγάλο χρέος και ευθύνη ενώπιον του Θεού εκείνοι οι χριστιανοί, οι όποιοι δεν εκτελούν το ιερό καθήκον τους να προστατεύουν τα μικρά τους παιδιά, και όχι μόνο τα παιδιά αλλά και τα βρέφη, από τους εχθρικούς άνεμους, οι όποιοι μπορούν να τα αποκόψουν από το Κλήμα του Χρίστου και να τα πάνε πολύ μακριά και να τα ρίξουν στη σκόνη και στο βόρβορο, οπού θα τα πατήσουν με τα πόδια τους οι εχθροί της ανώτατης αλήθειας και του αγαθού.

Ο Ιωακείμ και ή Άννα, οι γονείς τής Ύπεραγίας Παρθένου Μαρίας, το είχαν καταλάβει πολύ καλά. Μόνο τα τρία πρώτα χρόνια της ζωής της μικρής, ή οποία είχε εκλεχθεί από τον Θεό για να υπηρετήσει το μέγα μυστήριο της ενσάρκωσης του Υιού του Θεού, οι γονείς απολάμβαναν την χαρά της ζωής μαζί της και της θερμής αγάπης της. Μόλις αυτή βγήκε από τη νηπιακή ηλικία την οδήγησαν στο Ναό της Ιερουσαλήμ και την άφησαν εκεί, έμπιστεύοντας την αγωγή της στον ίδιο τον Θεό.

Όχι μόνο ο Ιωακείμ και ή Άννα αφιέρωσαν τον καρπό του καθαρού τους γάμου στον Θεό αλλά και πριν και μετά από αυτούς το ίδιο έκαναν οι αγίες και σοφές μητέρες, τα ονόματα των οποίων εσείς οι σημερινές μητέρες πρέπει να τα θυμάστε. Η αγία Άννα, ή οποία ήταν στείρα, προσευχήθηκε θερμώς στον Θεό, δίνοντας του τον όρκο να αφιερώσει σ' Αυτόν το παιδί της, αν έλυνε την ατεκνία της καί θα της έδινε αγόρι. Ο Κύριος άκουσε την προσευχή της Άννας και αυτή έγινε μητέρα του μεγάλου προφήτη Σαμουήλ. Να θυμάστε οι μητέρες και το όνομα της αγίας Μάρθας, της μητέρας του μεγάλου όσιου του Συμεών του Στυλίτου, τον όποιο, όπως και ή αγία Άννα τον Σαμουήλ, τον είχε αφιερώσει η Μάρθα στον Θεό ακόμη πριν γεννηθεί. Στην πολύ νεαρή ηλικία ανέβηκε ο μέγας Συμεών στο στυλό και παρέμεινε εκεί μέχρι το θάνατο του σαν μία άσβηστη λαμπάδα ενώπιον του Θεού.

Να θυμάστε, ευσεβείς σημερινές μητέρες, πόσο μεγάλο και ιερό ενώπιον του Θεού είναι το καθήκον σας να καλλιεργείτε στα παιδιά σας τον φόβο του Θεού καί να τα διαπαιδαγωγείτε στην αδιάσπαστη και αδιάκοπη ενότητα με το Αληθινό Κλήμα, τον Κύριο μας Ιησού Χριστό. Μόνο από σας, μητέρες καί πατέρες, τα παιδιά σας μπορούν να μάθουν το νόμο του Θεού, τον όποιο δεν τους διδάσκουν στα σχολεία. Και μόνο τότε θα μπορέσουν να τον μάθουν αν, εσείς οι ίδιοι, θα μελετάτε με προθυμία το νόμο αυτό στις εκκλησίες του Θεού, μαθαίνοντας τον από τους υπηρέτες του Θεού, τους ιερείς και τους επισκόπους.

Να πηγαίνετε στους ιερούς ναούς τα παιδιά σας για να αναπνέουν, έστω και για λίγο, τον αέρα του γεμάτου όχι μόνο με θυμίαμα αλλά και μυστική χάρη των μεγάλων μυστηρίων, πού τελούνται σ' αυτόν, και τις προσευχές πολλών ανθρώπων.

Δώδεκα ολόκληρα χρόνια τρεφόταν μέσα στην ιερότητα του Ναού της Ιερουσαλήμ ή Ύπεραγία και Άχραντος Παρθένος, ή «τιμιωτέρα των Χερουβείμ, και ενδοξότερα ασυγκρίτως των Σεραφείμ». Οι παντοδύναμες ενώπιον του Θεού πρεσβείες Της να σας βοηθήσουν στο μεγάλο αυτό έργο της αγωγής των παιδιών σας. Αμήν.

Αγίου Λουκά Κριμαίας
''Λόγοι και Ομιλίες''
Εκδ.''Ορθόδοξη Κυψέλη''



Δείτε σχετικά:


1)
 Λόγος εἰς τὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου (Τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ)