A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Τετάρτη 1 Μαΐου 2013

ΓΙΑΤΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΑΛΛΑΞΕ ΤΟΝ ΙΟΥΔΑ; (Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου)






«Τότε, αφού πήγε στους αρχιερείς ένας από τους δώδεκα, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, είπε, τι θέλετε να μου δώσετε για να σας τον παραδώσω;»[...] 


Και ακριβώς όταν η πόρνη μετανοούσε, όταν καταφιλούσε τα πόδια του Κυρίου, τότε πρόδινε το Δάσκαλο ο μαθητής. Γι’ αυτό είπε «τότε», για να μην κατηγορήσεις για αδυναμία το Δάσκαλο, όταν βλέπεις τον μαθητή του να τον προδίνει. Γιατί τόσο μεγάλη ήταν η δύναμη του Δασκάλου, ώστε να πείθει να Τον ακολουθούν ακόμη
και οι πόρνες.

Θα αναρωτιόταν όμως κανείς, Εκείνος που είχε τη δύναμη να μεταστρέφει τις πόρνες και να τις κάνει να Τον ακολουθούν, δεν κατάφερε να κερδίσει την αγάπη του
μαθητή του; Είχε τη δύναμη να κερδίσει το μαθητή, αλλά δεν επιθυμούσε να τον μεταβάλει αναγκαστικά στο καλό, ούτε με τη βία να τον προσελκύσει κοντά Του.
«Τότε, αφού πήγε». Και το «αφού πήγε» αυτό δεν στερείται κάποιας σημασίας.

Γιατί δεν κάλεσαν οι αρχιερείς τον Ιούδα, ούτε αναγκάστηκε, ούτε υποχρεώθηκε, αλλά ο ίδιος μόνος του κι ελεύθερα γέννησε την πονηρή αυτή σκέψη κι έβγαλε αυτή την απόφαση, χωρίς να έχει κανέναν σύμβουλο σ’ αυτό το πονηρό του έργο. «Τότε, αφού πήγε… ένας από τους δώδεκα». Τι σημαίνει το «ένας από τους δώδεκα»;

Και αυτός ο λόγος «ένας από τους δώδεκα» δείχνει πως η κατηγορία του Ιούδα είναι πολύ μεγάλη. Γιατί ο Ιησούς είχε και άλλους μαθητές, εβδομήντα συνολικά.
Αλλά εκείνοι βρίσκονταν σε δεύτερη θέση και δεν απολάμβαναν τόση τιμή, ούτε είχαν τόση οικειότητα με τον Διδάσκαλο, ούτε γνώριζαν τόσο τα μυστικά Του όσο οι δώδεκα. Αυτοί προπάντων ήταν οι εκλεκτοί, αυτοί αποτελούσαν τον στενό κύκλο του Βασιλιά, αυτοί αποτελούσαν την ομάδα που ήταν κοντά στο Δάσκαλο, και από αυτήν ξεπήδησε ο Ιούδας. Για να μάθεις, λοιπόν, ότι δεν Τον πρόδωσε απλώς κάποιος από τους μαθητές Του, αλλά ένας από τους εκλεκτούς Του, γι’ αυτό αναφέρει ο Ευαγγελιστής το «ένας από τους δώδεκα». Και δε ντρέπεται ο Ματθαίος να το αναφέρει. Αλλά για ποιο λόγο να ντραπεί; Το αναφέρει για να μάθεις πως παντού και πάντα λένε οι Ευαγγελιστές την αλήθεια και δεν αποκρύπτουν τίποτα, ακόμη και αυτά που θεωρούνται αξιοκατάκριτα. Γιατί αυτά που φαίνονται πως είναι αξιοκατάκριτα, αυτά αποδεικνύουν τη φιλανθρωπία του Κυρίου. Ότι δηλαδή προσέφερε τόσα πολλά αγαθά στον προδότη, το ληστή, τον κλέφτη (τον Ιούδα) και συνέχιζε μέχρι την τελευταία στιγμή να τον έχει κοντά Του. Και μάλιστα τον νουθετούσε και τον συμβούλευε και τον φρόντιζε με κάθε τρόπο. Αν εκείνος δεν έδινε σημασία, δεν φταίει ο Κύριος. Και μάρτυρας είναι η πόρνη, και μη πολυπαίρνεις θάρρος προσέχοντας τον Ιούδα.
Γιατί και τα δύο αυτά είναι ολέθρια, και το υπέρμετρο θάρρος και η απελπισία (απόγνωση). Γιατί το υπέρμετρο θάρρος κάνει να πέσει κάτω αυτός που στέκεται όρθιος, και η απελπισία εμποδίζει να σηκωθεί αυτός που έχει πέσει. Γι’ αυτό και ο Παύλος συμβούλευε λέγοντας: «Αυτός που νομίζει πως στέκεται, ας προσέχει μην πέσει».

Έχεις τα παραδείγματα και των δύο πως έπεσε δηλαδή ο μαθητής, που νόμιζε πως στεκόταν όρθιος, και πως σηκώθηκε η πόρνη που είχε πέσει.
Η σκέψη μας εύκολα παρασύρεται και η θέλησή μας είναι ευμετάβλητη. Γι’ αυτό πρέπει να διαφυλάσσουμε και να οχυρώνουμε τον εαυτό μας από παντού.[...]

«Τι θέλετε να μου δώσετε, κι εγώ θα σας Τον παραδώσω». Πες μου Ιούδα, αυτά σου έμαθε ο Χριστός; Γι’ αυτό το λόγο δεν έλεγε, «μην αποκτήσετε
χρυσά νομίσματα, ούτε ασημένια, ούτε χάλκινα που να τα φυλάγετε στις ζώνες σας», θέλοντας να περιορίσει από πιο μπροστά τη φιλαργυρία σου;[...]

«Τι θέλετε να μου δώσετε, κι εγώ θα σας Τον παραδώσω». Πολύ σκληρά είναι τα λόγια αυτά. Πες μου, μπορείς εσύ να παραδώσεις Εκείνον που συγκρατεί τα πάντα, που εξουσιάζει τους δαίμονες, που διατάσσει τη θάλασσα και είναι ο Κύριος όλων όσων υπάρχουν στη φύση; Για να περιορίσει λοιπόν τη παραφροσύνη του και για να δείξει πως αν δεν ήθελε, δεν θα προδιδόταν, άκουσε τι κάνει. Κατά την ώρα ακριβώς της προδοσίας, όταν ήρθαν εναντίον Του κρατώντας ξύλα, λαμπάδες και πυρσούς, τους λέει: «Ποιον ζητάτε;» και δεν γνώριζαν Εκείνον που επρόκειτο να συλλάβουν. Τόσο πολύ έλειπε η δύναμη από τον Ιούδα στο να παραδώσει τον Κύριο, ώστε δεν Τον έβλεπε τη στιγμή που επρόκειτο να Τον παραδώσει, ενώ ήταν παρών, και όλα αυτά τη στιγμή που υπήρχαν τόσες λαμπάδες και τόση φωτοχυσία. Αυτό βέβαια υπαινίχθηκε και ο Ευαγγελιστής λέγοντας ότι είχαν λαμπάδες και πυρσούς και δεν τον έβλεπαν. Και κάθε ημέρα του το υπενθύμιζε και με λόγια και με έργα, ότι δηλαδή δεν θα μπορέσει να Τον προδώσει στα κρυφά. Και μάλιστα δεν του έκανε (ο Κύριος) παρατηρήσεις φανερά μπροστά σε άλλους, για να μην τον κάνει πιο αδιάντροπο, ούτε πάλι αποσιωπούσε τα σφάλματά του, για να μην νομίζει ότι περνούν απαρατήρητα και επιχειρήσει άφοβα την προδοσία, αλλά διαρκώς έλεγε: «Ένας από εσάς θα με παραδώσει», δεν τον φανέρωσε όμως.

Είπε πολλά (ο Κύριος) και για την κόλαση, πολλά και για τη Βασιλεία των ουρανών και απέδειξε τη δύναμη που είχε και για τα δύο, και για να τιμωρεί τους αμαρτωλούς και για να ανταμείβει τους δικαίους. Αλλά εκείνος (ο Ιούδας) όλα αυτά τα περιφρόνησε, ο Θεός όμως δεν τον ανακάλεσε με τη βία από αυτό που αποφάσισε. Επειδή λοιπόν μας δημιούργησε ελεύθερους να διαλέγουμε τις κακές ή τις ενάρετες πράξεις, επιθυμεί να είμαστε καλοί με τη θέλησή μας.

Γι’ αυτό αν εμείς δεν θέλουμε, ούτε μας πιέζει ούτε μας αναγκάζει. Επειδή αυτός που γίνεται με τη βία ενάρετος, δεν είναι δυνατόν να είναι ενάρετος. Αφού λοιπόν κι εκείνος ήταν ελεύθερος να διαλέξει και ήταν σε θέση να μην υποστεί βία για να κλίνει προς τη φιλαργυρία, γι’ αυτό τυφλώθηκε η σκέψη του, πρόδωσε τη σωτηρία του και είπε: «Τι θέλετε να μου δώσετε, κι εγώ θα σας Τον παραδώσω». Επικρίνοντας τη διανοητική του τύφλωση και την αναισθησία, ο Ευαγγελιστής λέει ότι την ώρα που πήγαν να συλλάβουν τον Κύριο, βρισκόταν μαζί τους και ο Ιούδας, εκείνος που είπε «τι θέλετε να μου δώσετε, κι εγώ θα σας Τον παραδώσω». Και όχι μόνο από αυτό είναι δυνατόν να δούμε τη δύναμη του Χριστού, αλλά και απ’ ότι μόλις Εκείνος απλώς μίλησε, απομακρύνθηκαν κι έπεσαν κάτω. Επειδή όμως ούτε μ’ αυτόν τον τρόπο δεν σταμάτησαν το επαίσχυντο έργο τους, παραδίνεται αμέσως σαν να έλεγε: Εγώ έκανα το καθήκον μου, αποκάλυψα τη δύναμή μου και απέδειξα ότι επιχειρείτε πράγματα ακατόρθωτα. Θέλησα να περιορίσω την κακία σας, αλλά επειδή εσείς δεν θελήσατε και επιμένετε στην παραφροσύνη σας, να, σας παραδίνομαι.

Τα ανέφερα όλα αυτά, για να μην κατηγορήσουν μερικοί τον Χριστό, και πουν: γιατί δεν μετέστρεψε τον Ιούδα;


Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου


Πηγή: xristianos.gr

«ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΔΕΙΠΝΟ» (Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου)



Πρέπει να πιστέψετε ότι και τώρα, όταν τελούμε τη θεία Λειτουργία και κοινωνούμε, είναι εκείνο το δείπνο, ο Μυστικός Δείπνος, κατά τον οποίο ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς παρίστατο. Τίποτε μάλιστα δεν κάνει το σημερινό δείπνο υποδεέστερο εκείνου. Ούτε να σκεφτούμε ότι τάχα αυτό, το δικό μας σημερινό, το ετοιμάζει άνθρωπος, εκείνο δε ο Κύριος. Αλλά και εκείνο και αυτό ο ίδιος, ο Κύριος τα προσφέρει.


Όταν λοιπόν δεις να σου προσφέρονται τα ιερά και τίμια δώρα, μη θεωρείσεις ότι αυτό το κάνει ο ιερέας, αλλά να βλέπεις, ότι του Θεού είναι το χέρι που προτείνεται ...
Διότι εκείνος που έδωσε το μεγαλύτερο, δηλαδή που παρέδωσε τον εαυτό του για τη σωτηρία των ανθρώπων, πολύ περισσότερο δε θα απαξιώσει να σου μεταδώσει το Σώμα του.



Ας ακούσουμε λοιπόν και ιερείς και πλήρωμα της Εκκλησίας, ποιά μεγάλη δωρεά αξιωθήκαμε. Να ακούσουμε και να τρομάξουμε. Μας έδωσε ο Κύριος να χορτάσουμε με τις αγίες σάρκες του, τον ίδιο τον εαυτό του μας έδωσε θυσιασμένο. Ποια θα είναι η απολογία μας, εάν, ενώ με τέτοια αγία τροφή τρεφόμαστε, σε τόσα πολλά και μεγάλα αμαρτάνουμε? Όταν, ενώ εσθίουμε (κοινωνούμε) Αμνό, γινόμαστε λύκοι? Όταν ενώ ενωνόμαστε με πρόβατο, και τους λέοντες ακόμη ξεπερνούμε?



Από τον όρθρο της Μ. Πέμπτης Τροπάριον της Ακολουθίας του Νιπτήρος
 «Ότε οι ένδοξοι μαθηται... »Ήχος πλ δ '.

Ὅτε οἱ ἔνδοξοι Μαθηταί, ἐν τῷ νιπτῆρι τοῦ Δείπνου ἐφωτίζοντο, τότε Ἰούδας ὁ δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας ἐσκοτίζετο, καὶ ἀνόμοις κριταῖς, σὲ τὸν δίκαιον Κριτὴν παραδίδωσι. Βλέπε χρημάτων ἐραστά, τὸν διὰ ταῦτα ἀγχόνῃ χρησάμενον, φεῦγε ἀκόρεστον ψυχὴν τὴν Διδασκάλῳ τοιαῦτα τολμήσασαν. Ὁ περὶ πάντας ἀγαθός, Κύριε δόξα σοι.



ΑΠΟΔΟΣΗ


Όταν οι ένδοξοι μαθητές του Κυρίου το βράδυ του Μυστικού Δείπνου με την τελετουργία του νιπτήρος, φωτιζόνταν μέσα στην ψυχή τους, τότε δυστυχώς ο Ιούδας που ήταν δυσεβής, αρρώστησε από την φιλαργυρία του, και σκοτάδι σκέπασε το πνεύμα του. Ετρεξε και παρέδωσε στους ανόμους κριτές, στο συμβούλιο των Ιουδαίων, Εσένα τον δίκαιο κριτή. Πρόσεξε, λοιπόν εσύ που αγαπάς τα χρήματα, αυτόν που εξ αιτίας τους κατήντησε στην αγχόνη. Φεύγε μακρυά από την αχόρταγη ψυχή, που τόλμησε αυτά τα φοβερά στον Διδάσκαλο. Κύριε, Εσύ που είσαι αγαθός για όλους, σε Σένα ανήκει η δόξα.







ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ - Ὁ Μυστικός Δεῖπνος








«Τὴ Αγία καὶ Μεγάλη Πέμπτη οἱ τὰ πάντα καλῶς διαταξάμενοι θεῖοι Πατέρες, ἀλληλοδιαδόχως ἔκ τε τῶν θείων Ἀποστόλων, καὶ τῶν ἱερῶν Εὐαγγελίων, παραδεδώκασιν ἡμῖν τέσσαρά τινα ἑορτάζειν, τὸν ἱερὸν Νιπτήρα, τὸν μυστικὸν Δεῖπνον (δηλαδὴ τὴν παράδοσιν τῶν καθ' ἡμᾶς φρικτῶν Μυστηρίων), τὴν ὑπερφυὰ Προσευχήν, καὶ τὴν Προδοσίαν αὐτήν».

      Αυτό είναι το συναξάρι της Μεγάλης Πέμπτης. Η αγία μας Εκκλησία τιμά την  γία αυτή ημέρα όσα έλαβαν χώρα στο υπερώο της Ιερουσαλήμ και όσα ακολούθησαν μετά το Μυστικό Δείπνο.

       Το Θείο Δράμα οδεύει προς την ολοκλήρωσή του. Ο εκουσίως και αδίκως Παθών για τη δική μας σωτηρία Κύριος γνωρίζει ότι έφτασε το τέλος της επί γης παρουσίας Του. Η προδοσία του αγνώμονα μαθητή, η σύλληψη, οι εξευτελισμοί, το ψευδοδικαστήριο, η καταδίκη και ο σταυρικός θάνατος είναι θέμα ωρών. Ως άνθρωπος αισθανόταν το δια της θυσίας Του βαρύ φορτίο της απολυτρώσεως του ανθρωπίνου γένους και γι’ αυτό αγωνιούσε υπερβαλλόντως. Δεν τον ενδιέφερε το δικό Του μαρτύριο και ο θάνατος, αλλά η συνέχιση του σωτηριώδους έργου Του.

       Γι’ αυτό λοιπόν αφιέρωσε το βράδυ της προπαραμονής του επικείμενου ιουδαϊκού Πάσχα και παραμονή της δικής Του σταυρικής θανής στους αγαπημένους Του μαθητές.«Επιθυμία επεθύμησα τούτο το πάσχα φαγείν μεθ΄ υμών προ του με παθείν»(Λουκ.22,15) τους είπε. Ήθελε να φάγει για τελευταία φορά μαζί τους. Μα το σπουδαιότερο να τους αφήσει τις τελευταίες παρακαταθήκες Του και πάνω απ’ όλα να τελέσει τον Μυστικό Δείπνο, να παραδώσει την υπερφυά Θεία Ευχαριστία, η οποία θα τελείται στο διηνεκές, ως η αέναη πραγματική παρουσία Του στην Εκκλησία.

        Στο υπερώο της Ιερουσαλήμ μέσα σε ατμόσφαιρα έντονης συγκινήσεως και σε ένδειξη πραγματικής και άδολης αγάπης, έσκυψε ως δούλος ο Κύριος και έπλυνε τα πόδια των μαθητών Του. Με την πράξη Του αυτή ήθελε να διδάξει έμπρακτα το πρωταρχικό χρέος της αλληλοδιακονίας των ανθρώπων. «Ο μείζων εν υμίν γινέσθω ως ο νεώτερος, και ο ηγούμενος ως ο διακονών» (Λουκ.22:25), άφησε ως ύψιστη εντολή για τις κατοπινές ανθρώπινες γενεές.

       Κατόπιν κάθισαν στο τραπέζι του δείπνου. Ο Κύριος θέλησε κατ’ αρχήν να ξεκαθαρίσει την υπόθεση του προδότη μαθητή. Δεν ήταν δυνατόν να καθίσει ο άνομος εκείνος μαζί τους στην παράδοση του φρικτού Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, πολλώ δε μάλλον να κοινωνήσει σε αυτό. Λέγει λοιπόν «Εις εξ’ υμών παραδώσει με, ο εσθίων μετ’ εμού» (Μάρκ.14,18, Ιωάν.13,22). Τα λόγια αυτά
 έφεραν αναστάτωση στους μαθητές. Δεν περίμεναν να ακούσουν τέτοια φοβερή αγγελία και  άρχισαν να διερωτώνται: ποιος άραγε είναι αυτός; Ο αγαπημένος μαθητής Ιωάννης πέφτοντας στον τράχηλο του Διδασκάλου ρώτησε εξ’ ονόματος όλων: «Κύριε τις εστιν»;και ο Κύριος απάντησε: «Εκείνος εστιν ω εγώ βάψας το ψωμίον επιδώσω»(Ιωάν.13,26). Και βουτώντας τεμάχιο άρτου στο φαγητό το έδωσε στον Ιούδα. Αυτός το έφαγε και ταυτόχρονα «εισήλθεν εις εκείνον ο Σατανάς» (Ιωάν.13,27). Ο Ιησούς του είπε: «ό ποιείς, ποίησον τάχιον» (Ιωάν.13,27). Ο προδότης μαθητής έφυγε βιαστικά, απομακρυνθείς για πάντα από τη χορεία των μαθητών και από την κοινωνία του Θείου Διδασκάλου. «Ην δε νύξ» προσθέτει ο Ιωάννης. «Νυξ πραγματική, τονίζει σύγχρονος συγγραφέας, αλλά και νυξ πνευματική εν τη ψυχή του Ιούδα, εν η το φως του θείου Πνεύματος δια παντός εσβέσθη»!

        Μετά από αυτό ο Κύριος προέβη στη σύσταση του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Έλαβε άρτο και αφού ευχαρίστησε έκοψε αυτόν σε τεμάχια και έδωκε
στους μαθητές του λέγοντας: «Λάβετε, φάγετε, τούτο εστι το σώμα μου», το αληθινό το πραγματικό, «το υπέρ υμών διδόμενον» (Λουκ.22,19). Ύστερα πήρε το ποτήριο της ευλογίας, που ήταν γεμάτο με οίνο, και αφού ανέπεμψε ευχαριστήριο δέηση στο Θεό Πατέρα έδωκε στους μαθητές Του λέγοντας: «Πίετε εξ αυτού πάντες΄ τούτο γαρ εστι το αίμα μου, το της Καινής Διαθήκης, το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν  αμαρτιών» (Ματθ.26,28, Μάρκ.14,24).

      Αφού κοινώνησαν όλοι και έφαγαν, ο Κύριος μίλησε και απεύθυνε την τελευταία αποχαιρετιστήρια ομιλία Του στους μαθητές Του. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης διασώζει στο Ευαγγέλιό Του ολόκληρη αυτή την εκτενή ομιλία στα κεφάλαια 13-16. Ο τρόπος της ομιλίας προδίδει στον Κύριο δραματική έκφραση. Ως άνθρωπος μπροστά στο
μαρτύριο, το οποίο γνωρίζει ως Θεός αγωνιά και λυπάται. Αρχίζει με το «Νυν εδοξάσθη ο υιός του ανθρώπου και ο Θεός εδοξάσθη εν αυτώ» (Ιωάν.13,31). Τα παθήματα που θα ακολουθήσουν και η ταπείνωση θα είναι η δόξα του Υιού και συνάμα αυτή θα είναι η δόξα του Πατέρα. Οι αλήθειες και οι ηθικές ιδέες της ομιλίας την καθιστούν πραγματικά μοναδική. Η τρυφερότητα προς τους μαθητές Του είναι έκδηλη, τους αποκαλεί «τεκνία».Κύριο χαρακτηριστικό της ομιλίας είναι η προτροπή για ενότητα και αγάπη μεταξύ των μαθητών και κατ’ επέκταση όλων των ανθρώπων. «Εντολήν καινήν δίδωμι υμίν ίνα αγαπάτε αλλήλους» (Ιωάν.13,3) και «Ειρήνην αφίημι υμίν, ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν» (Ιωάν.14,27).

      Μετά ακολούθησε η περίφημη αρχιερατική προσευχή του Κυρίου. Προσεύχεται στον Ουράνιο Πατέρα για την ενότητα των μαθητών Του. Δεν εύχεται να τους άρει ο Θεός Πατέρας από τον κόσμο, αλλά να τους διαφυλάξει από τον πονηρό και τα έργα του.

       Αφού περατώθηκε και η προσευχή η νύχτα είχε προχωρήσει αρκετά. Ο Ιησούς πήρε τους μαθητές Του και πήγε στο Όρος των Ελαιών, σε ένα πραγματικά ειδυλλιακό και ήσυχο τόπο, λίγο έξω από τη μεγάλη πόλη.  Εκεί υπήρχε κήπος στον οποίο μπήκε με τους μαθητές Του για να προσευχηθεί (Ιωάν.18,1). Να μείνει μόνος «ενώπιος ενωπίω» με τον Ουράνιο Πατέρα και να αντλήσει δύναμη για τη μεγάλη δοκιμασία, που Τον περίμενε. Ο τρόπος της προσευχής ήταν δραματικός. Ως άνθρωπος αγωνιούσε για το επερχόμενο πάθος. «Περίλυπός εστιν η ψυχή μου έως θανάτου» (Ματθ.26,38) είπε στους μαθητές Του. «Παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο» (Ματθ.26,39) παρακαλούσε τον Πατέρα και «εγένετο δε ο ιδρώς αυτού ωσεί θρόμβοι αίματος καταβαίνοντος επί την γην» (Λουκ.22:45). Μάταια προσπαθούσε να νικήσει τη νωθρότητα των μαθητών Του, οι οποίοι δε μπορούσαν να κατανοήσουν την κρισιμότητα των δραματικών εκείνων στιγμών, και έπεφταν σε βαθύ ύπνο.

       Κάποια στιγμή ακούστηκαν φωνές και θόρυβος πολύς. Έφτασαν οι στρατιώτες με οδηγό τον Ιούδα για να συλλάβουν τον Ιησού. Χαρακτηριστικό σύνθημα ο ασπασμός του Διδασκάλου από τον Προδότη (Λουκ.22,48). Ο Πέτρος χρησιμοποιεί βία, κόβει το αφτί του στρατιώτη Μάλχου (Ιωάν.18,11). Παρ’ όλα αυτά η σύλληψη πραγματοποιείται. Ο Κύριος δέσμιος οδηγείται σε ολονύκτιες ψεύτικες δίκες για να καταδικαστεί και να σταυρωθεί.

       Τα γεγονότα που έλαβαν χώρα τη Μεγάλη Πέμπτη έχουν τεράστια σωτηριολογική σημασία για μας. Πρώτ’ απ’ όλα η εκούσια πορεία του Κυρίου προς το Πάθος φανερώνει την άμετρη θεία ευσπλαχνία και αγάπη για τον πεσόντα άνθρωπο. Η ολοκληρωτική νίκη της αμαρτίας, της φθοράς και του θανάτου μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο με τον σταυρικό θάνατο του αναμάρτητου Χριστού. Μόνο το τίμιο αίμα του Μεγάλου Αθώου μπορούσε να καθαρίσει κάθε ρύπο αμαρτίας σε όλους τους ανθρώπους όλων των εποχών. Μόνο αυτό μπορούσε να φέρει την καταλλαγή και την ισορροπία, που είχε διαταράξει σοβαρά το κακό και η αμαρτία.     

Υπέροχο πραγματικά είναι και το υμνολογικό περιεχόμενο της αγίας αυτής ημέρας. Δημοφιλές είναι το αρκτικό τροπάριο «Ότε οι ένδοξοι μαθηταί…», μέσω του οποίου παροτρύνονται οι πιστοί να αποφύγουν τα πάθη του προδότη Ιούδα. Επίσης ο κανόνας, ποίημα του  Κοσμά του  μοναχού αποτελεί ένα κορυφαίο ποίημα της Εκκλησίας μας. Στο κοντάκιο «Τον άρτον λαβών εις χείρας ο προδότης…» ποίημα του περιφήμου Ρωμανού, αποτυπώνεται με ακρίβεια η δολιότητα και η αθλιότητα του Ιούδα. Ο Οίκος, ποίημα του Συμεών του Υμνογράφου, καλεί τους πιστούς να μιμηθούν τους μαθητές του Χριστού και να προσέλθουν στην πνευματική τράπεζα «καθαραίς ταις ψυχαίς», να ζήσουν το μυστήριο της απολύτρωσης. Εκπληκτικά τροπάρια είναι τα στιχηρά των Αίνων «Συντρέχει λοιπόν το συνέδριον των Ιουδαίων…» ποίημα Κοσμά του μοναχού, «Ιούδας ο παράνομος ο βάψας εν τω δείπνω την χείρα…», «Ιούδας ο προδότης δόλιος ων…» κλπ., ποιήματα Ιωάννου του μοναχού, ιστορούν την προδοσία του αγνώμονα μαθητή. Υπέροχο είναι ακόμα και το δοξαστικό «Ον εκήρυξεν Αμνόν Ησαίας έρχεται επί σφαγήν εκούσιον…».  Καταπληκτικά είναι επίσης και τα απόστιχα τροπάρια, ποιήματα του πατριάρχου Μεθοδίου, «Σήμερον το κατά του Χριστού πονηρόν συνήχθη συνέδριον…», «Σήμερον ο Ιούδας το της φιλοπτωχείας κρύπτει προσωπείον…», και « Μηδείς, ω πιστοί, του δεσποτικού δείπνου αμύητος…», παρουσιάζουν κατά τρόπο ποιητικότατο την σύλληψη και την ψευδοδίκη του Κυρίου. Θαυμαστό είναι ακόμα και το δοξαστικό των αποστίχων «Μυσταγωγών σου Κύριε…» με το οποίο καλούνται οι μαθητές Του από Αυτόν  να γίνουν διάκονοι των ανθρώπων, όπως Εκείνος.      


       Αυτή η Μεγάλη Θυσία μπορεί να έχει πρακτικά αποτελέσματα στην Εκκλησία, μέσω της Θείας Ευχαριστίας, την οποία παρέδωσε ο Κύριος τη σημερινή ημέρα στους μαθητές Του και μέσω αυτών στην Εκκλησία. Η απολυτρωτική Θυσία του Σταυρού συνεχίζεται στο διηνεκές στις άγιες Τράπεζες των ναών, ως την κυριότερη αγιαστική πράξη της Εκκλησίας μας. Ο Κύριος είναι παρών στην Εκκλησία Του μέσω του ιερού Μυστηρίου τη Θείας Ευχαριστίας. Εμείς γινόμαστε οργανικά, πραγματικά, μέλη του μυστικού Του Σώματος με την Κοινωνία του αγίου Σώματός Του. Έτσι συντελείται η σωτηρία μας.


ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου Καθηγητού


Πηγή: aktines.blogspot.gr



«Ότε οι ένδοξοι μαθηται... »Ήχος πλ δ '.

Ὅτε οἱ ἔνδοξοι Μαθηταί, ἐν τῷ νιπτῆρι τοῦ Δείπνου ἐφωτίζοντο, τότε Ἰούδας ὁ δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας ἐσκοτίζετο, καὶ ἀνόμοις κριταῖς, σὲ τὸν δίκαιον Κριτὴν παραδίδωσι. Βλέπε χρημάτων ἐραστά, τὸν διὰ ταῦτα ἀγχόνῃ χρησάμενον, φεῦγε ἀκόρεστον ψυχὴν τὴν Διδασκάλῳ τοιαῦτα τολμήσασαν. Ὁ περὶ πάντας ἀγαθός, Κύριε δόξα σοι.

ΑΠΟΔΟΣΗ

Όταν οι ένδοξοι μαθητές του Κυρίου το βράδυ του Μυστικού Δείπνου με την τελετουργία του νιπτήρος, φωτιζόνταν μέσα στην ψυχή τους, τότε δυστυχώς ο Ιούδας που ήταν δυσεβής, αρρώστησε από την φιλαργυρία του, και σκοτάδι σκέπασε το πνεύμα του. Ετρεξε και παρέδωσε στους ανόμους κριτές, στο συμβούλιο των Ιουδαίων, Εσένα τον δίκαιο κριτή. Πρόσεξε, λοιπόν εσύ που αγαπάς τα χρήματα, αυτόν που εξ αιτίας τους κατήντησε στην αγχόνη. Φεύγε μακρυά από την αχόρταγη ψυχή, που τόλμησε αυτά τα φοβερά στον Διδάσκαλο. Κύριε, Εσύ που είσαι αγαθός για όλους, σε Σένα ανήκει η δόξα.







Λειτουργικές διαφορές Ορθοδοξίας και Παπισμού





Πρωτοπρεσβ. π. Άγγελος Αγγελακόπουλος,




Α) Διπλή Θεία Λειτουργία


Αναφερόμενος ο Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στήν θεία λατρεία καί στά λειτουργικά θέματα, σημειώνει ότι η εν Αντισιοδώρω τοπική σύνοδος, πού συνήχθη κατά τό χιγ΄ (613 μ.X.) επί Ηρακλείου διόρισε νά μήν γίνονται δύο λειτουργίες τήν ίδια ημέρα στήν ίδια Αγία Τράπεζα, γιά νά μήν διπλασιάζεται ο μοναδικός θάνατος του Χριστού. «Ουκ έξεστιν εν μιά τραπέζη κατά τήν αυτήν δύω λειτουργίας ειπείν, ουδέ εν τη αυτή τραπέζη, εν η ο Επίσκοπος ελειτούργησε, τόν Πρεσβύτερον εν εκείνη τη ημέρα λειτουργήσαι». Τον παραπάνω διορισμό της συνόδου παραβαίνουν οιαιρετικοί παπιστές, οι οποίοι «λειτουργούν» πολλές φορές στο ίδιο αλτάριον (παπική αγία τράπεζα) . Αλλά καί κάποιοι Ορθόδοξοι ιερείς, πού λειτουργούν δύο φορές, τάχα γιά παρρησία, ας γνωρίζουν ότι βαρέως αμαρτάνουν. Καλόν θα είναι να παύσουν εις τό εξής αυτό τό άτοπο[1].

Β) Τα άζυμα (όστια)


Σύμφωνα με τόν ο΄ (70ό) Αποστολικό Κανόνα, όποιος Επίσκοπος ή Πρεσβύτερος ή Διάκονος ή όποιος ανήκει στούς καταλόγους των Κληρικών, νηστεύει μαζί μέ τούςΙουδαίους ή εορτάζει μ’αυτούς τό Πάσχα ή άλλες εορτές ή δέχεται απ’αυτούς τά ξένα δώρα της εορτής τους, όπως τά άζυμα (τά οποία κι αυτοί τρώνε κατά τίς ημέρες του φάσκα τους καί σέ κάθε εορτή τους καί σέ κάθε θυσία προσέφεραν άζυμα) ή κάτι άλλο παρόμοιο, ας καθαίρεται, ή αν είναι λαϊκός, ας αφορίζεται. Γιατί, αν καί αυτοί, πού τά δέχθηκαν, συννηστεύοντας καί συνεορτάζοντας, δέν είναι ομόφρονες μέ τούς Ιουδαίους (γιατί αν ήταν τέτοιοι, δέν έπρεπε νά καθαιρεθούν ή νά αφορισθούν, αλλά νά παραδοθούν στό ανάθεμα, κατά τόν κθ΄ της εν Λαοδικεία), αλλ’ όμως δίδουν αφορμή σκανδάλου καί υποψία ότι τιμούν τίς εορτές των Ιουδαίων, τό οποίο είναι αλλότριο των Ορθοδόξων, καί μολύνονται οι ίδιοι μέ τήν συναναστροφή των Χριστοκτόνων, πρός τούς οποίους λέει ο Θεός : «νηστείαν καί αργίαν καί τάς εορτάς υμών μισεί η ψυχή μου».
Από τόν παρόντα Κανόνα γίνεται φανερό πόσο αξιοκατάκριτοι είναι οι Λατίνοι, πούκαινοτόμησαν τό μυστήριο της θείας Ευχαριστίας καί εισήγαγαν σ’αυτό τά Ιουδαϊκά άζυμα. Από τήν εποχή του Χριστού μέχρι τό 1053 μ.Χ. η Εκκλησία των Δυτικών λειτουργούσε μέ ένζυμο άρτο. Κατ’αυτό τό έτος ο Λέων ο Θ΄ έγινε ο πρώτος εφευρετής των αζύμων. Ψευδέστατο αποδείχθηκε αυτό, πού πρότειναν οι Λατίνοι, ότι ο Κύριος τέλεσε τόν μυστικό Δείπνο μέ άζυμο άρτο, διότι : Α) βρέθηκε ένζυμος άρτος, πού παραδόθηκε από τόν Κύριο. Διηγείται ο Νικόλαος ο Υδρούντος στό «Κατά αζύμων»[2]έργο του ότι, όταν οι Φράγγοι κατέλαβαν τήν Κωνσταντινούπολη, βρήκαν στό Βασιλικό σκευοφυλάκιο τά τίμια ξύλα, τό ακάνθινο στεφάνι, τά σανδάλια του Σωτήρος καί ένα καρφί. Βρήκαν, όμως, καί σ’ ένα χρυσό λιθομαργαρητοκόλλητο σκεύος άρτο, από τόν οποίο έδωσε ο Κύριος στούς Αποστόλους. Γι’αυτό είχε καί αυτή τήν επιγραφή˙ «Ενθάδε κείται ο θείος άρτος, ον ο Χριστός τοις μαθηταίς εν τη ώρα του Δείπνου διένειμεν, ειπών˙ Λάβετε, φάγετε, τουτό εστι τό Σώμα μου». Επειδή, όμως, ήταν ένζυμος, οι Δυτικοί, πού τόν βρήκαν, δηλ. ο Επίσκοπος Αλβεστανίας καί ο υποψήφιος Βηθλεέμ, θέλησαν νά τόν κρύψουν. Τήν αλήθεια της ιστορίας αυτής μαρτυρεί καί ο Γεώργιος ο Κερκύρας, πού ήκμασε κατά τό 1146ο έτος. Καί Β) πρώτος ο Ιωάννης ο Ιεροσολύμων καί ύστερα ο πολυμαθής Ευστράτιος ο Αργέντης, πού έλαβε αφορμή από τόν προρηθέντα Ιωάννη, συνέγραψαν κατά αζύμων καί απέδειξαν μέ γραφικούς καί αναντιρρήτους λόγους ότι ο Κύριος δέν έφαγε τό νομικό φάσκα καί ακολούθως δέν τέλεσε τόν μυστικό Δείπνο μέ άζυμα[3].
Ερμηνεύοντας ο Όσιος Νικόδημος τό δεύτερο τροπάριο της θ΄ ωδής του κανόνος της Μεγάλης Πέμπτης, «Άπιτε τοις μαθηταίς, ο Λόγος έφη, τό Πάσχα, εν υπερώω τόπω, ω νους ενίδρυται, οις μυσταγωγώ σκευάσατε, αζύμω αληθείας λόγω˙ τό στερρόν δέ της χάριτος μεγαλύνατε», αναφέρει ότι ο Κύριος προτρέπει τούς Μαθητές Του νά ετοιμάσουν τό Πάσχα μέ άζυμο μέν λόγο της αληθείας καί απλότητος, όχι όμως καί χωρίς τόν ένζυμο καί αρτώδη καί στερεό˙ διότι, τόν ένζυμο άρτο αινιγματωδώς φανέρωσε ο Μελωδός όσιος Κοσμάς Μαϊουμά μέ τήν προσθήκη του «τό στερρόν δέ της χάριτος μεγαλύνατε». Της χάριτος είναι τό ένζυμο, επειδή μέ ένζυμο άρτο και ο Κύριος τότε παρέδωσε τό Μυστήριο, γιατί ακόμη δέν ήταν καιρός των αζύμων, καθότι αυτά τρώγονταν μέ τόν αμνό καί τίς πικρίδες τήν νύκτα του Μεγάλου Σαββάτου, καί όλη η Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού μέ ένζυμο άρτο εκτελεί τό Μυστήριο. Επειδή είναι της χάριτος, γι’αυτό ακολούθως είπε ο Μελωδός νά μεγαλύνουν τό ένζυμο. Μέ τό νά μεταχειριζόταν ο παλαιός Νόμος σέ όλες σχεδόν τίς ιεροπραξίες τά άζυμα, γι’αυτό ο Μελωδός δέν τά ονομάζει της χάριτος, ούτε λέει νά τά μεγαλύνουν οι πιστοί. Γιατί, όμως, αναφέρει ο Μελωδός εδώ άζυμα; Γιά νά δείξει μυστικώς ότι ο Κύριος έφαγε τότε τό παλαιό Πάσχα, τό οποίο έγινε μέ άζυμα, καθώς καί άλλοι πολλοί άγιοι Πατέρες έτσι υπέλαβαν. Ότι δέν τό έφαγε κατ’εκε~ινον τόν χρόνο, μας παραπέμπει ο Όσιος Νικόδημος στόν λόγο του Ιωάννου Ιεροσολύμων «Κατά αζύμων»[4]καί στό «Περί Μυστηρίων Βιβλιάριον» του Ευστρατίου Αργέντου[5].
Ότι μέν τά άζυμα είναι αποβεβλημένα από τά Μυστήρια της Εκκλησίας του Χριστού, τά δέ ένζυμα μόνο είναι αποδεκτά σ’αυτήν καί τί αυτά δηλώνουν, μας φανερώνει ο όσιος Ιωσήφ ο Βρυέννιος. Στήν πρώτη διάλεξη, πού έκανε, του λατίνου Σκαράνου, λέει˙ «Πρώτον υμών (των Λατίνων) αποσχιζόμεθα, ότι αντί ενζύμων εν ταις υμών λειτουργίαις προσφέρετε άζυμα˙ περί αυτού γάρ ούτως η εβδόμη Οικουμενική Σύνοδος τίθησιν˙ Ει τις ου τίθησιν εις τήν προσφοράν προζύμην καί άλας καί ει τις προσφέρει άζυμα, ανάθεμα έστω»[6]. Καί ο Μέγας Βασίλειος στήν ερμηνεία της Θείας Λειτουργίας λέει˙ «Διά των ενταύθα τελουμένων σημαίνομεν τήν τελείαν ανθρωπότητα του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού καί δείκνυμεν τούτο τέλειον Θεόν είναι καί τέλειον άνθρωπον˙ άλευρον η σάρξ, πρόζυμον η ψυχή, άλας ο νους˙ καί διά τούτο ονομάζομεν. Αλλά καί τάς πέντε αισθήσεις αποπληρούμεν εν ταις ιεραίς προσφοραίς˙ όρασις τό άλευρον, όσφρησις τό πρόζυμον, ακοή τό πυρ, γεύσις τό άλας καί αφή τό ύδωρ»[7].
Στό σημείο αυτό ωφέλιμο είναι νά θυμηθούμε καί τούς δεκατρείς αγίους ενδόξους Οσιομάρτυρες καί Ομολογητές της Ορθοδόξου πίστεως της Ιεράς Μονής Καντάρας της Κύπρου, Ιωάννη, Κόνονα, Ιερεμία, Μάρκο, Κύριλλο, Θεόκτιστο, Βαρνάβα, Μάξιμο, Θεόγνωστο, Ιωσήφ, Γεννάδιο, Γεράσιμο καί Γερμανό, οι οποίοι, επειδή δέν δέχθηκαν τά άζυμα καί τήν νοθευμένη ομολογία των Λατίνων, κάηκαν απ’τους Λατίνους στίς 19 Μαΐου 1231[8].


Γ) Το ζέον


Σύμφωνα μέ τόν Όσιο Νικόδημο, διπλό στάθηκε τό θαύμα της ακηράτου πλευράς του Κυρίου, όχι μόνο γιατί εξέβλυσε αίμα καί ύδωρ, τό μέν αίμα ως άνθρωπος, τό δέ ύδωρ, ως υπέρ άνθρωπον, κατά τόν Θεολόγο Γρηγόριο, αλλά καί γιατί αυτά εξέβλυσαν ζεστά καί ζωντανά, σά νά ήταν ζωντανή εκείνη η πλευρά καί ζωοποιός, εξαιτίας της καθ’υπόστασιν ενώσεως της ζωοποιού Θεότητος, κατά τόν άγιο Συμεών Θεσσαλονίκης. Γιά νά παριστάνεται μέν τό πρώτο θαύμα, νομοθετήθηκε νά εκχέεται αίμα καί ύδωρ στό άγιο Ποτήριο. Γιά νά παριστάνεται δέ τό δεύτερο, διατάχθηκε άνωθεν καί εξ αρχής, όπως λέει ο Βαλσαμών καί ο Γερμανός Κωνσταντινουπόλεως, νά εκχέεται αυτό τό ύδωρ ζεστό καί κοχλάζον στόν καιρό του Κοινωνικού, όχι ψυχρό ή χλιαρό, ώστε καί αυτός ο ιερεύς καί οι υπόλοιποι, πού τά μεταλαμβάνουν έτσι ζεστά, νά διατίθενται ότι τά μεταλαμβάνουν, καθώς τότε εξήλθαν από τήν ζωοποιό πλευρά του Σωτήρος. Σφάλλουν, λοιπόν, πολύ οι ιερείς εκείνοι, πού αμελούν σ’αυτό, καί δέν ζεσταίνουν καλά τό άγιο ζέον, αλλά τό βάζουν χλιαρό στό Θείο Ποτήριο. Γιατί, πρέπει νά είναι βραστό καί κοχλάζον, όταν εκχέεται (ώστε νά ζεσταίνεται καί τό άγιο Ποτήριο απ’αυτό), καθώς καί αυτό τό όνομα δηλώνει˙ γιατί ζέον θά πει βραστό νερό. Γι’αυτό καί ο θείος Νικηφόρος στόν ιγ΄ Κανόνα[9] του λέει ότι, χωρίς ζέον καί θερμό ύδωρ, δέν πρέπει νά λειτουργήσει Πρεσβύτερος. Οι δέ Λατίνοι, μή λειτουργώντας μέ θερμό ύδωρ, παριστάνουν μ’αυτό νεκρή τήν ζώσα θεότητα καί τήν από αυτήν ζωοποιουμένη θεία πλευρά του Σωτήρος. Πρέπει δέ οι ιερείς νά προσέχουν καί στήν μέν πρώτη έγχυση του ύδατος στό Ποτήριο στήν πρόθεση νά βάζουν λιγότερο ύδωρ, ύστερα δέ νά βάζουν περισσότερο τό θερμό γιά δύο αίτια : α) γιά νά θερμανθεί η προτέρα ένωση στό Ποτήριο καί β) γιά νά γίνει μετρία η κράση του οίνου καί του ύδατος καί όχι νά γίνεται τό εναντίον καί νά δίνουμε αφορμή στούς Λατίνους νά μας κατηγορούν ότι φθείρουμε τήν κράση του Ποτηρίου μέ τό υπερβολικό νερό[10].


Δ) Ο τρόπος κοινωνίας


Αναφερόμενος ο Όσιος Νικόδημος στήν Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία, μεταξύ των άλλων λέει καί ότι αυτοί, πού δέν χρίουν τόν άγιο Άρτο μέ τό πανακήρατο Αίμα, όπως διατάσσεται στά Ευχολόγια, καί τόν φυλάττουν χωρίς νά είναι χρισμένος, γιά νά γίνει μ’αυτόν η Προηγιασμένη, προφανώς λατινοφρονούν. Γιατί, αυτό είναι χαρακτηριστικό της δυσσέβειας των Λατίνων, τό νά μεταδίδουν στούς λαϊκούς από ένα είδος, δηλ. μόνο από τόν άρτο, τό Μυστήριο της Ευχαριστίας, όπως παρανόμως νομοθέτησε η δυτική σύνοδος, πού συγκροτήθηκε στήν Κωνσταντία της Γερμανίας τό 1414 μ.Χ.[11]. Στήν πρώην ορθοδοξούσα δυτική Εκκλησία οι γυναίκες δέν ελάμβαναν τόν άγιο άρτο μέ γυμνά χέρια, αλλά, αφού άπλωναν στά χέρια τους κάποια λευκά οράρια, δηλ. άσπρα μανδηλάκια, έτσι δέχονταν τόν άγιο άρτο, καθώς τό διορίζει αυτό η εν Αντισιοδώρω τοπική Σύνοδος στόν λστ΄ Κανόνα της καί ο ιερός Αυγουστ~ινος στόν 252ο λόγο του. Αυτό τό μανδηλάκι ονομαζόταν Δομενικάλε, πού στά Λατινικά σημαίνει Κυριακό, επειδή τό έφερναν κατά τίς Κυριακές στήν Εκκλησία, γιά νά λάβουν τό Σωμα του Χριστού[12].


Ε) Τα Κυριακά λόγια


Σχολιάζοντας ο Όσιος Νικόδημος τόν 91ο Κανόνα του Μ. Βασιλείου, επισημαίνει ότι, ας αισχυνθούν οι παπιστές, βλέποντας εδώ τόν Μεγάλο Βασίλειο, τόν 13ο Απόστολο, νά λέει ότι δέν είναι αρκετά τά Κυριακά λόγια, δηλαδή τό «Λάβετε, φάγετε...» καί τό«Πίετε...»[13], για τήν τελείωση των θείων Μυστηρίων, όπως αντιθέτως κακώς καί σφαλερώς λένε αυτοί, αλλά μαζί μ’αυτά είναι αναγκαίες καί οι ευχές καί οι επικλήσεις, πού λέγονται μυστικώς από τόν Ιερέα. Ότι δέ αυτό είναι πανάληθες καί του Ηλίου φαεινώτερον, τό αποδεικνύει μέ αναντίρρητες καί γενναιότατες αποδείξεις ο πολυμαθέστατος ανήρ Ευστράτιος ο Αργέντης στό βιβλίο του «περί Μυστηρίων»[14]. Μέ άλλα λόγια, η αιρετική παρασυναγωγή του Παπισμού υποστηρίζει ότι ο καθαγιασμός του άρτου καί του οίνου γίνεται κατά τήν εκφώνηση των ιδρυτικών λόγων του Χριστού«Λάβετε, φάγετε...» καί «Πίετε...». Η Ορθόδοξη Εκκλησία, όμως, δέχεται ότι ο καθαγιασμός γίνεται μέ τήν επίκληση του Αγίου Πνεύματος «κατάπεμψον τό Πνεύμα σου τό Άγιον εφ’ημάς καί επί τά προκείμενα δώρα ταύτα καί ποίησον...». Η διαφωνία μεταξύ Παπισμού καί Ορθοδόξου Εκκλησίας αρχίζει επίσημα από τήν  ενωτική ψευδοσύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας, ενώ είναι γνωστή από τόν 9ο αιώνα. Ο Ζυγαβηνός (12ος αιώ.) καί ο άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας (14ος αιώ.) αντιπαραθέτουν μέ έμφαση τήν ορθόδοξη θεώρηση στήν παπική αυτή διδασκαλία. Η παπική αντίληψη γιά τόν καθαγιασμό των τιμίων δώρων αποτελεί άμεση συνέπεια της αλλοιώσεως του Τριαδικού δόγματος μέ την αίρεση του Filioque. Προβάλλεται μέ έμφαση ο Χριστός καί ατονεί ο ρόλος του Αγίου Πνεύματος. Παράλληλα, η διδασκαλία αυτή οφείλεται σέ μιά χριστοκεντρική αντίληψη της Θείας αποκαλύψεως καί της Θείας Ευχαριστίας. Όλα αυτά εξυπηρετούν άριστα τήν προβολή του παπικού πρωτείου καί διευκολύνουν πολύ τήν απαίτηση των παπών γιά διοικητική υπεροχή στήν όλη Εκκλησία. Αντιθέτως η ορθόδοξη θεώρηση τονίζει τόν τριαδοκεντρικό χαρακτήρα της Εκκλησίας καί φανερώνει τήν πνευματολογική βάση της ορθοδόξου Εκκλησιολογίας. Επίσης, η ορθόδοξη θεώρηση θεμελιώνεται σέ μαρτυρίες των αγίων πατέρων, στίς αρχαίες λειτουργίες, πού περιέχουν τήν επίκληση καί γενικότερα στήν όλη ιερά παράδοση[15].
Πηγή: aktines.blogspot.gr








[1] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον,  σ. 90.
[2]  ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΥΔΡΟΥΝΤΟΣ, Κατά αζύμων.
[3] ΔΟΣΙΘΕΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Δωδεκάβιβλος, βιβλίο 8ο, κεφ. 12ο, §δ΄, σσ. 396-397, ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ, Ιερά Κατήχησις, ΑΓΙΟΣ
   ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σσ. 96-97.
[4] ΙΩΑΝΝΗΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Κατά αζύμων.
[5] ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ ΑΡΓΕΝΤΗΣ, Περί μυστηρίων.
[6] ΑΓΙΟΣ ΙΩΣΗΦ ΒΡΥΕΝΝΙΟΣ, Κατά λατίνου Σκαράνου, Τά ευρεθέντα, τ. α΄-γ΄, εκδ.Β. Ρηγόπουλος, Θεσσαλονίκη 1990-1.                                                                                                                                     
[7] Μ.ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ, Λειτουργία..., PG 31, 1629-1658,  ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ,Εορτοδρόμιον ήτοι ερμηνεία εις τούς ασματικούς κανόνας των Δεσποτικών καί Θεομητορικών εορτ~ων, τ. Β΄, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1995, σσ. 168-169.
[8] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, τ. Ε΄, Θεσσαλονίκη 2003, σ. 480
  καί ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ -  ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΧΙΟΥ - ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ – ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΑΡΙΟΣ, Συναξαριστής Νεομαρτύρων, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη,Θεσσαλονίκη 1996, σ. 534.
[9] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σ. 727.
[10] Ό. π., σσ. 248-249.
[11] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σ. 268.
[12] Ό. π., σ. 311.
[13] Ματθ. 26, 26-28.
[14] Ό. π., σσ. 645-646 καί ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ ΑΡΓΕΝΤΗΣ, Περί μυστηρίων βιβλιάριον, σσ. 92-250.
[15] ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ, Δυτική θεολογία καί πνευματικότητα˙ σημειώσεις από τίς πανεπιστημιακές παραδόσεις, εκδ. Υπηρεσία Δημοσιευμάτων Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη, σσ. 54-55.

Τρίτη 30 Απριλίου 2013

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ - Τῆς ἀλειψάσης τόν Κύριον



     « Τῇ ἁγίᾳ καὶ μεγάλῃ Τετάρτῃ, τῆς ἀλειψάσης τὸν Κύριον μύρῳ Πόρνης γυναικός, μνείαν ποιεῖσθαι οἱ θειότατοι Πατέρες ἐθέσπισαν, ὅτι πρὸ τοῦ σωτηρίου Πάθους μικρὸν τοῦτο γέγονε».
 

 Αυτό είναι το συναξάρι της σημερινής ημέρας, της Μεγάλης Τετάρτης. Οι συνοδοιπόροι του πάθους του Χριστού μας πιστοί καλούμαστε αυτή την ιερή ημέρα να τιμήσουμε την έμπρακτη και ειλικρινή μετάνοια της πρώην πόρνης γυναικός, η οποία έγινε συνώνυμη με την συντριβή και την αλλαγή ζωής.

        Το σημαντικότατο, συγκινητικότατο και διδακτικότατο γεγονός της αλείψεως του Κυρίου με πολύτιμο μύρο από την αμαρτωλή γυναίκα διασώζουν με μικρές παραλλαγές και οι τέσσερις ευαγγελιστές. Ο Ματθαίος (26,6-13), ο Μάρκος (14,3-9) και ο Ιωάννης (12,1-8) ομιλούν για την ίδια γυναίκα, την Μαρία, την αδελφή του Λαζάρου, η οποία, όπως αναφέραμε, από ευγνωμοσύνη για την ανάσταση του αδελφού της, έκαμε αυτή την σπουδαία πράξη. Αντίθετα ο Λουκάς αναφέρει πως η γυναίκα, που δεν αναφέρεται το όνομά της, ήταν αμαρτωλή πόρνη. Είναι προφανές ότι πρόκειται για διαφορετικό περιστατικό. Ίσως να ήταν η πόρνη γυναίκα, την οποία έσωσε ο Κύριος από το λιθοβολισμό των υποκριτών Ιουδαίων (Ιωάν.8,5).

           Βεβαίως στον Εσπερινό της ημέρες διαβάζεται η περικοπή από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη, όμως το περιεχόμενο και η θαυμάσια υμνολογία της ημέρας είναι εμπνευσμένη από την περικοπή του Ευαγγελίου του Λουκά.

        Σύμφωνα με τον ιερό ευαγγελιστή ο Ιησούς προσκλήθηκε σε δείπνο στο σπίτι κάποιου Σίμωνος, ο οποίος ανήκε στην τάξη των Φαρισαίων. Κάποια γυναίκα αμαρτωλή όταν έμαθε ότι ο Κύριος ήλθε στην πόλη, ζήτησε να μάθει σε πιο σπίτι έχει καταλύσει. Και ενώ έτρωγαν και συζητούσαν, ξάφνου μπήκε στο σπίτι η γυναίκα εκείνη, κρατώντας στα χέρια της αλαβάστρινο δοχείο γεμάτο πολύτιμο μύρο. Προχώρησε στο μέρος του Ιησού και αφού στάθηκε πίσω Του, γονάτισε και άρχισε να κλαίει και να οδύρεται γοερά.
Άνοιξε αμέσως το δοχείο και άρχισε να ρίχνει απλόχερα το μύρο και να πλένει με αυτό πόδια του Ιησού. Μαζί με το πολύτιμο μύρο έσμιγε και τα καυτά δάκρυά της, τα οποία έτρεχαν σαν ποτάμι από τα μάτια της.  Αφού άδειασε το δοχείο ξέπλεξε τα πλούσια μαλλιά της και σκούπισε με αυτά τα πόδια Του, φιλώντας τα αδιάκοπα.

      Ο Φαρισαίος οικοδεσπότης απόρησε με το γεγονός και διαλογιζόταν: Αυτός εδώ είναι προφήτης, δε γνωρίζει το ποιόν αυτής τη γυναίκας και την αφήνει να τον αγγίξει; Ο καρδιογνώστης Χριστός είπε στον Σίμωνα: Έχω να σου πω το εξής για τις σκέψεις σου: Εκείνος είπε: μίλα μου δάσκάλε. Κάποιος, του είπε, δάνεισε χρήματα σε δύο ανθρώπους, στον πρώτο πεντακόσια δηνάρια και στον δεύτερο πενήντα. Όταν έπρεπε να τα επιστρέψουν αυτοί δεν είχαν και ο δανειστής τους τα χάρισε. Και ρωτά το Σίμωνα: ποιος από τους δυο θα χρωστάει μεγαλύτερη χάρη στον δανειστή; Ο Σίμων απάντησε: αυτός που του χαρίστηκε το μεγαλύτερο ποσό. Σωστά απάντησες του είπε ο Ιησούς. Για κοίταξε αυτή τη γυναίκα. Εγώ μπήκα στο σπίτι σου και δεν μου έπλυνες τα πόδια με νερό, όμως εκείνη μου τα έπλυνε με τα δάκρυά της και τα σκούπισε με τα μαλλιά της. Χαιρετισμό δε μου έδωκες, όμως αυτή δε σταμάτησε στιγμή να μου φιλάει τα πόδια. Με λάδι δεν μου άλειψες το κεφάλι, όμως αυτή με πανάκριβο μύρο μου άλειψε τα πόδια. Δεν αξίζει να της πω: «σου συγχωρούνται οι τόσες πολλές αμαρτίες σου, διότι με αγάπησες τόσο πολύ»; Γυρίζοντας προς τη γυναίκα της είπε: «σου συγχωρούνται οι αμαρτίες σου». Τότε άρχισαν οι συνδαιτυμόνες να διερωτώνται: ποιος είναι αυτός που μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες; Ο Χριστός ξαναλέγει στη γυναίκα: «Η πίστη σου σε έσωσε, πήγαινε στο καλό».

        Η γυναίκα αυτή ήταν διαβόητη για την αμαρτωλότητά της. Οι υποκριτές συντοπίτες της την ήθελαν πόρνη, για να ικανοποιεί τις πορνικές τους αμαρτωλές έξεις. Ένα σκεύος αμαρτωλής ηδονής και τίποτε περισσότερο. Στην κοινωνική και θρησκευτική ζωή της πόλεως δεν είχε θέση, ήταν το μίασμα, την οποία έπρεπε να αποφεύγουν. Κάπως έτσι σκέφτηκε και ο Σίμων ο οικοδεσπότης, όταν είδε να μπαίνει στο «καθώς πρέπει» σπίτι του εκείνη και να το «μιαίνει». Πολλώ δε μάλλον να αγγίζει τον υψηλό καλεσμένο του ραβίνο.

    Το σώμα της αμαρτωλής αυτής γυναίκας έχε παραδοθεί εξ’ ολοκλήρου στο βόρβορο της αμαρτίας και της διαφθοράς. Όμως μέσα στα κατάβαθα της ψυχής της σιγόκαιγε αμυδρή φλόγα λυτρώσεως. Ο ψυχικός της κόσμος δεν είχε διαφθαρεί
 ολοκληρωτικά. Η παρουσία του Σωτήρα Χριστού στην πόλη εκείνη λειτούργησε στην καρδιά της ως ισχυρότατος άνεμος, ο οποίος θέριεψε την αδύναμη φλόγα λυτρώσεως και την έκαμε πυρακτωμένο καμίνι, ασυγκράτητη ορμή για μετάνοια και σωτηρία και γι’ αυτό έτρεξε κοντά Του με τον χαρακτηριστικό αυτό τρόπο.

     «Προσέξετε, φιλόχριστοι Χριστιανοί, συμβουλεύει ο ιερός Χρυσόστομος, να νοήσετε και να απολαύσετε την καλή διήγηση της καλής αυτής γυναικός, η οποία έφτασε ως εκεί, χωρίς να την καλέσουν, πλησίασε στο μέρος που βρισκόταν ο Κύριος και εξομολογήθηκε δημόσια, εξ όλης καρδίας, τα κρίματά της, χωρίς να αισχύνη, χωρίς φόβο η αντρειωμένη στην ψυχή. Δε λογάριασε τίποτε, ούτε την ταραχή των υπηρετών, ούτε την κατηγορία και το όνειδος των παρισταμένων».
             

     Ο Χριστός, εγκαινίασε μια νέα αντίληψη για τον αμαρτωλό άνθρωπο, εντελώς διάφορη από εκείνη της ιουδαϊκής κοινωνίας. Δεν είναι ο αμαρτωλός άνθρωπος μιασμένος από τη φύση του, αλλά ένας πνευματικά ασθενής, ο οποίος χρειάζεται βοήθεια. Έθεσε ως αντίδοτο της πνευματικής ασθένειας τη μετάνοια, η οποία είναι ο ισχυρότατος εκείνος μοχλός, ο οποίος γκρεμίζει το οικοδόμημα της αμαρτίας και αναγεννά τον άνθρωπο. Δια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού παρήλθε ανεπιστρεπτί το καθεστώς του νόμου και της μισθαποδοσίας, και ανέτειλε η εποχή της χάρητος και του ελέους.

      Οι θείοι υμνογράφοι, θέλοντας να τονίσουν το σωτήριο νόημα της μετάνοιας της αμαρτωλής γυναικός, στόλισαν τις ιερές ακολουθίες της Μεγάλης Τετάρτης με μια ποιητική και μουσική πανδαισία ύψιστης αξίας. Η ακολουθία ιδιαίτερα του Όρθρου, σύμφωνα με επιφανείς λειτουργιολόγους, είναι από τις καλλίτερες ποιητικές
συνθέσεις όλων των ακολουθιών του έτους. Τους ύμνους της Μ. Τετάρτης χαρακτηρίζουν οι πλούσιες εικόνες, οι διάλογοι και οι αντιθέσεις. Ο Όρθρος ξεκινάει με το γνωστό «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται…» και ακολουθούν τα υπέροχα καθίσματα«Πόρνη προσήλθε σοι…», «Ιούδας ο δόλιος φιλαργυρίαν ερών…» και το καταπληκτικό «Η πόρνη εν κλαυθμώ ανεβόα, οικτίρμων…». Στο κοντάκιο παρουσιάζεται ο κάθε άνθρωπος αμαρτωλός να βρίσκεται στη θέση της πόρνης. Ο ιερός ποιητής παίρνει τη θέση της και ικετεύει στο Δεσπότη και Λυτρωτή Χριστό να τον ελεήσει, «Υπέρ την πόρνην αγαθέ, ανομήσας, δακρύων όμβρους (όπως εκείνη)ουδαμώς σοι προσήξα, αλλά σιγή δεόμενος προσπίπτω σοι, πόθω ασπαζόμενος τους αχράντους σου πόδας, όπως μοι την άφεσιν, ως Δεσπότης, παράσχης των οφλημάτων, κράζοντι, Σωτήρ, εκ του βορβόρου των έργων μου ρύσαι με». Εξαίσιες ποιητικές συνθέσεις έργα του αγίου Κοσμά του Μελωδού, είναι τα τροπάρια των στιχηρών των αίνων. «Σε τον της Παρθένου Υιόν πόρνη επιγνούσα Θεόν…», «Το πολυτίμητον μύρον η πόρνη έμιξε μετά δακρύων…», «Ότε η αμαρτωλός προσέφερε το μύρον…», «Ω της Ιούδα αθλιότητος! Εθεώρει την πόρνην φιλούσαν τα ίχνη και εκέπτετο δόλω της προδοσίας το φίλημα…». Στα υπέροχα αυτά τροπάρια γίνεται αριστοτεχνική αντίθεση μεταξύ της μετανοούσας γυναικός και του μελλοντικού προδότη μαθητή Ιούδα. Ο ιερός ποιητής εξαίρει την μετάνοια της πόρνης και στηλιτεύει την προδοσία του μαθητή. Τα τροπάρια των αποστίχων είναι και αυτά καταπληκτικές  ποιητικές συνθέσεις και είναι έργα του Βυζαντίου του Μελωδού. «Σήμερον ο Χριστός παραγίνεται εν τη οικία του Φαρισαίου…»,«Ήπλωσεν η πόρνη τα τρίχας σοι τω Δεσπότη, ήπλωσεν ο Ιούδας τας χείρας τοις παρανόμοις…», «Προσήλθε γυνή δυσώδης και βεβορβορωμένη…». Στο τέλος ψάλλεται ένα από τα κορυφαία ποιήματα όχι μόνο της Εκκλησίας μας, αλλά και γενικότερα της παγκοσμίου λογοτεχνίας. Πρόκειται για το γνωστότατο δοξαστικό «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή…», το γνωστό τροπάριο της Κασσιανής, της μεγάλης αυτής βυζαντινής ποιήτριας, την οποία μερικοί αμαθείς την  ταυτίζουν με την πόρνη, που αναφέρεται στον περίφημο ύμνο της. Κανενός η ψυχή δεν μένει ασυγκίνητη στο άκουσμά του.

       Η αφιέρωση της ημέρας αυτής στην μακάρια πρώην πόρνη γυναίκα έγινε σκόπιμα από τους αγίους Πατέρες. Η μορφή της προβάλλει ως φωτεινό ορόσημο καταμεσής στην οδοιπορία προς το Θείο Πάθος για να δείξει και σε μας πως αν δεν συντριβούμε, σαν και εκείνη, και δεν δείξουμε έμπρακτη μετάνοια, δεν μπορούμε να ακολουθήσουμε το Χριστό στο Πάθος και την Ανάσταση. Η αγία μας Εκκλησία θέσπισε τη μετάνοια ως ύψιστη δωρεά η οποία ανανεώνει την ουρανοδρόμο πορεία μας προς το Χριστό και την τελείωσή μας. Καλός χριστιανός δεν είναι εκείνος, ο οποίος γεμάτο κομπασμό και εγωιστική αυτάρκεια, ισχυρίζεται ότι έφτασε σε επίπεδο αγιότητας και δεν χρειάζεται πια άλλο αγώνα, αλλά ο διατελών σε διαρκή μετάνοια.
 


ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου Καθηγητού

Πηγή: aktines.blogspot.gr



Κοντάκιον
Ἦχος δ'. Ὁ ὑψωθεὶς.


Ὑπὲρ τὴν Πόρνην Ἀγαθὲ ἀνομήσας, δακρύων ὄμβρους οὐδαμῶς σοι προσῆξα, ἀλλὰ σιγῇ δεόμενος προσπίπτω σοι, πόθῳ ἀσπαζόμενος, τοὺς ἀχράντους σου πόδας, ὅπως μοι τὴν ἄφεσιν, ὡς Δεσπότης παράσχῃς, τῶν ὀφλημάτων κράζοντι Σωτήρ. Ἐκ τοῦ βορβόρου τῶν ἔργων μου ῥῦσαί με.


Μετάφραση 

Ἀγαθὲ Κύριε, ἂν καὶ ἁμάρτησα πιὸ πολὺ ἀπὸ τὴν πόρνη ὅμως δέ σοῦ πρόσφερα (ὅπως ἐκείνη) βροχὴ δακρύων μετανοίας· ἀλλὰ πέφτω στὰ πόδια σου, σιωπηλὰ δεόμενος καὶ ἀσπαζόμενος τὰ ὁλοκάθαρα πόδια σου, νὰ μοῦ χορηγήσεις συγχώρηση τῶν πταισμάτων μου, κράζοντας Σωτῆρα μου: Λύτρωσέ με ἀπὸ τὸν ἠθικὸ βόρβορο τῶν ἁμαρτημάτων μου καὶ σῶσε με.


ΤΟ ΤΡΟΠΑΡΙΟ ΤΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΗΣ (ΚΕΙΜΕΝΟ - ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ - ΒΙΝΤΕΟ)










Από τα απόστιχα ιδιόμελα του όρθρου της
 Μ. Τετάρτης


Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή, 
τὴν σὴν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν, 
ὀδυρομένη, μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει. 
Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας, 
ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας. 
Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων, 
ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ· 
κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας, 
ὁ κλίνας τοὺς οὐρανοὺς τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει. 
Καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας, 
ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις· 
ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν, 
κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη. 
Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους 
τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου; 
Μή με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος.



Μεταγραφή του Φώτη Κόντογλου


Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες, 
σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα 
και σε άλειψε με μυρουδικά πριν από τον ενταφιασμό σου 
κι έλεγε οδυρόμενη: Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη 
και δίχως φεγγάρι, η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας. 
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων, 
εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας. 
Λύγισε στ' αναστενάγματα της καρδιάς μου, 
εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης. 
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου, 
και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου· 
αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό, 
τ' άκουσε να περπατάνε, από το φόβο της κρύφτηκε. 
Των αμαρτιών μου τα πλήθη και των κριμάτων σου την άβυσσο, 
ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση, ψυχοσώστη Σωτήρα μου; 
Μην καταφρονέσης τη δούλη σου, εσύ που έχεις τ' αμέτρητο έλεος