A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Πέμπτη 4 Απριλίου 2013

Ο Π. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΕΣ (ΒΙΝΤΕΟ)

Π. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ: «ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΑΜΕ ΣΧΙΣΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΑΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΕΣ... ΑΠΟ ΤΟΤΕ ΑΡΧΙΖΕΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ... ΕΓΩ ΘΑΥΜΑΖΩ ΤΟΝ ΖΗΛΟ ΤΩΝ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΩΝ... ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΝΑ ΠΡΟΚΑΛΕΣΟΥΜΕ ΚΑΙ ΑΛΛΟ ΣΧΙΣΜΑ... (32.42 ΚΑΙ ΜΕΤΑ)

ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΕΡΟΒΑΣΙΛΕΙΟΥ: «ΟΙ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΕΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΣΗ»...

Π. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ: «ΟΧΙ ΠΡΟΣ ΘΕΟΥ!!.... ΕΞ΄ ΑΙΤΙΑΣ ΑΥΤΩΝ ΤΩΝ ΚΑΚΩΝ ΜΑΣ ΑΝΟΙΓΜΑΤΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΑΠΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΕΣ, ΟΡΘΩΣ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΟΜΕΝΟΙ (ΟΙ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΕΣ) ΚΑΙ ΕΝΙΣΤΑΜΕΝΟΙ, ΔΙΕΧΩΡΙΣΑΝ ΤΗΝ ΘΕΣΗ ΤΟΥΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ! ΔΕΝ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑΚΡΙΝΟΥΜΕ, ΤΟΥΣ ΣΕΒΟΜΑΣΤΕ... » (37.17 ΚΑΙ ΜΕΤΑ)



ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΩΝ

Θα συνεχίσουμε τις απαντήσεις μας σε διάφορα ερωτήματα που έχουν αρκετοί περί των ΓΟΧ αλλά και σε λανθασμένες ερμηνείες που δίνουν μερικοί γύρω απο το θέμα. 
Θα ομιλήσουμε με απλά λόγια ώστε να κατανοήσει και ο αναγνώστης, δίχως να τον κουράσουμε με θεολογικές ερμηνείες.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ: ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ: ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΩΝ  

Ἡ Πανορθόδοξος Σύνοδος τοῦ 1583- Η ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ Τοῦ π. Νικολάου Δημαρᾶ, Δρος Νομικῆς


Ἡ Πανορθόδοξος Σύνοδος τοῦ 1583

Η. Ἐσεῖς δέ οἱ εὐσεβεῖς καί ὀρθόδοξοι χριστιανοί, μένετε ἐν οἷς ἐμάθετε καί ἐγεννήθητε· καί ὅταν τό καλέση ὁ καιρός καί ἡ χρεία, καί αὐτό τό αἷμα σας νά χύσετε διά νά φυλάξετε τήν Πατροπαράδοτον Πίστιν καί ὁμολογίαν σας· καί φυλάγεσθε ἀπό τῶν τοιούτων καί προσέχετε, ἴνα ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός σᾶς βοηθᾶ ἅμα καί ἡ εὐχή τῆς ἡμῶν μετριότητος εἴη μετά πάντων ὑμῶν, ἀμήν.

«Ζ. Ὅποιος δέν ἀκολουθεῖ τά ἔθιμα τῆς Ἐκκλησίας καθώς αἱ ἑπτά Ἅγιαι Οἰκουμενικαί Σύνοδοι ἐθέσπισαν καί τό Ἅγιον Πάσχα καί τό Μηνολόγιον καλῶς ἐνομοθέτησαν νά ἀκολουθῶμεν καί θέλει νά ἀκολουθῆ τό νεοφεύρετον Πασχάλιον καί Μηνολόγιον τῶν ἀθέων ἀστρονόμων τοῦ Πάπα, καί ἐναντιώνεται εἰς αὐτά ὅλα, καί θέλει νά ἀνατρέψη καί νά χαλάση τά πατροπαράδοτα δόγματα καί ἔθιμα τῆς Ἐκκλησίας, ἄς ἔχει τό ἀνάθεμα καί ἔξω τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, καί τῆς τῶν πιστῶν ὁμηγύρεως ἄς εἶναι.

Ἔτους ἀπό Θεανθρώπου αφπγ΄ (1583) Ἰνδικτιῶνος ΙΒ΄ Νοεμβρίου Κ΄.
Ὁ Κωνσταντινουπόλεως ΙΕΡΕΜΙΑΣ Ὁ Ἱεροσολύμων ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ 
Ὁ Ἀλεξανδρείας ΣΙΛΒΕΣΤΡΟΣ 
Καί οἱ λοιποί Ἀρχιερεῖς τῆς Συνόδου παρόντες»

Η ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ,τοῦ π. Νικολάου Δημαρᾶ, Δρος Νομικῆς

Ὁ σχισματοαιρετικός Νεοημερολογιτισμός γεννήθηκε στηριγμένος πάνω σέ ἕνα ψεῦδος. Ὅπως ὅλα τά σχίσματα καί οἱ αἱρέσεις βασίζονται στό ψεῦδος καί στήν συκοφαντία, στήν πλαστογράφηση τῆς ἀλήθειας καί στήν ἀπάτη, καί ἐπιβάλλονται στούς ἀδιάφορους γιά τήν πίστη καί στούς ἀμαθεῖς, ἀπό ἐκείνους πού ὑπηρετοῦν ἔνοχες σκοπιμότητες καί συσσχηματίζονται μέ τόν κόσμο, ὑπηρετώντας τήν ἑκάστοτε κοσμική ἐξουσία.


Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας θεωρήθηκε καί θεωρεῖται ὡς ἕνας μῦθος, ἐξ ἀφορμῆς ἑνός ψεύδους μεταξύ τῶν Ἑβραίων. Ἀφοῦ οἱ στρατιῶτες τῆς κουστωδίας εἶπαν στούς ἀρχιερεῖς τά συγκλονιστικά γεγονότα τῆς Ἀναστάσεως, τούς ἔδωσαν πολλά χρήματα καί τούς εἶπαν νά λένε, ὅτι, ὅταν ἐμεῖς κοιμόμασταν, ἦλθαν οἱ μαθητές Του καί Τόν ἔκλεψαν. Καί συμπληρώνει ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος: "Καί διεφημίσθη ὁ λόγος οὗτος παρά τοῖς Ἰουδαίοις μέχρι τῆς σήμερον".

Ἕνα μεγάλο ψεῦδος πέρασε μέσα στήν ἱστορία.
Τέτοια ψεύδη στόν κόσμο ὑπῆρξαν πολλά.

Ἕνα ψεῦδος, ἐπίσης, ἀποτέλεσε τήν γενεσιουργόν αἰτίαν τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ, πού μέχρι σήμερα ἀποδυναμώνει τό ἔργον τῆς Ὀρθοδοξίας, μέ τίς ἐπιδράσεις τῶν σχισματικῶν αὐτῶν στό πλῆθος τῶν χριστιανῶν, πού εἶναι ἀδιάφοροι γιά τήν Πίστη ἤ πού σέ αὐτό τό ψεῦδος βρίσκουν καταφυγή ὅλοι ἐκεῖνοι πού ὑπηρετοῦν ἔνοχες σκοπιμότητες καί ἔχουν συσσχηματισθεῖ μέ τά πράγματα καί τίς ἐξουσίες τοῦ κόσμου τούτου.

Ἡ ἱστορία τοῦ Νεοημερολογιτικοῦ σχίσματος εἶναι ἁπλῆ, ἐν συντομίᾳ:

Μετά τό τέλος τοῦ Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, κατά τό 1919, τά Ὀρθόδοξα κράτη τῆς Ἀνατολῆς, γιά λόγους ἐμπορικούς, ἤθελαν νά προσαρμοσθεῖ τό Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον στό λεγόμενον Γρηγοριανόν, πού προηγεῖτο κατά 13 μέρες.

Καί στήν Ἑλλάδα ἄρχισαν σχετικές ζυμώσεις τῶν τότε κυβερνήσεων μέ τήν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ἠρνεῖτο σθεναρῶς μέχρι τότε νά ἀποστεῖ τοῦ Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου.

Ἡ ἐπαναστατική κυβέρνηση Πλαστήρα, παρά τίς ἀντιρρήσεις τῆς Ἐκκλησίας, προέβη διά Βασιλικοῦ Διατάγματος στήν καθιέρωση τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου γιά τά πολιτειακά πράγματα.

Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος στό σχετικό Βασιλικό Διάταγμα διατύπωσε τήν γνώμη, ὅτι δέν εἶναι δυνατόν νά ἀλλάξει τό Ἡμερολόγιον μόνη της, ἀναφορικά μέ τίς ἑορτές της. Μία τοπική Ἐκκλησία, ὅπως αὐτή τῆς Ἑλλάδος, δέν ἦταν δυνατόν νά τό κάνει αὐτό, χωρίς νά καταστεῖ σχισματική ἔναντι τῶν ἄλλων.

Ἀδικαιολόγητα, ὅμως, καί παρά τίς σοβαρότατες ἀντιρρήσεις τῶν ἄλλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ὁ τραγικός ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, μαζί μέ τόν ἀποστάτη καί μασῶνο Μελέτιο Μεταξάκη, πού εἶχε ἀναρριχηθεῖ στόν θρόνο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἀποδέχθηκαν στή συνέχεια τό Γρηγοριανόν ἡμερολόγιον. Καί τήν 10ην Μαρτίου τοῦ 1924 ὀνόμασαν 23ην. Τό Πάσχα θά ἑορταζόταν κατά τό Παλαιό ἡμερολόγιο, τήν ἴδια μέν ἡμέρα Κυριακή μέ ὅλες τίς ἄλλες Ἐκκλησίες, πού κράτησαν τό Παλαιόν, ἀλλά οἱ ἡμερομηνίες δέν θά συνέπιπταν πλέον, διότι οἱ μέν Νεοημερολογίτες μετροῦσαν τίς ἡμέρες μέ βάση τό Νέον, Γρηγοριανόν ἡμερολόγιον, τρέχοντας μπροστά 13 ἡμέρες, οἱ δέ ἄλλοι Ὀρθόδοξοι ὑπολόγιζαν τόν χρόνο ἀκόμη μέ βάση τό Παλαιόν, Ἰουλιανόν ἡμερολόγιον, πού ἡ Ἐκκλησία εἶχε σέ χρήση 1600 χρόνια.

Ὅλες οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι καί ὅλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἀναδείχθηκαν ἔχοντας ἑνιαῖο Ἐκκλησιαστικό Ἑορτολόγιο καί Ἡμερολόγιο. Μέχρι τότε γνώριζαν ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι, ὅπου καί νά βρίσκονταν, ἐκεῖ πού ὑπῆρχαν Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ὅτι γιόρταζαν τίς ἴδιες γιορτές, στίς ἴδιες ἡμέρες, τῶν Χριστουγέννων, τῶν Θεοφανείων, τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, τῆς Κοιμήσεως καί ὅλες τίς ἀκίνητες ἑορτές γενικά. Μέ τήν πραξικοπηματική ἀλλαγή πού συντελέστηκε, διασπάστηκε ἡ θαυμαστή ἑνότητα πού ὑπῆρχε μέχρι τότε. Ἄλλοτε γιόρταζαν οἱ Νεοημερολογιτικές ἐκκλησίες, ὅπως αὐτή τῆς Ἑλλάδος, καί ἄλλοτε αὐτές πού διακράτησαν καί κρατοῦν ἀκόμη μέχρι σήμερα, μετά ἀπό σχεδόν ἐννενῆντα χρόνια, τό Παλαιόν Ἡμερολόγιον, ὅπως κάνουν οἱ Σλαυικές Ἐκκλησίες.

Σήμερα εἶναι ἡλίου φαεινότερον, βέβαια, ὅτι ὑπῆρχε σκοπιμότητα στήν ἀλλαγή τοῦ Ἡμερολογίου, ὅπως ἔδειξε ἡ ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων.

Ὁ σκοπός τῆς ἀλλαγῆς ἦταν ὁ συνεορτασμός τῶν Ὀρθοδόξων μετά τῶν Φράγγων.

Αὐτή ἡ ἀλλαγή ἦταν ἕνα ἀπό τά πρῶτα καί βασικά βήματα πού εἶχαν πονηρά σχεδιασθεῖ, γιά νά γίνει εὐκολότερα ἡ ἕνωση τῶν Ὀρθοδόξων μέ τούς Παπικούς.

Τήν πονηρία τῶν Λατίνων εἶχε ἀναμφίβολα διαγνώσει στό παρελθόν ἡ Ἐκκλησία, καί γιαὐτό εἶχε λάβει ἀποφάσεις ἐν Συνόδῳ, μέ τίς ὁποῖες ἀναθεμάτιζε κάθε ἀλλαγή τοῦ Πατροπαραδότου Ἡμερολογίου καί κατ’ ἐξοχήν τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ ἁγίου Πάσχα. Ἄν γινόταν μία τέτοια ἀλλαγή θά κατέστρεφε τήν ἑορτολογική της αἰώνια ἑνότητα καί θά δημιουργοῦσε σύγχυση, ὅπως καί δημιούργησε, μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων.

Ἔγραφε ὁ μοναχός Θεόκλητος Διονυσιάτης, ὅπως καί ἄλλοι σχισματοαιρετικοί στό παρελθόν, σχετικά μέ τά Σιγγίλια τῶν Συνόδων τῶν ἐτῶν 1583 καί 1593, γιά νά πλήξει τό κίνημα της εὐσεβείας καί τήν παραδοσιακή καί ὀρθοδόξως ἀγωνιζόμενη ἱερά Μονή Ἐσφιγμένου:

" Ὅσον ἀφορᾶ τό "Σιγγίλιο" μέ τά ἀναθέματα τῆς συνόδου τοῦ 1593 κατά τοῦ νέου Καλενδαρίου, πρέπει νά ληφθεῖ ὑπ’ ὄψιν, ὅτι εἶναι πλαστό. Φέρεται ὑπογεγραμμένο ἀπό τόν Σίλβεστρο Ἀλεξανδρείας, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀποθάνει πρό τοῦ 1593!"

Ἡ ἀποκατάσταση τῆς ἀλήθειας

Μετά τό 1924, μετά δηλαδή τήν ἐπάρατη Νεοημερολογιακή ἀλλαγή, ὅσοι ἀκολούθησαν τό Νέο ἡμερολόγιο ἔγιναν σχισματικοί. Δέν ἀποτελοῦσαν δηλαδή τήν ἀληθινήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδή ἡ Ἐκκλησία μέ τίς Πανορθόδοξες Συνόδους τοῦ 1583 καί 1593, (ἀλλά καί τοῦ 1587, περί ἧς Συνόδου βλ. κατωτέρω), καί ἐπί 350 χρόνια ἠρνεῖτο σθεναρῶς νά ἀκολούθησει τό φράγκικο ἡμερολόγιο, νά προσάρμοσει τό Ἑορτολόγιό της στό παπικό καλενδάριο καί νά ἀλλάξει τό Μηνολόγιον. Καί ὄχι μόνον ἠρνεῖτο οἱανδήποτε ἑορτολογικήν ἀλλαγήν ἀλλά ἀναθεμάτισε καί ὅσους στό μέλλον θά δέχονταν τό φράγγικο ἡμερολόγιο.

1η Ἀπόφασις τῆς Συνόδου τοῦ 1583, ἡ ὁποία ὑπογράφεται ἀπό τούς Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, Ἱερεμία, Ἀλεξανδρείας, Σίλβεστρο, Ἱεροσολύμων, Σωφρόνιο καί ἀπό τούς ὑπόλοιπους παρόντες Ἀρχιερεῖς:

Κανών Ζ': " Ὅποιος δέν ἀκολουθᾶ τά ἔθιμα τῆς Ἁγίας Ὀρθόδοξου Ἐκκλησίας, καθώς αἱ ἑπτά Ἅγιαι Οἰκουμενικαί Σύνοδοι ἐθέσπισαν, καί τό Ἅγιον Πάσχα καί τό Μηνολόγιον καλῶς ἐνομοθέτησαν νά ἀκολουθῶμεν, καί θέλει νά ἀκολουθᾶ τό νεοεφεύρετον Πασχάλιον καί νέον Μηνολόγιον τῶν ἀθέων ἀστρονόμων τοῦ Πάπα, καί ἐναντιώνεται εἰς αὐτά ὅλα καί θέλει νά ἀνατρέψῃ καί νά χαλάσῃ τά πατροπαράδοτα δόγματα καί ἔθιμα τῆς Ἁγίας Ὀρθόδοξου Ἐκκλησίας, ἄς ἔχει τό ἀνάθεμα καί ἔξω τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας καί τῆς τῶν Πιστῶν ὁμηγύρεως ἄς εἶναι.

Ἐσεῖς δέ οἱ εὐσεβεῖς καί Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί μένετε ἐν οἷς ἐμάθετε, ἐγεννήθητε καί ἀνετράφητε καί, ὅταν τό καλέσῃ ὁ καιρός καί ἡ χρεία, καί αὐτό τό αἷμα σας νά χύνετε, διά νά φυλάξετε τήν πατροπαράδοτον πίστιν καί ὁμολογίαν σας καί νά φυλάγεσθε ἀπό τῶν τοιούτων, καί προσέχετε, ἵνα καί ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός σᾶς βοηθᾶ, ἅμα καί ἡ εὐχή τῆς ἡμῶν μετριότητος εἴη μετά πάντων ὑμῶν. Ἀμήν."
1583 Ἰνδικτίων ιβ΄, Νοεμβρίου κ' "

2η Ἀπόφασις τοῦ 1593, ἡ ὁποία ὑπογράφεται ἀπό τούς Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, Ἱερεμίαν, Ἀλεξανδρείας, Μελέτιον Πηγᾶν, Ἀντιοχείας, Ἰωακείμ καί Ἱεροσολύμων, Σωφρόνιον καί τήν περί αὐτούς Ἱεράν Σύνοδον τῶν Ἀρχιερέων:
"Ἀπαρασάλευτον διαμένειν βουλόμεθα τό τοῖς πατρᾶσιν διορισθέν περί τοῦ Ἁγίου καί σωτηρίου Πάσχα. Ἔχει δέ οὕτως:
Ἅπαντας τούς τολμῶντας παραλύειν τούς ὅρους τῆς Ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς πρώτης Συνόδου, τῆς ἐν Νικαίᾳ συγκροτηθείσης ἐπί παρουσίᾳ τοῦ εὐσεβοῦς καί Θεο-φιλεστάτου βασιλέως Κωνσταντίνου περί τῆς ἁγίας ἑορτῆς τοῦ Σωτηρίου Πάσχα, ἀκοινωνήτους καί ἀποβλήτους εἶναι τῆς Ἐκκλησίας, εἰ ἐπιμένειν φιλονικώτερον, ἐνιστάμενοι πρός τά καλῶς δεδιδαγμένα. Καί ταῦτα ἡγήσθω περί τῶν λαϊκῶν.

Εἰ δέ τις τῶν προεστώτων τῆς Ἐκκλησίας Ἐπίσκοπος ἤ Πρεσβύτερος, ἤ Διάκονος, μετά τόν ὅρον τοῦτον, τολμήσειεν ἐπί διαστροφῇ τῶν λαῶν καί ταραχῇ τῶν ἐκκλησιῶν ἰδιάζειν, καί μετά τῶν Λατίνων καί Ἰουδαίων ἐπιτελεῖν τό Πάσχα, τοῦτον ἡ ἁγία Σύνοδος ἐντεῦθεν ἤδη ἀλλότριον ἔκανε τῆς Ἐκκλησίας. Δεῖ δέ στοιχεῖν τῷ τῶν Πατέρων κανόνι, μέχρι καί σήμερον Θεοῦ χάριτι, ὅ, καθ’ ὅ δεῖ καί τά λοιπά ἡ τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησία διαφυλάττει.
Ἐν ἔτει σωτηρίῳ, Ζρα΄: αφηγ,΄ Φεβρουαρίου ιβ΄ 1593."

Τό πρόβλημα πού ἀνακύπτει μέ τό Σιγγίλιον, ὅπως τό ἀντέγραψε ὁ Μοναχός Ἰάκωβος ὁ Νεοσκητιώτης καί βρίσκεται στήν Ἱ. Μ. Παντελεήμονος στό Ἅγιον Ὄρος μέ ἀριθμ. Κώδ. 772, ἐντοπίζεται στό ὅτι φέρεται ἀπό τόν Μοναχόν Ἰάκωβον νά τό ὑπογράφει τό 1593 καί ὁ Πατριάρχης Σίλβεστρος, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀποθάνει τό 1590 στή Ρόδο[1].

Οἱ καινοτόμοι Νεοημερολογίτες ὑποστηρίζουν ἀκόμη ὅτι μόνον ὅσοι ἀκολουθήσουν τό Νέον Πασχάλιον ἀναθεμα-τίζονται ἀπό τήν Σύνοδο τοῦ 1593 καί ὄχι ὅσοι ἀκολουθήσουν Νέον Ἡμερολόγιον-Μηνολόγιον, τήν δέ Σύνοδον τοῦ 1583 ἐπί Ἱερεμίου τοῦ Β΄ θέλουν νά τήν ἀγνοοῦν καί τήν ἀπόφαση τῆς Συνόδου τήν θεωροῦν πλαστή (!), ὅπως μᾶς τήν διέσωσαν οἱ ἱστορικοί.

Ὁ μοναχός Ἰάκωβος ἀντέγραψε σέ ἕνα καί τό αὐτό χειρόγραφο καί τίς δύο ἀποφάσεις, τόσο τήν τοῦ 1583 ὅσο καί ἐκείνη τοῦ 1593. Στό τέλος τοῦ χειρογράφου ἀναφέρει τά ὀνόματα τῶν Πατριαρχῶν, Ἱερεμίου, Κωνσταντινουπόλεως, Σιλβέστρου, Ἀλεξανδρείας καί Σωφρονίου, Ἱεροσολύμων, οἱ ὁποῖοι, κατά τίς ἀδιάψευστες μαρτυρίες ὅλων τῶν ἱστορικῶν ὑπέγραψαν τήν ἱστορικήν ἀπόφαση τοῦ 1583, μαζί μέ τούς Συνοδικούς Ἀρχιερεῖς. Τήν δεύτερη ἀπόφαση τοῦ 1593 ὑπέγραψαν οἱ Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, Ἱερεμίας, Ἀλεξανδρείας, Μελέτιος Πηγᾶς, Ἀντιοχείας Ἰωακείμ καί Ἱεροσολύμων Σωφρόνιος καί ἡ περί αὐτούς Ἱερά Σύνοδος τῶν Ἀρχιερέων.

Εἶναι πέραν κάθε ἀμφιβολίας ὅτι στήν Σύνοδο τοῦ 1583, στήν Κωνσταντινούπολη, μετεῖχεν ὄντως καί ὁ Πατριάρχης Σίλβεστρος! Πρόκειται, λοιπόν, ξεκάθαρα γιά δύο διαφορετικές Συνόδους καί δύο ἀντίστοιχες ἀποφάσεις, ὅπως δημοσιεύονται ἀνωτέρω.

Οἱ ἀποφάσεις τῶν Μεγάλων αὐτῶν Πανορθοδόξων Συνόδων δέν ἀμφισβητήθηκαν ποτέ μέχρι σήμερα ἀπό κανένα σοβαρό ἱστορικό!

"...Οἱ Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, Ἀλεξανδρείας καί Ἀντιοχείας συγκάλεσαν τό 1583 Ἱερά Σύνοδο ὑπό τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη Ἱερεμία Β΄, τόν Τρανό (1539-1595). Ἡ Ἱερά Σύνοδος καταδίκασε ὡς μή ἀναγκαία τή Γρηγοριανή μεταρρύθμιση, ἀφοῦ δημιουργοῦσε πολλά προβλήματα στό Ἑορτολόγιο τῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Ἱερεμίας Β΄ ἀπείλησε ὅτι θά ἀφορίσει ὅσους θά δέχονταν τή μεταρρύθμιση, καί ἡ ἀπειλή τοῦ ἀφορισμοῦ ἐπαναλήφθηκε στή Σύνοδο τοῦ 1593, ὅπου ἔλαβαν μέρος τόσο ὁ ἴδιος, ὅσο καί οἱ Πατριάρχες Ἀλεξανδρείας, Ἱεροσολύμων καί Ἀντιοχείας, καθώς καί ὁ ἀπεσταλμένος τοῦ Ρώσσου Πατριάρχη."[2]

Ἀκριβῶς, ἐπειδή ἐπαναλήφθηκε ὁ ἀφορισμός ὅσων τολμήσουν νά καινοτομήσουν -ὄχι μόνον εἰς τό Πασχάλιον ἀλλά καί εἰς τό Μηνολόγιον-Ἑορτολόγιον- καί στήν Σύνοδο τοῦ 1593, γιαὐτό τό λόγο ὁ μοναχός Ἰάκωβος ἀναφέρει καί τούς Κανόνες τῆς Συνόδου τοῦ 1583, πού ὑπέγραψαν οἱ τρεῖς Πατριάρχες, Ἱερεμίας, Κωνσταντινουπόλεως, Σίλβεστρος, Ἀλεξανδρείας καί Σωφρόνιος, Ἱεροσολύμων, σέ ἕνα καί τό αὐτό χειρόγραφο μαζί μέ τόν ἀφορισμό ὅλων ὅσοι τολμήσουν νά ἀκολουθήσουν τό νέον παπικόν Πασχάλιον. Ὁ μοναχός Ἰάκωβος παρέλειψε νά σημειώσει τά ὀνόματα τῶν Πατριαρχῶν Κωνσταντινουπόλεως, Ἱερεμίου, Ἀλεξανδρείας, Μελετίου Πηγᾶ, Ἀντιοχείας, Ἰωακείμ, καί Ἱεροσολύμων, Σωφρονίου, πού ὑπέγραψαν τήν ἀπόφαση τῆς Συνόδου τοῦ 1593 μέ τήν περί αὐτούς Ἱεράν Σύνοδον τῶν Ἀρχιερέων.

Ἐπίσης, ὁ τέως ἀρχιεπίσκοπος τῆς καινοτομίας καί Λατινόφρων, Χριστόδουλος Παρασκευαΐδης, στό βιβλίο του "Μελέτιος ὁ Πηγᾶς", Ἀθῆναι 1971, σελ. 86-88 ἔγραφε:
"Κατά τήν ἐποχήν ταύτην, (1583), ἀνεφύη καί τό καλούμενον "ἡμερολογιακόν" ζήτημα, κατόπιν τῆς ὑπό τοῦ Πάπα Γρηγορίου ΙΓ΄ ἀναληφθείσης πρωτοβουλίας περί διορθώσεως τοῦ μέχρι τότε ἐν ἰσχύι Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου... Ἀλλ’ ὁ Πατριάρχης Ἱερεμίας ὁ Β΄, ἀπαντῶν ἐδήλου τῷ ἐπισκόπῳ τῆς Ρώμης, ὅτι ὄχι μόνον ἀποστέργει τά καινοτομηθέντα, "ἀλλ’ οὐδ’ εἰς ψιλήν ἐπίνοιαν ἐφικέσθαι ταῦτα ἐπιτρέπει''...

"Ὁ Ἱερεμίας ὁ Β΄, ἀνησυχῶν διά τήν ἐξέλιξιν τοῦ ζητήματος καί διά τάς ἐνδεχομένας ἐπιπτώσεις αὐτοῦ ἐπί της κανονικῆς ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τάξεως, συνεκάλεσεν ἐν ἔτει 1583 Σύνοδον ἐν Κωνσταντινουπόλει εἰς ἥν ἔλαβε μέρος καί ὁ Ἀλεξανδρείας Σίλβεστρος. Ἡ Σύνοδος αὕτη ἐξέδωκε Τόμον κατά τοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου καταδικάσασα οὕτω τήν παπικήν καινοτομίαν. Ἀλλα καί ὁ Μελέτιος, εὐκαιρίας δοθείσης, κατεπολέμησε τήν παπικήν ἐνέργειαν, συγγράψας τῇ προτροπῇ τοῦ Πατριάρχου Σιλβέστρου, εἰδικην μελέτην, ἐπονομάσας ταύτην "ἕτερον Τόμον Ἀλεξανδρινόν..."

Στόν τόμον αὐτόν ὁ Μελέτιος ὀνομάζει τήν ἀλλαγήν τοῦ Ἡμερολογίου-Μηνολογίου[3] "δεκαθήμερον ἔκτρωμα", Τόμος Ἀλεξανδρινός περί τοῦ Πασχαλίου, τοῦ μακαριωτάτου καί παναγιωτάτου πάπα Ἀλεξανδρείας κυροῦ Μελετίου περί τοῦ Πάσχα:
"... ὧν πατήρ καί γεννήτωρ ὁ νεώτατος οὗτος νεωτερισμός τοῦ Πασχαλίου, ὅν ἐκίσσησεν Ῥώμη ἡ πρεσβυτέρα, μή ἐφησυχάζουσα ταῖς τῶν πατέρων δόξαις, ἀλλά ταῖς ἰδίαις ἀκολουθοῦσαû ἀφροντίζουσα τῶν τοῦ προφήτου ῥημάτων, σωφρονίζοντος τούς νεωτέρους μή φιλοτιμάσθαι, δοξάζεσθαι ἐπ’ ἀτιμιᾳ πατέρων καί νή τ’ ἀληθές, εἰ κρίνειν ὀφείλομεν, (ὡς κρίνειν ὄφειλομεν κατά τόν τοῦ Σωτῆρος λόγον), ἐκ τῶν καρπῶν τό δένδρον, δένδρον εἴη πάντως κακόν τοῦ πασχαλίου αὕτη ἡ διόρθωσις, ἐπειδῆπερ κακῶν καρπῶν γέγονεν οἰστή. Ἐῶ γάρ λέγειν τό τοῦ ἔτους δεκαθήμερον ἔκτρωμαû οἱ γάρ τῆς σελήνης μετασχηματισμοί τοῖς ἡμετέροις, (τουτέστι τοῖς παλαιοῖς), ἀνταποκρινόμενοι δῆλον ὡς ἐλέγχουσι τά παρ’ ἡμῖν ἐτῶν μέτρα, καί ἡμερῶν μή δεῖσθαι ἀφαιρέσεων ἤ προσθηκῶν."
(Οἱ ὑπογραμμίσεις καί οἱ ἔντονοι τονισμοί ὅλοι δικοί μας).

Καί στήν διδακτορική του διατριβή ὁ Λατινόφρων Χριστόδουλος Παρασκευαΐδης " Ἱστορική καί Κανονική θεώρησις τοῦ Παλαιοημερολογιτικοῦ ζητήματος κατά τε τήν γένεσιν καί τήν ἐξέλιξιν αὐτοῦ ἐν Ἑλλάδι", Ἀθῆναι 1982, στήν σελ. 24, παραπέμποντας στόν Ἅγιον Δοσίθεον, Τόμος Ἀγάπης, Ἰάσιον 1698. σελ. 538-547 γράφει:
" Ἔτι ἐπισημώτερον ἀλλ’ ἐμμέσως, ἀπεκρούσθη ἐν τῇ Ἀνατολῇ τό Γρηγοριανόν Ἡμερολόγιον ὑπό τῆς ἐν Κων-σταντινουπόλει συνελθούσης τῷ 1593 ἐνδημούσης Συνόδου, ἧς μετέσχον οἱ Πατριάρχαι Κωνσταντινουπόλεως, Ἱερεμίας ὁ Β΄, Ἀλεξανδρείας, Μελέτιος ὁ Πηγᾶς, ἐπέχων τόν τόπον καί τοῦ Ἀντιοχείας, Ἱεροσολύμων Σωφρόνιος καί τεσσαράκοντα καί εἷς Ἀρχιερεῖς τοῦ Οἰκουμενικοῦ θρόνου".

Γιά δέ τήν Σύνοδον τοῦ 1587 γράφει:
" Καί ἐν ἔτει 1587 ὑπό τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου κατεκρίθη ἡ μεταβολή τοῦ ἡμερολογίου κατά τό παπικόν πρότυπον, ὡς ἐπισφαλής καί οὐκ ἀναγκαία."

Γιά τά ἀνωτέρω ἐπιχειρήματά μας καί τήν ξεκάθαρη διάκριση τῶν ἀποφάσεων τῶν δύο Συνόδων τοῦ 1583 καί ταῦ 1593 βλ. ἰδιαιτερως: Δοσιθέου Ἱεροσολύμων, "Τόμος Ἀγάπης", Ἰάσιον 1698, σελ. 538, βλ. καί στήν "Δωδεκάβιβλο", σελ. 209. Ἐπίσης ὁ ἴδιος γράφει:
"Τέσσερα μεγάλα θηρία ἐγέννησε ὁ ΙΣΤ΄ αἰών. Τήν αἵρεσιν τοῦ Λουθήρου, τήν αἵρεσιν τοῦ Καλβίνου, τήν αἵρεσιν τῶν Γιεβουζιτῶν, καί τήν αἵρεσιν τοῦ Νέου Καλενταρίου. Καί κατά μέν τῶν αἱρέσεων Λουθήρου καί Καλβίνου ἔγραψαν οἱ ... κατά δέ τῆς αἱρέσεως τοῦ Νέου Καλενταρίου ἀπεφάνθη ἡ ἐν Κωνσταντινουπόλει μεγάλη Οἰκουμενική Σύνοδος τό 1593".[4]
Ὁ Λατινόφρων καί Οἰκουμενιστής, Χριστόδουλος Παρασκευαΐδης, στήν διδακτορική του διατριβή " Ἱστορική καί Κανονική θεώρησις τοῦ Παλαιοημερολογιτικοῦ ζητήματος κατά τε τήν γένεσιν καί τήν ἐξέλιξιν αὐτοῦ ἐν Ἑλλάδι", Ἀθῆναι 1982, σελ. 19-20, παραδέχεται ἐπίσης ὅτι τό 1583 ὁ Πατριάρχης Ἱερεμίας ἀπέκρουσε τά δῶρα καί τίς προτάσεις τῶν δύο Ἑλλήνων ἀπεσταλμένων τοῦ Πάπα Γρηγορίου ΙΓ΄, Μιχαήλ Ἐπάρχου καί Ἰωάννη Βοναφέα, ἀναφερόμενος ὄχι μόνον στόν ἑορτασμόν τοῦ Πάσχα ἀλλά καί στό Μηνολόγιον ὅταν γράφει ἐπί λέξει:

"Ἐν κατακλείδι ὁ Πατριάρχης Ε΄ Ἱερεμίας ἀπεκάλει τήν ἐπελθοῦσαν διά τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου διόρθωσιν τῶν δέκα ἡμερῶν "παγκόσμιον σκάνδαλον", ἐπαγόμενος ἐν συνεχείᾳ ὅτι "οὐδέ μετατρέπειν δεῖ τόν τῶν Ἁγίων Πατέρων κανόνα καί καινοτομεῖν καί εἰς αἰτίαν στάσεως τάς Χριστοῦ Ἐκκλησίας κινεῖν, εἴπερ ἀληθείᾳ καί θείῳ Πνεύματι περί ἀναγκαίων κυρίως ἐσκόπουν, πολλά ἄλλα εἰσί τά ψυχωφελῆ καί οὐχί τά παίγνια τῶν ὡρολογίων τούτων οὐδέν ὄντων".[5]

Τά λεγόμενα, λοιπόν, περί πλαστογραφίας εἶναι ἕνας ἄχαρος μῦθος, πού προσφέρεται ὡς παυσίπονο σέ ὅσους τρέμουν τά ἐκκλησιαστικό αὐτό ἀνάθεμα.

Ἐπαναλαμβάνουν τήν ἀνυπόστατη κατηγορία, τήν ὁποία ματαίως προσπάθησε νά στήσει ὁ πρῶτος Ἀρχιεπίσκοπος τῶν Νεοημερολογιτῶν τό 1924, κατά τοῦ Μοναχοῦ Ἰακώβου Νεοσκητιώτου, ὅτί δῆθεν αὐτός ἔπλασε τό πιό πάνω ἀνάθεμα κατά τοῦ Ν. Ἡμερολογίου! Τό ἀνάθεμα, λένε, ἀφορᾶ μόνον τό νεοεφεύρετον Πασχάλιον. Ἡ δέ φράσις "καί Μηνολόγιον" εἶναι αὐθαίρετη προσθήκη τοῦ Ἰακώβου, εἶπε πρῶτος ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος καί τό ἐπαναλαμβάνουν ὅσοι θέλουν νά ἐπαναπαύσουν τήν συνείδησή τους πού τούς τύπτει φοβερά. Κανένας δέν ἔνιωσε τήν ἀνάγκη νά τεκμηριώσει τήν κατηγορία σέ σοβαρή ἱστορική πηγή. Ποῦ νά βρεθεῖ ὅμως τέτοια σοβαρή μαρτυρία!

Κανένας δέν ἀναρωτήθηκε, πῶς οἱ τότε λόγιοι Μοναχοί του Ἁγίου Ὄρους δέν κατηγόρησαν τόν ἀδελφό τους Ἰάκωβο;
-Ἄν ὁ Ἰάκωβος εἶχε διαπράξει μία τόσο φοβερή πλαστογραφία, ὅπως εἶναι ἡ παραποίηση Ἱερῶν κειμένων, δέν θά ἐλάμβανε τήν ἀνάλογη τιμωρία;

-Δέν θά γινόταν σάλος τήν ἐποχή ἐκείνη;

-Δέν θά ἐξαφανιζόταν ἀμέσως τό πλαστογραφημένο μέρος ἀπό τόν Κώδικα 772 τῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος.

Τέλος, καί τό πλέον ἀσυγχώρητο:
Κανένας, μέχρι σήμερα, δέν ἔκανε οὔτε αὐτή τήν ἁπλῆ σκέψη, ὅτι ὁ Ἰάκωβος, ὁ ὁποῖος ἔζησε ἑκατό περίπου χρόνια πρίν τήν γενομένην ἀλλαγήν τοῦ Ἡμερολογίου στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, δέν εἶχε κανένα λόγο τότε νά κάνει τέτοιο πρᾶγμα! Ἄν ζοῦσε κατά τήν ἐποχή πού ἔγινε ἡ ... σοφή ἐπινόηση, νά ἀλλάξει τό ἡμερολόγιο, ἀλλά ὄχι τό Πασχάλιο, τότε ἡ κατηγορία θά ἀποτελοῦσε ἀντικείμενο μελέτης. Τώρα ὄχι! [6]

Τό 1881 κυκλοφόρησε στή Σερβία, στήν Πολωνία, στή Ρουμανία καί στήν Ρωσσία τό κείμενο αὐτό μεταφρασμένο.

-Γιατί κανένας Ὀρθόδοξος ἱστορικός τῆς ἐποχῆς ἐκείνης δέν τό χαρακτήρισε ὡς πλαστογραφημένο;

-Γιατί οὔτε ὁ ἴδιος ὁ Χρυσόστομος Παπαδόπουλος δέν εἶχε πεῖ ποτέ, μέχρι τό 1924, τέτοιο πράγμα, καί μόνον ὅταν ἔγινε καινοτόμος ἔκανε τήν ἐν λόγῳ καταγγελία κατά τοῦ Μοναχοῦ Ἰακώβου;[7]

Ἀντιθέτως, μάλιστα, ὁ καινοτόμος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, πρίν γίνει ἀρχιεπίσκοπος, καί πρό τῆς ἀλλαγῆς τοῦ ἡμερολογίου στήν Ἑλλάδα, ἔγραφε στήν Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας Ἱεροσολύμων, σελ. 482-483:

"Τῷ 1584 (ὁ Πατριάρχης Σωφρόνιος) ἐξῆλθεν πρός συλλογήν ἐράνων. Μεταβάς δέ εἰς Κωνσταντινούπολιν τῷ ἔτει ἐκείνῳ συμμετέσχε τῆς ἐκεῖ συγκροτηθείσης συνοδικῆς διασκέψεως πρός ἀποκήρυξιν τοῦ Γρηνοριανοῦ ἡμερολογίου... Διότι κατ’ ἐκείνου τοῦ χρόνου, μεγάλη ὑπῆρξεν ἡ ταραχή τῆς καθόλου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας... Ἀλλ’ οἱ Ὀρθόδοξοι Ἱεράρχαι καί θεολόγοι, ἐν οἷς ἐπρώτευε τότε ὁ Μελέτιος Πηγᾶς... δραστηρίως ἀπέκρουον τόν ἀπό τῆς Λατινικῆς Ἐκκλησίας κίνδυνον. Τῆς ἀποκρούσεως ταύτης συμμετεῖχε καί ὁ Πατριάρχης Σωφρόνιος, ὅστις, φαίνεται, μετά τήν καταδίκην τοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου μετέβη εἰς Ἱερουσαλήμ..."

Αὐτός ὁ καινοτόμος ἀρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος εἶχε φοβερό τέλος, ψυχοραγώντας, βασανιζόταν γιά πολύ καιρό καί δέν ἔβγαινε ἡ ψυχή του. Πέθανε τελικά μέσα σέ φρικτούς καί ἀβάστακτους πόνους, ὁμολογώντας στόν πατέρα Φιλόθεο Ζερβάκο: "ὑποφέρω καί βασανίζομαι γιατί ἔσχισα τήν ἐκκλησία", τυμπανίστηκε, κατά τίς μαρτυρίες ἀψευδῶν μαρτύρων, καί ἔμεινε ἀδιάλυτος καί ἀσυγχώρητος...[8]

Ὅτι οὕτως ἔχουν τά πράγματα μαρτυρεῖται ὑπό πολλῶν ἱστορικῶν, ὅπως εἴδαμε παραπάνω, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν καί πολλά χρόνια πρίν ἀπό τόν Μοναχόν Ἰάκωβον τόν Νεοσκητιώτην, ὅπως μαρτυρεῖται καί ἀπό τόν Μητροπολίτην Ἀθηνῶν Μελέτιον, (ὄχι βέβαια τόν τυμπανιαῖον μασῶνον Μεταξάκην).

Ὁ Μητροπολίτης Ἀθηνῶν Μελέτιος ἀπέθανεν τό 1714 καί διετέλεσε Μητροπολίτης Ἀθηνῶν τά ἔτη 1703-1714.[9]

Στήν Ἐκκλησιαστικήν του Ἱστορίαν, στόν Γ΄ τόμον, πού περιλαμβάνει "τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας τήν ἀκολούθησιν ἀπό τούς χιλίους διακοσίους χρόνους τῆς τοῦ Χριστοῦ γεννήσεως, ἕως τούς χιλίους ἑπτακόσιους", Βιέννη 1784, στή σελ. 402 § 9 ἀναφέρονται τά ἑξῆς ἐπί λέξει:
"Πατριαρχεύοντος τούτου τοῦ Ἱερεμίου, σύνοδος Μητροπολιτῶν συνήχθη ἐν Κωνσταντινουπόλει τῷ αφπγ΄. (1583), ἐπιδημεύσαντος καί Σιλβέστρου τοῦ Ἀλεξανδρείας, ἥτις κατακρίνασα τό καινοτομηθέν ὑπό Γρηγορίου τοῦ Ρώμης Καλενδάριον, δέν τό ἐδέχθη, κατά τήν αἴτησιν τῶν Λατίνων."

-Σᾶς ἐρωτῶμεν, λοιπόν, ἀγαπητοί Νεοημερολογίτες ἀδελφοί, ἡ Ρώμη καινοτόμησε μόνον ὡς πρός τό Πάσχα ἤ ἄλλαξε ὅλο τό ἑορτολόγιο, κινητές καί ἀκίνητες ἑορτές;

-Ὁπότε, οἱ Σύνοδοι πού ἀκολούθησαν τήν καινοτομία τοῦ πάπα Γρηγορίου ΙΓ΄ (1581-82), ἔγιναν μόνον γιά νά καταδικάσουν τήν ἀλλαγήν τοῦ Πάσχα ἤ τήν καινοτομία τοῦ Νέου Καλενδαρίου ἤ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου, ὅπως ὀνομάζεται ἀπό ὅλους τούς ἱστορικούς;
-Ἀκόμη, ὅπως εἴδαμε, δέν εἶχε γίνει ἡ ... σοφή ἐπινόηση τοῦ 1924 νά ἀλλάξει τό ἑορτολόγιον, ὅσον ἀφορᾶ τίς ἀκίνητες ἑορτές ἀλλά ὄχι τό Πασχάλιον...

Σέ σάς καί ὅλους τούς καινοτόμους ἀπευθύνεται ἡ Πανορθόδοξος Σύνοδος τοῦ 1848 στήν Κωνσταντινούπολιν, ὅταν σφραγίζει τήν Πίστιν καί τήν Παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας καί ἀναθεματίζει τούς νεωτεριστές καί τούς ἀποστάτες:

"Κρατῶμεν τῆς ὁμολογίας, ἥν παρελάβομεν ἄδολον παρά τηλικούτων ἀνδρῶν, ἀποστρεφόμενοι πάντα νεωτερισμόν, ὡς ὑπαγόρευμα τοῦ Διαβόλου.

Ὁ δεχόμενος νεωτερισμόν, κατελέγχει ἐλλιπῆ τήν κεκηρυγμένην Ὀρθόδοξον Πίστιν. Ἀλλ’ αὕτη πεπληρωμένη ἤδη ἐσφράγισται, μή ἐπιδεχομένη μήτε μείωσιν, μήτε αὔξησιν, μήτε ἀλλοίωσιν, ἥν τινα οὔν καί ὁ τολμῶν ἤ πρᾶξαι ἤ συμβουλεῦσαι ἡ διανοηθῆναι τοῦτο, ἤδη ἠρνήθη τήν πίστιν τοῦ Χριστοῦ, ἤδη ἑκουσίως καθυπεβλήθη εἰς τό αἰώνιον ἀνάθεμα, διά τό βλασφημῆσαι εἰς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, ὡς τάχα μή ἀρτίως λαλῆσαν ἐν ταῖς Γραφαῖς καί Οἰκουμενικαῖς Συνόδοις...

" Ἅπαντες οὔν οἱ νεωτερίζοντες ἤ αἱρέσει ἤ σχίσματι, ἑκουσίως ἐνεδύθησαν κατάραν ὡς ἱμάτιον, κἄν τε Πάπαι κἄν τε Πατριάρχαι, κἄν τε κληρικοί, κἄν τε λαϊκοί, κἄν Ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ".

Ἄνθιμος, Ἐλέῳ Θεοῦ, Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως,
Νέας Ρώμης καί Οἰκουμενικός Πατριάρχης,

Ἱερόθεος, Ἐλέῳ, Θεοῦ Πάπας καί Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας
καί πάσης γῆς Αἰγύπτου,

Μεθόδιος, Ἐλέῳ Θεοῦ Πατριάρχης Ἀντιοχείας,

Κύριλλος, Ἐλέῳ Θεοῦ, Πατριάρχης Ἱεροσολύμων
καί αἱ περί αὐτούς Ἱεραί Σύνοδοι.

Ἀπεδείχθη μέ βάση τίς ἱστορικές πηγές ὅτι:

1. Στή Σύνοδο τοῦ 1583 μετέσχε καί ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Σίλβεστρος.

2. Στή Σύνοδο τοῦ 1583 ἀναθεματίσθηκε ὅποιος τολμήσει νά ἀκολουθήσει τό Νέον Πασχάλιον καί τό νέον Μηνολόγιον, πού εἰσήγαγε ἡ παπική ἐκκλησία τό 1582. Ὅπου οἱ Σύνοδοι μιλᾶνε γιά Καλενδάριον ἡ Γρηγοριανόν Ἡμερολόγιον, ὅπως εἶναι αὐτονόητο, δέν ἐννοοῦν μόνον τό Πασχάλιον, ὅπως διαστρεβλώνουν τά πράγματα οἱ Νεοημερολογίτες καί οἱ Θεόκλητοι Διονυσιάτες. Ὅταν καταδικάζεται τό Παπικόν Πασχάλιον, αὐτό ἀναφέρεται ρητῶς ὡς Πασχάλιον καί ὄχι ὡς Καλενδάριον ἡ Γρηγοριανόν ἡμερολόγιον. Μέ τούς ὅρους Καλενδάριον ἡ Γρηγοριανόν Ἡμερολόγιον ἐννοεῖται καί τό Πσχάλιον καί τό Μηνολόγιον, κινητές καί ἀκίνητες Ἑορτές!

3. Τό Σιγγίλιο πού περιέχει τό ἀνάθεμα κατά τοῦ "Παπικοῦ Καλενδαρίου", (ἡμερολογίου), καί τοῦ νέου Πασχαλίου, πού βρίσκεται καί στόν χειρόγραφο Κώδικα 281 τοῦ Κελλίου Ἀκάθιστος Ὕμνος τῆς Ἱερᾶς Σκήτης τῶν Καυσοκαλυβίων τοῦ Ἁγίου Ὅρους καί στόν χειρόγραφο Κώδικα μέ ἀριθμό 772 τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Παντελεήμονος, ἐπίσης τοῦ Ἁγίου Ὅρους, εἶναι γνήσιο!

4. Τό Σιγγίλιο αὐτό ἀπέστειλε ὁ Πατριάρχης Ἱερεμίας Β' πρός ἁπάσας τάς Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας. Τό κείμενον δέ τοῦ Σιγγιλίου τούτου ἔχει ὡς ἑξῆς:
"Σιγγίλιον Πατριαρχικῆς διατυπώσεως ἐγκυκλίου τοῖς ἁπανταχοῦ Ὀρθοδόξοις Χριστιανοῖς εἰς τό μή παραδέχεσθαι τό νεώτερον Πασχάλιον ἤ καλενδάριον τοῦ καινοτομηθέντος μηνολογίου ἀλλ’ ἐμμένειν τοῖς ἅπαξ καί καλῶς διατυπωθεῖσι παρά τοῖς Ἁγίοις (318) τριακοσίοις δέκα ὀκτώ Θεοφόροις Πατρᾶσι τῆς Ἁγίας Οἰκουμενικῆς Πρώτης Συνόδου μετ’ ἐπιτιμίου καί ἀναθέματος..."[10]

5. Ὁ σκοπός καί τό πνεῦμα τῆς ἐν Νικαίᾳ Συνόδου ἦταν ὄχι μόνον νά ἑορτάζεται τό Πάσχα ἀπό ὅλους τούς Χριστιανούς μαζί, ἀλλά τό ἑνιαῖον τῶν Ἑορτῶν, (κάθε Ἑορτῆς), ἀπό ὅλες τίς Ἐκκλησίες. Καί ἡ ὑπό τοῦ Ἱερεμίου δευτέρα μεγάλη Σύνοδος τοῦ 1593, ὡς καί οἱ ἐπιστολές του, ὁμιλοῦν περί τῆς ἀπάτης τοῦ Νέου Καλενδαρίου.
Ἀπό τό Σιγγίλιον δέ τοῦ 1583 τρανῶς ἀποδεικνύεται καί τῆς δευτέρας αὐτῆς Συνόδου ὁ σκοπός.[11]

6. Ὅλα τά ἀνωτέρω εἶναι πασίδηλα. Παραθέτουμε καί ἀπόσπασμα ἀπό τήν ἐπιστολήν τοῦ Μ. Κωνσταντίνου "Πρός τούς ἀπολειφθέντας ἐπισκόπους περί τῶν ἐν τῇ Συνόδῳ τυπωθέντων",[12] ἀπό τήν ὁποίαν ἐκφαίνεται καί ὁ σκοπός τοῦ καθορισμοῦ τῆς ἡμέρας τοῦ Πάσχα, πού δέν ἦταν ἄλλος ἀπό τό νά τελεῖται τό Πάσχα ὑπό ὅλων τῶν ἁπανταχοῦ τῆς Οἰκουμένης Χριστιανῶν ἐν μιŽ καί τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, διότι "...ὥσπερ περί πίστεως οὕτω καί περί τῆς ἁγιας ἑορτῆς, γέγονε συμφωνία. Καί τοῦτο ἦν τό αἴτιον τῆς ἐν Νικαίᾳ Συνόδου", κατά τόν Μ. Ἀθανάσιον καί "... ἐπειδή δέ πρό τοῦ Κωνσταντίνου τά σχίσματα ἦν καί ἦν χλεύη Ἑλλήνων λεγόντων καί χλευαζόντων τήν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ διαφωνίαν, ἐπί Κωνσταντίνου διά τῆς τῶν ἐπισκόπων σπουδῆς συνηνώθη μᾶλλον τό σχίσμα εἰς μίαν ὁμόνοιαν".[13]

Γράφει, λοιπόν, ὁ Μ. Κωνσταντῖνος :
"...Λογισάσθω δέ ἡ τῆς ἡμετέρας Ὁσιότητος ἀγχίνοια, ὅπως ἐστί δεινόν τε καί ἀπρεπές κατά τάς αὐτάς ἡμέρας, ἑτέρους μέν ταῖς νηστείαις σχολάζειν, ἑτέρους δέ συμπόσια συντελεῖν καί μετά τάς τοῦ Πάσχα ἡμέρας, ἄλλους μέν ἑορταῖς καί ἀνέσεσιν ἐξετάζεσθαι, ἄλλους δέ ταῖς ὡρισμέναις ἐκδεδόσθαι νηστείαις".

Ἡ ὁμόνοια καί ἡ συμφωνία κατεστράφησαν μέ τήν εἰσαγωγήν τοῦ Ν. Ἡμερολογίου, ἄλλοτε νηστεύουν καί γιορτάζουν οἱ μέν, (Σλαῦοι, Ἅγιον Ὅρος, Ἱεροσόλυμα), ἄλλοτε οἱ δέ, ( Ἑλλάδα, Νέες χῶρες κλπ.), καί μᾶς χλευάζουν οἱ πάντες, ὅπως πρό τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ὁπότε εἶναι αὐτονόητο ὅτι ἀθετεῖται ὁ σκοπός καί τό πνεῦμα τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου μέ τήν ἀλλαγήν του Ἡμερολογίου, καί αὐτό δέν διέλαθε τῆς προσοχῆς τοῦ μεγάλου Πατριάρχου Ἱερεμία τοῦ Β΄ καί τῆς Συνόδου τοῦ 1583.

Τό Σιγγίλιον, λοιπόν, δέν προσφέρει κάτ’ οὐσίαν τι τό νέον, ἀλλά ἀπηχεῖ τά γνωστά. Διότι τό ἀναφερόμενον ἐν αὐτῷ Μηνολόγιον ὑπάγεται στό Ἑορτολόγιον. Εἰς τό Ἑορτολόγιον, ὡς γνωστόν, νοοῦνται καί τό Πασχάλιον καί τό λοιπόν Ἑορτολόγιον, δηλαδή τό Μηνολόγιον, ἀλλά καί τό Ἐκκλησιαστικόν Ἡμερολόγιον, ἡ Καλανδάριον. Ὅλα δέ τά στοιχεῖα τοῦ Ἑορτολογίου, δηλ. τό Ἑορτολόγιον ὡς ἐν ὅλον, διασφαλίσθηκαν ἀπό τίς Ὀρθόδοξες Συνόδους καί τούς Ἁγίους Πατέρας ἐπανειλημμένως. Τό δέ ἀνάθεμα, διά τούς τολμῶντας παραλύειν τούς ὅρους τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα, ἰσχύει καί διά τούς καταλύοντας καί τά ἕτερα μέρη τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑορτολογίου, μέχρι καί τοῦ μετ’ αὐτοῦ συνημμένου ἀδιασπάστως Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου.

7. Δέν εἶναι καθόλου πειστικές οἱ δικαιολογίες τῶν ὑπερασπιστῶν τῶν καινοτόμων, ὅπως παλαιότερα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γρηγορίου καί τοῦ νεκροῦ Θεοκλήτου Διονυσιάτου, γιά τήν κοινωνία τους μέ τίς νεοπασχαλίτικες "ἐκκλησίες", τῆς αὐτοκέφαλης ἐκκλησίας τῆς Φινλανδίας (μέ 56.000 πιστούς,[14] ἀλλά καί ἄλλων τοπικῶν "ἐκκλησιῶν"[15], ἀφοῦ αὐτές καί οἱ κοινωνοῦντες μέ αὐτές ὑποπίπτουν στό ἀνάθεμα καί τόν ἀφορισμόν τοῦ Α΄ Κανόνος τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ Συνόδου (341 μ.Χ.), καί λειτουργοῦν δοκιμαστικά γιά τήν ἀλλαγήν καί τοῦ Ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα.[16]

8. Τέλος, καί στή διεθνῆ βιβλιογραφία βεβαιώνονται ὅσα ἀνωτέρω σημειώσαμε:
" Ὁ πατριάρχης Ἱερεμίας ἐξανέμισε (ἔσβησε) τίς ἐλπίδες γιά ἕνωση, ὅταν (σ.σ. στίς συνόδους) τοῦ 1583 καί 1593 ἀπέκρουσε τήν ἀναθεώρηση τοῦ ἡμερολογίου, (σ.σ. ἀναθεώρηση ὅλου του ἡμερολογίου καί τοῦ Μηνολογίου καί ὄχι μόνον τοῦ Πασχάλιου, ὅπως διαστρεβλωτικά γράφουν οἱ καινοτόμοι), τοῦ πάπα Γρηγορίου τοῦ ΙΓ'."[17]

[1]. ΘΗΕ, Μελέτιος Α΄ ὁ Πηγᾶς, Πάπας καί Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας, σελ. 951 στ. II.
[2]. Βλ. Σχετικά πρόσφατα: " Ἡ Ὁδύσσεια τῶν Ἡμερολογίων", Στράτου Θεοδοσίου καί Μάνου Δανέζη ἐπίκουρων καθηγητῶν τῆς ἀστροφυσικῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, ἔκδ. Δίαυλος, Ἀθῆνα 1995, Τόμ. Β1, σελ. 140: Ἡ Ὀρθοδοξη ἀντίδραση στό Γρηγοριανό ἡμερολόγιο.
[3]. Letres deMele tius Pigas, 286, 106.
[4]. Βλ. Δοσιθέου Πατριάρχου Ἱεροσολύμων, " Ὁμολογία Ὀρθοδόξου Πίστεως", Βενετία 1690, σελ. 4, καθώς καί Μελετίου τοῦ Πηγᾶ, "Κέντρα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας", σελ. 21 καί 22. Βλ. ἐπίσης Ἀθανασίου Κομνηνοῦ Ὑψηλάντου, "Τά μετά τήν ἅλλωσιν", Βιβλίον Η\Θ καί Γ, ἐν Κωνσταντινουπόλει 1870, σελ, 111 καί 112 . Σάθα Κωνσταντίνου, Βιογραφικόν σχεδίασμα περί τοῦ Πατριάρχου Ἱερεμίου Β΄, Τυπογραφεῖον Λ. Κτενᾶ καί Σ. Οἰκονόμου, Ἀθῆναι, 1870, σελ. 32. ὁ ὁποῖος ἀναφέρεται ρητῶς στήν Σύνοδο τοῦ 1583 καί στούς Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, Ἱερεμίαν καί Ἀλεξανδρείας, Σίλβεστρον καί στήν καταδίκην τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου τήν 20ην Νοεμβρίου, Ἰνδικτιῶνος ιβ΄, διαστέλλοντάς την σαφῶς ἀπό τίς Συνόδους του 1586 (1587), σελ. 34 καί 1593 σελ. 91-92. Βλ. ἐπίσης Φιλαρέτου Βαφείδη, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, Κωνσταντινούπολις, 1912, Τόμ. Γ΄, σελ. 124-125: " Ὅτε δέ περί τά τέλη τοῦ 16ου αἰῶνος, Γρηγόριος ὁ ΙΓ' διά τοῦ Καλαβροῦ Λουδοβίκου Λιλίου μετερρυθμισε τό Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον καί εἰσήγαγεν τό οὕτως ἐπικληθέν Γρηγοριανόν τῇ 1ῃ Ὀκτωβρίου 1582, τήν 5 Ὀκτωβρίου ἀριθμήσας ὡς 15, ἐπιθυμῶν καί τήν παρά τῶν ἄλλων Ἐκκλησιῶν παραδοχήν αὐτοῦ, καθόσον μάλιστα οἱ Προτεστάνται δέν ἀπεδέχθησαν αὐτό ἀμέσως, ἀποστέλλει πρός Ἱερεμίαν τόν Β' πρεσβείαν μετά δώρων, παρακαλῶν ἴνα ἐπινεύση καί οὗτος εἰς τήν ἀποδοχήν τῆς διορθώσεως. Ὁ Ἱερεμίας ἔχων ὑπ’ ὄψιν τάς δυσκολίας ἐφαρμογῆς τῆς διορθώσεως, ἀπορρίπτει τήν πρότασιν τοῦ Πάπα, κοινῶς δέ μετά τοῦ Ἀλεξανδρείας Σιλβέστρου ἔκδιδωσι τῷ 1583 ἐπιστολήν, ἐν ἧ καθορίζων τάς τεσσάρας διατάξεις τῆς ἐν Νικαίᾳ Συνόδου περί τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα, καταδεικνύει καί τάς ἐλλείψεις τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου. Ἡ ἐπιστολή αὔτη ἐγράφη συνεπείᾳ τῆς κατά τό ἔτος ἐκεῖνο συγκροτηθείσης ἐν Κωνσταντινουπόλει συνόδου, ἥτις κυρίως καταδικάζει Τό Γρηγοριανόν ἡμερολόγιον, (ὅρα πρός τούτοις Δοσιθ. τόμος Ἀγάπης, σελ. 538 - Μ. Γεδεών Κανον. Διατάξεις Α' σελ. 34 Ὑψηλ. 111, Heineccius Γ', 180 καί Σάθα ἔνθ. ἀν.)", βλ. καί Γρηγορίου Εὐστρατιάδου, " Ἡ Πραγματική ἀλήθεια περί τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου", Ἀθῆναι 1929, σελ. 117 καί κυρίως 118 ἑπ., Κ. Μουρατίδου, "Κανονικόν Δίκαιον Πανεπιστημιακαί παραδόσεις", τόμος Α΄, Ἀθῆναι 1982, σελ. 111: "Κεφ. Δεύτερον: Πηγαί Κανονικοῦ Δικαίου... β') Δευτέρα περίοδος 1580-1584: "Συνεζητήθη τό Γρηγοριανόν Ἡμερολόγιον καί ἀπεκρούσθη", βλ. καί Β. Φειδᾶ, στήν "Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα", 1987-1996 τ. 29ος, σελ. 88, (Ὁ Ἱερεμίας ὁ Β΄ ὁ Τρανός), δ) "ἀποδοκίμασε τήν ἡμερολογιακή μεταρρύθμιση τοῦ Πάπα Γρηγορίου ΙΓ' (1583)".
[5]. Βλ. ἐπίσης καί Παντελεήμονος Ροδοπούλου, Μητροπολίτου Τυρολόης καί Σερεντίου, καθηγητοῦ Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, "Μαθήματα Κανονικοῦ Δικαίου", Θεσσαλονίκη 1986, σελ. 69: "Αἱ πηγαί τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου, β): κατά τήν περίοδον τῶν ἐτῶν 1580-1584 συνεζητήθη τό Γρηγοριανόν ἡμερολόγιον καί ἀπερρίφθη", καί Μοναχοῦ Κυπριανοῦ Λαχανᾶ, "Ποιά ἡ διαφορά μεταξύ παλαιοῦ καί νέου ἡμερολογίου", ἔκδ. Γ', 1999, σελ. 39, καί Κ. Γρηγοριάδου, Ἐκκλησιολογικαί παρατηρήσεις, Θεσσαλονίκη 2000, σελ. 11. Στό χειρόγραφο τοῦ Μοναχοῦ Ἰακώβου ἀναφέρεται καί ὁ καθηγητής Σπυρίδων Λάμπρου στόν κατάλογο τῶν χειρογράφων Κωδίκων τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί τό ἐπιβεβαιώνει μέ τό ἀδιαμφισβήτητο κῦρος του ὁ ἀείμνηστος καθηγητής τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Παῦλος Καρολίδης, βλ, "Σκρίπ", 15 Αὔγουστου 1929.

Στή Μεγάλη Ἑλληνική Ἐγκυκλοπαίδεια, ἔκδ. ὀργ. "Ὁ Φοῖνιξ", τόμ ΙΒ', σελ. 274 γράφονται τά ἕξης: " Ἡ Ὀρθόδοξος ἐκκλησία εὐθύς ἀμέσως κατεδίκασε τήν Γρηγοριανήν μεταρρύθμισιν. Ἀκριβῶς τό 1582 οἱ Πατριάρχαι Κωνσταντινουπόλεως, Ἀλεξανδρείας καί Ἀντιοχείας συνυπέγραψαν κοινήν διαμαρτύρησιν ἐναντίον τῶν Λατίνων, οἵτινες ἠνάγκαζον βίᾳ τούς ἐν Παλαιστίνῃ Χριστιανούς νά τήν δεχθοῦν. Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Ἱερεμίας ἔγραψεν εἰς τούς Ὀρθόδοξους της Πολωνίας ἀφορίζων πάντας ὅσοι θά τήν ἔδεχοντο, τῷ δέ 1593, Σύνοδος ἐν Κωνσταντινουπόλει, ἧς μετέσχον οἱ 4 Πατριάρχαι καί ὁ πληρεξούσιος τῆς Ρωσίας, ἐπανέλαβεν τόν ἀφορισμόν". (σ.σ. Καί ὁ Β. Στεφανίδης στήν Ἐκκλησιαστική του Ἱστορία, Ε' ἔκδ. ἀνατύπ. τῆς Β' ἐκδ. τοῦ 1959, παρά τό γεγονός ὅτι ἦταν σέ συνεργασία μέ τήν καινοτομία, καί δίνει μᾶλλον βάρος στήν καταδίκη του Νέου Πασχαλίου, ἀναφέρεται σαφῶς καί στήν συνοδικήν ἀπόρριψιν τοῦ νέου ἡμερολογίου, ὅταν γράφει στίς σελ. 698-699: " Ὁ Ρώμης Γρηγόριος ΙΓ' ἔστειλε εἰς τόν πατριάρχην Κων/πόλεως Ἱερεμίαν τόν Β' (1583) ἀποστολήν καί δῶρα, ἵνα πείση αὐτόν εἰς τήν ἕνωσιν καί τήν ἀποδοχήν τοῦ γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου. Συνοδική ἀπόφασις, ἐκδοθεῖσα πρό τῆς ἀφίξεως τῆς παπικῆς ἀποστολῆς καί φέρουσα τήν ὑπογραφήν τοῦ Ἀλεξανδρείας Σιλβέστρου, ἀπέρριψε τό νέον ἡμερολογιον, κυρίως ἕνεκα τοῦ ζητήματος τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα." ( Ὅλες οἱ ἀνωέρω ὑπογραμμίσεις δικές μας).
[6]. Βλ. σχετικά καί Basil Sakkas, The calendar question, "Orthodox Life", vol. 22, 1972, 6, p, 27.
[7]. Βλ. Λάμπρου Κτενᾶ, Για νά δύσῃ ἡ Ὀρθοδοξία, Πάτρα 2000, σελ. 44, καί Πίσω ἀπ' ὅ,τι φαίνεται στό Ἡμερολογιακό, ἔκδ. Γ΄, σελ. 140-150.
[8]. Βλ. καί " Ὁ Ὅσιος Φιλόθεος της Πάρου", 1, 2001, σελ. 53 καί 56 καί ἐπιστολές τοῦ π. Φιλόθεου στό βιβλίο τοῦ Σ. Καραμήτσου Γαμβρούλια, "Αἱ χειροτονίαι τῶν Γ.Ο.Χ. ἀπό κανονικῆς ἐπόψεως", Ἀθῆναι 1997, σελ. 90-109.
[9]. Βλ. ΘΗΕ, Μελέτιος ὁ ἐξ Ἰωαννίνων, Μητροπολίτης Ἀθηνῶν, σελ, 955.
[10]. Εὐστρατιάδου. ὅ.π, σελ. 119-20.
[11]. Εὐστρατιάδου, ὅ.π, σελ. 123.
[12]. Θεοδωρήτου, Ἐπισκόπου Κύρου, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, ἔκδ, 1679, σελ. 34.
[13]. Ἁγίου Ἐπιφανίου, ΡG. 42, 371.
[14]. Καλίστου Ware, Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, Ἀθῆνα 1998, σελ. 21 καί 22.
[15]. Καλίστου Ware, ὅ.π. σελ. 477.

[16]. "Ἐπισκεψις", 537. 30.11.1996, σελ. 13, 14, " Ἐπενδυτής", 30-31.03.1996. βλ. ἐκτεταμένες ἀναφορές στούς "Ἁγίους Κολλυβάδες" στά φύλλα 11, 1996 καί 9, 1996.
[17]. : Βλ. Lexikon für Theologie und Kirche, Bd. 5, 1996. Herder, Freiburg Basel, Bonn, Wien, S. 775, "Er lehnte die Kalenderreform Papast Gregors XIII ab und machte auch Hoffnungen auf eine Union zunichte (1583 u. 1593". Βλ. καί G. Hofmann, Griechische Patriarchen u. römische Päpste, Bd. 2/4:Patriarch Jeremias II, Ro 1932.

http://www.ekklisiastikos.com

Τετάρτη 3 Απριλίου 2013

Ο 15ος Κανόνας της Πρωτοδευτέρας Συνόδου




Η Πρωτοδευτέρα Σύνοδος συγκλήθηκε το έτος 861, από τον αυτοκράτορα Μιχαήλ, γιο του εικονομάχου Θεοφίλου.

Ο 15ος Κανόνας της Συνόδου αυτής, είναι ένας άλλος Κανόνας, που προβλέπει την παύση ή διακοπή της «κοινωνίας» από τον επίσκοπό του. Ο Κανόνας αυτός είναι πολύ σημαντικός. Αναφέρεται όμως, μόνο σε μία ειδική περίπτωση. Όταν κάποιος επίσκοπος κηρύττει δημόσια αίρεση, καταδικασμένη από Συνόδους και Πατέρες.

Στη περίπτωση αυτή ο Κανόνας λέει, πως όποιος παύει την «κοινωνία» από τον επίσκοπο, που κηρύττει αίρεση, προτού ακόμα αποφασίσει η Σύνοδος, αυτός όχι μόνο δεν πρέπει να τιμωρείται, αλλ’ απεναντίας να επαινείται, γιατί έπαψε την κοινωνία» από ψευδεπίσκοπο και ψευδοδιδάσκαλο, όπως αποκαλεί τον αιρετικό επίσκοπο, και δεν τεμάχισε την Εκκλησία, αλλ’ απεναντίας την έσωσε από σχίσματα.

Συμβολὴ εἰς τὴν θεολογίαν τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Ενστάσεως καὶ ᾿Αποτειχίσεως

Οἱ ὅροι «ἔνστασις» καὶ «ἐνιστάμενοι» εἶναι πατερικοί. Τοὺς
ἀναφέρει λόγου χάριν ὁ μέγας ἀγωνιστὴς τῆς ᾿Ορθοδοξίας ῞Οσιος
Θεόδωρος Στουδίτης.

Πᾶς δὲ «ὁ ὑπὲρ τῆς ἀληθείας ἐνιστάμενος» 1 εἶναι ἀγωνιστὴς
τοῦ καλοῦ ἀγῶνος «τῆς ὀρθοδόξου καὶ θεαρέστου ἐνστάσεως» 2.

Διὰ τοῦτο λογίζεται καὶ ὁμολογητὴς τῆς ᾿Ορθοδόξου Πίστεως,
«ὁμολογητὴς γὰρ πᾶς ὁ ἐνιστάμενος» 3
 κατὰ τῆς αἱρέσεως καὶ
ὑπὲρ τῆς ᾿Ορθοδοξίας.
῾Επομένως καὶ ἄξιος «τιμῆς» ᾿Ορθοδόξου, κατὰ τὸν ῾Ιερὸν
Κανόνα ΙΕʹ τῆς ῾Αγίας ΑΒʹ Συνόδου, τοῦ ὁποίου τὴν ἔγκυρον
ἑρμηνείαν ὑπὸ τοῦ ᾿Επισκόπου Νικοδήμου Μίλας παραθέτομεν
ἀκολούθως.


῾Ερμηνεία εἰς τὸν ΙΕʹ ῾Ιερὸν Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας ῾Αγίας Συνόδου 4 ὑπὸ ἀοιδίμου ᾿Επισκόπου Νικοδήμου Μίλας

Ο ΚΑΝΩΝ οὗτος εἶναι συμπλήρωμα τοῦ ΙΓʹ καὶ τοῦ ΙΔʹ
Κανόνος τῆς παρούσης Συνόδου, ἐπιτάσσει δέ, ἵνα, ἐφ᾿ ὅσον
πρέπει νὰ ὑφίσταται ἡ σχέσις ἐκείνη (σχέσις ὑποταγῆς δηλονότι καὶ
πειθαρχίας) τοῦ μὲν Πρεσβυτέρου πρὸς τὸν ᾿Επίσκοπον, τοῦ δ᾿
᾿Επισκόπου πρὸς τὸν Μητροπολίτην, πολλῷ μᾶλλον δέον ὅπως ὑ-
πάρχῃ ἡ τοιαύτη σχέσις πρὸς τὸν Πατριάρχην, εἰς ὃν τὴν κανονι-
κὴν ὑπακο ν χρεωστοῦσιν ἅπαντες: οἱ Μητροπολῖται, οἱ ᾿Επίσκοποι,
οἱ Πρεσβύτεροί τε καὶ οἱ λοιποὶ Κληρικοὶ τοῦ περὶ οὗ πρόκειται Πατριαρχείου.
Καθορίσας ταῦτα περὶ τῆς πρὸς
τὸν Πατριάρχην ὑπακοῆς, ὁ Κανὼν
ποιεῖται γενικὴν παρατήρησιν καὶ ἐπὶ
τῶν τριῶν (ΙΓʹ-ΙΕʹ) Κανόνων, δι᾿ ἧς
λέγει, ὅτι τὰ ἐκδοθέντα προστάγμα-
τα ἰσχύουσι μόνον καθ᾿ ἢν περίπτω-
σιν ὑπεισάγονται σχίσματα ἕνεκεν
ἀναποδείκτων τινῶν παραβάσεων
τοῦ Πατριάρχου, τοῦ Μητροπολίτου
καὶ τοῦ ᾿Επισκόπου.
᾿Εὰν ὅμως ᾿Επίσκοπός τις ἢ Μη-
τροπολίτης ἢ Πατριάρχης ἄρξηται
νὰ διακηρύττῃ δημοσίᾳ ἐπ᾿ ἐκκλη-
σίας αἱρετικήν τινα διδαχήν, ἀντι-
κειμένην πρὸς τὴν ᾿Ορθοδοξίαν, τό-
τε οἱ προαναφερθέντες κέκτηνται
δικαίωμα ἅμα καὶ χρέος ν᾿ ἀπο-
σχοινισθῶσι πάραυτα τοῦ ᾿Επισκό-
που, Μητροπολίτου καὶ Πατριάρχου
ἐκείνου, διὸ οὐ μόνον εἰς οὐδεμίαν
θέλουσιν ὑποβληθῆ κανονικὴν ποινήν, ἀλλὰ θέλουσι καὶ ἐπαινεθῆ
εἰσέτι, καθ᾿ ὅσον διὰ τούτου δὲν κατέκριναν καὶ δὲν ἐπανεστάτη-
σαν ἐναντίον τῶν νομίμων ᾿Επισκόπων, ἀλλ᾿ ἐναντίον ψευδεπι-
σκόπων καὶ ψευδοδιδασκάλων, οὔτε καὶ ἐγκατέστησαν τοιουτοτρό-
πως σχῖσμα ἐν τῇ ᾿Εκκλησίᾳ, ἀλλ᾿ ἀντιθέτως, ἀπήλλαξαν τὴν ᾿Εκ-
κλησίαν, ἐν ὅσῳ ἠδυνήθησαν, τοῦ σχίσματος καὶ τῆς διαιρέσεως.


῾Ο ᾿Αρχιμανδρίτης ᾿Ιωάννης (γνωστὸς Ρῶσος Κανονολόγος), ἔχων
ὑπ᾿ ὄψιν τὰς ἱστορικὰς περιστάσεις τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς Ρωσίας,
παρατηρεῖ ἐν τῇ ἑαυτοῦ ἑρμηνεία τοῦ παρόντος Κανόνος πάντῃ
ὀρθῶς καὶ ὑπὸ τὴν αὐστηρὰν ἔννοιαν τῆς Κανονικῆς ἐπιστήμης,
ὅτι ὁ λόγῳ αἱρετικῆς διδασκαλίας τοῦ οἰκείου ᾿Επισκόπου ἀποσχιζό-
μενος Πρεσβύτερος δὲν θὰ εἶναι ἔνοχος, ἀλλ᾿ ἀξιέπαινος, πλὴν
ὅμως μόνον τότε, ἂν ὁ εἰρημένος ᾿Επίσκοπος ἄρξηται κηρύσσων
διδασκαλίαν ἀναφανδὸν ἀντιβαίνουσαν πρὸς τὴν διδαχὴν τῆς ᾿Ορ-
θοδόξου ᾿Εκκλησίας καὶ ἐπισήμως καταδικασθεῖσαν ὑπὸ τῆς ᾿Εκκλη-
σίας 5, καὶ ἄν ταύτην τὴν ψευδῆ διδασκαλίαν παῤῥησίᾳ καὶ δημοσίᾳ
ἐπ᾿ ἐκκλησίας διακηρύττῃ, προτιθέμενος ἀποφασιστικῶς νὰ καταρ-
ρίψῃ τὴν ᾿Ορθόδοξον διδασκαλίαν καὶ νὰ στερεώσῃ τὴν αἵρεσιν·                                                                                                                                                                        
δ᾿ ἄλλως, (ἐὰν δηλαδὴ ᾿Επίσκοπός τις ἐξενέγκῃ ποιάν τινα ἰδιάζου-
σαν ἐπὶ ζητημάτων πίστεως καὶ ἤθους γνώμην αὐτοῦ, δυναμένην
μὲν νὰ φανῇ τινι ὡς μ  ὀρθή, μ  οὖσαν ὅμως ἰδιαιτέρως σπουδαίαν
καὶ ἐπανορθουμένην εὐχερῶς, τοῦ ἐν λόγῳ ᾿Επισκόπου μήπω ἐπὶ
ἐσκεμμένῃ ἀνορθοδοξίᾳ ἐνοχοποιουμένου, ἢ ἐὰν πάλιν ὁ διαλη-
φθεὶς ᾿Επίσκοπος ἐξενέγκῃ ἐσφαλμένην τινὰ διδασκαλίαν αὐτοῦ ἐν
στενωτέρῳ κύκλῳ ὡρισμένων προσώπων, ὥστε εἶναι ἐφικτὸν νὰ
διορθωθῇ ἡ ἐν προκειμένῳ διδασκαλία ἐντὸς τοῦ στενωτέρου τού-
του κύκλου, τῆς εἰρήνης τῆς ᾿Εκκλησίας μ  ἀθετουμένης), ἐν τοιαύτῃ
περιπτώσει οὐδεὶς Πρεσβύτερος κέκτηται τὸ δικαίωμα τοῦ ἀποχω-
ρίζεσθαι αὐθαιρέτως τοῦ οἰκείου ᾿Επισκόπου καὶ τοῦ δημιουργεῖν
σχῖσμα· ἄλλως θὰ ὑπόκειται εἰς τὴν ἐν ἀναφορᾷ πρὸς ταῦτα ὑπὸ
τοῦ ΛΑʹ ᾿Αποστολικοῦ Κανόνος προδιαγραφομένην ἐντολήν.
(Σχετικοὶ Κανόνες: ΛΑʹ ᾿Αποστολικός· ΣΤʹ τῆς Οἰκουμενικῆς Βʹ· Γʹ τῆς
Οἰκουμενικῆς Γʹ· ΙΗʹ τῆς Οἰκουμενικῆς Δʹ· ΛΑʹ καὶ ΛΔʹ τῆς ἐν Τρούλλῳ·
ΣΤʹ τῆς ἐν Γάγγρᾳ· ΙΔʹ τῆς ἐν Σαρδικῇ· Εʹ τῆς ἐν ᾿Αντιοχείᾳ· Ιʹ, ΙΑʹ καὶ ΞΒʹ
τῆς ἐν Καρχηδόνι· ΙΓʹ καὶ ΙΔʹ τῆς Πρωτοδευτέρας)».


------------------------------------------

1. ῾Οσίου Θεοδώρου Στουδίτου, PG τ. 99, στλ. 1064.
2. ῾Οσίου Θεοδώρου Στουδίτου, PG τ. 99, στλ. 1045.
3. ῾Οσίου Θεοδώρου Στουδίτου, PG τ. 99, στλ. 1177.
4. Περιοδ. «᾿Ορθόδοξος ῎Ενστασις καὶ Μαρτυρία», ἀριθ. 3/᾿Απρίλιος-᾿Ιούνιος 1986,
σελ. 73-74. Βλ. ᾿Επισκόπου Νικοδήμου Μίλας, Οἱ Κανόνες τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας
μεθ᾿ ἑρμηνείας, τ. II, Novi Sad, σελ. 290-291. ῾Υπογραμμίσεις ἡμέτεραι. Μετάφρασις
ἐκ τῆς Σερβικῆς ὑπὸ ῾Ιερομονάχου Εἰρηναίου Μπούλοβιτς (14/27.10.1981).
5. «Καὶ ἐπισήμως καταδικασθεῖσαν ὑπὸ τῆς ᾿Εκκλησίας».
• Σχόλιον:
῾Η ἄποψις αὐτή, ταπεινῶς φρονοῦμεν, δὲν εἶναι ἀκριβής· διότι ἡ ἐπαινουμένη
ἀποτείχισις δὲν πραγματοποιεῖται μόνον ὅταν κηρύσσεται ἐπισήμως προκαταδικασθεῖσα
ἤδη αἵρεσις, ἀλλὰ γενικῶς ἡ οἱαδήποτε αἵρεσις, εἴτε παλαιὰ εἴτε καινοφανής.
Τὸ ρῆμα καταγιγνώσκω καὶ ἡ μετοχὴ κατεγνωσμένος-η σημαίνουν βεβαίως καὶ
καταδικάζω καὶ καταδικασμένος-η, ἀλλὰ εἰς τὴν προκειμένην περίπτωσιν τοῦ ῾Ιεροῦ
Κανόνος ΙΕʹ τῆς Πρωτοδευτέρας ἔχουν ἄλλην σημασίαν, ὡς τοῦτο προκύπτει ἀπὸ
τὴν γραμματικήν, συντακτικήν, βιβλικὴν καὶ ἑρμηνευτικὴν παράδοσιν τῶν ῾Ιερῶν
Κανόνων, ἀλλὰ καὶ τὴν διαχρονικὴν πρᾶξιν τῆς ᾿Εκκλησίας.
Πλέον συγκεκριμένως, τὸ μὲν ρῆμα καταγιγνώσκω σημαίνει ἐπίσης ἀποδίδω τι
ὡς κατηγορίαν εἴς τινα, κατηγορῶ τινὰ διά τι (καταγιγνώσκω τινὸς ἀνανδρίαν), ἢ δὲ
μετοχὴ κατεγνωσμένος-η σημαίνει τὸ νὰ εἶναί τις ἀξιόμεμπτος καὶ ἀξιοκατάκριτος.
Παραδείγματα:
• «ὅτι κατεγνωσμένος ἦν» ὁ Πέτρος (Γαλ. βʹ 11) : ἦτο ἀξιόμεμπτος καὶ
ἀξιοκατάκριτος.
• «καταγινώσκῃ ἡμῶν ἡ καρδία», «μὴ καταγινώσκῃ ἡμῶν» (Αʹ ᾿Ιωάν. γʹ 20, 21) : ἡ
συνείδησις κατηγορεῖ ἡμᾶς διὰ τὴν διαγωγήν μας.
• «ἐπικινδύνως γινόμενα ἤτοι κατεγνωσμένως» (Μ. Βασιλείου, PG τ. 31, στλ.
1601Α) : ἀξιομέμπτως καὶ ἀξιοκατακρίτως.
• «μηδὲν κατεγνωκὼς τοῦ ᾿Επισκόπου» (ΛΑʹ ᾿Αποστολικός).
• «ἐπὶ ἐγκλήμασί τισι τοῦ οἰκείου κατεγνωκὼς ᾿Επισκόπου» (ΙΓʹ τῆς Πρωτοδευ-
τέρας).
• «Σημείωσαι τὸν παρόντα ᾿Αποστολικὸν Κανόνα διοριζόμενον ἀκινδύνως ἀποσχίζειν
τοὺς κληρικοὺς ἀπὸ τῶν ᾿Επισκόπων αὐτῶν, καταγινώσκοντας τούτων ὡς ἀσεβούντων»
(Θεοδώρου Βαλσαμῶνος, PG τ. 137, στλ. 97C).
•Οἱ εὐσεβεῖς τῆς Κωνσταντινουπόλεως, κλῆρος καὶ λαός, ἀπετειχίσθησαν ἐκ
τοῦ πατριάρχου Νεστορίου πρὸ συνοδικῆς κρίσεως, ἐπειδὴ οὗτος ἐκήρυττε καινοφανῆ
καὶ κατεγνωσμένην-ἀξιοκατάκριτον αἵρεσιν, δηλαδὴ «ψευδεπισκόπου καὶ
ψευδοδιδασκάλου κατέγνωσαν»





Ο <<ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ>> ΤΩΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΩΝ:
http://www.orthodoxienstasi.com/PDF/books/imerologiaka%20arthra.pdf

Καμπέρα 1991-Συλλείτουργο Κων/λεως Δημητρίου και Ρώμης Ιωάννου Παύλου 2ου (Βατικανό 1987),παρών κι ο Βαρθολομαίος ως μητροπολίτης.Αναγγελία το πιστεύω από κοινού Δημητρίου-Πάπα


"ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ" ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ ΚΑΙ ΠΑΠΙΣΜΟΣ




Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΜΝΗΜΟΝΕΥΕΙ ΩΣ ΑΓΙΟΤΑΤΟ ΤΟΝ ΑΙΡΕΤΙΚΟ ΠΑΠΑ


''ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ'' Π.Σ.Ε



ΚΑΛΑΝΤΑ ΤΩΝ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ

Τα κάλανδα των Χριστουγέννων από τους αδελφούς μας του Πάτριου που δεν δέχθηκαν την ημερολογιακή προδοσία των οικουμενιστών του 1924. Δεν ήθελαν να συνεορτάζουν τα Χριστούγεννα με τους Φράγκους της Δύσεως αλλά με τους Ορθοδόξους των Αγίων Τόπων.

Αρνήθηκαν να δεχθούν το Βατικανό να υποκαθιστά την Βηθλεέμ και τον Παπισμό να υποκλέπτει την προσδοκία!

24 Δεκεμβρίου 1930 :

Καλήν ημέραν, αδελφοί αν είνε ορισμός σας
Χριστούγεννα ορθόδοξα να πω στ’ αρχοντικόν σας.
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλει
τας παραδόσεις τας σεπτάς ζητούν οι Αποστόλοι.
Χριστός γεννάται σήμερον «Το δόξα εν υψίστοις»
ν’ ακούση αξιώνεται η ορθοδόξων πίστις.
Εις τα βουνά γυρίζουνε οι ορθόδοξοι έως τώρα
και η εξουσία τρέχει ευθύς χωρίς να λείψη ώρα.
Εις τα βουνά γυρίζουνε για την Ορθοδοξίαν
και αντί αστέρος τον Σταυρόν φέρουν στην Εκκλησίαν.
Και κάθε χρόνο που περνά με πόθο ερωτώμεν
σε ποιο βουνό, σε ποιο Ναό για να λειτουργηθώμεν.
Ακούσας δε ο Χρυσόστομος Δεσπότης θηριώδης
στέλνει στρατόν και δύναμιν να σφάξη ως Ηρώδης.
Πλην ο σταυρός εξ ουρανού βγαίνει και μας φωτίζει
Ορθοδοξίας καύχημα και θάρρος μας δωρίζει.
Δεν θέλουμε τα φράγκικα του Πάπα να ακούμε
κι’ αυτούς που τα πιστεύουνε ποτέ να μη τους δούμε.
Δεν θέλουμε τα φράγκικα, μόνον Ορθοδοξία
τας παραδόσεις τας σεπτάς ζητάει η Εκκλησία.
Δεν θέλουμε τα φράγκικα παπάδων κουρεμένων
κατάρες κι’ αναθέματα στην κεφαλήν τους μένουν.
Έτη καλά να ζήσετε με δόξα και ευτυχία
και όλοι πάντα σταθεροί εις την Ορθοδοξία.

Μητροπολίτης Γόρτυνος & Μεγαλοπόλεως Ιερεμίας, Ακόμη δεν έχουμε καταλάβει ότι ο παπισμός είναι αίρεση και ο Πάπας είναι αιρεσιάρχης

Δημητσάνα 14 Φεβρουαρίου 2013


Παραιτήθηκε ο Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ´ από την παπωσύνη του. Αλλά γιατί τόσος «ντόρος» και στον χώρο μας, αλλά και θλίψη μερικών, εκκλησιαστικών μάλιστα ανδρών, για την παραίτησή του; Είμαστε στα «καλά» μας; Ακόμη δεν έχουμε καταλάβει ότι ο παπισμός είναι αίρεση και ο Πάπας λοιπόν είναι αιρεσιάρχης; Για να παραλείψω τα άλλα και πολλά, λέγω μόνο αυτά τα τρία βασικά για μας: Οι παπικοί έχουν άλλη Αγία Τριάδα (με το «φιλιόκβε» τους), πιστεύουν άλλη Παναγία και κάνουν διαφορετικά τον σταυρό τους. Αυτοί είναι κομμένοι από την Εκκλησία μας και γι᾽ αυτό δεν μπορούμε να κάνουμε μαζί τους την Θεία Λειτουργία και να κοινωνήσουμε μαζί τους τα Άχραντα Μυστήρια. Δεν αποτελούν Εκκλησία, λυπούμαστε δε για την χρήση από μερικούς του όρου «Ρωμαϊκή Εκκλησία».


Γιατί, αν και οι παπικοί αποτελούν Εκκλησία, ποιά, τελοσπάντων, είναι αυτή η ΜΙΑ Εκκλησία, που ομολογούμε στο «Πιστεύω» μας, στην οποία πρέπει να ανήκουμε για να σωθούμε; Αφού λοιπόν υπάρχουν τόσες μεγάλες δογματικές διαφορές των παπικών με την Ορθόδοξη πίστη μας, και τόσες άλλες πολλές, πέστε μου, είναι η δεν είναι αιρετικοί οι παπικοί; ΕΙΝΑΙ! Κι αν μερικοί η πολλοί δεν θέλουν να το παραδεχτούν αυτό, έχουμε να τους παρουσιάσουμε πολλές-πολλές πατερικές μελέτες και ομιλίες, οι οποίες ομιλούν καθαρά περί των αιρέσεων των παπικών. Αφού λοιπόν οι παπικοί είναι αιρετικοί, γιατί, ξαναλέμε, τόσος θόρυβος και θλίψη για την παραίτησή του; Πραγματικά, δεν μπορούμε να το καταλάβουμε!
Λέγεται ότι ο παραιτηθείς Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ´ είναι φιλορθόδοξος. Όμως, καταλάβαμε και εννοήσαμε και αυτού, όπως και άλλων προκατόχων του, το σχέδιο, με τον πόθο της ενώσεως, να υποτάξει την Ορθοδοξία στον παπισμό. Την ένωση με τους Καθολικούς την θέλουμε και εμείς οι Ορθόδοξοι και ευχόμαστε γι᾽ αυτήν. Θέλουμε όμως ένωση χωρίς στο ελάχιστο να ξεφύγουμε από την Ορθόδοξη πίστη μας και να προσχωρήσουμε στα παπικά δόγματα και στις παπικές απαιτήσεις (αλάθητο του Πάπα). Ένωση σαν κι αυτή της Φερράρας-Φλωρεντίας δεν θα την δεχθεί ποτέ ο Ορθόδοξος λαός μας, γιατί ποιμαίνεται από Αρχιερείς και Ιερείς, οι οποίοι εμπνέονται από το πνεύμα του αγίου Μάρκου του Ευγενικού. Αλλά και αν μερικοί εκκλησιαστικοί ταγοί ξεφύγουν και ζητήσουν ένωση με τον Πάπα επί προδοσία της Ορθοδόξου πίστεως, ο ευσεβής Ορθόδοξος λαός δεν θα το επιτρέψει αυτό, αλλά θα τους κυνηγήσει με τα ξύλα και με γιουχαΐσματα, ως προδότες της πίστεως, όπως ακριβώς έτσι συνέβηκε με την ψευδοένωση της Φερράρας-Φλωρεντίας. Γιατί, όπως το γράφει η παλαιά διακήρυξη των Πατριαρχών της Ανατολής, ο Ορθόδοξος λαός είναι ο φρουρός της πίστεώς του, την οποία θέλει απαρασάλευτη και αμετακίνητη από τα δόγματα των αγίων Πατέρων.
Τέλος πάντων, εκφράζοντας και το Ορθόδοξο φρόνημα του ευσεβούς λαού που ποιμαίνω, των Χριστιανών της Ιεράς Μητροπόλεως Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως, ευχόμαστε από καρδίας στον παραιτηθέντα Πάπα Βενέδικτον ΙΣΤ´ να τον φωτίσει ο Θεός να γνωρίσει την αλήθεια, η οποία είναι ΜΟΝΟ στην Ορθόδοξη Εκκλησία, και, αφού χαρακτηρίζεται ως φιλορθόδοξος, να αρνηθεί, έστω τώρα στο γήρας του, τα παπικά δόγματα, και να προσέλθει στην Ορθόδοξη πίστη, γενόμενος και αυτός Ορθόδοξος, ΑΜΗΝ!


† Ο Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμίας

ΟΣΙΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΒΑΤΟΠΕΔΙΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΔΩΔΕΚΑ ΜΟΝΑΧΟΙ ΒΑΤΟΠΕΔΙΝΟΙ (4 Ἰανουαρίου)



Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.


Ο οσιομάρτυρας Ευθύμιος και οι δώδεκα μοναχοί της Μονής Βατοπεδίου, μαρτύρησαν το 1280 κατά τον διωγμό στο Άγιο Όρος, από τους φιλοπαπικούς, τον βασιλιά Μιχαήλ Παλαιολόγο και Πατριάρχη Ιωάννη Βέκκο.


Την εποχή του Πάπα Ουρβανού Δ' (1263) και του διαδόχου του Κλήμεντος Δ' (1267) ο αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης Μιχαήλ Παλαιολόγος άρχισε να διαπραγματεύεται για την ένωση της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας με τη Δυτική. Ο Πάπας Κλήμης Δ' έστειλε στην Κωνσταντινούπολη προς υπογραφή τους όρους της ενώσεως, στους οποίους μεταξύ άλλων ο Πάπας εθεωρείτο ως διακιούμενος από τον Θεό να κρίνει και να αποφασίζει οριστικά για κάθε δογματικό ζήτημα ή άλλη εκκλησιαστική διαφωνία.

 Έτσι ο Πάπας αναδεικνυόταν σε υπέρτατη εκκλησιαστική εξουσία, οι δε Σύνοδοι, Τοπικές ή Οικουμενικές, εκμηδενίζονταν. Το ζήτημα όμως, λόγω πατριαρχικών ανωμαλιών δεν προχώρησε και ο αυτοκράτορας δεν μπορούσε να ενεργήσει μόνος.

 Οι διαπραγματεύσεις επαναλήφθηκαν το έτος 1273, όταν προχειρίσθηκε Πάπας ο Γρηγόριος ο Ι', ο οποίος δήλωσε ότι δέχεται το ζήτημα της ενώσεως να συζητηθεί σε Σύνοδο, η οποία ορίσθηκε να συνέλθει στην πόλη Λυών της Γαλλίας.

Ο βασιλεύς δήλωσε στους απεσταλμένους του Πάπα, ότι δέχεται την πρόταση και θα αποστείλει πρέσβεις επιτετραμμένους στη Σύνοδο, αλλά ο Πατριάρχης Ιωσήφ αντιστάθηκε και διαμαρτυρήθηκε έντονα, ότι ποτέ δεν θα ήθελε να υπογράψει ένωση με τον Πάπα που θα αναγνώριζε σε αυτόν έξω από τις ιεράς παραδόσεως και των εκκλησιαστικών θεσμίων τέτοια εξουσία. Ο βασιλεύς εξοργίσθηκε. Μη τολμών να αγγίσει τον Πατριάρχη προέβη σε φοβερό διωγμό των λοιπών, άλλους βασάνισε και άλλους εξόρισε. Και επειδή όλοι οι κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως ετάχθησαν κατά της ενώσεως, ο αυτοκράτορας Μιχαήλ, τυφλωμένος από την αμαρτία και το πείσμα, δήλωσε ότι, επειδή αυτός είχε ανακτήσει την Πόλη από τους Φράγκους, εδικαιούτο να είναι ιδιοκτήτης της και ζήτησε από τον λαό να του καταβάλουν ενοίκιο για τις κατοικίες τους.

Η απαίτηση αυτή και τα βίαια μέτρα έκαναν πολλούς από τους κατοίκους της Κωνσταντινουπόλεως να φύγουν σε χώρες έξω από την δικαιοδοσία του αυτοκράτορα, άλλους δε να αποσυρθούν στην επαρχία, όπου διοργάνωσαν ένοπλα σώματα κατά της αυτοκρατορικής αυθαιρεσίας. Παρ' όλα αυτά βασιλικοί απεσταλμένοι μετέβησαν στη Σύνοδο της Λυώνος και υπέγραψαν τις παπικές προτάσεις περί ενώσεως, απεδέχθησαν δηλαδή την προσθήκη στο Σύμβολο της Πίστεως, ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται και εκ του Υιού, και αναγνώρισαν την κυριαρχία του Πάπα και το δικαίωμά του να μνημονεύεται από τον Πατριάρχη, όταν αυτός θα λειτουργούσε.

Ο Πατριάρχης Ιωσήφ αντιστάθηκε στο ζήτημα της ενώσεως και υπέβαλε την παραίτησή του. Έτσι, τον Μάιο του 1275, Πατριάρχης έγινε ο έως τότε Χαρτοφύλαξ της Μεγάλης Εκκλησίας Ιωάννης Βέκκος. Όμως, ο λαός, ο κλήρος και οι μοναχοί αρνούνταν να δεχθούν αυτή την ένωση, την οποία απέκτουαν και η αδελφή του αυτοκράτορα Ευλογία, ο τότε άρχοντας της Ηπείρου Νικηφόρος, ο αδελφός του αυτοκράτορα Ιωάννης, δούκας των νέων Πατρών και άλλοι συγγενείς του βασιλέως. Δυστυχώς οι πιέσεις και οι εκβιασμοί για την ένωση συνεχίστηκαν με τα πλέον τυραννικά μέσα και τον διωγμό κατά των υπερασπιστών της ορθοδόξου πίστεως.
Στη μεγάλη αυτή μάχη δεν έμεινε αμέτοχο το Άγιον Όρος.

 Η Μονή Βατοπαιδίου διαμαρτυρήθηκε τολμηρά κατά του βασιλέως και του Πατριάρχου. Κατεδίωξαν, λοιπόν, τους μοναχούς κατά τον κινηθέντα κατά του Αγίου Όρους διωγμό το έτος 1280. άλλους βασάνισαν, τον δε Ηγούμενο της Μονής Ευθύμιο έπνιξαν στην θάλασσα, ενώ δώδεκα άλλους μοναχούς τους απαγχόνισαν.


ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΜΕΤΑΞΥ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΠΙΣΜΟΥ


ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ



    Το Πρωτείο του πάπα και η κοσμική του δύναμη. Ο Ρωμαίος ποντίφηξ σύμφωνα με την Α΄ Σύνοδο του Βατικανού (1870) έχει «την πλήρη και υπέρτατη εξουσία δικαιοδοσίας εφ’ ολοκλήρου της Εκκλησίας», «το σύνολο της υπέρτατης ταύτης δυνάμεως και ισχύος», «δύναμη τακτική και απεριόριστη» επί πασών των Εκκλησιών και επί πάντων των ποιμένων, δικαιοδοσία απόλυτη και εις θέματα πίστεως και ηθών και εις θέματα πειθαρχίας και διοικήσεως της Οικουμενικής Εκκλησίας». Το πρωτείο του πάπα και πριν να γίνει δόγμα πίστεως ήταν η βασική και αδιαπραγμάτευτη θεωρία των Δυτικών. Το πρωτείο επεκτάθηκε και στην κοσμική εξουσία και έτσι ο πάπας δημιούργησε το κράτος του Βατικανού. 
    Το Βατικανό είναι κράτος με στρατό, αστυνομία, εξωτερική πολιτική και διεθνείς σχέσεις, τράπεζες και οικονομικές επιδιώξεις. Ο εκάστοτε πάπας είναι ηγέτης του κράτους του Βατικανού. Συγκεντρώνει στο πρόσωπό του εκκλησιαστική και κοσμική εξουσία. Έτσι η Δυτική «εκκλησία» έγινε μια ανθρωποκεντρική εκκοσμικευμένη οργάνωση και ο ανθρώπινος αμαρτωλός εγωισμός περιεβλήθη θείο κύρος. Η πτώση του Αδάμ επαναλήφθηκε με δήθεν εκκλησιαστικό και θεολογικό υπόβαθρο. 

    ―Το Αλάθητο. Το αλάθητο είναι μια άλλη μορφή του Πρωτείου. Αφού ο πάπας απέβη η ανωτάτη εκκλησιαστική αρχή, φυσικό ήταν να προσλάβει το αλάθητο των Οικονομικών Συνόδων. Έτσι ο πάπας εχρίσθη υπό της Α΄ Βατικανής Συνόδου (1870) αλάθητος και ανεξέλεγκτος διδάσκαλος «της πίστεως και των ηθών». Έτσι υπέπεσε στην μεγαλύτερη πλάνη και αίρεση και απέδειξε, ότι δεν είναι διδάσκαλος ορθοτομών τον λόγον της χριστιανικής αληθείας. Το πρωτείο και το αλάθητο του πάπα επικυρώθηκαν και από την Β΄ Βατικανή Σύνοδο (1962-1965) και έτσι προσέλαβαν μεγαλύτερη ισχύ και αποτέλεσαν την μόνιμη αιρετική αγκύλωση και διαστροφή του Παπισμού. Το πρωτείο και το αλάθητο του πάπα παρερμήνευσαν την αγία Γραφή, παραποίησαν την ιερά Παράδοση, πλαστογράφησαν την εκκλησιαστική ιστορία. 
    Η παραποίηση της ιστορίας έγινε με τις λεγόμενες Ψευδοϊσιδώρειες διατάξεις (Θ΄ αιών), αγνώστου συγγραφέως, που είναι συλλογή παπικών συνοδικών κανόνων και διατάξεων στις οποίες προσετέθησαν νόθα και εντέχνως παραποιημένα έγγραφα, 94 τον αριθμό, που υποστηρίζουν τις θεοκρατικές και μοναρχικές ιδέες των παπών. 
    Ένα από τα έγγραφα αυτά είναι η Ψευδοκωνσταντίνειος δωρεά· ότι δήθεν ο Μ. Κωνσταντίνος αναχωρών από τη Δύση παρεχώρησε στον πάπα τη διοίκηση του δυτικού ρωμαϊκού κράτους, αυτοκρατορική εξουσία, αυτοκρατορικές τιμές και αυτοκρατορικά διάσημα, ήτοι πορφύρα, ερυθρά πέδιλα, σκήπτρα, στέμμα και το ανάκτορο του Λατερανού. Καμμιά άλλη νοθεία στην παγκόσμιο ιστορία δεν συντελέσθηκε με τόσο μεγάλη τέχνη και δεν είχε τόσο μεγάλα αποτελέσματα. Η Σύνοδος της Κων/πόλεως (1722) θεωρεί το πρωτείο του πάπα πηγή όλων των αιρέσεων του Παπισμού. 
    Οι Παπικοί χάριν του πρωτείου παραβλέψανε τις άλλες διαφορές με τους Ορθοδόξους και δημιουργήσανε το σχήμα της Ουνίας. Μπορεί δηλαδή κάποιοι Χριστιανοί να είναι ενωμένοι με τον πάπα, κρατώντας όλες τις δογματικές διαφορές και παραδόσεις τους, αναγνωρίζοντας όμως το Πρωτείο του και την Μοναρχία του εφ’ όλης της Εκκλησίας. Μ’ αυτή τη μορφή επιδιώκουν οι Παπικοί να ενωθούν και με τους Ορθοδόξους. Ν’ αναγνωρίσουμε δηλαδή το Πρωτείο του πάπα και να κρατήσουμε τα δόγματά μας και τις παραδόσεις μας. Σ’ αυτό αποσκοπεί και ο διάλογος που γίνεται μεταξύ Ορθοδόξων και Παπικών. Να πεισθούμε να γίνουμε Ουνίτες. 

    ―Το Filioque. Δηλαδή ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται όχι μόνο από τον Πατέρα αλλά και από τον Υιό. Η διδασκαλία αυτή έχει την αρχή της σε αρχαίους Λατίνους πατέρες του 4ου και 5ου αιώνα, θεσπίσθηκε επίσημα σε συνόδους του Τολέδου (547 και 589), το 767 στο Φραγκικό Κράτος, και το 1014 υιοθετήθηκε επίσημα από όλον τον Παπισμό. Το δόγμα της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος έχει άμεση σχέση προς αυτήν την θεολογία περί της Αγίας Τριάδος. Επομένως, η αίρεση του Filioque, ως προσβάλλουσα κατ’ ευθείαν την Τριαδική Θεολογία, την κατ’ εξοχήν δηλαδή θεολογία, δεν εμφανίζεται απλώς ως δογματική διαφορά, αλλ’ ως αληθινή άβυσσος μεταξύ Ορθοδοξίας και Παπισμού. 

    ―Η ικανοποίηση της θείας δικαιοσύνης και το καθαρτήριο πυρ. Κατά τους Παπικούς ο Θεός έστειλε τον Υιό του στον κόσμο για να σταυρωθεί, για να ικανοποιηθεί η θεία δικαιοσύνη από την προσβολή που υπέστη από την αμαρτία του ανθρώπου. Η θεωρία περί ικανοποιήσεως της θείας δικαιοσύνης δημιούργησε την Ιερά Εξέταση, τις Σταυροφορίες, τους ιερούς πολέμους και νομιμοποίησε την κάθε μορφής βία εναντίον των εχθρών της πίστεως, οι οποίοι τιμωρούμενοι και διωκόμενοι εξαγνίζονται έναντι του Θεού. Η θεωρία αυτή καθιστά τα λεγόμενα επιτίμια, που δίδουν οι πνευματικοί πατέρες στο μυστήριο της εξομολογήσεως, τιμωρητικά μέσα δικανικής φύσεως και όχι παιδαγωγικά όπως είναι σε μας. 
    Όσοι δεν πρόφθασαν σε αυτήν την ζωή να ικανοποιήσουν την Θεία Δικαιοσύνη με βάσανα και επιτίμια, θα την ικανοποιήσουν μετά θάνατον στο καθαρτήριο πυρ. Εκεί πάνε οι ψυχές των ανθρώπων μετά θάνατο, για να βασανιστούν προσωρινά μέσα στη φωτιά και να καθαριστούν από τις ποινές των αμαρτιών τους. Η διδασκαλία περί καθαρτηρίου πυρός θυμίζει την διδασκαλία του Ωριγένη «περί αποκαταστάσεως των πάντων» η οποία καταδικάστηκε από την Ε΄ Οικουμενική Σύνοδο. 

    ―Το δόγμα των αφέσεων. Είναι συνέπεια και αναγκαίο επακόλουθο της περί θείας δικαιοσύνης και καθαρτηρίου πυρός διδασκαλίας των Παπικών. Η αμαρτία δεν θεωρείται ασθένεια της ψυχής αλλά αξιόποινη παρεκτροπή και προσβολή του Θεού. Γι’ αυτό πέραν του καθαρτηρίου πυρός υπάρχουν: 
α) Οι λυσίποινες αφέσεις.Τα λυσίποινα είναι άφεση, της οφειλόμενης για τις συγχωρηθείσες ήδη αμαρτίες, πρόσκαιρης τιμωρίας. Οι Παπικοί πρεσβεύουν ότι οι ποινές που επιβάλλονται από το Θεό στους αμαρτάνοντες διακρίνονται στις αιώνιες και τις πρόσκαιρες. Οι αιώνιες συγχωρούνται δια της μετανοίας, ενώ οι πρόσκαιρες προλαμβάνονται ή μετριάζονται δια των επιτιμίων ή των αφέσεων που παρέχονται από τον πάπα απεριόριστα, παντού και πάντοτε, από τους καρδιναλίους δια 200 μέρες, από τους μητροπολίτες για 100 μέρες και από τους επισκόπους για 50 μέρες. 
β) Τα υπέρτακτα έργα ή οι περισσεύουσες αξιομισθίες. Δηλαδή η διδασκαλία αυτή λέγει ότι η υπερπλεονάζουσα αξιομισθία των έργων των αγίων δύναται να μεταβιβασθεί και σε άλλους. Ο πάπας, που διαχειρίζεται το θησαυρό των αξιομισθιών, αντλεί από το πλεόνασμα του ένα μέρος για να λύσει τις ποινές των αμαρτωλών, ζώντων και τεθνεώτων. 
    Το θλιβερό είναι ότι οι αφέσεις αυτές συνδέθηκαν με χρηματικές προσφορές των πιστών. Έλεγαν: «Μόλις σ’ αυτόν τον κορβανά της Εκκλησίας το χρήμα κουδουνίσει, μια ψυχή από το καθαρτήριο στον παράδεισο θα φτερουγίσει». Έτσι προκύψανε τα λεγόμενα συγχωροχάρτια. Αυτό έδωσε την αφορμή να ξεσπάσει το κίνημα του Προτεσταντισμού (1517), που αναστάτωσε την Ευρώπη με πολύχρονους θρησκευτικούς πολέμους και την πλήρωσε με απερίγραπτο μίσος και φανατισμό. 
    Ο καθηγητής της δογματικής Χρήστος Ανδρούτσος, ειρωνευόμενος τις ανωτέρω θέσεις του Παπισμού, λέγει: «Γιατί ο αγαθός και φιλεύσπλαχνος πάπας, ο έχων την απόλυτη εξουσία και το απόλυτο προνόμιο του δεσμείν και λύειν εφ’ όλης της ανά τον κόσμο Εκκλησίας, δεν δίδει δια μιας άφεση σ’ όλους τους ανά τους αιώνες αμαρτωλούς, αλλά περιμένει να πέσει το παραδάκι προσωπικά από τον καθένα και μετά να χορηγήσει τα συγχωροχάρτια;». Με αυτές τις θεωρίες ο Παπισμός περιέβαλε την θεομίσητη σιμωνία με δογματική εγκυρότητα και ισχύ. 

    ―Μαριολατρεία. Το δόγμα της ασπίλου συλλήψεως της Θεοτόκου (1854) δηλαδή ότι η Παναγία γεννήθηκε χωρίς το προπατορικό αμάρτημα, το δόγμα ότι η Παναγία είναι Μεσίτρια (1891), με την έννοια ότι τίποτα δεν παρέχεται σε μας άνευ της μεσιτείας της Θεοτόκου, το δόγμα της ενσωμάτου αναλήψεως της Θεοτόκου στον ουρανό χωρίς να γνωρίσει η Παναγία θάνατο και ταφή (1950), η διδασκαλία (δεν έχει γίνει ακόμη δόγμα) ότι η Παναγία είναι συλλυτρώτρια, δηλαδή «Μεσίτρια παρά τω Πατρί», τουτέστι είναι μεσίτης όπως ο Χριστός (πρβλ. Α΄ Τιμ. 2,5-6) και όχι μόνο «Μεσίτρια παρά τω Υιώ», και γενικά η Μαριολατρεία, κατά την οποία η Παναγία ανυψώνεται στην Τριαδική Θεότητα και μάλιστα γίνεται λόγος και για Αγία Τετράδα. 

    ―Το Βάπτισμα. Ο Παπισμός εισήγαγε το δι’ επιχύσεως ή ραντισμού βάπτισμα, το οποίο μόνο σε έκτακτες ανάγκες επιτρέπουν οι πατέρες (π.χ. όταν είσαι στην έρημο και δεν υπάρχει νερό, πρβλ. «Διδαχή αποστόλων» § VII ), και το οποίο δυστυχώς τείνει να γίνει καθεστώς και στην ορθόδοξη Εκκλησία, αφού οι περισσότεροι των επισκόπων και των κληρικών τοποθετούν νερό στην κολυμβήθρα 10-15 πόντους και επιχύουν ύδωρ στο μωρό, αντί να το βαπτίζουν (βυθίζουν) εξ ολοκλήρου, «για να μη πνιγεί» δήθεν. Έτσι το βάπτισμα και σε μας τους ορθοδόξους τείνει να καταστεί ποδόλουτρο μετά επιχύσεως, αλλά παπικά. 

    ―Το Χρίσμα. Χωρίσανε το μυστήριο του χρίσματος από το μυστήριο του βαπτίσματος τα οποία καθιερώθηκαν να γίνονται συνεχόμενα, όπως ομολογεί και ο Τερτυλλιανός (τέλος β΄ αιώνος). Το Χρίσμα δεν δίδεται προ της ηλικίας των επτά ετών, εκτός θανάτου. Έτσι δεν μπορούν και να κοινωνήσουν οι μικρές ηλικίες. 

    --Το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. 
α) Τα άζυμα. Ο Παπισμός μεταχειρίζεται άζυμο άρτο για την τέλεση του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας και όχι ένζυμο όπως είναι το σωστό. 
β) Ο χρόνος καθαγιάσεως. Η καθαγίαση των Τιμίων Δώρων τελείται με την εκφώνηση των συστατικών του Μυστηρίου λόγων του Κυρίου: «Λάβετε φάγετε…» και «πίετε εξ αυτού…» ενώ στην Ορθόδοξη Εκκλησία η καθαγίαση του άρτου και του οίνου και η μεταβολή σε σώμα και αίμα Χριστού τελείται με την επίκληση του Αγίου Πνεύματος: «Και ποίησον τον μεν Άρτον τούτον, τίμιο Σώμα του Χριστού Σου», «το δε εν τω ποτηρίω τούτω τίμιον Αίμα του Χριστού Σου», «Μεταβαλών τω Πνεύματί Σου τω Αγίω». 
γ) Η αποχή των Λατίνων λαϊκών εκ του Αγίου Ποτηρίου. Ο Παπισμός εδογμάτισε, ότι μόνο οι ιερουργούντες κληρικοί δικαιούνται της υπ’ αμφότερα τα είδη θείας Κοινωνίας. Οι μη λειτουργούντες κληρικοί και λαϊκοί επιτρέπεται μόνο του «Σώματος» και όχι του «Αίματος» του Κυρίου. 
δ) Η αποχή της νηπιακής και παιδικής ηλικίας εκ της Θείας Ευχαριστίας. Ο Παπισμός και εδώ καινοτομών, απεστέρησε της Θείας Ευχαριστίας τα νήπια και τα στερούμενα επαρκούς κρίσεως παιδιά, ως μη ικανά ακόμη να διακρίνουν το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου. 

    ―Το Μυστήριο του Αγίου Ευχελαίου. Ο Παπισμός τελεί το Μυστήριο του Αγίου Ευχελαίου μόνο χάριν των ευρισκομένων επί της επιθανάτιου κλίνης πιστών. Τελευταία βέβαια διαφοροποιήθηκε η τακτική του και το δίνει και στους ασθενείς. 

    --Η ενέργεια των μυστηρίων. Διδάσκει ότι η ενέργεια αυτή είναι μηχανική, δίδεται δηλαδή κατά μαγικό τρόπο και δεν εξαρτάται από τη διάθεση, την ανταπόκριση, την προετοιμασία του πιστού, ή και την βιολογική κατάσταση του –αν είναι νεκρός ή ζωντανός-, γι’ αυτό υπάρχουν και τα συγχωροχάρτια για ζωντανούς και νεκρούς. 

    ― Ως προς τους κληρικούς: 
    Χειροτονεί τους κληρικούς διά χρίσματος, ενώ η Εκκλησία χειροτονεί τους μεν διακόνους και πρεσβυτέρους δια επιθέσεως των χειρών των επισκόπων, τους δε επισκόπους διά επιθέσεως του ευαγγελίου. 
    Απέδωσε στο ιερατείο πνευματικές ιδιότητες που δεν έχει. Ενώ οι κληρικοί σε μας τελούν τα μυστήρια εξ ονόματος του Θεού και δια της θείας χάριτος με την οποία είναι περιβεβλημένοι, σ’ αυτούς και σε ορισμένα μυστήρια (βάπτισμα, χρίσμα, εξομολόγηση) θεωρείται ότι τα τελούν με τη δική τους αξία. Δεν λένε «βαπτίζεται», «χρίεται», «συγχωρήσοι σοι δι’ εμού του αμαρτωλού» όπως εμείς, αλλά «βαπτίζω», «χρίω», «συγχωρώ». 
    Δημιούργησε τον βαθμό των καρδιναλίων δηλαδή των κληρικών (επισκόπων, πρεσβυτέρων, διακόνων) που αποτελούν την παπική αυλή..  Οι καρδινάλιοι είναι ανώτεροι των επισκόπων και για να διακρίνονται φορούν ενδύματα ερυθρά. Αυτοί εκλέγουν τον Πάπα και όχι οι επίσκοποι. (Σύνοδος Ρώμης, που συνεκλήθη το 1059, κατέστησε την εκλογή του Πάπα αποκλειστικό προνόμιο των καρδιναλίων, για ν’ αποφευχθούν οι προσπάθειες του αυτοκράτορα και των ευγενών ν’ αναδεικνύουν Πάπα της εκλογής τουςΕνισχύει έτσι τον παποκαισαρισμό αλλά και τον απολυταρχισμό του παπισμού, περιορίζοντας την διοίκηση στην παπική αυλή). Με άλλα λόγια ο παπισμός θεσμοποίησε επίσημα το φαινόμενο της κλίκας! 
    Εισήγαγε την υποχρεωτική γενική αγαμία του λατινικού κλήρου. 

    ―Τα αγάλματα των Λατινικών ναών. Άλλη καινοτομία, που αφορά το εσωτερικό των ναών, είναι η χρήση αγαλμάτων. Ενώ η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος λέγει να κατασκευάζονται εικόνες «από χρώματα, από ψηφία και από ύλην επιτηδείαν… επάνω εις τα ιερά σκεύη και εσθήτας και σινδόνας και πανία· επάνω εις τοίχους και σανίδια», δεν αναφέρει καθόλου περί κατασκευής αγάλματος ή ανδριάντος. 
    Αλλά και η Δυτική θρησκευτική ζωγραφική είναι καθαρά ανθρωποκεντρική και νατουραλιστική. Κυριαρχείται από την φυσικότητα και τον ρεαλισμό, από τον παρόντα κόσμο και από τον νυν αιώνα. Επηρεάζεται από τις αρχές της Αναγεννήσεως παρά από την θεολογία των πατέρων της Εκκλησίας. Παρουσιάζει τις φυσιογνωμίες στην πραγματική-φυσική τους διάσταση όπως και το περιβάλλον. Επιζητεί την αισθητική εγκόσμια συγκίνηση και όχι την κατάνυξη και την μεταρσίωση του ανθρώπου. Υπάρχει πλήρες διαζύγιο της ζωγραφικής με το δόγμα και δεν υπάρχει καμμία επιστασία της θρησκευτικής αρχής. Η σύνοδος της Φρανκφούρτης (794), η οποία καταδίκασε τις αποφάσεις της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, θεωρεί τη ζωγραφική ως απλό στοιχείο διακοσμήσεως των ναών και εποπτικής διδασκαλίας των πιστών. Δεν αποδίδει δογματική, θεολογική και λειτουργική σημασία στην τέχνη. Γι’ αυτό οι ζωγράφοι της αφέθηκαν εντελώς ελεύθεροι και ασύδοτοι να κάνουν ό,τι θέλουν. Φθάσανε στο κατάντημα να ζωγραφίζουν τους αγγέλους, το Χριστό, την Παναγία και τους αγίους έχοντας ως πρότυπα φυσικά μοντέλα ή και τις ερωμένες τους (Filipo Lipp (1406-1469), ο Ραφαήλ (1483-1520), ο Rubens (1577-1640). Επίσης ο Μιχαήλ Άγγελος και άλλοι τινές ζωγράφισαν κάτω από τις επιδράσεις του ομοφυλοφιλικού πάθους τους (πρβλ. εικονογραφίες Καπέλας Σιξτίνας) 

    ―Η εκκοσμίκευση του Παπισμού. Με την εισαγωγή χορών, μουσικών οργάνων, μουσικών εκδηλώσεων κ.λ.π. 

    ―Η νηστεία. Οι νηστείες των Παπικών είναι ελαφρότερες των νηστειών των Ορθοδόξων. Παλιότερα απαγόρευαν μόνο το κρέας. Τώρα όμως έχουν καταργήσει και αυτή την απαγόρευση.

    ―Κατάργηση ιερών κανόνων. Το Βατικανό προ πολλού απέρριψε τους περισσότερους ιερούς κανόνες των Οικουμενικών Συνόδων και εμόρφωσε δικό του Κανονικό Δίκαιο, για να πορευθεί ελεύθερο την οδό την άγουσα σε κάθε είδους καινοτομίες. 

    ―Υποτίμηση των δογματικών διαφορών και της μοναδικότητας της Χριστιανικής Πίστεως. Οι σύγχρονοι παπικοί θεολόγοι, προς εξυπηρέτηση της φιλοενωτικής πολιτικής του Βατικανού, που απορρέει από το κίνημα της παγκοσμιοποιήσεως που προωθούν οι ισχυροί της γης και όχι από την ανάγκη ενώσεως του κόσμου εν Χριστώ, χαρακτηρίζουν ως ανύπαρκτες τις περισσότερες των δογματικών διαφορών μεταξύ Ορθοδοξίας και Παπισμού. Τις θεωρούν απλώς ως θεολογούμενα ζητήματα ή ως νόμιμες εκφράσεις της ιδίας πίστεως, που εμπλουτίζουν τη χριστιανική παράδοση. Συγκαλούν συνεχώς πανθρησκειακά συνέδρια στα οποία τονίζεται ότι όλες οι θρησκείες λατρεύουν τον ίδιο Θεό, η καθεμιά με τον δικό της τρόπο, και προσπαθούν να επιτύχουν μία παγκόσμια διαθρησκειακή ένωση με αρχηγό τον πάπα. Γι’ αυτούς πρωταρχικό ρόλο έχουν οι πολιτικοί σχεδιασμοί και οι εγκόσμιες σκοπιμότητες της Νέας Τάξεως. Και προσπαθούν να διασώσουν το χαμένο κύρος τους και την μειωμένη επιρροή τους προσχωρώντας σ’ αυτή τη Νέα Τάξη. Δυστυχώς η πρακτική αυτή των Παπικών όπως και ανάλογες τάσεις των Αγγλικανών και Προτεσταντών αρχίζουν να υιοθετούνται και από εμάς τους Ορθοδόξους. 

   
 ―Η διδασκαλία περί της κληρονομήσεως της ενοχής του προπατορικού αμαρτήματος. Κατά την ορθόδοξη διδασκαλία κληρονομούμε αναπόφευκτα την αμαρτωλή κατάσταση που προέκυψε από το προπατορικό αμάρτημα, όχι όμως την ενοχή, αφού δεν ήταν δικό μας πταίσμα. 

   
 ―Η διδασκαλία περί του απολύτου προορισμού. Έχει τις αρχές της στο χώρο της Δυτικής (εκκλησίας) αν και δεν κατέστη επίσημο δόγμα του Παπισμού. Την παρουσίασε πρώτα ο Αυγουστίνος, την περιέγραψε ο Θωμάς Ακινάτης και μετά πέρασε στο χώρο του Προτεσταντισμού αναδεικνυόμενη σε βασικό δόγμα του. Κατ’ αυτήν όλοι οι άνθρωποι είναι αμαρτωλοί από τη φύση τους και ανεπίδεκτοι προόδου. Όμως ο Θεός εκλέγει μερικούς απ’ αυτούς και τους σώζει σύμφωνα με τις ανεξερεύνητες βουλές του. Η διδασκαλία περί απολύτου προορισμού, που όπως είδαμε έχει την αρχή της στα συγγράμματα παπικών θεολόγων, είναι «η μεγαλύτερη θεολογική ρατσιστική αντίληψη όλων των εποχών» (Ιερόθεος Βλάχος, επίσκοπος Ναυπάκτου) και «η θεωρία κατά την οποία «η δικαιοσύνη γίνεται βαναυσότητα και η χάρη καταντά αυθαιρεσία» (Μάριος Μπέγζος, καθηγητής Θεολογικής Σχολής Αθηνών). 

    ― Περί της άκτιστου ουσίας και των άκτιστων ενεργειών του Θεού. Η βασική διαφορά μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και του Παπισμού ευρίσκεται στην ταύτιση υπό του Παπισμού της άκτιστου ουσίας και των άκτιστων ενεργειών του Θεού και επιπλέον στο ότι αποδίδει κτιστές ενέργειες στον Θεό. Κτιστές ενέργειες όμως έχουν μόνο τα κτίσματα. Έτσι το άκτιστο φως της Μεταμορφώσεως του Κυρίου μας οι Παπικοί το θεωρούν κτιστό. 

    ―Η διαφορά μεταξύ ησυχαστικής και σχολαστικής θεολογίας. Στην Δύση αναπτύχθηκε ο σχολαστικισμός, ως προσπάθεια διερεύνησης όλων των μυστηρίων της πίστεως με την λογική, ενώ στην Ορθόδοξη Εκκλησία επικρατεί ο ησυχασμός, δηλαδή η κάθαρση της καρδιάς και ο φωτισμός του νου, για την απόκτηση της γνώσεως του Θεού. 

    ―Η άποψη περί της ενιαίας μεθοδολογίας, για την γνώση του Θεού και των κτισμάτων, η οποία οδήγησε στην σύγκρουση μεταξύ θεολογίας και επιστήμης. Η θεολογία είναι επιστήμη και μάλιστα θετική, διότι έχει γνωστικό αντικείμενο το Θεό και χρησιμοποιεί επιστημονική μέθοδο. Έχει την παρατήρηση-θέαση των ακτίστων ενεργειών του Θεού και χρησιμοποιεί το πείραμα, αφού υπάρχει δυνατότητα επαναλήψεως της εμπειρίας της θεώσεως, που έχουν οι επιστήμονες της πίστεως, οι άγιοι. Θεολογία και επιστήμη δεν συγκρούονται, γιατί έχουν διαφορετικό γνωστικό αντικείμενο και διαφορετικά πεδία έρευνας. Η επιστήμη απαντά στο πως και η θεολογία στο γιατί. Στην Ορθοδοξία η έρευνα του ακτίστου Θεού γίνεται από τη θεολογία, ενώ η έρευνα της κτίσεως γίνεται από την επιστήμη. Η γνώση του Θεού είναι υπερφυσική και πραγματοποιείται με τη κάθαρση της καρδιάς (Ψαλμ. 50,12), ενώ η γνώση του κόσμου είναι φυσική και πραγματοποιείται με την επιστημονική έρευνα. 

    ―Οι λειτουργικές καινοτομίες γενικά σε όλα τα μυστήρια της Εκκλησίας. Θέσπισε τις πολλές θείες λειτουργίες στην ίδια αγία Τράπεζα και την ίδια μέρα. Εισήγαγε νέες τελετές και εορτές, όπως την εορτή της αγίας δωρεάς και της ιεράς καρδίας του Ιησού. Κατάργησε την επίκληση κατά τον καθαγιασμό των τιμίων δώρων και αρκέσθηκε στους ιδρυτικούς λόγους του Χριστού δια το μυστήριο της θείας ευχαριστίας. Κατάργησε επίσης τις μνήμες αρκετών αγίων. 

    ―Το σημείο του Σταυρού. Και αυτό το άλλαξαν οι Παπικοί. Ενώ εμείς οι Ορθόδοξοι ενώνουμε τα τρία δάχτυλα, που συμβολίζουν την Αγία Τριάδα και τα δύο διπλωμένα την θεία και ανθρώπινη φύση του Χριστού, αυτοί το κάνουν με όλη την παλάμη και εξ αριστερών προς τα δεξιά. 

    
―Η συνεχής πρόοδος της Εκκλησίας στην ανακάλυψη των πτυχών της αποκαλυπτικής αλήθειας. Με τη θεωρία αυτή θέλουν να δικαιολογήσουν τα δόγματά τους, που θεσπίσθηκαν πολύ αργότερα και που δεν υπήρχαν στην αρχαία αδιαίρετη Εκκλησία.
 



ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ