A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2017

Ἡ ἀνάγκη τῆς ἐσωτερικῆς μετανοίας καὶ καθάρσεως καὶ ἡ προϋπόθεσις τῆς Πνευματικῆς Εὐθύτητος

Αποτέλεσμα εικόνας για  μετανοίας

+Ἐπισκόπου Γαρδικίου Κλήμεντος


Ἕνα σοβαρό ζήτημα στήν πνευματική μας ζωή εἶναι ὄχι μόνον νά μετανοοῦμε γιά ὅσες ἁμαρτίες διαπράξαμε, ἀλλά καί νά προφυλαγόμαστε ἀπό μελλοντικές πτώσεις. Διαφορετικά, δέν θά ἔχουμε μόνιμη ἐγκατοίκησι καί διαμονή τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ μέσα μας. Γιά τόν λόγο αὐτό, ὁ μετανοημένος Προφήτης Δαυΐδ, τό ὑπόδειγμα τῆς Μετανοίας ἀνά τούς αἰῶνες, παρακαλεῖ τόν Κύριο στόν περίφημο Ψαλμό τῆς Μετανοίας του καί γιά τά ἑξῆς μεταξύ τῶν ἄλλων: «Καρδίαν καθαράν κτίσον ἐν ἐμοί ὁ Θεός, καί Πνεῦμα εὐθές ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου» (Ψαλμ. ν´ 12).|

῞Οπως μᾶς ἐβεβαίωσε ὁ Κύριός μας στό ἅγιο Εὐαγγέλιο (βλ. Ματθ. ιε´ 18-19), ἀπό τήν «καρδίαν» ἐξέρχονται ὅσα μολύνουν τόν ἄνθρωπο, καί ἄρα αὐτή πρωτίστως ἔχει ἀνάγκη ἐσωτερικῆς καθάρσεως. Γιά νά ὑπάρξη ἀλλαγή ζωῆς, πορείας καί κατευθύνσεως στόν ἄνθρωπο, εἶναι ἀνάγκη προηγουμένως νά πραγματοποιηθῆ ἐν Χάριτι μία βαθειά ἐσωτερική μεταστροφή.

Χρειάζεται ἀπαραιτήτως νέα καρδία καὶ νέο πνεῦμα. ῾Οπότε, ἡ ᾿Εξομολόγησι δὲν νοεῖται σὰν μία παράθεσι τῶν πτώσεων καὶ ἀδυναμιῶν μας, ἀλλὰ σὰν μία εὐλογημένη ἀπόπειρα ἀλλαγῆς καρδίας, μεταβολῆς γνώμης καὶ στροφῆς σὲ νέα ἐνδιαφέροντα, μὲ ἀποτίναξι τῶν ἐφαμάρτων παλαιῶν. ῎Αν πίπτουμε συνεχῶς καὶ μὲ μεγάλη εὐκολία στὰ ἴδια πταίσματα καὶ ἁμαρτήματα, εἶναι διότι δὲν καταβάλλουμε αὐτὴ τὴν προσπάθεια ἐσωτερικῆς μεταστροφῆς, δὲν τὴν ἐπιζητοῦμε καὶ δὲν τὴν ἐπιδιώκουμε· δὲν πονοῦμε καρδιακὰ καὶ δὲν παρακαλοῦμε σὰν τὸν Προφήτη γιὰ καθαρὰ καρδία καὶ γιὰ Πνεῦμα εὐθές, ὥστε νὰ φυλαχθοῦμε ἀπὸ τὶς «συνηθισμένες» πτώσεις, μὲ τὶς ὁποῖες φαίνεται νὰ εἴμαστε τόσο ἐξοικειωμένοι.

῾Ο ῞Αγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος βεβαιώνει χαρακτηριστικά, ὅτι γιὰ νὰ δεχθῆ ὁ ἄνθρωπος τὸ ῎Ελεος τοῦ Θεοῦ πρέπει νὰ εἶναι Εὐθύς. ῾Ο εὐθὺς εἶναι ἀληθής· ὁ ἀληθὴς εἶναι ταπεινός· καὶ ὁ ταπεινὸς μόνον εἶναι ἄξιος τοῦ ᾿Ελέους. Τὸν μὴ εὐθὺ ὁ Θεὸς δὲν δύναται νὰ τὸν ἐλεήση. Τὸ ῎Ελεος τοῦ Θεοῦ εἶναι μετοχὴ στὴν ῾Αγιότητά Του. Γι᾿ αὐτὸ εἶναι ἀδύνατη ἡ ἕνωσι τοῦ Θεοῦ μὲ σκολιὰ (στρεβλὴ) ψυχή. Προέχει, λοιπόν, ἡ ἱκεσία νὰ γίνουμε πρῶτα εὐθεῖς, γιὰ νὰ ἀξιωθοῦμε θείου ᾿Ελέους (βλ. «᾿Αλφαβητικὰ Κεφάλαια», Ζ´).

Μία προσπάθεια πρὸς τὴν ὀρθὴ αὐτὴ κατεύθυνσι, ἀποτελεῖ ἡ ἐπιμελὴς καὶ ἀποφασιστικὴ ἀπομάκρυνσί μας ἀπὸ τὰ αἴτια τῶν πτώσεών μας, ἡ ἀποφυγὴ τῶν κακῶν καὶ βλαπτικῶν συναναστροφῶν καὶ ἡ ἐπίδειξι σταυρικῆς ὑπομονῆς στὴν μὴ ἐκπλήρωσι τῆς πιέσεως τῶν παθῶν μας. Διὰ τοῦ τρόπου τούτου ἑλκύουμε τὴν θεία ᾿Αντίληψι καὶ Βοήθεια, ἡ ὁποία ὄντως θαυματουργεῖ καὶ ἀπεργάζεται τὴν ἐσωτερική μας ἀλλαγὴ καὶ μεταστροφή. ῾Η Χάρις τοῦ Θεοῦ, ἡ ῾Οποία καθαίρει καὶ εὐθύνει, ἔρχεται μόνον κατόπιν συνεχοῦς ἐπικλήσεως. Παράλληλα, ἄς μᾶς φοβίζη πάντοτε ἡ ἀστάθειά μας καὶ ἄς φροντίζουμε νὰ μὴ στρεβλώνουμε τὴν καρδιά μας. Τὰ κύρια πάθη τῆς φιλαυτίας, φιλοκτημοσύνης καὶ φιληδονίας ἀπομακρύνουν τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἀπὸ μέσα μας μὲ μία φοβερὴ δύναμι καὶ στρεβλώνουν τὴν καρδιά μας, ἡ ὁποία ἴσως εἶχε ἤδη ἀρχίσει νὰ εὐθύνεται μὲ τὴν μετάνοια ποὺ εἴχαμε ἐπιδείξει νωρίτερα.

Οἱ μικρὲς ἀπροσεξίες ἐπιφέρουν μεγάλα καὶ καταστροφικὰ ἀποτελέσματα. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, στὴν ῾Αγία Γραφὴ ἔχουμε συχνὰ προτροπὲς γιὰ προσοχὴ σὲ πρακτικὰ ζητήματα, τὰ ὁποῖα συνήθως παραβλέπονται εὔκολα ἀπὸ τοὺς πολλούς: Μὴ καθίσης, γράφει κάπου γιὰ παράδειγμα, μὲ γυναῖκα ἄλλου, «μήποτε ἐκκλίνει (διαστρέψει) ἡ ψυχή σου ἐπ᾿ αὐτὴν» (Σοφ. Σειρ. θ´ 9). Τὰ τραγικὰ παραδείγματα ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖοι ἀστόχησαν, εἶναι γνωστὰ καὶ ἐπώδυνα. «῾Ο δοκῶν ἐστάναι, βλεπέτω μὴ πέσῃ» (Α´ Κορ. ι´ 12)!

Γι᾿ αὐτὸ εἶναι ἀπαραίτητο τὸ Πνεῦμα τὸ Εὐθές, ὥστε ἐσωτερικὰ ἡ καρδία νὰ καθαίρεται καὶ νὰ εὐθυδρομῆ. Νὰ ἐλέγχουμε συχνὰ καὶ μὲ ἐπιμέλεια ποῦ εὑρισκόμεθα, γιὰ νὰ μὴ καταντοῦμε ὑποκριτές. ῾Η ἀληθινὴ Μετάνοια μᾶς ἀσποσπᾶ ἀπὸ τὰ κτίσματα καὶ μᾶς στρέφει καὶ μᾶς κατευθύνει στὸν Κτίστη καὶ Δημιουργὸ τῶν ἁπάντων. Πρέπει νὰ φυλάξουμε πάσῃ θυσίᾳ αὐτὴ τὴν εὐθύτητα τῆς καρδίας! Αὐτὸ συμβαίνει μόνο μὲ τὴν τήρησι τῶν θείων ᾿Εντολῶν, μὲ τὴν Θεανθρώπινη μεθοδολογία τῆς ᾿Εκκλησίας μας, μὲ τὶς ἅγιες ᾿Αρετὲς καὶ τὰ ἅγια Μυστήρια. ᾿Επίσης, μὲ τὴν Νοερὰ Προσευχή, ἔστω καὶ σὲ μία ἁπλῆ καὶ «ἀρχαριακὴ» μορφή της. ῎Εχει ἐπίσης μεγάλη σημασία ἡ ἔλλογος ὑπακοὴ στὸν Πνευματικό μας πατέρα, ἡ ὑπομονὴ ἐν εὐχαριστίᾳ σὲ ὅλα τὰ δεινὰ τοῦ βίου καὶ ἡ φιλάνθρωπη διάθεσι, τὸ ῎Ελεος καὶ ἡ ᾿Αγάπη. ῎Αν ἐπιζητοῦμε ὅμως νὰ ἀρέσουμε, κοσμικῷ τῷ τρόπῳ, καὶ στὸν Θεὸ καὶ στοὺς ἀνθρώπους, τότε ἐξαπατώμεθα καὶ ἡ εὐθύτης στρεβλώνεται.

῎Αν ὀπισθοχωροῦμε ἐνώπιον τῶν πειρασμῶν καί πράττουμε, λέγουμε, σκεπτόμαστε καί ἐπιθυμοῦμε τά τοῦ κόσμου τῆς ἐμπαθείας καί ἁμαρτίας, τότε χαλοῦμε τήν πιθανή καλή μας κατάστασι καί μολυνόμαστε καί πάλι... ῞Ομως, «μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται!» (Ματθ. ε᾿ 8).

Γι᾿ αὐτό οἱ ῞Αγιοι μᾶς προτρέπουν: «Καθάρισον τήν ἀγάπην σου, καθάρισον τήν καρδίαν σου!».

Γι᾿ αὐτό συνεχῶς ψάλλουμε καί ὁμολογοῦμε: «Καθάρισον, Κύριε, τόν ῥύπον τῆς ψυχῆς μου καί σῶσόν με, ὡς Φιλάνθρωπος»!...

᾿Απόσπασμα ῾Ομιλίας στό Πνευματικό Κέντρο «Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου» στόν Κολωνό (Πατρῶν 12) ᾿Αθηνῶν, τήν Κυριακή 8/21.3.2010. Ἀναδημοσίευσις ἐκ τοῦ περιοδικοῦ ''Ἅγιος Κυπριανός'', ἀρ. τ. 356, Μάϊος - Ἰούνιος 2010, σελίδες 57 - 58.

Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2017

ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ (Μέγας Βασίλειος)



Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου!». Μιά φράση, πού λέγε- ται συχνά-πυκνά ὡς ἔκφραση ἐνδιαφέροντος καί ἀγάπης, μέ περιεχόμενο ὅμως ἰδιαίτερα ἐγωκεντρικό καί ὑλιστικό. «Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου!». Πρόσεχε, δηλαδή, τήν ὑγεία σου, τή δίαιτά σου, τήν ἐμφάνισή σου, τή δουλειά σου...
Ἡ ἴδια ἀκριβῶς φράση, ἀλλά μέ διαμετρικά ἀντίθετη ἔννοια, συναντᾶται ἀρκετές φορές καί στήν Ἁγία Γραφή: «Πρόσεχε σεαυτῷ».
Τήν ἀκριβή ἑρμηνεία τῆς θείας αὐτῆς προσταγῆς μᾶς ἀναπτύσσει σέ μιά ὑπέροχη ποιμαντική του ὁμιλία ὁ ἅγιος Βασίλειος ὁ Μέγας. Σύμφωνα μέ τούς μελετητές τοῦ ἔργου του, ὁ λόγος Εἰς τὸ Πρόσεχε σεαυτῷ – ὡς «λόγο ἀξιοθαύμαστο καί γεμάτο ἀπό κάθε σοφία» τόν ἀξιολογεῖ ὁ ὅσιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνός– εἶναι ὁ σπουδαιότερος ἠθικός λόγος του καί ἀποτελεῖ ἐπιτομή τῆς ὀρθόδοξης ἀνθρωπολογίας.
Ὁ ἅγιος ἱεράρχης μᾶς καλεῖ νά μαζέψουμε τόν νοῦ μας ἀπό τή μάταιη περιπλάνηση στήν κενότητα τῆς κοσμικῆς ζωῆς καί νά τόν στρέψουμε προσεκτικά στόν ἐσωτερικό μας ἄνθρωπο, γιά νά γνωρίσουμε τόν πραγματικό μας ἑαυτό. Τί εἴμαστε; Ποιοί εἴμαστε; Ἀπό ποῦ ἤρθαμε καί ποῦ πηγαίνουμε; Ποιός εἶναι ὁ ἀληθινός σκοπός τῆς ζωῆς μας; Ποιά τά κύρια καί ποιά τά δευτερεύοντα στοιχεῖα τῆς ὑπάρξεώς μας; Τί ἐπιθυμεῖ ἡ ψυχή μας, μέ ποιά αἰσθήματα ζεῖ, σέ ποιά κατάσταση βρίσκεται; Ἡ εἰλικρινής αὐτοεξέταση μᾶς ὁδηγεῖ στήν αὐτογνωσία. Κι αὐτή, ἀφοῦ συνταιριαστεῖ μέ τή μετά- νοια, τόν πνευματικό ζῆλο καί τήν ἄγρυπνη φροντίδα μας γιά τήν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, μᾶς ἀνεβάζει σταδιακά στή θεογνωσία. Ἔτσι, ἡ προσοχή τοῦ ἑαυτοῦ μας γίνεται τελικά μιά ἐνατένιση τοῦ Θεοῦ, μιά αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ στή ζωή μας. «Πρόσεχε σεαυτῷ, ἵνα προσέχῃς Θεῷ», τονίζει ὁ θεοφόρος ἅγιος στό τέλος τοῦ λόγου του.
Ἡ ἀποκλειστική προσκόλληση τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου στήν ἄμετρη ἱκανοποίηση τῶν ἀτομικῶν του βιοτικῶν ἀναγκῶν τόν ἔχει στερήσει ἀπό τήν κοινωνία μέ τόν ἀληθινό Θεό καί τόν συνάνθρωπό του καί τόν ἔχει ὁδηγήσει σέ τραγικά ὑπαρξιακά ἀδιέξοδα.
Γι’ αὐτό εἶναι, νομίζουμε, ἐπίκαιρος ὁ ἀφυπνιστικός καί καθοδηγητικός λόγος τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὅπως μάλιστα αὐτός βιώνεται στήν ὀρθόδοξη παράδοσή μας. Τόν προσφέρουμε σέ ἐλεύθερη νεοελληνική ἀπόδοση, μέ τήν εὐχή νά προκαλέσει στίς καλοπροαίρετες ψυχές θεϊκές ἀλλαγές, σάν ἐκεῖνες πού ἔνιωθε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὅταν μελετοῦσε τούς λόγους τοῦ ὁμόψυχου φίλου του. « Ὅταν ἐντρυφῶ στούς ἠθικούς λόγους τοῦ Βασιλείου», ἔλεγε, «ἐξαγνίζομαι στήν ψυχή καί τό σῶμα καί γίνομαι ναός πού δέχεται τόν Θεό, ὄργανο πού τίς χορδές του χτυπᾶ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ξαναρυθμίζω τότε τή ζωή μου σύμφωνα μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα καί μέ μιά θεϊκή ἀλλαγή γίνομαι ἄλλος ἄνθρωπος».

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
 

Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου Δύσκολα γίνεται κτῆμα μας ὁ λόγος τῆς ἀλήθειας πού περιέχεται στήν Ἁγία Γραφή. Καί, καθώς αὐτός εἶναι σύντομος καί περιεκτικός, εὔκολα χάνει κανείς, ἄν δέν προσέχει, τό βαθύτερο νόημά του. Αὐτό ἀκριβῶς ἰσχύει καί γιά τόν ἀκόλουθο ἁγιογραφικό λόγο: «Πρόσεχε τόν ἑαυ- τό σου, μήν τυχόν κάποιος ἀπόκρυφος λογισμός τῆς ψυχῆς σου γίνει ἁμαρτία» (Δευτ. 15:9). 
Ἐπειδή ἐμεῖς, οἱ ἄνθρωποι, εὔκολα ἁμαρτάνουμε μέ τίς σκέψεις, ὁ Πλάστης μᾶς πρόσταξε νά ἔχουμε ὡς πρωταρχική φροντίδα τήν καθαρότητα τοῦ νοῦ, πού εἶναι ὁ ἡγεμόνας τοῦ ψυχικοῦ μας κόσμου.
Οἱ πράξεις τοῦ σώματος, γιά νά πραγματοποιηθοῦν, χρειάζονται καί χρόνο καί κόπους καί συνεργάτες καί τίς κατάλληλες εὐκαιρίες. Οἱ κινήσεις, ὅμως, τοῦ νοῦ ἐπιτελοῦνται ταχύτατα καί σέ κάθε καιρό, δίχως κόπους καί ἰδιαίτερες φροντίδες. Ὅπου, λοιπόν, ἡ ἁμαρτία εἶναι εὔκολη καί γρήγορη, ἐκεῖ ἀπαιτεῖται καί αὐξημένη ἐπαγρύπνηση. “Φυλάξου”, μᾶς φωνάζει ὁ Θεός, “μήν ἁμαρτήσεις μέ καμιά κρυφή σκέψη τῆς ψυχῆς σου”.
Ἄς παραμείνουμε, ὅμως, στό πρῶτο μέρος τοῦ ἁγιογραφικοῦ αὐτοῦ λόγου: «Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου!».
Τά ζῶα ἔχουν ἔμφυτη ἀπό τόν Θεό τή δυνατότητα νά ἀποστρέφονται ἐνστικτωδῶς τίς βλαβερές τροφές καί νά ἀποζητοῦν τίς ὠφέλιμες. Σ’ ἐμᾶς, ὅμως, ὁ παιδαγωγός Θεός ἔδωσε τό παράγγελμα τῆς προσοχῆς, ὥστε μέ τόν νοῦ μας νά μποροῦμε νά ἐπιλέγουμε ἐλεύθερα καί νά κάνουμε ἐνσυνείδητα ὅ,τι τά ζῶα κάνουν ἀσυνείδητα. Ἔτσι, μέ τή συνεχή καί προσεκτική ἐπιστασία τῶν λογισμῶν μας, μποροῦμε νά γινόμαστε πιστοί τηρητές τῶν θείων ἐντολῶν, ἀποφεύγοντας τήν ἁμαρτία, ὅπως τά ζῶα ἀποφεύγουν τίς δηλητηριώδεις τροφές, καί ἐπιδιώκοντας τήν ἀρετή, ὅπως ἐκεῖνα τά θρεπτικά χόρτα.
«Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου!». Δηλαδή, ἀπό κάθε μεριά νά παρακολουθεῖς προσεκτικά τόν ἑαυτό σου. Ἀκοίμητα νά ᾽χεις τά μάτια τῆς ψυχῆς σου. Περπατᾶς ἀνάμεσα σέ παγίδες. Κρυφές θηλιές ἔχει στήσει στόν δρόμο σου ὁ πονηρός. Νά κοιτᾶς ἀκατάπαυστα μέ προσοχή ὁλόγυρά σου, «γιά νά σωθεῖς σάν τό ζαρκάδι ἀπό τά βρόχια, σάν τό πουλί ἀπό τοῦ κυνηγοῦ τό χέρι» (Παροιμ. 6:5). Φυλάξου, μήν πέσεις στήν παγίδα τῆς ἁμαρτίας καί γίνεις θήραμα τοῦ διαβόλου, αἰχμάλωτος στά δικά του τά θελήματα.
«Πρόσεχε», λοιπόν, «τόν ἑαυτό σου!». Δηλαδή, 6 οὔτε τά δικά σου πράγματα, οὔτε αὐτά πού ὑπάρχουν γύρω σου, ἀλλά μόνο τόν ἑαυτό σου τόν ἴδιο πρόσεχε. Γιατί ἄλλο εἶναι ὁ ἑαυτός μας, ἄλλο τά δικά μας πράγματα καί ἄλλο αὐτά πού ὑπάρχουν γύρω μας. Ὁ ἑαυτός μας εἶναι ἡ ψυχή καί ὁ νοῦς μας, ἐφόσον ἔχουμε πλαστεῖ «κατ’ εἰκόνα» τοῦ Δημιουργοῦ. Δικό μας εἶναι τό σῶμα μέ τίς αἰσθήσεις του
*. Καί τά γύρω ἀπό μᾶς εἶναι τά χρήματα, τά ἐπαγγέλματα καί ὅλα τά ἀναγκαῖα γιά τή συντήρηση τῆς ζωῆς μας πράγματα.
Τί μᾶς λέει, λοιπόν, ἡ Γραφή; Μή δίνεις σημα- σία στή σάρκα, οὔτε νά ἐπιδιώκεις μέ κάθε τρόπο ὅ,τι φαίνεται καλό σ᾿ αὐτήν, δηλαδή ὑγεία, ὀμορφιά, ἡδονικές ἀπολαύσεις, μακροζωΐα. Νά μή θαυμάζεις τά χρήματα, τή δόξα, τήν ἐξουσία. Μήτε πάλι νά θεωρεῖς σπουδαῖα ὅσα εἶναι ἀπαραίτητα γιά τούτη τήν πρόσκαιρη ζωή καί ν᾿ ἀφοσιώνεσαι ἐξ ὁλοκλήρου σ᾿ αὐτήν, ἀδιαφορώντας γιά τήν αἰώνια ζωή. Ἀλλά τήν ψυχή σου νά προσέχεις. Αὐτήν νά φροντίζεις καί νά στολίζεις. Καθάρισέ την ἀπό τόν ρύπο τῆς ἁμαρτίας. Διῶξε ἀπό πάνω της τά αἴσχη τῆς κακίας καί μέ τό κάλλος τῆς ἀρετῆς ἀνάδειξέ την πανέμορφη καί φωτεινή.
Φιλοσόφησε πάνω στήν ὕπαρξή σου, γνώρισε τή φύση σου, δές ποιός εἶσαι. Ἀποτελεῖσαι ἀπό σῶμα, πού εἶναι θνητό, καί ἀπό ψυχή, πού εἶναι ἀθάνατη. Σέ δύο ἐπίπεδα κινεῖται καί ἀναπτύσσεται ἡ ζωή μας. Τό ἕνα, αὐτό πού σχετίζεται μέ τό σῶμα, περνάει καί φεύγει γρήγορα. Τό ἄλλο, αὐτό πού ἀναφέρεται στήν ψυχή, εἶναι αἰώνιο καί πέρα ἀπό κάθε ἀνθρώπινη περιγραφή. Πρόσεχε, λοιπόν, τόν ἑαυτό σου, ὥστε οὔτε στά ἐφήμερα νά προσκολληθεῖς σάν νά εἶναι αἰώνια, οὔτε τά αἰώνια νά καταφρονήσεις σάν νά εἶναι ἐφήμερα. Μή δίνεις σημασία στή σάρκα, γιατί αὐτή εἶναι πρόσκαιρη· φρόντιζε τήν ψυχή σου, πού εἶναι ἀθάνατη.
Παρατήρησε λεπτομερῶς τόν ἑαυτό σου, γιά νά μάθεις νά χορηγεῖς στό κάθε συστατικό του τά ὠφέλιμα: στό σῶμα τροφές καί ἐνδύματα, στήν ψυχή θεοσέβεια καί ἀρετή. Μήτε νά παραπαχαίνεις τό σῶμα, μήτε νά δίνεις σημασία στίς σαρκικές ἀπαιτήσεις. Ἐπειδή «ἡ σάρκα ἐπιθυμεῖ ἀντίθετα πρός τό πνεῦμα καί τό πνεῦμα ἀντίθετα πρός τή σάρκα κι αὐτά τά δύο ἀντιμάχονται τό ἕνα τό ἄλλο» (Γαλ. 5:17), κοίτα μήπως, μέ τό νά παραφορτώνεις τή σάρκα, δίνεις πολλή ἐξουσία στό κατώτερο στοιχεῖο τῆς ὑπάρξεώς σου. Γιατί μέ τό σῶμα καί τήν ψυχή συμβαίνει ὅ,τι καί μέ μιά ζυγαριά: Ἄν παραφορτώσεις τόν ἕνα της δίσκο, ὁπωσδήποτε θά κάνεις ἐλαφρότερο τόν ἄλλο. Ὅταν, λοιπόν, τό σῶμα καλοπερνᾶ, ἡ ψυχή γίνεται ἀδρανής καί ἄτονη. Κι ὅταν, ἀντίθετα, ἡ ψυχή ἐξυψώνεται μέ τήν ἀρετή, οἱ σαρκικές ἐπιθυμίες μαραίνονται.
Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου, γιά νά μπορεῖς νά διακρίνεις πότε ἡ ψυχή εἶναι ὑγιής καί πότε 8 ἀσθενής. Γιατί πολλοί, λόγω τῆς μεγάλης τους ἀπροσεξίας, ἄν καί πάσχουν ἀπό βαριά καί ἀνία- τα πνευματικά νοσήματα, δέν τό ἀντιλαμβάνονται. Ἐσύ, ὅμως, πρόσεχε τόν ἑαυτό σου, ὥστε ἀνάλογα μέ τά ἁμαρτήματά σου νά ἀκολουθήσεις καί τήν κατάλληλη θεραπευτική ἀγωγή. Εἶναι μεγάλο καί βαρύ τό παράπτωμά σου; Σοῦ χρειάζονται λεπτομερής ἐξομολόγηση, πικρά δάκρυα, αὐστηρή νηστεία καί συνεχής ἀγρυπνία. Εἶναι ἐλαφρότερο; Ἄς μετριαστεῖ καί ἡ μετάνοιά σου.
Ἡ σύντομη αὐτή προτροπή γιά προσοχή ἔχει ἐφαρμογή σέ ὅλους τούς χριστιανούς, ἀνάλογα μέ τήν ἰδιαίτερη διακονία πού ὁ καθένας ἐπιτελεῖ στήν Ἐκκλησία, ὥστε ὅλοι νά ἐργάζονται μέ ἀκρίβεια, ἐπιμέλεια καί προθυμία.
Ὁδοιπόρος εἶσαι, ἀδελφέ μου. Πρόσεξε μήν παραστρατήσεις, μή λοξοδρομήσεις δεξιά ἤ ἀριστερά. Βάδιζε πάντα στή βασιλική ὁδό.
Στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ εἶσαι. Κακοπάθησε γιά τό Εὐαγγέλιό Του (πρβλ. Β΄ Τιμ. 1:8). Φόρεσε τήν πανοπλία τοῦ Θεοῦ καί ρίξου στόν καλό ἀγώνα ἐνάντια στά πονηρά πνεύματα καί τά σαρκικά πάθη, δίχως νά μπλέκεσαι στίς βιοτικές φροντίδες, γιά ν’ ἀρέσεις ἔτσι σ᾿ Αὐτόν πού σέ στρατολόγησε (πρβλ. Β΄ Τιμ. 2:4).
Πνευματικός ἀθλητής εἶσαι. Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου, μήν τυχόν παραβεῖς τούς ἀθλητικούς κανόνες, γιατί κανείς δέν παίρνει τό στεφάνι τῆς νίκης, ἄν δέν ἀγωνιστεῖ σύμφωνα μ᾿ αὐτούς (πρβλ. Β΄ Τιμ. 2:5). Νά μιμεῖσαι τόν ἀπόστολο Παῦλο, πού ἔτρεχε καί πάλευε καί πυγμαχοῦσε. Πάλεψε κι ἐσύ, λοιπόν, μέ τούς ἀόρατους ἐχθρούς. Σάν καλός πυγμάχος κάρφωσε τό βλέμ- μα τῆς ψυχῆς σου στόν ἀντίπαλο καί προφυλάξου ἀπό τά χτυπήματά του. Σάν γρήγορος δρομέας βιάσου νά φτάσεις στό τέρμα, γιά νά κατακτήσεις τό βραβεῖο τῆς ἀρετῆς. Τέτοιον σέ θέλει ὁ Θεός· ὄχι τεμπέλη καί κοιμισμένο, ἀλλά προσεκτικό καί ἄγρυπνο κυβερνήτη τοῦ ἑαυτοῦ σου. «Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου!». Νά εἶσαι νηφάλιος καί συνετός, ἐργατικός καί προνοητικός. Νά μή χάνεις τόν χρόνο σου, μήτε νά ὀνειροπολεῖς γιά πράγματα πού δέν ἔχεις καί πού δέν πρόκειται ποτέ ν’ ἀποκτήσεις. Αὐτό τό παθαίνουν συνήθως οἱ νέοι, πού ἀφήνουν τό ἐλαφρό τους μυαλό νά φαντάζεται μεγάλη ζωή καί τιμές, λαμπρούς γάμους, ἐκλεκτά παιδιά, βαθιά γηρατειά καί, ἀκόμα περισσότερο, πολυτελεῖς κατοικίες, περιουσίες, κτήματα, ὑπηρέτες, πολιτικές ἐξουσίες, ὑψηλά ἀξιώματα. Ὅλα τοῦτα νομίζουν, οἱ ἀνόητοι, ὅτι τά ἀπολαμβάνουν κιόλας, σάν νά τά ἔχουν μπροστά τους. Εἶναι αὐτό ἀρρώστια ἀργόσχολης καί ράθυμης ψυχῆς, τό νά βλέπει, δηλαδή, κανείς ὄνειρα ἐνῶ εἶναι ξύπνιος. Ἐσύ, ὅμως, πρόσεχε τόν ἑαυτό σου! Μή φαντάζεσαι τά ἀνύπαρκτα, ἀλλά φρόντισε νά ἀξιοποιήσεις τά παρόντα.
Νομίζω, ὅμως, ὅτι μέ τούτη τήν παραίνεση θέλησε ὁ Νομοθέτης νά μᾶς ἀπαλλάξει κι ἀπό ἕνα ἄλλο πάθος, ἀπό τή συνήθεια πού ἔχει ὁ καθένας μας νά περιεργάζεται τά ξένα καί νά μή σκέφτεται τά δικά του. Πάψε, λέει, νά ἀσχολεῖσαι μέ τίς ξένες ἁμαρτίες. Ἐρεύνησε τόν ἑαυτό σου καί δές ἄν ἐσύ ζεῖς ὅπως θέλει ὁ Θεός. Γιατί πολλοί, σύμφωνα μέ τά λόγια τοῦ Κυρίου, «βλέπουν τό σκουπιδάκι στό μάτι τοῦ ἀδελφοῦ τους καί δέν νιώθουν τό δοκάρι πού ἔχουν στό δικό τους μάτι» (πρβλ. Ματθ. 7:3). Μήν κρίνεις, λοιπόν, ἐξωτερικά, προσπαθώντας νά βρεῖς ψεγάδια στόν ἀδελφό σου, σάν ἐκεῖνον τόν ἀλαζόνα Φαρισαῖο πού δικαίωνε τόν ἑαυτό του κι ἐξευτέλιζε τόν τελώνη. Τόν ἑαυτό σου νά ἀνακρίνεις διαρκῶς, μήν τυχόν ἁμάρτησες μέ τή σκέψη, μήπως ἡ γλώσσα βιάστηκε κι ἔσφαλε σέ κάτι, μήπως τά ἔργα σου δέν συμφωνοῦν μέ τό θεῖο θέλημα. Κι ἄν βρεῖς μέ τήν αὐτοεξέταση ὅτι εἶναι πολλά τά ἁμαρτήματά σου –κι ὁπωσδήποτε θά βρεῖς, γιατί ἄνθρωπος εἶσαι κι ἐσύ– λέγε τά λόγια τοῦ τελώνη: «Ὁ Θεὸς ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» (Λουκ. 18:13).
«Πρόσεχε», λοιπόν, «τόν ἑαυτό σου!». Αὐτός ὁ λόγος, σάν ἄλλος καλός σύμβουλος, θά σοῦ ὑπενθυμίζει τήν ἀνθρώπινη πραγματικότητα, ἔτσι ὥστε οὔτε νά ὑπερηφανεύεσαι, ὅταν ἡ ζωή σου κυλάει εὐτυχισμένη, οὔτε νά ἀπελπίζεσαι, ὅταν δυσχερεῖς περιστάσεις σέ καταθλίβουν.
Καυχιέσαι γιά τά πλούτη σου, γιά τούς σπουδαίους προγόνους καί τήν ἔνδοξη πατρίδα σου, γιά τήν ὀμορφιά σου καί τίς τιμές πού ὅλοι σοῦ ἀποδίδουν; Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου, γιατί εἶσαι θνητός· «χῶμα εἶσαι, καί στό χῶμα θά καταλήξεις» (Γεν. 3:19). Σκέψου ἐκείνους πού πρίν ἀπό χρόνια καμάρωναν σάν κι ἐσένα. Ποῦ εἶναι τώρα οἱ ἰσχυροί πολιτικοί, οἱ ἀκαταμάχητοι ρήτορες, οἱ λαμπροί ἄρχοντες καί οἱ ἔνδοξοι στρατηγοί; Δέν ἔγιναν ὅλοι σκόνη; Δέν ἀποδείχθηκαν ὅλα ἕνα παραμύθι; Σέ λίγα μόνο κόκαλα δέν περιορίστηκε ἡ θύμησή τους; Σκύψε στούς τάφους νά δεῖς ποιός εἶναι ὁ ὑπηρέτης καί ποιός ὁ κύριος, ποιός ὁ φτωχός καί ποιός ὁ πλούσιος. Ξεχώρισε, ἄν μπορεῖς, τόν αἰχμάλωτο ἀπό τόν βασιλιά, τόν ἰσχυρό ἀπό τόν ἀδύνατο, τόν ὄμορφο ἀπό τόν ἄσχημο. Νά θυμᾶσαι, λοιπόν, τή φύση σου, καί δέν θά ἀλαζονευθεῖς ποτέ. Καί θά τή θυμᾶσαι, ὅταν προσέχεις τόν ἑαυτό σου.
Εἶσαι, πάλι, φτωχός καί ἄσημος, δίχως σπίτι καί πατρίδα, ἀδύναμος κι ἀνήμπορος νά οἰκονομήσεις τίς καθημερινές σου ἀνάγκες ἤ νά ἀντισταθεῖς στίς πιέσεις τῶν ἰσχυρῶν; Μήν ἀπελπιστεῖς, γιατί τάχα δέν ἔχεις τίποτα τό ἀξιοζήλευτο. Ἀνύψωσε τήν ψυχή σου καί δές τά ἀγαθά πού σοῦ ἔχει ἤδη χαρίσει ὁ Θεός καί ὅσα, σύμφωνα μέ τήν ὑπόσχεσή Του, σοῦ ἐπιφυλάσσει γιά τό μέλλον.
Καί πρῶτα-πρῶτα σκέψου ὅτι εἶσαι ἄνθρω- πος, τό μόνο θεόπλαστο ἀπ᾿ ὅλα τά ζῶα. Τό ὅτι δημιουργήθηκες ἀπό τά ἴδια τά χέρια τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μέ τή δική Του εἰκόνα, καί τό ὅτι μπορεῖς, ζώντας ἐνάρετα, νά φθάσεις στήν τιμή καί τήν ἀξία τούς ἀγγέλους, αὐτά δέν ἀρκοῦν, σάν τά συλλογιστεῖς καλά, νά σέ γεμίσουν μέ οὐράνια χαρά; Ἔλαβες ψυχή νοερή καί λογική, μέ τήν ὁποία γνωρίζεις τόν Θεό, κατανοεῖς τόν κόσμο πού σέ περιβάλλει, ἀπολαμβάνεις τούς γλυκούς καρπούς τῆς σοφίας. Ὅλα τά ζῶα βρίσκονται κάτω ἀπό τή δική σου ἐξουσία. Ἐσύ δέν δημιούργησες τέχνες, δέν ἵδρυσες πόλεις, δέν ἐπινόησες ὅσα σοῦ εἶναι ἀναγκαῖα; Ἡ θάλασσα καί ἡ γῆ δέν εἶναι στή δική σου ὑπηρεσία; Ὁ ἀέρας, ὁ οὐρανός καί τ᾿ ἄστρα δέν σοῦ φανερώνουν τή δική τους τάξη καί ἁρμονία; Γιατί, λοιπόν, μικροψυχεῖς; Ἐπειδή δέν κοιμᾶσαι σέ φιλντισένιο κρεβάτι; Ἔχεις ὅμως τή γῆ, τήν πολυτιμότερη ἀπό πολλά τέτοια κρεβάτια, πού σοῦ χαρίζει γλυκιά ἀνάπαυση, ὕπνο γρήγορο καί ἀμέριμνο. Δέν ξαπλώνεις κάτω ἀπό χρυσή σκεπή, ἀλλά ἔχεις τόν κατάστερο οὐρανό, πού λάμπει μέ τήν ἀπερίγραπτη ὀμορφιά του.
Κι αὐτά μέν εἶναι τά ὑλικά δῶρα τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. Ὑπάρχουν, ὅμως, καί τά ἀνώ- τερα πού ἔγιναν γιά χάρη σου: Γιά σένα ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ· γιά σένα ἡ διανομή τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ κατάργηση τοῦ θανάτου καί ἡ ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως· γιά σένα οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ, πού τή ζωή σου τελει- οποιοῦν· γιά σένα ἡ πανευφρόσυνη βασιλεία τῶν οὐρανῶν καί τά στεφάνια τῆς δικαιοσύνης, ἄν γιά τήν ἀρετή κοπιάσεις. Αὐτά κι ἀκόμα περισσότερα ἀγαθά θά βρεῖς νά ὑπάρχουν γύρω σου, ἄν τόν ἑαυτό σου ἐπιμελεῖσαι. Καί θά τά χαρεῖς ἀληθινά, ἀποδιώχνοντας τή λύπη γιά ὅσα τυχόν στερεῖσαι.
Τοῦτο τό παράγγελμα, τό «Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου!», θά σοῦ δίνει μεγάλη βοήθεια, ἄν σέ κάθε περίσταση τό ἔχεις στόν νοῦ σου. Γιά παράδειγμα: Ὀργίζεσαι καί ξεστομίζεις λόγια ἄπρεπα ἤ χειρονομεῖς σάν θηρίο; Ἄν προσέχεις τόν ἑαυτό σου, μέ λογικές σκέψεις θά καταπραΰνεις τόν θυμό, ὅπως μέ τό μαστίγιο δαμάζεις ἕνα ἀτίθα- σο πουλάρι. Ἔτσι, καί τή γλώσσα σου θά συγκρατήσεις καί τή χειροδικία θά ἀποφύγεις. Ἐπιθυμίες πονηρές κεντρίζουν τήν ψυχή σου καί διεγείρουν τή σάρκα; Ἄν προσέχεις τόν ἑαυτό σου καί θυμηθεῖς ὅτι ἡ γλύκα τῆς ἁμαρτίας ἔχει πικρό τέλος, ὅτι ὁ ἡδονικός γαργαλισμός γεννάει τό φαρμακερό σκουλήκι, πού μᾶς τιμωρεῖ αἰώνια στήν κόλαση, καί ὅτι ἡ σαρκική φλόγωση γεννάει τό αἰώνιο πῦρ –ἄν ὅλα αὐτά τά θυμηθεῖς– ἀμέσως θά ἐξαφανιστοῦν οἱ ἡδονές καί στήν ψυχή θά βασιλέψουν θαυμαστή γαλήνη καί ἡσυχία. Μήν ἀφήσεις, λοιπόν, ποτέ τόν νοῦ σου νά αἰχμα- λωτιστεῖ ἀπό τά πάθη, οὔτε πάλι νά ἐπιτρέψεις στά πάθη νά ἐπαναστατήσουν καί νά ἀναλάβουν αὐτά τήν ἡγεμονία τῆς ψυχῆς.
Ἡ ἀκριβής κατανόηση τοῦ ἑαυτοῦ σου θά σέ ὁδηγήσει ἀπό μόνη της καί στήν ἔννοια τοῦ Θεοῦ. Ἄν, δηλαδή, σκύψεις μέ προσοχή στόν ἑαυτό σου, δέν θά ἔχεις ἀνάγκη τά δημιουργήματα γιά νά βρεῖς τόν δημιουργό Θεό, ἀλλά μέσα σου, σάν σ᾿ ἕνα μικρό ἀριστούργημα, θά ἀνακαλύψεις τή με- γάλη σοφία τοῦ Πλάστη σου.
Ἀσώματος εἶναι ὁ Θεός, ὅπως καί ἡ ψυχή σου. Ἀόρατος εἶναι ὁ Θεός, ὅπως καί ἡ ψυχή σου, γιατί κι αὐτή δέν τή βλέπεις μέ τά σωματικά μάτια. Δέν ἔχει ἡ ψυχή οὔτε χρῶμα οὔτε σχῆμα οὔτε κάποιο σωματικό γνώρισμα γιά νά τήν προσδιορίσει ὁ ἄνθρωπος· μόνο ἀπό τίς ἐνέργειές της γίνεται γνωστή. Παρόμοια, καί τόν Θεό μή ζητᾶς νά Tόν δεῖς μέ τά μάτια, γιατί μόνο μέ τήν πίστη θά μπορέσει ἡ ψυχή νά Τόν κατανοήσει.
Θαύμαζε τόν τεχνίτη Θεό. Πῶς συνένωσε τήν ψυχή μέ τό σῶμα, ἀπαρτίζοντας ἕνα ἁρμονικό σύνολο! Τί δύναμη δίνει ἡ ψυχή στό σῶμα, καί πῶς τό σῶμα συμμετέχει στά παθήματα τῆς ψυχῆς! Πῶς τό σῶμα παίρνει ζωή ἀπό τήν ψυχή, καί πῶς ἡ ψυχή δέχεται τούς πόνους ἀπό τό σῶμα! Τί πλοῦτο γνώσεων κατέχει ἡ ψυχή, καί πῶς οἱ καινούργιες γνώσεις δέν ἐπισκιάζουν τίς παλαιότερες, καθώς αὐτές διαφυλάσσονται ἀσύγ- χυτες καί ξεκάθαρες, χαραγμένες σάν σέ χάλκινη στήλη! Πῶς ἡ ψυχή, ὅταν ξεγλιστρᾶ στά σαρκικά πάθη, χάνει τή φυσική της ὀμορφιά, καί πῶς πάλι, ὅταν καθαρίζεται, σπεύδει μέ τήν ἀρετή νά μοιάσει στόν Κτίστη της!
Ὕστερα ἀπό τήν ἐξέταση τῆς ψυχῆς, στρέψε, ἄν θέλεις, τήν προσοχή σου στήν κατασκευή τοῦ σώματος, γιά νά θαυμάσεις πόσο ταιριαστό κατάλυμα γιά τή λογική ψυχή δημιούργησε ὁ ἀριστοτέχνης Θεός.
Ἀπ᾿ ὅλα τά ζῶα μόνο τόν ἄνθρωπο ἔπλασε ὁ Θεός νά ἔχει ὄρθια στάση, γιά νά γνωρίζεις ὅτι ἡ ζωή σου συγγενεύει μέ τά οὐράνια. Ὅλα τά τετράποδα ἔχουν στραμμένα τά βλέμματα στή γῆ καί τήν κοιλιά, ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος βλέπει πρός τόν οὐρανό, ὥστε νά μήν ἀσχολεῖται μέ τή γαστέρα καί τά ὑπογάστρια πάθη, ἀλλά νά κατευθύνεται μ᾿ ὅλη του τήν ὁρμή πρός τά ἀνώτερα. Ἔπειτα, στό κεφάλι, πού βρίσκεται στό ψηλότερο μέρος τοῦ σώματος, τοποθέτησε τίς σπουδαιότερες αἰσθήσεις: τήν ὅραση, τήν ἀκοή, τήν ὄσφρηση, τή γεύση. Ἄν καί βρίσκονται, ὅμως, ὅλες μαζί σ᾿ ἕνα περιορισμένο καί στενό χῶρο, τόσο κοντά μεταξύ τους, δέν ἐμποδίζει καθόλου ἡ μία τή λειτουργία τῆς ἄλλης. Τά μάτια, βέβαια, ἔχουν κα- ταλάβει τήν πιό ψηλή σκοπιά, κάτω ἀπό τή μικρή προεξοχή τῶν φρυδιῶν, ὥστε νά μήν παρεμβάλλεται ὡς ἐμπόδιο κανένα ἄλλο μέλος τοῦ σώματος καί νά μποροῦν ἔτσι ἐλεύθερα νά ἀτενίζουν κατευθείαν μπροστά. Τά αὐτιά, πάλι, συλλαμβάνουν τούς ἤχους μ’ ἕναν ἑλικοειδή πόρο, δεῖγμα καί τοῦτο τῆς ὑπέρτατης σοφίας τοῦ Δημιουρ- γοῦ, γιατί ἔτσι ἡ φωνή ὄχι μόνο διέρχεται ἀνεμπόδιστα, ἀλλά καί ἐνισχύεται μέ τίς ἀντηχήσεις πού γίνονται στούς ἕλικες. Παρατήρησε καί τή φύση τῆς γλώσσας, πού εἶναι ἁπαλή καί εὐλύγιστη, ὥστε μέ τίς διάφορες κινήσεις της νά μπορεῖ νά ἐκφράζει ἄνετα κάθε λόγο. Τά δόντια, ἐξάλλου, ὑποβοηθοῦν τόσο τή φώνηση, μέ τό νά ἐξασφαλίζουν ἰσχυρή στήριξη στή γλώσσα, ὅσο καί τή διατροφή τοῦ σώματος, μέ τό νά κόβουν καί νά πολτοποιοῦν τίς τροφές.
Ἐξετάζοντας μέ παρόμοιο τρόπο καί τά ὑπόλοιπα μέλη τοῦ σώματος –τούς πνεύμονες, τήν καρδιά, τά αἱμοφόρα ἀγγεῖα, τά πεπτικά ὄργανα καί ὅλα τά ἄλλα– θά ἀντιληφθεῖς τήν ἀνεξερεύνητη σοφία τοῦ Δημιουργοῦ καί ἔκπληκτος θά ἀναφωνήσεις μαζί μέ τόν προφήτη Δαβίδ: «Ὑπερθαύμαστη μοῦ εἶναι ἡ γνώση Σου, καί τόσο ὑπέ- ροχη, πού νά τή συλλάβω δέν μπορῶ» (Ψαλμ. 138:6).
Νά προσέχεις, λοιπόν, μέ ἐπιμέλεια τόν ἑαυτό σου, γιά νά μπορεῖς νά εἶσαι προσηλωμένος καί στόν Θεό, στόν ὁποῖο ἀνήκουν ἡ δύναμη καί ἡ δόξα στήν ἀτέλειωτη αἰωνιότητα. Ἀμήν.

* Ἐδῶ ὁ Μέγας Βασίλειος δέν ἀρνεῖται τό σῶμα ὡς συστατικό τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά θέλει νά τονίσει τήν ἀνωτερότητα τῆς ψυχῆς. Αὐτό φαίνεται καί στή συνέχεια τοῦ λόγου, ὅπως ἐπί- σης καί σέ ἄλλα ἔργα του, ὅπου θεωρεῖ τόν ἄνθρωπο ὡς ἑνιαία ψυχοσωματική ὕπαρξη –ὅταν λέει π.χ.: «Σύνθετος ὁ ἄνθρωπος ἔκ τε τοῦ γηΐνου πλάσματος καὶ ἐκ τῆς ἐνοικούσης ψυχῆς τῷ σώματι».
Πηγή: alopsis.gr

Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2017

ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗΘΩ ΚΑΛΑ; (Ἃγιος Μακάριος ὁ Αιγύπτιους)

Σχετική εικόνα

Η ψυχρότητα στην προσευχή οφείλεται είτε σε ψυχική κόπωση είτε σε πνευματικό κορεσμό είτε σε σωματικές απολαύσεις και αναπαύσεις είτε σε πάθη, που κυριεύουν την ψυχή, προπαντός στην έπαρση. Όλα αυτά είναι ενάντια στην πνευματική ζωή, μέσα στην οποία κεντρική θέση κατέχει η προσευχή.  

 Έτσι, πρώτα και κύρια προκαλούν το στέρεμα της πηγής της προσευχής μέσα μας. Αυτό, όμως, μπορεί να oφείλεται και σε απομάκρυνση της χάριτος, που συμβαίνει με θεία παραχώρηση. Και να γιατί: Όταν η ψυχή μας φλέγεται από τον πόθο του Θεού και από την καρδιά μας ξεχύνεται ολόθερμη προσευχή, δεν έχουμε παρά ελεητική επίσκεψη της χάριτος. Εμείς όμως, όταν η ευλογημένη αυτή κατάσταση παρατείνεται για πολύ, νομίζουμε ότι κατορθώσαμε κάτι σπουδαίο με το δικό μας αγώνα και κυριευόμαστε από την κενοδοξία. Για λόγους παιδαγωγικούς, λοιπόν, απομακρύνεται η χάρη και μένει η ψυχή μας μόνη της, γυμνή και αδύναμη, ανίκανη να ζήσει πνευματικά, ψυχρή και απρόθυμη να προσευχηθεί…
Τί θα κάνουμε, λοιπόν, για να ξεφύγουμε απ’ αυτή την κατάσταση; Πρώτα-πρώτα θα φροντίσουμε να εξουδετερώσουμε τις αιτίες της. Και ύστερα, παρ’ όλη την ψυχρότητα της ψυχής μας, θα κάνουμε με επιμονή και υπομονή τον καθημερινό προσευχητικό κανόνα μας, προσπαθώντας αφ’ ενός να συγκεντρώνουμε το νου μας στα λόγια των ευχών και αφετέρου να ξεσηκώνουμε μέσα στην καρδιά μας αισθήματα φιλόθεα. Με τον καιρό ο Θεός, βλέποντας την ταπείνωση και την καρτερία μας, θα μας ξαναστείλει τη χάρη Του, που θα διώξει το πνεύμα της ψυχρότητος, όπως ο άνεμος διώχνει την ομίχλη.
Πηγή: alopsis.gr

Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2017

Η ΨΥΧΗ ΜΟΙΑΖΕΙ ΜΕ ΤΗ ΜΥΛΟΠΕΤΡΑ (Ἁββάς Κασσιανός)

Ο ΑΒΒΑΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ ΤΑΞΙΔΕΥΕΙ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΟΜΙΛΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ. 
ΡΩΤΑ ΤΟΝ ΑΒΒΑ ΜΩΥΣΗ ΓΙΑΤΙ Η ΨΥΧΗ ΜΟΙΑΖΕΙ ΜΕ ΤΗ ΜΥΛΟΠΕΤΡΑ;

Αυτή την εσωτερική εργασία την καταλαβαίνουμε καλύτερα αν παρομοιάσουμε την ψυχή μέ μια μυλόπετρα, την όποια γυρίζει τό ρεύμα τού νερού συνεχώς γύρω από τον άξονά της, καί ή όποια ποτέ δεν σταματάει να γυρίζει ενόσω τό νερό τρέχει. Αλλά ό μυλωνάς έχει τη δυνατότητα να αποφασίσει αν θα αλέσει σιτάρι, βρώμη ή ζιζάνια. Ό μύλος υποχρεώνεται να αλέσει ότι τού ρίχνει ό μυλωνάς.

Τό ίδιο συμβαίνει καί στην ψυχή τού ανθρώπου. Μέσα στις δοκιμασίες της ζωής μπαίνει ή ψυχή σε κίνηση από τούς χειμάρρους τών πειρασμών πού την κατακλύζουν καί δεν μπορεί πια να ελευθερωθεί από τό ρεύμα τών λογισμών. Ή ίδια όμως ή ψυχή, μέ τον αγώνα της καί μέ την προσοχή της, φροντίζει για τό είδος τών λογισμών πού πρέπει να δέχεται ή να απορρίπτει. 

Διότι, όπως είπαμε παραπάνω, εάν διαρκώς φέρνουμε στη μνήμη μας τις Θείες Γραφές καί αν ανεβάζουμε τό νου μας ψηλά, ώστε να ασχολείται μέ πνευματικά πράγματα καί να επιθυμεί την τελειότητα καί τη μέλλουσα μακαριότητα, επόμενο είναι ότι απ’ αυτή την πνευματική ενασχόληση του νου μας, θα μάς έρχονται καί πνευματικοί λογισμοί. Καί αυτοί οι λογισμοί θα κάνουν τό νου να εντρυφά σε ότι είχε πριν μελετήσει. ’Αν όμως μάς καταλάβει ή οκνηρία καί ή απροσεξία, κι αν ξοδεύουμε τον καιρό μας σε άσκοπη φλυαρία ή αν μπλέξουμε στις μέριμνες τούτου του κόσμου καί στις μάταιες επιθυμίες, τότε θα ξεφυτρώσουν ζιζάνια, τά όποια στη συνέχεια θα απλωθούν καταστρεπτικά στην καρδιά μας. Καί τότε, όπως είπε ό Κύριος καί Σωτήρας μας, εκεί όπου είναι ό θησαυρός τών έργων μας καί τών επιδιώξεων μας, εκεί θα βρίσκεται καί ή καρδιά μας (Ματθ. 6, 21).

Πηγή: agiosioannisprodromos.blogspot.gr


Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2017

ΤΑ ΑΓΡΑΦΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ (Μέγας Βασίλειος)

Από τα δόγματα και τας αληθείας  που φυλάσσει η Εκκλησία άλλα μεν τα έχομεν πάρει από την γραπτήν διδασκαλίαν, άλλα δε, που μυστικώς έφθασαν μέχρις ημών εκ της παραδόσεως των αποστόλων, τα εκάμαμεν δεκτά. Και τα δύο στοιχεία, και η γραπτή και η άγραφος παράδοσις, έχουν την αυτήν σημασίαν διά την πίστιν. Και κανείς εξ όσων έχουν και μικρά γνώσιν των εκκλησιαστικών θεσμών δεν θα εγείρει αντίρρησιν επ’ αυτών.

Διότι αν επιχειρούσαμεν να εγκατελείψωμεν όσα εκ των εθών είναι άγραφα, διότι δήθεν δεν έχουν μεγάλην σημασίαν, χωρίς να το καταλάβωμεν θα εζημιώναμεν το Ευαγγέλιον εις την ουσίαν του ή μάλλον θα μετετρέπαμεν το κήρυγμα εις κενόν νοήματος όνομα. Λόγου χάριν (δια να θυμηθώ το πρώτον και πιο συνηθισμένον απ’ όλα), ποιος εδίδαξε γραπτώς ότι οι ελπίζοντες εις το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού φανερώνουν αυτήν την πίστιν των με το να κάνουν το σημείο του Σταυρού; Το να στρεφώμεθα προς Ανατολάς κατά την προσευχήν ποιον γραπτόν έργον μας το εδίδαξε; Τους λόγους της επικλήσεως κατά τον αγιασμό του άρτου της θείας ευχαριστίας  και του ποτηρίου, ποιος εκ των αγίων μας τους άφησε γραπτώς; Δεν αρκούμεθα ασφαλώς εις αυτά που οι απόστολοι ή το Ευαγγέλιον μνημονεύουν, αλλά προ της Ευχαριστίας και μετά από αυτήν λέγομεν και άλλα, διότι εδιδάχθημεν από την άγραφον διδασκαλίαν ότι έχουν μεγάλην δύναμιν εις την επιτέλεσιν του Μυστηρίου.
Ευλογούμεν επίσης και το ύδωρ του βαπτίσματος και το έλαιον του Χρίσματος και ακόμη και αυτόν που βαπτίζεται. Από ποια γραπτά κείμενα τα επήραμεν αυτά; Δεν τα γνωρίζαμεν από την σιωπηράν και μυστικήν παράδοσιν; Ποιος γραπτός λόγος διδάσκει την δια του ελαίου χρίσιν; Από πού επήραμεν το να βαπτίζωμεν τρεις φοράς εις το ύδωρ τον άνθρωπον; Και τα άλλα ακόμη τα σχετικά με το βάπτισμα, όπως η αποκήρυξις του Σατανά και των αγγέλων αυτού, από ποιον σύγγραμα διδάσκονται; Δεν προέρχονται όλα αυτά από αυτήν την μη δημοσιευθείσαν και μυστικήν διδασκαλίαν, την οποίαν διετήρησαν οι πατέρες μας εν σιγή χωρίς να τη πολυερευνούν και να την περιεργάζονται, επειδή ορθώς είχαν μάθει, ότι πρέπει με τη σιωπήν να προστατεύομεν την σεμνότητα των μυστηρίων; Διότι πώς ήτο δυνατόν να διακηρυχθεί το νόημα αυτών τα οποία ούτε να ιδούν επιτρέπεται όσοι είναι αμύητοι; Τι επεδίωκεν άραγε ο μέγας Μωυσής με το να καθορίσει ότι δεν ημπορούν όλοι να εισέρχονται εις το ιερόν; Τους βεβήλους δεν τους επέτρεψεν ούτε εντός των περιβόλων να εισέρχονται˙ αφού δε άφησε τα προαύλια μόνον δια τους καθαρωτέρους, τους Λευίτας μόνον έκρινε ως αξίους να προσφέρουν λατρείαν εις τον Θεόν. Ενώ δε  εξεχώρισεν ως έργον των ιερέων τα σφάγια και τα ολοκαυτώματα και όλην την άλλην ιερουργίαν, επέτρεψε εις ένα μόνον, τον αρχιερέα να εισέρχεται εις τα άδυτα. Και δι’ αυτόν καθώρισε να εισέρχεται όχι πάντοτε, αλλά κατά μίαν μόνον ημέραν του χρόνου και κατά ωρισμένην ώρα, ώστε να εποπτεύει τα Άγια των Αγίων με θάμβος, λόγω του ότι θα ήτο τούτο κάτι ασυνήθιστον και ξεχωριστόν.
Εγνώριζε καλώς ο σοφός Μωυσής ότι εύκολα περιφρονεί κανείς το συνηθισμένον και ευκολοπλησίαστον, το απομεμακρυσμένον όμως και σπάνιον το θεωρεί κατά φυσικήν ακολουθίαν ως περισπούδαστον. Κατά τον ίδιο τρόπον λοιπόν και οι απόστολοι και πατέρες που έθεσαν εξ αρχής τους εν τη Εκκλησία θεσμούς επεδίωκαν να διαφυλάξουν με τη μυστικότητα και την σιωπήν την σεμνότητα των Μυστηρίων. Άλλωστε παύει να είναι μυστήριον αυτό που εύκολα το πληροφορείται ο οιοσδήποτε.
Αυτό είναι το νόημα της αγράφου παραδόσεως˙ να μη αμεληθή και περιφρονηθή η γνώσις των δογμάτων από τους πολλούς λόγω συνηθείας. Υπάρχει διαφορά μεταξύ δόγματος και κηρύγματος. Το δόγμα σιωπάται˙ τα κηρύγματα δημοσιεύονται. Ένα είδος σιωπής είναι και η ασάφεια της Γραφής, με την οποία καθιστά αυτή δυσχερή την κατανόηση των δογμάτων επ’ ωφελεία των αναγνωστών.
Δι’ αυτόν τον λόγον, ενώ όλοι στρεφόμεθα κατά την προσευχήν προς ανατολάς, ολίγοι γνωρίζομεν  ότι επιζητούμεν έτσι την παλαιάν πατρίδα, τον παράδεισον, τον οποίον εφύτευσεν ο Θεός εις την Εδέμ που ευρίσκεται προς ανατολάς. Όρθιοι προσφέρομεν τας ευχάς κατά την ημέραν της Κυριακής˙ δεν γνωρίζουμε όμως όλοι τον λόγον. Όχι μόνον διά να υπενθυμίσουμε εις τους εαυτούς μας, με την στάσιν μας κατά την αναστάσιμον ημέραν, την Χάριν που μας εδόθη, ότι δηλαδή αναστηθήκαμεν μαζί με τον Χριστόν και εμείς και οφείλομεν να επιδιώκωμεν τα άνω, αλλά και διότι φαίνεται ότι είναι αυτή και μία εικών της μελλούσης ζωής.
Διά τούτο ενώ είναι η αρχή των ημερών της εβδομάδος, δεν ωνομάσθη από τον Μωυσή πρώτη, αλλά μία. ‘‘Έγινε, λέγει, βράδυ, ήλθε κατόπιν το πρωί, και έχομεν έτσι μίαν ημέραν’’ (Γεν.1,5). Και τούτο διότι η ίδια ημέρα κάνει τον αυτόν κύκλον πολλάς φοράς. Είναι μία λοιπόν αυτή ημέρα, και συγχρόνως ογδόη και φανερώνει την μίαν πράγματι και αληθινήν ογδόη ημέραν, εις την οποίαν αναφέρεται και ο ψαλμωδός εις μερικάς επιγραφάς  των ψαλμών, την κατάστασιν που θα διαδεχθή αυτόν τον χρόνον, την ατελείωτον ημέραν, την αβασίλευτον, που δεν τη διαδέχεται η νύκτα, τον ατελείωτον εκείνον και αγέραστον αιώνα.
Αναγκαστικώς λοιπόν η Εκκλησία διδάσκει εις τα τέκνα της να προσεύχονται κατ’ αυτήν την ημέραν όρθιοι, ώστε με τη διαρκή υπόμνησιν της αιωνίου ζωής να μη παραμελούμεν τα εφόδια διά την εκεί μετάβασίν μας. Ολόκληρος δε η περίοδος της πεντηκοστής είναι υπόμνησις της εις το μέλλον αναμενόμενης αναστάσεως. Διότι εάν η μία εκείνη και πρώτη ημέρα επταπλασιασθή επτά φοράς, συμπληρώνει τας επτά εβδομάδας της ιερά περιόδου της Πεντηκοστής. Άρχεται δηλαδή από Κυριακήν και τελείωνει πάλιν εις Κυριακήν και επαναλαμβάνεται ενδιαμέσως πεντήκοντα φοράς ο αυτός κύκλος της ημέρας. Μιμείται δια τούτο την αιωνιότητα και είναι ομοία προς αυτήν˙ όπως εις την κυκλικήν κίνησιν, αρχίζει από τα ίδια σημεία και τελειώνει πάλιν εις τα ίδια. Κατ’ αυτήν λοιπόν την ημέραν οι θεσμοί της Εκκλησίας μας εδίδαξαν να προτιμώμεν την ορθίαν στάσιν, σαν να μεταφέρουν έτσι με τη διαρκή υπόμνησιν τον νουν μας από τα παρόντα εις τα μέλλοντα. Και μετά από κάθε γονυκλισίαν επίσης εγειρόμεθα, διά να δείξομεν έτσι ότι λόγω της αμαρτίας επέσαμεν εις την γην, λόγω της φιλανθρωπίας όμως του κτιστού μας ωδηγηθήκαμε εις τον ουρανόν.
Δεν θα με φθάση η ημέρα διά να εκθέσω τα άγραφα Μυστήρια της Εκκλησίας.

(Μέγας Βασίλειος, ΕΠΕ, ΤΟΜΟΣ 10, ΕΡΓΑ ΔΟΓΜΑΤΙΚΑ)
Πηγή: alopsis.gr

Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2016

Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ (Ἃγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ)

ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ εἶναι ἡ αἴσθηση τοῦ πνεύματος τοῦ ἀνθρώπου, αἴσθηση λεπτὴ καὶ φωτεινή, ποὺ ξεχωρίζει τὸ καλὸ ἀπὸ τὸ κακό.
Ἡ αἴσθηση αὐτὴ ξεχωρίζει τὸ καλὸ ἀπὸ τὸ κακὸ πιὸ καθαρὰ ἀπ’ ὅσο ὁ νοῦς. Πιὸ δύσκολο εἶναι νὰ παραπλανήσει κανεὶς τὴ συνείδηση παρὰ τὸν νοῦ. Καὶ τὸν πλανεμένο νοῦ, ποὺ τὸν ὑποστηρίζει τὸ φιλάμαρτο θέλημα, γιὰ πολὺν καιρὸ τὸν ἀντιμάχεται ἡ συνείδηση.

Ἡ συνείδηση εἶναι ὁ φυσικὸς νόμος(1). Ἡ συνείδηση χειραγωγοῦσε τὸν ἄνθρωπο πρὶν τοῦ δοθεῖ ὁ γραπτὸς νόμος. Ἡ μεταπτωτικὴ ἀνθρωπότητα βαθμιαῖα οἰκειώθηκε ἕναν λαθεμένο τρόπο σκέψεως γιὰ τὸν Θεό, τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό. Ἡ λαθεμένη σκέψη ἐπηρέασε, φυσικά, καὶ τὴ συνείδηση. Ἔτσι, ὁ γραπτὸς νόμος ἀποτέλεσε ἀναγκαιότητα γιὰ τὴ χειραγώγηση τοῦ ἀνθρώπου στὴν ἀληθινὴ θεογνωσία καὶ τὴ θεοφιλή διαγωγή.
Ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, ἐπισφραγισμένη μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα, θεραπεύει τὴ συνείδηση ἀπὸ τὴν κακὴ προδιάθεση (2) μὲ τὴν ὁποία τὴ δηλητηρίασε ἡ ἁμαρτία. Ἡ ὀρθὴ λειτουργία τῆς συνειδήσεως ἀποκαθίσταται, ἐνισχύεται καὶ σταθεροποιεῖται μὲ τὴν τήρηση τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ ἀποκατάσταση τῆς ὑγείας καὶ ἡ ὀρθὴ λειτουργία τῆς συνειδήσεως εἶναι δυνατὲς μόνο στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μέσω τοῦ θείου νόμου της, πού κατευθύνει ὀρθὰ τὸν νοῦ. Γιατί κάθε λαθεμένη σκέψη ἐπιδρᾶ ἀρνητικὰ στὴ συνείδηση καὶ τὴ λειτουργία της.
Οἱ θεληματικὲς ἁμαρτίες σκοτίζουν, ἐξασθενίζουν, καταπνίγουν, ἀποκοιμίζουν τὴ συνείδηση.
Κάθε ἁμαρτία ποὺ δὲν ἐξαλείφεται μὲ τὴ μετάνοια, ἀφήνει τὴ βλαπτικὴ σφραγίδα της στὴ συνείδηση.
Ἡ ἑκούσια καὶ συνεχὴς ἁμαρτωλὴ ζωὴ σχεδὸν νεκρώνει τὴ συνείδηση. Δὲν εἶναι δυνατόν, ὡστόσο, αὐτὴ νὰ νεκρωθεῖ ἐντελῶς. Θὰ συνοδεύει τὸν ἄνθρωπο μέχρι τὸ φοβερὸ Κριτήριο τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖ θὰ τὸν ἐνοχοποιήσει, ἂν τὴν καταπατοῦσε.
Σύμφωνα μὲ τοὺς ἁγίους πατέρες, ὁ ἀντίδικος τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ἀναφέρεται στὸ Εὐαγγέλιο (3), εἶναι ἡ συνείδηση. Καὶ πράγματι εἶναι ἀντίδικος, γιατί ἐναντιώνεται σὲ κάθε ἄνομο ἐγχείρημά μας.
Βαδίζοντας πρὸς τὸν οὐρανό, στὴ διάρκεια τῆς ἐπίγειας ζωῆς σου, νὰ ἔχεις εἰρηνικὲς σχέσεις μ’ αὐτὸν τὸν ἀντίδικο, γιὰ νὰ μὴ γίνει κατήγορός σου τότε ποὺ θ’ ἀποφασίζεται ἡ κατάστασή σου στὴν αἰωνιότητα.
Λέει ἡ Γραφή: «Θὰ ἀπαλλάξει τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὰ δεινὰ ἕνας ἀξιόπιστος μάρτυρας»(4). Ἀξιόπιστος μάρτυρας εἶναι ἡ ἄμεμπτη συνείδηση. Ἡ ἄμεμπτη αὐτὴ συνείδηση τὴν ψυχὴ ποὺ ἀκούει τὶς συμβουλές της θὰ τὴ λυτρώσει ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες της μέχρι τὸν θάνατο καὶ ἀπὸ τὰ αἰώνια βάσανα μετὰ τὸν θάνατο.
Ὅπως ἡ κόψη τοῦ μαχαιριοῦ ἀκονίζεται μὲ τὴν πέτρα, ἔτσι καὶ ἡ συνείδηση ἀκονίζεται ἀπὸ τὴ νοητὴ πέτρα (5), τὸν Χριστό, μὲ τὴ μελέτη τοῦ λόγου Του, ποὺ τὴ φωτίζει, καὶ μὲ τὴν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν.
Φωτισμένη καὶ ἀκονισμένη ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ ἡ συνείδηση, λεπτομερειακὰ καὶ ὁλοκάθαρα φανερώνει στὸν ἄνθρωπο τὶς ἁμαρτίες του, ἀκόμα καὶ τὶς πιὸ μικρές.
Μὴν ἀσκεῖς βία στὸν ἀντίδικό σου –μὴν παραβιάζεις τὴ συνείδησή σου! Διαφορετικά, θὰ στερηθεῖς τὴν πνευματική σου ἐλευθερία. Ἡ ἁμαρτία θὰ σὲ αἰχμαλωτίσει καὶ θὰ σὲ δέσει. Θλίβεται ὁ προφήτης μαζὶ μὲ τὸν Θεὸ γι’ αὐτοὺς ποὺ ἐπιβουλεύονται τὸν ἴδιο τους τὸν ἑαυτό, παραβιάζοντας τὴ συνείδησή τους: «Ὁ Ἐφραΐμ καταπίεσε τὸν ἀντίδικό του, καταπάτησε τὸ δίκιο του, γιατί ἄρχισε νὰ ἀκολουθεῖ τὴ ματαιότητα»(6).
Ἡ «κόψη» τῆς συνειδήσεως εἶναι πολὺ λεπτή, πολὺ εὐαίσθητη, γι’ αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ τὴ φυλάει προσεκτικά. Καὶ τὴ φυλάει, ὅταν ἐκτελεῖ ὅλες τὶς ὑποδείξεις τῆς συνειδήσεως καὶ ὅταν, σὲ περίπτωση ἀθετήσεως κάποιας ἀπ’ αὐτὲς λόγω ἀδυναμίας ἤ πλάνης, μετανοεῖ μὲ δάκρυα.
Καμιὰν ἁμαρτία μὴ θεωρεῖς ἀσήμαντη. Κάθε ἁμαρτία ἀποτελεῖ παράβαση τοῦ θείου νόμου, ἐναντίωση στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, καταπάτηση τῆς συνειδήσεως. Ἄλλωστε, ἀπὸ τὰ μικρά, ἀπὸ τὰ μηδαμινά, ὅπως νομίζουμε, ἁμαρτήματα ὁδηγούμαστε σιγὰ-σιγὰ στὰ μεγάλα. “Πόσο σοβαρὸ εἶναι αὐτό; Εἶναι βαριὰ ἁμαρτία; Μήπως δὲν εἶναι κάν ἁμαρτία; Ναί, δὲν εἶναι ἁμαρτία!”. Ἔτσι σκέφτεται ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴ σωτηρία του, ὅταν ἀποφασίζει νὰ γευθεῖ τὴν ἁμαρτωλὴ τροφή, τὴν τροφὴ ποὺ ἀπαγορεύει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ. Μὲ ἀβάσιμους συλλογισμοὺς καταπατᾶ διαρκῶς τὴ συνείδησή του. Ἔτσι, μὲ τὸν καιρό, ἡ «κόψη» της στομώνει καὶ ἡ φωτεινότητα της μειώνεται. Στὴν ψυχὴ ἁπλώνονται τὸ σκοτάδι καὶ ἡ παγωνιὰ —ἡ ἀμέλεια καὶ ἡ ἀναισθησία.
Τελικὰ ἡ ἀναισθησία γίνεται πάγια κατάσταση τῆς ψυχῆς. Συχνὰ μάλιστα, συμβαίνει νὰ εἶναι ἱκανοποιημένη ἡ ψυχὴ μὲ τὴν ἀναισθησία της, θεωρώντας τὴν κατάσταση εὐάρεστη στὸν Θεό, κι ἔτσι νὰ ἔχει τὴ συνείδηση της ἀναπαυμένη. Στὴν πραγματικότητα, βέβαια, ἀφοῦ ἔχασε τὴ μακάρια συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς της, ποὺ εἶναι ἡ βάση τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τύφλωσε καὶ ἀποκοίμισε τὴ συνείδηση (7).
Ἀθέατες τότε, μέσα στὸ βαθὺ σκοτάδι τῆς ἀναισθησίας, διάφορες ἁμαρτίες ὁρμοῦν σὰν ληστὲς μέσα στὴν ψυχὴ καὶ τὴν κάνουν κρησφύγετό τους. Οἱ ἁμαρτίες αὐτές, μένοντας ἐκεῖ γιὰ πολύ, γίνονται συνήθειεςΜὲ τὸν καιρὸ ἑδραιώνονται καὶ ἰσχυροποιοῦνται ὅσο καὶ οἱ φυσικὲς ἰδιότητες τῆς ψυχῆς, καμιὰ φορά μάλιστα ξεπερνοῦν σὲ δύναμη ἀκόμα κι αὐτὲς τὶς φυσικὲς ἰδιότητες. Οἱ ἁμαρτωλὲς συνήθειες ὀνομάζονται πάθη. Χωρὶς νὰ τὸ συνειδητοποιεῖ ὁ ἄνθρωπος, ἁλυσοδένεται σιγὰ-σιγὰ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ γίνεται αἰχμάλωτός της, δοῦλος της.
Ὅποιος ἀδιαφορεῖ συστηματικὰ γιὰ τὶς ὑπομνήσεις τῆς συνειδήσεως, ἀφήνει τὸν ἑαυτό του νὰ αἰχμαλωτιστεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος μόνο μὲ ἔντονο προσωπικὸ ἀγώνα καὶ μὲ τὴ δυναμικὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ θὰ μπορέσει νὰ σπάσει τὶς ἁλυσίδες του καὶ νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὰ πάθη. Γιατί τὰ πάθη ταυτίστηκαν μὲ τὴ φύση του, ἔγιναν, θαρρεῖς, ἰδιότητές της.
Ἀγαπητέ μου ἀδελφέ! Μ’ ὅλη τὴν προσοχὴ καὶ τὴν ἐπιμέλεια φύλαξε τὴ συνείδησή σου.
Φύλαξε τὴ συνείδησή σου, πρῶτον, ὡς πρὸς τὴ σχέση σου μὲ τὸν Θεό. Νὰ τηρεῖς ὅλες τὶς ἐντολές Του, τόσο ὅταν σὲ βλέπουν οἱ ἄνθρωποι ὅσο καὶ ὅταν δὲ σὲ βλέπουν. Γιατί καὶ ὅταν δὲν σὲ βλέπουν οἱ ἄνθρωποι, ὅ,τι κάνεις, ἀκόμα καὶ ὅ,τι σκέφτεσαι, γίνεται γνωστὸ στὸν Θεὸ καὶ στὴ συνείδησή σου.
Φύλαξε τὴ συνείδησή σου, δεύτερον, ὡς πρὸς τὴ σχέση σου μὲ τὸν πλησίον. Μὴν ἀρκεῖσαι σὲ μίαν εὐπρεπῆ ἐξωτερικὴ συμπεριφορὰ πρὸς τοὺς συνανθρώπους σου. Πρέπει ἀπὸ τὴ συμπεριφορά σου νὰ ἱκανοποιεῖται ἡ συνείδησή σου. Καὶ ἡ συνείδηση ἱκανοποιεῖται, ὅταν ὄχι μόνο οἱ πράξεις σου ἀλλὰ καὶ τὰ αἰσθήματά σου γιὰ τὸν πλησίον ἀνταποκρίνονται στὶς ἐντολὲς τοῦ Εὐαγγελίου.
Φύλαξε τὴ συνείδησή σου, τρίτον, ὡς πρὸς τὰ πράγματα, ἀποφεύγοντας τὰ περιττὰ καὶ τὰ πολυτελή. Νὰ θυμᾶσαι πὼς ὅλα τὰ ἀντικείμενα ποὺ χρησιμοποιεῖς στὴν καθημερινή σου ζωὴ εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ.
Φύλαξε τὴ συνείδησή σου, τέταρτον, ὡς πρὸς τὸν ἴδιο σου τὸν ἑαυτό. Μὴν ξεχνᾶς πὼς εἶσαι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καὶ πρέπει νὰ Τοῦ μοιάσεις (8), νὰ Τοῦ παρουσιάσεις κάποτε αὐτὴ τὴν εἰκόνα καθαρὴ καὶ ἄμεμπτη.
Ἀλίμονο, ἀλίμονο στὴν ψυχή, στὴν ὁποία ὁ Κύριος, τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, δὲν θ’ ἀναγνωρίσει τὴν εἰκόνα Του! Ἀλίμονο στὴν ψυχή, στὴν ὁποία δὲν θὰ βρεῖ καμιὰν ὁμοιότητα μὲ τὸν ἑαυτό Του! Αὐτὴ ἡ ψυχὴ θ’ ἀκούσει τὴν τρομερὴ καταδίκη: «Δὲν σὲ ξέρω!»(9). Ἡ ἄχρηστη εἰκόνα θὰ ριχθεῖ στὴν ἄσβεστη φλόγα τῆς γέεννας.
Ἀνέκφραστη καὶ ἀτελεύτητη, ἀπεναντίας, θὰ εἶναι ἡ χαρὰ τῆς ψυχῆς, στὴν ὁποία ὁ Κύριος θ’ ἀναγνωρίσει τὴν εἰκόνα Του, στὴν ὁποία θὰ δεῖ τὴν προπτωτικὴ θεία ὀμορφιά, δῶρο τῆς ἄπειρης ἀγαθότητάς Του στὸ πλάσμα Του. Αὐτὴ ἡ ὀμορφιὰ τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς μετὰ τὴν προπατορικὴ πτώση χάθηκε, ἀλλὰ ἀποκαταστάθηκε καὶ αὐξήθηκε μὲ τὴ λυτρωτικὴ οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὁ Χριστὸς μᾶς ἔδωσε ἐντολὴ νὰ διατηροῦμε τὴ θεία ὀμορφιὰ τῆς ψυχῆς μας ἀκέραιη καὶ ἄσπιλη, ἀποφεύγοντας ὅλες τὶς ἁμαρτίες καὶ τηρώντας ὅλες τὶς εὐαγγελικὲς ἐντολές.
Τῆς ἀποφυγῆς τῶν ἁμαρτιῶν καὶ τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν ἄγρυπνος ἐπιτηρητὴς καὶ ἀσίγητος παρακινητής εἶναι ἡ συνείδηση. Ἀμήν.

__________________________
1. Ἀββᾶ Δωροθέου, ὄ.π., Γ’, 40.
2. Βλ. Ἑβρ. 10:22.
3. Βλ Ματθ. 5:25. Λουκ. 12:58.
4. Παροιμ. 14:25.
5. Βλ Α’ Κόρ. 10:4.
6. Ὠσηὲ 5:11.
7. Βλ. Ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, ὄ.π.. ΙΖ.
8. Βλ. Γεν. 1:26-27.
9. Πρβλ. Ματθ. 25:12. Λουκ. 13:25, 27.

(Ἀπό τό βιβλίο «ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ» Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ, ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ)
Πηγή: alopsis.gr

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016

ΧΤΥΠΗΜΑΤΑ ΠΕΦΤΟΥΝ ΕΠΑΝΩ ΣΑΣ ΑΔΥΣΩΠΗΤΑ ΑΠ’ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΜΕΡΙΕΣ (Ὃσιος Θεοφάνης ὁ Ἒγκλειστος)


Τα βάσανα σας είναι πολλά.

Τα χτυπήματα πέφτουν επάνω σας αδυσώπητα απ’ όλες τις μεριές. Αλλά μην απελπίζεστε. 
Δοκιμασίες είναι, που σας βρίσκουν με παραχώρηση του φιλάνθρωπου Θεού, για να καθαριστείτε από τα πάθη και τις αδυναμίες σας. 
Παραδώστε, λοιπόν, τον εαυτό σας στα χέρια Του με εμπιστοσύνη, ευψυχία, χαρά και ευγνωμοσύνη. 

Μη θυμώνετε, μη δυσφορείτε, μην τα βάζετε με κανέναν άνθρωπο. Αφήστε τους ελεύθερους να επιτελούν επάνω σας και μέσα σας το εργο της πρόνοιας του Κυρίου, που, αποβλέποντας στη σωτηρία σας, πασχίζει να βγάλει από την καρδιά σας κάθε ακαθαρσία.

Όπως η πλύστρα τσαλακώνει, τρίβει και χτυπάει τα ρούχα μέσα στη σκάφη, για να τα λευκάνει, έτσι και ο Θεός τσαλακώνει, τρίβει και χτυπάει εσάς, για να λευκάνει την ψυχή σας και να την ετοιμάσει για την ουράνια βασιλεία Του, όπου κανένας ακάθαρτος δεν θα μπει.

Αυτή είναι η αλήθεια. Προσευχηθείτε να σας φωτίσει το νου ο Κύριος, για να την αντιληφθείτε. Τότε με χαρά θα δέχεστε καθετί το δυσάρεστο σαν φάρμακο που σας δίνει ο επουράνιος Γιατρός. Τότε θα θεωρείτε όσους σας βλάπτουν σαν ευεργετικά όργανα Εκείνου. Και πίσω τους θα βλέπετε πάντα το χέρι του μεγάλου Ευεργέτη σας.

Για όλα να λέτε: «Δόξα σοι, Κύριε!».
Να το λέτε, αλλά και να το αισθάνεστε.

Σας συμβουλεύω να εφαρμόσετε τους παρακάτω κανόνες:

1). Κάθε στιγμή να περιμένετε κάποια δοκιμασία. Και όταν έρχεται, να την υποδέχεστε σαν ευπρόσδεκτο επισκέπτη.

2). Όταν συμβαίνει κάτι αντίθετο στο θέλημα σας, κάτι που σας προκαλεί πίκρα και ταραχή, να συγκεντρώνετε γρήγορα την προσοχή σας στην καρδιά και ν’ αγωνίζεστε μ’ όλη σας τη δύναμη, με βία και προσευχή, ώστε να μη γεννηθεί οποιοδήποτε δυσάρεστο και εμπαθές αίσθημα μέσα σας. Αν δεν επιτρέψετε τη γέννηση τέτοιου αισθήματος, τότε όλα τελειώνουν καλά. Γιατί κάθε κακή αντίδραση ή ενέργεια, με λόγια ή με έργα, είναι συνέπεια και επακόλουθο αυτού του αισθήματος.

Αν, πάλι, γεννηθεί στην καρδιά σας ενα ασθενικό εμπαθές αίσθημα, τότε τουλάχιστον ας αποφασίσετε σταθερά να μην πείτε και να μην κάνετε τίποτα, ώσπου να φύγει αυτό το αίσθημα. Άν, τέλος, είναι αδύνατο να μη μιλήσετε ή να μην ενεργήσετε με κάποιον τρόπο, τότε υπακούστε όχι στα αισθήματα σας, αλλά στον θείο νόμο. Φερθείτε με πραότητα, ηρεμία και φόβο Θεού.

3). Μην περιμένετε και μην επιδιώκετε να σταματήσουν οι δοκιμασίες. Απεναντίας, προετοιμάστε τον εαυτό σας να τις σηκώνει ως το θάνατο. Μην το ξεχνάτε αυτό! Είναι πολύ σημαντικό. Αν δεν τοποθετηθείτε έτσι απέναντι στις δοκιμασίες, η υπομονή δεν θα στερεωθεί στην καρδιά σας.

4). Εκείνους που σας χτυπούν, να τους «εκδικείστε» με την αγάπη σας και την αμνησικακία σας. Με τα λόγια σας, με τη συμπεριφορά σας, ακόμα και με το βλέμμα σας να τους δείχνετε ότι, παρ’ όλα όσα σας κάνουν, εξακολουθείτε να τους αγαπάτε. Και βέβαια, ποτέ μην τους θυμίσετε πόσο σας αδίκησαν.

Πηγή: dakriametanoias.blogspot.gr

Ο άνθρωπος της χάριτος σύμφωνα με τον άγιο Μακάριο. Πώς αποκτάει κανείς αποφασιστικότητα στον αγώνα για μιαν ενάρετη ζωή. (Όσιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος)

Αποτέλεσμα εικόνας για όσιος θεοφάνης ο έγκλειστος


 ΕΙΜΑΙ ανυπόμονος. Πιάνω την πένα μου και αρχίζω αμέσως να σου γράφω πάλι για την ομορφιά, τη θελκτικότητα, τη γλυκύτητα της θείας χάριτος και της θεοχαρίτωτης ψυχής. Το κάνω για ν’ αυξήσω τη γνώμη σου γύρω απ’ αυτό το θέμα, για να ενισχύσω τον ιερό πόθο σου και για να φουντώσω τον ένθεο ζήλο σου. Αυτή τη φορά, όμως, δεν θα χρησιμοποιήσω λόγια δικά μου, αλλά κάποιου θεόσοφου αγίου του Μεγάλου Μακαρίου, ο οποίος στη δέκατη όγδοη ομιλία του αναφέρει τα εξής: «Αν ένας άνθρωπος στον κόσμο τούτο είναι πολύ πλούσιος κι έχει στην κατοχή του κρυμμένο θησαυρό, με το θησαυρό και τον πλούτο του αποκτάει όλα όσα θέλει. Έτσι κι αυτοί που έχουν βρει και κατέχουν τον επουράνιο θησαυρό του Πνεύματος (δηλαδή τη θεία χάρη), αποκτούν κάθε αρετή απ’ αυτόν τον θησαυρό και μαζεύουν με τη δύναμή του περισσότερο ουράνιο πλούτο. Ο απόστολος λέει: «Εμείς, που έχουμε το θησαυρό τούτο, είμαστε σαν πήλινα δοχεία» (Β΄ Κορ. 4:7)∙ ενώ, δηλαδή, είμαστε ακόμα ενωμένοι με τη σάρκα, αξιωθήκαμε ν’ αποκτήσουμε μέσα μας το θησαυρό αυτό, που είναι η αγιαστική δύναμη του Αγίου Πνεύματος.



»Αυτός λοιπόν, που βρήκε και έχει μέσα του τον επουράνιο θησαυρό του Αγίου Πνεύματος, μπορεί με τη δύναμή Του, να πραγματοποιεί κάθε έργο δικαιοσύνης, που απορρέει από τις εντολές του Θεού, και να εκτελεί κάθε έργο αρετής αγνά και καθαρά, εύκολα και αβίαστα.
»Ας παρακαλέσουμε κι εμείς τον Θεό, ας προσευχηθούμε και ας Του ζητήσουμε να μας χαρίσει το θησαυρό του Αγίου Πνεύματος, ώστε να μπορέσουμε να εφαρμόσουμε τις εντολές Του με αγνότητα και καθαρότητα.
»Πρέπει να επιμένει κανείς στην ικεσία προς τον Κύριο, για ν’ αξιωθεί να βρει και να δεχθεί τον επουράνιο θησαυρό του Αγίου Πνεύματος. Όταν όμως τον βρει, άκοπα θα κατορθώσει να εφαρμόσει όλες τις εντολές του Κυρίου με αγνότητα και καθαρότητα, τις εντολές που πρωτύτερα δεν μπορούσε να εφαρμόσει ούτε με μεγάλο κόπο. Ο θησαυρός αυτός αποκτάται ύστερα από μεγάλη αναζήτηση, με πίστη και υπομονή».
Πώς, όμως, αισθάνονται εκείνοι στους οποίους η χάρη του Αγίου Πνεύματος έχει αρχίσει να εκδηλώνεται φανερά; Να τί λέει γι’ αυτό ο άγιος Μακάριος:
«Όσοι αξιώθηκαν “να γίνουν παιδιά του Θεού” (Ιω. 1:12) και να γεννηθούν από τον ουρανό, δηλαδή από το Άγιο Πνεύμα, έχουν τον Χριστό μέσα τους, που τους φωτίζει και τους αναπαύει. Αυτοί οδηγούνται με πολλούς και διάφορους τρόπους από το Πνεύμα. Δέχονται μυστικά μέσα στην καρδιά τους τη θεία χάρη, που τους δίνει πνευματική ανάπαυση. Μερικές φορές αισθάνονται σαν να βρίσκονται σε βασιλικό δείπνο, όπου χαίρονται και ευφραίνονται με τρόπο ανέκφραστο. Άλλοτε νιώθουν σαν την νεόνυμφη γυναίκα, που η παρουσία του συζύγου της της χαρίζει ασφάλεια και ανάπαυση. Άλλοτε, μολονότι ενωμένοι με το σώμα τους, νιώθουν σαν ασώματοι άγγελοι. Άλλοτε είναι σαν μεθυσμένοι από πιοτό, ενώ στην πραγματικότητα ευφραίνονται και μεθούν από το Πνεύμα με μια θεϊκή μέθη πνευματικών μυστηρίων. Άλλοτε καίγονται τόσο από τη μεγάλη αγαλλίαση που τους δίνει το Πνεύμα, ώστε, αν ήταν δυνατό, θα έβαζαν όλους τους ανθρώπους μέσα στην καρδιά τους, χωρίς να ξεχωρίζουν τους καλούς από τους κακούς. Άλλοτε ταπεινώνονται τόσο πολύ, με την ταπεινοφροσύνη που τους χαρίζει το Πνεύμα, ώστε να θεωρούν τον εαυτό τους τελευταίο και κατώτερο απ’ όλους τους ανθρώπους. Άλλοτε αναπαύονται σε πολύ μεγάλη ησυχία, γαλήνη και ειρήνη, μέσα σε μιαν ανέκφραστη πνευματική ευφορία. Άλλοτε αποκτούν τόσο μεγάλη σοφία, γνώση και σύνεση από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, που είναι αδύνατο να τις εκφράσει γλώσσα ανθρώπινη. Άλλοτε, πάλι, γίνονται σαν απλοί άνθρωποι».
Τι υπέροχη, τι ποθητή κατάσταση! Να και μια σύντομη περιγραφή της ψυχής που έχει φωτιστεί από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος:
«Όταν η ψυχή φτάσει στην τελειότητα του Πνεύματος, αφού καθαριστεί εντελώς απ’ όλα τα πάθη και ενωθεί με τον Παράκλητο σε μιαν ανέκφραστη κοινωνία, αξιώνεται και η ίδια, ως ενωμένη με το Πνεύμα, να πνευματοποιηθεί. Τότε γίνεται όλη φως, όλη οφθαλμός, όλη χαρά, όλη ανάπαυση, όλη αγαλλίαση, όλη αγάπη, όλη ευσπλαχνία, όλη αγαθότητα, όλη καλοσύνη».
Να τι αγωνίζονταν να κατορθώσουν – και κατόρθωσαν – οι άγιοι ασκητές! Δεν αξίζει ν’ αγωνιστούμε κι εμείς γι’ αυτό; Η είσοδος στον κόσμο της χάριτος, τον κόσμο του Αγίου Πνεύματος, είναι ανοιχτή στον καθένα. Η βασιλεία του Θεού δεν είναι «κήπος κλεισμένος» (Άσμα 4:12). Τα αγαθά της τα έχει υποσχεθεί ο Κύριος σε όλους μας, και μπορούμε να τα αποκτήσουμε. Προκαταβολή της αποκτήσεώς τους είναι η Χάρη του Αγίου Πνεύματος, που μας δίνεται στα Μυστήρια του Βαπτίσματος και του Χρίσματος. Εμείς δεν έχουμε παρά να «σκάψουμε» μέσα μας, στον κήπο της ψυχής μας, όπου είναι θαμμένος αυτός ο θησαυρός, για να τον βρούμε και να τον οικειοποιηθούμε. Ας πιάσουμε το φτυάρι μας κι ας αρχίσουμε να βγάζουμε το χώμα. Με τις πρώτες φτυαριές το χρυσάφι και το ασήμι θ’ αρχίσουν να λαμποκοπούν. Έπειτα από λίγο όλος ο θησαυρός θα βγει στο φως. Τότε η χαρά μας δεν θα έχει όρια.
Στο προηγούμενο γράμμα μου σου υπέδειξα το δρόμο της αποφασιστικότητας. Δε στο ανέφερα, όμως, πώς συγκεκριμένα γεννιέται στην ψυχή η αποφασιστικότητα και πώς καταλήγει σε θετική προσπάθεια. Αυτό θα κάνω τώρα.
Ακόμα κι ένα απλό ενδιαφέρον για κάποιο αντικείμενο μπορεί να κεντρίσει την ενεργητικότητα. Στην περίπτωση, ωστόσο, του απλού ενδιαφέροντος, είναι πιθανό να μην κινητοποιηθεί η ψυχή, αλλά να μεταθέσει την έναρξη της προσπάθειας σε μελλοντικό χρόνο. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, η αναβολή αυτή να παραταθεί για πολύ. Από τη στιγμή, όμως, που η ψυχή θα αντιληφθεί ότι ένα αντικείμενο ή έργο είναι επιτακτικά αναγκαίο και εξαιρετικά επείγον, ανυπέρθετα παίρνει την απόφαση για την απόκτηση ή την εκτέλεσή του. Να ένα παράδειγμα: Κάποιος άνθρωπος, νωθρός και τεμπέλης, κάθεται στο δωμάτιό του. Αν το σπίτι πιάσει φωτιά, μην του φωνάξεις. Άφησέ τον να δει τη φωτιά, και θα πεταχτεί αμέσως έξω. Αυτό ακριβώς πρέπει να κάνουμε κι εμείς: Να νικάμε τη νωθρότητα και την αναποφασιστικότητά μας με τη μνήμη της άσβεστης φωτιάς, που μας περιμένει, να παρακινούμε τον εαυτό μας σε αγώνα με την υπόμνηση του κινδύνου της αιώνιας καταστροφής μας. Όσο περισσότερο συνειδητοποιούμε αυτή την πραγματικότητα, τόσο ζωηρότερα εκδηλώνεται η ψυχική μας ενεργητικότητα, ωθώντας μας σε δράση.
Πάρε οποιαδήποτε μικρή δυσκολία της ζωής σου, για να καταλάβεις τι αναλογικά θα κάνεις και στην περίπτωση για την οποία μιλάμε. Εγώ θα έλεγα τούτο μόνο: Ο θάνατος μπορεί να έλθει οποιαδήποτε στιγμή. Τι θα μας συμβεί τότε; Ίσως ό,τι και στον κακό δούλο της παραβολής – το τάλαντο, το δώρο της χάριτος, του αφαιρέθηκε, και ο ίδιος πετάχτηκε στο αιώνιο σκοτάδι (Ματθ. 25 : 28-30)∙ ή ίσως ό,τι και στις άμυαλες παρθένες της άλλης παραβολής, που έμειναν έξω από τη γιορτή του γάμου, ακούγοντας το «δεν σας ξέρω» (Ματθ. 25:10-12 ). Στ’ αλήθεια, είτε η μία είτε η άλλη συμφορά θα μας βρει, αν δεν αναφλέξουμε τη χάρη μέσα μας κι αν δεν φωτιστούμε απ’ αυτήν. Βάλε νοερά τον εαυτό σου στην κατάσταση είτε του κακού δούλου είτε της άμυαλης παρθένας, και η αναποφασιστικότητά σου -αν, βέβαια, είσαι αναποφάσιστη- θα εξανεμιστεί. Τίποτα, βλέπεις, δεν μπορεί ν’ αντισταθεί στη μνήμη του θανάτου, της κρίσεως και της κολάσεως. Ο σοφός Σειράχ λέει: «Να θυμάσαι πάντα τα στερνά σου, και δεν θα πέσεις ποτέ σε αμαρτία» (Σοφ. Σειρ. 7:36). Κράτα, λοιπόν, σταθερά στο νου σου αυτή τη θύμηση και μην την αφήσεις να εξασθενήσει ή να χαθεί. Καλό βοήθημα είναι το βιβλίο «Βοστάνι σπιάι»(*), που σου έχω δώσει.
Μια άλλη πλευρά είναι η ύπαρξη βοήθειας. Αυτή δίνει στην ψυχή θάρρος και αγαθή ελπίδα για την αποφυγή της συμφοράς, αυτή είναι που την εμπνέει και την παρακινεί σε δράση. Διαφορετικά, η αίσθηση της επικείμενης και αναπότρεπτης καταστροφής θα την βύθιζε στην απελπισία. Στο παράδειγμα που ανέφερα παραπάνω, δεν υπήρχε μήτε μια πόρτα ξεκλείδωτη, μήτε ένα παράθυρο ανοιχτό όταν έπιασε φωτιά το σπίτι, μόνο ένα πράγμα θα μπορούσε να κάνει ο άνθρωπος που τυλιγόταν στις φλόγες: Να τραβάει τα μαλλιά του! Το ίδιο συμβαίνει και με την ψυχή που κινδυνεύει να κολαστεί (γιατί δίχως τη χάρη αναπόφευκτα θα στερηθούμε τη βασιλεία των ουρανών): Προβλέποντας τον κολασμό της, δεν θα είχε παρά ν’ απελπιστεί, αν δεν γνώριζε ότι της παρέχεται βοήθεια. Δοξασμένος ας είναι ο Κύριος, που μας έχει προσφέρει ήδη τα μέσα της λυτρώσεώς μας από την αιώνια απώλεια. Όλα είναι προετοιμασμένα, όλα είναι στο χέρι μας, όλα είναι στην ψυχή μας. Δεν απομένει παρά να δραστηριοποιηθούμε και ν’ αγωνιστούμε. Τι θα κάνουμε, λοιπόν; Θα συνεχίσουμε ν’ αναβάλλουμε από μέρα σε μέρα;
Ας έρθω, όμως, σ’ εσένα. Νομίζω ότι δεν έχεις ν’ αρχίσεις κάτι το ιδιαίτερο, δεν έχεις ν’ αλλάξεις τίποτα στη ζωή σου. Συνέχισε να ζεις μέσα στο πνεύμα όπου ανατράφηκες. Κράτησε τις ευσεβείς αρχές της οικογένειάς σου. Αγάπησε ολόψυχα τον πνευματικό τρόπο ζωής και αποφάσισε αυτοπροαίρετα να ζήσεις πνευματικά ως το θάνατό σου. Η μέχρι τώρα χριστιανική σου ζωή δεν ήταν στην πραγματικότητα δική σου. Άλλοι σε οδηγούσαν σ’ αυτήν. Είναι, βέβαια, πολύ καλό το ότι σ’ έβαλαν στο δρόμο του Θεού. Μετά την ενηλικίωσή σου, όμως, δεν θα συνεχίσεις να βαδίζεις στον ίδιο δρόμο, αν δεν το θέλεις εσύ η ίδια, αν δηλαδή δεν επιλέξεις, συνειδητά πια και ακούσια, τη ζωή του πνεύματος. Και την επιλογή αυτή πρέπει να την κάνεις το συντομότερο, γιατί αλλιώς ή θα σαγηνευθείς ολοκληρωτικά από το πονηρό πνεύμα της κοσμικής ζωής ή θα καταλήξεις στη χλιαρότητα, όπως ήδη σου έχω πει.
Σκέψου το, για τον Θεό, και μην αργήσεις ν’ αποφασίσεις. Ο Κύριος να σ’ ευλογεί!

(*) Το «Βοστάνι σπιάι» («Έγειρε ο καθεύδων») είναι ένα μικρό βιβλίο με επιλογή κειμένων του αγίου Τύχωνος του Ζαντόνσκ.

(«Από το βιβλίο: «ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ, Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ γράμματα σε μια ψυχή», ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΙΙΚΗΣ)
Πηγή: alopsis.gr

Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2016

«Τὸ ἔλεός σου καταδιώξει με πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου»

Ὁ ἱερὸς Ψαλμωδὸς στὸν ὑπέροχο εἰ­κοστὸ δεύτερο (κβ΄) Ψαλμὸ παρου­σιάζει τὸν Κύριο ὡς Καλὸ Ποιμένα, ποὺ ποιμαίνει μὲ ἀγάπη καὶ στοργὴ τὰ λογικὰ πρόβατά Του καὶ φροντίζει τίποτε νὰ μὴ μᾶς λείψει: «Κύριος ποιμαίνει με, καὶ οὐδέν με ὑστερήσει» (στίχ. 1).

Μία ἀπὸ τίς ὡραιότερες ἀπεικονίσεις ποὺ χρησιμοποιεῖ εἶναι αὐτὴ μὲ τὴν ὁποία παρουσιάζει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ὡς ἀκούραστο δρομέα ποὺ καταδιώκει τὸν ἄν­θρωπο, γιὰ νὰ τὸν λυτρώσει καὶ νὰ τὸν σώ­­σει: «Τὸ ἔλεός σου καταδιώξει με πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου» (στίχ. 6). Τὸ ἔλεός Σου, Κύριε, θὰ μὲ καταδιώκει ὅλες τὶς ἡμέρες τῆς ζωῆς μου, καὶ ἡ Χάρι Σου θὰ ἐπιμένει νὰ βρίσκει διάφορα μέσα, ὥστε καὶ ἂν ἀκόμη ἐγὼ φεύγω ἀπὸ κοντά Σου, νὰ μὲ συλλαμβάνει στὸ δίχτυ τῆς σωτηρίας.

Πόσο πολὺ μᾶς συγκινεῖ ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ! «Ὁ Θεὸς ἡμῶν ἐλεεῖ» (Ψαλ. ριδ΄ [114] 5). Τὸ ἔλεός Του μᾶς πολιορκεῖ. Σὰν ἄλλος ἀκούραστος δρομέας μᾶς καταδιώκει ὅλες τὶς ἡμέρες τῆς ζωῆς μας μέχρι τὴν τελευταία μας ἀναπνοή.

Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ σὲ ἔκταση σκεπάζει ὁλόκληρο τὸ σύμπαν, ἐπεκτείνεται σὲ ὅλη τὴ δημιουργία. Ἀλλὰ καὶ σὲ διάρκεια χρόνου παρέχεται συνεχῶς σὲ ὅλα τὰ δη­μιουργήματα τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ παρέχεται ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Πόσο θαυ­μαστὴ εἶναι ἡ σωτήρια καταδίωξη τοῦ Θεοῦ! Ὁ πολυεύσπλαχνος Κύριος, ἀπὸ τότε ποὺ εἴμαστε ἔμβρυα στὰ σπλάχνα τῆς μητέρας μας μέχρι τὸν τάφο μᾶς ἐλεεῖ διαρκῶς. «Διηνεκῶς ἐλεεῖ... ἀεὶ ἐλεεῖ, καὶ οὐδέποτε ἵσταται τοὺς ἀνθρώπους εὐεργετῶν», σημειώνει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος (PG 55, 399). Δὲν παύει ποτὲ νὰ μᾶς εὐεργετεῖ. Ἐμεῖς δὲν ἀντιλαμβανόμαστε ὅλες τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἀφανεῖς εὐεργεσίες Του εἶναι ἀσυγκρίτως περισσότερες!

Κι ὅταν ἐμεῖς μὲ τὴν ἐλεύθερη θέλησή μας φεύγουμε μακριά Του, τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ δὲν παραιτεῖται ἀπὸ τὴ σωτήρια καταδίωξη, χωρὶς νὰ παραβιάζει τὴν ἐλευθερία κανενός. Ἐκείνους ποὺ ἀντιδροῦν, δὲν τοὺς ἀναγκάζει. Ἐνῶ ἐκείνους ποὺ ἔχουν καλὴ διάθεση, τοὺς ἑλκύει μὲ πολλὴ δύναμη κοντά Του: «Τοὺς προαιρουμένους ἐπισπᾶται μετὰ πολλῆς τῆς σφοδρότητος» (PG 56, 162).

Κι ὅταν μετανοοῦμε, ὅπως ὁ ἄσωτος υἱός, καὶ ἀνταποκρινόμαστε θετικὰ στὴ σωτήρια καταδίωξή Του, μὲ πόση ἀγάπη μᾶς περιβάλλει! Δὲν ὑψώνει τὴ φωνή Του, δὲν χρησιμοποιεῖ τὴν παιδαγωγικὴ ράβδο Του, ἀλλὰ διανοίγει τὴν πατρική Του ἀγκαλιὰ καὶ μᾶς δέχεται πάλι κοντά Του! Φορτώνεται στοὺς ὤμους Του τὸ χα­­μένο πρόβατο καὶ τὸ φέρνει πάλι στὸ κοπάδι: «Ἐπὶ τὰ ὄρη τὸ πλανηθὲν ἀναζητήσας καὶ ἐπὶ τοῖς ὤμοις αὐτὸ ἀναλαβών (τουτέστιν ἐπὶ τοῦ ξύλου τοῦ σταυροῦ), τῷ Πατρὶ προσήγαγε»!

Νὰ ἀναφέρουμε μερικὰ παραδείγματα τῆς σωτήριας καταδιώξεως τοῦ θείου ἐλέους: Ὅταν ἁμάρτησαν οἱ Πρωτόπλαστοι στὸν Παράδεισο, δὲν ἐπετίμησε ὁ Θεὸς τὸν Ἀδὰμ λέγοντάς του: «Εἰς οἷον πτῶμα κατελήλυθας ἀπὸ τηλικούτου ὕψους;»· πόσο χαμηλὰ ἔχεις πέσει ἀπὸ τόσο μεγάλο ὕψος!, ἀλλὰ τοῦ εἶπε: «Ἀδάμ, ποῦ εἶ;»· Ἀδάμ, ποῦ εἶσαι; (Γεν. γ΄ 9). Πίσω ἀπὸ τὴν ἐρώτηση αὐτὴ διαφαίνεται ὅτι τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ δὲν ἐγκατέλειψε οὔτε στιγμὴ τὸν Ἀδὰμ καὶ τὴν Εὔα, ἀλλὰ τοὺς κατεδίωκε γιὰ νὰ τοὺς βοηθήσει νὰ μετανοήσουν.

Μὲ παρόμοιο τρόπο φέρθηκε ὁ Θεὸς καὶ στὸν Κάϊν. Γιὰ νὰ τὸν βοηθήσει – μετὰ τὴν ἀπαράδεκτη θυσία ποὺ προσέφερε – νὰ μὴ σκοτώσει τὸν ἀδελφό του Ἄβελ, τοῦ μίλησε στοργικὰ καὶ τοῦ εἶπε: «Ἥμαρτες; ἡσύχασον» (Γεν. δ΄ 7). Κι ἐδῶ βλέπουμε ὅτι τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ κατεδίωκε τὸν Κάϊν. Ἤθελε νὰ τὸν συγκρατήσει, γιὰ νὰ μὴ γίνει ἀδελφοκτόνος.

Νὰ θυμηθοῦμε καὶ τὶς προσπάθειες ποὺ ἔκανε ὁ Κύριος, γιὰ νὰ βοηθήσει τὸν Ἰούδα νὰ μὴν Τὸν προδώσει. Ἀλλ᾿ «ὁ πα­­ράνομος Ἰούδας οὐκ ἠβουλήθη συν­ιέ­ναι»· δὲν θέλησε νὰ συνετισθεῖ. Ὅμως δὲν ἀνταποκρίνονται, δυστυχῶς, ὅλοι οἱ ἄν­­θρωποι στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ὅσοι ὅ­μως ἀνταποκρίνονται, σώζονται.

Χαρακτηριστικότερο εἶναι τὸ παράδει­γμα τῆς καταδιώξεως τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Ὁ πρὶν Σαῦλος κυριεύθηκε ἀπὸ ἀχαλίνωτη μανία νὰ καταδιώξει τοὺς Χριστιανούς. Ξεκίνησε ἔφιππος γιὰ τὴ Δαμα­σκὸ μὲ συνοδεία στρατιωτῶν, ἀλλὰ στὸ δρόμο συνειδητοποίησε ὅτι ὁ θεῖος Κυνη­γὸς ἀκολουθοῦσε τὰ ἴχνη του. Ὁ Σαῦλος νόμιζε ὅτι καταδιώκει, ἐνῶ καταδιωκόταν. Δὲν εἴμαστε ἐμεῖς οἱ κυνηγοὶ κι ὁ Κύριος τὸ θήραμα. Ὁ Κύριος εἶναι ὁ Κυνηγὸς κι ἐ­μεῖς τὰ θηράματα. Βγαίνει τὶς μέρες, βγαί­νει τὶς νύχτες καὶ μᾶς κυνηγᾶ. Μέσα στὰ χρόνια, στοὺς μῆνες, στὶς μέρες Αὐ­τὸς κινεῖται καὶ δρᾶ. Πληγωμένοι ἀπὸ τὸ βέ­λος τῆς θείας ἀγάπης Του, πόσες φο­ρὲς ἔχουμε πέσει στὴ θεϊκὴ ἀγκάλη Του! Κι ὅταν σὰν ἄτακτα παιδιά Του πᾶμε νὰ Τοῦ ξεφύγουμε, βάζει τὰ καλύτερα «λαγωνικά» Του, γιὰ νὰ μᾶς ἐπαναφέρει κον­τά Του!

Τὸ ἀκαταπόνητο κυνήγι τοῦ Θεοῦ γιὰ τὶς ψυχές ποὺ φεύγουν μακριά Του, εἶναι ἕνα μυστήριο! Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἔχυσε τὸ τίμιο Αἷμα Του γιὰ τὴ σωτηρία μας καὶ θέλει, ἂν εἶναι δυνατόν, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νὰ σωθοῦν. Γι᾿ αὐτὸ παρατείνει τὸ ἔλεός Του καὶ παρουσιάζει πάρα πολλὲς εὐκαιρίες στὸν καθένα μας, γιὰ νὰ μᾶς ἑλκύσει στὴ σωτηρία.

Νὰ μὴν ἀντιδροῦμε λοιπὸν ποτὲ στὴ σωτήρια καταδίωξη τοῦ θείου ἐλέους, ἀλλὰ νὰ Τὸν παρακαλοῦμε λέγοντας: «Μὴ ἀποστήσῃς τὸ ἔλεός σου ἀφ᾿ ἡμῶν» (Δανιήλ, προσευχὴ Ἀζαρίου 11). Χωρὶς τὴν προσ­τασία τοῦ θείου ἐλέους Σου, Κύριε, δὲν μποροῦμε νὰ ζήσουμε οὔτε στι­γμή. Ὅταν μᾶς κυκλώνει τὸ ἔλεος Σου, δὲν ἔχουμε νὰ φοβηθοῦμε τίποτε.

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”
Πηγή: aktines.blogspot.gr



Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2016

ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑ ((Ἃγιος Ἰωάννης Κρονστάνδης)

Δοκίμασόν με, ο Θεός, και γνώθι την καρδίαν μου, έτασόν με και γνώθι τας τρίβους μου. Και ίδε ει οδός ανομίας εν εμοί, και οδήγησόν με εν οδώ αιωνία” (Ψαλμ. 138, 23-24).
Από τότε που ο πρώτος άνθρωπος αμάρτησε, οι άνθρωποι σκοτίστηκαν τόσο πολύ στο ίδιο το κέντρο της ύπαρξής τους (την καρδιά), που πολύ συχνά δεν έχουνε συνείδηση ή συναίσθηση της πανταχού παρουσίας του Θεού· κι έτσι, έχουνε την εντύπωση πως τέσσερεις τοίχοι με μια οροφή από πάνω, τους κρύβουνε από Εκείνον, που όλα τα γεμίζει με την παρουσία Του και που βλέπει ακόμη και όποιον κρύβεται σε κάποιο τόπο μυστικό. “Ει κρυβήσεταί τις εν κρυφαίοις, και εγώ ουκ όψομαι αυτόν; Μη ουχί τον ουρανόν και την γην εγώ πληρώ; λέγει Κύριος” (Ιερεμ. 23,24). “Γυμνός ειμι, και εκρύβην” (Γεν. 3, 10), είπε ο Αδάμ κρυπτόμενος από τον Θεό. Ωστόσο, όχι, αυτό σε τίποτα δεν τον ωφέλησε· ο Θεός τον έβλεπε.


Να παρακολουθείς τα όσα συμβαίνουν μέσα στην καρδιά σου· να κοιτάς και ν’ ακροάσαι για να βρεις τι είναι αυτό που την εμποδίζει να ενωθεί με τον παμμακάριο Κύριο και Θεό μας. Αυτό ας γίνει για σένα επιστήμη επιστημών· τότε, με τη βοήθεια του Θεού εύκολα μπορείς να αντιληφθείς τι είναι αυτό που σε απομακρύνει από τον Θεό και τι σε πλησιάζει σ’ Εκείνον και σ’ ενώνει μαζί Του. Γι’ όλα αυτά μιλάει η ίδια η καρδιά, που άλλοτε ενώνεται με τον Θεό και άλλοτε αποσπάται κι αποχωρίζεται απ’ Αυτόν. Ο πονηρός στέκει προπάντων ανάμεσα στην καρδιά μας και τον Θεό· εκείνος είναι που μας απομακρύνει από το Θεό με διάφορα πάθη ή με την σαρκική επιθυμία, με τη λαγνεία των οφθαλμών και τη γήϊνη υπερηφάνεια.
Δοκίμαζε τον εαυτό σου πιο συχνά: πού είναι στραμμένοι και κοιτάζουν οι οφθαλμοί της καρδιάς σου· προς το Θεό και τη ζωή του μέλλοντος αιώνος, προς τις υπερκόσμιες, μακάριες και φωτοφόρες ουράνιες δυνάμεις και στους αγίους που ενδιαιτώνται στους ουρανούς, ή προς τα γήϊνα αγαθά, δηλαδή στην βρώση και την πόση, στα ενδύματα και τις κατοικίες, σ’ ανθρώπους αμαρτωλούς και τις μάταιες ασχολίες τους; Ω! Αν τα μάτια μας ήτανε αδιάκοπα προσηλωμένα στο Θεό! Στην πραγματικότητα όμως μονάχα στις ανάγκες και τις συμφορές μας στρέφουμε τα μάτια μας προς τον Κύριο, ενώ όταν ευημερούμε, τα μάτια μας είναι στραμμένα προς τον κόσμο και τις μάταιές του υποθέσεις. Αλλά θα πεις· «και τι θα μου αποφέρει το να ατενίζω έτσι τον Κύριο;» Βαθιά ειρήνη και γαλήνη στην καρδιά σου, φως στο νου σου, άγιο ζήλο στη βούλησή σου και την απελευθέρωσή σου από τις παγίδες του εχθρού. «Οι οφθαλμοί μου διαπαντός προς τον Κύριον», λέγει ο Δαβίδ και εξηγεί γιατί· «ότι αυτός εκσπάσει εκ παγίδος τους πόδας μου» (Ψαλμ. 24,15).
Λέγει ακόμη· «Λαλήσει ειρήνην Κύριος ο Θεός επί τους επιστρέφοντας καρδίαν επ’ αυτόν» (Ψαλμ. 84,9).
Η αμαρτία κλείνει τα μάτια της καρδιάς· έτσι, ο κλέφτης νομίζει πως δε βλέπει· το ίδιο και ο μοιχός κι ο ακόλαστος άνθρωπος παραδίδεται στις αισχρές του πράξεις και νομίζει ότι ο Θεός δεν τον βλέπει· έτσι κι ο φιλάργυρος, ο άνθρωπος-παράσιτο κι ο μέθυσος φαντάζονται πως κρύβονται κι εκείνοι οι ίδιοι και τα πάθη τους. Ο Θεός όμως βλέπει και κρίνει· «γυμνός ειμί, και εκρύβην» (Γεν. 3, 10). Έτσι μιλάει με τα έργα του κάθε αμαρτωλός άνθρωπος, που κρύβεται από τον πανταχού παρόντα Θεό.
Η μεγαλύτερη, η παντοτινή πλάνη της καρδιάς, ενάντια στην οποία είναι ανάγκη να αγωνιζόμαστε αδιάκοπα σ’ όλη μας τη ζωή, είναι ένας κρυφός λογισμός πως τάχα μπορούμε να υπάρχουμε χωρίς το Θεό ή έξω από το Θεό σ’ οποιοδήποτε τόπο ή για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα, έστω και για μια στιγμή. Είναι ανάγκη να στεριώνουμε και να ενισχύουμε την καρδιά μας μέσα στο Θεό, από τον Οποίο αδιάκοπα στρέφεται αλλού με το νου· μεγάλη δε προκοπή θα πραγματοποιούσε στη Χριστιανική ζωή, όποιος μπορεί με ειλικρίνεια να αναφωνήσει με την Άννα, τη μητέρα του Σαμουήλ: «Εστερεώθη η καρδία μου εν Κυρίω, υψώθη κέρας μου εν Θεώ μου· επλατύνθη επ’ εχθρούς μου το στόμα μου, ευφράνθην εν σωτηρία σου» (Α’Βασ. 2,1).
Είναι ανάγκη να καθαριζόμαστε από τον ρύπο· η δε προσευχή, ιδιαίτερα η προσευχή των δακρύων, απολούζει τον πνευματικό ρύπο, δηλαδή τον ρύπο των αμαρτιών.
Αμαρτάνουμε με την σκέψη, με το λόγο και με την πράξη. Για να μεταβληθούμε σε καθαρές εικόνες της Υπεραγίας Τριάδας, πρέπει να καταβάλλουμε προσπάθειες, ώστε να είναι φορείς και έκφραση αγιότητας και οι λογισμοί μας και οι λόγοι μας και οι πράξεις μας. Η σκέψη, μέσα στο Θεό, αντιστοιχεί στον Πατέρα, οι λόγοι αντιστοιχούνε στον Υιό και τα έργα στο Άγιο Πνεύμα, τον τελειωτή των πάντων. Δεν είναι μικρή η σημασία των αμαρτημάτων των λογισμών στο Χριστιανό, γιατί στους λογισμούς μας, καθώς μαρτυρεί ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος, βρίσκεται όλη η ευαρέστησή μας προς το Θεό: Γιατί οι λογισμοί αποτελούν την αρχή, από την οποία προέρχονται οι λόγοι μας και τα έργα μας· οι λόγοι, γιατί αυτοί είτε μεταδίδουν χάρη στους ακούοντες είτε είναι λόγοι σαπροί και γίνονται πειρασμός για ορισμένους ή διαφθείρουν τις σκέψεις και τις καρδιές άλλων· πιο πολύ από τα λόγια ασκούν επίδραση τα έργα, γιατί το παράδειγμα επιδρά στους ανθρώπους περισσότερο από κάθετι άλλο, με το να προσελκύουν τους ανθρώπους σε μίμησή τους.
Η συνείδηση στους ανθρώπους δεν είναι τίποτε άλλο παρά η φωνή του πανταχού παρόντος Θεού, ο Οποίος εμπεριπατεί μέσα στις καρδιές τους. Ως Εκείνος, που δημιούργησε τα πάντα, και όντας Ένας, ο Κύριος γνωρίζει τους πάντες, όπως γνωρίζει τον Εαυτό Του· γνωρίζει όλες τις σκέψεις, τα θελήματα και τις προθέσεις τους, τα λόγια τους και τα έργα τους τόσο τα παρόντα, όσο και τα παρελθόντα και τα μέλλοντα. Όσο κι αν προτρέχω κάπου με τις σκέψεις μου και τη φαντασία μου, Εκείνος είναι εκεί πριν από μένα· εγώ δε πάντοτε αναπόφευκτα τρέχω μέσα Του και πάντα Τον έχω μάρτυρα των τρίβων μου και των διαβημάτων μου: «Οι οφθαλμοί (Αυτού) εις τας οδούς των υιών των ανθρώπων…» (Ιερεμ. 39,19)· «Πού πορευθώ από του Πνεύματός σου και από του προσώπου Σου πού φύγω;» (Ψαλ. 138,7).
Ω! Αν στρέφαμε την προσοχή μας για να δούμε τα επακόλουθα των αμαρτιών μας ή των καλών μας έργων! Πόσο προσεκτικοί θα ήμασταν τότε αποφεύγοντας την αμαρτία και πόσο ζηλωτές θα ήμασταν του καλού· γιατί θα βλέπαμε τότε καθαρά ότι κάθε αμαρτία που δεν αποβλήθηκε έγκαιρα και ενδυναμώθηκε με την συνήθεια, ριζώνει βαθιά μέσα στην καρδιά του ανθρώπου και που και που τον παρενοχλεί, τον τραυματίζει και τον βασανίζει μέχρι τον θάνατό του. Ξυπνάει, για να το πούμε έτσι, και αναζωπυρώνεται μέσα του σε κάθε περίσταση που θυμίζει την αμαρτία, που κάποτε διαπράχθηκε, και μ’ αυτό τον τρόπο μολύνει τη σκέψη, το συναίσθημα και τη συνείδησή του. Χρειάζονται ποταμοί δακρύων για να ξεπλύνει ο άνθρωπος το βόρβορο της αμαρτίας που πάλιωσε και σκληρύνθηκε μέσα του· τόσο άρρηκτα και διαβρωτικά προσκολλάται σ’ αυτόν! Αντίθετα, κάθε καλή πράξη, που κάναμε οποτεδήποτε στο παρελθόν με ειλικρίνεια και ανιδιοτέλεια ή που επαναλαμβανόμενη μας έγινε συνήθεια, χαροποιεί την καρδιά μας και αποτελεί παρηγοριά και χαρά της ζωής μας, δίνοντάς μας την συναίσθηση πως τη γεμάτη από αμαρτίες ζωή μας τη ζήσαμε όχι ολότελα μάταια κι ανώφελα, πως μοιάζουμε με ανθρώπινα όντα και όχι με θηρία, πως κι εμείς δημιουργηθήκαμε κατ’ εικόνα Θεού και μέσα μας καίει σπίθα θείου φωτός και αγάπης και πως έστω και μερικά καλά μας έργα θα αντισταθμίσουν τις κακές μας πράξεις στη ζυγαριά της αδιάφθορης και αδέκαστης θείας δικαιοσύνης.
Αν η καρδιά είναι καθαρή, τότε ολόκληρος ο άνθρωπος είναι καθαρός· κι αν ακάθαρτη είναι η καρδιά, τότε όλος ο άνθρωπος είναι ακάθαρτος: «Εκ γαρ της καρδίας εξέρχονται διαλογισμοί πονηροί, φόνοι, μοιχείαι, πορνείαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι» (Ματθ. 15,19). Όλοι όμως οι άγιοι με νηστεία, αγρυπνία, προσευχή και θεοφροσύνη, με την ανάγνωση του λόγου του Θεού, με το μαρτύριο, με κόπους και ιδρώτες αποκτούσανε καθαρή καρδία κι έτσι το Άγιο Πνεύμα ενοίκησε μέσα τους, τους καθάρισε από κάθε ρύπο και τους εξαγίασε με αγιασμό αιώνιο. Να προσπαθείς λοιπόν κι εσύ περισσότερο από κάθετι άλλο να επιτύχεις τον καθαρμό της καρδιάς: «Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί, ο Θεός» (Ψαλμ. 50,12).
Πόσο μ’ έχει τραυματίσει η αμαρτία! Οτιδήποτε το κακεντρεχές, το κακό ή ακάθαρτο το σκέφτομαι και την ίδια στιγμή το συναισθάνομαι στην καρδιά μου· όμως, το αγαθό, το καλό, το καθαρό και το άγιο συνήθως το σκέφτομαι μονάχα και μιλώ γι’ αυτό, αλλά δεν το συναισθάνομαι μέσα μου. Αλλοίμονο σε μένα. Ακόμα το κακό είναι πιο κοντά στην καρδιά μου παρά το καλό. Πέρα απ’ αυτά, μόλις που το σκέφτεσαι η το συναισθάνεσαι το κακό, την ίδια στιγμή είσαι και έτοιμος να το κάνεις πράξη· και θα το κάνεις πράξη σύντομα και άνετα, αν δεν έχεις φόβο Θεού μέσα σου· σ’ ό,τι δε αφορά το αγαθό «το θέλειν παράκειταί μοι, το δε εργάζεσθαι το καλόν ουχ ευρίσκω» (Ρωμ. 7,18)· δεν βρίσκω εντός μου τις δυνάμεις να το κάνω πράξη κι έτσι η καλή πράξη, που σκέφτηκα, συχνά αναβάλλεται για τις Ελληνικές καλένδες, δηλαδή στο ποτέ.

(Απόσπασμα από το βιβλίο: “Η μετάνοια και η Θεία Μετάληψη”, Εκδόσεις ΤΗΝΟΣ)
Πηγή: alopsis.gr