A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΔΟΓΜΑΤΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΔΟΓΜΑΤΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 7 Απριλίου 2013

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, ΠΕΡΙ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ.




Πρώτα-πρώτα, λοιπόν, ομολογούμε και κηρύττουμε και αποδεχόμαστε τα δώδεκα άρθρα πού Βρίσκονται στο κοινό Σύμβολο της Πίστεως, δηλαδή αυτά πού περιέχονται στο «Πιστεύω εις ένα Θεόν», τα οποία καθημερινά τα διαβάζουμε και ό καθένας μόνος του και από κοινού, και στα κελλιά μας και στις άγιες εκκλησίες του Θεού, στις όποιες θα τύχει να παρευρεθούμε. Διότι ακούμε τον θείο Χρυσόστομο να λέγει: «Είναι δόγματα πού κατέβηκαν από τον Ουρανό οι φρικτοί κανόνες πού βρίσκονται στο Σύμβολο» (στην Ομιλία Μ' στην Α' προς Κορινθίους).

Δεύτερο, ομολογούμε και ενστερνιζόμαστε όλα τα αλλά δόγματα, όσα ή Καθολική και Ανατολική Αγία Εκκλησία του Χριστού ομολογεί και κηρύττει. Τόσο αυτά πού αφορούν την υψηλή και Τριαδική θεολογία, δηλαδή τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, των οποίων ή Θεότητα είναι μία, σύμφωνα με τον Ε' Κανόνα της δευτέρας Οικουμενικής Συνόδου, όσο και αυτά πού έχουν σχέση με την βαθιά και ένσαρκη Οικονομία του Θεού Λόγου. Και για να πω αυτό πού λέει ό Μέγας Βασίλειος: «Πιστεύουμε σύμφωνα με όσα ομολογήσαμε ατό βάπτισμα μας και φρονούμε σύμφωνα με' όσα έχουμε πιστεύσει» (στον Α' Ασκητικό Λόγο).

Τρίτο, ομολογούμε και αποδεχόμαστε με ευσεβές φρόνημα τα επτά θεία και ιερά Μυστήρια της Εκκλησίας, τα οποία είναι: Το άγιο Βάπτισμα, το άγιο Μύρο, ή θεία Ευχαριστία, ή Ιεροσύνη, ό νόμιμος Γάμος, ή Μετάνοια και το Ευχέλαιο. Και αυτά τα τιμούμε και τα σεβόμαστε με κάθε πίστη και ευλάβεια, ως αναγκαιους συντελεστές στη σωτηρία της ψυχής μας• και αποδεχόμαστε την χάρη και τον αγιασμό αυτών των Μυστηρίων, σύμφωνα με το (ιεροτελεστικό) τυπικό πού τηρείται και διαφυλάσσεται στην Ανατολική (Ορθόδοξη) του Χριστού Εκκλησία.

Τέταρτο, κρατάμε τίς αποστολικές παραδόσεις, πού διδαχθήκαμε είτε προφορικά είτε με' Επιστολή των θείων και ιερών Αποστόλων και μένουμε (σταθεροί) σ' αυτά πού μάθαμε και επιβεβαιώσαμε, όπως ό απόστολος Παύλος παραγγέλλει σ' εμάς και σ' όλους τους χριστιανούς και στην Α' προς Κορινθίους Επιστολή και στην Β' προς Θεσσαλονικείς και στην Β' προς Τιμόθεο.

Πέμπτο, μαζί με τις παραδόσεις των αποστόλων κρατούμε και αποδεχόμαστε και τις παραδόσεις της Εκκλησίας, δηλαδή αυτές που ορίσθηκαν από τους διαδόχους των αποστόλων -ήταν φρόνημα του κακόδοξου Μοντανού, ό όποιος άκμασε κατά τον δεύτερο αιώνα, το να αθετεί τις παραδόσεις και τις συνήθειες της Εκκλησίας, σύμφωνα με τον Ευσέβιο, βιβλίο Ε', κεφ. ΙΕ' της Εκκλησιαστικής Ιστορίας-, γιατί τα δόγματα και οι παραδόσεις της Εκκλησίας δεν είναι αντίθετα μεταξύ τους• μη κάτι τέτοιο! Άλλα μάλλον το ένα είναι συστατικό του άλλου. Γιατί, αφενός τα δόγματα της Πίστεως συνιστούν (συγκροτούν) τις παραδόσεις της Εκκλησίας• και αφετέρου οϊ παραδόσεις της Εκκλησίας θεμελιώνονται επάνω στα δόγματα της Πίστεως. Έτσι και τα δύο μαζί έχουν την ίδια σπουδαιότητα για την ευσέβεια (των πιστών). Γι' αυτό και ό μέγας Βασίλειος είπε ότι «αυτά τα δύο έχουν την ίδια ισχύ για την ευσέβεια» (Κανόνας 91ος). Γιατί, όπως οί μεγάλες πέτρες στέκονται με τίς μικρές, και οϊ δύο μαζί συγκροτούν την οικοδομή -επειδή αν θελήσει κανείς να γκρεμίσει τίς μικρές, γκρεμίζει ταυτόχρονα και τίς μεγάλες-, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και τα δόγματα της Πίστεως στέκονται μαζί με τίς παραδόσεις της Εκκλησίας• και αν θελήσει κανείς να αθετήσει τίς παραδόσεις της Εκκλησίας, αθετεί μαζί και τα δόγματα της Πίστεως. Για αυτό είπε πάλι ό Μέγας Βασίλειος: «Γιατί αν επιχειρούσαμε να εγκαταλείψουμε τίς άγραφες συνήθειες, επειδή τάχα δεν έχουν μεγάλη σπουδαιότητα, χωρίς να το είχαμε αντιληφθεί θα ζημιώναμε στα πιο σημαντικά σημεία το Ευαγγέλιο• και μάλλον θα καταντούσαμε το κήρυγμα (του Ευαγγελίου) απλό όνομα (Κανόνας 91ος).

Έκτο, κρατούμε και αποδεχόμαστε όλους τους ιερούς κανόνες των πανευφήμων αποστόλων, των επτά Οικουμενικών Συνόδων, των τοπικών Συνόδων και των κατά μέρος αγίων και θεοφόρων πατέρων, πού επικυρώθηκαν από την Έκτη Οικουμενική Σύνοδο στον β κανόνα της και από την Έβδομη στον α' κανόνα της. Και μαζί με τους κανόνες αποδεχόμαστε και τα πρακτικά των ίδιων αγίων Συνόδων, γιατί και τα δύο αυτά έχουν την ίδια εγκυρότητα.

Έβδομο, και για να ολοκληρώσουμε, όλα όσα αποδέχεται και ομολογεί ή Αγία, Καθολική, Αποστολική και Ανατολική Εκκλησία του Χριστού, ή κοινή και πνευματική μας μητέρα, αυτά και εμείς αποδεχόμαστε και ομολογούμε μαζί της. Και όσα αυτή αποστρέφεται και αποκηρύττει, αυτά παρόμοια κι' εμείς τα αποκηρύττουμε και τα αποστρεφόμαστε μαζί της σαν παιδιά της και ειλικρινή και γνήσια.


(από ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ «ΦΙΛΟΙ ΙΕΡΟΥ ΚΟΙΝΟΒΙΟΥ ΆΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ).

ΤΙ ΕΝΟΟΥΜΕ ΟΤΑΝ ΛΕΜΕ ΣΕΒΑΣΜΟ ΣΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ;



Όσοι ομιλούν περί Εκκλησίας χωρίς να λαμβάνουν υπ' όψει τους Πατέρας δεν είναι ορθόδοξοι.

Όσοι διδάσκουν, βασιζόμενοι μόνον εις την Αγίαν Γραφήν και δεν ακολουθούν την ερμηνείαν αυτής υπό των Αγίων Πατέρων, προτεσταντίζουν.

Όσοι υπευθύνως ενεργούν, ανατρέποντες όσα άχρις ημών η πολιά αρχαιότης διέσωσε, πλήττουν εις τα καίρια την Εκκλησίαν.

Όσοι δεν έπονται εις την ποικίλην διδασκαλίαν των Αγίων Πατέρων, αντιπίπτουν εις το Πνεύμα το Άγιον.

Όσοι ανατρέπουν τας Παραδόσεις της αγιωτάτης Εκκλησίας μας, ομοιάζουν με τον ρωμαίον στρατιώτην, ο οποίος εράπισε εις την σιαγώνα τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν.

Αντιθέτως,

Όσοι ομιλούν περί Εκκλησίας και νοούν Πατέρας, αυτοί είναι όντως Ορθόδοξοι.

Όσοι διδάσκουν θεολογίαν και με την μεν δεξιάν κρατούν την Αγίαν Γραφήν, εις δε την ευώνυμον την ερμηνείαν των Πατέρων, αυτοί ευρίσκονται εντός της πνευματικότητος της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Όσοι υπευθύνως ενεργούν βάσει των Πατερικών Παραδόσεων, αυτοί δοξάζουν αληθώς τον Θεόν.

Όσοι αποδέχονται την Παράδοσιν της Εκκλησίας ως ισόκυρον με τας Αγίας Γραφάς και αγωνίζονται δι' αυτήν, είναι μάρτυρες τη προαιρέσει.

Εκ του περιοδικού "Ορθόδοξος Φιλόθεος Μαρτυρία"
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"



Ἀπόσπασμα ἀπό τό «Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας»





Οἱ Προφῆται  ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι  ὡς  ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία  ὡς  παρέλαβεν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ Οἰκουμένη  ὡς συμπεφώνηκεν, ἡ χάρις  ὡς  ἔλαμψεν, ἡ ἀλήθεια  ὡς  ἀποδέδεικται, τὸ ψεῦδος  ὡς  ἀπελήλαται, ἡ σοφία  ὡς  ἐπαρρησιάσατο, ὁ Χριστὸς  ὡς  ἑβράβευσεν, οὕτω  φρονοῦμεν, οὕτω  λαλοῦμεν, οὕτω  κηρύσσομεν  Χριστόν τὸν  ἀληθινὸν  Θεὸν  ἡμῶν,

Αὕτη ἡ πίστις τῶν  Ἀποστόλων, αὕτη  ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη  ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη  ἡ πίστις τὴν  Οἰκουμένην  ἐστήριξεν.

Ἐπὶ τούτοις τοὺς τῆς εὐσεβείας Κήρυκας  ἀδελφικῶς τε  καὶ πατροποθήτως εἰς δόξαν καὶ τιμὴν τῆς εὐσεβείας, ὑπὲρ  ἦς  ἀγωνίσαντο, ἀνευφημοῦμεν καὶ λέγομεν.

Τῶν τῆς Ὀρθοδοξίας προμάχων εὐσεβῶν Βασιλέων, ἁγιωτάτων Πατριαρχῶν, Ἀρχιερέων, Διδασκάλων, Μαρτύρων, Ὁμολογητῶν, Αἰωνία ἡ μνήμη.” 

Πέμπτη 4 Απριλίου 2013

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΣΥΝΟΔΩΝ





ΣΙΓΓΙΛΙΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗΣ ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΩΣ ΕΓΚΥΚΛΙΟΥ
τοῖς ἁπανταχοῦ Ὁρθοδόξοις Χριστιανοῖς εἰς τὸ μὴ παραδέχεσθαι τὸ νεότερον Πασχάλιον ἤ Καλενδάριον τοῦ καινοτομηθέντος Μηνολογίου, ἀλλ’ ἐμμένειν τοῖς ἅπαξ ἁπλανῶς καὶ καλῶς διατυπωθεῖσει παρὰ τῶν Ἁγίων 318 Θεοφόρων Πατέρων τῆς Ἁγίας Οἱκουμενικῆς πρῶτης Συνόδου μετ’ Ἐπιτιμίου Ἀναθέματος.

†Ἱερεμίας ἐλέω Θεοῦ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνστ/πόλως καὶ Οἱκουμενικὸς Πατριάρχης.

Ἐπειδὴ καὶ πάλιν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ἅτε καινοτομίας χαίρουσα τοῖς περὶ αὐτὴν Ἀστρονόμοις ἀπερισκέπτως συνήνεσε καὶ μετέθετο τὰ καλῶς περὶ τοῦ Ἁγίου Πάσχα τοῖς Ὀρθοδόξοις Χριστιανοῖς τελούμενα τὰς ἀπὸ τῆς Ἁγίας καὶ Οἱκουμενικῆς Πρῶτης Συνόδου τῶν 318 Θεοφόρων Πατέρων ὁρισθέντα παρὰ πανταχοῦ Γῆς Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν καὶ παρὰ τῶν λοιπῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων κυροθέντα τὰ ἑορταζόμενα, ὡς ὥρισαν, τοῦτου δὲ ἕνεκα σκανδάλων γίνεται· ἦλθον γὰρ ἄνδρες τινὲς ἀπὸ τῆν Παλαιὰν Ρώμην ὅ ἔμαθον ἐκεῖ νὰ λατινοφρονῶσιν καὶ τὸ κακὸν εἶναι ὄχι μόνον πὼς ἤλλαξαν τὴν Ἁγίαν Ὀρθόδοξον Πίστιν, ἀλλὰ καὶ πολεμοῦσι τὰ Ὀρθόδοξα καὶ ἀληθινὰ δόγματα τῆς ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὅπου μᾶς παρέδωκεν αὐτὸς ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ οἱ Θεῖοι Ἀπόστολοι καὶ αἰ Ἅγίαι ἑπτὰ Οἱκουμενικαὶ Σύνοδοι τῶν Ἁγίων Θεοφόρων Πατέρων. Ὅθεν τοιοῦτους ὡς σεσηπότα μέλη ἀποκόπτοντες ὁρίζομεν ταῦτα ἀποφασιστικῶς.
Ὅποιος δὲν ἀκολουθεί τὰ ἔθιμα τῆς Ἐκκλησίας, καθῶς οἱ ἐπτά Ἁγίαι Οἰκουμενικαί Σύνοδοι ἐθέσπισαν, καὶ τὸ Ἅγιον Πάσχα καὶ τὸ μηνολόγιον καλῶς ἐνομοθέτησαν νὰ ἀκολουθῶμεν, καὶ θέλει νὰ ἀκολουθά τὸ νεοεφεύρετον Πασχάλιον καὶ νέον μηνολόγιον τῶν ἄθεων ἀστρονόμων τοῦ Πάπα, καὶ ἐναντιώνεται εἰς αὐτά ὅλα, καὶ θέλει νὰ ἀνατρέψει καὶ νὰ χαλάσει τὰ πατροπαράδοτα δόγματα καὶ ἔθιμα τῆς Ἐκκλησίας, ἄς ἔχει τὸ ἀνάθεμα, καὶ ἔξω τῆς τοῦ Χριστού Εκκλησίας καὶ τῆς τῶν πιστών ὁμηγύρεως ἄς εἶναι.
Ἐσείς δὲ οἱ εὐσεβείς καὶ ὀρθόδοξοι χριστιανοί, μένετε ἐν οἰς ἐμάθατε καὶ ἐγεννήθητε καὶ ἀνατράφητε καὶ ὅταν τὸ καλέση ὁ καιρὸς καὶ ἡ χρεία, καὶ αὐτὸ τὸ αἴμα σας νὰ χύνετε διὰ νὰ φυλάξετε τὴν Πατροπαράδοτον Πίστιν καὶ ὀμολογία σας, καὶ νὰ φυλάγεσθε ἀπὸ τῶν τοιούτων, καὶ προσέχετε ἵνα καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς σᾶς βοηθᾶ ἄμα καὶ ἡ εὐχῆ τῆς ἡμῶν μετριότητος εἶη μετὰ πάντων ἡμῶν. Ἁμήν.

Ἔτους ἀπὸ Θεανθρώπου αφπγ΄ (1583)
Ἰνδικτίωνος Ιβ΄ Νοεμβρίου Κ΄

+ Ὁ Κων/πόλεως Ἰερεμίας
+ Ὁ Ἀλεξανδρίας Σιλβέστρος
+ Ὁ Ἰεροσολύμων Σωφρόνιος
                                                                           Καὶ οἱ λοιποί Ἀρχιερείς τῆς Συνόδου παρόντες.


ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΗΣ ΜΙΑΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ  ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Πρὸς τοὺς ἀπανταχοῦ Ὀρθοδόξους.

Κρατώμεν τῆς ὁμολογίας, ἥν παρελάβομεν ἄδολον, παρά τηλικούτων ἀνδρῶν,
ἀποστρεφόμενοι πάντα νεωτερισμόν, ὡς ὑπαγόρευμα τοῦ Διαβόλου.
Ὁ δεχόμενος νεωτερισμόν, κατελέγχει ἐλλειπή τὴν κεκηρυγμένην Ὁρθόδοξον πίστην.
Ἀλλ’ αὔτη πεπληρωμένη ἤδη ἐσφράγισται, μὴ ἐπιδεχόμενη μήτε μείωσιν, μήτε αὔξησιν, μήτε ἀλλοίωσιν, καὶ ὁ τολμών ἤ πράξαι ἤ συμβουλεύσαι ἤ διανοηθήναι τοῦτο, ἤδη ἠρνήθη τὴν πίστιν τοῦ Χριστού, ἤδη ἐκουσίως καθυπεβλήθη εἰς τὸ αἰώνιον ἀνάθεμα, διὰ τὸ βλασφημεῖν εἰς τὸ Πνεύμα τὸ Ἅγιον, ὡς τάχα μὴ ἀρτίως λαλήσαν ἐν ταῖς Γραφαῖς καὶ Οἰκουμενικαῖς Συνόδοις…
Ἄπαντες οὐν οἱ νεωτερίζοντες ἤ αἰρέσει ἤ σχίσματιἐκουσίως ἐνεδύθησαν κατάρα ὡς ἰμάτιον (Ψαλμ-ΡΗ’18), κἄν τε Πάπαι, κἄν τε Πατριάρχαι, κἄν τε κληρικοί, κἄν τε λαϊκοί, κἄν Ἄγγελος ἐξ Οὐρανοῦ.

Ἄνθιμος ἐλέω Θεοῦ Ἀρχιεπίσκοπος Κων/πόλεως Νέας Ρώμης ἤ Οἰκουμ. Πατρ.
Ἰερόθεος ἐλέω Θεοῦ Πάπας καὶ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας καὶ πᾶσης Αἰγύπτου.
Μεθόδιος ἐλέω Θεοῦ Πατριάρχης Ἀντιοχείας.
Κύριλλος ἐλέω Θεοῦ Πατριάρχης Ἰεροσολύμων.
Καὶ αἱ περὶ αὐτοὺς Ἱεραὶ Συνόδοι.
                                                                             Ἐν Κωνσταντινούπολει τὸ σωτήριον ἔτος  1848.

Σιγγίλιον Πατριαρχικὸν καὶ Συνοδικὸν κατὰ τὸ 1756.
Αἰώνιος ἀναθεματισμὸς παρὰ τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας τοῖς δεχομένοις
τὰ Παπικὰ μυστήρια καὶ λοιπὰ παρ’ αὐτῶν καινοτομιθέντα.

†  ΚΥΡΙΛΛΟΣ. Ἐλέῳ Θεοῦ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης καὶ Οἰκουμενικός Πατριάρχης.

Ἐντιμώτατοι Κληρικοὶ τῆς καθ’ ἡμᾶς τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας καὶ λοιποὶ εὐλαβέστατοι καὶ ὁσιώτατοι Ἱερομόναχοι, οἱ ψάλλοντες ἐν ταῖς Ἐκκλησίαις χάρις ἡμῖν καὶ εἰρήνη παρὰ Θεοῦ. Ἡμεῖς ὅμως ὄπου ὁ Ἅγιος Θεὸς μᾶς ἠξίωσε νὰ εὑρισκώμεθα ἐνώπιον εἰς τοῦτον τὸν Ἀποστολικὸν καὶ Πατριαρχικὸν θρόνον κανονικῶς καὶ Ἀποστολικῶς εἰς τὸ νὰ φυλάτωμεν μετὰ θερμῆς Πίστεως καὶ εὐλαβείας τὴν Ὀρθόδοξον καὶ Ἁγιωτάτην Πίστιν, τὴν ὁποίαν παρελάβαμεν ἀπὸ τοῦς Ἁγίους Ἀποστόλους καὶ τὰς ἑπτὰ Ἁγ. Οικ. Συνόδους ὁμοίως καὶ τὰ ἑπτὰ Θεοπαράδοτα Δόγματα καὶ Μυστήρια τῆς Ἁγίας Μητρὸς ἡμῶν Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας καὶ αὐτὰ νὰ κρατῶμεν καθαρὰ καὶ ἀμόλυντα καθὼς ἄνωθεν καὶ ἐξ ἀρχῆς ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους τὰ παρέλαβεν ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπαρασάλευτα χωρὶς νὰ προσθέσῃ ἤ νὰ ἀφαιρέσῃ καὶ ἕνα ἰῶτα μέχρι τῆς σήμερον ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος ὡς ἄμωμος νύμφη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Καὶ τοῦτον λοιπὸν τὸν κίνδυνον ἀποφασίσαμεν νὰ τὸν δεχθῶμεν πειθαρχοῦντες Θεῷ μᾶλλον ἤ ἀνθρώποις. Πρῶτον μὲν διὰ νὰ φυλάξωμεν τοὺς Ἀποστολικοὺς καὶ Συνοδικοὺς Κανόνας ἀπαρασαλεύτους καὶ ἀμτατρέπτους καθὼς τοὺς παρελάβαμεν, δεύτερον δὲ διὰ νὰ ἀναιρέσωμεν καὶ νὰ ἐξαλήψωμεν παντελῶς. Ἀναλαμβάνοντες τὴν Πανοπλίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μὲ φοβερὰς ἀρὰς καὶ αἰώνιον Ἀνάθεμα ἐναντίον εἰς ἐκείνους ὅπου ἤθελον τολμήσει νὰ συγκατανεύσουν νὰ δεχθοῦν, ἐν ὅσῳ ζῶμεν ἤ μετὰ θάνατόν μας καὶ μέχρι συντελείας πᾶσαν πρόσθεσιν ἤ ἀφαίρεσιν. Ὅθεν τῇ δυνάμει καὶ Χάριτι τοῦ Παναγίου καὶ Τελεταρχικοῦ Πνεύματος ἔχομεν πάντα ἀπόβλητον καὶ ἀποτρόπαιον καὶ μυσαρὸν καὶ βδελυκτὸν καὶ βλάσφημόν τε καὶ ἄκυρον, τόδε  διαληφθὲν παράνομον καὶ αἱρετικὸν γράμμα, ἀκολουθοῦντες τόσον εἰς τὸν Οὐρανοβάμωνα Παῦλον ὅπου λέγει.
«Εἴ τις Εὐαγγελίζεται ὑμῖν παρ’ ὅ παρελάβεται καὶ παρ’ ὅ εὐαγγελησάμην ὑμῖν κἄν ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ κἄν αὐτοὶ ὑμεῖς Ἀνάθεμα ἔστω»· ὅσον καὶ εἰς τοὺς Συνοδικοὺς Κανόνας ὅπου λέγουν ὅποιος ἤθελε προσθέσει ἤ ἀφαιρέσει ἕνα μόνον ἰῶτα ἑπτὰ ἔστω εἰς αὐτὸν Ἀνάθεμα. Καὶ οὕτως ἀποφαινόμενοι μετὰ τοῦ περὶ ἡμᾶς Ἱεροῦ Κλήρου καὶ τοῦ Χριστιανικοῦ πληρώματος Ἀναθεματίζομεν τρὶς τοῦ Ἱεροῦ Καταλόγου εἴτε Λαϊκοὶ ἀποσχισμένοι εἴησαν ἀπὸ Θεοῦ Κυρίου Παντοκράτορος καὶ κατηραμένοι καὶ ἀσυγχώρητοι καὶ μετὰ θάνατον ἄλυτοι τυμπανιαῖοι αἱ πέτραι καὶ ὁ σίδηρος λιθήσονται αὐτοὶ δὲ οὐδαμῶς, κληρονομήσωσιν τὴν λέπραν τοῦ Γιεζῆ καὶ τὴν ἀγχόνην τοῦ Ἰούδα· στένοντες εἴησαν καὶ τρέμοντες ἐπὶ τῆς γῆς ὡς ὁ Κάϊν· ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ εἴη ἐπὶ τὰς κεφαλὰς αὐτῶν καὶ ἡ μερὶς αὐτῶν μετὰ τοῦ Ἰούδα καὶ τῶν Θεομάχων Ἰουδαίων· σχισθῆσα ἡ γῆ καταπίοι αὐτούς, ὡς τὸν Δαθὰν ποτὲ καὶ Ἀβηρῶν. Ἄγγελος Κυρίου καταδιωξάτω αὐτοὺς ἐν μαχαίρᾳ πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς αὐτῶν καὶ πάσαις ταῖς Πατριαρχικαῖς καὶ Συνοδικαῖς Ἀραῖς ὑπεύθυνοι καὶ τῷ αἰωνίῳ ἀναθέματι ὑπόδικοι καὶ ἔνοχοι τοῦ πυρὸς τῆς γεένης. Ἀμήν.

Δοσίθεου Ἰεροσολύμων.
† Τέσσαρα μεγάλα θηρία ἐγεννησεν ὁ ΙΣΤ αἰών : Τὴν αἴρεσιν τοῦ Λούθηρου, τὴν αἴρεσιν τοῦ Καλβίνου, τὴν αἴρεσιν τῶν Γιεζουβιτών καὶ τὴν αἴρεσιν τοῦ νέου Καλενδαρίου.

Τῆς ἁγίας ἑβδόμης οἰκουμενικῆς Συνόδου.
† «... Ἡμεῖς τῇ ἀρχαίᾳ θεσμοθεσίᾳ τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας ἐπακολουθοῦμεν, ἡμεῖς τοὺς θεσμοὺς τῶν Πατέρων φυλάττομεν, ἡμεῖς τοὺς πρσθέτοντας τι ἤ ἀφαιροῦντας ἐκ τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας ἀναθεματίζομεν».

Τῆς ἁγίας ἕκτης οἰκουμενικῆς Συνόδου.
† «Ὁρίζομεν ἑτέραν Πίστιν μηδενὶ ἐξεῖναι προφέρειν, ἥγουν συγγράφειν ἤ συντιθέναι ἤ φρονεῖν ἤ διδάσκειν ἑτέρως τοὺς δὲ τολμῶντας τοῦτο ποιεῖν ἀναθεματίζομεν».

Τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ΚΑΝΩΝ 45ος.
Ὅποιος Ἐπίσκοπος, ἤ Πρεσβύτερος, ἤ Διάκονος ἤθελε συμπροσευχηθῆ μονάχα, ἀλλ' ὄχι καὶ νὰ συλλειτουργήση μὲ αἴρετικούς ἄς ἀφορίζεται. Επειδή ὅποιος μὲ τοῦς ἀφορισμένους συμπροσεύχεται (καθώς τοιούτοι εἶναι οἱ αἰρετικοί) πρέπει νὰ συναφορίζεται καὶ αὐτός, κατά τὸν 10ον Κανόνα τῶν Ἀγ.Αποστόλων. Εἰ δὲ καὶ ἐσυνχώρησεν εἰς τοῦς αἰρετικούς αὐτούς νὰ ἐνεργήσουν κανένα λειτούργημα ὡσάν Κληρικοί, ἄς καθαίρηται ἐπειδή ὅποιος Κληρικός συλλειτουργήσει μὲ καθηρημένους, (καθώς τοιούτοι εἶναι οἱ αἰρετικοί κατὰ τὸν β΄. καὶ δ΄. τῆς γ΄.) συγκαθαιρεῖται καὶ αὐτός κατὰ τὸν 11ον κανόνα τῶν Ἀποστόλων.

Κανών 33ος τῆς ἐν Λαοδικεία Τοπικής Συνόδου.
Διορίζει οὔτος ὁ Κανών νὰ μὴ συμπροσευχώμεθα οὔτε μὲ τοὺς αἰρετικοὺς, ἤτοι τοὺς σφάλλοντας περὶ τὴν πίστιν, οὔτε μὲ τοὺς σχισματικοὺς, ἤτοι τοὺς κατὰ τὴν πίστιν μὲν ὀρθοδόξους ὄντας, χωριζομένους δὲ ἀπὸ τὴν καθολικὴν Ἐκκλησίαν διὰ τινας παραδόσεις καὶ ἔθιμα ἰάσιμα, κατὰ τὸν α΄. τοῦ Μεγ.Βασιλείου.

Κανών 37ος τῆς ἐν Λαοδικεία Τοπικής Συνόδου.
Κατὰ τὸν Κανόνα τοῦτον δὲν πρέπει νὰ λαμβάνει τινὰς Χριστιανὸς ὀρθόδοξος τὰ δῶρα ὁποῦ στέλλουσιν εἰς αὐτούς οἱ Ἰουδαίοι καὶ αἰρετικοί, ὄταν ἔχουν τὰς ἐορτάς των, ἀλλά οὔτε νὰ συνεορτάζη ὅλως αὐτοῖς.

Τοῦ Ἁγίου Αὐγουστίνου.
Ὅτι οἱ τὸ Σχῖσμα δημιουργήσαντες διὰ τῆς ἐπιβολῆς τοῦ νέου Ἡμερολογίου ὁδηγοῦσιν εἰς αἵρεσιν.

† «Οἱ δὲ σχισματικοὶ σχισματοαιρετικοὶ εἰσίν, καθότι δὲν εἶναι κανὲν Σχῖσμα εἰμὴ πρότερον αἵρεσιν ἀναπλάσσῃ, ἵνα ὀρθῶς δόξῃ τῆς Ἐκκλησίας χωρισθῆναι. Τὸ Σχῖσμα κακῶς διαμένον γίνεται αἵρεσις ἤ καταφέρεται εἰς αἵρεσιν, ὅτι καὶ τοὺς σχισματικοὺς οὐχ ἡ διάφορος πίστις ποιεῖ ἀλλ’ ἡ διαρηχθεῖσα τῆς κοινωνίας συντροφία». (Ἐπιστολὴ ρα΄ κεφ. ια΄ εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον).

Τοῦ Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου.
Περὶ τῶν Σχισματικῶν ἱερέων ὅτι στεροῦνται οὗτοι τῆς θείας χάριτος.
†  Ἀφοῦ δὲ μίαν φορὰν ἐσχίσθησαν ἀπὸ τὸ ὅλον σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἔχασαν αὐτὸ καὶ δὲν εἰμποροῦν πλέον νὰ βαπτίσουν ἄλλους, ἤ νὰ χειροτονήσουν ἤ ἁπλῶς νὰ δώσουν χάριν, τὴν ὁποίαν διὰ τοῦ σχίσματος ἐστερήθησαν, ὅθεν καὶ οἱ ὑπ’ αὐτῶν βαπτιζόμενοι λογίζονται ὅτι ὑπὸ λαϊκῶν ἐβαπτίσθησαν (Ἑρμηνεία α΄. Κανόνος). «Ὥσπερ μέλος τὶ ἀποκοπὲν τοῦ σώματος παύει μετέχον τῆς ζωτικῆς δυνάμεως, οὕτω καὶ πᾶς τις ἀποσχιζόμενος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ δὲν μετέχει τῆς χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἥν ἔλαβεν ἐν τῷ βαπτίσματι» (Ἐκ τοῦ ἱεροῦ Πηδαλίου).

Τῆς ἁγίας 3ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου 3ος κανών.
Ὅτι δὲν ἐπιτρέπεται οἱ ἱερεῖς νὰ μνημονεύωσι καὶ νὰ ὑπακούωσιν εἰς τοὺς ἀποστάτας καινοτόμους ἀρχιερεῖς οὐδὲ οἱ λαϊκοί.
† «Τοῖς ἀποστασήσασιν ἢ ἀφισταμένοις Ἐπισκόποις μηδόλως ὑπόκεισθαι κατὰ μηδένα τρόπον».
«Εἶ τις ἀκοινωνήτῳ κἄν ἐν οἴκῳ συνεύξηται ἀφοριζέσθω», καὶ ἀλλαχοῦ «ὁ ἀκοινωνήτως κοινωνῶν ἀκοινώνητος ἔσται, ὡς συγχέων τὸν κανόνα τῆς Ἐκκλησίας» πάλιν «ὁ αἱρετικὸν δεχόμενος τοῖς αὐτοῖς ἐγκλήμασιν ὑπόκειται». Οὐκ ἔστι τοῦτο θεμιτὸν οὐκ ἔστιν ἀλλ’ οὐδὲ μνημονεύσομεν καὶ τοῦτο παρὰ τοῦ πονηροῦ, ὅς σκότος ὧν τὸ φῶς ὑποκρίνεται, ὡς νῦν γε, τὴν ἕνωσιν προβαλλόμενος «μνημόσυνον» τὴν μετ’ αὐτῶν ἀπώλειαν τοῦ παντὸς τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας δολιεύεται καὶ φανερῶς μὴ πείθειν ἔχων πρὸς τοῦτο, ἀδήλως ἐπιχειρεῖ, ἵνα ἐν ἑνί τρόπῳ ἀνοίξη θύραν καὶ κορυφώσῃ κακίαν.

Ἐπιστολὴ ε΄ Συνοδικὴ (Ἰουστίνου).
† «Ὡρίσθη παρὰ τῶν ἁγίων Πατέρων χρῆναι καὶ μετὰ θάνατον ἀναθεματίζεσθαι τοὺς εἴτε εἰς κανόνας εἴτε εἰς Πίστιν ἁμαρτήσαντας».

Ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου.
† «Πᾶς ὁ λέγων παρὰ τὰ διατεταγμένα κἄν ἀξιόπιστος ἤ κἄν νηστεύῃ καὶ παρθενεύῃ κἄν σημεῖα ποιῇ κἄν προφητεύῃ, λύκος σοι φαινέσθω ἐν προβάτου δορᾷ, προβάτων φθορὰν κατεργαζόμενος».

Τοῦ Ἁγίου Φωτίου.
† «Καὶ γὰρ ἐστιν ὄντως τὰ Κοινὰ πᾶσιν φυλάττειν ἐπάναγκες καὶ πρὸ γε τῶν ἄλλων τὰ περὶ Πίστεως· ἔνθα καὶ τὸ παρεκλῖναι μικρὸν ἁμαρτεῖν ἐστὶν ἁμαρτία τὴν πρὸς θάνατον». (Ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Ρώμης Νικόλαον).

Τοῦ Ἀγ. Γερμανοῦ τοῦ υἱοῦ Πατριάρχου Κ/πόλεως.
† «Ἐπισκήπτομαι πᾶσι τοῖς ἐν Κύπρῳ λαϊκοῖς, ὅσοι τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας ἐστὲ τέκνα γνήσια, φεύγειν ὅλῳ ποδὶ ἀπὸ τῶν ὑποπεσόντων ἱερέων τῇ Λατινικῇ ὑποταγῇ καὶ μηδὲ εἰς Ἐκκλησίαν τούτοις συνάγεσθαι, μηδὲ εὐλογίαν ἐκ τῶν χειρῶν αὐτῶν λαμβάνειν τὴν τυχοῦσαν· κρεῖσσον γὰρ ἐστὶν ἐν τοῖς οἴκοις ὑμῶν τῷ θεῷ προσεύχεσθε κατὰ μόνας, ἤ ἐπ’ ἐκκλησίαις συνάγεσθε μετὰ τῶν Λατινοφρόνων, εἰ δὲ οὐν τὴν αὐτὴν ὑφέξεται μετ’ αὐτῶν κόλασιν. Ἤ οὐχὶ τὰ τῶν ἐπὶ κοσμικῶν κρίσεων τοῦτο γίνεσθε  σύνηθες; Ἄν γὰρ τις συλλαλῇ ἀνδροφόνῳ ἤ ληστῇ ἤ προδότῃ τὴν αὐτὴν ἐκείνῳ ὑφίσταται κόλασιν».

Τοῦ Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου.
† «Πᾶς ὁ δυνάμενος λέγων τὴν ἀλήθειαν καὶ μὴ λέγων αὐτήν, κατακριθήσεται ὑπὸ τοῦ θεοῦ, καὶ ταῦτα ἔνθα πίστις ἐστὶ τὸ κινδυνευόμενον, καὶ τῆς ὅλης Ἐκκλησίας τῶν Ὀρθοδόξων ἡ Κρηπὶς τὸ γὰρ ἐφησυχάζειν ἐν τοῖς τοιούτοις, ἀρνήσεως ἴδιον, τὸ δὲ ἐλέγχειν ὁμολογίας εἰλικρινοῦς».

Τοῦ Ἁγίου Μελετίου τοῦ ὁμολογητοῦ.
† «Μὴ πείθεσθε Μονάζουσαν μηδὲ τοῖς Πρεσβυτέροις,
ἐφ’ οἷς ἀνόμως λέγουσι κακίστως εἰσηγοῦνται,
καὶ τὶ φημὶ Μονάζουσι καὶ τὶ τοῖς πρεσβυτέροις;
Μηδ’ Ἐπισκόποις εἴκετε τὰ μὴ λυσιτελοῦντα,
πράττειν καὶ λέγειν καὶ φρονεῖν δολίως παραινοῦσιν».

«Τὶς εὐσεβὴς σιγήσει τὶς ὅλως ἠρεμήσει;
καὶ γὰρ τὴν συγκατάθεσιν σιωπὴ σημαίνει
καὶ τοῦτο δείκνυσι σαφῶς ὁ Πρόδρομος Κυρίου,
καὶ Μακκαβαῖοι σὺν αὐτῷ μικρὰς νομοθεσίας,
προκινδυνεύοντες στερρῶς μέχρις αὐτοθανάτου
καὶ μήτε τὸ βραχύτατον τοῦ νόμου παριδόντες
ἐπαινετὸς ὁ πόλεμος γνωρίζεται πολλάκις
καὶ μάχη κρεῖττον δείκνυται ψυχοβλαβοῦς εἰρήνης.
Βέλτιον γὰρ ἀνθίστασθαι τοῖς οὐ καλῶς φρονοῦσιν
ἡ τούτοις ἐπακολουθεῖν κακῶς ὁμονοοῦντας,
χωριζομένους τοῦ θεοῦ καὶ τούτοις ἑνουμένους».

Τοῦ Ἁγίου Μελετίου τοῦ ὁμολογητοῦ.
† «Τὸ τὴν ἀλήθειαν σιγᾷν κίνδυνος ὄντως μέγας,
καὶ κόλασις αἰώνιος καὶ βόθρος ἀπωλείας,
οὐ δίκαιον, οὐ θεμιτόν, οὐ πρέπον εὐσεβέσιν
ὅλως σιγᾷν, ἔνθα θεοῦ τοὺς νόμους ἀθετοῦσι,
οἱ τὴν ἀπάτην σπεύδοντες συστῆσαι καὶ τὴν πλάνην».

Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.
τι πρέπει τὰ γνήσια τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τέκνα νὰ ἀποφεύγωμεν τοὺς ἐν δόλῳ τὴν ὀρθοδοξίαν νοθεύοντας, διὰ νεωτερισμῶν κληρικοὺς. 
† «Κακὸν μὲν ἡ ἀναρχία πανταχοῦ καὶ πολλοῖς ὑπόθεσις συμφορῶν καὶ ἀρχὴ ἀταξίας καὶ συγχύσεως· κακὸν δὲ οὐχ ἧττον καὶ ἀπείθεια τῶν ἀρχομένων. Ἀλλ’ ἴσως ἐρεῖ τις ἡμῖν, ὅτι ἔσται καὶ τρίτον κακόν, ὅταν ὁ ἄρχων ᾖ κακός. Οἶδα κἀγὼ καὶ οὐ μικρὸν τοῦτο κακόν· ἀλλὰ καὶ τῆς ἀναρχίας πολλῷ κάκιον. Κρεῖττον γὰρ ὑπὸ μηδενὸς ἄρχεσθαι, ἤ ὑπὸ κακοῦ ἄγεσθαι. Ὁ μὲν γὰρ πολλάκις μὲν ἐσώθη, πολλάκις δὲ ἐκινδύνευσεν· οὗτος δὲ πάντως κινδυνεύσει εἰς βάραθρα ἀγόμενος. Πῶς οὖν ὁ Παῦλος φησίν, πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ἡμῶν καὶ ὑπείκετε; ἀνωτέρω εἰπὼν «ὧν ἀναθεωροῦντες τὴν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε τὴν πίστιν» τότε εἶπε πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ἡμῶν καὶ ὑπείκετε. Τὶ οὖν φησί; ὅταν πονηρὸς ἧ, μὴ πειθώμεθα; Πονηρὸς πῶς λέγεις; εἰ μὲν πίστεως πονηρὸς ἕνεκεν, φεῦγε καὶ παραιτοῦ, μὴ μόνον ἄν ἄνθρωπος ἧ, ἀλλὰ κἄν ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ κατιών. Εἰ δὲ βίου ἕνεκεν μὴ περιεργάζου. Ἐπεὶ καὶ τὸ μὴ κρίνετε, ἵνα μὴ κριθῆτε, περί βίου ἐστίν, οὐ περί πίστεως»  (λόγος 34ος).

Ἐκ τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου.
† «Οὐδεὶς γὰρ ἡμῶν κρίνεται διατὶ δαιμόνια οὐκ ἐξέβαλεν, ἤ διατὶ οὐκ ἔσχε πρόγνωσιν, ἀλλ’ ἕκαστος κριθήσεται, εἰ τὴν πίστιν τετήρηκε καὶ τὰς Ἐντολὰς καὶ Παραδόσεις γνησίως ἐφύλαξεν».

Τοῦ Ἁγίου Ἰσιδώρου τοῦ Πηλουσιώτου.
†  «... Τὸ πάλαι ὑπὲρ τῶν προβάτων ἀπέθνησκον οἱ Ποιμένες, νῦν δὲ μᾶλλον αὐτοὶ ἀναιροῦσι τὰ πρόβατα· τότε νηστείαις τὸ σῶμα ἐσωφρόνιζον, νῦν δὲ τρυφαῖς παρασκευάζουσι σκιρτᾷν. Τότε τὰ ἑαυτῶν τοῖς δεομένοις διένειμον, νῦν δὲ τὰ τῶν πενήτων σφετερίζονται. Τότε τὴν ἀρετὴν ἤσκουν, τὺν δὲ τοὺς τὴν ἀρετὴν ἀσκούντας ἐξοστρακίζουσι. Τότε οἱ φιλάρετοι πρὸς τὴν ἱερωσύνην ὑπήγοντο, νῦν δὲ οἱ φιλάργυροι. Τότε οἱ ἀκτημωσύνῃ ἐναμβρυνόμενοι, νῦν δὲ οἱ πλεονεξίᾳ ἑκουσίως χρηματιζόμενοι. Τότε οἱ πρὸ ὀφθαλμοῦ ἔχοντες τὸ θεῖον δικαστήριον νῦν δὲ οἱ μηδὲ εἰς ἔννοιαν τοῦτο λαμβάνοντες. Τότε οἱ τύπτεσθαι, νῦν δὲ οἱ τύπτειν ἕτοιμοι».

Ἁγίου Νικηφόρου.
(Τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ ἀποτελοῦν οἱ εὐσεβεῖς ὁσονδήποτε ὀλίγοι καὶ ἄν μείνουν. Οἱ ἀκολουθοῦντες τὴν καινοτομίαν, ἔξω τῆς Ἐκκλησίας εἶναι). 
† «Εἰ δὲ διαμένουσιν ἐν τῇ αἱρέσει, καὶ ἴσως καὶ ἑτέρους τινὰς ἀμαθεστέρους καὶ ἁπλουστέρους δυνηθῶσιν ἀποβουκολῆσαι, κἄν ὀχλαγωγήσωσι καὶ πλῆθος συνάγωσιν ἔξω τῶν ἱερῶν τῆς Ἐκκλησίας περιβόλου εἰσίν. Εἰ δὲ καὶ πάνυ ὀλίγοι ἐν τῇ Ὀρθοδοξίᾳ καὶ Εὐσεβείᾳ διαμένουσιν, οὗτοι εἰσὶν Ἐκκλησία καὶ τὸ κῦρος καὶ ἡ προστασία τῶν ἐκλησιαστικῶν θεσμῶν ἐναὐτοῖς κεῖται. Κἄν κακοπαθῆσαι αὐτοῖς ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας δεήσει, ὅπερ ἐστιν εἰς καύχημα αἰώνιον καὶ ψυχικῆς σωτηρίας πρόξενον...»

Ἐκ τῶν διατάξεων τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων Κεφαλ. 19.
† Ἀκούσατε οἱ Ἐπίσκοποι καὶ ἀκούσατε οἱ λαϊκοί, ὥς φησιν ὁ θεός, κρινῶ κριὸν πρὸς κριόν, καὶ πρόβατον πρὸς πρόβατον καὶ πρὸς τοὺς ποιμένας λέγει· κριθήσεσθαι ἕνεκεν τῆς ἀπειρίας αὐτῶν καὶ τῆς εἰς τὰ πρόβατα διαφθορὰς, τουτέστιν, ἐπίσκοπον πρὸς ἐπίσκοπον κρινῶ καὶ λαϊκὸν πρὸς λαϊκὸν καὶ ἄρχοντα πρὸς ἄρχοντα· λογικὰ γὰρ τὰ πρόβατα καὶ οἱ κριοὶ οὗτοι, ἀλλ’ οὐκ ἄλογα, ἵνα μὴ εἴπῃ ὁ λαϊκός, ὅτι ἐγὼ πρόβατον εἰμὶ καὶ οὐ ποιμὴν καὶ οὐδένα λόγον ἐμαυτοῦ πεποίημαι· ὁ ποιμὴν ὄψεται, καὶ αὐτὸς μόνος εἰσπραχθήσεται τὴν περὶ ἐμοῦ δίκην· ὥσπερ γὰρ τῷ καλῷ ποιμένι τὸ μὴ ἀκολουθοῦν πρόβατον λύκοις ἔκκειται εἰς διαφθοράν, οὕτω τῷ πονηρῷ ποιμένι τὸ ἀκολουθοῦν πρόβατον πρόδηλον ἔχει τὸν θάνατον, ὅτι κατατρώξεται αὐτοῦ, διὸ φευκτέον ἀπὸ τῶν φθορέων ποιμένων.

Τοῦ Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου.
† «Δεῖ τῶν ἀκροατῶν τοὺς πεπαιδευμένους τὰς γραφὰς δοκιμάζειν τὰ παρὰ τῶν διδασκάλων λεγόμενα καὶ τὰ μὲν σύμφωνα ταῖς γραφαῖς δέχεσθαι τὰ δὲ ἀλλότρια ἀποβάλλεν. Καὶ τοῦς τοιούτοις (ἀλλοτρίοις) διδάγμασιν ἐπιμένοντας ἀποστρέφεσθαι σφοδρότερον».

Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου.
† «Τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς τίθεται, ἵνα μάθῃ ὁ χειροτονούμενος ὅτι τὴν ἀληθινὴν τοῦ Εὐαγγελίου Τιάραν λαμβάνει, καὶ ἵνα μάθῃ ὅτι καὶ ἡ πάντων ἐστὶ κεφαλή, ἀλλ’ ὑπὸ τούτους  πράττει τοὺς νόμους, πάντων κρατῶν καὶ ὑπὸ τῶν νόμων κρατούμενος, πάντα νομοθετῶν καὶ ὑπὸ τοῦ νόμου νομοθετούμενος.

ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ

Ἀποδέχομαι καὶ τιμῶ τὰς ἁγίας καὶ Οἱκουμενικὰς Ἑπτὰ Συνόδους, καὶ τὰ ἐν αὐταῖς δογματισθέντα καὶ κηρυχθέντα θεῖα τε καὶ ὑπερφυῆ καὶ σωτήρια Δόγματα παρὰ τῶν Ὁσίων καὶ Θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν, οὔς κατὰ καιρὸν ἔθετο τὸ Πνεύμα τὸ ἅγιον ποιμαίνειν τὴν Ἐκκλησίαν αὐτοῦ καὶ διέπειν, καὶ πάντων τῶν ἐναρέτων καὶ Μακαρίων Πατέρων τὰ τε Δόγματα καὶ Πονήματα ἀσπάζομαι ὡς διδασκαλίαν ἀνεπίλητον, σωτηρίας θεμέλιον· καὶ οὕς ἡ Καθολικὴ Ἀνατολικὴ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία προσίεται, ἀποδέχομαι· καὶ οὕς ἀποτρέπεται, ἀποστρέφομαι. Ἀποβάλλομαι δὲ καὶ παντελῶς ἀποτρέπομαι τὰς ἀπὸ Σίμωνος τοῦ Μάγου καὶ μέχρι τοῦ δεῦρο τῆς εὐσεβείας παντάπασιν πεπτωκότας καὶ δόξας υἱοθετήσαντας καὶ φθοροποιὰ δόγματα ἐφευρόντας καὶ τὴν τῶν Ἁγίων Παράδοσιν ἀθετήσαντας καὶ τὸν πικρὸν τὸν ζιζανίων σπόρον συναμεῖξαι τῆ τῆς Ὀρθοδοξίας Ἀρούρα τολμήσαντας αὐτούς τε ἀναθεματίζω καὶ πάντας τοὺς ἐπομένοις αὐτοῖς, καὶ ὡς λύμην τῆς κατὰ Χριστὸν Ἐκκλησίας διαπτύω καὶ τῶ ἀναθέματι καθυποβάλω.
Γνώμη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι να πιστεύη ὁ Χριστιανὸς ὀρθῶς, ἤγουν νὰ περιπατῆ ἴσα εἰς τὴν Πίστιν, καθῶς παρελάβομεν, νὰ μὴ πίπτει εἰς ἀποστασίας καὶ αἰρέσεις ἤ εἰς σχίσματα, ἴδια τῶν υἱῶν τῆς ἀπωλείας. Τοῦς τοιούτους ὀνομάζει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης «ἀντιχρίστους» υἱοῦς τῆς ἀπειθείας, ὁ Ἀπόστολος Παύλος πρὸς Ἐφεσίους «ἀπίστους», ὁ Δαμασκοῦ φωστῆρ· «ὁ γοῦν μὴ κατὰ παράδοσιν τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας πιστεύων, οὗτος ἄπιστος ἐστι»· διότι μὴ βαδίζοντες καὶ μὴ ἐχοντες τὸν αὐτὸν σκοπόν, ὅν ἐβάδισεν ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἄς γνωρίζουν οἱ τοιοῦτοι ἱερεῖς μήτε ἱερωσύνην μήτε Μυστήρια τελούνται ὑπ’αὐτῶν, ἡ δὲ μερὶς αὐτῶν μετὰ τοῦ προδότου Ἰούδα.
                                                                                                                        (Ὑπὸ Ν. Βουλγάρεως).

ΕΤΕΡΑ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ ΣΥΝΤΟΜΟΣ

Εἴ τις πᾶσαν ἐκκλησιαστικὴν παράδοσιν ἔγγραφον ἤ ἀγραφον ἀθετεῖ, ἀνάθεμα (τρὶς). Ἡμεῖς τηροῦμεν καὶ κρατοῦμεν τὰ δόγματα καὶ τὰς παραδόσεις τῆς Μίας Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἁποστολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.Τοῦς δὲ νεοτερίζοντας καινοτόμους, καὶ πᾶσαν αἴρεσιν ἀναθεματίζομεν. Ἀνάθεμα (τρὶς).


 ΠΗΓΗ

Ἅγιος Κοσμᾶς Αἰτωλός για το Βάπτισμα.


Θέλοντας ὁ Κύριος νὰ μᾶς δείξη τὸν τρόπον, πῶς νὰ βγάνωμεν ἐκείνην τὴν κατάραν, ὁποὺ ἔλαβεν ὁ πατέρας μας ὁ Ἀδὰμ μέσα εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἡ μητέρα μας, ἐβαπτίσθη ὁ Κύριος μέσα εἰς τὸν Ἰορδάνην ποταμὸν ἀπὸ τὸν τίμιον Πρόδρομον.

Πρέπει καὶ ἐμεῖς οἱ εὐσεβεῖς χριστιανοί, ἀδελφοί μου, νὰ χαιρώμαστε καὶ νὰ εὐφραινώμαστε χιλιάδες φορὲς εἰς τὰ πολλὰ καλὰ ὁποὺ μας ἐχάρισεν ὁ Κύριος καὶ μάλιστα εἰς τὸ ἅγιον Βάπτισμα. Πρέπει καὶ ἐμεῖς νὰ φυλάγωμεν τὸ Βάπτισμα καθαρὸν καὶ ἀμόλυντον ὅσον εἶνε δυνατόν.

Εἰ δὲ καὶ τύχει καὶ σφάλωμεν ὡς ἄνθρωποι, ἂς εἶνε δεδοξασμένος ὁ πανάγαθος Θεός, ὁποὺ μᾶς ἐχάρισε καὶ δεύτερον Βάπτισμα, τὴν ἁγίαν Ἐξομολόγησιν· διατὶ ἀβάπτιστος καὶ ἀνεξομολόγητος ἄνθρωπος εἶνε ἀδύνατον νὰ σωθῆ.

Καλύτερα, ἀδελφέ μου νὰ θανατώσης ἑκατὸν ἄνθρωπους βαπτισμένους, παρὰ νὰ ἀφήσης ἕνα παιδίον ἀβάπτιστον νὰ ἀποθάνη. Καὶ ἂν τύχη ἀνάγκη καὶ θέλη ἀποθάνη τὸ παιδίον καὶ δὲν ἐπρόφθασεν ὁ παπὰς νὰ τὸ βαπτίση, ἂς τὸ βαπτίση ὅποιος τύχη, ὁ πατέρας, ἡ μητέρα, ἀδελφός, γείτονας καὶ μάλιστα ἡ μαμή. Βάλε ἀρκετὸ νερὸ καὶ λάδι, σταύρωσέ το καὶ βάπτισέ το. Εἰπέ: Βαπτίζεται ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ... εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν. Καὶ ἂν ζήση, τὸ τελειώνει ὁ παπάς. Μὰ ἔτυχε καὶ δὲν ἔχεις νερό; Πάρε τρεῖς φοῦχτες χῶμα καὶ χύσε το στὸ κεφάλι του καὶ εἰπὲ καθὼς καὶ πρῶτα. Ἔτυχε πάλιν καὶ δὲν ἔχεις καὶ χῶμα; Βάπτισε τὸ εἰς τὸν ἀέρα καὶ εἰπὲ ὁμοίως. Καὶ μὴν τὸ κάμνετε καθὼς ἕνας τρελλὸς καὶ ἀνόητος ἄνθρωπος· ἔλεγε πὼς γίνεται κουμπάρος καὶ ἄφησε τὸ παιδίον ἀβάπτιστον καὶ ἀπέθανε, διὰ νὰ μὴ χωρισθῆ ἀπὸ τὴν γυναῖκά του. Εἰς τὴν ἀνάγκην δὲν γίνονται κουμπάροι καὶ ὁ ἄνδρας ὡσὰν θέλη ματασμίγει μὲ τὴν γυναῖκα του, δὲν ἔχουν κανὲν ἐμπόδιον.

Ὁμοίως πάλιν, ἂν τύχη ἀνάγκη καὶ θέλη νὰ ἀποθάνη καὶ ἕνας ἄνθρωπος καὶ δὲν ἐπρόφθασεν ὁ παπὰς νὰ τὸν ἐξομολογήση, ἂς ἐξομολογηθῆ εἰς ὅποιον τύχη καὶ νὰ ἀποθάνη ἐξωμολογημένος· εἶνε ἐλπίδα πὼς ἠμπορεῖ νὰ σωθῆ· εἰ δὲ νὰ μεταλάβη ἀνεξομολόγητος, δὲν ὠφελεῖ τίποτες.

Ἅγιοι ἱερεῖς, πρέπει νὰ ἔχετε κολυμβήθρας μεγάλας εἰς τὰς ἐκκλησίας, ἕως ὁποὺ νὰ χώνεται ὅλον τὸ παιδίον μέσα, νὰ κολυμβᾶ ὁποὺ νὰ μὴν μείνη ἴσα μὲ τοῦ ψύλλου τὸ μάτι ἄβρεχο, διατὶ καὶ ἐκεῖ προχωρεῖ ὁ διάβολος καὶ διὰ τοῦτο τὰ παιδιά σας σεληνιάζονται, δαιμονίζονται, ἔχουν φόβον, γίνονται κακορρίζικα, διατὶ δὲν εἶνε καλὰ βαπτισμένα.

Ὅποιος θέλει νὰ κάμη διὰ τὴν ψυχήν του ἀπὸ τὴν εὐγένιάν σας καμμίαν κολυμβήθραν, ἂς σηκωθῆ ἀπάνω νὰ τοῦ εἰπῶ πῶς πρέπει νὰ τὴν κάμη καὶ νὰ βάλω ὅλους τοὺς χριστιανοὺς νὰ τὸν συγχωρήσουν, νὰ λάβη μίαν συγχώρησιν, ὁποὺ νὰ ἔδινε χίλια πουγγιὰ δὲν τὴν εὕρισκε. Ἄκου ἐσύ, παιδί μου, ἐσὺ ποὺ θέλης νὰ τὴν κάμης τὴν κολυμβήθραν· νὰ πῆς τοῦ μαστόρου νὰ τὴν κάμη δυὸ ἀπιθαμὲς βαθειὰ ἀπὸ μέσα καὶ μίαν ἀπιθαμὴν κάτω πλατειὰ καὶ ἀπάνω δυὸ ἀπιθαμὲς βαθειὰ πλατειά. Νὰ ἔχη δυὸ δάκτυλα πάτο ἀπουκάτου διὰ νὰ στέκη. Νὰ τῆς κάμης δυὸ χερούλια διὰ νὰ πιάνεται καὶ ἕνα καπάκι ἀπὸ πάνω διὰ νὰ σκεπάζεται. Καὶ νὰ εἶνε ὅλα χαλκωματένια, νὰ τὴν γανώσης. Καὶ πὲς τοῦ μαστόρου νὰ γράψη τὸ ὄνομά σου ἐπάνω διὰ νὰ μνημονεύεσαι.


Ἐσεῖς, παιδιά μου, παρακαλεῖτε νὰ βαπτίζετε παιδιά· καὶ δὲν εἶνε καλύτερα νὰ κάμετε κολυμβήθραν, νὰ βαπτίζετε χιλιάδες παιδιά, διὰ νὰ ἔχετε περισσότερον μισθὸν εἰς τὴν ψυχήν σας; Καὶ νὰ ἐξετάζετε ὅποια ἐκκλησία δὲν ἔχει νὰ κάμετε. Καὶ εἰς τὴν Πόλιν νὰ φθάσης νὰ στείλης καὶ πανταχοῦ τὸν ἴδιον μισθὸν ἔχεις. Σᾶς παρακαλῶ νὰ εἰπῆτε καὶ διὰ τὸν κὺρ Ἰωάννην, ὁποὺ θέλει νὰ φτιάση μιὰ κολυμβήθραν, νὰ εἰπῆτε τρεῖς φορές: Ὁ Θεὸς συγχωρῆσοι καὶ ἐλεῆσοι αὐτόν.

Τετάρτη 3 Απριλίου 2013

ΜΑΡΚΟΥ ΕΦΕΣΟΥ ΕΥΓΕΝΙΚΟΥ Εγκύκλιος «Τοις απανταχού της γης και των νήσων ευρισκομένοις ορθοδόξοις Χριστιανοίς» (1440-1)


Η εγκύκλιος αυτή εγράφη, λίγα χρόνια προ της Αλώσεως, από τη νήσο Λήμνο. Εκεί είχε εξορισθεί ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός από τον αυτοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγο τη απαιτήσει των λατινοφρόνων Ρωμιών. Οι ενωτικοί αυτοί, όταν είδαν ότι απέτυχαν να επιβάλουν την ψευδή ένωση της Φεράρας-Φλωρεντίας, κατέφυγαν σε ενέργειες καταχθόνιες και σε σοφιστείες θεολογικές, για να παραπλανήσουν τους αφελέστερους. Αργότερα, τον 16ο αιώνα, αυτά θα συστηματοποιηθούν από τους λατίνους και θα δημιουργηθεί έτσι η ουνία. Συνεπώς, οι λατινόφρονες ενωτικοί Ρωμιοί είναι οι πρόδρομοι και προπαρασκευαστές της ουνίας, μαζί με τον πάπα Ιννοκέντιο τον Δ΄(1243-1254), ο οποίος το 1254 εξέδωκε εγκύκλιο και επέτρεψε να γίνονται ανεκτά τα ήθη και έθιμα των Ανατολικών, με απώτερο σκοπό τη βαθμιαία κατάργηση αυτών και τον πλήρη εκλατινισμό των ενουμένων, κατ’ αυτόν τον τρόπο, ορθοδόξων μετά της Ρώμης.
    Την εγκύκλιο αυτή του αγίου Μάρκου, με την οποία αντιμετωπίζει τους λατινόφρονες Ρωμιούς και τις δογματικές αποκλίσεις των παπικών από την Ορθοδοξία, θα παραθέσουμε σε περιληπτική διασκευή.


    1. Οι παπικοί είναι αιρετικοί και όχι σχισματικοί, όπως διετείνοντο οι λατινόφρονες.

    α΄. Όσοι εκ των παπικών έρχονται στην Ορθοδοξία, τους δεχόμεθα δια χρίσεως αγίου μύρου-μερικές φορές και τους ξαναβάπτιζαν-, κατατάσσοντας αυτούς μαζί με τους αρειανούς, τους μακεδονικούς, τους σαββατιανούς, τους ναυατιανούς και λοιπούς αιρετικούς του 4ου αιώνος. Ο Σίλβεστρος Συρόπουλος, που κατέγραψε την ιστορία της συνόδου της Φλωρεντίας, λέει ότι ο άγιος Μάρκος το ετόνισε αυτό στην ορθόδοξη αντιπροσωπεία, «αλλά το παρασιώπησε η Εκκλησία μας, επειδή το γένος τους είναι μεγάλο και ισχυρότερο από το δικό μας» και «δεν θέλησαν οι προγενέστεροι από εμάς να κατονομάσουν επισήμως τους λατίνους ως αιρετικούς, αναμένοντας την επιστροφή τους και επιδιώκοντας την φιλία».

    β΄. Ο άγιος Μάρκος αναφέρει την φράση του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού «Δεν ομολογούμε το άγιο πνεύμα ότι προέρχεται εκ του Υιού» και την φράση του αγίου Φωτίου «Αιρετικός είναι και στους κατά των αιρετικών νόμους υπόκειται αυτός που έστω και λίγο παρεκκλίνει από την ορθή πίστη».Συνεπώς οι λατίνοι, και μόνο από το Filioque, είναι αιρετικοί.

    γ΄. Οι λατινόφρονες λένε, ότι οι παπικοί είναι σχισματικοί διότι έτσι μας θεωρούν εκείνοι εμάς· διότι δεν έχουν να μας κατηγορήσουν για κάτι αιρετικό παρά μόνο για το ότι παύσαμε να υποτασσόμεθα σ’ αυτούς. Λοιπόν θα αντιχαριζώμεθα σ’ αυτούς και θα του αποκαλούμε σχισματικούς ενώ είναι αιρετικοί;

    δ΄. Ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Μάρκος ερώτησε τον πατριάρχη Αντιοχείας Θεόδωρο Βαλσαμώνα, έγκριτο κανονολόγο της εποχής εκείνης, εάν μπορεί να δίδει τα θεία αγιάσματα σε λατίνους. Εκείνος απάντησε ότι δεν μπορεί να γίνει αυτό, αφού το όνομα του πάπα -στον οποίο αυτοί υπάγονται- δεν μνημονεύεται στις αρχιερατικές θείες λειτουργίες της Εκκλησίας. Και δεν μνημονεύεται, διότι οι παπικοί έχουν «ήθη και δόγματα αλλότρια των ορθοδόξων», συνεπώς αιρετικά. Πρέπει οι λατίνοι να κατηχηθούν ορθοδόξως, να μυρωθούν, και μετά να τους δεχθούμε. Συνεπώς· Από πού λοιπόν εμφανίστηκαν ξαφνικά να είναι ορθόδοξοι, αυτοί που από τόσα χρόνια και από τους πατέρες και διδασκάλους κρίθηκαν ως αιρετικοί; Ποιος έτσι εύκολα τους έκανε ορθοδόξους; Ο χρυσός, εάν ήθελες να λέμε την αλήθεια, και το συμφέρον σου· Ή μάλλον εκείνους μεν τους έκανε ορθοδόξους, εσένα όμως, αφού σε έκανε όμοιο μ’ εκείνους, σε έσπρωξε στη μεριά των αιρετικών.

    2. Πότε θα υπάρξει ενότης.

    Όταν ενωθούν ήθη, έθη, δόγματα. Και αυτό θα γίνει με την επιστροφή των παπικών στην ορθόδοξη παράδοση και θεολογία. Τώρα έχουμε δυο σύμβολα πίστεως, ένζυμη και άζυμη λειτουργία, διττά βαπτίσματα (των ορθοδόξων με τριττή κατάδυση, των παπικών με επίχυση· των ορθοδόξων το βάπτισμα με μύρο, των παπικών χωρίς μύρο), διπλά ήθη και έθιμα και εντελώς διαφορετικά, νηστείες και εκκλησιαστικές τάξεις, και άλλα παρόμοια.
    Πώς λοιπόν να γίνει η ένωση, όταν δεν υπάρχει ενότητα σ’ αυτά;


    3. Μεσότης στα δόγματα δεν υπάρχει.

    Στη διπλωματία και στην πολιτική χρησιμοποιούνται πολλές έννοιες αμφίσημες ή αόριστες, εννοούμενες από τον καθένα αναλόγως των προτιμήσεών του, για να επιτευχθεί η συμφωνία και η προσέγγιση. Μεταξύ αληθείας όμως και ψεύδους, μεταξύ καταφάσεως και αρνήσεως, μεταξύ φωτός και σκότους, Χριστού και Βελίαρ, δεν υπάρχει μέσον. Οι γραικολατίνοι ή οι λατινόφρονες ή οι ουνίτες είναι μιξόθηρες άνθρωποι, αρέσκονται να κυνηγούν τις αναμίξεις· είναι όπως οι ιπποκένταυροι στη μυθολογία. Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος τους ονομάζει κοθόρνους (*) και ανθρώπους που πηγαίνουν όπου φυσάει ο άνεμος. Ένας νεώτερος θα τους παρομοίαζε με το «φούρνο του χότζα».
    Η σύνοδος Φεράρας-Φλωρεντίας, που πήγε να εφαρμόσει τη μεσότητα στο δόγμα, είναι σαν τη συνέλευση εκείνη που απεφάσισε να κτίσει τον πύργο της Βαβέλ ή σαν το συνέδριο του Καϊάφα που κατέκρινε τον Χριστό. Οι μετασχόντες στην σύνοδο της Φλωρεντίας και συμφωνήσαντες με τους παπικούς είναι αυτοί για τους οποίους ο προφήτης Ιερεμίας λέει· «Οι ηγούμενοι του λαού μου εμέ ούκ ήδεισαν, υιοί άφρονες εισι και ου συνετοί· σοφοί εισι του κακοποιήσαι, το δε καλώς ποιήσαι ουκ επέγνωσαν» (Ιερ. 4,22).


    4. Ποία η στάσις μας έναντι των λατινοφρόνων.

    Ας τους αποφύγουμε όπως αποφεύγουμε το φίδι. Ας τους αποφύγουμε όπως αποφεύγουμε τους χριστοκαπήλους και χριστεμπόρους. Αυτοί είναι οι «νομίζοντες πορισμόν είναι την ευσέβειαν» (Α΄ Τιμ. 6,5). Αυτοί είναι «ψευδαπόστολοι, εργάται δόλιοι, μετασχηματιζόμενοι εις αποστόλους Χριστού». Αυτοί είναι διάκονοι του σατανά ο οποίος «μετασχηματίζεται εις άγγελον φωτός» (Β΄ Κορ. 11,13-15). «Οι τοιούτοι τω Κυρίω ημών Ιησού Χριστώ ου δουλεύουσιν, αλλά τη εαυτών κοιλία, και δια της χριστολογίας και ευλογίας εξαπατώσι τας καρδίας των ακάκων»· «ο μέντοι στερεός θεμέλιος της πίστεως έστηκεν, έχων την σφραγίδα ταύτην» (Ρωμ. 16.18 · Β΄ Τιμ. 2,19).
    «Φεύγετε ουν αυτούς αδελφοί, και την προς αυτούς κοινωνίαν· ‘εί τις υμάς ευαγγελίζεται παρ’ ό παρελάβετε, κάν άγγελος εξ ουρανού, ανάθεμα έστω’ (Γαλ. 1,8-9). ‘Ει τις έρχεται προς υμάς και ταύτην την διδαχήν ου φέρει, μη λαμβάνετε αυτόν εις οικίαν, και χαίρειν αυτώ μη λέγετε· ο γάρ λέγων αυτώ χαίρειν κοινωνεί τοις έργοις αυτού τοις πονηροίς’ (Β΄ Ιωαν. 10,11)».
    Δεν γνωρίζουμε εάν οι σύγχρονοι οικουμενιστές, κληρικοί και λαϊκοί, έχουν υπ’ όψιν τα όσα λέει ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός. Ας τα μελετήσουν και ας ανανήψουν, εάν θέλουν να παραμείνουν ορθόδοξοι.

(*) Κατά λέξη κόθορνος λεγόταν ένα ειδικό υπόδημα, που χρησιμοποιούσαν οι ηθοποιοί στις αρχαίες τραγωδίες με παχιά πέλματα και πολύ ψηλό τακούνι. Επειδή προσαρμοζόταν σε αμφότερα τα πόδια, είτε το δεξί είτε το αριστερό, κατάντησε να σημαίνει τον επαμφοτερίζοντα άνθρωπο, τον ασθενούς χαρακτήρος, το ευμετάβολο και καιροσκόπο.

                                     «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ» ΜΑΪΟΣ 2006.


Δείτε σχετικά: Ἅγιος Μάρκος μητροπολίτης Εφέσου ὁ Ευγενικός (19 Ἰανουαρίου)

Τρίτη 2 Απριλίου 2013

ΤΟ ΣΥΜΒΟΛΟ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ (ΠΙΣΤΕΥΩ) ΚΑΙ Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ





Το Σύμβολο της Πίστεως είναι σύντομη ομολογία της πίστεώς μας μέσα στην οποία παρουσιάζονται περιληπτικά, με σαφήνεια και αυθεντικά τα βασικά δόγματα του χριστιανισμού.


Το «Πιστεύω» το λέμε κυρίως στο Μυστήριο του Βαπτίσματος αλλά και στις άλλες ακολουθίες. Με αυτό αναγνωρίζονται οι βαπτισμένοι από τους αβάπτιστους.

Στην αρχή υπήρχαν πολλά Σύμβολα: των Αποστόλων, του Αγίου Αθανασίου κ.λ.π. Αυτό που έχουμε σήμερα λέγεται Σύμβολο της Νίκαιας και της Κωνσταντινούπολης γιατί θεσπίστηκε στις Α΄ και Β΄ Οικουμενικές Συνόδους και είναι το μοναδικό που χρησιμοποιούν όλες οι χριστιανικές ορθόδοξες ομολογίες. Αναφέρεται περιληπτικά σε αυτά που πρέπει να πιστεύει κάθε ορθόδοξος χριστιανός.

Αποτελείται από 12 άρθρα (στίχους). Τα 7 πρώτα έγιναν στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο. Τα υπόλοιπα 5 στη Β΄. Στα 9 πρώτα άρθρα κυριαρχεί το ρήμα ‘πιστεύω’, στο 10 το ρήμα ‘ομολογώ’, στα 11 κ 12 το ‘προσδοκώ’.

Το 1ο άρθρο αναφέρεται στον Πατέρα

Τα άρθρα από 2ο μέχρι το 7ο στον Υιό.

Το 8ο στο Άγιο Πνεύμα

Το 9ο στην Εκκλησία.

Το 10ο στο Βάπτισμα.

Το 11ο στην Ανάσταση των νεκρών.

Το 12ο στην Δευτέρα Παρουσία.
ΤΟ ΣΥΜΒΟΛΟ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ
ΚΕΙΜΕΝΟΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ
1. Πιστεύω εις ένα Θεόν, Πατέρα, παντοκράτορα, ποιητήν ουρανού και γης, ορατών τε πάντων και αοράτων.
Πιστεύω, ως ορθόδοξος Χριστιανός, σε έναν Θεό, Πατέρα, Κυρίαρχο του παντός, που δημιούργησε από το μηδέν και με απόλυτη ελευθερία και αγάπη τον ουρανό και τη γη. Δημιούργησε, δηλαδή, τόσο τον ορατό και υλικό, όσο και τον αόρατο και πνευματικό κόσμο.
2. Και εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν, τον Υιόν του Θεού τον μονογενή, τον εκ του Πατρός γεννηθέντα προ πάντων των αιώνων˙ Φως εκ Φωτός, Θεόν αληθινόν εκ Θεού αληθινού, γεννηθέντα, ου ποιηθέντα, ομοούσιον τω Πατρί, δι' ου τα πάντα εγένετο.
Πιστεύω και σ’ έναν Κύριο, τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό, που είναι ο μονογενής Υιός του Θεού Πατέρα
και Γεννήθηκε απ’ Αυτόν προαιωνίως. Είναι φως, όπως και ο Πατέρας Του. Είναι αληθινός Θεός, επειδή γεννήθηκε από τον αληθινό Θεό. Ο Υιός δεν είναι δημιούργημα ή κτίσμα του Θεού, όπως πίστευαν διάφοροι αιρετικοί, αλλά έχει την ίδια Θεία ουσία με τον Πατέρα (είναι «ομοούσιος») και τα πάντα δημιουργήθηκαν δια του Υιού.
3. Τον δι' ημάς τους ανθρώπους και δια την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντα εκ των ουρανών και σαρκωθέντα εκ Πνεύματος άγιου και Μαρίας της Παρθένου και ενανθρωπήσαντα.
Ο Υιός του Θεού, για τη δική μας σωτηρία, κατέβηκε από την ουράνια δόξα Του στη γη και έλαβε σάρκα, όμοια με τη δική μας, από την Παρθένο Μαρία με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Έγινε δηλαδή άνθρωπος όμοιος σε όλα μ’ εμάς, εκτός από την αμαρτία και έζησε σε συγκεκριμένο χρόνο πάνω στη γη.
4. Σταυρωθέντα τε υπέρ ημών επί Ποντίου Πιλάτου και παθόντα και ταφέντα.
Σταυρώθηκε, έπαθε και τάφηκε για μας, όταν ρωμαίος επίτροπος της Ιουδαίας ήταν ο Πόντιος Πιλάτος.
5. Και αναστάντα τη τρίτη ήμερα κατά τας Γραφάς.
Και αναστήθηκε, σύμφωνα με την Αγία Γραφή, την τρίτη ημέρα από τον τάφο, ενώ ήταν νεκρός.
6. Και ανελθόντα εις τους ουρανούς και καθεζόμενον εκ δεξιών του Πατρός.
Μετά την Ανάστασή Του ανέβηκε στον ουρανό με τη δύναμη που είχε ως Θεός, δοξάζοντας έτσι την ανθρώπινη φύση. Ανέβηκε και κάθισε στα δεξιά του Πατέρα Του.
7. Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς· ου της βασιλείας ουκ έσται τέλος.
Θα έρθει και πάλι στον κόσμο με δόξα, σε χρόνο που τον γνωρίζει μόνο ο Θεός, για να κρίνει τους ζωντανούς και τους νεκρούς. Και η Βασιλεία Του δεν θα έχει τέλος.
8. Και εις το Πνεύμα το άγιον, το κύριον, το ζωοποιόν, το εκ του Πατρός εκπορευόμενον, το συν Πατρί και Υιώ συμπροσκυνούμενον και συνδοξαζόμενον, το λάλησαν δια των προφητών.
Πιστεύω και στο Άγιο Πνεύμα, το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, που έχει κυριότητα και εξουσία. Ζωοποιεί όλη την κτίση και εκπορεύεται από τον Πατέρα. Είναι ομοούσιο με τον Πατέρα και τον Υιό. Προσκυνείται και δοξάζεται ισότιμα μαζί Τους. Καθοδήγησε τους Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, που προείπαν για τον ερχομό του Σωτήρα.
9. Εις μίαν, αγίαν, καθολικήν και αποστολικήν Εκκλησίαν.
Πιστεύω και στην Εκκλησία. Είναι μία, επειδή μία είναι η κεφαλή της, ο Χριστός και μία η πίστη εκείνων που μετέχουν στη ζωή της. Είναι αγία, χωρισμένη από κάθε αμαρτία. Είναι καθολική, επειδή κατέχει όλη την αλήθεια και θέλει να συμπεριλάβει όλους τους ανθρώπους. Είναι αποστολική, επειδή διατηρεί ανόθευτη τη διδασκαλία των Αποστόλων και  επειδή οι επίσκοποι που την ποιμαίνουν είναι διάδοχοι εκείνων.
10. Ομολογώ εν βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών.
Ομολογώ ένα βάπτισμα στο όνομα της Αγίας Τριάδος. Μ’ αυτό αρχίζουμε την καινούρια ζωή μέσα στην Εκκλησία. Με αυτό συγχωρείται το προπατορικό αμάρτημα.
11. Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών.
Πιστεύω και περιμένω την κοινή ανάσταση όλων των νεκρών. Θα αναστηθεί κάθε σώμα για να ενωθεί με την αθάνατη ψυχή του. Η ανάσταση όλων θα γίνει με τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου.
12. Και ζωήν του μέλλοντος αιώνος. Αμήν.
Προσδοκώ ότι, μετά την ανάσταση και την τελική κρίση όλων των ανθρώπων από τον Χριστό, θα αξιωθώ να απολαύσω την αιώνια ζωή, μαζί με όλους τους αγίους. Αμήν.

(Από την έκδοση της Ιεράς Μητροπόλεως Ηλείας που έχει τίτλο: "ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΚΑΤΗΧΗΣΗ" - δια μεγάλους προσερχομένους στο άγιο Βάπτισμα - και την επιμελήθηκε ο θεολόγος κ. Γεώργιος Κομιώτης, Πρόεδρος της Δ.Ε. της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων Παραρτήματος Νομού Ηλείας). 

Κυριακή 31 Μαρτίου 2013

Κατά τη Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως του 1724:

«Εκείνοι οπού αποσκιρτήσουσιν από την ευσέβειαν και αφήσουσι μεν τα

πάτρια και ορθά της πίστεως ημών δόγματα και τας κοινάς παραδόσεις της Εκκλησίας, περιπέσωσι δε και εξολισθήσωσιν εις νεωτερισμούς και αλλοκότους υπολήψεις και έθη ετερόδοξα και παραχαράξωσι και νοθεύσωσι την της ευσεβείας αλήθειαν, οι τοιούτοι ούτε πλέον είναι, ούτε ονομάζονται τη αληθεία Χριστιανοί, αλλ’ ως ετερόδοξοι και νεωτεριστάς εκκόπτοντας και χωρίζοντας της εκκλησιαστικής και χριστιανικής ολομελείας και της ιεράς μάνδρας εκβάλλοντας ως πρόβατα ψωριώντα και μέλη σεσηπότα

Ιωάννης ο Δαμασκηνός: Έκδοση ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως - Κεφάλαιο 2



Γι’ αυτά που είναι δυνατόν να λεχθούν και γι’ αυτά που είναι άρρητα, και για όσα μπορεί να είναι γνωστά και όσα άγνωστα.


Αυτός που θέλει να ομιλεί ή ν’ ακούει για το Θεό πρέπει να γνωρίζει καλά ότι όσα αναφέρονται στο Θεό καθ’ εαυτόν και όσα στο έργο της οικονομίας Του, ούτε όλα αποσιωπώνται ούτε όλα λέγονται· ούτε όλα είναι άγνωστα ούτε όλα γνωστά. Και άλλο είναι αυτό που μπορεί να γίνει γνωστό και άλλο αυτό που μπορεί να λεχθεί, όπως άλλο είναι το να ομιλεί κανείς και άλλο το να γνωρίζει κάτι. Πολλά λοιπόν που αντιλαμβανόμαστε ατελώς με το νου για το Θεό δεν μπορούμε να τα διατυπώσουμε κατάλληλα, αλλά αναγκαζόμαστε με δικέςεκφράσεις να ομιλούμε γι’ αυτά που είναι πάνω από μας (θεία)· έτσι αποδίδουμε στο Θεό ύπνο, οργή, αμέλεια, χέρια, πόδια και τα όμοια.

Γνωρίζουμε και ομολογούμε ότι ο Θεός είναι χωρίς αρχή και τέλος, αιώνιος, παντοτινός, αδημιούργητος, αμετάβλητος, αναλλοίωτος, απλός, ασύνθετος, ασώματος, αόρατος, αψηλάφητος, απερίγραπτος, άπειρος, απεριόριστος, ακατάληπτος, αχώρητος στο νου, αγαθός, δίκαιος, παντοδύναμος, δημιουργός όλων των κτισμάτων,παντοκράτορας, παντεπόπτης, προνοητής όλων, εξουσιαστής και κριτής.

Γνωρίζουμε επίσης και ομολογούμε ότι ο Θεός είναι ένας, δηλαδή μία ουσία· αποκαλύπτεται και υπάρχει σε τρεις υποστάσεις, εννοώ του Πατέρα, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Και ακόμη ότι ο Πατέρας, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι σε όλα ένα, εκτός από την αγεννησία, τη γέννηση και την εκπόρευση.

Γνωρίζουμε ακόμη και ομολογούμε ότι ο μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού και Θεός ο ίδιος, από τη μεγάλη του ευσπλαγχνία και για τη δική μας σωτηρία, με την καλή θέληση του Πατέρα του και τη συνεργία του Αγίου Πνεύματος, συνελήφθη ασπόρως και γεννήθηκε από την αγία Παρθένο και Θεοτόκο Μαρία με την επέλευση του Αγίου Πνεύματος· έγινε απ’αυτήν τέλειος άνθρωπος.

Γνωρίζουμε επίσης ότι ο ίδιος είναι συγχρόνως και τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος· έχει δύο φύσεις, τη θεία και την ανθρώπινη· υπάρχει σε δύο φύσεις που έχουν νου, θέληση, ενέργεια και αυτεξούσιο· και για να το πω μ’ ένα λόγο, είναι με δύο φύσεις, τη θεία και την ανθρώπινη, που είναι τέλειες όσον αφορά τα γνωρίσματα που αρμόζουν στην καθεμία και αποτελούν μία σύνθετη υπόσταση.

Διότι η Αγία Γραφή και όλη η χορεία των Αγίων μαρτυρεί ότι και πείνασε και δίψασε και κουράστηκε και σταυρώθηκε και δοκίμασε το θάνατο και την ταφή, αλλά αναστήθηκε την τρίτη ημέρα και αναλήφθηκε στους ουρανούς, απ’ όπου ήλθε πάλι σε μας και θα μας έλθει αργότερα.


Αγνοούμε όμως και δεν μπορούμε να πούμε ποιά είναι η ουσία του Θεού ή πώς είναι πανταχού παρών ή πώς γεννήθηκε Θεός από Θεό και έχει εκπορευθεί ή πώς ταπείνωσε τον εαυτό του ο μονογενής Υιός και Θεός και έγινε άνθρωπος από παρθένο, αφού κυοφορήθηκε με άλλο τρόπο πέρα από τον φυσικό, ή πώς περπατούσε πάνω στα νερά χωρίς να βραχούν τα πόδια του. Δεν μπορούμε, λοιπόν, ούτε να πούμε ούτε να εννοήσουμε κάτι άλλο απ’ αυτά που μας έχουν αποκαλυφθεί με Πνεύμα Θεού από τα ιερά λόγια της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, τα οποία και έχουν λεχθεί και έχουν αποκαλυφθεί.