A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2022

ΠΕΡΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΣ (Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως)

 

Περί διακρίσεως

Σᾶς συνιστῶ νὰ ἔχετε σὲ ὅλα διάκριση καὶ φρόνηση. Ν᾿ ἀποφεύγετε τὰ ἄκρα. Οἱ αὐστηρότητες συμβαδίζουν μὲ τὰ μέτρα τῆς ἀρετῆς. Αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει μεγάλες ἀρετὲς καὶ συναγωνίζεται μὲ τοὺς τέλειους, θέλοντας νὰ ζεῖ μὲ αὐστηρότητα, ὅπως οἱ ἅγιοι ἀσκητές, αὐτὸς κινδυνεύει νὰ ὑπερηφανευθεῖ καὶ νὰ πέσει. Γι᾿ αὐτὸ νὰ πορεύεσθε μὲ διάκριση καὶ νὰ μὴν ἐξαντλεῖτε τὸ σῶμα μὲ ὑπέρμετρους κόπους. Νὰ θυμάστε πὼς ἡ ἄσκηση τοῦ σώματος ἁπλῶς βοηθάει τὴν ψυχὴ νὰ φτάσει στὴν τελειότητα, ἡ τελειότητα κατορθώνεται κυρίως μὲ τὸν ἀγώνα τῆς ψυχῆς.

Μὴν τεντώνετε περισσότερο ἀπὸ τὸ μέτρο τὴ χορδή. Νὰ ξέρετε ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἐκβιάζεται στὶς δωρεές Του· δίνει, ὅταν αὐτὸς θέλει. Ὅ,τι παίρνουμε, τὸ παίρνουμε δωρεὰν ἀπὸ τὸ θεῖο ἔλεος.

Μὴ ζητᾶτε νὰ φτάσετε ψηλὰ μὲ μεγάλες ἀσκήσεις χωρὶς νὰ ἔχετε ἀρετές, γιατὶ κινδυνεύετε νὰ πέσετε σὲ πλάνη γιὰ τὴν ἔπαρση καὶ τὴν τόλμη σας. Ὅποιος ἐπιζητεῖ θεῖα χαρίσματα καὶ ὑψηλὲς θεωρίες, ἐνῶ εἶναι ἀκόμα φορτωμένος μὲ πάθη, αὐτός, σὰν ἀνόητος καὶ ὑπερήφανος, πλανιέται. Πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα ὀφείλει ν᾿ ἀγωνιστεῖ γιὰ τὴν κάθαρσή του. Ἡ θεία χάρη στέλνει τὰ χαρίσματα σὰν ἀμοιβὴ σ᾿ ὅσους ἔχουν καθαριστεῖ ἀπὸ τὰ πάθη. Τοὺς ἐπισκέπτεται χωρὶς θόρυβο καὶ σὲ ὥρα ποὺ δὲν γνωρίζουν.

Περί Χριστιανικής ευγένειας.

Οἱ χριστιανοὶ ἔχουν χρέος, σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου, νὰ γίνουν ἅγιοι καὶ τέλειοι. Ἡ τελειότητα καὶ ἡ ἁγιότητα χαράσσονται πρῶτα βαθιὰ στὴν ψυχὴ τοῦ χριστιανοῦ, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ τυπώνονται καὶ στὶς σκέψεις του, στὶς ἐπιθυμίες του, στὰ λόγια του, στὶς πράξεις του. Ἔτσι, ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ποὺ ὑπάρχει στὴν ψυχή, ξεχύνεται καὶ σ᾿ ὅλο τὸν ἐξωτερικὸ χαρακτήρα.

Ὁ χριστιανὸς ὀφείλει νὰ εἶναι εὐγενικὸς μὲ ὅλους. Τὰ λόγια καὶ τὰ ἔργα του νὰ ἀποπνέουν τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ κατοικεῖ στὴν ψυχή του, ὥστε νὰ μαρτυρεῖται ἡ χριστιανική του πολιτεία καὶ νὰ δοξάζεται τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ.

Ὅποιος εἶναι μετρημένος στὰ λόγια, εἶναι μετρημένος καὶ στὰ ἔργα. Ὅποιος ἐξετάζει τὰ λόγια ποὺ πρόκειται νὰ πεῖ, ἐξετάζει καὶ τὶς πράξεις ποὺ πρόκειται νὰ ἐκτελέσει, καὶ ποτέ του δὲν θὰ ὑπερβεῖ τὰ ὅρια τῆς καλῆς καὶ ἐνάρετης συμπεριφορᾶς.

Τὰ χαριτωμένα λόγια τοῦ χριστιανοῦ χαρακτηρίζονται ἀπὸ λεπτότητα καὶ εὐγένεια. Αὐτὰ εἶναι ποὺ γεννοῦν τὴν ἀγάπη, φέρνουν τὴν εἰρήνη καὶ τὴ χαρά. Ἀντίθετα, ἡ ἀργολογία γεννάει μίση, ἔχθρες, θλίψεις, φιλονικίες, ταραχὲς καὶ πολέμους.

Ἂς εἴμαστε λοιπὸν πάντοτε εὐγενικοί. Ποτὲ ἀπὸ τὰ χείλη μας νὰ μὴ βγεῖ λόγος κακός, λόγος ποὺ δὲν εἶναι ἁλατισμένος μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ πάντοτε λόγοι χαριτωμένοι, λόγοι ἀγαθοί, λόγοι ποὺ μαρτυροῦν τὴν κατὰ Χριστὸν εὐγένεια καὶ τὴν ψυχική μας καλλιέργεια.

Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2022

ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ: Περὶ προσευχῆς

ΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΟΓΔΟΟΣ

Περὶ προσευχῆς

(Διὰ τὴν ἱερὰν προσευχήν, τὴν μητέρα τῶν ἀρετῶν,
καὶ διὰ τὸ πῶς πρέπει νὰ παρίσταταί τις
εἰς αὐτὴν νοερῶς καὶ σωματικῶς)

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ, ὡς πρὸς τὴν ποιότητά της, εἶναι συνουσία καὶ ἕνωσις τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεόν (1), καὶ ὡς πρὸς τὴν ἐνέργειά της, σύστασις καὶ διατήρησις τοῦ κόσμου, συμφιλίωσις μὲ τὸν Θεόν, μητέρα τῶν δακρύων, καθὼς ἐπίσης καὶ θυγατέρα, συγχώρησις τῶν ἁμαρτημάτων, γέφυρα ποὺ σῴζει ἀπὸ τοὺς πειρασμούς, τοῖχος ποὺ μᾶς προστατεύει ἀπὸ τὶς θλίψεις, συντριβὴ τῶν πολέμων, ἔργο τῶν Ἀγγέλων, τροφὴ ὅλων τῶν ἀσωμάτων, ἡ μελλοντικὴ εὐφροσύνη, ἐργασία ποὺ δὲν τελειώνει, πηγὴ τῶν ἀρετῶν, πρόξενος τῶν χαρισμάτων, ἀφανὴς πρόοδος, τροφὴ τῆς ψυχῆς, φωτισμὸς τοῦ νοῦ, πέλεκυς ποὺ κτυπᾶ τὴν ἀπόγνωσι, ἀπόδειξις τῆς ἐλπίδος, διάλυσις τῆς λύπης, πλοῦτος τῶν μοναχῶν, θησαυρὸς τῶν ἡσυχαστῶν, μείωσις τοῦ θυμοῦ, καθρέπτης τῆς πνευματικῆς προόδου, φανέρωσις τῶν μέτρων, δήλωσις τῆς πνευματικῆς καταστάσεως, ἀποκάλυψις τῶν μελλοντικῶν πραγμάτων, σημάδι τῆς πνευματικῆς δόξης ποὺ ἔχει κανείς. Ἡ προσευχὴ εἶναι γι᾿ αὐτὸν ποὺ προσεύχεται πραγματικὰ δικαστήριο καὶ κριτήριο καὶ βῆμα τοῦ Κυρίου, πρὶν ἀπὸ τὸ μελλοντικὸ βῆμα.

2. Ἂς ἐγερθοῦμε καὶ ἂς ἀκούσωμε τὴν ἱερὴ αὐτὴ βασίλισσα τῶν ἀρετῶν νὰ φωνάζη μὲ ὑψωμένη τὴν φωνὴ καὶ νὰ μᾶς λέγη: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς. Ἄρατε τὸν ζυγόν μου ἐφ᾿ ὑμᾶς, καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν -καὶ ἴασιν ταῖς πληγαῖς ὑμῶν- ὁ γὰρ ζυγός μου χρηστὸς – καὶ πταισμάτων μεγάλων ἰαματικὸς – ὑπάρχει» (πρβλ. Ματθ. ια´ 28-30).

3. Ὅσοι πηγαίνομε νὰ παρασταθοῦμε ἐνώπιον τοῦ Βασιλέως καὶ Θεοῦ καὶ νὰ συνομιλήσωμε μαζί Του, ἂς μὴ προχωροῦμε χωρὶς τὴν κατάλληλη προετοιμασία. Διότι ὑπάρχει φόβος, ἐὰν μᾶς ἰδῆ ἀπὸ μακρυὰ νὰ μὴν ἔχωμε τὰ ὅπλα καὶ τὴν στολὴ ποὺ ἁρμόζουν γιὰ τὴν παρουσίαση ἐνώπιον τοῦ Βασιλέως, νὰ διατάξη τοὺς ὑπηρέτας καὶ λειτουργούς Του νὰ μᾶς δέσουν καὶ νὰ μᾶς ἐξορίσουν μακρυὰ ἀπὸ τὸ πρόσωπό Του, καὶ τὶς δεήσεις μας νὰ τὶς σχίσουν καὶ νὰ τὶς πετοῦν στὸ πρόσωπό μας.

4. Ὅταν ξεκινᾶς νὰ σταθῆς ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, ἂς εἶναι ὁ χιτὼν τῆς ψυχῆς σου ὑφασμένος ἐξ ὁλοκλήρου μὲ τὸ νῆμα ἢ μᾶλλον μὲ τὸ λῆμμα τῆς ἀμνησικακίας. Εἰδεμὴ τίποτε δὲν πρόκειται νὰ ὠφεληθῆς ἀπὸ τὴν προσευχή. Ὅλο τὸ ὕφος καὶ τὸ λεκτικὸ τῆς προσευχῆς σου ἂς εἶναι ἀνεπιτήδευτο, διότι ὁ τελώνης καὶ ὁ ἄσωτος μὲ ἕναν μόνο λόγο συμφιλιώθηκαν μὲ τὸν Θεόν.

5. Μία εἶναι ἐξωτερικῶς ἡ στάσις στὴν προσευχή, ἀλλὰ παρουσιάζει ἐσωτερικῶς πολλὲς ποικιλίες καὶ διαφορές. Ἄλλοι συνομιλοῦν μαζί Του σὰν μὲ φίλο καὶ κύριό τους, καὶ Τοῦ προσφέρουν τὸν ὕμνο καὶ τὴν ἱκεσία χάριν τῶν ἄλλων καὶ ὄχι τοῦ ἑαυτοῦ τους. Ἄλλοι ζητοῦν πλοῦτο καὶ δόξα καὶ περισσοτέρα παρρησία. Ἄλλοι παρακαλοῦν νὰ ἀπαλλαγοῦν τελείως ἀπὸ τὸν ἐχθρό τους. Μερικοὶ ἱκετεύουν νὰ τοὺς δοθῇ κάποια τιμή, καὶ μερικοὶ γιὰ τὴν τελεία ἐξάλειψι τοῦ χρέους τους. Ἄλλοι ζητοῦν ἀπελευθέρωσι ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῶν παθῶν, καὶ ἄλλοι συγχώρησι τῶν ἀνομημάτων τους.

6. Πρὶν ἀπ᾿ ὅλα ἂς βάλωμε στὸν κατάλογο τῆς δεήσεώς μας τὴν εἰλικρινῆ εὐχαριστία. Στὴν δεύτερη σειρά, τὴν ἐξομολόγησι τῶν ἁμαρτιῶν μας καὶ τὴν συντριβὴ τῆς ψυχῆς μας μὲ συναίσθησι. Καὶ ἐν συνεχείᾳ ἂς ἀναφέρωμε τὰ αἰτήματά μας πρὸς τὸν Παμβασιλέα. Ὁ τρόπος αὐτὸς τῆς προσευχῆς εἶναι ἄριστος, ὅπως ἀπεκαλύφθη σὲ κάποιον ἀπὸ τοὺς ἀδελφοὺς ἀπὸ Ἄγγελον τοῦ Κυρίου.

7. Ἐὰν κάποτε ἐστάθηκες ὡς ὑπόδικος ἐμπρὸς σὲ ἐπίγειο δικαστή, δὲν χρειάζεσαι ἄλλο ὑπόδειγμα γιὰ τὴν παράστασι στὴν προσευχή σου. Ἐὰν δὲ δὲν ἐστάθηκες ἀκόμη, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἄλλους εἶδες νὰ δικάζωνται, τουλάχιστον ἂς τὸ διδαχθῆς αὐτὸ ἀπὸ τὶς ἱκεσίες τῶν ἀσθενῶν πρὸς τοὺς ἰατρούς, ὅταν πρόκειται νὰ χειρουργηθοῦν ἢ νὰ καυτηριασθοῦν.

8. Μὴν ἐπιτηδεύεσαι τὰ λόγια τῆς προσευχῆς σου. Διότι πολλὲς φορὲς τὰ ἁπλὰ καὶ ἀνεπιτήδευτα ψελλίσματα τῶν μικρῶν παιδιῶν εὐχαρίστησαν καὶ ἱκανοποίησαν τὸν οὐράνιο Πατέρα τους.

9. Μὴ ζητῇς νὰ λέγῃς πολλὰ στὴν προσευχή σου, γιὰ νὰ μὴ διασκορπισθῇ ὁ νοῦς σου, ἀναζητώντας λόγια. Ἕνας λόγος πίστεως ἔσωσε τὸν λῃστή. Ἡ πολυλογία στὴν προσευχὴ πολλὲς φορὲς ἐδημιούργησε στὸ νοῦ φαντασίες καὶ διάχυσι, ἐνῷ ἀντιθέτως ἡ μονολογία συγκεντρώνει τὸν νοῦ.

10. Ὅταν αἰσθάνεσαι γλυκύτητα ἢ κατάνυξι σὲ κάποιο λόγο τῆς προσευχῆς σου, σταμάτησε σ᾿ αὐτόν, διότι τότε συμπροσεύχεται μαζί μας ὁ φύλαξ Ἄγγελός μας.

11. Μὴ προσεύχεσαι μὲ παρρησία, ἔστω καὶ ἐὰν διαθέτης καθαρότητα. Ἀντιθέτως πλησίασε μὲ πολλὴ ταπεινοφροσύνη, καὶ ἔτσι θὰ ἀποκτήσῃς περισσοτέρα παρρησία.

12. Καὶ ἂν ἀκόμη ἔχης ἀνεβῆ ὅλη τὴν κλίμακα τῶν ἀρετῶν, καὶ τότε πάλι νὰ προσεύχεσαι ὑπὲρ ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν σου, ἀκούοντας τὸν Παῦλο νὰ βοᾷ: «Ἁμαρτωλῶν πρῶτος εἰμὶ ἐγώ» (Α´ Τιμ. α´ 15).

13. Τὰ φαγητὰ τὰ ἀρτύουν μὲ τὸ λάδι καὶ τὸ ἁλάτι. Καὶ στὴν προσευχὴ δίνουν φτερὰ ἡ ζωὴ τῆς σωφροσύνης καὶ ἁγνότητος, καὶ τὰ δάκρυα.

14. Ἂν ἐνδυθῆς καλὰ τὴν πραότητα καὶ τὴν ἀοργησία, τότε δὲν θὰ κοπιάσης πολὺ νὰ ἐλευθερώσῃς τὸν νοῦ σου ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία.

15. Ἕως ὅτου ἀποκτήσωμε προσευχὴ ἐναργῆ, θὰ ὁμοιάζωμε μὲ ἐκείνους ποὺ γυμνάζουν στὶς ἀρχὲς τὰ νήπια πῶς νὰ βαδίζουν.

16. Νὰ πυκτεύης, ὥστε νὰ ἀνυψώνης ἢ μᾶλλον νὰ περικλείης τὴν σκέψι σου μέσα στὰ λόγια τῆς προσευχῆς. Καὶ ἐάν, λόγῳ τῆς νηπιακῆς σου πνευματικῆς καταστάσεως, ἀτονήσῃ καὶ ξεφύγη, συμμάζεψέ την πάλι. Διότι ἴδιον τοῦ νοῦ εἶναι τὸ ἄστατον, καὶ ἴδιον τοῦ Θεοῦ τὸ νὰ μπορῆ ὅλα νὰ τὰ σταθεροποιῆ.

17. Ἂν ἀγωνίζεσαι συνεχῶς καὶ ἀποφασιστικῶς, τότε θὰ σὲ ἐπισκεφθῇ καὶ ἐσένα Ἐκεῖνος ποὺ θέτει ὅρια στὴν θάλασσα τοῦ νοῦ καὶ κατὰ τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς σου θὰ τῆς εἰπῆ: «Μέχρι τούτου ἐλεύση, καὶ οὐχ ὑπερβήσῃ» (Ἰὼβ λη´ 11).

18. Εἶναι ἀδύνατο νὰ δεσμεύσῃ κάποιος ἕνα πνεῦμα, (ὅπως τὸν νοῦ). Ὅπου ὅμως παρουσιασθῇ ὁ Κτίστης τοῦ πνεύματος, τὰ πάντα ὑποτάσσονται.

19. Ἐὰν κάποτε ἀντίκρυσες καθαρὰ τὸν Ἥλιο, (δηλαδὴ τὸν Χριστόν), τότε θὰ κατορθώσῃς καὶ νὰ συνομιλήσῃς μαζί Του ὅπως πρέπει. Εἰδεμή, πῶς μπορεῖς νὰ συνομιλῆς πραγματικὰ μὲ κάποιον ποὺ δὲν τὸν ἔχεις ἰδεῖ;

20. Ἀρχὴ τῆς προσευχῆς εἶναι τὸ νὰ διώκωνται οἱ ἐχθρικὲς προσβολὲς στὴν ἀρχή τους, μὲ ἕνα ἀποφασιστικὸ λόγο. Μέσον, τὸ νὰ παραμένη ὁ νοῦς στὰ λόγια καὶ στὰ νοήματα τῆς προσευχῆς. Καὶ τέλος, τὸ νὰ ἁρπαγῇ ὁ νοῦς πρὸς τὸν Κύριον.

21. Ἄλλη εἶναι ἡ ἀγαλλίασις ποὺ δοκιμάζουν στὴν προσευχή τους οἱ κοινοβιάτες, καὶ ἄλλη οἱ ἡσυχασταί. Διότι ἡ πρώτη ἴσως νὰ ἐπηρεάζεται κάπως ἀπὸ τὴν κενοδοξία, ἐνῷ ἡ δευτέρα εἶναι γεμάτη ἀπὸ ταπεινοφροσύνη.

22. Ἐὰν γυμνάζης πάντοτε τὸν νοῦ σου νὰ μὴ φεύγη μακρυά, τότε καὶ κατὰ τὴν ὥρα τῆς τραπέζης θὰ εὑρίσκεται κοντά σου. Ἐὰν ὅμως συνηθίζη νὰ περιπλανᾶται ἐλεύθερα, ποτὲ δὲν θὰ κατορθωθῇ νὰ παραμένη πλησίον σου.

23. Ὁ μεγάλος ἐργάτης τῆς μεγάλης καὶ τελείας προσευχῆς (δηλαδὴ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος), λέγει: «Θέλω εἰπεῖν πέντε λόγους τῷ νοΐ μου» κ. τ. λ. (Α´ Κορ. ιδ´ 19), πράγμα ποὺ εἶναι ξένο γιὰ τοὺς νηπίους καὶ ἀρχαρίους. Γι᾿ αὐτὸ ἐμεῖς σὰν ἀτελεῖς, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ποιότητα, ἔχομε ἀνάγκη καὶ ἀπὸ τὴν ποσότητα τῆς προσευχῆς. Τὸ δεύτερο ἄλλωστε εἶναι πρόξενο τοῦ πρώτου. «Ὁ Θεὸς -λέγει ἡ Γραφή- δίνει προσευχὴ καθαρὴ σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ προσεύχεται, ἔστω καὶ ρυπαρά, ἀλλὰ χωρὶς νὰ ὑπολογίζη κόπο καὶ πόνο» (πρβλ. Α´ Βάσ. β´ 9).

24. Ἄλλο πράγμα εἶναι ὁ ρύπος τῆς προσευχῆς καὶ ἄλλο ὁ ἀφανισμὸς καὶ ἄλλο ἡ κλοπὴ καὶ ἄλλο ὁ μῶμος. Ὁ ρύπος εἶναι τὸ νὰ ἵστασαι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἔχης αἰσχρὲς σκέψεις. Ὁ ἀφανισμὸς εἶναι τὸ νὰ αἰχμαλωτίζεται ὁ νοῦς σου ἀπὸ μάταιες φροντίδες καὶ μέριμνες. Ἡ κλοπὴ εἶναι τὸ νὰ πέφτη ἡ σκέψις ἀνεπαίσθητα σὲ ρεμβασμούς. Καὶ μῶμος εἶναι ὁ οἱοσδήποτε πειρασμὸς ποὺ ἔρχεται νὰ μᾶς θίξη τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς.

25. Ὅταν δὲν εἴμαστε μόνοι μας κατὰ τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς τότε ἂς λαμβάνωμε μόνο ἐσωτερικὰ τὴν ἁρμόζουσα ἱκετευτικὴ στάσι. Ὅταν ὅμως ἀπουσιάζουν ἐκεῖνοι ποὺ θὰ μᾶς ἐπαινοῦσαν, τότε ἂς συμμορφώσουμε ἀναλόγως καὶ τὴν ἐξωτερική μας στάσι. Διότι στοὺς ἀτελεῖς πολλὲς φορὲς ὁ νοῦς συμμορφώνεται πρὸς τὴν στάσι τοῦ σώματος.

26. Ὅλοι βέβαια, ἀλλὰ περισσότερο ἐκεῖνοι ποὺ πηγαίνουν στὸν βασιλέα γιὰ νὰ ζητήσουν ἄφεσι τοῦ χρέους των, ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ ἀπερίγραπτη συντριβή.

27. Ἐὰν ἀκόμη εὑρισκώμαστε στὸ δεσμωτήριο, ἂς ἀκούσωμε τὰ λόγια τοῦ Ἀγγέλου πρὸς τὸν Πέτρο: «Ζώσου τὴν ποδιὰ τῆς ὑπακοῆς, βγάλε ἀπὸ πάνω σου τὰ θελήματά σου, καὶ ἔτσι γυμνὸς πλησίασε καὶ προσευχήσου στὸν Κύριον, ζητώντας τὸ ἰδικό Του μόνο θέλημα» (πρβλ. Πράξ. ιβ´ 8), καὶ θὰ ἀποκτήσῃς τότε τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος θὰ κρατᾶ τὸ τιμόνι τῆς ψυχῆς σου καὶ θὰ σὲ κυβερνᾶ ἀκίνδυνα.

28. Ἀφοῦ ἐγερθῆς ἀπὸ τὴν φιλοκοσμία καὶ τὴν φιληδονία, πέταξε ἀπὸ πάνω σου τὶς μέριμνες, βγάλε ἀπὸ πάνω σου τὶς σκέψεις, ἀπαρνήσου τὸ σῶμα, (καὶ τότε προσευχήσου). Διότι ἡ προσευχὴ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ ἀποξένωσις ἀπὸ ὅλον τὸν ὁρατὸ καὶ ἀόρατο κόσμο.

Θεέ μου, «τί γὰρ μοὶ ὑπάρχει ἐν τῷ οὐρανῷ»; Τίποτε! «Καὶ παρὰ σοῦ τί ἠθέλησα ἐπὶ τῆς γῆς»; (πρβλ. Ψαλμ. οβ´ 25). Τίποτε! Παρὰ μόνο τὸ νὰ προσκολλῶμαι πάντοτε σ᾿ Ἐσένα ἀπερίσπαστα μέσῳ τῆς προσευχῆς. Μερικοὶ ζοῦν μὲ τὴν ἐπιθυμία τοῦ πλούτου, ἄλλοι μὲ τῆς δόξης καὶ ἄλλοι μὲ κάποιου ἄλλου κτίσματος. «Ἐμοὶ δὲ τὸ προσκολλάσθαι τῷ Θεῷ ἐπιθυμητόν ἐστι, τίθεσθαι ἐν αὐτῷ τὴν ἐλπίδα τῆς ἀπαθείας μου» (πρβλ. Ψαλμ. οβ´ 28).

29. Ἡ πίστις ἔδωσε φτερὰ στὴν προσευχή. Χωρὶς αὐτὴν ἡ προσευχὴ δὲν μπορεῖ νὰ πετάξη στὸν οὐρανό.

30. Ὅσοι εἴμαστε ἐμπαθεῖς ἂς παρακαλέσωμε γι᾿ αὐτὸ μὲ ἐπιμονὴ τὸν Κύριον, διότι ὅλοι οἱ ἀπαθεῖς ἀπὸ τὴν ἐμπάθεια προχώρησαν καὶ ἔφθασαν στὴν ἀπάθεια.

31. Παρ᾿ ὅλον ὅτι σὰν Θεὸς ποὺ εἶναι δὲν φοβεῖται τὸν Θεὸ ὁ «Κριτής» (πρβλ. Λουκ. ιη´ 2), ἐν τούτοις ὅμως, ἐπειδὴ τὸν ἐνοχλεῖ ἡ χήρα, ἡ ψυχὴ δηλαδὴ ποὺ ἐχήρευσε ἀπὸ Αὐτὸν μὲ τὶς ἁμαρτίες καὶ τὶς πτώσεις της, θὰ ἐκδικηθῇ καὶ θὰ τὴν σώσῃ ἀπὸ τὸν ἀντίδικό της, ἀπὸ τὸ σῶμα δηλαδὴ καὶ ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς της δαίμονας.

32. Ὁ Θεός, ὁ καλός μας οἰκονόμος, τοὺς εὐγνώμονες τοὺς ἐφελκύει στὴν ἀγάπη Του μὲ τὴν σύντομη ἐκπλήρωσι τοῦ αἰτήματός των. Ἐνῷ τὶς ἀχάριστες καὶ ὅμοιες μὲ τοὺς σκύλους ψυχὲς τὶς ἀναγκάζει νὰ κάθωνται πλησίον Του προσευχόμενες, πεινασμένες καὶ διψασμένες γιὰ τὸ αἴτημά τους. Διότι ὁ ἀγνώμων σκύλος, μόλις πάρη τὸ ψωμί, ἀπομακρύνεται ἀμέσως ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ τοῦ τὸ ἔδωσε.

33. Νὰ μὴ λέγης ὅτι, ἂν καὶ προσευχήθηκες πολὺν καιρό, δὲν κατώρθωσες τίποτε, διότι ἤδη κάτι σπουδαῖο κατώρθωσες. Τί, ἀλήθεια, ὑπάρχει ἀνώτερο ἀπὸ τὴν προσκόλλησι στὸν Κύριον καὶ ἀπὸ τὴν συνεχῆ παραμονὴ σ᾿ αὐτὴν τὴν ἕνωσι;

34. Δὲν φοβεῖται τόσο ὁ κατάδικος τὴν ἀπόφασι τῆς τιμωρίας του, ὅσο φοβεῖται ὁ ἐργάτης τῆς προσευχῆς τὴν στάσι του στὴν ὥρα τῆς προσευχῆς. Γι᾿ αὐτό, ἂν εἶναι σοφὸς καὶ ἔξυπνος, μὲ τὴν ἀνάμνησι αὐτῆς τῆς ὥρας θὰ μπορῆ νὰ ἀποστρέφεται κάθε λοιδορία καὶ ὀργὴ καὶ μέριμνα καὶ ἀσχολία καὶ θλίψι καὶ χορτασμὸ καὶ λογισμὸ καὶ πειρασμό.

35. Νὰ προετοιμάζεσαι μὲ τὴν ἀδιάλειπτο ἐσωτερικὴ προσευχὴ προκειμένου νὰ σταθῆς νὰ προσευχηθῆς, καὶ ἔτσι σύντομα θὰ προοδεύσης (στὴν προσευχή).

36. Εἶδα μερικοὺς νὰ λάμπουν στὴν ὑπακοή τους καὶ νὰ μὴν ἀμελοῦν, ὅσο τοὺς ἦταν δυνατό, τὴν νοερὰ μνήμη τοῦ Θεοῦ. Καὶ μόλις ἐστάθηκαν στὴν προσευχή, ἐκυριάρχησαν σύντομα στὸν νοῦ τους, αὐτοσυγκεντρώθηκαν καὶ ἔχυναν κρουνηδὸν τὰ δάκρυα. Καὶ τοῦτο, διότι ἦταν προετοιμασμένοι ἀπὸ τὴν ὁσία ὑπακοή.

37. Στὴν ψαλμῳδία ποὺ γίνεται μὲ πολλοὺς ἀκολουθοῦν αἰχμαλωσίες καὶ ρεμβασμοί. Στὴν κατὰ μόνας ὅμως προσευχὴ δὲν παρατηροῦνται αὐτά. Ἀλλὰ αὐτὴν τὴν πολεμεῖ ἡ ἀκηδία, ἐνῷ τὴν πρώτη τὴν βοηθεῖ ἡ προθυμία.

38. Τὴν ἀγάπη τοῦ στρατιώτου πρὸς τὸν βασιλέα τὴν ἔδειξε ἡ ὥρα τοῦ πολέμου. Καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ μοναχοῦ πρὸς τὸν Θεὸν τὴν ἐδοκίμασε ὁ καιρὸς καὶ ὁ τρόπος τῆς προσευχῆς. Τὴν πνευματική σου κατάστασι θὰ σοῦ τὴν φανερώσῃ ἡ προσευχή σου. Οἱ θεολόγοι ἄλλωστε ἐχαρακτήρισαν τὴν προσευχὴ καθρέπτη τοῦ μοναχοῦ.

39. Ἐκεῖνος ποὺ ἀσχολεῖται μὲ κάτι καὶ τὸ συνεχίζει, ἐνῷ ἐσήμανε ἡ ὥρα τῆς προσευχῆς, αὐτὸς ἐμπαίζεται ἀπὸ τοὺς δαίμονας. Διότι αὐτὸ ἐπιδιώκουν οἱ κλέπτες, ὥρα μὲ τὴν ὥρα νὰ κλέβουν τὸν χρόνο τῆς προσευχῆς μας.

40. Μὴν ἀρνῆσαι νὰ προσεύχεσαι γιὰ κάποια ψυχὴ (ποὺ σοῦ τὸ ἐζήτησε), ἔστω καὶ ἂν δὲν διαθέτης καρποφόρο προσευχή. Διότι ἡ πίστις ἐκείνου ποὺ ἐζήτησε τὴν προσευχή, ἔσωσε πολλὲς φορὲς κι ἐκεῖνον ποὺ προσευχήθηκε καὶ μάλιστα μὲ συντριβὴ καρδίας. Μὴν ὑπερηφανεύεσαι, ἐὰν προσεύχεσαι γιὰ ἄλλους καὶ εἰσακούεσαι, διότι ἡ πίστις αὐτῶν ἐνήργησε, ὥστε νὰ εἰσακουσθῇ ἡ προσευχή σου.

41. Κάθε μαθητὴς θὰ ἐξετάζεται ἀπὸ τὸν διδάσκαλό του καθημερινὰ στὰ μαθήματα ποὺ ἐδιδάχθη. Καὶ ἀπὸ κάθε νοῦ θὰ ζητηθῇ, καὶ δικαίως, νὰ παρουσιάση σὲ κάθε προσευχή του τὴν δύναμι ἐκείνη ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεόν. Γι᾿ αὐτὸ ἂς προσέχωμε.

42. Ὅταν προσευχηθῆς μὲ προσοχὴ καὶ ἐπιμέλεια, τότε σύντομα θὰ πολεμηθῆς ἀπὸ τὸ πάθος τῆς ὀργῆς, διότι ἔτσι εἶναι τὸ σχέδιο τῶν δαιμόνων. Κάθε ἀρετή, πρὸ πάντων ὅμως τὴν προσευχή, ἂς τὴν ἐργαζώμεθα πάντοτε μὲ πολλὴ συναίσθησι. Καὶ ἡ ψυχὴ τότε προσεύχεται μὲ συναίσθησι, ὅταν ὑπερνικήσῃ τὸν θυμό.

43. Ὅσα ἀποκτοῦμε μὲ πολλὲς ἱκεσίες καὶ σὲ πολὺ χρόνο, αὐτὰ εἶναι μόνιμα. Ὅποιος ἀπέκτησε μέσα του τὸν Κύριον, δὲν ρυθμίζει πλέον ὁ ἴδιος τὰ λόγια καὶ τὸ σχέδιο τῆς προσευχῆς, διότι τότε «τὸ πνεῦμα ἐντυγχάνει ὑπὲρ αὐτοῦ στεναγμοῖς ἀλαλήτοις» (Ρωμ. η´ 26).

44. Νὰ μὴ δεχθῆς στὴν προσευχή σου καμμία αἰσθητὴ εἰκόνα καὶ φαντασία γιὰ νὰ μὴ (πλανηθῆς καί) παραφρονήσῃς.

45. Γιὰ κάθε αἴτημα ἡ πληροφορία ἐμφανίζεται στὴν προσευχή. Πληροφορία εἶναι ἡ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὴν ἀμφιβολία. Πληροφορία εἶναι ἡ βεβαία καὶ ἀσφαλὴς φανέρωσις ἑνὸς ἀγνώστου πράγματος.

46. Νὰ γίνεσαι ὑπερβολικὰ ἐλεήμων καὶ συμπονετικός, σὺ ποὺ καλλιεργεῖς τὴν προσευχή. Διότι μὲ τὴν ἐλεημοσύνη οἱ μοναχοὶ «ἑκατονταπλασίονα λήψονται» στὴν παροῦσα ζωή. Καὶ τὸ ἑπόμενο τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου, (δηλαδὴ τὸ «ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσουσι), (Ματθ. ιθ´ 29), θὰ τὸ ἀπολαύσουν στὸν μέλλοντα αἰώνα.

47. Ἦλθε τὸ πῦρ (τοῦ θείου πόθου) μέσα στὴν καρδιὰ καὶ ἀνέστησε τὴν προσευχή. Ἀφοῦ δὲ ἡ προσευχὴ ἀνεστήθη καὶ ἀνελήφθη στοὺς οὐρανούς, ἔγινε στὸ ἀνώγειο τῆς ψυχῆς ἡ κάθοδος τοῦ πυρὸς (τοῦ Ἁγίου Πνεύματος).

48. Μερικοὶ ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ προσευχὴ εἶναι ἀνωτέρα ἀπὸ τὴν μνήμη τοῦ θανάτου. Ἐγὼ ὅμως γνωρίζω νὰ ἀνυμνῶ ἐξ ἴσου τὶς δυὸ οὐσίες τῆς μιᾶς ὑποστάσεως.

49. Ὁ ἱκανὸς ἵππος συνήθως, καθὼς ἀρχίζει νὰ τρέχη, θερμαίνεται καὶ προχωρώντας αὐξάνει τὴν ταχύτητα τοῦ δρόμου του. Ὡς δρόμο ἐννοῶ τὴν ὑμνῳδία καὶ ὡς ἵππο τὸν ἀνδρεῖο νοῦ, ὁ ὁποῖος «πόρρωθεν ὀσφραίνεται πολέμου» (Ἰὼβ λθ´ 25) καὶ προετοιμάζεται γιὰ τὴν μάχη καὶ πάντοτε δείχνεται ἀνίκητος.

50. Εἶναι βαρὺ νὰ ἁρπάξης τὸ νερὸ ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ διψασμένου. Βαρύτερο ὅμως εἶναι νὰ διακόψης μία ψυχὴ ποὺ προσεύχεται μὲ κατάνυξι ἀπὸ τὴν πολυπόθητη αὐτὴ προσευχή της πρὶν τὴν τελειώσῃ.

51. Μὴν ἀναχωρήσῃς ἀπὸ τὴν προσευχή σου, πρὶν ἰδῆς νὰ σταματοῦν, σύμφωνα μὲ τὴν οἰκονομία τοῦ Θεοῦ, τὸ πῦρ (τῆς χάριτος) καὶ τὸ ὕδωρ (τῶν δακρύων). Διότι ἴσως νὰ μὴ σοῦ δοθῇ πάλι σὲ ὁλόκληρη τὴν ζωή σου τέτοια εὐκαιρία γιὰ τὴν συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν σου. Ἐκεῖνος ποὺ ἐγεύθηκε τὴν χάρι τῆς προσευχῆς, συνέβη ὥστε πολλὲς φορὲς ἀπὸ ἕναν (ἀπρόσεκτο) λόγο ποὺ εἶπε νὰ μολύνη τὸν νοῦ του, καὶ ἔτσι μόλις στάθηκε στὴν προσευχὴ δὲν εὑρῆκε τὸ ποθούμενο ὅπως συνήθως.

52. Ἄλλο εἶναι νὰ ἐπισκοπῇς (νὰ ἐποπτεύῃς δηλαδή) συχνὰ τὴν καρδιά σου καὶ ἄλλο τὸ νὰ ἐπισκοπεύσῃς (νὰ κάνῃς δηλαδὴ χρέος ἐπισκόπου) σ᾿ αὐτήν. Στὴν πρώτη περίπτωσι ὁ νοῦς ὁμοιάζει μὲ ἄρχοντα, ἐνῷ στὴν δευτέρα μὲ ἀρχιερέα, ὁ ὁποῖος προσφέρει στὸν Χριστὸν λογικὲς θυσίες (2). Καὶ ὅπως λέγει κάποιος ποὺ ἔλαβε τὴν προσωνυμία τοῦ θεολόγου (3), τὸ Ἅγιον καὶ Ὑπερουράνιον πῦρ (δηλαδὴ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα), τοὺς πρώτους τοὺς ἐπισκέπτεται ὡς φλόγα καὶ τοὺς καταφλέγει, διότι ἔχουν ἀκόμη ἀνάγκη καθάρσεως, ἐνῷ τοὺς δευτέρους ὡς φῶς καὶ τοὺς φωτίζει, διότι ἔφθασαν στὰ μέτρα τῆς τελειότητος.

Τὸ ἴδιο δηλαδὴ Ἅγιον Πνεῦμα ὀνομάζεται καὶ «πῦρ καταναλίσκον» (Ἑβρ. ιβ´ 29) καὶ «φῶς φωτίζον» (πρβλ. Β´ Κορ. δ´ 6). Γι᾿ αὐτὸ καὶ μερικοὶ ὅταν ἐξέρχωνται ἀπὸ τὴν προσευχή, εἶναι σὰν νὰ ἐξέρχωνται ἀπὸ φλογισμένο καμίνι, αἰσθανόμενοι συγχρόνως μία ἐλάφρωσι καὶ ἕνα καθαρισμὸ ἀπὸ τὸν ρύπο καὶ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας. Καὶ ἄλλοι πάλι αἰσθάνονται σὰν νὰ ἐφωτίσθηκαν μὲ φῶς καὶ σὰν νὰ ἐφόρεσαν τὴν διπλοΐδα τῆς ταπεινώσεως καὶ τῆς ἀγαλλιάσεως. Ὅσοι ἐξέρχονται ἀπὸ τὴν προσευχή τους χωρὶς νὰ αἰσθάνονται καμμία ἀπὸ τὶς δυὸ αὐτὲς ἐνέργειες, αὐτοὶ προσεύχονται ὄχι πνευματικά, ἀλλὰ σωματικά, γιὰ νὰ μὴν εἰπῶ ἰουδαϊκά. Διότι, ἐὰν ἕνα ἀνθρώπινο σῶμα ποὺ ἐγγίζει σὲ ἄλλο ὑφίσταται κάποια ἐπίδρασι καὶ ἀλλοίωσι, πῶς δὲν θὰ δοκιμάση ἐπίδρασι καὶ ἀλλοίωσι ἐκεῖνος ποὺ μὲ καθαρὰ χέρια ἐγγίζει (διὰ τῆς προσευχῆς καὶ τῆς θεωρίας) τὸ «σῶμα» τοῦ Θεοῦ;

53. Ὁ πανάγαθος Βασιλεύς μας, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ὁ ἐπίγειος βασιλεύς, προσφέρει τὰ δῶρα του στοὺς στρατιῶτες του ἄλλοτε ὁ ἴδιος, ἄλλοτε μὲ ἕναν φίλο του, ἄλλοτε μὲ ἕνα ὑπηρέτη του καὶ ἄλλοτε μὲ ἄγνωστο τρόπο. Ἀλλὰ καὶ ἀνάλογα μὲ τὸν χιτώνα τῆς ταπεινώσεως ποὺ ὁ καθένας φορεῖ.

54. Στὸν ἐπίγειο βασιλέα εἶναι ἀποκρουστικὸς ἐκεῖνος ποὺ παρίσταται ἐνώπιόν του καὶ ἐν συνεχείᾳ γυρίζει τὸ πρόσωπό του καὶ συζητεῖ μὲ τοὺς ἐχθροὺς τοῦ βασιλέως. Παρόμοια εἶναι ἀποκρουστικὸς στὸν Κύριον αὐτὸς πού, ἐνῷ προσεύχεται, δέχεται ἀκάθαρτους λογισμούς.

55. Ὅταν βλέπης τὸν κύνα νὰ ἔρχεται (γιὰ νὰ σὲ ἀποσπάση μὲ κάποια πρόφασι ἀπὸ τὴν προσευχή), κυνήγα τον μὲ τὸ ὅπλο. Καὶ κάθε φορὰ ποὺ γαυγίζει μὲ ἀναίδεια, μὴν ὑποχωρῆς.

56. Νὰ αἰτῆς μὲ δάκρυα καὶ πένθος. Νὰ ζητῆς μὲ ὑπακοή. Νὰ κρούης μὲ μακροθυμία. Διότι «ὁ οὕτως αἰτῶν λαμβάνει, καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει, καὶ τῷ κρούοντι ἀνοιγήσεται» (Λουκ. ια´ 10). Πρόσεξε μήπως προσευχηθῆς χωρὶς τὴν ἀπαιτούμενη προσοχὴ γιὰ κάποια γυναίκα, καὶ σὲ κλέψῃ ἐκ δεξιῶν ὁ διάβολος.

57. (Ὅταν προσεύχεσαι), μὴ θέλης νὰ ἐξομολογῆσαι τὶς σαρκικὲς ἁμαρτίες σου λεπτομερῶς καὶ ὅπως ἀκριβῶς ἔγιναν, γιὰ νὰ μὴ γίνης σὺ ὁ ἴδιος ἐπίβουλος καὶ ἐπικίνδυνος στὸν ἑαυτό σου.

58. Ὁ καιρὸς τῆς προσευχῆς ἂς μὴ γίνη γιὰ σένα ὥρα ποὺ θὰ σκεφθῆς σπουδαῖα καὶ ἀναγκαῖα θέματα, ἔστω καὶ πνευματικά. Διαφορετικὰ ἄφησες καὶ σοῦ ἔκλεψαν τὸ πολυτιμότερο.

59. Ὅποιος κρατᾶ στὰ χέρια του τὸ ραβδὶ τῆς προσευχῆς, δὲ πρόκειται νὰ σκοντάψη. Ἀλλὰ καὶ ἂν ἀκόμη σκοντάψῃ, δὲ θὰ πέση ἐντελῶς. Διότι ἡ προσευχὴ εἶναι ἕνας εὐσεβῆς τύραννος τοῦ Θεοῦ. Τὴν ὠφέλεια ἐκ τῆς προσευχῆς μποροῦμε νὰ τὴν καταλάβουμε ἀπὸ τὰ ἐμπόδια ποὺ μᾶς φέρνουν οἱ δαίμονες κατὰ τὶς ὦρες τῶν Ἀκολουθιῶν. Τὸν δὲ καρπὸ τῆς προσευχῆς, ἀπὸ τὴν ἥττα τοῦ ἐχθροῦ, καθὼς τὸ λέγει καὶ ὁ Ψαλμῳδός: «Ἐν τούτῳ ἔγνων ὅτι τεθέληκάς με, ὅτι οὐ μὴ ἐπιχαρῆ ὁ ἐχθρός μου ἐπ᾿ ἐμέ» (Ψαλμ. μ´ 12) τὸν καιρὸ τοῦ πολέμου. Λέγει δὲ ἐπίσης: «Ἐκέκραξα ἐν ὅλῃ καρδίᾳ μου» (πρβλ. Ψαλμ. ριη´ 145), δηλαδὴ καὶ μὲ τὸ στόμα μου καὶ μὲ τὴν ψυχή μου καὶ μὲ τὸ πνεῦμα μου, διότι ὅπου εὑρίσκονται συγκεντρωμένοι οἱ δυὸ τελευταῖοι, (ἡ ψυχὴ καὶ τὸ πνεῦμα), ἐκεῖ ἀνάμεσά τους εὑρίσκεται καὶ ὁ Θεὸς (πρβλ. Ματθ. ιη´ 20).

60. Οὔτε τὰ σωματικὰ ἰδιώματα, ἀλλὰ οὔτε καὶ τὰ πνευματικὰ εἶναι σὲ ὅλους ὅμοια. Καὶ γι᾿ αὐτὸ σὲ ἄλλους φαίνεται πιὸ κατάλληλος ἡ σύντομος ψαλμῳδία καὶ σὲ ἄλλους ἡ μακροτέρα. Καὶ οἱ πρῶτοι ἰσχυρίζονται ὅτι πολεμοῦν ἔτσι τὴν αἰχμαλωσία τοῦ νοῦ τους, ἐνῷ οἱ δεύτεροι τὴν ἀμάθειά τους.

61. Ἐὰν ἀδιάκοπα προσεύχεσαι στὸν Βασιλέα κατὰ τῶν ἐχθρῶν σου, ὁσάκις ἔρχωνται νὰ σὲ πειράξουν, ἔχε θάρρος καὶ δὲν πρόκειται νὰ κοπιάσης πολύ. Διότι αὐτοὶ οἱ ἴδιοι θὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ κοντά σου σύντομα, ἐπειδὴ δὲν θέλουν οἱ ἀνόσιοι νὰ σὲ βλέπουν νὰ στεφανώνεσαι πολεμώντας ἐναντίον τους μὲ τὴν προσευχή. Ἐπὶ πλέον, θὰ φύγουν καὶ ἐπειδὴ τοὺς μαστιγώνει ἡ προσευχὴ σὰν φωτιά.

62. Δεῖξε ὅλη τὴν ἀνδρεία σου καὶ τὴν προθυμία σου (ὅταν προσεύχεσαι), καὶ θὰ ἔχης τὸν ἴδιον τὸν Θεὸν διδάσκαλο στὴν προσευχή σου.

63. Δὲν μποροῦμε νὰ διδαχθοῦμε τὸ πῶς νὰ βλέπωμε, διότι ἐκ φύσεως τὸ γνωρίζομε μόνοι μας. Παρόμοια δὲν μποροῦμε νὰ γνωρίσωμε μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ ἄλλου τὸ κάλλος τῆς προσευχῆς. Διότι ἡ προσευχὴ ἔχει ὡς διδάσκαλό της τὸν Θεόν, «τὸν διδάσκοντα ἄνθρωπον γνῶσιν, καὶ διδόντα εὐχὴν τῷ εὐχομένῳ καὶ εὐλογοῦντα ἔτη δικαίων» (Ψαλμ. Ϟγ´ 10 - Α´ Βασ. β´ 9).

μήν.

----------

1. Ἡ ἔκφρασις «συνουσία καὶ ἕνωσις τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεόν», δηλώνει ὅτι διὰ τῆς προσευχῆς ἐπιτυγχάνεται πραγματικὴ θεοκοινωνία, μέθεξις τοῦ θείου. Ὁ Θεὸς βέβαια εἶναι ἀμέθεκτος, ἀκοινώνητος, ἀναφὴς ὡς πρὸς τὴν ἄκτιστη φύσι Του, πλὴν ὅμως εἶναι μεθεκτός, κοινωνητός, ἀπτὸς ὡς πρὸς τὶς ἄκτιστες ἐνέργειές Του, ὡς πρὸς τὴν ἄκτιστη χάρι καὶ δόξα Του.

2. Ὁ νοῦς, ὅταν κυβερνᾶ καλῶς τὴν καρδία καὶ τὴν προστατεύη ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς, ἐπιτελεῖ χρέη ἄρχοντος (βασιλικὸν ἦθος). Καὶ ὅταν διὰ τῆς προσευχῆς προσφέρη στὸν Χριστὸν καθαρὰ καὶ ἅγια καρδιακὰ κινήματα καὶ νοήματα, ἐπιτελεῖ χρέη ἀρχιερέως, ὁ δὲ ἄνθρωπος μεταβάλλεται σὲ ἔμψυχο θυσιαστήριο (ἱερατικὸν ἦθος). Ἐδῶ πίσω ἀπὸ τὴν βραχυλογία τῆς Κλίμακος κρύπτεται μέγα βάθος καὶ πλάτος θείων ἐννοιῶν καὶ μυστικῶν καταστάσεων -«φρέαρ βαθύ!».

3. Πρόκειται, ὅπως σημειώνουν καὶ οἱ σχολιασταί, γιὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο.

Δείτε σχετικά: ΕΔΩ

Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2022

ΙΓ' ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΛΟΥΚΑ 2022 (Ομιλία π.Ευθυμίου Μπαρδάκα)

 

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

IMG 5740

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀναφέρεται στὸν πλούσιο νέο, ὁ ὁποῖος πλησίασε τὸν Χριστὸ ρωτῶντάς Τον: «Κύριε, τί νὰ κάνω γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή;». Ἡ ἀπάντηση ἦταν σαφής: «Γνωρίζεις τὶς ἐντολές. Φρόντισε νὰ τὶς κάνεις πράξη στὴ ζωή σου». Ὡστόσο, ὁ νέος δὲν εὐχαριστήθηκε ἀπὸ τὴν ἀπάντηση, λέγοντας ὅτι τὶς ἐντολὲς τὶς ἐφαρμόζει ἀπὸ μικρὸ παιδί. Παρὰ ταῦτα, αἰσθανόταν κενὸ στὴν ψυχή του. Τὸ κενὸ αὐτὸ θέλησε ὁ Κύριος νὰ τὸ γεμίσει, προτρέποντάς τον: «Πώλησε ὅλα σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ μοίρασέ τα στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀκολούθησέ με». Λυπήθηκε, τότε, ὁ νέος, διότι ἦταν πολὺ πλούσιος, καὶ ἔκανε πίσω. Τὰ πλούτη εἶχαν ἀρπάξει ἀπὸ αὐτὸν τὸ πολυτιμότερο ὅλων τῶν ἀγαθῶν, τὴν ἐλευθερία. Γιὰ αὐτὸ ὁ Κύριος, ἡ πηγὴ τῆς σοφίας εἶπε ὅτι «εὐκολώτερα τὸ χοντρὸ καραβόσκοινο θὰ διέλθει ἀπὸ τὴν τρύπα τῆς βελόνας, παρὰ ὁ πλούσιος θὰ εἰσέλθει στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν».

             εὐαγγελικὴ αὐτὴ ἱστορία εἶχε προηγηθεῖ ἀπὸ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ματθαῖο τὴν δωδεκὰτη Κυριακὴ μετὰ τὴν Πεντηκοστή. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, δὲν θὰ κάνω ἐκτενῆ ἀναφορὰ σὲ αὐτό, ἀλλὰ βάσει αὐτοῦ θὰ ἐκφράσω ὁρισμένους προβληματισμούς. 

            Εἴδαμε ὅτι ὁ πλούσιος νέος ἀκολουθοῦσε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ ἀπὸ πολὺ μικρός. Ἐντούτοις, ἔμεινε ἔξω ἀπὸ τὴν χορεία τῶν Μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ. Τὸ περιστατικὸ θυμίζει τὸ λεγόμενο ἀπὸ τὸν Χριστὸ ὅτι στὴν Δευτέρα Παρουσία πολλοὶ θὰ Τοῦ ποῦν: «Κύριε, ἐπικαλούμενοι τὸ ὄνομά σου δὲν προφητεύσαμε, δὲν βγάλαμε δαιμόνια, δὲν κάναμε σημεῖα πολλά;». Ἐκεῖνος, ὅμως, θὰ τοὺς ἀπαντήσει: «Ποτὲ δὲν σᾶς γνώρισα. Φύγετε ἀπὸ κοντά μου οἱ ἐργάτες τῆς ἀνομίας». Τὸ ἀντιλαμβάνεστε, ἀδελφοί μου; Νὰ εἶναι κάποιος ὅλη τὴν ζωή του μέσα στὴν Ἐκκλησία, νὰ κάνει μέχρι  καὶ θαύματα, ἀλλὰ ὅταν βρεθεῖ ἀπέναντι ἀπὸ τὸν Χριστό νὰ ἀκούσει: «Δὲν σὲ γνωρίζω». Γιατί συμβαίνει αὐτό; 

            Διότι πολλὲς φορὲς ἑμεῖς οἱ Χριστιανοί ξεφεύγουμε ἀπὸ τὴν οὐσία τῆς πίστης μας καὶ κολλᾶμε στὸν τύπο. Ὁ πλούσιος νέος ἀποχώρησε ἀπὸ τὸν Κύριο, διότι ὅλη τὴν ζωή του τυπικὰ τηροῦσε τὶς ἐντολές. Τηροῦσε τὶς ἐντολὲς ἐπειδὴ μάλλον αὐτὴ ἦταν ἡ παράδοση τοῦ περιβάλλοντός του καὶ ὄχι ἐξ αἰτίας τῆς ψυχικῆς του ἀνάγκης. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, παρέμενε πνευματικὰ στάσιμος. Ἔβλεπε ὅτι δὲν προοδεύει καὶ αἰσθανόταν ὅτι τοῦ λείπει αὐτὸ τὸ «κάτι» τὸ ὁποῖο θὰ τοῦ προξενοῦσε τὴν ποθητὴ συναισθηματικὴ πληρότητα. Πόσες φορὲς δὲν συμβαίνει κάτι ἀνάλογο μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν; Πηγαίνουμε κάθε Κυριακὴ στὴν Ἐκκλησία, νηστεύουμε στὶς διατεταγμένες νηστεῖες, κάνουμε προσευχή, τηροῦμε καὶ τὶς ἐντολές, ἀλλὰ βλέπουμε ὅτι δὲν ὑπάρχει πρόοδος. Μήπως, στὴν πραγματικότητα, εἴμαστε τυπολάτρες; Αὐτὸ θὰ τὸ διαπιστώσουμε ἄν ἀπαντήσουμε μὲ εἰλικρίνεια στὴν ἑξῆς ἐρώτηση: «Ἐφαρμόζουμε τὸν τύπο ὡς μέσο γιὰ νὰ προσεγγίσουμε τὴν οὐσία, ἤ ὡς σκοπό, γιὰ χάρη τοῦ ὁποίου θυσιάζουμε τὴν οὐσία;». Ἡ οὐσία τοῦ Χριστιανισμοῦ βρίσκεται στὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπο. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη, ὅμως, εἶναι ὁ δύσκολος δρόμος καὶ ἐπειδὴ οἱ περισσότεροι δὲν θέλουν τὰ δύσκολα, ἐπιλέγουν τὸν εὔκολο δρόμο, τὴν τήρηση τοῦ τύπου, νὰ εἶναι, δηλαδή, φαινομενικὰ χριστιανοί. Ὅταν μάλιστα δοῦν κάποιες φορὲς τὸν τύπο νὰ τίθεται στὴν ἄκρη χάρη στὴν λεγόμενη «Οἰκονομία», χάρη στὴν ἀγάπη, τότε σκανδαλίζονται. Ἐκεῖνος ποὺ κοιτάει νὰ σώσει τὴν ψυχή του, βλέπει μόνο τὰ σφάλματά του καὶ δὲν σκανδαλίζεται. 

            Νωρίτερα εἶπα ὅτι οἱ περισσότεροι δὲν θέλουν τὰ δύσκολα. Ἀς μοῦ ἐπιτραπεῖ νὰ ἐστιάσω στὸ ρῆμα «θέλω». Τὸ ρῆμα αὐτὸ χρησιμοποίησε καὶ ὁ Κύριός μας λέγοντας: «ὅστις θέλει ὁπίσω μου ἐλθεῖν…», δηλαδή, ὅποιος θέλει. Δὲν εἶπε: «ὅποιος μπορεῖ», διότι ὅλοι μποροῦμε νὰ Τὸν ἀκολουθήσουμε. Ἡ θέληση κρύβει πολὺ μεγάλη δύναμη καὶ δὲν φοβᾶται τὰ ἐμπόδια. Ὡς Χριστιανοί, τὸ θέλημά μας πρέπει νὰ εἶναι ταυτισμένο μὲ τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἄν τὸ θέλημά μας εἶναι ἀντίθετο μὲ αὐτὸ τοῦ Θεοῦ, τότε πρέπει, ὅπως λέμε στὰ Μοναστήρια, «νὰ κόψουμε τὸ θέλημά μας», νὰ πιέσουμε τὸν ἑαυτό μας νὰ μὴν κάνουμε κάτι ἀντίθετο πρὸς τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ. 

            Τὸ Θεῖο Θέλημα ἐκφράζεται, ἀρχικά, μέσῳ τῆς Ἁγίας Γραφῆς, καὶ ἔπειτα μέσῳ τοῦ διακριτικοῦ καὶ δοκιμασμένου πνευματικοῦ. Στὴν προκειμένη περίπτωση, ὁ πλούσιος νέος πλησίασε τὸν Χριστὸ ὅπως ὅλοι πλησιάζουμε τὸν πνευματικό μας πατέρα. Τοῦ κατέθεσε τοὺς προβληματισμοὺς τῆς ψυχῆς του καὶ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Χριστὸ τὴν λύση στὸ πρόβλημά του. Ὡστόσο, δὲν ἔκανε ὑπακοὴ στὴν προτροπὴ τοῦ Χριστοῦ, διότι τοῦ φάνηκαν δύσκολα τὰ λεγόμενά Του. Ἔτσι καὶ πολλοὶ χριστιανοί, ρωτοῦν τὸν πνευματικό τους, ὁ πνευματικὸς τοὺς συμβουλεύει, ἀλλὰ ἐκεῖνοι δὲν ὑπακούουν, ἀλλὰ παραμένουν στὸ θέλημά τους, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μένουν πνευματικὰ στάσιμοι, εἴτε νὰ παίρνουν καθοδικὴ πορεία. 

            Στὴν Ὀρθοδοξία ἡ ἔννοια τῆς ὑπακοῆς εἶναι βασική. Ὁ κόσμος βλέπει τὴν ὑπακοὴ ὡς ὑποδούλωση, ἀλλὰ ὁ Χριστιανὸς τὴν βλέπει ὡς πηγὴ τῆς ἀληθινῆς ψυχικῆς ἐλευθερίας. Ὁ πλούσιος δὲν θέλησε νὰ ὑπακούσει τὸ κάλεσμα τοῦ Θεοῦ,  διότι ἦταν ὑποδουλωμένος στὰ χρήματά του. Ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ μὴν λέμε πολλά, ἀπὸ τὴν κατάρα ποὺ προξένησε στὸν κόσμο ἡ ἀνυπακοὴ καὶ ἡ κατοπινὴ ἀμετανοησία τῶν Πρωτοπλάστων, μᾶς ἔσωσε ἡ ὑπακοὴ τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν Οὐράνιο Πατέρα. Ἡ μὲν ἀνυπακοὴ ἔφερε θάνατο, καὶ ἡ ὑπακοὴ μᾶς λύτρωσε ἀπὸ τὸν θάνατο. Τόσο μεγάλη ἀρετὴ εἶναι. Ἄν ὁ πλούσιος νέος πίεζε τὸν ἑαυτό του νὰ ὑπακούσει τὸν Χριστό, ἀφενὸς θὰ γέμιζε τὸ κενὸ τῆς ψυχῆς του, ἀφετέρου θὰ γινόταν Ἀπόστολος Χριστοῦ καὶ τὸ ὄνομά του θὰ γραφόταν στὸ βιβλίο τῆς ζωῆς καὶ στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία. Μὲ τὴν ἀνυπακοή του, μὲ τὴν προτίμηση τοῦ θελήματός του τίποτε ἀπὸ αὐτὰ συνέβη. 

            ν κατακλείδι, εὔχομαι ἡ συμπεριφορὰ τοῦ πλουσίου νέου νὰ γίνει γιὰ ἑμᾶς παράδειγμα πρὸς ἀποφυγήν. Ἀφενὸς νὰ τηροῦμε τὰ χριστιανικά μας καθήκοντα μὲ κέντρο τὴν ἀγάπη καὶ μὲ προοπτικὴ νὰ προοδεύουμε συνεχῶς μέχρι νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεό, καὶ ἀφετέρου νὰ προτιμήσουμε τὴν ἐλευθερία ἀπὸ κάθε ἐξάρτηση εἴτε στὰ ὑλικὰ ἀγαθά, εἴτε στὴν ἰδιοτέλεια. 

Καλὴ συνέχεια ἡ νηστεία τῶν Χριστουγέννων!

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2022

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗ;

 

Τί σημαίνει αποτείχιση;

Αποτείχιση είναι η απομάκρυνση (χωρισμός) από κάτι νόθο, επιβλαβές και ξένο προς την υγιή Πίστη της Εκκλησίας. Είναι το τείχος που σηκώνει ο πιστός ώστε να περιφρουρήσει την Ορθόδοξη Πίστη και να προφυλαχθεί ο ίδιος από την πλάνη των αιρετικών παραμένοντας μέσα στην διαχρονική αποστολική Εκκλησία και ταυτόχρονα το μέσο πίεσης που χρησιμοποιεί ώστε να δρομολογηθεί σύνοδος που θα καταδικάσει τους αιρετικούς. Η αποτείχιση επιτελείται δια της διακοπής μνημονεύσεως του αιρετικού επισκόπου (δεν είναι δυνατόν ο αιρετικός επίσκοπος να ορθοτομεί τον λόγο της αληθείας) και της διακοπής κάθε εκκλησιαστικής κοινωνίας και επικοινωνίας μαζί του. Είναι, τέλος, η αποτείχιση η ενδεδειγμένη και υγιής συμπεριφορά του πιστού σε καιρό αιρέσεως ώστε να αποφευχθεί η εγκατάσταση της αίρεσης. Γι αυτόν τον λόγο, όσοι προχώρησαν σε αποτείχιση είναι άξιοι τιμής και επαίνου.  

Πότε επιτρέπεται η αποτείχιση;

Σε περιπτώσεις προσωπικών αμαρτιών των επισκόπων, οι ΙΓ΄, ΙΔ΄και ΙΕ΄Ιεροί Κανόνες απαγορεύουν την απόσχιση δια της διακοπής της μνημονεύσεως προ συνοδικής κρίσης και όσοι προχωρούν σε αποτείχιση θεωρούνται υπεύθυνοι σχίσματος. Επιβάλλεται η αποτείχιση, σε περιπτώσεις αιρετικώς φρονούντων επισκόπων ώστε εκείνος που αιρετικά φρονεί και κηρύττει να αποκόπτεται από το Σώμα του Χριστού, ενώ αυτός που κάνει αποτείχιση να παραμένει ενσωματωμένος δια της αληθινής πίστης στην Εκκλησία. 

Τί σημαίνει κατεγνωσμένη αίρεση;

Κατεγνωσμένη σημαίνει γνωστή αίρεση η οποία έχει καταδικασθεί από Σύνοδο ή από Αγίους της Εκκλησίας. Ο Οικουμενισμός περικλείει αιρέσεις οι οποίες ήδη έχουν καταδικασθεί από Συνόδους και είναι αίρεση κατεγνωσμένη και από τον Άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς. Ο Οικουμενισμός είναι γνωστικισμός,ο οποίος υφίσταται από τον 1ο μ.Χ. αιώνα και έχει καταδικαστεί π.χ. από την 6η Οικουμενική Σύνοδο (καταδίκη Παυλικιανών).Οι Άγιοι Πατέρες που συμμετείχαν στην Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης το 879-880 διακήρυξαν με παρρησία ότι κάθε παρέμβαση στα παραδοθέντα από τις προηγούμενες θεόπνευστες 7 Οικουμενικές Συνόδους καθιστά αίρεση και ύβρη.

Μνημόνευση κατά την Θεία Λειτουργία

Η μνημόνευση του επισκόπου κατά την Θεία Λειτουργία δηλώνει την ταυτότητα πίστεως επισκόπου και λαού, άρα σε καιρό αιρέσεως δηλώνει συμμετοχή στην αίρεση. Δεν είναι δυνατόν να μνημονεύεται εκείνος που είναι εχθρός προς τον Θεό. Δεν είναι δυνατό να ομολογείται δημόσια ότι ο αιρετικός ορθοτομεί τον λόγο της Αληθείας. Οι λαϊκοί, όταν κινδυνεύει η Πίστη, πρέπει να φεύγουν από ιερέα που μνημονεύει αιρετικό επίσκοπο και να αγωνισθούν για την Ορθοδοξία.Κατά τον Άγιο Γενάδιο Σχολάριο, η πνευματική κοινωνία των ομοδόξων και η τέλεια υποταγή στους γνήσιους ποιμένες εκφράζεται με το μνημόσυνο (μνημόνευση).Κατά τον Άγιο Θεόδωρο Στουδίτη, και μόνον η αναφορά ονόματος επισκόπου που δεν έχει ορθόδοξη πίστη, μολύνει τη Θεία Λειτουργία, έστω και αν ο τελών την Θεία Λειτουργία φρονεί ορθά. 

Ποιοί είναι οι ψευδοδιδάσκαλοι;

Ψευδοδιδάσκαλοι κατά της ευσεβείας, ψευδοαπόστολοι και ψευδοπροφήτες, κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, είναι οι αιρετικοί τους οποίους εξέλεξε ο διάβολος ώστε να πολεμηθεί ο παλαιός Νόμος και ο Ευαγγελικός. Γι αυτό, συνεχίζει ο Άγιος, όποιος τους δέχεται, δέχεται τον διάβολο. Ο Κύριος, στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, μας λέει: «προσέχετε από των ψευδοπροφητών οίτινες έρχονται προς υμάς εν ενδύματι προβάτου, ένδοθεν δε εισί λύκοι άρπαγες. από των καρπών αυτών επιγνώσεσθε αυτούς». (κατά Ματθαίον κεφ.ζ' στ 15) 

Τί σημαίνει δημοσία και γυμνή τη κεφαλή;

Δημοσία και γυμνή τη κεφαλή σημαίνει ότι ο επίσκοπος κηρύττει τις αιρετικές του απόψεις δημόσια και απροκάλυπτα, με λόγια και με έργα ώστε να τις διαδώσει και να τις καταστήσει γραμμή της Εκκλησίας χρησιμοποιώντας την θέση του. Επισφράγιση των κακόδοξων λόγων και των έργων ήταν η σύνοδος στην Κρήτη τον Ιούνιο του 2016. Επειδή το σύστημα της Ορθοδοξίας είναι συνοδικό, η προσπάθεια των αιρετικών επικεντρωνόταν στο να «νομιμοποιηθεί» συνοδικά η αίρεση, πράγμα που επιτεύχθηκε με την ψευδοσύνοδο στην Κρήτη. 

ΕΠΙΚΑΙΡΗ ΠΡΟΦΗΤΙΚΗ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ (Άρθρο του Μητροπολίτου Λαρίσης και Πλαταμώνος κ. Κλήμη)

 

Ἐπίκαιρη Προφητικὴ προειδοποίηση

Ὡς γνωστόν, σὲ περιόδους μεγάλων κρίσεων καὶ ἀναστατώσεων στὸν παλαιὸ Ἰσραήλ, ὁ Θεὸς ἔστελνε τοὺς Προφῆτες Του γιὰ νὰ μεταφέρουν τὸ ἅγιο Θέλημά Του. Γιὰ νὰ ὑποδείξουν τὰ λάθη καὶ τὰ πάθη τῶν ἀνθρώπων, ὅσων ἦταν σὲ ὑπεροχικὴ θέση, ὅπως καὶ ὅλου τοῦ λαοῦ καὶ τοῦ κάθε ἑνὸς προσωπικά, προκειμένου νὰ ἐπέλθει διόρθωση καὶ μετάνοια πρὸς ἀποτροπὴν τῶν κακῶν. Διαφορετικά, ἡ ράβδος παιδεύσεως ἐπέπιπτε ἀναπόφευκτα, ὡς ἔσχατο μέσο συνετίσεως καὶ ἐπιστροφῆς. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι διαχρονικὸς καὶ ἔχει καὶ γιὰ μᾶς σήμερα τὴν ἴδια ἀξία, δύναμη, σημασία καὶ βαρύτητα.

            Ὁ Φιλάνθρωπος Κύριος καλεῖ τοὺς πάντες νὰ ἐπιστρέψουν πρὸς Αὐτόν, ἐγκαταλείποντες τὶς λανθασμένες ὁδοὺς τῆς ἀπιστίας, τῆς ἀνομίας καὶ τῆς κάθε εἴδους ἀποστασίας. Δὲν φθάνει νὰ λάβουμε ἱερὲς ἀποφάσεις καὶ νὰ δώσουμε ἱερὲς ὑποσχέσεις. Χρειάζεται ἔμπρακτη ἀπάρνηση τῶν κακῶν, ἀγώνας γιὰ κάθαρση τῆς καρδιᾶς, ὥστε νὰ δεχθεῖ τὴν σπορὰ τῆς θείας δικαιοσύνης καὶ νὰ ἀποδώσει καρποὺς ἀγαθοὺς μετανοίας. Οὐσιαστικὰ ἀπαιτεῖται ἀπάρνηση κάθε εἰδώλου, τὸ ὁποῖο ἔλαβε μέσα μας περίοπτη θέση καὶ ζητεῖ τὴν καθημερινὴ «λατρεία» καὶ «θυσία» μας. Τοῦτο εἶναι κάτι ποὺ ὁ καρδιογνώστης Θεὸς ἀποστρέφεται καὶ ἀναμένει τὴν μετάνοιά μας. Γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσει δὲ σὲ αὐτήν, ὥστε νὰ σωθοῦμε καὶ νὰ μὴν ἀπολεσθοῦμε, παραχωρεῖ τοὺς ποικίλους πειρασμοὺς καὶ τὶς μικρὲς ἤ μεγάλες δοκιμασίες στὴν ζωή μας προσωπικὰ ἤ συλλογικὰ καὶ μάλιστα στὶς ἡμέρες μας παγκόσμια.

            Ἡ γνήσια Μετάνοια συντελεῖ στὴν λύση τῶν δεινῶν καὶ στὴν ἀποτροπὴ τῶν κακῶν. Ἡ πεισματικὴ ἐμμονὴ στὴν ἁμαρτία ἀναφλέγει τὴν «ὀργὴν τοῦ Κυρίου». Ὅσο παραμένουμε ἀμετανόητοι, εἶναι σαφὲς ὅτι συνεργοῦμε στὴν αὔξηση τῆς πικρίας καὶ τῶν δεινῶν τοῦ βίου. Ἡ δὲ συνειδητοποίηση τοῦ κινδύνου ποὺ διατρέχουμε, ἀποτελεῖ τὴν ἀναγκαία παρακίνηση γιὰ ἐπίσπευση τῆς προσπαθείας τοῦ ἁγιασμοῦ μας, ὁ ὁποῖος ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ διὰ τῶν ἁγίων Ἀρετῶν καὶ τῶν θείων Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας.

            Ὅσα φοβερὰ συμβαίνουν στὸν κόσμο σήμερα καὶ πάντοτε, ἀποτελοῦν ἰσχυρὲς προειδοποιήσεις τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ μας. Παραχωρεῖ τὶς συμφορὲς ὥστε νὰ ἀποτελέσουν ἀφορμὴ γιὰ νὰ ἀκούσουμε τὶς προτροπές Του σὲ Μετάνοια, ὅπως κάνει, γιὰ παράδειγμα, μέσῳ τοῦ Ἁγίου Προφήτου Ἱερεμίου: «περιζώσασθε σάκκους καὶ κόπτεσθε καὶ ἀλαλάξατε, διότι οὐκ ἀπεστράφη ὁ θυμὸς Κυρίου ἀφ’ ὑμῶν»! (Ἱερεμ. δ΄ 8).

            Τότε, στὴν περίσταση ἐκείνη, φόβος καὶ πανικὸς κυριαρχοῦσε στοὺς ἄρχοντες, κατάπληξη («ἔκστασις») στοὺς ἱερεῖς, σύγχυση καὶ ἀπορία στοὺς ψευδοπροφῆτες. Καὶ ἔτσι οἱ ἄρχοντες ἀδυνατοῦσαν νὰ σκεφθοῦν καὶ νὰ πράξουν τὸ ὀρθόν, οἱ ἱερεῖς δὲν εἶχαν τὸ σθένος νὰ ἐνθαρρύνουν καὶ νὰ ἐμψυχώσουν τὸν λαό, οἱ δὲ ψευδοπροφῆτες παραπλανοῦσαν τὸν κόσμο μὲ εἰρηνιστικὰ συνθήματα, ἀντὶ νὰ προειδοποιοῦν γιὰ ἐπερχόμενους σοβαροὺς κινδύνους λόγῳ ἀποστασίας. Καὶ ὅποιος τοὺς ἄκουγε μὲ ἐμπιστοσύνη, περιέπιπτε σὲ αὐταπάτη.

            Εἶναι γνωστὸν ὅτι ὁ Θεὸς παραχωρεῖ νὰ κυριαρχήσει «ἐνέργεια πλάνης» (Β΄ Θεσ. β΄ 10-11), ὅταν ὁ λαὸς δὲν δέχεται καὶ δὲν ἀγαπᾶ τὴν ἀλήθεια, προκειμένου νὰ τὴν ἐγκολπωθεῖ γιὰ νὰ σωθεῖ. Τοῦτο δὲ στὰ ἔσχατα χρόνια θὰ κυριαρχήσει σχεδὸν πλήρως.

            Συνεχίζει ὁ Προφήτης νὰ προτρέπει τὸν λαὸ ἐκ μέρους τοῦ Κυρίου: «Ἀπόπλυνε ἀπὸ κακίας τὴν καρδίαν σου, Ἱερουσαλήμ, ἵνα σωθῇς· ἕως πότε ὑπάρχουσιν ἐν σοὶ διαλογισμοὶ πόνων σου;» (Ἱερεμ. δ΄ 14). Πρόκειται γιὰ θεραπευτικὴ προτροπὴ μετανοίας, ἡ ὁποία εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀρχίσει ἀπὸ τὸ ἐσωτερικὸ τῆς καρδιᾶς, καὶ αὐτὸ συμβαίνει μόνον ὅταν ἀπομακρύνονται οἱ ὀλέθριοι καὶ πονηροὶ λογισμοὶ ποὺ προξενοῦν πόνο.

            Εἶναι δὲ μέγα πρόβλημα, ὅταν οἱ ἴδιοι οἱ ἄρχοντες («ἡγούμενοι») ἀποστρέφονται τὸν Θεὸ καὶ παραμένουν ἀσύνετοι καὶ ἄφρονες, ἱκανοὶ μόνον γιὰ τὸ κακὸ καὶ ὄχι γιὰ τὸ καλό: «Οἱ ἡγούμενοι τοῦ λαοῦ μου ἐμὲ οὐκ ἤδεισαν, υἱοὶ ἄφρονές εἰσι καὶ οὐ συνετοί· σοφοὶ τοῦ κακοποιῆσαι, τὸ δὲ καλῶς ποιῆσαι οὐκ ἐπέγνωσαν» (Αὐτόθι, στ. 22).

            Ὅταν οἱ ἄρχοντες ἐκτρέπονται καὶ παραφέρονται, χρησιμοποιοῦντες ἀπαράδεκτες μεθόδους ψεύδους καὶ ἀδικίας, γιὰ τὸ καλὸ δῆθεν τοῦ λαοῦ, τότε μεγάλο μέρος τοῦ ἀποπροσανατολισμένου κόσμου ἀδυνατεῖ νὰ διακρίνει μεταξὺ ἀληθείας καὶ ψεύδους, ἀγαθοῦ καὶ πονηροῦ. Ἔτσι, οἱ πάντες σχεδὸν πλανῶνται μὴ γνωρίζοντες τὸ πραγματικὸ συμφέρον τους. Μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μετατρέπονται σὲ «σοφοὺς τοῦ κακοποιῆσαι», ἐνῶ ἀντιθέτως ἡ θεία ἐντολὴ μᾶς θέλει: «σοφοὺς μὲν εἰς τὸ ἀγαθόν, ἀκεραίους δὲ εἰς τὸ κακόν» (Ρωμ. ιστ΄ 19).

            Ἐν τούτοις, ὅσο κυριαρχεῖ ἡ ἀδικία καὶ ἡ φιληδονία, τόσο βασιλεύει ἡ ἀνομία: «ἵπποι θηλυμανεῖς ἐγενήθησαν, ἕκαστος ἐπὶ τὴν γυναῖκα τοῦ πλησίον αὐτοῦ ἐχρεμέτιζον» (Ἱερεμ. ε΄ 8). Ὅταν ἡ λαγνεία καὶ ἡ ἀσέλγεια καταστήσει τοὺς ἄνδρες σὰν θηλυμανῆ ἄλογα, ποὺ διεκδικοῦν ἀναιδῶς τὴν γυναῖκα τοῦ πλησίον τους, τότε ἐπέρχεται ὄλεθρος. Οἱ μοιχικές, πορνικὲς καὶ διαστροφικὲς ἐπιθυμίες εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴν καταλήξουν σὲ πλήρη καταστροφή. Καὶ ἐπίσης, ὅταν κυριαρχεῖ ὁ δόλος, ἡ μανία τοῦ κέρδους καὶ τῆς καλοπέρασης, ὅπως καὶ ἡ καταδυνάστευση τῶν ἀδυνάτων, τότε οἱ τιμωρίες εἶναι ἀναπόφευκτες (Αὐτόθι, στ. 27-29). Ὅταν κυριαρχοῦν ἀκόμη καὶ στὸν θρησκευτικὸ χῶρο οἱ ψευδοπροφῆτες, τοὺς ὁποίους ἐπικροτεῖ τὸ μέγα μέρος κλήρου καὶ λαοῦ, τότε ἐπέρχονται ἀναπόδραστα φοβερὲς συμφορές (στ. 31).

            Ὁ Κύριος, ὡς Πανάγαθος, προτρέπει διὰ τοῦ Προφήτου Αὐτοῦ νὰ γίνει ἐπιμελὴς ἔρευνα στοὺς δρόμους καὶ στὶς πλατεῖες τῆς Ἱερουσαλήμ, μήπως βρεθεῖ ἄνθρωπος νὰ ζεῖ μὲ εὐθύτητα, νὰ ἐφαρμόζει δικαιοσύνη, νὰ ποθεῖ τὴν ἀλήθεια, νὰ εἶναι ἀξιόπιστος καὶ ἔντιμος στὶς σχέσεις καὶ τοὺς λόγους του, νὰ εἶναι ἄνθρωπος πίστεως καὶ ἀρετῆς. Καὶ γιατί τοῦτο; Γιὰ νὰ δείξει τὸ Ἔλεος καὶ τὴν Συμπάθειά Του ἕνεκεν αὐτοῦ ἤ αὐτῶν τῶν ὀλίγων, οἱ ὁποῖοι ὅμως Τὸν ἀναπαύουν πραγματικά: τότε «ἵλεως ἔσομαι αὐτοῖς»! (ε΄ 1).

            Ὅπως καταλαβαίνουμε, ὁ Κύριός μας σὲ κάθε ἐποχή, ὅπως καὶ σήμερα, ἀναζητεῖ δικαίους καὶ εὐσεβεῖς, ἔστω καὶ ἐλαχίστους, γιὰ νὰ ἐλεήσει τοὺς πολλοὺς καὶ γιὰ νὰ μακροθυμήσει ἔτι περισσότερο. Μόνον ἔτσι θὰ ἑλκυσθεῖ καὶ πάλι ἡ θεία εὐλογία καὶ θὰ παρέλθει ἡ δικαία θεία ὀργή!

            Ἀπαιτεῖται ἀπὸ ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς στερεὴ πίστη καὶ διατήρηση πάσῃ θυσίᾳ τῆς ὁμολογίας μας, ὥστε νὰ προστρέξουμε «μετὰ παρρησίας» στὸν θρόνο τῆς Χάριτος, γιὰ νὰ λάβουμε ἔλεος καὶ νὰ βροῦμε χάρη τώρα ποὺ ἔχουμε μέγιστη ἀνάγκη γιὰ βοήθεια παρὰ τοῦ Μεγάλου Ἀρχιερέως μας Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ! (Ἑβρ. δ΄ 14-16).

            Εἴθε νὰ ἀναδειχθοῦμε ἀληθινὸς λαός Του, νέος Ἰσραήλ, ὅσοι ἐνωτιζόμαστε ὅλα ὅσα συμβαίνουν -μέσα στὴν ὀρθή τους διάσταση καὶ σημασία, προσπαθοῦντες ἐν μετανοίᾳ νὰ τηρήσουμε τὴν πίστη ἀσάλευτη καὶ τὸν βίο ἀκατηγόρητο, ὥστε νὰ ἀποτραπεῖ ἡ περαιτέρω δικαία «ὀργὴ» τοῦ Κυρίου γιὰ τὴν ἀποστασία τῶν ἀνθρώπων, καὶ νὰ βροῦμε ἔλεος καὶ βοήθεια στὰ δεινὰ ποὺ ἐπέπεσαν μὲ σφοδρότητα ἐφ’ ὅλου τοῦ κόσμου!

+Ὁ Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος ΚΛΗΜΗΣ

Νοέμβριος 2022

Πηγή

Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2022

"ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ"


Και αυτό γίνεται φανερό από την παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου

47. Η εγκατάλειψη των αγωνιστών από το Θεό συνήθως γίνεται εξαιτίας κενοδοξίας ή κατακρίσεως του πλησίον ή επάρσεως για τις αρετές τους. Όποιο απ' αυτά τα τρία πλησιάσει και κυριαρχήσει στις ψυχές των αγωνιζομένων, προξενεί την εγκατάλειψη του Θεού. Και δε θα διαφύγουν τη δίκαιη καταδίκη για τις πτώσεις αυτές, μέχρις ότου διώξουν την αιτία της εγκαταλείψεως και καταφύγουν στο ύψος της ταπεινοφροσύνης. 48. Ακαθαρσία της καρδιάς και σπίλωση της ψυχής δεν είναι μόνο η παρουσία εμπαθών νοημάτων, αλλά και το να υπερηφανεύεται κανείς για το πλήθος των κατορθωμάτων του και να φουσκώνει για τις αρετές του και να έχει μεγάλη ιδέα πως απέκτησε σοφία και γνώση Θεού και να μέμφεται όσους αδελφούς είναι ράθυμοι και αμελείς. Και αυτό γίνεται φανερό από την παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου. 49. Μη νομίζεις ότι θα απαλλαγείς από τα πάθη και ότι θα ξεφύγεις τον μολυσμό των εμπαθών νοημάτων που γεννιούνται από αυτά, εφόσον έχεις φρόνημα αγέρωχο και φουσκωμένο για τις αρετές σου. Δεν πρόκειται να αποκτήσεις αγαθούς λογισμούς ώστε να δεις την αυλή της ειρήνης, ούτε χρηστότητα και γαλήνη στην καρδιά ώστε να μπεις με χαρά στο ναό της αγάπης, έως ότου έχεις πεποίθηση στον εαυτό σου και στα έργα σου.

Νικήτας ο Στηθάτος (Όσιος)

 

και προσκαλούν πάλι τη ψυχή σε φιλία και οικειότητα μαζί τους

Πάρα πολύ βοηθά το μίσος κατά των δαιμόνων στη σωτηρία μας και είναι κατάλληλο για την εργασία της αρετής. Κι όμως αυτό το μίσος, δεν μπορούμε να το ανατρέφομε και να το αυξάνομε μέσα μας σαν ένα καλό γέννημα, επειδή τα φιλήδονα πονηρά πνεύματα το διασκορπίζουν και προσκαλούν πάλι τη ψυχή σε φιλία και οικειότητα μαζί τους. Αλλά αυτή τη φιλία ή μάλλον τη δυσκολοθεράπευτη γάγγραινα, ο Γιατρός των ψυχών τη θεραπεύει με την εγκατάλειψη. επιτρέπει να πάθομε κάτι φοβερό από αυτούς νύχτα και ημέρα. Και έπειτα η ψυχή ξαναγυρίζει στο αρχικό μίσος κατά των δαιμόνων, μαθαίνοντας να λέει προς τον Κύριο όπως ο Δαβίδ: «Τους μισούσα με μίσος τέλειο, έγιναν εχθροί μου»(22). Γιατί μισεί με τέλειο μίσος τους δαίμονες, εκείνος ο οποίος μήτε με πράξη μήτε με τη διάνοια αμαρτάνει, και αυτό είναι αλάνθαστο γνώρισμα της μέγιστης και πρώτου βαθμού απάθειας.

Ευάγριος ο Ποντικός

 

μη σου φανεί ανεξήγητο και παράδοξο

53. Αν έπεσες από εγκατάλειψη του Θεού σε πτώση σαρκική ή της γλώσσας ή του λογισμού, παρόλο που περνούσες ζωή επίπονη και τραχύτατη, μη σου φανεί ανεξήγητο και παράδοξο. Γιατί η πτώση είναι δική σου και οφείλεται σε σένα. Αν δηλαδή εσύ πρώτα δε σχημάτιζες —όπως δεν έπρεπε— κάποια κούφια και μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου, ή δεν υπερηφανευόσουν από αλαζονικό φρόνημα σε βάρος άλλου, ή δεν έκρινες κάποιον για την ανθρώπινη αδυναμία του, δεν θα σε εγκατέλειπε με δίκαιη απόφαση ο Θεός, και δε θα μάθαινες έτσι την αδυναμία σου. Την έμαθες λοιπόν, για να μάθεις έτσι να μην κρίνεις, να μην έχεις φρόνημα υψηλότερο απ' ό,τι πρέπει να έχεις και να μην υπερηφανεύεσαι κατά των άλλων.

 Νικήτας ο Στηθάτος (Όσιος)

 

Νήψη είναι μια μόνιμη σταθεροποίηση του λογισμού και στάση του στην πύλη της καρδιάς

Νήψη είναι μια μόνιμη σταθεροποίηση του λογισμού και στάση του στην πύλη της καρδιάς. βλέπει και ακούει τους κλέφτες λογισμούς να έρχονται, δηλαδή τι λένε και τι κάνουν οι ανθρωποκτόνοι δαίμονες. Και ποια είναι η μορφή που χάραξαν και όρθωσαν οι δαίμονες και η οποία προσπαθεί με τη φαντασία να εξαπατήσει το νου. Αυτά λοιπόν αν μας απασχολούν φιλόπονα, μας φανερώνουν, αν θέλομε, με εξαιρετική πληρότητα την πείρα του νοητού πολέμου. 7. Τη νήψη τη γεννά ο διπλός φόβος: τόσο οι εγκαταλείψεις από το Θεό, όσο και οι πειρασμοί που έρχονται για παιδαγωγία. Και είναι αυτή μια συνεχής παρουσία της προσοχής μέσα στην ηγεμονική δύναμη (το νου) του ανθρώπου που προσπαθεί να φράξει την πηγή των κακών λογισμών και έργων. Γι’ αυτό έρχονται και οι εγκαταλείψεις και οι αναπάντεχοι εκ μέρους του Θεού πειρασμοί προς διόρθωση του βίου μας. Και μάλιστα σ’ εκείνους που γεύθηκαν την ανάπαυση που δίνει το αγαθό της νήψεως και κατόπιν πέφτουν στην αμέλεια. Η νήψη που τηρείται συνεχώς γεννά τη συνήθεια. Η συνήθεια προκαλεί κάποια φυσική πυκνότητα στη νήψη. Κι αυτή γεννά ήρεμη θεωρία του νοητού πολέμου με τα χαρακτηριστικά του. τη διαδέχεται επίμονη ευχή του Ιησού και έπειτα γλυκιά ηρεμία του νου χωρίς φαντασίες και μια κατάσταση ενώσεως με τον Ιησού.

Ησύχιος ο Πρεσβύτερος (Άγιος)

 

Στο νου που υψηλοφρονεί, δίκαια επέρχεται οργή

16. Στο νου που υψηλοφρονεί, δίκαια επέρχεται οργή, δηλαδή εγκατάλειψη, όπως ειπώθηκε· παραχώρηση δηλαδή να ενοχλείται από τους δαίμονες κατά τη θεωρία, για να συναισθανθεί την φυσική ασθένειά του και να γνωρίσει καλά τη θεία δύναμη και χάρη που τον σκεπάζει και κατορθώνει κάθε αγαθό, και τέλος να ταπεινωθεί και να απομακρύνει εντελώς το αλλόκοτο και παρά φύση υπερήφανο φρόνημα, ώστε να μην επέλθει σ' αυτόν η άλλη οργή, η αφαίρεση δηλαδή των χαρισμάτων που του δόθηκαν, αφού θα έχει ταπεινωθεί και θα έχει έρθει σε συναίσθηση Εκείνου που χορηγεί τα καλά. 17. Εκείνος που με το πρώτο είδος της οργής, δηλαδή της εγκαταλείψεως, δε σωφρονίστηκε, ώστε να έρθει σε ταπείνωση, θεωρώντας την δάσκαλο της θεογνωσίας, αυτός δέχεται το δεύτερο είδος της οργής, η οποία του αφαιρεί την ενέργεια των χαρισμάτων και τον αφήνει έρημο από τη δύναμη που τον φρουρούσε πρωτύτερα. Γιατί λέει ο Θεός για τον αχάριστο Ισραήλ: «Θα αφαιρέσω το περίφραγμά του και θα παραδοθεί στη διαρπαγή, θα χαλάσω τον τοίχο του και θα καταπατηθεί· θα εγκαταλείψω το αμπέλι μου και δε θα κλαδευτεί ούτε θα σκαφτεί· θα μείνει χέρσο και θα γεμίσει αγκάθια και θα δώσω διαταγή στα σύννεφα να μη βρέξουν πάνω του»(Ησ. 5, 5-6).

Μάξιμος ο Ομολογητής

 

ώσπου να εννοήσει την αδυναμία του

81. Εκείνος που έδωσε θεληματικά τον εαυτό του στους κόπους των αρετών και βαδίζει με θέρμη το δρόμο της ασκήσεως, αξιώνεται να λάβει μεγάλες δωρεές από το Θεό. Προχωρώντας προς το μέσο της τελειότητας, έρχεται σε θεϊκές αποκαλύψεις και οπτασίες και γίνεται όλος τόσο φωτοειδής και σοφός, όσο επιτείνεται ο κάματος των αγώνων του. Όσο πάλι ανεβαίνει προς το ύψος της θεωρίας, τόσο σηκώνει εναντίον του πιο πολύ το φθόνο των ολεθρίων δαιμόνων γιατί αυτοί δεν υποφέρουν να βλέπουν άνθρωπο να μεταβάλλεται σε αγγελική φύση, γι' αυτό και ακονίζουν στα κρυφά εναντίον του το οξύ βέλος της οιήσεως. Αν λοιπόν καταλάβει την πανουργία και καταφύγει στο οχυρό της ταπεινώσεως, κατηγορώντας τον εαυτό του, ξεφεύγει τον όλεθρο της υπερηφάνειας και εισάγεται στα λιμάνια της σωτηρίας. Διαφορετικά, εγκαταλείπεται από το Θεό και παραδίνεται σε πνεύματα που τον ζητούν για να παιδευθεί ακούσια, αφού δεν προτίμησε τη θεληματική παίδευση. Αυτά τα πνεύματα είναι φιλήδονα και φιλόσαρκα, πονηρά και θυμώδη, και τον ταπεινώνουν με τις σφοδρές επιθέσεις τους, ώσπου να εννοήσει την αδυναμία του· και αφού θρηνήσει και απαλλαγεί από την παίδευση, θα λέει όπως ο Δαβίδ: «Μου έκανε πολύ καλό που με ταπείνωσες, για να μάθω το θέλημά Σου»(Ψαλμ. 118, 71). 

 Νικήτας ο Στηθάτος (Όσιος)