A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Κυριακή 19 Ιουνίου 2022

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ 2022 (τοῦ Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)


IMG 5740

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

   Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, στολισμένη καὶ ἀγαλλομένη, τιμᾶ τὴν σύναξη πάντων τῶν ἀληθινῶν της τέκνων, ὅλων ὅσοι τίμησαν καὶ λάτρευσαν τὸν Θεὸ εἰλικρινά, ἐπωνύμων, ἀνωνύμων, Ἀποστόλων, Προφητῶν, Ἱεραρχῶν, Μαρτύρων, Ὁσίων καὶ Δικαίων. Μία ἑβδομάδα μετὰ τὴν ἵδρυση τῆς ἐπὶ γῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, τιμοῦμε ὅλους ἐκείνους ποὺ συγκροτοῦν τὴν οὐράνια Ἐκκλησία, τοὺς Ἁγίους μας.

   Οἱ Ἅγιοι Πάντες ἀποτελοῦν τὰ καθημερινά μας στηρίγματα. Μὲ τὴν πρεσβεία τους κρατιόμαστε στὸ ὕψος τῶν περιστάσεων, παρὰ τὰ προβλήματα τῆς καθημερινότητας. Ἀποτελοῦν τοὺς ἀληθινούς μας φίλους, οἱ ὁποῖοι εἶναι πάντα πρόθυμοι νὰ μᾶς συμπαρασταθοῦν στὶς δυσκολίες, πάντοτε θὰ μᾶς συμβουλεύσουν γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας καὶ ποτὲ δὲν θὰ μᾶς προδώσουν. Τέλος, ἀποτελοῦν τοὺς λαμπροὺς ὁδοδεῖκτες μας. Αὐτοὺς τιμοῦμε σήμερα. 

   Βεβαίως, ἡ ἀληθινὴ τιμὴ τῶν Ἁγίων δὲν περιορίζεται στὸ σήμερα, στὶς ψαλμωδίες καὶ στὶς γιορτινὲς τράπεζες. «Τιμὴ Μάρτυρος, μίμησις Μάρτυρος» καὶ κατ’ ἐπέκτασιν τοῦ κάθε Ἁγίου, μᾶς διδάσκει ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος. Τὸ γεγονὸς ὅτι ἔχουμε τοὺς Ἁγίους, τοὺς ὁποίους μποροῦμε νὰ μιμηθοῦμε γιὰ νὰ γίνουμε Ἅγιοι, πρέπει νὰ τὸ θεωροῦμε μεγάλη εὐλογία, διότι ἄν εἴχαμε μόνο τὸν Δεσπότη Χριστὸ νὰ μιμηθοῦμε, πολλοὶ θὰ προφασίζονταν ὅτι Ἐκεῖνος εἶναι Θεός, ἐνῶ ἑμεῖς χοϊκοὶ ἄνθρωποι, ἀδύναμοι νὰ ἀνταποκριθοῦμε στοὺς νόμους ποὺ χάραξε. Τώρα, ὅμως, δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ πρόφαση, διότι καὶ οἱ Ἅγιοι χοϊκοὶ ἄνθρωποι ἦταν καὶ ὅμως κατάφεραν μὲ τὸ χοϊκό τους σῶμα νὰ κατακτήσουν τὸν Οὐρανό. Πώς κατάφεραν αὐτὸ τὸν ὑψηλὸ στόχο καὶ πώς διακρίθηκαν ἀπὸ τοὺς ὑπολοίπους ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς τους κερδίζοντας τὸν χαρακτηρισμὸ «Ἅγιοι»;

   ρχικά, πρέπει νὰ γνωρίζουμε ὅτι Ἅγιοι γίναμε ὅλοι ὅσοι βαπτισθήκαμε στὸ Ὅνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Ὑιοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δυστυχῶς, ὅμως, τὴν Ἁγιότητα τὴν χάνουμε στὴν πορεία τῆς ζωῆς μας μὲ τὶς ἁμαρτίες μας. Αὐτό, λοιπόν, ποὺ κατάφεραν οἱ Ἅγιοι εἶναι νὰ διατηρήσουν τὴν Ἁγιότητα καὶ ἄν ποτὲ συνέβη νὰ μολυνθοῦν ὡς ἄνθρωποι, προσέτρεχαν στὸ δεύτερο Βάπτισμα, στὸ Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως.

   Μετὰ τὸ Βάπτισμα -ποὺ ἀποτελεῖ τὴν πηγὴ τῆς Ἁγιότητας- τὴν θέση παίρνει ἡ ὁμολογία, γιὰ τὴν ὁποία ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα. Μᾶς λέει ὁ Κύριος: ἐκεῖνον ποὺ θὰ μὲ ὁμολογήσει ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων, θὰ τὸν ὁμολογήσω κὶ ἐγὼ μπροστὰ στὸν Οὐράνιο Πατέρα, ἐνῶ ἐκεῖνον ποὺ μὲ ἀρνηθεῖ, θὰ τὸν ἀρνηθῶ κὶ ἐγώ. Ὁ Χριστὸς ζητᾶ ἀπὸ ἑμᾶς τοὺς Χριστιανοὺς νὰ εἴμαστε Χριστιανοὶ ὄχι μόνο στὰ λόγια, ἀλλὰ καὶ στὶς πράξεις. Ὅταν κάνει λόγο γιὰ ὁμολογία δὲν ἐννοεῖ μόνο τὴν ὁμολογία ἐνώπιον τῶν τυράννων. Μποροῦμε νὰ ὁμολογήσουμε τὴν πίστη μας μέσα ἀπὸ καθημερινές, ἀπλὲς πράξεις: συμμετέχοντας στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, προσευχόμενοι στὸ σπίτι μας, διατηρώντας ἄσβεστο τὸ καντήλι στὰ εἰκονίσματα, θυμιάζοντας, κάνοντας τὸν Σταυρό μας ἔξω ἀπὸ τὸν Ναό, ἀρνούμενοι νὰ συμμετάσχουμε σὲ ὅ,τι παραβαίνει τὶς ἀρχές μας. Ὅλα αὐτά, ὅμως, ὄχι γιὰ τὰ μάτια τοῦ κόσμου, ἀλλὰ γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη κρύβεται μέσα στὴν ἀληθινὴ ὁμολογία τὴν ὁποία, δυστυχῶς, πολλοὶ ἔχουν παρερμηνεύσει. Οἱ Ἅγιοι ὁδηγήθηκαν στὴν ὁμολογία ὡς ἀληθινοὶ ἐκφραστὲς τοῦ Εὐαγγελικοῦ Λόγου. Δὲν ἔκαναν ὁμολογία γιὰ νὰ φανοῦν καλύτεροι ἀπὸ τοὺς ὑπολοίπους. Ἡ ὁμολογία εἶναι κάτι τὸ ἱερὸ καὶ δὲν σχετίζεται μὲ τοὺς μωρολογητὲς τῶν ἡμερῶν μας. Αὐτοί, γιὰ τὸ καλὸ τῆς ψυχῆς τους, πρέπει νὰ ἀνατρέξουν στὸν ὅντως ὁμολογητή, Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο, ὁ ὁποῖος λέει: πρῶτα πρέπει νὰ καθαρισθοῦμε πνευματικὰ καὶ ἔπειτα νὰ καθαρίσουμε τοὺς ἄλλους. Ἡ μεγαλύτερη ὁμολογία δὲν εἶναι νὰ μάθουν οἱ πάντες ὅτι εἴμαστε Μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ; Πώς θὰ τὸ μάθουν αὐτό; Τὴν ἀπάντηση μᾶς τὴ δίνει ὁ ἴδιος ὁ Θεός: ὅταν ἔχουμε ἀγάπη ὁ ἕνας μὲ τὸν ἄλλο («ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταὶ ἐστέ, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις»). 

   Στὴ συνέχεια τοῦ Εὐαγγελικοῦ Ἀναγνώσματος ὁ Χριστὸς ἀναφέρει ἄλλο ἕνα χαρακτηριστικὸ τὸ ὁποῖο εἶχαν ὅλοι οἱ Ἅγιοι καὶ καλούμαστε νὰ ἀποκτήσουμε κὶ ἑμεῖς∙ αὐτὸ εἶναι ἡ προθυμία νὰ θυσιάσουμε τὰ πάντα, ἀκόμη καὶ τὸν ἴδιο μας τὸν ἑαυτό, γιὰ τὸν Κύριο, ὁ Ὁποῖος λέει: ἐκεῖνος ποὺ θὰ ἀγαπήσει τὸν πατέρα ἤ τὴν μητέρα του, ἤ ὁτιδήποτε ἄλλο περισσότερο ἀπὸ ὅσο ἀγαπᾶ ἑμένα, δὲν μοῦ εἶναι ἄξιος. Νομίζουμε αὐστηρὰ αὐτὰ τὰ λόγια; Ὅταν, ὅμως, κοιμηθεῖ ὁ πατέρας μας ἤ ἡ μητέρα μας, ἤ χάσουμε τὴν περιουσία μας, στὸν Χριστὸ δὲν προσφεύγουμε γιὰ παρηγοριά; Καὶ αὐτὸ γιατί; Διότι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ μεγαλύτερος Πατέρας μας, ὁ Φίλος μας, ὁ Ἀδελφός μας. Κάθε τι τὸ ὁποῖο θέλουμε εἶναι ὁ Χριστὸς γιὰ ἑμᾶς. Δὲν εἶναι, ἐπομένως, δίκαιο νὰ Τὸν ἀγαπήσουμε περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο; Ἄν, ἀντιθέτως, προσφέρουμε περισσότερη ἀγάπη στὰ οἰκεῖα πρόσωπα, στὴν ἐργασία μας, στὸ σπίτι μας, ἀπὸ ὅτι στὸν Κύριο, δὲν Τοῦ εἴμαστε ἄξιοι καὶ χάνουμε τὴν εὐλογία Του. Ἄν στὴν πραγματικότητα ἀγαποῦμε καὶ θέλουμε τὸ καλὸ τῶν ἀνθρώπων μας, πρέπει νὰ ἐκφράσουμε μεγαλύτερη ἀγάπη στὸν Θεὸ καὶ Ἐκεῖνος θὰ τὰ φέρει ὅλα κατ’ εὐχήν.  

γαπητοὶ ἀδελφοί,

   Οἱ Ἅγιοι Πάντες ἀπέδειξαν ὅτι ὁ δρόμος γιὰ τὴν Ἁγιότητα δὲν εἶναι ἀκατόρθωτος γιὰ ἑμᾶς, τοὺς φθαρτοὺς ἀνθρώπους. Μὲ μεθοδικότητα μποροῦμε νὰ τὸν διαβοῦμε καὶ να φτάσουμε στὸν ὑψηλὸ προορισμό. Βάπτισμα, ὀρθόδοξη ὁμολογία, μὲ θεμέλιο τὴν ἀγάπη, καὶ θυσιαστικὸ πνεῦμα∙ μὲ αὐτὰ θὰ ἐπιτύχουμε τὴν σωτηρία μας.

   λη τὴν περασμένη ἑβδομάδα ψέλναμε ὅτι ὁ Θεός, διὰ τῆς διανομῆς τῶν πυρίνων γλωσσῶν στοὺς Ἀποστόλους, «εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσεν». Οἱ Ἅγιοι ἀπολαμβάνουν τὴν ἑνότητα στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Καθῆκον ὅλων μας νὰ ἑνωθοῦμε μὲ ἐκείνους, ἀλλὰ καὶ μεταξύ μας ἐν Χριστῷ.

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Πέμπτη 16 Ιουνίου 2022

Ἕνας διάλογος γιὰ τὸ Ἡμερολογιακὸ Ζήτημα

 Νικολάου Μάννη, ἐκπαιδευτικοῦ

Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν
ὑπὸ τὸν Ἅγιο πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομο.

Κατὰ τὴν πενταετία 1947-1952 διεξήχθη ἐντύπως ἀνεπίσημος διάλογος περὶ τοῦ ἡμερολογιακοῦ ζητήματος, μεταξὺ τοῦ Μητροπολίτου Λαρίσης Δωροθέου Κοτταρᾶ (μετέπειτα Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν, +1957)[1], ὡς ἐκπροσώπου τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας, καὶ τῶν Παλαιοημερολογιτῶν Ἀρχιερέων Μητροπολίτου πρ. Φλωρίνης Ἁγίου Χρυσοστόμου Καβουρίδου (+1955)[2] καὶ Ἐπισκόπου Διαυλείας Πολυκάρπου Λιώση (+1996, μετέπειτα Μητροπολίτου Σισανίου & Σιατίστης)[3].

Ἡ ἀρχὴ ἔγινε μὲ τὴν δημοσίευση ἄρθρου τοῦ Λαρίσης Δωροθέου μὲ τίτλο «Ἡ νομοκανονικὴ θέσις τοῦ ἑλληνικοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ ζητήματος», σὲ ἔγκριτο ἐπιστημονικὸ περιοδικὸ τῆς ἐποχῆς[4]. Στὸ ἄρθρο αὐτὸ ὁ συγγραφέας προσπαθεῖ νὰ ἀποδείξει ὅτι τὸ ἡμερολόγιο εἶναι ἀστρονομικὸ καὶ ὄχι δογματικὸ θέμα, ὅτι οἱ κατὰ τῶν Παλαιοημερολογιτῶν κληρικῶν καθαιρέσεις εἶναι ἔγκυροι καὶ ἂν ἐπιμένουν νὰ λειτουργοῦν ὑπόκεινται σὲ ποινικὲς διώξεις γιὰ «ἀντιποίηση ἀρχῆς», πὼς οἱ Παλαιοημερολογῖτες δὲν εἶναι οὔτε αἱρετικοί, οὔτε σχισματικοὶ καὶ ὡς ἐκ τούτου ὑπάγονται στὴν δικαιοδοσία τῆς ἐπισήμου Ἐκκλησίας τὴν ὁποίαν ὀφείλουν νὰ ὑπακοῦν, ὅτι δὲν δικαιοῦνται νὰ ἀποτελέσουν ξεχωριστὴ θρησκευτικὴ κοινότητα γιὰ νὰ μὴν ὑπάρχουν δύο Ἐκκλησίες στὴν ἴδια χώρα καί, τέλος, ὅτι τὸ 1924 δὲν υἱοθετήθηκε τὸ Γρηγοριανό, ἀλλὰ ἁπλῶς προστέθηκαν 13 ἡμέρες πρὸς ἐπαναφορὰ τῆς ἡμερομηνίας τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας.

Ἄμεση ἀπάντηση πρὸς τὸν Λαρίσης Δωρόθεο συνέταξε ὁ Ἡγέτης τῶν Παλαιοημερολογιτῶν, Ἅγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος, ἐπίσης ὑψηλῆς θεολογικῆς μορφώσεως[5], μὲ τὸ ἔργο του «Ἀναίρεσις τῆς ἡμερολογιακῆς πραγματείας τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου κ. Δωροθέου Κοτταρᾶ τῆς δημοσιευθείσης εἰς τὸ μηνιαῖον περιοδικὸν “Ἀρχεῖον τοῦ Κανονικοῦ καὶ Ἐκκλησιαστικοῦ Δικαίου”»[6].

Ἀνταπαντῶντας ὁ πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος ἐπισημαίνει ἀρχικὰ πὼς ὄντως τὸ ἡμερολόγιο θὰ ἦταν ἀστρονομικὸ καὶ ὄχι δογματικὸ θέμα μόνο ἂν ἐξεταζόταν ἀπὸ ἀστρονομικὴ καὶ ὄχι ἀπὸ ἐκκλησιαστικὴ σκοπιά. Ἡ Ἐκκλησία ὅμως στὸ παρελθὸν ἀπέκρουσε πολλάκις τὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἐξέταζε τὸ ζήτημα ἀπὸ ἐκκλησιαστικὴ σκοπιὰ καὶ θεώρησε ὅτι θὰ ἐξυπηρετοῦσε σκοποὺς ἀλλότριους τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπως τὴν διατάραξη τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητος, τὸν προσηλυτισμὸ ἐκ μέρους τῶν παπικῶν, τὴν σύγχυση στὸ τυπικό καὶ τὴν ὁμοιομορφία τῶν ἑορτῶν καὶ τῶν νηστειῶν. Ἐν συνεχείᾳ ἀποδεικνύει πὼς ἡ καθαίρεση Παλαιοημερολογίτου κληρικοῦ δὲν ἔχει Κανονικὸ ἔρεισμα, ἀλλὰ καὶ ἂν ὑποτεθεῖ πὼς ἔχει κάποιο κῦρος, παρόλα αὐτὰ δὲν εἶναι τελεσίδικος, διότι μία τέτοια ἀπόφαση πρέπει νὰ διέλθει ὅλα τὰ ἔνδικα στάδια, ἐφεσιβαλλομένη σὲ Μεγάλη Τοπικὴ ἢ καὶ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, λόγῳ τῆς φύσεως τοῦ θέματος, ποὺ δὲν ἀφορᾶ σὲ προσωπικὴ ἢ ἠθικὴ παράβαση, ἀλλὰ σὲ ἐκκλησιαστικὴ διαφωνία. Παράλληλα, ἀποδεικνύει καὶ γιὰ ποιοὺς λόγους ἡ ἄρνηση τῶν Παλαιοημερολογιτῶν κληρικῶν νὰ δεχθοῦν τὴν «καθαίρεσή» τους δὲν συνιστᾶ «ἀντιποίηση ἀρχῆς», ἐνῶ παρατηρεῖ πὼς οἱ πραγματικὰ ἄξιοι καθαιρέσεως εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ «προβαίνουσιν ἐλαφρᾷ τῇ συνειδήσει εἰς μεταρρυθμίσεις ἐκκλησιαστικῶν θεσμῶν πανορθοδόξου κύρους καὶ σημασίας, ἄνευ πανορθοδόξου Συνόδου, εἰς οὐδὲν λογιζόμενοι τὴν διαίρεσιν τῶν Ἐκκλησιῶν καὶ τὸν σκανδαλισμὸν τῶν Ὀρθοδόξων χριστιανῶν»[7]. Συνεχίζοντας εὐχαριστεῖ τὸν Λαρίσης Δωρόθεο ποὺ διαβεβαιώνει πὼς οἱ Παλαιοημερολογῖτες δὲν εἶναι οὔτε αἱρετικοί, οὔτε σχισματικοί, ἀλλὰ ἐξηγεῖ πὼς οἱ τελευταῖοι δὲν εἶναι ὑποχρεωμένοι νὰ ὑπακοῦν στὶς ἀποφάσεις τῆς Διοικούσης Ἱεραρχίας γιὰ νὰ μὴ καταστοῦν μετ᾿ αὐτῆς συνυπεύθυνοι γιὰ τὴν αὐθαίρετη καὶ ἀντικανονικὴ Ἡμερολογιακὴ Καινοτομία! Συμφωνεῖ ἐπίσης μαζί του στὸ ζήτημα τοῦ ἀνεξάλειπτου τῆς Ἱερωσύνης καὶ ὑπερασπίζεται τὸ κῦρος τῶν ὑπὸ τῶν Παλαιοημερολογιτῶν τελουμένων Μυστηρίων. Δὲν λησμονεῖ νὰ θίξει καὶ τὸ θέμα τῆς ἐλευθερίας τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως, στηλιτεύοντας τοὺς μακρόχρονους διωγμοὺς τῶν Παλαιοημερολογιτῶν, ἐνῶ καταρρίπτοντας τὸ ἐπιχείρημα περὶ δύο Ἐκκλησιῶν στὴν ἴδια χώρα προβαίνει σὲ κρυστάλλινη διακήρυξη ἐκκλησιολογικῆς αὐτοσυνειδησίας γράφοντας ὅτι «μέχρι τῆς ἐγκύρου καὶ Κανονικῆς διευθετήσεως τοῦ ἡμερολογιακοῦ ζητήματος, ἐπιδίκου ὄντως ὡς ἔφθην εἰπὼν ἐνώπιον τῆς μελλούσης πανορθοδόξου Συνόδου, δὲν δημιουργεῖται Δευτέρα Ἐκκλησία, ἀλλὰ μία μειοψηφία τῆς Ἐκκλησίας διαφωνοῦσα πρὸς τὴν πλειοψηφίαν τῆς Ἱεραρχίας καὶ συνεχίζουσα τὴν ἱστορίαν τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας ὑπὸ τὴν ἄκρατον ὀρθοδοξίαν λυμανθεῖσαν διὰ τῆς ἡμερολογιακῆς καινοτομίας»[8]. Ἀναφερόμενος τέλος στὸ ἐπιχείρημα ὅτι ἡ Ἱεραρχία δὲν προσέλαβε τὸ Γρηγοριανό, ἀλλὰ διόρθωσε τὸ Ἰουλιανὸ ἡμερολόγιο, ἐπισημαίνει πὼς ὑπάρχει παραδοχὴ ἀπὸ ἐπίσημα χείλη γιὰ τὸ ἀντίθετο (παραπέμπει σὲ δήλωση τοῦ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γρηγορίου Ζ΄). Κλείνοντας διαβεβαιώνει τὸν Λαρίσης Δωρόθεο γιὰ τὰ ἀδελφικὰ αἰσθήματα ἀγάπης καὶ ἐκτιμήσεως πρὸς τὸ πρόσωπό του παραδίδοντας μαθήματα ἤθους καὶ πρότυπο συμπεριφορᾶς γιὰ κάθε διαλεγόμενο.

Ἡ ἐξέλιξη τοῦ ἄτυπου αὐτοῦ διαλόγου συνεχίστηκε καὶ τὸ ἑπόμενο ἔτος (1948), μέσα ἀπὸ τὶς στῆλες τῶν ἀθηναϊκῶν ἐφημερίδων «Ἐμπρὸς» καὶ «Καθημερινή».

Ἡ ἐφημερίδα «Ἐμπρὸς»[9] σὲ ἄρθρο μὲ τίτλο «Ἡ Ἐκκλησία ἐπιδίδει τελεσίγραφον» φιλοξένησε γιὰ τὸ Ἡμερολογικὸ Ζήτημα Συνεντεύξεις Ἀρχιερέων, μεταξὺ τῶν ὁποίων ἦταν ὁ Λαρίσης Δωρόθεος καὶ ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος. Ὁ πρῶτος ἐπανέλαβε γιὰ ἄλλη μία φορὰ ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δὲν προσέλαβε τὸ Γρηγοριανὸ ἡμερολόγιο, ἀλλὰ διόρθωσε τὸ Ἰουλιανό, ὅτι τὸ ἡμερολόγιο δὲν εἶναι δογματικὸ ζήτημα, ὅτι οἱ Παλαιοημερολογῖτες δὲν εἶναι οὔτε αἱρετικοί, οὔτε σχισματικοί (καὶ γι’ αὐτὸ ὀφείλουν νὰ πειθαρχοῦν στὶς ἀποφάσεις τῆς Ἱεραρχίας) καὶ ὅτι ὁ Παλαιοημερολογιτισμὸς εἶναι «αὐτὴ αὕτη ἡ Ὀρθόδοξος Θρησκεία» (!) καὶ ἑπομένως δὲν προστατεύεται συνταγματικὰ ὡς ξεχωριστὴ θρησκεία καὶ ἄρα ἡ Πολιτεία πρέπει νὰ καταστείλει τὴν ἀνταρσία τῶν ἐπαναστατούντων Παλαιοημερολογιτῶν!

Ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης ἀπὸ τὴν ἄλλη τόνισε πὼς ἡ εἰσαγωγὴ τοῦ νέου ἡμερολογίου γιὰ μὲν τὴν Πολιτεία καὶ Κοινωνία ἀποτελεῖ ἀδιάφορο ζήτημα χρόνου, γιὰ δὲ τὴν Ἐκκλησία ὅμως ζήτημα συμφωνίας καὶ ἑνώσεως τῶν Ὀρθοδόξων Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν στὴν Θεία Λατρεία. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ ἀποκρούσει τὸν παπικὸ προσηλυτισμό, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀπέκρουε ἐπὶ αἰῶνες τὸ νέο ἡμερολόγιο. Ἐπιπροσθέτως, ἐπισημαίνει πὼς ἡ ἐξαιτίας τῆς ἡμερολογιακῆς Καινοτομίας διάσπαση τῆς ἑνότητος τῶν Ὀρθοδόξων προσκρούει στὸ 9ο ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως. Πρὸς τοῦτο ἐπικαλεῖται καὶ γνώμη εἰδικῶν Καθηγητῶν (Νομικῶν καὶ Θεολόγων, μεταξύ τῶν ὁποίων καὶ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χρυσόστομου Παπαδόπουλου, ὁ ὁποῖος λίγα χρόνια μετὰ εἰσήγαγε τὸ νέο ἡμερολόγιο γνωσιμαχήσας) ἀναφερόμενη στὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Τέλος ἀποκρούει τὴν κατηγορία ὅτι ἡ ἀριθμοῦσα περὶ τὸ 1.000.000 τότε μερίδα τῶν Παλαιοημερολογιτῶν εἶναι ἐπαναστάτες, ἀλλὰ μᾶλλον στυλοβάτες τῆς Ὀρθοδοξίας.  

Λίγες ἡμέρες μετὰ ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος συνέταξε κείμενο τὸ ὁποῖο ὑπογράφεται ἀπὸ τὴν Σύνοδο τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων (Παλαιοημερολογιτῶν), ἀποτελούμενη τότε ἀπὸ τὸν ἴδιο ὡς Πρόεδρο, τὸν Μεγαρίδος Χριστοφόρο Χατζῆ (+1973, μετέπειτα Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς & Κονίτσης) καὶ τὸν Διαυλείας Πολύκαρπο, ὑπὸ τὸν τίτλο «Κρίσεις ἐπὶ τῶν Συνεντεύξεων τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ τῶν ἐγκρίτων Μητροπολιτῶν Ἰωαννίνων καὶ Λαρίσσης ἀναφορικῶς πρὸς τὸν Παλαιοημερολογιτισμόν», τὸ ὁποῖο δημοσιεύθηκε στὴν ἐφημερίδα «Καθημερινή»[10]. Σὲ αὐτὸ ἀρχικὰ (καὶ μὲ ἀφορμὴ τὴν παραδοχὴ τῶν νεοημερολογιτῶν Ἱεραρχῶν ὅτι τὸ νέο ἡμερολόγιο εἰσήχθη ὑπὸ τὴν πίεση τῆς τότε Κυβερνήσεως) οἱ Παλαιοημερολογῖτες Ἀρχιερεῖς παρατηροῦν πὼς ἡ Ἱεραρχία δὲν ἀπαλλάσσεται τῶν εὐθυνῶν της ἐφόσον ὀφείλει νὰ εἶναι φρουρὸς καὶ θεματοφύλακας τῶν παραδόσεων καὶ νὰ μὴν ὑποκύπτει σὲ καμία κυβερνητικὴ πίεση, γιὰ νὰ μὴ προκαλεῖ μὲ αὐτὴ τὴν στάση σκανδαλισμὸ τοῦ ποιμνίου τῆς Ὀρθοδοξίας[11]. Ἐν συνεχείᾳ ἀπορρίπτουν τὴν σοβαρότητα τοῦ γνωστοῦ ἐπιχειρήματος πὼς ἐφόσον τὸ ἡμερολόγιο δὲν εἶναι Δόγμα ἐπιτρέπεται ἡ ἀλλαγή του καὶ μάλιστα μὲ τέτοιο τρόπο ὥστε νὰ δημιουργεῖται ἀταξία στὴν Ἐκκλησία. Προχωρῶντας ἐπαινοῦν τοὺς Μητροπολῖτες γιὰ τὴν φιλαλήθεια τῆς ὁμολογίας τους ὅτι οἱ Παλαιοημερολογῖτες δὲν εἶναι οὔτε αἱρετικοί, οὔτε σχισματικοί, ἀλλὰ Ὀρθόδοξοι, οἱ ὁποῖοι διέκοψαν τὴν κοινωνία μὲ τοὺς Καινοτόμους «ἵνα μὴ μετέχωσι καὶ οὗτοι τῆς εὐθύνης ἐνώπιον τῆς ὅλης Ἐκκλησίας διὰ τὴν καινοτομίαν ταύτην»· ἑπομένως, δὲν εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ πρέπει νὰ χαρακτηρισθοῦν ὡς ἐπαναστάτες… Τὸ κείμενο ὁλοκληρώνεται μὲ παρατηρήσεις καὶ θερμὴ ἔκκληση γιὰ τὴν ἐπαναφορὰ τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος γιὰ ἐκκλησιαστικούς, ἀλλὰ καὶ ἐθνικοὺς λόγους. Δυστυχῶς, ἡ φωνὴ αὐτὴ δὲν εἰσακούστηκε γιὰ ἀκόμη μία φορά, ἐνῶ μία διετία μετὰ ξεκίνησαν φοβεροὶ διωγμοὶ κατὰ τῶν Παλαιοημερολογιτῶν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν τότε Κυβέρνηση τῶν …Φιλελευθέρων.

Ὁ Λαρίσης Δωρόθεος ἐπανῆλθε στὸ ζήτημα ἔπειτα ἀπὸ τρία χρόνια μὲ τὸ ἄρθρο του «Παρατηρήσεις ἐπὶ τῆς γνωματεύσεως τῶν κ.κ. καθηγητῶν ἐπὶ τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ ζητήματος»[12]. Ἀφορμὴ δόθηκε ἀπὸ τὴν Γνωμάτευση ποὺ δημοσίευσαν οἱ Καθηγητὲς τῆς Νομικῆς Γεώργιος Ράμμος, Χρῆστος Σγουρίτσας καὶ Κωνσταντῖνος Τσάτσος, κατ᾿ ἀνάθεση τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας, στὴν ὁποία ὑπῆρχε ἡ παραδοχὴ ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος υἱοθέτησε τὸ Γρηγοριανὸ ἡμερολόγιο, ἐνῶ ἐκφραζόταν καὶ ἡ θέση ὅτι ἡ καθαίρεση ἐξαλείφει τὴν Ἱερωσύνη καὶ ἑπομένως οἱ Παλαιοημερολογῖτες Κληρικοὶ γιὰ νὰ γίνουν δεκτοὶ στὴν ἐπίσημη Ἐκκλησία πρέπει νὰ ἀναχειροτονηθοῦν. Ὁ Λαρίσης Δωρόθεος ἐπανέλαβε γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ τὴν ἄποψη ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δὲν υἱοθέτησε τὸ Γρηγοριανὸ ἡμερολόγιο, ἐπειδὴ δὲν ἔθιξε τὸ Πάσχα, ἀλλὰ ἁπλῶς διόρθωσε τὸ Ἰουλιανὸ μὲ τὴν ἀπάλειψη δέκα τριῶν ἡμερῶν. Γιὰ τὸ θέμα δὲ τῆς ἀναχειροτονίας μετὰ ἀπὸ καθαίρεση κατακρίνει τὴν ἀθεολόγητη ἄποψη τῶν ὡς ἄνω νομικῶν καὶ ἀποδεικνύει, μὲ ἐπιχειρήματα ἐρειδόμενα στοὺς Ἱεροὺς Κανόνες, ἀλλὰ καὶ στὴν πράξη τῆς Ἐκκλησίας, τὸ ἀνεξάλειπτο τῆς Ἱερωσύνης καὶ ὡς ἐκ τούτου τὸ παράνομο τῆς ἀναχειροτονίας[13].

Μὲ ἀφορμὴ τὸ νέο κείμενο τοῦ Λαρίσης Δωροθέου, οἱ Ἀρχιερεῖς Ἅγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος καὶ Διαυλείας Πολύκαρπος συνέταξαν εἰδικὲς ἀποκρίσεις. Ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος, εὑρισκόμενος τότε στὴν ἐξορία λόγῳ τοῦ ἀγώνα του ὑπὲρ τοῦ παλαιοῦ ἡμερολογίου, συνέγραψε καὶ ἀπέστειλε ἀπαντητικὸ κείμενο μὲ τίτλο «Ἀπάντησις εἰς μίαν διατριβὴν περὶ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης κ. Δωροθέου», καὶ τὸ ὁποῖο ἐκδόθηκε ταυτοχρόνως σὲ Ἀθήνα καὶ Λάρισα[14]. Στὸ ἔργο αὐτὸ ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης, ἀπὸ τὴν μία ἀναιρεῖ, γιὰ ἀκόμη μία φορά, τὰ περὶ δῆθεν ἀσυμφωνίας μεταξὺ Γρηγοριανοῦ καὶ «διορθωμένου Ἰουλιανοῦ»[15], ἀφετέρου ἐγκωμιάζει τὸν Λαρίσης Δωρόθεο γιὰ τὰ ἐπιστημονικά του προσόντα καὶ δηλώνει ἀπολύτως σύμφωνος μὲ τὶς ἀπόψεις του γιὰ τὸ ἀνεξάλειπτο τῆς Ἱερωσύνης καὶ τὴν Κανονικότητα τῶν Παλαιοημερολογιτῶν Κληρικῶν.

Σχετικὰ μὲ τὸ πρῶτο, ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης παρατηρεῖ πὼς ἡ λέξη «διόρθωση» δὲν ἀνταποκρίνεται στὴν πραγματικότητα, διότι καὶ τὰ δύο ἡμερολόγια εἶναι ἐσφαλμένα ἀπὸ ἀστρονομικὴ ἄποψη· ἑπομένως, μὲ τὴν προσθήκη 13 ἡμερῶν δὲν ὑπῆρξε «διόρθωση», ἀλλὰ ἀφομοίωση τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου, ἐφόσον πλέον οἱ ἡμερομηνίες του μὲ ἐκεῖνες τοῦ τάχα «διορθωμένου Ἰουλιανοῦ» ταυτίζονται ἀπόλυτα! Ἐπιπροσθέτως, ἡ χρήση δύο ἡμερολογίων (τοῦ Γρηγοριανοῦ γιὰ τὶς ἀκίνητες, καὶ τοῦ Ἰουλιανοῦ γιὰ τὶς κινητὲς ποὺ ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὸ Πασχάλιο) δημιουργεῖ σοβαρὰ προβλήματα στὸ Τυπικό. Αὐτὸ θὰ ἐξαναγκάσει τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἢ νὰ προσαρμόσει καὶ τὸ Πασχάλιο πρὸς τὸ Γρηγοριανὸ ἡμερολόγιο (προσκρούοντας ἔτσι στοὺς περὶ τοῦ καθορισμοῦ τοῦ Πάσχα Ἱεροὺς Κανόνες) ἢ νὰ ἐπανέλθει στὸ Ἰουλιανό. Ἐπισημαίνει μάλιστα ὅτι τὸ λεγόμενο «Πανορθόδοξο Συνέδριο» τοῦ 1923 προβλέπει καὶ ἀλλαγὴ τοῦ Πασχαλίου, μὲ σαφὴ σκοπὸ τῆς Καινοτομίας ὄχι τὴν διόρθωση τάχα, ἀλλὰ τὴν προσέγγιση τῶν Ὀρθοδόξων μὲ τοὺς ἑτεροδόξους τῆς Δύσεως, ὅπως ὁμολογεῖ ὁ ἴδιος ὁ πρωτεργάτης αὐτῆς (καὶ Πρόεδρος τοῦ δῆθεν «Πανορθοδόξου» Συνεδρίου τοῦ 1923) διαβόητος Μελέτιος Μεταξάκης. Ἄλλωστε, συνεχίζει ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος, ἐὰν ληφθοῦν ὑπόψιν καὶ οἱ γνῶμες πολλῶν ἐπιστημόνων ὅτι τὸ Ἰουλιανὸ ἔχει τελικὰ λιγότερα σφάλματα ἀπὸ τὸ Γρηγοριανό, τότε μᾶλλον ἡ λέξη «διόρθωση» θὰ πρέπει νὰ ἀντικατασταθεῖ μὲ τὴν λέξη «χειροτέρευση»[16]… Σχετικὰ μὲ τὸ δεύτερο μέρος, ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος ἐγκωμιάζει θερμότατα τὸν Λαρίσης Δωρόθεο γράφοντας μεταξὺ ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς: «Πολλὰς ὀφείλομεν χάριτας εἰς τὸν Σεβασμιώτατον Συντάκτην, δόντα, δι᾿ ὅσων λίαν ὀρθῶς καὶ πειστικῶς ἐν τῷ δευτέρῳ μέρει τῆς διατριβῆς Του ἀνέπτυξε, πλῆρες δίκαιον εἰς τοὺς δῆθεν καθῃρημένους Παλαιοημερολογίτας κληρικούς διϊσχυριζομένους ὅτι αἱ χειροτονίαι αὐτῶν καὶ αἱ Μυστηριακαὶ πράξεις κέκτηνται ἀκέραιον τὸ κῦρος αὐτῶν· διότι πηγάζουσιν ὡς ὀρθῶς γράφει ὁ Σεβασμιώτατος, ἐκ τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἱερωσύνης, ὅπερ φέρουσιν οὗτοι ἀκέραιον»[17]. Σημειωτέον δὲ ὅτι τὸ παραπάνω πόνημα ὅ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης τὸ συνέταξε στὶς 10 Δεκεμβρίου 1951 στὸν τόπο τῆς ἐξορίας του, τὴν Μονὴ Ὑψηλοῦ Μυτιλήνης, στὴν ὁποία τὸν ἔστειλε ἡ διωκτικὴ μανία τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας ἐπὶ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Σπυρίδωνος Βλάχου.

Τὴν ἴδια περίοδο καὶ ὁ Διαυλείας Πολύκαρπος συνέταξε ἀπάντηση μὲ τίτλο «Κρίσεις ἐπὶ τῆς πρώτης παρατηρήσεως τῆς γενομένης ὑπὸ τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Λαρίσης κ. Δωροθέου ἐπὶ τῆς γνωματεύσεως τῶν κ.κ. Γ. Ράμμου, Χ. Σγουρίτσα καὶ Κ. Τσάτσου ἐπὶ τοῦ Παλαιοημερολογιτικοῦ ζητήματος»[18]. Σὲ αὐτὴν προβαίνει σὲ διεξοδικότερη ἀναίρεση τῶν ἀπόψεων τοῦ Λαρίσης Δωροθέου, ἂν καὶ διασαφίζει πὼς «δὲν ἐπιδιώκομεν νὰ θέσωμεν ἐν ἀμφιβόλῳ τὸ ἐπιστημονικὸν κῦρος τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἁγίου Λαρίσης, ὅν, διά τε τὸν ἐξαίρετον αὑτοῦ ἐπιστημονικὸν καταρτισμὸν καὶ τὴν ψυχικὴν αὑτοῦ ἁπλότητα καὶ καλοκαγαθίαν, εἰλικρινέστατα ἐκτιμῶμεν»[19]. Ξεκινῶντας τὴν ἐργασία του ὁ Διαυλείας Πολύκαρπος τονίζει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μὲ τὶς Πανορθοδόξους Συνόδους τοῦ ΙΣΤ΄ αἰ. καταδίκασε ὄχι μόνο τὸ ἐκ τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου συνταχθὲν Πασχάλιο, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ καθ᾿ αὐτὸ τὸ Γρηγοριανὸ ἡμερολόγιο· πόσο μᾶλλον ὅταν αὐτὸ χρησιμοποιήθηκε καὶ ὡς μέσο προσηλυτισμοῦ ἀπὸ τὴν Παπικὴ Ἐκκλησία. Σχετικὰ μὲ τὸν ἰσχυρισμὸ ὅτι τὸ Γρηγοριανὸ ἡμερολόγιο εἶναι διαφορετικὸ ἀπὸ τὸ «διορθωμένο Ἰουλιανὸ» ἀφενὸς μὲν παρατηρεῖ πὼς τὰ δύο ἡμερολόγια ταυτίζονται, ἀφετέρου δὲ παραθέτει ἀποσπάσματα ἀπὸ ἐπίσημα ἔγγραφα ποὺ γράφουν ξεκάθαρα γιὰ συνταυτισμὸ πολιτικοῦ (δηλαδὴ τοῦ Γρηγοριανοῦ) καὶ ἐκκλησιαστικοῦ ἡμερολογίου. Καὶ ἔτσι καταλήγει στὸ συμπέρασμα πὼς «τὸ ὑφ᾿ ὑμῶν ὑποστηριζόμενον, ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δὲν εἰσήγαγεν ἐν τῇ Ἱερᾷ Λατρείᾳ αὐτῆς τὸ Γρηγοριανὸν ἡμερολόγιον, ἀλλὰ διόρθωσε τὸ ἐν χρήσει Ἰουλιανόν, ποιήσασα προσθήκην δεκατριῶν ἡμερῶν, τυγχάνει ὅμοιον μὲ τὴν αἰτιολογίαν ἐκείνων, οἵτινες διϊσχυρίζονται, ὅτι τὸ ὄνομα Γιάννης ἤ Γιαννάκις, εἶναι διάφορον τοῦ Ἰωάννου»[20]. Συνεχίζοντας παραθέτει σωρεία ἐκκλησιαστικῶν ἀποφάσεων ἀπὸ τὸ 1583 μέχρι καὶ τὸ 1923 μὲ τὶς ὁποῖες ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀπέκρουσε τὴν ἡμερολογιακὴ μεταρρύθμιση γιὰ πολλοὺς λόγους. Ὁλοκληρώνοντας ἐπισημαίνει πὼς μπορεῖ μὲν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος νὰ μὴ μετέβαλε τὴν ἑορτὴ τοῦ Πάσχα, ὅμως ἀθέτησε τὸν Πασχάλιο Κανόνα δημιουργῶντας «ἀνωμαλίας εἰς τὸ ἑορτολόγιον αὐτῆς καὶ ἰδίᾳ εἰς ἑορτὰς καὶ νηστείας ἐχούσας σχέσιν μὲ τὸ Πασχάλιον, ἐφ᾿ ὅσον ἔχει ἄλλην βάσιν τὸ ἑορτολόγιον καὶ ἄλλη τὸ Πασχάλιον»[21].

Καὶ οἱ δύο Παλαιοημερολογῖτες Ἱεράρχες κλείνουν τὰ κείμενά τους μὲ εὐχὲς καὶ προτροπὴ γιὰ μετάνοια. Λίγο καιρὸ μετὰ ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος ἐπέστρεψε ἀπὸ τὴν ἐξορία καὶ κοιμήθηκε ἀγωνιζόμενος μόνος ἐπὶ τῶν «ἀδαμαντίνων ἐπάλξεων» τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ Διαυλείας Πολύκαρπος προσεχώρησε (γιὰ λόγους ποὺ δὲν εἶναι τοῦ παρόντος καὶ χωρὶς νὰ ἐγκαταλείψει τὶς πεποιθήσεις του) στὴν ἐπίσημη Ἐκκλησία – χωρὶς μάλιστα νὰ ἀναχειροτονηθεῖ -, ἐνῷ ὁ Λαρίσης Δωρόθεος ἔγινε ὁ ἑπόμενος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν, διαδεχόμενος τὸν διώκτη Σπυρίδωνα Βλάχο καὶ ἐγκαινιάζοντας μία νέα περίοδο, πιὸ μετριοπαθῆ πρὸς τὸν Παλαιοημερολογιτισμό, ἡ ὁποία ὅμως ἔμελε νὰ εἶναι βραχύβια λόγῳ τοῦ αἰφνιδίου θανάτου του, μόλις ἕνα χρόνο μετὰ τὴν ἀνάληψη τῶν καθηκόντων του.


[1] Γιὰ τὸ πρόσωπό του βλ. Κωνσταντίνου Μουρτζανοῦ (νῦν Ἀρχιμανδρίτου Ἰγνατίου), Δωρόθεος Κοτταρᾶς. Ὁ ἀπό Λαρίσης, Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν: http://ikee.lib.auth.gr/record/134329/files/GRI-2014-12354.pdf .

[2] Γιὰ τὸ πρόσωπό του βλ. Ἠλία Ἀγγελόπουλου-Διονυσίου Μπατιστάτου, Μητροπολίτης πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος Καβουρίδης-Ἀγωνιστὴς τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τοῦ Ἔθνους, Ἀθῆναι, 1981. Σταύρου Καραμήτσου, Ὁ Σύγχρονος Ὁμολογητὴς τῆς Ὀρθοδοξίας, Ἀθῆναι, 1990. Νικολάου Μάννη, Ὁ τελευταίος Ἕλληνας Μητροπολίτης τῆς Βόρειας Μακεδονίας: https://poimin.gr/o-telefteos-ellinas-mitropolitis-tis-vorias-makedonias

[3] Γιὰ τὸ πρόσωπό του βλ. Διονυσίου Ν. Μ. (Ἀνατολικιώτου), Ὁ Ἀρχιερέας τῆς ἀγάπης, Πειραιάς, 2002.

[4] Ἀρχεῖον Ἐκκλησιαστικοῦ καὶ Κανονικοῦ Δικαίου, Ἔτος Β΄ [1947].

[5] Ὁ μὲν Δωρόθεος ὑπῆρξε ἀπόφοιτος τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν, ὁ δὲ Χρυσόστομος ἀπόφοιτος τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Χάλκης.

[6] Ἀθῆναι, Δεκέμβριος 1947.

[7] Αὐτόθι, σ. 15.

[8] Αὐτ., σ. 25-26.

[9] 19-6-1948.

[10] 27-6-1948.

[11] Πόσο ἐπίκαιρη παρατήρηση!

[12] Ἀρχεῖον Ἐκκλησιαστικοῦ καὶ Κανονικοῦ Δικαίου, Ἔτος ΣΤ΄ [1951].

[13] Ὁ Λαρίσης Δωρόθεος μὲ τὴν κατάθεση τῶν ἀπόψεών του αὐτῶν δικαίωσε τὴν Σύνοδο τῶν Παλαιοημερολογιτῶν ποὺ τὸν Αὔγουστο τοῦ 1948 ἐξέδωσε τὸ κείμενο «Μήνυσις κατὰ τοῦ Μητροπολίτου Χίου Παντελεήμονος Φωστίνη ἐπὶ ἀναχειροτονίᾳ Ἱερέων».

[14] Ὁ τίτλος τῆς ἐν Λαρίσῃ ἐκδόσεως εἶναι ἐλαφρῶς τροποποιημένος ὡς ἑξῆς: «Ἀπάντησις εἰς τὴν διατριβὴν τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσσης κ.κ. Δωροθέου Κοτταρᾶ περὶ τοῦ Παλαιοημερολογιτικοῦ ζητήματος».

[15] Ἄλλωστε τὸ Γρηγοριανὸ ἡμερολόγιο αὐτὸ ἀκριβῶς ἰσχυρίστηκε ὁ εἰσηγητής του ὅτι εἶναι: τὸ Ἰουλιανὸ «διορθωμένο»!

[16] Γιὰ περισσότερες ἀποδείξεις ποὺ δικαιώνουν τὴν θέση τοῦ Ἁγίου πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου βλ. Νικολάου Μάννη, Διορθωμένο Ἰουλιανὸ ἢ Λανθασμένο Γρηγοριανό;

http://krufo-sxoleio.blogspot.com/2012/12/blog-post_9496.html

[17] Ἔκδ. Ἀθηνῶν, σ. 13, ἔκδ. Λαρίσης, σ. 12.

[18] Βόλος, 1952.

[19] Αὐτόθι, σ. 4. Καὶ ὁ Διαυλείας Πολύκαρπος, ὅπως καὶ ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος, παραδίδει μαθήματα ἤθους καὶ εὐγένειας, πολύτιμα γιὰ τοὺς διαδόχους τους, ἀλλὰ καὶ ἐλεγκτικὰ γιὰ τοὺς διῶκτες.

[20] Αὐτ., σ. 8.

[21] Αὐτ., σ. 18.

Τρίτη 14 Ιουνίου 2022

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ (τοῦ Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

IMG 1739 2

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

   «Πάντα χορηγεῖ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον∙ βρύει προφητείας, ἱερέας τελειοῖ, ἀγραμμάτους σοφίαν ἐδίδαξε, ἀλιεῖς θεολόγους ἀνέδειξε». Τὸ διαχρονικὸ αὐτὸ γεγονὸς καὶ Μυστήριο ἀποδεικνύεται σήμερα, Κυριακὴ τῆς Πεντηκοστῆς, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὴν γενέθλιο ἡμέρα τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Σήμερα τὸ Πανάγιον Πνεῦμα μὲ τὴν μορφὴ πυρίνων γλωσσῶν κάθισε ἐπὶ τὰς κεφαλὰς τῶν ἀγραμμάτων καὶ τοὺς ἀνέδειξε πανσόφους, κάθισε ἐπὶ τὰς κεφαλὰς τῶν ψαράδων καὶ τοὺς ἀνέδειξε Ἀποστόλους. 

   Μετὰ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ μας, οἱ Ἀπόστολοι ἔμειναν μόνοι, ὀρφανοὶ ἀπὸ τὸν Διδάσκαλό τους. Τοὺς εἶχε προειδοποιήσει, ὅμως, ὁ Κύριος ὅτι θὰ παρακαλέσει τὸν Πατέρα Του νὰ τοὺς δώσει ἄλλον Παράκλητο, ὥστε νὰ μένει μαζί τους εἰς τοὺς αἰώνας. Πράγματι, ἡ ὑπόσχεση τοῦ Ἀναληφθέντος Χριστοῦ δὲν ἄργησε νὰ ἐκπληρωθεῖ∙ δέκα μόλις ἡμέρες ἀργότερα, κατῆλθε ὁ Παράκλητος, δηλαδὴ ὁ Παρηγορητής, Ἐκεῖνος ποὺ προσφέρει ἐνίσχυση.  Κατέβηκε γιὰ νὰ μὴν μείνουν ποτὲ ξανὰ μόνοι οἱ διαχρονικοὶ Μαθητὲς τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ. Κατέβηκε γιὰ νὰ τοὺς στηρίξει στὸ δύσκολο ἔργο τοῦ εὐαγγελισμοῦ καὶ τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων. 

    Κύριός μας ἐμπιστεύθηκε ὡς συνεχιστὲς Αὐτοῦ πρόσωπα τὰ ὁποῖα δὲν εἶχαν ἰδιαίτερη μόρφωση. Οἱ Μαθητὲς δὲν εἶχαν πτυχία, περγαμηνὲς ἤ διπλώματα. Ἀπλοὶ καὶ ἀγράμματοι ἦταν. Αὐτούς, λοιπόν, ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεὸς νὰ συνεχίσουν τὸ σωτηριολογικὸ ἔργο ὁδηγώντας ψυχὲς ἀνθρώπων στὴ Θέωση. Γιατί; Γιατὶ αὐτούς; Διότι αὐτοὶ εἶχαν κάτι ποὺ πολλοὶ φιλόσοφοι καὶ ἐπιστήμονες ἐκείνης τῆς ἐποχῆς καὶ τῆς κάθε ἐποχῆς δὲν εἶχαν οὔτε ἔχουν∙ αὐτὸ εἶναι ἡ ἀγνὴ καρδιά. Βέβαια, κὶ ἐκεῖνοι ὡς ἄνθρωποι εἶχαν τὶς ἀδυναμίες καὶ ἔκαναν τὰ λάθη τους, ἀλλὰ φρόντιζαν νὰ τὰ προσπερνοῦν καὶ νὰ προχωροῦν μπροστὰ μὲ ἀπόλυτη εἰλικρίνεια ἀπέναντι στὸν Θεό. Ὅλοι ἐκτὸς ἀπὸ ἕναν, τὸν Ἰούδα. Ἐκεῖνος, ἄν καὶ εἶχε πολυάριθμες εὐκαιρίες νὰ προσεγγίσει καρδιακὰ τὸν Χριστό, ὁ Ὁποῖος τὸν τίμησε μὲ τὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα, ἐντούτοις ἐπέλεξε μόνος του νὰ ὁδηγηθεῖ στὴν ἀπώλεια. 

    ἀγώνας τῶν Ἀποστόλων ὑπῆρξε θαυμαστὸς καὶ συγκινητικός. Οἱ ἀπλοϊκοὶ καὶ ἀμόρφωτοι ἄνθρωποι, ἐκεῖνοι ποὺ γιὰ τοὺς μορφωμένους ἦταν εὐκαταφρόνητοι, κατάφεραν νὰ ἀνατρέψουν τὰ δεδομένα τῆς κοσμικῆς λογικῆς. Στοχευμένα ὁ Χριστὸς ἐπέλεξε «τὰ μὴ ὄντα, ἴνα τὰ ὄντα καταργήσῃ». Αὐτὰ τὰ «μὴ ὄντα» σαγήνεψαν καὶ μεταμόρφωσαν τὴν οἰκουμένη, διότι ἔφεραν πάνω τους τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ὅπου ἐπενέβαινε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τὰ πάντα ἄλλαζαν καὶ οἱ νόμοι τῆς φύσεως ὑποχωρούσαν. Ἀσθενεῖς θεραπεύονταν, νεκροὶ ἐγείρονταν, διῶκτες γίνονταν διαπρύσιοι κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου, ἁμαρτωλοὶ μετανοούσαν καὶ ὅσοι παρέμεναν ἀμετανόητοι καὶ ἐμπόδιζαν τὸ ἔργο τῶν Ἀποστόλων, λάμβαναν τὴν ἔνδικον μισθαποδοσίαν ἀπὸ τὸν Δίκαιο Κριτή. Αὐτὰ ὅλα ἰσχύουν καὶ στὶς μέρες μας. Θὰ ἰσχύουν καὶ ἕως τῆς συντελείας. 

   Τὸ ἀποκορύφωμα τῆς δράσης ὅλων τῶν Ἀποστόλων, ἐκτὸς τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, καὶ συνάμα ἡ τρανότερη ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης τους καὶ τῆς ἀφιέρωσής τους στὸν Θεό, ὑπῆρξε τὸ μαρτυρικὸ τέλος τους. Ἄπαντες μαρτύρησαν μὲ προθυμία, διότι εἶδαν τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καὶ πίστεψαν στὴν Ἀνάστασή μας , πίστεψαν ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ γνώρισε, ἀγάπησε καὶ βίωσε Ἰησοῦν Χριστὸν Ἀναστημένον δὲν θὰ συναντήσει θάνατο. Γιὰ αὐτὴ τὴν πίστη ἀγωνίσθηκαν καὶ γιὰ αὐτὴ τὴν πίστη ἄλλοι ἀνέβηκαν στὸν Σταυρό, ἄλλοι τρυπήθηκαν μὲ λόγχες, ἄλλοι ἀποκεφαλίσθηκαν. Αὐτὴ τὴν πίστη κήρυξαν στὸ κήρυγμά τους. Κήρυξαν τὴν Ἀνάσταση, τὴν Χαρά, τὴν Ζωή, τὴν Ἀλήθεια, τὴν Ἐλπίδα, τὴν Εἰρήνη καὶ τὴν Ἀγάπη. Ἐκεῖνοι δὲν εἶχαν σχέση μὲ τὸ κήρυγμα ποὺ προκαλεῖ λύπη, φόβο, ἀπελπισία, μίσος καὶ διχόνοια καὶ στηρίζεται στὸ ψεῦδος. Αὐτὸ τὸ κήρυγμα δὲν ἀνήκει στὴν Ὀρθοδοξία, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὸ διαχρονικὸ ἐργαστήριο τῆς Ἁγιότητος.

   Βλέποντας ὅτι μόλις Δώδεκα Ἀπόστολοι μεταμόρφωσαν τὴν οἰκουμένη, ὁ καθένας διαπιστώνει πόσο σημαντικὸ καὶ ἐπιθυμητὸ εἶναι ὁ Ἱερὸς Κλῆρος, ποὺ ἔχει ἀναλάβει τὴν διαποίμανση τῶν ψυχῶν, νὰ ἀποτελεῖται ἀπὸ ἀνθρώπους πλημμυρισμένους ἀπὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Δυστυχῶς, ὅταν χάρη στὴν ἰδιοτέλεια καὶ τὴν ἐγωπάθεια ὁ ἕνας συμπεριφέρεται ὡς Ἄρειος, ὁ ἕτερος ὡς Ἐφιάλτης καὶ ὁ τρίτος ὡς Ἰούδας, τὸ Πανάγιον Πνεῦμα δὲν ἀναπαύεται καὶ φυγαδεύεται, καὶ ἄν φυγαδευθεῖ ὁ Παράκλητος, μετὰ πού θὰ στηριχθοῦμε; 

  Αὐτὸ ποὺ ἔχουμε ἀνάγκη νὰ κατανοήσουμε εἶναι ὅτι ὁ καθένας στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νὰ σέβεται τὸν ἄλλο καὶ τὴν ἰδιότητα τοῦ ἄλλου, διότι πάντες εἴμαστε «σῶμα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους». Καὶ ὁ Χριστὸς τοποθέτησε στὴν Ἐκκλησία πρῶτον Ἀποστόλους καὶ τοὺς διαδόχους αὐτῶν, Ἐπισκόπους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους καὶ οὔτω καθ’ ἑξῆς. Δὲν μποροῦμε ὅλοι νὰ κάνουμε τοὺς Ἐπισκόπους, οὔτε τοὺς προφῆτες, οὔτε τοὺς διδασκάλους. Κοινός μας στόχος εἶναι ἡ Θέωση, ἡ ὁποία θὰ ἐπιτευχθεῖ μέσα ἀπὸ τὴν ἀρμονικὴ συνεργασία τῶν μελῶν. Ἡ δὲ ἀρμονικὴ συνεργασία θὰ ἐπιτευχθεῖ μέσα ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον. Ὄχι μέσα ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἀπὸ τὴν ὁποία, μόλις θιχθοῦν τὰ συμφέροντα, τὸ ἄτομό μας καὶ τὸ ἐγώ μας, ξεχνοῦμε καὶ αὐτὴν τὴν χριστιανική μας ταυτότητα.

   Τὸ Πανάγιο Πνεῦμα νὰ στηρίζει, νὰ ἐνδυναμώνει, νὰ ξεκουράζει καὶ νὰ φωτίζει ὅλους μας!

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Σάββατο 4 Ιουνίου 2022

Ἡ μεταβολὴ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου διέσπασε τὴν Ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας


ΣΤΟ πολὺ ἐνδιαφέρον βιβλίο «Ἡ πραγματικὴ ἀλήθεια περὶ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου», τὸ ὁποῖο συνεγράφη ἀπὸ τὸν Ἀγωνιστὴ τῶν Πατρίων Γρηγόριο Εὐστρατιάδη (+1950), δικηγόρο-ἐκδότη-πολιτικό, καὶ ἐκδόθηκε στὴν Ἀθήνα τὸ 1929, προκειμένου σὺν τοῖς ἄλλοις νὰ ἀντιμετωπισθοῦν τὰ σαθρὰ ἐπιχειρήματα τῶν Νεοημερολογιτῶν, ὅτι ἡ Καινοτομία τους δὲν προσκρούει στὸ Δόγμα καὶ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, οὔτε βλάπτει τὴν Ἑνότητά της, τονίζεται καὶ ἡ μεγάλη ἀλήθεια, ὅτι οἱ Ἱερὲς Σύνοδοι τῆς Ἐκκλησίας ἀπέβλεπαν στὴν Ἑνότητα ἐν Ἀληθείᾳ τῶν κατὰ τόπους Ἐκκλησιῶν, καὶ τοῦτο εἶναι τὸ μεγαλύτερο Δόγμα καὶ ὁ ἐπιτακτικώτερος Ὅρος καὶ Κανόνας τους, ὅπως καὶ ὁ κυριώτερος λόγος τῆς συγκροτήσεώς τους.
 
Καὶ μάλιστα, ὄχι μόνον ὡς πρὸς τὴν Ἑορτὴ τῶν Ἑορτῶν, τὸ Ἅγιον Πάσχα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὶς ὑπόλοιπες Ἑορτές, τὶς Νηστεῖες καὶ ἐν γένει τὰ παραδεδομένα ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς Ἁγίους Πατέρες, ὅλες οἱ Σύνοδοι ἀπέβλεπαν στὸ νὰ τελοῦνται αὐτὰ ἀπὸ κοινοῦ ἀπὸ ὅλες τὶς Τοπικὲς Ἐκκλησίες. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ μονομερὴς μεταβολὴ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου τὸ 1924 ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καὶ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως προσέκρουσε στὸν σκοπὸ αὐτὸ τῆς ἑνότητος τῶν κατὰ τόπους Ἐκκλησιῶν καὶ παραβίασε τοὺς Κανόνες καὶ τοὺς Ὅρους τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, οἱ ὁποῖοι θεσπίσθηκαν ἀκριβῶς γιὰ τὴν Ἑνότητα τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας (βλ. σελ. 89 τοῦ ἐν λόγῳ ἔργου).
 
eustratiadhs Τὸ ἐνδιαφέρον καὶ ὁ σκοπὸς τῶν Συνόδων, τονίζει ὁ Εὐστρατιάδης, δὲν ἦταν μόνον γιὰ τὴν ἀπὸ κοινοῦ ἐπιτέλεση τῆς Ἑορτῆς τοῦ Πάσχα, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλες τὶς Ἑορτές, οἱ ὁποῖες συνδέονται μὲ αὐτήν, ὅπως καὶ γιὰ τὶς ἀκίνητες λεγόμενες Ἑορτὲς –καὶ μάλιστα γιὰ τὰ Χριστούγεννα-, καθὼς καὶ γιὰ τὶς Νηστεῖες τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους. Ὁ λόγος γιὰ τὸ Πάσχα ἀναφέρεται ὄχι μόνον στενὰ σὲ ὅ,τι ἔχει σχέση μὲ αὐτό, ἀλλὰ σὲ ὅλη τὴν Τυπικὴ διάταξη, ἡ ὁποία ἐξαρτᾶται ἀπὸ αὐτὸ καὶ ἔχει ὡς βάση τὸ Ἡμερολόγιο τῆς Ἐκκλησίας, διότι σὲ αὐτὸ εἶναι προσαρμοσμένο τὸ Πασχάλιο τῆς Ἐκκλησίας, τὸ Ἑορτολόγιο, οἱ Νηστεῖες καὶ τὸ Κυριακοδρόμιο τῶν Εὐαγγελίων. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅποιος διαταράσσει τὴν Τυπικὴ αὐτὴ διάταξη τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία καὶ διαταράσσεται καίρια μὲ τὴν μεταβολὴ τοῦ Ἡμερολογίου, παραβιάζει ἀναπόφευκτα τοὺς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, ὁ σκοπὸς τῶν ὁποίων εἶναι ἡ διασφάλιση τῆς Ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας (βλ. σελ. 89-90).
Τὰ ὅσα δὲ θεσπίσθηκαν γιὰ τὸ Πάσχα ἰδίως ἀπὸ τὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο καὶ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, δὲν εἶχαν σκοπὸ τὸν καθορισμὸ τῆς ἀκριβοῦς ἀστρονομικῆς ἰσημερίας σὲ ὁρισμένη ἐποχή, παρὰ ἀπέβλεπαν στὸ νὰ τελεῖται αὐτὸ ἀπὸ ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς ὅπου γῆς σὲ μία καὶ τὴν αὐτὴ Κυριακή, γιὰ νὰ τηρεῖται ἡ μία πίστη καὶ ὁμογνώμων εὐσέβεια, [νὰ ἀποφεύγεται ὁ συνεορτασμὸς μὲ τοὺς Ἰουδαίους ἤ μὲ τοὺς ἑτεροδόξους, θὰ προσθέταμε ἐπίσης], καὶ νὰ μὴν ὑπάρχει διαφωνία ὡς πρὸς τὴν Ἑορτὴ αὐτή, ἐφ’ ὅσον μία εἶναι ἡ Καθολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καὶ ἄρα εἶναι ἐντελῶς ἀπρεπὲς στὶς ἴδιες καὶ τὶς αὐτὲς ἡμέρες ἄλλοι νὰ νηστεύουν καὶ ἄλλοι νὰ πανηγυρίζουν εὐφραινόμενοι (βλ. σελ. 95).
πὶ τοῦ ἀξιοπρόσεκτου αὐτοῦ σκεπτικοῦ, συνεχίζει ὁ ἀοίδημος Γρηγόριος Εὐστρατιάδης τὸ ἔργο του, μὲ τὴν δεινότητα καὶ ἐμβρίθεια ποὺ διέκρινε αὐτὸ τὸν ἔξοχο ἀπολογητὴ τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας, διαφωτίζοντας καὶ ἐμᾶς σήμερα ἐπικαίρως στὴν ἀντιμετώπιση τῶν ἀπαραδέκτων σοφιστειῶν τῶν Καινοτόμων Νεοημερολογιτῶν-Οἰκουμενιστῶν, γράφοντας καὶ τὰ ἑξῆς σημαντικά:

«λλὰ πρόκειται περὶ τῆς Ἑορτῆς τοῦ Πάσχα [ἡ ἀπόφασις τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου], θὰ μᾶς ἀπαντήσουν οἱ Καινοτόμοι μετὰ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν [Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου], καὶ ἡμεῖς δὲν ἐκαινοτομήσαμεν διὰ τὸ Πάσχα. Ὄχι, ἀπαντῶμεν. Τοῦτο εἶνε Φαρισαϊσμὸς καὶ σοφιστεία.Ὅταν μία Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ὁρίζῃ ὅτι ὁ σκοπὸς τοῦ καθορισμοῦ τοῦ Πάσχα εἶναι ἵνα μὴ διαφωνῶσιν αἱ διάφοροι Ἐκκλησίαι καὶ ἵνα μή, ὅταν ἑορτάζωμεν οἱ μέν, οἱ ἄλλοι νηστεύωσιν. Ὅταν δηλονότι ἡ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος θεσπίζῃ τὴν Ἑνότητα τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐπιτάσσῃ ἐν αὐτῇ ὁμογνωμίαν. Ὅταν τοιοῦτον λέγει ὅτι εἶχον σκοπὸν οἱ Κανόνες τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὁ σκοπὸς οὗτος ὑπάρχει διὰ πᾶσαν κοινὴν ἑορτήν, διὰ πᾶσαν κοινὴν νηστείαν.

Οὐδὲ ἦτο δυνατὸν νὰ νοηθῇ ὅτι ἡ Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος περιώριζε τὴν ἀνάγκην τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας μόνον εἰς τὴν ἑορτὴν τοῦ Πάσχα καὶ ὅτι ἠδιαφόρει διὰ τὴν διχογνωμίαν εἰς ἄλλας ἑορτὰς καὶ εἰς ἄλλας νηστείας. Διὰ τοῦτο ἐὰν ὑπῆρχε προσβολὴ τῶν ἀποφάσεων καὶ Κανόνων τῆς Α΄ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἐφ’ ὅσον μετεβάλλετο ἡ ἑορτὴ τοῦ Πάσχα, καὶ ἐπήρχετο διαίρεσις καὶ διαφωνία εἰς τὰς Ἐκκλησίας ὡς πρὸς τὴν ἡμέραν τοῦ Πάσχα, ἡ αὐτὴ προσβολὴ τῶν διατάξεων τῆς αὐτῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου ὑπάρχει καὶ ὅταν διὰ τῆς μεταβολῆς τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου ἐπέρχεται διαφωνία καὶ διχασμὸς τῶν Ἐκκλησιῶν διὰ τὴν τέλεσιν καὶ πάσης ἄλλης ἑορτῆς καὶ δὴ τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων, τῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων, τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων κλπ. Καὶ τότε προσβάλλεται ἐπίσης ἡ ἑνότης τῶν Ἐκκλησιῶν καὶ μόνον διὰ τὴν ἑνότητα ταύτην ἐμερίμνησαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἑνότητα τὴν ὁποίαν διασπᾶ καὶ συντρίβει ἡ μετὰ τόσης ἐπιπολαιότητος καὶ τόσης ἐλλείψεως Ἐκκλησιαστικῆς συνειδήσεως ἀποφασισθεῖσα μονομερῶς μεταβολὴ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου.
 
Καὶ ὅτι δὲν ἀπέβλεψαν ἀποκλειστικῶς εἰς τὴν ἑορτὴν τοῦ Πάσχα αἱ Οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι, ἀλλ’ εἶχον ὑπ’ ὄψιν ἁπάσας τὰς ἑορτὰς καὶ τὰς νηστείας καὶ δι’ ἁπάσας ἀπήτησαν ἑνότητα καὶ ὁμοφωνίαν, ἀποδεικνύεται ἐκτὸς τῆς ἀνωτέρω Συνοδικῆς ἀποφάσεως, ἐκτὸς τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου [πρόκειται γιὰ κείμενα, τὰ ὁποῖα εἶχαν παρατεθῆ ὑπὸ τοῦ συγγραφέως νωρίτερα], καὶ ἐκ τῶν κατωτέρω:

κ τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Ἁγίου καὶ Μεγάλου Ἀθανασίου, ὅστις – Διάκονος τότε – συμμετέσχεν εἰς τὴν ἐν Νικαίᾳ Σύνοδον, ἥν ἐπιστολὴν ἀπηύθυνε πρὸς τοὺς Ἀφρικανοὺς Ἐπισκόπους καὶ διὰ τῆς ὁποίας λέγει:

“...Ἡ μὲν γὰρ (Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἐν Νικαίᾳ) διὰ τὴν Ἀρειανὴν αἵρεσιν καὶ διὰ τὸ Πάσχα συνήχθη. Ἐπειδὴ αἱ κατὰ Συρίαν καὶ Κιλικίαν καὶ Μεσοποταμίαν διεφώνουν πρὸς ἡμᾶς καὶ τῷ καιρῷ, ἐν ᾧ ποιοῦσιν οἱ Ἰουδαῖοι, ἐποίουν καὶ οὗτοι. Ἀλλὰ χάρις τῷ Κυρίῳ, ὥσπερ περὶ τῆς πίστεως οὕτω καὶ περὶ τῆς ἁγίας ἑορτῆς γέγονε συμφωνία. Καὶ τοῦτο ἦν τὸ αἴτιον τῆς ἐν Νικαίᾳ Συνόδου”.

 συμφωνία λοιπὸν τῆς Ἐκκλησίας ἦτο ὁ λόγος τῆς ἐν Νικαίᾳ Συνόδου καὶ κατὰ τὸν Μέγαν Ἀθανάσιον. Ἐὰν δὲ καὶ περὶ οἱασδήποτε ἄλλης ἑορτῆς ἐπήρχετο διαφωνία, ὡς περὶ τοῦ Πάσχα, θὰ συνεκροτεῖτο καὶ περὶ ταύτης Οἰκουμενικὴ Σύνοδος. Διὰ τοῦτο κυρίως ἀπέβλεπον αἱ Σύνοδοι καὶ αἱ διατάξεις αὐτῶν νὰ ἀσφαλίσουν τὴν ἐκκλησιαστικὴν ἑνότητα διὰ κοινῆς συμφωνίας.

τι δὲ καὶ τὰς λοιπὰς Δεσποτικὰς ἑορτὰς ἐθεώρουν οἱ Πατέρες ὅπως καὶ τὴν τοῦ Πάσχα, τὸ εἶπεν ὁ [Ἅγιος] Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.

κ τοῦ Λόγου τοῦ Ἰωάννου Χρυσοστόμου πρὸς Μακάριον τὸν Φιλογόνιον (Λόγος Γ΄) ὁμιλοῦντος περὶ τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων, ἥν ὀνομάζει «Μητρόπολιν πασῶν τῶν ἑορτῶν» καὶ λέγει περὶ ταύτης:

πὸ γὰρ ταύτης τὰ Θεοφάνεια καὶ τὸ Πάσχα τὸ ἱερὸν καὶ ἡ Ἀνάληψις καὶ ἡ Πεντηκοστὴ τὴν ἀρχὴν καὶ τὴν ὑπόθεσιν ἔλαβον. Εἰ γὰρ μὴ ἐτέχθη κατὰ σάρκα ὁ Χριστός, οὐκ ἄν ἐβαπτίσθη, ὅπερ ἐστὶ τὰ Θεοφάνεια, οὐκ ἄν ἐσταυρώθη, ὅπερ ἐστὶ τὸ Πάσχα, οὐκ ἄν τὸ Πνεῦμα κατέπεμψεν, ὅπερ ἐστὶν ἡ Πεντηκοστή. Ὥστε ἐντεῦθεν ὥσπερ ἀπό τινος πηγῆς ποταμοὶ διάφοροι ρυέντες, αὗται ἐτάχθησαν ἡμῖν αἱ ἑορταί”.
ὰν τοιαύτη εἶναι καὶ θεωρῆται ὑπὸ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἡ ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων, πῶς ἐπετρέπετο δι’ αὐτὴν διαφωνία τῶν Ἐκκλησιῶν καὶ πῶς διὰ τὸ Πάσχα μόνον θὰ συνεκαλοῦντο αἱ Οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι; Καὶ ἀφοῦ αἱ διατάξεις αὐτῶν ἐγένοντο ὅπως ἀσφαλισθῇ ἡ περὶ τὰς ἑορτὰς ἑνότης, πῶς διὰ μὲν τὴν ἑορτὴν τοῦ Πάσχα θεωροῦμεν τὴν μεταβολὴν ἀπηγορευμένην ὑπὸ τῶν Κανόνων, διὰ δὲ τὴν ἑορτὴν τῶν Χριστουγέννων καὶ τὰς ἄλλας, ἅς μετεκίνησε κατὰ 13 ἡμέρας ἡ μεταβολὴ τοῦ Ἡμερολογίου θεωροῦμεν αὐτὴν μὴ προσκρούουσαν εἰς τοὺς Κανόνας τῶν Συνόδων; Ἀφοῦ τὸ πνεῦμα τῶν Κανόνων περὶ τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα εἶναι νὰ ὑπάρχῃ ὁμογνωμία τῶν Ἐκκλησιῶν διὰ τὴν ἡμέραν πασῶν τῶν ἑορτῶν, πῶς δὲν εἶναι ἀντικανονικὴ ἡ Ἡμερολογιακὴ μεταβολή, διὰ τῆς ὁποίας ἄλλαι Ἐκκλησίαι ἄγουν τὰς ἑορτὰς Χριστουγέννων, Φώτων κλπ. μίαν ἡμέραν, καὶ ἄλλαι ἄγουν αὐτὰς ἄλλην ἡμέραν;

ψίστην ἄρα σημασίαν ἀπέδιδον οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας εἰς τὴν Ἑνότητα αὐτῆς καὶ ὡς πρώτιστον Δόγμα ἐκήρυσσον τὴν συμφωνίαν ἁπασῶν εἰς τὰ τῆς τελέσεως τῆς ἐξωτερικῆς Λατρείας» (σελ. 95-98).
 Ὅπως γίνεται ἄμεσα ἀντιληπτὸ καὶ κατανοητό, ἡ Ἡμερολογιακὴ Καινοτομία προσκρούει στὸ γράμμα καὶ μάλιστα στὸ πνεῦμα τῶν ἱερῶν Κανόνων τῆς Ἐκκλησίας περὶ ὁμογνωμίας καὶ συμφωνίας στὸν ἑορτασμὸ ὅλου τοῦ ἑορτολογικοῦ κύκλου τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἀποδεικνύει μὲ τόση σαφήνεια ὁ Ὁμολογητὴς τῆς Πίστεως Γρηγόριος Εὐστρατιάδης, καταδεικνύοντας τὴν τεράστια ἀστοχία καὶ εὐθύνη τῶν Καινοτόμων, οἱ ὁποῖοι ἔβλαψαν καίρια τὴν ἐξωτερικὴ ἔκφραση τοῦ Δόγματος τῆς Ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ ὅτι αὐτοὶ τολμοῦν νὰ ἑορτάζουν Χριστούγεννα μαζὶ μὲ τοὺς Ἑτεροδόξους, ἀποχωριζόμενοι ἀπὸ τὴν Ἑορτολογικὴ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία προβλέπει τὸν ἑορτασμὸ τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος τὴν ἡμέρα αὐτὴ καὶ τὴν ἐξακολούθηση τῆς εὐλογημένης περιόδου Νηστείας ἐν ὄψει τῆς μεγάλης Ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων τῶν Ὀρθοδόξων, διαδηλώνουν τὸ χάσμα ποὺ τοὺς χωρίζει ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὴν ἐξακολουθητικὴ προτίμηση καὶ ἁμαρτία τους νὰ ἀποστατοῦν συνευφραινόμενοι Οἰκουμενιστικῶς μὲ τοὺς ἐχθροὺς τοῦ Θεοῦ ἐν χώρᾳ μακρᾷ! Ὁ Θεὸς νὰ τοὺς δώσει μετάνοια καὶ ἐπιστροφή!
+Ἐ.Γ.Κ.
12/25.12.2017
 Ἁγίου Σπυρίδωνος Τριμυθοῦντος 

Κυριακή 29 Μαΐου 2022

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ (τοῦ Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

IMG 5740

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

   Χριστὸς Ἀνέστη! 

   Στὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα βλέπουμε νὰ περνᾶ ὁ Χριστός μας κοντὰ ἀπὸ ἕναν ἐκ γενετῆς τυφλό καὶ οἱ Μαθητὲς νὰ κάνουν μία παράξενη ἐρώτηση: ποιός ἁμάρτησε, αὐτὸς ἤ οἱ γονεῖς αὐτοῦ γιὰ νὰ γεννηθεῖ τυφλός; Οἱ Μαθητὲς θεώρησαν τὴν ἐκ γενετῆς τύφλωση ὡς τιμωρία ἀπὸ τὸν Θεὸ λόγω κάποιας ἁμαρτίας. Τὸ νὰ ἁμάρτησαν, λοιπόν, οἱ γονεῖς εἶναι ἐν μέρει κατανοητό. Ἡ θεωρία, ὅμως τοῦ νὰ ἁμάρτησε τὸ παιδί πρὶν ἀκόμη γεννηθεῖ ὀφείλεται σὲ πλάνες μεταξὺ τῶν Ἰουδαίων ποὺ ἀφορούσαν τὴν μετενσάρκωση ἤ τὴν δυνατότητα τοῦ παιδιοῦ νὰ ἁμαρτήσει ὄντας μέσα στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας.

   Εἶναι χαρακτηριστικὸ τῶν περισσότερων ἀνθρώπων, ὅταν ἔρχονται ἀντιμέτωποι μὲ κάποια ἀσθένεια, ἤ κάποιο γενικότερο πρόβλημα, νὰ λένε αὐτὸ τὸ «γιατί;». Τὸ «Γιατί σὲ μένα, Θεέ μου» ἀκούγεται, πράγματι, συχνά. Γιὰ νὰ τερματίσει αὐτὲς τὶς ἀπορίες καὶ τὰ παράπονα ὁ Χριστός λέει ὅτι κανένας δὲν ἁμάρτησε. Ἡ ἀσθένεια τοῦ ἀνθρώπου ὑφίσταται γιὰ νὰ φανερωθοῦν τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ πάνω του. Ἔτσι πρέπει νὰ βλέπει ὁ καθένας μας τὰ προβλήματά του. Ὡς ἕναν Σταυρὸ ποὺ μὲ λίγη ὑπομονὴ θὰ φέρει τὴν Ἀνάσταση, ὡς μία αἰτία γιὰ νὰ δοξάζεται ὁ Θεός μέσω τῆς καρτερίας μας.  Ὄχι ὡς τιμωρία ἀπὸ τὸν Θεό. Ὁ Θεὸς εἶναι μὲν δίκαιος, ἀλλὰ ὄχι τιμωρός.

   Συνεχίζει ὁ Χριστός, λέγοντας: πρέπει νὰ ἐργάζομαι ὅσο εἶναι μέρα, διότι θὰ ἔρθει κάποτε ἡ νύχτα καὶ κανένας δὲν θὰ μπορεῖ νὰ ἐργάζεται. Ὅταν εἶμαι στὸν κόσμο, εἶμαι Φῶς τοῦ κόσμου. Παίρνοντας τὰ λόγια αὐτὰ ὁ Ὑμνωδός, στὸ δοξαστικὸ τῶν Ἀποστίχων τοῦ Ἐσπερινοῦ ἀποκαλεῖ τὸν Χριστὸ «τῆς Δικαιοσύνης Ἥλιο νοητό». Αὐτός, λοιπόν, ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης λέει ὅτι πρέπει νὰ ἐργάζεται δίχως ἀναβολές, δίχως παύσεις, διότι ὁ καιρὸς περνάει καὶ ἔρχεται ἡ νύχτα καὶ ὅσο εἶναι στὸν κόσμο πρέπει νὰ ἀπλώνει συνεχῶς καὶ μόνο τὸ Φῶς. Τὰ λόγια αὐτὰ πρέπει νὰ τὰ λάβουμε πολὺ σοβαρὰ ὑπ’ ὄψιν ὅσοι ἀφήνουμε γιὰ αὔριο τὴν ἕνωση μας μὲ τὸν Θεό καὶ ὅσοι τὴ μιὰ πράττουμε φωτεινὰ καὶ τὴν ἄλλη σκοτεινὰ ἔργα. Ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωσε τὸ σήμερα γιὰ νὰ ἐργαστοῦμε τὰ ἔργα τοῦ Φωτός. Τὸ αὔριο μπορεῖ καὶ νὰ μὴ μᾶς τὸ δώσει.

   ρχεται στὸ σημεῖο αὐτὸ ἡ ποθητὴ στιγμὴ τῆς θεραπείας. Ὁ Χριστὸς προβαίνει σὲ μία συμβολικὴ κίνηση. Ἀναμειγνύει σάλιο μὲ χῶμα καὶ χρίει τὰ μάτια τοῦ τυφλοῦ. Γιατὶ τὸ κάνει; Γιατὶ ἐνῶ τὶς ἄλλες φορὲς θεράπευσε παράλυτους, κωφούς, δαιμονισμένους καὶ ἀνέστησε νεκροὺς μόνο μὲ ἕνα Του λόγο, τώρα ἀλείφει μὲ λάσπη τὰ μάτια τοῦ ἀσθενῆ; Ἀρχικά, γιὰ νὰ ὑποδείξει ὅτι εἶναι ὁ Πλάστης, Ἐκεῖνος ποὺ μᾶς δημιούργησε ἀπὸ χῶμα καὶ νερό. Ἔπειτα, γιὰ νὰ θυμίσει στὸν καθένα μας ὅτι εἴμαστε ἀπὸ χῶμα καὶ στὸ χῶμα θὰ ξαναβρεθοῦμε. Ἄν χαράξουμε καλὰ στὴν καρδιά μας ὅτι σὲ λίγο καιρὸ -γρήγορα ἤ γρηγορότερα- θὰ βρεθοῦμε στὸ χῶμα, θὰ μπορέσουμε μὲ περισσότερη εὐκολία νὰ στρέψουμε τὰ μάτια μας πρὸς τὸ Φῶς. 

   πειτα ἀπὸ τὴν συμβολικὴ αὐτὴ κίνηση, ὁ Χριστὸς προστάζει τὸν τυφλὸ νὰ νίψει τὸ πρόσωπό του στὴν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ. Κάνοντας αὐτὸ μὲ ἀδιάκριτη ὑπακοή, ὁ τυφλὸς θεραπεύθηκε καὶ ἄρχισε νὰ βλέπει. Ἄν τόσο πολὺ ὠφελήθηκαν οἱ ὀφθαλμοί του ἀπὸ τὴν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ, φαντασθεῖτε τὴν ὠφέλεια ποὺ λαμβάνουμε ψυχῇ καὶ σώματι ἑμεῖς ποὺ ὁλόκληροι βαπτιζόμαστε στὴν κολυμβήθρα τῆς Ἐκκλησίας. 

   Τὴν θεραπεία του ἄλλοτε τυφλοῦ ἀκολούθησε ἕνας καταιγισμὸς ἐρωτήσεων ἀπὸ τοὺς ὑποκριτὲς Φαρισαίους. Πῶς σοῦ ἄνοιξε τοὺς ὀφθαλμοῦς; Τί σοῦ ἔκανε; Τί λὲς γιὰ ἐκεῖνον  ποὺ σὲ θεράπευσε; Τοὺς ἐνόχλησε ὅτι ὁ Χριστὸς ἔφτιαξε πηλὸ ἡμέρα Σαββάτου… Τόσο κακοπροαίρετοι ἦταν. Ὁτιδήποτε ἔκανε ὁ Χριστὸς τὸ ἔβλεπαν μὲ καχυποψία: εἶναι ἀπὸ Θεοῦ; Μήπως θεραπεύει μὲ τὴν δύναμη τοῦ πονηροῦ; Ἐπιζητεῖ τὸν θρόνο τῆς ἐξουσίας; Τί, τέλος πάντων, θέλει; Μέχρι καὶ τοὺς γονεῖς τοῦ ἀνθρώπου κάλεσαν γιὰ νὰ ἐξακριβώσουν τὴν ἐκ γενετῆς τύφλωσή του. Ἀπὸ αὐτοὺς φάνηκε ὅτι πολλὲς φορές, γιὰ χάρη τοῦ συμφέροντος, κάποιοι εἶναι ἰκανοὶ μέχρι καὶ τὰ παιδιά τους νὰ ἀπαρνηθοῦν. «Τυφλὸς γεννήθηκε. Τώρα τὸ πῶς βλέπει, ἡλικία ἔχει αὐτὸν ἐρωτήσατε», ἀπάντησαν πλαγίως. 

   Ἐντυπωσιακὸ εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ἐκεῖνοι ποὺ εἶχαν μάτια καὶ ἔβλεπαν, στὴν πραγματικότητα ἦταν τυφλοί. Ἐνῶ, ἐκεῖνος ποὺ γεννήθηκε τυφλός, ἔβλεπε μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς του τὸ Φῶς τὸ ἀληθινό. Στὶς προσπάθειες τῶν Φαρισαίων νὰ μειώσουν τὸν Ἰατρὸ ψυχῶν καὶ σωμάτων, ὁ πρώην τυφλός ἦταν εὐθύς. Μὲ παρρησία τοὺς μίλησε καὶ ὁμολόγησε ὅτι Ἐκεῖνος ποὺ τὸν θεράπευσε δὲν ἦταν ἀπλὸς ἄνθρωπος. Γιὰ αὐτό, τὸν ἔβγαλαν ἔξω. 

   Τὴν εὐγνωμοσύνη του, τὸ θάρρος καὶ τὴν εἰλικρίνεια τοῦ ἰαθέντος τυφλοῦ τὰ τίμησε ὁ Χριστός ἐμφανιζόμενος ξανὰ ἐνώπιόν του. «Πιστεύεις στὸν Ὑιὸ τοῦ Θεοῦ;». «Ποιός εἶναι, Κύριε, γιὰ νὰ πιστέψω σὲ αὐτόν;» καὶ ὁ Χριστὸς τὸν τιμᾶ μὲ τὴν ἀποκάλυψη: «Καὶ τὸν εἶδες, καὶ μιλάει μὲ ἐσένα, Αὐτὸς εἶναι». 

   Εὐχή μου κὶ ἑμεῖς νὰ καταφέρουμε μέσω τῆς καλῆς προαίρεσης, τῆς ὑπακοῆς, τῆς εἰλικρίνειας καὶ τῆς ἐν Χριστῷ παρρησίας ποὺ εἶχε ὁ βλέπων τυφλός, νὰ δοῦμε τὸ Φῶς τὸ Ἀληθινό.

Ἀληθῶς ἀνέστη ὁ Κύριος!

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος