A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Τρίτη 24 Μαΐου 2022

ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ: ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟΝ Περὶ διακρίσεως

 

ΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΕΚΤΟΣ

Περὶ διακρίσεως

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟΝ
(Σύντομος ἀνακεφαλαίωσις τῶν προηγουμένων)

Η ΒΕΒΑΙΑ πίστις εἶναι μητέρα τῆς ἀποταγῆς. Καὶ τὸ ἀντίθετο εἶναι ἐξ ἴσου φανερό. Ἡ ἀκλόνητη ἐλπίδα εἶναι ἡ θύρα τῆς ἀπροσπαθείας. Καὶ τὸ ἀντίθετο εἶναι ἐξ ἴσου φανερό. Ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸν εἶναι αἰτία τῆς ξενιτείας. Καὶ τὸ ἀντίθετο εἶναι ἐξ ἴσου φανερό.

2. Τὴν ὑποταγὴ τὴν ἐγέννησε ἡ καταδίκη τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ ἡ ὄρεξις τῆς πνευματικῆς ὑγείας. Μητέρα τῆς ἐγκρατείας εἶναι ἡ σκέψις τοῦ θανάτου καὶ ἡ διαρκὴς μνήμη τῆς χολῆς καὶ τοῦ ὄξους τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ. Προϋπόθεσις καὶ συνεργὸς τῆς σωφροσύνης καὶ καθαρότητος εἶναι ἡ ἡσυχία. Θραῦσις τῆς σαρκικῆς πυρώσεως εἶναι ἡ νηστεία. Καὶ ἀντίπαλος τῶν αἰσχρῶν λογισμῶν εἶναι ἡ συντριβὴ τοῦ νοῦ.

3. Ἡ πίστις καὶ ἡ ξενιτεία εἶναι ὁ θάνατος τῆς φιλαργυρίας. Ἡ εὐσπλαγχνία καὶ ἡ ἀγάπη παρέδωσαν τὸ σῶμα σὲ θυσία. Ἡ ἐκτενὴς προσευχὴ εἶναι ὄλεθρος τῆς ἀκηδίας. Ἡ μνήμη τῆς Κρίσεως εἶναι πρόξενος τῆς πνευματικῆς προθυμίας. Θεραπεία τοῦ θυμοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη τῆς ἀτιμίας, ἡ ὑμνῳδία καὶ ἡ εὐσπλαγχνία.

4. Ἡ ἀκτημοσύνη καταπνίγει τὴν λύπη. Ἡ ἀπροσπάθεια πρὸς τὰ αἰσθητὰ πράγματα ὁδηγεῖ στὴν θεωρία τῶν νοερῶν. Ἡ σιωπὴ καὶ ἡ ἡσυχία καταπολεμοῦν τὴν κενοδοξία – ἐὰν ὅμως εὑρίσκεσαι ἀνάμεσα σὲ ἀνθρώπους, χρησιμοποίησε τὴν ἀτιμία.

5. Τὴν ἐξωτερικὴ καὶ ὁρατὴ ὑπερηφάνεια τὴν ἐθεράπευσαν ἡ πτωχεία, ἡ θλίψις καὶ οἱ παρόμοιες καταστάσεις. Τὴν δὲ ἐσωτερικὴ καὶ ἀόρατη Ἐκεῖνος ποὺ εἶναι προαιωνίως Ἀόρατος. Ὅλα τὰ αἰσθητὰ ἑρπετὰ τὰ φονεύει τὸ ἐλάφι καὶ ὅλα τὰ νοητὰ ἡ ταπείνωσις. Εἶναι δυνατόν μὲ παραδείγματα ἀπὸ τὴν φύσι νὰ διδασκώμεθα καλῶς ὅλα τὰ πνευματικά.

6. Ὅπως εἶναι ἀδύνατο νὰ ἀποβάλη ὁ ὄφις τὸ παλαιό του δέρμα, ἐὰν δὲν εἰσχωρήσῃ σὲ στενὴ τρύπα, ἔτσι καὶ ἐμεῖς δὲν θὰ ἀποβάλωμε τὶς παλαιὲς προλήψεις καὶ τὴν ψυχικὴ παλαιότητα καὶ τὸν χιτώνα τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου, ἐὰν δὲν περάσωμε ἀπὸ τὴν στενὴ καὶ τεθλιμμένη ὁδὸ τῆς νηστείας καὶ τῆς ἀτιμίας.

7. Ὅπως τὰ πολύσαρκα πτηνὰ δὲν μποροῦν νὰ πετάξουν στὸν οὐρανό, ἔτσι καὶ ἐκεῖνος ποὺ τρέφει καὶ περιποιεῖται τὴν σάρκα του.

8. Ὁ ξηραμένος βόρβορος δὲν ἱκανοποιεῖ πλέον τοὺς χοίρους. Καὶ ἡ σάρκα ποὺ ἐμαράνθηκε δὲν ἀναπαύει πλέον τοὺς δαίμονας.

9. Ὅπως πολλὲς φορὲς τὰ πολλὰ ξύλα πνίγουν καὶ σβήνουν τὴν φωτιὰ δημιουργώντας ὑπερβολικὸ καπνό, ἔτσι πολλὲς φορὲς καὶ ἡ ὑπέρμετρη λύπη καπνίζει καὶ γεμίζει σκότος τὴν ψυχὴ καὶ ξηραίνει τὸ ὕδωρ τῶν δακρύων.

10. Ὅπως ἀποτυγχάνει ὁ τυφλὸς τοξότης στὸν στόχο του, ἔτσι ἀποτυγχάνει καὶ καταστρέφεται καὶ ὁ ὑποτακτικὸς ποὺ ἀντιλέγει.

11. Καθὼς τὸ κοπτερὸ σίδερο μπορεῖ νὰ ὀξύνη ἕνα ἄλλο ἀκατέργαστο, ἔτσι καὶ ὁ πρόθυμος ἀδελφὸς ἔσωσε πολλὲς φορὲς τὸν ρᾴθυμο.

12. Ὅπως τὰ αὐγὰ τῶν ὀρνίθων ποὺ θερμαίνονται στὸν κόλπο τοῦ στήθους ζωογονοῦνται, ἔτσι καὶ οἱ λογισμοὶ ποὺ δὲν φανερώνονται μὲ τὴν ἐξομολόγησι, γίνονται ἔργα.

13. Ὅπως οἱ ἵπποι ποὺ τρέχουν ἁμιλλῶνται μεταξύ τους, ἔτσι καὶ μετὰ στὴν καλὴ συνοδία ὁ ἕνας ἀδελφὸς διεγείρει τὸν ἄλλο.

14. Ὅπως τὰ σύννεφα ἀποκρύπτουν τὸν ἥλιο, ἔτσι καὶ οἱ πονηρὲς σκέψεις σκοτίζουν καὶ καταστρέφουν τὸν νοῦ.

15. Ὅπως αὐτὸς ποὺ ἔλαβε τὴν καταδικαστικὴ ἀπόφασι καὶ ὁδηγεῖται πρὸς τὴν ἐκτέλεσι δὲν ὁμιλεῖ γιὰ τὰ θέατρα, ἔτσι καὶ ἐκεῖνος ποὺ πενθεῖ εἰλικρινὰ δὲν θὰ ἀναπαύση ποτὲ τὴν κοιλία του.

16. Ὅπως οἱ πτωχοὶ ποὺ βλέπουν τοὺς θησαυροὺς τοῦ βασιλέως αἰσθάνονται περισσότερο τὴν πτωχεία τους, ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ ποὺ μελετᾶ τὶς μεγάλες ἀρετὲς τῶν Πατέρων, ταπεινώνει ὁπωσδήποτε περισσότερο τὸ φρόνημά της.

17. Ὅπως τὸ σίδερο καὶ χωρὶς νὰ τὸ θέλη σπεύδει πρὸς τὸν μαγνήτη, διότι ἕλκεται ἀπὸ κάποια μυστικὴ φυσικὴ δύναμι, ἔτσι καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἐχρόνισαν στὶς κακές τους συνήθειες τυραννοῦνται ἀπὸ αὐτές.

18. Ὅπως τὸ λάδι γαληνεύει τὴ θάλασσα καὶ παρὰ τὴν θέλησί της, ἔτσι καὶ ἡ νηστεία σβήνει ἐντελῶς τὶς σαρκικὲς πυρώσεις, καὶ παρὰ τὴν θέλησί τους.

19. Ὅπως τὸ ὕδωρ ὅταν πιεσθῇ ἀνυψώνεται ἔτσι πολλὲς φορὲς καὶ ἡ ψυχὴ ποὺ ἐπιέσθη ἀπὸ διαφόρους κινδύνους, ἀνυψώθηκε πρὸς τὸν Θεὸν μὲ τὴν μετάνοια, καὶ ἐσώθηκε.

20. Ὅπως ἐκεῖνος ποὺ κρατᾶ ἀρώματα προδίδεται καὶ χωρὶς νὰ τὸ θέλη ἀπὸ τὴν εὐωδία, ἔτσι καὶ ὅποιος ἔχει μέσα του τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου ἀναγνωρίζεται ἀπὸ τὰ λόγια του καὶ τὴν ταπεινοφροσύνη του.

21. Ὅπως ὁ ἥλιος μὲ τὸ φῶς του δείχνει τὸν χρυσὸ ποὺ λάμπει, ἔτσι καὶ ἡ ἀρετὴ φανερώνει αὐτὸν ποὺ τὴν ἔχει.

22. Ὅπως οἱ ἄνεμοι ἀναταράζουν τὸν βυθὸ τῆς θαλάσσης, ἔτσι καὶ ὁ θυμὸς ταράζει περισσότερο ἀπὸ ὅλα τὸν νοῦ.

23. Ὅπως, ὅσα δὲν εἶδε ὁ ἄνθρωπος μὲ τοὺς ὀφθαλμούς του, δὲν ἐπιθυμεῖ καὶ τόσο πολὺ νὰ τὰ γευθῇ, ἔστω καὶ ἂν τὰ ἄκουσε, ἔτσι καὶ ὅσοι ἔμειναν ἁγνοὶ στὸ σῶμα, ἔχουν ἐξ αἰτίας αὐτοῦ τοῦ γεγονότος ἐλαφροτέρους πειρασμούς.

24. Ὅπως οἱ κλέπτες δὲν πλησιάζουν εὔκολα στὸν τόπο ποὺ βλέπουν βασιλικὴ φρουρὰ καὶ ὅπλα, ἔτσι καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἕνωσε τὴν καρδιὰ μὲ τὴν προσευχὴ δὲν κλέπτεται εὔκολα ἀπὸ τοὺς νοητοὺς ληστάς.

25. Ὅπως ἡ φωτιὰ δὲν γεννᾶ χιόνι, ἔτσι καὶ αὐτὸς ποὺ ζητεῖ τὶς τιμὲς τοῦ κόσμου δὲν θὰ ἀπολαύση τὶς τιμὲς τῆς μελλούσης ζωῆς.

26. Ὅπως πολλὲς φορὲς μία σπίθα κατέκαυσε ἕνα μεγάλο δάσος, ἔτσι καὶ μία ἐνάρετη πράξις συνέβη νὰ ἐξαλείψῃ πλῆθος ἀπὸ μεγάλα πταίσματα.

27. Ὅπως δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ φονεύσῃ κανεὶς ἕνα ἄγριο θηρίο χωρὶς ὅπλο, ἔτσι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀποκτήσῃ τὴν ἀοργησία χωρὶς ταπείνωσι.

28. Ὅπως εἶναι ἀδύνατο, σύμφωνα μὲ τοὺς φυσικοὺς νόμους, νὰ ζήση κανεὶς χωρὶς τροφή, ἔτσι εἶναι ἀδύνατο ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἐπιθυμεῖ τὴν σωτηρία του νὰ δείξη μέχρι τὸ θάνατό του ἔστω καὶ γιὰ μία στιγμὴ ἀμέλεια.

29. Ὅπως ἡ ἡλιακὴ ἀκτίνα ποὺ εἰσχωρεῖ ἀπὸ κάποιο μικρὸ ἄνοιγμα στὸ σπίτι, τὸ φωτίζει τόσο, ὥστε νὰ διακρίνεται καὶ ἡ πιὸ λεπτὴ σκόνη ποὺ αἰωρεῖται στὸν ἀέρα, ἔτσι καὶ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἰσερχόμενος στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, τῆς φανερώνει ὅλα τὰ ἁμαρτήματά της.

30. Ὅπως τὰ λεγόμενα καβούρια συλλαμβάνονται εὔκολα, διότι βαδίζουν ἄλλοτε ἐμπρὸς καὶ ἄλλοτε πίσω, ἔτσι καὶ μία ψυχὴ ποὺ ἄλλοτε γελᾶ, ἄλλοτε πενθεῖ καὶ ἄλλοτε ζῆ μὲ τρυφή, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ κατορθώση τίποτε.

31. Ὅπως οἱ κοιμώμενοι κλέπτονται εὔκολα, ἔτσι καὶ ὅσοι ἀσκοῦνται στὴν ἀρετὴ κοντὰ στὸν κόσμο.

32. Ὅπως ἐκεῖνος ποὺ παλαίει μὲ λέοντα, ἂν στρέψῃ ἀλλοῦ τὸ βλέμμα του, ἐξοντώνεται ἀμέσως, ἔτσι καὶ ἐκεῖνος ποὺ παλαίει μὲ τὴν σάρκα του, ἐὰν τῆς προσφέρη ἀνάπαυσι.

33. Ὅπως κινδυνεύουν νὰ πέσουν ὅσοι ἀνεβαίνουν σὲ σαθρὴ σκάλα, ἔτσι κάθε τιμὴ καὶ δόξα καὶ ἐξουσία καταρρίπτουν τὸν κάτοχό τους, ἐπειδὴ αὐτὲς ἔρχονται σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ταπεινοφροσύνη.

34. Ὅπως εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴ σκέπτεται ὁ πεινασμένος τὸν ἄρτο, ἔτσι εἶναι ἀδύνατο νὰ μὴ σκέπτεται τὸν θάνατο καὶ τὴν Κρίσι ἐκεῖνος ποὺ ἀγωνίζεται γιὰ νὰ σωθῇ.

35. Ὅπως τὸ νερὸ σβήνει τὰ γράμματα, ἔτσι καὶ τὸ δάκρυ μπορεῖ νὰ σβήσει τὰ πταίσματα.

36. Ὅπως μερικοὶ ποὺ δὲν ἔχουν νερό, σβήνουν μὲ ἄλλο τρόπο τὰ γράμματα, ἔτσι ὑπάρχουν καὶ ψυχὲς ποὺ στεροῦνται δακρύων, καὶ γι᾿ αὐτὸ τρίβουν καὶ ἀποξέουν τὶς ἁμαρτίες τους μὲ τὴν λύπη, τοὺς στεναγμοὺς καὶ τὴν σκυθρωπότητα.

37. Ὅπως ἀπὸ τὸ πλῆθος τῆς κοπριᾶς προέρχονται πλῆθος σκουλήκια, ἔτσι καὶ ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν φαγητῶν προέρχονται πλῆθος ἁμαρτωλῶν πτώσεων καὶ πονηρῶν λογισμῶν καὶ ἀκαθάρτων ὀνείρων.

[38. Ὅπως ὁ τυφλὸς δὲν βλέπει νὰ βαδίζῃ, ἔτσι καὶ ὁ ὀκνηρὸς δὲν μπορεῖ νὰ ἰδῆ τὸ καλὸ καὶ νὰ τὸ πράξῃ].

39. Ὅπως ἐκεῖνος ποὺ ἔχει δεμένα τὰ πόδια δὲν μπορεῖ νὰ βαδίζῃ εὔκολα, ἔτσι καὶ αὐτοὶ ποὺ θησαυρίζουν χρήματα δὲν μποροῦν νὰ ἀνέβουν στὸν οὐρανό.

40. Ὅπως ἡ πρόσφατη πληγὴ θεραπεύεται εὔκολα, ἔτσι, ἀντιθέτως, τὰ χρόνια τραύματα τῆς ψυχῆς δύσκολα θεραπεύονται, ὅταν βεβαίως θεραπεύωνται.

41. Ὅπως εἶναι ἀδύνατον νὰ βαδίζῃ ὁ νεκρός, ἔτσι εἶναι ἀδύνατον νὰ σωθῇ ὁ ἀπελπισμένος.

42. Αὐτὸς ποὺ ἔχει ὀρθὴ πίστι καὶ ὅμως διαπράττει ἁμαρτίες, ὁμοιάζει μὲ πρόσωπο ποὺ δὲν ἔχει ὀφθαλμούς.

43. Αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει πίστι, καὶ ὅμως πράττει ἴσως μερικὰ καλά, ὁμοιάζει μὲ ἐκεῖνον ποὺ ἀντλεῖ νερὸ καὶ τὸ χύνει σ᾿ ἕνα τρυπημένο πιθάρι.

44. Ὅπως τὸ πλοῖο ποὺ ἔχει καλὸν κυβερνήτη φθάνει μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ σῶο στὸ λιμάνι, ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ ποὺ ἔχει καλὸν ποιμένα ἀνεβαίνει εὔκολα στὸν οὐρανό, ἔστω καὶ ἐὰν ἔχῃ διαπράξει πλῆθος κακῶν.

45. Ὅπως αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει ὁδηγὸ χάνει εὔκολα τὸν δρόμο, ἔστω καὶ ἐὰν εἶναι πολὺ ἔξυπνος, ἔτσι καὶ ἐκεῖνος ποὺ προχωρεῖ αὐτοκυβέρνητος τὴν μοναχικὴ ὁδό, εὔκολα χάνεται, ἔστω καὶ ἐὰν κατέχη ὅλη τὴν σοφία τοῦ κόσμου.

46. Ὅταν κάποιος ἀσθενῆ κατὰ τὸ σῶμα, ἔχῃ δὲ διαπράξει καὶ βαριὰ ἁμαρτήματα, αὐτὸς ἂς ἀκολουθῇ τὴν ὁδὸ τῆς ταπεινώσεως καὶ τῶν διαφόρων μορφῶν καὶ ἐκδηλώσεών της, διότι δὲν πρόκειται νὰ εὕρῃ ἀλλοῦ τὴν σωτηρία.

47. Ὅπως δὲν εἶναι δυνατὸν αὐτὸς ποὺ ἐπέρασε μακροχρόνιο ἀσθένεια νὰ ἀνακτήσῃ τὴν ὑγεία του μέσα σε μία στιγμή, ἔτσι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ νικήσουμε διὰ μιᾶς τὰ πάθη μας ἢ ἕνα πάθος μας. Νὰ παρατηρῆς σὲ τί μέτρα εὑρίσκεσαι σὲ κάθε πάθος καὶ σὲ κάθε ἀρετή, καὶ ἔτσι θὰ ἀντιληφθῆς καλύτερα τὴν πρόοδό σου.

48. Ὅπως ζημιώνονται ὅσοι ἀνταλάσσουν τὸν χρυσό μὲ τὴν λάσπη, ἔτσι καὶ ὅσοι διηγοῦνται καὶ ἀποκαλύπτουν τὰ πνευματικὰ γιὰ νὰ κερδήσουν κάτι ἀπὸ τὰ ὑλικά.

49. Τὴν ἄφεσι πολλοὶ τὴν ἀπέκτησαν σύντομα, ἀλλὰ τὴν ἀπάθεια κανείς, διότι αὐτὸ ἀπαιτεῖ πολὺν χρόνο καὶ πόθο καὶ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ.

50. Ἂς ἀναζητήσωμε ποιὰ θηρία ἢ πτηνὰ μᾶς ἐπιβουλεύονται στὴν σπορά, ποιὰ στὴν βλάστησι καὶ ποιὰ στὸν θερισμό, ὥστε νὰ στήνωμε κάθε φορὰ τὶς ἀνάλογες παγίδες.

51. Ὅπως δὲν εἶναι σωστὸ νὰ αὐτοκτονήση κάποιος, ἐπειδὴ ἔχει πυρετό, ἔτσι δὲν πρέπει νὰ περιπίπτη κανεὶς στὴν ἀπόγνωσι ποτὲ μέχρι τελευταίας ἀναπνοῆς.

52. Ὅπως εἶναι ἄσχημο, ἐκεῖνος ποὺ ἔθαψε τὸν πατέρα του, ἐπιστρέφοντας ἀπὸ τὴν κηδεία νὰ κατευθυνθῇ σὲ γάμο, ἔτσι εἶναι ἀνάρμοστο σὲ ὅσους θρηνοῦν τὶς πτώσεις τους, νὰ ἐπιζητοῦν στὴν παροῦσα ζωὴ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τιμὴ ἢ ἀνάπαυσι ἢ δόξα.

53. Ὅπως ἄλλες εἶναι οἱ κατοικίες τῶν ἐλευθέρων πολιτῶν καὶ ἄλλες τῶν καταδίκων, ἔτσι πρέπει νὰ ξεχωρίζη τελείως ἡ κατάστασις καὶ ἡ ζωὴ τῶν πενθούντων καὶ ἐνόχων ἀπὸ τῶν ἀνενόχων.

54. Ὅπως τὸν στρατιώτη ποὺ ἐπληγώθηκε βαρειὰ στὸ πρόσωπό του κατὰ τὸν πόλεμο, ὁ βασιλεὺς δὲν τὸν ἀποβάλλει ἀπὸ τὸ στράτευμα, ἀλλὰ μᾶλλον τὸν προβιβάζει σὲ ἀνωτέρα τάξι, ἔτσι καὶ τὸν μοναχὸ ποὺ κινδυνεύει καὶ ὑποφέρει πολλὰ ἀπὸ τοὺς δαίμονας, ὁ ἐπουράνιος Βασιλεὺς τὸν στεφανώνει.

55. Ἡ αἴσθησις ποὺ διαθέτει ἡ ψυχὴ εἶναι ἕνα ἰδίωμά της. Ἡ δὲ ἁμαρτία εἶναι ὁ κόλαφος αὐτῆς τῆς αἰσθήσεως.

 συναίσθησις εἶναι αὐτὴ ποὺ ἐπιφέρει τὴν κατάπαυσι ἢ τὴν μείωσι τοῦ κακοῦ, καὶ εἶναι τέκνο τῆς συνειδήσεως.

 δὲ συνείδησις εἶναι ὁ λόγος καὶ ὁ ἔλεγχος τοῦ φύλακός μας Ἀγγέλου, ὁ ὁποῖος μᾶς ἐδόθηκε στὸ βάπτισμα.

Γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο βλέπομε ὅτι οἱ ἀβάπτιστοι δὲν αἰσθάνονται ἔντονες τύψεις γιὰ τὶς κακές τους πράξεις, ἀλλὰ πολὺ ἐλαφρές.

 ἐλάττωσις τοῦ κακοῦ γεννᾶ τὴν ἀποχὴ ἀπὸ τὸ κακό. Ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τὸ κακὸ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς μετανοίας. Ἡ ἀρχὴ τῆς μετανοίας εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς σωτηρίας. Ἡ ἀρχὴ τῆς σωτηρίας εἶναι ἡ καλὴ πρόθεσις. Ἡ καλὴ πρόθεσις γεννᾶ τοὺς κόπους. Ἀρχὴ τῶν κόπων εἶναι οἱ ἀρετές. Ἡ ἀρχὴ τῶν ἀρετῶν εἶναι τὸ ἄνθος (τῆς πνευματικῆς ζωῆς). Τὸ ἄνθος τῆς ἀρετῆς εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς (πνευματικῆς) ἐργασίας. Ἡ (πνευματική) ἐργασία εἶναι τέκνο τῆς ἀρετῆς· καὶ αὐτῆς τέκνο ἡ συνέχισις καὶ ἡ συχνότης τῆς ἐργασίας. Καρπὸς καὶ τέκνο τῆς συνεχοῦς καὶ ἐπιμελοῦς ἐργασίας εἶναι ἡ ἕξις, (ἡ μόνιμη δηλαδὴ συνήθεια). Καὶ τέκνο τῆς ἕξεως εἶναι ἡ ποίωσις, (νὰ γίνῃ δηλαδὴ ἡ ἀρετὴ ἕνα μὲ τὴν ψυχή, φυσικὴ κατάστασίς της).

 ποίωσις στὸ καλὸ γεννᾶ τὸν φόβο (τοῦ Θεοῦ). Ὁ φόβος γεννᾶ τὴν τήρησι τῶν ἐντολῶν – εἴτε τῶν ἐπουρανίων εἴτε τῶν ἐπιγείων. Ἡ τήρησις τῶν ἐντολῶν εἶναι ἀπόδειξις τῆς ἀγάπης (πρὸς τὸν Θεόν). Ἀρχὴ τῆς ἀγάπης εἶναι τὸ πλῆθος τῆς ταπεινώσεως. Τὸ πλῆθος δὲ τῆς ταπεινώσεως εἶναι θυγατέρα τῆς ἀπαθείας. Καὶ ἡ ἀπόκτησις τῆς ἀπαθείας εἶναι ἡ πληρότης τῆς ἀγάπης, δηλαδὴ ἡ πλήρης κατοίκησις τοῦ Θεοῦ σὲ ὅσους ἔγιναν μὲ τὴν ἀπάθεια «καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται» (Ματθ. ε´ 8).

Αὐτῷ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.

Δείτε σχετικά: ΕΔΩ

Κυριακή 22 Μαΐου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ 2022 (Ομιλία π.Ευθυμίου Μπαρδάκα)

 


 

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ 2022 (τοῦ Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

ccjv

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

   Χριστὸς Ἀνέστη!

   Tὸ νερὸ ἀποτελεῖ βασικὸ ἀγαθὸ τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς. Δίχως αὐτό, τὸ σῶμα μας εἶναι καταδικασμένο νὰ πεθάνει, τὰ λουλούδια τοῦ κήπου μας νὰ ξεραθοῦν καὶ ἡ καθαριότητα νὰ γίνει χαμένος ἀγώνας.

   Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, ὅπως μᾶς περιγράφει τὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα, μία γυναίκα Σαμαρείτιδα κίνησε πρὸς τὸ πηγάδι τοῦ Πατριάρχη Ἰακώβ, προκειμένου νὰ ἀντλήσει τὸ ὠφέλιμο ἐπίγειο νερό. Κοντὰ στὴν πηγὴ καθόταν ὁ Χριστός, κουρασμένος ἀπὸ τὰ πολλὰ χιλιόμετρα ὁδοιπορίας ποὺ ἔκανε εὐαγγελιζόμενος τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν (σὲ ἀντίθεση μὲ πολλοὺς ἐξ’ ἡμῶν ποὺ δὲν θέλουμε οὔτε τὸ δάχτυλο νὰ κινήσουμε πρὸς δόξαν Του). Βλέποντας, λοιπόν, τὴν γυναίκα, τῆς ζήτησε νερό. Ἡ Σαμαρείτιδα ἀπάντησε: «πώς ἐσύ, ὄντας Ἰουδαῖος, μιλᾶς μὲ γυναίκα καὶ, μάλιστα, Σαμαρείτιδα; Δὲν συναναστρέφονται οἱ Ἰουδαῖοι μὲ τοὺς Σαμαρεῖτες». Πράγματι, οἱ Ἰουδαῖοι μὲ τοὺς Σαμαρεῖτες εἶχαν ἐχθρικὲς σχέσεις, καὶ σὰν νὰ μὴν ἔφτανε αὐτό, οἱ ἄνδρες ἐκείνη τὴν ἐποχὴ δὲν συνήθιζαν νὰ συνομιλοῦν μὲ γυναῖκες σὲ δημόσιο χῶρο, καθὼς ἡ γυναίκα εἶχε πολὺ ὑποτιμημένη θέση στὴν κοινωνία. Ὁ Χριστός, ὅμως, προκειμένου νὰ σώσει τὴν ψυχή της, ταράζει τὸ κατεστημένο καὶ καταρρίπτει τὰ κοινωνικὰ στερεότυπα, δίνοντας τιμὴ στὴν γυναίκα, ἡ ὁποία ἦταν ὄχι μόνο Σαμαρείτιδα, ἀλλὰ καὶ μοιχαλίδα. 

   Στὸ σημεῖο αὐτό, ἡ συζήτηση ἀντιστρέφεται. Ὁ Χριστὸς διαβεβαίωσε τὴν γυναίκα ὅτι ἄν γνώριζε ποιόν εἶχε ἀπέναντί της, ἐκείνη θὰ Τοῦ ζητοῦσε νερὸ καὶ Ἐκεῖνος θὰ τῆς ἔδινε τὸ «ὕδωρ τὸ ζῶν». Θὰ τῆς ἔδινε ζωντανὸ νερὸ ποὺ σκιρτᾶ γιὰ τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ὅποιος πιεῖ ἀπὸ τὸ νερὸ αὐτὸ δὲν θὰ διψάσει εἰς τὸν αἰώνα. 

    Σαμαρείτιδα μὲ λαχτάρα ζήτησε ἀπὸ τὸν Χριστὸ τὸ νερὸ αὐτό, δίχως νὰ ἔχει καταλάβει ὅτι δὲν πρόκειται γιὰ κάτι ποὺ ἀφορᾶ τὸ σῶμα, ἀλλὰ τὴν ψυχή. Ἀνταποκρινόμενος θετικά, ὁ Κύριος ἄρχισε νὰ τῆς προσφέρει αὐτὸ ποὺ, ἀγνοώντας, Τοῦ ζήτησε. Μετὰ τὴν προσταγή Του νὰ φωνάξει τὸν ἄνδρα της καὶ τὴν ὁμολογία τῆς γυναίκας ὅτι δὲν εἶχε ἄνδρα, ὁ Ἰησοῦς ἀποκάλυψε τὶς ἁμαρτίες της προϊδεάζοντάς την ὄτι ὁ Συνομιλητής της δὲν ἦταν ἕνας ἀπλός, κοινὸς ἄνθρωπος. 

   Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ὤθησε τὴν γυναίκα νὰ συνεχίσει τὴν συζήτηση καὶ νὰ ἀναφερθεῖ στὸν Ἐρχόμενο Μεσσία ποὺ τόσο προσδοκοῦσε ὄχι ὡς ἐξουσιαστή, ἀλλὰ ὡς Ἐκεῖνον ποὺ θὰ λύτρωνε τὸν λαὸ καὶ τὴν ἴδια ἀπὸ τὸ πνευματικὸ σκοτάδι. 

   φοῦ, λοιπόν, ὁ Χριστὸς ἔφτασε τὴν συζήτηση ἐκεὶ ὅπου ἤθελε, προβαίνει σὲ μία πρωτοφανὴ ἀποκάλυψη: «Ἐγὼ εἶμαι ὁ Μεσσίας» τῆς λέει,  «Ἐγὼ ποὺ σοῦ μιλάω!». Τὸ θαυμαστὸ εἶναι ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἀποκαλύφθηκε τόσο ἄμεσα στοὺς Ἰουδαίους ποὺ ἦταν ἐξοικειωμένοι μὲ τὶς γραφές, ἀλλὰ σὲ μία γυναίκα ἀπὸ τὴν Σαμάρεια μὲ ἐλαφρὰ ἤθη. Κὶ ὅμως, ἡ γυναίκα αὐτὴ εἶχε κάτι ποὺ ἔλειπε ἀπὸ τοὺς «ἐκλεκτοὺς» Ἰουδαίους, Φαρισαίους καὶ Γραμματεῖς. Εἶχε ἀπλότητα καρδιᾶς καὶ ἀληθινὴ θέληση νὰ συμμορφωθεῖ μὲ τὸ Φῶς, ὅταν αὐτὸ θὰ ἐρχόταν στὸν κόσμο, καὶ νὰ ἐγκαταλείψει τὴν παλιά, ἄσωτη ζωή της, ὅπως ἐγκατέλειψε βιαστικὰ καὶ τὴν κανάτα μὲ τὸ νερό γιὰ τὸ ὁποῖο εἶχε πάει ὡς τὴν πηγή. Καὶ κάπως ἔτσι, ὅπως ὅλα μέσα στὸ Εὐαγγέλιο, ἀποδεικνύεται ἀληθινὴ ἡ φράση του Θεανθρώπου πρὸς τοὺς δῆθεν θεοσεβεῖς τυπολάτρες: «οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι προάγουσιν ὑμᾶς εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν». 

   Τὴν στιγμὴ αὐτὴ ἔφτασαν στὴν πηγὴ οἱ Μαθητές, φέρνοντας μαζί τους φαγητό. Εἶδαν τὸν Χριστὸ ποὺ μιλοῦσε μὲ τὴν γυναίκα, ἀπόρησαν, ἀλλὰ κανεὶς δὲν εἶπε τίποτα. Εἶχαν ἐμπιστοσύνη καὶ σεβασμὸ στὸν Διδάσκαλο τους καὶ δὲν ἔσπευσαν σὰν πολλοὺς τῶν ἡμερῶν μας νὰ κατακρίνουν ἐξ ἰδίων τὰ ἀλλότρια. Γιὰ αὐτὸ ἀξιώθηκαν νὰ γίνουν αὐτὸ ποὺ ἔγιναν. 

   Στὴν προτροπὴ τῶν Ἀποστόλων στὸν Χριστὸ νὰ φάει, Ἐκεῖνος τοὺς ἀπάντησε: «Ἐγὼ βρῶσιν ἔχω φαγεῖν». Τροφὴ γιὰ τὸν Θεὸ εἶναι ἡ ἐπιστροφὴ τῶν ἀνθρώπων σὲ Ἐκεῖνον, ἡ γνώση τῆς ἀληθείας καὶ ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τὸ σκοτάδι. Θυμόσαστε τὴν παραβολὴ τῆς Κρίσεως τὴν Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω; Τί θὰ πεῖ ὁ Δίκαιος Κριτὴς; Ἐπείνασα καὶ ἐδώκατε (ἤ οὐκ ἐδώκατε)  μοι φαγεῖν.  Ἑμεῖς δίνουμε τροφὴ στὸν Θεὸ μέσω τῆς δικῆς μας πνευματικῆς μεταμόρφωσης; Οἱ πνευματικοὶ προσφέρουμε ψυχὲς ἀνθρώπων στὸν Θεό; Ὁ κόσμος ποὺ βρίσκεται ἐκεὶ ἔξω περιμένει. Τὸ πνευματικὸ χωράφι τῆς κοινωνίας μας θέλει ἐργάτες γιὰ νὰ θερίσουν, καὶ ἔπειτα νὰ προσφέρουν ὡς νοητὴ τροφὴ στὸν Θεὸ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ μέχρι τώρα δὲν ἔτυχαν τῆς εὐκαιρίας νὰ Τὸν γνωρίσουν. 

    Σαμαρείτις, ἡ μοιχαλίδα, ἡ μετέπειτα Ἁγία Ἰσαπόστολος Φωτεινή, προσέφερε ἀληθινὴ τροφὴ στὸν Θεό∙ πρῶτα τὸν ἑαυτό της καὶ ὕστερα τοὺς συνανθρώπους της, οἱ ὁποῖοι μὲ πολὺ αὐθορμητισμὸ ὁμολόγησαν τὸν Ἰησοῦ Σωτήρα τοῦ κόσμου. Κὶ ἐδώ, πάλι ἔχουμε κάτι τὸ θαυμαστό, τὸ περίεργο. Τὸν ὁμολόγησαν ὡς Μεσσία, ὄχι οἱ Ἰουδαίοι, ἀλλὰ οἱ εἰδωλολάτρες, οἱ Σαμαρεῖτες, οἱ ξένοι! Διαχρονικὸ φαινόμενο, δυστυχῶς, στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας. Ἀς εἶναι. Αὐτὰ δὲν θὰ ἀλλάξουν ποτέ. 

   Καθῆκον δικό μας εἶναι, ἀρχικά, νὰ ἀναζητήσουμε καὶ νὰ ζητήσουμε μὲ ἀπλότητα τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν καὶ ὁ Θεὸς θὰ μᾶς τὸ δώσει. Ἡ Ἁγία Φωτεινὴ ζήτησε καὶ ἔλαβε αὐτὸ τὸ ὕδωρ καὶ ἐγκατέλειψε τὴν στάμνα μὲ τὸ νερὸ πίσω. Δὲν νοιαζόταν πλέον γιὰ τὰ βιωτικά, διότι ἡ ψυχή της ἦταν ξεδιψασμένη ἀπὸ τὴν γνωριμία μὲ τὸν Ἀληθινὸ Θεό καὶ Δεσπότη, Ἀναστάντα Χριστό.

Ἀληθῶς ἀνέστη ὁ Κύριος!

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Πέμπτη 19 Μαΐου 2022

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ (τοῦ Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)



IMG 7838

Ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου

Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου 

εἰς τὴν Γενοκτονίαν τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου 

18/5/2022

Παναγία Σουμελᾶ, Ἀσπρόπυργος

   Ἀγαπητοὶ ἀπόγονοι ἡρώων, σοφῶν, Ἁγίων καὶ Μαρτύρων, ἀπόγονοι ἑκατοντάδων χιλιάδων ἀνθρώπων ποὺ βασανίσθηκαν καὶ σφαγιάσθηκαν ὄχι γιὰ κάτι ποὺ ἔκαναν, ἀλλὰ γιὰ τὴν ἑλληνορθόδοξη ταυτότητά τους,

   Χριστὸς Ἀνέστη!

   Τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ πλημμυρίζει διαχρονικὰ μὲ τὴν ὄντως Ζωή, τὴν Χαρὰ καὶ τὴν Ἐλπίδα τὶς ψυχὲς ὅσων πίστεψαν σὲ Ἐκεῖνον. Ἀπεναντίας, ὅσοι προσπάθησαν νὰ ἀφαιρέσουν αὐτά ἀπὸ τὴν ζωὴ τῶν συνειδητῶν Χριστιανῶν, ἀπλὰ ἀπέτυχαν. Ἔτσι ἀπέτυχαν καὶ οἱ Νεότουρκοι. Μὲ τὸ σύνθημά τους «Ἡ Τουρκία στοὺς Τούρκους» ἐπιδόθηκαν, στὶς ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰώνα, στὴν μαζικὴ ἐξόντωση τῶν χριστιανικῶν πληθυσμῶν τῆς Ἀνατολῆς. Πίστεψαν ὅτι ἀφαίρεσαν τὴν Ζωή, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα ἄνοιξαν τὸν δρόμο στοὺς γενοκτονηθέντες προγόνους μας γιὰ τὴν ἀληθινή, αἰώνια καὶ εἰρηνικὴ Ζωή. Πίστεψαν ὄτι ἔσβησαν τὴν Χαρά, ἀλλὰ οἱ ἀδικοχαμένοι Ρωμηοί αἰσθάνονται σήμερα στὸν Οὐρανὸ τὴν Χαρὰ τοῦ Θεοῦ. Πίστεψαν ὅτι ἐξαφάνισαν τὴν Ἐλπίδα, ἀλλὰ ἡ Ἐλπίδα βρίσκεται σήμερα ἐδώ, ζωντανὴ στὰ πρόσωπα ὅλων μας. 

    19η Μαΐου ἔχει θεσπισθεῖ ὡς ἡμέρα μνήμης τῆς Γενοκτονίας τοῦ μαρτυρικοῦ Πόντου. Ὁ Πόντος εἶναι τὸ στολίδι τῆς «καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς», τὸ ἑλληνικὸ βιβλίο μὲ τὴν τριῶν χιλιάδων ἐτῶν ἱστορία, ὁ τόπος ποὺ προσέφερε στὴν ἀνθρωπότητα πολλοὺς ἀπὸ τοὺς μεγάλους φωστῆρες τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ἀστέρας ποὺ, ἀκόμη καὶ δέσμιος στὸ ζοφερὸ σκοτάδι τῶν αἰώνων τῆς ὀθωμανικῆς βαρβαρότητας, ἐξακολουθοῦσε νὰ διαχέει -κατὰ τὸ μέτρο τοῦ δυνατοῦ- τὶς ἀκτίνες του. Ἐπειδή, λοιπόν, ἦταν ἀσύμφορο ὄχι τόσο γιὰ τοὺς ἐχθρούς, ὅσο γιὰ τοὺς δυτικούς δήθεν «φίλους» μας νὰ ἐξαπλωθοῦν οἱ ἀκτίνες αὐτὲς καὶ νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὸ Φῶς τῆς Μητέρας Ἑλλάδας, ὁ Πόντος ἔμελλε νὰ ὑποστεῖ τὸ φρικτότερο τῶν ἐγκλημάτων κατὰ τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, τὴν Γενοκτονία. Ὁ ὄρος αὐτὸς δηλώνει τὴν μεθοδευμένη καὶ μαζικὴ ἐξόντωση ἑνὸς ὁλόκληρου ἔθνους ἤ φυλετικῆς ὀμάδας μὲ βίαια μέσα, ἤτοι, δολοφονίες, ἐκτοπισμούς, ἀποτροπὴ γεννήσεων, ἤ πρόκληση ψυχικῶν καὶ σωματικῶν τραυμάτων.

   Τὸ ποντιακὸ μαρτύριο εἶναι ἀναγνωρισμένο ἀπὸ πολλὰ καὶ μεγάλα κράτη τοῦ κόσμου ὡς Γενοκτονία. Ἀκόμη καὶ σοβαροὶ Τούρκοι ἱστορικοὶ μὲ ἀντικειμενικὴ κρίση καὶ κίνδυνο τῆς ζωῆς τους, ἀναφερόμενοι στὶς δράσεις τῶν Νεοτούρκων κατὰ τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ τοῦ Πόντου, ὁμολογοῦν ξεκάθαρη Γενοκτονία.  Καλὸ θὰ ἦταν οἱ διαχρονικοὶ Ἐφιάλτες, οἱ τοποθετημένοι ἀπὸ τὸν ἑλληνικὸ λαὸ σὲ ὑψηλά ἀξιώματα, οἱ ὁποῖοι ἐν ὀνόματι ἑνὸς δῆθεν προοδευτισμοῦ ἔχουν βαλθεῖ νὰ ἰσοπεδώσουν -«μὲ τὸ ἀζημίωτο» βεβαίως- κάθε ἱερὸ καὶ ὅσιο τῆς Ὀρθόδοξης Πατρίδας μας, νὰ παραδειγματίζονταν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους αὐτούς. Δυστυχῶς, αὐτὸ δὲν συμβαίνει, μὲ ἀποτέλεσμα, ὡς ἄλλοι γενίτσαροι νὰ κάνουν λόγο γιὰ ἀπλὴ μετακίνηση πληθυσμῶν. Εἶναι οἱ ἴδιοι ποὺ ἀναφερόμενοι στὴν Καταστροφὴ τῆς Σμύρνης, μιλοῦν γιὰ συνωστισμὸ στὴν προκυμαία… οὐδὲν σχόλιο. Ἀνιστόρητοι, δυστυχῶς, δὲν εἶναι.

   Δικαιολογημένα θὰ ἀναρωτηθεῖ κανείς: «γιατὶ μιλοῦμε περὶ ἀναγνώρισης τῆς Γενοκτονίας, ἑνὸς ἐγκλήματος ποὺ μάλλον δύσκολα θὰ μποροῦσε νὰ μείνει κρυφό;». Ὁ λόγος εἶναι ὁ ἑξῆς∙ τῆς Γενοκτονίας τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου προηγήθηκε ἡ Γενοκτονία τῶν Ἀρμενίων, ἡ ὁποία συνέβη φανερά, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ δεχθεῖ τὴν παγκόσμια κατακραυγή. Προκειμένου νὰ γλιτώσουν μία δεύτερη κατακραυγὴ οἱ γείτονες μας, σχεδίασαν τὴν Ποντιακὴ Γενοκτονία ἐν τῷ κρυπτῷ. Μὲ τὴν δικαιολογία ὅτι οἱ Ἕλληνες ἀποτελούσαν δῆθεν ἐθνικὸ κίνδυνο, καὶ προφασιζόμενοι ἄμυνα, ἐπιδόθηκαν σὲ ἀνελέητα μέσα ἐξόντωσης τους.

   να ἐξ αὐτῶν, πολὺ ἀγαπητὸ στοὺς Τούρκους, ἦταν τὰ Τάγματα Ἐργασίας, ἤ, πιὸ σωστά, τάγματα θανάτου. Ἄνδρες ἀπὸ 15 ἔως 48 ἐτῶν συλλαμβάνονταν καὶ ἀναγκάζονταν νὰ ἐργάζονται τουλάχιστον 12 ὥρες τὴν ἡμέρα σὲ δημόσια ἔργα. «Ὁ καθένας ἐκεὶ ἦταν ὑπηρέτης, δοῦλος». Οἱ περισσότεροι πέθαναν ἀπὸ τὴν κακοπάθεια, τὴν πείνα, τὴν δίψα, ἤ τὸν ξυλοδαρμό. Μόνο ἐλάχιστοι κατάφεραν νὰ ἐπιστρέψουν ζωντανοί. Μᾶς εἶναι άδύνατο νὰ ἀναλογισθοῦμε τὸ μέγεθος στὸ ὁποῖο ἐξαθλιώθηκε ἐκεὶ ἡ ἀνθρώπινη ζωὴ. 

   Δεύτερο καὶ πολὺ βασικὸ μέσο ἐξόντωσης ἦταν ὁ λευκὸς θάνατος. Ἔπαιρναν τοὺς Ποντίους, ὅσους δὲν εἶχαν φύγει στὰ Τάγματα Ἐργασίας, καὶ τοὺς ἀνάγκαζαν σὲ μἰα πορεία ἀτελεύτητη, δίχως προορισμό. Οἱ βροχὲς καὶ τὰ χιόνια δὲν στέκονταν ἐμπόδιο. Γυναίκες γεννούσαν τὰ μωρά τους στὸν δρόμο, τὰ ἄφηναν παραδίπλα καὶ συνέχιζαν τὸ περπάτημα. Ἄλλες ἔπεσαν θύματα βιασμοῦ. Οἱ πρόγονοι ἐκείνων ποὺ σήμερα προβάλλονται ἀπὸ τὰ σίριαλ, τότε ἔκοβαν τὶς κοιλιὲς τῶν ἐγκύων καὶ πετούσαν τὰ βρέφη στὰ βράχια. Ἀληθῶς ἔχει χαρακτηρισθεῖ ἡ πορεία αὐτὴ ὡς «Ἄουσβιτς ἐν ροῇ». Ἀληθῶς ἔχει εἰπωθεῖ ὅτι οἱ Πόντιοι δὲν ἔχουν κάποιο συγκεκριμένο μέρος νὰ ἐπισκεφθοῦν τοὺς νεκρούς τους, διότι ὅλη ἡ γὴ τῆς Ἀνατολῆς εἶναι ποτισμένη μὲ τὸ αἴμα καὶ θρεμμένη μὲ τὰ λείψανα τῶν προγόνων τους. 

   Μποροῦμε νὰ μιλάμε γιὰ ὥρες περὶ τῶν βασανιστηρίων ποὺ ὑπέστησαν οἱ Τραντέλλενες τοῦ Πόντου. Ἀσφαλῶς, ὡς Χριστιανοί, ἔχουμε καθῆκον νὰ συγχωράμε, ὄχι, ὅμως καὶ νὰ ξεχνᾶμε. Ὅλα τὰ παραπάνω γράφτηκαν ὄχι γιὰ τὴν ἀναμόχλευση τοῦ μίσους, ἀλλὰ γιὰ νὰ κρατηθεῖ ζωντανὴ ἡ ἱστορικὴ μνήμη. Εἶναι ἀναμφισβήτητο ὅτι λαὸς ὁ ὁποῖος ξεχνᾶ τὴν ἱστορία του, εἶναι καταδικασμένος νὰ πέσει στὰ ἴδια λάθη καὶ νὰ ἀφανιστεῖ. Καὶ ἀπ’ ὅ,τι βλέπω, μέσα σὲ ἕναν μόλις αἰώνα ἤδη οἱ πολλοὶ ἔχουν ξεχάσει. 

   γαπητοί, μπορεῖ ὁ μονοκέφαλος τραπεζούντιος ἀετὸς νὰ μὴν πετᾶ πιὰ πάνω ἀπὸ τὸν Πόντο, ἀλλὰ σίγουρα δὲν ἔχει πεθάνει. Μπορεῖ ἡ βαρβαρότητα νὰ εἶχε ὡς ἀποτελέσμα τὸ Μέγα Μοναστήρι τῆς Παναγίας Σουμελᾶ νὰ παύσει νὰ λειτουργεῖ, ἀλλὰ ἕνα μέρος ἀπὸ τὸ Φῶς τοῦ πνευματικοῦ ἐκείνου Φάρου καθρεφτίζεται σήμερα ἀπὸ τὸν ἱερὸ αὐτὸ χῶρο τῆς Σουμελᾶ τοῦ Ἀσπροπύργου, προσφέροντας καταφύγιο καὶ στήριξη στὶς ψυχὲς τῶν Ποντίων -καὶ ὄχι μόνο- τῆς περιοχῆς μας. 

   Θὰ μποροῦσα νὰ κλείσω λέγοντας ὅτι ἡ ἐλπίδα μας τῶρα εἶναι ἡ νέα γενιά, καὶ ἀσφαλῶς εἶναι. Ἀλλὰ τὴν εὐθύνη γιὰ τὸ μέλλον τὴν κρατάμε στὰ χέρια μας ὅλοι, ἀπὸ τὸν μεγαλύτερο ἔως τὸν μικρότερο. 

   Σᾶς προτρέπω λοιπόν: Ἀγκαλιάστε τὶς παραδόσεις Πίστεως καὶ Πατρίδος! Ἐπιστρέψατε στὶς ρίζες! Μόνο μὲ Χριστὸ καὶ Ἑλλάδα στὴν καρδιά θὰ προσφέρουμε δικαίωση στὴν μνήμη τῶν μαρτύρων προγόνων μας! Πορευθεῖτε ἑνωμένοι στὸ ἑξῆς, ὅπως ἑνωμένοι ἀντιμετώπισαν χαρὲς καὶ λύπες οἱ παπποῦδες καὶ οἱ γιαγιάδες μας. Ἡ ἱστορία, τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμα, μὰ προπάντων ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Ἑλλάδα μᾶς ἀνήκουν καὶ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ τὰ κλέψει ἄν ἑμεῖς δὲν τὰ παραδώσουμε. Καὶ δὲν θὰ τὰ παραδώσουμε! 

    Ἀναστὰς Κύριος μας νὰ ἀναπαύσει τὶς ψυχὲς τῶν προγόνων μας καὶ νὰ ἀναστήσει τὴν ταλαιπωρημένη πατρίδα μας, ἀμήν!

Πηγή

Δευτέρα 16 Μαΐου 2022

ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 4ο)

 Αγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου της Ρωσικής Διασποράς

4. Ο αποκαλυφθείς Νόμος

Η ανεπάρκεια ενός εσωτερικού νόμου. Η σημασία για εμάς
του Μωσαϊκού και του Ευαγγελικού Νόμου.

Το καθήκον της επίγειας ζωής του ανθρώπου είναι να προετοιμαστεί για την αιώνια σωτηρία και ευδαιμονία. Για να γίνει αυτό, ο άνθρωπος πρέπει να ζει ως άγιος και άμεμπτος, με άλλα λόγια, σύμφωνα με το θέλημα του Θεού.

Πώς μπορεί κάποιος να γνωρίζει αυτό το θέλημα του Θεού; Φυσικά -πρώτα απ’ όλα- στην συνείδησή του· γι’ αυτό και λέγεται φωνή του Θεού στην ανθρώπινη ψυχή. Και αν η πτώση στην αμαρτία δεν αμαύρωνε την ψυχή του ανθρώπου, τότε θα μπορούσε αδιάκοπα και σταθερά να κατευθύνει την πορεία της ζωής του σύμφωνα με τις οδηγίες της συνείδησής του, στις οποίες εκφράζεται ο εσωτερικός ηθικός νόμος. Αλλά όλοι γνωρίζουν πως ένας αμαρτωλός άνθρωπος όχι μόνον έχει βλάψει το μυαλό, την καρδιά και τη θέλησή του, αλλά και η συνείδησή του έχει θολώσει και η κρίση και η φωνή της έχουν χάσει την άνευ όρων διαύγεια και δύναμή τους. Δεν είναι περίεργο λοιπόν ότι κάποιοι άνθρωποι, όπως έχουμε ήδη πει, αποκαλούνται ασυνείδητοι.

Έτσι, η συνείδηση -η εσωτερική της φωνή- αποδείχθηκε ανεπαρκής για να ζήσει και να ενεργήσει ο άνθρωπος σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Υπήρχε ανάγκη για έναν εξωτερικό οδηγό, για έναν εξωτερικό θεϊκά αποκαλυφθέντα νόμο. Ένας τέτοιος νόμος δόθηκε από τον Θεό στους ανθρώπους σε δύο μορφές: πρώτα, μια προπαρασκευαστική -ο Μωσαϊκός Νόμος της Παλαιάς Διαθήκης- και έπειτα ο πλήρης και τέλειος Ευαγγελικός Νόμος της Καινής Διαθήκης.

Στον Μωσαϊκό Νόμο πρέπει να διακρίνουμε δύο πλευρές: 1) την θρησκευτική και ηθική και 2) την θρησκευτική και τελετουργική, στενά συνδεδεμένη με την ιστορία και τον τρόπο ζωής του εβραϊκού λαού. Φυσικά, η δεύτερη πλευρά για εμάς, τους Χριστιανούς, ανήκει στο παρελθόν -οι εθνικοί τελετουργικοί κανόνες και νόμοι έχουν εκλείψει. Αλλά οι θρησκευτικοί και ηθικοί νόμοι του Μωυσή έχουν διατηρήσει όλη τους την δύναμη στον Χριστιανισμό. Επομένως και οι Δέκα Εντολές του Μωσαϊκού Νόμου είναι υποχρεωτικές για τους Χριστιανούς και ο Χριστιανισμός δεν τις έχει ακυρώσει. Αντίθετα, ο Χριστιανισμός δίδαξε τους ανθρώπους να κατανοούν αυτές τις εντολές όχι τυπικά-κυριολεκτικά, με τη σειρά της τυφλής δουλικής υπακοής και της εξωτερικής εκπλήρωσής τους, αλλά αποκάλυψε το βαθύ νόημά τους και δίδαξε την τέλεια και πλήρη κατανόηση και εκπλήρωση. Αλλά φυσικά, για εμάς τους Χριστιανούς, ο Μωσαϊκός Νόμος έχει σημασία μόνον επειδή οι κύριες εντολές του (ο Δεκάλογος, οι εντολές για την αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον) γίνονται αποδεκτές και αποκαλύπτονται από τον Χριστιανισμό. Δεν καθοδηγούμαστε στη ζωή μας από αυτόν τον προπαρασκευαστικό και προσωρινό Μωσαϊκό Νόμο, αλλά από τον τέλειο και αιώνιο Νόμο του Χριστού. Λέει ο Μέγας Βασίλειος: «Αν αυτός που ανάβει ένα λυχνάρι κάτω από τον ήλιο είναι γελοίος, τότε αυτός που παραμένει στη σκιά του Νόμου (της Παλαιάς Διαθήκης) ενώ υπάρχει το κήρυγμα του Ευαγγελίου είναι πολύ πιο γελοίος…»[1]. Η κύρια διαφορά μεταξύ του νόμου της Καινής Διαθήκης και του νόμου της Παλαιάς Διαθήκης είναι ότι ο νόμος της Παλαιάς Διαθήκης εξέταζε την εξωτερική εμφάνιση των πράξεων του ανθρώπου, ενώ ο νόμος της Καινής Διαθήκης εξετάζει την καρδιά του ανθρώπου, τα εσωτερικά του κίνητρα. Στον νόμο της Παλαιάς Διαθήκης, ο άνθρωπος υπάκουε στον Θεό, όπως ο σκλάβος τον αφέντη του, ενώ στην Καινή Διαθήκη, ο άνθρωπος προσπαθεί να υπακούσει τον Θεό, όπως ο γιος υπακούει τον αγαπημένο του πατέρα…

Επί του παρόντος, πολλοί εξετάζουν τον νόμο της Παλαιάς Διαθήκης εσφαλμένα: δεν βλέπουν τίποτα καλό σε αυτόν, αλλά αναζητούν μόνο χαρακτηριστικά αγένειας και σκληρότητας. Αυτή είναι λάθος άποψη. Είναι απαραίτητο να θυμόμαστε τον χαμηλό βαθμό πνευματικής ανάπτυξης στον οποίο βρίσκονταν οι άνθρωποι τότε – πριν από χιλιάδες χρόνια. Και στις συνθήκες των τότε, πραγματικά αγενών και σκληρών ηθών, εκείνοι οι κανόνες και οι διατάξεις του Μωσαϊκού Νόμου, που τώρα μας φαίνονται σκληροί (για παράδειγμα, «οφθαλμός αντί οφθαλμού» κ.λπ.), στην πραγματικότητα δεν ήταν τόσο σκληροί. Φυσικά, δεν κατέστρεφαν την ανθρώπινη σκληρότητα και μνησικακία (μόνο το Ευαγγέλιο θα μπορούσε να το κάνει αυτό), αλλά την συγκρατούσαν και της έθεταν σταθερά και αυστηρά όρια… Επιπλέον, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι εκείνες οι εντολές για την αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον, τις οποίες ο Κύριος επεσήμανε ως τις πιο σημαντικές, ελήφθησαν από αυτόν ακριβώς τον Μωσαϊκό Νόμο (Μάρκ. ιβ΄ 29-31)[2]. Σχετικά με αυτόν τον νόμο, ο Άγιος Απόστολος Παύλος είπε: «ὥστε ὁ μὲν νόμος ἅγιος, καὶ ἡ ἐντολὴ ἁγία καὶ δικαία καὶ ἀγαθή»[3].

(συνεχίζεται)


[1] «Εἰ δὲ γελοῖος, ἡλίου λάμποντος, ὁ λύχνον ἑαυτῷ παραφαίνων, πολλῷ γελοιότερος ὁ, Εὐαγγελίου κηρυσσομένου, τῇ σκιᾷ τῇ νομικῇ παραμένων» (PG 30, 245).

[2] «Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπεκρίθη αὐτῷ ὅτι πρώτη πάντων ἐντολή· ἄκουε, Ἰσραήλ, Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν Κύριος εἷς ἐστι· καὶ ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου. Αὕτη πρώτη ἐντολή. Καὶ δευτέρα ὁμοία, αὕτη· ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν. Μείζων τούτων ἄλλη ἐντολὴ οὔκ ἐστι».

[3] Ρωμ. ζ΄ 12.


Πηγή

Κυριακή 15 Μαΐου 2022

ΜΗΝΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ 2022 (Τοῦ Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

IMG 5740

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

   Χριστὸς Ἀνέστη!

   Σήμερα, Δ’ Κυριακὴ ἀπὸ τὸ Πάσχα, ἡ Ἐκκλησία μᾶς θυμίζει μέσω τῆς Εὐαγγελικῆς Περικοπῆς τὴν θεραπεία τοῦ παραλύτου ἀπὸ τὸν Ἰατρὸ ψυχῶν καὶ σωμάτων, τὸν Δεσπότη Χριστό. 

   κείνη τὴν ἐποχή, στὰ Ἰεροσόλυμα ὑπῆρχε μία κολυμβήθρα, ὅπου οἱ Ἰουδαῖοι ἔπλεναν τὰ πρόβατα πρὶν τὰ ὁδηγήσουν στὴν θυσία, γιὰ αὐτὸ καὶ τὴν ἀποκαλούσαν Προβατική. Ἐκεὶ συγκεντρώνονταν πλήθη ἀνθρώπων ἀσθενῶν, διότι κατὰ καιροὺς ἄγγελος κατέβαινε στὴν κολυμβήθρα καὶ τάραζε τὸ νερό, ὁ δὲ πρῶτος ποὺ ἔμπαινε μετὰ τὴν ταραχὴ τοῦ ὕδατος, λάμβανε τὴν θεραπεία. Παράλυτοι, λοιπόν, τυφλοί, κουφοί, λεπροί ἀνέμεναν κάτω ἀπὸ πέντε στοὲς τὴν ἐπίσκεψη τοῦ ἀγγέλου. Μπορεῖ νὰ ἦταν πολλοί, ἀλλὰ οὐσιαστικὰ ἦταν μόνοι. Ἦταν ἀπομονωμένοι ἀπὸ τὴν ὑπόλοιπη κοινωνία. Τὴν ὥρα τῆς ἀναμονῆς τῶν ἀσθενῶν γιὰ τὴν προσωπική τους ποθητὴ θεραπεία, οἱ ὑπόλοιποι τῶν ἀνθρώπων ἔτρεχαν στὶς δουλειές τους, ἔπαιζαν, πανηγύριζαν, ἔτρωγαν, ἐπιδίδονταν στὰ πάθη τους, ἀπολαμβάνοντας τὸ ἀγαθὸ ἐκεῖνο ποὺ ἄλλοι στερούνταν καὶ ἀνέμεναν καρτερικά, τὴν ὑγεία. 

   Πολλὲς φορές, δυστυχῶς, ἐκτιμοῦμε κάτι ὅταν τὸ χάνουμε, ἀλλὰ τότε ἴσως εἶναι ἀργά. Καὶ αὐτὸ συμβαίνει διότι, ἀφηρημένοι ἀπὸ τὴν ταχύτητα τῆς καθημερινότητας, δὲν βάζουμε τοὺς ἑαυτούς μας στὴν θέση τῶν συνανθρώπων μας οἱ ὁποῖοι στεροῦνται τὰ ἀγαθὰ τὰ ὁποῖα ἑμεῖς ἀπολαμβάνουμε. Ἔτσι, οἱ κατὰ τὸ σῶμα ὑγιεῖς ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, στὴν πλειοψηφία τους δὲν σκέπτονταν ὅτι λίγο πιὸ δίπλα ὑπάρχουν ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι στεροῦνται ὑγείας. Θεωρώντας δεδομένη τὴν ἀτομική τους ὑγεία, δὲν σκέπτονταν ὅτι κάποιοι συνάνθρωποί τους ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ λίγη συμπαράσταση, λίγη βοήθεια. Αὐτὴ ἡ ἀμέτοχη στάση τους ἀπέναντι στὸν πάσχοντα πλησίον τοὺς καθιστοῦσε ἀνελεήμονες. Φοβερὸ πράγμα πάντως. Κοινωνία δίχως ἐλεημοσύνη, δηλαδὴ ἀκοινώνητη κοινωνία, δίχως ἀγάπη καὶ ἀλληλεγγύη, γεμάτη ἀπὸ μοναξιά. 

   Τὰ νερὰ αὐτῆς τῆς κοινωνίας ἦλθε νὰ ταράξει ὁ Ἐλεήμων Χριστός, στρέφοντας τὴν προσοχὴ στοὺς ἀρρώστους, στοὺς ἀπομονωμένους. Ἐπισκέφθηκε τὴν κολυμβήθρα καὶ συνάντησε ἕναν ἄνθρωπο 38 ὁλόκληρα χρόνια παράλυτο. Σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς πολλούς, οἱ ὁποῖοι θὰ ἀντιμετώπιζαν τὴν ἀσθένεια τους, ἥ ὁποιαδήποτε ἄλλη ταλαιπωρία, μὲ ὕβρεις, μὲ ἀνυπομονησία, μὲ σκληροκαρδία, μὲ θυμό, ἤ καὶ μὲ αὐτὴν τὴν θεομίσητη βλασφημία, ὁ ἐπὶ 38 χρόνια παράλυτος, στάθηκε ἀπέναντι στὴν ἀσθένειά του μὲ ἀνδρεία. Σήκωσε τὸ Σταυρό του μὲ ἀξιοθαύμαστη ὑπομονή. Εἶχε τὴν καρδιακὴ ἐπιθυμία νὰ θεραπευθεῖ καὶ ἔτρεφε σίγουρες ἐλπίδες ὅτι ἄν καταφέρει καὶ μπεῖ στὴν κολυμβήθρα, θὰ λάβει ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴν ἴαση. Σὲ ἀντίθεση, πάλι, μὲ πολλοὺς οἱ ὁποῖοι προβάλλουν τὴν παραμικρὴ δικαιολογία γιὰ νὰ ἀπέχουν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ὁ παράλυτος μὲ πολλὴ καρτερία πήγαινε συχνὰ στὴν κολυμβήθρα, προσδοκώντας τὴν θεραπεία. Οἱ δεκαετίες ποὺ μάταια περίμενε δίπλα στὴν κολυμβήθρα δὲν στάθηκαν ἰκανὲς νὰ τοῦ ἀφαιρέσουν τὴν ἐλπίδα. Αὐτὴ ἦταν ἡ κινητήριος δύναμή του. 

   Πόσες φορές ἀντιμετωπίζουμε μία ταλαιπωρία καὶ ἀναμένουμε ἀπὸ τὸν Θεό τὴν βοήθεια; Μπορεῖ νὰ συμβεῖ καὶ νὰ κουρασθοῦμε ἀπὸ τὴν ἀναμονὴ καὶ νὰ πιστέψουμε ὅτι ὁ Θεός μᾶς ἐγκατέλειψε, ἤ δὲν μᾶς ἀκούει. Ὁ Θεός, ὅμως, καὶ ἀκούει καὶ βλέπει τὸν ἀγώνα ποὺ κάνουμε κὶ ἔρχεται τὴν κατάλληλη στιγμὴ γιὰ νὰ μᾶς προσφέρει τὴν Εἰρήνη Του, τὴν Ἴαση, τὴν Χαρά. Ἔτσι ἔκανε καὶ μὲ τὸν παραλυτικό∙ τὸν ἄφησε γιὰ 38 χρόνια νὰ περιμένει, ἀλλὰ πάντα ἦταν δίπλα του. Τὸν ἔβλεπε καὶ ἀφουγκραζόταν τοὺς πόνους του. Ἔβλεπε τὴν καρτερία καὶ τὴν πίστη του καὶ τοῦ ἔδινε δύναμη ψυχική, ὥσπου τὸν συνάντησε, κάνοντας τὴν ἑξῆς ἐρώτηση:

-Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;

Γιὰ νὰ λάβει τὴν ἀπάντηση:

-Κύριε, ἄνθρωπο δὲν ἔχω ὥστε ὅταν ταραχθεῖ τὸ νερό, νὰ μὲ βάλει στὴν κολυμβήθρα. 

Μέσα σὲ μία κοινωνία ποὺ ἔσφυζε ἀπὸ ζωή, ὁ παράλυτος δὲν εἶχε οὔτε ἕναν ἄνθρωπο νὰ τὸν βοηθήσει νὰ μπεῖ στὴν κολυμβήθρα. Μέσα σὲ αὐτὰ τὰ 38 χρόνια μπορεῖ ἀρχικὰ νὰ περίμενε κάποιον νὰ τὸν βοηθήσει. Ὕστερα, ὅμως, ἔπαυσε νὰ ζητᾶ τὴν ἀνθρώπινη βοήθεια ἐλπίζοντας μόνο στὸν Θεό. Καὶ δὲν διαψεύσθηκε. Ὁ Ἴδιος ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔλαβε σάρκα καὶ ἦρθε γιὰ αὐτὸν τὸν παράλυτο καὶ τὸν κάθε παράλυτο. Μὲ μία Του μόνο προσταγή («Ἔγειρε, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει») ἔλυσε τὰ δεσμὰ τῆς ἀσθενείας, ὅπως λίγο ἀργότερα θὰ ἔλυνε καὶ τὰ δεσμὰ τοῦ θανάτου. 

   ποφεύγοντας αὐτὴ τὴν φορὰ τὴν ἀναφορὰ στοὺς διαχρονικοὺς Φαρισαίους, διότι ἡ συμπεριφορά τους ἀπέναντι ἀπὸ κάθε καλὸ ἔργο εἶναι ἴδια καὶ ἀπαράλλαχτη, θὰ ἤθελα νὰ τονίσω ὅτι τὸ μήνυμα τῆς σημερινῆς Εὐαγγελικῆς Περικοπῆς εἶναι μήνυμα ἐλπίδας καὶ δύναμης. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀντιμέτωπος μὲ κάθε δυσκολία θρέφει ἐλπίδα στὸν Θεό, ὁ Θεὸς ὡς Παντοδύναμος νικᾶ κάθε δυσκολία.

   δώ, στὴν πατρίδα μας, ὅπου ἡ παραλυσία ἔχει γίνει μακροχρόνια συνήθεια καὶ ἡ συνήθεια χειροτερεύει τὴν κατάσταση, ἄν καὶ ἐν μέσῳ πολλῶν συμμάχων, πλὴν ὅμως μόνοι, ἔχουμε καθῆκον στὸν Θεὸ νὰ ἐλπίζουμε. Ὄχι ἄπραγοι, ἀλλὰ ἀσκώντας τὴν ὑπομονή, τὴν φιλανθρωπία, τὴν ἀλληλεγγύη καὶ προωθώντας τὴν συνοχή. Ἔτσι ὁ Θεὸς θὰ δεῖ τὴν θέληση καὶ μὲ ἕναν μόνο λόγο θὰ ἀνατρέψει κάθε κακό. Ἀρκεῖ μετὰ νὰ μὴν ξανὰ ἁμαρτήσουμε.

Ἀληθῶς Ἀνέστη ὁ Κύριος!

ὁ Ἐπίσκοπός σας, 

  Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Παρασκευή 13 Μαΐου 2022

ΘΕΙΑ ΠΡΟΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΥΠΕΡΝΙΚΗΣΗ ΤΟΥ ΦΟΒΟΥ (Άρθρο του Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ.Κλήμη)

  

Μία προφητικὴ διαπίστωση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ γιὰ τοὺς ὀπαδούς Του διαχρονικὰ εἶναι καὶ ἡ γνωστὴ ρήση Του: «ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ πάντων διὰ τὸ Ὄνομά μου· ὁ δὲ ὑπομείνας εἰς τέλος οὗτος σωθήσεται» (Ματθ. ι’ 22).

Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι, δηλαδή, θὰ ἀποστρέφονται τοὺς Μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ κάθε ἐποχῆς, ὄχι γιὰ ἄλλο λόγο, παρὰ γιὰ τὸ Ὄνομα τοῦ Κυρίου, διότι θὰ νιώθουν πρωτίστως ἀποστροφὴ ἐναντίον τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Ἡ ἀπόρριψη καὶ τὸ μῖσος ἐναντίον Του καὶ ἐναντίον τοῦ Σώματος καὶ τῶν Μελῶν Του, τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν πιστῶν Του, εἶναι κάτι παρατηρημένο μέσα στὴν ἱστορία.

Ὅμως, μὲ τὴν πάροδο τῶν ἐτῶν καὶ παρὰ τὴν ἐξάπλωση τῆς πίστεως, οἱ περισσότεροι τῶν ἀνθρώπων θὰ συνεχίσουν νὰ πίπτουν θύματα τοῦ πονηροῦ καὶ νὰ μισοῦν τὸν Εὐεργέτη τους καὶ τὴν πηγὴ καὶ ἐλπίδα τοῦ καλοῦ καὶ τῆς σωτηρίας τους. Τὸ μένος αὐτὸ κατὰ τοῦ Χριστοῦ εἶναι στὴν ρίζα του δαιμονικό. Πρόκειται γιὰ τὴν ἐξέγερση τῶν πλασμάτων ἐναντίον τοῦ Πλάστου, τῶν ἀσθενῶν ἐναντίον τοῦ μόνου Ἰατροῦ, τῶν ἐπαναστατῶν καὶ ἀποστατῶν ἐναντίον τοῦ Πατέρα καὶ Στρατηγοῦ, ποὺ ἦλθε γιὰ νὰ χαρίσει ἄφεση, ἀμνηστεία καὶ συγχώρηση στὸ ὄνομα τῆς θείας Ἀγάπης.

Πρόκειται γιὰ πόλεμο κατὰ τῆς Ἀγάπης καὶ τῆς Ἐλευθερίας. Διότι, οἱ αἰχμάλωτοι τοῦ κακοῦ καὶ τῆς πονηρίας εἶναι τόσο βέβαιοι καὶ σίγουροι γιὰ τὴν ἐπιλογὴ καὶ ὀργάνωση τῆς ζωῆς τους δίχως τὸν ἀληθινὸ καὶ ζῶντα Θεό, ποὺ ἡ ἐνθύμιση καὶ ἐπίκληση τοῦ Ὀνόματος καὶ τῆς Παρουσίας Του νὰ τοὺς προξενεῖ ἔκρηξη μίσους καὶ ἀντιδράσεως. Μὲ ἀποτέλεσμα, ἡ πολεμικὴ καὶ τὸ «μπούλινγκ» κατὰ τῆς Πίστεως, τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἰδίως τῶν πιστῶν, νὰ ἀποτελεῖ τὴν πρόχειρη καὶ εὔκολη καταφυγή τους. Ὥστε νὰ φανεῖ ἡ ἀδικία καὶ ἡ κακία τους σὲ ὅλο της τὸ μεγαλεῖο. Μόνον ἕνας τελείως ἀδύναμος, ἕνας ἐντελῶς ἀνίσχυρος καὶ ἀνασφαλὴς ἀσκεῖ κάθε μορφὴ βίας ἐναντίον τῶν πιὸ φιλήσυχων, εἰρηνικῶν, ἀξιοπρεπῶν, τιμίων καὶ εἰλικρινῶν ἀνθρώπων, δηλαδὴ τῶν Χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι ἔχουν τὴν πιὸ φωτεινὴ καὶ ἀληθινὴ πίστη, μὲ τοὺς πιὸ ἔξοχους ἐκπροσώπους τῆς ἀνθρωπότητος, τοὺς Ἁγίους κάθε ἐποχῆς.

Ὅμως, καὶ οἱ Ἅγιοι ἦταν καὶ ἔγιναν τέτοιοι, διότι ὑπέμειναν διωγμοὺς καὶ πειρασμοὺς μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς τους, χωρὶς νὰ ὑποχωρήσουν ἕως τελευταίας ἀναπνοῆς. Διότι, ἄν ὑποχωροῦσαν, δὲν θὰ ἦταν Ἅγιοι, ἀλλὰ λιποτάκτες. Καὶ τοὺς λιποτάκτες δὲν τοὺς παραδέχεται καὶ δὲν τοὺς συγχωρεῖ κανείς, οὔτε ἀκόμη καὶ οἱ καθαρὰ κοσμικοὶ ἄνθρωποι, ποὺ δὲν ἔχουν καμμία σχέση μὲ τὸν Θεὸ καὶ μὲ τὴν πίστη.


Οἱ ποικίλης φύσεως καὶ μορφῆς διωγμοὶ θὰ ὑπάρχουν πάντοτε μέσα στὴν ἱστορία ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν, ἀκόμη καὶ μὲ τὴν μορφὴ τῆς κακολογίας καὶ συκοφαντίας. Ὅπως οἱ Ἰουδαῖοι κατηγοροῦσαν στὴν πνευματική τους τύφλωση τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, τὸν ἀληθινὸ Μεσσία, ὡς «Βεελζεβούλ», ὡς «ἄρχοντα τῶν δαιμονίων» (!), ἔτσι καὶ οἱ ἐχθροὶ τῆς πίστεως θὰ καταφέρονται μὲ κάθε τρόπο ἐναντίον τῶν ἀληθινὰ πιστῶν. Ὅμως, ὁ Κύριός μας προτρέπει ἀποφασιστικά: «μὴ οὖν φοβηθῆτε αὐτούς» (Ματθ. ι’ 26)! Ἀποβάλλετε τὸν φόβο καὶ ἐνδυθεῖτε μὲ θάρρος καὶ ἐγκαρτέρηση! Διότι καὶ ἡ ἀρετὴ καὶ ἡ ἀλήθεια τῶν πραγματικὰ πιστῶν θὰ ἀναδειχθεῖ, καὶ ἡ κακία τῶν διαβολέων καὶ κατηγόρων θὰ φανερωθεῖ. Τίποτε τὸ ἀπόκρυφο δὲν θὰ μείνει καλυμμένο, ἀλλὰ θὰ γίνει γνωστὸ καὶ θὰ διακηρυχθεῖ.

Ὁ Κύριός μας συνεχίζει τὴν ἐνθαρρυντικὴ διδασκαλία Του πρὸς ὅλους τοὺς πιστούς Του, διὰ μέσου τῶν Μαθητῶν Του: «καὶ μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεννόντων τὸ σῶμα, τὴν δὲ ψυχὴν μὴ δυναμένων ἀποκτεῖναι» (Ματθ. ι’ 28).

Ἡ σαφήνεια καὶ ἀπολυτότητα τοῦ Χριστοῦ μας, τοῦ Ἐραστοῦ τῶν ψυχῶν μας, εἶναι ἀφοπλιστική. Μᾶς ζητεῖ νὰ μὴν ἔχουμε φόβο ἀπέναντι σὲ αὐτούς, ποὺ ἀπειλοῦν νὰ θανατώσουν τὸ σῶμα μας, νὰ κόψουν τὸ νῆμα τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας, νὰ μᾶς ἀποστερήσουν ἀπὸ τὸ δῶρο τῆς βιολογικῆς ζωῆς. Οἱ ἐπίβουλοι, σὰν «λύκοι», φαίνεται νὰ ἐπιπίπτουν μὲ μανία στὸ κοπάδι τῶν «προβάτων» τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ προβοῦν σὲ βιαιοπραγίες.

Ὁ Κύριος εἶπε προηγουμένως, ὅτι ὅταν διωκόμαστε σὲ ἕνα μέρος, πρέπει νὰ φεύγουμε σὲ ἄλλο μέρος. Δὲν καθόμαστε ὁπωσδήποτε γιὰ νὰ μᾶς σφαγιάσουν, ὅταν θέλουν οἱ ἄνομοι ἀδίκως καὶ παρανόμως νὰ μᾶς θανατώσουν, γιὰ νὰ νομίσουν ὅτι «νικοῦν» τὴν πίστη καὶ ὅτι ἐμποδίζουν ἤ ματαιώνουν τὸ θεῖο ἔργο.

Ὅταν ὅμως ἐκ τῶν πραγμάτων δὲν ὑπάρχει διαφυγή, τότε δὲν ὑπάρχει λόγος γιὰ φόβο. Ἡ ἀνθρώπινη φύση μας εἶναι ἀσθενὴς καὶ δειλιάζει πρὸ τοῦ ἐνδεχομένου τοῦ θανάτου. Ἡ ἀκράδαντη ὅμως πίστη, ἡ ἐνυπόστατη, αὐτὴ ποὺ ἀνυψώνει τὸ πνεῦμα, στερεώνει τὴν καρδιά, χαλυβδώνει τὴν θέληση καὶ ὑπερνικᾶ τὴν ἀναγκαιότητα τῶν ἐνστίκτων καὶ μάλιστα τῆς αὐτοσυντηρήσεως, αὐτὴ ποὺ καθιστᾶ τὴν δύναμη τοῦ Χριστοῦ παροῦσα, αὐτὴ εἶναι ποὺ ὑπερβαίνει ἀκόμη καὶ τὸν βιολογικὸ θάνατο, τὸν καταπατεῖ καὶ τὸν περιπαίζει. Αὐτὴ φωτίζει τὴν ἀφεγγῆ τραγικότητα καὶ ἀπελπισία του μὲ τὸ ἄγγελμα τῆς Ζωῆς καὶ τῆς Ἀναστάσεως, μὲ τὴν ζωογόνα πνοὴ τῆς Ἀγάπης. Ἀφοῦ ὁ Χριστὸς νίκησε τὸν θάνατο, μέσῳ τῆς Ἀναστάσεώς Του, θάνατος δὲν ὑπάρχει, ἀλλὰ μετάβαση ἀπὸ τὰ λυπηρὰ στὰ χαρμόσυνα, ἀπὸ τὴν φθορὰ στὴν ἀφθαρσία.

Ἄν πρέπει νὰ φοβηθοῦμε κάτι, αὐτὸ εἶναι σὲ ἄλλο ἐπίπεδο, σὲ πνευματικό: «φοβήθητε δὲ μᾶλλον τὸν δυνάμενον καὶ ψυχὴν καὶ σῶμα ἀπολέσαι ἐν γεένῃ» (Ματθ. ι’ 28).

Τὴν ψυχὴ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ θανατώσει. Μόνον ὁ Θεός, ποὺ τὴν ἔπλασε, εἶναι Αὐτὸς ποὺ θὰ τὴν κατατάξει στὴν γέενα, στὴν φρίκη τῆς κολάσεως, σὲ περίπτωση ποὺ ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ φόβο γιὰ τὸ σῶμα του προδώσει τὴν πίστη του, ἤ στὴν περίπτωση ποὺ δὲν φροντίσει μὲ τὴν μετάνοια νὰ τὴν καταστήσει δεκτικὴ τοῦ θείου Ἐλέους.

Ἄρα, αὐτὸ ποὺ χρειάζεται δὲν εἶναι ὁ ἀνθρώπινος φόβος, ἀλλὰ ὁ θεῖος φόβος. Οἱ ἀντικείμενοι, τὸ περισσότερο ποὺ μποροῦν νὰ κάνουν -καὶ πάλι μὲ θεία ἄδεια καὶ παραχώρηση, εἶναι νὰ φθάσουν μέχρι κακοποιήσεως ἤ καὶ θανατώσεως τοῦ σώματος. Τότε ὅμως, στέλνουν τὴν ψυχὴ στὴν Ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Θεός, ἐν τούτοις, δὲν θὰ δεθχεῖ στὴν Ἀγκαλιά Του ὅσους Τὸν ἀρνήθηκαν στὴν γῆ, ἀπὸ φόβο στερήσεως, κακοπαθείας ἤ θανάτου. Αὐτοὶ δὲν ὑπολόγισαν καλὰ τὰ πράγματα καὶ ἔπεσαν θύματα παραλόγου φόβου. Φοβήθηκαν τοὺς ἀνθρώπους, φοβήθηκαν γιὰ τὸ σῶμα τους, καὶ δὲν φοβήθηκαν τὸν Θεό, οὔτε τὴν ἀπόφασή Του γιὰ τὴν αἰώνια κατάληξη καὶ κατάταξή τους. Διότι σὲ αὐτοὺς ἐπικράτησαν τὰ σωματικὰ ἔνστικτα καὶ τύφλωσαν τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς ψυχῆς τους, ἔσβησαν τὴν πίστη τους,  ἔπνιξαν τὴν συνείδησή τους καὶ κατέστρεψαν τὴν ψυχή τους…

Βέβαια, λέγοντες αὐτὰ δὲν ἐννοοῦμε, ὅτι ἀκόμη καὶ οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ δὲν ἔχουν γνώση τῶν κινδύνων ἤ ὅτι διαθέτουν ἀφ’ ἑαυτοῦ των ὑπερφυσικὲς ἱκανότητες. Ἀλλ΄ ὅτι διακρινόμενοι γιὰ πνευματικὴ ἀνδρεία, ποὺ βασίζεται στὴν δυνατὴ πίστη, ἄν καὶ δὲν ἔφθασαν στὴν πλήρη ἀπουσία τοῦ φόβου μέσα τους, ὅμως ἀγωνίσθηκαν νὰ τὸν ὑπερβοῦν μὲ τὴν θεία δύναμη, ὥστε νὰ μὴν ἐπικρατήσει καὶ τοὺς ζημιώσει πρόσκαιρα καὶ αἰώνια.

Εἶναι γνωστόν, ὅτι ἄν οἱ φόβοι ἑνὸς ἀνθρώπου μετατραποῦν μέσα του σὲ φοβίες, τότε τὰ πράγματα δυσκολεύουν πολὺ καὶ ἔχουμε ἐμφάνιση ψυχοπαθολογικῶν καταστάσεων μὲ δυσάρεστα ἀποτελέσματα. Ὅμως, μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὸν πιστὸ ἄνθρωπο ποὺ παραδίνεται-ἐπαφίεται μὲ ἐμπιστοσύνη στὸ θεῖο θέλημα, ἀγωνιζόμενος ἐναντίον τῆς φυσικῆς του ἀδυναμίας, τὰ ἀδύνατα καθίστανται δυνατά: «πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντι με Χριστῷ» (Φιλιπ. δ’ 13).       

Ἐπανερχόμενοι στὴν συνέχειά μας, λέγουμε ὅτι ὁ Κύριος ἐξακολουθεῖ τὴν ἐνθαρρυντικὴ διδαχή Του μὲ ἕνα ἁπλὸ ἐρώτημα: Δύο σπουργίτια («στρουθία») δὲν πωλοῦνται σὲ μηδαμινὴ τιμή; (Κόστιζαν ἕνα «ἀσσάριον», δηλαδὴ μία πεντάρα!). Κι ὅμως, οὔτε ἕνα ἀπὸ αὐτὰ δὲν πιάνεται καὶ αἰχμαλωτίζεται χωρὶς τὸ θεῖο θέλημα, δηλαδὴ χωρὶς τὴν θεία γνώση! Σὲ σᾶς τοὺς ἀνθρώπους, εἶναι ἀριθμημένες καὶ οἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς σας οἱ ἀναρίθμητες! Γι΄ αυτό, ἰσχύει ἀπόλυτα τό: «μὴ φοβηθῆτε»! «πολλῶν στρουθίων διαφέρετε ὑμεῖς» (Ματθ. ι’ 31)! Πόσο πιὸ μεγάλη ἀξία ἔχετε σεῖς οἱ ἄνθρωποι σὲ σχέση μὲ τὰ σπουργίτια;!

Πῶς εἶναι δυνατὸν ὁ Θεὸς νὰ μᾶς ἐγκαταλείψει ἀβοήθητους, ἀφύλαχτους καὶ ἀπαρηγόρητους, ἄν ἐμεῖς πρῶτοι δὲν Τὸν λησμονήσουμε καὶ ἐγκαταλείψουμε; Ἄν Αὐτὸς γνωρίζει ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ τὶ συμβαίνει μὲ τὸ κάθε σπουργίτι, δὲν γνωρίζει πολὺ περισσότερο τί συμβαίνει μὲ τὸν κάθε ἄνθρωπο, τὸν ὁποῖον ἔπλασε γιὰ νὰ τὸν προσδεχθεῖ στὴν Ἀγκάλη Του στὴν αἰώνια Βασιλεία Του;

Ἡ συνεισφορὰ τοῦ ἀνθρώπου γιὰ νὰ ἐκπληρωθεῖ αὐτό, συνίσταται πρωτίστως στὴν ἀπτόητη ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ ἐνώπιον ὅλων τῶν ἀνθρώπων, στὸν ἀγῶνα γιὰ τὴν θεοσέβεια, ἀκόμη κι ἄν εἶναι ἀνάγκη νὰ ὑπάρξει σύγκρουση μὲ τὰ πιὸ οἰκεῖα πρόσωπα, στὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ πάνω ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα πρόσωπα καὶ πράγματα, στὴν ἄρση τοῦ σταυροῦ καὶ τὴν ἀκολούθηση τοῦ Χριστοῦ μὲ ζωὴ σύμφωνη πρὸς τὶς Ἐντολές Του, στὴν αὐταπάρνηση ἕως θανάτου, στὴν ἀγαθοεργία κλπ. (βλ. Ματθ. ι’ 33-42).

Σὲ διαφορετικὴ περίπτωση, δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει θεία βοήθεια καὶ δύναμη γιὰ ὑπέρβαση τοῦ φόβου τοῦ σωματικοῦ θανάτου. Διότι ἀπὸ νωρίτερα δὲν ἐπικράτησε μέσα στὸν ἄνθρωπο ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀληθινὴ Ἀγάπη. Ὅμως, χωρὶς αὐτὴν ἡ ζωὴ δὲν βιώνεται καὶ ὁ θάνατος δὲν ἀντιμετωπίζεται σωτήρια!


 Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος βεβαιώνει ὅτι γι΄ αὐτὸν «τὸ ζῆν Χριστός, καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος» (Φιλιπ. α’ 21), μᾶς ἀποδεικνύει ὅτι ζοῦσε ὄχι γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γιὰ τὸν Χριστό: ὅ,τι σκεπτόταν, ἔλεγε καὶ ἔπραττε, ἦταν σὰν νὰ τὰ ἐπιτελοῦσε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ἐφ΄ ὅσον τόσο ἀπόλυτα ἦταν ταυτισμένος μὲ τὸν Κύριο. Γι΄ αὐτὸ καὶ ὁ ὅποιος θάνατός του θὰ ἦταν γιὰ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ, κατὰ τὸ θέλημά Του, ὡς θυσία ὑπὲρ Αὐτοῦ. Ἕνας τέτοιος θάνατος θὰ ἦταν μέγα κέρδος, ἀφοῦ θὰ ἐλευθέρωνε τὸν Ἀπόστολο ἀπὸ τὰ δεινὰ τοῦ παρόντος βίου, καὶ θὰ τὸν ἕνωνε πάρα πολὺ στενὰ μὲ τὸν Χριστό, ἀξιώνοντάς τον τὰ ἄρρητα ἀγαθὰ τῆς αἰωνιότητος. Αὐτοὶ λοιπὸν ποὺ θὰ ἐπιθυμοῦσαν τὸν θάνατό του, θὰ τοῦ προξενοῦσαν μέγα κέρδος, διότι θὰ τὸν παρέπεμπαν στὸν γλυκύτατο Χριστό, τὸν ὄντως Ποθητὸ καὶ Ἠγαπημένο!

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος ἤθελε νὰ ἀπέλθει ἀπὸ αὐτὸ τὸν κόσμο μιὰ ὥρα ἀρχίτερα, ἀλλὰ τελικὰ δὲν ἀπέστεργε νὰ παραμείνει σὲ τοῦτο τὸν κόσμο σὰν κάτι ἀναγκαῖο γιὰ τοὺς πιστούς, προτρέπει αὐτοὺς νὰ πολιτεύονται «ἀξίως τοῦ Εὐαγγελίου» (Φιλιπ. α’ 27), σύμφωνα μὲ τὴν χριστιανικὴ κλήση τους, ἑνωμένοι καὶ ὁμόφρονες στοὺς ἀγῶνες τους ὑπὲρ πίστεως καὶ στοὺς κινδύνους καὶ διωγμούς.

Τόνιζε δὲ εἰδικῶς νὰ μὴ πτοοῦνται καθόλου τοὺς ἐναντιουμένους, αὐτοὺς ποὺ ἐκτόξευαν ἀπειλές, φοβέρες καὶ διωγμούς, καὶ νὰ μὴν αἰσθάνονται καμμία δειλία ἔναντι τῶν κακώσεων ποὺ τοὺς ὑπέβαλαν. Διότι, αὐτὴ ἡ γενναία στάση τους, στοὺς μὲν διῶκτες εἶναι ἔνδειξη ἀπωλείας, στοὺς δὲ πιστοὺς σωτηρίας· «καὶ τοῦτο ἀπὸ Θεοῦ» (Φιλιπ. α’ 28), δηλαδὴ τὸ νὰ μὴ πτοοῦνται στὶς φοβέρες τῶν ἐπιβούλων τους εἶναι θεῖο δῶρο καὶ ὄχι ἀνθρώπινο ἐπίτευγμα. Μόνο μὲ θεία ἐνίσχυση ἐπιτυγχάνεται αὐτό, καὶ ὄχι μὲ ἀνθρώπινη δύναμη.

«Ὅτι ὑμῖν ἐχαρίσθη τὸ ὑπὲρ Χριστοῦ, οὐ μόνον τὸ εἰς αὐτὸν πιστεύειν, ἀλλὰ καὶ τὸ ὑπὲρ αὐτοῦ πάσχειν» (Φιλιπ. α’ 29).

Εἶναι χάρισμα ἀπὸ τὸν Θεὸ στοὺς πιστοὺς ὄχι μόνο νὰ πιστεύουν σὲ Αὐτόν, ἀλλὰ καὶ νὰ πάσχουν ἄφοβα ὑπὲρ Αὐτοῦ. Τοῦτο βεβαίως δὲν σημαίνει, ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν συνεισφέρει μὲ τὴν πίστη καὶ τὸν καλὸ ἀγῶνα του ὑπὲρ τῆς ἀρετῆς, ἀλλ΄ ὅτι χωρὶς τὸν καθοριστικὸ παράγοντα τῆς θείας βοήθειας καὶ δυνάμεως, δὲν θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ ἐπιτευχθεῖ τίποτε: «χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδὲν» (Ἰωάν. ιε’ 5).

Τὸ νὰ πάσχει κανεὶς γιὰ τὸν Χριστό, λέγει ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος, εἶναι χάρισμα μεγαλύτερο καὶ ἀπὸ τὸ νὰ ἀνασταίνει κανεὶς νεκρούς. Διότι αὐτὸς ποὺ κάνει ἕνα τέτοιο θαῦμα, εἶναι ὀφειλέτης τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ αὐτὸς ποὺ πάσχει γιὰ τὸν Χριστό, ἔχει ὀφειλέτη τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, ἐφ΄ ὅσον πάσχει πρὸς χάριν Του!


 προτροπὴ λοιπὸν τοῦ Χριστοῦ μας καὶ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, καὶ μάλιστα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, γιὰ ἀποβολὴ καὶ ὑπερνίκηση τοῦ ὅποιου φόβου, κοσμικοῦ καὶ ἀνθρώπινου, θέλει νὰ ἐνισχύσει τὴν πίστη μας στὴν ἐπίγνωση καὶ τὴν κατανόηση, ὅτι μὲ τὴν ἀνεπιφύλακτη παράδοσή μας στὸ θεῖο θέλημα, ἀξιωνόμαστε μεγίστων δωρεῶν στὴν παροῦσα καὶ στὴν μέλλουσα ζωή. Ἡ βαθύτατη πεποίθηση, ὅτι τίποτε δυσάρεστο καὶ λυπηρὸ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ μᾶς συμβεῖ ἄν ὁ Θεὸς δὲν παραχωρήσει καὶ ἐπιτρέψει, καὶ ὅτι κάθετὶ ποὺ συμβαίνει ἀποσκοπεῖ στὴν ὠφέλεια καὶ τὴν σωτηρία μας, ὁπλίζει ἡμᾶς μὲ τὴν πληροφορία καὶ τὴν αἴσθηση ὅτι ὁ Θεὸς δὲν μᾶς ἐγκαταλείπει ποτέ, ἀλλὰ παρατηρεῖ τὸν ἀγωνισμό μας καὶ Αὐτὸς εἶναι ποὺ νικᾶ μέσῳ ἡμῶν, ὅταν βλέπει νὰ ὑπερισχύει μέσα μας ὁ θεῖος φόβος καὶ ὄχι ὁ ἀνθρώπινος.

Ἀφοῦ Αὐτὸς γνωρίζει καὶ τὶς τρίχες τῆς κεφαλῆς μας καὶ μᾶς ὑπολογίζει ἀπείρως περισσότερο ἀπὸ τὰ σπουργιτάκια τοῦ οὐρανοῦ, τὰ ὁποῖα ἐπίσης γνωρίζει, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐπιτρέψει νὰ μᾶς βρεῖ κάτι ποὺ νὰ μᾶς ὑπερβαίνει, ἀλλὰ δύναται καὶ θέλει νὰ «μεγαλυνθεῖ» καὶ μέσῳ ἡμῶν, γιὰ νὰ φανεῖ τὸ μέγεθος καὶ ὁ πλοῦτος τῆς σοφίας καὶ τῆς δυνάμεώς Του, «εἴτε διὰ ζωῆς, εἴτε διὰ θανάτου» (Φιλιπ. α’ 20), δηλαδὴ σὲ κάθε περίπτωση, εἴτε μείνουμε στὴν ζωὴ γιὰ τὴν καλύτερη μετάνοιά μας καὶ τὴν βοήθεια τῶν ἄλλων, εἴτε πιοῦμε τὸ ποτήριο τοῦ θανάτου, προκειμένου νὰ μεταβοῦμε ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ὄντως ζωήν!

+Ὁ Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος ΚΛΗΜΗΣ