A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Τρίτη 14 Ιουνίου 2022

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ (τοῦ Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

IMG 1739 2

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

   «Πάντα χορηγεῖ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον∙ βρύει προφητείας, ἱερέας τελειοῖ, ἀγραμμάτους σοφίαν ἐδίδαξε, ἀλιεῖς θεολόγους ἀνέδειξε». Τὸ διαχρονικὸ αὐτὸ γεγονὸς καὶ Μυστήριο ἀποδεικνύεται σήμερα, Κυριακὴ τῆς Πεντηκοστῆς, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὴν γενέθλιο ἡμέρα τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Σήμερα τὸ Πανάγιον Πνεῦμα μὲ τὴν μορφὴ πυρίνων γλωσσῶν κάθισε ἐπὶ τὰς κεφαλὰς τῶν ἀγραμμάτων καὶ τοὺς ἀνέδειξε πανσόφους, κάθισε ἐπὶ τὰς κεφαλὰς τῶν ψαράδων καὶ τοὺς ἀνέδειξε Ἀποστόλους. 

   Μετὰ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ μας, οἱ Ἀπόστολοι ἔμειναν μόνοι, ὀρφανοὶ ἀπὸ τὸν Διδάσκαλό τους. Τοὺς εἶχε προειδοποιήσει, ὅμως, ὁ Κύριος ὅτι θὰ παρακαλέσει τὸν Πατέρα Του νὰ τοὺς δώσει ἄλλον Παράκλητο, ὥστε νὰ μένει μαζί τους εἰς τοὺς αἰώνας. Πράγματι, ἡ ὑπόσχεση τοῦ Ἀναληφθέντος Χριστοῦ δὲν ἄργησε νὰ ἐκπληρωθεῖ∙ δέκα μόλις ἡμέρες ἀργότερα, κατῆλθε ὁ Παράκλητος, δηλαδὴ ὁ Παρηγορητής, Ἐκεῖνος ποὺ προσφέρει ἐνίσχυση.  Κατέβηκε γιὰ νὰ μὴν μείνουν ποτὲ ξανὰ μόνοι οἱ διαχρονικοὶ Μαθητὲς τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ. Κατέβηκε γιὰ νὰ τοὺς στηρίξει στὸ δύσκολο ἔργο τοῦ εὐαγγελισμοῦ καὶ τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων. 

    Κύριός μας ἐμπιστεύθηκε ὡς συνεχιστὲς Αὐτοῦ πρόσωπα τὰ ὁποῖα δὲν εἶχαν ἰδιαίτερη μόρφωση. Οἱ Μαθητὲς δὲν εἶχαν πτυχία, περγαμηνὲς ἤ διπλώματα. Ἀπλοὶ καὶ ἀγράμματοι ἦταν. Αὐτούς, λοιπόν, ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεὸς νὰ συνεχίσουν τὸ σωτηριολογικὸ ἔργο ὁδηγώντας ψυχὲς ἀνθρώπων στὴ Θέωση. Γιατί; Γιατὶ αὐτούς; Διότι αὐτοὶ εἶχαν κάτι ποὺ πολλοὶ φιλόσοφοι καὶ ἐπιστήμονες ἐκείνης τῆς ἐποχῆς καὶ τῆς κάθε ἐποχῆς δὲν εἶχαν οὔτε ἔχουν∙ αὐτὸ εἶναι ἡ ἀγνὴ καρδιά. Βέβαια, κὶ ἐκεῖνοι ὡς ἄνθρωποι εἶχαν τὶς ἀδυναμίες καὶ ἔκαναν τὰ λάθη τους, ἀλλὰ φρόντιζαν νὰ τὰ προσπερνοῦν καὶ νὰ προχωροῦν μπροστὰ μὲ ἀπόλυτη εἰλικρίνεια ἀπέναντι στὸν Θεό. Ὅλοι ἐκτὸς ἀπὸ ἕναν, τὸν Ἰούδα. Ἐκεῖνος, ἄν καὶ εἶχε πολυάριθμες εὐκαιρίες νὰ προσεγγίσει καρδιακὰ τὸν Χριστό, ὁ Ὁποῖος τὸν τίμησε μὲ τὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα, ἐντούτοις ἐπέλεξε μόνος του νὰ ὁδηγηθεῖ στὴν ἀπώλεια. 

    ἀγώνας τῶν Ἀποστόλων ὑπῆρξε θαυμαστὸς καὶ συγκινητικός. Οἱ ἀπλοϊκοὶ καὶ ἀμόρφωτοι ἄνθρωποι, ἐκεῖνοι ποὺ γιὰ τοὺς μορφωμένους ἦταν εὐκαταφρόνητοι, κατάφεραν νὰ ἀνατρέψουν τὰ δεδομένα τῆς κοσμικῆς λογικῆς. Στοχευμένα ὁ Χριστὸς ἐπέλεξε «τὰ μὴ ὄντα, ἴνα τὰ ὄντα καταργήσῃ». Αὐτὰ τὰ «μὴ ὄντα» σαγήνεψαν καὶ μεταμόρφωσαν τὴν οἰκουμένη, διότι ἔφεραν πάνω τους τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ὅπου ἐπενέβαινε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τὰ πάντα ἄλλαζαν καὶ οἱ νόμοι τῆς φύσεως ὑποχωρούσαν. Ἀσθενεῖς θεραπεύονταν, νεκροὶ ἐγείρονταν, διῶκτες γίνονταν διαπρύσιοι κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου, ἁμαρτωλοὶ μετανοούσαν καὶ ὅσοι παρέμεναν ἀμετανόητοι καὶ ἐμπόδιζαν τὸ ἔργο τῶν Ἀποστόλων, λάμβαναν τὴν ἔνδικον μισθαποδοσίαν ἀπὸ τὸν Δίκαιο Κριτή. Αὐτὰ ὅλα ἰσχύουν καὶ στὶς μέρες μας. Θὰ ἰσχύουν καὶ ἕως τῆς συντελείας. 

   Τὸ ἀποκορύφωμα τῆς δράσης ὅλων τῶν Ἀποστόλων, ἐκτὸς τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, καὶ συνάμα ἡ τρανότερη ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης τους καὶ τῆς ἀφιέρωσής τους στὸν Θεό, ὑπῆρξε τὸ μαρτυρικὸ τέλος τους. Ἄπαντες μαρτύρησαν μὲ προθυμία, διότι εἶδαν τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καὶ πίστεψαν στὴν Ἀνάστασή μας , πίστεψαν ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ γνώρισε, ἀγάπησε καὶ βίωσε Ἰησοῦν Χριστὸν Ἀναστημένον δὲν θὰ συναντήσει θάνατο. Γιὰ αὐτὴ τὴν πίστη ἀγωνίσθηκαν καὶ γιὰ αὐτὴ τὴν πίστη ἄλλοι ἀνέβηκαν στὸν Σταυρό, ἄλλοι τρυπήθηκαν μὲ λόγχες, ἄλλοι ἀποκεφαλίσθηκαν. Αὐτὴ τὴν πίστη κήρυξαν στὸ κήρυγμά τους. Κήρυξαν τὴν Ἀνάσταση, τὴν Χαρά, τὴν Ζωή, τὴν Ἀλήθεια, τὴν Ἐλπίδα, τὴν Εἰρήνη καὶ τὴν Ἀγάπη. Ἐκεῖνοι δὲν εἶχαν σχέση μὲ τὸ κήρυγμα ποὺ προκαλεῖ λύπη, φόβο, ἀπελπισία, μίσος καὶ διχόνοια καὶ στηρίζεται στὸ ψεῦδος. Αὐτὸ τὸ κήρυγμα δὲν ἀνήκει στὴν Ὀρθοδοξία, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὸ διαχρονικὸ ἐργαστήριο τῆς Ἁγιότητος.

   Βλέποντας ὅτι μόλις Δώδεκα Ἀπόστολοι μεταμόρφωσαν τὴν οἰκουμένη, ὁ καθένας διαπιστώνει πόσο σημαντικὸ καὶ ἐπιθυμητὸ εἶναι ὁ Ἱερὸς Κλῆρος, ποὺ ἔχει ἀναλάβει τὴν διαποίμανση τῶν ψυχῶν, νὰ ἀποτελεῖται ἀπὸ ἀνθρώπους πλημμυρισμένους ἀπὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Δυστυχῶς, ὅταν χάρη στὴν ἰδιοτέλεια καὶ τὴν ἐγωπάθεια ὁ ἕνας συμπεριφέρεται ὡς Ἄρειος, ὁ ἕτερος ὡς Ἐφιάλτης καὶ ὁ τρίτος ὡς Ἰούδας, τὸ Πανάγιον Πνεῦμα δὲν ἀναπαύεται καὶ φυγαδεύεται, καὶ ἄν φυγαδευθεῖ ὁ Παράκλητος, μετὰ πού θὰ στηριχθοῦμε; 

  Αὐτὸ ποὺ ἔχουμε ἀνάγκη νὰ κατανοήσουμε εἶναι ὅτι ὁ καθένας στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νὰ σέβεται τὸν ἄλλο καὶ τὴν ἰδιότητα τοῦ ἄλλου, διότι πάντες εἴμαστε «σῶμα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους». Καὶ ὁ Χριστὸς τοποθέτησε στὴν Ἐκκλησία πρῶτον Ἀποστόλους καὶ τοὺς διαδόχους αὐτῶν, Ἐπισκόπους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους καὶ οὔτω καθ’ ἑξῆς. Δὲν μποροῦμε ὅλοι νὰ κάνουμε τοὺς Ἐπισκόπους, οὔτε τοὺς προφῆτες, οὔτε τοὺς διδασκάλους. Κοινός μας στόχος εἶναι ἡ Θέωση, ἡ ὁποία θὰ ἐπιτευχθεῖ μέσα ἀπὸ τὴν ἀρμονικὴ συνεργασία τῶν μελῶν. Ἡ δὲ ἀρμονικὴ συνεργασία θὰ ἐπιτευχθεῖ μέσα ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον. Ὄχι μέσα ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἀπὸ τὴν ὁποία, μόλις θιχθοῦν τὰ συμφέροντα, τὸ ἄτομό μας καὶ τὸ ἐγώ μας, ξεχνοῦμε καὶ αὐτὴν τὴν χριστιανική μας ταυτότητα.

   Τὸ Πανάγιο Πνεῦμα νὰ στηρίζει, νὰ ἐνδυναμώνει, νὰ ξεκουράζει καὶ νὰ φωτίζει ὅλους μας!

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Σάββατο 4 Ιουνίου 2022

Ἡ μεταβολὴ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου διέσπασε τὴν Ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας


ΣΤΟ πολὺ ἐνδιαφέρον βιβλίο «Ἡ πραγματικὴ ἀλήθεια περὶ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου», τὸ ὁποῖο συνεγράφη ἀπὸ τὸν Ἀγωνιστὴ τῶν Πατρίων Γρηγόριο Εὐστρατιάδη (+1950), δικηγόρο-ἐκδότη-πολιτικό, καὶ ἐκδόθηκε στὴν Ἀθήνα τὸ 1929, προκειμένου σὺν τοῖς ἄλλοις νὰ ἀντιμετωπισθοῦν τὰ σαθρὰ ἐπιχειρήματα τῶν Νεοημερολογιτῶν, ὅτι ἡ Καινοτομία τους δὲν προσκρούει στὸ Δόγμα καὶ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, οὔτε βλάπτει τὴν Ἑνότητά της, τονίζεται καὶ ἡ μεγάλη ἀλήθεια, ὅτι οἱ Ἱερὲς Σύνοδοι τῆς Ἐκκλησίας ἀπέβλεπαν στὴν Ἑνότητα ἐν Ἀληθείᾳ τῶν κατὰ τόπους Ἐκκλησιῶν, καὶ τοῦτο εἶναι τὸ μεγαλύτερο Δόγμα καὶ ὁ ἐπιτακτικώτερος Ὅρος καὶ Κανόνας τους, ὅπως καὶ ὁ κυριώτερος λόγος τῆς συγκροτήσεώς τους.
 
Καὶ μάλιστα, ὄχι μόνον ὡς πρὸς τὴν Ἑορτὴ τῶν Ἑορτῶν, τὸ Ἅγιον Πάσχα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὶς ὑπόλοιπες Ἑορτές, τὶς Νηστεῖες καὶ ἐν γένει τὰ παραδεδομένα ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς Ἁγίους Πατέρες, ὅλες οἱ Σύνοδοι ἀπέβλεπαν στὸ νὰ τελοῦνται αὐτὰ ἀπὸ κοινοῦ ἀπὸ ὅλες τὶς Τοπικὲς Ἐκκλησίες. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ μονομερὴς μεταβολὴ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου τὸ 1924 ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καὶ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως προσέκρουσε στὸν σκοπὸ αὐτὸ τῆς ἑνότητος τῶν κατὰ τόπους Ἐκκλησιῶν καὶ παραβίασε τοὺς Κανόνες καὶ τοὺς Ὅρους τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, οἱ ὁποῖοι θεσπίσθηκαν ἀκριβῶς γιὰ τὴν Ἑνότητα τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας (βλ. σελ. 89 τοῦ ἐν λόγῳ ἔργου).
 
eustratiadhs Τὸ ἐνδιαφέρον καὶ ὁ σκοπὸς τῶν Συνόδων, τονίζει ὁ Εὐστρατιάδης, δὲν ἦταν μόνον γιὰ τὴν ἀπὸ κοινοῦ ἐπιτέλεση τῆς Ἑορτῆς τοῦ Πάσχα, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλες τὶς Ἑορτές, οἱ ὁποῖες συνδέονται μὲ αὐτήν, ὅπως καὶ γιὰ τὶς ἀκίνητες λεγόμενες Ἑορτὲς –καὶ μάλιστα γιὰ τὰ Χριστούγεννα-, καθὼς καὶ γιὰ τὶς Νηστεῖες τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους. Ὁ λόγος γιὰ τὸ Πάσχα ἀναφέρεται ὄχι μόνον στενὰ σὲ ὅ,τι ἔχει σχέση μὲ αὐτό, ἀλλὰ σὲ ὅλη τὴν Τυπικὴ διάταξη, ἡ ὁποία ἐξαρτᾶται ἀπὸ αὐτὸ καὶ ἔχει ὡς βάση τὸ Ἡμερολόγιο τῆς Ἐκκλησίας, διότι σὲ αὐτὸ εἶναι προσαρμοσμένο τὸ Πασχάλιο τῆς Ἐκκλησίας, τὸ Ἑορτολόγιο, οἱ Νηστεῖες καὶ τὸ Κυριακοδρόμιο τῶν Εὐαγγελίων. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅποιος διαταράσσει τὴν Τυπικὴ αὐτὴ διάταξη τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία καὶ διαταράσσεται καίρια μὲ τὴν μεταβολὴ τοῦ Ἡμερολογίου, παραβιάζει ἀναπόφευκτα τοὺς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, ὁ σκοπὸς τῶν ὁποίων εἶναι ἡ διασφάλιση τῆς Ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας (βλ. σελ. 89-90).
Τὰ ὅσα δὲ θεσπίσθηκαν γιὰ τὸ Πάσχα ἰδίως ἀπὸ τὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο καὶ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, δὲν εἶχαν σκοπὸ τὸν καθορισμὸ τῆς ἀκριβοῦς ἀστρονομικῆς ἰσημερίας σὲ ὁρισμένη ἐποχή, παρὰ ἀπέβλεπαν στὸ νὰ τελεῖται αὐτὸ ἀπὸ ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς ὅπου γῆς σὲ μία καὶ τὴν αὐτὴ Κυριακή, γιὰ νὰ τηρεῖται ἡ μία πίστη καὶ ὁμογνώμων εὐσέβεια, [νὰ ἀποφεύγεται ὁ συνεορτασμὸς μὲ τοὺς Ἰουδαίους ἤ μὲ τοὺς ἑτεροδόξους, θὰ προσθέταμε ἐπίσης], καὶ νὰ μὴν ὑπάρχει διαφωνία ὡς πρὸς τὴν Ἑορτὴ αὐτή, ἐφ’ ὅσον μία εἶναι ἡ Καθολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καὶ ἄρα εἶναι ἐντελῶς ἀπρεπὲς στὶς ἴδιες καὶ τὶς αὐτὲς ἡμέρες ἄλλοι νὰ νηστεύουν καὶ ἄλλοι νὰ πανηγυρίζουν εὐφραινόμενοι (βλ. σελ. 95).
πὶ τοῦ ἀξιοπρόσεκτου αὐτοῦ σκεπτικοῦ, συνεχίζει ὁ ἀοίδημος Γρηγόριος Εὐστρατιάδης τὸ ἔργο του, μὲ τὴν δεινότητα καὶ ἐμβρίθεια ποὺ διέκρινε αὐτὸ τὸν ἔξοχο ἀπολογητὴ τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας, διαφωτίζοντας καὶ ἐμᾶς σήμερα ἐπικαίρως στὴν ἀντιμετώπιση τῶν ἀπαραδέκτων σοφιστειῶν τῶν Καινοτόμων Νεοημερολογιτῶν-Οἰκουμενιστῶν, γράφοντας καὶ τὰ ἑξῆς σημαντικά:

«λλὰ πρόκειται περὶ τῆς Ἑορτῆς τοῦ Πάσχα [ἡ ἀπόφασις τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου], θὰ μᾶς ἀπαντήσουν οἱ Καινοτόμοι μετὰ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν [Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου], καὶ ἡμεῖς δὲν ἐκαινοτομήσαμεν διὰ τὸ Πάσχα. Ὄχι, ἀπαντῶμεν. Τοῦτο εἶνε Φαρισαϊσμὸς καὶ σοφιστεία.Ὅταν μία Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ὁρίζῃ ὅτι ὁ σκοπὸς τοῦ καθορισμοῦ τοῦ Πάσχα εἶναι ἵνα μὴ διαφωνῶσιν αἱ διάφοροι Ἐκκλησίαι καὶ ἵνα μή, ὅταν ἑορτάζωμεν οἱ μέν, οἱ ἄλλοι νηστεύωσιν. Ὅταν δηλονότι ἡ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος θεσπίζῃ τὴν Ἑνότητα τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐπιτάσσῃ ἐν αὐτῇ ὁμογνωμίαν. Ὅταν τοιοῦτον λέγει ὅτι εἶχον σκοπὸν οἱ Κανόνες τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὁ σκοπὸς οὗτος ὑπάρχει διὰ πᾶσαν κοινὴν ἑορτήν, διὰ πᾶσαν κοινὴν νηστείαν.

Οὐδὲ ἦτο δυνατὸν νὰ νοηθῇ ὅτι ἡ Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος περιώριζε τὴν ἀνάγκην τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας μόνον εἰς τὴν ἑορτὴν τοῦ Πάσχα καὶ ὅτι ἠδιαφόρει διὰ τὴν διχογνωμίαν εἰς ἄλλας ἑορτὰς καὶ εἰς ἄλλας νηστείας. Διὰ τοῦτο ἐὰν ὑπῆρχε προσβολὴ τῶν ἀποφάσεων καὶ Κανόνων τῆς Α΄ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἐφ’ ὅσον μετεβάλλετο ἡ ἑορτὴ τοῦ Πάσχα, καὶ ἐπήρχετο διαίρεσις καὶ διαφωνία εἰς τὰς Ἐκκλησίας ὡς πρὸς τὴν ἡμέραν τοῦ Πάσχα, ἡ αὐτὴ προσβολὴ τῶν διατάξεων τῆς αὐτῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου ὑπάρχει καὶ ὅταν διὰ τῆς μεταβολῆς τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου ἐπέρχεται διαφωνία καὶ διχασμὸς τῶν Ἐκκλησιῶν διὰ τὴν τέλεσιν καὶ πάσης ἄλλης ἑορτῆς καὶ δὴ τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων, τῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων, τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων κλπ. Καὶ τότε προσβάλλεται ἐπίσης ἡ ἑνότης τῶν Ἐκκλησιῶν καὶ μόνον διὰ τὴν ἑνότητα ταύτην ἐμερίμνησαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἑνότητα τὴν ὁποίαν διασπᾶ καὶ συντρίβει ἡ μετὰ τόσης ἐπιπολαιότητος καὶ τόσης ἐλλείψεως Ἐκκλησιαστικῆς συνειδήσεως ἀποφασισθεῖσα μονομερῶς μεταβολὴ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου.
 
Καὶ ὅτι δὲν ἀπέβλεψαν ἀποκλειστικῶς εἰς τὴν ἑορτὴν τοῦ Πάσχα αἱ Οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι, ἀλλ’ εἶχον ὑπ’ ὄψιν ἁπάσας τὰς ἑορτὰς καὶ τὰς νηστείας καὶ δι’ ἁπάσας ἀπήτησαν ἑνότητα καὶ ὁμοφωνίαν, ἀποδεικνύεται ἐκτὸς τῆς ἀνωτέρω Συνοδικῆς ἀποφάσεως, ἐκτὸς τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου [πρόκειται γιὰ κείμενα, τὰ ὁποῖα εἶχαν παρατεθῆ ὑπὸ τοῦ συγγραφέως νωρίτερα], καὶ ἐκ τῶν κατωτέρω:

κ τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Ἁγίου καὶ Μεγάλου Ἀθανασίου, ὅστις – Διάκονος τότε – συμμετέσχεν εἰς τὴν ἐν Νικαίᾳ Σύνοδον, ἥν ἐπιστολὴν ἀπηύθυνε πρὸς τοὺς Ἀφρικανοὺς Ἐπισκόπους καὶ διὰ τῆς ὁποίας λέγει:

“...Ἡ μὲν γὰρ (Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἐν Νικαίᾳ) διὰ τὴν Ἀρειανὴν αἵρεσιν καὶ διὰ τὸ Πάσχα συνήχθη. Ἐπειδὴ αἱ κατὰ Συρίαν καὶ Κιλικίαν καὶ Μεσοποταμίαν διεφώνουν πρὸς ἡμᾶς καὶ τῷ καιρῷ, ἐν ᾧ ποιοῦσιν οἱ Ἰουδαῖοι, ἐποίουν καὶ οὗτοι. Ἀλλὰ χάρις τῷ Κυρίῳ, ὥσπερ περὶ τῆς πίστεως οὕτω καὶ περὶ τῆς ἁγίας ἑορτῆς γέγονε συμφωνία. Καὶ τοῦτο ἦν τὸ αἴτιον τῆς ἐν Νικαίᾳ Συνόδου”.

 συμφωνία λοιπὸν τῆς Ἐκκλησίας ἦτο ὁ λόγος τῆς ἐν Νικαίᾳ Συνόδου καὶ κατὰ τὸν Μέγαν Ἀθανάσιον. Ἐὰν δὲ καὶ περὶ οἱασδήποτε ἄλλης ἑορτῆς ἐπήρχετο διαφωνία, ὡς περὶ τοῦ Πάσχα, θὰ συνεκροτεῖτο καὶ περὶ ταύτης Οἰκουμενικὴ Σύνοδος. Διὰ τοῦτο κυρίως ἀπέβλεπον αἱ Σύνοδοι καὶ αἱ διατάξεις αὐτῶν νὰ ἀσφαλίσουν τὴν ἐκκλησιαστικὴν ἑνότητα διὰ κοινῆς συμφωνίας.

τι δὲ καὶ τὰς λοιπὰς Δεσποτικὰς ἑορτὰς ἐθεώρουν οἱ Πατέρες ὅπως καὶ τὴν τοῦ Πάσχα, τὸ εἶπεν ὁ [Ἅγιος] Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.

κ τοῦ Λόγου τοῦ Ἰωάννου Χρυσοστόμου πρὸς Μακάριον τὸν Φιλογόνιον (Λόγος Γ΄) ὁμιλοῦντος περὶ τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων, ἥν ὀνομάζει «Μητρόπολιν πασῶν τῶν ἑορτῶν» καὶ λέγει περὶ ταύτης:

πὸ γὰρ ταύτης τὰ Θεοφάνεια καὶ τὸ Πάσχα τὸ ἱερὸν καὶ ἡ Ἀνάληψις καὶ ἡ Πεντηκοστὴ τὴν ἀρχὴν καὶ τὴν ὑπόθεσιν ἔλαβον. Εἰ γὰρ μὴ ἐτέχθη κατὰ σάρκα ὁ Χριστός, οὐκ ἄν ἐβαπτίσθη, ὅπερ ἐστὶ τὰ Θεοφάνεια, οὐκ ἄν ἐσταυρώθη, ὅπερ ἐστὶ τὸ Πάσχα, οὐκ ἄν τὸ Πνεῦμα κατέπεμψεν, ὅπερ ἐστὶν ἡ Πεντηκοστή. Ὥστε ἐντεῦθεν ὥσπερ ἀπό τινος πηγῆς ποταμοὶ διάφοροι ρυέντες, αὗται ἐτάχθησαν ἡμῖν αἱ ἑορταί”.
ὰν τοιαύτη εἶναι καὶ θεωρῆται ὑπὸ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἡ ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων, πῶς ἐπετρέπετο δι’ αὐτὴν διαφωνία τῶν Ἐκκλησιῶν καὶ πῶς διὰ τὸ Πάσχα μόνον θὰ συνεκαλοῦντο αἱ Οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι; Καὶ ἀφοῦ αἱ διατάξεις αὐτῶν ἐγένοντο ὅπως ἀσφαλισθῇ ἡ περὶ τὰς ἑορτὰς ἑνότης, πῶς διὰ μὲν τὴν ἑορτὴν τοῦ Πάσχα θεωροῦμεν τὴν μεταβολὴν ἀπηγορευμένην ὑπὸ τῶν Κανόνων, διὰ δὲ τὴν ἑορτὴν τῶν Χριστουγέννων καὶ τὰς ἄλλας, ἅς μετεκίνησε κατὰ 13 ἡμέρας ἡ μεταβολὴ τοῦ Ἡμερολογίου θεωροῦμεν αὐτὴν μὴ προσκρούουσαν εἰς τοὺς Κανόνας τῶν Συνόδων; Ἀφοῦ τὸ πνεῦμα τῶν Κανόνων περὶ τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα εἶναι νὰ ὑπάρχῃ ὁμογνωμία τῶν Ἐκκλησιῶν διὰ τὴν ἡμέραν πασῶν τῶν ἑορτῶν, πῶς δὲν εἶναι ἀντικανονικὴ ἡ Ἡμερολογιακὴ μεταβολή, διὰ τῆς ὁποίας ἄλλαι Ἐκκλησίαι ἄγουν τὰς ἑορτὰς Χριστουγέννων, Φώτων κλπ. μίαν ἡμέραν, καὶ ἄλλαι ἄγουν αὐτὰς ἄλλην ἡμέραν;

ψίστην ἄρα σημασίαν ἀπέδιδον οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας εἰς τὴν Ἑνότητα αὐτῆς καὶ ὡς πρώτιστον Δόγμα ἐκήρυσσον τὴν συμφωνίαν ἁπασῶν εἰς τὰ τῆς τελέσεως τῆς ἐξωτερικῆς Λατρείας» (σελ. 95-98).
 Ὅπως γίνεται ἄμεσα ἀντιληπτὸ καὶ κατανοητό, ἡ Ἡμερολογιακὴ Καινοτομία προσκρούει στὸ γράμμα καὶ μάλιστα στὸ πνεῦμα τῶν ἱερῶν Κανόνων τῆς Ἐκκλησίας περὶ ὁμογνωμίας καὶ συμφωνίας στὸν ἑορτασμὸ ὅλου τοῦ ἑορτολογικοῦ κύκλου τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἀποδεικνύει μὲ τόση σαφήνεια ὁ Ὁμολογητὴς τῆς Πίστεως Γρηγόριος Εὐστρατιάδης, καταδεικνύοντας τὴν τεράστια ἀστοχία καὶ εὐθύνη τῶν Καινοτόμων, οἱ ὁποῖοι ἔβλαψαν καίρια τὴν ἐξωτερικὴ ἔκφραση τοῦ Δόγματος τῆς Ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ ὅτι αὐτοὶ τολμοῦν νὰ ἑορτάζουν Χριστούγεννα μαζὶ μὲ τοὺς Ἑτεροδόξους, ἀποχωριζόμενοι ἀπὸ τὴν Ἑορτολογικὴ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία προβλέπει τὸν ἑορτασμὸ τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος τὴν ἡμέρα αὐτὴ καὶ τὴν ἐξακολούθηση τῆς εὐλογημένης περιόδου Νηστείας ἐν ὄψει τῆς μεγάλης Ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων τῶν Ὀρθοδόξων, διαδηλώνουν τὸ χάσμα ποὺ τοὺς χωρίζει ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὴν ἐξακολουθητικὴ προτίμηση καὶ ἁμαρτία τους νὰ ἀποστατοῦν συνευφραινόμενοι Οἰκουμενιστικῶς μὲ τοὺς ἐχθροὺς τοῦ Θεοῦ ἐν χώρᾳ μακρᾷ! Ὁ Θεὸς νὰ τοὺς δώσει μετάνοια καὶ ἐπιστροφή!
+Ἐ.Γ.Κ.
12/25.12.2017
 Ἁγίου Σπυρίδωνος Τριμυθοῦντος 

Κυριακή 29 Μαΐου 2022

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ (τοῦ Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

IMG 5740

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

   Χριστὸς Ἀνέστη! 

   Στὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα βλέπουμε νὰ περνᾶ ὁ Χριστός μας κοντὰ ἀπὸ ἕναν ἐκ γενετῆς τυφλό καὶ οἱ Μαθητὲς νὰ κάνουν μία παράξενη ἐρώτηση: ποιός ἁμάρτησε, αὐτὸς ἤ οἱ γονεῖς αὐτοῦ γιὰ νὰ γεννηθεῖ τυφλός; Οἱ Μαθητὲς θεώρησαν τὴν ἐκ γενετῆς τύφλωση ὡς τιμωρία ἀπὸ τὸν Θεὸ λόγω κάποιας ἁμαρτίας. Τὸ νὰ ἁμάρτησαν, λοιπόν, οἱ γονεῖς εἶναι ἐν μέρει κατανοητό. Ἡ θεωρία, ὅμως τοῦ νὰ ἁμάρτησε τὸ παιδί πρὶν ἀκόμη γεννηθεῖ ὀφείλεται σὲ πλάνες μεταξὺ τῶν Ἰουδαίων ποὺ ἀφορούσαν τὴν μετενσάρκωση ἤ τὴν δυνατότητα τοῦ παιδιοῦ νὰ ἁμαρτήσει ὄντας μέσα στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας.

   Εἶναι χαρακτηριστικὸ τῶν περισσότερων ἀνθρώπων, ὅταν ἔρχονται ἀντιμέτωποι μὲ κάποια ἀσθένεια, ἤ κάποιο γενικότερο πρόβλημα, νὰ λένε αὐτὸ τὸ «γιατί;». Τὸ «Γιατί σὲ μένα, Θεέ μου» ἀκούγεται, πράγματι, συχνά. Γιὰ νὰ τερματίσει αὐτὲς τὶς ἀπορίες καὶ τὰ παράπονα ὁ Χριστός λέει ὅτι κανένας δὲν ἁμάρτησε. Ἡ ἀσθένεια τοῦ ἀνθρώπου ὑφίσταται γιὰ νὰ φανερωθοῦν τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ πάνω του. Ἔτσι πρέπει νὰ βλέπει ὁ καθένας μας τὰ προβλήματά του. Ὡς ἕναν Σταυρὸ ποὺ μὲ λίγη ὑπομονὴ θὰ φέρει τὴν Ἀνάσταση, ὡς μία αἰτία γιὰ νὰ δοξάζεται ὁ Θεός μέσω τῆς καρτερίας μας.  Ὄχι ὡς τιμωρία ἀπὸ τὸν Θεό. Ὁ Θεὸς εἶναι μὲν δίκαιος, ἀλλὰ ὄχι τιμωρός.

   Συνεχίζει ὁ Χριστός, λέγοντας: πρέπει νὰ ἐργάζομαι ὅσο εἶναι μέρα, διότι θὰ ἔρθει κάποτε ἡ νύχτα καὶ κανένας δὲν θὰ μπορεῖ νὰ ἐργάζεται. Ὅταν εἶμαι στὸν κόσμο, εἶμαι Φῶς τοῦ κόσμου. Παίρνοντας τὰ λόγια αὐτὰ ὁ Ὑμνωδός, στὸ δοξαστικὸ τῶν Ἀποστίχων τοῦ Ἐσπερινοῦ ἀποκαλεῖ τὸν Χριστὸ «τῆς Δικαιοσύνης Ἥλιο νοητό». Αὐτός, λοιπόν, ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης λέει ὅτι πρέπει νὰ ἐργάζεται δίχως ἀναβολές, δίχως παύσεις, διότι ὁ καιρὸς περνάει καὶ ἔρχεται ἡ νύχτα καὶ ὅσο εἶναι στὸν κόσμο πρέπει νὰ ἀπλώνει συνεχῶς καὶ μόνο τὸ Φῶς. Τὰ λόγια αὐτὰ πρέπει νὰ τὰ λάβουμε πολὺ σοβαρὰ ὑπ’ ὄψιν ὅσοι ἀφήνουμε γιὰ αὔριο τὴν ἕνωση μας μὲ τὸν Θεό καὶ ὅσοι τὴ μιὰ πράττουμε φωτεινὰ καὶ τὴν ἄλλη σκοτεινὰ ἔργα. Ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωσε τὸ σήμερα γιὰ νὰ ἐργαστοῦμε τὰ ἔργα τοῦ Φωτός. Τὸ αὔριο μπορεῖ καὶ νὰ μὴ μᾶς τὸ δώσει.

   ρχεται στὸ σημεῖο αὐτὸ ἡ ποθητὴ στιγμὴ τῆς θεραπείας. Ὁ Χριστὸς προβαίνει σὲ μία συμβολικὴ κίνηση. Ἀναμειγνύει σάλιο μὲ χῶμα καὶ χρίει τὰ μάτια τοῦ τυφλοῦ. Γιατὶ τὸ κάνει; Γιατὶ ἐνῶ τὶς ἄλλες φορὲς θεράπευσε παράλυτους, κωφούς, δαιμονισμένους καὶ ἀνέστησε νεκροὺς μόνο μὲ ἕνα Του λόγο, τώρα ἀλείφει μὲ λάσπη τὰ μάτια τοῦ ἀσθενῆ; Ἀρχικά, γιὰ νὰ ὑποδείξει ὅτι εἶναι ὁ Πλάστης, Ἐκεῖνος ποὺ μᾶς δημιούργησε ἀπὸ χῶμα καὶ νερό. Ἔπειτα, γιὰ νὰ θυμίσει στὸν καθένα μας ὅτι εἴμαστε ἀπὸ χῶμα καὶ στὸ χῶμα θὰ ξαναβρεθοῦμε. Ἄν χαράξουμε καλὰ στὴν καρδιά μας ὅτι σὲ λίγο καιρὸ -γρήγορα ἤ γρηγορότερα- θὰ βρεθοῦμε στὸ χῶμα, θὰ μπορέσουμε μὲ περισσότερη εὐκολία νὰ στρέψουμε τὰ μάτια μας πρὸς τὸ Φῶς. 

   πειτα ἀπὸ τὴν συμβολικὴ αὐτὴ κίνηση, ὁ Χριστὸς προστάζει τὸν τυφλὸ νὰ νίψει τὸ πρόσωπό του στὴν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ. Κάνοντας αὐτὸ μὲ ἀδιάκριτη ὑπακοή, ὁ τυφλὸς θεραπεύθηκε καὶ ἄρχισε νὰ βλέπει. Ἄν τόσο πολὺ ὠφελήθηκαν οἱ ὀφθαλμοί του ἀπὸ τὴν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ, φαντασθεῖτε τὴν ὠφέλεια ποὺ λαμβάνουμε ψυχῇ καὶ σώματι ἑμεῖς ποὺ ὁλόκληροι βαπτιζόμαστε στὴν κολυμβήθρα τῆς Ἐκκλησίας. 

   Τὴν θεραπεία του ἄλλοτε τυφλοῦ ἀκολούθησε ἕνας καταιγισμὸς ἐρωτήσεων ἀπὸ τοὺς ὑποκριτὲς Φαρισαίους. Πῶς σοῦ ἄνοιξε τοὺς ὀφθαλμοῦς; Τί σοῦ ἔκανε; Τί λὲς γιὰ ἐκεῖνον  ποὺ σὲ θεράπευσε; Τοὺς ἐνόχλησε ὅτι ὁ Χριστὸς ἔφτιαξε πηλὸ ἡμέρα Σαββάτου… Τόσο κακοπροαίρετοι ἦταν. Ὁτιδήποτε ἔκανε ὁ Χριστὸς τὸ ἔβλεπαν μὲ καχυποψία: εἶναι ἀπὸ Θεοῦ; Μήπως θεραπεύει μὲ τὴν δύναμη τοῦ πονηροῦ; Ἐπιζητεῖ τὸν θρόνο τῆς ἐξουσίας; Τί, τέλος πάντων, θέλει; Μέχρι καὶ τοὺς γονεῖς τοῦ ἀνθρώπου κάλεσαν γιὰ νὰ ἐξακριβώσουν τὴν ἐκ γενετῆς τύφλωσή του. Ἀπὸ αὐτοὺς φάνηκε ὅτι πολλὲς φορές, γιὰ χάρη τοῦ συμφέροντος, κάποιοι εἶναι ἰκανοὶ μέχρι καὶ τὰ παιδιά τους νὰ ἀπαρνηθοῦν. «Τυφλὸς γεννήθηκε. Τώρα τὸ πῶς βλέπει, ἡλικία ἔχει αὐτὸν ἐρωτήσατε», ἀπάντησαν πλαγίως. 

   Ἐντυπωσιακὸ εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ἐκεῖνοι ποὺ εἶχαν μάτια καὶ ἔβλεπαν, στὴν πραγματικότητα ἦταν τυφλοί. Ἐνῶ, ἐκεῖνος ποὺ γεννήθηκε τυφλός, ἔβλεπε μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς του τὸ Φῶς τὸ ἀληθινό. Στὶς προσπάθειες τῶν Φαρισαίων νὰ μειώσουν τὸν Ἰατρὸ ψυχῶν καὶ σωμάτων, ὁ πρώην τυφλός ἦταν εὐθύς. Μὲ παρρησία τοὺς μίλησε καὶ ὁμολόγησε ὅτι Ἐκεῖνος ποὺ τὸν θεράπευσε δὲν ἦταν ἀπλὸς ἄνθρωπος. Γιὰ αὐτό, τὸν ἔβγαλαν ἔξω. 

   Τὴν εὐγνωμοσύνη του, τὸ θάρρος καὶ τὴν εἰλικρίνεια τοῦ ἰαθέντος τυφλοῦ τὰ τίμησε ὁ Χριστός ἐμφανιζόμενος ξανὰ ἐνώπιόν του. «Πιστεύεις στὸν Ὑιὸ τοῦ Θεοῦ;». «Ποιός εἶναι, Κύριε, γιὰ νὰ πιστέψω σὲ αὐτόν;» καὶ ὁ Χριστὸς τὸν τιμᾶ μὲ τὴν ἀποκάλυψη: «Καὶ τὸν εἶδες, καὶ μιλάει μὲ ἐσένα, Αὐτὸς εἶναι». 

   Εὐχή μου κὶ ἑμεῖς νὰ καταφέρουμε μέσω τῆς καλῆς προαίρεσης, τῆς ὑπακοῆς, τῆς εἰλικρίνειας καὶ τῆς ἐν Χριστῷ παρρησίας ποὺ εἶχε ὁ βλέπων τυφλός, νὰ δοῦμε τὸ Φῶς τὸ Ἀληθινό.

Ἀληθῶς ἀνέστη ὁ Κύριος!

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Παρασκευή 27 Μαΐου 2022

Περιοδικόν: «ΦΩΝΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» Τεῦχος 1027

 

Τὸ νεώτερο τεῦχος (1027) τῆς
"ΦΩΝΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ".

ΕΔΩ

Η ΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΖΩΗΣ

  

Οἱ Χριστιανοὶ ἀποδίδουν σημασία στὴν χριστιανικὴ ἀνατροφή, ὅμως δὲν φθάνουν μέχρι τέλους. Διότι ἀφήνουν ἀπαρατήρητα τὰ πιὸ οὐσιώδη καὶ δυσκολώτερα σημεῖα τῆς Χριστιανικῆς ζωῆς καὶ περιορίζονται μόνον στὰ ἐλαφρότερα, τὰ ἐπιφανειακὰ καὶ ἐξωτερικά. Ἡ ἀτελὴς αὐτὴ ἀνατροφὴ διαμορφώνει πρόσωπα ἱκανὰ μὲν νὰ ἐκτελοῦν κατὰ γράμμα τὴν ἐξωτερικὴ τάξη μιᾶς εὐσεβοῦς ζωῆς, τὰ ὁποῖα ὅμως δὲν ἀποδίδουν τὴν δέουσα προσοχὴ στὶς ἐσωτερικὲς κινήσεις τῆς καρδιᾶς καὶ στὴν ἀληθινὴ πρόοδο τῆς ἐσωτερικῆς τους πνευματικῆς ζωῆς.

Τὰ πρόσωπα αὐτὰ ἀπέχουν ἴσως ἀπὸ τὶς θανάσιμες ἁμαρτίες, δὲν ἐνδιαφέρονται ὅμως καθόλου γιὰ τὶς ἐφάμαρτες κινήσεις τῶν λογισμῶν τῆς καρδιᾶς τους. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς ἐπιτρέπουν στοὺς ἑαυτούς τους τὴν κατάκριση, τὴν κενοδοξία, τὴν ὑπερηφάνεια, καὶ τὸν θυμὸ γιὰ τὸ ἄδικο τῆς ὑποθέσεώς τους. Κάποτε πάλι προσελκύονται ἀπὸ τὴν [σωματικὴ] ὀμορφιὰ καὶ ἀπὸ τὶς διασκεδάσεις, ἤ προξενοῦν λύπη σὲ κάποιον ἐξ αἰτίας κάποιας δυσαρέσκειάς τους, ραθυμοῦν στὴν προσευχή τους καὶ κατὰ τὴν διάρκειά της πολλὲς φορὲς ἡ προσοχή τους καταληστεύεται ἀπὸ τοὺς μάταιους καὶ αἰσχροὺς λογισμούς τους κτλ., καὶ μένουν ἀμέριμνοι, σὰν νὰ μὴν συμβαίνει τίποτε, ἤ ἀδιαφοροῦν γιὰ ὅλα αὐτά, ὡς ἀσήμαντα. 

Πηγαίνουν στὴν Ἐκκλησία ἤ καὶ προσεύχονται στὸ σπίτι τους, κατὰ τὴν καθιερωμένη συνήθεια, τακτοποιοῦν ὅλες τὶς ὑποθέσεις κανονικά, καὶ εἶναι φυσικὰ εὐχαριστημένοι καὶ ἀμέριμνοι.

Τί ὅμως λαμβάνει χώρα ἐν τῷ μεταξὺ στὴν καρδιά τους; Καθόλου δὲν ἐνδιαφέρονται μήπως ἡ κακία παραμονεύει στὴν καρδιά τους καὶ (μήπως) τὰ πάθη ἐξαφανίζουν ὅλη τὴν ἀξία τῆς τυπικῆς εὐσεβοῦς ζωῆς τους.

Ἄς ἐξετάσουμε τὸ ἑξῆς περιστατικό· κάποιος ἐκτελεῖ μὲ ἐλλείψεις τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας του καὶ κάποτε συναισθάνεται αὐτό, (ὅπως) καὶ τὸ ἀβέβαιον τῆς πορείας τοῦ ὅλου ἔργου του. Ὁπότε, εἶναι δυνατὸν σὲ αὐτὴ τὴν διαπίστωση τῶν ἐλλείψεών του νὰ στραφεῖ ἀπὸ τὴν ἀτελῆ αὐτὴ ἐξωτερικὴ καὶ τυπικὴ εὐσέβεια στὴν πραγματικὴ ἐσωτερική. Στὴν ἀλλαγὴ αὐτὴ εἶναι δυνατὸν νὰ τὸν ὁδηγήσει μιὰ ἀνάγνωση σχετικῶν βιβλίων ἤ μιὰ συζήτηση μὲ κάποιο πρόσωπο ποὺ ἔχει πεῖρα σχετικὰ μὲ τὴν οὐσία τῆς Χριστιανικῆς ζωῆς, ἤ καὶ ἁπλῶς ἡ προσωπικὴ ἔλλειψη ἱκανοποιήσεως ἀπὸ τὴν ἐσωτερική του κατάσταση. Δηλαδή, συναισθάνεται ὅτι δὲν ἔχει αὐτό, τὸ ὁποῖο τοῦ ἔχει δοθεῖ ὡς παρακαταθήκη γιὰ νὰ γίνει ἀληθινὸς Χριστιανός: «εἰρήνη καὶ χαρὰ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ» (Ρωμ. ιδ’ 17). Τότε εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴν στραφεῖ στὸν ἑαυτό του καὶ νὰ μὴν ἀποκαταστήσει μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦ ὅλα τὰ ἐντός του.

Ὅσοι δὲν ἐπιθυμοῦν νὰ ἔλθουν στοὺς ἑαυτούς τους καὶ ἐπαναπαύονται στὴν ὑποτυπώδη καὶ ἐπιφανειακὴ αὐτὴ ἐξωτερικὴ πνευματικὴ ζωή, θὰ μένουν ξένοι τῶν πνευματικῶν χαρισμάτων καὶ ἀπληροφόρητοι γιὰ τὴν σωτηρία τους.

Ἀπὸ τὶς «Ἐπιστολὲς περὶ Πνευματικῆς Ζωῆς» τοῦ Ἁγίου Ἐπισκόπου Θεοφάνους τοῦ Ἐγκλείστου («Ἡ Νοερὰ Ἄθλησις ἤτοι περὶ Προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ», μετάφραση ἀπὸ τὰ ρωσικά, «Γέννησις Χριστοῦ», Κατουνάκια Ἁγίου Ὄρους 1978, σελ. 106-107, σὲ ἡμέτερη νεο-ελληνικὴ ἁπλοποίηση).

Τρίτη 24 Μαΐου 2022

ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ: ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟΝ Περὶ διακρίσεως

 

ΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΣΤΟΣ ΕΚΤΟΣ

Περὶ διακρίσεως

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟΝ
(Σύντομος ἀνακεφαλαίωσις τῶν προηγουμένων)

Η ΒΕΒΑΙΑ πίστις εἶναι μητέρα τῆς ἀποταγῆς. Καὶ τὸ ἀντίθετο εἶναι ἐξ ἴσου φανερό. Ἡ ἀκλόνητη ἐλπίδα εἶναι ἡ θύρα τῆς ἀπροσπαθείας. Καὶ τὸ ἀντίθετο εἶναι ἐξ ἴσου φανερό. Ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸν εἶναι αἰτία τῆς ξενιτείας. Καὶ τὸ ἀντίθετο εἶναι ἐξ ἴσου φανερό.

2. Τὴν ὑποταγὴ τὴν ἐγέννησε ἡ καταδίκη τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ ἡ ὄρεξις τῆς πνευματικῆς ὑγείας. Μητέρα τῆς ἐγκρατείας εἶναι ἡ σκέψις τοῦ θανάτου καὶ ἡ διαρκὴς μνήμη τῆς χολῆς καὶ τοῦ ὄξους τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ. Προϋπόθεσις καὶ συνεργὸς τῆς σωφροσύνης καὶ καθαρότητος εἶναι ἡ ἡσυχία. Θραῦσις τῆς σαρκικῆς πυρώσεως εἶναι ἡ νηστεία. Καὶ ἀντίπαλος τῶν αἰσχρῶν λογισμῶν εἶναι ἡ συντριβὴ τοῦ νοῦ.

3. Ἡ πίστις καὶ ἡ ξενιτεία εἶναι ὁ θάνατος τῆς φιλαργυρίας. Ἡ εὐσπλαγχνία καὶ ἡ ἀγάπη παρέδωσαν τὸ σῶμα σὲ θυσία. Ἡ ἐκτενὴς προσευχὴ εἶναι ὄλεθρος τῆς ἀκηδίας. Ἡ μνήμη τῆς Κρίσεως εἶναι πρόξενος τῆς πνευματικῆς προθυμίας. Θεραπεία τοῦ θυμοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη τῆς ἀτιμίας, ἡ ὑμνῳδία καὶ ἡ εὐσπλαγχνία.

4. Ἡ ἀκτημοσύνη καταπνίγει τὴν λύπη. Ἡ ἀπροσπάθεια πρὸς τὰ αἰσθητὰ πράγματα ὁδηγεῖ στὴν θεωρία τῶν νοερῶν. Ἡ σιωπὴ καὶ ἡ ἡσυχία καταπολεμοῦν τὴν κενοδοξία – ἐὰν ὅμως εὑρίσκεσαι ἀνάμεσα σὲ ἀνθρώπους, χρησιμοποίησε τὴν ἀτιμία.

5. Τὴν ἐξωτερικὴ καὶ ὁρατὴ ὑπερηφάνεια τὴν ἐθεράπευσαν ἡ πτωχεία, ἡ θλίψις καὶ οἱ παρόμοιες καταστάσεις. Τὴν δὲ ἐσωτερικὴ καὶ ἀόρατη Ἐκεῖνος ποὺ εἶναι προαιωνίως Ἀόρατος. Ὅλα τὰ αἰσθητὰ ἑρπετὰ τὰ φονεύει τὸ ἐλάφι καὶ ὅλα τὰ νοητὰ ἡ ταπείνωσις. Εἶναι δυνατόν μὲ παραδείγματα ἀπὸ τὴν φύσι νὰ διδασκώμεθα καλῶς ὅλα τὰ πνευματικά.

6. Ὅπως εἶναι ἀδύνατο νὰ ἀποβάλη ὁ ὄφις τὸ παλαιό του δέρμα, ἐὰν δὲν εἰσχωρήσῃ σὲ στενὴ τρύπα, ἔτσι καὶ ἐμεῖς δὲν θὰ ἀποβάλωμε τὶς παλαιὲς προλήψεις καὶ τὴν ψυχικὴ παλαιότητα καὶ τὸν χιτώνα τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου, ἐὰν δὲν περάσωμε ἀπὸ τὴν στενὴ καὶ τεθλιμμένη ὁδὸ τῆς νηστείας καὶ τῆς ἀτιμίας.

7. Ὅπως τὰ πολύσαρκα πτηνὰ δὲν μποροῦν νὰ πετάξουν στὸν οὐρανό, ἔτσι καὶ ἐκεῖνος ποὺ τρέφει καὶ περιποιεῖται τὴν σάρκα του.

8. Ὁ ξηραμένος βόρβορος δὲν ἱκανοποιεῖ πλέον τοὺς χοίρους. Καὶ ἡ σάρκα ποὺ ἐμαράνθηκε δὲν ἀναπαύει πλέον τοὺς δαίμονας.

9. Ὅπως πολλὲς φορὲς τὰ πολλὰ ξύλα πνίγουν καὶ σβήνουν τὴν φωτιὰ δημιουργώντας ὑπερβολικὸ καπνό, ἔτσι πολλὲς φορὲς καὶ ἡ ὑπέρμετρη λύπη καπνίζει καὶ γεμίζει σκότος τὴν ψυχὴ καὶ ξηραίνει τὸ ὕδωρ τῶν δακρύων.

10. Ὅπως ἀποτυγχάνει ὁ τυφλὸς τοξότης στὸν στόχο του, ἔτσι ἀποτυγχάνει καὶ καταστρέφεται καὶ ὁ ὑποτακτικὸς ποὺ ἀντιλέγει.

11. Καθὼς τὸ κοπτερὸ σίδερο μπορεῖ νὰ ὀξύνη ἕνα ἄλλο ἀκατέργαστο, ἔτσι καὶ ὁ πρόθυμος ἀδελφὸς ἔσωσε πολλὲς φορὲς τὸν ρᾴθυμο.

12. Ὅπως τὰ αὐγὰ τῶν ὀρνίθων ποὺ θερμαίνονται στὸν κόλπο τοῦ στήθους ζωογονοῦνται, ἔτσι καὶ οἱ λογισμοὶ ποὺ δὲν φανερώνονται μὲ τὴν ἐξομολόγησι, γίνονται ἔργα.

13. Ὅπως οἱ ἵπποι ποὺ τρέχουν ἁμιλλῶνται μεταξύ τους, ἔτσι καὶ μετὰ στὴν καλὴ συνοδία ὁ ἕνας ἀδελφὸς διεγείρει τὸν ἄλλο.

14. Ὅπως τὰ σύννεφα ἀποκρύπτουν τὸν ἥλιο, ἔτσι καὶ οἱ πονηρὲς σκέψεις σκοτίζουν καὶ καταστρέφουν τὸν νοῦ.

15. Ὅπως αὐτὸς ποὺ ἔλαβε τὴν καταδικαστικὴ ἀπόφασι καὶ ὁδηγεῖται πρὸς τὴν ἐκτέλεσι δὲν ὁμιλεῖ γιὰ τὰ θέατρα, ἔτσι καὶ ἐκεῖνος ποὺ πενθεῖ εἰλικρινὰ δὲν θὰ ἀναπαύση ποτὲ τὴν κοιλία του.

16. Ὅπως οἱ πτωχοὶ ποὺ βλέπουν τοὺς θησαυροὺς τοῦ βασιλέως αἰσθάνονται περισσότερο τὴν πτωχεία τους, ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ ποὺ μελετᾶ τὶς μεγάλες ἀρετὲς τῶν Πατέρων, ταπεινώνει ὁπωσδήποτε περισσότερο τὸ φρόνημά της.

17. Ὅπως τὸ σίδερο καὶ χωρὶς νὰ τὸ θέλη σπεύδει πρὸς τὸν μαγνήτη, διότι ἕλκεται ἀπὸ κάποια μυστικὴ φυσικὴ δύναμι, ἔτσι καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἐχρόνισαν στὶς κακές τους συνήθειες τυραννοῦνται ἀπὸ αὐτές.

18. Ὅπως τὸ λάδι γαληνεύει τὴ θάλασσα καὶ παρὰ τὴν θέλησί της, ἔτσι καὶ ἡ νηστεία σβήνει ἐντελῶς τὶς σαρκικὲς πυρώσεις, καὶ παρὰ τὴν θέλησί τους.

19. Ὅπως τὸ ὕδωρ ὅταν πιεσθῇ ἀνυψώνεται ἔτσι πολλὲς φορὲς καὶ ἡ ψυχὴ ποὺ ἐπιέσθη ἀπὸ διαφόρους κινδύνους, ἀνυψώθηκε πρὸς τὸν Θεὸν μὲ τὴν μετάνοια, καὶ ἐσώθηκε.

20. Ὅπως ἐκεῖνος ποὺ κρατᾶ ἀρώματα προδίδεται καὶ χωρὶς νὰ τὸ θέλη ἀπὸ τὴν εὐωδία, ἔτσι καὶ ὅποιος ἔχει μέσα του τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου ἀναγνωρίζεται ἀπὸ τὰ λόγια του καὶ τὴν ταπεινοφροσύνη του.

21. Ὅπως ὁ ἥλιος μὲ τὸ φῶς του δείχνει τὸν χρυσὸ ποὺ λάμπει, ἔτσι καὶ ἡ ἀρετὴ φανερώνει αὐτὸν ποὺ τὴν ἔχει.

22. Ὅπως οἱ ἄνεμοι ἀναταράζουν τὸν βυθὸ τῆς θαλάσσης, ἔτσι καὶ ὁ θυμὸς ταράζει περισσότερο ἀπὸ ὅλα τὸν νοῦ.

23. Ὅπως, ὅσα δὲν εἶδε ὁ ἄνθρωπος μὲ τοὺς ὀφθαλμούς του, δὲν ἐπιθυμεῖ καὶ τόσο πολὺ νὰ τὰ γευθῇ, ἔστω καὶ ἂν τὰ ἄκουσε, ἔτσι καὶ ὅσοι ἔμειναν ἁγνοὶ στὸ σῶμα, ἔχουν ἐξ αἰτίας αὐτοῦ τοῦ γεγονότος ἐλαφροτέρους πειρασμούς.

24. Ὅπως οἱ κλέπτες δὲν πλησιάζουν εὔκολα στὸν τόπο ποὺ βλέπουν βασιλικὴ φρουρὰ καὶ ὅπλα, ἔτσι καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἕνωσε τὴν καρδιὰ μὲ τὴν προσευχὴ δὲν κλέπτεται εὔκολα ἀπὸ τοὺς νοητοὺς ληστάς.

25. Ὅπως ἡ φωτιὰ δὲν γεννᾶ χιόνι, ἔτσι καὶ αὐτὸς ποὺ ζητεῖ τὶς τιμὲς τοῦ κόσμου δὲν θὰ ἀπολαύση τὶς τιμὲς τῆς μελλούσης ζωῆς.

26. Ὅπως πολλὲς φορὲς μία σπίθα κατέκαυσε ἕνα μεγάλο δάσος, ἔτσι καὶ μία ἐνάρετη πράξις συνέβη νὰ ἐξαλείψῃ πλῆθος ἀπὸ μεγάλα πταίσματα.

27. Ὅπως δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ φονεύσῃ κανεὶς ἕνα ἄγριο θηρίο χωρὶς ὅπλο, ἔτσι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀποκτήσῃ τὴν ἀοργησία χωρὶς ταπείνωσι.

28. Ὅπως εἶναι ἀδύνατο, σύμφωνα μὲ τοὺς φυσικοὺς νόμους, νὰ ζήση κανεὶς χωρὶς τροφή, ἔτσι εἶναι ἀδύνατο ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἐπιθυμεῖ τὴν σωτηρία του νὰ δείξη μέχρι τὸ θάνατό του ἔστω καὶ γιὰ μία στιγμὴ ἀμέλεια.

29. Ὅπως ἡ ἡλιακὴ ἀκτίνα ποὺ εἰσχωρεῖ ἀπὸ κάποιο μικρὸ ἄνοιγμα στὸ σπίτι, τὸ φωτίζει τόσο, ὥστε νὰ διακρίνεται καὶ ἡ πιὸ λεπτὴ σκόνη ποὺ αἰωρεῖται στὸν ἀέρα, ἔτσι καὶ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἰσερχόμενος στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, τῆς φανερώνει ὅλα τὰ ἁμαρτήματά της.

30. Ὅπως τὰ λεγόμενα καβούρια συλλαμβάνονται εὔκολα, διότι βαδίζουν ἄλλοτε ἐμπρὸς καὶ ἄλλοτε πίσω, ἔτσι καὶ μία ψυχὴ ποὺ ἄλλοτε γελᾶ, ἄλλοτε πενθεῖ καὶ ἄλλοτε ζῆ μὲ τρυφή, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ κατορθώση τίποτε.

31. Ὅπως οἱ κοιμώμενοι κλέπτονται εὔκολα, ἔτσι καὶ ὅσοι ἀσκοῦνται στὴν ἀρετὴ κοντὰ στὸν κόσμο.

32. Ὅπως ἐκεῖνος ποὺ παλαίει μὲ λέοντα, ἂν στρέψῃ ἀλλοῦ τὸ βλέμμα του, ἐξοντώνεται ἀμέσως, ἔτσι καὶ ἐκεῖνος ποὺ παλαίει μὲ τὴν σάρκα του, ἐὰν τῆς προσφέρη ἀνάπαυσι.

33. Ὅπως κινδυνεύουν νὰ πέσουν ὅσοι ἀνεβαίνουν σὲ σαθρὴ σκάλα, ἔτσι κάθε τιμὴ καὶ δόξα καὶ ἐξουσία καταρρίπτουν τὸν κάτοχό τους, ἐπειδὴ αὐτὲς ἔρχονται σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ταπεινοφροσύνη.

34. Ὅπως εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴ σκέπτεται ὁ πεινασμένος τὸν ἄρτο, ἔτσι εἶναι ἀδύνατο νὰ μὴ σκέπτεται τὸν θάνατο καὶ τὴν Κρίσι ἐκεῖνος ποὺ ἀγωνίζεται γιὰ νὰ σωθῇ.

35. Ὅπως τὸ νερὸ σβήνει τὰ γράμματα, ἔτσι καὶ τὸ δάκρυ μπορεῖ νὰ σβήσει τὰ πταίσματα.

36. Ὅπως μερικοὶ ποὺ δὲν ἔχουν νερό, σβήνουν μὲ ἄλλο τρόπο τὰ γράμματα, ἔτσι ὑπάρχουν καὶ ψυχὲς ποὺ στεροῦνται δακρύων, καὶ γι᾿ αὐτὸ τρίβουν καὶ ἀποξέουν τὶς ἁμαρτίες τους μὲ τὴν λύπη, τοὺς στεναγμοὺς καὶ τὴν σκυθρωπότητα.

37. Ὅπως ἀπὸ τὸ πλῆθος τῆς κοπριᾶς προέρχονται πλῆθος σκουλήκια, ἔτσι καὶ ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν φαγητῶν προέρχονται πλῆθος ἁμαρτωλῶν πτώσεων καὶ πονηρῶν λογισμῶν καὶ ἀκαθάρτων ὀνείρων.

[38. Ὅπως ὁ τυφλὸς δὲν βλέπει νὰ βαδίζῃ, ἔτσι καὶ ὁ ὀκνηρὸς δὲν μπορεῖ νὰ ἰδῆ τὸ καλὸ καὶ νὰ τὸ πράξῃ].

39. Ὅπως ἐκεῖνος ποὺ ἔχει δεμένα τὰ πόδια δὲν μπορεῖ νὰ βαδίζῃ εὔκολα, ἔτσι καὶ αὐτοὶ ποὺ θησαυρίζουν χρήματα δὲν μποροῦν νὰ ἀνέβουν στὸν οὐρανό.

40. Ὅπως ἡ πρόσφατη πληγὴ θεραπεύεται εὔκολα, ἔτσι, ἀντιθέτως, τὰ χρόνια τραύματα τῆς ψυχῆς δύσκολα θεραπεύονται, ὅταν βεβαίως θεραπεύωνται.

41. Ὅπως εἶναι ἀδύνατον νὰ βαδίζῃ ὁ νεκρός, ἔτσι εἶναι ἀδύνατον νὰ σωθῇ ὁ ἀπελπισμένος.

42. Αὐτὸς ποὺ ἔχει ὀρθὴ πίστι καὶ ὅμως διαπράττει ἁμαρτίες, ὁμοιάζει μὲ πρόσωπο ποὺ δὲν ἔχει ὀφθαλμούς.

43. Αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει πίστι, καὶ ὅμως πράττει ἴσως μερικὰ καλά, ὁμοιάζει μὲ ἐκεῖνον ποὺ ἀντλεῖ νερὸ καὶ τὸ χύνει σ᾿ ἕνα τρυπημένο πιθάρι.

44. Ὅπως τὸ πλοῖο ποὺ ἔχει καλὸν κυβερνήτη φθάνει μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ σῶο στὸ λιμάνι, ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ ποὺ ἔχει καλὸν ποιμένα ἀνεβαίνει εὔκολα στὸν οὐρανό, ἔστω καὶ ἐὰν ἔχῃ διαπράξει πλῆθος κακῶν.

45. Ὅπως αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει ὁδηγὸ χάνει εὔκολα τὸν δρόμο, ἔστω καὶ ἐὰν εἶναι πολὺ ἔξυπνος, ἔτσι καὶ ἐκεῖνος ποὺ προχωρεῖ αὐτοκυβέρνητος τὴν μοναχικὴ ὁδό, εὔκολα χάνεται, ἔστω καὶ ἐὰν κατέχη ὅλη τὴν σοφία τοῦ κόσμου.

46. Ὅταν κάποιος ἀσθενῆ κατὰ τὸ σῶμα, ἔχῃ δὲ διαπράξει καὶ βαριὰ ἁμαρτήματα, αὐτὸς ἂς ἀκολουθῇ τὴν ὁδὸ τῆς ταπεινώσεως καὶ τῶν διαφόρων μορφῶν καὶ ἐκδηλώσεών της, διότι δὲν πρόκειται νὰ εὕρῃ ἀλλοῦ τὴν σωτηρία.

47. Ὅπως δὲν εἶναι δυνατὸν αὐτὸς ποὺ ἐπέρασε μακροχρόνιο ἀσθένεια νὰ ἀνακτήσῃ τὴν ὑγεία του μέσα σε μία στιγμή, ἔτσι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ νικήσουμε διὰ μιᾶς τὰ πάθη μας ἢ ἕνα πάθος μας. Νὰ παρατηρῆς σὲ τί μέτρα εὑρίσκεσαι σὲ κάθε πάθος καὶ σὲ κάθε ἀρετή, καὶ ἔτσι θὰ ἀντιληφθῆς καλύτερα τὴν πρόοδό σου.

48. Ὅπως ζημιώνονται ὅσοι ἀνταλάσσουν τὸν χρυσό μὲ τὴν λάσπη, ἔτσι καὶ ὅσοι διηγοῦνται καὶ ἀποκαλύπτουν τὰ πνευματικὰ γιὰ νὰ κερδήσουν κάτι ἀπὸ τὰ ὑλικά.

49. Τὴν ἄφεσι πολλοὶ τὴν ἀπέκτησαν σύντομα, ἀλλὰ τὴν ἀπάθεια κανείς, διότι αὐτὸ ἀπαιτεῖ πολὺν χρόνο καὶ πόθο καὶ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ.

50. Ἂς ἀναζητήσωμε ποιὰ θηρία ἢ πτηνὰ μᾶς ἐπιβουλεύονται στὴν σπορά, ποιὰ στὴν βλάστησι καὶ ποιὰ στὸν θερισμό, ὥστε νὰ στήνωμε κάθε φορὰ τὶς ἀνάλογες παγίδες.

51. Ὅπως δὲν εἶναι σωστὸ νὰ αὐτοκτονήση κάποιος, ἐπειδὴ ἔχει πυρετό, ἔτσι δὲν πρέπει νὰ περιπίπτη κανεὶς στὴν ἀπόγνωσι ποτὲ μέχρι τελευταίας ἀναπνοῆς.

52. Ὅπως εἶναι ἄσχημο, ἐκεῖνος ποὺ ἔθαψε τὸν πατέρα του, ἐπιστρέφοντας ἀπὸ τὴν κηδεία νὰ κατευθυνθῇ σὲ γάμο, ἔτσι εἶναι ἀνάρμοστο σὲ ὅσους θρηνοῦν τὶς πτώσεις τους, νὰ ἐπιζητοῦν στὴν παροῦσα ζωὴ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τιμὴ ἢ ἀνάπαυσι ἢ δόξα.

53. Ὅπως ἄλλες εἶναι οἱ κατοικίες τῶν ἐλευθέρων πολιτῶν καὶ ἄλλες τῶν καταδίκων, ἔτσι πρέπει νὰ ξεχωρίζη τελείως ἡ κατάστασις καὶ ἡ ζωὴ τῶν πενθούντων καὶ ἐνόχων ἀπὸ τῶν ἀνενόχων.

54. Ὅπως τὸν στρατιώτη ποὺ ἐπληγώθηκε βαρειὰ στὸ πρόσωπό του κατὰ τὸν πόλεμο, ὁ βασιλεὺς δὲν τὸν ἀποβάλλει ἀπὸ τὸ στράτευμα, ἀλλὰ μᾶλλον τὸν προβιβάζει σὲ ἀνωτέρα τάξι, ἔτσι καὶ τὸν μοναχὸ ποὺ κινδυνεύει καὶ ὑποφέρει πολλὰ ἀπὸ τοὺς δαίμονας, ὁ ἐπουράνιος Βασιλεὺς τὸν στεφανώνει.

55. Ἡ αἴσθησις ποὺ διαθέτει ἡ ψυχὴ εἶναι ἕνα ἰδίωμά της. Ἡ δὲ ἁμαρτία εἶναι ὁ κόλαφος αὐτῆς τῆς αἰσθήσεως.

 συναίσθησις εἶναι αὐτὴ ποὺ ἐπιφέρει τὴν κατάπαυσι ἢ τὴν μείωσι τοῦ κακοῦ, καὶ εἶναι τέκνο τῆς συνειδήσεως.

 δὲ συνείδησις εἶναι ὁ λόγος καὶ ὁ ἔλεγχος τοῦ φύλακός μας Ἀγγέλου, ὁ ὁποῖος μᾶς ἐδόθηκε στὸ βάπτισμα.

Γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο βλέπομε ὅτι οἱ ἀβάπτιστοι δὲν αἰσθάνονται ἔντονες τύψεις γιὰ τὶς κακές τους πράξεις, ἀλλὰ πολὺ ἐλαφρές.

 ἐλάττωσις τοῦ κακοῦ γεννᾶ τὴν ἀποχὴ ἀπὸ τὸ κακό. Ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τὸ κακὸ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς μετανοίας. Ἡ ἀρχὴ τῆς μετανοίας εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς σωτηρίας. Ἡ ἀρχὴ τῆς σωτηρίας εἶναι ἡ καλὴ πρόθεσις. Ἡ καλὴ πρόθεσις γεννᾶ τοὺς κόπους. Ἀρχὴ τῶν κόπων εἶναι οἱ ἀρετές. Ἡ ἀρχὴ τῶν ἀρετῶν εἶναι τὸ ἄνθος (τῆς πνευματικῆς ζωῆς). Τὸ ἄνθος τῆς ἀρετῆς εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς (πνευματικῆς) ἐργασίας. Ἡ (πνευματική) ἐργασία εἶναι τέκνο τῆς ἀρετῆς· καὶ αὐτῆς τέκνο ἡ συνέχισις καὶ ἡ συχνότης τῆς ἐργασίας. Καρπὸς καὶ τέκνο τῆς συνεχοῦς καὶ ἐπιμελοῦς ἐργασίας εἶναι ἡ ἕξις, (ἡ μόνιμη δηλαδὴ συνήθεια). Καὶ τέκνο τῆς ἕξεως εἶναι ἡ ποίωσις, (νὰ γίνῃ δηλαδὴ ἡ ἀρετὴ ἕνα μὲ τὴν ψυχή, φυσικὴ κατάστασίς της).

 ποίωσις στὸ καλὸ γεννᾶ τὸν φόβο (τοῦ Θεοῦ). Ὁ φόβος γεννᾶ τὴν τήρησι τῶν ἐντολῶν – εἴτε τῶν ἐπουρανίων εἴτε τῶν ἐπιγείων. Ἡ τήρησις τῶν ἐντολῶν εἶναι ἀπόδειξις τῆς ἀγάπης (πρὸς τὸν Θεόν). Ἀρχὴ τῆς ἀγάπης εἶναι τὸ πλῆθος τῆς ταπεινώσεως. Τὸ πλῆθος δὲ τῆς ταπεινώσεως εἶναι θυγατέρα τῆς ἀπαθείας. Καὶ ἡ ἀπόκτησις τῆς ἀπαθείας εἶναι ἡ πληρότης τῆς ἀγάπης, δηλαδὴ ἡ πλήρης κατοίκησις τοῦ Θεοῦ σὲ ὅσους ἔγιναν μὲ τὴν ἀπάθεια «καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται» (Ματθ. ε´ 8).

Αὐτῷ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.

Δείτε σχετικά: ΕΔΩ

Κυριακή 22 Μαΐου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ 2022 (Ομιλία π.Ευθυμίου Μπαρδάκα)

 


 

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ 2022 (τοῦ Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

ccjv

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

   Χριστὸς Ἀνέστη!

   Tὸ νερὸ ἀποτελεῖ βασικὸ ἀγαθὸ τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς. Δίχως αὐτό, τὸ σῶμα μας εἶναι καταδικασμένο νὰ πεθάνει, τὰ λουλούδια τοῦ κήπου μας νὰ ξεραθοῦν καὶ ἡ καθαριότητα νὰ γίνει χαμένος ἀγώνας.

   Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, ὅπως μᾶς περιγράφει τὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα, μία γυναίκα Σαμαρείτιδα κίνησε πρὸς τὸ πηγάδι τοῦ Πατριάρχη Ἰακώβ, προκειμένου νὰ ἀντλήσει τὸ ὠφέλιμο ἐπίγειο νερό. Κοντὰ στὴν πηγὴ καθόταν ὁ Χριστός, κουρασμένος ἀπὸ τὰ πολλὰ χιλιόμετρα ὁδοιπορίας ποὺ ἔκανε εὐαγγελιζόμενος τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν (σὲ ἀντίθεση μὲ πολλοὺς ἐξ’ ἡμῶν ποὺ δὲν θέλουμε οὔτε τὸ δάχτυλο νὰ κινήσουμε πρὸς δόξαν Του). Βλέποντας, λοιπόν, τὴν γυναίκα, τῆς ζήτησε νερό. Ἡ Σαμαρείτιδα ἀπάντησε: «πώς ἐσύ, ὄντας Ἰουδαῖος, μιλᾶς μὲ γυναίκα καὶ, μάλιστα, Σαμαρείτιδα; Δὲν συναναστρέφονται οἱ Ἰουδαῖοι μὲ τοὺς Σαμαρεῖτες». Πράγματι, οἱ Ἰουδαῖοι μὲ τοὺς Σαμαρεῖτες εἶχαν ἐχθρικὲς σχέσεις, καὶ σὰν νὰ μὴν ἔφτανε αὐτό, οἱ ἄνδρες ἐκείνη τὴν ἐποχὴ δὲν συνήθιζαν νὰ συνομιλοῦν μὲ γυναῖκες σὲ δημόσιο χῶρο, καθὼς ἡ γυναίκα εἶχε πολὺ ὑποτιμημένη θέση στὴν κοινωνία. Ὁ Χριστός, ὅμως, προκειμένου νὰ σώσει τὴν ψυχή της, ταράζει τὸ κατεστημένο καὶ καταρρίπτει τὰ κοινωνικὰ στερεότυπα, δίνοντας τιμὴ στὴν γυναίκα, ἡ ὁποία ἦταν ὄχι μόνο Σαμαρείτιδα, ἀλλὰ καὶ μοιχαλίδα. 

   Στὸ σημεῖο αὐτό, ἡ συζήτηση ἀντιστρέφεται. Ὁ Χριστὸς διαβεβαίωσε τὴν γυναίκα ὅτι ἄν γνώριζε ποιόν εἶχε ἀπέναντί της, ἐκείνη θὰ Τοῦ ζητοῦσε νερὸ καὶ Ἐκεῖνος θὰ τῆς ἔδινε τὸ «ὕδωρ τὸ ζῶν». Θὰ τῆς ἔδινε ζωντανὸ νερὸ ποὺ σκιρτᾶ γιὰ τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ὅποιος πιεῖ ἀπὸ τὸ νερὸ αὐτὸ δὲν θὰ διψάσει εἰς τὸν αἰώνα. 

    Σαμαρείτιδα μὲ λαχτάρα ζήτησε ἀπὸ τὸν Χριστὸ τὸ νερὸ αὐτό, δίχως νὰ ἔχει καταλάβει ὅτι δὲν πρόκειται γιὰ κάτι ποὺ ἀφορᾶ τὸ σῶμα, ἀλλὰ τὴν ψυχή. Ἀνταποκρινόμενος θετικά, ὁ Κύριος ἄρχισε νὰ τῆς προσφέρει αὐτὸ ποὺ, ἀγνοώντας, Τοῦ ζήτησε. Μετὰ τὴν προσταγή Του νὰ φωνάξει τὸν ἄνδρα της καὶ τὴν ὁμολογία τῆς γυναίκας ὅτι δὲν εἶχε ἄνδρα, ὁ Ἰησοῦς ἀποκάλυψε τὶς ἁμαρτίες της προϊδεάζοντάς την ὄτι ὁ Συνομιλητής της δὲν ἦταν ἕνας ἀπλός, κοινὸς ἄνθρωπος. 

   Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ὤθησε τὴν γυναίκα νὰ συνεχίσει τὴν συζήτηση καὶ νὰ ἀναφερθεῖ στὸν Ἐρχόμενο Μεσσία ποὺ τόσο προσδοκοῦσε ὄχι ὡς ἐξουσιαστή, ἀλλὰ ὡς Ἐκεῖνον ποὺ θὰ λύτρωνε τὸν λαὸ καὶ τὴν ἴδια ἀπὸ τὸ πνευματικὸ σκοτάδι. 

   φοῦ, λοιπόν, ὁ Χριστὸς ἔφτασε τὴν συζήτηση ἐκεὶ ὅπου ἤθελε, προβαίνει σὲ μία πρωτοφανὴ ἀποκάλυψη: «Ἐγὼ εἶμαι ὁ Μεσσίας» τῆς λέει,  «Ἐγὼ ποὺ σοῦ μιλάω!». Τὸ θαυμαστὸ εἶναι ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἀποκαλύφθηκε τόσο ἄμεσα στοὺς Ἰουδαίους ποὺ ἦταν ἐξοικειωμένοι μὲ τὶς γραφές, ἀλλὰ σὲ μία γυναίκα ἀπὸ τὴν Σαμάρεια μὲ ἐλαφρὰ ἤθη. Κὶ ὅμως, ἡ γυναίκα αὐτὴ εἶχε κάτι ποὺ ἔλειπε ἀπὸ τοὺς «ἐκλεκτοὺς» Ἰουδαίους, Φαρισαίους καὶ Γραμματεῖς. Εἶχε ἀπλότητα καρδιᾶς καὶ ἀληθινὴ θέληση νὰ συμμορφωθεῖ μὲ τὸ Φῶς, ὅταν αὐτὸ θὰ ἐρχόταν στὸν κόσμο, καὶ νὰ ἐγκαταλείψει τὴν παλιά, ἄσωτη ζωή της, ὅπως ἐγκατέλειψε βιαστικὰ καὶ τὴν κανάτα μὲ τὸ νερό γιὰ τὸ ὁποῖο εἶχε πάει ὡς τὴν πηγή. Καὶ κάπως ἔτσι, ὅπως ὅλα μέσα στὸ Εὐαγγέλιο, ἀποδεικνύεται ἀληθινὴ ἡ φράση του Θεανθρώπου πρὸς τοὺς δῆθεν θεοσεβεῖς τυπολάτρες: «οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι προάγουσιν ὑμᾶς εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν». 

   Τὴν στιγμὴ αὐτὴ ἔφτασαν στὴν πηγὴ οἱ Μαθητές, φέρνοντας μαζί τους φαγητό. Εἶδαν τὸν Χριστὸ ποὺ μιλοῦσε μὲ τὴν γυναίκα, ἀπόρησαν, ἀλλὰ κανεὶς δὲν εἶπε τίποτα. Εἶχαν ἐμπιστοσύνη καὶ σεβασμὸ στὸν Διδάσκαλο τους καὶ δὲν ἔσπευσαν σὰν πολλοὺς τῶν ἡμερῶν μας νὰ κατακρίνουν ἐξ ἰδίων τὰ ἀλλότρια. Γιὰ αὐτὸ ἀξιώθηκαν νὰ γίνουν αὐτὸ ποὺ ἔγιναν. 

   Στὴν προτροπὴ τῶν Ἀποστόλων στὸν Χριστὸ νὰ φάει, Ἐκεῖνος τοὺς ἀπάντησε: «Ἐγὼ βρῶσιν ἔχω φαγεῖν». Τροφὴ γιὰ τὸν Θεὸ εἶναι ἡ ἐπιστροφὴ τῶν ἀνθρώπων σὲ Ἐκεῖνον, ἡ γνώση τῆς ἀληθείας καὶ ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τὸ σκοτάδι. Θυμόσαστε τὴν παραβολὴ τῆς Κρίσεως τὴν Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω; Τί θὰ πεῖ ὁ Δίκαιος Κριτὴς; Ἐπείνασα καὶ ἐδώκατε (ἤ οὐκ ἐδώκατε)  μοι φαγεῖν.  Ἑμεῖς δίνουμε τροφὴ στὸν Θεὸ μέσω τῆς δικῆς μας πνευματικῆς μεταμόρφωσης; Οἱ πνευματικοὶ προσφέρουμε ψυχὲς ἀνθρώπων στὸν Θεό; Ὁ κόσμος ποὺ βρίσκεται ἐκεὶ ἔξω περιμένει. Τὸ πνευματικὸ χωράφι τῆς κοινωνίας μας θέλει ἐργάτες γιὰ νὰ θερίσουν, καὶ ἔπειτα νὰ προσφέρουν ὡς νοητὴ τροφὴ στὸν Θεὸ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ μέχρι τώρα δὲν ἔτυχαν τῆς εὐκαιρίας νὰ Τὸν γνωρίσουν. 

    Σαμαρείτις, ἡ μοιχαλίδα, ἡ μετέπειτα Ἁγία Ἰσαπόστολος Φωτεινή, προσέφερε ἀληθινὴ τροφὴ στὸν Θεό∙ πρῶτα τὸν ἑαυτό της καὶ ὕστερα τοὺς συνανθρώπους της, οἱ ὁποῖοι μὲ πολὺ αὐθορμητισμὸ ὁμολόγησαν τὸν Ἰησοῦ Σωτήρα τοῦ κόσμου. Κὶ ἐδώ, πάλι ἔχουμε κάτι τὸ θαυμαστό, τὸ περίεργο. Τὸν ὁμολόγησαν ὡς Μεσσία, ὄχι οἱ Ἰουδαίοι, ἀλλὰ οἱ εἰδωλολάτρες, οἱ Σαμαρεῖτες, οἱ ξένοι! Διαχρονικὸ φαινόμενο, δυστυχῶς, στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας. Ἀς εἶναι. Αὐτὰ δὲν θὰ ἀλλάξουν ποτέ. 

   Καθῆκον δικό μας εἶναι, ἀρχικά, νὰ ἀναζητήσουμε καὶ νὰ ζητήσουμε μὲ ἀπλότητα τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν καὶ ὁ Θεὸς θὰ μᾶς τὸ δώσει. Ἡ Ἁγία Φωτεινὴ ζήτησε καὶ ἔλαβε αὐτὸ τὸ ὕδωρ καὶ ἐγκατέλειψε τὴν στάμνα μὲ τὸ νερὸ πίσω. Δὲν νοιαζόταν πλέον γιὰ τὰ βιωτικά, διότι ἡ ψυχή της ἦταν ξεδιψασμένη ἀπὸ τὴν γνωριμία μὲ τὸν Ἀληθινὸ Θεό καὶ Δεσπότη, Ἀναστάντα Χριστό.

Ἀληθῶς ἀνέστη ὁ Κύριος!

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος