A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Δευτέρα 29 Μαΐου 2017

Απάντηση στον κ. Ι. Ρίζο περί του Ημερολογιακού (B΄)


"Ὅτι οὐ δεῖ ψεύδεσθαι 
ἀλλ' ἀληθεύειν ἐν παντί
(Μέγας Βασίλειος, P. G. 31, 744)

Αγαπητέ μου κ. Ρίζο, χαίρετε εν Κυρίω!
Συνεχίζω, με την Β΄ αυτήν απάντησή μου, τις παρατηρήσεις μου πάνω στην εργασία σας και συγκεκριμένα στο Β΄ μέρος αυτής, το οποίο δημοσίευσε η "Π.Π." εδώ.
Πριν από αυτό όμως θα ήθελα να προσθέσω κάτι σημαντικό, το οποίο παρέλειψα να αναφέρω στην Α΄ απάντησή μου. Σας είπα πως η απόφαση του "Πανορθοδόξου" Συνεδρίου του 1923 περί "διορθωμένου Ιουλιανού" ημερολογίου δεν εφαρμόστηκε και ως εκ τούτου δεν ανέλυσα παραπάνω τα αφορώντα το Συνέδριο αυτό. Ένας αδελφός όμως, που παρακολουθεί με ενδιαφέρον και φιλαλήθεια τον διάλογό μας, με ρώτησε πως και δεν τοποθετήθηκα για την θέση σας πως το "Πανορθόδοξο" Συνέδριο συγκλήθηκε "με βασικό σκοπό τη διόρθωση της ισημερίας και την εξ αυτού του λόγου διόρθωση του Ιουλιανού ημερολογίου, και όχι την επίτευξη του κοινού εορτασμού ανάμεσα στις Εκκλησίες". Από την ανάγνωση των Πρακτικών του "Πανορθοδόξου" Συνεδρίου (αναρτήθηκαν εδώ), θα διαπιστώσετε πως η θέση σας αυτή, αγαπητέ, είναι εσφαλμένη. Στο Συνέδριο αυτό των ανόμων παραβρέθηκε και ο Αγγλικανός "επίσκοπος" Gore με τον οποίο αντάλλαξε πολύ αποκαλυπτικές προσφωνήσεις ο Μεταξάκης. Άνευ δικών μου σχολίων (παρά μόνο υπογραμμίζοντας κάποια σημεία) σας παραθέτω τα όσα διαδραματίστηκαν (σελ. 84 κ. εξ.):



Έρχομαι τώρα στις παρατηρήσεις για το Β΄ μέρος της εργασίας σας:
α. Σας ενόχλησαν κάποιες φράσεις του Αγίου πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου, δια των οποίων τονίζεται η σπουδαιότητα της τηρήσεως του Ιουλιανού ημερολογίου και τις οποίες θεωρήσατε υπερβολικές και ότι δια αυτών θεωρεί "άγιο" το Ιουλιανό ημερολόγιο. Καταρχήν, αν είχατε διαβάσει όλα τα έργα του Αγίου πρ. Φλωρίνης θα κατανοούσατε ακριβώς το πνεύμα του και δεν θα προέκυπτε αυτή η εσφαλμένη αντίληψη. Ας εξετάσουμε όμως αναλυτικώς, αγαπητέ μου, μερικές από τις επίμαχες φράσεις που σας ξένισαν. 
Γράφετε: "ο πρώην επίσκοπος Φλωρίνης Χρυσόστομος Καβουρίδης, αποδίδει στο  Ιουλιανό ημερολόγιο «τον φωτοστέφανον», και το ονομάζει «προπύργιον ακαθαίρετον της ορθοδόξου πίστεως και λατρείας», που «υπερασπίζει [το ημερολόγιο] την ανεξαρτησία της ορθοδόξου Εκκλησίας από την παπική απολυταρχία». Κατ΄ αυτόν, το ημερολόγιο είναι τόσο σημαντικό που σχετίζεται ακόμα και με την χριστιανική ηθική". Καταρχάς, για να είμαστε ακριβείς, η πρόταση "ο πρώην επίσκοπος Φλωρίνης Χρυσόστομος" δεν είναι ορθή, διότι κάποιος ο οποίος χειροτονείται επίσκοπος παραμένει πάντοτε επίσκοπος, διότι η Ιερωσύνη είναι ανεξάλειπτη. Επομένως η ορθή πρόταση θα ήταν "ο επίσκοπος πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος", μιας και αυτός ήταν ο τίτλος του.
Πιστεύετε ότι ο Άγιος πρ. Φλωρίνης αποδίδει στο Ιουλιανό ημερολόγιο "«τον φωτοστέφανον», και το ονομάζει «προπύργιον ακαθαίρετον της ορθοδόξου πίστεως και λατρείας»". Για να δούμε όμως τί ακριβώς γράφει εκεί που παραπέμπετε: "Ἀλλὰ τὸν φωτοστέφανον ὅντως τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου, ὡς ὀρθοδόξου θεσμοῦ, καὶ ὡς ἀκαθαιρέτου προπυργίου τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ λατρείας, ἐπέθηκεν ἡ ἀπαντητικὴ Ἐγκύκλιος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου". Βλέπετε τί γράφει; Τον φωτοστέφανο του Ιουλιανού ημερολογίου ως ακαθαιρέτου προπυργίου της ορθοδόξου πίστεως και λατρείας, επέθηκε η Εγκύκλιος του Πατριαρχείου, όχι αυτός! Μιλάει για την Εγκύκλιο του 1904, η οποία αξιολογώντας τις απαντήσεις των Τοπικών Εκκλησιών στην Εγκύκλιο του 1902 περί πιθανότητας αλλαγής του ημερολογίου, απορρίπτει εντελώς αυτήν. Για να δούμε όμως, έχει δίκαιο στις κρίσεις του ο Άγιος πρ. Φλωρίνης να θεωρεί πως η Εγκύκλιος του 1904 "στεφανώνει" το Ιουλιανό ημερολόγιο; Διαβάζουμε τα αποσπάσματα της Εγκυκλίου, που ο ίδιος παραθέτει (μπορείτε να τα δείτε και εδώ, σελ. 75-76, 79): "Τοῦτο γνώρισμα οὐσιωδέστατον τῆς Ὀρθοδοξίας, τοῦτο τὸ θεμέλιον τοῦ ὅλου αὐτῆς Κανονικοῦ καὶ διοικητικοῦ οἰκοδομήματος, τὸ μὴ «κινεῖν ὅρια αἰώνια ἃ οἱ Πατέρες ἡμῶν ἔθεντο». Τοῦτο μόνον δυνήσεται ἀποκροῦσαι τὰς νεωτερικὰς τάσεις καὶ ἐνεργείας τὰς προϊούσας. Πῶς γὰρ οὐ δίκαιον τὰ ἀπ’ αἰῶνας τοσούτους κατὰ τάξιν γινόμενα καὶ εὐσχημόνως ἔχοντα, ταῦτα καὶ τοῦ λοιποῦ κρατεῖν καὶ αἰδέσιμα εἶναι; Πῶς δὲ οὐκ ἀκίνδυνον διασείεσθαι καὶ διασαλεύεσαθι τὸ ὑπὸ Συνόδων Οἰκουμενικῶν καὶ ὅρων Πατέρων ἀποπηγάζον σεμνὸν καὶ ἱερώτατον σύστημα τῶν Ἁγιωτάτων Πατριαρχικῶν Ἐκκλησιῶν, ὧν τὰ θεμέλια Ἀποστολικά, καὶ ὁ δέκα καὶ ἐννέα αἰώνων βίος πόνοις ἀτρύτοις καὶ μόχθοις καὶ ἀγῶσιν ἀνεκδιηγήτοις καὶ αἵμασι μαρτυρικοῖς ἐσφυρηλάτηται, καὶ αἱ πρὸς τὴν καθόλου Ἐκκλησία θεολογικαὶ ὑπηρεσίαι πανθομολογούμεναι καὶ πολύτιμοι; Τῶν εἰρημένων πατρικῶν διατάξεων καὶ ὁρίων ἡ ὀλιγωρία ἐγέννησεν, ὡς μήποτ' ὤφειλε, καὶ τὰ ἐν τοῖς κόλποις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὑπάρχονται πρὸς τοῖς παλαιοῖς νεώτερα λυπηρὰ ὄντως καὶ ἄξια θρήνων ρήγματα. Ὡς δὲ ἐκ τῆς ἐκείνων ὀλιγωρίας ἐγεννήθησαν, οὕτω καὶ ἐκ τῆς ἐκείνων τηρήσεως ἐκποδὼν γενήσονται τοῦ Θεοῦ συναιρουμένου καὶ τῶν ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν τὰ κρείττονα καὶ ἐχόμενα σωτηρίας ὑποτιθεμένων τοῖς ἀκούειν βουλομένοις, καίτοι δυσχερῶς τῶ λόγω τῆς ἀληθείας καὶ τοῦ δικαίου πείθονται οἱ κατὰ κόσμον ἀγαθὰ καὶ τὰς οἰκείας δόξας ὑπὲρ τὸ κῦρος τῆς Ἐκκλησιαστικῆς καὶ Κανονικῆς τάξεως καὶ διδασκαλίας τιθέμενοι. Περὶ δὲ τοῦ καθ’ ἡμᾶς ἡμερολογίου τοιαύτην ἔχομεν γνώμην. Αἰδέσιμον εἶναι καὶ ἔμπεδον τὸ ἀπ’ αἰῶνος μὲν ἤδη καθωρισμένον κεκυρωμένον δὲ τῆ διηνεκεῖ τῆς Ἐκκλησίας πράξει Πασχάλιον, καθ' ὅ τὴν λαμπροφόρον τοῦ Κυρίου Ἀνάστασιν ἑορτάζειν δεδιδάγμεθα τῇ πρώτῃ Κυριακῇ τῇ μετὰ τὴν πανσέληνον τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας· ἢ συμπιπτούσῃ ἢ μεθεπομένῃ ὡς οὐκ ἐξὸν περὶ τοῦτο καινοτομῆσαι· τὸ δέ, παραφυλάσσοντας τὸ Ἰουλιανὸν ἡμερολόγιον καὶ τὸ ἑορτολόγιον ἡμῶν ἀμετακίνητον, ὑπερπηδῆσαι μόνον 13 ἡμέρας, ὥστε συμπίπτειν τὰς μηνολογίας ἡμῶν τε καὶ τῶν τῶ ἑτέρω ἡμερολογίω κατακολουθούντων, ἀνόητον καὶ ἄσκοπον εἶναι· τῆς μὲν παραλείψεως τοσούτων ἡμερῶν ὑπ' οὐδενὸς ἐπιβαλλομένης λόγου, οὔτε ἐκκλησιαστικοῦ, οὔτε ἐπιστημονικοῦ, τῆς δ' ἐντεῦθεν συμπτώσεως τῶν μηνολογιῶν ἐσομένης προσκαίρου μέχρι δηλονοῦν τοῦ 2100οῦ ἔτους ὅτε καὶ αὖθις ἄρξεται ἡ διαφορὰ μιᾶς ἡμέρας. Ἀλλὰ καὶ τὸ μεταρρυθμῖσαι τὸ Ἰουλιανὸν ἡμερολόγιον, ὡς δῆθεν ἐπιστημονικῶς ἀνακριβές, καὶ τὸ μέσον πολιτικὸν ἔτος καταστῆσαι οὕτω συμφωνότερον τῷ τροπικῷ πρόωρον τὀ γε νῦν καὶ ὅλως περιττὸν ἡγούμεθα· ἡμεῖς τε γὰρ οὐδαμῶς ἀπὸ ἐκκλησιαστικῆς ἀπόψεως ὑποχρεούμεθα μεταλλάττειν ἡμερολόγιον καὶ ἡ ἐπιστήμη, ὥς γε παρ' εἰδικῶν ἀνδρῶν βεβαιοῦται, οὕπω ὁριστικῶς ἀπεφήνατο περὶ τῆς ἀκρίβειας μεθ' ἧς τὸ τροπικὸν ἔτος λογίζεται".
Τί λέτε λοιπόν, έπεσε έξω στις κρίσεις του ο Άγιος πρ. Φλωρίνης;
Σας ενόχλησε επίσης, αγαπητέ κ. Ρίζο, το ότι ο μακαριστός Ιεράρχης θεωρούσε πως το ημερολόγιο «υπερασπίζει την ανεξαρτησία της ορθοδόξου Εκκλησίας από την παπική απολυταρχία». Αυτό όμως είναι αποδεδειγμένο ιστορικά. Ας δούμε δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα:
1. Στην Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία ο φανατικός παπικός βασιλιάς Στέφανος Μπάθορυ, αμέσως μετά την Ημερολογιακή Καινοτομία του 1582, επέβαλε υποχρεωτικά σε όλους τους υπηκόους του, ασχέτως δόγματος, το Γρηγοριανό ημερολόγιο. "Το έτος εκείνο, ανήμερα των Χριστουγέννων με το παλαιό ημερολόγιο, ο παπικός αρχιεπίσκοπος της Λεοντοπόλεως Ιωάννης Σολικόφσκυ, ζήτησε από τις Αρχές της πόλης να κλειστούν και σφραγιστούν οι ορθόδοξοι ναοί" (Διπλούς πέλεκυς..., σελ. 24). Ο π. Ανδρέας Μπορκόφσκυ γράφει στην διατριβή του "Αγώνας των Ορθοδόξων Πατριαρχείων κατά τη ουνίας στην Πολωνία κατά την τελευταία εικοσαετία του ΙΣΤ' αιώνα (1583-1601)" τα εξής: "Όπως έδειξαν οι άμεσες αντιδράσεις, οι Ορθόδοξοι όχι μόνο δεν δέχτηκαν το νέο ημερολόγιο, αλλά το θεώρησαν ως ένα από τα προσηλυτιστικά και ενωτικά σχέδια του Βατικανού" (σελ. 28). 
2. Την ίδια περίοδο στην Αγκώνα της Ιταλίας "ο εκεί Λατίνος επίσκοπος πίεζε ασφυκτικά τους Έλληνες να δεχθούν το νέο ημερολόγιο (καθώς και τα άζυμα και τον παπικό τρόπο «βαπτίσματος» και χρίσματος) και μάλιστα μπρος στην άρνησή τους σφράγισε την εκκλησία τους. Ο Πατριάρχης Ιερεμίας ο Τρανός έστειλε αμέσως επιστολή διαμαρτυρίας στον Πάπα" (Ελληνική Ασπίς..., σελ. 16-17).
Το ότι το ημερολόγιο «υπερασπίζει την ανεξαρτησία της ορθοδόξου Εκκλησίας από την παπική απολυταρχία», αποδείχθηκε και μετά την Ημερολογιακή Καινοτομία του 1924. Ο γνωστός οικουμενιστής Θυατείρων Γερμανός Στρινόπουλος σε εμπιστευτική του Έκθεση προς τον επίσης οικουμενιστή Κωνσταντινουπόλεως Βασίλειο το 1928, αναφέρει περί της εισαγωγής του νέου ημερολογίου στο Πατριαρχείο της Αντιοχείας τα εξής διαφωτιστικά από την συνομιλία του με τον τότε Πατριάρχη Αντιοχείας Γρηγόριο: "Ἐν τῇ δευτέρᾳ μετὰ τῆς Α. Μ. (Αὐτοῦ Μακαριότητος) συνομιλίᾳ πρώτη αὐτή ἐμνήσθη τοῦ ζητήματος του Ν. (νέου) Ἡμερολογίου καὶ ἐζήτησε τὴν περὶ τούτου γνώμην μου. Ἐδήλωσα αὐτὴν ἀπροκαλύπτως προσθείς, ὅτι μετὰ τὴν ἐπελθοῦσαν μεταβολὴν τοῦ Πολιτικοῦ Ἡμερολογίου ἡ μεταβολὴ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ κατέστη ἀπαραιτήτως ἀναγκαία, εἶναι δὲ γνωστὸν ὅτι οὐδεὶς λόγος δογματικὸς ἀπαγορεύει τὴν μεταβολὴν ταύτην (σ. ημ. να η ξεκάθαρη θέση των Οικουμενιστών/Μοντερνιστών: ό,τι δεν είναι δόγμα, μπορούμε να το μεταβάλουμε!). Ὑπέμνησα τὴν πράξιν τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας, ἥτις δὲν ἐδημιούργησεν Ἡμερολόγιον, ἀλλ' ἔλαβε τὸ τῆς Πολιτείας, ἐν  ἐνεφανίσθη, καὶ ἐτόνισα τὰ ἄτοπα ἐκ τῆς χρήσεως ὑπὸ τῶν χριστιανῶν δύο ἡμερολογίων, καθόσον ἡ Α. Μ. μοὶ προσήγαγε τὸ παράδειγμα τῶν Ἰουδαίων, διατηρούντων χωριστὰ τὸ θρησκευτικὸν ἀπὸ τοῦ πολιτικοῦ χωρὶς νὰ λάβῃ ὑπ' ὅψιν, ὅτι οἱ Ἰουδαῖοι ἐλαχίστας ἔχουσι θρησκευτικὰς ἑορτὰς κατ' ἔτος, ἐνῷ ἡμεῖς πολλὰς κατὰ μῆνα. Κατὰ τὰ ἀνταλλαγέντα ἡ Α. Μ. ὡς μόνην δικαιολογίαν τῆς ἐμμονῆς τὴς Ἀντιοχικῆς Ἐκκλησίας εἰς τὸ Π. (παλαιὸν) Ἡμερολόγιον ἀνέφερε πρῶτον μὲν τὴν ἀμάθειαν τοῦ γηγενοῦς πληθυσμοῦ, ἔπειτα δὲ τὴν χρησιμοποίησιν τῆς μεταβολῆς ὑπὸ τῶν Οὐνιτῶν χάριν προσηλυτισμοῦ. Οὕτως αὐτὸς ὁ Νούντσιος τοῦ Πάπα ἐν Συρίᾳ μετὰ τὴν εἰσαγωγὴν τοῦ Νέου Ἡμερολογίου εἰς τὰς Ὀρθοδόξους Έκκλησίας ἔγραψεν Ἐγκύκλιον, ἐν  ᾗ ἔλεγεν, ὅτι ἤδη διὰ τῆς μεταβολῆς ταύτης ΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΑΝΕΓΝΩΡΙΣΑΝ ΤΟ ΔΙΚΑΙΟΝ ΤΗΣ ΠΑΠΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΘΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΩΣΙ ΚΑΙ ΤΑ ΑΛΛΑ ΑΥΤΗΣ ΔΙΚΑΙΑ" (Ολόκληρη η Έκθεση, στο Ψηφιακό Αρχείο "Ελευθέριος Βενιζέλος", εδώ).



Άδικα λοιπόν έγραφε ο Άγιος πρ. Φλωρίνης ότι το ημερολόγιο «υπερασπίζει την ανεξαρτησία της ορθοδόξου Εκκλησίας από την παπική απολυταρχία»; Αν εξακολουθείτε να τον θεωρείτε υπερβολικό στις εκφράσεις του, τότε θα πρέπει να χαρακτηρίσετε υπερβολικούς και όλους τους Πατέρες που τόνισαν την σημαντικότητα του Ιουλιανού ημερολογίου. Τον Άγιο Μελέτιο Πηγά, ο οποίος το χαρακτήρισε κρίκο "παγχρύσου ἁλύσεως", του οποίου η αφαίρεση θα προκαλέσει ανώφελη ζημία (Διπλούς πέλεκυς..., σελ. 62). Τον Άγιο Νικόδημο ο οποίος το θεωρούσε ευάρεστο στον Θεό (Πηδάλιον, Υποσημείωση στον Ζ΄ Αποστολικό Κανόνα). Τον π. Φιλόθεο Ζερβάκο, ο οποίος το θεωρούσε αγιασμένο ("τὸ ἡμερολόγιον τοῦτο διὰ τῆς τοιαύτης ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ χρήσεως, καὶ ἡγιάσθη, ὥστε καὶ διὰ τὸν λόγον τοῦτον νὰ μὴ δύναται εὐκόλως νὰ περιφρονηθῇ", βλ. στην Α΄ Απάντηση)!
β. Γράφετε επίσης για τον Άγιο πρ. Φλωρίνης τα εξής: "πιστεύει πως οι θεοφόροι Πατέρες της Α΄ Οικουμενικής συνέδεσαν την ημέρα εορτής του Πάσχα με την ισημερία που ίσχυε τότε, αυτήν δηλαδή της  21ης Μαρτίου. Θεώρησε έτσι ότι, οι άγιοι Πατέρες συνέδεσαν οριστικά και αμετάκλητα τον εορτασμό του Πάσχα με το Ιουλιανό ημερολόγιο". Και όμως, αγαπητέ κ. Ρίζο, αυτό που πίστευε και θεωρούσε ο πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος, αυτό πίστευαν και θεωρούσαν όλοι οι Πατέρες και Διδάσκαλοι της Ορθοδόξου Εκκλησίας, που ασχολήθηκαν με το Ημερολογιακό. Ιδού μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα ορισμένων εξ αυτών:
"Ὅμως οἱ θειότατοι Πατέρες τῆς πρώτης Συνόδου ἂν καλὰ καὶ νὰ ἤξευραν ἀκριβῶς τὴν τοιαύτην διαφορὰν τῆς ἰσημερίας, πῶς κατ’ ὀλίγον ὀλίγον ἔρχεται ὀπίσω διὰ τὴν συνεχῆ προσθήκην τῆς τοῦ βισέκτου ἡμέρας· μὲ τοῦτο ὅλον ἐδιώρισαν αὐτὴν τὴν ἐαρινὴν ἰσημερίαν νὰ κρίνεται καὶ νὰ λογαριάζεται πάντοτε καθὼς εὑρέθηκε τότε εἰς τὸν καιρόν τους, κατὰ τὴν κα΄ τοῦ Μαρτίου μηνὸς· καὶ νὰ μὴν ἀνεβοκαταβαίνῃ πλέον ἔξω ἀπ’ αὐτὴν τὴν ἡμέραν, ὅσον διὰ τὸ ἅγιον Πάσχα, νὰ ἑορτάζεται πάντοτε ὑπὸ πάντων ὁμοῦ εἰς ἓνα καὶ τὸν αὐτὸν καιρὸν, καὶ τὴν αὐτὴν τοῦ αὐτοῦ μηνὸς ἡμέραν, εἴτε Μαρτίου, εἴτε Ἀπριλίου· διὰ νὰ μὴν γένῃ σύγχυσις καὶ διαφορὰ εἰς τὰ μέρη τῆς Ἐκκλησίας ὁποῦ εὑρίσκονται εἰς ὅλην τὴν οἰκουμένην, διὰ τὴν συνεχῆ παραλλαγὴν τῆς ἰσημερίας, ὁποῦ προέρχεται ὡς εἴρηται διὰ τὴν συνεχῆ προσθήκην τῆς τοῦ Βισέκτου ἡμέρας· ἂν καλὰ καὶ εἰς τοὺς ἐδικούς μας καιροὺς νὰ ἐκατέβηκεν ἡ ἰσημερία πολλὰ παρακάτω, ἕως καὶ εἰς ταῖς ι΄ τοῦ Μαρτίου, καθὼς οἱ νεώτεροι μὲ ἀκριβεστέραν παρατήρησιν δείχνουσι· διὰ τὴν ὁποίαν αἰτίαν ἐκάμασι καὶ διόρθωσιν τοῦ Καλενδαρίου, καὶ ἤφεραν τὴν ἰσημερίαν πάλιν εἰς τὴν κα΄ Μαρτίου, ὡς καθὼς ἦτον καὶ εἰς τὸν καιρὸν τῆς α΄ συνόδου· μὲ τὸ νὰ φέρουν ὀπίσω τὸν Μάρτιον καὶ ἀκολούθως ὅλους τοὺς μήνας δέκα ἡμέρας· ἀλλ’ ὅμως ἡμεῖς εἰς τοῦτο δὲν τοὺς ἀκολουθοῦμεν· μηδὲ τολμοῦμεν ποτὲ νὰ παραβαίνωμεν τὸν Ὅρον τῶν θείων ἐκείνων Πατέρων, νὰ φανοῦμεν ἡμεῖς διακριτικώτεροι ἀπὸ τοὺς θεοσόφους καὶ ἁγίους ἐκείνους Πατέρας, νὰ κάμωμεν ἡμεῖς διόρθωσιν, ὁποῦ ἐκεῖνοι δὲν ἐτόλμησαν νὰ τὴν κάμουν· ἐπειδὴ καὶ ἂν ἤθελεν ἦσται εὔλογος ἡ τοιαύτη διόρθωσις, ἤθελαν τὴν κάμη προηγουμένως ἐκεῖνοι, καὶ ἢ νὰ τραβίξουν ὀπίσω δύο ἡμέρας τὸν Μάρτιον, νὰ ἀνεβάσουν παράνω τὴν ἰσημερίαν, νὰ τὴν φέρουν εἰς τὴν κγ΄ Μαρτίου, ὡς καθὼς εὑρέθηκεν εἰς τὸν καιρὸν τοῦ Χριστοῦ· ἢ ἤθελαν τραβίξῃ παράνω τὸν Μάρτιον, νὰ τὴν κατεβάσουν εἰς τὴν ιε΄ Μαρτίου ὡς καθὼς εὑρίσκετον εἰς τὴν ἀρχὴν εἰς τὸν καιρὸν τοῦ Ἀδάμ· ἀμὴ ἐκεῖνοι μήτε τὴν ἀνέβασαν, μήτε τὴν ἐκατέβασαν, ἀμὴ τὴν ἄφηκαν ἐκεῖ ὁποῦ τὴν εὕρηκαν εἰς τὴν κα΄ Μαρτίου, διὰ τὴν αἰτίαν ὁποῦ εἴπομεν ἀνωτέρω· διὰ νὰ μὴν προξενήσουν λέγω σύγχυσιν καὶ διασπασμὸν εἰς τὰ μέρη καὶ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ὡς καθὼς τὸ ἔπαθαν οἱ διακριτικώτεροι ἐκείνων Λατῖνοι· καὶ διὰ μίαν χρονικὴν διόρθωσιν ἐξεχωρίσθησαν καὶ ἀπεκόπησαν κοντὰ εἰς τὰ ἄλλα, καὶ κατὰ τὸ καλενδάριον ἀπὸ τὸ καθόλου σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς σχισματικοί, καὶ αὐτάρεσκοι, καὶ αὐτοκέφαλοι ὁποῦ εἶναι· διὰ τοῦτο λέγω δὲν ἠμποροῦμεν ἡμεῖς νὰ παραβαίνωμεν τὴν γνώμην καὶ κρίσιν τῶν θείων ἐκείνων Πατέρων, νὰ πέσωμεν καὶ ἡμεῖς εἰς τὸ αὐτὸ ἁμάρτημα τῶν Λατίνων· διὰ νὰ μὴν λάβωμεν εἰς τὴν ψυχὴν μας ἀντὶ κέρδους ζημίαν, ὡς οἱ Λατῖνοι" (Σεβαστός Κυμηνίτης στοΕλληνική Ασπίς..., σελ. 77-78).
"Διὰ τοῦτο λοιπὸν μεταβάλλεται ἡ μετὰ τὴν ια΄ πρώτη πανσέληνος τοῦ Μαρτίου, ἂν καλὰ καὶ εἶναι μέτ’ ἰσημερίαν, μὲ τὸ νὰ ἔρχεται καὶ γίνεται πρὸ τῆς κα΄ Μαρτίου, εἰς τὴν ὁποίαν εὑρίσκετο πρότερον ἡ ἰσημερία, μὴν ἠμποροῦντες ἡμεῖς νὰ μεταθέσωμεν τὸν ὅρον τῶν θείων ἐκείνων Πατέρων, ἀμὴ κρατοῦντες πάντοτε διὰ ἰσημερινὴν ἡμέραν τὴν κα΄ Μαρτίου. Καὶ διὰ τοῦτο ἀφείνοντες τὴν πρώτην ἐκείνην μέτ’ ἰσημερίαν πανσέληνον, ζητοῦμεν τὴν ἑξῆς δευτέραν πανσέληνον ὁποῦ ἔρχεται ὕστερον ἀπὸ τὴν κα΄ Μαρτίου, μέθ’ ἣν λοιπὸν ἑορτάζομεν τὸ ἅγιον Πάσχα, ἐπειδὴ βλέπομεν πῶς δὲν ἐτόλμησε μήτε ἡ πρώτη Σύνοδος, μήτε ἡ δευτέρα, μήτε ἡ τρίτη, μήτε ἄλλη καμία μήτε οἰκουμενικὴ μήτε τοπική, μήτε ἡ Ἀνατολικὴ μήτε ἡ Δυτικὴ Ἐκκλησία νὰ παρασαλεύσουν τὴν ἰσημερινὴν ἡμέραν ἀπὸ τὴν κα΄ Μαρτίου. Ἀν καλὰ καὶ νὰ τὴν ἔβλεπαν εἰς τοὺς καιροὺς των πῶς ἐκατέβαινεν ἡ ἰσημερία κατολίγον ὀλίγον ὀπίσω, ἕως καὶ εἰς τὴν ια΄ Μαρτίου, καὶ δὲν ἐπαρανομοῦσαν ἑορτάζοντες ὁμοῦ μετὰ τὴν δευτέραν πανσέληνον τὸ ἅγιον Πάσχα, ἀλλ’ οἱ νεώτεροι Λατῖνοι ἐφάνησαν διακριτικώτεροι καὶ σοφώτεροι καὶ τολμηρότεροι ἀπὸ ὅλας τὰς ἁγίας ἐκείνας Συνόδους, καὶ ἀπὸ ὅλους τοὺς ἁγίους Πατέρας τῆς ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας ἀνατολικούς τε καὶ δυτικοὺς, καὶ ἔκαμαν τὴν τοιαύτην διόρθωσιν τῆς ἰσημερίας, φοβούμενοι μήπως καὶ ἀθετοῦντες τὴν πρώτην πανσέληνον μέτ’ ἰσημερίαν, κολάσωσι τὴν ψυχήν των, ὡς καθὼς ἐκολάσθησαν καὶ ὅλαις αἱ Σύνοδαις, καὶ πάντες οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὁπόσοι ἑόρταζαν τὸ ἅγιον Πάσχα, ἀθετοῦντες τὴν πρώτην πανσέληνον μέτ’ ἰσημερίαν, καὶ ζητοῦντες τὴν δευτέραν ἑξῆς πανσέληνον μετὰ τὴν κα΄ Μαρτίου, διὰ τοῦτο ἔλαβον καὶ τὸν μισθόν τους διὰ τὴν τοιαύτην διόρθωσιν, ἐκκοπέντες ἀπὸ τὸ ἀρχαῖον σῶμα τῆς τοῦ Χριστοῦ ἐκκλησίας, καὶ ὑποπεσόντες τοῖς ἐπιτιμίοις τῶν ἁγίων ἐκείνων Συνόδων, καὶ τῶν ἑξῆς ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἀνατολικῶν τε καὶ δυτικῶν, ὡς μὴ τοῖς ἐκείνων ἴχνεσι κατακολουθοῦντες, ἀλλ’ αὐτοκεφάλως καινὴν ὁδὸν ἑαυτοῖς ἐξευρόντες διὰ τὴν αὐτοκέφαλον αὐθεντείαν τοῦ Πάπα, τὴν μεγίστην ταύτην καὶ ψυχοσωτήριον εὐσέβειαν ἑαυτοῖς ἐξευρόντες" (Δοσίθεος Ιεροσολύμων στο Ελληνική Ασπίς..., σελ. 113-114).
"Ἄς ἠξεύρουν γὰρ [οἱ Λατῖνοι], ὅτι καὶ αἱ οἰκουμενικαὶ σύνοδοι, ὁποῦ μετὰ τὴν πρώτην ἔγιναν, καὶ οἱ λοιποὶ Πατέρες, ἔβλεπον ναὶ καὶ αὐτοὶ, ὡς σοφοὶ ὁποῦ ἦσαν, πῶς ἐκατέβη πολὺ ἡ ἰσημερία· ἀλλ’ ὅμως δὲν ἠθέλησαν νὰ τὴν μεταθέσουν ἀπὸ τὴν κα΄ Μαρτίου, ὁποῦ τὴν ηὗρεν ἡ α΄ σύνοδος, προτιμῶντες περισσότερον τὴν συμφωνίαν τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἕνωσιν ἀπὸ τὴν ἀκρίβειαν τῆς ἰσημερίας, ἥτις δὲν προξενεῖ οὔτε εἰς τὴν εὕρεσιν, τοῦ ἐδικοῦ μας Πάσχα κᾀμμίαν σύγχυσιν, οὔτε βλάβην εἰς τὴν εὐσέβειαν, μάλιστα δὲ καὶ προξενεῖ ἡ ἀκρίβεια αὕτη εἰς τοὺς Λατίνους δύω μεγάλας ἀτοπίας, τὸ νὰ ἑορτάζουν δηλ. τὸ Πάσχα ἢ μετὰ Ἰουδαίων, ὅπερ ἐναντίον ἐστὶν εἰς τὸν παρόντα ἀποστολικὸν κανόνα, ἢ πρὸ τῶν Ἰουδαίων. Ὅτι δὲ περισσότερον εὐαρεστεῖται ὁ Θεὸς εἰς τὴν τάξιν τοῦ πασχαλίου, καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν, τοῦ καλανταρίου τοῦ ἐδικοῦ μας, παρὰ εἰς τὴν ἀκρίβειαν τοῦ πασχαλίου καὶ καλανταρίου τῶν Λατίνων, φανερὸν εἶναι ἀπὸ τὰ θαύματα ὁποῦ ἔδειξε καὶ δεικνύει ἕως τώρα δι΄ αὐτό" (Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στο Ελληνική Ασπίς..., σελ. 147-148).
γ. Συνεχίζοντας, για να πολεμήσετε τις θέσεις του Αγίου πρ. Φλωρίνης και των συν αυτώ Πατέρων (παραπέμπετε σε κείμενα του π. Θεοδωρήτου και του π. Βασιλείου Σακκά), φέρνετε ως σύμμαχό σας τον Άγιο Νικόδημο! Γράφετε: "ο άγιος Νικόδημος στην ερμηνεία του Ζ΄ Αποστολικού κανόνα, στην πρώτη υποσημείωση δείχνει να έχει αντιδιαμετρικά αντίθετη θέση λέγοντας: «Το να κάνει τις το Πάσχα μετά της 21ην  Μαρτίου ως κάμνομεν εμείς οι Γραικοί ή μετά την 11ην  Μαρτίου ως κάμνουν οι Λατίνοι δεν είναι έγκλημα. Το να σχίση όμως την Εκκλησίαν είναι αμάρτημα ασυγχώρητον»". Επειδή αυτήν την ψευδή συμμαχία την είχε επικαλεστεί στο παρελθόν και ο π. Ευθύμιος Τρικαμηνάς (τον οποίο στην σκέψη ακολουθείτε), σας παραπέμπω σε κείμενό μου με τίτλο "Ο Άγιος Νικόδημος και ο Ιερός Χρυσόστομος απαντούν στον π. Ευθύμιο Τρικαμηνά για το Ημερολογιακό Ζήτημα", στο οποίο θα δείτε ότι ο Άγιος Νικόδημος ανήκει στο ίδιο στρατόπεδο με τον Άγιο πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομο, και τους συν αυτώ, και όχι στο αντίπαλο. 
δ. Το φοβερό είναι ότι αμέσως μετά την παράθεση του Αγίου Νικοδήμου αντιγράφετε την θέση του αγιομάχου (υβριστού του Αγίου Νικοδήμου) και χυδαιολόγου Κωνσταντίνου Σιαμάκη (από εδώ). Διά του λόγου το αληθές παραθέτω έναν ακόμη συγκριτικό πίνακα με το σχετικό απόσπασμά σας, και το αντίστοιχο απόσπασμα του Σιαμάκη:


ΡΙΖΟΣ
ΣΙΑΜΑΚΗΣ
Οι χριστιανοί των πρώτων αιώνων χρησιμοποιούσαν κατά τόπους τρία πολύ διαφορετικά μεταξύ τους ημερολόγια. Το Ρωμαϊκό, το Ελληνικό, και το Αιγυπτιακό. Στα ελληνικά ή ελληνόφωνα μέρη  χρησιμοποιούσαν το ημερολόγιο του Μ. Αλεξάνδρου, το Μακεδονικό μέχρι τα χρόνια του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ηρακλείου (610-641 μ.Χ.). Γι᾿ αυτό και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος (345 - 407) στην ομιλία του Εις το Γενέθλιον του Χριστού[12] μετράει τους δώδεκα μήνες του έτους με τα μακεδονικά ονόματα τους (Δίος, Απελλαίος, Αυδηναίος κ.λ.π). Όμως οι μήνες των τριών ημερολογίων δεν συνέπιπταν ακριβώς μεταξύ τους· λ.χ. στο μακεδονικό ημερολόγιο οι 11 μήνες είχαν από 30 ημέρες και ο τελευταίος, ο Υπερβερεταίος είχε 35 μέρες. Το ημερολόγιο αυτό σε 120 χρόνια έχανε έναν μήνα! Αυτό το πολύ ατελές ημερολόγιο χρησιμοποιούν κι άλλοι Πατέρες όπως ο συγγραφέας του Πασχάλιου Χρονικού (γράφτηκε γύρω στο 600 μ.Χ.). Η ελληνόγλωσση εκκλησία χρησιμοποιούσε αυτό το ημερολόγιο μέχρι τα χρόνια του Μ. Φωτίου (9ος αι.). Μετά το 641 μ.Χ. μερικοί και μετά το 900 μ.Χ. όλοι, άρχισαν να χρησιμοποιούν το Ρωμαϊκό Ιουλιανό.
















  Δεν είναι αλήθεια αυτό που γράφεται από τους παλαιοημερολογίτες ότι η Α΄ Οικουμενική θέσπισε να εορτάζεται το Πάσχα με το Ιουλιανό ημερολόγιο. Ο Μ. Αθανάσιος σύνεδρος και πρωταγωνιστής της Α΄ Οικουμενικής, στις Εορταστικές Επιστολές του, τις οποίες έστελνε επί 45 χρόνια (328-373) στις εκκλησίες για την ημερομηνία εορτασμού του Πάσχα πάντα έγραφε: «Εσείς που είστε σε εκείνες τις χώρες θα το εορτάσετε στις τόσες του μηνός του δικού σας ημερολογίου, και εσείς που είστε σε εκείνες τις χώρες θα το εορτάσετε στις τόσες του μηνός του δικού σας ημερολογίου…κ.λ.π.». Και ο ίδιος όταν ήταν στην Αλεξάνδρεια το εόρταζε στις τόσες του μηνός Φερμουθί του Αιγυπτιακού ημερολογίου, ενώ όταν ήταν εξόριστος στη Γαλλία, το εόρταζε στις τόσες Απριλίου του λατινικού ημερολογίου. Διέφεραν δε τα ημερολόγια πάρα πολύ ακόμα και στον αριθμό των ημερών του έτους και των μηνών.
Οἱ ἀρχαῖοι ποιμένες τῆς ὀρθοδόξου ἐκκλησίας στὴ χρῆσι τοῦ ὁποιουδήποτε ἡμερολογίου ἦταν τόσο οὐδέτεροι, ὅσο οἱ Χριστιανοὶ σήμερα εἶναι οὐδέτεροι στὴ χρῆσι ὁποιασδήποτε μάρκας αὐτοκινήτου. καὶ χρησιμοποιοῦσαν κατὰ τόπους τρία πολὺ διαφορετικὰ ἡμερολόγια, ὅλα σχεδιασμένα ἀπὸ μὴ Χριστιανούς· ἑλληνικό, ῥωμαϊκό, αἰγυπτιακό. στὰ ἑλληνικὰ ἢ ἑλληνόγλωσσα μέρη χρησιμοποιοῦσαν τὸ μακεδονικὸ ἑλληνικὸ ἡμερολόγιο τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου τοὐλάχιστον μέχρι τὰ χρόνια τοῦ Βυζαντινοῦ αὐτοκράτορος Ἡρακλείου (610 - 641 μ.Χ.). γι᾿ αὐτὸ κι ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (345 - 407) στὴν ὁμιλία του Εἰς τὸ γενέθλιον τοῦ Χριστοῦ (§ 4-5 PG 49,358) μετράει τοὺς δώδεκα μῆνες τοῦ ἔτους μὲ τὰ ἑλληνικὰ - μακεδονικὰ ὀνόματά τους Δῖος Ἀπελλαῖος Αὐδηναῖος Περίτιος Δύστρος Ξανθικὸς Ἀρτεμίσιος Δαίσιος Πάνεμος Λώιος Γορπιαῖος Ὑπερβερεταῖος, οἱ ὁποῖοι δὲν συνέπιπταν ἀκριβῶς μὲ τοὺς μῆνες ἄλλων ἡμερολογίων. λ.χ. στὸ μακεδονικὸ ἑλληνικὸ ἡμερολόγιο οἱ 11 μῆνες εἶχαν ἀπὸ 30 μέρες κι ὁ τελευταῖος Ὑπερβερεταῖος εἶχε 35 μέρες· γι᾽ αὐτὸ καὶ λεγόταν Ὑπερβερεταῖος ἤτοι Ὑπερφερεταῖος = ὁ μήνας ποὺ ὑπερφέρει, δηλαδὴ τὸ παρατραβάει. τὸ ἡμερολόγιο αὐτὸ σ᾽ 120 χρόνια ἔχανε ἕνα μῆνα. τὸ ἴδιο μακεδονικὸ ἡμερολόγιο χρησιμοποιοῦν κι ἄλλοι πατέρες καὶ μάλιστα κι ὁ συντάκτης τοῦ Πασχαλίου Χρονικοῦ, ποὺ γράφτηκε γύρω στὸ 600. ἡ ἑλληνόγλωσση ἐκκλησία χρησιμοποιοῦσε τὸ μακεδονικὸ αὐτὸ ἡμερολόγιο περίπου μέχρι τὰ χρόνια τοῦ Φωτίου (9ος αἰώνας), ἀλλὰ μετὰ τὸ 641 μερικοὶ χρησιμοποιοῦσαν καὶ τὸ ῥωμαϊκὸ ἡμερολόγιο (τὸ ἰουλιανὸ ἢ παλιὸ) μὲ τὰ λατινικὰ ὀνόματα μηνῶν Ἰανουάριος Φεβρουάριος Μάρτιος Ἀπρίλιος Μάιος Ἰούνιος Ἰούλιος Αὔγουστος Σεπτέμβριος Ὀκτώβριος Νοέμβριος Δεκέμβριος, χωρὶς κανεὶς νὰ δημιουργῇ ζήτημα ἢ νὰ παριστάνῃ τὸν ὀρθοδοξαρᾶ παλαιοημερολογίτη. γύρω στὸ 900 ἐπικράτησε σιωπηρῶς ὡς μοναδικὸ τὸ λατινικὸ ἰουλιανὸ ἡμερολόγιο (τὸ παλιό).
     Δὲν ἀληθεύει ὅτι ἡ Α΄ οἰκουμενικὴ σύνοδος (325) θέσπισε νὰ ἑορτάζεται τὸ πάσχα μόνο μὲ τὸ ἰουλιανὸ ἡμερολόγιο (τὸ παλιό). αὐτὸ εἶναι φαντασίωσι καὶ ψέμμα μερικῶν ἀμαθῶν καὶ φανατικῶν γαυγισταρίων· σημερινὸς παραταξιακὸς μῦθος· καὶ ὡς ἐπιχείρημά τους εἶναι ἀπάτη· τσαρλατανικὴ ἀπατεωνία. ὁ Μ. Ἀθανάσιος, σύνεδρος τῆς Α΄ οἰκουμενικῆς συνόδου, στὰς Ἑορταστικὰς Ἐπιτολάς του, μὲ τὶς ὁποῖες ἐπὶ 45 χρόνια (328 - 373) κατ᾿ ἐντολὴν τῆς Α΄ οἰκουμενικῆς συνόδου ἐνημέρωνε κάθε χρόνο ὅλη τὴ χριστιανικὴ οἰκουμένη γιὰ τὸ ποιά εἶναι ἡ ἡμερομηνία τοῦ πάσχα τοῦ ἑπομένου ἔτους, πάντοτε γράφει· «Ἐσεῖς ποὺ εἶστε σ᾿ ἐκεῖνες κι ἐκεῖνες τὶς χῶρες, θὰ τὸ ἑορτάσετε στὶς τόσες τοῦ τάδε μηνὸς τοῦ δικοῦ σας ἡμερολογίου, κι ἐσεῖς ποὺ εἶστε σ᾿ ἐκεῖνες κι ἐκεῖνες τὶς χῶρες, θὰ τὸ ἑορτάσετε στὶς τόσες τοῦ τάδε μηνὸς τοῦ ἡμερολογίου σας, κι ἐσεῖς ποὺ εἶστε σ᾿ ἐκεῖνες κι ἐκεῖνες τὶς χῶρες, θὰ τὸ ἑορτάσετε στὶς τόσες τοῦ τάδε μηνός σας». κι ὁ ἴδιος, ὅταν ἦταν ἐλεύθερος στὴν ἕδρα του, τὸ ἑώρταζε στὶς τόσες τοῦ μηνὸς Φαρμοῦθι τοῦ αἰγυπτιακοῦ ἡμερολογίου, ἐνῷ, ὅταν ἦταν ἐξόριστος στὴ Γαλλία, τὸ ἑώρταζε στὶς τόσες Ἀπριλίου τοῦ λατινικοῦ ἡμερολογίου. διέφεραν δὲ τὰ ἡμερολόγια πολὺ ἀκόμη καὶ στὸν ἀριθμὸ τῶν ἡμερῶν τοῦ ἔτους καὶ τῶν μηνῶν.

Κόπτεστε για το Consensus Patrum, κ. Ρίζο, αλλά τους Πατέρες της εποχής μας τους αγνοείτε και - το χειρότερο - τους πολεμείτε, συντασσόμενος με πρόσωπα που ούτε ορθόδοξη πίστη, ούτε ορθόδοξο ήθος έχουν, και των οποίων τις θέσεις αντιγράφετε.
ε. Έρχομαι τώρα στο μέρος της εργασίας σας, που αφορά τα ιστορικά στοιχεία για την, περί το Πάσχα, εορτολογική ασυμφωνία, κατά τους πρώτους αιώνες. Δυστυχώς τα  περιεχόμενα στα υποκεφάλαια "Πρίν την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο", "Μετά την Α΄ Οικουμενική" και "Το τέλος της ημερολογιακής διαμάχης", τίποτε ουσιαστικό δεν προσφέρουν στην συζήτηση περί του Ημερολογικού, παρά μόνο τα εσφαλμένα και αυθαίρετα συμπεράσματα που βγάλατε στο τέλος για να δικαιολογήσετε την εμμονή σας σε μια παράνομη Καινοτομία. Ποιος διαφωνεί πως τους πρώτους αιώνες δεν υπήρχε απόλυτηεορτολογική συμφωνία; Είναι όμως άλλο πράγμα το ότι δεν υπήρχε ακόμη εορτολογική συμφωνία, λόγω ασυνεννοησίας ή άλλων παραγόντων, και άλλο πράγμα το να μην υπάρχει πλέον εορτολογική συμφωνία επειδή κάποιοι την κατέστρεψαν για πονηρούς σκοπούς, παρόλο που επιτέλους είχε επιτευχθεί και διατηρηθεί για πάνω από 1000 χρόνια! Είναι τόσο δύσκολο να το καταλάβετε;
Με λύπη μου σας λέγω πως τα ιστορικά αυτά στοιχεία που προσκομίσατε, με σκοπό να αποφανθείτε πως το πότε εορτάζει κανείς το Πάσχα δεν έχει καμία σημασία, δεν περίμενα να τα δω σε κείμενο ορθοδόξου (ερμηνευόμενα μάλιστα τοιουτοτρόπως), αλλά σε κείμενο κάποιου οικουμενιστού μάλλον, ο οποίος με τέτοια στοιχεία και επιχειρήματα θα προσπαθούσε να μας πείσει να εγκαταλείψουμε το Ορθόδοξο Πασχάλιο, που θεωρούμε, εμείς οι Ορθόδοξοι, αιώνιο καιαμετακίνητο, αφού, τους πρώτους αιώνες, "οι Πατέρες Ανατολής και Δύσης παρακάθονταν και συναποφάσιζαν ώς μέλη της ΜΙΑΣ, ΑΓΙΑΣ και ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, ενώ εόρταζαν την μεγάλη εορτή του Πάσχα σε διαφορετικές ημερομηνίες". Πραγματικά, θα ήθελα να δω τί θα απαντούσατε εσείς σε έναν τέτοιον οικουμενιστή που θα αντέγραφε τα, βολικά για αυτόν, επιχειρήματά σας. Γιατί εμείς θα απαντούσαμε ακριβώς αυτά που απαντούμε σε σας!
Θα επανέλθω με την Γ΄ Απάντησή μου στο Γ΄ μέρος της εργασίας σας, το οποίο μόλις είδα πως δημοσίευσε η "Π.Π.".
Μετά της οφειλομένης, προς όλους, εν Χριστώ αγάπης
Νικόλαος Μάννης


Απάντηση του κ. Ι. Ρίζου και Ανταπάντηση Ν. Μάννη

Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Ο κ. Ι. ΡΙΖΟΣ ΑΠΕΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΙΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟ Α΄ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΟ, ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΥΜΕ. ΑΜΕΣΩΣ ΜΕΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ Η ΑΝΤΑΠΑΝΤΗΣΗ ΜΟΥ:

Απάντηση κ. Ρίζου 
Κύριε Μάννη.
Πιστεύω ότι θα συμφωνούσατε μαζί μου στο ότι κανόνας και κριτήριο ασφαλές στην αντιμετώπιση των ζητημάτων της πνευματικής ζωής του πιστού και της Εκκλησίας είναι  η Πατερική Συμφωνία(consensus Patrum).  Δεν υπάρχει  λοιπόν πιο ασφαλής δρόμος από το να δούμε πώς οι άγιοι Πατέρες και Οικουμενικές και Τοπικές Σύνοδοι αντιμετώπισαν τα ζητήματα ασυμφωνιών σε ημερολόγια,  εορτολόγια και τις νηστείες. Με βάση λοιπόν αυτήν την παραδοχή ερεύνησα το ζήτημα του ημερολογιακού Σχίσματος του 1924 και παρέθεσα τα στοιχεία. Εσείς όμως επικαλείσθε λόγια προσώπων που ενώ γνωρίζω τις θέσεις τους δεν εμπίπτουν μεθοδολογικά στην  λύση που επιζητούμε με βάση την παραπάνω αναγκαιότητα της Πατερικής Συμφωνίας.  Άς πάρουμε όμως τα λεγόμενα σας με την σειρά.

1.      Δέχεστε ότι στην Εκκλησία υπήρχε επί 700 χρόνια εορτολογική ασυμφωνία και μετά με τον Καρλομάγνο επιτεύχθηκε συμφωνία μέχρι το 1582. Το 1924 συμβαίνει μια αντικανονική και αντιποιμαντική συνοδική παρεκτροπή εισαγωγής νέου ημερολογίου που προκαλεί εορτολογική διαμάχη. Για να  την εξετάσουμε θα αντλήσουμε πληροφορίες και επιχειρήματα από τα 700 χρόνια της εορτολογικής ασυμφωνίας και διαμάχης όπου έχουμε και σίγουρο Πατερικό και Συνοδικό «υλικό»;  ή από τα 1200 χρόνια εορτολογικής συμφωνίας και ευταξίας; Φυσικά από την πρώτη περίοδο! Γιατί όταν κάποιος αρρωστήσει ο γιατρός του δίνει την λύση με βάση τις περιπτώσεις των ασθενών που είχαν το ίδιο πρόβλημα στο παρελθόν κι όχι με βάση περιπτώσεων ανθρώπων που είναι  υγιείς.
2.      Γράφετε ότι η εργασία μου επηρεάστηκε από τον κ. Καρδάση. Ότι γράφω στο βιβλίο μου έχει παραπομπές σε έργα ιστορικών τόσο της Εκκλησιαστικής όσο και της θύραθεν ιστορίας. Έχω καμιά παραπομπή στον Καρδάση;
3.      Αναφέρεστε σε κάποιους καθηγητές του 1865 που λένε ότι από τα πρώτα χρόνια του χριστιανισμού επικρατούσε το Ιουλιανό ημερολόγιο και αχρηστεύτηκαν τα κατά τόπους άλλα ημερολόγια.  Στην εργασία μου διαφαίνεται ότι  η σύγχρονη ιστορική επιστήμη άλλα μαρτυρά.
4.      Το ότι λέτε με «παρέσυραν ψευδολόγοι» στην εργασία μου κ. Μάννη, το εκλαμβάνω ως χιούμορ εσωτερικής κατανάλωσης ( τους αναγνώστες σας).
5.      Χαίρεστε κ. Μάννη που αναγνωρίζω ότι το Μακεδονικό ημερολόγιο δεν αποτελεί ιερά παράδοση για να θεωρήσετε αυθαίρετα ότι το Ιουλιανό αποτελεί(!)Το Μακεδονικό ημερολόγιο δεν αποτελεί ιερά παράδοση: «διότι πολύ απλά ούτε εφαρμόστηκε σε όλη την Εκκλησία, ούτε υπήρξε συνυφασμένο με το εορτολόγιο επί αιώνες, όπως το Ιουλιανό!» όπως λέτε. στην ούτε οι άγιοι Απόστολοι, ούτε η «Διδαχή των Αποστόλων», ούτε η Αποστολική Σύνοδος του 51 μ.Χ. ούτε καμία άλλη γραπτή ή προφορική εντολή των αγίων  Πατέρων το εμφάνισε  ως ιερά παράδοση.
6.      Αναφέρετε τον Όσιο  Φιλόθεο Ζερβάκο, τη δήλωση του (ενόχου) Αρχιεπισκόπου Χρυσόστομου Παπαδόπουλου, του πρωταγωνιστού Χρ.Καβουρίδη και ενός άσχετου που έκανε μια Εισήγηση προς την μέλλουσα "Πανορθόδοξη Μεγάλη Σύνοδο" στη οποία Εισήγηση του λέει το ανιστόρητο «ούδέποτε παρουσιάσθη χρονικὴ διαφορὰ ἑορτασμοῦ ἑνὸς καὶ τοῦ αὐτοῦ γεγονότος (π.χ. κοιμήσεως άγίου), ὡς συμβαίνει σήμερον.» Αυτά τα πρόσωπα όμως κ. Μάννη, δεν απαρτίζουν την Πατερική Συμφωνία που επιζητούμε για να βρούμε τα ίχνη των Πατέρων. Η απάντηση στο ποιος δημιούργησε Σχίσμα με αιτία τη μεταβολή του εορτολογίου  υπάρχει, και την παρουσιάζω καταγράφοντας την αντιμετώπιση παρόμοιων θεμάτων από τα χρόνια της Αναλήψεως του Κυρίου μας έως τα τέλη του 8ου αιώνα. Η απάντηση υπάρχει στη διδαχή του ιερού  Χρυσοστόμου, του Μ. Αθανασίου, και των Οικουμενικών Συνόδων και στην πρακτική της Εκκλησίας. Την  απάντηση την βρίσκουμε  μελετώντας το πώς αντιμετώπισε η Εκκλησία, όχι μόνο τις εορτολογικές ασυμφωνίες αλλά ακόμα κι αυτές του Πασχαλίου,  κι όχι στα λόγια των προσώπων που αναφέρατε και πολλών άλλων που δεν αναφέρατε.

Ανταπάντηση Ν. Μάννη 
Αγαπητέ κ. Ρίζο,
Απαντώ στις παρατηρήσεις σας με βάση την αρίθμηση που τα έχετε διακρίνει.
1. Δυστυχώς βλέπετε το Ημερολογιακό ζήτημα μονόφθαλμα, διότι το εξετάζετε μόνο με το μάτι των 700 χρόνων της - σταδιακώς αμβλυνόμενης - εορτολογικής ασυμφωνίας, κλείνοντας πεισματικά το άλλο μάτι των 1200 χρόνων εορτολογικής συμφωνίας! Το 1582, που αναφέρετε ξανά, ΔΕΝ διασαλεύθηκε η εορτολογική συμφωνία της Εκκλησίας, διότι η πάλαι ποτέ Τοπική Εκκλησία της Ρώμης ήταν πλέον ψευδεκκλησία, αποκομμένη από αιώνων από την αληθινή Εκκλησία του Χριστού). Το δε παράδειγμά σας είναι ατυχέστατο και μάλλον προς επίρρωση της δικής μας οπτικής μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Οι ιατροί (ή μάλλον οι καλοί ιατροί) δεν συνταγογραφούν τα φάρμακα με βάση τους ασθενείς που απλά είχαν την ίδια αρρώστια, αλλά με βάση τους ασθενείς που είχαν μεν την ίδια αρρώστια, αλλά που πλέον θεραπεύτηκαν από αυτήν, διότι σκοπός των είναι η θεραπεία! Η Εκκλησία θεράπευσε την εορτολογική ασυμφωνία και την διατήρησε 1200 χρόνια και αυτή η θεραπεία είναι η λύση στην περίπτωσή μας.
2. Δεν έγραψα ότι η εργασία σας επηρεάστηκε από τον κ. Καρδάση. Έγραψα ακριβώς: "αυτή η θέση (πως "η Εκκλησία μέχρι την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο ακολουθούσε το Μακεδονικό ημερολόγιο")" αποτελεί θέση του κ. Καρδάση. Μίλησα λοιπόν για την συγκεκριμένη θέση και όχι για όλη την εργασία σας. Επειδή όμως γράφετε "Έχω καμιά παραπομπή στον Καρδάση;" και επομένως αρνείστε ότι έχετε επηρεαστεί από αυτόν, αναγκάζομαι να σας παραθέσω ένα συγκριτικό πίνακα με την σχετική θέση σας (εδώ) και την σχετική θέση του κ. Καρδάση (εδώ):

ΡΙΖΟΣ
ΚΑΡΔΑΣΗΣ
Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος άρχισε στις 19 Ιουνίου 325 μ.Χ. και έληξε στις 25 Αυγούστου[3] στη Νίκαια της Βιθυνίας: «Εν υπατείᾳ Παυλίνου και Ιουλιανού των λαμπροτάτων, έτους από Αλεξάνδρου χλς΄, εν μηνί Δεσίω ιθ΄ τη προ ιγ΄ καλανδών Ιουλίων εν Νικαίᾳ τη Μητροπόλει Βιθυνίας»[4=Μήλια Σπ., Πρακτικά Οικουμενικών Συνόδων, Β΄  πράξη της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου] έληξε δε «Εν μηνί Λώω, προ ζ΄ καλανδών Γορπιαίω». Η πρώτη εντυπωσιακή  παρατήρηση που κάνουμε διαβάζοντας τα Πρακτικά της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου, τα οποία περιγράφουν κάποια στοιχεία της Α΄ Οικουμενικής[5], είναι ότι, ενώ η Εκκλησία μέχρι την Α΄ Οικουμενική ακολουθούσε το Μακεδονικό ημερολόγιο (του Μ. Αλεξάνδρου, στο οποίο το έτος είχε 354 ημέρες), εμμέσως πλην σαφώς στις εργασίες της Συνόδου Νίκαιας έγινε αποδεκτό το Ιουλιανό ημερολόγιο (των 365,25 ημερών) ως πολύ ακριβέστερο. Δηλαδή εμφανίζεται εδώ η πρώτη αλλαγή ημερολογίου, χωρίς κάποια καταγεγραμμένη συνοδική και επίσημη πράξη. Την εισαγωγή του Ιουλιανού ημερολογίου ενέκριναν κατ΄ αρχήν οι Πατέρες της Συνόδου και ανέθεσαν στον Επίσκοπο Χωνών Αχιλλέα Τάτιο, να συνεννοηθεί με τους αστρονόμους της Αλεξάνδρειας για την εισαγωγή του Ιουλιανού
ημερολογίου και τη διόρθωση ισημεριών και πανσελήνων σε σχέση με το Μακεδονικό. Βεβαίως δεν γνωρίζουμε τις λεπτομέρειες της απόφασης με την οποία έγινε αυτή η μεταβολή, όχι μόνο σε ότι αφορούσε στα ονόματα των μηνών του Μακεδονικού ημερολογίου που άλλαξαν με εκείνα του λατινικού ημερολογίου, άλλα και στην προσθήκη των 11,25 επιπλέον ημερών που προσμετρούσε το Ιουλιανό ημερολόγιο ως διάρκεια του έτους!
Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος άρχισε στις 19 Ιουνίου 325 και έληξε στις 25 Αυγούστου: «Εν υπατεία Παυλίνου και Ιουλιανού των λαμπροτάτων, έτους από Αλεξάνδρου χλς΄, εν μηνί Δεσίω ιθ΄ τη προ ιγ΄ καλανδών Ιουλίων εν Νικαία τη Μητροπόλει Βιθυνίας» (Μήλια Σπ. Πρακτικά Οικουμενικών Συνόδων, Β’  πράξη της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου), έληξε δε «Εν μηνί Λώω, προ ζ΄ καλανδών Γορπιαίω». Παρατηρείται εδώ, ότι η Εκκλησία μέχρι την Α΄ Σύνοδο ακολουθούσε το Μακεδονικό ημερολόγιο (των 354 ημερών) και εμμέσως πλην σαφώς απεδέχθη το Ιουλιανό ημερολόγιο (των 365.25 ημερών) ως πολύ ακριβέστερο, δηλ. έχουμε εδώ αλλαγή ημερολογίου. Την εισαγωγή του νέου ημερολογίου (Ιουλιανού) ενέκριναν οι Πατέρες της Συνόδου και ανέθεσαν στον Επίσκοπο Χωνών Αχιλλέα Τάτιο (του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας), που ήταν αστρονόμος και μετείχε της Συνόδου, να συνεννοηθεί με τους αστρονόμους της Αλεξάνδρειας, για την εισαγωγή του Ιουλιανού ημερολογίου και τη διόρθωση ισημεριών και πανσελήνων. Άραγε, με ποια απόφαση, ποιάς Οικουμενικής ή άλλης Τοπικής Συνόδου, τα ονόματα των μηνών του μακεδονικού ημερολογίου άλλαξαν με εκείνα του λατινικού ημερολογίου (και αυτό μέχρι και την Δ΄ Οικουμενική), τα έτη από Αλεξάνδρου, σε κτίσεως κόσμου και από το 1628 επί Πατριάρχου ΚΠόλεως Κύριλλου Λούκαρι σε έτη από Χριστού γεννήσεως, ενώ η Δύση χρησιμοποιούσε ήδη από το 525, την χρονολόγηση από Χριστού γεννήσεως;

3. Οι, άγνωστοι μεταξύ τους και σε διαφορετικό χωροχρόνο δρώντες, Λαμπρύλλος και ο Αρβανιτάκης (καθόλου τυχαία πρόσωπα, οι οποίοι εκτιμούνταν στην εποχή τους από όλους - ο Αρβανιτάκης μάλιστα ήταν υπέρμαχος της Ημερολογιακής Καινοτομίας του 1924 και συνεργάτης του Χρυσοστόμου Παπαδόπουλου) δεν είναι "κάποιοι καθηγητές του 1865", όπως γράφετε περιφρονητικά. 



Κρίμα να μη γνωρίζουμε τους προ ημών, και μάλιστα αυτούς που ασχολήθηκαν με ζητήματα, με τα οποία καταπιανόμαστε κι εμείς σήμερα. Το αν αναιρεί την γνώμη τους η "σύγχρονη ιστορική επιστήμη" θα το εξετάσουμε αναλυτικά σε επόμενη Απάντησή μου.
4. Έγραψα ότι σας «παρέσυραν ψευδολόγοι», διότι δεν τολμούσα να πιστέψω ότι τα γραφόμενα στην εργασία σας (και μάλιστα υπό τον βαρύ τίτλο "Ου βουλόμεθα ζην ψευδολογούντες") ήταν γέννημα του Ιωάννου Ρίζου, του οποίου την κοφτερή σκέψη εκτίμησα μέσα από την εξαιρετική δίτομη εργασία "Δοκίμιο στην Αποτείχιση". 
5. Περί Μακεδονικού, τα είπαμε και συμφωνούμε. Το ότι το Ιουλιανό αποτελεί Παράδοση, το παραδέχεστε άλλωστε και σεις ο ίδιος (ιδού τα γραφόμενά σας εδώ: "Μια πιθανή ένσταση των Παλαιοημερολογιτών μπορεί να είναι: Ναι, αλλά αυτό το Ημερολόγιο κάποτε, μετά από τόσες αλλαγές, έγινε Παράδοση της Εκκλησίας. Σύμφωνοι, αλλά όπως αποδείχτηκε, αυτή η παράδοσηδεν είχε δογματικό χαρακτήρα και δεν έθιγε την λειτουργική ενότητα της Εκκλησίας").
6. Νομίζω ότι η σκέψη σας και η οπτική σας, κατά βάση, είναι προτεσταντίζουσα, διότι δεν αναγνωρίζετε ότι υπάρχουν Πατέρες και Πατερική Συμφωνία στην εποχή μας. Ο Φιλόθεος Ζερβάκος δεν σας κάνει, ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος (παρόλο που επαναλαμβάνετε σχεδόν όλα τα επιχειρήματά του) δεν σας κάνει, ο Χρυσόστομος Καβουρίδης δεν σας κάνει και τον (νεοημερολογίτη) εισηγητή της Εκκλησίας τον βγάλατε "ανιστόρητο". Τί ανιστόρητο όμως λέει; Δεν γνωρίζετε ότι παρόλο που στους πρώτους αιώνες της Εκκλησίας υπήρχε η χρήση διαφορετικών ημερολογίων οι Άγιοι Απόστολοι και οι Άγιοι Πατέρες στις περιοχές που δρούσαν ενημέρωναν το ποίμνιο για το ποια μέρα έπρεπε να εορτάσουν μια γιορτή, ώστε να επιτυγχάνεται παντού, το κατά δύναμιν, ο συνεορτασμός; Έτσι όταν, για παράδειγμα, λέει ο ένας Άγιος στους πιστούς της Μακεδονίας: "να εορτάσετε την τάδε εορτή στις τάδε του μηνός Γορπιαίου", ο άλλος Άγιος στους πιστούς της Αιγύπτου: "να εορτάσετε την τάδε εορτή στις τάδε του μηνός Φαμενώθ" και ο άλλος Άγιος στους πιστούς της Ρώμης: "να εορτάσετε την τάδε εορτή στις τάδε του μηνός Σεπτεμβρίου", δεν κατανοείτε ότι αυτές οι νουθεσίες στόχευαν στο να υπάρχει κοινός εορτασμός; Επίσης την κοίμηση ενός Αγίου, ας πούμε του Αγίου Νικολάου που το έχω ερευνήσει, με το Ιουλιανό ημερολόγιο την εόρταζαν στις 6 Δεκεμβρίου, ενώ με το Αιγυπτιακό στις 10 Κιαχκ. Γνωρίζετε όμως ότι αυτές οι δύο ημερομηνίες συμπίπτουν, και επομένως υπήρχε εορτολογική συμφωνία, παρά την χρήση διαφορετικού ημερολογίου;
Η Πατερική Συμφωνία (Consensus Patrum) υπάρχει και σήμερα για το Ημερολογιακό, απλά για να την αποδεχθείτε πρέπει να απεγκλωβιστείτε από την προτεσταντίζουσα λογική του ότι οι Πατέρες έπαψαν να υπάρχουν στην εποχή μας. Έχει δυστυχώς παρατηρηθεί στις μέρες μας, μέσα στην Εκκλησία, ένα είδος "Ορθοδόξου Προτεσταντισμού", σύμφωνα με τον οποίο επιχειρείται αυθαίρετη ερμηνεία των Αγίων Πατέρων και Συνόδων της Εκκλησίας, άνευ πατερικού ερείσματος στην εποχή μας (κατά παρόμοιο τρόπο ο Δυτικός Προτεσταντισμός ερμήνευσε αυθαίρετα την Αγία Γραφή, μη λαμβάνοντας υπόψιν την ΖΩΣΑ Ιερά Παράδοση και την γνώμη των, σε κάθε εποχή εμφανιζομένων, Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας).
Η σημερινή Πατερική Συμφωνία επί του θέματος, έχει εκφραστεί από πλήθος Πατέρων, τόσο αυτών που ακολουθούσαν την ακρίβεια του παλαιού ημερολογίου (π.χ. Χρυσόστομος Καβουρίδης, Ιωσήφ Σπηλαιώτης, Αββακούμ ο Ανυπόδητος, Ιερώνυμος της Αιγίνης, Ιωάννης της Αμφιάλης, Μάξιμος Αγιοβασιλειάτης, Θεοδώρητος Αγιορείτης, Χρυσόστομος Σπετσών κ. α.), όσο και αυτών που ακολουθούσαν (κατ' οικονομίαν, γνωρίζοντας ποιο είναι το σωστό και χωρίς να δικαιολογούν τα αδικαιολόγητα) και το νέο (όπως π.χ. οι παπα-Νικόλας Πλανάς, Σάββας εν Καλύμνω, Φιλόθεος Ζερβάκος κ. α.).
Κλείνοντας, και όσο θα περιμένετε και την Β΄ Απάντησή μου στο β΄ μέρος της εργασίας σας, θα επαναλάβω το ερώτημα που σας έθεσα, και το οποίο  δεν απαντήσατε, προσθέτοντας ακόμη μία σημαντικότατη ερώτηση που έθεσε ένας Αδελφός που παρακολουθεί με ενδιαφέρον και φιλαλήθεια τον Διάλογό μας:
α. Θεωρείτε πως ό,τι δεν είναι δόγμα (π.χ. το πως κάνουμε τον σταυρό μας) επιτρέπεται να μεταβάλλεται και αν ναι, με ποιες προϋποθέσεις και ποιοι έχουν αυτό το δικαίωμα;
β. Για το σχίσμα του 1924 μεταξύ Νέου και Παλαιού έφταιγαν οι Νεωτεριστές και Καινοτόμοι που εξελίχθηκαν ιστορικά σε Φιλοοικουμενιστές και φιλαιρετικούς ή έφταιγαν το ένα εκατομμύριο περίπου ευσεβείς της εποχής εκείνης, οι οποίοι, από δήθεν στενομυαλιά, αντέδρασαν;
Σας ευχαριστώ και εύχομαι κάθε καλό παρά Κυρίου.
Με εκτίμηση και αγάπη Χριστού
Νικόλαος Μάννης

Πέμπτη 25 Μαΐου 2017

Απάντηση στον κ. Ι. Ρίζο περί του Ημερολογιακού (Α΄)



"Μόνον μή ἐξαπατηθῆτε 
ταῖς ψευδολογίαις αὐτῶν, 
ἐπαγγελομένων ὀρθότητα πίστεως
(Μέγας Βασίλειος, P. G. 32, 897)

Αγαπητέ μου κ. Ιωάννη Ρίζο, χαίρετε εν Κυρίω!
Διάβασα στο ιστολόγιο "Πατερική Παράδοση" ("Π.Π." στο εξής) πως ετοιμάσατε μια εργασία για το Ημερολογιακό. Παράλληλα με την αναγγελία της εκδόσεώς της, το παραπάνω ιστολόγιο προέβη σε δημοσίευση του Α΄ μέρους της εργασίας σας
(εδώ)
Αφού σας συγχαρώ για την ασχολία σας με το θέμα, γεγονός που δείχνει το ενδιαφέρον σας για τα εκκλησιαστικά μας θέματα σε μια εποχή γενικής υπνηλίας, επιτρέψτε μου ορισμένες παρατηρήσεις πάνω στην εργασία σας και αρχικά στο Α΄μέρος αυτής. Και αυτό όχι μόνο με το θάρρος της μεταξύ μας γνωριμίας και αλληλοεκτιμήσεως, αλλά επειδή και σεις ο ίδιος το ζητάτε τονίζοντας στον Πρόλογο πως η εργασία σας αυτή "είναι δεκτική ελέγχου από κάθε ειδικό, ο οποίος θα διαπιστώσει  διαφωνία ανάμεσα στα γραφόμενα, την ιστορία και την Πατερική διδασκαλία". 
Προτού όμως καταθέσω τις παρατηρήσεις μου πάνω στο δικό σας κείμενο, πρέπει να αναφερθώ στο εισαγωγικό σχόλιο της "Π.Π.", το οποίο συνοδεύει το Α΄ μέρος αυτής.
Γράφει η "Π.Π.": "Πιστεύουμε ὅσοι μελετήσουν τὰ νέα στοιχεῖα ποὺ παραθέτει ὁ συγγραφέας, νὰ ἀντιληφθοῦν ὅτι τὸ Ἡμερολόγιο, παρ’ ὅτι κακῶς εἰσήχθη, δὲν ἀποτελεῖ δόγμα, οὔτε ἅπτεται κάποιου δόγματος. Σὲ καιρὸ Παναιρέσεως ἐσχατολογικῆς (ὅπως ἔχει χαρακτηρισθεῖ ὁ Οἰκουμενισμός),ὅσοι θέλουν νὰ εἶναι Ὀρθόδοξοι καὶ νὰ πολεμήσουν τὴν Παναίρεση, πρέπει νὰ εἶναι ἑνωμένοι στὴν Πίστη, ἀφήνοντες μὴ δογματικὰ θέματα γιὰ ἀργότερα".
Εδώ (και παραβλέποντας το "κακῶς εἰσήχθη" - κακώς, αλλά δεν πειράζει; - και το "ἀφήνοντες μὴ δογματικὰ θέματα γιὰ ἀργότερα" που προσωπικά δεν κατανοώ - πότε αργότερα; -, και αφορά μάλλον την "Π.Π." να απαντήσει) προκύπτει ένα βασικό ερώτημα εκ μέρους μου το οποίο σας θέτω ευθέως:
Έχω ακούσει/διαβάσει συχνά, κυρίως από Οικουμενιστές/Μοντερνιστές, την φράση  "δεν είναι δόγμα τούτο", "δεν είναι δόγμα το άλλο", "δεν είναι δογματικό ζήτημα" κ.ο.κ.. Εσείς κ. Ρίζο θεωρείτε πως ότι δεν είναι δόγμα (π.χ. το πως κάνουμε τον σταυρό μας) επιτρέπεται να μεταβάλλεται και αν ναι, με ποιες προϋποθέσεις και ποιοι έχουν αυτό το δικαίωμα;
Προχωρώντας στην εργασία σας, ξεκινώ τις παρατηρήσεις μου:
α. Ξεκινάτε τον Πρόλογο μιλώντας για το πρόβλημα "της εορτολογικής ασυμφωνίας που εμφανίστηκε ανά τους αιώνες μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία". Αγαπητέ αδελφέ, εδώ θα μου επιτρέψετε να σας πω πως το όντως υπαρκτό πρόβλημα της εορτολογικής ασυμφωνίας υπήρξε εξ αρχής μέχρι κάποια περίοδο. Δεν ήταν δηλαδή ένα πρόβλημα που εμφανιζόταν κατά διαστήματα, ή "ανά τους αιώνες", αλλά ένα πρόβλημα που υπήρχε αρχικά και πήρε χρόνο για να επιλυθεί (παρακάτω συμφωνείτε και σεις με αυτό γράφοντας πως "μετά από πέντε αιώνες (περίπου τέλη 8ου αι.) ο Καρλομάγνος επέβαλε στη Δύση τον κανόνα του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και τότε επήλθε συμφωνία μεταξύ των Χριστιανών, οι οποίοι πλέον εόρταζαν το Πάσχα την ίδια Κυριακή μέχρι το 1582"). Επομένως, για να εξηγούμαστε, από τον 8ο αιώνα μέχρι τον 20ο, δηλαδή για 1200 περίπου χρόνια, δεν υπάρχει πλέον ζήτημα "εορτολογικής ασυμφωνίας" στην Εκκλησία (εκτός αν κάποιος θεωρεί "Εκκλησία" τον Παπισμό...). 
Την εορτολογική συμφωνία λοιπόν, η οποία χτίστηκε σταδιακά και επιτεύχθηκε με κόπο μετά από οκτώ σχεδόν αιώνες κάποιοι την γκρέμισαν σε μια στιγμή το 1924 και γίναν αίτιοι σχίσματος. Θα τους δικαιώσουμε, λέγοντας "δεν πειράζει, μιας και τους πρώτους αιώνες δεν υπήρχε συμφωνία" και θεωρώντας παραβάτες αυτούς που αντέδρασαν;  
β. Γράφετε πως "η Εκκλησία μέχρι την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο ακολουθούσε το Μακεδονικό ημερολόγιο". Αυτή η θέση αποτελεί ψευδολόγημα, του γνωστού αστροθεάμονος (και αγιομάχου) Ιωάννου Καρδάση σε άρθρο του το οποίο δημοσιεύθηκε εδώ (είναι δε εμφανής η επιρροή του στην εργασία σας, για το συγκεκριμένο θέμα). Πρέπει να ξέρετε όμως πως η Εκκλησία (ως σύνολο) δεν χρησιμοποιούσε κάποιο συγκεκριμένο ημερολόγιο μέχρι και την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, αφού δεν υπήρχε ακόμη ούτε ενιαίο πολιτικό ημερολόγιο. Στην Ρώμη και τις δυτικές επαρχίες της Αυτοκρατορίας ήταν σε χρήσει το Ιουλιανό ημερολόγιο, στην Ελλάδα και τις επαρχίες της Μικράς Ασίας και της Μέσης Ανατολής το Μακεδονικό ημερολόγιο, στην Περσία το Βαβυλωνιακό ημερολόγιο και στην Αίγυπτο το Αιγυπτιακό ημερολόγιο.
Σταδιακά όμως επικράτησε παντού το Ιουλιανό και αυτό οφείλεται και στην χρήση του από την Εκκλησία (η Οποία έκανε προσπάθεια να επικρατήσει σιγά σιγά μία τάξη και συμφωνία, ακόμη και με Συνόδους, όπως θα δείτε στην επόμενη απάντησή μου). Οι ειδικώς με το ημερολόγιο ασχοληθέντες καθηγητές Κυριάκος Λαμπρύλλος και Γεώργιος Αρβανιτάκης γράφουν χαρακτηριστικά:
"Ἀπὸ τῶν πρώτων ἤδη ἐποχῶν τοῦ χριστιανισμοῦ δεσποζόντων τῶν Ῥωμαίων ἐπὶ παντὸς σχεδὸν τοῦ τότε γνωστοῦ κόσμου, ἀντάμα πανταχοῦ καὶ τοῦ Ῥωμαϊκοῦ (Ἰουλιανοῦ) ἡμερολογίου ἡ χρῆσις ἐπεκράτησεν, ἐκπιπτόντων βαθμηδὸν εἰς ἀχρηστίαν πάντων τῶν ἄλλων ἐν ἑκάστῳ τόπῳ ἢ ἔθνει ἰδιοῤῥύθμων χρονολογιῶν" (Κ. Λαμπρύλλου, Περί του νέου ημερολογίου και του καταλλήλου ή μη της παρ' ημίν εφαρμογής, 1865 στο Ελληνική Ασπίς κατά του Γρηγοριανού Ημερολογίου).
"Τὸ ἡμερολόγιον τῶν Ῥωμαίων ἐπεβλήθη εἰς ὅλον τὸν κόσμον καί διά τοῦ Χριστιανισμοῦ ἐῤῥιζώθη, διότι συνυφάνθη μετὰ τοῦ ἑορτολογίου" (Γ. Αρβανιτάκη, λ. Ημερολόγιον στην Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια).
Αυτή η σταδιακή επικράτηση του Ιουλιανού ημερολογίου και η συνύφανση του με το εορτολόγιο, συνετέλεσαν τελικώς στην πολυπόθητη εορτολογική συμφωνία της Εκκλησίας, στην οποία αναφερθήκαμε παραπάνω. Σήμερα τί μας προτείνουν ορισμένοι; Να αρκεστούμε στην χρήση διαφορετικών ημερολογίων, απεμπολώντας το, με τόσο κόπο και χρόνο κερδισμένο, αγαθό της εορτολογικής συμφωνίας; Αν είναι τόσο υπεράνω "ημερών και καιρών" οι ψευδολόγοι αυτοί που σας παρέσυραν στις κρίσεις σας, αγαπητέ κ. Ρίζο, θα τους πρότεινα να ακολουθήσουν όχι το Γρηγοριανό των αιρετικών της Δύσεως, αλλά το Μακεδονικό ή το Αιγυπτιακό, που τόσο εγκωμιάζουν, αλλά - τι κρίμα! - και αυτό χρησιμοποιείται από αιρετικούς, και συγκεκριμένα από τους αιρετικούς της Ανατολής (Μονοφυσίτες)! Οι Νεστοριανοί και Συροϊακωβίτες ακολουθούν το Μακεδονικό ημερολόγιο (Tο Μακεδονικό ημερολόγιο στην Παλαιστίνη και την επαρχία Αραβίας, σελ. 109), οι δε Κόπτες το Αιγυπτιακό (http://www.copts-greece.com/Greek/media/books/Synaxario_new.pdf). Βλέπετε, επειδή οι Μονοφυσίτες αποκόπηκαν από την Εκκλησία τον Ε΄ αιώνα, δεν βίωσαν την εορτολογική συμφωνία που επιτεύχθηκε διά του Ιουλιανού ημερολογίου (όχι ότι το Ιουλιανό ήταν "ιδιαίτερο" - θα μπορούσε να ήταν κάποιο άλλο ημερολόγιο -, αλλά γιατί έτσι ήρθαν τα πράγματα ιστορικώς). Γι' αυτό και δεν μπορεί να γίνει καμία σύγκριση μεταξύ του Ιουλιανού με οποιοδήποτε άλλο ημερολόγιο, όπως το Μακεδονικό για το οποίο επισημαίνετε ορθώς πως "δεν αποτελούσε ιερά παράδοση". Χαίρω πολύ, κ. Ρίζο, συμφωνούμε πως το Μακεδονικό δεν αποτέλεσε παράδοση, διότι πολύ απλά ούτε εφαρμόστηκε σε όλη την Εκκλησία, ούτε υπήρξε συνυφασμένο με το εορτολόγιο επί αιώνες, όπως το Ιουλιανό!
γ. Παραθέσατε την γνώμη του Σωζομενού ("Παυσαμένη τε της περί τα δογματικά συζητήσεως, έδοξε [αποφάσισε] τη Συνόδω και την Πασχάλιον εορτήν") για να στηρίξετε ότι το ημερολόγιο δεν είναι δόγμα. Ο Σωζομενός βεβαίως μιλάει για το Πασχάλιο, το οποίο σωστά δεν θεωρεί δογματικό ζήτημα. Αφού δεν είναι δογματικό, γιατί να μη το αλλάξουμε και αυτό, όπως ζητούν οι Οικουμενιστές; Τί πειράζει, αφού τους πρώτους αιώνες, πολλές φορές, το Πάσχα δεν εορτάσθηκε από όλους την ίδια ημέρα. Είδατε που οδηγούμαστε αν πούμε "δεν είναι δογματικό το ένα", "δεν είναι δόγμα το άλλο", "δεν πειράζει έχει ξαναγίνει"; Και που θα σταματήσουμε άραγε;
δ. Περί του μη χρησιμοποιηθέντος ποτέ "διορθωμένου Ιουλιανού" (το οποίο θεσπίστηκε μεν υπό του "Πανορθοδόξου" Συνεδρίου του 1923, αλλά ουδέποτε εφαρμόστηκε στην Εκκλησία της Ελλάδος) σας παραπέμπω σε παλαιότερό μου άρθρο με τίτλο "Διορθωμένο Ιουλιανό ή Λανθασμένο Γρηγοριανό;", στο οποίο αποδείχθηκε (χωρίς μάλιστα να έχει αναιρεθεί από κανέναν μέχρι στιγμής) πως η Εκκλησία της Ελλάδος δεν εισήγαγε το "διορθωμένο Ιουλιανό" του "Πανορθοδόξου" Συνεδρίου (το οποίο άλλωστε περιελάμβανε και αλλαγή του Πασχαλίου), αλλά το Γρηγοριανό (έστω και μόνο για τις ακίνητες εορτές) διά του συνταυτισμού του εκκλησιαστικού με το πολιτικό ημερολόγιο, όπως ξεκάθαρα αναφέρει στην Εγκύκλιο του 1924 (δια της οποίας άλλαξε το ημερολόγιο) ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος. Ποιο ήταν το πολιτικό ημερολόγιο, αγαπητέ μου κ. Ρίζο; Το "διορθωμένο Ιουλιανό" του "Πανορθοδόξου" Συνεδρίου; Μα η Ελληνική Πολιτεία εισήγαγε το Γρηγοριανό ημερολόγιο την 16 Φεβρουαρίου 1923, μήνες δηλαδή πριν την σύγκληση του "Πανορθοδόξου" Συνεδρίου! Είναι δε κρίμα που δεν θα ζούμε το έτος... 2800 για να δείτε πως τελικά το Γρηγοριανό ημερολόγιο αποδέχθηκε η Εκκλησία της Ελλάδος και όχι το "διορθωμένο Ιουλιανό"!
Συμπληρωματικά εδώ να αναφέρω στην ελλογιμότητά σας, αγαπητέ κ. Ρίζο, πως το σόφισμα αυτό περί του ότι "εμείς δεν έχουμε το Γρηγοριανό, αλλά το διορθωμένο Ιουλιανό", πρώτος το χρησιμοποίησε ο πρωτεργάτης της Ημερολογιακής Καινοτομίας του 1924 Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος (αργότερα το αντέγραψαν και άλλοι), στον οποίο απάντησε ο Άγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος Καβουρίδης τα εξής: "Κατ' ἀρχὴν δὲν δύναται νὰ γίνῃ λόγος περὶ διορθώσεως τοῦ Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου, διότι ἡ ἀφαίρεσις ἐκ τούτου 13 ἡμερῶν δὲν προσέδωκεν εἰς αὐτὸ τὴν ἰδιότητα τοῦ τελείου καὶ ἀκριβοῦς, οὕτως ὥστε ὁ Μακαριώτατος νὰ λέγῃ ὅτι διόρθωσε τὸ λάθος τούτου... Ἀφοῦ συμβαδίζει ὁ Μακαριώτατος ὅσον ἀφορᾷ τὰ ἔτη, τοὺς μῆνας, τὰς ἐβδομάδας, τὰς ἡμέρας καὶ τὰς ὥρας μὲ τὸ Γρηγοριανὸν καὶ ὅχι τὸ ἀνύπαρκτον διορθωμένον Ἰουλιανὸν ἡμερολόγιον, δύναται σοβαρῶς καὶ ἀληθῶς νὰ διϊσχυρισθῇ, ὅτι δὲν προσέλαβε τὸ Γρηγοριανὸν ἡμερολόγιον ἀφοῦ παρεδέχθη καὶ ἐφήρμοσεν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τὸ χρονόμετρον τούτου; Ὁ διϊσχυρισμὸς οὗτος τοῦ Μακαριωτάτου εἶναι παρόμοιος πρὸς τὸν διἱσχυρισμὸν ἐκείνου ὅστις διατείνεται ὅτι τὸ ὄνομα Κώστας δὲν εἶναι τὸ ἴδιον μὲ τὸ ὄνομα Κωνσταντῖνος καὶ ὅτι τὸ ὄνομα Γιάννης δὲν εἶναι τὸ αὐτὸ μὲ τὸ ὄνομα Ἰωάννης" (Άπαντα πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου, τόμ. α΄, Ι. Μ. Αγ. Νικοδήμου Γορτυνίας, 1997, σελ. 243).
ε. Αγαπητέ μου κ. Ρίζο, θα κλείσω την Α΄ αυτήν απάντησή μου  με δύο σημαντικότατα περί του θέματος κείμενα, τα οποία δεν γράφτηκαν από κάποιον "φανατικό" Παλαιοημερολογίτη.
Το πρώτο είναι του αποδεκτού από όλους μας - θέλω να πιστεύω - οσιακής μνήμης Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται σχεδόν όλα όσα εξέθεσα παραπάνω: "Αὐτοὶ οἱ Πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, παρὰ τὸ ὅτι ἐγνώριζον τὴν ἀτέλειαν τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου, μηδαμῶς ἐνδιαφερόμενοι ἂν εἶναι τὸ τέλειον ἢ ἀτελὲς τοῦτο, ἐπὶ τῇ βάσει αὐτοῦ καθώρισαν τὰ τοῦ Πάσχα, βαθμηδὸν δὲ καὶ κατ' ὁλίγον ἡ Ἐκκλησία, ἐπὶ τῇ βάσει τούτου, καὶ ὅλον τὸ ἑορτολόγιόν της ἐρρύθμισε καὶ ὅλην τὴν τ' ἐσωτερικὴν καὶ ἐξωτερικὴν ζωήν της διέταξε. Τόσον πολὺ δὲ τὸ Ἰουλιανὸν ἡμερολόγιον συνυφάνθη μὲ τὴν ζωὴν τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, ὥστε νὰ μὴ εἶναι ποσῶς εὔκολον νὰ θιχθῇ τοῦτο, ἄνευ κλονισμοῦ ἰσχυροῦ εἰς αὐτὸ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ οἰκοδομήματος. Τὸ ἡμερολόγιον τοῦτο διὰ τῆς τοιαύτης ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ χρήσεως, καὶ ἡγιάσθη, ὥστε καὶ διὰ τὸν λόγον τοῦτον νὰ μὴ δύναται εὐκόλως νὰ περιφρονηθῇ" (Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου, Τα μεγάλα ζητήματα της Ορθοδοξίας [Επιστολή προς τον Βασιλέα της Ελλάδος], Απρίλιος 1966 στο "Ορθόδοξος Φιλόθεος Μαρτυρία", αρ. 45-47, Ιαν.-Αυγ. 1992, και εδώ).
Το δεύτερο είναι από την επίσημη Εισήγηση της Εκκλησίας της Ελλάδος προς την μέλλουσα "Πανορθόδοξη Μεγάλη Σύνοδο", στην οποία ομολογούνται τα εξής: "Μεταξὺ τῶν ἀκολουθουσῶν τὸ Παλαιὸν Ἡμερολόγιον καὶ τῶν ἀκολουθουσῶν τὸ Νέον ὑπάρχει μόνιμος διαφορὰ 13 ἡμερῶν ὡς πρὸς τὴν τέλεσιν ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν ἀκινήτων λεγομένων ἑορτῶν. Τοῦτο ἀποτελεῖ γεγονὸς πρωτοφανὲς εἰς τὰ χρονικὰ τῆς Ἐκκλησίας, καθ' ὅσον παρὰ τὴν κατὰ τοῦς πρώτους χρόνους ποικιλίαν ἡμερολογίων καὶ τὸ ἀκαθόριστον τοῦ ἑορτολογίου, ούδέποτε παρουσιάσθη χρονικὴ διαφορὰ ἑορτασμοῦ ἑνὸς καὶ τοῦ αὐτοῦ γεγονότος (π.χ. κοιμήσεως άγίου), ὡς συμβαίνει σήμερον. Ἡ διαφωνία καθίσταται εντονωτέρα κατὰ τὰς μεγάλας ἑορτὰς τῶν Χριστουγέννων, Θεοφανείων, τῆς Koιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Οἱ μὲν νηστεύουν, οἱ δὲ πανηγυρίζουν. Ἡ διαφωνία αὔτη ὁδηγεῖ εἰς τὸ ἑρώτημα: «Τίς ἑορτάζει, ἡμεῖς ἢ ἡ Ἐκκλησία;». Ἡ απάντησις ἡμεῖς, αἴρει τὴν ἱερότητα τῶν ἑορτῶν, καθιστῶσα αὐτὰς ἀτομικὴν ἑκάστου ὑπόθεσιν. Ἡ ἀπάντησις ἡ Ἐκκλησία, ἀπαιτεῖ ἕνα ἑορτασμὸν ὡς μία εἶναι ἡ Ἐκκλησία" (Τό ἡμερολογιακόν ζήτημα: Εἰσήγησις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος πρός τήν Πανορθόδοξον Μεγάλην Σύνοδον, Αθήνα, 1971, σελ. 10).
Αγαπητέ μου κ. Ρίζο, ελπίζω όσα σας έγραψα να τα λάβετε σοβαρά υπόψιν σας. Εν αναμονή της Β΄ απαντήσεώς μου στο Β΄ μέρος της εργασίας σας, που μόλις είδα πως ανήρτησε η "Π.Π.", μπορείτε να μου στείλετε τυχόν σχόλιά σας εδώ και να γίνει μια εποικοδομητική συζήτηση.
Ευχαριστώ για τον χρόνο σας.
Με εκτίμηση και αγάπη Χριστού
Νικόλαος Μάννης

Τρίτη 23 Μαΐου 2017

Ὁμιλία τοῦ μακαριστοῦ π. Θεοδωρήτου στήν Κυριακή τοῦ Τυφλοῦ

(Πάρος 2007. Ὁ π. Καλλίνικος μπροστά στόν ἄπνου ὑποτακτικό του π. Θεοδώρητο.
Ἀρχείο Παναγιώτου & Μαρίνας Ἠλιοπούλου)

Τό θαῦμα τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου εἶναι ἕνα ἀπό τά σπάνια, διά τόν τρόπον τόν ὁποῖον ἐκτέλεσε ὁ Κύριος τό θαῦμα αὐτό, διότι πάντοτε κατόπιν αἰτήσεως ἔδινε τή χάρη Του. Ζητοῦσαν, παρακαλοῦσαν, ἐπλησίαζαν καί ἰᾶτο καί ἐθεράπευε καί ἔβγα­ζε τά δαιμόνια. Αὐτή τή φορά περνῶντας ἀπ’ τά Ἱεροσόλυμα, ὅταν εἶδε τόν τυφλόν, μόνος Του ἐπλησίασε, χωρίς νά Τοῦ πεῖ τίποτα ὁ τυφλός, καί ἔπτυσε κάτω, ἔκανε πηλό, λάσπη δηλαδή, τήν ἀκούμπησε στά μάτια του καί τοῦ εἶπε «πήγαινε νά πλυθεῖς στοῦ Σιλωάμ τήν πηγή», χωρίς νά τοῦ πεῖ τίποτε ἄλλο, ὅτι «θά γίνεις καλά» ἢ «ἔλα μετά πίσω νά σέ κάνω καλά». Ἀπόλυτη ὑπακοή, σά νἄχε πληροφορία μέσα ὁ τυφλός ὅτι ἐδῶ συμβαίνει κάτι μεγάλο, καί πῆγε κι ἦτανε μακριά ἡ πηγή  (θά τόν συνώδευσαν φαίνεται ἄλλοι) καί πλύθηκε καί ἐπέστρεψε λέει βλέπων. Οἱ Πατέρες ἐξη­γοῦν, ὅτι αὐτό τό ἔκανε ὁ Κύριος, ἀφ’ ἑνός γιά νά φανεῖ ἡ ὑπακοή του, ἀλλά καί γιά νά τόν δοῦν πορευόμενον τόσοι πολλοί, μέχρι νά πάει στοῦ Σιλωάμ, καί νά λένε «τί ἔπαθε αὐτός ὁ τυφλός, γιατί πάει ἐκεῖ καί τόν συνοδεύουν» καί νά γίνει τό θαῦμα ἀκουστό παντοῦ ὕστερα. 
Αὐτό τό ἔμαθαν κατόπιν οἱ Γραμματεῖς καί Φαρισαῖοι καί τούς πείραξε πάρα πολύ, γιατί ἔγινε τό Σάββατο. Φανταστεῖτε τυφλότητα τώρα! Ἀντί νά δώσουν δόξα στό Θεό καί νά ποῦνε πράγματι ἐδῶ πρόκειται περί γνησίου νά κάνει τέτοια θαύματα, αὐτοί ἀμέσως ἄρχισαν, ὅπως ἀκούσατε στό Εὐαγγέλιο, νά τόν ἐξετάζουν συνέχεια, νά καλοῦνε τούς γονεῖς μέ ἀποτέλεσμα ὁ ἁπλός αὐτός ὁ τυφλός ὁ ἀγράμματος νά τούς πεῖ κάπως εἰρωνικά: «μήπως θέλετε νά γίνετε μαθηταί [Αὐτοῦ];». Καί αὐτοί ἀμέσως μέ ὑπερηφάνειά: «ἐμεῖς τοῦ Μωϋσέως ἐσμέν μαθηταί, αὐτός εἶναι ἁμαρτωλός ἄνθρωπος, δέν τόν εἴδαμε πόθεν ἐστί». Ἐνῶ ὅλα τά ξέρανε, εἶχανε πεῖ καί στόν Ἡρώ­δη ἀκόμη, ὅταν ἐγεννᾶτο, ἀπό τίς προφητείες, ποῦ θά γεννηθεῖ. Ἀλλά ἡ κακία ὅτι θά χάσουνε τό βασίλειο καί τήν ἐξουσία πού εἶχαν διά τῆς διδασκαλίας δέν τούς ἄφηνε νά πιστέψουν. Αὐτή τήν τυφλότητα οἱ Πατέρες τήν διεκτραγωδοῦν στά ἔργα τους.
Τρία κακά μεγάλα εἶναι ἀπό τά ὁποῖα ὑποφέρει ὁ ἄνθρωπος: ἡ ἄγνοια (ἡ λήθη ὅπως λέγεται), ἡ ἀκηδία, ὅταν πέσει κανείς σέ πνευματική ἀφασία, νά μήν ἐνδιαφέρεται γιά τίποτα· ἡ ἄγνοια λοιπόν, ἡ πνευματική ἀφασία καί τό σκότος τῆς διανοίας, ὅπως εἶχανε πέσει τώρα οἱ Γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι. Αὐτό τό σκότος, τό ἀποκαλεῖ ὁ Μέγας Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ἀκαθαρσία τοῦ νοῦ, δηλαδή ὁ νοῦς σκοτίζεται ἐκείνη τήν ὥρα καί κάνει τά ἀντίθετα ἀπ' ὅ,τι πρέπει γιά τή σωτηρία, ὅπως ἔκαναν καί οἱ Γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι. Τό ἴδιο βλέπομε δυστυχῶς νά συμβαίνει διά μέσου τῶν αἰώνων κατ’ ἐπανάληψιν ὅπως στούς Γραμματεῖς καί Φαρισαίους καί σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους πού δέν πιστεύουν καί εἰρωνεύονται καί κοροϊδεύουν, σάν ἀνοιχτομάτηδες αὐτοί, τούς «χαζούληδες» τοῦ Θεοῦ, πού ἀκοῦνε τό νόμο τοῦ Θεοῦ, πού πάνε στήν ἐκκλησία κι «ἐσύ [λένε] πήγαινε μέ τό Σταυρό μπροστά καί νομίζεις θ’ ἁγιάσεις», ἐνῶ ἐκεῖνοι ἔχουν ἄλλο τρόπο νά νικᾶνε στή ζωή. Εἶναι φοβερή ἡ ὑπερηφάνεια, πού ρίχνει ἡ ἄγνοια τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, διότι νομίζει ὅτι αὐτός ἔχει μόνο τήν ἀλήθεια, ὅπως οἱ Γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι καί τόν ρίχνει σέ κακία καί σέ κατάκριση. 
Ὅταν ὁ Κύριος ἐθεράπευσε τόν τυφλόν τόν ἐκ γενετῆς, μετά ὅτι ἔμαθε μέ τό διάλογο πού εἶχαν μέ τούς Γραμματεῖς καί Φαρισαίους, τόν πέταξαν αὐτοί ἔξω, ὅταν τούς ἔκανε τόν διδάσκαλο, γιατί πράγματι τούς ἔκανε τόν διδάσκαλο καί ἦταν φωτισμένος καί ἤθελε νά τούς ὁδηγήσει στό Φῶς. Καί μόλις τό ἔμαθε αὐτό ἀμέσως ὁ Κύριος, πάει μόνος Του τόν πλησιάζει καί γίνεται ἐκεῖ ἕνας καταπληκτικός διάλογος. «Ἐσύ πιστεύεις στόν Υἱό τοῦ Θεοῦ;», τοῦ λέει. «Καί τίς ἐστίν Κύριε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ἵνα πιστεύσω»; «Καί ἑώρακας Αὐτόν - τοῦ λέει [ὁ Κύριος] -, καί ὁ λαλῶν μετά σοῦ, Αὐτός ἐστίν». Καί ἀμέσως ἐκεῖνος «πιστεύω, Κύριε!» καί πεσών προσεκύνησε. Ἐπανελήφθη δηλαδή αὐτό πού ἔγινε μέ τή Σαμαρείτιδα τήν περασμένη Κυριακή. «Τίς ἐστιν ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ;», ρωτάει ὁ τυφλός. «Ἐγώ ὁ λαλῶν σοι!». Σέ κανέναν δέν τό εἶπε αὐτό [παρά μόνο] στόν τυφλό καί στήν ἁμαρτωλή, τόσο φανερά νά ἀπεκαλύψει τήν Μεσιακή του ἰδιότητα, διότι ἦτο καθαρή ψυχή μέ ταπείνωση, εἴχε πραότητα, εἶδε ὁμολογία, πρό πάντων ὁμολογία, αὐτό Τον εὐχαρίστησε τόν Κύριο. Διότι ἕνας ἀγράμματος ἔκανε ὁμολογία ἐνώπιον τῶν Γραμ­­ματέων καί τῶν Φαρισαίων καί τούς ταπείνωσε. 
Ὅπως πολλές φορές ἀκούω με­ρι­κούς δικούς μας, τοῦ παλαιοῦ ἑορτολογίου, νά μιλοῦν μέ θεολόγους καί νά τούς ταπεινώνουν κι’ ἄς εἶναι θεολόγοι, διότι ἡ πράξη ζωοποιεῖ τήν ἀλήθεια πού ἔχουμε μέσα μας καί τήν θεωρία καί μᾶς κάνει διδασκάλους. Ἡ πράξη ἔχει μεγάλη σημασία. Αὐτό τό φωτισμό πού πῆρε ὁ τυφλός κινδυνεύουμε κι' ἑμεῖς νά τόν χάσουμε, νά μή ἔχουμε αὐτόν τόν φωτισμό πού λαβαίνουμε ἀπό τό Βάπτισμα καί ἀπό τήν Ἐκκλησία καί νά πέσουμε στήν τάξη τῶν Γραμματέων καί Φαρισαίων στό σκοτάδι, ἐάν δέν ἀνανεώνουμε μέ ζῆλο αὐτόν τό φωτισμό, ὁ ὁποῖος πρέπει νά μᾶς στοιχίσει καί σέ χρόνο καί σέ πράξη.
Ὅπως οἱ Πατέρες μας τό 1924. Φτωχοί ἦτανε τότε, ἀγράμματοι οἱ περισσότεροι, ἀλλά πηγαίνανε σέ ἀγρυπνίες, τούς κοροϊδεύανε στίς ἐργασίες τους, πολλοί χάσαν καί τίς εργασίες τους. Ἔχουμε καί μάρτυρα ἔγκυο γυναίκα [πού πῆγε] νά ὑπερασπιστεῖ τόν παπᾶ της καί νά τῆς δώσει μέ τόν ὑποκόπανο ὁ χωροφύλακας καί νά πεθάνει καί αὐτή καί τό μωρό. Λοιπόν, ὅλα αὐτά εἶναι ἀκριβῶς παράλληλα μέ τήν ὁμολογία τοῦ τυφλοῦ. Ἐπειδή ἔκανε τήν ὁμολογία, ἀξιώθηκε νά μιλήσει μέ τόν Μεσσία καί νά Τοῦ ὁμολογήσει ὅτι εἶναι ὁ Μεσσίας. Ἔτσι λοιπόν μή ζητᾶμε πρό τῆς ὁμολογίας, τά τῆς χάριτος τῆς ὁμολογίας καί τήν χαρά πού φέρνει ἡ ὁμολογία! Εἴδατε, ἂν ἔχετε διαβάσει στό Γεροντικό, ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος μές στούς πολλούς πειρασμούς πού εἶχε, κάποτε κουράστηκε πάρα πολύ, ὅλη τή νύχτα τόν πειράζαν οἱ δαίμονες, τόν σέρνανε νά τόν βγάλουνε μέσα ἀπό τό κελί. Στό τέλος δέν ἄντεξε καί σάν νά δάκρυσε καί εἶπε: «Ποῦ εἶσαι, Κύριε, ποῦ ἦσουν;», ὅταν ἦρθε ἕνα Φῶς καί σκόρπισε τούς δαίμονες: «Ἐδῶ ἦμουν Ἀντώνιε, περίμενα νά δῶ τόν ἀγῶνα σου». Ἡ ἐπιβράβευση ἔρχεται μετά τήν ὁμολογία. Πρέπει πρῶτα νά κάνουμε κάτι, νά ἐφαρμόσουμε τόν νόμο, ὄχι προτοῦ καί μέ τήν πρώτη προσευχή πού κάνουμε, θέλουμε ὅλα τά αἰτήματα νά ἐκπληρωθοῦν. Διότι μέσα στόν σκοτισμό πού ἔχουμε (ὅλοι μας εἴμαστε σκοτισμένοι, ὅταν ἕνας Ἅγιος [Γρηγόριος] Παλαμᾶς ἔλεγε: «Παναγία μου, φώτισόν μου τό σκότος», γιατί ἤθελε περισσότερη λάμψη ἀπ’ ἐκείνη πού εἶχε) πάει νά πεῖ ὅτι δέν ξέρουμε τό συμφέρον μας καί δέν πρέπει νά αντιδρούμε καί νά τά βάζουμε μέ τό Θεό ὅταν δέν λαβαίνουμε αὐτά πού ζητᾶμε. Γι' αὐτό λέει, πολύ ὡραῖα, καί ὁ Ἅγιος ὁ Χρυσόστομος: «τί φωνάζεις; ἔλαβες ἐντο­λήν λαβεῖν». Στήν ὥρα δηλαδή πού δέν ἔλαβες, ἔλαβες, διότι ἦταν ἡ ἀπάντη­ση τοῦ Θεοῦ, ὅτι δέν σέ σύμφερε αὐτό τό πρᾶγμα, ἐκείνη τήν ὥρα, γιά κεῖνο τό σκοπό, γιά κεῖνο τό πρόσωπο, γιά κεῖνη τήν περίπτωση. Ὁ φωτισμός καί ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ ἔχει μεγάλη σημασία στή ζωή μας. Νά φανταστείτε ὅτι ὁ Κύριος ἀποκαλεῖ «αἰώνιον ζωήν» τήν γνῶσιν τοῦ θελήματός Του. Ὅταν ἔκανε τήν ἀρχιερατική προσευχή ὁ ἵδιος ὁ Κύριος εἶπε: «Αὕτη ἐστίν ἡ αἰώνιος ζωή ἵνα γινώσκωσί Σε, Πάτερ, τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν». Αὐτή εἶναι ἡ αἰώνια ζωή, γιά νά νά σέ γνωρίζουμε τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν. «Καί ὅν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν».  Βλέπετε λοιπόν, ἡ αἰώνια ζωή ἀρχίζει ἀπό τώρα μέ τήν γνώση τοῦ Θεοῦ. Και γιά νἄρθει ἡ γνώση πρέπει νά διαβάζουμε, νά μετέχουμε τῶν Μυστηρίων, νά ὁμολογοῦμε αὐτό πού πιστεύουμε, χωρίς τή βία καί τότε, ἀπό κεῖνη τήν ὥρα νά γνωρίζουμε ὅτι ἡ Χάρις καί οἱ ἄκτιστες ἐνέργειες καί ἡ Εἰρήνη τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, θ’ ἀρχίσει ἀπό τώρα νά βιοῦται καί νά κορυφωθεῖ εἰς τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν.


Παρασκευή 19 Μαΐου 2017

Η ΧΛΕΥΗ Η ΑΠΑΞΙΩΣΗ ΚΑΙ Ο ΤΡΥΓΜΟΣ ΤΩΝ ΟΔΟΝΤΩΝ




Το ημερολόγιον διά την Εκκλησίαν δεν σκοπεί να καθορίσει την ακριβή διαίρεσιν του χρόνου, αλλά να εξασφαλίσει την ενότητα όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών εις τον εορτασμόν των εορτών και την ταυτόχρονον τήρησιν των νηστειών και των μυστηριακών και λοιπών θρησκευτικών τελετών. Προς τον σκοπόν τούτον καθωρίσθη επί τη βάσει της εαρινής ισημερίας του Ιουλιανού ημερολογίου, και εθεσπίσθη ο Πασχάλιος Κανών, ο ενιαύσιος κύκλος των εορτών, ήτοι το Κυριακοδρόμιον, ούτως ώστε να εορτάζηται το Πάσχα ταυτοχρόνως υφ' όλων των Ορθοδόξων Χριστιανών πάντοτε κατόπιν του Νομικού Πάσχα των Ιουδαίων κατά τον 7ον Αποστολικόν Κανόνα, αι δε λοιπαί εορταί κινηταί τε και ακίνητοι να εορτάζωνται συγχρόνως υπό των χριστιανών και να τελώσι τα της λατρείας αυτών και να νηστεύωσι και να ευφραίνωνται ταυτοχρόνως όλοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, ως τέκνα πνευματικά μίας και της αυτής Ορθοδόξου Εκκλησίας, ης δομήτωρ και αρχηγός είναι εις και ο αυτός, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός.


 

Και επειδή κατά τους πρώτους αιώνας του Χριστιανισμού αι κατά τόπους Εκκλησίαι και οι Χριστιανοί εώρταζον τας εορτάς και ετέλουν τας νηστείας και τας θρησκευτικάς αγνείας ουχί ταυτοχρόνως, εδέησεν όπως οι Άγιοι και Θεοφόροι Πατέες εν Οικουμενικαίς Συνόδοις, προς τω καθορισμώ των δογμάτων καθορίσωσι διά του Πασχαλίου Κανόνος και του εορτολογίου και τον ταυτόχρονον εορτασμόν των εορτών και την σύγχρονον τήρησιν των νηστειών ανυψώσαντες εις περιωπήν δόγματος την ενότητα της Εκκλησίας, ήτις περιλαμβάνεται εις το 9ον άρθρον του Συμβόλου της Πίστεως, το ''Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν''.



Αγίου Χρυσοστόμου του Νέου Ομολογητή


Τούτου ένεκα όταν ο Πάπας Γρηγόριος ΙΓ' τω 1583 καθιέρωσεν εις την Λατινικήν Εκκλησίαν το Γρηγοριανόν ημερολόγιον και επειράθη να επιβάλλει τούτο και εις την Ορθόδοξον Ανατολικήν Εκκλησίαν, οι Πατριάρχαι της Ανατολής, Σύνοδον Πανορθόδοξον συγκροτήσαντες εν Κωνσταντινουπόλει το 1593 υπό την προεδρίαν του τότε Οικουμενικού Πατριάρχου Ιερεμίου του Β', απεκήρυξεν τούτο, χαρακτηρίσαντες ''ως παγκόσμιον σκάνδαλον, ως καινοτομίαν της πρεσβυτέρας Ρώμης και ως αυθαίρετον καταπάτησιν των θείων και ιερών Κανόνων''. Αλλά και εις τους μετέπειτα χρόνους και δη της δουλείας, οσάκις η Δύσις επεχείρει να επιβάλει το νέον ημερολόγιον, οι Πατέρες της Ορθοδόξου Εκκλησίας απέκρουσαν τούτο, όχι δια λόγους αστρονομικούς και επιστημονικούς, αλλά διότι τούτο προσκρούον προς το υπό της Α' Οικουμενικής Συνόδου Πασχάλιον, εορτολόγιον, Κυριακοδρόμιον και λοιπήν ευρυθμίαν και ευταξίαν της θείας λατρίας, θα εσκανδάλιζε τους Χριστιανούς και θα κατήργει ορισμένους Αποστολικούς και Συνοδικούς Κανόνας, τουθ' όπερ πάντως θα προεκάλει και την διάσπασιν της ενότητας της Εκκλησίας εις τον εορτασμόν των εορτών. Εκ τούτων κατάδηλον γίνεται, ότι η διαφορά των δύο ημερολογίων δια την Εκκλησίαν, δεν είναι μόνον διαφορά 13 ημερών, ως ενησμενίσθησαν παίζοντες εν ου παικτοίς να διακηρύξουν urbi et orbi ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και οι ομόφρονεςαυτώ, αλλά τροποποίησις ενός Εκκλησιαστικού Θεσμού της Α' Οικουμενικής Συνόδου, ως είναι ο θεσμός του εορτολογίου, ον μόνον μία Πανορθόδοξος Σύνοδος ηδύνατο ομοφώνως να διαρρυθμίσει προς αποφυγήν της διασπάσεως της ενότητας των Εκκλησιών εν τω εορτασμώ των εορτών. Την τοιαύτην σημασίαν του εορτολογίου κατανοούσα τόσο η Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, όσο και η Σύνοδος της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος, όταν απεφάσιζον την διαρρύθμισην του ημερολογίου διά ταςακινήτους εορτάς, είχον υπ' όψιν τους την παραδοχήν της διαρρυθμίσεως ταύτης υφ' όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Διό και η σχετική απόφασις της Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου έλεγεν... ''Ορίζομεν κοινή δι' όλας τας Ορθοδόξους Εκκλησίας να λογισθεί η 12η Μαρτίου ως 25η του ημετέρου εορτολογίου'', η δε ιστορική Συνεδρία της ιεραρχίας 19 Μαίου 1923 καθ' ην ενεκρίθη κατ' αρχήν η συμμόρφωσις του Εκκλησιαστικού ημερολογίου προς το πολιτικόν έλεγε: ''...ανατίθησι τω Μακαριωτάτω Προέδρω, όπως προς τούτο συνεννοηθεί μεθ' όλων των Εκκλησιών''. Ότι δε το Οικουμενικόν Πατριαρχείον δεν ηνόει να εμμένει εις ταύτην, αν και αι λοιπαί Εκκλησίαι δεν συνεμμορφούντο προς αυτήν, απόδειξις τούτο είναι η Πατριαρχική Εγκύκλιος του 1931, του αειμνήστου Πατριάρχου Φωτίου του Β' προς απάσας τας Αυτοκεφάλους Ορθοδόξους Εκκλησίας, εν η το ζήτημα του ημερολογίου θεωρεί, ουχί ως οριστικώς και εγκύρως λελυμένον, αλλ' ως επίδικον και συζητήσιμον εις την μέλλουσαν να συνέλθει Πανορθόδοξον Σύνοδον εν Αγίω Όρει. Εφ' ω και ανεγράφη εις την ημηρεσίαν διάταξιν των υπό της Συνόδου ταύτης συζητηθησομένων θεμάτων και μάλιστα η εγκύκλιος αύτη, η Πατριαρχική ορίζει ότι: ''τότε μόνον δύναται το νέον ημερολόγιον να τεθεί εις εφαρμογήν και προ της κυρώσεως τούτου υπό μελλούσης Οικουμενικής Συνόδου, όταν προς τούτο συμφωνήσουν όλαι οι Εκκλησίαι, τουθ' όπερ θεωρεί απαραίτητον όρον διά την εφαρμογήν, άνευ του οποίου ουδεμία Εκκλησία δικαιούται, ως λέγει η Πατριαρχική Εγκύκλιος να θέσει τούτο μονομερώς εις εφαρμογήν. Εκ τούτων εριδήλως καταφαίνεται ότι το Οικουμενικόν Πατριαρχείον καταδικάζει εκ των προτέρων την μονομερή εφαρμογήν του νέου ημερολογίου δια τας συνεπείας, ας δημιουργεί αύτη, διασπώσα την ενότητα των Εκκλησιών εν τω εορτασμώ των εορτών και προκαλούσα μίαν σύγχησιν και αταξίαν εις την τέως Κανονικήν και εύρυθμον Ορθόδοξον θείαν λατρείαν, δι' ην ως πυξίς χρησιμεύει ο Πασχάλιος Κανών και το εορτολόγιον. Υπό τας συνθήκας ταύτας, τας αντιστρατευομένας προς το πνεύμα και αυτών των σχετικών αποφάσεων του Οικουμενικού Πατριαρχείου κατ' αρχήν εις χρήσιν το νέον ημερολόγιον διά τας ακινήτους εορτάς και είτα υπό της Εκκλησίας της Κύπρου, της Εκκλησίας της Ρουμανίας και εσχάτως υπό της Εκκλησίας της Αλεξανδρείας, επί Μελετίου, των λοιπών Ορθοδόξων Εκκλησιών και δη των παλαιφάτων Πατριαρχείων Ιεροσολύμων και Αντιοχείας μετά των Πατριαρχείων της Ρωσίας και της Σερβίας και των Εκκλησιών του Αγίου Όρους και Θεοβαδίστου Όρους Σινά εμμενουσών εις το πάτριον και εκ παραδόσεως επί είκοσι αιώνας διατηρηθέν Ιουλιανόν ημερολόγιον. Και είναι μεν αληθές, ότι την εφαρμογήν του νέου ημερολογίου εισήγαγον εις τας επαρχίας των και οι Αρχιερείς της Ελλάδος και αυτοί ακόμα οι κατ' αρχήν μειοψηφίσαντες, μη επιθυμούντες να δημιουργήσουν σχίσμα εις τους κόλπους της Εκκλησίας και ελπίζοντες συν τω χρόνω δυοίν θάττερον ή δηλονότι την συμμόρφωσιν προς τούτο απασών των Ορθοδόξων Εκκλησιών και Χριστιανών ή εν εναντία περιπτώσει την επαναφοράν του παλαιού ημερολογίου προς αποφυγήν της διασπάσεως της ενότητος όλων των Εκκλησιών εν τω εορτασμώ των εορτών. Μετά πάροδον, όμως δεκαπενταετίας από της ημερολογιακής καινοτομίας, ου μόνον δεν συνεμορφώθησαν προς αυτήν αι λοιπαί Ορθόδοξοι Εκκλησίαι, και δη τα Πατριαρχεία των Ιεροσολύμων, της Αντιοχείας και της Σερβίας, αλλά και επέστρεψάν τινες των νεοημερολογητικών Εκκλησιών, ως η της Πολωνίας και της Εσθονίας εις το πάτριον Εκκλησιαστικόν ημερολόγιον αντιληφθείσαι την αντικανότητα του νέου. Εν τούτω τω μεταξύ, η αποσπαθείσα μερίς εκ της Αυτοκεφάλου Ελληνικής Εκκλησίας εξ αιτίας της εορτολογικής καινοτομίας μετά των ιερέων της επετέλεσεν ανεξάρτητον θρησκευτικήν Κοινότητα αναγνωρισθείσαν ως ταύτην συνωδά τω Συντάγματι και υπό της Κυβερνήσεως. Τους ιερείς της Κοινότητος αυτής η Εκκλησία κατεδίκασεν εις καθαίρεσιν παρά τους θείους και ιερούς Κανόνας, ενώ δεν είχεν ουδεμίαν πλέον Εκκλησιαστικήν δικαιοδοσίαν επ' αυτών, καθ' όσον ούτοι διέκοψαν προηγουμένως πάσαν εκκλησιαστικήν επικοινωνίαν μετά της Διοικούσης Εκκλησίας, λόγω της εορτολογικής καινοτομίας. Λέγομεν δε παρά τους θείους και ιερούς Κανόνας, διότι η καθαίρεσις, η εσχάτη αύτη των Εκκλησιαστικών ποινών επιβάλλεται μόνον εις τρεις περιπτώσεις, τας εξής: Α) Όταν ο Κληρικός σφάλει περί την ορθήν πίστιν, Β) όταν ούτος περιπέσει εις έγκλημα προσωπικόν ή ηθικόν και Γ) όταν μη υπάρχοντος Εκκλησιαστικού τινός λόγου, ούτος αποκηρύξει την Κανονικήν προισταμένην Εκκλησιαστικήν Αρχήν και πήξει ίδιον θυσιαστήριον διά λόγους φιλαρχίας και κενοδοξίας. Εν τη προκειμένη περιπτώσει ουδείς εκ των λόγων τούτων, δι' ους επιβάλλεται κανονικώς η καθαίρεσις συνέτρεχεν και όμως η Εκκλησία κατεδίκαζεν αυτούς εις καθαίρεσιν υπό το πρόσχημα μεν της ανταρσίας και της απειθείας εις την προισταμένην Αρχήν, αλλά κυρίως διότι ηρνούντο ούτοι διά λόγους Εκκλησιαστικούς θίγοντας την συνείδησιν αυτών, να συμμορφωθούν προς την ημερολογιακήν καινοτομίαν. Και τούτο έπραττεν από σκοπού η Ιεραρχία, ίνα στερήσει τους ακολουθούντες το πάτριον εορτολόγιον, των λειτουργών του Θεού του Υψίστου διά την εκτέλεσιν των της λατρείας αυτών κατά το παλαιόν εορτολόγιον. Και δεν περιορίσθη μόνον εις την ποινήν της καθαιρέσεως την καθαρώς Εκκλησιαστικήν ταύτην ποινήν, αλλά και προέβη εις την δίωξιν τούτων ενώπιον των πολιτικών Δικαστηρίων καταγγέλουσα αυτούς, λειτουργούντας, μετά την καθαίρεσιν, εις τους Ναούς των Παλάιοεορτολογιτών επί αντιποιήσει δήθεν Αρχής και ιερατικού αξιώματος. Εντεύθεν άρχεται σειρά φυλακίσεων, εξοριών και βαρυτάτων προστίμων, εις α κατεδικάζοντο, οι λειτουργοί του Θεού του Υψίστου, διότι ηρνούντο ούτοι να συμμορφωθώσι προς την ημερολογιακήν καινοτομίαν ήτις αντεστρατεύετο προς την συνείδησιν και τον όρκον ον έδωκαν κατά την χειροτονίαν αυτών περί της αλωβήτου διαφυλάξεως της εμπιστευθείσης αυτοίς ιεράς παρακαταθήκης. Τινές μάλιστα των Αρχιερέων των άκρων καινοτόμων, οίοι ο Φθιώτιδος Αμβρόσιος και ο Βεροίας Πολύκαρπος, αφού καθήρουν τους τοιούτους ιερείς, παρέδιδον αυτούς εις τας χείρας των χωροφυλάκων με την διαταγήν να αποσχηματίσωσιν αυτούς διά της βίας και να καταστήσωσι τους ευλαβείς τούτους ιερείς αντικείμενον σκανδάλου μεν εις τους πιστούς, χλεύης δε και σαρκασμού εις τα όμματα των απίστων.


Τας τοιαύτας αδικίας και παρανομίας της Εκκλησίας βλέποντες ημείς και μη επιθυμούντες να έχομεν δι' αυτάς βεβαρυμένην την συνείδησιν ημών, αφού μάτην πολλάκις εις την Σύνοδον της Ιεραρχίας παρεκαλέσαμεν αυτήν, όπως επανέλθει το πάτριον εορτολόγιον και ενώσει τους Χριστιανούς διά της άρσεως του προξενηθέντος σκανδάλου, ήχθημεν μετά πολλής θλίψεως και συνοχής καρδίας εις την απόφασιν να κηρύξωμεν δι' εγγράφου ημάς αυτούς εν Εκκλησιαστική ακοινωνησία μετά της Διοικούσης Εκκλησίας και να δόσομεν μίαν ποιμαντορικήν προστασίαν προς την μερίδα των ακολουθούντων το πάτριον εορτολόγιον, όπερ εθέσπισεν η Α' Οικουμενική Σύνοδος. Ομολογητέον ότι ήχθημεν εις την απόφασιν ταύτην, ουχί διότι επεδιώκομεν προσωπικάς βλέψεις και φιλοδοξίας, ως διέδωσεν ευθύς εξ' αρχής ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, αλλά διότι ελπίζομεν να εκβιάσωμεν διά του τρόπου τούτου αυτόν να καλέσει την Ιεραρχίαν και να θέσει υπό την κρίσιν Αυτής το έγγραφον της Ακοινωνησίας ημών, ως και όλον εν γένει το ζήτημα το ημερολογιακόν. Δεν εφανταζόμεθα δε ποτέ, ότι η Διοικούσα Σύνοδος θα προέβαινεν εις την έκπτωσιν ημών εκ των θρόνων, άνευ διαδικασίας ημών κατά τους Κανόνας και το Καταστατικόν και την κήρυξιν ως τέως Μητροπολιτών και ως υποδίκων ενώπιον Συνοδικού Δικαστηρίου. Διότι δυοίν θάτερον ή ενέκρινεν η Διοικούσα Σύνοδος το αποκοινωνητικόν ημών έγγραφον, όπερ ην κατοχυρωμένον διά λόγων Εκκλησιαστικών και Κανονικών και επομένως δεν εδικαιούτο να δικάσει ημάς, ως μη υπαγομένους πλέον υπό την δικαιοδοσίαν και δοσιδοκίαν αυτής ή δεν ενέκρινεν τούτο, οπότε έδει να ακολουθήσει την Κανονικήν και την υπό της Εκκλησιαστικής Δικονομίας προβλεπομένην διαδικασίαν, ίνα επιβάλει ημίν την ποινήν της εκπτώσεως...


Εισαγωγή στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα, τίτλος και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ. Απόσπασμα άρθρου του Αγίου Χρυσοστόμου του Νέου Ομολογητή, όπως αυτό δημοσιεύεται στα ''ΑΠΑΝΤΑ ΠΡΩΗΝ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ 1871 - 1955'', τόμος 1ος, σελίδες 303 - 307, έκδοση της Ιεράς Μονής Αγίου Νικοδήμου Ελληνικού Γορτυνίας, 1997.


Πέμπτη 18 Μαΐου 2017

Η ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΑ (Ἃγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσανίνωφ)

Αποτέλεσμα εικόνας για αγιος ιγνατιος μπριαντσιανινωφ


Ο σατανάς δεν ικανοποιήθηκε με το ότι υπέταξε τον άνθρωπο και μαζί του όλη τη γη, με το ότι τον κρατούσε αιχμάλωτο, χρησιμοποιώντας σαν αλυσίδες τα διάφορα πάθη που ξεσήκωνε μέσα του, με το ότι τον έκανε δούλο της αμαρτίας και, μέσω αυτής, δούλο δικό του. Ο λογισμός που κυρίεψε τον πονηρό άγγελο όσο βρισκόταν στον ουρανό, δεν τον άφησε ούτε και τότε που ρίχτηκε, μετά την αποστασία του, κάτω από τον ουρανό, στα πρόθυρα, θα λέγαμε, του άδη. Ποιος λογισμός; Να γίνει ίσος με τον Θεό! Τον λογισμό του, λοιπόν, αυτόν τον έκανε πράξη, εισάγοντας στη γη την ειδωλολατρία. 
Το ανθρώπινο γένος όλο και αυξανόταν, ενώ συνάμα όλο και περισσότερο ικανοποιούσε όχι μόνο τις ανάγκες του, αλλά και τις ιδιοτροπίες του και τις αμαρτωλές επιθυμίες του. Με τέτοια ζωή, όμως, η αυτογνωσία και η θεογνωσία είναι ασυμβίβαστες! Έτσι, βυθισμένοι στις επίγειες μέριμνες και απολαύσεις, οι άνθρωποι έγιναν αποκλειστικά σαρκικοί και έχασαν την ίδια την έννοια του ενός και αληθινού Θεού. Αλλά το αίσθημα της τιμής προς τον Θεό, αίσθημα εγγενές στον άνθρωπο από την πλάση του και επομένως φυσικό, είναι αναφαίρετο από την καρδιά του. Η πτώση δεν το κατέστρεψε, μόνο το αλλοίωσε, του στέρησε την αυθεντικότητά του. Οδηγημένοι ασυνείδητα απ’ αυτό το αίσθημα, οι άνθρωποι, μέσα στον μεταπτωτικό σκοτισμό τους, προσκύνησαν σαν θεούς τον εφευρέτη της αμαρτίας, τον πεσμένο άγγελο, και το τάγμα των δαιμόνων του. Θεοποίησαν την αμαρτία, που τους θανάτωσε ψυχικά, σ’ όλες τις μορφές της. Θεοποίησαν και τους εκπροσώπους της αμαρτίας, τα πονηρά πνεύματα. Θεώρησαν θεϊκές απολαύσεις τους τρόπους ικανοποιήσεως όλων των παθών. Τίμησαν και την πορνεία και τη μέθη και την κλοπή και τον φόνο. Κάθε πάθος εκπροσωπούνταν από το δικό του είδωλο.
Τα είδωλα ήταν σύμβολα των δαιμόνων εντελώς ξένα προς τη ζωή, εντελώς νεκρά ως προς τα πνευματικά αισθήματα. Μπροστά τους τελούνταν ατομικές, οικογενειακές και μαζικές λατρευτικές πράξεις, με την προσφορά ζωοθυσιών ή και ανθρωποθυσιών. Αλλά η λατρεία των ειδώλων ήταν στην ουσία λατρεία των δαιμόνων, όπως μας βεβαιώνει ο απόστολος Παύλος. Οι ειδωλολατρικοί ναοί και τα ίδια τα είδωλα ήταν τα πιο αγαπητά κατοικητήρια των πονηρών πνευμάτων. Απ’ αυτά έδιναν με ανθρώπινη φωνή χρησμούς, εξαπατώντας τη δύστυχη ανθρωπότητα. Ναός και κατοικητήριο του σατανά έγινε και ο ίδιος ο άνθρωπος, αφού έπαψε να είναι ναός του αληθινού Θεού.
Η ειδωλολατρία απλώθηκε σ’ όλη τη γη και έγινε δεκτή απ’ όλους σχεδόν τους ανθρώπους. Μόνο λίγοι εκλεκτοί άνθρωποι διαφύλαξαν την αληθινή θεογνωσία, λατρεύοντας τον μοναδικό Θεό. Αργότερα ο Θεός διάλεξε για τη διακονία Του τον ισραηλιτικό λαό, στον οποίο έδωσε γραπτό νόμο. Η ειδωλολατρία, ωστόσο, τόσο ισχυρή έλξη ασκούσε στην πεσμένη ανθρωπότητα, που ακόμα και ο εκλεκτός λαός του αληθινού Θεού συχνά, εγκαταλείποντας Εκείνον, λάτρευε θεούς ψεύτικους.
Ο άνθρωπος, αφότου με την πτώση του στερήθηκε το θείο Φως, το Άγιο Πνεύμα, έπρεπε να αρκείται στο δικό του φτωχό φως, το φως της λογικής. Αυτό το έμφυτο φως, όμως, πολύ λίγους ανθρώπους οδήγησε στη γνώση του αληθινού Θεού. Οι περισσότεροι χρησιμοποίησαν τη λογική τους δύναμη για την απόκτηση κάθε λογής επίγειων ανέσεων και για την ανάπτυξη διαφόρων επιστημών και τεχνών, οι οποίες ακριβώς συμβάλλουν στην αύξηση και την αναβάθμιση αυτών των ανέσεων, αλλά συνάμα ευνοούν και την αμαρτωλή ζωή, επισφραγίζοντας, εδραιώνοντας και ωραιοποιώντας την πτώση με ποικιλόμορφα και εντυπωσιακά επιτεύγματα.
Πανηγυρίζει ο άνθρωπος για την ευημερία που του εξασφαλίζουν οι επιστήμες του. Αυτές, όμως, ως καρπός της πτώσεως, τον οδήγησαν στην αυτάρκεια και την αυτονόμηση από τον Πλάστη του, τον έκαναν να πιστέψει ότι δεν έχει ανάγκη τον Θεό και τη χάρη Του. Απορρίπτοντας και βλασφημώντας το Άγιο Πνεύμα, οι ανθρώπινες επιστήμες έγιναν το πιο ισχυρό όπλο του διαβόλου και το πιο αποτελεσματικό μέσο της αμαρτίας για την παγίωση της πτώσεως. Το φως των ανθρώπων ενώθηκε με το φως των δαιμόνων και δημιούργησε την ανθρώπινη σοφία, που είναι εχθρική προς τον Θεό και διαφθείρει τον άνθρωπο με τη διαβολική υπερηφάνεια. Χτυπημένος από την αρρώστια της πολυμάθειας, ο σοφός του κόσμου τούτου τα έχει υποτάξει όλα στο λογικό του και έχει ειδωλοποιήσει τον ίδιο του τον εαυτό, στον οποίο πραγματοποίησε τα λόγια του σατανά: «Θα γίνετε σαν θεοί, γνωρίζοντας το καλό και το κακό».
Η αυτοαποκαλούμενη σοφία είναι αυταπάτη, είναι δαιμονική πλάνη, είναι γνώση ψευδώνυμη και δημιουργεί σφαλερή σχέση του δήθεν σοφού με τον εαυτό του και με τον κόσμο που τον περιβάλλει. Η κοσμική σοφία είναι βδέλυγμα και αλογία μπροστά στον Θεό, είναι κάτι περισσότερο· δαιμονισμός. Την τυφλότητά της τη διαλαλεί σαν τέλεια όραση, γι’ αυτό και παραμένει αθεράπευτη, διατηρώντας την πτώση ως αναπαλλοτρίωτη κληρονομιά των δύστυχων Φαρισαίων όλων των αιώνων. «Το σαρκικό φρόνημα είναι έχθρα προς τον Θεό, αφού δεν υποτάσσεται στον θεϊκό νόμο, αλλά ούτε και μπορεί να υποταχθεί. Το σαρκικό φρόνημα είναι (πνευματικός) θάνατος».
Το Άγιο Πνεύμα παραγγέλλει σ’ όποιον θέλει να πλησιάσει τον Θεό και να γίνει μέτοχος της πνευματικής σοφίας, να απορρίψει την εγκόσμια σοφία. Ο απόστολος Παύλος σημειώνει ότι λίγοι σοφοί, με τα ανθρώπινα κριτήρια, δέχτηκαν τη χριστιανική πίστη, καθώς στους ξιπασμένους εκείνους, που λογαριάζονται για σοφοί, φαίνεται μωρία η πνευματική σοφία, η πλούσια και τέλεια πνευματική σοφία της χριστιανικής πίστεως και οι φιλόσοφοι και οι καλλιτέχνες ήταν οι πιο θερμοί θιασώτες της ειδωλολατρίας και οι πιο μεγάλοι εχθροί της αληθινής θεογνωσίας. Όταν ο Χριστιανισμός κυριάρχησε στην οικουμένη, η σοφία γέννησε αναρίθμητες αιρέσεις και μ’ αυτές επιχείρησε να καταρρίψει την αγία πίστη. Η πιο φρικτή κακουργία της ιστορίας, η θανάτωση του Θεανθρώπου, εκτελέστηκε από τους σοφούς στο όνομα της σοφίας τους και του νόμου τους.
Στην εποχή μας η σοφία οδηγεί πάλι τους ειδωλολάτρες, που είχαν ασπαστεί τον Χριστιανισμό και τον απαρνήθηκαν, στην ειδωλολατρία και στην υπηρεσία του σατανά. Μόνο που έχει αλλάξει τώρα τη μορφή της ειδωλολατρίας, για να πλανήσει πιο εύκολα την ανθρωπότητα. Σπάνια, πολύ σπάνια γραμματέας αποδέχεται τη βασιλεία των ουρανών και αν την αποδεχθεί, παρουσιάζει στην κοινωνία των ομοίων του την καινούργια διδασκαλία του Πνεύματος ντυμένη με τα κουρέλια της ανθρώπινης σοφίας, για να την κάνει πιο ελκυστική σ’ εκείνους που αγαπούν το παλιό πιο πολύ από το καινούργιο.

(ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΑΝΙΝΩΦ. ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ Β’. Εκδόσεις Ιεράς Μονής Παρακλήτου Ωρωπού)
Πηγή: alopsis.gr