Μου ζητήθηκε να γράψω τί πρέπει να λένε οι γονείς ή οι παππούδες και οι γιαγιάδες στα παιδιά για το 1821. Το ερώτημα μου φάνηκε ιδιαίτερα δύσκολο στην απάντηση. Άρχισα να ψάχνομαι. Ρώτησα διάφορους που ασχολούνται με τα παιδιά. Έμπειρος παιδαγωγός μου είπε να διηγηθώ ό,τι με φωτίσει ο Θεός, αλλά με ζέση και με πίστη και να είμαι βέβαιη ότι τα παιδιά θα με καταλάβουν... Νηπιαγωγός μου είπε να πω ένα ιστορικό συμβάν σαν παραμύθι, που να παράγει κι ένα ηθικό δίδαγμα και να έχει ευχάριστο τέλος, δηλαδή «εκείνοι ζήσανε καλά κι εμείς καλύτερα»… Δάσκαλος με παρότρυνε να τα πάω να επισκεφθούν το Ιστορικό Μουσείο στην Παλιά Βουλή και δείχνοντας τα εκεί κειμήλια των Αγωνιστών του 1821 να τους μιλήσω γι’ αυτούς… Άλλος δάσκαλος με συμβούλευσε να τους αγοράσω βιβλία με ιστορίες του 21, κατάλληλα για την ηλικία τους… Άλλος μου είπε να πηγαίνουν τα παιδιά στην παρέλαση, να ζουν την ατμόσφαιρα και να τους πω δυο λόγια για την επέτειο...
Όλα καλά και χρήσιμα ως συμβουλές σκέφθηκα. Όμως παρέμεινε μέσα μου το ερώτημα ποιά ιστορία να πει κανείς στα παιδιά για το 1821 που να μπορεί να το τελειώσει με το ότι οι Αγωνιστές «ζήσανε καλά;», γιατί ότι εμείς ζούμε καλύτερα από εκείνους , χάρη σ΄ εκείνους δεν υπάρχει αμφιβολία... Κι άρχισα να σκέφτομαι: Να τους μιλήσω για τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη; Μα ο αρχιτέκτονας της απελευθέρωσής μας καταδικάστηκε σε θάνατο... Για τον Οδυσσέα Ανδρούτσο; Μα ο ήρωας στο Χάνι της Γραβιάς στραγγαλίστηκε… Για τον Μάρκο Μπότσαρη; Μα ο νικητής τόσων μαχών σκοτώθηκε σε μάχη με τους Τούρκους… Για τον Γεώργιο Καραϊσκάκη; Μα ο φόβος και ο τρόμος των Τούρκων σκοτώθηκε στο Νέο Φάληρο… Για τον Παπαφλέσα; Μα ο ήρωας και δημεγέρτης έπεσε στο Μανιάκι… Για τον Ρήγα Βελεστινλή; Μα εκτελέστηκε από τους οθωμανούς στο Βελιγράδι... Για τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, που σήκωσε το Λάβαρο της Επανάστασης; Μα συνελήφθη, φυλακίστκε και βασανίστηκε… Για τον ηρωικό Αλέξανδρο Υψηλάντη; Μα θυσιάστηκε για την Πατρίδα, φυλακίστηκε και πάμπτωχος πέθανε στη Βιέννη...Για τον Καποδίστρια, που θυσίασε τα πάντα για να υπηρετήσει την Ελλάδα; Μα δολοφονήθηκε... Για τον ήρωα της Αλαμάνας Αθανάσιο Διάκο; Μα σουβλίστηκε από τους οθωμανούς… Για τον ηρωικό μοναχό Σαμουήλ; Μα θυσιάστηκε στο Κούγκι… Για τον εθνοϊερομάρτυρα Επίσκοπο Ρωγών Ιωσήφ, ηρωική φυσιογνωμία του Μεσολογγίου; Μα αποκεφαλίστηκε από τους οθωμανούς… Για την Μαντώ Μαυρογένους, την ηρωική Μυκονιάτισσα στρατηγό, που έδωσε τα πάντα στην Πατρίδα; Μα πέθανε στην Πάρο 43 ετών από τύφο, πάμπτωχη, μαραζωμένη και λησμονημένη, έχοντας δεχθεί όλη την εκ μέρους της αγαπημένης της Πατρίδας αγνωμοσύνη του εξουσιαστή Ι. Κωλέττη… Για την μεγάλη αγωνίστρια Μπουμπουλίνα; Μα την σκότωσαν άδικα, ενώ ήταν πια φτωχειά, αφού είχε δώσει όλη της την περιουσία στον Αγώνα... Για τον ήρωα στα Δερβενάκια Νικηταρά; Μα τον κατάντησε η Πατρίδα να ζει πάμπτωχος… Για τον νικητή πολλών μαχών Γιάννη Μακρυγιάννη; Μα καταδικάστηκε σε θάνατο...
Πώς λοιπόν μπορεί κάποιος να μιλήσει στα παιδιά για τους ήρωες του 1821; Εκείνο που μπορεί να τους σημειώσει είναι η αγάπη τους για τον Χριστό και για την Πατρίδα. Αγάπη τόσο μεγάλη που ξεπερνούσε τα ανθρώπινα μέτρα. Όλοι τους θυσίασαν περιουσία, άνεση, υγεία και ζωή για τον Χριστό και για την ελευθερία της Πατρίδας. Για να αποδεχθούν αυτή την μαρτυρική ζωή είχαν ανέβει σε σφαίρες αξιών που δεν είναι εύκολο να φτάσει ο κοινός άνθρωπος. Ναι! Έτσι μπορεί κανείς να μιλήσει στα παιδιά, αφού περιγράψει τα ανδραγαθήματά των ηρώων του 1821 να τελειώσει με το ότι «αυτοί ζήσανε με ταλαιπωρίες, υπέστησαν μαρτύρια και θυσίασαν τη ζωή τους για να ζούμε εμείς καλύτερα»!...
Φτάνει όμως αυτό; Ασφαλώς όχι! Στα παιδιά μας πρέπει να δείξουμε τη σπουδαιότητα της 25ης Μαρτίου για την πατρίδα μας. Να κάποιες σκέψεις:
Παλιά υπήρχε η Ρωμέϊκη Αυτοκρατορία, που αλλιώς ονομάζεται Βυζάντιο. Μια λαμπρή Αυτοκρατορία με πολλά και σπουδαία κατορθώματα και με μεγάλη προσφορά στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ήταν ελληνικό το Βυζάντιο γιατί ήσαν οι Έλληνες που είχαν αποδεχθεί τον Χριστιανισμό και που ήσαν απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων. Όταν όμως κατακτήθηκαν από τους Οθωμανούς Τούρκους χάσανε την ελευθερία τους. Τότε οι Έλληνες δεν είχαν το δικαίωμα να αποφασίζουν εκείνοι ακόμη και για απλά πράγματα. Να πάνε στην εκκλησία, να μορφωθούν, να κάνουν οικογένεια, να μεγαλώσουν τα παιδιά τους και άλλα τόσο απλά πράγματα. Δεν κτίζονταν εκκλησίες παρά με πολλές δυσκολίες και έπρεπε να είναι πιο χαμηλές από την κατοικία του Τούρκου διοικητή της πόλης ή του χωριού. Δεν λειτουργούσαν σχολεία ώστε τα ελληνόπουλα να ξεχάσουν τις σπουδαίες ρίζες τους, τους σοφούς προγόνους τους, να ξεχάσουν την γλώσσα τους. Σε απάντηση οι Έλληνες άρχισαν να λειτουργούν τα κρυφά σχολειά, δηλ. σε ώρες νυκτερινές, όταν οι Τούρκοι δεν τους πρόσεχαν πήγαιναν τα παιδιά τους σε κανένα εξωκλήσι και σε κανένα μοναστήρι, όπου κάποιος παππάς ή καλόγερος τους μάθαινε γράμματα διαβάζοντας τους εκκλησιαστικά βιβλία και τους μύθους του Αισώπου. Διδάχοι επίσης του Γένους, δεσποτάδες, παπάδες, καλόγεροι και λαϊκοί που ήσαν κοντά στην Εκκλησία, διακινδυνεύοντας τη ζωή τους, μάθαιναν στους νέους για τον Χριστό, για την Παναγία, για τους Αγίους μας, για το πόσο σπουδαίοι ήταν οι πρόγονοι τους. Έτσι γέμιζαν την ψυχή τους με Χριστό και Ελλάδα, τους ενέπνεαν υπερηφάνεια και αξιοπρέπεια, τους δημιουργούσαν την πεποίθηση ότι δεν τους άξιζε η σκλαβιά των Τούρκων και δυνάμωναν μέσα τους την επιθυμία να ελευθερωθούν. Ο Ρήγας Φεραίος με το ηρωικό ποίημα του, τον Θούριο, έδειχνε στους Έλληνες πού έπρεπε να φθάσουν. Όλοι μυστικά- μυστικά τραγουδούσαν τα τραγούδια του Ρήγα «καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή». Στο Ιάσιο της Ρουμανίας, όπου ζούσαν πολλοί Έλληνες γιατί συμπατριώτες τους ήσαν οι εκεί ηγεμόνες, ο Πρίγκηπας Αλέξανδρος Υψηλάντης μάζεψε Ελληνόπουλα, που πολλά είχαν ήδη κάνει καλές σπουδές, τα άσκησε στον πόλεμο, δημιούργησε τον Ιερό Λόχο και κήρυξε την επανάσταση. Αυτά τα Ελληνόπουλα θυσιάστηκαν στο βωμό της ελευθερίας.
Όλοι οι Έλληνες σαν ένας άνθρωπος ήσαν έτοιμοι να αποκτήσουν την ελευθερία τους. Μέρα και νύχτα συζητούσαν μυστικά μεταξύ τους πώς θα προχωρήσουν για να πετύχουν το ποθούμενο. Πολλοί Έλληνες βγήκαν στα βουνά για να ξεφύγουν από την καταπίεση των Τούρκων. Αυτοί ήταν οι τιμημένοι κλέφτες. Σωθήκανε πολλά κλέφτικα τραγούδια, που ακόμη τραγουδιούνται. Με πρόχειρα όπλα στην αρχή έδιναν μάχες με τους Τούρκους προσπαθώντας να προστατεύσουν τους απλούς Έλληνες, όταν οι Τούρκοι έπαιρναν τα μικρά αγοράκια τους και τα έκαναν γενίτσαρους, δηλαδή τους ξερίζωναν την ελληνική τους ψυχή και τους μετέτρεπαν σε Τούρκους άγριους πολεμιστές, ή έπαιρναν τα κορίτσια τους για τα σκλαβοπάζαρα, ή καταπατούσαν το βιός των δύστυχων Ελλήνων. Άλλοι έγιναν αρματωλοί δηλαδή εξυπηρετούσαν κάποιον Τούρκο διοικητή στις μάχες του με άλλους Τούρκους διοικητές ή του φρόντιζαν την περιουσία του σε κάποια περιοχή κι εκείνος δεν τους εμπόδιζε να είναι Χριστιανοί και τους επέτρεπε να φέρουν όπλα. Αλλά αυτοί δήθεν υπηρετούσαν τον Τούρκο. Στην πραγματικότητα ετοιμάζονταν για την Επανάσταση. Οι ναυτικοί μας από την πλευρά τους, έκαναν το ίδιο με τους αμαρτωλούς. Με την δικαιολογία ότι έπρεπε τα καράβια τους να είναι αρματωμένα για να αμύνονται στους πειρατές τα είχαν ετοιμάσει για τον Αγώνα.
Έτσι όλοι ετοιμάζονταν για τη μεγάλη στιγμή: την Επανάσταση. Στις 25 Μαρτίου 1821 στα Καλάβρυτα ο Μητροπολίτης Παλαιών Πατρών ο Γερμανός κήρυξε μαζί με οπλαρχηγούς την Επανάσταση. Δεν είχαν οι Έλληνες πολλά χρήματα για όπλα και φαγητό των στρατιωτών, ούτε ήταν πολλοί οι μαχητές. Άρχισαν όμως τον Αγώνα εναντίον των Τούρκων με θερμή Πίστη στον Χριστό και με μεγάλη αγάπη στην Πατρίδα. Γενναίοι Έλληνες, άνδρες και γυναίκες, ακόμη και μικρά παιδιά, έκαναν τον πόλεμο με έξοχο θάρρος και ηρωισμό. Η μεγάλη αυτή προσπάθεια και οι πολλές θυσίες τους συγκίνησαν τον κόσμο όλο. Πολλοί Γάλλοι, Άγγλοι και άλλοι νέοι άνθρωποι πους τους συγκίνησε ο Απελευθερωτικός Αγώνας των Ελλήνων άφησαν τις ανέσεις τους και ήρθαν να πολεμήσουν μαζί με τους Έλληνες κατά των Τούρκων. Αυτοί είναι οι φιλέλληνες, που τα ονόματα τους δώσαμε σε διάφορες οδούς των πόλεων μας για να τους τιμήσουμε.
Αυτή ήταν η αρχή της ελευθερίας της Ελλάδας μας. Εμείς είμαστε ελεύθεροι να χαιρόμαστε αυτήν την πατρίδα επειδή εκείνοι πολέμησαν, βασανίστηκαν, έμειναν πάμπτωχοι γιατί έδωσαν όλη την περιουσία τους για τις ανάγκες του αγώνα, ακόμη και τη ζωή τους έδωσαν για να ζούμε εμείς σήμερα ελεύθεροι. Πολεμούσαν για του Χριστού την Πίστη την Αγία και της Πατρίδας την ελευθερία. Αυτές τις θυσίες θυμόμαστε και τιμάμε κάθε 25η Μαρτίου, την ημέρα δηλαδή που ξεκίνησε η ελευθερία μας.-
(Τό αφιερώνω στόν Μακαριστόν Ποιμενάρχη της Ορθοδόξου Εκκλησίας, κατακτητήν της καρδιάς μου καί Αστέρα Μέγιστον της Ορθοδοξίας, Αγιον Πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομον εκ Μαδύτου!!!
…………Ἡ ἐγκυρότης, εἶναι κάτι τό ὁποῖο ΚΕΡΔΙΖΕΤΑΙ ἀπό τόν Πιστό, ὁ ὁποῖος διά τῆς συμπεριφορᾶς του καί τῆς ἐν γένει παρουσίας του στό περιβᾶλλον του, κερδίζει τήν ἐκτίμηση καί τήν ἀποδοχή τῶν γύρω του, μέ ἀποτέλεσμα νά ἒχη θετική ἐπίδραση ἐπάνω τους καί νά «μετροῦν» ο λόγος του καί αἱ θέσεις του.
Αξιότιμοι κύριοι Πρόεδροι και Μέλη των Δ/κών Συμβουλίων των Ιερών Κοινοτήτων,
Λαέ του Θεού ηγαπημένε·
Στο εορτολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, Αρχιεπίσκοπος Θες/νίκης, εορτάζει στις 14 Νοεμβρίου∙ ημερομηνία κατά την οποία εκοιμήθη τον ύπνο του δικαίου σε ηλικία εξήντα τριών ετών το 1359. Εννέα χρόνια μόλις μετά τον θάνατό του, μετά την κοίμησή του, το 1368 με Συνοδική απόφαση του Πατριαρχείου Κων/πόλεως για πρώτη φορά η μνήμη του αναγράφηκε στο ημερολόγιο του Μεγάλου Ναού της του Θεού Σοφίας και καθιερώθηκε να εορτάζεται και τη δεύτερη Κυριακή των Νηστειών, γιατί η σημερινή ημέρα είναι προέκταση της Κυριακής της Ορθοδοξίας, είναι η συνέχεια της νίκης της Εκκλησίας εναντίον της πλάνης και των αιρέσεων.
Στην Κων/πολη γεννήθηκε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς το 1296. Μαθήτευσε στις ελεύθερες σπουδές κοντά στον διάσημο Θεολόγο και Φιλόσοφο Θεόδωρο Μετοχίτη.
Σε νεαρή ηλικία εγκαταλείπει τις επιστημονικές σπουδές και αποσύρεται στην ερημική ζωή, για να σπουδάσει την Πατερική Θεολογία της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ασκήτευσε στο Παπίκιον Όρος της Θράκης, στο Άγιον Όρος, στην περιοχή της Βεροίας και πάλι στο Άγιον Όρος. Αναδείχθηκε Θεολόγος της ησυχαστικής ασκήσεως και της μετανοίας και όχι των πτυχίων και των Πανεπιστημιακών τίτλων.
Ο Θεός τον επροίκησε με πολλά χαρίσματα. Είναι ο Θεολόγος της θείας χάριτος, γι’αυτό όταν η Εκκλησία του Χριστού κινδύνευε από την διδασκαλία του μοναχού Βαρλαάμ και του Σλάβου Θεολόγου Ακινδύνου αλλά και των οπαδών τους,οι οποίοι μετέφεραν από την Δύση, από την Ιταλία, έναν εκκοσμικευμένο χριστιανισμό και μετέδιδαν τις παπικές αιρέσεις και πλάνες στην Ανατολή, στο Βυζάντιο, ο άγιος Γρηγόριος εγκαταλείπει-αφήνει την ησυχία της ερήμου και υπερασπίζεται την ορθόδοξη πίστη.
Μας άφησε πλούσιο συγγραφικό έργο∙ δογματικά, ασκητικά, λειτουργικά, ποιμαντικά, αγιολογικά, ηθικά, ομιλίες και επιστολές.
Εμείς από το συγγραφικό του έργο θα σταχυολογήσουμε, θα τρυγήσουμε μερικές διδασκαλίες του για ν’απαντήσουμε στο ερώτημα: «Με ποιόν τρόπο και μέχρι ποίου σημείου είναι δυνατόν ο θνητός και πεπερασμένος, αυτός πού έχει αρχή και τέλος, άνθρωπος να μιμηθεί, να ομοιάσει τον αθάνατο, απεριόριστο και αιώνιο Θεό;»
Από την αρχή πρέπει να διευκρινίσουμε ότι το να προσπαθεί ο άνθρωπος να ομοιάσει τον Θεό στον τέλειο βαθμό ως προς την αρετή χαρακτηρίζεται κατά τον Κλήμη Αλεξανδρέα ως βλασφημία. Αλλά χαρακτηριστική είναι η ερμηνεία που δίνει ο άγιος Γρηγόριος στη φράση «αμίμητον μίμημα» δηλαδή μίμηση χωρίς επιτυχία του Διονυσίου του Αρεοπαγίτου.
Κατά την γνώμη του αγίου η παράδοξη αυτή φράση διδάσκει ότι δεν είναι δυνατόν στον άνθρωπο, δεν μπορεί ο άνθρωπος να ενωθεί μέσω της μιμήσεως με τον Θεό, γιατί ο Θεός είναι υπεράνω κάθε ανθρώπινης προσπάθειας, είναι αμίμητος και συνεχίζει ο άγιος, πρέπει όμως ο άνθρωπος να προσπαθεί να μιμηθεί, να ομοιάσει τον αμίμητον, γιατί έτσι μόνον θ’αποκτήσει τις ευλογίες, τις δωρεές του Θεού και θα γίνει κατά χάρην Θεός. (Υπέρ των ιερών Ησυχαζόντων 3, 1, σελ. 367). Η μίμηση λοιπόν του Θεού είναι σχετική, δεν μπορεί να είναι τέλεια από τον άνθρωπο, γιατί κατά την ουσία του ο Θεός παραμένει αμίμητος. Ο άνθρωπος όμως μπορεί να πλησιάσει την αγιότητα του Θεού ανάλογα με τις δυνάμεις του και αυτό το πετυχαίνει μόνον με την χάρη του Θεού∙ «ότι χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν» (Ιω. ΙΕ, 5) μας υπενθυμίζει ο Κύριος, στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο.
Βέβαια εκτός από τον αόρατο Θεό Πατέρα, εμείς οι Χριστιανοί έχουμε τον Υιό του Θεού, τον Χριστό μας, που έγινε τέλειος κατά πάντα άνθρωπος αλλά παραμένει και τέλειος Θεός «ομοούσιος τω Πατρί» και μπορούμε να τον μιμηθούμε και πάλι μέσα στις δυνατότητες μας τις ανθρώπινες. Και κάτι ακόμη∙ η διδασκαλία περί μιμήσεως του Χριστού, δηλαδή το να προσπαθούμε να ομοιάσουμε όσο είναι δυνατόν τον Χριστό μας, ήταν από την αρχή γνωστή στην Πατερική παράδοση, η οποία και συμφωνεί απόλυτα με την διδασκαλία της Αγίας Γραφής.
Στα Ιερά Ευαγγέλια όλη η ζωή του Χριστού παρουσιάζεται ως πρότυπο, ως παράδειγμα για τη ζωή των πιστών. Ο ίδιος ο Ιησούς προετοίμασε « ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσι» (Ιω. ΙΕ, 20) και κάλεσε τους μαθητές του «ει τις θέλει οπίσω μου έλθειν…» (Ματθ. Ι5, 24) ν’ακολουθήσουν το παράδειγμα Του, να τον μιμηθούν.
Στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, στο Μυστικό Δείπνο ο Ιησούς, αφού πλένει τα πόδια των μαθητών του, τους λέγει χαρακτηριστικά: «υπόδειγμα δέδωκα υμίν, ίνα καθώς εγώ εποίησα υμίν, και υμείς ποιειτε» (ΙΓ, 14). Σας έδωσα ένα παράδειγμα, να κάνετε και εσείς όπως και εγώ έπραξα σε σας, δηλαδή να δείχνετε την αγάπη σας προς τους συνανθρώπους με έργα και όχι μόνον με λόγια. Αργότερα ο απ. Παύλος θα διακηρύξει στην προς Γαλάτας επιστολή ότι ο Χριστιανισμός είναι «πίστις δι’αγάπης ενεργούμενη» (Ε, 6). Οι άγιοι Απόστολοι και αργότερα οι διωκόμενοι χριστιανοί καλούνται να μιμηθούν, να βαδίσουν τον δρόμο του Γολγοθά όπως ο διδάσκαλος μας Ιησούς.
Γράφει λοιπόν ο απ. Πέτρος στην πρώτη του επιστολή: «Χριστός έπαθεν υπέρ ημών υμίν υπολιμπάνων υπογραμμόν, ίνα επακολουθήσητε τοις ίχνεσιν αυτού» (Β, 21). Ο Χριστός έπαθε για χάρη μας και άφησε παράδειγμα ν’ακολουθήσετε και να βαδίσετε επάνω στα ίχνη του.
Ο απ. Παύλος, μιμείται τον Χριστό και καλεί όλους τους πιστούς να τον ακολουθήσουν∙ γράφει στην πρώτη προς Κορινθίους επιστολή: «μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού» (ΙΑ, 1). Η προτροπή αυτή του απ. Παύλου βρίσκει τέλεια εφαρμογή στη ζωή των αγίων μαρτύρων. Ο πρωτομάρτυρας Στέφανος την ώρα που τον λιθοβολούν οι Ιουδαίοι προσεύχεται: « Κύριε μη στήσης αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην» (Πρ. ζ, 60). Κύριε μη καταλογίσεις σ’αυτούς αυτήν την αμαρτία∙ με άλλα λόγια, συγχώρεσέ τους Κύριε, που με σκοτώνουν. Ο μάρτυρας Στέφανος μιμήθηκε τον Μεγάλομάρτυρα του Γολγοθά, τον διδάσκαλο και Αρχηγό της πίστεως μας Ιησού Χριστό, ο οποίος συγχώρεσε αυτούς που τον σταυρώσανε.
Από τους αγίους Πατέρες, ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος Επίσκοπος Αντιοχείας, οδηγούμενος στα θηρία της Ρώμης έγραφε προς τους χριστιανούς της μεγάλης πόλεως, οι οποίοι εφρόντιζον να τον απαλλάξουν από το μαρτύριο; «Επιτρέψατέ μοι μιμητήν είναι του πάθους του Θεού μου» (Επιστ. Ρωμ. 6, 3). Αλλά και οι άγιοι Πατέρες από τον Μ. Βασίλειο, τον Γρηγόριο Θεολόγο, τον Μάξιμο Ομολογητή μέχρι τον Γρηγόριο Παλαμά διδάσκουν∙ όταν ο χριστιανός ακολουθεί πιστά την διδασκαλία του Χριστού, πλησιάζει προς την τελειότητα χωρίς να βρίσκει τέλος στην πορεία αυτή.
Κατά την διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου ο τελικός σκοπός κάθε πιστού χριστιανού είναι να μιμηθεί την ζωή του Χριστού, κάνοντας πράξη την διδασκαλία Του. Γράφει ο άγιος: «αν ουν ενταύθα τω Υιώ του Θεού δια των έργων ομοιώσης σ’αυτόν και δείξης επί πάντας χριστός, ως κακείνος επί πάντας Χριστός έστιν…προς αυτόν ομοίωσιν λήψη τω φωτί της του Υψίστου δόξης περιλαμπόμενος…μακαριότητος» (Ομιλ. 45, 7). Σε ελεύθερη ερμηνεία∙ εάν λοιπόν, με τα έργα σου ομοιάσεις τον Υιό του Θεού και συμπεριφέρεσαι σε όλους όπως Εκείνος, τότε θα ομοιάσεις τον Χριστό και θα ζήσεις στην αιώνια ζωή, στον Παράδεισο.
Αρχή της μιμήσεως αυτής είναι το βάπτισμα, ως τύπος της συμμετοχής του ανθρώπου στον θάνατο και την ανάσταση του Χριστού: «ταύτης δε της μιμήσεως αρχή μεν ημίν έστι το άγιον βάπτισμα, τύπος ον της του Κυρίου ταφής τε και αναστάσεως» (Ομιλ. 2Ι). Στη συνέχεια ακολουθεί ο ενάρετος βίος και τέλος η προσπάθεια να νικήσουμε τα πάθη μας. Αλλά ακόμη και μετά την αναγέννηση του αγίου βαπτίσματος ο άνθρωπος παραμένει στην κατάσταση της φθοράς και του θανάτου∙ όμως ο Θεός παραχωρεί τις δωρεές του αγίου Πνεύματος, με σκοπό ο άνθρωπος να φθάσει στην ηθική τελείωση. Έτσι ο πιστός ετοιμάζεται «προς υποδοχήν της αφθαρσίας» να υποδεχθεί την αθάνατη ζωή, την οποία θα ζήσει στην μακαριότητα του Παραδείσου.
Στη συνέχεια διδάσκει ο άγιος ότι, η μίμηση του Χριστού επαναφέρει τον άνθρωπο στη φυσική κατάσταση του « κατ’εικόνα και καθ’ομοίωσιν Θεού». Πρίν από την πτώση του ο άνθρωπος εθεώρει –έβλεπε τον Θεό,τον είχε μπροστά του για να τον μιμηθεί, όπως οι αγαθοί Άγγελοι. Όταν όμως ο άνθρωπος παραβίασε την εντολή και απομακρύνθηκε από τη θεωρία του Θεού, τότε ο Θεός έγινε άνθρωπος «και συμπολιτευσάμενος ημίν ευατόν εις υπόδειγμα της προς ζωής επανόδου προτίθησιν» (Ομιλία Ι6). Και αφού έζησε ανάμεσα μας (ως άνθρωπος) παρουσιάζει τον εαυτό Του ως υπόδειγμα για την επάνοδο μας στη ζωή.
Είναι βέβαια αλήθεια ότι όταν προσπαθούμε να εφαρμόσουμε τις εντολές του Θεού στη ζωή μας, ερχόμαστε σε αντίθεση με την φυσική ζωή, όπως την ονομάζουμε, και τούτο γιατί ο νόμος του Ευαγγελίου έρχεται σε αντίθεση με τις επιθυμίες της σαρκός. «Οίδαμεν ότι ο νόμος πνευματικός έστιν∙ εγώ δε σαρκικός είμι, πεπραμένος υπό την αμαρτία» (Ρωμ. Ζ, 14). Δηλαδή, γνωρίζουμε ότι ο νόμος του Θεού είναι πνευματικός εγώ όμως είμαι σαρκικός, σκλάβος στην κυριαρχία της αμαρτίας, μας βεβαιώνει ο απ. Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή.
Σημειώνει ο άγιος∙ ο άνθρωπος που ακολουθεί και μιμείται τον Χριστό, με την χάρη του αγίου Πνεύματος και με τις δικές του δυνάμεις ξαναβρίσκει τον πραγματικό του εαυτό και κατευθύνεται για να φθάσει στον αληθινό προορισμό του που είναι η αιώνια ζωή. Ο προορισμός αυτός χαράχθηκε-εντυπώθηκε στην ψυχή μας από την αρχή, όταν ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο «κατ’εικόνα και καθ’ομοίωσιν»∙ και συνεχίζει ο άγιος Γρηγόριος: «επειδή ο Αδάμ παρασύρθηκε από τον διάβολο και αστόχησε, ήλθε ο Χριστός και πρόβαλε τον εαυτό του ως πρότυπο προς μίμηση των πιστών για να κάνει πάλι κατορθωτή την ομοίωση του ανθρώπου προς τον Θεό». Στη συνέχεια ο άγιος κάνει μία παρατήρηση: «Τάχα πολλοί τον Αδάμ αιτιώνται, πως ευκόλως τω πονηρώ συμβούλω πεισθείς την θείαν ηθέτησεν εντολήν και δια της τοιαύτης αθετήσεως ημίν τον θάνατον προεξένησεν». Πολλοί λένε ότι ο Αδάμ είναι η αιτία που έφερε τον θάνατο στο ανθρώπινο γένος, γιατί υπέκυψε στον πειρασμό και παραβίασε την εντολή του Θεού.
Αλλά ο Αδάμ, όταν δεχόταν τις πονηρές συμβουλές του διαβόλου, δεν είχε ακόμη την φοβερή εμπειρία του θανάτου, δεν γνώριζε τι ήταν ο θάνατος. Περισσότερο κατακριτέος και αδικαιολόγητος από τον Αδάμ είναι ο χριστιανός εκείνος που παραβιάζει τις εντολές του Θεού, γιατί γνωρίζει τον θάνατο, έχει εμπειρία του θανάτου στα πρόσωπα των συνανθρώπων του, γι’αυτό ο κάθε χριστιανός έχει χρέος να μιμηθεί και ν’ακολουθήσει τη ζωή του Χριστού, για να πετύχει τον αρχικό σκοπό της δημιουργίας από το «κατ’εικόνα» να φθάσει στο «καθ’ομοίωσιν» (Ομιλία 31).
Η πορεία αυτή πρό την αγιότητα, προς την θέωση δεν είναι πλέον ομαλή, γιατί υπάρχει ανά πάσα στιγμή ο κίνδυνος της πτώσεως, δηλαδή να ξεφύγουμε από την πορεία πρός την τελειότητα. Ο άνθρωπος μπορεί εύκολα να παρασυρθεί, ν’απομακρυνθεί από τον Θεό Πατέρα, όπως και γίνεται. Γι’αυτό και ο άγιος συμβουλεύει: Όταν ο άνθρωπος ρυθμίζει τις επιθυμίες του κατά το θέλημα του Θεού και τον μιμείται στις πράξεις του, παρουσιάζεται ως υιός του Θεού. «Ούτω και δια των αγαθών επιθυμιών και πράξεων εξομοιούται τω Θεώ, υιοποιείται τούτω και κληρονόμος γίνεται της βασιλείας αυτού» (ομιλία 27).
Επισημαίνει στη συνέχεια τον μεγάλο κίνδυνο για τον άνθρωπο: Όταν όμως ο άνθρωπος επιθυμεί και πράττει τα έργα του διαβόλου, γίνεται όμοιος με αυτόν και παρουσιάζεται ως υιός του διαβόλου. «Οράτε πως εκ των πονηρών επιθυμιών και πράξεων υιοποιείται ο άνθρωπος τω διαβόλω και ούτω κληρονόμος γίνεται του αιωνίου πυρός» (Ομιλία 27).
Ο αγώνας αυτός εναντίον των επιθυμιών, εναντίον των λογισμών είναι πολύ κουραστικός και ισόβιος, γι’αυτό πρέπει να γίνεται με θερμή προσευχή και μεγάλη προσοχή.
Συνεχής φροντίδα του χριστιανού πρέπει να είναι η συστηματική καταπολέμηση των λογισμών και των παθών. Πρέπει να βρισκόμαστε πάντοτε σε συναγερμό: «Νήψατε, γρηγορήσατε∙ ο αντίδικος υμών διάβολος ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίη» (Α΄ Πετρ. Ε, 8). Μας προειδοποιεί ο απ. Πέτρος στην πρώτη επιστολή του: Εγκρατευθείτε, αγρυπνείτε και προσέχετε∙ γιατί ο αντίπαλος και κατήγορος διάβολος, σαν λεοντάρι που ωρύεται, που βρυχάται, περιπατεί με μανία και ζητά ποιόν να καταπιεί, να παρασύρει στην αιώνια κόλαση.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ακολουθεί την παράδοση των νηπτικών Πατέρων και ρίχνει το βάρος στην εσωτερική, στην ψυχική κατάσταση του ανθρώπου και όχι στις συγκεκριμένες αμαρτωλές πράξεις. Οι πονηρές επιθυμίες και τα πάθη μας οδηγούν στην διάπραξη της αμαρτίας∙ επομένως αυτές πρέπει να πολεμήσουμε, για να μην φθάσουμε στην αμαρτία. Ο αγώνας, τον οποίο καλούμαστε να κάνουμε, πρέπει να έχει ως στόχο την αιτία και όχι τα συμπτώματα της διαστροφής. Όπως αιτία της αμαρτίας υπήρξε η πονηρά συμβουλή του διαβόλου και η προτίμηση της πρόσκαιρης ηδονής από τον άνθρωπο, έτσι η θεραπεία του ανθρώπου γίνεται με την συμβουλή, με τις εντολές του Χριστού, ακολουθώντας συγχρόνως την στενή και τεθλιμμένη οδό πού μας οδηγεί στην αιωνιότητα.
Στο έργο του «Δεκάλογος της κατά Χριστόν νομοθεσίας» ο Ιερός Πατήρ διδάσκει: «όταν παραβιάζουμε τις εντολές του Θεού, χάνουμε την εν Χριστώ υιοθεσία» δεν είμαστε πλέον παιδιά του Θεού, με αποτέλεσμα να μοιάζουμε με τον διάβολο». Μεταξύ άλλων λέγει: «ου συκοφαντήσεις, ινα μη εξομοιωθης τω την αρχήν προς την Εύαν τον Θεόν συκοφαντήσαντι και επικατάρατος κατ’εκείνον γένη». Μη γίνεσαι συκοφάντης, μην διαδίδεις ψευδείς κατηγορίες, για να μην γίνεις όμοιος με τον διάβολο που συκοφάντησε τον Θεό στην Εύα.
Σε άλλη του ομιλία «εις την Ανάληψιν του Χριστού» σημειώνει: Το ουράνιο ύψος στο οποίο ανήλθε-ανέβηκε ο Χριστός κατά την ημέρα εκείνη και την δόξα, την οποία κατά σάρκα έλαβε, το πέτυχε «διά ταπεινώσεως και αδοξίας» (Ομιλία 22) και συνεχίζει, «εάν ο Θεός υπερύψωσε τον Χριστόν του, επειδή ταπεινώθηκε, ατιμάσθηκε και υπέμεινε τον σταυρικό θάνατο, πώς θα δοξάσει και θ’ανυψώσει ημάς τους ανθρώπους, εάν δεν ταπεινωθούμε και δεν δείξουμε αγάπη μεταξύ μας, υπομονή και αυταπάρνηση;» (Ομιλία 16).
Η μίμηση του Χριστού προϋποθέτει και την άρση του σταυρού αυτού: δηλαδή να σηκώσουμε τον σταυρό και ν’ακολουθήσουμε τον Κύριο. «Ει τις θέλει οπίσω μου έλθειν απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθήτω μοι» (Ματθ. ΙΣΤ, 24).
Κατά τον άγιο δύο είναι οι τρόποι με τους οποίους ο πιστός σηκώνει τον σταυρό του Χριστού∙ ο μαρτυρικός θάνατος και ο αγώνας εναντίον των παθών μας.
Όταν διώκεται η χριστιανική πίστη ή το Ορθόδοξο Δόγμα, πρέπει ο χριστιανός να είναι έτοιμος να προσφέρει και την ζωή του ακόμη για την αλήθεια της πίστεως μας. Με αυτόν τον τρόπο σηκώνει τον σταυρό και γίνεται μιμητής και επικοινωνεί με το πάθος και την ανάσταση του Χριστού, όπως οι άγιοι μάρτυρες (Ομιλία 11).
Ιδιαίτερα αυτή η μίμηση του Χριστού αναφέρεται στα συγγράμματα των Θεολόγων Πατέρων, οι οποίοι έζησαν την περίοδο των διωγμών. Ο Ιερός πατήρ αναφερόμενος στον Θεσσαλονικέα άγιο Δημήτριο, τον παρουσιάζει ως μαρτυρήσαντα κατά χάριν Χριστού (Ομιλία 43), δηλαδή ο Άγιος Δημήτριος μαρτύρησε, αφού έλαβε την χάρη και μιμήθηκε τον Χριστό.
Σε περίοδο ειρήνης της Εκκλησίας η άρση του σταυρού του Χριστού και η μίμηση του μαρτυρίου του πραγματοποιούνται με τον εσωτερικό αγώνα εναντίον των λογισμών, εναντίον των παθών και των πονηρών επιθυμιών, όπως μαρτυρούν οι όσιοι πατέρες και μητέρες αλλά και κάθε πιστός χριστιανός.
Σε ομιλία του ο άγιος, ακολουθώντας τον Μ. Βασίλειο και την πατερική παράδοση, εξηγεί και διδάσκει το σωστό νόημα της νηστείας, η οποία είναι και η πρώτη εντολή και συμβουλή του Θεού προς τον Αδάμ. Ενώ αυτή είναι εντολή ζωής, η ακρασία –αυτός που δεν μπορεί να συγκρατήσει τα πάθη του - είναι συμβουλή θανάτου πού δόθηκε με δόλιο τρόπο στον Παράδεισο από τον διάβολο στην Εύα και τον Αδάμ «είς έκπτωσιν της ζωής και απαλλοτρίωσιν της εκ Θεού θείας χάριτος» (Ομιλία 13) δηλαδή σε απώλεια της ζωής και αποξένωση-απομάκρυνση της χάριτος του Θεού.
Σαράντα ημέρες νήστευσε ο Μωυσής και αξιώθηκε την θεωρία-την θέα του Θεού, για να πάρει τις δέκα εντολές. Οι προφήται Ηλίας και Δανιήλ αξιώθηκαν θεοπτίας, αλλά και αυτοί προηγουμένως εκαθαρίσθησαν με την νηστεία. Το μεγαλύτερο όμως παράδειγμα που προβάλλει ο άγιος είναι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο οποίος «υποδεικνύς ημίν τον τρόπον της κατά του διαβόλου νίκης, ενήστευσε και ενίκησεν αυτόν αποκρούσας πάντα πειρασμόν» (Ομιλία 13) παρουσιάζοντας σε μας τον τρόπο της νίκης κατά του διαβόλου: νήστευσε και τον νίκησε, αφού έδιωξε κάθε πειρασμό.
Σε αντίθεση με τον Αδάμ, ο οποίος άρχισε την πορεία της ζωής του με την ακρασία, με την αδυναμία να ελέγξει τον εαυτό του, γι’αυτό και απομακρύνθηκε από τον Παράδεισο, ο Ιησούς Χριστός άρχισε το έργο της σωτηρίας των ανθρώπων στη γή με την νηστεία και με αυτήν πολέμησε και κατενίκησε τον διάβολο, αυτόν που μας πολεμά με τους λογισμούς και τα πάθη.
Η νηστεία βέβαια αποτελεί το μέσον, τον τρόπο για να καταπραϋνουμε τα πάθη και να κατακτήσουμε τις αρετές, γι’αυτό και ο ιερός πατήρ εξηγεί: «αληθινή-σωστή νηστεία είναι εκείνη πού γίνεται για να μαραθεί η σαρκική επιθυμία, να ταπεινωθεί η ψυχή, να μεταστραφεί το μίσος σε αγάπη, να σβηστεί ο θυμός, ν’αποκτήσει η διάνοια και η προσευχή μας καθαρότητα» (Ομιλία Ι3).
Με την νηστεία και την εγκράτεια φθείρεται ο έξω άνθρωπος, το σώμα και όσο περισσότερο φθείρεται, τόσο περισσότερο γίνεται ξανά καινούργιος ο έσω άνθρωπος, η ψυχή μας.
Άγιοι Αρχιερείς, Πάτερες και αγαπητοί Εν Χριστώ αδελφοί.
Απ’όλα όσα έχουμε αναφέρει γίνεται φανερό ότι η σημασία της μιμήσεως του Χριστού, στο να προσπαθούμε ως χριστιανοί να ομοιάσουμε τον Θεάνθρωπο Χριστό μας, κατέχει κεντρική θέση στη διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, ο οποίος ακολουθώντας την Αποστολική και Πατερική παράδοση προβάλλει διαρκώς το πρόσωπο του Χριστού ως παράδειγμα και προτρέπει κάθε πιστό χριστιανό να προσπαθήσει να εφαρμόσει στη ζωή του τη διδασκαλία και τη ζωή του Κυρίου μας, για να καταλήξει στον τελικό σκοπό πού είναι η αιώνια ζωή, ο Παράδεισος. Πρέπει επίσης ν’αναφέρουμε ότι στην πορεία της μιμήσεως του Χριστού μας έχουμε βοηθούς και παραδείγματα τους αγίους, πού και αυτοί μιμήθηκαν το Χριστό.
Σαν άνθρωποι μάλιστα και αυτοί έπεσαν σε αμαρτίες, αλλά μας προσφέρουν δύο μεγάλες ανθρώπινες αρετές, πού πρέπει και επιβάλλεται να εφαρμόζουμε στη ζωή μας, την Μετάνοια και το πένθος για τις αμαρτίες μας∙ ανθρώπινες αρετές τις οποίες δεν είχε ο αναμάρτητος Θεάνθρωπος Ιησούς.
Οι πρεσβείες του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά να μας συνοδεύουν στο υπόλοιπον της αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής. ΑΜΗΝ.
Αποτείχιση, με απλά λόγια, ονομάζουμε την διακοπή εκκλησιαστικής κοινωνίας με τον Επίσκοπο που κηρύσσει αίρεση. Σε Αποτείχιση προέβαιναν πάντοτε οι Ορθόδοξοι σε περίοδο αιρέσεως. Στην εποχή μας, με την μεγάλη αίρεση του Οικουμενισμού, του οποίου φορείς είναι σχεδόν όλοι οι Επίσκοποι των επισήμων Εκκλησιών, η Αποτείχιση είναι επιβεβλημένη, αλλά είναι εύλογο να προκύπτει, σε αυτούς που προβαίνουν σε αυτήν, ένα σοβαρό ερώτημα: "Που θα εκκλησιαζόμαστε πλέον;". Σε αυτό το ερώτημα απαντά η Εκκλησιαστική Ιστορία και Γραμματεία, οι οποίες διασώζουν τα έργα και την διδασκαλία των Ορθοδόξων Πατέρων μας. Ας τα δούμε.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ Οι Ορθόδοξοι της Αντιοχείας επί Ευζωΐου
Το 360 επίσημος Επίσκοπος Αντιοχείας, στη θέση του εξορισθέντος Αγίου Μελετίου, τοποθετήθηκε ο Ευζώιος. Ο Ευζώιος ήταν αρειανόφρονας γι' αυτό και οι Ορθόδοξοι "διαχωρισθέντες ἀπὸ τοὺς κακοδόξους, συνηθροίζοντο εἰς τὴν Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν κειμένην ἐν τῇ καλουμένη Παλαιᾷ" (Μελετίου Αθηνών, Εκκλησιαστική Ιστορία, τόμος α΄, Βιέννη, 1783, σελ. 349). Χωρίσθηκαν δηλαδή όχι μόνο από τον Ευζώιο, αλλά και από τους συν αυτώ και εκκλησιαζόντουσαν στην παλιά πόλη της Αντιόχειας, σε έναν ναό που είχαν κτίσει οι Απόστολοι. Όπως γράφει ο ιστορικός: "χωρισθέντες ἀπὸ τὴν Ἀρειανικὴν συμμορίαν, τὰς θείας ἐτέλουν λειτουργίας ἐν τῇ καλουμένῃ Παλαιᾷ" (στο ίδιο, σελ. 379).
Οι Ορθόδοξοι της Κωνσταντινουπόλεως από το 350 έως το 379
Το 350 επίσημος Επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, στη θέση του εξορισθέντος Αγίου Παύλου, τοποθετήθηκε ο Μακεδόνιος, ο οποίος ήταν Πνευματομάχος. Μετά τον Μακεδόνιο εκλέχθηκε ο από Αντιοχείας αρειανόφρονας Ευδόξιος. Με τον θάνατο του Ευδοξίου εκλέγεται ο επίσης αρειανόφρονας Δημόφιλος. Όμως ο εξόριστος Άγιος Ευστάθιος Αντιοχείας, ο οποίος κρυβόταν σε κάποιο σπίτι των λιγοστών Ορθοδόξων της Πόλεως χειροτονεί για αυτούς (πρώτη φορά μετά από 20 χρόνια!) Ορθόδοξο Επίσκοπο τον Ευάγριο. Μόλις το μαθαίνει ο αρειανόφρονας αυτοκράτορας Ουάλης, εξορίζει τον Ευάγριο και δημεύει τους λιγοστούς ναούς των Ορθοδόξων, παραχωρώντας τους στον Δημόφιλο, τον οποίο και αναγνωρίζει ως επίσημο Επίσκοπο της Κωνσταντινουπόλεως. Μόλις ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος φθάνει στην Πόλη το 379 (είχε αποσταλεί από την Ορθόδοξη Σύνοδο της Αντιοχείας του 378 ως Επίσκοπος Σασίμων για να οργανώσει την Ορθόδοξη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως) συναντά ένα θλιβερό θέαμα. Οι εναπομείναντες Ορθόδοξοι ήταν ελάχιστοι και ασύντακτοι, εκκλησιάζονταν δε σε βουνά και σπηλιές ή και καθόλου. Ας δούμε την περιγραφή του Αγίου: "Τοῦτο τὸ ποίμνιον ἦν, ὅτε μικρόν τε καὶ ἀτελὲς ἦν, ὅσον ἐπὶ τοῖς ὁρωμένοις, καὶ οὐδὲ ποίμνιον, ἀλλὰ ποίμνης τι μικρὸν ἴχνος, ἢ λείψανον, ἀσύντακτον, καὶ ἀνεπίσκοπον, καὶ ἀόριστον, μήτε νομὴν ἐλευθέραν ἔχον, μήτε μάνδρᾳ περιεχόμενον, πλανώμενον ἐν ὄρεσι, καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς, ἄλλο ἀλλαχοῦ διεσπαρμένον τε καὶ διεῤῥιμμένον, ὡς ἕκαστον ἔτυχε σκεπόμενον, ἢ νεμόμενον, καὶ διακλέπτον ἀγαπητικῶς τὴν ἑαυτοῦ σωτηρίαν" (P. G. 36, 460). Μόλις φθάνει ο Άγιος Γρηγόριος τότε οι Ορθόδοξοι με την καθοδήγηση του Αγίου ανασυντάσσονται και αποκτούν δικό τους ναό (ο Δοσίθεος Ιεροσολύμων γράφει πως μετέτρεψαν ένα σπίτι σε ναό!), τον οποίο ο Άγιος ονόμασε "Ἀναστασίαν ὅπως συμβολικῶς τὸ ὄνομα σημαίνῃ τὴν ἐν τούτῳ ἀνάστασιν καὶ ἀναζωογόνησιν τῆς τέως νεκρᾶς ὀρθοδοξίας ἐν Κωνσταντινουπόλει" (Βασιλείου Σμύρνης, Περί του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, Αθήνα, 1903, σελ. 111-112).
Οι Ορθόδοξοι της Κωνσταντινουπόλεως επί Νεστορίου
Μόλις διαπιστώθηκε πως ο Νεστόριος δεν δεχόταν την υποστατική ένωση των δύο φύσεων του Χριστού μας (και ως εκ τούτου απέρριπτε τον όρο "Θεοτόκος" για την Παναγία μας), οι Ορθόδοξοι εξεγέρθηκαν και εγκατέλειψαν τους ναούς που μνημονευόταν το όνομά του. Ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας αναφέρει σε επιστολή του προς τον Άγιο Κελεστίνο, Πάπα Ρώμης, πως το μεγάλο πλήθος των πιστών έχει εγκαταλείψει τους ναούς της Κωνσταντινουπόλεως, εκτός από λίγους αδιάφορους και κόλακες! Και όχι μόνο ο λαός, αλλά και οι μοναχοί και οι αρχιμανδρίτες! Συγκεκριμένα γράφει: "῏Ην ἐν Κωνσταντινουπόλει ἐπίσκοπος ὀνόματι Δωρόθεος, τὰ αὐτὰ φρονῶν αὐτῷ (τῷ Νεστορίῳ), ἀνὴρ χρειοκόλαξ, καὶ προπετὴς χείλεσι, καθὼς γέγραπται· ὃς ἐν συνάξει, καθεζομένου ἐπὶ τοῦ θρόνου τῆς ἐκκλησίας τοῦ τῆς Κωνσταντινουπόλεως εὐλαβεστάτου (σ. ημ. επειδή δεν είχε καθαιρεθεί ακόμη τον προσφωνεί με τον τίτλο "ευλαβέστατο", όπως λέμε σήμερα "σεβασμιώτατος", "παναγιώτατος" κ.τ.ο.) Νεστορίου, ἀναστὰς μεγάλῃ τῇ φωνῇ τετόλμηκεν εἰπεῖν· Εἴ τις Θεοτόκον εἶναι λέγει τὴν Μαρίαν, οὗτος ἀνάθεμα ἔστω. Καὶ γέγονε μὲν κραυγὴ μεγάλη παρὰ παντός τοῦ λαοῦ καὶ εκδρομή (ἔξοδος). Οὐ γὰρ ἤθελον ἔτι κοινωνεῖν αὐτοῖς τοιαῦτα φρονοῦσιν, ὥστε καὶ νῦν ἀποσυνάκτους εἶναι τοὺς λαοὺς τῆς Κωνσταντινουπόλεως, πλὴν ὀλίγων ἐλαφροτέρων καὶ τῶν κολακευόντων αὐτόν. Τὰ δὲ μοναστήρια σχεδὸν ἅπαντα καὶ οἱ τούτων ἀρχιμανδρῖται καὶ τῆς συγκλήτου πολλοὶ οὐ συνάγονται, δεδιότες μὴ ἀδικηθῶσιν εἰς πίστιν, αὐτοῦ καὶ τῶν σὺν αὐτῷ οὓς ἀπὸ τῆς Ἀντιοχείας ἀναβαίνων ἤγαγε, πάντων λαλούντων τὰ διεστραμμένα" (P.G. 77, 81).
Οι Ορθόδοξοι της Κωνσταντινουπόλεως μετά την Ψευδοσύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας
Όταν το 1439 επέστρεψαν από την Φλωρεντία οι ορθόδοξοι επίσκοποι, οι οποίοι είχαν υπογράψει την ψευδοένωση με τους Παπικούς, ο πιστός λαός τους γύρισε την πλάτη αδειάζοντας τους ναούς τους. Ήταν τόσος ο ζήλος του λαού που και υποψία να υπήρχε ότι κάποιος κληρικός ήταν λατινόφρονας εγκατέλειπαν τον ναό! Ο Σιλβέστρος Συρόπουλος αναφέρει ένα χαρακτηριστικό περιστατικό: "Ἱερεύς τις ἠθέλησεν ἰδεῖν ὅπως γίνεται ἡ τοῦ πατριάρχου (σ. ημ. Μητροφάνους του Β΄, λατινόφρονος) πρόβλησις· ὄνομα τῷ ἱερεῖ Θεοφύλακτος. Ἐδανείσατο οὖν ἵππον (οὐδέ γάρ ἐκέκτητο) καί ἦλθεν εἰς τά βασίλεια, καί ἰδών τήν πρόβλησιν, ἦλθε μεθ’ ἡμῶν μέχρι καί τοῦ πατριαρχείου. Εἶτα ὑπέστρεψεν εἰς τό ἴδιον οἴκημα, καί κατά τήν ὥραν τοῦ ἑσπερινοῦ ἐσήμανεν (ἦν γάρ ἡ ἑορτή τῆς Ἀναλήψεως), καί οὐδείς ἦλθεν εἰς τόν ναόν αὐτοῦ· ὡσαύτως καί εἰς τόν ὄρθρον, καί οὐδείς ἦλθε· ἐξεδέχετο δέ καί εἰς τήν ὥραν τῆς λειτουργίας, ἵνα φέρῃ τις αὐτῷ λειτουργίαν, καί οὐκ ἔφερε· διό οὐδέ ἐλειτούργησεν· Ἀγανακτήσας προσῆλθε τοῖς εἰωθόσιν ἐκκλησιάζεσθαι ἐν τῷ ναῷ καί ἠρώτα τίνος χάριν οὐκ ἦλθον ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ ἑορτῆς οὔσης; Οἱ δέ ἔλεγον αὐτῷ· Διότι ἠκολούθησας καί σύ τῷ πατριάρχῃ καί ἐλατίνισας. Ἔλεγεν οὖν ὁ ἱερεύς· Καί πῶς ἐλατίνισα; ἐγώ ἀπῆλθον ἁπλῶς ἵνα ἴδω τήν τάξιν μόνον ἥν οὐδέποτε εἶδον, καί οὔτε ἐφόρεσα οὔτε ἔψαλα οὔτε τι ἱερατικόν ἐποίησα. Πῶς οὖν ἐλατίνισα; Οἱ δέ εἶπον· Ἀλλ’ ἀνεμίχθης καί συνοδοιπόρεις μετά τῶν λατινισάντων ἔμπροσθεν τοῦ λατινόφρονος πατριάρχου καί ἔφθανέ σοι ἡ εὐλογία αὐτοῦ. Τότε ἠγανάκτησεν, ἵνα δυσωπῇ αὐτούς μεθ’ ὑποσχέσεων ἐνόρκων, ὡς οὐκέτι ἀπελεύσεται εἰς τόν πατριάρχην ἤ εἰς τούς πλησιάζοντας αὐτῷ, καί μόλις ἠδυνήθη καταπεῖσαι αὐτούς συνέρχεσθαι πάλιν εἰς τήν ἐκκλησίαν" (V. Laurent, Les mémoires du grand ecclésiarque de l'Église de Constantinople Sylvestre Syropoulos, Paris, 1971, p. 556). Και το 1452, όταν με το ουνιτικό συλλείτουργο της 12ης Δεκεμβρίου στην Αγιά Σοφιά διακηρύχθηκε η Ψευδοένωση με τους Παπικούς, ο λαός πάλι έδειξε την απέχθειά του αποφεύγοντας να λειτουργείται στον ναό. Γράφει χαρακτηριστικά ο ιστορικός της εποχής Δούκας: "Οἱ δὲ τῆς πόλεως ἀπὸ τῆς ἡμέρας ἐκείνης, ἐν ᾗ ἐγένετο τάχα ἡ ἕνωσις ἐν τῇ Μεγάλῃ ἐκκλησίᾳ, ὡς Ἰουδαίων συναγωγὴν τοῦτον ἀπέφευγον καὶ οὐκ ἦν ἐν αὐτῇ οὔτε προσφορά, οὔτε ὁλοκαύτωσις, οὔτε θυμίαμα. Εἴ ἔτυχέ τις τῶν ἱερέων λειτουργῆσαι Θεῷ ἐν ἡμέρα ἐπισήμῳ, οἱ προσευχόμενοι μέχρι τῆς ὥρας τῆς προσφορᾶς ἵσταντο· καὶ τότε πάντες ἐξήρχοντο οὕτω γυναῖκες ὡς ἄνδρες, οὕτω μοναχοὶ ὡς μονάζουσαι. Τὶ χρὴ λέγειν; καὶ τὸν ναὸν ὡς βωμὸν (τῶν εἰδώλων), καὶ τὴν θυσίαν (λειτουργίαν) ὡς Ἀπόλλωνι τελουμένην ἐνόμιζον" (P. G. 157, 1072).
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ
Οι Άγιοι Απόστολοι (διά του Αγίου Κλήμεντος, Πάπα Ρώμης) διατάζουν την αποφυγή κάθε είδους συμπροσευχής με τους αιρετικούς: "Eἰ μὴ δυνατὸν ἐν ἐκκλησίᾳ προϊέναι διὰ τοὺς ἀπίστους, κατ' οἶκον συνάξεις, ὦ ἐπίσκοπε, ἵνα μὴ εἰσέρχηται εὐσεβὴς εἰς ἐκκλησίαν ἀσεβῶν· οὐχ ὁ τόπος γὰρ τὸν ἄνθρωπον ἁγιάζει, ἀλλ' ὁ ἄνθρωπος τὸν τόπον. Ἐὰν δὲ ἀσεβεῖς κατέχωσιν τὸν τόπον, φευκτέος ἔστω σοι διὰ τὸ βεβηλῶσθαι ὑπ' αὐτῶν· ὡς γὰρ οἱ ὅσιοι ἱερεῖς ἁγιάζουσιν, οὕτως οἱ ἐναγεῖς μιαίνουσιν. Eἰ δὲ μήτε ἐν οἴκῳ ἅμα μήτε ἐν ἐκκλησίᾳ συναθροισθῆναι δυνατόν, ἕκαστος παρ' ἑαυτῷ ψαλλέτω, ἀναγινωσκέτω, προσευχέσθω, ἢ καὶ ἅμα δύο ἢ τρεῖς· «Ὅπου γὰρ ἂν ὦσι, φησὶν ὁ Κύριος, δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι ἐν τῷ ὀνόματί μου, ἐκεῖ εἰμὶ ἐν μέσῳ αὐτῶν». Πιστὸς μετὰ κατηχουμένου μήτε κατ' οἶκον προσευχέσθω· οὐ γὰρ δίκαιον τὸν μεμυημένον μετὰ τοῦ ἀμυήτου συμμολύνεσθαι·εὐσεβὴς μετὰ αἱρετικοῦ μήτε κατ' οἶκον συμπροσευχέσθω· «Τίς γὰρ κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος;»" (P. G. 1, 1136-1137). Ο Μέγας Βασίλειος συνιστά στους πρεσβυτέρους της Νικοπόλεως, αν οι αιρετικοί κατέχουν τους ναούς, να τελούν τις ακολουθίες στην ύπαιθρο: "Εἰ δὲ ὅτι ὁ δεῖνα τὸν οἶκον κατέχει τῆς προσευχῆς, ὑμεῖς δὲ ἐν τῷ ὑπαίθρῳ προσκυνεῖτε τὸν οὐρανοῦ καὶ γῆς Δεσπότην, τοῦτο ὑμᾶς ἀνιᾷ, ἐνθυμήθητε, ὅτι οἱ μὲν ἕνδεκα μαθηταὶ ἐν τῷ ὑπερῴῳ ἦσαν ἀποκεκλεισμένοι, οἱ δὲ σταυρώσαντες τὸν Κύριον ἐν τῷ περιβοήτῳ ναῷ τὴν Ἰουδαϊκὴν λατρείαν ἐπλήρουν" (P. G. 32, 896-897). Ο Μέγας Αθανάσιοςπροτρέπει τους Ορθοδόξους να εκκλησιάζονται μόνοι τους, χωρίς τους κληρικούς τους (όταν εκείνοι είναι αιρετικοί), για να μη κολαστούν μαζί τους: «Ἐάν ὁ ἐπίσκοπος ἤ ὁ πρεσβύτερος, οἱ ὄντες ὀφθαλμοί τῆς Ἐκκλησίας, κακῶς ἀναστρέφονται καί σκανδαλίζωσι τόν λαόν, χρή αὐτούς ἐκβάλλεσθαι. Συμφέρον γάρ ἄνευ αὐτῶν συναθροίζεσθαι εἰς εὐκτήριον οἶκον ἤ μετ’ αὐτῶν ἐμβληθῆναι ὡς μετά Ἄννα καί Καϊάφα εἰς τήν γέενναν τοῦ πυρός» (P.G. 35, 33). Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γερμανός ο Β΄ απαγορεύει στους ορθοδόξους να εκκλησιάζονται σε ναούς που λειτουργούν λατινόφρονες: "Ὅσοι τῆς καθολικῆς (ὀρθοδόξου) ἐκκλησίας ἐστὲ τέκνα γνήσια, φεύγειν ὅλῳ ποδὶ ἀπὸ τῶν ὑποπεσόντων ἱερέων τῇ λατινικῇ ὑποταγῇ, καὶ μηδὲ εἰς ἐκκλησίαν τούτοις συνάγεσθε, μηδὲ εὐλογίαν ἐκ τῶν χειρῶν αὐτῶν δἐχεσθε τὴν τυχοῦσαν· κρεῖσσον γάρ ἐστιν ἐν τοῖς οἴκοις ὑμῶν τῷ Θεῷ προσεύχεσθαι καταμόνας, ἢ ἐπ' ἐκκλησίας συνάγεσθαι μετὰ τῶν λατινοφρόνων ὑποταγάτων" (Γερμανού Β΄ Κωνσταντινουπόλεως, Επιστολή Β΄ προς τους Κυπρίους στο Κωνσταντίνου Σάθα, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, τόμος Β΄, Βενετία, 1873, σελ. 18).