A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2016

Ο ΘΕΟΣ ΩΣ ΜΥΣΤΗΡΙΟ - ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΝΑΣΣΟΥ

Picture


Ο ΘΕΟΣ ΩΣ ΜΥΣΤΗΡΙΟ

ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΑΓΝΩΣΙΑ ΘΕΟΥ. ΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ . ΓΝΟΦΟΣ ΚΑΙ ΦΩΣ

Εἶναι γεγονός, ὅτι κατά τούς πνευματοφόρους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἀλήθεια περί τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ εἶναι γιά τόν ἄνθρωπο ἐμφανῶς δυσπρόσιτη καί δυσκατανόητη, καθώς ἀνέρχεται τά πνευματικά στάδια τῆς θεογνωσίας. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, εἰσδύοντας ἐν ταπεινώσει στόν βυθό τοῦ μυστηρίου τῆς Θεολογίας, γράφει χαρακτηριστικά ὅτι ἡ πρώτη καί καθαρωτάτη φύση, ἡ Ἁγία Τριάς δέν εἶναι δυνατόν νά κατανοηθεῖ ἀπό κανένα δημιούργημα. Μόνο ἡ Ἴδια γνωρίζει τόν Ἑαυτό της. «Ἡ πρώτη καί ἀκήρατος φύσις γινώσκεται μόνον ἑαυτῇ, λέγω δή τῇ Τριάδι». 1 

Πῶς μπορεῖ, ἀλήθεια, ὁ φθαρτός καί χοϊκός ἄνθρωπος, ὁ κτιστός καί πεπερασμένος, νά ἐκφρασθεῖ ἀρκούντως γιά τόν Ἄκτιστο καί Ἄπειρο Θεό; Προσφυῶς ἔχει γραφεῖ ὅτι «τό θεῖο εἶναι ἀκατονόμαστο. Τά κατηγορούμενα πού ἀποδίδονται στόν Θεό, ὅπως, ἀσώματος, ἀγέννητος, ἄναρχος, ἄφθαρτος, δηλώνουν τί δέν εἶναι ὁ Θεός καί ὄχι τί εἶναι».2 Πρωτίστως, οἱ Ἅγιοι Πατέρες καί ἐκκλησιαστικοί συγγραφεῖς ὑπογραμμίζουν τήν θεμελιώδη γιά τήν ὀρθόδοξη Θεολογία διάκριση μεταξύ κτιστοῦ καί Ἀκτίστου, προκειμένου νά κάνουν λόγο περί Θεοῦ. Μεταξύ κτιστοῦ καί Ἀκτίστου, δηλ. Θεοῦ καί κτίσεως, ὑφίσταται μέγα ὀντολογικό χάσμα, καί ὡς ἐκ τούτου, δέν ὑπάρχει καμία ὁμοιότητα, καμία σύγκριση, καμία ἀναλογία. Πάλι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ἀναγνωρίζοντας τήν τεράστια ποιοτική καί ποσοτική διαφοροποίηση μεταξύ κτιστοῦ καί Ἀκτίστου, θά γράψει σέ μία ἐπιστολή του ὅτι ἡ ἀνθρώπινη φύση, συγκρινόμενη μέ τή θεία, δέν εἶναι οὔτε μιά μικρή λάμψη πού μπορεῖ νά συγκριθεῖ μέ τόν ἥλιο, οὔτε λίγη δροσιά πού μπορεῖ νά συγκριθεῖ μέ ποταμό, «οὐδέ γάρ αὐγή τις πρός ἥλιον, οὐδέ νοτίς ὁλίγη πρός ποταμόν».3 Καί τοῦτο διότι, «οὐχ ἡ αὐτή φύσις, Θεοῦ καί ἀνθρώπων»4. Τότε, πῶς μποροῦμε νά ὁμιλήσουμε γιά τόν Θεό, τί μποροῦμε νά ποῦμε γι᾿ Αὐτόν καί πῶς θά τόν γνωρίσουμε; Στά ἑπόμενα, θά δοῦμε μέ κάθε δυνατή συντομία τήν ἀπάντηση στά ἐρωτήματα αὐτά. Ἐξαρχῆς, ὡστόσο, θά ὑπογραμμίσουμε ὅτι τά ὅσα θά διατυπωθοῦν στή συνέχεια, ἀπαιτοῦν ἰδιαίτερη προσοχή πρός κατανόησιν, διότι εἶναι πράγματα ὑψηλά καί προσεγγίζονται «ταῖς ὑψηλαῖς φρεσί», μέ νοῦ «ὑψηλό» καί διαυγῆ, μέ διάθεση πνευματική, μέ καρδιά φλεγόμενη ἀπό τό ἄυλον πῦρ. Γιατί ὁ ἐν Τριάδι Θεός μας δέν εἶναι γνώση κοσμική, ἀλλά ἐμπειρία πνευματική, γνώση ἄλλου εἶδους, μυστική. Δέν κατακτᾶται διανοητικά, ἀλλά φανερώνεται ἐσωτερικά καί μέ ἁγιοπνευματικό φωτισμό. Δέν ἀποτελεῖ προϊόν τῆς λογικῆς, ἀλλά συνιστᾶ ἀποκάλυψη καθαρῆς καρδιᾶς καί κρατεῖται ἔνδοθεν μυστικά.
ΔΥΟ ΟΔΟΙ ΓΝΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Τί γνωρίζουμε καί τί ἀγνοοῦμε ἀπό τόν Δημιουργό τοῦ παντός, «ὁρατῶν τε πάντων καί ἀοράτων»; Σέ τί συνίσταται τό μυστήριό Του; Τί εἶναι τό ἄκτιστο φῶς τοῦ Θεοῦ; Τί καλεῖται γνόφος καί πῶς ἑρμηνεύεται θεολογικά; Σέ ὅλα αὐτά θά καταθέσουμε κατ᾿ ἐπιλογήν τήν Πατερική, θεολογική μαρτυρία τῆς Ἐκκλησίας μας, ὥστε νά γίνει ἔστω κατά τό ἐλάχιστο καταληπτός αὐτός ὁ ἀστείρευτος καί ἀναφαίρετος πνευματικός πλοῦτος τῆς Πίστεως τοῦ Χριστοῦ. Ὑπάρχουν, βεβαίως, καί ἄλλες πτυχές γύρω ἀπό τό ἐξεταζόμενο θέμα, ἀλλά δέν ἀναλύονται στό κείμενο αὐτό.

Ἀρχικά θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι γιά τόν Τριαδικό Θεό, τόν Πατέρα, τόν Υἱό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα κάνουμε λόγο καί καταφατικά καί ἀποφατικά. Τονίζουμε δηλαδή τί εἶναι, ἀλλά καί τί δέν εἶναι ὁ Θεός. Ὑπάρχουν δύο ὁδοί. Ἡ καταφατική λεγομένη ὁδός, ἤ καταφατική θεολογία, πού ἀναφέρεται στήν προσιτή, καταληπτή καί γνωστή ὄψη τοῦ Θεοῦ. Ὑπάρχει καί ἡ ἀποφατική ὁδός, ἤ ἀποφατική θεολογία, πού ἀναφέρεται στήν ἀπρόσιτη, ἀκατάληπτη καί ἄγνωστη ὄψη Του. Καί ἔχει παρατηρηθεῖ ὀρθά, πώς ἡ ἀνάπτυξη τῶν δύο αὐτῶν θεολογικῶν ὁδῶν συνδέεται στενά μέ τήν ἀκμή τῆς πατερικῆς θεολογίας καί χαρακτηρίζει σχεδόν ὅλους τούς μεγάλους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Μάλιστα, «καμμία διαλεκτική ἀντίθεση δέν εἶναι νοητή μεταξύ καταφατικῆς καί ἀποφατικῆς θεολογίας, ὑπάρχει, μεταξύ τους καί μιά ἄρρηκτη καί λειτουργική ἑνότητα. Ποτέ μέσα στήν ὀρθόδοξη παράδοση δέν γίνεται χρήση τῆς μιᾶς αὐτόνομα καί ἀνεξάρτητα ἀπό τήν ἄλλη»
1. Ὁ δέ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, θεωρεί ὅτι ὁ καταλληλότερος τρόπος γιά τήν ἀπόδοση τῶν διαφόρων ὀνομάτων στόν Θεό δέν εἶναι ἡ αὐτόνομη καταφατική ἤ ἀποφατική θεώρηση τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἡ λειτουργική συνάφεια καί ταυτόχρονη χρήση τῆς καταφατικής καί τῆς ἀποφατικής θεολογίας. Αὐτήν ὁ Ἅγιος χαρακτηρίζει ὡς «γλυκυτάτη…ἐξ ἀμφοῖν συνάφεια».2

Ο ΓΝΟΦΟΣ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΑΠΕΙΡΟΤΗΤΟΣ

 ὀρθόδοξη Θεολογία3 μᾶς καταθέτει ὅτι ἡ θεία Φύση «ὑπέρκειται παντός φυσικοῦ εἶναι», ξεπερνᾶ κάθε κατάληψη καί γνώση κτιστή. Γι᾿ αὐτό ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος θά ἐκφράσει μέ δύο μόνο λέξεις αὐτή τήν ὑπερβατικότητα τοῦ θείου Ὄντος καί θά πεῖ ὅτι ὁ Θεός μας εἶναι ὁ«πάντων ἐπέκεινα». Δηλαδή, πάνω καί πέρα ἀπ᾿ ὅλα. Ὁ τριαδικός Θεός, ὡς τό ἀπόλυτο, ἄκτιστο καί αἰώνιο πνεῦμα, εἶναι φύσει ἀκατάληπτος καί ἀκατανόητος. Αὐτό θά διατυπώσει μέ τήν περιεκτική ρήση του ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ ἄριστος Δογματολόγος τῆς Ἐκκλησίας μας: «Ἄπειρον οὖν τό θεῖον καί ἀκατάληπτον, καί τοῦτο μόνον αὐτοῦ καταληπτόν, ἡ ἀπειρία καί ἀκαταληψία»4.
Ἠσυχία καί σιωπή περιβάλλουν τό θεῖο σ᾿ ἐκείνη τήν ἀδιερεύνητη καί ἀπόκρυφη κατάσταση τῆς ὑπερβατικότητος, τήν ὁποία ὁ μέν Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης χαρακτηρίζει ὡς «κρυφιόμυστον σιγήν», ὁ δέ Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής ὡς «θείαν ἀφθεγξίαν».5 Ἐπίσης, ἡ κατάσταση αὐτή τῆς ὑπερβατικότητας τοῦ Θεοῦ, χαρακτηρίζεται καί ἀπό τήν γνωστή λέξη «γνόφος». Εἶναι μάλιστα«ὑπέρφωτος γνόφος», πάλι κατά τόν Διονύσιο Ἀρεοπαγίτη6. Γνόφος, κατά τόν ἱερό Πατέρα, εἶναι τό ὑπέρλαμπρο καί ἀπρόσιτο ἐκεῖνο φῶς στό ὁποῖο λέγεται ὅτι κατοικεῖ ὁ Θεός. «Ὁ θεῖος γνόφος ἐστι τό ἀπρόσιτον φῶς, ἐν ᾧ κατοικεῖν ὁ Θεός λέγεται».
Ὅπως γνωρίζουμε, ἡ λέξη «γνόφος» σημαίνει, ἀντάρα, καταχνιά, ὁμίχλη. Ὑπέρφωτος γνόφος, θά λέγαμε ὅτι εἶναι ἕνα πολύ φωτεινό σκοτάδι, ἤ ἕνα πολύ δυνατό φῶς, ἐκτυφλωτικό! Εἶναι μιά κατάσταση πού θά μπορούσαμε λ.χ. νά τήν παρομιάσουμε μέ αὐτό πού θά ἀντιμετωπίσουμε, ἄν σέ ἕνα δωμάτιο τοποθετηθεῖ μία λάμπα τῶν χιλίων watt. Φῶς εἶναι αὐτό πού θά παράγει, ἀλλά φῶς τό ὁποῖο μᾶς τυφλώνει καί δέν μποροῦμε νά δοῦμε καθαρά. Ἔτσι, τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν, εἶναι καί τό θεῖον Φῶς, ἡ Ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Ὅσο πλησιάζεις, τόσο σέ τυφλώνει τό φῶς καί ὅσο νομίζεις ὅτι γνωρίζεις τόν Θεό, τόσο αἰσθάνεσαι τήν ἀγνωσία σου, ἀλλά σίγουρα θεωρεῖς μυστικά τήν παρουσία Του. Τόν βλέπεις, ἀλλά οὐσιαστικά διαπιστώνεις ὅτι δέν μπορεῖς νά Τόν δεῖς. «Ἐν τούτῳ τό ἰδεῖν, ἐν τῷ μή ἰδεῖν, - θά συμπληρώσει ὁ Νύσσης Γρηγόριος -, «ὅτι ὑπέρκειται πάσης εἰδήσεως τό ζητούμενον, οἷον τινι γνόφῳ τῇ ἀκαταληψίᾳ πανταχόθεν διειλημμένον».
7 Δηλαδή, σ᾿ αὐτό βρίσκεται ἡ θέα, στό νά μή βλέπεις, διότι αὐτό πού ζητεῖς εἶναι πάνω ἀπό κάθε γνώση καί περιβάλλεται ἀπό παντοῦ, σάν μέ ἄλλο γνόφο, ἀπό τήν ἀκαταληψία!
Γιά τό λόγο αὐτόν ἀκριβῶς, «τόσο ὁ Διονύσιος Ἀρεοπαγίτης ὅσο καί ὁ Μάξιμος Ὁμολογητής ὑπογραμμίζουν μέ ἔμφαση ὅτι, ἄν ἐπιθυμεῖ ὁ ἄνθρωπος νά γνωρίσει πραγματικά τό Θεό, πέρα ἀπό τίς πνευματικές προϋποθέσεις τῆς καθάρσεως καί τοῦ φωτισμοῦ, πρέπει νά προσέλθει γυμνός ἀπό κάθε ἔννοια καί γνώση καί τότε μόνο θά μπορέσει νά δεῖ «ἀνομμάτως» καί νά γνωρίσει «ἀγνώστως» αὐτόν πού βρίσκεται πάνω ἀπό κάθε θέα καί γνώση
8. Κι᾿ αὐτό γιατί ἡ πραγματική θεωρία καί γνώση τοῦ Θεοῦ συνίσταται γι᾿ αὐτούς στήν ἀορασία καί τήν ἀγνωσία του».9 

Ὁ Θεός, λοιπόν, «δέν κρύπτεται μόνο ἀπό τήν σιγή, ἀλλά καί ἀπό τό σκότος, δέν εἶναι μόνο ὅτι δέν ἀκούγεται, ἀλλά καί ὅτι δέν βλέπεται. Κρυμμένος στό γνόφο, μένει ἄγνωστος, καί ἡ ἀγνωσία ἀποτελεῖ τόν μόνο τρόπο προσεγγίσεώς του, ἀλλά προφανῶς στήν περίπτωση αὐτή ἡ ἀγνωσία εἶναι θετική λειτουργία. Τοῦτο ὑποδεικνύει πραγματικά ὁ ἴδιος ὁ Διονύσιος, καθώς συμπληρώνει τήν εἰκόνα μέ τήν παράσταση τοῦ «ὑπερφώτου γνόφου», τοῦ ὑπερλάμπρου σκότους».10 

ΘΕΟΣ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΥΩΝΥΜΟΣ

 Θεός, ἐπίσης, ὡς πρός τήν ὑπερβατικότητά Του εἶναι καί ἀνώνυμος. Κανένα ὄνομα δέν ἀποδίδεται στό ἀπρόσιτον τοῦ Θεοῦ, στή θεία οὐσία Του. Διότι ἄν γινόταν αὐτό, τότε θά ἐξισωνόταν στή σκέψη μας ὁ Θεός μέ ἕνα φυσικό, κτιστό ἀντικείμενο. Ὁ Θεός εἶναι πέρα ἀπό κάθε «φωνή καί ἔννοια», ὄπως γράφει ὁ ἱστορικός Εὐσέβιος11. Κατά δέ τόν ἅγιο Διονύσιο τόν Ἀρεοπαγίτη, τόν ἀποφατικῶς ὁμιλοῦντα, ὁ Θεός εἶναι ἀνώνυμος καί ἄγνωστος! Κατά δέ τήν Πατερική μας παράδοση, ὁ Θεός εἶναι «ἄλεκτος καί ἀνωνόμαστος».12 Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἀπευθύνεται ἐρωτηματικά πρός τόν «πανώνυμο» Θεό: Ἔχεις ὅλα τά ὀνόματα, καί πῶς νά σέ ὀνομάσω, Ἐσένα τόν μόνον πού δεν μπορεῖ κανείς νά ὀνομάσει; «Πανώνυμε, πῶς σέ καλέσω, τόν μόνον ἀκλήιστον»; Αὐτά βεβαίως ἰσχύουν γιά τό ἄγνωστο μέρος τοῦ Θεοῦ, τό ὑπερβατικό. Ὅταν ὅμως ὁ Θεός ἐμφανίζεται στήν κτίση μέσῳ τῶν θείων ἐνεργειῶν Του ὅπως θά δοῦμε στά παρακάτω, τότε ἔχουμε κατά τήν καταφατική Θεολογία τήν ἀπόδοση ἰδιοτήτων στό Θεό μέ βάση τίς ἐνέργειές του πού ἐκδηλώνονται στήν Oἰκονομία13. Στά ἐγχειρίδια τῆς Δογματικῆς ἀποδίδονται ὀκτώ ἰδιότητες στόν Θεό, ἤτοι, φυσικές: αἰωνιότητα, παντοδυναμία, πανταχοῦ παρουσία· λογικές: σοφία, παντογνωσία καί ἠθικές: ἁγιότητα, δικαιοσύνη, ἀγάπη. Ἀλλά εἶναι πολύ περισσότερες οἱ θεῖες ἰδιότητες, ἀναρίθμητες, ὅπως ὀρθά ἐπισημαίνει ὁ καθηγητής Ν. Ματσούκας14. Ἀποδίδονται, λοιπόν, στόν Θεό ἀπό τούς Πατέρες μας διάφορα ὀνόματα. Μέ ἄλλα λόγια, ἀνάλογα μέ τίς φανερώσεις τοῦ Θεοῦ, τίς λεγόμενες θεοφάνειες, ὀνοματίζεται μέ ποικιλία ὅρων καί εἰκόνων ἀπό τούς Ἁγίους.15 Ἔτσι, ὁ Θεός, κατά τόν ἅγιο Μάξιμο τον Ὁμολογητή θεωρεῖται ὡς «ὁ μόνος νοῦς τῶν νοούντων καί νοουμένων, καί λόγος τῶν λεγόντων καί λεγομένων. καί ζωή τῶν ζώντων καί ζωουμένων, καί πᾶσι πάντα καί ὤν καί γινόμενος, δι᾿ αὐτά τά ὄντα καί γινόμενα»16

ΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑ: ΑΜΕΘΕΞΙΑ ΚΑΙ ΜΕΘΕΞΗ ΘΕΟΥ

Εἶναι πρωταρχικῆς σημασίας νά γνωρίζουμε, ὅτι ὁ τριαδικός Θεός μας ἔχει οὐσία καί ἐνέργεια καί αὐτό εἶναι ἀπολύτως φυσικό, διότι δέν ὑπάρχει φύση ἀνενέργητη. Ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄκτιστη, καί ἡ ἐνέργειά Του εἶναι ἐπίσης ἄκτιστη. Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ἔχουμε οὐσία καί ἐνέργεια κτιστή· ἀφοῦ εἴμαστε κτίσματα, ἔχουμε ἀρχή καί βρισκόμαστε στό χρόνο καί στό χώρο. Ὁ Θεός ὅμως, ὅπως προελέχθη, εἶναι πάνω καί πέρα ἀπό κάθε ἀρχή, χρόνο καί τόπο, εἶναι ἄναρχος καί«φύσει ἄκτιστος», ὅπως λέγεται θεολογικά. Καί συνεπῶς, ὅ,τι δίνει ὁ Θεός, ὅ,τι παρέχει ἀπό τό θεῖο Εἶναι Του, ὁπωσδήποτε εἶναι ἄκτιστο, δέν εἶναι πεπερασμένο ὅπως τά ἀνθρώπινα.
Ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ, εἶναι παντελῶς ἀκατάληπτη καί ἀμέθεκτη ὅπως ἀποκαλεῖται. Καί τυγχάνει ἀδύνατη κάθε γνώση καί κατάληψή της ἀπό τόν πεπερασμένο ἀνθρώπινο νοῦ! Οὔτε οἱ ἄγγελοι, οὔτε οἱ Ἅγιοι κατενόησαν καί οὔτε θά κατανοήσουν ποτέ τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ! Καταληπτή ἀπό τά κτίσματα εἶναι μόνο ἡ ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἐνέργεια εἶναι ἡ φυσική ἔκφρασητῆς θείας οὐσίας - φύσεως. Αὐτή ἀποτελεῖ τήν «πρός τά ἔξω» κίνησή Του, τό ἀποκαλυπτικό καί ἐκστατικό ἅπλωμα τοῦ Θεοῦ στήν κτίση. Αὐτή ἡ θεία ἐνέργεια ὁδηγεῖ ἀγγέλους καί ἀνθρώπους, ὅλα τά νοερά καί αἰσθητά, στή θεία γνώση, τή μετοχή τοῦ Θεοῦ. Ἡ Πατερική μας Παράδοση ἐκφράζει αὐτήν τή θεία πραγματικότητα μέ τά λόγια τοῦ οὐρανοφάντωρος Μ. Βασιλείου: «Ἡμεῖς δέ ἐκ μέν τῶν ἐνεργειῶν γνωρίζειν λέγομεν τόν Θεόν ἡμῶν, τῇ δέ οὐσίᾳ αὐτοῦ προσεγγίζειν οὐχ ὑπισχνούμεθα. Αἱ μέν γάρ ἐνέργειαι αὐτοῦ πρός ἡμᾶς καταβαίνουσιν, ἡ δέ οὐσία αὐτοῦ μένει ἀπρόσιτος»
17. Οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, ἄν καί εἶναι ἄκτιστες κατά τήν φύση, γίνονται ἀντιληπτές ἀπό τά ἀποτελέσματα αὐτῶν, πού εἶναι τά ἔργα τοῦ Θεοῦ18.
Ὡστόσο, νωρίτερα ἀπό τούς Καππαδόκες, στά κείμενα τῶν πρώτων Ἀπολογητῶν τοῦ Χριστιανισμοῦ, Ἀθηναγόρα, Θεοφίλου Ἀντιοχείας καί κυρίως Εἰρηναῖου (συστηματικά), ὑπάρχει διατυπωμένη αὐτή ἡ διάκριση οὐσίας καί ἐνεργειῶν στόν Θεό19. Ἐπίσης ὑπάρχει καί στούς Ἀλεξανδρινούς θεολόγους, Κλήμεντα καί Ὠριγένη20
Εἶναι λοιπόν ὁ Θεός μας ταυτόχρονα καί ὑπερβατικός καί ἐνδοκοσμικός. Καί ἀπρόσιτος καί προσιτός. Καί ἀθέατος καί θεατός. Καί ἄγνωστος καί γνωστός. Ἄγνωστος, ἀπρόσιτος καί ἀθέατος ὡς πρός τήν θεία φύση Του, ἀλλά γνωστός καί καταληπτός ὡς πρός τήν ἐνέργειά Του. Αὐτή εἶναι θά λέγαμε ἡ γέφυρα πού παρεμβάλλεται μεταξύ τοῦ Θεοῦ καί τῆς κτίσεως, διότι, ὅπως ἤδη σημειώσαμε στήν ἀρχή, ὑπάρχει ὀντολογική διαφορά μεταξύ κτιστοῦ καί ἀκτίστου21 καί ὁ μόνος τρόπος ἐπικοινωνίας μέ τό ἄκτιστο εἶναι μέσῳ τῶν θείων ἐνεργειῶν. Ἡ θεία ἐνέργεια, κατά τήν σύνολη Πατερική Διδασκαλία εἶναι ὁ ἀπόρρητος σύνδεσμος κτιστοῦ καί ἀκτίστου καί αὐτή πραγματοποιεῖ τήν ὀντολογική σχέση καί τήν ὑπερφυᾶ ἕνωση ἀνθρώπου καί Θεοῦ.22
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, μέγας Θεολόγος καί ἐξέχων Πατήρ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ 14ουαἰῶνος, ὑπογράμμισε μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς του τήν λεγομένη «διπλόην» τοῦ Θεοῦ, λέγοντας ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἄγνωστος καθ᾿ ἑαυτόν, ἀλλά καθίσταται γνωστός ἀπό τίς ἐνέργειές Του.«Τοῦ Θεοῦ τό μέν ἄγνωστον ἐστι τό δέ γνωστόν, καί τό μέν ἄρρητον τό δέ ρητόν· ἄγνωστος ἐστιν ὁ Θεός ἐκ τῶν κατ᾿ αὐτῶν, γνωστός δέ ἐκ τῶν περί αὐτόν φυσικῶν ἐνεργειῶν».23 

 Θεός, βεβαίως, ὁ Ὁποῖος εἶναι πάνω ἀπό κάθε φύση καί κάθε φυσική κατάληψη τοῦ ἀνθρώπου, «οὐκ ἀμάρτυρον ἑαυτόν ἀφῆκεν» ὅπως διαβάζουμε στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων.24Μέσῳ τῆς φυσικῆς καί ὑπερφυσικῆς ἀποκαλύψεως φανέρωσε τόν ἑαυτό Του στήν κτίση. Ἔτσι, ὁμιλοῦμε καί κατά τρόπο καταφατικό καί λέμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι Ζωή, ὄν, ἀγάπη κλπ., προσαγορεύοντάς Τον μέ τά λεγόμενα «θεῖα ὀνόματα». Καί τελικά ὁ «ἀνώνυμος» Θεός εἶναι καί«πολυώνυμος», λόγῳ τῶν ὀνομάτων πού Τοῦ ἀποδίδονται ἀνάλογα μέ τίς φωτοδοτικές θεοφάνειές Του στήν κτίση, τίς ποικίλες φανερώσεις Του μέσω τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν. Ὁ Θεολόγος Γρηγόριος θά μᾶς πεῖ ἐν προκειμένῳ ὅτι ὁ Δημιουργός καί Κτίστης τῶν Ἁπάντων ἀποκαλύπτεται στόν κόσμο, κηρυσσόμενος μέ σιωπή. «Δηλοῦται ὁ Θεός σιωπῇ κηρυττόμενος»25. Πάντως, στήν Παλαιά Διαθήκη παρουσιάζεται καί ἡ διάκριση μεταξύ «γνόφου»τοῦ Θεοῦ, μέσα στόν ὁποῖο Αὐτός κρύβεται καί «δόξης», μέσα στήν ὁποία ἀποκαλύτεται26.

ΤΟ ΘΕΙΟ ΦΩΣ

Στή συνέχεια θά ἀναφερθοῦμε στό φῶς, περί τοῦ ὁποίου γίνεται λόγος στήν Θεολογία καί τήν Ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας. Τό φῶς εἶναι φυσική ἰδιότητα τοῦ Θεοῦ. Βεβαίως, ὁ Θεός δέν καλεῖται φῶς κατά τήν οὐσία Του ἀλλά κατά τήν ἐνέργειά Του27. Ἡ ἐμπειρία τῶν Ἁγίων μᾶς καταθέτει ὅτι ἐνίοτε Θεός, ὑπό κατάλληλες προϋποθέσεις, ἐμφανίζεται στόν ἄνθρωπο ὡς φῶς. Αὐτό τό φῶς δέν εἶναι κτιστό, ἀλλά ἄκτιστο, δηλαδή ἀδημιούργητο, χωρίς ἀρχή καί τέλος, ἄναρχο καί προαιώνιο. Εἶναι ἡ «Δόξα» τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ, ἡ ἄκτιστη Χάρις, ἡ θεία ἐνέργειά Του. «Τό φῶς τοῦτο, ἤ ἡ ἔλλαμψις, δύναται νά προσδιορισθῇ ὡς ὁ ὁρατός χαρακτήρ τῆς θεότητος, τῶν ἐνεργειῶν ἤ τῆς χάριτος, διά τῆς ὁποίας γνωρίζεται ὁ Θεός».28 Εἶναι τό Θαβώριον φῶς πού εἶδαν οἱ πρόκριτοι τῶν Μαθητῶν κατά τήν Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Πῶς ὅμως, χοϊκά μάτια εἶδαν τά «ὑπέρ φύσιν»; Μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος μέ τούς σωματικούς ὀφθαλμούς νά δεῖ τό ἄκτιστο, τό αἰώνιο καί ἀΐδιο; Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἐν προκειμένῳ κάνει λόγο γιά θεία «μετασκευή» τῶν ὀφθαλμῶν τῶν Μαθητῶν. Ὁ θεόπτης καί ἐμπειρικός Μέγας θεολόγος τοῦ 14ουαἰώνος, γράφει ὅτι οἱ τρεῖς Ἀπόστολοι, μέ μιά ἁγιοπνευματική ἐναλλαγή τῶν αἰσθήσεωνμπόρεσαν καί εἶδαν τότε στό ὄρος Θαβώρ, το θεῖον, ἄκτιστον φῶς. Οὔτε τό φῶς ἦταν αἰσθητό, οὔτε οἱ Μαθητές τό εἶδαν μέ αἰσθητούς ὀφθαλμούς, ἀλλά μέ ὀφθαλμούς πού εἶχαν πρωτίστως μετασκευαστεῖ μέ τή δύναμη τοῦ Αγίου Πνεύματος. «Οὐκοῦν, οὐδέ τό φῶς ἐκεῖνο αἰσθητόν, οὐδέ οἱ ὁρῶντες αἰσθητικοῖς ἁπλῶς ἑώρων ὀφθαλμοῖς, ἀλλά μετασκευασθεῖσι τῇ δυνάμει τοῦ θείου Πνεύματος. Ἐνηλλάγησαν οὖν, καί οὕτω τήν ἐναλλαγήν εἶδον».29 

Προσεγγίζοντας τίς ἔννοιες αὐτές, τοῦ φωτός καί τοῦ γνόφου, μποροῦμε νά καταθέσουμε ὅτι ἡ ὑπερβατικότητα τοῦ Θεοῦ καί ἡ «διπλόη» τῆς θείας φύσεως, δηλαδή τό ἄγνωστο καί τό γνωστό, σέ πολλές περιπτώσεις ἐκφράζεται μέ μιά ἐναλλαγή φωτός καί σκότους, ὅπως τό βλέπουμε στήν περίπτωση τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Ἔτσι, ἐνῶ βλέπουμε τούς Μαθητές ἐπάνω στό Θαβώρ νά βλέπουν τή θεία λαμπρότητα μέ ἐγρήγορση καί ἁγιοπνευματική ἱκάνωση, ἔπειτα ἀμέσως βλέπουμε τή νεφέλη νά τούς ἐπισκιάζει καί νά τούς φοβίζει. Ὁ γνόφος ἔγινε φωτεινός καί ἔπειτα πάλι σκοτεινός30. Ἡ ἐναλλαγή φωτός καί σκότους παρατηρεῖται καί στή θεοφάνεια τοῦ ἀποστόλου Παύλου, πού ἐπισυνέβη κατά τήν πορεία του πρός Δαμασκό. Τόν θεοκήρυκα ἀπόστολο τῶν Ἐθνῶν «περιήστραψε φῶς ἐκ τοῦ οὐρανοῦ» καί ἔπεσε στή γῆ. Ἄκουσε δέ, τήν φωνή τοῦ Θεοῦ: «Σαούλ, Σαούλ, τί μέ διώκεις»;31 Ὅταν ὅμως σηκώθηκε, δέν ἔβλεπε τίποτα, παρόλο πού τά μάτια του ἦσαν ἀνοιχτά. Καί εἶναι ἀλήθεια ὅτι «τό σκότος τοῦ ὑπερβατικοῦ παραμένει ἀκέραιο, ἀλλά εἶναι σκότος φωτεινό. Ἔτσι, ὁ θεῖος γνόφος, κατά μία ἀντινομία πού προσιδιάζει στήν διπλότητα τῆς θείας φύσεως, μπορεῖ νά χαρακτηρισθῆ ὡς «ἀπρόσιτον φῶς», μέσα στό ὁποῖο κατοικεῖ ὁ Θεός».32 Ὑπό αὐτήν τήν ἔννοια, μέ ἀσφάλεια μπορεῖ νά τονίσει κανείς, ὅτι τό «φῶς» καί ὁ «γνόφος» εἶναι ἀπό τίς σπουδαιότερες ἔννοιες τῆς χριστιανικῆς Θεολογίας33.

Ο ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΩΣ ΦΩΣ

Θά πρέπει ὅμως νά κάνουμε λόγο καί γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό ὡς Φωτός, ἀφοῦ Ἐκεῖνος εἶναι «τό Φῶς τό Ἀληθινόν, τό φωτίζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον». Εἶναι γεγονός ὅτι μέσα ἀπό τό φῶς τοῦ Χριστοῦ βλέπουμε τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὅπως ψάλλουμε στήν Δοξολογία («ἐν τῷ φωτί σου ὀψόμεθα φῶς»). Καί στήν Ὑμνολογία τῆς μεγάλης Δεσποτική ἑορτῆς τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, στό «Ἐξαποστειλάριο», τήν ἴδια θεολογική ἀλήθεια διατυπώνουμε ὑμνολογικῶς:

«Φῶς ἀναλλοίωτον Λόγε, φωτός Πατρός ἀγεννήτου ἐν τῷ φανέντι φωτί σου, σήμερον ἐν Θαβωρίῳ, φῶς εἴδομεν τόν Πατέρα, φῶς καί τό Πνεῦμα, φωταγωγοῦν πᾶσαν κτίσιν».

Ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός εἶναι «φῶς ἐκ φωτός», καθώς ὁμολογοῦμε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Εἶναι τό «σεσαρκωμένον φῶς», μέσῳ τοῦ ὁποίου θεᾶται ὁ ἀθέατος Πατήρ, τό ἀγέννητον φῶς. Ἐδῶ κάνουμε λόγο περί τοῦ δόγματος τῆς Χριστολογίας, πού συνεπάγεται γιά μᾶς τήν σωτηρία. Καί τοῦτο διότι οἱ μεγάλοι καί τιτάνειοι ἀγῶνες τῆς Ὀρθοδοξίας γιά τήν κατοχύρωση καί ἑρμηνεία τοῦ χριστολογικοῦ δόγματος, ἐξηγοῦνται ἀπό τό γεγονός ὅτι στήν πίστη μας μας ἡ Χριστολογία ἐπέχει θέση σωτηριολογίας, φανερώνοντας τήν ἐξύψωση, ἐκλάμπρυνση καί θέωση τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως στό ἑνιαῖο πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, μέσα ἀπό τήν ἄφραστη ἕνωσή της μέ τή θεία φύση. Ὁ Χριστός, διά τῆς Ἐνανθρωπήσεως, ἕνωσε στό Πρόσωπό του τίς δύο φύσεις, θεία καί ἀνθρώπινη, «ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως, ἀχωρίστως»
34.
Συνδέοντας τώρα τό γεγονός τῆς Ἐνσαρκώσεως μέ τό φῶς, μποροῦμε νά ποῦμε πώς τό μυστήριο τοῦ Ἐνσαρκωθέντος Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ ἔγκειται στό γεγονός ὅτι λαμβάνει χώρα γιά πρώτη φορά στόν κόσμο ἡ φανέρωση τοῦ φωτός, δηλαδή τῆς Χάριτος, ὅπως ἐκχέεται ἀπό τόν Πατέρα διά τοῦ Υἱοῦ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Ὁ Υἱός διά τοῦ Πνεύματος ἐκχέει αὐτή τήν Χάρη πάνω στήν ἀνθρώπινη φύση Του. Ἔτσι, ὁλόκληρη ἡ ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ, ἐμφανίζεται στήν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ, πού θεώνεται «ἐξ ἄκρας συλλήψεως» ὅπως διατυπώνεται θεολογικά. Μέ αὐτό τό γεγονός, ὁλόκληρη ἡ κτίση, σύμπασα ἡ δημιουργία, ἑνώνεται μέ τόν Θεό καί μετέχει στή ζωή τοῦ Θεοῦ! Καί τοῦτο διότι αὐτή ἡ Χάρις εἶναι ἡ «Δόξα» τοῦ Θεοῦ ἡ ὁποία περιβάλλει τήν οὐσία Του. Αὐτή ἡ αἰώνια ἀκτινοβολία δόξης, ἁγιότητος, ἀπείρων δωρεῶν καί μεγάλων χαρίτων, εἶναι φῶς γνώσεως καί ζωῆς καί θεία ἔλαμψη, καθώς φῶς τό ὁποῖο δέν φωτίζει μόνο ἀλλά τρέφει καί ζωοποιεῖ καί ἀνακαινίζει, ἀφοῦ ὡς ζωντανή Χάρις καί ζωή τοῦ Θεοῦ πού ἐκδηλώνεται «πρός τά ἔξω», μέσῳ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Συνεπῶς, ἀφοῦ ὁ Θεός Λόγος ἔγινε ἄνθρωπος, ἔχουμε αὐτήν τήν ὑπερφυῆ ἕνωση κτιστοῦ καί ἀκτίστου διά τοῦ Λόγου, διότι ἡ ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ ἔγινε ἡ πηγή τῆς ἀκτίστου Δόξης καί Χάριτος. Μέχρι τότε, στήν πρό τῆς Σαρκώσεως ἐποχή, πολλοί ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, κυρίως προφῆτες καί δίκαιοι, ἀλλά ἀκόμη καί Ἕλληνες φιλόσοφοι διά τοῦ λεγομένου σπερματικοῦ λόγου35, ἔχουν μιά αἴσθηση τῆς Χάριτος καί τῆς ἀληθείας τοῦ Θεοῦ. Ὅμως, τότε, ἦταν ἐντελῶς ἀνέφικτη ἡ ἕνωση τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν ζωή τοῦ Θεοῦ. Δέν ἦταν δυνατόν ὁλόκληρος ὁ Θεός νά ἐγκατοικήσει μέσα στόν ἄνθρωπο καί ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος νά ἑνωθεῖ μέ τόν Θεό. Αὐτό ἔγινε μέ τήν πρόσληψη τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ἀπό τόν Χριστό. Ἐκεῖ ἔχουμε τήν λεγομένη «ἀντίδοση τῶν ἰδιωμάτων» τῆς καθεμιᾶς φύσεως πού ἑνώθηκαν στό Πρόσωπο τοῦ Λόγου, μέ ἄλλα λόγια τό μυστήριο τῆςσυνεργίας τῶν δύο φύσεων, ὅπως διεκήρυξε θεολογικά ἡ Δ΄ Οἰκουμενική Σύνοδος τῆς Χαλκηδόνας. Τό μέγα αὐτό μυστήριο φανερώνεται στόν κόσμο διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Γιά τό λόγο αὐτό θά πρέπει νά κατανοοῦμε ὅτι ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, σώζει τόν κόσμο, ὄχι μέ αὐτά πού κάνει, ἀλλά μέ αὐτό πού εἶναι. Αὐτά πού ἐνεργεῖ ὁ Χριστός, δηλαδή θαύματα, ἰάσεις ἀσθενῶν κλπ., μᾶς βοηθοῦν νά καταλάβουμε αὐτό πού εἶναι, διότι αὐτό συνιστᾶ τήν σωτηρία μας! Καί αὐτό εἶναι ἡ ἀπόλυτη κοινωνία τῆς Χάριτος, τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ, μέ τίς ἐνέργειες τοῦ ἀνθρώπου, πού πραγματοποιεῖται στό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι, ἔχουμε καί ἐμεῖς πλέον τόν τρόπο νά μετάσχουμε χαρισματικά στή θεία φύση μέσῳ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως τοῦ Χριστοῦ, νά γίνουμε «θείας φύσεως κοινωνοί» ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Πέτρος36. Ὅταν λ.χ. μεταλαβάνουμε «Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ», παρόλο πού τά θεῖα Δώρα εἶναι ὑλικά, κοινωνοῦμε μέ τήν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, μέ τήν θεότητα, μέ τήν ὁποία εἶναι ἑνωμένη ἡ ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ. Μέσῳ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως τοῦ Χριστοῦ ἔχουμε κατά Χάριν αὐτό τό ὁποῖο Ἐκεῖνος ἔχει κατά φύσιν. Αὐτῆς τῆς δωρεᾶς ἀξιώνεται ὁ ἄνθρωπος, ὅταν πιστεύει στόν Χριστό ὡς φῶς.
 σχετική προτροπή τοῦ Κυρίου μας στό ἱερό Εὐαγγέλιο, ἰσχύει γιά ὅλους τούς Χριστιανούς:«Ἕως τό φῶς ἔχετε, πιστεύετε εἰς τό φῶς, ἵνα υἱοί φωτός γέννησθε».
37 Ἕως ὅτου ἔχετε ἐμένα ἀνάμεσά σας, λέγει ὁ Θεάνθρωπος, πού εἶμαι τό φῶς, νά πιστεύετε στό φῶς καί νά ἀναγνωρίσετε ὅτι ἐγώ εἶμαι τό Ἀληθινό καί μοναδικό σέ ποιότητα καί θειότητα φῶς, ὥστε να γίνεται καί σεῖς παιδιά τοῦ φωτός, δηλαδή νά καταυγασθεῖτε ὑπαρξιακῶς ἀπό τό δικό μου φῶς τῆς ἀληθείας καί τῆς Ἁγιότητος. Δέν πρόκειται γιά ποιητική μεταφορά, σχῆμα λόγου, ἤ ἄλλη φράση, ἀλλά γιά πρόταση ἡ ὁποία ἐνέχει μέγα βάθος θεολογικό. Ὁμιλώντας στό συγκεκριμένο χωρίο ὁ Κύριος γιά τό φῶς, ἐννοεῖ τήν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία ἀναπαύεται σ᾿ Αὐτόν, στήν ἀνθρώπινη φύση Του. Συνεπῶς, εἶναι εὔκολο νά κατανοηθεῖ τί ἐννοεῖ ὁ Χριστός λέγοντας «πιστεύετε εἰς τό φῶς», ἐννοώντας ὅτι πρέπει νά πιστεύουμε ὑπαρξιακῶς στήν θεότητά Του, ἐκ τῆς ὁποίας λάβαμε τήν σωτηρία καί γίναμε «καινή κτίσις»38.
Αὐτός ὁ Γλυκύτατος Σωτῆρας μας Ἰησοῦς Χριστός εἶναι δρόσος, ὕδωρ καί ποταμός. Ἔτσι τόν προσαγορεύει ἕνας μεγάλος Πατήρ καί βαθυστόχαστος, ὁ ὁποῖος μέ ἕναν μοναδικό θά λέγαμε τρόπο εἰσέδυσε στό μυστήριο τοῦ Θεοῦ, ὁ Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής: «Ὁ τοῦ Θεοῦ Λόγος, καί δρόσος λέγεται καί ἐστίν· καί ὕδωρ καί πηγή καί ποταμός ὡς γέγραπται· κατά τήν ὑποκειμένην δηλονότι τῶν δεχομένων δύναμιν, ταῦτα καί ὤν καί γενόμενος».39 

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

 Θεός στήν Πατερική Γραμματεία ἀποκαλεῖται «Ἀμήχανον κάλλος», δηλαδή, κάλλος πού δέν μπορεῖ κανείς νά τό μηχανευτεῖ, νά τό διανοηθεῖ, νά τό φανταστεῖ. Πρῶτος ὁ Πλάτων στήν «Πολιτεία» του ἀπεκάλεσε τόν Θεό «Ἀμήχανον κάλλος»40, καί ἀργότερα ἡ φράση αὐτή χρησιμοποιεῖται αὐτούσια στούς Ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
Σέ κάθε περίπτωση, ὁ ἐν Τριάδι Ἅγιος Θεός μας εἶναι μυστήριο πού ὑπερβαίνει τίς ἀντιληπτικές μας ἱκανότητες. Ὁ Θεός δέν γινώσκεται διανοητικά, ἀλλά βιώνεται ὑπαρξιακά. Μέσα στό χῶρο τῆς Ἁγίας, ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὁ ἄνθρωπος, συνδυάζοντας ἄσκηση καί μετοχή στά θεῖα μυστήρια, γνωρίζει «κατ᾿ αἴσθησιν ψυχῆς» τόν Θεό, ἀποκτᾶ μέθεξιν Θεοῦ, μέθεξιν τῆς ἀκτίστου Χάριτος. Αὐτός εἶναι καί ὁ σκοπός τῶν δογμάτων, μέ τά ὁποῖα διατυπώνεται (καί ὁριοθετεῖται) ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας. Τά δόγματα ἔχουν σωτηριολογικό σκοπό. Ὑπηρετοῦν ὡς ὑπαρξιακοί δεῖκτεςπροσανατολισμοῦ τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι προτάσεις αἰωνίου ζωῆς. Γι᾿ αὐτό ἡ Ἐκκλησία ἀρνεῖται τήν παραχάραξη τῶν δογματικῶν ἀληθειῶν της, διότι κάθε ἀλλοίωση δέν εἶναι ὑπόθεση ἁπλῶς μιᾶς διαλεκτικῆς ἐνστάσεως, ἀλλά συνιστᾶ καταστροφή τῆς δυνατότητας σωτηρίας! Τό κάθε δόγμα δέν εἶναι μιά αὐθαίρετη μεταφυσική πίστη, ὅπως αὐτό ἰσχύει στή Φιλοσοφία, ἀλλά εἶναι μια θεία πρόταση ἐμπειρική, εἶναι δρόμος πρός τόν Θεό, τόν ὁποῖον βάδισαν διά μέσου τῶν αἰώνων ὅσοι δέχθηκαν αὐτή τήν ὑπαρξιακή πρόταση. Βεβαίως, τά δόγματα συνδέονται καί μέ τό ἦθος καί τήν καθημερινή συναναστροφή τῶν πιστῶν, ὅπως τό βλέπουμε στή ζωή τῶν Ἁγίων, πού γνώρισαν τόν Θεό ὑπαρξιακά, ἀφοῦ δόγμα καί ἦθος, ὀρθοδόξως συνδέονται καί συνυπάρχουν ἁρμονικά. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος θά γράψει χαρακτηριστικά ὅτι «βίος ἀκάθαρτος ἐμποδίζει δόγμασιν ὑψηλοῖς, οὐκ ἀφιείς τό διορατικόν φανῆναι τῆς διανοίας»
41. Καί ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής θά ἐπαινέσει κάποιον πρεσβύτερο Μάριο, γιά τήν ὀρθή δογματική του ἀντίληψη, πού ἦρθε ὡς ἐπιστέγασμα τῆς ἐνάρετης ζωῆς του.«Ἐντεῦθεν σοι τῇ κατορθώσει τῶν ἀρετῶν ἡ τῶν θείων συνήφθη δογμάτων κατάληψις»42.

Τά ὅσα ἀναφέρθηκαν ἀκροθιγῶς στό κείμενο αὐτό, θά πρέπει κατά τήν ταπεινή μας γνώμη νά γνωρίζουν πολύ καλά ὅσοι μετέρχονται ἔργον ποιμαντικῆς, πνευματικῆς πατρότητος ἀλλά καί διδαχῆς μέσα στήν Ἐκκλησία, ἤτοι, ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, θεολόγοι, ἱεροκήρυκες. Καί νά τά μεταδίδουν στόν λαό τοῦ Θεοῦ, ὥστε ἀφ᾿ ἑνός μέν νά γνωρίζει τόν Θεό πού πιστεύει καί λατρεύει, ὥστε νά προχωρήσει ἀπό τήν «ψιλή» γνώση στήν βαθειά ὑπαρξιακή βιωματική γνώση τοῦ Θεοῦ καί ἀφ᾿ ἑτέρου νά μήν παγιδεύεται ἀπό τούς ποικιλωνύμους αἱρετικούς οἱ ὁποῖοι ἰδιαιτέρως στίς πονηρές ἡμέρες μας μέ ἰδιαίτερη τέχνη, δαιμονική, διαστρέφουν «τάς ὁδούς τοῦ Κυρίου τάς εὐθείας»43. Τό μεγαλύτερο κακό, λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος εἶναι ἡ ἄγνοια τῶν θείων Γραφῶν. Αὐτή ὁδηγεῖ ἀφεύκτως στήν ἄγνοια τοῦ Θεοῦ. Καί πόσο τραγικό εἶναι νά ἀγνοεῖ τό δημιούργημα τόν Δημιουργό καί Κτίστη τοῦ παντός, τόν καλοῦντα τά μή ὄντα ὡς ὄντα! Γι᾿ αὐτό ὁ πιστός ὀφείλει στἐρεος στό ἄθλημα τῆς γνώσεως τοῦ θείου Ὄντος, ὥστε νά ἀξιωθεῖ νά μετάσχει τῆς πρός τόν Θεόν «πρόσωπον πρός πρόσωπον» κοινωνίας στά ἔσχατα.

_________________________________________


1 Βλ. Γ. Μαρτζέλου, Κατάφαση καί ἀπόφαση κατά τήν ὀρθόδοξη Πατερική Παράδοση (ἄρθρο).
2 MPG. 94, 848 Β.
3 Κάνοντας λόγο γιά ὀρθόδοξη Θεολογία θά πρέπει πληροφοριακῶς νά ἀναφέρουμε σχετικά μέ τήν ἐπικρατοῦσα ὁρολογία ὅτι οἱ ὅροι «θεολογία», «θεολόγος», «θεολογεῖν» προέρχονται ἀπό τήν ἀρχαία ἑλληνική γραμματεία καί εἶναι ἄγνωστοι στήν Ἁγία Γραφή, εἰσήχθησαν δέ στήν χριστιανική Γραμματεία ἀπό τούς Ἀπολογητές, οἱ ὁποῖοι καί ἐπιχείρησαν τήν ἀνάπτυξη διαλόγου μεταξύ Χριστιανισμοῦ και Ἑλληνισμοῦ. Οἱ ὅροι αὐτοί ἐπικράτησαν τελικά εὑρύτερα στήν Ἐκκλησία ἀπό τόν τέταρτο μ. Χ. αἰῶνα. Βλ. Γ. Μαντζαρίδη, «Ἡ ἔννοια τῆς Θεολογίας», Κληρονομία 1, Α΄, 1969. 
4 Βλ. Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς ὀρθοδόξου πίστεως 1, 4, MPG. 94, 800 Β.
5 Π. Χρήστου, Τό μυστήριο τοῦ Θεοῦ, ἐκδ. Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 35.
6 Περί Μυστικῆς Θεολογίας, 5, MPG. 3, 1045 D.
7 Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης, Εἰς τόν βίον τοῦ Μωυσέως, Εἰσαγωγή, κείμενο, μετάφραση, σχόλια, ἀρχιμ. Παγκράτιος Μπρούσαλης, ἐκδ, Ἀποστολικῆς Διακονίας, σελ. 176.
8 Βλ. Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, όπ. παρ., 2, PG 3, 1025 ΑΒ. Μαξίμου Ομολογητού, Πρός Θαλάσσιον, Περί διαφόρων ἀπόρων τῆς Θείας Γραφῆς 25, PG 90, 333 CD .
9 ὅπου π. Γ. Μαρτζέλου, Κατάφαση…
10 Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, Περί Μυστικῆς Θεολογίας, 5, MPG. 3, 1045 D.
11 MPG. 20, 1385 B. (Eἰς Κωνσταντῖνον βασιλέα τριακονταετηρικός).
12 Εὐσεβίου, Εἰς Κωνσταντῖνον βασιλέα τριακονταετηρικός 12, MPG. 20, 1385 B.
13 Βλ. Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Περί μυστικής Θεολογίας, Πρός Τιμόθεον, 1, 2, PG 3, 1000 B. 3,PG 3, 1033 C. Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Μυσταγωγία, Προοίμ., PG 91, 664 Β .
14 Βλ. Ὀρθοδοξία καί αἵρεση, ἐκδ. Πουρναρᾶ 1992, σελ. 253.
15 Ν. Ματσούκα, Δογματική Γ΄, σελ. 137
16 Βλ. Μυσταγωγία, Προοίμ., MPG 91, 664 Α.
17 Βλ. Μ. Βασιλείου Ἐπιστολή 234, 1, PG 32, 869 ΑΒ. Ὁ δέ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, τίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ ὀνομάζει «δυνάμεις». Ἄλλοι Ἅγιοι τίς ὀνομάζουν «προόδους» κλπ., στοιχούμενοι βεβαίως στήν ἴδια ὀρθόδοξο Διδασκαλία. Αὐτήν τήν πατερική Παράδοση περί τοῦ θέματος αὐτοῦ ἀνέπτυξε διεξοδικῶς τόν 140ο αἰώνα ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἔχοντας ἐνώπιόν του τίς προκλήσεις τῆς δυτικῆς θεολογίας στό πρόσωπο τοῦ Βαρλαάμ Καλαβροῦ, ὁ ὁποίος δίδασκε ἕναν ἀμέθεκτο Θεό, ἀποκλείοντας τό ἄκτιστο τῆς θείας ἐνεργείας καί τό μεθεκτόν τοῦ Θεοῦ. Οὐσιαστικά ὁ Βαρλαάμ ἀπέκλειε τήν δυνατότητα τῆς σωτηρίας, ἀφοῦ γκρέμιζε τή «γέφυρα» (τό «συνδοῦν», κατά τή φράση τοῦ Γρηγορίου Παλαμᾶ), πού ἑνώνει τό κτιστό μέ τό ἄκτιστο. 
18 Ν. Ξιώνη, Οὐσία και ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης, ἐκδ. Γρηγόρη, Ἀθήνα 1999, σελ. 19.
19 Βλ. Γ. Μαρτζέλου, Οὐσία καί ἐνέργειαι τοῦ Θεοῦ κατά τόν Μέγαν Βασίλειον, ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 1993, σελ. 18-19.
20 ὅπου π. σελ. 20.
21 Ἡ ὀντολογική ἀπόσταση ἡ ὁποία διακρίνει τόν Ἄκτιστο Θεό ἀπό τόν κτιστό κόσμο εἶναι ἀπροσμέτρητη, διότι ὅπως σημειώνει ὁ ἱερός Δαμασκηνός, σέ καμία περίπτωση «τό ἐκ μή ὄντος εἰς τό εἶναι παραγόμενον συναΐδιον εἶναι τῷ ἀνάρχῳ καί ἀεί ὄντι (τῷ Θεῷ)». Βλ. Ἔκδοσις ὀρθοδόξου πίστεως, 1, 8, MPG. 94, 813 Α.
22 Βλ. Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Πρός τόν μοναχόν Ἀρσένιον τόν Στουδίτην, Συγγράμματα, Π. Χρήστου, τόμ. Α΄, 316.
23Διάλεξις μετά Γρηγορᾶ, 24, Ἁγίου Γρ. Παλαμᾶ Συγγράμματα, Π. Χρήστου, τόμ. Δ΄, σελ.225.
24 Πρ. ιδ΄, 17
25 Λόγος 6, 14.
26 Γ. Μαρτζέλου, Ούσία καί ἐνέργειαι Θεοῦ…σελ. 18.
27 Βλ. Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Κατά Ἀκινδύνου«Ὅτι φῶς ὁ Θεός οὐ κατ᾿ οὐσίαν, ἀλλά κατ᾿ ἐνέργειαν λέγεται». MPG. 150, 823. 
28 Βλ. Vladimir Lossky, Ἡ Μυστική Θεολογία τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, σελ. 264.
29 Ὁμιλία ΛΔ΄, Εἰς τήν Σεπτήν Μεταμόρφωσιν…, ΕΠΕ, 10, 374.
30 Π. Χρήστου, Τό μυστήριο τοῦ Θεοῦ, σελ. 35.
31 Πράξ. 22, 7.
32 ὅπου π. 
33 Π. Χρήστου, Θεολογικά μελετήματα, Νηπτικά και Ἠσυχαστικά, σελ. 217
34 Mansi, 7,116.
35 Τήν ὕπαρξη τοῦ σπερματικοῦ λόγου ὡς μιᾶς προπαιδείας τῆς ἐν Χριστῷ Ἀποκαλύψεως, δέχονται πολλοί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως λ.χ. ὁ Μ. Ἀθανασιος, οἱ Καππαδόκες, ὁ ἱερός Χρυσόστομος, γράφοντας μάλιστα ὅτι «ὡς ἐν αἰνίγματι ὑπάρχει μέρος τῆς ἀληθείας» (MPG. 55, 498. 62, 20) κ.ἄ. (Βλ. Σπ. Τσιτσίγκου, περί σπερματικοῦ λόγου, ἄρθρο). 
36 Β΄Πέτρ. 1, 14.
37 Ἰω. 12, 36.
38 Β΄ Κορ. 5, 17.
39 Περί θεολογίας καί τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, MPG. 90, 1153BC
40 Πρωτ. Νικολάου Λουδοβίκου, Θεολογική ἱστορία τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Φιλοσοφίας, ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη, σελ. 171
41 Α΄Κορ. 8, MPG. 61,7.
42 Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Πρός Μαρῖνον, MPG. 91, 12 Α. Βλ. Γ. Μαντζαρίδη,Χριστιανική Ήθική, 1, ἐκδ. Πουρναρᾶς, 2002, σελ. 177.
43 Πρ. 13, 4 -13. 



Τετάρτη 6 Ιανουαρίου 2016

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΣΑΡΚΩΣΕΩΣ (Ἁγίου Συμεῶν τοῦ Νέου Θεολόγου)



(Βίβλος των Ηθικών Λόγος Α΄, Κεφάλαιο γ')



Για να προσεγγίσουμε την σάρκωση του Λόγου και την απόρρητη γέννησή του από την αειπάρθενο Μαρία και να κατανοήσουμε καλά το μυστήριο της οικονομίας για την σωτηρία του γένους μας το κρυμμένο προ των αιώνων (Εφεσίους 3:9), θα μας βοηθήσει η εξής γνωστή εικόνα:


Κατά την δημιουργία της προμήτορος Εύας ο Θεός πήρε την έμψυχη πλευρά του Αδάμ και την ολοκλήρωσε σε γυναίκα, γι’ αυτό δεν εμφύσησε σ’ αυτήν πνοή ζωής καθώς και στον Αδάμ, αλλά το μέρος που έλαβε από την σάρκα του το τελειοποίησε σε ολόκληρο σώμα γυναικός, την δε απαρχή του πνεύματος που έλαβε μαζί με την έμψυχη σάρκα την τελειοποίησε σε ψυχή ζωντανή δημιουργώντας με τα δυό μαζί έναν άλλον άνθρωπο. 

Κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο ο πλαστουργός και κτίστης Θεός πήρε από την Αγία Μαρία έμψυχη σάρκα σαν ζύμη και μικρή απαρχή από το φύραμα της φύσεώς μας - δηλαδή από την ψυχή και το σώμα μαζί - και την ένωσε με την δική του ακατάληπτη και απρόσιτη Θεότητα.

Ή μάλλον ένωσε πραγματικά όλη την υπόσταση της Θεότητός του με την δική μας φύση,την έσμιξε άμικτα μ’ αυτή και την έκανε άγιο ναό του. Έτσι ο ποιητής του Αδάμ έγινε ατρέπτως και αναλλοιώτως τέλειος Άνθρωπος....

Όπως ακριβώς λοιπόν από την πλευρά του Αδάμ έπλασε την γυναίκα, έτσι, αφού δανείστηκε την σάρκα από την θυγατέρα του Αδάμ την αειπάρθενο και Θεοτόκο Μαρία και την έλαβε χωρίς σπορά, γεννήθηκε κατά τον ίδιο τρόπο με τον πρωτόπλαστο.

Ώστε όπως ακριβώς ο Αδάμ με την παράβαση έγινε η αρχή της γεννήσεως μας στην φθορά και στον θάνατο, έτσι και ο Χριστός και Θεός μας με την εκπλήρωση κάθε δικαιοσύνης έγινε η απαρχή της αναγεννήσεώς μας στην αφθαρσία και την αθανασία.

Αυτό εννοεί ο θείος Παύλος όταν λέει: «Ο πρώτος άνθρωπος πλάστηκε από τη γη χοϊκός. Ο δεύτερος άνθρωπος, δηλαδή ο Κύριος, είναι επουράνιος.

 Ό,τι λογής ήταν ο χοϊκός τέτοιοι είναι και όλοι οι χοϊκοί και ό,τι λογής είναι ο επουράνιος τέτοιοι είναι και όλοι όσοι γίνονται επουράνιοι δι’ αυτού.» (Α’ Κορινθίους 15:47-48).

Και πάλι: «Η απαρχή είναι ο Χριστός, έπειτα όσοι είναι του Χριστού.» (Α’ Κορινθίους 15:23).

Επειδή λοιπόν ο Χριστός έγινε τέλειος άνθρωπος κατά την ψυχή και το σώμα, όμοιος με μας σε όλα εκτός από την αμαρτία, μας μεταδίδει την Θεότητά του λόγω της πίστης μας σ’ αυτόν και μας καθιστά συγγενείς του κατά την φύση και την ουσία της Θεότητάς του.

Πρόσεξε το νέο και παράδοξο μυστήριο: Ο Θεός Λόγος έλαβε από μας σάρκα, που δεν είχε εκ φύσεως και έγινε άνθρωπος, που δεν ήταν. Από τότε μεταδίδει στους πιστούς την Θεότητά του - την οποία κανείς από τους αγγέλους ή τους ανθρώπους δεν είχε αποκτήσει - και μ’ αυτόν τον τρόπο γίνονται θεοί κατά χάρη και θέση, που δεν ήταν.

Έτσι χαρίζει σ’ αυτούς την εξουσία να γίνονται τέκνα Θεού (κατά Ιωάννην 1:12) γι’ αυτό και έγιναν και πάντοτε θα γίνονται και ποτέ δεν θα πάψουν να γίνονται.

Άκουσε και τον θείο Παύλο που παρακινεί σ’αυτό: «Όπως φορέσαμε την εικόνα του γήινου, ας φορέσουμε και την εικόνα του επουράνιου.» (Α’ Κορινθίους 15:49).

Ο Θεός λοιπόν του παντός με την σωματική του παρουσία στην γη ήλθε για να αναπλάσει και να ανακαινίσει τον άνθρωπο και να ευλογήσει όλη την κτίση που επέσυρε επάνω της την κατάρα εξαιτίας του ανθρώπου.

Και πρώτα ζωοποίησε την ψυχή που έλαβε και αφθαρτώντας την τήν θέωσε, ενώ το άχραντο σώμα του, αν και το θέωσε, όμως το κρατούσε ακόμη φθαρτό και υλικό.

Γιατί το σώμα που τρώει και πίνει, κοπιάζει και ιδρώνει, δένεται και σέρνεται, υψώνεται στον σταυρό και καρφώνεται, είναι βέβαια φθαρτό και υλικό, αφού μάλιστα πέθανε και τοποθετήθηκε νεκρό στο μνημείο.

Μετά δε την ανάστασή του συνανέστησε και το σώμα του άφθαρτο, πνευματικό, όλο θείο και άυλο, γι’ αυτό και δεν συνέτριψε τις σφραγίδες του μνήματος, εισερχόταν δε και εξερχόταν ελεύθερα μέσα από τις κλειστές πόρτες...    

Αλλά γιατί μαζί με την ψυχή δεν έκανε αμέσως και το σώμα πνευματικό και άφθαρτο; επειδή και ο Αδάμ τρώγοντας τον απαγορευμένο καρπό ευθύς μεν με την παράβαση πέθανε κατά την ψυχή, ενώ κατά το σώμα ύστερα από πολλά χρόνια.

Γι’ αυτό και ο Χριστός πρώτα ανέστησε και ζωοποίησε την ψυχή που τιμωρήθηκε με το επιτίμιο του θανάτου, έπειτα δε οικονόμησε να απολαύσει και το σώμα την αφθαρσία δια της αναστάσεως, αυτό που δια του θανάτου επέστρεφε στην γη κατά την αρχαία απόφαση.

Κι όχι μόνον αυτό, αλλά κατέβηκε στον άδη ελευθερώνοντας από τα δεσμά τις ψυχές των εκεί φυλακισμένων αγίων και τις κατέταξε σε τόπο αναπαύσεως και ανεσπέτρου φωτός. Τα σώματά τους όμως δεν τα ανέστησε, αλλά τα άφησε στους τάφους μέχρι την κοινή ανάσταση.

Το μυστήριο λοιπόν αυτό που συντελέστηκε για όλο τον κόσμο με την ένσαρκη οικονομία του Χριστού, τούτο το ίδιο γινόταν και σε κάθε άγιο και γίνεται αδιαλείπτως μέχρι σήμερα σε κάθε πιστό...

Γιατί λαμβάνοντας το πνεύμα του Δεσπότη και Θεού μας συμμετέχουμε στην θεότητά του,τρώγοντας δε την πανάμωμο σάρκα του γινόμαστε αληθινά και εξ ολοκλήρου σύσσωμοιτου Χριστού και συγγενείς του, καθώς και αυτός ο θείος Παύλος βεβαιώνει: «Είμαστε οστούν από τα οστά του και σάρκα από την σάρκα του» (Εφεσίους 5:30).


Και αλλού: «από τον πλούτο της θεότητός του όλοι εμείς λάβαμε αλλεπάλληλες δωρεές»(κατά Ιωάννην 1:16 και Κολασσαείς 2:9). Έτσι γινόμαστε κατά χάριν όμοιοι με τον φιλάνθρωπο Θεό και Δεσπότη μας ανακαινισμένοι στην ψυχή, άφθαρτοι και αναστημένοι από νεκροί που ήμαστε.

Τότε βλέπουμε αυτόν που καταδέχτηκε να γίνει όμοιός μας και βλεπόμαστε απ’ αυτόν, που μας αξίωσε να γίνουμε όμοιοί του, όπως κάποιος βλέπει από μακριά το πρόσωπο του φίλου του και διαλέγεται μ’ αυτόν και συνομιλεί και ακούει την φωνή του.

Κατά τον ίδιο τρόπο και οι απ’ αιώνος άγιοι και οι παλαιοί και οι τωρινοί πνευματικά βλέποντες δεν βλέπουν σχήμα ή είδος ή ομοίωμα, αλλά φως ασχημάτιστο, επειδή και αυτοί είναι φως εκ του φωτός, δηλαδή του Αγίου Πνεύματος.

Όμως αν και φτάνουν σ’ αυτή την κατάσταση, τα σώματά τους δεν γίνονται αμέσως άφθαρτα και πνευματικά, αλλά όπως ακριβώς το σίδερο που πυρακτώνεται στην φωτιά παίρνει την λαμπρότητά της, όταν όμως απομακρυνθεί απ’ αυτήν γίνεται πάλι ψυχρό και μαύρο, έτσι ακριβώς και τα σώματα των αγίων:

Μετέχοντας και αυτά στο θείο πυρ, δηλαδή στην χάρη του Θεού, αγιάζονται, φλεγόμενα καθαρίζονται, γίνονται διαυγή και πολυτιμότερα από τα άλλα σώματα.

Αλλά όταν η ψυχή βγει από το σώμα, αμέσως και αυτά παραδίδονται στην φθορά και διαλύονται σιγά-σιγά.

Άλλα όμως διατηρούνται για πολλά χρόνια χωρίς να είναι ούτε εντελώς άφθαρτα ούτε πάλι τελείως φθαρτά, αλλά διασώζουν μέσα τους τα γνωρίσματα και της αφθαρσίας και της φθοράς, ώσπου να φτάσουν στην τέλεια αφθαρσία και να ανακαινιστούν την τελευταία και κοινή ανάσταση των νεκρών.

Για ποιό λόγο;

Διότι δεν έπρεπε να αναστηθούν και να αφθαρτωθούν τα ανθρώπινα σώματα, πριν από την ανακαίνιση των κτισμάτων...


αλλά όπως ακριβώς πρώτα πλάστηκε η φύση άφθαρτη και έπειτα ο άνθρωπος, έτσι πάλι πρώτα η κτίση πρέπει να μεταποιηθεί από την φθορά στην αφθαρσία και μετά μαζί μ’ αυτήν ν’ αλλάξουν και να ανακαινιστούν τα φθαρτά σώματα των ανθρώπων, ώστε ο άνθρωπος πνευματικός πια και αθάνατος να κατοικήσει σε τόπο άφθαρτο, αιώνιο και πνευματικό.

Και ότι αυτό είναι αλήθεια, άκουσε τον Απόστολο Πέτρο που το βεβαιώνει: «Θα έρθει η ημέρα του Κυρίου σαν κλέπτης την νύχτα και τότε οι ουρανοί θα διαλυθούν από την φωτιά και τα στοιχεία της φύσεως θα καούν και θα λυώσουν» (Β’ Πέτρου 3:10,12), όχι για να εξαφανιστούν, αλλά για να αναχωνευθούν και να αναστοιχειωθούν σε καλύτερη και αιώνια κατάσταση.

Από που γίνεται φανερό αυτό; Από τα λόγια που προσθέτει στην συνέχεια ο Απόστολος: «Καινούριους ουρανούς και καινούρια γη προσδοκούμε κατά την επαγγελία σου» (Β’ Πέτρου 3:13).

Τίνος την επαγγελία; Ασφαλώς του Χριστού πού είπε: «Ο ουρανός και η γη θα παρέλθουν, οι λόγοι μου όμως δεν θα παρέλθουν» (κατά Ματθαίον 24:35).

Παρέλευση του ουρανού εννοεί την αλλαγή του, γι’ αυτό λέει ότι αν και ο ουρανός θα αλλάξει, όμως οι δικοί του λόγοι θα μένουν αναλλοίωτοι και σταθεροί.

Αυτό προανήγγειλε και ο προφήτης Δαυίδ: «Σαν μανδύα θα τους τυλίξεις και θα αλλάξουν, εσύ όμως θα παραμείνεις ο ίδιος και τα έτη της ζωής σου δεν θα εκλείψουν» (Ψαλμοί, 101:27-28). Τι θα μπορούσε να γίνει σαφέστερο από αυτά τα λόγια; 
 
  '' Ἡ εἰς Χριστόν πίστις ὁ νέος ἐστί παράδεισος ''

Ἁγίου Συμεῶν τοῦ Νέου Θεολόγου. 

Πηγή: ''Πνεύματος κοινωνία''


Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2016

ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΑ ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ! (Κάλαντα Βυζαντινά - Κάλαντα τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν)






ΚΑΛΑΝΤΑ ΤΩΝ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ

Τα κάλανδα των Χριστουγέννων από τους αδελφούς μας του Πάτριου που δεν δέχθηκαν την ημερολογιακή προδοσία των οικουμενιστών του 1924. Δεν ήθελαν να συνεορτάζουν τα Χριστούγεννα με τους Φράγκους της Δύσεως αλλά με τους Ορθοδόξους των Αγίων Τόπων.
Αρνήθηκαν να δεχθούν το Βατικανό να υποκαθιστά την Βηθλεέμ και τον Παπισμό να υποκλέπτει την προσδοκία!

24 Δεκεμβρίου 1930 :

Καλήν ημέραν, αδελφοί αν είνε ορισμός σας
Χριστούγεννα ορθόδοξα να πω στ’ αρχοντικόν σας.

Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλει
τας παραδόσεις τας σεπτάς ζητούν οι Αποστόλοι.

Χριστός γεννάται σήμερον «Το δόξα εν υψίστοις»
ν’ ακούση αξιώνεται η ορθοδόξων πίστις.

Εις τα βουνά γυρίζουνε οι ορθόδοξοι έως τώρα
και η εξουσία τρέχει ευθύς χωρίς να λείψη ώρα.

Εις τα βουνά γυρίζουνε για την Ορθοδοξίαν
και αντί αστέρος τον Σταυρόν φέρουν στην Εκκλησίαν.

Και κάθε χρόνο που περνά με πόθο ερωτώμεν
σε ποιο βουνό, σε ποιο Ναό για να λειτουργηθώμεν.

Ακούσας δε ο Χρυσόστομος Δεσπότης θηριώδης
στέλνει στρατόν και δύναμιν να σφάξη ως Ηρώδης.

Πλην ο σταυρός εξ ουρανού βγαίνει και μας φωτίζει
Ορθοδοξίας καύχημα και θάρρος μας δωρίζει.

Δεν θέλουμε τα φράγκικα του Πάπα να ακούμε
κι’ αυτούς που τα πιστεύουνε ποτέ να μη τους δούμε.

Δεν θέλουμε τα φράγκικα, μόνον Ορθοδοξία
τας παραδόσεις τας σεπτάς ζητάει η Εκκλησία.

Δεν θέλουμε τα φράγκικα παπάδων κουρεμένων
κατάρες κι’ αναθέματα στην κεφαλήν τους μένουν.

Έτη καλά να ζήσετε με δόξα και ευτυχία
και όλοι πάντα σταθεροί εις την Ορθοδοξία.

Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2016

ΤΗΝ ΠΑΡΘΕΝΙΑΝ ΤΩΝ ΛΟΓΙΣΜΩΝ ΣΟΥ ΠΡΟΣΕΞΕ




Δια να έλθει το δάκρυ, πρέπει να είναι καθαρή η καρδία, ο νους, χωρίς ξένους διαλογισμούς. Είμαι 80 ετών Γέρων, και ούτε μικρό παιδί δεν έχω φιλήσει. Αγαπήστε την καθαρότητα «και πας ο έχων την ελπίδα ταύτην επ' αυτώ αγνίζει εαυτόν, καθώς Εκείνος αγνός εστί». 



Πρόσεξε ν' αποκτήσεις την παρθενία των λογισμών σου. Μη σκέπτεσαι τίποτα πού θα σου αποσπά τον νουν από τον θεόν. Την παρθενία των λογισμών σου πρόσεξε. Το παν ξεκινά από τους λογισμούς και την καρδίαν. Πρέπει να κάμει το παν ο άνθρωπος, να τους κατευθύνει εκεί που πρέπει. Να παρακαλούμε τον Θεόν και Εκείνος θα βοηθήσει. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησέ μας. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε μας να λέγωμεν και ό Θεός θα βοηθήσει. Διάκρισης και «τέχνη» δι' όλα χρειάζεται.



Η σάρκα δεν σε φταίει Εσύ φταις! θέλεις και γίνεται, δεν θέλεις, δεν γίνεται. Θέλω πρώτα και έπειτα λαμβάνω όργανο την σάρκα. Θέλατε και ήλθατε. Αν δεν θέλατε, δεν θα ερχόσαστε. Δεν ημπορούσε να ελθη ή σάρκα μόνη της. Το πάν ή θέλησις! Ο νους σου, που μένει; τι μελετάει; ηδυνήθη να καθαρίσεις τον νουν από τα κοσμικά; Τα μάτια σου, τ' αυτιά σου να τα προσεχής. Άσχημα να μη βλέπουν, άσχημα να μη ακούν. Απολαύσετε την πνευματική ζωή. Δεν υπάρχει τίποτε γλυκύτερο απ' αυτήν. Ό άγων είναι σκληρός, είναι γλυκείς Όπως οί στέφανοι. Δριμύς ό χειμών, γλυκύς ό παράδεισος. Στα πνευματικά, είναι ανοιχτή ή καρδία: αγάπη, χαρά. Την χαρά πού παίρνουμε εμείς από τα πνευματικά, δε την νοιώθει ό διάβολος, γι' αυτό μας ζηλεύει, μας φθονεί και μας στήνει παγίδες και λυπούμεθα και πέφτουμε. Πρέπει να αγωνισθούμε, γιατί χωρίς αγώνα δεν αποκτούμαι αρετή. Και να ξέρετε, αν εύκολα αποκτήσετε, εύκολα θα χάσετε. Ενώ αν με δυσκολία, με κόπο και αγώνα αποκτήσετε, δύσκολα θα χάσετε. Να προσπαθείς και να προοδεύεις εις τα Πνευματικά. Το Πνεύμα να ύψωθή. Ό νους από όλα τα άλλα, απαρηγόρητος είναι. Τα πνευματικά δίδουν χαρά και δύναμιν. Και να γνωρίζεις, όλα, απόφασης και ζήλος είναι. Αγάπησε πολύ τον Χριστό μας. Αγάπα και τους ανθρώπους, αλλά με προσοχή, ώστε ή αγάπη αύτη να μη θίξει, να μη λιγοστεύει την αγάπη σου προς τον Θεόν. Είναι όμορφη ή πνευματική ζωή. Όταν λίγο την γευθείς, θα σ' αρέσει πολύ και τότε δεν βρίσκεις ευχαρίστηση σε άλλα, όπως πριν. Να έχετε χαρά. Ή χαρά και ή λύπη ας σας είναι φιλοξενούμενες, όχι όμως ή απελπισία. Της απελπισίας να της κλείνετε την πόρτα! Ό Χριστιανός δεν πρέπει ούτε δειλός να είναι, ούτε απελπισία να έχη. Στην έργασίαν ή στο καθήκον σου, με χαρά να πηγαίνεις, με χαρά να φεύγεις! Προσπάθησε να είσαι απαθής. Κανένα μη λύπησης, για τίποτα μη λυπηθείς. Νουν να έχεις και νουν να μη έχεις. Γλώσσα να έχεις και γλώσσα να μη έχεις. Μάτια να έχεις και μάτια να μη έχεις. Αυτιά να έχεις και αυτιά να μη έχεις. Με καταλαβαίνεις; Το σπίτι, έχει παράθυρα, πόρτες κλπ. Δια ν' ασφαλισθώμεν, τα κλείνωμεν. Έτσι λοιπόν, δια ν' ασφαλισθώμεν, δια να διατηρήσωμεν την υγεία της ψυχής, πρέπει να προσέχωμεν τας αισθήσεις. Η κάθε ημέρα να προσέχετε πως θα περάση. Το μέλλον σας, αναθέσατέ το εις την θεία Πρόνοια! θα βοηθήσει ο Θεός! Ότι είναι θέλημα Θεού και δια την σωτηρίαν μας θα γίνη. Μη σκέπτεστε δηλαδή και βάζετε εις τον νουν σας βάρος δια το μέλλον. Είναι σοφός ο άνθρωπος ο οποίος πιστεύει, αγαπά τον Θεόν και υπομένει. Μην ανησυχείτε δια το μέλλον σας. Αναθέσατέ το εις την Θείον Πρόνοια. Μη σκέπτεστε και βάζετε βάρος στο κεφάλι σας. Δεσμεύετε την διάνοια σας με την αγάπην του Θεού. Τον Θεόν να θεωρείται πως είναι εμπρός σας και να του λέτε τα παράπονά σας. Και οι δοκιμασίες κάνουν καλό. Μη φοβηθής. Ο Χριστός μας σαράντα μέρες αγωνίσθηκε στην έρημον, αλλά έπειτα Άγγελοι τον υπηρετούσαν. Είναι πολύ στοργικός ο Χριστός μας. Συχνά, για ωφέλεια μας, επιτρέπει και δυνατή λύπην. Για λίγο νοιώθουμε πως μας εγκατέλειψε, αλλά μετά επειδή λυπάται, μας αγαπά, μας πνίγει το ελεός Του, η στοργή Του. Μη φοβηθής ποτέ, μόνον αγάπα τον Χριστό μας. Όταν σου προσφέρουν κάτι, να το παίρνεις γιατι αν αρνείσαι, εμποδίζεις την χάριν από τον δίδοντα και όταν το παίρνεις, ταπείνωσιν δείχνεις. Εκείνος που δίδει παίρνει χάριν. Μη λες όχι. Και αν σου δίδουν κάτι που εσύ δεν έχεις, το κρατάς. Αν σου δίδουν κάτι που το έχεις, δίδεις εις τον μη έχοντα. Μη λέτε πολλά. Κρατήστε την γλώσσαν. Αγαπήστε την σιωπή. Αν την συνηθίσετε, μετά δεν θα θέλετε να ομιλείτε. Τόσον είναι όμορφη ή σιωπή. Να είσθε επιμελείς σε ό,τι κάνετε. Εγώ αγαπούσα και έδιδα επιμέλεια από μικρός σε όλα. Από ένδεκα χρονών, ακόμα θυμούμαι το μάθημα. Ο «πόλεμος» δεν άρχεται μόνος του, δηλαδή εάν δεν δώσουμε εμείς αιτία. Φταίνε τα πάθη μας που τα αφήνουμε και δεν τα πολεμάμε. Αφού δεν αποφεύγουμε τις αιτίες, δεν μπορεί, θά'ρθη πόλεμος. Πρόσεχε πολύ τον νου σου. Μη τον βαρύνεις με λύπην ή άσκοπα προβλήματα και άλλα πολλά Το νερό, όταν είναι καθαρό και ήσυχο, βλέπεις μέσα εις τον βυθόν του και την καρφίτσα. Έτσι είναι και ο νους. Πρέπει να μαθαίνεις τις πανουργίες του πειρασμού, δια να γλιτώσεις, δια να μη δύναται να σε βλάψει. Και προσοχή: Όταν δεν μπορεί να μας ρίξει στις πράξεις, μας ρίχνει με τους λογισμούς. Προσπαθεί να ρίχνει τον άνθρωπον και μετά του φέρνει ελεγκτικούς λογισμούς, δια να τον ρίξει στην απελπισία. Να τα γνωρίζεις αυτά, - ποτέ - το τονίζω, να μη δεχθείς απελπισίαν και δια τίποτε. Και εις τους λογισμούς που από τον πειρασμόν έρχονται, να λέγεις: «Και στη κόλασιν να πάω, σε καλύτερη θέση από σένα θα είμαι! Δεν φοβάμαι, διότι εγώ δύναμαι να μετανοήσω και ο Θεός είναι όλος Αγάπη. Ποτέ, και δια τίποτα απελπισία». Μη δέχεσαι θλίψεις. Μη σκέπτεσαι με λύπην και βαρύνεις τον νουν σου. Να λέγεις μόνον: Χριστέ μου, σε παρακαλώ, μη με εγκατάλειψης. Ό,τι και να σου συμβεί, μη λυπηθείς πολύ, μόνον αυτό να λέγεις: Χριστέ μου, Σύ μη με εγκαταλείψης. Και νά' χης ηρεμία, γαλήνη εις την ψυχήν σου. Ο Σολομών ζήτησε από τον Θεόν σοφία και όμως έπεσε. Εσύ μη ζηλέψεις ούτε την σοφία, αλλά ζήλεψε και ζήτησε από τον Χριστό μας, Πίστιν και αγάπην σε εκείνον. Πρόσεχε μην αποκτήσης συνήθειαν κακήν, διότι η συνήθεια γίνεται δευτέρα φύσις. Το πείσμα είναι ελάττωμα, αλλά συχνά είναι και άγιο. Είναι και το καλό πείσμα. Αν δεν έχει κανείς πείσμα, αι δυσκολίαι που θα συναντήση θα τον κάμψουν, θα του φέρουν φόβον και δειλία. Το πείσμα το καλό, την δυνατή θέλησιν προσπάθησε ν' αποκτήσης. 



Από την ζωήν μη περιμένεις όλο χαρές. Είναι περισσότερον ακανθόσπαρτος, παρά ανθόσπαρτος ο βίος του άνθρωπου. Να είμαστε πρόθυμοι να υποφέρουμε. Να αγαπούμε και την κακοπέραση: λίγο φαγητό, λίγο ύπνο κλπ. Εγώ πολλά πέρασα. Και πείνασα και έξω στα δέντρα κοιμήθηκα. Δόξα τω θεώ για όλα αυτά, λύπη δεν είχα.


Από την έκδοση του Ιερού Ησυχαστηρίου Ευαγγελισμού της Θεοτόκου,Κυψέλη Αίγινας.Τίτλος,επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.Η εικόνα της ανάρτησης ανήκει στον ζωγράφο-αγιογράφο Μιχαήλ Χατζηγεωργίου,τον οποίο ευχαριστούμε.

Όσιος Ιερώνυμος Αιγίνης

«ΣΥΜΦΩΝΟ ΣΥΜΒΙΩΣΕΩΣ..!» (π. Ευθύμιος Μπαρδάκας



«πανηδονισμός» νέο …«μοντέλο» οἰκογενείας


Στήν Ἑλλάδα μας, τήν ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΛΛΑΔΑ ΜΑΣ, ἒφθασαν τά μηνύματα τοῦ Ἀντιχρίστου, μέσω «ἀνθρώπων» οἱ ὁποῖοι ἐμφανίζονται ὡς «ταγοί» μας, ὡς ρυθμισταί τοῦ Μέλλοντός μας…!
Παγία μας τακτική εἶναι ἡ ΜΗ ἀνἀμιξἰς μας εἰς συζητήσεις Πολιτικοῦ, Κομματικοῦ κ.λπ., περιεχομένου.
Δέν ἐξετἀζομε τίς καταβολές, τάς πεποιθήσεις ἢ τά «Πιστεύω» (ἐάν …ὑπάρχουν βεβαίως..!) τῶν ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι «κουμαντάρουν» τίς τύχες μας.
Ὃμως,  ΟΥΔΕΙΣ δύναται νά μᾶς ἀφαιρέσῃ τό δικαίωμα άλλά καί τήν ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ νά κρίνωμε κάθε ἐνέργειά των, μέ γνώμονα τίς ἐπιπτώσεις πού ἒχει στόν ψυχισμό, στήν πνευματική ἰσορροπία καί στις «ρίζες» τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑλληνισμοῦ.

Ὁ Ἱερός ΘΕΣΜΟΣ τῆς Οἰκογενείας, εἶναι αὐτός ὁ ὁποῖος ἐστήριξε κατά τρόπο ἐξαιρετικῶς ἀποτελεσματικόν τήν Πατρίδα μας στίς Πάμπολλες, πολύ ἐπικίνδυνες καί κυριολεκτικῶς ΚΡΙΣΙΜΕΣ περιστάσεις πού πέρασε μέχρι σήμερα, λόγω τῶν ὑπούλων, δολίων καί γεμάτων ΜΙΣΟΣ κτυπημάτων τῶν παντοίων ἐχθρῶν τῶν Ἑλλήνων.
Τό μήνυμα Τοῦ Κυρίου μας, εἶναι σαφέστατο :
Κάθε ἂνθρωπος, εἶναι ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ νά ἐπιλέξῃ τόν δρόμο πού θά ἀκολουθἠσῃ, «Τη ελευθερια εκλήθητε…»
Κατά συνέπειαν, δέν εἶναι στίς προθέσεις τῆς Ὀρθοδοξίας νά πιέσῃ τόν οἱονδήποτε νά ζήσῃ κατά τόν τρόπο πού διδάσκουν οἱ ἀκατάλυτες καί αἰώνιες Ἀρχές τῆς Πίστεώς μας.
Τίς διδάσκει, τίς συνιστᾶ, τίς ἀναλύει καί τεκμηριώνει τίς ἀλήθειες καί τά πλεονεκτήματα πού ἐκπηγάζουν ἀπό τήν τήρησίν των, ἀλλά.. μέχρις ἐκεῖ.
Ὁ οἱοσδήποτε, μπορεῖ νά εἶναι ἂθεος, αἱρετικός, σατανιστής, σαρκολάτρης, φιλάργυρος, δολοφόνος, παιδεραστής, κ.λπ….!
Ὃπως λέει καί ὁ σοφὀς Λαός μας, «κάθε κατσικάκι, κρἐμμεται ἀπό τό ποδαράκι του», θέλοντας νά δηλώσῃ, πώς ἓκαστος εἶναι ἀπολύτως ὑπεὐθυνος γιά τίς ὃποιες ἐπιλογές του.
Ἀπό τό σημεῖο αὐτό, ὃμως, μέχρι τοῦ σημείου «κάποιοι» νά προσπαθοῦν νά ἐπιβάλλουν μέ τό «ἒτσι θέλω», τόν ἂρρωστο τρόπο ζωῆς ὡς «θέσφατο», ὡς τόν «…ὀρθόν τρόπο ζωῆς», ἀπορρίπτοντας χωρίς τήν παραμικρά αἰτιολογία τίς παραδοσιακές ἀξίες καί τίς ὑγιεῖς δομές, ὑπάρχουν πολλά κενά καί ἐνστάσεις.
Καί ὁμιλοῦμε περί ἀρρωστημένων δομῶν καί παραδοσιακῶν, ὑγιῶν δομῶν, ὂχι κατά τρόπο δογματικό, ἀλλά μέ βάση τά φυσιολογία πλαίσια στά ὁποῖα στηρίζεται ἡ ἲδια ἡ δημιουργία τῆς ζωῆς, ἡ ἀναπαραγωγική διαδικασία καί ἡ φυσιολογική καί ἰσορροπημένη σχέσις μεταξύ τῶν δύο αὐθυπάρκτων καί διακριτῶν, τόσο ἐξ ἀπόψεως φυσιολογίας ὃσο καί ἐξ ἀπόψεως ρόλου, ὀντοτήτων, πού εἶναι ὀ ἂνδρας καί ἡ γυναῖκα.
Ὃπως σέ κάθε ἒνστικτο, ἒτσι καί σέ αὐτό τῆς ἀναπαραγωγικῆς διαδικασίας, προκειμένου νά ἐπιτευχθῇ ὁ ἀντικειμενικός σκοπός πού εἶναι ἡ συνεύρεσις τοῦ ἂρρενος καί τοῦ θήλεως μέ σκοπό ΠΑΝΤΟΤΕ τήν τεκνοποιία, ἒχει προβλεφθεῖ τό συναίσθημα τῆς εὐχαριστήσεως, πού καλεῖται «ἡδονή», ἡ ὁποία, ὃμως ΔΕΝ εἶναι αὐτοσκοπός, ἀλλά τό μέσον.
Τό ἲδιο συμβαίνει π.χ. καί μέ τό ἒνστικτο τῆς διατροφικῆς αὐτοσυντηρήσεως, μέ τήν προσθήκη τῆς καλῆς γεύσεως ἡ ὁποία εὐχαριστεῖ τόν τρεφόμενο.
Καί ὃλοι γνωρίζομε τά ἀποτελέσματα τῆς ἀναγορεύσεως τῆς γευστικῆς εὐχαριστήσεως σέ…«αὐτοσκοπό», πού εἶναι παχυσαρκία καί ἀσθένειες…!
Καί ἓνα ἀπό τά ἑπτά θανάσιμα ἁμαρτήματα, εἶναι καί ἡ λαιμαργία…!
Τό ἲδιο συμβαίνει καί μέ τήν περίπτωση τῆς σαρκολατρείας, στήν ὁποία καί μόνον στηρίζεται ὁ τρόπος ζωῆς τόν ὁποῖον προβάλλουν ὡς «φυσιολογικό» οἱ σαρκολάτραι πού ὁμολογοῦν πώς σκοπός των εἶναι ἡ … «ἀπόλαυσις τῆς ἡδονῆς..!»
Ὃμως, ὑπάρχουν καί πιό μεγάλοι κίνδυνοι, πού κρύπτονται πίσω ἀπό τίς ἀπροκάλυπτες, πλέον, ἐπιθέσεις τῶν ὑπηρετῶν τοῦ άντιχρίστου, ἐναντίον τῆς Πίστεως καί τῆς Πατρίδος μας, μέσω τοῦ «πανηδονισμοῦ»
Δέν τούς ἀρκεῖ, πού πέραν τῶν ἂλλων, σέ καιρούς κρίσεως πού περικόπτονται συντάξεις ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι δέν μποροῦν, πλέον, νά ἐπιζήσουν, οἱ συντάξεις κάποιων ὑπεργήρων ὁμοφυλλοφίλων, θά περιέρχωνται σέ νεαρά, κατά κανόνα, ἂτομα, τά ὁποῖα θά τίς εἰσπράττουν εἰς βάρος τῶν πενομένων Ἑλλήνων, γιά πολλά χρόνια.., τήν στιγμή πού, κάποιοι, ὑποκριτικῶς ὁμιλοῦν γιά «διάσωση τοῦ…ἀσφαλιστικοῦ…!»
Ἐπιθυμοῦν καί ἐπιδιώκουν μετά μανίας τήν λέξη «ΓΑΜΟΣ» ὡς καθορισμό τῶν παρά φύσιν σχέσεών των ἀλλά καί τήν…ΥΙΟΘΕΣΙΑΝ ΠΑΙΔΙΩΝ…!
Γίνεται δηλαδή, μία λυσσώδης προσπάθεια τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων, γιά ἐκφυλισμό τοῦ Εὐλογημένου Θεσμοῦ τῆς Παραδοσιακῆς Ἑλληνικῆς Οἰκογενείας, ἡ ὁποία στήριξε τόν πολύπαθο Λαό μας, σέ πολύ δύσκολες καταστάσεις, πολύ πιό δύσκολες καί ἀπό τήν σημερινή…!
Καί μέ τό νέο …«μοντέλο» οἰκογενείας πού θέλουν νά ἐπιβάλλουν, ἐπιθυμοῦν καί ΕΠΙΔΙΩΚΟΥΝ τήν διάλυση τοῦ Κοινωνικοῦ Ἰστοῦ καί τήν δημιουργία νέων ἀνθρώπων, παιδιῶν δηλαδή, τά ὁποῖα, μέσω τῆς πολυδιαφημιζομένης «14τετραετοῦς ὑποχρεωτικῆς ἐκπαιδεύσεως, μέ ὁλοήμερο Δημοτικό Σχολεῖο», χωρίς τήν παροχή «ἀντισωμάτων» ἒναντι τῶν σκοταδιστικῶν διδασκαλιῶν, θά ὑπόκεινται σέ διαρκῆ «πλύση ἐγκεφάλου»…!
Σαφές εἶναι τό μήνυμα πού ἐκπέμπεται ἀπό τούς ἁρμοδίους γιά τήν… «Παιδεία», μέ τήν ἂρνησή τους νά ἀναρτήσουν στίς αἲθουσες διδασκαλίας εἰκόνες μέ τούς ΗΡΩΕΣ τῆς φυλῆς μας, καθώς καί μέ τήν πρόθεσή τους νά κατέβασουν τά Ἐθνικοθρησκευτικά μας Σύμβολα…!
Ἢδη, ὁδεύουν πρός ΠΛΗΡΗ κατάργησιν τῆς Προσευχῆς καί τῆς ἑπάρσεως τῆς Τιμημένης Σημαίας μας…!
Καί ΟΛΟ τό βάρος πλέον, πέφτει στίς πλάτες τῶν συνεπῶν καί πιστῶν γονέων, οἱ ὁποῖοι ΠΡΕΠΕΙ νά διδάσκουν ΜΟΝΟΙ τους τά παιδιά τους ὃλα ὃσα ΑΡΝΟΥΝΤΑΙ νά διδάξουν οἱ…κρατοῦντες…!
Κάποιοι Ἱεράρχες, ἐξεφράσθησαν μέ λέξεις πού δέν ἂρεσαν στούς «πιστούς» τῶν ἀπαράδεκτων …«νεωτερισμῶν» πού προσπαθοῦν νά μᾶς ἐπιβάλλουν οἱ …κάποιοι… γνωστοί – ἂγνωστοι…!.
Εἶπαν ΑΛΗΘΕΙΕΣ, ἒστω καί ἐάν τά λόγια τους φαντάζουν σκληρά καί … ἂπονα γιά μιά κατηγορία μειονοτική, πού ἐπιδιώκει, ὃμως,  τήν…«δικαίωσή» της καί τήν ἀποδοχή της ἀπό τίς Κοινωνικές καί Θρησκευτικές δομές πού, αἰῶνες τώρα, ἀποτελοῦν τήν βάση γιά τήν ἐπιβίωση τοῦ ἀνθρώπου, σέ πλαίσια συμβατά μέ τίς ἠθικές ἀξίες καί τά ὑψηλα ἰδανικά πού εἶναι ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ προκειμένου νά μήν ἐπέλθῃ ἡ σῆψις καί ὁ ἐκφυλισμός…!
Ἡ ἒκφρασις «ἒτσι γίνεται στήν Εὐρώπη καί στόν πλιτισμένο κόσμο» μᾶς παραπέμπει ἀκόμα καί σέ …παιδοφιλικά Κόμματα κάποιων… «πολισμένων Εὐρωπαίων»..! ἢ σέ ὀργανωμένους καί νομίμως λειτουργοῦντες Οἲκους ἀνοχῆς γιά… κτηνοβάτες…!
(Ἂς μή ξεχνᾶμε τήν ξεδιάντροπη δήλωση Γερμανοῦ – ἂν θυμᾶμαι καλά- Ὑπουργοῦ, πού ἐδήλωσε πώς  «συνευρίσκεται μέ τήν σκυλίτσα του» )
Σέ αὐτούς θέλουν νά μοιάσωμε;
Αὐτούς ἒχουν ὡς πρότυπα;
ΟΧΙ καί πάλι ΟΧΙ αδελφοι  μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπητοί..!
Ὁ Ἑλληνικός Λαός, μέ τά πολλά του ἐλαττώματα ἀλλά καί τά πολλά του προτερήματα, ἒστω καί παρασυρμένος ἀπό τούς… ἰνστρούχτορες τοῦ ἀντιχρίστου, ΔΕΝ θά «στέρξῃ» τελικῶς νά στεριώσουν τέτοιες δομές, ἒ- στω καί ἂν, προσωρινῶς, δέν ἀντιδρᾶ, κάτω ἀπό τό βάρος τῶν ὃσων δεινῶν τοῦ ἒχουν ἐπισωρρεύσει στίς πλάτες, γιά νά μή μπορῆ νά ἀντιδράσῃ δυναμικά, καί στό τέλος, θά διαγράψῃ αὐτές τίς ντροπές καί θά ἐπαναφέρῃ τίς Πατροπαράδοτες Ἠθικές Ἀξίες καί τά Ἀκατάλυτα Ὑψηλά Ἰδανικά πού ἀποτελοῦν τήν «μαγιά» τῆς ὑπάρξεώς του.
Θυμηθῆτε τό τι ἒγινε μέ τήν ΟΡΘΟΔΟΞΗ σήμερα Ρωσία.
Ἐπί χρόνια, ὁ Χριστιανισμός ἐδιώκετο μέ λύσσα, μέ ἐμπρησμούς Ἐκκλησιῶν, μέ σκληρές τιμωρίες ἐναντιον τῶν Χριστιανῶν, ἀλλά στό τελος, ΞΕΠΗΔΗΣΕ μιά ΟΡΘΟΔΟΞΗ μεγάλη Δύναμη…!
Καί ἐδῶ, θά ἒλθῃ ἡ ἃγια ὣρα, πού μέσα ἀπό τούς διωγμούς, τήν άσέβεια, τίς αἱρέσεις, τήν ἀθεΐα, τόν σατανισμό, τήν σαρκολατρεία καί μέ μία λέξη τήν ΣΑΠΙΛΛΑ τοῦ «πολιτισμένου κόσμου», θά θριαμβεύσῃ ἡ Ἑλληνορθοδοξία, ἡ ὁποία και ἀποτελεῖ ἓνα τῶν κυριωτέρων (ἲσως τό κύριο) ἐμπόδιο στήν ἐξάπλωση τῶν σατανολατρικῶν, παγκοσμιοποιητικῶν, ἐπιδιώξεων…!
Εἶναι κάτι πού ΔΕΝ ἒχουν κατανοήσει οἱ διῶκται τῆς Πίστεώς μας καί τῆς Πατρίδος μας.
«ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ, ΟΣΟ ΔΙΩΚΟΝΤΑΙ, ΤΟΣΟ ΘΡΙΑΜΒΕΥΟΥΝ…!»
Καί τελειώνοντας, ἀποδίδοντες «τά τοῦ Καίσαρος τῷ Καίσαρι καί τά Τοῦ Θεοῦ Τῷ Θεῷ», δηλώνομε χωρίς περιστροφές, πώς ἡ «Πολιτική» καί οἱ άσχολουμενοι μέ αὐτήν, πρέπει νά ΕΛΕΓΧΩΝΤΑΙ καί νά στηλιτεύωνται
ΟΛΕΣ οἱ αὐθαιρεσίες καί τά ΑΝΟΜΗΜΑΤΑ τους, ὃταν αὐτά ἃπτοντα θεμάτων Πίστεως καί Πατρίδος, ἒστω καί ἐάν αὐτό προκαλῇ τήν ὀργήν των ἢ ἀκόμα καί τήν ὀργήν κάποιων «ρασοφόρων», οἱ ὁποῖοι, «Παπόδουλοι» ὂντες, διαμαρτύρονται καί ὁμιλοῦν ὑποκριτικῶς περί…«ρατσισμοῦ» (ἂκουσον-ἂκουσον), περί …ἐλλείψεως ἀγάπης καί περί «φόβου τῆς…διαφορετικότητος…!»
Ὁ Θεός ἂς τούς συγχωρήσῃ καί ἂς προσπαθήσουν νά σώσουν ἑαυτούς, ἀναλογιζόμενοι τόν Ἃγιο Ἰωάννη τόν Πρόδρμο, ὁ ὁποῖος ἐστιγμάτιζε τίς ἀνομίες τὼν «ἀρχόντων» μέ τίμημα τήν ἲδια του την Ζωή…!
Γάμος, Παιδιά, ίκογένεια καί ἂλλα τέτοια, ΔΕΝ μποροὺν νά συνυπάρχουν μεταξὐ ΣΑΡΚΟΛΑΤΡΩΝ, μεταξύ τῆς κατηγορίας τῶν ἀνθρώπων πού ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρει ὡς ΠΑΑΔΕΙΓΜΑ ΠΡΟΣ ΑΠΟΦΥΓΗΝ καί ἀποτελεῖ ΚΑΘΗΚΟΝ τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν Ἱεραχῶν, ἡ ΜΗ ἀποδοχή τῶν ὃσων ζητοῦν προκειμένου νά ΔΙΑΛΥΣΟΥΝ την Ὀροθοδοξία καί τήν ΕΛΛΑΔΑ.
Ἂς τούς συγχωρήσῃ Ὁ Θεός καί ἂς πάψουν νά προκαλοῦν .
Ἀποτελοῦν ἁπλῶς ΜΗ ΑΠΟΔΕΚΤΗΝ πρός «θεσμοθέτησιν» κατηγορίαν …!



π. Ευθυμιος Μπαρδάκας

Πηγή: ''ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ''