A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2014

ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΥΠΑΠΑΝΤΗ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου



Λόγος εις την Υπαπαντήν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και εις την Θεοτόκον και εις τον Συμεών

Δεν φορεί μόνο σάρκα ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, αλλά και περιτέμνεται σύμφωνα με τον Μωσαϊκό νόμο, για να μην έχη πρόφασι η απιστία των Ιουδαίων. Γιατί έρχεται προς τον νόμο για χάρι του ίδιου του νόμου, για να ελευθερώση τους μαθητές του μέσω της πίστεως που βασιζόταν στον νόμο. Και παίρνει σάρκα και περιτέμνεται κι αυτός μαζί με τους Ιουδαίους. Πήρε το ίδιο με αυτούς σώμα, πήρε και την ίδια περιτομή. Έκανε α­ναντίρρητη την συγγένειά Του με αυτούς, ώστε να μη τον αρνη­θούν, Αυτόν, ο οποίος ήταν ο Χριστός που έρχεται από την γενιά του Δαυίδ, και που αυτοί προσδοκούσαν. Έδειξε το γνώρισμα της συγγενείας Του με αυτούς. Γιατί, αν ακόμη και μετά την περιτομή Του έλεγαν «δεν ξέρουμε από πού είναι»[1], εάν δεν είχε περιτμηθή κατά σάρκα, η άρνησίς τους θα είχε κάποια εύλογη πρόφασι.
«Όταν συμπληρώθηκαν οι οκτώ ημέρες»: Γιατί ο νόμος ορίζει την ογδόη ημέρα να γίνεται η περιτομή, και όταν φθάση η ογδόη, έρχεται μέσα ο γιατρός και πιάνει το μαχαιράκι και κάνει τα της τέχνης του. Δεν ισχύει δε τότε η αργία του Σαββάτου λόγω της περιτομής.

Ας ρωτήσουμε λοιπόν τους Ιουδαίους: Ανάπαυσις το Σάββατο· τέλεια αργία αυτή την ημέρα... Για ποια λοιπόν αιτία η ογδόη εκτοπίζει την εβδόμη; Γιατί η ο­γδόη γίνεται ανώτερη από την εβδόμη; Όμως οι Ιουδαίοι δεν γνωρίζουν τα των Ιουδαίων. Ενώ η Εκκλησία του Χριστού και τον Χριστό γνωρίζει και τις Ιου­δαϊκές διδασκαλίες. Περιτέμνεται λοιπόν το παιδί την ογδόη ημέρα, επειδή κατά την ογδόη η Ανάστασις, δηλαδή η Κυριακή, έμελλε να αποβή η περιτομή[2] όλου του κόσμου. Γιατί άλλωστε δεν διέταξε ο Μωυσής να γίνεται η περιτομή την έκτη ημέρα; Γιατί όχι την εννάτη ή την δεκάτη; Είναι λοιπόν προφανής η σημασία της ο­γδόης ημέρας, κατά την οποία γίνεται η Ανάστασις του Κυρίου. Όποιος λοιπόν δεν πιστεύει στην Ανάστασι είναι απερίτμητος στην καρδιά, αφού με την απιστία του αποξενώνεται από τον Θεό. Ενώ η περιτομή της πίστεως είναι αληθινή γνώσις και αίσθησις. Γι' αυτό, αγαπητέ μου, η περιτομή δίδεται θεωρητικά στους πι­στούς υπό την έννοια του αγίου βαπτίσματος. Το δε άγιο βάπτισμα είναι τύπος της Αναστάσεως του Χριστού. Να περάσης λοιπόν από την σάρκα στο πνεύμα και από τα σωματικά στο μεγαλείο του πνεύματος και θα βρης εκεί μεν περιτομή σαρκική, εδώ δε περιτομή πνευματική και κάθαρσι από τις αμαρτίες. Ογδόη ημέρα είναι η περιτομή· η δε ογδόη ημέρα είναι και η ανάστασις· της δε αναστάσεως τύπος είναι το βάπτισμα. Δέστε πώς από τα μικρά προοδεύουμε στα μεγαλύτερα, από τα σω­ματικά στα πνευματικώτερα. Να έλθουν λοιπόν οι Ιουδαίοι κι αυτοί και να προοδεύσουν. Γιατί πρέπει να προοδεύσουν από τα σαρκικά και να μην αρκεστούν σ' αυτά.

Λοιπόν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο οποίος δεν ήλθε να καταλύση τον νόμο, αλλά να τον εκπληρώση, περιετμήθη κι αυτός μαζί με τους Ιουδαίους. Λέγει λοιπόν ο Ευαγγελιστής: «Συμπληρώθηκαν οκτώ ημέρες για την περιτομή του και του δόθηκε το όνομα Ιησούς, όπως ωνομάστηκε από τον άγγελο προτού να συλληφθή στην κοιλιά της μητέρας του». Εμείς δηλαδή παίρνουμε το όνομα μετά την γέννησί μας, ενώ ο Ιησούς παίρνει το όνομά του προτού να γεννηθή. Γιατί υπήρχε και προτού να συλληφθή. Ωνομάστηκε δε Ιησούς, επειδή το έργο του ήταν έργο Σωτήρος.

«Και όταν συμπληρώθηκαν, λέει, οι ημέρες του καθαρισμού τους σύμφωνα με τον νόμο του Μωυσέως». Τίνος καθαρισμού; Της Μαρίας και του Ιωσήφ. Διέταζε δηλαδή ο νόμος, η γυναίκα που μόλις είχε γεννήσει να καθαρίζεται και να φυλάγη τις ημέρες και να μην βγαίνη εξω.

«Όταν λοιπόν συμπληρώθηκαν οι ημέρες του καθαρισμού σύμφωνα με τον νό­μο του Μωυσέως» — καίτοι δεν υφίστατο τέτοια ανάγκη για την Παρθένο, αλλ' όμως εκπληρωνόταν ετσι ο νόμος —  «τον ανέβασαν στα Ιεροσόλυμα, για να τον προσφέρουν στον Κύριο, όπως έχει γραφή στον νόμο του Κυρίου». Όπου ο λόγος είναι για σωματικό καθαρισμό, λέει «σύμφωνα με τον νόμο του Μωυσέως»· όπου για προσφορά του Αγίου, «όπως έχει γραφτή, λέει, στον νόμο του Κυρίου». Όχι ότι ο νόμος του Μωυσέως δεν ήταν νόμος του Κυρίου· διότι, όσα λέει ένας προφή­της κινούμενος από το Άγιο Πνεύμα, δεν τα λέει μόνος, αλλά ο Κύριος του τα υπαγορεύει. Επειδή όμως και ο καθαρισμός είχε χαρακτήρα σωματικό, γι’ αυτό λέει «νόμο του Μωυσέως». Όταν όμως προσφερόταν το πρωτότοκο, λέει «κατά τον νόμο του Κυρίου» τιμώντας έτσι το νεογέννητο.

«Όπως είναι γραμμένο στον νόμο του Κυρίου: κάθε αρσενικό που διανοίγει μήτρα να ονομασθή άγιο και αφιερωμένο στον Κύριο». Αυτή λοιπόν η φράσις και η διάταξις ολόκληρη και η αφορμή της διατάξεως βάλθηκε γι' αυτόν που επρόκειτο να διανοίξη μήτρα. Γιατί όλα τα πρωτότοκα των ζώων και των ανθρώπων ουδέ­ποτε διήνοιξαν μήτρα, αλλά ήταν απλώς και μόνο πρωτότοκα. Εκείνος όμως που γεννήθηκε από μητέρα παρθένο, αυτός μόνο διήνοιξε μήτρα. Κάνε μου λοιπόν την χάρι και πρόσεξε ότι η διατύπωσις όλου αυτού του νόμου έγινε για εκείνον μόνο που επρόκειτο να γεννηθή από μητέρα παρθένο. Πώς όμως να την κατανοούσαν οι Ιουδαίοι; Γιατί σαν σαρκικοί που είναι απέχουν πολύ από του να καταλάβουν τα νοήματα της πνευματικής διδασκαλίας.
Έπειτα ανεβαίνουν «για να προσφέρουν θυσία, σύμφωνα με αυτό που λέει ο νόμος του Κυρίου, ένα ζευγάρι από τρυγόνια ή δύο νεοσσούς από περιστέρια»[3]. Έγιναν δε και αυτά τυπικά, κατά τον νόμο, ώστε να μην υπάρχη καμμιά έλλειψις στην πιστή εκτέλεσι του νόμου. Αυτά είναι συγκεκαλυμμένα νοήματα του Μωσαϊ­κού νόμου. Ας έλθουμε όμως στην εξήγησι του Ευαγγελίου.

«Και να, υπήρχε ένας άνθρωπος στην Ιερουσαλήμ που ωνομαζόταν Συμεών. Και ο άνθρωπος αυτός ήταν δίκαιος και ευλαβής και το Πνεύμα του Θεού ήταν ­επάνω του. Αυτός είχε λάβει αποκάλυψι από το Άγιο Πνεύμα ότι δεν θα τελείωνε την ζωή του προτού δη τον Χριστό τον Κυρίου». Γέροντας ήταν ο Συμεών και πε­ρίμενε την εκπλήρωσι της υποσχέσεως. Έμενε στον ναό μέσα και μονολογούσε: Όπου και να γεννηθή, οπωσδήποτε εδώ θα παρουσιασθή.

«Αυτός ήλθε κατ' έμπνευσιν του Πνεύματος στον ναό» εκείνη την ώρα που οι γονείς έφερναν εκεί το παιδί. Διότι βέβαια πολλές φορές ερχόταν, αλλά με δική του πρόθεσι. Τότε όμως οδηγημένος από το Άγιο Πνεύμα στην κατάλληλη στιγμή, έρχεται, για να λάβη την εκπλήρωσι της υποσχέσεως.

«Αυτός δέχτηκε στην αγκαλιά του τον Ιησού και ευλόγησε τον Θεό και είπε: Σήμερα αφήνεις ελεύθερο τον δούλο σου, Δέσποτα, να πεθάνη κατά τον λόγο σου με ειρήνη». Από πού τον αφήνεις ελεύθερο; Από τον στίβο της ζωής. Γιατί είναι γεμάτα λύπη τα βιοτικά πράγματα. Η ζωή είναι φυλακή. Εκείνος λοιπόν ήθελε να ελευθερωθή. Εάν όμως κάποιος την αναχώρησι από την εδώ ζωή την θεωρή ζημία αυτός δεν είναι ακόμη τέλειος στην πίστι.

Εκείνος όμως έλεγε: «Σήμερα αφήνεις ελεύθερο τον δούλο σου, Δέσποτα, να πεθάνη κατά τον λόγο σου με ειρήνη». Διότι αυτός που πρόκειται να κάμη ειρήνη με τον κόσμο έφθασε· ο ειρηνοποιός έχει έλθει- εκείνος που συνδέει τον ουρανό με την γη και μετατρέπει την γη σε ουρανό με την ευαγγελική διδασκαλία έχει κατα­φθάσει.

Ο Συμεών φωνάζει: «Σήμερα αφήνεις ελεύθερο τον δούλο σου, Δέσποτα, να πεθάνη κατά τον λόγο σου με ειρήνη, γιατί είδαν τα μάτια μου την σωτηρία σου», λέει. Τι είναι αυτό που λέει; Προηγουμένως δηλαδή πίστευα με την διάνοιά μου και γνώριζα με τον λογισμό μου. Τώρα όμως είδαν και τα μάτια μου. Και εκείνο που προσδοκούσα με την καρδιά μου, να που το είδαν τα μάτια μου εκπληρωμένο. Και ποιο είναι αυτό; «Είδα, λέει, την σωτηρία σου». Ποια σωτηρία; «Αυτήν που ετοίμασες ενώπιον όλων των λαών». Όχι του λαού του ενός ούτε του λαού του Ισ­ραήλ μόνο, αλλά «ενώπιον όλων των λαών». Γιατί αυτός που γεννήθηκε είναι δι­δάσκαλος όλων των ανθρώπων.
«Φως που θα είναι αποκάλυψις για τους εθνικούς και δόξα για τον λαό σου τον Ισραήλ». Γιατί φως; Επειδή ακριβώς οι εθνικοί βρίσκονταν στο σκοτάδι. Ε­πειδή τα σκοτισμένα ειδωλολατρικά έθνη φωτίζονταν.

«Φως που θα είναι αποκάλυψις για τους εθνικούς και δόξα για τον λαό σου τον Ισραήλ». Εδώ η δόξα και εκεί η αποκάλυψις. Εκεί η αρχή της διδασκαλίας, εδώ η πρόοδος της μαθήσεως.

«Δόξα για τον λαό σου τον Ισραήλ». Αλλά εδώ σίγουρα θα ρωτήση κάποιος: Και πού είναι οι Ισραηλίτες; Έχεις τον Πέτρο, έχεις τον Παύλο, έχεις τον Ιωάν­νη, έχεις τις τρεις χιλιάδες, έχεις τις πέντε χιλιάδες, έχεις την Εκκλησία της Ιε­ρουσαλήμ, έχεις αυτούς που πίστεψαν από τις τάξεις των Ιουδαίων. Γιατί μέσα στους πιστούς βρισκόταν το έθνος. «Εάν ο Κύριος των Δυνάμεων δεν άφηνε για σπόρο μια μικρή μερίδα πιστού λαού ανάμεσά μας, θα είχαμε γίνει σαν τα Σόδομα και θα είχαμε όμοια τύχη με τα Γόμορρα»[4]. Διότι λέει επίσης ο Θεός: «Κράτησα για τον εαυτό μου επτά χιλιάδες άνδρες, οι οποίοι δεν γονάτισαν να προσκυνήσουν τον Βάαλ»[5]. Έτσι μέσα στον λαό φυλαγόταν το σπέρμα της πίστεως και δεν χάθη­κε ο λαός — μη γένοιτο — ούτε εξαχρειώθηκαν όλοι οι Ιουδαίοι. Αφού και τώρα, σ' αυτή την μακάρια κατάστασι και κλήσι των Χριστιανών πολλοί είναι οι καλεσμέ­νοι, λίγοι όμως οι εκλεκτοί. Ο Χριστός δηλαδή κάλεσε όλη την οικουμένη και ετοί­μασε το άγιο τραπέζι του Ευαγγελίου. Αλλά όταν έλθη στη Δευτέρα Παρουσία, μπαίνει μέσα και κάνει ξεδιάλεγμα και εξετάζει με προσοχή τους συνδαιτυμόνες. Κι αν βρη κανένα να μη έχη ένδυμα κατάλληλο για γάμο του λέει: «Φίλε, πώς μπήκες εδώ μέσα χωρίς γαμήλιο ένδυμα;»[6] Και θα τον βγάλη έξω καθώς ακού­σαμε στα Ευαγγέλια. Ώστε, όπως και εκεί έγινε εκλογή, έτσι και εδώ θα γίνη ε­κλογή. Μήπως δηλαδή, επειδή έχουμε κληθή, πρέπει στο εξής να αλαζονευώμαστε, σαν να έχουμε, αλήθεια, εξασφαλίσει την τελειότητα; Λοιπόν, η πτώσις εκείνων ας γίνη δική μας ασφάλεια. Έτσι, αγαπητέ, ούτε ο λαός χάθηκε ολόκληρος, ούτε όλος εξαχρειώθηκε, ούτε όλος απίστησε, ούτε όλος κατεδίωξε τους Αποστόλους, αλλά με το κήρυγμα των Αποστόλων πίστευσαν αμέσως τρεις χιλιάδες, χωρίς τις γυ­ναίκες και τα παιδιά. Και έγινε στην Ιερουσαλήμ Εκκλησία αναρίθμητη, ενώ α­κόμη δεν είχε καταστραφή ο Ναός, ενώ ακόμη δεν είχαν εκδιωχθή oι Ιουδαίοι, ενώ ακόμη δεν είχε γκρεμισθή η Ιερουσαλήμ. Οικοδομήθηκε Εκκλησία και τα λό­για του Ιωάννη έγιναν ξεκάθαρη αλήθεια: «Εκείνος πρέπει να μεγαλώνη, εγώ δε να μικραίνω»[7].

Ο Συμεών λοιπόν που είναι προφήτης λέγει: «Δόξα για τον λαό σου τον Ισ­ραήλ». Γιατί ήταν δόξα γι' αυτούς που προσδοκούσαν η συνάντησις εκείνου τον οποίο προσδοκούσαν.

Και αναλογίζονταν ο Ιωσήφ και η Μαρία αυτά που άκουγαν: Ο άγγελος έφερε την ευχάριστη είδησι, οι μάγοι τον εγνώρισαν, οι ποιμένες τον έμαθαν, οι στρατιές των αγγέλων χόρευαν, το αστέρι από πάνω τον ανήγγειλε, ο Συμεών προφητεύει, η Άννα η κόρη του Φανουήλ προφητεύει, η γη αγαλλόταν, ο ουρανός μίλησε με το αστέρι, οι μάγοι αρνήθηκαν τον τύραννο, οι ποιμένες προσκύνησαν τον αρχιποιμένα, όλα τον εγνώρισαν, η μητέρα ήξερε, ο Ιωσήφ πληροφορήθηκε, έτρεμαν για όσα έγιναν, όμως κατάλαβαν την έκβασι των γεγονότων.

«Και ο Συμεών τους ευλόγησε και είπε στην Μαριάμ την μητέρα του: Αυτός πρόκειται να γίνη πτώσις και έγερσις για πολλούς μέσα στον Ισραήλ και σημείο αντιλεγόμενο». Πτώσις για ποιους; Σαφώς γι' αυτούς που απιστούν, αυτούς που αντιλέγουν, αυτούς που τον σταυρώνουν. Και έγερσις για ποιους; Αυτούς που τον αναγνωρίζουν και τον ομολογούν με ευγνωμοσύνη.

«Και σημείο αντιλεγόμενο». Ποιο σημείο αντιλεγόμενο; Το σημείο του Σταυ­ρού, που η Εκκλησία το θεωρεί σωτηρία του κόσμου, που οι Ιουδαίοι το εχθρεύονται και που πολλές φορές και ο ουρανός το διεκήρυξε. Αμφισβητείται το σημείο, για να νικήση η αλήθεια. Γιατί χωρίς αντίλογο δεν μπορεί να γίνη ολοκληρωμένη νίκη. Έπρεπε λοιπόν να εμφανισθή η αντιλογία, για να εκδώση την απόφασί του ο δικαστής, αφού μακροθυμήση μέχρι το τέλος των αιώνων. Γι' αυτό λέει «και ση­μείο αντιλεγόμενο». Αντιλέγουν δε εκείνοι που απιστούν.

Και συ, λέει, θεωρείσαι μητέρα. Άραγε λοιπόν εσύ θα μείνης εκτός πειρασμού, επειδή συμφώνησες να γίνης μητέρα, επειδή τον εγέννησες, επειδή έκρινες καλό να του δανείσης την μήτρα σου; (Διότι η κοιλιά σου έγινε δοχείο της ενεργείας του Αγίου Πνεύματος). Άραγε λοιπόν θα μείνης εκτός πειρασμού, επειδή έγινες Θεο­τόκος, επειδή συνέλαβες χωρίς πείρα γάμου, επειδή καταστάθηκες Μητέρα του Δημιουργού σου; Άραγε εσύ θα μείνης εκτός πειρασμού; Ούτε κι εσύ θα μείνης εκτός πειρασμού, αλλά «κι εσένα την ίδια μια ρομφαία θα σου διαπεράση την ψυ­χή». Γιατί, Κύριε μου; Σε τι αμάρτησα; Σε τίποτε δεν αμάρτησες βέβαια. Όταν όμως Τον δης κρεμασμένο στον Σταυρό, όταν Τον δης να υποφέρη για όλο τον κό­σμο, όταν δης στον Σταυρό τα χέρια Του τρυπημένα και καρφωμένα στο ξύλο, τότε θα αρχίσης να αμφιβάλλης και να λες: Αυτός είναι εκείνος για τον οποίο μου μί­λησε ο άγγελος; Αυτός είναι εκείνος στον οποίο έγινε το θαύμα της συλλήψεως; Παρθένος ήμουν και γέννησα και έμεινα πάλι παρθένος. Γιατί λοιπόν αυτός σταυρώνεται;

«Κι εσένα την ιδια μια ρομφαία θα σου διαπεράση την ψυχή». Ώστε, σύμφωνα με την προφητεία του δικαίου Συμεών, κανένας δεν έμεινε εκτός πειρασμού. Ο Πέτρος, ο κορυφαίος από τους μαθητές, τον αρνήθηκε τρεις φορές. Οι άλλοι μα­θητές τον εγκατέλειψαν και έφυγαν. Ούτε είχε άλλωστε ο τσομπάνος ανάγκη από τα πρόβατα για να τον προστατεύσουν, ενόσω αυτός έδιωχνε τους λύκους, ούτε ο αγωνιστής είχε ανάγκη από βοηθούς, αλλά όλοι τους έφυγαν. Και ο Χριστός έμει­νε μόνος κρεμασμένος στον Σταυρό σαν κριάρι έτοιμο για θυσία. Λοιπόν και αυ­τής την ψυχή την διεπέρασε η ρομφαία: ο πειρασμός δηλαδή και η αμφιβολία.

«Κι εσένα την ίδια μια ρομφαία θα σου διαπεράση την ψυχή, ώστε να αποκα­λυφθούν από πολλές καρδιές οι λογισμοί». Πάσχει λοιπόν ο Ιησούς, για να ελέγξη την απιστία και για να γεμίση από ευγνωμοσύνη τις καρδιές αυτών που Τον πιστεύουν. Αντιλέγεται το σημείο, για να ελεγχθούν αυτοί που αντιλέγουν από κακία. Γιατί, αν η αλήθεια ήταν από κάθε άποψι αναντίρρητη για τους ανθρώ­πους, τότε η ευσέβεια θα έμενε αδοκίμαστη. Όμως με το να γίνεται παραχώρησις στην αντιλογία, δοκιμάζεται η ελεύθερη εκλογή της αλήθειας. Αντιλέγεται το ση­μείο. Γιατί πώς αλλιώς θα δοκιμάζονταν οι μάρτυρες στους διωγμούς; Πώς θα α­γωνίζονταν και θα αναδεικνύονταν νικητές με την καρτερία τους; Δες πόσο ωφέ­λησε η αντιλογία, αφού έφτιαξε όχι πιστούς απλώς, όπως θάλεγε κανείς, αλλά και μάρτυρες που έφθασαν μέχρι τα βασανιστήρια και τον θάνατο και παρουσίασαν μια απόδειξι της χάριτος του Χριστού με την καρτερία τους.

Όταν λοιπόν ο Συμεών λέει «ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον», εννοείται ότι ούτε την πτώσι την προξενεί αυτός, ούτε την ανάστασι την προσφέρει με την βία, αλλά «κείται εις πτώσιν» αυτών που σκοντάφτουν στον λίθο του προσκόμματος και «εις ανάστα­σιν» εκείνων που πιστεύουν με την αγαθή τους προαίρεσι. Διότι λέει «κείται». Σαν να έλεγε κανείς: Το φως ανατέλλει για να βλέπουν οι υγιείς, ενώ αυτοί που τους πονούν τα μάτια να απομακρυνθούν ακόμη περισσότερο από την λάμψι του φωτός. Γιατί πώς αλλιώς θα ήταν δυνατόν οι πρώτοι να πέσουν και να είναι αξιοκατάκριτοι, ενώ οι δεύτεροι να σηκωθούν με χρηστές ελπίδες που προέρχονται από την καλή τους προαίρεσι, αν δεν υπήρχε το «αντιλεγόμενο σημείο»; Γιατί λέει ο Συ­μεών «και εις σημείον αντιλεγόμενον»; Για να μη προξενήση η αντιλογία απορία στους πιστούς. Το να αμφισβητείται δε και η αλήθεια του Θεού, είναι φανερό ότι αυτό γίνεται, επειδή το επιτρέπει ο Θεός. Κανένας δηλαδή δεν μπορεί να προβάλη καμμιά αντίρρησι, αν δεν το επιτρέψη αυτό ο Θεός. Είναι όντως αναγκαία η παραχώρησι αυτή εκ μέρους του Θεού, για να φανερωθούν οι άξιοι.

Θα έλθη όμως εποχή που δεν θα υπάρχη πια καμμιά αντίρρησις. Όταν δηλαδή το σημείο του Σταύρου θα λάμψη σαν προάγγελος του Κυρίου από τον ουρανό, «τότε θα κλίνη κάθε γόνυ στα επουράνια και στα επίγεια και στα καταχθόνια και κάθε γλώσσα θα ομολογήση ότι ο Χριστός είναι Κύριος προς δόξαν του Θεού Πατρός»[8]. Όσο δηλαδή το σημείο αυτό φαίνεται μόνο του και είναι απλό σημείο και δεν φαίνεται πουθενά ο σημαινόμενος, το σημείο θα αντιλέγεται. Όταν όμως ο ίδιος ο σημαινόμενος αποκαλύψη τον εαυτό του κατά την Δευτέρα Παρουσία, τότε πια κανείς δεν θα τολμά να αντιλογήση στο σημείο, γιατί ο σημαινόμενος θα έχη καταφθάσει με ολοφάνερη την θεότητά του εναντίον εκείνων που Τον αρνούν­ται. Τότε εκείνοι που προηγουμένως είχαν δεχθή το σημείο θα δοξασθούν από αυ­τόν που εκείνο υποδήλωνε, ενώ εκείνοι που αμφισβήτησαν το σημείο θα καταδικα­σθούν από τον υποδηλωθέντα. Και αυτό θα είναι τότε το τέλος της αντιλογίας, το τέλος της πλάνης, το τέλος της αμφιβολίας, το τέλος της απιστίας, η αρχή δε των βραβείων και των στεφάνων. Αυτά μακάρι όλοι μας να τα επιτύχουμε με την χάρι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και το κράτος στους ατελεύτητους αιώνες. Αμήν.

[1]  πρβλ. Ιωάν. ζ' 41-43
[2]  Η ανάστασις των νεκρών κατά την δευτέρα παρουσία θα αποτελέση την «περιτομή» δηλ. την ο­ριστική απομάκρυνσι του κακού και της αμαρτίας από ολόκληρη την κτίσι.
[3]  Λευϊτ. ε’ 11, ιβ’ 8
[4]  Ησ. α’ 9
[5]  Ρωμ. ια’ 4· πρβλ. Γ’ Βασ. ιθ’ 18
[6]  Ματθ.  κβ’ 12
[7]  Ιωάν. γ’ 30
[8]  Φιλιπ. Β’ 10-11


ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ
ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΣΟΣΙΣ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗΣ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟΥ





Η ΥΠΑΠΑΝΤΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ (2 Φεβρουαρίου)






Το 541 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός καθιερώνει την εορτή της Υπαπαντής, της μέρας δηλαδή που ο Ιησούς Χριστός προϋπαντήθηκε στο Ναό του Σολομώντα από τον γέροντα  Συμεών.

Ὅταν συμπληρώθηκαν οἱ ἡμέρες τοῦ καθαρισμοῦ, σύμφωνα πάντα μέ τόν Νόμο, παρότι δέν ὑπῆρχε λόγος καί ἀνάγκη γιά τήν Παναγία, ἀλλά γιά νά ἐκπληρώσει τόν Νόμο, ἀνέβηκε μέ τόν Ἰωσήφ στά Ἱεροσόλυμα καί πρόσφεραν τόν Κύριο, ὅπως ὥριζε ὁ Νόμος.

Λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς: Ἡ διάταξις τοῦ Νόμου ἀφοροῦσε γονεῖς καί παιδιά πού ἐγεννῶντο ἀπό συζυγική ἕνωση. Αὐτοί ἐχρειάζοντο καθαρισμό. Στήν περίπτωση τοῦ Χριστοῦ δέν ὑπῆρχαν γεννήτορες, ἀλλά μόνο μητέρα καί αὐτή Παρθένος. Ἔχουμε γέννηση μέ ἄσπορη σύλληψη, ὁπότε δέν ὑπῆρχε λόγος καί ἀνάγκη καθαρισμοῦ. Αὐτό πού ἔκαναν ἦταν ἔργο ὑπακοῆς. Μέ αὐτήν τήν ὑπακοή στό Νόμο τοῦ Θεοῦ καί Πατρός ὁ Κύριος ἐθεράπευσε τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἀρρώστεια πού προκάλεσε ἡ ἀνυπακοή τῶν Πρωτοπλάστων.

          Εκεί τους περίμενε ο δίκαιος Συμεών, ο οποίος είχε πληροφορηθεί από το Άγιο Πνεύμα, ότι δεν θα πεθάνει, προτού δει τον αναμενόμενο Μεσσία και Σωτήρα του κόσμου. Ο Συμεών δέχτηκε στις αγκαλιές του τον Κύριο έχοντας καταλάβει από Θεία φώτιση ότι αυτός είναι ο Μεσσίας. Τότε ο Συμεών δοξάζει τον Θεό λέγοντας


« Νυν απολύεις τον δούλον σου
Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη,
ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν
σου … Φως εις αποκάλυψιν εθνών
και δόξαν λαού σου Ισραήλ».(Λκ. 2, 25-32) 



Δηλαδή:
«Τώρα, Κύριε, μπορείς να με πάρεις ειρηνικά, όπως μου
υποσχέθηκες, διότι είδαν τα μάτια μου το Σωτήρα, που είναι φως για να
φανερωθεί στα έθνη και δόξα του λαού σου του Ισραήλ».

Κατόπιν στράφηκε προς την Παναγία:

« Αυτό εδώ το παιδί θα γίνει αιτία να σωθούν,
αλλά και να χαθούν πολλοί από το Ισραήλ.
Όσοι θα πιστέψουν σ’ αυτόν θα αναστηθούν,
όσοι δεν πιστέψουν θα χαθούν. Τη δική σου
όμως καρδιά θα τη διαπεράσει σα μαχαίρι ο
πόνος.»

          Στο Ναό βρισκόταν και η προφήτισσα Άννα, μια σεβάσμια γερόντισσα που περνούσε ημέρα και νύχτα στο ιερό με νηστεία και προσευχή. Η προφήτισσα Άννα αφού προσκύνησε τον Ιησού, δόξασε τον Θεό και έλεγε σε όλους ότι ήρθε ο Μεσσίας που θα φέρει την λύτρωση σε όλους τους πιστούς (Λουκ. 2,36-38).



Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος α’.


Χαῖρε Κεχαριτωμένη Θεοτόκε Παρθένε, ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἠμῶν, φωτίζων τοὺς ἐν σκότει. Εὐφραίνου καὶ σὺ Πρεσβῦτα δίκαιε, δεξάμενος ἐν ἀγκάλαις τὸν ἐλευθερωτὴν τῶν ψυχῶν ἠμῶν, χαριζόμενον ἠμὶν καὶ τὴν Ἀνάστασιν.



Κοντάκιον
Ἦχος α’.


Ὁ μήτραν παρθενικὴν ἁγιάσας τῷ τόκῳ σου, καὶ χεῖρας τοῦ Συμεὼν εὐλογήσας ὡς ἔπρεπε, προφθάσας καὶ νῦν ἔσωσας ἠμᾶς Χριστὲ ὁ Θεός. Ἀλλ' εἰρήνευσον ἐν πολέμοις τὸ πολίτευμα, καὶ κραταίωσον Βασιλεῖς οὖς ἠγάπησας, ὁ μόνος φιλάνθρωπος.


Ὁ Οἶκος


Τῇ Θεοτόκῳ προσδράμωμεν, οἱ βουλόμενοι κατιδεῖν τὸν Υἱὸν αὐτῆς, πρὸς Συμεὼν ἀπαγόμενον, ὃν περ οὐρανόθεν οἱ Ἀσώματοι βλέποντες, ἐξεπλήττοντο λέγοντες· θαυμαστὰ θεωροῦμεν νυνὶ καὶ παράδοξα, ἀκατάληπτα, ἄφραστα, ὁ τὸν Ἀδὰμ δημιουργήσας βαστάζεται ὡς βρέφος, ὁ ἀχώρητος χωρεῖται ἐν ἀγκάλαις τοῦ Πρεσβύτου, ὁ ἐπὶ τῶν κόλπων ἀπεριγράπτως ὑπάρχων τοῦ Πατρὸς αὐτοῦ, ἑκὼν περιγράφεται σαρκί, οὐ Θεότητι, ὁ μόνος φιλάνθρωπος.


Μεγαλυνάριον


Σήμερον ἡ Πάναγνος Μαριάμ, τῷ Ναῷ προσάγει, ὥσπερ βρέφος τὸν Ποιητήν, ὃν ἐν ταῖς ἀγκάλαις, ὁ Πρέσβυς δεδεγμένος, Θεὸν αὐτὸν κηρύττει, κἂν σάρκα εἴληφε.


Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2014

ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΤΡΙΧΕΡΟΥΣΑΣ (12 Ἰουλίου)






Αποτέλεσμα εικόνας για άγιος ιωάννης ο δαμασκηνός και Παναγια
Στην εικόνα αυτή κατέφυγε με δίκαιο παράπονο και προσυχήθηκε ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός κρατώντας το κομμένο δεξί του χέρι, που συνέγραφε τους λόγους υπέρ των Αγίων Εικόνων και του κόπηκε από επιβουλή των εικονομάχων.

Η Παναγία θαυματούργησε συγκολλώντας και ζωογονώντας το νεκρό χέρι του και εκείνος της αφιέρωσε ΑΣΗΜΕΝΙΟ ΧΕΡΙ, που η θέση του στην εικόνα το κάνει να φαίνεταισαν ένα ΤΡΙΤΟ χέρι της Παναγίας.

Η εικόνα μέχρι το 12 αιώνα μ.Χ. φυλαγόνταν στη Λαύρα του αγίου Σάββα, δωρήθηκε στον Άγιο Σάββα Αρχιεπίσκοπο Σερβίας, κτίτορα της μονής Χιλανδαρίου κατά την επίσκεψή του στους Αγίους Τόπους. Αυτός τη μετέφερε στη Σερβία, από όπου αργότερα μετακομίστηκε με θαυμαστό τρόπο στο Άγιο Όρος, κατά τις διαταραχές που συνέβησαν στη Σερβία , ο ημίονος που την μετέφερε πάντοτε προ του στρατεύματος στις διάφορες μάχες χάθηκε και προχωρώντας μόνος του έφθασε μέχρι το Χιλανδράρι.

Σε μεταγενέστερη εποχή όταν προέκυψε διχόνια στην αδελφότητα της μονής Χιλανδαρίου λόγω εκλογής νέου ηγούμενου, η Τριχερούσα μετατοπίστηκε θαυματουργικά από το Ιερό Βήμα, όπου ήταν μέχρι τότε, στο στασίδι του ηγούμενου,οπου συνεχίζει να διοικεί τη Μονή που στερείται Καθηγουμένου.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ´. Ταχὺ προκατάλαβε.

Τὴν θείαν Εἰκόνα σου, ἐκ Παλαιστίνης ἡμῖν, ὁ Σάββας ὁ ἔνθεος, ἣν Τριχεροῦσαν Ἁγνή, καλοῦμεν μετήνεγκεν, ἤν περ Χιλανδαρίου, ἡ Μονὴ κεκτημένη, ὕμνον σοι Θεοτόκε, ἀναμέλπει βοῶσα· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σου. (Ἐκ γ´.) 


Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ´. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῆς Θεοτόκου τὴν εἰκόνα τὴν πανσέβαστον ἥ Τριχερούσα ξένῳ θαύματι ὠνόμασται, προσκυνήσωμεν ἐν πίστει καὶ εὐλαβείᾳ. Ἀλλ᾿ ὦ Κόρη τὴν Μονήν σου ταύτην φύλαττε, ἀπὸ πάσης συμφορᾶς καὶ περιστάσεως, ἐκβοώσαν σοι· χαῖρε πάντων ἀντίληψις. 

Κάθισμα
Ἦχος δ´. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ταχεῖαν βοήθειαν, ἐν πειρασμοῖς χαλεποῖς, προσπίπτοντες Ἄχραντε, τῇ σῇ θερμῇ ἀρωγῇ, εὑρίσκοντες πάντοτε, ὕμνον εὐχαριστίας, σοι προσάδομεν πόθῳ, πίστει παρεστηκότες, τῇ σεπτή σου Εἰκόνι, Παρθένε Τριχερούσα, ἡμῶν καταφύγιον. 

Ὁ Οἶκος
Ἄνωθεν ἡ Εἰκών σου, λαμπρυνθεῖσα σῇ δόξῃ, δεδώρηται ἡμῖν Θεοτόκε, ᾗ προσιόντες πίστει πολλῇ, τῶν πολλῶν σοῦ τρυφῶμεν ἀντιλήψεων, καὶ ὕμνον χαριστήριον, προσφέρομεν σοὶ ἐκβοῶντες·

Χαῖρε Ἀγγέλων ἡ θυμηδία·
χαῖρε ἀνθρώπων ἡ προστασία.
Χαῖρε τοῦ Σωτῆρος καθέδρα περίδοξος·
χαῖρε τῆς Μονῆς σου προστάτις καὶ ἔφορος.
Χαῖρε ὅτι ἡμῖν δέδωκας τὴν Εἰκόνα σου Ἁγνὴ·
χαῖρε ὅτι βλύζεις ἅπασιν εὐσπλαγχνίας τὴν πηγὴν.
Χαῖρε Χιλανδαρίου πολυτίμητον γέρας·
χαῖρε παντὸς τοῦ Ἄθω φύλαξ σκέπη καὶ κέρας.
Χαῖρε Θεὸν αῤῥήτως κυήσασα·
χαῖρε χαρᾶς τὰ πάντα ἐμπλήσασα.
Χαῖρε ἡμᾶς ἀσφαλῶς ὁδηγοῦσα·
χαῖρε τοῦ σου κλήρου ἡ προνοοῦσα.
Χαῖρε πάντων ἀντίληψις.

Μεγαλυνάριον
Ἡ Χιλανδαρίου χαίρει Μονή, ἔχουσα ἐν κόλποις, τὴν Εἰκόνα σου τὴν σεπτήν, ἥτις Τριχεροῦσα, Παρθένε ἐπεκλήθη, ἣν πίστει προσκυνοῦντες, σὲ μεγαλύνομεν.


Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2014

ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΑΙ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ, «ΑΚΤΙΝΕΣ ΚΑΙ ΔΑΔΟΥΧΙΑΙ ΕΚ ΤΡΙΣΗΛΙΟΥ ΑΥΓΗΣ»

Picture


Του πατρός Νικηφόρου Νάσσου,
εφημερίου του Ιερού Ναού Γενεθλίου του Τιμίου Προδρόμου Βόλου. 

Εἶναι πολύ σημαντικό, ἕνας Ἅγιος να ἐγκωμιάζει ἄλλους Ἁγίους! Αὐτό τό βλέπουμε στήν περίπτωση τῶν Τριῶν Μεγάλων Πατέρων καί Οἰκουμενικῶν Διδασκάλων, Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Εἰς αὐτούς τους ἀειλαμπεῖς φωστῆρας τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἅγιος Φιλόθεος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, πλέκει τό ἐγκώμιο, ἀποδίδει τόν δίκαιο ἔπαινο καί καλεῖ ὅλους μας να ἐγκωμιάσουμε καί νά τιμήσουμε, ὡς μαθηταί αὐτῶν, ὡς τέκνα τέτοιων μεγάλων Πατέρων:
«Τούς διδασκάλους ἡμῶν ἐπαινέσωμεν∙ τούς πατέρας οἱ παῖδες κατά χρέος τιμήσωμεν. Τούς τρεῖς φιλοσόφους καί σοφούς τῆς Ἐκκλησίας ρήτορας, τά τέκνα τῆς Ἐκκλησίας, οἱ προσκυνηταί τῆς μεγάλης Τριάδος, κατά δύναμιν εὐφημήσωμεν. Τούς λόγους τοῖς ὄντως λογίοις, καί λόγον ὁμοῦ πνεύσασι τόν τε θεῖον ἅμα καί τόν ἀνθρώπινον, οἱ τούτων ἀκροαταί καί μύσται δῶρον προσάξωμεν».1

Τήν 30η τοῦ μηνός Ἰανουαρίου, κατά τήν ὁποῖα ἑορτάζουν πλεῖστοι Πατέρες καί Διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τιμᾶται ἡ «παμφαής τριάς τῶν σοφοτάτων Διδασκάλων» καί ἑορτάζονται γηθοσύνως τά «πυξία τοῦ Πνεύματος» κατά τήν Ὑμνολογία, οἱ τρεῖς Γίγαντες τοῦ πνεύματος,
Βασίλειος ὁ Μέγας, Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καί Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ὀρθά εἰπώθηκε ὅτι ἡ μνήμη τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ἔρχεται νά συμβολίσει μεταφορικά τήν Ἁγία Τριάδα καί τόν ρόλο τῶν τριῶν Πατέρων στή διαμόρφωση τοῦ τριαδικοῦ δόγματος καί νά ὑποδηλώσει τά ὅρια προσέγγισης τοῦ ἐλληνικοῦ φιλοσοφικοῦ στοχασμού. Εἶναι μία ἑορτή, πού καθιερώθηκε τόν 11ο αἰῶνα, ὅπως γνωρίζουν ὅσοι μελετοῦν, ἀπό τόν ἐπίσκοπο Εὐχαΐτων Ἰωάννη τόν Μαυρόποδα.

Ἡ καθιέρωση ὡς ἑορτή τῶν τριῶν ἐπιφανῶν Θεολόγων τῆς Ὀρθοδοξίας τήν ἴδια ἡμέρα, κατά τήν Συναξαριακή Παράδοση, ἔχει τήν ἀφορμή ἀπό τό γεγονός τῆς διαφωνίας κάποιων περί τῆς ὑπεροχῆς ἑνός ἐκ τῶν Τριῶν Πατέρων στήν ἀρετή, ἀφοῦ ἄλλοι ὑποστήριζαν ὡς πρῶτο και ἀνώτερο ὅλων τόν Μ. Βασίλειο, ἄλλοι τόν Γρηγόριο τόν Θεολόγο καί ἄλλοι τόν Ἰωάννη τον Χρυσόστομο. Οἱ ἄνθρωποι εἶχαν χωριστεῖ σέ τρία στρατόπεδα καί εἶχαν λάβει ὀνομασίες χαρακτηριστικές τῆς ὑποστηρίξεως κάθε ἑνός ἐκ τῶν τριῶν Πατέρων. 
«Στάσις γέγονε παρά τῶν ἐλλογίμων καί ἐναρέτων ἀνδρῶν…ὡς συμβαίνει διαιρεθῆναι τά πλήθη, καί, τούς μέν Ἰωαννίτας λέγεσθαι, τούς δέ Γρηγορίτας, Βασιλείτας δέ τούς λοιπούς».

Ὁ σοφός ἐπίσκοπος Ἰωάννης Μαυρόπους, τό ἔτος 1054, βλέποντας ὅτι καί οἱ τρεῖς Πατέρες ἑορτάζουν μέσα στόν Ἰανουάριο, καθιέρωσε κοινή ἑορτή καί τῶν τριῶν κατά τήν 30η τοῦ αὐτοῦ μηνός. Μάλιστα δέ ὁ ἴδιος φιλάγιος καί φιλάρετος ἐπίσκοπος, συνέθεσε ὕμνους καί ἠδύμολπα τροπάρια στή μνήμη τῶν τριῶν Μεγάλων Ἱεραρχῶν και Κανόνα στον Ὄρθρο τῆς ἑορτῆς μέ ἀκροστιχίδα:
 «Τρισήλιον Φῶς, τρεῖς ἀνῆψεν ἡλίους». Ὑπῆρξαν ὄντως ἥλιοι πνευματικοί, «τοῦ ἐπιγείου στερεώματος Ἥλιος∙ ἀκτῖνες καὶ δᾳδουχίαι, ἐκ τρισηλίου αὐγῆς, τῶν ἐσκοτισμένων ἡ ἀνάβλεψις, ἀκτῖνες καί δαδουχίαι, ἐκ τρισηλίου αὐγῆς», ὅπως λυρικότατα τούς ἀποκαλεῖ ψάλλοντας τή μνήμη τους ἡ Ἐκκλησία!

Τί σημαίνουν τά λόγια αὐτά; Ὅτι οἱ Ἅγιοι αὐτοί ὑπῆρξαν, μία ἀντανάκλαση τῆς τρισηλίου Τριάδος στή γῆ, φῶτα ἐκ Φωτός. Οἱ τρεῖς φωστῆρες, φῶτα ἐν κόσμω, λαμπτήρες νοητοί καί δαδοῦχοι τῆς προσκυνητῆς Τριάδος. Ὅπως ἡ Τριάς εἶναι Φῶς καί φωτίζει κάθε ἄνθρωπο ἐπί γῆς, ἔτσι καί οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες φωταγωγοῦν κάθε πιστό ὁ ὁποῖος σ᾿ αὐτούς προσπίπτει. Σάν νοητός ἥλιος ἡ ἐπίγειος Τριάς περιαυγάζει μέ τίς ἀκτῖνες της ἀκόμη καί τά πιό μεγάλα σκοτάδια τοῦ κόσμου. Ἀναδίδει εὐλογία σέ ὅσους, παρότι ἔχουν τήν σωματική ὅραση, ἔχουν χάσει τήν ὅραση τοῦ Θεοῦ στό κάτοπτρο τῆς ψυχῆς τους…


Ὁ βίος τῶν Τριῶν ἁγιωτάτων Πατέρων, καθαρότατος! Τό ποιμαντικό, πνευματικό καί κοινωνικό τους ἔργο, ἀπαράμιλλο! Ἡ παιδεία τους, λαμπρά καί λιπαρή! Ἡ διδασκαλία τους, θεοφώτιστη, μαρτυροῦσα τό πλεόνασμα τῆς ἐν Χριστῷ ἐμπειρίας τους! Οἱ ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας ἀγῶνες τους μεγάλοι καί ὄντως ἀπροσμέτρητοι! Τό φρόνημά τους ἔναντι τῶν αἱρετικῶν ἀλλά καί τῶν ποικιλωνύμων ἀδίκων καί διωκτῶν, χαλίβδυνο καί ἀδαμάντινο! Ὁ λόγος τους, ὁ γραπτός καί ὁ προφορικός, ὑψηλός, ἁγιοπνευματικός, διδακτικός, διαχρονικός, καλλιεπέστατος, διεισδυτικός καί πύρινος!

Οἱ τρισόλβιοι αὐτοί Πατέρες, δέν ἔλαβαν τά χαρίσματα τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί τίς θεῖες μαρμαρυγές χωρίς ἀγῶνα καί κόπο! Ὄχι ἁπλῶς κοπίασαν γιά τήν ἀπόκτηση τῆς γνώσεως καί τῆς ἀρετῆς, ἀλλά «ἔδωσαν αἶμα καί ἔλαβον πνεῦμα» κατά τό Πατερικόν… Ἔζησαν τήν κατά Θεόν ζωή καί τήν μοναχική πολιτεία διά πόνων ἀσκήσεως καί ἑνώθηκαν κατά Χάριν μέ τόν μόνο Θεό! Αὐτόν εἶδαν ὡς Φῶς ἀληθινό καί Προαιώνιο νά καταυγάζει τήν ὕπαρξή τους, ἀφοῦ μετεῖχαν στήν Ἄκτιστη Δόξα Του καί ὅπως χαρακτηριστικά λέγει σέ ἕνα ἐγκώμιό του ὁ Ν. Καβάσιλας, 
«τῆς ἐκεῖθεν ἔμπλεοι κατέστησαν αἴγλης, ἄνθρακες τινές κατά τόν ψαλμωδόν ἀναφθέντες καί φῶτα τέλεια, τελείου φωτός γεννήματα»… 

 Νά σημειώσουμε στήν παροῦσα ταπεινή ἀναφορά, μιά λεπτομέρεια ἄγνωστη στούς πολλούς, ὅτι, ὅπως γράφει ὁ ἱστορικός Β. Στεφανίδης, στή διεθνή θεολογία εἶναι γνωστή ἡ τριάδα τῶν Μεγάλων Καππαδοκῶν Πατέρων, δηλαδή ὁ Μ. Βασίλειος, ὁ ἀδελφός του Γρηγόριος ὁ Νύσσης καί ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Ἀργότερα, ἡ Ἐλληνική Ἐκκλησία, ἀφήρεσε τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Νύσσης μέσα ἀπό τήν τριάδα τῶν Μεγάλων Ἱεραρχῶν καί πρόσθεσε τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο.2

Ἄς ἐκζητοῦμε θερμῶς τίς πρεσβείες τῶν μεγάλων τούτων κολοσσῶν τῆς πίστεως, ὅλοι, κληρικοί και λαϊκοί. Ἄς τιμοῦμε πάντοτε τή μνήμη τῶν Ἁγίων αὐτῶν, οἱ ὁποίοι εἶναι ἐκτός τῶν ἄλλων καί οἱ
προστάτες τῆς παιδείας μας. Καί ὅσοι ἐπιδιώκουμε νά ψηλαφήσουμε τίς ὁδούς τῆς βαθυτέρας γνώσεως καί νά προσεγγίσουμε τήν ἐνδοτέρα χώρα τῆς σοφίας, αὐτούς τούς ἀρίστους παιδαγωγούς, τούς λαμπρούς ὁδοδεῖκτες καί πάντοτε ἐπίκαιρους Διδασκάλους ἄς ἔχουμε ὡς ὁδηγούς!

Καί ὅπως ἡ ἱερά Ὑμνολογία (Κανόνες τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν) μᾶς προτρέπει, 
«τοὺς τῶν θείων πραγμάτων, καὶ τῶν ἀνθρωπίνων σοφοὺς ἐπιστήμονας, τὰς τῶν ὄντων φύσεις, φιλαλήθως ἡμῖν σαφηνίσαντας, καὶ τὸν τούτων Κτίστην, πᾶσι γνωρίσαντας ὡς θέμις, εὐχαρίστοις φωναῖς ἀμειψώμεθα».
______________________________________________________________________

1 Λόγος ἐγκωμιαστικός, Ἁγίου Φιλοθέου, Πατριάρχου Κων/πόλεως τοῦ Κοκκίνου, Εἰς τούς τρεῖς Ἱεράρχας, MPG. 154, 767 Α.
2 Βλ. Β. Στεφανίδου Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, σελ. 463

Τῶν Ἁγίων Τριῶν Ἱεραρχῶν (30 Ἰανουαρίου)



Τον ενδέκατο αιώνα, την εποχή του αυτοκράτορα Αλεξίου Κομνηνού, καθιερώθηκε ο κοινός εορτασμός τριών μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας, του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, και του Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου, Αρχιεπισκόπου Καισαρείας Καππαδοκίας, για να τιμηθεί η υπέρτατη προσφορά τους στην παιδεία, η ακλόνητη και θερμουργός πίστη πρός τον Θεό και η απαράμιλλη ποιμαντορική και φιλανθρωπική τους δράση.

Από τότε επικράτησε εθιμοτυπικά η εορτή των Τριών Ιεραρχών να σχετίζεται με την παιδεία και τα ελληνικά γράμματα, έθος που συνεχίστηκε και κατά τη περίοδο της Τουρκοκρατίας, οπότε και πήρε εθνικό χαρακτήρα. Στους Τούρκους εμφανιζόταν ως θρησκευτική εορτή και ημέρα εξέτασης της προόδου των μαθητών, αλλά ουσιαστικά οι παπάδες-δάσκαλοι καλλιεργούσαν στα Ελληνόπουλα τον πόθο για ελευθερία.

Μετά την απελευθέρωση αναγνωρίστηκε επίσημα ως η πιό λαμπρή εορτή των ελληνικών σχολείων και της εκπαίδευσης γενικότερα, πρώτα από το Πανεπιστήμιο Αθηνών, με απόφαση της Συγκλήτου το σχολικό έτος 1843-44, και αργότερα πια νομοθετικά από την ελληνική πολιτεία.

Στα στενά όρια ενός άρθρου δεν είναι δυνατόν να παρουσιάσουμε με πληρότητα το πολυσχιδές έργο καί την τεράστια προσφορά των Τριών Ιεραρχών, γι’ αυτό και θα παρουσιάσουμε μόνο μερικά και κυρίως πρακτικά σημεία από τη σχέση τους με την παιδεία και την παιδαγωγία των νέων.

Και οι τρείς μεγάλοι Πατέρες από την παιδική τους ηλικία αγάπησαν ολόψυχα την παιδεία, αναζήτησαν τη γνώση και αφιερώθηκαν με ζήλο στην επιστήμη.

Ο Μέγας Βασίλειος μετά τα εγκύκλια μαθήματα που έλαβε από τον πατέρα του, σπούδασε στις περίφημες σχολές της Καισάρειας και αργότερα έκανε ανώτερες σπουδές στην Κωνσταντινούπολη. Το 351 μ.Χ. μετέβη στην Αθήνα, όπου σπούδασε ρητορική, φιλοσοφία, διαλεκτική, αστρονομία, γεωμετρία και ιατρική.

Στα έργα του αργότερα και κυρίως στην Εξαήμερό του, φανερώνει την αριστοτεχνική χρήση του ελληνικού λόγου και την εκπληκτική γνώση των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων και των επιστημονικών δεδομένων της εποχής του.

Ο Άγιος Γρηγόριος διδάχθηκε τα εγκύκλια γράμματα μάλλον στη Ναζιανζό και συνέχισε τις σπουδές του στην Καισάρεια, στην Αλεξάνδρεια και στην Αθήνα. Στην Αθήνα υπήρξε συμφοιτητής με τον Μέγα Βασίλειο και σπούδασε με ξεχωριστό ζήλο φιλοσοφία, ρητορική, μουσική, αστρονομία και γεωμετρία. Εντυπωσίασε τόσο πολύ τους καθηγητές του, ώστε, μετά το πέρας των σπουδών του, τον εξανάγκασαν να παραμείνει στην Αθήνα και να διδάξει φιλοσοφία και ρητορική. Αναδείχθηκε απαράμιλλος χειριστής της αττικής διαλέκτου, μεγάλος ποιητής και συγγραφέας και σαγηνευτικός ομιλητής.

Ο Άγιος Ιωάννης σπούδασε στην Αντιόχεια κοντά στους φημισμένους φιλοσόφους Ανδραγάθιο και Λιβάνιο. Αμέσως μετά τις σπουδές του άσκησε το δικηγορικό επάγγελμα και αναδείχθηκε «δεινός εις το λέγειν και πείθειν». Θεωρείται ο μεγαλύτερος ρήτορας όλων των εποχών. Έλαβε το προσωνύμιο «Χρυσόστομος» για την ευγλωττία του και την καλλιέπεια των λόγων του. Και οι τρεις, παρ’ ότι αφιέρωσαν τα χαρίσματα και τις ικανότητές τους στην διακονία του Ευαγγελίου του Χριστού, δεν απαξίωσαν την κοσμική σοφία. Συνιστούσαν τη σοβαρή σπουδή των επιστημών και μάλιστα τόνιζαν την αξία της ελληνικής σοφίας. Όχι μόνο δεν αντιτάχθηκαν στο αρχαιοελληνικό πνεύμα, αλλά, όπως άλλωστε και όλοι οι εκκλησιαστικοί Πατέρες, προσέλαβαν όλα τα θετικά στοιχεία του Ελληνισμού. Αξιοποίησαν κατά τον καλύτερο τρόπο πολλές απόψεις και θεωρίες της ελληνικής φιλοσοφικής σκέψης, χωρίς βέβαια να αλλοιώσουν την ορθόδοξη χριστιανική αποκαλυπτική αλήθεια. Οι Πατέρες έγραφαν και εδίδασκαν κατά της ειδωλολατρικής πλάνης κι όχι εναντίον της ελληνικής παιδείας.

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος εξαίρει την αξία της αρχαίας ελληνικής παιδείας, συμβουλεύοντας τους νέους της εποχής του να διαβάζουν τα πάντα, αλλά να απορρίπτουν όλα τα της ειδωλολατρίας και μάλιστα ορίζει και τον τρόπο αγωγής, τον τρόπο δηλαδή με τον οποίο ο χριστιανός θα έχει την αρχαία γραμματεία ως διδάσκαλο, χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα τον αδελφό του Μεγάλου Βασιλείου, τον Καισάριο. Ο Καισάριος επεζήτησε κάθε αρετή και μάθηση και σπούδασε ρητορική, ιατρική, γεωμετρία και αστρονομία, χωρίς όμως να αφήσει τον εαυτό του να επηρεαστεί από την επικίνδυνη πλάνη της αστρολογίας, που οδηγεί στην ειδωλολατρία.

Ο Μέγας Βασίλειος στο περίφημο σύγγραμά του, Προς τους νέους, για την επωφελή μελέτη των ελληνικών κειμένων, συνιστά τη με διάκριση χρήση της ελληνικής φιλοσοφίας, την οποία ονομάζει και «προθάλαμο της χριστιανικής αγωγής», και θεωρεί απαίδευτους όσους δεν έχουν σπουδάσει την κληρονομιά της ελληνικής σκέψης και διανόησης. Στα έργα του μεγάλου Πατρός παρελαύνουν όλοι οι μεγάλοι στοχαστές της αρχαιότητος, ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης, οι Στωικοί, ο Πλούταρχος, ο Πλωτίνος κ.ά.

Οι τρεις Ιεράρχες αναδείχθηκαν και απαράμιλλοι παιδαγωγοί. Οι συμβουλές και οι παραινέσεις τους προς τους γονείς, τους νέους και τους δασκάλους παραμένουν επίκαιρες μέχρι και σήμερα.

Ο ιερός Χρυσόστομος τόνιζε ότι η παιδαγωγική είναι ανώτερη από κάθε άλλη τέχνη, γιατί διαπλάθει ψυχές. Παρότρυνε τους παιδαγωγούς παράλληλα με τη μετάδοση των γνώσεων να δείχνουν αγάπη στους μαθητές τους και να σέβονται και να αναγνωρίζουν τις ιδιαιτερότητες του καθενός. Επιμένει στον χαρακτήρα του δασκάλου και συνιστά σε όποιον θέλει να αναλάβει έργο παιδαγωγού να έχει φιλοστοργία, αυταπάρνηση και διάθεση θυσίας και να είναι απαλλαγμένος από την υπερηφάνεια και την αλαζονεία. Και πάντοτε να επιβεβαιώνει όσα διδάσκει με το προσωπικό του παράδειγμα.

Ο Μέγας Βασίλειος γίνεται ακόμα πιό πρακτικός στις παιδαγωγικές του παραινέσεις. Συνιστά τα σχολεία να κατασκευάζονται σε μέρη ήσυχα και οι δάσκαλοι να προσπαθούν να ελκύσουν την εμπιστοσύνη των μαθητών τους. Κατά την ώρα της διδασκαλίας ο παιδαγωγός πρέπει να είναι σαφής και σύντομος, όχι όμως τόσο ώστε να μην προλάβουν να συγκρατήσουν οι μαθητές αυτά που λέγει. Υποδεικνύει στους παιδαγωγούς να μην ομιλούν συγχρόνως για πολλά θέματα, να επαναλαμβάνουν αυτά που λέγουν, να μην προσπαθούν να αποδείξουν τα απλά και αυταπόδεικτα, να χρησιμοποιούν πολλά παραδείγματα και γενικώς να διδάσκουν με τρόπο εποπτικό.

Ο ιερός Πατήρ είναι και πρόδρομος του επαγγελματικού προσανατολισμού. Παρακινεί τους γονείς και παιδαγωγούς στη μόρφωση των παιδιών να λαμβάνουν υπόψη τους την κλίση που έχουν στις διάφορες τέχνες. Με σοβαρότητα να δοκιμάζουν τις ικανότητες των παιδιών και ύστερα να επιλέγουν τον κατάλληλο διδάσκαλο ή τεχνίτη για να μαθητεύσουν. Ο Μέγας Βασίλειος, παρ’ ότι καταδικάζει την υπέρμετρη και φιλάρεσκη απασχόληση με το σώμα, δεν απαγορεύει τη σωματική άσκηση. Μάλιστα στην 74η Επιστολή του εκφράζει την έντονη λύπη του, διότι στην πατρίδα του έκλεισαν τα γυμναστήρια και οι νέοι προτιμούν τη μαλθακή ζωή και τις απολαύσεις. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι ο Βασίλειος μεταξύ των μαθημάτων που συνιστά να διδάσκονται οπωσδήποτε οι νέοι συμπεριλαμβάνει την ιστορία, τη φυσική, τη γεωμετρία, την αριθμητική και την αστρονομία, την οποία διαχωρίζει από την αστρολογία. Μάλιστα στην 135η Επιστολή του, προς τον πρεσβύτερο Διόδωρο, τονίζει ότι το διδακτικό βιβλίο πρέπει να είναι ευχάριστο και συγχρόνως «απλούν και ακατάσκευον… έχον την δύναμιν εν τοις πράγμασι».

Ο ιερός Βασίλειος, όπως και οι άλλοι δύο Ιεράρχες, τονίζει προς τους γονείς την υποχρέωση που έχουν για την ορθή ανατροφή των παιδιών τους. Καλεί τους γονείς να εκτρέφουν τα παιδιά τους σύμφωνα με τα όσα λέγει ο Απόστολος Παύλος «μετά πραότητος και μακροθυμίας, μηδεμίαν πρόφασιν το όσον επ’ αυτοίς διδόναι οργής και λύπης». Και βέβαια να διδάσκουν κι αυτοί με το παράδειγμά τους και να μην ξεχνούν πως αυτοί είναι και οι πρώτοι που θα πρέπει να δώσουν στα παιδιά τους θρησκευτική αγωγή και να εμφυτεύσουν στις εύπλαστες παιδικές ψυχές την ευσέβεια και την αγάπη προς τον Θεό.

Τέλος, και οι τρείς μεγάλοι Ιεράρχες, αν συνοψίσουμε τις παραινέσεις τους σε λίγες φράσεις, συμβουλεύουν τους νέους όλων των εποχών: «Προχωρείτε, παιδιά, προχωρείτε πάντοτε μπροστά και όλο ψηλά. Ποθήστε τη μόρφωση. Δοθείτε με επιμονή και πνεύμα μαθητείας στις σπουδές σας. Λαχταράτε να κάνετε κάτι μεγάλο και ηρωικό; Μάθετε να παραμερίζετε τον εαυτό σας και να τον θέτετε στην υπηρεσία των άλλων. Οραματίζεσθε μια κοινωνία πιό καλή; Δουλέψτε. Οπλισθείτε με δραστηριότητα κι επιμονή και ζήστε την αγάπη του Χριστού δυνατά, φλογερά, μέχρι τέλους».

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος α’.

Τούς τρεῖς μεγίστους φωστῆρας τῆς Τρισηλίου θεότητος, τούς τήν οἰκουμένην ἀκτῖσι δογμάτων θείων πυρσεύσαντας, τούς μελιῤῥύτους ποταμούς τῆς σοφίας, τούς τήν κτίσιν πᾶσαν θεογνωσίας νάμασι καταρδεύσαντας, Βασίλειον τόν μέγαν, καί τόν Θεολόγον Γρηγόριον, σύν τῷ κλεινῷ Ἰωάννη, τῷ τήν γλῶτταν χρυσοῤῥήμονι, πάντες οἱ τῶν λόγων αὐτῶν ἐρασταί, συνελθόντες ὕμνοις τιμήσωμεν· αὐτοί γάρ τῇ Τριάδι, ὑπέρ ὑμῶν ἀεί πρεσβεύουσιν.





Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τούς ἀσφαλεῖς.

Τούς Ἱερούς καί θεοφθόγγους Κήρυκας, τήν κορυφήν τῶν Διδασκάλων Κύριε, προσελάβου εἰς ἀπόλαυσιν τῶν ἀγαθῶν σου καί ἀνάπαυσιν· τούς πόνους γάρ ἐκείνων καί τόν κάματον, ἐδέξω ὑπέρ πᾶσαν ὁλοκάρπωσιν, ὁ μόνος δοξάζων τούς Ἁγίους σου.



Κάθισμα

Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.


Τοὺς μεγάλους φωστῆρας τοὺς φεραυγεῖς, Ἐκκλησίας τοὺς πύργους τοὺς ἀρραγεῖς, συμφώνως αἰνέσωμεν, οἱ τῶν καλῶν ἀπολαύοντες, καὶ τῶν λόγων τούτων, ὁμοῦ καὶ τῆς χάριτος· τὸν σοφὸν Χρυσορρήμονα, καὶ τὸν μέγαν Βασίλειον, σὺν τῷ Γρηγορίῳ, τῷ λαμπρῷ θεολόγῳ· πρὸς οὓς καὶ βοήσωμεν, ἐκ καρδίας κραυγάζοντες· Ἱεράρχαι τρισμέγιστοι, πρεσβεύσατε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν Ἁγίαν μνήμην ὑμῶν.



Ὁ Οἶκος


Τὶς ἱκανὸς τὰ χείλη διᾶραι, καὶ κινῆσαι τὴν γλῶσσαν πρὸς τοὺς πνέοντας πῦρ, δυνάμει Λόγου καὶ Πνεύματος; ὅμως τοσοῦτον εἰπεῖν θαρρήσω, ὅτι πᾶσαν παρῆλθον τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν οἱ τρεῖς, τοῖς πολλοῖς καὶ μεγάλοις χαρίσμασι, καὶ ἐν πράξει καὶ θεωρίᾳ, τοὺς κατ᾿ ἄμφω λαμπροὺς ὑπεράραντες· διὸ μεγίστων δωρεῶν τούτους ἠξίωσας, ὡς πιστούς σου θεράποντας, ὁ μόνος δοξάζων τούς Ἁγίους σου.



Μεγαλυνάριον


Ρήτορες σοφίας θεοειδεῖς, στῦλοι Ἐκκλησίας, οὐρανίων μυσταγωγοί, Βασίλειε πάτερ, Γρηγόριε θεόφρον, καὶ θεῖε Ἰωάννη, κόσμῳ ἐδείχθητε. 

Ποιός είναι ανώτερος από τους Τρείς Ιεράρχες; (Συναξαριστής, Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου)




Αποτέλεσμα εικόνας για Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου
Η αιτία για την οποία έγινε ή εορτή αυτή των Τριών Ιεραρχών, είναι η έξης: Κατά τους χρόνους της βασιλείας του Αλεξίου του Κομνηνού, ο οποίος έγινε βασιλιάς μετά τον Βοτανειάτη, γύρω στο 1100 από την Γέννηση του Χριστού, τον καιρό, λέω, εκείνο, προέκυψε στην Κωνσταντινούπολη διαφορά και φιλονικία ανάμεσα στους λόγιους και ενάρετους άνδρες.
Δηλαδή, άλλοι από αυτούς έλεγαν ανώτερο τον Μέγα Βασίλειο, επειδή με τους λόγους του ερεύνησε την φύση των όντων, με τις αρετές του όμως έμοιαζε και συναγωνιζόταν τους Αγγέλους. Διότι δεν συγχωρούσε εύκολα, όσους αμαρτάνουν, αλλά ήταν σοβαρός στο ήθος και δεν είχε μέσα του κανένα γήινο. Κατώτερο όμως από τον Βασίλειο έλεγαν τον θείο Χρυσόστομο. Επειδή εκείνος, κατά κάποιον τρόπο, ήταν αντίθετος με τον Βασίλειο και εύκολα συγχωρούσε τους αμαρτάνοντες, και το ήθος του ήταν ελκυστικό στην μετάνοια. Άλλοι πάλι αντίθετα ύψωναν τον θείο Χρυσόστομο και τον έλεγαν ανώτερο από τον Βασίλειο και τον Γρηγόριο, διότι χρησιμοποιεί διδασκαλίες συγκαταβατικότερες και οδηγεί όλους με το σαφές και εύκολο της φράσεώς του, και ελκύει τους αμαρτωλούς σε μετάνοια. Και επειδή υπερβαίνει τους προηγούμενους δύο Πατέρες με το πολύ πλήθος των μελιρρύτων του συγγραμμάτων και με το ύψος και πλάτος των νοημάτων. Άλλοι πάλι, προσκείμενοι στα συγγράμματα του Θεολόγου Γρηγορίου, τον θεωρούσαν ανώτερο από τον Βασίλειο και τον Χρυσόστομο, διότι αυτός με το κομψό και χαριτωμένο της φράσεώς του και με το υψηλό και δυσνόητο των λόγων του και με το ανθηρό των λέξεων ξεπέρασε όλους τους σοφούς, τόσο τους παλαιούς και περιβόητους στην εξωτερική και ελληνική σοφία, όσο και τους νεώτερους και δικούς μας εκκλησιαστικούς. Έτσι από την παρόμοια διαφορά και φιλονικία διαιρέθηκαν σε τρία μέρη τα πλήθη των Χριστιανών και άλλοι λέγονταν Ιωαννίτες, άλλοι Βασιλείτες και άλλοι Γρηγορίτες.
Επειδή λοιπόν έτσι ήταν διαιρεμένοι οι Χριστιανοί και έτσι φιλονικούσαν οι λόγιοι άνδρες, για τον λόγο αυτόν εμφανίσθηκαν σε όνειρο οι τρεις αυτοί Ιεράρχες και Διδάσκαλοι, πρώτα ο καθ’ ένας χωριστά και έπειτα και οι τρεις ενωμένοι μαζί, στον τότε Ιωάννη, τον Επίσκοπο της πόλεως Ευχαΐτων, (η οποία και Ευτικατία λέγεται και απλά Εφλεέμ, η οποία βρίσκεται στην Γαλατία, και υπάγεται στον Μητροπολίτη Γαγγρών).

Ήταν λοιπόν ο Ιωάννης αυτός άνδρας λόγιος και έμπειρος της ελληνικής παιδείας, όπως το μαρτυρούν τα συγγράμματα, που έχει εκπονήσει, και επί πλέον ήταν και άνθρωπος που είχε φθάσει στην κορυφή της αρετής Σ’ αυτόν, λέω, εμφανίσθηκαν και με ένα στόμα του λένε και οι τρεις «Εμείς ένα είμαστε κοντά στον Θεό, καθώς βλέπεις, και καμμία αντίθεση ή διαμάχη δεν έχουμε, αλλά στους διαφόρους καιρούς, που ζήσαμε, έτσι ο καθ’ ένας από εμάς από την χάρη του θείου κινούμενος Πνεύματος, διαφορετικές διδασκαλίες συνέγραψε. Και εκείνα που διδαχθήκαμε από το Άγιο Πνεύμα, αυτά και εκδώσαμε για την σωτηρία των ανθρώπων. Και πρώτος ανάμεσα σε εμάς δεν υπάρχει, ούτε δεύτερος, αλλά εάν πεις τον ένα, αμέσως και οι άλλοι δύο ακολουθούν.

Γι’ αυτό να διατάξεις αυτούς που φιλονικούν, να μη χωρίζονται εξ αιτίας μας. Διότι εμείς, όσο μπορούσαμε φροντίζαμε, τόσο όταν ήμασταν ζωντανοί, όσο και τώρα που βρισκόμαστε στους ουρανούς το να ειρηνεύουμε και να οδηγούμε τον κόσμο στη γνώση και στην ομόνοια και όχι να τον χωρίζουμε. Αλλά και σε μία ημέρα ένωσε και τους τρεις εμάς και να συνθέσεις και τα τροπάρια και τα άσματα της εορτής μας, όπως αρμόζει στη δική σου σύνεση, και κατόπιν να αναφέρεις στους Χριστιανούς, ότι ένα είμαστε κοντά στον Θεό. Βέβαια και εμείς μαζί θα συνεργήσουμε για τη σωτηρία εκείνων, που εκτελούν την κοινή μνήμη μας Επειδή και εμείς φαινόμαστε, ότι έχουμε κάποια παρρησία και δύναμη κοντά στον Θεό». Αφού είπαν αυτά οι Άγιοι, φάνηκαν ότι ανέβηκαν πάλι στους ουρανούς λάμποντας από φως υπέροχο και ονομάζοντας ο ένας τον άλλον με το όνομά του.
Αφού λοιπόν σηκώθηκε από τον ύπνο ο ιερός Ιωάννης έκανε όπως τον διέταξαν οι θείοι Ιεράρχες. Και το μεν πλήθος του λαού το καθησύχασε και εκείνους που φιλονικούσαν τους ειρήνευσε (διότι ήταν περιβόητος στην αρετή ο άνθρωπος, γι’ αυτό και ο λόγος του είχε δύναμη και πειθώ). Και παρέδωσε στην Εκκλησία του Θεού να επιτελεί αυτή την εορτή.
Και βλέπε, ω αναγνώστα, τη σύνεση και διάκριση αυτού του αγίου ανθρώπου. Επειδή βρήκε αυτόν τον Ιανουάριο μήνα, που είχε και τους τρεις αυτούς Ιεράρχες να εορτάζονται, τον Μέγα Βασίλειο κατά την πρώτη, τον Θεολόγο Γρηγορώ κατά την εικοστή πέμπτη και τον θείο Χρυσόστομο, κατά την εικοστή εβδόμη, για τον λόγο αυτόν τους ένωσε πάλι κατά την τριακοστή του ιδίου μηνός. Και τόσο στόλισε την Ακολουθία τους με κανόνες και τροπάρια και με λόγο εγκωμιαστικό, όπως έπρεπε σε τέτοιους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας, ο χαριτώνυμος αυτός Ιωάννης ώστε φαίνονται, ότι αυτά συντέθηκαν τα άσματα της ακολουθίας αυτής κατά την νεύση και τον φωτισμό, όπως νομίζω, των τριών Αγίων Ιεραρχών. Διότι δεν έχουν απολύτως καμμία έλλειψη από τα επιχειρήματα εκείνα, που αποβλέπουν στον έπαινο των Αγίων. Έτσι τα τροπάρια αυτά είναι ανώτερα από όσα άλλα τροπάρια έγιναν μέχρι τώρα και από όσα στο μέλλον πρόκειται να γίνουν.
Ήταν δε κατά την στάση του σώματος και την μορφή του προσώπου ως εξής οι τρεις Ιεράρχες, μολονότι αναφερθήκαμε γι’ αυτό και στην ξεχωριστή εορτή του καθενός.

 Ο θειος Χρυσόστομος, ήταν κοντός στο ανάστημα του σώματος, είχε μεγάλη κεφαλή,
 ήταν αδύνατος και πολύ λεπτόσαρκος, ήταν μακρομύτης και είχε πλατιά τα ρουθούνια, ήταν κίτρινος μαζί και άσπρος, είχε βαθουλωτούς τους οφθαλμούς και μεγάλους τους βολβούς Από αυτό συνέβαινε να λάμπει με πιο χαρούμενα βλέμματα, μολονότι ως προς τα άλλα μέλη του σώματος έδειχνε, ότι ήταν λυπηρός Είχε μεγάλο το μέτωπο και χωρίς τρίχες χαραγμένο με πολλές ρυτίδες Είχε αυτιά μεγάλα και το γένειο μικρό και ωραιότατο, στολισμένο με λίγες άσπρες τρίχες Από δε την νηστεία είχε τα σαγόνια στην άκρη βαθουλωμένα.

Τόσο όμως είναι απαραίτητο να πούμε γι’ αυτόν τον Άγιο, ότι με τους λόγους και τη ρητορική του ευφράδεια φάνηκε ανώτερος από όλους τους σοφούς και ρήτορες των Ελλήνων. Ιδιαίτερα και κατ’ εξαίρεση με το πλάτος των νοημάτων και με το καθαρό και ζωντανό του λόγου. Μάλιστα τόσο πολύ σαφήνισε και εξήγησε την θεία Γραφή, όπως κανένας άλλος και με τις διδασκαλίες του αυτές τόσο πολύ βοήθησε και αύξησε το κήρυγμα του Ευαγγελίου, ώστε, αν ο Άγιος αυτός δεν υπήρχε, (μολονότι και είναι τολμηρό να το πει κανείς) έπρεπε πάλι να γίνει μία δευτέρα παρουσία του Χριστού στη γη. Τόσο μεγάλος έγινε ο χρυσορρήμων αυτός στην πρακτική και θεωρητική φιλοσοφία, σε σημείο που υπερέβαλε όλους μαζί τους ενάρετους, γενόμενος πηγή της αγάπης και ελεημοσύνης και όλος όντας πάραυτα φιλαδελφία και διδασκαλία.
Αυτός λοιπόν, αφού έζησε χρόνους εξήντα τρείς και αφού ποίμανε την Εκκλησία του Χριστού, προς αυτόν εξεδήμησε.
Ο Μέγας Βασίλειος ήταν ως προς την στάση και το ανάστημα του σώματος πολύ υψηλός. Ήταν αδύνατος και ολιγόσαρκος, μαύρος μαζί και κίτρινος στο χρώμα, ήταν μακρομύτης, είχε τα φρύδια στρογγυλά, ενώ το δέρμα, που είναι επάνω από τα φρύδια, το είχε συμμαζεμένο, φαινόταν όμοιος με έναν που συλλογίζεται και προσέχει στον εαυτό του. Είχε το πρόσωπο ζαρωμένο με λίγες ζαρωματιές, είχε τα μάγουλα μακριά και τους μήνιγγες δασείς από τρίχες συνεστραμμένες και κυκλοειδείς. Εξωτερικά φαινόταν, ότι είχε λίγο κομμένες τις τρίχες. Το γένειο ήταν αρκετά μακρύ και οι τρίχες ήταν ανακατεμένες, δηλαδή μαύρες μαζί με άσπρες.

Αυτός ο Άγιος ξεπέρασε στην παιδεία των λόγων όχι μόνο τους σοφούς και λόγιους, που ήταν στην εποχή του, αλλά και αυτούς ακόμη τους παλαιούς. Διότι, αφού έφθασε σε κάθε είδος παιδείας, σε κάθε μία από αυτές το κράτος και την νίκη απόκτησε. Και όχι μόνο αυτά, αλλά άσκησε και την έμπρακτη φιλοσοφία και με την πράξη ανέβηκε στη θεωρία των όντων. Εξ αιτίας αυτών ανέβηκε και στον θρόνο της αρχιεροσύνης, όταν έγινε σαράντα ετών και, αφού ποίμανε τήν Εκκλησί¬α πέντε χρόνια, εξεδήμησε προς Κύριον.|
Ο Θεολόγος πάλι Γρηγόριος ήταν μέτριος ως προς τη θέση και το ανάστημα του σώματος λίγο κίτρινος μαζί και χαρούμενος. Είχε μικρή και πλατειά τη μύτη, είχε τα φρύδια ίσια, έβλεπε ήμερα και καταδεκτικά, είχε το δεξιό μάτι μικρότερο από το αριστερό και φαινόταν ένα σημάδι πληγής στην άλλη άκρη του οφθαλμού του. Είχε το γένειο αρκετά πυκνό, όχι όμως και μακρύ. Ήταν φαλακρός και άσπρος στην κεφαλή, έδειχνε ότι τα άκρα του γενείου του ήταν σαν καπνισμένα. Αξίζει να πούμε για τον Θεολόγο αυτόν, ότι, αν κάποιος έπρεπε να γίνει ένας στύλος έμψυχος και ζωντανός, αποτελούμενος από όλες τις αρετές, αυτός ήταν ο Μέγας αυτός Γρηγόριος. Διότι, αφού νίκησε με τη λαμπρότητα της ζωής του, εκείνους που διακρίνονταν κατά την πράξη, σε τέτοια κορυφή της θεωρίας ανέβηκε, ώστε όλοι νικιόνταν από τη σοφία που είχε, τόσο στους λόγους, όσο και στα δόγματα. Γι’ αυτό απόκτησε κατ’ εξαίρετο τρόπο και το να επονομάζεται Θεολόγος.
Ποίμανε και την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως δώδεκα χρόνους, ζώντας επάνω στη γη γενικά ογδόντα χρόνια.
(Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής, τ. Γ, έκδ. Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Ι. Καλύβη «Άγιος Σπυρίδων Α΄» Νέα Σκήτη Άγιον Όρος σ. 200-205).

Πηγή: www.pemptousia.gr