A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Δευτέρα 14 Οκτωβρίου 2013

Ὰγίου ἱερομάρτυρος Κυπριανοῦ καὶ τῆς Ἁγίας παρθενομάρτυρος Ἰουστίνης (2 Ὀκτωβρίου)

Αποτέλεσμα εικόνας για ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΙΟΥΣΤΙΝΗΣ


Τα δαιμόνια φρίσσουν μπροστά στο Θεό. Και τρέμουν το σύμβολο του ενσαρκωθέντος Υιού Του, τον Τίμιον Σταυρόν. Δεν έχουν καμία εξουσία στους ανθρώπους πού φέρουν το όνομα του Χρίστου, πού έχουν ενδυθεί τον Χριστό με το βάπτισμα. Αν είσαι πιστός Χριστιανός, αν ζεις κοντά στο Χριστό και παίρνεις ζωή από τα άχραντα μυστήριά Του, ο διάβολος δεν μπορεί να σε βλάψει. Αυτό μας διδάσκει η ιστορία των Αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης, όπου φαίνεται πώς η δύναμη της μαγείας συντρίβεται με τη δύναμη του Χρίστου.

Κυπριανός ο μάγος της Αντιοχείας

Στα βάθη της Μικράς Ασίας υπήρχε άλλοτε η πρωτεύουσα της Πισιδίας Αντιόχεια, πού λεγόταν και Αντιόχεια η Μικρά, για να ξεχωρίζει από την Αντιόχεια την Μεγάλη, την ξακουστή πρωτεύουσα της Συρίας. Σ’ αυτή την Αντιόχεια της Πισιδίας ζούσε στα χρόνια των Ρωμαίων αυτοκρατόρων, τον 3ον αιώνα μ.Χ. ο φοβερός μάγος Κυπριανός. Είχε γεννηθεί στην Αντιόχεια και έχοντας άφθονα πλούτη γύρισε όλη την Ανατολή, την Ελλάδα, τη Μικρά Ασία, τη Χαλδαία και την Αίγυπτο για να μάθη τα μυστική αρχαίων θρησκειών. Στα τριάντα του χρόνια ξαναήρθε στην πόλη του, έχοντας βαθειές γνώσεις φιλοσοφίας και μαγείας. Ήταν πια ονομαστός για τη δύναμη του και οι ειδωλολάτρες έτρεχαν σ’ αυτόν για να πετύχουν κάθε σκοτεινό τους σχέδιο. Και αυτός με τη μυστική της μαγείας τέχνη καλούσε τα δαιμόνια και τα έστελνε στα ταλαίπωρα θύματά του.

Ποιός μπορούσε να ξεφύγει απ’ τα τεχνάσματα του Μάγου Κυπριανού; Αφού οι δύστυχοι άνθρωποι βρίσκονταν μέσα στην ψεύτικη πίστη των ειδώλων, αφού οι ίδιοι λάτρευαν τα δαιμόνια, πώς να μη βρίσκονται κάτω από την εξουσία τους; Πώς να μη βρίσκονται κάτω από την εξουσία του αντιπροσώπου τους, του μάγου Κυπριανού;

Αλλ’ όμως στην Αντιόχεια δεν υπήρχαν μόνο ειδωλολάτρη Στην πόλη αυτή, όπως και σ’ όλες τις πόλεις της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, όπως σ’ όλη την οικουμένη το φώς της αληθινής πίστεως είχε λάμψει στις Καρδιές χιλιάδων ανθρώπων και το αίμα του Χριστού, πού χύθηκε πάνω στο Σταυρό, είχε γίνει λύτρο για να εξαγορασθούν οι άνθρωποι από την αιχμαλωσία του διαβόλου. Και σ’ αυτούς (τους Χριστιανούς) δεν είχαν εξουσία τα δαιμόνια του μάγου Κυπριανού.

Ο ίδιος όμως, βυθισμένος μέσα στα σκοτεινά βιβλία της μαγείας, στα επινοήματα αυτά του ψεύδους, δεν μπορούσε να φαντασθεί ότι ο Θεός πού λάτρευαν οι Χριστιανοί, ο σταυρωμένος Χριστός, θα ήταν δυνατότερος απ’ τα δαιμόνια. Βρισκόταν ο δύστυχος μέσα στην πλάνη, χωρίς να το ξέρη. Γιατί ο διάβολος κρατεί και τους δικούς του υπηρέτες μέσα στην πλάνη. Γιατί αν γνώριζαν την αλήθεια θα τον παρατούσαν και θα γίνονταν δούλοι του αληθινού Θεού.


Η Παρθένος Ιούστα

Στην Αντιόχεια ζούσε και μία παρθένος, Ιούστα ήταν τ’ όνομά της, κόρη του Αιδεσίου και της Κληδονίας. Και αυτή και οι γονείς της βρίσκονταν μέσα στην πλάνη των ειδώλων, όπως οι περισσότεροι κάτοικοι της Αντιοχείας. Ο Αιδέσιος μάλιστα ήταν ιερέας των ειδώλων.
Όσο όμως η Ιούστα μεγάλωνε, τόσο περισσότερο ένοιωθε ότι τα είδωλα πού λάτρευαν δεν είχαν θεϊκή δύναμη και ότι άλλος είναι ο αληθινός Θεός. Η ψυχή της προετοιμαζόταν έτσι να δεχτή το φωτισμό της αληθείας και της επιγνώσεως του μόνου εν Τριάδι Θεού.

Μια μέρα ο Θεός έφερε τα βήματά της στον τόπο όπου δίδασκε ένας σοφός διάκονος της Εκκλησίας της Αντιοχείας, ο Πραΰλιος. Άκουσε με θαυμασμό όσα έλεγε εκείνος για τα μεγάλα μυστήρια της αγάπης του Θεού. Η ψυχή της Ιούστας σαν «γη αγαθή» δεχόταν τον «σπόρον» της αληθείας. Θέλησε να μεταδώσει και στη μητέρα της Κληδονία την αληθινή πίστη. Εκείνη όμως, μόλις της μίλησε σχετικά, αντιστάθηκε και την συμβούλεψε να προσέξει μη μάθη τίποτε ο πατέρας της. Αλλ’ η Ιούστα ήθελε να οδηγηθεί και ο πατέρας της στην ορθή πίστη. Συνέχισε λοιπόν να ομιλεί στη μητέρα της και σιγά σιγά εκείνη υποχωρούσε. Άκουγε πια χωρίς να φέρνει αντιρρήσεις. Και μια νύχτα είπε στον άνδρα της όσα της δίδαξε η κόρη της. Ο Αιδέσιος, αν και ήταν όπως είπαμε ιερέας των ειδώλων, δεν θύμωσε αλλά έμεινε σκεπτικός. Το βράδυ όμως στριφογύριζε στο κρεβάτι του, έχοντας στην σκέψη αυτό το θέμα. Πολύ αργά μπόρεσε να τον πάρει ο ύπνος. Και τότε, ώ θαύμα μέγα, βλέπει τον Χριστό ένδοξο, περιτριγυρισμένο από χιλιάδες αγγέλους, να τον προσκαλεί:
- Ελάτε σε μένα και θα σας χαρίσω την βασιλεία των ουρανών.

Έτσι, μόλις ξημέρωσε, ο Αιδέσιος πήρε τη γυναίκα του Κληδονία και την κόρη του Ιούστα και πήγε στον επίσκοπο των Χριστιανών, τον Οπτάτο, του διηγήθηκε όσα έγιναν κι εκείνος με χαρά τους αξίωσε να βαπτισθούν. Κατόπιν μάλιστα ο Αιδέσιος έγινε πρεσβύτερος, κι έτσι ο πρώην ιερεύς των ειδώλων ήταν τώρα ιερεύς του Χριστού. Η δε Ιούστα είχε αφιερωθεί στον Χριστό, και επάνω στο θεμέλιο της πίστεως έχτιζε τις ανώτερες από χρυσάφι και πολύτιμα πετράδια αρετές. Ο διάβολος έβλεπε τον εαυτό του να εξευτελίζεται μπρος στην άγια ζωή της παρθένου. Γι’ αυτό και θέλησε να τη μπλέξει στα δίχτυα του.


Ο νεαρός ειδωλολάτρης Αγλαΐδας

Ήταν στην Αντιόχεια κάποιος νεαρός ειδωλολάτρης από αριστοκρατική οικογένεια, πλούσιος και όμορφος, ο Αγλαΐδας. Σ’ αυτό τον ακόλαστο νέο άναψε ο διάβολος αμαρτωλό πόθο για τη σεμνή Ιούστα. Την έβλεπε πού πήγαινε στην Εκκλησία και θαύμαζε την ωραιότητα της. Άρχισε να παραφυλάγει στους δρόμους απ’ όπου εκείνη περνούσε και να την ενοχλεί με άπρεπα λόγια. Έκπληκτος όμως έβλεπε ότι η Χριστιανή κόρη έμενε σοβαρή κι ακλόνητη και δεν παρασυρόταν στα δίχτυα του.

Άκουγε ο Αγλαΐδας για τον μεγάλο Κυπριανό. Ήξερε ότι πετύχαινε θαυμαστά κατορθώματα με τη δύναμη των δαιμόνων. Σ’ αυτόν λοιπόν έπρεπε να καταφυγή και να ζητήσει τη βοήθειά του.
Έτσι ο Αγλαΐδας έρχεται στον Κυπριανό και του διηγείται τα παθήματά του και ότι η παρθένος στάθηκε ισχυρότερη από τα τεχνάσματά του. Στο τέλος τον παρακάλεσε:
- Σύ μού έχεις απομείνει μόνη παρηγοριά στη συμφορά, και ελπίζοντας σε σένα δεν έθεσα τέρμα στη ζωή μου. Αν μου δώσεις αυτό πού θέλω, θα σε γεμίσω πλούτη και χρυσάφια, περισσότερα απ’ όσα μπορείς να ελπίσεις.
Ο μεγάλος μάγος τον άκουσε προσεκτικά και, βέβαιος για τη δύναμη του, του υποσχέθηκε ότι γρήγορα θα θεραπεύσει τον πόνο του.


Η Ιούστα νίκα τα πονηρά πνεύματα πού στέλνει ο Κυπριανός

Ο Κυπριανός άνοιξε τα μαγικά βιβλία, τα κείμενα του διαβόλου, και προσκάλεσε ένα απ’ τα πονηρά εκείνα πνεύματα, πού πρόθυμα τον υπηρετούσαν στα τερατώδη έργα του.
Το πονηρό πνεύμα παρουσιάστηκε και ο μάγος του είπε:

- Αν φέρεις γρήγορα αυτό το έργο εις πέρας, θα σού χαρίσω μεγάλα δώρα και θα σε τιμώ περισσότερο από τα άλλα δαιμόνια.

Γέλασε αλαζονικά το πονηρό πνεύμα και απάντησε με πολύ κομπασμό:
- Τόσες φορές έσεισα ολόκληρες πόλεις, τόσες φορές σήκωσα οπλισμένο χέρι παιδιού για να σκοτώσει τον πατέρα του, έσπειρα μίσος άσπονδο ανάμεσα σ’ αδέρφια και ανδρόγυνα και μοναχούς πού ασκήτευαν στα όρη με νηστεία και εγκράτεια κατάφερα και τους έριξα στις σαρκικές ηδονές. Αλλά γιατί να πολυλογώ; Τώρα αμέσως θα δείξω τι είμαι. Κι αν δεν γίνει αυτό πού θέλεις, να μη εμφανιστώ ξανά μπροστά σου και για ανίκανο να μ’ έχεις πια.

Ο Κυπριανός έδωσε στο δαιμόνιο ένα βάζο γεμάτο μαγικό υγρό, και του είπε:
- Πάρε αυτό το βάζο και ράντισε το σπίτι της παρθένου. Αυτό θα βοηθήσει πολύ. Πήγαινε λοιπόν, και σε περιμένω. Έφυγε το πνεύμα και ο μάγος κάθισε άγρυπνος για το αποτέλεσμα.
Εκείνη τη νύχτα, όπως πάντοτε, η Ιούστα σηκώθηκε για να προσευχηθεί. Και τότε το πονηρό πνεύμα, με τη δύναμη του μαγικού υγρού, πού μ’ αυτό είχε ραντίσει το σπίτι, προσπάθησε να της ανάψει δυνατούς σαρκικούς πειρασμούς και έτσι να τη σύρει στις ηδονές. Η παρθένος ένιωθε τη φοβερή επίθεση των πειρασμών, αλλά όσο εκείνοι άναβαν, τόσο αυτή δυνάμωνε την προσευχή της. Το πονηρό πνεύμα εξακολουθούσε με λύσσα να επιμένει, ώσπου η Ιούστα έκανε το σημείο του Σταυρού. Και τότε, το αλαζονικό δαιμόνιο πού τόσο καυχιόταν για τη δύναμη του, τρομαγμένο και ντροπιασμένο έφυγε, μη αντέχοντας να βλέπει το σημείο της νίκης του Χριστού!

Δειλά παρουσιάστηκε στον Κυπριανό και προσπαθούσε με ψέματα να ξεφύγει την ομολογία της ήττας του. Όμως ο Κυπριανός επέμενε στις ερωτήσεις και έτσι το πνεύμα αναγκάστηκε να φανερώσει ότι νικήθηκε:
- Είδα κάποιο σημείο και έφριξα και δεν μπορούσα να αντέξω τη δύναμη του.
Ο Κυπριανός έδιωξε με περιφρόνηση το δαιμόνιο και κάλεσε άλλο πολύ ισχυρότερο. Πήγε κι εκείνο, αλλά νικημένο με τον ίδιο τρόπο γύρισε ντροπιασμένο στον Κυπριανό.

Τότε πια ο μάγος κάλεσε τον πατέρα και άρχοντα των δαιμόνων. Ήρθε εκείνος με πολλή έπαρση και απείλησε ότι θα τιμωρήσει σκληρά τα δύο άλλα δαιμόνια για την ανικανότητα τους. Στον μάγο έδωσε θάρρος και του είπε να μη στεναχωριέται, γιατί αυτός θα πετύχει το ποθούμενο.
Παίρνει ο δαίμονας μορφή κόρης και πηγαίνει στην Ιούστα. Η παρθένος δεν κατάλαβε τη νέα πανουργία και άρχισε συζήτησι με την άγνωστη κόρη, πού φαινόταν πολύ ευσεβής.

Εκείνη λοιπόν της είπε ότι ήθελε να μείνει μαζί της και να ασκηθεί στην παρθενία:
- Έχω τον ίδιο πόθο για την παρθενία, πού έχεις και σύ, αλλά θέλω να μου πεις ποιά ανταμοιβή θα πάρω απ’ τον Θεό για τη ζωή της παρθενίας, πού χρειάζεται τόσους αγώνες.
Η Ιούστα της μίλησε για τους στεφάνους πού θα λάβουν απ’ το Χριστό, αν νικήσουν στον αγώνα. Κι ενώ της έλεγε αυτά, η κόρη εκείνη (δηλαδή ο δαίμονας) άρχισε να εγκωμιάζει στην παρθένο τη συζυγική ζωή. Κι αυτά πού της έλεγε ήταν λόγια πού φαίνονταν σωστά και σοφά και θα μπορούσαν να παραπλανήσουν ένα απρόσεκτο μοναχό. Αλλά η Ιούστα κατάλαβε ότι όλα αυτά ήταν συμβουλές του διαβόλου, υποψιάστηκε τί κρύβεται κάτω απ’ τη μορφή της κόρης εκείνης, και έκανε το σημείο του Σταυρού. Στη στιγμή η κόρη εξαφανίστηκε: Ο δαίμονας δεν μπόρεσε ν’ αντέξει!

Έτσι, αυτός πού είχε καυχηθεί περισσότερο απ’ όλους ήρθε καταντροπιασμένος στον Κυπριανό. Έκπληκτος εκείνος τον ρώτησε:
- Και σύ, πού είσαι τόσο μεγάλος, βρέθηκες μικρότερος απ’ αυτή την κόρη; Πού στηρίζεται και μπορεί να κάνη τόσο μεγάλα κατορθώματα ενάντια σε σας τους μεγάλους;
Τότε ο δαίμονας αναγκάστηκε να ομολογήσει:
- Δεν υποφέρουμε το σημείο του Σταυρού. Πριν το δούμε να σχηματίζεται ολόκληρο φεύγουμε όσο μπορούμε πιο γρήγορα.
Ο πατέρας του ψεύδους είπε την αλήθεια! Ο Σταυρός, «ό φύλαξ πάσης της οικουμένης», είναι εκείνος πού μπροστά του τρέμουν οι στρατιές των δαιμόνων!
Έφυγε ντροπιασμένος ο δαίμονας απ’ το δωμάτιο του Κυπριανού. Κι έμεινε αυτός ταπεινωμένος και συντριμμένος. Ο μεγάλος μάγος, πού νόμιζε ότι όλα τα είχε στα χέρια του, διαπίστωνε τώρα ότι τα φοβερά δαιμόνια φοβούνται και τρέμουν το σύμβολο του σταυρωμένου αρχηγού των Χριστιανών.



Ο μάγος Κυπριανός γίνεται χριστιανός

Πόση είναι η αγάπη του πανεύσπλαγχνου Θεού, βρήκε τρόπο να φωτίσει τη σκοτισμένη ψυχή του μάγου. Κι έτσι ο σατανάς, πού ήθελε να παρασύρει την Ιούστα στην αμαρτία, όχι μόνο απέτυχε, αλλά έχασε και τον δικό του υπηρέτη, τον Κυπριανό.

Η πρώτη απόφαση του μετανιωμένου μάγου ήταν να κάψει τα μαγικά βιβλία, τις πηγές αυτές των κακών. Αλλά ήθελε να τα κάψει μπροστά σε όλους, για να διακηρύξει έτσι την απάτη των δαιμόνων.
Ο Κυπριανός με ταπείνωση ομολόγησε ότι η δύναμη του Χριστού είναι ανίκητη και ότι το διδάχτηκε αυτό από την Ιούστα, πού έτρεψε σε φυγή τους δαίμονες. Σαν απόδειξη των λόγων του, παρέδωσε στον επίσκοπο τα βιβλία να τα κάψει, ώστε να γνωρίσουν έτσι οι δαίμονες ότι δεν έχει πια τίποτε κοινό μαζί τους.
Τότε ο επίσκοπος πίστεψε ότι ο Κυπριανός είχε μετανοήσει και τον ευλόγησε. Κατόπιν έβαλε φωτιά στα δαιμονικά βιβλία.

Δεύτερο δείγμα της μετανοίας του Κυπριανού υπήρξε η καταστροφή των ειδώλων πού είχε στο σπίτι του. Όλα εκείνα τα μαρμάρινα αγάλματα των δαιμονίων τα έκανε συντρίμμια και τα πέταξε μακριά, ώστε να μη μένη στο σπίτι του κανένα απομεινάρι της δαιμονικής λατρείας.
Όμως η μετανιωμένη του καρδιά δεν μπορούσε να ξελαφρώσει μόνο μ’ αυτά. Γι’ αυτό έκλαιγε με πόνο για την προηγούμενη ζωή του, και απ’ τα βάθη της ψυχής του η προσευχή ολόθερμη ανέβαινε στο θρόνο του Θεού για να ζητήσει το έλεος Του. Η ταπείνωση του ήταν τέτοια, πού δεν ικέτευε με τα χείλη, αλλά με αλάλητους στεναγμούς.
Αλλ’ όποιος ταπεινώνεται μόνος του, εκείνος εξυψώνεται. Γι’ αυτό και ο Κυπριανός, ελεημένος απ’ τη χάρη του Θεού, έγινε μέγας. Μέγας και ξακουστός ήταν όταν υπηρετούσε τον σατανά, πολύ μεγαλύτερος και ενδοξότερος έγινε υπηρετώντας τον Θεό.

Πλησίαζε η εορτή του Πάσχα. Το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου ο Κυπριανός πήγε στην εκκλησία και στεκόταν στο νάρθηκα μαζί με τους κατηχουμένους.
Ο σοφός Άνθιμος βάφτισε εκείνη την ημέρα τον Κυπριανό. Τον καλεί λοιπόν, του διδάσκει όσα ακόμη έπρεπε να μάθη απ’ τις αλήθειες της πίστεως και τον αξιώνει να λάβει θείον βάπτισμα. Μετά απ’ αυτό, την όγδοη μέρα τον έκανε ιεροκήρυκα, την εικοστή τον χειροτόνησε υποδιάκονο και την τριακοστή τον χειροτόνησε διάκονο.
Η μεταστροφή του στον Χριστιανισμό έγινε αίτια σε πολλούς ειδωλολάτρες ν’ αφήσουν τη λατρεία των ειδώλων και ν’ ακολουθήσουν τη μόνη αληθινή πίστη. Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο νέος εκείνος πού είχε καταφύγει στη μαγική τέχνη του Κυπριανού για να παρασύρει την Ιούστα, ο Αγλαΐδας.
Έπειτα από ένα χρόνο ο επίσκοπος Άνθιμος χειροτόνησε τον Κυπριανό πρεσβύτερο.


Ο Κυπριανός γίνεται Επίσκοπος

Τόσο θαύμαζαν την αγιότητα της ζωής του και τα θαύματα πού επιτελούσε, ώστε όταν μετά δέκα χρόνια ο αγαθός εκείνος επίσκοπος Άνθιμος παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο, έγινε επίσκοπος της Αντιοχείας της Πισιδίας ο Κυπριανός .
Από τις πρώτες πράξεις του Κυπριανού μόλις έγινε επίσκοπος ήταν να χειροτονήσει την Ιούστα διακόνισσα (τα παλιά τα χρόνια υπήρχε και τέτοιο εκκλησιαστικό αξίωμα).
Της άλλαξε και το όνομα σε Ιουστίνα και την έβαλε ηγουμένη στο γυναικείο ασκητήριο της περιοχής εκείνης.
Με την σοφία και την αγιότητα του προσείλκυσε πολλούς στον Χριστιανισμό.



Σχετική εικόνα

Όταν κηρύχτηκε ο μεγάλος διωγμός των Χριστιανών από τον Διοκλητιανό, ειδωλολάτρες κατήγγειλαν τον Κυπριανό ότι με τα λόγια του μεταστρέφει όλους στη θρησκεία του Χριστού. Του είπαν και την ιστορία της Ιουστίνης. Τότε ο κόμης της ανατολής Ευτόλμιος διέταξε να τους συλλάβουν.
Οδηγήθηκαν λοιπόν και οι δύο μπροστά του στην Δαμασκό και με οργή ρώτησε τον Κυπριανό:
- Σύ είσαι ο διδάσκαλος των Χριστιανών, πού συνταράζεις  υτούς πού σέβονται τούς θεούς μας; Σύ είσαι πού αλλάζεις ο ίδιος απ’ τη μια γνώμη στην άλλη; Σύ δεν ήσουν πού είχες οδηγήσει πρώτα πολλούς στη λατρεία των θεών; Γιατί κατόπιν άλλαξες και προτίμησες να απατάς τούς ανθρώπους κηρύττοντάς τους τον σταυρωμένο Ιησού;

Ο Άγιος με πολλή ηρεμία του απάντησε:
- Εγώ, όπως είπες και σύ ο ίδιος, πιστεύοντας με θέρμη στους πολλούς θεούς και με ζήλο μελετώντας τα βιβλία της μαγείας δεν κατάφερα να κερδίσω καμιά ωφέλεια.
Ενώ λοιπόν ξόδευα τον καιρό μου στους μάταιους εκείνους κόπους, με λυπήθηκε ο αληθινός Θεός και μου έστειλε την παρθένο αυτή σαν οδηγό στο δρόμο προς Αυτόν.
Τί έπρεπε λοιπόν να κάνω; Πες μου σύ πού τώρα με δικάζεις: Να εξετάσω τί είναι αυτή η δύναμη του Χριστού, πού την τρέμουν οι δαίμονες, ή να συνεχίσω να ακολουθώ την προηγούμενη πίστη μου; Εγώ λοιπόν ζήτησα να μάθω, και τότε φώς γνώσεως έλαμψε στην καρδιά μου. Έμαθα ότι τα είδωλα είναι απάτη και ψευδός και ένας μόνον υπάρχει αληθινός Θεός, πού σώζει όσους πιστεύουν σ’ Αυτόν.

Ο κόμης μόλις τάκουσε αυτά εξοργίστηκε και διέταξε να τον σηκώσουν ψηλά με σκοινιά και να τον γδέρνουν σιγά - σιγά. Για την Ιουστίνα διέταξε να την μαστιγώσουν στο πρόσωπο και στα μάτια.
Η Ιουστίνα καθώς την χτυπούσαν δόξαζε τον Θεό λέγοντας:
- Δόξα Σοι ο Θεός, πού με δέχτηκες την ανάξια και με αξίωσες να πάθω για το όνομά Σου.
Και ο Κυπριανός έλεγε στον κόμητα:
- Γιατί τόσο έχεις παραφρονήσει ώστε να γίνεις ανάξιος της βασιλείας των ουρανών, για την όποια εγώ, όπως βλέπεις, προτιμώ να πάθω οτιδήποτε; Δεν θα συνέλθεις;
Δεν θα ανοίξεις τα μάτια σου; Δεν θα γνωρίσεις που είναι το αληθινό φώς, ώστε να βαδίσεις προς αυτό αφήνοντας το σκοτάδι;

Αλλά τα λόγια αυτά φούντωσαν το θυμό του κόμητος και λέγει στον Κυπριανό:
- Αν σου φαίνεται ότι γίνομαι αίτιος να κερδίσεις αθάνατη βασιλεία, τότε θα σου πολλαπλασιάσω την τιμωρία, και βέβαια θα μου οφειλής χάρη για την ευεργεσία πού σου κάνω.
Μετά από λίγες ημέρες δεύτερο βασανιστήριο περίμενε τους Αγίους. Ο κόμης έδωσε εντολή να βράζουν υλικά και να μπουν μέσα οι Άγιοι.
Προχώρησε πρώτος ο Κυπριανός με θάρρος και τον ακολούθησε η Ιουστίνα. Την είδε όμως πού βάδιζε σιγά και κατάλαβε ότι είχε κάπως δειλιάσει βλέποντας τη φωτιά.
Γι’ αυτό της υπενθύμισε τα παλιά της κατορθώματα, πού είχε κατατροπώσει τούς δαίμονες και αυτόν τον ίδιο τον έφερε στην αληθινή πίστη. Αφού έτσι της έδωσε θάρρος, κάνοντας και οι δύο το σημείο του Σταυρού πήδησαν στο πυρακτωμένο τηγάνι, όπου έβραζαν η πίσσα, το λίπος και το κερί.

Ώ θαύμα μέγα! Έκθαμβοι οι ειδωλολάτρες τούς είδαν να κάθονται εκεί χωρίς να  άθουν τίποτε. Τούς είδαν να δοξάζουν τον Θεό με χαρούμενα πρόσωπα σαν να βρίσκονταν σε δροσερό τόπο. Αλλά ο κόμης Ευτόλμιος, αντί να πιστέψει στη δύναμη του Χριστού, λυσσασμένος έλεγε ότι αυτά είναι μαγεία.
Τότε έδωσε διαταγή να σταλούν οι δύο Άγιοι στη Νικομήδεια. Έγραψε κι ένα γράμμα στον αυτοκράτορα Διοκλητιανό, όπου του εξηγούσε ότι ο Κυπριανός με την Ιουστίνα δεν δέχτηκαν ν’ αλλάξουν, παρ’ όλα τα βάσανα πού υπέστησαν, γι’ αυτό τούς στέλνει σ’ αυτόν να τούς δικάσει ο ίδιος και η να τούς κάνη να φύγουν από τη μισητή θρησκεία τους ή να τούς επιβάλει τις τιμωρίες πού ικανοποιούν τον Δία και τούς άλλους θεούς.

Όταν ο αυτοκράτωρ Διοκλητιανός διάβασε το γράμμα, με την πείρα πού είχε κατάλαβε ότι δεν θα μπορούσε ο ίδιος να πετύχει περισσότερα από τον Ευτόλμιο. Έκρινε λοιπόν να μη τούς βασανίσει κι αυτός, αλλά να θέση τέλος στην υπόθεση. Έγραψε την καταδικαστική απόφαση:
«Ο Κυπριανός και η Ιουστίνα, επειδή ασέβησαν προς τούς θεούς και δεν πείσθηκαν να αλλάξουν γνώμη ούτε με τιμωρίες, ούτε με υποσχέσεις αγαθών, να υπομείνουν τον διά ξίφους θάνατον».
Καθώς οι στρατιώτες τούς οδηγούσαν για τη θανατική εκτέλεση στον ποταμό Γάλλο, κοντά στη Νικομήδεια, τα πρόσωπά τους έλαμπαν χαρούμενα.
Πλήθος κόσμου είχε συγκεντρωθεί εκεί για να παρακολουθήσει τις τελευταίες στιγμές τού τόσο ονομαστού Κυπριανού και της Ιουστίνης.

Όταν έφθασαν στις όχθες του ποταμού Γάλλου, οι Άγιοι προσευχήθηκαν και ζήτησαν απ’ τον Θεό να δωρίσει ειρήνη στην καταδιωκόμενη Εκκλησία Του.
Κατόπιν ο Κυπριανός, επειδή σκεφτόταν μήπως δειλιάσει η Ιουστίνα βλέποντάς τον να αποκεφαλίζεται, ζήτησε να θανατώσουν πρώτα εκείνη. Όταν η παρθένος δέχτηκε το στέφανο τού μαρτυρίου από το ξίφος ενός στρατιώτου, χαρούμενος ο Κυπριανός θανατώθηκε κι αυτός διά ξίφους. Οι ψυχές και των δύο πέταξαν στη μακαριότητα τού ουρανού, στο θρόνο τού «Αρνίου του εσφαγμένου», μαζί με τούς άλλους άγιους τού Θεού.

Κάποιος ξένος απ’ τη Ρώμη, πού βρισκόταν εκείνες τις μέρες στη Νικομήδεια,  εόκτιστος ήταν τ’ όνομά του, βλέποντας την γαλήνια όψη του Κυπριανού την ώρα του
μαρτυρίου είπε με θαυμασμό:
- Άδικα ο όσιος αυτός άνθρωπος παραδόθηκε σε άτιμο θάνατο.
Αλλά τα λόγια του άκουσε ο Φέλκιος, ο αρχηγός των στρατιωτών, και αμέσως τον κατεβάζει από το άλογό του και τον αποκεφαλίζει. Έτσι και νέος μάρτυρας προστέθηκε στους δύο και τούς συνόδεψε στον ουρανό.

Τα σώματα και των τριών έμειναν άταφα και τα φρουρούσαν στρατιώτες για να μη τα κλέψει κανείς, ώσπου να καταφαγωθούν από όρνια και σκυλιά. Όμως οι ναύτες του πλοίου που ταξίδευε ο Θεόκτιστος, θέλοντας να πάρουν το σώμα του, περίμεναν να βρουν ευκαιρία. Όταν λοιπόν κάποτε ο ύπνος νίκησε τούς φύλακες, κατάφεραν και πήραν τα σώματα των τριών μαρτύρων, τα έφεραν στο πλοίο και αναχώρησαν για τη Ρώμη.
Παρέδωσαν εκεί τα μαρτυρικά σώματα, σαν πολύτιμους θησαυρούς, σε μια ευγενή Ρωμαία χριστιανή, την ευσεβέστατη ματρώνα Ρουφίνα, απ’ τη γενιά του αυτοκράτορα Κλαυδίου. Εκείνη με πολύ σεβασμό τα τοποθέτησε σε πολυτελή θήκη και έχτισε ναό προς τιμή τους μέσα στη Ρώμη, κοντά στην «Αγορά του Κλαυδίου», πού έγινε προσκύνημα των ευλαβών Χριστιανών.


ΠΗΓΗ: xristianos.gr

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τὴ φωταυγεία, σκότος ἔλιπες, τῆς ευσεβείας, καὶ φωστὴρ τῆς ἀληθείας γεγένησαι ποιμαντικῶς γὰρ φαιδρύνας τὸν βίον σου, Κυπριανὲ τὴ ἀθλήσει δεδόξασαι. Πάτερ Ὅσιε, τὸν Κτίστην ἠμὶν ἰλέωσαι, ὁμοὺ σὺν Ἰουστίνη τὴ Θεόφρονι.





Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2013

ΠΑΝΑΓΙΑ ΓΟΡΓΟΫΠΗΚΟΟΥ (1 Ὀκτωβρίου)



Ένα από τα πολλά ονόματα που προσδίδουμε στην Παναγία μας είναι Γοργοϋπήκοος και η ομώνυμη θαυματουργή εικόνα της βρίσκεται στην Ιερά Μονή Δοχειαρίου Αγίου Όρους από το 1646. Εκεί, όπως αναφέρεται στο ιστορικό της Μονής, "λάμπει ως πολύφωτος σελήνη, σαν άριστος κυβερνήτης και σοφός οικονόμος το διακυβερνά", φυλάσσοντας από κάθε προσβολή και επήρρεια τους ασκομένους σε αυτό οσίους πατέρες, αλλά και όσους προστρέχουν σ' εκείνη με πίστη, ζητώντας την βοήθεια της. Και γενικά διαφυλάττει και γοργώς και προθύμως υπακούει και ελεεί όλους, όσοι την ευλαβούμαστε και την επικαλούμαστε με πίστη.

Όπως αναφέρει στο Συναξάρι Ο όσιος Νικόδημος, στη Μονή του Δοχειαρίου, στο δεξί μέρος της Τραπέζης του Μοναστηρίου, βρισκόταν μια παλαιά εικόνα της Παναγίας. Οι πατέρες της Μονής αναφέρουν ότι είχε αγιογραφηθεί από την εποχή του κτήτορος της Μονής Νεοφύτου, τον 11ο αιώνα.

Το έτος 1646, που ήταν ένα έτος πολύ δύσκολο για την Ιερά Μονή, διότι δεν είχε τα απαραίτητα χρήματα για να πληρώσει τους καθορισμένους φόρους στους Τούρκους κατακτητές, ο τραπεζάριος του Μοναστηριού, περνούσε μπροστά από αυτήν την εικόνα συνεχώς, ακόμα και τη νύχτα βαστάζοντας στα χέρια του αναμμένα δαδιά. Μια βραδυά, εκείνο το έτος, λοιπόν, καθώς περνούσε και πάλι μπροστά από την εικόνα της Θεοτόκου, ακούει φωνή να βγαίνει από την εικόνα και να του λέει:

"Μην περνάς από εκεί και μαυρίζεις τον τόπο με καπνό". Ό μοναχός νομίζοντας ότι κάποιος άνθρωπος φώναξε, καταφρόνησε τη φωνή και δεν έδωσε σημασία.

Μετά από λίγες ημέρες, κι ενώ εκείνος συνέχιζε να περνάει μπροστά από την εικόνα με αναμμένα τα δαδιά, ακούει και πάλι τη φωνή να του λέει: '"Ώ Μοναχέ αμόναχε, έως πότε θα συνεχίσεις να καπνίζεις τη μορφή μου και να με μαυρίζεις ατιμώντας με;". Και συγχρόνως με τη φωνή έχασε ο ταλαίπωρος το φως του κι έμεινε τυφλός.

"Ετσι καταλαβαίνοντας το σφάλμα του, ότι δηλαδή καταφρόνησε την πρώτη φωνή και δεν υπάκουσε, κατασκεύασε ένα στασίδι μπροστά στην εικόνα της Παναγίας και την παρακαλούσε συνεχώς να του συγχωρέσει αυτό το εξ' απροσεξίας αμάρτημα και να του χαρίσει το φως του, ώστε βλέποντας την Αγία Εικόνα της να την δοξάζει και να την ευχαριστεί πάντοτε.

Και η Παναγία μας, εισάκουσε την προσευχή του και του είπε: "Ιδού, από σήμερα σου χαρίζω το φως και πρόσεξε στο εξής να μην περάσεις με αναμμένα δαδιά, γιατί εγώ είμαι η Κυρία της Μονής αυτής και γοργά υπακούω σ' εκείνους που με επικαλούνται και τους χαρίζω τα προς σωτηρία αιτήματά τους, διότι καλούμαι Γοργο
ϋπήκοος".

Από τότε η Αγία αυτή εικόνα ονομάζεται Γοργο
ϋπήκοος, γιατί πραγματικά με τα θαυμαστά έργα της συνεχώς αποδεικνύει ότι γρήγορα υπακούει σ' εκείνους που προστρέχουν σ' αυτήν με ευλάβεια και πίστη.

Και πραγματικά η χάρη της ενεργεί πάμπολλα θαύματα όχι μόνο στο Άγιο Όρος, αλλά και έξω από αυτό, σε πόλεις και χωριά, σε ολόκληρη την Ελλάδα, αλλά και σε άλλα μέρη, όπου την ευλαβούνται και την επικαλούνται. Η Παναγία η Γοργοϋπήκοος είναι πολύ θαυματουργή, ιατρεύει διάφορες ασθένειες, χαρίζει παιδιά σε άτεκνα ζευγάρια, φανερώνει απολεσθέντα αντικείμενα, προστατεύει όσους κινδυνεύουν στη θάλασσα, λυτρώνει όσους αιχμαλωτίζονται, θεραπεύει από τον πονοκέφαλο και την κόπωση, ανορθεί τους παραλύτους, χαρίζει το φως στους τυφλούς, θεραπεύει από θανατηφόρες ασθένειες, διώκει τις ακρίδες από τα χωράφια και άλλα πολλά θαυμαστά που βρίσκονται γραμμένα στη Μονή Δοχειαρίου, ως θαυματουργές επεμβάσεις της Παναγίας της Γοργο
ϋπηκόου.

Όταν λοιπόν θεραπεύθηκε από την τύφλωση του ο τραπεζάρης Μοναχός, ονόματι 
Νείλος, οι πατέρες της Μονής έφτιαξαν στο χώρο αυτό ένα παρεκκλήσι προς τιμήν της Παναγίας της Γοργοϋπηκόου, αφού η ίδια η Παναγία χαρακτήρισε τον εαυτό της με το επίθετο αυτό. Εκεί τελείται δύο φορές την εβδομάδα η θεία Λειτουργία, εκεί γίνονται οι κουρές των μοναχών και καθημερινά, πρωί και βράδυ, ψάλλονται παρακλήσεις μπροστά στην ιερή εικόνα.

Η πρώτη αγιογραφηθείσα εικόνα της Παναγίας στη Μονή Δοχειαρίου, που έγινε το 1563, την αναφέρει ως Βρεφοκρατούσα, Φοβερά Προστασία και Γοργοϋπήκοο. Πρέπει να επισημάνουμε λοιπόν, ότι η Παναγία όταν μίλησε στο μοναχό δεν χρησιμοποίησε για τον εαυτό της κανένα από τα ονόματα που ήταν γραμμένα στην τοιχογραφία, δηλαδή Γοργοϋπήκοος, Βρεφοκοατούσα , Φοβερά Προστασία, αλλά κράτησε για τον εαυτό της το όνομα Γοργοϋπήκοος, δηλώνοντας με τον τρόπο αυτό ότι υπακούει γρήγορα στις δεήσεις των πιστών και κατ' επέκταση ότι η υπακοή παίζει το σημαντικότερο ρόλο στη σωτηρία των ανθρώπων.

Μετά το θαύμα στο μοναχό Νείλο, στον οποίο χάρισε πάλι το φως του, η Παναγία μας θέλησε να δείξει μια άλλη ιδιότητά της, ένα άλλο χάρισμα για τη σωτηρία και την πνευματική προκοπή των ανθρώπων κι έδωσε στον εαυτό της το όνομα Γοργοϋπήκοος, τονίζοντας το έργο της διακονίας. Όπως και ο Υιός της, έτσι κι εκείνη διακονεί με άπειρους τρόπους τη σωτηρία μας. Κι όπως με την υπακοή της τότε στα λόγια του Αρχαγγέλου Γαβριήλ συνέβαλε στη σωτηρία μας, έτσι και τώρα, ως υπακούουσα στα αιτήματά μας, επαναλαμβάνει με ταπείνωση:

"ιδού η δούλη Κυρίου". Έτσι βοηθάει και σώζει γρήγορα όσους με πίστη καταφεύγουν σε αυτή και την επικαλούνται και την τιμούν ως Γοργοϋπήκοο. Έκτοτε πολλές εικόνες, εκκλησίες, αλλά και μονές τιμούν την Παναγία την Γοργοϋπήκοο, όπως άλλωστε κι εμείς που αποφασίσαμε με ευλάβεια να αφιερώσουμε το εσωτερικό παρεκκλήσιο του Μοναστηριού μας στο άγιο όνομά της.

Γιατί πραγματικά αισθανόμαστε πόσο μεγάλη ανάγκη έχουμε από τις πρεσβείες, τις μεσιτείες και την μητρική προστασία Της στους δύσκολους καιρούς που ζούμε. Η Μητέρα του Κυρίου μας μεριμνά γοργά για τη σωτηρία όλων μας και αναδίδει χάρη σε όλους όσους την επικαλούνται με πίστη, ελπίδα και αγάπη.


Ας Την επικαλούμαστε πάντοτε, ας ψάλλουμε την Παράκλησή Της και ας Την πανηγυρίζουμε την ημέρα της εορτής Της, την 1η Οκτωβρίου.

  ΠΗΓΗ:  agioritikovima.gr  



Ἀπολυτίκιο
Ἦχος α´. (Τῆς ἐρήμου πολίτης).
Ὡς θεόβρυτον κρήνην τῶν ἀΰλων χαρίτων Σου, τὴν θαυματουργόν Σου Εἰκόνα Θεοτόκε πλουτίσαντες, ἐκ ταύτης τῶν θαυμάτων τὰς ῥοάς, ἀντλοῦμεν δαψιλῶς ὡς ἐξ Ἐδέμ· σὺ γὰρ Γοργοϋπήκοος βοηθός, πέλεις τῶν ἐκβοώντων Σοι· Δόξα τοῖς σοῖς χαρίσμασιν Ἁγνή· δόξα τῇ παρθενίᾳ Σου· δόξα τῇ πρὸς ἡμᾶς Σοῦ ἀνεκφράστῳ προνοίᾳ Ἄχραντε. 







Οικουμενισμός πιο επικίνδυνη αίρεση από τον Χιλιασμό

ΕΥΛΟΓΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΕΝΑ ΑΡΘΡΟ του π. Θεοδώρου Ζήση με τίτλο: «Οι "Μάρτυρες του Ιεχωβά" και ο Οικουμενισμός,Ποια αίρεση από τις δύο είναι πιο επικίνδυνη;».


Παρακολουθούμε συχνά τις ομιλίες και τα άρθρα του π. Θεοδώρου Ζήση. Κάθε φορά, όμως, που ακούμε μια ομιλία του, που αναφέρεται στον Οικουμενισμό και τους Οικουμενιστές Επισκόπους, μας γεννιέται πάντα το ίδιο ερώτημα:


Αφού είναι αίρεση ο Οικουμενισμός, αιρετικός ο Πατριάρχης και οι περί αυτόν Επίσκοποι, γιατί δεν εφαρμόζει αυτό, που ο ίδιος επί δέκα χρόνια συνιστούσε: την απομάκρυνση από τους αιρετικούς, την διακοπή κοινωνίας και μνημονεύσεως του ονόματος των αιρετικών; Δικής του εμπνεύσεως θεωρία περί αποτειχίσεως δίδασκε τότε, κι όχι την διδασκαλία της Εκκλησίας; Πότε έκανε λάθος; Τότε ή τώρα; Δεν ήταν –η διδασκαλία του αυτή– σύννομη και σύμφωνη με τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής και των Αγίων Πατέρων; Ποια θεολογική εξήγηση υπάρχει; Εξ  άλλου, είχε υποσχεθεί πριν δύο χρόνια -σε κάποια συνάντηση στο Βόλο- ότι θα δώσει θεολογική εξήγηση σύντομα· τότε ήταν εμπερίστατος και δεν μπορούσε. Γιατί δεν έδωσε την οφειλομένη εξήγηση;

Αυτές οι απορίες και τα ερωτήματα οξύνθηκαν χθες, καθώς διαβάσαμε στο ιστολόγιο «Κατάνυξις» ένα άρθρο του π. Θεοδώρου Ζήση με τίτλο:

«Οι "Μάρτυρες του Ιεχωβά" και ο Οικουμενισμός,
Ποια αίρεση από τις δύο είναι πιο επικίνδυνη;».

Σ’ αυτό ο π. Θεόδωρος, συμπεραίνει, ότι πιο επικίνδυνη αίρεση είναι ο Οικουμενισμός,  ακόμα και από αυτή την αίρεση των «Μαρτύρων του Ιεχωβά».
Ασφαλώς και συμφωνούμε μαζί του, και καταλαβαίνουμε ότι, και το άρθρο αυτό, κινείται προς την κατεύθυνση της κατάδειξης της επικινδυνότητας της παναιρέσεως του Οικουμενισμού και προέρχεται από ποιμαντική φροντίδα του π. Θεόδωρου. Όμως και σε αυτό το άρθρο υφέρπει το ίδιο ερώτημα.
Τότε, προς τί, η συνύπαρξη με τους επικινδυνότερουςαιρετικούς;
Ασφαλώς ο π. Θεόδωρος, ο π. Γεώργιος, ο π. Σαράντης Σαράντος και άλλοι πνευματικοὶ Πατέρες, δεν θα συμμετείχαν σε προσευχητικὲς (ή «λατρευτικές») ἐκδηλώσεις των “Μαρτύρων του Ιεχωβά”. Αυτό θα ήταν αδιανόητο.
Γνωρίζουμε όμως ότι ο π. Θεόδωρος (και ο π. Γ. Μεταλληνός) προσκαλούνται και ομιλούν (και συλλειτουργούν) σε Μητροπόλεις, οι Επίσκοποι των οποίων επικοινωνούν με τον πιό επικίνδυνο αιρετικό, τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο (όπως εξάγεται από τους λόγους του π. Θ.), παρίστανται σε υποδοχές του Οικουμενιστή πατριάρχη Βαρθολομαίου, του πιό επικίνδυνου αιρετικού  από τους “Μάρτυρες του Ιεχωβά”, και συλλειτουργούν με τον αιρεσιάρχη Βαρθολομαίο.
Ότι ο π. Γεώργιος Μεταλληνός, και άλλοι αντι-Οικουμενιστές Επίσκοποι και κληρικοί, δέχονται βραβεύσεις, συμμετέχουν σε εκκλησιαστικές εκδηλώσεις και λαμβάνουν μέρος σε Θ. Λειτουργίες με παρόντα (και ομιλητή) τον θεωρητικό της παναιρέσεως του Οικουμενισμού, οικουμενιστή επίσκοπο, Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα, ή τους μητροπολίτες Δημητριάδος, Μεσσηνίας, Καλαβρύτων κ.λπ.
Και ερωτάμε: Τι λέγει η Αγία Γραφή, οι Άγιοι Πατέρες, οι Ιεροί Κανόνες; Ποια στάση πρέπει να κρατάμε κατά των αιρετικών; Οι άγιοι π.χ. Κύριλλος και Κελεστίνος, οι άγιοι Μάξιμος και Γρηγόριος Παλαμάς, τί έκαναν; (πριν καν ακόμα καθαιρεθούν οι Νεστόριος, Πύρρος, Καλέκας κ.λπ.). Και αν πρέπει να αποφεύγουμε τους λιγότερο επικίνδυνους αιρετικούς, τι πρέπει να κάνουμε με τους περισσότερο επικίνδυνους; Να επικοινωνούμε άνετα; Και ποιος θα μας βεβαιώσει ποιοι είναι αυτοί οι αιρετικοί;
Εκφέρει ο π. Θεόδωρος το ρητορικό ερώτημα: «Ποιός θὰ προφυλάξει ὅμως τοὺς πιστοὺς ἀπὸ τοὺς οἰκουμενιστὰςκληρικοὺς καὶ θεολόγους, οἱ ὁποῖοι ἐκ τῶν ἔσω ἀφανῶς καὶ βραδέως διαβρώνουν τὸ ὀρθόδοξο φρόνημα καὶ οὐσιαστικῶς καταλήγουν στὸν ἴδιο σκοπὸ καὶ στόχο, ἀλλὰ μὲ πιὸἐπικίνδυνη μέθοδο (σ.σ. από εκείνη των «Μαρτύρων του Ιεχωβά»), ἀφοῦ κρύβονται κάτω ἀπὸ τὸ ἔνδυμα τοῦ ὀρθοδόξου κληρικοῦ καὶ τὴν ἰδιότητα τοῦ ὀρθοδόξου θεολόγου;».
Η απάντηση, βέβαια, με βάση την Παράδοση της Εκκλησίας είναι απλή: Ασφαλώς οι πνευματικοί Πατέρες, ιδιαίτερα οι θεωρούντες εαυτούς ως ενεργούς αντι-Οικουμενιστές, οι ποιμένες δηλ. της Συνάξεως, εάν εφαρμόσουν ό,τι διδάσκουν οι Άγιοι Πατέρες μας και ό,τι ο Θεός εντέλλεται· αυτοί θα προφυλάξουν το ποίμνιο (τη συνεργεία του Θεού) από την διάβρωσή του από την παναίρεση του Οικουμενισμού. Πώς; Με την απομάκρυνση από όλους τους αιρετικούς, και τους λιγότερο και τους περισσότερο επικίνδυνους.
Γιατί λοιπόν, δεν εφαρμόζετε κατά των «πιό επικίνδυνων» αιρετικών, αυτό που συμβουλεύετε να κάνουμε κατά των «λιγότερο επικίνδυνων», δηλ. την απομάκρυνση;
Χρόνια ακούμε πνευματικούς και θεολόγους να μας λένε ότι: «ούτε καν να δεχόμαστε στα σπίτια μας τους “Μάρτυρες του Ιεχωβά”, ούτε να ανοίγουμε συζήτηση μαζί τους»! Ο π. Θεόδωρος δε, με αυτό το άρθρο συμπληρώνει: «οἱ ψευδομάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ εἶναι εὐκολώτερος ἀντίπαλος, ἀκόμη καὶ γιὰ τοὺς ἁπλοῦς πιστούς, καὶ δὲν μποροῦν εὔκολα νὰ περάσουν τὶς πλάνες τους καὶ τὶς διδαχές τους, διότι ἐμφανίζονται ὡς ἐχθροὶ καὶ κατήγοροι τῆς Ἐκκλησίας... Καὶ μόνο τὸ ὅτι δὲν κάνουν τὸν Σταυρό τους, δὲν τιμοῦν τὶς ἅγιες εἰκόνες... καὶ μόνον αὐτὰ ἀρκοῦν γιὰ νὰ πέσει στὸ κενὸ ἡ προσηλυτιστική τους προσπάθεια»!
Ενώ, αντίθετα (όπως πάλι γράφει) οι Οικουμενιστιστές κληρικοί «ἐκ τῶν ἔσω ἀφανῶς καὶ βραδέως διαβρώνουν τὸ ὀρθόδοξο φρόνημα» κρυπτόμενοι «κάτω ἀπὸ τὸ ἔνδυμα τοῦ ὀρθοδόξου κληρικοῦ καὶ τὴν ἰδιότητα τοῦ ὀρθοδόξου θεολόγου».
Και καταλήγει ο π. Θεόδωρος με ένα ερώτημα, που είναι και δική μας απορία, απευθυνόμενη όμως όχι προς τους Οικουμενιστές, αλλά προς τον ίδιο:
«Σὲ τί διαφέρει ὁ ψευδομάρτυς τοῦ Ἰεχωβᾶ ποὺ ἀρνεῖται τὴν θεότητα τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸν Ἰουδαῖο καὶ Μουσουλμᾶνο, ποὺ ἐπίσης ἀρνοῦνται τὴν θεότητα τοῦ Χριστοῦ, τὶς θρησκεῖες τῶν ὁποίων ὅμως οἱ Οἰκουμενισταὶ θεωροῦν ὡς παράλληλους μὲ τὸν Χριστιανισμὸ δρόμους σωτηρίας, ἀρνούμενοι ἔτσι τὴν μοναδικότητα καὶ ἀποκλειστικότητα τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας, ὅπως καὶ οἱ Ἰεχωβάδες; Σὲ τί διαφέρει ὁ ψευδομάρτυς τοῦ Ἰεχωβᾶ ἀπὸ τοὺς Προτεστάντες...; Καὶ ὅμως μὲ αὐτοὺς συνυπάρχουμε καὶ συμπροσευχόμαστε καὶ τοὺς ἀναγνωρίζουμε ὡς ἐκκλησίες καὶ συμμετέχουμε ὡς ἴσοι πρὸς ἴσους, ὡς πρὸς τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν πίστη, μέσα στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», ποὺ οὐσιαστικῶς εἶναι Παγκόσμιο Συμβούλιο Πλανῶν καὶ Αἱρέσεων. Γιατί μὲ τοὺς Ἰουδαίους καὶ Μουσουλμάνους ἔχουμε σχέσεις καὶ ὀργανώνουμε διαθρησκειακὲς συναντήσεις, ἐνίοτε καὶ συμπροσευχές, καὶ δὲν τοὺς χαρακτηρίζουμε ὡς ἐπικίνδυνες θρησκεῖες; Γιατί δὲν ὀργανώνουμε συναντήσεις μὲ τοὺς Ἰεχωβάδες; Γιατί δὲν προτείνουμε νὰ συμμετάσχουν καὶ αὐτοὶ στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο ᾽Εκκλησιῶν», ἀφοῦ συμφωνοῦν στὰ περισσότερα μὲ τοὺς Προτεστάντες; Ἁπλούστατα, γιὰ νὰ ὑπάρχει φαινομενικὰ ἕνας ἐχθρός, ὄχι πολὺ ἐπικίνδυνος ὅμως, νὰ στρέφουμε ἐναντίον του τὰ βέλη καὶ νὰ ἀναλώνουμε τὴν ποιμαντική μας φροντίδα, καὶ νὰ ἀφήνουμε ἐλεύθερο τὸν Οἰκουμενισμό, ὡς νέα Οὐνία, νὰ διαβρώνει τὸ φρόνημα κληρικῶν, θεολόγων καὶ πιστῶν, καὶ ὡς προβατόσχημος λύκος νὰ κατατρώγει τὸ ποίμνιο».
Μετά από αυτά π. Θεόδωρε, επιτρέψατε το δικό μας ερώτημα:
Γιατί, εσείς και οι αντι-Οικουμενιστές ποιμένες, επιμένετε μόνο σε διαφωτιστικές ομιλίες και ταυτόχρονα επικοινωνείτε με τους Οικουμενιστές; Γιατί δεν διακόπτετε την επικοινωνία με τους περισσότερο ύπουλους και «επικίνδυνους προβατόσχημους λύκους ποὺ κατατρώγουν τὸ ποίμνιο», τους Οικουμενιστές, όπως δεκαετίες έχει γίνει με τους«λιγότερο επικίνδυνους» αιρετικούς, τους "Μάρτυρες του Ιεχωβά";


Γιὰ τὴν "Πατερικὴ Παράδοση"
Παναγιώτης Σημάτης
Χριστίνα Ξανθά-Νάκου

Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2013

Διάλογος Αγίου Ανδρέου δια Χριστόν Σαλού με έναν ομοφυλόφιλο

Ο ακόλαστος ευνούχος

Ενώ καθόταν μπροστά στην είσοδο (ο όσιος Ανδρέας ο δια Χριστόν Σαλός), πλησίασε κάποιος νεαρός ευνούχος, θαλαμηπόλος ενός πλουσίου. Το πρό­σωπό του ήταν ρόδινο και το δέρμα του λευκό σαν χιόνι. Ήταν ωραίος, μάλλον ξανθός, υπερβολικά μαλθακός και μύριζε από μακριά αρώματα. Με τον Επιφάνιο ήσαν πολύ αγαπημένοι, ήσαν γείτονες και συνομήλικοι. Κρατούσε στο χέρι τριάντα χουρμάδες που φαίνονταν σαν ξερά σύκα. Βλέποντας τον όσιο γυμνό, απόρησε και ρώτησε ταραγμένος:



- Αγαπημένε μου Επιφάνιε, ποιός είναι αυτός; Γιατί γυρίζει γυμνός μέσα στο αφόρητο κρύο και μοιάζει θαλασσοδαρμένος;
- Δεν ξέρω, φίλε μου, τι να σου πω. Τον νου του πάντως τον έχει αιχμαλωτίσει ο πονηρός και γυρίζει σαν τρελλός. Γι' αυτό όλοι οι δαιμονισμένοι γυρίζουν με σχισμένα ρούχα, χωρίς να αισθάνωνται το κρύο ή τον καύσωνα.
Μίλησε έτσι, επειδή δεν ήθελε να αποκαλύψη την αρετή τού δικαίου. Ο ευνούχος τότε ηρέμησε, συμπάθησε τον όσιο σαν φτωχό και του πρόσφερε όσους χουρμάδες είχε:
- Δέξου για την ώρα αυτά, του είπε, δεν έχω τίποτε άλλο.
Ο όσιος όμως, που με τους νοερούς οφθαλμούς έβλεπε την κατάστασι της ψυχής του, τον κοίταξε βλοσυρά και του είπε:
- Οι σαλοί δεν δέχονται δώρα από κωλο-φωνίους [Με τη σύνθετη αυτή λέξι ο όσιος εννοεί τους ομοφυλόφιλους, κάνοντας συγχρόνως λογοπαίγνιο με το φυτό κολοφώνιο (είδος λαχάνου)].
Εκείνος δεν κατάλαβε και είπε:
- Πραγματικά είσαι τρελλός. Βλέπεις χουρμάδες και τους λες κολοφώνια;
- Φύγε δόλιε! του απαντά ο μακάριος. Πήγαινε στον κοιτώνα τού κυρίου σου να κάνης μαζί του τη βδελυρή αμαρτία των Σοδομιτών, και θα σου δώση και άλλους χουρμάδες. Ταλαίπωρε! Τις ακτίνες τής βασιλείας τών ουρανών δεν τις βλέπεις. Την αγριότητα της κολάσεως δεν την γνωρίζεις. Τον άγγελό σου τουλάχιστον, που σ' ακολουθεί σαν χριστιανό, δεν τον ντρέπεσαι; Αχ, να ήξερες τι τιμωρία σε περιμένει, ακάθαρτε, που συχνάζεις σε απόμερες γωνιές μαζί με άλλους και κάνεις πράξεις αφύσικες, που ούτε οι σκύλοι και οι χοίροι ούτε τα ερπετά και τα φί­δια τις κάνουν! Ποιός σου τα έμαθε αυτά; Κρίμα στα νιάτα σου! Σε πλήγωσε ο σατανάς και σε γκρέμισε αγέρωχα στα τρίσβαθα του άδη. Πρόσεξε! Μην προχωρής περισσότερο, για να μη ρίξη φωτιά ο Θεός και σε κάψη πρόωρα κι έτσι από τη μια φωτιά πέσης στην άλλη, της κολάσεως.
Ο ευνούχος άκουσε και έφριξε. Το πρόσωπό του κοκκίνισε.
- Αλλοίμονό μου του άθλιου, ψέλλισε καταντροπιασμένος.
- Τί έπαθες αγαπητέ μου; ρώτησε ο Επιφάνιος. Γιατί ντράπηκες και κοκκίνισες έτσι; Δεν σου είπα ότι αυτός είναι τρελλός και λέει ό,τι φθάση; Πάντως για ό,τι απ' αυτά που άκουσες σε ελέγχει η συνείδησίς σου, φρόντισε να το διορθώσης και να μην περιφρονήσης τα λόγια του. Είσαι νέος και ο σατανάς είναι φοβερός. Μας σπρώχνει να κάνουμε την αμαρτία όχι για τίποτε άλλο, αλλά για να έχη κι εμάς μέσα στη φωτιά τής κολάσεως και να παρηγορήται.
Ο ευνούχος, ύστερα απ' αυτά που άκουσε, ανεχώρησε. Τότε ο Επιφάνιος βοήθησε τον όσιο να σηκωθή και πήγαν στο δωμάτιό του. Εκεί βρήκαν έτοιμο το τραπέζι και κάθησαν να ευφρανθούν. Μετά το φαγητό ρώτησε ο Επιφάνιος:
- Γιατί, σεβαστέ μου φίλε, μίλησες τόσο απότομα στον αγαπητό μου;
- Επειδή είναι φίλος σου, γι’ αυτό του μίλησα έτσι. Αν δεν ήταν, δεν θα άκουγε ούτε μία λέξι. Σκοπός μου δεν είναι να ελέγχω τους αμαρτωλούς, αλλά να τρέχω στον ίσιο δρόμο που οδηγεί στον ουρανό.
- Γνωρίζω κι εγώ τα σχετικά με τον ευνούχο, είπε ο Επιφάνιος. Αφού όμως ο καημένος είναι δούλος και βιάζεται από τον κύριό του, τί μπορεί να κάνη;
- Το ξέρω, είπε ο όσιος, καταλαβαίνω τη θέσι του. Ο δούλος όμως πρέπει να εξυπηρετή τον αφέντη του μόνο στις υλικές του ανάγκες, όχι στα έργα τού διαβόλου και στις άτιμες πράξεις του, και μάλιστα σ' αυτό το καταραμένο, το σιχαμερό αμάρτημα που ούτε στα ζώα το συναντάμε! Γιατί λοιπόν ο άνθρωπος να μην αισθάνεται τη δυσωδία αυτής της ακαθαρσίας και να μην την αποστρέφεται;
- Όταν ο αφέντης, είπε πάλι ο Επιφάνιος, προστάξη τον δούλο να κάνη κάποια υπηρεσία είτε σωματική είτε πνευματική είτε ακόμη και αμαρτωλή, κι αυτός δεν υπακούση, ξέρεις τότε τι κατάρες τον περιμένουν, τι ξύλο, τι απειλές και πόσα άλλα δεινά;
- Αυτό, παιδί μου, είναι το μαρτύριο του Χριστού. Αυτό εννοούσε ο Κύριος όταν έλεγε: «Μακάριοι οι δεδιωγμένοι ένεκεν δικαιοσύνης, ότι αυτών εστιν η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. ε ' 10). Αν οι δούλοι δεν υποχωρούν στη σιχαμερή σοδομιτική επιθυμία των κυρίων τους, είναι μακάριοι και τρισμακάριοι, γιατί τα βασανιστήρια που θα υποφέρουν θα τους κατατάξουν στη χορεία των μαρτύρων.

(Απόσπασμα από το βιβλίο «ΑΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ», εκδ. ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ)

 ΠΗΓΗ

ΚΥΡΙΑΚΗ Β' ΛΟΥΚΑ : Εὐαγγέλιον - Ὁμιλία εἶς τό «Καθώς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς » (Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ)

Hristos-invatatorul1


Εὐαγγέλιο Κυριακής: (Λουκ. Στ΄ 31-36)


«Εἶπεν ὁ Κύριος· Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως. Καὶ εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τοὺς ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσι. Καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι. Καὶ ἐὰν δανείζητε παρ᾿ ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα. Πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς. Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί».


Ἀπόδοση

Εἶπε ὁ Κύριος· «῞Οπως θέλετε νὰ σᾶς συμπεριφέρονται οἱ ἄνθρωποι, ἔτσι ἀκριβῶς νὰ συμπεριφέρεστε κι ἐσεῖς σ’ αὐτούς. Γιατί, ἂν ἀγαπᾶτε αὐτοὺς ποὺ σᾶς ἀγαποῦν, ποιὰ εὔνοια περιμένετε ἀπὸ τὸν Θεό; ᾿Αφοῦ καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀγαποῦν αὐτοὺς ποὺ τοὺς ἀγαποῦν. Κι ἂν κάνετε καλὸ σ’ αὐτοὺς ποὺ σᾶς κάνουν καλό, ποιὰ εὔνοια περιμένετε ἀπὸ τὸν Θεό; Καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ ἴδιο κάνουν. ῍Αν δανείζετε σ’ ὅσους ἐλπίζετε νὰ σᾶς τὰ ἐπιστρέψουν, ποιὰ εὔνοια περιμένετε ἀπὸ τὸν Θεό; Καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ δανείζουν στοὺς ὁμοίους τους γιὰ νὰ τὰ πάρουν πίσω. ᾿Αντίθετα, ἐσεῖς ν’ ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς σας, νὰ κάνετε τὸ καλὸ καὶ νὰ δανείζετε, χωρὶς νὰ περιμένετε νὰ πάρετε πίσω τίποτα. ῎Ετσι, ὁ Θεός, ποὺ εἶναι καλὸς ἀκόμα καὶ μὲ τοὺς ἀχάριστους καὶ τοὺς κακούς, θὰ σᾶς ἀνταμείψει μὲ τὸ παραπάνω καὶ θὰ σᾶς κάνει παιδιά του. Νὰ εἶστε λοιπὸν σπλαχνικοί, ὅπως σπλαχνικὸς εἶναι κι ὁ Θεὸς Πατέρας σας».

Ὁμιλία εἶς τό «Καθώς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς » ιοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ

Αυτός που έπλασε μόνος τις καρδιές μας και παρατηρεί όλα τα έργα μας, αυτός ο οποίος ενεφανίσθη σε εμάς με σάρκα και μας ηξίωσε να γίνη διδάσκαλός μας, ζητεί τώρα από εμάς αυτά που παρεφθάρησαν για να τα αναπλάση, εκείνα ακριβώς που ενέβαλε στις ψυχές μας όταν στην αρχή μας έπλασε. Διότι απ΄ αρχής μας έπλασε καταλλήλους για την μέλλουσα διδασκαλία και ύστερα έδωσε την διδασκαλία κατάλληλο προς την αρχικήν πλάσι· δεν έκαμε τίποτε άλλο παρά να ανακαθάρη την ωραιότητα του πλάσματος που είχεν αμαυρωθή με την πρόσληψι της αμαρτίας. Αυτό δεικνύει με τον καλλίτερο τρόπον η σήμερα αναγινωσκομένη και προβαλλομένη από εμάς προς ερμηνείαν περικοπή του Ευαγγελίου: «Καθώς θέλετε», λέγει, «ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, και υμείς ποιείτε αυτοίς ομοίως». Καλώς προείπεν ο Προφήτης Ησαΐας ότι «λόγον συντετρημένον δώσει Κύριος επί της γης». Πράγματι σε αυτόν τον ένα και σύντομο λόγο συμπεριέλαβε κάθε αρετήν, κάθε εντολήν, σχεδόν κάθε καλήν πράξι και γνώμη. Γι΄ αυτό και κατά τον Ευαγγελιστήν Ματθαίον, αφού προέταξε αυτό ο Κύριος προσέθεσε «ούτος γαρ εστίν ο νόμος και οι προφήται». Πράγματι σε άλλο σημείον συγκεφαλαιώνοντας είπεν ότι σε δύο εντολές, στην προς Θεόν και προς τον πλησίον αγάπη «κρέμανται όλος ο νόμος και οι προφήται»· τώρα όμως συνήγαγε τα πάντα σε ένα και συμπεριέλαβε όχι μόνον την κατά τον νόμον και τους Προφήτες αρετήν, αλλά και κάθε αγαθοεργίαν γενικώς μεταξύ των αθρώπων· διότι τώρα νομοθετεί όχι σε ένα γένος μόνον, αλλά σε όλην την οικουμένην, ή μάλλον σε όσους συνδέονται με αυτόν δια της πίστεως, από κάθε έθνος κάτω από τον ουρανόν.

Και μάλιστα όχι μόνο συμπεριέλαβε, αλλά και έδειξε ότι κάθε μία από τις εντολές που εδόθησαν από αυτόν υπάρχει έμφυτος μέσα μας. Πράγματι αυτό είναι που και ο αδελφόθεος Ιάκωβος μας παραγγέλει λέγοντας· «αποθέμενοι πάσαν ρυπαρίαν και περισσείαν κακίας, εν πραΰτητι δέξασθε τον έμφυτον λόγον τον δυνάμενον σώσαι τας ψυχάς υμών». Αυτό μας το είχε διακηρύξει ο Θεός και με τον Προφήτην Ιερεμία, λέγοντας «διαθήσομαι αυτοίς διαθήκην καινήν, διδούς νόμους μου εις διάνοιαν αυτών»· διότι το να έχωμε εκουσίαν γνώμην είναι ιδιότης της διανοίας. Αφού λοιπόν ο Κύριος έδειξε ότι κατ΄ αυτόν τον έμφυτον νόμον έχουν αναγραφή τώρα όλα τα ευαγγελικά παραγγέλματα, προστάζει και νομοθετεί να πολιτευώμεθα σύμφωνα με αυτά· διότι ενέβαλε την γνώσι του πρακτέου μέσα στην φύσι μας, ως φιλάγαθος και φιλάνθρωπος που είναι. Μάλιστα ο Κύριος με την κεφαλαιώδη αυτήν παραίνεσι, το «καθώς θέλετε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, και υμείς ποιείτε αυτοίς ομοίως», έδειξεν ότι κάθε ευαγγελική εντολή είναι όχι μόνον έμφυτος αλλά και δικαία και εύκολος και συμφέρουσα και επίσης εύληπτος σε όλους και ευνόητος από μόνη της. Τι δηλαδή; δεν γνωρίζεις ότι το να οργίζεσαι εναντίον του αδελφού και να τον προσβάλλης και μάλιστα χωρίς λόγον είναι κακόν; Και πως εσύ θέλεις να υποστής την οργή και την προσβολήν του και ούτε καν μετά από σκέψι φθάνεις σ΄ αυτήν την γνώμην, αλλ΄ αμέσως δυσανασχετείς προς την εναντίον σου κινουμένην οργήν και προσβολήν, και με κάθε τρόπον την αποφεύγεις μη καταδεχόμενος αυτήν, οπωσδήποτε ως κακήν, ως άθεσμον, ως ασύμφορον; Έτσι θεωρείς και την προς την σύζυγό σου εμπαθή και περίεργον θέαν από κάποιον άλλον· έτσι επίσης όχι μόνον το εναντίον σου, αλλά και το προς εσέ για οποιονδήποτε λεγόμενον ψεύδος· και γενικώς αυτήν την εσωτερικήν στάσι απέναντι σε κάθε τι απηγορευμένον από την ευαγγελικήν εντολήν. Τι πρέπει να ειπούμε περί όλων των αμαρτωλών πράξεων που έχουν προαπαγορευθή από τον παλαιόν νόμον, του φόνου, της μοιχείας, της επιορκίας, της αδικίας και των ομοίων; Ακόμη δε και περί των αντιθέτων από αυτά αρετών και πως μας αρέσουν αυτοί που τις χρησιμοποιούν υπέρ ημών; Βλέπεις ότι και γνωρίζεις από μόνος σου κάθε εντολήν και την κρίνεις ως δικαίαν και συμφέρουσα; Και όχι μόνον αυτό αλλά και ως ευχερή; Διότι δεν θα θεωρούσες πολύ αξιόμεμπτον αυτόν που θυμώνει ή ψεύδεται εναντίον σου ή σε επιβουλεύεται με άλλον τρόπο, εάν ενόμιζες ότι είναι δυσκατόρθωτον ή αδύνατον το να απέχη εκείνος από αυτά.

Μη λοιπόν, όταν μεν εσύ κακοπαθής από άλλον, όταν υβρίζεσαι, εξαπατάσαι ή ζημιώνεσαι, συνηγορής υπέρ του εαυτού σου, ενώ όταν συ ο ίδιος υβρίζης και αδικής και επιχειρής να εξαπατήσης τον πλησίον σου, τον καταδικάζεις μη εξάγοντας την ιδίαν απόφασι για τα ίδια πράγματα. Αλλά να είσαι αντικειμενικός κριτής, και εκείνα μεν που δεν θέλεις να παθαίνης από άλλον ως κακά, με κανέναν τρόπο να μη τα κάνης στον άλλον, εκείνα δε τα αγαθά που ποθείς εσύ να σου γίνωνται από τον άλλον, αυτά να του κάνης και συ. Ζητείς κάτι από κάποιον, βοήθειαν ίσως ή κάποιαν άλλην εξυπηρέτησι και θέλεις οπωσδήποτε να την λάβης, επειδή το θεωρείς καλόν; γιατί όχι; Όταν λοιπόν κάποιος άλλος σου ζητή κάτι, σπεύσε να του φερθής φιλικώς και να θεωρής καλόν το να λάβη και εκείνος κάτι εμπράκτως από σε. Αλλά ζητεί εκείνος από σε κάτι περισσότερον από όσα έχεις; Δείξε με όσα έχεις ότι και αν είχες περισσότερα, θα του παρείχες· «ει γαρ το θέλειν παράκειται» (αν υπάρχη θέλησις) λέγει ο Παύλος «εξ ων έχει τις ευπρόσδεκτος, ουκ εξ ών ουκ έχει». Θέλεις να αγαπάσαι από όλους, να αξιώνεσαι συγγνώμης και θεωρείς βαρύ και ανυπόφορον το να κατακρίνεσαι και μάλιστα ενώ έπταισες και λίγο; Αγάπα τότε και συ τους πάντες, να είσαι συγχωρητικός, άπεχε από την κατάκρισι, βλέποντας κάθε άνθρωπον σαν τον εαυτόν σου και έτσι να αποφασίζης και να ενεργής, με αυτήν την διάθεσι. «Τούτο γαρ έστι το θέλημα του Θεού» λέγει ο κορυφαίος των Αποστόλων Πέτρος, «αγαθοποιούντας φιμούν (να φιμώνουμε) την των αφρόνων ανθρώπων αγνωσίαν», εκείνων δηλαδή που μας εχθρεύονται ματαίως και δεν θέλουν να δώσουν σε άλλους εκείνα που επιθυμούν αυτοί να λαμβάνουν από άλλους.
Πράγματι πως δεν είναι άφρων όποιος, ενώ ανήκουμε όλοι στην ιδία φύσιν αυτός δεν αντιμετωπίζει το θέμα με τον ίδιον τρόπον, ούτε αποδίδει την ιδίαν κρίσι, μολονότι ενυπάρχουν σ΄ εμάς φυσικώς και η κρίσις αυτή και η θέλησις; Διότι στο να θέλωμε να αγαπώμεθα και να ευεργετούμεθα από όλους, όπως και από τον εαυτόν μας, είμεθα όλοι αυτοκίνητοι. Επομένως και το να θέλωμε να αγαθοποιούμε και να έχωμε καλήν διάθεσι προς όλους, όπως και προς τους εαυτούς μας, είναι έμφυτο σ΄ εμάς, επειδή όλοι έχουμε γίνει κατ΄ εικόνα του αγαθού. Αλλά όταν εισήλθε μέσα μας και επληθύνθη η αμαρτία, την μεν προς τον εαυτόν μας αγάπη δεν την έσβεσε, αφού σε τίποτε δεν της εναντιώνεται, ενώ την προς αλλήλους αγάπην, ως κορυφήν των αρετών την κατέψυξε, την ηλλοίωσε και την αχρήστευσεν. Όθεν αυτός που ανακαινίζει την φύσι μας και την ανακαλεί προς την χάριν της εικόνος της, δίδοντας τους ιδικούς του νόμους κατά το προφητικόν, στις καρδίες μας, λέγει «καθώς θέλετε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι και υμείς ποιείτε αυτοίς ομοίως» και «ει αγαπάτε τους αγαπώντας υμάς, ποία υμίν χάρις εστί; και γαρ οι αμαρτωλοί τούτο ποιούσι· και εάν δανείζητε παρ΄ ων ελπίζετε απολαβείν, ποία υμίν χάρις εστί; Και γαρ αμαρτωλοί αμαρτωλοίς δανείζουσιν, ίνα απολάβωσι τα ίσα».

Αμαρτωλούς εδώ ονομάζει όσους δεν φέρουν το όνομά του και όσους δεν πολιτεύονται σύμφωνα με το Ευαγγέλιόν του· τους απεκάλεσε όλους αυτούς με ένα όνομα δεικνύοντας με τον τρόπον αυτόν ότι δεν προκύπτει κανένα όφελος από το να λεγώμεθα χριστιανοί, εάν με τα έργα μας δεν διαφέρωμε από τους εθνικούς. Όπως δηλαδή έλεγεν ο μέγας Παύλος προς τους Ιουδαίους ότι «περιτομή ωφελεί, εα νόμον πράττης· εάν δε παραβάτης νόμου ης, η περιτομή σου ακροβυστία γέγονεν»· έτσι και τώρα ο Χριστός λέγει σ΄ εμάς δια του Ευαγγελίου, ότι σε σας τους ιδικούς μου θα υπάρχη η χάρις που ενώνει με εμέ, εάν τηρήτε τις εντολές μου· εάν όμως πράττετε τα έργα των αμαρτωλών και τίποτε περισσότερον, αγαπάτε δηλαδή αυτούς που σας αγαπούν και ευεργετήτε αυτούς που σας ευεργετούν, δεν θα αποκτήσετε από αυτά καμμίαν παρρησία προς εμέ. Και δεν τα λέγει αυτά αποτρέποντάς μας από το να αγαπούμε αυτούς που μας αγαπούν και από το να ευεργετούμε αυτούς που μας ευεργετούν, και από το να δανείζωμε σε αυτούς οι οποίοι πρόκειται να μας τα επιστρέψουν· αλλά φανερώνει ότι το καθένα από αυτά δεν έχει μισθόν, επειδή λαμβάνει εδώ την ανταπόδοσι, και δεν φέρνει καμμίαν χάρι στην ψυχήν ούτε την καθαρίζει από την αμαρτίαν η οποία την έχει κηλιδώσει. Δεν προξενούν λοιπόν αυτά, όταν υπάρχουν, κανένα κέρδος, καμμίαν ιδιαιτέραν χάρι στην ψυχήν ως αιωνίαν ανταπόδοσιν, όταν όμως απουσιάζουν προξενούν πολλήν κατάκρισιν και ζημίαν. Διότι αυτοί που δεν ανταγαπούν ούτε εκείνους που τους αγαπούν και τους φροντίζουν, είναι χειρότεροι και από τους τελώνες και τους αμαρτωλούς· εκείνοι δε που με έργα και λόγους τους ανταμείβουν με τα αντίθετα πόσον περισσότερο κατακρίνονται; Τοιούτοι είναι και όσοι αφηνιάζουν προς τους άρχοντες της πόλεως, μολονότι εκείνοι καθημερινώς καταβάλλουν γι΄ αυτούς σημαντικές φροντίδες, όσοι δεν αποδίδουν την εύνοιαν που αρμόζει στους βασιλείες οι οποίοι ετάχθησαν από τον Θεόν, όσοι δεν ταπεινώνονται κάτω από την κραταιάν χείρα του Θεού, αλλ΄ απειθούν στην Εκκλησίαν του Χριστού και αγανακτούν ματαίως κατά των προστατών της Εκκλησίας, και μάλιστα την στιγμή που εκείνοι καταβάλλουν τόσην προσπάθεια για το καλό τους και θέλουν και εύχονται και πράττουν με όλην τους την δύναμι κάθε αγαθόν και ωφέλιμο γι΄ αυτούς.

Αλλά και εκείνοι που δεν δανείζουν στους υποσχομένους να ανταποδώσουν τα ίσα και εγκαίρως, αλλά απαιτούν τόκους και μάλιστα βαρείς και χωρίς αυτούς ούτε καν να εμφανισθή επιτρέπουν ο κήνσος και το αργύριον, είναι σχεδόν άνομοι και χειρότεροι από τους αμαρτωλούς, αφού ούτε στον παλαιό νόμο πείθονται ούτε στην νέαν Διαθήκην. Από αυτά η μεν Διαθήκη μας προτρέπει να δανείζωμε και σε εκείνους οι οποίοι δεν υπάρχει ελπίς να μας επιστρέψουν το δάνειον, ο δε παλαιός νόμος λέγει «ουκ εκτοκιείς (τοκίσης) το αργύριόν σου» και επαινεί αυτόν που δεν δίδει τα χρήματά του με τόκον· επίσης συνιστά να αποφεύγωμε την πόλι, στις πλατείες της οποίας, δηλαδή φανερά, συνάπτονται δάνεια με τόκον και δόλον. Βλέπετε ότι ο τοκογλύφος αφαιρεί όχι μόνον της ψυχής του, αλλά και της πολιτείας την δόξα, διότι της προσάπτει κατηγορίαν απανθρωπίας, και την αδικεί ολοκληρωτικά και σοβαρά; Διότι ενώ είναι ιδικός της πολίτης και όσα έχει τα απέκτησε από αυτήν, δεν τα χρησιμοποιεί προς όφελός της. Σ΄ αυτούς που δεν έχουν δεν θέλει να δανείζη, ενώ σε αυτούς που έχουν, αλλά ολίγα, δίδει με τόκον, ώστε μαζί με το επάγγελμά τους να τους αφαιρέση και εκείνα τα ολίγα που έχουν. Γι΄ αυτό προφανώς και ο Προφήτης συνάπτει τον τόκον με τον δόλον, λέγοντας «εμάκρυνα φυγαδεύων και ηυλίσθην εν τη ερήμω ότι είδον ανομίαν και αντιλογίαν εν τη πόλει, και ουκ εξέλιπεν εν των πλατειών αυτής τόκος και δόλος».

Σπεύδει λοιπόν να πλουτίση ο τοκιστής όχι τόσον με χρήματα όσον με αμαρτήματα, καταστρέφοντας έτσι και την περιουσία του δανειστού και την ιδικήν του ψυχήν. Διότι οι τόκοι είναι σαν γεννήματα εχιδνών, τα οποία φωλιάζουν στους κόλπους των φιλαργύρων και προδηλώνουν ότι δεν θα διαφύγουν τους ακοιμήτους σκώληκες που απειλούνται για τον μέλλοντα αιώνα. Εάν δε κάποιος από αυτούς λέγη ότι, αφού δεν μου επιτρέπης να λαμβάνω τόκους, θα κρατήσω κοντά μου το αργύριον που μου περισσεύει και δεν θα το διαθέσω σε όσους χρειάζονται δανεικά, αυτός ας γνωρίζη ότι έχει μέσα του τις μητέρες των εχιδνών, οι οποίες θα του γίνουν μητέρες και των ακοιμήτων εκείνων σκωλήκων.

Γι΄ αυτούς λοιπόν τους λόγους ο Κύριος, θέλοντας με κάθε τρόπον να μας απομακρύνη από όλα τα κακά, παραγγέλλει να αγαπούμε και να αγαθοποιούμε και τους εχθρούς και να δανείζωμε σ΄ εκείνους που δεν έχουν να μας ανταποδώσουν, χωρίς να αποβλέπωμε σε τίποτε· διότι, λέγει «έσται ο μισθός υμών πολύς, και έσεσθε υιοί Υψίστου, ότι αυτός χρηστός εστίν επί τους αχαρίστους και πονηρούς». Μη νομίζης, λέγει, ότι επειδή αγαθοποιείς αυτούς που σου φέρονται άσχημα και δίδεις σ΄ εκείνους που δεν ανταποδίδουν, θα χάσης τα ιδικά σου· διότι τώρα είναι καιρός σποράς και αγαθοεργίας, ο δε καιρός του καταλλήλου θερισμού είναι ο μέλλων αιών. Μην απελπισθής λοιπόν για τον χρόνον που έχει ορισθή μεταξύ σποράς και θερισμού, αλλά γνώριζε ότι θα συγκομίσης τα αγαθά σου πολλαπλάσια, όπως απεναντίας και οι εδώ κακοποιούντες θα συγκομίσουν τα κακά που τους αρμόζουν. Διότι ότι σπείρει κανείς εδώ, τα ανάλογα θα θερίση εκεί, αλλά με μεγάλην προσθήκη.

Εάν λοιπόν εδώ ομοιώσης τον εαυτό σου δια των έργων με τον Υιόν του Θεού και αποδείξης ότι είσαι καλός με όλους, όπως και εκείνος είναι προς όλους αγαθός, θα λάβης εκεί με επαύξησι την προς αυτόν ομοίωσι, περιλαμπόμενος με το φως της δόξης του Υψίστου και συζών αιωνίως με εκείνους για τους οποίους ο Χριστός θα είναι «ο Θεός εν μέσω θεών», και θα διαμοιράζη τα αξιώματα της αϊδίου μακαριότητος· διότι αυτό εδήλωσε με την προσθήκη «και έσεσθε υιοί Υψίστου, ότι αυτός χρηστός εστίν επί τους αχαρίστους και πονηρούς». Πράγματι, γι΄ αυτό και ο Υιός του Θεού αφού έκλινεν ουρανούς κατήλθε στην γη και έγινεν υιός ανθρώπου και είπε και έπραξε όλα αυτά, και τέλος αφού έπαθεν απέθανεν υπέρ ημών και ανέστη και ανήλθε πάλι στους ουρανούς για να μας κάνη ουρανίους και αθανάτους και υιούς Θεού. Ώστε αυτά που απαιτεί τώρα από εμάς, το να αγαπούμε τους εχθρούς, να αγαθοποιούμε, να δανείζωμε σε εκείνους που δεν έχουν να μας ανταποδώσουν, δεν είναι μόνον οφειλόμενα και συμφέροντα για μας, όπως προαπεδείχθη, αλλά και μικρά είναι συγκρινόμενα με όσα δίδονται από εκείνον. Διότι αυτός μεν έδωσε τον εαυτόν του υπέρ ημών οι οποίοι όχι μόνον δεν είχαμε τίποτε να του ανταποδώσουμε, αλλά και είχαμε φανή με πολλούς τρόπους αχάριστοι και πονηροί προηγουμένως· εμάς όμως μας προτρέπει να δανείζωμε από το περίσσευμα και να αγαθοποιούμε από όσα έχουμε στην διάθεσί μας. Ποία και πόσα; Και για αυτά ακόμη τα μικρά μας ανταποδίδει την προς αυτόν ομοιότητα και την υψίστην υιοθεσία και τους ουρανίους μισθούς, λέγοντας «γίνεσθε οικτίρμονες ότι και ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς οικτίρμων εστί». Μεθ΄ ου αυτώ πρέπει δόξα συν αγίω Πνεύματι εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.


alopsis.gr




ΠΕΝΤΕ ΤΡΟΠΟΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ

.Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος πρακτικά μας δείχνει πέντε δρόμους της μετανοίας. Μας λέγει:

Πρώτος δρόμος μετανοίας είναι ν' αυτοκαταδικάζεσαι για τις αμαρτίες σου. Ο Κύριος εκτιμά ιδιαίτερα αυτή σου την πράξη. Αυτός που μόνος του καταδίκασε τ' αμαρτήματά του πολύ δύσκολα θα τα επαναλάβει. Η έγκαιρη εξέγερση της συνειδήσεως σου διά της αυτοκατηγορίας δεν θα έχει κατήγορο στο ουράνιο κριτήριο.


Δεύτερος αξιόλογος δρόμος μετανοίας είναι να μη βαστάς κακία για κανένα, ακόμα και γι' αυτούς τους εχθρούς σου. Να συγκρατείς πάντοτε την οργή σου, να συγχωρείς τ' αμαρτήματα των άλλων, γιατί έτσι θα εξαλείψει και τα δικά σου ο Κύριος. Είναι αυτό ένα αποτελεσματικό καθαρτικό, αφού μας το υπέδειξε ο ίδιος ο Κύριος λέγοντας: Αν συγχωρέσετε τους χρεώστες σας, τότε θα σας συγχωρήσει σίγουρα και ο ουράνιος πατέρας μας (Ματθ. 6. I).

Τρίτος ασφαλής δρόμος μετανοίας είναι η ορθή, θερμή και εκ βαθέων καρδιακή προσευχή. Μη λησμονάμε την ευαγγελική χήρα που επέμενε στο αίτημα της στον δύστροπο δικαστή και τελικά έλαβε το ποθούμενο (Λουκ. 18, 1-8). Αν εκείνη έλαβε για την επιμονή της από τον αδιάντροπο δικαστή, πόσο μάλλον εμείς που έχουμε ουράνιο πατέρα ήμερο, φιλικό και φιλάνθρωπο και οπωσδήποτε θα μας δωρίσει τα προς τη σωτηρία μας αιτήματα.

Τέταρτος σίγουρος δρόμος μετανοίας είναι της ελεημοσύνης, που η δύναμή της είναι ανέκφραστα μεγάλη. Ο προφήτης Δανιήλ είπε στον βασιλέα Ναβουχοδονόσορα να ξεπλύνει τις πολλές αμαρτίες του μ' ελεημοσύνη και τ' ανομήματά του με το να ευσπλαγχνισθεί τους φτωχούς. Η αγάπη είναι ικανή να εξαλείψει αμαρτήματα. Ο μετανοημένος παραβάτης με τη φιλανθρωπία επανορθώνει τα πάντα με τον αγώνα του και τη χάρη του Θεού.

Πέμπτος δρόμος σταθερός ο συνδυασμός πηγαίας μετριοφροσύνης κι εγκάρδιας ταπεινοφροσύνης. Μάρτυρας προς τούτο ο τελώνης της ευαγγελικής παραβολής. Η γνήσια ταπεινοφροσύνη του αποτίναξε όλο το βαρύ φορτίο των αμαρτημάτων του.

Καταλήγει λοιπόν, αγαπητοί μου αδελφοί, ο ιερός Χρυσόστομος: Να καταδικάζουμε τις αμαρτίες μας, να συγχωρούμε τις αμαρτίες των αδελφών μας, να 'χουμε κερδοφόρα προσευχή, καρπούς ελεημοσύνης και ταπεινοφροσύνης, δίχως να καθυστερούμε, δίχως να χάνουμε ούτε μία μέρα και ώρα βαδίζοντας τους πέντε αυτούς σωτήριους δρόμους καθημερινά.


Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου
Από το βιβλίο «Χριστός χριστιανούς χαρά χαρίζει», εκδ. Τήνος

ΠΗΓΗ

Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2013

Η ΜΕΤΑΣΤΑΣΙΣ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ , Εὐαγγέλιο - Ἀπόστολος (26 Σεπτεμβρίου)



Εὐαγγέλιο: Κατά ωάννην (ιθ΄ 25-27, κα΄ 24-25)


Τῷ καιρῷ ἐκείνω, εἱστήκεισαν παρὰ τῷ σταυρῷ τοῦ Ἰησοῦ ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ ἡ ἀδελφὴ τῆς μητρὸς αὐτοῦ, Μαρία ἡ τοῦ Κλωπᾶ καὶ Μαρία ἡ Μαγδαληνή.

Ἰησοῦς οὖν ἰδὼν τὴν μητέρα καὶ τὸν μαθητὴν παρεστῶτα ὃν ἠγάπα, λέγει τῇ μητρὶ αὐτοῦ· γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου.
Εἶτα λέγει τῷ μαθητῇ· ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου. Καὶ ἀπ' ἐκείνης τῆς ὥραςἔλαβεν ὁ μαθητὴς αὐτὴν εἰς τὰ ἴδια.
Οὗτός ἐστιν ὁ μαθητὴς ὁ μαρτυρῶν περὶ τούτων καὶ γράψας ταῦτα, καὶ οἴδαμεν ὅτι ἀληθής ἐστιν ἡ μαρτυρία αὐτοῦ.
Ἔστι δὲ καὶ ἄλλα πολλὰ ὅσα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς, ἅτινα ἐὰν γράφηται καθ' ἕν, οὐδὲ αὐτὸν οἶμαι τὸν κόσμον χωρῆσαι τὰ γραφόμενα βιβλία. Ἀμήν.

Ἀπόδοση:


Τον καιρό ἐκείνο, κοντὰ εἰς τὸν σταυρὸν τοῦ Ἰησοῦ ἐστέκοντο μητέρα του καὶ ἀδελφὴ τῆς μητέρας του, Μαρία σύζυγος τοῦ Κλωπᾶ καὶ Μαρία Μαγδαληνή.
Ὅταν εἶδε ὁ Ἰησοῦς τὴν μητέρα του καὶ τὸν μαθητὴν ποὺ ἀγαποῦσε, νὰ στέκεται κοντά της, εἶπε εἰς τὴν μητέρα του «Γυναῖκα, νά ὁ υἱός σου».
Ἔπειτα εἶπε εἰς τὸν μαθητήν, «Νά ἡ μητέρα σου». Καὶ ἀπ’ ἐκείνην τὴν ὥραν τὴν ἐπῆρε ὁ μαθητὴς στὸ σπίτι του.
Αὐτὸς εἶναι ὁ μαθητὴς ποὺ μαρτυρεῖ γι’ αὐτὰ καὶ τὰ ἔγραψε καὶ ξέρομεν ὅτι ἡ μαρτυρία του εἶναι ἀληθινή.
Ὑπάρχουν καὶ πολλὰ ἄλλα ποὺ ἔκανε ὁ Ἰησοῦς, τὰ ὁποῖα, ἐὰν γραφοῦν καθένα, νομίζω ὅτι οὔτε αὐτὸς ὁ κόσμος δὲν θὰ χωροῦσε τὰ βιβλία ποὺ θὰ ἐγράφοντο. Ἀμήν.


Ἀγαπητοί, Θεὸν οὐδεὶς πώποτε τεθέαται· ἐὰν ἀγαπῶμεν ἀλλήλους, ὁ Θεὸς ἐν ἡμῖν μένει καὶ ἡ ἀγάπη αὐτοῦ τετελειωμένη ἐστὶν ἐν ἡμῖν. Ἐν τούτῳ γινώσκομεν ὅτι ἐν αὐτῷ μένομεν καὶ αὐτὸς ἐν ἡμῖν, ὅτι ἐκ τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ δέδωκεν ἡμῖν. Καὶ ἡμεῖς τεθεάμεθα καὶ μαρτυροῦμεν ὅτι ὁ πατὴρ ἀπέσταλκε τὸν υἱὸν σωτῆρα τοῦ κόσμου.

Ὃς ἂν ὁμολογήσῃ ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷμένει καὶ αὐτὸς ἐν τῷ Θεῷ. Καὶ ἡμεῖς ἐγνώκαμεν καὶ πεπιστεύκαμεν τὴν ἀγάπην ἣν ἔχει ὁ Θεὸςἐν ἡμῖν. Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί, καὶ ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ. Ἐν τούτῳ τετελείωται ἡ ἀγάπη μεθ᾿ ἡμῶν, ἵνα παρρησίαν ἔχωμενἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως, ὅτι καθὼς ἐκεῖνός ἐστι, καὶ ἡμεῖς ἐσμεν ἐν τῷκόσμῳ τούτῳ.
Φόβος οὐκ ἔστιν ἐν τῇ ἀγάπῃ, ἀλλ᾿ ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον, ὅτι ὁ φόβος κόλασιν ἔχει, ὁ δὲ φοβούμενος οὐ τετελείωται ἐν τῇ ἀγάπῃ. Ἡμεῖς ἀγαπῶμεν αὐτόν, ὅτι αὐτὸς πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς.


Ἀπόδοση:

Ἀγαπητοί, τὸν Θεὸν δὲν τὸν ἔχει ἰδῆ κανεὶς ποτέ. Ἐὰν ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, ὁ Θεὸς μένει μέσα μας καὶ ἡ ἀγάπη του ἔγινε τελεία μέσα μας. Μὲ τοῦτο ξέρομεν ὅτι μένομεν ἐν αὐτῷ καὶ αὐτὸς ἐν ἡμῖν, διότι  μᾶς ἔδωκε ἀπὸ τὸ Πνεῦμά του. Καὶ ἐμεῖς ἔχομεν ἰδῆ καὶ μαρτυροῦμεν ὅτι ὁ Πατέρας ἔστειλε τὸν Υἱὸν Σωτῆρα τοῦ κόσμου.
Ὅποιος ὁμολογήσῃ ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς μένει ἐν αὐτῷ καὶ αὐτὸς ἐν τῷ Θεῷ. Ἐμεῖς ἐγνωρίσαμε καὶ ἐπιστέψαμε εἰς τὴν ἀγάπην ποὺ ἔχει ὁ Θεὸς γιὰ μᾶς. Ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη καὶ ὅποιος μένει εἰς τὴν ἀγάπη μένει ἐν τῷ Θεῷ καὶ ὁ Θεὸς μένει ἐν αὐτῷ. Διὰ τὸν σκοπὸν αὐτὸν ἔχει γίνει σ’ ἐμᾶς τελεία ἡ ἀγάπη: διὰ νὰ ἔχωμεν θάρρος κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς κρίσεως, διότι καθὼς εἶναι ἐκεῖνος εἰς τὸν κόσμον τοῦτον, εἴμεθα καὶ ἐμεῖς.
Φόβος δὲν ὑπάρχει εἰς τὴν ἀγάπην, ἀλλ’ ἡ τελεία ἀγάπη διώχνει τὸν φόβον, διότι ὁ φόβος περιέχει τιμωρίαν, καὶ ἐκεῖνος ποὺ φοβᾶται δὲν εἶναι τέλειος εἰς τὴν ἀγάπην. Ἐμεῖς τὸν ἀγαπᾶμε, διότι αὐτὸς πρῶτος μᾶς ἀγάπησε.



Ο Άγιος Ιωάννης ήταν ο αγαπημένος μαθητής τού Χριστού. Καταγόταν από τη Βησθαϊδά της Γαλιλαίας. Ήταν ψαράς.

Ο Ιωάννης ήταν γιος του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης και νεώτερος αδελφός του αποστόλου Ιακώβου. Στην αρχή ήταν μαθητής του Αγ. Ιωάννου του Προδρόμου και κατόπιν έγινε μαθητής του Κυρίου. Ήταν ένας από τους δώδεκα μαθητές του Χριστού και μάλιστα μαθητής «ον ηγαπα ο Ιησους» (Ιωαν. ια΄ 20), δηλαδή, τον οποίο αγαπούσε ιδιαίτερα ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός. Η Εκκλησία του απένειμε την προσωνυμία του Θεολόγου και στην αγιογραφία εικονίζεται με έναν αετό κοντά στο κεφάλι του.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος είναι ο Ευαγγελιστής της αγάπης. Όχι μόνο γιατί αναφέρεται συνεχώς στην αγάπη, αλλά κυρίως γιατί την βίωνε και την εξέφραζε. Αγαπούσε πολύ τον Διδάσκαλό του. Τον ακολούθησε και στις πιο δύσκολες ώρες της επίγειας ζωής Του. Όταν οι άλλοι μαθητές ήταν κρυμμένοι «διά τον φόβον των Ιουδαίων», αυτός ήταν παρών στην σύλληψή Του, στην δίκη και στον Γολγοθά, όπου κάτω από τον Σταυρό του εμπιστεύθηκε ο Χριστός την μητέρα Του. Μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο και τον Πέτρο αποτελούσαν την τριάδα τον μαθητών που έλαβε μαζί του ο Χριστός στην ανάσταση της κόρης του Ιαείρου, στο όρος Θαβώρ, όπου «μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών», καθώς και στην Γεσθημανή, όπου προσευχήθηκε πριν από το πάθος Του.

Ο Ιωάννης είναι ο συγγραφέας του 4ου κατά σειρά Ευαγγελίου στην Καινή Διαθήκη, το θεολογικότερο όλων και θεωρούμενο ως Ευαγγέλιο της αγάπης, καθώς επίσης τριών Καθολικών Επιστολών και της Αποκάλυψης.

Τη ζωή του κοντά στον Κύριο τη γνωρίζουμε μέσα από τα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης. Ο Ιωάννης συνέχισε έντονα την δράση του και μετά την Ανάληψη του Κυρίου. Αυτός και ο Πέτρος ήταν οι πρώτοι που κήρυξαν μετά την επιφοίτηση του Αγ. Πνεύματος σε όλο τον κόσμο το λόγο του Κυρίου.

Η παράδοση, επίσης, μας λέει ότι ο Ιωάννης κήρυξε το Ευαγγέλιο στη Μικρά Ασία, και ιδιαίτερα στην Έφεσο, όπου με την προσευχή του κατέστρεψε το ναό της Αρτέμιδος και οδήγησε στο Χριστιανισμό τετρακόσιες χιλιάδες ειδωλολάτρες. Στα χρόνια του αυτοκράτορα Δομετιανού βασανίστηκε και εξορίστηκε στη Πάτμο, όπου έγραψε την Αποκάλυψη.

 Εκείνο, όμως, που αξίζει να αναφέρουμε, είναι η φράση που συνεχώς έλεγε στους μαθητές του: «Τεκνια, αγαπατε αλληλους» (Ιωαν. ιγ΄ 34), που σημαίνει, παιδιά μου, να αγαπάτε ο ένας τον άλλο. Και όταν οι μαθητές του ρώτησαν γιατί συνεχώς τους λέει την ίδια φράση, αυτός απάντησε «διότι είναι εντολή του Κυρίου, και όταν αυτό μόνο γίνεται, αρκεί».


Αφού επανήλθε πάλι στην Έφεσο ο επιστήθιος του Χριστού μαθητής, εκεί επέρασε την υπόλοιπη ζωή του. Ήτο πενήντα εξ ετών όταν έφυγε από τα Ιεροσόλυμα για το κήρυγμα. Επέρασε δε εννέα χρόνια κηρύττοντας έως ότου εξωρίσθηκε. Στην εξορία στην Πάτμο πέρασε δεκαπέντε χρόνια. Ύστερα δε από την εξορία έζησε άλλα εικοσιέξ χρόνια. Ώστε όλα τα έτη της ζωής του που πέρασε ήσαν εκατόν πέντε και επτά μήνες.



Ετσι έζησε ο Απόστολος του Κυρίου και αγωνίσθηκε για την ευσέβεια μέχρις αίματος. Έκανε πάρα πολλά θαύματα και επέστρεψε αμέτρητα πλήθη απίστων από διάφορα έθνη στην πίστι του Χριστού. Πέρασε αρκετόν χρόνον της ζωής του στο σπίτι του Δόμνου, που ο ίδιος τον ανέστησε μαζί με τους επτά μαθητές του, και τέλος έφυγε μαζί μ' αυτούς από το σπίτι.

Αφού έφθασε σ' ένα τόπο στους μεν μαθητές του παρήγγειλε να καθίσουν εκεί, αυτός δε αφού προχώρησε μπροστά σε μικρή απόστασι, προσευχήθηκε. Ήταν δε ώρα πρωϊνή.

Έπειτα, αφού επέστρεψε, πρόσταξε τους μαθητές του να σκάψουν τη γη σε σχήμα σταυρού, τόσο μόνον, όσο ήτο το μέτρον του σώματός του. Αφού ξαπλώθηκε λοιπόν μέσα σ' εκείνον τον σκαμμένον τόπον, αποχαιρέτησε τους μαθητές του που έκλαιγαν πικρά και είπε: «Σύρετε το χώμα της γης που είναι μητέρα μου και με αυτό σκεπάστε με». Εκείνοι αφού τον ασπάσθηκαν και τον αποχαιρέτησαν, σκέπασαν το σώμα του μέχρι τα γόνατα. Έπειτα πάλι αφού τον ασπάσθηκαν τον σκέπασαν μέχρι τον λαιμό. Και πάλι αφού για τρίτη φορά τον ασπάσθηκαν έβαλαν πάνω στο ιερό του πρόσωπο ένα μανδήλι. Και έτσι κλαίγοντας πικρά σκέπασαν όλο το σώμα του. Τότε ανέτειλε και ο ήλιος.

Αφού έκλαψαν οι μαθηταί, γιατί έμειναν ορφανοί από τον δάσκαλό τους, εγύρισαν στην πόλι διηγούμενοι τα σχετικά με τον Απόστολον. Οι άλλοι αδελφοί όταν τα άκουσαν αυτά επήγαν στον τάφο και αφού έσκαψαν δεν βρήκαν τίποτε. Τότε λοιπόν επέστρεψαν κλαίγοντας θερμώς για τη στέρησι τέτοιου ποιμένος.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος β'.
Ἀπόστολε Χριστῷ τῷ Θεῷ ἠγαπηπημένε, ἐπιτάχυνον, ῥῦσαι λαὸν ἀναπολόγητον, δέχεταί σε προσπίπτοντα, ὁ ἐπιπεσόντα τῷ στήθει καταδεξάμενος· ὃν ἱκέτευε, Θεολόγε, καὶ ἐπίμονον νέφος ἐθνῶν διασκεδάσαι, αἰτούμενος ἡμῖν εἰρήνην, καὶ τὸ μέγα ἔλεος.




Δείτε σχετικά: 



ΟΜΙΛΙΑ ΔΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑΣΤΑΣΙΣ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ (Τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ)



Τελούμε την εορτή ενός από τους προκρίτους Αποστόλους του Χριστού και εγκαινιάζουμε τούτον ως πατέρα όλων όσων φέρουν το όνομα του Χριστού, ως πατριάρχη. Διότι όπως ο Ιακώβ προέβαλε δώδεκα πατριάρχες κατά σάρκα, από τους οποίους διαμορφώθηκαν οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ, έτσι και ο Χριστός προέβαλε πνευματικά τους δώδεκα μύστες, αφού τον αριθμό του ελεεινώς εκπεσόντος τον συμπλήρωσε ο Παύλος.

Οι δώδεκα πηγές των υδάτων, στις οποίες στρατοπεύδευσαν οι Ισραηλίτες υπό την αρχηγία του Μωυσέως και έσβησαν την από την οδοιπορία στην έρημο δίψα, (Εξ.15,27), προτύπωναν αυτούς τους δώδεκα. Διότι αυτοί με τα πνευματικά ποτίσματα, απάλλαξαν το γένος των ανθρώπων πορευόμενο στις ερήμους της αθεϊας και στον καύσωνα της ειδωλομανίας. Επίσης και οι δώδεκα λίθοι τους οποίους έστησε σαν σημάδι στα Γάλγαλα ο Ιησούς του Ναυή, αφού πέρασαν παραδόξως πεζοί τον Ιορδάνη, (Ιησ.Ναυή 4,1), τους δώδεκα αποστόλους προετύπωναν. Διότι αυτοί είναι για μας σαν αιώνιο σημάδι, ότι ο αληθινός Ιησούς αναχαίτησε το ρεύμα της αμαρτίας.

Ο τώρα εορταζόμενος απόστολος δεν είναι μόνο κλητός, αλλά συναριθμείται με τους εκλεκτούς και κορυφαίους των άλλων Αποστόλων, ομόστοιχος με τον Πέτρο και Ιάκωβο τους εκκρίτους. Γι' αυτό και αφού αποχωρίσθηκε από τους άλλους, μαζί με αυτούς τους δύο οδηγείται πάνω στο Θαβώριο όρος και συμμετέχει στο υπερφυές εκείνο θέαμα, στην αίγλη του φωτός της θεότητος του Υιού, ακούγοντας τη Πατρική φωνή και καθιστάμενος μακαρίως όχι μόνο μαθητής του Υιού αλλά και του Πατρός. (Ματθ. 17,1-5).

Και η ιδιότης του ευαγγελιστού τον ξεχωρίζει καθόσον μάλιστα ο Ιωάννης, υπερτερεί των άλλων στο ύψος της θεολογίας.
Μόνο αυτός από τους Αποστόλους κατώρθωσε να καλήται από όλους παρθένος, διότι μόνος αυτός φύλαξε σε όλο του το βίο και τα δύο, και την ψυχή και το σώμα, το νου και την αίσθηση. Η παρθενία ιδιαίτερα της ψυχής που είναι η προς κάθε κακία ασυμβίβαστη γνώμη, προσμαρτυρείται σχεδόν ως αναμαρτησία. Γι' αυτό και έγινε αγαπημένος στο μόνο εκ φύσεως αναμάρτητο Χριστό και τούτο το επώνυμο μόνος αυτός από όλους απέκτησε.

Σε αυτόν υπάρχουν και άλλα ονόματα επαίνου. Όχι μόνο αγαπημένος παρθένος είναι, αλλά και της παρθένου υιός και μάλιστα της μητροπαρθένου και Θεομήτορος, αφού έγινε γι' αυτήν κατά χάρη ό,τι ο Χριστός της είναι κατά φύση. Εάν δε μόνος αυτός απέκτησε την ίδια με το Χριστό μητέρα, είναι και ο μόνος αδελφός του πάνω από όλους και συγγενής και αφωμοιωμένος με τον Υιό του Θεού καθ' όλα. Υιός αγαπητός εκείνος, και αυτός μαθητής αγαπητός. Στο κόλπο του Πατρός εκείνος, και αυτός επιστήθιος στον Ιησού. Παρθένος εκείνος, και αυτός δια της χάριτος εκείνου. Παρθένου υιός εκείνος, της ιδίας και αυτός. Βρόντησε από τον ουρανό ο Κύριος (Ψαλμ.17,13) και αυτός είναι βροντή και υιός βροντής και μάλιστα βροντή θεολογικωτάτη που θεολογεί τον από τον Πατέρα Λόγο ότι και στην αρχή είναι και προς το Θεό είναι και Θεός είναι και ζωή έχει μέσα του και φως αληθινό, το οποίο φωτίζει κάθε άνθρωπο ερχόμενο στο κόσμο και δια του οποίου έγιναν στην αρχή τα πάντα. (Ιω.1,1-14).

Αυτή η βροντή και τον από τον Θεό σταλέντα σ' εμάς μάρτυρα γνώρισε, που έγινε για χάρη μας σάρκα και μας παρέστησε όλη τη πολιτεία του με τους λόγους, τα έργα, τα πάθη, την μετά τον σταυρό ανάσταση, την μετά από αυτήν επάνοδο στους ουρανούς από όπου κατήλθε.

Και όλα αυτά ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος τα ανέγραψε για μας, όπως τα είδε, για να σωθούμε. Και προτρεπτική επιστολή απευθύνει σε όλους, καλώντας μας για συμμετοχή στην αιώνια ζωή, η οποία προαιωνίως ήταν προς τον Πατέρα και φανερώθηκε σε μας. Και μας διδάσκει περί της κορυφής των αρετών, της αγάπης, λέγοντας ότι ο ίδιος ο Θεός είναι αγάπη, ώστε και όποιος έχει αγάπη να έχει το Θεό και όποιος μένει στην αγάπη να μένει στο Θεό και ο Θεός να μείνει σε όποιον μένει η αγάπη. Τη δείχνει διπλή την αγάπη, στο Θεό και τον πλησίον. Διότι λέγει: <<όποιος με αγαπά θα τηρήσει τις εντολές μου>> <<αυτή είναι η εντολή μου, να αγαπάτε αλλήλους, από τούτο θα γνωρίσουν όλοι ότι είσθε μαθητές μου, αν έχετε μεταξύ σας αγάπη>>. (Ιω.14,21 13,34 15,12).

Βλέπετε πως είναι αχώριστος η προς το Θεό και η προς αλλήλους αγάπη; Και ο αγαπημένος μαθητής - έτσι αυτοαποκαλείται στο Ευαγγέλιο που συνέγραψε και όχι με το όνομά του - όλα τα διδάγματα και θαύματα και παθήματα του διδασκάλου έκανε και περνούσε τη ζωή του ευεργετώντας όλους με έργα και λόγια, πάσχοντας ο ίδιος για χάρη τους. Καθ' όλη τη διάρκεια του βίου του παρέδιδε τον εαυτό του σε θάνατο για την αγάπη προς το Θεό και τους ανθρώπους. Πόσες φορές εμπαίχθηκε, ραπίσθηκε, λιθοβολήθηκε, οδηγήθηκε σε τυράννους και άρχοντες για να λογοδοτήσει σαν υπόδικος και εξορίσθηκε από το Δομετιανό στη Πάτμο.
Όταν ήρθε ο καιρός της μεταβάσεώς του στο Κύριο, σε βαθειά γεράματα ψέλιζε αυτή μόνο τη φράση συνέχεια: <<Τεκνία αγαπάτε αλλήλους>>.


Αρκετοί είχαν την άποψη ότι ο Ιωάννης δεν πέθανε, αλλά μετατέθηκε στην άλλη ζωή, όπως ο Ενώχ και ο Ηλίας. Αφορμή γι' αυτή την άποψη έδωσε το γνωστό ευαγγελικό χωρίο (Ιω.κα'22). Η παράδοση που ασπάσθηκε η Εκκλησία μας είναι ότι ο Ιωάννης πέθανε στην Έφεσο σε βαθειά γεράματα, αλλά όταν μετά από τρεις μέρες οι μαθητές του επισκέφθηκαν το τάφο του, τον βρήκαν κενό. Η Εκκλησία μας δέχεται ότι στον αγαπημένο μαθητή του Κυρίου συνέβηκε ό,τι και με την Παναγία μητέρα Του.


(Απόσπασμα από: ΠΑΤΕΡ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΓΡΗΓ.ΠΑΛΑΜΑΣ"Τ.11)


Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2013

ΟΙ ΚΡΥΦΟΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ ΚΑΙ Ο ΑΠΟΣΤΕΩΜΕΝΟΣ ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ (Φώτης Κόντογλου)





Σιγὰ-σιγά, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβουμε, οἱ αἱρετικοὶ πληθαίνουνε μέσα στὴν Ἐκκλησία μας, παρεκτὸς τοὺς ἀπ' ἔξω. Οἱ ἀπ' ἔξω αἱρετικοὶ εἶναι φανεροί. Ἐδῶ θὰ μιλήσω γιὰ τοὺς κρυφοὺς αἱρετικούς, τοὺς κρυφοδαγκανιάρηδες σκύλους, αὐτοὺς ποὺ μᾶς φέρνουνε τὸν προτεσταντισμὸ καὶ τὸν καθολικισμὸ ἀπὸ τὴ Δύση, ἐκεῖ ποὺ πᾶνε καὶ σπουδάζουνε.

Καὶ πῶς νὰ μὴν τὸν φέρουνε; Ἀργήσανε μάλιστα. Χρόνια καὶ χρόνια γίνεται αὐτὴ ἡ δουλειά. Παράξενο θὰ 'τανε νὰ μὴν τὸν φέρουνε. Αὐτοί, ὅμως, δὲν φανερώνονται σὰν αἱρετικοί, μήτε κι οἱ ὅμοιοί τους τοὺς θεωροῦνε γιὰ αἱρετικούς. Μιλᾶνε συχνά, σὰν παπαγάλοι, γιὰ ὀρθοδοξία, ἀλλὰ γιὰ μία ὀρθοδοξία «ἐξελιγμένη», συγχρονισμένη, «εὐρωπαϊκὴ Ὀρθοδοξία». Τούτη ἡ Ὀρθοδοξία ποὺ ἔχουμε καὶ ποὺ τὴν κληρονονήσαμε ἀπὸ τοὺς πατεράδες μας, εἶναι παλιά, εἶναι βλάχικη Ὀρθοδοξία, ποὺ δὲν πάει νὰ τὴν ἔχουνε μοντέρνοι ἄνθρωποι, ποὺ ζήσανε στὴν Εὐρώπη καὶ στὴν Ἀμερική!

Κάθε τόσο ἔρχεται στὴν Ἑλλάδα μία φουρνιὰ ἀπὸ νεαροὺς θεολόγους, ποὺ σπουδάσανε στὴν Εὐρώπη καὶ ποὺ δὲν μποροῦνε πιὰ νὰ χωνέψουνε τίποτα ἀπὸ τὰ δικά μας. Ὅλα τους φαίνονται κουτσὰ καὶ στραβά, καὶ δουλεύουνε φανατικὰ γιὰ νὰ χαλάσουνε τὴν ἁγνὴ καὶ σωστὴ πίστη τοῦ λαοῦ μας. 

Θὰ 'λεγε κανένας πὼς.... γι' αὐτοὺς ἔγραψε ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὰ παρακάτω λόγια: «διὰ τοὺς παρεισάκτους ψευδαδέλφους, οἵτινες παρεισῆλθον κατασκοπῆσαι τὴν ἐλευθερίαν ἠμῶν, ἢν ἔχομεν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ἴνα ἠμᾶς καταδουλώσωνται» (Γαλάτ. β', 4).

Ὁ Ὀρθόδοξος λαὸς μᾶς ἔχει, ἀληθινά, τὴν ἐλευθερία τῆς πίστεως τὴν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, καὶ τοῦτοι οἱ νέοι γραμματεῖς μὲ τὰ διπλώματα, θέλουνε νὰ μᾶς καταδουλώσουνε στὰ ἁμαρτωλὰ ὀρθολογιστικὰ συστήματα τῆς Δύσης.

Οἱ περισσότεροι σπουδαστές μας, μόλις πατήσουνε στὴν Εὐρώπη ἀπομένουνε ἐμβρόντητοι ἀπὸ τὶς ψευτοφιλοσοφίες ποὺ διδάσκουνε κάποιοι σπουδαῖοι καθηγητές, καὶ μάλιστα σὲ ξένη γλώσσα. Ἡ ξένη γλώσσα τοὺς κάνει μεγάλη ἐντύπωση! Κατάπληξη τοὺς κάνουνε κ' οἱ μεγάλες, πολιτεῖες, οἱ φαρδιοὶ δρόμοι, τὰ μεγάλα χτίρια, οἱ λεωφόροι, τὰ τραῖνα, οἱ λογὴς-λογὴς μηχανές, οἱ ἀγορές, τὸ πολὺ χρῆμα, τὰ βλοσυρὰ Πανεπιστήμια. Κι αὐτὸ γίνεται, γιατί οἱ περισσότεροι ἀπ’ αὐτοὺς τοὺς σπουδαστὲς εἶναι χωριατόπουλα, ποὺ νοιώθουνε μέσα τοὺς ντροπὴ γιὰ τὸ χωριό τους, κι ὅ,τι βλέπουνε κι ἀκοῦνε, εἶναι γι’ αὐτοὺς οὐρανοκατέβατο!

Τοὺς ξέρω καλὰ αὐτοὺς τοὺς σπουδαστές, γιατί κι ἐμεῖς περάσαμε ἀπὸ κεῖνες τὶς χῶρες, καὶ ζήσαμε σ' αὐτὲς κάμποσα χρόνια. Ὅποτε ἐρχόντανε στὴν Εὐρώπη ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα, ἤτανε, στὴν ἀρχή, σαστισμένοι καὶ ζαρωμένοι, σὰν καὶ κεῖνα τὰ μαντρόσκυλα ποὺ ἀκολουθήσανε τὸν τσομπάνο καὶ βρεθήκανε στὸ κέντρο τῆς πολιτείας, μέσα στὴν ὀχλοβοὴ κι ἀνάμεσα στ' αὐ­τοκίνητα, καὶ σαστίσανε, τὰ κακόμοιρα, καὶ βάζουνε τὴν οὐρὰ τοὺς ἀνάμεσα στὰ σκέλια τους, τρομοκρατημένα.

Μὰ σὰν γυρίσουνε στὸ μαντρί, τὴν ξανασηκώνουνε περήφανα, καὶ γίνουνται θηρία ἀνήμερα. Μ' αὐτὰ τὰ σκυλιὰ μοιάζανε, στὰ μάτια τὰ δικά μας, ποὺ εἴχαμε ζήσει πρὶν ἀπὸ χρόνια στὶς μεγάλες πολιτεῖες, ἐκεῖνα τὰ νεοφερμένα Ἑλληνόπουλα, ποὺ μᾶς θεωρούσανε στὴν ἀρχὴ σὰν προστάτες τους, κ' ἤτανε ταπεινὰ καὶ φρόνιμα. Μὰ μὲ τὸν καιρὸ ξεθαρρεύανε, καὶ πολλὰ ἀπ’ αὐτὰ παίρνανε στὸ τέλος ἕναν ἐγωισμὸ σιχαμερόν, μιλώντας μὲ καταφρόνηση γιὰ τὴν πατρίδα τους. Καὶ πολλὰ ἀπ' αὐτά, σὰν γυρίζανε πίσω στὴν Ἑλλάδα, κάνανε τὰ θηρία, κάνανε τοὺς πάνσοφους, κάνανε τοὺς προφέσσορας, μιλώντας ὁλοένα γιὰ τὴν Εὐρώπη καὶ γιὰ τὴν κακομοιριὰ τὴ δική μας σὲ ὅλα τὰ πράγματα. Γι' αὐτὸ λέγω, πὼς ἡ Εὐρώπη εἶναι ἡ δοκιμαστικὴ πέτρα γιὰ κάθε ἕναν ἀπό μας, ποὺ θὰ πάει σὲ κάποια χώρα της: ἢ θὰ γίνει πίθηκος ξενόδουλος, θαυμάζοντας σὰν οὐρανοκατέβατα ὅλα ὅσα βλέπει κι ἀκούει σὲ κείνη τὴ χώρα, καὶ θ' ἀρνηθεῖ τὸ γάλα τῆς μάνας του, ἢ θὰ καταλάβει πόσο ψεύτικα εἶναι τὰ φανταχτερὰ στολίδια της, καὶ πόση βαρβαρότητα ὑπάρχει κάτω ἀπὸ τὴν πολιτισμένη ἐπιφάνειά της, καὶ θὰ ἀγαπήσει μὲ πάθος τὸν τόπο του, νοιώθοντας «μὲ ἐπίγνωση», τὴν πνευματική της εὐγένεια καὶ τὴν ὑπεροχή μας, μπροστὰ σὲ κεῖνες τὶς ἀνθρωπομερμηγκιές.
ΠΗΓΗ: ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ