A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞

Πέμπτη 20 Ιουνίου 2013

Λόγος λα΄ Περί του Αγίου Πνεύµατος - Αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος (ΜΕΡΟΣ B')



10. Τι λοιπόν; Είναι Θεός το Πνεύµα; Βεβαιότατα. Και τι άλλο,
είναι οµοούσιο; Ασφαλώς, εφόσον είναι Θεός.

12. Αλλά ποιος  προσκύνησε  ποτέ  το  Πνεύµα; ίσχυρίζεται  (ο
αιρετικός).   Ποιος   (από  τους  αγίους)   της  Παλαιάς  ή  της
Καινής   Διαθήκης;   Ποιος  προσευχήθηκε  σ'   αυτό;   Πού  είναι
γραµµένο ότι πρέπει να το προσκυνούµε ή να προσευχόµαστε σ'
αυτό; Και από πού το έχεις πάρει; Την πιο πλήρη αιτιολόγηση
θα τη δώσουµε αργότερα, όταν συζητήσουµε για τις αλήθειες
της  πίστεως  που  δεν  απαντουν  στην  Γραφή. Τώρα θα είναι
αρκετό να πούµε µόνο αυτό: Το Πνεύµα είναι αυτό, µέσα από το
οποίο  προσκυνούµε  τον  Θεό  και   µε  τη  βοήθεια  του  οποίου
προσευχόµαστε. Διότι Πνεύµα λέγει η Γραφή πως είναι ο Θεός
και αυτοί που τον λατρεύουν πρέπει να τον λατρεύουν µε τη
δύναµη του Πνεύµατος, που φανερώνει την αλήθεια. Και αλλού
λέγει πάλι η Γραφή: Εµείς  δεν ξέρουµε ούτε τι ούτε πώς  να
προσευχηθούµε. Το  Πνεύµα όµως  µεσιτεύει  το  ίδιο  στο  Θεό
για  µας   µε  στεναγµούς  που  δεν  µπορούν  να  εκφραστούν  µε
λέξεις.   Και   αλλού:   Θα   προσευχηθώ   µε   το   Πνεύµα,   θα
προσευχηθώ και µε το νου, δηλαδή µε το νου και το Πνεύµα.
Το να προσκυνώ λοιπόν το Πνεύµα ή να προσεύχοµαι, δεν µου
φαίνεται ότι είναι τίποτε άλλο παρα το ότι το ίδιο το Πνεύµα προσφέρει στον εαυτό του την προσευχή και την προσκύνηση,
Ποιος από τους ένθεους και από αυτούς, που γνωρίζουν πολύ
καλό,   δεν  θα  επαινούσε  αυτό   το   πράγµα,   ότι   δηλαδή  η
προσκύνηση του ενός, και των τριών είναι προσκύνηση, αφού
είναι οµότιµη και στα τρία πρόσωπα η αξία και η θεότητα; Και
βέβαια ούτε  εκείνο  που  λέγεται  στη  Γραφή  θα φοβηθώ, ότι
δηλαδή τα πάντα έχουν γίνει µέσω του Υιού, σαν να ήταν ένα
από τα πάντα και το άγιο Πνεύµα. Διότι, τα πάντα όσα έχουν
γίνει λέγει η Γραφή, όχι απλώς  τα πάντα χωρίς  περιορισµό.
Ούτε βέβαια περιλαµβάνεται ο Πατέρας, ούτε όσα δεν έχουν
γίνει. Απόδειξε πρώτα ότι έχει γίνει µέσα στο χρόνο, και τότε
απόδοσέ το στον Υιό και συναρίθµησέ το µε τα κτίσµατα. Όσο
εσύ δεν το αποδεικνύεις, αυτή η περιεκτική φράση δεν θα σε
βοηθήσει στην ασέβειά σου. Διότι αν έχει γίνει, οπωσδήποτε
δια του Χριστού έχει γίνει. Ούτε εγώ ο ίδιος θα το αρνηθώ.
Εάν όµως δεν έχει γίνει, πώς είναι ένα από τα πάντα ή έχει
γίνει µέσω του Χριστού; Σταµάτα λοιπόν ν' ατιµάζεις και τον
Πατέρα  περιφρονώντας  το  Μονογενή  Υιό  του   -   διότι  είναι
ατιµία  για  τον  Πατέρα,   θεωρώντας  κτίσµα  το  ύψιστο   (τον
Υιό),   να   τον   στερείς   από   τον   Υιό   Του   -και   τον   Υιό
περιφρονώντας το Πνεύµα. Διότι (ο Υιός) δεν είναι δηµιουργός
κάποιου δούλου όµοιου µ' αυτόν, αλλ' αυτός που συνδοξάζεται
µε τον οµότιµό του, το Πνεύµα. Τίποτε από την αγία Τριάδα να
µη βάλλεις στην ίδια κατηγορία µε σένα, για να µην πέσεις εσύ
από την Τριάδα. Και µε κανένα τρόπο να µην περικόψεις τη µία
φύση και εξίσου άξια σεβασµού, διότι αν κάτι καθαιρέσεις από
τα τρία πρόσωπα, θα έχεις καθαιρέσει µαζί του το σύνολο, ή
µάλλον θα έχεις ξεπέσει εσύ απ' όλα. Καλύτερα να σχηµατίσεις
µία   ατελή   ιδέα   για   τον   τρόπο   της   ενώσεως,   παρά   ν'
αποτολµήσεις µια τόσο µεγάλη ασέβεια.

13.   Έφτασε  όµως  ο  λόγος   µας  και  σε  αυτό  το  ουσιαστικό
κεφάλαιο·   και  στενάζω  βέβαια,   διότι  ζήτηµα  το  οποίο  είχε
σβήσει από παλιά και είχε υποχωρήσει µπροστά στην αλήθεια,
τώρα  αναζωπυρώνεται.   Είναι  ανάγκη  όµως  ν'αντιταχθοϋµε
στους φλύαρους και να µη νικηθούµε λόγω της απουσίας µας,
µε   το   να   έχουµε   λόγο   και   να   συνηγορούµε   υπέρ   του
Πνεύµατος. Εάν, λέγει, υπάρχει Θεός και Θεός καί Θεός, πώς
δεν υπάρχουν τρεις Θεοί; Και πώς αυτό που δοξολογείται, δεν
είναι πολυαρχία; Ποιοί είναι αυτοί που λένε τέτοια πράγµατα;
Εκείνοι, oι οποίοι είναι τελειότεροι στην ασέβεια, ή και εκείνοι
που ανήκουν στη δεύτερη κατηγορία, εννοώ δηλαδή αυτούς
που  είναι  κάπως  σώφρονες  σχετικά  µε  τον  Υιό;   Η   µία  µου
απάντηση  θα  είναι  κοινή  και  για  τους  δύο,   η  άλλη   µου
απάντηση θα είναι ιδιαίτερη για τους δεύτερους. Η απάντησή
µου λοιπόν προς τους τελευταίους είναι αυτή: Τι λέτε σε µας
τους     τριθεΐτες     εσείς     που     σέβεστε    τον    Υιό,     αλλά
επαναστατήσατε  κατα  του   Πνεύµατος;   Εσείς  δεν  είσαστε
διθεΐτες;   Εάν  επιπλέον  αρνείσθε  και  την  προσκύνηση  του
Μονογενούς, έχετε σαφώς ταχθεί µε το µέρος των αντιπάλων.
Και τότε γιατί να σας φερόµαστε φιλάνθρωπα σαν τάχα να µην
είσαστε  εντελώς  νεκρωµένοι; Αν όµως  σέβεσθε  τον Υιό  και
πιστεύετε ορθα και σωτήρια µέχρι αυτό το σηµείο, τότε θα
σας  ρωτήσουµε:   Ποιος  είναι  ο  λόγος  της  διθεΐας  σας,   αν
κατηγορηθείτε   γι'   αυτό;   Εαν   υπάρχει   κάποια   απάντηση συνετή,   αποκριθείτε  και  δείξτε  και  σε   µας  τον  τρόπο  ν'
απαντάµε. Διότι µε όποια επιχειρήµατα θ' αποκρούσετε εσείς
την διθεΐα, αυτά θ' αρκέσουν και σε µας για ν' αποκρούσουµε
τήν  τριθεΐα. Κι  έτσι  θα νικάµε  χρησιµοποιώντας  εσάς  τους
κατήγορους ως συνήγορους. Τι πιο γενναίο απ' αυτό;

14. Αλλά πώς θ' αγωνιστούµε και θ' αποκριθούµε ενάντια και
στους  δύο;   Για   µας  ένας  Θεός  υπάρχει,   διότι   µία  είναι  η
θεότητα. Και στο ένα αναφέρονται τα προερχόµενα από αυτό,
ακόµη  κι  αν  θεωρούνται  τρία. Διότι  δεν  είναι  άλλο  από  τα
πρόσωπα  περισσότερο  Θεός  και  άλλο  λιγότερο  Θεός  ούτε
υπάρχει  άλλο  προγενέστερο  και  άλλο   µεταγενέστερο·   ούτε
χωρίζονται ως προς το θέληµα, ούτε διαιρούνται ως προς τη
δύναµη. Ούτε είναι δυνατόν να βρίσκει κανένας σ' αυτά, κάτι
απ'   αυτά  που  ύπάρχουν  στα  κτιστά  όντα,   που   µπορούν  να
διαχωριστούν. Αλλά εάν πρέπει να εκφραστούµε µε συντοµία, η
θεότητα είναι αδιαίρετη, αν και διακρίνεται σε πρόσωπα. Και
όπως  συµβαίνει   µε  τρεις  ήλιους   oι  οποίοι  είναι  ενωµένοι
µεταξύ  τους:   µία  είναι  η  έκχυση  του  φωτός.   Οταν  λοιπόν
αναβλέψουµε  προς  τη  θεότητα και  την πρώτη  αιτία και  τη
µοναρχία,   ένα  είναι  αυτό  που   µας  εµφανίζεται.   Όταν  πάλι
αναβλέψουµε σ'αυτά, στα οποία ενυπάρχει η θεότητα και τα
οποία  προέρχονται  αχρόνως  από  την  πρώτη  αιτία  έχοντας
την ίδια δόξα, τότε τρία είναι τα προσκυνούµενα.

15. Όµως, τι θα ισχυρίζονταν, δεν υπάρχει και στους Έλληνες
µία θεότητα, όπως διδάσκουν όσοι από εκείνους φιλοσοφούν
βαθύτερα,   και  για   µας  δεν  υπάρχει   µία  ανθρωπότητα,   όλο
δηλαδή το ανθρώπινο γένος; Αλλά όµως υπάρχουν γι' αυτούς
πολλοί  θεοί  και  όχι  ένας, όπως  και  άνθρωποι  πολλοί; Εκεί
όµως  το ένα µπορεί η κοινωνία να το φανταστεί µόνο µε τη
σκέψη· τα δε επιµέρους άτοµα είναι διαχωρισµένα στον ύψιστο
βαθµό  µεταξύ  τους  και  ως  προς  το  χρόνο  και  ως  προς  τα
πάθη  και  ως  προς  τη  δύναµη.  Διότι  εµείς  oι  άνθρωποι  δεν
είµαστε   µόνο  σύνθετοι,   αλλά  και  αντίθετοι  και   µεταξύ   µας
αλλά και µε τον ίδιο µας τον εαυτό, µη παραµένοντας απόλυτα
οι ίδιοι ούτε και για µια µέρα, αλλά όχι όλη τη ζωή µας, αλλά
και     σωµατικά     και     ψυχικά     συνεχώς     αλλάζουµε     και
µεταβαλλόµαστε.   Δεν  ξέρω   µάλιστα,   µήπως  και   oι  άγγελοι
(µεταβάλλονται)  και  όλη  η  ανώτερη  φύση µετά την  Τριάδα,
έστω  κι  αν µερικοί  είναι  απλοί  και  περισσότερο  παγιωµένοι
προς το καλό, επειδή είναι πλησίον του ύψιστου Αγαθού.

21. Πολλές  φορές  και  πάλι  επανέρχεσαι  και µας  κατηγορείς
ότι δεν στηριζόµαστε στην αγία Γραφή (για να καταδείξουµε
τη  θεότητα  του  Πνεύµατος).   Ότι  βέβαια  δεν  είναι  ξένο  το
Πνεύµα,   ούτε   παρείσακτο,   αλλά   και   στους   αγίους   της
Παλαιάς   Διαθήκης  και  στους  σηµερινούς  φανερώνεται  και
αποκαλύπτεται, έχει  ήδη αποδειχθεί  από πολλούς, oι  οποίοι
ασχολήθηκαν   µ'   αυτό,   όσοι  βέβαια  αφού   µελέτησαν  όχι   µε
ραθυµία ή έπιπολαιδτητα τις θείες γραφές, αλλά διέσχισαν το
«γράµµα» και έσκυψαν να δουν µέσα από αυτό, αξιώθηκαν να
δουν   την   κρυµµένη   οµορφιά   και   καταυγάσθηκαν   από   το
φωτισµό της γνώσεως4.

25. Δύο  λαµπρές  αλλαγές  του  τρόπου  της  ζωής  µας  έχουν
γίνει στο διάβα όλου του χρόνου, oι οποίες και δύο Διαθήκες
καλούνται,   και   σεισµοί   της   γης,   διότι   αποτελούν   µία περιβόητη πραγµατικότητα. Η πρώτη είναι η µετάβαση από τα
είδωλα στο νόµο και η δεύτερη από το νόµο στο Ευαγγέλιο.
Όµως  και τρίτος  σεισµός  µας  έχει αναγγελθεί, η µετάσταση
δηλαδή  από  το  εδώ  στα  εκεί,   τα   µη  πλέον  κινούµενα  και
σαλευόµενα. Αυτό έχουν πάθει και oι δύο Διαθήκες. Τι είναι
αυτό; Δεν µετακινήθηκαν ξαφνικά, ούτε µε την πρώτη κίνηση
για πραγµατοποίηση του εγχειρήµατος. Για ποιο λόγο; Διότι
είναι  αναγκαίο  να  ξέρουµε.   Για  να   µην  πιεσθούµε  αλλά  να
πεισθούµε. Διότι αυτό που  γίνεται παρα τη θέλησή µας, δεν
είναι µόνιµο, όπως ακριβώς όσα συγκρατούνται βίαια από τα
ρεύµατα και  τα φυτά. Όµως  αυτό που  γίνεται µε τη θέλησή
µας, και µονιµότερο είναι και ασφαλέστερο. Το ένα είναι έργο
αυτού που µας εξαναγκάζει, το άλλο είναι δικό µας· και το ένα
πάλι   είναι   έργο   της   επιείκειας   του   Θεού,   το   άλλο   της
τυραννικής εξουσίας. Δεν ενόµισε λοιπόν ότι πρέπει χωρίς να
θέλουµε να µας κάνει καλό, αλλά να µας ευεργετεί, όταν εµείς
το   θέλουµε.   Γι'   αυτό,   για   παιδαγωγικούς   και   ιατρικούς
λόγους, άλλα αφαιρεί από τα πατροπαράδοτα έθιµα και άλλα
επιτρέπει, υποχωρώντας λίγο σε αυτά που δίνουν χαρά. Έτσι,
όπως  ακριβώς  κάνουν  και   oι  γιατροί  στους  αρρώστους,
δηλαδή   για   να   γίνει   αποδεκτή   η   θεραπεία   µε   φάρµακα,
αλλάζουν επιτήδεια τη γεύση τους µε προϊόντα περισσότερο
ευχάριστα. Διότι δεν είναι εύκολη η αλλαγή σ' αυτά που είχαν
γίνει συνήθεια και τιµούνταν για µεγάλο χρονικό διάστηµα. Τι
εννοώ δηλαδή; Η πρώτη αλλαγή περιέκοψε βέβαια τα είδωλα,
αλλά επέτρεψε τις θυσίες· η δεύτερη αλλαγή κατάργησε τις
θυσίες,   αλλά   δεν   εµπόδισε   την   περιτοµή.   Επειτα,   όταν
οριστικά    συµβιβάστηκαν   µε    αυτή    την    αφαίρεση,   τότε
παραδέχτηκαν και την παραχώρηση που είχε γίνει σ' αυτούς,
δηλαδή oι Ιουδαίοι τίς θυσίες και oι χριστιανοί την περιτοµή.
Και έγιναν από εθνικοί ιουδαίοι και από ιουδαίοι χριστιανοί,
αφού  οδηγήθηκαν ανεπαίσθητα προς  το Ευαγγέλιο µε αυτές
τις  επιµέρους  αλλαγές.  Θα  σε  πείσει  γι'  αυτό  ο  Παύλος,  ο
οποίος  προερχόµενος  από  περιτοµές  και  αγνισµούς  έλεγε:
«Όσο   για   µένα   αδελφοί   µου,   γιατί   µε   καταδιώκουν,   εάν
κηρύττω  την  αναγκαιότητα  της  περιτοµής;».   Εκείνο  ήταν
σηµείο οικονοµίας αυτό είναι δείγµα της τελειότητας.

26. Με  αυτόν  τον  τρόπο  µπορώ  να εικάζω  ό,τι  αφορα στην
θεολογία,   όσο  όµως  είναι  δυνατόν,   από  τ'   αντίθετα.   Διότι,
πράγµατι εκεί, από τις αφαιρέσεις γίνεται η αλλαγή· εδώ όµως
µε τις  προσθήκες  επιτυγχάνεται  η τελειότητα. Βέβαια, έτσι
είναι.   Εκήρυττε  φανερό  η  Παλαιά  Διαθήκη  τον  Πατέρα  και
αµυδρότερα  τον  Υιό.   Φανέρωσε  η  Καινή   Διαθήκη  τον  Υιό,
υπέδειξε τη θεότητα του  Πνεύµατος. Δρα τώρα το  Πνεύµα,
κάνοντάς µας σαφέστερη τη φανέρωσή του. Διότι δεν θα ήταν
ασφαλές,   χωρίς  πρωτύτερα  να  οµολογηθεί  η  θεότητα  του
Πατρός, να κηρύσσεται φανερό ο Υιός ούτε προτού να γίνει
παραδεκτή  η  θεότητα του  Υιού, να «επιφορτισθούµε» µε  το
Πνεύµα  το  άγιο,   για  να  χρησιµοποιήσω   µία  έκφραση  λίγο
τολµηρότερη·   µήπως   κινδυνεύσουν  και  στο  κατά  δύναµη,
όπως ακριβώς µε όσους, oι οποίοι αφού  φάνε πάνω  από την
αντοχή τους βαραίνουν και αφού προσβάλουν την δράση πάνω
από τη δύναµη κοιτάζοντας το φως του ήλιου την καθιστούν
ασθενέστερη.   Αντιθέτως,   µε  τις  βαθµιαίες  προσθήκες  και όπως είπε ο Δαβίδ, µε τις αναβάσεις και µε τις από δόξα σε
δόξα προόδους και προκοπές, το φως της Τριάδας θα λάµψει
στους πιο φωτισµένους. Και νοµίζω, ότι γι' αυτό τον λόγο και
στους µαθητές επιδηµεί σταδιακά, ανάλογα µε την ικανότητα
εκείνων που το δέχονται, δηλαδή στην αρχή του Ευαγγελίου,
µετά το πάθος, µετά την Ανάληψη, όταν επιτελεί τα θαύµατα,
όταν εµφυσείται  και  όταν εµφανίζεται  ως  πύρινες  γλώσσες.
Και    από    τον    Ιησού    φανερώνεται    σταδιακά,   όπως    θα
διαπιστώσεις  κι  εσύ  ο  ίδιος, αν µελετήσεις  µε  περισσότερο
επιµέλεια: Θα παρακαλέσω, λέγει η Γραφή, τον Πατέρα να σας
δώσει άλλον Παράκλητο, το Πνεύµα της αληθείας, για να µη
νοµίσει κανένας ότι είναι αντίθετος από το Θεό και πως µιλάει
από  κάποια  άλλη  εξουσία.   Έπειτα  «θα  στείλει»  ο  Πατέρας,
αλλά «στο όνοµά µου» αφού άφησε στην άκρη το «θα ρωτήσω»,
το «θα στείλει» διατήρησε. Στην συνέχεια µε το «θα στείλω»
διακήρυξε  το  δικό  του  αξίωµα·   κατόπιν   µε  το   «θα  έλθει»
διακηρύσσεται η εξουσία του Πνεύµατος.

Συνεχίζεται....


ΔΕΙTΕ ΤΟ Γ’ ΜΕΡΟΣ:  ΕΔΩ

Λόγος λα΄ Περί του Αγίου Πνεύµατος - Αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος (ΜΕΡΟΣ Α')


Από   το   «Μιλάει   ο   Γρηγόριος   ο   Θεολόγος»,   Εποπτεία   -
Εισαγωγή   -   Επιλογή:   Στυλ.   Γ.   Παπαδόπουλος,   Εκδόσεις
Αποστολικής   Διακονίας  της  Εκκλησίας  της  Ελλάδος,   1991.
Μετάφραση: Διονύσιος Κακαλέτρης




Ο ΛΑ ' Λόγος είναι ο σπουδαιότερος από τους Θεολογικούς
Λόγους  του  Αγ.   Γρηγορίου.   Εκφωνήθηκε  στο  ναό  της  Αγ.
Αναστασiας στην Κωνσταντινούπολη, το 380, πιθανόν κατά το
διάστηµα µεταξύ Ιουλίου και Νοεµβρίου. Είναι η πρώτη φορά
που   σε  ειδική  πραγµατεία,   αφιερωµένη  στο  Άγιο  Πνεύµα,
οµολογείται  και  καταδεικνύεται  η θεότητα και  το οµοούσιο
του Αγ. Πνεύµατος. Ο Γρηγόριος διακηρύσσει την ορθή πίστη
της     Εκκλησίας     ότι     «εκ     φωτός     του     Πατρός     φως
καταλαµβάνοντες   τον  Υιόν  εν  φωτί   τω   Πνεύµατι»   (§   3).
Καταρρίπτει,     στη    συνέχεια,     τους     συλλογισµούς     των
αιρετικών Πνευµατοµάχων µε θεολογικά επιχειρήµατα (§ 4-21)
και τέλος, απαντώντας στο επιχείρηµα ότι στην Αγία Γραφή
δεν  δηλώνεται  ρητά  η  θεότητα  του  Πνεύµατος,   παραθέτει
πλήθος    χωρίων,   όπου    υποδεικνύεται    η    θεότητα    του
Πνεύµατος   (§   29-30).   Αλλά  και  το  ίδιο  το  Πνεύµα  τώρα,
σύµφωνα µε το Γρηγόριο, φανερώνει στούς αξίους βαθύτερα
και σαφέστερα οτι είναι Θεός, ένα από τα τρία πρόσωπα της
µιας θεότητας (§ 26).




3.   Εκείνοι,   λοιπόν,   oι  οποίοι  είναι  δυσαρεστηµένοι  και   µε
σφοδρότητα υπερασπίζονται το «γράµµα», επειδή εµείς τάχα
εισάγουµε κάποιον ξένο και παρείσακτο Θεό, να ξέρουν καλά
ότι φοβούνται εκεί που δεν υπάρχει φόβος. Και ας γνωρίζουν
σαφώς,   ότι  κάλυµµα  της  ασέβειάς  τους  είναι  η  φιλία  του
«γράµµατος», όπως  θα  φανεί  εντός  ολίγου, όταν, όσο  είναι
δυνατόν, θα ανατρέψουµε τα επιχειρήµατά τους. Εµείς βέβαια
έχουµε  τόση  πίστη  στη  θεότητα  του  Πνεύµατος,   το  οποίο
λατρεύουµε, ώστε από Αυτό θ' αρχίσουµε το λόγο για το Θεό,
αναφέροντας τις ίδιες εκφράσεις για την Τριάδα, έστω κι αν
φανεί σε µερικούς πολύ τολµηρό. «Ήταν το φως το αληθινό,
το οποίο φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσµο», ο
Πατέρας. «Ήταν το φως το αληθινό, το οποίο φωτίζει κάθε
άνθρωπο που έρχεται στον κόσµο», ο Υιός. «Ήταν το φως το
αληθινό, το  οποίο  φωτίζει  κάθε άνθρωπο  που  έρχεται  στον
κόσµο», ο άλλος Παράκλητος· «ήταν» και «ήταν» και «ήταν»·
όµως ένα «ήταν» υπάρχει. «Φως» και «φως» και «φώς», αλλά
ένα   φως,   ένας   Θεός.   Αυτό   είναι   εκείνο   που   ο   Δαβίδ
παλαιότερα κατανόησε, όταν έλεγε· «στο φως σου θα δούµε το
φως». Και τώρα εµείς και έχουµε ιδεί και διακηρύσσουµε ότι
κατανοούµε  τον Υιό  ως  φως  που  προέρχεται  από  φως, τον Πατέρα,   µέσα  στο  φως,   του  Πνεύµατος.   Έτσι  έχουµε   µια
σύντοµη και απλή θεολογία για την Τριάδα. Όποιος θέλει να
περιφρονήσει όσα λέµε, ας τα περιφρονήσει. Κι όποιος θέλει ν'
αµαρτάνει, ας αµαρτάνει· εµείς κηρύσσουµε αυτό που έχουµε
καταλάβει καλά. Και αν από εδώ  κάτω  δεν ακουγόµαστε, σε
υψηλό βουνό θ' ανεβούµε και θα φωνάξουµε. Θα «υψώσουµε»
το  Πνεύµα,   δεν  θα  φοβηθούµε.   Και  αν  φοβηθούµε,   (αυτό  θα
γίνει)   όχι  την  ώρα  που  κηρύσσουµε,   αλλά  όταν  σιωπούµε
(ησυχάζουµε).
4. Αν υπήρξε χρόνος κατά τον οποίο δεν υπήρχε ο Πατήρ, αλλο
τόσο  υπήρξε  χρόνος  που  δεν υπήρχε  ο  Υιός. Και  αν υπήρξε
χρόνος που δεν υπήρχε ο Υιός, τότε υπήρξε χρόνος που δεν
υπήρχε ούτε το άγιο Πνεύµα. Αν το ένα υπήρχε από την αρχή,
τότε και τα τρία υπήρξαν το ίδιο. Τολµώ να πω, πως αν το ένα
υποβιβάσεις,   ούτε  τα  άλλα  δύο  να  εξυψώσεις.   Ποια  άραγε
ωφέλεια υπάρχει από µία ατελή θεότητα; Ακόµη περισσότερο,
τι  είδους  θεότητα  είναι  αυτή,   αν  δεν  είναι  τέλεια;   Κατά
κάποιον τρόπο  δεν υπάρχει, εάν δεν έχει  την αγιότητα· και
πώς θα την έχει, αν δεν έχει το Πνεύµα; Εκτός εάν υπάρχει
άλλη αγιότητα εκτός από το Πνεύµα· ας µας πει κάποιος πως
αυτή  κατανοείται  αλλιώς.   Αν  όµως  η  αγιότητα  είναι  το
Πνεύµα,   πώς  τότε  δεν  υπήρχε  από  την  αρχή;   Σαν  να  ήταν
καλλίτερο για τον Θεό να υπήρξε ποτέ ατελής και χωρίς το
Πνεύµα.   Αν   δεν   υπήρξε   από   την   αρχή   το   Πνεύµα,   τότε
τοποθετείται  στην  ίδια  κατηγορία   µε   µένα1,   ακόµη  κι  αν
δηµιουργήθηκε λίγο πριν από µένα. Διότι ως προς το χρόνο
εµείς αντιδιαστελλόµαστε από τον Θεό. Εάν τοποθετείται το
Πνεύµα στην ίδια κατηγορία µε µένα, πώς εµένα µε θεοποιεί ή
πώς µε ενώνει µε τη θεότητα;
5. Όµως  θ' ασχοληθώ  για χάρη σου  λίγο περισσότερο µε το
θέµα  αυτό.   Όσα  έχουν  σχέση  βέβαια   µε  την  αγία  Τριάδα
επεξηγήσαµε και προηγουµένως. Oι Σαδδουκαίοι κατ' αρχήν,
νόµισαν ότι δεν υπάρχει καθόλου το άγιο Πνεύµα, ούτε βέβαια
άγγελοι,   ούτε   ανάσταση·   δεν   ξέρω   γιατί   περιφρόνησαν
εντελώς  τις  τόσες   µαρτυρίες  της  Παλαιάς   Διαθήκης.   Από
τους   Έλληνες   πάλι,   oι   περισσότεροι   θεολόγοι   και   όσοι
βρίσκονται πιο κοντά στη δική µας αλήθεια, το συνέλαβαν µε
τη φαντασία τους, όπως  µου  φαίνεται· σχετικά όµως  µε την
ονοµασία  του   διαφοροποιήθηκαν,   καλώντας   το   «νου   του
παντός» και  «θύραθεν νου» και  άλλες  σχετικές  ονοµασίες2.
Από  τους  δικούς  µας  σοφούς  τώρα, άλλοι  το  εξέλαβαν ως
ενέργεια, άλλοι ως κτίσµα, αλλοι ως Θεό και άλλοι δεν ξέρουν
πιο   από   τα  δύο   αυτά,   σεβόµενοι   τη  Γραφή,   διότι,   όπως
ισχυρίζονται, δεν φανέρωσε καθαρά ούτε το ένα ούτε το άλλο.
Και   γι'   αυτό   ούτε   το   σέβονται,   ούτε   το   περιφρονούν,
κρατώντας κάπως µία µέση στάση γι' αυτό, µάλλον όµως πολύ
άθλια. Απ' όσους πάλι το θεώρησαν Θεό, άλλοι είναι ευσεβείς
µόνο  µέχρι  τη  σκέψη, ενώ  άλλοι  τολµούν να εκφράζουν την
ευσέβεια και µε τα χείλη. Άκουσα ακόµη άλλους σοφότερους ν'
αξιολογούν  τη  θεότητα. Αυτοί  λοιπόν, όπως  και  µεις, τρία
οµολογούν   µε   ττ   νου   τους   ότι   υπάρχουν,   τόσο   όµως
διαχωρίζονται   µεταξύ   τους,   ώστε   το   µεν  ένα   (δηλ.   τον
Πατέρα)  και  ως  προς  την ουσία και  ως  προς  τη δύναµη να
παρουσιάζουν αόριστο· το άλλο (τον Υιό), ως προς τη δύναµη,όχι  όµως  ως  προς  την ουσία· το  τρίτο (το  Πνεύµα)  και  ως
προς  τα δύο περιγραπτό· µε άλλον τρόπο µιµούνται  αυτούς
που ονοµάζουν «δηµιουργό» και «συνεργό» και «λειτουργό» τα
πρόσωπα,   εκλαµβάνοντας   τη   σειρά   των   ονοµάτων   και
διαβάθµιση των προσώπων που αντιπροσωπεύουν.
7. Εδώ ο δικός σου λόγος· oι σφενδόνες ας µπουν σε δράση, oι
συλλογισµοί ας γίνουν περίπλοκοι. Οπωσδήποτε, ή αγέννητο
είναι το Πνεύµα ή γεννητό. Και αν είναι αγέννητο, τότε δύο
είναι    τα    άναρχα.   Εάν    πάλι    είναι    γεννητό,   πάλι    θα
υποδιαιρέσεις· ή από τον Πατέρα προέρχεται τούτο, ή από τον
Υιό. Και αν βέβαια γεννιέται από τον Πατέρα, τότε υπάρχουν
δύο γιοι και αδελφοί. Αν
θέλεις, φτιάξε τους και διδύµους, ή τον ένα µεγαλύτερο και
τον άλλο  νεώτερο, αφού  είσαι  τόσο  φιλοσώµατος. Εάν πάλι
έχει    φανεί    από   τον   Υιό,   λέγει,   µας    φανερώνεται    και
Θεός-εγγονός!   Τι  πιο  παράξενο  από  αυτό  θα   µπορούσε  να
υπάρξει;   Αυτή  είναι  η  γλώσσα  όσων  είναι  σοφοί  στο  να
πράττουν το κακό, µη θέλοντας  να γράφουν τα καλά. Όµως
εγώ, αν έβλεπα ότι είναι αναγκαία η διαίρεση, θα δεχόµουν τις
πραγµατικότητες  που  εκφράζει,   χωρίς  να  φοβάµαι  να  τις
κατονοµάσω. Ούτε όµως, επειδή ο Υιός είναι Υιός σύµφωνα µε
κάποια ανώτερη σχέση που έχουν µεταξύ τους, εξαιτίας του
ότι  δεν  θα   µπορούσαµε   µε  άλλο  τρόπο  παρά   µόνο  έτσι  να
δείξουµε  ότι  προέρχεται  από  τον  Θεό  και  είναι  οµοούσιος,
πρέπει  να  νοµισθεί  ότι  είναι  απαραίτητο  όλες  τις  επίγειες
ονοµασίες και µάλιστα αυτές που δηλώνουν συγγένεια, να τις
µεταφέρουµε  στο  Θεό. Ή  µήπως  θα εκλάβεις  και  αρσενικού
γένους τον Θεό σύµφωνα µε τον λόγο αυτό, επειδή ονοµάζεται
Θεός και Πατήρ; και ως κάποιο θηλυκό τη θεότητα, σύµφωνα
µε το γένος των λέξεων και ουδέτερο το Πνεύµα, επειδή δεν
γεννάει; Κι αν µας πεις και αυτό το κωµικό, ότι δηλαδή ο Θεός
γέννησε τον Υιό αφού συνενώθηκε µε τη θέλησή του, σύµφωνα
µε   κάποιες   παλιές   ανοησίες   και   µυθοπλασίες,   τότε   µας
εισήχθη  κάποιος  αρσενικοθήλυκος  Θεός  του  Μαρκίωνα και
του Ουαλεντίνου, ο οποίος εφεύρε µε το νού του τους νέους
αιώνες3.
8.   Αφού   λοιπόν  δεν  δεχόµαστε  την  πρώτη  σου   διαίρεση
σύµφωνα µε την οποία δεν υπάρχει τίποτε ενδιάµεσο µεταξύ
αγέννητου   και   γεννητού,   αµέσως   χάνονται   µαζί   µε   την
περίφηµη  διαίρεσή  σου   oι  αδελφοί  και   oι  εγγονοί,   oι  οποίοι
χάθηκαν, όπως ακριβώς ενός πολυπλόκου δεσµού του οποίου,
αφού  λύθηκε  ο  πρώτος  κόµπος  και  υποχώρησαν   µαζί,   µη
έχοντας θέση πλέον στη θεολογία. Πού τάχα θα τοποθετήσεις
το εκπορευτό, πες µου, το οποίο διαφαίνεται στο µέσον της
δικής  σου  διαιρέσεως  και  το  οποίο  εισάγεται  από  κάποιον
καλύτερο  από  σένα θεολόγο, το  Σωτήρα µας; Εκτός  εάν τη
φράση  εκείνη  που   λέγει:   «Το   Πνεύµα  το   Άγιο,   το   οποίο
εκπορεύεται από τον Πατέρα», την έβγαλες απο τα δικά σου
ευαγγέλια  για  να  φτιάξεις   µια  τρίτη  δική  σου   Διαθήκη·   το
οποίο, εφόσον εκπορεύεται από εκεί, δεν είναι κτίσµα· εφόσον
πάλι   δεν   είναι   γεννητό,   δεν   είναι   Υιός·   εφόσον,   τέλος,
βρίσκεται στο µέσον µεταξύ αγεννήτου καί γεννητοϋ, είναι ο
Θεός. Και έτσι, πιο ισχυρός από τις διαιρέσεις σου. Τι είναι
αυτή  η  εκπόρευση;   Πες   µου  εσύ  τι  είναι  η  αγεννησία  του Πατρός, κι εγώ θα σου εξηγήσω τη γέννηση του Υιού και την
εκπόρευση του Πνεύµατος και θα παραφρονήσουµε και oι δύο
καθώς θα ζητάµε να εξερευνήσουµε τα µυστήρια του Θεού. Και
αυτά ποιοί θα τα κάνουν; Εµείς, oι οποίοι δεν µπορούµε ούτε
αυτά που βρίσκονται στα πόδια µας να εννοήσουµε, ούτε την
άµµο  των  θαλασσών  και  τις  σταγόνες  της  βροχής  και  τις
ηµέρες της αιωνιότητας να υπολογίσουµε, ακόµη περισσότερο
δε, να εισέλθουµε στα βάθη του Θεού και να κάνουµε λόγο για
την άρρητη και πέρα από κάθε λογική κατανόηση φύση του
Θεού.
9. Τι λοιπόν είναι αυτό, λέγει, το οποίο λείπει από το Πνεύµα
για να είναι αυτό Υιός; Διότι αν δεν έλειπε κάτι, θα ήταν Υιός.
Εµείς ισχυριζόµαστε ότι δεν του λείπει τίποτε· διότι δεν είναι
ελλειπής  ο Θεός. Ο τρόπος  της  φανερώσεως, για να το πω
έτσι,   ή  η  διαφορά  της  σχέσεως  που  έχουν   µεταξύ  τους,
δηµιουργεί  και  τη  διαφορά  που  έχουν  στην  ονοµασία  τους.
Διότι  τίποτε  δεν  λείπει  από  τον  Υιό  για  να  είναι  Πατέρας
-εφόσον δεν είναι  έλλειψη η υιότητα-, αλλά παρά ταύτα δεν
είναι Πατέρας. Ή δεν λείπει κάτι από τον Πατέρα για να είναι
Υιός· δεν είναι όµως Υιός ο Πατέρας. Αλλά oι όροι αυτοί δεν
εκφράζουν κάποια έλλειψη, ούτε ελάττωση κατά την ουσία.
Αυτό το ότι «δεν έχει γεννηθεί» Τον µεν Πατέρα, το ότι «έχει
γεννηθεί» Τον δε Υιό και το ότι «εκπορεύεται» αυτό το οποίο
ακριβώς λέγεται άγιο Πνεύµα ονόµασε, για να διασώζεται το
ασύγχυτο των τριών υποστάσεων µέσα και στη µία φύση και
το  ένα µεγαλείο  της  θεότητας. Ούτε πράγµατι  ο  Υιός  είναι
Πατέρας, διότι ένας είναι ο Πατέρας, αλλά είναι ότι είναι ο
Πατέρας. Ούτε το Πνεύµα είναι Υιός, αν και προέρχεται από
τον Θεό, διότι ένας είναι ο Μονογενής, αλλά είναι ό,τι ο Υιός.
Ένα είναι και τα τρία, ως προς τη θεότητα, και το ένα είναι
τρία  ως  προς  τις  ιδιότητες·  έτσι  ώστε,  ούτε  το  ένα  είναι
όπως το κατανοούσε ο Σαβέλλιος, ούτε τα τρία να είναι της
τωρινής πονηρής διαιρέσεως.




συνεχίζεται......



ΔΕΙTΕ ΤΟ Β’ ΜΕΡΟΣ: ΕΔΩ

Τετάρτη 19 Ιουνίου 2013

Διδαχές Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως




Πρόλογος




Ὁ ΑΓΙΟΣ Νεκτάριος Πενταπόλεως, ὁ θαυματουργός, ἀποτελεῖ, στὶς πενιχρὲς μέρες τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα, ἕνα δῶρο τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο. Στὸ πρόσωπό του ἀνακαλύπτει κανεὶς ἕναν μεγάλο Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου ἡ ἁγιότητα τοῦ βίου συνδυάζεται μὲ τὴ χάρη τῆς θαυματουργίας καὶ τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία.
Γεννήθηκε στὴ Σηλυβρία τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης τὸ 1846. Παρακολουθώντας τὴν ἱστορικὴ διαδρομὴ τοῦ βίου του, τὸν συναντοῦμε στὴν Κωνσταντινούπολη, δεκατετράχρονο παιδί, νὰ ἐργάζεται καὶ νὰ σπουδάζει· στὴ Νέα Μονὴ τῆς Χίου, νὰ κείρεται μοναχὸς (1876) καὶ νὰ χειροτονεῖται διάκονος (1877)· στὴν Ἀθήνα, νὰ ὁλοκληρώνει τὶς θεολογικές του σπουδὲς (1885)· στὴν Αἴγυπτο, νὰ διακονεῖ γιὰ μία πενταετία στὸ Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας. Ἐκεῖ χειροτονεῖται πρεσβύτερος (1886) καὶ ἐπίσκοπος - μητροπολίτης Πενταπόλεως (1889). Ἐξαιτίας τοῦ φθόνου ποὺ προκαλεῖ τὸ πολυδιάστατο ἔργο του, συκοφαντεῖται καὶ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο. Ἐπιστρέφει στὴν Ἑλλάδα τὸ 1890, καὶ περιφέρεται ὡς ἁπλὸς ἱεροκήρυκας μέχρι τὸ 1894, ὁπότε ἀναλαμβάνει τὴ διεύθυνση τῆς Ριζαρείου Σχολῆς. Τὸ 1908, γιὰ λόγους ὑγείας, παραιτεῖται καὶ ἀποσύρεται στὴν Αἴγινα, στὴ γυναικεία Μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος, ποὺ ὁ ἴδιος ἔχει ἱδρύσει ἀπὸ τὸ 1904. Ἐκεῖ παραμένει, ὡς πνευματικὸς τῆς Μονῆς, μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του (1920).
Μιὰ ἱερὴ πορεία ἑβδομήντα τεσσάρων χρόνων, κατάφορτη ἀπὸ καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶναι ὅλη ἡ ζωή του. Νηστεύει, ἀγρυπνεῖ, προσεύχεται. Ταυτίζει τὸ θέλημά του μὲ τὸ θεῖο θέλημα καὶ γίνεται ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ "παθὼν καὶ μαθὼν τὰ θεῖα". Λειτουργεῖ σὰν ἄγγελος, προσεύχεται χωρὶς νὰ πατάει στὴ γῆ. Ἀναδεικνύεται ἔνθερμος ἐραστὴς τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ ἐγκάρδιος ὑμνητὴς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Θεολόγος θεόπνευστος καὶ συγγραφέας ἀκούραστος. Κηρύσσει, ἐξομολογεῖ, νουθετεῖ, θυσιάζεται γιὰ τὸν πλησίον. Οἱ ἐλεημοσύνες του εἶναι ἄπειρες καὶ οἱ θαυματουργίες του ἀνεξάντλητες. Ἡ παρουσία του γαληνεύει, εἰρηνεύει, ἐμπνέει τοὺς πάντες. Εἶναι ἀληθινὰ μεγάλος, γι᾿ αὐτὸ καὶ βαθιὰ ταπεινός. Εἶναι ἀρχιερέας τοῦ Ὑψίστου, ἀλλὰ γίνεται καὶ καθαριστής, κηπουρός, τσαγκάρης καὶ χτίστης, μέχρι τὰ γεράματά του. Συκοφαντεῖται βαριὰ καὶ ὑπομένει εἰρηνικά, προσεύχεται, συγχωρεῖ, εὐχαριστεῖ γιὰ ὅλα. Ἕνας πιστὸς μιμητὴς τοῦ πράου καὶ ταπεινοῦ Ἰησοῦ, ποὺ ἡ Ἐκκλησία μας ἀνακηρύσσει ἐπίσημα ἅγιο τὸ 1961.
Ἀπαύγασμα τῆς ὁσιακῆς τοῦ βιοτῆς ἀποτελοῦν τὰ γραπτά του κείμενα. Παρουσιάζουμε ἕνα μικρὸ ἀπάνθισμα τῶν ἐπιστολῶν του, διασκευασμένο στὴ σημερινή μας γλωσσικὴ μορφή. Εἶναι μία συλλογὴ ἀπὸ σύντομες καὶ περιεκτικὲς διδαχὲς τοῦ ἁγίου, ποὺ ἀναφέρονται στὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ τὸν ἀγώνα τοῦ χριστιανοῦ.


Ὁ δρόμος τῆς εὐτυχίας




Τίποτα δὲν εἶναι μεγαλύτερο ἀπὸ τὴν καθαρὴ καρδιά, γιατὶ μία τέτοια καρδιὰ γίνεται θρόνος τοῦ Θεοῦ. Καὶ τί εἶναι ἐνδοξότερο ἀπὸ τὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ; Ἀσφαλῶς τίποτα. Λέει ὁ Θεὸς γι᾿ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν καθαρὴ καρδιά: «Θὰ κατοικήσω ἀνάμεσά τους καὶ θὰ πορεύομαι μαζί τους. Θὰ εἶμαι Θεός τους, κι αὐτοὶ θὰ εἶναι λαός μου». (Β´ Κορ. 6, 16).
Ποιοὶ λοιπὸν εἶναι εὐτυχέστεροι ἀπ᾿ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους; Καὶ ἀπὸ ποιὸ ἀγαθὸ μπορεῖ νὰ μείνουν στερημένοι; Δὲν βρίσκονται ὅλα τ᾿ ἀγαθὰ καὶ τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὶς μακάριες ψυχές τους; Τί περισσότερο χρειάζονται; Τίποτα, στ᾿ ἀλήθεια, τίποτα! Γιατὶ ἔχουν στὴν καρδιά τους τὸ μεγαλύτερο ἀγαθό: τὸν ἴδιο τὸ Θεό!
Πόσο πλανιοῦνται οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἀναζητοῦν τὴν εὐτυχία μακριὰ ἀπὸ τὸν ἑαυτό τους, στὶς ξένες χῶρες καὶ στὰ ταξίδια, στὸν πλοῦτο καὶ στὴ δόξα, στὶς μεγάλες περιουσίες καὶ στὶς ἀπολαύσεις, στὶς ἡδονὲς καὶ σ᾿ ὅλες τὶς χλιδὲς καὶ ματαιότητες, ποὺ κατάληξή τους ἔχουν τὴν πίκρα! Ἡ ἀνέγερση τοῦ πύργου τῆς εὐτυχίας ἔξω ἀπὸ τὴν καρδιά μας, μοιάζει μὲ οἰκοδόμηση κτιρίου σὲ ἔδαφος ποὺ σαλεύεται ἀπὸ συνεχεῖς σεισμούς. Σύντομα ἕνα τέτοιο οἰκοδόμημα θὰ σωριαστεῖ στὴ γῆ...
Ἀδελφοί μου! Ἡ εὐτυχία βρίσκεται μέσα στὸν ἴδιο σας τὸν ἑαυτό, καὶ μακάριος εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ τὸ κατάλαβε αὐτό. Ἐξετάστε τὴν καρδιά σας καὶ δεῖτε τὴν πνευματική της κατάσταση. Μήπως ἔχασε τὴν παρρησία της πρὸς τὸ Θεό; Μήπως ἡ συνείδηση διαμαρτύρεται γιὰ παράβαση τῶν ἐντολῶν Του; Μήπως σᾶς κατηγορεῖ γιὰ ἀδικίες, γιὰ ψέματα, γιὰ παραμέληση τῶν καθηκόντων πρὸς τὸ Θεὸ καὶ τὸν πλησίον; Ἐρευνῆστε μήπως κακίες καὶ πάθη γέμισαν τὴν καρδιά σας, μήπως γλίστρησε αὐτὴ σὲ δρόμους στραβοὺς καὶ δύσβατους...
Δυστυχῶς, ἐκεῖνος ποὺ παραμέλησε τὴν καρδιά του, στερήθηκε ὅλα τ᾿ ἀγαθὰ κι ἔπεσε σὲ πλῆθος κακῶν. Ἔδιωξε τὴ χαρὰ καὶ γέμισε μὲ πίκρα, θλίψη καὶ στενοχώρια. Ἔδιωξε τὴν εἰρήνη καὶ ἀπόκτησε ἄγχος, ταραχὴ καὶ τρόμο. Ἔδιωξε τὴν ἀγάπη καὶ δέχτηκε τὸ μίσος. Ἔδιωξε, τέλος, ὅλα τὰ χαρίσματα καὶ τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ δέχτηκε μὲ τὸ βάπτισμα, καὶ οἰκειώθηκε ὅλες τὶς κακίες ἐκεῖνες, ποὺ κάνουν τὸν ἄνθρωπο ἐλεεινὸ καὶ τρισάθλιο.
Ἀδελφοί μου! Ὁ Πολυέλεος Θεὸς θέλει τὴν εὐτυχία ὅλων μας καὶ σ᾿ αὐτὴ καὶ στὴν ἄλλη ζωή. Γι᾿ αὐτὸ ἵδρυσε τὴν ἁγία Του Ἐκκλησία. Γιὰ νὰ μᾶς καθαρίζει αὐτὴ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, νὰ μᾶς ἁγιάζει, νὰ μᾶς συμφιλιώνει μαζί Του, νὰ μᾶς χαρίζει τὶς εὐλογίες τοῦ οὐρανοῦ.
Ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀνοιχτὴ τὴν ἀγκαλιά της, γιὰ νὰ μᾶς ὑποδεχθεῖ. Ἂς τρέξουμε γρήγορα ὅσοι ἔχουμε βαριὰ τὴ συνείδηση. Ἂς τρέξουμε καὶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕτοιμη νὰ σηκώσει τὸ βαρὺ φορτίο μας, νὰ μᾶς χαρίσει τὴν παρρησία πρὸς τὸ Θεό, νὰ γεμίσει τὴν καρδιά μας μὲ εὐτυχία καὶ μακαριότητα...

Τὸ ἅγιο βάπτισμα




«Ὅσοι βαπτιστήκατε στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ντυθήκατε τὸ Χριστό» (Γαλ. 3:27).
Πόσο μεγάλη ἀλήθεια μᾶς ἐπισημαίνει μ᾿ αὐτὰ τὰ λόγια ὁ ἀπόστολος Παῦλος!
Οἱ βαπτισμένοι χριστιανοὶ δὲν φοροῦν τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο μὲ τὰ πάθη καὶ τὶς ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες του, ἀλλὰ εἶναι ντυμένοι τὸν καινούριο ἄνθρωπο. Ντύθηκαν τὸν ἴδιο τὸ Χριστό, ποὺ ζεῖ τώρα μέσα στὶς καρδιές τους. Καὶ ἡ λέξη "ντύθηκαν" δὲν ἀναφέρεται σὲ κάποια ἁπλὴ καὶ ἐξωτερικὴ στολή, ἀλλὰ σὲ κάτι βαθύτερο, σὲ κάτι οὐσιαστικὸ καὶ ἀναφαίρετο.
Μὲ τὴν πίστη μας στὸ Χριστὸ καὶ μὲ τὴ βάπτισή μας ντυνόμαστε τὸν ἴδιο τὸ Χριστὸ καὶ γινόμαστε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, οἰκητήρια τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ναοὶ τοῦ Θεοῦ, ἅγιοι καὶ τέλειοι, Θεοὶ κατὰ χάριν.
Ὥστε λοιπὸν ρίξαμε ἀπὸ πάνω μας τὴ φθορὰ καὶ ντυθήκαμε τὴν ἀφθαρσία. Ξεντυθήκαμε τὸν ἄνθρωπο τῆς ἁμαρτίας καὶ ντυθήκαμε τὸν ἄνθρωπο τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς χάριτος. Διώξαμε τὸ θάνατο καὶ ντυθήκαμε τὴν ἀθανασία...
Συλλογιστήκαμε ὅμως καὶ τὶς μεγάλες ὑποχρεώσεις, πού, μὲ τὸ βάπτισμά μας, ἀναλάβαμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ; Συνειδητοποιήσαμε ὅτι ὀφείλουμε νὰ συμπεριφερόμαστε σὰν παιδιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ σὰν ἀδελφοὶ τοῦ Κυρίου μας; Ὅτι ἔχουμε χρέος νὰ συνταυτίσουμε τὸ δικό μας θέλημα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ; Ὅτι πρέπει, σὰν παιδιὰ δικά Του, νὰ μένουμε ἐλεύθεροι ἀπὸ τὴν ἁμαρτία; Ὅτι ὀφείλουμε νὰ Τὸν ἀγαπᾶμε μ᾿ ὅλη μας τὴ δύναμη, ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς καὶ τῆς καρδιᾶς μας; Ὅτι ὀφείλουμε νὰ Τὸν λατρεύουμε καὶ νὰ λαχταροῦμε τὴν ἕνωση μαζί Του γιὰ πάντα; Σκεφτήκαμε, ἄραγε, ὅτι ἡ καρδιά μας πρέπει νά᾿ ναι πλημμυρισμένη ἀπὸ τὴν ἀγάπη, ὥστε αὐτὴ νὰ ξεχύνεται καὶ στὸν πλησίον μας; Ἔχουμε τὴ συναίσθηση ὅτι ὀφείλουμε νὰ γίνουμε ἅγιοι καὶ τέλειοι καὶ εἰκόνες τοῦ Θεοῦ καὶ παιδιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ κληρονόμοι τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν;
Γιὰ ὅλ᾿ αὐτὰ ἔχουμε χρέος ν᾿ ἀγωνιστοῦμε, ὥστε νὰ μὴ φανοῦμε ἀνάξιοι στὸ κάλεσμα ποὺ μᾶς ἔκανε ὁ Θεὸς καὶ ἀποδοκιμαστοῦμε... Ναί, ἀδελφοί μου, ἂς παλέψουμε μὲ ζῆλο καὶ αὐταπάρνηση γιὰ νὰ νικήσουμε. Κανείς μας ἂς μὴ χάσει τὸ θάρρος του, ἂς μὴν ἀμελήσει, ἂς μὴ δειλιάσει, ἂς μὴν πτοηθεῖ μπροστὰ στὰ σκάμματα τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα. Γιατὶ ἔχουμε βοηθὸ τὸ Θεό, ποὺ μᾶς δυναμώνει στὸν δύσκολο δρόμο τῆς ἀρετῆς.



Πνευματικὸς Ἀγώνας



Σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι νὰ γίνουμε τέλειοι καὶ ἅγιοι. Νὰ ἀναδειχθοῦμε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ κληρονόμοι τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἂς προσέξουμε μήπως, γιὰ χάρη τῆς παρούσας ζωῆς, στερηθοῦμε τὴ μέλλουσα, μήπως, ἀπὸ τὶς βιοτικὲς φροντίδες καὶ μέριμνες, ἀμελήσουμε τὸ σκοπὸ τῆς ζωῆς μας.
Ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία καὶ ἡ προσευχὴ ἀπὸ μόνες τους δὲν φέρνουν τοὺς ἐπιθυμητοὺς καρπούς, γιατὶ αὐτὲς δὲν εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας, ἀποτελοῦν τὰ μέσα γιὰ νὰ πετύχουμε τὸ σκοπό.
Στολίστε τὶς λαμπάδες σας μὲ ἀρετές. Ἀγωνιστεῖτε ν᾿ ἀποβάλετε τὰ πάθη τῆς ψυχῆς. Καθαρίστε τὴν καρδιά σας ἀπὸ κάθε ρύπο καὶ διατηρῆστε την ἁγνή, γιὰ νὰ ἔρθει καὶ νὰ κατοικήσει μέσα σας ὁ Κύριος, γιὰ νὰ σᾶς πλημμυρίσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μὲ τὶς θεῖες δωρεές.
Παιδιά μου ἀγαπητά, ὅλη σας ἡ ἀσχολία καὶ ἡ φροντίδα σ᾿ αὐτὰ νὰ εἶναι. Αὐτὰ ν᾿ ἀποτελοῦν σκοπὸ καὶ πόθο σας ἀσταμάτητο. Γι᾿ αὐτὰ νὰ προσεύχεστε στὸ Θεό.
Νὰ ζητᾶτε καθημερινὰ τὸν Κύριο, ἀλλὰ μέσα στὴν καρδιά σας καὶ ὄχι ἔξω ἀπὸ αὐτήν. Καὶ ὅταν Τὸν βρεῖτε, σταθεῖτε μὲ φόβο καὶ τρόμο, ὅπως τὰ Χερουβεὶμ καὶ τὰ Σεραφείμ, γιατὶ ἡ καρδιά σας ἔγινε θρόνος τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ γιὰ νὰ βρεῖτε τὸν Κύριο, ταπεινωθεῖτε μέχρι τὸ χῶμα, γιατὶ ὁ Κύριος βδελύσσεται τοὺς ὑπερήφανους, ἐνῶ ἀγαπάει καὶ ἐπισκέπτεται τοὺς ταπεινοὺς στὴν καρδιά.
Ἂν ἀγωνίζεσαι τὸν ἀγώνα τὸν καλό, ὁ Θεὸς θὰ σὲ ἐνισχύσει. Στὸν ἀγώνα ἐντοπίζουμε τὶς ἀδυναμίες, τὶς ἐλλείψεις καὶ τὰ ἐλαττώματά μας. Εἶναι ὁ καθρέφτης τῆς πνευματικῆς μας καταστάσεως. Ὅποιος δὲν ἀγωνίστηκε, δὲν γνώρισε τὸν ἑαυτό του.
Προσέχετε καὶ τὰ μικρὰ ἀκόμα παραπτώματα. Ἂν σᾶς συμβεῖ ἀπὸ ἀπροσεξία κάποια ἁμαρτία, μὴν ἀπελπιστεῖτε, ἀλλὰ σηκωθεῖτε γρήγορα καὶ προσπέστε στὸ Θεό, ποὺ ἔχει τὴ δύναμη νὰ σᾶς ἀνορθώσει.
Μέσα μας ἔχουμε ἀδυναμίες καὶ πάθη καὶ ἐλαττώματα βαθιὰ ριζωμένα, πολλὰ εἶναι καὶ κληρονομικά. Ὅλα αὐτὰ δὲν κόβονται μὲ μία σπασμωδικὴ κίνηση οὔτε μὲ τὴν ἀδημονία καὶ τὴ βαρειὰ θλίψη, ἀλλὰ μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονή, μὲ καρτερία, μὲ φροντίδα καὶ προσοχή.
Ἡ ὑπερβολικὴ λύπη κρύβει μέσα της ὑπερηφάνεια. Γι᾿ αὐτὸ εἶναι βλαβερὴ καὶ ἐπικίνδυνη, καὶ πολλὲς φορὲς παροξύνεται ἀπὸ τὸ διάβολο, γιὰ ν᾿ ἀνακόψει τὴν πορεία τοῦ ἀγωνιστῆ.
Ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴν τελειότητα εἶναι μακρύς. Εὔχεστε στὸ Θεὸ νὰ σᾶς δυναμώνει. Νὰ ἀντιμετωπίζετε μὲ ὑπομονὴ τὶς πτώσεις σας καί, ἀφοῦ γρήγορα σηκωθεῖτε, νὰ τρέχετε καὶ νὰ μὴ στέκεστε, σὰν τὰ παιδιά, στὸν τόπο ποὺ πέσατε, κλαίγοντας καὶ θρηνώντας ἀπαρηγόρητα.
Ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεστε, γιὰ νὰ μὴν μπεῖτε σὲ πειρασμό. Μὴν ἀπελπίζεστε, ἂν πέφτετε συνέχεια σὲ παλιὲς ἁμαρτίες. Πολλὲς ἀπ᾿ αὐτὲς εἶναι καὶ ἀπὸ τὴ φύση τους ἰσχυρὲς καὶ ἀπὸ τὴ συνήθεια. Μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου, ὅμως, καὶ μὲ τὴν ἐπιμέλεια νικιοῦνται. Τίποτα νὰ μὴ σᾶς ἀπελπίζει.



Πειρασμοί



Οἱ πειρασμοὶ παραχωροῦνται γιὰ νὰ φανερωθοῦν τὰ κρυμμένα πάθη, νὰ καταπολεμηθοῦν κι ἔτσι νὰ θεραπευθεῖ ἡ ψυχή. Εἶναι καὶ αὐτοὶ δεῖγμα τοῦ θείου ἐλέους. Γι᾿ αὐτὸ ἄφησε μὲ ἐμπιστοσύνη τὸν ἑαυτό σου στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ καὶ ζήτησε τὴ βοήθειά Του, ὥστε νὰ σὲ δυναμώσει στὸν ἀγώνα σου. Ἡ ἐλπίδα στὸ Θεὸ δὲν ὁδηγεῖ ποτὲ στὴν ἀπελπισία. Οἱ πειρασμοὶ φέρνουν ταπεινοφροσύνη. Ὁ Θεὸς ξέρει τὴν ἀντοχὴ τοῦ καθενός μας καὶ παραχωρεῖ τοὺς πειρασμοὺς κατὰ τὸ μέτρο τῶν δυνάμεών μας. Νὰ φροντίζουμε ὅμως κι ἐμεῖς νὰ εἴμαστε ἄγρυπνοι καὶ προσεκτικοί, γιὰ νὰ μὴ βάλουμε μόνοι μας τὸν ἑαυτό μας σὲ πειρασμό.
Ἐμπιστευτεῖτε στὸ Θεὸ τὸν Ἀγαθό, τὸν Ἰσχυρό, τὸν Ζῶντα, καὶ Αὐτὸς θὰ σᾶς ὁδηγήσει στὴν ἀνάπαυση. Μετὰ τὶς δοκιμασίες ἀκολουθεῖ ἡ πνευματικὴ χαρά. Ὁ Κύριος παρακολουθεῖ ὅσους ὑπομένουν τὶς δοκιμασίες καὶ τὶς θλίψεις γιὰ τὴ δική Του ἀγάπη. Μὴ λιποψυχεῖτε λοιπὸν καὶ μὴ δειλιάζετε.
Δὲν θέλω νὰ θλίβεστε καὶ νὰ συγχύζεστε γιὰ ὅσα συμβαίνουν ἀντίθετα στὴ θέλησή σας, ὅσο δίκαιη κι ἂν εἶναι αὐτή. Μιὰ τέτοια θλίψη μαρτυρεῖ τὴν ὕπαρξη ἐγωισμοῦ. Προσέχετε τὸν ἐγωισμό, ποὺ κρύβεται κάτω ἀπὸ τὴ μορφὴ τοῦ δικαιώματος. Προσέχετε καὶ τὴν ἄκαιρη λύπη, δημιουργεῖται ὕστερ᾿ ἀπὸ ἕναν δίκαιο ἔλεγχο. Ἡ ὑπερβολικὴ θλίψη γιὰ ὅλα αὐτὰ εἶναι τοῦ πειρασμοῦ. Μία εἶναι ἡ ἀληθινὴ θλίψη. Αὐτὴ ποὺ δημιουργεῖται, ὅταν γνωρίσουμε καλὰ τὴν ἄθλια κατάσταση τῆς ψυχῆς μας. Ὅλες οἱ ἄλλες θλίψεις δὲν ἔχουν καμιὰ σχέση μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.
Φροντίζετε νὰ περιφρουρεῖτε στὴν καρδιά σας τὴ χαρὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ νὰ μὴν ἐπιτρέπετε στὸν πονηρὸ νὰ χύνει τὸ φαρμάκι του. Προσέχετε! Προσέχετε, μήπως ὁ παράδεισος, ποὺ ὑπάρχει μέσα σας, μετατραπεῖ σὲ κόλαση.



Προσευχή



Τὸ κύριο ἔργο τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ προσευχή. Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε γιὰ νὰ ὑμνεῖ τὸ Θεό. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἔργο ποὺ τοῦ ἁρμόζει. Αὐτὸ μόνο ἐξηγεῖ τὴν πνευματική του ὑπόσταση. Αὐτὸ μόνο δικαιώνει τὴν ἐξέχουσα θέση του μέσα στὴ δημιουργία. Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε γιὰ νὰ λατρεύει τὸ Θεὸ καὶ νὰ μετέχει στὴ θεία Του ἀγαθότητα καὶ μακαριότητα.
Ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶναι, λαχταράει γιὰ τὸ Θεὸ καὶ τρέχει μὲ πόθο νὰ ἀνυψωθεῖ πρὸς Αὐτόν. Μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ὑμνωδία εὐφραίνεται. Τὸ πνεῦμα του ἀγάλλεται καὶ ἡ καρδιά τοῦ σκιρτάει. Ὅσο περισσότερο προσεύχεται, τόσο ἡ ψυχή του ἀπογυμνώνεται ἀπὸ τὶς κοσμικὲς ἐπιθυμίες καὶ γεμίζει ἀπὸ τὰ οὐράνια ἀγαθά. Καὶ ὅσο ἀποχωρίζεται τὰ γήινα καὶ τὶς ἡδονὲς τοῦ βίου, τόσο περισσότερο ἀπολαμβάνει τὴν οὐράνια εὐφροσύνη. Ἡ δοκιμὴ καὶ ἡ πείρα μᾶς ἐπιβεβαιώνουν τὴν ἀλήθεια αὐτή.
Ὁ Θεὸς εὐαρεστεῖται στὶς προσευχὲς ἐκεῖνες ποὺ προσφέρονται μὲ τὸν πρέποντα τρόπο, δηλαδὴ μὲ συναίσθηση τῆς ἀτέλειας καὶ τῆς ἀναξιότητός μας. Γιὰ νὰ ὑπάρξει ὅμως τέτοια συναίσθηση, ἀπαιτεῖται τέλεια αὐταπάρνηση τοῦ κακοῦ μας ἑαυτοῦ καὶ ὑποταγὴ στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, ἀπαιτεῖται ταπείνωση καὶ ἀδιάλειπτη πνευματικὴ ἐργασία.
Ἀναθέστε ὅλες τὶς φροντίδες σας στὸ Θεό. Ἐκεῖνος προνοεῖ γιὰ σᾶς. Μὴ γίνεστε ὀλιγόψυχοι καὶ μὴν ταράζεστε. Αὐτὸς ποὺ ἐξετάζει τὰ ἀπόκρυφα βάθη τῆς ψυχῆς τῶν ἀνθρώπων, γνωρίζει καὶ τὶς δικές σας ἐπιθυμίες καὶ ἔχει τὴ δύναμη νὰ τὶς ἐκπληρώσει ὅπως Αὐτὸς γνωρίζει. Ἐσεῖς νὰ ζητᾶτε ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ νὰ μὴ χάνετε τὸ θάρρος σάς. Μὴ νομίζετε ὅτι, ἐπειδὴ ὁ πόθος σας εἶναι ἅγιος, ἔχετε δικαίωμα νὰ παραπονιέστε, ὅταν οἱ προσευχές σας δὲν εἰσακούονται. Ὁ Θεὸς ἐκπληρώνει τοὺς πόθους σας μὲ τρόπο ποὺ ἐσεῖς δὲν γνωρίζετε. Νὰ εἰρηνεύετε λοιπὸν καὶ νὰ ἐπικαλεῖστε τὸ Θεό.
Οἱ προσευχὲς καὶ οἱ δεήσεις ἀπὸ μόνες τους δὲν μᾶς ὁδηγοῦν στὴν τελειότητα. Στὴν τελείωση ὁδηγεῖ ὁ Κύριος, ποὺ ἔρχεται καὶ κατοικεῖ μέσα μας, ὅταν ἐμεῖς ἐκτελοῦμε τὶς ἐντολές Του. Καὶ μία ἀπὸ τὶς πρῶτες ἐντολὲς εἶναι νὰ γίνεται στὴ ζωή μας τὸ θέλημα ὄχι τὸ δικό μας, ἀλλὰ τοῦ Θεοῦ. Καὶ νὰ γίνεται μὲ τὴν ἀκρίβεια ποὺ γίνεται στὸν οὐρανὸ ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους. Γιὰ νὰ μποροῦμε κι ἐμεῖς νὰ λέμε: «Κύριε, ὄχι ὅπως ἐγὼ θέλω, ἀλλ᾿ ὅπως Ἐσύ, «γεννηθήτω τὸ θέλημά Σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς»». Χωρὶς λοιπὸν τὸ Χριστὸ μέσα μας, οἱ προσευχὲς καὶ οἱ δεήσεις ὁδηγοῦν στὴν πλάνη.



Εἰρήνη



Ἡ εἰρήνη εἶναι θεῖο δῶρο, ποὺ χορηγεῖται πλουσιοπάροχα σ᾿ ὅσους συμφιλιώνονται μὲ τὸ Θεὸ καὶ ἐκτελοῦν τὰ θεῖα Του προστάγματα.
Ἡ εἰρήνη εἶναι φῶς καὶ φεύγει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ποὺ εἶναι σκοτάδι. Ἕνας ἁμαρτωλὸς ποτὲ δὲν εἰρηνεύει.
Νὰ ἀγωνίζεστε ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ μὴ σᾶς ταράζει ἡ ἐξέγερση τῶν παθῶν μέσα σας. Γιατὶ, ἂν στὴν πάλη μαζί τους νικήσετε, τὸ ξεσήκωμα τῶν παθῶν ἔγινε γιὰ σᾶς ἀφορμὴ νέας χαρᾶς καὶ εἰρήνης.
«Νὰ ἐπιδιώκετε τὴν εἰρήνη μὲ ὅλους, ἐπιδιώκετε καὶ τὴν ἁγιότητα, χωρὶς τὴν ὁποία κανεὶς δὲν θ᾿ ἀντικρύσει τὸν Κύριο» (Ἑβρ.12, 14).
Ἡ εἰρήνη καὶ ὁ ἁγιασμὸς εἶναι δυὸ ἀναγκαῖες προϋποθέσεις γιὰ ὅποιον ζητάει μὲ πόθο νὰ δεῖ τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ. Ἡ εἰρήνη εἶναι τὸ θεμέλιο στὸ ὁποῖο στηρίζεται ὁ ἁγιασμός.
Ὁ ἁγιασμὸς δὲν παραμένει σὲ ταραγμένη καὶ ὀργισμένη καρδιά. Ἡ ὀργή, ὅταν χρονίζει στὴν ψυχή, δημιουργεῖ τὴν ἔχθρα καὶ τὸ μίσος ἐναντίον τοῦ πλησίον. Γι᾿ αὐτὸ ἐπιβάλλεται ἡ γρήγορη συμφιλίωση μὲ τὸν ἀδελφό μας, ὥστε νὰ μὴ στερηθοῦμε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ ποὺ ἁγιάζει τὴν καρδιά μας.
Ἐκεῖνος ποὺ εἰρηνεύει μὲ τὸν ἑαυτό του, εἰρηνεύει καὶ μὲ τὸν πλησίον του, εἰρηνεύει καὶ μὲ τὸ Θεό. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος εἶναι ἁγιασμένος, γιατὶ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς κατοικεῖ μέσα του.



Ἀγάπη




Ἐπιδιώκετε τὴν ἀγάπη. Ζητᾶτε καθημερινὰ ἀπὸ τὸ Θεὸ τὴν ἀγάπη. Μαζὶ μὲ τὴν ἀγάπη ἔρχεται καὶ ὅλο τὸ πλῆθος τῶν ἀγαθῶν καὶ τῶν ἀρετῶν. Ἀγαπᾶτε, γιὰ ν᾿ ἀγαπιέστε κι ἐσεῖς ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Δῶστε στὸ Θεὸ ὅλη σας τὴν καρδιά, ὥστε νὰ μένετε στὴν ἀγάπη. «Ὅποιος ζεῖ μέσα στὴν ἀγάπη, ζεῖ μέσα στὸ Θεό, κι ὁ Θεὸς μέσα σ᾿ αὐτόν» (Α´ Ἰω. 4, 16).
Ὀφείλετε νὰ ἔχετε πολλὴ προσοχὴ στὶς μεταξύ σας σχέσεις καὶ νὰ σέβεστε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον ὡς πρόσωπα ἱερά, ὡς εἰκόνες τοῦ Θεοῦ. Νὰ μὴν ἀποβλέπετε ποτὲ στὸ σῶμα ἢ στὴν ὀμορφιά του, ἀλλὰ στὴν ψυχή. Προσέχετε τὸ αἴσθημα τῆς ἀγάπης, γιατὶ, ὅταν ἡ καρδιὰ δὲν θερμαίνεται ἀπὸ τὴν καθαρὴ προσευχή, ἡ ἀγάπη κινδυνεύει νὰ γίνει σαρκικὴ καὶ ἀφύσικη, κινδυνεύει νὰ σκοτίσει τὸ νοῦ καὶ νὰ κατακάψει τὴν καρδιά.
Πρέπει νὰ ἐξετάζουμε καθημερινά, μήπως ἡ ἀγάπη μας δὲν ἀπορρέει ἀπὸ τὸ σύνδεσμο τῆς κοινῆς μας ἀγάπης πρὸς τὸ Χριστό, μήπως δὲν πηγάζει ἀπὸ τὸ πλήρωμα τῆς ἀγάπης μας πρὸς τὸν Κύριο. Αὐτὸς ποὺ ἀγρυπνεῖ νὰ διατηρήσει ἁγνὴ τὴν ἀγάπη, θὰ φυλαχθεῖ ἀπὸ τὶς παγίδες τοῦ πονηροῦ, ποὺ προσπαθεῖ σιγὰ-σιγὰ νὰ μετατρέψει τὴν χριστιανικὴ ἀγάπη σὲ ἀγάπη κοινὴ καὶ συναισθηματική.



Διάκριση



Σᾶς συνιστῶ νὰ ἔχετε σὲ ὅλα διάκριση καὶ φρόνηση. Ν᾿ ἀποφεύγετε τὰ ἄκρα. Οἱ αὐστηρότητες συμβαδίζουν μὲ τὰ μέτρα τῆς ἀρετῆς. Αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει μεγάλες ἀρετὲς καὶ συναγωνίζεται μὲ τοὺς τέλειους, θέλοντας νὰ ζεῖ μὲ αὐστηρότητα, ὅπως οἱ ἅγιοι ἀσκητές, αὐτὸς κινδυνεύει νὰ ὑπερηφανευθεῖ καὶ νὰ πέσει. Γι᾿ αὐτὸ νὰ πορεύεσθε μὲ διάκριση καὶ νὰ μὴν ἐξαντλεῖτε τὸ σῶμα μὲ ὑπέρμετρους κόπους. Νὰ θυμάστε πὼς ἡ ἄσκηση τοῦ σώματος ἁπλῶς βοηθάει τὴν ψυχὴ νὰ φτάσει στὴν τελειότητα, ἡ τελειότητα κατορθώνεται κυρίως μὲ τὸν ἀγώνα τῆς ψυχῆς.
Μὴν τεντώνετε περισσότερο ἀπὸ τὸ μέτρο τὴ χορδή. Νὰ ξέρετε ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἐκβιάζεται στὶς δωρεές Του· δίνει, ὅταν αὐτὸς θέλει. Ὅ,τι παίρνουμε, τὸ παίρνουμε δωρεὰν ἀπὸ τὸ θεῖο ἔλεος.
Μὴ ζητᾶτε νὰ φτάσετε ψηλὰ μὲ μεγάλες ἀσκήσεις χωρὶς νὰ ἔχετε ἀρετές, γιατὶ κινδυνεύετε νὰ πέσετε σὲ πλάνη γιὰ τὴν ἔπαρση καὶ τὴν τόλμη σας. Ὅποιος ἐπιζητεῖ θεῖα χαρίσματα καὶ ὑψηλὲς θεωρίες, ἐνῶ εἶναι ἀκόμα φορτωμένος μὲ πάθη, αὐτός, σὰν ἀνόητος καὶ ὑπερήφανος, πλανιέται. Πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα ὀφείλει ν᾿ ἀγωνιστεῖ γιὰ τὴν κάθαρσή του. Ἡ θεία χάρη στέλνει τὰ χαρίσματα σὰν ἀμοιβὴ σ᾿ ὅσους ἔχουν καθαριστεῖ ἀπὸ τὰ πάθη. Τοὺς ἐπισκέπτεται χωρὶς θόρυβο καὶ σὲ ὥρα ποὺ δὲν γνωρίζουν.



Ὑπερηφάνεια



Ἡ ὑπερηφάνεια τοῦ νοῦ εἶναι ἡ σατανικὴ ὑπερηφάνεια, ἡ ὁποία ἀρνεῖται τὸ Θεὸ καὶ βλασφημεῖ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, γι᾿ αὐτὸ καὶ πολὺ δύσκολα θεραπεύεται. Εἶναι ἕνα βαθὺ σκοτάδι, τὸ ὁποῖο ἐμποδίζει τὰ μάτια τῆς ψυχῆς νὰ δοῦν τὸ φῶς ποὺ ὑπάρχει μέσα της καὶ ποὺ ὁδηγεῖ στὸ Θεό, στὴν ταπείνωση, στὴν ἐπιθυμία τοῦ ἀγαθοῦ.
Ἀντίθετα, ἡ ὑπερηφάνεια τῆς καρδιᾶς δὲν εἶναι γέννημα τῆς σατανικῆς ὑπερηφάνειας, ἀλλὰ δημιουργεῖται ἀπὸ διάφορες καταστάσεις καὶ γεγονότα: πλοῦτο, δόξα, τιμές, πνευματικὰ ἢ σωματικὰ χαρίσματα (εὐφυΐα, ὀμορφιά, δύναμη, δεξιοτεχνία κ.λπ). Ὅλα αὐτὰ σηκώνουν ψηλὰ τὰ μυαλὰ τῶν ἀνόητων ἀνθρώπων, ποὺ γίνονται ἔτσι ματαιόφρονες, χωρὶς ὅμως νὰ εἶναι καὶ ἄθεοι... Αὐτοὶ πολλὲς φορὲς ἐλεοῦνται ἀπὸ τὸ Θεό, παιδαγωγοῦνται καὶ σωφρονίζονται. Ἡ καρδιά τους συντρίβεται, παύει νὰ ἐπιζητεῖ δόξες καὶ ματαιότητες, κι ἔτσι θεραπεύονται.
Ἡ πνευματική σας ἐργασία νὰ εἶναι ἡ ἐξέταση τῆς καρδιᾶς σας. Μήπως φωλιάζει σ᾿ αὐτὴν σὰν φαρμακερὸ φίδι ἡ ὑπερηφάνεια, τὸ πάθος ποὺ γεννάει πολλὰ κακά, ποὺ ἀπονεκρώνει κάθε ἀρετή, ποὺ δηλητηριάζει τὰ πάντα; Σ᾿ αὐτὴ τὴν ἑωσφορικὴ κακία πρέπει νὰ στραφεῖ ὅλη σας ἡ φροντίδα. Μέρα καὶ νύχτα νὰ σᾶς γίνει ἔργο ἀδιάλειπτο ἡ ἔρευνά της.
Θὰ εἶναι ἀλήθεια, νομίζω, ἂν πῶ ὅτι ὅλη ἡ πνευματική μας φροντίδα συνίσταται στὴν ἀναζήτηση καὶ ἐξόντωση τῆς ὑπερηφάνειας καὶ τῶν παιδιῶν της. Ἂν ἀπαλλαγοῦμε ἀπ᾿ αὐτὴν καὶ θρονιάσουμε στὴν καρδιά μας τὴν ταπεινοφροσύνη, τότε ἔχουμε τὸ πᾶν. Γιατὶ ὅπου βρίσκεται ἡ ἀληθινὴ κατὰ Χριστὸν ταπείνωση, ἐκεῖ βρίσκονται μαζεμένες καὶ ὅλες οἱ ἄλλες ἀρετές, ποὺ μᾶς ὑψώνουν ὡς τὸ Θεό.



Χριστιανικὴ εὐγένεια



Οἱ χριστιανοὶ ἔχουν χρέος, σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου, νὰ γίνουν ἅγιοι καὶ τέλειοι. Ἡ τελειότητα καὶ ἡ ἁγιότητα χαράσσονται πρῶτα βαθιὰ στὴν ψυχὴ τοῦ χριστιανοῦ, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ τυπώνονται καὶ στὶς σκέψεις του, στὶς ἐπιθυμίες του, στὰ λόγια του, στὶς πράξεις του. Ἔτσι, ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ποὺ ὑπάρχει στὴν ψυχή, ξεχύνεται καὶ σ᾿ ὅλο τὸν ἐξωτερικὸ χαρακτήρα.
Ὁ χριστιανὸς ὀφείλει νὰ εἶναι εὐγενικός με ὅλους. Τὰ λόγια καὶ τὰ ἔργα του νὰ ἀποπνέουν τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ κατοικεῖ στὴν ψυχή του, ὥστε νὰ μαρτυρεῖται ἡ χριστιανική του πολιτεία καὶ νὰ δοξάζεται τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ.
Ὅποιος εἶναι μετρημένος στὰ λόγια, εἶναι μετρημένος καὶ στὰ ἔργα. Ὅποιος ἐξετάζει τὰ λόγια ποὺ πρόκειται νὰ πεῖ, ἐξετάζει καὶ τὶς πράξεις ποὺ πρόκειται νὰ ἐκτελέσει, καὶ ποτέ του δὲν θὰ ὑπερβεῖ τὰ ὅρια τῆς καλῆς καὶ ἐνάρετης συμπεριφορᾶς.
Τὰ χαριτωμένα λόγια τοῦ χριστιανοῦ χαρακτηρίζονται ἀπὸ λεπτότητα καὶ εὐγένεια. Αὐτὰ εἶναι ποὺ γεννοῦν τὴν ἀγάπη, φέρνουν τὴν εἰρήνη καὶ τὴ χαρά. Ἀντίθετα, ἡ ἀργολογία γεννάει μίση, ἔχθρες, θλίψεις, φιλονικίες, ταραχὲς καὶ πολέμους.
Ἂς εἴμαστε λοιπὸν πάντοτε εὐγενικοί. Ποτὲ ἀπὸ τὰ χείλη μας νὰ μὴ βγεῖ λόγος κακός, λόγος ποὺ δὲν εἶναι ἁλατισμένος μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ πάντοτε λόγοι χαριτωμένοι, λόγοι ἀγαθοί, λόγοι ποὺ μαρτυροῦν τὴν κατὰ Χριστὸν εὐγένεια καὶ τὴν ψυχική μας καλλιέργεια.



Δοξολογία



Ὁ χριστιανὸς ὀφείλει νὰ δοξάζει τὸ Θεὸ καὶ μὲ τὸ σῶμα του καὶ μὲ τὸ πνεῦμα του. Ἄλλωστε, καὶ τὰ δυὸ ἀνήκουν στὸ Θεὸ καί, ἑπομένως, δὲν ἔχει ἐξουσία νὰ τὰ ἀτιμάζει ἢ νὰ τὰ διαφθείρει, ἀλλὰ ὡς ἅγια καὶ ἱερὰ πρέπει νὰ τὰ χρησιμοποιεῖ μὲ πολλὴ εὐχαριστία.
Ὅποιος θυμᾶται ὅτι τὸ σῶμα του καὶ τὸ πνεῦμα του ἀνήκουν στὸ Θεό, ἔχει μία εὐλάβεια κι ἕνα μυστικὸ φόβο γι᾿ αὐτά, καὶ τοῦτο συντελεῖ στὸ νὰ τὰ διατηρεῖ ἁγνὰ καὶ καθαρὰ ἀπὸ κάθε ρύπο, σὲ ἀδιάλειπτη ἐπικοινωνία μ᾿ Ἐκεῖνον, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἁγιάζονται καὶ ἐνισχύονται.
Ὁ ἄνθρωπος δοξάζει τὸ Θεὸ μὲ τὸ σῶμα του καὶ μὲ τὸ πνεῦμα του, πρῶτα, ὅταν θυμᾶται ὅτι ἁγιάστηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ ἑνώθηκε μαζί του, καὶ ὕστερα, ὅταν ἑνώνει τὴ θέλησή του μὲ τὴ θέληση τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ ἐκτελεῖ πάντοτε τὸ ἀγαθὸ καὶ εὐάρεστο καὶ τέλειο θέλημά Του. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος δὲν ζεῖ γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γιὰ τὸ Θεό. Ἐργάζεται γιὰ τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ στὴ γῆ. Δοξάζει σὲ ὅλα τὸ Θεό, μὲ λόγια καὶ μὲ ἔργα. Οἱ πράξεις του, ποὺ γίνονται γιὰ τὸ καλὸ τῶν συνανθρώπων του, δίνουν ἀφορμὴ δοξολογίας τοῦ θείου ὀνόματος. Ἡ ζωή του, καταυγαζόμενη ἀπὸ τὸ θεῖο φῶς, λάμπει σὰν φῶς δυνατό. Ἔτσι ἡ πολιτεία του γίνεται ὁδηγὸς πρὸς τὸ Θεὸ γιὰ ὅσους ἀκόμα δὲν Τὸν γνώρισαν.




(Ἀπὸ τὴ σειρὰ τῶν φυλλαδίων «Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ Ἀττικῆς.)

Το Παλαιοημερολογητικό

Από το βιβλίο του Αλέξανδρου Καλομοίρου ‘ΚΑΤΑ ΕΝΩΤΙΚΩΝ’

Έκδόσεις Ζέφυρος

1η έκδοση, Αστήρ 1964
2η έκδοση, 1995
Copyright: Εκδόσεις Ζέφυρος


ISBN: 960 - 7342 - 03 - 8

Μέσα σ’ αυτήν την ατμόσφαιρα της αποσυνθέσεως, ήλθε
ξαφνικά, ύστερα από πίεσι του Κράτους, το πρώτο επίσημο βήμα
της ελληνικής Εκκλησίας πρός τον Πάπα: Η υιοθέτησις του παπικού
ημερολογίου.
Λίγοι έχουν, δυστυχώς, εννοήσει την σημασία του
«παλαιοημερολογητικού», όπως ονομάζεται, ζητήματος. Οι
περισσότεροι αποδίδουν σε στενοκεφαλιά του αγραμμάτου λαού
την αντίδρασι των Παλαιοημερολογιτών, δείγμα κι αυτό της
βαθειάς περιφρονήσεως που τρέφουν οι οιηματίες εγγράμματοι
πρός τους αγραμμάτους. Όμως οι αγράμματοι αυτοί, για να
αντιδράσουν όπως αντέδρασαν, θα έπρεπε να έχουν, αν μη τι άλλο,
θρησκευτικόν ζήλο και ενδιαφέροντα πνευματικά, που τα εστερείτο
η μάζα των αδιαφόρων που ακολούθησαν, χωρίς κάν να γνωρίζουν
πώς τίθεται το πρόβλημα, την πλειοψηφία των ιεραρχών. Κανείς
από τους φωτισμένους θεολόγους και τους οπαδούς των δεν έδειξε
πάντως σημεία αγωνίας μπροστά στό φαινόμενο αυτό του
διαχωρισμού της ελληνικής Εκκλησίας, ούτε ζήτησε να βρή μια
απάντησι στην γεμάτη πόνο κραυγή τόσων χιλιάδων πιστών. Η
πλειοψηφία ήταν με το μέρος των. Οι αριθμοί πάντοτε τους έδιναν
το αίσθημα της ασφαλείας. Στην πραγματικότητα όμως, ούτε τους
αριθμούς δεν είχαν με το μέρος των. Γιατί αν ήταν λίγες χιλιάδες
οι Παλαιοημερολογίτες και εκατομμύρια οι ακολουθήσαντες το νέο
Ημερολόγιο, όμως αυτές οι λίγες χιλιάδες ήταν χιλιάδες πιστών,
πονούντων την Εκκλησία. Ενώ μέσα στα εκατομμύρια των
αδιαφόρων, των υλιστών και των αθέων, οπαδών του νέου
Ημερολογίου, ήταν ζήτημα αν μπορούσες να βρής λίγες χιλιάδες
πραγματικών πιστών. Εχλεύασαν μόνον τους απλοϊκούς αυτούς
νέους ομολογητάς της Ορθοδοξίας, λέγοντας ότι από δεισιδαιμονία
δεν θέλουν να διορθώσουν το ωρολόγι τους που δεν πάει καλά.
Όμως δεν ήταν εκεί το πρόβλημα. Δεν είχαν δίκιο να
κατηγορούν τους Παλαιοημερολογίτες ότι μαλώνουν για ένα
Ημερολόγιο. Το ζήτημα δεν ήταν ποιο από τα δύο Ημερολόγια είναι
ανακριβή. Ούτε οι Παλαιοημερολογίτες επέμειναν στό παλιό
Ημερολόγιο, ούτε οι Νεοημερολογίτες έφεραν το νέο Ημερολόγιο,
για λόγους αστρονομικής ακριβείας. Ο λόγος για τον οποίον
απεφασίσθη η εισαγωγή του νέου Ημερολογίου στην Ελλάδα ούτε
αστρονομικός ούτε θεολογικός ήταν. Επρόκειτο απλώς για μια από
τις πολλές υποχωρήσεις της υποδουλωμένης στό Κράτος ιεραρχίας
πρός τον κύριό της που της το ζήτησε για να διευκολύνη τις
εμπορικές του συναλλαγές.
Ο λόγος όμως της αρνήσεως των Παλαιοημερολογιτών να
συμμορφωθούν ήταν θεολογικώτατος και επήγαζε από βαθειά εκκλησιαστική συνείδησι. Πράγματι η λειτουργική αρμονία της
Εκκλησίας του Χριστού διεκυβεύετο χάριν πολιτικών συμφερόντων.
Με την αλλαγή του Ημερολογίου επήρχετο διάσπασις της
λειτουργικής συμπνοίας μεταξύ της ελληνικής Εκκλησίας και όλων
των άλλων ορθοδόξων Εκκλησιών, οι όποίες διατηρούν μέχρι
σήμερα το παλιό Ημερολόγιο. Και δεν επρόκειτο μόνον για μια
ακαταστασία στην λειτουργική ζωή της στρατευομένης Εκκλησίας
αλλά διεκόπτετο και η συνέχεια της λειτουργικής ζωής της
στρατευομένης με την θριαμβεύουσα Εκκλησία.
Όταν στην Ελλάδα οι καμπάνες καλούν τους πιστούς να
γιορτάσουν τα Χριστούγεννα και οι ψαλτάδες ψέλνουν χαρμόσυνα
το «Χριστός γεννάται, δοξάσατε», τα εκατομμύρια των Ορθοδόξων
αδελφών μας σ’ ολόκληρο τον υπόλοιπο κόσμο και στό Άγιον Όρος
βρίσκονται ακόμη στην Σαρακοστή, και δεν ακούν τις καμπάνες,
ούτε ψέλνουν μαζί μας τους χαρούμενους ύμνους των
Χριστουγέννων.
Τι χειρότερο μπορεί να φαντασθή κανείς για την Εκκλησία
από την διάσπασι αυτήν της λειτουργικής συμπνοίας που μας
απομακρύνει ψυχικά όχι μόνον από τους άλλους Ορθοδόξους αλλά
και από τους πρό ημών Ορθοδόξους, από την θριαμβεύουσα
Εκκλησία των εν Χριστώ κοιμηθέντων, από τους αγίους που
εώρταζαν και λειτουργούσαν με το παλιό Ημερολόγιο που
αρνηθήκαμε εμείς;
Τόσοι κόποι των Πατέρων μας, τόσαι Σύνοδοι χρειάσθηκαν
για να θεσπισθή το εορτολόγιο αυτό. Και όλα αυτά για να υπάρξη
λειτουργική ευρυθμία μεταξύ των Χριστιανικών Εκκλησιών. Γιατί
αυτή η ευρυθμία και σύμπνοια εκφράζει την εσωτερική λειτουργική
ενότητα της Εκκλησίας. Αυτή είναι που κάνει την Εκκλησία και
αισθητών Μία παρά την πολλαπλότητα των κατά τόπους
Εκκλησιών. Την Εκκλησία δεν την ενοποιεί, όπως νομίζει ο
Παπισμός, η σκληρή πειθαρχία και η υπακοή σε μια καθωρισμένη
ιεραρχία, που έχει για κορυφή ένα και μόνο άτομο, που ισχυρίζεται
ότι αντικαθιστά τον Χριστό επί της γής, αλλά η μυστική κοινωνία
στό σώμα και στό αίμα του Χριστού. Κάθε εκκλησία όπου τελείται η
Θεία Ευχαριστία και όπου είναι συναγμένοι οι πιστοί «επί το αυτό»,
αποτελεί την ωλοκληρωμένη εικόνα της Μιας Αγίας Καθολικής και
Αποστολικής Εκκλησίας. Αυτό που κάνει ώστε μία ενορία να
αποτελή ένα σώμα με τις άλλες επισκοπές, είναι η μυστική
κοινωνία όλων στό σώμα και το αίμα του Χριστού, εν Αγίω
Πνεύματι και αληθεία.
Η ενότης λοιπόν της Εκκλησίας είναι δεσμός μυστικός που
χαλκεύεται κατά την Θεία Ευχαριστία όταν οι πιστοί
μεταλαμβάνουν το σώμα και το αίμα του Χριστού. Οι Χριστιανοί
είναι ένα σώμα, τόσο όσοι ζούνε σήμερα επάνω στη γή, όσο και
αυτοί που έζησαν πρίν από μας στους αιώνες που πέρασαν, και όσοι
θα ζήσουν στα χρόνια που θάρθουν, κι αυτό γιατί έχουμε κοινή
ρίζα, το σώμα του Χριστού. «Είς άρτος έν σώμα οι πολλοί εσμέν^
οι γάρ πάντες εκ του ενός άρτου μετέχομεν».
Δεν είναι λοιπόν διοικητική, δεν είναι πειθαρχική, ούτε
οργανωτική η ενότης της Εκκλησίας, αλλά λειτουργική. Γι’ αυτό έχει τόσο μεγάλη σημασία το εορτολόγιο. Η ενότης που πηγάζει
από την Θεία Ευχαριστία, την μία Πίστι και το ένα Βάπτισμα, παύει
να είναι εξωτερικά έκδηλη όταν υπάρχη λειτουργική αναρχία. Η
μορφή και τα λόγια της Λειτουργίας έχουν καθορισθή, ώστε όλες οι
εκκλησίες να λατρεύουν κατά τον ίδιο τρόπο τον Θεό. Και τα
μηναία περιέχουν το τι θα ψαλή σε κάθε εορτή. Έτσι καμμιά
παραφωνία δεν μπορεί να διαταράξη την λειτουργική αρμονία γιατί
και η μουσική και η εικονογραφία, που λέγονται κι αυτές
λειτουργικές τέχνες, έχουν το ίδιο καθορισθή, ώστε να μη μπορή ο
κάθε αγιογράφος ή ο κάθε ψάλτης να εικονογραφή ή να ψάλλη κατά
την φαντασία του, αλλά να είναι αναγκασμένος να προσαρμόση την
προσωπική του τέχνη και ικανότητα στα πρότυπα του πιο αυστηρού
πνευματικού ρεαλισμού. Έτσι έχει καθορισθή και το εορτολόγιο,
για να μη μπορή ο κάθε ιερεύς να εορτάζη όποτε θέλη τις εορτές
που θέλει, αλλά να υπάρχη πλήρης κοινωνία προσευχών ανάμεσα σ’
όλους τους πιστούς της γής.
Ό,τι λοιπόν κάνει ο ζωγράφος που ζωγραφίζει κατά τα δικά
του γούστα τις εικόνες της Εκκλησίας, περιφρονώντας την
παράδοση, όπως καταστρέφει την λειτουργική ευρυθμία ο ψάλτης
που αντί να ψάλλη τραγουδάει μέσα στην εκκλησία θεατρικά, έτσι
εχάλασαν την λειτουργική αρμονία της Ορθοδόξου Εκκλησίας οι
Έλληνες ιεράρχαι που αποφάσισαν να ακολουθούν στην Ελλάδα
άλλο εορτολόγιο διαφορετικό από εκείνο που ακολουθούν οι άλλες
Ορθόδοξες Εκκλησίες και το Άγιον Όρος. Έτσι άλλον άγιον
εορτάζουν και άλλα τροπάρια ψάλλουν στό Άγιον Όρος, και άλλον
άγιο εορτάζουν και άλλα τροπάρια ψάλλουν στην Θεσσαλονίκη,
άλλη μέρα εορτάζεται η Μεταμόρφωσις του Κυρίου στην Αθήνα και
άλλη στα Ιεροσόλυμα, στην Αντιόχεια ή στη Μόσχα.
Το πόσο τραγική είναι αυτή η παραφωνία είναι δύσκολο να
γίνη αντιληπτό στη χώρα μας, λόγω των αποστάσεων. Γίνεται
όμως πολύ οδυνηρά αντιληπτό απ’ αυτόν που ταξιδεύει στην
Ευρώπη, και ο οποίος βλέπει μέσα στην ίδια πόλι, σε γειτονικές
συνοικίες, τους μέν Ρώσους να εορτάζουν άλλη εορτή, τους δε
Έλληνας άλλη. Ή ακούει τις καμπάνες της ελληνικής Εκκλησίας να
καλούν τους πιστούς, όταν οι καμπάνες της ρωσικής Εκκλησίας
παραμένουν βουβές. Και διερωτάται τότε αν και οι δύο Εκκλησίες
είναι Ορθόδοξες.
Δεν έγινε λοιπόν αντιληπτό στην Ελλάδα το πόσο σοβαρά
υποχώρησις υπήρξε πρός τα στοιχεία του κόσμου, και τι πλήγμα
κατεφέρετο κατά της Εκκλησίας με την κατάργησι του παλιού και
την εισαγωγή του νέου εορτολογίου. Αλλά και αν μερικοί το
αντιλήφθησαν, δεν είχαν την δύναμι να σηκώσουν το ανάστημά
τους και να κηρύξουν την αλήθεια. Κανένας σοφός και κανένας
δυνατός κατά κόσμον, δεν βρήκε λέξεις να διαμαρτυρηθή. Έτσι
απεδείχθη για πολλοστή φορά ότι «ο Θεός τα ασθενή του κόσμου
εξελέξατο ίνα καταισχύνη τα ισχυρά», και ότι «εμώρανεν ο Θεός
την σοφίαν των σοφών». Γιατί, ενώ οι σοφοί σιωπούσαν και
απεδέχοντο, οι αγράμματοι πιστοί εξεγείροντο. Και αυτοί «ουχ
ώσπερ οι μωροί του κόσμου σοφοί μωρά ελάλησαν». Δεν
αναλύθηκαν σε αστρονομικές θεωρίες και μαθηματικούς υπολογισμούς, αλλά μίλησαν στό όνομα της παραδόσεως την οποία
αισθάνονταν σαν πράγμα ιερό, που δεν μπορεί κανείς να το
καταπατή χάριν της συνεχώς απαρνουμένης τις απόψεις της
επιστήμης ή του πολιτικού και οικονομικού συμφέροντος μιας
χώρας.
Αλλά «τους διδακτούς Θεού οι μαθηταί των σοφών του
αιώνος τούτου ανθρώπων ηγούνται μωρούς». Έτσι από την αρχή
και μέχρι σήμερα τους Παλαιοημερολογίτας τους θεωρούν μωρούς,
θρησκόληπτους, δεισιδαίμονας κ.τ.τ. και χαίρονται για την δική
τους γνώσι που τους κάνει να στέκωνται πάνω από αυτές τις
«λεπτομέρειες» και να μήν δημιουργούν ζητήματα για το «τίποτε».

Τρίτη 18 Ιουνίου 2013

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΜΕΛΑ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΝΕΑΡΟΥΣ ΕΥΕΛΠΙΔΕΣ

 
“Η ζωή είναι πόλεμος. Η γη σου είναι φρούριο και χρέος σου η νίκη. Μη μιλάς, να σκέπτεσαι, να αγαπάς, να μην πονάς. Ένας είναι ο σκοπός σου: ο πόλεμος. Πολέμα για τα ιδανικά σου, για τα Ελληνικά ιδανικά του ανθρωπισμού. Πολέμα για τη Μεγάλη Ιδέα. Άνδρες που περπατούν στη ζωή ευθυτενείς και με γαλήνη, μαθημένοι να πονούν χωρίς να υποφέρουν, να νικούν χωρίς να θριαμβολογούν, να νικώνται χωρίς να μοιρολογούν. Αυτοί είναι οι πραγματικοί άνδρες, θεμέλια γενεών. 

Αυτοί είναι οι Ευέλπιδες, οι αυριανοί ηγήτορες του Έθνους.

Νεαρέ Εύελπι μάθε και εξασκήσου να είσαι απλός, ολιγόλογος, συγκρατημένος, σεμνός. Λίγα λόγια, πολλά έργα. Ανθρωπιά μεγάλη, πειθαρχία, πείσμα, αντοχή. Θέλω να σε κοιτώ και να γεμίζουν τα μάτια μου παλλικάρι. Περισσότερο να προσβάλλεσαι όταν σε κυριεύει ο πόνος. Μη θυμώνεις, χειρότερα είναι. Έστω και αν μόλις κρατιέσαι με έναν κόμπο στον λαιμό.

Να φύγεις είναι δειλία. Μόνος σου αποφάσισες να γίνεις αξιωματικός. Απελπισία, ύστερα γελάς και από τη μια μέρα στην άλλη γίνεσαι άνδρας, δηλαδή μαθαίνεις να κρατάς μέσα σου τον πόνο. Έτσι, χωρίς να φαίνεται, αλλά να επιμένεις πάντα στον σκοπό σου, στα όνειρά σου.”


ΠΗΓΗ:http://spiros-b.blogspot.gr/2013/06/blog-post_1747.html

ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ 


ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ (ΤΑΙΝΙΑ)



Ἃγιος Δωρόθεος Ἰερομάρτυρας ἐπίσκοπος Τύρου (5 Ιουνίου)



Ο Άγιος Δωρόθεος ήταν ποιμένας που είχε «τὴν μόρφωσιν τῆς γνώσεως καὶ τῆς ἀληθείας ἐν τῷ νόμῳ» (προς Ρωμαίους, β' 20). Δηλαδή, την ακριβή γνώση και αλήθεια, που βρίσκεται μέσα στο Νόμο, στην Παλαιά και Καινή Διαθήκη.

Όταν ξέσπασε ο φονικός διωγμός κατά της Εκκλησίας στα χρόνια του Διοκλητιανου, το ποίμνιό του, προκειμένου να χάσει τον πολύτιμο ποιμένα του, με θερμές παρακλήσεις κατάφερε και τον έπεισε να απομακρυνθεί από τον τόπο των διωγμών. Αποχώρησε στη Δυσσό, πόλη της Θράκης, και εκεί ασκήτευε μέχρι να περάσει ο άγριος αυτός διωγμός. Όταν πέρασε η μπόρα του διωγμού, επανήλθε στο ποίμνιό του και με όλη την πατρική στοργή που τον διέκρινε, στήριζε στην πίστη τους αδυνάτους και πρωτοστατούσε στη βοήθεια των χηρών, ορφανών, ασθενών, και γενικά, των θλιβομένων.

Έζησε πολλά χρόνια. Πρόλαβε μέχρι και τη βασιλεία του Ιουλιανού του Παραβάτη. Οι ειδωλολάτρες, όμως, που ήταν προστατευόμενοι αυτού του αυτοκράτορα, έπιασαν το Δωρόθεο και αφού τον βασάνισαν ανελέητα τον σκότωσαν το 362 μ.Χ. Έτσι κέρδισε το στεφάνι του μαρτυρίου. Τότε ο Δωρόθεος ήταν 107 χρονών.

Σήμερα σώζεται εκκλησιαστικό σύγγραμμά του, για τους 70 μαθητές του Ιησού Χριστού.



Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς δώρημα τέλειον, ἐκ τοῦ τῶν φώτων Πατρός, σοφίας τὴν ἔλλαμψιν, ὡς Ἱεράρχης σοφός, ἐδέξω Δωρόθεε, ὅθεν καὶ πλεονάσας, τὸν σὸν τάλαντον μάκαρ, ἤθλησας ὑπὲρ φύσιν, βαθυτάτω ἐν γήρᾳ, πρεσβεύων Ἱερομάρτυς, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν.






Δευτέρα 17 Ιουνίου 2013

Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Λόγος περί ψευδοπροφητών και ψευδοδιδασκάλων (Μέρος Θ')


θ’. Γι’ αυτό και η θεία Γραφή, αδελφοί, από την αρχή ως το τέλος βροντοφωνάζει ότι πολλοί πλάνοι εξήλθαν στον κόσμο. Γι’ αυτό και ο Δεσπότης είπε επ’ αυτού, ότι «Ἰδοὺ προείρηκα ὑμῖν» (Μαρκ. 13.23).  Πρέπει να εννοούμε την σημασία κάθε λέξεως. «Ἰδοὺ προείρηκα ὑμῖν». Αυτό σημαίνει ότι στο εξής δεν θα έχετε δικαιολογία. «Ἰδοὺ προείρηκα ὑμῖν». Εάν πλανήσουν κάποιον από σας, θα είναι ασυγχώρητος. «Ἰδοὺ προείρηκα ὑμῖν».  Εύλογη δικαιολογία δεν έχει κανείς.  «Ἰδοὺ προείρηκα ὑμῖν πάντα· Βλέπετε͵ μὴ πλανηθῆτε». 
Προσέχετε, να μην δεχτείτε άλλο ψευδο-χριστό αντί εμού του αληθινού. «Πολλοὶ γὰρ ἐλεύσονται ἐν τῷ ὀνόματί μου͵ λέγοντες· ὅτι Ἐγώ εἰμι ὁ Χριστὸς͵ καὶ πολλοὺς πλανήσουσι» (Λουκ. 21.8), και «Ὁ καιρὸς ἐγγύς ἐστι» (Αποκ. 22.10).  Μη τρέξετε ξωπίσω τους. Προσέξτε, πόσος λόγος γίνεται στις Γραφές περί αυτών. Γι’ αυτό πολλές φορές σας υπενθύμισα για τους άθεους αιρετικούς, και τώρα παρακαλώ, να μην συμφωνήσετε μαζί τους σε κάποιο πράγμα, είτε για βρώση ή πόση ή φιλία ή σχέση ή αγάπη ή ειρήνη. Διότι αυτός που εξαπατάται και συγκαταβαίνει μ’ αυτούς, καθιστά τον εαυτό του ξένο από την καθολική Εκκλησία.
Ο αληθινός και απονήρευτος μαθητής του Θεού βροντοφωνάζει με θάρρος, «Εἴ τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρ΄ ὃ παρελάβετε͵ ἀνά θεμα ἔστω» (Γαλ. 1.9). Ψάλλει τα λόγια του Δαβίδ, «Κύριε͵ οὐχὶ τοὺς μισοῦντάς σε ἐμίσουν͵ καὶ ἐπὶ τοὺς ἐχθρούς σου ἐξετηκόμην; τέλειον μῖσος ἐμίσουν αὐτούς» (Ψαλμ. 138.21). Φρίξτε και τρομάξτε όσοι κάνετε αγάπες μαζί τους. Διορθωθείτε, για να μη χαθείτε μαζί με τις δικές τους ασέβειες. Ταιριάζει κι εδώ το «Ἰδοὺ προείρηκα ὑμῖν».
Αλλά ας επανέλθουμε στο προκείμενο, τελειώνοντας τον λόγο για τα περί της συντέλειας. Για να μιλήσω με συντομία, όσα προφητεύθηκαν εκπληρώθηκαν˙ πρέπει λοιπόν να είναι κάποιος έτοιμος και προετοιμασμένος, και να μην ασχολείται  περισσότερο με τα γεγραμμένα. Διότι πολλοί αμαθείς και αστήρικτοι στην πίστη έγιναν διαστρεβλωτές των θείων Γραφών. Εσύ πρόσεξε, μην τους πιστέψεις. Πολλή κακία, πολλή πονηριά ξεχύθηκε στη γη, πολλά σκάνδαλα. Εσύ βλέπε, μην απατηθείς. Μη παρεκκλίνεις στα δεξιά, ούτε στ’ αριστερά, αλλά βάδιζε την βασιλική οδό.
Έχεις πολλούς πιστούς, αγαπητέ, και αν δεν είναι επί της γης, είναι στον ουρανό. Μ’ αυτούς να σπεύσεις να είσαι πάντοτε. Έχεις εκεί πανηγύρεις αγγέλων, έχεις πατριάρχες, προφήτες, αποστόλους, ευαγγελιστές. Έχεις μάρτυρες, οσίους, ομολογητές και όσους διέπρεψαν στον μοναχικό βίο. Πολύ πλήθος, των οποίων τα ονόματα στο βιβλίο της ζωής. Αυτούς να ποθείς, αυτούς να μιμείσαι. Μην τους αποχωρίζεσαι, έχε την μνήμη τους στην καρδιά σου μέρα-νύχτα. Να έχεις πάντοτε στα χέρια σου τα βιβλία τους και να διαβάζεις, για να βρεις πολύ ωφέλεια.
Γίνε έμπορος λόγου δικαιοσύνης, ώστε να μπορείς να ελέγχεις όσους αντιλέγουν και να επιτιμάς τους παραμυθάδες˙ ν’ αποστομώνεις τους αιρετικούς και όσους πέφτουν έξω να τους νουθετείς και να τους οδηγείς στην μετάνοια. Να ερευνάς την Αγία Γραφή, ώστε όταν δεις ακαταστασία και σύγχυση, να μην μπερδευτείς,  αλλά να καταφύγεις σ’ αυτήν. Πρόσεχε να μην αποχαυνωθείς, ούτε να σαλευτεί ο νους σου. Μην παραξενευτείς, όταν δεις πολλούς ασύνετους˙ πρέπει να γίνουν αυτά.
Όταν δεις πολλούς ψευδοπροφήτες, θυμήσου τον Δεσπότη που είπε, «Ἐγερθήσονται ψευδόχριστοι καὶ ψευδοπροφῆται» (Ματθ. 24.24). Όταν δεις λαοπλάνους, θυμήσου τον προφήτη που είπε, «Οὐαὶ τοῖς γράφουσι πονηρίαν» (Ησ. 10.1).  Όταν δεις τους ευλαβείς και πιστούς και σοφούς να υποτιμώνται, τους μιαρούς και αλαζόνες και προδότες και πόρνους να προβάλλονται, θυμήσου τον απόστολο που είπε, «Πονηροὶ ἄνθρωποι καὶ γόητες προκόψουσιν ἐπὶ τὸ χεῖρον͵ πλανῶντες καὶ πλανώμενοι» (Β’  Τιμ. 3.13). Όταν δεις την Αγία Γραφή να γίνεται βδέλυγμα σ’ αυτούς που νομίζουν ότι είναι Χριστιανοί, και όσοι λαλούν λόγο Θεού να είναι μισητοί, θυμήσου τον Κύριο που είπε, «Εἰ ὁ κόσμος ὑμᾶς μισεῖ͵ γινώσκετε͵ ὅτι ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν. Εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν͵ καὶ ὑμᾶς διώξουσιν» (Ιωαν. 15.18).
Όταν δεις τον κόσμο να τρέχει πίσω από τους παραμυθάδες και τις ξεματιάστρες και τις καφετζούδες και τους αστρολόγους και τις διδασκαλίες των δαιμόνων και τα μέντιουμ, μη θορυβηθείς, ούτε ν’ απιστήσεις. Και αν από αυτούς που περνιούνται για ποιμένες δεις κάποιους να κάνουν τέτοια, μην πέσεις σε απόγνωση, αλλά με δάκρυα στα μάτια θυμήσου τον Απόστολο που είπε, «Ἐν ὑστέροις καιροῖς ἀποστήσονταί τινες τῆς πίστεως͵ προσέχοντες πνεύμασι πλάνης͵ καὶ διδασκαλίαις δαιμόνων ἀκαθάρτων» (Α’ Τιμ. 4.1). Και πάλι λέγει,  «Ἔσται καιρὸς͵ ὅτε τῆς ὑγιαινούσης διδασκαλίας οὐκ ἀνέξονται͵ ἀλλὰ κατὰ τὰς ἰδίας ἐπιθυμίας ἐπισωρεύσουσι ἑαυτοῖς διδασκάλους͵ κνηθόμενοι τὴν ἀκοήν· καὶ ἀπὸ μὲν τῆς ἀληθείας τὴν ἀκοὴν ἀποστρέψουσιν͵ ἐπὶ δὲ τοὺς μύθους ἐκτραπήσονται» (Β’  Τιμ. 4.3).

(PG 59.564)

www.impantokratoros.gr

ΤΟ ΑΝΑΘΕΜΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΙΡΕΣΕΩΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΡΩΣΟΥΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ