A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2025

Ἀρχιμανδρίτης Εὐγένιος Λημόνης (1875-1961)

 


Ο μακαριστός Αρχιμανδρίτης Ευγένιος Λημόνης (γνωστός ως Λεμονής) του Παντελεήμονος, κατά κόσμον Ευάγγελος, γεννήθηκε το έτος 1875 στην Χότσιστα Κορυτσάς της Βορείου Ηπείρου. Ήταν απόφοιτος Σχολαρχείου και υπηρέτησε ως δημοδιδάσκαλος στο χωριό του, ενώ ήταν άριστος γνώστης και της βυζαντινής μουσικής.

Είχε μεγάλη ευλάβεια στην Παναγία μας και, όπως θα δούμε, σχεδόν όλα τα γεγονότα του βίου του ήταν συνδεδεμένα με το πρόσωπό Της. Διηγείται ο μακαριστός Γέροντας Χρύσανθος Βρέτταρος, ο οποίος γνώρισε και τιμούσε ιδιαιτέρως τον παπά Ευγένιο τα εξής: «Εις μίαν Σχολήν της Βορείου Ηπείρου, όπου ήτο καθηγητής, ηθέλησεν ο Τούρκος κατακτητής να θέση πυρ και να την κατακαύση κατόπιν υποδείξεως των Τουρκαλβανών. Οι Ορθόδοξοι Αλβανοί το εφανέρωσαν εις τον Ευάγγελον, ο οποίος απήντησεν: ‘’Έχομεν πίστιν εις την Παναγίαν, και η Παναγία θα μας σκεπάση’’. Όταν οι Τούρκοι απεφάσισαν να μεταβούν εις την Σχολήν διά να την κάψουν, είδον έμπροσθεν των έν όρος, το οποίον διεπέρασαν, χωρίς να εννοήσουν την ύπαρξιν της Σχολής, και ούτως έφυγαν άπρακτοι. Ερωτηθείς ο Ευάγγελος, πως διεφυλάχθη αυτός και η Σχολή αβλαβείς, έλεγεν εις όλους, ότι εδιάβαζε τους Χαιρετισμούς της Παναγίας και η Κυρία Θεοτόκος έγινε τείχος και σκέπη και δεν εκάη η Σχολή από τον κατακτητήν» (Γεροντικαί ενθυμήσεις και διηγήσεις, Μώλος Λοκρίδος, 2011, σελ. 282).

Ο π. Ευγένιος επισκέφθηκε για πρώτη φορά το Άγιον Όρος το έτος 1902 με σκοπό να μονάσει, αλλά τελικώς επέστρεψε στους έχοντας ανάγκη γονείς του μέχρι το 1909, έτος κατά το οποίον ενετάχθη στο δυναμικό της Ιεράς Μονής Διονυσίου. Εκάρη Μοναχός και διακρίθηκε για την υπακοή του και την μοναχική του ακρίβεια. Το μέγα Μυστήριο της Ιερωσύνης έλαβε από τον Επίσκοπο Νύσσης Παΐσιο Παπαϊσίου (+1924) στις 28 Ιουνίου 1917 στην ώριμη ηλικία των 42 ετών.

Στα τέλη του 1927, ο παπα Ευγένιος μαζί με άλλους Αγιορείτες Πατέρες, βγήκε στον κόσμο για να στηρίξει τον Ιερό Αγώνα υπέρ του Πατρίου Ημερολογίου και τίθεται στη διάθεση της Ελληνικής Θρησκευτικής Κοινότητος των Γνησίων Ορθοδόξων, η οποία τον στέλνει όπου υπάρχει ποιμαντική ανάγκη.

Σε μία από τις αποστολές αυτές γίνεται και η πρώτη του σύλληψη από την Αστυνομία μετά από ενέργειες του Καινοτόμου αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσοστόμου Παπαδόπουλου. Συγκεκριμένα, στις 10/23 Μαρτίου 1929, ημέρα Σάββατο της Α’ εβδομάδος των Νηστειών (Ανάμνηση του δια Κολλύβων Θαύματος του Αγίου Θεοδώρου), ο π. Ευγένιος εστάλη από την Κοινότητα στην Μαγούλα Ελευσίνας τη αιτήσει των εκεί Γνησίων Ορθοδόξων. Η Αστυνομία τον συνέλαβε κατόπιν διαταγής του Αρχιεπισκόπου, αλλά ο λαός της Μαγούλας κατέρχεται στην Αθήνα και μαζί με Αθηναίους και Πειραιώτες πιστούς, τους οποίους ξεσήκωσαν οι Αγιορείτες Ιερομόναχοι Παρθένιος Σκουρλής και Γεδεών Πάσιος, κατάφεραν την απελευθέρωση του πατρός Ευγενίου (Περιοδ. «Τα Πάτρια», Ιαν-Μάρτ. 1978, σελ. 15).

Παρόλα αυτά, κάποια άλλη στιγμή, δεν γλύτωσε την φυλάκιση. Καταγράφουν τα ιστορικά «Πάτρια» τα εξής: «Μια άλλη φορά πάλι, λειτουργούσε [ο π. Γεράσιμος Διονυσιάτης] στο Ναό του Αγίου Γεωργίου, στο Βεσνίκο (Άγιον Πνεύμα Σερρών) της Μακεδονίας. Τον συλλαμβάνουν και τότε τον οδηγούν στο κρατητήριο του Αγίου Όρους, το Πειθαρχικό. Μόλις μπαίνει μέσα, κάποιος γνωστός τον υποδέχεται καλωσορίζοντάς τον:
-Τι κάνεις π. Γεράσιμε; Δεν με γνωρίζεις; Είμαι ο π. Ευγένιος.
Φορούσε παπαδίστικο καλυμαύχι και όχι το καλογερικό Αγιορείτικο σκουφί, όπως συνήθιζε, γι’ αυτό και ο πατήρ Γεράσιμος δεν τον ανεγνώρισε αμέσως. Αυθόρμητα αγκαλιάστηκαν και έδωσαν τον ασπασμό του κοινού αγώνος. Ευρίσκοντο και οι δυο ίδια φυλακή για τον ίδιο λόγο» (Ιαν.-Μάρτ. 1977, σελ. 24).

Τον Μάϊο του 1929 συνέβη η θεραπεία του τριετούς Ιωάννου Σπυριδωνάκου, την οποία κατέγραψαν και οι εφημερίδες (Εφημ. «Σκρίπ», 22-5-1929). Τον μικρό Ιωάννη, ετοιμοθάνατο και με κατεστραμμένο πνεύμονα, έφεραν οι γονείς του στον Ιερό Ναΐσκο της Ζωοδόχου Πηγής στον Πειραιά, στον οποίο μόλις είχε τοποθετηθεί Εφημέριος ο π. Ευγένιος, να παρακαλέσουν την Παναγία για την θεραπεία του. Ο π. Ευγένιος σταύρωσε το παιδί με την αγία Λαβίδα και το παιδί θεραπεύτηκε με την χάρη της Παναγίας μας (Εκτενέστερα στο Περιοδ. «Αρχείον του Ιερού Αγώνος», τ. 4 / 2016, σελ. 29-31).

Ο π. Ευγένιος, όταν είχε πρωτοδεί το μικρό Εκκλησάκι της Ζωοδόχου Πηγής, είχε πει τα εξής: «Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ευρήκε εις την Κωνσταντινούπολιν μίαν εκκλησούλα μικρήν (παραγκούλα) και από εκεί εκήρυξε την αγίαν Ορθοδοξίαν, και έτσι σήμερα είμεθα Ορθόδοξοι. Και από αυτήν την σπηλιά, όπου είναι εκκλησία της Παναγίας Ζωοδόχου Πηγής… θα κηρυχθή η αγία μας Ορθοδοξία εις όλον τον κόσμον» (Γεροντικαί ενθυμήσεις και διηγήσεις, Μώλος Λοκρίδος, 2011, σελ. 35).

Περί το 1930 ήλθε στην Αθήνα εξ Αμερικής ο π. Ιωακείμ ο Μακρυγένης και εντάχθηκε στον Ιερό Αγώνα. Ο Γέροντας Χρύσανθος θυμάται: «Συνεδέθη ο παπά Ιωακείμ με τους Ιερείς των Παλαιοημερολογιτών και είπεν εις αυτούς να αφήσουν τους οίκους, όπου παρέμενον, και να ενοικιάσουν ένα μεγάλο διώροφον ή τριώροφον οίκημα, εις το οποίον να είναι άνδρες μεσήλικες ποθούντες την Μοναχικήν Πολιτείαν. Να έχουν αυτοκίνητον και τηλέφωνον διά τας ανάγκας των και εφημερεύοντα Πνευματικόν διά τας πνευματικάς ανάγκας των πιστών. Δυστυχώς όμως αυτήν την συμβουλήν του δεν την εδέχθησαν οι Αγιορείται Ιερείς, πλην ενός, του ακτήμονος και αφράγκου παπά Ευγενίου του Διονυσιάτου» (Γεροντικαί ενθυμήσεις και διηγήσεις, Μώλος Λοκρίδος, 2011, σελ. 236).

Δυστυχώς, τον παπά Ευγένιο τον πολέμησαν πλήν των Καινοτόμων, ακόμη και συναγωνιστές του, και συγκεκριμένα κάποιοι Αγιορείτες από του 1933 -των οποίων τα ονόματα ευρίσκονται αργότερα στο απαράδεκτο κείμενο της αποκηρύξεως («αναθεματισμού»!) του Αγιού πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου το 1937, όταν αυτοί ακολούθησαν τον Βρεσθένης Ματθαίο στην πτώση του στο Σχίσμα. Συγκεκριμένα, οι Αγιορείτες αυτοί κατηγορούσαν τον παπά Ευγένιο ως «προδότην του Ιερού Αγώνος» επειδή μνημόνευε «υπέρ πάσης επισκοπής Ορθοδόξων» (Αγαθαγγέλου Κολέτσα, Δια να γνωσθή η πραγματικότης, Αθήναι 1933, σελ. 12)! Αλλά και η ιδιοκτήτρια της οικίας που έμενε τον στενοχώρησε, και αναγκάστηκε να φύγει από εκεί, διότι αυτή ήθελε να κτίσει γυναικείο Μοναστήρι και να τον έχει ως Γέροντά της, ενώ ο παπά Ευγένιος προς τιμήν του της έλεγε: «Εγώ δεν έφυγα από το Άγιον Όρος, δια να κάνω γυναικεία Μοναστήρια».

Ο π. Ευγένιος διακρίθηκε και ως εκδότης, κυρίως Οίκων και Χαιρετισμών, στους οποίους είχε ιδιαίτερη προτίμηση. Ήταν λεπτολόγος στη χρήση της ελληνικής γλώσσας, και κατέλιπε σχετικά άρθρα, εκ των οποίων ελάχιστα διασώθηκαν, αν και είναι γνωστόν ότι είχε και κάποιες ιδιάζουσες απόψεις σε θέματα αποδόσεως υμνογραφικών κειμένων, οι οποίες δημιουργούσαν ενίοτε ακόμη και κάποιες παρεξηγήσεις.

Αφιλοχρήματος και υπερβολικά ακτήμων, έζησε πάντοτε ως φιλοξενούμενος. Η ασκητικότητά του θύμιζε τους παλαιούς Πατέρες. Κοιμόταν ελάχιστα και ποτέ σε κρεβάτι, αλλά σε κάθισμα, γι’ αυτό η ράχη του είχε κυρτώσει. Πέρασε τον βίο του με ηθελημένη κακοπάθεια, χωρίς θέρμανση στο κρύο και με φοβερή άσκηση. Μέσα από τα πτωχικά και φθαρμένα ράσα του φορούσε βαρειά σίδερα, που του είχαν «φάει» τις σάρκες. Από τις πορείες και την ορθοστασία είχαν σαπίσει τα πόδια του, αλλά δεν μύριζαν άσχημα! Ο Γέρων Χρύσανθος με δέος αναφέρει για τον οσιώτατο παπά Ευγένιο πως «οι πόδες του εσάπησαν και πίπτοντες οι σκώληκες από των ποδών του, τους ελάμβανε και τους έθετεν επάνω εις τας πληγάς, δια να μη υστερηθή το σώμα του το μαρτύριον των δριμυτάτων πόνων» (Γεροντικαί ενθυμήσεις και διηγήσεις, Μώλος Λοκρίδος, 2011, σελ. 236-237)!…

Έτρωγε ελάχιστα. Όπως περατηρεί ο Ηγούμενος της Μονής Διονυσίου Γέρων Γαβριήλ (+1983), ο μακαριστός παπά Ευγένιος υπήρξε «νηστευτής αυστηρός, ή μάλλον τρεφόμενος εκ της θείας Ευχαριστίας, των καθ’ ημέραν Λειτουργιών του» (Περιοδ. «Αγιορειτική Βιβλιοθήκη», ΚΖ’ [1962], σελ. 58)Παρόλα αυτά όταν τον καλούσαν σε σπίτια και του πρόσφεραν φαγητό έτρωγε πολύ λίγο, για να πολεμήσει τους λογισμούς υπερηφανείας. Όσα χρήματα του έδιναν τα μοίραζε αμέσως. Μάλιστα, για να κρύπτει επιμελώς την αρετή της ελεημοσύνης του, τον άκουγαν  κάποιες φορές να μαλώνει με τα παιδιά, αλλά αυτό ήταν προσχηματικό προκειμένου με τον τρόπο αυτό να αποκρύπτει την ελαημοσύνη, που προηγουμένως τα έδινε, για τις πτωχές οικογένειές τους.

Όποτε τον καλούσαν και διάβαζε εξορκισμούς, αποχωρούσε γρήγορα για να μην τον επαινέσουν, διότι τα δαιμόνια έφευγαν λέγοντας: «Η ταπείνωσή σου, παπά Ευγένιε, μας εδίωξε»! Ο Γέρων Χρύσανθος αναφέρει και το εξής περιστατικό: «Μίαν ημέραν, την ώραν όπου ελειτούργει, ήτο είς δαιμονισμένος, ο οποίος τόσον πολύ εφώναζε, ώστε οι ψάλται έφυγον. Τότε με παρεκάλεσεν ο παπά Ευγένιος να ψάλω. Έψαλα εις τον αριστερόν χορόν, ενώ ο δαίμων εστρίγγλιζεν. Εγώ έψαλλον με ηρεμίαν, ο δε παπά Ευγένιος ήτο εις την θεωρίαν της θείας Μυσταγωγίας, και ο δαίμων μετ’ ολίγον έφυγεν από τον άνθρωπον» (Γεροντικαί ενθυμήσεις και διηγήσεις, Μώλος Λοκρίδος, 2011, σελ. 285).

Πολλές φορές, όταν λειτουργούσε, τον έβλεπαν να μην πατάει στην γη. Λειτουργούσε και σε κάποιο Εκκλησάκι αφιερωμένο στην Παναγία μας στην ταράτσα κάποιας μεγάλης οικίας στον  Πειραιά, όπου συγκεντρώνονταν κάποιοι πιστοί οικογενειακώς ακόμη και στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής. Σε μία τέτοια περίπτωση, ένα από τα παιδιά έβαλε το κεφαλάκι του από το παραπόρτι του ιερού Βήματος και κοίταξε μέσα έκπληκτο τον λειτουργό π. Ευγένιο να υπερίπταται του εδάφους μεταρσιωμένος όλος στην λειτουργική προσευχή του!…

Κατά την Κατοχή, αλλά και αργότερα στα χρόνια του φοβερού διωγμού επί Σπυρίδωνος Βλάχου κατά τις αρχές της δεκαετίας του ’50, υπάρχουν μαρτυρίες για «εφόδους» στο Εκκλησάκι της ταράτσας είτε Γερμανών, είτε Αστυνομικών, προκειμένου να διαλύσουν την λειτουργική Σύναξη των πιστών της Γνησίας Ορθοδοξίας και να συλλάβουν και κακοποιήσουν τον άγιο Γέροντα π. Ευγένιο τον Αγιορείτη, τον «στύλο» αυτό της ευσεβείας και αρετής. Όμως, ο Κύριος και η Θεομήτωρ έσωζαν αυτόν και τους συν αυτώ. Σε μία τέτοια έφοδο, μαρτυρείται ότι οι επιδραμόντες ανέβηκαν στον τελευταίο όροφο της αρχοντικής οικίας, όπου υπήρχε μια εσωτερική μεταλλική σκάλα για να ανέλθει κανείς στην ταράτσα με το Εκκλησάκι. Κατά παράδοξο τρόπο, οι οπλισμένοι επιδρομείς ενώ άκουγαν την ψαλμωδία και την ανάγνωση από την Θεία Λειτουργία στον Ναό, δεν έβλεπαν την μεταλλική σκάλα και δεν μπορούσαν να εξεύρουν τρόπο να προσεγγίσουν το Εκκλησάκι, με αποτέλεσμα να απομακρυνθούν άπρακτοι με καταισχύνη!…

Παρά τους διωγμούς κατά της Εκκλησίας μας και κατά του ιδίου του π. Ευγενίου, αυτός παρέμενε ειρηνικός και αφανάτιστος, σταθερός μεν στην Ομολογία της Πίστεως και Αγωνιστής, αλλά και αντίθετος σε κάθε μορφή εκτροπής εναντίον των διωκτών. Για παράδειγμα, υπάρχει αξιόπιστη μαρτυρία, ότι κάποτε έβαλε βαρύ «κανόνα» ως Πνευματικός σε μια Χριστιανή του Πατρίου, η οποία από αγανάκτηση εξ αιτίας προφανώς υπερβολικού («πικρού») ζήλου αποκάλεσε τον φοβερό διώκτη των Γνησίων Ορθοδόξων αρχιεπίσκοπο Σπυρίδωνα Βλάχο ως «τράγο», μη σεβασθείσα το σχήμα του, το οποίο έστω και παρ’ αξίαν έφερε!…

Ο π. Ευγένιος ήταν άριστος ως Πνευματικός, με διάκριση και διορατικό χάρισμα, και μάλιστα με ιδιαίτερη επιμονή στην αποφασιστική απόκρουση των κακών λογισμών που σπέρνει ο εχθρός διάβολος και ιδίως των σαρκικών, για να μολύνει τις ψυχές των ανθρώπων, και ενέπνεε στους εξομολογουμένους με την στάση και τις συμβουλές του πνεύμα αισιόδοξης αγωνιστικότητος, όπως επιβεβαιώνουν πολλά αξιόπιστα πρόσωπα που τον γνώρισαν (αείμνηστος Θεολόγος Σταύρος Καραμήτσος [Η αγωνία εν τω κήπω της Γεθσημανή, Αθήναι 1961, σελ. 327, ένθα ο π. Ευγένιος αποκαλείται το πιο επίζηλο κόσμημα και ο πιο πολύτιμος θησαυρός του Ιερού Αγώνος μας], μακαριστός Μητροπολίτης Ωρωπού και Φυλής Κυπριανός [διασώζεται ηχητικό απόσπασμα περί τούτου από ομιλία του στην Αυστραλία], κ.ά.).

Ο μακάριος παπά Ευγένιος αγαπούσε υπέρμετρα την Παναγία μας και την αγία Μητέρα της, την Θεοπρομήτορα Άννα, την «μάμμη» όλων των Αγιορειτών, της οποίας τους Χαιρετισμούς της έλεγε πολλές φορές την ημέρα. Δεν είναι καθόλου τυχαίο το ότι η κοίμησή του έγινε την ημέρα της εορτής της. Το πρωί της 9ης Δεκεμβρίου 1961, κατά το ορθόδοξο ημερολόγιο, τέλεσε την Θεία Λειτουργία της Αγίας Άννης και εξήλθε του ιερού Βήματος μετά δακρύων χαράς. Το δειλινό της ημέρας εκείνης, καθήμενος στο σκαμνί του και βαστώντας το κομποσχοίνι του, τελείωσε τον βίο του οσιακώς, σε ηλικία 86 ετών, προφέρων διαρκώς την λέξη «χαίρε».

‘Ηταν η εποχή που ήδη από έτους η απορφανισθείσα Εκκλησία μας, μετά την κοίμηση του Αγίου πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου, είχε ήδη αποκτήσει κεφαλή στο πρόσωπο του μακαριστού Επισκόπου Ταλαντίου Ακακίου (+1963). Μάλιστα, όταν κάποιοι αποστάτες κληρικοί της εποχής εκείνης έκαναν σε φυλλάδιό τους κακόβουλο σχόλιο, ότι δήθεν κάποιοι σεβάσμιοι Κληρικοί της Εκκλησίας μας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών Ελλάδος δεν δέχθηκαν τον χειροτονηθέντα τότε με μύριες δυσκολίες στην Αμερική Σεβ/το Επίσκοπο Ταλαντίου Ακάκιο, έγινε έγγραφη βεβαίωση ότι οι Κληρικοί μας εκείνοι, όπως και ο πολιός Αρχιμ. π. Ευγένιος Λεμονής (Λημόνης), εδέχοντο και μνημόνευαν κανονικώς του ονόματος του Αρχιερέως των Σεβ/του κ. Ακακίου, ως ευπειθή της Εκκλησίας τέκνα (Περιοδ. «Η Φωνή της Ορθοδοξίας», αρ.φ. 358/6-2-1961, σελ. 8 και αρ.φ. 371/31-7-1961, σελ. 1-2).

Στην κηδεία του μακαριστού π. Ευγένιου συμμετείχαν περί τους 2.500 χιλιάδες πιστούς. Την Εξόδιο Ακολουθία του «ήρωος του Αγώνος», όπως δικαίως μεταξύ άλλων χαρακτηρίσθηκε, τέλεσαν οι Αρχιμανδρίτες της Εκκλησίας μας Παΐσιος, Χρυσόστομος, Νήφων, Γερμανός, Μερκούριος, Λογγίνος και Αντώνιος, ο Ιερομ. Ησύχιος και ο Αιδ. π. Νικόλαος Καλοσκάμης, η δε ταφή του έγινε στην Ιερά Μονή «Άξιόν Εστιν» Βαρυμπόμπης Αττικής («Η Φωνή της Ορθοδοξίας», αρ.φ. 381/18-12-1961, σελ. 6).

Οι φύλακες του Βασιλικού κτήματος, το οποίο βρισκόταν πλησίον της Μονής, έλεγαν ότι από τον τάφο του έβλεπαν τις νύκτες να βγαίνει φως!

Το τεσσαρακονθήμερο Μνημόσυνό του τελέσθηκε στον Ιερό Ναό Ζωοδόχου Πηγής Πειραιώς, με χοροστασία του Σεβ/του Επισκόπου Ταλαντίου κ. Ακακίου, στις 18/31-1-1962. Σε σύντομο δε Βιογραφικό σημείωμα, το οποίο παρετέθη επί τη ευκαιρία εκείνη, εγράφετο χαρακτηριστικά: «Ακούων (ο Αγιορείτης Ιερομόναχος π. Ευγένιος) την εν τω κόσμω ταραχήν εκ της Καινοτομίας του Νεοεορτολογίου, κατά μίμησιν των παλαιών Θεοφόρων Πατέρων, αφήσας την ησυχίαν του εξήλθεν εις τον κόσμον, στηρίζων και παρηγορών τους πιστούς διά τε του ήθους και των λόγων του, τύπος και υπογραμμός και κανών αρετής ακριβέστατος γενόμενος τοις πάσι. Μέτριος, απλούς, πράος και ησύχιος, τους πάντας ως μαγνήτης προσείλκυε. Μετέστη προς Κύριον πλήρης ημερών διπλούς τους στεφάνους, τον της Ασκήσεως και της Ομολογίας, κομισάμενος» («Η Φωνή της Ορθοδοξίας», αρ.φ. 383-384/15-1-1962, σελ. 11).

Διασώζεται φωτογραφία από Τρισάγιον επι του Τάφου του π. Ευγενίου με ανάγνωση Συγχωρητικών Ευχών από τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Αυξέντιο κατά τον Δεκέμβριο του 1964 («Η Φωνή της Ορθοδοξίας», αρ.φ. 462/15-2-1965, σελ. 5).

Η τιμία κάρα του ευλογημένου π. Ευγένιου φυλάσσεται εντός θήκης και τίθεται σε προσκύνηση, όπως και τα υπόλοιπα ιερά Λείψανά του, στον Ιερό Ναό Ζωοδόχου Πηγής στον Πειραιά, ο οποίος Ναός ώς ιδιωτικός κατέχεται δυστυχώς από αντικανονικούς κληρικούς μη ανήκοντας στην Εκκλησία μας.

Δύο δε Θεομητορικές Εικόνες και κάποια άλλα ιερά αντικείμενα, όπως και κουφώματα, από το Εκκλησάκι στην ταράτσα της οικίας όπου λειτουργούσε ο π. Ευγένιος, περισυνέλεξε και αργότερα διεφύλαξε στην Ιερά Μονή του Αγίου Ονουφρίου στην Ντάρδεζα Κερατέας Αττικής ο μακαριστός Μητροπολίτης της Εκκλησίας μας Ευρίπου και Ευβοίας Ιουστίνος (+2023), ο οποίος είχε γνωρίσει τον π. Ευγένιο κατά την περίοδο που ως Ιερομόναχος εφημέρευε στον Πειραιά και μάλιστα λειτουργούσε στο Εκκλησάκι εκείνο μετά την μακαρία Κοίμησή του (Ενθυμήσεις καταγραφείσες από τον νυν Αιδ. π. Ζήση Τσιότρα).

Παπά Ευγένιε, καύχημα του Ιερού Αγώνος μας, πρέσβευε υπερ ημών των αναξίων διαδόχων σου!

(Περιοδ. «Αρχείον του Ιερού Αγώνος», τ. 7 / Α΄ Εξάμηνον 2018, σελ. 37-49)

Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2024

MΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ' ΛΟΥΚΑ 2024 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

               Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ εἶναι παραβολὴ καὶ ὁμοιάζει μὲ αὐτὴν ποὺ ἀναγνώσθηκε τὴν ΙΔ΄ Κυριακὴ μετὰ τὴν Πεντηκοστή. 

               Κάποιος ἄνθρωπος ἐτοίμασε μεγάλο δεῖπνο καὶ κάλεσε πολλούς. Ὅταν ὅλα ἦταν ἔτοιμα, εἶπε στὸν δοῦλο του νὰ ἐνημερώσει τοὺς καλεσμένους γιὰ νὰ προσέλθουν νὰ εὐφρανθοῦν. Αὐτοί, τότε, ἐπικαλέσθηκαν διάφορες δικαιολογίες γιὰ νὰ ἀπουσιάσουν. Ἄλλος ἔπρεπε νὰ πάει στὸ νέο του χωράφι, ἄλλος νὰ δοκιμάσει τὰ πέντε ζεύγη βοδιῶν ποὺ μόλις ἀγόρασε καὶ ὁ τρίτος νυμφεύθηκε, γιὰ αὐτὸ καὶ ἀδυνατοῦσε νὰ προσέλθει. Ἀφοῦ, λοιπόν, ὁ δοῦλος ἀνέφερε αὐτὰ στὸν κύριό του, ἐκεῖνος ὀργίσθηκε καὶ τοῦ εἶπε νὰ βγεῖ γρήγορα στὰ κεντρικὰ σημεῖα τῆς πόλης καὶ νὰ μαζέψει στὸ δεῖπνο τοὺς φτωχοὺς καὶ τοὺς ἀρρώστους ποὺ θὰ συναντοῦσε. Ἔγινε πράγματι αὐτό, ἀλλὰ ὑπῆρχε ἀκόμη χῶρος στὸ  τραπέζι. Τότε, ὁ οἰκοδεσπότης προστάζει τὸν ὑπηρέτη νὰ βγεῖ στοὺς δρόμους καὶ νὰ ἀναγκάσει τοὺς ἀνθρώπους νὰ προσέλθουν, γιὰ νὰ γεμίσει τὸ σπίτι.  Κλείνει δὲ ἡ περικοπὴ μὲ τὸν οἰκοδεσπότη νὰ διαβεβαιώνει ὅτι πολλοὶ εἶναι καλεσμένοι, λίγοι, ὅμως, οἱ ἐκλεκτοί. 

                ἄνθρωπος ποὺ πραγματοποιεῖ τὸ μεγάλο δεῖπνο εἶναι ὁ Θεὸς Πατέρας. Τὸ δὲ δεῖπνο συμβολίζει τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν καὶ κατ’ ἐπέκταση τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν Θεία Λειτουργία. Ὁ δοῦλος ποὺ ἐκτελεῖ τὶς διαταγὲς τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρός, δὲν εἶναι ἄλλος ἀπὸ Αὐτὸν τὸν Μονογενῆ Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ, τὸν Χριστό μας. Τόση ἀγάπη θρέφει γιὰ ἐμᾶς ὁ Θεός, ὥστε νὰ καταδεχθεῖ νὰ γίνει «ὁ δοῦλος» γιὰ τὴν σωτηρία μας. Μακάρι νὰ ἔχουμε τὴν πνευματικὴ ὡριμότητα γιὰ νὰ κατανοοῦμε αὐτὴ τὴν ἀλήθεια. Τότε καὶ ἐμεῖς θὰ γίνουμε δοῦλοι γιὰ τὸ καλὸ τῶν συνανθρώπων μας μιμούμενοι τὸ παράδειγμα Ἐκείνου, χωρίς, ὅμως, νὰ εἴμαστε δοῦλοι. Μὰ οὔτε ὁ ἴδιος μᾶς θεωρεῖ δούλους. Σέβεται τὴν ἐλευθερία μας, τὴν ὁποία ὁ Ἴδιος μᾶς χορήγησε, μᾶς θεωρεῖ παιδιά Του καὶ φίλους Του καὶ θέλει νὰ μοιραστεῖ μαζί μας τὴν χαρά Του. Ὄχι, ὅμως, μόνο αὐτήν, ἀλλὰ καὶ τὴν ἴδια τὴ ζωή Του θέλει νὰ μοιρασθεῖ μὲ ἐμᾶς. Ὑπάρχει μεγαλύτερη τιμὴ ἀπὸ αὐτὴν; 

               ν θεωροῦμε τόσο μεγάλη τιμὴ τὸ δεῖπνο στὸ ὁποῖο μᾶς προσκαλεῖ κάποιος ἐπίσημος, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ κανονίζουμε ἔτσι τὸ πρόγραμμά μας ὥστε ὁπωσδήποτε νὰ παραστοῦμε, πολὺ μεγαλύτερη τιμὴ πρέπει νὰ θεωροῦμε τὸ δεῖπνο ποὺ παραθέτει ὁ Θεὸς πρὸς ἐμᾶς καὶ πολὺ περισσότερο πρέπει νὰ θυσιάζουμε κάποια πράγματα γιὰ νὰ παραστοῦμε σὲ αὐτό. Τὸ πρῶτο δεῖπνο εἶναι ἐπίγειο καὶ φθαρτό. Χορταίνει τὸ σῶμα μας μόνο γιὰ λίγη ὥρα. Τὸ δεύτερο δεῖπνο εἶναι ἐπουράνιο καὶ ἄφθαρτο. Χορταίνει τὴν ψυχή μας αἰώνια. Τὸ γήινο δεῖπνο τὸ ἐτοιμάζουν οἱ ὑπηρέτες. Τὸ μεγάλο θεϊκὸ δεῖπνο τὸ ἐτοιμάζει ὁ ἴδιος ὁ οἰκοδεσπότης, ὁ Θεός. Ὑπηρέτης δεύτερος δὲν ὑπάρχει. Εἶναι μόνο Αὐτός. Τὸ συγκλονιστικότερο: ὁ Ἴδιος εἶναι καὶ ἡ τροφὴ καὶ ἡ πόση. Τὸ ψωμὶ καὶ τὸ κρασὶ γίνονται μὲ τὶς λειτουργικὲς εὐχὲς καὶ τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος Σῶμα καὶ Αἵμα Χριστοῦ.  Δὲν εἶναι λίγες οἱ μαρτυρίες ἀνθρώπων εὐλαβῶν οἱ ὁποῖοι εἶδαν ὡς Βρέφος τὸν Δεσπότη Χριστὸ στὸ Ἅγιο Δισκάριο. Γιατί, ὅμως, ὁ Κύριος παραθέτει σὲ ἐμᾶς αὐτὸ τὸ ἱερὸ τραπέζι; Μήπως ἔχει νὰ ἐξασφαλίσει κάποιο προσωπικὸ ὄφελος; Μὴ γένοιτο! Δὲν μᾶς ἔχει ὁ Χριστὸς ἀνάγκη. Ἐμεῖς  Τὸν ἔχουμε. Μᾶς καλεῖ σὲ αὐτὸν τὸν μυστικὸ δεῖπνο γιὰ νὰ μᾶς κάνει σύσσωμους καὶ σύναιμους μὲ Αὐτόν, ἀλλὰ καὶ μεταξύ μας. Θέλει ὁ Κύριος τὴν ἑνότητα τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπο καὶ τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν συνάνθρωπό του, διότι αὐτὴ ἡ ἑνότητα ἐξαλείφει κάθε κίνδυνο, στερεώνει τὴν εἰρήνη καὶ προμηνύει τὴν πρόοδο καὶ τὴν εὐημερία. 

        Δὲν εἶναι ἀξιοζήλευτος ἐκεῖνος ποὺ μετέχει στὸ θεϊκὸ δεῖπνο; Ἀσφαλῶς. Πῶς μποροῦμε νὰ συμμετάσχουμε κὶ ἐμεῖς; Μήπως πρέπει νὰ ἐτοιμάσουμε κάτι ἀπὸ τὸ σπίτι γιὰ νὰ συνεισφέρουμε στὸ τραπέζι; Μήπως πρέπει νὰ πληρώσουμε τὴν εἴσοδο; Ὄχι. Ἡ εἴσοδος εἶναι ἐλεύθερη καὶ τὸ τραπέζι εἶναι ἔτοιμο κατὰ πάντα. Δὲν ἀπαιτεῖται κανένας κόπος ἀπὸ μέρους μας. Τὸ μόνο ποὺ πρέπει νὰ κάνουμε εἶναι νὰ ἀποδεχθοῦμε τὴν πρόσκληση. Κὶ ὅμως, κάτι τόσο ἁπλὸ δὲν γίνεται ἀπὸ τοὺς περισσοτέρους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἀρνοῦνται τὴν τόσο τιμητικὴ πρόσκληση, ὅπως βλέπουμε στὴν παραβολή.

                πρῶτος προσκεκλημένος φέρει ὡς δικαιολογία γιὰ νὰ λείψει, τὸ ὅτι ἀγόρασε ἕνα χωράφι καὶ πρέπει νὰ τὸ ἐπισκεφθεῖ. Ἡ περίπτωση αὐτὴ ἀφορᾶ τὸν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος ἔχει τὴν ἐργασία πάνω ἀπὸ ὅλα. Ἐνῶ ἡ ἐργασία εἶναι ἕνα μέσο τὸ ὁποῖο ἀποσκοπεῖ στὴν αὐτοσυντήρησή μας, ἐκεῖνος τὴν θεωρεῖ ὡς αὐτοσκοπό, μὲ ἀποτέλεσμα ὄχι νὰ ἐργάζεται γιὰ νὰ ζεῖ, ἀλλὰ νὰ ζεῖ γιὰ νὰ ἐργάζεται, προκειμένου νὰ ἐξασφαλίζει ὅλο καὶ περισσότερα ὑλικὰ ἀγαθά. Αὐτὰ τὰ ὑλικὰ εἶναι ἡ λατρεία του καὶ τὸ μόνο ποὺ τοῦ δίνει μία ψεύτικη παρηγοριά. Ἐνῶ δῆθεν ἐργάζεται γιὰ νὰ θρέψει τὰ παιδιά του, τελικὰ οὔτε κὰν σχετίζεται μὲ αὐτά. Στὰ γεράματά του μπορεῖ νὰ καταλάβει ὅτι ἀπέτυχε καὶ ὅτι στερήθηκε τὴν χαρὰ τῆς ζωῆς, ὡς δοῦλος τῆς ἐργασίας. Τότε, ὅμως, εἶναι ἀργά. 

            δεύτερος προσκεκλημένος, ἐπικαλεῖται τὴν πρόσφατη ἀγορὰ πέντε ζευγαριῶν βοδιῶν. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἑρμηνεύουν τὰ πέντε ζεύγη βοδιῶν ὡς τὶς πέντε αἰσθήσεις. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς προσπαθεῖ νὰ γεμίσει τὰ κενὰ τῆς ψυχῆς του μὲ τὶς ἠδονικὲς καὶ ἀκάθαρτες εἰκόνες, μυρωδιές, γεύσεις, ἀκούσματα καὶ ψιλαφήσεις. Ὡστόσο, ἡ ψυχὴ δὲν γεμίζει, ἀλλὰ ἀποκτᾶ μεγαλύτερα κενά, καθίσταται ἕνας «κάλαθος τῶν ἀχρήστων». Ὁ δοῦλος τῆς σάρκας καθιστᾶ κέντρο τῆς ζωῆς του τὶς σωματικὲς ἠδονές. Εἶναι, ὅμως, κέντρο αὐτὲς οἱ ἠδονές; Ἂν ἦταν ὄντως κέντρο, θὰ διαρκοῦσαν γιὰ πάντα. Αὐτές, ὅμως, μαραζώνουν μὲ τὴν φθορὰ τοῦ χρόνου. Ὁ ἄνθρωπος κάποια στιγμὴ χάνει τὴν δυνατότητα νὰ μετέχει τῶν ἠδονῶν αὐτῶν. Ἑπομένως, μπορεῖ νὰ καταλάβει ὅτι ὅλη του ἡ ζωὴ ἦταν βυθισμένη στὴν πλάνη. Τότε, ὅμως, εἶναι ἀργά. 

              τρίτος ἀναφέρει στὸν δοῦλο: γυναίκα νυμφεύθηκα, γιὰ αὐτὸ καὶ δὲν μπορῶ νὰ ἔλθω. Ἀναφέρει ὡς δικαιολογία γιὰ νὰ ἀπουσιάσει ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία κάτι τὸ ὁποῖο ὁ Ἴδιος ὁ Οἰκοδεσπότης Θεὸς ἔχει εὐλογήσει, τὸν γάμο. Ὁ Θεὸς δὲν ἐτοίμασε τὸ δεῖπνο μόνο γιὰ τοὺς ἀγάμους, ἀλλὰ γιὰ ὅλους. Εἶναι, λοιπόν, εὐπρόσδεκτη ὅλη ἡ οἰκογένεια. Δυστυχῶς, κάποιοι γονεῖς ἐνδιαφέρονται μόνο νὰ στέλνουν τὰ παιδιά τους στὸ μπαλέτο, στὸ πιάνο, στὰ γυμναστήρια γιὰ νὰ γυμνάσουν τὸ σῶμα τους, ἀλλὰ ἀδιαφοροῦν γιὰ τὴν ἐκγύμναση τῆς ψυχῆς ποὺ προσφέρει τὸ πνευματικὸ γυμναστήριο, ἡ Ἐκκλησία. Μεριμνοῦν γιὰ ὅλα, ἀλλὰ στὸ τέλος τὰ παιδιὰ στεροῦνται τὸ βασικότερο ἀγαθό, τὴν τροφή. Ὄχι τὴν ὑλική, ἀλλὰ αὐτὴν ποὺ χρειάζεται ἡ ψυχὴ γιὰ νὰ μένει ζωντανή, τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἵμα τοῦ Λυτρωτοῦ. Οἱ γονεῖς αὐτοί, δυστυχῶς, δὲν ξέρουν γιατὶ παντρεύονται, δὲν ξέρουν γιατὶ φέρνουν παιδιὰ στὸν κόσμο. Καὶ τὸ χειρότερο, δὲν ἐνδιαφέρονται νὰ μάθουν. Κὶ ἐκεῖ ποὺ νομίζουν ὅτι τὰ πάνε καλά, συνειδητοποιοῦν, ἂν τὸ συνειδητοποιήσουν, ὅτι ἀπέτυχαν. Τότε ὅμως, γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ εἶναι ἀργά. 

          Λυπηρό… Ὁ Χριστὸς ἦλθε στὸν κόσμο, θυσιάσθηκε γιὰ ἐμᾶς, σταυρώθηκε γιὰ ἐμᾶς, καὶ οἱ περισσότεροι ἀπὸ ἐμᾶς ὄχι νὰ θυσιασθοῦμε, οὔτε νὰ ἔλθουμε στὸ λαμπρὸ δεῖπνο δὲν δεχόμαστε. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀγνωμοσύνη. Ὁ Θεός, ὅμως, ὅπως προεῖπα, δὲν ἔχει ἀνάγκη. Στέλνει τὸν Υἱό Του γιὰ νὰ φέρει στὸ δεῖπνο ὅσους θὰ βρεῖ στοὺς δρόμους καὶ στὶς πλατεῖες, τοὺς ἀρρώστους, τοὺς φτωχούς, τοὺς ἁμαρτωλούς, ὅλους. Ἀνεξαρτήτως καταγωγῆς καὶ κοινωνικῆς προέλευσης. Μάλιστα, Τὸν προτρέπει νὰ τοὺς ἀναγκάσει νὰ ἔλθουν. Πρὸς τί αὐτὸς ὁ ἀναγκασμός; Ὄχι, δὲν καταπατᾶ ὁ Θεὸς τὴν ἐλευθερία μας, ἀλλὰ ἐπιμένει. Ἐπιμένει γιὰ τὸ καλό μας, ἀκόμη καὶ ἂν γίνεται κουραστικός. Ἐπιμένει, γιὰ νὰ εὐφρανθοῦμε ἀπολαμβάνοντας τὸ δεῖπνο Του. Δὲν θέλει κανένα πρόβατο νὰ μείνει ἔξω ἀπὸ τὴ μάντρα, ἀλλὰ θυσιάζεται γιὰ τὸ καθένα ξεχωριστά. 

               Εἴδαμε τὴν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ μας. Εἴδαμε πόσο μᾶς ἀγαπάει καὶ τὶ τιμὴ μᾶς ἐπιφυλάσσει. Μένει μόνο νὰ ἀποδεχθοῦμε τὴν πρόσκλησή Του. Ἂς φανοῦμε ἔξυπνοι. Ὁ ἀγρὸς καὶ τὰ βόδια μποροῦν νὰ περιμένουν. Τὸ δεῖπνο τοῦ Θεοῦ εἶναι μοναδικό. Ἂς προσέξουμε, ὅμως, πρὶν εἰσέλθουμε στὸ σπίτι νὰ βγάλουμε τὰ ἀκάθαρτα ροῦχα καὶ νὰ ἐνδυθοῦμε τὸν καθαρὸ χιτώνα. Μὴν προφασισθοῦμε ἀδυναμία νὰ ἀγοράσουμε τὸν χιτώνα. Μᾶς τὸν προσφέρει ὁ Θεὸς δωρεὰν μέσῳ τῆς ἐξομολόγησης. Ἂς μὴν χάσουμε τὴν εὐκαιρία!

Μετ᾽ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2024

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ Ι' ΛΟΥΚΑ (ΤΗΣ ΣΥΓΚΥΠΤΟΥΣΑΣ) 2024 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μεθώνης κ. Ἀμβροσίου)


ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Ι´ΛΟΥΚΑ 2024 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

             Κύριός μας εἶναι ἡ πηγὴ τῶν ἀγαθῶν, εἶναι ὁ «πράος καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ». Ἡ πραότητα, ὡστόσο, δὲν Τὸν ἐμπόδισε νὰ χρησιμοποιήσει τὴν μάχαιρα τῆς δικαιοσύνης γιὰ νὰ ἐλέγξει τὰ κακῶς κείμενα. Στὶς ἐλάχιστες φορὲς ποὺ ὁ Κύριος ὕψωσε τὴ φωνή Του, πού ἀπευθύνθηκε; Στὸν τελώνη; Στὴν πόρνη; Μήπως στὴν μοιχαλίδα; Ὄχι. Αὐτοὺς πνευματικὰ τοὺς ἀγκάλιασε καὶ τοὺς ἔσωσε μὲ τὴν ἀγάπη Του, ἐπειδὴ δέχθηκαν αὐτὴ τὴν ἀγάπη στὴ ζωή τους. Αὐτοὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ποτὲ δὲν ἄκουσαν ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο τὰ φοβερὰ «οὐαί», τὰ «ἀλίμονο». Ἀντιθέτως, αὐτὰ τὰ ἄκουσαν ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Δίκαιου Κριτῆ οἱ δῆθεν ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ, οἱ ὑποκριτὲς Γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι. Κάτι ἀνάλογο συνέβη καὶ στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή. 

             Κύριος ἦταν, κάποιο Σάββατο, στὴν συναγωγὴ τῶν Ἰουδαίων καὶ δίδασκε τὸν λαό, κατὰ τὴν συνήθειά Του. Τὸ Σάββατο ἦταν καὶ εἶναι γιὰ τοὺς Ἰουδαίους ἡμέρα ἱερή, ἡμέρα ἀργίας, κάτι σὰν τὴν δική μας Κυριακή. Εἶχαν, λοιπόν, τὴν ἡμέρα αὐτὴ τὴν τακτική τους σύναξη, προκειμένου νὰ ἀκούσουν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ προσευχηθοῦν. Κάποια στιγμή, ὁ Ἰησοῦς παρατήρησε ὅτι βρισκόταν ἐκεῖ μία γυναίκα συγκύπτουσα. Ἡ γυναίκα αὐτή, δεκαοκτὼ  ὁλόκληρα ἔτη ταλαιπωροῦνταν ἀπὸ κύρτωση τοῦ σώματος, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μὴν μπορεῖ νὰ ἀτενίσει τὸν οὐρανὸ καὶ τοὺς συνανθρώπους της, παρὰ μόνο τὴ γῆ. Ἀξίζει νὰ παραδειγματισθοῦμε ἀπὸ τὴν εὐσεβῆ αὐτὴ γυναίκα. Παρὰ τὸ σοβαρὸ πρόβλημα ὑγείας ποὺ ἀντιμετώπιζε, μὲ καρτερία καὶ πίστη δὲν ἔλειπε ἀπὸ τὴν τακτικὴ σύναξη, σὲ ἀντίθεση μὲ πολλοὺς ἐκ τῶν χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι προφασίζονται προφάσεις γιὰ νὰ λείψουν ἀπὸ τὸν ἀπαραίτητο γιὰ τὴν ψυχὴ ἐκκλησιασμὸ τῆς Κυριακῆς. Αὐτοὶ ἀψηφοῦν καὶ χάνουν τὴν εὐλογία, ἡ δὲ γυναίκα, ἡ ὁποία κυνηγοῦσε τὴν εὐλογία, κέρδισε ὡς ἀνταπόδοση καὶ τὴν σωματικὴ θεραπεία ἀπὸ τὸν Ἰατρὸ τῶν ψυχῶν καὶ σωμάτων, Χριστό. 

            Πάντες χάρηκαν γιὰ τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας. Ἤ, μάλλον, σχεδὸν πάντες. Ὁ ἀρχισυνάγωγος, βλέποντας τὸν Ἰησοῦ νὰ λαμβάνει τόση δόξα ἀπὸ τὸν κόσμο, Τὸν φθόνησε, διότι ἤθελε ἐκεῖνος νὰ εἶναι στὰ μάτια τοῦ κόσμου ὁ «σωτῆρας», ὁ «ἅγιος», ὁ «γέροντας». Γιὰ νὰ κάνει, λοιπόν, αἰσθητὴ τὴν παρουσία του προσπαθώντας νὰ μειώσει τὸν Ἰησοῦ καὶ δῆθεν γιὰ νὰ ὑπερασπισθεῖ τὸν νόμο τοῦ Μωϋσέως, ὑποκρίθηκε τὸν μεγάλο εὐσεβῆ καὶ εἶπε μὲ ἀγανάκτηση στὸν κόσμο τὸ ἑξῆς: «Ἕξι εἶναι οἱ ἡμέρες τῆς ἑβδομάδος.  Σὲ αὐτὲς νὰ ἔρχεστε νὰ θεραπεύεσθε καὶ ὄχι τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου». Ὁ Κύριος, μὴν ἀφήνοντάς του περιθώριο, ἀπάντησε λέγοντας: «Ὑποκριτή, καθένας ἀπὸ ἐσᾶς τὸ Σάββατο δὲν λύνει τὸ μοσχάρι ἢ τὸ γαϊδούρι του ἀπὸ τὴν φάτνη γιὰ νὰ τὸ ποτίσει; Καὶ αὐτὴ ποὺ εἶναι θυγατέρα τοῦ Ἀβραάμ, τὴν ὁποία βασάνισε ὁ σατανὰς δεκαοκτὼ ὁλόκληρα ἔτη δὲν ἔπρεπε νὰ λυθεῖ ἀπὸ τὸν δεσμὸ αὐτὸ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου;». Μὲ αὐτὰ τὰ λόγια καταντροπιάζονταν πάντες οἱ ἐχθροί Του, ἐνῶ ὁ ἁπλὸς κόσμος χαιρόταν μὲ ὅσα γίνονταν ἀπὸ Αὐτόν.

            Μέσα ἀπὸ τὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα ἐπιστρέφουμε πάλι στὸ θέμα τῆς τυπολατρείας, τὸ ὁποῖο ἀποτελεῖ διαχρονικὸ φαινόμενο καὶ ταλαιπωρεῖ ἀρκετὰ τὸ ἅγιο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ τυπολατρεία καθιστᾶ σκοπὸ τῆς ζωῆς τὸν τύπο. Ὁ ἀρχισυνάγωγος πίστευε πὼς θὰ σωζόταν ἂν τηροῦσε ἐπακριβῶς τὸ γράμμα τοῦ νόμου. Στὴν προσπάθεια αὐτή, ὅμως, ξεχνοῦσε τὴν ἐντολὴ τῆς ἀγάπης καὶ ἦταν ἔτοιμος νὰ ἐπιτεθεῖ καὶ νὰ κατασπαράξει σὰν θηρίο ἐκεῖνον τὸν ὁποῖο θεωροῦσε ὡς ἀπειλὴ γιὰ τὴν δική του εὐσεβοφάνεια, ὅταν ὁ τελευταῖος θὰ ἔκανε κάτι ἐκτὸς τοῦ νόμου. Ἡ τήρηση τοῦ νόμου ἦταν γιὰ ἐκεῖνον ὄχι ἀποτέλεσμα τῆς ἀγάπης του γιὰ τὸν Θεό, ἀλλά μάλλον μία καταπιεστικὴ συνήθεια. Ἦταν, ἐπίσης, ἕνας τρόπος νὰ φανεῖ σημαντικὸς στὰ μάτια τῶν ἁπλῶν εὐλαβῶν ἀνθρώπων. Σὰν τὸν ἀρχισυνάγωγο συμπεριφέρονται, δυστυχῶς, καὶ κοσμικοὶ καὶ κληρικοί. Ἂν τὸ γνωρίζουν καὶ προσπαθοῦν μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ μετανοήσουν, βαδίζουν σὲ καλὸ δρόμο. Ἂν τὸ ἀγνοοῦν, τότε ταλαιπωροῦνται ἀδίκως καὶ ταλαιπωροῦν τὴν Ἐκκλησία. 

            μεῖς ὡς Χριστιανοί, ὅ,τι κάνουμε, πρέπει νὰ τὸ κάνουμε ἐπειδὴ τὸ ἀγαπᾶμε, ἐπειδὴ ἀγαπᾶμε τὸν Θεό. Ἂν ἀγαπᾶμε, δὲν ὑπάρχει περίπτωση νὰ κρίνουμε κάποιον ὁ ὁποῖος εἶναι πιὸ χαλαρὸς στὰ πνευματικά, οὔτε πάλι νὰ φθονήσουμε κάποιον ὁ ὁποῖος εἶναι πιὸ προχωρημένος. 

            Εἰδικὰ τώρα ποὺ πλησιάζει ἡ μεγάλη Δεσποτικὴ Ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων, μᾶς δίνεται ἡ εὐκαιρία νὰ κατανοήσουμε τὴν διαφορὰ τοῦ τύπου ἀπὸ τὴν οὐσία. Ὁ περισσότερος κόσμος βυθίζεται στοὺς τύπους, προσπαθεῖ νὰ αἰσθανθεῖ τὸ νόημα τῶν Χριστουγέννων μέσα ἀπὸ τὰ λαμπάκια, τὰ στολίδια, τὰ ρεβεγιὸν ἢ τὰ δῶρα. Ὅταν, ὅμως, περάσουν οἱ γιορτές, καταλαβαίνει ἕνα τεράστιο κενό. Ἄλλο τόσο κενὸ αἰσθάνονται καὶ οἱ χριστιανοὶ ποὺ ναὶ μὲν ἀπέχουν ἀπὸ ὅλα αὐτά, ἀσκοῦν, ὅμως, τὰ καθήκοντά τους τυπολατρικὰ καὶ μακριὰ ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς ἀγάπης. Ἀντιθέτως, ὅσοι προσεγγίζουν τὰ Χριστούγεννα μὲ νηστεία, καθαρὴ ἐξομολόγηση, συνειδητὴ προσευχὴ καὶ μετάληψη τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, μὲ κρυφὴ ἐλεημοσύνη καὶ εἰλικρινῆ ἀγάπη, μιμούμενοι τὴν ἀγάπη, ἐξαιτίας τῆς ὁποίας ὁ Θεὸς ἔγινε Ἄνθρωπος, κάνουν τὴν ψυχή τους φάτνη γιὰ νὰ κατοικήσει ὁ Σωτῆρας. Καὶ ὅταν περάσουν οἱ γιορτές, καταλαβαίνουν τὴν φωτιστικὴ παρουσία τοῦ Γεννηθέντος Χριστοῦ στὴν καθημερινότητά τους. 

            Τὸ νόημα τοῦ σημερινοῦ ἀναγνώσματος, ἀδελφοί, εἶναι ὅτι ὁ Χριστὸς ἀναπαύεται στὴν ἀγάπη, ὄχι στὸν τύπο. Ἀγαπάω; Σώθηκα. Δὲν ἀγαπάω; Ὅσα κομποσκοίνια καὶ νὰ κάνω, ὅσες μετάνοιες, ὅσες ξηροφαγίες, ἂν δεν μὲ βοηθήσουν νὰ ἀγαπήσω, ματαίως τὰ πράττω. Ὅλα αὐτὰ ἀποτελοῦν τὸ ἅρμα. Ἡ ἀγάπη ἀποτελεῖ τοὺς ἴππους, τὰ ἄλογα. Χωρὶς τοὺς ἴππους, τὸ ἅρμα εἶναι ἁπλῶς ἕνα ὄμορφο θέαμα χωρὶς χρήση. Χωρὶς τὸ ἅρμα, οἱ ἴπποι παραμένουν χρήσιμοι καὶ μποροῦν νὰ μᾶς ὁδηγήσουν στὸν Θεό. 

            Μαθαίνουμε, ἐπίσης, ὅτι δὲν ὑπάρχει φραγμὸς καὶ ὅριο στὴν ἄσκηση τῆς ἀγάπης. Κανένα Σάββατο καὶ καμία τυπικὴ διάταξη δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς ἀπαγορεύσει νὰ κάνουμε τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης. Ἂν κάποιος πιστεύει τὸ ἀντίθετο, ἂς εἶναι ἔτοιμος γιὰ τὰ «οὐαὶ» καὶ τὴν ντροπὴ ποὺ ἀποκόμισαν οἱ ὑποκριτές. Σὲ αὐτοὺς ὁ Κύριος εἶπε πάλι: «ἔλεον θέλω καὶ οὐ θυσίαν». Σὲ Αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν. 

Μετ᾽ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

†  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Πέμπτη 19 Δεκεμβρίου 2024

ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΣΙΟ ΙΕΡΩΝΥΜΟ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΗΣ (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα)

Ὁμιλία γιὰ τὸν Ὅσιο Ἱερώνυμο τῆς Αἰγίνης

            Τὸ βράδυ τῆς Δευτέρας, 3/16-12-2024, ὁ Σεβ/τος Μητροπολίτης Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμης εἶχε ἑσπερινὴ ὁμιλία στὸν Ἱερὸ Ναὸ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου στὸν Καραβᾶ Πειραιῶς, μὲ θέμα τὸν σύγχρονο Ὅσιο Ἱερώνυμο τῆς Αἰγίνης (+1966).

            Μετὰ τὴν τέλεση ἱερᾶς Παρακλήσεως στὴν Θεοτόκο, παρουσίᾳ τοῦ οἰκείου Ἱεράρχου Σεβ/του Μητροπολίτου Πειραιῶς καὶ Σαλαμῖνος κ. Γεροντίου, Κληρικῶν καὶ πιστῶν, ἀναφέρθηκε σὲ βιογραφικὰ στοιχεῖα τοῦ Ἁγίου Γέροντος τῆς Καππαδοκίας, ὁ ὁποῖος στόλισε τὴν νῆσο τῆς Αἰγίνης ἐπὶ 44 ὁλόκληρα ἔτη, ἀπὸ τὸ 1922 μέχρι τοῦ τέλους του, μὲ τὰ θαυμάσια τῆς ὁσιότητός του.

            Ἐπίσης, ἀναφέρθηκε στὴν παραδοσιακότητα τοῦ Ἀνατολίτου Ἁγίου διὰ τῆς τηρήσεως τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου ὑπὸ τὴν εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ ἐπίσης σὲ διάφορες χαρακτηριστικὲς ἁγιοπνευματικὲς διδαχές του, ὅπως καὶ ἐκδηλώσεις θαυμάτων του, πρὸς οἰκοδομὴν καὶ παραμυθίαν.

          

       

Κυριακή 15 Δεκεμβρίου 2024

Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΟΥΣΤΙΝΟ ΠΟΠΟΒΙΤΣ (π.Γεώργιος Μεταλληνός)



ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΤΟΙΜΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΑΙ ΡΩΜΑΙΟΚΑΘΟΛΙΚΩΝ; (Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής ΑΠΘ Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενώσεως Θεολόγων)

 

Είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι οι διαφοροποιήσεις στην πίστη, που χωρίζουν τους ανθρώπους και τους λαούς, δεν είναι εύκολο να εξομαλυνθούν. Ωστόσο, η ορθόδοξη Εκκλησία προσεύχεται διαρκώς «υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου», την ειρήνη και την ενότητα της πίστεως, για την οποία προσευχήθηκε ο ίδιος ο Χριστός κατά την Αρχιερατική Του προσευχή, ζητώντας από τον Πατέρα Του και Πατέρα όλων των ανθρώπων και ιδιαίτερα των Χριστιανών, να είναι ενωμένοι σε ένα σώμα, σε μία ποίμνη και μία πίστη: «ίνα πάντες εν ώσιν, καθώς σύ, πάτερ, εν εμοί, καγώ εν σοι» (Ιω. 17, 21). Για «την ενότητα της πίστεως και την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος» εύχεται και η Εκκλησία στη θεία Λατρεία της.

Ωστόσο, γνωρίζουμε ότι από το 1054 έχουμε το Σχίσμα ανάμεσα στους Χριστιανούς της Ανατολής και της Δύσεως και ότι ένα από τα κύρια εμπόδια για την ενωτική πορεία τους είναι ότι κάποιοι από αυτούς αναζητούσαν και αναζητούν την Ένωση, περισσότερο ανθρωποκεντρικά και λιγότερο θεοκεντρικά, καθώς δεν θέτουν, ως βάση, την υπακοή στο θέλημα του Θεού και την αναφορά στην πίστη προς Αυτόν, αλλά φαίνεται να κάνουν ενωτικές προσπάθειες ή κινήσεις, με ανθρωποκεντρικό και διπλωματικό χαρακτήρα και με περίβλημα μια κοσμικού τύπου αγάπη.
Μάλιστα, από ό, τι αποκαλύπτουν κάποιες πληροφορίες, στο θέμα μιας μελλοντικής Ενώσεως των Χριστιανών φαίνεται να επενδύουν κάποιοι ισχυροί, συνδέοντάς το με γεωπολιτικά τους σχέδια, καθώς τους ενδιαφέρει και τους διευκολύνει κάθε στοιχείο οργανωτικό ή ενωτικό που θα μπορούσε να συμβάλει στην οργάνωση ενός παγκόσμιου κράτους.
Έτσι, στις διαδικασίες για την Ένωση των Χριστιανών φαίνεται να εμπλέκονται, φανερά ή κρυφά, κάποιες κοσμικές σκοπιμότητες, που, ως συνήθως, συνοδεύονται με πιέσεις ή προτροπές κοσμικών αξιωματούχων, που τεχνηέντως θέλουν να αποϊεροποιήσουν και να εκκοσμικεύσουν το θέμα της ενότητας της πίστεως και να το αποσυνδέσουν, όσο γίνεται, από τη χριστιανική του σκοποθεσία.
Στο πλαίσιο αυτό, φαίνεται ότι κάποιοι παράγοντες, που επηρέαζαν στο παρελθόν ή επηρεάζουν και στην εποχή μας την κατεύθυνση και το περιεχόμενο του σύγχρονου θεολογικού διαλόγου, επενδύουν περισσότερο στα συναισθήματα που προκαλεί η επιθυμία μιας διανθρώπινης ειρήνευσης και αγάπης και λιγότερο στην άνωθεν ειρήνη, που πηγάζει από την αγάπη του Θεού και την πίστη στο πρόσωπο και στην αλήθεια του Χριστού, όπως αυτή βιώνεται στην Εκκλησία και όπως έχει εκφραστεί στο συνοδικό και οικουμενικό ήθος των Αγίων Πατέρων της Ορθόδοξης Παραδόσεως.
Έτσι, στη συζήτηση για την Ένωση, δεν βλέπουμε να λαμβάνονται υπόψη οι προϋποθέσεις της εν Χριστώ ενότητας, όπως θα ανέμενε κανείς, δηλαδή η ειλικρινής μετάνοια και επιθυμία για επανόρθωσή τους στην ορθή και ευάρεστη στον Θεό πίστη.
Από την πλευρά των ορθοδόξων Εκκλησιών, είναι σαφές ότι η ενότητα των Χριστιανών και ο διάλογος προς αυτήν την κατεύθυνση είναι θέμα θεολογικού -και μόνον- διαλόγου, εν πίστει και αληθεία, όπως ορίζει η θεολογική αγιοπνευματική Παράδοση της Μίας Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας του Χριστού.
Ωστόσο, οι διάλογοι της ορθόδοξης Εκκλησίας με τις χριστιανικές ομολογίες δεν σταμάτησαν ποτέ να γίνονται, ούτε πρόκειται να σταματήσουν, διότι αποτελεί χρέος και αποστολή των Ορθοδόξων Χριστιανών να ευαγγελίζονται την αλήθεια του Χριστού σε όλους τους ανθρώπους, καθώς μόνον «ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται».
Από την άλλη πλευρά, ο επανευαγγελισμός, θεωρείται αναγκαίος και απαραίτητος, για τους Χριστιανούς, όταν μάλιστα συνειδητοποιείται ότι έχει αλλοιωθεί η αλήθεια και η ζωή της πίστεώς τους, αφού χωρίς αυτήν, σύμφωνα με την οδηγία της Γραφής, διακινδυνεύεται η σωτηρία τους: «γνώσεσθε την αλήθεια και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς».
Η ορθόδοξη Εκκλησία, επομένως, σε κάθε περίπτωση, οφείλει να κινείται στο παρόν και το μέλλον, με βάση την Αλήθεια της. Η ιερή παράδοση, προς τούτο, δεν είναι ορθό να θεωρείται μια τυπική σταθερότητα στη δογματική κληρονομιά της Ορθοδοξίας, αλλά η ακέραιη και βαθιά πίστη στη διαρκή παρουσία του Αγίου Πνεύματος, το Οποίο είναι διαρκώς παρόν στη ζωή των μελών της Εκκλησίας, έτσι ώστε να μπορούν, με τις δικές Του δωρεές, να ακολουθούν τα τρία στάδια της εν Χριστώ Τελειώσεως και Σωτηρίας: Την Κάθαρση, τον Φωτισμό και τη Θέωση.
Γι αυτό, όταν μιλά κανείς για την Ένωση των χριστιανών είναι απαραίτητο να συνειδητοποιεί ότι το Σχίσμα, ως Χωρισμός και απόσταση από την αλήθεια που σώζει, δεν θεραπεύεται με κοσμικού και όχι εκκλησιαστικού ήθους συνδιασκέψεις, συνομιλίες και αγαπολογίες, αλλά με έναν γνήσιο διάλογο αληθείας και αγάπης και με μια έμπρακτη και αληθινή μετάνοια και επανόρθωση εκ μέρους εκείνων, που παρεκτράπηκαν και παρέκλιναν από την οδό και την αλήθεια του Χριστού, ραγίζοντας την ενότητα της πίστεως.
Έτσι, είναι εμφανές πως, εάν δεν εκλείψουν οι θεολογικές αιτίες, που οδήγησαν στον χωρισμό από την Αλήθεια του Χριστού και των Αγίων Πατέρων, είναι μάταιο να προχωρούν οι δύο πλευρές στην Ένωση, διότι αυτή, εάν επιτευχθεί, μέσω άλλων κοσμικών κριτηρίων, θα είναι αίολη και ευάλωτη, με αποτέλεσμα, όπως συνέβη και παλαιότερα, να είναι ψεύτικη, συμβατική και φαινομενική.
Ενωτικοί διάλογοι, μετά από το 1054, έγιναν πολλοί, χωρίς αποτέλεσμα, ενώ συνεχίζονται και στην εποχή μας. Αυτή η συνέχεια των διαλόγων, όταν φυσικά πραγματοποιούνται εν αληθεία και εν αγάπη, αποτελεί πράξη οικοδομής, καθώς δίνεται η ευκαιρία στις δύο πλευρές να συζητούν, με βάση τα Συνοδικά και Πατερικά κείμενα και να γίνονται δέκτες των αγιοπνευματικών εμπειριών, που, ίσως, λειτουργήσουν, θετικά, στην επάνοδο των αποσχισθέντων στην Αλήθεια του Χριστού.
Τραυματικό σφάλμα, όμως, είναι να χρησιμοποιείται ή να συνδέεται ο θεολογικός διάλογος για την Ένωση, με κοσμικά σχέδια και γεωπολιτικές επιδιώξεις, καθώς η οποιαδήποτε μη θεολογική προσέγγιση της Ένωσης, θα οδηγήσει, όχι στην επίτευξη της αληθινής και θεολογικής Ενότητας, αλλά στην σύναψη μιας συμβατικής συμμαχίας, με όρους, προϋποθέσεις και αποτελέσματα, άσχετα με τη χριστιανική αλήθεια και ζωή.
Από την πλευρά των Χριστιανών, η ιστορική εμπειρία διδάσκει ότι οι Χριστιανοί δεν επιτρέπεται να επαναλάβουν το λάθος παλαιότερων διαλόγων, όπου αναγκάζονταν να υποχωρούν στις πολιτικές κινήσεις ή πιέσεις, που δεν θεράπευαν, αλλά διαιώνιζαν το σχίσμα, με αποφάσεις ψευδοενώσεων που εξυπηρετούσαν, αποκλειστικά, ανίερες προσδοκίες και όχι την αλήθεια του Ευαγγελίου.
Άλλωστε, είναι γνωστό, ιστορικά, το αποτέλεσμα τέτοιων ενεργειών, καθώς, όταν έγιναν απόπειρες ψευδοενώσεων, με την αποδοχή από τους ορθόδοξους εκπροσώπους, των ρωμαιοκαθολικών δογματικών παρεκκλίσεων, ακυρώθηκαν, στη συνέχεια, από τον ορθόδοξο λαό.
Τις δογματικές παρεκκλίσεις και διαφορές τις διέκριναν οι Άγιοι, όπως ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός: «Προ χρόνων πολλών απεσχίσθη (η Εκκλησία της Ρώμης) της των ετέρων τεσσάρων Αγιωτάτων Πατριαρχών κοινωνίας, αποσχοινισθέν εις έθη και δόγματα της Καθολικής Εκκλησίας και των Ορθοδόξων αλλότρια».
Ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, επίσης, καταγράφει τη θέση του για τις παπικές κακοδοξίες: «Το ορθόδοξον δόγμα, απερρίφθη και αντικατεστάθη διά του λατινικού αιρετικού παν-δόγματος περί του πρωτείου και του αλαθήτου του πάπα. Εξ αυτής δε της παναιρέσεως εγεννήθηκαν και γεννώνται συνεχώς άλλαι αιρέσεις: Το Filioque, η αποβολή της Επικλήσεως, τα άζυμα, η εισαγωγή της κτιστής χάριτος, το καθαρτήριον πυρ, το θησαυροφυλάκιον των περισσών έργων κ.ά.».
Από τα ανωτέρω, φαίνεται ότι κινήσεις που να δείχνουν ότι οι αποσχισθέντες έχουν προθέσεις επιστροφής στην αλήθεια, μέσω μετανοίας, δεν διακρίνει κανείς, έως τώρα, να έχουν γίνει. Καλό θα είναι, συνεπώς, να υπάρχει μεγάλη προσοχή στο θέμα της θεολογικής προσεγγίσεως Ανατολής – Δύσεως, έτσι ώστε να μην γεννιούνται μεγάλες προσδοκίες, ως προς την πρόοδο στην αληθινή Ένωση και, κατά συνέπεια, στην αληθινή Ενότητα της πίστεως των Χριστιανών.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2024 (Ομιλία π. Ευθυμίου Μπαρδάκα)

 

Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2024

ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΗΣ (1875 – 9/22 Δεκεμβρίου 1961)

 

[…] Μετά μία εικοσαετία σκληρών αγώνων στο αυστηρό κοινόβιο του Διονυσίου [στο Άγιον Όρος], όπου έλαβε την κουρά και την ιεροσύνη, έκανε μία τριακονταετία στον Πειραιά, συνεχίζοντας τους αγώνες του και βοηθώντας τους εκεί χριστιανούς.
Ήταν δάσκαλος στην πατρίδα του Βόρειο Ήπειρο.
Η μεγάλη του ασκητικότητα, η θυσιαστική αγάπη και η γλυκύτητα του χαρακτήρα του τον έκαναν στοργικό Πνευματικό πατέρα πολλών πιστών.
Αφιλοχρήματος και ακτήμων υπερβολικά, ζούσε πάντα ως φιλοξενούμενος.
Ποτέ δεν απέκτησε δική του στέγη.
Κοιμόταν ελάχιστα, τον χειμώνα δεν άναβε φωτιά, προσευχόταν θερμά, σιωπούσε ηθελημένα.
Όσα χρήματα του έδιναν τα μοίραζε ελεημοσύνη.
Συχνά αγρυπνούσε.
Διαβάζοντας τους εξορκισμούς έφευγαν τα δαιμόνια, για τη μεγάλη του καθαρότητα και ταπείνωση.
Μεγάλη του χαρά οι καθημερινές θείες Λειτουργίες σε εξωκκλήσια ταπεινά.
Τον έβλεπαν τα καθαρά μάτια να μην πατά στη γη.
Συχνό γεύμα του τα πρόσφορα της προσκομιδής.
Το αυστηρό ασκητικό του πρόγραμμα δεν το άφησε μέχρι του τέλους του.
Μέσα από τα παλιόρασά του φορούσε βαριά σίδερα, που του είχαν φάει τις σάρκες.
Κοιμόταν σε χαμηλό κάθισμα και γι’ αυτό είχε καμπουριάσει.
πό τις πορείες και τις μακρές ορθοστασίες είχαν αρχίσει να σαπίζουν τα πόδια του, μα δεν μύριζαν ποτέ άσχημα.
Οι φίλοι του τού συνιστούσαν την επίσκεψη σε ιατρούς. Με τη γλυκύτητα που πάντα τον διέκρινε, τους απαντούσε: «Μετά της Άγιας Άννης θα πάω…».
Αγαπούσε υπέρμετρα την Παναγία και την αγία μητέρα της, τη «μάμμη» όλων των Αγιο­ρειτών. Τους Χαιρετισμούς της έλεγε πολλές φορές την ημέρα.
Δεν είναι δίχως σημασία που ο θάνατός του ήλθε στο δειλινό της εορτής της Αγίας Άννης. Το πρωί είχε τελέσει την τελευταία θεία Λειτουργία του. Εξήλθε του ιερού βήμα­τος μετά δακρύων και χαράς. Στο πρόσωπό του έβλεπες όλη τη μακάρια ανάπαυση των πολλών κόπων του.
Στα χείλη του ίσα που άκουγες τα τελευταία «Χαίρε» των ασίγαστων Χαιρετισμών προς την Αειπάρθενο Θεοτόκο. Πράγματι, η μητέρα της μητέρας του Παναγία, τον παρέλαβε με τις πρεσβείες της κοντά της.
Εκεί που από μικρός προσδοκούσε να κατευθυνθεί και να τερματίσει, ο έτοιμος από καιρό.
Καθήμενος στο σκαμνί του και βαστώντας το κομποσχοίνι του τελείωσε τον βίο του οσιακά.
Όταν τον σαβάνωσαν οι ιερείς, είδαν τα πληγωμένα πόδια του γεμάτα σκουλήκια και θαύμασαν.
Από τον τάφο του έβλεπαν να βγαίνει φως [….]

1 ΣΧΌΛΙΟ:

Ion είπε… (11 Δεκεμβρίου 2024)

Ο πατήρ Ευγένιος, το επίθετο Λεμόνης (Λεμόνι, στα αλβανικά), ήταν αλβανικής καταγωγής αλλά Έλληνας στη συνείδηση, από την Χοστίστα της περιοχής Κορυτσάς. Είχε κάποια παιδεία, νομίζω ήταν δάσκαλος της ελληνικής. Μετά την αλλαγή του ημερολογίου, το 1924, έφυγε από τη Μονή Διονυσίου και ήρθε στον κόσμο και εξυπηρετούσε λειτουργικά τους Παλαιοημερολογίτες στον Πειραιά, χωρίς να είναι φανατικός… Λειτουργούσε στο εκκλησάκι της Ζωοδόχου Πηγής, στην οδό Μακεδονίας, στην Αγία Σοφία του Πειραιά. Το εκκλησάκι είχε χτιστεί εκεί όπου ήταν το σπιτάκι μιας γιαγιάς που το είχε παραχωρήσει και υφίσταται μέχρι σήμερα, ανήκει στους Παλαιοημερολογίτες. Υπάρχει και αγίασμα μέσα στο εκκλησάκι, ρέει από τον βράχο. Τον πατέρα Ευγένιο είχε γνωρίσει η γιαγιά μου, κοιμόταν σε μία καρέκλα και δενόταν με αλυσίδα για να μην πέσει. Όλοι στη γειτονιά, ανεξάρτητα από το ημερολόγιο (και η γιαγιά μου ήταν με το Νέο), τον θεωρούσαν άγιο άνθρωπο. Μερικά παιδιά τον έβλεπαν στη Μεγάλη Είσοδο να υπερίπταται. Τον είχε γνωρίσει μάλλον και η γερόντισσα Μακρίνα της Πορταριάς, τον αναφέρει, αλλά όχι με το όνομά του, σε μία ομιλία της που έχει εκδοθεί στο βιβλίο “Λόγια Καρδιάς”, όπου σε κάποιο σημείο μιλάει για έναν άγιο γέροντα που έμενε στα Καμίνια του Πειραιά και θεωρώ ότι ήταν ο πατήρ Ευγένιος. Προσθέτω ότι είχε πνευματική κόρη μία συντοπίτισσα της γιαγιάς μου από τη Σέριφο, που είχε χάσει όλα της τα παιδιά από φυματίωση, φτωχή γυναίκα, την κυρα Καλλιόπη. Θα ήταν ευχής έργο να βρεθούν περισσότερες μαρτυρίες για τον μακαριστό πατέρα Ευγένιο Λεμόνη τον Διονυσιάτη. Ας έχουμε την ευχή του.

(Ιστολόγιο «Τρελογιάννης», 10 Δεκεμβρίου 2024)

Σημ.ἡμ.: Γιὰ τὸν ὅσιο Γέροντα Εὐγένιο Λημόνη (Λεμονῆ) ἔχει γραφεῖ ἀφιέρωμα στὸ Περιοδικὸ «Ἀρχεῖον τοῦ Ἱεροῦ Ἀγῶνος», τ. 7 / Α΄ Ἑξάμηνον 2018, σελ. 37-49, τὸ ὁποῖο σὺν Θεῷ θὰ ἀναδημοσιεύσουμε στὴν Ἱστοσελίδα μας. 

Τρίτη 10 Δεκεμβρίου 2024

ΟΣΟ ΔΕΝ ΖΕΙΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ, ΜΗΝ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙΣ ΕΥΤΥΧΙΑ (Οσίου Επισκόπου Θεοφάνους του Εγκλείστου)

 

Οσίου Επισκόπου Θεοφάνους του Εγκλείστου

Σε ποιον θέλεις περισσότερο ν’ αφιερώσεις τη ζωή σου; Το πνεύμα της ζωής σου καθορίζεται από τα χαρακτηριστικά στοιχεία εκείνου προς το οποίο περισσότερο κλίνεις.

Όποιος ζει για τον Θεό, έχει ένα πνεύμα θείου φόβου και ευλάβειας. Όποιος ζει για τον εαυτό του, έχει ένα πνεύμα αυτάρεσκο, εγωιστικό, φίλαυτο, σαρκικό. Και όποιος ζει για τον κόσμο, έχει ένα πνεύμα φιλόκοσμο και μάταιο. Κρίνοντας απ’ αυτά τα γενικά χαρακτηριστικά, βρες τι πνεύμα υπάρχει μέσα σου.

Συνήθως στις γιορτές εύχονται ευτυχία. Ευτυχία, λοιπόν, σου εύχομαι κι εγώ. Γιατί, όμως, κάνουμε αυτή την ευχή; Είναι αλήθεια ότι κανένας μέχρι σήμερα δεν έχει καθορίσει με σαφήνεια και ακρίβεια το τι είναι ευτυχία και το ποιος είναι πραγματικά ευτυχισμένος. Θαρρώ πως ευτυχισμένος είναι όποιος νιώθει έτσι. Όταν, λοιπόν, σου εύχομαι ευτυχία, αυτό ακριβώς εύχομαι: Να νιώθεις πάντα ευτυχισμένη! Και επειδή οι άνθρωποι έχουν τόσο διαφορετικές επιθυμίες, τόσο διαφορετικά γούστα και, συνακόλουθα, τόσο διαφορετικές απόψεις για την ευτυχία, που μπερδεύεται κανείς για τα καλά, σου ξεκαθαρίζω δίχως περιστροφές: Όσο δεν ζεις πνευματικά, μην περιμένεις ευτυχία.

Η διανοητική και σαρκική ζωή, όταν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές, δίνουν κάτι σαν ευτυχία. Μα δεν πρόκειται παρά για μια φευγαλέα και απατηλή γεύση ευτυχίας, που γρήγορα χάνεται. Πέρα απ’ αυτό, όταν η διανοητικότητα και η σαρκικότητα κυριαρχούν στον άνθρωπο, τότε η ψυχή και το σώμα ταράζονται από εμπαθείς λογισμούς, επιθυμίες και συναισθήματα. Το δηλητήριο των παθών δηλητηριάζει τον άνθρωπο, όπως το αφιόνι [όπιο/ναρκωτικό], αλλά τον κάνει να ξεχνά πρόσκαιρα τη δυστυχία του, όπως πάλι το αφιόνι. Η πνευματική ζωή, απεναντίας, απαλλάσσει τον άνθρωπο από τα πάθη, του προσφέρει τις ευλογίες του πνεύματος και τον κάνει αληθινά και ολοκληρωτικά ευτυχισμένο.

Ο άνθρωπος της χάριτος λάμπει εσωτερικά σαν αστέρι. Συχνά, μάλιστα, η εσωτερική αυτή λαμπρότητα περνά από την ψυχή στο σώμα και γίνεται ορατή στους άλλους.

Όταν έμενα στην Πετρούπολη, στη δεκαετία του 1840, ακούγοντας γι’ αυτό από κάποιους, θέλησα να το διαπιστώσω με τα ίδια μου τα μάτια. Ήμουνα, βλέπεις, νεαρός τότε και δύσπιστος. Έτυχε, λοιπόν, να με επισκεφθεί ένας μοναχός, στον οποίο οι ενέργειες της χάριτος ήταν ήδη έκδηλες. Αρχίσαμε να μιλάμε για πνευματικά ζητήματα. Όσο πιο πολύ αυτοσυγκεντρωνόταν, όσο πιο πολύ η σκέψη του βάθαινε, τόσο πιο φωτεινό γινόταν το πρόσωπό του· ώσπου, τελικά, έγινε λευκό σαν το χιόνι, με τα μάτια του ν’ αστράφτουν. Λένε ότι και ο όσιος γέροντας Σεραφείμ του Σαρώφ πολύ συχνά έλαμπε, ιδιαίτερα την ώρα της προσευχής, και όλοι τον έβλεπαν φωτόλουστο.

Πολλές τέτοιες περιπτώσεις συναντάμε στις διηγήσεις των αγίων πατέρων. Αναφέρεται, για παράδειγμα, στο Γεροντικό, ότι ο αββάς Ιωσήφ της Πανεφώ όταν προσευχόταν με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό, τα δάχτυλά του γίνονταν σαν δέκα λαμπάδες αναμμένες. Το αποκάλυψε ο αββάς Λωτ, που το είδε. Για τον αββά Αρσένιο, πάλι, είναι γραμμένο το ακόλουθο περιστατικό: Πήγε κάποτε στο κελί του, στη Σκήτη της Αιγύπτου, ένας αδελφός. Χτύπησε την πόρτα, μα δεν πήρε απάντηση. Σκύβοντας τότε, κοίταξε μέσα από τη θυρίδα. Και τι να δει! Ο αββάς Αρσένιος ήταν όλος φωτιά! Ένας από τους πατέρες, τέλος, όταν συνάντησε τον αββά Σιλουανό, είδε το πρόσωπό του και το σώμα του να λάμπουν σαν αγγέλου. Και μην μπορώντας ν’ ατενίσει εκείνη την τόση λαμπρότητα, έπεσε με το πρόσωπο στη γη.

Σε κάθε εποχή υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι, άνθρωποι της χάριτος… Όλοι οι φωτεινοί άνθρωποι του Θεού μετέχουν χαρισματικά στο άκτιστο φως δηλαδή στην άκτιστη ενέργεια του Κυρίου, στο φως που αξιώθηκαν να δουν οι άγιοι απόστολοι Πέτρος, Ιάκωβος και Ιωάννης στο όρος Θαβώρ, όταν Εκείνος μεταμορφώθηκε, όταν «το πρόσωπό Του έλαμψε σαν τον ήλιο» (Ματθ. 7:2) και «τα ρούχα Του έγιναν αστραφτερά, κατάλευκα σαν το χιόνι» (Μαρκ. 9:3).

(Από το βιβλίο: Πνευματική Ανθολογία από τους βίους και τους λόγους των Αγίων της Ρωσίας,
έκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2018, σελ. 99, 102, 105)

ΣΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΔΕΝ ΒΑΖΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΔΙΚΟΥΣ ΜΑΣ ΟΡΟΥΣ (Ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα)

Ὁμιλία Κυριακῆς ΙΓ΄ Λουκᾶ (πλουσίου νεανίου)

Ἀπὸ τὸν Σεβ/το Μητροπολίτη Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Παρασκευῆς στὸ Μεζοῦρλο (Λατίνια) Λαρίσης, τὴν Κυριακή, 25-11/8-12-2024, μὲ τίτλο: «Στὸν Χριστὸ δὲν βάζουμε τοὺς δικούς μας ὅρους».


Πηγή