A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Τετάρτη 12 Ιουνίου 2013

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ




«Βλέπετε αυτή τη κοινή για μας εορτή και ευφροσύνη, την οποία ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός εχάρισε με την ανάσταση και ανάληψή του στους πιστούς; Επήγασε από θλίψη.

Βλέπετε αυτή τη ζωή, μάλλον δε την αθανασία; Επιφάνηκε σε μας από θάνατο.

Βλέπετε το ουράνιο ύψος, στο οποίο ανέβηκε κατά την ανύψωσή του ο Κύριος και την υπερδεδοξασμένη δόξα που δοξάσθηκε κατά σάρκα; Το πέτυχε με τη ταπείνωση και την αδοξία. Όπως λέγει ο απόστολος γι' αυτόν, «εταπείνωσε τον εαυτό του γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, και μάλιστα σταυρικού θανάτου, γι' αυτό κι' ο Θεός τον υπερύψωσε και του χάρισε όνομα ανώτερο από κάθε όνομα, ώστε στο όνομα του Ιησού να καμφθεί κάθε γόνατο επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων και να διακηρύξει κάθε γλώσσα ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Κύριος σε δόξα Θεού Πατρός».(Φιλιπ. 2: 8-11).

Εάν λοιπόν ο Θεός υπερύψωσε το Χριστό του για το λόγο ότι ταπεινώθηκε, ότι ατιμάσθηκε, ότι πειράσθηκε, ότι υπέμεινε επονείδιστο σταυρό και θάνατο για χάρη μας, πως θα σώσει και θα δοξάσει και θα ανυψώσει εμάς, αν δεν επιλέξωμε τη ταπείνωση, αν δεν δείξουμε τη προς τους ομοφύλους αγάπη, αν δεν ανακτήσωμε τις ψυχές μας δια της υπομονής των πειρασμών, αν δεν ακολουθούμε δια της στενής πύλης και οδού, που οδηγεί στην αιώνια ζωή, τον σωτηρίως καθοδηγήσαντα σ' αυτήν; «διότι, και ο Χριστός έπαθε για μας, αφήνοντάς μας υπογραμμό (παράδειγμα), για να παρακολουθήσουμε τα ίχνη του». (Α' Πέτρ. 2:21).

Η ενυπόστατος Σοφία του υψίστου Πατρός, ο προαιώνιος Λόγος, που από φιλανθρωπία ενώθηκε μ' εμάς και μας συναναστράφηκε, ανέδειξε τώρα εμπράκτως μια εορτή πολύ ανώτερη και από αυτή την υπεροχή. Γιατί τώρα γιορτάζουμε τη διάβαση, της σ' αυτόν ευρισκομένης φύσεώς μας, όχι από τα υπόγεια προς την επιφάνεια της γης, αλλά από τη γη προς τον ουρανό του ουρανού και προς τον πέρα από αυτόν θρόνο του δεσπότη των πάντων.

Σήμερα ο Κύριος όχι μόνο στάθηκε, όπως μετά την ανάσταση, στο μέσο των μαθητών του, αλλά και αποχωρίσθηκε από αυτούς και, ενώ τον έβλεπαν, αναλήφθηκε στον ουρανό και εισήλθε στ' αληθινά άγια των αγίων «και εκάθησε στα δεξιά του Πατρός πάνω από κάθε αρχή και εξουσία και από κάθε όνομα και αξίωμα, που γνωρίζεται και ονομάζεται είτε στον παρόντα είτε στον μέλλοντα αιώνα».(Εφ. 1:20)

Γιατί λοιπόν στάθηκε στο μέσο τους κι' έπειτα τους συνόδευσε; «Τους εξήγαγε, λέγει, έξω έως τη Βηθανία», αλλά «και αφού σήκωσε τα χέρια του, τους ευλόγησε». (Λουκά 24:50). Το έκαμε για να επιδείξει τον εαυτό του ολόκληρο σώο και αβλαβή, για να παρουσιάσει τα πόδια υγιή και βαδίζοντα σταθερά, αυτά που υπέστησαν τα τρυπήματα των καρφιών, τα ομοίως επί του σταυρού καρφωμένα χέρια, την ίδια τη λογχισμένη πλευρά, αν έφεραν πάνω τους, τους τύπους των πληγών, προς διαπίστωση του σωτηριώδους πάθους.

Εγώ δε νομίζω ότι δια του «στάθηκε στο μέσο των μαθητών» δεικνύεται και το ότι αυτοί στηρίχθηκαν στη πίστη προς αυτόν, με αυτή τη φανέρωση και ευλογία του. Γιατί δεν στάθηκε μόνο στο μέσο όλων αυτών, αλλά και στο μέσο της καρδιάς του καθενός, γιατί από εκείνη την ώρα οι απόστολοι του Κυρίου έγιναν σταθεροί και αμετακίνητοι.

Στάθηκε λοιπόν στο μέσο τους και τους λέγει, «ειρήνη σε σας», τούτη τη γλυκιά και σημαντική και συνηθισμένη του προσφώνηση. Την διπλή ειρήνη, προς το Θεό που είναι γέννημα της ευσέβειας και αυτή που έχουμε οι άνθρωποι μεταξύ μας. Και καθώς τους είδε φοβισμένους και ταραγμένους από την ανέλπιστη και παράδοξη θέα, γιατί νόμισαν ότι βλέπουν πνεύμα - φάντασμα, αυτός τους ανέφερε πάλι τους διαλογισμούς της καρδιάς των, και αφού έδειξε ότι είναι αυτός ο ίδιος, πρότεινε τη διαβεβαίωση δια της εξετάσεως και ψηλαφήσεως. Ζήτησε φαγώσιμο, όχι γιατί είχε ανάγκη τροφής, αλλά για επιβεβαίωση της αναστάσεώς του.

Έφαγε δε μέρος ψητού ψαριού και μέλι από κηρύθρα, που είναι και αυτά σύμβολα του μυστηρίου του. Δηλαδή ο Λόγος του Θεού ένωσε στον εαυτό του καθ' υπόσταση τη φύση μας, που σαν ιχθύς κολυμπούσε στην υγρότητα του ηδονικού και εμπαθούς βίου, και την καθάρισε με το απρόσιτο πυρ της Θεότητός του. Με κηρύθρα δε μελισσιού μοιάζει η φύση μας γιατί κατέχει το λογικό θησαυρό τοποθετημένο στο σώμα σαν μέλι στη κηρύθρα. Τρώγει από αυτά ευχαρίστως γιατί καθιστά φαγητό του τη σωτηρία του καθενός από τους μετέχοντας της φύσεως. Δεν τρώει ολόκληρο, αλλά μέρος «από κηρύθρα μέλι» επειδή δεν πίστευσαν όλοι και δεν το παίρνει μόνος του, αλλά προσφέρεται από τους μαθητές, γιατί του φέρνουν μόνο τους πιστεύοντες σ' αυτόν, χωρίζοντάς τους από τους απίστους.

Κατόπιν τους υπενθύμισε τους λόγους του πριν το πάθος, που όλοι πραγματοποιήθηκαν. Τους υποσχέθηκε να τους στείλει το άγιο Πνεύμα, τους είπε να καθίσουν στην Ιερουσαλήμ μέχρι να λάβουν δύναμη από ψηλά. Μετά τη συζήτηση ο Κύριος τους έβγαλε από το σπίτι και τους οδήγησε έως τη Βηθανία και αφού τους ευλόγησε, όπως αναφέραμε, αποχωρίσθηκε από αυτούς και ανυψώθηκε προς τον ουρανό, χρησιμοποιώντας νεφέλη σαν όχημα και ανήλθε ενδόξως στους ουρανούς, στα δεξιά της μεγαλοσύνης του Πατρός, καθιστώντας ομόθρονο το φύραμά μας.

Καθώς οι Απόστολοι δεν σταματούσαν να κοιτάζουν τον ουρανό, με τη φροντίδα των αγγέλων πληροφορούνται ότι έτσι θα έλθει πάλι από τον ουρανό και «θα τον ιδούν όλες οι φυλές της γης, να έρχεται πάνω στις νεφέλες του ουρανού». (Ματθ. 24: 30). Τότε οι μαθητές αφού προσκύνησαν από το Όρος των Ελαιών, από όπου αναλήφθηκε ο Κύριος, επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ χαρούμενοι, αινώντας και ευλογώντας το Θεό και αναμένοντες την επιδημία του θείου Πνεύματος.

Όπως λοιπόν εκείνος έζησε και απεβίωσε, αναστήθηκε και αναλήφθηκε, έτσι κι' εμείς ζούμε και πεθαίνουμε και θα αναστηθούμε όλοι. Την ανάληψη όμως δεν θα πετύχουμε όλοι, αλλά μόνο εκείνοι για τους οποίους ζωή είναι ο Χριστός και ο θάνατος είναι κέρδος, όσοι προ του θανάτου σταύρωσαν την αμαρτία δια της μετανοίας, μόνο αυτοί θα αναληφθούν μετά την κοινή ανάσταση σε νεφέλες προς συνάντηση του Κυρίου στον αέρα. (Α' Θεσ. 4:17).

Ας έρθουμε στο υπερώο μας, στο νου μας προσευχόμενοι, ας καθαρίσουμε τους εαυτούς μας για να πετύχουμε την επιδημία του Παρακλήτου και να προσκυνήσουμε Πατέρα και Υιό και άγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο».


ΠΗΓΗ: www.saint.gr


Η ΑΝΑΛΗΨΙΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ




«Ὁ Κύριος ἀνελήφθη εἰς οὐρανούς, ἵνα πέμψῃ τὸν Παράκλητον τῶ κόσμω, οἱ οὐρανοὶ ἡτοίμασαν τὸν θρόνον αὐτοῦ, νεφέλαι τὴν ἐπίβασιν αὐτοῦ, Ἄγγελοι θαυμάζουσιν, ἄνθρωπον ὁρῶντες ὑπεράνω αὐτῶν, ὁ Πατὴρ ἐκδέχεται, ὃν ἐν κόλποις ἔχει συναϊδιον, Τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον κελεύει πᾶσι τοὶς Ἀγγέλοις αὐτοῦ, Ἄρατε πύλας οἱ ἄρχοντες ἡμῶν, Πάντα τὰ ἔθνη κροτήσατε χείρας. ὅτι ἀνέβη Χριστός, ὅπου ἣν τὸ πρότερον».


Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός μετά την λαμπροφόρο Ανάστασή Του από τους νεκρούς, δεν εγκατέλειψε αμέσως τον κόσμο, αλλά συνέχισε για σαράντα ημέρες να εμφανίζεται στους μαθητές Του (Πράξ.1,3). Αυτές οι μεταναστάσιμες εμφανίσεις Του προς αυτούς είχαν πολύ μεγάλη σημασία. Έπρεπε οι πρώην δύσπιστοι και φοβισμένοι μαθητές να βιώσουν το γεγονός της Αναστάσεως του Διδασκάλου τους και να αποβάλλουν κάθε δισταγμό και ψήγμα απιστίας για Εκείνον.

Την τεσσαρακοστή λοιπόν ημέρα, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο του Λουκά, ο Κύριος τους μαθητές του «εξήγαγε έξω έως τη Βηθανία», στο όρος των Έλαιών όπου συνήθως προσηύχετο. «Και αφού σήκωσε τα χέρια του, τους ευλόγησε». (Λουκά 24,50) και «ευλογώντας τους, εχωρίσθηκε απ' αυτούς και εφέρετο πρός τα πάνω, στον ουρανό» μέχρι που τον έχασαν από τα μάτια τους. Και μετά αφού Τον προσκύνησαν επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ με χαρά μεγάλη και έμεναν συνεχώς στο ναό υμνολογώντας και δοξολογώντας το Θεό.

Ο ευαγγελιστής Μάρκος, περιγράφοντας πιο λακωνικά το θαυμαστό και συνάμα συγκινητικό γεγονός, αναφέρει πως μετά από την ρητή αποστολή των μαθητών σε ολόκληρο τον κόσμο κηρύττοντας και βαπτίζοντας τα έθνη, «ανελήφθη εις τον ουρανόν και εκάθισεν εκ δεξιών του Θεού. Εκείνοι δε εξελθόντες εκήρυξαν πανταχού, του Κυρίου συνεργούντος και τον λόγον βεβαιούντος δια των επακολουθούντων σημείων» (Μαρκ.16,19-20).

Αυτή η ευλογία είναι πια η αρχή της Πεντηκοστής. Ο Κύριος ανέρχεται για να μας στείλει το παράκλητο Πνεύμα, όπως λέγει το τροπάριο της εορτής: «Ανυψώθηκες στη δόξα, Χριστέ Θεέ μας, αφού χαροποίησες τους μαθητές σου με την επαγγελία του Αγίου Πνεύματος και βεβαιώθηκαν από την ευλογία σου».

Η Ανάληψη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού αποτελεί αναμφίβολα το θριαμβευτικό πέρας της επί γης παρουσίας Του και του απολυτρωτικού έργου Του. «Ανελήφθη εν δόξη» για να επιβεβαιώσει την θεία ιδιότητά Του στους παριστάμενους μαθητές Του. Για να τους στηρίξει περισσότερο στον τιτάνιο πραγματικά αγώνα, που Εκείνος τους ανάθεσε, δηλαδή τη συνέχιση του σωτηριώδους έργου Του για το ανθρώπινο γένος.

Ο Κύριος Ιησούς Χριστός ανήλθε στους ουρανούς, αλλά δεν εγκατέλειψε το ανθρώπινο γένος, για το οποίο έχυσε το τίμιο Αίμα Του. Μπορεί να κάθισε στα δεξιά του Θεού στους ένδοξους ουρανούς, όμως η παρουσία Του εκτείνεται ως τη γη και ως τα έσχατα της δημιουργίας. Άφησε στη γη την Εκκλησία Του, η οποία είναι το ίδιο το αναστημένο, αφθαρτοποιημένο και θεωμένο σώμα Του, για να είναι το μέσον της σωτηρίας όλων των ανθρωπίνων προσώπων, που θέλουν να σωθούν. Νοητή ψυχή του σώματός Του είναι ο Θεός Παράκλητος, «το Πνεύμα της αλήθείας» (Ιωάν. 15,26), ο Οποίος επεδήμησε κατά την αγία ημέρα της Πεντηκοστής σε αυτό, για να παραμείνει ως τη συντέλεια του κόσμου.

Η σωτηρία συντελείται με την οργανική συσσωμάτωση των πιστών στο θεανδρικό Σώμα του Χριστού. Αυτό εννοούσε, όταν υποσχόταν στους μαθητές Του: «ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθ.28,20).

ΠΗΓΗ: www.saint.gr


Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ’.
Ἀνελήφθης ἐν δόξῃ, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, χαροποιήσας τοὺς Μαθητάς, τὴ ἐπαγγελία τοῦ ἁγίου Πνεύματος, βεβαιωθέντων αὐτῶν διὰ τῆς εὐλογίας, ὅτι σὺ εἰ ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ λυτρωτὴς τοῦ κόσμου


Ο ΑΓΙΟΣ ΠΕΤΡΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ ΚΑΙ Ο "ΑΓΓΕΛΟΣ" ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΔΙΑΒΟΛΟΣ

15
Η φωτογραφία παρουσιάζει ένα περιστατικο απο τη ζωή του οσίου Πέτρου του Αθωνίτου, του πρώτου οικιστού [κατοίκου] του Όρους Άθω.

Τον βίο του οσίου Πέτρου τον έγραφε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο οποίος σημειώνει και το περιστατικό αυτό. Έτσι, σύμφωνα με τον άγιο βιογράφο του, όταν ο διάβολος, ο αιώνιος εχθρός του αγαθού και εμπνευστής του κακού, είδε ότι δεν κατάφερε να τον αποτρέψει απο την ενάρετη ασκητική ζωή του, ούτε και να τον ρίξει σε αμέλεια, χρησιμοποίησε το φοβερότερο όπλο που του έμεινε, την «εκ δεξιών» εξαπάτηση. Πήρε ο διάβολος μορφή φωτεινού αγγέλου και παρουσιάσθηκε στην ασκητική σπηλιά του οσίου.

Γέμισε ξαφνικά φως η σπηλιά, φως όμως δαιμονικό. Του μίλησε ως άγγελος και τον προέτρεψε να εγκαταλείψει τη σπηλιά και να γυρίσει στον κόσμο για να σώσει τους ανθρώπους. Μάλιστα έκανε και ένα εντυπωσιακό θαύμα για να πεισθεί ο όσιος οτι ο εμφανιζόμενος είναι όντως άγγελος και όχι διάβολος. Ο όσιος όμως αντιλήφθηκε τον δολομήτη σατανά και διά της ταπεινώσεώς του τον εξεδίωξε. «Είμαι ανάξιος να αντικρύσω άγγελο», είπε και έκανε τον διάβολο με την αγγελική μορφή να εξαφανισθεί.

Πόση επιφύλαξη, προσοχή και ταπείνωση επιβάλλεται να έχουμε εμείς, για να μπορέσουμε να γλυτώσουμε από την πλάνη, όταν και οι άγιοι, πού είχαν διάκριση, έπρεπε να προσέχουν πολύ για να μην εξαπατηθούν!

Πηγή: Γεροντικό Ονείρων και Οραμάτων Διδαχές και Παραδείγματα, Έκδοσις Ιερού Κοινοβίου Οσίου Νικοδήμου, 1997 Πεντάλοφος Γουμενίσσης 

Τρίτη 11 Ιουνίου 2013

Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Λόγος περί ψευδοπροφητών και ψευδοδιδασκάλων (Μέρος E')


ε’. Άραγε αρκούν αυτά ή να παρουσιάσω και όλους τους προφήτες; Αλλά αυτά αρκούν γι’ αυτούς που θέλουν ν’ ακούσουν. Διότι αυτός που δεν προσέχει στα λεγόμενα, ούτε με τα περισσότερα θα πεισθεί. Ας μελετήσουμε λίγο ακόμα τα λόγια του προφήτη Δαβίδ και ας δούμε πως στηλιτεύει και αποκαλύπτει τον κρυμμένο δόλο τους και λέγει, «Οὐκ ἔστιν ἐν στόματι αὐτῶν ἀλήθεια· ἡ καρδία αὐτῶν ματαία» (Ψαλμ. 5.10) και τα καθεξής. Παρατήρησε την σύνεση του προφήτη, πως κάνει γνωστούς και αποκαλύπτει τους κακοδόξους, για να μην πλανηθούμε.
Ακούστε οι ορθόδοξοι και μην συμφωνείτε με τους αιρετικούς. Ακούστε οι ποιμένες και φρίξτε και μη σιωπάτε, αλλά κηρύξτε τον λόγο του Θεού. Μην δίνετε τόπο στον διάβολο, μην ανοίγετε την θύρα στους λύκους. Μιμηθείτε τον μακάριο απόστολο Πέτρο,  όταν βλασφημούσε ο τρισκατάρατος Σίμωνας και έλεγε για τον εαυτό του ότι είναι η δύναμη του Θεού, ούτε μια στιγμή δεν σιώπησε, ή δεν ανέβαλλε αλλά αφού τον έλεγξε και απέδειξε ότι είναι ψεύτης και ληστής και αντίθεος, τον έριξε κάτω και τον παρέδωσε στην απώλεια.
Κατά παρόμοιο τρόπο και τον διάδοχο αυτού, ή μάλλον την σπορά του διαβόλου, τον Μοντάνο, τον μιαρό και ακάθαρτο και άθεο, μαζί με τις δύο μοιχαλίδες, ο Απόστολος, αφού τον έλεγξε και τον απέδειξε αντίθεο και ψευδοχριστό και ψευδοπροφήτη, τον αποστόμωσε, του έφραξε τον μιαρό του στόμα στο όνομα του Χριστού, χωρίς να περιμένει, χωρίς ν’ αναβάλει την αντιμετώπιση της βλασφημίας του.
Έτσι να κάνετε κι εσείς, ποιμένες, και να μην συγκοινωνείτε με τα ακάθαρτα έργα του σκότους, αλλά αντίθετα να ελέγχετε, όπως και οι Απόστολοι και ο θεοπάτορας Δαβίδ, ο οποίος κατέβαλε πολλούς μόχθους και πολλούς αγώνες, ελέγχοντας, επιτιμώντας και στηλιτεύοντας αυτούς και απευθυνόμενος γι’ αυτούς στο Θεό, λέγοντας, «Ἕως πότε ἁμαρτωλοὶ͵ Κύριε͵ ἕως πότε ἁμαρτωλοὶ καυχήσονται; (Ψαλμ. 93.3) Διασκόρπισον αὐτοὺς ἐν τῇ δυνάμει σου (Ψαλμ. 58.12). Δὸς αὐτοῖς͵ Κύριε͵ κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν͵ ὅτι οὐ συνῆκαν εἰς τὰ ἔργα σου͵ Κύριε (Ψαλμ. 27.4-5). Κύριε͵ ἐν τῇ πόλει σου τὴν εἰκόνα αὐτῶν ἐξουδενώσεις(Ψαλμ. 72.20)».
Και πάλι παρακαλεί ο Δαβίδ απευθύνοντας δεήσεις στον Δεσπότη, για να κατέβει ο ίδιος και να εκπληρώσει το αίτημά του, βοώντας και λέγοντας, «Κύριε͵ κλῖνον οὐρανοὺς͵ καὶ κατάβηθι(Ψαλμ. 143.5)· Κύριε μὴ χρονίσῃς (Ψαλμ. 69.6). Ταχὺ προκαταλαβέτωσαν ἡμᾶς οἱ οἰκτιρμοί σου͵ Κύριε (Ψαλμ. 78.8)». Και τι κάνει ο φιλάνθρωπος Θεός, ο οποίος θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι, και να έρθουν σε γνώση της αλήθειας, επειδή είναι κοντά σε αυτούς που τον επικαλούνται αληθινά; Δεν παράκουσε ούτε παρείδε την δέηση των αγίων, αλλά «Ἔκλινεν οὐρανοὺς͵ καὶ κατέβη» (Ψαλμ. 17.10) και οικονόμησε τα πάντα για την σωτηρία του γένους μας και μας υπέδειξε τα πάντα, πράττοντας και διδάσκοντας ο ίδιος.
Ύστερα, για να δώσει παράδειγμα σε όσους έμελλε να γίνουν προϊστάμενοι των Εκκλησιών, ώστε με αυτό τον τρόπο να εκδιώκουν τους αιρετικούς, έφτιαξε φραγγέλιο από σκοινιά, και εισερχόμενος τους έδιωξε όλους από το ιερό και τους απώθησε και τους καταδίωξε λέγοντας, «Ὁ οἶκός μου͵ προσευχῆς ἐστιν· ὑμεῖς δὲ αὐτὸν ἐποιήσατε σπήλαιον λῃστῶν» (Μαρκ. 11.17). Ακούστε οι προϊστάμενοι των Εκκλησιών, σε σας υπέδειξε το καλό παράδειγμα, ώστε ν’ ακολουθήσετε τα ίχνη Του, προσέχοντας παντού με ακρίβεια, και διώχνοντας του λύκους να φυλάσσετε το ποίμνιο.
Έπειτα, αφού τους έβγαλε όλους έξω, όσους φρονούσαν τα αντίθετα, τέλος προείπε και την ερήμωσή τους και τον αφανισμό, αυτά που θα γίνουν σε κάθε γενεά σ’ αυτούς που φρονούν τα αντίθετα, λέγοντας, «Ἰδοὺ ἀφίεται ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος» (Λουκ. 13.35). Πρόσεξε πως έγιναν οι λόγοι έργο˙ διότι οι εχθροί και επίβουλοι της Εκκλησίας, δηλαδή οι αιρετικοί, παραδίδονται στην απώλεια σε κάθε γενεά, σύμφωνα με τον λόγο του Κυρίου, τον οποίο είπε, ότι «Πᾶσα φυτεία͵ ἣν οὐκ ἐφύτευσεν ὁ Πατήρ μου͵ ἐκριζωθήσεται» (Ματθ. 15.13)˙  και αυτό έγινε.
Αυτός πρώτος το έπραξε και άφησε παράδειγμα˙ μετά την Ανάληψή Του στους ουρανούς οι μακάριοι Απόστολοι τους αντιμετώπισαν. Μετά από αυτούς, τα θεία διδάγματα τους και οι διδάσκαλοι της Εκκλησίας και οι Άγιες Σύνοδοι που έγιναν κατά καιρούς, όσους έμεναν αμετανόητοι τους εκρίζωσαν και του παρέδωσαν στην απώλεια, σύμφωνα με αυτό που έχει γραφεί, ότι «Ἀπολεῖς πάντας τοὺς λαλοῦντας τὸ ψεῦδος» (Ψαλμ. 5.7). Που είναι αυτοί που πολέμησαν κάποτε την Εκκλησία, βασιλιάδες και τύραννοι και φιλόσοφοι; Δεν διασκορπίσθηκαν και χάθηκαν και δεν έμεινε τίποτα απ’ αυτούς; 

(PG 59.560)

Συνεχίζεται...,

www.impantokratoros.gr

 
ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΣΤ’ ΜΕΡΟΣ: ΕΔΩ

Τά κριτήρια τῆς ἁγιότητος εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν.


Picture

Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης
κ. Γρηγορίου

Τά κριτήρια τῆς ἁγιότητος στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση εἶναι θέμα εὐαίσθητο ἀλλά καί καθοριστικό. Εὐαίσθητο, διότι τά κριτήρια αὐτά εἶναι θεολογικά καί ὄχι ἠθικολογικά καί οὑμανιστικά. Αὐτό σημαίνει ὅτι νοθεύονται μέ τρόπο πού πολλές φορές δέν εἶναι ὁρατός. Εἶναι θέμα καθοριστικό, διότι ἡ γνώση καί ἡ βαθύτερη ἐπίγνωση τῶν κριτηρίων τῆς ἁγιότητος χαρακτηρίζει ἀφ’ ἑνός τόν σύγχρονο ἄνθρωπο, ἐάν δηλαδή αὐτός εἶναι ἐνταγμένος στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση καί ἀφ’ἐτέρου αὐτήν τήν ἴδια τήν Ἐκκλησία, ἐάν εἶναι ἀληθινή ἤ ὄχι.

            Τό θέμα θά ἀναπτυχθεῖ ἀπό τόν ὁμιλοῦντα σέ θεματικές ἑνότητες, ὥστε νά γίνει εὐκολότερα κατανοητό. Στό πρῶτο μέρος θά διατυπωθοῦν τά γνωρίσματα ἤ κριτήρια τῆς ἁγιότητος καί τό τεκμήριο τῆς ἁγιότητος, ἐνῶ στό δεύτερο μέρος θά ἐξετάσουμε ἐάν καί κατά πόσον πῶς σήμερα ἁγιοποιεῖται ἕνας Ὀρθόδοξος Χριστιανός.



Γνωρίσματα ἤ κριτήρια ἁγιότητος.



Τό πρῶτο γνώρισμα ἁγιότητος εἶναι νά ἔχει ἐνταχθεῖ ὁ ἄνθρωπος στήν Ἐκκλησία διά τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος. Ὑπενθυμίζουμε τό χωρίο τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Μάρκου «ὁ πιστεύσας καί βαπτισθείς σωθήσεται» (Μάρ. , ιστ’ 16) καί τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου « Ἐάν μή τίς γεννηθῇ ἐξ ὕδατος καί πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ἰωάν. γ’ 5). Ὅμως ὑπῆρχαν καί περιπτώσεις πού ὁ μαρτυρικός θάνατος ἀρκοῦσε. Ἐθεωρεῖτο «βάπτισμα αἵματος» καί ἀποτελοῦσε ἀκόμα καί λόγο ἁγιότητος γιά τούς πιστούς. Ὁ Ἱερός Χρυσόστομος ἀναφερόμενος στόν Μάρτυρα Λουκιανό τονίζει: «Ὥσπερ οἱ βαπτιζόμενοι τοῖς ὕδασιν, οὕτως οἱ μαρτυροῦντες τῷ ἰδίῳ λούονται αἵματι». (Ἱερ. Χρυσ. Εἰς τόν Ἅγιον Λουκιανό PG 50, 552).

            Ἕνα ἄλλο κριτήριο εἶναι τό ὀρθόδοξο φρόνημα. Ἡ διάσωση καί ἡ μετάδοση τῆς Ἀποστολικῆς Παραδόσεως καθώς καί ἡ διαφύλαξη τῆς παρακαταθήκης ἀλώβητης καί ἀναλλοίωτης εἶναι κεφαλαιῶδες θέμα σωτηρίας. Ὁ Μέγας Βασίλειος, σέ ἐπιστολή του πρός τήν Ἐκκλησία τῆς Ἀντιοχείας, ἐπισημαίνει ὅτι κηρύττει μόνο ὅσα παρέλαβε καί διδάχθηκε ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρες.

«Πίστιν δέ ἡμεῖς οὔτε παρ᾽ ἄλλων γραφομένων ἡμῖν νεωτέραν παραδεχόμεθα οὔτε αὐτοί τά τῆς ἡμετέρας διανοίας γεννήματα παραδιδόναι τολμῶμεν, ἵνα μή ἀνθρώπινα ποιήσωμεν τά τῆς εὐσεβείας ρήματα, ἀλλ᾽ ἅπερ παρά τῶν Ἁγίων Πατέρων δεδιδάγμεθα, ταῦτα τοῖς ἐρωτῶσιν ἡμᾶς διαγγέλωμεν» (Μ. Βασιλείου Ἐπιστολή 140 τῆς Ἀντιοχέων Ἐκκλησίας PG32, 588C).

            Ὁ ἐνάρετος βίος εἶναι ἐπίσης ἕνα σημαντικό γνώρισμα. Ὁ ἐνάρετος βίος ἐπιδρᾶ καταλυτικά στήν λειτουργική ζωή ὡς ὑπόδειγμα γιά τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς μία νοητή πυξίδα. Ὑπάρχουν πολλά παραδείγματα Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι μιμήθηκαν ἄλλους Ἁγίους στήν ἀρετή, ἀκόμα καί στό μαρτύριο.

Ἕνα κριτήριο ἐπίσης εἶναι ἡ θαυματουργία. Ἡ θαυματουργία ἔχει καταγραφεῖ στήν Καινή Διαθήκη ὡς χαρακτηριστικό γνώρισμα τῶν Ἀποστόλων καί γενικότερα τῶν εἰς Χριστόν πιστευόντων. Ὁ Κύριος, πρό τῆς Ἀναλήψεώς Του, ἀπευθυνόμενος στούς Ἀποστόλους τούς ἔδωσε τήν δύναμη νά θεραπεύουν τόν κόσμο. Αὐτό φαίνεται καί στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων ἀρχῆς γενομένης μέ τόν Ἀπόστολο Πέτρο κηρύττοντα καί θαυματουργοῦντα.

            Τίθεται τό ἐρώτημα: τά θαύματα ἀπό μόνα τους ἀποτελοῦν κριτήριο ἁγιοκατατάξεως; Ἡ ἀπάντηση εἶναι «ὄχι». Τά λόγια τοῦ Κυρίου εἶναι καθοριστικά. «Πολλοί ἐροῦσί μοι ἐν ἐκείνη τῇ ἡμέρᾳ. Κύριε, Κύριε οὐ τῷ σῷ ὀνόματι προεφητεύσαμεν, καί τῷ σῷ ὀνόματι δαιμόνια ἐξεβάλομεν, καί τῷ σῷ ὀνόματι δυνάμεις πολλάς ἐποιήσαμεν; καί τότε ὁμολογήσω αὐτοῖς ὅτι οὐδέποτε ἔγνων ἡμᾶς. ἀποχωρεῖτε ἀπ᾽ ἐμοῦ οἱ ἐργαζόμενοι τήν ἀνομίαν.» (Ματθ. ζ’ 22-23)

            Ἕνα ἄλλο γνώρισμα εἶναι οἱ ἐξαιρετικές ὑπηρεσίες καί ἡ προσφορά στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ἀποτελεῖ ὁ Ἅγιος καί Ἰσαπόστολος Κωνσταντῖνος, ὁ ὁποῖος μέ τό διάταγμα τῶν Μεδιολάνων θέσπισε τήν ἀνεξιθρησκεία καί ἔπαυσαν οἱ διωγμοί τῶν Χριστιανῶν. Ἕνα ἄλλο παράδειγμα εἶναι ἡ αὐτοκράτειρα Θεοδώρα, ἡ ὁποία ἀναστήλωσε τίς Ἱερές Εἰκόνες καί τίς ἀποκατέστησε ἐντός τῶν Ἱερῶν Ναῶν.

            Οἱ ἐξέχουσες ὑπηρεσίες στήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία δέν ἀποτελοῦν ἀπό μόνες τους γνώρισμα ἁγιότητος. Στήν περίπτωση ὅμως τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου ὑπάρχει ἡ θεοπτική ἐμπειρία τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ἡ ἐκ μέρους του ἐκλογή ἀπό τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό φαίνεται στήν ὑμνολογία «τύπον σταυροῦ ἐν οὐρανῷ κατοπτεύσας . . . ὅθεν δεξάμενος τήν γνῶσιν τοῦ Πνεύματος» καί «ὡς ὁ Παῦλος τήν κλῆσιν οὐκ ἐξ ἀνθρώπων δεξάμενος». Ἐπίσης ἁπτό τεκμήριο ἁγιότητος ἀποτελεῖ τό ἱερό λείψανό του «οὗ ἡ λάρναξ ἰάσεις βρύει» (Ἀκολουθία Μηναίου 21ης Μαΐου, Ἔκδ. Ἀποστ. Διακονίας). Κάτι ἀνάλογο συμβαίνει μέ τό λείψανο τῆς Ἁγίας Θεοδώρας, τό ὁποῖο διασώζεται στόν Μητροπολιτικό Ναό τῆς Κέρκυρας.

            Ἕνα ἄλλο κριτήριο ἁγιότητος ἀποτελοῦν ἐπίσης τά ἀδιάφθορα Ἱερά Λείψανα, τά ὁποῖα εὐωδιάζουν καί θαυματουργοῦν. Ἄν καί τά λείψανα ἀποτελοῦν σημεῖο πού στοιχειοθετεῖ ἁγιότητα, δέν ἀποτελοῦν ὅμως ἀπαραίτητο κριτήριο ἁγιότητος. Σέ ὁρισμένες περιπτώσεις ἡ λειτουργική πράξη ἀπέδειξε ὅτι μπορεῖ νά εἶναι ἀποτέλεσμα ἀφορισμοῦ ἤ κατάρας ἤ καταφρονήσεως τῶν Ἱερῶν Κανόνων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ἀποτελεῖ ἡ Τρίτη λεγομένη Σύνοδος τῆς Μόσχας τό 1666, στήν ὁποία μετεῖχαν, πλήν τῶν Ρώσων Ἐπισκόπων, πέντε Μητροπολίτες τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Παΐσιος, ὁ Πατριάρχης Ἀντιοχείας Μακάριος καί Ἱεράρχες τῶν Ἐκκλησιῶν Ἱεροσολύμων, Γεωργίας καί Σερβίας. Ἡ Σύνοδος αὐτή ἀπεφάνθη:

«Τά τῶν νεκρῶν σώματα εὑρισκόμενα καί ἐν καιροῖς τούτοις ἀκέραια καί ἄλυτα, μή τολμάτω τις ἀπό τοῦ νῦν, ἄνευ ἀξιοπίστου μαρτυρίας καί Συνοδικῆς ἀποφάσεως τιμᾶσθαι αὐτά καί σέβεσθαι ὡς ἅγια, διότι εὑρίσκονται πολλά σώματα ἀκέραια καί ἄλυτα οὐχί ὑπό ἁγιωσύνης, ἀλλά ὑπ᾽ ἀφορισμοῦ καί κατάρας ἀρχιερατικῆς ἤ ἱερατικῆς τυγχάνοντες ἐτελεύτησαν, ἤ ἐκ παραβάσεως καί καταφρονήσεως τῶν θείων καί ἱερῶν κανόνων ἀκέραια καί ἄλυτα εὑρίσκονται» (Δεληκανῆ Κ. Πατριαρχικά ἔγγραφα Τομ. Γ’ Κωνσταντινούπολις 1905 σελ. 136-137).

            Ἄς μήν ἀναφερθοῦν παραδείγματα συγχρόνων ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι περιφερόμενοι μέ διάφορα λεγόμενα λείψανα σημερινῶν -δῆθεν- ἁγίων, πού ἔχουν πετύχει νά εὐωδιάζουν καί νά μυροβλύζουν μέ τεχνητά μέσα, ἐξαπατοῦν τούς πιστούς.

            Ἀνακεφαλαιώνοντας, τά γνωρίσματα ἤ κριτήρια τῶν προσώπων, προκειμένου νά καταχωρισθοῦν στά δίπτυχα τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι τά ἑξῆς:
α) τό Ἱερό Βάπτισμα β) τό ὀρθόδοξο φρόνημα γ) ὁ ἐνάρετος βίος δ) οἱ ἐξαιρετικές ὑπηρεσίες καί ἡ προσφορά στήν Ἐκκλησία ε) ἡ θαυματουργία στ) τά Ἱερά Λείψανα.

            Αὐτά εἶναι τά γνωρίσματα ἤ κριτήρια γιά νά εἶναι κάποιος Ἅγιος. Δέν ἀποτελοῦν ὅμως ἀπό μόνα τους ὅλα μαζί ἤ ξεχωριστά καί τεκμήριο ἁγιότητος. Τό τεκμήριο τῆς ἁγιότητος εἶναι ἡ θέωση τοῦ προσώπου. Νά ἔχει δηλαδή ὁ Ἅγιος δεῖ τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ καί νά ἔχει γνωρίσει τά μυστήρια περί τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.

            Οἱ θεόπτες Ἅγιοι χαρακτηρίζονται βασιλεῖς καί κύριοι ὄχι μέ τήν κοσμική ἔννοια ἀλλά μέ τό ὅτι βασιλεύουν ἐπί τῶν παθῶν τους, τά ὁποῖα ἔχουν μεταμορφώσει ἐν Χριστῷ καί φυλάσσουν ἀπαραχάρακτη τήν ὁμοίωση τῆς θείας εἰκόνος. Λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός:

«Θεούς δε λέγω καί βασιλεῖς καί κυρίους οὐ φύσει, ἀλλ᾽ὡς τῶν παθῶν βασιλεύσαντας καί κυριεύσαντας καί τήν τῆς θείας εἰκόνος ὁμοίωσιν, καθ᾽ ἥν γεγένηται, ἀπαραχάρακτον φυλάξαντας (βασιλεύς γάρ λέγεται καί ἡ τοῦ βασιλέως εἰκών) καί ἑνωθέντας Θεῷ κατά προαίρεσιν καί τοῦτον δεξαμένους ἔνοικον καί τῇ τούτου μεθέξει γεγονότας χάριτι, ὅπερ αὐτός ἐστί φύσει» (PG 94, 1164 b).

            Οἱ θεόπτες Ἅγιοι ἑνώνονται μέ τόν Θεό ψυχῇ τε καί σώματι. Ἡ ἕνωση αὐτή δέν εἶναι ἠθική, ψυχολογική καί κοινωνική ἀλλά θεολογική. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ διαπορθμεύεται ἀπό τήν ψυχή στό σῶμα τοῦ Ἁγίου «ὅτι δέ καί διά τοῦ νοῦ τοῖς σώμασιν ἐνῴκησεν ὁ Θεός»(PG 94 1164 c ).

            Ἔτσι ἐξηγεῖται ἡ ἀφθαρσία τῶν Ἱερῶν Λειψάνων. Νικᾶται ὁ θάνατος πού ὑπάρχει μέσα στά κύτταρα τοῦ ἀνθρώπου, διότι ἔχει ἐνοικήσει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καί διά τοῦ νοῦ διαπορθμεύεται στό σῶμα. Ἐπίσης ἐξηγεῖται καί ἡ παρρησία τοῦ Ἁγίου πρός τόν Θεό, διότι πρεσβεύει ὑπέρ τῶν ἐν μετανοίᾳ προσευχομένων πιστῶν: «ἐν παρρησίᾳ τῷ Θεῷ παρεστήκασι» (PG 94 1164-1165 d).

            Τά λείψανα αὐτῶν τῶν Ἁγίων εἶναι ζωντανά, δέν εἶναι νεκρά γιά αὐτό καί θαυματουργοῦν. Οἱ Ἅγιοι ἑνώθηκαν μέ τόν αἴτιο τῆς ζωῆς, τήν αὐτοζωή, τόν Χριστό καί δηλώνουν τήν παρουσία τους μέσα στήν Ἐκκλησία μέσῳ τῆς ἀφθαρσίας, τῆς μυροβλυσίας καί τῶν θαυμάτων. Δέν θά ἦταν λάθος ἐάν λέγαμε ὅτι οἱ αὐθεντικοί σύγχρονοι ἱεραπόστολοι καί ἐκφραστές τοῦ Θελήματος τοῦ Θεοῦ εἶναι τά Ἱερά Λείψανα τῶν Ἁγίων. Ἕνα παράδειγμα ἐκφράσεως εἶναι τό Ἱερό Λείψανο τῆς Ἁγίας Εὐφημίας, τό ὁποῖο φανέρωσε τόν ὀρθόδοξο τόμο στούς ἁγίους Πατέρες κατά τήν Δ΄Οἰκουμενική Σύνοδο (451 μ.Χ.) καί κατωχύρωσε τίς ἀληθινές ὀρθόδοξες θέσεις.

            Τά θαύματα πού ἐπιτελοῦνται, στήν πραγματικότητα γίνονται ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ μέσῳ τῶν Ἱερῶν Λειψάνων. Αὐτό ἐξηγεῖται ἀπό τό ὅτι στά Ἱερά Λείψανα ἐνοικεῖ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, τά διατηρεῖ ζωντανά καί θεραπεύει ἀσθένειες, ἀποδιώκει πειρασμούς καί καταδιώκει τούς δαίμονες. Ἕνας ἄλλος λόγος πού θαυματουργοῦν τά Ἱερά Λείψανα εἶναι τό ὃτι ὁ πιστός προσέρχεται μέ ζέουσα καί ἀκλόνητη πίστη.

            Συμπερασματικά, τό τεκμήριο τῆς ἁγιότητος εἶναι ἡ θέωση τοῦ προσώπου. Ὁ Ἅγιος ἑνώθηκε μέ τόν Θεό καί τό Ἱερό Λείψανό του παραμένει ἄφθαρτο, εὐωδιάζει καί θαυματουργεῖ, ἐκεῖ πού θέλει ὁ Θεός.Τίθεται ὅμως τό ἐρώτημα: Πῶς μπορεῖ νά διαπιστωθεῖ ὅτι ἕνας σύγχρονος ἄνθρωπος πληροῖ τά κριτήρια τῆς ἁγιότητος τά ὁποῖα ἐπιτρέπουν τήν κατάταξή του στήν χορεία τῶν Ἁγίων; Πρίν ἀπαντήσουμε, θά ἤθελα νά προβοῦμε σέ δύο ἐπισημάνσεις:




Πρώτη ἐπισήμανση:


Ἡ πρώτη, ἡ ἐν σώματι Ἐκκλησία, ἀπό τούς Ἀποστολικούς καί τούς Μεταποστολικούς Πατέρες δέν προέβαινε σέ καμμία ἀνακήρυξη, ἁγιοποίηση ἤ ἀναγνώριση Ἁγίου.
            Ἡ κοινή συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, ἡ λαϊκή βάση, διαμόρφωνε γνώμη καί διαπίστωνε ὅτι ὁ ἐν λόγῳ Μάρτυρας εἶναι Ἅγιος. Αὐτό εἶχε τοπικό χαρακτήρα. Οἱ ζῶντες Χριστιανοί ἐγνώριζαν τόν Μάρτυρα, τόν τρόπο τοῦ μαρτυρίου καί τόν ἐνταφιασμό του. Τό ἐνταφιασμένο Λείψανο τοῦ Ἁγίου ἄρχιζε νά θαυματουργεῖ καί μετά νά ἀποκαλύπτεται ἄφθαρτο, νά μυροβλύζει ἤ καί νά εὐωδιάζει κατά περίπτωση. Τότε ἡ συνείδηση τοῦ λαοῦ γινόταν φωνή Θεοῦ, ἡ φήμη τοῦ Ἁγίου γινόταν γνωστή καί στίς γειτονικές ἐκκλησίες, ὥσπου ἐλάμβανε οἰκουμενικές διαστάσεις. Αὐτό γινόταν χωρίς καμία ἐπισημότητα ἕως τόν ΙΑ’ αἰώνα.

            Ἀπό τόν αἰώνα ὅμως αὐτόν καί ἔπειτα, ὅταν τά νέα ὀνόματα εἶχαν καταχωρισθεῖ ὡς Ἅγιοι στήν συνείδηση τῶν πιστῶν τέκνων τῆς Ἐκκλησίας, εἴτε ὁ Πατριάρχης, εἴτε ἡ Σύνοδος ἔπαιρναν τήν πρωτοβουλία νά θεσπίσουν τήν μνήμη ἑνός Ἁγίου, ὥστε νά ἑορτάζεται μέ ἐπισημότερο τρόπο ἀπό ὅλη τήν Ἐκκλησία «ἀπό περάτων ἕως περάτων». Ἀπό αὐτό τό χρονικό σημεῖο διαφαίνεται μία ἐπιρροή ἀπό τήν Δύση. Ὁ Πάπας Ἰωάννης ΙΕ´ τό 993 μ.Χ. πραγματοποίησε τήν πρώτη ἀνακήρυξη, ἐνῶ ὁ Πάπας Ἀλέξανδρος Γ´ (1159-1181) ἰσχυρίσθηκε ὅτι ἡ ἀνακήρυξη κάποιου Ἁγίου εἶναι ἀναφαίρετο δικαίωμα τῆς Ἁγίας Ἓδρας. (Βεργωτῆ Γ. ἐγχειρίδιον Ἁγιολογίας Θεσ/νίκη 1992 σελ. 134). Ἀπό τότε ἔχουμε ἀναγνωρίσεις Ἁγίων στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί μάλιστα μεγάλων καί γνωστῶν. Ἀξιοσημείωτο εἶναι τό γεγονός ὅτι ὁ ἀριθμός τῶν Ἁγίων, πού ἔχουν καταχωρισθεῖ στήν συνείδηση τοῦ λαοῦ στό ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι ἀσυγκρίτως μεγαλύτερος ἀπό τίς ἐπίσημες συνοδικές ἀναγνωρίσεις.

Ἑπομένως ἡ Ἐκκλησία -τουλάχιστον γιά τούς πρώτους δέκα αἰῶνες- δέν προέβαινε σέ πράξη ἀνακηρύξεως, διακηρύξεως, ἁγιοποιήσεως καί ἀναγνωρίσεως Ἁγίου ἀλλά ἄφηνε τήν ἁγιοκατάταξη στήν συνείδηση τοῦ ὀρθοδόξου λαοῦ καί τοῦ κλήρου καί ἀμέσως μετά καταχώριζε στό ἁγιολόγιό της τούς ἀληθινούς Μάρτυρες καί Ἁγίους.



Δεύτερη ἐπισήμανση:
            Ἡ Ἐκκλησία πού μπορεῖ νά διακρίνει τά σημεῖα ἐκεῖνα, τά ὁποῖα μαρτυροῦν μέ βεβαιότητα τήν ἁγιότητα ἑνός προσώπου, φανερώνει ὅτι εἶναι ἀληθινή. Ἀντιθέτως ἐάν μία Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει Ἃγιο μέ ἠθικολογικά κριτήρια, εἶναι ἐκκοσμικευμένη καί -ἠθελημένα ἤ ὄχι- νοθεύει τό ἁγιολόγιο.

            Ἡ διάκριση μεταξύ Ἀποστόλου καί ψευδοαποστόλου, Προφήτου καί ψευδοπροφήτου, Ὁσίου καί ψευδοσίου, Ἁγίου καί ψευδοαγίου εἶναι ζήτημα ἁπλό ἀλλά καί δύσκολο. Στήν περίπτωση αὐτή συμβαίνει ἀκριβῶς ὅ,τι καί στίς ἄλλες ἐπιστῆμες. Δηλαδή, ὃπως ὁ γιατρός μπορεῖ νά διακρίνει τόν ψευδογιατρό, ὁ ἀρχιτέκτων μηχανικός μπορεῖ νά διακρίνει τόν ψευδοαρχιτέκτονα μηχανικό, ἒτσι καί ὁ Ἅγιος πού ἔχει τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ μέσα του, μπορεῖ νά διακρίνει τόν ψευδοάγιο. Αὐτό εἶναι τό ἁπλό τοῦ θέματος. Ἡ δυσκολία εἶναι κατά πόσον ἐμεῖς σήμερα εἴμαστε ἅγιοι γιά νά διακρίνουμε τούς Ἁγίους ἀπό τούς ψευδοαγίους.

            Σέ περίπτωση πού ἡ Ἐκκλησία καταχωρίσει κάποιον ὡς «Ἅγιο» ἐνῶ δέν εἶναι, διαπιστώνεται ἀπώλεια τῶν κριτηρίων τῆς ὀρθοδόξου πνευματικότητος. Δηλαδή ταυτίζονται οἱ Ἃγιοι μέ τούς μή ἁγίους, οἱ θεράποντες Ἃγιοι τοῦ Θεοῦ μέ τούς καλούς ἀνθρώπους πού ἀκολουθοῦν ἄλλες θρησκεῖες ἢ δόγματα. Ἡ βίωση τῆς ὀρθοδόξου πνευματικότητος διαστρεβλώνεται, ἀλλάζει καί μετατρέπεται σέ μία δαιμονική πνευματικότητα μέ φοβερές συνέπειες γιά τόν ἄνθρωπο.

            Οἱ συνέπειες εἶναι κυρίως δύο. Ἡ πρώτη ἀφορᾶ τόν τιμώμενο ὡς δῆθεν «ἃγιο». Ὅταν δηλαδή κάποιος τιμᾶται ὡς «ἅγιος» ἐνῶ δέν εἶναι, ἀλλά ἔχει ἀνάγκη τήν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, δέν βοηθεῖται ἀπό τούς πιστούς διότι στίς προσευχές ζητοῦμε τήν πρεσβεία του καί δέν προσευχόμεθα γιά τήν σωτηρία του. Ἑπομένως, ἀντί νά βοηθοῦμε τόν ἄνθρωπο, πού ἔχει ἀνάγκη τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ, τοῦ στεροῦμε τήν προσφορά μας. Ἡ δεύτερη συνέπεια ἀφορᾶ τόν πιστό. Ὁ πιστός προσεύχεται σέ πρόσωπο τό ὁποῖο οὐδέποτε πρόκειται νά πρεσβεύσει. Ὑπάρχει ἀκόμα κίνδυνος νά πέσει σέ δαιμονικές καταστάσεις, πού νά ἐνισχύουν τήν πλάνη καί τότε ἀρχίζει ἕνας φαῦλος κύκλος. Τήν ὥρα πού βρίσκεται στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας ἀντί νά θεραπεύεται καί νά ὁδεύει στήν ἁπλότητα καί στήν ἁγιότητα, γίνεται σύνθετος καί μπορεῖ σέ ἀκραῖες καταστάσεις νά ὁδηγηθεῖ στήν κατάθλιψη καί στήν ψυχοπάθεια.

            Ἑπομένως ἡ καταχώριση ἤ ἡ κατάταξη Ἁγίων στό ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι θέμα κριτηρίων πνευματικότητος καί κριτηρίων ἁγιότητος. Μπορεῖ νά ἀναφέρουμε ἐμεῖς σήμερα μέ σχετική εὐκολία τά κριτήρια τῆς ἁγιότητος, ἀλλά ἀντιπαρερχόμαστε μέ ἰδιαίτερη εὐκολία τά κριτήρια τῆς δικῆς μας ὀρθοδόξου πνευματικότητος. Μποροῦμε σήμερα νά διακρίνουμε ἕναν ἅγιο; Ἐάν ναί, τότε ἔχουμε τόν φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐάν ὄχι, τότε στερούμεθα τῆς Χάριτος καί τότε εἶναι προτιμότερο νά ἀπευθυνόμαστε σέ Ἁγίους πού ἤδη ἔχουν καταχωρισθεῖ στά Δίπτυχα τῆς Ἐκκλησίας μας.

            Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνα ἐργαστῆρι ἁγιότητος. Ἐκκλησία πού δέν παράγει Ἁγίους, δέν εἶναι Ἐκκλησία. Ἐκκλησία πού παράγει Ἁγίους εἶναι ἡ αὐθεντική συνέχεια τῆς Μίας, Ἁγίας καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Ἐκκλησία πού νοθεύει τά κριτήρια τῆς ἁγιότητος, νοθεύει τό ἁγιολόγιο καί ὑποβιβάζει τούς Ἁγίους σέ καλούς ἀνθρώπους καί ἐξισώνει τόν Χριστό μέ κάθε θρησκευτικό ἡγέτη, δέν εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.

            Χαιρόμαστε ὅταν ἀκόμα καί σήμερα ὁ Θεός φανερώνει μέ ἀθόρυβο τρόπο Ἁγίους στήν Ἐκκλησία μας. Εἶναι ἡ παρηγορία μας, ἡ τόνωση καί ἡ δύναμη γιά νά συνεχίσουμε τόν καλόν ἀγῶνα. Θεωρῶ ὅτι ἡ Ἱερά ἡμῶν Σύνοδος ὑπό τήν προεδρία τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Γ.Ο.Χ. Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. κ. Καλλινίκου μέχρι σήμερα ἔχει πράξει σοφά. Ἀφήνει καί τόν λαό καί τόν κλῆρο μαζί μέ τόν Ἐπίσκοπο νά ἀναγνωρίζουν καί νά καταχωρίζουν στό ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας συγχρόνους ἁγίους, ὅπως οἱ πρῶτοι Χριστιανοί. Δέν μετέρχεται τακτικές καί προπαγάνδες ἀλλά ἀφήνει τόν Θεό νά φανερώσει τόν Ἅγιό Του. Ἕνα τέτοιο παράδειγμα ἀποτελεῖ ὅ Ὅσιος Παχώμιος τῆς Χίου.

            Λυπούμεθα ὅμως διότι ἡ κρατοῦσα Ἐκκλησία σήμερα - ἠθελημένα ἤ ὄχι - ἔχει ἀλλοιώσει τά κριτήρια τῆς ἁγιότητος καί ἐκφράζει σέ μεγάλο βαθμό ἐκκοσμίκευση καί ἀλλαγή πορείας ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση. Θά ἀναφέρω τήν περίπτωση τοῦ Μητροπολίτου Σμύρνης Χρυσοστόμου, τόν ὁποῖο ἡ κρατοῦσα Ἐκκλησία τόν ἀναγνώρισε ὡς «ἅγιο» τό 1992. Ἦταν μία πράξη πού δείχνει τό μέγεθος τῆς ἀλλοιώσεως τῶν κριτηρίων ἁγιότητος. Ἀναμφισβήτητα ὁ Χρυσόστομος Σμύρνης ἦταν Ἐθνομάρτυρας. Ὡστόσο ὅμως δέν μποροῦμε νά ὑποστηρίξουμε καί τήν ἁγιότητά του, διότι δέν πληροῖ τά βασικά κριτήρια τῆς ἁγιότητος. Δέν ὑπῆρξε κάποιο σημεῖο ἐκ Θεοῦ ἀφ᾽ ἑνός καί ἀφ᾽ ἑτέρου ὑπάρχουν ἀρκετές δημοσιεύσεις μασωνικῶν ἐντύπων ὅτι ἦταν μέλος μασωνικῆς στοᾶς.

            Ἕνα ἄλλο θλιβερό σημεῖο εἶναι ὅτι ἡ κρατοῦσα Ἐκκλησία προπαγανδίζει νέα σύγχρονα πρόσωπα τῶν τελευταίων δεκαετιῶν τοῦ περασμένου αἰώνα ὅτι ἦταν ἅγιοι. Αὐτό τό ἐπιτυγχάνει μέσῳ ραδιοτηλεοπτικῶν σταθμῶν, ἐντύπων, βιβλίων καί διαδικτύου. Τά πρόσωπα αὐτά πού προβάλλονται ὡς «ἅγια», πράγματι ἔχουν δείξει στήν βιοτή τους ὅτι εἶχαν μία πνευματική ζωή πού -τολμᾶμε νά ποῦμε- ὅτι ἦταν καί ὑποδειγματική σέ ἐξαιρετικές περιπτώσεις. Δέν εἶναι ὅμως ἅγιοι, διότι δέν ὑπάρχει ἡ ἀνάδειξη τῆς ἁγιότητος αὐτῶν ἀπό τόν Θεό. Ἱερά Λείψανα ἄφθαρτα πού νά εὐωδιάζουν καί νά θαυματουργοῦν δέν ὑπάρχουν. Ἐπίσης σέ μερικούς τίθεται θέμα τῆς ὀρθῆς πίστεως, διότι τό φανερώνει ἡ βιοτή τους. Ἑπομένως γίνεται μία προσπάθεια τόν καλό ἄνθρωπο νά τόν κάνουν Ἃγιο. Αὐτό εἶναι ἐκτροπή ἀπό τά τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως καί τῶν κριτηρίων ἁγιότητος.

            Θά ἤθελα ἐν συνεχείᾳ νά ἐκθέσω μερικά ἱστορικά γεγονότα, τά ὁποῖα δείχνουν ποῦ μπορεῖ νά φθάσει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἔχει ἀποκοπεῖ ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση καί τά κριτήρια τῆς Ἁγιότητος. Ἐπίσης χρειάζεται μεγάλη προσοχή, διότι ἡ κρατοῦσα Ἐκκλησία ἔχει προσδεθεῖ στό ἅρμα τοῦ Παπισμοῦ καί δυστυχῶς -ἠθελημένα ἤ ὄχι- ἀλλοιώνει καί στρεβλώνει ὅ,τι καθαρό ἔχει μείνει στόν ὀρθόδοξο χῶρο. Τά παρακάτω στοιχεῖα δείχνουν πόση ζημιά ἔχουν προκαλέσει οἱ Δυτικοί, τούς ὁποίους σήμερα ἐμπιστεύονται μερικοί Ἱεράρχες τῆς κρατούσης Ἐκκλησίας.

            Στήν πορεία τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας πρῶτοι πού πολέμησαν τά Ἱερά Λείψανα τῶν Ἁγίων ἦταν οἱ Εἰκονομάχοι˙ στήν συνέχεια οἱ Παυλικιανοί καί οἱ Βογόμιλοι, οἱ ὁποῖοι ἀρνοῦνταν τήν ἐναθρώπιση τοῦ Χριστοῦ, τόν Σταυρό καί τίς Ἱερές Εἰκόνες˙ ἀργότερα οἱ Προτεστάντες, διακηρύσσοντας ὅτι πιστεύουν σέ ἕναν καθαρότερο καί πνευματικότερο Χριστιανισμό πιό εὐαγγελικό δίχως τά ἐπικονιάματα τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως. Ὡστόσο τόν σεβασμό καί τήν εὐλάβεια πρός τά Ἱερά Λείψανα κανένας δέν μπόρεσε νά σβήσει ἀπό τήν ψυχή τῶν πιστῶν.

            Ὅμως ὁ πειρασμός χρησιμοποιεῖ μυρίους τρόπους γιά νά σπιλώσει τά καθαρά αἰσθήματα τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι λοιπόν ἀρχίζοντας ἀπό τήν Παλαιστίνη καί τήν Αἴγυπτο καί προχωρώντας πρός τήν Ρώμη ἐξαπλώθηκε πυκνό δίκτυο ἐμπόρων, πού λυμαίνονταν τά πάντα γιά νά ἀγοράσουν καί νά πουλήσουν Λείψανα. Στό ἄνομο ἐμπόριο ἦταν οἱ Σταυροφόροι ἀλλά καί κάποιοι μοναχοί, πού κατά ἄλλους ἦταν ψευδομοναχοί.

            Τό ἐντυπωσιακό ἦταν ὅτι οἱ Φράγκοι ἐμπορεύονταν ἀνύπαρκτα πράγματα, ὅπως οἱ στεναγμοί τοῦ Δικαίου Ἰωσήφ τοῦ μνήστορος, τά δάκρυα τοῦ Χριστοῦ καί τά ἴχνη τῶν ποδιῶν Του, λείψανα ἀπό τά φτερά τῶν ἀρχαγγέλων Μιχαήλ καί Γαβριήλ. Σέ ἕναν γαλλικό κατάλογο τοῦ 970 μ.Χ. ἀνάμεσα στά λείψανα ἦταν τά ξύλα καί οἱ πάσαλοι μέ τά ὁποῖα ἔστησε τίς σκηνές ὁ Ἀπόστολος Πέτρος μαζί μέ τόν Ἰάκωβο καί Ἰωάννη στόν τόπο τῆς Μεταμορφώσεως, καθώς καί σπόροι ἀπό ἐκεῖνον πού ἔσπειρε στήν εὐαγγελική περικοπή τοῦ σπορέως. (Airgain, L’ Hagiographe σελ. 190). Οἱ ἀγοροπωλησίες ἦταν τέτοιες πού ἔφτασαν στό σημεῖο τῆς ἀσέβειας. Οἱ καταγραφές μιλοῦν ἀπό μόνες τους. Ἔχουν καταγραφεῖ 26 κεφαλές τοῦ Ἁγίου Ἰουλιανοῦ, 10 τοῦ Τιμίου Προδρόμου, 6 τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου καί 17 χέρια του, 30 σώματα τοῦ Ἁγίου Παγκρατίου, 3 σώματα τοῦ Ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου καί 6 κεφαλές του, ἄν καί - ὅπως εἶναι γνωστό – τόν Ἅγιο Ἰγνάτιο κατέφαγαν τά λιοντάρια (ΑΓΙΟΙ ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ Π.Β. Πάσχου σελ. 151).

            Στήν σημερινή ἐποχή ἐπιβάλλεται νά εἴμαστε ἰδιαίτερα προσεκτικοί, ὅσο ποτέ ἄλλοτε. Νά εἴμαστε ἐνταγμένοι στό ἐργαστῆρι τῆς ἁγιότητος πού λέγεται Ἐκκλησία, μέ ἀρχηγό τόν Χριστό καί τούς φίλους Αὐτοῦ τούς Ἁγίους. Τότε θά μποροῦμε νά ἐργαζώμεθα μέ ὀρθό τρόπο γιά τήν θεραπεία τῆς ψυχῆς μας, ἐλπίζοντας ὅτι θά εἴμαστε σέ θέση νά διακρίνουμε ἕναν σύγχρονο Ἃγιο ἀπό ἕναν ψευδοάγιο. Θά μποροῦμε νά αἰσθανθοῦμε τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ νά μᾶς καθοδηγεῖ εἰς νομάς σωτηρίους διά πρεσβειῶν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί πάντων τῶν Ἁγίων.


ΠΗΓΗ: http://www.bigr.gr


Ἡ Ἁγία Θεοδοσία ἡ παρθενομάρτυς (29 Μαΐου)




Ὁ θεοκίνητος Ἀπόστολος Παῦλος εἶπε: «Ἠρμοσάμην ὑμᾶς ἑνὶ ἀνδρί, παρθένον ἁγνὴν παραστῆσαι τῷ Χριστῷ». Ἔκανα τοὺς ἀῤῥαβῶνες σας μὲ ἕναν ἄνδρα, τὸ Χριστό, γιὰ νὰ σᾶς παρουσιάσω παρθένο ἁγνὴ σ Αὐτόν . Δηλαδή, νὰ παρουσιάσω τὶς ψυχές σας ἁγνὲς καὶ καθαρὲς ἀπὸ κάθε πλάνη καὶ ἁμαρτία, ἑνωμένες μὲ τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη σὲ μία πνευματικὴ νύμφη, τῆς ὁποίας νυμφίος νὰ εἶναι ὁ Χριστός.
Μία τέτοια ψυχὴ ἦταν καὶ ἡ παρθενομάρτυς Θεοδοσία. 


Καταγόταν ἀπὸ τὴν Φοινίκη καὶ δὲν εἶχε μόνο παρθενικὸ σῶμα, ἀλλὰ καὶ παρθενικὴ ψυχή. Ἀπὸ ἡλικία 18 χρονῶν, ἔλαμπε γιὰ τὸ ζῆλο καὶ τὴν θερμή της πίστη, ἀνάμεσα στὶς νεαρὲς εἰδωλολάτρισσες γυναῖκες. Αὐτὸ καταγγέλθηκε στὸν ἄρχοντα Οὐρβανό, ποὺ μὲ κάθε δελεαστικὸ τρόπο προσπάθησε νὰ τὴν πείσει νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό. Ὅμως ἡ παρθένος Θεοδοσία ἔμεινε ἀμετακίνητη στὸ ἱερό της πιστεύω. Ὁ Οὐρβανός, βλέποντας τὴν ἀδάμαστη ἐπιμονή της, ἐξοργίστηκε καὶ μὲ θηριώδη τρόπο ἔσπασε τὰ κόκκαλά της καὶ πριόνισε τὶς σάρκες της. Ἔπειτα, τὴν πλησίασε καὶ τῆς πρότεινε νὰ ἀλλαξοπιστήσει, ἔστω καὶ τὴν τελευταία στιγμή, καὶ αὐτὸς θὰ θεράπευε ἀμέσως τὶς πληγές της. Ἡ Θεοδοσία μισοπεθαμένη ἀπάντησε: «Εἶμαι χριστιανή». Τότε ὁ τύραννος διέταξε καὶ τὴν ἔριξαν στὴ θάλασσα, ὅπου καὶ παρέδωσε τὸ πνεῦμα της.



Ἀπολυτίκιον
Ήχος δ '. Ταχὺ προκατάλαβε .
Ὡς δόσιν θεόσδοτον , τὴν παρθενίαν τὴν σήν , ἀγῶσιν ἀθλήσεως , Θεοδοσία σεμνή , τῷ Λόγῳ προσήγαγες· ὅθεν πρὸς ἀθανάτους , μεταστᾶσα νυμφῶνας , πρέσβευε Ἀθληφόρε , τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων , ῥυσθῆναι ἐκ πολυτρόπων , ἡμᾶς συμπτώσεων .





ΑΛΟΓΙΑ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΚΑΤΑΠΟΝΤΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΟΡΟΥΣ


Δρς ΙΩΑΝΝΟΥ Ν. ΚΑΛΛΙΑΝΙΩΤΟΥ
ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ
 


ΠΗΓΗ: http://antioikoumenistes.blogspot.gr/2013/06/blog-post_10.html

Δευτέρα 10 Ιουνίου 2013

Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος - Ὁ θρίαμβος τῆς Ἐκκλησίας



Πῶς ἀποδεικνύεται ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Θεός; Στὸ βασικὸ αὐτὸ ἐρώτημα ἂς μὴν προσπαθήσουμε ν ἀπαντήσουμε μὲ τὸ ἐπιχείρημα τῆς δημιουργίας τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, γιατὶ ὁ ἄπιστος δὲν θὰ τὸ παραδεχθεῖ. Ἂν τοῦ ποῦμε ὅτι ἀνέστησε νεκρούς, θεράπευσε τυφλούς, ἔδιωξε δαιμόνια, οὔτε τότε θὰ συμφωνήσει. Ἂν τοῦ ποῦμε ὅτι ὑποσχέθηκε ἀνάσταση νεκρῶν, βασιλεία οὐρανῶν καὶ ἀνέκφραστα ἀγαθά, τότε ὄχι μόνο δὲν θὰ συμφωνήσει, ἀλλὰ καὶ θὰ γελάσει.

Πῶς λοιπὸν θὰ τὸν ὁδηγήσουμε στὴν πίστη, καὶ μάλιστα ὅταν δὲν εἶναι πνευματικὰ καλλιεργημένος; Ἀσφαλῶς μὲ τὸ νὰ στηριχθοῦμε σὲ ἀλήθειες, ποὺ καὶ ἐμεῖς καὶ αὐτὸς παραδεχόμαστε χωρὶς καμιὰν ἀντίρρηση καὶ ἀμφιβολία.|

Σὲ ποιὸ λοιπὸν σημεῖο συμφωνοῦμε μαζί του ἀπόλυτα; Στὸ ὅτι ὁ Χριστὸς φύτεψε τὴν Ἐκκλησία. Ἀπ᾿ αὐτὸ θὰ φανερώσουμε τὴ δύναμη καὶ θ᾿ ἀποδείξουμε τὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ. Θὰ δοῦμε ὅτι εἶναι ἀδύνατο ν᾿ ἀποτελεῖ ἀνθρώπινο ἔργο ἡ διάδοση τοῦ Χριστιανισμοῦ σ᾿ ὅλη τὴν οἰκουμένη μέσα σὲ τόσο σύντομο χρονικὸ διάστημα. Καὶ μάλιστα, ὅταν ἡ χριστιανικὴ ἠθικὴ προσκαλεῖ στὴν ἀνώτερη ζωὴ ἀνθρώπους μὲ κακὲς συνήθειες, δούλους τῆς ἁμαρτίας. Καὶ ὅμως, ὁ Κύριος κατόρθωσε νὰ ἐλευθερώσει ἀπ᾿ ὅλα αὐτὰ ὄχι μόνο ἐμᾶς, μὰ ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος.

Κι αὐτὸ τὸ κατόρθωσε χωρὶς νὰ χρησιμοποιήσει ὅπλα, χωρὶς νὰ ξοδέψει χρήματα, χωρὶς νὰ κινητοποιήσει στρατούς, χωρὶς νὰ προκαλέσει πολέμους. Τὸ κατόρθωσε ξεκινώντας μὲ δώδεκα μόνο μαθητές, ποὺ ἦσαν ἄσημοι, ἀμόρφωτοι, φτωχοί, γυμνοί, ἄοπλοι...


Μὲ τέτοιους ἀνθρώπους κατόρθωσε νὰ πείσει τὰ ἔθνη, νὰ σκέφτονται σωστά, ὄχι μόνο γιὰ τὴν παρούσα ζωή, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴ μέλλουσα. Μπόρεσε νὰ καταργήσει προγονικοὺς νόμους, νὰ ξεριζώσει ἀρχαῖες συνήθειες καὶ νὰ φυτέψει νέες. Μπόρεσε ν ἀποσπάσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν εὔκολο τρόπο ζωῆς καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσει στὸ δύσκολο. Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ κατόρθωσε, ἐνῶ ὅλοι Τὸν πολεμοῦσαν, ἐνῶ ὁ ἴδιος εἶχε ὑπομείνει ἐξευτελιστικὴ σταύρωση καὶ ταπεινωτικὸ θάνατο!


Ἀσφαλῶς δὲν συμβαίνουν αὐτὰ στοὺς ἀνθρώπους. Μᾶλλον τὰ ἀντίθετα συμβαίνουν. Ἐφ᾿ ὅσον δηλαδὴ ζοῦν καὶ εὐδοκιμοῦν οἱ ἴδιοι, τὸ ἔργο τους προοδεύει. Ὅταν ὅμως πεθάνουν, καταστρέφεται μαζί τους ὅ,τι δημιούργησαν. Καὶ αὐτὸ τὸ παθαίνουν ὄχι μόνο οἱ πλούσιοι οὔτε μόνο οἱ ἄρχοντες, ἀλλὰ καὶ οἱ κυβερνῆτες ἀκόμα. Γιατὶ καὶ οἱ νόμοι τους καταλύονται και ἡ μνήμη τους σβήνει και τ᾿ ὄνομά τους ξεχνιέται καὶ οἱ ἔμπιστοι ἄνθρωποί τους παραγκωνίζονται.


Αὐτὰ συμβαίνουν σ᾿ ἐκείνους, ποὺ πρῶτα μ ἕνα νεῦμα κυβέρνησαν λαοὺς καὶ ὁδήγησαν στὸν πόλεμο ὁλόκληρες στρατιές. Σ᾿ ἐκείνους ποὺ καταδίκαζαν σὲ θάνατο καὶ ποὺ ἀνακαλοῦσαν ἐξορίστους.


Στὸν Κύριο ὅμως ἔγινε ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο. Θλιβερὴ ἦταν ἡ κατάσταση τοῦ ἔργου Του πρὶν ἀπὸ τὴ σταύρωση: Ὁ Ἰούδας Τὸν πρόδωσε, ὁ Πέτρος Τὸν ἀρνήθηκε, οἱ ὑπόλοιποι μαθητὲς ἔφυγαν γιὰ νὰ σωθοῦν καὶ πολλοὶ πιστοὶ Τὸν ἐγκατέλειψαν. Μόνος ἔμεινε ἀνάμεσα στοὺς ἐχθρούς. Ὅμως, μετὰ τὴ σφαγὴ καὶ τὸ θάνατο, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι δὲν ἦταν ἁπλὸς ἄνθρωπος ὁ Σταυρωμένος, ἔγιναν ὅλα λαμπρότερα, φαιδρότερα, ἐνδοξότερα.


Ὁ Πέτρος, ὁ κορυφαῖος ἀπόστολος, αὐτὸς ποὺ πρὶν ἀπὸ τὴ σταύρωση δὲν ἄντεξε τὴν ἀπειλὴ μιᾶς ὑπηρετριούλας, ἀλλά, μετὰ ἀπὸ τόσες οὐράνιες διδασκαλίες καὶ τὴ συμμετοχή του στὰ θεῖα μυστήρια, εἶπε ὅτι δὲν γνωρίζει τὸν Κύριο, αὐτὸς ὁ ἴδιος, μετὰ τὴ σταύρωση, Τὸν κήρυξε στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης. Ἀναρίθμητα πλήθη μαρτύρων θυσιάστηκαν, γιατὶ προτίμησαν νὰ θανατωθοῦν παρὰ ν᾿ ἀρνηθοῦν τὸ Χριστό, ὅπως τὸν εἶχε ἀρνηθεῖ ὁ κορυφαῖος ἀπόστολος, τρομοκρατημένος ἀπὸ τὴν ἀπειλὴ ἑνὸς κοριτσιοῦ. Ὅλες τώρα οἱ χῶρες, ὅλες οἱ πόλεις, τὰ ἐρημικὰ καὶ τὰ κατοικημένα μέρη, τὸν Σταυρωμένο ὁμολογοῦν. Σ᾿ Αὐτὸν πιστεύουν οἱ βασιλιάδες κι οἱ στρατηγοί, οἱ ἄρχοντες καὶ οἱ ὕπατοι, οἱ δοῦλοι καὶ οἱ ἐλεύθεροι, οἱ ἀγράμματοι καὶ οἱ μορφωμένοι, οἱ βάρβαροι καὶ τὰ διάφορα ἔθνη τῶν ἀνθρώπων.


Ἀκόμα κι ὁ μικρὸς καὶ ἀσήμαντος ἐκεῖνος τάφος, ποὺ δέχθηκε τὸ αἱμόφυρτο μαρτυρικὸ σῶμα τοῦ Κυρίου, εἶναι τιμιότερος ἀπὸ χίλια βασιλικὰ παλάτια καὶ σεβαστὸς ἀκόμα καὶ στοὺς βασιλιάδες.


Τὸ παράδοξο μάλιστα εἶναι, ὅτι αὐτὸ ποὺ συνέβη στὸν Κύριο, συνέβη καὶ στοὺς μαθητές Του. Γιατὶ αὐτοὺς ποὺ περιφρονοῦσαν καὶ φυλάκιζαν, αὐτοὺς ποὺ βασάνιζαν σκληρὰ μὲ ἀναρίθμητα μαρτύρια, αὐτοὺς ἀκριβῶς τοὺς ἴδιους, μετὰ τὸ θάνατό τους, τοὺς τιμοῦσαν περισσότερο κι ἀπὸ τοὺς βασιλιάδες.


Καὶ πῶς φαίνεται αὐτὸ; Στὴ Ρώμη, οἱ αὐτοκράτορες καὶ οἱ ὕπατοι καὶ οἱ στρατηγοὶ τὰ πάντα ἐγκαταλείπουν, καὶ τρέχουν νὰ προσκυνήσουν τοὺς τάφους τοῦ ψαρᾶ Πέτρου καὶ τοῦ σκηνοποιοῦ Παύλου. Στὴν Κωνσταντινούπολη, αὐτοὶ ποὺ φοροῦν τὰ στέμματα, θέλουν νὰ ἐνταφιαστοῦν ὄχι κοντὰ στοὺς τάφους τῶν ἀποστόλων ἀλλὰ στὰ πρόθυρα τῶν ναῶν τους. Κι ἔτσι γίνονται οἱ βασιλιάδες θυρωροὶ τῶν ψαράδων! Μάλιστα δὲν ντρέπονται γι᾿ αὐτό, ἀλλὰ καὶ καυχιῶνται. Καυχιῶνται ὄχι μόνο οἱ ἴδιοι, ἀλλὰ καὶ οἱ ἀπόγονοί τους.


Ὅταν οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ ἦσαν μόνο δώδεκα καὶ δὲν ὑπῆρχε στὴ σκέψη κανενὸς ἡ Ἐκκλησία, ὅταν ἀκόμα ἡ ἰουδαϊκὴ συναγωγὴ ἀνθοῦσε καὶ ἡ ἀσεβὴς εἰδωλολατρία κυριαρχοῦσε σ ὁλόκληρη σχεδὸν τὴν οἰκουμένη, ὁ Κύριος εἶχε προφητέψει: Ἐπὶ ταύτη τῇ πέτρᾳ (δηλαδὴ πάνω στὴν ὁμολογία πίστεως τοῦ Πέτρου) οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16,18).


Διαπιστώνεις τὴν ἀλήθεια αὐτῆς τῆς προφητείας; Βλέπεις τὴν ἐκπλήρωσή της; Σκέψου πόσο σημαντικὸ γεγονὸς εἶναι ἡ ἐξάπλωση τῆς Ἐκκλησίας σχεδὸν σ᾿ ὅλη τὴ γῆ μέσα σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα. Σκέψου πῶς ἄλλαξε τὴ ζωὴ τόσων ἐθνῶν καὶ ὁδήγησε στὴν πίστη τόσους λαούς, πῶς κατάργησε προγονικὰ ἔθιμα, πῶς ἀπελευθέρωσε ἀπὸ μακροχρόνιες συνήθειες, πῶς σκόρπισε σὰν σκόνη τὴν κυριαρχία τῆς ἡδονῆς καὶ τὴ δύναμη τῆς ἁμαρτίας, πὼς ἐξαφάνισε σὰν καπνὸ τὴν ἀκάθαρτη τσίκνα τῶν θυσιῶν, τὶς εἰδωλολατρικὲς τελετές, τὶς βδελυκτὲς ἑορτές, τὰ ξόανα, τοὺς βωμοὺς καὶ τοὺς ναούς, πὼς οἰκοδόμησε παντοῦ ἅγια θυσιαστήρια, στὴν πατρίδα μας καὶ στὶς χῶρες τῶν Περσῶν, τῶν Σκυθῶν, τῶν Μαύρων, τῶν Ἰνδῶν. Τί λέω; Ἀκόμα καὶ στὰ Βρετανικὰ νησιά, ποὺ βρίσκονται μακριὰ ἀπὸ τὴ Μεσόγειο, στὸν ὠκεανό, ἁπλώθηκε ἡ Ἐκκλησία καὶ χτίστηκαν θυσιαστήρια.


Τὰ λόγια ποὺ τότε ὁ Κύριος διακήρυξε, φύτρωσαν στὶς καρδιὲς ὅλων. Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ γεμάτη ἀγκάθια γῆ καθαρίστηκε καὶ δέχτηκε τὸ σπόρο τῆς πίστεως.
Τὸ ἔργο τῆς ἀπελευθερώσεως τόσων λαῶν ἀπὸ μακροχρόνιες αἰσχρὲς συνήθειες, καθὼς καὶ ἡ μεταβολὴ τοῦ τρόπου τῆς ζωῆς ἀπὸ τὸν εὔκολο στὸν πολὺ δύσκολο, εἶναι πράγματι θαυμαστό, μᾶλλον ὑπερθαύμαστο. Ἀποδεικνύει θεία ἐνέργεια, ἀκόμα κι ἂν κανεὶς δὲν τὸ εἶχε ἐμποδίσει, ἀκόμα κι ἂν ἐπικρατοῦσε εἰρήνη καὶ πολλοὶ τὸ εἶχαν βοηθήσει. Γιατὶ ἡ ἐξάπλωση τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἐρχόταν σὲ σύγκρουση μόνο μὲ τὴν ἀρχαία συνήθεια, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἡδονή, τὸν εὐχάριστο τρόπο ζωῆς. Εἶχε δηλαδὴ δυὸ ἰσχυροὺς ἀντιπάλους, ποὺ τυραννοῦσαν τοὺς ἀνθρώπους: τὴ συνήθεια καὶ τὴν ἡδονή.


Ὅσα εἶχαν πρὶν πολλοὺς αἰῶνες παραλάβει ἀπὸ τοὺς πατέρες, τοὺς παπποῦδες καὶ τοὺς ἀρχαιότερους προγόνους, ἀκόμα κι ὅσα εἶχαν παραλάβει ἀπὸ φιλοσόφους καὶ ρήτορες, ὅλ᾿ αὐτὰ συμφώνησαν νὰ τὰ περιφρονήσουν, πράγμα ἐξαιρετικὰ δύσκολο. Ἔπρεπε ἀκόμα νὰ δεχθοῦν ἕνα νέο τρόπο ζωῆς, καὶ μάλιστα πολὺ δυσκολότερο. Γιατὶ ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὴν τρυφὴ καὶ ὁδηγοῦσε στὴ νηστεία. Ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὴν φιλαργυρία καὶ ὁδηγοῦσε στὴν ἀκτημοσύνη. Ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὴν ἀσέλγεια καὶ ὁδηγοῦσε στὴν ἁγνεία. Ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὸ θυμὸ καὶ ὁδηγοῦσε στὴν πραότητα. Ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὸν φθόνο καὶ ὁδηγοῦσε στὴ φιλία. Ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὴν ἄνετη κι εὐχάριστη ζωὴ καὶ ὁδηγοῦσε στὴ δύσκολη, στὴν τεθλιμμένη», στὴ σκληρή. Καὶ μάλιστα ὁδηγοῦσε σ αὐτὴν ἐκείνους, ποὺ εἶχαν συνηθίσει στὴ ζωὴ τῶν ἀνέσεων. Γιατὶ δὲν ἔγιναν, βέβαια, χριστιανοί, ἄνθρωποι ποὺ ζοῦσαν σ᾿ ἄλλους κόσμους καὶ δὲν εἶχαν ἁμαρτωλὲς συνήθειες, ἀλλὰ ἔγιναν ἐκεῖνοι ποὺ εἶχαν σαπίσει μέσα σ᾿ αὐτὲς καὶ εἶχαν γίνει πιὸ μαλακοὶ κι ἀπὸ τὸν πηλό. Αὐτοὺς κάλεσε νὰ βαδίσουν τὸ δύσκολο, τὸν «τεθλιμμένο», τὸ σκληρὸ καὶ τραχὺ δρόμο. Καὶ τοὺς ἔπεισε νὰ τὸν βαδίσουν!


Πόσους ἔπεισε; Ὄχι μόνο δυὸ ἢ δέκα ἢ εἴκοσι ἢ ἑκατό, ἀλλ᾿ ἀμέτρητους. Καὶ μὲ ποιούς τοὺς ἔπεισε; Μὲ 12 ἀνθρώπους ἀμόρφωτους, ἀκαλλιέργητους, ἄσημους, φτωχούς, χωρὶς περιουσία, χωρὶς σωματικὴ δύναμη, χωρὶς δόξα, χωρὶς λαμπρὴ καταγωγή, χωρὶς εὐφράδεια καὶ ρητορικὴ ἱκανότητα. Μὲ 12 ἀνθρώπους ποὺ ἦσαν ψαράδες, σκηνοποιοί, ἀλλόγλωσσοι. Γιατὶ οὔτε κἂν τὴν ἴδια γλώσσα δὲν εἶχαν μὲ τοὺς εἰδωλολάτρες. Μιλοῦσαν τὴν ἑβραϊκή, ποὺ ἦταν πολὺ διαφορετικὴ ἀπ᾿ ὅλες τὶς ἄλλες γλῶσσες. Μ᾿ αὐτοὺς λοιπὸν τοὺς 12 οἰκοδομήθηκε ἡ Ἐκκλησία καὶ ἁπλώθηκε στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης.


Καὶ δὲν εἶναι μόνο τοῦτο τὸ θαυμαστό, ἀλλὰ καὶ τὸ ὅτι αὐτοὶ οἱ λίγοι, οἱ φτωχοί, οἱ ἀμόρφωτοι καὶ περιφρονημένοι, ποὺ βάλθηκαν ν᾿ ἀλλάξουν τὴν ἀνθρωπότητα, δὲν ἔκαναν ἀνενόχλητοι τὸ ἔργο τους. Ἀπὸ παντοῦ ἀντιμετώπιζαν ἀναρίθμητους πολέμους. Τοὺς πολεμοῦσαν σὲ κάθε ἔθνος καὶ σὲ κάθε πόλη. Ἀλλὰ τί λέω γιὰ ἔθνη καὶ πόλεις; Σὲ κάθε σπίτι ξεσηκωνόταν πόλεμος ἐναντίον τους. Ἡ διδασκαλία τους χώριζε πολλὲς φορὲς τὸ παιδὶ ἀπὸ τὸν πατέρα, τὴ νύφη ἀπὸ τὴν πεθερά, τὸν ἕνα ἀδελφὸ ἀπὸ τὸν ἄλλο, τὸ δοῦλο ἀπὸ τὸν ἀφέντη, τὸν ὑπήκοο ἀπὸ τὸν ἄρχοντα, τὸν ἄνδρα ἀπὸ τὴ γυναίκα καὶ τὴ γυναίκα ἀπὸ τὸν ἄνδρα. Στὴν κάθε οἰκογένεια δὲν πίστευαν ὅλοι ταυτόχρονα, κι ἔτσι οἱ χριστιανοὶ ὑπέμειναν καθημερινὲς διαμάχες, ἀκατάπαυστες ἐχθρότητες, μύριους θανάτους.


Σὰν κοινοὺς ἀντιπάλους καὶ ἐχθροὺς ὅλοι τους πολεμοῦσαν. Τοὺς καταδίωκαν οἱ βασιλιάδες, οἱ ἄρχοντες, οἱ ὑπήκοοι, οἱ ἐλεύθεροι, οἱ δοῦλοι, οἱ ὄχλοι, οἱ πόλεις. Καὶ δὲν καταδίωκαν μόνο τοὺς ἴδιους, ἀλλὰ - πράγμα φοβερὸ - καταδίωκαν ἀκόμα καὶ τοὺς νεόφυτους κατηχουμένους, ἐκείνους δηλαδὴ ποὺ μόλις εἶχαν πιστέψει.
Προξενοῦσε φρίκη καὶ ὀργὴ στοὺς εἰδωλολάτρες ἡ σκέψη νὰ ἐγκαταλείψουν τοὺς βωμούς, νὰ περιφρονήσουν τὶς θυσίες, ποὺ ὅλοι οἱ πατέρες κὰ οἱ πρόγονοί τους τελοῦσαν, καὶ νὰ πιστέψουν στὸν Κύριο. Νὰ πιστέψουν σ᾿ Αὐτὸν ποὺ ἔλαβε ἀνθρώπινη σάρκα ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία, ποὺ δικάστηκε ἀπὸ τὸν Πιλάτο, ποὺ ἔπαθε ἀναρίθμητα δεινὰ καὶ ἐξευτελισμούς, ποὺ ὑπέμεινε τὸν ἀτιμωτικὸ θάνατο, ποὺ ἐνταφιάστηκε καὶ ἀναστήθηκε.


Τὸ παράδοξο μάλιστα εἶναι, ὅτι ἐνῶ τὰ πάθη τοῦ Κυρίου ἦσαν ἀναμφισβήτητα - πολλοὶ εἶχαν δεῖ τὶς μαστιγώσεις, τὰ χτυπήματα, τὰ φτυσίματα, τὰ ραπίσματα, τὸ σταυρό, τοὺς χλευασμούς, τὸν τάφο, - δὲν συνέβαινε ὅμως τὸ ἴδιο καὶ μὲ τὴν ἀνάσταση. Ὁ Κύριος, μετὰ ἀπὸ τὴν ἀνάστασή Του, ἐμφανίστηκε μόνο σὲ μαθητές. Παρὰ τὸ γεγονὸς αὐτό, μιλοῦσαν γιὰ τὴν ἀνάσταση καὶ ἔπειθαν τοὺς λαοὺς καὶ οἰκοδομοῦσαν τὴν Ἐκκλησία. Πῶς; Μὲ ποιόν τρόπο; Μὲ τὴ δύναμη τοῦ Κυρίου, ποὺ τοὺς ἔστειλε νὰ κηρύξουν τὸ εὐαγγέλιό Του στὰ ἔθνη. Αὐτὸς ἦταν ποὺ τοὺς ἄνοιξε τὸ δρόμο. Αὐτὸς διευκόλυνε τὸ δύσκολο ἔργο τους. Ἂν δὲν τοὺς βοηθοῦσε ἡ θεία δύναμη, οὔτε κὰν θ᾿ ἄρχιζε ἡ διάδοση τοῦ χριστιανισμοῦ.


Γιατὶ ἐνῶ οἱ τύραννοι ὁπλίζονταν ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ οἱ στρατιῶτες πρότειναν τὰ ὅπλα τους, ἐνῶ οἱ ὄχλοι μαίνονταν σὰν ἀγριεμένη φωτιά, ἐνῶ ἡ κακὴ συνήθεια ἀντιπαρατασσόταν, ἐνῶ ρήτορες, σοφιστές, πλούσιοι, ἰδιῶτες, ἄρχοντες ξεσηκώνονταν, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, πιὸ ἰσχυρὸς κι ἀπὸ φλόγα, ἔκανε στάχτη τ᾿ ἀγκάθια, καθάρισε τοὺς ἀγροὺς κι ἔσπειρε τὸ λόγο τοῦ κηρύγματος. Ἄλλοι ἀπὸ τοὺς πιστοὺς ρίχνονταν στὶς φυλακές, ἄλλοι ἐξορίζονταν, ἄλλων οἱ περιουσίες δημεύονταν, ἄλλοι φονεύονταν, ἄλλοι διαμελίζονταν. Καὶ μολονότι οἱ χριστιανοὶ ἀντιμετωπίζονταν σὰν κοινοὶ ἐγκληματίες, ὑπομένοντας κάθε εἶδος τιμωρίας, ἀτιμώσεως καὶ διωγμοῦ, ὅλο καὶ περισσότεροι ἔρχονταν στὴν Ἐκκλησία. Μάλιστα, ὄχι μόνο δὲν ἀποθαρρύνονταν οἱ νέοι πιστοὶ ἀπὸ τὰ βασανιστήρια ποὺ ἔβλεπαν νὰ ὑπομένουν οἱ παλαιότεροι, ἀλλὰ γίνονταν προθυμότεροι! Μόνοι τους ἔτρεχαν, ἀβίαστα, εὐγνωμονώντας τοὺς βασανιστές τους. Γίνονταν θερμότεροι στὴν πίστη, βλέποντας τοὺς χειμάρρους τῶν αἱμάτων τῶν πιστῶν.


Εἶδες τὴν ἀσύγκριτη δύναμη Ἐκείνου ποῦ ἔκανε ὅλ᾿ αὐτὰ τὰ θαύματα; Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ μὴ λυπᾶται κανείς, ὑποφέροντας τέτοια φρικτὰ μαρτύρια; Ὅμως αὐτοὶ χαίρονταν, σκιρτοῦσαν! Αὐτὸ ὁμολογεῖ, σὰν παράδειγμα, ὁ ἅγιος εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς πὼς συνέβαινε καὶ μὲ τοὺς ἀποστόλους - ὑπέστρεφον ἐκ προσώπου τοῦ συνεδρίου χαίροντες, ὅτι κατηξιώθησαν ὑπὲρ τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ ἀτιμασθῆναι (Πραξ. 5, 41).


Κι ἐνῶ οὔτ᾿ ἕνα τοῖχο δὲν μπορεῖ νὰ χτίσει κανεὶς μὲ πέτρες καὶ ἀσβέστη ὅταν καταδιώκεται, οἱ ἀπόστολοι ἔχτιζαν τὴν Ἐκκλησία σ ὅλη τὴν οἰκουμένη ὑποφέροντας διωγμούς, φυλακίσεις, ἐξορίες καὶ μαρτυρικοὺς θανάτους. Καὶ δὲν τὴν ἔχτιζαν μὲ πέτρες, ἀλλὰ μὲ ψυχές, πράγμα πολὺ δυσκολότερο. Γιατὶ δὲν εἶναι τὸ ἴδιο νὰ χτίζεις ἕνα τοῖχο μὲ τὸ νὰ πείθεις διεφθαρμένες ψυχὲς ν᾿ ἀλλάζουν τρόπο ζωῆς, νὰ ἐγκαταλείπουν τὴ δαιμονικὴ μανία τους καὶ ν᾿ ἀκολουθοῦν τὴ ζωὴ τῆς ἀρετῆς.
Τὸ κατόρθωσαν ὅμως αὐτό, γιατὶ εἶχαν μαζί τους τὴν ἀκαταμάχητη δύναμη τοῦ Κυρίου, ποὺ εἶχε προφητέψει: Οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16, 18).


Συλλογίσου πόσοι τύραννοι πολέμησαν τὴν Ἐκκλησία καὶ πόσους φοβεροὺς διωγμοὺς ξεσήκωσαν ἐναντίον της... Ὁ Αὔγουστος, ὁ Τιβέριος, ὁ Γάϊος, ὁ Νέρων, ὁ Βεσπασιανός, ὁ Τίτος καὶ ὅλοι οἱ διάδοχοί τους μέχρι τὸ Μέγα Κωνσταντίνο, ὅλοι ἦσαν εἰδωλολάτρες. Καὶ ὅλοι - ἄλλος ἠπιότερα, ἄλλος σκληρότερα - πολεμοῦσαν τὴν Ἐκκλησία. Τὴν πολεμοῦσαν ὅλοι. Κι ἂν μερικοὶ δὲν ξεσήκωναν οἱ ἴδιοι διωγμούς, ὅμως ἡ προσήλωσή τους στὴν εἰδωλολατρία ὑποκινοῦσε στὸν ἀγώνα ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας ὅσους ἤθελαν νὰ τοὺς κολακέψουν.


Παρόλα αὐτά, τὰ κακόβουλα σχέδια καὶ οἱ ἐπιθέσεις τῶν εἰδωλολατρῶν διαλύθηκαν σὰν ἱστοὶ ἀράχνης, σκορπίστηκαν σὰν σκόνη, ἐξαφανίστηκαν σὰν καπνός. Ἀλλὰ καὶ ὅσα σχεδίαζαν ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, ἔγιναν ἀφορμὴ νὰ προκύψει μεγάλη ὠφέλεια στοὺς χριστιανούς. Γιατὶ δημιούργησαν τὶς χορεῖες τῶν μαρτύρων, ποὺ ἀποτελοῦν τὸ θησαυρό, τοὺς στύλους, τοὺς πύργους τῆς Ἐκκλησίας.


Βλέπεις λοιπὸν τὴ θαυμαστὴ ἐκπλήρωση τῆς προφητείας; Πραγματικὰ «πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς». Ἀπὸ τὰ παρελθόντα ὅμως, πίστευε καὶ γιὰ τὰ μέλλοντα. Καὶ στὸ μέλλον κανεὶς δὲν θὰ μπορέσει νὰ νικήσει τὴν Ἐκκλησία. Γιατὶ ἂν δὲν κατόρθωσαν νὰ τὴ συντρίψουν ὅταν ἀριθμοῦσε λίγα μέλη, ὅταν ἡ διδασκαλία της φαινόταν καινούρια καὶ παράξενη, ὅταν τόσοι φοβεροὶ πόλεμοι καὶ τόσοι πολλοὶ διωγμοὶ ἀπὸ παντοῦ ξεσηκώνονταν ἐναντίον της, πολὺ περισσότερο δὲν θὰ μπορέσουν νὰ τὴ βλάψουν τώρα, ποὺ κυριάρχησε σ᾿ ὅλη τὴν οἰκουμένη, ποὺ κυρίεψε ὅλα τὰ ἔθνη καὶ ποὺ ἐξαφάνισε τοὺς βωμοὺς καὶ τὰ εἴδωλα, τὶς γιορτὲς καὶ τὶς τελετές, τὸν καπνὸ καὶ τὴν τσίκνα τῶν αἰσχρῶν θυσιῶν.




Πῶς πέτυχαν οἱ ἀπόστολοι ἕνα τόσο μεγάλο, ἕνα τόσο σπουδαῖο κατόρθωμα, ἔπειτα ἀπὸ τόσα ἐμπόδια; Ἀσφαλῶς μὲ τὴ θεϊκὴ καὶ ἀκαταμάχητη δύναμη Ἐκείνου, ποὺ προφήτεψε τὴ δημιουργία καὶ τὸ θρίαμβο τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ τὸ ἀρνηθεῖ, ἐκτὸς κι ἂν εἶναι ἀνόητος καὶ ἐντελῶς ἀνίκανος νὰ σκέφτεται.

Η τέλεια Αγάπη


Αγίου Κοσμά του Αιτωλού

«”Ακουσε, παιδί μου, να σου ειπώ. Ή τελεία αγάπη είναι να πούλησης όλα σου τά πράματα, νά τά δώσης ελεημοσύνη καί νά πηγαίνης καί εσύ νά εύρης κανένα αύθεντη νά πουληθής σκλάβος. Καί όσα πάρης, νά τά δώσης όλα. Νά μη κράτησης ένα άσπρο. Ή μπορείς να το κάμης αυτό να γένης τέλειος; Βαρύ σου φαίνεται…

Δέν ημπορείς να το κάμης αυτό; Κάμε άλλο: Μη πουληθής εσύ σκλάβος. Μόνο πούλησε τα πράματά σου. Δώσε τα όλα ελεημοσύνη. Το κάμνεις; Ακόμη βαρύ σού φαίνεται και αυτό.


Ας έλθωμε παρακάτω. Δεν ημπορείς να δώσης όλα σου τα πράγματα. Δώσε τα μισά. Δώσε από τα τρία ένα. Δώσε από τα πέντε ένα. Ακόμη βαρύ σου φαίνεται.
Κάμε άλλο. Δώσε από τα δέκα ένα. Τό κάμνεις; Ακόμη βαρύ σου φαίνεται.

Κάμε άλλο. Μη κάμης ελεημοσύνη. Μη πουληθής σκλάβος. Άς έλθωμε παρακάτω: Μη πάρης τό ψωμί του άδελφού σου, μη πάρης τό έξωφόρι του. Μη τόν κατατρέχεις. ΜΗ ΤΟΝ ΤΡΩΣ ΜΕ ΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ ΣΟΥ. Μήτε καί αυτό τό κάμνεις;

“Ας έλθωμε παρακάτου. Κάμε άλλο: Τόν εύρήκες τόν αδελφό σου μέσα είς την λάσπην καί δέν θέλεις νά τόν έβγάλης. Καλά. Δέν θέλεις νά του κάμης καλό. Μη του κάμης κακό. ‘Αφησέ τονε.

Πώς θέλομεν νά σωθούμεν, αδελφοί μου, τo ένα μας φαίνεται βαρύ, το άλλο βαρύ. Που να πάμε παρακάτου. Δέν έχομε νά κατεβούμεν. Ό Θεός είναι εύσπλαγχνος. Ναι. Μά είναι καί δίκαιος. Έχει καί ράβδον σιδηράν. Λοιπόν άν θέλωμεν νά σωθούμεν πρέπει νά έχωμεν την άγάπην εις τόν Θεόν καί είς τους αδελφούς μας».

Κυριακή 9 Ιουνίου 2013

Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Λόγος περί ψευδοπροφητών και ψευδοδιδασκάλων (Μέρος Δ')


δ. Αλλά ας επανέλθουμε στο θέμα μας. Ο Ιωάννης λέγει, «Καὶ νῦν ἀντίχριστοι πολλοὶ γεγόνασι» (Α’ Ιωάν. 2.18), και πάλι, «Βλέπετε ἑαυτοὺς͵ ἵνα μὴ ἀπολέσητε ἃ εἰργάσασθε· ὅτι πολλοὶ πλάνοι εἰς τὸν κόσμον ἐξῆλθον» (Β’ Ιωάν. 1.8). Ἀγαπητοὶ͵ μὴ παντὶ πνεύματι πιστεύετε͵ ἀλλὰ δοκιμάζετε τὰ πνεύματα εἰ ἀπὸ τοῦ Θεοῦ ἐστιν· ὅτι πολλοὶ ψευδοπροφῆται εἰς τὸν κόσμον εἰσεληλύθασι» (Α’ Ιωάν. 4.1) . Και πάλι λέγει, «Εἴ τις ἔρχεται πρὸς ὑμᾶς͵ καὶ ταύτην τὴν διδαχὴν οὐ φέρει μεθ΄ ἑαυτοῦ͵ μὴ λαμβάνετε αὐτὸν εἰς οἰκίαν͵ καὶ Χαίρειν αὐτῷ μὴ λέγετε. Ὁ γὰρ λέγων αὐτῷ χαίρειν͵ κοινωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς» (Β’ Ιωάν. 1.10). Και πάλι, «Πᾶς ὁ παραβαίνων͵ καὶ μὴ μένων ἐν τῇ διδαχῇ τοῦ Χριστοῦ͵ Θεὸν οὐκ ἔχει» (Β’ Ιωάν. 1.9).
Αυτά μας προτρέπει ο Ιωάννης, Ιωάννης ο υιός της βροντής, ο περισσότερο αγαπημένος από όλους τους μαθητές. Αυτός που στήριξε με την θεολογία την Εκκλησία απ’ άκρου εις άκρον της γης και έφραξε τα στόματα των αιρετικών.
Ο Ιάκωβος είπε, «Ὃς ἐὰν δοκῇ φίλος αὐτῶν εἶναι͵ ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ καθίσταται» (Ιακ. 4.4). Ακούστε όλοι εσείς που συντρώγετε με τους αιρετικούς την οδυνηρή απόφαση, ότι είστε εχθροί του Χριστού. Διότι αυτός που συμφιλιώνεται με τους εχθρούς του βασιλέως δεν μπορεί να είναι φίλος του. Ούτε θ’ αξιωθεί την αιώνιο ζωή, αλλά θα χαθεί μαζί με τους εχθρούς και θα υποστεί τα χειρότερα.
Ιούδας ο του Ιακώβου είπε, «Παρεισέδυσάν τινες ἄνθρωποι οἱ ἔκπαλαι προγεγραμμένοι εἰς τοῦτο τὸ κρῖμα͵ ἀσεβεῖς͵ τὴν τοῦ Θεοῦ ἡμῶν χάριν μετατιθέντες εἰς ἀσέλγειαν͵ καὶ τὸν μόνον Δεσπότην καὶ Κύριον Ἰησοῦν Χριστὸν ἀρνούμενοι» (Ιουδ. 1.4). Και πάλι λέγει, «Ἐπ΄ ἐσχάτων τῶν χρόνων  ἔσονται ἐμπαῖκται͵ κατὰ τὰς ἰδίας ἐπιθυμίας αὐτῶν πορευόμενοι τῶν ἀσεβειῶν. Οὗτοί εἰσι οἱ ἀφόβως ἑαυτοὺς ποιμαίνοντες͵ νεφέλαι ἄνυδροι͵ παντὶ ἀνέμῳ περιφερόμεναι͵ ἀστέρες πλανῆται͵ οἷς ὁ ζόφος τοῦ σκότους εἰς αἰῶνας τετήρηται». Αυτά και περισσότερα από αυτά παραινεί σε μας ο Ιούδας ο καλός.
Έλα κι εσύ Παύλε, το σκεύος της εκλογής, και πες μας ο ίδιος κατά την δοθείσα σσε σένα χάρη του Θεού, μίλησέ μας για τον παρόντα πονηρό αιώνα. Φανέρωσε τους κρυφούς λύκους, στηλίτευσε και νίκησε τους κλέφτες της αγίας ποίμνης του Θεού. Ο Παύλος είπε, «Οἶδα ὅτι εἰσελεύσονται μετὰ τὴν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς͵ μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου» (Πραξ. 20.29).
Βλέπεις παντού τους θεολόγους που συμφωνούν με τον Διδάσκαλο σχετικά με τους άθεους αιρετικούς, ονομάζοντάς τους σκύλους και λύκους; Όπως και αλλού λέγει ο Παύλος, «Βλέπετε τοὺς κύνας͵ βλέπετε τοὺς κακοὺς ἐργάτας͵ βλέπετε τὴν κατατομήν. Βλέπετε μή τις ὑμᾶς ἔσται ὁ συλαγωγῶν διὰ τῆς φιλοσοφίας καὶ κενῆς ἀπάτης. Βλέπετε ἀκριβῶς πῶς περιπατεῖτε͵ ὅτι αἱ ἡμέραι πονηραί εἰσι» (Φιλ. 3.2).
Ποιος θα δικαιολογηθεί ότι δεν ήξερε, όταν ακούει τέτοιες προειδοποιήσεις; Και αλλού πάλι, «Μὴ παραδέχεσθε αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν» (Τιτ. 3.10). Και πάλι, «Διδαχαῖς ποικίλαις καὶ ξέναις μὴ παραφέρεσθε» (Εβρ. 13.9), και πάλι,  «Αἱρετικοὶ ἄνθρωποι προκόψουσιν ἐπὶ τὸ χεῖρον͵ πλανῶντες καὶ πλανώμενοι» (Β’ Τιμ. 3.13), και αλλού, «Τοῖς μεμιασμένοις καὶ ἀπίστοις οὐδὲν καθαρόν» (Τιτ.  1.15).
Ακούστε τα αυτά εσείς που κάνετε αγάπες μαζί τους˙ πως θα ξεφύγετε από την τιμωρία που έρχεται πάνω σας, όσοι μολύνεστε μαζί μ’ αυτούς τρώγοντας και πίνοντας; Πως τολμάτε να προσέρχεστε στα θεία και φρικτά μυστήρια του Χριστού; Ή μήπως δεν ακούσατε τον μακάριο Παύλο που βοά, ότι «Οὐ δύνασθε ποτήριον Κυρίου πιεῖν͵ καὶ ποτήριον δαιμόνων· οὐ δύνασθε τραπέζης Κυρίου μετέχειν͵ καὶ τραπέζης δαιμονίων» (Α’ Κορ. 10.21).
Φύγετε μακριά από αυτούς και μη έχετε επαφή με την ακαθαρσία. Άραγε θα σας πείσουμε; ή μήπως μάταια κοπιάζουμε και μιλάμε στον αέρα; Πλην όμως γι’ αυτούς που θελουν και ενδιαφέρονται να μάθουν τον λόγο και να τον εφαρμόσουν, δεν θα ραθυμήσω, ούτε θ’ απομακρυνθούμε από τα λόγια του Παύλου. Θα τα ξαναπώ και ακούστε, «Μὴ γίνεσθε ἑτεροζυγοῦντες ἀπίστοις. Τίς γὰρ κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος;» (Β’ Κορ. 6.14).
Που είναι εκείνοι οι αθυρόστομοι, που λένε ότι δεν αναφέρονται αυτά στην Αγία Γραφή; [Αυτοί για τους οποίους ισχύει]« Ὧν ὁ Θεὸς ἡ κοιλία͵ καὶ ἡ δόξα ἐν τῇ αἰσχύνῃ αὐτῶν͵ οἱ τὰ ἐπίγεια φρονοῦντες»( Φιλ. 3.19); Αυτά ο Παύλος παρακαλεί και διδάσκει και προτρέπει˙ ο Παύλος, το σκεύος της εκλογής, το περιτείχισμα της Εκκλησίας, ο πολύαθλος και γενναίος, η θεόφθογγος λύρα, ο κήρυκας του Χριστού, ο καταγραφέας των δογμάτων, η σάλπιγγα του Λόγου, ο ρήτορας της ευσεβείας, η σαγήνη των εθνών.
Οι μακάριοι θεολόγοι είπαν αυτά και περισσότερα από αυτά για τους άθεους και άπιστους. Οι προφήτες που προηγήθηκαν παλαιότερα είπαν τα ίδια. Είναι ανάγκη να τους φέρουμε και αυτούς στο μέσο. Είπε ο προφήτης Δαβίδ, «Οὐκ ἔστιν ἐν στόματι αὐτῶν ἀλήθεια» (Ψαλμ. 5.10). Πάλι λέγει, «Κύριε͵ οὐχὶ τοὺς μισοῦντάς σε ἐμίσησα͵ καὶ ἐπὶ τοὺς ἐχθρούς σου ἐξετηκόμην; Τέλειον μῖσος ἐμίσουν αὐτοὺς͵ καὶ εἰς ἐχθροὺς ἐγένοντό μοι» (Ψαλμ. 138.21). Ο Σολομώντας λέγει, ότι «Δυσσεβοῦντες ὑποκρίνονται εὐσέβειαν». Πάλι λέγει, «Υἱὲ͵ μή σε πλανήσωσιν ἄνδρες ἀσεβεῖς͵ μηδὲ πορευθῇς ἐν ὁδῷ μετ΄ αὐτῶν» (Παρ. 1.10). Ο Ησαΐας ο προφήτης ή καλύτερα ο Κύριος μέσω του προφήτη λέγει, «Υἱοὺς ἐγέννησα͵ καὶ ὕψωσα͵ αὐτοὶ δέ με ἠθέτησαν» (Ησ. 1.2)˙ και πάλι, «Οὐκ ἔστι χαίρειν τοῖς ἀσεβέσι͵ λέγει Κύριος» (Ησ. 57.21).
(PG 59.557-59). 


Συνεχίζεται...,

www.impantokratoros.gr


ΔΕΙΤΕ ΤΟ Ε’ ΜΕΡΟΣ: ΕΔΩ

ΟΣΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ (28 Μαΐου)




Ο βίος του Οσίου Ανδρέου συντάχθηκε από τον πρεσβύτερο Νικηφόρο της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως, περί τα μέσα του 10ου αιώνος μ.Χ. (956 - 959 μ.Χ.), επί βασιλείας του Κωνσταντίνου Ζ' Πορφυρογέννητου.

Ο Όσιος Ανδρέας, ο διά Χριστόν σαλός, καταγόταν από την Σκυθία και έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Λέοντος ΣΤ' του Σοφού (886 - 912 μ.Χ.). Από παιδική ηλικία είχε πουληθεί ως δούλος σε κάποιον πρωτοσπαθάριο και στρατηλάτη της Ανατολής, ονομαζόμενο Θεόγνωστο, άνδρα ενάρετο και ευσεβή, ο οποίος τόσο αγάπησε τον μικρό Ανδρέα, ώστε τον μεταχειρίστηκε ως υιό του, φροντίζοντας για την επιμελή και θεοσεβή μόρφωση αυτού.

Τον Ανδρέα είλκυαν περισσότερο από κάθε άλλο τα ιερά γράμματα και ιδιαίτερα οι Βίοι και τα Μαρτύρια των αγωνιστών της Χριστιανικής πίστεως. Τέτοιος υπήρξε ο ζήλος του προς αυτά, ώστε αποκλήθηκε «σαλός» (μωρός), διότι ο ζήλος του αυτός τον ωθούσε πολλές φορές στο να υπομένει εμπαιγμούς, ταπεινώσεις και βαριές ύβρεις και να προβαίνει σε διαβήματα που κρίνονται ως ανισόρροπα και εκκεντρικά. Αλλά εκείνος υπέμενε τους εξευτελισμούς, παρηγορούμενος από το ότι πολλές φορές πετύχαινε να επαναφέρει στην ευθεία οδό παραστρατημένες υπάρξεις.
Αλλά ο Όσιος Ανδρέας διακρινόταν και για την φιλανθρωπία και την αγαθοποιία του. Όχι μόνο μοιραζόταν τα υπάρχοντά του με τους φτωχούς, αλλά προσέφερε ότι είχε και ο ίδιος έμενε νηστικός και γυμνός. σε εκείνους που τον παρατηρούσαν για τις υπερβολικές αγαθοεργίες του, υπενθύμιζε τους λόγους του Κυρίου "ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε", και τους έλεγε ότι στο πρόσωπο κάθε ανθρώπου, και μάλιστα του πάσχοντος αδελφού, έβλεπε τον Χριστό.

Κάποια νύκτα σηκώθηκε για να προσευχηθεί. Ο φθονερός διάβολος δεν ήταν δυνατόν να τον αφήσει απείρακτο. Μόλις άρχισε την προσευχή του έρχεται με πολύ θόρυβο και του κτυπά την πόρτα. Ο μακάριος ως νέος και μη γνωρίζοντας από τις πονηρίες του διαβόλου, φοβήθηκε, σταμάτησε την προσευχή του και ξάπλωσε στο κρεβάτι του και σκεπάστηκε. Όταν είδε ο σατανάς ότι φοβήθηκε και άφησε την προσευχή χάρηκε και λέγει στον άλλο δαίμονα: "Να! ακόμα αυτός είναι βρέφος, τρέχουν τα σάλια του, και προετοιμάζεται για να κάνει πόλεμο εναντίον μας". Αφού τα είπε αυτά εξαφανίστηκε.
Ο μακάριος Ανδρέας αποκοιμήθηκε. Βλέπει τότε στον ύπνο του ότι βρέθηκε στο θέατρο της πόλεως. Από το ένα μέρος υπήρχαν πολλοί άνδρες λευκοφόροι (ασπροντυμένοι) και φωτεινοί και από το άλλο ήταν ένα πολύ μεγάλο πλήθος κατάμαυροι αράπηδες. Ζητούσαν και τα δύο μέρη να παλέψουν. Οι κατάμαυροι είχαν ανάμεσα τους ένα μεγαλύτερο, που ήταν χιλίαρχος, και έλεγαν προς τους λευκοφόρους: "Όποιος θέλει από σας, ας βγει να πολεμήσει με αυτόν".

Ενώ ο Άγιος έστεκε και άκουε τα λεγόμενα, βλέπει να κατεβαίνει από τον ουρανό κάποιος νέος πάρα πολύ ωραίος, λαμπρότερος του ήλιου στη όψη, κρατώντας στα χέρια του τρία υπέροχα στεφάνια. Το ένα ήταν στολισμένο με μαργαριτάρια, το δεύτερο με πολύτιμες πέτρες και το τρίτο με κρίνα και άνθη του Παραδείσου. Ήταν δε αυτά και αμάραντα και είχαν τόση ευωδία ώστε θαύμαζε ο μακάριος Ανδρέας και επιθυμούσε, αν ήταν δυνατόν, να πάρει κάποιο από εκείνα τα στεφάνια.

Πλησιάζει λοιπόν τον νέο και του λέει: "Στον Χριστό που πιστεύεις, πόσο πουλάς αυτά τα στεφάνια; Θέλω να μάθω. Αν και εγώ δεν μπορώ να τα αγοράσω όμως θα τρέξω γρήγορα να το πω στο αφεντικό μου για να έλθει να πάρει αυτό κάποιο από αυτά και να σου δώσει όσα χρήματα θέλεις". Αυτά αφού τα άκουσε ο νέος, ο οποίος ήταν ο ίδιος ο Χριστός, χαμογέλασε και λέει στον Ανδρέα: "Πίστεψε με στ’ αλήθεια, αγαπητέ, ότι αν μου φέρεις όλο το χρυσάφι του κόσμου, δεν δίνω ούτε ένα άνθος από αυτά τα στεφάνια ούτε σε σένα, αλλά ούτε και στο αφεντικό σου. Γιατί αυτά δεν ανήκουν στο μάταιο αυτό κόσμο, όπως νομίζεις, αλλά στους ουράνιους θησαυρούς, με τους οποίους στεφανώνονται όσοι νικήσουν εκείνους τους μαύρους. Εάν, λοιπόν, θέλεις και συ κανένα απ’ αυτά τα στεφάνια πάλεψε με εκείνον τον ακάθαρτο αράπη και αν τον νικήσεις όχι μόνο αυτά θα σου δώσω αλλά όσα θέλεις".

Όταν τα άκουσε αυτά ο μακάριος Ανδρέας πήρε θάρρος και λέει σ’ αυτόν: "Κύριε μου, δέχομαι να παλέψω, μόνο δίδαξε με με ποιόν τρόπο θα τον νικήσω". Είπε τότε ο Κύριος προς τον Ανδρέα: "Γνώριζε, αγαπητέ, ότι αυτοί οι αράπηδες είναι μόνο θρασείς, αλλά δεν έχουν καμιά δύναμη. Μη φοβηθείς λοιπόν που τον βλέπεις τόσον μεγάλο, διότι είναι σαν το χόρτο σάπιος και αδύνατος". Αφού τον ενθάρρυνε, τον έπιασε από τη μέση και του έδειξε πως να παλέψει με τον αράπη. Του παράγγειλε δε τα εξής: "Όταν σε πιάσει ο αράπης, μη φοβηθείς, αλλά αγκάλιασε τον σε σχήμα σταυρού και θα δεις τη δύναμη του Θεού".

Τότε μπήκε στη μέση του θεάτρου ο Ανδρέας και είπε με δυνατή φωνή: "Μαυρισμένε, έλα να παλέψουμε". Όταν είδε ο αράπης εκείνος, ο χιλίαρχος των δαιμόνων, ότι τον ζητούσε ο Ανδρέας σηκώθηκε και ερχόταν με μεγάλη υπερηφάνεια να τον αρπάξει και τον φοβέριζε με το βλέμμα του. Ο Ανδρέας τον έπιασε σταυροειδώς και τον έριξε κάτω στη γη ώστε για πολλή ώρα έμεινε άφωνος. Τότε χάρηκαν πάρα πολύ οι λευκοφόροι και αμέσως έτρεξαν, τον αγκάλιασαν και τον καταφιλούσαν και τον άλειφαν με θεϊκό μύρο. Οι δε κατάμαυροι αράπηδες έφυγαν καταντροπιασμένοι.
Αμέσως τότε ο γεμάτος δόξα εκείνος νέος έδωσε τα στεφάνια στον μακάριο Ανδρέα και καταφιλώντας τον του είπε: "Από σήμερα είσαι δικός μου φίλος. Να αγωνίζεσαι τον καλόν αγώνα γυμνός και περιφρονημένος. Γίνε σαλός για μένα, για να σε αξιώσω πολλών αγαθών στη Βασιλεία μου".

Ο Άγιος, σε μία ολονύκτια Ακολουθία στο ναό των Βλαχερνών είδε τη Θεοτόκο στον ουρανό προσευχόμενη και να σκεπάζει το λαό με το τίμιο ωμοφόριό της (Εορτή της Αγίας Σκέπης της Θεοτόκου στις 1 και 28 Οκτωβρίου).

Κάποια ημέρα συνέβη κάτι παράδοξο στο θεράποντα του Κυρίου. Κατά την συνήθειά του, για να μην γνωρίζει κανείς την εργασία του στους προθάλαμους των εκκλησιών, όπου προσευχόταν, πορευόταν κρυφά προς το ναό της Πανυμνήτου Θεοτόκου, στην αριστερά στοά της αγοράς του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Έτυχε, τότε, κάποιο παιδί να διέρχεται τη λεωφόρο, εκτελώντας διαταγή του κυρίου του. Ο Όσιος πήγαινε προς το ναό για να προσευχηθεί· το παιδί τάχυνε το βήμα του και τον πρόφθασε, χωρίς ο Όσιος να το αντιληφθεί. Όταν έφθασε προ των πυλών του ναού ο Ανδρέας, Θεού θέλοντος, εξέτεινε τη δεξιά του χείρα και αφού σφράγισε με το σημείο του τιμίου Σταυρού τις πύλες, αυτές ευθύς υποχώρησαν. Εισήλθε στο ναό και άρχισε τις προσευχές, μη γνωρίζοντας ότι κάποιος τον παρακολουθούσε. Το παιδί, το οποίο ακολουθούσε τον Όσιο, γνώριζε ότι ο άνθρωπος ήταν σαλός. Όταν τον είδε να ανοίγει αυτομάτως τις πύλες του ναού, έφριξε και κυριεύθηκε από τρόμο, έλεγε, λοιπόν, στον εαυτό του: «Ποιόν δούλο του Θεού οι κατά αλήθειαν μωροί σαλό ονομάζουν! Πόσο μεγάλος άγιος είναι, και εμείς οι ανόητοι αγνοούμε! Πόσους κρυφούς δούλους έχει ο Θεός και ουδείς γνωρίζει τα περί αυτών!».

Αυτά λογιζόταν το παιδί και πλησίασε, για να μάθει τί κάνει ο Άγιος εντός του ναού. Βλέπει, λοιπόν, αυτόν προ του άμβωνος να κρέμεται στον αέρα και να προσεύχεται. Κατεπλάγη από το παράδοξο τούτο θέαμα και αναχώρησε, για να εκτελέσει την διαταγή του κυρίου του. Ο Όσιος τελείωσε την προσευχή του και έφυγε. Εξερχόμενος από το ναό, ασφάλισε πάλι τις θύρες με το σημείο του Σταυρού. Τότε αντιλήφθηκε την παρουσία του παιδιού και λυπήθηκε, επειδή κάποιος οικέτης έγινε θεατής των συμβάντων. Ανέμενε την επιστροφή του παιδιού, για να του παραγγείλει να μην αποκαλύψει τα περί του Οσίου. Συνάντησε το παιδί και είπε: "Φύλαξε, τέκνον, όλα όσα είδες στον τόπο τούτο και θα έχεις το έλεος του Κυρίου του Θεού".

Μία ημέρα, προς το τέλος της αγίας Τεσσαρακοστής, ο λαός της βασιλευούσης των πόλεων, της Κωνσταντινουπόλεως, επευφημούσε τον Δεσπότη Χριστό μετά βαΐων και ύμνων. Βλέπει, τότε, ο μακάριος Ανδρέας, κάποιον γέροντα, ωραίο κατά την εξωτερική εμφάνιση, να εισέρχεται στο ναό της του Θεού Σοφίας. Πλήθος λαού τον ακολουθούσε, με βάϊα και σταυρούς, οι οποίοι έλαμπαν ως αστραπή· μελωδούσαν μέλος τερπνό, ηδύ και σωτήριο. Ο ένας στον άλλο παραχωρούσε το προβάδισμα και όλοι κατευθύνονταν προς τον άμβωνα. Ο γέροντας εκείνος κατείχε κινύρα και έκρουε τις χορδές συνοδεύοντας τους ψάλτες. Ο μακάριος ετέρπετο από το θέαμα και την ψαλμωδία, σκίρτησε και είπε: «Μνήσθητι Κύριε τοῦ Δαβὶδ καὶ πάσης τῆς πραότητος αὐτοῦ. Ἰδού, ἀκούσαμε τὴν Κυρία τὴν Κυριοπρεσβεύτρια καὶ τὴν εὑρήκαμε ὅμοια πρὸς τὴ Σοφίαν τὴν τερπνή».

Αυτά έλεγε ο Άγιος. Κάποιοι από τους παρευρισκόμενους σοφούς έλεγαν: «Πώς, σαλέ; Αναφέρεται στο στίχο αυτό του ψαλμού η Παναγία; Τί είναι αυτά τα οποία λέγεις;», και εξ αιτίας της άγνοιάς τους γέλασαν και αναχώρησαν. Ο μακάριος τα έλεγε αυτά επειδή είδε τον Δαβίδ με άλλους Προφήτες να έχουν έλθει εκεί.
 
Έτσι θεοφιλώς έζησε ο διά Χριστόν σαλός Όσιος Ανδρέας και κοιμήθηκε με ειρήνη σε ηλικία εξήντα έξι ετών. Ευθύς ευωδίασαν μύρα και θυμιάματα στον τόπο εκείνο, όπου άφησε το πνεύμα του ο Άγιος. Μία γυναίκα φτωχή, η οποία διέμενε πλησίον οσφράνθηκε την ηδύπνοο και ασύγκριτη ευωδία, την ακολούθησε, λοιπόν, αυτή και έφθασε στον τόπο εκείνο όπου βρισκόταν ο Άγιος. Βρήκε τον μακάριο νεκρό και ανέβλυζε μύρο από το τίμιο λείψανό του. Έτρεξε, λοιπόν, και ανήγγειλε το θαύμα, επικαλούμενη με όρκο ως μάρτυρα τον Θεό. Πολλοί συγκεντρώθηκαν τότε, αλλά δεν βρήκαν το τίμιο λείψανο του Οσίου. Τους προκαλούσε κατάπληξη, όμως, η ευοσμία του μύρου και των θυμιαμάτων. Ο Κύριος, ο Οποίος γνωρίζει τα κρίματα εκάστου και τα απόκρυφα κατορθώματα του Οσίου Ανδρέα, μετέθεσε το λείψανο του Αγίου.

Η Εκκλησία μας εορτάζει τη μνήμη του στις 28 Μαΐου.


ΠΗΓΗ: http://users.sch.gr/aiasgr/Agiologia/Osioi_A'/Osios_Andreas_o_dia_Xriston_salos.htm



Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ´. Ταχὺ προκατάλαβε.
Μωρίαν ἑκούσιον διὰ Χριστὸν τὸν Θεόν, 
ἐπόθησας Ὅσιε, τὸν σοφιστὴν ἀληθῶς, 
μωράνας καὶ ἤνυσας, 
μέσον πολλῶν θορύβων, τὸν ἀγῶνα Ἀνδρέα· 
ὅθεν σε ὁ Δεσπότης, Παραδείσου πρὸς πλάτος, 
ἐσκήνωσε πρεσβεύειν ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.