A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2016

ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΘΑΡΡΟΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗ (Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος)

Αποτέλεσμα εικόνας για προσευχὴ



Ἔχεις ἀκόμη ἀνησυχίες. Πές μου, ἀπὸ ποῦ θὰ μποροῦσαν νὰ προέρχονται; Ὅλα τὰ ἐξωτερικὰ πᾶνε καλά. Ὅλα τὰ ἐσωτερικὰ τὰ ἔχεις ἐπανεξετάσει καὶ τακτοποιήσει. Τὴν ἀπόφασή σου τὴν ἔχεις πάρει. Ἀπὸ ποῦ, λοιπόν, προέρχονται αὐτὲς οἱ ἀνησυχίες; Ὅλες εἶναι ἀπὸ τὸν ἐχθρό. Ὅλες. Ἀπὸ πουθενὰ ἀλλοῦ.

Τί ἄλλο θὰ μποροῦσε νὰ συμβαίνει; Μήπως σκέφτεσαι νὰ φτιάξεις τὴ ζωή σου μόνη σου, μὲ τὶς δικές σου ἱκανότητες καὶ προσπάθειες; Ἂν πραγματικὰ αὐτὸ σκέφτεσαι, σὲ συμβουλεύω ν’ ἀλλάξεις ἀμέσως γνώμη, ἀλλιῶς δὲν θ’ ἀπαλλαγεῖς ἀπὸ τὴ σύγχυση καὶ τὴν ταραχή.

Ἐξέτασε πάλι τὸν ἑαυτό σου ἢ θυμήσου ὅ,τι σοῦ ἔχω ὑποδείξει καὶ ὅ,τι ἔχει συμβεῖ μέσα σου σ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ἀλληλογραφίας μας. Θυμήσου, ἐπίσης, ποιὰ ἦταν ἡ ἔκβαση τῶν προβληματισμῶν σου γιὰ τὴ ζωή. Τέλος, δῶσε στὴν αὐτοεξέτασή σου τέτοια κατεύθυνση, ὥστε νὰ καταλήξει σὲ μιὰ σταθερὴ ἀπόφαση ἀμετάκλητης ἐναποθέσεως τοῦ μέλλοντός σου στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ.

Ἀφοῦ, λοιπόν, πάρεις αὐτὴ τὴν ἀπόφαση, προσευχήσου στὸν Κύριο ὁλόθερμα. “Τὸ μέλλον μου”, πές Του, “τὸ ἀφήνω μὲ ἐμπιστοσύνη στὰ χέρια Σου.Ὅπως ξέρεις καὶ ὅπως θέλεις, Κύριε, κατεύθυνε τὴ ζωή μου, μ’ ὅλα τὰ ἀπρόοπτα καὶ μ’ ὅλες τὶς δυσκολίες της. Ἀπὸ δῶ κι ἐμπρὸς δὲν θὰ μεριμνῶ καὶ δὲν θ’ ἀνησυχῶ πιὰ γιὰ τὸν ἑαυτό μου. Μιὰ φροντίδα μόνο θὰ ἔχω, νὰ κάνω πάντα ὅ,τι εἶναι εὐάρεστο σ’ Ἐσένα”.

Ἔτσι νὰ Τοῦ μιλήσεις, ἀλλὰ καὶ ἔμπρακτα νὰ Τοῦ ἀποδείξεις ὅτι ἔχεις ὁλοκληρωτικὰ ἀφεθεῖ στὰ χέρια Του, ὅτι δὲν ἀνησυχεῖς γιὰ τίποτα, ὅτι ἀποδέχεσαι ἤρεμα καὶ ἀγόγγυστα ὁποιαδήποτε κατάσταση, εὐχάριστη ἤ δυσάρεστη, μὲ τὴν πεποίθηση ὅτι ἔχει παραχωρηθεῖ ἀπὸ τὴ Θεία πρόνοια. Μοναδική σου μέριμνα ἂς εἶναι ἡ ἀκριβὴς τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ σὲ κάθε περίσταση.

Ὓστερ’ ἀπὸ μιὰ τέτοια ἐσωτερικὴ τοποθέτηση, ὅλες οἱ ἀνησυχίες σου θὰ ἐξανεμιστοῦν. Ἀνησυχεῖς γιὰ τὸν ἑαυτό σου τώρα, καθὼς θέλεις ὅλες οἱ περιστάσεις νὰ συντείνουν στὴν ἐκπλήρωση τοῦ δικοῦ σου σκοποῦ. Καὶ ἐπειδή, φυσικά, ὅλα δὲν γίνονται σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά σου, ταράζεσαι καὶ στενοχωριέσαι – “αὐτὸ δὲν ἔγινε ἔτσι, ἐκεῖνο δὲν ἔγινε ἀλλιῶς”. Ἄν, ὅμως, ἀναθέσεις τὰ πάντα στὸν Κύριο μὲ ἐμπιστοσύνη καὶ δεχθεῖς πώς ὅ,τι συμβαίνει προέρχεται ἀπ’ Αὐτὸν γιὰ τὸ καλό σου, τότε δὲν θ’ ἀνησυχεῖς πιὰ καθόλου. Θὰ κοιτᾶς μόνο γύρω σου, γιὰ νὰ δεῖς τί σοῦ στέλνει ὁ Θεός, καὶ θὰ ἐνεργεῖς σύμφωνα μ’ αὐτὸ πού στέλνει.

Κάθε κατάσταση μπορεῖ νὰ ὑπαχθεῖ σὲ κάποια Θεία ἐντολή. Νὰ ἐνεργεῖς, λοιπόν, σύμφωνα μὲ τὴ σχετικὴ ἐντολή, ἐπιδιώκοντας τὴν εὐαρέστηση τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι τὴν ἱκανοποίηση τῶν δικῶν σου ἐπιθυμιῶν. Προσπάθησε νὰ καταλάβεις τί λέω καὶ ἀποφάσισε νὰ τὸ ἐφαρμόσεις. Δὲν θὰ τὸ κατορθώσεις, βέβαια, ἀπὸ τὴ μιὰ στιγμὴ στὴν ἄλλη. Χρειάζεται ἀγώνας γι’ αὐτό, ἀλλὰ καὶ προσευχή.

Ζητῶ ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ σὲ λυτρώσει ἀπὸ τὴν κατάθλιψη, πού θεωρεῖς ἀφόρητη, ἀλλὰ μόνο ἂν αὐτὸ εἶναι σύμφωνο μὲ τὸ ἅγιο θέλημά Του καὶ ἀπαραίτητο γιὰ τὴ σωτηρία σου. Θὰ σὲ λυτρώσει, δίχως ἄλλο, στὴν ὥρα πού πρέπει. Ὁπλίσου μὲ πίστη καὶ ὑπομονή. Βλέπουμε πόσο γρήγορα μεταβάλλονται οἱ συνθῆκες τῆς ζωῆς μας. Ὅλα ἀλλάζουν ἀκατάπαυστα. Ἔτσι θ’ ἀλλάξει καὶ ἡ ψυχική σου κατάσταση. Θὰ ἔρθει μία μέρα πού, ἀπαλλαγμένη πιὰ ἀπὸ τὸ πλάκωμα, θ’ ἀναπνέεις ἐλεύθερα καὶ θὰ φτεροκοπᾶς ὅπως ἡ πεταλούδα πάνω ἀπὸ τὰ λουλούδια. Πρέπει μόνο νὰ σηκώσεις μὲ ὑπομονὴ τὴν τωρινὴ δυσκολία γιὰ ὅσον καιρὸ παραχωρήσει ὁ Θεός.

Ὅταν ἡ νοικοκυρὰ βάλει μιὰ πίτα στὸ φοῦρνο, δὲν τὴ βγάζει ὥσπου νὰ βεβαιωθεῖ πώς εἶναι ψημένη. Ὁ Νοικοκύρης τοῦ σύμπαντος σ’ ἔχει βάλει μέσα σ’ ἕνα φοῦρνο καὶ σὲ κρατάει ἐκεῖ ὥσπου νὰ ψηθεῖς. Κᾶνε ὑπομονή, λοιπόν, καὶ περίμενε. Δὲν θὰ μείνεις στὸ φοῦρνο οὒτ’ ἕνα λεπτὸ περισσότερο ἀπ’ ὅσο χρειάζεται. Μόλις εἶσαι ἕτοιμη, θὰ σὲ βγάλει ὁ Κύριος ἔξω. Ἄν, ὅμως, μόνη σου πεταχτεῖς ἔξω, θὰ εἶσαι σὰν τὴ μισοψημένη πίτα.

Πρέπει ἐπίσης νὰ σοῦ πῶ, ὅτι, σύμφωνα μὲ τὴν πίστη μας, ὅποιος ὑπομένει ἀγόγγυστα τὶς δυσκολίες, πιστεύοντας ὅτι τὶς παραχωρεῖ ὁ Θεὸς γιὰ τὸ καλό του, εἶναι ἰσότιμος μὲ τοὺς ἁγίους Μάρτυρες. Αὐτὸ νὰ τὸ θυμᾶσαι πάντα, γιὰ νὰ παρηγοριέσαι.

Εἶναι ἀδύνατο νὰ ζήσεις χωρὶς συναισθήματα καὶ συγκινήσεις, ἀλλὰ δὲν εἶναι σωστὸ νὰ ὑποκύπτεις σ’ αὐτά. Πρέπει νὰ τὰ συγκρατεῖς μὲ τὴ λογικὴ καὶ νὰ τοὺς δίνεις τὴ σωστὴ κατεύθυνση. Εἶσαι εὐαίσθητη καὶ εὐσυγκίνητη. Ἡ καρδιά σου ξεχειλίζει καὶ χύνεται μέσα στὸ κεφάλι σου.

Προσπάθησε ν’ ἀποκτήσεις αὐτοκυριαρχία. Σοῦ ἔχω γράψει ἤδη τί νὰ κάνεις: Νὰ σκέφτεσαι προκαταβολικὰ ποῦ βρίσκεται τὸ πιθανὸ ἐρέθισμα γιὰ κάθε συναίσθημα. Καί, ὅταν τὸ ἐντοπίζεις, νὰ εἶσαι σὲ ἐπιφυλακή, γιὰ ν’ ἀντιλαμβάνεσαι ὁποιαδήποτε συναισθηματικὴ ταραχὴ τῆς καρδιᾶς, ἢ νὰ κρατᾶς τὴν καρδιά σου κάτω ἀπὸ τὸν σταθερὸ ἔλεγχο τοῦ νοῦ. Χρειάζεται ν’ ἀσκηθεῖς σ’ αὐτό. Μὲ τὴν ἐξάσκηση εἶναι δυνατὸ ν’ ἀποκτήσεις πλήρη αὐτοκυριαρχία.

Ὅλα πάντως προέρχονται ἀπὸ τὸν Θεό. Γι’ αὐτὸ ἂς στρεφόμαστε σ’ Ἐκεῖνον μὲ τὴν προσευχή. Καὶ ὅμως, γράφεις ὅτι δὲν προσεύχεσαι. Τί εἶναι τοῦτο πάλι; Μήπως ἔγινες ἄθεη; Τί πάει νὰ πεῖ δὲν προσεύχεσαι; Μπορεῖ νὰ μὴ λὲς τὶς τυπικὲς προσευχές, ἀλλὰ ν’ ἀπευθύνεσαι στὸν Θεὸ μὲ δικά σου λόγια καὶ νὰ Τοῦ ζητᾶς βοήθεια. “Κοίτα, Κύριε, τί συμβαίνει μ’ ἐμένα. Ἐτοῦτο κι ἐκεῖνο… Δὲν μπορῶ νὰ τὰ βγάλω πέρα μόνη μου.
Βοήθησέ με, πολυεύσπλαχνε!”. Νὰ Τοῦ μιλᾶς γιὰ κάθε σου ἀνάγκη, ἀκόμα καὶ τὴν πιὸ μικρή, καὶ νὰ Τὸν παρακαλᾶς γιὰ διαρκῆ ἐνίσχυση. Αὐτὴ ἡ προσευχὴ εἶναι ἡ πιὸ γνήσια.

Γιατί ἀκοῦς ἐκεῖνον πού σὲ ἀποτρέπει ἀπὸ τὴν προσευχή; Δὲν καταλαβαίνεις ὅτι κι αὐτὸ εἶναι δουλειὰ τοῦ ἐχθροῦ; Ναί, ἀναμφίβολα εἶναι. Ψιθυρίζει στὸ αὐτί σου: “Μὴν προσεύχεσαι!”. Καὶ μερικὲς φορές, ἀφοῦ κυριαρχήσει σ’ ὁλόκληρο τὸ σῶμα σου, σὲ ρίχνει στὸ κρεβάτι καὶ σὲ ἀποκοιμίζει. Δικά του τεχνάσματα εἶναι ὅλα τοῦτα. Μὰ ἐνῶ ὁ πονηρὸς κάνει τὴ δουλειά του, πασχίζοντας νὰ σὲ ἀποσπάσει ἀπὸ τὸ καλό σου ἔργο, πρέπει κι ἐσὺ νὰ κάνεις τὴ δική σου δουλειά, ἐπιμένοντας σ’ αὐτὸ τὸ ἔργο ὡς τὸ τέλος.

Ὁπλίσου, ὅπως τόσες φορές σοῦ ἔχω πεῖ, μὲ θάρρος καὶ μὴν ἀκοῦς τὸν ἐχθρό. Καμιὰ προσοχὴ μὴ δίνεις στοὺς ψιθυρισμούς του. Καὶ ἐπιπλέον, θύμωσε! Θυμώνοντας ἐναντίον του, εἶναι σὰν νὰ τὸν χτυπᾶς κατάστηθα. Ἀμέσως γίνεται καπνός.

Σοῦ εὔχομαι μ’ ὅλη μου τὴν καρδιὰ νὰ βρεῖς τελικὰ τὴν εἰρήνη.

Ὁ Θεὸς βοηθός!

Πηγή: Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου Προδρόμου Καρέα 

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2016

ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗ ΑΛΗΘΙΝΗ ΚΑΙ ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗ ΨΕΥΤΙΚΗ (Ἃγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσανίνωφ)

Κανείς ας μη σας κατακρίνει, δείχνοντας δήθεν ταπεινοφροσύνη”, λέει ο άγιος απόστολος Παύλος. Αληθινή ταπεινοφροσύνη είναι η οικείωση του φρονήματος του Χριστού, “ο οποίος, αν και ήταν Θεός, …τα απαρνήθηκε όλα και πήρε μορφή δούλου, έγινε άνθρωπος, και όντας πραγματικός άνθρωπος, ταπεινώθηκε θεληματικά, υπακούοντας μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου σταυρικού”. Η αληθινή ταπεινοφροσύνη είναι η διάκριση, που αποτελεί δώρο Θεού, ενέργεια της θείας χάριτος στον νου και την καρδιά του ανθρώπου.
Υπάρχει και αυτόβουλη ταπεινοφροσύνη. Αυτή είναι εφεύρημα ψυχής φιλόδοξης, ψυχής πλανεμένης και αυταπατημένης, ψυχής που κολακεύει τον εαυτό της και ζητάει την κολακεία του κόσμου, ψυχής που ολοκληρωτκά προσηλώθηκε στις επίγειες επιτυχίες και απολαύσεις, ψυχής που λησμόνησε την αιωνιότητα και τον Θεό.
Η αυτόβουλη, η επινοημένη, η πλαστή ταπεινοφροσύνη είναι ένα σύνολο αναρίθμητων και ποικίλων τεχνασμάτων, με τα οποία η ανθρώπινη υπερηφάνεια προσπαθεί να υποκλέψει τη δόξα της ταπεινοφροσύνης από τον τυφλωμένο κόσμο, τον κόσμο που αγαπά τα δικά του, τον κόσμο που εγκωμιάζει το ελάττωμα, όταν αυτό καλύπτεται πίσω από το προσωπείο της αρετής, τον κόσμο που μισεί την αρετή, όταν αυτή παρουσιάζεται μπροστά του με τη θεία απλότητά της, με την αγία και σταθερή υποταγή στο Ευαγγέλιο.
Τίποτα δεν είναι τόσο ενάντιο στην ταπείνωση του Χριστού όσο η αυθαίρετη ταπεινοφροσύνη, που απορρίπτει τον ζυγό της υπακοής στον Κύριο και υπηρετεί τον σατανά, φορώντας τον μανδύα της υπηρεσίας του Θεού.
Αν κοιτάζουμε ακατάπαυστα την αμαρτωλότητά μας, αν προσπαθούμε να παρατηρούμε κάθε της όψη, δεν θα βρούμε μέσα μας καμιάν αρετή, ούτε την ταπεινοφροσύνη.
Η αληθινή ταπείνωση κρύβει την αληθινή αρετή, όπως μια σεμνή κόρη κρύβει την ομορφιά της μ’ ένα κάλυμμα, όπως τα “άγια των αγίων” κρύβονταν από τα μάτια των ανθρώπων με το καταπέτασμα.
Η αληθινή ταπεινοφροσύνη είναι ο χαρακτήρας του Ευαγγελίου, το ήθος του Ευαγγελίου, η λογική του Ευαγγελίου.
Η αληθινή ταπεινοφροσύνη είναι θεϊκό μυστήριο, μυστήριο ασύλληπτο από τον ανθρώπινο νου. Όντας ύψιστη σοφία, φαίνεται παράλογη στη σαρκική διάνοια.
Το θεϊκό μυστήριο της ταπεινώσεως το αποκαλύπτει ο Κύριος Ιησούς στους πιστούς μαθητές Του, σ’ εκείνους που κάθονται κοντά στα πόδια Του και ακούνε με προσοχή τα σωτήρια λόγια Του. Μα κι όταν αυτό αποκαλυφθεί, παραμένει κρυφό. Η ταπείνωση είναι ανεξήγητη με τα λόγια και τη γλώσσα της γης. Η ταπείνωση είναι απρόσιτη στον σαρκικό λογισμό. Προσιτή γίνεται μόνο στον πνευματικό λογισμό. Ωστόσο, κι όταν γίνεται προσιτή, ουσιαστικά παραμένει απρόσιτη.
Η ταπείνωση είναι ζωή ουράνια πάνω στη γη.
Η θαυμαστή και ευλογημένη θέα των μεγαλείων του Θεού και των αναρίθμητων ευεργεσιών Του προς τον άνθρωπο, η μακάρια γνώση του Λυτρωτή και η διακονία Του με αυτοθυσία, η αναγνώριση της καταστροφικής πτώσεως του ανθρωπίνου γένους – να τα αόρατα γνωρίσματα της ταπεινώσεως, να οι προθάλαμοι του πνευματικού αυτού ανακτόρου που έχτισε ο Θεάνθρωπος.
Η ταπείνωση δεν αισθάνεται ταπεινή. Απεναντίας, βλέποντας μέσα της υπερβολικό εγωισμό, ψάχνει επίμονα να βρει όλα τα κλαδιά του. Και όσο ψάχνει, τόσο διαπιστώνει ότι πρέπει ν’ αγωνιστεί για πολύ ακόμα.
Ο σημειοφόρος και πνευματοφόρος όσιος Μακάριος ο Αιγύπτιος, που επονομάστηκε από την Εκκλησία Μέγας για τις μεγάλες αρετές του, ιδαίτερα για τη βαθιά του ταπείνωση, λέει σε μιαν από τις υψηλές, τις άγιες, τις πνευματικές πραγματικά ομιλίες του ότι ακόμα κι ένας καθαρός, ακόμα κι ένας τέλειος, θα λέγαμε, άνθρωπος έχει μέσα του την τάση προς την έπαρση. Αυτός ο δούλος του Θεού όχι μόνο έφτασε ο ίδιος στην πιο υψηλή βαθμίδα της χριστιανικής τελειότητας, αλλά και γνώρισε στα χρόνια του, χρόνια πλήθους αγίων, τον πιο μεγάλο όσιο, τον Μέγα Αντώνιο. Βεβαίωσε, ωστόσο, ότι δεν γνώρισε κανέναν άνθρωπο που θα μπορούσε να ονομαστεί τέλειος μ’ όλη τη σημασία της λέξεως.
Η ψεύτικη ταπείνωση αισθάνεται ταπεινή. Και είναι αστείο, συνάμα και θλιβερό, να ευχαριστιέται μ’ αυτή την απατηλή και ψυχοφθόρα αίσθηση.
Ο σατανάς μεταμφιέζεται σε άγγελο φωτός. Οι απόστολοι του σατανά μεταμφιέζονται σε αποστόλους του Χριστού. Η διδασκαλία του σατανά παρουσιάζεται σαν διδασκαλία του Χριστού. Οι απατηλές και πλανερές καταστάσεις που προκαλούνται από τον σατανά, παρουσιάζονται σαν πνευματικές και ευλογημένες καταστάσεις που προέρχονται από τον Χριστό. Η υπερηφάνεια και η κενοδοξία που εμπνέονται από τον σατανά, δημιουργούν στον άνθρωπο την αυταπάτη ότι αποτελούν την ταπείνωση του Χριστού.
Αχ! Που κρύβονται από τους δύστυχους ονειροπόλους, που είναι αλήθεια ικανοποιημένοι με την κατάσταση της αυταπάτης τους και δεν σκέφτονται παρά την απόλαυση και την ευδαιμονία, που κρύβονται απ’ αυτούς τα λόγια του Σωτήρα, “Μακάριοι εσείς που τώρα κλαίτε…, μακάριοι εσείς που τώρα πεινάτε…, αλίμονο σ’ εσάς που τώρα είστε χορτάτοι…, αλίμονο σ’ εσάς που τώρα γελάτε”.
Κοίταξε με προσοχή, κοίταξε δίχως εμπάθεια την ψυχή σου, αγαπητέ μου αδελφέ! Δεν είναι προτιμότερη γι’ αυτήν η μετάνοια από την ηδονή; Δεν είναι προτιμότερο γι’ αυτήν το κλάμα πάνω στη γη, την κοιλάδα των θλίψεων την προορισμένη ακριβώς για τον θρήνο, από τις άκαιρες, τις απατηλές, τις άπρεπες, τις ολέθριες απολαύσεις;
Η μετάνοια και το πένθος για τις αμαρτίες σου αποτελούν προϋποθέσεις της αιώνιας μακαριότητάς σου – είναι γνωστό, είναι αναμφισβήτητο, είναι βεβαιωμένο από τον Κύριο. Βυθίσου σ’ αυτές τις άγιες καταστάσεις σταθερά και μόνιμα. Μη ζητάς τις απολαύσεις, μην ευφραίνεσαι μ’ αυτές, μην ικανοποιείσαι μ’ αυτές, μην εξαλείφεις μ’ αυτές την ευλογημένη πείνα και δίψα της δικαιοσύνης του Θεού, την ευλογημένη και σωτήρια λύπη της ψυχής σου για τη αμαρτωλότητά της.
Η πείνα και η δίψα της δικαιοσύνης του Θεού είναι οι μάρτυρες της συναισθήσεως της πνευματικής φτώχειας. Το πένθος είναι η έκφραση της ταπεινώσεως, είναι η φωνή της. Η απουσία του πένθους, η απουσία πνευματικής ζωής, ο χορτασμός και η απόλαυση φανερώνουν την υπερηφάνεια της καρδιάς.
Να φοβάσαι μην τυχόν, για την κούφια και απατηλή απόλαυση, κληρονομήσεις την αιώνια συμφορά, όπως προειδοποίησε ο Θεός, όσους χορταίνουν τώρα εκούσια, ενάντια στο θέλημά Του.
Η κενοδοξία και τα παιδιά της, δηλαδή οι ψεύτικες πνευματικές απολαύσεις, που ενεργούν μέσα στην ψυχή δίχως να διαποτίζονται με την μετάνοια, δημιουργούν ένα φάντασμα ταπεινώσεως. Αυτό το φάντασμα αντικαθιστά στην ψυχή την αληθινή ταπείνωση. Το φάντασμα της αλήθειας, το οποίο στο όνομά της εγκαταστάθηκε στο ναό της ψυχής, φράζει στην ίδια την αλήθεια όλες τις εισόδους του πνευματικού αυτού ναού.
Αλίμονό σου, ψυχή μου, θεόπλαστε ναέ της αλήθειας! Με το να δέχεσαι μέσα σου το φάντασμα της αλήθειας, με το να προσκυνάς το ψέμα αντί για την αλήθεια, γίνεσαι ειδωλολάτρισσα!
Στο ειδωλείο στάθηκε το είδωλο: η ψευδοταπείνωση. Η ψευδοταπείνωση είναι η πιο φρικτή μορφή υπερηφάνειαςΑν με τόση δυσκολία διώχνει ο άνθρωπος από μέσα του την υπερηφάνεια, όταν την αναγνωρίζει ως υπερηφάνεια, πως θα την διώξει όταν του φαίνεται σαν ταπείνωση;
Σ’ αυτό το ειδωλείο βρίσκεται το θλιβερό βδέλυγμα της ερημώσεως! Εκεί ψάλλονται ύμνοι που ευφραίνουν τον άδη. Εκεί οι λογισμοί και τα αισθήματα γεύονται τα απαγορευμένα ειδωλόθυτα και πίνουν κρασί ανακατεμένο με θανατηφόρο δηλητήριο. Εκεί κατοικούν είδωλα, ακάθαρτα δαιμόνια, γι’ αυτό όχι μόνο η θεία χάρη και τα πνευματικά χαρίσματα δεν πλησιάζουν, μα και καμιά αληθινή αρετή ή ευαγγελική εντολή.
Η ψεύτικη ταπείνωση τυφλώνει τόσο τον άνθρωπο, που τον κάνει όχι μόνο να πιστεύει και να υπαινίσσεται, όταν μιλά στους άλλους, πως είναι ταπεινός, αλλά και ανοιχτά να το λέει και δυνατά να το κυρήσσει. Σκληρά μας εμπαίζει το ψέμα, όταν εμείς, απατημένοι απ’ αυτό, το παίρνουμε για αλήθεια.
Η μακάρια ταπείνωση είναι αόρατη, όπως αόρατος είναι και ο χορηγός της Θεός. Είναι σκεπασμένη με τη σιωπή, την απλότητα, την ειλικρίνεια, τη φυσικότητα, την ελευθερία.
Η ψεύτικη ταπείνωση συνοδεύεται πάντοτε από την προσποίηση και την εξωστρέφεια, με την οποία αυτοδιαφημίζεται. Η ψεύτικη ταπείνωση αγαπά τους θεατρινισμούς, μ’ αυτούς απατά και αυταπατάται.
Η ταπείνωση του Χριστού είναι ντυμένη με χιτώνα άρραφο, με το πιο απλό ένδυμα. Μ’ αυτό το ένδυμα δεν αναγνωρίζεται και δεν γίνεται αντιληπτή από τους ανθρώπους.
Η ταπείνωση είναι άγιος καρδιακός θησαυρός, είναι ανώνυμη καρδιακή ιδιότητα, είναι θεία συνήθεια, που γεννιέται ανεπαίσθητα στην ψυχή από την τήρηση των ευαγγελικών εντολών.
Η αρετή της ταπεινοφροσύνης ενεργεί όπως το πάθος της φιλαργυρίας. Όσο συγκεντρώνει φθαρτούς θησαυρούς ο φιλάργυρος, τόσο κυριεύεται από την απληστία, όσο πιο πλούσιος γίνεται, τόσο πιο φτωχός αισθάνεται. Το ίδιο συμβαίνει και με τον ταπεινό άνθρωπο: Όσο περισσότερο πλουτίζει σε αρετές και θεία χαρίσματα, τόσο πιο φτωχός πνευματικά, τόσο πιο τιποτένιος αισθάνεται. Είναι φυσικό. Ο άνθρωπος που δεν έχει γευθεί το ύψιστο ουράνιο καλό, θεωρεί πολύτιμα τα δικά του καλά, τα μολυσμένα από την αμαρτία. Ο άνθρωπος που έχει γευθεί το αγιοπνευματικό, το θείο καλό, βλέπει πως δεν έχουν καμίαν αξία τα δικά του καλά, που είναι συνενωμένα με το κακό.
Πολύτιμο είναι για τον ζητιάνο το σακί με τα χάλκινα νομίσματα, που μάζεψε με πολύ κόπο έπειτα από πολλά χρόνια. Όταν, όμως, ένας πλούσιος του προσφέρει θησαυρό αμύθητο από χρυσά νομίσματα, το σακί με τα χάλκινα νομίσματα το πετά περιφρονητικά σαν περιττό βάρος.
Ο δίκαιος και πολύπαθος Ιώβ, μετά την παροιμιώδη υπομονή που έδειξε στις φοβερές του δοκιμασίες, αξιώθηκε να δει τον Θεό. “Πρωτύτερα Σε γνώριζα μονάχα απ’ όσα είχα ακουστά για Σένα, μα τώρα Σε είδα με τα μάτια μου”, Του είπε σε μιαν ωραία προσευχή του. Και ποιος ήταν ο καρπός της θεοπτίας στην ψυχή του δικαίου; Η ταπείνωση: “Γι’ αυτό περιφρόνησα τον εαυτό μου, έλιωσα (από καρδιακή συντριβή), αισθάνομαι σαν χώμα και στάχτη”.
Θέλεις ν’ αποκτήσεις ταπείνωση; Τήρησε τις ευαγγελικές εντολές. Έτσι θα εγκατασταθεί στην καρδιά σου και θα ενωθεί μαζί της η αγία ταπείνωση, η ταπείνωση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Αρχή της ταπεινώσεως είναι η συναίσθηση της πνευματικής φτώχειας.Μέσα της είναι η ειρήνη του Χριστού. Τέλος και τελείωσή της είναι η αγάπη προς τον Χριστό.
Η ταπείνωση ποτέ δεν οργίζεται, ποτέ δεν ζητάει την επιδοκιμασία των ανθρώπων, ποτέ δεν παραδίνεται στην θλίψη, ποτέ και τίποτα δεν φοβάται.
Μπορεί, αλήθεια, να παραδοθεί στη θλίψη εκείνος που προκαταβολικά θεώρησε τον εαυτό του άξιο για κάθε θλίψη; Μπορεί, αλήθεια, να φοβηθεί τις συμφορές εκείνος που προκαταβολικά αυτοκαταδικάστηκε σε συμφορές, εκείνος που βλέπει τις συμφορές σαν μέσο σωτηρίας;
Οι δούλοι του Θεού αγαπούν τα λόγια του συνετού ληστή, που ήταν σταυρωμένος κοντά στον Κύριο, και τα επαναλαμβάνουν στις θλίψεις τους: “Τιμωρούμαστε δίκαια γι’ αυτά που κάναμε… Θυμήσου μας, Κύριε, στη βασιλεία Σου”. Κάθε θλίψη την αντιμετωπίζουν με τη συναίσθηση πως είναι άξιοι γι’ αυτήν.
Η ουράνια ειρήνη έρχεται στις καρδιές τους χάρη στα ταπεινά τους λόγια και αισθήματα. Αυτή η ειρήνη προσφέρει το ποτήρι της παρηγοριάς και στον άρρωστο και στον φυλακισμένο και στον κατατρεγμένο από τους ανθρώπους και στον πληγωμένο από τους δαίμονες.
Το ποτήρι της παρηγοριάς προσφέρεται με τα χέρια της ταπεινώσεως και σ’ εκείνον που είναι καρφωμένος σε σταυρό. Ο κόσμος μπορεί να του προσφέρει μόνο “ξύδι ανακατεμένο με χολή”.
Ο ταπεινός είναι ανίκανος να αισθανθεί κακία και μίσος. Εχθρούς δεν έχει. Αν αδικηθεί από κάποιον άνθρωπο, αυτόν τον βλέπει σαν όργανο της δικαιοκρισίας ή της πρόνοιας του Θεού.
Ο ταπεινός παραδίνει ολοκληρωτκά τον εαυτό του στο θέλημα του Θεού. Ο ταπεινός ζει όχι αυτονομημένος αλλά μαζί με τον Θεό και εξαρτημένος από τον Θεό.
Ο ταπεινός δεν γνωρίζει την έπαρση, γι’ αυτό πάντοτε ζητάει τη βοήθεια του Θεού και αδιάλλειπτα προσεύχεται.
Το καρπερό κλαδί γέρνει προς την γη, λυγίζοντας κάτω από το βάρος των πολλών καρπών του. Το άκαρπο κλαδί υψώνεται προς τα πάνω, αυξάνοντας τα άκαρπα βλαστάρια του.
Ψυχή πλούσια σε ευαγγελικές αρετές, βυθίζεται όλο και πιο πολύ στην ταπείνωση. Στα βάθη αυτής της νοητής θάλασσας βρίσκει πολύτιμα μαργαριτάρια, τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος.
Η υπερηφάνεια είναι πιστό γνώρισμα ανθρώπου κούφιου, γνώρισμα δούλου των παθών, γνώρισμα ψυχής στη οποία η διδασκαλία του Χριστού δεν βρήκε πρόσβαση.
Μην κρίνεις τους ανθρώπους από την εξωτερική τους εμφάνιση. Μη βγάζεις επιπόλαια συμπεράσματα για την υπερηφάνεια ή την ταπείνωσή τους. “Μην κρίνετε επιφανειακά”, μας συμβουλεύει ο Κύριος, “να κρίνετε με τα σωστά κριτήρια”. “Από τους καρπούς τους θα καταλάβετε“, δηλαδή από τη διαγωγή τους, από τις πράξεις τους και από τις συνέπειες των πράξεών τους.
Ξέρω την υπερηφάνεια σου και την κακία της καρδιάς σου”, έλεγε στον Δαβίδ ο πλησίον του. Αλλά ο Θεός έδωσε διαφορετική μαρτυρία για τον προφήτη: “Βρήκα τον δούλο μου τον Δαβίδ και με το άγιό μου λάδι τον έχρισα βασιλιά”. “Ο Θεός δεν βλέπει, όπως βλέπουν οι άνθρωποι. Οι άνθρωποι βλέπουν το πρόσωπο, ο Θεός βλέπει την καρδιά“.
Οι επιπόλαιοι κριτές συχνά θεωρούν ταπεινό έναν υποκριτή και τιποτένιο, που επιδιώκει να αρέσει στους ανθρώπους. Αυτός, όμως, στην πραγματικότητα δεν είναι παρά μια άβυσσος κενοδοξίας. Απεναντίας, υπερήφανο θεωρούν εκείνον που δεν αποζητάει επαίνους ή αναγνώριση από τους ανθρώπους και γι’ αυτό δεν σέρνεται δουλικά μπροστά τους. Αυτός είναι αληθινός υπηρέτης του Θεού. Έχοντας γνωρίσει τη θεϊκή δόξα, που αποκαλύπτεται μόνο στους ταπεινούς, οσφράνθηκε τη δυσοσμία της ανθρώπινης δόξας κι έφυγε μακριά της.
Τι είναι πίστη;”, ρώτησαν έναν μεγάλο δούλο του Θεού. Κι εκείνος αποκρίθηκε: “Πίστη είναι το να ζει κανείς με ταπεινοφροσύνη και να έχει ευσπλαχνία”.
H ταπείνωση στηρίζει τις ελπίδες της στον Θεό. Δεν τις στηρίζει στον εαυτό της. Δεν τις στηρίζει στους ανθρώπους. Γι’ αυτό η συμπεριφορά της είναι απλή, ειλικρινής, σταθερή, μεγαλειώδης. Τέτοιας λογής συμπεριφορά οι άνθρωποι αυτού του κόσμου, όντας πνευματικά τυφλοί, την ονομάζουν υπερηφάνεια.
Η ταπείνωση δεν εκτιμά καθόλου τα επίγεια αγαθά. Μπροστά στα μάτια της μεγάλος είναι ο Θεός, μεγάλο είναι το Ευαγγέλιό Του. Εκεί είναι προσηλωμένη σταθερά. Την προσοχή της και τη ματιά της δεν την ελκύουν η φθορά και η ματαιότητα. Αυτή την αγία αδιαφορία της προς την φθορά και τη ματαιότητα οι εργάτες της φθοράς και της ματαιότητας την ονομάζουν υπερηφάνεια.
Υπάρχει προσκύνηση αγία, που γίνεται από ταπείνωση, από σεβασμό προς τον πλησίον, από σεβασμό προς την εικόνα του Θεού, από σεβασμό προς τον αδελφό του Χριστού. Και υπάρχει προσκύνηση ψυχοκτόνα, προσκύνηση υστερόβουλη, προσκύνηση ανθραπάρεσκη και συνάμα μισάνθρωπη, προσκύνηση θεομίσητη. Είναι η προσκύνηση που ζήτησε ο σατανάς από τον Θεάνθρωπο με αντάλλαγμα όλα τα βασίλεια του κόσμου και τη λαμπρότητά τους.
Πόσοι δεν είναι και σήμερα εκείνοι που προσκυνούν, για ν’ αποκτήσουν επίγεια αγαθά και αξιώματα! Επαινούνται, μάλιστα, για την ταπείνωσή τους από τους ανθρώπους που δέχονται την προσκύνησή τους!
Προσεκτικά παρατήρησε όσους σε προσκυνούν. Το κάνουν, άραγε, από σεβασμό προς τον άνθρωπο; Το κάνουν από αγάπη και ταπείνωση; Ή μήπως η προσκύνησή τους αφενός ικανοποιεί τη δική σου υπερηφάνεια και αφετέρου αποβλέπει στο δικό τους πρόσκαιρο συμφέρον;
Μεγάλε της γης! Προσεκτικά παρατήρησε και συνετά συλλογίσου: Μπροστά σου σέρνονται η κενοδοξία, το ψέμα, η υποκρισία! Αυτοί που σε προσκυνούν, όταν πετύχουν τον σκοπό τους, θα σε χλευάσουν και με την πρώτη ευκαιρία θα σε προδώσουν. Τη γενναιοδωρία σου ποτέ μην τη δείχνεις στον κενόδοξο. Ο κενόδοξος όσο σκυφτός είναι μπροστά στους ανωτέρους του, τόσο θρασύς και απάνθρωπος είναι μπροστά στους κατωτέρους του. Πως θα καταλάβεις τον κενόδοξο; Από την ιδιαίτερη ικανότητα και επίδοσή του στην κολακεία, την ιδιοτελή εξυπηρετικότητα, το ψέμα και, γενικά, τη φαυλότητα και τη χαμέρπεια.
Ο Πιλάτος παρανόησε τη σιωπή του Χριστού, αποδίδοντάς την σε υπερηφάνεια. “Σ’ εμένα δεν μιλάς;”, Του είπε. “Δεν ξέρεις πως έχω εξουσία είτε να Σε σταυρώσω είτε να Σε αφήσω ελεύθερο;”. Ο Κύριος του εξήγησε ότι σώπαινε από υπακοή στο θέλημα του Θεού, όργανο του οποίου ήταν ο Πιλάτος, μολονότι νόμιζε ότι ενεργούσε με την ελεύθερη βούλησή του. Εξαιτίας της υπερηφάνειάς του ο ηγεμόνας ήταν ανίκανος να καταλάβει ότι μπροστά του στεκόταν η απόλυτη Ταπείνωση, ο σαρκωμένος Θεός.
Την ψυχή που πετά ψηλά, την ψυχή που ελπίζει στα ουράνια, την ψυχή που περιφρονεί τα φθαρτά αγαθά του κόσμου, την ψυχή που δεν γνωρίζει τη φτηνή δουλοπρέπεια και τη χαμέρπεια των ανθρώπων, εσφαλμένα την αποκαλείς υπερήφανη, επειδή δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις των παθών σου. Τίμησε. Αμάν, την ευλογημένη, τη θεάρεστη υπερηφάνεια του Μαρδοχαίου! Αυτό που θεωρείς υπερηφάνεια δεν είναι παρά η αγία ταπείνωση.
Η ταπείνωση είναι ευαγγελική διδασκαλία και ευαγγελική αρετή, είναι το μυστικό ένδυμα και η μυστική δύναμη του Χριστού. Ντυμένος την ταπείνωση ήρθε ανάμεσά μας ο Θεός. Όποιος από τους ανθρώπους ντυθεί την ταπείνωση, γίνεται όμοιος με τον Θεό.
Όποιος θέλει ας με ακολουθήσει”, είπε η παναγία Ταπείνωση, “ας απαρνηθεί τον εαυτό του, ας σηκώσει τον σταυρό του και ας με ακολουθεί”. Αλλιώς δεν είναι δυνατό να γίνει κανείς μαθητής και ακόλουθος Εκείνου που “ταπεινώθηκε θεληματικά, υπακούοντας μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου σταυρικού”, Εκείνου που κάθισε στα δεξιά του Θεού, Εκείνου που είναι ο νέος Αδάμ, ο ιδρυτής του αγίου γένους των εκλεκτών. Στον αριθμό των εκλεκτών συγκαταλέγονται όσοι πιστεύουν στον Χριστό. Η πίστη σ’ Αυτόν, όμως, προϋποθέτει την αγία ταπείνωση και επισφραγίζεται με την αγία αγάπη. Αμήν.

(ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΑΝΙΝΩΦ, “ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ Β΄”, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ)


Πηγή: alopsis.gr

Τετάρτη 5 Οκτωβρίου 2016

ΑΓΩΝΑΣ (Ἃγιος Θεοφάνης ὁ Ἒγκλειστος)

Ὁ δρόμος τοῦ χριστιανοῦ εἶναι γεμᾶτος ἐμπόδια, πού γίνονται ὁλοένα καί πιό πολλά. Ἀγωνισθεῖτε λοιπόν μέ ἀνδρεία καί ἡρωϊσμό, ἀκολουθώντας τόν Ἀπόστολο Παῦλο. Ὅποιος παλεύει μέ τά πάθη του ἐκπληρώνει τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου. Ἀνάλογα μέ τόν ἀγῶνα του ἐξαγνίζεται. Καί ἀνάλογα μέ τόν ἐξαγνισμό του πλησιάζει τόν Κύριο, πού ὑποσχέθηκε ὅτι: «ἐλευσόμεθα καί μονήν ποιήσομεν» (Ἰωάν.14, 23) στήν καθαρή καρδιά».

***
«Ὅταν ψυχραίνεται ὁ ζῆλος γιά τήν πνευματική ζωή πρέπει μέ κάθε τρόπο νά τόν θερμαίνουμε καταφεύγοντας μέ φόβο καί τρόμο στόν Θεό. Ἡ ραθυμία, ἡ ἀκηδία, ἡ ἀθυμία, ἡ κατάθλιψη τοῦ πνεύματος καί τοῦ σώματος θά μᾶς ἔρχονται καί καμιά φορά θά μᾶς ταλαιπωροῦν ἀρκετό καιρό. Δέν πρέπει νά δειλιάζουμε. Θά παραμένουμε σταθεροί καί ἀνδρεῖοι στίς ἀρχές μας, ἐκτελώντας μέ ὑπομονή τά καθήκοντά μας . Ἄς μήν πιστεύουμε ὅτι θά ἔχουμε πάντοτε ἐσωτερική θέρμη ἤ ὅτι θ’ ἀπολαμβάνουμε διαρκῶς ἐσωτερική γλυκύτητα. Αὐτό μήν τό ἐλπίζετε. Ἀντίθετα, νά περιμένετε συχνά ξαφνικές μεταπτώσεις. Γι’ αὐτό ὅταν σᾶς πολεμᾶ ἡ ἀκηδία καί ἡ κατάθλιψη, νά τίς ἀντιμετωπίζετε σάν κάτι συνηθισμένο στήν πνευματική ζωή. Ἐνῶ ὅταν σᾶς ἀνακουφίζει ἡ θέρμη καί ἡ γλυκύτητα, νά τίς ἀντιμετωπίζετε σάν ἐκδηλώσεις τοῦ θείου ἐλέους, γιά τίς ὁποῖες δέν εἴμαστε ἄξιοι».

***

«Ἐάν τό πρωί προσευχηθῆτε, ὅπως πρέπει, ὅλη ἡ μέρα σας θά εὐλογηθεῖ. Μήν ἀπελπίζεσθε γιά τίς προσπάθειες πού σᾶς φαίνονται ἄκαρπες. Θυμηθεῖτε πῶς μάθατε νά πλέκετε ἤ νά διαβάζετε ἤ νά γράφετε. Πόσους κόπους καταβάλλατε τότε… Τώρα ὅμως τά κάνετε ὅλα ἄνετα. Τό ἴδιο θά συμβεῖ καί μέ τήν ψυχική σας καλλιέργεια. Πρός τό παρόν φαίνεται δύσκολο νά νικήσῃ κανείς τούς λογισμούς. Ἀργότερα ὅμως θά τούς διώχνει εὐκολώτερα. Μόνο πού δέν πρέπει νά σταματήσῃ ποτέ τόν ἀγώνα μ’ αὐτούς, ἀλλά ν’ ἀγωνίζεται ὁλοένα καί περισσότερο. Νά καταφεύγετε μέ ὅλη σας τήν καρδιά στόν Κύριο. Εἶναι ὁ γιατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων! Μέ μιά Του κίνησι, ὅλα τά δυσάρεστα σκορπίζονται καί ὅλα τά εὐχάριστα πολλαπλασιάζονται».

***
«Εἶναι πολύ καλό τό ὅτι μεριμνώντας γιά τά καθημερινά δέν ἀφήνετε τήν ἐσωτερική ἐργασία. Ἀγωνισθεῖτε καί ὁ Θεός θά σᾶς ἐνισχύσει νά νικήσετε τούς ἐφάμαρτους λογισμούς. Ὁ Μέγας Ἀντώνιος ἔλεγε: «Τά χέρια στήν δουλειά, ὁ νοῦς στόν οὐρανό». Αὐτό ἔκανε καί αὐτό δίδασκε».


Ἃγιος Θεοφάνης ὁ Ἒγκλειστος



(Ἀπό τό βιβλίο «Ἀπάνθισμα Ἐπιστολῶν» Ὁσίου Θεοφάνους τοῦ Ἐγκλείστου, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ)


Πηγή: alopsis.gr

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2016

ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΝΑ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ; (Ἃγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς)

Στόν στρατιώτη Σβέτισλαβ Κ. πού ρωτᾶ
Ρώτησες κάποιον ποῦ βρίσκεται ὁ Θεός! Καί ἔλαβες τήν ἀπάντηση, ὅτι ὁ Θεός βρίσκεται μέσα σου. Καί ἀναρωτιέσαι πῶς γίνεται αὐτό; Ἔτσι, περίπου, σάν τό φῶς στό δωμάτιο, ἤ σάν τή φωτιά στή σόμπα. Ὅταν αἰσθανθεῖς τόν Θεό μέσα σου, θά αἰσθάνεσαι καί θά ξέρεις ὅτι Αὐτός βρίσκεται μέσα σου, ἀλλά δέν θά μπορεῖς εὔκολα νά τό ἐξηγήσεις σέ ἄλλον. Ἀλλά θά ψάχνεις εἰκόνες καί ὁμοιότητες στή φύση, καί θά πεῖς σέ ἄλλον ὅπως καί ἐγώ λέω σέ σένα: «Ὁ Θεός εἶναι μέσα μου σάν τό φῶς στό δωμάτιο, ἤ σάν φωτιά στή σόμπα, ἤ σάν ἀέρας στά πνευμόνια, ἤ σάν ζωή στό ζωντανό πλάσμα, ἤ σάν δύναμη καί ἀγάπη καί σκέψη μέσα στόν ἄνθρωπο». Βέβαια, αὐτές εἶναι μόνο οἱ εἰκόνες καί παρομοιώσεις, καί ὅλα αὐτά δέν μποροῦν νά ἐκφράσουν ἐκεῖνο πού ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται, ὅταν κατοικήσει ὁ Θεός μέσα του μέ τήν πληρότητα Του.

Ὁ Ἀπόστολος τοῦ Θεοῦ, ὁ πνευματικός μας πατέρας Παῦλος, προσεύχεται γιά τούς πιστούς «ἵνα πληρωθῆτε εἰς πᾶν πλήρωμα τοῦ Θεοῦ» (Ἐφ. γ΄: 19). Ὁ Θεός ἐνεργεῖ ἀπό τά ἔσω τοῦ ἀνθρώπου μέ δυό τρόπους: βοηθώντας ἤ κυριεύοντας. Βοηθώντας ὁ Θεός ἐνεργεῖ στόν ἄνθρωπο τῆς μεσαίας ἤ ἀδύναμης πίστης, ὁ ὁποῖος θυμᾶται τόν Θεό ποῦ καί ποῦ καί μόνο μερικῶς τηρεῖ τίς ἐντολές Του. Ὁ Θεός δέν τόν ἐγκαταλείτει, ἀφοῦ καί αὐτός δέν ἐγκαταλείπει ἐντελῶς τόν Θεό. Τόν ἄνθρωπο ὅμως τῆς μεγάλης πίστης, ὁ ὁποῖος ἄνοιξε την πόρτα τῆς ψυχῆς πλατιά γιά τόν Δημιουργό του κυριολεκτικά τόν κυριεύει ὁ Θεός. Καί γράφει: «Ἰδού ἕστηκα ἐπί τήν θύραν, καί κρούω· ἐάν τις ἀκούση τῆς φωνῆς μου καί ἀνοίξῃ τήν θύραν καί κρούω· ἐάν τις ἀκούσῃ τῆς φωνῆς μου καί ἀνοίξῃ τήν θύραν, καί εἰσελεύσομαι πρός αὐτόν» (Ἀπ. γ΄: 20). Τέτοιος ἄνθρωπος δέν βασίζεται καθόλου στόν ἑαυτό του ἀλλά γιά ὅλα βασίζεται μόνο στόν Ὕψιστο. Αἰσθάνεται τήν παρουσία καί τήν ἐνέργεια μόνο τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ μέσα του καί ἔχει μεγάλη ἀγάπη γιά τόν Κύριό του. Καί σ᾿ ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος ἀγαπᾶ τόν Θεό ὑποσχέθηκε ὁ Χριστός, ὅτι ὁ Θεός θά κατοικήσει μέσα του. «Ἐάν τις ἀγαπᾷ μέ, τόν λόγον μου τηρήσει, καί ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καί πρός αὐτόν ἐλευσόμεθα καί μονήν παρ᾿ αὐτῷ ποιήσωμεν» (Ἰωάν. ιδ΄: 23). Μέ τίποτα δέν θά μπορέσεις αὐτό νά τό κατανοήσεις, ἐάν ξεχάσεις ὅτι ὁ Θεός εἶναι πνεῦμα, καί μπορεῖ παντοῦ νά εἰσέλθει καί ὅλα νά τά διαπεράσει κατά τή δύναμη καί τή βούλησή Του. Αὐτός εἶναι ὑψηλά ἐπάνω ἀπ᾿ ὅλα τά δημιουργήματα, παρόμοια μέ τόν ἥλιο ὁ ὁποῖος βρίσκεται ψηλά πάνω ἀπό τή γῆ ὅμως μέ τό φῶς του μπορεῖ νά μπεῖ παντοῦ ὅπου εἶναι ἀνοιχτά. Ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος: «Εἷς Θεός καί πατήρ πάντων, ὁ ἐπί πάντων, καί διά πάντων, καί ἐν πᾶσιν ἡμῖν» (Ἐφ. δ΄: 6). Αὐτό γράφει γιά τούς ἅγιους καί τούς πιστούς.

Ἀλλά ὅταν κάποιος πετάξει τόν Θεό καί ἀρχίσει νά σκέφτεται ἄσχημα καί νά μιλᾶ ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, καί ὁ Θεός τόν ἐγκαταλείπει. Ὅπως ἐάν κάποιος ἔχτιζε τά παράθυρα στό δωμάτιο καί ἐμπόδιζε τό φῶς νά μπεῖ καί νά φωτίσει. Στόν αὐτόβουλο βασιλιά Σαούλ εἶπε ὁ προφήτης τοῦ Θεοῦ Σαμουήλ: «Ἐξουδένωσας τό ρῆμα Κυρίου καί ἐξουδενώσει σε Κύριος τοῦ μή εἶναι βασιλέα ἐπί τόν Ἰσραήλ» (Α΄ Βασ. ιε΄: 26) «Καί πνεῦμα Κυρίου ἀπέστη ἀπό Σαούλ» (Α΄ Βασ. ιστ΄:14). Ὅμως καί ὅταν ὁ Θεός ἐγκαταλείπει τήν ψυχή ἑνός ἐπίμονου ἀνθρώπου, Αὐτός ἐπί μακρόν δέν σταματᾶ νά ἐνεργεῖ πάνω του ἀπ᾿ ἔξω, ἔτσι ὅπως ἐνεργει ἐπάνω στό νερό καί στήν πέτρα καί στό ξύλο. Ὅμως ἐάν ὁ ἄνθρωπος παραμείνει ἐπίμονος καί θεομάχος ἕως τό τέλος καί δέν μετανιώσει μέ τίποτα, τότε ὁ Θεός ἐπιτρέπει στό κακό πνεῦμα νά μπεῖ μέσα του. Ὅπως γράφει γιά τόν Σαούλ, ὅταν τόν ἄφησε τό πνεῦμα τοῦ Κυρίου: «Καί ἔπνιγεν αὐτόν πνεῦμα πονηρόν παρά Κυρίου» (Α΄ Βασ. ιστ΄: 14). Ἤ, ὅπως γράφει, ἀκόμα χειρότερα, γιά τόν Ἰούδα τόν προδότη: «Εἰσῆλθεν εἰς ἐκεῖνον ὁ σατανᾶς» (Ἰωάν. ιγ΄: 27).

Τέτοιοι ἄνθρωποι, πού ξεσηκώνται ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, βέβαια, δέν μποροῦν ποτέ νά αἰσθανθοῦν τόν Θεό μέσα τους, οὔτε νά ποῦν: «Ὁ Θεός βρίσκεται μέσα μας». Ἐνῶ ἐκεῖνοι πού ἀγαποῦν τόν Θεό, καί Τόν ἐπιθυμοῦν, καί Τόν ἀναζητοῦν, καί προσεύχονται σ᾿ Ἐκεῖνον νά ἔρθει, ἐκεῖνοι αἰσθάνονται τόν Θεό μέσα τους, καί αὐτοί μποροῦν νά ποῦν: «Ὁ Θεός βρίσκεται μέσα μας μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα Του». Μακάριες τέτοιες ἅγιες ψυχές, ἀφοῦ αἰώνια θά βασιλεύουν στό βασίλειο τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως ὑποσχέθηκε ὁ Κύριος σ᾿ ἐκείνους πού Τόν ἀγαποῦν λέγοντας: «Πάλιν ἔρχομαι καί παραλήψομαι ὑμᾶς πρός ἐμαυτόν, ἵνα ὅπου εἰμί ἐγώ, καί ὑμεῖς ἦτε» (Ἰωάν. ι δ΄: 3).
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ!!!!


Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς


(Ἀπό τό βιβλίο: «Δρόμος δίχως Θεό δέν ἀντέχεται…», Ἱεραποστολικές ἐπιστολές Α΄, Ἐκδόσεις «Ἐν πλῷ»)


Πηγή: alopsis.gr

Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2016

Η ΚΑΘΑΡΟΤΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ (Ἃγιος Φώτιος ὁ Μέγας)

Φώτιος ὁ Μέγας

Ἐπιστολὴ πρὸς Βούλγαρον Ἡγεμόνα 

Αὐτὴ εἶναι ἡ καθαρὴ καὶ γνήσια ὁμολογία τῆς πίστεως ἡμῶν τῶν Χριστιανῶν· αὐτὴ εἶναι ἡ θεόσοφη μυσταγωγία τῆς ἄχραντης καὶ ἀληθινῆς θρησκείας μας καὶ τῶν σεπτῶν μυστηρίων της· ἔχοντας φρόνημα, πίστι καὶ διαγωγὴ σύμφωνα μὲ αὐτὴν τὴν ὁμολογία ἕως τὴν δύσι τοῦ βίου, βαδίζομε γρήγορα πρὸς τὴν ἀνατολὴ τοῦ νοητοῦ ἡλίου, γιὰ ν’ ἀπολαύσωμε δυνατώτερα καὶ τελειότερα τὴν ἀπὸ ἐκεῖ ἐρχόμενη ἀνέσπερη αὐγὴ καὶ λαμπρότητα.

Αὐτὴν ταιριάζει ν’ ἀποδέχεται καὶ νὰ τιμᾶ καὶ ἡ θεοφρούρητη σύνεσίς σας, ποὺ ἤδη ἀτενίζει πρὸς τὴν ἰδική μας θρησκευτικὴ κληρονομιά, μὲ εἰλικρινῆ διάθεσι, εὐθύτητα γνώσεως καὶ ἀδίστακτη πίστι, καὶ νὰ μὴ ἀποκλίνη ἀπ’ αὐτὴν οὔτε στὸ ἐλάχιστο οὔτε πρὸς τὰ δεξιὰ οὔτε πρὸς τ’ ἀριστερά· διότι τοῦτο εἶναι τῶν ἀποστόλων τὸ κήρυγμα, τοῦτο εἶναι τὸ δίδαγμα τῶν πατέρων, τοῦτο εἶναι τὸ φρόνημα, τῶν οἰκουμενικῶν συνόδων.

Γι’ αὐτὸ ὄχι μόνο ἐσὺ ὁ ἴδιος πρέπει νὰ φρονῆς καὶ νὰ πιστεύης κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἀλλὰ νὰ καθοδηγῆς στὸ ἲδιο φρόνημα τῆς ἀληθείας καὶ τοὺς ὑπηκόους σου καὶ νὰ τοὺς καταρτίζης στὴν ἴδια πίστι, καὶ τίποτε ἄλλο νὰ μὴ θεωρῆς πολυτιμότερο ἀπὸ τέτοια σπουδὴ καὶ ἐπιμέλεια. Διότι τοῦ ἀληθινοῦ ἄρχοντος καθῆκον εἶναι νὰ μὴ φροντίζη μόνο γιὰ τὴ δική του σωτηρία, ἀλλὰ ν’ ἀξιώνη παρόμοιας προνοίας καὶ τὸν λαὸ ποὺ τοῦ ἔχει ἀνατεθῆ, νὰ τὸν χειραγωγῆ καὶ νὰ τὸν προσκαλῆ στὴν ἴδια τελειότητα τῆς θεογνωσίας.

Μὴ λοιπὸν κάμης νὰ διαψευσθοῦν οἱ ἐλπίδες μας, τὶς ὁποῖες ἐπέτρεψε νὰ σχηματίσωμε ἡ πρὸς τὰ καλὰ ροπὴ καὶ προσοχή σου, μήτε νὰ καταστήσης ματαίους τοὺς κόπους καὶ ἀγῶνες, ποὺ μὲ χαρὰ ἀναλάβαμε χάριν τῆς σωτηρίας σας, μήτε νὰ δεχθῆς ὅτι ἄρχισες μὲν μὲ προθυμία νὰ δέχεσαι τοῦ θείου κηρύγματος τοὺς λόγους, μετέβαλες δὲ τὴν προθυμία σὲ ραθυμία· ἀλλὰ διατήρει ἀνεξάλειπτη τὴν χαρὰ κι εὐφροσύνη μου γιὰ σένα, παρέχοντας ὅμοιο μὲ τὴν ἀρχὴ τὸ τέλος, σύμφωνο τὸν βίο μὲ τὴν πίστι, καὶ τὴν ἐξουσία σου νὰ φαίνεται καὶ νὰ ὀνομάζεται κοινὸ ἀγαθό τοῦ γένους καὶ τῆς πατρίδος.

Ἀλλὰ τώρα πρόσεξε, σὲ παρακαλῶ, φιλόχριστε καὶ πνευματικὲ υἱέ μας, καὶ ὅ,τι ἄλλο ἔνδοξο καὶ καλὸ καὶ ἄξιο στοργῆς ὄνομα ὑπάρχει γιὰ σένα·  πρόσεξε, πόσες ἐπιθέσεις ὠργάνωσε ὁ Πονηρὸς ἐναντίον τῆς εὐσεβοῦς καὶ μόνης ἀληθινῆς θρησκείας τῶν Χριστιανῶν, ἐπινοώντας διάφορες αἱρέσεις καὶ στάσεις, μάχες καὶ πολέμους. Πρόσεξε ἐπίσης καὶ τοῦτο, πῶς αὐτὴ τὶς ἀντέκρουσε ὅλες καὶ ἔστησε λαμπρὰ τρόπαια ἐναντίον ὅλων τῶν ἀντιπάλων. Καὶ μὴ ἀπορήσης, καθὼς θ’ ἀναλογίζεσαι τὶς ἐναντίον της ἐπινοήσεις καὶ ἐπιβουλές. Διότι, πρῶτα, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ γίνη τόσο περίοπτη καὶ δυνατὴ καὶ ἐπίσημη διὰ τῆς νίκης, ἂν δὲν συγκρουόταν μαζί της κανένας ἐχθρός· κι’ ἔπειτα εἶναι εὔκολο νὰ ἀντιληφθοῦμε κι ἐκεῖνο, ὅτι ὅπου ὁ Πονηρὸς πολεμεῖται σφοδρότερα, ἐκεῖ στέλλει κι αὐτὸς μεθοδικώτερα τὰ βέλη τῆς κακίας του καὶ στήνει τὰ πολεμικὰ μηχανήματά του. Πράγματι στὰ ἄλλα γένη, ἐπειδὴ δὲν ὑφίσταται ἐναντίον του κανένας δυνατὸς πόλεμος, γι’ αὐτὸ δὲν ἐξοπλίζεται οὔτε αὐτὸς ἐναντίον ἐκείνων στὸ Χριστώνυμο ὅμως λαὸ τοῦ Θεοῦ, τὸ ἅγιο ἔθνος, τὸ βασίλειο ἱεράτευμα, ἐπειδὴ ξεσηκώνονται ἀνδρείως καθημερινὰ δυναμωμένοι μὲ τὴν πίστι κατὰ τῶν πονηρῶν πράξεων καὶ μηχανευμάτων του, γι’ αὐτὸ κι ἐκεῖνος καταφέρνει μὲ μύριες ἐπιβουλὲς καὶ μὲ ὅλες τὶς μεθόδους νὰ ὑποτάξη μερικοὺς ἀπ’ αὐτοὺς καὶ ἀγωνίζεται νὰ θλίψη τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἂν καὶ οἱ ἀγῶνες καὶ τὰ πονηρεύματά του καταλήγουν σὲ καταισχύνη.

Ἄλλωστε τὰ ἄλλα ἔθνη ἔχουν ἀδιάκριτα καὶ συγκεχυμένα τὰ δογματικὰ φρονήματα, δὲν ἔχουν τίποτε καθαρὸ καὶ δοκιμασμένο σὲ ἀκρίβεια· γι’ αὐτὸ δὲν φαίνεται σ’ ἐκεῖνα οὔτε ἡ ὀρθοδοξία οὔτε ἡ διαστροφή. Στὴν καθαρώτατη ὅμως καὶ ἁγιώτατη πίστι τῶν Χριστιανῶν ποὺ ἔχει μεγάλη ἀκρίβεια, λόγω τῆς εἰλικρίνειας καὶ τῆς εὐθύτητος, τῆς ἐξάρσεως καὶ τῆς ἀκεραιότητος, ὅταν ἐπιχειρήση κανεὶς νὰ εἰσφέρη καὶ μικρὸ δεῖγμα διαστροφῆς ἢ καινοτομίας, ἀμέσως καταφαίνεται καὶ διακρίνεται ἡ διαστροφὴ καὶ νοθεία μὲ τὴν παράθεσι τῆς ἀληθείας καὶ τοῦ ὀρθοῦ λόγου, καὶ ἡ εὐγένεια τῶν εὐσεβῶν δογμάτων δὲν ἀνέχεται καθόλου οὔτε γιὰ λίγο τὸ νόθο γέννημα, οὔτε κάτω ἀπὸ τὴν ἴδια ὀνομασία μάλιστα. Πράγματι, ὅπως στὴν περίπτωσι τῶν διακρινομένων γιὰ τὴν ὠμορφιά τους σωμάτων καὶ μία μικρὴ κηλίδα ποὺ θὰ σχηματισθῆ διακρίνεται καὶ παρατηρεῖται γρήγορα κατόπιν τῆς συγκρίσεως μὲ τὴν ἄλλη ὠμορφιά τοῦ σώματος, ἐνῶ στὴν περίπτωσι τῶν ἀσχημοπροσώπων ἀνθρώπων δὲν μποροῦν νὰ διακριθοῦν εὔκολα τὰ ἐπισυναπτόμενα σημεῖα τῆς ἀσχημοσύνης (διότι κρύβονται στὰ συγγενῆ καὶ ὅμοια στοιχεῖα τῆς ἀμορφίας), ἔτσι καὶ στὴν περίπτωσι τῆς πραγματικὰ ὡραιοτάτης καὶ ὑπέρλαμπρης θρησκείας καὶ πίστεως τῶν Χριστιανῶν, ἀκόμα καὶ τὸ μικρότερο στοιχεῖο της ἂν ἐκτρέψη κανείς, προκαλεῖ μεγάλη ἀσχημοσύνη κι’ αὐτὸ δέχεται ἀμέσως τὸν ἔλεγχο· τὰ ἄλλα δὲ δόγματα τῶν ἐθνῶν, ἐπειδὴ εἶναι γεμάτα ἀκοσμία καὶ ἀσχήμια, δὲν ἐπιτρέπουν στοὺς ὀπαδοὺς των νὰ λάβουν καμμιὰ συναίσθησι τῆς πρόσθετης ἄσχημοσυνης.

Ὄχι δὲ σ’ αὐτὰ μόνο, ἀλλὰ καὶ στὴν περίπτωσι ὅλων τῶν ἄλλων τεχνῶν καὶ ἐπιστημῶν εἶναι δυνατὸ νὰ παρατηρήσωμε τὸ ἲδιο. Στὶς ἀκριβέστατες, εὔκολα γίνεται φανερὸ καὶ τὸ μικρότερο ψεγάδι· στὶς προστυχότερες ὅμως, πολλὰ παραβλέπονται καὶ δὲν θεωροῦνται κἂν ἐλάττωμα. Κι’ ἂν θέλης, στοὺς ἄρχοντες καὶ γενικὰ τοὺς εὑρισκομένους σὲ κάποια ἐξουσία, καὶ μάλιστα σ’ ἐκείνους ποὺ ἀσκοῦν σὲ περισσοτέρους τὴν ἐξουσία τους, καὶ τὸ παραμικρότερο ἐλάττωμα ἐξογκώνεται, διαδίδεται παντοῦ καὶ γίνεται περιβόητο σὲ ὅλους· ἐνῶ στοὺς ἀρχομένους καὶ ταπεινοτέρους πολλὰ παρόμοια πταίσματα δὲν γίνεται γνωστὸ οὔτε ὅτι ἐπράχθηκαν, κρύβονται καὶ διαφεύγουν, ἀφοῦ σβήνονται ἀπὸ τὴν μικρότητα καὶ εὐτέλεια τοῦ ἁμαρτήσαντος.

Ὅσο λοιπὸν ἡ πίστις καὶ λατρεία τῶν Χριστιανῶν, κατὰ τὸ μέγεθος καὶ τὴ δύναμι, τὸ κάλλος καὶ τὴν ἀκρίβειά της, τὴν καθαρότητα καὶ κάθε ἄλλη τελειότητα εἶναι ὑψηλότερα ἀπὸ τὰ θρησκεύματα τῶν ἐθνῶν, τόσο ἐρεθίζεται ὁ Πονηρὸς στὸν ἐναντίον της πόλεμο καὶ τόσο ἐπίσης καταφαίνονται ἀμέσως τὰ ἁμαρτήματα τῶν ἀφρόνων καὶ κακοβούλων ἀνθρώπων καὶ οὔτε μποροῦν ν’ ἀποκρυβοῦν ἔστω καὶ γιὰ λίγον καιρὸ οὔτε νὰ εὕρουν ὑπεκφυγή. Ἀλλ’ ὅμως ἡ καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, ὅπως εἴπαμε πρὸ ὀλίγου, καθιστᾶ σαθρὰ καὶ ἄπρακτα ὅλα τὰ μηχανήματα τοῦ Πονηροῦ, ἢ μᾶλλον τὰ ἐπαναφέρει ἐναντίον ἐκείνου ποὺ τὰ κατασκευάζει καὶ εὔκολα καταρρίπτει τὴν βλασφημία καὶ καταισχύνει τὴν ἀναισχυντία τῶν αἱρεσιαρχῶν· διατηρεῖ ἀκαταμάχητη καὶ ἀήττητη τὴν δύναμί της καὶ στολίζεται διαπαντὸς μὲ θριάμβους καλοὺς καὶ σωστικοὺς γιὰ τὸν κόσμο.·

Ἃγιος Φώτιος ὁ Μέγας


Περιοδικό Ἐποπτεία, Φεβρουάριος 1992, Ἀθήνα.

Πηγή: imaik.gr

Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2016

ΔΑΚΡΥΑ ΚΑΤΑΝΥΞΕΩΣ (Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος)

Αποτέλεσμα εικόνας για Όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος)
Μέσα στά θεόπνευστα κείμενα τοῦ ὁσίου Συμεών τοῦ Στουδίτη, ἀνάμεσα στίς ἄλλες θαυμάσιες διδαχές του, βρέθηκε γραμμένο καί τοῦτο: «Ἀδελφέ, νά μήν κοινωνήσεις ποτέ σου τά Ἄχραντα Μυστήρια χωρίς δάκρυα». Αὐτό τό φύλαξε ὁ ἴδιος σ᾿ ὅλη του τή ζωή, γι᾿ αὐτό τό δίδαξε καί σέ μᾶς. Ἀλλά μόλις τ᾿ ἄκουσαν μερικοί, ὄχι μόνο λαϊκοί ἀλλά καί μοναχοί ὀνομαστοί στήν ἀρετή, παραξενεύτηκαν καί εἶπαν: “Ἐμεῖς λοιπόν πρέπει νά μένουμε σχεδόν πάντα ἀκοινώνητοι, γιατί εἶν᾿ ἀδύνατο νά κοινωνοῦμε κάθε φορά μέ δάκρυα”. 


Ἀκούγοντας τους ἐγώ ὁ ἄθλιος, ἀποτραβήχθηκα κι ἔκλαψα πικρά. Ἀλλοίμονο στή τύφλωση καί τήν ἀναισθησία τους! Ἄν φρόντιζαν νά ἔχουν ἀδιάλειπτη μετάνοια, δέν θά τό ἔλεγαν ἀδύνατο. Ἄν εἶχαν καρπούς πνευματικούς, δέν θά ἦταν ἀμέτοχοι σ᾿ αὐτό τό θεῖο χάρισμα. Ἄν ἀποκτοῦσαν γνήσιο φόβο Θεοῦ, θά παραδέχονταν πώς μπορεῖ κανείς νά κλαίει ὄχι μόνο ὅταν κοινωνεῖ, ἀλλά πάντα.
“Καί ὅμως”, λένε ἐκεῖνοι, “δέν εἶναι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εὐκολοκατάνυκτοι. Ὑπάρχουν πολλοί, πού ἔχουν μιά φυσική σκληρότητα. Αὐτοί δέν κλαῖνε οὔτε ὅταν τούς δέρνουν. Πῶς λοιπόν μποροῦν νά μεταλαβαίνουν πάντα μέ δάκρυα;”.
Ἀλλά, ρωτάω κι ἐγώ, πῶς συμβαίνει νά εἶναι ἄλλος δυσκολοκατάνυκτος καί ἄλλος εὐκολοκατάνυκτος; Πῶς ἔγινε ἔτσι ὁ πρῶτος καί ἀλλιῶς ὁ δεύτερος; Ἀκοῦστε: Ὁ δυσκολοκατάνυκτος ἔγινε τέτοιος ἀπό προαίρεση κακή, ἀπό λογισμούς πονηρούς καί ἀπό ἔργα ἁμαρτωλά. Ὁ Εὐκολοκατάνυκτος, ἀντίθετα, ἀπό προαίρεση καλή, ἀπό λογισμούς ἀγαθούς καί ἀπό ἔργα ἀρετῆς. Σκέψου καί θά δεῖς, ὅτι πολλοί ἄνθρωποι πού ἦταν καλοί, ἔγιναν κακοί διαμέσου αὐτῶν τῶν τριῶν: τῆς προαιρέσεως, τῶν λογισμῶν καί τῶν ἔργων. Καί ἄλλοι, πού ἦταν κακοί, ἔγιναν καλοί πάλι μ᾿ αὐτά. Ὁ Ἑωσφόρος ἀπό ποῦ ἔπεσε; Δέν ἔπεσε ἀπό προαίρεση καί λογισμό πονηρό; Ὁ Καίν ἀπό ποῦ ἔγινε ἀδελφοκτόνος, ἄν ὄχι ἀπό κακή προαίρεση καί πονηρούς λογισμούς φθόνου κατά τοῦ Ἄβελ; Καί ὁ Σαούλ ἀπό ποῦ παρακινήθηκε νά σκοτώσει τό Δαβίδ, πού τιμοῦσε καί ἀγαποῦσε πρωτύτερα; Ἀπό τή φύση του ἤ ἀπό τήν κακή του προαίρεση; Ἀσφαλῶς ἀπό τή δεύτερη, γιατί κανένας δέν ἔγινε ἀπό τό Θεό πονηρός. Ἀλλά τί θά ποῦμε καί γιά τούς ληστές, πού σταυρώθηκαν μαζί μέ τό Χριστό; Ὁ ἕνας, πού εἶχε ἀγαθή προαίρεση, πίστεψε καί παρακαλοῦσε μετανοημένος τόν Κύριο νά τόν πάρει μαζί Του στή βασιλεία Του. Καί ὁ ἄλλος, πού εἶχε πονηρή προαίρεση, ἀπιστοῦσε καί Τόν ὀνείδιζε.
Ἑπομένως ὁ καθένας γίνεται εἴτε εὐκολοκατάνυκτος καί ταπεινός εἴτε δυσκολοκατάνυκτος καί ὑπερήφανος ἀπό τήν αὐτεξουσιότητα τῆς προαιρέσεώς του. Γιά νά τό καταλάβετε ὅμως καλύτερα, ἀκοῦστε καί τό παρακάτω παράδειγμα.
Δύο ἄνθρωποι, ἴσως καί σαρκικοί ἀδελφοί, εἶναι συνομήλικοι, ὁμότεχνοι, ὁμόγνωμοι, ὅμοιοι σέ ὅλα. Συμβαίνει μάλιστα νά εἶναι καί οἱ δύο κακοί, ἄσπλαχνοι, φιλάργυροι, ἀκόλαστοι – μέ δυό λόγια, βουτηγμένοι μέσα στό βοῦρκο τῆς ἁμαρτίας. Αὐτοί λοιπόν οἱ δύο ἀδελφοί πᾶνε σέ μοναστήρι καί γίνονται μοναχοί. Ὁ ἕνας ἀπέχει ἀπ᾿ ὅλα τά κακά, καί μέ πολύ κόπο κατορθώνει νά γίνει ἐνάρετος. Ὁ ἄλλος, ἀντίθετα, δέν κάνει τίποτα γιά νά βελτιωθεῖ. Γίνεται μάλιστα χειρότερος ἀπό πρίν. Γιατί λοιπόν δέν κατόρθωσαν καί οἱ δύο τήν ἀρετή ἤ δέν κυλίστηκαν καί οἱ δύο ὅμοια στήν κακία; Ἐπειδή ὁ πρῶτος, μόλις μπῆκε στό μοναστήρι, ἄρχισε νά μιμεῖται τούς ἐναρέτους Πατέρες, νά προσέχει τήν ἀνάγνωση τῶν θείων Γραφῶν καί νά συναγωνίζεται τούς ἄλλους στή νηστεία, στίς προσευχές, στή σιωπή, στήν κατάνυξη, στήν πραότητα. Ὑπέμεινε ἀκόμα μέ προθυμία καί καρτερία τίς ταπεινώσεις, τίς θλίψεις καί τούς κόπους τῆς ἀσκήσεως χωρίς γογγυσμό, ἔκανε ὅ,τι τόν πρόσταζαν χωρίς ἀντιλογία κι ἔτρεχε πρῶτος στίς πιό εὐτελεῖς ἐργασίες. Κοντολογῆς, ἔκανε μ᾿ ἐπίγνωση ὅλα ὅσα μᾶς διδάσκουν οἱ ἱερές Γραφές, γιά νά βρεῖ ἔλεος ἀπό τό Θεό καί νά συγχωρεθοῦν οἱ ἁμαρτίες του. Ὁ ἄλλος ὅμως δέν ἔκανε τίποτε ἀπ᾿ αὐτά, καί ἔμεινε ἀδιόρθωτος, ὅπως ἦταν καί πρίν γίνει μοναχός, γιά νά μήν πῶ πώς ἔγινε καί χειρότερος. Πῶς λοιπόν αὐτοί οἱ δυό τόσο ὅμοιοι ἄνθρωποι ἀκολούθησαν τόσο διαφορετικό δρόμο; Ἀσφαλῶς ἀπό τήν καλή του προαίρεση ὁ ἕνας καί ἀπό τήν κακή ὁ ἄλλος.
Ἔτσι καί κάθε ἄνθρωπος δέν γίνεται εὐκολοκατάνυκτος ἤ σκληρόκαρδος παρά ἀπό τήν προαίρεσή του, καθώς καί ἀπό τήν ἐσωτερική τοποθέτηση καί τήν πολιτεία του. Γιατί πῶς εἶναι δυνατό νά ἔχει δάκρυα κατανύξεως, ἐκεῖνος πού συνεχῶς διασπᾶται σέ χίλιες δυό μάταιες μέριμνες, καί δέν ἔχει νοῦ γιά προσευχή, γιά σιωπή, γιά ἡσυχία, γιά ἀνάγνωση τῶν ἱερῶν βιβλίων;Πῶς μπορεῖ ν᾿ ἀποκτήσει κατάνυξη, ἐκεῖνος πού περιεργάζεται «τούς πάντας καί τά πάντα», καί θέλει νά μαθαίνει τό καθετί καί ν᾿ ἀνακατεύεται στίς ὑποθέσεις τῶν ἄλλων; Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος πότε θά βρεῖ χρόνο ν᾿ ἀναλογισθεῖ τίς ἁμαρτίες του, νά συντριβεῖ καί νά κλαψεῖ γιά τίς πτώσεις του, νά σκεφτεῖ καί νά μελετήσει τά σφάλματά του;
Ὅποιος δέν κλείνει τό στόμα του γιά νά μήν πεῖ ἄπρεπες ἤ περιττές κουβέντες, ὅποιος δέν κλείνει τ᾿ αὐτιά του γιά νά μήν ἀκούει μάταια κι ἀνώφελα λόγια, αὐτός δέν θυμᾶται τή φοβερή ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Δέν σκέφτεται ὅτι θά σταθεῖ μπροστά στό φοβερό κριτήριο τοῦ Χριστοῦ γυμνός κι ἀνυπεράσπιστος, καί θά δώσει ἀπολογία γιά κεῖνα πού ἔκανε στή ζωή του. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι δυνατό ν᾿ ἀποκτήσει δάκρυα καί νά κλάψει ἀπό μετάνοια καί κατάνυξη, ἔστω κι ἄν ζήσει ἑκατό χρόνια. Καί μπορεῖ νά πηγαίνει στήν ἐκκλησία καί νά συμμετέχει στίς ἱερές ἀκολουθίες μαζί μέ τούς εὐσεβεῖς πιστούς, ἀλλά τό κάνει ἀπό συνήθεια, σάν μιά ρουτίνα, μέ ἀμέλεια καί ὀκνηρία. Γι᾿ αὐτό βγαίνει ἀπό τό ναό τοῦ Θεοῦ χωρίς ὠφέλεια, καί δέν αἰσθάνεται καμιά ἀλλοίωση πρός τό καλύτερο στήν ψυχή του.
Ἄν λοιπόν θέλουμε δάκρυα, πρέπει νά βιάσουμε τόν ἑαυτό μας καί νά ὑπομένουμε τίς θλίψεις, τίς ταπεινώσεις καί τούς πειρασμούς, θεωρώντας τόν ἑαυτό μας χειρότερο ἀπ᾿ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἄν θέλουμε κατάνυξη, πρέπει νά δουλέψουμε πρῶτα σ᾿ ὅλες τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ. Ἡ κατάνυξη εἶναι μιά θεία φωτιά, πού διαλύει τά πάθη. Τά δάκρυά της πλένουν καί καθαρίζουν τή λερωμένη ἀπό τήν ἁμαρτία ψυχή μας. Κανένας ἄνθρωπος δέν ἁγιάσθηκε, δέν ἔλαβε Πνεῦμα Ἅγιο καί δέν ἔγινε κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ, χωρίς νά καθαριστεῖ πρῶτα μέσα στά δάκρυα τῆς κατανύξεως, τῆς μετάνοιας καί τῆς συντριβῆς.
Ἐκεῖνοι μάλιστα πού ἰσχυρίζονται ὅτι δέν μπορεῖ νά κλαίει κανείς κάθε μέρα, φανερώνουν ἔτσι πώς εἶναι γυμνοί ἀπό ἀρετή. Οἱ ἅγιοι Πατέρες μᾶς τό λένε καθαρά: Ἐκεῖνος πού θέλει νά κόψει τά πάθη του, μόνο μέ τά δάκρυα θά τά κόψει. Κι ἐκεῖνος πού θέλει ν᾿ ἀποκτήσει ἀρετές, μόνο μέ πένθος θά τό κατορθώσει. Ἀλήθεια, σέ τί χρησιμεύουν τά ἐργαλεῖα μιᾶς τέχνης, ὅταν λείπει ὁ τεχνίτης, πού γνωρίζει νά τά μεταχειριστεῖ καί νά φτιάξει ὅ,τι θέλει; Δέν χρησιμεύουν σέ τίποτα. Σέ τί ὠφελεῖ τόν κηπουρό νά σκάψει ὅλο του τόν κῆπο καί νά φυτέψει κάθε λογῆς λαχανικά, ἄν δέν κατεβεῖ βροχή νά τά ποτίσει; Δέν τόν ὠφελεῖ σέ τίποτα. Ἔτσι κι ἐκεῖνος πού μεταχειρίζεται τίς ἄλλες ἀρετές καί κοπιάζει νά τίς ἀποκτήσει, δέν ὠφελεῖται καθόλου χωρίς τήν ἁγία κατάνυξη, τήν ἀπαραίτητη προϋπόθεση ὅλων τῶν ἀρετῶν.
Λοιπόν, ἀδελφοί μου, πρίν καί πάνω ἀπ᾿ ὅλες τίς ἀρετές εἶναι ἡ μετάνοια, τόπένθος καί τά δάκρυα, πού ἀκολουθοῦν τό πένθος. Οὔτε πένθος γίνεται χωρίς μετάνοια, οὔτε δάκρυα χωρίς πένθος. Καί τά τρία εἶναι ἀλληλένδετα, καί δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει τό ἕνα χωρίς τά ἄλλα. Ἄς μή λέμε λοιπόν ὅτι εἶναι ἀδύνατο νά κλαῖμε κάθε μέρα, γιατί ἐρχόμαστε σέ ἀντίθεση μέ τόν Κύριο, πού μακάρισε ὅσους κλαῖνε, καί ὑποσχέθηκε ὅτι θά γελάσουν ἀπό χαρά καί ἀγαλλίαση στήν οὐράνια βασιλεία Του: «Μακάριοι οἱ κλαίοντες νῦν, ὅτι γελάσετε».
Γιά νά ἔρθει ὅμως καί σέ μᾶς ἡ χάρη τῶν δακρύων, πρέπει, ὅπως εἴπαμε, νά διαβάζουμε ἀδιάκοπα τά ἱερά βιβλία, νά ὑπομένουμε καρτερικά τίς θλίψεις, τούς ἐμπαιγμούς, τίς κατηγορίες καί τίς διαβολές, νά προσευχόμαστε στό Θεό γι᾿ αὐτούς πού μᾶς κάνουν κακό, νά ταπεινώνουμε τόν ἑαυτό μας σέ κάθε εὐκαιρία, ν᾿ ἀποφεύγουμε τή φλυαρία καί νά μήν ἀσχολούμαστε μέ τούς ἄλλους, ἀλλά νά σκεφτόμαστε μόνο τίς δικές μας ἁμαρτίες καί νά μετανοοῦμε βαθιά γι᾿ αὐτές. Κι ἄν δέν ἔχουμε δάκρυα, τουλάχιστο νά τά ζητᾶμε ἀπό τό Θεό. Ἡ αὐτομεμψία καί τό πένθος, πάντως, βοηθοῦν τήν ψυχή νά βρεῖ τήν κατάνυξη. Πρῶτος καρπός τοῦ πένθους γιά τίς ἁμαρτίες μας εἶναι τά δάκρυα, πού προσφέρονται στό Θεό σάν θυσία εὐπρόσδεκτη καί καθαρίζουν τό ρύπο τῆς ψυχῆς. Κι ὅταν ἡ ψυχή ἔρθει σέ κατάσταση μετάνοιας κι ἀληθινοῦ πένθους, δέν περνάει οὔτε μιά μέρα δίχως δάκρυα, ὅπως ὁ προφήτης Δαβίδ, πού ἔλεγε: «Λούσω καθ᾿ ἑκάστην νύκτα τήν κλίνην μου, ἐν δάκρυσί μου τήν στρωμνήν μου βρέξω».
Ἄς ἀγωνιστοῦμε λοιπόν κι ἐμεῖς νά μετανοήσουμε ἀληθινά, ν᾿ ἀποκτήσουμε ἐπίγνωση τῶν πολλῶν καί μεγάλων ἁμαρτημάτων μας καί νά καθαριστοῦμε ἀπ᾿ αὐτά, ἀκούγοντας τήν προτροπή τοῦ ἁγίου ἀδελφοθέου Ἰακώβου: «Καθαρίσατε χεῖρας ἁμαρτωλοί καί ἁγνίσατε καί κλαύσατε· ὁ γέλως ὑμῶν εἰς πένθος μεταστραφήτω καί ἡ χαρά εἰς κατήφειαν. Ταπεινώθητε ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, καί ὑψώσει ὑμᾶς».
Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος

(Ἀπό τό βιβλίο: “ΑΠΟΣΤΑΓΜΑ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΣΟΦΙΑΣ”, Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττική)
Πηγή: alopsis.gr

Παρασκευή 19 Αυγούστου 2016

ΦΟΒΟΣ ΘΕΟΥ (Ὃσιος Θεοφάνης ὁ Ἒγκλειστος)

Ο φόβος του Θεού είναι η ρίζα κάθε καλού έργου. Ούτε ένα λεπτό να μην απομακρύνεται από την καρδιά σας. Σαν το κερί ν’ ανάβει και να φωτίζει όλους τους λογισμούς, όλες τις εσωτερικές κινήσεις της καρδιάς σας.
 
Αυτός θα σας διδάξει να βαδίζετε σωστά, να εργάζεσθε το κάθε τι σαν έργο Θεού. Αυτός θα σας διδάξει να στέκεστε, όπως εκείνοι που βρίσκονται μπροστά στο βασιλέα. Αυτός θα σας διδάξει να προχωρείτε, όπως προχωρούν εκείνοι που κρατούν ένα ποτήρι γεμάτο νερό, από το οποίο δεν πρέπει να στάξει ούτε μια σταγόνα.
Όταν η εσωτερική ζωή πάρει αυτά τα χαρακτηριστικά, τότε θα συνειδητοποιείται κάθε απρεπής κίνηση του νου και της καρδιάς. Αμέσως τότε θ’ ανακρίνεται ενώπιον του Θεού και θ’ απομακρύνεται με τη μετάνοια και τον αποφασιστικό αγώνα για την κάθαρση.

“Ποθείτε τη σωτηρία σας, αλλά ξεσπάσματα του πάθους της κατακρίσεωςταράσσουν την εσωτερική σας ειρήνη. Το πρώτο είναι παρήγορο, το δεύτερο όμως φοβερό! Ο Κύριος πολύ αντιπαθεί την κατάκριση. Η κατάκριση γεννιέται από την αυταρέσκεια. Γι’ αυτό σε κάθε πτώση σας να εξετάζετε τις αιτίες που σας οδήγησαν σ’ αυτή. Έτσι θ’ αποφεύγετε να παίρνετε το ίδιο μονοπάτι. Όταν μάλιστα συγκρατηθείτε μερικές φορές και δεν κατακρίνετε, ο αγώνας σας μετά θα γίνει ευκολότερος. Συνήθως κατακρίνετε όταν παύετε να ελέγχετε τον εαυτό σας.
Μου γράφετε ότι δεν έχετε διαθέσιμο χρόνο. Δόξα τω Θεώ, αν συμβαίνει αυτό. Είναι σωτήριο να μη μένουμε ποτέ αργοί. Αλλά πραγματικά δεν έχετε διαθέσιμο χρόνο; Αξιοποιείτε σωστά τις ώρες σας; Για τα γεύματα, τις δεξιώσεις, τους στολισμούς του σώματος, τις αργολογίες και τις φλυαρίες δεν έχετε χρόνο; Σκεφτείτε καλύτερα μια άλλη δικαιολογία για την αμέλεια σας στη μελέτη των πνευματικών βιβλίων, και μην ισχυρίζεστε ότι δεν έχετε χρόνο. Εάν εκμεταλλεύεσθε σωστά τις ώρες σας, θα βρίσκετε χρόνο να θερμαίνετε το θείο ζήλο για την πνευματική καλλιέργεια. Δεν υπάρχει λόγος να διαβάζουμε πολλά, αρκεί να ζούμε αυτά που διαβάζουμε.
Μου υπενθυμίζετε πολλές φορές την απουσία του φόβου του Θεού! Αυτό αποτελεί τη ρίζα κάθε κακού. Ενδιαφερθείτε ν’ αποκτήσετε σύντομα αυτή τη βασική αρετή. Τότε η εσωτερική σας κατάσταση θα είναι καλή. Με το φόβο του Θεού σταθεροποιείται η απόφαση να μην επιτρέψουμε καμιά πτώση στον εαυτό μας. Ο φόβος του Θεού είναι ένα μαχαίρι που μας βοηθά να κόβουμε τις αδυναμίες μας και να προσφέρουμε τον εαυτό μας καθαρή και ευπρόσδεκτη θυσία ενώπιον Του”.

“Σας αξίωσαν να υπηρετείτε στο Ιερό! Σπουδαία και υψηλή διακονία! Χρειάζεται όμως ευλάβεια και σύνεση. Γνωρίζετε ασφαλώς ότι όλα μπορεί κανείς να τα χρησιμοποιήσει για την καταστροφή του. Ο Ιούδας και αυτό το αποστολικό αξίωμα το χρησιμοποίησε για την καταστροφή. Να το θυμάστε αυτό. Το διακόνημα που σας ανέθεσαν είναι πολύ ιερό, είναι όμως και επίφοβο.
Ζητήστε σοφία από τον εύσπλαχνο Θεό. Να φοβάστε την εξοικείωση με τα άγια αντικείμενα και να μην τα χρησιμοποιείτε σαν τα συνηθισμένα πράγματα του κελιού σας. Να προσεύχεσθε στο Θεό να μην επιτρέψει ν’ απομακρυνθεί ο φόβος του από την ψυχή σας σ’ όλη τη διάρκεια της υπηρεσίας σας.
Να συναισθάνεστε ό,τι κάνετε μέσα στο ναό. Να συγκεντρώνετε την προσοχή σας και να θερμαίνετε με θείο ζήλο την καρδιά σας. Κάθε φορά που αρχίζετε τη διακονία να σκέπτεστε ό,τι και την πρώτη φορά. Να υπηρετείτε με το ίδιο δέος και την ίδια ευλάβεια.
Πολλές αφορμές θα σας δοθούν για τη διάσπαση των λογισμών, αλλά αυτό δεν θα σας δικαιολογήσει καμιά απροσεξία. Αγωνιστείτε και θα κατορθώσετε να διατηρείτε απερίσπαστο το νου.
Οποιοδήποτε έργο κι αν κάνετε, να σκέπτεστε ότι το κάνετε ενώπιον του ιδίου του Κυρίου, ο οποίος πραγματικά δέχεται την υπηρεσία σας. Να προσεύχεσθε και ο Θεός θα ευλογήσει τη διακονία σας”.

(Από το βιβλίο «Απάνθισμα Επιστολών» Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου, Εκδόσιες Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής)
Πηγή: alopsis.gr

Παρασκευή 12 Αυγούστου 2016

«Αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν» (Ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου)




«Δεῦτε πρὸς μὲ πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς ». Μ’ αὐτὰ τὰ λόγια καλεῖ ὁ Χριστὸς ὅλους, ὅσοι λυγίζουν κάτω ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας. Καὶ προσθέτει στὴν Ἀποκάλυψη: «Ὁ διψῶν ἐρχέσθω… ἐγὼ τῷ διψώντι δώσω ἐκ τῆς πηγῆς τοῦ ὕδατος τῆς ζωῆς δωρεάν». Τρέξτε ὅλοι οἱ διψασμένοι, φωνάζει ὁ Κύριος, στὴν αἰώνια καὶ ζωοπάροχη βρύση.

Ὅσο ἁμαρτωλὸς κι’ ἂν εἶσαι, φονιᾶς, μοιχὸς ἢ κάτι ἄλλο, σὲ δέχεται ὁ Δεσπότης. Σηκώνει ἀμέσως τὸ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν σου καὶ σ’ ἐλευθερώνει. Καὶ πῶς τὸ κάνει αὐτό; Ὅπως ἀκριβῶς συγχώρεσε τὶς ἁμαρτίες τοῦ παραλυτικοῦ, λέγοντάς του: «Τέκνον, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι». Κι ἀμέσως τὸν λύτρωσε ἀπὸ τὸ βάρος του καὶ τὸν θεράπευσε.

Πρόστρεχε λοιπὸν στὸν Χριστό, παρακαλώντας Τον δυνατά, ἐπίμονα καὶ ἀκατάπαυστα, ὅπως ὁ τυφλὸς τότε, στὴν Ἱεριχώ : «Ἰησοῦ, υἱὲ Δαβίδ, ἐλέησόν με!». Κι’ Ἐκεῖνος, ὅπως τότε, θὰ σὲ ρωτήσει μυστικά: « Τί σοὶ θέλεις ποιήσω;». Ἐσύ, ὁ τυφλὸς στὴν ψυχή, θὰ πεῖς: «Κύριε, ἵνα ἀναβλέψω ». Ὁ Χριστός, βλέποντας τὴν πίστη σου, τὴ μετάνοιά σου, τὴ ζέση τῆς ἱκεσίας σου, θὰ σὲ σπλαχνιστεῖ καὶ θὰ σὲ θεραπεύσει, χαρίζοντας στὴν ψυχή σου τὸ φῶς.

Ὅταν ὅμως δὲν προσευχόμαστε μὲ πόνο, μ’ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς μας καὶ μ’ ἀληθινὴ μετάνοια, δὲν θὰ μᾶς ἀκούσει ὁ Χριστός, δὲν θὰ μᾶς συγχωρέσει, δὲν θὰ μᾶς φωτίσει.

Ἂν πάλι εἴμαστε ἀμελεῖς, ἂν δὲν τρέξουμε στὸν Κύριο καὶ δὲν Τὸν ἀκολουθήσουμε μὲ συνέπεια, ἀφήνοντας τὶς ἁμαρτίες μας, ὅπως ὁ τελώνης καὶ κατοπινὸς εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος ἄφησε τὸ τελώνιο καὶ τὴν πλεονεξία, τότε δὲν θὰ πάρουμε ἐκεῖνο ποῦ ζητᾶμε.

Πρέπει πρωταρχικὰ νὰ φλογιστοῦμε ἀπὸ τὴ φωτιὰ τῆς μετανοίας, τῆς ἐπιστροφῆς καὶ τῆς ἱκεσίας.

Ὁ Κύριος ὄχι μόνο γι’ αὐτοὺς «ἔκλινεν οὐρανοὺς καὶ κατέβη εἰς γῆν», ἀλλὰ γιὰ ὅλους μας. Καὶ δὲν θέλει νὰ κολαζόμαστε αἰώνια, σὰν δοῦλοι τῆς ἁμαρτίας, ἀλλὰ νὰ Τὸν ἀκολουθήσουμε στὸν οὐρανό, ἀφοῦ πρῶτα, μὲ ἀγώνα πνευματικό, τηρήσουμε τὶς ἐντολές Του καὶ καθαριστοῦμε ἀπὸ τὰ πάθη, «ἕκαστος κατὰ τὸν ἴδιον κόπον».

Πρέπει νὰ ξέρουμε, πώς ὁ ἱδρώτας πού χύνουμε γιὰ τὴν κάθαρσή μας καὶ τὴν ἀρετὴ δὲν πάει χαμένος. Ὁ Χριστὸς βλέπει τὸν κόπο μας καὶ τὸν ἀγώνα μας καὶ θὰ μᾶς στεφανώσει. Στὸν ἀγώνα αὐτόν, ἐξάλλου, δὲν μᾶς ἀφήνει μόνους. Μᾶς χαρίζει τὴ μυστικὴ δύναμή Του, γιὰ νὰ νικήσουμε τοὺς νοητοὺς ἐχθρούς.

Τὴ δύναμη ὅμως αὐτὴ δὲν μᾶς τὴν δίνει, ἂν δὲν Τοῦ τὴ ζητήσουμε. Γιατί μὴ ζητώντας την, δείχνουμε πώς δὲν τὴ θέλουμε. Καὶ πῶς νὰ μᾶς δώσει κάτι πού δὲν θέλουμε; Γι’ αὐτὸ εἶπε: «Αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν».

Ἀλλὰ κι’ αὐτὸ δὲν φτάνει. Γιατί μπορεῖ ἀπὸ τὴ μία νὰ ζητᾶμε τὴν ἐνίσχυση τοῦ Θεοῦ στὸν πνευματικό μας πόλεμο, κι’ ἀπὸ τὴν ἄλλη νὰ καταθέτουμε εὔκολα τὰ ὅπλα μπροστὰ στοὺς ἐχθρούς μας –τοὺς δαίμονες, τὰ πάθη, τὸν κόσμο– καὶ νὰ παραδινόμαστε σ’ αὐτούς.

Ὅταν λοιπὸν ὁ Θεὸς βλέπει τέτοια ὑποχωρητικότητα, μικροψυχία καὶ ἀπροθυμία, γιατί νὰ μᾶς βοηθήσει; Ζητᾶμε βοήθεια στὸν πόλεμο, καὶ δὲν πολεμᾶμε. Ἐπιζητοῦμε τὴ νίκη, καὶ ἀγωνιζόμαστε μὲ χλιαρότητα καὶ ραθυμία. Ἐπιθυμοῦμε προκοπὴ πνευματική, καὶ ἀφήνουμε νὰ μᾶς αἰχμαλωτίσει ἡ ἀμέλεια καὶ ἡ ὀκνηρία. Θέλουμε κάθαρση, καὶ ἱκανοποιοῦμε τὰ σαρκικὰ πάθη. Δὲν εἶναι ἀντιφατικὰ ὅλ’ αὐτά;

Πῶς λοιπὸν νὰ μᾶς στείλει ὁ Κύριος τὴ χάρη Τοῦ ὅταν δὲν τὴν ἀξιοποιοῦμε; Ἢ μᾶλλον, ὅταν, τολμῶ νὰ πῶ, βλάσφημα τὴν περιφρονοῦμε; Ὅπως ἔχουμε ξαναπεῖ, ὁ Θεὸς δὲν ἐμπαίζεται. Εἶπε, βέβαια, «αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν». Καὶ πάλι: «Πάντα ὅσα ἂν προσευχόμενοι αἰτεῖσθε, πιστεύετε ὅτι λαμβάνετε, καὶ ἔσται ὑμῖν». Ὅμως μὲ τὸ στόμα τοῦ ἁγίου ἀποστόλου Ἰακώβου εἶπε καὶ τοῦτο: «Αἰτεῖτε καὶ οὐ λαμβάνετε, διότι κακῶς αἰτεῖσθε». Ἀφοῦ ὁ Χριστὸς βλέπει πώς δὲν ἔχουμε διάθεση ν’ ἀγωνιστοῦμε ὅσο πρέπει καὶ ὅσο μποροῦμε, δὲν μᾶς βοηθάει, ὅσο κι ἂν Τὸν παρακαλοῦμε. Τότε εἶναι πού «αἰτοῦμεν, καὶ οὐ λαμβάνομεν».

Ἂς μὴν προφασιζόμαστε ἀδυναμία. Ἂς μὴν ἐπικαλούμαστε τὴ συνήθεια τῆς ἁμαρτίας καὶ τὰ ἀκατανίκητα τάχα πάθη μας. Τίποτα δὲν εἶναι ἀδύνατο σ’ αὐτὸν πού ἀληθινὰ πιστεύει στὸν Κύριο –«πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι»-, ἀφοῦ καὶ σ’ Ἐκεῖνον, τὸν παντοδύναμο, εἶναι ὅλα δυνατά: «παρὰ Θεῷ πάντα δυνατά ἐστι».

Ἂς προσευχόμαστε λοιπὸν ἀδιάλειπτα, ζητώντας μὲ βαθειὰ πίστη τὸ ἔλεός Του: «Κύριε, ἐλέησον ! Κύριε, ἐλέησον!»

Ἂς Τὸν παρακαλοῦμε μ’ εὐγνωμοσύνη καὶ ἀγάπη ἀπέραντη, σὰν δοῦλοι ἐξαγορασμένοι μὲ τὸ πανάχραντο αἷμα Του, νὰ μᾶς ἐνισχύση στὴν ἄνιση πάλη μας «πρὸς τὰς ἀρχὰς πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου». Ἂς Τὸν ἱκετεύουμε ἀκατάπαυστα νὰ μᾶς περιτειχίση μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ δύναμή Του στὸν ἐπίπονο ἀγώνα γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας.

Πρέπει ἀπαραίτητα ν’ ἀνταποκριθοῦμε σ’ αὐτὴ τὴ θεϊκὴ χάρη καὶ δύναμη, μὲ ταπεινὸ ἀλλὰ καὶ ἀγωνιστικὸ φρόνημα. Τότε, πράγματι, «δοθήσεται ἡμῖν».

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ


Πηγή: imaik.gr