A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΙΣΤΕΩΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΙΣΤΕΩΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2013

᾿Εγκύκλιόν 1848 - ῾Ομολογίαν Πίστεως




Μὲ σκοπὸν νὰ προφυλάξουν τοὺς Χριστιανοὺς ἀπὸ τὴν ἀποδοχὴν
τοῦ νέου ἡμερολογίου ὡς μεγίστου ἁμαρτήματος, ὁ Οἰκουμενικὸς
Πατριάρχης ῎Ανθιμος Ϛʹ ὁμοῦ μετὰ τῶν ἄλλων ᾿Ανατολικῶν Πατριαρχῶν,
ἤτοι ᾿Αλεξανδρείας ῾Ιεροθέου, ᾿Αντιοχείας Μεθοδίου καὶ ῾Ιεροσολύμων
Κυρίλλου καὶ τῶν Συνόδων αὐτῶν, τὸ 1848 εἰς ᾿Εγκύκλιόν των ἐν
ὀνόματι τῆς Μιᾶς, ῾Αγίας, Καθολικῆς καὶ ᾿Αποστολικῆς ᾿Εκκλησίας,
ἐξέφρασαν τὴν ἀκόλουθον ῾Ομολογίαν Πίστεως:

Πρὸς τοὺς ἁπανταχοῦ Ὀρθοδόξους

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΗΣ ΜΙΑΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ


"Κρατῶμεν τῆς ὁμολογίας", ἥν παρελάβομεν ἄδολον παρὰ τηλικούτων ἀνδρῶν, ἀποστρεφόμενοι πάντα νεωτερισμὸν ὡς ὑπαγόρευμα τοῦ διαβόλου· ὁ δεχόμενος νεωτερισμόν, κατελέγχει ἐλλιπῆ τὴν κεκηρυγμένην ὀρθόδοξον πίστιν. Ἀλλ᾽ αὐτὴ πεπληρωμένη ἤδη ἐσφράγισται, μὴ ἐπιδεχόμενη μήτε μείωσιν, μήτε αὔξησιν, μήτε ἀλλοίωσιν οἱανδήποτε, καὶ ὁ τολμῶν ἢ πρᾶξαι ἢ συμβουλεῦσαι ἢ διανοηθῆναι τοῦτο ἠρνήθη τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ, ἤδη ἑκουσίως καθυπεβλήθη εἰς τὸ αἰώνιον ἀνάθεμα διὰ τὸ βλασφημεῖν εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, ὡς τάχα μὴ ἀρτίως λαλῆσαν ἐν ταῖς Γραφαῖς καὶ διὰ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
Τὸ φρικτὸν τοῦτο ἀνάθεμα, ἀδελφοὶ καὶ τέκνα ἐν Χριστῷ ἀγαπητά, οὐκ ἐκφωνοῦμεν ἡμεῖς σήμερον, ἀλλ᾽ ἐξεφώνησε πρῶτος ὁ Σωτὴρ ἡμῶν "ὃς ἂν εἴπη κατὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου, οὐκ ἀφεθήσεται αὐτῷ οὔτε ἐν τῷ νῦν αἰῶνι οὔτε ἐν τῷ μέλλοντι" ἐξεφώνησεν ὁ θεῖος Παῦλος· "ἀλλὰ καὶ ἐὰν ἡμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ᾽ ὃ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω" ἐξεφώνησαν τοῦτο αἱ ἑπτὰ Οἰκουμενικοὶ Σύνοδοι καὶ σύμπας ὁ χορὸς τῶν θεοφόρων Πατέρων.
Ἅπαντες σὺν νεωτερίζοντες ἢ αἱρέσει ἢ σχίσματι, ἑκουσίως ἐνεδύθησαν, κατὰ τὸν ψαλμωδόν, "κατάραν ὡς ἱμάτιον"(calm.rh',18), κἄν τε Πάπαι κἄν τε Πατριάρχαι, κἄν τε Κληρικοί, κἄν τε Λαϊκοὶ ἔτυχον εἶναι "κἂν ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ ἀνάθεμα ἔστω, εἰ τὶς ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρ᾽ ὃ παρελάβετε". Οὕτω φρονοῦντες οἱ Πατέρες ἡμῶν καὶ ὑπακούοντες εἰς τοὺς ψυχοσωτηρίους λόγους τοῦ Παύλου ἐστάθησαν σταθεροὶ καὶ ἑδραῖοι εἰς τὴν ἐκ διαδοχῆς παραδοθεῖσαν αὐτοῖς πίστιν καὶ διέσωσαν αὐτὴν ἄτρεπτον καὶ ἄχραντον διὰ μέσου τοσούτων αἱρέσεων, καὶ παρέδωκαν αὐτὴν εἰς ἡμᾶς εἰλικρινῆ καὶ ἀνόθευτον, ὡς ἐξῆλθεν ἄδολος ἀπὸ τοῦ στόματος τῶν πρώτων ὑπηρετῶν τοῦ Λόγου" οὕτω φρονοῦντες καὶ ἡμεῖς, ἄδολον, ὡς παρελάβομεν, μετοχετεύσομεν αὐτὴν εἰς τὰς ἐπερχομένας γενεάς, μηδὲν παραμείβοντες, ἵνα ὦσι κακεῖνοι ὡς καὶ ἡμεῖς εὐπαρουσίαστοι καὶ ἀκαταίσχυντοι, λαλοῦντες περὶ τῆς τῶν προγόνων ἡμῶν πίστεως». «Ἔπειτα παρ᾽ ἡμῖν οὔτε Πατριάρχαι οὔτε Σύνοδοι ἐδυνήθησαν ποτὲ εἰσαγαγεῖν νέα, διότι ὁ ὑπερασπιστὴς τῆς θρησκείας ἐστιν αὐτὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι αὐτὸς ὁ λαός, ὅστις ἐθέλει τὸ θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καὶ ὁμοειδὲς τῷ τῶν Πατέρων αὐτοῦ, ὡς ἔργῳ ἐπειράθησαν καὶ πολλοὶ τῶν ἀπὸ τοῦ σχίσματος Παπῶν τε καὶ Πατριαρχῶν Λατινοφρόνων μηδὲν ἀνύσαντες»

† ΑΝΘΙΜΟΣ ἐλέῳ Θεοῦ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ρώμης

καί Οἰκουμενικός Πατριάρχης.

† ΙΕΡΟΘΕΟΣ ἐλέῳ Θεοῦ Πάπας καί Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας καί πάσης Αἰγύπτου.

† ΜΕΘΟΔΙΟΣ ἐλέῳ Θεοῦ Πατριάρχης Ἀντιοχείας.

† ΚΥΡΙΛΛΟΣ ἐλέῳ Θεοῦ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων

καὶ αἱ περὶ αὐτοὺς Ἱεραὶ Σύνοδοι.

(Ἐγκύκλιος τῆς Συνόδου τοῦ 1848, συγκληθείσης ἐν Κωνσταντινουπόλει, τὴν ὁποίαν προσυπογράφουν οἱ ἄνωθεν Πατριάρχαι)

Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2013

Μνήμη τῆς Γ' Ἁγίας Οἰκουμενικής Συνόδου (9 Σεπτεμβρίου)



Τον 5ο αιώνα μ.Χ., διαφάνηκε η αίρεση του Νεστορίου, Πατριάρχη Κωνταντινουπόλεως. Η διαπίστωση της κακοδοξίας του Νεστορίου σημειώθηκε όταν ο νομικός Ευσέβιος, εντόπισε στα λεγόμενα του Αναστασίου (συγκέλου του Νεστορίου), αιρετικές δοξασίες, οι οποίες αφορούσαν στο πρόσωπο της Θεοτόκου. Ο Αναστάσιος δεν αποδεχόταν τον όρο «Θεοτόκος» και αντ’ αυτού, παρόντος του Νεστορίου, εισηγείτο τον όρο «ανθρωποτόκος». Ο Νεστόριος, ωστόσο, για να μην προκληθεί θύελλα αντιδράσεων, εισηγήθηκε να χρησιμοποιείται ο ηπιότερος όρος «Χριστοτόκος», μη δεχόμενος έτσι την υποστατική ένωση των δύο φύσεων στο πρόσωπο του Χριστού, όπως τη διερμήνευε ο Άγιος Κύριλλος , ο οποίος υπογράμμιζε ότι ο Κύριος προσέλαβε ολόκληρη την ανθρώπινη φύση και πως έγινε αντίδωση ιδιωμάτων, αλλά οι δύο φύσεις παρέμειναν ασύγχυτες και άτρεπτες.


Ο νομικός Ευσέβιος, λαϊκός τότε, μετέπειτα Επίσκοπος Δορυλαίου, κατάγγειλε τον Νεστόριο τόσο στον Αλεξανδρείας Κύριλλο, όσο και στον Ρώμης Κελεστίνο . Τότε, ο Άγιος Κύριλλος απέστειλε δύο επιστολές στον Νεστόριο, στις οποίες αποφαινόταν για τον όρο Θεοτόκος τον Ιούλιο ή Αύγουστο του 429 μ.Χ. την πρώτη και Ιανουάριο ή Φεβρουάριο του 430 μ.Χ. τη δεύτερη. O Νεστόριος, εν τω μεταξύ, ήδη είχε γράψει δύο επιστολές στον Πάπα Ρώμης, στην προσπάθειά του να συγκαλυφθεί. Επειδή, όμως, το προκείμενο θεολογικό ζήτημα ήταν δύσβατο για τον Κελεστίνο δεν ανταποκρίθηκε, καταρχάς, στον Νεστόριο. Θεώρησε φρονιμότερο να στείλει σχετική επιστολή στον Αλεξανδρείας με διάφορα ερωτήματα, υπογραμμίζοντας ότι «πάνυ ἐσκανδαλίσθησαν», από τις θέσεις του Νεστορίου. Ο Κύριλλος απάντησε στην επιστολή του Πάπα Ρώμης, επίσης, με επιστολή, με την οποία κοινοποιούσε προς τον «συλλειτουργό» Κελεστίνο (και σε άλλους) τη χριστολογία, όπως ο ίδιος (Κύριλλος) τη διερμήνευε, εξηγούσε την πλάνη του Νεστορίου και ανακοίνωνε τις προθέσεις του για επιβολή ακοινωνησίας στον αιρεσιάρχη. Ακόμη, ο Κύριλλος προτρέπει τον Κελεστίνο να φροντίσει ώστε «δώσομεν ἀφορμᾶς τοῦ πάντας μία ψυχῄ καί μία γνώμῃ στῆναι καί ἐπαγωνίσασθαι τῇ ὀρθῄ πίστει πολεμουμένῃ». Ο Κελεστίνος απάντησε στον Κύριλλο ότι συμφωνεί μαζί του και αναγνωρίζει πως η θεωρία του Νεστορίου είναι αιρετική. Ωστόσο, δεν μπορούσε να υπεισέλθει στα βαθύτερα νερά του εν λόγω θεολογικού ζητήματος, γι’ αυτό και περιορίστηκε να τονίσει ότι πρόκειται για πρόβλημα που αφορά στη γέννηση του Χριστού. Εξάλλου και στην απαντητική του επιστολή προς τον Νεστόριο, επιπλήττει τον αιρεσιάρχη, αλλά δεν τού ορίζει ακριβώς και τι πρέπει να πιστεύει. Επιπλέον, ο Κελεστίνος έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στον Αλεξανδρείας Κύριλλο, καθιστώντας τον στο θέμα αυτό αντιπρόσωπο της Ρώμης. Με το γεγονός αυτό, κρίνουμε, ότι ο Άγιος Κελεστίνος αναγνώρισε έμμεσα πρωτείο αλήθειας στον Άγιο Κύριλλο.


Τον Οκτώβριο του ιδίου έτους ο Κύριλλος συγκάλεσε άλλη τοπική Σύνοδο, στο οικείο Πατριαρχείο, η οποία προσυπόγραψε τους «12 αναθεματισμούς» του, παρεκκλίνοντας, έτσι, από τη συμφωνία που είχε συνάψει με τον Ρώμης, για επιβολή μόνο ακοινωνησίας στον Νεστόριο. Κατόπιν, απέστειλε εκτενή συνοδική, δογματικού τύπου, επιστολή στον αιρεσιάρχη, καλώντας τον να αποδεχθεί τους αναθεματισμούς, ουσιαστικά την καθ’ υπόσταση ένωση των δύο φύσεων εν Χριστώ. Όμως, ο Νεστόριος δεν αποδέχτηκε το περιεχόμενο, παρά μόνο τον όρο Θεοτόκος, υπό τις θεολογικές του προϋποθέσεις.


Από το σημείο αυτό, λοιπόν, άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για τη σύγκληση της Γ’ Οικουμενικής Συνόδου, αφού το ζήτημα απέβη, πλέον, «σκάνδαλο οικουμενικό».


Αν και ο Ρώμης Κελεστίνος δεν θεωρούσε απαραίτητη την σύγκληση Οικουμενικής Συνόδου, εντούτοις ο Αυτοκράτορας Θεοδόσιος ο Β΄, με τη σύμφωνη γνώμη του Αυτοκράτορα της δύσης Βαλεντινιανού Γ΄, αλλά και του Νεστορίου, ανακοίνωσε τη σύγκλησή της. Με την επιστολή του όριζε την έναρξη των εργασιών της κατά την ημέρα της Πεντηκοστής (7 Ιουνίου του 431 μ.Χ.) στην Έφεσο, ώστε να διαπιστωθεί ποιοι κατείχαν και εξέφραζαν την ορθή πίστη, σε σχέση με την ένωση των δύο φύσεων στο πρόσωπο του Χριστού, αλλά και για να θεραπευτούν και άλλα ζητήματα.


Στην Έφεσο κατέφθασαν εγκαίρως οι Αλεξανδρείας Κύριλλος, Ιεροσολύμων Ιουβενάλιος  και Κωνσταντινουπόλεως Νεστόριος, όπως και οι πιο πολλοί απ’ αυτούς που είχαν προσκληθεί. Αντιθέτως, είχαν καθυστερήσει οι εκπρόσωποι του Ρώμης Κελεστίνου, λόγω του χειμώνα, καθώς και ο Αντιοχείας Ιωάννης και οι Επίσκοποι της διοικήσεως της ανατολής. Η καθυστέρησή τους οδήγησε στην ακύρωση της πρώτης ημερομηνίας.


Οι εργασίες της Συνόδου άρχισαν, τελικά, στις 22 Ιουνίου του αυτού έτους, προεδρεύοντος του Κυρίλλου Αλεξανδρείας μέσα στην «ἁγίᾳ καὶ μεγάλῃ ἐκκλησίᾳ τῇ καλουμένῃ Μαρίᾳ, προκειμένου τοῦ ἁγίου εὐαγγελίου ἐν τῷ μεσαιτάτῳ θρόνῳ». Συνολικά έλαβαν μέρος 210 Πατέρες.


Ως αυτοκρατορικός εκπρόσωπος παρέστη ο συνεργάτης του Θεοδοσίου Κανδιδιανός, ο οποίος με την έναρξη της 1ης συνεδρίας αποχώρησε, διαμαρτυρόμενος, αφού ο Αντιοχείας Ιωάννης και οι Επίσκοποι της ανατολής, δεν είχαν προλάβει να αφιχθούν. Η Σύνοδος, όμως, συνέχισε κανονικά τις εργασίες της. Μάλιστα, ολοκλήρωσε το ουσιαστικότερο έργο της από την 1η Συνεδρία. Ο Νεστόριος δεν προσήλθε στη Σύνοδο, αν και προσκλήθηκε τρεις φορές.



Όταν έφθασαν οι αντιπρόσωποι του Ρώμης εντάχθηκαν και μετείχαν κανονικά στις εργασίες της Συνόδου από την 2η συνεδρία και εξής. Μάλιστα, ο Κύριλλος παρίστατο και ως ο «διέπων καί τόν τόπον τοῦ ἁγιωτάτου καί ὀσιοτάτου ἀρχιεπισκόπου τῆς ρωμαίων ἐκκλησίας Κελεστίνου».


Η αντίδραση του Αντιοχείας Ιωάννη, εν τω μεταξύ, δεν ήταν ανάλογη. Όταν αφίχθηκε συγκάλεσε στις 27 Ιουνίου παράλληλη σύνοδο, στην οποίαν έλαβαν μέρος οι Επίσκοποι της ανατολικής διοίκησης , προκειμένου να καθαιρέσει τον Αλεξανδρείας Κύριλλο και τον Εφέσου Μέμνονα. Η κανονική Σύνοδος απάντησε κατά την 5η συνεδρία της, επιβάλλοντας στον Αντιοχείας, και τους λοιπούς 38 της παρασυνόδου, ακοινωνησία και αργία μέχρι να μετανοήσουν.


Η οξύτητα των γεγονότων προκάλεσε την επέμβαση του Αυτοκράτορα, ο οποίος έστειλε τον κόμη Ιωάννη, για να μεσολαβήσει προς εκτόνωση της κρίσης. Ο κόμης έφερε μαζί του αυτοκρατορικό γράμμα, που διακήρυσσε ως καθαιρεμένους τον Νεστόριο, τον Αλεξανδρείας Κύριλλο και τον Εφέσου Μέμνονα, τους οποίους και έθεσε υπό περιορισμό, μέχρι να επέλθει συνεννόηση μεταξύ των δύο παρατάξεων στη Χαλκηδόνα. Η επιχείρηση ναυάγησε, γι’ αυτό και ο Αυτοκράτορας επιβεβαίωσε την καθαίρεση του Νεστορίου, τον οποίο και εξόρισε. Ακολούθως, διέκοψε τις εργασίες της Συνόδου και έδωσε εντολή όπως 7 μέλη της κανονικής Συνόδου, μαζί με τους ενδημούντες Επισκόπους της Πόλης, να εκλέξουν και χειροτονήσουν νέο Πατριάρχη. Πράγμα που έγινε την 25ην Οκτωβρίου, οπότε εκλέχθηκε νέος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ο Μαξιμιανός .


Ύστερα από διαβουλεύσεις και μεσολαβήσεις η διαφορά μεταξύ του Κυρίλλου Αλεξανδρείας και Ιωάννη Αντιοχείας, γεφυρώθηκε το 433 μ.Χ., με τη λεγόμενη «Ἔκθεση τῶν Διαλλαγῶν», που θεωρείται έργο του Θεοδώρητου Κύρου. Η εν λόγω έκθεση στάλθηκε από τον Ιωάννη Αντιοχείας στον Κύριλλο και αφορούσε στην ενανθρώπηση του Κυρίου, ενώ το περιεχόμενό της έγινε, τελικά, δεκτό από τον Κύριλλο Αλεξανδρείας.



Εν τέλει, η Γ’ Οικουμενική Σύνοδος αποφάσισε: την οριστική καταδίκη του Νεστορίου και της θεωρίας του, επικύρωσε το Σύμβολο της Νικαίας - Κωνσταντινουπόλεως και καταδίκασε τις αιρέσεις του πελαγιανισμού και των μεσσαλιανών.


Η Σύνοδος ασχολήθηκε και με θέματα Κανονικού Δικαίου. Κατά την 7η συνεδρία της (πιθανόν κατά την 31η Ιουλίου 431 μ.Χ.), η οποία ως φαίνεται, εκ των διασωθέντων Πρακτικών, ήταν η τελευταία, έγινε ανάγνωση «λιβέλλου» που υποβλήθηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντίας Ρηγίνο. Ο Αρχιεπίσκοπος Ρηγίνος, που συνοδευόταν από τους Επισκόπους Κουρίου Ζήνωνα και Σόλων Ευάγριο, επικαλέστηκε ανάμιξη του Αντιοχείας στις χειροτονίες των Επισκόπων της Κύπρου (ACO 1, 1, 7, σελ. 118-122). Η Σύνοδος αποφάσισε να κατοχυρώσει - επικυρώσει, την ήδη ισχύουσα και αναγνωρισμένη, από την ίδρυσή της, αυτοτέλεια και ανεξαρτησία της Εκκλησίας της Κύπρου [Ο όρος «αυτοκέφαλος» δεν υπάρχει στα πρακτικά της Συνόδου. Τον όρο διαχειρίζεται ο Θεόδωρος ο Αναγνώστης, προκειμένου να ορίσει μονολεκτικά την απόφαση της Συνόδου (P.G. 86, 184)]. Έτσι τερμάτισε τις βλέψεις του Πατριάρχη Αντιοχείας, ο οποίος αξίωνε εναρμόνιση των εκκλησιαστικών ορίων με τα πολιτικά και διοικητικά όρια.


«Ἡ ἅγια Σύνοδος εἶπε», λοιπόν, «πρᾶγμα παρὰ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς θεσμοὺς καὶ τοὺς κανόνας τῶν ἁγίων Πατέρων καινοτομούμενον, καὶ τῆς πάντων ἐλευθερίας ἁπτόμενον, προσήγγειλεν ὁ θεοσεβέστατος συνεπίσκοπος Ρηγίνος καὶ οἱ σὺν αὐτῶ εὐλαβέστατοι ἐπίσκοποί της Κυπρίων ἐπαρχίας Ζήνων καὶ Εὐάγριος. Ὅθεν, ἐπειδή, τὰ κοινὰ πάθη μείζονος δεῖται τῆς θεραπείας, ὡς καὶ μείζονα τὴν βλάβην φέροντα, καὶ μάλιστα εἰ μηδὲ ἔθος ἀρχαῖον παρηκολούθησεν, ὥστε τὸν ἐπίσκοπόν της Ἀντιοχέων πόλεως τὰς ἐν Κύπρῳ ποιεῖσθαι χειροτονίας, καθᾶ διὰ τῶν λιβέλλων καὶ τῶν οἰκείων φωνῶν ἐδίδαξαν οἱ εὐλαβέστατοι ἄνδρες, οἱ τὴν πρόσοδον τὴ ἁγία Συνόδω ποιησάμενοι, ἔξουσι τὸ ἀνεπηρέαστον καὶ ἀβίαστον οἱ τῶν ἁγίων ἐκκλησιῶν τῶν κατὰ τὴν Κύπρον προεστῶτες, κατὰ τοὺς κανόνας τῶν ὁσίων Πατέρων καὶ τὴν ἀρχαίαν συνήθειαν, δὶ ἑαυτῶν τὰς χειροτονίας τῶν εὐλαβεστάτων ἐπισκόπων ποιούμενοι. Τὸ δὲ αὐτὸ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων διοικήσεων καὶ τῶν ἁπανταχοῦ ἐπαρχιῶν παραφυλαχθήσεται, ὥστε μηδένα τῶν θεοφιλέστατων ἐπισκόπων ἐπαρχίαν ἑτέραν, οὐκ οὖσαν ἄνωθεν καὶ ἐξ ἀρχῆς ὑπὸ τὴν αὐτοῦ ἢ γοῦν τῶν πρὸ αὐτοῦ χεῖρα καταλαμβάνειν· ἀλλ’ εἰ καὶ τὶς κατέλαβε καὶ ὑφ’ ἑαυτὸν πεποίηται βιασάμενος, ταύτην ἀποδιδόναι· ἶνα μὴ τῶν Πατέρων οἱ κανόνες παραβαίνωνται, μηδὲ ἐν ἱερουργίας προσχήματι, ἐξουσίας τῦφος κοσμικῆς παρεισδύηται, μηδὲ λάθωμεν τὴν ἐλευθερίαν κατὰ μικρὸν ἀπολέσαντες, ἢν ἠμὶν ἐδωρήσατο τῷ ἰδίῳ αἵματι ὁ Κύριος ἠμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ πάντων ἀνθρώπων ἐλευθερωτής. Ἔδοξε τοίνυν τὴ ἁγία καὶ οἰκουμενικὴ Συνόδω σώζεσθαι ἑκάστη ἐπαρχία καθαρὰ καὶ ἀβίαστα τὰ αὐτὴ προσόντα δίκαια ἐξ ἀρχῆς καὶ ἄνωθεν, κατὰ τὸ πάλαι κράτησαν ἔθος, ἄδειαν ἔχοντος, ἑκάστου μητροπολίτου τὰ ἴσα τῶν πεπραγμένων πρὸς τὸ οἰκεῖον ἀσφαλὲς ἐκλαβεῖν. Εἰ δὲ τὶς μαχόμενον τύπον τοῖς νῦν ὠρισμένοις προκομίσοι, ἄκυρον τοῦτον εἶναι ἔδοξε τὴ ἁγία πάση καὶ οἰκουμενικὴ Συνόδω» (ACO 1, 1, 7, σέλ. 122). Ο Βαλσαμών αναφέρει πως «παλαιὸν πάντες οἱ τῶν ἐπαρχιῶν μητροπολίται αὐτοκέφαλοι ἤσαν καὶ ὑπὸ οἰκείων συνόδων ἐχειροτονοῦντο».


Αξίζει να σημειωθεί ότι η Σύνοδος της Εφέσου δεν διατύπωσε κανόνες. Από τα πρακτικά και δύο επιστολές της, όμως, σχηματίστηκαν συνολικά εννέα κανόνες, οι οποίοι περιελήφθηκαν στις κανονικές συλλογές της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ο 8ος κανόνας, που αφορά ιδιατέρως στην Εκκλησία της Κύπρου, σχηματίστηκε από τα πρακτικά της 7ης Συνεδρίας.


Στη συνέχεια, το έτος 478 μ.Χ., ο Αρχιεπίσκοπος Κυπρου Ανθέμιος μετά από όραμα εντόπισε τον τάφο και το τίμιο λείψανο του Αποστόλου Βαρνάβα· «Βαρνάβα τοῦ Ἀποστόλου τὸ λείψανον εὑρέθη ἐν Κύπρῳ ὑπὸ δένδρον κερατέα, ἔχον ἐπὶ τοῦ στήθους τὸ κατὰ Ματθαῖον εὐαγγέλιον, ἰδιόγραφόν του Βαρνάβα. Ἐξ ἢς προφάσεως καὶ περιγεγόνασι Κύπριοι, τὸ αὐτοκέφαλον εἶναι τὴν κατὰ αὐτοὺς μητρόπολιν καὶ μὴ τελεῖν ὑπὸ Ἀντιόχειαν» (P.G. 86, 184), σημειώνει ο Θεόδωρος Αναγνώστης.


Ο Ανθέμιος πρόσφερε το εν λόγω Ευαγγέλιο στον Αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ζήνωνα. Ο Αυτοκράτορας, και εις ένδειξη εκτίμησης, παραχώρησε τρία αυτοκρατορικά προνόμια στον (εκάστοτε) Αρχιεπίσκοπο Κυπρου: 1. να υπογράφει με κιννάβαρι (κόκκινο μελάνι), 2. να φέρει πορφυρούν μανδύα κατά τις ιεροτελεστίες και 3. να κρατεί αντί επισκοπικής πατερίτσας το αυτοκρατορικό σκήπτρο. Με την ενέργειά του επικύρωσε ξανά το Αυτοκέφαλο της Εκκλησίας Κύπρου, υπογραμμίζοντας ότι η Εκκλησία της Κύπρου είναι Αποστολική, γι’ αυτό δικαιούται να είναι και Αυτοκέφαλη.


Την αυτοκεφαλία της Εκκλησίας της Κύπρου επικύρωσε αργότερα και τοπική Σύνοδος το 488 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, αφού ο Πατριάρχης Αντιοχείας εξακολουθούσε να αμφισβητεί την απόφαση της Γ' Οικουμενικής Συνόδου.


Τέλος, τα αυτοκρατορικά προνόμια και το Αυτοκέφαλο επικύρωσε και η Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος το 692 μ.Χ., επίσης, στην Κωνσταντινούπολη. Επιπρόσθετα, μαλίστα, παραχωρήθηκε στον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου το δικαίωμα να συγκαλεί Μείζονα Σύνοδο.


Σε ό,τι αφορά την Εκκλησία της Κύπρου η κατάταξη στα Δίπτυχα, μετά την Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδο, είχε διαμορφωθεί ως εξής: Ρώμης, «μετ’ εκείνον υπάρχοντα» και «των ίσων απολαύειν πρεσβείων» (με τον Ρώμης) ο Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, Ιεροσολύμων και ακολούθως της Κύπρου.


Ορθόδοξος Συναξαριστής


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείῳ Πνεύματι, ἐν τῇ Ἐφέσῳ, συνεκρότησαν, Σύνοδον Τρίτην, οἱ θεοφόροι Πατέρες καὶ ἅγιοι, καὶ Νεστορίου ἑλόντες τὴν αἵρεσιν, τὴν Θεοτόκον σαφῶς ἀνεκήρυξαν· οὓς ὑμνήσωμεν, συμφώνοις ᾠδαῖς καὶ ᾄσμασι, δοξάζοντες Χριστὸν τὸν πολυέλεον.


Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τοῦ Παρακλήτου ἐπινεύσει τῇ θείᾳ, ἐν τῇ Ἐφέσῳ συνελθόντες Πατέρες, καὶ τὴν σεπτὴν καὶ Τρίτην θείαν Σύνοδον, πίστει συγκροτήσαντες, ἐν αὐτῇ Νεστορίου, ἅπασαν τὴν αἵρεσιν, καὶ τὸ ἔκφυλον δόγμα, καταβαλόντες δόγμασι σεπτοῖς, τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ ἐστηρίξατε.


Μεγαλυνάριον
Χαίρετε Πατέρες πανευκλεεῖς, οἱ τοῦ Νεστορίου, καταισχύναντες τὴν φωνήν, καὶ ἐν τῇ Συνόδῳ, τῇ Τρίτῃ τὸν Σωτῆρα, καὶ τὴν τεκοῦσαν Τοῦτον, λαμπρῶς κηρύξαντες.


Πέμπτη 20 Ιουνίου 2013

Λόγος λα΄ Περί του Αγίου Πνεύµατος - Αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος (ΜΕΡΟΣ B')



10. Τι λοιπόν; Είναι Θεός το Πνεύµα; Βεβαιότατα. Και τι άλλο,
είναι οµοούσιο; Ασφαλώς, εφόσον είναι Θεός.

12. Αλλά ποιος  προσκύνησε  ποτέ  το  Πνεύµα; ίσχυρίζεται  (ο
αιρετικός).   Ποιος   (από  τους  αγίους)   της  Παλαιάς  ή  της
Καινής   Διαθήκης;   Ποιος  προσευχήθηκε  σ'   αυτό;   Πού  είναι
γραµµένο ότι πρέπει να το προσκυνούµε ή να προσευχόµαστε σ'
αυτό; Και από πού το έχεις πάρει; Την πιο πλήρη αιτιολόγηση
θα τη δώσουµε αργότερα, όταν συζητήσουµε για τις αλήθειες
της  πίστεως  που  δεν  απαντουν  στην  Γραφή. Τώρα θα είναι
αρκετό να πούµε µόνο αυτό: Το Πνεύµα είναι αυτό, µέσα από το
οποίο  προσκυνούµε  τον  Θεό  και   µε  τη  βοήθεια  του  οποίου
προσευχόµαστε. Διότι Πνεύµα λέγει η Γραφή πως είναι ο Θεός
και αυτοί που τον λατρεύουν πρέπει να τον λατρεύουν µε τη
δύναµη του Πνεύµατος, που φανερώνει την αλήθεια. Και αλλού
λέγει πάλι η Γραφή: Εµείς  δεν ξέρουµε ούτε τι ούτε πώς  να
προσευχηθούµε. Το  Πνεύµα όµως  µεσιτεύει  το  ίδιο  στο  Θεό
για  µας   µε  στεναγµούς  που  δεν  µπορούν  να  εκφραστούν  µε
λέξεις.   Και   αλλού:   Θα   προσευχηθώ   µε   το   Πνεύµα,   θα
προσευχηθώ και µε το νου, δηλαδή µε το νου και το Πνεύµα.
Το να προσκυνώ λοιπόν το Πνεύµα ή να προσεύχοµαι, δεν µου
φαίνεται ότι είναι τίποτε άλλο παρα το ότι το ίδιο το Πνεύµα προσφέρει στον εαυτό του την προσευχή και την προσκύνηση,
Ποιος από τους ένθεους και από αυτούς, που γνωρίζουν πολύ
καλό,   δεν  θα  επαινούσε  αυτό   το   πράγµα,   ότι   δηλαδή  η
προσκύνηση του ενός, και των τριών είναι προσκύνηση, αφού
είναι οµότιµη και στα τρία πρόσωπα η αξία και η θεότητα; Και
βέβαια ούτε  εκείνο  που  λέγεται  στη  Γραφή  θα φοβηθώ, ότι
δηλαδή τα πάντα έχουν γίνει µέσω του Υιού, σαν να ήταν ένα
από τα πάντα και το άγιο Πνεύµα. Διότι, τα πάντα όσα έχουν
γίνει λέγει η Γραφή, όχι απλώς  τα πάντα χωρίς  περιορισµό.
Ούτε βέβαια περιλαµβάνεται ο Πατέρας, ούτε όσα δεν έχουν
γίνει. Απόδειξε πρώτα ότι έχει γίνει µέσα στο χρόνο, και τότε
απόδοσέ το στον Υιό και συναρίθµησέ το µε τα κτίσµατα. Όσο
εσύ δεν το αποδεικνύεις, αυτή η περιεκτική φράση δεν θα σε
βοηθήσει στην ασέβειά σου. Διότι αν έχει γίνει, οπωσδήποτε
δια του Χριστού έχει γίνει. Ούτε εγώ ο ίδιος θα το αρνηθώ.
Εάν όµως δεν έχει γίνει, πώς είναι ένα από τα πάντα ή έχει
γίνει µέσω του Χριστού; Σταµάτα λοιπόν ν' ατιµάζεις και τον
Πατέρα  περιφρονώντας  το  Μονογενή  Υιό  του   -   διότι  είναι
ατιµία  για  τον  Πατέρα,   θεωρώντας  κτίσµα  το  ύψιστο   (τον
Υιό),   να   τον   στερείς   από   τον   Υιό   Του   -και   τον   Υιό
περιφρονώντας το Πνεύµα. Διότι (ο Υιός) δεν είναι δηµιουργός
κάποιου δούλου όµοιου µ' αυτόν, αλλ' αυτός που συνδοξάζεται
µε τον οµότιµό του, το Πνεύµα. Τίποτε από την αγία Τριάδα να
µη βάλλεις στην ίδια κατηγορία µε σένα, για να µην πέσεις εσύ
από την Τριάδα. Και µε κανένα τρόπο να µην περικόψεις τη µία
φύση και εξίσου άξια σεβασµού, διότι αν κάτι καθαιρέσεις από
τα τρία πρόσωπα, θα έχεις καθαιρέσει µαζί του το σύνολο, ή
µάλλον θα έχεις ξεπέσει εσύ απ' όλα. Καλύτερα να σχηµατίσεις
µία   ατελή   ιδέα   για   τον   τρόπο   της   ενώσεως,   παρά   ν'
αποτολµήσεις µια τόσο µεγάλη ασέβεια.

13.   Έφτασε  όµως  ο  λόγος   µας  και  σε  αυτό  το  ουσιαστικό
κεφάλαιο·   και  στενάζω  βέβαια,   διότι  ζήτηµα  το  οποίο  είχε
σβήσει από παλιά και είχε υποχωρήσει µπροστά στην αλήθεια,
τώρα  αναζωπυρώνεται.   Είναι  ανάγκη  όµως  ν'αντιταχθοϋµε
στους φλύαρους και να µη νικηθούµε λόγω της απουσίας µας,
µε   το   να   έχουµε   λόγο   και   να   συνηγορούµε   υπέρ   του
Πνεύµατος. Εάν, λέγει, υπάρχει Θεός και Θεός καί Θεός, πώς
δεν υπάρχουν τρεις Θεοί; Και πώς αυτό που δοξολογείται, δεν
είναι πολυαρχία; Ποιοί είναι αυτοί που λένε τέτοια πράγµατα;
Εκείνοι, oι οποίοι είναι τελειότεροι στην ασέβεια, ή και εκείνοι
που ανήκουν στη δεύτερη κατηγορία, εννοώ δηλαδή αυτούς
που  είναι  κάπως  σώφρονες  σχετικά  µε  τον  Υιό;   Η   µία  µου
απάντηση  θα  είναι  κοινή  και  για  τους  δύο,   η  άλλη   µου
απάντηση θα είναι ιδιαίτερη για τους δεύτερους. Η απάντησή
µου λοιπόν προς τους τελευταίους είναι αυτή: Τι λέτε σε µας
τους     τριθεΐτες     εσείς     που     σέβεστε    τον    Υιό,     αλλά
επαναστατήσατε  κατα  του   Πνεύµατος;   Εσείς  δεν  είσαστε
διθεΐτες;   Εάν  επιπλέον  αρνείσθε  και  την  προσκύνηση  του
Μονογενούς, έχετε σαφώς ταχθεί µε το µέρος των αντιπάλων.
Και τότε γιατί να σας φερόµαστε φιλάνθρωπα σαν τάχα να µην
είσαστε  εντελώς  νεκρωµένοι; Αν όµως  σέβεσθε  τον Υιό  και
πιστεύετε ορθα και σωτήρια µέχρι αυτό το σηµείο, τότε θα
σας  ρωτήσουµε:   Ποιος  είναι  ο  λόγος  της  διθεΐας  σας,   αν
κατηγορηθείτε   γι'   αυτό;   Εαν   υπάρχει   κάποια   απάντηση συνετή,   αποκριθείτε  και  δείξτε  και  σε   µας  τον  τρόπο  ν'
απαντάµε. Διότι µε όποια επιχειρήµατα θ' αποκρούσετε εσείς
την διθεΐα, αυτά θ' αρκέσουν και σε µας για ν' αποκρούσουµε
τήν  τριθεΐα. Κι  έτσι  θα νικάµε  χρησιµοποιώντας  εσάς  τους
κατήγορους ως συνήγορους. Τι πιο γενναίο απ' αυτό;

14. Αλλά πώς θ' αγωνιστούµε και θ' αποκριθούµε ενάντια και
στους  δύο;   Για   µας  ένας  Θεός  υπάρχει,   διότι   µία  είναι  η
θεότητα. Και στο ένα αναφέρονται τα προερχόµενα από αυτό,
ακόµη  κι  αν  θεωρούνται  τρία. Διότι  δεν  είναι  άλλο  από  τα
πρόσωπα  περισσότερο  Θεός  και  άλλο  λιγότερο  Θεός  ούτε
υπάρχει  άλλο  προγενέστερο  και  άλλο   µεταγενέστερο·   ούτε
χωρίζονται ως προς το θέληµα, ούτε διαιρούνται ως προς τη
δύναµη. Ούτε είναι δυνατόν να βρίσκει κανένας σ' αυτά, κάτι
απ'   αυτά  που  ύπάρχουν  στα  κτιστά  όντα,   που   µπορούν  να
διαχωριστούν. Αλλά εάν πρέπει να εκφραστούµε µε συντοµία, η
θεότητα είναι αδιαίρετη, αν και διακρίνεται σε πρόσωπα. Και
όπως  συµβαίνει   µε  τρεις  ήλιους   oι  οποίοι  είναι  ενωµένοι
µεταξύ  τους:   µία  είναι  η  έκχυση  του  φωτός.   Οταν  λοιπόν
αναβλέψουµε  προς  τη  θεότητα και  την πρώτη  αιτία και  τη
µοναρχία,   ένα  είναι  αυτό  που   µας  εµφανίζεται.   Όταν  πάλι
αναβλέψουµε σ'αυτά, στα οποία ενυπάρχει η θεότητα και τα
οποία  προέρχονται  αχρόνως  από  την  πρώτη  αιτία  έχοντας
την ίδια δόξα, τότε τρία είναι τα προσκυνούµενα.

15. Όµως, τι θα ισχυρίζονταν, δεν υπάρχει και στους Έλληνες
µία θεότητα, όπως διδάσκουν όσοι από εκείνους φιλοσοφούν
βαθύτερα,   και  για   µας  δεν  υπάρχει   µία  ανθρωπότητα,   όλο
δηλαδή το ανθρώπινο γένος; Αλλά όµως υπάρχουν γι' αυτούς
πολλοί  θεοί  και  όχι  ένας, όπως  και  άνθρωποι  πολλοί; Εκεί
όµως  το ένα µπορεί η κοινωνία να το φανταστεί µόνο µε τη
σκέψη· τα δε επιµέρους άτοµα είναι διαχωρισµένα στον ύψιστο
βαθµό  µεταξύ  τους  και  ως  προς  το  χρόνο  και  ως  προς  τα
πάθη  και  ως  προς  τη  δύναµη.  Διότι  εµείς  oι  άνθρωποι  δεν
είµαστε   µόνο  σύνθετοι,   αλλά  και  αντίθετοι  και   µεταξύ   µας
αλλά και µε τον ίδιο µας τον εαυτό, µη παραµένοντας απόλυτα
οι ίδιοι ούτε και για µια µέρα, αλλά όχι όλη τη ζωή µας, αλλά
και     σωµατικά     και     ψυχικά     συνεχώς     αλλάζουµε     και
µεταβαλλόµαστε.   Δεν  ξέρω   µάλιστα,   µήπως  και   oι  άγγελοι
(µεταβάλλονται)  και  όλη  η  ανώτερη  φύση µετά την  Τριάδα,
έστω  κι  αν µερικοί  είναι  απλοί  και  περισσότερο  παγιωµένοι
προς το καλό, επειδή είναι πλησίον του ύψιστου Αγαθού.

21. Πολλές  φορές  και  πάλι  επανέρχεσαι  και µας  κατηγορείς
ότι δεν στηριζόµαστε στην αγία Γραφή (για να καταδείξουµε
τη  θεότητα  του  Πνεύµατος).   Ότι  βέβαια  δεν  είναι  ξένο  το
Πνεύµα,   ούτε   παρείσακτο,   αλλά   και   στους   αγίους   της
Παλαιάς   Διαθήκης  και  στους  σηµερινούς  φανερώνεται  και
αποκαλύπτεται, έχει  ήδη αποδειχθεί  από πολλούς, oι  οποίοι
ασχολήθηκαν   µ'   αυτό,   όσοι  βέβαια  αφού   µελέτησαν  όχι   µε
ραθυµία ή έπιπολαιδτητα τις θείες γραφές, αλλά διέσχισαν το
«γράµµα» και έσκυψαν να δουν µέσα από αυτό, αξιώθηκαν να
δουν   την   κρυµµένη   οµορφιά   και   καταυγάσθηκαν   από   το
φωτισµό της γνώσεως4.

25. Δύο  λαµπρές  αλλαγές  του  τρόπου  της  ζωής  µας  έχουν
γίνει στο διάβα όλου του χρόνου, oι οποίες και δύο Διαθήκες
καλούνται,   και   σεισµοί   της   γης,   διότι   αποτελούν   µία περιβόητη πραγµατικότητα. Η πρώτη είναι η µετάβαση από τα
είδωλα στο νόµο και η δεύτερη από το νόµο στο Ευαγγέλιο.
Όµως  και τρίτος  σεισµός  µας  έχει αναγγελθεί, η µετάσταση
δηλαδή  από  το  εδώ  στα  εκεί,   τα   µη  πλέον  κινούµενα  και
σαλευόµενα. Αυτό έχουν πάθει και oι δύο Διαθήκες. Τι είναι
αυτό; Δεν µετακινήθηκαν ξαφνικά, ούτε µε την πρώτη κίνηση
για πραγµατοποίηση του εγχειρήµατος. Για ποιο λόγο; Διότι
είναι  αναγκαίο  να  ξέρουµε.   Για  να   µην  πιεσθούµε  αλλά  να
πεισθούµε. Διότι αυτό που  γίνεται παρα τη θέλησή µας, δεν
είναι µόνιµο, όπως ακριβώς όσα συγκρατούνται βίαια από τα
ρεύµατα και  τα φυτά. Όµως  αυτό που  γίνεται µε τη θέλησή
µας, και µονιµότερο είναι και ασφαλέστερο. Το ένα είναι έργο
αυτού που µας εξαναγκάζει, το άλλο είναι δικό µας· και το ένα
πάλι   είναι   έργο   της   επιείκειας   του   Θεού,   το   άλλο   της
τυραννικής εξουσίας. Δεν ενόµισε λοιπόν ότι πρέπει χωρίς να
θέλουµε να µας κάνει καλό, αλλά να µας ευεργετεί, όταν εµείς
το   θέλουµε.   Γι'   αυτό,   για   παιδαγωγικούς   και   ιατρικούς
λόγους, άλλα αφαιρεί από τα πατροπαράδοτα έθιµα και άλλα
επιτρέπει, υποχωρώντας λίγο σε αυτά που δίνουν χαρά. Έτσι,
όπως  ακριβώς  κάνουν  και   oι  γιατροί  στους  αρρώστους,
δηλαδή   για   να   γίνει   αποδεκτή   η   θεραπεία   µε   φάρµακα,
αλλάζουν επιτήδεια τη γεύση τους µε προϊόντα περισσότερο
ευχάριστα. Διότι δεν είναι εύκολη η αλλαγή σ' αυτά που είχαν
γίνει συνήθεια και τιµούνταν για µεγάλο χρονικό διάστηµα. Τι
εννοώ δηλαδή; Η πρώτη αλλαγή περιέκοψε βέβαια τα είδωλα,
αλλά επέτρεψε τις θυσίες· η δεύτερη αλλαγή κατάργησε τις
θυσίες,   αλλά   δεν   εµπόδισε   την   περιτοµή.   Επειτα,   όταν
οριστικά    συµβιβάστηκαν   µε    αυτή    την    αφαίρεση,   τότε
παραδέχτηκαν και την παραχώρηση που είχε γίνει σ' αυτούς,
δηλαδή oι Ιουδαίοι τίς θυσίες και oι χριστιανοί την περιτοµή.
Και έγιναν από εθνικοί ιουδαίοι και από ιουδαίοι χριστιανοί,
αφού  οδηγήθηκαν ανεπαίσθητα προς  το Ευαγγέλιο µε αυτές
τις  επιµέρους  αλλαγές.  Θα  σε  πείσει  γι'  αυτό  ο  Παύλος,  ο
οποίος  προερχόµενος  από  περιτοµές  και  αγνισµούς  έλεγε:
«Όσο   για   µένα   αδελφοί   µου,   γιατί   µε   καταδιώκουν,   εάν
κηρύττω  την  αναγκαιότητα  της  περιτοµής;».   Εκείνο  ήταν
σηµείο οικονοµίας αυτό είναι δείγµα της τελειότητας.

26. Με  αυτόν  τον  τρόπο  µπορώ  να εικάζω  ό,τι  αφορα στην
θεολογία,   όσο  όµως  είναι  δυνατόν,   από  τ'   αντίθετα.   Διότι,
πράγµατι εκεί, από τις αφαιρέσεις γίνεται η αλλαγή· εδώ όµως
µε τις  προσθήκες  επιτυγχάνεται  η τελειότητα. Βέβαια, έτσι
είναι.   Εκήρυττε  φανερό  η  Παλαιά  Διαθήκη  τον  Πατέρα  και
αµυδρότερα  τον  Υιό.   Φανέρωσε  η  Καινή   Διαθήκη  τον  Υιό,
υπέδειξε τη θεότητα του  Πνεύµατος. Δρα τώρα το  Πνεύµα,
κάνοντάς µας σαφέστερη τη φανέρωσή του. Διότι δεν θα ήταν
ασφαλές,   χωρίς  πρωτύτερα  να  οµολογηθεί  η  θεότητα  του
Πατρός, να κηρύσσεται φανερό ο Υιός ούτε προτού να γίνει
παραδεκτή  η  θεότητα του  Υιού, να «επιφορτισθούµε» µε  το
Πνεύµα  το  άγιο,   για  να  χρησιµοποιήσω   µία  έκφραση  λίγο
τολµηρότερη·   µήπως   κινδυνεύσουν  και  στο  κατά  δύναµη,
όπως ακριβώς µε όσους, oι οποίοι αφού  φάνε πάνω  από την
αντοχή τους βαραίνουν και αφού προσβάλουν την δράση πάνω
από τη δύναµη κοιτάζοντας το φως του ήλιου την καθιστούν
ασθενέστερη.   Αντιθέτως,   µε  τις  βαθµιαίες  προσθήκες  και όπως είπε ο Δαβίδ, µε τις αναβάσεις και µε τις από δόξα σε
δόξα προόδους και προκοπές, το φως της Τριάδας θα λάµψει
στους πιο φωτισµένους. Και νοµίζω, ότι γι' αυτό τον λόγο και
στους µαθητές επιδηµεί σταδιακά, ανάλογα µε την ικανότητα
εκείνων που το δέχονται, δηλαδή στην αρχή του Ευαγγελίου,
µετά το πάθος, µετά την Ανάληψη, όταν επιτελεί τα θαύµατα,
όταν εµφυσείται  και  όταν εµφανίζεται  ως  πύρινες  γλώσσες.
Και    από    τον    Ιησού    φανερώνεται    σταδιακά,   όπως    θα
διαπιστώσεις  κι  εσύ  ο  ίδιος, αν µελετήσεις  µε  περισσότερο
επιµέλεια: Θα παρακαλέσω, λέγει η Γραφή, τον Πατέρα να σας
δώσει άλλον Παράκλητο, το Πνεύµα της αληθείας, για να µη
νοµίσει κανένας ότι είναι αντίθετος από το Θεό και πως µιλάει
από  κάποια  άλλη  εξουσία.   Έπειτα  «θα  στείλει»  ο  Πατέρας,
αλλά «στο όνοµά µου» αφού άφησε στην άκρη το «θα ρωτήσω»,
το «θα στείλει» διατήρησε. Στην συνέχεια µε το «θα στείλω»
διακήρυξε  το  δικό  του  αξίωµα·   κατόπιν   µε  το   «θα  έλθει»
διακηρύσσεται η εξουσία του Πνεύµατος.

Συνεχίζεται....


ΔΕΙTΕ ΤΟ Γ’ ΜΕΡΟΣ:  ΕΔΩ

Λόγος λα΄ Περί του Αγίου Πνεύµατος - Αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος (ΜΕΡΟΣ Α')


Από   το   «Μιλάει   ο   Γρηγόριος   ο   Θεολόγος»,   Εποπτεία   -
Εισαγωγή   -   Επιλογή:   Στυλ.   Γ.   Παπαδόπουλος,   Εκδόσεις
Αποστολικής   Διακονίας  της  Εκκλησίας  της  Ελλάδος,   1991.
Μετάφραση: Διονύσιος Κακαλέτρης




Ο ΛΑ ' Λόγος είναι ο σπουδαιότερος από τους Θεολογικούς
Λόγους  του  Αγ.   Γρηγορίου.   Εκφωνήθηκε  στο  ναό  της  Αγ.
Αναστασiας στην Κωνσταντινούπολη, το 380, πιθανόν κατά το
διάστηµα µεταξύ Ιουλίου και Νοεµβρίου. Είναι η πρώτη φορά
που   σε  ειδική  πραγµατεία,   αφιερωµένη  στο  Άγιο  Πνεύµα,
οµολογείται  και  καταδεικνύεται  η θεότητα και  το οµοούσιο
του Αγ. Πνεύµατος. Ο Γρηγόριος διακηρύσσει την ορθή πίστη
της     Εκκλησίας     ότι     «εκ     φωτός     του     Πατρός     φως
καταλαµβάνοντες   τον  Υιόν  εν  φωτί   τω   Πνεύµατι»   (§   3).
Καταρρίπτει,     στη    συνέχεια,     τους     συλλογισµούς     των
αιρετικών Πνευµατοµάχων µε θεολογικά επιχειρήµατα (§ 4-21)
και τέλος, απαντώντας στο επιχείρηµα ότι στην Αγία Γραφή
δεν  δηλώνεται  ρητά  η  θεότητα  του  Πνεύµατος,   παραθέτει
πλήθος    χωρίων,   όπου    υποδεικνύεται    η    θεότητα    του
Πνεύµατος   (§   29-30).   Αλλά  και  το  ίδιο  το  Πνεύµα  τώρα,
σύµφωνα µε το Γρηγόριο, φανερώνει στούς αξίους βαθύτερα
και σαφέστερα οτι είναι Θεός, ένα από τα τρία πρόσωπα της
µιας θεότητας (§ 26).




3.   Εκείνοι,   λοιπόν,   oι  οποίοι  είναι  δυσαρεστηµένοι  και   µε
σφοδρότητα υπερασπίζονται το «γράµµα», επειδή εµείς τάχα
εισάγουµε κάποιον ξένο και παρείσακτο Θεό, να ξέρουν καλά
ότι φοβούνται εκεί που δεν υπάρχει φόβος. Και ας γνωρίζουν
σαφώς,   ότι  κάλυµµα  της  ασέβειάς  τους  είναι  η  φιλία  του
«γράµµατος», όπως  θα  φανεί  εντός  ολίγου, όταν, όσο  είναι
δυνατόν, θα ανατρέψουµε τα επιχειρήµατά τους. Εµείς βέβαια
έχουµε  τόση  πίστη  στη  θεότητα  του  Πνεύµατος,   το  οποίο
λατρεύουµε, ώστε από Αυτό θ' αρχίσουµε το λόγο για το Θεό,
αναφέροντας τις ίδιες εκφράσεις για την Τριάδα, έστω κι αν
φανεί σε µερικούς πολύ τολµηρό. «Ήταν το φως το αληθινό,
το οποίο φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσµο», ο
Πατέρας. «Ήταν το φως το αληθινό, το οποίο φωτίζει κάθε
άνθρωπο που έρχεται στον κόσµο», ο Υιός. «Ήταν το φως το
αληθινό, το  οποίο  φωτίζει  κάθε άνθρωπο  που  έρχεται  στον
κόσµο», ο άλλος Παράκλητος· «ήταν» και «ήταν» και «ήταν»·
όµως ένα «ήταν» υπάρχει. «Φως» και «φως» και «φώς», αλλά
ένα   φως,   ένας   Θεός.   Αυτό   είναι   εκείνο   που   ο   Δαβίδ
παλαιότερα κατανόησε, όταν έλεγε· «στο φως σου θα δούµε το
φως». Και τώρα εµείς και έχουµε ιδεί και διακηρύσσουµε ότι
κατανοούµε  τον Υιό  ως  φως  που  προέρχεται  από  φως, τον Πατέρα,   µέσα  στο  φως,   του  Πνεύµατος.   Έτσι  έχουµε   µια
σύντοµη και απλή θεολογία για την Τριάδα. Όποιος θέλει να
περιφρονήσει όσα λέµε, ας τα περιφρονήσει. Κι όποιος θέλει ν'
αµαρτάνει, ας αµαρτάνει· εµείς κηρύσσουµε αυτό που έχουµε
καταλάβει καλά. Και αν από εδώ  κάτω  δεν ακουγόµαστε, σε
υψηλό βουνό θ' ανεβούµε και θα φωνάξουµε. Θα «υψώσουµε»
το  Πνεύµα,   δεν  θα  φοβηθούµε.   Και  αν  φοβηθούµε,   (αυτό  θα
γίνει)   όχι  την  ώρα  που  κηρύσσουµε,   αλλά  όταν  σιωπούµε
(ησυχάζουµε).
4. Αν υπήρξε χρόνος κατά τον οποίο δεν υπήρχε ο Πατήρ, αλλο
τόσο  υπήρξε  χρόνος  που  δεν υπήρχε  ο  Υιός. Και  αν υπήρξε
χρόνος που δεν υπήρχε ο Υιός, τότε υπήρξε χρόνος που δεν
υπήρχε ούτε το άγιο Πνεύµα. Αν το ένα υπήρχε από την αρχή,
τότε και τα τρία υπήρξαν το ίδιο. Τολµώ να πω, πως αν το ένα
υποβιβάσεις,   ούτε  τα  άλλα  δύο  να  εξυψώσεις.   Ποια  άραγε
ωφέλεια υπάρχει από µία ατελή θεότητα; Ακόµη περισσότερο,
τι  είδους  θεότητα  είναι  αυτή,   αν  δεν  είναι  τέλεια;   Κατά
κάποιον τρόπο  δεν υπάρχει, εάν δεν έχει  την αγιότητα· και
πώς θα την έχει, αν δεν έχει το Πνεύµα; Εκτός εάν υπάρχει
άλλη αγιότητα εκτός από το Πνεύµα· ας µας πει κάποιος πως
αυτή  κατανοείται  αλλιώς.   Αν  όµως  η  αγιότητα  είναι  το
Πνεύµα,   πώς  τότε  δεν  υπήρχε  από  την  αρχή;   Σαν  να  ήταν
καλλίτερο για τον Θεό να υπήρξε ποτέ ατελής και χωρίς το
Πνεύµα.   Αν   δεν   υπήρξε   από   την   αρχή   το   Πνεύµα,   τότε
τοποθετείται  στην  ίδια  κατηγορία   µε   µένα1,   ακόµη  κι  αν
δηµιουργήθηκε λίγο πριν από µένα. Διότι ως προς το χρόνο
εµείς αντιδιαστελλόµαστε από τον Θεό. Εάν τοποθετείται το
Πνεύµα στην ίδια κατηγορία µε µένα, πώς εµένα µε θεοποιεί ή
πώς µε ενώνει µε τη θεότητα;
5. Όµως  θ' ασχοληθώ  για χάρη σου  λίγο περισσότερο µε το
θέµα  αυτό.   Όσα  έχουν  σχέση  βέβαια   µε  την  αγία  Τριάδα
επεξηγήσαµε και προηγουµένως. Oι Σαδδουκαίοι κατ' αρχήν,
νόµισαν ότι δεν υπάρχει καθόλου το άγιο Πνεύµα, ούτε βέβαια
άγγελοι,   ούτε   ανάσταση·   δεν   ξέρω   γιατί   περιφρόνησαν
εντελώς  τις  τόσες   µαρτυρίες  της  Παλαιάς   Διαθήκης.   Από
τους   Έλληνες   πάλι,   oι   περισσότεροι   θεολόγοι   και   όσοι
βρίσκονται πιο κοντά στη δική µας αλήθεια, το συνέλαβαν µε
τη φαντασία τους, όπως  µου  φαίνεται· σχετικά όµως  µε την
ονοµασία  του   διαφοροποιήθηκαν,   καλώντας   το   «νου   του
παντός» και  «θύραθεν νου» και  άλλες  σχετικές  ονοµασίες2.
Από  τους  δικούς  µας  σοφούς  τώρα, άλλοι  το  εξέλαβαν ως
ενέργεια, άλλοι ως κτίσµα, αλλοι ως Θεό και άλλοι δεν ξέρουν
πιο   από   τα  δύο   αυτά,   σεβόµενοι   τη  Γραφή,   διότι,   όπως
ισχυρίζονται, δεν φανέρωσε καθαρά ούτε το ένα ούτε το άλλο.
Και   γι'   αυτό   ούτε   το   σέβονται,   ούτε   το   περιφρονούν,
κρατώντας κάπως µία µέση στάση γι' αυτό, µάλλον όµως πολύ
άθλια. Απ' όσους πάλι το θεώρησαν Θεό, άλλοι είναι ευσεβείς
µόνο  µέχρι  τη  σκέψη, ενώ  άλλοι  τολµούν να εκφράζουν την
ευσέβεια και µε τα χείλη. Άκουσα ακόµη άλλους σοφότερους ν'
αξιολογούν  τη  θεότητα. Αυτοί  λοιπόν, όπως  και  µεις, τρία
οµολογούν   µε   ττ   νου   τους   ότι   υπάρχουν,   τόσο   όµως
διαχωρίζονται   µεταξύ   τους,   ώστε   το   µεν  ένα   (δηλ.   τον
Πατέρα)  και  ως  προς  την ουσία και  ως  προς  τη δύναµη να
παρουσιάζουν αόριστο· το άλλο (τον Υιό), ως προς τη δύναµη,όχι  όµως  ως  προς  την ουσία· το  τρίτο (το  Πνεύµα)  και  ως
προς  τα δύο περιγραπτό· µε άλλον τρόπο µιµούνται  αυτούς
που ονοµάζουν «δηµιουργό» και «συνεργό» και «λειτουργό» τα
πρόσωπα,   εκλαµβάνοντας   τη   σειρά   των   ονοµάτων   και
διαβάθµιση των προσώπων που αντιπροσωπεύουν.
7. Εδώ ο δικός σου λόγος· oι σφενδόνες ας µπουν σε δράση, oι
συλλογισµοί ας γίνουν περίπλοκοι. Οπωσδήποτε, ή αγέννητο
είναι το Πνεύµα ή γεννητό. Και αν είναι αγέννητο, τότε δύο
είναι    τα    άναρχα.   Εάν    πάλι    είναι    γεννητό,   πάλι    θα
υποδιαιρέσεις· ή από τον Πατέρα προέρχεται τούτο, ή από τον
Υιό. Και αν βέβαια γεννιέται από τον Πατέρα, τότε υπάρχουν
δύο γιοι και αδελφοί. Αν
θέλεις, φτιάξε τους και διδύµους, ή τον ένα µεγαλύτερο και
τον άλλο  νεώτερο, αφού  είσαι  τόσο  φιλοσώµατος. Εάν πάλι
έχει    φανεί    από   τον   Υιό,   λέγει,   µας    φανερώνεται    και
Θεός-εγγονός!   Τι  πιο  παράξενο  από  αυτό  θα   µπορούσε  να
υπάρξει;   Αυτή  είναι  η  γλώσσα  όσων  είναι  σοφοί  στο  να
πράττουν το κακό, µη θέλοντας  να γράφουν τα καλά. Όµως
εγώ, αν έβλεπα ότι είναι αναγκαία η διαίρεση, θα δεχόµουν τις
πραγµατικότητες  που  εκφράζει,   χωρίς  να  φοβάµαι  να  τις
κατονοµάσω. Ούτε όµως, επειδή ο Υιός είναι Υιός σύµφωνα µε
κάποια ανώτερη σχέση που έχουν µεταξύ τους, εξαιτίας του
ότι  δεν  θα   µπορούσαµε   µε  άλλο  τρόπο  παρά   µόνο  έτσι  να
δείξουµε  ότι  προέρχεται  από  τον  Θεό  και  είναι  οµοούσιος,
πρέπει  να  νοµισθεί  ότι  είναι  απαραίτητο  όλες  τις  επίγειες
ονοµασίες και µάλιστα αυτές που δηλώνουν συγγένεια, να τις
µεταφέρουµε  στο  Θεό. Ή  µήπως  θα εκλάβεις  και  αρσενικού
γένους τον Θεό σύµφωνα µε τον λόγο αυτό, επειδή ονοµάζεται
Θεός και Πατήρ; και ως κάποιο θηλυκό τη θεότητα, σύµφωνα
µε το γένος των λέξεων και ουδέτερο το Πνεύµα, επειδή δεν
γεννάει; Κι αν µας πεις και αυτό το κωµικό, ότι δηλαδή ο Θεός
γέννησε τον Υιό αφού συνενώθηκε µε τη θέλησή του, σύµφωνα
µε   κάποιες   παλιές   ανοησίες   και   µυθοπλασίες,   τότε   µας
εισήχθη  κάποιος  αρσενικοθήλυκος  Θεός  του  Μαρκίωνα και
του Ουαλεντίνου, ο οποίος εφεύρε µε το νού του τους νέους
αιώνες3.
8.   Αφού   λοιπόν  δεν  δεχόµαστε  την  πρώτη  σου   διαίρεση
σύµφωνα µε την οποία δεν υπάρχει τίποτε ενδιάµεσο µεταξύ
αγέννητου   και   γεννητού,   αµέσως   χάνονται   µαζί   µε   την
περίφηµη  διαίρεσή  σου   oι  αδελφοί  και   oι  εγγονοί,   oι  οποίοι
χάθηκαν, όπως ακριβώς ενός πολυπλόκου δεσµού του οποίου,
αφού  λύθηκε  ο  πρώτος  κόµπος  και  υποχώρησαν   µαζί,   µη
έχοντας θέση πλέον στη θεολογία. Πού τάχα θα τοποθετήσεις
το εκπορευτό, πες µου, το οποίο διαφαίνεται στο µέσον της
δικής  σου  διαιρέσεως  και  το  οποίο  εισάγεται  από  κάποιον
καλύτερο  από  σένα θεολόγο, το  Σωτήρα µας; Εκτός  εάν τη
φράση  εκείνη  που   λέγει:   «Το   Πνεύµα  το   Άγιο,   το   οποίο
εκπορεύεται από τον Πατέρα», την έβγαλες απο τα δικά σου
ευαγγέλια  για  να  φτιάξεις   µια  τρίτη  δική  σου   Διαθήκη·   το
οποίο, εφόσον εκπορεύεται από εκεί, δεν είναι κτίσµα· εφόσον
πάλι   δεν   είναι   γεννητό,   δεν   είναι   Υιός·   εφόσον,   τέλος,
βρίσκεται στο µέσον µεταξύ αγεννήτου καί γεννητοϋ, είναι ο
Θεός. Και έτσι, πιο ισχυρός από τις διαιρέσεις σου. Τι είναι
αυτή  η  εκπόρευση;   Πες   µου  εσύ  τι  είναι  η  αγεννησία  του Πατρός, κι εγώ θα σου εξηγήσω τη γέννηση του Υιού και την
εκπόρευση του Πνεύµατος και θα παραφρονήσουµε και oι δύο
καθώς θα ζητάµε να εξερευνήσουµε τα µυστήρια του Θεού. Και
αυτά ποιοί θα τα κάνουν; Εµείς, oι οποίοι δεν µπορούµε ούτε
αυτά που βρίσκονται στα πόδια µας να εννοήσουµε, ούτε την
άµµο  των  θαλασσών  και  τις  σταγόνες  της  βροχής  και  τις
ηµέρες της αιωνιότητας να υπολογίσουµε, ακόµη περισσότερο
δε, να εισέλθουµε στα βάθη του Θεού και να κάνουµε λόγο για
την άρρητη και πέρα από κάθε λογική κατανόηση φύση του
Θεού.
9. Τι λοιπόν είναι αυτό, λέγει, το οποίο λείπει από το Πνεύµα
για να είναι αυτό Υιός; Διότι αν δεν έλειπε κάτι, θα ήταν Υιός.
Εµείς ισχυριζόµαστε ότι δεν του λείπει τίποτε· διότι δεν είναι
ελλειπής  ο Θεός. Ο τρόπος  της  φανερώσεως, για να το πω
έτσι,   ή  η  διαφορά  της  σχέσεως  που  έχουν   µεταξύ  τους,
δηµιουργεί  και  τη  διαφορά  που  έχουν  στην  ονοµασία  τους.
Διότι  τίποτε  δεν  λείπει  από  τον  Υιό  για  να  είναι  Πατέρας
-εφόσον δεν είναι  έλλειψη η υιότητα-, αλλά παρά ταύτα δεν
είναι Πατέρας. Ή δεν λείπει κάτι από τον Πατέρα για να είναι
Υιός· δεν είναι όµως Υιός ο Πατέρας. Αλλά oι όροι αυτοί δεν
εκφράζουν κάποια έλλειψη, ούτε ελάττωση κατά την ουσία.
Αυτό το ότι «δεν έχει γεννηθεί» Τον µεν Πατέρα, το ότι «έχει
γεννηθεί» Τον δε Υιό και το ότι «εκπορεύεται» αυτό το οποίο
ακριβώς λέγεται άγιο Πνεύµα ονόµασε, για να διασώζεται το
ασύγχυτο των τριών υποστάσεων µέσα και στη µία φύση και
το  ένα µεγαλείο  της  θεότητας. Ούτε πράγµατι  ο  Υιός  είναι
Πατέρας, διότι ένας είναι ο Πατέρας, αλλά είναι ότι είναι ο
Πατέρας. Ούτε το Πνεύµα είναι Υιός, αν και προέρχεται από
τον Θεό, διότι ένας είναι ο Μονογενής, αλλά είναι ό,τι ο Υιός.
Ένα είναι και τα τρία, ως προς τη θεότητα, και το ένα είναι
τρία  ως  προς  τις  ιδιότητες·  έτσι  ώστε,  ούτε  το  ένα  είναι
όπως το κατανοούσε ο Σαβέλλιος, ούτε τα τρία να είναι της
τωρινής πονηρής διαιρέσεως.




συνεχίζεται......



ΔΕΙTΕ ΤΟ Β’ ΜΕΡΟΣ: ΕΔΩ

Κυριακή 16 Ιουνίου 2013

ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΘΕΟΦΟΡΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ 2013- Αρχιμανδρίτου Ευθυμίου Μπαρδάκα (ΒΙΝΤΕΟ)

Ζ΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ, ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ (318) ΘΕΟΦΟΡΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ, τῆς ἐν Νικαία Α´Οἰκουμενικῆς Συνόδου (+325μ.Χ.).

Κήρυγμα ἀπό τόν π. Εὐθύμιο, τήν Ζ΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ, ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ (318) ΘΕΟΦΟΡΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ, τῆς ἐν Νικαία Α´Οἰκουμενικῆς Συνόδου (+325μ.Χ.).


Ἱερόν Εὐαγγέλιον: «Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπάρας ὁ  Ἱησοῦς τούς ὀφθαλμούς αὐτοῦ...» (Ἰω. ιζ´ 1-13)



ΒΛ. ΦΕΙΔΑ - Α' ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ

Παρασκευή 14 Ιουνίου 2013

ΒΑΠΤΙΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΙ

alt
Για την Εκκλησία μας μέσω του βαπτίσματος ο άνθρωπος γίνεται χριστιανός,μέλος της Εκκλησίας του Χριστού.

Στην κολυμβήθρα ο νεοφώτιστος απαλλάσεται από το προπατορικό αμάρτημα και δέχεται τη ζωή και το φως του Χριστού.Πριν το βάπτισμα ο ανάδοχος του μωρού αποκηρύσσει τον σατανά στραμμένος προς τη δύση,που συμβολίζει το βασίλειο του σκότους,ενώ απαγγέλλει το Σύμβολο της Πίστεως στραμμένος προς την ανατολή που συμβολίζει τον Χριστό,το αληθινό φως.

Ο ΑΝΑΔΟΧΟΣ

Είναι ο εγγυητής απέναντι στην Εκκλησία,που αναπληρώνει την έλλειψη βούλησης του νηπίου και ομολογεί ορθόδοξη πίστη εξ ονόματός του.Αναλαμβάνει την υποχρέωση να διδάξει μαζί με τους γονείς του,μόλις έρθει σε κατάλληλο ηλικία το περιεχόμενο της πίστεώς μας.Είναι πρόσωπο του αναδόχου είναι ιερό,συνάπτει δεσμούς πνευματικής συγγενείας,μαζί με την μητέρα του μωρού έχει ευθύνη σύμφωνα με τους Ιερού Κανόνες.

ΤΟ ΝΕΡΟ

Είναι βασικό στοιχείο του βαπτίσματος που συμβολίζει την αγνότητα και είναι πηγή ζωής που εξαγνύζει το παιδί και το προετοιμάζει για τη νέα του ζωή ως χριστιανού.Η τριπλή βύθιση του μωρού στο όνομα της Αγίας Τριάδας δηλώνει τη ταφή και την τριήμερο Ανάσταση του Χριστού,συμμετοχή του στο θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού.

Η ΛΑΜΠΑΔΑ

Αποτελεί σύμβολο φωτισμού του Χριστού που δέχεται το μωρό,για να το καθοδηγεί στη ζωή του.Είναι η λαμπάδα της πίστης στη χριστιανική αλήθεια,για να δίνει η ζωή του φως στους γύρω του.

Ο ΣΤΑΥΡΟΣ

Ο βαφτιστικός σταυρός είναι το σύμβολο και η σφραγίδα της χριστιανικής πίστης και της σταυροαναστάσιμης ένταξής μας στο σώμα του Χριστού και στη Χριστιανική ζωή

ΤΟ ΛΑΔΙ

Κατά τη διάρκεια του βαπτίσματος ο νονός βάζει λαδάκι στο σώμα του μωρού.
Το λάδι συμβολίζει τη χάρη του Θεού και έχει αγιασθεί για να είναι σύμβολο αγώνα και θεραπείας,που θα απελευθερώσει κάθε αμαρτία μέσω του Βαπτίσματος.

Η ΤΡΙΧΟΚΟΥΡΙΑ

Το κόψιμο των μαλλιών είναι ένα είδος προσφοράς του νεοφώτιστου προς τονΘεό,δηλώνοντας ότι εφεξής ανήκει στο Θεό και είναι αφιερωμένος σε Αυτόν.

ΤΟ ΜΥΡΟ

Ο νεοφώτιστος αλείφεται σταυροειδώς με το Άγιο Μύρο σε διάφορα μέρη του σώματος του,δηλώνοντας όπως ο Χριστός χρίστηκε με το Άγιο Πνεύμα και το παιδί χρίζεται με την πνευματικότητα και την καθαρότητα του πνεύματος.

ΤΑ ΒΑΠΤΙΣΤΙΚΑ ΡΟΥΧΑ


Λέγονται φωτικά και συμβολίζουν την καινούργια λαμπρή και αμόλυντη ζωή του χριστιανού.Γι αυτό και πρέπει να είναι λευκά,αφού το λευκό συμβολίζει
τη λαμπρότητα της ψυχής του βαπτισθέντος.Επίσης ο νεοφώτιστος ντύνεται με λευκά όπως και οι Άγγελοι και ο εξ Αναστάσεως Χριστός.


ΠΗΓΗ : www.agioritikovima.gr