A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΤΡΙΟ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΤΡΙΟ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2016

ΓΙΑΤΙ ΠΟΛΕΜΟΥΝ ΤΟΥΣ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΕΣ;

Γιατί ἀκολουθοῦμε τό Πάτριο Ὀρθόδοξο Ἑορτολόγιο;: Κλίκ στήν εἰκόνα


Παρατηρούμε τον τελευταίο καιρό να αυξάνεται η επίθεση εναντίον των Παλαιοημερολογιτών, η οποία μάλιστα προέρχεται από ποικίλους χώρους. Γιατί συμβαίνει άραγε αυτό; Μετά την προδοσία της Κρήτης και τις συνεχιζόμενες προδοσίες των Οικουμενιστών, γιατί πολεμούν τους Γνησίους Ορθοδόξους Παλαιοημερολογίτες;

Την απάντηση την είχε δώσει ο π. Ευθύμιος Τρικαμηνάς πριν χρόνια στον "Ορθόδοξο Τύπο" και συγκεκριμένα στις 28-7-1995, όταν έγραφε τα εξής:

"Καὶ εἶναι ἄξιο ἀπορίας πῶς συμβαίνει οἱ Ἐπίσκοποί μας, ὅταν ἀκοῦνε γιὰ τοὺς Παλαιοημερολογίτες νὰ γίνωνται θηρία καὶ νὰ μιλάνε μὲ τὰ χειρότερα λόγια, ἐνῶ γιὰ τοὺς παπικοὺς καὶ τοὺς προτεστάντες, ποὺ δὲν ἄφησαν τίποτε ὄρθιο στὴν πίστη καὶ στὴν Παράδοση, νὰ εἶναι τόσο ἐνδοτικοί. Αὐτὸ κατὰ τὴν γνώμη μου συμβαίνει, ἐπειδὴ οἱ Παλαιοημερολογίτες μᾶς θυμίζουν διαρκῶς τὶς ἀμαρτίες μας καὶ τὶς προδοσίες μας, καὶ ἐπειδὴ στὶς ἡμέρες μας φαίνεται περισσότερο καθαρὰ τὰ σχέδια τῶν Οἰκουμενιστῶν ποὺ ξεκίνησαν ἀπὸ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου μὲ σκοπὸ τὴν πλήρη ἔνωση μὲ τοὺς αἰρετικοὺς ποὺ στὶς ἡμέρες μας φαίνεται νὰ πραγματοποιήται πρὸς πλήρη δικαίωσί των"!!!

Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2016

«Χωρίς φόβο και πάθος, μόνον η αλήθεια» (του Μητροπολίτου Αττικής και Βοιωτίας κ.Χρυσοστόμου)



Θα ήθελα μέσα από αυτές τις λίγες γραμμές, να εκφράσω ταπεινά την άποψή μου ως Ορθόδοξος κληρικός και ως ελεύθερος Έλληνας πολίτης.
Τις τελευταίες ημέρες γίνεται πολύς λόγος για τις δηλώσεις που έχουν έρθει στο φως της δημοσιότητας από τον Υπουργό Παιδείας, Νικόλαο Φίλη, αναφορικά με το θέμα των Θρησκευτικών στα σχολεία.
Είναι θλιβερό να ακούει κανείς από τα χείλη ενός Υπουργού -και μάλιστα της Παιδείας- λόγια ανάρμοστα για την ιδιότητα του. Λόγια που τον χαρακτηρίζουν επιεικώς ως ανιστόρητο και τουλάχιστον ως εμπαθή εναντίον της Εκκλησίας, εναντίον της Ορθοδοξίας.
         Από τη μια σήμερα οι πολιτικοί της χώρας μας ψηφίζουν νόμους αντιρατσιστικούς και από την άλλη καταφέρονται εντελώς ρατσιστικά κατά της Ορθόδοξης Ελληνικής κοινωνίας, εφόσον την ίδια στιγμή, μέσα στην ίδια μας τη χώρα κάνουν διακρίσεις υπέρ της Εβραϊκής, της Μωαμεθανικής και της Λατινικής κοινότητας. Επιτρέπουν στις κοινότητες αυτές, στα σχολεία τους, στην παιδεία τους, να διδάσκονται το ιερό Ευαγγέλιο ή οποιοδήποτε άλλο ιερό κείμενο που έχει σχέση με την Ορθοδοξία ή άλλο θρήσκευμα, πέρα από το δικό τους; Ασφαλώς και όχι. Στην Ορθόδοξη Ελλάδα γιατί επιβάλουν στην παιδεία μας, στα δημόσια σχολεία στα οποία εμείς εμπιστευόμαστε τα παιδιά μας,  διδάσκονται αλλοιωμένα τα νοήματα της Ορθοδόξου Εκκλησίας; Είναι ή δεν είναι αυτό διάκριση, ρατσισμός ή ενδεχομένως και καταπίεση εναντίον όλων των Ορθοδόξων Ελλήνων πολιτών;
          Θα περίμενε κανείς, ιδιαίτερα στις κρίσιμες αυτές ημέρες της πνευματικής και οικονομικής κρίσης, όπου ο λαός μας συνθλίβεται από παντού, η πατρίδα μας καταποντίζεται και βουλιάζει, να ακούσει από την πολιτική ηγεσία του τόπου λόγια ενθαρρυντικά, λόγια προοπτικής, λόγια αισιόδοξα που θα στηρίξουν τον Έλληνα πολίτη. Αντιθέτως, ο Υπουργός Παιδείας -ίσως εν αγνοία του- μαίνεται κατά της Ορθόδοξης Εκκλησίας, κατά της μακρόχρονης και αιώνιας συμπόρευσης Ελληνισμού και Ορθοδοξίας, μια συμπόρευση το αποτέλεσμα της οποίας απεδείχθη από την ιστορία, σωτήριο για τον τόπο ετούτο.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία σε όλες τις δύσκολες στιγμές που γνώρισε το έθνος και το γένος των Ελλήνων, είχε το ρόλο της μάνας, της προστάτιδας. Ήταν αυτή που σκέπασε, στήριξε και ελευθέρωσε το έθνος αυτό. Θα ήθελα να ρωτήσω -πολύ καλοπροαίρετα- τον Υπουργό, αλλά και κάθε πολιτικό που βρίσκεται στο τιμόνι της χώρας, ακόμη και τους δημοσιογράφους που κατά καιρούς -ίσως δίχως να το καταλαβαίνουν- καταφέρονται εναντίον της Εκκλησίας.
Γιατί τόση εμπάθεια κατά της Εκκλησίας; Τόσο κακό έκανε η Ορθόδοξη Εκκλησία στην Ελλάδα;
         Πιθανόν αγνοούν οι παραπάνω ότι, εάν δεν υπήρχαν τα Ορθόδοξα μοναστήρια σε όλους τους αιώνες του Χριστιανισμού, εντός και εκτός Ελλάδος, δε θα γνωρίζαμε σήμερα τίποτα για τον Αριστοτέλη, το Σωκράτη, το Θουκυδίδη και όλους τους Έλληνες συγγραφείς, φιλοσόφους και ποιητές. Η Ορθόδοξη Εκκλησία κράτησε και «έσωσε» τα ελληνικά γράμματα. Πέρα από τη διάσωση των αρχαίων ελληνικών συγγραμμάτων, τα μοναστήρια ήταν αυτά που ως «κρυφά σχολειά» ανέλαβαν την ευθύνη της διατήρησης της γλώσσας, την εκμάθηση της ελληνικής, της αρχαίας ελληνικής, στα σκλαβωμένα επί αιώνες ελληνόπουλα, πολλά από τα οποία αποτέλεσαν τους ήρωες του 1821, τους Έλληνες επιστήμονες και λόγιους της ομογένειας, τους έμπορους, τους ναυτικούς και τους εφοπλιστές, αγωνιστές και χρηματοδότες του αγώνα των Ελλήνων, του αγώνα για τη λευτεριά. Η σχέση της Εκκλησίας και της Ορθόδοξης παράδοσης με την ελληνική γλώσσα και την παιδεία είναι δεδομένη και αδιαμφισβήτητη ιστορικά. Ένα ζωντανό παράδειγμα που βιώνουμε σήμερα αναφορικά με τη σχέση της Εκκλησίας και της ελληνικής γλώσσας, είναι όταν κάποιοι Χριστιανοί έρχονται μέσα στην εκκλησία -οιαδήποτε Ελληνορθόδοξη Εκκλησία- για να προσευχηθούν ή για να λειτουργηθούν, πολλές φορές ομολογούν ότι δεν καταλαβαίνουν αυτά που ακούν μέσα στους ιερούς αυτούς χώρους. Γιατί συμβαίνει άραγε αυτό; Γιατί η Ορθόδοξη Εκκλησία, εδώ στην Ελλάδα, συνεχίζει διαχρονικά και αδιασάλευτα να χρησιμοποιεί και να μιλά τη γλώσσα την Ελληνική. Όπως λοιπόν τότε, έτσι και σήμερα η Εκκλησία έχει την ευθύνη, ανεξαρτήτως πολιτικών συνθηκών, να φροντίζει και να προνοεί για τη διάσωση του πολιτισμού, των γραμμάτων και της γλώσσας, για τα θέματα εν γένει της Παιδείας. Ως εκ τούτου, οφείλουμε να σεβόμαστε τη θέση της. Αντ΄ αυτού, οι σημερινοί πολιτικοί αγνοούν το λόγο της και υποτιμούν το έργο της. Με λύπη ενημερωθήκαμε για τις αλλαγές στη διδακτέα ύλη και στο χαρακτήρα του μαθήματος των θρησκευτικών, που αποτελεί τη βάση της ελληνικής μας παιδείας. Η διδασκαλία του δόγματος, της πίστεως μας, μετατρέπεται σε μάθημα γνώσης και κουλτούρας άλλων λαών και θρησκευμάτων και μάλιστα ακραίων και αντιχριστιανικών. Αυτά τα οποία με θυσίες διέσωσε η Εκκλησία σε δύσκολα χρόνια υποτέλειας, σήμερα οι φιλελεύθεροι ηγέτες της χώρας, τα καταργούν απερίσκεπτα και επιπόλαια.
Αγνοούν άραγε οι σύγχρονοι πολιτικοί την προσφορά της Εκκλησίας μας στα 400 και πλέον χρόνια σκλαβιάς υπό των Οθωμανών; Τη συμπαράσταση, τη συνοχή, την αγάπη που έδωσε η Εκκλησία στους σκλαβωμένους Έλληνες και τη στήριξη στην Επανάσταση του 21; Την προσφορά της Εκκλησίας τους Βαλκανικούς Πολέμους; Την προσφορά της Εκκλησίας στη Μικρασιατική Καταστροφή; Την προσφορά της Εκκλησίας στο Β Παγκόσμιο Πόλεμο;
Προφανώς και δεν αγνοούν το βαρυσήμαντο ρόλο που έπαιξε η Εκκλησία στο βάθος των αιώνων της ελληνικής ιστορίας και προφανώς γνωρίζουν τα όσα ταυτίζουν την Ορθοδοξία με τον Ελληνισμό. Μήπως αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο μάχονται ενάντια στην Εκκλησία; Μήπως μαχόμενοι την Εκκλησία, σβήνουν από τη μνήμη μας όλα όσα αυτή διέσωσε; Μήπως μάχονται εναντίον της ιστορικής μνήμης, εναντίον των αγώνων των Ελλήνων, εναντίον του πολιτισμού, της γλώσσας, των γραμμάτων; Μήπως τελικά μάχονται ενάντια στο έθνος, στο γένος των Ελλήνων, στον ίδιο τον Ελληνισμό; Μήπως υποτιμώντας το ρόλο της, υποσκελίζοντας τη θέση και αλλοιώνοντας τη σχέση της με τον ελληνικό λαό, αποδυναμώνουν την ίδια την πατρίδα μας; Η Εκκλησία, η Ορθόδοξη πίστη, συνυφασμένη με τα ελληνικά γράμματα, την παιδεία, τον πολιτισμό, αποτελεί τη ψυχή του τόπου. Μήπως με μία κίνηση «ματ» κατά της Εκκλησίας, καταφέρνουν όσα δεν κατάφεραν στο παρελθόν οι επίδοξοι κατακτητές αυτού του λαού;
Προκλητικοί είναι απέναντι και στο σημερινό έργο της Εκκλησίας. Η Εκκλησία τρέφει και στηρίζει εκατομμύρια των Ελλήνων που στην εποχή μας δε διαθέτουν ούτε τα προς το ζην. Το «αόρατο» στα μάτια τους κοινωνικό έργο της Εκκλησίας, στηρίζει εκατομμύρια οικογενειών, νέων και γηραιών ανθρώπων που βρίσκουν παρηγοριά στα προβλήματα τους. Η υποστήριξη που λαμβάνουν νέα ζευγάρια των οποίων οι σχέσεις κλυδωνίζονται, η αποτροπή διαζυγίων, η αποτροπή αμβλώσεων, η ενδυνάμωση των οικογενειακών δεσμών, αποτελούν μόνο μέρος του ρόλου της Εκκλησίας στις μέρες μας. Νεαρά παιδιά απαιχμαλωτίζονται από εξαρτήσεις και τοξικές ουσίες, εγκαταλελειμμένοι συνάνθρωποι μας αποφυλακίζονται και επανεντάσσονται στην κοινωνία, ψυχικά κλονισμένοι, ταλαιπωρημένοι και κουρασμένοι βρίσκουν καταφύγιο στους κόλπους της. Κι όλα αυτά με την πρόνοια, το έργο αγάπης και στοργής της Εκκλησίας που εξακολουθεί να αγωνίζεται για τη στήριξη του ελληνικού λαού.
Εφόσον ούτε τυφλοί είναι, ούτε κωφοί, τότε δύο πράγματα μπορεί να συμβαίνουν. Όσοι καταφέρονται κατά της Εκκλησίας είναι ή εμπαθείς σε κακότητα, ή σε διατεταγμένη υπηρεσία κατά του ιερού, για την Ελλάδα και την ανθρωπότητα, έργου του θεσμού της Εκκλησίας.
Από την άλλη πλευρά, βλέπω Αρχιερείς της κρατικής Εκκλησίας να αντιμετωπίζουν με αγώνα και με πόνο την εξέλιξη αυτή των τελευταίων ημερών. Σίγουρα είναι καθήκον και υποχρέωσή τους να αντισταθούν στις υπουργικές «προκλήσεις» των ημερών μας. Θα ήθελα όμως να ρωτήσω τους Αρχιερείς της κρατικής Εκκλησίας το εξής: Τώρα αντιλήφθηκαν το πρόβλημα; Τώρα συνειδητοποίησαν ότι πρέπει να αντιδράσουν; Τόσα χρόνια δεν έβλεπαν τι επρόκειτο να συμβεί;
Ασφαλώς, δε θα πάρω απάντηση. Θέλω ωστόσο -χωρίς καμιά κριτική διάθεση- να πω κάποια πράγματα όπως ακριβώς τα αισθάνομαι και τα οποία πρέπει επιτέλους να αποτυπωθούν.
            Πριν από 92 χρόνια -με άγνωστα τότε για τον ευρύ Ελληνορθόδοξο λαό κίνητρα οι διοικούντες της κρατικής Εκκλησίας, <<χάλασαν>> το ημερολόγιο. Επέτρεψαν να γίνει η αρχή για μια σειρά από καινοτομίες που σε βάθος χρόνου θα αλλοίωναν την Ορθόδοξη παράδοση μας και θα οδηγούσαν μοιραία την επίσημη πλέον  Εκκλησία της Ελλάδος προς τη Δύση. Δίχασαν τον Ορθόδοξο Ελληνικό λαό σε νεοημερολογίτες και παλαιοημερολογίτες, αποδυνάμωσαν την συνοχή του ποιμνίου της Εκκλησίας, του κόσμου, τη σύμπνοια και την αλληλεγγύη που βασίζεται στη μία και αναλλοίωτη πίστη.
Εκείνοι, οι εκπρόσωποι της κρατικής Εκκλησίας ήταν που καταδίωξαν με μανία, αυτούς που τότε με αυτοθυσία στήριζαν, όσα τώρα οι ίδιοι προσπαθούν -φοβούμαι μάταια- να σώσουν. Με δικές τους αποφάσεις και εντολές ο Ελληνορθόδοξος πιστός λαός διώχθηκε, απολύθηκε από δουλειές, αποβλήθηκε από σχολεία, απομονώθηκε και έχασε ακόμη και βασικά κοινωνικά δικαιώματα. Μαζί με το λαό βέβαια βασανίστηκε, φυλακίστηκε, εξορίστηκε, αποσχηματίστηκε, εξευτελίστηκε και ο Ιερός Κλήρος των Γνησίων Ορθοδόξων. Δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις που όργανα της κρατικής εξουσίας τότε -σα να λέμε των σημερινών Υπουργείων- υπό τις κατευθύνσεις της κρατικής Εκκλησίας, ξύριζαν και αποσχημάτιζαν υπερήλικες Ιερείς της Εκκλησίας μας, αλλά και νέους, αγνούς και ιδεολόγους κληρικούς. Κι όλα αυτά τα δεινά, για έναν και μόνο λόγο. Επειδή ήθελαν να κρατήσουν την αιώνια παράδοση των Πατέρων και των Αγίων της Εκκλησίας, επειδή αντιστάθηκαν στη νέα προς τη Δύση κατεύθυνση και σε όλα όσα αυτή συνεπάγονταν, επειδή αντέδρασαν στην αρχή του κακού, του κακού που οι τότε εκπρόσωποι της κρατικής Εκκλησίας επέτρεψαν να μας κατασπαράξει και που τώρα οι ίδιοι παλεύουν με κόπο να αναχαιτίσουν.
Έδιναν τότε εντολές να σφραγίζουν και να γκρεμίζουν Ναούς των Γνησίων Ορθοδόξων και να ποδοπατούν τα Άγια Σκεύη.
           Εκείνοι, σε συνεργασία με τα τότε Υπουργεία, εδίωκαν Χριστιανούς και διέλυαν τις πνευματικές συνάξεις τους με βάναυσες επιθέσεις, με καυτά νερά κι άλλα απάνθρωπα μέσα. Έξω από την ίδια τη Μητρόπολη των Αθηνών, με δική τους εντολή, πραγματοποιούνταν κατάφορες ασχήμιες εναντίον απλών Ορθοδόξων Χριστιανών. Τονίζω, με δική τους απόφαση και εντολή και επαναλαμβάνω σε συνεργασία με την τότε κρατική εξουσία.   
           Το 1924 ο κόσμος φώναζε «μας Φράγκεψαν, μας πάνε στη Δύση και στον Πάπα, θέλουν να σβήσουν την Ορθοδοξία από την ψυχή μας, να βγάλουν τα γράμματα και τη γλώσσα μας από την πατρίδα μας». Αυτούς που τότε προέβλεψαν το κακό, εκείνοι τους ονόμασαν Παλαιοημερολογίτες, τους χλεύασαν και τους απομόνωσαν. Και ρωτώ, τώρα τι φωνασκούν, τι ακριβώς θέλουν, τι περιμένουν;
Είναι άξιο απορίας πώς μέχρι αυτή τη στιγμή δε τους έχει προβληματίσει το κακό το οποίο εκείνοι έχουν κάνει οι ίδιοι στην Εκκλησία και στη χώρα με την παναίρεση του Οικουμενισμού. Εξισώνουν την  Ορθόδοξη Εκκλησία με τους αιρετικούς. Ανέχονται την επικοινωνία με Αρχιερείς, που συλλειτουργούν και συμπροσεύχονται με Αγγλικανούς, Λατίνους και Μονοφυσίτες. Αυτό αποδεικνύει ότι δε σέβονται τους Πατέρες της Εκκλησίας μας, οι οποίοι στεντόρεια τη φωνή φωνάζουν διαχρονικά «εκείνος που επικοινωνεί με τον ακοινώνητο, είναι ακοινώνητος»! Ακόμη και τώρα, την ύστατη αυτή στιγμή, τους Γνησίους Ορθοδόξους Χριστιανούς που αντιστέκονται στις οικουμενιστικές κινήσεις, τους υποτιμούν και τους θεωρούν εκτός Εκκλησίας και σχισματικούς, ενώ εκείνοι επικοινωνούν με τους αιρετικούς.
Επιτρέπουν να ορκίζονται στο ιερό Ευαγγέλιο, μέσα στο Ελληνικό Κοινοβούλιο πολιτικοί ενώ γνωρίζουν ότι βρίσκονται στην Μασονία, ότι ψήφισαν αντιχριστιανικούς και κατά της πατρίδος νόμους. Συνεργάστηκαν και εξακολουθούν  να συνεργάζονται με ανθρώπους οι οποίοι ξεπούλησαν τη χώρα, ενώ παράλληλα αντιδρούν. Καλά κάνουν. Όμως φοβούμαι πως η στάση τους χαρακτηρίζεται ως βραδείας αντιδράσεως, χλιαρής αντιστάσεως, ετεροχρονισμένη, παθητική, ίσως και οξύμωρη, έως και μάταιη!
          Θυμίζουν την ιστορία με τη μαμά χταποδίνα και το μικρό της χταποδάκι. Πιάσανε το χταποδάκι και λέει στη μαμά του «μαμά με πιάσανε, παιδί μου είμαι κοντά σου», «μαμά με σβουρίζουν, ναι παιδί μου είμαι κοντά σου», «μαμά με βάλουν στο τσουκάλι, είμαι κοντά σου παιδί μου», «μαμά με βάλανε στο πιάτο, είμαι κοντά σου παιδί μου», «μαμά με κόψανε, μα σου είπα είμαι κοντά σου παιδί μου», «μαμά με μασάνε και με τρώγουν, είμαι κοντά σου λέω». «Μαμά πίνουν με κρασί. Αχού! Έχασα το παιδάκι μου».  Όλοι γνωρίζουμε ότι με το κρασί και το ξύδι λύνονται τα νεύρα του χταποδιού. Η χταποδίνα, τότε είπε -δυστυχώς πολύ αργά- ότι έχασα το παιδί μου.  Το ίδιο συμβαίνει στην Ελλάδα μας με όλα όσα έχουν γίνει κατά καιρούς από όλους αυτούς τους αρνησίχριστους και απάτριδες, οι οποίοι δεν ήρθαν για να υπηρετήσουν Ελλάδα και Έλληνες,  αλλά για να εξυπηρετήσουν συμφέροντα και ιδία οφέλη. Οι Αρχιερείς της κρατικής Εκκλησίας και τότε τους ευλογούσαν και αργότερα και μέχρι πρότινος.
Θα αναφερθώ σε κάτι το οποίο πληροφορήθηκα πρόσφατα και προσωπικά με έχει συγκλονίσει. Δύο κορίτσια, ελληνόπουλα από τη Θράκη, ηλικίας 13 και 14 χρόνων, Α και Β Γυμνασίου, παιδιά οικογενειών και όχι παραμελημένα ή ορφανά, σήμερα κουβαλούν στις πλάτες τους, 7 και 9 εκτρώσεις αντίστοιχα. Αναρωτιέμαι, όταν επιτρέπουμε να συμβαίνουν τέτοια τραγικά φαινόμενα στον τόπο μας, όταν τα παιδιά της πατρίδος μας υφίστανται αυτή την απανθρωπιά, όταν επιτρέπουμε το ποδοπάτημα των ψυχών τους και την κατακρεούργηση της σάρκας τους, όταν δεν έχουμε ως έθνος τη στοιχειώδη παιδεία και ικανότητα να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας σαν παιδιά, την ίδια στιγμή, κάποιοι στο Υπουργείο Παιδείας, δήθεν προοδευτικοί, ασχολούνται με τη θρησκειολογία και την κατάργηση των θρησκευτικών στα σχολεία!
Την ευθύνη γι’ αυτή την κατάσταση την έχουμε όλοι. Πρωτίστως εμείς οι ποιμένες, γιατί δυστυχώς δεν είμαστε φως και φωτεινά παραδείγματα για τον κόσμο, όπως θέλει ο Χριστός μας. Δευτερευόντως όμως ευθύνεται κι ο λαός, ο οποίος εν γνώση του τόσα χρόνια ψήφιζε και ψηφίζει μεροληπτικά πολιτικούς οι οποίοι δεν υπηρέτησαν και δεν υπηρετούν τον τόπο αυτό, ως οφείλουν.
Η μόνη ελπίδα, η μόνη παρηγοριά, το μόνο στήριγμα είναι το φωτεινό πρόσωπο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, της Υπεραγίας Θεοτόκου και όλων των Αγίων. Δύο χιλιάδες χρόνια τώρα, μετά την ένδοξη Ανάσταση του Χριστού μας, συμπορεύθηκαν μαζί μας, στους πόνους, στους αγώνες, στις λύπες, στις διώξεις, στις εξορίες, στους κατατρεγμούς.
Να κλείσουμε τα αυτιά μας στις Σειρήνες, να συσπειρωθούμε, να επιστρέψουμε από το Βορρά, το Νότο, την Ανατολή, τη Δύση και από κάθε λογής επιρροές που έχει δεχτεί αυτός ο τόπος. Να ξανά αγαπήσουμε τη γλώσσα μας, να γνωρίσουμε καλά την ιστορία μας, να τιμήσουμε τον πολιτισμό μας.
Να εργαστούμε όλοι με συνέπεια για να επανέλθει η Ορθόδοξη Ελλάδα μας στη θέση και στο ύψος που της αξίζει και της ανήκει.
Μόνο η συνοχή, η ενότητα και η αλληλεγγύη θα μας βοηθήσουν, εν ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Και για τους πολιτικούς και για τους εκκλησιαστικούς ταγούς.
Επιστροφή στις ρίζες μας!
 ο Αττικής και Βοιωτίας Χρυσόστομος

Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου 2016

ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΤΙΣ ΣΕΡΡΕΣ 2016



Σήμερα στὶς 8/9 π. ἡμ. 21/9/2016 ν. ἡμ. ἑόρτασε ὁ Ἱερός Ναὸς τῶν Σερρῶν ποὺ τιμᾶ τὸ Γενέθλιο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. 

Πανηγυρικό αρχιερατικό συλλείτουργο με τον οικείο ιεράρχη Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ.Γρηγόριο, και τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Φιλίππων και Μαρωνείας κ.Αμβρόσιο. 

Μετά τό πέρας τῆς Θείας Λειτουργίας πραγματοποιήθηκε περιφορά τῆς ἱερᾶς Εἰκόνος πρός ἁγιασμό τῆς πόλεως. Κατόπιν παρετέθη πλούσια τράπεζα προς τούς κληρικούς καί πρός ὅλους τούς πιστούς πού προσήλθαν καί ἐτίμησαν τό πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.



















Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2016

Περί τῆς σημασίας τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἡμερολογίου (π. Σεραφείμ Ρόουζ +20/8-2/9-1982)

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΞΟΔΙΟ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟΥ π. ΣΕΡΑΦΕΙΜ


ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ: Τὸ παρακάτω κείμενο συντάχθηκε ἀπὸ τὸν μακαριστὸ π. Σεραφεὶμ Ρόουζ ὡς προλογικὸ στὴν ἔκδοση τοῦ ἡμερολογίου τοῦ 1972, τὸ ὁποῖο ἐξέδωσε τὸ περιοδικό "The Orthodox Word". Ἡ μετάφραση ἔγινε, κατὰ παράκλησή μας, ἀπὸ τὸν Ἀναπληρωτὴ Καθηγητὴ τοῦ Πανεπιστημίου Ἰωαννίνων κ. Δημήτριο Χατζηνικολάου, τὸν ὁποῖο εὐχαριστοῦμε θερμῶς (ὑπογραμμίσεις ἡμέτερες).

"Ὁ γνήσιος Χριστιανός εἶναι πολεμιστής πού ἀγωνίζεται ν’ ἀνοίξῃ τόν δρόμον του διά νά ἐξέλθῃ ἀπό τά συντάγματα τοῦ ἀοράτου ἐχθροῦ, μέ στόχον τήν οὐράνιον πατρίδα," ἐδίδαξεν ὁ Ἅγιος Γερμανός τῆς Ἀλάσκας. Τό Ὀρθόδοξον Ἡμερολόγιον εἶναι ἡ καταχώρησις τῶν πηγῶν ἀπό τάς ὁποίας ὁ Χριστιανός πολεμιστής πρέπει ν’ ἀντλῇ δύναμιν διά ν’ ἀγωνίζεται εἰς τόν ἐν λόγῳ πνευματικόν  πόλεμον• τοιαύτη πηγή ἐμπνεύσεως  εἶναι! Ἑκάστην ἡμέραν μνημονεύονται ἀγωνισταί πού ἔζησαν πρίν ἀπό  ἡμᾶς καί εὐηρέστησαν τόν Θεόν: προφῆται, ἀπόστολοι, μάρτυρες,  ἱεράρχαι, ἀσκηταί καί μοναχοί, διά Χριστόν σαλοί, ὥστε τό ὄνομα καί τό παράδειγμά των νά δίδῃ εἰς ἡμᾶς θάρρος εἰς τόν ἀγῶνα καί ζῆλον εἰς τήν Ὀρθόδοξον ὁμολογίαν μας καί ζωήν• διότι, ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Μητροπολίτης Φιλάρετος τῆς Μόσχας, κατά τήν ἡμέραν τῆς μνήμης των εἰς τό Ἡμερολόγιον, πλησιάζουν τήν γῆν καί ἀκούουν καλλίτερα τάς προσευχάς μας. Δι’ ἑκάστην ἡμέραν ὁρίζονται (εἰς τό Ἡμερολόγιον) ἀναγνώσματα ἀπό τήν Ἁγίαν Γραφήν ὡς ὅπλα διά τόν ἀγῶνα,  ὥστε  ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανός νά μανθάνῃ καθημερινῶς νά προετοιμάζῃ τόν ἑαυτόν του καθοδηγούμενος ἀπό τόν λόγον τοῦ Θεοῦ, συμφώνως μέ τά διδάγματα μέ τά ὁποῖα ἡ Ἐκκλησία ἐπιθυμεῖ νά μᾶς διαφωτίσῃ καί νά μᾶς ἐμπνεύσῃ. Παρομοίως, παρουσιάζονται (εἰς τό Ἡμερολόγιον) οἱ προκαθωρισμένοι κύκλοι ἑορτῶν καί νηστειῶν, ἔτσι ὥστε ὁ κάθε Χριστιανός νά δύναται νά ἑνώσῃ τήν ζωήν του μέ τό ὅλον σχέδιον καί τήν ἱστορίαν τοῦ ἀγῶνος εἰς τόν ὁποῖον μᾶς καλεῖ ἡ Ἐκκλησία.


Τόἱερόν Ἡμερολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι πολύ διαφορετικόν ἀπό τό πολιτικόν (ἀρχικῶς παπικόν) ἡμερολόγιον τῶν Δυτικῶν χωρῶν, ἐφόσον ἡ πολιτική ἡμερομηνία εἶναι ἐνωρίτερα κατά δεκατρεῖς ἡμέρας καί σχεδόν πάντοτε αἱ ἑορταί πού ἐξαρτῶνται ἀπό τήν ἡμερομηνίαν τοῦ Πάσχα ἀπέχουν μεταξύ των τοὐλάχιστον κατά μίαν  ἑβδομάδα. Εἰς τοῦτο δύναταί τις νά διακρίνῃ μίαν ἰδιαιτέραν πρόνοιαν τοῦ Θεοῦ δι’ ἡμᾶς τούς Χριστιανούς τῶν ἐσχάτων χρόνων. Εἰς ἕνα εἰδωλολατρικόν κόσμον πού ἁπλῶς διατηρεῖ ἐξωτερικά τινα γνωρίσματα τοῦ Χριστιανισμοῦ, εἶναι συχνάκις δύσκολον δι’ ἕνα Ὀρθόδοξον Χριστιανόν νά πείσῃ ἄλλους – ἐνίοτε δέ καί αὐτόν τόν ἑαυτόν του – ὅτι εἰς τήν πραγματικότητα δέν εἶναι ἴδιος μέ ἐκείνους τούς ἄλλους πού χρησιμοποιοῦν τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἀπό συνήθειαν, ἀλλ’ οὔτε ὀρθῶς πιστεύουν εἰς Αὐτόν οὔτε ἀποδέχονται τήν Ἐκκλησίαν Του.  Ἀλλ’  ὁ  Θεός  ἔχει δώσει εἰς ἡμᾶς τούς ἀσθενεῖς τήν εἰδικήν χάριν νά μένωμεν μακράν τοῦ κόσμου καί τῶν ἐκπαγανισθεισῶν «Χριστιανικῶν» ἑορτῶν τῆς σήμερον. Χάριν παραδείγματος, ποῖος Ὀρθόδοξος Ἀμερικανός δέν εὐφραίνεται πού δύναται νά ἑορτάσῃ τήν ἑορτήν τῆς Γεννήσεως τοῦ  Χριστοῦ μέ τήν δέουσαν ἡσυχίαν καί ἱεροπρέπειαν, ἀρκετόν χρόνον  ἀφότου παρέλθῃ τό μάταιον καί βραχνόν πνεῦμα τοῦ «Ἀη Βασίλη» (σ.σ. τοῦ "Santa Claus" τῶν Δυτικῶν, πού ἑορτάζεται τήν 25ην Δεκεμβρίου καί πού οὐδεμίαν σχέσιν ἔχει μέ τόν Μέγαν Βασίλειον); Ἤ πού, οὐχ ἧττον, κατά τήν πολιτικήν ἀργίαν τῆς 25ης Δεκεμβρίου εἶναι ἐλεύθερος νά παρίσταται εἰς τήν ἀκολουθίαν πρός τιμήν τοῦ πρώτου Ἁγίου τῆς  Ἀμερικανικῆς γῆς, τοῦ Ἁγίου Γερμανοῦ τῆς Ἀλάσκας (σ.σ. κατά μίαν ἐκδοχὴν, ὁ Ἅγιος ἐκοιμήθη τήν 13ην Δεκεμβρίου 1836,  κατά τό Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον, δηλαδή τὴν ἡμέραν τῶν Χριστουγέννων μέ τό Γρηγοριανόν, ἐφόσον τότε ἡ διαφορά μεταξύ τῶν δύο ἡμερολογίων ἦτο 12 ἡμέραι); Ἤ πού δι' αὐτόν τό Πάσχα παραμένει ἡμέρα ξεχωριστή καί δέν συγχέεται μέ τήν εἰδωλολατρικήν ἑορτήν τῶν «Πασχαλινῶν Κουνελιῶν»;  Ἤ πού δι' αὐτόν ἀκόμη καί ὁ διαβολικός ἐμπαιγμός τῶν καρναβαλίων (Halloween) ἔχει ἀντικατασταθῆ ἀπό τήν νέαν ἑορτήν τοῦ ἐνδόξου θαυματουργοῦ τῆς ἰδικῆς μας πατρίδος, τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κροστάνδης;
Ὁ μακαρίας μνήμης ἀείμνηστος Ἀρχιεπίσκοπος Ἰωάννης Μαξίμοβιτς,  ἕν ἔξοχον φῶς ἐμπνεύσεως διά τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς τῶν ἡμερῶν μας, πάντοτε ἐπέμενεν ὥστε οἱ μαθηταί τῶν ὑπό τήν εὐθύνην του  ἐκκλησιαστικῶν σχολείων νά μανθάνουν νά τηροῦν τάς ἑορτάς τοῦ  Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου, ἀπουσιάζοντες ἀπό τό σχολεῖον καθ’ ὅλας  ἀνεξαιρέτως τάς μεγάλας ἑορτάς, καθώς καί κατά τήν ἑορτήν τοῦ ἠγαπημένου των ἁγίου, ἀφιεροῦντες τήν ἡμέραν εἰς τήν παρακολούθησιν τῆς Θείας Λειτουργίας καί εἰς τόν πρέποντα ἑορτασμόν τῆς ἑορτῆς. Ἄν καί δέν ἐθεώρει τήν τήρησιν τοῦ  παραδοσιακοῦ  Ἡμερολογίου δογματικόν ζήτημα, παρά ταῦτα ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἰωάννης  ἐτόνιζε τήν σπουδαιότητά του – ἐκτός ἀπό τά προφανῆ θέματα τῆς λειτουργικῆς ἀνεπαρκείας τοῦ "νέου" ἡμερολογίου καί τόν ἀντικανονικόν καί ἀναρχικόν τρόπον μέ τόν ὁποῖον ἐπεβλήθη – τόσον ὡς ζήτημα ἐμπιστοσύνης πρός τήν παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας ὅσον καί ὡς ἔκφρασιν  ἀλληλεγγύης πρός ὅσους εἰς τήν Ἑλλάδα, εἰς τήν μονήν τοῦ Βαλαάμ τοῦ Ἁγίου Γερμανοῦ, καί ἀλλαχοῦ, οἱ ὁποῖοι κατά τόν αἰῶνα πού διανύομεν (σ.σ. τόν 20όν, καθότι τό κείμενον ἐγράφη κατά τό ἔτος 1972), ἔχουν ὑποφέρει καί ἔχουν δώσει ἀκόμη καί τήν ζωήν των δι' αὐτήν τήν ἐμπιστοσύνην.
Οἱ Γνήσιοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί τῆς Ἑλλάδος, οἱ ὁποῖοι κατά τήν δεκαετίαν τοῦ 1920 ἠγωνίσθησαν διά τό Ὀρθόδοξον Ἡμερολόγιον,  ἐπεβεβαίωσαν ὅτι ἡ βιαία ἐπιβολή τοῦ "νέου" ἡμερολογίου εἰς τόν πιστόν λαόν τῆς Ἑλλάδος ἦτο τό πρῶτον μόνον βῆμα ἑνός ὁλοκλήρου προγράμματος ἐκκλησιαστικῆς ἀνακαινίσεως καί συνθηκολογήσεως μέ τό πνεῦμα αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ὁ ὁποῖος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται (σ.σ. Α' Ἰω. 5:19). Ἡ Ἱστορία ἔχει ἤδη ἀποδείξει ὅτι ὀρθῶς ἔπραξαν. Συνεπῶς, εἶναι  ἐξαιρετικῶς σημαντικόν ὅτι ἡμεῖς πού εἴμεθα ἐλεύθεροι νά πράξωμεν τό αὐτό πρέπει νά παραμείνωμεν εἰς τήν παράδοσιν πού ἐκληρονομήσαμεν  ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρας, χωρίς νά κρίνωμεν ἐκείνους πού ἀκουσίως εὑρίσκονται ὑπό τόν ζυγόν τοῦ "νέου" ἡμερολογίου. Εἰς τήν Ἀμερικήν, εἰδικώτερον, ὅπου δέν ὑπάρχει πολιτική πίεσις ν’ ἀλλάξῃ τό  Ἡμερολόγιον, ἡ διατήρησις τοῦ παραδοσιακοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου καθίσταται ταχέως ἕν ἀπό τά διακριτικά στοιχεῖα πού διαχωρίζουν τόν γνήσιον ἀπό τόν μή γνήσιον Ὀρθόδοξον.
Τούτων οὕτως ἐχόντων, εἰς τό ὄνομα τοῦ Ἁγίου Γερμανοῦ τῆς Ἀλάσκας, προστάτου τῶν γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν αὐτῆς τῆς χώρας, παρουσιάζομεν διά πρώτην φοράν εἰς τόν ἀγγλόφωνον Ὀρθόδοξον λαόν, τό πλῆρες Ἡμερολόγιον τῆς Ἐκκλησίας διά τό ἔτος 1972. Ἕκαστος μήν κοσμεῖται ἀπό μίαν μονήν ἤ ἄλλην ἱστορικήν τοποθεσίαν τῆς Ἀμερικῆς. Διότι ὁ λαός αὐτός εἶναι ἐκεῖνος πού, ἀκόμη καί σήμερον, κρατεῖ ζωντανόν τό ἰδανικόν τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνος πού ἔφερεν εἰς τήν Ἀμερικήν ὁ Ἅγιος Γερμανός τῆς Ἀλάσκας καί πού ἀποτελεῖ τήν βάσιν καί δίδει νόημα εἰς τό ὅλον Ὀρθόδοξον Ἡμερολόγιον. Εἴθε αὐτό τό Ἡμερολόγιον νά χρησιμεύσῃ διά τήν διδασκαλίαν, τόν φωτισμόν καί τήν ἔμπνευσιν τοῦ «μικροῦ ποιμνίου» τοῦ Κυρίου καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἰς τόν Ὁποῖον ἁρμόζει πᾶσα δόξα νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Τρίτη 30 Αυγούστου 2016

ΠΕΡΙ "ΠΑΡΑΛΛΗΛΩΝ" ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΟΔΩΝ (απαντήσεις σε ενστάσεις νεοαποτειχισμένων)



Τόσο οι νεοημερολογίτες (υπό τον π. Ευθύμιο Τρικαμηνά), όσο και οι παλαιοημερολογίτες νεοαποτειχισμένοι, κακίζουν τους Γνησίους Ορθοδόξους επειδή είχαν δημιουργήσει "παράλληλη" (προς την αναγνωρισμένη από το Κράτος) Σύνοδο το 1935 και επειδή μετά τοποθετούσαν "παράλληλους" Επισκόπους, στις μητροπόλεις που υπήρχαν ήδη νεοημερολογίτες Επίσκοποι.

Γράφουν:
"Ἄν δημιουργηθῆ κάποια Σύνοδος παράλληλος πρός τήν αἱρετική ἤ τοποθετηθῆ κάποιος Ἐπίσκοπος σέ κάποια Ἐπισκοπή, χωρίς προηγουμένως νά καταδικασθῆ ὁ ὑπάρχων αἱρετικός, τότε σταματᾶ ἡ ἀποτείχισις, ἀφοῦ δημιουργεῖται μιά ἄλλη νέα «Ἐκκλησία»" [1].
"Δέν νομίζω ὅτι θά εὕρη κανείς παράδειγμα στήν Ὀρθοδοξία κατά τό ὁποῖο νά ὑπάρχουν σέ μία ἐκκλησιαστική ἐπαρχία καί νά ἀσκοῦν τά καθήκοντά των συγχρόνως δύο Ἐπίσκοποι, ὀρθόδοξος καί αἱρετικός καί δύο ἀντίστοιχα Σύνοδοι, οἱ ὁποῖες νά λειτουργοῦν συγχρόνως καί παραλλήλως, χωρίς δηλαδή νά ἔχη καταδικασθῆ ἡ αἵρεσις ἀπό ὀρθόδοξο Σύνοδο. Καί μάλιστα παράδειγμα, πού νά μᾶς τό ἐδίδαξαν μέ τά ἔργα των οἱ ἅγιοι ὡς κανονική ὁδό ἀγῶνος καί ὁμολογίας ἐν καιρῷ αἱρέσεως" [2].
"Δέν ἔχομε ὅμως εἰς τήν ἐκκλησιαστική ἱστορία παράδειγμα κατά τό ὁποῖο εἰς τόν καιρό τῆς αἱρέσεως νά ὑπάρχουν εἰς ἕνα καί τόν αὐτόν τόπο καί νά λειτουργοῦν παράλληλα δύο Σύνοδοι, τῶν Ὀρθοδόξων δηλαδή καί τῶν αἱρετικῶν, ὑπό τήν ἔννοια ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι ἀποτειχίστηκαν ἀπό τούς αἱρετικούς καί ἐτοποθέτησαν σέ ἄλλες παράλληλες θέσεις Ἐπισκόπους, χωρίς φυσικά νά καταδικασθῆ ἡ αἵρεσις καί συνοδικῶς νά τοποθετηθοῦν αὐτοί οἱ Ἐπίσκοποι" [3].
"Τα πράγματα διατηρήθηκαν με τις δύο παρατάξεις νεωτεροποιούς "νεοημερολογίτες" και παραδοσιακούς "παλαιοημερολογίτες" έως και το 1935, έτος κατά το οποίο τρεις μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος διέκοψαν κοινωνία με τη νεωτεριστική ιεραρχία και αποκατέστησαν εκκλησιαστική κοινωνία με την αγωνιζόμενη και κανονικώς ενιστάμενη μερίδα των ορθοδόξων. Αντί όμως η ευλογημένη απόφαση των τριών να καταστεί η απαρχή και ο καλός θεμέλιος λίθος, για τη θεραπεία του de facto σχίσματος, και τη συνολική αποκατάσταση της υγιούς ορθοδοξίας, έγινε δυστυχώς η απαρχή μεγάλων κακών. Το τεράστιο λάθος των τριών δεν ήταν άλλο από την επισκοποποίηση τεσσάρων ιερομονάχων και έτσι την σύμπηξη "ιεράς συνόδου" παράλληλα μ' αυτήν των νεωτεριστών του νέου ημερολογίου!" [4].
"Η σύνοδος είναι το μόνο αρμόδιο όργανο που μπορεί να καταδικάσει τον αιρετικό και να προβιβάσει έναν νέο, ορθόδοξο επίσκοπο στον επισκοπικό θρόνο· επ' ουδενί λόγω δεν επιτρέπεται η επισκοπή αυτή να έχει πάνω από έναν κάτοχο την φορά. Την παράδοση αυτήν την σεβάστηκαν και οι Ορθόδοξοι και οι αιρετικοί, γι' αυτό πάντοτε η κάθε μερίδα αγωνιζόταν να αναβιβάσει στο επισκοπικό αξίωμα ομόφρονές της. Όταν λοιπόν οι Γ.Ο.Χ. έφτασαν στο σημείο της αποτείχισης, έπρεπε να αγωνιστούν για να διώξουν τους αιρετικούς επισκόπους και να αναβιβάσουν στις έδρες τους Ορθοδόξους. Αντ' αυτού δημιούργησαν νέες επισκοπικές έδρες, παράλληλα με τις προηγούμενες!" [5].

Ας δούμε όμως μία προς μία τις ενστάσεις των νεοαποτειχισμένων:

α. Δεν υπάρχει στην Εκκλησιαστική Ιστορία παράδειγμα στο οποίο να υπάρχει στην ίδια επισκοπή ορθόδοξος και αιρετικός επίσκοπος, προ της καταδίκης του δευτέρου.

Η ένσταση αυτή διατυπώθηκε από τον π. Ευθύμιο Τρικαμηνά, ενώ ο κ. Τσάλλος συμπληρώνει πως αυτήν την "παράδοση" την σεβάστηκαν δήθεν και οι αιρετικοί και οι ορθόδοξοι.
Στην ένσταση αυτή έχει απαντήσει ο π. Ιωσήφ με κείμενά του [6], στα οποία αποδεικνύει ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει και καταγράφει μερικά ιστορικά παραδείγματα. Ενώ όμως φανερώνεται ότι αυτήν την υποτιθέμενη "παράδοση" δεν την "σεβάστηκαν" ούτε αιρετικοί, ούτε ορθόδοξοι, ο π. Ευθύμιος με ανταπαντήσεις του [7] και ευρισκόμενος σε δύσκολη θέση (μιας και αποδείχθηκε περίτρανα η ταυτόχρονος ύπαρξη αιρετικού και ορθοδόξου επισκόπου στην ίδια επισκοπή), ισχυρίστηκε πως δεν εννοούσε ότι δεν υπήρχαν τέτοια παραδείγματα, αλλά πως δεν υπήρχαν από αγίους, ως παραδείγματα κανονικού αγώνος και προς μίμηση! Έτσι ερχόμαστε να εξετάσουμε την δεύτερη ένσταση.

β. Δεν υπάρχει στην Εκκλησιαστική Ιστορία παράδειγμα στο οποίο οι ορθόδοξοι να χειροτονούσαν "παράλληλο" προς τον αιρετικό επίσκοπο, προ της καταδίκης αυτού, και μάλιστα να θεωρήθηκε αυτό από αγίους ως παράδειγμα κανονικού αγώνος. 

Κι όμως υπάρχουν. Ας δούμε χαρακτηριστικά τρία τέτοια παραδείγματα:

β1. Ο Άγιος Ευστάθιος Αντιοχείας χειροτονεί τον Ευάγριο στην Κωνσταντινούπολη.
Βρισκόμαστε στην Κωνσταντινούπολη κατά το έτος 370. Το ορθόδοξο ποίμνιο βρίσκεται υπό διωγμό από τον αρειανόφρονα αυτοκράτορα Ουάλη και είναι ανεπίσκοπο. Το έτος εκείνο πεθαίνει ο επίσημος (δηλαδή ο αναγνωρισμένος από την Πολιτεία) αρειανόφρονας επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Ευδόξιος και εκλέγεται ως διάδοχος ο επίσης αρειανόφρονας Δημόφιλος. Οι ορθόδοξοι αντέδρασαν [8] και εκμεταλλευόμενοι την παρουσία του Αγίου Ευσταθίου Αντιοχείας στην Πόλη (ο οποίος, μετά από την εκεί επάνοδο εκ της εξορίας του, κρυβόταν λόγω της ανόδου στον αυτοκρατορικό θρόνο του Ουάλεντος) εκλέγουν ως ορθόδοξο επίσκοπο της Πόλης τον Ευάγριο, τον οποίο χειροτονεί ο Άγιος Ευστάθιος. Το γεγονός αυτό εξοργίζει τον Ουάλη, ο οποίος συλλαμβάνει και εξορίζει και τους δύο (χειροτονηθέντα και χειροτονήσαντα). Μάλιστα στην Κωνσταντινούπολη υπήρχε εκείνη την εποχή και άλλος επίσκοπος, που είχαν εκλέξει οι Ανόμοιοι (η μερίδα των ακραίων αρειανών), ονόματι Φλωρέντιος [9]. Σημειωτέον πως όλοι αυτοί οι αιρετικοί (Όμοιοι, Ανόμοιοι, Μακεδονιανοί κλπ.) ήταν ακόμη άκριτοι, ο Άγιος Ευστάθιος δηλαδή τοποθέτησε ορθόδοξο επίσκοπο ΠΡΟ ΣΥΝΟΔΙΚΗΣ ΚΡΙΣΕΩΣ και καθαιρέσεως των αιρετικών αυτών, η οποία έγινε το 380 με την Β΄ Οικουμενική Σύνοδο [10].


β2. Ο Λουκίφερος Καλλάρεως χειροτονεί τον Παυλίνο στην Αντιόχεια.
Λίγα χρόνια πριν και συγκεκριμένα το 362 φθάνει στην Αντιόχεια ο επίσκοπος Καλλάρεως Λουκίφερος ο οποίος βρισκόταν στα μέρη της Μέσης Ανατολής εξόριστος από τους αρειανόφρονες.  Σκοπός της επίσκεψής του στην Αντιόχεια ήταν να βοηθήσει στην εξάλειψη του Αντιοχειανού Σχίσματος, μιας και το υγιαίνον μέρος (των ορθοδόξων) είχε χωριστεί σε δύο παρατάξεις τους "Ευσταθιανούς" (αποσχίστηκαν από την "επίσημη Εκκλησία" μετά την άδικη καθαίρεση του Αγίου Ευσταθίου Αντιοχείας) και τους "Μελετιανούς" (αποσχίστηκαν από την "επίσημη Εκκλησία" μετά την άδικη καθαίρεση του Αγίου Μελετίου Αντιοχείας). Εκεί ήλθε σε εκκλησιαστική κοινωνία με τους "Ευσταθιανούς", και επειδή συμφώνησε μαζί τους στο ζήτημα των εννοιών «ουσία» και «υπόσταση» (λόγω γλώσσας, αφού η στενότητα της λατινικής γλώσσας, απέδιδε και τις δύο έννοιες με το «substantiae»), θεώρησε τους "Μελετιανούς" ως τριθεΐτες και τον Άγιο Μελέτιο ως αιρετικό, επομένως χειροτόνησε και τοποθέτησε ως ορθόδοξο επίσκοπο της πόλης, τον ηγέτη των "Ευσταθιανών" Παυλίνο. Σημειωτέον ότι στην Αντιόχεια υπήρχε και ο "επίσημος" επίσκοπος, ο αρειανόφρονας Ευζώιος, ενώ αργότερα προστέθηκε και τέταρτος επίσκοπος ο απολλιναριστής Βιτάλιος. Βλέπουμε δηλαδή πως ο Λουκίφερος θεωρώντας ότι δεν υπάρχει ορθόδοξος επίσκοπος, χειροτονεί και αυτός ΠΡΟ ΣΥΝΟΔΙΚΗΣ ΚΡΙΣΕΩΣ και καθαιρέσεως των αιρετικών, επίσκοπο για τους ορθοδόξους. Η πράξη του αυτή θεωρήθηκε ορθή τόσο από τον Μέγα Αθανάσιο και την Εκκλησία της Αλεξανδρείας, όσο και από την Εκκλησία της Ρώμης, ενώ και οι Εκκλησίες της Μικράς Ασίας θα την θεωρούσαν σωστή, ΑΝ ΔΕΝ ΗΞΕΡΑΝ ότι ο Άγιος Μελέτιος ήταν ορθόδοξος στο φρόνημα (ο Μέγας Βασίλειος έκανε μεγάλο αγώνα για να πείσει τον Μέγα Αθανάσιο για αυτό και τα κατάφερε μόλις λίγο πριν την κοίμηση του τελευταίου)[11].


β3. Τοποθέτηση "παράλληλης" Ιεραρχίας στην Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία από τον Ιεροσολύμων Θεοφάνη.
Το έτος 1596 οι πέντε από τους επτά ορθοδόξους επισκόπους του Πολωνο-Λιθουανικού Κράτους [12], και συγκεκριμένα οι Κιέβου Μιχαήλ, Βλαδιμηρ Υπάτιος, Λουτσκ Κύριλλος, Πολοτσκ Γρηγόριος, Πινσκ Ιωνάς και Χελμ Διονύσιος, αναγνωρίζουν τον Πάπα ως πρώτο επίσκοπο, χωρίς να μεταβάλλουν κανένα άλλο δόγμα ή παράδοση (Ουνία της Βρέστης). Οι μόνοι που δεν αναγνώρισαν τον Πάπα και διέκοψαν κοινωνία με τους υπολοίπους ήταν οι Λεοντοπόλεως Γεδεών και Περεμυσλ Μιχαήλ και μαζί με άλλους ορθοδόξους στην Τοπική Σύνοδο της Βρέστης αναθεμάτισαν την Ουνία και αποκήρυξαν τους αποστάτες.
Το επόμενο έτος ο Άγιος Μελέτιος Πηγάς, Πατριάρχης Αλεξανδρείας, στέλνει επιστολή στον Λεοντοπόλεως Γεδεών και του συστήνει να προσπαθήσουν να συστήσουν Σύνοδο τουλάχιστον τριών επισκόπων με σκοπό την ανάδειξη νέου Μητροπολίτου [13] και χειροτονία νέων επισκόπων, ώστε να γίνει ανασύσταση της Ιεραρχίας [14]. Αυτό δεν κατέστη δυνατόν και μετά από λίγα έτη κοιμήθηκαν και οι δύο εναπομείναντες επίσκοποι Γεδεών και Μιχαήλ, αφήνοντας το ποίμνιο ανεπίσκοπο.
Η ανασύσταση της Ιεραρχίας και η τοποθέτηση "παράλληλης" (με την επισήμως αναγνωρισμένη από το Κράτος ουνιτική) Συνόδου έγινε τελικώς το 1620. Ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Θεοφάνης μετά από περιοδεία του στην Ρωσία επισκέφθηκε το Κίεβο. Στις 15 Αυγούστου τέλεσε πανηγυρική λειτουργία στην εκεί Λαύρα του Αγίου Θεοδοσίου στην οποία συνέρρευσε μέγα πλήθος ορθοδόξων, οι οποίοι του υπέβαλαν θερμή παράκληση να χειροτονήσει Αρχιερείς για την Τοπική Εκκλησία ξεκινώντας από τον Μητροπολίτη Κιέβου. Την παράκληση αυτή ενίσχυσαν οι Κοζάκοι, βεβαιώνοντας τον Πατριάρχη πως σε περίπτωση που το Κράτος θα επιχειρούσε να τον κακοποιήσει για την πράξη του θα τον υπεράσπιζαν με τα όπλα. Παρατίθεται εν συνεχεία η συγκινητική περιγραφή της πρώτης χειροτονίας [15]: "Ο Θεοφάνης καλώς το πράγμα σταθμήσας και αναμετρήσας την υπέροχον σημασίαν της πράξεως αυτού, δι' ης έμελλε να καταστραφή ο ουνιτισμός και να θριαμβεύση η ορθοδοξία, απεφάσισε μετά της χαρακτηριζούσης αυτόν ευψυχίας να εκπληρώση των ορθοδόξων την βαρυσήμαντον αίτησιν. Όθεν παρήγγειλεν αυτοίς μετά πάσης προφυλάξεως και μυστικότητος να υποδείξωσι τους υποψηφίους. Τούτου γενομένου η χειροτονία του πρώτου επισκόπου ετελέσθη την νύκτα της 6 Οκτωβρίου εν τη παρά την ελληνοσλαυϊκήν Σχολήν Μονή, ης τα παράθυρα εκαλύφθησαν διά πυκνών παραπετασμάτων, η λειτουργία δε και η όλη τέλεση της χειροτονίας διεξήχθησαν μυστικώς, χαμηλοφώνως υποψάλλοντος του εκ των πατριαρχικών ακολούθων έλληνος μοναχού Γαβριήλ" [16].
Κατά θεϊκή συγκυρία βρίσκονταν στην περιοχή και δύο ακόμη Αρχιερείς ο Σόφιας Νεόφυτος και ο Σταγών Αβραάμιος και έτσι έγινε η πρώτη χειροτονία. Σταδιακά χειροτονήθηκαν επτά Αρχιερείς, ο Μητροπολίτης Κιέβου και οι επίσκοποι των άλλων έξι επισκοπών του Κράτους. Δηλαδή είχαμε όχι απλά τοποθέτηση "παραλλήλων" Επισκόπων, αλλά "παράλληλης" Συνόδου [17]!
Το Κράτος δεν αναγνώρισε την Ιεραρχία των Ορθοδόξων επειδή, όπως γράφει ο καθηγητής Βάσιος Φειδάς, ισχυρίστηκαν πως ζούσαν ακόμη οι επίσκοποι των επισκοπών αυτών (ουνίτες) [18], ότι δηλαδή ισχυρίζονται σήμερα οι νεοαποτειχισμένοι. Βλέπουμε μάλιστα να χρησιμοποιείται, εκτός των ίδιων επιχειρημάτων, ακόμη και η ίδια φρασεολογία ("παράλληλη Σύνοδος"). Ιδού τί γράφει επικριτικά ο σύγχρονος ουνίτης ιστορικός John-Paul Himka: "Με την βοήθεια των τελευταίων (μοναχών και Κοζάκων) και χωρίς κρατική έγκριση, μια ορθόδοξη ιεραρχία, παράλληλη (σ. ημ. parallel στο πρωτότυπο) στην ουνίτικη ιεραρχία αποκαταστάθηκε το 1620. Το Ποστοκ είχε τώρα δύο Ρουθήνους (Ουκρανούς) επισκόπους: τον Ιωσαφάτ Κούνσεβιτς για τους ουνίτες και τον Μελέτιο Σμοτρίνσκι για τους ορθοδόξους" [19].
Το Πολωνο-Λιθουανικό Κράτος όχι απλά δεν αναγνώρισε την Ιεραρχία των ορθοδόξων, αλλά τους εδίωξε με μένος [20], ενώ το 1632, μετά από μια δωδεκαετία φρικτών διωγμών, αναγκάστηκε (λόγω της ισχυρής παρουσίας ορθοδόξων βουλευτών) να αναγνωρίσει υπό όρους την Μητρόπολη Κιέβου (επί Πέτρου Μογίλα) και άλλων τεσσάρων μόνο επισκοπών [21].


Εικόνα του Ιεροσολύμων Θεοφάνους που τυπώθηκε το 1622 από τον ορθόδοξο Ευστράτιο Ζηλόβσκη και μοιράστηκε ως ευλογία στους πιστούς. Άνωθεν του Πατριάρχου η εικόνα της Αναστάσεως, ώστε να γίνει συνειρμός με την ανάσταση της Τοπικής Εκκλησίας που πέτυχε με τις χειροτονίες ο Θεοφάνης.


γ. Οι τρεις Αρχιερείς που αποτειχίστηκαν το 1935 από την καινοτομήσασα Ιεραρχία και ανέλαβαν την ποιμαντορία των Γνησίων Ορθοδόξων (Παλαιοημερολογιτών) δεν έπρεπε να συμπήξουν "παράλληλη" Σύνοδο και να χειροτονήσουν "παράλληλους" Επισκόπους. 

Όπως είδαμε παραπάνω εν καιρώ γενικευμένης αιρέσεως οι αποτειχισθέντες ορθόδοξοι έχουν δικαίωμα όχι μόνο να έχουν τους δικούς τους επισκόπους, αλλά και να μεταχειρίζονται κάθε θεμιτό μέσο για την καταπολέμηση της.
Για μια τέτοια περίοδο αιρέσεως, πρέπει να έχουμε υπόψιν ότι ισχύει το "εξ ανάγκης και νόμου μετάθεσις γίνεται". Η ανάγκη, δηλαδή η ανωτέρα βία, δικαιολογεί την παράβαση του νόμου. Αυτό είναι βασική αρχή του Δικαίου, και του Εκκλησιαστικού. Για να γίνει αυτό κατανοητό πρέπει να δοθεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Η παραβίαση του φωτεινού σηματοδότη και η υπερβολική ταχύτητα είναι αδικήματα που τιμωρούνται με βάση τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας. Όταν όμως ένα πυροσβεστικό όχημα ή ένα ασθενοφόρο ή ένα περιπολικό κληθούν σε μια περίπτωση ανάγκης μπορούν να αναπτύξουν υπερβολική ταχύτητα, προβαίνοντας και σε παραβίαση του φωτεινού σηματοδότη, μιας και δεν υποχρεούνται σε τήρηση των σχετικών διατάξεων του Κ.Ο.Κ. Οπότε το ερώτημα που πρέπει να γίνει είναι το εξής: "Υπήρχε ανάγκη για την δημιουργία "παράλληλης" Συνόδου των Παλαιοημερολογιτών ή όχι;".
Όπως φαίνεται μέσα από τα κείμενα του Ηγέτη του Αγώνος των Παλαιοημερολογιτών, Αγίου πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου, βεβαίως και υπήρχε ανάγκη για την δημιουργία Συνόδου, η οποία όμως δεν θεωρήθηκε ως "άλλη", "νέα", "παράλληλη" ή "δεύτερη" Εκκλησία, ενώ το βλέμμα του πρ. Φλωρίνης ήταν στραμμένο πάντοτε προς την σύγκληση Πανορθοδόξου Συνόδου στην οποία αποσκοπούσε ο Αγώνας:
"Τὰς τοιαύτας ἀδικίας καὶ παρανομίας τῆς Ἐκκλησίας βλέποντες ἡμεῖς καὶ μὴ ἐπιθυμοῦντες νὰ ἔχωμεν δι’ αὐτὰς βεβαρυμένην τὴν συνείδησιν ἡμῶν, ἀφοῦ μάτην πολλάκις εἰς τὴν Σύνοδον τῆς Ἱεραρχίας παρεκαλέσαμεν αὐτήν, ὅπως ἐπανέλθῃ εἰς τὸ πάτριον ἑορτολόγιον καὶ ἐνώσῃ τοὺς Χριστιανοὺς διὰ τῆς ἄρσεως τοῦ προξενηθέντος σκανδάλου, ἤχθημεν μετὰ πολλῆς θλίψεως καὶ συνοχῆς καρδίας εἰς τὴν ἀπόφασιν νὰ κηρύξωμεν δι’ ἐγγράφου ἡμᾶς αὐτοὺς ἐν Ἐκκλησιαστικῇ ἀκοινωνησίᾳ μετὰ τῆς Διοικούσης Ἐκκλησίας καὶ να δώσωμεν μίαν ποιμαντορικὴν προστασίαν πρὸς τὴν μερίδαν τῶν ἀκολουθούντων τὸ πάτριον ἑορτολόγιον, ὅπερ ἐθέσπισεν ἡ Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος... Ἡμεῖς ἔχοντες ὑπόψιν τοὺς Κανόνας καὶ τὸ Καταστατικὸν ἐκ τῆς κηρύξεως ἡμῶν ὡς ἐκπτώτων ἄνευ διαδικασίας τινός, ἤχθημεν εἰς τὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ Διοικοῦσα Σύνοδος ἐνέκρινεν τὸ ἀποκοινωνητικὸν ἡμῶν ἔγγραφον, ὁπότε ἔδει νὰ μεριμνήσωμεν καὶ ἡμεῖς  ὡς προσωρινὴ πλέον Ἐκκλησιαστικὴ Ἀρχὴ τῶν παλαιοημερολογιτῶν διὰ τὰς θρησκευτικὰς ἀνάγκας αὐτῶν, πρώτη ἐκ τῶν ὁποίων ἦτο καὶ ἡ ἀνάδειξις Ἐπισκόπων εἰς τὰ ἐπαρχιακὰ τμήματα, ὅπου ὑπῆρχον συμπαγεῖς μᾶζαι παλαιοεορτολογιτῶν. Ἰδοὺ διατὶ προέβημεν εἰς χειροτονίαν τεσσάρων Ἐπισκόπων, καθ’ ὃ εἴχομεν δικαίωμα ἐκ τῶν θείων καὶ ἱερῶν Κανόνων. Εἰς τὴν χειροτονίαν ταύτην τῶν Ἐπισκόπων προέβημεν καὶ διὰ τὰς θρησκευτικὰς ἀνάγκας τῶν ὀκτακοσίων καὶ πλέον Παραρτημάτων τῶν παλαιοημερολογιτῶν ἐν ταῖς διαφόροις ἐπαρχίαις, ἀλλὰ καὶ ἵνα δώσωμεν εἰς τὴν Διοικοῦσαν Ἐκκλησίαν καὶ τὴν Κυβέρνησιν νὰ ἐννοήσῃ καὶ ἐκτιμήσῃ δεόντως τὴν σοβαρότητα τοῦ ἐγχειρήματος ἡμῶν, ἀποσκοποῦντος τὴν ἄρσιν τοῦ σκανδάλου καὶ τὴν ἕνωσιν τῶν Χριστιανῶν, διὰ τῆς ἀναστηλώσεως τῆς Ὀρθοδόξου καὶ αἰωνοβίου ἑορτολογικὴς παραδόσεως" (Τὸ ἡμερολόγιον ἐν σχέσει πρὸς τὴν Ὀρθόδοξον Ἀνατολικὴν Ἐκκλησίαν  – 31/3/1938).
"Οὐδεὶς ποτὲ τῶν ἐγκρατῶν τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου, καὶ τῶν ἐχόντων ὀρθόδοξον παλμὸν δύναται  νὰ διϊσχυρισθῇ σοβαρῶς, ὅτι οἱ Παλαιοημερολογῖται ἀποτελοῦν δευτέραν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν ἐν τῷ Κράτει, ἀλλὰ τὴν πατροπαράδοτον καὶ Ἀκαινοτόμητον Αὐτοκέφαλον Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τῆς Ἐλλάδος. Διότι, ὅσῳ καὶ ἂν παρουσιάζωνται κατὰ τὸ φαινόμενον καὶ τὴν ἐξωτερικὴν ἐκδήλωσιν τῆς πίστεως, ὡς ἔχοντες ἰδίαν λατρείαν, ἰδίους εὐκτηρίους οἴκους, καὶ ἰδίους Λειτουργοὺς, οὐχ ἧττον ὅμως οὕτοι, καίτοι διατελοῦν ἐν ἀκοινωνησίᾳ πρὸς τὴν καινοτομήσασαν Ἱεραρχίαν, ὡς ἐχόμενοι στεῤῥῶς τῶν Παραδόσεων καὶ τῶν Θείων καὶ Ἱερῶν Κανόνων, ἀποτελοῦν ἐν τῇ Κανονικότητι, οὐχὶ ἰδιαιτέραν Ἐκκλησίαν ἐκείνης μεθ’ ἧς διέκοψαν προσωρινῶς διὰ λόγους Κανονικοὺς τὴν Ἐκκλησιαστικὴν ἐπικοινωνίαν, ἀλλὰ τὴν ἀνύστακτον φρουρὰν, τὴν ἀγρύπνως φρυκτωρούσαν ἐπὶ τῶν ἀδαμαντίνων ἐπάλξεων τῆς Μιᾶς Ὀρθοδόξου Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας... ἡ μερὶς τῶν Παλαιοημερολογιτῶν, μὴ συσταθεῖσα καὶ ἀναγνωρισθεῖσα ὡς ἰδία Ἐκκλησία ὑπὸ μιᾶς Πανορθοδόξου Συνόδου, δὲν δύναται νὰ ἀποτελῇ ἰδιαιτέραν Ἐκκλησίαν ἐκείνης, ἐξ ᾖς προσωρινῶς ἀπέσχισεν ἑαυτήν, ἵνα μὴ καταστῇ συνένοχος μὲ τὴν Ἱεραρχίαν διὰ τὴν μονομερῆ καινοτομίαν. Καὶ οὐ μόνον ἡ μερὶς αὕτη δὲν διχάζει τὴν Ἐκκλησίαν, ἀλλὰ ἀποτελεῖ ἐν τῷ πλαισίῳ τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἐλλάδος τὴν φαεινὴν καὶ ἀλύμαντον πλευρὰν τῆς Ὀρθοδόξου ἐννοίας Αὐτῆς. Ὥστε ἡμεῖς, οἱ ἀκολουθοῦντες τὸ ἐκ παραδόσεως ἑορτολογικὸν καθεστὼς καὶ σεβόμενοι, ὡς ὀφείλομεν, μᾶλλον τὰς Ἀποστολικὰς καὶ Συνοδικὰς Διατάξεις, παρὰ τάς ἀντικανονικὰς τῆς Ἱεραρχίας ἀποφάσεις, οὐ μόνον δὲν ἀποτελοῦμεν ἰδιαιτέραν Σχισματικὴν Ἐκκλησίαν, ἀλλὰ ἐν τῷ πλαισίῳ τῆς Μιᾶς Ἐκκλησίας ἡμεῖς διεσώσαμεν τὰ χρυσόβουλλα τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Παραδόσεων καὶ συνεχίζομεν τὴν Ἵστορίαν καὶ τὸν χαρακτῆρα τῆς Ὀρθοδοξίας τῆς Αὐτοκεφάλου Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας" (Ἀπολογία εἰς τὸ Ἐφετεῖον Ἀθηνῶν – Ἀθῆναι 29/3/1940).
"…Τὸ διάβημα τοῦτο (σ. ημ. οἱ χειροτονίες τοῦ 1935) ὁμολογοῦμεν ὅτι ὑπῆρξεν ἐσπευσμένον καὶ ἀπὸ Κανονικῆς ἀπόψεως παρακεκινδυνευμένον ὡς πρωθύστερον, ἀλλὰ προέβημεν εἰς τοῦτο ἐπ’ ἐλπίδι πάντοτε, ὅτι τὸ Ἀρχιερατικὸν ἡμῶν Συμβούλιον, ὡς ἐχόμενον στεῤῥῶς τῶν ὀρθοδόξων θεσμῶν καὶ τῶν σεπτῶν παραδόσεων, θὰ ἀνεγνωρίζετο, ἔστω καὶ κατ’ Ἐκκλησιαστικὴν οἰκονομίαν, ὑπὸ τῶν λοιπῶν ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, μέχρι τῆς ὑπὸ μιᾶς πανορθοδόξου Συνόδου ἐγκύρου λύσεως τοῦ ἐπιδίκου ἡμερολογιακοῦ ζητήματος…(Ὑπόμνημα ἀπολογητικὸν ὑπὲρ ἀναστηλώσεως τοῦ Πατρίου Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου -  1945).
"Εἰς τὴν παροχὴν δὲ τῆς ἐλευθερίας ταύτης (σ. σ. τῆς ἄσκησης τῶν θρησκευτικῶν καθηκόντων τῶν παλαιοημερολογιτῶν), ἀντιτάσσει ἡ νεοημερολογιτικὴ Ἱεραρχία τὸ veto, ἤτοι τὴν ἄρνησιν, διατεινομένη, ὅτι ἡ Πολιτεία δὲν δύναται νὰ ἔχῃ εἰς τὴν ἐπικράτειαν αὐτῆς δύο Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας, μίαν νεοημερολογητικὴν καὶ μίαν παλαιοημερολογητικήν. Εἰς τοῦτο δὲ διαφωνοῦμεν ἡμεῖς, ὑποστηρίζοντες ὅτι μὲ τὴν κατ’ οἰκονομίαν παροχὴν ἐλευθερίας, εἰς τὴν θρησκευτικὴν ὀργάνωσιν τῶν παλαιοημερολογιτῶν μέχρι τῆς ἐγκύρου καὶ Κανονικῆς διευθετήσεως τοῦ ἡμερολογιακοῦ ζητήματος, ἐπιδίκου ὄντως ὡς ἔφθην εἰπὼν ἐνώπιον τῆς μελλούσης πανορθοδόξου Συνόδου, δὲν δημιουργεῖται Δευτέρα Ἐκκλησία, ἀλλὰ μία μειοψηφία τῆς Ἐκκλησίας διαφωνοῦσα πρὸς τὴν πλειοψηφίαν τῆς Ἱεραρχίας καὶ συνεχίζουσα τὴν ἱστορίαν τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας ὑπὸ τὴν ἄκρατον ὀρθοδοξίαν λυμανθεῖσαν διὰ τῆς ἡμερολογιακῆς καινοτομίας. Ἡ γνώμη τῆς Ἱεραρχίας, ὅτι μὲ τὴν παροχὴ ἐλευθερίας εἰς τοὺς παλαιοημερολογίτας δημιουργεῖται Δευτέρα Ἐκκλησία καὶ κράτος ἐν κράτει, ὡς λέγουν, δὲν εἶνε ἀληθής, διότι αἱ Ἐκκλησίαι, δὲν φυτρώνουν ὡς μύκητες εἰς τὸν περίβολον τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλ’ ἱδρύονται καὶ προικίζονται διὰ τῆς Χάριτος καὶ τῶν Μυστηρίων ὑπὸ τῆς ὅλης Ἐκκλησίας, ὡς Ταμιούχου τῆς Χάριτος καὶ τῆς εὐλογίας. Ἡ γνώμη αὐτὴ τῆς Ἱεραρχίας, καθ΄ ἣν μία μερὶς Κληρικῶν καὶ λαϊκῶν ἀποσπωμένη προσωρινῶς ἀπὸ τῆς Ἐκκλησίας διὰ λόγους διαφωνίας εἴς τι ἐκκλησιαστικὸν ζήτημα ἐπίδικον καὶ ἰάσιμον κατὰ τὸν Μ Βασίλειον, μέχρι τῆς ἄρσεως τῆς διαφωνίας ὑπὸ Κανονικῆς πανορθοδόξου Συνόδου ὄζει προτεσταντισμοῦ, παρέχοντος εἰς μεμονωμένα ἄτομα τὸ δικαίωμα νὰ ἰδρύουν ἰδίαν Ἐκκλησίαν ἄνευ τῆς γνώμης καὶ τῆς εὐλογίας τῆς ὅλης Ἐκκλησίας. Καὶ τοῦτο, διότι οἱ προτεστάνται φρονοῦν καὶ πιστεύουν ὅτι ἡ ἔμπνευσις καὶ ἡ θέλησις τοῦ Παναγίου Πνεύματος εἰς τὰ ζητήματα τῆς πίστεως καὶ τοῦ ἁγιασμοῦ ἐμφαίνεται καὶ ἐκδηλοῦνται καὶ διὰ τῶν μεμονωμένων ἀτόμων ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὴν γνώμην τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, φρονούσης καὶ πιστευούσης, ὅτι ἡ ἔμπνευσις καὶ ἡ ἐνέργεια τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἐκδηλοῦται ὑπὸ τῆς ὅλης Ἐκκλησίας τῆς ἑρμηνευούσης καὶ ὀρθοτομούσης τὸν λόγον τῆς θείας ἀληθείας… Ἡμεῖς ὅμως οἱ ποιμένες τῶν παλαιοημερολογιτῶν, γνῶσται τοῦ Κανονικοῦ δικαίου καὶ μὲ ὀρθόδοξον παλμόν, διϊσχυριζόμεθα ὅτι δὲν ἀποτελοῦμεν δευτέραν Ἐκκλησίαν ἐν τῷ Κράτει, ἀλλὰ στεντορείᾳ τῇ φωνῇ διακηρύττομεν, ὅτι ἡμεῖς μένοντες πιστοὶ εἰς τὰ δεδογμένα καὶ ἡμῖν παραδεδομένα ὑπὸ τῶν 7 Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀποτελοῦμεν, καίπερ μειοψηφία, τὴν πατροπαράδοτον καὶ ἀκαινοτόμητον Ἑλληνικὴν Ἐκκλησίαν, ἧς τὴν ἱστορία συνεχίζομεν ὑπὸ τὴν ἄκρατον ἔννοιαν τῆς ὀρθοδοξίας. Ἀληθῶς, ὅσῳ καὶ ἂν παρουσιαζώμεθα κατὰ τὸ φαινόμενον εἰς τὴν λατρείαν ἡμῶν μὲ ἰδίους εὐκτηρίους οἴκους καὶ μὲ ἰδίους λειτουργούς, οὐχ ἧττον ὅμως καίπερ διατελοῦντες ἐν ἀκοινωνησίᾳ μετὰ τῆς καινοτομησάσης Ἱεραρχίας ἡμεῖς ἀποτελοῦμεν δυνάμει οὐχὶ δευτέραν Ἐκκλησίαν, ἀλλὰ τῇ ἁγνὴν καὶ ἀλύμαντον ἔννοιαν Αὐτῆς καὶ τὴν ἀνύστακτον φρουρὰν τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας, τὴν ἀγρύπνως φρυκτωρούσαν ἐπὶ τῶν θεοδμήτων καὶ ἀκαταλύτων ἐπάλξεων τῆς περιπύστου καὶ περιμαχήτου Ὀρθοδοξίας" (Ἀναίρεσις τῆς ἡμερολογιακῆς πραγματείας τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου κ. Δωροθέου Κοτταρᾶ – Δεκέμβριος 1947).
"…ἡ Διοικοῦσα Ἱεραρχία διὰ τῆς ἡμερολογιακῆς καινοτομίας ἔπαυσε νὰ ἀντιπροσωπεύῃ τὴν ὀρθόδοξον ἔννοιαν τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας. Συνεπῶς Αὕτη χωρισθεῖσα ἀπὸ τὸν κορμὸν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀπετέλεσεν ἰδιαιτέραν Ἐκκλησίαν, διάφορον τῆς ἀρχαίας κατὰ τὸ ἀκραιφνὲς καὶ ἀκαινοτόμητον πνεῦμα τῆς Ὀρθοδοξίας καταστᾶσα οὕτως ὑπόδικος ἐνώπιον τῆς καθόλου ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Κατὰ ταῦτα ἡ Δ. Ἱεραρχία ἐκκλίνασα ἐκ τοῦ θριγγοῦ τῆς ἀκριβοῦς ὀρθοδοξίας παρ’ ὅλον τὸν ἐξωτερικὸν τύπον καὶ τὸν ἀριθμὸν αὐτῆς, ἔπαυσεν ὡς ἀνωτέρω ἐλέχθη, νὰ ἐκπροσωπῇ τὴν ὀρθόδοξον ἔννοιαν τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας. Ταύτης τὴν ὀρθόδοξον ἔννοιαν καὶ σημασίαν ἐκπροσωποῦσιν οἱ Ἱεράρχαι, ὁ Κλῆρος καὶ ὁ λαὸς οἱ ἀκολουθοῦντες τὴν πολιὰν ἡμερολογιακὴν παράδοσιν, τὴν καθιερωθεῖσαν ὑπὸ Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ κυρωθεῖσαν ὑπὸ τῆς αἰωνοβίου πράξεως τῆς ὅλης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὥστε ἐν τῷ Κράτει δὲν ὑπάρχουσι δύο ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι ἀλλὰ μία, ἧς τὸν μὲν τύπον καὶ τὸν ῥυθμὸν ἐκπροσωπεῖ ἡ πλειοψηφία τῆς Ἱεραρχίας, τὸ πνεῦμα ὅμως καὶ τὴν ἔννοιαν τῆς ὀρθοδοξίας ἐκπροσωπεῖ ἡ μειοψηφία τῆς παλαιοημερολογιτικῆς Ἱεραρχίας καὶ κοινωνίας" (Διαφωτιστικὴ Ἀπάντησις εἰς τὸ ὑπόμνημα τῆς Ἱεραρχίας τῆς κρατούσης Ἐκκλησίας τῆς Ἐλλάδος ἐν σχέσει μὲ τὸ Ἡμερολογιακὸν Ζήτημα – Ἀθῆναι, 1948).
"Δι’ ὃ καὶ ἐφ’ ὅσον οἱ παλαιοημερολογῖται ὀρθῶς κατ’ αὐτοὺς καὶ πάντας τοὺς σεβομένους τοὺς θείους καὶ ἱεροὺς κανόνας θεωροῦν τὴν κρατούσαν Ἐκκλησίαν ὡς ἐκκλίνασαν τοῦ θριγγοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας συνεπείᾳ τῆς ἡμερολογιακῆς καινοτομίας τῆς ἀντιστρατευομένης πρὸς τοὺς ἱεροὺς κανόνας καὶ θιγούσης τὸ Δόγμα τῆς Ἐξωτερικῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας, ἐπὶ τοσούτον οὕτοι δικαιοῦνται κατὰ τὸν ΙΕ΄ κανόνα ΑΒας Συνόδου καὶ πρὸ συνοδικῆς διαγνώμης νὰ διακόψωσι τὴν πνευματικὴν ἐπικοινωνίαν μετὰ τῆς Ἐπισήμου Ἐκκλησίας καὶ νὰ πήξωσιν ἴδιον θυσιαστήριον πρὸς ἐπιτέλεσιν τῶν τῆς λατρείας αὐτῶν δι’ ἰδίων ὁμοφρόνων λειτουργῶν, παρ’ ὧν καὶ μόνον δέχονται τὴν χάριν καὶ τὸν ἁγιασμὸν πρὸς ἰκανοποίησιν τῆς συνειδήσεως αὐτῶν" (Ὑπόμνημα τῆς Ἱεραρχίας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν πρὸς τὴν Α. Ἐξοχότητα τὸν κ. Ὑπουργὸν τῶν Θρησκευμάτων καὶ τῆς Ἐθνικῆς Παιδείας, Ἀθῆναι  1949).
"Ὑπῆρχεν ἐν τῷ παρελθόντι ἐποχή, καθ’ ἣν ἡ παμψηφία σχεδὸν τῆς Ἱεραρχίας ἐν τῷ Βυζαντινῷ Κράτει παρεσύρθη εἰς τὴν αἵρεσιν τοῦ ἐναγοῦς Ἀρείου μετὰ τῆς Βυζαντινῆς πολιτείας, καθ’ ἣν τὴν ἔννοιαν τῆς Ὀρθοδοξίας τῆς Ἐπισήμου Ἐκκλησίας ἀντιπροσώπευεν μία ὀλιγάριθμος μερὶς ὀρθοδόξων ἐν Κων/πόλει μὴ μολυνθεῖσα ὑπὸ τῆς λύμης τοῦ Ἀρειανισμοῦ. Ἡ μερὶς αὕτη διετέλει ὑπὸ τὴν ποιμαντορίαν Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, ὅστις ἐν τῷ παρεκκλησίῳ τῆς Ἀγ. Ἀναστασίας  διὰ κηρυγμάτων ἀποπνεόντων τὸ θυμῆρες καὶ θεῖον ἄρωμα τῆς Ὀρθοδοξίας κατεκεραύνου τὴν κακόδοξον καὶ ψυχοφθόρον αἵρεσιν τοῦ Ἀρείου. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ ἡ μερὶς αὐτοῦ, οὐ μόνον δὲν ἀπετέλεσαν ἰδίαν Ἐκκλησίαν διακόψαντες τὴν Ἐκκλησιαστικὴν ἐπικοινωνίαν μετὰ τῆς Ἀρειανιζούσης Ἱεραρχίας, ἀλλὰ καὶ ὡς ὀρθοδοξοῦντες ἐχρησίμευσαν μετέπειτα ὡς ἀρραβὼν διὰ τὴν ἐπιστροφὴν τῆς ὅλης Ἐκκλησίας ἐν τῷ περιβόλῳ τῆς Ὀρθοδοξίας, διὰ τῆς ἀποπτύσεως τῆς Ἀρειανῆς αἱρέσεως καὶ μιαρὰς κακοδοξίας. Ὥστε δεδομένου, ὅτι τὴν ὑπόστασιν τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ τὸ Ὀρθόδοξον πνεῦμα καὶ ὄχι ὁ τύπος καὶ ὁ ἀριθμός, οἴκοθεν ἐννοεῖται ὅτι τὴν ἀρχαίαν καὶ ἀκαινοτόμητον Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος ἀποτελοῦμεν καὶ ἐκπροσωποῦμεν ἡμεῖς ὡς συνεχισταὶ τῶν πατρῴων παραδόσεων καὶ τῶν Ὀρθοδόξων θεσμῶν καὶ ὄχι οἱ καινοτόμοι Ἀρχιερεῖς, οἵτινες ἀποτελοῦν τὸν τύπον καὶ τὸν ἀριθμόν" (Κρίσεις ἐπὶ τῶν τροπολογιῶν ἐπὶ τοῦ ἄρθρου 1 καὶ 2 τοῦ Σχεδίου Συντάγματος τῆς Ἐπιτροπῆς ἐπὶ τῆς ἀναθεωρήσεως τοῦ Συντάγματος τοῦ κ. Κ. Τσάτσου Βουλευτοῦ Ἀθηνῶν, Ἀθῆναι 1949).

Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι από μόνη της η αποτείχιση ή η χειροτονία "παραλλήλων" επισκόπων δεν είναι κάτι θετικό ή αρνητικό για την Εκκλησία [22]. Αν οι παραπάνω τρόποι αντίδρασης στην αίρεση στοχεύουν στην επανάπαυση είναι απορριπτέοι. Αν στοχεύουν στην επαγρύπνηση και στην λύτρωση από την αίρεση, διά του ορθοδόξου αντιαιρετικού αγώνος, τότε είναι επαινετοί.
Έτσι αν θεωρήσουμε αυτοσκοπό είτε την αποτείχιση ("αποτειχιζόμαστε και αφού λυτρωθήκαμε από την κοινωνία με την αίρεση δεν μας μέλλει για το τί θα γίνει"), είτε την "παράλληλη" Σύνοδο ("έχουμε τους επισκόπους μας και αφού λυτρωθήκαμε από την κοινωνία με την αίρεση δεν μας μέλλει για το τί θα γίνει") βρισκόμαστε σε πλάνη. Αντιθέτως αν θεωρήσουμε μέσο την αποτείχιση και προσωρινή κατάσταση την "παράλληλη" Σύνοδο, και θεωρήσουμε ότι είναι "καιρός ομολογίας, καιρός ενστάσεως, καιρός αθλήσεως" [23] και συνεχίσουμε επομένως ακατάπαυστα τον Ιερό Αγώνα για την συντριβή της αιρέσεως και τον θρίαμβο της Ορθοδοξίας, διά συγκλήσεως Μεγάλης Συνόδου Ορθοδόξων, τότε καλώς βαδίζουμε!
Διαβάζουμε σε περισπούδαστο βιβλίο του Αγίου Γέροντος Χρυσοστόμου των Σπετσών τα εξής σημαντικά: "Η έννοια της Ορθοδόξου Ενστάσεως περιλαμβάνει την "Αποτείχισι" αλλά δεν εξαντλείται σε αυτήν. Απαιτείται ένας συνεχής αγών, μία κατά τον Μέγαν Βασίλειο "καρτερά και ανένδοτος ένστασις" "υπέρ της Αληθείας", η οποία αρχίζει πρακτικώς με την "Αποτείχισι",συνεχίζεται με την διακήρυξι της Αληθείας και την αναίρεσι της πλάνης, ολοκληρώνεται δε με την κατάκρισι της αιρέσεως και των αμετανοήτων αιρετικών υπό Ορθοδόξου Συνόδου" [24].
Ο σκοπός λοιπόν του Αγώνα είναι η σύγκληση Ορθοδόξου Συνόδου. Εκεί αποσκοπούσε και η Αποτείχιση, αλλά και η δημιουργία της Ιεραρχίας των Παλαιοημερολογιτών το 1935, όπως είδαμε παραπάνω. Και τότε υπήρχε κυρίως ο νεωτερισμός του ημερολογίου. Με τα χρόνια, που ολοένα και περισσότερο αποκαλυπτόταν ολόκληρο το οικουμενιστικό σχέδιο, η ανάγκη για ορθοδόξους επισκόπους έγινε μεγαλύτερη, μιας και βιώνουμε την Οικουμενιστική Αποστασία,παρόμοια με την αποστασία της Ουνίας της Βρέστης, αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο! Πλέον η συντριπτική πλειοψηφία των επισκόπων των "επισήμων ορθοδόξων Εκκλησιών" θεωρεί τον Πάπα ως πρώτο αρχιερέα, ενώ αναγνωρίζει (και συνοδικώς διά της εν Κολυμπαρίω Ψευδοσυνόδου) την εκκλησιαστικότητα των αιρετικών της Δύσεως. Έχουν ή δεν έχουν λοιπόν δικαίωμα οι Ορθόδοξοι να έχουν Επισκόπους και να συγκροτούν κατά τόπους Συνόδους; Βεβαίως και έχουν! Αυτό που δεν έχουν δικαίωμα είναι να επαναπαυθούν στο ότι αυτοί αποτελούν την Εκκλησία και να θεωρήσουν ότι δεν απαιτείται Αγώνας για Μεγάλη Σύνοδο Ορθοδόξων, που θα ενώσει όλους τους αληθινά ορθοδόξους και θα καταδικάσει την αίρεση. Όσοι μάλιστα εκ των ορθοδόξων υιοθετούν τέτοιες απόψεις και πρακτικές [25], στέκονται εμπόδιο στον Αγώνα και υπηρετούν - έστω και ανεπιγνώστως -  την αίρεση!
Ουδείς δεν αμφιβάλει ότι στον σχεδόν εκατονταετή Αγώνα των Παλαιοημερολογιτών δεν έγιναν λάθη και διασπάσεις άνευ ουσιαστικού λόγου. Σήμερα όμως υπάρχει ελπίδα. Το 2014 έγινε η ένωση των δύο μεγαλυτέρων Συνόδων των Παλαιοημερολογιτών με βάση ένα σημαντικό Εκκλησιολογικό Κείμενο. Σε αυτό (συγκεκριμένα στο Ζ΄ μέρος αυτού) διακηρύσσεται, η αναγκαιότητα της Μεγάλης Συνόδου των πραγματικά Ορθοδόξων, ως εξής:
"Τὸ ἀναγκαῖον σήμερον εἶναι, ἐπὶ τῇ βάσει τῆς κοινῆς καὶ Ὀρθῆς Ὁμολογίας τῆς Πίστεως, ἡ ἕνωσις εἰς ἕν κοινὸν Σῶμα πασῶν τῶν Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν τῆς Γνησίας Όρθοδοξίας, προκειμένου νὰ δηµιουργηθοῦν αἱ προϋποθέσεις πρὸς συγκρότησιν/σύγκλησιν Μείζονος Γενικῆς Συνόδου Αὐτῶν, πανορθοδόξου ἐμβελείας καὶ κύρους, διὰ τὴν δραστικὴν ἀντιμετώπισιν τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουµενισµοῦ, ὡς καὶ τοῦ ποικιλομόρφου Συγκρητισμοῦ, ἐπίσης δὲ καὶ διὰ τὴν ἐπίλυσιν ποικίλων προβλημάτων καὶ ζητημάτων πρακτικῆς καὶ ποιμαντικῆς φύσεως, ἅτινα ἀπορρέουν ἐκ τούτων καὶ ἀπασχολοῦν τὴν ζωὴν τῆς Ἐκκλησίας γενικῶς, ἀλλὰ καὶ τῶν πιστῶν εἰδικῶς, ὥστε νὰ διασφαλισθῆ ὁ σύνδεσμος τῆς ἐν Χριστῷ Εἰρήνης καὶ Ἀγάπης. Ἡ ἀνάγκη αὕτη καθίσταται κατανοητὴ ἐκ τοῦ ὅτι ἡ ἀληθὴς Ἐκκλησία, ὡς τὸ πραγματικὸν Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ὡς ἐκ τῆς φύσεως Αὐτῆς Καθολικὴ ἐν τῇ πληρότητι τῆς Ἀληθείας, τῆς Χάριτος καὶ τῆς Σωτηρίας, ἀποφαίνεται δὲ Συνοδικῶς διὰ τῶν Ἐπισκόπων Αὐτῆς ἔναντι ἑτεροδιδασκαλιῶν καὶ τοῦ ἐξ αὐτῶν παγκοσμίου σκανδάλου· ὡς ἐκ τούτου, ὀφείλει νὰ ἐπιδιώκῃ ἀφ’ ἑνὸς μὲν τὴν διατύπωσιν τῶν Ἀληθειῶν τῆς Πίστεως, πρὸς ὁριοθέτησιν τῆς Ἀληθείας ἔναντι τοῦ ψεύδους, ἀφ’ ἑτέρου δὲ τὴν στηλίτευσιν καὶ καταδίκην τῆς πλάνης καὶ τῆς φθορᾶς ἐκ  τῆς αἱρέσεως καὶ τῶν αἱρετικῶν, διὰ τὴν προστασίαν τοῦ Ποιμνίου, διαπιστώνουσα καὶ διακηρύττουσα τὴν ἤδη ὑφισταμένην ἔκπτωσιν τῶν αἱρετικῶν. Οὕτως, ἐν Συνόδῳ Μεγάλῃ καὶ Γενικῇ τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, δέον ὅπως διακηρυχθῇ πάσῃ τῇ κτίσει, ἀφ’ ἑνὸς μὲν ἡ ἐν ἡμῖν Μοναδικὴ Ἐλπὶς, ὡς μόνη διέξοδος ἐξ ὅλων τῶν ἀδιεξόδων «διὰ τοὺς μέλλοντας κληρονομεῖν σωτηρίαν», ἀφ’ ἑτέρου δὲ ἡ πλήρης καὶ ὁριστικὴ ἀντίθεσις, ὡς ἀλληλοαποκλειομένων, Ὀρθοδοξίας καὶ Συγκρητισμοῦ,οἰκουμενιστικῆς καὶ σεργιανιστικῆς κατευθύνσεως, πρὸς δόξαν τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, Θεομητορικαῖς,  Ἀποστολικαῖς, καὶ Πατερικαῖς πρεσβείαις" [26].

Γι' αυτό και από το 2014 και μετά ακολουθούμε συνειδητά και αποκλειστικά την Σύνοδο των Παλαιοημερολογιτών (διαδόχων του φρονήματος του πρ. Φλωρίνης, που έχουν Αποστολική Διαδοχή από την Εκκλησία της Ρωσικής Διασποράς)  υπό τον Αρχιεπίσκοπο αυτής κ. Καλλίνικο, επειδή αγωνίζεται για την Ορθοδοξία διά συγκλήσεως Μεγάλης Συνόδου Ορθοδόξων.
Καλούμε δε κάθε καλοπροαίρετο πιστό, κληρικό ή λαϊκό, να πλαισιώσει τις τάξεις του Ιερού Αγώνος, εγκαταλείποντας τους οικουμενιστές λυκοποιμένες και τους κοινωνούντες με αυτούς, και απορρίπτοντας τις εσωστρεφείς τακτικές και τους μοναχικούς δρόμους που υποκρύπτουν υπερηφάνεια και αδιαφορία για την Εκκλησία.
Όσοι πιστοί προσέλθετε!  


Νικόλαος Μάννης


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] π. Ευθυμίου Τρικαμηνά, Η διαχρονική συμφωνία των Αγίων Πατέρων..., Τρίκαλα, 2012, σελ. 245. 
[2] Στο ίδιο, σελ. 248.
[3] Στο ίδιο, σελ. 314.
[5] Παναγιώτου Τσάλλου, Τί εστιν Αλήθεια;
[6] Ιωσήφ Μοναχού, Απάντηση (1η) (2012), Απάντηση (1η) επηυξημένη (2012) καιΑπάντηση 2η (2014) στον π. Ευθύμιο Τρικαμηνά.
[7] π. Ευθυμίου Τρικαμηνά, Ανταπάντηση 1η και Ανταπάντηση 2η στον μ. Ιωσήφ. 
[8] "Καὶ μετάγεται Δημόφιλος ἀπὸ Βεῤῥοίας ἐν Κωνσταντινουπόλει, Οὐάλεντος τοῦ βασιλέως συνοδικὴν ὑποκριναμένου ψῆφον... ἐγκαθίσταται τῇ Κωνσταντινουπόλει ὑπὸ Θεοδώρου μάλιστα τοῦ Ἡρακλείας ἐπισκόπου. Ἐδόκει γὰρ τὸ προνόμιον οὖτος ἔχειν τῆς τοιαύτης ἱερουργικῆς ἐνεργείας. Πολλοὶ δὲ τοῦ παρόντος ὄχλου, ἐν τῇ τοῦ Δημοφίλου καθιδρύσει, ἀντὶ τοῦ ἄξιος, ἀνεβόων τὸ ἀνάξιος" (P.G. 65, 576).
[9] P.G. 65, 556 και 569.
[10] Για την χειροτονία του Ευαγρίου από τον Άγιο Ευστάθιο βλέπε στους Σωκράτη Σχολαστικό (P.G. 67, 497-500) και Ερμεία Σωζομενό (P.G. 67, 1328).
[11] Για την χειροτονία του Παυλίνου από τον Λουκίφερο βλέπε στους Σωκράτη (P. G. 67, 388-389) και Σωζομενό (P. G. 67, 1249-1252).
[12] https://en.wikipedia.org/wiki/Polish%E2%80%93Lithuanian_Commonwealth
[13] Ο Μητροπολίτης εκεί σήμαινε τον "πρώτο" της Τοπικής Εκκλησίας. Στην δική μας αντιστοιχία δηλαδή "Αρχιεπίσκοπος-Μητροπολίτες", εκεί ήταν "Μητροπολίτης-Επίσκοποι".
[14] Ολόκληρη η επιστολή στο Εκκλησιαστικός Φάρος, ΝΣΤ΄ (1974), σελ. 536-541. Το επίμαχο σημείο στην σελ. 538.
[15] Ω, να ζούσε τότε ο "Ιαβέρης του Κανονικού Δικαίου" - και διδάσκαλος των νεοαποτειχισμένων - Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος τί θα έλεγε για την "παρανομία" αυτήν.
[16] Χρυσοστόμου Παπαδόπουλου, Οι πατριάρχαι Ιεροσολύμων ως πνευματικοί χειραγωγοί της Ρωσίας κατά τον ΙΖ΄ αιώνα, Ιεροσόλυμα, 1907, σελ. 60.
[17] Οι χειροτονηθέντες ήταν ο Κιέβου Ιώβ, ο Βλαδιμηρ Ιωσήφ, ο Λουτσκ Ισαάκιος, Πολοτσκ Μελέτιος, Πινσκ Αβράμιος (από Σταγών), Χελμ Παΐσιος και Περεμυσλ Ησαΐας.
[18] Οι πιο γνωστοί ουνίτες επίσκοποι ήταν ο Κιέβου Ιωσήφ και ο Πολοτσκ Ιωσαφάτ, ένας στυγνός εγκληματίας τον οποίο σκότωσαν ζηλωτές ορθόδοξοι που δεν άντεξαν άλλο τα φρικτά του εγκλήματα (ένα από τα πολλά, ήταν ο βανδαλισμός των ορθοδόξων νεκροταφείων, μιας και διέταζε να ξεθάβονται οι σοροί των ορθοδόξων και να γίνονται τροφή των αδέσποτων σκυλιών). Τον αγιοποίησαν οι παπικοί και τον τιμούν ως μάρτυρα...
[19] John-Paul Himka, Religion and Nationality in Western Ukraine, Montreal and Kingston: McGill-Queen's University Press, 1999, σελ. 28 (μετάφρ. ημετ.).
[20] Σε μελλοντικό άρθρο θα γίνει λόγος για τις διώξεις αυτές και την τραγική ομοιότητά τους με τις διώξεις των νεοημερολογιτών κατά των παλαιοημερολογιτών στην Ελλάδα.
[21] Για την ανασύσταση της Ιεραρχίας στην Ουκρανία από τον Ιεροσολύμων Θεοφάνη βλέπε στα α) Andrzej Borkowski,  Αγώνας των Ορθοδόξων Πατριαρχείων κατά της Ουνίας, Αθήνα, 2008, σελ. 235, β) Χρυσοστόμου Παπαδόπουλου, ό.π., σελ. 60, γ) Θεοδώρου Βαλλιάνου, Ιστορίας της Ρωσσικής Εκκλησίας, Αθήνα, 1851, σελ. 196, δ) Βλασίου Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία της Ρωσίας, εκδ. ε΄ Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα, 2005, σελ. 290, ε) π. Γεωργίου Φλωρόφκσυ, Σταθμοί της Ρωσικής Θεολογίας, μέρος α΄, εκδ, Πουρναρά, Θεσσαλονίκη, 1986, σελ. 95.
[22] Η αποτείχιση από τους αιρετικούς είναι βεβαίως σωτήρια, επί προσωπικού επιπέδου, μιας και με την απομάκρυνση από τους αιρετικούς, λυτρώνεται ο αποτειχιζόμενος από την ψυχοκτόνο κοινωνία με την αίρεση.
[23] Αγ. Θεοδώρου Στουδίτου, P.G. 99, 1013.
[24] Αρχιμ. Χρυσοστόμου Σπύρου, Η αποτείχισίς μου, Σπέτσες, 2008, σελ. 32-33.
[25] Την άρνηση αναγκαιότητας της  Μεγάλης Συνόδου Ορθοδόξων υιοθετούν οι Ματθαιϊκοί , λόγω των γνωστών εκκλησιολογικών θέσεών τους. Αλλά και οι νεοημερολογίτες νεοαποτειχισμένοι , οι οποίοι "προφητεύοντας" πως η "εσχάτη αίρεση δεν θα καταδικαστεί από εκκλησιαστική Σύνοδο" ουσιαστικά κρατούν μια εσωστρεφή και μοιρολατρική στάση (που περιορίζεται μόνο στην Αποτείχιση), επηρεασμένη από την αιρετική εκκλησιολογία του Επιφανίου Θεοδωρόπουλου, η οποία ταυτίζει την Εκκλησία του Χριστού με τους εκάστοτε διοικούντες Αυτήν (βλέπε σχετικά εδώ: https://paterikiparadosi.blogspot.gr/2016/08/blog-post_40.html ).
[26] Ἡ Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἔναντι τῆς Αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, Θέματα Δογματικὰ καὶ Κανονικὰ ( http://www.ecclesiagoc.gr/index.php/ekklisiologika/384-i-gnisia-or8odoksi-ekklisia-enanti-tisairesews-tou-oikoymenismou-8emata-dogmatika-kanonika ).

Δευτέρα 15 Αυγούστου 2016

ΛΙΣΤΑ ΑΛΛΑΓΩΝ Ή ΛΗΣΤΕΙΑ ΑΓΙΩΝ! ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΞΙΜΟΒΙΤΣ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ




Έλαβα από εκλεκτό αναγνώστη και συνεργάτη το παρακάτω μήνυμα:

"Το 2013 η νεοημερολογιτική γυναικεία Ιερά Μονή Αγίου Νεκταρίου Φωκίδος, Τρίκορφο Ευπάλιο, προέβη στην πέμπτη (5η) έκδοση του βίου του Αγίου, με βιβλίο μεγαλυτέρου σχήματος και 415 σελίδων, με τον τίτλο «ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΞΙΜΟΒΙΤΣ, Επίσκοπος Σαγγάης και Σαν Φρανσίσκο ο θαυματουργός».
Προκειμένης της εκδόσεως αυτής η ανωτέρω Ιερά Μονή ζήτησε τη σχετικά άδεια από την κατέχουσα το πρωτότυπο και τα πνευματικά δικαιώματα του έργου, Αδελφότητα του Αγίου Γερμανού της Αλάσκας η οποία, με επιστολή της στις 26 Ιουνίου 2004 προς την Γερόντισσα Μόνικα έδωσε την άδεια, με μία όμως παράκληση· στην καινούρια ελληνική έκδοση θα έπρεπε κάποια σημεία του έργου να αλλαχθούν και κάποια άλλα να παραλειφθούν εντελώς. Απέστειλε μάλιστα μιά σχετική «λίστα» με τις αλλαγές και τις παραλείψεις που ζητούσε να γίνουν.
Η έρευνά μας απέδειξε ότι η απαγόρευση δημοσιεύσεως αυτών των σημείων  αφορά στην μη αναγραφή πληροφοριών σχετικών με την στάση του Αγίου Ιωάννη ως προς την καινοτομία του νέου ημερολογίου και την υποστήριξη του στο παλαιό ημερολόγιο. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη νέα έκδοση δεν υπάρχουν οι διπλές ημεροχρονολογίες των γεγονότων, όπως συνηθίζουν οι παλαιοημερολογίτες να αναγράφουν, ενώ σε διάφορα σημεία έχει εξαφανιστεί μία λέξη ή μία πρόταση, ακόμη δε και ολόκληρο κεφάλαιο, όπως αυτό αναφέρεται στο με αριθμό 36 μεγάλο θαύμα του Αγίου Ιωάννη.
Προφανώς η αποσταλείσα «λίστα» από την Αδελφότητα του Αγίου Γερμανού της Αλάσκας, προς την Ιερά Μονή Αγίου Νεκταρίου Φωκίδος περιέχει αυτές τις διαγραφές".

Για να διαπιστώσω την φοβερή αυτήν καταγγελία προμηθεύτηκα τόσο την έκδοση αυτή της Μονής του Αγίου Νεκταρίου, όσο και την πρώτη αγγλική έκδοση του βιβλίου, η οποία έγινε το 1987 από την Αδελφότητα του Αγίου Γερμανού Αλάσκας. Τον βίο του Αγίου Ιωάννου Μαξίμοβιτς συνέγραψαν ο π. Σεραφείμ Ρόουζ με τον Ηγούμενο της Αδελφότητας π. Γερμανό Ποντμοσένσκυ.
Το εξώφυλλο της αγγλικής και της ελληνικής εκδόσεως 
 
Μετά και από δική μου έρευνα κατέληξα πως όντως η διαφορά μεταξύ των δύο βιβλίων εστιάζεται στο ζήτημα στο Ημερολογίου!
Η Μονή βεβαίως του Αγίου Νεκταρίου δεν φέρει το μεγάλο μέρος της ευθύνης αυτής της αδικίας, μιας και οι έχοντες τα πνευματικά δικαιώματα σημερινοί υπεύθυνοι της Μονής του Αγίου Γερμανού δεν θα επέτρεπαν την έκδοση άνευ αυτών των αλλαγών, όπως φαίνεται και από την άδεια που χορήγησαν.
 

Ας δούμε ένα χαρακτηριστικό δείγμα μιας τέτοιας αλλαγής.
Στην σελίδα 56 του πρωτοτύπου διαβάζουμε "He spoke against the desecration of the eves of Sundays and feast days by the organization of balls and other entertainment’s on them. He staunchly defended the Church (Julian) Calendar against new calendar innovators. He forbade his clergy to participate in “Pan Orthodox” services because of the dubious canonicity of some participants; and the activities of Orthodox “ecumenists” caused him to shake his head in disbelief".
Στην σελίδα 69 όμως της εν λόγω ελληνικής εκδόσεως διαβάζουμε: "Μιλούσε εναντίον της βεβήλωσης της παραμονής των εορτών και Κυριακών με την οργάνωση χορών και άλλων ειδών διασκέδασης. Απαγόρευσε στυς κληρικούς του να συμμετάσχουν σε πανορθόδοξες λειτουργίες, όταν είχε αμφιβολία για την κανονικότητα κάποιων απ΄οτους συμμετέχοντες. Οι δραστηριότητες των ορθοδόξων οικουμενιστών, τον έκαναν να κουνά το κεφάλι του με δυσπιστία". Παραλήφθηκε δηλαδή από τη μετάφραση ολόκληρη η φράση "Υπερασπιζόταν σθεναρά το εκκλησιαστικό (Ιουλιανό) ημερολόγιο απέναντι στους καινοτόμους του νέου ημερολογίου".
 

Ας δούμε τώρα την περίπτωση του μεγάλου - αποδεικτικού της ορθότητας του παλαιού ημερολογίου - θαύματος που εξαφανίστηκε από την εν λόγω έκδοση.
Βλέπουμε στην ελληνική έκδοση:
 
 
Αλλά στο αγγλικό πρωτότυπο:
 
 
Είναι τρομερό σε τι μεθόδους καταλήγουν οι άνθρωποι που δεν θέλουν την αλήθεια. Πάντοτε όμως η αλήθεια λάμπει!
 
Κλείνοντας παραθέτουμε το θαύμα σε μετάφραση:
 
"1. Αδάμ Ράσελ

Το πρώτο περιστατικό αφορά τον Αδάμ Ράσελ, τον γιο μου, ιρλανδικής, γαλλικής, αγγλικής και ρωσικής καταγωγής, και συνέβη στις 7 Ιανουαρίου 1970 - τα Χριστούγεννα των Ορθοδόξων. Ήμουν πρόσφατα βαπτισμένη Ορθόδοξη Χριστιανή, έγκυος στο πρώτο μου παιδί. Ήμουν είκοσι τριών ετών. Όπως πολλοί νεοφώτιστοι που δεν γνώρισαν τον Μητροπολίτη Ιωάννη, μετά την ανάγνωση του βίου του - τις θεραπείες που έκανε όσο ήταν ζωντανός, τα ορφανά που έσωσε, τους ταλαιπωρημένους ανθρώπους που βοήθησε, τις ορθόδοξες κοινότητες που δημιούργησε εντελώς μόνος του μεταξύ των Γάλλων, Ολλανδών, Κινέζων, Ιρλανδών, Φιλιππινέζων, Ιαπώνων κ. α. - ανέπτυξα μια απέραντη αγάπη και αφοσίωση προς αυτόν.Έτσι, όταν προσευχόμουν στο Θεό, τη Μητέρα Του και τους Αγίους για καθοδήγηση, πάντα περιλάμβανα τον Άγιο Ιωάννη στις προσευχές μου.Μένοντας απέναντι από το πρεσβυτέριο του Αγίου Νικολάου στο Σιάτλ, στο οποίο ο Άγιος Ιωάννης είχε κοιμηθεί, ένιωθα τιμή που γνώριζα έναν «σύγχρονο άγιο» και προνόμιο που συμμετείχα στην Παννυχίδα για αυτόν κάθε Πέμπτη στο μικρό δωμάτιο όπου πέθανε. Με ευλάβεια ασπαζόμουν την καρέκλα στην οποία κοιμήθηκε, το καλλυμαύχιό του, τα επισκοπικά του άμφια και το κομποσκοίνι  του. Ένα από τα πνευματικά του παιδιά, ο Γεώργιος Καλβόφ, ήταν συνήθως εκεί, ψάλλοντας με τον ηλικιωμένο ιερέα π. Ανδρέα.
Ως προσήλυτη, πίστευα στην Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά δεν καταλάβαινα τη σημασία του Παλαιού Ημερολογίου. Έτσι, ενώ ήμουν έγκυος, γνωρίζοντας ότι το παιδί μου θα γεννιόταν γύρω στα Χριστούγεννα, προσευχήθηκα στη Μητέρα του Θεού και στον Άγιο Ιωάννη το παιδί μου να γεννηθεί στα «Αληθινά Χριστούγεννα». Η 25η Δεκεμβρίου [νέο ημερολόγιο] ήρθε και έφυγε, και η 7η Ιανουαρίου [Χριστούγεννα με το παλαιό] πλησίαζε. Ήμουν συγκινημένη, αλλά ποτέ δεν φανταζόμουν αυτά που με περίμεναν!
Δεν μπορούσα πλέον να ανεβαίνω τις σκάλες του Πρεσβυτερίου, επειδή ήμουν στον τελευταίο μήνα της εγκυμοσύνης μου, γι' αυτό προσευχόμουν ακόμα πιο θερμά στον Μητροπολίτη. Λίγες μέρες πριν την 7η Ιανουαρίου ξύπνησα από ένα περίεργο φαινόμενο (ο σύζυγός μου Μελχισεδέκ κοιμόταν δίπλα μου). Το δωμάτιό μου ήταν γεμάτο από ένα όμορφο, ασυνήθιστο, λευκό φως. Ένιωθα ότι ήμουν ξύπνια και όμως ένιωθα τόσο παράξενα, λες και ήμουν στον Παράδεισο. Μια μοναχή στα λευκά ήταν γονατιστή στο κρεβάτι μου, δίπλα στο κρεβατάκι του μωρού - δεν μπορούσα να δω το πρόσωπό της γιατί ήταν σκυμμένη.Και τότε τον είδα - τον Μητροπολίτη - με αστραφτερά λευκά άμφια, να στέκεται στην πόρτα μου. Ήξερα ότι ήταν αυτός, διότι τον σκεφτόμουν. Ήταν κοντός· το πρόσωπό του ήταν λαμπερό, αν και το έκρυβε το χώρισμα του διαδρόμου, και με το δεξί του χέρι με ευλόγησε. Αυτό το όραμα κράτησε μόνο μια στιγμή. Πιστεύω ότι η καλόγρια στα λευκά ήταν η Αγία Ελισάβετ Θεοδώροβνα γιατί την είχα και αυτήν στην σκέψη μου επίσης.
Στις 3 π. μ. της 7ης Ιανουαρίου 1970, άρχισαν οι πόνοι του τοκετού, και προς μεγάλη μου χαρά στις 4 μ. μ. γεννήθηκε ο γιος μας Αδάμ. Δόξασa τον Θεό, την Θεοτόκο και φυσικά τους Αγίους Ιωάννη και Ελισάβετ!
Θα προσπαθήσω να παραμείνω πιστή στο Παλαιό Ημερολόγιο, και για μένα δεν υπάρχει πλέον αμφιβολία!".