A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΝΑΓΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΝΑΓΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 2 Απριλίου 2014

Λόγος εἷς τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου (Ἀγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας)




Τρία σημαντικότατα γεγονότα στην ιστορία του κόσμου εορτάζει σήμερα
η Εκκλησία μας.

To πρώτο είναι ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, τον οποίο εορτάζουμε σήμερα με χαρά και αγάπη, αλλά και με δέος ενώπιον του μεγαλείου του γεγονότος αυτού, το οποίο ονομάζεται «κεφάλαιον» (δηλαδή αρχή) της σωτηρίας μας.

Εννέα μήνες μετά τον Ευαγγελισμό πραγματοποιήθηκε και το δεύτερο από τα σημαντικότερα γεγονότα, η κατά σάρκα Γέννηση του Κυρίου μας Ιησού Χρίστου. Κορυφή και ολοκλήρωση της σωτηρίας μας θα είναι η ανάσταση του Κυρίου Ιησού Χρί­στου μετά από ένα φρικτό θάνατο πάνω στο Σταυρό.



Όχι μόνο μια φορά αλλά πολλές φορές φανερώθηκαν στους αγίους άγγελοι. Έξι μήνες πριν τον Ευαγγελισμό της Παναγίας Παρθένου Μαρίας στάλθηκε ο αρχάγγελος Γαβριήλ στον ιερέα Ζαχαρία, ο οποίος υπηρετούσε στο ναό, για να του αναγγείλει, ότι απ' αυτόν θα γεννηθεί ο μεγαλύτερος μεταξύ των ανθρώπων, ο Πρόδρομος του Κυρίου ο Ιωάννης. Και σήμερα ο ίδιος φέρνει το χαρμόσυνο άγγελμα στην Υπεραγία και άχραντο Παρθένο Μαρία, η οποία ζούσε στο ταπεινό φτωχόσπιτο του ξυλουργού Ιωσήφ.

Ο διάλογος του με την Παναγία είναι τόσο άγιος και μεγαλειώδης που δεν τολμώ να τον περιγράψω με δικά μου λόγια αλλά πρέπει να τον επαναλάβω με Ευαγγελικά λόγια.
Όταν μπήκε ο αρχάγγελος στο υπερώο, είπε:
«Χαίρε, κεχαριτωμένη ο Κύριος μετά σου· ευλογημένη συ εν γυναιξίν.Η δε ιδούσα διεταράχθη επί τω λόγω αυτού, και διελογίζετο ποταπός είη ο ασπασμός ούτος, και είπεν ο άγγελος αύτη· μη φοβού, Μαριάμ- εύρες γαρ χάριν παρά τω Θεώ. και ιδού σύλληψη εν γαστρί και τέξη υιόν, και καλέσεις το άνομα αυτού Ιησούν. ούτος έσται μέγας και υιός υψίστου κληθήσεται, και δώσει αυτώ Κύριος ο Θεός τον θρόνον αυτού του πατρός αυτού, και βασιλεύσει επί τον οίκον Ιακώβ εις τους αιώνας, και της βασιλείας αυτού ουκ έσται τέλος.

Είπε δε Μαριάμ προς τον άγγελον πώς έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω; και αποκριθείς ο άγγελος είπεν αύτη· Πνεύμα άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι· διό και το γεννώμενον άγιον κληθήσεται υιός Θεού...
Είπε δε Μαριάμ· ιδού η δούλη Κυρίου· γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου. και απήλθεν απ' αυτής ο άγγελος» (Λκ. 1, 28-38).

Σας έχω πει πολλά τα προηγούμενα χρόνια γι' αυτόν το μοναδικό στην Ιστορία του κόσμου διάλογο. Αλλά τώρα θα σταθώ στα λόγια του Αρχαγγέλου:
«Πνεύμα Άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι διό και το γεννώμενον άγιον κληθήσεται υιός Θεού».

Κανείς ποτέ, από τη δημιουργία του κόσμου και μέχρι τη συντέλεια του, δεν γεννήθηκε και δεν θα γεννηθεί κατά τον τρόπο, κατά τον οποίο γεννήθηκε ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός. Κανείς ποτέ δε γεννήθηκε χωρίς άνδρα. Κανείς δε γεννήθηκε και δε θα γεννηθεί με την επέλευση του Αγίου Πνεύματος. Σε κανέναν ποτέ δεν κατοίκησε το Άγιο Πνεύμα με τέτοια ολοκληρωμένη πληρότητα, με την ο­ποία εγκατοίκησε στην Παναγία Παρθένο Μαρία. Κανέναν δεν επισκίασε η δύναμη του Υψίστου και τα μητρικά σπλάγχνα καμμίας γυναίκας δεν αγίασε, με τέτοια πληρότητα και δύναμη, όπως τα σπλάγχνα της Υπεραγίας Παρθένου Μαρίας.

Κρατήστε βαθειά στην καρδιά σας, αυτό που σας λέω για την πλήρη ενότητα του Πνεύματος του Θεού και της ανθρώπινης ουσίας της Μαρίας.
Η ψυχή και το πνεύμα του άνθρωπου έχουν την αρχή τους στο Πνεύμα του Θεού. To δεύτερο κεφάλαιο της Παλαιάς Διαθήκης λέει, ότι έπλασε ο Θεός τον πρώτο άνθρωπο, τον Αδάμ, «χουν από της γης και ενεφύσησεν εις το πρόσωπον αυτού πνοήν ζωής» (Γέν. 2, 7).
Με το Πνεύμα του Θεού μόνο το πνεύμα του άνθρωπου είναι δυνατόν να κοινωνεί, εφόσον από Εκείνον προέρχεται, όπως συμβαίνει και στην φύση, συγγενή δηλαδή μεταξύ τους πράγματα να έχουν πραγματική επικοινωνία.

Την δυνατότητα της αληθινής κοινωνίας με τον Θεό την διδαχθήκαμε από τον ίδιο τον Κύριο μας Ιησού Χριστό, ο οποίος λέει:
«Εάν τις αγαπά με, τον λόγον μου τηρήσει, και ο πατήρ μου αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν ελευσόμεθα και μονήν παρ' αύτω ποιήσομεν» (Ιω. 14, 23).
Αλλά και ο απόστολος Παύλος με κάποια έκπληξη ρωτάει τους χριστιανούς της Κορίνθου: «Ουκ οίδατε ότι ναός Θεού έστε και το Πνεύμα του Θεού οικεί εν υμίν;» (Α' Κορ. 3, 16).

Από τους βίους των αγίων γνωρίζουμε για μιά πραγματική κοινωνία με τον Θεό, που είχαν στη ζωή τους οι άγιοι του Θεού. Γνωρίζουμε ότι αυτοί υπήρξαν κατοικοιτήρια του Πνεύματος του Θεού. Αλλά ακόμα και αυτή η βαθειά κοινωνία τους με το Θεό δεν μπορεί να συγκριθεί μ' εκείνη την ευλογημένη κατάσταση, η οποία υπερβαίνει ακόμα και την κατάσταση των αγγέλων και των αρχαγγέλων, στην όποια βρέθηκε η Υπεραγία Παρθένος Μαρία μετά την επέλευση του Αγίου Πνεύματος.

Αυτό δεν μπόρεσε, η καλύτερα, δεν ήθελε να αντιληφθεί ο κακότυχος εκείνος αιρετικός Νεστόριος, ο οποίος ισχυριζόταν ότι η Υπεραγία Θεοτόκος γέννησε έναν κοινό άνθρωπο Ιησού Χριστό, με τον οποίο αργότερα ενώθηκε ο Θεός, γι' αυτό και την Υπεραγία Παρθένο Μαρία την ονόμαζε Χριστοτόκο και όχι Θεοτόκο.

Αν, έστω και ελάχιστο, δίκαιο είχε ο Νεστόριος, τότε ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός θα ήταν όχι ο Υιός του Θεού και Θεάνθρωπος αλλά ένας από τους πολλούς μεγάλους αγίους, οι οποίοι ονομάζονται αληθινοί ναοί και μονές του Πατρός και του Υιού για την απέραντη αγάπη τους στον Θεό και την τέλεια εφαρμογή στη ζωή τους των εντολών του Χριστού. Όπως βλέπετε ο Νεστόριος δικαίως αναθεματίστηκε από την Τρίτη Οικουμενική Σύνοδο.
Σ' αυτό το σημείο θα μπορούσα να τελειώσω τον εγκωμιαστικό μου λόγο προς τιμήν της μεγάλης αυτής εορτής του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Όμως δεν θέλω να προσπεράσω τα λόγια εκείνα του Αρχαγγέλου Γαβριήλ, τα όποια μπαίνουν σε κάθε καθαρή καρδιά:
«Χαίρε, κεχαριτωμένη· ο Κύριος μετά σου».
Όλοι εσείς, που είστε ομόψυχοι με μένα, πέστε μου, μπορεί να υπάρχει ανώτερη και καθαρότερη χαρά από αυτή, που δίνει η αίσθηση ότι μαζί μας είναι ο Κύριος! Ότι μας αγαπά, επειδή φυλάσσουμε τις εντολές Του και ότι θα έλθει μαζί με τον Άναρχο Πατέρα Του και θα κατοικήσει μαζί μας!

Της ανώτατης αυτής ευτυχίας και χαράς να μας αξιώσει ο Κύριος και Θεός μας Ιησούς Χριστός διά πρεσβειών της Υπεραγίας και Αχράντου Παρθένου Μαρίας! Αμήν.


ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟ ΤΗΣ ΥΠΕΡΕΝΔΟΞΗΣ ΔΕΣΠΟΙΝΑΣ ΜΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΜΑΡΙΑΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ



1. Πάλι σήμερα ἔχουμε χαρμόσυνες εἰδήσειςπάλι ἔχουμε μηνύματα ἐλευθερίαςπάλι 
ἔχουμε μίαἀνάκληση ἀπὸ τὴν πτώση καὶ μία ἐπάνοδο στὴ ζωήμία ὑπόσχεση εὐφροσύνης καὶ μία ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὴ δουλεία.


Ἕνας ἄγγελος συνομιλεῖ μὲ τὴν Παρθένο, γιὰ νὰ μὴν ξαναμιλήσει ὁ διάβολος μὲ γυναίκα. Λέει ἡΓραφή· «Τὸν ἕκτο μήνα τῆς ἐγκυμοσύνης τῆς Ἐλισάβετ στάλθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ σὲ μία παρθένο, ποὺ ἦταν μνηστευμένη μὲ ἕναν ἄνδρα». Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, γιὰ νὰ ἀποκαλύψει τὴν παγκόσμια σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, νὰ φέρει στὸν Ἀδὰμ τὴ βέβαιη ἀποκατάστασή του. Στάλθηκε ὁΓαβριήλ, στὴν παρθένο, γιὰ νὰ μεταβάλει τὴν ἀτιμία τοῦ γυναικείου φίλου σὲ τιμή. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, γιὰ νὰπροετοιμάσει τὸν νυμφικὸ θάλαμο, ὥστε νὰ εἶναι ἀντάξιος γιὰ τὸν ἀμόλυντο Νυμφίο. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, γιὰνὰ συντελέσει νὰ νυμφευθεῖ τὸ πλάσμα μὲ τὸν πλάστη.


Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, στὸ ἔμψυχο παλάτι τοῦ βασιλιᾶ τῶν ἀγγέλων. Στάλθηκε ὁ Γαβριὴλ στὴν παρθένο ποὺ ἦταν ἀρραβωνιασμένη μὲ τὸν Ἰωσήφ, ἀλλὰ ποὺ προοριζόταν γιὰ τὸν Ἰησοῦ, τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Στάλθηκε ὁἀσώματος δοῦλος σὲ ἀμόλυντη παρθένο. Στάλθηκε ὁ χωρὶς ἁμαρτίες σ’ αὐτὴν ποὺ δὲν θὰ γνώριζε τὴ φθορά. Στάλθηκε ὁ λύχνος, γιὰ νὰ ἀναγγείλει τὸν ἥλιο τῆς δικαιοσύνης. Στάλθηκε ὁ ὄρθρος, ποὺ ἔρχεται πρὶν ἀπὸ τὸφῶς τῆς ἡμέρας. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, γιὰ νὰ διαλαλήσει αὐτὸν ποὺ βρίσκεται στοὺς κόλπους τοῦ Πατέρα καὶστὴν ἀγκαλιὰ τῆς μητέρας. Στάλθηκε ὁ Γαβριήλ, γιὰ νὰ δείξει αὐτὸν ποὺ κάθεται σὲ θρόνο ἀλλὰ καὶ σὲ σπηλιά. Στάλθηκε ἕνας στρατιώτης, γιὰ νὰ διατυμπανίσει τὸ μυστήριο τοῦ μεγάλου βασιλιᾶ. Χαρακτηρίζω μυστήριο αὐτὸ ποὺ γίνεται κατανοητὸ μὲ τὴν πίστη καὶ δὲν ἐξερευνᾶται μὲ τὴ φιλομάθεια, πρόκειται γιὰ μυστήριο ποὺεἶναι ἄξιο προσκυνήσεως καὶ ὄχι σχολαστικῆς ἐξετάσεως, δηλαδὴ γιὰ μυστήριο ποὺ εἶναι ἀντικείμενο θεολογικῆς ἔρευνας καὶ ὄχι γιὰ κάτι ποὺ ὑπόκειται σὲ ἀκριβῆ μέτρηση.


2. « Τὸν ἕκτο μήνα στάλθηκε ὁ Γαβριὴλ στὴν παρθένο». Ποιὸν ἕκτο μήνα; Ποιόν; Ἀπὸ τότε ποὺ ἡἘλισάβετ δέχθηκε τὸ χαρμόσυνο μήνυμα, ἀπὸ τότε ποὺ συνέλαβε τὸν Ἰωάννη. Ἀπὸ ποῦ τὸ συμπεραίνουμε αὐτό; Τὸ ἀποκαλύπτει ὁ ἴδιος ὁ ἀρχάγγελος ὅταν λέει στὴν Παρθένο· « νά, ἡ Ἐλισάβετ ἡ συγγενής σου καὶ αὐτὴσυνέλαβε γιὸ στὰ γεράματά της. Κι αὐτὸς εἶναι ὁ ἕκτος μήνας τῆς ἐγκυμοσύνης της, αὐτῆς ποὺ θεωροῦνταν στείρα». Ὁ ἕκτος μήνας λοιπὸν εἶναι ὁ ἕκτος μήνας ἀπὸ τὴ σύλληψη τοῦ Ἰωάννη. Ἔπρεπε λοιπὸν ὁ στρατιώτης νὰ φθάσει πρῶτος, ἔπρεπε ὁ ἀκόλουθος νὰ προηγηθεῖ, ἔπρεπε νὰ προπορευθεῖ αὐτὸς ποὺ θὰ ἀποκάλυπτε τὴδεσποτικὴ παρουσία.


«Τὸν ἕκτο μήνα στάλθηκε ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ στὴν Παρθένο, ποὺ ἦταν ἀρραβωνιασμένη μὲ ἕναν ἄνδρα»,ἀρραβωνιασμένη ὄχι παντρεμένη· ἀρραβωνιασμένη, ἀλλὰ ἄθικτη. Γιατί ἦταν ἀρραβωνιασμένη; Γιὰ νὰ μὴ μάθει πολὺ γρήγορα ὁ διάβολος τὸ μυστήριο. Γιὰ τὸ ὅτι ἐπρόκειτο διὰ μέσου Παρθένου νὰ ἔλθει ὁ Βασιλιάς, αὐτὸ τὸγνώριζε ὁ πονηρός, γιατί εἶχε ἀκούσει τὶς προφητεῖες τοῦ Ἠσαΐα ποὺ ἔλεγαν· « Νά, θὰ συλλάβει ἡ παρθένος καὶθὰ γεννήσει γιό». Κάθε φορά λοιπόν, ὅπως εἶναι φυσικό, ἐξέταζε ὅ,τι ἀναφερόταν στὴν παρθένο, ὥστε ὅτανἀντιληφθεῖ ὅτι ὁλοκληρώνεται αὐτὸ τὸ μυστήριο, νὰ προετοιμάσει τὶς κατηγορίες του. Γιʼ αὐτὸ ὁ Δεσπότηςἦλθε στὴ γῆ διὰ μέσου ἀρραβωνιασμένης, γιὰ νὰ ξεγελάσει δηλαδὴ τὸν πονηρό, ἀφοῦ αὐτὴ ὄνταςἀρραβωνιασμένη ἐξασφάλιζε αὐτό.


3. «Τὸν ἕκτο μήνα στάλθηκε ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ σὲ μία Παρθένο, ποὺ ἦταν ἀρραβωνιασμένη μὲ κάποιον ποὺ λεγόταν Ἰωσήφ». Ἄκουσε, ἀκροατή, τί λέει ὁ προφήτης γιʼ αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο καὶ γιʼ αὐτὴν τὴν παρθένο. «Θὰ δοθεῖ αὐτὸ τὸ κλειστὸ βιβλίο σὲ ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ γνωρίζει γράμματα». Τί σημαίνει κλειστὸ βιβλίο, ἢ τί σημαίνει γενικὰ ἡ ἀμόλυντη παρθένος; Ἀπὸ ποιοὺς θὰ δοθεῖ; Εἶναι φανερὸ πὼς θὰ δοθεῖ ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς. Σὲποιόν; Στὸν Ἰωσὴφ τὸν μαραγκό. Οἱ ἱερεῖς λοιπὸν ἀρραβώνιασαν τὴ Μαρία μὲ τὸν Ἰωσήφ, ἐπειδὴ ἦταν σώφρονας, καὶ τὴν ἔδωσαν σ’ αὐτὸν περιμένοντας τὸν καιρὸ τοῦ γάμου καὶ αὐτὸς βέβαια ἐπρόκειτο παίρνοντας τὴν νὰ φυλάξει ἀμόλυντη τὴν Παρθένο. Αὐτὸ πρὶν ἀπὸ πολλὰ χρόνια ὁ προφήτης τὸ προφήτεψε· «Θὰ δοθεῖαὐτὸ τὸ κλειστὸ βιβλίο σὲ ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ γνωρίζει γράμματα» καὶ ὁ ὁποῖος θὰ πεῖ· «δὲν μπορῶ νὰ τὸδιαβάσω». Γιατί Ἰωσὴφ δὲν μπορεῖς; Αὐτὸς θὰ ἀπαντήσει· «Δὲν μπορῶ νὰ τὸ διαβάσω, γιατί τὸ βιβλίο εἶναι κλειστό». Γιὰ ποιὸν φυλάγεται; «Φυλάγεται γιὰ κατοικία τοῦ Δημιουργοῦ τοῦ σύμπαντος».


4. Ἀλλὰ ἂς ξαναγυρίσουμε στὸ θέμα μας. «Τὸν ἕκτο μήνα στάλθηκε ὁ Γαβριὴλ στὴ Παρθένο» καὶ εἶχε πάρει περίπου τέτοιες ἐντολὲς ἀπὸ τὸν Θεό. «Ἔλα λοιπόν, ἀρχάγγελε, γίνε ὑπηρέτης τοῦ φοβεροῦ καὶκρυμμένου μυστηρίου, ἐξυπηρέτησε τὸ θαῦμα. Βιάζομαι ἐξαιτίας τῆς εὐσπαχνίας μου νὰ κατέβω ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ νὰ ἀναζητήσω τὸν πλανεμένο Ἀδάμ. Ἡ ἁμαρτία ἐξασθένησε τὸν ἄνθρωπο, ποὺ πλάσθηκε σύμφωνα μὲ τὴν εἰκόνα μου, σάπισε τὸ δημιούργημα τῶν χεριῶν μου καὶ θάμπωσε τὴν ὀμορφιὰ πού ἔπλασα. Ὁ λύκος κατατρώει τὸ δημιούργημά μου, εἶναι ἔρημη ἡ θέση του στὸν παράδεισο, τὸ δένδρο τῆς ζωῆς φυλάγεται ἀπὸτὴν πύρινη ρομφαία, ἔχει κλείσει πιὰ ὁ τόπος τῆς τρυφῆς. Ἐπιθυμῶ νὰ ἐλεήσω τὸν κατατρεγμένο ἄνθρωπο καὶνὰ συλλάβω τὸν ἐχθρὸ διάβολο. Ἐπιθυμῶ αὐτὸ τὸ μυστήριο νὰ μὴν τὸ μάθουν ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις, σὲσένα μόνο τὸν ἐμπιστεύομαι. Πήγαινε λοιπὸν στὴν παρθένο Μαρία. Πήγαινε στὴ ζωντανὴ πόλη, γιὰ τὴν ὁποίαὁ προφήτης ἔλεγε· «Πόλη τοῦ Θεοῦ, δοξασμένα καὶ ἐξαίσια εἰπώθηκαν γιὰ σένα». Πήγαινε στὸν λογικό μου παράδεισο, πήγαινε πρὸς τὴν πύλη τῆς ἀνατολῆς, πήγαινε στὸ ἄξιο κατοικητήριο τοῦ Λόγου μου, πήγαινε στὸν δεύτερο οὐρανὸ ποὺ βρίσκεται πάνω στὴ γῆ, πήγαινε στὸ ἐλαφρὸ καὶ ταχυκίνητο σύννεφο, πληροφόρησε τὴν γιὰ τὴ βροχὴ τῆς παρουσίας μου, πήγαινε στὸ ἁγίασμα ποὺ ἑτοιμάστηκε γιὰ μένα, πήγαινε στὸν νυμφικὸκοιτώνα τῆς ἐνανθρωπήσεως, πήγαινε στὸν ἀμόλυντο νυμφικὸ κοιτώνα τῆς κατὰ σάρκα γεννήσεώς μου. Μίλησε στὰ αὐτιὰ τῆς λογικῆς κιβωτοῦ, προετοίμασέ τα νὰ μ’ ἀκούσουν χωρὶς νὰ τὰ τρομάξεις, οὔτε νὰταράξεις τὴν ψυχὴ τῆς Παρθένου. Κόσμια ἐμφανίσου στὸν ἔμψυχο ναό μου, πὲς σ’ αὐτὴν πρῶτα τὴ χαρούμενη εἴδηση. Ἐσὺ πὲς στὴ Μαριὰμ τὸ «Χαῖρε Κεχαριτωμένη», ὥστε ἐγὼ νὰ ἐλεήσω τὴν ἐξουθενωμένη Εὔα».


5. Τ’ ἄκουσε αὐτὰ ὁ ἀρχάγγελος καὶ ὅπως ἦταν φυσικὸ μονολογοῦσε· «Παράξενη εἶναι αὐτὴ ἡ ὑπόθεση, ξεπερνάει κάθε σκέψη αὐτὸ ποὺ εἰπώθηκε. Ὁ φοβερὸς στὰ Χερουβίμ, ὁ ἀθέατος στὰ Σεραφίμ, ὁ ἀκατάληπτος σ’ὅλες τὶς οὐράνιες ἀγγελικὲς δυνάμεις, ὑπόσχεται μία ξεχωριστὴ ἐπικοινωνία στὴν κόρη, προμηνύει μία αὐτοπρόσωπη παρουσία του, μᾶλλον ὑπόσχεται μία εἴσοδο διὰ μέσου τῆς ἀκοῆς καὶ βιάζεται αὐτὸς πού καταδίκασε τὴν Εὔα νὰ δοξάσει τόσο πολὺ τὴ θυγατέρα της; Λέει “ἂς ἑτοιμαστεῖ ἡ εἴσοδός μου διὰ μέσου τῆςἀκοῆς”. Ὅμως εἶναι δυνατὸν ἀνθρώπινη κοιλιὰ νὰ χωρέσει τὸν ἀχώρητο; Πραγματικὰ αὐτὸ τὸ μυστήριο εἶναι φοβερό».


Ἐνῶ αὐτὰ εἶχε στὸ νοῦ του ὁ ἄγγελος, ὁ Δεσπότης τοῦ λέει· «Γιατί ταράζεσαι καὶ παραξενεύεσαι Γαβριήλ; Δὲν σ’ ἔστειλα προηγουμένως στὸν ἱερέα Ζαχαρία; Δὲν τοῦ μετέφερες τὴ χαρμόσυνη εἴδηση τῆς γεννήσεως τοῦ Ἰωάννη; Δὲν ἐπέβαλες τὴν τιμωρία τῆς σιωπῆς στὸν ἱερέα πού δὲν σὲ πίστεψε; Δὲν καταδίκασες τὸν γέροντα σὲ ἀφωνία; Ἐσὺ δὲν τὸ ἀνακοίνωσες κι ἐγὼ τὸ ἐπικύρωσα; Δὲν ἀκολούθησε τὴ χαρμόσυνη εἴδησή σου ἡ πράξη; Δὲν συνέλαβε ἡ στείρα γυναίκα; Δὲν ὑπάκουσε ἡ μήτρα της;         Δὲν ἐξαφανίστηκε ἡ ἀρρώστιατῆς ἀτεκνίαςΔὲν ὑποχώρησε ἡ ἀπραξία τῆς φύσηςΤώρα δὲν κυοφορεῖ αὐτὴ πού προηγουμένως ἦταν στείρα; Μήπως γιὰ μένα τὸν Δημιουργὸ ὑπάρχει κάτι πού εἶναι ἀκατόρθωτο; Πῶς λοιπὸν σὲ κυρίεψε ἡ ἀμφιβολία;».


6. Τί ἀπάντησε ὁ ἄγγελος; « Δέσποτα, τὸ νὰ θεραπεύσεις τὰ σφάλματα τῆς φύσης, τὸ νὰ ἠρεμήσεις τὴν τρικυμία τῶν παθῶν τῶν ἀνθρώπων, τὸ νὰ ἀνακαλέσεις στὴ ζωὴ νεκρωθέντα ἀνθρώπινα μέλη, τὸ νὰ διατάξεις τὴ φύση ὥστε νὰ γεννήσει μία στείρα γυναίκα, τὸ νὰ θεραπεύσεις τὴ στείρωση σὲ γερασμένα μέλη, τὸ νὰμετασχηματίσεις ἕνα γερασμένο ξερὸ καλάμι σὲ χλοερό, τὸ νὰ κάνεις τὴν ἄγονη γῆ ξαφνικὰ πηγὴ σπαρτῶν, εἶναι πράγματα ποὺ γίνονται πάντοτε μὲ τὴ δική σου δύναμη. Μάρτυρες ποὺ ἀποδεικνύουν ὅλα τὰ παραπάνω εἶναι ἡ Σάρρα, ἡ Ρεβέκκα καὶ ἡ Ἄννα, οἱ ὁποῖες, ἐνῶ ἦταν ὑποδουλωμένες στὴ φοβερὴ ἀσθένεια τῆς στειρώσεως, ἀπελευθερώθηκαν ἀπὸ σένα. Τὸ νὰ γεννήσει ὅμως παρθένος χωρὶς τὴ συμμετοχὴ ἄνδρα, αὐτὸξεπερνάει ὅλους τούς νόμους τῆς φύσης, ἀλλὰ καὶ προαναγγέλει τὴ δική σου παρουσία στὴν κόρη. Ἐσένα δὲν σὲ χωροῦν τὰ πέρατα τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, πῶς θὰ σὲ χωρέσει μία παρθενικὴ μήτρα;». Ὁ Δεσπότηςἀπάντησε· «Πῶς μὲ χώρεσε ἡ σκηνὴ τοῦ Ἀβραάμ;». Ὁ ἄγγελος εἶπε· « Ἐπειδή, Δέσποτα, ὑπῆρχε ἕνα πέλαγος φιλοξενίας, ἐκεῖ ἐμφανίστηκες στὸν Ἀβραάμ, δηλαδὴ στὴ σκηνή του, ποὺ ἦταν δίπλα στὸ δρόμο καὶ τὴξεπέρασες, ἐπειδὴ τὰ πάντα γεμίζει ἡ παρουσία σου. Πῶς θὰ φέρεις τὸ πῦρ τῆς θεότητος στὴ Μαριάμ; Ὁθρόνος σου φλέγεται ἀκτινοβολώντας ἀπὸ τὴν αἴγλη σου καὶ θὰ μπορέσει ἡ εὐκολόκαυστη παρθένος νὰ σὲδεχτεῖ;».


Ὁ Δεσπότης λέει· «Πράγματι, ἂν ἡ φωτιὰ στὴν ἔρημο ἔβλαψε τὴ βάτο, κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ ἡπαρουσία μου θὰ βλέψει τὴ Μαρία. Ἂν ἐκείνη ἡ φωτιά, ἡ ὁποία σκιαγραφοῦσε τὴν παρουσία ἀπὸ τὸν οὐρανὸ τῆς θεϊκῆς φωτιᾶς πότιζε τὴ βάτο καὶ δὲν τὴν ἔκαιγε, τί θὰ ἔλεγες γιὰ τὴν ἀλήθεια πού κατεβαίνει ἀπὸ τὸν οὐρανὸὄχι σὰν πύρινη φλόγα, ἀλλὰ σὰν βροχή;».


Τότε πλέον ὁ ἄγγελος ἐκτέλεσε τὴ διαταγὴ ποὺ πῆρε καὶ ἀφοῦ παρουσιάστηκε στὴν Παρθένο τῆς εἶπε πανηγυρικά· «Χαῖρε, Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος εἶναι μαζὶ σου». Ποτὲ πιὰ ὁ διάβολος δὲν θὰ εἶναι ἐναντίον σου, γιατί τὸ σημεῖο ποὺ πλήγωσε ὁ ἐχθρός σου προηγουμένως, σ’ αὐτὸ πρῶτα–πρῶτα τώρα ὁ ἰατρὸς τῆς σωτηρίαςἐπιθέτει τὸ ἔμπλαστρο. Ἀπὸ ἐκεῖ ὅπου ἐμφανίστηκε ὁ θάνατος, ἀπὸ ἐκεῖ μπῆκε ἡ ζωή. Ἀπὸ τὴ γυναίκα προέρχονται ὅλες οἱ συμφορές, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴ γυναίκα πηγάζουν ὅλα τὰ καλά. Χαῖρε Κεχαριτωμένη, μὴντρέπεσαι σὰν νὰ εἶσαι αἰτία καταδίκης. Θὰ γίνεις μητέρα αὐτοῦ ποὺ καταδίκασε καὶ λύτρωσε τὸν ἄνθρωπο. Χαῖρε, ἀμίαντη μητέρα τοῦ Νυμφίου Χριστοῦ στὴν ὀρφανὴ ἀνθρωπότητα. Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ καταπόντησες στὴμήτρα σου τὸν θάνατο τῆς μητέρας τῆς ἀνθρωπότητας Εὔας. Χαῖρε, ὁ ζωντανὸς ναὸς τοῦ Θεοῦ. Χαῖρε, σὺ ποὺεἶσαι ἐξίσου κατοικία οὐρανοῦ καὶ γῆς. Χαῖρε, εὐρύχωρε τόπε τῆς ἀπόρρητης φύσης». Ἀφοῦ ὅλα αὐτὰ ἔτσιἔχουν, ἐξαιτίας της ἦλθε ὁ γιατρὸς γιὰ τοὺς ἀρρώστους, «ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, γιὰ νὰ φωτίσει αὐτοὺς ποὺζοῦν στὸ σκοτάδι», ἡ ἄγκυρα γιὰ ὅλους τούς ταλαιπωρημένους καὶ τὸ ἀσφαλισμένο λιμάνι. Γεννήθηκε ὁΔεσπότης τῶν δούλων ποὺ μισοῦνται ἀδιάλλαχτα, ὁ σύνδεσμος τῆς εἰρήνης, ἐμφανίσθηκε ὁ λυτρωτὴς τῶν αἰχμαλώτων δούλων, ἡ εἰρήνη αὐτῶν ποὺ βρίσκονται σὲ πόλεμο. «Αὐτὸς βέβαια εἶναι ἡ εἰρήνη μας», τὴν ὁποία εἰρήνη μακάρι νὰ ἀπολαύσουμε ὅλοι μας μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸνὉποῖο ἀνήκει ἡ δόξα, τιμὴ καὶ δύναμη τώρα καὶ πάντοτε καὶ σ’ ὅλους τούς αἰῶνες. Ἀμήν.

(Ἀπό τό βιβλίο: «ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΟΝ», τ. β΄, Ἔκδ. ΛΥΔΙΑ)

Δευτέρα 24 Μαρτίου 2014

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου «Ἄξιον Ἐστίν» ἐν τῷ «Ἀδειν» (11 Ἰουνίου)



«Ἄξιον ἔστιν, ὡς ἀληθῶς μακαρίζειν σε τὴν Θεοτόκον, τὴν Ἀειμακάριστον καὶ Παναμώμητον καὶ Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, τήν Τιμιωτέραν τῶν Χερουβεὶμ καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον, Σὲ μεγαλύνομεν» 

Κατὰ τὴν Σκήτην τοῦ Πρωτάτου, τὴν εὑρισκομένην εἰς τὰς Καρυάς, ἐκεῖ πλησίον, ἐν τῇ τοποθεσίᾳ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Παντοκράτορος, εἶναι λάκκος μεγάλος, ὅστις ἔχει κελλία διάφορα. Εἰς ἓν λοιπὸν τῶν κελλίων τούτων, ἐπ᾿ ὀνόματι τιμώμενον τῆς Κυρίας Θεοτόκου τῆς Κοιμήσεως, ἐκατοίκει ἕνας Ἱερομόναχος Γέρων καὶ ἐνάρετος μετὰ ἄλλου ὑποτακτικοῦ. Ἐπειδὴ δὲ ἦτο συνήθεια νὰ γίνεται ἀγρυπνία κάθε Κυριακὴν εἰς τὴν ρηθεῖσαν τοῦ Πρωτάτου Σκήτην, κατὰ τὸ ἑσπέρας ἑνὸς Σαββάτου, θέλων νὰ ὑπάγῃ ὁ προρρηθεὶς Γέροντας εἰς τὴν ἀγρυπνίαν λέγει τῷ μαθητῇ αὐτοῦ: «Τέκνον, ἐγὼ μὲν ὑπάγω διὰ νὰ ἀκούσω τὴν ἀγρυπνίαν, ὡς σύνηθες· σὺ δὲ μεῖνον εἰς τὸ κελλίον καὶ ὡς δύνασαι, ἀνάγνωθι τὴν Ἀκολουθίαν σου». Καὶ οὕτως ἀπῆλθεν.

Ἀφ᾿ οὗ δὲ ἡ ἑσπέρα παρῆλθεν, ἰδοὺ κρούει τις τὴν θύραν τοῦ Κελλίου, ὁ δὲ Ἀδελφὸς ἔδραμε καὶ τὴν ἄνοιξε καὶ βλέπει, ὅτι ἦτο ξένος μοναχός, ἄγνωστος εἰς αὐτόν, ὅστις εἰσελθὼν ἔμεινεν εἰς τὸ κελλίον τὴν νύκτα ἐκείνην.Ἐν τῇ ὥρᾳ δὲ τοῦ Ὄρθρου, ἀναστάντες, ἔψαλλον καὶ οἱ δυὸ τὴν Ἀκολουθίαν· ὅταν δὲ ἦλθον εἰς τὴν Τιμιωτέραν, ὁ μὲν ἐντόπιος Μοναχὸς ἔψαλλε μόνον τὴν «Τιμιωτέραν τῶν Χερουβεὶμ καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον, Σὲ μεγαλύνομεν», δηλαδὴ τὸν παλαιὸν ὕμνον τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Ποιητοῦ, ὁ δὲ ξένος ἐκεῖνος Μοναχός, κάμνοντας ἄλλην ἀρχὴν τοῦ ὕμνου, ἔψαλλεν οὕτως: «Ἄξιον ἔστιν, ὡς ἀληθῶς μακαρίζειν σε τὴν Θεοτόκον, τὴν Ἀειμακάριστον καὶ Παναμώμητον καὶ Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν». Εἶτα ἐσύναψε καὶ τὴν «Τιμιωτέραν τῶν Χερουβεὶμ καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον, Σὲ μεγαλύνομεν».Ἀκούσας δὲ ταῦτα ὁ ἐντόπιος Μοναχός, ἐθαύμασε, καὶ λέγει πρὸς τὸν φαινόμενον ξένον: «Ἡμεῖς μόνον ψάλλομεν «Τὴν Τιμιωτέραν», τὸ δὲ Ἄξιόν ἐστιν οὐδέποτε ἠκούσαμεν, οὔτε ἡμεῖς οὔτε οἱ πρωτήτεροι ἀπὸ ἡμᾶς. Ἀλλὰ παρακαλῶ σε, ποίησον ἀγάπην, καὶ γράψον καὶ εἰς ἐμένα τὸν ὕμνον τοῦτον διὰ νὰ ψάλλω καὶ ἐγὼ εἰς τὴν Θεοτόκον». Ὁ δὲ ἀποκριθείς, «φέρε μοι, τοῦ λέγει, μελάνι καὶ χαρτὶ διὰ νὰ τὸν γράψω». Ὁ δὲ ἐντόπιος ἀπεκρίθη πρὸς αὐτόν· «Δυστυχῶς, δὲν ἔχω οὔτε μελάνι, οὔτε χαρτὶ διὰ νὰ τὸ γράψης». Καὶ ὁ φαινόμενος ξένος, «Φέρε μοι, τοῦ εἶπε, μίαν πλάκα».Ὁ δὲ Μοναχὸς δραμών, εὗρε πλάκα καὶ τοῦ τὴν ἔφερε.

Λαβὼν δὲ ταύτην ὁ ξένος, ἔγραψεν ἐπάνω εἰς αὐτὴν μὲ τὸν ἑαυτοῦ δάκτυλον τὸν ρηθέντα ὕμνον, τὸ «Ἄξιόν ἐστι», καὶ ὢ τοῦ Θαύματος! τόσον βαθέως ἐχαράχθησαν τὰ γράμματα ἐπάνω εἰς τὴν σκληρὴν πλάκα, ὡσὰν νὰ ἐγράφησαν ἐπάνω εἰς τὸν πηλὸν ἁπαλώτατον. Εἶτα λέγει τῷ Ἀδελφῷ· «Ἀπὸ τῆς σήμερον καὶ εἰς τὸ ἑξῆς οὕτω νὰ ψάλλετε καὶ ἐσεῖς, καὶ ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι». Ἦτο γὰρ ἅγιος Ἄγγελος, ἀπεσταλμένος παρὰ τοῦ Θεοῦ, διὰ νὰ ἀποκαλύψη τὸν ἀγγελικὸν ὕμνον τοῦτον, καὶ τῇ Μητρὶ τοῦ Θεοῦ πρεπωδέστατον, μᾶλλον δὲ ἦτο ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριήλ, ὡς ρηθήσεται ἐν τοῖς ἐπομένοις.

Ἀφοῦ δὲ ἦλθεν ἀπὸ τὴν ἀγρυπνίαν ὁ Γέροντας καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸ κελλίον, ἀρχίζει ὁ ὑποτακτικὸς αὐτοῦ νὰ ψάλλῃ τὸ «Ἄξιον ἔστιν», καθὼς ὁ Ἄγγελος αὐτῷ παρήγγειλε, καὶ δείχνει εἰς τὸν Γέροντά του καὶ τὴν ρηθεῖσαν πλάκα μὲ τὰ ἀγγελοχάρακτα γράμματα. Ὁ δέ, ταῦτα ἀκούσας καὶ ἰδών, ἔμεινεν ἐκστατικὸς διὰ τὸ τοιοῦτον θαυμάσιον. Καὶ λοιπὸν λαβόντες καὶ οἱ δυὸ τὴν ἀγγελοχάρακτον ἐκείνην πλάκα, ἀπῆλθον εἰς τὸ Πρωτάτον τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ εἰς τοὺς λοιποὺς γέροντας τῆς Κοινῆς Συνάξεως, ἐδιηγήθησαν εἰς αὐτοὺς ἅπαντας τὰ γενόμενα· οἱ δὲ δοξάσαντες ὁμοφώνως τὸν Θεὸν καὶ εὐχαριστήσαντες τὴν Κυρίαν ἡμῶν Θεοτόκον διὰ τὸ παράδοξον τοῦτο, εὐθὺς ἀπέστειλαν τὴν πλάκα εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν, πρός τε τὸν Πατριάρχην καὶ τὸν Βασιλέα, σημειώσαντες εἰς αὐτοὺς διὰ γραμμάτων ἅπασαν τὴν ὑπόθεσιν τοῦ τοιούτου θαυματουργήματος.

Ἀπὸ τότε δὲ καὶ ὕστερα, ὁ μὲν ἀγγελικὸς αὐτὸς ὕμνος διεδόθη εἰς ὅλην τὴν Οἰκουμένην διὰ νὰ ψάλλεται εἰς τὴν Θεομήτορα ἀπὸ ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους· ἡ δὲ ἁγία εἰκὼν τῆς Θεοτόκου, ἡ εὑρισκόμενη εἰς τὴν ἐκκλησίαν τοῦ κελλίου ἐκείνου, ἐν ᾧ τὸ τοιοῦτον γέγονε θαῦμα, μετεφέρθη ἀπὸ τοὺς Πατέρας τοῦ Ἁγίου Ὄρους εἰς τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Πρωτάτου, καὶ εἰς αὐτὴν εὑρίσκεται ἕως σήμερον, ἐνθρονισμένη ἐπὶ τοῦ Ἱεροῦ Συνθρόνου, ἑντὸς τοῦ Ἁγίου Βήματος, ἐπειδὴ καὶ ἔμπροσθεν τῆς εἰκόνος ταύτης ἐψάλη τὸ πρῶτον ὑπὸ τοῦ Ἀγγέλου ὁ ὕμνος οὗτος. Τὸ δὲ κελλίον ἐκεῖνο ἔλαβε τὴν ἐπωνυμίαν: «Ἄξιον ἔστιν»· καὶ ὁ λάκκος ἐκεῖνος, εἰς τὸν ὁποῖον τὸ κελλίον εὑρίσκεται, ὀνομάζεται ἀπὸ ὅλους ἕως σήμερον: «Ἄδειν, ὃ ἐστὶ ψάλλειν», διότι εἰς αὐτὸν τὸν πρῶτον ἐψάλη ὁ ἀγγελικὸς καὶ Θεομητοροπρεπὴς οὗτος ὕμνος.Ὅτι δὲ τὸ θαῦμα τοῦτο εἶναι πολλὰ παλαιὸν καὶ ὅτι ὁ Ἄγγελος, ὅστις ἐφάνη, ἦτο ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριήλ, μαρτυρεῖ καὶ τὸ ἐν τοῖς τετυπωμένοις Μηναίοις γεγραμμένον, κατὰ τὴν ἑνδεκάτην του Ἰουνίου Μηνὸς οὕτω: «Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ ἡ Σύναξις τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριὴλ ἐν τῷ Ἄδειν».

Ἐπειδὴ δέ, ὡς φαίνεται, ἐν τῇ ἑνδεκάτῃ του Ἰουνίου ἠκολούθησε τὸ τοιοῦτον θαυμάσιον, τούτου χάριν οἱ τότε Πατέρες ἐτέλουν Σύναξιν καὶ λειτουργίαν κατ᾿ ἐνιαυτὸν εἰς τὸν ρηθέντα λάκκον, τὸν ἐπονομαζόμενον Ἄδειν, εἰς μνήμην τοῦ θαύματος, τιμῶντες καὶ δοξάζοντες, τὸν Ἀρχάγγελον Γαβριήλ, ὅστις καθὼς ἀπαρχῆς ἕως τέλους ἐστάθη ὁ ἔνθεος ὑμνολόγος τῆς Θεοτόκου καὶ τροφεὺς καὶ διακονητὴς καὶ χαροποιὸς αὐτῆς εὐαγγελιστὴς οὕτως ὑπηρέτησε καὶ εἰς τὸ νὰ ἀποκαλύψη τὸν ὄντως Θεομητορικὸν τοῦτον ὕμνον, ὡς αὐτῷ μόνῳ κατὰ πάντα πρεπούσης τῆς τοιαύτης διακονίας.Καὶ πάλαι μὲν ὁ Δεσπότης τῶν ὅλων Θεὸς ἔδωκε τὰς δέκα ἐντολὰς εἰς τοὺς Ἑβραίους, γεγραμμένας μὲ τὸν αὑτοῦ δάκτυλον ἐπάνω εἰς τὰς δυὸ λιθίνας πλάκας, τώρα δὲ ὁ Ἄρχων τῶν τοῦ Θεοῦ Ἀγγέλων ἔδωκεν εἰς ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους τὸν πλέον γλυκύτατον καὶ ἐρασμιώτερον ὕμνον τῆς Μητρὸς τοῦ Θεοῦ, γεγραμμένον εἰς λιθίνην πλάκα μὲ τὸν ἀρχαγγελικὸν αὐτοῦ δάκτυλον.Βλέπε δὲ πῶς ἐπληρώθη ἡ προφητεία τοῦ Θείου Γαβριὴλ ὁποῦ εἶπεν, ὅτι νὰ ψάλλωσι τὸν ὕμνον τοῦτον ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι· διότι τόσον κοινὸς καὶ ποθεινὸς ἐγένετο ὁ Ἀρχαγγελοσύνθετος οὗτος ὕμνος εἰς ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους, ὥστε καὶ αὐτὰ τὰ μικρὰ παιδάρια τῶν Χριστιανῶν ἠξεύρουν καὶ τὸν ψάλλουν μεφαλοφώνως τὴν σήμερον, μὲ μεγάλην χαρὰν τῆς καρδίας των, εἰς δόξαν τῆς Θεοτόκου, ἧς ταῖς Ἁγίαις πρεσβείαις ἀξιωθείημεν τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Ἀμήν!


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Πατέρων ἀθροίσθητε, πασὰ τοῦ Ἄθω πληθύς, πιστῶς ἑορτάζοντες, σήμερον χαίροντες, καὶ φαιδρῶς ἀλαλάζοντες, πάντες ἐν εὐφροσύνῃ, τοῦ Θεοῦ γὰρ ἡ Μήτηρ, νῦν παρὰ τοῦ Ἀγγέλου, παραδόξως ὑμνεῖται διὸ ὡς Θεοτόκον ἀεὶ ταύτην δοξάζομεν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τῇ σεπτῇ σπυ Εἰκόνι Γαβριὴλ ὁ Ἀρχάγγελος, καταπτὰς ἐν σχήματι ξένῳ, τὴν ᾠδήν σοι ἀνέμελψεν, Ἄξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς, τὴν μόνην μακαρίζειν σε Ἁγνή, ὡς Μητέρα τοῦ τῶν ὅλων Δημιουργοῦ, καὶ σώζουσαν τοὺς κράζοντας· δόξα τοῖς θαυμασίοις σου Ἁγνή, δόξα τοῖς μεγαλείοις σου, δόξα τῇ πρὸς ἡμᾶς σου προνοίᾳ Ἄχραντε.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Ἑορτάζει σήμερον ἅπας ὁ Ἄθως, ὅτι ὕμνοις δέδεκται, ὑπὸ Ἀγγέλου θαυμαστῶς, σοῦ τῆς Ἁγνῆς Θεομήτορος, ἣν πᾶσα κτίσις γεραίρει δοξάζουσα.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς ἐπιστὰς ἀπ’ οὐρανοῦ ἐν ξένῳ σχήματι Ὁ Γαβριὴλ τὸν μοναστὴν ἐμυσταγώγησε Μακαρίζει καὶ ὑμνεῖν σε ἀξίως Κόρη. Ἀλλ’ ἡμεῖς τούτου τὴν μνείαν ἑορτάζοντες τὴν πολλήν σου πρὸς ἡμᾶς ὑμνοῦμεν πρόνοιαν καὶ βοῶμέν σοι, χαῖρε Ἄθω ἡ ἔφορος.

Μεγαλυνάριον
Ἄξιον ὑμνεῖν σε διὰ παντός, τὴν Θεοῦ Μητέρα, καὶ προστάτιν τῶν γηγενῶν, παρὰ τοῦ Ἀγγέλου, Παρθένε διδαχθέντες, ὑμνοῦμεν καθ’ ἑκάστην, τὰ μεγαλεῖά σου. 




Σάββατο 15 Μαρτίου 2014

ΟΙ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ


Ἦχος πλ. δ' Αὐτόμελον. 
Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς λαβὼν ἐν γνώσει, ἐν τῇ σκηνη τοῦ Ἰωσήφ σπουδῇ ἐπέστη ὁ Ἀσώματος, λέγων τη Ἀπειρογάμω: ὁ κλινας τη καταβάσει τοὺς οὐρανούς χωρεῖται ἀναλλοιώτως ὅλος ἐν σοί. Ὃν καὶ βλέπων ἐν μήτρᾳ σου λαβόντα δούλου μορφήν, ἐξίσταμαι κραυγάζειν σοι, Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε!
Ἦχος πλ. δ' Αὐτόμελον. 
Τη ὑπερμάχω στρατηγῶ τὰ νικητήρια, ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν, εὐχαριστήρια, ἀναγράφω σοὶ ἡ Πόλις σου, Θεοτόκε, ἀλλ' ὦς ἔχουσα τὸ κράτος ἀπροσμάχητον, ἐκ παντοίων μὲ κινδύνων ἐλευθέρωσον ἵνα κράζω σοί, Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ὁ Ἱερεὺς ἱστάμενος εἰς τὸν σωλέα πρὸ τῆς εἰκόνος τῆς Θεοτόκου, ἀπαγγέλλει ἐμμελῶς τὴν στάσιν τῶν Χαιρετισμῶν.

ΣΤΑΣΙΣ Α'.

Ἄγγελος πρωτοστάτης οὐρανόθεν ἐπέμφθη, εἰπεῖν τῇ Θεοτόκῳ τὸ χαῖρε (γ΄)
Υπεραγία Θεοτόκε σωσον ημας· καὶ σὺν τῇ ἀσωμάτῳ φωνῇ, σωματούμενόν σε θεωρῶν, Κύριε͵ ἐξίστατο καὶ ἵστατο κραυγάζων πρὸς αὐτὴν τοιαῦτα: Χαῖρε͵ δι΄ ἧς ἡ χαρὰ ἐκλάμψει·  χαῖρε͵ δι΄ ἧς ἡ ἀρὰ ἐκλείψει·  χαῖρε͵ τοῦ πεσόντος Ἀδὰμ ἡ ἀνάκλησις· χαῖρε͵ τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις·  χαῖρε͵ ὕψος δυσανάβατον ἀνθρωπίνοις λογισμοῖς·  χαῖρε͵ βάθος δυσθεώρητον καὶ ἀγγέλων ὀφθαλμοῖς·  χαῖρε͵ ὅτι ὑπάρχεις βασιλέως καθέδρα·  χαῖρε͵ ὅτι βαστάζεις τὸν βαστάζοντα πάντα·  χαῖρε͵ ἀστὴρ ἐμφαίνων τὸν ἥλιον·  χαῖρε͵ γαστὴρ ἐνθέου σαρκώσεως·  χαῖρε͵ δι΄ ἧς νεουργεῖται ἡ κτίσις· χαῖρε͵ δι΄ ἧς βρεφουργειται ο Κτίστης· Χαῖρε͵ νύμφη ἀνύμφευτε.

Βλέπουσα ἡ ἁγία ἑαυτὴν ἐν ἁγνείᾳ φησὶ τῷ Γαβριὴλ θαρσαλέως· Τὸ παράδοξόν σου τῆς φωνῆς δυσπαράδεκτόν μου τῇ ψυχῆ φαίνεται· ἀσπόρου γὰρ συλλήψεως τὴν κύησιν πως λέγεις; κράζων· Ἀλληλούϊα.
Γνῶσιν ἄγνωστον γνῶναι ἡ Παρθένος ζητοῦσα ἐβόησε πρὸς τὸν λειτουργοῦντα· Ἐκ λαγόνων ἁγνῶν υἱὸν πῶς ἐστὶ τεχθῆναι δυνατόν; λέξον μοι. πρὸς ἣν ἐκεῖνος ἔφησεν ἐν φόβῳ πρὶν κραυγάζων οὕτω· Χαῖρε͵ βουλῆς ἀπορρήτου μύστις͵ χαῖρε͵ σιγῇ δεομένων πίστις·  χαῖρε͵ τῶν θαυμάτων Χριστοῦ τὸ προοίμιον͵ χαῖρε͵ τῶν δογμάτων αὐτοῦ τὸ κεφάλαιον· χαῖρε͵ κλῖμαξ ἐπουράνιε͵ δι΄ ἧς κατέβη ὁ Θεός·  χαῖρε͵ γέφυρα μετάγουσα τοὺς ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν· χαῖρε͵ τὸ τῶν ἀγγέλων πολυθρύλητον θαῦμα·  χαῖρε͵ τὸ τῶν δαιμόνων πολυθρήνητον τραῦμα·  χαῖρε͵ τὸ φῶς ἀρρήτως γεννήσασα·  χαῖρε͵ τὸ πῶς μηδένα διδάξασα·  χαῖρε͵ σοφῶν ὑπερβαίνουσα γνῶσιν·  χαῖρε͵ πιστῶν καταυγάζουσα φρένας· Χαῖρε͵ νύμφη ἀνύμφευτε.
Δύναμις τοῦ ὑψίστου ἐπεσκίασε τότε πρὸς σύλληψιν τῇ ἀπειρογάμῳ· καὶ τὴν εὔκαρπον ταύτης νηδὺν ὡς ἀγρὸν ἀπέδειξεν ἡδὺν ἅπασι τοῖς θέλουσι θερίζειν σωτηρίαν ἐν τῷ ψάλλειν οὕτως· Ἀλληλούϊα.
Ἔχουσα θεοδόχον ἡ Παρθένος τὴν μήτραν ἀνέδραμε πρὸς τὴν Ἐλισάβετ· τὸ δὲ βρέφος ἐκείνης εὐθὺς ἐπιγνόν τὸν ταύτης ἀσπασμὸν ἔχαιρε καὶ ἅλμασιν ὡς ᾄσμασιν ἐβόα πρὸς τὴν Θεοτόκον· Χαῖρε͵ βλαστοῦ ἀμαράντου κλῆμα·  χαῖρε͵ καρποῦ ἀκηράτου κτῆμα·  χαῖρε͵ γεωργὸν γεωργοῦσα φιλάνθρωπον·  χαῖρε͵ φυτουργὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν φύουσα·  χαῖρε͵ ἄρουρα βλαστάνουσα εὐφορίαν οἰκτιρμῶν·  χαῖρε͵ τράπεζα βαστάζουσα εὐθηνίαν ἱλασμῶν· χαῖρε͵ ὅτι λειμῶνα τῆς τρυφῆς ἀναθάλλεις·  χαῖρε͵ ὅτι λιμένα τῶν ψυχῶν ἑτοιμάζεις·  χαῖρε͵ δεκτὸν πρεσβείας θυμίαμα·  χαῖρε͵ παντὸς τοῦ κόσμου ἐξίλασμα· χαῖρε͵ θεοῦ πρὸς θνητοὺς εὐδοκία·  χαῖρε͵ θνητῶν πρὸς Θεὸν παρρησία· Χαῖρε͵ νύμφη ἀνύμφευτε.
Ζάλην ἔνδοθεν ἔχων, λογισμῶν ἀμφιβόλων, ὁ σώφρων Ἰωσὴφ ἐταράχθη, πρὸς τὴν ἄγαμόν σε θεωρῶν, καὶ κλεψίγαμον ὑπονοῶν ἄμεμπτε· μαθὼν δὲ σοῦ τὴν σύλληψιν ἐκ Πνεύματος ἁγίου ἔφη· Ἀλληλούϊα.
῎Ηκουσαν οἱ ποιμένες τῶν ἀγγέλων ὑμνούντων τὴν ἔνσαρκον Χριστοῦ παρουσίαν· καὶ δραμόντες ὡς πρὸς ποιμένα θεωροῦσι τοῦτον ὡς ἀμνὸν ἄμωμον ἐν τῇ γαστρὶ Μαρίας βοσκηθέντα͵ ἣν ὑμνοῦντες εἶπον· Χαῖρε͵ ἀμνοῦ καὶ ποιμένος μήτηρ· χαῖρε͵ αὐλὴ λογικῶν προβάτων· χαῖρε͵ ἀοράτων εχθρῶν ἀμυντήριον·  χαῖρε͵ παραδείσου θυρῶν ἀνοικτήριον·  χαῖρε͵ ὅτι τὰ οὐράνια συναγάλλονται τῇ γῇ·  χαῖρε͵ ὅτι τὰ ἐπίγεια συγχορεύουσι ουρανοῖς·  χαῖρε͵ τῶν ἀποστόλων τὸ ἀσίγητον στόμα· χαῖρε͵ τῶν ἀθλοφόρων τὸ ἀνίκητον θάρσος·  χαῖρε͵ στερρὸν τῆς πίστεως ἔρεισμα·  χαῖρε͵ λαμπρὸν τῆς χάριτος γνώρισμα·  χαῖρε͵ δι΄ ἧς ἐγυμνώθη ὁ Ἅδης·  χαῖρε͵ δι΄ ἧς ἐνεδύθημεν δόξαν· Χαῖρε͵ νύμφη ἀνύμφευτε.
Θεοδρόμον ἀστέρα θεωρήσαντες μάγοι τῇ τούτου ἠκολούθησαν αἴγλῃ· καὶ ὡς λύχνον κρατοῦντες αὐτόν͵ δι΄ αὐτοῦ ἠρεύνων κραταιὸν ἄνακτα· καὶ φθάσαντες τὸν ἄφθαστον ἐχάρησαν αὐτῷ βοῶντες· Ἀλληλούϊα.
Ἴδον παῖδες Χαλδαίων ἐν χερσὶ τῆς Παρθένου τὸν πλάσαντα χειρὶ τοὺς ἀνθρώπους· καὶ Δεσπότην νοοῦντες αὐτόν͵ εἰ καὶ δούλου ἔλαβε μορφήν͵ ἔσπευσαν τοῖς δώροις θεραπεῦσαι καὶ βοῆσαι τῇ εὐλογημένῃ· Χαῖρε͵ ἀστέρος ἀδύτου μήτηρ·  χαῖρε͵ αὐγὴ μυστικῆς ἡμέρας·  χαῖρε͵ τῆς ἀπάτης τὴν κάμινον σβέσασα·  χαῖρε͵ τῆς Τριάδος τοὺς μύστας φωτίζουσα· χαῖρε͵ τύραννον ἀπάνθρωπον ἐκβαλοῦσα τῆς ἀρχῆς·  χαῖρε͵ Κύριον φιλάνθρωπον ἐπιδείξασα Χριστόν·  χαῖρε͵ ἡ τῆς βαρβάρου λυτρουμένη θρησκείας·  χαῖρε͵ ἡ τοῦ βορβόρου ῥυομένη τῶν ἔργων· χαῖρε͵ πυρὸς προσκύνησιν παύσασασα·  χαῖρε͵ φλογὸς παθῶν ἀπαλλάττουσα·  χαῖρε͵ πιστων ὁδηγὲ σωφροσύνης·  χαῖρε͵ πασῶν γενεῶν εὐφροσύνη· Χαῖρε͵ νύμφη ἀνύμφευτε.
Κήρυκες θεοφόροι γεγονότες οἱ μάγοι ὑπέστρεψαν εἰς τὴν Βαβυλῶνα͵ ἐκτελέσαντές σου τὸν χρησμὸν καὶ κηρύξαντές σε τὸν Χριστὸν ἅπασιν͵ ἀφέντες τὸν Ἡρώδη ὡς ληρώδη μὴ εἰδότα ψάλλειν· Ἀλληλούϊα.
Λάμψας ἐν τῇ Αἰγύπτῳ φωτισμὸν ἀληθείας ἐδίωξας τοῦ ψεύδους τὸ σκότος· τὰ γὰρ εἴδωλα ταύτης͵ Σωτήρ͵ μὴ ἐνέγκαντά σου τὴν ἰσχὺν πέπτωκεν· οἱ τούτων δὲ ῥυσθέντες εβόων πρὸς τὴν Θεοτόκον· Χαῖρε͵ ἀνόρθωσις τῶν ἀνθρώπων· χαῖρε͵ κατάπτωσις τῶν δαιμόνων·  χαῖρε͵ τῆς ἀπάτης τὴν πλάνην πατήσασα·  χαῖρε͵ τῶν εἰδώλων τὸν δόλον ἐλέγξασα·  χαῖρε͵ θάλασσα ποντίσασα Φαραὼ τὸν νοητόν·  χαῖρε͵ πέτρα ἡ ποτίσασα τοὺς διψῶντας τὴν ζωήν·  χαῖρε͵ πύρινε στύλε ὁδηγῶν τοὺς ἐν σκότει·  χαῖρε͵ σκέπη τοῦ κόσμου πλατυτέρα νεφέλης·  χαῖρε͵ τροφὴ τοῦ μάννα διάδοχε·  χαῖρε͵ τρυφῆς ἁγίας διάκονε·  χαῖρε͵ ἡ γῆ ἡ τῆς ἐπαγγελίας·  χαῖρε͵ ἐξ ἧς ῥέει μέλι καὶ γάλα· Χαῖρε͵ νύμφη ἀνύμφευτε.
Μέλλοντος Συμεῶνος τοῦ παρόντος αἰῶνος μεθίστασθαι τοῦ ἀπατεῶνος͵ ἐπεδόθης ὡς βρέφος αὐτῷ͵ ἀλλ΄ ἐγνώσθης τούτῳ καὶ Θεὸς τέλειος· διόπερ ἐξεπλάγη σου τὴν ἄρρητον σοφίαν κράζων· Ἀλληλούϊα.
Νέαν ἔδειξε κτίσιν ἐμφανίσας ὁ κτίστης ἡμῖν τοῖς ὑπ΄ αὐτοῦ γενομένοις͵ ἐξ ἀσπόρου βλαστήσας γαστρὸς καὶ φυλάξας ταύτην͵ ὥσπερ ἦν͵ ἄφθορον͵ ἱνα τὸ θαῦμα βλέποντες ὑμνήσωμεν αὐτὴν βοῶντες· Χαῖρε͵ τὸ ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας·  χαῖρε͵ τὸ στέφος τῆς ἐγκρατείας·  χαῖρε͵ ἀναστάσεως τύπον ἐκλάμπουσα·  χαῖρε͵ τῶν ἀγγέλων τὸν βίον ἐμφαίνουσα·  χαῖρε͵ δένδρον ἀγλαόκαρπον ἐξ οὗ τρέφονται πιστοί·  χαῖρε͵ ξύλον εὐσκιόφυλλον͵ ὑφ΄ οὗ σκέπονται πολλοί·  χαῖρε͵ κυοφοροῦσα οδηγόν πλανωμένοις· χαῖρε͵ ἀπογεννῶσα λυτρωτήν αιχμαλώτοις·  χαῖρε͵ Κριτοῦ δικαίου δυσώπησις·  χαῖρε͵ πολλῶν πταιόντων συγχώρησις·  χαῖρε͵ στολὴ τῶν γυμνῶν παρρησίας·  χαῖρε͵ στοργὴ πάντα πόθον νικῶσα· Χαῖρε͵ νύμφη ἀνύμφευτε.
Ξένον τόκον ἰδόντες ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου͵ τὸν νοῦν εἰς οὐρανόν μεταθέντες· διὰ τοῦτο γὰρ ὁ ὑψηλὸς Θεός ἐπὶ γῆς ἐφάνη ταπεινὸς ἄνθρωπος͵ βουλόμενος ἑλκυσαι πρὸς τὸ ὕψος τοὺς αὐτῷ βοῶντας· Ἀλληλούϊα.
Ὅλος ἦν ἐν τοῖς κάτω καὶ τῶν ἄνω οὐδ΄ ὅλως ἀπῆν ὁ ἀπερίγραπτος Λόγος· συγκατάβασις γὰρ θεϊκή͵ οὐ μετάβασις δὲ τοπικὴ γέγονε καὶ τόκος ἐκ Παρθένου θεολήπτου ἀκουούσης ταῦτα· Χαῖρε͵ Θεοῦ ἀχωρήτου χώρα· χαῖρε͵ σεπτοῦ μυστηρίου θύρα· χαῖρε͵ τῶν ἀπίστων ἀμφίβολον ἄκουσμα·  χαῖρε͵ τῶν πιστῶν ἀναμφίβολον καύχημα·  χαῖρε͵ ὄχημα πανάγιον τοῦ ἐπὶ τῶν Χερουβίμ· χαῖρε͵ οἴκημα πανάριστον τοῦ ἐπὶ τῶν Σεραφίμ·  χαῖρε͵ ἡ τἀναντία εἰς ταὐτὸ ἀγαγοῦσα· χαῖρε͵ ἡ παρθενίαν καὶ λοχείαν ζευγνῦσα· χαῖρε͵ δι΄ ἧς ἐλύθη παράβασις·  χαῖρε͵ δι΄ ἧς ἠνοίχθη παράδεισος·  χαῖρε͵ ἡ κλεὶς τῆς Χριστοῦ βασιλείας·  χαῖρε͵ ἐλπὶς ἀγαθῶν αἰωνίων· Χαῖρε͵ νύμφη ἀνύμφευτε.
Πᾶσα φύσις ἀγγέλων κατεπλάγη τὸ μέγα τῆς σῆς ἐνανθρωπήσεως ἔργον· τὸν ἀπρόσιτον γὰρ ὡς θεὸν ἐθεώρει πᾶσι προσιτὸν ἄνθρωπον͵ ἡμῖν μὲν συνδιάγοντα͵ ἀκούοντα δὲ παρὰ πάντων ούτως· Ἀλληλούϊα.
Ρήτορας πολυφθόγγους ὡς ἰχθύας ἀφώνους ὁρῶμεν ἐπὶ σοί͵ Θεοτόκε· ἀποροῦσι γὰρ λέγειν τὸ πῶς, καὶ Παρθένος μένεις καὶ τεκεῖν ἴσχυσας; ἡμεῖς δὲ τὸ μυστήριον θαυμάζοντες πιστῶς βοῶμεν· Χαῖρε͵ σοφίας Θεοῦ δοχεῖον· χαῖρε͵ προνοίας αὐτοῦ ταμεῖον· χαῖρε͵ φιλοσόφους ἀσόφους δεικνύουσα·  χαῖρε͵ τεχνολόγους ἀλόγους ἐλέγχουσα· χαῖρε͵ ὅτι ἐμωράνθησαν οἱ δεινοὶ συζητηταί·  χαῖρε͵ ὅτι ἐμαράνθησαν οἱ τῶν μύθων ποιηταί·  χαῖρε͵ τῶν Ἀθηναίων τὰς πλοκὰς διασπῶσα· χαῖρε͵ τῶν ἁλιέων τὰς σαγήνας πληροῦσα·  χαῖρε͵ βυθοῦ ἀγνοίας ἐξέλκουσα·  χαῖρε͵ πολλοὺς ἐν γνώσει φωτίζουσα·  χαῖρε͵ ὁλκὰς τῶν θελόντων σωθῆναι·  χαῖρε͵ λιμὴν τῶν τοῦ βίου πλωτήρων· Χαῖρε͵ νύμφη ἀνύμφευτε.
Σῶσαι θέλων τὸν κόσμον ὁ τῶν ὅλων κοσμήτωρ πρὸς τοῦτον αὐτεπάγγελτος ἦλθε· καὶ ποιμὴν ὑπάρχων ὡς Θεὸς δι΄ ἡμᾶς ἐφάνη καθ΄ ἡμᾶς άνθρωπος· ὁμοίῳ γὰρ τὸ ὅμοιον καλέσας ὡς Θεὸς ἀκούει· Ἀλληλούϊα.
Τεῖχος εἶ τῶν παρθένων͵ Θεοτόκε Παρθένε͵ καὶ πάντων τῶν εἰς σὲ προστρεχόντων· ὁ γὰρ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς κατεσκεύασέ σε Ποιητής͵ ἄχραντε͵ οἰκήσας ἐν τῇ μήτρᾳ σου καὶ πάντα σοι προσφωνεῖν διδάξας· Χαῖρε͵ ἡ στήλη τῆς παρθενίας· χαῖρε͵ ἡ πύλη τῆς σωτηρίας· χαῖρε͵ ἀρχηγὲ νοητῆς ἀναπλάσεως· χαῖρε͵ χορηγὲ θεϊκῆς ἀγαθότητος· χαῖρε͵ σὺ γὰρ ἀνεγέννησας τοὺς συλληφθέντας αἰσχρῶς· χαῖρε͵ σὺ γὰρ ἐνουθέτησας τοὺς συληθέντας τὸν νοῦν· χαῖρε͵ ἡ τὸν φθορέα τῶν φρενῶν καταργοῦσα· χαῖρε͵ ἡ τὸν σπορέα τῆς ἁγνείας τεκοῦσα· χαῖρε͵ παστὰς ἀσπόρου νυμφεύσεως· χαῖρε͵ πιστοὺς κυρίῳ ἁρμόζουσα· χαῖρε͵ καλὴ κουροτρόφε παρθένων· χαῖρε͵ ψυχῶν νυμφοστόλε ἁγίων· Χαῖρε͵ νύμφη ἀνύμφευτε.
Ὕμνος ἅπας ἡττᾶται συνεκτείνεσθαι σπεύδων τῷ πλήθει τῶν πολλῶν οἰκτιρμῶν σου· ἰσαρίθμους γαρ τη ψάμμω ᾠδὰς, ἂν προσφέρωμέν σοι͵ Βασιλεῦ ἅγιε͵ οὐδὲν τελοῦμεν ἄξιον͵ ὧν δέδωκας ημιν τοῖς σοὶ βοῶσιν· Ἀλληλούϊα.
Φωτοδόχον λαμπάδα τοῖς ἐν σκότει φανεῖσαν ὁρῶμεν τὴν ἁγίαν Παρθένον· τὸ γὰρ ἄϋλον ἅπτουσα φῶς ὁδηγεῖ πρὸς γνῶσιν θεϊκὴν ἅπαντας͵ αὐγῇ τὸν νοῦν φωτίζουσα͵ κραυγῇ δὲ τιμωμένη ταῦτα· Χαῖρε͵ ἀκτὶς νοητοῦ ἡλίου· χαῖρε͵ βολις τοῦ ἀδύτου φέγγους· χαῖρε͵ ἀστραπὴ τὰς ψυχὰς καταλάμπουσα· χαῖρε͵ ὡς βροντὴ τοὺς ἐχθροὺς καταπλήττουσα· χαῖρε͵ ὅτι τὸν πολύφωτον ἀνατέλλεις φωτισμόν· χαῖρε͵ ὅτι τὸν πολύρρητον ἀναβλύζεις ποταμόν· χαῖρε͵ τῆς κολυμβήθρας ζωγραφοῦσα τὸν τύπον· χαῖρε͵ τῆς ἁμαρτίας ἀναιροῦσα τὸν ῥύπον· χαῖρε͵ λουτὴρ ἐκπλύνων συνείδησιν· χαῖρε͵ κρατὴρ κιρνῶν ἀγαλλίασιν· χαῖρε͵ ὀσμὴ τῆς Χριστοῦ εὐωδίας· χαῖρε͵ ζωὴ μυστικῆς εὐωχίας· Χαῖρε͵ νύμφη ἀνύμφευτε.
Χάριν δοῦναι θελήσας ὀφλημάτων ἀρχαίων ὁ πάντων χρεωλύτης ἀνθρώπων͵ ἐπεδήμησε δι΄ ἑαυτοῦ πρὸς τοὺς ἀποδήμους τῆς αὑτοῦ χάριτος· καὶ σχίσας τὸ χειρόγραφον ἀκούει παρὰ πάντων οὕτως· Ἀλληλούϊα.
Ψάλλοντές σου τὸν Τόκον, ανυμνοῦμεν σε πάντες ὡς ἔμψυχον ναόν͵ Θεοτόκε· ἐν τῇ σῇ γὰρ οἰκήσας γαστρὶ, ὁ συνέχων πάντα τῇ χειρὶ Κύριος, ἡγίασεν͵ ἐδόξασεν͵ ἐδίδαξε βοᾶν σοι πάντας· Χαῖρε͵ σκηνὴ τοῦ θεοῦ καὶ Λόγου·  χαῖρε͵ ἁγία ἁγίων μείζων· χαῖρε͵ κιβωτὲ χρυσωθεῖσα τῷ πνεύματι· χαῖρε͵ θησαυρὲ τῆς ζωῆς ἀδαπάνητε· χαῖρε͵ τίμιον διάδημα βασιλέων εὐσεβῶν· χαῖρε͵ καύχημα σεβάσμιον ἱερέων εὐλαβῶν· χαῖρε͵ τῆς ἐκκλησίας ὁ ἀσάλευτος πύργος·  χαῖρε͵ τῆς βασιλείας τὸ ἀπόρθητον τεῖχος· χαῖρε͵ δι΄ ἧς ἐγείρονται τρόπαια· χαῖρε͵ δι΄ ἧς ἐχθροὶ καταπίπτουσι· χαῖρε͵ φωτὸς τοῦ ἐμοῦ θεραπεία· χαῖρε ψυχῆς τῆς ἐμῆς σωτηρία· Χαῖρε͵ νύμφη ἀνύμφευτε.
Ὦ Πανύμνητε Μητερ͵ ἡ τεκοῦσα τὸν πάντων ἁγίων ἁγιώτατον Λόγον (γ΄)͵ δεξαμένη τὴν νῦν προσφοράν͵ ἀπὸ πάσης ῥῦσαι συμφορᾶς ἅπαντας καὶ τῆς μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως τοὺς σοὶ βοῶντας· Ἀλληλούϊα.



Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ'.

Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς λαβὼν ἐν γνώσει, ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ Ἰωσὴφ σπουδῇ ἐπέστη, ὁ ἀσώματος λέγων τῇ Ἀπειρογάμω· ὁ κλίνας ἐν καταβάσει τοὺς οὐρανούς, χωρεῑται ἀναλλοιώτως ὅλος ἐν σοι· Ὃν καὶ βλέπων ἐν μήτρᾳ σου, λαβόντα δούλου μορφήν, ἐξίσταμαι κραυγάζων σοι· Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ'.

Τῇ ὑπερμάχῷ στρατηγῷ τὰ νικητήρια, ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν εὐχαριστήρια, ἀναγράφω σοι ἡ πόλις σου, Θεοτόκε· ἀλλ' ὡς ἔχουσα τὸ κράτος ἀπροσμάχητον, ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον, ἵνα κράζω σοί· Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε.

Μεγαλυνάριον
Ὕμνοις ἐν αΰπνοις οἱ εὐσεβεῖς, ἀκαθίστῳ στάσει, ἀνυμνοῦμεν πανευλαβῶς, τὴν πρὸς τὸν λαόν σου, θερμήν σου προστασίαν, Παρθένε Θεοτόκε, ἡμῶν βοήθεια.





Παρασκευή 7 Μαρτίου 2014

ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ. Ποια είναι τα κυριότερα στοιχεία του; Γιατί ψάλλεται μέσα στην Μ. Τεσσαρακοστή;




Με την Ακολουθία του Ακάθιστου Ύμνου εκδηλώνονται ευχαριστίες και εγκώμια στο πρόσωπο της Παναγίας. Αποτελείται, κατά βάση, από τον Ακάθιστο Ύμνο και τον Κανόνα του Ακάθιστου Ύμνου, πλαισιωμένα με ψαλμούς, απολυτίκια και ευχές. Και τα δύο χαρακτηρίζονται ως αριστουργήματα της Βυζαντινής υμνολογίας , που εξαίρουν το έργο και το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου , με θεολογικό βάθος, κομψότητα λόγου, μουσικό κάλλος, αγιοπνευματική έμπνευση.

Δημιουργοί

Ο Κανόνας του Ακάθιστου είναι έργο των Ιωάννου Δαμασκηνού (οι ειρμοί) και Ιωσήφ Ξένου του Υμνογράφου (τα τροπάρια) . Πηγές του Ύμνου είναι η Αγία Γραφή και οι Πατέρες της Εκκλησίας ενώ ο συνθέτης, ο χρόνος και η αιτία της σύνθεσης του Ύμνου, παραμένουν ακόμα ανεξακρίβωτα από τους μελετητές. Ένα είναι το αδιαμφισβήτητο στοιχείο, που μας δίνουν οι σχετικές πηγές , ότι ο ύμνος εψάλλετο ως ευχαριστήριος ωδή προς την υπέρμαχο στρατηγό του Βυζαντινού κράτους.


Περιεχόμενο

Ο «Κανόνας» (τα Τροπάρια των Χαιρετισμών), με εννέα ωδές , οι ειρμοί των οποίων είναι:
α) Ανοίξω το στόμα μου και πληρωθήσεται πνεύματος,γ΄) Τούς σούς υμνολόγους Θεοτόκε, δ') Ό καθήμενος εν δόξη επί θρόνου θεότητος, ε΄) Εξέστη τά σύμπαντα, επί τή θεία δόξη σου, στ΄) Την θείαν ταύτην καί πάντιμον, ζ΄) Ουκ ελάτρευσαν, τή κτίσει οι θεόφρονες, η΄) Παίδας ευαγείς εν τή καμίνω, θ΄) Άπας γηγενής, σκιρτάτω τώ πνεύματι,

Ο «Ακάθιστος Ύμνος»: περιλαμβάνει το Απολυτίκιο «Το προσταχθέν μυστικώς λαβών εν γνώσει,» , το Κοντάκιο «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια,» , τους 24 Οίκους (στροφές) σε αλφαβητική ακροστιχίδα (Α - Ω) και δύο Εφύμνια (η τελευταία φράση του ύμνου που επαναλαμβάνει ο λαός) το «Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε» και το «Αλληλούια».

Δομή

Οι περιττοί Οίκοι (αυτοί που αρχίζουν από τα στοιχεία Α, Γ, Ε, Η, κλπ.) αποτελούνται από 18 στίχους , οι 5 πρώτοι στίχοι περιέχουν την διήγηση , οι επόμενοι 12 στίχοι αποτελούν τους Χαιρετισμούς στη Θεοτόκο και ο 18ος είναι το εφύμνιο « Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε» . Οι άρτιοι Οίκοι (που αρχίζουν από τα στοιχεία Β, Δ, Ζ, Θ, κλπ.) έχουν 5 στίχους ως διήγηση και το εφύμνιο «Αλληλούϊα» .

Τους χαιρετισμούς αυτούς τους απευθύνουν: ο Αρχάγγελος Γαβριήλ (Α, Γ), ο Ιωάννης ο Πρόδρομος ως έμβρυο ακόμα (Ε), οι ποιμένες (Η), οι Μάγοι (Ι), οι πιστοί που ερύσθησαν από τα είδωλα (Λ), οι πιστοί γενικά (Ν, Ο, Ρ, Τ, Φ, Ψ).

Ο Ύμνος διακρίνεται σε δύο ενότητες χωρίς όμως να λείπουν από κάθε ενότητα και στοιχεία της άλλης :

Α) Α-Μ, που αποτελεί το ιστορικό τμήμα

Ο πρωτοστάτης άγγελος, ο Γαβριήλ, έρχεται και φέρνει το θεϊκό μήνυμα, το «χαῖρε», στην Θεοτόκο (Α)

Εκείνη απορεί για τον παράδοξο τρόπο της συλλήψεως (Β)·

Ο Γαβριήλ της εξηγεί την απόρρητο βουλή του Θεού (Γ)

Και η δύναμις του Υψίστου επισκιάζει την απειρόγαμο Παρθένο και συλλαμβάνει τον Υιό του Θεού (Δ).

Η Θεοτόκος επισκέπτεται την συγγενή της Ελισάβετ, την μέλλουσα μητέρα του Προδρόμου, και ανταλλάσσουν προφητικούς λόγους (Ε).

Ο Ιωσήφ, ο μνηστήρ της Παρθένου, ταράσσεται από την ζάλη των αμφιβόλων λογισμών, αλλά πληροφορείται από τον άγγελο το μυστήριο της συλλήψεως (Ζ).

Ο Χριστός γεννάται και οι ποιμένες προσκυνούν τον αμνό του Θεού (Η).

Ο θεοδρόμος αστέρας δείχνει τον δρόμο στους μάγους της Ανατολής (Θ), αυτοί τον προσκυνούν (Ι)

Και δι᾿ άλλης οδού αναχωρούν για την Βαβυλώνα, οι θεοφόροι κήρυκες (Κ).

Στην Αίγυπτο ο φυγάς Κύριος συντρίβει τα είδωλα και με τον φωτισμό της αληθείας διώχνει το σκότος του ψεύδους (Λ).

Και ο Συμεών δέχεται στην αγκάλη του ως βρέφος τεσσαρακονθήμερο τον τέλειο Θεό καί λαμβάνει την ποθητή απόλυσι (Μ)

Β) Ν-Ω, που αποτελεί το δογματικό-θεολογικό τμήμα

Η νέα κτίσις, που δημιουργεί ο Λόγος του Θεού με την σάρκωση Του, δοξολογεί τον δημιουργό (Ν).

Ο παράξενος -«ὁ ξένος» - τόκος προτρέπει τους ανθρώπους να ξενωθούν από τον κόσμο και να μεταθέσουν τον νού των στον ουρανό (Ξ).

Όλος ήταν στην γη ο δοξολογούμενος Λόγος, αλλά και από τον ουρανό δεν απουσίαζε (Ο).

Οι άγγελοι θαύμασαν το έργο της ενανθρωπήσεως και την κοινωνία του Θεού και των ανθρώπων (Π).

Οι σοφοί και ρήτορες του κόσμου έμειναν άφωνοι, μη μπορώντας νά εξηγήσουν το μυστήριο του παρθενικού τόκου (Ρ).

Ο Ποιμήν -Θεός γίνεται πρόβατο –άνθρωπος θέλοντας να σώσει τον κόσμο (Σ).

Η Παρθένος γίνεται φυλακτήριο τείχος των παρθένων και όλων των πιστών (Τ).

Κανείς ύμνος δεν μπορεί να πληρώσει τον φόρο του χρέους στον Σαρκωθέντα Βασιλέα (Υ).

Η Θεοτόκος είναι η φωτοδόχος λαμπάδα, που μας καθοδηγει στην γνώση του Θεού (Φ).

Ο Χριστός ήρθε στο κόσμο για να του δώσει χάρη και συγχώρηση (Χ).

Η δοξολογία προς τον Υιό συνδέεται και προς την ανύμνηση του έμψύχου ναού Του, της Θεοτόκου (Ψ).

Ο Ύμνος κλείνει με μία θαυμαστή αποστροφή προς την Παρθένο: «Ὦ πανύμνητε μῆτερ ἡ τεκοῦσα τόν πάντων ἁγίων ἁγιώτατον Λόγον,..»


Γιατί όμως ψάλλεται την Μεγάλη Τεσσαρακοστή;

Ο Ακάθιστος Ύμνος δεν συνδέεται άμεσα με την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής , αλλά με την εορτή του Ευαγγελισμού, που εμπίπτει όμως πάντοτε μέσα στη κατανυκτική αυτή περίοδο.
Είναι η μόνη μεγάλη εορτή, που λόγο του πένθιμου χαρακτήρος της Τεσσαρακοστής, στερείται προεορτίων καί μεθεόρτων. Αυτήν ακριβώς την έλλειψη έρχεται να καλύψη η ψαλμωδία του Ακαθίστου, τμηματικώς κατά τα Απόδειπνα των Παρασκευών και ολόκληρος κατά το Σάββατο της Ε' εβδομάδος. Το βράδυ της Παρασκευης ανήκει λειτουργικώς στο Σάββατο, ημέρα που μαζί με την Κυριακή είναι οι μόνες ημέρες της εβδομάδος των Νηστειών, κατά τις οποίες επιτρέπεται ο εορτασμός χαρμόσυνων γεγονότων, και στις οποίες, μεταφέρονται οι εορτές της εβδομάδος.

Άλλωστε αυτή την Ακολουθία την τελούμε και άλλες περιόδους του έτους (στα μοναστήρια κάθε βράδυ μαζί με το Μικρό Απόδειπνο διαβάζουν και τους Χαιρετισμούς της Παναγίας μας). Αντίθετα όλες τις άλλες Ιερές ακολουθίες (Προηγιασμένη, Μ. Απόδειπνο, Μ. Κανών) τις συναντούμε μόνο την περίοδο της Σαρακοστής.


ΠΗΓΗ: http://www.imkby.gr/greek/sarakosti/akol/xeretismoi/xeret2.htm 


Τετάρτη 5 Μαρτίου 2014

Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ





Ακούραστος ο γέρο - Πέτρος καθάριζε κρεμμύδια στην πάνυγυρη της Παναγίας για την εσπερινή τράπεζα. Θα έρχονταν πατέρες και ψαλτάδες απο την έρημο να στολίσουν την αγρυπνία.

Και πως έκανε ο γέρο -Πέτρος αμα ξεκινούσε τα μέγιστα ανοιξαντάρια του Κουκουζέλη και το Θεοτόκε Παρθένε του Μπερεκέτη! Και όλο σκούνταγε τον Δανιηλ τον Εκκλησιαστικό να κουνήσει ακόμα πιο δυνατά τον χορό και τον πολυέλαιο.

-Ω Θεε μου, και πως θα είναι στον παράδεισο, ακούγονταν η φωνή του γέρο-καλόγερου.

Παρότι το στασίδι του ήταν μπροστά στα γεροντικα, εκείνος με ευλογία του ηγουμένου στεκόταν σε εκείνα των αρχαρίων, στο στασίδι που στάθηκε όταν πρωτόρθε στο μοναστήρι. Ώρες ορθος στην Εκκλησία, ομοιοπύρφορο Χερουβειμ που λάτρευε με σεβασμό τον Θεό Του.

-Και δεν μου λες, παππού, τι είναι η Παναγιά για τον κόμσο; ρώτησε ο Πατηρ Υπάτιος τον γέροντα.

Ο γέρο - Πέτρος άφησε τα κρεμμύδια και το μαχαίρι μεμιάς και πήρε ύφος σοβαρό σαν να έβγαζε λόγο.

- Εγω πατέρες γραμματα δεν ξέρω να τα πώ ομορφα και δουλεμένα. Μα αυτή η ιστορία είναι πέρα ως πέρα αληθινή.

Σε μένα την είπαν ταπεινοί μοναχοί του Ορους που ποτέ δεν φιλιώθηκαν με το ψέμα.

«Το λοιπόν κάποτε στον Παράδεισο μπροστά στην όμορφη πόρτα του καθόταν ο Άγιος Πέτρος και καλοδεχόταν τα παιδιά του Θεού που είχαν κερδίσει τη Βασιλεία.

Σαν νύχτωσε, ο Άγιος έκλεινε τα θυρόφυλλα και μετρούσε στα τεφτέρια του πόσοι είχανε μπει στον Παράδεισο. Ύστερα έβαζε τα ονοματά τους πλαι σε εκείνους που ηδη ήταν μέσα απο καιρό και έβρισκε τον αριθμό.

Το άλλο πρωι μετρούσε πάλι τους παραδεισένιους ανθρώπους και πήγαινε να ανοίξει την πόρτα. Μα για καιρό έβλεπε τούτο το παράδοξο. Ενω αποβραδις είχε μετρήσει πως αυτοί που είχαν μπει στον Παράδεισο ήταν δέκα, την άλλη μέρα μετρούσε άλλους 3 παραπάνω.

Μα πως γίνεται αυτό σκεφτόταν.

-Μια και δυο πηγαίνει στον αφέντη τον Χριστό και του λέει αυτο που τον απασχολεί.
-Να φυλάξεις βάρδια είπε ο Χριστός και ο Άγιος έσκυψε το κεφάλι και γύρισε στο διακονημά του.

Το ίδιο βράδυ ο απόστολος του Θεού φύλαξε κατα την προσταγή του Χριστού και σαν ξημέρωσε είχε έτοιμη απάντηση

- Λοιπόν, είπε ο Κύριος

Το βράδυ...Κύριε....που κλείνει ο Παράδεισος ανεβαίνει η Μάνα Σου στα τείχη και βάζει τους ανθρώπους απο εκεί.

Αμα τελείωσε την διηγησή του ο γέρο Πέτρος έκανε τον σταυρό του και είπε: Αυτή είναι αδελφοί... η Παναγία μας και ο ρόλος της για τον κόσμο... 


ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ

Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2014

ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΤΡΙΧΕΡΟΥΣΑΣ (12 Ἰουλίου)






Αποτέλεσμα εικόνας για άγιος ιωάννης ο δαμασκηνός και Παναγια
Στην εικόνα αυτή κατέφυγε με δίκαιο παράπονο και προσυχήθηκε ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός κρατώντας το κομμένο δεξί του χέρι, που συνέγραφε τους λόγους υπέρ των Αγίων Εικόνων και του κόπηκε από επιβουλή των εικονομάχων.

Η Παναγία θαυματούργησε συγκολλώντας και ζωογονώντας το νεκρό χέρι του και εκείνος της αφιέρωσε ΑΣΗΜΕΝΙΟ ΧΕΡΙ, που η θέση του στην εικόνα το κάνει να φαίνεταισαν ένα ΤΡΙΤΟ χέρι της Παναγίας.

Η εικόνα μέχρι το 12 αιώνα μ.Χ. φυλαγόνταν στη Λαύρα του αγίου Σάββα, δωρήθηκε στον Άγιο Σάββα Αρχιεπίσκοπο Σερβίας, κτίτορα της μονής Χιλανδαρίου κατά την επίσκεψή του στους Αγίους Τόπους. Αυτός τη μετέφερε στη Σερβία, από όπου αργότερα μετακομίστηκε με θαυμαστό τρόπο στο Άγιο Όρος, κατά τις διαταραχές που συνέβησαν στη Σερβία , ο ημίονος που την μετέφερε πάντοτε προ του στρατεύματος στις διάφορες μάχες χάθηκε και προχωρώντας μόνος του έφθασε μέχρι το Χιλανδράρι.

Σε μεταγενέστερη εποχή όταν προέκυψε διχόνια στην αδελφότητα της μονής Χιλανδαρίου λόγω εκλογής νέου ηγούμενου, η Τριχερούσα μετατοπίστηκε θαυματουργικά από το Ιερό Βήμα, όπου ήταν μέχρι τότε, στο στασίδι του ηγούμενου,οπου συνεχίζει να διοικεί τη Μονή που στερείται Καθηγουμένου.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ´. Ταχὺ προκατάλαβε.

Τὴν θείαν Εἰκόνα σου, ἐκ Παλαιστίνης ἡμῖν, ὁ Σάββας ὁ ἔνθεος, ἣν Τριχεροῦσαν Ἁγνή, καλοῦμεν μετήνεγκεν, ἤν περ Χιλανδαρίου, ἡ Μονὴ κεκτημένη, ὕμνον σοι Θεοτόκε, ἀναμέλπει βοῶσα· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σου. (Ἐκ γ´.) 


Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ´. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῆς Θεοτόκου τὴν εἰκόνα τὴν πανσέβαστον ἥ Τριχερούσα ξένῳ θαύματι ὠνόμασται, προσκυνήσωμεν ἐν πίστει καὶ εὐλαβείᾳ. Ἀλλ᾿ ὦ Κόρη τὴν Μονήν σου ταύτην φύλαττε, ἀπὸ πάσης συμφορᾶς καὶ περιστάσεως, ἐκβοώσαν σοι· χαῖρε πάντων ἀντίληψις. 

Κάθισμα
Ἦχος δ´. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ταχεῖαν βοήθειαν, ἐν πειρασμοῖς χαλεποῖς, προσπίπτοντες Ἄχραντε, τῇ σῇ θερμῇ ἀρωγῇ, εὑρίσκοντες πάντοτε, ὕμνον εὐχαριστίας, σοι προσάδομεν πόθῳ, πίστει παρεστηκότες, τῇ σεπτή σου Εἰκόνι, Παρθένε Τριχερούσα, ἡμῶν καταφύγιον. 

Ὁ Οἶκος
Ἄνωθεν ἡ Εἰκών σου, λαμπρυνθεῖσα σῇ δόξῃ, δεδώρηται ἡμῖν Θεοτόκε, ᾗ προσιόντες πίστει πολλῇ, τῶν πολλῶν σοῦ τρυφῶμεν ἀντιλήψεων, καὶ ὕμνον χαριστήριον, προσφέρομεν σοὶ ἐκβοῶντες·

Χαῖρε Ἀγγέλων ἡ θυμηδία·
χαῖρε ἀνθρώπων ἡ προστασία.
Χαῖρε τοῦ Σωτῆρος καθέδρα περίδοξος·
χαῖρε τῆς Μονῆς σου προστάτις καὶ ἔφορος.
Χαῖρε ὅτι ἡμῖν δέδωκας τὴν Εἰκόνα σου Ἁγνὴ·
χαῖρε ὅτι βλύζεις ἅπασιν εὐσπλαγχνίας τὴν πηγὴν.
Χαῖρε Χιλανδαρίου πολυτίμητον γέρας·
χαῖρε παντὸς τοῦ Ἄθω φύλαξ σκέπη καὶ κέρας.
Χαῖρε Θεὸν αῤῥήτως κυήσασα·
χαῖρε χαρᾶς τὰ πάντα ἐμπλήσασα.
Χαῖρε ἡμᾶς ἀσφαλῶς ὁδηγοῦσα·
χαῖρε τοῦ σου κλήρου ἡ προνοοῦσα.
Χαῖρε πάντων ἀντίληψις.

Μεγαλυνάριον
Ἡ Χιλανδαρίου χαίρει Μονή, ἔχουσα ἐν κόλποις, τὴν Εἰκόνα σου τὴν σεπτήν, ἥτις Τριχεροῦσα, Παρθένε ἐπεκλήθη, ἣν πίστει προσκυνοῦντες, σὲ μεγαλύνομεν.


Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2014

Σύναξις τῆς ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ τῆς ἐπονομαζομένης «ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΣ» (21 Ἰανουαρίου)





Ανεβαίνοντας τη σκάλα που βρίσκεται στα αριστερά της κεντρικής πύλης του καθολικού της Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου υπάρχει  παρεκκλήσιο αφιερωμένο στην Παναγία την Παραμυθία. Μέσα σ’ αυτό μεταφέρθηκε μετά την τέλεση του θαύματος, που θα περιγράψουμε, η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, τοιχογραφία του 14ου αι. που βρισκόταν άλλοτε στη  δεξιά άκρη τοῦ εξωνάρθηκα.

Παλαιά υπήρχε η συνήθεια, βγαίνοντας οι πατέρες από το Καθολικό, μετά το τέλος της ακολουθίας του Όρθρου, να ασπάζονται την εικόνα της Παναγίας που υπήρχε στον εξωνάρθηκα. Εκεί ο Ηγούμενος έδινε τα κλειδιά της κλεισμένης για τις βραδυνές ώρες πύλης της Μονής στον θυρωρό για να ανοίξει.

Κάποια χρονιά, αρχές του 14ου αι., στις 21 Ἰανουαρίου, τελείωσε ο Όρθρος. Οι πατέρες αποσύρθηκαν στα κελλιά τους για να αναπαυθούν, μέχρι να αρχίσουν τα καθημερινά τους διακονήματα. Τότε θα ανοιγόταν και η πύλη της Μονής. Δεν γνώριζαν ότι έξω από αυτήν παραμόνευαν πειρατές,- τότε ήταν μάστιγα στο Αιγαίο πέλαγος-, που την είχαν περιλυκλώσει, έτοιμοι να εισβάλλουν για να καταστρέψουν τα πάντα.

Στο ναό βρισκόταν μόνος ο Ηγούμενος, αφοσιωμένος στην προσευχή του. Πετάχτηκε ξαφνικά ακούοντας μια φωνή, που δεν έμοιαζε με φωνή ανθρώπου. Έντρομος κοίταξε γύρω του. Δεν είδε κανένα. Έξάλλου κανένας δεν ήταν μέσα στό ναό. Και όμως κάποιος μίλησε. Συγκέντρωσε την προσοχή του και γεμάτος φόβο κατάλαβε ότι η φωνή προερχόταν από την εικόνα της Θεομήτορος. Με ευλάβεια τέντωσε το αυτί του για να ακούσει. Άκουσε τότε τη φωνή της Παναγίας να λέει: «Μην ανοίξετε σήμερα την πύλη της Μονής, αλλά αφού ανεβείτε στα τείχη, να διώξετε τους πειρατές».

Κατάπληκτος ο Ηγούμενος προσήλωσε τα μάτια του στην εικόνα της Θεοτόκου. Αντίκρυσε τότε ένα εκπληκτικό θαύμα.

Η μορφή της Παναγίας ήταν ζωντανή. Το βρέφος Ιησούς που κρατούσε στα χέρια της πήρε και αυτό ζωή. Κίνησε το δεξί του χέρι και έκλεισε το στόμα της αγίας Μητέρας του, στρέφοντας προς αυτήν το φωτεινό πρόσωπό του.

Μια γλυκιά παιδική φωνή ακούστηκε να λέει: «Μη,  Μητέρα μου, μην τους το λες. Άφησε τους να τιμωρηθούν, όπως τους αξίζει, γιατί αμελούν τα μοναχικά τους καθήκοντα».

Τότε η Κυρία Θεοτόκος με μεγάλη μητρική παρρησία  προς τον μονογενή Υιόν της, σήκωσε ελαφρά το χέρι, συγκράτησε το χεράκι του, έκλινε λίγο προς τα δεξιά το θείο της πρόσωπο και επανέλαβε πιο έντονα : «Μην ανοίξετε σήμερα την πύλη της Μονής, αλλά αφού ανεβείτε στα τείχη, να διώξετε τους πειρατές…Και κοιτάξτε να μετανοήσετε, γιατί ο Υιός μου είναι οργισμένος μαζί σας». Επανέλαβε δε και για τρίτη φορά την προειδοποίηση: «Σήμερα, μην ανοίξετε την πύλη της Μονῆς…». Μετά το διάλογο η Κυρία Θεοτόκος και το Πανάγιο Βρέφος της αποκαταστάθηκαν πάλιν σαν εικόνα.

Ο Ηγούμενος γεμάτος θαυμασμό συγκάλεσε όλους τους Πατέρες, διηγήθηκε σ’ αυτούς τα υπερφυσικά γεγονότα που συνέβησαν και τους επανέλαβε τα λόγια που είχε ακούσει από τα χείλη της Παναγίας και του Θείου Βρέφους προς την Μητέρα του.

Όλοι με κατάπληξη στράφηκαν προς το μέρος της θαυματουργού εικόνας. Και η κατάπληξη τους αυξήθηκε. Η παράσταση της εικόνας ειχε μεταμορφωθεί. Η σύνθεση μεταβλήθηκε ολοκληρωτικά και δεν έμοιαζε καθόλου με την παλαιά εικόνα. Διατηρήθηκε η μορφή όπως φαίνεται σήμερα. Η Παναγία να κρατά το χέρι του Χριστού κάτω από το στόμα της και να κλίνει το κεφάλι της δεξιά για να το αποφύγει. Η έκφραση του προσώπου της είναι γεμάτη απέραντη επιείκεια, αγάπη, συμπάθεια και μητρική στοργή. Ο Χριστός παρόλο που παριστάνεται ως βρέφος έχει αυστηρό πρόσωπο ως Κριτής.

Η εικόνα αυτή είναι πράγματι αχειροποίητος, διότι κατασκευάστηκε στη μορφή που είναι σήμερα, όχι από ανθρώπινο χέρι, αλλά από τη Χάρη του Θεού, μετά τη θαυματουργική επέμβαση της Παναγίας μας για τη διάσωση της Μονής. Ονομάστηκε «Παναγία Παραμυθία», δηλαδή Παρηγορήτρια. Και δικαίως· διότι όπως λένε οι προσκυνητές της Μονής, που δεν χορταίνουν να την βλέπουν, η θέα της γλυκιάς έκφρασης του προσώπου της Παναγίας ξεκουράζει, αναπαύει, γαληνεύει και παρηγορεί τη ψυχή του ανθρώπου.

Με το θαύμα αυτό φανερώνεται για άλλη μια φορά η μητρική παρρησία της Θεοτόκου στο να μεσιτεύει για τις αμαρτίες των ανθρώπων «προς τον Υιόν και Θεόν της» και οι σωτήριες πρεσβείες της με τις οποίες απαλάσσονται από τα δεινά που δίκαια τους αξίζουν για το πλήθος των αμαρτιῶν τους.

Η εικόνα μεταφέρθηκε στο ιδιαίτερο παρεκκλήσιο της Παραμυθίας. Μπροστά σ’ αυτήν οι μοναχοί διατηρούν ακοίμητο κανδήλι, ψάλλουν καθημερινά Παράκληση και τελείται κάθε Παρασκευή Θεία Λειτουργία. Παλαιότερα υπήρχε η συνήθεια οι κουρές των μοναχών να γίνονται σ’ αυτό το παρεκκλήσιο.

Με αυτή την εικόνα συνδέεται και ο βίος του Ὁσίου Νεοφύτου, ο οποίος διετέλεσε «προσμονάριος», δηλαδή φύλακας και διακονητής του παρεκκλησίου  της  Παραμυθίας.

Ο Ὅσιος βρισκόταν σε αποστολή και υπηρεσία εκ μέρους της Μονής για ένα χρονικό διάστημα σε κάποιο μετόχι της, στην Εύβοια. Εκεί αρρώστησε βαρειά. Παρακάλεσε τότε την Παναγία να τον αξιώσει να πεθάνει στη μονή της μετανοίας του. Άκουσε αμέσως τη φωνή της Παναγίας να του λέει: «Νεόφυτε, πήγαινε στη μονή σου και μετά από ένα χρόνο να ετοιμασθείς για την έξοδο σου από τη ζωή». Ευχαριστώντας θερμά την Παναγία ο Όσιος για την παράταση της ζωής που του δόθηκε, είπε στον υποτακτικό του να ετοιμασθούν για την επιστροφή στη μονή.

Πράγματι, μετά την παρέλευση ενός έτους, μια μέρα αφού κοινώνησε τα άχραντα μυστήρια, ανεβαίνοντας τη σκάλα μπροστά από το παρεκκλήσιο της Παραμυθίας, άκουσε πάλι τη φωνή της Παναγίας: «Νεόφυτε, ο καιρός της εξόδου σου έφθασε». Όταν πήγε στο κελλί του αδιαθέτησε και αφοῦ έλαβε συγχώρηση από όλους τους πατέρες της αδελφότητας, παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο.


Ἀπολυτίκιον
Της ποίμνης κυκλωθείσης υπό των πολεμίων,  και των διωκτών υλακτούντων κατά των σων προβάτων,  προσείπας τω δούλω σου Αγνή, καθ’ ύπαρ φωνήσασα αυτώ.  δια τούτο και χορείαι των μοναστών, σοι κράζουσι Θεοτόκε.  Δόξα τη αντιλήψει σου Σεμνή, δόξα τη προστασία σου,  δόξα Παραμυθία, σοί μόνη Πανύμνητε.


Τετάρτη 8 Ιανουαρίου 2014

Ἡ Σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου (26 Δεκεμβρίου)




Ὅταν οἱ μάγοι προσκύνησαν τὸν Χριστό, ἀναχώρησαν γιὰ τὴν πατρίδα τους, χωρὶς νὰ περάσουν ἀπὸ τὸν βασιλιὰ Ἡρώδη. Τότε ἄγγελος Κυρίου φάνηκε σὲ ὄνειρο στὸν Ἰωσὴφ καὶ τοῦ εἶπε νὰ πάρει τὸ παιδὶ μὲ τὴν μητέρα του καὶ νὰ φύγει στὴν Αἴγυπτο (Εὐαγγέλιο Ματθαίου, Β’ 13 – 18).

Καὶ ἔμειναν ἐκεῖ, μέχρι ποὺ πέθανε ὁ Ἡρώδης, γιὰ νὰ ἐπαληθευθεῖ ἔτσι ἐκεῖνο ποὺ 
ἐλέχθη διὰ τοῦ προφήτου Ὠσηέ: «Ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τὸν υἱόν μου» (Ὠσ. ια’ 1). Μετὰ τὴν φυγὴ τοῦ Κυρίου στὴν Αἴγυπτο, ὁ Ἡρώδης ἔστειλε στρατιῶτες καὶ θανάτωσαν ὅλα τὰ παιδιὰ ποὺ ἦταν στὴν Βηθλεὲμ καὶ τὰ περίχωρά της, ἀπὸ ἡλικίας δύο ἐτῶν καὶ κάτω. Διότι τόσο εἶχε ὑπολογίσει τὴν ἡλικία τοῦ Χριστοῦ, Τὸν ὁποῖο φοβόταν ὅτι θὰ τοῦ ἔπαιρνε τὴν βασιλεία.

Ἐπίσης, ἡ φυγὴ τοῦ Κυρίου στὴν Αἴγυπτο, κατὰ τὸν Ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη, φράσσει καὶ τὰ στόματα τῶν αἱρετικῶν. Διότι ὅπως λέει, ἂν δὲν ἔφευγε ὁ Κύριος καὶ φονευόταν ἀπὸ τὸν Ἡρώδη , θὰ εἶχε ἐμποδιστεῖ ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Ἂν πάλι τὸν συνελάμβαναν καὶ δὲν φονευόταν, θὰ ἔλεγαν πολλοὶ ὅτι δὲν φόρεσε ἀνθρώπινη σάρκα, ἀλλὰ μόνο κατὰ φαντασία. Ἔπειτα, ἡ φυγὴ φανερώνει ἄλλη μιὰ φορά, ὅτι τίποτα δὲν μπορεῖ νὰ ματαιώσει τὰ σχέδια τοῦ Θεοῦ.




Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς βρέφος βαστάζουσα, ἐν ταὶς ἀγκάλαις Ἁγνή, τὸν πάντων δεσπόζοντα, σάρκα λαβόντα ἔκ σοῦ, χαρᾶς ὤφθης πρόξενος, ὅθεν πᾶσα ἡ κτίσις, ἀνυμνεῖ χαρμοσύνως, σήμερον Θεοτόκε, τὴν φρικτήν σου λοχείαν πηγὴν γὰρ ἀθανασίας, κόσμω ἐκύησας.




Κοντάκιον
Ἦχος πλ. β’. Αὐτόμελον.

Ὁ πρὸ ἑωσφόρου ἐκ Πατρὸς ἀμήτωρ γεννηθείς, ἐπὶ τῆς γῆς ἀπάτωρ ἐσαρκώθη σήμερον ἔκ σοῦ· ὅθεν Ἀστὴρ εὐαγγελίζεται Μάγοις, Ἄγγελοι δὲ μετὰ Ποιμένων ὑμνοῦσι, τὸν ἄχραντον τόκον σου, ἡ Κεχαριτωμένη.

Ὁ Οἶκος
Τὸν ἀγεώργητον βότρυν βλαστήσασα, ἡ μυστικὴ ἄμπελος ὡς ἐπὶ κλάδων, ἀγκάλαις ἐβάσταζε, καὶ ἔλεγε. Σὺ εἶ καρπός μου, σὺ εἶ ἡ ζωή μου. Ἀφ' οὗ ἔγνων, ὅτι καὶ ὃ ἤμην εἰμί, σύ μου Θεός· τὴν γὰρ σφραγῖδα τῆς Παρθενίας μου ὁρῶσα ἀκατάλυτον, κηρύττω σε ἄτρεπτον Λόγον, σάρκα γενόμενον. Οὐκ οἶδα σποράν, οἶδά σε λύτην τῆς φθορᾶς· Ἁγνὴ γὰρ εἰμι, σοῦ προελθόντος ἐξ ἐμοῦ· ὡς γὰρ εὗρες, ἔλιπες μήτραν ἐμήν. Διὰ τοῦτο συγχορεύει πᾶσα κτίσις βοῶσά μοι· Χαῖρε ἡ Κεχαριτωμένη.

Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2013

ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ, ΕΟΡΤΗ ΥΠΟΜΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟΥ ΚΑΘΑΡΟΤΗΤΟΣ (π. Νικηφόρος Νάσσος)

PictureΓράφει ο εφημέριος του Ιερού Ναού Τιμίου Προδρόμου π. Νικηφόρος Νάσσος

Ὁμιλώντας περί τῆς Ἀειπαρθένου Θεοτόκου ὁ Μέγας ἐν Θεολογίᾳ καί Διδασκαλίᾳ, 
φωστήρ τῆς Ἐκκλησίας, Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, λέγει ὅτι ὁ Πανάγιος Θεός, ἐπιθυμώντας νά φτιάξει μία εἰκόνα, ἕναν τέλειο ζωγραφικό πίνακα, στόν ὁποῖον νά ἀποτυπώνονται ὅλα τά καλά, μία σύνθεση ὅλων τῶν θείων καί τῶν ἀνθρωπίνων χαρίτων, ἕνα κόσμημα ὅλης τῆς ὁρατῆς καί ἀοράτου κτίσεως, μιά εἰκόνα ἡ ὁποία θά μαρτυροῦσε ὅλη τη δύναμη καί τή σοφία τοῦ δημιουργοῦ της ὡς καλλιτέχνου, κατεσκεύασε τήν πάγκαλη Μητέρα Του, ἀφοῦ συγκέντρωσε πάνω σ᾿ αὐτήν ὅλες τίς χάρες τῶν ἀγγέλων καί τῶν ἀνθρώπων.

«Ὥσπερ γὰρ βουληθεὶς ὁ Θεὸς εἰκόνα στήσασθαι παντὸς καλοῦ καὶ τὴν περὶ ταῦτα δύναμιν καθαρῶς ἐνδείξασθαι καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις, ὁρατῶν καὶ ἀοράτων κοινὸν ὑποστήσας κόσμον, μᾶλλον δὲ θείων τε καὶ ἀνθρωπίνων ἁπασῶν χαρίτων κοινὸν ὑποδείξας κρᾶμα καὶ καλλονὴν ὑπερτέραν, ἀμφοτέρους ἐπικοσμοῦσαν κόσμους, οὕτω ταύτην οὕτω παγκάλην ὄντως ἐξειργάσατο πάντα συνελών, οἷς πάντα διελὼν ἐκόσμησε τρόπον τῆς αὐτῷ διαφερούσης μόνῳ δημιουργικῆς δυνάμεως ἡμῖν ἐπιδεικνὺς ἐξαίσιον καὶ ὄντως προσήκοντα τῇ τοῦ φωτὸς μητρί».1

Ἡ πάγκαλη αὐτή εἰκόνα τοῦ Θεοῦ - Δημιουργοῦ, πού συγκεντρώνει ὅλες τίς χάρες ἀγγέλων καί ἀνθρώπων, εἶναι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος καί ἡ μεγαλύτερη ἀρετή αὐτῆς εἶναι ἡ καθαρότητα, ἀφοῦ «τῇ καθαρότητι θέλγει Θεόν ἐνανθρωπῆσαι ἐξ αὐτῆς», ὅπως ὁ ἴδιος θεοτοκόφιλος Ἅγιος ἀλλοῦ σημειώνει. Αὐτή, ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Λόγου, μέσα στά Ἅγια τῶν Ἁγίων ἔφθασε στή «νοητή σιγή» καί στή θεωρία τοῦ Θεοῦ, γενομένη προτυπο τοῦ ὀρθοδόξου ἡσυχασμοῦ. Βεβαίως μέσα στό Ναό, εἰσέρχεται ἡ ἤδη γενομένη Ναός τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέει τό Κοντάκιο τῆς ἑορτῆς («ὁ καθαρώτατος Ναός τοῦ Σωτῆρος»). Ἐκεῖ, διά τῆς προσευχῆς, τῆς «ἱερᾶς ἠσυχίας» καί τῆς ὅλης πνευματικότητος πού ἀνέπτυξε ἔφθασε στή χαρισματική θέωση, τήν μακαρία κατάσταση τῶν Ἁγίων τοῦ Θεοῦ.

Ἡ Μαρία ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἀποτελεῖ «δοχεῖον καθαρότητος» κατά τήν ὑμνολογία καί καλεῖ ὅλους μας νά πορευθοῦμε τήν ὁδό τῆς ἐσωτερικῆς καθαρότητος, ὥστε νά σκηνώσει ἐντός μας ἐν Χάριτι ὁ καθαρώτατος καί πανάσπιλος Θεός. 

Πόσο σπουδαῖο πρᾶγμα εἶναι ἡ καθαρότητα τῆς ψυχῆς, τῆς καρδίας καί τοῦ νοός! Αὐτή τή σπουδαιότητα, ἀλλά καί τήν ἀναγκαιότητα τή βλέπουμε μέσα ἀπό τά ἱερά διδάγματα τῶν θεοφόρων Πατέρων μας, στή Φιλοκαλία καί τά ἄλλα κείμενα τῶν «παθόντων τά θεῖα καί εἴτα μαθόντων», τῶν ὄντως κεκαθαρμένων καί φωτομόρφων… 

Ἡ καθαρότητα τῆς Ἀειπαρθένου Θεοτόκου, θά πρέπει νά ἐμπνέει τούς πνευματικούς ταγούς τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε νά ἀγωνίζονται λιπαρῶς καί πᾶσῃ θυσίᾳ γιά τήν πνευματική τους κάθαρση κατά πρῶτο λόγο καί ἔπειτα νά διδάσκουν τά περί Θεοῦ καί τῆς σωτηρίας στό ποίμνιό τους. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος θά ὑπογραμμίσει αὐτήν τή μεγάλη πραγματικότητα καί θά γράψει ὅτι εἶναι σπουδαῖο πρᾶγμα νά ὁμιλεῖ κάποιος γιά τόν Θεό, ἀλλά σπουδαιότερο εἶναι νά καθαρίζει κάποιος τόν ἑαυτό του ἀπό τά πάθη γιά τόν Θεό. Διότι, λέγει, σέ ψυχή γεμάτη ἀπό πάθη δέν θά εἰσέλθει σοφία, ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ καί ὁ φωτισμός. «Μέγα τό περί Θεοῦ λαλεῖν; Ἀλλά μεῖζον τό ἑαυτόν καθαίρειν Θεῷ, ἐπειδή εἰς κακότεχνον ψυχήν σοφία οὐκ εἰσελεύσεται».2 

Ὁ πνευματικός θεραπευτής τῶν ψυχχῶν, ὀφείλει νά ἔχει καί αὐτός τόν δικό του θεραπευτή, τόν πνευματικό του πατέρα καί ἰατρό καί χειραγωγό στήν κατά Θεόν ζωή, τόν Μωυσῆ, τόν ποδηγέτη του πρός τήν ἀνηφορική πορεία ἐν μέσῳ ὠδίνων καί ὀδυνῶν, μιά πορεία μέ κατάληξη τή νοητή γῆ τῆς ἐπαγγελίας, τήν ἐν Πνεύματι θεωρία καί ὑπαρξιακή γνώση τοῦ Θεοῦ… Διαφορετικά, πῶς θά ὁδηγήσει ἄλλους στήν κάθαρση, ὅταν ὁ ἴδιος εἶναι ἀκάθαρτος; Γι᾿ αὐτό καί πάλι ὁ τῆς Θεολογίας ἐπώνυμος θά τονίσει ὅτι πρέπει πρῶτα νά καθαριστεῖς ἐσύ ὁ πνευματικός πατέρας, γιά νά καθαρίσεις τούς ἄλλους, νά σοφιστεῖς γιά νά σοφίσεις, νά φωτιστεῖς γιά νά φωτίσεις, νά προσεγγίσεις τόν Θεό καί ἔπειτα νά ὁδηγήσεις σ᾿ Ἐκεῖνον ἄλλους. «Καθαρθῆναι δεῖ πρῶτον, εἶτα καθᾶραι∙ σοφισθῆναι καί οὕτω σοφίσαι∙ γενέσθαι φῶς καί φωτίσαι∙ ἐγγίσαι Θεῷ καί πραγαγεῖν ἄλλους».3

Ἀλλά καί οἱ λαϊκοί, ὅλοι οἱ Χριστιανοί, ὀφείλουν νά ἀγωνίζονται προσευχόμενοι καί ἐγρηγοροῦντες, στό πλαίσιο τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν ἀπόκτηση τῆς καθαρότητας ταῆς ψυχῆς τους! Καί αὐτό, εἶναι μέν δύσκολο ἔργοκαι ἐπίπονο, κυρίως σήμερα μέ τίς τόσες προκλήσεις καί τόν παναχοῦ ἐφαπλούμενο φοβερό καύσωνα τῆς ἁμαρτίας , ἀλλά συντελεῖται μέ τήν θεία ἀρωγή, ὅπως ἄλλωστε κάθε ἔργο πνευματικό, διότι «χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖ οὐδέν», μᾶς λέγει ὁ Θεάνθρωπος Κύριος στό Ἱερό Του Εὐαγγέλιο.4 

Ἡ Χάρις εἶναι δεδομένη, ἀλλά χρειάζεται ὁπωσδήποτε καί ἡ ἀνθρώπινη «συνέργεια» ὅπως λέγεται θεολογικά, ἡ ἀνταπόκριση, ἡ προθυμία, ἡ ἀπάντηση στήν ἀενάως ἐνεργουμένη λυτρωτική κλήση τοῦ Θεοῦ γιά τήν κάθαρση καί τή σωτηρία.

Ὁ Μέγας Οὐρανοφάντωρ Βασίλειος, πολύ παραστατικά σέ μία του ἐπιστολή θά τονίσει ὅτι «οὔτε ἀκάθαρτος καθρέπτης μπορεῖ νά δεχθεῖ τίς ἀντανακλάσεις τῶν εἰκόνων, οὔτε ψυχή πού εἶναι κατειλημμένη ἀπό τίς βιοτικές φροντίδες καί σκοτισμένη ἀπό τά πάθη τοῦ σαρκικοῦ φρονήματος μπορεῖ νά ὑποδεχθεῖ τίς ἐλλάμψεις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».5

Ἀπαραίτητη, λοιπόν, ἡ κάθαρση τῆς ψυχῆς καί ἡ θεραπεία ἀπό τά πάθη (καί γενεσιουργός αἰτία ὅλων τῶν παθῶν εἶναι ἡ φιλαυτία6), ὥστε νά μπορεῖ μέσα του ὁ ἄνθρωπος νά αἰσθανθεῖ τήν μυστική παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ὅπως ὀρθά ἔχει γραφεῖ, ἡ ἀκαθαρσία τοῦ ἀνθρώπου παρεμβάλλεται ἀνάμεσα σέ αὐτόν καί στό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ὡς μεσότοιχο, πού ἐμποδίζει τήν ἐπενέργεια τῆς χάριτός Του. Το Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι πανταχοῦ παρών. Ἐνῶ ὅμως φανερώνει τήν ἐνέργειά Του σε ὅσους εἶναι καθαροί ἀπό πάθη, παραμένει μακρυά ἀπό ὅσους εἶναι ἀκάθαρτοι. Ἡ ἐπενέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος προϋποθέτει τήν κάθαρση, πολύ πραγματοποιεῖται μέ τή μετάνοια, την ταπείνωση καί τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν. Καί ἡ κάθαρση αὐτή συμβαδίζει μέ τόν πόλεμο κατά τῶν παθῶν.7

Δέν μπορεῖ, πάντως, οὔτε τόν ἑαυτό του ὁ ἄνθρωπος νά δεῖ καί νά γνωρίσει, ὄντας ἀκάθαρτος! Στερεῖται ἔτσι τῆς αὐτογνωσίας, πού θά τόν ὁδηγήσει στήν θεογνωσία, τήν ὑπαρξιακή γνώση τοῦ Θεοῦ. Διότι, ὅπως μᾶς διαβεβαιώνουν οἱ Ἅγιοί μας, «ὅπως ὅταν ὑπάρχει ὁμίχλη, δέν μπορεῖ κάποιος νά δεῖ τόν ἥλιο, ἔτσι δέν μπορεῖ νά δεῖ καί τό κάλλος τῆς ψυχῆς, ὅταν αὐτό καλύπτεται ἀπό τήν ὁμίχλη τῶν παθῶν». Γι᾿ αὐτό χρειάζεται ἡ πορεία πρός τή λεγομένη «μεταστοιχείωση τῶν παθῶν», δηλαδή ἡ κίνηση ἀπό τήν παραφυσική λειτουργία τῶν ψυχικῶν δυνάμεων στό «κατά φύσιν», πρᾶγμα πού συντελεῖται μέσα στήν Ἐκκλησία διά τῶν μυστηρίων καί τῆς ὅλης πνευματικῆς ζωῆς, στήν ὁποία καλούμαστε ὡς Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί. Τό πῶς αὐτό πραγματοποιεῖται, εἶναι ἀδύνατον ἐδῶ νά ἀναλυθεῖ. Ὀφείλουμε νά μελετοῦμε καί νά ἐρωτοῦμε τούς πνευματικούς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας νά μᾶς ἐξηγοῦν και διαφωτίζουν ἐπαρκῶς, τί εἶναι τά πάθη καί ποιά εἶναι, τί εἶναι οἱ λογισμοί καί ποιά τά εἴδη τους, πῶς καθαίρεται ἡ καρδιά, πῶς θεραπεύεται ὁ ἄνθρωπος ἀπο τή νόσο τῆς ἁμαρτίας, ποιά μέσα χρησιμοποιεῖ, ποιά εἶναι τά στάδια τῆς πνευματικῆς ζωῆς κλπ. Ὁπωσδήποτε πάντως, ὅλοι δέν θά πρέπει νά ἀγνοοῦμε τή γνωστή στήν Πατερική παράδοση καί Θεολογία, τριμερῆ διάκριση τῆς ἀκτίστου Χάριτος τοῦ Θεοῦ (διάκριση πού διατυπώνεται ἀπό τούς Πατέρες μέ διάφορες ὀνομασίες καί ὄχι πάντοτε στατικά), ἡ ὁποία Χάρις, ἀνάλογα μέ τό ἔργο πού ἐπιτελεῖ, διακρίνεται σέ καθαρτική, φωτιστική καί τελειωτική, ἤ θεοποιός. Καθαρτική εἶναι αὐτή πού καθαρίζει τόν ἄνθρωπο ἀπό τά πάθη. Φωτιστική εἶναι αὐτή πού φωτίζει τό νοῦ και τόν ὁδηγεῖ στή θεωρία τοῦ Θεοῦ καί αὐτό ἀποτελεῖ ἕνα πρῶτο στάδιο θεώσεως. Καί τέλος, τελειωτική εἶναι ἐκείνη πού πραγματοποιεῖ τή θέωση τοῦ ἀνθρώπου, τήν ὁμοίωση μέ τόν Θεό. Αὐτό ταυτίζεται μέ τήν ἐπίτευξη τοῦ «καθ᾿ ὁμοίωσιν», ὅπως καί πάλι ἀναφέρεται στά Πατερικά κείμενα, ἤ μποροῦμε νά τό διατυπώσουμε και ἀντίστροφα, ὅτι ἡ ἐπίτευξη τοῦ «καθ᾿ ὁμοίωσιν» ταυτίζεται με την χαρισματική θέωση τοῦ πιστοῦ.

Εἴθε ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ἡ ἐν τῷ Ναῷ τοῦ Κυρίου ἀφιερωθεῖσα καί καταστᾶσα ἔμψυχος Ναός τοῦ Θεοῦ, νά μᾶς ἐνισχύει πάντοτε μέ τήν ἰσχυρή πρεσβεία της πρός τόν Υἱό της, ὥστε νά πορευόμαστε Χάριτι Θεοῦ καί μέ τόν δικό μας ἀγῶνα τήν ὁδό τῆς καθάρσεως, καί τοῦ φωτισμοῦ καί νά ἐπιτύχουμε τήν χαρισματική μας θέωση, στά πλαίσια τῆς παρούσης ζωῆς. Αὐτό τό γεγονός φαίνεται ὡς ὄνειρο ἀνεκπλήρωτο, ἀλλά δέν πρόκειται γιά κάτι τό ἀκατόρθωτο, ἀφοῦ ὑπάρχουν ἄνθρωποι οἱ ὁποίοι τό ἐπέτυχαν σύν Θεῷ, διότι αὐτός εἶναι καί ὁ σκοπός τῆς πνευματικῆς ζωῆς. 

ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2013

1 Ὁμιλία εἰς τά Εἰσόδεια, ΝΓ΄, ΕΠΕ, 11, 274
2 ΕΠΕ, 2, 48, Λόγος ΛΒ΄ 
3 ΕΠΕ, 1, 164, Ἀπολογητικός τῆς εἰς τόν Πόντον φυγῆς, MPG. 58, 489A.
4 Ἰω, 15, 5.
5 Ἐπιστολή 210, Πρός τούς λογιωτάτους τῆς Νεοκαισαρείας, ΕΠΕ, 3, 188
6 Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής λέγει σχετικά: «θέλεις νά ἐλευθερωθεῖς ἀπό τά πάθη; ἀποτίναξε τή μητέρα τῶν παθῶν, τή φιλαυτία». Κεφ. Περί ἀγάπης, II, I.
7 Βλ. Γ. Μανζταρίδη, Ὀδοιπορικό θεολογικῆς ἀνθρωπολογίας, ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Βατοπεδίου, 2005, σελ. 286.
 Πηγή:  http://intpvolou.weebly.com/3/post/2013/12/10.html


Δείτε σχετικά: