A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !

ⲬⲢⲒⲤⲦⲞⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ ! ⲀⲖⲎⲐⲰⲤ ⲀⲚⲈⲤⲦⲎ !
✞ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος ✞
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου 2015

ΠΩΣ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΤΑΙ ΟΤΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΟΣ; (Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρισοστόμου)



Στο βασικό αυτό ερώτημα ας μην προσπαθήσουμε ν’ απαντήσουμε με το επιχείρημα της δημιουργίας του ουρανού και της γης, γιατί ο άπιστος δεν θα το παραδεχθεί.
Αν του πούμε ότι ανέστησε νεκρούς, θεράπευσε τυφλούς, έδιωξε δαιμόνια, ούτε τότε θα συμφωνήσει.
Αν του πούμε ότι υποσχέθηκε ανάσταση νεκρών, βασιλεία ουρανών και ανέκφραστα αγαθά, τότε όχι μόνο δεν θα συμφωνήσει, αλλά και θα γελάσει.
Πως λοιπόν θα τον οδηγήσουμε στην πίστη, και μάλιστα όταν δεν είναι πνευματικά καλλιεργημένος;
Ασφαλώς με το να στηριχθούμε σε αλήθειες, που και εμείς και αυτός παραδεχόμαστε χωρίς καμιά αντίρρηση και αμφιβολία.

Σε ποιό λοιπόν σημείο συμφωνούμε μαζί του απόλυτα;
Στο ότι ο Χριστός φύτεψε την Εκκλησία.
Απ’ αυτό θα φανερώσουμε τη δύναμη και θ’ αποδείξουμε τη θεότητα του Χριστού.
Θα δούμε ότι είναι αδύνατο ν’ αποτελεί ανθρώπινο έργο η διάδοση του Χριστιανισμού σ’ όλη την οικουμένη μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα.
Και μάλιστα, όταν η χριστιανική ηθική προσκαλεί στην ανώτερη ζωή ανθρώπους με κακές συνήθειες, δούλους της αμαρτίας.
Και όμως, ο Κύριος κατόρθωσε να ελευθερώσει απ’ όλα αυτά όχι μόνο εμάς, μα ολόκληρο το ανθρώπινο γένος.

Κι αυτό το κατόρθωσε χωρίς να χρησιμοποιήσει όπλα, χωρίς να ξοδέψει χρήματα, χωρίς να κινητοποιήσει στρατούς, χωρίς να προκαλέσει πολέμους.
Το κατόρθωσε ξεκινώντας με δώδεκα μόνο μαθητές, που ήταν άσημοι, αμόρφωτοι, φτωχοί, γυμνοί, άοπλοι...
Με τέτοιους ανθρώπους κατόρθωσε να πείσει τα έθνη να σκέφτονται σωστά, όχι μόνο για την παρούσα ζωή, αλλά και για τη μέλλουσα.
Μπόρεσε να καταργήσει προγονικούς νόμους, να ξεριζώσει αρχαίες συνήθειες και να φυτέψει νέες.
Μπόρεσε ν’ αποσπάσει τον άνθρωπο από τον εύκολο τρόπο ζωής και να τον οδηγήσει στο δύσκολο.
Και όλ’ αυτά τα κατόρθωσε, ενώ όλοι Τον πολεμούσαν, ενώ ο ίδιος είχε υπομείνει εξευτελιστική σταύρωση και ταπεινωτικό θάνατο!
Ασφαλώς δεν συμβαίνουν αυτά στους ανθρώπους.
Μάλλον τα αντίθετα τους συμβαίνουν.
Όσο δηλαδή ζουν και ευδοκιμούν οι ίδιοι, το έργο τους προοδεύει.
Όταν όμως πεθάνουν, καταστρέφεται μαζί τους ο,τι δημιούργησαν.
Και αυτό το παθαίνουν όχι μόνο οι πλούσιοι ούτε μόνο οι άρχοντες, αλλά και οι κυβερνήτες ακόμα.
Γιατί και οι νόμοι τους καταλύονται και η μνήμη τους σβήνει και τ’ όνομά τους ξεχνιέται και οι έμπιστοι άνθρωποί τους παραγκωνίζονται.
Αυτά συμβαίνουν σ’ εκείνους, που πρώτα μ’ ένα νεύμα κυβερνούσαν λαούς και οδηγούσαν στον πόλεμο ολόκληρες στρατιές. Σ' εκείνους, που καταδίκαζαν σε θάνατο και ανακαλούσαν εξόριστους.
Στον Κύριο όμως έγινε ακριβώς το αντίθετο.

Θλιβερή ήταν η κατάσταση του έργου Του πριν από τη σταύρωση:
Ο Ιούδας Τον πρόδωσε, ο Πέτρος Τον αρνήθηκε, οι υπόλοιποι μαθητές έφυγαν για να σωθούν και πολλοί πιστοί Τον εγκατέλειψαν.
Μόνος έμεινε ανάμεσα στους εχθρούς.
Όμως, μετά τη σφαγή και το θάνατο, για να μάθεις ότι δεν ήταν απλός άνθρωπος ο Σταυρωμένος, έγιναν όλα λαμπρότερα, φαιδρότερα, ενδοξότερα.
Ο Πέτρος, ο κορυφαίος απόστολος, αυτός που πριν από τη σταύρωση δεν άντεξε την απειλή μιας υπηρετριούλας, αλλά, μετά από τόσες ουράνιες διδασκαλίες και τη συμμετοχή του στα θεία μυστήρια, είπε ότι δεν γνωρίζει τον Κύριο, αυτός ο ίδιος, μετά τη σταύρωση, Τον κήρυξε στα πέρατα της οικουμένης.
Αναρίθμητα πλήθη μαρτύρων θυσιάστηκαν, γιατί προτίμησαν να θανατωθούν παρά ν’ αρνηθούν το Χριστό, όπως τον είχε αρνηθεί ο κορυφαίος απόστολος, τρομοκρατημένος από την απειλή ενός κοριτσιού.

Όλες τώρα οι χώρες, όλες οι πόλεις, τα ερημικά και τα κατοικημένα μέρη, τον Σταυρωμένο ομολογούν.
Σ’ Αυτόν πιστεύουν οι βασιλιάδες κι οι στρατηγοί, οι άρχοντες και οι ύπατοι, οι δούλοι και οι ελεύθεροι, οι αγράμματοι και οι μορφωμένοι, οι βάρβαροι και τα διάφορα έθνη των ανθρώπων.
Ακόμα κι ο μικρός και ασήμαντος εκείνος τάφος, που δέχθηκε το αιμόφυρτο μαρτυρικό σώμα του Κυρίου, είναι τιμιότερος από χίλια βασιλικά παλάτια και σεβαστός ακόμα και στους βασιλιάδες.
Το παράδοξο μάλιστα είναι, ότι αυτό που συνέβη στον Κύριο, συνέβη και στους μαθητές Του.
Γιατί αυτούς που περιφρονούσαν και φυλάκιζαν, αυτούς που βασάνιζαν σκληρά με αναρίθμητα μαρτύρια, αυτούς ακριβώς τους ίδιους, μετά το θάνατό τους, τους τιμούσαν περισσότερο κι από τους βασιλιάδες.
Και πως φαίνεται αυτό;
Στη Ρώμη, οι αυτοκράτορες και οι ύπατοι και οι στρατηγοί τα πάντα εγκαταλείπουν, και τρέχουν να προσκυνήσουν τους τάφους του ψαρά Πέτρου και του σκηνοποιού Παύλου.
Στην Κωνσταντινούπολη, αυτοί που φορούν τα στέμματα, θέλουν να ενταφιαστούν όχι κοντά στους τάφους των αποστόλων, αλλά στα πρόθυρα των ναών τους.
Κι έτσι γίνονται οι βασιλιάδες θυρωροί των ψαράδων! Μάλιστα δεν ντρέπονται γι' αυτό, αλλά και καυχιώνται. Καυχιώνται όχι μόνο οι ίδιοι, αλλά και οι απόγονοί τους.
Όταν οι μαθητές του Χριστού ήταν μόνο δώδεκα και δεν υπήρχε στη σκέψη κανενός η Εκκλησία, όταν ακόμα η ιουδαϊκή συναγωγή ανθούσε και η ασεβής ειδωλολατρία κυριαρχούσε σ’ ολόκληρη σχεδόν την οικουμένη, ο Κύριος είχε προφητέψει: «Πάνω σ’ αυτή την πέτρα (δηλαδή πάνω στην ομολογία πίστεως του Πέτρου) θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου, και δεν θα την κατανικήσουν οι δυνάμεις του άδη» (Ματθ. 16:18).
Διαπιστώνεις την αλήθεια αυτής της προφητείας;
Βλέπεις την εκπλήρωσή της;
Σκέψου πόσο σημαντικό γεγονός είναι η εξάπλωση της Εκκλησίας σχεδόν σ’ όλη τη γη μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Σκέψου πως άλλαξε τη ζωή τόσων εθνών και οδήγησε στην πίστη τόσους λαούς, πως κατάργησε προγονικά έθιμα, πως απελευθέρωσε από μακροχρόνιες συνήθειες, πως σκόρπισε σαν σκόνη την κυριαρχία της ηδονής και τη δύναμη της αμαρτίας, πως εξαφάνισε σαν καπνό την ακάθαρτη τσίκνα των θυσιών, τις ειδωλολατρικές τελετές, τις βδελυκτές εορτές, τα ξόανα, τους βωμούς και τους ναούς, πως οικοδόμησε παντού άγια θυσιαστήρια, στην πατρίδα μας και στις χώρες των Περσών, των Σκυθών, των Μαύρων, των Ινδών. Τι λέω; Ακόμα και στα Βρετανικά νησιά, που βρίσκονται μακριά από τη Μεσόγειο, στον ωκεανό, απλώθηκε η Εκκλησία και χτίστηκαν θυσιαστήρια.
Το έργο της απελευθερώσεως τόσων λαών από μακροχρόνιες αισχρές συνήθειες, καθώς και η μεταβολή του τρόπου της ζωής από τον εύκολο στον πολύ δύσκολο, είναι πράγματι θαυμαστό, μάλλον υπερθαύμαστο.
Αποδεικνύει θεία ενέργεια, ακόμα κι αν κανείς δεν το είχε εμποδίσει, ακόμα κι αν επικρατούσε ειρήνη και πολλοί το είχαν βοηθήσει.
Γιατί η εξάπλωση της Εκκλησίας δεν ερχόταν σε σύγκρουση μόνο με την αρχαία συνήθεια, αλλά και με την ηδονή, τον ευχάριστο τρόπο ζωής. Είχε δηλαδή δυό ισχυρούς αντιπάλους, που τυραννούσαν τους ανθρώπους: τη συνήθεια και την ηδονή.
Όσα είχαν παραλάβει, πολλούς αιώνες πριν, από τους πατέρες, τους παππούδες και τους αρχαιότερους προγόνους, ακόμα κι όσα είχαν παραλάβει από φιλοσόφους και ρήτορες, όλ’ αυτά συμφώνησαν να τα περιφρονήσουν, πράγμα εξαιρετικά δύσκολο.
Έπρεπε ακόμα να δεχθούν έναν νέο τρόπο ζωής, και μάλιστα πολύ δυσκολότερο.
Γιατί απομάκρυνε από την τρυφή και οδηγούσε στη νηστεία. Απομάκρυνε από τη φιλαργυρία και οδηγούσε στην ακτημοσύνη.
Απομάκρυνε από την ασέλγεια και οδηγούσε στην αγνεία. Απομάκρυνε από το θυμό και οδηγούσε στην πραότητα.
Απομάκρυνε από το φθόνο και οδηγούσε στη φιλία.
Απομάκρυνε από την άνετη κι ευχάριστη ζωή και οδηγούσε στη δύσκολη, τη σκληρή, τη γεμάτη θλίψεις.
Και μάλιστα οδηγούσε σ’ αυτήν εκείνους, που είχαν συνηθίσει στη ζωή των ανέσεων.
Γιατί δεν έγιναν, βέβαια, χριστιανοί, άνθρωποι που ζούσαν σ’ άλλους κόσμους και δεν είχαν αμαρτωλές συνήθειες, αλλά έγιναν εκείνοι που είχαν σαπίσει μέσα σ’ αυτές και είχαν γίνει πιο μαλακοί κι από τον πηλό.
Αυτούς κάλεσε να βαδίσουν τον σκληρό και τραχύ δρόμο.
Και τους έπεισε να τον βαδίσουν!
Πόσους έπεισε;
Όχι μόνο δυό η δέκα η είκοσι η εκατό, αλλ´ αμέτρητους.
Και με ποιούς τους έπεισε;
Με δώδεκα ανθρώπους αμόρφωτους, ακαλλιέργητους, άσημους, φτωχούς, χωρίς περιουσία, χωρίς σωματική δύναμη, χωρίς δόξα, χωρίς λαμπρή καταγωγή, χωρίς ρητορική ικανότητα.
Με δώδεκα ανθρώπους που ήταν ψαράδες, σκηνοποιοί, αλλόγλωσσοι.
Γιατί ούτε καν την ίδια γλώσσα δεν είχαν με τους ειδωλολάτρες.
Μιλούσαν την εβραϊκή, που ήταν πολύ διαφορετική απ' όλες τις άλλες γλώσσες.
Μ' αυτούς λοιπόν τους δώδεκα οικοδομήθηκε η Εκκλησία και απλώθηκε στα πέρατα της οικουμένης.

Και δεν είναι μόνο τούτο το θαυμαστό, αλλά και το ότι αυτοί οι λίγοι, οι φτωχοί, οι αμόρφωτοι και περιφρονημένοι, που βάλθηκαν ν’ αλλάξουν την ανθρωπότητα, δεν έκαναν ανενόχλητοι το έργο τους.
Από παντού αντιμετώπιζαν αναρίθμητους πολέμους.
Τους πολεμούσαν σε κάθε έθνος και σε κάθε πόλη.
Αλλά τι λέω για έθνη και πόλεις;
Σε κάθε σπίτι ξεσηκωνόταν πόλεμος εναντίον τους.
Η διδασκαλία τους χώριζε πολλές φορές το παιδί από τον πατέρα, τη νύφη από την πεθερά, τον ένα αδελφό από τον άλλο, το δούλο από τον αφέντη, τον υπήκοο από τον άρχοντα, τον άνδρα από τη γυναίκα και τη γυναίκα από τον άνδρα.
Στην κάθε οικογένεια δεν πίστευαν όλοι ταυτόχρονα, κι έτσι οι χριστιανοί υπέμεναν καθημερινές διαμάχες, ακατάπαυστες εχθρότητες, μύριους θανάτους.
Σαν κοινούς αντιπάλους και εχθρούς όλοι τους πολεμούσαν. Τους καταδίωκαν οι βασιλιάδες, οι άρχοντες, οι υπήκοοι, οι ελεύθεροι, οι δούλοι, οι όχλοι, οι πόλεις.
Και δεν καταδίωκαν μόνο τους ίδιους, αλλά - πράγμα φοβερό - καταδίωκαν ακόμα και τους νεόφυτους κατηχούμενους, εκείνους δηλαδή που μόλις είχαν πιστέψει.
Προξενούσε φρίκη και οργή στους ειδωλολάτρες η σκέψη να εγκαταλείψουν τους βωμούς, να περιφρονήσουν τις θυσίες, που όλοι οι πατέρες και οι πρόγονοί τους τελούσαν, και να πιστέψουν στον Κύριο.
Να πιστέψουν σ’ Αυτόν που έλαβε ανθρώπινη σάρκα από την Παρθένο Μαρία, που δικάστηκε από τον Πιλάτο, που έπαθε αναρίθμητα δεινά κι εξευτελισμούς, που υπέμεινε τον ατιμωτικό θάνατο, που ενταφιάστηκε και αναστήθηκε.

Το παράδοξο μάλιστα είναι, ότι, ενώ τα πάθη του Κυρίου ήταν αναμφισβήτητα -πολλοί είχαν δει τις μαστιγώσεις, τα χτυπήματα, τα φτυσίματα, τα ραπίσματα, το σταυρό, τους χλευασμούς, τον τάφο-, δεν συνέβαινε το ίδιο και με την ανάσταση.
Ο Κύριος, μετά από την ανάστασή Του, εμφανίστηκε μόνο σε μαθητές.
Παρά το γεγονός αυτό, μιλούσαν για την ανάσταση και έπειθαν τους λαούς και οικοδομούσαν την Εκκλησία.
Πως; Με ποιόν τρόπο;
Με τη δύναμη του Κυρίου, που τους έστειλε να κηρύξουν το ευαγγέλιό Του στα έθνη.
Αυτός ήταν που τους άνοιξε το δρόμο.
Αυτός διευκόλυνε το δύσκολο έργο τους.
Αν δεν τους βοηθούσε η θεία δύναμη, ούτε καν θ’ άρχιζε η διάδοση του χριστιανισμού.
Γιατί ενώ οι τύραννοι οπλίζονταν εναντίον της Εκκλησίας, ενώ οι στρατιώτες πρότειναν τα όπλα τους, ενώ οι όχλοι μαίνονταν σαν αγριεμένη φωτιά, ενώ η κακή συνήθεια αντιπαρατασσόταν, ενώ ρήτορες, σοφιστές, πλούσιοι, ιδιώτες και άρχοντες ξεσηκώνονταν, ο λόγος του Θεού, πιο ισχυρός κι από φλόγα, έκανε στάχτη τ’ αγκάθια, καθάρισε τους αγρούς κι έσπειρε το λόγο του κηρύγματος.
Άλλοι από τους πιστούς ρίχνονταν στις φυλακές, άλλοι εξορίζονταν, άλλων οι περιουσίες δημεύονταν, άλλοι φονεύονταν, άλλοι διαμελίζονταν.
Και μολονότι οι χριστιανοί αντιμετωπίζονταν σαν κοινοί εγκληματίες, υπομένοντας κάθε είδος τιμωρίας, ατιμώσεως και διωγμού, όλο και περισσότεροι έρχονταν στην Εκκλησία.
Μάλιστα, όχι μόνο δεν αποθαρρύνονταν οι νέοι πιστοί από τα βασανιστήρια που έβλεπαν να υπομένουν οι παλαιότεροι, αλλά γίνονταν προθυμότεροι!
Μόνοι τους έτρεχαν, αβίαστα, ευγνωμονώντας τους βασανιστές τους. Γίνονταν θερμότεροι στην πίστη, βλέποντας τους χειμάρρους των αιμάτων των πιστών.

Είδες την ασύγκριτη δύναμη Εκείνου που έκανε όλ’ αυτά τα θαύματα; 
Πως είναι δυνατό να μη λυπάται κανείς, υποφέροντας τέτοια φρικτά μαρτύρια;
Όμως αυτοί χαίρονταν, σκιρτούσαν!
Αυτό ομολογεί, σαν παράδειγμα, ο άγιος ευαγγελιστής Λουκάς, πως έγινε και με τους αποστόλους, τότε που «έφυγαν από το συνέδριο χαρούμενοι, γιατί αξιώθηκαν να κακοποιηθούν για χάρη του Χριστού» (Πραξ. 5:41).
Κι ενώ ούτ’ ένα τοίχο δεν μπορεί να χτίσει κανείς με πέτρες και ασβέστη όταν καταδιώκεται, οι απόστολοι έχτιζαν την Εκκλησία σ’ όλη την οικουμένη υποφέροντας διωγμούς, φυλακίσεις, εξορίες και μαρτυρικούς θανάτους. Και δεν την έχτιζαν με πέτρες, αλλά με ψυχές, πράγμα πολύ δυσκολότερο.
Γιατί δεν είναι το ίδιο να χτίζεις ένα τοίχο με το να πείθεις διεφθαρμένες ψυχές ν’ αλλάζουν τρόπο ζωής, να εγκαταλείπουν τη δαιμονική μανία τους και ν’ ακολουθούν τη ζωή της αρετής.
Το κατόρθωσαν όμως αυτό, γιατί είχαν μαζί τους την ακαταμάχητη δύναμη του Κυρίου, που είχε προφητέψει: «Θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου, και δεν θα την κατανικήσουν οι δυνάμεις του άδη» (Ματθ. 16:18).
Συλλογίσου πόσοι τύραννοι πολέμησαν την Εκκλησία και πόσους φοβερούς διωγμούς ξεσήκωσαν εναντίον της...

Ο Αύγουστος, ο Τιβέριος, ο Γάιος, ο Νέρων, ο Βεσπασιανός, ο Τίτος και οι διάδοχοί τους μέχρι τον Μέγα Κωνσταντίνο, ήταν όλοι ειδωλολάτρες. Και όλοι -άλλος ηπιότερα, άλλος σκληρότερα- πολεμούσαν την Εκκλησία. Την πολεμούσαν όλοι. Κι αν μερικοί δεν ξεσήκωναν οι ίδιοι διωγμούς, όμως η προσήλωσή τους στην ειδωλολατρία υποκινούσε στον αγώνα εναντίον της Εκκλησίας όσους ήθελαν να τους κολακέψουν.
Παρ’ όλα αυτά, τα κακόβουλα σχέδια και οι επιθέσεις των ειδωλολατρών διαλύθηκαν σαν ιστοί αράχνης, σκορπίστηκαν σαν σκόνη, εξαφανίστηκαν σαν καπνός.
Άλλα και όσα σχεδίαζαν εναντίον της Εκκλησίας, έγιναν αφορμή να προκύψει μεγάλη ωφέλεια στους χριστιανούς.
Γιατί δημιούργησαν τις χορείες των μαρτύρων, που αποτελούν το θησαυρό, τους στύλους, τους πύργους της Εκκλησίας.

Βλέπεις λοιπόν τη θαυμαστή εκπλήρωση της προφητείας;
Πραγματικά, «οι δυνάμεις του άδη δεν θα την κατανικήσουν».
Από τα παρελθόντα όμως, πίστευε και για τα μέλλοντα.
Και στο μέλλον κανείς δεν θα μπορέσει να νικήσει την Εκκλησία.
Γιατί αν δεν κατόρθωσαν να τη συντρίψουν όταν αριθμούσε λίγα μέλη, όταν η διδασκαλία της φαινόταν καινούργια και παράξενη, όταν τόσοι φοβεροί πόλεμοι και τόσοι πολλοί διωγμοί από παντού ξεσηκώνονταν εναντίον της, πολύ περισσότερο δεν θα μπορέσουν να τη βλάψουν τώρα, που κυριάρχησε σ’ όλη την οικουμένη, που κυρίεψε όλα τα έθνη και που εξαφάνισε τους βωμούς και τα είδωλα, τις γιορτές και τις τελετές, τον καπνό και την τσίκνα των αισχρών θυσιών.

Πως πέτυχαν οι απόστολοι ένα τόσο μεγάλο, ένα τόσο σπουδαίο κατόρθωμα, έπειτα από τόσα εμπόδια;
Ασφαλώς με τη θεϊκή και ακαταμάχητη δύναμη Εκείνου, που προφήτεψε τη δημιουργία και το θρίαμβο της Εκκλησίας. Αυτό κανείς δεν μπορεί να το αρνηθεί, εκτός κι αν είναι ανόητος και εντελώς ανίκανος να σκέφτεται.

Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2015

«Οὐδέποτε διά μεσότητος, ἄνθρωπε, τά ἐκκλησιαστικά διωρθώθη»*

ag Markos Eygenikos
Τοῦ ἐν ῾Αγίοις πατρός ἡμῶν Μάρκου ᾿Επισκόπου ᾿Εφέσου τοῦ Εὐγενικοῦ 

᾿Ενδοξότατε, σοφώτατε, λογικώτατε καί ποθεινότατε εἰς ἐμέ ἀδελφέ καί πνευματικέ μου υἱέ, κύριε Γεώργιε, εὔχομαι πρός τόν Θεόν νά εἶσαι ὑγιής ψυχικῶς καί σωματικῶς καί σέ ὅλα νά ἔχεις καλῶς. Μέ τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί ἐγώ εἶμαι ἀρκετά καλά κατά τήν ὑγεία τοῦ σώματος.


῞Οση χαρά μᾶς γέμισες, ὅταν τάχθηκες μέ τήν ὀρθή πίστη καί τό εὐσεβές καί πάτριο φρόνημα, καί ὑποστήριξες τήν ἀλήθεια, πού οἱ ἄδικοι κριτές καταδίκασαν, τόση -ἀπεναντίας- λύπη καί κατήφεια μᾶς κυρίευσε, ὅταν ἀκούσαμε τήν μεταβολή σου καί πάλι τά ἀντίθετα νά φρονεῖς καί νά λέγεις, καί νά συντρέχεις τούς κακούς οἰκονόμους μέ τήν θεωρία τῆς «μεσότητας» καί τῆς «οἰκονομίας». Εἶναι ἄραγε καλές αὐτές οἱ θεωρίες καί ἄξιες μιᾶς ψυχῆς ποῦ φιλοσοφεῖ;

Καί ἐνῷ ἐγώ σκεπτόμουν νά σοῦ πλέξω τό ἐγκώμιο καί εἶχα κατά νοῦ τόν μέγα Γρηγόριο τόν τῆς Θεολογίας ἐπώνυμο, ὁ ὁποῖος ἐπαινοῦσε κάποιον φιλόσοφο ῎Ηρωνα λεγόμενο, ἀντιστεκόμενο στήν πλάνη τῶν ᾿Αρειανῶν μέ τά λόγια ὅτι ἀφοῦ μέ μαστίγιο καταξεσχίσθηκε τό σῶμα του, πῆγε στήν ἐξορία. Σύ ὅμως δίχως οὔτε τοῦ ἑνός, οὔτε τοῦ ἄλλου λυπηροῦ πεῖρα νά ἀποκτήσεις, μόνον μέ ἀπειλές, ἀπ' ὅτι φαίνεται, πτοήθηκες καί ἔτσι εὔκολα ἀμέσως ἐπρόδωσες τήν ἀλήθεια. «Τίς δώσει τῇ κεφαλῇ μου ὕδωρ καί τοῖς ὀφθαλμοῖς μου πηγήν δακρύων καί κλαύσομαι τήν θυγατέρα Σιών» τήν τοῦ φιλοσόφου (ἐννοῶ) ψυχή «(ἶ)ιπιζομένην καί μεταφοερομένην, ὡς χνοῦς ἀπό ἅλωνος θερινῆς». ᾿Αλλά θά πεῖς ἴσως, ὅτι δέν πῆγες στήν ἀντίθετη πλευρά, ἀλλά ὅτι σέ μιά μέση κατάσταση καί κάποια «οἰκονομία» ἀποβλέπεις. Οὐδέποτε μέ τίς μέσες καταστάσεις, ἄνθρωπέ μου, διορθώθηκαν τά ἐκκλησιαστικά. Δέν ὑπάρχει μέση κατάσταση μεταξύ ἀληθείας καί ψεύδους. ᾿Αλλά, ὅπως ὅποιος φεύγει ἀπό τό φῶς, στό σκοτάδι -κατ' ἀνάγκην- μεταφέρεται, ἔτσι καί αὐτός πού παρεκκλίνει ἔστω καί λίγο ἀπό τήν ἀλήθεια στό ψεῦδος πλέον ἀνήκει, θά λέγαμε ἀληθῶς. Καίτοι μπορεῖ κανείς νά μιλήση γιά μέση κατάσταση μεταξύ φωτός καί σκότους, αὐτό πού καλεῖται λυκαυγές ἤ λυκόφως, ὅμως μέση κατάσταση μεταξύ ἀληθείας καί ψεύδους δέν θά μπορέσει νά ἀνακαλύψει κανείς ὅσο πολύ καί ἄν κοπιάσει.

῎Ακουσε πῶς «ἐγκωμιάζει» τήν Σύνοδο πού εἰσηγεῖται τήν μέση κατάσταση ὁ πολύς ἐν θεολογίᾳ Γρηγόριος. «᾿Εκείνη ἡ Σύνοδος μπορεῖ νά ὀνομασθεῖ, εἴτε Πύργος τῆς Χαλάνης (τῆς Βαβέλ) στόν ὁποῖο ὁ Θεός καλῶς προκάλεσε τήν σύγχυση τῶν γλωσσῶν (ὅπως καί ἔπρεπε, διότι ἡ συμφωνία ἦταν γιά κακό), εἴτε τό Συνέδριο τοῦ Καϊάφα, πού κατέκρινε τόν Χριστό, εἴτε κάτι παρόμοιο. Διότι αὐτή τά πάντα ἀνέτρεψε καί συνέχεε. Τό μέν εὐσεβές καί παλαιό δόγμα γιά τό ὁμότιμον τῆς ῾Αγίας Τριάδος κατέλυσε, προσπαθῶντας μέ διάφορα τεχνάσματα νά γκρεμίσει τό ὁμοούσιον, πρός δέ τήν ἀσέβεια ἄνοιξε τήν θύρα μέ τήν μεσότητα τῆς διατυπώσεως. Διότι ἔγιναν σοφοί γιά νά πράττουν τά κακά ἐνῷ τό νά πράττουν τά καλά δέν ἐγνώρισαν". ᾿Αλλά δέν ταιριάζουν αὐτά καί γιά τήν δική μας τωρινή Σύνοδο1; Καί πολύ μάλιστα, ἐγώ θά ἔλεγα. ᾿Αλλά, ὅσο δέν ἦταν καί τόσο πρόθυμη νά μεταχειρισθεῖ τήν μεσότητα καί τήν διπλόη τόσο ἐμποδιζόταν ἀπό τούς μισθοδότες (Λατίνους). Γι' αὐτό καί φανερά τήν βλασφημία ἐξέφρασε κατά τίς προσδοκίες ἐκείνων. Μᾶλλον, ὅπως εἶπε ὁ προφήτης «᾿Ωά ἀσπίδων ἔρρηξαν καί ἱστόν ἀράχνης ὑφαίνουσι». Καί ὄντως, ἱστός ἀράχνης εἶναι ὁ ὅρος πού αὐτοί συνέθεσαν καί ὀνόμασαν. ῞Ας μή μᾶς ἐξαπατοῦν λοιπόν μέ τήν υἱοθέτηση τῆς μεσότητας καί τῆς διπλόης. Καϊαφαϊκό Συνέδριο εἶναι, ὅσο ἡ ἕνωση πού ἔκαναν τήν ᾿Εκκλησία ἐπισκιάζει.

Μέχρι πότε, ἀγαπητέ, θά ἀπασχολεῖς στά μάταια τό εὐγενικό καί φιλότιμο τῆς ψυχῆς σου; Μέχρι πότε θά ζεῖς στά ὄνειρα, καί πότε ἐσύ θά ἐπιδιώξεις τήν ἀλήθεια μέ τόν πρέποντα ζῆλο; Φεῦγε ἀπό τήν Αἴγυπτο δίχως ἐπιστροφή. Φεῦγε ἀπό τά Σόδομα καί τά Γόμορα. Πήγαινε πρός τό ῎Ορος νά σωθεῖς καί νά μή συμπεριληφθεῖς στήν καταστροφή. ᾿Αλλά σέ ἔχει κυριεύσει ἡ κενοδοξία καί ὁ ψευδώνυμος πλοῦτος, καί τά κομψά καί ἀνθοστόλιστα ἐνδύματα καί τά ὑπόλοιπα πού συνθέτουν τήν κοσμική εὐημερία. ᾿Αλοίμονο στήν ἀφιλόσοφο διάνοια τοῦ φιλοσόφου! ᾿Αναλογίσου αὐτούς πού πρίν ἀπό ἐσέ ἀσχολήθηκαν μέ αὐτά πού σύ θεωρεῖς σημαντικά.

Αὔριο καί ἐσύ θά κατεβεῖς στόν ῞Αδη, ἀφήνοντας τά πάντα πίσω σου ἐπάνω στή γῆ. Καί τότε θά σοῦ ζητηθεῖ λόγος μέ πολλή ἀκρίβεια γιά τά ὅσα ἔπραξες ἐν ζωῇ, ὅπως ἀκριβῶς καί ἀπό τήν ψευδώνυμη Σύνοδο θά ζητηθεῖ τό αἷμα τῶν χαμένων ψυχῶν πού σκαναλίσθηκαν ὡς πρός τήν πίστη αὐτῶν πού δέχθηκαν στίς ψυχές τους τήν ἀφόρητη καί ἀσυγχώρητη βλασφημία κατά τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος καί νά ἀναφέρουν τήν ὕπαρξή Του σέ δύο ἀρχές (ἐνν. τήν αἵρεση τοῦ φιλιόκβε), αὐτῶν πού ὑποτάχθηκαν στά λατινικά ἄθεσμα καί καταγέλαστα ἔθη, καί ἕλκυσαν τίς ἀρές καί τά ἀναθέματα ἐπάνω στά κεφάλια τους ἐξαιτίας τῆς καινοτομίας στά θέματα τῆς πίστεως.

᾿Αλλά, δῆθεν, γιά τήν σωτηρία καί προκοπή τοῦ γένους ἔγινε ἡ ἕνωση ἀπό αὐτούς. Δέν βλέπεις, τούς ἐχθρούς τοῦ Σταυροῦ (τούς Τούρκους) πῶς φεύγουν, καί ἕνας δικός μας νά διώκει χιλίους καί νά τρέπει σέ ὑποχώρηση εἴκοσι χιλιάδες; Καί ὅμως, ἀκριβῶς τό ἀντίθετο βλέπουμε. Διότι «ἐάν μή Κύριος οἰκοδομεῖ» τήν ἐξουσία μας «εἰς μάτην ἐκοπίασαν οἱ οἰκοδομοῦντες»· ἐάν μή Κύριος φυλάξη τήν πολη μας «εἰς μάτην ἠγρύπνησαν οἱ διά τῶν χρυσίων τοῦ Πάπα ταύτην φυλάσσοντες».

᾿Αλλά, ἔλα λοιπόν, σύνελθε καί «ἄφες τούς νεκρούς θάπτειν τούς ἑαυτούς νεκρούς». ῎Αφησε «τά τοῦ Καίσαρος τῷ Καίσαρι» καί δώσε στόν Θεό τήν ψυχή πού κτίσθηκε καί στολίσθηκε ἀπό ᾿Εκεῖνον. Κατάλαβε τό χρέος σου πρός Αὐτόν καί δώσε τά ὀφειλόμενα.

Ναί, σέ παρακαλῶ, φίλτατε καί σοφώτατε, κάνε νά χαρῶ μέ τήν ἐπιστροφή σου καί νά δοξάσω τόν Θεό, ὁ ὁποῖος ἄς σέ διαφυλάττει ἀπό κάθε κακό πού μπορεῖ νά σοῦ τύχει.

῾Ο ταπεινός Μητροπολίτης 
᾿Εφέσου καί πάσης ᾿Ασίας
Μάρκος




῾Η ᾿Επιστολή ἀπευθύνεται στόν Γεώργιον τόν Σχολάριον τόν μετέπειτα γενόμενο Μοναχό Γεννάδιο καί πρῶτο Πατριάρχη μετά τήν ἅλωση. ῾Ο Γεώργιος Σχολάριος ἦταν κάτοχος τῆς Φιλοσοφίας, ἕνας ἀπό τούς πιό μορφωμένους ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του. ᾿Αρχικῶς εἶχε δεχθεῖ τήν ἀπόφαση τῆς ψευδοσυνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας. ῎Επειτα, πείσθηκε ἀπό τόν ῞Αγιο Μάρκο τόν Εὐγενικό καί ἔγινε ἀνθενωτικός καί διαδέχθηκε τόν ῞Αγιο Μάρκο στήν ἡγεσία τῆς ἀνθενωτικῆς μερίδος.

Πρόκειται γιά τήν καλύτερη ἀπάντηση στούς σύγχρονους κήρυκες τῆς «μεσότητος», δηλαδή τῆς θεωρίας ὅτι δέν πρέπει νά εἴμεθα οὔτε οἰκουμενιστές, οὔτε ζηλωτές ἀλλά νά βαδίζουμε τήν «μέση καί βασιλική ὁδό» μεταξύ ἀληθείας καί ψεύδους!

† Ο.Μ.Φ.



Δευτέρα 19 Ιανουαρίου 2015

ΖΗΛΩΤΗΣ ΜΟΝΑΧΟΣ ΠΟΥ ΕΙΧΑΝ ΓΙΑ ΠΛΑΝΕΜΕΝΟ ΒΡΕΘΗΚΕ ΑΦΘΑΡΤΟΣ ΣΤΟ ΚΕΛΙ ΤΟΥ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ!

kausokalibia

Γράφει ο Αιμίλιος Πολυγένης

Μάρτυρες ενός θαυμαστού γεγονότος έγιναν οι Πατέρες της Σκήτης των Καυσοκαλυβίων του Αγίου Όρους, με μοναχό που βρέθηκε νεκρός ένα μήνα μετά την κοίμησή του.
Αποκλειστικές πληροφορίες της Romfea.gr αναφέρουν ότι πρόκειται για τον 74χρονο Μοναχό Στέφανο που ζούσε στο Κελλί των Τριών Ιεραρχών στα Καυσοκαλύβια για περίπου 40 χρόνια.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι ο μοναχός δεν είχε κοινωνία με τους πατέρες της Σκήτης, ενώ πολλοί λέγανε ότι ήταν σε πλάνη και δεν είχε κανείς επαφή μαζί του.
Τον τελευταίο καιρό ο μοναχός Στέφανος δεν είχε δώσει κανένα σημείο ζωής,  που είχε ως αποτέλεσμα να κοιμηθή και να παραμείνει νεκρός στο κελί του 1 με 1,5 μήνα.
Αυτόπτες μάρτυρες ανέφεραν στην Romfea.gr ότι οι πατέρες που τον βρήκαν νεκρό έκαναν λόγω για μεγάλο θαύμα, αφού μετά από ένα μήνα ο μοναχός ήταν σχεδόν άφθαρτος, εύκαμπτος και δεν είχε την παραμικρή μυρωδιά.
Οι πατέρες που βρήκαν τον μοναχό Στέφανο προβληματίστηκαν στο πως κρίνει τελικά ο Θεός τον κόσμο.
Να αναφερθεί ότι η Ιερά Μεγίστη Λαύρα παρόλο που ο μοναχός Στέφανος δεν είχε κοινωνία με την Σκήτη, έδωσε εντολή να γίνει η κηδεία του και να ταφεί ως κανονικός μοναχός της Σκήτης.
Καυσοκαλυβίτης Μοναχός μιλώντας στην Romfea.gr μεταξύ άλλων ανέφερε: "Ο μοναχός Στέφανος ζούσε την απόλυτη πτωχεία αφού δεν είχε κρεβάτι στο κελλί του, κοιμόταν πάνω σε ένα ξύλο, ενώ δεν είχε ούτε σεντόνια και κουβέρτες."
Τελικά όπως είπε και ο Κύριος "Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε".....

Νεότερη ενημέρωση: Τα γνωστά ιστολόγια που εκμεταλλεύονται το όνομα του Αγίου Όρους, έσπευσαν να διαψεύσουν την είδηση για τα περί αφθαρσίας του σκηνώματος του μοναχού Στεφάνου!
Εμείς δεν είμαστε Ιατροδικαστές για να ξέρουμε το πόσο σε αφθαρσία ήταν ο μακαριστός γέροντας, όμως εκείνοι που προσπαθούν να διαψεύσουν την είδηση το κάνουν επειδή ο μοναχός Στέφανος ήταν ζηλωτής και δεν θέλουν να εκτεθούν.
Προς ενημέρωση όμως των αναγνωστών θέτουμε σε εκείνους που προτρέχουν να διαψεύσουν τα εξής ερωτήματα:  Αφού ο εν λόγω μοναχός ήταν ζηλωτής γιατί μνημόνευσαν το όνομά του στην αγρυπνία; Επίσης γιατί ο μοναχός Στέφανος τελικά ετάφη κανονικά; 
Επειδή ως  Romfea.gr γνωρίζουμε πολύ καλά το παρασκήνιο, ας προσέχουν μερικοί τι λένε και τι γράφουν γιατί πολύ απλά γίνονται γραφικοί.

Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2014

Ὁ μακαριστὸς Ἐπίσκοπος Κωνσταντῖνος τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς βρέθηκε μὲ Ἄφθαρτο Ἱερὸ Λείψανο

EpKonstantin8


Θαυμαστὸ Σημεῖο
Μία Ἀπάντησις ἐξ Οὐρανοῦ σὲ κατάλληλη στιγμὴ

ΤΗΝ Δευτέρα, 18.11/1.12.2014, ἡ Σορὸς τοῦ μακαριστοῦ Ἐπισκόπου Κωνσταντίνου (Ἐσσένσκυ) τῆς Ρωσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς, ἐτέθη σὲ νέο φέρετρο, μετὰ τὴν πρόσφατη ἐκταφή του, προκειμένου νὰ ἀποτεθῆ σὲ νέο μνῆμα στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Τριάδος στὸ Τζόρντανβιλ Νέας Ὑόρκης τῶν Η.Π.Α..

EpKonstantin2
Πρὸ τῆς νέας ταφῆς, τελέσθηκε Παννυχίδα στὸν Ναὸ τῆς Μονῆς ἀπὸ τὸν μητροπολίτη Ἱλαρίωνα, τὸν Ἡγούμενο π. Λουκᾶ καὶ ἄλλους Κληρικούς, καὶ ὅλοι πιστοποίησαν μὲ δέος τὴν Ἀφθαρσία τοῦ ἱεροῦ Σκηνώματος τοῦ μακαριστοῦ Ἱεράρχου, τὸ ὁποῖο προσεκύνησαν.

 EpKonstantin6
 σχολάζων Ἐπίσκοπος Κωνσταντῖνος εἶχε κοιμηθῆ τὸν Μάϊο τοῦ 1996, καὶ 18,5 χρόνια ἀργότερα, στὶς ἡμέρες μας, βρέθηκε στὴν θαυμαστὴ αὐτὴ κατάστασι, ἐνδεικτικὴ θείας εὐαρεστήσεως καὶ ἐξαιρετικῆς Ἁγιοπνευματικῆς δωρεᾶς καὶ εὐλογίας.

 Ep.Konstantin14

Πρὸ τῆς ἐκ νέου ταφῆς, τονίσθηκαν τὰ χαρίσματα καὶ οἱ ἀρετὲς τοῦ ἀοιδίμου Ἀρχιερέως, καὶ ἐκφράσθηκε ἡ ἐλπίδα κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, νὰ συμπεριληφθῆ καὶ ἐπίσημα στὸν χορὸ τῶν Ἁγίων.

Ep.Konstantin10

Βέβαια, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς, μετὰ τὴν δύσφημη Ἕνωσί της τὸν Μάϊο τοῦ 2007 μὲ τὸ Πατριαρχεῖο Μόσχας, καὶ δι’ αὐτοῦ μὲ τὴν λεγομένη ἐπίσημη ὀρθοδοξία, ἀποκόπηκε ἀπὸ τὴν ζῶσα Παράδοσι τῶν μεγάλων Ἱεραρχῶν της, οἱ Ὁποῖοι ἀπετέλεσαν Στύλους Ὀρθοδόξου Ὁμολογίας καὶ Ἀρετῆς στὴν σύγχρονη ἐποχή.


Μετὰ τὸν Ἅγιο Ἀρχιεπίσκοπο Ἰωάννη Μαξίμοβιτς (+ 1966), μὲ τὸ Ἄφθαρτο Σκήνωμά του, ἀκολούθησε ὁ Ἅγιος Μητροπολίτης Φιλάρετος (+1985), ὁ ὁποῖος κατέλιπε ἐπίσης Ἄφθαρτο Σκήνωμα, ὅπως πιστοποιήθηκε τὸ 1998, ἀλλὰ τέθηκε καὶ πάλι σὲ μνῆμα καὶ μέχρι σήμερα δὲν ἔγινε Ἀνακομιδή του. Τώρα, καὶ ὁ μακαριστὸς Ἐπίσκοπος Κωνσταντῖνος ἀνευρίσκεται ὡς τρίτος Ἱεράρχης τῆς ἰδίας αὐτῆς μαρτυρικῆς καὶ ὁμολογητρίας Ἐκκλησίας μὲ Ἄφθαρτο Λείψανο, καταδεικνύων τὴν ἰδιαίτερη θεία εὐλογία ἐπὶ τῆς Ἐκκλησίας Αὐτῆς, ἡ Ὁποία ἀπετέλεσε ἐν πολλοῖς κυματοθραύστη τῆς Οἰκουμενιστικῆς Ἀποστασίας κατὰ τὴν τελευταία ἰδίως 50ετία.



***

Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι ὁ μακαριστὸς Ἐπίσκοπος Κωνσταντῖνος φανερώθηκε ὡς θεία Ἀπάντησι τὴν ἑπομένη μόλις ἡμέρα ἀπὸ ὅσα οἰκτρὰ καὶ προδοτικὰ συνέβησαν στὸ Φανάρι τῆς Κωνσταντινουπόλεως μεταξὺ Οἰκουμενιστοῦ πατριάρχου Βαρθολομαίου καὶ Πάπα Ρώμης Φραγκίσκου. Ἐγράφησαν καὶ γράφονται πολλὰ ἀπὸ πολλούς, γιὰ τὴν παρανομία καὶ παράβασι ποὺ ἐπιτελέσθηκε, γιὰ τὴν βεβήλωσι, τὴν ἔκπτωσι καὶ τὴν ἀνατροπὴ παντὸς ἀγαθοῦ, ἀπὸ ὅσα ἔλαβαν χώρα καὶ ἰδίως ἀπὸ τὸν λατρευτικὸ οἰκουμενιστικὸ συγχρωτισμό τους καὶ ὅσα διακηρύχθηκαν καὶ δηλώθηκαν ἀπὸ ἀμφοτέρους καὶ ἀπὸ κοινοῦ. Πάρα ταῦτα, λίγοι φαίνεται νὰ κατανοοῦν καὶ νὰ ἀποδέχονται τὴν κριτικὴ θεώρησι, ἐνῶ οἱ πολλοὶ ἐπιχαίρουν στὴν Ἀποστασία. Ἀκόμη δὲ ὀλιγότεροι εἶναι ὅσοι ἀπομακρύνονται ἀπὸ τοὺς ἀκοινωνήτους Οἰκουμενιστάς, γιὰ νὰ μὴ ὑποπέσουν στὸ αὐτὸ ἔγκλημα καὶ στὸ αὐτὸ κρῖμα καὶ κατάκριμα. Τέλος, ὑπάρχουν καὶ ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἐνῶ ἀντιλαμβάνονται τὴν σαφέστατη ἔκπτωσι τῶν Οἰκουμενιστῶν ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια, προσπαθοῦν ἀπεγνωσμένα νὰ πείσουν περὶ τῆς φρικτῆς πλάνης, ὅτι ἡ ἀποφυγὴ κοινωνίας μαζί τους εἶναι ἀνεπίτρεπτη, διότι δῆθεν ὁδηγεῖ σὲ ἔξοδο ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ!

papaspatriarx

νώπιον αὐτῆς τῆς θλιβερᾶς ἐν γένει καταστάσεως, ἔρχονται οἱ σύγχρονοι Ἱεροὶ Ὁμολογητὲς καὶ ἀποδεικνύουν μὲ τὴν μαρτυρία καὶ πρακτική τους, ποὺ ὁ Θεὸς σφραγίζει μὲ τὴν Ἀφθαρσία τῶν Λειψάνων τους, τὴν βεβαίωσι τῆς Ἀληθείας ὅτι ἡ ἔξοδος, καὶ ὄχι μόνον ἡ καταγγελία, ἀπὸ τὴν σύναξι τῶν πονηρευομένων περὶ τὴν Πίστιν, ὄχι μόνον δὲν ἀποστερεῖ τὸν Ἁγιασμὸ καὶ τὴν Σωτηρία, ἀλλὰ ἐφελκύει πλουσιοπαρόχως τὴν θεία Εὐλογία καὶ Χάρι!


ς γνωστόν, ἡ Ρωσικὴ Ἐκκλησία τῆς Διασπορᾶς, ἐπὶ Ἁγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου, ὡμολόγησε τὴν καλὴν Ὁμολογίαν κατὰ τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τὴν ὁποίαν τελικῶς καὶ ἀναθεμάτισε τὸ θέρος τοῦ 1983.


***

μως, ποιός εἶναι ὁ Ἐπίσκοπος Κωνσταντῖνος καὶ ποιό εἶναι τὸ μήνυμά του;

EpKonstantin5

 κατὰ κόσμον Ἐμμανουὴλ Ἐσσένσκυ γεννήθηκε στὴν Ἁγία Πετρούπολι τῆς Ρωσίας τὸ 1907. Ὁ πατέρας του Μαυρίκιος, καταγώμενος ἀπὸ τὴν Λατβία, ἀνῆκε στὴν Βασιλικὴ Αὐλή, ἡ δὲ μητέρα του Μάρθα ἦταν γεωργιανικῆς καταγωγῆς. Ἀπὸ τοὺς γονεῖς του, καὶ ἰδίως ἀπὸ τὴν εὐλαβῆ μητέρα του, διδάχθηκε τὰ ἀγαθὰ σπέρματα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, τὴν ἀγάπη γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὴν Θεία Λατρεία Του, τὸν πόθο γιὰ τὴν μίμησι τῶν Ἁγίων διὰ πράξεως καὶ ἀρετῆς.

Μετὰ τὴν Κομμουνιστικὴ Ἐπανάστασι, ἡ οἰκογένειά του μετακόμισε στὴν Λατβία τὸ 1918, ὅμως ὁ πατέρας του συνελήφθη καὶ ἐκτελέσθηκε ἀπὸ τοὺς Μπολσεβίκους, ἡ δὲ μητέρα του στὸ ἄκουσμα τῆς φοβερῆς αὐτῆς εἰδήσεως ἔπαθε καρδιακὴ προσβολὴ καὶ ἀπεβίωσε πάραυτα! Ἔτσι, ὁ Ἐμμανουὴλ ἔμεινε ὀρφανὸς καὶ ἀπὸ τοὺς δύο γονεῖς του σὲ ἡλικία μόλις 11 ἐτῶν.

Τελείωσε τὸ Σχολεῖο καὶ σπούδασε Φαρμακευτική. Ἐπίσης, φύσις καλλιτεχνικὴ καὶ εὐαίσθητη, διδάχθηκε τὴν παραδοσιακὴ ἐκκλησιαστικὴ Ἁγιογραφία ἀπὸ ἐμπείρους διδασκάλους, καὶ εἶχε ἰδιαίτερο χάρισμα στὴν ξυλογλυπτικὴ καὶ διακοσμητική.


ργότερα, τὸ 1930, σπούδασε Θεολογία στὴν Σχολὴ τοῦ Ἁγίου Σεργίου στὸ Παρίσι, ὅπου εἶχε μεταναστεύσει, καὶ τὸ 1932 χειροτονήθηκε ἄγαμος Κληρικὸς καὶ ὑπηρέτησε σὲ Ἐνορίες στὴν Γερμανία (Λειψία, Βερολῖνο κ.ἀ.).


Τὸ 1938 προσεχώρησε στὴν παραδοσιακὴ Ρωσικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Διασπορᾶς, ἀντιστρατευόμενος στὸν ἀνερχόμενο Οἰκουμενισμὸ καὶ γενικὰ τὸν μοντερνισμὸ τῶν ἄλλων Καινοτόμων Δικαιοδοσιῶν, καὶ παρακολούθησε τὴν Β’ Σύνοδο Πανδιασπορᾶς στὸ Σρέμσκυ Κάρλοβτσυ τῆς Γιουγκοσλαβίας τὸ 1938· κατ’ αὐτήν, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς διακρίβωσε τὴν ἀσυμφωνία καὶ ἀσυμβατότητά της ἔναντι τῶν πειρασμῶν τῆς Καινομίας καὶ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ποὺ ἔπλητταν τὶς λοιπὲς τοπικὲς Ἐκκλησίες.


 ἀκόμη τότε π. Ἐμμανουὴλ Ἐσσένσκυ σπούδασε ἰατρικὴ στὸ Πανεπιστήμιο τοῦ Βερολίνου, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ἀλλὰ ἡ μὴ καλὴ κατάστασι τῆς ὑγείας του τὸν ἀνάγκασε νὰ μεταναστεύση στὶς Η.Π.Α. τὸ 1949.


ρχικὰ συνέδραμε στὴν ἵδρυσι τῆς Ἐνορίας τοῦ Τιμίου Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου στὴν Οὐάσινγκτων, καὶ ἐκεῖ ἦταν ποὺ γνωρίσθηκε καλύτερα μὲ τὸν χαρισματικὸ Ἀρχιεπίσκοπο Ἰωάννη Μαξίμοβιτς, μὲ τὸν ὁποῖον συνεργάσθηκε σὲ πολλὰ θέματα. Ἦσαν ὁμόψυχοι καὶ ὁμογνώμονες.


ργότερα, ὁ π. Ἐμμανουὴλ ὑπηρέτησε ὡς Ἐφημέριος στὸ Τρέντον τῆς Νέας Ὑερσέης καὶ τελικὰ στὴν Ἐνορία τῆς Ἁγίας Σκέπης τῆς Θεοτόκου στὸ Γκλέντον Κόουβ τῆς Νέας Ὑόρκης· ἐκεῖ, ἕνα γκαρὰζ τὸ μετέτρεψε καὶ διακόσμησε σὲ μία θαυμάσια Ἐκκλησία.


EpKonstantin1

ταν καὶ παρέμενε ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, καλὸς καὶ διακριτικὸς Ποιμένας, ἄριστος Λειτουργός, μὲ ἀγάπη καὶ κατανόησι, σοβαρὸς καὶ παραδοσιακός, ἐργατικὸς καὶ προσευχητικός, κατανυκτικός, μὲ χάρισμα δακρύων, καὶ ἰδιαίτερα χαρισματικὸς Ἐξομολόγος.

λα αὐτὰ ἐκίνησαν τὴν προσοχὴ τῆς Ἀρχιερατικῆς Συνόδου καὶ τὸ 1967, ὁ π. Ἐμμανουὴλ ἔλαβε τὴν Μοναχικὴ Κουρὰ ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀβέρκιο στὴν Μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος τοῦ Τζόρντανβιλ, μὲ τὸ ὄνομα Κωνσταντῖνος, καὶ ἐν συνεχείᾳ τοῦ ἀπενεμήθη τὸ ὀφφίκιον τοῦ Ἀρχιμανδρίτου.



EpKonstantin

Στὶς 25.11/10.12.1967 χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Φιλάρετο καὶ ἄλλους Ἀρχιερεῖς τῆς Συνόδου Ἐπίσκοπος Βρισβάνης καὶ ἐστάλη στὴν Αὐστραλία. Ἐκεῖ, διακόνησε ὑποδειγματικά, ἀλλὰ ἠγέρθησαν δυσκολίες τόσο ἀπὸ μία ἀριστερὴ κομματικὴ φατρία, ἡ ὁποία τὸν πολέμησε, ὅσο καὶ ἀπὸ περίπλοκες δικαστικὲς ὑποθέσεις σχετικὰ μὲ Ναούς.


***

ς Ἐπίσκοπος Βρισβάνης, ὁ Θεοφιλ. Κωνσταντῖνος ἔλαβε μέρος, τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1971 στὴν Μονὴ Μεταμορφώσεως Βοστώνης, στὶς χειροθεσίες τῶν Ἀρχιερέων Κορινθίας Καλλίστου καὶ Κιτίου Ἐπιφανίου, τῆς Συνόδου τῶν «Ματθαιϊκῶν» τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου Ἑλλάδος, οἱ ὁποῖοι μετέβησαν στὴν Σύνοδο τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς ὑπὸ τὸν Μητροπολίτη Φιλάρετο, γιὰ τακτοποίησι τῆς ἀντικανονικότητος τῆς ἐξ ἑνὸς χειροτονίας τους. Ἡ Σύνοδος τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς εἶχε ἤδη τότε πρὸ δύο ἐτῶν, τὸ 1969, ἀναγνωρίσει ἐπισήμως τὴν Ἐκκλησία τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλάδος ὑπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Αὐξέντιο, ὡς Ἀδελφὴ Ἐκκλησία ἐν κοινωνίᾳ. Κατέβαλε ἐπίσης προσπάθεια γιὰ τὴν ἑνότητα τῶν ἐν Ἑλλάδι ἀκολούθων τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου. Ὁ δὲ Ἐπίσκοπος Κωνσταντῖνος ἦταν ὑποστηρικτὴς τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων τῆς Ἑλλάδος καὶ ἐπιθυμοῦσε τὴν καλύτερη ὀργάνωσι, ἑνότητα καὶ πρόοδό τους.

Ep.Konstantin13

λα αὐτὰ ἐνέχουν ἰδιαίτερη σημασία, ἐν ὄψει τῶν συνεχῶν κατηγοριῶν ἐναντίον μας τόσο ἀπὸ τοὺς δυσσεβεῖς Οἰκουμενιστές, ὅσο καὶ ἀπὸ τοὺς ποικίλους Νεοημερολογῖτες Ἀντι-οικουμενιστές· αὐτοί, ὅταν πρόκειται νὰ πλήξουν τὴν νόμιμη καὶ θεάρεστη μαρτυρία μας καὶ τὴν κανονικὴ Ἱερωσύνη μας, λησμονοῦν τὶς διαφορές τους καὶ ἀμέσως συνενώνονται, σὰν τὸν Πιλάτο καὶ τὸν Ἡρώδη κατὰ τὸ θεῖον Πάθος, γιὰ νὰ ἐξαπολύσουν ἐναντίον μας τοὺς κακεντρεχεῖς μύδρους τους. Ἄς γνωρίζουν ὅμως, ὅτι ἔχουμε χάριτι Θεοῦ τὴν εὐλογία καὶ ἐπιδοκιμασία συγχρόνων Ἁγίων ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ περιοπῆς Ἰωάννου Μαξίμοβιτς, Φιλαρέτου καὶ Κωνσταντίνου, μὲ θεία Βεβαίωσι τῶν Ἀφθάρτων Λειψάνων τους, καὶ τοῦτο ἀποτελεῖ γιὰ μᾶς μία -ἐκ περισσοῦ- σαφῆ καὶ ἁπτῆ ἀπόδειξι περὶ τοῦ δικαίου Ἀγῶνος μας καὶ τοῦ ἀπροσβλήτου τῆς Ἱερωσύνης μας!...

***

 Ἐπίσκοπος Κωνσταντῖνος ἀπαλλαγεὶς τῶν καθηκόντων του ἀπὸ τὴν Αὐστραλία, βρέθηκε τὸ 1977 στὶς Η.Π.Α., καὶ τελικὰ τοποθετήθηκε ὡς Ἐπίσκοπος Βοστώνης τὸ 1978 ἀπὸ τὴν Σύνοδό του. Διέμεινε ἐπὶ τριετίαν (1978-1980) στὴν Ἱερὰ Μονὴ Μεταμορφώσεως Βοστώνης, ὅπου πιστοποιήθηκε ἡ προσευχητικότητά του καὶ ἡ ἀγάπη του γιὰ τὴν Θεία Λατρεία, ἀλλὰ προέκυψε πρόβλημα ἀσυμφωνίας σὲ διάφορα πρακτικὰ ζητήματα.

Τὸ 1981 ὁ Θεοφιλ. Κωνσταντῖνος τοποθετήθηκε στὴν Ἐπισκοπὴ Ρίτσμοντ καὶ Βρετανίας, ὅπου παρέμεινε μέχρι τὸ 1985.


EpKonstantin4

Τὸ 1983 ἔλαβε μέρος στὴν Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας στὸ Μόντρεαλ τοῦ Καναδᾶ, ὑπὸ τὸν Μητροπολίτη Φιλάρετο, καὶ ὑπέγραψε σὺν τοῖς ἄλλοις καὶ τὸν περίφημο Ἀναθεματισμὸ τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ!

 Ἐπίσκοπος Κωνσταντῖνος μὲ τὴν ὀρθὴ δογματικὴ συνείδησί του, δὲν ἔπαυε νὰ καλλιεργῆ τὶς ἀρετές, νὰ εἶναι ἐξυπηρετικὸς καὶ βοηθητικὸς ὅσων εἶχαν τὴν ἀνάγκη του, νὰ ἐπιτελῆ τὴν Θεία Λατρεία μὲ ἀπαράμιλλο ζῆλο καὶ νὰ ἀγωνίζεται γιὰ τὴν πρόοδο τοῦ Ποιμνίου του, παρὰ τὶς ἀντιξοότητες ποὺ καὶ πάλι ἀνεφύησαν, ἕνεκα ἀδυναμιῶν τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ καὶ τῶν προβλημάτων τῆς εὔθραστης ὑγείας του. Ἔπασχε ἀπὸ ἀναιμία, καρδιολογικὰ προβλήματα καὶ ὀστεοπόρωσι.


τσι ἀναγκάσθηκε νὰ παραιτηθῆ ἀπὸ τὴν ἐνεργὸ δρᾶσι, συμπληρώσας 80 περίπου ἔτη ζωῆς, θεωρήθηκε σχολάζων Ἐπίσκοπος, καὶ ἀποσύρθηκε στὸ Ἐρημητήριο τῆς Παναγίας τοῦ Κοὺρσκ στὸ Μάχοπακ τῆς Νέας Ὑόρκης κατὰ τὴν πενταετία 1986-1991. Ὅμως, τὸ βαρὺ κλῖμα τῆς περιοχῆς ἐκείνης ἐπιβάρυνε τὴν ὑγεία του καὶ ἔπρεπε νὰ ἀναζητήση ἕτερο τόπο κατοικίας.



***

Τὸ 1991 ἐγκαταστάθηκε στὴν Μονὴ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ στὸ Μπλάνκο τοῦ Τέξας, ὅπου ἔζησε μέχρι τὴν μακαρία Κοίμησί του τὰ πιὸ εὐχάριστα ἔτη τῆς μακρᾶς ζωῆς του.

κεῖ ζοῦσε ἁπλὰ καὶ ταπεινά, ὡς Μοναχός, ἔτρωγε καὶ κοιμόταν ἐλάχιστα, προσευχόταν στὸν Ναὸ καὶ στὸ κελλί του, ἔκανε τὸν Κανόνα του μὲ ἑκατοντάδες μετάνοιες, ἀγρυπνοῦσε στὴν προσευχὴ γιὰ ὅλη τὴν Ἀδελφότητα καὶ τὸν κόσμο, καὶ κυριολεκτικὰ βυθιζόταν στὴν Προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ, τὴν ὁποίαν ὑπεραγαποῦσε καὶ ἀσκοῦσε ἐκ νεότητος αὐτοῦ. Ἐπεδείκνυε μεγάλη εὐγένεια καὶ ἀγάπη πρὸς ὅλους καὶ ἰδίως στὰ μικρὰ παιδιά, καὶ βοηθοῦσε τοὺς προσκυνητὲς πνευματικά. Τὸ χάρισμα τῆς κατανύξεως καὶ τῶν δακρύων του αὐξήθηκε, καὶ ὅταν ἐπρόκειτο νὰ κοινωνήση, ἦταν θαυμαστὴ καὶ ἐκπληκτικὴ ἡ εὐλάβεια καὶ ὁ κατὰ Θεὸν φόβος του: ἔτρεμε σύγκορμος καὶ τὰ ἀσυγκράτητα καὶ ἄφθονα δάκρυά του πότιζαν τὸ ἔδαφος τοῦ Ἱεροῦ Βήματος!...


Τὶς τελευταῖες ἡμέρες τῆς ζωῆς του, τὸν Μάϊο τοῦ 1996, ἡ ὑγεία του ἐπιδεινώθηκε ἀπὸ ἕνα ἀτύχημα ποὺ εἶχε, καὶ παρουσίασε πνευμονία. Δὲν θέλησε νὰ παραμείνη σὲ νοσοκομεῖο. Πλησίαζε ἤδη τὰ 90!...


EpKonstantin7

Στὶς 10/23 Μαΐου, τῆς Ἀναλήψεως, κοινώνησε μὲ ὑπερβολικὴ εὐλάβεια, τρέμων καὶ χέων κρουνηδὸν τὰ δάκρυα, καὶ τότε ὅλοι στὸ Ἅγιο Βῆμα ἀντίκρυσαν μὲ θαυμασμὸ καὶ κατάπληξι ἕνα θεῖο Φῶς, σὰν νὰ ἐξήρχετο ἀπὸ μέσα του, νὰ τὸν περιβάλλη! Τοῦτο συνέβη καὶ ὅσες ἀκόμη φορὲς κοινώνησε τὰ θεῖα Μυστήρια μέχρι τὴν ὁσιακὴ Κοίμησί του, στὶς 18/31.5.1996.

 Σορός του παρέμεινε τρεῖς ἡμέρες στὸν Ναὸ τῆς Μονῆς, χωρὶς κάποια ταρύχευσι, σὲ θερμὸ καὶ ὑγρὸ κλῖμα, καὶ διετηρεῖτο εὔκαμπτος καὶ μαλακός, καὶ μάλιστα τὴν Κυριακὴ τῆς Πεντηκοστῆς ἄρχισε νὰ ἀναδίδη μία γλυκειὰ εὐωδία γύρω του, αἰσθητὴ σὲ ὅσους πλησίαζαν γιὰ νὰ τὸν ἀσπασθοῦν!


EpKonstantin3

Τὴν Δευτέρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, 21.5, Ἑορτὴ τῶν Ἁγίων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης (ὀνομαστικὴ Ἑορτὴ τοῦ ἐκλιπόντος), τελέσθηκε ἡ Ἐξόδιος Ἀκολουθία του ἀπὸ τὸν τότε Ἐπίσκοπο Μανχάτταν Ἱλαρίωνα, τὸν ἡμέτερο Ἀρχιερέα Σεβασμ. Ἔτνα κ. Χρυσόστομο καὶ ἄλλους Κληρικούς. Ἦταν σὰν μία Ἑορτὴ καὶ ἕνας θρίαμβος Πίστεως! Ὁ Ἐπίσκοπος Ἱλαρίων κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ κηρύγματός του ἀναλύθηκε σὲ δάκρυα καὶ ὁ Σεβασμ. Ἔτνα Χρυσόστομος ὡμολόγησε, ὅτι ἔλαβε μέρος ἀναμφίβολα σὲ κηδεία ἑνὸς Ἁγίου!

 μακαριστὸς Ἐπίσκοπος Κωνσταντῖνος ἐτάφη στὴν Μονὴ ἐκείνη, ἡ ὁποία τὰ ἑπόμενα ἔτη, ἐξ αἰτίας διαφόρων δυσαρέστων συμβάντων τελικὰ ἔπαυσε νὰ λειτουργῆ. Ὁ χῶρος ὅπου ὁ Ἅγιος Ἐπίσκοπος εἶχε ταφῆ πλημμύρισε καὶ ὁ τάφος του βρισκόταν μέσα στὸ νερὸ καὶ στὴν ὑγρασία ἐπὶ πολλὰ χρόνια.


Γι’ αὐτό, κατὰ τὴν πρόσφατη ἐκταφή, ἐνῶ τὸ φέρετρό του, ὅπως καὶ τὰ ἄμφιά του, εἶχαν φθαρῆ ἐντελῶς, ἡ διατήρησις ἀφθάρτου τοῦ Σκηνώματός του θεωρήθηκε ὅτι εἶναι καθαρὰ ἔργον θείας δυνάμεως καὶ ἐνεργείας!


Ep.Konstantin11

Αὐτὸς ὁ μακάριος, μὲ τὴν Ὁμολογία του καὶ τὴν ἔκδηλη Ἀρετή του, κατέστη Σκεῦος δεκτικὸν τοῦ Θείου Παρακλήτου, ὁ Ὁποῖος τὸν ἐξαγίασε τόσο, ὥστε νὰ νικήση τὴν φυσικὴ φθορά. Ἐφ’ ὅσον νίκησε, χάριτι θείᾳ, τὴν φθορὰ τῆς αἱρέσεως καὶ τῆς ἁμαρτίας, μᾶς δείχνει τὴν Ὁδὸ καὶ μᾶς προσκαλεῖ σὲ αὐτήν, γιὰ νὰ τύχουμε θείου Ἐλέους.


***

 θαυμαστὴ συγκυρία ἀποκαλύψεως τοῦ ἀφθάρτου ἱεροῦ Λειψάνου τὴν ἄλλη κιόλας ἡμέρα τῶν ἀσποστατικῶν ἐκτρόπων τοῦ Φαναρίου, ἀποτελεῖ ὅπως τονίσαμε στὴν ἀρχὴ μία ὄντως Ἀπάντησιν Θεοῦ ἀκόμη καὶ γιὰ τοὺς πιὸ δυσπίστους καὶ βραδύνοας, περὶ τοῦ ποῦ ἀναπαύεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ πῶς ἡ Ἀληθὴς Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ Γνησία Ὀρθοδοξία, εἶναι καὶ παραμένει θεῖον Κατοικητήριον καὶ Ἐργαστήριον Ἁγιότητος.

 ἱερὸς Ἐπίσκοπος Κωνσταντῖνος μᾶς δίδει μεγάλη παρηγορία καὶ εὐλογία καὶ εἴθε ἡ εὐχή του καὶ τὸ παράδειγμά του νὰ μᾶς στηρίζουν καὶ ὁδηγοῦν!




Δείτε σχετικά:



Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2014

Τί πρέπει νά κάνει ὁ χριστιανός γιά νά κληρονομήσει τήν αἰώνια ζωή; (Ἃγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος)



Ο Χριστιανός, για να κληρονομήσει την αιώνια ζωή, πρέπει:


 Μ’ όλη του την ψυχή ν’ αγαπάει το Θεό και να τηρεί τις εντολές Του. Ν’ αγαπάει, επίσης, το συνάνθρωπό του όπως και τον εαυτό του. Γιατί ο Κύριος είπε: «Θα μείνετε πιστοί στη αγάπη μου, αν τηρήσετε όλες τις εντολές μου» (Ιω. 15:10 ). Και: «Έτσι, θα σας ξεχωρίζουν όλοι πως είστε μαθητές μου, αν έχετε αγάπη ο ένας για τον άλλο» (Ιω. 13:35).

Να ταπεινώνει την ψυχή του μπροστά στον Θεό και ποτέ να μην ταπεινώνει τον πλησίον του. Γιατί «καρδιά συντετριμμένη και ταπεινωμένη ο Θεός δεν θα την καταφρονήσει» (Ψαλμ. 50:19). Να πενθεί για τις αμαρτίες του. Να θλίβεται πικρά για τις αμαρτίες του πλησίον του. Να χαίρεται, όταν ο πλησίον του είναι ευτυχισμένος, και να μην τον φθονεί για την ευτυχία του. Να δέχεται με υπομονή και να συμβουλεύει με καλοσύνη όσους του εναντιώνονται. Να επιδιώκει πάντα τη εκτέλεση δικαίων και θεάρεστων έργων, που συντελούν στη διατήρηση της καθαρότητος της ψυχής.



 Να αισθάνεται ευσπλαχνία για τους δυστυχισμένους. Να εργάζεται μ’ όλες του τις δυνάμεις για την ειρήνη, όπως τη θέλει ο Κύριος∙ γιατί έτσι θα ονομαστεί παιδί του Θεού (Ματθ. 5:9). Να μη δειλιάζει όταν βρίζεται, όταν κατηγορείται, όταν κατατρέχεται, ακόμα και όταν θανατώνεται για τη δικαιοσύνη του Θεού και την ομολογία της πίστεως στο Χριστό.


 Να πολεμάει κάθε αιρετική διδασκαλία και να δέχεται την ορθή πίστη της αγίας Εκκλησίας μας για τον Τριαδικό Θεό.


 Ν’ αγαπάει την αλήθεια και να μη μολύνει ποτέ τη γλώσσα του με το ψέμα. Να μην κάνει ποτέ κακό στον πλησίον του.


 Να μην κατηγορεί. Να μην κοροϊδεύει. Να μην κάνει τίποτε απ’ όσα απαγορεύει ο νόμος του Θεού.


 Να δίνει ελεημοσύνη έστω από το υστέρημά του, χωρίς να ζητάει από τους άλλους ενίσχυση για την καλή αυτή πράξη.


 Να δίνει ευχές, όταν του δίνουν κατάρες. Αν κάποιος τον πάρει αγγαρεία για ένα μίλι, να πάει μαζί του δύο (Ματθ. 5:41), δίχως να βαρυγγωμήσει ή να ξεστομίσει κακό λόγο. Να μην ορκίζεται ποτέ, αλλά να εφαρμόζει την παραγγελία του Κυρίου: «Το «ναι» σας να είναι ναι και το «όχι» σας να είναι όχι» (Ματθ. 5:37).


 Να υμνολογεί το Θεό και να προσεύχεται σ’ Αυτόν με κατάνυξη.


 Να συλλογίζεται πάντα το θάνατό του, τη μέλλουσα κρίση και την απολογία που θα δώσει για τα έργα του. Να συλλογίζεταιπάντα τις αμαρτίες του, παρακαλώντας το Θεό να του τις συγχωρήσει.


 Να κάνει με ζήλο καλές πράξεις, χωρίς όμως να καυχιέται γι’ αυτές, όπως ο Φαρισαίος.


 Να αποφεύγει τη λαιμαργία, τη μέθη, την επιορκία, την άσκοπη φλυαρία, το φθόνο, τις διαμάχες, την κακεντρέχεια, την πλεονεξία, την αισχροκέρδεια, την οργή, την πορνεία, τη μοιχεία και, γενικά, την ασέλγεια.


 Να μην έχει καμιά σχέση με τη μαγεία, να μη χρησιμοποιεί μαγικά και να μην καταφεύγει ποτέ σε μάγους, μάντεις και γητευτές. Να διατηρεί τον εαυτό του αγνό, ώστε να μεταλαμβάνει άξια το Σώμα και το Αίμα του Χριστού.


 Να συντρέχει τα ορφανά, τις χήρες και τους ξένους. Να μην αρνείται τη βοήθειά του σ’ εκείνον που την χρειάζεται. Να δίνει δανεικά δίχως τόκο σ’ εκείνον που του ζητάει, γιατί, όσα έχει, από το Θεό τα έχει και σ’ Αυτόν ανήκουν.


 Να λυπάται ως ψυχικά τυφλούς τους εχθρούς της πίστεως και ν’ αγωνίζεται μ’ όλες του τις δυνάμεις για το φωτισμό τους, να φεύγει μακριά όμως, από κείνους που εμμένουν στην τύφλωσή τους.


 Να παραμένει σταθερά αγαθός, ευσεβής, αγνός κι αφοσιωμένος στο Θεό. Να κατευθύνεται σε κάθε ενέργειά του από την ενθύμηση και το θέλημα του Κυρίου, σύμφωνα με το ψαλμικό: «Βλέπω τον Κύριο πάντοτε μπροστά μου» (Ψαλμ. 15:8).


 Να μη διατηρεί μνησικακία στην ψυχή του, αλλά να συγχωρεί αμέσως εκείνον που του φταίει. Γιατί ο Κύριος είπε: «Αν συγχωρήσετε τους ανθρώπους για τα παραπτώματά τους, θα σας συγχωρήσει κι εσάς ο ουράνιος Πατέρας σας» (Ματθ. 6:14).


 Να κρίνει με δικαιοσύνη και φόβο Θεού. Να μην κατακρίνει, να μην περιφρονεί και να μην εξευτελίζει τον πλησίον για τ’ αμαρτήματά του. Γιατί ο Κύριος είπε: «Μην κρίνετε τους συνανθρώπους σας, για να μη σας κρίνει κι εσάς ο Θεός» (Ματθ. 7:1).


Να σωφρονίζει τον πλησίον με αγάπη. Να υπερασπίζει τον αδικημένο. Να προστατεύει τον αδύνατο. Να βοηθάει τον ανάπηρο. Να νουθετεί τον παραστρατημένο.


Να αγαπά την ανάγνωση πνευματικών βιβλίων, την ακρόαση του θείου λόγου και τις ψυχωφελείς συζητήσεις.


Να τιμά τους γονείς του και να μην τους κακολογεί ποτέ.


Να συχνάζει στις ιερές ακολουθίες, που τελούνται στο ναό. Να μην αμφιβάλλει για τα θαύματα, που γίνονται από το Θεό σε κάθε εποχή.



 Όταν ο άνθρωπος ζει μ’ αυτόν τον τρόπο, έχοντας παντοτινά το Θεό στην καρδιά του με επίγνωση, θα κληρονομήσει τη βασιλεία των ουρανών, που έχει ετοιμαστεί για τους αγίους από την αρχή του κόσμου και που εύχομαι να κληρονομήσουμε όλοι μας, με τη χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Σ’ Αυτόν ανήκει η δόξα και η δύναμη στους ατελεύτητους αιώνες. Αμήν.



(Από το βιβλίο «Θέματα ζωής Β’» Από τις ομιλίες του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής)


Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2014

Ο ΧΕΡΟΥΒΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ




«Οἱ τά Χερουβίμ μυστικῶς εἰκονίζοντες καί τῇ ζωοποιῷ Τριάδι τόν τρισάγιον ὕμνον προσάδοντες, πᾶσαν τήν βιοτικήν ἀποθώμεθα μέριμναν. Ὡς τόν Βασιλέα τῶν ὅλων ὑποδεξόμενοι, ταῖς ἀγγελικαῖς ἀοράτως δορυφορούμενον τάξεσιν. Ἀλληλούϊα».



«Εμείς που εικονίζουμε μυστικά τα χερουβείμ και ψάλλουμε στη ζωοποιό Τριάδα τον τρισάγιο ύμνο, ας αφήσουμε εδώ και τώρα κάθε βιοτική φροντίδα για να υποδεχθούμε τον Βασιλέα των όλων, που αόρατα συνοδεύεται από τις αγγελικές τάξεις. Αλληλούϊα».


 Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ νά προετοιμασθοῦμε γιά νά μπορέσουμε νά συμπορευθοῦμε μέ τόν Χριστό στήν ὁδό τοῦ Μαρτυρίου καί νά σταθοῦμε κοντά Του στόν Σταυρό, μαζί μέ τήν Παναγία Μητέρα Του καί τόν μαθητή τῆς ἀγάπης Ἰωάννη.

Ἄς ἀποθέσουμε τήν στιγμή αὐτή, λέει ὁ ὕμνος, κάθε μέριμνα βιοτική, γιατί πρόκειται νά ὑποδεχθοῦμε τόν Βασιλέα τῶν ὅλων. Γιά νά μπορέσουμε νά εἰσοδεύσουμε μαζί μέ τόν Χριστό στήν ἁγία Πόλη, πρέπει νά ἐξέλθουμε ἀπό τόν κόσμο τῶν βιοτικῶν πραγμάτων. Λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Βγῆκαν ἀπό τήν Περσία οἱ Μάγοι γιά νά πᾶνε νά προσκυνήσουν τόν Χριστό. Βγές καί σύ ἀπό τά βιοτικά πράγματα καί βάδισε πρός τόν Ἰησοῦν».

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης μᾶς ὑποδεικνύει καί τήν δύναμη πού πρέπει νά χρησιμοποιήσουμε γιά νά βγοῦμε ἀπό τά πρόσκαιρα καί ὁρατά. Εἶναι ὁ πόθος τοῦ Θεοῦ: «Ἐάν κάποιος φλέγεται μέσα του ἀπό τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό, δέν ἀνέχεται νά βλέπει πλέον αὐτά πού ὑποπίπτουν στήν ἀντίληψη τῶν σωματικῶν ὀφθαλμῶν. Ἀλλά ἀφοῦ ἀπέκτησε ἄλλους ὀφθαλμούς, ἐννοῶ τούς ὀφθαλμούς τῆς πίστεως, πάντοτε τά οὐράνια φαντάζεται καί πρός αὐτά ἔχει στραμμένη τήν σκέψη του. Καί ἐνῶ βαδίζει στήν γῆ εἶναι ὡσάν νά ζῆ στόν οὐρανό... Καί ἐπειδή ἐπιθυμεῖ νά ἀνέλθει ἀπό τήν γῆ στόν οὐρανό, δέν σταματᾶ νωρίτερα, οὔτε ξεγελιέται ἀπό κάποιο ὁρατό πρᾶγμα, μέχρι ὅτου μπορέσει νά ἀνεβεῖ στήν ἴδια τήν κορυφή».
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέει ὅτι «ἡ ψυχή πού δέν ἔμαθε νά καταφρονεῖ τά μικρά καί τά βιοτικά, δέν θά μπορέσει νά θαυμάσει τά οὐράνια». Καί ἐκεῖνοι πού γεύθηκαν τήν χάρη τῶν οὐρανίων μᾶς προτρέπουν: Ἀδελφοί, «κανένας νά μήν μπεῖ στόν ἱερό Ναό ἔχοντας βιοτικές φροντίδες ἤ περισπασμούς ἤ φόβους. Ἀλλά ἀφοῦ ὅλα αὐτά τά ἀφήσουμε ἔξω, μπροστά στίς πύλες τοῦ ἱεροῦ Ναοῦ, τότε ἄς μποῦμε ὅλοι μέσα. Διότι μπαίνουμε στά ἀνάκτορα τῶν οὐρανῶν, πατοῦμε τόπους πού ἀστράφτουν».



Τώρα οι άνθρωποι μαζί με τους Αγγέλους τελούμε τη θεία Λειτουργία, εκείνη που γίνεται και στον ουρανό.Γιατί, καθώς γράφει ο άγιος Συμεών ο επίσκοπος Θεσσαλονίκης, ο Ιησούς Χριστός ένωσε την ουράνια και την επίγεια Εκκλησία. Αυτό το λέμε πάντα, κι ίσως πολλοί να το ακούνε παράξενα, ότι δηλαδή ο Ιησούς Χριστός δεν ίδρυσε καμία θρησκεία ούτε καν την Εκκλησία.

Η Εκκλησία υπάρχει πριν από τον κόσμο, κι ο Ιησούς Χριστός γεννήθηκε άνθρωπος μέσα στην Εκκλησία, και το έργο του είναι ότι φανέρωσε στον κόσμο το μυστήριο της Εκκλησίας, κι όπως γράφει ο άγιος Συμεών, ένωσε τον ουρανό και τη γη σε μία Εκκλησία, «δια γαρ του Χριστού μία γέγονεν Εκκλησία».

Ο Χερουβικός Ύμνος δεν είναι από τους ύμνους της αρχέγονης Εκκλησίας. Άρχισε να ψάλλεται πεντακόσια χρόνια αργότερα σ’ αυτή τη θέση της θείας Λειτουργίας, σαν ένας εισαγωγικός ύμνος, τώρα που πλησιάζουμε και φτάνουμε όλο και πιο κοντά στις μεγάλες στιγμές του θείου μυστηρίου. Όλα όσα προηγήθηκαν στην ιερή ακολουθία, ήταν η αρχή και μία κλιμακωτή προετοιμασία, αλλά τώρα φτάσαμε στην τελευταία ώρα.

Ο Χερουβικός Ύμνος μας φέρνει στο νου τι είμαστε τώρα, τι κάνουμε αυτή τη στιγμή και πως και με ποιούς λογισμούς πρέπει να στεκόμαστε μέσα στο ναό και στη λειτουργική σύναξη. Εικονίζουμε μυστικά τους Αγγέλους, και όπως εκείνοι έτσι κι εμείς ψάλλουμε στην αγία Τριάδα τον Τρισάγιο Ύμνο, γι’ αυτό και πρέπει να αφήσουμε κάθε σκέψη μας και έγνοια, για να υποδεχθούμε τον Βασιλέα Χριστό, που τον συνοδεύουν οι αόρατες αγγελικές στρατιές.

Όταν αρχίσει να ψάλλεται ο Χερουβικός Ύμνος, αρχίζει κι ο λειτουργός ιερέας, μπροστά στην αγία Τράπεζα, να διαβάζει «καθ’ εαυτόν» και «υπέρ εαυτού» την ευχή, όπως λέγεται, του Χερουβικού Ύμνου. Είναι μία προσωπική και εξομολογητική ευχή του ιερέα, από τις πιο δυνατές και θεόπνευστες της θείας Λειτουργίας.

Στις δύο ευχές των πιστών προηγουμένως πάλι ο λειτουργός ιερέας παρακάλεσε για τον εαυτό του, αλλά τώρα πιο πολύ έχει την ανάγκη να εξομολογηθεί και να μιλήσει «ενώπιος ενωπίω» προς τον Ιησού Χριστό. Είναι από τις λίγες ευχές της θείας Λειτουργίας, που λέγονται προς τον Ιησού Χριστό, και είναι η μόνη απ’ όλες τις ευχές που πρέπει να λέγεται μυστικά, όσο που να ακούνε μόνο οι συλλειτουργοί ιερείς.

Ο λειτουργός αρχίζει με μια συντριπτική ομολογία, με την οποία κάθε ιερέας τοποθετείται ενώπιον του Θεού. Το να υπηρετεί κανείς το Θεό και να τελεί τη θεία Λειτουργία είναι μεγάλο και φοβερό όχι μόνο για τον άνθρωπο, αλλά και γι’ αυτές τις επουράνιες δυνάμεις. Κανένας ιερέας ποτέ δεν πλησιάζει στην αγία Τράπεζα, για να κάνει θεία Λειτουργία, πιστεύοντας στην αγιότητά του. Αν γελαστεί και πιστέψει πως είναι άγιος, δεν πρέπει να λειτουργεί.

Με την ευχή του Χερουβικού ο λειτουργός ιερέας αναγνωρίζει και ομολογεί την αναξιότητά του και το θεϊκό μεγαλείο του μυστηρίου στο οποίο καλείται να διακονήσει. Προχωρεί όμως προς το θυσιαστήριο, ακριβώς επειδή δε στηρίζεται στις δικές του δυνάμεις αλλά στο έλεος του Θεού. Στηρίζεται στο πέλαγος της θείας φιλανθρωπίας. Διότι από φιλανθρωπία ο Θεός έγινε άνθρωπος και η φιλανθρωπία Του μας δώρισε το μυστήριο της αναίμακτης ιερουργίας. Κι όχι μόνο ήρθε άπαξ και προσφέρθηκε ο Χριστός, αλλά στο διηνεκές έρχεται σε κάθε θεία Λειτουργία και είναι Αυτός που προσφέρει και προσφέρεται, που δέχεται τη θυσία και διαμοιράζεται στους πιστούς.

Ο Χειρουβικός Ύμνος, αγαπητοί αδελφοί, τελειώνει με την ψαλμώδηση της φράσης «ως τον βασιλέα των όλων υποδεξόμενοι» και γίνεται η Μεγάλη Είσοδος. Για τους περισσότερους ερμηνευτές της θείας Λειτουργίας, η φράση αυτή έχει άμεση αναφορά στην υποδοχή της θείας κοινωνίας και έτσι τη μεταφράζουν: «προετοιμαζόμαστε για να μεταλάβουμε το βασιλέα της δόξης». Αμήν.


Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2014

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ (Ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας)




ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ


ΠΡΟΛΟΓΟΣ


Η ΘΕΙΑ Λειτουργία ἀποτελεῖ τὸ κέντρο τῆς ὀρθόδοξης λατρείας. Εἶναι τὸ μεγαλύτερο μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸ μυστήριο τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ ἀνάμεσά μας. Γι᾿ αὐτὸ καὶ παραμένει πάντα ἡ μοναδικὴ ἐλπίδα ἀληθινῆς ζωῆς γιὰ τὸν ἄνθρωπο.
Στὸν πνευματικὸ χῶρο τῆς θείας Λειτουργίας μᾶς εἰσάγει ἀριστοτεχνικὰ ὁ ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας, μεγάλος μυστικὸς θεολόγος καὶ κορυφαῖος θεωρητικὸς της λειτουργικοπνευματικῆς ζωῆς, ὁ σημαντικότερος ἐκπρόσωπος τοῦ ὀρθόδοξου ἀνθρωπισμοῦ τοῦ 14ου αἰῶνα.
Γεννήθηκε στὴ Θεσσαλονίκη γύρω στὰ 1322. Ἀνατράφηκε χριστιανικὰ ἀπὸ τὴν εὐσεβῆ μητέρα του, ποὺ μετὰ τὴ χηρεία της (1363) ἔγινε μοναχή, διδάχθηκε τὰ ἐγκύκλια γράμματα ἀπὸ τὸν λόγιο θεῖο του Νεῖλο Καβάσιλα, ποὺ ἀργότερα ἀναδείχθηκε σὲ μητροπολίτη Θεσσαλονίκης (1361-1363), καὶ καλλιεργήθηκε πνευματικὰ μέσα στοὺς ἡσυχαστικοὺς κύκλους τῆς γενέτειράς του, ποὺ διευθύνονταν ἀπὸ τὸ μαθητὴ τοῦ ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτη Ἰσίδωρο, τὸν κατοπινὸ οἰκουμενικὸ πατριάρχη (1347-1349).
Γιὰ ἑφτὰ περίπου χρόνια (1335-1342) σπούδασε στὴν Κωνσταντινούπολη φιλοσοφία, θεολογία, ρητορική, νομική, μαθηματικὰ καὶ ἀστρονομία.
Στὴν πατρίδα του ξαναβρέθηκε στὰ χρόνια της ἐπαναστάσεως καὶ κυριαρχίας τῶν Ζηλωτῶν (1342-1349), παίρνοντας ἐνεργὸ μέρος στὶς πολιτικὲς ζυμώσεις, καθὼς καὶ στὰ 1363-1364 γιὰ οἰκογενειακὲς ὑποθέσεις. Τὸ ὑπόλοιπο καὶ μεγαλύτερο μέρος τῆς ζωῆς του τὸ πέρασε στὴ Βασιλεύουσα, ὅπου, πέρα ἀπὸ τὴν ἐνασχόλησή του μὲ τὰ κοινὰ πράγματα -κοντὰ στ᾿ ἄλλα διετέλεσε καὶ σύμβουλος τοῦ αὐτοκράτορα Ἰωάννη ΣΤ´ Καντακουζηνοῦ (1347-1355)-, ἐπιδόθηκε σὲ περαιτέρω μελέτες καὶ στὴ συγγραφή. Τελικά, πάντως, ἀποσύρθηκε ἀπὸ τὰ ἐγκόσμια καί, καθὼς φαίνεται, ἔγινε μοναχός, ἴσως καὶ κληρικός. Κοιμήθηκε εἰρηνικὰ μετὰ τὸ 1391, πιθανότατα στὴ μονὴ τῶν Μαγγάνων.
Στὴν τελευταία καὶ ὥριμη περίοδο τῆς ζωῆς τοῦ ἱεροῦ Καβάσιλα ἀνήκουν τὰ δυὸ κύρια πνευματικά του ἔργα, «Εἰς τὴν θείαν λειτουργίαν» καὶ «Περὶ τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς», ποὺ εἶναι ἀπὸ τὰ λαμπρότερα κείμενα τῆς χριστιανικῆς γραμματείας. Μιὰ σύνθεση ἐκλεκτῶν ἀποσπασμάτων τοῦ πρώτου, σὲ νεοελληνικὴ ἀπόδοση, παρουσιάζεται στὶς ἑπόμενες σελίδες.
Ὁ θεόπνευστος λόγος τοῦ ἁγίου ἀνοίγει τὰ πνευματικά μας μάτια, κάνοντάς μας ἱκανοὺς νὰ πλησιάσουμε μὲ αἴσθηση ψυχῇς τὴ θεία Λειτουργία καὶ νὰ γίνουμε οὐσιαστικοὶ συμμέτοχοί της, ὄχι παθητικοὶ θεατές της. Ἔτσι θὰ μπορέσουμε ν᾿ ἀνταποκριθοῦμε μὲ ἐπίγνωση στὸ εὐφρόσυνο κάλεσμα ποὺ ἡ μητέρα μας Ἐκκλησία ἐπαναλαμβάνει σὲ κάθε εὐχαριστιακή της σύναξη: «Γεύσασθε καὶ ἴδετε ὅτι χρηστὸς ὁ Κύριος».

Ἑρμηνεία τῆς θείας Λειτουργίας
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΟΥ ΚΑΒΑΣΙΛΑ

ΠΡΟΟΙΜΙΟ

ΕΡΓΟ τῆς θείας Λειτουργίας εἶναι ἡ μεταβολὴ τῶν δώρων ποὺ προσφέρουν οἱ πιστοί – τοῦ ἄρτου καὶ τοῦ οἴνου – σὲ σῶμα καὶ αἷμα Χριστοῦ. Καὶ σκοπὸς τῆς εἶναι ὁ ἁγιασμὸς τῶν πιστῶν, οἱ ὁποῖοι μὲ τὴ θεία μετάληψη ἀποκομίζουν τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν τους, τὴν κληρονομία τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν καὶ κάθε πνευματικὸ ἀγαθό.
Σ᾿ αὐτὸ τὸ ἔργο καὶ τὸ σκοπὸ συμβάλλουν οἱ προσευχές, οἱ ψαλμῳδίες, τὰ ἁγιογραφικὰ ἀναγνώσματα καὶ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ τελοῦνται καὶ λέγονται στὴ διάρκεια τῆς Λειτουργίας. Μέσα σε αὐτὰ εἶναι σὰν νὰ βλέπουμε σὲ ἕνα πίνακα ζωγραφισμένη ὁλόκληρή τη ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὡς τὸ τέλος της. Γιατὶ ὁ καθαγιασμὸς τῶν δώρων, ἡ ἴδια δηλαδὴ ἡ θυσία, διακηρύσσει τὸν θάνατο, τὴν ἀνάσταση καὶ τὴν ἀνάληψή Του, καθὼς τὰ δῶρα αὐτὰ μεταβάλλονται στὸ ἴδιο τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου, δηλαδὴ τὴν ἔλευσή Του στὸν κόσμο, τὴ δημόσια ἐμφάνισή Του, τὰ θαύματα καὶ τὴ διδασκαλία Του. Κι ἐκεῖνα ποὺ ἕπονται τῆς θυσίας, συμβολίζουν τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στοὺς Ἀποστόλους, τὴν ἐπιστροφὴ τῶν ἀνθρώπων στὸ Θεὸ καὶ τὴν κοινωνία τους μαζί Του.
Οἱ πιστοὶ ποὺ ἐκκλησιάζονται καὶ συμμετέχουν σὲ ὅλα αὐτὰ μὲ προσηλωμένο τὸ νοῦ, γίνονται πιὸ σταθεροὶ στὴν πίστη, πιὸ θερμοὶ στὴν εὐλάβεια καὶ τὴν ἀγάπη τους πρὸς τὸν Θεό. Μὲ τέτοιες λοιπὸν διαθέσεις ἀξιώνονται νὰ πλησιάσουν καὶ τὴ φωτιὰ τῶν μυστηρίων καὶ νὰ μεταλάβουν μὲ κάθε ἀσφάλεια καὶ οἰκειότητα.
Αὐτὸ εἶναι συνοπτικὰ τὸ νόημα τῆς Θείας Λειτουργίας. Ἂς τὴν ἐξετάσουμε τώρα ὅσο μποροῦμε λεπτομερέστερα, ἀρχίζοντας μὲ ἐκεῖνα ποὺ τελοῦνται στὴν ἁγία Πρόθεση [Εἰδικὸς χῶρος ποὺ βρίσκεται ἀριστερὰ ἀπὸ τὴν ἁγία τράπεζα, ὅπου τοποθετοῦνται (προτίθενται-πρόθεση) τὰ δῶρα ποὺ προσφέρουν (προσκομίζουν-προσκομιδή) οἱ πιστοὶ γιὰ τὴ θεία Εὐχαριστία. Ἐδῶ γίνεται ἡ ἀναγκαία προετοιμασία τους ἀπὸ τὸν λειτουργὸ ἱερέα].

Η ΠΡΟΣΚΟΜΙΔΗ

Τὰ τίμια δῶρα

Τὸ ψωμὶ καὶ τὸ κρασὶ ποὺ προσφέρουν οἱ πιστοὶ γιὰ τὴ λειτουργία, καὶ τὰ ὁπυμβολίζουν τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Κυρίου, δὲν τοποθετοῦνται ἀπὸ τὴν ἀρχὴ στὸ Θυσιαστήριο γιὰ τὴ θυσία, ἀλλὰ πρῶτα τοποθετοῦνται στὴν ἁγία Πρόθεση καὶ ἀφιερώνονται στὸ Θεὸ σὰν δῶρα τίμια – αὐτὴ εἶναι πλέον καὶ ἡ ὀνομασία τους.
Προσφέρουμε στὸ Θεὸ ψωμὶ καὶ κρασί, γιατὶ αὐτὰ ἀποτελοῦν τροφὴ ἀποκλειστικὰ ἀνθρώπινη, μὲ τὴν ὁποία συντηρεῖται καὶ ἐκδηλώνεται ἡ ζωή μας. Γιὰ αὐτὸ καὶ πιστεύεται πώς, ὅταν προσφέρει κανεὶς τροφή, εἶναι σὰν νὰ προσφέρει τὴν ἴδια τη ζωή. Ἐπειδὴ λοιπὸν μὲ τὰ μυστήρια ὁ Θεός μας χαρίζει τὴν ἀνθρώπινη ζωή, ἦταν φυσικὸ καὶ τὸ δικό μας δῶρο νὰ εἶναι κατὰ κάποιο τρόπο ζωή, γιὰ νὰ μὴν εἶναι ἀταίριαστη ἡ προσφορά μας μὲ τὴν ἀνταπόδοση τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ νὰ ἔχει κάτι συγγενικό. Ἄλλωστε ὁ Κύριος παρήγγειλε νὰ Τοῦ προσφέρουμε ψωμὶ καὶ κρασί, κι Αὐτὸς πάλι μᾶς ἀνταποδίδει «ἄρτον οὐράνιον» καὶ «ποτήριον ζωῆς». Θέλησε νὰ Τοῦ προσφέρουμε ἐμεῖς ἐφόδια τῆς πρόσκαιρης ζωῆς, κι Ἐκεῖνος νὰ μᾶς ἀντιπροσφέρει τὴν αἰώνια ζωή. Γιὰ νὰ φανοῦν ἔτσι ἡ χάρη Του σὰν ἀμοιβὴ καὶ τὸ ἀμέτρητο ἔλεός Του σὰν πράξη δικαιοσύνης.

Ἀνάμνηση τῆς σταυρικῆς θυσίας

Ὁ ἱερέας ἀφοῦ πάρει στὰ χέρια του τὸν ἄρτο, ἀπὸ τὸν ὁποῖο θὰ κόψει τὸ ἱερὸ τμῆμα ποὺ θὰ μεταβληθεῖ σὲ σῶμα Χριστοῦ, λέει: «Εἰς ἀνάμνησιν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ». Τὰ λόγια αὐτὰ ἀναφέρονται σὲ ὅλη τη λειτουργία καὶ ἀνταποκρίνονται στὴν παραγγελία ποὺ ἄφησε ὁ Χριστὸς ὅταν παρέδωσε τὸ μυστήριό της Θείας Εὐχαριστίας: «Τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν» (Λουκ. 22:19).
Ἀλλὰ ποιὰ εἶναι αὐτὴ ἡ ἀνάμνηση; Πῶς θὰ θυμηθοῦμε τὸν Κύριο στὴ Λειτουργία καὶ τί θὰ διηγηθοῦμε γιὰ Αὐτόν; Μήπως ἐκεῖνα ποὺ Τὸν ἀπέδειξαν Θεὸ παντοδύναμο; Ὅτι δηλαδὴ ἀνέστησε νεκρούς, χάρισε τὸ φῶς σὲ τυφλούς, πρόσταξε τοὺς ἀνέμους νὰ κοπάσουν, χόρτασε χιλιάδες ἀνθρώπους μὲ λίγα ψωμιά; Ὄχι, ὁ Χριστὸς δὲν ζήτησε νὰ θυμόμαστε αὐτά, ἀλλὰ μᾶλλον ἐκεῖνα ποὺ φανερώνουν ἀδυναμία, δηλαδὴ τὴ σταύρωση, τὸ πάθος, τὸ θάνατο. Γιατὶ τὰ πάθη ἦταν πιὸ ἀναγκαῖα ἀπὸ τὰ θαύματα. Τὰ πάθη τοῦ Χριστοῦ μᾶς προξενοῦν τὴ σωτηρία καὶ τὴν ἀνάσταση, ἐνῷ τὰ θαύματά Του ἀποδεικνύουν μόνο ὅτι Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς Σωτήρας.
Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ ἱερέας πεῖ, «Εἰς ἀνάμνησιν τοῦ Κυρίου…», προσθέτει ἐκεῖνα ποὺ δηλώνουν τὴ σταύρωση καὶ τὸ θάνατο. Τεμαχίζει δηλαδὴ μὲ τὸ μαχαίρι τὸν ἄρτο, λέγοντας τὴν προφητεία: «Σὰν πρόβατο ὁδηγήθηκε στὴν σφαγή. Καὶ σὰν ἀρνὶ ἀμώμητο, ποὺ παραμένει ἄφωνο μπροστὰ σ᾿ αὐτὸν ποὺ τὸ κουρεύει, ἔτσι κι Αὐτὸς δὲν ἀνοίγει τὸ στόμα Του. Καταδικάστηκε σὲ ταπεινωτικὸ θάνατο καὶ Τοῦ ἀρνήθηκαν δίκαιη κρίση. Καὶ ποιὸς μπορεῖ νὰ μᾶς μιλήσει γιὰ τὴν καταγωγή του; Γιατὶ ἐξαλείφθηκε ἡ ζωή Του ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς γῆς» (Ἡσ. 53:7-8). Κι ἀφοῦ ἐναποθέσει στὸ ἅγιο Δισκάριο τὸ ἱερὸ τμῆμα ποὺ ἔκοψε (Ἀμνό), προσθέτει τὰ λόγια: «Θυσιάζεται ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ παίρνει ἐπάνω Του τὴν ἁμαρτία τῶν ἀνθρώπων» (πρβλ. Ἰω. 1:29). Μετὰ χαράζει πάνω στὸν Ἀμνὸ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, δείχνοντας ἔτσι τὸν τρόπο ποὺ ἔγινε ἡ θυσία: μὲ τὸ σταυρό. Ὕστερα, μὲ τὸ μαχαίρι ποὺ ἔχει σχῆμα λόγχης, κεντάει τὸν Ἀμνὸ στὸ δεξὶ μέρος καὶ λέει: «Ἕνας ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες Του τρύπησε τὴν πλευρὰ μὲ τὴ λόγχη». Καὶ χύνοντας μέσα στὸ ἅγιο Ποτήριο κρασὶ καὶ νερό, συμπληρώνει: «κι ἀμέσως βγῆκε αἷμα καὶ νερό» (Ἰω. 19:34).

Μνημονεύσεις τῶν ὀνομάτων

Ὁ ἱερέας συνεχίζει τὴν Προσκομιδή. Ἀφαιρεῖ τώρα μικρὰ κομματάκια (μερίδες) ἀπὸ τοὺςὑπόλοιπους ἄρτους, καὶ σὰν δῶρα ἱερὰ τὰ τοποθετεῖ στὸ ἅγιο Δισκάριο, λέγοντας γιὰ τὸ καθένα: «Εἰς δόξαν τῆς Παναγίας τοῦ Θεοῦ Μητρός», ἢ «Εἰς πρεσβείαν τοῦ τάδε ἢ τοῦ τάδε Ἁγίου» ἢ «Εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν τῶν τάδε ζώντων ἢ τῶν τάδε τεθνεώτων».
Τί σημαίνουν αὐτά; Εὐχαριστία στὸ Θεὸ καὶ ἱκεσία. Γιατὶ μὲ τὰ δῶρα μας εἴτε ἀνταποδίδουμε στὸν εὐεργέτη τὴν εὐεργεσία ποὺ μᾶς ἔκανε εἴτε καλοπιάνουμε κάποιον γιὰ νὰ μᾶς εὐεργετήσει. Ἔτσι καὶ ἐδῶ ἡ Ἐκκλησία, μὲ τὰ δῶρα ποὺ προσφέρει στὸ Θεό, Τὸν εὐχαριστεῖ γιατὶ στὰ πρόσωπα τῶν Ἁγίων της τῆς δόθηκαν ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν καὶ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Καὶ Τὸν ἱκετεύει νὰ δοθοῦν αὐτὰ τὰ ἀγαθὰ καὶ στὰ παιδιά της ποὺ ἀκόμα ζοῦν καὶ τὸ τέλος τους εἶναι ἀβέβαιο, καθὼς ἐπίσης καὶ σὲ ἐκεῖνα ποὺ ἔχουν πεθάνει, ἀλλὰ μὲ ἐλπίδες ὄχι τόσο καλὲς καὶ σίγουρες. Γιὰ αὐτὸ λοιπὸν μνημονεύει ὀνομαστικὰ πρῶτα τους Ἁγίους, ἔπειτα τοὺς ζῶντες καὶ τέλος τοὺς κεκοιμημένους. Καὶ γιὰ τοὺς Ἁγίους εὐχαριστεῖ, ἐνῷ γιὰ τοὺς ἄλλους ἱκετεύει.

Κάλυψη τῶν τιμίων δώρων

Τὰ ὅσα εἰπώθηκαν καὶ ἔγιναν πάνω στὸν Ἀμνό, γιὰ νὰ συμβολίσουν τὸ θάνατο τοῦ Κυρίου, εἶναι ἁπλὲς περιγραφὲς καὶ σύμβολα. Ὁ Ἀμνὸς παρέμεινε ἄρτος, μόνο ποὺ τώρα ἔγινε δῶρο ἀφιερωμένο στὸ Θεό, καὶ συμβολίζει τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ στὴν πρώτη Του ἡλικία. Γιὰ αὐτὸ ὁ ἱερέας ἀναπαριστᾷ τὰ θαύματα ποὺ ἔγιναν στὸν νεογέννητο Κύριο στὴ φάτνη. Βάζει πάνω στὸν ἄρτο τὸν λεγόμενο Ἀστερίσκο καὶ λέει: «Καὶ νά, τὸ ἀστέρι ᾖρθε καὶ στάθηκε πάνω ἀπὸ τὸν τόπο, ὅπου ἦταν τὸ Παιδί» (Ματθ. 2:9). Ὕστερα σκεπάζει τὸ Δισκάριο καὶ τὸ Ποτήριο μὲ πολυτελῆ καλύμματα καὶ θυμιάζει. Γιατὶ ἀρχικὰ ἦταν συγκαλυμμένη ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ, μέχρι τὸν καιρὸ ποὺ Αὐτὸς ἄρχισε νὰ θαυματουργεῖ, καὶ ὁ Θεὸς Πατέρας ἔδινε τὴ μαρτυρία Του ἀπὸ τὸν οὐρανό.
Ἀφοῦ λοιπὸν ὁλοκληρωθεῖ ἡ Προσκομιδή, ὁ λειτουργὸς ἔρχεται στὸ Θυσιαστήριο, στέκεται μπροστὰ στὴν ἁγία Τράπεζα καὶ ἀρχίζει τὴ Λειτουργία.

Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

Δοξολογία

«Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος…». Μ᾿ αὐτὴ τὴ δοξολογία ἀρχίζει ὁ ἱερέας τὴ Λειτουργία. Γιατὶ καὶ οἱ εὐγνώμονες δοῦλοι τὸ ἴδιο κάνουν ὅταν παρουσιάζονται στὸν κύριό τους. Πρῶτα-πρῶτα δηλαδὴ τὸν ἐγκωμιάζουν, κι ἔπειτα τὸν παρακαλοῦν γιὰ τὶς δικές τους ὑποθέσεις.

Εἰρηνικά

Καὶ ποιὰ εἶναι ἡ πρώτη αἴτηση τοῦ ἱερέα; «Ὑπὲρ τῆς ἄνωθεν εἰρήνης καὶ τῆς σωτηρίας τῶν ψυχῶν ἡμῶν». Λέγοντας εἰρήνη, δὲν ἐννοεῖ μόνο τὴ μεταξύ μας εἰρήνη, ὅταν δηλαδὴ δὲν μνησικακοῦμε ἐναντίον κανενός, ἀλλὰ καὶ τὴν εἰρήνη πρὸς τοὺς ἑαυτούς μας, ὅταν δηλαδὴ ἡ καρδιά μας δὲν μᾶς κατηγορεῖ γιὰ τίποτα. Τὴν ἀρετὴ τῆς εἰρήνης, βέβαια, τὴν ἔχουμε πάντοτε ἀνάγκη, μὰ ἰδιαίτερα τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς, γιατὶ χωρὶς αὐτὴν κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ προσευχηθεῖ σωστὰ καὶ νὰ ἀπολαύσει κάποιο καλὸ ἀπὸ τὴν προσευχή του.
Στὴ συνέχεια παρακαλοῦμε γιὰ τὴν Ἐκκλησία, γιὰ τὸ κράτος καὶ τοὺς ἄρχοντες, γιὰ ὅσους βρίσκονται σὲ κινδύνους, γιὰ ὅλους γενικὰ τοὺς ἀνθρώπους. Καὶ δὲν προσευχόμαστε μόνο γιὰ ὅ,τι ἐνδιαφέρει τὴν ψυχή, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὰ ἀναγκαῖα ὑλικὰ ἀγαθὰ – «ὑπὲρ εὐκρασίας ἀέρων, εὐφορίας τῶν καρπῶν τῆς γῆς…». Γιατὶ ὁ Θεὸς εἶναι ὁ αἴτιος καὶ χορηγὸς ὅλων, καὶ σ᾿ Αὐτὸν μόνο πρέπει νὰ ἔχουμε στραμμένα τὰ βλέμματά μας.
Σὲ ὅλες τὶς αἰτήσεις οἱ πιστοὶ ἐπαναλαμβάνουν μία μόνο φράση, τὸ «Κύριε, ἐλέησον». Τὸ νὰ ζητᾶμε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ἰσοδυναμεῖ μὲ τὸ νὰ ζητᾶμε τὴ βασιλεία Του. Γι᾿ αὐτὸ καὶ οἱ πιστοὶ ἀρκοῦνται σ᾿ αὐτὴ τὴ δέηση, γιατὶ αὐτὴ τὰ περιλαμβάνει ὅλα.

Ἀντίφωνα

Ἔπειτα ἀρχίζουν οἱ ψαλμῳδίες ποὺ περιέχουν θεόπνευστα λόγια ἀπὸ τοὺς Προφῆτες. Τὰ ἀντίφωνα -ἔτσι λέγονται- μᾶς ἁγιάζουν καὶ μᾶς προπαρασκευάζουν γιὰ τὸ μυστήριο. Ταυτόχρονα ὅμως μᾶς θυμίζουν τὰ πρῶτα χρόνια της παρουσίας τοῦ Χριστοῦ στὴ γῆ, τότε ποὺ Ἐκεῖνος δὲν φαινόταν ἀκόμα στὸν πολὺ κόσμο, καὶ γιὰ αὐτὸ ἦταν ἀπαραίτητα τὰ προφητικὰ λόγια. Ὅταν ἀργότερα ἐμφανίστηκε ὁ Ἴδιος, δὲν ὑπῆρχε πλέον ἀνάγκη τῶν προφητῶν, ἀφοῦ Τὸν ἔδειχνε παρόντα ὁ Βαπτιστὴς Ἰωάννης.

Μικρὴ εἴσοδος


Τὴν ὥρα ποὺ ψάλλεται τὸ τρίτο ἀντίφωνο, γίνεται ἡ εἴσοδος τοῦ Εὐαγγελίου μὲ τὴ συνοδεία λαμπάδων. Τὸ Εὐαγγέλιο τὸ κρατάει ὁ διάκονος ἤ, ἂν δὲν ὑπάρχει διάκονος, ὁ ἱερέας. Ἐνῷ λοιπὸν αὐτὸς πρόκειται νὰ εἰσέλθει στὸ Ἱερό, στέκεται σὲ μικρὴ ἀπόσταση ἀπὸ τὴν Ὡραία Πύλη καὶ παρακαλεῖ τὸν Θεὸ νὰ τὸν συνοδεύσουν ἅγιοι ἄγγελοι, γιὰ νὰ γίνουν συμμέτοχοί του στὴν ἱερουργία καὶ τὴ δοξολογία. Στὴ συνέχεια σηκώνει ψηλὰ τὸ Εὐαγγέλιο, τὸ δείχνει στοὺς πιστοὺς καί, ἀφοῦ εἰσέλθει στὸ Θυσιαστήριο, τὸ ἀποθέτει στὴν ἁγία Τράπεζα.
Ἡ ὕψωση τοῦ Εὐαγγελίου συμβολίζει τὴν ἀνάδειξη τοῦ Κυρίου ὅταν ἄρχισε νὰ ἐμφανίζεται στὰ πλήθη. Γιατὶ μὲ τὸ Εὐαγγέλιο δηλώνεται ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Τώρα λοιπὸν ποὺ φανερώνεται ὁ Χριστός, κανεὶς δὲν προσέχει τὰ λόγια τῶν Προφητῶν, γι᾿ αὐτό, μετὰ τὴ μικρὴ Εἴσοδο, ψάλλουμε ὅ,τι ἔχει σχέση μὲ τὴν καινούρια ζωὴ ποὺ ἔφερε ὁ Χριστός. Ὑμνοῦμε τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ γιὰ ὅσα ἔκανε γιὰ μᾶς. Ἐγκωμιάζουμε ἐπίσης τὴν Παναγία ἢ ἄλλους Ἁγίους, ἀνάλογα μὲ τὴν ἑορτὴ ἢ τὸν Ἅγιο ποὺ τιμᾷ ἡ Ἐκκλησία κάθε φορά.

Τρισάγιος ὕμνος

Ἀνυμνοῦμε τέλος τὸν ἴδιο τὸν Τριαδικὸ Θεό, ψάλλοντας: «Ἅγιος ὁ Θεός, ἅγιος ἰσχυρός, ἅγιος ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς». Τὸ «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος…» ἀποτελεῖ τὸν ὕμνο τῶν ἀγγέλων (Ἡσ. 6:3). Καὶ τὰ «Θεός», «ἰσχυρός» καὶ «ἀθάνατος» εἶναι λόγια τοῦ προφήτη Δαβίδ: «Ἐδίψησεν ἡ ψυχή μου πρὸς τὸν Θεόν, τὸν ἰσχυρόν, τὸν ζῶντα» (Ψαλμ. 41:3).
Ψάλλουμε τὸν Τρισάγιο Ὕμνο μετὰ τὴν εἴσοδο τοῦ Εὐαγγελίου, γιὰ νὰ διακηρύξουμε πὼς μὲ τὴν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ ἄγγελοι καὶ ἄνθρωποι ἑνώθηκαν καὶ ἀποτελοῦν πλέον μία Ἐκκλησία.


Ἀναγνώσματα

Ἀμέσως μετὰ ὁ ἱερέας παραγγέλλει σὲ ὅλους νὰ μὴ στέκονται μὲ ὀκνηρία, ἀλλὰ νὰ ἔχουν προσηλωμένο τὸ νοῦ τους σὲ ἐκεῖνα ποὺ θὰ ἀκολουθήσουν. Αὐτὸ σημαίνει τὸ «Πρόσχωμεν». Καὶ μὲ τὸ «Σοφία» ὑπενθυμίζει στοὺς πιστοὺς τὴ σοφία μὲ τὴν ὁποία πρέπει νὰ συμμετέχουν στὴ Λειτουργία. Αὐτὴ εἶναι οἱ καλοὶ λογισμοὶ ποὺ ἔχουν ὅσοι εἶναι πλούσιοι σὲ πίστη καὶ ξένοι ἀπὸ καθετὶ ἀνθρώπινο. Εἶναι πράγματι ἀνάγκη νὰ παρακολουθοῦμε τὴ Λειτουργία μὲ τοὺς πρέποντες λογισμούς, ἂν βέβαια θέλουμε νὰ μὴν χάνουμε ἄδικα τὸν καιρό μας. Ἐπειδὴ ὅμως κάτι τέτοιο δὲν εἶναι εὔκολο, χρειάζεται καὶ ἡ δική μας προσοχὴ καὶ ἡ ἐξωτερικὴ ὑπενθύμιση, ὥστε νὰ ξανασυγκεντρώνουμε τὸ νοῦ μας, ποὺ συνεχῶς ξεχνιέται καὶ παρασύρεται σὲ μάταιες φροντίδες.
Ἐπίσης καὶ ἡ ἐκφώνηση «Ὀρθοί» περιέχει παραίνεση. Θέλει μπροστὰ στὸ Θεὸ νὰ στεκόμαστε πρόθυμοι, μὲ εὐλάβεια καὶ ζῆλο πολύ. Καὶ πρῶτο σημάδι αὐτοῦ τοῦ ζήλου εἶναι ἡ ὄρθια στάση τοῦ σώματός μας. Ὕστερα ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἐκφωνήσεις, διαβάζονται τὸ Ἀποστολικὸ καὶ τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα. Αὐτὰ δηλώνουν τὴ φανέρωση τοῦ Κυρίου, ὅπως γινόταν σιγὰ-σιγὰ μετὰ τὴν πρώτη Του ἐμφάνιση στοὺς ἀνθρώπους. Στὴ μικρὴ Εἴσοδο τὸ Εὐαγγέλιο ἦταν κλειστὸ καὶ συμβόλιζε τὸ διάστημα τῶν τριάντα πρώτων ἐτῶν τοῦ Κυρίου, τότε ποὺ ὁ Ἴδιος ἀκόμα σιωποῦσε. Τώρα ὅμως ποὺ διαβάζονται τὰ ἀναγνώσματα, ἔχουμε τὴν πληρέστερη ἀποκάλυψή Του, μὲ ὅσα ὁ Ἴδιος δίδασκε δημόσια κι μὲ ὅσα πρόσταζε τοὺς Ἀποστόλους νὰ κηρύσσουν.

Μεγάλη Εἴσοδος

Σὲ λίγο ὁ λειτουργὸς θὰ προχωρήσει πλέον στὴ θυσία, καὶ πρέπει τὰ δῶρα ποὺ πρόκειται νὰ θυσιαστοῦν, νὰ τοποθετηθοῦν στὴν ἁγία Τράπεζα. Γιὰ αὐτὸ ἔρχεται τώρα στὴν Πρόθεση, παίρνει τὰ τίμια δῶρα, τὰ κρατάει στὸ ὕψος τοῦ κεφαλιοῦ του καὶ βγαίνει ἀπὸ τὸ Ἱερό. Προχωρώντας μὲ πολλὴ κοσμιότητα καὶ μὲ βῆμα ἀργό, τὰ περιφέρει στὸ ναό, ἀνάμεσα στὸ πλῆθος, συνοδευόμενος ἀπὸ λαμπάδες καὶ θυμιάματα. Τελικὰ εἰσέρχεται στὸ θυσιαστήριο καὶ τὰ ἀποθέτει στὴν ἁγία Τράπεζα.
Στὸ πέρασμα τοῦ ἱερέα οἱ πιστοὶ ψάλλουν καὶ προσκυνοῦν μὲ κάθε σεβασμὸ παρακαλώντας νὰ τοὺς μνημονεύει τὴν ὥρα ποὺ θὰ προσφέρει στὸ Θεὸ τὰ τίμια δῶρα. Γιατὶ ξέρουν πὼς δὲν ὑπάρχει ἀποτελεσματικότερη ἱκεσία ἀπὸ τούτη τὴ φρικτὴ θυσία, ποὺ καθάρισε δωρεὰν ὅλες τὶς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου (Χαρακτηριστικὸ λειτουργικὸ στοιχεῖο τῆς Μεγάλης Εἰσόδου εἶναι ὁ Χερουβικὸς Ὕμνος, ποὺ ψάλλεται σὲ ἀργὸ μέλος ἀπὸ τὸ χορό: «Οἱ τὰ Χερουβὶμ μυστικῶς εἰκονίζοντες καὶ τῇ ζωοποιῷ Τριάδι τὸν τρισάγιον ὕμνον προσάδοντες, πᾶσαν τὴν βιοτικὴν ἀποθώμεθα μέριμναν, ὡς τὸν βασιλέα τῶν ὅλων ὑποδεξόμενοι, ταῖς ἀγγελικαῖς ἀοράτως δορυφορούμενον τάξεσιν. Ἀλληλούϊα». Δηλαδή: «Ἐμεῖς ποὺ μυστικὰ εἰκονίζουμε τὰ Χερουβεὶμ καὶ ψάλλουμε στὴ ζωοποιὸ Τριάδα τὸν τρισάγιο ὕμνο, ἂς ἀφήσουμε κάθε βιοτικὴ μέριμνα, γιὰ νὰ ὑποδεχθοῦμε τὸν Βασιλιὰ τῶν ὅλων, ποὺ ἀόρατα συνοδεύεται ἀπὸ τὰ ἀγγελικὰ τάγματα. Ἀλληλούϊα»).
Ἡ μεγάλη Εἴσοδος συμβολίζει τὴν πορεία τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὴν Ἱερουσαλήμ, ὅπου ἔπρεπε νὰ θυσιαστεῖ. Καθισμένος τότε πάνω σὲ ζῷο, ἔμπαινε στὴν Ἁγία Πόλη, συνοδευόμενος καὶ ὑμνούμενος ἀπὸ τὰ πλήθη.

Σύμβολο τῆς πίστεως

Ὁ ἱερέας καλεῖ τώρα τοὺς πιστοὺς νὰ προσευχηθοῦν «ὑπὲρ τῶν προτεθέντων τιμίων δώρων»: «Ἂς παρακαλέσουμε τὸν Θεὸ νὰ ἁγιαστοῦν τὰ τίμια δῶρα ποὺ εἶναι μπροστά μας, ὥστε νὰ ἐκπληρωθεῖ ἔτσι ὁ ἀρχικός μας σκοπός».
Ὕστερα, ἀφοῦ προσθέσει καὶ ἄλλες αἰτήσεις, παρακινεῖ ὅλους νὰ ἔχουν μεταξὺ τοὺς εἰρήνη («Εἰρήνη πᾶσι») καὶ ἀγάπη («Ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους…»). Κι ἐπειδὴ τὴ μεταξύ μας ἀγάπη ἀκολουθεῖ ἡ ἀγάπη στὸ Θεὸ καὶ ἡ τέλεια καὶ ζωντανή μας πίστη σ᾿ Αὐτόν, γι᾿ αὐτό, ἀμέσως μετὰ ὁμολογοῦμε τὸν ἀληθινὸ Θεό: «Πατέρα, Υἱὸν καὶ ἅγιον Πνεῦμα, Τριάδα ὁμοούσιον καὶ ἀχώριστον».
«Τὰς θύρας, τὰς θύρας· ἐν σοφίᾳ πρόσχωμεν», συμπληρώνει ὁ λειτουργός. Μ᾿ αὐτὸ θέλει νὰ πεῖ: «Ἀνοῖξτε διάπλατα ὅλες τὶς πόρτες, δηλαδὴ τὰ στόματα καὶ τὰ αὐτιά σας, στὴν ἀληθινὴ σοφία, δηλαδὴ σὲ ὅσα ὑψηλὰ μάθατε καὶ πιστεύετε γιὰ τὸ Θεό. Αὐτὰ συνεχῶς νὰ λέτε καὶ νὰ ἀκοῦτε, καὶ μάλιστα μὲ ζῆλο καὶ προσοχή».
Τότε οἱ πιστοὶ ἀπαγγέλλουν δυνατὰ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως («Πιστεύω εἰς ἕναν Θεόν…») .

Ἁγία ἀναφορά


«Στῶμεν καλώς· στῶμεν μετὰ φόβου. Πρόσχωμεν τὴν ἁγίαν ἀναφορὰν ἐν εἰρήνῃ προσφέρειν», προτρέπει πάλι ὁ ἱερέας. Δηλαδή: «Ἂς σταθοῦμε γερὰ σὲ ὅσα ὁμολογήσαμε μὲ τὸ «Πιστεύω…», χωρὶς νὰ κλονιζόμαστε ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς. Ἂς σταθοῦμε μὲ φόβο, γιατὶ εἶναι μεγάλος ὁ κίνδυνος νὰ πλανηθοῦμε. Ὅταν ἔτσι σταθεροὶ παραμένουμε στὴν πίστη, τότε ἂς προσφέρουμε τὰ δῶρα μας στὸ Θεὸ μὲ εἰρήνη».
Στὸ σημεῖο αὐτὸ οἱ πιστοὶ πρέπει νὰ ἔχουν στὸ νοῦ τους καὶ τὰ λόγια τοῦ Κυρίου: «Ἂν προσφέρεις τὸ δῶρο σου στὸ θυσιαστήριο καὶ θυμηθεῖς ὅτι κάποιος κάτι ἔχει ἐναντίον σου, συμφιλιώσου πρῶτα μαζί του, καὶ μετὰ ἔλα νὰ προσφέρεις τὸ δῶρο σου» (Ματθ. 5:23 -24).
Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ ἱερέας ἀνυψώσει τὶς ψυχὲς καὶ τὰ φρονήματα τῶν πιστῶν ἀπὸ τὰ ἐπίγεια πρὸς τὰ οὐράνια, ἀρχίζει τὴν εὐχαριστήρια προσευχή. Μιμεῖται ἔτσι τὸν πρῶτο Ἱερέα, τὸν Χριστό, ποὺ εὐχαρίστησε τὸ Θεὸ Πατέρα προτοῦ παραδώσει τὸ μυστήριό της θείας Εὐχαριστίας.
Τὸν δοξολογεῖ τώρα κι αὐτὸς καὶ Τὸν ὑμνεῖ μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους. Τὸν εὐγνωμονεῖ γιὰ ὅλες τὶς εὐχαριστίες ποὺ μᾶς ἔκανε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας. Τὸν εὐχαριστεῖ ἰδιαίτερα γιὰ τὴν ἔλευση τοῦ Μονογενοῦς Του Υἱοῦ στὸν κόσμο καὶ γιὰ τὴν παράδοση τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας. Διηγεῖται μάλιστα καὶ τὰ σχετικὰ μὲ τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο, ἐπαναλαμβάνοντας τὰ ἴδια τὰ λόγια τοῦ Κυρίου: «Λάβετε, φάγετε… Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες…» (Ματθ. 26:26–27).
Ὁ ἱερέας, ἀφοῦ πεῖ, «Ἔχοντας λοιπὸν στὸ νοῦ μας αὐτὴ τὴ σωτήρια ἐντολὴ καὶ ὅλα ὅσα ἔχουν γίνει γιὰ μᾶς, δηλαδὴ τὴ σταύρωση, τὴν ταφή, τὴν τριήμερη ἀνάσταση, τὴν ἀνάληψη στοὺς οὐρανούς, τὴν ἐνθρόνιση στὰ δεξιὰ τοῦ Πατέρα, τὴ δεύτερη καὶ ἔνδοξη πάλι παρουσία», καταλήγει μὲ τὴν ἐκφώνηση: «Τὰ σὰ ἐκ τῶν σῶν σοὶ προσφέροντες κατὰ πάντα καὶ διὰ πάντα, σὲ ὑμνοῦμεν, σὲ εὐλογοῦμεν, σοὶ εὐχαριστοῦμεν, Κύριε, καὶ δεόμεθά σου, ὁ Θεὸς ἡμῶν». Μὲ τοῦτα τὰ λόγια εἶναι σὰν νὰ λέει στὸν οὐράνιο Πατέρα: «Σοῦ προσφέρουμε τὴν ἴδια ἐκείνη προσφορὰ ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Μονογενής Σου Υἱὸς πρόσφερε σ᾿ Ἐσένα, τὸ Θεὸ καὶ Πατέρα. Καὶ προσφέροντας τήν, Σ᾿ εὐχαριστοῦμε, γιατὶ κι Ἐκεῖνος προσφέροντας τὴν Σ᾿ εὐχαριστοῦσε. Τίποτα δικό μας δὲν προσθέτουμε σ᾿ αὐτὴ τὴν προσφορὰ τῶν δώρων. Γιατὶ δὲν εἶναι δικά μας ἔργα τοῦτα τὰ δῶρα, ἀλλὰ δικά Σου δημιουργήματα. Οὔτε καὶ δική μας ἐπινόηση εἶναι αὐτὸς ὁ τρόπος τῆς λατρείας, ἀλλὰ Ἐσὺ μᾶς τὸν δίδαξες κι Ἐσὺ μᾶς παρακίνησες νὰ Σὲ λατρεύουμε μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο. Γι᾿ αὐτό, ὅσα Σοῦ προσφέρουμε, εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου δικά Σου...».
Τὴν ἴδια στιγμὴ ὁ ἱερέας προσπίπτει καὶ ἱκετεύει θερμὰ τὸ Θεό. Παρακαλεῖ γιὰ τὰ δῶρα ποὺ ἔχει μπροστά του, ὥστε νὰ δεχθοῦν τὸ πανάγιο καὶ παντοδύναμο Πνεῦμα Του καὶ νὰ μεταβληθοῦν ὁ μὲν ἄρτος στὸ ἴδιο τὸ ἅγιο σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὁ δὲ οἶνος στὸ ἴδιο τὸ ἄχραντο αἷμα Του.
Μετὰ ἀπ᾿ αὐτὲς τὶς εὐχές, ἡ θεία ἱερουργία ὁλοκληρώθηκε! Τὰ δῶρα ἁγιάστηκαν! Ἡ θυσία πραγματοποιήθηκε! Τὸ μεγάλο θῦμα καὶ σφάγιο, ποὺ θυσιάστηκε γιὰ χάρη τοῦ κόσμου, βρίσκεται μπροστὰ στὰ μάτια μας, πάνω στὴν ἁγία Τράπεζα! Γιατὶ ὁ ἄρτος δὲν εἶναι πλέον τύπος τοῦ Δεσποτικοῦ σώματος. Εἶναι τὸ ἴδιο τὸ πανάγιο σῶμα τοῦ Κυρίου ποὺ δέχτηκε ὅλες ἐκεῖνες τὶς προσβολές, τὰ ῥαπίσματα, τὰ φτυσίματα, τὶς πληγές, τὴ χολή, τὴ σταύρωση. Καὶ ὁ οἶνος εἶναι τὸ ἴδιο τὸ αἷμα ποὺ ξεπήδησε ὅταν σφαζόταν τὸ σῶμα. Αὐτὸ εἶναι τὸ σῶμα, αὐτὸ εἶναι τὸ αἷμα ποὺ ἔλαβε σύσταση ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Παρθένο Μαρία, ποὺ θάφτηκε, ἀναστήθηκε τὴν τρίτη ἡμέρα, ἀνέβηκε στοὺς οὐρανοὺς καὶ κάθησε στὰ δεξιά του Πατέρα.
Καὶ πιστεύουμε πῶς ἔτσι εἶναι, γιατὶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶπε:
«Τοῦτο ἐστὶ τὸ σῶμα μου… τοῦτο ἐστὶ τὸ αἷμα μου» (Μαρκ. 14:22, 24). Καὶ γιατὶ ὁ Ἴδιος παρήγγειλε στοὺς Ἀποστόλους καὶ σ᾿ ὅλη τὴν Ἐκκλησία: «Τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν» (Λουκ. 22:19). Δὲν θὰ πρόσταζε νὰ ἐπαναλαμβάνουν αὐτὸ τὸ μυστήριο, ἂν δὲν εἶχε σκοπὸ νὰ τοὺς δώσει δύναμη νὰ τὸ ἐπιτελοῦν. Καὶ ποιὰ εἶναι ἡ δύναμη; Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Αὐτὸ εἶναι ποὺ μὲ τὸ χέρι καὶ τὴ γλῶσσα τῶν ἱερέων τελεσιουργεῖ τὰ μυστήρια. Ὁ λειτουργὸς εἶναι ὑπηρέτης τῆς χάριτος τοῦ ἁγίου Πνεύματος, χωρὶς νὰ προσφέρει τίποτε ἀπὸ τὸν ἑαυτό του. Γι᾿ αὐτὸ καὶ δὲν ἔχει σημασία ἂν τύχει νὰ εἶναι ὁ ἴδιος γεμάτος ἁμαρτίες. Κάτι τέτοιο δὲν νοθεύει τὴν προσφορὰ τῶν δώρων, τὰ ὁποῖα εἶναι πάντοτε εὐάρεστα στὸ Θεό. Ὅπως κι ἕνα φάρμακο ποὺ κατασκευάστηκε ἀπὸ ἄνθρωπο ἄσχετό με τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη, δὲν χάνει τὴ θεραπευτική του δράση, ἀρκεῖ μόνο νὰ κατασκευάστηκε σύμφωνα μὲ τὶς ὁδηγίες τοῦ γιατροῦ.

Ἀφοῦ λοιπὸν συμπληρωθεῖ ἡ θυσία, ὁ ἱερέας, βλέποντας μπροστά του τὸ ἐνέχυρο τῆς θείας φιλανθρωπίας, τὸν Ἀμνὸ τοῦ Θεοῦ, εὐχαριστεῖ καὶ ἱκετεύει. Εὐχαριστεῖ τὸ Θεὸ γιὰ ὅλους τοὺς ἁγίους, γιατὶ στὸ πρόσωπό τους ἡ Ἐκκλησία βρῆκε ἐκεῖνο ποὺ ζητάει, τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἰδιαίτερα -«ἐξαιρέτως»- εὐχαριστεῖ γιὰ τὴν ὑπερευλογημένη Θεοτόκο καὶ ἀειπάρθενο Μαρία, γιατὶ αὐτὴ ὑπερβαίνει κάθε ἁγιοσύνη. Καὶ ἱκετεύει ὁ ἱερέας γιὰ ὅλους τοὺς πιστούς -τοὺς κεκοιμημένους καὶ τοὺς ζῶντες- γιατὶ αὐτοὶ δὲν ἔφτασαν στὴν τελειότητα ἀκόμα κι ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ προσευχή.


Θεία Κοινωνία

Σὲ λίγο ὁ λειτουργὸς θὰ κοινωνήσει ὁ ἴδιος καὶ θὰ προσκαλέσει καὶ τοὺς πιστοὺς στὰ θεῖα Μυστήρια. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν ἐπιτρέπεται σὲ ὅλους ἀνεξαίρετα ἡ θεία Μετάληψη, ὁ ἱερέας, ὑψώνοντας τὸν ζωοποιὸ Ἄρτο καὶ δείχνοντάς Τον, ἐκφωνεῖ: «Τὰ ἅγια τοῖς ἁγίοις». Εἶναι σὰν νὰ λέει: «Νὰ ὁ Ἄρτος τῆς ζωῆς! Τὸν βλέπετε. Λοιπόν, τρέξτε νὰ τὸν μεταλάβετε. Ὄχι ὅμως ὅλοι, ἀλλὰ ὅποιος εἶναι ἅγιος. Γιατὶ τὰ ἅγια ἐπιτρέπονται μόνο στοὺς ἁγίους».
Ἁγίους ἐδῶ ἐννοεῖ ὄχι μόνο ἐκείνους ποὺ ἔφτασαν στὴν τελειότητα τῆς ἀρετῆς, ἀλλὰ κι ἐκείνους ποὺ ἀγωνίζονται νὰ φτάσουν σ᾿ αὐτήν, ἔστω κι ἂν ἀκόμα ὑστεροῦν. Γιὰ αὐτὸ οἱ χριστιανοί, ἂν δὲν πέφτουν σὲ θανάσιμα ἁμαρτήματα ποὺ τοὺς ἐμποδίζουν ἀπὸ τὸ Χριστὸ καὶ τοὺς νεκρώνουν πνευματικά, δὲν ἔχουν κανένα ἐμπόδιο νὰ κοινωνοῦν [Ἄλλωστε ἡ θεία Λειτουργία γίνεται γιὰ νὰ κοινωνοῦν οἱ πιστοί. Ὅπως λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, «τὸ νὰ κοινωνεῖ κανεὶς καὶ νὰ μεταλαμβάνει κάθε μέρα τὸ ἅγιο σῶμα καὶ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι καλὸ καὶ ὠφέλιμο». Ἡ συχνὴ θεία Κοινωνία, ὅμως, προϋποθέτει τὸν συνεχῆ πνευματικὸ ἀγῶνα καὶ τὴν κατάλληλη προετοιμασία (νήψη-προσευχή, μετάνοια-ἐξομολόγηση κ.λπ.)].
Στὴν ἐκφώνηση τοῦ ἱερέα, «Τὰ ἅγια τοῖς ἁγίοις», οἱ πιστοὶ ἀποκρίνονται δυνατά: «Εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός». Γιατὶ κανεὶς δὲν ἔχει τὴν ἁγιότητα ἀπὸ μόνος του, οὔτε εἶναι καὶ κατόρθωμα τῆς ἀνθρώπινης ἀρετῆς, ἀλλά, ὅλοι ἀπὸ τὸν Χριστὸ τὴν ἀντλοῦν. Καὶ ὅπως, ἂν κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο τοποθετηθοῦν πολλοὶ καθρέφτες, ὅλοι ἀκτινοβολοῦν, καὶ νομίζεις ὅτι βλέπεις πολλοὺς ἥλιους, ἐνῷ στὴν πραγματικότητα ἕνας εἶναι ὁ ἥλιος ποὺ ἀστράφτει σὲ ὅλους τοὺς καθρέφτες, ἔτσι καὶ ὁ μόνος Ἅγιος, ὁ Χριστός, καθὼς διαχέεται μὲ τὴ μετάληψη μέσα στοὺς πιστούς, φαίνεται σὲ πολλὲς ψυχὲς καὶ παρουσιάζει πολλοὺς ὡς ἁγίους. Αὐτὸς ὅμως εἶναι ὁ ἕνας καὶ μοναδικὸς Ἅγιος.
Ἀφοῦ λοιπὸν μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο συγκαλέσει ὁ λειτουργὸς τοὺς πιστοὺς στὸ ἱερὸ δεῖπνο, μεταλαμβάνει πρῶτα ὁ ἴδιος καὶ οἱ ἄλλοι κληρικοὶ ποὺ βρίσκονται στὸ ἅγιο Βῆμα. Προηγουμένως ὅμως χύνει θερμὸ νερὸ μέσα στὸ ἅγιο Ποτήριο, πρᾶγμα ποὺ ὑποδηλώνει τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴν Ἐκκλησία. Γιατὶ αὐτὸ τὸ ζεστὸ νερό, ἐπειδὴ καὶ νερὸ εἶναι ἀλλὰ καὶ φωτιὰ ἔχει μέσα του λόγω τοῦ βρασμοῦ, φανερώνει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸ ὁποῖο μὲ «ὕδωρ ζῶν» (Ἰω. 7:38) τὸ παρομοίασε ὁ Κύριος, καὶ μὲ τὴ μορφὴ τῆς φωτιᾶς κατέβηκε στοὺς Ἀποστόλους τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς.
Στὴ συνέχεια ὁ ἱερέας στρέφεται πρὸς τὸ ἐκκλησίασμα καί, δείχνοντας τὰ Ἅγια, προσκαλεῖ ὅσους θέλουν νὰ κοινωνήσουν, νὰ προσέλθουν «μετὰ φόβου Θεοῦ καὶ πίστεως». Νὰ μὴν καταφρονήσουν δηλαδὴ τὴν ταπεινὴ ἐμφάνιση ποὺ ἔχουν τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ νὰ πλησιάσουν ἔχοντας ἐπίγνωση τῆς ἀξίας τῶν μυστηρίων καὶ πιστεύοντας ὅτι αὐτὰ προξενοῦν τὴν αἰώνια ζωὴ σ᾿ ἐκείνους ποὺ μεταλαμβάνουν.
Τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀληθινὴ τροφὴ καὶ ἀληθινὸ ποτό. Καὶ ὅταν τὰ μεταλαμβάνει κανείς, δὲν μετατρέπονται αὐτὰ σὲ ἀνθρώπινο σῶμα, ὅπως γίνεται μὲ τὶς συνηθισμένες τροφές, ἀλλὰ τὸ ἀνθρώπινο σῶμα μεταβάλλεται σὲ ἐκεῖνα. Ὅπως καὶ τὸ σίδερο, ὅταν ἔρθει σὲ ἐπαφὴ μὲ τὴ φωτιά, γίνεται κι αὐτὸ φωτιά· δὲν κάνει τὴ φωτιὰ σίδερο.
Τὴ θεία Κοινωνία τὴ δεχόμαστε βέβαια μὲ τὸ στόμα, ἀλλὰ αὐτὴ εἰσέρχεται πρῶτα στὴν ψυχὴ κι ἐκεῖ πραγματοποιεῖται ἡ ἕνωσή μας μὲ τὸ Χριστό, ὅπως λέει καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ἐκεῖνος ποὺ ἑνώνεται μὲ τὸν Κύριο, γίνεται ἕνα πνεῦμα μὲ Αὐτόν» (Α´ Κορ. 6:17). Χωρὶς τὴν ἕνωσή του μὲ τὸ Χριστό, ὁ ἄνθρωπος, ἀπὸ μόνος του, εἶναι ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος, ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει τίποτα κοινὸ μὲ τὸ Θεό.
Ποιὰ ὅμως εἶναι ἐκεῖνα ποὺ ζητάει ἀπὸ ἐμᾶς ὁ Χριστὸς γιὰ νὰ μᾶς ἁγιάσει μὲ τὰ θεία μυστήρια; Εἶναι ἡ κάθαρση τῆς ψυχῆς, ἡ πίστη καὶ ἡ ἀγάπη στὸ Θεό, ὁ διακαὴς πόθος καὶ ἡ λαχτάρα μας γιὰ τὴ θεία Κοινωνία. Αὐτὰ ἑλκύουν τὸν ἁγιασμό, κι ἔτσι πρέπει νὰ κοινωνοῦμε. Γιατὶ πολλοὶ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ προσέρχονται στὰ μυστήρια, καὶ ὄχι μόνο δὲν ὠφελοῦνται καθόλου, ἀλλὰ φεύγουν χρεωμένοι μὲ ἀμέτρητες ἁμαρτίες.

Ἀπόλυση

Ἀφοῦ κοινωνήσουν οἱ πιστοί, εὔχονται νὰ παραμείνει μέσα τους ὁ ἁγιασμὸς ποὺ ἔλαβαν, καὶ νὰ μὴν προδώσουν τὴ χάρη οὔτε νὰ χάσουν τὴ δωρεά.
Ὁ ἱερέας τοὺς καλεῖ τώρα νὰ εὐχαριστήσουν μὲ ζῆλο τὸ Θεὸ γιὰ τὴ θεία Μετάληψη. Γι᾿ αὐτὸ λέει: «Ὀρθοί... ἀξίως εὐχαριστήσωμεν τῷ Κυρίῳ». Ὄχι δηλαδὴ ξαπλωμένοι οὔτε καθισμένοι, ἀλλὰ ὑψώνοντας τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα πρὸς Αὐτόν. Καὶ οἱ πιστοὶ μὲ λόγια της Γραφῆς δοξολογοῦν τὸ Θεό, ποὺ εἶναι αἴτιος καὶ χορηγὸς ὅλων τῶν ἀγαθῶν: «Εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον ἀπὸ τοῦ νῦν καὶ ἕως τοῦ αἰῶνος» (Ψαλμ. 112:2). Ἀφοῦ ψάλλουν τρεῖς φορὲς αὐτὸν τὸν ὕμνο, ὁ ἱερέας βγαίνει ἀπὸ τὸ Θυσιαστήριο, στέκεται μπροστὰ στὸ πλῆθος καὶ ἀπευθύνει τὴν τελευταία εὐχή: «Χριστὸς ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ἡμῶν...». Ζητάει ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ μᾶς σώσει μὲ τὸ ἔλεός Του, γιατὶ ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας δὲν ἔχουμε νὰ ἐπιδείξουμε τίποτε ἄξιο σωτηρίας. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὡς πρεσβευτὲς μνημονεύει πολλοὺς ἁγίους καὶ ἰδιαίτερα τὴν παναγία Του Μητέρα.
Τέλος, ὁ λειτουργὸς μοιράζει τὸ ἀντίδωρο. Αὐτὸ ἔχει ἁγιαστεῖ, καθὼς προέρχεται ἀπὸ τὸν ἀρχικὸ ἄρτο, ποὺ προσφέραμε στὸ Θεὸ γιὰ τὴν τέλεση τῆς θείας Εὐχαριστίας. Οἱ πιστοὶ παίρνουν μὲ εὐλάβεια τὸ ἀντίδωρο, φιλώντας τὸ δεξὶ χέρι τοῦ ἱερέα. Γιατὶ αὐτὸ τὸ χέρι, μόλις πρίν, ἄγγιξε τὸ πανάγιο σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δέχτηκε ἀπὸ ἐκεῖνο τὸν ἁγιασμὸ καὶ τὸν μεταδίδει τώρα σὲ ὅσους τὸ ἀσπάζονται.
Ἐδῶ ἡ θεία Λειτουργία φτάνει στὸ τέλος της καὶ τὸ μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας ὁλοκληρώνεται. Γιατὶ καὶ τὰ δῶρα, ποὺ προσφέραμε στὸ Θεό, ἁγιάστηκαν καὶ τὸν ἱερέα ἁγίασαν καὶ στὸ ὑπόλοιπο πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας μετέδωσαν τὸν ἁγιασμό.
Γιὰ ὅλα αὐτά, λοιπόν, στὸ Χριστό, στὸν ἀληθινὸ Θεό μας, πρέπει κάθε δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνηση, μαζὶ μὲ τὸν ἄναρχο Πατέρα Του καὶ τὸ πανάγιο Πνεῦμα Του, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στὴν ἀτέλειωτη αἰωνιότητα. Ἀμήν.


(Ἀπὸ τὴ σειρὰ τῶν φυλλαδίων «Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ Ἀττικῆς.)