A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΥΡΙΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΥΡΙΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 17 Ιανουαρίου 2017

ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΟΥΝ ΤΑ ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ;



“Ή των ονομάτων επίσκεψις”, μας επιτάσσει να “επίσκεφθούμε” δηλαδή να προβούμε σε βαθύτερη σκέψη για εξέταση και ανάλυση των όρων και των εννοιών με απαιτούμενη ακρίβεια και υπευθυνότητα. Τι “σημαίνουν” τα Άγια Θεοφάνεια; 



Εδώ το “σημαίνουν” δεν εκλαμβάνεται εννοιολογικά, με τον συνηθισμένο όρο της “σημασίας”, αλλά του σαλπίσματος και της εξαγγελίας. Το “σήμαντρο” είναι η καμπάνα, το τάλαντο, η σάλπιγγα, το εγερτήριο: “ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι!” (Ρωμ. ιγ’ 11). Βοηθά στην βαθύτερη κατανόηση και ο θεολογικός Θρήνος της Αλώσεως: “Σημαίνει ο Θεός, σημαίνει η γή, σημαίνουν τα επουράνια σημαίνει κι η αγιά Σοφιά, το μέγα Mοναστήρι με τετρακόσια σήμαντρα κι εξηνταδυό καμπάνες…”. Εξαγγέλλει ο Θεός, σαλπίζει η γη κι ο ουρανός.



του Θεολογου Νικολάου Πανταζή


Ποιό το σημαντικότατο αυτό μήνυμα και ουράνιο σάλπισμα των Θεοφανείων; Η Ευδοκία! Ο προφητικός, περιεκτικός και αποκαλυπτικός συνάμα όρος “ευδοκία” επιφαίνεται και διαφαίνεται επιβλητικά σε τρία κυρίως Θεοφάνεια: 1. στην Γέννηση του Χριστού, 2. στην Βάπτιση και 3. την Μεταμόρφωση. Στην άμεσα συσχετιζομένη Εορτή των Χριστουγέννων, βλέπουμε μια θεοπρεπή συντείνουσα, παρατηρούμε μια κοινή θεϊκή συνισταμένη: “Εν ανθρώποις ευδοκία!” Τώρα, κατά την βάπτιση του Χριστού, ξεπροβάλλει και επιφαίνεται δοξολογικά ο ίδιος πάλι μυστήριος όρος “ευδοκία”: “Οὗτός ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα.” (Ματθ. γ’ 17). Στα Θαβώρεια Θεοφάνεια της Μεταμορφώσεως του Χριστού, πάλι παρομοίως, πανομοιοτύπως και όλως περιέργως παρατηρούμε: “Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ ευδοκήσασα· αὐτοῦ ἀκούετε!” (Ματθ. ιζ’ 5). Τρεις εξέχουσες φανερώσεις του Θεού. Και στις τρεις φανερώνεται: Η Αγία Τριάδα και η Ευδοκία του Πατρός. Ποιά είναι ακριβώς αυτή η Ευδοκία; Γιατί στην αναδίπλωση του Σχεδίου της Θείας Οικονομίας το πρώτο, πρώτιστο, κυρίαρχο και αρχικό μήνυμα είναι το πάνυ πανηγυρικό: “εν ανθρώποις Ευδοκία και επί γης ειρήνη;;;” Δυστυχώς οι περισσότεροι τείνουν στην ευκολότερη και “αυτονόητη” λύση της ευαρεστήσεως του Θεού και ικανοποιήσεως του θείου θελήματος, ένα θέμα το οποίο, ως προς την Σταύρωση, αποτελεί και μια από τις αιρέσεις του Παπισμού. Η Πρώτη Προφητεία του Μεγάλου Αγιασμού των Θεοφανείων είναι τρομερά αποκαλυπτική και λίγοι προσέχουν και συλλαμβάνουν τις άκρως ενδεικτικές προτυπώσεις και εικόνες που απεικονίζουν, φωτογραφίζουν και αποκαλύπτουν αυτήν την Ευδοκία! Ας την ιδούμε προσεκτικά, (Οι παρενθέσεις δικές μου). Προφητείας Ἡσαΐου τὸ Ἀνάγνωσμα (Κεφ. 35, 1-10) “Τάδε λέγει Κύριος· Εὐφράνθητι ἔρημος διψῶσα, ἀγαλλιάσθω ἔρημος, καὶ ἀνθείτω ὡς κρίνον. Καὶ ἑξανθήσει, καὶ ὑλοχαρήσει, καὶ ἀγαλλιασεται τὰ ἔρημα τοῦ Ἰορδάνου· καὶ ἡ δόξα (η Ορθή Δόξα, η Ορθοδοξία) τοῦ Λιβάνου ἐδόθη αὐτῇ, καὶ ἡ τιμὴ τοῦ Καρμήλου· καὶ ὁ λαός μου (αυτό του “λαός Μου” έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία, δεν μιλά για τον άπιστο και αποστάτη λαό γενικά, τον κόσμο, αλλ’ ο Θεός έχει δικό Του Λαό, την δική Του πολύ μικρή μερίδα πιστών) ὄψεται τὴν δόξαν Κυρίου (την Ορθή Λατρεία Κυρίου: Φανέρωση-Θεοφάνεια-Επιφάνεια της Αγίας Τριάδος), καὶ τὸ ὕψος τοῦ Θεοῦ (“Υψούτε Κύριον τον Θεόν ημών” – ας το κρατήσουμε ιδιαιτέρως στη μνήμη μας αυτό το διάψαλμα, θα το δούμε και πιο κάτω). Ἰσχύσατε χεῖρες ἀνειμέναι, καὶ γόνατα παραλελυμένα. Παρακαλέσατε, καὶ εἴπατε τοῖς ὀλιγοψύχοις τῇ διανοίᾳ· Ἰσχύσατε καὶ μὴ φοβεῖσθε· ἰδοὺ ὁ Θεὸς ἡμῶν (ο ΘΕΟΣ Χριστός, ο “Χριστός - Κύριος”) κρίσιν ἀνταποδίδωσι (η κρίση της συγχωρήσεως και η ανταπόδοση της σωτηρίας), καὶ ἀνταποδώσει, αὐτὸς ἥξει (οπωσδήποτε θα έλθει σωματικώς, θα φανερωθεί οφθαλμοφανώς) και σώσει ἡμᾶς... Καὶ ἔσται ἐκεῖ ὁδὸς καθαρά, (Πίστη Καθαρή, Δόξα και Λατρεία Καθαρή, “Ήχος Καθαρός εορταζόντων”) καὶ ὁδὸς ἁγία κληθήσεται (η Μία και Μόνη Οδός, η Αγία Πίστη, η Αγία Ορθοδοξία!), οὐ μὴ παρέλθῃ ἐκεῖ ἀκάθαρτος (δεν θα διαβεί αιρετικός, καθότι η μεγαλύτερη ακαθαρσία, κατά τους Αγίους Πατέρες, είναι η αίρεση ως διαστροφή της αληθείας και δευτερευόντως η αμαρτία εν γένει), οὐδὲ ἔσται ἐκεῖ ὁδὸς ἀκάθαρτος (δεν θα συνυπάρξει η Αλήθεια με την αίρεση και την βλασφημία, δεν θα βρεθεί ετερόδοξος εκεί κι’ όταν αυτό συμβεί, δεν θα’ ναι η Εκκλησία του Χριστού αυτή, η Διαχρονική), οἱ δὲ διεσπαρμένοι (η Διασπορά, οι πιστοί όπου γης) πορεύσονται (ασφαλώς και σταθερώς) ἐπ᾽ αὐτῆς, καὶ οὐ μὴ πλανηθῶσι (σε τραγική αντίθεση με ιερείς κι’ αρχιερείς και εκλεκτούς γέροντες οι οποίοι θα Συν-πορεύονται με την Παναίρεση του Οικουμενισμού). Καὶ οὐκ ἔσται ἐκεῖ λέων, οὐδὲ τῶν πονηρῶν θηρίων (τα κακά θηρία=οι Οικουμενιστές), οὐ μὴ ἀναβῇ εἰς αὐτήν, οὐδὲ μὴ εὑρεθῇ ἐκεῖ· ἀλλὰ πορεύσονται ἐν αὐτῇ λελυτρωμένοι καὶ συνηγμένοι ὑπὸ Κυρίου (έτσι ονομάζονται οι συνειδητοί και ευγνώμονες Ορθόδοξοι Πιστοί. Το “λελυτρωμένοι” κυριότατα αναφέρεται στην λύτρωση από την αίρεση και την πλάνη και όχι στην ηθική λύτρωση υπό της οποίας βρισκόμαστε διαρκώς και ισοβίως υπό την προϋπόθεση της μετανοίας). Καὶ ἀποστραφήσονται, (το ίδιο ακριβώς ισχύει και για το “αποστραφήσονται”, αναφέρεται κυριότατα στην αποστροφή της πλάνης. Το “αποστρέφομαι” εδώ σημαίνει απαρνούμαι, απομακρύνομαι, αποκόπτομαι και αποτειχίζομαι, δεν συστοιχίζομαι με την αίρεση και δεν συνυπάρχω με την πλάνη), καὶ ἥξουσιν εἰς Σιὼν μετ᾽ εὐφροσύνης καὶ ἀγαλλιάσεως, καὶ εὐφροσύνη αἰώνιος ὑπὲρ κεφαλῆς αὐτῶν· ἐπὶ γὰρ τῆς κεφαλῆς αὐτῶν αἴνεσις καὶ ἀγαλλίαμα, καὶ εὐφροσύνη (ευδοκία) καταλήψεται αὐτούς...” Το “ευ-φροσύνη” είναι συνώνυμο σω-φροσύνης (σώας τα φρένας) και επώνυμο της Ευ-δοκίας! Αναφαίρεται όχι τόσο στην πνευματική χαρά αλλά πρωτίστως στην Ορθή Φρόνηση, “ευ-φρονώ και ευ-δοκώ” = σκέπτομαι και θεωρώ ορθώς, πιστεύω ορθώς, έχω Ορθή Πίστη. Η Αγία Ορθόδοξη Πίστη μας είναι Τριαδολογική καθώς “ο Θεός ημών Τριαδικός εστί.” Η Ευδοκία συνιστά και συστύνει την δοξολογική, λατρευτική προσκύνησι της Αγίας Τριάδος. Το Απολυτίκιο των Θεοφανείων, ακραιφνώς θεολογικό (όπως τα 99% των Απολυτικίων), αμεσότατα και απερίφραστα δογματίζει: “Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις!” Η ευδοκία συνυφαίνει κι’ αποφαίνεται την εμφάνειαν της Αγίας Τριάδος. Ο Μέγας Άγιος και Μέγιστος Πατήρ της Εκκλησίας μας, Άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, “την εμφάνειαν ποιούμενος”, ποιώντας την ορθή έννοια των Θεοφανείων, με δίψα ακόρεστη και μέθη θεϊκή, μας κερνά γλυκύτητα ξέχωρη χρυσών αποφθεγμάτων: “Ἀκόρεστος γὰρ ἡ γλυκύτης τῶν πνευματικῶν λογίων!…. Ὅπερ καὶ ὁ προφήτης ἐκ τῶν ἑκατέρων τὴν ἐμφάνειαν ποιούμενος ἐκέκραγεν· Ὑψοῦτε Κύριον τὸν Θεὸν ἡμῶν, καὶ προσκυνεῖτε τῷ ὑποποδίῳ τῶν ποδῶν αὐτοῦ!” (Λόγος εις τα Άγια Θεοφάνεια). Το “υψούτε” εδώ σημαίνει δοξάσατε! Για αυτό το λόγο και ο Υψωθείς εν τω Σταυρώ εκουσίως λέγεται και “Ο Βασιλεύς της Δόξης!” Δεν Υπάρχει μεγαλύτερη δόξα από το να υψούται εν Σταυρώ ο Θεός και Βασιλεύς των Όλων. Είναι ασύγκριτη, ανήκουστη, τιτάνια και υπερουράνια η Δόξα της Ενσαρκώσεως, της Βαπτίσεως, της Μεταμορφώσεως, της Άκρας Ταπεινώσεως, της Σταυρικής Θυσίας και της Αναστάσεως. Το εξαίσιο Σάλπισμα των Θεοφανείων είναι η απόδοση Ορθής Δόξης και Ορθής Λατρείας στον Χριστό! “Θεοφανείας Σου Χριστέ!” Θεοφάνεια δεν έχουμε μόνο κατά την Βάπτιση. Και η Ανάσταση αυτή, Θεοφάνεια είναι! Τί λέγω; Ολόκληρη η ζωή και το κήρυγμα του Χριστού, αδιάλειπτα Θεοφάνεια είναι! “Οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος!” (Ιωάν. ζ’ 46). Ευδοκία λοιπόν, είναι η εξύψωσις της δοξασίας της Θεότητος του Χριστού. “Χριστός γεννάται δοξάσατε (Αυτόν)! Χριστός εξ’ ουρανών, απαντήσατε (Αυτόν)!” Η σιωπηλή αυτή Αντωνυμία, δεν είναι και τόσο “σιωπηλή”... Εκκωφαντικά ηχεί και τρανώτατα διαλαλεί την Θεότητα του Ιησού: “Ούτος εστίν ο Αληθινός ημών Θεός!” Πως όμως να Τον δοξάσουμε; Τίνι τρόπω; Υπάρχει Ορθή και λανθασμένη δόξα… Το “ευ” στην περίπτωση αυτή, πιο πολύ σημαίνει “ορθή” παρά απλώς “καλή”. Η ΕΥΔΟΚΙΑ ΕΙΝΑΙ ΣΥΝΩΝΗΜΗ ΤΗΣ ΕΥΔΟΞΙΑΣ ΚΙ ΕΠΩΝΥΜΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ! Η Ορθοδοξία είναι η Μόνη Αληθινή, Ορθή δόξα του Μόνου Αληθινού Θεού. Τα Θεοφάνεια σημαίνουν Φανέρωση του Θεού και φανέρωση - αποκάλυψη της Ευδοκίας του Θεού, δηλ. της Ορθής Δόξης και Ορθής Λατρείας. Τα Θεοφάνεια σημαίνουν την φανέρωση-αποκάλυψη της Θεότητος του Χριστού. Το δηλώνει δυναμικά και η Ευχή του Καθαγιασμού των υδάτων και παιανίζει απανωτά: “Εσύ ‘σαι ακριβώς ο Θεός μας, που προσδοκούσαμε να έλθει!”: “Συ εἶ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ δι᾽ ὕδατος κατακλύσας ἐπὶ τοῦ Νῶε τὴν ἁμαρτίαν. Συ εἶ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ διὰ θαλάσσης ἐλευθερώσας ἐκ τῆς δουλείας Φαραώ, διὰ Μωϋσέως, τὸ γένος τῶν Ἑβραίων. Συ εἶ ὁ Θεὸς ἡμῶν ὁ διαρρήξας πέτραν ἐν ἐρήμῳ, καὶ ἐρρύησαν ὕδατα, καὶ χείμαρροι κατεκλύσθησαν, καὶ διψῶντα τὸν λαόν σου κορέσας. Συ εἶ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ δι᾽ ὕδατος καὶ πυρός, διὰ τοῦ Ἡλίου, ἀπαλλάξας τὸν Ἰσραὴλ ἐκ τῆς πλάνης τοῦ Βάαλ. Αυτός καὶ νῦν, Δεσπότα, ἁγίασον τὸ ὕδωρ τοῦτο, τῷ Πνεύματί σου τῷ Ἁγίῳ. (ἐκ γ’). Και αγιάζει ο Χριστός τα Ιορδάνεια Νάματα με το Πανάγιον Αυτού Σώμα και τινάζεται Ευθύς από του ύδατος! (Ματθ. γ’ 16). Εκτινάζεται αποτόμως Ως Απολύτως Αναμάρτητος “εξ’ άκρας συλλήψεως” ευθύς έξω “ο μη γνους αμαρτίαν! Εμείς ως χοϊκοί και όντως αμαρτωλοί, παραμένουμε επί τούτου κάποιο χρονικό διάστημα μέσα στο νερό. Ο Χριστός όμως Όχι. Ποιός λοιπόν είναι Αυτός ο Ένδοξος, ο Οποίος υπέρ αδόξων βαπτίστηκε; Και ποιός είν’ Αυτός ο Οποίος εξ’ ουρανού ακούστηκε; 



Ας μας απαντήσει, εν υπεροχική κατακλείδι, ο Μέγιστος Χρυσόστομος: “Τίς ἐστιν οὗτος; πρὸς ἀλλήλους ζητοῦσιν, ἐβόησεν ὁ Πατὴρ, λέγων· Οὗτός ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητὸς, ἐν ᾧ ηὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε. Βοᾷ τὴν εἰς τὸν Υἱὸν ὁ γεννήτωρ φιλοστοργίαν, ἵνα μάθῃς τὴν τοῦ Κτίστου περὶ τὸν κόσμον διάθεσιν, ὅτι τοιοῦτον ὑπὲρ τῶν τοιούτων δούλων Υἱὸν ἀπέδωκεν, ὑπὲρ μισουμένων τὸν ποθούμενον, ὑπὲρ ἁμαρτωλῶν τὸν ἀναμάρτητον, ὑπὲρ ἀδόξων τὸν ἔνδοξον. Δοξάσωμεν οὖν τὸν ἐπιφανέντα Δεσπότην σὺν τῷ Πατρὶ, καὶ τὸν Υἱὸν, καὶ τὸ ἅγιον Πνεῦμα, νῦν, καὶ ἀεὶ, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν!




Νικόλαος Πανταζής

Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2015

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ: Εὐαγγέλιον - Ὁ Σταυρός Τοῦ Χριστοῦ (Τό χάλκινο φίδι - Πόσο μᾶς ἀγάπησε!)



Εἶπεν ὁ Κύριος· 13 καὶ οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐρανὸν εἰ μὴ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὢν ἐν τῷ οὐρανῷ. 14 καὶ καθὼς Μωϋσῆς ὕψωσε τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, 15 ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. 16 οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. 17 οὐ γὰρ ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ εἰς τὸν κόσμον ἵνα κρίνῃ τὸν κόσμον, ἀλλ’ ἵνα σωθῇ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ.
Ο Σταυρός του Χριστού

Το χάλκινο φίδι

Η Κυριακή πριν από την εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού μας προετοιμάζει πνευματικά για να συναισθανθούμε το μέγα μυστήριο της σταυρικής θυσίας του Κυρίου μας. Το ευαγγελικό ανάγνωσμα μας μεταφέρει σε μία ιερή συζήτηση μέσα στη νύχτα, όπου ο Κύριος απεκάλυψε στον κρυφό μαθητή του Νικόδημο το μέγα μυστήριο της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους. Κανείς από τους ανθρώπους, είπε, δεν έχει ανεβεί στον ουρανό, παρά μόνο εγώ που κατέβηκα από τον ουρανό και έγινα άνθρωπος. Κι ενώ τώρα είμαι στη γη, εξακολουθώ να είμαι και στον ουρανό. Και όπως κάποτε ο Μωυσής κρέμασε ψηλά το χάλκινο φίδι για να σώζονται μ’ αυτό οι Ισραηλίτες από τα θανατηφόρα δαγκώματα των φιδιών της ερήμου, έτσι σύμφωνα με το μυστηριώδες σχέδιο του Θεού πρέπει να υψωθώ εγώ ψηλά πάνω στο σταυρό.

Ποια όμως είναι η βαθύτερη σχέση ανάμεσα στο γεγονός αυτό της Παλαιάς Διαθήκης με τη σταύρωση του Κυρίου μας; Εκεί στην έρημο συνέβαινε κάτι το συνταρακτικό. Είχαν παρουσιαστεί φίδια φαρμακερά και τρύπωναν στις σκηνές των Ισραηλιτών. Φίδια αμέτρητα δάγκωναν όσους έβρισκαν μπροστά τους. Κι αυτοί με πόνους δυνατούς και κραυγές απελπιστικές σε λίγη ώρα έπεφταν νεκροί! Οι Ισραηλίτες τρομοκρατημένοι άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι τιμωρούνται για τις πολλές τους αμαρτίες. Σκέφτηκαν ότι μόνον ο Θεός μπορούσε να τους σώσει. Έτρεξαν λοιπόν στον Μωυσή κι εκείνος με όλη του την ψυχή παρακαλούσε τον Θεό να τους σώσει. Και ο Θεός, σαν αγαθός πατέρας, επειδή είδε ότι μετανόησε ο λαός, άκουσε την προσευχή του Μωυσή και του λέει:
Φτιάξε ένα φίδι χάλκινο και κρέμασέ το σε ένα ξύλο. Και πες στους Ισραηλίτες: «Καθένας που θα τον δαγκώσει φίδι, να κοιτάζει το χάλκινο αυτό φίδι και θα σώζεται από το θάνατο». Και το θανατικό σταμάτησε, οι Ισραηλίτες σώθηκαν.

Γιατί όμως ο Κύριος συσχετίζει το γεγονός αυτό με τη δική του σταύρωση; Το χάλκινο φίδι το ύψωσε ο Μωυσής καρφωμένο σε ξύλο. Στο τίμιο ξύλο του σταυρού υψώθηκε κρεμασμένος κι ο Χριστός μας. Τ α φαρμακερά φίδια σκορπούσαν το θάνατο. Ο σατανάς, ο όφις ο αρχαίος, με τα φαρμακερά τσιμπήματά του νεκρώνει την ψυχή του ανθρώπου.

 Στην έρημο ο Μωυσής κρέμασε πάνω στο ξύλο ένα χάλκινο φίδι, που ήταν το ομοίωμα των φαρμακερών φιδιών. Στο σταυρό κρεμάστηκε ο ίδιος ο Κύριος, ο Οποίος θεωρήθηκε το ομοίωμα της αμαρτίας, καθώς σήκωσε επάνω του όλες τις αμαρτίες του κόσμου. Στην έρημο οι Ιουδαίοι ατενίζοντας το χάλκινο φίδι διέφυγαν τον πρόσκαιρο θάνατο, εμείς οι πιστοί ατενίζοντας τον Σταυρό του Χριστού λυτρωνόμαστε από τη σκλαβιά της αμαρτίας, από τον αιώνιο θάνατο, μπορούμε να εισέλθουμε όχι στη γη της επαγγελίας, αλλά στη Βασιλεία του Θεού.

Πόσο μας αγάπησε!

Ο Κύριος στη συνέχεια εξηγεί στον Νικόδημο το νόημα της δικής του υψώσεως πάνω στο ξύλο του Σταυρού: Ο υιός του ανθρώπου, λέει, θα υψωθεί πάνω στο Σταυρό, για να μη χαθεί κανένας από όσους θα πιστεύουν σ’ Αυτόν στον αιώνιο θάνατο, αλλά να έχει ζωή αιώνια. Διότι τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε παρέδωσε σε θάνατο τον μονάκριβο Υιό του, για να μη χαθεί στον αιώνιο θάνατο κανένας πιστός, άλλα να έχει ζωή αιώνια. Διότι δεν απέστειλε ο Θεός τον Υιό του στο αμαρτωλό γένος των ανθρώπων για να κατακρίνει και να καταδικάσει το γένος αυτό, αλλά για να σωθεί ολόκληρος ο κόσμος.

Με τα υπέροχα αυτά λόγια του ο Κύριος απεκάλυψε στον Νικόδημο την άπειρη αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο. Πόσο πολύ μας αγάπησε ο Θεός; Το πόσο πολύ μας αγάπησε φαίνεται όχι μόνον από το ότι ήθελε να μας σώσει, αλλά και από τον τρόπο με τον οποίο μας έσωσε και από τη σωτηρία την οποία μας χάρισε. Διότι δεν έστειλε κάποιον άνθρωπο ή άγγελο να μας σώσει, αλλά τον μονογενή του Υιό, τον συνάναρχο και σύνθρονο, τον άπειρο και πανυπερτέλειο Υιό του. Κι Αυτόν Τον παρέδωσε σε θάνατο.
Και για ποιους Τον παρέδωσε σε θάνατο; Ποιους αγάπησε; Μήπως πλάσματα που Τον λάτρευαν και Τον αγαπούσαν; Εμάς τους αποστάτες ανθρώπους, που είχαμε γίνει εχθροί του και καταντήσαμε «κτηνώδεις και δαιμονιώδεις». Ο άπειρος Θεός αγάπησε έναν τέτοιον ανάξιο κόσμο. Αγάπησε τον διεφθαρμένο άνθρωπο, ενώ αυτός δεν είχε να παρουσιάσει τίποτε άξιο της αγάπης του. Και έγινε άνθρωπος ο ίδιος ο Υιός του Θεού για να μας σώσει από την καταδυνάστευση του διαβόλου. Και υψώθηκε επάνω στο Σταυρό, για να μη χαθούμε στο αιώνιο σκοτάδι, αλλά να ζούμε μαζί του αιωνίως τη δική του πανευτυχή ζωή. Και μας δέχθηκε ως παιδιά του, ως μέλη της Εκκλησίας του, και μας τροφοδοτεί με τα άγια Μυστήρια, μας προσφέρει άφεση αμαρτιών, αγιασμό και σωτηρία ψυχής.

Εμείς κατανοούμε άραγε το ύψους αυτό της αγάπης του; Αντιλαμβανόμαστε την άπειρη αυτή και ύψιστη ευεργεσία του; Γι’ αυτό ας παρακαλούμε Αυτόν που τόσο πολύ μας αγάπησε, να μας φωτίζει να κατανοούμε όσο μπορούμε το ύψος της αγάπης του. Και να ζούμε πλέον μόνο για τον Θεό και με τον Θεό.


Τρίτη 18 Αυγούστου 2015

Η ΑΓΙΑ ΝΕΦΕΛΗ ΣΤΟ ΟΡΟΣ ΘΑΒΩΡ (Φώτο - Βίντεο)

Κατά την τέλεση της Μεγάλης Εορτής της Μεταμορφώσεως του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, που γίνεται κάθε χρόνο στις 6 Αυγούστου με το (παλαιό) Πάτριο Εορτολόγιο (19/8  ν. ημ.) στην Ιερά Μονή του Θαβωρίου Όρους της Γαλιλαίας, συμβαίνει ένα θαυμαστό γεγονός κατά το οποίο καλύπτεται και επισκιάζεται το Θαβώριο Όρος από μια φωτεινή Νεφέλη. Το φαινόμενο αυτό είναι ορατό και διαβεβαιώνεται από πλήθη πιστών Ορθοδόξων προσκυνητών οι οποίοι μετά την ολονύκτια αγρυπνία και το πέρας της Θείας Λειτουργίας, βγαίνουν στον περίβολο της αυλής προσευχόμενοι ψάλλοντας ύμνους...

 Και ενώ ο καιρός είναι αίθριος, έρχεται στις 4 η ώρα το πρωί μια φωτεινή Νεφέλη που συνεχώς πυκνώνει, καλύπτοντας το Θαβώριο Όρος και την Ιερά Μονή, λάμποντας ολοένα και περισσότερο, εκπέμποντας ένα Θείο Φως που έχει ευωδιάζον ερυθροκυανόλευκο χρώμα!!! Όλα αυτά συμβαίνουν μπροστά στους έκπληκτους προσκυνητές που συγκινημένοι δέονται καθώς η Αγία Νεφέλη καταλάμπουσα από το Θείο Φως, βεβαιεί την Παρουσία του Θεού κινούμενη, καλύπτοντας και φωτίζοντας τους πάντες και τα πάντα ως μεγίστη Ευλογία και Αγιασμό.
Εν συνεχεία και ενώ συνεχίζονται οι δεήσεις και οι δοξολογίες, η Αγία Νεφέλη σταδιακά απομακρύνεται αποσυρόμενη από το Θαβώριο Όρος, δίδοντας όπως και το Άγιο Φως της Αναστάσεως που βγαίνει από τον Πανάγιο Τάφο, μια αδιαμφισβήτητη πιστοποίηση και χαρά για την Αλήθεια της Ορθοδόξου πίστεως.

Αποτέλεσμα εικόνας για Η ΑΓΙΑ ΝΕΦΕΛΗ ΣΤΟ ΟΡΟΣ ΘΑΒΩΡ





Τα βίντεο:



Πέμπτη 21 Μαΐου 2015

ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΕΣΠΟΤΙΚΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ

Σχετική εικόνα



ὑπό π. Νικηφόρου Νάσσου


ἔνδοξη Ἀνάληψη τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ ἀποτελεῖ τό πλήρωμα καί τό κόσμημα ὅλων τῶν Δεσποτικῶν ἑορτῶν. Εἶναι τό πλήρωμα τῆς θείας Οἰκονομίας, ἡ ὁλοκλήρωση τοῦ σχεδίου τῆς σωτηρίας μας πού πραγματοποίησε ὁ ἐνσαρκωθείς Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἰησοῦς Χριστός.

Τά περί τῆς θείας Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου ὡς ἱστορικοῦ γεγονότος πληροφορούμαστε ἀπό τήν Καινή Διαθήκη καί συγκεκριμένα ἀπό τήν ἀναφορά στό τέλος τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Λουκᾶ καί στήν ἀρχή τοῦ βιβλίου τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων.1 Ὑπάρχει ὡστόσο καί σύντομη ἀναφορά στό Εὐαγγέλιο τοῦ Μᾶρκου. Σύμφωνα λοιπόν μέ τή Γραφή, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, σαράντα ἡμέρες μετά τήν ἔνδοξη Ἀνάστασή Του, ἀφοῦ ἐμφανίστηκε πολλές φορές στούς Μαθητές Του, πραματοποίησε τήν τελευταία ἐμφάνιση στό Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, ὅπου, κατά τήν εὐαγγελική διήγηση «μετά τό λαλῆσαι αὐτοῖς ἀνελήφθη εἰς τόν οὐρανόν καί ἐκάθισεν έκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ»2. Οἱ Μαθητές τοῦ ἀναληφθέντος Κυρίου, παρά τόν ἀποχωρισμό τους ἀπό Ἐκεῖνον καί τόν ἀπορφανισμό τους, ἐπέστρεψαν στην Ἱερουσαλήμ «μετά χαρᾶς μεγάλης». Ἡ χαρά τῶν Ἀποστόλων ὀφείλεται στήν ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου περί τῆς παροχῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν Ἐκκλησία. Τό διατυπώνει τό Ἀπολυτίκιο τῆς Ἐορτῆς: «χαροποιήσας τούς Μαθητάς, τῇ ἐπαγγελία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Καί στίς Πράξεις τονίζεται ἡ ἐνίσχυση τῶν Ἀποστόλων ἀπό τόν Παράκλητο πού θά ἔρθει κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς: «ἀλλά λήψεσθε δύναμιν ἐπελθόντος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐφ᾿ ὑμᾶς».3 Ἡ δέ ἐσχατολογική προσδοκία τῆς ἐνδόξου ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου, γιά τήν ὁποία ἄκουσαν ἀπό τούς ἀγγέλους οἱ Ἀπόστολοι («ὅν τρόπον ἐθεάσασθε αὐτόν, πορευόμενον εἰς οὐρανόν»4), ὑπῆρξε ἀκόμη μία ἀφορμή χαρᾶς, παρά τόν κατά τά φαινόμενα χωρισμό τους ἀπό τόν Διδάσκαλο Χριστό.

Στήν Ἀνάληψη πραγματοποιεῖται θά λέγαμε ἡ πληρότητα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, διότι ἡ ἀνθρώπινη φύση, δοξαζόμενη στό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἀχωρίστως ἐνωμένη μέ τήν θεία φύση. Καί εἶναι γεγονός ὅτι «εἰς τήν Ἀνάληψιν περατοῦται ἡ κίνησις ἐπιστροφῆς τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Λόγου ἐκ τοῦ ἀβολίστου βάθους τοῦ τάφου καί τοῦ Ἅδου πρός τόν Πατέρα, διερχομένη ἀπό τήν Ἀνάστασιν».5 Ὅλο τό ἀπολυτρωτικό ἔργο τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀπό τήν Ἐνανθρώπηση μέχρι τήν Ἀνάληψη, παρουσιάζει διπλή κίνηση: ἀπό ἐπάνω πρός τά κάτω καί ἀπό κάτω πρός τά ἐπάνω. Θεολογικά αὐτό ἐκφράζεται μέ τίς ἑξεῖς ἀντιθετικές λέξεις πού περιέχουν τά βιβλικά καί πατερικά κείμενα: κάθοδος καί ἄνοδος, συγκατάβαση καί ἀνύψωση, κένωση καί δόξα.6

Τήν συνεχῆ κίνηση τῆς καθόδου, τῆς κενώσεως τοῦ Χριστοῦ, τῆς ἐκούσιας ταπεινώσεως καί συγκαταβάσεώς Του ἐκφράζει τό μυστήριο τῆς Ἐνανθρωπήσεως. Ἡ κένωση φθάνει «μέχρι σταυροῦ καί θανάτου», ὅπου καταργεῖται ὁ θάνατος ἀπό Αὐτόν ὁ Ὁποῖος κατεβαίνει «εἰς τά κατώτερα μέρη τῆς γῆς», ἀφοῦ κατά τόν Παύλο «ὁ καταβάς αὐτός ἐστί και ὁ ἀναβάς»7. Ἐκεῖ συντρίβεται τό κράτος τοῦ διαβόλου μέ τήν ἐξουσία τοῦ Παντοδυνάμου Λόγου, τόν Ὁποῖον, σύμφωνα μέ τήν Ὑμνολογία τοῦ Μ. Σαββάτου, βλέπει ὁ Ἅδης «κατάστικτον τοῖς μόλωψι καί Πανσθενουργόν»8. Καί στή συνέχεια συντελεῖται ἡ «διάβασις», τό ἀληθινό Πάσχα, ἡ μετάβασις ὅλων μας «ἐκ θανάτου πρός ζωήν καί ἐκ γῆς πρός οὐρανόν» μέ τήν ζωηφόρο Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ πού συνανιστᾶ «παγγενῆ τόν Ἀδάμ». Ἀπό ἐκεῖ πλέον ἐγκαινιάζεται ἡ ἀντίστροφη κίνηση, ἡ «ἐν Δόξῃ» ἄνοδος τοῦ Κενωθέντος Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιά νά φθάσει στήν ἔνδοξο Ἀνάληψη, ὁλοκληρώνοντας τό σχέδιο τῆς σωτηρίας καί ὑποσχόμενος τήν Κάθοδο τοῦ Τρίτου Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού θά ἔρθει γιά νά συνεχίσει ὡς «ἄλλος Παράκλητος» τό ἔργο τοῦ ἁγιασμοῦ τῶν πιστῶν μέσα στό πλαίσιο τῆς Ἐκκλησίας.

Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου, ἄν καί εἶναι γεγονός ἱστορικό, ἀφοῦ πραγματοποιεῖται ἐν τόπῳ καί χρόνῳ, ἐντούτοις ἀπό τήν Ἐκκλησία κατατάσσεται στά δόγματα τῆς Πίστεώς μας καί περιλαμβάνεται στό Σύμβολο της, λόγῳ τοῦ ὑπερφυσικοῦ χαρακτῆρα της.

Κύριος ἀνελήφθη εἰς τούς οὐρανούς μετά σώματος, ὅπως διδάσκει ἡ Δογματική τῆς Ἐκκλησίας μας καί εἶναι ὁ πρῶτος καί μοναδικός πού τό ἔπραξε. Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι «οὐδείς ἀναβέβηκεν εἰς τόν οὐρανόν εἰ μή ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὤν ἐν τῷ οὐρανῷ».9 Ὡστόσο, ὅμως, στήν πρό τῆς Σαρκώσεως ἐποχή, στήν Παλαιά Διαθήκη βλέπουμε καί ἄλλον νά ἀναλαμβάνεται στόν οὐρανό, τόν Προφήτη Ἠλία. Πῶς αὐτό συμβιβάζεται μέ τό «οὐδείς» πού εἶπε ὁ Κύριος; Ὑπάρχει ἡ ἐξήγηση μέσα ἀπό τά ἴδια τά βιβλικά κείμενα. Γιά τόν ζηλωτή Προφήτη ἡ Γραφή λέγει ὅτι «ἀνελήφθη ἐν συσσεσμῷ ὡς εἰς τόν οὐρανόν».10 Γιά τόν Θεάνθρωπο Χριστό λέγει ὅτι «ἀνελήφθη εἰς τόν οὐρανόν». Ἡ πρόθεση «ὡς» δηλώνει τήν διαφορά, καθότι ὁ Ἠλίας δέν μετέβη ἀκριβῶς στόν οὐρανό, ἀλλά ἔτσι ἐφάνη καί βρίσκεται σέ «χῶρο» πού γνωρίζει μόνο ὁ Κύριος, μέχρι λίγο πρίν τήν Β΄ ἔνδοξο Παρουσία, ὁ πύρινος Προφήτης θά ἐμφανιστεῖ καί θά κηρύξει στόν κόσμο τήν μετάνοια. Σύμφωνα μέ τήν πατερική Διδασκαλία, ἡ ἀνάληψη τόσο τοῦ Ἡλία, ὅσο καί ἄλλων προσώπων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, εἶναι κατά κάποιον τρόπο μία μετάθεση πού τούς ἀνύψωσε μέν ἀπό τή γῆ, ἀλλά δέν τούς ἔβγαλε ἔξω ἄπό αὐτήν. Ἦταν μία «οἷον τις μετάθεσις», ὅπως θα γράψει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς.11 Δηλαδή, κανείς ἀπό τούς κοινούς θνητούς πού ἀνελήφθησαν δέν ξεπέρασε τήν περίγεια ἀτμόσφαιρα. Μόνο ὁ Θεάνθρωπος Χριστός ἀνῆλθε στούς οὐρανούς μετά τοῦ σώματος τό ὁποῖο εἶχε λάβει ἀπό τήν Παναγία καί τό ὁποῖο ἐθέωσε.

Στήν παρούσα ἀναφορά θά ἐπισημανθεῖ ἐπίσης ὅτι ἀπό ἀνθρωπολογικῆς ἀπόψεως ἡ εἰς οὐρανούς θεία Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου μετά τοῦ τεθεωμένου σώματος εἶναι κάτι πολύ σπουδαίο, καθότι δείχνει τό γεγονός τῆς ἀνυψώσεως τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ἀπό τόν Θεάνθρωπο Χριστό, καί τῆς θεώσεώς της. Ἔτσι, ἡ ἀξία καί ἡ θέωση τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος φαίνεται στή μεγάλη ἑορτή τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν ἐνδύεται ὁ ἐπίσκοπος τήν Ἀρχιερατική του στολή, καί συγκεκριμένα ὅταν φοράει τό μεγάλο ὠμοφόριο, λέγεται μιά εὐχή ἡ ὁποία ἐκφράζει αὐτή τήν θεολογική πραγματικότητα πού καλεῖται νά διακονήσει ὁ εἰς τύπον καί τόπον Χριστοῦ ἱστάμενος ἀρχιερεύς καί νά καταστεῖ μιμητής τοῦ Μεγάλου Ποιμένος, Ἰησοῦ Χριστοῦ. : «ἐπί τῶν ὤμων Χριστέ τήν πλανηθεῖσαν ἄρας φύσιν ἀναληφθείς τῷ Θεῷ καί Πατρί προσήγαγες». Θά πρέπει ἐν προκειμένῳ νά σημειώσουμε ὅτι τό ὠμοφόριο πού φορεῖ ὁ ἀρχιερεύς παραπέμπει στήν παραβολή τοῦ «Καλοῦ Ποιμένος», ὁ ὁποῖος παίρνει στούς ὤμους του τό πλανηθὲν πρόβατο γιά νά τό σώσει. Τό ὠμοφόριο συμβολίζει ἀκριβῶς αὐτό τό πρόβατο, τήν πτωτική ἀνθρωπότητα την ὁποία ἀνέλαβε ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ κατά τήν Ἐνανθρώπησή Του καί τήν ὁποία ἀνύψωσε στόν οὐρανό καί θέωσε Οἱ σχετικοί ὕμνοι τῆς Δεσποτικῆς Ἑορτῆς τῆς Ἀναλήψεως ἐκφράζουν αὐτή τήν πραγματικότητα. Ἕνα τροπάριο λ.χ. τοῦ Κανόνος στόν Ὄρθρο τῆς Ἑορτῆς λέγει: «Τὴν φύσιν τῶν ἀνθρώπων Χριστέ, φθορᾷ πεσοῦσαν ἐξανέστησας, καὶ τῇ ἀνόδῳ σου ὕψωσας, καὶ σαυτῷ ἡμᾶς ἐδόξασας».12. Καί στό Δοξαστικό τοῦ Ἐσπερινοῦ ψάλλουμε ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός «τήν πεσοῦσαν φύσιν ἡμῶν συμπαθῶς ἀνυψώσας, τῷ Πατρί συνεκάθισε».

Ἑορτή τῆς θείας Ἀναλήψεως ἔχει μεγάλη σημασία καί σπουδαιότητα γιά τήν ὀρθόδοξη πνευματική ζωή τῶν Χριστιανῶν. Καί τοῦτο διότι συνδέεται μέ τή θέωση τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὀποία ἀποτελεῖ τή στοχοθεσία τῆς ὅλης πνευματικῆς ζωῆς στό πλαίσιο τῆς Ἐκκλησίας. Θέωση εἶναι «ἡ προς Θεόν, ὡς ἐφικτόν, ἀφομοίωσίς τε καί ἕνωσις», ὅπως τονίζουν οἱ Πατέρες μας.13 Ἡ θέωση, βεβαίως, δέν παράγεται ἀπό τόν κτιστό, πεπερασμένο καί πτωτικό ἄνθρωπο! Εἶναι δωρεά τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία προσφέρεται στόν ἄνθρωπο ὑπό προϋποθέσεις, ὅταν αὐτός «ἀνοιχτεῖ» πρός τόν Θεό καί περάσει ἀπό τά στάδια τῆς πνευματικῆς ζωῆ, δηλαδή ἀφοῦ καθαρθεῖ καί φωτιστεῖ. Εἶναι γεγονός ὅτι ὁ ἄνθρωπος στήν ἀρχή τῆς Ἱστορίας προσπάθησε νά θεωθεῖ ἀλλά ἀπέτυχε, διότι ἀρνήθηκε τόν Θεό. Αὐτό ὅμως πού δέν κατόρθωσε αὐτός μέ τήν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ, τό πραγματοποιεῖ ὁ Θεός μέ τήν Ἐνσαρκη παρουσία του στόν κόσμο. Τήν πραγματικότητα αὐτή ἐκφράζει πολύ χαρακτηριστικά ἕνας ὕμνος (Δοξαστικόν) ἀπό τήν ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου: «Ἐψεύσθη πάλαι Ἀδάμ, και θεός ἐπιθυμήσας οὐ γέγονεν. Ἄνθρωπος γίνεται Θεός, ἵνα θεόν τόν Ἀδάμ ἀπεργάσηται». Ὁ Θεός Λόγος προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο καί τήν θέωσε. Ἀξίζει νά ὑπογραμμιστεῖ ὅτι μέ τόν ἐνανθρωπήσαντα Θεάνθρωπο Χριστό δέν ἐπανέρχεται ὁ ἄνθρωπος ἁπλῶς στήν κατάσταση πού βρισκόταν πρίν τήν πτώση του, ἀλλά ὁδηγεῖται πολύ ψηλότερα. Ἡ νέα αὐτή κατάσταση φανερώνεται μέ τήν Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ἀνάληψη, ὅπως ἄλλωστε καί ὅλη ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ, δέν ἀποτελεῖ προσωπική ὑπόθεσή Του, ἀλλά φανέρωση τῆς δόξας τοῦ νέου ἀνθρώπου. Ἡ Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ ἐλευθέρωσε τήν ἀνθρώπινη φύση ἀπό τήν κοσμική ἀναγκαιότητα καί τήν ἀνύψωσε στή μακαριότητα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.14
Τώρα πλέον ὅπου ὁ «καταβάς» καί μετά σώματος «ἀναβάς» Θεάνθρωπος Κύριος πραγματοποίησε ἀντικειμενικῶς τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, θεώνοντας την φύση του, πρέπει ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος νά ἀνταποκριθεῖ, νά «ἀνοιχτεῖ» καί νά «ἀναχθεῖ» πρός τόν Θεό. Αὐτό πραγματοποιεῖται μέ τήν ὅλη πνευματική ζωή ὅπως λέμε, ἐντός τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ἄνθρωπος καλεῖται νά «φρονεῖ τά ἄνω15» ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Κολοσσαεῖς ἐπιστολή του καί ὅπως ἡ θεία Εὐχαριστία τῆς Ἐκκλησίας μᾶς προτρέπει: «Ἄνω σχῶμεν τάς καρδίας». Καλεῖται νά ζεῖ εὐχαριστιακά, πνευματικά, προσευχητικά καί μετανοητικά, κατά Θεόν, νά «συνεργάζεται» μέ τόν Θεό, προκειμένου νά ὁδηγηθεῖ στήν προσωπική του χαρισματική θέωση. Καί αὐτή ἡ μακαρία κατάσταση τῆς θεώσεως, ἔρχεται ὡς καρπός τῆς ὁμοιώσεώς του, ὅσο εἶναι δυνατόν, μετά τοῦ Θεοῦ, τῆς διατηρήσεως τοῦ «κατ᾿ εἰκόνα» καί τῆς πραγματώσεως τοῦ «καθ᾿ ὁμοίωσιν». Ὁ κάθε ἄνθρωπος, ἄν θέλει, μπορεῖ νά γίνει κοινωνός τῆς Ἀναστάσεως καί τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου, ὅπως σημειώνει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλμᾶς.16

Πολλά ἀκόμη θά μπορούσαν νά παρατεθοῦν ὡς θεολογικά ἐδέσματα ἀπό τήν πατερική Διδασκαλία περί τῆς Μεγάλης Ἑορτῆς τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου, ἀλλά ἀρκούμαστε στά ὅσα ἀναφέρθησαν. Θά περατώσουμε τήν παρούσα ἀναφορά μας μέ τό Κοντάκιο τῆς Ἑορτῆς, τό ὁποῖο ἐμπεριέχει τήν θεολογία αὐτῆς.
«Τήν ὑπέρ ἡμῶν πληρώσας οἰκονομίαν, καί τά ἐπί γης ἐνώσας τοῖς οὐρανίοις, ἀνελήφθης ἐν δόξη, Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν, οὐδαμόθεν  χωριζόμενος, ἀλλά μένων ἀδιάστατος, καί βοῶν τοῖς ἀγαπῶσι σε∙ Ἐγώ εἰμι μεθ᾿ ὑμῶν, καί οὐδείς καθ᾿ ὑμῶν».
-------------------------------------------

1 Λκ. κδ΄, 50, Πρ. α΄, 1-11.

2 Μρκ. ιστ΄, 19

3 Πρ. α΄, 8.

4 Τροπάριον τῆς Λιτῆς.

5 Ἀνδρέα Θεοδώρου, περί τῆς δογματικῆς σημασίας τῆς Ἀναλήψεως εἰς ΘΗΕ, 2, 501.

6 ΘΗΕ, 2, 500.

7 Ἐφ. 4, 10.

8 Βλ. Κανόνα Ὄρθρου Μ. Σαββάτου, Ὠδή Δ΄.

9 Ἰω. γ΄, 13.

10 Βασ. Β΄, 11.

11 Βλ. Ἁγίου Γργορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ὁμιλία ΚΑ΄, ΕΠΕ, 10, 24. Ἱεροθέου, Μητρ. Ναυπάκτου, Οἱ Δεσποτικές Ἑορτές, ἔκδ. Ἱερᾶς μονῆς Γεν. τῆς Θεοτόκου Πελαγίας, σελ. 311.

12 Τροπάριον Γ΄ Ὠδῆς τοῦ Α΄Κανόνος.

13 Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, Περί ἐκκλησιαστικῆς ἱεραρχίας, 1, 3, MPG. 3, 376 Α.

14 Γ. Μαντζαρίδη, Χριστιανική ήθική, 2΄, 2003, σελ. 677.

15 Κολ. 3, 2.

16 ΕΠΕ, 10, 29.


1 Λκ. κδ΄, 50, Πρ. α΄, 1-11.

2 Μρκ. ιστ΄, 19

3 Πρ. α΄, 8.

4 Τροπάριον τῆς Λιτῆς.

5 Ἀνδρέα Θεοδώρου, περί τῆς δογματικῆς σημασίας τῆς Ἀναλήψεως εἰς ΘΗΕ, 2, 501.

6 ΘΗΕ, 2, 500.

7 Ἐφ. 4, 10.

8 Βλ. Κανόνα Ὄρθρου Μ. Σαββάτου, Ὠδή Δ΄.

9 Ἰω. γ΄, 13.

10 Βασ. Β΄, 11.

11 Βλ. Ἁγίου Γργορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ὁμιλία ΚΑ΄, ΕΠΕ, 10, 24. Ἱεροθέου, Μητρ. Ναυπάκτου, Οἱ Δεσποτικές Ἑορτές, ἔκδ. Ἱερᾶς μονῆς Γεν. τῆς Θεοτόκου Πελαγίας, σελ. 311.

12 Τροπάριον Γ΄ Ὠδῆς τοῦ Α΄Κανόνος.

13 Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, Περί ἐκκλησιαστικῆς ἱεραρχίας, 1, 3, MPG. 3, 376 Α.

14 Γ. Μαντζαρίδη, Χριστιανική ήθική, 2΄, 2003, σελ. 677.

15 Κολ. 3, 2.


16 ΕΠΕ, 10, 29.

ΜΑΙΟΣ 2015



Δευτέρα 11 Μαΐου 2015

Ἡ θέα τοῦ Χριστοῦ (Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσανίνωφ)






Ὁ Κύριος ὑποσχέθηκε στούς μαθητές Του ὅτι θά εἶναι μαζί τους παντοτινά «ὥς τή συντέλεια τοῦ κόσμου». Καί, πραγματικά, εἶναι μαζί τους μέσα στό ἅγιο Εὐαγγέλιο καί στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Τόν Χριστό δέν Τόν βλέπουν ὅσοι δέν πιστεύουν στό Εὐαγγέλιο. Αὐτοί δέν Τόν βλέπουν, γιατί εἶναι τυφλωμένοι ἀπό τήν ἀπιστία.

Θέλεις ν’ ἀκούσεις τόν Χριστό; Σοῦ μιλάει μέ τό Εὐαγγέλιο. Μήν περιφρονεῖς τή σωτήρια φωνή Του. Φύγε μακριά ἀπό τήν ἁμαρτωλή ζωή καί ἄκου μέ προσοχή τή διδασκαλία Του, πού εἶναι ἡ αἰώνια ζωή.

Θέλεις νά σοῦ φανερωθεῖ ὁ Χριστός; Ὁ Ἴδιος σέ διδάσκει πῶς θά τό πετύχεις: «Ὅποιος κρατᾶ τίς ἐντολές μου καί τίς ἐκτελεῖ, αὐτός μέ ἀγαπᾶ• κι αὐτός πού μέ ἀγαπᾶ, θά ἀγαπηθεῖ ἀπό τόν Πατέρα μου, κι ἐγώ θά τόν ἀγαπήσω καί θά τοῦ φανερώσω τόν ἑαυτό μου».

Φυλάξου ἀπό τή φαντασία σου, πού μπορεῖ νά σοῦ δημιουργήσει τήν ἐντύπωση ὅτι βλέπεις τόν Ἰησοῦ Χριστό, ὅτι Τόν ἀγγίζεις, ὅτι Τόν ἀγκαλιάζεις. Δέν πρόκειται παρά γιά μιὰ ὀλέθρια αὐταπάτη, ἕνα μάταιο παιχνίδι ὑπερηφάνειας, ἐπάρσεως, ἀλαζονείας ἤ, ὅπως ὀνομάζεται ἀπό τούς ἀσκητικούς συγγραφεῖς, οἰήσεως.

Ἄν τηρεῖς τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου, μέ τρόπο θαυμαστό θά δεῖς τόν Κύριο μέσα σου, ὅπως Τόν ἔβλεπε ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί ὅπως ζητοῦσε νά Τόν βλέπουν καί οἱ ἄλλοι χριστιανοί, θεωρώντας πώς ὅσοι δέν τό εἶχαν κατορθώσει, δέν εἶχαν φτάσει στήν κατάσταση πού ἔπρεπε ὡς χριστιανοί.

Ἄν ζεῖς ζωή ἁμαρτωλή, ἄν ἱκανοποιεῖσαι μέ τά πάθη σου καί συνάμα νομίζεις ὅτι ἀγαπᾶς τόν Χριστό, ὁ αἰώνιος μαθητής τοῦ Κυρίου, αὐτός πού στό Μυστικό Δεῖπνο ἔγειρε στό στῆθος Του, θά σοῦ καταλογίσει πλάνη καί θά σέ διαψεύσει. Γράφει: ´Ὅποιος λέει, “Τόν γνώρισα”, δέν τηρεῖ ὅμως τίς ἐντολές Του, εἶναι ψεύτης- δέν λέει τήν ἀλήθεια. Ὅποιος, ἀπεναντίας, ὑπακούει στόν λόγο Του, αὐτός ἀσφαλῶς ἀγαπᾶ τόν Θεό μ’ ὅλη του τήν καρδιά».

Ἄν κάνεις τό ἁμαρτωλό σου θέλημα, καταπατώντας ἔτσι τίς εὐαγγελικές ἐντολές, τότε ὁ Κύριος θά σέ συναριθμήσει ἀνάμεσα σ’ ἐκείνους πού δέν Τόν ἀγαποῦν. «Αὐτός πού δέν μέ ἀγαπᾶ», λέει, «δέν ἀκολουθεῖ τά λόγια μου».

Ἐξέτασε μέ ἐπιμέλεια τά ἐνδύματά σου. Μή βιάζεσαι νά πᾶς στό γάμο τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ φορώντας σάν ἀσύνετος βρωμερά παλιοκούρελα, μολονότι εἶσαι καλεσμένος σ’ αὐτό τό γάμο ὅπως κάθε χριστιανός. Ὁ Βασιλιάς τοῦ οὐρανοῦ ἔχει ὑπηρέτες, πού θά σοῦ δέσουν τά πόδια καί τά χέρια καί θά σέ πετάξουν ἔξω, στό σκοτάδι, μακριά ἀπό τό Θεό. Οἱ δαίμονες εἶναι οἱ ὑπηρέτες στούς ὁποίους θά παραδοθεῖ ὁ ἀδιάντροπος ἀναζητητής τῆς ἀγάπης καί ἄλλων ὑψηλῶν πνευματικῶν καταστάσεων, πού δέν καθαρίστηκε μέ τή μετάνοια, ἀλλά φούσκωσε ἀπό οἴηση καί ὑψηλοφροσύνη. Σκοτάδι εἶναι ἡ τύφλωση τοῦ πνεύματος τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν ἐμπάθεια καί τή σαρκικότητα. Ὅποιος βρίσκεται σ’ αὐτή τήν κατάσταση, ἔχει χάσει τήν πνευματική του ἐλευθερία, εἶναι δοῦλος τῆς ἁμαρτίας καί τῶν πονηρῶν πνευμάτων. Τό δέσιμο τῶν ποδιῶν καί τῶν χεριῶν σημαίνει τήν ἀπώλεια τῆς ἱκανότητας γιά θεάρεστη ζωή καί πνευματική προκοπή. Ἀπ’ αὐτή τήν τραγική κατάσταση ἀπελευθερώνεται ὁ ἄνθρωπος, ἄv, ἀφοῦ παραδεχθεῖ καί ἀπορρίψει τήν πλάνη του, μπεῖ στό σωτήριο στάδιο τῆς μετάνοιας.

Δύσκολη εἶναι ἡ ἔξοδος ἀπό τήν πλάνη. Φρουρά στέκεται στήν πόρτα, πόρτα ἀσφαλισμένη μέ μεγάλη κλειδαριά κι ἀμπάρες, πόρτα σφραγισμένη μέ τή σφραγίδα τήν ἄσπαστη τοῦ ἅδη. Κλειδαριά κι ἀμπάρες εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια, πού βρίσκεται βαθιά κρυμμένη στή καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, ἡ κενοδοξία, πού ἀποτελεῖ τό κίνητρο κάθε δραστηριότητάς του, ἡ ὑποκρισία καί ἡ πονηρία, μέ τίς ὁποῖες κατορθώνει νά βάλει τή μάσκα τῶν καλῶν προθέσεων, τῆς ταπεινοφροσύνης καί τῆς ἁγιότητας, σκεπάζοντας τήν ὑπερηφάνεια καί τήν κενοδοξία του. Σφραγίδα ἄσπαστη, πάλι, εἶναι ἡ ἀποδοχή τῶν ἐνεργειῶν τῆς πλάνης ὡς ἐνεργειῶν θείων καί εὐλογημένων.

Μπορεῖ, ἄραγε, ὁ ἄνθρωπος πού βρίσκεται σέ πλάνη, στήν περιοχή τοῦ ψεύδους καί τῆς ἀπάτης, νά γίνει τηρητής τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι ἡ ἀλήθεια ἀπό τήν Ἀλήθεια; Ὅποιος δέχεται τό ψεῦδος, ὅποιος εὐχαριστιέται μέ τό ψεῦδος, ὅποιος ταυτίζεται μέ τό ψεῦδος, ὅποιος ἑνώνεται μέ τό πνεῦμα τοῦ ψεύδους, μπορεῖ νά ἀγαπήσει τήν ἀλήθεια; Ὄχι, θά τή μισήσει, θά γίνει φανατικός ἐχθρός καί διώκτης της.

Τί θά κάνετε ἐσεῖς, δύστυχοι ὀνειροπόλοι, ποὺ νομίζατε ὅτι περάσατε ὅλη τήν ἐπίγεια ζωή σας στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ, ὅταν κεραυνόπληκτοι θ’ ἀκούσετε τήν ἀπόφαση τοῦ Σωτήρα, «Ποτέ δέν σᾶς ἤξερα• φύγετε μακριά μου, ἐσεῖς ποὺ ἀντιστρατεύεστε τόν νόμο τοῦ Θεοῦ»;

Φίλε μου ἀληθινέ, πήγαινε στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Πλησίασέ Τον ἀπό τόν δρόμο τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν. Γνώρισέ Τον μέσα σ’ αὐτές. Μέ τήν τήρησή τους φανέρωσε καί ἀπόδειξε τήν ἀγάπη σου σ’ Ἐκεῖνον. Ὁ Ἴδιος τότε θά σοῦ ἀποκαλύψει τόν ἑαυτό Του καί θά πλημμυρίσει τήν καρδιά σου ἀπό ἀνέκφραστη ἀγάπη, τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀγάπη αὐτή δέν προέρχεται ἀπό σένα, τόν πεσμένο ἄνθρωπο, ἀλλά ἀποτελεῖ δῶρο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τό δίνει ὁ μοναδικός ἀληθινός Θεός στά ´δοχεῖαª πού καθαρίστηκαν μέ τή μετάνοια καί στολίστηκαν μέ τήν ταπείνωση καί τή σωφροσύνη.

Νά ἐμπιστεύεσαι τή ζωή σου καί τήν ψυχή σου στό Κύριο, τόν παντοδύναμο καί πανάγαθο. Ὄχι στόν ἑαυτό σου, τόν ἀδύναμο καί ἁμαρτωλό. Ἔτσι θά εἶσαι ἀσφαλής. Ὁ Κύριος εἶναι ὁ δημιουργός σου. Μετά τή θλιβερή πτώση σου, Ἐκεῖνος ἐνανθρώπησε γιά σένα, καταδικάστηκε γιά σένα, ἔχυσε τό αἷμα Του γιά σένα. Μά καί τί δέν θά κάνει ἀκόμα γιά σένα! Ἑτοιμάσου νά δεχθεῖς τά δῶρα Του, καθαρίζοντας τήν ψυχή σου. Αὐτό εἶναι τό δικό σου ἔργο. Ἀμήν. 


(«Ἀσκητικές ἐμπειρίες Α’», Ἱ. Μ. Παρακλήτου)


Τρίτη 28 Απριλίου 2015

ΟΙ ΒΟΥΛΕΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ (Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου)





Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, πού γνώρισε τόσα ἀπόρρητα μυστήρια καί ἀνέβηκε ὡς τόν τρίτο οὐρανό, καθώς μελετοῦσε τίς βουλές καί τίς κρίσεις τοῦ Θεοῦ, αἰσθάνθηκε ἴλιγγο, σάν νά κοίταζε σέ ἄβυσσο. Προσπαθώντας νά ἐρευνήσει τό βάθος τῆς σοφίας καί τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ, σάστισε. Σάστισε καί σταμάτησε ἀμέσως τήν ἔρευνα, ἀναφωνώντας: «Ποιός γνώρισε τή σκέψη τοῦ Κυρίου; Πόσο ἀνεξερεύνητες εἶναι οἱ ἀποφάσεις του καί πόσο ἀνεξιχνίαστα τά σχέδιά του!» (Ρωμ. 11:34, 33).

Ἄν ἔτσι ἀντιμετώπισε τοῦ Θεοῦ τίς βουλές ὁ ἀπόστολος, ἐμεῖς γιατί ματαιοπονοῦμε, προσπαθώντας νά ἐρευνήσουμε τά ἀνεξερεύνητα καί νά ἐξιχνιάσουμε τά ἀνεξιχνίαστα; Ἄς μή φτάνουμε, σᾶς παρακαλῶ, σέ τέτοιο σημεῖο παραλογισμοῦ. Ἀλλά, σέ κάθε μας ἀπορία, ἄς θυμόμαστε κι ἄς ἐπαναλαμβάνουμε τό λόγο τοῦ ψαλμωδοῦ: «Οἱ δίκαιες κρίσεις σου εἶναι σάν μιά βαθειά ἄβυσσος» (Ψαλμ. 35:7).

«Θά σέ δοξολογήσω, γιατί φάνηκες θαυμαστός φοβερά», λέει πάλι ὁ Δαβίδ (Ψαλμ. 138:14). Τί σημαίνει «φοβερά»; Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι θαυμάζουμε πολλά πράγματα, ὅπως λ.χ. κομψούς κίονες, ὡραίους ζωγραφικούς πίνακες, ἀνθηρά σώματα. Μά ὁ θαυμασμός μας δέν συνοδεύεται ἀπό φόβο. Θαυμάζουμε ἐπίσης, τήν πλατειά θάλασσα καί τόν ἀβυσσαλέο βυθό της. Σάν σκύψουμε, ὅμως, νά κοιτάξουμε σ' αὐτόν τό βυθό, δοκιμάζουμε φόβο. Παρόμοιος φόβος κυρίεψε, λοιπόν, καί τόν προφήτη, καθώς ἔσκυψε νά κοιτάξει τό ἀπέραντο καί ἀπύθμενο πέλαγος τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ. Ζαλίστηκε, θαύμασε, τρόμαξε κι ἔκανε πίσω, κράζοντας: «Θά σέ δοξολογήσω, γιατί φάνηκες θαυμαστός φοβερά. Θαυμαστά εἶναι καί τά ἔργα σου» (Ψαλμ. 138:14). Καί στρέφοντας τή σκέψη του στόν ἑαυτό του, ἀναφώνησε: «Μέ γεμίζει θαυμασμό, Θεέ μου, ἡ γνώση πού ἔχεις γιά μένα. Εἶναι τόσο μεγάλη, πού δέν μπορῶ νά τή συλλάβω» (Ψαλμ. 138:6).

Πολύ συχνά, καί μάλιστα σέ ψυχές εὐσεβεῖς, ὁ Θεός οἰκονομεῖ τά πράγματα ἔτσι, ὥστε γεγονότα δυσάρεστα νά ἔχουν κατάληξη εὐτυχῆ. Ἄς θυμηθοῦμε μερικά περιστατικά ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη.

Ὁ Ἰωσήφ, ὁ γιός τοῦ πατριάρχη Ἰακώβ, πουλήθηκε ἀπό τους ἀδελφούς του καί κατέληξε στήν Αἴγυπτο, στό σπίτι τοῦ Πετεφρῆ. Ἡ γυναίκα τοῦ Πετεφρῆ εἶχε πονηρούς σκοπούς γιά τόν Ἰωσήφ. Στό τέλος τόν συκοφάντησε καί τόν ἔστειλε στή φυλακή. Νόμιζε ὅτι ἔτσι τοῦ ἔκανε κακό. Ἀπεναντίας, ἡ φυλακή ἦταν οἴκημα πιό ἥσυχο καί ἀσφαλισμένο ἀπό τό σπίτι τοῦ Πετεφρῆ. Γιατί σ' ἐκεῖνο τό σπίτι μπορεῖ νά εἶχε πολλές ἀνέσεις, ἄλλα ζοῦσε σ' ἕναν ἀκατάπαυστο φόβο ἀπό τίς ἁμαρτωλές ἐπιθέσεις τῆς ἀκόλαστης δράκαινας. Ἡ ἀγωνία του ἦταν βασανιστικότερη ἀπό τή ζωή τῆς φυλακῆς. Προτιμοῦσε νά ζεῖ μαζί μέ κατάδικους παρά μέ μιά μανιασμένη κυρά. Στό δεσμωτήριο τόν παρηγοροῦσε ἡ σκέψη ὅτι βρέθηκε ἐκεῖ γιά νά μή χάσει τήν ἁγνότητά του, ἐνῶ, ὅσο ἔμενε κοντά της, ἔτρεμε μήπως ἡ ψυχή του τραυματιστεῖ. Ἔτσι, οὐσιαστικά δέν μπῆκε σέ φυλακή, ἄλλα γλύτωσε ἀπό φυλακή. Ἦρθε σέ ρήξη μέ τόν ἐπίγειο κύριό του, τόν Πετεφρῆ, ἀλλά σέ στενότερο σύνδεσμο μέ τόν οὐράνιο Κύριό του, τό Θεό.

Παλαιότερα οἱ ἀδελφοί του τόν εἶχαν πουλήσει σέ Ἰσμαηλίτες ἐμπόρους. Στήν πραγματικότητα τόν ὠφέλησαν, γιατί τόν ἀπάλλαξαν ἔτσι ἀπό τήν κακία τους καί τίς καθημερινές ἐπιβουλές τους. Ὑπάρχει, ἀλήθεια, χειρότερο πράγμα, ἀπό τή συμβίωση μέ ἀδελφούς πού σέ φθονοῦν, σέ κατατρέχουν, σέ ἐπιβουλεύονται; Θέλησαν νά τοῦ κάνουν κακό, μά ὁ Θεός τό γύρισε σέ καλό.

Καί ἀργότερα, ὅταν ὁ ἀρχιοινοχόος τόν ξέχασε, πάλι σέ καλό τοῦ βγῆκε, γιατί ἀποφυλακίστηκε πιό ἐπίσημα καί πιό ἔνδοξα. Τήν ἐλευθερία του δέν τοῦ τή χάρισε ἡ ἀνθρώπινη καλοσύνη, ἄλλα ἡ θεία πρόνοια. Ὁ Φαραώ τόν ἔβγαλε ἀπό τή φυλακή, ὅταν τόν χρειάστηκε γιά νά τοῦ ἐξηγήσει τά ὄνειρα. Ἔτσι, τόν ἔβγαλε ὄχι σάν βασιλιάς πού κάνει εὐεργεσία, ἀλλά σάν βασιλιάς πού δέχεται εὐεργεσία. Ὁ Θεός δέν ἤθελε νά εὐεργετηθεῖ ὁ Ἰωσήφ σάν δοῦλος, ἄλλα νά παρουσιαστεῖ στό Φαραώ σάν εὐεργέτης του, νά τοῦ συμπαρασταθεῖ στήν ἀνάγκη του καί νά τοῦ δείξει πόση σοφία εἶχε.

Γι' αὐτό, λοιπόν, τόν εἶχε λησμονήσει ὁ ἀρχιοινοχόος, γιά νά μήν τόν ἀγνοήσει ὁ Φαραώ, γιά νά μήν τόν στερηθεῖ ἡ Αἴγυπτος. Γιατί ἄν ὁ ἀρχιοινοχόος τόν θυμόταν, θά ἔβγαινε νωρίτερα ἀπό τή φυλακή, καί τότε ἀναμφίβολα θά ἐπιθυμοῦσε νά γυρίσει στήν πατρίδα του. Ἔτσι, ὅμως, ὅλη ἡ κατοπινή ἔνδοξη ἱστορία θά ματαιωνόταν. Τά τόσα ἐμπόδια -ἡ ὑπηρεσία στό σπίτι τοῦ Πετεφρῆ, ἡ φυλακή καί, ἀργότερα, τό βασιλικό ἀξίωμα- τόν κράτησαν ἐκεῖ, γιά νά πραγματοποιηθοῦν τά μεγάλα σχέδια τοῦ Κυρίου.

Ἄς ἐξετάσουμε πολύ συνοπτικά καί τή ζωή τοῦ πατέρα τοῦ Ἰωσήφ, τοῦ πατριάρχη Ἰακώβ. Ὁ ἀδελφός του Ἠσαῦ τόν φθόνησε καί ζητοῦσε νά τόν σκοτώσει, ἀναγκάζοντάς τον ἔτσι νά φύγει ἀπό τήν πατρίδα του. Τί συνέπειες εἶχε αὐτό; Πρῶτα-πρῶτα, ξεφεύγοντας τόν κίνδυνο, βρῆκε ἀσφάλεια καί ἡσυχία. Ὕστερα, ἔμαθε νά ἐμβαθύνει περισσότερο στά πράγματα, κι ἔτσι ἔγινε πιό σοφός. Καί τέλος, ἀξιώθηκε νά δεῖ τό θαυμαστό ἐκεῖνο ὄνειρο μέ τήν κλίμακα.

Ἀλλά, θά μοῦ πεῖτε, στήν ξένη χώρα, τή Μεσοποταμία, ὅπου πῆγε, δούλεψε σκληρά. Καί στήν ἀρχή, βέβαια, βρῆκε γυναίκα νά πάρει, τή Ραχήλ, καί κέρδισε τή συμπάθεια τοῦ πεθεροῦ του, τοῦ Λάβαν, στή συνέχεια ὅμως ὁ Λάβαν τόν ἐξαπάτησε, δίνοντάς του γυναίκα τή μεγαλύτερη κόρη του, τή Λεία. Ναί, ἔτσι ἔγινε, ἄλλα τοῦτο τόν ὠφέλησε, γιατί ἡ Ραχήλ ἦταν στείρα, ἐνῶ ἀπό τή Λεία ἀπέκτησε πολλά παιδιά.

Ἀργότερα ὁ Λάβαν τόν μίσησε. Μά καί τό μίσος αὐτό τοῦ βγῆκε σέ καλό, γιατί ἔγινε ἀφορμή νά γυρίσει στήν πατρίδα του. Ἄν δέν ἀντιμετώπιζε κανένα πρόβλημα στή Μεσοποταμία, δέν θά σκεφτόταν τή Χαναάν. Ὁ Λάβαν τοῦ κατακράτησε τό μισθό τῶν κόπων του. Μήτε κι αὐτό τόν ζημίωσε καθόλου, ἀφοῦ πρόκοψε καί πλούτισε περισσότερο ἀπό τόν πεθερό του.

Τί βλέπουμε, λοιπόν; Ὅσο μεγαλύτερη ἐπιβουλή καί ἐχθρότητα ἀντιμετώπιζε, τόσο περισσότερο προόδευε. Ἄν δέν ἔπαιρνε γυναίκα πρῶτα τή Λεία, δέν θ' ἀποκτοῦσε σύντομα τόσα παιδιά, ἄλλα θά ἦταν γιά χρόνια ἄτεκνος καί θά θρηνοῦσε, ὅπως ἀκριβῶς καί ἡ Ραχήλ. Ἄν ὁ Λάβαν δέν τοῦ στεροῦσε τό μισθό του, δέν θά νοσταλγοῦσε τήν πατρίδα του, δέν θά δενόταν πιό στενά μέ τίς γυναῖκες του, δέν θά γύριζε μέ δόξα καί τιμή στή γῆ Χαναάν, δέν θά συναντοῦσε στό δρόμο τούς ἀγγέλους καί τόν ἴδιο τό Θεό.

Ἀξιοθαύμαστο, ἀλήθεια, εἶναι τό ὅτι ὁ Θεός μᾶς εὐεργετεῖ μέσ' ἀπό γεγονότα πού φαίνονται ὄχι εὐνοϊκά καί εὐχάριστα, ἄλλα ἐνάντια καί δυσάρεστα. Ἄς δοῦμε ἀκόμα μερικά παραδείγματα.

Ὁ Φαραώ πρόσταξε νά ρίχνονται στό ποτάμι τά βρέφη τῶν Ἰσραηλιτῶν. Ἄν δέν γινόταν αὐτό, δέν θά σωζόταν ὁ Μωυσῆς ἀπό τή θυγατέρα τοῦ Φαραώ καί δέν θ' ἀνατρεφόταν στά ἀνάκτορα. Ὁ Θεός οἰκονόμησε ἔτσι τά πράγματα, γιά νά δείξει πόσο εὔκολα ἡ σοφία Του καί ἡ παντοδυναμία Του βρίσκουν λύσεις γιά προβλήματα ἄλυτα καί διέξοδο στά ἀδιέξοδα.

Ἀργότερα ἕνας Ἑβραῖος εἶπε ἀπειλητικά στό Μωυσῆ: "Μήπως θέλεις νά μέ σκοτώσεις;". Καί αὐτό τόν ὠφέλησε, γιατί φοβήθηκε καί ἀποφάσισε νά ἐγκαταλείψει τήν Αἴγυπτο. Ἔτσι ἔφυγε στήν ἔρημο τοῦ Σινᾶ. Ἐκεῖ ὄχι μόνο μακριά ἀπό τούς κινδύνους τῆς Αἰγύπτου ἔζησε, ἀλλά καί ὡρίμασε πνευματικά καί πλουτίστηκε μέ σοφία καί ἀξιώθηκε νά δεῖ τό θαυμάσιο ἐκεῖνο ὅραμα τῆς φλεγόμενης βάτου καί ἔλαβε τή θεία ἐπαγγελία τῆς λυτρώσεως τοῦ λαοῦ του ἀπό τήν τυραννική δουλεία τῶν Αἰγυπτίων.

Κάτι παρόμοιο ἔγινε καί μέ τόν Ἀαρών. Ὅταν ἐπαναστάτησαν ἐναντίον του ὁ Κορέ καί ὁρισμένοι ἄλλοι ἄρχοντες τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, ἀμφισβητώντας του τό ἀξίωμα τῆς ἱερωσύνης, ὁ Θεός, μέ τό θαῦμα τοῦ ραβδιοῦ πού βλάστησε, τόν ἀνέδειξε λαμπρότερο καί ἐνδοξότερο.

Ἄς θυμηθοῦμε τώρα καί τούς Τρεῖς Παῖδες. Στήν περίπτωσή τους ὁ διάβολος ἔπαθε τό συνηθισμένο του πάθημα, πού ποτέ δέν τοῦ γίνεται μάθημα. Τί δηλαδή; Τά μέσα πού χρησιμοποιεῖ γιά νά πολεμήσει τούς πιστούς, χτυποῦν τελικά τόν ἴδιο καί ἐξουδετερώνουν τή δύναμή του. Αὐτό, φυσικά, γίνεται ὄχι γιατί τό θέλει ἐκεῖνος, ἀλλά γιατί ὁ πάνσοφος Θεός ὁδηγεῖ τά πράγματα ἔτσι, ὥστε τά τεχνάσματα καί τά ὄπλα του νά στραφοῦν ἐναντίον του. Ἔβαλε, λοιπόν, ὁ πονηρός σ' ἐκεῖνον τόν τύραννο, τό Ναβουχοδονόσορ, τή σκέψη νά μήν ἀποκεφαλίσουν τούς ἁγίους οὔτε νά τούς ρίξουν στά θηρία, ἄλλα νά τούς θανατώσουν στή φωτιά. Γιατί; Γιά νά μή μείνει τίποτε ἀπό τά λείψανά τους, γιά νά ἐξαφανιστοῦν τά σώματά τους, γιά ν' ἀνακατευτεῖ ἡ στάχτη ἀπό τά ὀστά τους μέ τή στάχτη ἀπό τά ξύλα. Ἀλλά ὁ Θεός χρησιμοποίησε αὐτόν τόν τρόπο γιά νά νικηθεῖ ἡ ἀσέβεια καί νά κατατροπωθεῖ ἡ εἰδωλολατρία. Ἔτσι ἔκανε τά σώματά τους ἀπρόσιτα στίς φλόγες, διδάσκοντας τούς βαρβάρους ὅτι ἡ φωτιά, πού εἶχε θεοποιηθεῖ στά μέρη τῆς Ἀνατολῆς, φοβᾶται ὄχι μόνο τό Θεό, μά καί τούς δούλους Του.

Στούς διωγμούς, πάλι, τί ἔγινε; Οἱ διῶκτες στράφηκαν μέ ἀπίστευτη μανία ἐνάντια στούς χριστιανούς. Καί ὅμως, ὅλο τους τό μίσος, ὅλη τους ἡ μοχθηρία, ὅλη τους ἡ ἀγριότητα ἀφανίστηκε πιό εὔκολα ἀπ' ὅ,τι ἀφανίζεται ὁ ἱστός τῆς ἀράχνης, διαλύθηκε πιό γρήγορα ἀπ’ ὅ,τι διαλύεται ὁ καπνός, σκορπίστηκε πιό γοργά ἀπ' ὅ,τι σκορπίζεται ἡ σκόνη. Ἡ ἐμπάθειά τους ἐνάντια στούς χριστιανούς εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα ν' ἀναδειχθεῖ ὁλόκληρη χορεία ἀπό μάρτυρες. Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία πλουτίστηκε μέ τούς ἀθάνατους καί ἔμψυχους αὐτούς θησαυρούς, πού, ὄχι μόνο στή διάρκεια τῆς ἅγιας ζωῆς τους, ἀλλά καί μετά τήν τελείωσή τους προσφέρουν πλούσια σ' ὅλους μας τόσες οὐράνιες εὐεργεσίες.

Τή δύναμή Του ὁ Θεός τή δείχνει ἰδιαίτερα, ὅταν αὐξηθοῦν οἱ ἐχθροί τῶν πιστῶν δούλων Του.

Ἔτσι, στή δική μας γενιά, ὅταν ἀνέβηκε στό θρόνο ὁ παραβάτης Ἰουλιανός (361-363), αὐτός πού ξεπέρασε ὅλους τούς ἄλλους ἀσεβεῖς στήν ἀσέβεια, ἔγιναν πολλά καί παράδοξα σημεῖα.

Πρῶτα-πρῶτα, μόλις ἔγινε βασιλιάς, ἔπεσε στίς πόλεις μεγάλη πείνα. Κακή ἀρχή μιᾶς κακῆς βασιλείας.

Ἀργότερα, ὅταν ἔδωσε ἐντολή νά ξαναχτιστεῖ ὁ ἰουδαϊκός Ναός τῶν Ἱεροσολύμων, γιά νά διαψευσθεῖ ἡ προφητεία τοῦ Χριστοῦ, φωτιά ξεπήδησε ἀπό τά θεμέλια κι ἔκανε τούς οἰκοδόμους νά τό βάλουν στά πόδια. Ἔτσι τό σχέδιό του ματαιώθηκε.

Ὅταν, πάλι, ὁ ταμίας του καί ὁ θεῖος του - Ἰουλιανός λεγόταν κι αὐτός- τόλμησαν νά μολύνουν τά ἱερά σκεύη τῶν χριστιανῶν, τιμωρήθηκαν παραδειγματικά ἀπό τόν Θεό: Τοῦ πρώτου τό σῶμα γέμισε πληγές καί σκουλήκια΄ καί τοῦ δεύτερου τά σπλάχνα χύθηκαν ἔξω. Ἔτσι πέθαναν καί οἱ δύο. Φριχτοί θάνατοι!

Τέλος, σέ ὁρισμένα μέρη, ὅπου τελέστηκαν θυσίες στά εἴδωλα, στέρεψαν οἱ πηγές. Ἄλλο ἕνα θεϊκό σημάδι. Συνηθίζει νά ἐνεργεῖ ἔτσι ὁ Θεός σέ εἰδικές περιστάσεις. Ὅταν τά κακά πληθαίνουν, ὅταν ἡ ἀνομία ἁπλώνεται, ὅταν οἱ δοῦλοι Του κακοποιοῦνται, τότε δείχνει τή μεγάλη Του δύναμη.

Δέν θά παραλείψω ν' ἀναφέρω καί μιάν ἄλλη σοφή ἄλλα καί συνηθισμένη παιδαγωγία τοῦ Θεοῦ: Ὅταν ἀντιμετωπίζουμε πειρασμούς καί δυσκολίες, δέν ἐπεμβαίνει ἀμέσως γιά νά μᾶς βοηθήσει, ἄλλα πρῶτα μᾶς ἀφήνει νά ταλαιπωρηθοῦμε κάμποσο καιρό κι ὕστερα κάνει τό θαῦμά Του. Γιατί τό κάνει αὐτό; Γιά νά μᾶς προφυλάξει ἀπό τήν ἀγνωμοσύνη καί τήν ἀχαριστία. Συνήθως ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, μόλις περάσουν οἱ συμφορές, ξεχνᾶμε καί τήν πίκρα τους καί τόν Θεό, πού μᾶς λυτρώνει ἀπ' αὐτές. Πολλές φορές, πάλι, νομίζουμε ὅτι μόνοι μας κατορθώσαμε ν' ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τά ὅποια δεινά μᾶς βρῆκαν. Γι' αὐτό, λοιπόν, ἐπιτρέπει ὁ Θεός νά μᾶς τσακίσουν πρῶτα οἱ δοκιμασίες, κι ὕστερα ἔρχεται νά μᾶς σώσει.

Ὅταν, λ.χ., οἱ Φιλισταῖοι ἀπειλοῦσαν τούς Ἰσραηλίτες καί ὁ Γολιάθ τούς φοβέριζε, ὁ Θεός σχεδίασε νά ὁδηγήσει στήν ἀναμέτρηση τό Δαβίδ καί νά τόν ἀναδείξει νικητή. Δέν πραγματοποίησε, ὅμως, ἐξαρχῆς τό σχέδιό Του. Ἄφησε πρῶτα νά περάσουν σαράντα ὁλόκληρες μέρες. Στό διάστημα αὐτό ὁ ἀλλόφυλος γίγαντας ἔβριζε, περιγελοῦσε καί προκαλοῦσε τούς Ἑβραίους, πού εἶχαν λιώσει ἀπό τό φόβο. Κανένας δέν τολμοῦσε νά τά βάλει μέ τόν τρομερό ἀντίπαλο. Ὅλοι ἀπελπίστηκαν γιά τή σωτηρία τους. Καί τότε μόνο, ὅταν πιά κατάλαβαν τήν ἀδυναμία τους καί πίστεψαν ὅτι χάνονται, ὁ Θεός χάρισε στόν Δαβίδ τή θαυμαστή κι ἀνέλπιστη ἐκείνη νίκη. Ὁ ὑπερφίαλος Γολιάθ σκοτώθηκε καί οἱ Φιλισταῖοι ντροπιάστηκαν.

Σέ κρίσιμες περιστάσεις, ἐμεῖς συνηθίζουμε νά κάνουμε ἀνθρώπινες σκέψεις καί ρηχούς ὑπολογισμούς. Ἔτσι, λ.χ. λέμε: "Ἄν μᾶς ἐπιτεθοῦν ξαφνικά οἱ ἐχθροί καί δέν εἶναι ἕτοιμος ὁ στρατός μας γιά νά τούς ἀποκρούσει, τί θά γίνουμε; Θά μᾶς αἰχμαλωτίσουν ὅλους καί θά καταστρέψουν τή χώρα μας". Μά τί νομίζεις; Ἐπειδή δέν προλαβαίνεις ἐσύ τόν ἐχθρό, δέν τόν προλαβαίνει καί ὁ Θεός; Ἐπειδή δέν εἶσαι ἐσύ «πανταχοῦ παρών», δέν εἶναι καί ὁ Θεός; Ἤ μήπως γι' Αὐτόν ἄλλα εἶναι δυνατά καί ἄλλα ἀδύνατα;

Ἡ Ἐρυθρά Θάλασσα, μολονότι ἄψυχη, ὑπάκουσε στό θέλημα τοῦ Κυρίου καί κατάπιε τούς Αἰγυπτίους. Τά ψάρια, μολονότι χωρίς λογικό, ὑπάκουσαν κι αὐτά στό θέλημα τοῦ Κυρίου καί πιάστηκαν στά δίχτυα τοῦ ἀποστόλου Πέτρου. Κι ἕνας ἄγγελος, ὅταν πάρει διαταγή ἀπό τόν Κύριο, μπορεῖ νά ἐξολοθρεύσει ὅλους τούς ἐχθρούς τῆς ἀληθινῆς πίστεως. Κάτι τέτοιο δέν ἔγινε στά χρόνια τοῦ προφήτη Ἠσαΐα;

Κάποιος Χαναναῖος εἶχε μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό του. Νόμιζε πώς εἶναι πολύ σπουδαῖος στρατηγός. Ἐννοῶ τόν Σισάρα, γιά τόν ὁποίο κάνει λόγο καί ὁ ψαλμωδός: «Κάνε, (Κύριε, στούς ἐχθρούς σου) ὅ,τι ἔκανες κάποτε στούς κατοίκους τῆς Μαδιάμ καί στό Σισάρα, ὅ,τι ἔκανες στόν Ἰαβείν στό χείμαρρο Κεισών» (Ψαλμ. 82:10). Ὁ Ἰαβείν ἦταν βασιλιάς τῶν Χαναναίων καί ὁ Σισάρα ἀρχιστράτηγος. Οἱ Ἰσραηλίτες, βλέποντες τά ἐννιακόσια σιδερένια ἅρματα καί τούς ἀναρίθμητους στρατιῶτες τοῦ Σισάρα, κατατρόμαξαν. Τότε ὁ φιλάνθρωπος Θεός μίλησε μέ τό στόμα μιᾶς προφήτισσας, τῆς Δεββώρας, πού κάλεσε τόν ἀρχηγό τῶν Ἰσραηλιτῶν καί τοῦ εἶπε: "Μή φοβηθεῖς! Ὁ Θεός θά σοῦ παραδώσει τόν Σισάρα στά χέρια σου. Τό κατόρθωμα, ὅμως, θ' ἀνήκει σέ γυναίκα. Ναί, γυναίκα θά τόν ἐξοντώσει". Καί πράγματι, τόν θανάτωσε ἡ Ἰαήλ. Βλέπεις πῶς τιμωρήθηκε γιά τήν ἀλαζονεία του; Σκοτώθηκε, καί μάλιστα ἀπό γυναικεῖο χέρι. Τόν ἔδεσε ὁ Θεός μέ τά δεσμά τοῦ ὕπνου καί, ὅπως ἦταν κοιμισμένος, ἡ Ἰαήλ τοῦ ἔμπηξε ἕναν πάσσαλο στόν κρόταφο!

Ὅταν ὁ Θεός θελήσει νά μᾶς βοηθήσει, τίποτα δέν μπορεῖ νά Τόν ἐμποδίσει. Φτάνει τότε ἕνα ὅπλο τοῦ Θεοῦ, φτάνει ἕνας ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, φτάνει ἕνα νεῦμα μόνο τοῦ Θεοῦ, γιά νά νικηθοῦν καί οἱ πιό ἰσχυροί ἐχθροί. Ἐμεῖς ἄς προσευχόμαστε στόν Χριστό, λέγοντας: "Κύριε, πές ἕνα λόγο, καί θά σκορπιστοῦν οἱ ἐχθροί Σου. Πές ἕνα λόγο, καί θά σωθεῖ ἡ πόλη Σου. Πές ἕνα λόγο, καί θά νικήσει ὁ λαός Σου". Ἄς Τοῦ λέμε ὅ,τι καί ὁ Δαβίδ: «Νά, οἱ ἐχθροί σου χαλᾶνε τόν κόσμο κι αὐτοί πού σέ μισοῦν σήκωσαν κεφάλι» (Ψαλμ. 82:3). Καί τότε φτάνει μιά γυναίκα σάν τήν Ἰαήλ, μιά σάν τή Δεββώρα ἤ μιά σάν ἐκείνη τήν ἄγνωστη, πού χτύπησε μέ τή μυλόπετρα τόν ἀδελφοκτόνο βασιλιά Ἀβιμέλεχ, γιά νά φέρει τή νίκη.

Ὁ Θεός ἔχει πολλῶν εἰδῶν φάρμακα γιά τή σωτηρία μας. Στόν καθένα δίνει ὅ,τι τοῦ χρειάζεται. Γιατί ὅλοι χρειαζόμαστε κάποιο φάρμακο. «Ποιός θά καυχηθεῖ πώς ἔχει ἁγνή τήν καρδιά; Ἤ ποιός θά πεῖ θαρρετά πώς εἶναι καθαρός ἀπό ἁμαρτίες;» (Παροιμ. 20:9).

Δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος ἀναμάρτητος. Κι ἄν μοῦ πεῖς ὅτι ὁ τάδε εἶναι δίκαιος, εἶναι σπλαχνικός, εἶναι φιλάνθρωπος, θά συμφωνήσω. Δέν μπορεῖ, ὅμως, νά μήν ἔχει καί κάποιο ἐλάττωμα. Ἤ ἀπό τήν κενοδοξία θά νικιέται ἤ ἀπό τήν κακολογία ἤ ἀπό κάτι ἄλλο. Ἕνας κάνει ἐλεημοσύνες, ἀλλά δέν εἶναι ἁγνός. Ἄλλος εἶναι ἁγνός, ἀλλά δέν κάνει ἐλεημοσύνες. Ὁ ἕνας ἔχει μία ἀρετή καί ὁ ἄλλος τήν ἄλλη. Ὁ Φαρισαῖος νήστευε, προσευχόταν, δέν ἀδικοῦσε κανέναν, τηροῦσε τό νόμο. Εἶχε ὅμως ἀλαζονεία. Ἔτσι καταδικάστηκε ἀπό τόν Κύριο, γιατί ἡ ἀλαζονεία τόν ζημίωσε περισσότερο ἀπ' ὅσο θά τόν ζημίωναν ὅλες οἱ ἄλλες ἁμαρτίες μαζί.

Δέν ὑπάρχει, λοιπόν, ἄνθρωπος ἀπόλυτα δίκαιος, ἀπόλυτα ἐνάρετος, ἀπόλυτα καθαρός ἀπό ἁμαρτία. Ἀπό τήν ἄλλη μεριά, δέν ὑπάρχει ἁμαρτωλός ἄνθρωπος πού νά μήν ἔχει κι ἕνα μικρό, ἔστω, καλό. Κάποιος, λ.χ., κάνει ἁρπαγές καί καταστροφές. Μερικές φορές, ὅμως, δείχνει καλοσύνη, βοηθάει ἕναν ἄνθρωπο, λυπᾶται γιά τό κακό.

Ποιός ἦταν σκληρότερος ἀπό τόν ἅρπαγα βασιλιά Ἀχαάβ; Καί ὅμως, ἀκόμα κι αὐτός ἐνίωσε κάποτε συντριβή καί κατάνυξη. Ποιός ἦταν χειρότερος ἀπό τόν φιλάργυρο καί προδότη Ἰούδα; Καί ὅμως, ἀκόμα κι αὐτός, μετά τήν προδοσία του, εἶπε: «Ἁμάρτησα, γιατί ἔστειλα στό θάνατο ἕναν ἀθῶο» (Ματθ. 27:4).

Στή ζωή αὐτή ἐφαρμόζεται σ' ὅλους ὁ νόμος τῆς ἀνταποδόσεως. Γι' αὐτό οἱ ἐνάρετοι δοκιμάζουν θλίψεις. Γι' αὐτό οἱ ἄδικοι ἀπολαμβάνουν ἀγαθά. Οἱ πρῶτοι τιμωροῦνται ἐδῶ γιά τίς λίγες ἁμαρτίες τους κι ἔτσι δέν θά στερηθοῦν τόν παράδεισο. Οἱ δεύτεροι ἀμείβονται ἐδῶ γιά τίς λίγες καλές τους πράξεις, καί θά τιμωροῦνται αἰώνια γιά τήν πολλή κακία τους.

Ὅταν ὑποφέρουμε ἄδικα, πρέπει νά ξέρουμε ὅτι αὐτό συμβαίνει μέ παραχώρηση τοῦ Θεοῦ, εἴτε γιά νά ξεχρεώσουμε ἁμαρτίες εἴτε γιά νά πάρουμε στεφάνια. Ὁ βασιλιάς Δαβίδ, ὅταν ὁ Σεμεΐ τόν ἔλουζε μέ βρισιές καί κατάρες, δέν ἄφησε κανένα νά τόν πειράξει «Ἀφῆστε τον», εἶπε, «νά μέ βρίζει, γιά νά δεῖ ὁ Κύριος τήν ταπείνωσή μου καί νά μοῦ ἀνταποδώσει καλό γιά τίς κατάρες πού δέχομαι σήμερα» (Β' Βασ. 16:11-12). Καί γιά τόν ἀκόλαστο ἐκεῖνο Κορίνθιο τί εἶπε ὁ ἀπόστολος Παῦλος; «Νά παραδοθεῖ στό σατανᾶ, γιά νά τοῦ ἀφανίσει τό σῶμα καί νά σωθεῖ ἔτσι ἡ ψυχή του» (πρβλ. Α' Κορ. 5:5). Ἀλλά καί ὁ φτωχός Λάζαρος τῆς εὐαγγελικῆς παραβολῆς γι' αὐτόν τό λόγο πῆγε στόν τόπο τῆς εὐφροσύνης, ἐπειδή ὑπέφερε τόσα καί τόσα στή ζωή του.

Πολλοί νομίζουν πώς εἶναι ὁπωσδήποτε ἁμαρτωλός ἐκεῖνος πού ὑποφέρει. Ὑποθέτουν, ἀνόητα ὅμως καί ἀβάσιμα, πώς οἱ συμφορές ἔρχονται πάντα σάν τιμωρία γιά τήν παράβαση τοῦ θείου νόμου. Αὐτό ἔγινε στή περίπτωση τοῦ δίκαιου καί πολυβασανισμένου Ἰώβ. Οἱ τρεῖς φίλοι του, πού τόν ἐπισκέφθηκαν στή διάρκεια τῆς δοκιμασίας του, μολονότι δέν ἤξεραν καμιάν ἁμαρτία του, τοῦ ἔλεγαν: «Δέν εἶναι μεγάλη ἡ κακία σου καί ἀνυπολόγιστες οἱ ἁμαρτίες σου;» (Ἰώβ 22:5).

Μά κι ὁ Σεμεΐ, πού ἀνέφερα πιό πρίν, γιατί ἔβριζε τόν Δαβίδ; Ἐπειδή τότε εἶχε ἐπαναστατήσει ἐναντίον τοῦ βασιλιᾶ ὁ γιός του Ἀβεσσαλώμ. Καθώς, λοιπόν, προσπαθοῦσε νά ξεφύγει ἀπό τούς ἀνθρώπους τοῦ γιοῦ του, πού τόν καταδίωκαν γιά νά τόν ἐξοντώσουν, ὁ Δαβίδ συνάντησε τόν Σεμεΐ. Κι ἐκεῖνος νόμιζε πώς ὁ βασιλιάς, γιά νά βρεθεῖ σ' αὐτή τή δοκιμασία, ἦταν φονιάς. Νά γιατί ἄρχισε νά τόν βρίζει καί νά τόν καταριέται.

Κάτι παρόμοιο ἔγινε καί μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο, ὅταν βρέθηκε στό νησί Μελίτη, μετά τό ναυάγιο τοῦ πλοίου πού τόν μετέφερε στή Ρώμη. Μιά ὀχιά τόν δάγκωσε τότε στό χέρι. Οἱ κάτοικοι τοῦ νησιοῦ, βλέποντας τό ἑρπετό νά κρέμεται ἀπό τό χέρι του, ἔλεγαν μεταξύ τους: «Ὁπωσδήποτε φονιάς εἶναι ὁ ἄνθρωπος αὐτός. Σώθηκε ἀπό τή θάλασσα, ἀλλά ἡ θεία δίκη δέν τόν ἄφησε νά ζήσει» (Πράξ. 28:4).

Καί σήμερα ἀκούω πολλούς νά λένε: "Ἄν ὁ Θεός ἀγαποῦσε τούς φτωχούς, δέν θά τούς ἔκανε φτωχούς". Καί ἄλλους, βλέποντας ἕναν ἐλεήμονα ἄνθρωπο νά ὑποφέρει ἀπό βαρειά ἀρρώστια, νά ρωτᾶνε: "Τί ἔγιναν οἱ ἐλεημοσύνες του; Τί ἔγιναν οἱ καλοσύνες του;". Ἀνόητες ἐρωτήσεις.

Πῶς κατηγορεῖς, ἄνθρωπέ μου, τό Θεό μέ τόση εὐκολία καί ἐπιπολαιότητα; Μπορεῖ ποτέ ὁ Θεός νά μισεῖ τούς φτωχούς, καί μάλιστα τούς ἐνάρετους, καί ν' ἀγαπάει τούς πλουσίους, καί μάλιστα τούς κακούς καί ἄσπλαχνους; Γιά νά μήν ἁμαρτάνεις μέ τέτοιες βλάσφημες ἄλλα καί παράλογες σκέψεις, θά σοῦ ἐξηγήσω τί ἀγαπάει καί τί ἀποστρέφεται ὁ Θεός.

Ὁ Θεός ἀγαπάει ὅποιον τηρεῖ τίς ἐντολές Του. «Αὐτόν», λέει, «θά τόν ἀγαπήσω καί θά τοῦ φανερώσω τόν ἑαυτό μου» (Ἰω. 14:21). Ὄχι αὐτόν πού ἔχει πλούτη, ὄχι αὐτόν πού ἔχει ὑγεία, μά αὐτόν «πού κρατάει τίς ἐντολές μου καί τίς ἐκτελεῖ». Καί ποιόν ἀποστρέφεται ὁ Θεός; Αὐτόν πού δέν τηρεῖ τίς ἐντολές Του.

Ὅταν, λοιπόν, δεῖς κάποιον πού περιφρονεῖ τό θέλημα καί τό νόμο τοῦ Θεοῦ, εἴτε πλούσιος εἶναι, εἴτε ὑγιής, νά μήν ἀμφιβάλλεις ὅτι τόν ἀποστρέφεται ὁ Κύριος. Ἀπεναντίας, τόν ἐνάρετο καί εὐσεβῆ, εἴτε φτωχός εἶναι, εἴτε ἄρρωστος, τόν ἀγαπάει. Δέν ἄκουσες τί λέει ἡ Γραφή; «Παιδεύει ὁ Κύριος ὅποιον ἀγαπάει καί μαστιγώνει ὅποιον ἀναγνωρίζει γιά παιδί του» (Παροιμ. 3:12). Θά μοῦ πεῖς, βέβαια, ὅτι πολλοί ἄνθρωποι σκανδαλίζονται μ' αὐτό. Φταίει τό μυαλό τους. Γιατί δέν κάνουν τήν ἁπλή τούτη σκέψη: Ἡ ἀμοιβή δέν δίνεται στήν παροῦσα ζωή. Ἐδῶ εἶναι τό στάδιο τῶν ἀγώνων. Τά βραβεῖα καί τά στεφάνια θά δοθοῦν στήν ἄλλη ζωή.

Δέν πρέπει νά λυπόμαστε γι' αὐτούς πού δοκιμάζονται καί ὑποφέρουν, ἀλλά γι' αὐτούς πού, ἐνῶ ἁμαρτάνουν, δέν τιμωροῦνται. Οἱ τιμωρίες, ἄλλωστε, ἐμποδίζουν ἀπό τήν ἁμαρτία καί ὁδηγοῦν στήν ἀρετή. "Ἄν ὅμως εἶναι ἔτσι", θά μοῦ πεῖτε, "ἄν πράγματι ἀπομακρύνουν τό κακό οἱ τιμωρίες, τότε γιατί νά μή μᾶς τιμωρεῖ ὁ Θεός γιά κάθε ἁμαρτία μας;". Θά σᾶς ἀπαντήσω: Ἄν ὁ Θεός τιμωροῦσε τόν κάθε ἄνθρωπο γιά κάθε ἁμαρτία του, ἡ ἀνθρωπότητα ὁλόκληρη θ' ἀφανιζόταν καί ἡ δυνατότητα τῆς μετάνοιας θά χανόταν. Κοίτα, λ.χ., τήν περίπτωση τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Ἄν ὁ Θεός τόν τιμωροῦσε γιά τό διωγμό τῶν χριστιανῶν, ἄν πολύ περισσότερο τόν θανάτωνε, πῶς θά μποροῦσε νά μετανοήσει, νά πραγματοποιήσει τόσα θεάρεστα ἔργα καί νά ὁδηγήσει τήν οἰκουμένη ἀπό τήν πλάνη στήν ἀλήθεια; Δές καί τούς γιατρούς, πῶς ἐνεργοῦν. Ὅταν παρουσιαστεῖ κάποιος βαριά πληγωμένος, ἐφαρμόζουν θεραπευτική ἀγωγή ἀνάλογη ὄχι μέ τόν ἀριθμό καί τό μέγεθος τῶν πληγῶν, ἄλλα μέ τήν ἀντοχή τοῦ ὀργανισμοῦ. Γιατί ποιά ἡ ὠφέλεια, ἄν κλείσουν οἱ πληγές ἀλλά πεθάνει ὁ ἄνθρωπος;

Γι' αὐτό καί ὁ Θεός οὔτε ὅλους μαζί τούς ἁμαρτωλούς τιμωρεῖ οὔτε ἀνάλογα μέ τ' ἁμαρτήματά τους. Οἱ τιμωρίες Του εἶναι σταδιακές, μεθοδικές καί σκόπιμες. Πολλές φορές, τιμωρώντας ἕναν ἄνθρωπο, συνετίζει πολλούς. Κάτι τέτοιο κάνουν καί οἱ γιατροί, ὅταν κόβουν ἕνα σάπιο μέλος γιά νά ἐξασφαλίσουν τήν ὑγεία στό ὑπόλοιπο σῶμα.

Ὅταν βλέπεις ἕναν μέθυσο νά γίνεται νηστευτής ἤ ἕναν αἰσχρολόγο νά ψάλλει θείους ὕμνους, νά θαυμάζεις τή μακροθυμία τοῦ Κυρίου, νά ἐγκωμιάζεις τή μετάνοια καί νά λές μαζί μέ τόν ψαλμωδό: «Αὐτή ἡ ἀλλοίωση εἶναι ἔργο τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου» (Ψαλμ. 76:11). Δηλαδή, τή θαυμαστή αὐτή μεταβολή τήν πραγματοποίησε τό δεξί χέρι τοῦ Θεοῦ, ἡ δυνατή ἐπέμβαση καί ἐνέργειά Του.

Κάθε ἔργο πού ἀποσκοπεῖ στή σωτηρία ψυχῶν, δέχεται ἀπό τήν ἀρχή ἐπιθέσεις. Μόλις γεννήθηκε ὁ Χριστός, ξέσπασε ἡ μανία τοῦ Ἡρώδη.

Κι ἔσυ, ἄν ἀξιωθεῖς κάποτε νά ὑπηρετήσεις μ' ὁποιονδήποτε τρόπο τό Θεό, θά ὑποφέρεις πολύ, θά πονέσεις πολύ, θά κινδυνέψεις πολύ. Μήν ξαφνιαστεῖς. Μήν ταραχθεῖς. Μήν ἀναρωτηθεῖς: Ἐγώ ἐκτελῶ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, καί θά ἔπρεπε νά δοξάζομαι γι' αὐτό καί νά στεφανώνομαι. Γιατί, λοιπόν, ὑποφέρω; Νά θυμηθεῖς τότε τό Χριστό, πού διώχθηκε ὥς τό θάνατο, καί μᾶς προειδοποίησε: «Ἄν ἐμένα καταδίωξαν, θά καταδιώξουν κι ἐσᾶς» (Ἰω. 15:20). Μᾶς ἔδωσε, ὅμως, καί μιάν ὑπόσχεση: «Ὅποιος μείνει σταθερός ὥς τό τέλος, αὐτός θά σωθεῖ» (Ματθ. 10:22). Ἄν κάποιος φροντίζει γιά τή σωτηρία του, εἶναι ἀδύνατο νά χαθεῖ. Ὁ Θεός δέν θά τόν ἐγκαταλείψει στίς δυσκολίες καί τούς κινδύνους. Τί εἶπε ὁ Κύριος στόν Πέτρο; «Σίμων, Σίμων! Ὁ σατανᾶς ζήτησε νά σᾶς δοκιμάσει σάν τό σιτάρι στό κόσκινο. Ἐγώ, ὅμως, προσευχήθηκα γιά σένα, νά μή σ' ἐγκαταλείψει ἡ πίστη σου» (Λουκ. 22:32).

Ὅταν δεῖ ὁ Θεός ὅτι τό φορτίο τῶν πειρασμῶν ξεπερνάει τίς δυνάμεις μας, ἁπλώνει τό χέρι Του καί μᾶς ξαλαφρώνει ἀπό τό περίσσιο βάρος. Ἄν, ὅμως, δεῖ ὅτι ἀδιαφοροῦμε γιά τή σωτηρία μας, μᾶς ἐγκαταλείπει ἀβοήθητους.

Δέν πιέζει καί δέν ἀναγκάζει κανέναν ὁ Θεός. Γιά τούς ἀπρόθυμους καί ἀδιάφορους ἀδιαφορεῖ. Ἀντίθετα, τούς πρόθυμους καί καλοπροαίρετους τούς τραβάει κοντά Του μέ πολύ πόθο. Ὁ ἀπόστολος λέει: «Ὁ Θεός δέν κάνει διακρίσεις, ἀλλά δέχεται τόν καθένα, σ' ὅποιον λαό κι ἄν ἀνήκει, ἀρκεῖ νά Τόν σέβεται καί νά ζεῖ σύμφωνα μέ τό θέλημά Του» (Πράξ. 10:34-35).

(Ἀπό τό βιβλίο «ΘΕΜΑΤΑ ΖΩΗΣ», Ὀμιλίες τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ) (Πηγή: alopsis.gr).
Πηγή: Εγκόλπιον Ορθοδοξίας”




Παρασκευή 3 Απριλίου 2015

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒAΪΩΝ: Εὐαγγέλιον - (Ὁμιλία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ)





Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκεῖναις, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα εἰς Βηθανίαν, ὅπου ἦν Λάζαρος ὁ τεθνηκώς, ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν. Ἐποίησαν οὖν αὐτῷ δεῖπνον ἐκεῖ, καὶ ἡ Μάρθα διηκόνει· ὁ δὲ Λάζαρος εἷς ἦν τῶν ἀνακειμένων σὺν αὐτῷ.
Ἡ οὖν Μαρία, λαβοῦσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικῆς πολυτίμου, ἤλειψε τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἐξέμαξε ταῖς θριξὶν αὐτῆς τοὺς πόδας αὐτοῦ· ἡ δὲ οἰκία ἐπληρώθη ἐκ τῆς ὀσμῆς τοῦ μύρου.
Λέγει οὖν εἷς ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, Ἰούδας Σίμωνος Ἰσκαριώτης, ὁ μέλλων αὐτὸν παραδιδόναι· διατί τοῦτο τὸ μύρον οὐκ ἐπράθη τριακοσίων δηναρίων καὶ ἐδόθη πτωχοῖς;
Εἶπε δὲ τοῦτο οὐχ ὅτι περὶ τῶν πτωχῶν ἔμελεν αὐτῷ, ἀλλ’ ὅτι κλέπτης ἦν, καὶ τὸ γλωσσόκομον εἶχε καὶ τὰ βαλλόμενα ἐβάσταζεν.

Εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς· ἄφες αὐτήν, εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό. Τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ’ ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε. Ἔγνω οὖν ὄχλος πολὺς ἐκ τῶν Ἰουδαίων ὅτι ἐκεῖ ἐστι, καὶ ἦλθον οὐ διὰ τὸν Ἰησοῦν μόνον, ἀλλ’ ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἴδωσιν ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν.
Ἐβουλεύσαντο δὲ οἱ ἀρχιερεῖς ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἀποκτείνωσιν, ὅτι πολλοὶ δι’ αὐτὸν ὑπῆγον τῶν Ἰουδαίων καὶ ἐπίστευον εἰς τὸν Ἰησοῦν.
Τῇ ἐπαύριον ὄχλος πολὺς ὁ ἐλθὼν εἰς τὴν ἑορτήν, ἀκούσαντες ὅτι ἔρχεται ᾿Ιησοῦς εἰς ῾Ιεροσόλυμα, ἔλαβον τὰ βαΐα τῶν φοινίκων καὶ ἐξῆλθον εἰς ὑπάντησιν αὐτῷ, καὶ ἔκραζον· ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ.
Εὑρὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς ὀνάριον ἐκάθισεν ἐπ’ αὐτό, καθώς ἐστι γεγραμμένον· μὴ φοβοῦ, θύγατερ Σιών· ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεται καθήμενος ἐπὶ πῶλον ὄνου.
Ταῦτα δὲ οὐκ ἔγνωσαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ τὸ πρῶτον, ἀλλ’ ὅτε ἐδοξάσθη ὁ Ἰησοῦς, τότε ἐμνήσθησαν ὅτι ταῦτα ἦν ἐπ’ αὐτῷ γεγραμμένα, καὶ ταῦτα ἐποίησαν αὐτῷ. Ἐμαρτύρει οὖν ὁ ὄχλος ὁ ὢν μετ’ αὐτοῦ ὅτε τὸν Λάζαρον ἐφώνησεν ἐκ τοῦ μνημείου καὶ ἤγειρεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν. Διὰ τοῦτο καὶ ὑπήντησεν αὐτῷ ὁ ὄχλος, ὅτι ἤκουσαν τοῦτο αὐτὸν πεποιηκέναι τὸ σημεῖον.

Την ημέρα αυτή γιορτάζουμε την πανηγυρική είσοδο του Κυρίου Ιησού Χριστού στην Ιερουσαλήμ. Τότε, ερχόμενος ο Ιησούς από τη Βηθανία στα Ιεροσόλυμα, έστειλε δύο από τους Μαθητές του και του έφεραν ένα γαϊδουράκι. Και κάθισε πάνω του για να μπει στην πόλη.

Ο δε λαός, ακούγοντας ότι ο Ιησούς έρχεται, πήραν αμέσως στα χέρια τους βάγια από φοίνικες και βγήκαν να τον υποδεχτούν. Και άλλοι μεν με τα ρούχα τους, άλλοι δε κόβοντας κλαδιά από τα δέντρα, έστρωναν το δρόμο απ’ όπου ο Ιησούς θα περνούσε. Και όλοι μαζί, ακόμα και τα μικρά παιδιά, φώναζαν:«Ωσαννά· ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ο βασιλεύς του Ισραήλ».

Ο Χριστός εισέρχεται στα Ιεροσόλυμα «επί πώλον όνου». Πορεύεται και οι Ισραηλίτες τον υποδέχονται με τιμές ως Βασιλιά. Εκείνος δεν δίνει ιδιαίτερη σημασία στις τιμές, δεν περιορίζεται στο πανηγύρι, στην πρόσκαιρη δόξα, αλλά προχωρεί στο σταυρό και την Ανάσταση.

Η είσοδος του Χριστού στα Ιεροσόλυμα είναι τελικά η είσοδος του μαρτυρίου στην επίγεια ζωή του Κυρίου. Σε λίγες ημέρες θα μαρτυρήσει και θα θανατωθεί στο σταυρό, για να θανατώσει το θάνατο και να χαρίσει τη ζωή.

Ὁμιλία εἰς τήν Κυριακήν τῶν Βαΐων 
τοῦ Αγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ



1. Σε καιρό ευνοίας σε επήκουσα και σε ημέρα σωτηρίας σ' εβοήθησα», είπε ο Θεός δια του Ησαΐα (Ησ. 49, 8). Καλό λοιπόν είναι να ειπώ σήμερα το αποστολικό εκείνο προς την αγάπη σας· «Ιδού καιρός εύνοιας, ιδού ημέρα σωτηρίας· ας απορρίψωμε λοιπόν τα έργα του σκότους και ας εκτελέσωμε τα έργα του φωτός, ας περιπατήσωμε με σεμνότητα, σαν σε ημέρα» (Β΄ Κορ. 6,2· Ρωμ. 13,12). Διότι προσεγγίζει η ανάμνησις των σωτηριωδών παθημάτων του Χριστού και το νέο και μέγα και πνευματικό Πάσχα, το βραβείο της απαθείας, το προοίμιο του μέλλοντος αιώνος.

Και το προκηρύσσει ο Λάζαρος που επανήλθε από τα βάραθρα του άδη, αφού αναστήθηκε από τους νεκρούς την τετάρτη ημέρα με μόνο τον λόγο και το πρόσταγμα του Θεού, που έχει την εξουσία ζωής και θανάτου, και προανυμνούν παιδιά και πλήθη λαού άκακα με την έμπνευση του θείου Πνεύματος αυτόν που λυτρώνει από τον θάνατο, που ανεβάζει τις ψυχές από τον άδη, που χαρίζει αΐδια ζωή στην ψυχή και το σώμα.

2. Αν λοιπόν κανείς θέλη ν' αγαπά τη ζωή, να ιδή αγαθές ημέρες, ας φυλάττη την γλώσσα του από κακό και τα χείλη του ας μη προφέρουν δόλο· ας εκκλίνη από το κακό και ας πράττη το αγαθό· (Πέτρ. 3, 10ε,  Ψαλμ. 33, 13-15). Κακό λοιπόν είναι η γαστριμαργία, η μέθη και η ασωτία· κακό είναι η φιλαργυρία, η πλεονεξία και η αδικία· κακό είναι η κενοδοξία, η θρασύτης και η υπερηφάνεια. Ας αποφύγη λοιπόν ο καθένας τέτοια κακά και ας επιτελή τα αγαθά.

Ποιά είναι αυτά; Η εγκράτεια, η νηστεία, η σωφροσύνη, η δικαιοσύνη, ηελεημοσύνη, η μακροθυμία, η αγάπη, η ταπείνωσις. Ας επιτελούμε λοιπόν αυτά, για να μεταλάβωμε αξίως του θυσιασθέντος για χάρι μας αμνού του Θεού και ας λάβωμε από αυτόν τον αρραβώνα της αφθαρσίας για να τον φυλάξωμε κοντά μας σ' επιβεβαίωσι της υπεσχημένης προς εμάς κληρονομίας στους ουρανούς.

Αλλά είναι μήπως δυσκατόρθωτο το αγαθό και οι αρετές είναι δυσκολώτερες από τις κακίες; Εγώ πάντως δεν το βλέπω· διότι περισσοτέρους πόνους υφίσταται από εδώ ο μέθυσος και ο ακρατής από τον εγκρατή, ο ακόλαστος από τον σώφρονα, ο αγωνιζόμενος να πλουτήση από τον ζώντα με αυτάρκεια, αυτός που επιζητεί ν' αποκτήση δόξα από τον διαγοντα σε αφάνεια· αλλ' επειδή λόγω της ηδυπαθείας μας οι αρετές μάς φαίνονται δυσκολώτερες, ας βιάσωμε τους εαυτούς μας· διότι ο Κύριος λέγει «η βασιλεία του Θεού είναι βιαστή και οι βιασταί την αρπάζουν» (Ματθ. 11, 12).

3. Χρειαζόμαστε λοιπόν όλοι προσπάθεια και προσοχή, ένδοξοι και άδοξοι, άρχοντες και αρχόμενοι, πλούσιοι και πτωχοί, ώστε ν' απομακρύνωμε από την ψυχή μας τα πονηρά αυτά πάθη και αντί αυτών να εισαγάγωμε σ' αυτήν όλη τη σειρά τωναρετών. Πραγματικά ο γεωργός και ο σκυτοτόμος, ο οικοδόμος και ο ράπτης, ο υφαντής και γενικώς ο καθένας που εξασφαλίζει τη ζωή του με τους κόπους και την εργασία των χεριών του, εάν αποβάλουν από την ψυχή τους την επιθυμία του πλούτου και της δόξας και της τρυφής, θα είναι μακάριοι· διότι αυτοί είναι οι πτωχοί για τους οποίους προορίζεται η βασιλεία των ουρανών, και γι' αυτούς είπε ο Κύριος, «μακάριοι είναι οι πτωχοί κατά το πνεύμα» (Ματθ. 5, 3). Πτωχοί δε κατά το πνεύμα είναι αυτοί που λόγω του ακαυχήτου και αφιλοδόξου και αφιληδόνου του πνεύματος, δηλαδή της ψυχής, ή έχουν εκουσίαν και την εξωτερική πτωχεία ή την βαστάζουν γενναίως, έστω και αν είναι ακουσία.Αυτοί όμως που πλουτούν και ευημερούν και απολαύουν την πρόσκαιρη δόξα και γενικώς όσοι είναι επιθυμητοί αυτών των καταστάσεων θα περιπέσουν σε δεινότερα πάθη και θα εμπέσουν σε μεγαλύτερες, περισσότερες και δυσχερέστερες παγίδες του Διαβόλου· διότι αυτός που επλούτησε δεν αποβάλλει την επιθυμία του πλουτισμού, αλλά μάλλον την αυξάνει, ορεγόμενος περισσότερα από προηγουμένως. Έτσι και ο φιλήδονος και ο φίλαρχος και ο άσωτος και ο ακόλαστος αυξάνουν μάλλον τις επιθυμίες των παρά τις αποβάλλουν. Οι δε άρχοντες και οι αξιωματούχοι προσλαμβάνουν και δύναμι, ώστε να εκτελούν αδικίες και αμαρτίες.

4. Γι' αυτό είναι δύσκολο να σωθή άρχων και να εισέλθη στη βασιλεία του Θεού πλούσιος. «Πώς», λέγει, «μπορείτε να πιστεύετε σ' εμένα λαμβάνοντας δόξα από τους ανθρώπους και μη ζητώντας την δόξα από τον Θεό μόνο» (Ιω. 5, 44); Αλλ' όποιος είναι εύπορος ή αξιωματούχος ή άρχων ας μη ταράσσεται· διότι μπορεί, αν θέλη, να ζήτηση τη δόξα του Θεού και να πιέση τον εαυτό του, ώστε ανακόπτοντας την προς τα χειρότερα ροπή να αναπτύξη μεγάλες αρετές και ν' απωθήση μεγάλες κακίες, όχι μόνο από τον εαυτό του, αλλά και από πολλούς άλλους που δεν θέλουν. Μπορεί πραγματικά όχι μόνο να δικαιοπραγή και να σωφρονή, αλλά και αυτούς που θέλουν ν' αδικούν και ν' ακολασταίνουν να τους εμποδίζη ποικιλοτρόπως, και όχι μόνο να παρουσιάζεται ο ίδιος ευπειθής στο ευαγγέλιο του Χριστού και στους κήρυκές του, αλλά και τους θέλοντας ν' απειθούν να τους φέρη σε υποταγή στην Εκκλησία του Χριστού και στους προϊσταμένους της κατά Χριστόν, όχι μόνο δια της δυνάμεως και εξουσίας που έλαβε από τον Θεό, αλλά και με το να γίνεται τύπος στους υποδιεστέρους σε όλα τα αγαθά· διότι οι αρχόμενοι εξομοιούνται με τον άρχοντα.

5. 
Χρειάζεται λοιπόν προσπάθεια και βία και προσοχή σε όλους μεν, αλλ' όχι εξ ίσου. Σ' αυτούς που ευρίσκονται σε δόξα, πλούτο και εξουσία, καθώς και στους ασχολούμενους με τους λόγους και την απόκτηση της σοφίας, αν θα ήθελαν να σωθούν, χρειάζεται περισσότερη βία και προσπάθεια, επειδή από την φύσι τους είναι δυσπειθέστεροι. Αυτό μάλιστα γίνεται καταφανές και από τα ευαγγέλια του Χριστού που αναγνώσθηκαν χθες και σήμερα. Πραγματικά, με το θαύμα που ετελέσθηκε στον Λάζαρο και παρέστησε ολοφάνερα ότι αυτός που το έκαμε είναι Θεός οι μεν άνθρωποι του λαού επείσθηκαν και επίστευσαν οι δε τότε άρχοντες, δηλαδή οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, τόσο αμετάπειστοι έμειναν, ώστε να εκμανούν περισσότερο εναντίον του και να θέλουν λόγω φρενοβλαβείας να τον παραδώσουν σε θάνατο, αυτόν που και με όσα είπε και με όσα έπραξε αναφάνηκε κύριος ζωής και θανάτου.

Δεν έχει δε να ειπή κανείς ότι το γεγονός ότι τότε ο Χριστός εσήκωσε επάνω τους οφθαλμούς του και είπε, «Πάτερ, σ' ευχαριστώ που με άκουσες», εστάθηκε εμπόδιο για το να θεωρήσουν ότι αυτός είναι ίσος με τον Πατέρα· διότι αυτός προσθέτει εκεί λέγοντας προς τον Πατέρα, «εγώ δε εγνώριζα ότι πάντοτε με ακούεις, αλλά τα είπα για χάρι του όχλου που παρευρίσκονταν, για να πιστεύσουν ότι εσύ με απέστειλες» (Ιω. 11, 42).

Για να γνωρίσουν δηλαδή αφ' ενός μεν ότι είναι Θεός και έρχεται από τον Πατέρα, αφ' ετέρου δε ότι ενεργεί τα θαύματα όχι εναντίον αλλά με συναίνεσι του Πατρός, εσήκωσε μεν εμπρός σε όλους τους οφθαλμούς του προς τον Πατέρα, είπε δε προς αυτόν εκείνα που αποδεικνύουν ότι αυτός που ωμίλησε επί γης είναι ίσος με τον υψηλά στους ουρανούς Πατέρα.

Έτσι, όπως στην αρχή, όπου επρόκειτο να πλασθή ο άνθρωπος, προηγήθηκε βουλή, έτσι και τώρα στο Λάζαρο, όπου επρόκειτο ν' αναπλασθή ο άνθρωπος, προηγήθηκε βουλή. Αλλά εκεί, που επρόκειτο να πλασθή ο άνθρωπος, είπε ο Πατήρ προς τον Υιό «ας κατασκευάσωμε άνθρωπο» και ο Υιός άκουσε, και έτσι ο άνθρωπος παρήχθηκε στην ύπαρξι· εδώ δε τώρα είπε ο Υιός και ο Πατήρ άκουσε, και έτσι εζωοποιήθηκε ο Λάζαρος.

6. Βλέπετε πόση είναι η ομοτιμία και η ομοβουλία; Διότι η μεν μορφή της προσευχής χρησιμοποιήθηκε για τον παρευρισκόμενο όχλο, τα δε λόγια δεν ήταν λόγια προσευχής, αλλά δεσποτείας και εξουσίας· «Λάζαρε, ελθέ έξω», και αμέσως ο τετραήμερος νεκρός παρουσιάσθηκε σ' αυτόν ζωντανός· άραγε τούτο έγινε με πρόσταγμα αναζωούντος ή με προσευχή ζωοποιούντος; Εφώναξε δε με μεγάλη φωνή επίσης για τους παρευρισκομένους· διότι μπορούσε όχι μόνο με μετρία φωνή, αλλά και με την θέληση μόνο να τον αναστήση, όπως μπορούσε να το κάμη και απέχοντας μακριά και με την πέτρα επάνω στον τάφο. Αλλά και προσήλθε στον τάφο και είπε στους παρευρισκομένους, που εσήκωσαν οι ίδιοι την πέτρα και αισθάνθηκαν τη δυσωδία, κι εφώναξε με μεγάλη φωνή και τον εκάλεσε κι έτσι τον ανέστησε, ώστε και με την όρασί τους (διότι τον έβλεπαν επάνω στον τάφο) καιμε την όσφρησί τους (διότι αισθάνονταν τη δυσωδία του νεκρού που ήταν ήδη στην τετάρτη ημέρα) και με την αφή (διότι χρησιμοποιώντας τα χέρια τους κατά πρώτον εσήκωσαν την πέτρα από το μνημείο, ύστερα έλυσαν το δέσιμο στο σώμα και το σουδάριο στο πρόσωπο) και με τα αυτιά τους (αφού η φωνή του Κυρίου έφθανε σε όλων τις ακοές) να καταλάβουν όλοι και να πιστεύσουν, ότι αυτός είναι που καλεί τα μη όντα σε όντα, που βαστάζει τα πάντα με τον λόγο της δυνάμεώς του, που και στην αρχή με λόγο μόνο εδημιούργησε τα όντα από μη όντα.

7. Ο μεν άκακος λαός λοιπόν επίστευσαν σ' αυτόν με όλα αυτά έτσι, ώστε να μη κρατούν την πίστι σιωπηρά, αλλά να γίνουν κήρυκες της θεότητός του με έργα και λόγια. Διότι μετά την τετραήμερη έγερσι του Λαζάρου ο Κύριος ευρήκε ένα γαϊδουράκι, που προετοιμάσθηκε από τους μαθητάς, όπως λέγει ο ευαγγελιστής Ματθαίος, εκάθησε σ' αυτό, εισήλθε στα Ιεροσόλυμα κατά την προφητεία του Ζαχαρίου που προείπε, «μη φοβήσαι, θυγατέρα Σιών, ιδού έρχεται ο βασιλεύς σου δίκαιος και σωτήριος, πράος επάνω σε υποζύγιο, σε πωλάρι όνου»(Ζαχ. 9,9· Ματθ. 21,5), Με τα λόγια αυτά ο προφήτης εδείκνυε ότι αυτός είναι ο προφητευόμενος βασιλεύς, που είναι ο μόνος πραγμαπκά βασιλεύς της Σιών διότι, λέγει, ο βασιλεύς σου δεν είναι φοβερός στους παρατηρητάς, ούτε είναι κάποιος βαρύς και κακοποιός, συνοδευόμενος από υπασπιστάς και δορυφόρους, ή σύροντας πλήθος πεζών και ιππέων, ζώντας με πλεονεξία και απαιτώντας τέλη και φόρους, δουλείες και υπηρεσίες αγενείς και επιβλαβείς· αντιθέτως σημαία του είναι η ταπείνωσις, η πτωχεία και η ευτέλεια, εφ' όσον εισέρχεται επάνω σε όνο χωρίς καμμιά έπαρσι. Γι' αυτό αυτός είναι ο μόνος δίκαιος βασιλεύς που σώζει με δικαιοσύνη και αυτός είναι πράος έχοντας ως ιδιότητά του την πραότητα· διότι ο ίδιος ο Κύριος λέγει για τον εαυτό του, «μάθετε από εμένα, ότι είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά».

8. Ο μεν βασιλεύς λοιπόν που ανέστησε τον Λάζαρο εισήλθε τότε στα Ιεροσόλυμα καθήμενος επάνω σε όνο· αμέσως δε όλοι οι λαοί, παιδιά, άνδρες, γέροντες, στρώνοντας τα ενδύματα και παίρνοντας βαΐα από φοίνικες, που είναι σύμβολα νίκης, τον προϋπαντούσαν σαν ζωοποιό και νικητή του θανάτου, τον προσκυνούσαν, τον προέπεμπαν, ψάλλοντας με μια φωνή όχι μόνο έξω, αλλά και μέσα στον ιερό περίβολο, «ωσαννά στον υιό του Δαβίδ, ωσαννά εν τοις υψίστοις». Το ωσαννά λοιπόν είναι ύμνος που αναπέμπεται προς τον Θεό και ερμηνευόμενο σημαίνει «σώσε μας λοιπόν»· η δε προσθήκη «εν τοις υψίστοις» δεικνύει ότι αυτός δεν ανυμνείται μόνο επί γης ούτε από τους ανθρώπους μόνο, αλλά στα ύψη από τους ουράνιους αγγέλους.

9. Όχι δε μόνο τον ανυμνούν και τον θεολογούν έτσι, αλλά στη συνέχεια εναντιώνονται και στην κακόβουλη και θεομάχο γνώμη των Γραμματέων και Φαρισαίων και στις φονικές προθέσεις των. Αυτοί μεν έλεγαν γι' αυτόν φρενοβλαβώς, «αυτός ο άνθρωπος δεν είναι από τον Θεό κι επειδή πραγματοποιεί πολλά θαύματα, αν το αφήσωμε χωρίς να τον θανατώσωμε, όλοι θα πιστεύσουν σ' αυτόν και θα έλθουν οι Ρωμαίοι που θα μας πάρουν την πόλι και το έθνος» (Ιω. 11, 47). Ο δε λαός τι λέγει; «Ευλογημένος ο ερχόμενος στο όνομα του Κυρίου· ευλογημένη η ερχόμενη βασιλεία του πατρός μας Δαβίδ» (Μάρκ. 11, 10). Με την φράσι «ευλογημένος ο ερχόμενος στο όνομα του Κυρίου», υπεδείκνυαν ότι είναι από τον Θεό και Πατέρα και ότι ήλθε στο όνομα του Πατρός, όπως λέγει και ο ίδιος ο Κύριος περί εαυτού, «ότι εγώ ήλθα στο όνομα του Πατρός μου και από τον Θεό εξήλθα και σ' αυτόν πηγαίνω» (Ιω. 8, 42). Με την φράσι δε «ευλογημένη η βασιλεία του πατρός μας Δαβίδ», υπεδείκνυαν ότι αυτή είναι η βασιλεία στην οποία πρόκειται να πιστεύσουν τα έθνη κατά την προφητεία, και μάλιστα οι Ρωμαίοι. Διότι ο βασιλεύς αυτός όχι μόνο είναι ελπίς του Ισραήλ, αλλά και προσδοκία των εθνών κατά την προφητεία του Ιακώβ (Γεν. 49, 10), «δένοντας στην άμπελο την όνο του», δηλαδή τον υποκείμενο σ' αυτόν λαό από τους Ιουδαίους, «και στο κλήμα το πωλάρι της όνου του» (Γεν. 49, 11). Κλάδος δε του κλήματος είναι οι μαθηταί του Κυρίου, προς τους οποίους έλεγε, «εγώ είμαι η άμπελος, εσείς τα κλήματα» (Ιω. 15, 5). Με το κλήμα λοιπόν αυτό συνέδεσε ο Κύριος προς τον εαυτό του το πωλάρι της όνου του, δηλαδή το νέο Ισραήλ από τα έθνη, του οποίου τα μέλη έγιναν κατά χάρι υιοί του Αβραάμ. Εάν λοιπόν η βασιλεία αυτή είναι ελπίς και των εθνών, πώς, λέγουν, αφού επιστεύσαμε σ' αυτήν εμείς, θα φοβηθούμε τους Ρωμαίους;

10. Έτσι λοιπόν οι νηπιάζοντες όχι στα μυαλά αλλά στην κακία, εμπνευσθέντες από το άγιο Πνεύμα, ανέπεμψαν στον Κύριο πλήρη και τέλειον ύμνο, μαρτυρώντας ότι ως Θεός εζωοποίησε τον Λάζαρο ενώ ήταν τετραήμερος νεκρός. Οι δε Γραμματείς και Φαρισαίοι, μόλις είδαν τα θαυμάσια αυτά και τα παιδιά να κράζουν στο ιερό λέγοντας, «αίνος στον σωτήρα μας υιό του Δαβίδ», αγανάκτησαν κι έλεγαν προς τον Κύριο· «δεν ακούεις τι λέγουν αυτά;», πράγμα που έπρεπε μάλλον ο Κύριος να ειπή τότε προς αυτούς, ότι δηλαδή "δεν βλέπετε και δεν ακούετε και δεν καταλαβαίνετε;". Γι' αυτό ο ίδιος αντικρούοντάς τους που τον κατηγορούσαν ότι ανέχεται την υμνωδία που μόνο στον Θεό ταιριάζει, λέγει, ναι, ακούω αυτούς που σοφίζονται από εμέ αοράτως και εκφέρουν τέτοιους λόγους για μένα, εάν δε σιωπήσουν αυτοί, θα κράξουν οι λίθοι (Λουκ. 19, 40). Εσείς όμως δεν ανεγνώσατε ποτέ εκείνον τον προφητικό λόγο, ότι από στόμα νηπίων που θηλάζουν συντόνισες ύμνον(Ματθ. 21, 16); Διότι και τούτο ήταν άξιο μεγάλου θαυμασμού, ότι τα αμόρφωτα και αμαθή παιδιά θεολογούσαν τελείως τον Θεό που ενανθρώπησε για μας, παίρνοντας στο στόμα τους αγγελικό ύμνο· όπως δηλαδή οι άγγελοι έψαλλαν για τη γέννησι του Κυρίου, «δόξα προς τον Θεό στα ύψη και επί γης» (Λουκ. 2, 14· 19, 38), έτσι και αυτά τώρα κατά την είσοδό του αναπέμπουν τον ίδιο ύμνο, λέγοντας, «δόξα στο σωτήρα μας τον υιό του Δαβίδ, δόξα στο σωτήρα μας στα ουράνια» (Ματθ. 21, 9).

11. Αλλά ας νηπιάσωμε κι εμείς αδελφοί, κατά την κακία, νέοι και γέροντες, άρχοντες μαζί και αρχόμενοι, για να ενδυναμωθούμε από τον Θεό, να στήσωμε τρόπαιο και να βαστάσωμε τα σύμβολα της νίκης, όχι μόνο κατά των πονηρών παθών, αλλά και κατά των ορατών και αοράτων εχθρών, ώστε να ευρούμε την χάρι του λόγου για βοήθεια εύκαιρη. Διότι ο νέος πώλος, όπου καταξίωσε ο Κύριος να καθήση για χάρι μας, αν και είναι ένας, προετύπωνε την προς αυτόν υποταγή των εθνών, από τα οποία προερχόμαστε όλοι εμείς, άρχοντες μαζί και αρχόμενοι.

12. Όπως λοιπόν στον Ιησού Χριστό δεν υπάρχει αρσενικό και θηλυκό, ούτε Έλλην ούτε Ιουδαίος, αλλά όλοι είναι ένα κατά τον θείο απόστολο (Γαλ. 3, 28), έτσι σ' αυτόν δεν υπάρχει άρχων και αρχόμενος, αλλά με την χάρι του είμαστε ένα κατά την πίστι σ' αυτόν και ανήκομε στο ένα σώμα της Εκκλησίας του, έχοντας μία κεφαλή, αυτόν και ένα πνεύμα εποτισθήκαμε δια της παναγίας χάριτος του Πνεύματος και ένα βάπτισμα ελάβαμε όλοι και μια είναι η ελπίς όλων και ένας ο Θεός μας, ο επάνω από όλους και δια μέσου όλων και μέσα σε όλους μας (Εφ. 4, 6). Ας αγαπούμε λοιπόν αλλήλους, ας ανεχώμαστε και ας φροντίζωμε ο ένας τον άλλον, αφού είμαστε μέλη αλλήλων διότι το σήμα της μαθητείας μας προς εκείνον, όπως είπε ο ίδιος ο Κύριος, είναι η αγάπη και η πατρική κληρονομία που μας άφησε αναχωρώντας από αυτόν τον κόσμο είναι η αγάπη και η τελευταία ευχή που μας έδωσε ανεβαίνοντας προς τον Πατέρα αναφέρεται στην προς αλλήλους αγάπη μας (Ιω. 13, 33ε.).

13. Ας σπεύδωμε λοιπόν να επιτύχωμε την πατρική ευχή και ας μη αποβάλλωμε την από αυτόν κληρονομία ούτε το σήμα που μας έδωσε, για να μη αποβάλλωμε και την υιοθεσία και την ευλογία και την προς αυτόν μαθητεία, και τότε θα ξεπέσωμε από την ελπίδα που μας αναμένει και θα κλεισθούμε έξω από τον πνευματικό νυμφώνα. Όπως δε πρίν από το σωτηριώδες πάθος, καθώς ο Κύριος εισερχόταν στην κάτω Ιερουσαλήμ, του έστρωναν τα ιμάτια όχι μόνο ο λαός, αλλά και οι πραγματικοί άρχοντες των εθνών, οι Απόστολοι του Κυρίου δηλαδή, έτσι κι' εμείς άρχοντες μαζί και αρχόμενοι, ας στρώσωμε τα έμφυτα ιμάτιά μας, υποτάσσοντας την σάρκα και τα θελήματά της στο πνεύμα. Έτσι όχι μόνο θ' αξιωθούμε να ιδούμε και να προσκυνήσωμε το σωτηριώδες πάθος του Χριστού και την αγία ανάστασι, αλλά και ν' απολαύσωμε την κοινωνία προς αυτόν «διότι», λέγει ο απόστολος, «εάν εγίναμε σύμφυτοι με το ομοίωμα του θανάτου του, είναι φανερό ότι θα γίνωμε σύμφυτοι και της αναστάσεως» (Ρωμ. 6, 5).

14. Αυτήν την ανάστασι είθε να επιτύχωμε όλοι εμείς, με την χάρι και φιλανθρωπία του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού, στον οποίο πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνησις, μαζί με τον άναρχο Πατέρα του και το ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.



(Γρηγορίου Παλαμά Έργα, ΕΠΕ, τόμος 9, Πατερικαί Εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»)


Πηγή: www.alopsis.gr

Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος δ'.

Συνταφέντες σοι διὰ τοῦ Βαπτίσματος, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, τῆς ἀθανάτου ζωῆς ἠξιώθημεν τῇ Ἀναστάσει σου, καὶ ἀνυμνοῦντες κράζομεν· Ὠσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ἐν ὀνόματι Κυρίου.