! «Ο Βασιλεύς Των βασιλευόντων ΚΑΙ Ο Κύριος Των κυριευόντων προσέρχεται οἰκειοθελῶς ΓΙΑ ΝΑ σφαγιασθεῖ ΚΑΙ ΝΑ δοθεῖ Ως τροφή στούς πιστούς Προπορεύονται ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΟΙ χοροί Των αγγέλων ΜΕ ΤΗΝ ὁρισμένη Τάξη ΚΑΙ ἐξουσία: Τά πολυόμματα Χερουβίμ καί τά ἑξαπτέρυγα Σεραφείμ καλύπτοντας ἀπό δέος τά πρόσωπά τους καί ψάλλοντας μέ δυνατή φωνή τόν ὓμνο˙ Ἀλληλούϊα »
Ὁ ὑμνογράφος προβάλλει μέ τόν τρόπο αὐτό τό μεγαλεῖο τοῦ Κυρίου καί δημιουργεῖ στήν ψυχή μας τήν εὐλαβεία καί τό δέος πού καί ὁ ἲδιος αἰσθάνεται κατά τήν ἱερή στιγμή πού ὁ ἱερέας ἑτοιμάζεται γιά τήν Μεγάλη Εἲσοδο.
Καθώς βρισκόμαστε στο μέσο της
Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, η
Εκκλησία μας προβάλλει στους ιερούς
Ναούς μας τον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου
και μας καλεί να τον προσκυνήσουμε με
δέος και πίστη και να πάρουμε χάρη πολλή
και δύναμη για τον πνευματικό αγώνα που
διεξάγουμε την περίοδο αυτή.
Τι θα πει
αυταπάρνηση
Λίγες εβδομάδες πριν από το
πάθος του ο Κύριος κάλεσε τους μαθητές
του και τα πλήθη του λαού για να τους
πει λόγια βαρυσήμαντα για τη ζωή τους
και τη ζωή όλων μας. Όποιος θέλει, είπε,
να με ακολουθήσει και να γίνει μαθητής
μου, ας απαρνηθεί τον εαυτό του κι ας
πάρει τη σταθερή απόφαση να υποστεί για
μένα όχι μόνο κάθε θλίψη και δοκιμασία
αλλά και θάνατο σταυρικό, και τότε ας
με ακολουθεί. Τι σημαίνει όμως «απαρνούμαι
τον εαυτό μου»; Σημαίνει δυο πράγματα.
Πρώτα ότι νεκρώνω τον παλαιό εαυτό που
κρύβω μέσα μου, τον διαγράφω από τη ζωή
μου. Παύω να υπάρχω γι’ αυτόν. Αρνούμαι
δηλαδή και νεκρώνω τα θελήματα, τις
επιθυμίες και τις ροπές του παλαιού
ανθρώπου. Ακόμη κι αν τον δω να επαναστατεί,
να αντιδρά, να επιζητεί με μανία και
επιμονή καθετί αμαρτωλό, εγώ δεν υποκύπτω,
δεν του δίνω σημασία. Έχω αρνηθεί όχι
μόνο κάτι από τον εαυτό μου αλλά όλο τον
παλαιό εαυτό μου. Αρνούμαι τον παλαιό εαυτό μου
σημαίνει ταυτόχρονα ότι υποτάσσομαι
στο άγιο θέλημα του Θεού. Αυτό σημαίνει
ότι ακολουθώ τον Κύριο όπου με οδηγεί.
Και υπομένω όλες τις θλίψεις που επιτρέπει
στη ζωή μου για τον εξαγιασμό μου. Μέχρι
του σημείου να περιφρονώ ακόμη και το
θάνατο. Διότι αυτό σημαίνει να σηκώνω
διαρκώς τον σταυρό των θλίψεων και της
θυσίας. Όπως κάθε κατάδικος σήκωνε ως
μελλοθάνατος τον σταυρό του, έτσι κι
εγώ πρέπει να σηκώνω τον δικό μου σταυρό
περιμένοντας το μαρτύριο. Με την απόφαση
να είμαι έτοιμος σε κάθε στιγμή, αργά ή
γρήγορα, να πεθάνω, αν μου το ζητήσει ο
Κύριος. Και να προχωρώ με τέτοια διάθεση
όχι για λίγο αλλά σε όλη μου τη ζωή. Να
σηκώνω τον σταυρό των θλίψεων όχι
αναγκαστικά, επειδή δεν μπορώ να κάνω
αλλιώς, αλλά με χαρά κι ελπίδα, με τη
συναίσθηση ότι ο δρόμος της υποταγής
στο θέλημα του Θεού, τον οποίο βαδίζω
σηκώνοντας τον σταυρό των θλίψεων, είναι
ο μοναδικός δρόμος που οδηγεί στη σωτηρία
μου, στον Παράδεισο. Όλη η ζωή του Κυρίου άλλωστε
ήταν μία διαρκής αυταπάρνηση, προσφορά
και θυσία, που κορυφώθηκε και ολοκληρώθηκε
στη σταυρική θυσία. Κι επειδή αυτός
πρώτος εφάρμοσε την τέλεια αυταπάρνηση,
ζητά κι από μας ν’ ακολουθήσουμε ολόψυχα
το παράδειγμά του.
Πόσο
αξίζει μια ψυχή
Ο Κύριος συνέχισε τη διδασκαλία
του λέγοντας: όποιος θέλει να σώσει την
επίγεια ζωή του, θα χάσει την αιώνια.
Όποιος όμως θυσιάσει τη ζωή του για μένα
και το Ευαγγέλιό μου, αυτός θα σώσει την
ψυχή του. Διότι τι θα ωφελήσει τον άνθρωπο
εάν κερδίσει ολόκληρο τον κόσμο και
χάσει την ψυχή του; Και τι μπορεί να
δώσει ως αντάλλαγμα για να την εξαγοράσει;
Όποιος ντραπεί εμένα και τους λόγους
μου επειδή φοβάται τους χλευασμούς των
ανθρώπων της αποστατημένης και αμαρτωλής
αυτής γενιάς, αυτόν θα τον αποκηρύξω κι
εγώ όταν θα έλθω μέσα στη θεϊκή δόξα μου
μαζί με τους αγίους αγγέλους. Και ο Κύριος επισφράγισε τους
λόγους του λέγοντας: Πολλοί από σας,
πριν πεθάνουν, θα δουν να θεμελιώνεται
με δύναμη ακαταγώνιστη η Βασιλεία του
Θεού στη γη, δηλαδή η Εκκλησία μου.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Σ’ όλη αυτή τη διδασκαλία του
ο Κύριος τονίζει την αξία της ψυχής μας.
Και τι λέει; Πόσο αξίζει η ψυχή μας;
Ανυπολόγιστα. Δεν συγκρίνεται με όλα
τα αγαθά του κόσμου αυτού. Έχει ασυγκρίτως
ανώτερη αξία από όλα τα πλούτη, τις τιμές
και τις απολαύσεις αυτής της ζωής. Γι’
αυτήν ο Θεός έγινε άνθρωπος, γι’ αυτήν
έχυσε το αίμα του επάνω στο σταυρό και
μας εξαγόρασε με το τίμιο Αίμα του. Κι
αν εμείς περιφρονήσουμε το πολυτιμότατο
αυτό λύτρο που έδωσε ο Χριστός για την
ψυχή μας, η καταστροφή μας θα είναι
ανεπανόρθωτη. Διότι, όταν εμείς αμαρτάνουμε
συστηματικά και ασύστολα, κινδυνεύουμε
να χάσουμε την ψυχή μας για πάντα στην
αιώνια κόλαση. Εκεί η ψυχή θα χωρισθεί
αιωνίως από τον Θεό, τη χάρη του και την
αγάπη του και θα βυθισθεί στο αιώνιο
σκοτάδι. Γι’ αυτό λέει ο Κύριος ότι το
χειρότερο κακό που μπορούμε να πάθουμε
οι άνθρωποι, είναι το να χάσουμε την
ψυχή μας. Και αν χάσουμε την ψυχή μας,
χάσαμε τον Θεό, χάσαμε τον εαυτό μας,
χάσαμε τα πάντα. Κι αυτή η απώλεια είναι
αμετάκλητη. Μήπως έχουμε και άλλη ψυχή,
ώστε να δώσουμε μία στον σατανά και μία
στον Θεό; Ή να δώσουμε τη μία αντάλλαγμα
για την απώλεια της άλλης; Τα χρήματα
και τα κτήματα και τα σπίτια μπορούμε
να τα ανταλλάξουμε. Την ψυχή όμως ποτέ. Και δεν είναι δύσκολο να τη
χάσουμε. Σ’ αυτή τη ζωή φοβερός πόλεμος
διεξάγεται. Με λύσσα οι δαίμονες ζητούν
να αρπάξουν και να κατασπαράξουν την
ψυχή μας. Ας αντισταθούμε λοιπόν κι ας
αγωνισθούμε. Ώστε, όταν κλείσουμε τα
μάτια μας, να παραλάβουν την ψυχή μας
οι παμφώτεινοι άγγελοι στην αγκαλιά
του Θεού.
Είναι
όντως συγκλονιστικό αυτό που αναφέρει ο
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος:
«Μου αναπτέρωσες
πολύ το κουράγιο και μ’ έκανες να σκιρτώ
από χαρά γιατί, αφού μου ανήγγειλες τα
δυσάρεστα, πρόσθεσες τη φράση, που πρέπει
να λέμε σε όλα όσα συμβαίνουν:
«Δόξα
τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν» (δηλ. Δόξα στον
Θεό για όλα)
Είναι πολύ μεγάλη
γι’ αυτόν που την λέει σε κάθε κίνδυνο,
προϋπόθεση ασφάλειας κι ευχαρίστησης.
Γιατί
μόλις την απαγγείλει κανείς, αμέσως
διασκορπίζεται το σύννεφο της λύπης.
Μην
παύσεις να την λες και να ασκείς και
τους άλλους σ’ αυτό.
Έτσι και η
φουρτούνα που μας βρήκε, κι αν ακόμη
γίνει μεγαλύτερη, θα μεταβληθεί σε
γαλήνη.
Έτσι κι όσοι δοκιμάζονται
θα πάρουν μεγαλύτερη αμοιβή παράλληλα
προς την απαλλαγή τους απ’ τα δεινά.
Αυτή
η φράση ανέδειξε τον Ιώβ νικητή, αυτή η
φράση έτρεψε σε φυγή τον διάβολο, κι
αφού τον γέμισε από ντροπή τον έκανε να
αναχωρήσει, αυτή είναι εξάλειψη κάθε
ταραχής…»
Την Κυριακή μετά την Ύψωση του
Τιμίου Σταυρού, στο ευαγγελικό ανάγνωσμα
ο Κύριος καλεί όλους τους πιστούς να
σηκώνουμε με πίστη τον δικό μας σταυρό
λέγοντας: Εκείνος που θέλει να με
ακολουθεί ως μαθητής μου, ας διακόψει
κάθε σχέση με τον διεφθαρμένο από την
αμαρτία εαυτό του και ας πάρει τη σταθερή
απόφαση να σηκώνει καθημερινά τον σταυρό
του, και τότε ας με ακολουθεί. Διότι,
όποιος θέλει να σώσει την πρόσκαιρη ζωή
του, θα χάσει την αιώνια ζωή. Όποιος όμως
χάσει και θυσιάσει τη ζωή του για μένα
και το Ευαγγέλιό μου, αυτός θα σώσει την
ψυχή του και θα κερδίσει την αιώνια
μακαριότητα. Τι νόημα έχουν τα λόγια αυτά
του Κυρίου; Γιατί ο Κύριος ζητά από όλους
τους μαθητές του να σηκώνουν διαρκώς
ένα σταυρό; Για να κατανοήσουμε το νόημα
των λόγων αυτών του Κυρίου θα πρέπει να
δούμε πότε ο Κύριος είπε τα λόγια αυτά.
Τα είπε ακριβώς μετά από την ώρα εκείνη
που ο απόστολος Πέτρος με έντονο τρόπο
προέτρεψε τον Κύριο να μην πάει στην
Ιερουσαλήμ, να άνηθοι το Πάθος και το
σταυρικό θάνατο. Τότε ο Κύριος μπροστά
στους μαθητές επέπληξε τον Πέτρο και
του είπε: «ὕπαγε ὀπίσω μου,
σατανᾶ» (Ματθ. ις’ 23). Διότι ο Πέτρος
δεν μπορούσε να κατανοήσει εκείνη την
ώρα ότι χωρίς τον σταυρικό θάνατο του
Κυρίου δεν θα σωζόταν το ανθρώπινο
γένος. Αμέσως λοιπόν μετά ο Κύριος
προσκαλεί τους μαθητές του και τα πλήθη
και μπροστά σε όλους λέει ότι όχι μόνον
ο ίδιος πρέπει να σταυρωθεί, αλλά και
ότι κανείς δεν μπορεί να σωθεί παρά
μόνον αν σηκώσει ο καθένας τον δικό του
σταυρό και Τον ακολουθήσει όπως το
πρόβατο τον ποιμένα, όπως ο δούλος τον
κύριό του, όπως ο στρατιώτης τον βασιλέα,
ακολουθώντας τον ίδιο δρόμο. Αλλά τι σημαίνει να σηκώνουμε
τον σταυρό μας; Όπως οι κατάδικοι σήκωναν
τον σταυρό τους μέχρι τον τόπο της
θανατικής τους εκτελέσεως, με τη
βεβαιότητα ότι σε λίγο θα πέθαιναν, έτσι
κι εμείς: να ζούμε καθημερινά ως
μελλοθάνατοι, έχοντας διακόψει οριστικά
κάθε δεσμό με τη ζωή αυτή, με τον κόσμο,
την αμαρτία, τον παλαιό εαυτό μας. Με
την απόφαση κάθε στιγμή, αργά η γρήγορα,
να πεθάνουμε. Σημαίνει ακόμη να σηκώνουμε
αγόγγυστα τον σταυρό της κάθε ημέρας.
Δηλαδή τις θλίψεις και τις δοκιμασίες
που θα επιτρέψει ο Θεός στη ζωή μας, κάθε
στενοχώρια και πόνο, κάθε δυσκολία στον
αγώνα για την κατανίκηση των παθών μας
και την απόκτηση των αρετών. Με τη
βεβαιότητα ότι ο σταυρός, ο πόνος και
οι θλίψεις είναι η κοινή κληρονομιά των
παιδιών του Θεού· και ότι ο Κύριος
επιτρέπει στον καθένα μας ξεχωριστό
και μοναδικό για την περίπτωσή μας
κατάλληλο σταυρό, και αυτόν οφείλουμε
να τον σηκώνουμε όχι με γογγυσμό και
ταραχή, με αντίδραση και διαμαρτυρία.
Ούτε καταναγκαστικά, επειδή δεν μπορούμε
να κάνουμε αλλιώς. Αλλά με χαρά, με την
πεποίθηση ότι αυτός ο σταυρός θα μας
οδηγήσει στη σωτηρία.
Πόσο
αξίζει μια ψυχή
Ο Κύριος στη συνέχεια κάνει
μία σύγκριση ανάμεσα στην εγκοσμιότητα
και στην αιωνιότητα. Τι θα ωφελήσει τον
άνθρωπο, λέει, εάν κερδίσει όλο αυτόν
τον υλικό κόσμο, και στο τέλος χάσει την
ψυχή του, η οποία επειδή είναι πνευματική
και αιώνια δεν συγκρίνεται με κανένα
από τα υλικά αγαθά του φθαρτού κόσμου;
Και, εάν ένας άνθρωπος χάσει την ψυχή
του, τι θα δώσει ως αντάλλαγμα, για να
την εξαγοράσει απ’ την αιώνια απώλεια; Οποιοσδήποτε ντραπεί εμένα,
συνέχισε ο Κύριος, επειδή φοβόνται τις
περιφρονήσεις των ανθρώπων της
αποστατημένης αυτής γενιάς, αυτόν θα
τον αποκηρύξει και ο Υιός του ανθρώπου
κατά τη μέλλουσα κρίση. Αυτός δηλαδή θα
χάσει την ψυχή του για πάντα! Με δύο λόγια δηλαδή ο Κύριος
μας εξηγεί ποιο είναι το μεγαλύτερο
κακό που μπορούμε οι άνθρωποι να πάθουμε:
να χάσουμε την αθάνατη ψυχή μας. Διότι,
μας λέει, η ψυχή μας αξίζει περισσότερο
απ’ όλα τα αγαθά του κόσμου αυτού. Έχει
μεγαλύτερη αξία απ’ όλα τα πλούτη, τις
τιμές και τις απολαύσεις του κόσμου.
Γι’ αυτό άλλωστε, για την πολύτιμη αυτή
ψυχή μας ο Χριστός μας έδωσε το πλέον
ατίμητο λύτρο, το τίμιο αίμα του. Εξαγόρασε
την ψυχή μας απ’ τη σκλαβιά της
αμαρτίας, διότι γνωρίζει ο Θεός την
πραγματική αξία της ψυχής μας. Εμείς
λίγο καταλαβαίνουμε την αιωνία αξία
της. Λίγο κατανοούμε ότι η απώλεια της
ψυχής είναι το μεγαλύτερο κακό που
μπορούμε να πάθουμε. Διότι αν χάσουμε
την ψυχή μας, αν χωρισθούμε δηλαδή
αιωνίως απ’ τον Θεό και βυθισθούμε στο
αιώνιο σκοτάδι, η απώλεια αυτή θα είναι
οριστική και αμετάκλητη. Μήπως έχουμε
δύο ψυχές, να δώσουμε τη μία στην αμαρτία
και την άλλη στον Χριστό; Χρήματα και
περιουσίες μπορούμε να ανταλλάξουμε.
Την ψυχή μας όμως αν την χάσουμε, χάσαμε
τα πάντα, χάσαμε κάθε αγαθό, χάσαμε τον
αιώνιο Παράδεισο, χάσαμε τον Θεό. Την
ψυχή μας λοιπόν και τα μάτια μας! Την
ψυχή μας και τη σωτηρία μας! Πάνω απ’
όλα, και πρώτα απ’ όλα!
Το 326 μ.Χ. η Αγία
Ελένη πήγε στην Ιερουσαλήμ για να
προσκυνήσει τους Αγίους Τόπους και να
ευχαριστήσει το Θεό για τους θριάμβους
του γιου της Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ο
Θείος ζήλος όμως, έκανε την Άγια Ελένη
να αρχίσει έρευνες για την ανεύρεση του
Τιμίου Σταυρού.
Επάνω στο Γολγοθά
υπήρχε ειδωλολατρικός ναός της θεάς
Αφροδίτης, τον οποίο γκρέμισε και άρχισε
τις ανασκαφές. Σε κάποιο σημείο, βρέθηκαν
τρεις σταυροί. Η συγκίνηση υπήρξε μεγάλη,
αλλά ποιος από τους τρεις ήταν του
Κυρίου; Τότε ο επίσκοπος Ιεροσολύμων
Μακάριος με αρκετούς Ιερείς, αφού έκανε
δέηση, άγγιξε στους σταυρούς το σώμα
μιας ευσεβέστατης κυρίας που είχε
πεθάνει. Όταν ήλθε η σειρά και άγγιξε
τον τρίτο σταυρό, που ήταν πραγματικά
του Κυρίου, η γυναίκα αμέσως αναστήθηκε.
Η
είδηση διαδόθηκε σαν αστραπή σε όλα τα
μέρη της Ιερουσαλήμ. Πλήθη πιστών άρχισαν
να συρρέουν για να αγγίξουν το τίμιο
ξύλο. Επειδή, όμως, συνέβησαν πολλά
δυστυχήματα από το συνωστισμό, ύψωσαν
τον Τίμιο Σταυρό μέσα στο ναό σε μέρος
υψηλό, για να μπορέσουν να τον δουν και
να τον προσκυνήσουν όλοι.
Αυτή,
λοιπόν, την ύψωση καθιέρωσαν οι άγιοι
Πατέρες, να γιορτάζουμε στις 14 Σεπτεμβρίου,
για να μπορέσουμε κι εμείς να υψώσουμε
μέσα στις ψυχές μας το Σταυρό του Κυρίου
μας, που αποτελείτο κατ' εξοχήν "όπλον
κατά του διαβόλου".
Ορισμένοι
Συναξαριστές, αυτή την ημέρα, αναφέρουν
και την ύψωση του Τιμίου Σταυρού στην
Κωνσταντινούπολη το 628 μ.Χ. από τον
βασιλιά Ηράκλειο, πού είχε νικήσει και
ξαναπήρε τον Τίμιο Σταυρό από τους
Αβάρους, οι οποίοι τον είχαν αρπάξει
από τους Αγίους Τόπους.
Αὐτή
ἡ «ὁραθεῖσα σάρκα τοῦ Θεοῦ» κατά τήν
παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀποδόθηκε
γιά πρώτη φορά εἰκαστικά καί κατά τρόπο
ἀξιοθαύμαστο μέ τό Ἅγιο Μανδήλιο,
ὅπως δέχεται ἡ λειτουργική παράδοση
τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.