A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΥΡΙΑΚΟΔΡΟΜΙΟ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΥΡΙΑΚΟΔΡΟΜΙΟ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 13 Μαρτίου 2015

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ - ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ: Εὐαγγέλιο - (Νά σηκώνουμε τόν Σταυρό μας)

Αποτέλεσμα εικόνας για ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ - ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ: Εὐαγγέλιο - (Νά σηκώνουμε τόν Σταυρό μας)


34 Καὶ προσκαλεσάμενος τὸν ὄχλον σὺν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι. 35 ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾿ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου οὗτος σώσει αὐτήν. 36 τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; 37 ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ; 38 ὃς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων.
1 ΚΑΙ ἔλεγεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει.


Νά σηκώνουμε τόν Σταυρό μας

Καθώς βρισκόμαστε στο μέσο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, η Εκκλησία μας προβάλλει στους ιερούς Ναούς μας τον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου και μας καλεί να τον προσκυνήσουμε με δέος και πίστη και να πάρουμε χάρη πολλή και δύναμη για τον πνευματικό αγώνα που διεξάγουμε την περίοδο αυτή.

Τι θα πει αυταπάρνηση

Λίγες εβδομάδες πριν από το πάθος του ο Κύριος κάλεσε τους μαθητές του και τα πλήθη του λαού για να τους πει λόγια βαρυσήμαντα για τη ζωή τους και τη ζωή όλων μας. Όποιος θέλει, είπε, να με ακολουθήσει και να γίνει μαθητής μου, ας απαρνηθεί τον εαυτό του κι ας πάρει τη σταθερή απόφαση να υποστεί για μένα όχι μόνο κάθε θλίψη και δοκιμασία αλλά και θάνατο σταυρικό, και τότε ας με ακολουθεί.
Τι σημαίνει όμως «απαρνούμαι τον εαυτό μου»; Σημαίνει δυο πράγματα. Πρώτα ότι νεκρώνω τον παλαιό εαυτό που κρύβω μέσα μου, τον διαγράφω από τη ζωή μου. Παύω να υπάρχω γι’ αυτόν. Αρνούμαι δηλαδή και νεκρώνω τα θελήματα, τις επιθυμίες και τις ροπές του παλαιού ανθρώπου. Ακόμη κι αν τον δω να επαναστατεί, να αντιδρά, να επιζητεί με μανία και επιμονή καθετί αμαρτωλό, εγώ δεν υποκύπτω, δεν του δίνω σημασία. Έχω αρνηθεί όχι μόνο κάτι από τον εαυτό μου αλλά όλο τον παλαιό εαυτό μου.
Αρνούμαι τον παλαιό εαυτό μου σημαίνει ταυτόχρονα ότι υποτάσσομαι στο άγιο θέλημα του Θεού. Αυτό σημαίνει ότι ακολουθώ τον Κύριο όπου με οδηγεί. Και υπομένω όλες τις θλίψεις που επιτρέπει στη ζωή μου για τον εξαγιασμό μου. Μέχρι του σημείου να περιφρονώ ακόμη και το θάνατο. Διότι αυτό σημαίνει να σηκώνω διαρκώς τον σταυρό των θλίψεων και της θυσίας. Όπως κάθε κατάδικος σήκωνε ως μελλοθάνατος τον σταυρό του, έτσι κι εγώ πρέπει να σηκώνω τον δικό μου σταυρό περιμένοντας το μαρτύριο. Με την απόφαση να είμαι έτοιμος σε κάθε στιγμή, αργά ή γρήγορα, να πεθάνω, αν μου το ζητήσει ο Κύριος. Και να προχωρώ με τέτοια διάθεση όχι για λίγο αλλά σε όλη μου τη ζωή. Να σηκώνω τον σταυρό των θλίψεων όχι αναγκαστικά, επειδή δεν μπορώ να κάνω αλλιώς, αλλά με χαρά κι ελπίδα, με τη συναίσθηση ότι ο δρόμος της υποταγής στο θέλημα του Θεού, τον οποίο βαδίζω σηκώνοντας τον σταυρό των θλίψεων, είναι ο μοναδικός δρόμος που οδηγεί στη σωτηρία μου, στον Παράδεισο.
Όλη η ζωή του Κυρίου άλλωστε ήταν μία διαρκής αυταπάρνηση, προσφορά και θυσία, που κορυφώθηκε και ολοκληρώθηκε στη σταυρική θυσία. Κι επειδή αυτός πρώτος εφάρμοσε την τέλεια αυταπάρνηση, ζητά κι από μας ν’ ακολουθήσουμε ολόψυχα το παράδειγμά του.

Πόσο αξίζει μια ψυχή

Ο Κύριος συνέχισε τη διδασκαλία του λέγοντας: όποιος θέλει να σώσει την επίγεια ζωή του, θα χάσει την αιώνια. Όποιος όμως θυσιάσει τη ζωή του για μένα και το Ευαγγέλιό μου, αυτός θα σώσει την ψυχή του. Διότι τι θα ωφελήσει τον άνθρωπο εάν κερδίσει ολόκληρο τον κόσμο και χάσει την ψυχή του; Και τι μπορεί να δώσει ως αντάλλαγμα για να την εξαγοράσει; Όποιος ντραπεί εμένα και τους λόγους μου επειδή φοβάται τους χλευασμούς των ανθρώπων της αποστατημένης και αμαρτωλής αυτής γενιάς, αυτόν θα τον αποκηρύξω κι εγώ όταν θα έλθω μέσα στη θεϊκή δόξα μου μαζί με τους αγίους αγγέλους.
Και ο Κύριος επισφράγισε τους λόγους του λέγοντας: Πολλοί από σας, πριν πεθάνουν, θα δουν να θεμελιώνεται με δύναμη ακαταγώνιστη η Βασιλεία του Θεού στη γη, δηλαδή η Εκκλησία μου.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Σ’ όλη αυτή τη διδασκαλία του ο Κύριος τονίζει την αξία της ψυχής μας. Και τι λέει; Πόσο αξίζει η ψυχή μας; Ανυπολόγιστα. Δεν συγκρίνεται με όλα τα αγαθά του κόσμου αυτού. Έχει ασυγκρίτως ανώτερη αξία από όλα τα πλούτη, τις τιμές και τις απολαύσεις αυτής της ζωής. Γι’ αυτήν ο Θεός έγινε άνθρωπος, γι’ αυτήν έχυσε το αίμα του επάνω στο σταυρό και μας εξαγόρασε με το τίμιο Αίμα του. Κι αν εμείς περιφρονήσουμε το πολυτιμότατο αυτό λύτρο που έδωσε ο Χριστός για την ψυχή μας, η καταστροφή μας θα είναι ανεπανόρθωτη. Διότι, όταν εμείς αμαρτάνουμε συστηματικά και ασύστολα, κινδυνεύουμε να χάσουμε την ψυχή μας για πάντα στην αιώνια κόλαση. Εκεί η ψυχή θα χωρισθεί αιωνίως από τον Θεό, τη χάρη του και την αγάπη του και θα βυθισθεί στο αιώνιο σκοτάδι. Γι’ αυτό λέει ο Κύριος ότι το χειρότερο κακό που μπορούμε να πάθουμε οι άνθρωποι, είναι το να χάσουμε την ψυχή μας. Και αν χάσουμε την ψυχή μας, χάσαμε τον Θεό, χάσαμε τον εαυτό μας, χάσαμε τα πάντα. Κι αυτή η απώλεια είναι αμετάκλητη. Μήπως έχουμε και άλλη ψυχή, ώστε να δώσουμε μία στον σατανά και μία στον Θεό; Ή να δώσουμε τη μία αντάλλαγμα για την απώλεια της άλλης; Τα χρήματα και τα κτήματα και τα σπίτια μπορούμε να τα ανταλλάξουμε. Την ψυχή όμως ποτέ.
Και δεν είναι δύσκολο να τη χάσουμε. Σ’ αυτή τη ζωή φοβερός πόλεμος διεξάγεται. Με λύσσα οι δαίμονες ζητούν να αρπάξουν και να κατασπαράξουν την ψυχή μας. Ας αντισταθούμε λοιπόν κι ας αγωνισθούμε. Ώστε, όταν κλείσουμε τα μάτια μας, να παραλάβουν την ψυχή μας οι παμφώτεινοι άγγελοι στην αγκαλιά του Θεού.

Πηγή: www.xfd.gr


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’.
Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου, καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς βασιλεῦσι, κατὰ βαρβάρων δωρούμενος, καὶ τὸν σὸν φυλάττων, διὰ τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα. 





Δοξαστικό αίνων Σταυροπροσκυνήσεως Ἦχος πλ. δ' Τὴν ὑψηλόφρονα γνώμην τῶν κακίστων Φαρισαίων ὁ πάντων Κύριος παραβολικῶς ἐκφεύγειν ταύτην ἐδίδαξε καὶ μὴ ὑψηλοφρονεῖν, παρ' ὃ δεῖ φρονεῖν, πάντας ἐπαίδευσεν ὑπογραμμὸς καὶ τύπος ὁ αὐτὸς γενόμενος, μέχρι Σταυροῦ καὶ θανάτου, ἑαυτὸν ἐκένωσεν. Εὐχαριστοῦντες οὖν σὺν τῷ Τελώνῃ εἴπωμεν, ὁ παθὼν ὑπὲρ ἡμῶν καὶ ἀπαθής διαμείνας Θεὸς τῶν παθῶν ἡμᾶς ῥῦσαι, καὶ σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.


Τρίτη 27 Ιανουαρίου 2015

Λόγος περί τῆς ὑποθέσεως τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαῖου (Ἃγιος Ἀνδρέας, Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης)

Το περιεχόμενον της παραβολής του Τελώνου και του Φαρισαίου αποτελεί κάτι σαν προγύμνασμα και προετοιμασία, γι’ αυτούς που θέλουν να πλησιάσουν την ιερά ταπείνωση, που περιέχεται σε όλες τις αρετές, επάνω στις οποίες στηρίζεται πράγματι η Βασιλεία των ουρανών, και να απέχουν από την θεομίσητον αλαζονείαν, η οποία αποτρέπει τον άνθρωπον από κάθε φιλόχριστον αρετή. Ποίος λοιπόν δεν θα ποθήση να μιμηθή τον τελώνην και την επιστροφήν και την μετάνοιάν του, και δεν θα αποστραφή την έπαρση του Φαρισαίου, αφού η μεν ταπείνωσις συνδέεται με τον Χριστόν, η δε αλαζονεία με τον υπερήφανον δαίμονα;

Η αλαζονεία είναι χωρίς αμφιβολία αυτή που έκανε τον πρώτον από τους αγγέλους, που ονομαζόταν και εωσφόρος, διάβολον. Αυτή εξεδίωξε τον γενάρχην Αδάμ από τον Παράδεισον. «Καθείλε δυνάστας από θρόνων και ύψωσε ταπεινούς». «Κύριος υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν». Αυτή καταδικάζει τον Φαραώ: «Είπεν άφρων εν τη καρδία αυτού, ουκ έστι Θεός». Αυτή κατέβαλε τον Ναβουχοδονόσορα, διότι «Κυρίω Θεώ σου προσκυνήσεις και αυτώ μόνω λατρεύσεις», και «ου ποιήσεις ουδέν ομοίωμα». Αν και του ενός η αρρώστια εθεραπεύθη, ενώ του άλλου το πάθος κατήντησεν έξις. Αληθώς, πυρετός είναι η υπερηφάνεια που αδρανοποιεί την ευαισθησία του αρρώστου, ψυχασθένεια φοβερά που ερεθίζει τον άνθρωπο προς πτώσιν, υδρωπικία είναι, γεμάτη από υγρό και αέρα. «Τις γαρ αναβήσεται εις το όρος Κυρίου; Αθώος χερσί και καθαρός τη καρδία, ος ουκ έλαβε επί ματαίω την ψυχήν αυτού». Τοιαύτη ήταν η ματαιότης και η αγερωχία του Τύρου, που αφαιρώντας του και την τελευταίαν ικμάδα χάριτος, τον άφησε σαν ξηραμένην γη. Οπωσδήποτε το γνωρίζετε αυτό και με τον λόγο και με την πείρα. Ο αλαζών δεν αισθάνεται την ανάγκη της τελειοποιητικής χάριτος του Θεού, και γι’ αυτό είναι άνυδρος και ξηρός, αφού του λείπει η ζωτική θερμότης και η ζωογόνος υγρασία. Σ’ αυτόν, όπως στο απογυμνωμένον δένδρο, φτιάχνει την φωλιά του ο νυκτοκόρακας διάβολος.

Και με ένα λόγον, η ταπείνωσις είναι τροφός των αρετών, αρχή και τέλος και κεφαλή του κάλλους της χριστιανικής ευσεβείας. Αφανισμός των παθών, διατήρησις της υγρασίας στην ρίζα της πίστεως. Η ταπείνωσις συνυπάρχει με τον φόβον του Θεού, ο οποίος διώκει την ανομίαν, όπως είπαν και ο Ιερεμίας και ο Σολομών. Είναι αληθές ότι «Αρχή σοφίας φόβος Κυρίου». Αυτή κάνει τον Τελώνη κήρυκα του Πνεύματος, η δε αλαζονεία κατασκευάζει τον Φαρισαίον, τύμπανον κενό που ματαίως αλαλάζει. Αληθώς σαν τα ρόδια των Σοδόμων είναι ο υποκριτής, πεπόνι όμορφον απ’ έξω, αλλά εσωτερικώς σάπιος και άχαρος.

Ανέβη στον ναόν ο Τελώνης, και μάλιστα ανέβη και σωματικώς και ψυχικώς. Ανέβη στον ναόν ο Φαρισαίος σωματικώς, όχι όμως και ψυχικώς. Διότι ο μεν ένας ανέβη κατεβαίνοντας ψυχικώς με την ταπείνωση, ενώ ο άλλος κατέβη ψυχικώς ανεβαίνοντας με την υπερηφάνεια. Ο ένας ανέβη με «αναβάσεις εν τη καρδία αυτού», κατά τον Δαυίδ, επήρε δηλαδή τον δρόμο που οδηγεί στον Παράδεισον, ενώ ο άλλος κατέβη κατεβαίνοντας στον εωσφόρο, τον αρχηγόν της υπερηφανείας. Ο ένας ανέβη με την ανάβαση και την επίδοση στις αρετές, ενώ ο άλλος κατέβη από τις αρετές, και από αυτές επέρασε στις κακίες.

Πολλοί έρχονται μέσα στον ναόν, αλλά λίγοι μετέχουν της ιερότητός του, διότι δεν είναι άξιοι του οίκου του Θεού. Επειδή ο υπερήφανος «ου μένει εν τη αγάπη, ο δε μη μένων εν τη αγάπη, εν τω Θεώ ου μένει», κατά τον Ιωάννην. Ενώ αυτός που παραμένει στην αγάπη, μένει στον Θεόν, και ο Θεός σ’ αυτόν, και είναι ναός Θεού, σύμφωνα με τον Παύλον. Αυτοί οι άνθρωποι κυρίως εισέρχονται στον ιερόν ναό του Θεού, στους οποίους και ο Θεός ενεργεί με ιδιαίτερον τρόπο. Φωτίζει δε ο Θεός μόνον τους νηπίους και μικρούς, κατά τον μουσουργόν Δαυίδ. Διότι «όπου ταπείνωσις, εκεί και σοφία» κατά τον Σολομώντα. Σοφία πίστεως και σοφία πράξεως.

Αυτή η σοφία έλειπε από τον Φαρισαίο, γι’ αυτό και σαν υποκριτής που είναι, ευχαριστεί μόνον για τα εξωτερικά τον Θεόν, εσωτερικώς δε γίνεται αχάριστος προς τον Θεόν. Διότι δεν τηρεί την εντολήν «Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως εαυτόν». Ήταν καλός ο λόγος «ευχαριστώ σοι», επειδή ο Φαρισαίος δεν απέδιδε την αρετήν στον εαυτόν του, όπως ο Ναβουχοδονόσορ και ο Σεμεΐας και ο Πέτρος. Σ’ αυτήν την υπερηφάνεια είχε πέσει ο εωσφόρος και ο Αδάμ. Ενόμιζε όμως πως έχει αυτό που δεν είχε. Και αν το είχε, το έχασε με την υπερηφάνεια. Επειδή κι εκείνος που έχει, οφείλει να ομολογή ότι δεν έχει, και να λέγη: «Αχρείος δούλος ειμί», επειδή «ου δικαιωθήσεται ενώπιόν σου πας ζων».

Πράγματι αποβάλλει την αρετήν αυτός που δεν ταπεινώνεται και αυτός που δεν αγαπά, καταφρονεί. Αληθώς, είναι αρχή κάθε είδους αμαρτίας η υπερηφάνεια. Αυτήν ακολουθεί ο φθόνος, τον φθόνον ο φόνος. Εξ αιτίας αυτής ο Αβεσσαλώμ βλέπει σαν εχθρόν τον πατέρα του, και σπεύδει να τον φονεύση. Είναι όντως χειρότερος ο κρυφός κακός από τον φανερόν, και δεν διαφέρει από τον διάβολον, ο οποίος εξηπάτησε τον πρωτόπλαστο με τον όφιν.

Γι’ αυτό ο φανερά κακότροπος δικαιώνεται, και ο αφανής καταδικάζεται. Επειδή ο ένας έχει μόνον τους κακούς τρόπους, ενώ στον άλλον ακολουθούν το ψεύδος και η απάτη, και γι’ αυτό η άκρα αλήθεια τον αποδιώκει. Επειδή η αγάπη είναι που χαρακτηρίζει τους εκλεκτούς, σύμφωνα με την δευτέραν επιστολή του Πέτρου, το πρώτο κεφάλαιο της προς Εφεσίους του Παύλου και το τρίτο προς Κολασσαείς, η δε έχθρα αποδοκιμάζει.

Ο Τελώνης ανεγνώρισε την αμαρτία του, και εδικαιώθη, φεύγοντας μακριά της. Γι’ αυτό και ζει, σύμφωνα με τον Ιεζεκιήλ. Αυτή την ζωήν ηύρε και ο Δαυίδ, όπως του απεκάλυψε ο Νάθαν. Ο Φαρισαίος δεν ανεγνώρισε την αμαρτία του και έφυγε μακριά από την ζωή. Και πρόσεξε πάλι καλά τι λέγει το Ευαγγέλιον: «Άνθρωποι δύο ανέβησαν εις το Ιερόν προσεύξασθαι, ο εις Φαρισαίος και ο έτερος Τελώνης». Για παραδειγματισμόν των ανθρώπων οι οποίοι δικαιώνουν τους εαυτούς των και εξουθενώνουν αυτούς που αμαρτάνουν. Παρουσιάζει ο Κύριος τον Φαρισαίον ως παράδειγμα των υπερηφάνων, τον δε Τελώνην ως παράδειγμα αυτών που αμαρτάνουν αλλά προσεύχονται και εξομολογούνται με συντετριμμένην καρδίαν, ώστε να μας διδάξη όλους να μισούμε την υπερηφάνεια, την δε ταπείνωση να την αγαπούμε.

Δείχνει καθαρά από αυτήν την παραβολήν ο Χριστός, ότι η μεν δικαιοσύνη και η αρετή είναι μεγάλες και φέρουν τον άνθρωπο κοντά στον Θεόν, όταν όμως συνδυασθούν με την υπερηφάνεια, ρίπτουν τον άνθρωπο στον κατώτερον βυθό. Αυτό έπαθε και ο Φαρισαίος και από αυτήν την αιτία κατεκρίθη και κατέληξε στην απώλεια. Διότι η αδικία και η αμαρτία είναι βδελυκτή και μισητή και βαρυτέρα από κάθε κακίαν, και απομακρύνει τον άνθρωπον από τον Θεόν. Ενώ η ταπείνωσις με την μετάνοια και την εξομολόγηση, τον δικαιώνει και τον αξιώνει της σωτηρίας, τον φέρει δε και τον τοποθετεί κοντά στον Θεόν. Αυτό ηύρε ο Τελώνης και από αυτήν την αιτίαν εδικαιώθη και ηξιώθη της σωτηρίας.

«Ο Φαρισαίος σταθείς προς εαυτόν, είπε. Ο Θεός ευχαριστώ σοι, ότι ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων, άρπαγες, άδικοι». Αλίμονο, τι υπερηφάνεια! Ο Κύριος και ο Ησαΐας την κατακρίνουν, επειδή αυτή κατέβασε τον Ιωσήφ στην Αίγυπτο, και προξένησε στον Φαραώ το θράσος και ακολούθως όλα τα κακά τότε στην Αίγυπτο. Αλίμονο στο αναιδέστατο στόμα. Δεν είμαι, λέγει, όπως οι άλλοι άνθρωποι, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί ή και όπως αυτός εδώ ο Τελώνης. Ως αρχή της υπερηφανείας εμφανίζεται η ύβρις. Διότι όποιος περιφρονεί τους άλλους και τους θεωρεί σαν ένα τίποτε, και τους αποστρέφεται, άλλους ως πτωχούς, άλλους ως ταπεινής καταγωγής, άλλους ως αμαθείς και απλοϊκούς, άλλους δε ως αδίκους και αμαρτωλούς, από αυτήν την ύβρη παρασύρεται, και μόνον τον εαυτόν του θεωρεί σοφόν, συνετόν, ευγενή, πλούσιον, δυνατόν, δίκαιον και ανώτερον από όλους τους ανθρώπους. Πράγματι, η ύβρις είναι αρχή της υπερηφανείας, και η υπερηφάνεια κακόν γεννημένον από την ύβρη. Γι’ αυτό και η περιβόητος ημέρα του Κυρίου θα εκδικηθή κάθε υβριστήν και υπερήφανον, επειδή οι αμαρτίες αυτές ως συγγενείς τιμωρούνται με τον ίδιον τρόπο.

Ο Φαρισαίος έδειξε και με το σχήμα και με την στάση του την υψηλοφροσύνη και την αλαζονεία που είχε. Και τα λόγια του στην αρχή μεν ήσαν λόγια ευγνωμοσύνης, διότι έλεγε «ο Θεός ευχαριστώ σοι». Μετά απ’ αυτά όμως, όσα είπε ήσαν γεμάτα από αλαζονεία και υπερηφάνεια. Επειδή δεν είπε: Συ με δημιούργησες, Κύριέ μου, και με την βοήθεια την ιδική σου ελευθερώνομαι από κάθε αδικία και αρπαγήν και από τα άλλα κακά. Διότι λέγει: «Τι έχεις ο ουκ έλαβες;». Αλλά όλα τα κατορθώματα θεωρούσε ότι τα είχε κατορθώσει με την ιδικήν του δύναμη. Κάθε άνθρωπος πρέπει να γνωρίζη με βεβαιότητα ότι χωρίς την βοήθεια του Θεού, δεν ημπορεί, ούτε έχει τη δύναμη να κατορθώση κάτι καλό. «Χωρίς εμού» λέγει ο Χριστός «ου δύνασθε ποιείν ουδέν». Και ο Απόστολος «ου του θέλοντος ουδέ του τρέχοντος, αλλά του ελεούντος Θεού»...

Γι’ αυτό ο μεν Τελώνης ήταν κήπος που έπλεε στα πνευματικά ύδατα, ο δε Φαρισαίος βαλανιδιά χωρίς φύλλα, σύμφωνα με τον Ησαΐα και τον Σολομώντα. Διότι αν και έχουμε τιμηθή με το αυτεξούσιον της προαιρέσεως, αλλ’ όμως χωρίς την συμμαχίαν από υψηλά, κανένα ανδραγάθημα δεν θα κατορθώσωμε να επιτελέσωμε. Μη λοιπόν θεωρούμε ιδικές μας τις νίκες στους αγώνες. Ιδική μας είναι μόνον η προαίρεσις για το καλλίτερον, και η προσπάθεια, του Θεού δε η πραγματοποίησις της αγαθής επιθυμίας και διαθέσεως εκείνου ο οποίος δεν έχει εκ φύσεως την δυνατότητα, αλλά λαμβάνει από την χάρη την ικανότητα να λέγη «ημπορώ…». Ο αντίθετος ισχυρισμός είναι περιαυτολογία και καύχησις. «Τι γαρ έχεις o ουκ έλαβες; ει δε και έλαβες, τι καυχάσαι ως μη λαβών;».

«Νηστεύω δις του Σαββάτου, αποδεκατώ πάντα όσα κτώμαι». Επειδή κατηγόρησε τους άλλους ανθρώπους και τον Τελώνην ο Φαρισαίος ότι είναι μοιχοί και άρπαγες, αυτός προβάλει αλαζονικώς απέναντι από την μοιχεία την νηστεία. Επειδή η πορνεία προέρχεται από την απόλαυση. Διότι ο χορτασμός είναι πατέρας της ύβρεως, και η πορνεία γεννιέται από το γεμάτο στομάχι. Ο Φαρισαίος όμως καταξηραίνοντας το σώμα με την νηστείαν, εκαυχάτο ότι απέχει πολύ από αυτά τα πάθη. Επειδή οι Φαρισαίοι νηστεύουν δύο ημέρες της εβδομάδος, Δευτέρα και Πέμπτη. Απέναντι δε στο «άρπαγες και άδικοι», ο Φαρισαίος έβαλε το «αποδεκατώ πάντα όσα κτώμαι». Εκαυχήθη ότι τόσον εναντιώνετο στην αρπαγή και στην αδικίαν, ώστε να δίδη και τα ιδικά του σε άλλους. Διότι οι Εβραίοι έδιδαν το ένα δέκατον από όσα είχαν, και αργότερα τα τρία δέκατα, το ένα τρίτον δηλαδή της περιουσίας τους. Αλλά και τις απαρχές και τα πρωτοτόκια και άλλα πολλά έδιδαν για τα αμαρτήματα, περί καθαρισμού, στις εορτές, όταν εγίνοντο περικοπές στα χρέη τους, και όταν ελευθέρωναν τους δούλούς και επίσης όταν έπαιρναν δάνεια χωρίς τόκον. Όλα αυτά εάν συμψηφισθούν και υπολογισθούν, δείχνουν ότι την μισήν περιουσία τους την έδιδαν στους άλλους ανθρώπους, χωρίς να υψηλοφρονούν και να αλαζονεύωνται ότι κάνουν κάτι μεγάλο. Και μάλιστα ας αναλογισθούμε ότι το Ευαγγέλιον λέγει: «Εάν μη περισσεύση η δικαιοσύνη υμών πλείον των Γραμματέων και Φαρισαίων, ουκ εισελεύσεσθε εις την βασιλείαν των ουρανών».

«Ο δε Τελώνης μακρόθεν εστώς, ουκ ήθελε ουδέ τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν επάραι, αλλ’ έτυπτεν εις το στήθος αυτού λέγων. Ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ. Λέγω υμίν ότι κατέβη ούτος δεδικαιωμένος εις τον οίκον αυτού. Ότι πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται». Επειδή ο Τελώνης δεν είχεν έργα αγαθά, ούτε να τα απαριθμήση ημπορούσε στην προσευχή του όπως ο Φαρισαίος. Αλλά κτυπούσε το στήθος και μαστίγωνε την καρδία του, και με πολλήν συντριβή και κατάνυξιν έλεγε: «Ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ». Γι’ αυτό και εξιλεώνεται από τον ελεήμονα και διαλλακτικόν Κύριον. Διότι όλα τα αμαρτήματα τα αφανίζει η ταπεινοφροσύνη, η δε υπερηφάνεια αφανίζει όλες τις αρετές, επειδή είναι μεγαλυτέρα και βαρυτέρα από κάθε αμαρτία και κακία. Είναι καλύτερα, όταν αμαρτάνωμε, να επιστρέφωμε και να ταπεινωνώμεθα, παρά να κατορθώνωμε κάτι και μετά να υψηλοφρονούμε. Ο Τελώνης απηλλάγη από τα αμαρτήματα, επειδή εδέχθη την κατηγορίαν του Φαρισαίου με πραότητα και υπομονήν, ενώ ο Φαρισαίος από την δόξα έπεσε στο βάραθρον της ατιμίας, επειδή εδικαίωσε τον εαυτόν του και κατηγόρησε τον Τελώνη και τους άλλους ανθρώπους. Ο Τελώνης από την αξιοκατάκριτον ζωή και την αμαρτίαν επανήλθε στην μακαρίαν ζωή και κατάσταση, ενώ ο Φαρισαίος εταπεινώθη εξ αιτίας του μεγέθους της υψηλοφροσύνης του.

Δύο πράγματα απαιτούνται από όλους τους ανθρώπους, να κατακρίνωμε τα ιδικά μας αμαρτήματα και να συγχωρούμε τα αμαρτήματα των άλλων. Διότι εκείνος που βλέπει τα ιδικά του αμαρτήματα, συγχωρεί πιο εύκολα τους άλλους, ενώ εκείνος που κατακρίνει τους άλλους, τον ίδιον του εαυτόν κατακρίνει και καταδικάζει, έστω και αν έχη πολλές αρετές. Αληθώς μεγάλο πράγμα είναι το να μη κατακρίνωμε τους άλλους, αλλά τους εαυτούς μας, αδελφοί. Εμείς όμως, αφήνοντας τις ιδικές μας αμαρτίες, τους άλλους ιδίως κατακρίνουμε, τους άλλους εξετάζουμε, μη γνωρίζοντας ότι ακόμη και αν είμεθα δικαιότεροι από άλλους, εάν κατακρίνωμε τους άλλους, γινόμεθα ένοχοι και είμεθα άξιοι της ιδίας τιμωρίας και των ιδίων βασάνων, των οποίων είναι άξιος και αυτός τον οποίον κρίνουμε. «Ω γαρ κρίματι κρίνετε» λέγει, «τούτω και κριθήσεσθε». Διότι αυτός που πορνεύει, παραβαίνει εντολήν, όπως και εκείνος που τον κρίνει. Ώστε και οι δύο παραβαίνουν θείαν εντολή, και αυτός που πορνεύει και εκείνος που κρίνει.

Αλλά ας μεταφέρωμε μάλλον την εξέταση των άλλων και την λεπτομερή ενασχόληση στους εαυτούς μας, αγαπητοί. Και εάν ιδούμε κάποιους να αμαρτάνουν, εμείς ας έχωμε τις ιδικές μας αμαρτίες ενώπιον των οφθαλμών μας, και ας θεωρούμε τα ιδικά μας χειρότερα από των άλλων. Διότι εκείνος που ημάρτησε, ίσως και την ώραν της αμαρτίας να μετενόησε, ενώ εμείς μένουμε πάντοτε αδιόρθωτοι κατακρίνοντας και εξετάζοντας άλλους. Εκείνος ο Λωτ, αν και κατοικούσε στα Σόδομα, κανέναν δεν κατέκρινε, κανέναν δεν κατηγόρησε. Γι’ αυτό εδικαιώθη, και διεσώθη από την φωτιά και την πανωλεθρία, στα οποία κατεδικάστησαν οι Σοδομίτες. Ας ταπεινωθούμε λοιπόν και εμείς κατακρίνοντας τους εαυτούς μας, τους εαυτούς μας να ονειδίζωμε για να υψωθούμε, να γίνωμε ακατάκριτοι. Ας αγαπήσωμε την ταπεινοφροσύνην. Με αυτήν εδικαιώθη ο Τελώνης και απέβαλε το φορτίον των αμαρτημάτων του. Ας μισήσωμε την υψηλοφροσύνην, επειδή ο Φαρισαίος από αυτήν κατεκρίθη και έχασε τις αρετές που είχε. Ο Φαρισαίος, επειδή διέπραξε τα καλά με όχι καλόν τρόπο, κατεκρίθη. Ο Τελώνης απορρίπτοντας με καλόν τρόπο τα μη καλά έργα, εδικαιώθη. Διότι ο Θεός είδε με συμπάθειαν τον στεναγμόν του Τελώνου, και την συντριβήν του και τα κτυπήματα του στήθους του, και αφού εδέχθη το «ιλάσθητι» τον εδικαίωσε μαζί με τον Άβελ. Τις δε θυσίες και τις αρετές και τα κατορθώματα του καυχησιολόγου και υπερηφάνου Φαρισαίου τις εσιχάθη και τις απεστράφη, και τον κατεδίκασε, όπως τον αδελφοκτόνο Κάιν, για την ιδίαν αιτία. Να μάθωμε, αδελφοί, και να διδαχθούμε να κάνωμε μεγάλα κατορθώματα. Να μην υψηλοφρονούμε όμως γι’ αυτά. Και αν γίνωμε καλοί, δίκαιοι και επιεικείς και πονόψυχοι και ελεήμονες, εμείς να ταπεινωνώμεθα και να μην έχωμε υπεροψία και αλαζονεία, μήπως χάσωμε τους κόπους και τους πόνους μας. Διότι λέγει ο Κύριος «όταν ταύτα πάντα ποιήσητε, λέγετε ότι αχρείοι δούλοι εσμέν, ότι ο ωφείλομεν ποιήσαι, πεποιήκαμεν».

Είναι αναγκαίον και απαραίτητον χρέος να προσφέρωμε στον Θεόν των όλων την δουλικήν ταπείνωση, την υπομονήν, την υποταγήν, την υπακοήν, την ευγνωμοσύνη, την ευχαριστία, και να μεγαλύνωμε και να προσκυνούμε το πανάγιον θέλημά του, και να μην αισθανώμεθα σαν δαγκώματα τους ελέγχους και τις ύβρεις των άλλων, ούτε να καταβαλλώμεθα στους πειρασμούς, ούτε να δυσανασχετούμε, όταν μας κατηγορούν, διότι και από αυτά καρπωνόμεθα πολλήν ωφέλειαν. Ας μάθωμε και ας γνωρίσωμε, αδελφοί μου, την δύναμη και την ενίσχυση και την βοήθεια της ταπεινώσεως. Ας μάθωμε την καταδίκη και την ζημία και την απώλεια που προξενεί η υψηλοφροσύνη.

Και επειδή είναι μεγάλο αγαθόν η μετάνοια και η εξομολόγησις και η συντριβή και τα δάκρυα και οι από το βάθος της καρδίας μας στεναγμοί και η κατάνυξις, γι’ αυτό παρακαλώ να εξομολογήσθε στον Θεόν συνεχώς και να του φανερώνετε τα αμαρτήματά σας. Διότι εάν του παρουσιάζωμε γυμνήν την συνείδησή μας, και του δείχνωμε τα τραύματα των ψυχών μας, και δεν κρίνωμε τους άλλους, ούτε αποθηριωνόμεθα με τις ύβρεις των συνανθρώπων μας ούτε λυπούμεθα για τις κατηγορίες και τις αδικίες τους, θα μας λυπηθή ο φιλάνθρωπος Κύριος και θα μας κεράση τα φάρμακα της συμπαθείας και της ευσπλαχνίας του. Θα τα βάλη στα τραύματα μας και θα μας θεραπεύση. Ας δείξωμε τα αμαρτήματά μας στον Κύριον, ο οποίος δεν εντροπιάζει, αλλά θεραπεύει. Διότι και αν εμείς σιωπήσωμε, εκείνος τα γνωρίζει όλα.

Ας ειπούμε λοιπόν τα αμαρτήματά μας, αδελφοί, και ας εξομολογηθούμε καθαρά στον Κύριον, για να κερδίσωμε την συμπάθειάν του. Ας αφήσωμε τις αμαρτίες μας εδώ για να πάμε εκεί καθαροί και έτοιμοι, και να εισαχθούμε από τον δίκαιον Κριτή στην Βασιλεία του την ατελεύτητο και αιωνία, και να κληρονομήσωμε τις μελλοντικές εκείνες και αγέραστες διαμονές και την απέραντο χαρά και απόλαυση, τα οποία είθε να επιτύχωμε εν αυτώ Χριστώ τω Θεώ ημών, ω η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

(6ος -7ος αιών. Migne P.G., τ. 97, στ. 1255. Από το βιβλίο "Πατερικόν Κυριακοδρόμιον", σελίς 449 και εξής. Επιμέλεια κειμένου: Δημήτρης Δημουλάς)






Τετάρτη 21 Ιανουαρίου 2015

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ: Εὐαγγέλιο - (Ἀπό τό σκοτάδι στό Φῶς)





Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἀκούσας ὁ ᾿Ιησοῦς ὅτι ᾿Ιωάννης παρεδόθη, ἀνεχώρησεν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, καὶ καταλιπὼν τὴν Ναζαρὲτ ἐλθὼν κατῴκησεν εἰς Καπερναοὺμ τὴν παραθαλασσίαν ἐν ὁρίοις Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλείμ, ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ ῾Ησαΐου τοῦ προφήτου λέγοντος· «Γῆ Ζαβουλὼν καὶ γῆ Νεφθαλείμ, ὁδὸν θαλάσσης, πέραν τοῦ ᾿Ιορδάνου, Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα, καὶ τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς». ᾿Απὸ τότε ἤρξατο ὁ ᾿Ιησοῦς κηρύσσειν καὶ λέγειν· Μετανοεῖτε· ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ἀπόδοση 

Εκεῖνο τὸν καιρό, ὅταν ἔμαθε ὁ ᾿Ιησοῦς πὼς συνέλαβαν τὸν ᾿Ιωάννη, ἔφυγε γιὰ τὴ Γαλιλαία. ᾿Εγκατέλειψε ὅμως τὴ Ναζαρὲτ καὶ πῆγε κι ἔμεινε στὴν Καπερναούμ, πόλη ποὺ βρίσκεται στὶς ὄχθες τῆς λίμνης, στὴν περιοχὴ τῶν φυλῶν Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλείμ. ῎Ετσι πραγματοποιήθηκε ἡ προφητεία τοῦ ῾Ησαΐα ποὺ λέει· ῾Η χώρα τοῦ Ζαβουλὼν καὶ ἡ χώρα τοῦ Νεφθαλείμ, ἐκεῖ ποὺ ὁ δρόμος πάει γιὰ τὴ θάλασσα καὶ πέρα ἀπὸ τὸν ᾿Ιορδάνη, ἡ Γαλιλαία ποὺ τὴν κατοικοῦν εἰδωλολάτρες, ἐκεῖ αὐτοὶ ποὺ κατοικοῦνε στὸ σκοτάδι εἶδαν φῶς δυνατό. Καὶ γιὰ ὅσους μένουν στὴ χώρα ποὺ τὴ σκιάζει ὁ θάνατος, ἀνέτειλε ἕνα φῶς γιὰ χάρη τους. ᾿Απὸ τότε ἄρχισε κι ὁ ᾿Ιησοῦς νὰ κηρύττει καὶ νὰ λέει· «Μετανοεῖτε γιατὶ ἔφτασε ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ».

1. Τὸ σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρίας

Κυριακὴ μετὰ τὰ Φῶτα σήμερα, καὶ τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα μᾶς μεταφέρει στὴν ἀρχὴ τῆς δημοσίας δράσεως τοῦ Κυρίου. Μετὰ τὸ Βάπτισμά Του ἀπὸ τὸν Τίμιο Πρόδρομο στὸν Ἰορδάνη ποταμὸ καὶ τοὺς τρεῖς πειρασμοὺς ποὺ δέχθηκε ὕστερα ἀπὸ σαράντα ἡμερῶν νηστεία, ὁ Κύριος Ἰησοῦς πληροφορήθηκε ὅτι ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς συνελήφθη ἀπὸ τὸν βασιλέα Ἡρώδη Ἀντίπα. Ἦταν πλέον ἡ ὥρα νὰ ξεκινήσει τὸ κήρυγμά Του.
Ὡστόσο, γιὰ νὰ μὴν προκαλέσει τὸν βασιλιά, ἔφυγε ἀπὸ τὴν Ἰουδαία καὶ κατευθύνθηκε πρὸς τὴ Γαλιλαία, περιοχὴ στὰ δυτικὰ τῆς λίμνης Γενησαρέτ, ὅπου ὁ πληθυσμὸς ἦταν πυκνὸς καὶ μικτός. «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν» τὴν χαρακτήριζαν περιφρονητικά, διότι κατοικοῦσαν ἀναμεμιγμένοι Ἰουδαῖοι καὶ εἰδωλολάτρες, καὶ γι’ αὐτὸ ὁ λαὸς ἐκεῖ εἶχε περιπέσει σὲ μεγάλο σκοτάδι ἄγνοιας καὶ πλάνης.

Ὁ Κύριος πέρασε ἀπὸ τὴν ἰδιαίτερη πατρίδα Του, τὴ Ναζαρέτ, ἀλλὰ σύντομα ἔφυγε καὶ πῆγε νὰ κατοικήσει στὴν Καπερναούμ, πόλη κτισμένη κοντὰ στὴ λίμνη, στὰ σύνορα τῶν φυλῶν Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλείμ.

Ἔτσι ἐκπληρώθηκε ἐκεῖνο ποὺ εἶχε ἀναγγείλει ὁ Θεὸς μέσῳ τοῦ προφήτη Ἡσαΐα: «Ἡ χώρα τῆς φυλῆς Ζαβουλὼν καὶ ἡ χώρα τῆς φυλῆς Νεφθαλείμ, ποὺ ἐκτείνον­ται κοντὰ στὴ θάλασσα καὶ πέρα ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη ποταμό, στὰ ἀνατολικά του, ἡ “Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν”, στὴν ὁποία δηλαδὴ κατοικοῦν πολλοὶ ἐθνικοί, ὁ λαὸς ποὺ κάθεται καθηλωμένος κι ἀκίνητος στὸ πνευματικὸ σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρικῆς πλάνης καὶ τῆς ἀσέβειας, εἶδε μεγάλο πνευματικὸ φῶς, τὸν Χριστό».

Ἕνας ὁλόκληρος κόσμος βυθισμένος στὸ σκοτάδι τῆς ἀσέβειας καὶ τῆς ἀνηθικότητας, τῆς ἄγνοιας καὶ τῆς πλάνης. Αὐτὴ ἦταν ἡ κατάσταση ὄχι μόνο στὴ «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν» ἀλλὰ σὲ ὅλο τὸν προχριστιανικὸ κόσμο. Οἱ ἄνθρωποι εἶχαν ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὸν ἕνα ἀληθινὸ Θεὸ καὶ λάτρευαν τὰ ψεύτικα εἴδωλα. Προσκυνοῦσαν τὰ κτίσματα ἀντὶ γιὰ τὸν Κτίστη καὶ Δημιουργό τους. Κι ὅσο πλήθαινε ἡ εἰδωλολατρία τόσο αὐξανόταν καὶ ἡ κακία καὶ ἡ διαφθορά. Ἀκατονόμαστα εἶναι τὰ ἄθλια πάθη στὰ ὁποῖα παρασύρονταν, ἐνῶ παράλληλα ἡ ἀσέβεια καὶ ἡ παραφροσύνη τους σὲ ὁρισμένες χῶρες ἔφθανε σὲ σημεῖο ἐγκληματικό: νὰ κατακρεουργοῦν ἀνθρώπους καὶ νὰ τοὺς προσφέρουν θυσίες στοὺς ψευδοθεούς τους! Φοβερὴ κατάπτωση!

Τὸ πλέον τραγικὸ ὅμως καὶ ἰδιαίτερα ἀνησυχητικὸ γεγονὸς εἶναι τὸ ὅτι ἐμφανίζονται σήμερα, 2.000 χρόνια μετά, κάποιοι ἀρχαιολάτρες ποὺ ­νοσταλγοῦν αὐτὴ τὴ σκοτεινὴ ἐποχὴ καὶ ἐπιχειροῦν νὰ ἐπαναφέρουν τὴν ­εἰδωλολατρία ἀλ­λάζοντας τὰ χριστιανικά τους ὀνόματα, ὀργανώνοντας γιορτὲς μὲ τὸ ἀρχαῖο τελετουργικό, στήνοντας ­βωμοὺς καὶ ἀπευθύνοντας προσευχὲς σὲ ­ψεύτικους θεοὺς πίσω ἀπὸ τοὺς ὁποίους, βέβαια, κρύβονται οἱ παμπόνηροι δαίμονες. Οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι, προκειμένου νὰ στηρίξουν τὸ «δωδεκάθεο», ἐξαπολύουν μέσα ἀπὸ τὸν Τύπο καὶ τὸ Διαδίκτυο πλῆθος συκοφαντιῶν γιὰ τὸν χριστιανισμό.

Ἂς εἴμαστε πολὺ προσεκτικοί! Οἱ ἀρ­χαῖοι πρόγονοί μας, οἱ ὁποῖοι εἶχαν κατορθώσει μοναδικὰ ἐπιτεύγματα στὴ φιλοσοφία, τὴν τέχνη καὶ τὴν ἐπιστήμη, εἶχαν παράλληλα συναίσθηση ὅτι βρίσκονταν στὸ σκοτάδι κι ἀναζητοῦσαν τὸ φῶς. Ἀλίμονο ἂν ἐμεῖς οἱ ἀπόγονοί τους, ποὺ γνωρίσαμε τὸ Φῶς, γυρίσουμε πίσω στὸ σκοτάδι!


2. Ἡ ἀνατολὴ τοῦ Φωτὸς


Αποτέλεσμα εικόνας για ΑΠΟ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ ΣΤΟ ΦΩΣ
Πάντως, ὅπως ἀκριβῶς τὸ εἶχε προφητεύσει ὁ προφήτης Ἡσαΐας, ἔτσι κι ἔ­­­γινε: «τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέ­τειλεν αὐτοῖς»· ἔλαμψε φῶς ἀπὸ τὸν οὐρανὸ σ’ ἐκείνους ποὺ κάθονταν στὴ χώρα ποὺ σκιάζεται ἀπὸ τὸ πυκνότατο σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου. Στὴ ­Γαλιλαία πρωτοέλαμψε τὸ ἀνέσπερο καὶ ζωογόνο Φῶς. Ἀνέτειλε ὁ νοητὸς Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης, ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ὁ Ὁποῖος ἄρχισε ἀπὸ τότε νὰ κηρύττει συστηματικὰ καὶ νὰ λέει: «Μετανοεῖτε· ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν»· ­ἔφθασε ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν, δηλαδὴ πλησίασαν οἱ ἡμέρες ποὺ ὁ Μεσσίας θὰ ἐγκαθιδρύσει καὶ στὴ γῆ τὴ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν μὲ τὴ νέα, πνευματική, ἅ­­­για καὶ οὐράνια ζωή, ἡ ὁποία θὰ μεταδίδεται μέσα στὴν Ἐκκλησία Του.

Πράγματι, ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ ἀληθινὸ Φῶς! Μὲ τὴν ἀξεπέραστη διδασκαλία Του, τὴν ἀπύθμενη ἀγάπη Του καὶ τὴν πανσθενουργὸ Χάρη Του μᾶς φωτίζει, μᾶς ἐμπνέει, μᾶς ζωογονεῖ. Μέσα στὴν Ἐκκλησία Του λάμπει αὐτὸ τὸ γλυκὸ καὶ ὑπερκόσμιο φῶς καὶ μεταδίδει εἰρήνη καὶ χαρὰ σ’ ὅσους τὸ δέχονται. Ἂς ἀγωνιζόμαστε κι ἐμεῖς νὰ διατηροῦμε τὴν καρδιὰ μας καθαρή, ὥστε νὰ δέχεται μέσα της τὶς ἀκτίνες τοῦ θείου φωτός.
Στὴν ἀνατολὴ τοῦ νέου ἔτους ἂς πάρουμε σταθερὴ τὴν ἀπόφαση: νὰ ἐγκαταλείψουμε ὁριστικὰ ὅλα τὰ σκοτεινὰ ἔργα τοῦ παρελθόντος καὶ νὰ ζήσουμε ἑνωμένοι μὲ τὸν Χριστό. Αὐτὸν ποὺ εἶναι τὸ ἀληθινὸ Φῶς καὶ ἡ μοναδικὴ ἐλπίδα τοῦ κόσμου!


Πηγή: “Ο ΣΩΤΗΡ”

Παρασκευή 16 Ιανουαρίου 2015

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ: Εὐαγγέλιο - (Ὑψώστε τή φωνή σας)






1 Αρχὴ τοῦ εὐαγγελίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. 2 Ὡς γέγραπται ἐν τοῖς προ­φήταις, ἰδοὺ ἐγὼ ἀπο­στέλλω τὸν ἄγγελόν μου πρὸ προσώπου σου, ὃς κατασκευάσει τὴν ὁδόν σου ἔμπροσθέν σου· 3 φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρή­μῳ, ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυ­ρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ, 4 ἐγένετο Ἰωάννης βαπτίζων­ ἐν τῇ ἐρήμῳ καὶ κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας εἰς ἄφε­σιν ἁμαρτιῶν. 5 καὶ ἐξεπορεύετο πρὸς αὐ­­τὸν πᾶσα ἡ Ἰουδαία χώ­ρα καὶ οἱ Ἱεροσολυμῖται, καὶ ἐβα­­πτίζοντο πάντες ἐν τῷ Ἰ­ορ­­δάνῃ ποταμῷ ὑπ᾿ αὐ­τοῦ ἐξο­μολογούμενοι τὰς ἁ­­μαρ­τί­ας αὐτῶν. 6 ἦν δὲ ὁ Ἰωάννης ἐνδεδυ­μέ­νος τρίχας καμήλου καὶ ζώ­νην δερματίνην περὶ τὴν ὀ­­­­σφὺν αὐτοῦ, καὶ ἐσθίων­ ἀ­­­­κρίδας καὶ μέλι ἄγριον. 7 καὶ ἐκήρυσσε λέγων· ἔρχεται ὁ ἰσχυρότερός μου ὀπίσω μου, οὗ οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς κύψας λῦσαι τὸν ἱμάντα τῶν ὑποδημάτων αὐτοῦ. 8 ἐγὼ μὲν ἐβάπτισα ὑμᾶς ἐν ὕδατι, αὐτὸς δὲ βαπτίσει ὑ­­­μᾶς ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ.

ΥΨΩΣΤΕ ΤΗ ΦΩΝΗ ΣΑΣ!

«φωνή βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ»

Κυριακή πρό τῶν Φώτων, σήμερα, καί τό ἱερό Εὐαγγέλιο μᾶς παρουσιάζει σκηνές ἐκπληκτικές ἀπό τήν ζωή καί τή δράση τοῦ Τιμίου Προδρόμου.

Πραγματικά, αὐτό πού συνέβαινε στίς ὄχθες τοῦ ᾿Ιορδάνη, δέν εἶχε ξαναγίνει.

Λαοθάλασσα! Πήγαιναν κι ἔρχονταν ὁ κόσμος. ῎Εμεναν, ἄκουγαν τό κήρυγμα, βαπτίζονταν στόν ποταμό «ἐξομολογούμενοι τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν». Ἡ ἔρημος εἶχε μεταβληθεῖ σέ πολυθόρυβη πλατεία. Μᾶλλον σέ ὁλόφλογο καθαρτικό καμίνι πίστεως, εὐλαβείας καί μετανοίας.

«Ἐξεπορεύετο πᾶσα ἡ Ἰουδαία χώρα καὶ οἱ ῾Ιεροσολυμῖται», σημειώνει χαρα-κτηριστικά ὁ Εὐαγγελιστής. «Πᾶσα ἡ χώρα». Ξεσηκώνονταν σύσσωμα τά χωριά, ὅλα τά χωριά, καί σχημάτιζαν προσκυνηματικά καραβάνια γιά ἐκεῖ. Ἀλλά «καὶ οἱ ῾Ιεροσολυμῖται», οἱ «πρωτευουσιάνοι» δέν εἶχαν μείνει ἀνεπηρέαστοι κι αὐτοί. ῎Οχι λίγοι, ἀρκετοί, πολλοί ῾Ιεροσολυμίτες... ῞Ολοι! «Οἱ ῾Ιεροσολυμῖται»! Κανένας ἀπαθής! ῎Ετρεχαν ὅλοι σαγηνεμένοι, συγκινημένοι, ἐκστατικοί, ἐκεῖ πού τούς καλοῦσε ἡ «φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ».

ΥΨΩΣΤΕ ΤΗ ΦΩΝΗ ΣΑΣ!
Μά τί συνέβαινε, λοιπόν; Ποιός τάχα γιγαντόσωμος στέντορας νά ἦταν αὐτός πού ὕψωνε τή φωνή του κι ἔκανε τόση ἐντύπωση καί τραβοῦσε τό λαό;
Νά ‘τος. ᾿Εκεῖνος ὁ ἀδύνατος, ἤρεμος ἄνθρωπος εἶναι, πού φοράει τό φτωχικό χοντροϋφασμένο χιτώνα ἀπό «τρίχας καμήλου» κι ἔχει ἁπλά στή μέση του «ζώνην δερματίνην». Τρέφεται ἀπέριττα καί ἀσκητικά. Μόνο μέ «ἀκρίδας καὶ μέλι ἄγριον». Ὁ Τίμιος Πρόδρομος! Αὐτός εἶναι πού ἔχει προκαλέσει τό σεισμό.
Κηρύττει «βάπτισμα μετανοίας». ῾Υπόσχεται ὅτι ὅπου νά ’ναι «ἔρχεται ὁ ἰσχυρότερος», πού θά βαπτίσει τόν κόσμο ὄχι πιά μέ νερό ἀλλά «ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ». Καί τρέχουν οἱ ᾿Ιουδαῖοι μέ συντετριμμένες τίς ψυχές. Κλαῖνε. Ζητοῦν τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Μετανοοῦν. Περιμένουν...


῏Ηταν κάτι τό ἐκπληκτικό, στ’ ἀλήθεια. Μέσα σέ τόσο λίγο χρόνο, μέσα σ’ ἐκείνη τή χαλασμένη ἐποχή καί τά παρηκμασμένα ἤθη, νά παρουσιαστεῖ αὐτός ὁ πνευματικός συναγερμός, αὐτή ἡ κοσμογονία! Ἀπό ἕναν ἄνθρωπο. Ἀπό μιά φωνή! Ἀπίστευτο! Κι ὅμως ἀληθινό. ῎Ισως καί πάρα πολύ εὔλογο. Γιατί ὁ ἄνθρωπος πού μιλοῦσε δέν ἦταν συνηθισμένος. ῏Ηταν ῞Αγιος!

«Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν ἄγγελόν μου» εἶχε προαναγγείλει μέ τόν Προφήτη Του ὁ Θεός. «Τὸν ἄγγελόν μου», τόν εὐλογημένο δοῦλο μου πού ἔφθασε στά μέτρα τῆς ἀγγελικῆς ζωῆς. Μέ τή βαθιά του εὐλάβεια καί πίστη, μέ τή νηστεία καί τήν ἁγνότητα, μέ τήν ἐκπληκτική ταπείνωσή του. Πῶς νά μή δημιουργηθεῖ κατόπιν ὁ συναγερμός; Πῶς νή μήν πνεύσει στίς ψυχές τό Ἅγιο Πνεῦμα; Πῶς νά μήν ἀπαρτισθεῖ ἔτσι τό προοίμιο τῆς σωτηρίας, ἡ «ἀρχὴ τοῦ εὐαγγελίου ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ»;

Τοῦτο τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα στήν ἀρχή τῆς νέας χρονιᾶς ἔρχεται πολύ ἐπίκαιρα νά δώσει λύση σέ κάποιες ἀγωνίες. Νά γίνει στήριγμα στίς ἐλπίδες καί στά ὄνειρά μας.
Καθώς ὑποδεχθήκαμε τό νέο ἔτος, ὅλοι εὐχηθήκαμε νά εἶναι εὐτυχισμένο, ἐξυψω-τικό, σωτήριο γιά τήν ἀναστατωμένη ἐποχή μας. Συνάμα, ὅλοι ἀνανεώσαμε κάποιες ἀποφάσεις νά ἔλθουμε πιό κοντά στόν Θεό, νά ζήσουμε πιό θερμά τήν ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο, κάτι νά κάνουμε γιά νά γκρεμισθοῦν πιά τ’ ἀδιέξοδα τοῦ ἀθεϊσμοῦ καί τῆς ὑλοφροσύνης.
Ὡστόσο, σέ κεῖνο τό σημεῖο – ἄς τό ὁμολογήσουμε – νιώσαμε δισταγμό. Μπροστά στό χείμαρρο τοῦ κακοῦ, στίς μεθυσμένες μάζες, στά πανίσχυρα κέντρα πού μεθοδεύουν τή σήψη, τί θά μπορέσω – ἕνας ἐγώ – νά κάνω; «φωνή βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ» θά γίνει ἡ φωνή μου. «Φωνὴ βοῶντος»... ῎Εχει καθιερωθεῖ πιά σάν παροιμία. «Τίποτε δέν μπορεῖ νά γίνει».

Κι ὅμως. ῾Η ἴδια ἡ φράση μᾶς ἀφυπνίζει καί μᾶς ἐλέγχει. ᾿Εκείνη ἡ πρώτη φωνή πῶς μπόρεσε κι ἔφερε χαλασμό; Πῶς μπόρεσε κι ἄνοιξε δρόμο στά δύσβατα, στίς ψυχές, καί πέρασε ὁ Μεσσίας μέ τό φῶς Του; Τό μυστικό της βρισκόταν ἀναμφίβολα στά βάθη τοῦ εἶναι, ὅπου λαμπάδιαζε ἡ Πίστη καί ἡ ᾿Αρετή.

῎Επειτα, προσέξτε καί τό ἄλλο. Τόσος κόσμος, ποῦ ἦταν κρυμμένος; Σέ ποιά μυστικά φυλλοκάρδια εἶχε διασώσει τήν πίστη; ᾿Ακόμη καί τελῶνες καί στρατευμένοι στούς Ρωμαίους εἶχαν προστρέξει καί ζητοῦσαν ταπεινά ὁδηγίες γιά μιά θεάρεστη ζωή (Λουκ. γ´ 12–14)!

Ναί. Εἶναι κι αὐτό κάτι πολύ ἀληθινό. ῾Υπάρχουν ψυχές καλοπροαίρετες. Κρυμμένες μά πολλές! ῾Υπάρχουν ἀδελφοί πού περιμένουν. Ἄν στή φωνή μας διαπιστώσουν εἰλικρίνεια, ζῆλο, πίστη φλογερή, ταπείνωση καί ἀγάπη, θά τρέξουν ν’ ἀνταποκριθοῦν. Μήν ἀμφιβάλλετε. Αὐτό ψάχνουν. Γι’ αὐτό περιμένοντας σιωποῦν. ῞Ολοι εἶναι ἕτοιμοι ν’ ἀσπασθοῦν «τὴν ὁδὸν Κυρίου», γιατί ὅλοι καταλαβαίνουν ὅτι δέν εἶναι ἄλλη σάν κι αὐτή...

῾Οπότε... Μά δέν πρέπει νά διστάζουμε! Θά ὑψώσουμε κι ἐμεῖς φωνή. Στήν οἰκογένεια, στά σχολειά μας, στόν ἐργασιακό μας χῶρο, στό κοντινό ἤ εὑρύτερο περιβάλλον μας. Φωνή μέ λόγο ἀλλά καί μέ χριστιανική ζωή.

Καί τότε – νά δεῖτε – θά γίνει ἕνα νέο ξεκίνημα, «ἀρχὴ τοῦ εὐαγγελίου Ἰησοῦ Χριστοῦ». Θά συναχθοῦν πλῆθος οἱ καλοπροαίρετες ψυχές. Καί θά ’ναι ἀνοιχτός, ἕτοιμος πιά ὁ δρόμος γιά νά περάσει ᾿Εκεῖνος, νά μιλήσει μέ τήν πανσθενή Του Χάρη καί νά φέρει κάτι ὁλότελα καινούργιο καί ὡραῖο στή νέα χρονιά. Στήν ἴδια τή ζωή μας.

Πηγή: www.osotir.org



Παρασκευή 9 Ιανουαρίου 2015

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΝ: Εύαγγέλιο (Ὁ Θεός σῶζει - Νικητής)






Ἀναχωρησάντων τῶν μάγων ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου φαίνεται κατ᾿ ὄναρ τῷ  Ἰωσὴφ λέγων· ἐγερθεὶς παράλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ φεῦγε εἰς Αἴγυπτον, καὶ ἴσθι ἐκεῖ ἕως ἂν εἴπω σοι· μέλλει γὰρ  Ἡρῴδης ζητεῖν τὸ παιδίον τοῦ ἀπολέσαι αὐτό. 14  Ὁ δὲ ἐγερθεὶς παρέλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ νυκτὸς καὶ ἀνεχώρησεν εἰς Αἴγυπτον, 15 καὶ ἦν ἐκεῖ ἕως τῆς τελευτῆς  Ἡρῴδου, ἵνα πληρωθῇ τὸ ρηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος· ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τὸν υἱόν μου. 16 Τότε  Ἡρῴδης ἰδὼν ὅτι ἐνεπαίχθη ὑπὸ τῶν μάγων, ἐθυμώθη λίαν, καὶ ἀποστείλας ἀνεῖλε πάντας τοὺς παῖδας τοὺς ἐν Βηθλεὲμ καὶ ἐν πᾶσι τοῖς ὁρίοις αὐτῆς ἀπὸ διετοῦς καὶ κατωτέρω, κατὰ τὸν χρόνον ὃν ἠκρίβωσε παρὰ τῶν μάγων. 17 τότε ἐπληρώθη τὸ ρηθὲν ὑπὸ  Ἱερεμίου τοῦ προφήτου λέγοντος· 18 Φωνὴ ἐν Ραμᾷ ἠκούσθη, θρῆνος καὶ κλαυθμὸς καὶ ὀδυρμὸς πολύς· Ραχὴλ κλαίουσα τὰ τέκνα αὐτῆς, καὶ οὐκ ἤθελε παρακληθῆναι, ὅτι οὐκ εἰσίν. 19 Τελευτήσαντος δὲ τοῦ  Ἡρῴδου ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου κατ᾿ ὄναρ φαίνεται τῷ  Ἰωσὴφ ἐν Αἰγύπτῳ 20 λέγων· ἐγερθεὶς παράλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ πορεύου εἰς γῆν  Ἰσραήλ· τεθνήκασι γὰρ οἱ ζητοῦντες τὴν ψυχὴν τοῦ παιδίου. 21 ὁ δὲ ἐγερθεὶς παρέλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ ἦλθεν εἰς γῆν  Ἰσραήλ. 22 ἀκούσας δὲ ὅτι  Ἀρχέλαος βασιλεύει ἐπὶ τῆς  Ἰουδαίας ἀντὶ  Ἡρῴδου τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, ἐφοβήθη ἐκεῖ ἀπελθεῖν· χρηματισθεὶς δὲ κατ᾿ ὄναρ ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη τῆς Γαλιλαίας, 23 καὶ ἐλθὼν κατῴκησεν εἰς πόλιν λεγομένην Ναζαρέτ, ὅπως πληρωθῇ τὸ ρηθὲν διὰ τῶν προφητῶν ὅτι Ναζωραῖος κληθήσεται.

Μετά τα Χριστούγεννα

Ο Θεός σώζει

Την Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα το ιερό Ευαγγέλιο μας παρουσιάζει όλες εκείνες τις συγκλονιστικές στιγμές του διωγμού του θείου Βρέφους από τον Ηρώδη. Όταν αναχώρησαν οι Μάγοι, λέει ο ιερός ευαγγελιστής Ματθαίος, άγγελος Κυρίου εμφανίστηκε στον Ιωσήφ, σε όνειρο, και του είπε: Σήκω και πάρε το Βρέφος και την Παναγία Μητέρα του και φύγε στην Αίγυπτο. Μείνε εκεί μέχρι να σου πω, διότι ο Ηρώδης θέλει να σκοτώσει το παιδί. Κι ο Ιωσήφ πήρε αμέσως μες στη νύχτα το θείο Βρέφος και την Θεοτόκο κι αναχώρησε για την Αίγυπτο.
Όταν όμως ο Ηρώδης κατάλαβε ότι οι Μάγοι τον εξαπάτησαν, θύμωσε πολύ. Κι έστειλε στρατιώτες οι οποίοι σκότωσαν όλα τα παιδιά που ήταν στη Βηθλεέμ και σ’ όλα τα περίχωρα και σύνορά της από δύο ετών και κάτω σύμφωνα με το χρόνο που υπολόγισε από τα λόγια των Μάγων. Τότε πραγματοποιήθηκε πλήρως εκείνο που προανήγγειλε ο προφήτης Ιερεμίας: Φωνή σπαρακτική ακούστηκε στο χωριό Ραμά, θρήνος και κλάματα και οδυρμός πολύς. Η σύζυγος του Ιακώβ Ραχήλ, που ήταν εκεί θαμμένη, κλαίει τα παιδιά της, και δεν ήθελε με κανένα τρόπο να παρηγορηθεί, διότι τα αθώα αυτά παιδιά δεν υπάρχουν πλέον στη ζωή.
Πλήθος νηπίων είχε σφαγιασθεί. Και ο Ηρώδης ασφαλώς θα ησύχασε. Θα νόμιζε ότι θανάτωσε τον τεχθέντα βασιλέα. Άλλωστε όλα τα είχε οργανώσει τόσο καλά, όπως νόμιζε. Έκανε τα πάντα για να σκοτώσει τον βασιλιά που γεννήθηκε. Οργάνωσε προσεκτικά το φονικό του σχέδιο, πήρε πληροφορίες, υπολόγισε την ηλικία του παιδιού, έστειλε στρατεύματα, εξολόθρευσε όλα τα βρέφη της περιοχής. Τι κατάφερε όμως τελικά; Απολύτως τίποτε! Όλες οι δυνάμεις του κακού έπεσαν εναντίον του Κυρίου και δεν κατόρθωσαν τίποτε. Διότι στην κρίσιμη ώρα μίλησε ο ουρανός, επενέβη ο Θεός και ο Ιησούς σώθηκε. Έφυγε για την Αίγυπτο.
Τι έχει να πει σε μας αυτό το γεγονός; Ότι η εξέλιξη των πραγμάτων στην πορεία της ζωής μας βρίσκεται στα χέρια του Θεού. Και ότι ακόμη κι αν όλη η μανία των οργάνων του σκότους πέσει επάνω μας, δεν μπορεί να καταφέρει εναντίον μας απολύτως τίποτε. Διότι μας προστατεύει ο Κύριος, εφόσον κι εμείς βρισκόμαστε κοντά Του. Ενδιαφέρεται κάθε στιγμή για μας. Δεν αδιαφορεί, όταν βρισκόμαστε σε δυσκολίες και κινδύνους. Είναι κοντά μας στις αγωνίες και στις δυσκολίες μας, μας δίνει θάρρος και δύναμη. Και στην κατάλληλη στιγμή επεμβαίνει και μας λυτρώνει από πειρασμούς και από πολλούς κινδύνους σωματικούς και ψυχικούς. Στις δύσκολες λοιπόν στιγμές που θα συναντήσουμε στη ζωή μας να μην ξεχάσουμε ποτέ πως έχουμε βοηθό τον παντοδύναμο Θεό.

Νικητής

Όταν λοιπόν πέθανε ο Ηρώδης, άγγελος Κυρίου φάνηκε στον Ιωσήφ σε όνειρο στην Αίγυπτο και του είπε: Σήκω και πάρε το Παιδί και τη Μητέρα του και πήγαινε με την ησυχία σου στην χώρα του Ισραήλ. Διότι έχουν πεθάνει πλέον εκείνοι που ζητούσαν τη ζωή του παιδιού. Και ο Ιωσήφ σηκώθηκε, πήρε το Παιδί και τη Μητέρα του και ήλθε στην Παλαιστίνη. Αλλά όταν άκουσε ότι στην Ιουδαία βασίλευε ο Αρχέλαος, αντί για τον πατέρα του Ηρώδη, φοβήθηκε να πάει εκεί. Με εντολή όμως που του έδωσε ο Θεός στο όνειρό του, αναχώρησε στα μέρη της Γαλιλαίας, όπου ήταν ηγεμόνας ο Ηρώδης ο Αντίπας, που ήταν λιγότερο σκληρός από τον αδελφό του Αρχέλαο. Κι αφού ήλθε εκεί, κατοίκησε στην πόλη που λεγόταν Ναζαρέτ. Για να πραγματοποιηθεί εκείνο που ειπώθηκε από τους Προφήτες, ότι ο Ιησούς θα ονομασθεί περιφρονητικά από τους εχθρούς του Ναζωραίος.
Ο Ναζωραίος λοιπόν νίκησε, και ο διώκτης του Ηρώδης πέθανε. Και πώς πέθανε; Με θάνατο φρικτό, όπως περιγράφει η ιστορία. Πεθαίνουν λοιπόν κάποτε οι διώκτες. Ο θάνατος δίνει τέλος στην κακία τους. Οι διωγμοί τελειώνουν. Όσο σκληροί κι αν είναι. Μέσα στην εκκλησιαστική ιστορία αναφέρονται τόσοι και τόσοι διωγμοί. Διωγμοί ύπουλοι και φοβεροί, άμεσοι και έμμεσοι, με νόμους και διατάγματα, με μαρτύρια και με θανατώσεις, με εξευτελισμούς και περιθωριοποιήσεις. Και οι διώκτες και οι διωγμοί μένουν στην ιστορία ως αποτρόπαιες σελίδες του δαιμονικού κόσμου των εχθρών του Χριστού.
Αυτός όμως που μένει νικητής και θριαμβευτής της ιστορίας είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός ο Ναζωραίος. Αυτός εξέρχεται Νικητής. Θριαμβευτής. Διότι δεν είναι ένας άνθρωπος που κινδυνεύει, αλλά ο Θεός που σώζει. Είναι ο ρυθμιστής της ζωής του κόσμου και της δικής μας. Στα χέρια του είναι η ζωή μας, η ζωή των λαών και των κρατών. Στα χέρια του βρίσκεται η Εκκλησία του και ο λαός του. Αυτός ανατρέπει τυράννους και καθεστώτα. Αυτός συντρίβει κάθε υπερφίαλο διώκτη που νομίζεις ότι μπορεί να σταθεί εμπόδιο στο σχέδιό του. Μη φοβόμαστε λοιπόν σε κάθε εποχή, σε κάθε διωγμό άμεσο ή έμμεσο, φανερό ή κρυφό, κατά μέτωπον ή ύπουλο. Ας μένουμε πάντοτε με τον νικητή, με τον θριαμβευτή Ναζωραίο Κύριο. Η νίκη είναι πάντα δική του.

Περιοδικό “Ο Σωτήρ”

Πηγή: www.xfd.gr



Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ' ΛΟΥΚΑ: Εὐαγγέλιο - " Ἡ κραυγή τοῦ τυφλοῦ τῆς Ἰεριχοῦς"







  Τῷ καιρῷ εκείνω, εγένετο δὲ ἐν τῷ ἐγγίζειν Ἰησοῦν εἰς Ἱεριχὼ τυφλός τις ἐκάθητο παρὰ τὴν ὁδὸν προσαιτῶν· ἀκούσας δὲ ὄχλου διαπορευομένου ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα.
Ἀπήγγειλαν δὲ αὐτῷ ὅτι Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέρχεται. Καὶ ἐβόησε λέγων· Ἰησοῦ υἱὲ Δαυίδ, ἐλέησόν με· καὶ οἱ προάγοντες ἐπετίμων αὐτῷ ἵνα σιωπήσῃ· αὐτὸς δὲ πολλῷ μᾶλλον ἔκραζεν· υἱὲ Δαυίδ, ἐλέησόν με.
Σταθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐκέλευσεν αὐτὸν ἀχθῆναι πρὸς αὐτόν. Εγγίσαντος δὲ αὐτοῦ ἐπηρώτησεν αὐτὸν λέγων· τί σοι θέλεις ποιήσω; Ὁ δὲ εἶπε· Κύριε, ἵνα ἀναβλέψω.
Καὶ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἀνάβλεψον· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε. Καὶ παραχρῆμα ἀνέβλεψε, καὶ ἠκολούθει αὐτῷ δοξάζων τὸν Θεόν· καὶ πᾶς ὁ λαὸς ἰδὼν ἔδωκεν αἶνον τῷ Θεῷ.

Κωνσταντίνος Κορναράκης: "Η κραυγή του τυφλού της Ιεριχούς" 
(Κυριακή ΙΔ΄ Λουκά)


Περιγραφή της περικοπής: Στην ευαγγελική περικοπή της ημέρας αυτής, παρακολουθούμε τον Κύριο σε μία από τις περιοδείες του, η οποία έλαβε χώρα στην Ιεριχώ. Στην περιοδεία αυτή, όπως και σε κάθε άλλη περιοδεία του, τον ακολουθούσε πλήθος ανθρώπων, άλλοι από τους οποίους επειδή ενδιαφέρονταν για τη διδασκαλία του, άλλοι επειδή είχαν περιέργεια για το πρόσωπό του αλλά και πολλοί άλλοι, οι οποίοι προσπαθούσαν να προσελκύσουν την προσοχή του διδασκάλου, ίσως ένα βλέμμα του, επιζητώντας μια ελάχιστη επαφή μαζί του για κάποιο λόγο παρηγοριάς, για τη θεραπεία κάποιου νοσήματος.
Θα μπορούσαμε μάλιστα να φανταστούμε την εικόνα του Ιησού ανάμεσα στο πλήθος ή και να ακούσουμε την οχλοβοή του πλήθους που τον ακολουθούσε και που αναμφισβήτητα θα πλαισίωνε την παρουσία μίας τόσο σπουδαίας προσωπικότητας, όπως εκείνης του διδασκάλου.

Είναι ευνόητο ότι όλες εκείνες οι φωνές, οι διαγκωνισμοί, τα παράπονα δημιουργούσαν μεγάλο θόρυβο, τον οποίο αντιλήφθηκε κάποιος τυφλός που επαιτούσε στους δρόμους της Ιεριχούς και ζήτησε να πληροφορηθεί για το τι συνέβαινε γύρω του. Ενημερώθηκε λοιπόν ότι λίγο πιο πέρα από εκείνον βάδιζε ο Ιησούς, πληροφορία που προκάλεσε τις κραυγές του. Κραύγαζε στον Ιησού για να τον σώσει. Ο Ιησούς, ακούγοντας τη φωνή ζήτησε να μάθει ποιος ήταν ο άνθρωπος εκείνος και τι ζητούσε. Αφού ενημερώθηκε από τους μαθητές του, ο Κύριος πήγε κοντά του, συζήτησε μαζί του και του χάρισε και πάλι τη δυνατότητα της όρασης, καθιστώντας του σαφές ότι «τον είχε σώσει η πίστη του».


Μια κραυγή που υπερισχύει ανάμεσα στις κραυγές του πλήθους.

Αυτή είναι σε αδρές γραμμές η ευαγγελική διήγηση, η οποία όμως με την απλότητά της εγείρει ένα ερμηνευτικό πρόβλημα. Τι σημαίνει το ότι ο Χριστός άκουσε μέσα στην οχλαγωγία μια φωνή; Δεν είναι λίγο οξύμωρο το γεγονός ότι ανάμεσα σε φωνές και διαμαρτυρίες, επευφημίες αλλά και εκνευρισμό άκουσε μία κραυγή; Όταν όλοι κραύγαζαν, ο Κύριος άκουσε μια «κραυγή»;

Οπωσδήποτε ένας σκεπτόμενος άνθρωπος θα εκπλησσόταν, ωστόσο μια τέτοια περιγραφή δεν είναι σπάνια στα ευαγγελικά κείμενα. Μπορούμε να θυμηθούμε την κραυγή της Χαναναίας, τις κραυγές των λεπρών και βέβαια το άγγιγμα της αιμορροούσης γυναικός, η οποία θεραπεύτηκε αγγίζοντάς τον. Μάλιστα για την περίπτωση εκείνη θα παρατηρούσε κάποιος ότι αφού τον απωθούσε τόσος κόσμος, πώς εκείνος ρώτησε «ποιος τον άγγιξε»; Με βάση λοιπόν τις πιο πάνω περιπτώσεις, μια αρχική διαπίστωση θα μπορούσε να είναι το ότι ο διδάσκαλος, παρά την ασφυκτική παρουσία του όχλου, φροντίζει να προβάλλει τη σημασία του ανθρώπινου προσώπου, εξατομικεύοντας τις ανάγκες του ανθρώπου.

Για να αντιληφθούμε όμως το ποιμαντικό αυτό έργο του Χριστού χρειάζεται να κατανοήσουμε την αιτία που προκαλεί την προσοχή του. Με αφορμή λοιπόν την ευαγγελική περικοπή που εξετάζουμε θα μπορούσαμε να εστιάσουμε το ενδιαφέρον της παραβολής μας στο θέμα της κραυγής.


Η ποιότητα της κραυγής που ελκύει το έλεος του Θεού.

Τι ορίζουμε ως κραυγή; Συνήθως τη δυνατή εκείνη φωνή δια της οποίας εκδηλώνεται ψυχική ένταση. Κραυγάζουν πολλοί. Σε συλλογικό επίπεδο (ας θυμηθούμε τους φιλάθλους στο γήπεδο ή τους οπαδούς ενός πολιτικού κόμματος), αλλά και σε διαπροσωπικό επίπεδο. Αν και συνήθως προκαλεί θόρυβο, εντούτοις έστω και με αρνητικό τρόπο, η κραυγή δεν χάνει την ιδιότητα μιας μορφής επικοινωνίας, ή ενός τρόπου αναφοράς.

Ποια κραυγή όμως προσελκύει την προσοχή του Κυρίου; Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μας βοηθά με τη σκέψη του να κατανοήσουμε ποια είναι η αυθεντική κραυγή. Κατά τον ι. πατέρα, για να κατανοήσει ο άνθρωπος ποια κραυγή εισακούεται από τον Κύριο, αρκεί να σκεφθεί από τον καθημερινό του βίο τι συμβαίνει όταν κραυγάζει για κάτι με όλη του τη δύναμη. Αναφέρει λοιπόν ότι, κατά τον ίδιο τρόπο που κάποιος κραυγάζοντας δυνατά αισθάνεται ότι μαζί με τη φωνή «αδειάζει» ο ίδιος από την πνοή του, έτσι και εκείνος που κραυγάζει στον Κύριο χωρίς να χρησιμοποιεί τα χείλη του, αλλά την καρδία του, αδειάζει από κάποια εσωτερική δυσκολία ή κάποιο καταπιεστικό προβληματισμό. Δηλαδή, εκείνη που κραυγάζει είναι η καρδία και όχι τα χείλη. Όσο περισσότερο κραυγάζει η καρδία προς τον Κύριο τόσο εκείνος γίνεται μόνη μέριμνά της, τόσο ο νους αδειάζει από τις μέριμνες που τον απασχολούν και στρέφεται μέσα στον άνθρωπο, και τότε ο άνθρωπος προσανατολίζεται στο κύριο μέλημά του, δηλαδή το θέλημα του Θεού.

Ο άγιος Ιωάννης, με τις συχνές αναφορές του στα προβλήματα της υπάρξεως, μας υπενθυμίζει ότι αρκεί κάποιος να μελετήσει τους Ψαλμούς για να αντιληφθεί πόσες φορές συναντάται το ρήμα «κράζω», και έτσι να διαπιστώσει πόσο συχνά ο άνθρωπος έχει την ανάγκη να κραυγάσει προς τον Κύριο. Κατά τον ι. πατέρα, παρατηρώντας την ανθρώπινη κραυγή στους Ψαλμούς πρέπει να έχουμε κατά νου ότι όταν ο άνθρωπος κραυγάζει, για να τον ακούσει ο Κύριος, πρέπει να διακρίνεται η κραυγή του από ορισμένα χαρακτηριστικά ένα από τα οποία είναι το πάθος, η προθυμία που λέει ο άγιος Ιωάννης ή άλλως η δύναμη της διάνοιας. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχει φλεγόμενος ζήλος που θα προκαλέσει το έλεος του Κυρίου, διότι στην περίπτωση αυτή σημαίνει ότι ο άνθρωπος κραυγάζει με όλη του την καρδία.

Ένα άλλο θεμελιώδες χαρακτηριστικό είναι το στοιχείο των δακρύων. Ήκουσα του κλαυθμού της φωνής σου , καταθέτει ο ψαλμωδός, δηλαδή της ψυχής σου ερμηνεύει ο ι. Χρυσόστομος. Εισακούει ο Κύριος τις ψυχές εκείνων που θρηνούν. Οπωσδήποτε είναι σημαντικά τα δάκρυα των οφθαλμών, αλλά τα δάκρυα αυτά πρέπει να εκπηγάζουν από τον θρήνο της ψυχής . Αυτός ο θρήνος είναι αυθεντικός και γνήσιος γιατί προσδιορίζει την κραυγή της πραγματικής ανάγκης του ανθρώπου, δηλαδή τη νοσταλγία του χαμένου παραδείσου.

Τέλος, ο άγιος θυμάται τον Ψαλμό εκείνο που αναφέρει ότι ο Θεός, «ουκ επελάθετο της φωνής των πενήτων». Ο Κύριος εισακούει εκείνους οι οποίοι είναι πτωχοί τω πνεύματι δηλαδή οι συντετριμμένοι από αγάπη προς τον Κύριο, των οποίων η καρδιά έγινε ταπεινή για να μπορεί να ακουστεί, γιατί η κραυγή προς τον Κύριο ακούγεται μόνο όταν πηγάζει από το βάθος της ταπείνωσης.


Μια διαχρονική παθολογία κραυγής.

Πάντοτε ο άνθρωπος κραύγαζε προς τον Θεό. Αλλά και σήμερα πολλοί άνθρωποι κραυγάζουν προς τον Κύριο, καθώς αισθάνονται ότι ασφυκτιούν από τον σύγχρονο τρόπο ζωής καθώς προκύπτουν περίπλοκες ανάγκες και προβλήματα πάνω σε θέματα επιβίωσης και υγείας και κυρίως δοκιμασιών της υπάρξεως.

Φαίνεται όμως πως η κραυγή του σύγχρονου ανθρώπου διακρίνεται από μια διαχρονική παθολογία. Δεν είναι η κραυγή της ταπείνωσης και του κλάματος της ψυχής, αλλά η κραυγή του θυμού γιατί ο Κύριος αδίκησε τον άνθρωπο. Είναι η κραυγή της αίσθησης της αδικίας, όπως εκφράζεται από το διαχρονικό ερώτημα, «γιατί ο Κύριος επέτρεψε να μου συμβεί αυτή η συμφορά αν και εγώ ήμουν απέναντι του εντάξει»; Έτσι, η κραυγή αυτή είναι συχνά «ακάθαρτη» γιατί είναι γεμάτη από θυμό και αγριότητα, υστεροβουλία και διάθεση συναλλαγής και θεοδικίας. Ίσως διότι η πίστη του ανθρώπου είναι πολύ αδύνατη «για να τον σώσει» , αδυναμία που διαπιστώνεται στο ότι δεν αντέχει τη δικαιοσύνη του Θεού. Τότε όμως πώς θα ακουστεί η κραυγή του αφού βγαίνει από τα χείλη και όχι από την καρδιά;

Είναι λοιπόν γόνιμη η ευαγγελική αυτή περικοπή του ευαγγελιστή Λουκά, διότι μπορεί να αποτελέσει αφορμή σπουδής στη σημασία της κραυγής. Σύμφωνα με τα πιο πάνω, ο σύγχρονος άνθρωπος μπορεί να διδαχθεί από τον φτωχό και εξαθλιωμένο τυφλό της Ιεριχούς πώς πρέπει να κραυγάζει, ώστε η κραυγή του να μην προκαλεί απλώς θόρυβο, αλλά να είναι φωνή δακρύων, ταπείνωσης και εμπιστοσύνης προς τον Κύριο.

Κωνσταντίνος Κορναράκης


Πηγή: paterikakeimena.blogspot.gr

Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΙΝ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ - Γ' ΕΜΦΑΝΙΣΙΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ: Εὐαγγέλιον (Νά σηκώνουμε τό σταυρό μας - Πόσο ἀξίζει μία ψυχή)



Εὐαγγέλιο Κυριακής: Μάρκ. η΄ 34 – θ΄ 1
Εἶπεν ὁ Κύριος· 34 ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι. 35 ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾿ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου οὗτος σώσει αὐτήν. 36 τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; 37 ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ; 38 ὃς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων.
1 ΚΑΙ ἔλεγεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει.

Κυριακή μετά την ύψωση

Να σηκώνουμε το σταυρό μας

Την Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, στο ευαγγελικό ανάγνωσμα ο Κύριος καλεί όλους τους πιστούς να σηκώνουμε με πίστη τον δικό μας σταυρό λέγοντας: Εκείνος που θέλει να με ακολουθεί ως μαθητής μου, ας διακόψει κάθε σχέση με τον διεφθαρμένο από την αμαρτία εαυτό του και ας πάρει τη σταθερή απόφαση να σηκώνει καθημερινά τον σταυρό του, και τότε ας με ακολουθεί. Διότι, όποιος θέλει να σώσει την πρόσκαιρη ζωή του, θα χάσει την αιώνια ζωή. Όποιος όμως χάσει και θυσιάσει τη ζωή του για μένα και το Ευαγγέλιό μου, αυτός θα σώσει την ψυχή του και θα κερδίσει την αιώνια μακαριότητα.
Τι νόημα έχουν τα λόγια αυτά του Κυρίου; Γιατί ο Κύριος ζητά από όλους τους μαθητές του να σηκώνουν διαρκώς ένα σταυρό; Για να κατανοήσουμε το νόημα των λόγων αυτών του Κυρίου θα πρέπει να δούμε πότε ο Κύριος είπε τα λόγια αυτά. Τα είπε ακριβώς μετά από την ώρα εκείνη που ο απόστολος Πέτρος με έντονο τρόπο προέτρεψε τον Κύριο να μην πάει στην Ιερουσαλήμ, να άνηθοι το Πάθος και το σταυρικό θάνατο. Τότε ο Κύριος μπροστά στους μαθητές επέπληξε τον Πέτρο και του είπε: «ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ» (Ματθ. ις’ 23). Διότι ο Πέτρος δεν μπορούσε να κατανοήσει εκείνη την ώρα ότι χωρίς τον σταυρικό θάνατο του Κυρίου δεν θα σωζόταν το ανθρώπινο γένος.
Αμέσως λοιπόν μετά ο Κύριος προσκαλεί τους μαθητές του και τα πλήθη και μπροστά σε όλους λέει ότι όχι μόνον ο ίδιος πρέπει να σταυρωθεί, αλλά και ότι κανείς δεν μπορεί να σωθεί παρά μόνον αν σηκώσει ο καθένας τον δικό του σταυρό και Τον ακολουθήσει όπως το πρόβατο τον ποιμένα, όπως ο δούλος τον κύριό του, όπως ο στρατιώτης τον βασιλέα, ακολουθώντας τον ίδιο δρόμο.
Αλλά τι σημαίνει να σηκώνουμε τον σταυρό μας; Όπως οι κατάδικοι σήκωναν τον σταυρό τους μέχρι τον τόπο της θανατικής τους εκτελέσεως, με τη βεβαιότητα ότι σε λίγο θα πέθαιναν, έτσι κι εμείς: να ζούμε καθημερινά ως μελλοθάνατοι, έχοντας διακόψει οριστικά κάθε δεσμό με τη ζωή αυτή, με τον κόσμο, την αμαρτία, τον παλαιό εαυτό μας. Με την απόφαση κάθε στιγμή, αργά η γρήγορα, να πεθάνουμε.
Σημαίνει ακόμη να σηκώνουμε αγόγγυστα τον σταυρό της κάθε ημέρας. Δηλαδή τις θλίψεις και τις δοκιμασίες που θα επιτρέψει ο Θεός στη ζωή μας, κάθε στενοχώρια και πόνο, κάθε δυσκολία στον αγώνα για την κατανίκηση των παθών μας και την απόκτηση των αρετών. Με τη βεβαιότητα ότι ο σταυρός, ο πόνος και οι θλίψεις είναι η κοινή κληρονομιά των παιδιών του Θεού· και ότι ο Κύριος επιτρέπει στον καθένα μας ξεχωριστό και μοναδικό για την περίπτωσή μας κατάλληλο σταυρό, και αυτόν οφείλουμε να τον σηκώνουμε όχι με γογγυσμό και ταραχή, με αντίδραση και διαμαρτυρία. Ούτε καταναγκαστικά, επειδή δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Αλλά με χαρά, με την πεποίθηση ότι αυτός ο σταυρός θα μας οδηγήσει στη σωτηρία.

Πόσο αξίζει μια ψυχή

Ο Κύριος στη συνέχεια κάνει μία σύγκριση ανάμεσα στην εγκοσμιότητα και στην αιωνιότητα. Τι θα ωφελήσει τον άνθρωπο, λέει, εάν κερδίσει όλο αυτόν τον υλικό κόσμο, και στο τέλος χάσει την ψυχή του, η οποία επειδή είναι πνευματική και αιώνια δεν συγκρίνεται με κανένα από τα υλικά αγαθά του φθαρτού κόσμου; Και, εάν ένας άνθρωπος χάσει την ψυχή του, τι θα δώσει ως αντάλλαγμα, για να την εξαγοράσει απ’ την αιώνια απώλεια;
Οποιοσδήποτε ντραπεί εμένα, συνέχισε ο Κύριος, επειδή φοβόνται τις περιφρονήσεις των ανθρώπων της αποστατημένης αυτής γενιάς, αυτόν θα τον αποκηρύξει και ο Υιός του ανθρώπου κατά τη μέλλουσα κρίση. Αυτός δηλαδή θα χάσει την ψυχή του για πάντα!
Με δύο λόγια δηλαδή ο Κύριος μας εξηγεί ποιο είναι το μεγαλύτερο κακό που μπορούμε οι άνθρωποι να πάθουμε: να χάσουμε την αθάνατη ψυχή μας. Διότι, μας λέει, η ψυχή μας αξίζει περισσότερο απ’ όλα τα αγαθά του κόσμου αυτού. Έχει μεγαλύτερη αξία απ’ όλα τα πλούτη, τις τιμές και τις απολαύσεις του κόσμου. Γι’ αυτό άλλωστε, για την πολύτιμη αυτή ψυχή μας ο Χριστός μας έδωσε το πλέον ατίμητο λύτρο, το τίμιο αίμα του. Εξαγόρασε την ψυχή μας απ’  τη σκλαβιά της αμαρτίας, διότι γνωρίζει ο Θεός την πραγματική αξία της ψυχής μας. Εμείς λίγο καταλαβαίνουμε την αιωνία αξία της. Λίγο κατανοούμε ότι η απώλεια της ψυχής είναι το μεγαλύτερο κακό που μπορούμε να πάθουμε. Διότι αν χάσουμε την ψυχή μας, αν χωρισθούμε δηλαδή αιωνίως απ’ τον Θεό και βυθισθούμε στο αιώνιο σκοτάδι, η απώλεια αυτή θα είναι οριστική και αμετάκλητη. Μήπως έχουμε δύο ψυχές, να δώσουμε τη μία στην αμαρτία και την άλλη στον Χριστό; Χρήματα και περιουσίες μπορούμε να ανταλλάξουμε. Την ψυχή μας όμως αν την χάσουμε, χάσαμε τα πάντα, χάσαμε κάθε αγαθό, χάσαμε τον αιώνιο Παράδεισο, χάσαμε τον Θεό. Την ψυχή μας λοιπόν και τα μάτια μας! Την ψυχή μας και τη σωτηρία μας! Πάνω απ’ όλα, και πρώτα απ’ όλα!

Πηγή: www.xfd.gr




Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ: Εὐαγγέλιον - Ὁμιλία Μητροπολίτη Γ.Ο.Χ. Δημητριάδος κ. Φωτίου





Εὐαγγέλιο Κυριακῆς: Ματθαίου (κβ’ 2-14)

2 ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ βασιλεῖ, ὅστις ἐποίησε γάμους τῷ υἱῷ αὐτοῦ.

3 Καὶ ἀπέστειλε τοὺς δούλους αὐτοῦ καλέσαι τοὺς κεκλημένους εἰς τοὺς γάμους, καὶ οὐκ ἤθελον ἐλθεῖν.
4 Πάλιν ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους λέγων· εἴπατε τοῖς κεκλημένοις· ἰδοὺ τὸ ἄριστόν μου ἡτοίμασα, οἱ ταῦροί μου καὶ τὰ σιτιστὰ τεθυμένα, καὶ πάντα ἕτοιμα· δεῦτε εἰς τοὺς γάμους.

5 Οἱ δὲ ἀμελήσαντες ἀπῆλθον, ὁ μὲν εἰς τὸν ἴδιον ἀγρόν, ὁ δὲ εἰς τὴν ἐμπορίαν αὐτοῦ·

6 οἱ δὲ λοιποὶ κρατήσαντες τοὺς δούλους αὐτοῦ ὕβρισαν καὶ ἀπέκτειναν.

7 Ἀκούσας δὲ ὁ βασιλεὺς ἐκεῖνος ὠργίσθη, καὶ πέμψας τὰ στρατεύματα αὐτοῦ ἀπώλεσε τοὺς φονεῖς ἐκείνους καὶ τὴν πόλιν αὐτῶν ἐνέπρησε.
8 Τότε λέγει τοῖς δούλοις αὐτοῦ· ὁ μὲν γάμος ἕτοιμός ἐστιν, οἱ δὲ κεκλημένοι οὐκ ἦσαν ἄξιοι·
9 πορεύεσθε οὖν ἐπὶ τὰς διεξόδους τῶν ὁδῶν, καὶ ὅσους ἐὰν εὕρητε καλέσατε εἰς τοὺς γάμους,

10 καὶ ἐξελθόντες οἱ δοῦλοι ἐκεῖνοι εἰς τὰς ὁδοὺς συνήγαγον πάντας ὅσους εὗρον, πονηρούς τε καὶ ἀγαθούς· καὶ ἐπλήσθη ὁ γάμος ἀνακειμένων.

11 Εἰσελθὼν δὲ ὁ βασιλεὺς θεάσασθαι τοὺς ἀνακειμένους εἶδεν ἐκεῖ ἄνθρωπον οὐκ ἐνδεδυμένον ἔνδυμα γάμου,

12 καὶ λέγει αὐτῷ· ἑταῖρε, πῶς εἰσῆλθες ὧδε μὴ ἔχων ἔνδυμα γάμου; ὁ δὲ ἐφιμώθη.
13 Τότε εἶπεν ὁ βασιλεὺς τοῖς διακόνοις· δήσαντες αὐτοῦ πόδας καὶ χεῖρας ἄρατε αὐτὸν καὶ ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων.

14 Πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί.

Ἡ παραβολὴ τῶν βασιλικῶν γάμων


Μητροπολίτης Γ.Ο.Χ. Δημητριάδος κ. Φώτιος



Σήμερα στο απόσπασπασμα του Αγίου Ευαγγελίου το οποίο ακούσατε, το θέμα ήταν η παραβολή των βασιλικών γάμων. Η υπόθεση είναι παρόμοια με την προηγούμενη παραβολή του αμπελώνος, όπως θα διαπιστώσετε. Με απλά λόγια ο Χριστός είπε: «Η βασιλεία των ουρανών ομοιάζει με ένα βασιλέα, ο οποίος επρόκειτο να κάνη τους γάμους του υιού του. Και έστειλε τους δούλους του να καλέσουν τους καλεσμένους στους γάμους, αλλά αυτοί δεν ήθελαν να έλθουν. Πάλιν έστειλε άλλους δούλους με την εντολή, «Να πείτε στους καλεσμένους: ορίστε, ετοίμασα το γεύμα μου• οι ταύροι μου και τα θρεφτάρια μου έχουν σφαγεί και όλα είναι έτοιμα. Ελάτε στους γάμους». Αυτοί όμως αδιαφόρισαν και έφυγαν, ο ένας για το χωράφι του, άλλος για το εμπόριό του. Οι λοιποί, αφού συνέλαβαν τους δούλους του, τους κακοποίησαν και τους εθανάτωσαν.

Και ο βασιλεύς εκείνος, όταν το άκουσε, θύμωσε πολύ και έστειλε τον στρατό του και εξωλόθρευσε τους φονιάδες εκείνους και έκαψε την πόλη τους. Τότε λέγει στους δούλους του: «Ο μεν γάμος είναι έτοιμος, οι καλεσμένοι όμως δεν ήσαν άξιοι. Πηγαίνετε λοιπόν στα σταυροδρόμια και όσους βρείτε, καλέστε τους στους γάμους». Και οι δούλοι βγήκαν στους δρόμους, μάζεψαν όλους όσους ευρήκαν, κακούς και καλούς, και εγέμισε η αίθουσα του γάμου από φιλοξενούμενους.

Όταν όμως εισήλθε ο βασιλεύς να δει τους φιλοξενούμενους, είδε εκεί έναν, ο οποίος δεν είχε ένδυμα γάμου, και του λέγει: «Φίλε, πως εισήλθες εδώ χωρίς να έχης ένδυμα γάμου;», αυτός δε έμεινε άφωνος. Τότε είπε ο βασιλεύς στους υπηρέτες, «Αφού του δέσετε τα πόδια και τα χέρια, σηκώστε τον και ρίξτε τον έξω στο σκοτάδι• εκεί θα είναι το κλάμα και το τρίξιμο των δοντιών». Διότι πολλοί είναι οι καλεσμένοι, λίγοι όμως είναι οι εκλεκτοί».

Ο Χριστός παρωμοίασε την βασιλεία των ουρανών με γάμους βασιλικούς. Διότι, όπως στους γάμους επικρατεί χαρά και ευφροσύνη, έτσι και στην βασιλεία των ουρανών θα υπάρχη χαρά και αγαλλίαση, δόξα και ατελείωτη ευφροσύνη. Ο Βασιλέας που οργανώνει τους γάμους του Υιού του είναι ο Θεός. Και ο Χριστός πολλάκις ονομάζεται Νυμφίος. Προσκεκλημένοι είναι αρχκά οι Ιουδαίοι. Δεν φάνηκαν όμως αντάξιοι της κλήσεως στην πλειονότητά τους. Δεν έδειξαν ενδιαφέρον για την βασιλεία των ουρανών, διότι η καρδιά τους ήταν προσκολλημένη «στα χωράφια τους και τις εμπορίες τους», δηλαδή στα υλικά αγαθά, στα πλούτη, στην καλοπέραση και στις προσωρινές απολαύσεις του κόσμου αυτού. Έτσι οι Εβραίοι, οι οποίοι αδιαφόρησαν στους απεσταλμένους του Θεού -τους Προφήτες- και τους κακοποίησαν με διάφορους τρόπους. Άλλους τους ύβρισαν και τους εξευτέλισαν, όπως τον Ιερεμία, τον οποίο έβαλαν μέσα σε έναν λάκκο με βόρβορο, άλλους τους εθανάτωσαν ακόμη, όπως τον Ησαΐα. Τελικώς εσταύρωσαν και τον ίδιο τον Χριστό. Απέρριψαν τον Σωτήρα Χριστό και εφάνησαν ανάξιοι της βασιλείας του Θεού.

Λόγω αυτής τους της συμπεριφοράς ο Θεός παραχωρεί να απολάβουν την κατάλληλη ποινή. Άλλωστε και οι ίδιοι οι φαρισαίοι στην προηγούμενη παραβολή του αμπελώνος είχαν αποφανθεί ως ένορκοι στην δική τους δίκη, περί των κακών γεωργών (πριν συνειδητοποιήσουν ότι αυτοί ήταν οι κακοί γεωργοί): «αφού ήταν τόσο κακοί, με κακό και οδυνηρό τρόπο να τους εξολοθρεύσει και να εμπιστευθεί τον αμπελώνα σε άλλους γεωργούς, οι οποίοι θα του αποδώσουν τους καρπούς όταν έρχεται η κατάλληλη εποχή της συγκομιδής». Εδώ τώρα, σε αυτήν την παραβολή, ο Χριστός προφητεύει την εφαρμογή ακριβώς της ποινής αυτής που οι ίδιοι οι Αρχιερείς και οι Φαρισαίοι είχαν εκδώσει. Αυτό έγινε περίπου 40 έτη αργότερα, όταν ο Ρωμαίος στρατηγός Τίτος, ο μετέπειτα Αυτοκράτορας, κατέστρεψε τα Ιεροσόλυμα και κατέσφαξε τους Ιουδαίους διασκορπίζοντας όσους επέζησαν στα τέσσερα σημεία του ορίζοντος. Έτσι «κακοί, κακώς απωλέσθησαν» όπως οι ίδιοι είχαν παραδεχθεί ότι τους άξιζε, και ο Θεός στράφηκε αλλού για να καλέσει συνδαιτημόνες τους γάμους. Έστειλε τους δούλους Του, τους Αγίους Αποστόλους και εκάλεσε τους εθνικούς στην βασιλεία του. Μεταξύ αυτών και εμάς τους Έλληνες. Αυτοί που περιπλανιώνταν στους διάφορους δρόμους και τα σταυροδρόμια είναι οι εθνικοί που αναζητούσαν την αλήθεια σε διάφορες κατευθύνσεις περιπλανώμενοι πνευματικώς. Εκλήθησαν στην βασιλεία όλοι και οι καλοί και οι κακοί: «συνήγαγον πάντας όσους εύρον, πονηρούς τε και αγαθούς», δηλαδή τόσο όσοι ζούσαν προσεκτικά σύμφωνα με τον νόμο της συνειδήσεώς τους, όσο και οι αμελείς, αρκεί να ανταποκρίνονταν στην κλήση. Διότι ο Θεός θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι, εντασσόμενοι στην Εκκλησία Του και ζώντας κατά Θεόν. Γι’ αυτό άλλωστε και η Εκκλησία του Χριστού ονομάζεται Καθολική. απευθύνεται σε όλους, δέχεται όλους και τους μεταποιεί σε σωζωμένους.

Είναι μεγάλη τιμή το ότι ο Θεός μας προσκαλεί στην Βασιλεία Του.  Η κλήση είναι έργο της Χάριτος. Όμως δεν είναι αρκεί αυτό για την σωτηρία μας. Χρειάζεται και το κατάλληλο ένδυμα. Δηλαδή να φανούμε και εμείς αντάξιοι της κλήσεως μας. Το ένδυμα του γάμου είναι ο καθαρός και ολόφωτος χιτώνας που λαμβάνουμε δια του αγίου Βαπτίσματος. Αυτόν τον χιτώνα διατηρούμε καθαρό δια του μυστηρίου της ιεράς εξομολογήσεως. Έτσι γινόμαστε άξιοι να λάβουμε μέρος στο βασιλικό τραπέζι, δηλαδή την βασιλεία του Θεού. Αυτόν τον χιτώνα δεν διαθέτουν οι εκτός Εκκλησίας ετερόθρησκοι και διάφοροι αιρετικοί. Γι’ αυτό πρέπει να το θεωρούμε μαγάλη τιμή το ότι είμεθα εντός της αληθινής Εκκλησίας του Χριστού και να φροντίζουμε να φανούμε αντάξιοι της τιμής αυτής.

Ας προσέξουμε πολύ το τέλος της ευαγγελικής περικοπής όπου ο Χριστός δηλώνει: «Πολλοί γαρ εισί κλητοί, ολίγοι δε εκλεκτοί». Οι καλεσμένοι είναι πολλοί, όμως λίγοι αποδεικνύονται αντάξιοι της Θεϊκής κλήσεως. Μακάρι μεταξύ αυτών των λίγων να συμπεριληφθούμε και όλοι εμείς. Αμήν.


Σάββατο 23 Αυγούστου 2014

Κυριακή ΙΑ’ Ματθαίου: Περί σκληροκαρδίας (Αγίου Λουκά Κριμαίας)




Ποιός άνθρωπος δεν θα θυμώσει και δεν θα δια­μαρτυρηθεί ακούγοντας την παραβολή του κακού δού­λου στον οποίο ο Κύριος του συγχώρεσε ένα μεγάλο χρέος ενώ αυτός δεν ήθελε να συγχωρέσει στον πλη­σίον του ένα μικρό;

Ταράζεται η καρδιά μας όταν βλέπουμε τις χειρό­τερες εκδηλώσεις των παθών και της αμαρτωλότητας των ανθρώπων. Σωστά είπε ο προφήτης Δαβίδ: «Και ερρύσατο την ψυχήν μου εκ μέσον σκύμνων, εκοιμήθην τεταραγμένος υιοί ανθρώπων, οι οδόντες αυτών όπλα και βέλη, και η γλώσσα αυτών μάχαιρα οξεία» (Ψαλ. 56, 5). Και δεν το λέει για τους φονιάδες και τους κακούργους αλλά για μας τους απλούς ανθρώ­πους. Εμάς μας αποκαλεί λιοντάρια και λέει ότι τα δόντια μας είναι όπλα και βέλη και η γλώσσα ακο­νισμένο σπαθί. Και το σπαθί είναι όργανο του φόνου.

Αν η γλώσσα μας είναι σαν το αιχμηρό σπαθί τό­τε μπορούμε να την χρησιμοποιήσουμε για να φο­νεύουμε τους ανθρώπους. Και όντως πολλές φορές το κάνουμε και δεν θεωρούμε τους εαυτούς μας δολοφό­νους. Πληγώνουμε την καρδιά του πλησίον με συκο­φαντία και ψέμα, προσβάλλουμε τη δική του ανθρώ­πινη αξιοπρέπεια, ταράζουμε την καρδιά του με κακο­λογία΄ αυτό δεν είναι πνευματικός φόνος;

Ακούμε πως κάποιος από τους γνωστούς ανθρώ­πους μοιχεύει και θυμώνουμε μ' αυτόν. Δεν είναι δύ­σκολο να θυμώνεις με τους άλλους. Δύσκολο είναι να θυμώνεις με τον εαυτό σου. Έχουμε δικαίωμα να θυ­μώνουμε με τους άλλους ενώ οι ίδιοι δεν έχουμε την καθαρότητα που ζητά από μας ο Χριστός; Πόσοι από μας δεν έχουν κοιτάξει ποτέ γυναίκα ή άνδρα με πό­θο; Λίγοι, πολύ λίγοι.

Ο Κύριος Ιησούς Χριστός κάθε ακάθαρτο βλέμ­μα που ρίχνουμε στη γυναίκα το ονομάζει μοιχεία. Και αν ακόμα δεν την κάναμε με το σώμα, στην καρ­διά μας την είχαμε κάνει.

Ένας μεγάλος ιεράρχης, ο άγιος Τύχων του Ζαντόνσκ, λέει το εξής: «Τις αμαρτίες που βλέπουμε στους άλλους τις έχουμε και εμείς». Αυτό είναι πολύ σωστό. Όλες οι αμαρτίες που βλέπουμε στους άλλους υ­πάρχουν και μέσα μας,ίσως σε βαθμό πιο μικρό, αλλά έχουμε το ίδιο ακάθαρτη καρδιά που η ακαθαρσία της φανερώνεται με τις προσβολές του πλησίον και το μίσος εναντίον του. Τέτοια ακαθαρσία υπάρχει στην καρδιά κάθε ανθρώπου. Γι' αυτό, τον λόγο τού μεγάλου Ιεράρχη πρέπει να τον θυμόμαστε και να τον έχουμε πάντα στην καρδιά μας.

Όταν βλέπουμε την αμαρτωλότητα των άλλων πρέπει να δούμε την δική μας καρδιά και να αναρωτη­θούμε: «Εγώ είμαι καθαρός από αμαρτία, δεν υπάρχει μέσα μου το ίδιο πάθος που βλέπω στον αδελφό μου;»

Πάντα θυμόμαστε αυτά που μας προκαλούν μεγα­λύτερη εντύπωση. Θυμόμαστε, για παράδειγμα τους σεισμούς. Και όσο πιο συμπονετική είναι η καρδιά μας τόσο περισσότερο χρόνο θυμόμαστε τα δυστυχήματα. Ενώ οι σκληρόκαρδοι άνθρωποι τα ξεχνάνε πο­λύ γρήγορα.

Δεν δουλεύουν έτσι οι σεισμολόγοι. Πάντα έχουν στο νου τους τούς σεισμούς και κάθε μέρα κάνουν τις ανάλογες μετρήσεις. Απ’ αυτούς πρέπει να παίρνουμε το παράδειγμα. Όπως οι σεισμολόγοι πάντα με προ­σοχή παρακολουθούν τις δονήσεις στο εσωτερικό ή την επιφάνεια της γης, το ίδιο πρέπει εμείς να παρα­κολουθούμε ακούραστα τις κινήσεις της δικής μας καρδιάς και να διώχνουμε από μέσα της κάθε ακαθαρ­σία. Να προσέχουμε τις σκέψεις μας, τις επιθυμίες, τα κίνητρα και τις πράξεις. Να τα αναλύουμε με προσο­χή εξετάζοντας μήπως υπάρχει σ' αυτά κάτι αμαρτω­λό.

Αν μιμηθούμε τους σεισμολόγους και παρακολου­θούμε με προσοχή τις κινήσεις της δικής μας καρ­διάς, τότε θα συνειδητοποιήσουμε την δική μας αμαρτωλότητα και την αναξιότητα και δεν θα δίνουμε προσοχή σ' αυτά που κάνουν οι άλλοι και δεν θα τους κα­τακρίνουμε γι' αυτά που κάνουν.

Προκαλεί αγανάκτηση η συμπεριφορά του κακού δούλου που ο εύσπλαχνος κύριος μόλις του άφησε μεγάλο χρέος δέκα χιλιάδων ταλάντων και εκείνος μόλις είδε κάποιον που του όφειλε μόνο εκατό δηνά­ρια τον έπιασε και άρχισε να τον σφίγγει. Ο φτωχός τον παρακαλούσε και του έλεγε ίδια λόγια που μόλις πριν λίγο ο άσπλαχνος δούλος έλεγε μπροστά στον κύριο: «Μακροθύμησον επ' εμοί και αποδώσω σοι» (Μτ. 18, 29). Αλλά εκείνος δεν θέλει να περιμένει και βάζει στην φυλακή τον οφειλέτη του.

Τί πιο άδικο μπορεί να υπάρχει;

Είναι έσχατος βαθμός σκληροκαρδίας και ασπλαχνίας, είναι πλήρης απουσία της ευσπλαχνίας, της θέλησης και της ικανότητας να αφήνει κανείς στον πλησίον τα οφειλήματά του. Είναι η λήθη εκεί­νης της αίτησης που κάθε μέρα απευθύνουμε στον Θεό: «Και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Δεν θέλουμε να αφήνουμε στον πλησίον τα οφειλήματά του, περιμέ­νουμε όμως από τον Θεό να μας αφήσει τα δικά μας.

Την πιο σκοτεινή πλευρά της ψυχής του έδειξε αυτός ο άκαρδος άνθρωπος στον πλησίον του. Ποιά ήταν η αιτία να φερθεί τόσο σκληρά και να καταπα­τήσει το δίκαιο; Πρώτ' απ' όλα ήταν ο εγωισμός του, η φιλαυτία του. Λογάριαζε μόνο τον εαυτό του και δεν σκεφτόταν τους άλλους, μόνο για τον εαυτό του ή­θελε καλό. Όλες οι σκέψεις και επιδιώξεις του ήταν στο να αποκτήσει όσο γίνεται πιο πολλά. Ήταν πολύ μεγάλος εγωιστής. Δεν του αρκούσε ότι πήρε από τον κύριο δέκα χιλιάδες τάλαντα, δεν μπορούσε να ξεχά­σει και εκείνα τα εκατό δηνάρια που του χρωστούσε ο φτωχός.

Ας δούμε όμως τη δική μας καρδιά. Δεν υπάρχει μέσα μας σκληροκαρδία καιφιλαργυρία; Πόσοι από μας περιφρονούν τα λεφτά και δεν επιδιώκουν τον πλούτο; Λίγοι, πολύ λίγοι. Φιλαργυρία είναι η αμαρ­τία των περισσότερων ανθρώπων. Αγανακτώντας για την φιλαργυρία του καλού δούλου, πρέπει με ταπείνω­ση να παραδεχτούμε ότι και εμείς ευθυνόμαστε για την ίδια αμαρτία.Στο παράδειγμα του κακού αυτού δούλου βλέπουμε την χειρότερη εκδήλωση του πά­θους του εγωισμού και της φιλαργυρίας. Όμως δεν α­γαπάμε και εμείς τον εαυτό μας πιο πολύ από τον πλη­σίον μας; Τηρούμε την εντολή: «Αγαπήσεις τον πλη­σίον σου ως σεαυτόν» (Μτ. 19, 19);

Αγαπάμε τον εαυτό μας και για τους άλλους λίγο νοιαζόμαστε. Αυτό σημαίνει εγωισμός, είναι το πάθος που σε τέτοια άσχημη μορφή εκδηλώθηκε στην περί­πτωση του κακού δούλου. Ήταν άνθρωπος σκληρόκαρδος και άσπλαχνος. Εμείς όμως μπορούμε να πούμε για τον εαυτό μας ότι τηρούμε την εντολή του Χριστού:«Γίνεσθε ουν οικτίρμονες, καθώς και ο πατήρ υ­μών οικτίρμων εστί;» (Λκ. 6, 36).

Ποιός αγαπάει τον πλησίον του σαν τον εαυτό του; Ποιός τον φροντίζει όπως φροντίζει τον εαυτό του; Μόνο οι άγιοι. Εμείς δεν είμαστε άγιοι γιατί ό­λοι έχουμε τα ίδια πάθη που βλέπουμε στους άλλους, όπως είπε ο άγιος Τύχων του Ζαντόνσκ.

Πολλές φορές δεν δείχνουμε έλεος στους οφειλέτες μας. Αλλά ο απόστολος Ιάκωβος λέει: «Η γαρ κρίσις ανέλεος τω μη ποιήσαντι έλεος» (Ιακ. 2, 13). Να τρο­μάζουμε ακούγοντας αυτά τα λόγια του αποστόλου για­τί θα έχουμε την ίδια μοίρα με τον άσπλαχνο δούλο, τον οποίο οργισμένος ο κύριος παρέδωσε στους βασα­νιστές, ώσπου να ξεπληρώσει όλο το χρέος.

Στο τέλος της παραβολής ο Χριστός είπε: «Ούτω και ο πατήρ μου ο επουράνιος ποιήσει υμίν, εάν μη αφήτε έκαστος τω αδελφώ αυτόν από των καρδιών υ­μών τα παραπτώματα αυτών» (Μτ. 18, 35).

Μία άλλη φορά ο Χριστός είπε: «Εάν γαρ αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, αφήσει και υμίν ο πατήρ υμών ο ουράνιος΄ εάν δε μη αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, ουδέ ο πατήρ υ­μών αφήσει τα παραπτώματα υμών» (Μτ. 6, 14-15).

Ο Κύριός μας είπε να προσευχόμαστε με την προ­σευχή που έδωσε στους μαθητές του, η οποία λέει: «Και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Αυτά τα λόγια επανα­λαμβάνουμε κάθε μέρα.

Βλέπετε ότι η απαίτηση είναι μεγάλη. Δεν μπο­ρούμε όταν, βλέπουμε τις κακίες που κάνουν οι άλλοι, μόνο να αγανακτούμε΄ πρέπει να θυμόμαστε τον λόγο: «πρόσεχε σεαυτόν».

Να προσέχεις πάντα την καρδιά σου, την κάθε κί­νησή της, ακόμα και τις πιο ασήμαντες εκδηλώσεις των παθών μέσα της. Ας θυμόμαστε πάντα τον λόγο του αποστόλου Παύλου στην επιστολή προς Εφεσίους: «Γίνεσθαι δε εις αλλήλους χρηστοί, εύσπλαγχνοι, χαριζόμενοι εαυτοίς καθώς και ο Θεός εν Χρι­στώ εχαρίσατο υμίν» (Εφ. 4, 32). Πρέπει να συγχω­ρούμε τους άλλους έτσι όπως το είπε ο Χριστός στο τέλος της παραβολής΄ με όλη την καρδιά.

Ας μάθουμε να κάνουμε αυτό που ζητάει από μας ο Χριστός΄ να είμαστε σπλαχνικοί, όπως είναι εύσπλαχνος ο επουράνιος Πατέρας μας και με όλη την καρδιά να συγχωρούμε στον πλησίον τα παραπτώμα­τά του. Τότε και εμάς θα μας συγχωρήσει ο επουρά­νιος Πατέρας μας. Αμήν.

(Από το βιβλίο «Αγ. Λουκά επισκόπου Κριμαίας - Λόγοι και ομιλίες» Τόμος Γ’, Εκδ. «Ορθόδοξος Κυψέλη»)