A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 23 Οκτωβρίου 2023

ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ Ο ΓΡΑΠΤΟΣ: Ο μεγάλος ομολογητής της Ορθοδοξίας μας (11 Οκτωβρίου)

 

Μια από τις ηρωικότερες περιόδους της εκκλησιαστικής μας ιστορίας είναι και η περίοδος της εικονομαχίας (726-842), κατά την οποία ανεδείχθησαν πλήθος ομολογητών της Ορθοδόξου Πίστεως. Υπερασπίσθηκαν με σθένος την Ορθοδοξία, ορθώνοντας το ανάστημά τους στους διώκτες των Ιερών Εικόνων, οι οποίοι έχοντας την αυτοκρατορική δύναμη, δίωκαν με μανία τους ομολογητές της Ορθοδοξίας.

Ένας από αυτούς υπήρξε ο άγιος Θεοφάνης ο επονομαζόμενος Γραπτός. Γεννήθηκε στην Παλαιστίνη το 745. Πατέρας του ήταν ο ευσεβής Ιωαννάς, ο οποίος φρόντισε να μεταδώσει, τόσο στον ίδιο, όσο και στον αδελφό του Θεόδωρο την ευσέβεια. Φρόντισε επίσης να τους μορφώσει, στέλνοντάς τους στη φημισμένη Μονή του Αγίου Σάββα, κοντά στο σοφό διδάσκαλο Γέροντα Μιχαήλ, να σπουδάσουν την ιερή επιστήμη της Θεολογίας, καθώς και αρχαία Ελληνικά, γραμματική, ποίηση, μουσική κλπ.

Τα δύο αδέλφια έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και επιμέλεια στις σπουδές τους και επίσης μυήθηκαν στην ορθόδοξη πνευματικότητα και στο μοναχικό ασκητικό πνεύμα. Ο δάσκαλός τους Μιχαήλ το 811 τους πήρε μαζί του, ως υποτακτικούς του στη Μονή των Σπουδαίων, κοντά στο ναό της Αναστάσεως. Κατόπιν ο Πατριάρχης Θωμάς τους χειροτόνησε ιερείς και τους έστειλε πρέσβεις στην Κωνσταντινούπολη και στη Ρώμη, προκειμένου να στηρίξουν τους διωκόμενους Ορθοδόξους από τους διώκτες τους εικονομάχους, αλλά και να ζητήσουν τη στήριξη για τις απειλές και τις διώξεις που ασκούσαν οι Άραβες μουσουλμάνοι κατά του Πατριαρχείου των Ιεροσολύμων. Εγκαταστάθηκαν στην περίφημη Μονή της Χώρας.

Αλλά, λίγο αργότερα, το 815 πέθανε ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Α΄ Ραγκαβές (811-813) και ανέβηκε στο θρόνο ο Λέων Ε΄ ο Αρμένιος (813-820), ο οποίος εγκαινίασε τη δεύτερη περίοδο της εικονομαχικής έριδας. Διέταξε την πλήρη απαγόρευση προσκύνησης και τιμής των Ιερών Εικόνων, ακόμα και με την ποινή του θανάτου, την καταστροφή όλων των Εικόνων και το ασβέστωμα των τοιχογραφιών των ναών. Τότε τα δύο αδέλφια, Θεοφάνης και Θεόδωρος, μαζί με το δάσκαλό του Μιχαήλ, παρουσιάστηκαν στον ασεβή αυτοκράτορα και τον ήλεγξαν για το διάταγμά του. Ο Λέων, όχι μόνον δεν έδειξε σημάδια συνετισμού, αλλά διέταξε τον άγριο βασανισμό τους. Τους μαστίγωσαν άγρια και τους έκλεισαν στη φυλακή. Αφού απέκρουσαν και τις προσπάθειες του μελλοντικού εικονομάχου Πατριάρχη Ιωάννου Γραμματικού, να συμμορφωθούν με το αυτοκρατορικό διάταγμα, τους ξεχώρισαν. Έκλεισαν τα δύο αδέλφια σε ένα φρούριο στο Βόσπορο, στερώντας τους ακόμα και την τροφή.

Μετά τη δολοφονία του Λέοντα (820) κόπασαν οι διωγμοί των Ορθοδόξων και τα δύο αδέλφια εγκαταστάθηκαν στην Ιερά Μονή Αρχαγγέλου Μιχαήλ του Σωσθενίου στο Βόσπορο, οι οποίοι με τον υποδειγματικό ασκητικό τους αγώνα και τις πολλές επιστολές τους στερέωσαν την ορθόδοξη πίστη. Αλλά το 829 ανέβηκε στο θρόνο ο επίσης φανατικός εικονομάχος αυτοκράτορας Θεόφιλος (829-842), ο οποίος εγκαινίασε νέα σφοδρή εικονομαχική περίοδο, καταδιώκοντας απηνώς τους ομολογητές Ορθοδόξους. Τα δυο αδέλφια εξορίστηκαν στη νήσο Αφουσία, το 834, μαζί με άλλους ορθοδόξους ομολογητές. Επειδή δεν πειθάρχησαν, και ασκούσαν σφοδρή κριτική κατά των εικονομάχων και του Παλατίου, κλήθηκαν το 836 σε νέα ανάκριση από τον αυτοκράτορα. Οι δύο ομολογητές μοναχοί ήλεγξαν και πάλι με θάρρος και παρρησία τον ασεβή αυτοκράτορα, ομολογώντας την ορθόδοξη πίστη. Υποβλήθηκαν και πάλι σε νέα βασανιστήρια. Με πυρωμένο σίδερο έγραψαν στα μέτωπά τους δώδεκα ιμαβικούς στίχους, με την αιτία των διώξεών τους. Γι’ αυτό ονομάστηκαν από τότε Γραπτοί. Στη συνέχεια τους έριξαν στην πιο υγρή και σκοτεινή φυλακή του Πραιτωρίου, με στόχο να πεθάνουν απομονωμένοι. Τότε πήραν επιστολές παρηγορητικές από το δάσκαλό τους Μιχαήλ και τον άγιο Μεθόδιο, ενθαρρύνοντας τους να υπομείνουν ως τέλους τα μαρτύρια. Σε λίγο καιρό τους έστειλαν σε νέα εξορία στην Απάμεια της Βιθυνίας (Μουδανιά), όπου όμως έγιναν ενθουσιωδώς δεκτοί από το λαό. Ο Θεόδωρος, κοιμήθηκε το 838, εξουθενωμένος από τις κακουχίες. Ο αδελφός του Θεοφάνης, αψηφώντας την διαταγή του αυτοκράτορα, να μείνει άταφο το σώμα του, το ενταφίασε, συνθέτοντας και έναν εξαίσιο ποιητικό κανόνα.

Μετά από την θαρραλέα αυτή πράξη του, ο Θεοφάνης εξορίστηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου εργάστηκε δραστήρια για την επικράτηση του Ορθοδόξου Δόγματος και την απόκρουση της αιρέσεως της εικονομαχίας. Αλλά το 842 πέθανε ο ασεβής Θεόφιλος και στο θρόνο ανέβηκε ο ανήλικος γιός του Μιχαήλ Γ΄ (842-867), τον οποίο επιτρόπευε η ευσεβής αυτοκράτειρα αγία Θεοδώρα, η οποία έπαυσε αμέσως τους διωγμούς, επανέφερε σε ισχύ τις αποφάσεις της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου (787) και το 842 αναστήλωσε οριστικά τις άγιες Εικόνες. Παράλληλα επανέφερε από την εξορία και έβγαλε από τις φυλακές τους ομολογητές της πίστεως. Ο Θεοφάνης ανακλήθηκε από την εξορία και ο Πατριάρχης άγιος Μεθόδιος το 842 τον χειροτόνησε Μητροπολίτη Νικαίας. Εκεί πέρασε το υπόλοιπο του πολυτάραχου επίγειου βίου του, ποιμαίνοντας θεοφιλώς το ποίμνιό του, προσευχόμενος και ασκούμενος. Ως άφθαστος ποιητής και υμνογράφος συνέθεσε πλήθος εκκλησιαστικών ύμνων, οι οποίοι ψάλλονται μέχρι σήμερα κατά τις δεσποτικές και θεομητορικές εορτές και σε μνήμες αγίων. Κοιμήθηκε ειρηνικά την 11η Οκτωβρίου του 845. Ανακηρύχτηκε άγιος και η σεπτή μνήμη του εορτάζεται την ημέρα της οσιακής κοιμήσεώς του.

Ο άγιος Θεοφάνης ο Γραπτός συγκαταλέγεται στους μεγάλους Πατέρες, Ομολογητές και υμνογράφους της Εκκλησίας μας, ο οποίος αφιέρωσε ολόκληρη τη ζωή του στην ομολογία και την προάσπιση της Ορθοδόξου πίστεως, της μόνης αληθινής και σώζουσας πίστεως. Τόσον αυτός, όσο και οι άλλοι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, είναι (πρέπει να είναι) και σε μας σήμερα τα μεγάλα ζωντανά παραδείγματα, να μην κάνουμε την παραμικρή έκπτωση και υποχώρηση στα θέματα της πίστεως, όπως έκαμαν και εκείνοι!

Λάμπρος Σκόντζος, Θεολόγος

Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ'.
Ὀρθοδοξίας ὁδηγέ, εὐσεβείας Διδάσκαλε καὶ σεμνότητος, τῆς Οἰκουμένης ὁ φωστήρ, τῶν Μοναζόντων θεόπνευστον ἐγκαλλώπισμα, Θεόφανες σοφέ, ταῖς διδαχαῖς σου πάντας ἐφώτισας, λύρα τοῦ Πνεύματος. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ἀπολυτίκιον (Ήχος πλ α'. Τον συνάναρχον λόγον)
Μυηθεῖς τῶν Ἀγγέλων Πάτερ τὸ σύντονον, θεοφανείας ἀρρήτου ἐδείχθης σάλπιγξ χρυσή, περιούσιον λαὸν τρέφων τοὶς λόγοις σου, τῶν γὰρ πανσόφων σου ᾠδῶν, ἡ πανεύσημος μολπή, εὐφραίνει τὴν Ἐκκλησίαν, δι' ἣν λαμπρῶς ἠγωνίσω, θεομακάριστε Θεόφανες.


Τρίτη 10 Οκτωβρίου 2023

ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΩΝ ΤΙΜΙΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΜΑΞΙΜΟΒΙΤΣ (28 Σεπτεμβρίου)

 


ΤΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ τοῦ 1993 ἡ ᾿Αρχιερατικὴ Σύνοδος ἔδωσε ἐντολὴ στὸν ᾿Αρχιεπίσκοπο Δυτικῆς ᾿Αμερικῆς καὶ Σὰν Φραντσίσκο ᾿Αντώνιο μαζὶ μὲ δύο ἄλλους ᾿Αρχιερεῖς νὰ ἐξετάσουν τὰ Λείψανα τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου. Τὸ βράδυ τῆς 28ης Σεπτεμβρίου 1993 ἐκ.ἡμ., μετὰ τὴν Παννυχίδα ποὺ τελέσθηκε στὸν τάφο του ἀπὸ τὰ μέλη τῆς ᾿Επιτροπῆς, ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος ᾿Αντώνιος προέτρεψε τοὺς συμμετέχοντας στὸ ἱερὸ τοῦτο ἔργο νὰ ἀλληλοσυγχωρηθοῦν, ἐζήτησε ὁ ἴδιος συγχώρησι ἀπὸ ὅλους καὶ κατόπιν ἔδωσε εὐλογία νὰ ἀνοιχθῆ ὁ τάφος. ᾿Αφήρεσαν τὸ σκέπασμα, ἔβγαλαν ἔξω τὸ ἤδη ὠξειδωμένο μεταλλικὸ φέρετρο καὶ μὲ φόβο Θεοῦ καὶ προσευχὴ τὸ ἄνοιξαν: τὸ πρόσωπο τοῦ ῾Αγίου ἦταν καλυμμένο καὶ ὅλοι ἀμέσως πρόσεξαν τὰ λευκὰ καὶ ἄφθαρτα χέρια του!... Μετὰ ἀπὸ προσευχή, ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος ᾿Αντώνιος ἀφήρεσε τὸ κάλυμμα καὶ φάνηκε τὸ ἄφθαρτο πρόσωπο τοῦ Θεοδόξαστου ῾Αγίου!... Στὴν επομένη Συνεδρία τῆς ᾿Αρχιερατικῆς Συνόδου, ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος ᾿Αντώνιος ἀνέφερε, ὅτι τὰ ἱερὰ Λείψανα τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου ἐξετάσθηκαν ἀπὸ τὴν Συνοδικὴ ᾿Επιτροπή, τὴν ὁποία συγκροτοῦσαν ὁ ἴδιος, ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος Συρακουσῶν καὶ ῾Αγίας Τριάδος Λαῦρος, ὁ ᾿Επίσκοπος Σηὰτλ Κύριλλος καὶ δώδεκα ἄλλα πρόσωπα. Μετὰ τὸ ἄκουσμα τῆς ἀναφορᾶς τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου ᾿Αντωνίου καὶ τῆς ᾿Εκθέσεως τῆς ᾿Επιτροπῆς, ἡ ᾿Αρχιερατικὴ Σύνοδος εὐλόγησε νὰ συνεχισθῆ καὶ ὁλοκληρωθῆ ἡ προετοιμασία γιὰ τὴν Διακήρυξι τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου, ἡ ὁποία καὶ ἔλαβε χώρα τὴν 19η ᾿Ιουνίου 1994 ἐκ.ἡμ., ἡμέρα τῆς μακαρίας Κοιμήσεώς του, στὸν Καθεδρικὸ Ναὸ τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου «Πάντων θλιβομένων ἡ Χαρὰ» στὸ Σὰν Φραντσίσκο.

Ο ΘΕΑΡΕΣΤΟΣ βίος καὶ ὁ αὐστηρὸς ἀσκητικὸς ἀγὼν διέκρινον τὸν μέλλοντα ῾Ιεράρχην ᾿Ιωάννην ἐκ νεότητος αὐτοῦ. Εἰς τὴν Καθέδραν τῆς θεοφρουρήτου πόλεως Σαγγάης ἐπεκαθέσθη ὑπὸ τῆς ῾Ιεραρχίας τῆς Ρωσικῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας ᾿Εκτὸς Ρωσίας ἐν ἔτει 1934, εἰς ἡλικίαν τριάκοντα ὀκτὼ ἐτῶν, καὶ παρέμεινεν ἐκεῖ δεκατέσσαρα ἔτη, ἕως ὅτου ὁμοῦ μετὰ τοῦ Κλήρου καὶ τοῦ ποιμνίου ἠναγκάσθη νὰ ἀπομακρυνθῇ ἐκ τῆς Κίνας, ἐξ αἰτίας τῆς ἁρπαγῆς τῆς ἐξουσίας ὑπὸ τῶν κομμουνιστῶν. Μετὰ παρέλευσιν ἕνδεκα ἐτῶν διοικήσεως τῆς ᾿Επαρχίας Βρυξελλῶν καὶ Δυτικῆς Εὐρώπης, τὰ τελευταῖα τρία καὶ ἢμισυ ἔτη τῆς ζωῆς αὐτοῦ ἀφιέρωσεν εἰς τὴν ᾿Επαρχίαν τοῦ Σὰν Φραντσίσκο καὶ Δυτικῆς ᾿Αμερικῆς. Καθ᾿ ἅπαντα ταῦτα τὰ ἔτη, ὑποτασσόμενος πνευματικῶς εἰς τὴν ἄνωθεν καθοδήγησιν, μὴ φειδόμενος τῶν δυνάμεων αὐτοῦ, ἀνακαινιζόμενος δὲ διὰ τῆς καθημερινῆς μεταλήψεως τῶν ῾Αγίων τοῦ Χριστοῦ Μυστηρίων, ἐπετέλεσε τὴν διακονίαν τοῦ ἀρχιποίμενος καὶ ἀσκητοῦ, ἀπονεκρῶν τὴν σάρκα διὰ τῆς ἀρνήσεως τῆς ἐπὶ κλίνης ἀναπαύσεως, καὶ τοῦ ἱεραποστόλου, εὐρύνων τὴν καρδίαν αὐτοῦ πρὸς πάντα τὰ ἔθνη καὶ τοὺς λαούς, ἀναλόγως δὲ χωρούμενος εἰς τὰς καρδίας τῶν ἐκζητούντων τὴν ἐξ αὐτοῦ ὠφέλειαν ἀνθρώπων. Τὰ θαύματα ἰατρείας καὶ τὸ προορατικὸν χάρισμα κατεκόσμουν τὴν ἐπίγειον αὐτοῦ ζωὴν ἕως τῆς ἀνωδύνου αὐτοῦ ἐκδημίας εἰς τὴν αἰωνιότητα, ὑπὸ τὴν σκέπην τῆς Πανάγνου Θεομήτορος, συνοδευόμενος ὑπὸ τῆς Θαυματουργοῦ Εἰκόνος Αὐτῆς «Παναγίας τοῦ Κούρσκ», τῆς ῾Οδηγητρίας τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς. ᾿Εν ἔτει 1993 ἡ Σύνοδος τῆς ῾Ιεραρχίας, συνελθοῦσα εἰς τὴν ῾Ιερὰν Μονὴν τῆς Παναγίας τῆς Λῢσνα ἐν Γαλλίᾳ, ὑπὸ τὴν σκέπην τριῶν θαυματουργῶν Θεομητορικῶν Εἰκόνων, ἀπεφάσισεν ὅπως ἐπιτελεσθῇ ἡ εὐλαβῶς προσδοκωμῢνη εἰς διαφόρους χώρας τῆς Διασπορᾶς, ὡς καὶ εἰς τὴν ἡμετῢραν πατρίδα, Διακήρυξις τῆς ῾Αγιότητος τοῦ ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου. Τὸ Φθινόπωρον τοῦ 1993 ὁ ἔλεγχος τῶν ῾Ιερῶν αὐτοῦ Λειψάνων, ἀπέδειξεν αὐτὰ ἄφθαρτα. Συνηγμένοι κατ᾿ αὐτὰς εἰς τὴν θεοφρούρητον πόλιν τοῦ Σὰν Φραντσίσκο, κατὰ τὴν ἐπέτειον τῶν διακοσίων ἐτῶν ἀπὸ τῆς ἐμφυτεύσεως τῆς ᾿Ορθοδοξίας ὑπὸ Ρώσων ἱεραποστόλων εἰς τὴν Βόρειον ᾿Αμερικήν, ἡμεῖς, οἱ ᾿Αρχιερεῖς τῆς Ρωσικῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας ᾿Εκτὸς Ρωσίας, μαρτυροῦμεν περὶ τῆς ἐνταῦθα ἐπιτελεσθείσης ἐκκλησιαστικῆς Διακηρύξεως τοῦ ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου τοῦ Θαυματουργοῦ, τῆς Σαγγάης καὶ τοῦ Σὰν Φραντσίσκο. Κατὰ τὴν παραμονὴν τῆς Διακηρύξεως, Παρασκευὴν 18ην ᾿Ιουνίου, μετὰ τὴν Θείαν Λειτουργίαν τὴν τελεσθεῖσαν ὑπὸ επτὰ ᾿Αρχιερῢων, ὁμοῦ μεθ᾿ εξήκοντα τριῶν Πρεσβυτῢρων καὶ Διακόνων συλλειτουργῶν, ἐτελέσθη Μνημόσυνον ὑπὲρ τοῦ ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου, τῶν χειροτονησάντων αὐτόν, τῶν γονέων, συγγενῶν καὶ πνευματικῶν τέκνων αὐτοῦ. Κατὰ τὴν 3ην μ.μ. τῢσσαρες ᾿Αρχιερεῖς ὁμοῦ μετ᾿ ἄλλων Κληρικῶν, εἰσελθόντες εἰς τὴν κρύπτην ἔνθα ὁ τάφος τοῦ ῾Αγίου, ἐτοποθέτησαν τὰ ῾Ιερὰ αὐτοῦ Λείψανα, ἐνδεδυμένα ἀρχιερατικὰ ἄμφια, εἰς τὴν νέαν διακεκοσμημένην λάρνακα καὶ τὰ μετέφερον ἐν λιτανείᾳ εἰς τὸν Καθεδρικὸν Ναόν, ἐν ᾦ εἶχεν ετοιμασθῆ εἰδικὸν κουβούκλιον, καὶ ἀπέθεσαν τὴν λάρνακα ἐν τῷ μέσῳ τοῦ Ναοῦ. Εἰς τὰς 4.30´ μ.μ. ἅπαντες οἱ παρόντες ᾿Αρχιερεῖς καὶ Κληρικοὶ μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν Πρωθιεράρχην Μητροπολίτην κ.Βιτάλιον, ἐτέλεσαν τὸ τελευταῖον Μνημόσυνον τοῦ ῾Αγίου ῾Ιεράρχου, πρὸς ἔκφρασιν τῆς ἐλπίδος, ὅτι θὰ ἐλεήσῃ καὶ ἡμᾶς ὁ Κύριος διὰ τῆς προστασίας τοῦ ῾Αγίου Αὐτοῦ. ᾿Αμέσως ἤρχισεν ἡ ᾿Αγρυπνία τῆς ᾿Ακολουθίας τοῦ ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου. Κατὰ τὴν Λιτὴν μετεφέρθησαν τὰ ἱερὰ Λείψανα γύρωθεν τοῦ ῾Ιεροῦ Ναοῦ. Εἰς τὸν ῎Ορθρον, μετὰ τὴν ἀνάγνωσιν περὶ τοῦ νέου ῾Αγίου ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου, καὶ δὴ εἰς τὸν Πολυέλεον, παρίσταντο δώδεκα ᾿Αρχιερεῖς, μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν Πρωθιεράρχην τῆς Ρωσικῆς ῾Υπερορίου ᾿Εκκλησίας Μητροπολίτην κ. Βιτάλιον, ὁμοῦ μετὰ τοῦ συλλειτουργοῦντος Μητροπολίτου τῆς Ρουμανικῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Πατρίου ῾Ημερολογίου κ. Βλασίου. ῾Ο Σεβασμιώτατος Πρωθιεράρχης ἡμῶν Μητροπολίτης κ. Βιτάλιος ἤνοιξε τὴν λάρνακα, ἅπαντες προσεκύνησαν γονυκλινῶς καὶ ἔψαλαν τὸ Μεγαλυνάριον τοῦ ῾Αγίου ῾Ιεράρχου. Μετὰ τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ ῎Ορθρου, κατὰ τὴν ἀνάγνωσιν τοῦ Κανόνος, ἤρχισεν ἡ προσκύνησις τῶν ῾Ιερῶν Λειψάνων τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου. ῞Απαντες εἶδον τὰς ἀκαλύπτους χεῖρας τοῦ ῾Αγίου μέσῳ τοῦ ὑαλίνου σκεπάσματος τῆς λάρνακος. Οἱ πιστοὶ προσεκύνουν ταυτοχρόνως καὶ ἀπὸ τὰς δύο πλευρὰς καὶ δύο ᾿Αρχιερεῖς ἔχριον αὐτοὺς μὲ ἡγιασμένον ἔλαιον, ἕτεροι δὲ Πρεσβύτεροι διένεμον εἰκόνας τοῦ νέου ῾Αγίου. ῾Η προσκύνησις συνεχίσθη ἕως τέλους τῆς ᾿Αγρυπνίας. Μετὰ μικρὰν διακοπήν, τὸ Σάββατον 19ην ᾿Ιουνίου, ἐτελέσθησαν κατὰ συνέχειαν τρεῖς Θεῖαι Λειτουργίαι (ὁ Καθεδρικὸς Ναὸς εἶναι τρισυπόστατος). ῾Η πρώτη, ὑπὸ ενὸς ᾿Αρχιερέως, ἤρχισε τὴν πρώτην πρωϊνήν. ῾Η δευτέρα, ῾Ιερατική, καὶ ἡ τρίτη, πολυαρχιερατική, μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν Πρωθιεράρχην. Εἰς τὴν πρώτην Θείαν Λειτουργίαν ὁ λαὸς ἔψαλε σλαβονιστὶ καὶ ἀγγλιστί, εἰς τὴν δευτέραν χορῳδία ἐκ τῶν ἐνόντων, εἰς τὴν τρίτην αἱ δύο χορῳδίαι τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ. Εἰς ἁπάσας τὰς Λειτουργίας συμμετέσχον δεκατέσσαρες ᾿Αρχιερεῖς, εκατὸν τρεῖς ῾Ιερεῖς καὶ τριάκοντα ἕξ Διάκονοι. ῞Ετεροι εἴκοσι Κληρικοὶ ἦσαν παρόντες, μὴ συλλειτουργήσαντες. Εἰς τὴν πρώτην Θείαν Λειτουργίαν μετῢλαβον τῶν ᾿Αχράντων Μυστηρίων περίπου τετρακόσιοι, εἰς τὴν δευτέραν περίπου διακόσιοι ὀγδοήκοντα καὶ εἰς τὴν τρίτην περίπου ὀκτακόσιοι. Τὸ πλῆθος τῶν πιστῶν ἐντὸς τοῦ Ναοῦ, τῆς Αἰθούσης καὶ τῶν πέριξ χώρων ἦτο ἀναρίθμητον. ῾Ο δρόμος ἦτο ἀποκεκλεισμῢνος. ῾Η κίνησις τῶν αὐτοκινήτων μετεφῢρθη εἰς ἄλλας ὁδούς. ᾿Εκτὸς τοῦ Ναοῦ καὶ εἰς τὴν μεγάλην αἴθουσαν τοῦ ᾿Εκκλησιαστικοῦ Γυμνασίου ἐτοποθετήθησαν δύο τεράστιαι τηλεοπτικαὶ ὀθόναι, αἱ ὁποῖαι μετέδιδον τὰ ἐν τῷ Ναῷ τελούμενα. Μετὰ τὸ πέρας τῆς ᾿Αρχιερατικῆς Θείας Λειτουργίας καὶ τὸ κήρυγμα τοῦ Πρωθιεράρχου, ἐκκίνησε μεγάλη πομπὴ πέριξ ὄχι μόνον τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ, ἀλλὰ καὶ ὅλου τοῦ οἰκοδομικοῦ τετραγώνου. Οἱ Κληρικοί, οἱ φέροντες τὴν λάρνακα μὲ τὰ ῾Ιερὰ Λείψανα τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου, ἐνηλλάσσοντο. Εἰς τὰ τέσσαρα ἄκρα ἐγίνετο εὐλόγησις διὰ τῆς Εἰκόνος τοῦ ῾Ιεράρχου καὶ ραντισμὸς δι᾿ ῾Αγιασμοῦ. Μετὰ τὴν ἐπιστροφὴν εἰς τὸν Ναόν, ἅπαντες γονυκλινεῖς ἀνέγνωσαν τὴν εἰδικὴν προσευχὴν/δέησιν πρὸς τὸν ῞Αγιον σλαβονιστὶ καὶ ἀγγλιστί. Κατὰ τὴν ἐπακολουθήσασαν εἰς μεγάλην αἴθουσαν κοινὴν τράπεζαν, ἀνεγνώσθη πανηγυρικὸς λόγος εἰς τὸν ῞Αγιον ᾿Ιωάννην, συντεθεὶς ὑπὸ ενὸς φοιτητοῦ τοῦ Θεολογικοῦ Σεμιναρίου τῆς ῾Αγίας Τριάδος εἰς Τζόρντανβιλ τῆς Νέας ῾Υόρκης. ῾Η λάρναξ, ἡ περιέχουσα τὰ ῾Ιερὰ Λείψανα, ἐτοποθετήθη ἐντὸς τοῦ καλλιτεχνικοῦ κουβουκλίου εἰς τὸ δεξιὸν μῢρος τοῦ Ναοῦ τὸ ἀπόγευμα, πρὸ τοῦ ᾿Αναστασίμου ῾Εσπερινοῦ. Τοιουτοτρόπως ἐπετελέσθη, πρὸς δόξαν Θεοῦ, ἡ χαιρετιζομένη πανταχόθεν μετὰ πολλῆς κατανύξεως ἐκκλησιαστικὴ Διακήρυξις τοῦ ἐν ῾Αγίοις Πατρὸς ἡμῶν ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου τῆς Σαγγάης καὶ τοῦ Σὰν Φραντσίσκο, τοῦ Θαυματουργοῦ, οὗτινος ἡ μνήμη ὡρίσθη νὰ ἐπιτελῆται τὸ ἐγγύτερον τῆς 19ης ᾿Ιουνίου Σάββατον, ἐφ᾿ ὅσον ἡ ἡμέρα αὕτη εἶναι ἀφιερωμῢνη εἰς τὸν ῞Αγιον ᾿Απόστολον ᾿Ιούδαν. Διὰ ταῦτα εὐχαριστοῦμεν τὸν θαυμαστὸν ἐν τοῖς ῾Αγίοις Αὐτοῦ Θεὸν ἡμῶν, τὸν ἐν ῾Αγίᾳ Τριάδι δοξαζόμενον, ἐναποθέτοντες αυτούς, τοὺς συμπατριώτας ἡμῶν, ὡς καὶ ἅπαντας τοὺς ᾿Ορθοδόξους Χριστιανούς, εἰς τὴν Προστασίαν τῆς Παναγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, τῆς ῾Οδηγητρίας τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς, τὰς πρεσβείας τοῦ νῦν ἀνακηρυχθέντος ῾Αγίου τοῦ Θεοῦ ῾Ιεράρχου ᾿Ιωάννου καὶ πάντων τῶν ῾Αγίων. ᾿Αμήν!

 ῾Ο Πρόεδρος τῆς Συνόδου τῆς ῾Ιεραρχίας
+ Μητροπολίτης Βιτάλιος

 καὶ τὰ Μέλη Αὐτῆς:

 + ᾿Αρχιεπίσκοπος Δυτικῆς ᾿Αμερικῆς καὶ Σὰν Φραντσίσκο ᾿Αντώνιος
+ ᾿Αρχιεπίσκοπος Συρακουσῶν καὶ ῾Αγίας Τριάδος Λαῦρος
+ ᾿Αρχιεπίσκοπος Σύδνεϋ, Αὐστραλίας καὶ Νέας Ζηλανδίας ᾿Αλύπιος + ᾿Αρχιεπίσκοπος Βερολίνου καὶ Γερμανίας Μᾶρκος
+ ᾿Επίσκοπος Μπουένος ῎Αϋρες, ᾿Αργεντινῆς καὶ Παραγουάης ᾿Ιωάννης
+ ᾿Επίσκοπος Τσερνομόρσκ καὶ Κουμπὰν Βενιαμίν
+ ᾿Επίσκοπος Μανχάτταν ῾Ιλαρίων
+ ᾿Επίσκοπος ᾿Ερίε Δανιήλ
+ ᾿Επίσκοπος Σηὰτλ Κύριλλος
+ ᾿Επίσκοπος Βοστώνης Μητροφάνης
+ ᾿Επίσκοπος Βεβέϋ ᾿Αμβρόσιος

19 ᾿Ιουνίου 1994 ἐκκλ. ἡμερ.




Τρίτη 8 Αυγούστου 2023

ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΚΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ

 Ο Μαξιμιανός, ο προσκυνητής των λίθων (=των ειδώ­λων), αν και κίνησε κάθε λίθο, καταπώς λέει ο λαός, έβλεπε ανένδοτο και στερεότερο από κάθε πέτρα τον Παντολέοντα· και ούτε με κολακείες, ούτε με την πειθώ των λόγων, ούτε με υποσχέσεις δωρεών, ούτε με απειλές τιμωριών, ούτε με κάποιον άλλο θελκτικό ή απειλητικό τρόπο κατόρθωσε να του αλλάξει τη γνώμη και να τον αποσπάσει από τη θρησκεία του Χριστού. Έτσι λοιπόν, αφού τον μαστίγωσε με απερίγραπτη βαναυσότη­τα -και βέβαια όχι γιατί είχε την ελπίδα πως θα κατόρθωνε ίσως κάτι, αλλά από οργή και κακότητα-, τον καταδίκασε στον διά ξίφους θάνατο. Και επιπλέον, αυτός ο άξιος του αιωνίου πυρός τύραννος πρόσταξε τους δημίους να παραδώσουν στο πυρ το ιε­ρό λείψανο του Μεγαλομάρτυρος, μετά από τον αποκεφαλισμό, και να το κάψουν.

Πηγή:http://oprotoklitos.blogspot.gr/

Πηγή:http://oprotoklitos.blogspot.gr/

Οι δήμιοι λοιπόν παρέλαβαν τον αθλητή της πίστεως και τον οδηγούσαν στον τόπο της τελειώσεως. Μόλις έφτασε εκεί, πλημμυρισμένος από απερίγραπτη χαρά -διότι ήξερε πολύ κα­λά ποιες ηδονές θα διαδέχονταν τις τόσες θλίψεις του-, έψαλλε το του Δαβίδ, λέγοντας: «Πολλάκις με επολέμησαν από τους χρόνους της νεότητάς μου, πλην όμως δεν μπόρεσαν να με εξοντώσουν. Επί των νώτων μου (=της ράχης μου) σφυροκοπούσαν συνεχώς οι ασεβείς και παρέτειναν επί μακρόν τις εις βάρος μου ανομίες τους. Αλλά ο δίκαιος Κύριος κατέκοψε τους αυχένες αυτών των αμαρτωλών δυναστών». Έπειτα ο Θεός έκαμε και εδώ ένα θαύμα, καθόλου μικρότερο από τα προηγούμενα. Και να ποιο: Αφού οι δήμιοι προσέδεσαν τον γενναίο αθλητή του Χριστού σε μία ελιά, ένας από αυτούς τον χτύπησε με το ξίφος στον αυχένα. Αμέσως όμως το σιδερένιο εκείνο στό­μα (το ξίφος) λύγισε, σαν να ήταν από κερί, και ο αυχένας του Μεγαλομάρτυρος έμεινε άθιχτος και άβλαβής, όπως ήταν εξαρχής.

Το θαύμα αυτό προκάλεσε φόβο και τρόμο στους δημί­ους. Τοιουτοτρόπως αυτοί προσήλθαν και έγιναν ικέτες στον μη άξιο να ζει, κατά τον Μαξιμιανό, και καταδικασθέντα από αυτόν να πεθάνει κακήν κακώς. Γονάτισαν μπροστά του και του έπιαναν τα πόδια. Και τί δεν έλεγαν και τί δεν έκαναν, ζητώ­ντας συγγνώμη για το ανόσιο τόλμημά τους και ομολογώντας ρητώς και σαφώς την πίστη τους στον Χριστό. Ο δε Παντολέων όχι μόνο τους συγχώρησε, όπως ήταν φυσικό σ’ αυτόν, αλλά ζή­τησε και από τον Χριστό να τους συγχωρήσει τελείως. Αμέσως τότε άκουσε φωνή εξ ουρανού, η οποία τον διαβεβαίωνε ότι εκείνα που ζήτησε θα γίνουν. Επιπλέον δε η ίδια εκείνη φωνή του είπε: «Εφεξής δεν θα ονομάζεσαι Παντολέων, αλλά Παντελεήμων· και τα πράγματα θα επιβεβαιώνουν εκείνο που ση­μαίνει το νέο σου όνομα, διότι πλείστοι, όντως, διά σου θα τύχουν ελέους και ευσπλαχνίας».

Ακούοντας τη φωνή αυτή ο μεγαλομάρτυς Παντελεήμων, βεβαιώθηκε για τις μέγιστες δωρεές με τις οποίες τον αξίωσε ο Κύριος και, στρεφόμενος προς τους δημίους, ζητούσε επιτακτικά από αυτούς να εκτελέσουν την εντολή του τυράννου. Εκείνοι όμως αρνούνταν, κρίνοντας εντελώς απαράδεκτο να προβούν σε μια τέτοια ενέργεια. Επειδή όμως ο Μεγαλομάρ­τυς επέμενε πολύ να πραγματοποιηθεί η προσταγή που είχε δώ­σει σ’ αυτούς ο τύραννος, βρέθηκαν σε μεγάλο δίλημμα· και, μη έχοντας τι να πράξουν, μερίστηκαν και στα δύο, δηλαδή στην ευσέβεια και στο προσταζόμενο από τον Άγιο. Έτσι λοιπόν, αφού φίλησαν πριν κάθε μέλος του, δείχνοντας την πολλή τους ευλάβεια και τον μεγάλο σεβασμό προς αυτόν, του απέκοψαν κατόπιν με το ξίφος τη μακάρια κεφαλή, στις 27 Ιουλίου. Βε­βαίως δεν θα μπορούσαν να το πράξουν αυτό, αν εκείνος δεν τους το ζητούσε επιμόνως, επιθυμώντας διακαώς ο γενναίος αυτός αθλητής του Χριστού να κοσμηθεί τελικά και με τον αμά­ραντο στέφανο του μαρτυρίου.

Και πάλι άλλα θαύματα ακολούθησαν τα προηγούμενα θαύματα, θέλοντας με αυτά ο “δεδοξασμένος” Κύριος, να δο­ξάσει τον μεγαλομάρτυρά Του Παντελεήμονα, που προτίμησε να υποστεί τόσα βασανιστήρια και, τελικά, και τον αποκεφαλισμό του για Εκείνον. Συγκεκριμένα, αμέσως μόλις αποκεφαλίστηκε ο Άγιος, έρευσε από την τομή γάλα αντί για αίμα, η δε ελιά στην οποία τον είχαν προσδέσει, όντας πριν άκαρπη, αμέσως πέταξε καινούριους βλαστούς και παρουσίασε πλουσιότα­τη καρποφορία. Το θαυμαστό αυτό γεγονός περιήλθε σε γνώση του τυράννου. Εκείνος, όντας μοχθηρός και κακοηθέστατος, πρόσταξε στρατιώτες να κάψουν το δένδρο αυτό, το δε σώμα του Μεγαλομάρτυρος να το παραδώσουν στο πυρ, όπως είχε προστάξει και προηγουμένως. Οι στρατιώτες βέβαια, έχοντας πιστέψει στον Χριστό, δεν επέστρεψαν στον αυτοκράτορα, καταλογίζοντάς του πολλή ωμότητα και μιμηθέντες τους Μά­γους, οι οποίοι δεν επέστρεψαν στον Ηρώδη. Επίσης οι στρα­τιώτες εκείνοι δοξολογούσαν αδιαλείπτως τον Θεό και τον Με­γαλομάρτυρά Του. Μερικοί δε χριστιανοί πήγαν στον τόπο έξω από την πόλη, όπου ο μεγαλομάρτυς Παντελεήμων υπέστη την τελείωση, και πήραν το ιερό του λείψανο, το οποίο και ενταφίασαν με κάθε ευλάβεια και ιεροπρέπεια σε προάστιο έξω της πόλεως, το οποίο έφερε το όνομα ενός σχολαστικού, του Αδαμαντίου, προς δόξα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύ­ματος, της μιας θεότητος και βασιλείας, στην οποία πρέπει τιμή και προσκύνηση στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

(Συμεών του Μεταφραστού, Οι Μεγαλομάρτυρες Αρτέμιος, Παντελεήμων, Πλάτων. Μετάφραση Γ. Παπαδημητρόπουλου, έκδ. Αποστ. Διακονία- αποσπάσματα)

Τετάρτη 28 Ιουνίου 2023

Ο ΑΓΙΟΣ ΓΛΥΚΕΡΙΟΣ, Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΗΣ ΕΝ ΡΟΥΜΑΝΙΑ (15 Ἰουνίου)

 

῾Ο ἐν Ἁγίοις Πατὴρ ἡμῶν Γλυκέριος ὁ Ὁμολογητής, ὁ Μητροπολίτης καὶ πεφωτισμένος Ἡγέτης τῶν εὐσεβῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῆς Ρουμανίας, ἐγεννήθη ἐν ἔτει σωτηρίῳ 1890ῳ. Νεώτατος ἐχειροτονήθη Διάκονος τοῦ μητροπολιτικοῦ Ναοῦ Ἰασίου, φλεγόμενος δὲ ὑπὸ τοῦ ἔρωτος τῆς ἡσυχίας, κατόπιν ἀδείας, ἠρνήθη τὸν μάταιον κόσμον καὶ συνηριθμήθη εἰς τὰ μέλη τῆς Ἀδελφότητος τῆς ἱστορικῆς Μονῆς Νεὰμτς τῆς Μολδαβίας, ἔνθα ἐχειροτονήθη Ἱερομόναχος καὶ διωρίσθη Προϊστάμενος τῆς Ἱερᾶς Σκήτεως Ποκρὼβ (Ἁγίας Σκέπης), πλησίον τῆς Μονῆς Νεάμτς.

Ὅτε κατὰ τὸ ἔτος 1924, ἐπεβλήθη ἡ Καινοτομία τῆς ἀλλαγῆς τοῦ Ἡμερολογίου, ὁ Ἱερομόναχος Γλυκέριος καὶ ἡ Συνοδία αὐτοῦ ἦσαν οἱ μόνοι, οἵτινες ἠρνήθησαν νὰ ἀποδεχθοῦν τὴν Καινοτομίαν ταύτην, διὸ διωχθέντες, ἠναγκάσθησαν νὰ καταφύγουν εἰς τὰ γειτονικὰ δάση.

Πολλοὶ εὐλαβεῖς πιστοὶ τῆς Μολδαβίας, διακατεχόμενοι ὑπὸ θείου ζήλου διὰ τὴν διατήρησιν ἀλωβήτου τῆς ἱερᾶς Παραδόσεως, προσέδραμον εἰς τὸν Ἱερομόναχον Γλυκέριον καὶ παρεκάλεσαν αὐτόν, ὅπως ἀναλάβῃ τὴν διαποίμανσιν αὐτῶν.

Ὁ ζηλωτὴς Ἱερομόναχος, κατανοῶν τὴν ἀνάγκην τῶν περιστάσεων, ὑπεχώρησε καὶ ἐδέχθη τὴν παράκλησιν. Τοιουτρόπως, ἡγήθη τοῦ Ρουμανικοῦ Ἀκαινοτομήτου Πληρώματος, καὶ ἀνέπτυξε τοιαύτην θαυμαστὴν δραστηριότητα, ὥστε ἐντὸς ὀλίγων ἐτῶν ἀνηγέρθησαν τεσσαράκοντα περίπου ἱεροὶ Ναοί. Ὁ φιλόθεος Ἱερομόναχος Γλυκέριος, κατὰ τὴν περίοδον ἐκείνην, ἦλθεν εἰς Ἑλλάδα, εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος τοῦ Ἄθωνος, ἔνθα ἔλαβε τὸ Μέγα καὶ Ἀγγελικὸν Σχῆμα τῶν Μοναχῶν, ἐν τῇ Ἱερᾷ Ρουμανικῇ Σκήτῃ τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Ἐπιστρέψας εἰς Ρουμανίαν, ἔλαβε μεθ᾿ ἑαυτοῦ τρεῖς Ρουμάνους Ἁγιορείτας Ἱερομονάχους, ἵνα βοηθήσουν αὐτὸν εἰς τὸ ἐπίμοχθον ἔργον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐνστάσεως.

Ἐν τῷ μεταξύ, πολλοὶ Ρουμᾶνοι ἐπέστρεψαν εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἑορτολογικὴν Παράδοσιν, ἰδίως μάλιστα μετὰ τὸ σκανδαλῶδες γεγονὸς τοῦ συνεορτασμοῦ τοῦ Ἁγίου Πάσχα ὑπὸ τῆς Ρουμανικῆς Ἐκκλησίας μετὰ τῶν Παπικῶν καὶ ὄχι μετὰ τῶν λοιπῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Τοῦτο συνέβη δύο φοράς, κατὰ τὰ ἔτη 1926 καὶ 1929. Τὸ ἔτος 1935, ἐπληροφορήθη τὴν Ὁμολογίαν τῶν τριῶν Ἱεραρχῶν, Ἁγίου Χρυσοστόμου τοῦ Νέου Ὁμολογήτου, πρώην Φλωρίνης, τοῦ Δημητριάδος Γερμανοῦ καὶ τοῦ Ζακύνθου Χρυσοστόμου, οἱ ὁποῖοι ἀνέλαβον τὴν ἡγεσίαν τοῦ Ἀκαινοτομήτου Πληρώματος ἐν Ἑλλάδι καὶ ἦλθε δευτέραν φορὰν εἰς Ἑλλάδα πρὸς συνάντησιν αὐτῶν. Ἀπεφασίσθη τότε ἡ Χειροτονία τοῦ Ἱερομονάχου Γλυκερίου εἰς Ἐπίσκοπον, ἀλλὰ δὲν ἐπραγματοποιήθη αὕτη, διότι συνελήφθη καὶ ἀπελάθη ἐκ τῆς Ἑλλάδος.

 * * *

Κατὰ τὸ ἔτος 1936, ὅταν ἤρχισαν οἱ φοβεροὶ διωγμοὶ ἐναντίον τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων τῆς Ρουμανίας ὑπὸ τοῦ Πατριάρχου Μύρωνος (πρώην Οὐνίτου), ὁ ζηλωτὴς Ἱερομόναχος Γλυκέριος συνελήφθη εἰς Πιάτρα Νεάμτς, κατὰ συμπλοκήν τινα, ὅτε ἐφονεύθησαν πολλοὶ εὐσεβεῖς τοῦ Πατρίου, ὡδηγήθη δὲ δέσμιος εἰς Βουκουρέστιον καὶ κατεδικάσθη εἰς θάνατον.

Κατόπιν ὅμως θαυματουργικῆς ἐπεμβάσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, μετετράπη ἡ ποινὴ αὐτοῦ εἰς ἰσόβιον κάθειρξιν. Ἐκ δὲ τῶν φρικτῶν ξυλοδαρμῶν ἐτραυματίσθη δεινῶς εἷς τῶν ποδῶν αὐτοῦ καὶ ἐκ τῆς πληγῆς ἔρρεε συνεχῶς ὑγρόν, ἕως τῆς ὁσίας Κοιμήσεως αὐτοῦ. Ὁ Ἅγιος Γλυκέριος εἰς τὸ μέσον, ὡς Ἱερομόναχος, μὲ τὸν Συνασκητὴν αὐτοῦ Ἱεροδιάκονον Δαβὶδ καὶ ἄλλους Πατέρας.

Κατὰ τὸ διάστημα 1936-40 διετέλεσε φυλακισμένος ὑπὸ φοβερὰς συνθήκας. Διετάχθη αὐτῷ, ὅπως παραμένῃ καθ᾿ ὅλην σχεδὸν τὴν ἡμέραν ἐντὸς τῶν ὑδάτων ἑνὸς ποταμοῦ καὶ ἀνασύρῃ ἔξω κορμοὺς δένδρων. Παρὰ ταῦτα, ἐπέζησε καὶ κατὰ τὸ ἔτος 1940, εἰς τὰς ἀρχὰς τοῦ Β´ Παγκοσμίου Πολέμου, Χάριτι Θεοῦ, κατώρθωσε νὰ δραπετεύσῃ καὶ κρυφθῇ εἰς τὰ δάση τοῦ Νεάμτς, ὅπου παρέμεινε, μετὰ τοῦ συνασκητοῦ αὐτοῦ Διακόνου Δαβίδ, τελείως ἄγνωστος ἕως τοῦ ἔτους 1946, ἐντὸς μιᾶς ὀπῆς τῆς γῆς. Μόνος ὁ διακονητής, ὅστις προσεκόμιζεν αὐτοῖς τὴν τροφὴν αὐτῶν, καιροῦ ἐπιτρέποντος, ἐγνώριζε τὴν κρύπτην αὐτῶν.

* * *

Μετὰ τὸ πέρας τοῦ Πολέμου, ὁ εὐλογημένος Ἱερομόναχος Γλυκέριος ἤρχισε πάλιν τὰς ποιμαντικὰς αὐτοῦ δραστηριότητας καὶ ἀνέλαβε τὸ βαρύτατον ἔργον τῆς ἐπανοικοδομήσεως τῶν κατηδαφισμένων Ναῶν καὶ τῶν κατερειπωμένων Μονῶν, καθὼς ἅπαντα ἦσαν κατεστραμμένα κατὰ τὸν διωγμὸν τοῦ ἔτους 1936.

Ὁ μονώτατος ἐπιζῶν τῶν Ἱερέων τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας ἔπρεπε ἐπίσης νὰ βαπτίσῃ, στεφανώσῃ καὶ ἐξομολογήσῃ χιλιάδας πιστῶν, οἵτινες ἐστεροῦντο Ἱερέως ἐπὶ δέκα ἔτη!

Οἱ ἱεροὶ καὶ ὑπὲρ ἄνθρωπον ἀγῶνες τοῦ Ἁγίου ἐν τέλει ἐκαρποφόρησαν. Τὸ ποίμνιον ηὔξανε καὶ ἀνεγνώριζεν εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ ἱεροῦ Γλυκερίου τὸν Ἅγιον καὶ Ὁμολογητήν. Αἱ ἐργασίαι τῆς ἀναστηλώσεως ὡλοκληρώθησαν. Καὶ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ηὐδόκησε νὰ ἐνταχθῆ εἰς τὴν Ἀκαινοτόμητον Ἐκκλησίαν καὶ ὁ Ἀρχιερεὺς Γαλακτίων, ὅστις μετὰ τῶν Ἀρχιερέων Εὐλογίου καὶ Μεθοδίου ἐχειροτόνησαν τὸν π. Γλυκέριον Ἀρχιερέα (1955). Εὐθὺς ὅμως ὁ νέος Ἀρχιερεὺς συνελήφθη καὶ ἐτέθη ὑπὸ περιορισμόν, ὅστις ἔληξεν ἐν ἔτει 1963ῳ.

* * *

 Ἔκτοτε, διέμενεν ἐν τῇ μεγάλῃ ἀνδρικῇ Μονῇ τῆς Μεταμορφώσεως εἰς Σλατιοάραν, ἐξ ἧς δέκα περίπου μόνον φορὰς ἐξῆλθε πρὸς Ἐγκαινιασμὸν Ἱερῶν Ναῶν. Ἡ ζωὴ τοῦ Μητροπολίτου Γλυκερίου ἦτο ἀγγελική. Τὸ κελλίον αὐτοῦ ἦτο ὅμοιον τῶν ἄλλων Μοναχῶν, πτωχικὸν καὶ ἀπέριττον, ἡ δὲ κλίνη αὐτοῦ ξυλίνη ἄνευ στρώματος.

Παρηκολούθει ἀνελλιπῶς πάσας τὰς ἱερὰς Ἀκολουθίας, μέχρις ὅτου ἐβάρυνεν ἡ ἀκοὴ αὐτοῦ καὶ ἠναγκάσθη, ὅπως διαβάζῃ αὐτὰς κατ᾿ ἰδίαν. Ἠγρύπνει καθ᾿ ἑκάστην νύκτα, προσήρχετο εἰς τὴν Θείαν Λειτουργίαν καὶ καθ᾿ ὅλην τὴν ὑπόλοιπον ἡμέραν προσηύχετο ἀδιαλείπτως.

Οἱ λόγοι αὐτοῦ ἦσαν ὀλίγοι, ἀλλὰ σοφοὶ καὶ γλυκεῖς. Ἡ δίαιτα αὐτοῦ λιτωτάτη. Τὸ πρόσωπόν αὐτοῦ ἔλαμπεν, ὥστε οὐδεὶς ἠδύνατο ἀτενίζειν εἰς αὐτό. Συνεδύαζε τὴν ἄκραν ἀσκητικότητα καὶ ὑψηλὴν ἁγιότητα μετὰ τοῦ διοικητικοῦ χαρίσματος. Τὸ Χάρισμα αὐτὸ τοῦ Ἁγίου προσείλκυσε περίπου ἕνα ἑκατομμύριον πιστῶν εἰς τὴν Παράδοσιν τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου. Ἔτρεφον ἰδιαιτέραν ἐκτίμησιν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἀκόμη καὶ οἱ Κομμουνισταὶ ἄρχοντες, διότι πολλοὶ ἐξ αὐτῶν εἶχον φυλακισθῆ ὁμοῦ μετὰ τοῦ ὁσίου Ὁμολογητοῦ κατὰ τὴν περίοδον τῆς Μοναρχίας.

* * *

Κατὰ τὰς ἀρχὰς τοῦ σωτηρίου ἔτους 1985ου ἠσθένησαν πλήρως αἱ δυνάμεις αὐτοῦ. Κατὰ δὲ τὴν περίοδον τῆς Νηστείας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ἐκάμφθη πλέον καὶ ἔμενε συνεχῶς κλινήρης. Τὴν δὲ 15ην τοῦ Ἰουνίου μηνός, καὶ ὀλίγας ὥρας πρὸ τῆς ὁσίας αὐτοῦ Κοιμήσεως, εἶδε θαυμασίαν τινὰ ὀπτασίαν:

Ἦλθον Ἱερεῖς καὶ ἐλειτούργησαν ἐν τῷ ταπεινῷ αὐτοῦ κελλίῳ καὶ ἐκοινώνησαν αὐτὸν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Ἐνεφανίσθησαν δὲ οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Παῦλος καὶ προσεκάλεσαν αὐτόν, ὅπως ἔλθῃ καὶ λύσῃ τὴν νηστείαν μετ᾿ αὐτῶν ἐν τῷ θείῳ Παραδείσῳ! Μετ᾿ ὀλίγον παρέδωσεν ἐν εἰρήνῃ τὴν ὁσιωτάτην Αὐτοῦ ψυχὴν εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος...

Ἐκηδεύθη τέσσαρας ἡμέρας μετὰ τὴν μακαρίαν αὐτοῦ Κοίμησιν. Ἡ Ἐξόδιος Ἀκολουθία διήρκεσε ὀκτὼ (8) ὥρας, ἔγινε δὲ ὑπαιθρίως, ἐν τῇ αὐλῇ τῆς Μονῆς, διότι ὁ Ναός, ἂν καὶ παμμεγέθης, δὲν ἐχώρει τὸ ἄπειρον πλῆθος τῶν εὐσεβῶν πιστῶν, οἵτινες εἶχον συρρεύσει ἐκ διαφόρων περιοχῶν τῆς Ρουμανίας, ἵνα προσκυνήσωσι τὸ ὄντως ἅγιον καὶ μαρτυρικὸν Σκήνωμα τοῦ ὁσίου Ἱεράρχου καὶ Ὁμολογητοῦ.

Ἐνεταφιάσθη ἐν τῇ ὑπ᾿ Αὐτοῦ ἀνεγερθείσῃ Ἱερᾷ Μονῇ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος εἰς Σλατιοάραν τῆς Μολδαβίας, καὶ τὸ ἱερὸν αὐτου Μνῆμα ἐγένετο πηγὴ θαυμάτων διὰ τοὺς εὐσεβεῖς, οἵτινες ἐτίμων αὐτὸν ἔτι ζῶντα ὡς ἅγιον καὶ προστάτην αὐτῶν.

Τὴν 15ην Ἰουνίου 1997, ἐγένετο ἡ Ἀνακομιδὴ τοῦ ἱεροῦ αὐτοῦ Λειψάνου, ὅπερ εὑρέθη κιτρινωπὸν καὶ ἀποπνέον ἄρρητον εὐωδίαν. Τὴν δὲ 14ην Ἰουνίου τοῦ σωτηρίου ἔτους 1999, ὁ ἐν Ἁγίοις Πατὴρ ἡμῶν Γλυκέριος ὁ Ὁμολογητὴς προσετέθη ἐπισήμως εἰς τὸ Ἁγιολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν Ἐκκλησίας.


Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ ´. Θείας Πίστεως.

 Θείῳ Πνεύματι ἱεραρχήσας, κατεφρόνησας ἀθέων θράσος· ἀγωνισθεὶς γὰρ γενναίῳ φρονήματι, τῶν καινοτόμων τὸ δόγμα κατέβαλες, καὶ Παραδόσεων ὤφθης προτείχισμα· ὅθεν ἅπαντες τιμῶμέν Σε νῦν Γλυκέριε, τῆς χώρας Μολδαβῶν τὸ ἐγκαλλώπισμα! 



PC. Sf Glicherie 05

 

Ὁ Ἅγιος Γλυκέριος ὡς Ἱερομόναχος καθήμενος στὸ κέντρο, μὲ τὸ κομβοσχοίνι ἐπὶ τοῦ ἐπιτραχηλίου, μεταξὺ καὶ ἄλλων Κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, σὲ φωτογραφία τῆς περιόδου περὶ τὰ μέσα τοῦ ’30 στὴν Ρουμανία.

Δείτε σχετικά:

Οἱ κατὰ Θεὸν Ἀγῶνες καὶ τὰ Θαυμαστὰ Παλαίσματα τοῦ Ὁμολογητοῦ Ἱεράρχου Ἁγίου Γλυκερίου ἐν Ρουμανίᾳ (1891-1985).



Τετάρτη 26 Απριλίου 2023

ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΙΝΟΣ ΠΑΠΑΣ ΡΩΜΗΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ (13 Απριλίου)

 

Το παλαίφατο και σεβάσμιο Πατριαρχείο της Ρώμης, πριν καταληφτεί από τους αιρετικούς Φράγκους (1009) και αποσχιστεί από την Μία και αδιαίρετη Εκκλησία (1054), έχει να επιδείξει μια πλειάδα αγίων παπών, ομολογητών της Ορθοδόξου Πίστεως. Υπήρξε για αιώνες ο θεματοφύλακας της σώζουσας αλήθειας. Ένας από αυτούς τους αγίους πάπες υπήρξε και ο άγιος Μαρτίνος Επίσκοπος Ρώμης ο θαυματουργός, ο οποίος έδωσε τη ζωή του για την σώζουσα ορθόδοξη πίστη.
      Γεννήθηκε στις αρχές του 7ου αιώνα, στην πόλη Τόδι Ομβρικής, της κεντρικής Ιταλίας και έζησε στην εποχή που βασίλευε ο αυτοκράτορας Ηράκλειος (610-641), ο οποίος, όπως είναι γνωστό υποστήριζε την αίρεση του Μονοθελητισμού. Έζησε επίσης στα χρόνια του Κώνστα Β΄ (641-668), ο οποίος ακολούθησε την εκκλησιαστική πολιτική των προκατόχων του και μάλιστα έγειρε διωγμό κατά των Ορθοδόξων. Ο Κώνστας μάλιστα, μετά το θάνατο του αιρετικού Πατριάρχη Σεργίου, ευνοούμενο του Ηράκλειου, ανέβασε στον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως τον αιρετικό Πατριάρχη Παύλο Β΄ (641-653), θερμό υπέρμαχο του Μονοθελητισμού.

        Η αίρεση αυτή ήταν η φυσική μετεξέλιξη της φοβερής αιρέσεως του Μονοφυσιτισμού, η οποία δεν δεχόταν τις δύο θελήσεις του Χριστού, διδάσκοντας ότι είχε μόνο μία θέληση, την θεία. Ταυτόχρονα υπήρχε και άλλη αίρεση ο Μονοενεργητισμός, ο οποίος δίδασκε πως ο Χριστός είχε μόνο μια ενέργεια, τη θεία. Και οι δύο αυτές αιρέσεις είχαν σοβαρότατες επιπτώσεις στην περί σωτηρίας διδασκαλία της Εκκλησίας, διότι αρνούνταν την ανθρώπινη φύση του Χριστού, η οποία είχε απορροφηθεί από τη θεία. Αλλά, αν ο Χριστός δεν ήταν αληθινός Θεός και άνθρωπος, δεν επιτέλεσε τη σωτηρία. Ότι η σωτηρία μας παραμένει ένα θεωρητικό σχήμα, όπως θεωρητική είναι και η ένωσή μας με το Χριστό.   
      Δε γνωρίζουμε πολλά στοιχεία για την νεανική του ηλικία. Προφανώς ανήκε σε επιφανή οικογένεια και μάλλον έλαβε σοβαρή μόρφωση.  Επρόκειτο για πιστό και συνετό άνδρα, του οποίου η φήμη έφτασε ως την Επισκοπή της Ρώμης η οποία τον όρισε αποκρισάριο (απεσταλμένο) του πάπα στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί έζησε από κοντά τα προβλήματα που δημιούργησε στην Εκκλησία η νέα αίρεση. Ο Μαρτίνος ήταν Ορθόδοξος και αντιτάχτηκε εξ’ αρχής κατά της αίρεσης του Μονοθελητισμού.
      Τον Ιούνιο του 649 εκλέχτηκε Επίσκοπος Ρώμης και έθεσε ως πρώτη προτεραιότητά του την αντιμετώπιση του Μονοθελητισμού. Απέστειλε επιστολή στον αιρετικό Πατριάρχη Παύλο, προσπαθώντας, με συμβουλές αγάπης, να τον επαναφέρει στην Ορθοδοξία. Έστειλε επίσης και μια πλειάδα μορφωμένων Ρωμαίων κληρικών, ειδικών στην αντιμετώπιση των αιρέσεων, στη Βασιλεύουσα, προκειμένου να διαφωτίσουν τον κλήρο και το λαό, για την πλάνη της αιρέσεως και τις φοβερές συνέπειές της για τη σωτηρία.
       Μάταια όμως. Η αίρεση του Μονοθελητισμού είχε την στήριξη της πολιτικής εξουσίας. Ο Πατριάρχης Παύλος, όχι μόνο δεν μεταστράφηκε, αλλά στράφηκε εναντίον των απεσταλμένων του Μαρτίνου. Απευθύνθηκε στον αυτοκράτορα και ζήτησε την τιμωρία τους. Τους συνέλαβαν, τους βασάνισαν αλύπητα και τους έστειλαν εξορία σε διάφορα νησιά.
      Ο Μαρτίνος, μπροστά σε αυτή την κατάσταση συγκάλεσε Σύνοδο στη Ρώμη, την λεγόμενη Α΄ Σύνοδο του Λατερανού (649), στην οποία πήραν μέρος 105 Επίσκοποι από την Ιταλία, τη Σικελία και την Αφρική και η οποία καταδίκασε την αίρεση του  Μονοθελητισμού και καθαίρεσε τους Πατριάρχες Σέργιο και Παύλο. Κατόπιν έστειλε τις αποφάσεις της Συνόδου στην Κωνσταντινούπολη.    
      Ο αυτοκράτορας Κώνστας οργίστηκε από τις ενέργειες του Μαρτίνου και γι’ αυτό θέλησε να του κλείσει το στόμα. Έστειλε άνδρες στη Ρώμη, με επικεφαλής στρατιωτικό διοικητή, για να τον συλλάβουν και να τον πάνε δεμένο στη Κωνσταντινούπολη. Όμως οι Χριστιανοί της Ρώμης πληροφορούμενοι την άφιξη του αποσπάσματος, κύκλωσαν το Πατριαρχείο, περιφρουρώντας τον Επίσκοπό τους. Διαμήνυσαν στους άνδρες του αποσπάσματος, πως θα χυνόταν αίμα αν τολμούσαν να πλησιάσουν και να βάλουν χέρι στον Μαρτίνο. Εκείνοι φοβήθηκαν, ότι θα προκαλούνταν στάση στη Ρώμη και γι’ αυτό έφυγαν άπρακτοι για την Βασιλεύουσα.
       Ο Κώνστας και οι άλλοι παλατιανοί περίμεναν να βρουν την κατάλληλη ευκαιρία να τον συλλάβουν, χωρίς να προκληθεί αναστάτωση και στάση του πιστού λαού. Πληροφορήθηκαν ότι ο Μαρτίνος είχε αρρωστήσει βαριά και είχε πέσει στο κρεβάτι. Έστειλαν τότε τον στρατιωτικό Θεόδωρο, με την ακολουθία του στη Ρώμη. Εισήλθαν με δόλο στο επισκοπείο, όπου τον απήγαγαν μαζί, με το κρεβάτι του και τον φυγάδευσαν κρυφά από τη Ρώμη. Μαζί του συνέλαβαν και τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, θερμό υπέρμαχο της Ορθοδοξίας και σφοδρό πολέμιο του Μονοθελητισμού, ο οποίος είχε καταφύγει, διωκόμενος στη Ρώμη. Τους οδήγησαν αρχικά στη Νάξο και κατόπιν στην Κωνσταντινούπολη. Ο αυτοκράτορας σκόπευε να τον θανατώσει, αλλά με την παρέμβαση του Πατριάρχη Παύλου επετράπη η θανάτωσή του  και αποφασίστηκε να εξορισθεί. Μετά από απειλές, εξευτελισμούς και φυλακίσεις, τον έστειλε τον Μαρτίνο εξορία στη Χερσώνα της Κριμαίας. Από τις ταλαιπωρίες του και την πίκρα του κοιμήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου του 655. Ποίμανε την Εκκλησία της Ρώμης για έξι χρόνια και υπερασπίστηκε με πάθος και σθένος την ορθόδοξη πίστη. Για την προσήλωσή του στην Ορθοδοξία έδωσε τη ζωή του. Ο θάνατος τον βρήκε αγωνιζόμενο στις επάλξεις. Μαζί του στην Χερσώνα είχαν εξορισθεί και άλλοι δύο Επίσκοποι, οι οποίοι και αυτοί πέθαναν εκεί από τις κακουχίες και τις ταλαιπωρίες. 
      Αργότερα, οι Χριστιανοί της Ρώμης αναζήτησαν τα τίμια λείψανα του αγίου Μαρτίνου και τα μετέφεραν στη Ρώμη, τα οποία επιτελούσαν άπειρα θαύματα, προσδίνοντάς του τον χαρακτηρισμό του θαυματουργού. Ανακηρύχτηκε άγιος και ομολογητής. Η μνήμη του τιμάται στις 13 Απριλίου.
      Η διαφύλαξη της σώζουσας πίστης της Εκκλησίας μας υπήρξε έργο τιτάνιο των ομολογητών Πατέρων της Εκκλησίας μας. Η ορθόδοξη πίστη έφτασε ως εμάς μέσω απίστευτων ταλαιπωριών των Πατέρων. Ένας από αυτούς είναι και ο άγιος Μαρτίνος.   

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ  Θεολόγου – Καθηγητού

Πηγή: aktines.blogspot.com

Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.


Θείοις δόγμασι, τῆς εὐσέβειας, ὑπεστήριξας, τὴν Ἐκκλησίαν, ὦ Μαρτίνε ἱεράρχα Θεόσοφε, τὸν γὰρ Χριστὸν διπλοῦν ὄντα ταὶς φύσεσιν, ὁμολογήσας τὴν πλάνην κατήσχυνας. Πάτερ Ὅσιε Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.


ΚοντάκιονἮχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς Ἱεράρχης τῶν ἀῤῥήτων και διδάσκαλος, Θεολογίας ἀληθοῦς ἐκφάντωρ πέφηνας, καὶ ἀνέβλυσας Μαρτῖνε δογμάτων ρεῖθρα· Τὸν Χριστὸν γὰρ ἐν δυσί τελείαις φύσεσι, καὶ θελήσεσι πανσόφως ἐδογμάτισας, τοῖς βοῶσί σοι, χαίροις Πάτερ πανόλβιε.

Πέμπτη 9 Μαρτίου 2023

Ἅγιος Ταράσιος Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως ὁ Ὁμολογητής (25 Φεβρουαρίου)



Δεν έπαυσε ο άγιος αυτός Πατριάρχης ούτε μία ημέρα να στερεώνει τους πιστούς στα ορθά δόγματα.

Στις 25 του μηνός Φεβρουαρίου τιμούμε τη μνήμη του Αγίου Ταρασίου, ο οποίος ευρισκόμενος στο θρόνο της Κωνσταντινούπολης ως Αρχιεπίσκοπος, διατράνωσε την Ορθοδοξία σε μια ταραγμένη περίοδο για την Εκκλησία!

Οι γονείς του Ταρασίου ήταν ευγενείς, πατρίκιοι. Η μητέρα του καθώς ήταν ευλαβής γυναίκα, τον ανέθρεψε εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Πολύ σύντομα λόγω της σεμνότητας του χαρακτήρα του και της ευλάβειάς του, κέρδισε τον σεβασμό όλων. Σπούδασε τη θύραθεν σοφία αποταμιεύοντας ό,τι ήταν ωφέλιμο. Οι γνώσεις αλλά και το ακέραιο και σώφρον του χαρακτήρα του, τον έκαναν μυστικοσύμβουλο του βασιλιά.

Περισσότερο όμως σπούδαζε και μελετούσε νύχτα και μέρα την Αγία Γραφή και τα διδάγματα των Πατέρων και ανυψώνονταν ο νους του προς αναζήτηση του Θεού. Έφτασε σε πνευματική τελείωση και ας ήταν ακόμα στις τάξεις των λαϊκών! Ετοιμαζόταν κατά αυτόν τον τρόπο για τον δρόμο που θα ακολουθούσε κατά το θέλημα του Θεού, χωρίς ο ίδιος να το έχει ποτέ σκεφτεί.

Εκείνα τα χρόνια, Πατριάρχης στην Κωνσταντινούπολη ήταν ο Παύλος ο Δ΄ ο Κύπριος, ο οποίος είχε υπογράψει και είχε αποδεχτεί την αίρεση της Εικονομαχίας. Αυτός μη αντέχοντας πλέον την πολυχρόνιο κακοδοξία που είχε επικρατήσει και μη μπορώντας να αλλάξει κάτι, αποσύρθηκε σε μοναστήρι. Από εκεί υπέδειξε στους βασιλείς τον αντικαταστάτη του στον Επισκοπικό θρόνο, ο οποίος ήταν άνδρας θαυμάσιος και πάνσοφος, ικανός να στερεώσει και πάλι την Ορθοδοξία. Αυτός δεν ήταν άλλος από τον Ταράσιο.

Μπροστά στους βασιλείς και στη Σύγκλητο που του ζήτησαν να λάβει την ποιμαντική αξία, εκείνος απάντησε «Δεν είναι δυνατόν να καταπαύσει η μεγάλη επίθεση της Εικονομαχίας, η οποία εσάλευσε εκ θεμελίων την Εκκλησία του Χριστού και να λάμψει η Ορθοδοξία με άλλον τρόπο, παρά μόνο εάν επινεύσει άνωθεν ο Θεός εις την καρδιά σας και προθυμοποιηθείτε να συνταχθεί Σύνοδος Οικουμενική και να ανακαινισθούν τα οροθέσια και οι Κανόνες των Ιερών Συνόδων, για να λάμψουν τα δόγματα της αληθινής Πίστεως· εάν γίνει αυτό όλοι οι Ορθόδοξοι θα θέλουν και την ζωή τους να δώσουν για την στερέωση της Ορθοδοξία».

Στην παράκληση της βασίλισσας Ειρήνης, της Συγκλήτου και του λαού να αναλάβει τα πατριαρχικά καθήκοντα, ο θείος Ταράσιος εξεφώνησε τούτο τον λόγο «…εάν θέλετε να υποκύψω εγώ εις τον ζυγό της μεγίστης αυτής διακονίας, πρέπει να υποκλίνετε και εσείς στην παράδοση της Οικουμενικής Πίστεως και να ακολουθείτε τους Αγίους Πατέρες και τις έξι Οικουμενικές Συνόδους και να δεχθείτε εκείνα που ορίσθηκαν από αυτές, γιατί εκείνοι που υπακούν σε αυτές αξιώνονται της Βασιλείας των Ουρανών και απολαμβάνουν μισθούς αθάνατους».

Όλος ο λαός δέχθηκε τους λόγους του αοιδίμου Ταρασίου ως φωνή Αγγέλου. Τότε, ο Ταράσιος χειροτονήθηκε κατά την τάξη Αναγνώστης, Υποδιάκονος, Διάκονος, Ιερέας και Αρχιερέας και ανήλθε στον Πατριαρχικό Θρόνο της Κωνσταντινούπολης το έτος 784.

Τι να περιγράψουμε πρώτα! Για την άσκηση και τα χαρίσματα αυτού του μακαρίου ανδρός, που από λαϊκός ήταν ήδη υψιπέτης αετός! Για το ότι λάμβανε φως πάνω στο φως και πολλαπλασίαζε τις αρετές, όπως πολλαπλασίαζε πρώτα τους ασκητικούς κόπους! Καμία άνεση δεν έδωσε στον εαυτό του και ακτήμων καθώς ήταν και εγκρατής έγινε το ζωντανό παράδειγμα για τους ιερείς του.

Φρόντιζε ο ίδιος προσωπικά για τους φτωχούς, και τους ελεούσε και τους διακονούσε. Όμως, πρωτίστως τον ενδιέφερε και επιποθούσε τη στερέωση της Ορθοδοξίας και σπούδαζε να συναχθεί Οικουμενική Σύνοδος και να λάβει και πάλι η Εκκλησία τον στολισμό των Αγίων Εικόνων. Έτσι, με δική του επιμέλεια δόθηκε η βασιλική διαταγή για τη σύγκλιση της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου Νίκαια της Βιθυνίας το 787. Προέδρευε σε αυτήν ο Άγιος Ταράσιος. Τριακόσιοι εξήντα επτά Άγιοι Πατέρες συνάχθηκαν και αποφάσισαν κατά την Αποστολική και Πατερική Παράδοση ομοφώνως την προσκύνηση των Αγίων Εικόνων και αναθεμάτισαν τους Εικονομάχους. Δοξάστηκε και θριάμβευσε και πάλι η Ορθοδοξία! Αμήν και στις μέρες μας!

Δεν έπαυσε ο άγιος αυτός Πατριάρχης ούτε μία ημέρα να στερεώνει τους πιστούς στα ορθά δόγματα. Στα είκοσι δύο χρόνια της Πατριαρχίας του, ο Ταράσιος υπήρξε υπόδειγμα Ιεράρχη, τίμιος και σεβαστός πνευματικός πατέρας των ιερέων του, αλλά και όλου του πιστού λαού. Οργάνωσε τη φροντίδα για τους απόρους στην Κωνσταντινούπολη. Υποστήριξε με σθένος το θεσμό του ασύλου του ναού και πολέμησε τη σιμωνία μέσα στην Εκκλησία, καθώς καθιέρωσε οι χειροτονίες να γίνονται δωρεάν και μόνο προς εκείνους που αξίζουν.

Ένας μεγάλος πειρασμός όμως ενέσκηψε και αυτός δεν ήταν άλλος από το μοιχικό γάμο που έμελλε να κάνει ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος, εγκαταλείποντας τη νόμιμη σύζυγό του. Σε αυτό αντέδρασε ο άγιος Ταράσιος και του επέβαλε ακοινωνησία αφού δεν άλλαζε την απόφασή του. Ο γάμος του αμετανόητου βασιλιά πραγματοποιήθηκε από έναν Ιερέα ονομαζόμενο Ιωσήφ.

Τότε όμως ξεσηκώθηκε ο κλήρος και ο λαός. Πρώτοι αντέδρασαν ο θεοφόρος Πλάτωνας της Μονής Σακκουδίωνος και οι Στουδίτες Πατέρες με τον Άγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη να ελέγχει θαρραλέα τον βασιλιά και την ανομία του. Σε εκείνη τη στιγμή ο Άγιος Θεόδωρος έκοψε το μνημόσυνο του Πατριάρχη Ταρασίου, γιατί ο Πατριάρχης δεν αφόρισε τον βασιλιά και άφησε ατιμώρητο τον Ιερέα Ιωσήφ.

Πολλά δεινά υπέφερε από τον κακό βασιλιά Κωνσταντίνο, ο Πατριάρχης Ταράσιος στη συνέχεια, αλλά υπέμεινε μαρτυρικώς έως το τέλος της ζωής του βασιλιά Κωνσταντίνου.

Αφού κυβέρνησε με ζήλο Θεού την Εκκλησία για είκοσι δύο έτη, ασθένησε βαριά και παρέδωσε την αγία του ψυχή στα χέρια του Δεσπότη Χριστού το 806. Στο άκουσμα του θανάτου του όλη η Πόλη έκλαιγε για την ορφάνια του προστάτη και ευεργέτη της.

Ακόμα και μετά το θάνατό του ο Άγιος Ταράσιος δεν έπαψε να πολεμά την αίρεση και τους αιρετικούς. Γι’ αυτό εμφανίστηκε σε όραμα στον Λέοντα τον Ε΄ τον Αρμένιο, που προστάτευε την Εικονομαχία και έδωσε διαταγή σε κάποιον Μιχαήλ να τον φονεύσει. Αυτό το ομολόγησε ο ίδιος ο Λέοντας. Πράγματι αργότερα φονεύτηκε ο Εικονομάχος Λέοντας από τον Μιχαήλ τον Τραυλό.

Προήδρευσε ο Άγιος Ταράσιος στην Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο που καταδίκασε τη βλάσφημη και οικτρά πλάνη της Εικονομαχίας και πενήντα πέντε χρόνια αργότερα ο ανιψιός του, Μέγας Φώτιος προεδρεύει σε μια άλλη λαμπρή Οικουμενική Σύνοδο, την Πρωτοδευτέρα, η οποία θα θέσει τον Κανόνα της Ιεράς Αποτειχίσεως!

Αυτούς τους θεοφόρους Πατέρες τιμούμε και υμνούμε ως μέλη της Εκκλησίας του Χριστού.

Αυτός ο Άγιος Πατριάρχης Ταράσιος στο θρόνο της Κωνσταντινούπολης προστάτευσε τα Ορθά Δόγματα και περιφρούρησε την Πίστη του Χριστού και των Αγίων Πατέρων καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του με αποκορύφωμα την Σύγκλιση της Ζ΄Οικουμενικής Συνόδου που διεξήχθη μετά τη δική του παρότρυνση και επιμέλεια. Αυτόν θερμοπαρακαλούμε να πρεσβεύει και τώρα για την Αγία Πίστη μας και να επανέλθει ο θρόνος της Κωνσταντινούπολης σε πραγματικό Άγιο Ορθόδοξο Πατριάρχη! Αμήν!

ἈπολυτίκιονἮχος δ’.

Κανόνα πίστεως, καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξε σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια. Πάτερ Ἱεράρχα Ταράσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
 

Έτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.

Βίου ὀρθότητι, καλλωπιζόμενος, φωστὴρ ὑπέρλαμπρος, ὤφθης τοῦ Πνεύματος, καὶ τὴν Εἰκόνα τοῦ Χρίστου, Συνόδω ἐν τὴ Ἕβδομη, προσκυνεὶν ἐκήρυξας, ὀρθοδόξως μακάριε, στῦλος καὶ ἑδραίωμα, Ἐκκλησίας γενόμενος, διὸ τοὺς σοὺς ἀγῶνας γεραίρει, Πάτερ Ἱεράρχα Ταράσιε.


ΚοντάκιονἮχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Ὥσπερ μέγας ἥλιος, ταῖς τῶν δογμάτων, καὶ θαυμάτων λάμψεσι, φωταγωγεῖς διαπαντός, τῆς οἰκουμένης τὸ πλήρωμα, οὐρανομύστα, παμμάκαρ Ταράσιε.
 

Έτερον Κοντάκιον Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Ὀρθοδόξοις δόγμασι, τήν Ἐκκλησίαν φαιδρύνας, καί Χριστοῦ μακάριε, τήν σεβασμίαν Εἰκόνα, σέβεσθαι, καί προσκυνεῖσθαι πᾶσι διδάξας, ἤλεγξας, Εἰκονομάχων ἄθεον δόγμα· διά τοῦτο σοι βοῶμεν, Ὦ Πάτερ χαίροις, σοφέ Ταράσιε.
 

Ὁ Οἶκος

Τὴν σκοτισθεῖσάν μου ψυχὴν τῷ σκότει τῶν πταισμάτων, φωτὶ τοῦ σοῦ ἐλέους καταύγασον Σωτήρ μου, καὶ λογισμὸν ἐπ' ἀγαθοῖς δώρησαί μοι Χριστέ μου, ἐκκαθάρας τὴν ἀχλὺν τῶν φαύλων ἐνθυμήσεων, ἵν' ὅπως κατ' ἀξίαν ἰσχύσω τὸν σὸν Ἱεράρχην ἀνυμνῆσαι, καὶ φθάσαι τὸν βίον, καὶ τὰς πράξεις τὰς λαμπράς, καὶ τὴν ἔνθεον πίστιν, καὶ τὸν ζῆλον, ὃν ὑπὲρ τῆς σῆς ἐκτήσατο, Ἐκκλησίας, ἥτις κατὰ χρέος αὐτὸν εὐφημοῦσα κραυγάζει· Οὐρανομύστα, παμμάκαρ Ταράσιε.
 

Κάθισμα Ἦχος πλ. δ’.Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.

Κατὰ παθῶν βασιλεύσας τῶν τῆς σαρκός, Ἱεράρχης ἐχρίσθης θεοπρεπῶς, καὶ τὴν βασιλεύουσαν, ὀρθοδόξως ἐποίμανας, ἀπελάσας θῆρας, αἱρέσεων θεόπνευστε, τὴν τῶν σεπτῶν εἰκόνων, τρανώσας προσκύνησιν· ὅθεν μετὰ τέλος, ἀτελεύτητον χάριν, ἀξίως κεκλήρωσαι, Ἱεράρχα Ταράσιε. Διὰ τοῦτο βοῶμέν σοι. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Πηγή: katanixi.gr

Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2022

ΑΓΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Ο ΖΑΚΥΝΘΙΝΟΣ, ο Άγιος της συγχώρεσης (17 Δεκεμβρίου)



Άγιος Διονύσιος ο Νέος, ο Ζακυνθινός Αρχιεπίσκοπος Αιγίνης (1547 - 1622)

Ο Αγιος Διονύσιος γεννήθηκε στη Ζάκυνθο στα 1547 από γονείς που ξεχώριζαν στο νησί για την κοινωνική τους θέση και την καλή τους οικονομική κατάσταση. Το κατά κόσμον όνομά του ήταν Γραδενίγος Σιγούρος. Ο πατέρας του λεγόταν Μούκιος και η μητέρα του Παυλίνα, ενώ είχε άλλα δύο αδέλφια, τον Κωνσταντίνο και τη Σιγούρα. Σύμφωνα με τοπικές παραδόσεις της Ζακύνθου, που δεν επιβεβαιώνονται ιστορικά, ο άγιος είχε για ανάδοχο τον Αγιο Γεράσιμο, τον προστάτη της Κεφαλονιάς.

Η οικογένειά του φρόντισε να αποκτήσει μόρφωση, επιμένοντας περισσότερο στην κλασική παιδεία, χωρίς βεβαίως να αγνοούν και τα «Εκκλησιαστικά γράμματα».

Οι επιλογές των γονιών του φαίνεται πως απέδωσαν γρήγορα καρπούς, αφού απέκτησε σημαντική μόρφωση. Μιλούσε εκτός της ελληνικής γλώσσας, την ιταλική και τη λατινική, χειριζόταν μοναδικά την αρχαία ελληνική. Ενώ, όπως προκύπτει από κείμενά του που έχουν σωθεί, ήταν και πολύ ικανός θεολόγος.


Από τις Στροφάδες στην Αίγινα

Σε ηλικία 20 χρόνων και αφού είχαν πεθάνει οι γονείς του αποφάσισε να γίνει μοναχός. Για τον λόγο αυτό αφήνει όλη την περιουσία του στον αδελφό του, με ιδιαίτερη αναφορά  για την αποκατάσταση της αδελφής του. Εκάρη μοναχός στη μονή Στροφάδων, νησί νότια της Ζακύνθου, παίρνοντας το όνομα Δανιήλ. Εκεί αφιερώθηκε στην προσευχή, στη μελέτη των γραφών, στον αυστηρό ασκητικό βίο και δύο χρόνια αργότερα έγινε ηγούμενος της μονής.

Εναν χρόνο μετά χειροτονήθηκε ιερέας από τον επίσκοπο Κεφαλληνίας και Ζακύνθου, Θεόφιλο. Το 1577 αποφάσισε να επισκεφθεί τους Αγίους Τόπους. Περνώντας από την Αθήνα, θέλησε να πάρει την ευλογία του επισκόπου Νικάνορα, ο οποίος εντυπωσιάστηκε από τη μόρφωσή του και θέλησε να τον προάγει στο επισκοπικό αξίωμα της επισκοπής Αιγίνης, που βρισκόταν σε χηρεία. Εγραψε στον Πατριάρχη Ιερεμία υπέρ της υποψηφιότητας του Δανιήλ. Ο Ιερεμίας συναίνεσε τελικά και χειροτονήθηκε επίσκοπος Αιγίνης λαμβάνοντας το όνομα Διονύσιος. Το έργο που επιτέλεσε στο νησί της Αίγινας ήταν σημαντικό, αφού πρωτίστως ενδιαφέρθηκε για την ανακούφιση των φτωχών και των αδυνάτων. Στην παλιά πόλη της Αίγινας σώζεται και σήμερα έξω από την Εκκλησία ο πέτρινος θρόνος, όπου ο Αγιος Διονύσιος ανέβαινε και κήρυττε στους χριστιανούς. Ο άγιος του Θεού ποίμανε το πνευματικό του στην Αίγινα ποίμνιο, καθώς λέγει η Θεία Γραφή, «μετ’ επιστήμης», σαν αληθινός δηλαδή και καλός ποιμένας της Εκκλησίας.

Το νησί της Αίγινας είναι ευλογημένος τόπος, όπου τον πάτησαν και τον άγιασαν δύο Οσιοι Πατέρες της Εκκλησίας· τότε μεν ο Αγιος Διονύσιος και στις ημέρες μας ο Αγιος Νεκτάριος, ο επίσκοπος Πενταπόλεως. Και οι δύο αξιωμένοι με τη χάρη των θαυμάτων, γι’ αυτό και οι δύο κατέχουν τον τίτλο του θαυματουργού.

Το 1579 υποχρεώθηκε σε παραίτηση. Ο αυστηρά ασκητικός βίος σε συνδυασμό με  αυξημένες δραστηριότητες που είχε αναλάβει κλόνισαν την υγεία του, με αποτέλεσμα να στείλει επιστολή τόσο στον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιερεμία όσο και στον επίσκοπο Αθηνών Νικάνορα με την παραίτησή του και την ταυτόχρονη δήλωση της θέλησής του να επιστρέψει στη Ζάκυνθο. Ο Ιερεμίας όμως δεν ήθελε να μείνουν αναξιοποίητες οι ικανότητες του Διονυσίου και έτσι τον έχρισε χωρεπίσκοπο Ζακύνθου. Η έντονη δραστηριότητα όμως στη Ζάκυνθο προκάλεσε την επιβουλή του επισκοπικού περιβάλλοντος, ίσως δε και του ίδιου του επισκόπου, με αποτέλεσμα να καταγγελθεί για υπέρβαση εξουσίας στον ηγεμόνα του νησιού Νικόλαο Δαπόντε. Ο Δαπόντες ζήτησε την παραίτηση του Διονυσίου, κάτι που ο ίδιος δέχτηκε, ώστε να μην προκληθούν σχίσματα και εντάσεις.


Η συγχώρεση του φονιά του αδελφού του

Οι οικογένειες Σιγούρου και Μονδίνου, όπως προκύπτει από διασωθέντα έγγραφα που βρίσκονται στα αρχεία της Βενετίας, βρίσκονταν σε μια διαρκή αντιπαλότητα. Μάλιστα πολλές φορές έλυναν τις διαφορές τους με συμπλοκές.

Κάποια μέρα μπήκε στο κελί του Αγίου ένας κυνηγημένος άνθρωπος, τρέμοντας και ζητώντας προστασία. Είχε σκοτώσει τον αδελφό του Αγίου Διονυσίου, Κωνσταντίνο. Οταν το άκουσε, ο Αγιος -σύμφωνα με τις προφορικές παραδόσεις του νησιού, σηκώθηκε, άνοιξε την πίσω πόρτα του κελιού του και οδήγησε τον φονιά να φύγει, να κρυφτεί και να σωθεί. Οταν δε οι συγγενείς του σκοτωμένου, αλλά και του αγίου, και τα όργανα της εξουσίας ήλθαν στο κελί και ρωτούσαν για τον φονιά, ο Αγιος Διονύσιος προσποιήθηκε κι απάντησε πως δεν τον είχε δει και πως δεν ήξερε τίποτε. Γι’ αυτό ένας Ζακυνθινός ποιητής, θέλοντας να εγκωμιάσει την αρετή του Αγίου Διονυσίου και θαυμάζοντας το παράδειγμά του, σ’ ένα του ποίημα έγραψε αυτό τον παράδοξο στίχο: «αγιάζει ο δούλος του Θεού την ώρα που αμαρτάνει»!

 

Στη Μονή της Αναφωνήτριας

Κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο Αγιος Διονύσιος είχε αποσυρθεί στο μοναστήρι της Θεοτόκου της Αναφωνήτριας. Η Μονή της Παναγίας της Αναφωνήτριας ήταν γνωστή γιατί η παράδοση θέλει την εικόνα της Θεοτόκου να έχει έρθει με θαυματουργό τρόπο στο μοναστήρι από την Κωνσταντινούπολη αμέσως μετά την Αλωση. Η Μονή ιδρύθηκε από τον άρχοντα της Κεφαλονιάς και της Ζακύνθου Λεονάρδο Γ' Τόκκο και τη γυναίκα του Λάππα τον 15ο αιώνα και προικίστηκε με σημαντική περιουσία. Τη Μονή της Αναφωνήτριας υπήρχε η συνήθεια οι Ενετοί διοικητές να την παραχωρούν μαζί με την περιουσία της σε κάποια από τις αριστοκρατικές οικογένειες του νησιού. Ετσι το 1568 παραχωρήθηκε στον Αγιο Διονύσιο που καταγόταν από την επιφανή οικογένεια των Σιγούρων. Εκεί στη Ζάκυνθο τον επισκέπτονταν χιλιάδες πιστοί για να τον συμβουλευτούν αλλά και να τους εξομολογήσει.

Ο Αγιος Διονύσιος κοιμήθηκε το 1624, σε ηλικία 77 ετών. Κατά την επιθυμία του, τον έθαψαν στο μοναστήρι στις Στροφάδες. Οταν ύστερα από χρόνια θέλησαν να κάμουν ανακομιδή των αγίων λειψάνων του, το ιερό σκήνωμα βρέθηκε ολόκληρο και ακέραιο, ντυμένο τα αρχιερατικά άμφια, όπως το είχαν θάψει. Στα 1703 η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου αναγνώρισε την αγιότητά του ύστερα από αναφορές και αιτήσεις του κλήρου και του λαού της Ζακύνθου, που βεβαίωναν για τα πολλά θαύματα και για την πίστη και συνείδηση της τοπικής Εκκλησίας στην αγιοσύνη του.


Τα θαύματα

Η μετάνοια των δύσπιστων αλιέων:  Ο Αγιος Διονύσιος κάποτε πήγαινε με άλλους κληρικούς ως προσκεκλημένος στη Μονή Αγίου Γεωργίου στο νησάκι Βόιδι. Οι ψαράδες όμως, οι οποίοι τους μετέφεραν με το πλοίο τους, ήταν προληπτικοί κατά των ρασοφόρων και απέδωσαν στην παρουσία των κληρικών την αποτυχία τους στο ψάρεμα. Ο άγιος, θέλοντας να τους συνετίσει, τους υπέδειξε πού να ρίξουν τα δίχτυα τους και παρότι το μέρος εκείνο δεν είχε ποτέ ψάρια, οι ψαράδες έπιασαν τόσα πολλά, ώστε δεν μπορούσαν να σηκώσουν τα δίχτυα τους. Τότε προσκύνησαν τον άγιο και του ζήτησαν συγχώρεση.

 

Η διάβαση του χειμάρρου: Οταν ο άγιος μόναζε στη Μονή της Αναφωνήτριας, χρειάστηκε να κατέβει στην πόλη συνοδευόμενος από τον διάκονο Δανιήλ. Στον δρόμο έπεσε ραγδαία βροχή, αλλά κατά τρόπο θαυμαστό δεν βράχηκε ούτε ο άγιος ούτε ο συνοδός του. Λίγο αργότερα συνάντησαν έναν χείμαρρο που ήταν αδύνατο να περάσουν. Τότε ο άγιος ευλόγησε τον χείμαρρο, ο οποίος σταμάτησε, αφήνοντας τον άγιο και τον συνοδό του να περάσουν.

 

Η λύση του αφορισμού:   Στον Ναό του Αγίου Νικολάου των Ξένων βρέθηκε αδιάλυτο το σώμα αφορισμένης γυναίκας, νεκρής από πολύ καιρό. Ο άγιος παρακλήθηκε από τους συγγενείς της γυναικός να λύσει το επιτίμιο. Τότε διέταξε να βάλουν το πτώμα σε ένα στασίδι. Κατόπιν προσευχήθηκε γονατιστός και με δάκρυα για τη λύση του αφορισμού. Μόλις τελείωσε τη συγχωρητική ευχή ο άγιος, το πτώμα έκλινε το κεφάλι σαν να προσκυνούσε τον άγιο και κατόπιν διαλύθηκε σε οστά και χώμα.


Το όραμα του Ηγουμένου Δανιήλ: Οταν μετά την κοίμηση του Αγίου Διονυσίου και την ανακομιδή των Λειψάνων του το Σκήνωμά του βρέθηκε άθικτο, τοποθετήθηκε από τους Μοναχούς της Μονής Στροφάδων σε ειδική λάρνακα μέσα στο Καθολικό της Μονής, μέχρι την επίσημη ανακήρυξή του ως Αγίου το 1703. Πριν από αυτήν, ο ιερομόναχος Δανιήλ, που ήταν και ηγούμενος της Μονής Στροφάδων, αμφέβαλλε για την αγιότητα του Ιεράρχου. Μια νύχτα όμως νόμισε πως είδε τον Εκκλησιάρχη να του ζητάει την ευχή για να σημάνει τον Ορθρο. Ο Ηγούμενος τότε κατευθύνθηκε προς τον ναό και μπαίνοντας τον είδε φωταγωγημένο και τον άγιο να στέκεται όρθιος έξω από τη λάρνακα και να ιερουργεί, υπηρετούμενος από ιερείς και διακόνους. Τότε ένας από τους ιερείς λέει στον ηγούμενο Δανιήλ «πληροφορήθηκες τώρα, ή αμφιβάλλεις;». Τρομαγμένος ο ηγούμενος, έφυγε από τον ναό και όταν γύρισε για να επιβεβαιώσει το προηγούμενο όραμά του είδε τον άγιο να αποσύρεται στη λάρνακά του, τα φώτα του ναού να σβήνουν και τους ιερωμένους να χάνονται.

Πηγή

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.

Τῆς Ζακύνθου τὸv γόνον καὶ Αἰγίvης τὸν πρόεδρον, τὸv φρουρὸν μονῆς τὼv Στροφάδωv, Διοvύσιοv ἅπαντες, τιμήσωμεv συμφώνως οἱ πιστοί, βοῶντες πρὸς αὐτὸν εἰλικριvῶς· Tαῖς λιταῖς τοὺς τὴv σὴν μνήμην ἐπιτελοῦντας σῶσον καὶ βοῶντάς σοι· Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ· δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι· δόξα τῷ δωρησαμένῳ σε ἡμῖv, πρέσβυν ἀκοίμητον.

Ερμηνεία

Ἂς τιμήσωμεν ὅλοι ὁμοῦ οἱ πιστοὶ τὸν Διονύσιον τὸν ἐκ Ζακύνθου καταγόμενον, τὸν ἐπίσκοπον τῆς Αἰγίνης, τὸν φύλακα τῆς ἱερᾶς Μονῆς τῶν Στροφαδων. Ἂς ψάλλωμεν πρὸς αὐτὸν εἰλικρινῶς· Σῷσον ἡμάς ἅγιε Διονύσιε, τους ἑορτάζοντας τὴν μνήμην σου δι’ ὕμνων και λιτανειῷν. Ἂς δοξάσωμεν καὶ τὸν δοξάσαντά σε εἰς ἡμας ἀκοίμητον πρεσβευτὴν καὶ μεσίτην πρὸς τὸν Θεόν. (Τα απολυτίκια, εκδότης Ιωάννης Ν. Σιδέρης, 1908)



Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Ἑορτάζει σήμερον, τῶν Ζακυνθίων ἡ πόλις, ἑορτὴν χαρμόσυνον, σὺν τῇ μονῇ τῶν Στροφάδων, Αἴγιναν, τὴν ἐν Κυκλάσι προσκαλουμένη, ᾄσμασιν, ἀξιοχρέως συνευφημῆσαι, καὶ φαιδρῶς πανηγυρίσαι, τὸ κοινὸν κλέος, νῦν Διονύσιον.

Μεγαλυνάριον

Ήκεν εκ Στροφάδων ως θησαυρός, τη πόλει Ζακύνθου, το Σον Λείψανον το σεπτόν, και καταπλουτίζει, θαυμάτων ενεργείας, των ευσεβών τα στίφη, ω Διονύσιε.

Ὁ Οἶκος

Σιγησάτωσαν, ἤδη σιγησάτωσαν οἱ μέχρι δεῦρο σφαλερῶς λέγοντες, μὴ εἶναι τῇ θεοσώστῳ Ζακύνθῳ τὸν οἰκεῖον προστάτην, καὶ πρὸς Θεὸν πρέσβυν θερμότατον, καθὰ καὶ ἐν πολλαῖς τῶν ἐπισήμων πόλεων καὶ χωρῶν ὀρθοδόξων. Ἔνεστι γὰρ καὶ μάλα καλῶς ὁ σεπτὸς ἐν Ἱεράρχαις Διονύσιος, ὁ θαυμαστὸς Αἰγίνης πρόεδρος, ταύτης δὲ γόνος εὐκλεὴς καὶ θρέμμα ἀξιέπαινον. Οὐκέτι λοιπὸν ζηλοῖ Ζάκυνθος ἡ εὐδαίμων Κεφαλληνίαν καὶ Κέρκυραν, τὰς φίλας γείτονας, διὰ τὸ αὐτὰς μέγα σεμνύνεσθαι ἐπὶ τοῖς θείοις καὶ ἱεροῖς λειψάνοις Γερασίμου τε καὶ Σπυρίδωνος, ἀλλοδαποῖς τυγχάνουσιν, ἀλλ' ἐκείνας μὲν προσφιλῶς συγκαλεῖται πρὸς φαιδρὰν πανήγυριν τοῦ ἰδίου αὐτόχθονος, ὥσπερ δὴ καὶ προσφόρως τὴν ἐν Κυκλάσι προσφωνεῖ Αἴγιναν, σὺν τῇ πανσέπτῳ τῶν Στροφάδων Μονῇ, τῇ τὸ θεῖον καὶ ἱερὸν αὐτοῦ σκῆνος εὐτυχῶς θησαυρισάσῃ, τοῦ ἀξίως εὐφημῆσαι καὶ φαιδρῶς πανηγυρίσαι, τὸ κοινὸν κλέος, νῦν Διονύσιον.

Κάθισμα
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.

Ἀγάπης τῷ δεσμῷ, συντεθεὶς θεοφόρε, διέλυσας τρανῶς, τὴν κακίαν τῆς ἔχθρας· φονέα γὰρ συγγόνου σου, πεφευγότα τῇ σκέπῃ σου, μὴ εἰδότα σε, τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ εἶναι, δίκης ἔσωσας, ἐπικειμένου θανάτου, καὶ σῶον ἀπέστειλας.