A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ΚⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀΚⲞⲤⲦⲎ! ΚⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 6 Σεπτεμβρίου 2023

Ο ΓΑΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΝ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ


Ὁ γάμος κατά τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο

Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἀφιερώνει πάρα πολλὲς σελίδες τῶν ἔργων του σὲ θέματα γάμου. Παραθέτουμε σὲ μετάφραση ἕνα ἐλάχιστο δεῖγμα ἀποσπασμάτων (οἱ ἐντὸς παρενθέσεων ἀριθμοὶ παραπέμπουν στὴν Ἑλληνικὴ Πατρολογία τοῦ Migne):

ΤΙΜΙΟΣ Ο ΓΑΜΟΣ

Καὶ ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί, ἀλλὰ καὶ οἱ ἐθνικοί, θεωροῦμε τίμιο πρᾶγμα τὸν γάμο. Καὶ εἶναι τίμιο (61, 103).

Η ΟΜΟΝΟΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΣΥΖΥΓΩΝ

Γιὰ τὴ γυναῖκα ἂς μὴν ὑπάρχει τίποτε πιὸ πολύτιμο ἀπὸ τὸν ἄνδρα της, γιὰ τὸν ἄνδρα τίποτε πιὸ ἐπιθυμητὸ ἀπὸ τὴ γυναῖκα του. Ἡ ὁμόνοια ἀνάμεσα στὴ γυναῖκα καὶ στὸν ἄνδρα συγκρατεῖ τὴ ζωὴ καὶ συνέχει τὸν κόσμο ὁλόκληρο… Ὅταν ὁ ἄνδρας καὶ ἡ γυναίκα μαλώνουν μεταξύ τους, τότε δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ τοὺς εὐχαριστήσει οὔτε ὁ πλοῦτος οὔτε τὰ καλὰ παιδιὰ οὔτε τὰ πολλὰ παιδιὰ οὔτε ἡ δύναμη καὶ ἡ ἐξουσία οὔτε ἡ δόξα καὶ ἡ τιμὴ οὔτε οἱ ἀπολαύσεις καὶ ἡ πολυτέλεια οὔτε κάποια ἄλλη εὐτυχία (51, 369). Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς πλοῦτος, αὐτὴ ἡ πιὸ μεγάλη περιουσία, τὸ νὰ μὴν ὑπάρχει διχόνοια ἀνάμεσα στὸν ἄνδρα καὶ στὴ γυναῖκα, ἀλλὰ νὰ εἶναι οἱ δυό τους ἑνωμένοι σὰν ἕνα σῶμα (53,357). Ὅταν ὑπάρχει ὁμόνοια καὶ εἰρήνη καὶ σύνδεσμος ἀγάπης μεταξὺ γυναικὸς καὶ ἀνδρός, ἐκεῖ συρρέουν ὅλα τὰ ἀγαθά, καὶ τὸ ἀνδρόγυνο δὲν κινδυνεύει ἀπὸ καμμιὰ ἐπιβουλή, γιατί περιβάλλεται ἀπὸ ἕνα μεγάλο καὶ ἀκατανίκητο τεῖχος, ποὺ εἶναι ἡ κατὰ Θεὸν ὁμόνοια (53, 360). Ὅπου ὑπάρχει ἄνδρας καὶ γυναίκα καὶ παιδιὰ καὶ ὁμόνοια καὶ ἀγάπη, καὶ εἶναι ὅλοι συνδεδεμένοι μὲ τὰ δεσμὰ τῆς ἀρετῆς, ἐκεῖ ἀνάμεσά τους βρίσκεται ὁ Χριστός. Ὁ Χριστὸς δὲν ζητάει χρυσοστό- λιστες ὀροφὲς οὔτε ἀστραφτεροὺς κίονες οὔτε πανέμορφα μάρμαρα, ἀλλὰ ὡραιότητα ψυχῆς καὶ ὀμορφιὰ διανοίας καὶ τραπέζι γεμάτο δικαιοσύνη καὶ φορτωμένο μὲ καρποὺς ἐλεημοσύνης (54, 616).

ΟΙ ΑΡΕΤΕΣ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟΥ ΣΥΖΥΓΟΥ

Πρῶτα – πρῶτα, νὰ ζητᾶς γιὰ τὴν κόρη σου ἄνδρα ποὺ νὰ εἶναι πραγματικὸς ἄνδρας καὶ προστάτης της, γιατί δὲν θὰ τοῦ παραδώσεις μιὰ δούλη, ἀλλὰ τὴ θυγατέρα σου. Μὴ ζητᾶς ἀπὸ αὐτὸν χρήματα, μὴ ζητᾶς λαμπρὴ καταγωγή, οὔτε σπουδαία ἰδιαίτερη πατρίδα. Ὅλα αὐτὰ εἶναι περιττά. Νὰ ζητᾶς νὰ ἔχει εὐλάβεια στὴν ψυχή του, ἐπιείκεια, ἀληθινὴ σύνεση, φόβο Θεοῦ. Μόνο τότε τὸ κορίτσι σου θὰ ζήσει κοντά του εὐτυχισμένο. Ἂν ἐπιθυμεῖς γι’ αὐτὸ πλούσιο σύζυγο, ὄχι μόνο δὲν θὰ τὴν ὠφελήσεις, ἀλλὰ καὶ θὰ τὴν βλάψεις. Θὰ τὴν κάνεις δούλη, ἐνῷ πρὶν ἦταν ἐλεύθερη… Νὰ ἐξετάσεις μὲ ἀκρίβεια τὴν ἀρετὴ τοῦ μελλοντικοῦ συζύγου τῆς κόρης σου. Κι ὅταν πρόκειται νὰ τοῦ τὴν παραδώσεις, παρακάλεσε τὸν Χριστὸ νὰ παρευρεθεῖ. Θὰ ἀνταποκριθεῖ καὶ δὲν θὰ ντραπεῖ. Γιατί ὁ γάμος εἶναι μυστήριο στὸ ὁποῖο εἶναι παρὼν ὁ Χριστός (62, 389).

Ο ΑΝΔΡΑΣ ΝΑ ΥΠΟΜΕΝΕΙ ΤΑ ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΤΟΥ

Εἶναι λιμάνι ἡ γυναῖκα καὶ πολὺ μεγάλο φάρμακο χαρᾶς. Ἂν λοιπὸν ἀπαλλάξεις τὸ λιμάνι ἀπὸ τοὺς ἀνέμους καὶ τὰ κύματα, θὰ ἀπολαύσεις πολλὴ ξεκούραση γυρνῶντας κουρασμένος στὸ σπίτι. Ἂν ὅμως τὸ γεμίσεις μὲ θόρυβο καὶ ταραχή, θὰ κάνεις τὸ ναυάγιο πιὸ δυσάρεστο γιὰ σένα. Γιὰ νὰ μὴ συμβεῖ λοιπὸν κάτι τέτοιο, κᾶνε αὐτὸ ποὺ θὰ σοὺ πῶ· ὅταν συμβεῖ κάτι δυσάρεστο στὸ σπίτι ἐξαιτίας της, παρηγόρησέ την καὶ μὴν τῆς αὐξήσεις τὴ λύπη. Γιατί, κι ἂν ἀκόμη τὰ χάσεις ὅλα, δὲν ὑπάρχει τίποτε πιὸ δυσάρεστο ἀπὸ τὸ νὰ παύσεις νὰ ἀγαπᾶς τὴ γυναίκα σου. Πάνω ἀπ’ ὅλα νὰ βάζεις τὴν ἀγάπη στὴ γυναῖκα σου. Κι ἂν πρέπει ὁ ἕνας ἄνθρωπος νὰ βαστάζει τὰ βάρη τοῦ ἄλλου, πολὺ περισσότερο ὀφείλεις νὰ βαστάζεις τὰ βάρη τῆς γυναίκας σου. Κι ἂν ἀκόμη εἶναι φτωχή, κι ἂν εἶναι ἀνόητη, κι ἂν εἶναι φλύαρη ἢ μέθυση ἢ ὀργίλη, μὴν τὴ βρίζεις, μὴν τὴν ἀποπαίρνεις. Εἶναι μέλος σου καὶ ἔχετε γίνει μία σάρκα. Δὲν πρέπει νὰ ὑποφέρεις  οὔτε νὰ ὀργίζεσαι μὲ τὶς ἀδυναμίες της, ἀλλὰ νὰ παρακαλεῖς τὸν Θεὸ γι’ αὐτὴν καὶ νὰ τὴ συμβουλεύεις καὶ νὰ τὴ βοηθεῖς νὰ κόψει τὸ πάθος της… Λένε πὼς κι ἕνας ἀρχαῖος φιλόσοφος ποὺ εἶχε σύζυγο κακὴ καὶ φλύαρη καὶ μέθυση, ὅταν τὸν ρώτησαν γιατί τὴν ἀνέχεται μὲ τόσα ἐλαττώματα ποὺ ἔχει, ἀπάντησε πὼς τὴν ἀνέχεται, γιὰ νὰ τὴν ἔχει ὡς γυμναστήριο καὶ παλαίστρα φιλοσοφίας στὸ σπίτι του. Εἶπε: «ἂν κάθε μέρα ἐκπαιδεύομαι μ’ αὐτήν, θὰ γίνω περισσότερο πρᾶος μὲ τὸν ὑπόλοιπο κόσμο». Φωνάξατε δυνατὰ ἀπὸ ἔκπληξη καὶ θαυμασμὸ γιὰ τὴ στάση τοῦ φιλοσόφου αὐτοῦ; Ὅμως ἐγὼ τώρα θρηνῶ γοερὰ ποὺ οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἦταν φιλοσοφώτεροι ἀπό μας, ἀπὸ μᾶς ποὺ ἔχουμε λάβει ἐντολὴ νὰ μιμούμαστε τοὺς ἀγγέλους καὶ πρωτίστως λάβαμε ἐντολὴ νὰ μιμούμαστε στὴν ἐπιείκεια αὐτὸν τὸν ἴδιο τὸν Θεό… Βέβαια, σᾶς συμβουλεύω νὰ φροντίσετε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ νὰ βρεῖτε σύζυγο καλὴ καὶ γεμάτη ἀπὸ κάθε εἴδους ἀρετές. Ἂν ὅμως συμβεῖ νὰ κάνετε λάθος στὴν ἐπιλογή σας καὶ νὰ βάλετε μέσα στὸ σπίτι σας νύφη κακὴ καὶ ἀνυπόφορη, τότε νὰ μιμηθεῖτε αὐτὸν τὸν φιλόσοφο καὶ νὰ φροντίζετε συνεχῶς γιὰ τὴ βελτίωσή της (61, 223).

ΟΙ ΑΡΕΤΕΣ ΤΗΣ ΣΥΖΥΓΟΥ

Καλλώπισε λοιπόν, ἐσὺ ἡ σύζυγος, τὸ πρόσωπό σου μὲ σωφροσύνη, μὲ σεμνότητα, μὲ ἐλεημοσύνη, μὲ φιλανθρωπία, μὲ ἀγάπη, μὲ φιλοφροσύνη πρὸς τὸν ἄνδρα σου, μὲ ἐπιείκεια, μὲ πραότητα, μὲ ἀνεξικακία. Αὐτὰ εἶναι τὰ χρώματα τῆς ἀρετῆς. Μὲ αὐτὰ θὰ σὲ ἀγαπήσουν οἱ ἄγγελοι κι ὄχι οἱ ἄνθρωποι. Μὲ αὐτὰ θὰ σὲ ἐπαινέσει ὁ Θεός. Κι ὅταν ὁ Θεὸς εὐαρεστηθεῖ μὲ τὴν ἀρετή σου, ἐξάπαντος θὰ ὑποτάξεις καὶ τὸν ἄνδρα σου (49, 238). Δὲν ὑπάρχει τίποτε πιὸ ἰσχυρὸ καὶ κατάλληλο στὸ νὰ ρυθμίζει τὸν ἄνδρα καὶ νὰ διαπλάθει τὴν ψυχή του μ’ ὅποιον τρόπο θέλει ἀπὸ μιὰ γυναῖκα εὐλαβῆ καὶ συνετή. Γιατί ὁ ἄνδρας δὲν ἀνέχεται τόσο πολὺ τὶς παραινέσεις καὶ τὶς συμβουλὲς οὔτε τῶν φίλων οὔτε τῶν διδασκάλων οὔτε τῶν ἀρχόντων, ὅσο τῆς συζύγου του. Διότι ἡ παραίνεση ἐκ μέρους τῆς συζύγου προκαλεῖ κάποια εὐχαρίστη- ση, μιὰ καὶ ὁ σύζυγος τὴν ἀγαπάει πάρα πολύ. Θὰ μποροῦσα νὰ ἀναφέρω πολλοὺς σκληροὺς καὶ ἀπείθαρχους ἄνδρες ποὺ μαλάκωσαν μὲ τὶς συμβουλὲς τῆς γυναίκας τους… Ὅταν, μάλιστα, ἐσὺ ἡ σύζυ- γος, διδάσκεις τὸν ἄνδρα σου ὄχι μόνο μὲ τὰ λόγια σου, ἀλλὰ καὶ μὲ τὰ ἔργα σου, τότε πιὸ εὔκολα θὰ δεχθεῖ ὅσα τοῦ λές· ὅταν, δηλαδή, δὲν τοῦ ζητὰς χρυσάφι οὔτε μαργαριτάρια οὔτε πολυτελῆ ἐνδύματα, ἀλλὰ ἀντὶ γι’ αὐτὰ ἐπιδεικνύεις κοσμιότητα, σωφροσύνη, ἀγάπη, καὶ τὶς ἴδιες ἀρετὲς ζητᾶς κι ἀπ’ αὐτόν. Διότι ἂν πρέπει νὰ κάνεις κάτι γιὰ νὰ ἀρέσεις στὸν ἄνδρα σου, πρέπει νὰ κοσμεῖς τὴν ψυχή σου κι ὄχι νὰ στολίζεις τὸ σῶμα σου καὶ νὰ τὸ χαλᾶς (59, 340). Ἀπὸ τὴ γυναῖκα σας νὰ ζητᾶτε μετριοφροσύνη καὶ ἐπιείκεια· αὐτὰ εἶναι τὰ γνωρίσματα τοῦ κάλλους κι ὄχι ἡ σωματικὴ ὀμορφιά. Δὲν βλέπετε πόσοι παντρεύτηκαν ὡραῖες γυναῖκες καὶ κατέστρεψαν τὴ ζωή τους; Καὶ πόσοι διάλεξαν συζύγους ὄχι τόσο ὄμορφες κι ἔφθασαν πανευτυχεῖς σὲ βαθύτατο γῆρας;… Νὰ μὴ ζητᾶτε χρήματα οὔτε ἀριστοκρατικὴ καταγωγή. Κανεὶς νὰ μὴ ζητάει νὰ πλουτήσει ἀπὸ τὴ γυναῖκα του· ἕνας τέτοιος πλοῦτος εἶναι αἰσχρὸς καὶ ἐπονείδιστος (62, 128).

Η ΤΥΡΑΝΝΙΚΗ ΣΥΖΥΓΟΣ

(Ἡ κακὴ σύζυγος) ἂν εἶναι πλούσια, καυχιέται μέρα καὶ νύχτα γιὰ τὰ πλούτη της καὶ δὲν ἐπιτρέπει στὸν ἄνδρα της νὰ ζήσει μὲ εἰρήνη. Ἂν πάλι εἶναι φτωχή, τριγυρίζει ἀπὸ γειτονιὰ σὲ γειτονιὰ καὶ ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι καὶ δημιουργεῖ  φασαρίες, ἀναρριπίζει θυμούς, προκαλεῖ καθημερινὰ ταραχὲς καὶ δὲν ἀφήνει τὸν ἄνδρα της νὰ ζήσει εἰρηνικὰ οὔτε μὲ τοὺς γείτονες οὔτε μὲ τοὺς γνωστούς… Κι ὅταν πέφτουν τὸ βράδυ νὰ κοιμηθοῦν, δὲν ἀφήνει τὸν ἄνδρα της νὰ κοιμηθεῖ, ἀλλὰ τὸν ἐξοργίζει ἐναντίον τῶν ὑπηρετῶν, τὸν ἐξαναγκάζει νὰ μαλώνει μὲ τοὺς γείτονες. (Τοῦ λέει) αὐτὸς ὁ δοῦλος μὲ περιφρονεῖ, αὐτὴ ἡ ὑπηρέτρια μὲ ἐμπαίζει, αὐτὸς ὁ γείτονας συνεχῶς καὶ παντοῦ μὲ κοροϊδεύει… Ἀπαιτῶ νὰ τοὺς ἐκδικηθεῖς γιὰ χάρη μου. Διαφορετικά, δὲν θὰ καθήσω μαζί σου στὸ τραπέζι, δὲν θὰ φάω μ’ ἐσένα ψωμὶ οὔτε θὰ ξανακοιμηθοῦμε μαζὶ (56, 536).

Ἡ ἁγία οἰκογένεια τοῦ Μ.Βασιλείου

Ἡ ἁγία οἰκογένεια τοῦ Μ.Βασιλείου

Η ΕΓΚΡΑΤΕΙΑ ΤΩΝ ΣΥΖΥΓΩΝ

Λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Μὴ ἀποστερεῖτε ἀλλήλους, εἰ μή τι ἂν ἐκ συμφώνου» (Α΄ Κορ. ζ΄ 5). Τί σημαίνει αὐτό; Λέει ὁ ἀπόστολος ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἐγκρατεύεται ἡ γυναίκα, χωρὶς νὰ τὸ θέλει ὁ ἄνδρας, οὔτε ὁ ἄνδρας, ἂν δὲν τὸ θέλει ἡ γυναίκα. Καὶ γιὰ ποιό λόγο; Διότι ἀπὸ μιὰ τέτοιου εἴδους ἐγκράτεια γεννιοῦνται πολλὰ κακά· πολλὲς φορὲς προκύπτουν ἀπὸ αὐτὴν καὶ μοιχεῖες καὶ πορνεῖες καὶ διαλύσεις σπιτικῶν. Ἔτσι κάνουν πολλὲς γυναῖκες καὶ τελικὰ ἡ ἁμαρτία τους εἶναι πιὸ μεγάλη ἀπὸ τὴν ἀρετή τους· γιατί μὲ τὴν ἐγκράτειά τους αὐτὴ καὶ γίνονται ὑπεύθυνες γιὰ τὴν ἀκολασία τοῦ ἄνδρα τους καὶ τὰ καταστρέφουν ὅλα. Πάνω ἀπ’ ὅλα εἶναι ἡ ὁμόνοια. Ἂς ὑποθέσουμε ὅτι μιὰ γυναῖκα ἐγκρατεύεται παρὰ τὴ θέληση τοῦ ἀνδρός της. Τί γίνεται ὅμως ἂν ἐκεῖνος λόγῳ τῆς στάσης της αὐτῆς πορνεύει, ἢ κι ἂν δὲν πορνεύει, ὅμως ὑποφέρει καὶ εἶναι ἀνήσυχος καὶ τυραννιέται ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία καὶ γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ μαλώνει μαζί της καὶ τῆς δημιουργεῖ μύρια προβλήματα; Ποιό τὸ κέρδος τῆς νηστείας καὶ τῆς ἐγκράτειας, ὅταν ἔχει διαρραγεῖ ἡ ἀγάπη μεταξὺ τῶν συζύγων; Κανένα… Γιατί, ὅταν ὁ ἄνδρας καὶ ἡ γυναῖκα βρίσκονται σὲ διάσταση ψυχική, τὸ σπίτι δὲν στέκεται καλά. Γι’ αὐτὸ λέει ὁ ἀπόστολος: «Μὴν ἀποστερεῖτε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο μὲ ἀποχὴ καὶ ἐγκράτεια, ἐκτὸς κι ἂν τὸ κάνετε αὐτὸ προσωρινὰ καὶ ἀπὸ συμφώνου, γιὰ νὰ ἐπιδίδεσθε μὲ μεγαλύτερη προθυμία στὴ νηστεία καὶ τὴν προσευχή, καὶ πάλι νὰ συνέρχεσθε στὶς συζυγικές σας σχέσεις, γιὰ νὰ μὴ σᾶς πειράζει σὲ πορνεία ὁ σατανᾶς ἐξαιτίας τῆς ἀκρατείας σας. Κι αὐτὸ (δηλαδὴ τὸ νὰ μὴ στερεῖτε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον) σᾶς τὸ λέω ἀπὸ συγκατάβαση. Δὲν σᾶς τὸ ἐπιβάλλω ὡς ἐντολή» (Α΄ Κορ. ζ΄ 5). Προσθέτει τὸ «ἵνα μὴ πειράζῃ ὑμᾶς ὁ σατανᾶς», γιὰ νὰ μὴ θεωρήσει κανεὶς ὅτι ὁ ἀπόστολος μὲ νόμο ἐπιβάλλει τὶς συζυγικὲς σχέσεις (61, 152-153).

Ο ΓΑΜΟΣ ΔΕΝ ΕΜΠΟΔΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΥΣΕΒΕΙΑ

Γιατί ζεῖς μὲ τρόπο ἀπρεπῆ; Γιατί δὲν ζεῖς μὲ ἀκρίβεια πνευματικὴ καὶ μὲ εὐσέβεια; Ἀπαντᾶς: Πῶς μπορῶ νὰ ζήσω μὲ εὐσέβεια, ἂν δὲν διώξω τὴ γυναῖκα μου, ἂν δὲν ἀρνηθῶ τὰ παιδιά μου, ἂν δὲν ἀδιαφορήσω γιὰ τὶς ὑποθέσεις τῆς καθημερινῆς μου ζωῆς; Μά, γιατί θέτεις αὐτοὺς τοὺς ὅρους; Μήπως ὁ γάμος εἶναι ἐμπόδιο τῆς εὐσεβείας; Ἡ σύζυγος σοῦ δόθηκε, γιὰ νὰ σὲ βοηθεῖ πνευματικὰ κι ὄχι γιὰ νὰ ἐπιβουλεύεται τὴν εὐσέβειά σου. Δὲν εἶχε γυναῖκα ὁ προφήτης; Ὁ γάμος του ὅμως δὲν ἐμπόδιζε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ τὸν φωτίζει, ὥστε νὰ προφητεύει. Καὶ γυναῖκα εἶχε καὶ προφήτης ἦταν. Ὁ Μωϋσῆς δὲν ἦταν παντρεμένος; Ἦταν. Κι ὅμως, καὶ πέτρες ἔσπασε καὶ τὸν ἀέρα μετέβαλε καὶ μὲ τὸν Θεὸ συζητοῦσε καὶ σταμάτησε τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἀβραὰμ δὲν εἶχε γυναῖκα; Εἶχε. Κι ὅμως, κατέστη πατέρας καὶ τῶν ἐθνῶν καὶ τῆς Ἐκκλησίας… Μήπως ὁ γάμος τὸν ἐμπόδισε νὰ γίνει – ὅπως καὶ ἔγινε – καὶ φιλόπαις καὶ φιλόθεος; … Καὶ ἐπιπλέον, ὁ Πέτρος δὲν εἶχε κι αὐτὸς γυναίκα; Ναί, εἶχε… Καὶ ὁ Φίλιππος δὲν εἶχε τέσσερις θυγατέρες; Ὅπου ὑπάρχουν τέσσερις θυγατέρες, ἐκεῖ ὑπάρχει καὶ γυναῖκα καὶ γάμος. Καὶ ὁ Χριστὸς δὲν παρευρέθηκε σὲ γάμο καὶ δὲν προσέφερε καὶ δῶρο μεταβάλλοντας τὸ νερὸ σὲ κρασί; Μὴ βδελύσσεσαι, λοιπόν, τὸν γάμο· τὴν πορνεία νὰ μισεῖς (56, 122 καὶ 123).

Ἐπιλογὴ ἀποσπασμάτων – τίτλοι – μετάφραση:

π. Χρίστου Κυριαζόπουλου

Πηγή

 

Σάββατο 18 Μαρτίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ - ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ: Ἀπόστολος - Ὁμιλία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου



Απόστολος Κυριακής : (βρ. δ΄, 14 – ε΄,6)

δελφοί, χοντες ρχιερα μγαν διεληλυθτα τος ορανος, ησον τν υἱὸν το Θεο, κρατμεν τς μολογας. Ο γρ χομεν ρχιερα μ δυνμενον συμπαθσαι τας σθενεαις μν, πεπειρασμνον δ κατ πντα καθ' μοιτητα χωρς μαρτας. Προσερχμεθα ον μετ παρρησας τ θρν τς χριτος, να λβωμεν λεον κα χριν ερωμεν ες εκαιρον βοθειαν. Πς γρ ρχιερες ξ νθρπων λαμβανμενος πρ νθρπων καθσταται τ πρς τν Θεν, να προσφρ δρ τε κα θυσας πρ μαρτιν, μετριοπαθεν δυνμενος τος γνοοσι κα πλανωμνοις, πε κα ατς περκειται σθνειαν· κα δι τατην φελει, καθς περ το λαο, οτω κα περ αυτο προσφρειν πρ μαρτιν. Κα οχ αυτ τις λαμβνει τν τιμν, λλ καλομενος π το Θεο, καθπερ κα αρν. Οτω κα  Χριστς οχ αυτν δξασε γενηθναι ρχιερα, λλ'  λαλσας πρς ατν· υἱός μου ε σγ σμερον γεγννηκ σε· καθς κα ν τρ λγει· σ ερες ες τν αἰῶνα κατ τν τξιν Μελχισεδκ.

Ἀπόδοση

δελφοί, ἄς κρατήσουμε, λοιπόν, σταθερά τήν πίστη πού ὁμολογοῦμε. Γιατί ἔχουμε μέγαν ἀρχιερέα - τόν Ἰησοῦ, τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ - πού ἔφτασε ὡς τό θρόνο τοῦ Θεοῦ. Δέν ἔχουμε ἀρχιερέα πού νά μήν μπορεῖ νά συμμεριστεῖ τίς ἀδυναμίες μας. Ἀντίθετα, ἔχει δοκιμαστεῖ σέ ὅλα, ἐπειδή ἔγινε ἄνθρωπος σάν κι ἐμᾶς, χωρίς ὅμως νά ἁμαρτήσει. Ἄς πλησιάσουμε, λοιπόν, μέ θάρρος τό θρόνο τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, γιά νά μᾶς σπλαχνιστεῖ καί νά μᾶς δωρίσει τή χάρη του, τήν ὥρα πού τή χρειαζόμαστε. Κάθε ἀρχιερέας πού προέρχεται ἀπό ἀνθρώπους ἐγκαθίσταται γιά νά ὑπηρετήσει τό Θεό γιά χάρη τους καί γιά νά προσφέρει δῶρα καί θυσίες γιά τίς ἁμαρτίες τους. Εἶναι σέ θέση νά δείχνει ἀνοχή σ΄ ὅσους ζοῦν στήν ἄγνοια καί στήν πλάνη, ἀφοῦ κι ὁ ἴδιος ἔχει ἀνθρώπινες ἀδυναμίες. Ἐξαιτίας τούς εἶναι ὑποχρεωμένος νά προσφέρει, ὅπως γιά τό λαό, ἔτσι καί γιά τόν ἑαυτό του, θυσίες γιά τή συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν. Ἐπίσης, κανένας δέν παίρνει μόνος του αὐτή τήν τιμή, ἀλλά ὅταν τόν καλέσει ὁ Θεός, ὅπως ἀκριβῶς κάλεσε τόν Ἀαρῶν. Ἔτσι κι ὁ Χριστός, δέν τίμησε ὁ ἴδιος τόν ἑαυτό του μέ τό ἀξίωμα τοῦ ἀρχιερέα, ἀλλά τοῦ τό ἔδωσε ἐκεῖνος πού τοῦ εἶπε: Ἐσύ εἶσαι ὁ Υἱός μου, ἐγώ σήμερα σέ γέννησα. Σ΄ ἕνα ἄλλο σημεῖο ἡ Γραφή λέει: Ἐσύ εἶσαι ἱερέας γιά πάντα ὅπως ὁ Μελχισεδέκ.

Ερμηνεία της Αποστολικής περικοπής του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

Όμως ο απόστολος Παύλος δεν αναθέτει τα πάντα στον ιερέα,


αλλά ζητάει και τη δική μας συνδρομή, και εννοώ την ομολογία της πίστης«Ἔχοντες οὖν ἀρχιερέα μέγαν διεληλυθότα τοὺς οὐρανούς, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Θεοῦ, κρατῶμεν τῆς ὁμολογίας (: Αφού λοιπόν, σύμφωνα και με όσα είπαμε, έχουμε μεγάλο Αρχιερέα, ο οποίος έχει πλέον διασχίσει τους ουρανούς και μπήκε στον τόπο της αιώνιας αναπαύσεως, στην ουράνια βασιλεία Του όπου μας περιμένει, τον Ιησού δηλαδή, ο οποίος δεν είναι ένας απλός άνθρωπος αλλά και ο Υιός του Θεού, ας κρατούμε καλά την ομολογία της πίστεώς μας προς Αυτόν)». Ποια ομολογία εννοεί; Ότι υπάρχει ανάσταση, ότι υπάρχει ανταπόδοση, ότι υπάρχουν άπειρα αγαθά, ότι ο Χριστός είναι Θεός, ότι η πίστη είναι ορθή. Αυτά ας ομολογήσουμε, αυτά ας κρατάμε σταθερά. Και ότι αυτά είναι αληθινά, φαίνεται από το ότι ο αρχιερέας είναι μέσα. Επομένως ας ομολογήσουμε, αυτά ας κρατάμε σταθερά. Και ότι αυτά είναι αληθινά, φαίνεται από το ότι ο αρχιερέας είναι μέσα. Επομένως ας ομολογήσουμε ότι δεν έχουμε πέσει. Αν και τα πράγματα δεν είναι κοντά, εμείς όμως ας ομολογήσουμε· αν ήταν πριν από λίγο, ήταν ψέμα. Ώστε και αυτό είναι αληθινό, το ότι μετατίθενται.

Καθόσον και ο αρχιερέας μας είναι μέγας· «οὐ γὰρ ἔχομεν ἀρχιερέα μὴ δυνάμενον συμπαθῆσαι ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν (: Και μην περάσει ποτέ από τον νου μας ότι, αφού Αυτός είναι τώρα στους ουρανούς, δε θα δείξει ενδιαφέρον για μας. Διότι δεν έχουμε αρχιερέα που να μην μπορεί να μας συμπαθήσει στις ηθικές και φυσικές αδυναμίες μας, επειδή τάχα δε γνωρίζει τα όσα μας συμβαίνουν ή επειδή υψώθηκε τόσο πολύ)». «Δεν αγνοεί», λέγει, «τα δικά μας, όπως πολλοί αρχιερείς, οι οποίοι δεν γνωρίζουν αυτούς από το ποίμνιό τους που βρίσκονται σε θλίψεις, αλλά ούτε ότι υπάρχει ποτέ θλίψη. Γιατί στην περίπτωση των ανθρώπων είναι αδύνατο να γνωρίζει την ταλαιπωρία εκείνου που υποφέρει αυτός που δεν τη δοκίμασε και δεν την αισθάνθηκε. Τα πάντα υπέφερε ο δικός μας αρχιερέας. Γι’ αυτό λοιπόν πρώτα υπέφερε και ύστερα ανέβηκε στον ουρανό, για να μπορεί να δείχνει συμπάθεια».

«πεπειραμένον δὲ κατὰ πάντα καθ᾿ ὁμοιότητα χωρὶς ἁμαρτίας (: αλλά έχουμε Αρχιερέα ο οποίος έχει αντιμετωπίσει πειρασμούς με όλους τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να δοκιμασθεί η ανθρώπινη φύση. Έχει αντιμετωπίσει πειρασμούς εξ ολοκλήρου όμοια με εμάς, χωρίς όμως να υποπέσει σε καμία αμαρτία)». Πρόσεχε πως και παραπάνω ανέφερε τα «παραπλησίως (: με παρόμοιο τρόπο)», και εδώ το «καθ᾿ ὁμοιότητα (: σύμφωνα με την ομοιότητά Του με εμάς)». Δηλαδή διώχθηκε, φτύστηκε, κατηγορήθηκε, χλευάστηκε, συκοφαντήθηκε, αποπέμφθηκε, στο τέλος σταυρώθηκε. «πεπειραμένον δὲ κατὰ πάντα καθ᾿ ὁμοιότητα χωρὶς ἁμαρτίας (: έχουμε Αρχιερέα ο οποίος έχει αντιμετωπίσει πειρασμούς με όλους τους τρόπους που μπορεί να δοκιμαστεί η ανθρώπινη φύση. Έχει αντιμετωπίσει πειρασμούς εξ ολοκλήρου όμοια με εμάς, χωρίς όμως να υποπέσει σε καμία αμαρτία)». Εδώ και κάτι άλλο υπαινίσσεται, ότι ήταν δυνατό να υποφέρει χωρίς να αμαρτήσει και να βρεθεί σε θλίψεις. Ώστε και όταν λέγει «ἐν ὁμοιώματι σαρκὸς (: με σάρκα η οποία έμοιαζε μόνο, αλλά δεν ήταν και πραγματική σάρκα της αμαρτίας)» [Ρωμ. 8, 3], δεν εννοεί αυτό, ότι είχε ομοίωμα σάρκας, αλλά ότι ανέλαβε σάρκα. Γιατί λοιπόν είπε «ἐν ὁμοιώματι»; Μιλούσε για αμαρτωλή σάρκα, αφού ήταν όμοια με τη δική μας σάρκα· γιατί στη φύση ήταν η ίδια με τη δική μας, στην αμαρτία όμως δεν ήταν η ίδια.

«προσερχώμεθα οὖν μετὰ παῤῥησίας τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος, ἵνα λάβωμεν ἔλεον καὶ χάριν εὕρωμεν εἰς εὔκαιρον βοήθειαν (: Αφού λοιπόν τέτοιος είναι ο Αρχιερέας μας ας πλησιάζουμε με θάρρος και άφοβη εμπιστοσύνη στο βασιλικό Του θρόνο, από τον οποίο πηγάζει η χάρη. Ας πλησιάζουμε σε Αυτόν για να λάβουμε συγχώρηση για τις αμαρτίες μας και για να βρούμε εύνοια και δωρεές που θα μας δώσουν άμεση βοήθεια σε κάθε κρίσιμη ώρα πειρασμού)».

Ποιον εννοεί «θρόνον τῆς χάριτος»; Τον βασιλικό θρόνο, για τον οποίο λέγει: «Εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου· κάθου ἐκ δεξιῶν μου, ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου (: Είπε ο Κύριος και Θεός μου προς τον Κύριο και Θεό μου, προς τον Μεσσία· ‘’Κάθισε στα δεξιά του θρόνου μου και εγώ θα θέσω όλους τους εχθρούς σου ως υποπόδιο των ποδών Σου’’)» [Ψαλμ. 109, 1]. Σαν να έλεγε: «ας πλησιάζουμε με θάρρος, γιατί έχουμε αναμάρτητο αρχιερέα, που κατανικάει την οικουμένη»· γιατί λέγει: «θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον (: Αλλά έχετε θάρρος. Εγώ έχω νικήσει τον κόσμο. Και με τη νίκη μου αυτή εξασφάλισα και για σας τον θρίαμβο και τη δόξα)»[Ιω. 16, 33]. Γιατί αυτό σημαίνει το να πάθει τα πάντα, αλλά να είναι καθαρός από αμαρτίες. «Αν εμείς», λέγει, «είμαστε αμαρτωλοί και Αυτός αναμάρτητος, πώς να πλησιάζουμε με θάρρος; Γιατί είναι θρόνος χάριτος, όχι θρόνος κρίσης τώρα. Γι’ αυτό ας πλησιάζουμε με θάρρος», λέγει, «για να λάβουμε έλεος, όπως ζητάμε». Το πράγμα είναι γενναιοδωρία και δωρεά βασιλική.

«ἵνα λάβωμεν ἔλεον καὶ χάριν εὕρωμεν εἰς εὔκαιρον βοήθειαν (: και για να βρούμε εύνοια και δωρεές που θα μας δώσουν άμεση βοήθεια σε κάθε κρίσιμη ώρα πειρασμού)». «Αν τώρα πλησιάσεις», λέγει, «θα λάβεις και χάρη και ευσπλαχνία, γιατί πλησιάζεις την κατάλληλη ώρα. Αν όμως πλησιάσεις τότε, δε θα λάβεις πια, γιατί άκαιρη θα είναι τότε η προσέλευσή σου, επειδή δε θα είναι τότε θρόνος χάριτος». Θρόνος χάριτος είναι όσο κάθεται και δίνει χάρη ο βασιλιάς. Όταν όμως έλθει η συντέλεια, τότε σηκώνεται για να κρίνει. Γιατί λέγει: «ἀνάστα, ὁ Θεός, κρίνων τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι (: Σήκω, Θεέ μου, και εφάρμοσε τη δίκαιη κρίση Σου και απόφαση επί της γης, διότι κάτω από τη δική Σου κυριότητα και κατοχή βρίσκονται όλα τα έθνη)» [Ψαλμ. 81, 8]. Μπορούμε να πούμε και κάτι άλλο. «Ας πλησιάζουμε», λέγει, «με θάρρος», δηλαδή χωρίς να συναισθανόμαστε κανένα κακό, χωρίς να διστάζουμε. Γιατί ένας τέτοιος άνθρωπος δεν μπορεί να πλησιάσει με θάρρος. Γι’ αυτό και αλλού λέγει: «οὕτως λέγει Κύριος· καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καὶ ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοι καὶ ἔπλασά σε καὶ ἔδωκά σε εἰς διαθήκην ἐθνῶν τοῦ καταστῆσαι τὴν γῆν καὶ κληρονομῆσαι κληρονομίας ἐρήμους (: Αυτά λέγει ο Κύριος: ‘’Σε κατάλληλο και ευπρόσδεκτο καιρό εγώ άκουσα την προσευχή σου, σε ημέρα σωτηρίας σε βοήθησα. Εγώ σε έπλασα. Έδωσα εσένα ως νέα διαθήκη με τα έθνη, για να αποκαταστήσεις τους ανθρώπους της γης, και να αποκτήσεις ως δική σου μόνιμη ιδιοκτησία, τους έως τώρα έρημους από χάρη Θεού λαούς’’)» [Ησ. 49, 8]. Γιατί και τώρα είναι απόδειξη χάριτος, το να βρίσκουμε μετάνοια για τα αμαρτήματα που κάνουμε μετά το βάπτισμα. Και για να μη νομίσεις ότι στέκεται όρθιος, ακούοντας ότι είναι αρχιερέας, αμέσως Τον οδηγεί στο θρόνο. Ο ιερέας όμως δεν κάθεται, αλλά στέκεται.

Βλέπεις ότι το να γίνει αρχιερέας δεν είναι έργο της φύσης, αλλά της χάριτος και της συγκατάβασης και της ταπείνωσής Του; Αυτό είναι ευκαιρία να πούμε τώρα και εμείς, ας πλησιάζουμε και να ζητάμε με θάρρος· ας προσφέρουμε μόνο πίστη, και όλα μας τα δίνει. Τώρα είναι ο καιρός της δωρεάς, ας μην απελπίζεται κανένας. Τότε θα είναι ο καιρός της απόγνωσης, όταν θα κλείνεται ο νυμφώνας, όταν θα μπει ο βασιλιάς να δει εκείνους που βρίσκονται μέσα, όταν θα απολαύσουν τους κόλπους του πατριάρχη Αβραάμ εκείνο που πρόκειται να τους αξιωθούν. Τώρα όμως δεν είναι, γιατί το θέατρο ακόμη υπάρχει, ο αγώνας ακόμη συνεχίζεται, το βραβείο ακόμη είναι αβέβαιο.

Ας προσπαθήσουμε, λοιπόν. Γιατί και ο Παύλος λέγει: «ἐγὼ τοίνυν οὕτω τρέχω, ὡς οὐκ ἀδήλως, οὕτω πυκτεύω, ὡς οὐκ ἀέρα δέρων, ἀλλ᾿ ὑποπιάζω μου τὸ σῶμα καὶ δουλαγωγῶ, μήπως ἄλλοις κηρύξας αὐτὸς ἀδόκιμος γένωμαι (: Μιμηθείτε το παράδειγμά μου. Εγώ λοιπόν τρέχω έτσι, ώστε ξέρω καλά τι ζητώ, για ποιο σκοπό αγωνίζομαι και με ποιο τρόπο θα τον πετύχω. Δεν παρουσιάζομαι σαν να πυγμαχώ δίνοντας γροθιές στον αέρα και αγωνιζόμενος στα κούφια, αλλά ταλαιπωρώ το σώμα μου και το μεταχειρίζομαι ως δούλο, για να μην αποδοκιμαστώ και αποδειχθώ ανάξιος του βραβείου εγώ ο ίδιος που κήρυξα σε άλλους και με τη δική μου προτροπή και διδασκαλία αυτοί πήραν το βραβείο» [ Α΄ Κορ. 9, 26-27]. Έχουμε ανάγκη από δρόμο, και μάλιστα από δρόμο πολύ. Όποιος τρέχει δε βλέπει εντελώς κανέναν, είτε περνάει μέσα από λιβάδια, είτε μέσα από τόπους ξερούς. Ο δρομέας δε βλέπει προς τους θεατές, αλλά προς το βραβείο· είτε υπάρχουν πλούσιοι ή φτωχοί, είτε τον περιπαίζει κάποιος ή τον επαινεί, ή τον βρίζει ή τον λιθοβολεί, ή του κλείνει το σπίτι, είτε δει τα παιδιά ή τη γυναίκα του ή οτιδήποτε άλλο, πουθενά δεν προσέχει. Αλλά σε ένα πράγμα μόνο αφοσιώνεται, στο τρέξιμο και στο να λάβει το βραβείο. Ο δρομέας πουθενά δε σταματάει, γιατί αν αδρανήσει έστω και για λίγο, έχασε τα πάντα. Ο δρομέας όχι μόνο δεν ελαττώνει την προσπάθειά του πριν το τέλος, αλλά τότε μάλιστα αυξάνει την ταχύτητά του.

«Πᾶς γὰρ ἀρχιερεὺς ἐξ ἀνθρώπων λαμβανόμενος ὑπὲρ ἀνθρώπων καθίσταται τὰ πρὸς τὸν Θεόν, ἵνα προσφέρῃ δῶρά τε καὶ θυσίας ὑπὲρ ἁμαρτιῶν, μετριοπαθεῖν δυνάμενος τοῖς ἀγνοοῦσι καὶ πλανωμένοις, ἐπεὶ καὶ αὐτὸς περίκειται ἀσθένειαν· καὶ διὰ ταύτην ὀφείλει, καθὼς περὶ τοῦ λαοῦ, οὕτω καὶ περὶ ἑαυτοῦ προσφέρειν ὑπὲρ ἁμαρτιῶν (: Θα βρούμε έλεος, χάρη και βοήθεια από τον μεγάλο και εύσπλαχνο Αρχιερέα μας. Διότι κάθε αρχιερέας στη λευιτική ιεροσύνη των Ιουδαίων ξεχωρίζεται από τους ανθρώπους και εγκαθίσταται αρχιερέας στα έργα της λατρείας του Θεού για την ωφέλεια των ανθρώπων, για να προσφέρει και δώρα και θυσίες για τη συγχώρηση των αμαρτιών του λαού. Και μπορεί ο αρχιερέας των Ιουδαίων να δείχνει συμπάθεια και ανοχή σε όσους αμαρτάνουν από άγνοια και πλάνη, επειδή και αυτός ως άνθρωπος έχει επάνω του ηθική ασθένεια και ανθρώπινες αδυναμίες. Και εξαιτίας της ασθένειας και της ενοχής του αυτής οφείλει σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου, όπως προσφέρει θυσία για χάρη του λαού, έτσι να προσφέρει θυσία και για τον εαυτό του, για να συγχωρηθούν οι αμαρτίες του)».

Θέλει πλέον ο Παύλος να δείξει ότι η Διαθήκη αυτή είναι πολύ ανώτερη από την Παλαιά. Και το κάνει αυτό διατυπώνοντας από πριν και από πολύ μακριά τους συλλογισμούς του. Αφού λοιπόν τίποτε δεν ήταν σωματικό ή φανταστικό, όπως ούτε ο ναός, ούτε τα άγια των αγίων, ούτε ο ιερέας που έχει τόσο μεγάλη κατάρτιση, ούτε οι νομικές διακρίσεις, αλλά όλα ήταν σπουδαιότερα και τελειότερα και τίποτε δεν ήταν από τα σωματικά, αλλά τα πάντα ανήκαν στα πνευματικά, και αφού τα πνευματικά δεν προέτρεπαν τόσο τους ασθενέστερους στην πίστη όσο τα σωματικά, γι’ αυτό κινεί όλον αυτόν τον λόγο. Και πρόσεχε τη σύνεσή του. Αρχίζει από τον ιερέα πρώτα και συνέχεια τον ονομάζει αρχιερέα, και από αυτόν δείχνει πρώτα τη διαφορά.

Γι’ αυτό ορίζει πρώτα τι είναι ιερέας και δείχνει ποια πράγματα έχει του ιερέα και ποια είναι τα σύμβολα της ιεροσύνης. Και επειδή του εναντιωνόταν, ότι ούτε ευγενής ήταν, ούτε από φυλή ιερατική καταγόταν, ούτε ιερέας στη γη, και ήταν φυσικό γι’ αυτό να πουν μερικοί, «πώς λοιπόν ήταν ιερέας αυτός;», ό,τι έκανε στην «προς Ρωμαίους» επιστολή[σε όλο το 4ο κεφάλαιο], το ίδιο κάνει και τώρα. Παίρνοντας δηλαδή ένα λόγο που δύσκολα γίνεται πιστευτός, αν η πίστη κάνει αυτό που δεν μπόρεσε να το κάνει ο κόπος του νόμου και ο ιδρώτας του ορθού τρόπου ζωής, και θέλοντας να δείξει ότι το φαινομενικά αδύνατο έγινε και πραγματοποιήθηκε, κατέφυγε στον πατριάρχη και τα μετέφερε όλα σε εκείνη την εποχή. Έτσι λοιπόν και εδώ ακολουθεί τον άλλο δρόμο της ιεροσύνης, αφού μιλάει σε αυτούς που Τον ακολούθησαν πρώτοι. Και όπως στην κόλαση δεν αναφέρει μόνο τη γέενα, αλλά και όσα συνέβηκαν στους πατέρες, έτσι ακριβώς κάνει και εδώ. Πρώτα το επιβεβαιώνει από τα παρόντα. Έπρεπε βέβαια τα επίγεια να επιβεβαιώνονται από τα ουράνια, αλλά όταν οι ακροατές είναι αδύναμοι πνευματικά γίνεται το αντίθετο. Στην αρχή λοιπόν εκείνα που είναι κοινά τα αναφέρει πρώτα, και ύστερα δείχνει εκείνο που υπερέχει. Γιατί έτσι γίνεται φανερή η κατά σύγκριση υπεροχή, όταν σε άλλα έχει κάτι κοινό και σε άλλα υπερέχει, διαφορετικά δε γίνεται φανερή η υπεροχή κατά σύγκριση.

«Πᾶς γὰρ ἀρχιερεὺς ἐξ ἀνθρώπων λαμβανόμενος (: Θα βρούμε έλεος, χάρη και βοήθεια από τον μεγάλο και εύσπλαχνο αρχιερέα μας. Διότι κάθε αρχιερέας στη λευιτική ιεροσύνη των Ιουδαίων ξεχωρίζεται από τους ανθρώπους)». Αυτό είναι κοινό με τον Χριστό. «ὑπὲρ ἀνθρώπων καθίσταται τὰ πρὸς τὸν Θεόν (: και εγκαθίσταται αρχιερέας στα έργα της λατρείας του Θεού για την ωφέλεια των ανθρώπων)». Και αυτό είναι κοινό. «ἵνα προσφέρῃ δῶρά τε καὶ θυσίας ὑπὲρ ἁμαρτιῶν (: για να προσφέρει και δώρα και θυσίες για τη συγχώρηση των αμαρτιών του λαού)». Και αυτό κοινό, όχι όμως όλο. Τα υπόλοιπα δεν είναι κοινά. «μετριοπαθεῖν δυνάμενος τοῖς ἀγνοοῦσι καὶ πλανωμένοις (: Και μπορεί ο αρχιερέας των Ιουδαίων να δείχνει συμπάθεια και ανοχή σε όσους αμαρτάνουν από άγνοια και πλάνη)». Εδώ λοιπόν βρίσκεται η υπεροχή. «ἐπεὶ καὶ αὐτὸς περίκειται ἀσθένειαν (: επειδή και αυτός ως άνθρωπος έχει επάνω του ηθική ασθένεια και ανθρώπινες αδυναμίες)».

Στη συνέχεια προσθέτει και άλλο· ότι γίνεται από άλλον και ότι δε γίνεται από μόνος του. Και αυτό είναι κοινό. «καὶ οὐχ ἑαυτῷ τις λαμβάνει τὴν τιμήν, ἀλλὰ καλούμενος ὑπὸ τοῦ Θεοῦ, καθάπερ καὶ Ἀαρών (: Επίσης, κανείς δεν παίρνει από μόνος του την υψηλή τιμή της αρχιερωσύνης, αλλά τη δέχεται όταν καλείται από τον Θεό· όπως κλήθηκε στο αξίωμα αυτό από τον Θεό και ο Ααρών)». Εδώ κάτι άλλο πάλι αποδεικνύει, δείχνοντας πως έχει σταλεί από τον Θεό. Αυτό το έλεγε παντού ο Χριστός όταν μιλούσε στους Ιουδαίους: «εἰ ὁ Θεὸς πατὴρ ὑμῶν ἦν, ἠγαπᾶτε ἂν ἐμέ· ἐγὼ γὰρ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐξῆλθον καὶ ἥκω· οὐδὲ γὰρ ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ ἐλήλυθα, ἀλλ᾿ ἐκεῖνός με ἀπέστειλε (: Απαντώντας λοιπόν ο Ιησούς στην καυχησιολογία τους αυτή τους είπε: ‘’Εάν ο Θεός ήταν πατέρας σας, θα είχατε αγάπη και σε μένα, διότι εγώ από τον Θεό έχω βγει με την ενανθρώπησή μου και έχω έλθει ανάμεσά σας. Είμαι ανάμεσά σας ως πρεσβευτής του Θεού. Διότι και στον κόσμο που ήλθα, δεν έχω έλθει από μόνος μου, αλλά Εκείνος με απέστειλε’’)» [Ιω. 8, 42]. Εδώ νομίζω πως υπαινίσσεται και τους ιερείς των Ιουδαίων, σαν να μην είναι ιερείς εκείνοι που καταπατούν και παραβιάζουν τον νόμο της ιεροσύνης.

«οὕτω καὶ ὁ Χριστὸς οὐχ ἑαυτὸν ἐδόξασε γενηθῆναι ἀρχιερέα (: Έτσι και ο Χριστός δε δόξασε μόνος Του τον εαυτό Του με το να γίνει αρχιερέας)». Πού λοιπόν χειροτονήθηκε; Γιατί ο Ααρών χειροτονήθηκε πολλές φορές, όπως στην περίπτωση της ράβδου [βλ. Εξ. 7, 8-13· 8, 12-14] και όταν η φωτιά κατέβηκε από τον ουρανό και εξόντωσε εκείνους που καταπάτησαν την ιεροσύνη [Λευιτ. 10, 1-3].

Εδώ όμως συμβαίνει το αντίθετο· όχι μόνο δεν έπαθαν τίποτε, αλλά αντίθετα ευημερούν. Από πού λοιπόν; Το δείχνει αυτό από την προφητεία. Δεν έχει τίποτε υλικό ούτε ορατό. Γι’ αυτό το βεβαιώνει από προφητεία και από τα μελλοντικά. «ἀλλ᾿ ὁ λαλήσας πρὸς αὐτόν· υἱός μου εἶ σύ, ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε (: αλλά Τον δόξασε ο Θεός Πατήρ, ο οποίος Του είπε: ‘’Υιός μου είσαι Εσύ. Εγώ Σε γέννησα σήμερα, όταν Σου έδωσα την ανθρώπινη φύση και τη δόξασα με την Ανάστασή Σου και την ενθρόνισή Σου στα δεξιά μου)». Τι σχέση έχει αυτό προς τον Υιό; «Ναι», λέγει ίσως κάποιος, «αυτό έχει λεχθεί προς τον Υιό. Και τι βοηθάει αυτό στο ζήτημά μας;». Πάρα πολύ· γιατί είναι προετοιμασία της χειροτονίας Του από τον Θεό. «καθὼς καὶ ἐν ἑτέρῳ λέγει· σὺ ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ (: Όπως και σε άλλο σημείο της Αγίας Γραφής λέει: Εσύ είσαι ιερέας αιώνιος σαν τον Μελχισεδέκ. Για το πρόσωπο αυτό παρασιωπάται σκόπιμα στην Αγία Γραφή η γενεαλογία και ο θάνατός του, για να είναι σύμβολο και προτύπωση της παντοτινής βασιλείας και της ιεροσύνης Σου)». Σε ποιον έχει λεχθεί αυτό; Ποιος είναι ιερέας κατά την τάξη Μελχισεδέκ; Κανείς άλλος παρά μόνο Αυτός. Γιατί όλοι ήταν υπόδουλοι στον νόμο, όλοι τηρούσαν το Σάββατο και έκαναν την περιτομή. «Κανείς», λέγει, «δε θα μπορούσε να δείξει κάποιον άλλον».

 

________________

• https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-hebraeos.pdf

• Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην προς Εβραίους επιστολήν», ομιλίες Ζ΄ και Η΄(επιλεγμένα αποσπάσματα), Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1989, τόμος 24, σελίδες 380-387 και 396-401 αντίστοιχα.

• Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

• Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

• Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

• Π. Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016

• http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html

• http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

• http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

  (Επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος)

Πηγή: alopsis.gr

Δοξαστικό αίνων Σταυροπροσκυνήσεως Ἦχος πλ. δ' Τὴν ὑψηλόφρονα γνώμην τῶν κακίστων Φαρισαίων ὁ πάντων Κύριος παραβολικῶς ἐκφεύγειν ταύτην ἐδίδαξε καὶ μὴ ὑψηλοφρονεῖν, παρ' ὃ δεῖ φρονεῖν, πάντας ἐπαίδευσεν ὑπογραμμὸς καὶ τύπος ὁ αὐτὸς γενόμενος, μέχρι Σταυροῦ καὶ θανάτου, ἑαυτὸν ἐκένωσεν. Εὐχαριστοῦντες οὖν σὺν τῷ Τελώνῃ εἴπωμεν, ὁ παθὼν ὑπὲρ ἡμῶν καὶ ἀπαθής διαμείνας Θεὸς τῶν παθῶν ἡμᾶς ῥῦσαι, καὶ σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.


Δείτε σχετικά:

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ - ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ: Εὐαγγέλιο - (Νά σηκώνουμε τόν Σταυρό μας)

Σάββατο 4 Μαρτίου 2023

Ο ΘΡΙΑΜΒΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ (Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου)

 



Πῶς ἀποδεικνύεται ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Θεός; Στὸ βασικὸ αὐτὸ ἐρώτημα ἂς μὴν προσπαθήσουμε ν ἀπαντήσουμε μὲ τὸ ἐπιχείρημα τῆς δημιουργίας τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, γιατὶ ὁ ἄπιστος δὲν θὰ τὸ παραδεχθεῖ. Ἂν τοῦ ποῦμε ὅτι ἀνέστησε νεκρούς, θεράπευσε τυφλούς, ἔδιωξε δαιμόνια, οὔτε τότε θὰ συμφωνήσει. Ἂν τοῦ ποῦμε ὅτι ὑποσχέθηκε ἀνάσταση νεκρῶν, βασιλεία οὐρανῶν καὶ ἀνέκφραστα ἀγαθά, τότε ὄχι μόνο δὲν θὰ συμφωνήσει, ἀλλὰ καὶ θὰ γελάσει.

Πῶς λοιπὸν θὰ τὸν ὁδηγήσουμε στὴν πίστη, καὶ μάλιστα ὅταν δὲν εἶναι πνευματικὰ καλλιεργημένος; Ἀσφαλῶς μὲ τὸ νὰ στηριχθοῦμε σὲ ἀλήθειες, ποὺ καὶ ἐμεῖς καὶ αὐτὸς παραδεχόμαστε χωρὶς καμιὰν ἀντίρρηση καὶ ἀμφιβολία.|

Σὲ ποιὸ λοιπὸν σημεῖο συμφωνοῦμε μαζί του ἀπόλυτα; Στὸ ὅτι ὁ Χριστὸς φύτεψε τὴν Ἐκκλησία. Ἀπ᾿ αὐτὸ θὰ φανερώσουμε τὴ δύναμη καὶ θ᾿ ἀποδείξουμε τὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ. Θὰ δοῦμε ὅτι εἶναι ἀδύνατο ν᾿ ἀποτελεῖ ἀνθρώπινο ἔργο ἡ διάδοση τοῦ Χριστιανισμοῦ σ᾿ ὅλη τὴν οἰκουμένη μέσα σὲ τόσο σύντομο χρονικὸ διάστημα. Καὶ μάλιστα, ὅταν ἡ χριστιανικὴ ἠθικὴ προσκαλεῖ στὴν ἀνώτερη ζωὴ ἀνθρώπους μὲ κακὲς συνήθειες, δούλους τῆς ἁμαρτίας. Καὶ ὅμως, ὁ Κύριος κατόρθωσε νὰ ἐλευθερώσει ἀπ᾿ ὅλα αὐτὰ ὄχι μόνο ἐμᾶς, μὰ ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος.

Κι αὐτὸ τὸ κατόρθωσε χωρὶς νὰ χρησιμοποιήσει ὅπλα, χωρὶς νὰ ξοδέψει χρήματα, χωρὶς νὰ κινητοποιήσει στρατούς, χωρὶς νὰ προκαλέσει πολέμους. Τὸ κατόρθωσε ξεκινώντας μὲ δώδεκα μόνο μαθητές, ποὺ ἦσαν ἄσημοι, ἀμόρφωτοι, φτωχοί, γυμνοί, ἄοπλοι...

Μὲ τέτοιους ἀνθρώπους κατόρθωσε νὰ πείσει τὰ ἔθνη, νὰ σκέφτονται σωστά, ὄχι μόνο γιὰ τὴν παρούσα ζωή, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴ μέλλουσα. Μπόρεσε νὰ καταργήσει προγονικοὺς νόμους, νὰ ξεριζώσει ἀρχαῖες συνήθειες καὶ νὰ φυτέψει νέες. Μπόρεσε ν ἀποσπάσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν εὔκολο τρόπο ζωῆς καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσει στὸ δύσκολο. Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ κατόρθωσε, ἐνῶ ὅλοι Τὸν πολεμοῦσαν, ἐνῶ ὁ ἴδιος εἶχε ὑπομείνει ἐξευτελιστικὴ σταύρωση καὶ ταπεινωτικὸ θάνατο!

Ἀσφαλῶς δὲν συμβαίνουν αὐτὰ στοὺς ἀνθρώπους. Μᾶλλον τὰ ἀντίθετα συμβαίνουν. Ἐφ᾿ ὅσον δηλαδὴ ζοῦν καὶ εὐδοκιμοῦν οἱ ἴδιοι, τὸ ἔργο τους προοδεύει. Ὅταν ὅμως πεθάνουν, καταστρέφεται μαζί τους ὅ,τι δημιούργησαν. Καὶ αὐτὸ τὸ παθαίνουν ὄχι μόνο οἱ πλούσιοι οὔτε μόνο οἱ ἄρχοντες, ἀλλὰ καὶ οἱ κυβερνῆτες ἀκόμα. Γιατὶ καὶ οἱ νόμοι τους καταλύονται και ἡ μνήμη τους σβήνει και τ᾿ ὄνομά τους ξεχνιέται καὶ οἱ ἔμπιστοι ἄνθρωποί τους παραγκωνίζονται.


Αὐτὰ συμβαίνουν σ᾿ ἐκείνους, ποὺ πρῶτα μ ἕνα νεῦμα κυβέρνησαν λαοὺς καὶ ὁδήγησαν στὸν πόλεμο ὁλόκληρες στρατιές. Σ᾿ ἐκείνους ποὺ καταδίκαζαν σὲ θάνατο καὶ ποὺ ἀνακαλοῦσαν ἐξορίστους.

Στὸν Κύριο ὅμως ἔγινε ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο. Θλιβερὴ ἦταν ἡ κατάσταση τοῦ ἔργου Του πρὶν ἀπὸ τὴ σταύρωση: Ὁ Ἰούδας Τὸν πρόδωσε, ὁ Πέτρος Τὸν ἀρνήθηκε, οἱ ὑπόλοιποι μαθητὲς ἔφυγαν γιὰ νὰ σωθοῦν καὶ πολλοὶ πιστοὶ Τὸν ἐγκατέλειψαν. Μόνος ἔμεινε ἀνάμεσα στοὺς ἐχθρούς. Ὅμως, μετὰ τὴ σφαγὴ καὶ τὸ θάνατο, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι δὲν ἦταν ἁπλὸς ἄνθρωπος ὁ Σταυρωμένος, ἔγιναν ὅλα λαμπρότερα, φαιδρότερα, ἐνδοξότερα.

Ὁ Πέτρος, ὁ κορυφαῖος ἀπόστολος, αὐτὸς ποὺ πρὶν ἀπὸ τὴ σταύρωση δὲν ἄντεξε τὴν ἀπειλὴ μιᾶς ὑπηρετριούλας, ἀλλά, μετὰ ἀπὸ τόσες οὐράνιες διδασκαλίες καὶ τὴ συμμετοχή του στὰ θεῖα μυστήρια, εἶπε ὅτι δὲν γνωρίζει τὸν Κύριο, αὐτὸς ὁ ἴδιος, μετὰ τὴ σταύρωση, Τὸν κήρυξε στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης. Ἀναρίθμητα πλήθη μαρτύρων θυσιάστηκαν, γιατὶ προτίμησαν νὰ θανατωθοῦν παρὰ ν᾿ ἀρνηθοῦν τὸ Χριστό, ὅπως τὸν εἶχε ἀρνηθεῖ ὁ κορυφαῖος ἀπόστολος, τρομοκρατημένος ἀπὸ τὴν ἀπειλὴ ἑνὸς κοριτσιοῦ. Ὅλες τώρα οἱ χῶρες, ὅλες οἱ πόλεις, τὰ ἐρημικὰ καὶ τὰ κατοικημένα μέρη, τὸν Σταυρωμένο ὁμολογοῦν. Σ᾿ Αὐτὸν πιστεύουν οἱ βασιλιάδες κι οἱ στρατηγοί, οἱ ἄρχοντες καὶ οἱ ὕπατοι, οἱ δοῦλοι καὶ οἱ ἐλεύθεροι, οἱ ἀγράμματοι καὶ οἱ μορφωμένοι, οἱ βάρβαροι καὶ τὰ διάφορα ἔθνη τῶν ἀνθρώπων.

Ἀκόμα κι ὁ μικρὸς καὶ ἀσήμαντος ἐκεῖνος τάφος, ποὺ δέχθηκε τὸ αἱμόφυρτο μαρτυρικὸ σῶμα τοῦ Κυρίου, εἶναι τιμιότερος ἀπὸ χίλια βασιλικὰ παλάτια καὶ σεβαστὸς ἀκόμα καὶ στοὺς βασιλιάδες.

Τὸ παράδοξο μάλιστα εἶναι, ὅτι αὐτὸ ποὺ συνέβη στὸν Κύριο, συνέβη καὶ στοὺς μαθητές Του. Γιατὶ αὐτοὺς ποὺ περιφρονοῦσαν καὶ φυλάκιζαν, αὐτοὺς ποὺ βασάνιζαν σκληρὰ μὲ ἀναρίθμητα μαρτύρια, αὐτοὺς ἀκριβῶς τοὺς ἴδιους, μετὰ τὸ θάνατό τους, τοὺς τιμοῦσαν περισσότερο κι ἀπὸ τοὺς βασιλιάδες.

Καὶ πῶς φαίνεται αὐτὸ; Στὴ Ρώμη, οἱ αὐτοκράτορες καὶ οἱ ὕπατοι καὶ οἱ στρατηγοὶ τὰ πάντα ἐγκαταλείπουν, καὶ τρέχουν νὰ προσκυνήσουν τοὺς τάφους τοῦ ψαρᾶ Πέτρου καὶ τοῦ σκηνοποιοῦ Παύλου. Στὴν Κωνσταντινούπολη, αὐτοὶ ποὺ φοροῦν τὰ στέμματα, θέλουν νὰ ἐνταφιαστοῦν ὄχι κοντὰ στοὺς τάφους τῶν ἀποστόλων ἀλλὰ στὰ πρόθυρα τῶν ναῶν τους. Κι ἔτσι γίνονται οἱ βασιλιάδες θυρωροὶ τῶν ψαράδων! Μάλιστα δὲν ντρέπονται γι᾿ αὐτό, ἀλλὰ καὶ καυχιῶνται. Καυχιῶνται ὄχι μόνο οἱ ἴδιοι, ἀλλὰ καὶ οἱ ἀπόγονοί τους.

Ὅταν οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ ἦσαν μόνο δώδεκα καὶ δὲν ὑπῆρχε στὴ σκέψη κανενὸς ἡ Ἐκκλησία, ὅταν ἀκόμα ἡ ἰουδαϊκὴ συναγωγὴ ἀνθοῦσε καὶ ἡ ἀσεβὴς εἰδωλολατρία κυριαρχοῦσε σ ὁλόκληρη σχεδὸν τὴν οἰκουμένη, ὁ Κύριος εἶχε προφητέψει: Ἐπὶ ταύτη τῇ πέτρᾳ (δηλαδὴ πάνω στὴν ὁμολογία πίστεως τοῦ Πέτρου) οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16,18).

Διαπιστώνεις τὴν ἀλήθεια αὐτῆς τῆς προφητείας; Βλέπεις τὴν ἐκπλήρωσή της; Σκέψου πόσο σημαντικὸ γεγονὸς εἶναι ἡ ἐξάπλωση τῆς Ἐκκλησίας σχεδὸν σ᾿ ὅλη τὴ γῆ μέσα σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα. Σκέψου πῶς ἄλλαξε τὴ ζωὴ τόσων ἐθνῶν καὶ ὁδήγησε στὴν πίστη τόσους λαούς, πῶς κατάργησε προγονικὰ ἔθιμα, πῶς ἀπελευθέρωσε ἀπὸ μακροχρόνιες συνήθειες, πῶς σκόρπισε σὰν σκόνη τὴν κυριαρχία τῆς ἡδονῆς καὶ τὴ δύναμη τῆς ἁμαρτίας, πὼς ἐξαφάνισε σὰν καπνὸ τὴν ἀκάθαρτη τσίκνα τῶν θυσιῶν, τὶς εἰδωλολατρικὲς τελετές, τὶς βδελυκτὲς ἑορτές, τὰ ξόανα, τοὺς βωμοὺς καὶ τοὺς ναούς, πὼς οἰκοδόμησε παντοῦ ἅγια θυσιαστήρια, στὴν πατρίδα μας καὶ στὶς χῶρες τῶν Περσῶν, τῶν Σκυθῶν, τῶν Μαύρων, τῶν Ἰνδῶν. Τί λέω; Ἀκόμα καὶ στὰ Βρετανικὰ νησιά, ποὺ βρίσκονται μακριὰ ἀπὸ τὴ Μεσόγειο, στὸν ὠκεανό, ἁπλώθηκε ἡ Ἐκκλησία καὶ χτίστηκαν θυσιαστήρια.

Τὰ λόγια ποὺ τότε ὁ Κύριος διακήρυξε, φύτρωσαν στὶς καρδιὲς ὅλων. Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ γεμάτη ἀγκάθια γῆ καθαρίστηκε καὶ δέχτηκε τὸ σπόρο τῆς πίστεως.
Τὸ ἔργο τῆς ἀπελευθερώσεως τόσων λαῶν ἀπὸ μακροχρόνιες αἰσχρὲς συνήθειες, καθὼς καὶ ἡ μεταβολὴ τοῦ τρόπου τῆς ζωῆς ἀπὸ τὸν εὔκολο στὸν πολὺ δύσκολο, εἶναι πράγματι θαυμαστό, μᾶλλον ὑπερθαύμαστο. Ἀποδεικνύει θεία ἐνέργεια, ἀκόμα κι ἂν κανεὶς δὲν τὸ εἶχε ἐμποδίσει, ἀκόμα κι ἂν ἐπικρατοῦσε εἰρήνη καὶ πολλοὶ τὸ εἶχαν βοηθήσει. Γιατὶ ἡ ἐξάπλωση τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἐρχόταν σὲ σύγκρουση μόνο μὲ τὴν ἀρχαία συνήθεια, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἡδονή, τὸν εὐχάριστο τρόπο ζωῆς. Εἶχε δηλαδὴ δυὸ ἰσχυροὺς ἀντιπάλους, ποὺ τυραννοῦσαν τοὺς ἀνθρώπους: τὴ συνήθεια καὶ τὴν ἡδονή.

Ὅσα εἶχαν πρὶν πολλοὺς αἰῶνες παραλάβει ἀπὸ τοὺς πατέρες, τοὺς παπποῦδες καὶ τοὺς ἀρχαιότερους προγόνους, ἀκόμα κι ὅσα εἶχαν παραλάβει ἀπὸ φιλοσόφους καὶ ρήτορες, ὅλ᾿ αὐτὰ συμφώνησαν νὰ τὰ περιφρονήσουν, πράγμα ἐξαιρετικὰ δύσκολο. Ἔπρεπε ἀκόμα νὰ δεχθοῦν ἕνα νέο τρόπο ζωῆς, καὶ μάλιστα πολὺ δυσκολότερο. Γιατὶ ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὴν τρυφὴ καὶ ὁδηγοῦσε στὴ νηστεία. Ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὴν φιλαργυρία καὶ ὁδηγοῦσε στὴν ἀκτημοσύνη. Ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὴν ἀσέλγεια καὶ ὁδηγοῦσε στὴν ἁγνεία. Ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὸ θυμὸ καὶ ὁδηγοῦσε στὴν πραότητα. Ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὸν φθόνο καὶ ὁδηγοῦσε στὴ φιλία. Ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὴν ἄνετη κι εὐχάριστη ζωὴ καὶ ὁδηγοῦσε στὴ δύσκολη, στὴν τεθλιμμένη», στὴ σκληρή. Καὶ μάλιστα ὁδηγοῦσε σ αὐτὴν ἐκείνους, ποὺ εἶχαν συνηθίσει στὴ ζωὴ τῶν ἀνέσεων. Γιατὶ δὲν ἔγιναν, βέβαια, χριστιανοί, ἄνθρωποι ποὺ ζοῦσαν σ᾿ ἄλλους κόσμους καὶ δὲν εἶχαν ἁμαρτωλὲς συνήθειες, ἀλλὰ ἔγιναν ἐκεῖνοι ποὺ εἶχαν σαπίσει μέσα σ᾿ αὐτὲς καὶ εἶχαν γίνει πιὸ μαλακοὶ κι ἀπὸ τὸν πηλό. Αὐτοὺς κάλεσε νὰ βαδίσουν τὸ δύσκολο, τὸν «τεθλιμμένο», τὸ σκληρὸ καὶ τραχὺ δρόμο. Καὶ τοὺς ἔπεισε νὰ τὸν βαδίσουν!

Πόσους ἔπεισε; Ὄχι μόνο δυὸ ἢ δέκα ἢ εἴκοσι ἢ ἑκατό, ἀλλ᾿ ἀμέτρητους. Καὶ μὲ ποιούς τοὺς ἔπεισε; Μὲ 12 ἀνθρώπους ἀμόρφωτους, ἀκαλλιέργητους, ἄσημους, φτωχούς, χωρὶς περιουσία, χωρὶς σωματικὴ δύναμη, χωρὶς δόξα, χωρὶς λαμπρὴ καταγωγή, χωρὶς εὐφράδεια καὶ ρητορικὴ ἱκανότητα. Μὲ 12 ἀνθρώπους ποὺ ἦσαν ψαράδες, σκηνοποιοί, ἀλλόγλωσσοι. Γιατὶ οὔτε κἂν τὴν ἴδια γλώσσα δὲν εἶχαν μὲ τοὺς εἰδωλολάτρες. Μιλοῦσαν τὴν ἑβραϊκή, ποὺ ἦταν πολὺ διαφορετικὴ ἀπ᾿ ὅλες τὶς ἄλλες γλῶσσες. Μ᾿ αὐτοὺς λοιπὸν τοὺς 12 οἰκοδομήθηκε ἡ Ἐκκλησία καὶ ἁπλώθηκε στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης.

Καὶ δὲν εἶναι μόνο τοῦτο τὸ θαυμαστό, ἀλλὰ καὶ τὸ ὅτι αὐτοὶ οἱ λίγοι, οἱ φτωχοί, οἱ ἀμόρφωτοι καὶ περιφρονημένοι, ποὺ βάλθηκαν ν᾿ ἀλλάξουν τὴν ἀνθρωπότητα, δὲν ἔκαναν ἀνενόχλητοι τὸ ἔργο τους. Ἀπὸ παντοῦ ἀντιμετώπιζαν ἀναρίθμητους πολέμους. Τοὺς πολεμοῦσαν σὲ κάθε ἔθνος καὶ σὲ κάθε πόλη. Ἀλλὰ τί λέω γιὰ ἔθνη καὶ πόλεις; Σὲ κάθε σπίτι ξεσηκωνόταν πόλεμος ἐναντίον τους. Ἡ διδασκαλία τους χώριζε πολλὲς φορὲς τὸ παιδὶ ἀπὸ τὸν πατέρα, τὴ νύφη ἀπὸ τὴν πεθερά, τὸν ἕνα ἀδελφὸ ἀπὸ τὸν ἄλλο, τὸ δοῦλο ἀπὸ τὸν ἀφέντη, τὸν ὑπήκοο ἀπὸ τὸν ἄρχοντα, τὸν ἄνδρα ἀπὸ τὴ γυναίκα καὶ τὴ γυναίκα ἀπὸ τὸν ἄνδρα. Στὴν κάθε οἰκογένεια δὲν πίστευαν ὅλοι ταυτόχρονα, κι ἔτσι οἱ χριστιανοὶ ὑπέμειναν καθημερινὲς διαμάχες, ἀκατάπαυστες ἐχθρότητες, μύριους θανάτους.

Σὰν κοινοὺς ἀντιπάλους καὶ ἐχθροὺς ὅλοι τους πολεμοῦσαν. Τοὺς καταδίωκαν οἱ βασιλιάδες, οἱ ἄρχοντες, οἱ ὑπήκοοι, οἱ ἐλεύθεροι, οἱ δοῦλοι, οἱ ὄχλοι, οἱ πόλεις. Καὶ δὲν καταδίωκαν μόνο τοὺς ἴδιους, ἀλλὰ - πράγμα φοβερὸ - καταδίωκαν ἀκόμα καὶ τοὺς νεόφυτους κατηχουμένους, ἐκείνους δηλαδὴ ποὺ μόλις εἶχαν πιστέψει.
Προξενοῦσε φρίκη καὶ ὀργὴ στοὺς εἰδωλολάτρες ἡ σκέψη νὰ ἐγκαταλείψουν τοὺς βωμούς, νὰ περιφρονήσουν τὶς θυσίες, ποὺ ὅλοι οἱ πατέρες κὰ οἱ πρόγονοί τους τελοῦσαν, καὶ νὰ πιστέψουν στὸν Κύριο. Νὰ πιστέψουν σ᾿ Αὐτὸν ποὺ ἔλαβε ἀνθρώπινη σάρκα ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία, ποὺ δικάστηκε ἀπὸ τὸν Πιλάτο, ποὺ ἔπαθε ἀναρίθμητα δεινὰ καὶ ἐξευτελισμούς, ποὺ ὑπέμεινε τὸν ἀτιμωτικὸ θάνατο, ποὺ ἐνταφιάστηκε καὶ ἀναστήθηκε.

Τὸ παράδοξο μάλιστα εἶναι, ὅτι ἐνῶ τὰ πάθη τοῦ Κυρίου ἦσαν ἀναμφισβήτητα - πολλοὶ εἶχαν δεῖ τὶς μαστιγώσεις, τὰ χτυπήματα, τὰ φτυσίματα, τὰ ραπίσματα, τὸ σταυρό, τοὺς χλευασμούς, τὸν τάφο, - δὲν συνέβαινε ὅμως τὸ ἴδιο καὶ μὲ τὴν ἀνάσταση. Ὁ Κύριος, μετὰ ἀπὸ τὴν ἀνάστασή Του, ἐμφανίστηκε μόνο σὲ μαθητές. Παρὰ τὸ γεγονὸς αὐτό, μιλοῦσαν γιὰ τὴν ἀνάσταση καὶ ἔπειθαν τοὺς λαοὺς καὶ οἰκοδομοῦσαν τὴν Ἐκκλησία. Πῶς; Μὲ ποιόν τρόπο; Μὲ τὴ δύναμη τοῦ Κυρίου, ποὺ τοὺς ἔστειλε νὰ κηρύξουν τὸ εὐαγγέλιό Του στὰ ἔθνη. Αὐτὸς ἦταν ποὺ τοὺς ἄνοιξε τὸ δρόμο. Αὐτὸς διευκόλυνε τὸ δύσκολο ἔργο τους. Ἂν δὲν τοὺς βοηθοῦσε ἡ θεία δύναμη, οὔτε κὰν θ᾿ ἄρχιζε ἡ διάδοση τοῦ χριστιανισμοῦ.

Γιατὶ ἐνῶ οἱ τύραννοι ὁπλίζονταν ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ οἱ στρατιῶτες πρότειναν τὰ ὅπλα τους, ἐνῶ οἱ ὄχλοι μαίνονταν σὰν ἀγριεμένη φωτιά, ἐνῶ ἡ κακὴ συνήθεια ἀντιπαρατασσόταν, ἐνῶ ρήτορες, σοφιστές, πλούσιοι, ἰδιῶτες, ἄρχοντες ξεσηκώνονταν, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, πιὸ ἰσχυρὸς κι ἀπὸ φλόγα, ἔκανε στάχτη τ᾿ ἀγκάθια, καθάρισε τοὺς ἀγροὺς κι ἔσπειρε τὸ λόγο τοῦ κηρύγματος. Ἄλλοι ἀπὸ τοὺς πιστοὺς ρίχνονταν στὶς φυλακές, ἄλλοι ἐξορίζονταν, ἄλλων οἱ περιουσίες δημεύονταν, ἄλλοι φονεύονταν, ἄλλοι διαμελίζονταν. Καὶ μολονότι οἱ χριστιανοὶ ἀντιμετωπίζονταν σὰν κοινοὶ ἐγκληματίες, ὑπομένοντας κάθε εἶδος τιμωρίας, ἀτιμώσεως καὶ διωγμοῦ, ὅλο καὶ περισσότεροι ἔρχονταν στὴν Ἐκκλησία. Μάλιστα, ὄχι μόνο δὲν ἀποθαρρύνονταν οἱ νέοι πιστοὶ ἀπὸ τὰ βασανιστήρια ποὺ ἔβλεπαν νὰ ὑπομένουν οἱ παλαιότεροι, ἀλλὰ γίνονταν προθυμότεροι! Μόνοι τους ἔτρεχαν, ἀβίαστα, εὐγνωμονώντας τοὺς βασανιστές τους. Γίνονταν θερμότεροι στὴν πίστη, βλέποντας τοὺς χειμάρρους τῶν αἱμάτων τῶν πιστῶν.

Εἶδες τὴν ἀσύγκριτη δύναμη Ἐκείνου ποῦ ἔκανε ὅλ᾿ αὐτὰ τὰ θαύματα; Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ μὴ λυπᾶται κανείς, ὑποφέροντας τέτοια φρικτὰ μαρτύρια; Ὅμως αὐτοὶ χαίρονταν, σκιρτοῦσαν! Αὐτὸ ὁμολογεῖ, σὰν παράδειγμα, ὁ ἅγιος εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς πὼς συνέβαινε καὶ μὲ τοὺς ἀποστόλους - ὑπέστρεφον ἐκ προσώπου τοῦ συνεδρίου χαίροντες, ὅτι κατηξιώθησαν ὑπὲρ τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ ἀτιμασθῆναι (Πραξ. 5, 41).

Κι ἐνῶ οὔτ᾿ ἕνα τοῖχο δὲν μπορεῖ νὰ χτίσει κανεὶς μὲ πέτρες καὶ ἀσβέστη ὅταν καταδιώκεται, οἱ ἀπόστολοι ἔχτιζαν τὴν Ἐκκλησία σ ὅλη τὴν οἰκουμένη ὑποφέροντας διωγμούς, φυλακίσεις, ἐξορίες καὶ μαρτυρικοὺς θανάτους. Καὶ δὲν τὴν ἔχτιζαν μὲ πέτρες, ἀλλὰ μὲ ψυχές, πράγμα πολὺ δυσκολότερο. Γιατὶ δὲν εἶναι τὸ ἴδιο νὰ χτίζεις ἕνα τοῖχο μὲ τὸ νὰ πείθεις διεφθαρμένες ψυχὲς ν᾿ ἀλλάζουν τρόπο ζωῆς, νὰ ἐγκαταλείπουν τὴ δαιμονικὴ μανία τους καὶ ν᾿ ἀκολουθοῦν τὴ ζωὴ τῆς ἀρετῆς.
Τὸ κατόρθωσαν ὅμως αὐτό, γιατὶ εἶχαν μαζί τους τὴν ἀκαταμάχητη δύναμη τοῦ Κυρίου, ποὺ εἶχε προφητέψει: Οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16, 18).

Συλλογίσου πόσοι τύραννοι πολέμησαν τὴν Ἐκκλησία καὶ πόσους φοβεροὺς διωγμοὺς ξεσήκωσαν ἐναντίον της... Ὁ Αὔγουστος, ὁ Τιβέριος, ὁ Γάϊος, ὁ Νέρων, ὁ Βεσπασιανός, ὁ Τίτος καὶ ὅλοι οἱ διάδοχοί τους μέχρι τὸ Μέγα Κωνσταντίνο, ὅλοι ἦσαν εἰδωλολάτρες. Καὶ ὅλοι - ἄλλος ἠπιότερα, ἄλλος σκληρότερα - πολεμοῦσαν τὴν Ἐκκλησία. Τὴν πολεμοῦσαν ὅλοι. Κι ἂν μερικοὶ δὲν ξεσήκωναν οἱ ἴδιοι διωγμούς, ὅμως ἡ προσήλωσή τους στὴν εἰδωλολατρία ὑποκινοῦσε στὸν ἀγώνα ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας ὅσους ἤθελαν νὰ τοὺς κολακέψουν.

Παρόλα αὐτά, τὰ κακόβουλα σχέδια καὶ οἱ ἐπιθέσεις τῶν εἰδωλολατρῶν διαλύθηκαν σὰν ἱστοὶ ἀράχνης, σκορπίστηκαν σὰν σκόνη, ἐξαφανίστηκαν σὰν καπνός. Ἀλλὰ καὶ ὅσα σχεδίαζαν ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, ἔγιναν ἀφορμὴ νὰ προκύψει μεγάλη ὠφέλεια στοὺς χριστιανούς. Γιατὶ δημιούργησαν τὶς χορεῖες τῶν μαρτύρων, ποὺ ἀποτελοῦν τὸ θησαυρό, τοὺς στύλους, τοὺς πύργους τῆς Ἐκκλησίας.

Βλέπεις λοιπὸν τὴ θαυμαστὴ ἐκπλήρωση τῆς προφητείας; Πραγματικὰ «πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς». Ἀπὸ τὰ παρελθόντα ὅμως, πίστευε καὶ γιὰ τὰ μέλλοντα. Καὶ στὸ μέλλον κανεὶς δὲν θὰ μπορέσει νὰ νικήσει τὴν Ἐκκλησία. Γιατὶ ἂν δὲν κατόρθωσαν νὰ τὴ συντρίψουν ὅταν ἀριθμοῦσε λίγα μέλη, ὅταν ἡ διδασκαλία της φαινόταν καινούρια καὶ παράξενη, ὅταν τόσοι φοβεροὶ πόλεμοι καὶ τόσοι πολλοὶ διωγμοὶ ἀπὸ παντοῦ ξεσηκώνονταν ἐναντίον της, πολὺ περισσότερο δὲν θὰ μπορέσουν νὰ τὴ βλάψουν τώρα, ποὺ κυριάρχησε σ᾿ ὅλη τὴν οἰκουμένη, ποὺ κυρίεψε ὅλα τὰ ἔθνη καὶ ποὺ ἐξαφάνισε τοὺς βωμοὺς καὶ τὰ εἴδωλα, τὶς γιορτὲς καὶ τὶς τελετές, τὸν καπνὸ καὶ τὴν τσίκνα τῶν αἰσχρῶν θυσιῶν.

Πῶς πέτυχαν οἱ ἀπόστολοι ἕνα τόσο μεγάλο, ἕνα τόσο σπουδαῖο κατόρθωμα, ἔπειτα ἀπὸ τόσα ἐμπόδια; Ἀσφαλῶς μὲ τὴ θεϊκὴ καὶ ἀκαταμάχητη δύναμη Ἐκείνου, ποὺ προφήτεψε τὴ δημιουργία καὶ τὸ θρίαμβο τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ τὸ ἀρνηθεῖ, ἐκτὸς κι ἂν εἶναι ἀνόητος καὶ ἐντελῶς ἀνίκανος νὰ σκέφτεται.