A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2015

ΙΕΡΩΝΥΜΕ ΔΩΣΕ ΜΟΥ ΤΙΣ ΑΜΑΡΤΙΕΣ ΣΟΥ

Νύχτα Χριστουγέννων. Ἕνας ἅγιος καὶ σοφὸς ἀσκητὴς προσεύχεται ἀπὸ ὥρα γονατιστὸς μέσα στὸ ἅγιο Σπήλαιο, στὴ Βηθλεέμ. Στὸ σπήλαιο ποὺ πρὶν ἀπὸ περίπου 400 χρόνια εἶχε φιλοξενήσει τὸν νεογέννητο Χριστό μας. Ὁ ἀσκητὴς δὲν εἶναι ἄλλος ἀπὸ τὸν μεγάλο Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸν ἅγιο Ἱερώνυμο, ποὺ κατέγραψε καὶ τὰ ὅσα συνέβησαν ἐκεῖ.

Ἐκείνη τὴ νύχτα ὁ Ὅσιος εἶχε ἀφήσει τὸ ἀσκητήριο του, ποὺ ἦταν κοντὰ στὸ ἅγιο Σπήλαιο, καὶ εἶχε ἀποφασίσει νὰ τὴν περάσει ξάγρυπνος καὶ προσευχόμενος μπροστὰστὴν ἁγία Φάτνη.
Ἡ καρδιά του ἦταν γεμάτη εὐγνωμοσύνη γιὰ τὴ μεγάλη δωρεὰ τοῦ Θεοῦ: νὰ ἔλθει ὁ Ἴδιος στὴ γῆ, νὰ γίνει ἄνθρωπος, γιὰ νὰ μᾶς γλυτώσει ἀπὸ τὴ δουλεία τῆς ἁμαρτίας, ἀπὸ τὴν τυραννία τοῦ διαβόλου καὶ τὰ νύχια τοῦ θανάτου!
Ἀπόλυτη σιωπὴ ἐπικρατοῦσε μέσα στὴ νύχτα στὸν ἱερὸ χῶρο…
.
Ξαφνικὰ ἀκούστηκε νὰ προφέρει τὸ ὄνομά του μιὰ γλυκιὰ φωνή:
Ἱερώνυμε!
Ξαφνιάστηκε ὁ Ὅσιος… Κοίταξε παραξενεμένος γύρω του… Τίποτε… Δὲν ὑπῆρχε κανείς.
Ἱερώνυμε! ξανακούστηκε ἡ φωνή…
Ναί! Ἐρχόταν ἀπὸ τὴν ἁγία Φάτνη… καὶ ἔκανε τὴν καρδιά του νὰ τρέμει συγκλονισμένη.
Ἱερώνυμε, τί δῶρο θὰ μοῦ κάνεις ἀπόψε στὴ γιορτή μου;
Ἦταν πράγματι ἡ γλυκιὰ φωνὴ τοῦ Ἰησοῦ.

Ξέσπασε σὲ λυγμοὺς ὁ Ἅγιος:
Ὦ Κύριε, τὸ ξέρεις ὅτι γιὰ Σένα τὰ ἄφησα ὅλα: τὸ παλάτι τοῦ αὐτοκράτορα, τὰ μεγαλεῖα τῆς Ρώμης, τὶς ἀνέσεις. Ἡ καρδιά μου, ἡ σκέψη μου, ὅλα σὲ Σένα εἶναι στραμμένα! Τί ἄλλο μπορῶ νὰ Σοῦ προσφέρω; Δὲν ἔχω τίποτε!
Καὶ ὅμως, Ἱερώνυμε, ἔχεις κάτι ἀκόμα ποὺ μπορεῖς καὶ πρέπει νὰ μοῦ τὸ προσφέρεις… Αὐτὸ θὰ μὲ εὐχαριστήσει πιὸ πολὺ ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα, καὶ αὐτὸ θέλω…
.
Ἔπεσε σὲ συλλογὴ ὁ Ὅσιος… Πέρασαν λίγα λεπτὰ καὶ μετὰ τόλμησε νὰ ψελλίσει:
Κύριε, δὲν βρίσκω κάτι… Πές μου, τί θὰ μποροῦσα ἀκόμη νὰ Σοῦ προσφέρω καὶ δὲν μπορῶ νὰ τὸ σκεφτῶ;
Μεσολάβησε μικρὸ διάστημα σιγῆς καὶ ἡ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ ξανακούστηκε:
.
Ἱερώνυμε, τὶς ἁμαρτίες σου θέλω. Δῶσε μου τὶς ἁμαρτίες σου!
Τὶς ἁμαρτίες μου; Τί νὰ τὶς κάνεις, Κύριε, τὶς ἁμαρτίες μου;
Θέλω τὶς ἁμαρτίες σου γιὰ νὰ σοῦ τὶς συγχωρήσω, ἀφοῦ γι᾿ αὐτὸ ἦρθα στὸν κόσμο, ἀπάν­τησε ὁ Ἰησοῦς καὶ ἐπικράτησε βαθιὰ σιωπή.
.
Συγκλονισμένος ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος ἄ­­­φησε τὰ δάκρυά του, δάκρυα εὐγνωμοσύνης, νὰ πλημμυρίσουν τὸν ἱερὸ χῶρο ὅλη τὴ νύχτα.
Ἄφησε καὶ σὲ μᾶς τὴν ἔμπρακτη παραγγελία νὰ μὴ λησμονοῦμε κάθε Χριστούγεννα τὸ ὡραιότερο δῶρο πρὸς τὸν Σωτήρα μας, τὴ μετάνοιά μας γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας. Αὐτὸς εἶναι ὁ καλύτερος ἑορτασμὸς τῆς μεγάλης ἑορτῆς…
.
Περιοδικό «Ο ΣΩΤΗΡ», Τεῦχ. 2057