A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2025

ΡΩΜΑΙΟΚΑΘΟΛΙΚΙΣΜΟΣ Ή ΠΑΠΙΣΜΟΣ;


Ρωμαιοκαθολικισμὸς ἢ Παπισμός ; Ἐδῶ ἀπαιτεῖται μία διευκρίνισις.

Πράγματι, δὲν ἀποτελεῖ ἔκφρασι μισαλλοδοξίας ἢ φανατισμοῦ ὁ χαρακτηρισμὸς τοῦ Δυτικοῦ Χριστιανισμοῦ, μὲ κέντρο τὸ Βατικανὸ καὶ τὸν Πάπα, ὡς Παπισμοῦ καὶ ὄχι, ὅπως ἔχει ἐπικρατήσει στοὺς κύκλους τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὡς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας ἢ Καθολικῆς Ἐκκλησίας.

Θὰ πρέπει νὰ μὴ λησμονοῦμε, ὅτι ὁ ὅρος Καθολικὴ ἢ Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία δὲν εἶναι ὀρθός, καὶ ποτὲ δὲν ἀποδέχθηκε αὐτὸν ἡ αὐθεντικὴ Ὀρθόδοξος Παράδοσις, ἀναφερομένη στὸ τμῆμα τῶν δυτικῶν Χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι τὸ 1009 / 1014 ἢ 1054 ἀπεκόπησαν ὁριστικὰ ἀπὸ τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας 11.

 ἑτερόδοξος Δυτικὸς Χριστιανισμός, ἐφ᾿ ὅσον ἔχει ἐκπέσει ἀπὸ τὴν Καθολικότητα, δηλαδὴ τὴν Ὁλοκληρίαν, τῆς Ἀποστολικῆς Πίστεως διὰ τῆς ἀποδοχῆς πληθύος αἱρετικῶν δοξασιῶν, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ θεωρῆται καὶ νὰ καλῆται Καθολικός.

Δὲν πρέπει νὰ μᾶς διαφεύγη ποτέ, ὅτι στὴν Πατερικὴ Παράδοσι Καθολικότης σημαίνει Πληρότης (πληρότης Ἀληθείας καὶ Ζωῆς)· καὶ ἐπειδὴ ἡ Καθολικότης εἶναι συνώνυμος καὶ ταυτόσημος μὲ τὴν Ὀρθοδοξία, ἀνέκαθεν ἡ αὐθεντικὴ καὶ γνησία Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ὠνομάζετο Καθολικὴ12 σὲ ἀντιδιαστολὴ μὲ τὶς ἐπὶ μέρους αἱρετικὲς καὶ σχισματικὲς ψευδο-εκκλησίες13.

 σύγχρονός μας λοιπὸν μὴ Καθολικός, δηλαδὴ αἱρετικός, Χριστιανισμός, ὁ ὁποῖος ἔχει ὡς διοικητικὸ κέντρο του τὸ Βατικανό, χαρακτηρίζεται ὡς Παπισμός, διότι ὡς θεμέλιό του ἔχει τὸν Παπικὸ Θεσμὸ (Πρωτεῖον καὶ Ἀλάθητον), καὶ μάλιστα ὡς θεσμὸν θείου δικαίου καὶ ἑπομένως ὡς δόγμα ἐξ ἀποκαλύψεως ὑποχρεωτικὸ γιὰ τὴν πίστι καὶ τὴν σωτηρία.

 δογματοποίησις τοῦ παπικοῦ Πρωτείου καὶ Ἀλαθήτου ἀπὸ τὴν Α´ Βατικανὴ Σύνοδο (1870)14 καὶ ἡ ἰσχυροποίησίς του ἀπὸ τὴν Β´ Βατικανὴ (1962-1965)15 ἐπιβεβαιώνει ἀπόλυτα τὴν ἄποψι, ὅτι
● «ὁ παπικὸς θεσμὸς ἀποτελεῖ τὴν μεγαλυτέραν αἵρεσιν, τὴν διαστρέφουσαν τὸ περὶ Ἐκκλησίας δόγμα»16. «Καμμία αἵρεσις», ἔγραφε πολὺ χαρακτηριστικὰ ὁ μακαριστὸς π. Ἰουστῖνος Πόποβιτς, «δὲν ἐξηγέρθη τόσον ριζοσπαστικῶς καὶ τόσον ὁλοκληρωτικῶς κατὰ τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του, ὡς ἔπραξε τοῦτο ὁ παπισμὸς διὰ τοῦ δόγματος τοῦ ἀλαθήτου πάπα-ἀνθρώπου. Δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία: τὸ δόγμα αὐτὸ εἶναι ἡ αἵρεσις τῶν αἱρέσεων»17.

 * * *

Τὴν χρῆσι τῆς ὁρολογίας αὐτῆς, ὡς ὀρθῆς καὶ ὀρθοδόξου, ἐπικροτοῦν καὶ δικαιολογοῦν ἄριστα ἀκόμη καὶ οἱ κοινωνοῦντες μὲ τοὺς Οἰκουμενιστάς.
● «Δὲν χρησιμοποιοῦμε τὸν ὅρο Ρωμαιοκαθολικισμός, ἐπειδὴ εἶναι ἱστορικὰ ἀθεμελίωτος καὶ θεολογικὰ ἀνακριβής: Ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 2ου αἰ. ἡ ἀδιαίρετη Μία Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ὀνομάζεται, ὅπως τὴν ὁμολογοῦμε καὶ στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, Καθολική, ἐπειδὴ κατέχει τὸ καθ᾿ ὅλου τῆς πίστεως, δηλαδὴ τὴν πληρότητα τῆς ἀλήθειας.

πίσης, ἀφότου, τὸ 330, ἡ Νέα Ρώμη / Κωνσταντινούπολη ἔγινε πρωτεύουσα τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, ὁ ὅρος Ρωμαῖος ἢ Ρωμηὸς δήλωνε κάθε ὀρθόδοξο πολίτη της, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν φυλετικὴ καταγωγή του.

τσι, Ρωμαιο-Καθολικοὶ κυριολεκτικὰ εἶναι οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ὡς Ρωμαῖοι-Ρωμηοί, δηλαδὴ ἀπόγονοι τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, καὶ ὡς Καθολικοί, δηλαδὴ μέλη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία συνεχίζει νὰ κατέχει τὸ καθ᾿ ὅλου τῆς πίστεως.

πεναντίας, οἱ Παπικοί, μετὰ τὴν κατάληψη τοῦ θρόνου τῆς Ρώμης ἀπὸ τοὺς Φράγκους (1009), δὲν εἶναι Ρωμαῖοι, ἀλλὰ Φραγκολατίνοι.

Καὶ μετὰ τὴν ἔκπτωσί τους ἀπὸ τὴν καθολικότητα (δηλαδὴ τὴν πληρότητα) τῆς πίστεως, λόγῳ τῆς ἀποδοχῆς σωρείας αἱρετικῶν δοξασιῶν, δὲν εἶναι Καθολικοί, ἀλλὰ αἱρετικοί. Μολαταῦτα, μετὰ τὸ ὁριστικὸ Σχίσμα (1054), σφετερίστηκαν αὐτοὺς τοὺς ὅρους.

Οἱ ὀρθόδοξοι λαοί, πάντως, μέχρι τὸν 19ο αἰ. γνώριζαν καλά, ὅτι ΡωμαῖοςΡωμηὸς καὶ Καθολικὸς σημαίνει Ὀρθόδοξος, γι᾿ αὐτὸ καὶ τοὺς αἱρετικοὺς τῆς Δύσεως τοὺς ὀνόμαζαν Λατίνους, Παπιστὲς κ.ἄ.

 σύγχυση ποὺ παρατηρεῖται σήμερα στὴν ὁρολογία, δημιουργήθηκε στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰ., μὲ τὴν ἐμφάνιση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ»18.


῾Υποσημειώσεις
11. Βλ. ἐνδεικτικῶς: [Πρωτοπρεσβυτέρου] π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ (†), «Ρωμαίϊκη καὶ Ἀντιρωμαίϊκη Ὁρολογία», στὸ Σύγχυση - Πρόκληση -Ἀφύπνιση / Φανατισμὸς ἢ Αὐτογνωσία; , σελ. 73-76, Ἀθήνα 1991.
12. Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων λέγει, ὅτι ἡ Ἐκκλησία λέγεται «Καθολικὴ» «καὶ διὰ τὸ διδάσκειν καθολικῶς καὶ ἀνελλιπῶς ἅπαντα τὰ εἰς γνῶσιν ἀνθρώπων ὀφείλοντα ἐλθεῖν δόγματα, περί τε ὁρατῶν καὶ ἀοράτων πραγμάτων, ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων», «καὶ διὰ τὸ καθολικῶς ἰατρεύειν μὲν καὶ θεραπεύειν ἅπαν τὸ τῶν ἁμαρτιῶν εἶδος, τῶν διὰ ψυχῆς καὶ σώματος ἐπετελουμένων, κεκτῆσθαι δὲ ἐν Αὐτῇ πᾶσαν ἰδέαν ὀνομαζομένης ἀρετῆς, ἐν ἔργοις τε καὶ λόγοις, καὶ πνευματικοῖς παντοίοις χαρίσμασιν». (PG τ.33, στλ. 1044ΑB, Κατήχησις ΙΗ´ Φωτιζομένων, § ΚΓ´).
13. Οἱ Κοινότητες, οἱ ὁποῖες ἔχουν ἐκπέσει ἀπὸ τὴν Καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας, προκειμένου νὰ διακρίνωνται ἀπὸ τὴν Μίαν καὶ Μοναδικὴν Ἐκκλησίαν, χαρακτηρίζονται ποικιλοτρόπως: «Τῶν δ᾿ αἱρέσεων αἱ μὲν ἀπὸ ὀνόματος [τοῦ αἱρεσιάρχου] προσαγορεύονται», «αἱ δὲ ἀπὸ τόπου», «αἱ δὲ ἀπὸ ἔθνους», «αἱ δὲ ἀπὸ δογμάτων ἰδιαζόντων», «αἱ δὲ ἀπὸ ὑποθέσεων», «αἱ δὲ ἀφ᾿ ὧν παρανόμως ἐπετήδευσάν τε καὶ ἐτόλμησαν». (Κλήμεντος Ἀλεξανδρέως, PG τ.9, στλ. 552BC- 553A / Στρωματέων Λόγος Ἕβδομος, Caput XVIII ).
14. Ἡ Α´ Βατικανὴ Σύνοδος ἐπὶ Πάπα Πίου Θ´ ὥρισε, μεταξὺ ἄλ- λων, καὶ τὰ ἑξῆς: ● «ἐάν τις εἴπῃ, ὅτι ὁ µακάριος Πέτρος δὲν εἶναι ὑπ᾿ αὐτοῦ τοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου κατεστηµένος πάντων τῶν ἀποστόλων ἀρχὴ καὶ πάσης τῆς στρατευοµένης Ἐκκλησίας ὁρατὴ κεφαλή· ἢ ὅτι οὗτος τιµῆς µόνον, οὐχὶ δὲ ἀληθοῦς καὶ πραγµατικῆς δικαιοδοσίας πρωτεῖον ὑπ᾿ αὐτοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Χριστοῦ κατ᾿ εὐθεῖαν καὶ ἀμέσως ἔλαβεν, ἀνάθεμα ἔστω»· «ἐὰν τις εἴπῃ ὅτι δὲν εἶναι κατὰ διάταξιν αὐτοῦ τοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἢ θείῳ δικαίῳ, ἵνα ὁ µακάριος Πέτρος ἐν τῷ πρωτείῳ ὑπὲρ τὴν καθολικὴν Ἐκκλησίαν ἔχῃ συνεχεῖς διαδόχους ἢ ὅτι ὁ Ρωμαῖος Ποντίφηξ δὲν εἶναι τοῦ µακαρίου Πέτρου ἐν τῷ πρωτείῳ τούτῳ διάδοχος, ἀνάθεμα ἔστω». ● «Διδάσκοµεν καὶ ὡς θεόθεν ἀποκεκαλυμμένον δόγµα ὁρίζομεν», «τοῦ Ρωμαίου ποντίφηκος αἱ ἀποφάσεις ἐξ ἑαυτῶν, οὐχὶ δὲ ἐκ τῆς συγκαταθέσεως τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἀτροποποίητοι. Ἐὰν δέ τις τολμᾶ νὰ ἀντείπῃ εἰς ταύτην τὴν ἡμετέραν ἀπόφασιν, ὅπερ ὁ Θεὸς ἀποστρέψεται, ἀνάθεμα ἔστω». (Παρὰ Π. Τρεµπέλα, Αἱ μετὰ τὸ ἔργον τῆς Βατικανείου Συνόδου ὑποχρεώσεις µας, σελ. 30-32, Ἀθῆναι 1967).
15. Οἱ διατάξεις τῆς Β´ Βατικανῆς Συνόδου, οἱ ὁποῖες ἀναφέρονται στὸ Πρωτεῖον καὶ Ἀλάθητον τοῦ Πάπα, εἶναι κυρίως αὐτὲς ποὺ περιέχονται στὴν «Δογματικὴν Διάταξιν περὶ Ἐκκλησίας» / «Lumen Gentium» («Τὸ Φῶς τῶν Ἐθνῶν»). Βλ. ἰδίως: Κεφ. Γ´, Ἡ Ἱεραρχικὴ Δομὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἰδιαίτερα ὁ Σύλλογος τῶν Ἐπισκόπων, §§ 18, 22, 25 - ἐνδεικτικῶς: ● «Τὸ δόγµα τοῦτο περὶ τοῦ πρωτείου τοῦ ρωμαίου ποντίφηκος καὶ τοῦ ἀλαθήτου τοῦ διδασκαλικοῦ του ἀξιώματος προβάλλει ἐκ νέου ἡ ἁγία Σύνοδος εἰς πάντας τοὺς πιστοὺς ὡς ἀντικείµενον βεβαίας πίστεως»· «ὁ Ρωμαῖος ποντίφηξ ἔχει ἐπὶ τῆς Ἐκκλησίας λόγῳ τοῦ ἀξιώματός του ὡς Βικαρίου τοῦ Χριστοῦ καὶ Ποιµένος πάσης τῆς Ἐκκλησίας, ἐξουσίαν πλήρη, ὑπερτάτην καὶ καθολικήν, τὴν ὁποίαν δύναται πάντοτε νὰ ἀσκῇ ἐλευθέρως»· ● «αἱ ἀποφάσεις, τὰς ὁποίας ἐκφέρει [ὁ Ρωμαῖος ποντίφηξ], δικαίως ἐλέχθησαν ἀναλλοίωτοι ἐξ ἑαυτῶν καὶ οὐχὶ λόγῳ τῆς συγκαταθέσεως τῆς Ἐκκλησίας», «ἐφ᾽ ὅσον εἶναι ὡς πρὸς τὴν καθολικὴν Ἐκκλησίαν ὁ ὑπέρτατος διδάσκαλος, ἐν τῷ ὁποίῳ διαµένει [«καὶ ὅταν ἀκόμη δὲν ὁμιλῇ ἀπὸ καθέδρας»] εἰς µοναδικὸν βαθμὸν τὸ χάρισµα τοῦ ἀλαθήτου, ὅπερ εἶναι αὐτὸ τοῦτο τὸ ἀλάθητον τῆς Ἐκκλησίας». ( Βλ. «Δογματικὴ Διάταξη περὶ Ἐκκλησίας (Φῶς τῶν Ἐθνῶν) τῆς Β´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τοῦ Βατικανοῦ», ἔκδοσις «Γραφεῖον Καλοῦ Τύπου», τ. 1, σελ. 36-62). ● Ἔχουμε προτιμήσει τὴν ἀπόδοσι στὴν ἁπλῆ καθαρεύουσα ἐξ ἄλλης πηγῆς.
16. Ἀρχιμανδρίτου Σπυρίδωνος Σπ. Μπιλάλη (†), Ὀρθοδοξία καὶ Παπισμός, τ. Α´, Κριτικὴ τοῦ Παπισμοῦ, σελ. 147, ἐκδόσεις «Ὀρθόδοξος Τύπος», Ἀθῆναι 1969.
17. Ἀρχιμανδρίτου Ἰουστίνου Πόποβιτς (†), Ἄνθρωπος καὶ Θεάνθρωπος, σελ. 159, ἐκδόσεις «Ἀστήρ», Ἀθῆναι 1969.
18. Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου, Ὁ Παπισμὸς χθὲς καὶ σήμερα, σελ. 1-2, Πρόλογος, ἔκδοση ζ´, Ὠρωπὸς Ἀττικῆς, Δεκέμβριος 2021. (Βλ.https://imparaklitou.gr/index.php/el/psifiakakeimena/fylladia/o-papismos)

Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Α´ ΛΟΥΚΑ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

DSC 8970

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ὁ Ἀπόστολος Λουκᾶς μᾶς ἀφηγεῖται ὅτι κάποιο πρωί, πλῆθος κόσμου συγκεντρώθηκε στὴ λίμνη Γεννησαρὲτ γιὰ νὰ ἀκούσει τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Τότε, ὁ Κύριός μας ἀνέβηκε στὸ πλοῖο ἑνὸς τῶν ψαράδων τῆς περιοχῆς, τοῦ Σίμωνος, τοῦ μετέπειτα Πέτρου, ὁ ὁποῖος μὲ τοὺς συνεργάτες του ξέμπλεκε τὰ δίχτυα ὕστερα ἀπὸ μία ἀποτυχημένη νυκτερινὴ ἁλιευτικὴ προσπάθεια, καὶ τὸν παρακάλεσε νὰ ἀπομακρυνθοῦν λίγα μέτρα ἀπὸ τὴ στεριὰ γιὰ νὰ διδάξει ἀπὸ ἐκεῖ τὸν ὄχλο. Μὲ τὸ πέρας τοῦ κηρύγματος, ὁ Χριστὸς παρότρυνε τὸν Πέτρο νὰ γυρίσει στὰ ἀνοιχτὰ καὶ νὰ ρίξει μὲ τοὺς συνεργάτες του πάλι τὰ δίχτυα. Ὁ Πέτρος, ἔχοντας δεῖ τὴν εὐγένεια τοῦ Κυρίου καὶ τὴν σεβάσμια στάση Του, ἔχοντας ἐντυπωσιασθεῖ ἀπὸ τὸ θεῖο κήρυγμά Του καὶ βιώσει τὴν Θεία Χάρη, ἀποδέχθηκε τὴν πρόταση. Ἔριξε τὰ δίχτυα μὲ τοὺς συνεργάτες του καὶ ἔπιασαν τόσα ψάρια, ὥστε νὰ καλέσουν καὶ δεύτερο πλοῖο γιὰ τὴν μεταφορά. Μετὰ ἀπὸ τὸ θαῦμα αὐτό, ὁ Πέτρος παρακάλεσε τὸν Χριστό: «Φύγε ἀπὸ κοντά μου διότι εἶμαι ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος, Κύριε», γιὰ νὰ ἀκούσει ἀπὸ τὰ θεϊκὰ χείλη τό: «Μὴν φοβᾶσαι. Ἀπὸ τώρα θὰ εἶσαι ψαρὰς ἀνθρώπων». Στὴν πρόσκληση αὐτή, τόσο ὁ Πέτρος, ὅσο καὶ ὁ ἀδερφός του, Ἀνδρέας, καὶ οἱ δύο γιοὶ τοῦ Ζεβεδαίου, ἀνταποκρίθηκαν θετικά. Ἄφησαν τὰ πάντα ἀμέσως καὶ ἔγιναν μαθητές Του καὶ ἁλιεῖς ἀνθρώπων. 

            ρχικά, λοιπόν, μαθαίνουμε ὅτι πλήθη κόσμου διψοῦσαν νὰ ἀκοῦνε τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Καὶ αὐτό, γιατὶ δίδασκε τὸν κόσμο ὄχι ὅπως οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι, μόνο μὲ τὰ λόγια, ἀλλὰ διότι ἡ διδασκαλία συνοδευόταν ἀπὸ τὸν ἅγιο τρόπο ζωῆς Του. Ἕνα χαρακτηριστικὸ παράδειγμα τῆς εὐγένειας καὶ τῆς ταπείνωσης τοῦ Κυρίου εἶναι ὅτι ἐνῶ ἦταν Θεάνθρωπος, μεγάλος Διδάσκαλος, καὶ Πρόσωπο ξακουστὸ σὲ πολλούς, ἐντούτοις, μπαίνοντας στὸ πλοῖο τοῦ Πέτρου, ἑνὸς ἁπλοϊκοῦ ψαρᾶ, δὲν τὸν διέταξε μὲ αὐταρχικότητα, ἀλλὰ τὸν παρακάλεσε, προκειμένου νὰ ἀπομακρυνθοῦν λίγο ἀπὸ τὴν προκυμαία. Αὐτὴ ἡ εὐγένεια καὶ ὁ σεβασμὸς στὸν πλησίον, ὅποιος καὶ ἂν εἶναι, ἀλλὰ καὶ ὅποια καὶ ἂν εἶναι ἡ ἰδιότητά μας, εἶναι ποὺ τὸν ὠθεῖ καὶ νὰ φιλοτιμηθεῖ καὶ ἐμᾶς νὰ σεβαστεῖ. Διαφορετικά, ἀποτύχαμε. 

             να σημεῖο στὸ ὁποῖο ἰδιαίτερα θὰ ἤθελα νὰ σταθῶ εἶναι ἡ ὑπακοὴ τοῦ Πέτρου. Ὑπακοή… μία ἔννοια παρεξηγημένη, γιὰ ὅσους βέβαια συνηθίζουν νὰ παρεξηγοῦν. Οἱ ἐκτὸς Ἐκκλησίας τὴν θεωροῦν ὡς δουλικότητα, ὡς ἀνελευθερία, ὡς ἔλλειψη αὐτοπεποίθησης καὶ κριτικῆς σκέψης. Δυστυχῶς, οἱ θέσεις τους κατέληξαν νὰ ἐπηρεάσουν καὶ ἀνθρώπους ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας. Μὲ ἀποτέλεσμα, νὰ ἔχουμε σήμερα Χριστιανούς, Κληρικοὺς καὶ λαϊκούς, οἱ ὁποῖοι ἀρνοῦνται νὰ ὑπακούσουν τὴν Ἱερὰ Σύνοδο, τὸν οἰκεῖο Ἐπίσκοπο, τὸν πνευματικὸ πατέρα, ἢ ἀκόμα καὶ τὸν Γέροντα ἢ τὴν Γερόντισσά τους, ἂν πρόκειται γιὰ Μοναχούς. Ἀντ’ αὐτοῦ, ἀρέσκονται νὰ ἀνεξαρτητοποιοῦνται, νὰ κάνουν τὸ θέλημά τους, νὰ ἱκανοποιοῦν τὶς ἰδιοτέλειές τους καὶ νὰ σχηματίζουν τὶς παρεκκλησιαστικὲς ὀμάδες τους. Καὶ μετὰ πιστεύουμε ὅτι ἐμεῖς μόνο εἴμαστε οἱ ἀκραιφνεῖς Ὀρθόδοξοι καὶ ὅτι ἐμεῖς θὰ σώσουμε τὴν Ὀρθοδοξία! Πόσο μακριὰ εἴμαστε… Σήμερα ὁ Χριστός, πρὶν καλὰ καλὰ ἐκλέξει ὡς Ἀπόστολό του τὸν μέγα Πέτρο ἐξέτασε ἐὰν εἶναι τέκνο ὑπακοῆς. Τί ἀκριβῶς ἔκανε; Ἐνῶ τὸν εἶδε νὰ ξεμπλέκει τὰ δίχτυα, πράγμα ἰδιαίτερα περίπλοκο, καὶ μάλιστα μετὰ ἀπὸ βραδινὸ ἀποτυχημένο ψάρεμα, εἶπε στὸν ἐπαγγελματία ψαρά: «Νὰ πᾶς στὸ βάθος καὶ νὰ ρίξεις τὸ δίχτυ». Ἂν ἦταν ἄλλος στὴ θέση τοῦ Πέτρου τί θὰ ἔλεγε; «Ἄσε μὲ ἥσυχο, ἄνθρωπέ μου. Ὅλη τὴν νύχτα ἐγὼ ὁ ἔμπειρος δὲν ἔπιασα τίποτα καὶ θὰ πιάσω τώρα ἀκούγοντας ἕναν ἄπειρο;». Ὁ Πέτρος, ὅμως, δὲν ἀπάντησε ἔτσι, ἀλλὰ εἶπε: «Κύριε, παρ’ ὅλο ποὺ δὲν ἔπιασα τίποτα ὅλο τὸ βράδυ, τώρα, ἐπειδὴ μοῦ τὸ λὲς ἐσύ, θὰ ρίξω τὸ δίχτυ». Δεῖτε πόσο ἀνταμείφθηκε τὸ παιδὶ τῆς ὑπακοῆς: ἔπιασε τόσα ψάρια ὥστε νὰ φωνάξει καὶ δεύτερο πλοῖο, ἀλλὰ καὶ τὰ δύο μαζὶ νὰ δυσκολευτοῦν νὰ μεταφέρουν τὸ φορτωμένο δίχτυ. 

            πομένως, μᾶς διδάσκει ὁ Κύριος μέσῳ αὐτοῦ τοῦ περιστατικοῦ ὅτι ἡ ὑπακοὴ ἀποτελεῖ τὴν ρίζα καὶ τὸ θεμέλιο τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Βεβαίως, ὄχι ὁποιαδήποτε ὑπακοή, ἀλλὰ ἡ ὑπακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐκφράζεται ἀπὸ πνευματικοὺς πατέρες ποὺ καὶ οἱ ἴδιοι κάνουν ὑπακοή, διότι ἂν ὑπακοῦμε πατέρες ἀνυπότακτους, εἶναι σὰν νὰ ἐπιτρέπουμε στὸν ἑαυτό μας νὰ μᾶς καθοδηγοῦν τυφλοί, μὲ τελικὸ προορισμὸ τὸν ψυχικό μας (καὶ τὸν σωματικὸ σὲ πολλὲς περιπτώσεις) θάνατο. 

            Μόλις ἐπέστρεψαν πίσω στὸ λιμάνι καὶ ξεφόρτωσαν τὸ δίχτυ, ὁ Πέτρος ἔκθαμβος πλησίασε τὸν Χριστὸ καὶ ἔχοντας συνειδητοποιήσει ὅτι ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶναι ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος, τὸν παρακάλεσε: «Κύριε, φύγε ἀπὸ κοντά μου, διότι εἶμαι ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος». Γιὰ νὰ φτάσει ὁ Πέτρος στὸ σημεῖο νὰ κατανοήσει τόσο γρήγορα τὸν Χριστὸ καὶ νὰ Τὸν ἐμπιστευθεῖ ἀπόλυτα, σημαίνει ὅτι εἶχε καθαρή, ἁγνὴ καρδιὰ καὶ συνείδηση. Σὲ ἀντίθεση μὲ πολλοὺς ἐξ΄ ἡμῶν ποὺ ἀντὶ νὰ δοῦμε καὶ νὰ κρίνουμε μὲ νηφαλιότητα τὰ καλὰ ἔργα τοῦ καθενός, βασιζόμαστε σὲ φῆμες καὶ σχηματίζουμε διαστρεβλωμένες, ψεύτικες εἰκόνες τὶς ὁποῖες φτάνουμε σὲ σημεῖο νὰ πιστεύουμε ὡς ἀληθινές.

            Δὲν εἶναι, ὅμως, μόνο θαυμαστὴ ἡ ταχύτητα μὲ τὴν ὁποία ὁ Πέτρος ἀναγνώρισε τὸν Κύριο, ἀλλὰ καὶ ἡ μεγάλη ταπεινοφροσύνη του. Ὁ Πέτρος θεώρησε τὸν ἑαυτό του ἀνάξιο μέχρι καὶ νὰ στέκεται κοντὰ στὸν Ἰησοῦ. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, ὁ Ἰησοῦς τοῦ προσέφερε τὸ μέγιστο ἀποστολικὸ ἀξίωμα. Ἔκανε, δηλαδή, Ἀπόστολό Του ἕναν ἄνθρωπο ὄχι μὲ βάση τὶς περγαμηνὲς καὶ τὰ πτυχία του, ἀλλὰ μὲ βάση τὴν ὑπακοὴ καὶ τὴν ταπεινοφροσύνη του. Ἔτσι, ὁ Σίμων κατάφερε νὰ γίνει Πέτρος, ἡ πέτρα τῆς Ἐκκλησίας. 

            Βεβαίως, πολὺ σημαντικὸ τμῆμα τῆς σημερινῆς περικοπῆς εἶναι ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο ἀναφέρεται στὴν ἀποδοχὴ τῆς πρόσκλησης τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τοὺς πρώτους Ἀποστόλους. Ὅλοι εἶχαν τὶς δουλειές, τὶς οἰκογένειες, τὰ σπίτια τους· ὅταν, ὅμως ὁ Χριστὸς τοὺς εἶπε «ἐλάτε», ἄφησαν ἀμέσως τὰ πάντα καὶ Τὸν ἀκολούθησαν. Ἂν ἄρχιζαν νὰ σκέφτονται: «καὶ τώρα τί θα τρώω, πού θὰ μένω, μήπως θὰ κρυώσω, μήπως δὲν θὰ ἀντέξω, μήπως δὲν θὰ εἶναι καλὸ νὰ ἀφήσω τοὺς γονεῖς μου καὶ νὰ φύγω;», κανένας δὲν θὰ γινόταν Ἀπόστολος Χριστοῦ.

            ν κατακλείδι, τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἂν πάντοτε ἔχουμε στὴ σκέψη μας καὶ προσπαθοῦμε νὰ ἐφαρμόζουμε τὰ νοήματά του, θὰ βιώσουμε ὅλη τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, δὲν θὰ κουραστοῦμε, οὔτε θὰ ἀρνηθοῦμε νὰ ἀσκήσουμε τὴν ὑπακοή. Θὰ εἴμαστε πρόθυμοι, μὲ πνεῦμα θυσίας. Θὰ διψᾶμε νὰ ἀκοῦμε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Θὰ προσέχουμε τοὺς τρόπους συμπεριφορᾶς μας. Δὲν θὰ θεωρήσουμε ποτὲ τὸν ἑαυτό μας ἄξιο γιὰ τὶς δωρεὲς τοῦ Θεοῦ. Θὰ εἴμαστε ταπεινοὶ καὶ ὁ Θεὸς θὰ μᾶς δίνει πλούσια τὴν εὐλογία Του, ὅπως τὴν ἔδωσε στοὺς γνήσιους Μαθητές Του.         

Μετ’ εὐχῶν,

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2025

ΤΑ 270 ΕΤΗ ΑΠΟ ΤΗΣ ΣΥΝΟΔΙΚΗΣ ΚΑΤΑΔΙΚΗΣ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΟΣ / ΡΑΝΤΙΣΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΛΑΤΙΝΩΝ (Μία σημαντικὴ ἐπέτειος 1755/6 - 2025/6)

 


Τὰ 270 ἔτη ἀπὸ τῆς συνοδικῆς καταδίκης τοῦ βαπτίσματος / ραντίσματος τῶν Λατίνων 1

Α´. Τὸ ἔτος 1755 ἐξεδόθη ὑπὸ τοῦ Πάπα Βενεδίκτου ΙΔ´ (1740 -1758) βοῦλλα, ἡ ὁποία ἀνεγνώριζε τὸ ἔγκυρο τῶν Ὀρθοδόξων Μυστηρίων καὶ Τελετῶν, μετὰ ἀπὸ σχετικὴ ὑπόδειξι τῶν Ἰησουϊτῶν καὶ Οὐνιτῶν, οἱ ὁποῖοι μὲ ἰδιαίτερη ἔντασι ἐδραστηριοποιοῦντο προσηλυτιστικῶς στὴν καθ᾿ ἡμᾶς Ἀνατολὴν καὶ διέδιδαν, ὅτι δῆθεν δὲν ὑπάρχει καμμία διαφορὰ μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Λατίνων, ἰδίως μάλιστα στὸ Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος, ὥστε νὰ προσελκύουν τοὺς Εὐσεβεῖς στὸν Παπισμό.

ν τῷ μεταξύ, εἶχε προηγηθῆ βαθὺς διχασμὸς στὴν Κωνσταντινούπολι μεταξὺ ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἦσαν ὑπὲρ τῆς κατ᾿ οἰκονομίαν ἀποδοχῆς τοῦ βαπτίσματος / ραντίσματος τῶν Δυτικῶν καὶ ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἀπέρριπταν αὐτὸ ὡς «ψευδώνυμον», ἐφ᾿ ὅσον ἐτελεῖτο διὰ ραντισμοῦ καὶ ὄχι διὰ τριῶν πλήρων καταδύσεων.

ξ αἰτίας τῶν μακρῶν καὶ ζωηρῶν ἐρίδων, ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλος Ε´ (α. 1748-1751, β. 1752-1757), συνεκάλεσε Σύνοδον τὸν Ἰούλιο τοῦ 1755, στὴν ὁποία ἔλαβαν μέρος καὶ οἱ Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς, Ἀλεξανδρείας Ματθαῖος (1746-1765) καὶ Ἱεροσολύμων Παρθένιος (1737-1766).

ἱερὰ αὐτὴ Σύνοδος κατεδίκασε καὶ ἀπέβαλε τὸ βάπτισμα / ράντισμα τῶν Λατίνων καὶ γενικῶς ὅλων τῶν Δυτικῶν, ἡ δὲ Πρᾶξις αὐτὴ (ὁ σχετικὸς Ὅρος ἐδημοσιεύθη τὸ 1756), εἶναι, ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι, μέχρι σήμερα ἡ τελευταία σχετικὴ ἐπίσημος ἀπόφασις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

Εἶναι ἀξιοσημείωτον, ὅτι οἱ καλύτεροι Ὀρθόδοξοι Θεολόγοι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης (π.χ. Εὐστράτιος Ἀργέντης, Εὐγένιος Βούλγαρις), ὁ Λαὸς καὶ οἱ Μοναχοὶ ἐτάχθησαν ἀνεπιφυλάκτως ὑπὲρ τῆς στάσεως αὐτῆς τοῦ ἀοιδίμου Πατριάρχου Κυρίλλου Ε´, ὁ ὁποῖος εἶχε πάντα τὰ γνωρίσματα τοῦ γνησίου Ὀρθοδόξου Ἀρχιερέως, ἐνστερνιζόμενος τὴν Ἡσυχαστική- Κολλυβαδικὴ Παράδοσι.

ν προκειμένῳ, εἶναι πολὺ σημαντικὸς ὁ χαρακτηρισμὸς τοῦ Πατριάρχου Κυρίλλου Ε´ ὑπὸ τοῦ σπουδαίου λογίου τῆς ἐποχῆς του Σεργίου Μακραίου (1735;-1819):

«Ἦν ... τὴν γνώμην εὐθύς, τὸν τρόπον ἁπλοῦς, εἰ καί τισι ποικίλος ἐδόκει, πρὸς τὰς πολλὰς μηχανὰς τῶν ἀντιπάλων πολλαχῶς ἀντιτασσόμενος, φιλάρετος, φιλάγαθος, ἐπιεικής, φιλομαθής, τῇ ἀναγνώσει τῶν θείων βιβλίων προσκείμενος, βίον ἡρημένος τὸν τελεώτερον, διὸ καὶ ἀγρυπνίας μείζονας καὶ νηστείας συνεχεστέρας ἐποίει, καὶ ἀκολουθίας ἐκκλησιαστικὰς μακροτέρας ἐφίλει, καὶ πρὸς πάντα γενναῖος ἐδόκει, ὀξύς τε περὶ τὰ πρακτέα, καὶ σφοδρὸς πρὸς τὰ δόξαντα, ἄτρεπτος καὶ ἀδεὴς πρὸς τὰ ἀντιπίπτοντα. Ἐντεῦθεν καὶ ζηλωτὴς τῶν ὀρθοδόξων δογμάτων διάπυρος ἐγνωρίζετο καὶ παρὰ παντὸς τοῦ λαοῦ διεθρυλεῖτο καὶ διαφερόντως ἠγαπᾶτο, τῇ ἀγλαΐᾳ τῶν ἰδίων ἀρετῶν συμπάντων τὰς ψυχὰς καταθέλγων καὶ ἐφελκόμενος, εἰ καὶ τὸν ἀληθῆ ζῆλον ἀνδρὸς ποικίλως συγκαλύψαι ἐτεχνῶντο οἱ διαβάλλοντες, πανοῦργον αὐτὸν ἀποκαλοῦντες, ὥσπερ οἱ αἱρετικοὶ αἱρετικὸν ἐδυσφήμουν τὸν ὀρθοδοξότατον...»2 .

 * * *

Β´. Στοὺς κόλπους τῆς λεγομένης Οἰκουμενικῆς Κινήσεως (1920 κ.ἑ.) ἔγιναν καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ γίνωνται ἐκτενεῖς συζητήσεις ἰδίως γιὰ τὸ Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος, μὲ τὸ Ὁποῖο πραγματοποιεῖται ἡ εἴσοδος στὴν Μία καὶ Μοναδικὴ Ἐκκλησία.

Οἱ ἐξ ὀρθοδόξων Οἰκουμενισταὶ στὶς συζητήσεις αὐτὲς δὲν λαμβάνουν ὑπ᾿ ὄψιν τους τὴν Ἀποκεκαλυμμένη Ἀλήθεια, δὲν ἀκολουθοῦν τὴν Εὐαγγελική, Ἀποστολική, Συνοδικὴ καὶ Πατερικὴ Παράδοσι.

χουν διατυπώσει εὐκρινέστατα τὴν ἀντορθόδοξη ἄποψι καὶ ἐπιμένουν εἰς αὐτήν, ὅτι τὸ «πνεῦμα τῆς ἀδελφοσύνης» μεταξὺ αὐτῶν καὶ τῶν Παπικῶν «προέρχεται ἐκ τοῦ μοναδικοῦ Βαπτίσματος καὶ τῆς συμμετοχῆς εἰς τὴν μυστηριακὴν ζωήν», ἐφ᾿ ὅσον «ὡς ἐκ τοῦ Βαπτίσματός των εἶναι ἐνσωματωμένοι εἰς τὸν Χριστόν»3!

πίσης, στὸ Κείμενο τῆς Βελεμενδίου Ἑνώσεως (Λίβανος, Ἰούνιος 1993), ὑπεγράφη ἀπὸ τοὺς ἐξ ὀρθοδόξων Οἰκουμενιστὰς καὶ τοῦ Βατικανοῦ μεταξὺ ἄλλων καὶ ἡ ἑξῆς δήλωσις, μὲ τὴν ὁποία διεκηρύχθη σαφέστατα ἡ αὐτοσυνειδησία τους, ὅτι Παπισμὸς καὶ Ὀρθοδοξία εἶναι δῆθεν Ἀδελφὲς Ἐκκλησίες, ἔχουν δῆθεν Κοινὰ Μυστήρια καὶ ἔχουν δῆθεν Κοινὲς Σωτηριολογικὲς Δυνατότητες:

«Ἐκατέρωθεν ἀναγνωρίζεται, ὅτι ὅσα ἐνεπιστεύθη ὁ Χριστὸς εἰς τὴν Ἐκκλησίαν Του – ὁμολογία τῆς ἀποστολικῆς πίστεως, μετοχὴ εἰς τὰ αὐτὰ μυστήρια, κυρίως εἰς τὴν μίαν ἱερωσύνην τὴν τελοῦσαν τὴν μίαν θυσίαν τοῦ Χριστοῦ, ἀποστολικὴν διαδοχὴν τῶν ἐπισκόπων – δὲν δύνανται νὰ θεωρηθοῦν ὡς ἀποκλειστικὴ ἰδιοκτησία μιᾶς τῶν ἡμετέρων Ἐκκλησιῶν. Εἶναι σαφὲς ὅτι ἐντὸς τοῦ πλαισίου τούτου ἀποκλείεται πᾶς ἀναβαπτισμός»4 .

Εἶναι προφανέστατον, ὅτι ἡ Ἕνωσις τῶν ὀρθοδόξων καὶ παπικῶν Οἰκουμενιστῶν στὸ Βελεμένδιο τοῦ Λιβάνου ἀπετέλεσε τὸν θρίαμβο τῆς παπικῆς διπλωματίας καὶ ἀπέδειξε μὲ τὸν πλέον ἀναμφισβήτητο τρόπο, ὅτι τὸ ἀρχικῶς θεωρούμενο ὡς μικρὸ καὶ δευτερεῦον ζήτημα τῆς ἀλλαγῆς τοῦ Ἡμερολογίου τὸ 1924 ὡδήγησε στὴν ἀθέτησι τῶν μεγάλων καὶ πρωτευόντων, δηλαδὴ στὸν πλήρη ἐξοικουμενισμὸ καὶ ἐκλατινισμὸ τῶν ὀρθοδόξων.

 * * *

Γ´. Εἶναι ὅμως καὶ γιὰ ἕναν ἀκόμη λόγο πολὺ ἐπίκαιρος ἡ ἀναδρομὴ στὸν Ὅρον τοῦ 1755 περὶ τοῦ λεγομένου βαπτίσματος τῶν Δυτικῶν, ἐφ᾿ ὅσον τὸ τελούμενο σήμερα βάπτισμα ἀκόμη καὶ στὰ ὅρια τῆς Καινοτομίας, δηλαδὴ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ- Νεοημερολογιτισμοῦ, τείνει νὰ καταστῆ κατ᾿ ἀκρίβειαν ράντισμα.

Οἱ διαφορὲς ὅμως Βαπτιζομένου καὶ Ραντιζομένου εἶναι ἀγεφύρωτες, ὅπως πολὺ χαρακτηριστικὰ τὶς ἐπισημαίνει ὁ ἀείμνηστος Διδάσκαλος τοῦ Γένους Κωνσταντῖνος Οἰκονόμος ἐξ Οἰκονόμων (1780-1857):

α) πρῶτος «ἐνθάπτεται ὡς νεκρὸς ἐν τάφῳ», «καὶ πάλιν ἀνίσταται», εἰς «μίμησιν τοῦ Κυρίου». δεύτερος «ἐπιβρεχόμενος, ἵσταται ὄρθιος» καὶ «οὔτε καταβαίνει, οὔτε πάλιν ἀναβαίνει... ὡς ἐκ τάφου». β) α´ «διὰ τοῦ ἰδίου σώματος τὴν τριήμερον ταφὴν καὶ ἀνάστασιν ἐξεικονίζει». β´ «αὐτὸς μὲν οὐδαμῶς ἐξεικονίζει τὸ μυστήριον«, μὴ μετέχων εἰς τὸ γεγονὸς καθ᾿ αὑτό. Διὰ δὲ τοῦ ραντισμοῦ ὑφίσταται «ἀλλόκοτον καὶ παρὰ φύσιν... ἐνταφιασμόν».

 γ) α´ «ἔχει τὸν τάφον... εἰς ὃν... καταβαίνει». β´ «φέρει τὸν τάφον οἷον ἐπικείμενον ἐπὶ κεφαλῆς, κἀκεῖθεν κατερχόμενον μέχρι ποδῶν, οὗ τί ἂν γένοιτο ψευδέστερον;»5 .

 Διαπιστώνεται λοιπόν, ὅτι ἦσαν ὄντως θεοφόροι καὶ θεοκίνητοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ὅταν ὑπεστήριζαν διὰ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης, ὅτι

«ἡ ἐν ὀλίγῳ τῆς ἀληθείας παρατροπή, τῇ ἀσεβείᾳ τὴν πάροδον δέδωκεν»6 .
[ἡ μικρὰ ἀπόκλισις ἀπὸ τὴν ἀλήθειαν, ἔχει δώσει εἴσοδο / δίοδο στὴν ἀσέβεια].

* * *

Ὅρος τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας περὶ τοῦ βαπτίσματος τῶν Δυτικῶν [ Ἰούλιος 1755 ]

Πολλῶν ὄντων τῶν μέσων, δι᾿ ὧν τῆς σωτηρίας ἡμῶν ἀξιούμεθα καὶ τούτων, ὡς εἰπεῖν, κλιμακηδὸν ἀλληλενδέτων καὶ ἀλληλουχουμένων ὄντων, ἅτε δὴ πάντων πρὸς τὸ αὐτὸ τέλος ἀφορώντων, πρῶτόν ἐστι τὸ τοῖς ἱεροῖς Ἀποστόλοις θεοπαράδοτον Βάπτισμα, οἷα δὴ τῶν λοιπῶν τούτου χωρὶς ἀπρακτούντων· «ἐὰν γάρ τις μὴ γεννηθῇ, φησίν, ἐξ ὕδατος καὶ πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν»· ἔδει καὶ γὰρ ἀναγκαίως, τῆς πρώτης γεννήσεως ἐπὶ τὸν θνητὸν τουτονὶ βίον παραγαγούσης τὸν ἄνθρωπον, γέννησιν ἑτέραν ἐξευρεθῆναι καὶ τρόπον μυστικώτερον, μήτε ἀπὸ φθορᾶς ἀρχόμενον, μήτε εἰς φθορὰν καταλήγοντα, δι᾿ οὗ γένοιτ᾿ ἂν ἡμῖν δυνατὸν μιμήσασθαι τὸν ἀρχηγὸν τῆς σωτηρίας ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν.

Τὸ γὰρ ἐν τῇ κολυμβήθρᾳ ὕδωρ τοῦ Βαπτίσματος ἐν τάξει μήτρας λαμβάνεται, καὶ τόκος τῷ τικτομένῳ γίνεται, ἧ φησιν ὁ Χρυσόστομος· τὸ δὲ ἐν τῷ ὕδατι ἐπιφοιτῶν Πνεῦμα ἐν τάξει Θεοῦ τὸ ἔμβρυον διαπλάττοντος· καὶ ὥσπερ Ἐκεῖνος μετὰ τὴν ἐν τάφῳ κατάθεσιν τριταῖος ἐπὶ τὴν ζωὴν ἀνεφοίτησεν, οὕτως οἱ πιστεύοντες, ἀντὶ τῆς γῆς, τὸ ὕδωρ ὑποδυόμενοι, ἐν τρισὶ καταδύσεσι τὴν τριήμερον ἑαυτοῖς χάριν τῆς Ἀναστάσεως ἐξεικονίζουσιν, ἁγιαζομένου τοῦ ὕδατος τῇ ἐπιφοιτήσει τοῦ παναγίου Πνεύματος, ὡς ἂν τῷ μὲν φαινομένῳ ὕδατι τὸ σῶμα φωτίζοιτο, τῷ δὲ ἀοράτῳ Πνεύματι τὸν ἁγιασμὸν ἡ ψυχὴ λήψαιτο· ὡς γὰρ τὸ ἐν τῷ λέβητι ὕδωρ τῆς τοῦ πυρὸς μεταλαμβάνει θερμότητος, οὕτω τὸ ἐν τῇ κολυμβήθρα ὕδωρ τῇ ἐνεργείᾳ τοῦ Πνεύματος εἰς θείαν μεταστοιχειοῦται δύναμιν, καθαῖρον μὲν καὶ υἱοθεσίας ἀξιοῦν τοὺς οὕτω βαπτιζομένους, τοὺς δὲ ἄλλως πως τελουμένους, ἀντὶ καθάρσεως καὶ υἱοθεσίας ἀκαθάρτους καὶ σκότους υἱοὺς ἀποφαῖνον.

πειδὴ τοιγαροὺν πρὸ χρόνων ἤδη τριῶν ζήτημα ἀνεφύη, εἰ τὰ παρὰ τὴν Παράδοσιν τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καὶ θείων Πατέρων καὶ παρὰ τὴν συνήθειαν καὶ διαταγὴν τῆς Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας ἐπιτελούμενα βαπτίσματα τῶν αἱρετικῶν δεκτά ἐστι, προσερχομένων ἡμῖν, ἡμεῖς, ἅτε θείῳ ἐλέει τῇ ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ ἐντραφέντες, καὶ τοῖς Κανόσι τῶν ἱερῶν Ἀποστόλων καὶ θείων Πατέρων ἑπόμενοι, καὶ μίαν μόνην γινώσκοντες τὴν ἡμετέραν ἁγίαν Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν, καὶ ταύτης τὰ Μυστήρια, ἑπομένως καὶ τὸ θεῖον Βάπτισμα, ἀποδεχόμενοι, τὰ δὲ ὑπὸ τῶν αἱρετικῶν, ὅσα μὴ ὡς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον τοῖς ἱεροῖς Ἀποστόλοις διετάξατο καὶ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ μέχρι τῆς σήμερον ποιεῖ, ἐπιτελούμενα, ἐφευρέματα ἀνθρώπων διεφθαρμένων ὄντα, ὡς ἀλλόκοτα καὶ τῆς Ἀποστολικῆς ὅλης Παραδόσεως ἀλλότρια γινώσκοντες, ἀποστρεφόμεθα κοινῇ διαγνώσει.

Καὶ τοὺς ἐξ αὐτῶν ἡμῖν προσερχομένους ὡς ἀνιέρους καὶ ἀβαπτίστους δεχόμεθα, ἑπόμενοι τῷ Κυρίῳ ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστῷ, τῷ τοῖς Μαθηταῖς αὑτοῦ ἐντειλαμένῳ βαπτίζειν «εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»· τοῖς τε ἱεροῖς καὶ θείοις Ἀποστόλοις, διαταττομένοις ἐν τρισὶ καταδύσεσι καὶ ἀναδύσεσι τοὺς προσερχομένους βαπτίζειν καὶ ἐν ἑκάστῃ τῶν καταδύσεων ἓν ὄνομα ἐπιλέγειν τῆς ἁγίας Τριάδος· τῷ τε ἱερῷ καὶ ἰσαποστόλῳ Διονυσίῳ, λέγοντι «τρὶς ἐν κολυμβήθρᾳ ὕδωρ καὶ ἔλαιον ἡγιασμένα ἐχούσῃ τὸν προσερχόμενον παντὸς ἀμφίου γεγυμνωμένον βαπτίζειν, τὴν τρισσὴν τῆς θείας μακαριότητος ἐπιβοήσαντα ὑπόστασιν, καὶ εὐθὺς τῷ θεουργικωτάτῳ Μύρῳ τὸν βαπτισθέντα ἐπισφραγίζειν, καὶ μέτοχον ἀποφαίνειν λοιπὸν τῆς ἱεροτελεστικωτάτης Εὐχαριστίας· τῇ τε Δευτέρᾳ καὶ Πενθέκτῃ ἁγίαις Οἰκουμενικαῖς Συνόδοις, διαταττομέναις τοὺς μὴ βαπτιζομένους εἰς τρεῖς ἀναδύσεις καὶ καταδύσεις καὶ ἐν ἑκάστῃ τῶν καταδύσεων μίαν ἐπίκλησιν τῶν θείων Ὑποστάσεων μὴ ἐπιβοῶντας, ἀλλ᾿ ἄλλως πως βαπτιζομένους, ὡς ἀβαπτίστους προσδέχεσθαι τῇ Ὀρθοδοξίᾳ προσιόντας.

Τούτοις τοίνυν τοῖς θείοις καὶ ἱεροῖς Διατάγμασιν ἑπόμενοι καὶ ἡμεῖς, τὰ μὲν τῶν αἱρετικῶν βαπτίσματα, ὡς ἀπάδοντα καὶ ἀλλότρια τῆς ἀποστολικῆς θείας διατάξεως καὶ ὕδατα ἀνόνητα, ὡς ὁ ἱερὸς Ἀμβρόσιος καὶ ὁ μέγας φησὶν Ἀθανάσιος, καὶ ἁγιασμὸν μηδένα παρέχοντα τοῖς ταῦτα δεχομένοις, καὶ πρὸς κάθαρσιν ἁμαρτημάτων οὐδὲν ὠφελοῦντα, ἀπόβλητα καὶ ἀποτρόπαια ἡγούμεθα.

Τοὺς δ ᾿ ἐξ αὐτῶν ἀβαπτίστως βαπτιζομένους ὡς ἀβαπτίστους ἀποδεχόμεθα, προσερχομένους τῇ Ὀρθοδόξῳ Πίστει, καὶ ἀκινδύνως αὐτοὺς βαπτίζομεν, κατὰ τοὺς Ἀποστολικοὺς καὶ Συνοδικοὺς Κανόνας, οἷς ἀραρότως ἐπιστηρίζεται ἡ Ἁγία τοῦ Χριστοῦ καὶ Ἀποστολικὴ καὶ Καθολικὴ Ἐκκλησία, ἡ κοινὴ Μήτηρ πάντων ἡμῶν.

Καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ κοινῇ ἡμῶν διαγνώσει καὶ ἀποφάνσει σφραγίζομεν τὸν Ὅρον ἡμῶν τοῦτον, ταῖς Ἀποστολικαῖς καὶ Συνοδικαῖς Διαταγαῖς συνάδοντα, διαβεβαιοῦντες αὐτὸν δι᾿ ἡμετέρων ὑπογραφῶν.

Ἐν ἔτει σωτηρίῳ ᾳψνε´ . [1755]
Κύριλλος ἐλέῳ Θεοῦ ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ρώμης καὶ οἰκουμενικὸς πατριάρχης.
Ματθαῖος ἐλέῳ Θεοῦ πάπας καὶ πατριάρχης τῆς μεγάλης πόλεως Ἀλεξανδρείας καὶ κριτὴς τῆς Οἰκουμένης.
Παρθένιος ἐλέῳ Θεοῦ πατριάρχης τῆς ἁγίας πόλεως Ἱερουσαλὴμ καὶ πάσης Παλαιστίνης.

῾Υποσημειώσεις
1. Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ὠρωποῦ καὶ Φυλῆς κ. Κυπριανοῦ, 4/ 17.6.2025.
Κύρια βοηθήματα: α. Πρωτοπρεσβυτέρου Γ. Μεταλληνοῦ, «Ὁμολογῶ ἓν Βάπτισμα...», Ἀθῆναι 1983. β. Ἰωάννου Καρμίρη, Τὰ Δογματικὰ καὶ Συμβολικὰ Μνημεῖα..., τόμος Β´, ἐν Ἀθήναις 1953. γ. Ράλλη-Ποτλῆ, Σύνταγμα..., τ. Ε´, Ἀθήνησιν 1858. δ. Mansi, Sacrorum Conciliorum..., τ. 38, Parisiis 1907. ε. Εὐστρατίου Ἀργέντου, Ἄνθος τῆς Εὐσεβείας, ἔκδ. β´, Λειψία 1757. Ϛ. Εὐαγγέλου Α. Σκουβαρᾶ, Στηλιτευτικὰ Κείμενα τοῦ ΙΗ´ αἰῶνος (κατὰ τῶν Ἀναβαπτιστῶν), Ἀθῆναι 1967. ζ. Ἑλένης Γ. Γιαννακοπούλου, Τὸ Βάπτισμα τῶν μὴ ὀρθοδόξων, 1453-1756..., ἔκδ. β´, Ἀθήνα 2015. η. Χρήστου Κ. Παπαθανασίου, Τὸ «κατ᾿ ἀκρίβειαν» Βάπτισμα καὶ οἱ ἐξ αὐτοῦ παρεκκλίσεις, Ἀθήνα 2001.
Ὅρος ἐδημοσιεύθη τὸ πρῶτον τὸ 1756, στὸ ἔργο «Ραντισμοῦ Στηλίτευσις », σελ. ρογ´- ροϚ´.
2. Π. Γ. Μεταλληνοῦ, ἔνθ. ἀνωτ., σελ. 62, ὑποσημ. 287.
3. Ἀρχιμ. Κυπριανοῦ Ἁγιοκυπριανίτου, Ὀρθοδοξία καὶ Οἰκουμενικὴ Κίνησις, σελ. 18, Ἀθήνα 1997 («Κοινὸ Ἀνακοινωθὲν» πατριάρχου Βαρθολομαίου καὶ πάπα Ἰωάννου Παύλου Β´, Ρώμη 1995. Βλ. περιοδ. «Ἐπίσκεψις», ἀριθμ. 520/31.7.1995, σελ. 20).
4. Ἐφημερ. «Καθολική», ἀριθμ. 2.705/20.7.1993, σελ. 3: «Ἡ Οὐνία ὡς μέθοδος ἑνώσεως κατὰ τὸ παρελθόν, καὶ σημερινὴ ἀναζήτησις τῆς πλήρους κοινωνίας», § 13 (Τὸ ἐπίσημο κείμενο τῆς «Ζ´ Ὁλομελείας τῆς Διεθνοῦς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου», Βελεμένδιον Λιβάνου, 17-24.6.1993).
5. Π. Γ. Μεταλληνοῦ, ἔνθ. ἀνωτ., σελ. 42, ὑποσημ. 184.
6.
Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης, PG τ. 44, στλ. 1249.

Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2025

Συνέντευξη Σεβ/του Μητροπολίτου Λαρίσης και Πλαταμώνος κ. Κλήμεντος

 Τοποτηρητού της Ιεράς Επισκοπής Μοραβίας

σε Ιστοσελίδα και Περιοδικό Θρησκειολογικού περιεχομένου της Τσεχίας

– Είστε Επίσκοπος. Στην Ορθόδοξη παράδοση, ο επίσκοπος συνήθως προέρχεται από το μοναχισμό. Ποια ήταν η δική σας πορεία προς τον μοναχισμό και την ιεροσύνη;

Ήταν φυσιολογική πορεία κάποιου που από βρέφους ζούσε στην Εκκλησία και υπηρετούσε με όλες του τις δυνάμεις αυτήν και το έργο της. Από πολύ μικρής ηλικίας, εδώ και 50 χρόνια ψάλλω στο Αναλόγιο της Εκκλησίας, σπούδασα τα εκκλησιαστικά γράμματα, αφιερώθηκα στον Μοναχισμό, υπηρέτησα ως Διάκονος και Πρεσβύτερος επί δύο περίπου δεκαετίες και από του 2007 ανυψώθηκα χωρίς να το θελήσω και χωρίς να το επιδιώξω (μάλλον προσπάθησα με κάθε μέσο να το αποφύγω) στην Αρχιερωσύνη. Αυτό ήταν φαίνεται το θέλημα του Θεού. Πρόκειται για μεγάλη τιμή για την οποίαν ευχαριστώ απείρως την θεία Φιλανθρωπία, αλλά και για μεγάλο Σταυρό, για την άρση του οποίου ζητώ ταπεινά την θεία βοήθεια και τις προσευχές όλων όσων με σέβονται και αγαπούν.

– Υπήρξε κάποιο καθοριστικό γεγονός ή εσωτερική εμπειρία που επηρέασε αποφασιστικά την απόφασή σας να γίνετε μοναχός;

Η αγάπη μου για τον Θεό και την Εκκλησία.

– Ο Μητροπολίτης Κυπριανός ήταν γνωστός και πέρα από τα σύνορα της Ελλάδας. Πώς σας επηρέασε πνευματικά;

Ο κατά Θεόν Γέροντάς μου μακαριστός Μητροπολίτης Ωρωπού και Φυλής Κυπριανός (+2013) ήταν ο άθρωπος που με επηρέασε σημαντικά για να αποφασίσω την αφιέρωσή μου. Χρειαζόμουν βοήθεια, ώθηση και έμπνευση. Αυτός με έκειρε Μοναχό και με χειροτόνησε στους δύο πρώτους βαθμούς της Ιερωσύνης. Του οφείλω ευγνωμοσύνη για όλα όσα μου πρόσφερε, με δίδαξε και με παραδειγμάτισε. Ηταν άνθρωπος πνευματικός, προσεκτικός, διακριτικός. Ήταν άνθρωπος τάξεως, μεθοδικότητος, δημιουργικότητος. Άνθρωπος ουσίας που μπορούσε να διακρίνει το σημαντικό από το ασήμαντο, το κύριο από το δευτερεύον. Άνθρωπος επίμονος στο καλό, καρτερικός στις δοκιμασίες, άνθρωπος θυσίας και προσφοράς. Αληθινός Πνευματικός Πατέρας και Κοινοβιάρχης του Μοναχισμού. Στην όλη πορεία του υπήρξαν βεβαίως και σημεία αμφιλεγόμενα ως προς τις εκκλησιαστικές επιλογές του (η προσωπική του ζωή ήταν χριστοκεντρική, ευχαριστιακή και ολοκάθαρη), αλλά περί τούτου αποφαίνεται ο Θεός και η ιστορία. Το έργο και οι άνθρωποι που άφησε πίσω του ομιλούν επίσης αφ’ εαυτών και ο έχων οφθαλμούς βλέπειν βλεπέτω.

– Στην Ελλάδα η κύρια Εκκλησία είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος. Εσείς όμως ανήκετε στην Εκκλησία Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών της Ελλάδος. Στη χώρα μας αυτή η διαφορά δεν είναι σαφής. Πώς θα την εξηγούσατε στους Τσέχους Ορθοδόξους;

Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος αποτελεί την επίσημη Εκκλησία της χώρας μας, στην οποίαν ανήκει θεωρητικά η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων. Η διοίκηση της Εκκλησίας αυτής πριν από έναν αιώνα, το 1924, εισήγαγε στην ζωή και την λατρεία της Εκκλησίας το λεγόμενο Νέο Ημερολόγιο, σύμφωνα με πολιτική εντολή, αλλά και σε εκπλήρωση της επιθυμίας ανωτάτων νεωτεριστών κληρικών, οι οποίοι είχαν αποστασιοποιηθεί από την Ορθόδοξη Παράδοση και επιθύμησαν να εισάγουν Καινοτομίες, προκειμένου να προσεγγίσουν με τους ετεροδόξους Χριστιανούς της Δύσεως. Ο κοινός εορτασμός μαζί τους, σύμφωνα με το δυτικό γρηγοριανό ημερολόγιο που ισχύει στην πολιτική ζωή, αποτελούσε πρώτο μέτρο αυτής της προσέγγισης, μέσα στο πνεύμα του Οικουμενισμού. Το Οικουμενικό κίνημα που εμφανίσθηκε κυρίως μεταξύ των Διαμαρτυρομένων Χριστιανών (Προτεσταντών) για ενιαία ιεραποστολική δράση και μαρτυρία, όπως και για κοινή κοινωνική αποστολή, βρήκε απήχηση και μεταξύ Ορθοδόξων κληρικών και καθηγητών, οι οποίοι είχαν σπουδάσει στην Δύση και είχαν επηρεαστεί από πολιτικές και θρησκευτικές τάσεις που κυριαρχούσαν στην εποχή τους. Όμως, σύμφωνα με την Ορθόδοξη πίστη και παράδοση για να υπάρξει κοινός εορτασμός με τους ετεροδόξους, όπως και κοινή δράση και μαρτυρία στον κόσμο μαζί τους, θα πρέπει προηγουμένως να επιτευχθεί ομόνοια στην πίστη της μίας και μοναδικής αδιαιρέτου Εκκλησίας του Χριστού. Αυτή ιστορικά ταυτίζεται με την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία. Αυτή η διαπίστωση ήταν και είναι η αληθινή ομολογία των Ορθοδόξων Χριστιανών, εφόσον η Ορθόδοξη Εκκλησία πιστεύει και βιώνει αυτό που παντού και πάντοτε αποτελούσε την Αλήθεια της Εκκλησίας, την εμπειρία και συνείδηση των γραπτών Μνημείων της, όπως και την πίστη και συνείδηση των Αγίων της παλαιών και συγχρόνων. Δεν αποτελεί αλαζονική δήλωση, αλλά σταθερή Αγιογραφική πεποίθηση ότι υπάρχει «είς Κύριος, μία πίστις, έν βάπτισμα». Και ότι η προσέγγιση με τους ετεροδόξους νοείται μόνον ιεραποστολικά: κλήση σε μετάνοιά τους και σε είσοδό τους στο Πλήρωμα της Καθολικότητος και της Αληθείας, δηλαδή στην Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία ταυτίζεται με την «Μία Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία» του Συμβόλου της Πίστεως. Καταλαβαίνουμε ότι η αποδοχή Νέου Ημερολογίου για διόρθωση δήθεν αστρονομικού λάθους στο Ορθόδοξο Πασχάλιο, αλλά και για εξυπηρέτηση κοσμικών και πολιτικών επιδιώξεων, όπως και για προσέγγιση με ετεροδόξους, αποτελεί για την Ορθόδοξη συνείδηση παραβίαση θεμελιώδους αρχής της.
Γιαυτό και υπήρξε αντίδραση από μέρους απλών Κληρικών και Λαϊκών στην αντικανονική αυτή απόφαση, η οποία εφαρμόσθηκε αντικανονικά, χωρίς Πανορθόδοξη συμφωνία και συναίνεση, και προκάλεσε διαίρεση μεταξύ των Ορθοδόξων, πράγμα ανεπίτρεπτο. Άλλες τοπικές Εκκλησίες (οι περισσότερες και πολυπληθέστερες) παρέμειναν στο λεγόμενο Παλαιό Ημερολόγιο (το Εκκλησιαστικό), και άλλες δέχθηκαν το Νέο. Με αποτέλεσμα να υπάρχει μέχρι σήμερα διαίρεση στον εορτασμό των Εορτών και ενώ το θέμα αυτό παραμένει ανοικτό και άλυτο εδώ και έναν αιώνα, δεν κατορθώνουν να το επιλύσουν, διότι οι επίσημες εκείνες Εκκλησίες που επιθυμούν την εδραίωση και επέκταση της εορτολογικής Καινοτομίας για σκοπούς Οικουμενιστικούς δεν θέλουν να επανέλθουν στην Ορθόδοξη γραμμή, αλλά ποθούν να παρασύρουν στο λάθος τους ακόμη κι εκείνες τις τοπικές Εκκλησίες οι οποίες για σοβαρούς ακόμη και ποιμαντικούς λόγους δεν πρόκειται να εφαρμόσουν ούτε το Νέο Ημερολόγιο, ούτε επίσης το Νέο Πασχάλιο, για το οποίο γίνεται πολύς λόγος τελευταία.
Αρα οι προπάτορές μας, οι οποίοι αντιστάθηκαν στην εφαρμογή της Καινοτομίας στην Ελλάδα έπραξαν πολύ ορθά, σύμφωνα με τους Ιερούς Κανόνες που δίνουν δικαίωμα αποχωρισμού από όσους σφάλλουν σε θέματα Πίστεως και Παραδόσεως (ΛΑ΄ Αποστολικός, ΙΕ΄ Πρωτοδευτέρας), προκειμένου η Καινοτομία να μην επεκταθεί, αλλά αντίθετα να διορθωθεί. Αυτό δεν συνιστά σχίσμα, αλλά διορθώνει το σχίσμα που εισήγαγαν οι Καινοτόμοι. Οι αγωνιζόμενοι κατά του Νέου Ημερολογίου και εν συνεχεία κατά της εκκλησιολογικής αιρέσεως του Οικουμενισμού στην Εκκλησία της Ελλάδος ονομάσθηκαν Γνήσιοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί και οργανώθηκαν σε ιδιαίτερη Εκκλησιαστική Κοινότητα για την επιτέλεση της αποστολής τους. Οι Κοινότητες, Ενορίες και Μονές τους ανήλθαν σε εκατοντάδες σε ολόκληρη την χώρα.
Από το 1935, με την είσοδο Αρχιερέων στον χώρο τους, οργανώθηκαν εκκλησιαστικά σε Συνοδική μορφή. Από το 1960 και 1962, με την λήψη Επισκοπικών χειροτονιών από την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία Εκτός Ρωσίας, συνεχίζουν την ιερή αποστολή τους στην πατρίδα μας, αλλά και στην διασπορά, όχι μόνο μεταξύ Ελλήνων Ορθοδόξων Χριστιανών, αλλά και όπου αλλού τους καλούν για εκκλησιαστική βοήθεια και κάλυψη, συμμεριζόμενοι τις αρχές, την αποστολή και την διακονία τους. Αποβλέπουμε στην ενότητα της Εκκλησίας, η οποία διασαλεύτηκε, βάσει όμως των ορθοδόξων αρχών και όχι βάσει πολιτικών ή οικουμενιστικών σκοπών και επιδιώξεων.

– Πώς σας βλέπουν στην Ελλάδα;

Στην Ελλάδα μας βλέπουν σαν μια μειονότητα, η οποία επιμένει να διακρατεί αρχές Ορθοδοξίας οι οποίες είναι μεν σεβαστές για μεγάλο μέρος του κόσμου, αλλά θεωρούνται από τους πολλούς ξεπερασμένες. Λίγοι κατανοούν την ουσία του σκοπού υπάρξεώς μας και λίγοι συμμερίζονται τον αγώνα και την αγωνία μας. Οι περισσότεροι, μέσα στα πλαίσια της εκκοσμίκευσης της μετανεωτερικής εποχής μας, θεωρούν τους Γνησίους Ορθοδόξους Χριστιανούς, τους αποκαλούμενους «Παλαιοημερολογίτες», ως ανθρώπους προσκολλημένους στο παρελθόν, οπισθοδρομικούς και εκτός του πνεύματος της εποχής. Η σύγχρονη κοινωνία θεωρεί γενικά τον ίδιο τον Χριστιανισμό ως εν πολλοίς ξεπερασμένο και μη συμβατό με τις ανάγκες και απαιτήσεις του συγχρόνου χωρίς Θεό ανθρώπου. Αρα όπως καταλαβαίνουμε, η γνώμη των πολλών για όσους αγωνίζονται για την αληθινή και ακαινοτόμητη μορφή του Ορθοδόξου Χριστιανισμού είναι ακόμη πιο απορριπτική και περιφρονητική.
Σε αυτό δυστυχώς συνέβαλε και το γεγονός ότι στο κίνημα των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών παρατηρήθηκαν εκτροπές και ακρότητες από ανθρώπους που διακρίνονταν για φανατισμό και γενικά για τάση αυτοπεριθωριοποίησης, αυτοδικαίωσης και σκληρής καταδίκης πάντων των λοιπών. Όπως και από ανθρώπους οι οποίοι εκμεταλλεύτηκαν την περίσταση και με το πρόσχημα του χωρισμού για λόγους δήθεν πίστεως και συνειδήσεως, εισήλθαν στους Γνησίους Ορθοδόξους για υπηρέτηση αλλοτρίων σκοπών, για λόγους προσωπικούς, ιδιοτελείς και συμφεροντολογικούς. Παρατηρήθηκαν ποικίλες αυθαιρεσίες, διασπάσεις, συγχύσεις.
Προσπαθούμε να δίδουμε την καλή μαρτυρία στους εγγύς και τους μακράν, παρά την ύπαρξη προβλημάτων και στον χώρο μας εδώ και έναν αιώνα, οφειλόμενες στην ανθρώπινη αδυναμία αλλά και στην πονηρία του διαβόλου. Η φιλότιμη και θυσιαστική προσπάθειά μας, η οποία γνωστοποιείται ευρύτερα μέσω του διαδικτύου, μπορούμε να βεβαιώσουμε ότι συμβάλλει στην αποκατάσταση καλής αντιλήψεως της κοινής γνώμης έναντί μας ιδίως κατά τα τελευταία χρόνια. Όποιος είναι άνθρωπος καλής προαιρέσεως, δύναται ακόμη και με σοβαρή ιστορική έρευνα να διαπιστώσει ποιοι από τους Γνησίους Ορθοδόξους αποτελούν την αληθινή συνέχεια της Εκκλησίας τους την απαλλαγμένη από ακρότητες και αυθαιρεσίες, σύμφωνα με την γραμμή που μας κληροδότησε ο Ηγέτης μας Άγιος Μητροπολίτης πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος (+1955). Οι πηγές είναι διαθέσιμες.

– Υπηρετείτε στη Λάρισα, μια πόλη με παλαιό επισκοπικό κέντρο. Μπορείτε να μας την παρουσιάσετε σύντομα;

Στην Λάρισα η Εκκλησία μας διατηρεί επισκοπική έδρα από το 1979, οπότε χειροτονήθηκε ο προκάτοχός μου Μητροπολίτης Αθανάσιος (+2021), γηγενής, ο οποίος άφησε επί πολλές δεκαετίες ένα θετικό στίγμα στην περιοχή για την συνέπεια και σοβαρότητά του. Ανθρωπος φιλήσυχος, φιλακόλουθος και αγωνιστής. Από τον Ιανουάριο του 2022 υπηρετώ σε αυτή την ωραία και ιστορική πόλη της Θεσσαλίας, στο γεωγραφικό κέντρο της Ελλάδος, αν και η καταγωγή μου είναι από την Βόρεια Ελλάδα και υπηρέτησα επί δεκαετίες στην Νότια Ελλάδα. Εχουμε στην περιοχή Ναούς και Ενορίες όπως και αρκετούς πιστούς. Οι λίγοι Ιερείς που υπάρχουν (7) δεν επαρχούν για τις εκκλησιαστικές ανάγκες. Είναι μεγάλο πρόβλημα η έλλειψη νέων ιερατικών κλήσεων. Από μέρους μου, αν και Αρχιερεύς, αναγκάζομαι να λειτουργώ συνήθως τις Κυριακές και τις Εορτές ως απλός Εφημέριος, μόνος, για την κάλυψη των αναγκών. Η έμφαση δίνεται στην εξασφάλιση ομαλής λειτουργικής ζωής και στην κάλυψη των αμέσων ποιμαντικών αναγκών, ιδιαίτερα από μέρους μου στο Μυστήριο της Μετανοίας-Εξομολογήσεως και στο θείο Κήρυγμα. Εχουμε συστήσει Φιλανθρωπικό Σύλλογο για την επιτέλεση φιλανθρωπικού κοινωνικού έργου. Διατηρούμε ενεργή Ιστοσελίδα της Ιεράς Μητροπόλεως με καθημερινή σχεδόν ανανέωση και εκδίδουμε ειδικό έντυπο «Έπαλξις Ορθοδοξίας» για την ευρύτερη γνωστοποίηση της μαρτυρίας μας και του κατά Χριστόν έργου μας, το οποίο επιτελείται με την ευλογία και δύναμή Του. Επίσης προβαίνουμε στην συγγραφή και έκδοση βιβλίων και φυλλαδίων περί της ταυτότητος και πνευματικής αποστολής μας. Προστάτης Άγιος της πόλεώς μας είναι ο Πολιούχος Λαρίσης Άγιος Αχίλλειος, του τετάρτου αιώνος. Συμπολιούχος είναι ο Άγιος Βησσαρίων Αρχιεπίσκοπος Λαρίσης επί Τουρκοκρατίας (16ος αι.) ο θαυματουργός. Επικαλούμαστε την πρεσβεία τους καθημερινά για να μας βοηθούν και κατευθύνουν. Η κύρια ελπίδα και καταφυγή μας είναι η Υπεραγία Θεοτόκος Μαρία, η Παναγία Μητέρα μας, στην οποίαν είναι αφιερωμένος ο Καθεδρικός μας Ναός.

– Για μεγάλο διάστημα η Εκκλησία Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών της Ελλάδος βρισκόταν σε καθεστώς παρανομίας. Ποια είναι η κατάσταση σήμερα;

Η Εκκλησία μας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών αντιμετώπισε εξ αρχής την διωκτική μανία των Καινοτόμων, τόσο της Πολιτείας όσο και της Εκκλησίας. Είχαμε ακόμη και μάρτυρες, οι οποίοι έχυσαν το αίμα τους για την ακλόνητη τοποθέτησή τους υπέρ της γνησίας Ορθοδοξίας. Ο μαρτυρικός Ηγέτης μας, ο Άγιος Μητροπολίτης πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος Καβουρίδης (+1955) εξορίσθηκε δύο φορές (1935, 1952) και αντιμετώπισε αφάνταστες ταλαιπωρίες. Αυτό ισχύει για πάρα πολλούς άλλους Κληρικούς, Μοναχούς και Λαϊκούς, των οποίων η μνήμη είθε να είναι αιωνία! Σήμερα δεν έχουμε ανοικτούς διωγμούς, εφόσον η εποχή δεν ευνοεί κάτι τέτοιο, αλλά υπάρχουν έμμεσες μορφές διακρίσεων εις βάρος της Εκκλησίας μας.

– Ποιοι διωγμοί ασκήθηκαν εις βάρος της Εκκλησίας Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών της Ελλάδος και πώς τους θυμάστε;

Όλες τις δεκαετίες πριν και μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μέσα στον 20ό αιώνα είχαμε ανοικτούς διωγμούς κατά της Εκκλησίες μας από αυταρχικούς πολιτικούς και εκκλησιαστικούς άρχοντες. Αυτό έφθασε μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του ΄60 και τις αρχές του ’70 του περασμένου αιώνος. Ηταν η εποχή που γεννήθηκα και έτσι προσωπικά δεν έχω εμπειρία εκείνων των απαισίων χρόνων. Τέτοια όμως εμπειρία είχαν συγγενικά και γνωστά πρόσωπα του χώρου μας και με τις διηγήσεις εκείνων μεγαλώσαμε από τα παιδικά μας χρόνια.
Στην εποχή μου ενθυμούμαι απλώς ότι ήμασταν οι δακτυλοδεικτούμενοι από τους πολλούς ως «Παλαιοημερολογίτες». Μεγάλωσα αισθανόμενος ότι ανήκω σε μια μειοψηφία η οποία μάλλον ονειδιζόταν. Υπήρχε ένα κοινωνικό bullying. Στα χρόνια των σπουδών μου στην Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης έπρεπε να είμαι ιδιαίτερα προσεκτικός, ώστε να μην αποκαλυφθεί η εκκλησιαστική μου ταυτότητα και έτσι αντιμετωπίσω προβλήματα με την συνέχεια και περάτωση των σπουδών μου. Αργότερα, όταν ως Ιερομόναχος συμμετείχα σε μεγάλη Αντι-οικουμενιστική Εκδήλωση στην Αθήνα το 1994 με ειδική Εισήγηση, η επίσημη Εκκλησία της Ελλάδος παρενέβη στις στρατολογικές αρχές της χώρας και ζήτησε τον αποσχηματισμό μου και την κατάταξή μου στις τάξεις του στρατού! Τότε προσέφυγα στο Συμβούλιο της Επικρατείας μαζί και με άλλους Κληρικούς και Μοναχούς της Εκκλησίας μας που αντιμετώπιζαν παρόμοιο πρόβλημα και δικαιωθήκαμε. Η κοσμική δικαιοσύνη αποδείχθηκε πιο φιλάνθρωπη έναντί μας από την υποτιθέμενη Εκκλησία της Αγάπης και Φιλανθρωπίας, η οποία λησμόνησε την αποστολή της για άλλη μια φορά και φέρθηκε διωκτικά προς μεγάλη εντροπή της. Εμείς συγχωρούμε τις εις βάρος μας αδικίες, αλλά δεν τις λησμονούμε διότι δεν είμαστε ανεύθυνοι άνθρωποι.

– Ο οικουμενισμός είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο. Οι περισσότερες χριστιανικές εκκλησίες και οργανώσεις συμμετέχουν σε αυτόν με διαφορετικό τρόπο. Υπάρχει κάποια μορφή συνεργασίας μεταξύ χριστιανικών Εκκλησιών που θεωρείτε αποδεκτή, χωρίς συμβιβασμό στην πίστη;

Όχι, δεν υπάρχει μορφή συνεργασίας μεταξύ χριστιανικών εκκλησιών. Πρόκειται για κάτι καινοφανές, το οποίο δεν ανευρίσκεται στην ιστορία της Εκκλησίας. Κοινωνική σχέση καλής συνεννόησης και γειτονίας μπορεί να υπάρξει, ιδίως μάλιστα σε περιοχές όπου ο Χριστιανισμός γενικά είναι μειοψηφία και η πολιτεία στην προσπάθειά της διασφαλίσεως νομικών παροχών ωθεί στην σύσταση ατύπων οργάνων συζητήσεως κοινών προβλημάτων. Αλλά ακόμη και τότε χρειάζεται πολύ προσοχή για την αποφυγή λανθασμένων συμπερασμάτων όπως και πρακτικών ασύμβατων με την Κανονική παράδοση της Εκκλησίας, όπως π.χ. κοινών προσευχών. Αν αυτό συμβαίνει, τότε πράγματι έχουμε ανεπίτρεπτο συμβιβασμό στην πίστη, πράγμα μη αποδεκτό.

– Υπάρχει στην Ελλάδα συνεργασία μεταξύ Παλαιοημερολογιτών και Νεοημερολογιτών; Αν ναι, πώς εκδηλώνεται;

Όχι, ούτε επίσημα ούτε ανεπίσημα. Σε προσωπικό και τοπικό επίπεδο μεταξύ ατόμων ναι, αφού ζούμε από κοινού με τους συμπολίτες και συμπατριώτες μας και είμαστε υποχρεωμένοι να συμβιώνουμε ειρηνικά, αλληλέγγυοι και κοινωνικά αλληλεξαρτώμενοι και αλληλοβοηθούμενοι.

– Τι θα συμβουλεύατε έναν Ορθόδοξο πιστό που αρχίζει να αμφιβάλλει για τον οικουμενισμό;

Να ερευνήσει το θέμα προσεκτικά και κυρίως να ζητήσει προσευχητικά από τον Κύριο να τον πληροφορήσει εσωτερικά ποιο είναι το θέλημά Του.

– Ποια είναι η σχέση σας με τον επίσκοπο της Ελλαδικής Εκκλησίας στη Λάρισα;

Διατηρείται ευγενής σχέση κοινωνικής ισορροπίας. Αποφεύγεται η οποιαδήποτε ένταση. Η έκθεση και μαρτυρία των θέσεων και απόψεών μας δεν αποσκοπεί σε πολεμική κατά προσώπων. Οι σημαντικές διαφορές των χώρων που υπηρετούμε είναι αυταπόδεικτες. Από εκεί και πέρα ο κάθε ένας είναι ελεύθερος απροκατάληπτα να σκεφθεί, να κρίνει και να εξάγει τα συμπεράσματά του.

– Η Σύνοδός σας είναι γνωστή για τη ιεραποστολική της δραστηριότητα. Πού αλλού δραστηριοποιούνται οι αποστολές σας;

Σε όλες σχεδόν τις Ηπείρους του κόσμου. Ευρώπη (Γερμανία, Ιταλία, Αγγλία, Γαλλία, Ελβετία, Βέλγιο, Σουηδία, Τσεχία, Σλοβακία, Πολωνία), Αμερική (Η.Π.Α., Καναδάς, Γουατεμάλα, Κολομβία, Βραζιλία), Αφρική (Κονγκό, Κονγκό-Μπραζαβίλ, Κένυα, Ουγκάντα, Νιγηρία, Ζάμπια), Ευρασία (Γεωργία, Ν. Οσσετία), ΝΑ Ασία (Σινγκαπούρη, Μαλαισία, Ινδονησία), Ωκεανία (Αυστραλία, Ν. Ζηλανδία).

– Πώς αντιλαμβάνεστε τη χρήση της λειτουργικής γλώσσας σε ιεραποστολές σε μη ελληνόφωνες χώρες;

Κάθε περιοχή οφείλει να λατρεύει τον Θεό στην τοπική της γλώσσα. Η λατρεία μας είναι «λογική» και απαιτεί συνειδητή συμμετοχή των πιστών που συμμετέχουν σε αυτήν. Χρειάζεται όμως προσοχή οι μεταφράσεις των Αγιοφραφικών και Λειτουργικών κειμένων να αποδίδονται ιεροπρεπώς, ώστε να μεταδίδουν πνεύμα και ζωή.

– Ποια ήταν τα πρώτα βήματα της ιεραποστολής σας στην Τσεχία και πώς ξεκίνησε;

Απ’ ότι γνωρίζω κάποιοι πιστοί από την Τσεχία ενδιαφέρθηκαν, αναζήτησαν και ανακάλυψαν την Εκκλησιαστική μας Κοινότητα στην Ελλάδα και ζήτησαν πνευματική βοήθεια γύρω στο έτος 2000. Αυτό δημιούργησε πνευματική σχέση. Η εξέλιξη ήταν να δημιουργηθούν μικρές εστίες γνησίας Ορθοδοξίας στην Τσεχία με πρώτη αυτήν στην Κοινότητα του Γιεζντοβίτσε, στην οικία του Ιερέως π. Ιερεμία Τσβάκ στην περιοχή του Τρέστ. Τον χώρο επισκέφθηκε τόσο ο μακαριστός Μητροπολίτης Κυπριανός (+2013), όσο και ο Επίσκοπος (τώρα Μητροπολίτης) Μεθώνης κ. Αμβρόσιος, όπως και άλλοι Κληρικοί μας.

– Πώς θυμάστε τις απαρχές της διακονίας σας μεταξύ των Τσέχων Ορθοδόξων;

Την Τσεχία επισκέφθηκα για πρώτη φορά ως Επίσκοπος το καλοκαίρι του 2008, όταν τελέσαμε τα Θυρανοίξια του πρώτου και μόνου ακόμη τότε Ορθοδόξου Ναού μας στην χώρα στο Γιεζντοβίτσε προς τιμήν του Αγίου Αρχιεπισκόπου Ιωάννου Μαξίμοβιτς. Ήταν μια ιδιαίτερα ευλογημένη εμπειρία. Συνδέθηκα έκτοτε με την εκεί ολιγομελή Ιεραποστολική μας Κοινότητα και ακολούθησαν αρκετές επισκέψεις στα κατοπινά χρόνια. Η Ιεραποστολή αυξήθηκε με αργά αλλά σταθερά βήματα, πράγμα που συνεχίζει να συμβαίνει, και αυτό είναι ευχάριστο. Βέβαια υπήρξαν και δυσάρεστες περιπτώσεις λαϊκών ή και κληρικών που απομακρύνθηκαν από εμάς, αλλά αυτό οφείλετο κυρίως και βασικώς σε προσωπικά τους προβλήματα τα οποία δεν μπόρεσαν να ξεπεράσουν. Ο πολύ χρήσιμος βοηθός και συνεργός στην προσπάθεια αυτή ήταν και είναι ο Τσέχος Ιερέας μας π. Γεώργιος Γιάν, προσήλυτος στην Ορθοδοξία, ελληνομαθής, ο οποίος αποτελεί τον μεταφραστή μου όπως και τον σύνδεσμο με τον χώρο. Χωρίς την πολύτιμη βοήθειά του δεν θα μπορούσε να συμβεί κάτι το ουσιαστικό στην όλη αυτή προσπάθεια.

– Είναι γνωστό ότι σε πολλές περιοχές του κόσμου υπάρχουν περισσότερες από  μία Ορθόδοξη δικαιοδοσία. Στην Τσεχία, όμως, δρα η Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία Τσεχικών Χωρών και Σλοβακίας. Πώς απαντάτε στον ισχυρισμό ότι η ιεραποστολή σας επεμβαίνει στο κανονικό της έδαφος;

Ότι ισχύει για την Ελλάδα, ισχύει και για τις περιοχές όπου αλλού δραστηριοποιούμαστε. Στην εκτενή απάντησή μου σε προηγούμενο ερώτημά σας υπάρχει και η απάντηση στο ερώτημα αυτό. Όποιος δεν δέχεται την ύπαρξη και παρουσία μας στην Ελλάδα, την οποία λανθασμένα εκλαμβάνει ως αντικανονική και σχισματική, αυτός φυσικά δεν μπορεί να δεχθεί και την δραστηριότητά μας σε κάθε άλλη γεωγραφική περιοχή.

– Είστε επίσης Τοποτηρητής της Μοραβικής Επαρχίας. Τι ακριβώς σημαίνει αυτό;

Φροντίζω με την βοήθεια του Θεού για την επίβλεψη και ανάπτυξη της Ιεραποστολικής μας παρουσίας και μαρτυρίας στις περιοχές της Τσεχίας, Σλοβακίας και Πολωνίας, έως ότου υπάρξει δυνατότητα εξευρέσεως καλύτερης μορφής εκκλησιαστικής οργανώσεως για την γνησία Ορθοδοξία στην περιοχή δια της αναδείξεως κάποιου γηγενούς Αρχιποιμένος. Επισκέπτομαι μια φορά κατ΄ έτος τμήματα της Επισκοπής, κυρίως στην Τσεχία, αλλά παραμένω σε επαφή και επικοινωνία με τους Κληρικούς για την αντιμετώπιση όσων θεμάτων χρήζουν της επιστασίας και ευλογίας μου, ώστε η εκκλησιαστική ζωή να επιτελείται ομαλά και θεάρεστα.

– Μπορεί να ειπωθεί ότι η επαρχία αυτή είναι περισσότερο προσδιορισμένη από το πρόσωπο των πιστών παρά γεωγραφικά;

Η εκκλησιαστική ζωή και ανάπτυξη προσδιορίζεται πάντοτε τοπικά, σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, όπου βρίσκονται, κατοικούν και δραστηριοποιούνται τα πρόσωπα των πιστών. Πρόσωπα και χώρος είναι αναπόσπαστα. Όπου εμφανίζονται τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, καταβάλλεται προσπάθεια και φροντίδα για την εκκλησιαστική τους κάλυψη δια της συστήσεως τοπικής Κοινότητος. Έτσι συνέβη με την ίδρυση των διαφόρων μικρών Κοινοτήτων μας στην περιοχή της Επισκοπής Μοραβίας.

– Στην Τσεχία και Σλοβακία υπάρχουν ενορίες που ακολουθούν το Παλαιό και άλλες το Νέο Ημερολόγιο. Αυτό οδηγεί συχνά σε εορτασμό των ίδιων εορτών σε διαφορετικές ημερομηνίες. Υπάρχει παρόμοιο φαινόμενο και στην Ελλάδα; Ποιες είναι οι ποιμαντικές και πνευματικές προκλήσεις που προκύπτουν από αυτό;

Όπως είπαμε, το γεγονός ότι κάποιοι εισήγαγαν την εορτολογική Καινοτομία στον Ορθόδοξο χώρο δημιούργησε το ανεπίτρεπτο φαινόμενο εορτολογικής διαιρέσεως των ίδιων των Ορθοδόξων μεταξύ τους. Αυτό ουσιαστικά αντιστρατεύεται το έργο και την φροντίδα των Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας, οι οποίοι διά Ιερών Συνόδων και Ιερών Κανόνων επεδίωξαν να επιτύχουν τον κοινό ακόμη και εξωτερικό ταυτόχρονο εορτασμό των εορτών από όλους τους Ορθοδόξους Χριστιανούς ως απόδειξη της ενότητος στην πίστη και της μεταξύ τους αγάπης και ομοφροσύνης. Ο διαφορετικός εορτασμός εισάγει διαίρεση και διχασμό και πρέπει να θεραπευτεί άμεσα. Όχι όμως με την υποχώρηση στην Καινοτομία του Νέου Ημερολογίου, αλλά με την επιστροφή στο Πατροπαράδοτο Εκκλησιαστικό.
Στην Ελλάδα η Εκκλησία του Νέου Ημερολογίου δημιούργησε τις τελευταίες δεκαετίες σε περιοχές με παραδοσιακό πληθυσμό Ενορίες που ακολουθούν το Παλαιό Ημερολόγιο, αλλά ανήκουν σε αυτήν και μνημονεύουν τον δικό της τοπικό επίσκοπο. Αυτό δεν έγινε από σεβασμό στην Παράδοση ούτε από ενδιαφέρον για διόρθωση του σφάλματος, αλλά για σκοπούς Ουνιτικούς. Δηλαδή για διατήρηση του εξωτερικού τύπου προς εξαπάτηση των πιστών, προκειμένου αυτοί να μην ενταχθούν στην Εκκλησία των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών. Η πρακτική αυτή είναι ανέντιμη και καταδικαστέα.

– Επίσης ασχολείστε με εκκλησιαστικά ιστορία. Ποια είναι η θέση σας για τους αγίους Κύριλλο και Μεθόδιο;

Πρόκειται για πάρα πολύ μεγάλους Ιεραποστόλους της Ορθοδόξου Εκκλησίας, οι οποίοι έμειναν στην ιστορία για το μοναδικό εκκλησιαστικό και εκπολιτιστικό έργο τους. Τους οφείλουμε άπειρη ευχαριστία και ευγνωμοσύνη και πρέπει να τους θεωρούμε προστάτες και εμπνευστές στην εκκλησιαστική μας ζωή. Ιδίως στην Επαρχία μας της Μοραβίας θεωρούμε ότι αποτελούμε την ακραιφνή συνέχεια της αγίας Ιεραποστολής τους εκεί που την άρχισαν και επιτέλεσαν. Περί αυτών συνέγραψα ειδικό εκτενές κείμενο προ ετών, το οποίο ασχολείται με την όλη προβληματολογία περί αυτών και με την σημασία του μοναδικού έργου τους, όπως και του μηνύματός τους στο σήμερα.

– Υπήρχε τιμή προς τους αγίους αυτούς στην Ελλάδα και πώς γίνονταν αντιληπτοί;

Η τιμή για τους μεγάλους αυτούς Θεσσαλονικείς Αγίους ανανεώθηκε ιδιαίτερα κατά τις τελευταίες δεκαετίες του περασμένου 20ού αιώνος στην Ελλάδα όπου και άρχισαν να προβάλλονται όπως τους αρμόζει.

– Η Ευρώπη αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα με την ανεξέλεγκτη και παράνομη μετανάστευση, καθώς και με την ένταξη μεταναστών, ιδιαίτερα οικονομικών, στις τοπικές κοινωνίες. Πώς εμφανίζεται αυτό το πρόβλημα στην Ελλάδα;

Εφόσον η Ελλάδα αποτελεί την βασική πύλη της Ευρώπης από την Ανατολή, είναι αυτή που έχει ιδιαίτερα μεγάλο πρόβλημα με το θέμα των ανεξέλεγκτων μεταναστευτικών ροών. Η Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν πάντοτε ανοικτή στην παροχή βοήθειας στους εμπερίστατους από όπου κι αν προέρχονταν. Αποστολή της είναι να βοηθεί κάθε άνθρωπο σε ανάγκη ευρισκόμενο. Όμως στην προκειμένη περίπτωση δεν πρόκειται για κάποιους αναξιοπαθούντες ανθρώπους, οι οποίοι έρχονται στον τόπο μας για να σωθούν από τα δεινά του πολέμου ή της οποιασδήποτε άλλης ανάγκης. Δεν πρόκειται για εξαθλιωμένα γυναικόπαιδα, για γέρους και για άρρωστους και τραυματισμένους δυστυχείς ανθρώπους. Κάποιες λίγες ροές ήταν και τέτοιοι άνθρωποι. Η συντριπτική πλειοψηφία είναι νέοι άνθρωποι, εύρωστοι, γυμνασμένοι. Χωρίς να έχουν πιστοποιημένα στοιχεία ταυτότητος. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα στράτευμα, για μια «ειρηνική εισβολή» στην πατρίδα μας και στην Ευρώπη, για την άλωση εκ των ένδον. Πρόκειται για πληθυσμούς με θρήσκευμα κυρίως τον Μωαμεθανισμό, οι οποίοι αποτελούν συμπαγές σύνολο, που έρχεται για να εδραιωθεί και για να επιβληθεί, όχι για να ενταχθεί ομαλά στον γεωγραφικό χώρο που βρέθηκε, με σεβασμό στον τοπικό πολιτισμό και στην τοπική ιστορία. Πρόκειται για ξένο σώμα, το οποίο δεν αφομοιώνεται. Τα σοβαρά προβλήματα από αυτό στην Ελλάδα και στην Ευρώπη είναι γνωστά. Όλα αυτά που λέγουμε δεν αποτελούν ρητορική ρατσισμού, αλλά την ωμή πραγματικότητα. Χρειάζονται αποφασιστικές πολιτικές για την αντιμετώπιση του σοβαρού και πιεστικού αυτού προβλήματος, το οποίο αποσκοπεί στην αλλαγή συστάσεως πληθυσμού και πολιτισμού στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Αλλά περί τούτου δεν μπορούμε να ομιλήσουμε ως μη ειδικοί. Σαν πνευματικοί πατέρες κρούομε τον κώδωνα του κινδύνου. Δεν τίθεται θέμα ιεραποστολής έναντι αυτών. Δεν παρέχουν κανένα τέτοιο δικαίωμα και καμία τέτοια ένδειξη. Το θέμα είναι εμείς πώς θα προστατευθούμε και πώς θα διακρατήσουμε την θρησκευτική και εθνική μας ταυτότητα και η Εκκλησία οφείλει να πρωτοστατήσει σε αυτό ως μέρος της αποστολής της. Δεν είμαστε ξενοφοβικοί, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είμαστε και αφελείς και ότι στο όνομα μιας νεφελώδους αγάπης και ανοχής δεχόμαστε τον εκφυλισμό μας και την αυτοκατάργησή μας, χωρίς να λάβουμε μέτρα προστασίας και διαφυλάξεως της χριστιανικής μας ταυτότητας. Η Ελλάδα και η Ευρώπη αντιμετωπίζουν σοβαρό δημογραφικό πρόβλημα, ενώ αυτοί οι υποτιθέμενοι μετανάστες αποκτούν πολλά παιδιά με πολλές γυναίκες. Με την απλή λογική, σε λίγες δεκαετίες μπορούμε να καταλάβουμε τί πρόκειται να συμβεί, αν δεν ληφθούν απαραίτητα περιοριστικά μέτρα.

– Εάν ένας Ορθόδοξος Χριστιανός αναγνωρίσει ότι θα ήθελε να ενταχθεί στην Εκκλησία Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών της Ελλάδος, ποια είναι η διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσει; Υπάρχει προκαθορισμένος τρόπος ή καθοδήγηση για ένα τέτοιο βήμα;

Αυτό είναι θέμα που θα συζητήσει με τον υπεύθυνο Κληρικό – Πνευματικό Πατέρα στον οποίο θα απευθυνθεί. Λόγω της σοβαρότητος ενός τέτοιου διαβήματος, θα πρέπει κανονικά να ενημερωθεί ο τοπικός Επίσκοπος της Εκκλησίας μας, προκειμένου να ρυθμισθεί το θέμα του τρόπου εντάξεως του ενδιαφερομένου στην εκκλησιαστική μας πραγματικότητα. Είμαι της γνώμης ότι στα θέματα αυτά πρέπει να επικρατεί το πνεύμα της διακρίσεως και της διευκολύνσεως, το οποίο άλλωστε απηχεί το φιλάνθρωπο πνεύμα των Ιερών Κανόνων της Εκκλησίας μας.

(Η συνέντευξη δόθηκε τον Iούλιο του 2025. Αναρτήθηκε στα τσεχικά στην Ιστοσελίδα Θρησκειολογκού περιεχομένου «Nabozensky Infoservis» την 25.9.2025 [βλ. ΕΔΩ]
και θα δημοσιευθεί επίσης σε προσεχές τεύχος του συναφούς Περιοδικού «Dingir»)