A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Τετάρτη 15 Μαΐου 2024
Τρίτη 14 Μαΐου 2024
ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΛΙΤΑΝΕΙΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα)
Σημαντικὴ τοποθέτηση στὴν Λιτανεία τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς
Ἀπὸ τὸν Σεβ. Μητροπολίτη Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα στὴν κεντρικὴ πλατεῖα τῆς Λαρίσης, κατὰ τὴν δέηση τῆς περιφορᾶς τῶν Ἐπιταφίων, τὸ βράδυ τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς, 20-4/3-5-2024:
Δευτέρα 13 Μαΐου 2024
ΔΕΥΤΕΡΑ ΑΠΟΔΕΙΞΙΣ (ΕΚ ΤΩΝ ΠΟΛΛΩΝ) ΠΟΥ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΝΕΙ ΤΟ ΛΕΧΘΕΝ ΟΤΙ ΧΑΡΙΝ ΕΙΣ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΕΣ ΕΜΑΤΑΙΩΘΗ Η ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΑΛΛΑΓΗΣ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑΛΙΟΥ ΠΟΥ ΕΙΧΑΝ (ΚΑΙ ΕΧΟΥΝ) ΩΣ ΣΤΟΧΟ
ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΟΥ «ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥ» ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΟΥ 1923
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΝΤΟΡΘΟΔΟΞΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΟΥ 1923
ΜΙΑ ΕΚ ΤΩΝ ΠΟΛΛΩΝ ΑΠΟΔΕΙΞΕΩΝ ΠΟΥ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΝΟΥΝ ΤΟ ΛΕΧΘΕΝ ΟΤΙ ΧΑΡΙΝ ΕΙΣ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΕΣ ΕΜΑΤΑΙΩΘΗ Η ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΑΛΛΑΓΗΣ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑΛΙΟΥ ΠΟΥ ΕΙΧΑΝ (ΚΑΙ ΕΧΟΥΝ) ΩΣ ΣΤΟΧΟ
ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΟΥ «ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥ» ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΟΥ 1923
Κυριακή 12 Μαΐου 2024
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΤΗΣ ΔΙΑΚΑΙΝΗΣΙΜΟΥ (Ὁμιλιά τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα)
Ἀπὸ τὸν Σεβ. Μητροπολίτη Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Παρασκευῆς στὸ Μεζοῦρλο Λαρίσης, στὸν ἑορτάζοντα Ναὸ τῆς Παναγίας Πορταϊτίσσσης καὶ τῶν Ἁγίων Νεοφανῶν Νεομαρτύρων Ραφαήλ, Νικολάου καὶ Εἰρήνης, τὴν Λαμπροτρίτη, 24-4/7-5-2024:
ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ 2024 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)
Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Χριστὸς Ἀνέστη! Χαίρετε!
Ὅταν ὁ Χριστός μας ὕστερα ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες παραμονῆς Του στὸν Τάφο ἀναστήθηκε δωρίζοντας στὸν κόσμο τὴν ἀληθινή, παντοτινὴ καὶ οὐσιαστικὴ ζωή, οἱ Ἀπόστολοι ἦταν κρυμμένοι διότι φοβοῦνταν τοὺς Ἰουδαίους. Μόνο ὁ Πέτρος καὶ ὁ Ἰωάννης, ὕστερα ἀπὸ τὴν πληροφορία τῶν Μυροφόρων ὅτι ὁ Χριστὸς ἀναστήθηκε, τόλμησαν νὰ πάνε στὸ Μνῆμα, ὅπου διαπίστωσαν μὲ τὰ μάτια τους τὸ συγκλονιστικὸ γεγονός.
Τὸ ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα λοιπόν, ὅταν ὅλοι οἱ Μαθητὲς -ἐκτὸς τοῦ Θωμᾶ- βρίσκονταν κεκλεισμένοι στὸ ὑπερῶο, σκεπτικοὶ καὶ ταραγμένοι γιὰ ὅσα εἶχαν προηγηθεῖ, ἐμφανίσθηκε ἀνάμεσά τους ὁ Χριστὸς λέγοντας: Εἰρήνη ὑμῖν. Εἰρηνεύετε. Μὴν δίνετε πλέον τόπο στὴν ταραχή, διότι ἰδοὺ σᾶς στέλνω νὰ κηρύξετε τῆν Ἀνάστασή μου. Ὅπως μὲ ἔστειλε ὁ Πατέρας νὰ θυσιασθῶ γιὰ νὰ γνωρίσει ὁ κόσμος τὴν ἀληθινὴ ζωή, ἔτσι καὶ ἐγὼ στέλνω ἐσᾶς. Δὲν ἐπιτρέπεται νὰ σᾶς κυριεύει ἡ στενοχώρια. Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιο καὶ μὲ αὐτὴ τὴν Θεία Χάρη, ὅσες ἁμαρτίες συγχωρέσετε θὰ εἶναι συγχωρεμένες, ὅσες, ὅμως, δέσετε, θὰ εἶναι δεμένες καὶ ἀσυγχώρητες. Ὅπως ἦταν φυσικό, οἱ Μαθητὲς ἔλαβαν πολλὴ χαρὰ ποὺ εἶδαν τὸν ἀγαπημένο τους Διδάσκαλο πάλι κοντά τους, Ἐκεῖνον ποὺ μόλις τρεῖς μέρες πρὶν εἶχε παραδώσει το πνεῦμα πάνω στὸν Σταυρό.
Ἔτσι, ἄλλωστε, βιώνει κανείς διαχρονικὰ τὴν ἀπουσία καὶ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴν ζωή του. Ὅταν ὁ Θεός, ὁ πανταχοῦ Παρών, δὲν βρίσκει θέση στὴν ψυχή μας, μᾶς σκιάζουν τὰ σύννεφα τῆς ταραχῆς καὶ τοῦ φόβου. Φοβόμαστε τὴν πίεση τῆς καθημερινότητας, τὰ μέλλοντα, τὴν κακὴ συμπεριφορὰ τῶν συνανθρώπων μας, τὶς ἀσθένειες, τοὺς πολέμους, τὴν οἰκονομικὴ δυσπραγία, μὲ ἀποκορύφωμα τὸν θάνατο. Καὶ ἐνῶ ἐμεῖς, φοβισμένοι καὶ ταραγμένοι, ἔχοντας κλειστὲς τὶς πόρτες τῆς ψυχῆς μας, συλλογιζόμαστε πώς θὰ ἀνταπεξέλθουμε ἀπέναντι σὲ τόσα προβλήματα, ἐπισκέπτεται ὁ Θεὸς τὴν ταλαίπωρη ψυχή μας καὶ μᾶς λέει: Τέλος ὁ φόβος, τέρμα ἡ ταραχή! Εἰρήνη νὰ ἔχετε, διότι Ἀναστήθηκα! Εἰρήνη νὰ ἔχετε διότι ὅπως νίκησα τὸν θάνατο, ἔτσι μπορῶ νὰ νικήσω κάθε κακὸ ποὺ σᾶς ταλαιπωρεῖ, ἀρκεῖ νὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ μείνω στὴν ψυχή σας, ἀρκεῖ νὰ εἶστε δικοί μου.
Αὐτὴ τὴν χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως, αὐτὴ τὴν χαρὰ ὅτι δὲν εἴμαστε μόνοι, ἀλλὰ πάντοτε μαζὶ μὲ τὸν Ἀναστάντα Χριστό, βίωσαν οἱ Δέκα Ἀπόστολοι. Ὁ Θωμᾶς, ὡστόσο, ὁ ὁποῖος ἀπουσίαζε ἀπὸ τὴν σύναξη τῶν Μαθητῶν, δὲν ἀπόλαυσε αὐτὴ τὴν χαρά. Δὲν εἶδε Ἀναστημένο τὸν Κύριο, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τοὺς δηλώνει ἐπίμονα ὅτι «ἀν δὲν δῶ, δὲν θὰ πιστέψω». Ζητοῦσε καρδιακὰ νὰ δεῖ καὶ ἐκεῖνος, ὅπως οἱ Συμμαθητές του, τὸν Διδάσκαλό του Ἀναστημένο. Καὶ πράγματι, ὁ Χριστὸς, ὁ Ὁποῖος εἶπε «ζητεῖτε καὶ εὑρήσετε» ἐκπλήρωσε τὸν πόθο καὶ ἱκανοποίησε τὴν περιέργεια τοῦ Θωμᾶ, ἐμφανιζόμενος ξανὰ στοὺς συναγμένους Ἀποστόλους ὀκτὼ ἡμέρες μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του, σὰν σήμερα. Κάλεσε τὸν Θωμᾶ νὰ δεῖ καὶ νὰ ψηλαφήσει τὰ σημάδια του Θείου Πάθους, ἀποσπῶντας τὴν κοσμοσωτήρια ὁμολογία του: «ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου», καὶ μὴν παραλείποντας νὰ τοῦ δηλώσει ὅτι «Εὐτυχισμένοι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν εἶδαν, ἀλλὰ πίστευσαν».
Πολλοὶ κατηγοροῦν τὸν Θωμᾶ ὅτι ἦταν ἄπιστος. Αὐτὸ δὲν ἰσχύει. Ὁ Θωμᾶς δὲν ἦταν ἄπιστος. Ἦταν δύσπιστος. Καὶ αὐτὴ ἡ δυσπιστία του ἀποδείχθηκε σωτήρια γιὰ ὅλες τὶς ἐπερχόμενες γενεές, διότι ὁ Θωμᾶς πρόλαβε ὅλους ἐμᾶς. Ἐξέφρασε τὴν δυσπιστία ἀντὶ γιὰ ἐμᾶς, μὲ ἀποτέλεσμα ἐμεῖς σήμερα νὰ μὴν χρειαστεῖ νὰ δοῦμε γιὰ νὰ πιστεύσουμε. Ψηλάψησε τὸν τύπον τῶν ἥλων καὶ τὴν ἄχραντη πλευρὰ τοῦ Σωτῆρος μὲ ἀποτέλεσμα νὰ εἶναι πλέον ἱκανὸς καὶ πρόθυμος νὰ ταξιδέψει ὡς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης καὶ νὰ δώσει καὶ τὸ αἶμα του ὁμολογῶντας ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ Κύριός του καὶ ὁ Θεός του, ὁ Μόνος Ἀληθινὸς Θεός.
Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, πρέπει νὰ εὐγνωμονοῦμε τὸν Θωμᾶ, διότι ἔγινε ὁ μεγάλος μας εὐεργέτης.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,
Ἐμεῖς μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ ἀνήκουμε στοὺς μακαρίους οἱ ὁποῖοι δὲν εἶδαν, ἀλλὰ πίστεψαν. Σίγουρα, ὅλοι θὰ θέλαμε νὰ δοῦμε ἐκεῖνο ποὺ εἶδαν οἱ Ἀπόστολοι, τὸν Ἀναστάντα Κύριό μας, διότι οἱ Ἀπόστολοι καὶ εἰδικὰ ὁ Θωμᾶς βίωσαν ἐμπειρία Θεώσεως. Τὸ νὰ βιώσουμε καὶ ἐμεῖς αὐτὴ τὴν ἐμπειρία εἶναι καθῆκον μας. Γιὰ νὰ φθάσουμε, ὅμως, ὡς ἐκεί, πρέπει νὰ προηγηθεῖ ἀγώνας. «Καθαρθῶμεν τὰς αἰσθήσεις καὶ (τότε) ὀψόμεθα τῷ ἀπροσίτῳ φωτὶ τῆς Ἀναστάσεως». Πρώτα πρέπει νὰ καθαρίσουμε τὶς αἰσθήσεις μας γιὰ νὰ δοῦμε τὸ Φῶς τῆς Ἀναστάσεως. Αὐτὸ θὰ τὸ καταφέρουμε μέσα ἀπὸ τὸ Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως, τὸ ὁποῖο παρέδωσε ὁ Χριστὸς στοὺς Μαθητές Του καὶ κατ’ ἐπέκταση στοὺς Διαδόχους αὐτῶν, Ἐπισκόπους, τὴν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως. Μέσῳ αὐτοῦ τοῦ Μυστηρίου, ὁ Χριστὸς μᾶς λέει ὅτι δὲν νίκησε μόνο τὸν θάνατο, ἀλλὰ καὶ τὶς ἁμαρτίες μας. Μέσῳ αὐτοῦ τοῦ Μυστηρίου, κάθε σφάλμα ἐξαλείφεται καὶ μία νέα εὐκαιρία μᾶς χορηγεῖται γιὰ νὰ προσεγγίσουμε Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ἡ Ἀνάσταση, ἡ Ζωή καὶ τὸ Φῶς.
Ἀληθῶς Ἀνέστη ὁ Κύριος!
Ὁ Ἐπίσκοπός σας,
† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος
Τετάρτη 8 Μαΐου 2024
Οἱ διακόνισσες δὲν ἦταν ποτὲ κληρικοί, καὶ ὡς ἐκ τούτου δὲν κοινωνοῦσαν τοὺς πιστούς.
Μαθαίνουμε ὅτι χειροτονήθηκε «διακόνισσα» στὴν Ζιμπάμπουε ἀπὸ τὸν ἐπιχώριο μητροπολίτη Σεραφείμ, ὁ ὁποῖος ὑπάγεται στὸ Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας καὶ πάσης Ἀφρικῆς, γιὰ καλυφθοῦν οἱ «εἰδικὲς ἀνάγκες» τῆς οἰκείας ἐνορίας.
Τὰ θετικὰ σχόλια ποὺ ὑποδέχονται τὴν εἴδηση κάνουν λόγο ἀφ’ ἑνὸς γιὰ τὴν «ἀναβίωση τοῦ ἀρχαίου ἐκκλησιαστικοῦ θεσμοῦ τῶν διακονισσῶν», ἐνῷ ἀφ’ ἑτέρου ἐπιχαίρουν γιὰ τὸ γεγονὸς ὅτι «χειροτονήθηκε ἡ πρώτη διακόνισσα στὴν ὀρθόδοξη ἐκκλησία». Καὶ «παράδοση» ἀλλὰ καὶ «ἐξέλιξη»: δύο σὲ ἕνα! Κι ὁ καθένας μπορεῖ νὰ διαλέξει αὐτὸ ποὺ τοῦ ἀρέσει.
Τί ἰσχύει στὴν προκειμένη περίπτωση; Ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ τί ἀκριβῶς σημαίνει ἡ λέξη «διακόνισσα»: σημαίνει ἕνα ἐκκλησιαστικὸ λειτούργημα γιὰ τὴν ἄσκηση συγκεκριμένων πρακτικῶν καθηκόντων (νεωκόρος) ποὺ δὲν ἔχει καμμία σχέση μὲ τὴν ἱερωσύνη, ὅπως ἔχει καθιερωθεῖ στὴν παράδοση τῆς ἐκκλησίας, ἤ σημαίνει τὸν κατώτερο ἱερατικὸ βαθμὸ ἀντίστοιχο τοῦ διακόνου («γυναῖκα διάκος»);
Ὁ θεσμὸς τῆς διακόνισσας ὑπῆρχε ἤδη ἀπὸ τοὺς ἀποστολικοὺς χρόνους, κι ὡς τέτοια ἀναφέρεται ἡ Φοίβη ὡς «διάκονος τῆς ἐκκλησίας ἐν Κεγχρεαίς». Ὅμως, αὐτὸ δὲν σήμαινε τὸν σήμερα γνωστὸ βαθμὸ τῆς ἱερωσύνης. Γιὰ νὰ τὸ ποῦμε ἁπλά: ἡ Ἁγία Φοίβη ἡ διακόνισσα δὲν ἦταν «παπᾶς», ὅπως «παπᾶς» δὲν ἦταν καὶ ὁ Ἅγιος Στέφανος, ὁ πρωτομάρτυρας καὶ ἀρχιδιάκονος. Οἱ πρῶτοι ἑπτὰ διάκονοι ποὺ ὅρισαν οἱ Ἀπόστολοι καὶ ἔθεσαν τὰς χεῖρας τους ἐπὶ τῶν κεφαλῶν τους δὲν ἦταν «παπᾶδες» ἀλλὰ τραπεζοκόμοι ποὺ ἐπιστατοῦσαν στὴν δίκαιη κατανομὴ τοῦ σιτηρεσίου μεταξὺ τῶν πιστῶν.
Οἱ διακόνισσες ἀναφέρονται ἐπὶ αἰῶνες στὴν λειτουργικὴ ζωὴ τῆς ἐκκλησίας, ἀλλὰ δὲν εἶχαν ποτὲ ἱερατικὸ ἀξίωμα, ἀντίστοιχο τοῦ μετέπειτα διακόνου κληρικοῦ. Μὲ ἄλλα λόγια, ἡ διακόνισσα δὲν ἦταν ποτὲ στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία βαθμὸς τῆς ἱερωσύνης γιὰ γυναῖκες, διότι ἁπλούστατα σὲ ὁλόκληρη τὴν ἐκκλησιαστικὴ παράδοση δὲν ὑπῆρξαν ποτὲ γυναῖκες κληρικοί.
Οἱ διακόνισσες χειροτονοῦνταν κι αὐτές, ὄχι ὅμως γιὰ τὸ «ἱερατεύειν», ἀλλὰ γιὰ τὴν ἄσκηση συγκεκριμένων πρακτικῶν καθηκόντων, ὅπως ἡ ἐπίσκεψη ἀσθενῶν ἤ φυλακισμένων γυναικῶν, ἡ κατήχηση νεοεισερχομένων γυναικῶν ἤ ἡ προετοιμασία τοῦ βαπτίσματός τους (γιὰ προφανεῖς λόγους), ἡ καθαριότητα τοῦ ναοῦ ἤ ἡ φύλαξη τῶν θυρῶν τους γιὰ νὰ μὴν εἰσέρχεται ἄπιστος ἤ ἀμύητος.
Αὐτὰ ποὺ γράφουν διάφοροι γιὰ τὴν μοναχὴ Μαγδαληνὴ ποὺ χειροτόνησε ὁ Ἄγιος Νεκτάριος διακόνισσα -ὅτι δῆθεν χειροτόνησε «γυναῖκα διάκο», δηλαδὴ «γυναῖκα παπά»- εἶναι κολοκύθια τούμπανα, καὶ τὰ διαψεύδει ὁ ἴδιος σὲ ἐπιστολή του ἀναφέροντας ὅτι οἱ διακόνισσες τελοῦν χρέη νεωκόρου, καὶ σὲ ἀπόλυτη ἀνάγκη μποροῦν νὰ μεταφέρουν τὴν θεία εὐχαριστία γιὰ βαριὰ ἄρρωστες γυναῖκες.
Οἱ διακόνισσες δὲν ἦταν ποτὲ κληρικοί, καὶ ὡς ἐκ τούτου δὲν κοινωνοῦσαν τοὺς πιστούς, ὅπως ἀντιθέτως βλέπουμε ξεκάθαρα στὴν φωτογραφία, στὴν ὁποία ἡ ἐν λόγῳ «διακόνισσα» κρατάει τὸ ἅγιο Δισκοπότηρο καὶ μεταλαμβάνει τοὺς πιστούς, διενεργώντας ἔτσι ἱερατικὴ πράξη τελώντας χρέη πρεσβυτέρου, μὲ τὸν διάκονο μάλιστα δίπλα της νὰ τὴν ἐπικουρεῖ.
Πρόκειται γιὰ καραμπινάτη περίπτωση γυναικείας ἱερωσύνης, ποὺ δὲν ἔχει τὴν παραμικρὴ σχέση μὲ τὴν ἀναβίωση τοῦ θεσμοῦ τῶν ἐκκλησιαστικῶν διακονισσῶν, ἀλλὰ μονάχα σχέση μὲ τὴν χειροτονία γυναικῶν στὸν κατώτατο βαθμὸ τῆς ἱερωσύνης, ὅπως ἤδη γίνεται στοὺς διαμαρτυρομένους, ποὺ σπάει κάθε ρεκὸρ καταπάτησης τῶν ἱερῶν κανόνων.
Ἡ κατρακύλα -μαζὶ μὲ το κοροϊδιλίκι- δὲν φαίνεται νὰ ἔχει σταματημὸ στοὺς κύκλους τῶν οἰκουμενιστῶν.
Καὶ πάλι θὰ ἐπιστρατευθοῦν οἱ γνωστοὶ ἀγαπουλισμοὶ τοῦ τύπου «ὁ Χριστὸς εἶπε: ἀγαπᾶτε ἀλλήλους», «μὰ τόσο πολὺ μισεῖτε τὶς γυναῖκες» κτλ. κτλ.
Λογικὸ ὅταν τὸ «ποίμνιο» (τῶν δώδεκα παρὰ τέταρτο) θὰ αἰσθάνεται ὄμορφα ποὺ ἡ «ἐκκλησία» -ἐπὶ τέλους!- συμβαδίζει μὲ τὶς «ἐπιταγὲς τῶν καιρῶν».
Καὶ προσέξτε γιατὶ τὰ μυστήρια τῆς «διακόνισσας» εἶναι «ἔγκυρα», ἀφοῦ δὲν ἔχει καθαιρεθεῖ, «ὅπως λένε ἄλλωστε καὶ οἱ ἱεροὶ κανόνες»….! Ἔτσι δὲν εἶναι;
Δευτέρα 6 Μαΐου 2024
Η ΟΣΙΑ ΜΥΡΤΙΔΙΩΤΙΣΣΑ Η ΑΣΚΗΤΡΙΑ ΤΗΣ ΚΛΕΙΣΟΥΡΑΣ (23 Ἀπριλίου Πάτριο Ἑορτολόγιο - 6/5)
.jpg)
ΤΟΝ τελευταῖο καιρὸ παρετηρήθη ἔντονος κίνησις, γιὰ τὴν ἐπίσημη Διακήρυξι τῆς Ἁγιότητος τῆς Ὁσίας Γεροντίσσης Μυρτιδιωτίσσης, κατὰ κόσμον Σοφίας Χοτοκουρίδου, ἡ ὁποία, καταγομένη ἀπὸ τὸν Πόντο, ἀσκήτευσε στὴν Μονὴ τῆς Παναγίας στὴν Κλεισούρα τῆς Δυτ. Μακεδονίας καὶ ἐκοιμήθη ἀνήμερα τοῦ Ἁγίου Γεωργίου (23.4.1974) μὲ τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἡμερολόγιο.
Τὶς ἡμέρες δὲ αὐτές, γίνεται πυρετώδης προσπάθεια τῆς μητροπόλεως Καστορίας τοῦ νέου ἡμερολογίου, νὰ λάβη χώρα ἡ «Ἁγιοκατάταξις» Αὐτῆς μὲ τὴν συμμετοχὴ τοῦ οἰκουμενιστοῦ πατριάρχου Βαρθολομαίου.
Στὸ σχετικὸ ὑλικὸ ποὺ κυκλοφορεῖ (κείμενα, εἰκόνες κλπ.), ὑπάρχει ἡ ἐπίμονος παρουσίασις τῆς Ἁγίας ὡς ἁπλῆς λαϊκῆς, ὡς Σοφίας, χωρὶς νὰ ἀναγνωρίζεται ἡ Μοναχικὴ Ἰδιότης τῆς Ὁσίας Γεροντίσσης καὶ χωρὶς καμμία ἀπολύτως ἀναφορὰ στὸ Μοναχικὸ Ὄνομα Αὐτῆς, τ.ἔ. Μυρτιδιώτισσα.
Τοῦτο βεβαίως δὲν τιμᾶ καθόλου τοὺς νεόκοπους τιμητὲς τῆς Ἁγίας Γεροντίσσης καὶ δεικνύει τὸ μέγεθος τῆς πεισμόνου ἀσεβείας των, ἐφ’ ὅσον τολμοῦν μετὰ θάνατον νὰ τὴν «ἀποσχηματίζουν» καὶ «ξε-μοναχιάζουν». Ὁ Θεὸς νὰ τοὺς συγχωρήση καὶ ἡ Ἁγία Γερόντισσα νὰ μὴ τοὺς καταλογίση τὸ τόλμημα αὐτό!
Ἡ Ἁγία Γερόντισσα Μυρτιδιώτισσα ἐκάρη νομίμως καὶ κανονικῶς Μοναχὴ καὶ εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νὰ τονίσουμε τοῦτο ἐμφαντικῶς, ὑπενθυμίζοντες ὅτι τὸ Μοναχικὸ Σχῆμα εἶναι ἀνεξάληπτος δωρεὰ τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία δὲν αἴρεται ἀπὸ κανέναν μὲ κανένα τρόπο!
Ἡ Ὁσία Γερόντισσα ἐδέχθη τὸ Μέγα καὶ Ἀγγελικὸ Σχῆμα τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1971, μετονομασθεῖσα ἀπὸ Σοφία σὲ Μυρτιδιώτισσα Μοναχή, ἀπὸ τὸν τότε Ἀρχιμανδρίτη π. Κυπριανό, μετέπειτα Μητροπολίτη Ὠρωποῦ καὶ Φυλῆς τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου, Καθηγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίων Κυπριανοῦ καὶ Ἰουστίνης Φυλῆς Ἀττικῆς. Ἀνάδοχος παρέστη ἡ μακαριστὴ ἤδη Γερόντισσα Μαρία Μυρτιδιώτισσα Μοναχή, Κτητόρισσα καὶ Καθηγουμένη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου Οἰνουσσῶν Χίου.
Περιγραφὴ ὅσων θαυμαστῶν ἔλαβαν χώρα κατὰ τὴν πλουσίως εὐλογημένη ἐκείνη περίστασι, παρατίθεται στὸ βιβλίο τοῦ Σεβασμ. Μητροπολίτου κ. Κυπριανοῦ, ἩΓερόντισσα Μυρτιδιώτισσα, Ἡ Ἀσκήτρια τῆς Κλεισούρας, 1886-1974, Φυλὴ Ἀττικῆς 1998, σελ. 153-159. Ἡ δὲ πνευματικὴ σχέσις τῆς Ἁγίας Γεροντίσσης μὲ τὸν βιογράφο της Σεβασμ. Μητροπολίτη κ. Κυπριανὸ ἦταν τόσο θερμὴ καὶ ἀδιάσπαστος, ὥστε ἡ Ἁγία Μυρτιδιώτισσα νὰ διακηρύσση, ὅτι μέσα στὴν καρδιά της, μετὰ τὸν Χριστό μας, ὑπῆρχε ὁ π. Κυπριανός!
Τὸ ἀκόλουθο Θαῦμα, τὸ ὁποῖο γιὰ πρώτη φορὰ δημοσιεύεται, ἀποδεικνύει καὶ βεβαιώνει πασιφανῶς, ὅτι ἡ Ἁγία Γερόντισσα εἶχε πλήρη συνείδησι καὶ συναίσθησι τῆς Μοναχικῆς ἰδιότητός της καὶ τοῦ Μοναχικοῦ ὀνόματός της, ὥστε νὰ ἀπαιτήση νὰ δοθῆ αὐτὸ σὲ παιδὶ ποὺ θὰ ἐγεννᾶτο μετὰ τὴν πρὸς Κύριον ἐκδημία της...
Τὸ ἀδιαμφισβήτητο αὐτὸ γεγονός, τὸ ὁποῖο δὲν εἶναι βεβαίως τὸ μοναδικό, ὁμιλεῖ ἀφ’ ἑαυτοῦ, ἀποτελεῖ δὲ τιμὴ πρὸς τὴν Ἁγία Γερόντισσα Μυρτιδιώτισσα καὶ θέτει πρὸ τῶν εὐθυνῶν τους αὐτούς, οἱ ὁποῖοι πίπτουν στὸ ἀσυγχώρητο ἁμάρτημα τῆς ἀρνήσεως τῶν Δωρεῶν τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ.
Η ΕΥΛΑΒΗΣ Εὐθυμία Νικολαΐδου, κάτοικος Θεσσαλονίκης, πνευματικὸ τέκνο τοῦ τότε Ἀρχιμ. π. Κυπριανοῦ, Καθηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Κυπριανοῦ Φυλῆς, ἐπισκεπτόταν τακτικὰ τὴν Ἁγία Γερόντισσα Μυρτιδιώτισσα στὴν Μονὴ τῆς Παναγίας στὴν Κλεισούρα καὶ συνωμιλοῦσε μαζί της.
Σὲ μία ἐπίσκεψί της, ὀλίγους μόλις μῆνες πρὶν ἀπὸ τὴν Κοίμησι τῆς Ὁσίας, ἡ Γερόντισσα τῆς ἀπεκάλυψε τὰ ἑξῆς:
«Τώρα ποὺ θὰ ἐπιστρέψης στὴν Θεσσαλονίκη, θὰγνωρίσης ἕνα ἀρραβωνιασμένο ζευγάρι, ποὺ ψάχνουν κουμπάρο γιὰ νὰ τοὺς παντρέψη.
Νὰ τοὺς παντρέψης ἐσὺ καὶ νὰ βαφτίσης τὸ πρῶτο παιδάκι ποὺ θὰ κάνουν, ποὺ θὰ εἶναι κορίτσι, καὶ νὰ τοῦ δώσης τὸὄνομά μου· νὰ τὸ πῆς ΜΥΡΤΙΔΙΩΤΙΣΣΑ»!...
Πράγματι, ἡ γυναίκα ὅταν ἐπέστρεψε, γνώρισε τὸ ζεῦγος, τὸν Νικόλαο Γράμπα, τέταρτο υἱὸ τοῦ παλαιμάχου ἀγωνιστοῦ τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου Ἀντωνίου Γράμπα (+ 1996), καὶ τὴν Θεοδώρα Κλησσιάρη τοῦ Κωνσταντίνου, κατοίκους Κυμίνων Θεσσαλονίκης. Τοὺς ἔκανε τὴν πρότασι, σύμφωνα μὲ τὰ λεχθέντα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γερόντισσα, ἀλλὰ δὲν τοὺς εἶπε τίποτε γιὰ τὸ φῦλο καὶ γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ πρώτου παιδιοῦ, παρὰ μόνο ὅτι εἶχε τάμα νὰ δώση ἐκείνη ἕνα ὄνομα στὸ πρῶτο τους παιδί. Ἐκεῖνοι δέχθηκαν.
Ὁ Γάμος τελέσθηκε στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῶν Ἁγίων ΙΒ΄ Ἀποστόλων τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου, τὸν Νοέμβριο τοῦ 1974, ἐνῶ ἡ Ἁγία Γερόντισσα Μυρτιδιώτισσα εἶχε ἤδη κοιμηθῆ ἐν Κυρίῳ πρὸ ἑπτὰ περίπου μηνῶν. Ἡ δὲ Βάπτισις τοῦ πρώτου παιδιοῦ, τὸ ὁποῖο πράγματι ἦταν κορίτσι, ἔγινε καὶ πάλι στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῶν Ἁγίων ΙΒ΄ Ἀποστόλων τὸ 1976. Στὶς ἐπίμονες ἐρωτήσεις τοῦ πατέρα, Νικολάου Γράμπα, σχετικὰ μὲ τὸ ὄνομα ποὺ θὰ δινόταν στὸ παιδί, ἡ νονὰ ἀπαντοῦσε· Μὴν ἀνησυχῆτε· τὸ ὄνομα ποὺ θὰ δώσω στὸ παιδὶ θὰ σᾶς ἀρέση· εἶναι πολὺ ὡραῖο ὄνομα!
Ὅταν οἱ συγγενεῖς ἄκουσαν τὸ ὄνομα ΜΥΡΤΙΔΙΩΤΙΣΣΑ, ξαφνιάστηκαν! Μάλιστα, ἡ μία ἀπὸ τὶς δύο γιαγιᾶδες ἔλεγε μισοελληνικὰ-μισοβουλγάρικα: «Σιὸ (τὶ) ὄνουμα εἶνει αὐτό, Ματσανιώτισσα»!! Σύντομα ὅμως τὸ ξεπέρασαν, μὲ τὴν βοήθεια μάλιστα καὶ τῆς νονᾶς, ἡ ὁποία τοὺς ἐξήγησε πλέον λεπτομερῶς τὰ περὶ τῆς προρρήσεως τῆς Ἁγίας Γεροντίσσης Μυρτιδιωτίσσης τῆς Κλεισούρας καὶ τοὺς εἶπε: Ἄν θέλετε, μπορεῖτε νὰ τὴν φωνάζετε ΜΥΡΤΩ, ἀλλὰ ὅταν θὰ κοινωνῆ καὶ ὅταν θὰπαντρευτῆ, ὁ Ἱερέας νὰ τὴν ἀποκαλῆ κανονικὰ μὲ τὸ ὄνομά της: ΜΥΡΤΙΔΙΩΤΙΣΣΑ.
Ἡ Μυρτιδιώτισσα (Μυρτὼ) Γράμπα εἶναι σήμερα παντρεμμένη καὶ ζῆ στὰ Νέα Μάλγαρα Θεσσαλονίκης, οἱ δὲ γονεῖς της Νικόλαος καὶ Θεοδώρα κατοικοῦν στὰ Κύμινα καὶ εἶναι ἐνορίτες τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ μας τῶν Ἁγίων ΙΒ΄ Ἀποστόλων. Ἡ εὐσεβὴς νονά, Εὐθυμία Νικολαΐδου, εἶχε κοιμηθῆ ἐν Κυρίῳ περὶ τὸ 1979-1980, ὅταν ἡ ἀναδεκτή της ἦταν ἀκόμη πολὺ μικρή.
Ἡ Ἁγία Γερόντισσα Μυρτιδιώτισσα εἴθε νὰ πρεσβεύη στὸν Θεὸ γιὰ ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους, ὥστε νὰ ἀληθεύουμε πάντοτε στὴν Πίστι καὶ τὴν Ζωὴ καὶ νὰ ἀξιωθοῦμε τῆς θείας Μακαριότητος!
Η νεαρή χήρα κατέφυγε στα βουνά, όπου ζούσε ασκητικά, με μεγάλη νηστεία. Εκεί της εμφανίστηκε ο Άγιος Γεώργιος και την προειδοποίησε για επικείμενη επιδρομή των Τσετών. Η Σοφία ενημέρωσε τους συγχωριανούς της, που κρύφτηκαν και απέφυγαν τον κίνδυνο.
Στην ανταλλαγή των πληθυσμών το καράβι που μετέφερε τους συγχωριανούς της Σοφίας στην Ελλάδα κινδύνεψε να καταποντιστεί. Αυτή έβλεπε τα κύματα γεμάτα από Αγγέλους και την Παναγία. Ζήτησε απ᾿ αυτήν να πνιγεί η ίδια και να σωθούν οι συγχωριανοί της. Η Παναγία τους έσωσε όλους. Ο καπετάνιος δεν το πίστευε πώς σώθηκαν κι έλεγε: «Κάποιον άγιο έχουμε» και οι χωριανοί του απάντησαν: «Τη Σοφία».
Το 1927 μ.Χ. με παρότρυνση της Παναγίας πηγαίνει στο μοναστήρι της στην Κλεισούρα της Καστοριάς, στην Ιερά Μονή του Γενεθλίου της Υπεραγίας Θεοτόκου, όπου έζησε ασκητικά για μισό περίπου αιώνα. Εκεί βρήκε έναν ενάρετο ιερομόναχο, τον π. Γρηγόριο, που είχε έλθει από το Άγιο Όρος, ο οποίος την κατάρτισε στη μοναχική ζωή. Έζησε ασκητικά ως λαϊκή, φορώντας τα μαύρα της χηρείας και της ασκήσεως, καθισμένη πάνω στο τζάκι και αλείφοντας το πρόσωπό της με στάχτη, για να μη φαίνεται η ομορφιά του...
Σάββατο 4 Μαΐου 2024
ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΟN ΜΗΝΥΜΑ 2024 ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΩΝ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ
Πέμπτη 2 Μαΐου 2024
Δευτέρα 29 Απριλίου 2024
ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 21ο)
Αγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου της Ρωσικής Διασποράς (+1985)

21. Η χριστιανική αγάπη
Η χριστιανική αγάπη ως βασική αρχή της ηθικής.
Τα χαρακτηριστικά της γνωρίσματα. Ο ύμνος της χριστιανικής αγάπης
του Αποστόλου Παύλου – Κεφάλαιο ΙΓ΄ της Α΄ προς Κορινθίους επιστολής.
Είδαμε ότι εκείνα τα ηθικά συστήματα που δεν δέχονται την διδασκαλία του Ευαγγελίου για την χριστιανική αγάπη ως βάση τους, αποδεικνύονται αβάσιμα. Η χριστιανική ηθική βασίζεται εξ ολοκλήρου στο νόμο της αγάπης. Αυτή η αγάπη είναι και η βάση της και η κορυφή της.
Τί είναι όμως η χριστιανική αγάπη; Φυσικά, στην πλήρη ανάπτυξή της είναι το πιο υψηλό, ισχυρό και ζωντανό από όλα τα ανθρώπινα συναισθήματα. Αντιπροσωπεύει την εμπειρία μιας ιδιαίτερης πνευματικής και ηθικής εγγύτητας, την ισχυρότερη εσωτερική έλξη ενός ανθρώπου προς τον άλλο. Η καρδιά ενός στοργικού προσώπου είναι ανοιχτή σε αυτόν που αγαπά και αυτός που την έχει είναι, σαν να λέγαμε, έτοιμος να τον δεχτεί και να τον ελκύσει στον εαυτό του. Στην αγάπη του, δέχεται τον άλλο μέσα του και δίνει τον εαυτό του στον άλλο. «Κορίνθιοι, ἡ καρδία ἡμῶν πεπλάτυνται· οὐ στενοχωρεῖσθε ἐν ἡμῖν»[1], έγραφε ο Απόστολος Παύλος στα αγαπημένα του πνευματικά τέκνα. «Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις»[2], – είπε ο ίδιος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός στους Αποστόλους Του (και μέσω εκείνων σε όλους εμάς τους Χριστιανούς).
Η χριστιανική αγάπη είναι ένα ιδιαίτερο συναίσθημα που φέρνει ένα άτομο πιο κοντά στον Θεό, ο Οποίος είναι Αγάπη, σύμφωνα με τον λόγο του αγαπημένου Του Αποστόλου[3]. Στην σφαίρα των γήινων συναισθημάτων δεν υπάρχει ανώτερο συναίσθημα από το αίσθημα της μητρικής αγάπης, σε ετοιμότητα για αυτοθυσία. Και όλη η ιστορία της σχέσης του Θεού με τον άνθρωπο είναι μια συνεχής ιστορία αυτοθυσίας της ουράνιας αγάπης. Ο Επουράνιος Πατέρας, οδηγεί τον αμαρτωλό, τον εχθρό και τον προδότη Του, από το χέρι σαν να λέγαμε, στην σωτηρία και δεν λυπάται τον Μονογενή Υιό Του για την σωτηρία του. Ο Υιός του Θεού, αφού κατέβηκε από τον ουρανό, ενσαρκώνεται, υποφέρει και πεθαίνει για να δώσει στον αμαρτωλό, μέσω της Ανάστασης, την ευλογημένη αιωνιότητα που έχασε με την προδοσία του. Και πριν το Πάθος Του, δίνει στους πιστούς Του μια διαθήκη, σαν να λέγαμε, μια εντολή, ένα ιδανικό: «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς…»[4].
Αυτό είναι το ιδανικό της ανιδιοτελούς χριστιανικής αγάπης. Αγκαλιάζει τους πάντες: όχι μόνο φίλους, αλλά και εχθρούς. Ο Κύριος λέει ευθέως στο Ευαγγέλιο: «Εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποῖα ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τοὺς ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσι. Καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποῖα ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι….»[5]. Με αυτό ο Κύριος μας προειδοποιεί ενάντια στην εγωιστική ιδιοτελή φύση της μη χριστιανικής, παγανιστικής αγάπης. Σε μια τέτοια εγωιστική αγάπη, το κύριο πράγμα είναι το δικό μας «εγώ», η αυτοϊκανοποίησή μας από αυτό το συναίσθημα. Σε εμάς όμως τους Χριστιανούς ο Κύριος πρόσταξε και κάτι άλλο: «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς, εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμῖν, προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς….»[6]. Έτσι, ένας Χριστιανός αγαπά τους άλλους ανθρώπους όχι για την ευγενική ή την υπομονετική στάση τους απέναντι του, αλλά επειδή του είναι αγαπητοί από μόνοι τους, και η αγάπη του αναζητά την σωτηρία τους, ακόμα κι αν είναι εχθρικοί προς αυτόν.
Αλλά, ίσως, σε κανένα μέρος της Αγίας Γραφής δεν αποκαλύπτεται η ουσία και οι ιδιότητες της χριστιανικής αγάπης όπως στο ΙΓ΄ κεφάλαιο της Α΄ Επιστολής του Αποστόλου Παύλου προς τους Κορινθίους. Δεν είναι τυχαίο που οι ερμηνευτές της Αγίας Γραφής αποκαλούν αυτό το κεφάλαιο ύμνο της χριστιανικής αγάπης. Σε αυτό, ο Απόστολος συγκρίνει την χριστιανική αγάπη με διάφορα πνευματικά χαρίσματα και αρετές και, ονομάζοντας αυτή την αγάπη ως τον πιο εξαιρετικό δρόμο (στο τέλος του προηγούμενου ΙΒ΄ κεφαλαίου)[7], εξηγεί με ακαταμάχητη πειστικότητα πόσο ανώτερο είναι από όλα τα άλλα ανθρώπινα χαρίσματα και εμπειρίες.
«Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω», λέει ο Απόστολος, «γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον»[8], δηλαδή είμαι σαν κάποια άψυχα αντικείμενα που ενεργούν μόνο στην εξωτερική ακοή ενός ανθρώπου και όχι στην καρδιά του. Και όλες οι υψηλότερες αρετές – η προφητεία, η γνώση όλων των μυστικών, η θαυματουργή πίστη, ακόμη και τα κατορθώματα της αυταπάρνησης και του μαρτυρίου – δεν είναι τίποτα χωρίς αγάπη, και μόνο από αυτήν αποκτούν την αξία τους[9].
«Ἡ ἀγάπη μακροθυμεῖ, χρηστεύεται, ἡ ἀγάπη οὐ ζηλοῖ, ἡ ἀγάπη οὐ περπερεύεται, οὐ φυσιοῦται, οὐκ ἀσχημονεῖ»[10] – κάνει τον άνθρωπο υπομονετικό, πράο, ταπεινό και καλοπροαίρετο σε όλα. Η αγάπη «οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς, οὐ παροξύνεται, οὐ λογίζεται τὸ κακόν, οὐ χαίρει ἐπὶ τῇ ἀδικίᾳ, συγχαίρει δὲ τῇ ἀληθείᾳ…»[11]. Αυτή είναι η δύναμη που κατακτά τα πάντα, η δύναμη της ταπεινής αγάπης, που καταστρέφει τον εγωισμό και την κακία που φωλιάζουν στην ανθρώπινη καρδιά. Και αυτή η αληθινή αγάπη αναζητά πάντα την αλήθεια και την ορθότητα, και όχι το ψέμα και την δουλοπρέπεια.
Και τέλος η αγάπη «πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει. Ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει…»[12]. Ναι, αυτό είναι σωστό: ουδέποτε. Τίποτε δεν θα την σταματήσει· καμία δοκιμασία, κανένα μαρτύριο, ουδεμία απογοήτευση. Και θα πάει με τον Χριστιανό σε έναν καλύτερο κόσμο και εκεί ακριβώς θα αποκαλυφθεί στην ολότητά της, όταν όχι μόνο τα χαρίσματα της προφητείας και των γλωσσών θα εξαλειφθούν, αλλά και η πίστη και η ελπίδα θα σταματήσουν. Διότι η πίστη θα αντικατασταθεί από την όραση του Θεού, πρόσωπο με πρόσωπο, και η ελπίδα θα έχει γίνει πλέον πραγματικότητα. Μόνον η αγάπη θα βασιλεύει για πάντα και γι’ αυτό ο ίδιος Απόστολος λέει: «Η αγάπη είναι η εκπλήρωση του νόμου»[13].
(συνεχίζεται)
[1] Β΄ Κορ. ϛ΄ 11-12.
[2] Ιω. ιγ΄ 35.
[3] «Ὁ μὴ ἀγαπῶν οὐκ ἔγνω τὸν Θεόν, ὅτι ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν» (Α΄ Ιω. δ΄ 4).
[4] Ιω. ιε΄ 12.
[5] Λουκ. ϛ΄ 32-33.
[6] Λουκ. ϛ΄ 27-28.
[7] «Καὶ ἔτι καθ᾿ ὑπερβολὴν ὁδὸν ὑμῖν δείκνυμι» (Α΄ Κορ. ιβ΄ 31).
[8] Α΄ Κορ. ιγ΄ 1.
[9] «Καὶ ἐὰν ἔχω προφητείαν καὶ εἰδῶ τὰ μυστήρια πάντα καὶ πᾶσαν τὴν γνῶσιν, καὶ ἐὰν ἔχω πᾶσαν τὴν πίστιν, ὥστε ὄρη μεθιστάνειν, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδέν εἰμι. Καὶ ἐὰν ψωμίσω πάντα τὰ ὑπάρχοντά μου, καὶ ἐὰν παραδῶ τὸ σῶμά μου ἵνα καυθήσωμαι, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδὲν ὠφελοῦμαι» (Α΄ Κορ. ιγ΄ 2-3).
[10] Α΄ Κορ. ιγ΄ 4-5.
[11] Α΄ Κορ. ιγ΄ 5-6.
[12] Α΄ Κορ. 7-8.
[13] «Πλήρωμα οὖν νόμου ἡ ἀγάπη» (Ρωμ. ιγ΄ 10).