A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2025

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΜΕΘΩΝΗΣ κ. ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ: ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΩΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΦΥΛΗΣ κ. ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ Α' (2025)


Ὁμιλία στὴν Ἐκδήλωσι «Εὐχαριστήρια 2025»


† Κυριακή, 6η Ὀκτωβρίου 2025 ἐκ. ἡμ.


Αἴθουσα Τελετῶν Β΄ Γυμνασίου Ἄνω Λιοσίων Ἀττικῆς 


Σεβασμιώτατοι, ἅγιοι πατέρες, μητέρες, ἀδελφὲς καὶ ἀδελφοί, Πέρασαν τώρα δεκατρία ἔτη ἀπὸ τότε ποὺ ἀπὸ μᾶς χωρίσθηκε σωματικῶς ὁ μακαριστὸς Μητροπολίτης Κυπριανός, καὶ ἄλλα ἑπτὰ περίπου ἀπὸ τότε ποὺ στερηθήκαμε τὴν ἐπικοινωνία μαζί του, ὥστε τώρα ὑπάρχει μία γενεὰ Ἁγιοκυπριανιτῶν ποὺ μεγάλωσε, βέβαια, μὲ τὴν παρακαταθήκη ποὺ μᾶς ἄφησε, ἀλλὰ χωρὶς νὰ τὸν γνωρίζη προσωπικῶς. Γιὰ αὐτὸν τὸν λόγο σκέφθηκα νὰ δώσω σήμερα, ἐπικαλούμενος τὶς εὐχές του, μία σκιαγραφία τῆς προσωπικότητος καὶ τῆς βιοτῆς του ἀπὸ τὴν προσωπική μου πεῖρα σαράντα ἐτῶν συγκατοικήσεως μαζί του. Δὲν θὰ ἀναφερθοῦμε ἐδῶ στὴν πορεία τῆς ζωῆς του, ἀλλὰ στὶς ἰδιότητες τῆς μοναδικῆς του προσωπικότητος, ποὺ τὸν ἔκαναν ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ ἐξέχοντα ἐκκλησιαστικὰ πρόσωπα τῆς ἐποχῆς του. 


 Πατέρας μας, ὅπως ἤθελε ὁ ἴδιος νὰ τὸν ὀνομάζομε, διότι ἐξέφραζε ἀκριβῶς τὴν σχέση που ἔπρεπε νὰ ἔχομε ἡμεῖς τὰ πνευματικά του τέκνα μαζί του, δὲν ἦταν κατὰ κόσμον μορφωμένος. Ἁπλῶς τελείωσε τὸ σχολεῖο καὶ ἀμέσως, παρὰ τὴν ἐξαιρετική του εὐφυΐα, ἀναγκάσθηκε να ἐργάζεται γιὰ τὴν συντήρηση τῆς οἰκογενείας. Μάλιστα ὄταν εἶδε τὴν διεφθαρμένη ζωὴ μιᾶς ἱερατικῆς σχολῆς, στὴν ὁποῖα τὸν ἔστειλε ἕνας καλὸς ἱερεὺς νὰ σπουδάσει, ἔφυγε τρέχοντας μετὰ ἀπὸ λίγες μόνο ἡμέρες. Ἡ μόρφωσίς του ἦταν τελείως ἄλλης μορφῆς, μόρφωσις πατερική, δημιουργημένη ἀπὸ τὴν διπλῆ πηγὴ τῶν πατερικῶν συγγραμμάτων καὶ τὴν συμβουλὴ τῶν συγχρόνων Γερόντων. Συνέχεια ὁ λόγος του ἀνέφερε τὰ παραδείγματα που εἶχε λάβει ἀπὸ ἱεροὺς ἄνδρες καὶ γυναῖκες, διὰ νὰ ἀναφέρω ἐδῶ μόνο μερικούς: τὸν Πατέρα Εὐγένιο Λεμονῆ, τὸν Πατέρα Φιλόθεο Ἀγγελάκη, τὴν Γερόντισσα Μαγδαληνὴ τῆς Αἰγίνης, τὸν Κρήτης Τιμόθεο, τὸν Πατέρα Ἀπόστολο τοῦ Ἀγρινίου, τὸν Πατέρα Ἀμφιλόχιο τῆς Πάτμου, τὸν Ἅγιο Γλυκέριο τῆς Ρουμανίας, καὶ πλείστους ἄλλες ἁγίες μορφὲς τῆς ἐποχῆς μας, και ὅλως εἰδικῶς τὸν πνευματικό του πατέρα, τον Π. Φιλόθεο Ζερβᾶκο, καὶ τὴν Ὁσία Μυρτιδιώτισσα τῆς Κλεισούρας, τὴν ὁποῖα ἐκεῖνος ἔκανε γνωστὴ παγκοσμίως. 


ταν ἔτσι τελείως φυτευμένος καὶ στερεωμένος στὴν ζωντανὴ Παράδοση τῆς Ὀρθοδοξίας, καὶ ἀντλοῦσε τὴν δική του διδασκαλία ἀποκλειστικὰ ἀπὸ τὶς καθαρὲς πηγὲς τοῦ Ὀρθοδόξου πολιτισμοῦ καὶ πείρας. Τίποτε στὸν λόγο του δὲν ἦταν ἁπλῶς προϊὸν τῆς δικῆς του διανοητικῆς ἐργασίας, ἀλλὰ τὰ πάντα ἦταν ἀπὸ τὴν αὐθεντικὴ πεῖρα τῆς Ἐκκλησίας. Λόγος αὐθεντικός, καὶ δι᾽ αὐτὸ πιστευτὸς και πειστικός. Τὸ σπάνιο χάρισμα τοῦ λόγου καὶ τῆς ὁμιλίας του πήγαζαν ἀπὸ αὐτὴν τὴν αὐθεντικότητα. Πολλές φορὲς μᾶς ἔλεγε, ὅτι ὅταν ὁμιλοῦσε, ὁ πρῶτος ἀκροατὴς ἦταν ὁ ἴδιος, δηλαδὴ ὁ λόγος του δὲν ἦταν καρπὸς τῆς δικῆς του σκέψεως, οὔτε μελέτης οὔτε ἑτοιμασίας, ἀλλὰ τῆς φωτίσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καρπὸς προσευχῆς γιὰ τὴν ὠφέλεια τῶν ἀκροατῶν, ἀλλὰ καὶ τοῦ ἰδίου. Λόγος μεστός, λόγος κατανοητός, λόγος προσιτός, καὶ μακρυὰ ἀπὸ κάθε ὑποκρισία ἢ πλαστὴ κομψότητα, πράγματα ποὺ κάνουν τόσα κηρύγματα ἄλλων, κατὰ τὰ ἄλλα σεβαστῶν, προσώπων κουραστικὰ καὶ τελικῶς ἀνωφελῆ. Ἄλλο δῶρον τοῦ Θεοῦ ἦταν ἡ ἀπέραντή του μνήμη. 


Οἱ περισσότεροι ἀπὸ μᾶς διαβάζομε ἕνα βιβλίο ἢ ἀκοῦμε μία ὠφέλιμη ἱστορία, καὶ σὲ λίγες ὧρες, ἢ τὸ πολὺ σὲ λίγες μέρες τὰ ἔχουμε ξεχάσει. Ὁ Πατέρας μας ποτέ! Ἐγὼ τὸν ὑπηρετοῦσα πάντα ὡς διερμηνέας στὰ ταξίδια στὸ ἐξωτερικό, καὶ θυμᾶμαι τὴν ἔκπληξή μου, ὅταν ἐκεῖνος χρόνια ἀργότερα διηγιόταν ἱστορίες ποὺ εἶχα μεταφράσει ὁ ἴδιος, ἀλλὰ εἶχα τελείως ξεχάσει. Τίποτε τὸ ὠφέλιμο δὲν τὸν ξέφευγε! Ὁ λόγος του, διότι δὲν ἦταν λόγος θεωρητικός, ἀλλὰ λόγος προσωπικῆς πείρας, γέμιζε τὴν ψυχὴ τῶν ἀκροατῶν, καὶ ἀπαιτοῦσε τὴν προσοχὴ ὡς αὐθεντικός. Καὶ αὐτὸ ἴσχυε τόσο γιὰ τὸν δημόσιο λόγο ὅσο καὶ γιὰ τὸν προσωπικό. Ἧταν πραγματικῶς θεοδίδακτος, διότι ὁ λόγος του ἦταν προϊὸν τῆς δικῆς του πνευματικῆς πείρας, ὄχι κάποιας μελέτης ἢ κοσμικῆς σοφίας. Δὲν θέλω ἐδῶ νὰ δώσω τὴν ἐντύπωση, ὅτι καταφρονοῦσε τὴν κοσμικὴ μόρφωση, διότι εἶχε πάντοτε τὸν πρέποντα σεβασμὸ γιὰ τὴν κατὰ κόσμον ἐπιστήμη, ἀλλὰ νὰ τονίσω τὴν ὑπερφυσικὴ ἀρχὴ καὶ πηγὴ τῆς δικῆς του σοφίας. 


λλο χαρακτηριστικὸ τῆς προσωπικότητός του, ποὺ δοκίμαζα πολλὲς φορὲς στὴν διάρκεια τῶν ταξιδιῶν μας στὸ ἐξωτερικό, ἦταν ἡ ἑτοιμότητα νὰ ἀντλεῖ ὠφέλεια καὶ ἀπὸ τὰ πιὸ ἀπροσδόκητα παραδείγματα. Παραδείγματος χάριν, θυμᾶμαι καλὰ τὴν πρωτοβουλία του να ἐπισκεφθῆ τὶς κοινότητες τῶν Amish στὴ Πενσυλβάνια τῆς Ἀμερικῆς, ἀκόμη καὶ ἕνα βουδδιστικὸ μοναστήρι στὴν Καλιφόρνια, ἢ ἕνα ναὸ τῶν Ἰνδουϊστῶν στὸ Ναϊρόμπι! Ἀπὸ τοὺς Προτεστάντες στὴν Ἀμερικὴ ἔλαβε τὸ καλὸ παράδειγμα τῆς καθαρῆς, ἁγνῆς καὶ φυσικῆς κοινωνικῆς ζωῆς, ἀπὸ τὸ δεύτερο τῆς κρυφῆς δυνάμεως τῶν πνευμάτων τῆς πονηρίας. Δὲν ἀναπαυόταν ποτὲ μὲ αὐτὰ ποὺ ἤξερε, ἀλλὰ πάντα ἤθελε νὰ μάθει, ὄχι, βέβαια, ἁπλῶς γιὰ τὴν ἀπόκτηση γνώσεων, ἀλλὰ γιὰ τὴν ὠφέλεια ποὺ μποροῦσε νὰ μεταδίδει μὲ τὶς ἐμπειρίες του. Αὐτὸς ὁ χαρισματικὸς χαρακτήρας του τὸν ἔκανε νὰ εἶναι προσιτὸς σὲ ἀνθρώπους ὅλων τῶν κοινωνικῶν τάξεων. 


Θυμᾶμαι τὴν ἴδια στιγμὴ μαζί του νὰ ἔχω συναντήσει καὶ συζητήσει ἐπὶ μακρὸν μὲ δύο βασιλεῖς, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, τὴν στενὴ φιλία ποὺ διατηροῦσε μὲ μία ἀγράμματη γιαγιὰ στὴν Εὔβοια, ποὺ ἐπισκεπτόταν κάθε φορὰ ποὺ περνοῦσε ἀπὸ ἐκεῖ. Στὴν ζωή μου, ποὺ εἶναι τώρα ἀρκετῶν ἐτῶν, δὲν ἔχω γνωρίσει ἄνθρωπο μὲ πιὸ ἀνοικτὸ ὁρίζοντα: δὲν ἦταν κανένας ἀποκλεισμένος ἀπὸ τὸ ἐνδιαφέρον του, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἀμετανόητο ἁμαρτωλό. Ὅταν διέκρινε τὴν σκληρότητα καὶ τὴν ἑκούσια ἀμετανοησία, μόνο τότε δὲν ἔχανε τὸν πολύτιμο χρόνο του. Καὶ αὐτὴ ἡ παρατήρησις μᾶς φέρνει στὸ πιὸ σημαντικὸ σημεῖο τῆς προσωπικότητός του, καὶ αὐτὸ εἶναι ἡ καθολική του ἀγάπη γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους κάθε εἴδους, κάθε φυλῆς, κάθε χώρας, καὶ κάθε τάξεως. 


σο καιρὸ διατηροῦσε τὴν φυσικὴ καὶ διανοητικὴ δύναμη, ἦταν ἕτοιμος νὰ θυσιάζει ὅλο τὸν χρόνο του γιὰ νὰ συμβουλεύσει τοὺς πλανεμένους, νὰ παρηγορήσει τοὺς θλιμμένους, καὶ νὰ διορθώσει τοὺς ἁμαρτωλούς. Ἀφοῦ πολλὲς φορὲς ἤμουν ὁ μεταφραστής του ὅταν μιλοῦσε μὲ ἀλλόγλωσσους, θυμᾶμαι τὴν ἀκούραστη ἀφοσίωσή του ἀκόμη καὶ στὸν πιὸ ἀσήμαντο ἄνθρωπο ποὺ τὸν εἶχε ἀνάγκη. Ἐξομολογοῦμαι μάλιστα, ὅτι ἔφθανα πολλὲς 4 φορὲς στὸ σημεῖο τῆς τελείας ἐξαντλήσεως καὶ ἀγανακτήσεως μὲ τὸν κόπο τῆς μεταφράσεως, ἀπὸ τὸ πρωῒ μέχρι ἀργὰ τὴν νύκτα. Ἐγὼ κουραζόμουνα, ἐκεῖνος ποτέ, ὅταν ὑπῆρχε ἡ δυνατότητα νὰ ὠφελήσει κάποιον. Αὐτὸ τὸ χαρακτηριστικὸ μᾶς φέρνει σὲ μία ἄλλη μεγάλη ἀγάπη τῆς ζωῆς του: τὴν Ἱεραποστολή. 


πως διαβάζομε στὸν Βίο τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, ποὺ ὡς κοσμικὸς ἔφερε τὸ ὄνομά του, καὶ ὁ Πατέρας μας θεωροῦσε πραγματικὰ τὴν ἡμέρα χαμένη, ἐὰν δὲν εἶχε φέρει κάποιον κοντὰ στὸν Χριστό, μέσα στὴν Ἁγία Του Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Μὲ τὴν δική του πρωτοβουλία ἱδρύθηκαν οἱ Ἱεραποστολές μας στὴν Σουηδία, στὴν Ἰταλία, στὴν Γερμανία, στὴν Κένυα καὶ στὸ Κογκό. Μὲ τὴν δική του πρωτοβουλία δημιουργήθηκαν οἱ σχέσεις γνωριμίας πρῶτον, καὶ μετὰ πλήρους κοινωνίας μὲ τὶς τοπικὲς Ἐκκλησίες τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῆς Βουλγαρίας, τῆς Ρουμανίας, τῆς Γεωργίας και τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς. Καὶ ἔτρεχε ὁ ἴδιος, ὅσο εἶχε τὶς δυνάμεις, σὲ ὅλες αὐτὲς τὶς περιοχές, συνοδευόμενος, συνήθως ἀπὸ τὸν ταλαίπωρο πατέρα Ἀμβρόσιο, στὸν ὁποῖο εἶχε ἀναθέσει νὰ μάθει τὶς γλῶσσες τῶν διαφόρων περιοχῶν ποὺ ἐνδιαφερόταν. 


 ἀγάπη του καὶ ὁ ζῆλος του εἰδικῶς γιὰ τὴν Ρουμανικὴ Ἐκκλησία τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου, καὶ ἡ πνευματικὴ ταύτιση μὲ τὸν τότε Μητροπολίτη Σίλβεστρο ἔκανε πολλοὺς νὰ μιλήσουν γιὰ ἕναν ἄνθρωπο σὲ δύο σώματα! Θυμᾶμαι πολὺ ζωντανὰ τὴν ὀδύνη του γιὰ τὸν θάνατο τοῦ Μητροπολίτου Σιλβέστρου, ποὺ τοῦ στοίχισε περισσότερο ἀπὸ καμμία ἄλλη ἀπώλεια ποὺ παρατήρησα τόσα χρόνια. Ὁ ἴδιος ὡμολογοῦσε, ὅτι τὸν Μητροπολίτη Σίλβεστρο ἀγαποῦσε πάνω ἀπὸ ὅλους τοὺς συνεπισκόπους τῆς Ἑλλάδος. Ἦταν κυρίως στὸ ἔργο τῆς Ἱεραποστολῆς ποὺ ἤμουν σὲ συνεχῆ ἐπαφὴ μαζί του, καὶ μποροῦσα νὰ παρακολουθήσω τὶς κινήσεις, τὶς ἀγωνίες καὶ τὶς προτεραιότητές του. Εἶχε βαθεῖα κατανόηση τῶν διαφορῶν τοῦ πολιτισμοῦ καὶ τῆς νοοτροπίας τῶν λαῶν τῶν ἄλλων μερῶν τοῦ κόσμου, καὶ, ὅπως μποροῦσε εὔκολα νὰ συσχετίζεται μὲ ἀνθρώπους κάθε κοινωνικῆς τάξεως στὴν Ἑλλάδα, ἔτσι μποροῦσε νὰ σχετίζεται καὶ νὰ χαίρεται καὶ νὰ συμπαθεῖ καὶ νὰ συμπάσχει μὲ τοὺς ἀνθρώπους ὅλων τῶν λαῶν. 


Τὸ ἐνδιαφέρον του γιὰ τὸν Σουηδό, γιὰ τὸν Κενυάτη, γιὰ τὸν Αὐστραλό, γιὰ τὸν Ἰαπωνέζο, ἦταν ἀκριβῶς τὸ ἴδιο. Ἀγωνία του ἦταν νὰ φέρει κοντὰ στὸν καθένα τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του. Ἀγωνία του ἐπίσης ἦταν νὰ φυτευθοῦν Μοναστήρια παντοῦ, 5 μὲ τὴν πολὺ σωστὴ σκέψη, ὅτι ὁ Μοναχισμὸς εἶναι ἡ καλύτερη μαρτυρία γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Χριστιανικὴ Πίστη μας στὸν ἔξω κόσμο. Μὲ τὴν εὐλογία του, παραδείγματος χάριν, ἡ Ἱεραποστολή μας στὴν Ἀφρικὴ σήμερα ἀριθμεῖ 79 κληρικούς, 7 μοναχοὺς καὶ 18 μοναχές, καὶ δεκάδες χιλιάδες κόσμο. Καὶ σημειώνομε ὅτι, μὲ ἐλάχιστες ἐξαιρέσεις, κανένας ἀπὸ αὐτοὺς δὲν προερχόταν ἀπὸ τοὺς νεοημερολογίτες, ἀλλὰ ἦταν καρπὸς τῶν δικῶν του ἱεραποστολικῶν κόπων. Ἡ ἄλλη δραστηριότητα ποὺ ὅλοι θυμώμαστε, ἀλλὰ στὴν ὁποία ἐγὼ ὁ ἴδιος εἶχα λιγότερη προσωπικὴ σχέση, ἦταν οἱ συνεχεῖς καὶ ἔντονοι ἀγῶνες γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῆς καθαρότητος τῆς Πίστεως. 


Αὐτὴ ἡ ἀγωνία, ποὺ ἐνέπνευσε στὴν ψυχή του ὁ Γέροντάς του, Π. Φιλόθεος Ζερβᾶκος, ἦταν ἡ αἰτία πρωτίστως νὰ διακόψει τὴν κοινωνία μὲ τὴν νεοημερολογίτικη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τὸ 1969, πρᾶγμα ποὺ ἔγινε αἰτία πολλῶν καὶ συνεχῶν συκοφαντιῶν καὶ διωγμῶν ἀπὸ τὴν ἐπίσημη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ποὺ ἐγὼ δὲν τὰ ἔζησα, διότι προσῆλθα στὸ Μοναστήρι τέσσερα χρόνια ἀργότερα, τὸ 1973. Ἡ ὁμολογία τῆς ἀνοθεύτου Ὀρθοδοξίας ὡδήγησε σὲ πολλὲς ἄλλες δραστηριότητες, ἐκδόσεις καὶ ἐκδηλώσεις, καὶ τὴν διεθνῆ διάδοση μιᾶς πιὸ βαθείας ἀνησυχίας γιὰ τὴν τόσο ταχεῖα καὶ τόσο γενικὴ πτώση τῶν λεγομένων «ἐπισήμων Ἐκκλησιῶν» στὴν συγκρητιστικὴ αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Καθὼς ὁ Πατέρας μας εἶχε συλλάβει ἀπὸ τότε τὴν χρησιμότητα τῶν συγχρόνων μαζικῶν μέσων γιὰ τὴν παγκόσμια ἐνημέρωση γιὰ τὰ τόσο ἐπίπονα αὐτὰ θέματα τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεώς μας, μέχρι σήμερα ποὺ μιλᾶμε τὰ ἀντι-οικουμενιστικὰ βίντεο ποὺ μὲ τὴν εὐλογία του ἑτοιμάσθηκαν τότε σὲ πολλὲς γλῶσσες, κυκλοφοροῦν σὲ ὅλο τὸν κόσμο, καὶ ὄχι μόνο ὠφελοῦν τοὺς πιστούς, ἀλλὰ καὶ ἐνοχλοῦν τοὺς οἰκουμενιστὰς στὴν ὀλέθρια ἐργασία τους στὴν κατάλυση τῆς ὀρθοδόξου συνειδήσεως. 


Γιὰ αὐτὲς τὶς δραστηριότητες θὰ μπορούσαμε νὰ μιλᾶμε γιὰ πολλὲς ὧρες, ἀλλὰ σκοπός μας ἐδῶ εἶναι περισσότερο νὰ φανερώνομε τὸ πρόσωπο τοῦ Πατέρα μας σὲ ἐκείνους ποὺ δὲν τὸν γνώριζαν προσωπικῶς. Ὁ Πατέρας μας ἦταν ἄνθρωπος δραστήριος καὶ δημιουργικός: ἡ ξεκούρασις καὶ ἡ ἀδράνεια ἦταν τελείως ξένες στὴν ψυχή του. Καὶ πάλιν πρέπει να ἐξομολογηθῶ, ὅτι κοντά του μερικὲς φορὲς εἶχα ἀγανακτήσει μὲ τὶς συνεχεῖς νέες ἰδέες καὶ νέες δραστηριότητες, ποὺ συνέχεια μᾶς ὑποχρέωσε νὰ ἀναλάβωμε ὄχι μόνο ἡ ὑπακοή, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀγάπη καὶ σεβασμὸς ποὺ τρέφαμε γιὰ αὐτὸν ὅλα 6 τὰ πνευματικά του τέκνα. Καὶ τί δημιούργησε κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ζωῆς στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ –καὶ σημειώνομε ὅτι ἄρχισε τελείως μόνος καὶ τελείως πτωχός; 


Πρωτίστως τὸ Μοναστήρι μας, τὰ πολλὰ κτήρια καὶ τοὺς πολλοὺς Ναούς, ἀλλὰ πάνω ἀπὸ αὐτὰ τὸ Κοινόβιο τῶν Μοναχῶν, στοὺς ὁποίους ἐνέπνεε ὄχι μόνο τὸ πνεῦμα τοῦ πατερικοῦ καὶ παραδοσιακοῦ Μοναχισμοῦ, ἀλλὰ καὶ τὴν φιλομάθεια, ὥστε νὰ συμπληρώνονται στὴν Ἀδελφότητα σχεδὸν ὅλες οἱ τεχνικὲς γνώσεις ποὺ χρειάζονται γιὰ τὴν μικρὴ κοινωνία ποὺ εἶναι ἡ Μοναστικὴ Κοινότητα. Μετὰ ἔρχονται τὰ Μετόχια ποὺ ἀνήγειρε μὲ τόση ἐπιμέλεια στὴν Χρυσοβίτσα, στὰ Ρόγγια, στὴν Εὔβοια, Θεσσαλονίκη, Τῆνο, Ἀθῆνα, Βουκουρέστι καὶ ἀλλοῦ. Μετὰ ἔχομε τα δύο γυναικεῖα Μοναστήρια: τὴν Μονὴ τῶν Ἁγίων Ἀγγέλων ποὺ δημιούργησε μαζὶ μὲ τὴν Ὁσιωτάτη Γερόντισσα Κυπριανή, καὶ τὴν Μονὴ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς ποὺ ἀνέστησε καὶ ἀνέδειξε. Θὰ ἦταν παράλειψις ἐδῶ νὰ μὴν ἀναφέρωμε τὴν ἀφοσιωμένη καὶ σκληρὴ ἐργασία ποὺ κατέβαλλε τόσα χρόνια κοντά του ὁ Πατὴρ Σεραφείμ, ποὺ ἀπὸ παιδάκι ἔγινε ὁ κυρίως συνεργάτης του στὰ ἔργα αὐτὰ τῆς οἰκοδομῆς, τὴν ὁποία συνεχίζει τώρα στὰ γεράματα, ἀλλὰ καὶ ὅλων τῶν πνευματικῶν τέκνων του, πού, ἐμπνευσμένοι ἀπὸ τὶς ἰδέες του, ἔδιναν τὸν χρόνο, τὸν κόπο, καὶ πολλάκις τὰ χρήματά τους γιὰ τὴν πραγματοποίηση τῶν ὀνείρων του. 


Πῶς ἦταν δυνατὸν νὰ συνδυασθοῦν αὐτὰ τὰ χαρακτηριστικὰ μὲ τὰ ἀτελείωτα ἄλλα καθήκοντά του, ὡς ἐπισκόπου καὶ συγχρόνως ἡγουμένου τῆς Μονῆς; Τὴν ἐξομολόγηση ὄχι μόνο τῶν Μοναχῶν ἀλλὰ καὶ τόσων λαϊκῶν σε ὅλη τὴν Ἑλλάδα; Τὰ λειτουργικά, τὰ διοικητικά, τὰ οἰκονομικά; Πῶς μποροῦσε ὁ νοῦς του νὰ συγκρατεῖ τόσες ὑποθέσεις, τόσα ὀνόματα, τόσες προσωπικὲς ἱστορίες καὶ προβλήματα; Εἶχε, βεβαίως, ὅπως εἴπαμε, σπανία μνήμη, ἀλλὰ μαζὶ μὲ αὐτὴν ὑπῆρχε ἡ φανερὴ ἐπέμβασις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ ἦταν καρπὸς τῆς ἀγαπώσης καρδίας του. Κοντά του ὁ καθένας αἰσθανόταν, ὅτι ὁ Πατέρας δὲν εἶχε καμμία ἄλλη ὑπόθεση στὸν νοῦ του ἐκτὸς ἀπὸ τὴν δική του, διότι ἔδινε ὅλη τὴν ψυχὴ καὶ τὴν δύναμη τῆς προσοχῆς του στὸν καθένα ποὺ βρισκόταν μπροστά του. Ἔτσι ὑπαγορεύει ὁ νόμος τῆς ἀγάπης, ποὺ ἦταν ὁ ὁδηγὸς τῆς ζωῆς του. Εἶναι σχεδὸν εἴκοσι χρόνια ἀπὸ τότε ποὺ χάσαμε τὴν ἐπικοινωνία μαζί του, ἀλλὰ καὶ σήμερα ἠχεῖ στὰ αὐτιά μου, καί, εἶμαι βέβαιος, στὰ αὐτιὰ πολλῶν ἀπὸ σᾶς, ἡ φωνὴ τοῦ ἐλέγχου του: 


«Αὐτὸ ποὺ ἔκανες, αὐτὸ ποὺ εἶπες, εἶναι σύμφωνο μὲ τὸν νόμο τῆς ἀγάπης;». Τόσες φορὲς μᾶς ἔλεγε, ἀλλὰ καὶ τὸ ἐννοοῦσε: «Τὸ Μοναστήρι μας τὸ ἔχω ἀγαπήσει ὅσο κανένα ἄλλο μέρος στὸν κόσμο, ἀλλὰ ἐὰν διαπιστώσω ὅτι δὲν ὑπάρχει ἐκεῖ ἡ ἀγάπη, τότε θὰ ἐξαφανισθῶ, καὶ δὲν θὰ ξέρετε ποῦ νὰ μὲ βρεῖτε». Στοὺς Μοναχούς, ἀλλὰ καὶ στοὺς λαϊκοὺς ἐπέβαλλε τὸν νόμο τῆς ἀγάπης, ὡς πρῶτο μέλημα στὶς σχέσεις μὲ τὸν Θεὸν καὶ τοὺς ἀνθρώπους. Δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ νὰ ζήσει καὶ νὰ μὴν ἁμαρτήσει, καὶ ὁ Πατέρας μας ἔκανε βεβαίως μερικὰ λάθη, ἀλλὰ πάντα ἀπὸ τὴν ἄδολη καρδία του, ποὺ τὸν ἔκανε μερικὲς φορὲς νὰ δώσει τὴν ἐμπιστοσύνη ἐκεῖ ποὺ δὲν ἔπρεπε, σὲ ἀνθρώπους ποὺ ἐνεργοῦσαν μὲ πονηρία, πρᾶγμα ποὺ ἦταν τόσο ξένο στὴν δική του προσωπικότητα, ὥστε δὲν τοὺς κατανοοῦσε. Ἀλλὰ τὰ λάθη του τὰ διώρθωνε ὅσο μποροῦσε, καὶ πολλὲς φορὲς τὰ ἐξομολογήθηκε κατ᾽ ἰδίαν σὲ μᾶς τὰ πνευματικά του τέκνα, ἀλλὰ καὶ δημοσίως. 


λα ὅσα ἀνέφερα εἶναι μόνο μία γρήγορη περιγραφή, σὰν ἕνα πορτραῖτο, ἄν θέλετε, ποὺ δείχνει τὴν ἐξωτερικὴ ἐμφάνιση τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ συγχρόνως προσπαθεῖ, μέσῳ αὐτῆς τῆς ἐμφανίσεως, νὰ δώσει μία, ἔστω ἐλάχιστη ἰδέα τῆς ἐσωτερικῆς ζωῆς. Δὲν προσπάθησα νὰ δώσω μία περιγραφὴ τῆς πορείας τῆς ζωῆς του, διότι περισσότερο ἤθελα νὰ κάνω μία ἀνάμνηση τοῦ ἀνθρώπου γιὰ ἐκεῖνους ποὺ εἶναι μέλη τῆς πνευματικῆς μας οἰκογενείας, ἀλλὰ δὲν εἶχαν τὴν εὐλογία νὰ γνωρίζουν τὸν Πατέρα μας αὐτοπροσώπως. Ἧταν ἄνθρωπος πολὺ μεγάλων πνευματικῶν διαστάσεων, δηλαδὴ ὄχι μόνο ἡγετικὸ πρόσωπο, ἀλλὰ πρόσωπο χαρισματικό, ποὺ θύμιζε τὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωβ: «Ἀπόκτησε τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ θὰ σωθοῦν χιλιάδες ψυχὲς γύρω σου». Αὐτὸ πραγματοποιήθηκε στὴν ζωή του: ἀπὸ τὸ νὰ εἶναι ἕνας Μοναχὸς μόνος του σὲ ἕνα μικρό, πτωχό, ἀπομακρυσμένο ἐρημητήριο ἔγινε σὲ λίγα χρόνια πατέρας πλήθους Μοναχῶν, Μοναζουσῶν, και οἰκογενειῶν, καὶ ὁδηγὸς πολλῶν ἁμαρτωλῶν στὸ δρόμο τῆς μετανοίας. 


 πνευματική του κίνηση, πού, ὅπως εἴπαμε, δὲν ἦταν δική του, ἀλλὰ τῶν παλαιῶν καὶ τῶν συγχρόνων Ἁγίων, ἐλπίζομε, παρὰ τὶς ἀδυναμίες ἡμῶν τῶν διαδόχων του, θὰ συνεχίζει νὰ φωτίζει τὸν δρόμο πρὸς τὸν Οὐρανὸ γιὰ πολλοὺς ἁμαρτωλοὺς πού, σὰν τὸν Ἅγιο Κυπριανό, περιμένουν τὸν ἄνθρωπο νὰ τοὺς δείξει τὸν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς καὶ σωτηρίας. Κλείνοντας, θὰ ἤθελα νὰ ἀναλογισθῶ τὶ σημαίνει σήμερα γιὰ ὅλους μας ἡ μαρτυρία τοῦ Πατέρα μας, τόσο γιὰ μᾶς ποὺ τὸν γνωρίζαμε, ὅσο γιὰ ἐκείνους ποὺ ἀνήκουν στὴν ἑπομένη γενεά, μία γενεὰ Ἁγιοκυπριανιτῶν ποὺ βλέπει τὴν φωτογραφία τοῦ Πατέρα νὰ δεσπόζει παντοῦ στὸ Μοναστήρι μας, ἀλλὰ δὲν εἶχαν τὴν εὐλογία να τὸν ζήσουν ἀπὸ κοντά. Πρῶτο πρέπει νὰ τονισθῆ, ὅτι οἱ ἀρετὲς καὶ τὰ χαρίσματα ποὺ ἐκεῖνος κατεῖχε, πολὺ σπανίως δίδονται ὅλα μαζὶ σὲ ἕναν ἄνθρωπο ὅπως στὸν Πατέρα μας. Οὔτε ἡμεῖς οἱ Ἐπίσκοποι ποὺ φέρομε τὴν ἁγιοπνευματικὴ δωρεὰ τῆς ἀρχιερωσύνης, δὲν ἔχομε καμμία ἐλπίδα νὰ τὸν ὁμοιάζομε στὰ χαρίσματα αὐτά. 


Τὸ παράδειγμά του γιὰ μᾶς πρέπει μᾶλλον νὰ ἀναζητηθεῖ ἀλλοῦ. Πιστεύω ὅτι ἔγκειται περισσότερο στὴν ἄσκηση τῆς καθολικῆς ἀγάπης ποὺ μᾶς δίδασκε ὁ Πατέρας, ἀγάπης πρὸς τὸν μεγάλο καὶ τὸν μικρό, γιὰ τὸ παιδὶ καὶ γιὰ τὸ γεροντάκι, γιὰ αὐτοὺς ποὺ μᾶς ἀγαποῦν καὶ γιὰ αὐτοὺς ποὺ μᾶς πολεμοῦν, γιὰ κάθε συνάνθρωπό μας ποὺ βρίσκεται στὴν ἀνάγκη, ἀλλὰ ὅλο περισσότερο γιὰ αὐτοὺς πού, ὅπως ὁ παραλυτικὸς τοῦ Εὐαγγελίου, «ἄνθρωπο» περιμένουν νὰ τοὺς σπρώξει στὴν σωστὴ κατεύθυνση, ὥστε νὰ μποῦν στὴν θεραπευτικὴ κολυμβήθρα, δηλαδὴ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Διότι ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τὰ πλάσματά Του ἦταν, διὰ νὰ χρησιμοποιοῦμε μία ἀναλογία, τὸ καύσιμο ποὺ τὸν τροφοδοτοῦσε καὶ τοῦ χάριζε τὴν ἀτελείωτη φυσικὴ καὶ πνευματικὴ ἐνέργεια. 


πως, πιστεύω, πολλὰ ἀπὸ τὰ πνευματικά του τέκνα, πολλὲς φορὲς τὸν βλέπω στὸν ὕπνο. Βεβαίως τὰ ὄνειρα δὲν εἶναι πιστευτά, ἀλλὰ ἐνίοτε δείχνουν μία ἀόρατη πραγματικότητα. Εἶδα, λοιπὸν, μία φορά, ὅτι βρισκόμουν στὸ κάτω μέρος μιᾶς μεγάλης πέτρινης σκάλας, καὶ ἄκουσα μία φωνὴ ποὺ εἶπε, ὅτι ὁ Πατέρας κατεβαίνει. Τότε δὲν εἶδα σχῆμα ἀνθρώπου, ἀλλὰ ἕνα φῶς, ἀμυδρὸ στὴν ἀρχή, ποὺ ὅλο δυνάμωνε μέχρι ποὺ ἦταν ἐκτυφλωτικό, καὶ ξύπνησα γεμᾶτος ἀπὸ τὴν χαρὰ τοῦ φωτὸς ἐκείνου. Πιστεύομε πραγματικὰ ὅτι ὁ Πατέρας μας εὑρίσκεται στὸ Θεῖο Φῶς, ἀλλὰ καὶ ὅτι, ὡς φίλος Χριστοῦ ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ μεταδίδει τὸ φῶς σὲ μᾶς ποὺ βρισκόμαστε στὸ σκοτάδι τοῦ κόσμου τούτου. Νὰ γινόμαστε, λοιπὸν, πιστοὶ ὀπαδοὶ τῆς διδασκαλίας του, ὥστε νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ ἔχομε τουλάχιστον μία μικρὴ γωνία στὸ οὐράνιο παλάτι ποὺ ἔχει ἑτοιμάσει γιὰ τὰ ἀγαπητά του πνευματικὰ παιδιά. Ἀμήν! 


† Ὁ Μεθώνης Ἀμβρόσιος


Ιερά Μητρόπολη Ωρωπού και Φυλής 

της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών

ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΥΠΟΥ Σχετικὰ μὲ τὸν αὐτοπροβαλλόμενον ὡς Ἀρχιεπίσκοπον Παρθένιον Βεζυρέαν


 Γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ οἱ καπηλευτές τοῦ τίτλου τῆς Μαρτυρικῆς Ἐκκλησίας τῶν Γνήσιων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν ἔρχονται νὰ σκανδαλίσουν δι᾽ ἀξιοποίνων πράξεων τὸ χριστεπώνυμον πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐν γένει τὴν ἑλληνικὴν κοινωνίαν.

Γνωστοποιοῦμεν πρὸς πᾶσαν κατεύθυνσιν ὅτι ὁ φερόμενος ὡς Ἀρχιεπίσκοπος τῶν Παλαιοημερολογιτῶν Παρθένιος Βεζυρέας οὐδέποτε ὑπῆρξε κληρικὸ ἢ λαϊκὀ μέλος τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν.


10-11/28-10-2025
Συνοδική Επιτροπή Τύπου της Εκκλησίας ΓΟΧ Ελλάδος
Πληροφορίαι στὸ τηλ. 6972010475

Πηγή



Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2025

ΠΟΙΟΣ ΑΓΓΙΖΕΙ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΑΛΗΘΙΝΑ; (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα)


 

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Z΄ ΛΟΥΚΑ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Ὁ Χριστὸς διαχρονικὰ μᾶς λέει: «Ἐγὼ εἶμαι τὸ Φῶς τοῦ κόσμου· ἐκεῖνος ποὺ μὲ ἀκολουθεῖ, δὲν θὰ περπατήσει στὸ σκοτάδι, ἀλλὰ θὰ ἔχει τὸ Φῶς τῆς Ζωῆς». Πολλοί, εἰδικὰ τὴν σήμερον ἡμέρα, ἀκόμη καὶ Χριστιανοί, βλέπουν τὰ πάντα γύρω τους μαῦρα. Οἱ αἰτίες εἶναι διάφορες. Ποιές νὰ πρωτο-απαριθμήσουμε; Τὴν οἰκονομικὴ δυσχέρεια; Τὴν ὁλοένα καὶ αὐξανόμενη ἐγκληματικότητα; Τὴν ἔλλειψη παιδείας; Τὸν πόλεμο ἢ μήπως τὴν ἀλύπητη ἐπίθεση τῶν Μέσων Μαζικῆς Ἐνημέρωσης; Γιατί, ὅμως, σὲ ὅλο αὐτὸ τὸ βάρος ποὺ σηκώνουμε, νὰ προσθέτουμε καὶ τὸ βάρος τῆς μιζέριας καὶ ἀπαισιοδοξίας; Κάποιοι ἀπὸ ἐμᾶς εἴμαστε δεκαετίες ὁλόκληρες μέσα στὴν Ἐκκλησία. Ἔχουμε δώσει προσοχὴ στὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ; «Ἐγὼ εἶμαι τὸ Φῶς», μᾶς λέει. Ἂς ἀνοίξουμε ἐπιτέλους τὰ μάτια μας νὰ δοῦμε τὸ Φῶς Του. Μετά, τὸ σκοτάδι θὰ εἶναι ἐντελῶς ξένο. Δὲν θὰ ἔχει χῶρο μέσα μας. 

               Κάθε φορὰ ποὺ ὁ Κληρικὸς πρόκειται νὰ διαβάσει τὸ Εὐαγγέλιο στὶς Ἀκολουθίες, λέει: «πρόσχωμεν!», τὸ ὁποῖο σημαίνει «ἂς προσέξουμε!». Γιατί νὰ προσέξουμε; Διότι, αὐτὸ ποὺ πρόκειται νὰ ἀκούσουμε εἶναι σοφό: «Σοφία. Ὀρθοὶ ἀκούσωμεν τοῦ Ἁγίου Εὐαγγελίου». Οὐσιαστικά, κάθε φορὰ ποὺ πρόκειται νὰ ἀκούσουμε τὸ Ἅγιο Εὐαγγέλιο, ὁ Κληρικὸς μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι τὰ ὅσα θὰ ἀκούσουμε δὲν εἶναι ἁπλῶς ὡραῖα λόγια γιὰ νὰ γλυκάνουμε τὴν ἀκοή μας, ἀλλὰ λόγια θεϊκά, τὰ ὁποῖα ἔχουν τὴν δύναμη νὰ μεταμορφώσουν τὴν ὕπαρξή μας, ἂν τοὺς δώσουμε τὴν ἀπαραίτητη προσοχή.  

               Σήμερα, Κυριακὴ Ζ΄ Λουκᾶ, ἀκούσαμε ὅτι τοῦ Ἰαείρου, τοῦ ἄρχοντα τῆς συναγωγῆς τῆς Καπερναούμ, ἀσθένησε ἡ κόρη θανάσιμα. Κορίτσι ἦταν, μόλις δώδεκα ἐτῶν. Φοβήθηκε ἐκεῖνος, ἀλλὰ δὲν ἔχασε τὸ κουράγιο του. Ἔτρεξε στὸν Χριστὸ καὶ μπροστὰ σὲ πλῆθος κόσμου ἀδιαφόρησε ἐντελῶς γιὰ τὴν ὑψηλή του ἰδιότητα, ἔπεσε στὰ πόδια Του Κυρίου μὲ ταπείνωση καὶ Τὸν παρακάλεσε νὰ ἔλθει νὰ τὴν θεραπεύσει.  

               Κατὰ τὴν πορεία πρὸς τὸ σπίτι, ἡ διήγηση στρέφεται σὲ μία γυναίκα, ἡ ὁποία δώδεκα ὁλόκληρα χρόνια ἔπασχε ἀπὸ αἱμορραγία. Ὅποια γυναίκα ἔφερε αὐτὴ τὴν ἀσθένεια, θεωροῦνταν μολυσμένη καὶ ἀπαγορευόταν νὰ βρίσκεται ἀνάμεσα σὲ πλῆθος κόσμου. Ἐντούτοις, ἡ γυναίκα αὐτή, γνωρίζοντας τὴν ἐκεὶ παρουσία τοῦ Χριστοῦ, μπῆκε κρυφὰ ἀνάμεσα στοὺς συμπολίτες της καὶ γονατιστή –γιὰ νὰ μὴν φαίνεται- πλησίασε τὸν Χριστὸ καὶ μὲ φόβο Θεοῦ καὶ συντριβὴ καρδιᾶς ἀκούμπησε τὴν ἄκρη τοῦ ἐνδύματός Του.  Ἔλεγε μὲ ἀκράδαντη πίστη μέσα της: «ἀκόμη καὶ τὴν ἄκρη τοῦ ἐνδύματός Του νὰ ἀκουμπήσω, θὰ σωθῶ ἀπὸ τὴν ἀρρώστια». Χάριν αὐτῆς τῆς ἀρρώστιας, εἶχε ξοδέψει ὅλη τὴν περιουσία της στοὺς γιατρούς, ἀλλὰ ἡ κατάσταση τῆς ὑγείας της εἶχε ἐπιδεινωθεῖ. Μόλις, ὅμως, ἀκούμπησε τὸ θεῖο ἔνδυμα, αὐτομάτως ἡ πληγή της ἔκλεισε. Τότε, ὁ ψυχῶν καὶ σωμάτων Ἰατρὸς αἰσθάνθηκε δύναμη νὰ βγαίνει ἀπὸ πάνω Του καὶ στρεφόμενος πρὸς τὴν ἔντρομη γυναίκα, τῆς εἶπε μὲ πατρικὴ γλυκύτητα: «Νὰ ἔχεις θάρρος, κόρη μου. Ἡ πίστη σου σὲ ἔσωσε. Πήγαινε στὸ καλό». 

               Στὸ μεταξύ, εἶχαν καταφθάσει κάποιοι οἰκιακοὶ τοῦ Ἰαείρου καὶ μετέφεραν τὸ θλιβερὸ μήνυμα: «Τὸ κορίτσι πέθανε. Δὲν χρειάζεται νὰ ἐνοχλεῖς ἄλλο τὸν Διδάσκαλο». Σᾶς θυμίζει κάτι αὐτὴ ἡ σκηνή; Σίγουρα ὅλοι τὴν ἔχουμε ξαναδεῖ. Σίγουρα, σὲ ὅλους μας ἔχουν προσπαθήσει κάποιοι νὰ μᾶς ἀφαιρέσουν τὴν ἐλπίδα, λέγοντας: «ἡ κατάσταση εἶναι τελειωμένη, ἀποδέξου το καὶ μὴν τὸ κυνηγᾶς πιά». Ὁ Θεάνθρωπος τότε δίνει τὴν κατάλληλη ἀπάντηση καὶ στὸν Ἰάειρο καὶ στὸν καθένα μας ξεχωριστά: «Μὴν φοβᾶσαι. Μόνον πίστευε!».

               φοῦ φτάνουν στὸ σπίτι, ὁ Κύριος παίρνει στὸ δωμάτιο τοῦ νεκροῦ παιδιοῦ μόνο τοὺς γονεῖς καὶ τοὺς τρεῖς κορυφαίους τῶν Μαθητῶν, τὸν Πέτρο, τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη. Τότε, κρατᾶει τὸ χέρι τῆς μικρῆς καὶ τὴν διατάζει ὅπως μόνο Ἐκεῖνος ἔχει τὴν ἐξουσία: «Παιδάκι μου, σήκω». Τὸ κορίτσι, πράγματι, ἀναστήθηκε, γιὰ νὰ δοῦμε γιὰ πολλοστὴ φορὰ ὅτι ὁ Ἰησοὺς Χριστὸς εἶναι ὁ Ἄρχοντας τῆς Ζωῆς καὶ ὁ Νικητὴς τοῦ θανάτου. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, ὅποιο καὶ ἂν εἶναι τὸ πρόβλημα ποὺ ἀντιμετωπίζουμε, ὅποια στενοχώρια καὶ ἂν προκύπτει, ἂς ἔχουμε ζωντανὴ τὴν πίστη μας καὶ τὴν ἐλπίδα μας στὸν Ἀναστάστα Χριστὸ καὶ ὅλα θὰ τὰ φέρει σὲ ἰσορροπία. Δὲν νοεῖται ἐμεῖς, τὰ παιδιὰ τοῦ Ἀνεσπέρου Φωτὸς νὰ βυθιζόμαστε στὸ σκοτάδι!

               χοντας ἐν συντομίᾳ ἀναφερθεῖ στὴν σημερινὴ περικοπή, θὰ ἤθελα νὰ ἐστιάσω σὲ δύο καταστάσεις στενὰ δεμένες μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση· τὴν ἀρρώστια καὶ τὸν θάνατο. Καὶ τὰ δύο αὐτὰ δὲν ὑπῆρχαν ἐξ ἀρχῆς στὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ προκλήθηκαν μὲ τὴν ἐξορία τῶν Πρωτοπλάστων. 

               σον ἀφορᾶ τὴν ἀρρώστια, τὸ πιὸ σημαντικὸ ζήτημα εἶναι ἡ ἀντιμετώπισή της. Ὁ ἀσθενὴς χρειάζεται νὰ ἐπιδείξει ἡρωισμό, νὰ καλλιεργήσει τὴν ἐλπίδα, νὰ  στραφεῖ  στὸν Θεὸ μὲ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη πάσῃ θυσίᾳ, ὅπως ἡ αἱμορροοῦσα. Πολλάκις ἔχουμε δεῖ, ὅταν οἱ γιατροὶ φτάνουν σὲ σημεῖο νὰ σηκώνουν τὰ χέρια ψηλά, ὁ Θεὸς νὰ ἀναλαμβάνει καὶ νὰ κάνει τὸ θαῦμα. Τὸ θαῦμα, βέβαια, δὲν δίνεται πάντοτε. Ὅπως καὶ νὰ ἔχει ὅμως, δόξα τῷ Θεῷ, διότι ὁ Θεὸς εἶναι Αὐτὸς ποὺ μᾶς δίνει τὰ πάντα, ὁ Ἴδιος καὶ μπορεῖ νὰ τὰ πάρει πίσω. Εἶναι πολὺ σημαντικό, τόσο ὁ ἀσθενὴς ὅσο καὶ οἱ ὑγιεῖς, ὅλοι νὰ εἴμαστε συνειδητοποιημένοι μὲ τὴν ἀλήθεια ὅτι κάποια στιγμὴ θὰ φύγουμε. Ἀκόμη καὶ ἂν ὁ ἀσθενὴς γίνει καλά, ὁπωσδήποτε κάποτε θὰ ἀναχωρήσει ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτό. Κανεὶς δὲν εἶναι αἰώνιος σωματικά. Αἰώνια εἶναι ἡ ψυχή μας, γιὰ αὐτὸ πρέπει νὰ ἐπιδιώκουμε πρωτίστως αὐτῆς τὴν ὑγεία. Ἡ ὑγιὴς ψυχὴ δίνει δύναμη στὸ σῶμα, ἀκόμη καὶ ὅταν ὑποφέρει ἀπὸ τὴν χειρότερη ἀσθένεια. 

               ρκετοὶ ἀπὸ ὅσους ἔρχονται ἀντιμέτωποι μὲ τὴν ἀσθένεια, στρέφονται κατὰ τοῦ Θεοῦ, Τὸν κατηγοροῦν ὅτι ἀπουσιάζει, ἢ ἀκόμη χειρότερα, Τὸν βλασφημοῦν. Τί κερδίζουν; Ἡ ἀσεβὴς ἀντιμετώπιση τῆς ἀσθένειάς τους γίνεται αἰτία νὰ γεμίζουν μὲ περισσότερο σκοτάδι τὴν ψυχή τους, νὰ ὑποφέρουν περισσότερο καί, τελικά, νὰ ὑποφέρουν καὶ μετὰ θάνατον.  Ἀντιθέτως, γιὰ τοὺς καλοπροαίρετους, ἡ ἀσθένεια γίνεται αἰτία γνωριμίας μὲ τὸν Θεό, μετανοίας, καθάρσεως, ἀγάπης, δοξολογίας καὶ πολλῶν στεφάνων. Μπορεῖ νὰ μὴν θεραπευθοῦν ποτὲ σωματικά, ἀλλὰ καὶ ὁ Παῦλος ποτὲ δὲν θεραπεύθηκε ἀπὸ τὴν ἀρρώστια ποὺ τὸν ταλαιπωροῦσε. Τρεῖς φορὲς παρακάλεσε τὸν Κύριο νὰ τὸν θεραπεύσει καὶ ἄκουσε τὸν Θεὸ νὰ λέει: «Σοῦ ἀρκεῖ ἡ χάρη μου, γιατὶ ἡ δύναμή μου τελειοποιεῖται μέσα στὴν ἀδυναμία». Γιὰ αὐτὸ ὁ Παῦλος ἔφτασε σὲ σημεῖο νὰ καυχιέται γιὰ τὰ παθήματά του, διότι μέσῳ αὐτῶν κατεσκήνωσε πάνω του ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ. 

               Πολλὲς φορὲς ὁ ἀσθενὴς ἔχει γύρω του ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι τὸν διακονοῦν σὰν Ἄγγελοι, εἴτε αὐτοὶ εἶναι οἱ υἱοὶ, εἴτε οἱ γονεῖς, εἶτε φίλοι. Δὲν θὰ πῶ πολλὰ γιὰ αὐτοὺς τοὺς ἥρωες. Ἄσχετα μὲ τὴν ἀντίληψη ὅσων δὲν ἔχουν σχέση μὲ τὸν Ζωοδότη Χριστό, οἱ ἄνθρωποι αὐτοί -ἀπὸ τοὺς ὁποίους σίγουρα πολλοὶ βρίσκονται ἀνάμεσά μας- ἔχουν μεγάλη εὐλογία καὶ λαμβάνουν τεράστιο ὄφελος ψυχῆς. Αὐτοί, κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία, μὲ πολλὴ χαρὰ θὰ ἀκούσουν ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Κριτῆ: «Ἐλάτε, οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατέρα μου. Ὥρα νὰ κληρονομήσετε τὴν ἐτοιμασμένη γιὰ ἐσᾶς Βασιλεία, διότι ἤμουν ἀσθενὴς καὶ μὲ περιβάλατε μὲ στοργή»!

               λοι οἱ ὑπόλοιποι, σὲ σχέση μὲ τὸν ἀσθενῆ, ἔχουμε καθῆκον πρωτίστως νὰ προσευχόμαστε ὑπὲρ αὐτοῦ, εἴτε νὰ γίνει καλά, εἴτε νὰ ἔχει τὴν δύναμη νὰ ὑπομείνει μὲ ἀνδρεία τὴν ἀσθένεια, εἴτε ἡ ἀσθένειά του νὰ ἀποβεῖ πρὸς πνευματικὸ ὄφελος τοῦ ἰδίου καὶ πολλῶν ἄλλων. Δὲν εἶναι λίγοι αὐτοὶ ποὺ στὴν ἀσθένειά τους γνώρισαν καὶ ἀγάπησαν τὸν Θεό. Εἴδαμε σήμερα δύο ξεκάθαρα παραδείγματα· τὴν αἱμορροοῦσα καὶ τὸν Ἰάειρο. Ἐπίσης, ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε ἐλεήμονες στὸν ἀσθενῆ, εἴτε βοηθῶντας τὸν νὰ προμηθευτεῖ τὰ φάρμακά του, εἴτε νὰ κάνει τὸ χειρουργεῖο του, εἴτε ἀκόμη προσφέροντάς του δύο λόγια στήριξης καὶ παρηγοριᾶς, κάνοντάς τον νὰ αἰσθανθεῖ χαρὰ ἀπὸ τὴν ἀγάπη μας. Αὐτὸ δὲν κοστίζει καθόλου. Ἀκόμη, πρέπει νὰ εἴμαστε σπλαχνικοὶ καὶ προσγειωμένοι. Ἡ ἀσθένεια εἶναι μέσα στὴ ζωὴ καὶ αὔριο μπορεῖ να ἔρθει σὲ ἐμᾶς. Μὴν νομίζουμε ὅτι εἴμαστε παντοδύναμοι. 

                Ἰάειρος μπορεῖ νὰ τὸ νόμιζε κάποτε. Ὅταν, ὅμως, εἶδε τὴν κόρη του νὰ πεθαίνει, συνειδητοποίησε ὅτι εἶναι πολὺ μικρὸς καὶ ἀσήμαντος. Συνειδητοποίησε ὅτι ἡ ἀσθένεια καὶ ὁ θάνατος δὲν κάνουν διακρίσεις. Δὲν κοιτοῦν ἂν εἶσαι δώδεκα ἢ ἐνενῆντα ἐτῶν, δὲν κοιτοῦν ἂν εἶσαι Πατριάρχης ἢ Μοναχός, οὔτε ἂν εἶσαι ἰσχυρὸς ἢ ἀδύναμος, μορφωμένος ἢ ἀγράμματος. Αὐτὸ εἶναι πολὺ σημαντικὸ νὰ τὸ ἔχουμε ὑπ’ ὄψιν μας. Καὶ βέβαια, γιὰ κάποιους ποὺ πιστεύουν ὅτι ὅλα τελειώνουν στὸν τάφο -ἢ στὸ τεφροδοχεῖο σύμφωνα μὲ τὴν ἀπαράδεκτη νέα «μόδα» τῆς ὑλιστικῆς κοινωνίας- ὅλα αὐτὰ δὲν ἔχουν καμία σημασία. Γιὰ ἐμᾶς, ὅμως, ποὺ πιστεύουμε στὴν Ἀνάσταση καὶ στὴν δικαία κρίση, σημαίνουν πολλά. Διότι, ἐκεῖνοι μὲν, ἀκόμη καὶ ἂν γνωρίζουν ὅτι αὔριο θὰ πεθάνουν, θὰ ποῦν «φάγωμεν, πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκωμεν», δηλαδή, «ἂς φάμε, ἂς πιοῦμε, γιατὶ αὒριο στὸν τάφο θὰ βρεθοῦμε». Ἐμεῖς, ὅμως, ὅταν ἔχουμε τὴν μνήμη τοῦ θανάτου, θὰ προσέξουμε νὰ εἴμαστε δίκαιοι καὶ νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἔτσι ὥστε, μέσα στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ, νὰ προσδοκοῦμε Ἀνάστασιν νεκρῶν καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Ἀμήν.

               Κάποιος σοφὸς εἶχε πεῖ:

«Τὸν θάνατο νὰ σκέφτεσαι ἑφτὰ φορὲς τὴν ὥρα.

Ὑπῆρχαν κὶ ἂλλοι στὴ ζωή, μὰ δὲν ὑπάρχουν τώρα».

Αὐτὸ, ὄχι γιὰ νὰ πέσουμε σὲ ἀπόγνωση, ἀλλὰ γιὰ νὰ τρέξουμε μὲ φόρα πρὸς τὸν Θεό.

Μετ’ εὐχῶν,

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2025

ΠΕΡΙΣΤΕΡΑ ΚΡΑΚΑ (1860-1938), η Καπετάνισσα Περιστέρα, η Ανυπότακτη τουρκοφάγος Αμαζόνα, o Θρύλος της πατρίδας μας!

 

Περιστέρα Κράκα

(1860-1938)

Σε όλη τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1877-1878) στη Δυτική Μακεδονία υπήρχε προετοιμασία για επανάσταση κι αποτίναξη του τουρκικού ζυγού. Μεταφέρονταν όπλα και εφόδια από την ελεύθερη Ελλάδα και πολλοί θερμόαιμοι βγήκαν στα βουνά και συγκρότησαν ένοπλα ανταρτικά σώματα, που προστάτευαν τους χριστιανούς κατοίκους από τους ληστές, τους ατάκτους Τουρκαλβανούς και την τουρκική αυθαιρεσία.

Ανάμεσά τους και η 17χρονη Περιστέρα Κράκα.

Η Περιστέρα ζούσε στη συνοικία της Σιάτιστας Γεράνεια με τα αδέλφια της. Μικρή ήταν ατίθαση και, όταν μεγάλωσε και τα αδέλφια της είχαν ήδη σχηματίσει αξιόλογο ανταρτικό σώμα, υφίστατο, ως αδελφή αντάρτη, τον εκφοβισμό και τις απειλές του δυνάστη. Τότε ήταν που αποφάσισε να ακολουθήσει τον δρόμο των αδελφών της. Βγήκε με μυθιστορηματικό τρόπο στα βουνά και ύστερα από τον φόνο του αδελφού της έγινε η ίδια αρχηγός του σώματος Κράκα.

Σύμφωνα με τον Ι. Αποστόλου: «Επί έξ μήνας κατόπιν κανείς Τούρκος στρατιωτικός δεν ημπορούσε να κοιμάται ήσυχος. Απιστεύτως γενναία, … η κόρη αυτή, προς την οποίαν, επί τέλους, ηναγκάσθη να συνθηκολογήσει μια ολόκληρος Αυτοκρατορία. Της έδοσαν αμνηστία…».

Σύμφωνα με νεότερους ερευνητές αυτή είναι ο θρυλικός καπετάνιος Σπανοβαγγέλης, ο οποίος το 1879 μαζί με τον καπετάν Κράκα και τον καπετάν Νταβέλη πολιόρκησαν και κατέλαβαν τη Φλώρινα!

Η Αθηνά Τζινίκου-Κακούλη επικαλούμενη άρθρο του Γ. Χατζηδάκη στην εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος» της 8ης/12/1984 δίνει πιο ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες: Διαφεύγοντας στη Θεσσαλία η Περιστέρα εγκαταστάθηκε στο Καζακλάρ, σημερινό Αμπελώνα. Εκεί ο άνδρας της κι άλλοι καπεταναίοι συνελήφθησαν από την ελληνική Κυβέρνηση με την κατηγορία της ληστείας και φυλακίστηκαν στην Αίγινα.

Τότε ήρθε ή ίδια η Περιστέρα στην Αθήνα, συνάντησε τον βασιλιά Γεώργιο, για να του εξηγήσει πως όλοι τους δεν ήταν ληστές, αλλά πολέμησαν τον Τούρκο και προστάτεψαν τον ραγιά.

Κατάφερε να τους ελευθερώσει και να γυρίσει στη Θεσσαλία.

Πέθανε το 1938 σε ηλικία 78 χρονών.

Το άγαλμά της, που βρίσκεται στο πάρκο δίπλα στο Κουκουλίδειο Πνευματικό Κέντρο, φιλοτέχνησε η γλύπτρια Αλίκη Χατζή. Την κατασκευή του χρηματοδότησε ο Νικόλαος Τύρνας, ευεργέτης της Σιάτιστας. Τα αποκαλυπτήριά του έγιναν στις 12/8/1990. 


ΠΗΓΕΣ

Αποστόλου Ιωάννης, Ιστορία της Σιατίστης.

Δάρδας Αναστάσιος, Η Σιατιστινή Καπετάνισσα Περιστέρα, περιοδικό ΕΛΙΜΕΙΑΚΑ, τεύχος 96 (Ιούνιος 1991).

Ζυγούρης Φίλιππος, Ιστορικά σημειώματα περί Σιατίστης και λαογραφικά αυτής, σελ. 341.

Τζινίκου-Κακούλη Αθηνά, Η Μακεδόνισσα στο θρύλο και στην Ιστορία (1453-1940 μ.Χ.).

Αρχείο Γεωργίου Μ. Μπόντα.

Αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου Σιάτιστας με αριθμό 263/90 και 67/2006.

Φωτογραφία: από το οικογενειακό αρχείο του Χαρισίου Ράμμου.

Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΛΟΥΚΑ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

             λόγος τοῦ Θεοῦ τὸν ἄνθρωπο τὸν ὁποῖο βρίσκεται στὸ σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας ἔχει τὴν δύναμη νὰ τὸν μεταμορφώσει καὶ ἀπὸ σκοτεινὸ νὰ τὸν καταστήσει φωτεινό, ἀπὸ ἄγριο, Θεὸ κατὰ χάριν. Τότε, θὰ ρωτήσει καλοπροαίρετα κάποιος, γιατί ἡ κοινωνία μας βρίσκεται σὲ αὐτὸ τὸ χάος τῆς ἁμαρτίας; Μὴπως τάχα οἱ περισσότεροι δὲν ἔχουν ἀκούσει ποτὲ τὸν θεῖο λόγο, ἢ κάτι ἄλλο συμβαίνει; Τὴν ἀπάντηση μᾶς τὴν δίνει σήμερα ὁ Χριστὸς μέσα ἀπὸ τὴν παραβολὴ τοῦ σπορέως. 

            Παραβολὴ εἶναι μία μικρὴ ἱστορία μὲ σκηνὲς ἀπὸ τὴν καθημερινότητά μας, ἡ ὁποία μᾶς βοηθᾶ νὰ κατανοήσουμε μεγάλες ἀλήθειες καὶ σημαντικὰ πνευματικὰ νοήματα. Τὸν παραβολικὸ τρόπο διδασκαλίας τὸν χρησιμοποιοῦσε συχνὰ ὁ Κύριός μας, προκειμένου νὰ γίνεται ἀντιληπτὸς ὁ λόγος Του ἀπὸ τὸν μικρότερο ἕως τὸν μεγαλύτερο, ἀπὸ τὸν πιὸ μορφωμένο, ἕως τὸν ἀγράμματο. Ὅλοι ὅσοι διακονοῦμε τὸν θεῖο λόγο πρέπει αὐτὸ νὰ τὸ λαμβάνουμε πολὺ σοβαρὰ ὑπ΄ ὄψιν, νὰ φροντίζουμε δηλαδὴ ὁ λόγος μας νὰ διακρίνεται ἀπὸ ἁπλότητα καὶ ἐγκαρδιότητα καὶ ὄχι ἀπὸ διάθεση ἐπίδειξης, ὥστε νὰ γίνει ὁ λόγος ἀπόλυτα κατανοητὸς ἀπὸ ὅλους. 

            Ξεκινᾶ, λοιπόν, ὁ Χριστὸς τὴν παραβολὴ λέγοντας ὅτι ὁ σπορέας βγῆκε στὸ χωράφι γιὰ νὰ σπείρει τὸν σπόρο του καὶ ἐξηγεῖ ὕστερα στοὺς Μαθητές Του ὅτι ὁ σπόρος εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ἐκ πρώτης ὄψεως, δὲν εἶναι εὐκαταφρόνητος ἕνας σπόρος; Ἔστω ὅτι εἴμαστε πεινασμένοι. Δὲν θὰ προτιμούσαμε μάλλον ἕναν ὥριμο καρπό, ἀπὸ ἕναν σπόρο, ὁ ὁποῖος, ἄλλωστε, συνεπάγεται κόπο, μόχθο καὶ σκληρὴ ἐργασία γιὰ νὰ αὐξηθεῖ; Σωστά. Ὡστόσο, τρώγοντας στὸ παρὸν τὸν καρπό, μετὰ μένουμε χωρὶς τροφή. Ἀντιθέτως, ἐπιλέγοντας τὸν σπόρο, ἐξασφαλίζουμε πολλαπλάσιους καρποὺς γιὰ τὸ μέλλον. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ μὲ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι πνευματικὰ πεινασμένοι καὶ ψάχνουν ἀπὸ ἐδὼ κὶ ἀπὸ ἐκεὶ νὰ βροῦν «τροφή». Ὁ Χριστὸς προσφέρει τὸν σπόρο, τὸν λόγο Του. Αὐτός, ὅμως, στοὺς πολλοὺς δὲν φαίνεται ἑλκυστικός, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ καταφεύγουν σὲ πιὸ πρόχειρες καὶ προσωρινὲς λύσεις, οἱ ὁποῖες, ὅμως, δὲν λύνουν μόνιμα τὸ πρόβλημα τῆς «πείνας». Αὐτὸς ποὺ μπορεῖ γιὰ πάντα νὰ λύσει αὐτὸ τὸ πρόβλημα καὶ νὰ καλύψει ὅλα τὰ κενὰ τῆς ψυχῆς μας εἶναι μόνο ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, γιὰ αὐτὸ ὁ Κύριός μας τὸν παρομοιάζει μὲ τὸν μικρὸ σπόρο μὲ τὴ μεγάλη δύναμη.

            πιστρέφοντας στὴν παραβολή, μαθαίνουμε ὅτι κατὰ τὴν διαδικασία τῆς σπορᾶς, ἕνας σπόρος ἔπεσε στὴν ὁδὸ καὶ ἦλθαν τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τὸν ἔφαγαν. Πρόκειται γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἀκοῦνε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ μένουν παντελῶς ἀσυγκίνητοι καὶ ἀδιάφοροι, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἔρχεται ὁ πειρασμὸς καὶ νὰ ἁρπάζει τὸν σπόρο ἀπὸ τὴν καρδιά τους. Ἕτερος σπόρος ἔπεσε στὶς πέτρες καὶ μὲ τὸ ποὺ φύτρωσε ξεράθηκε, διότι δὲν εἶχε ὑγρασία, συμβολίζοντας τοὺς ἀνθρώπους ποὺ δέχονται μὲ ἐνθουσιασμὸ τὸν θεϊκὸ λόγο, ἀλλὰ ἐπιφανειακά, χωρὶς νὰ τοῦ ἐπιτρέψουν νὰ ριζώσει, νὰ ἐπιβιώσει καὶ νὰ καρποφορήσει. Ἄλλος σπόρος ἔπεσε ἀνάμεσα στὰ ἀγκάθια καὶ ἐνῷ φύτρωσε καὶ ρίζωσε, ὕστερα ἀπὸ λίγο τὰ ἀγκάθια ἔπνιξαν τὸ φύτρο. Ἀγκάθια εἶναι τὰ ἀνθρώπινα πάθη, οἱ ἐπίγειες μέριμνες καὶ ἡ ἀπάτη τοῦ πλούτου ποὺ ὑπερβαίνουν τὴν ἐπιθυμία μας νὰ κάνουμε πράξη τὰ εὐαγγελικὰ διδάγματα, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀποτρέπουν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸ νὰ καρποφορήσει. Τέλος, ἕνας ἄλλος σπόρος ἔπεσε στὴ γῆ τὴν ἀγαθή, δηλαδὴ στὸν ἄνθρωπο τὸν καλοπροαίρετο, τὸν ταπεινό, ὁ ὁποῖος εἶναι καταδεκτικὸς στὴν ἀλήθεια, παρὰ τὶς ὅποιες ἀδυναμίες του. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ σὲ αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο καρποφορεῖ ἑκατὸ φορὲς περισσότερο καὶ μεταμορφώνει ριζικὰ τὴ ζωή του.

            Τὸ χωράφι τῆς ψυχῆς μας σὲ τί κατάσταση βρίσκεται, ἀγαπητοί; Οὐσιαστικά, ἡ σημερινὴ παραβολὴ αὐτὴ τὴν ἐρώτηση μᾶς καλεῖ νὰ ἀπαντήσουμε, γεγονὸς ποὺ ἀπαιτεῖ αὐτογνωσία. Ἤδη ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα, καὶ ἰδίως στὴν Ἑλλάδα, πολλοὶ σοφοὶ μίλησαν γιὰ τὴν ἀναγκαιότητα νὰ γνωρίσουμε τὸν ἑαυτό μας, τὸ λεγόμενο «γνῶθι σαὐτόν». Πρόκειται, πραγματικά, γιὰ πολὺ μεγάλη ἀνάγκη ἂν θέλουμε νὰ προοδεύσουμε στὴν κατὰ Θεὸν ζωή, διότι μᾶς παρέχει σημαντικὰ ὀφέλη. Ἡ γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας, μᾶς βοηθάει νὰ φύγουμε ἀπὸ τὴν πλάνη ποὺ ἀφορᾶ τὸ «ἐγώ» μας καὶ νὰ προσεγγίσουμε τὴν πραγματικότητα. Μᾶς βοηθάει νὰ κατανοήσουμε σὲ ποιὸ σημεῖο τοῦ χαρακτήρα μας νὰ δώσουμε περισσότερη βαρύτητα. Ὡς ἄλλη διάγνωση, μᾶς δείχνει ἂν ὑπάρχει κάποια ἀρρώστια καὶ μᾶς πληροφορεῖ μὲ τὶ φάρμακα χρειάζεται νὰ τὴν ἀντιμετωπίσουμε. Μᾶς διδάσκει ἂν ἀκολουθοῦμε σωστὴ πορεία, ἢ ἂν πρέπει νὰ ἀλλάξουμε διαδρομή. Μᾶς παρουσιάζει τὶς δυνατότητες καὶ τὶς ἀδυναμίες μας. Μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ταπείνωση, στὸν σεβασμὸ καὶ στὴν ἀγάπη. Τελικά, λοιπόν, ἐτοιμάζει καὶ τὸ χωράφι γιὰ νὰ πέσει ὁ σπόρος. 

            Εἶναι γεγονός, ὅτι καμία ἀπὸ τὶς τρεῖς ἄκαρπες περιπτώσεις ποὺ παρουσιάζει ὁ Χριστὸς στὴν παραβολὴ εἶναι καταδικασμένη νὰ μείνει γιὰ πάντα ἄκαρπη. Ἁπλῶς, κάθε περίπτωση χρειάζεται τὴν δυναμικὴ ἀντιμετώπισή μας. Εἶναι ἡ ψυχή μας σὰν τὸν χιλιοπατημένο δρόμο, σκληρὴ καὶ ἄγονη; Μὴν ἀπελπιζόμαστε! Μποροῦμε νὰ τὴν ὀργώσουμε σὲ βάθος καὶ τότε θὰ μπορεῖ νὰ ἐνεργοποιήσει τὸν σπόρο. Εἶναι ἡ ψυχή μας γεμάτη πέτρες καὶ δέχεται μόνο επιφανειακὰ τὸν σπόρο; Μποροῦμε νὰ τὶς ἀφαιρέσουμε μιὰ γιὰ πάντα, κάνοντας ὑπομονὴ στὶς δοκιμασίες γιὰ νὰ δώσουμε στὸν σπόρο τὸν χρόνο νὰ ριζώσει καλὰ μέσα μας. Εἶναι ἡ ψυχή μας γεμάτη ἀγκάθια, γεμάτη κοσμικὲς μέριμνες γιὰ πλούτη καὶ ἠδονές; Μποροῦμε καὶ αὐτὰ νὰ τὰ ἀφαιρέσουμε μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ τότε τίποτα δὲν θὰ ἐμποδίσει τὴν καρποφορία τοῦ σπόρου. 

            δηγούμαστε, τελικά, στὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ κοινωνία μας βρίσκεται σὲ αὐτὸ τὸ χάος -παρ’ ὅλο ποὺ ἔχει ἀκούσει κάποιες φορὲς τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ- ὄχι διότι εἶναι προβληματικὸς ἢ ξεπερασμένος ὁ ἴδιος ὁ λόγος. Ὁ θεῖος λόγος ἔχει τὴ δύναμη νὰ ἀγγίζει ψυχὲς καὶ αὐτὴ ἡ δύναμη εἶναι διαχρονική. Τὸν ἴδιο λόγο ποὺ ἀκοῦμε σήμερα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο, τὸν ἄκουσαν ληστὲς καὶ ἐπέστρεψαν τὰ κλοπιμαῖα, πόρνες καὶ ἀγάπησαν τὴν σεμνότητα καὶ τὴν ἁγνότητα, φονεῖς καὶ ἔχυσαν δάκρυα γιὰ τὶς ἁμαρτίες τους. Αὐτοὶ μεταμορφώθηκαν διότι ἔδιωξαν τὶς πέτρες, ἀφαίρεσαν τὰ ἀγκάθια, ὄργωσαν τὸ χωράφι καὶ ἐπέτρεψαν στὸν λόγο τοῦ Θεοῦ νὰ ἀναπαυθεῖ στὴν ψυχή τους. Ἂν τὰ κατάφεραν ἐκεῖνοι, πολὺ περισσότερο ὀφείλουμε νὰ τὰ καταφέρουμε καὶ ἐμεῖς ποὺ ξεγελοῦμε τοὺς ἑαυτούς μας πιστεύοντας ἴσως πὼς βρισκόμαστε ἀπὸ ἐκείνους σὲ καλύτερη θέση. 

Μετ’ εὐχῶν,

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Σάββατο 25 Οκτωβρίου 2025

Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟΠΟΣ, ΕΙΝΑΙ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ (Ἅγιος Ισαάκ ο Σύρος)


Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος, ο βαθύς θεολόγος της αγάπης του Θεού, λέγει ότι ο παράδεισος δεν είναι τόπος, αλλά κατάσταση της ψυχής. Από την στιγμή που ο άνθρωπος ανοίξει την καρδιά του στην παρουσία του Θεού, έστω και λίγο, έχει ήδη γευθεί τον παράδεισο. Και ομοίως, όποιος απομακρύνεται από την αγάπη, από την συγχώρηση, από την προσευχή, γεύεται ήδη την κόλαση. Ο Θεός δεν μας προσκαλεί σε έναν τόπο, αλλά σε μία σχέση. Δεν θα πάμε κάπου μετά θάνατον, θα σταθούμε όπως έχουμε γίνει μέσα από τη σχέση μας με τον Θεό. «Ο παράδεισος δεν είναι γεωγραφία, αλλά εμπειρία», όπως λέγει ο Άγιος, «ο άνθρωπος που έχει αγάπη εντός του, εκεί είναι ο παράδεισος». Δεν χρειάζεται να περιμένουμε το τέλος του κόσμου για να γνωρίσουμε τον Θεό, μπορούμε από τώρα να γευθούμε την αιώνια ζωή εάν αγαπήσουμε αληθινά. Όταν η ψυχή ζει με ταπείνωση, προσευχή και ελπίδα στο έλεος του Θεού, έχει ήδη μέσα της την ειρήνη του παραδείσου. Όπως η άνοιξη αρχίζει αθόρυβα μέσα στον χειμώνα, έτσι και ο παράδεισος αρχίζει αθόρυβα μέσα στην καρδιά που μετανοεί.
Κατά τον Άγιο Ισαάκ, ο παράδεισος είναι η αγάπη του Θεού, όπως βιώνεται από την ψυχή που καθαρίστηκε. Όταν ο άνθρωπος αποκτήσει αληθινή αγάπη, τότε γίνεται ένας με το φως, όπως ο σίδηρος που γίνεται πυρακτωμένος μέσα στη φωτιά. Ο Θεός δεν χαρίζει τόπους ή βραβεία, χαρίζει την ίδια Του την ύπαρξη, την αγάπη Του. Γι' αυτό και ο Άγιος Ισαάκ λέγει, «Όποιος έχει γευθεί έστω και μίαν σταγόνα της αγάπης του Θεού, θα καταλάβει τι σημαίνει παράδεισος. Η ψυχή που αγαπά όλους, ακόμη και τους εχθρούς της, έχει γίνει κατοικητήριον του Θεού». Εκεί ο φόβος εξαφανίζεται, η κατάκριση παύει και η ειρήνη γίνεται φυσική αναπνοή. Ο παράδεισος, λοιπόν, δεν είναι ανταμοιβή για τους καλούς, αλλά η φυσική εμπειρία εκείνων που έμαθαν να αγαπούν όπως ο Θεός αγαπά. Ο άνθρωπος που μισεί, ακόμα και εν μία σταγόνι, δεν μπορεί να αντέξει το φως του παραδείσου, γιατί το φως ελέγχει καθετί σκοτεινό μέσα του. Η αγάπη είναι η μόνη θερμοκρασία που μπορεί να ζήσει η ψυχή στην αιωνιότητα.|
Ο Θεός είναι παντού, αλλά η ψυχή βιώνει ό,τι έχει μέσα της. Ένα από τα βαθύτερα ρητά του Αγίου Ισαάκ λέγει, «Ο άνθρωπος φέρει μέσα του και τον παράδεισο και την κόλαση». Όταν η ψυχή γεμίσει από ταπείνωση και ευχαριστία, όλος ο κόσμος γίνεται για αυτήν παράδεισος. Όταν γεμίσει από θυμό, φιλαυτία και κατάκριση, όλα γίνονται κόλαση. Ο Θεός δεν μετακινείται, είναι πανταχού παρών, όμως η ψυχή βλέπει όπως έμαθε να βλέπει. Αν έμαθε να βλέπει μέσα από την αγάπη, βλέπει παντού την χάρη, αν έμαθε να βλέπει μέσα από το πάθος, βλέπει παντού το σκοτάδι. Εδώ αποκαλύπτεται η μεγάλη αλήθεια, ότι η αιωνιότης δεν θα αλλάξει την ψυχή, η ψυχή θα αποκαλυφθεί όπως έγινε. Όποιος ζει από τώρα με αγάπη, προσευχή και συγχώρηση, θα συνεχίσει αιώνια να ζει με αυτήν την ειρήνη. Όποιος ζει από τώρα με θυμό, αδιαφορία και σκληρότητα, θα συνεχίσει να βιώνει την έλλειψή του ως φωτιά. Όπως ο ήλιος είναι ο ίδιος για όλους, αλλά άλλος δροσίζεται και άλλος καίγεται, έτσι και η Θεία Παρουσία θα είναι η ίδια για όλους. Άλλος θα χαίρεται και άλλος θα τυραννιέται, ανάλογα με την καρδία του.
Ο Άγιος Ισαάκ γράφει ότι ο Θεός δεν καταδικάζει. Η αγάπη του ενεργεί ως χαρά ή ως πόνος, ανάλογα με την έξιν της ψυχής. Ο ίδιος ο Θεός που χαροποιεί τους δικαίους, βασανίζει τους αμετανόητους, όχι επειδή θέλει να τους βασανίσει, αλλά επειδή η ψυχή τους δεν αντέχει το φως. Η αγάπη του Θεού είναι φωτιά, λέγει ο Άγιος, και η φωτιά αυτή ή θερμαίνει ή καίει, ανάλογα με το υλικό που αγγίζει. Αν η ψυχή είναι καθαρή, η φωτιά γίνεται φως, αν είναι γεμάτη άχυρα παθών, η ίδια φωτιά γίνεται κάψιμο, επομένως ο Θεός δεν αλλάζει, αλλά εμείς διαλέγουμε τι γευόμαστε από την παρουσία Του. Όπως λέγει ο Άγιος, ο Θεός είναι η πηγή της ζωής, αλλά ο αμαρτωλός, αποκομμένος από την πηγή, έχει μέσα του τον θάνατον. Η αποξένωση από την αγάπη, είναι η αρχή κάθε πνευματικής φθοράς.
Στην ορθόδοξη ασκητική παράδοση, ο Παράδεισος δεν κατακτάται με έργα αρετής, αλλά με ταπείνωση. Ο Άγιος Ισαάκ διδάσκει ότι η ταπείνωση, είναι η στολή του Θεού. Εκείνος που την ενδύεται, ζει ήδη με τον Θεό. Όταν η ψυχή παύσει να υπερηφανεύεται, τότε ανοίγει ο ουρανός μέσα της. Ο υπερήφανος δεν μπορεί να αγαπήσει, βλέπει μόνο τον εαυτό του, ο ταπεινός όμως, βλέπει παντού τον Θεό. Όπως ο καθρέπτης χρειάζεται καθαρή επιφάνεια, για να αντικατοπτρίσει το φως, έτσι και η ταπεινή ψυχή γίνεται καθρέπτης του Θεού. Όσο πιο βαθιά ταπεινώνεται, τόσο πιο πολύ αναπαύεται στην αγάπη. Ο Άγιος λέγει ότι η ταπείνωση, είναι η πύλη του Παραδείσου, γιατί ανοίγει τον δρόμο για κάθε άλλη αρετή, και κυρίως για την αληθινή γνώση του Θεού, που είναι πάντοτε γνώση αγάπης.
Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος μιλά για μια βαθιά ειρήνη, η οποία δεν εξαρτάται από τις συνθήκες, αλλά από την παρουσία. Όταν η ψυχή βρει τον Θεό, αναπαύεται, όταν τον χάσει, αγωνιά, όσο κι αν τα έχει όλα. Η ειρήνη αυτή είναι το πνευματικό άρωμα του Παραδείσου. Όταν προσευχόμαστε, αν ακόμη και για λίγο νιώσουμε ότι ο Χριστός είναι εκεί, αυτό είναι πρόγευση της αιωνιότητος. Όταν συγχωρούμε, όταν συγκρατούμε τον θυμό, όταν κλαίμε από μετάνοια, η ψυχή γεμίζει με ανάπαυση. Εκείνη η ανάπαυση είναι η ζωή του Παραδείσου.
Ο Άγιος Ισαάκ γράφει ότι η καρδία που έμαθε να ησυχάζει, δεν φοβάται πλέον τον θάνατον, διότι έχει ήδη εισέλθει στην ζωή. Εκεί στην ησυχία, ο άνθρωπος καταλαβαίνει ότι ο Θεός δεν είναι ιδέα, αλλά πρόσωπο, και ότι ο Παράδεισος είναι κοινωνία αγάπης, όχι άνεση. Όπως ο Παράδεισος είναι η σχέση με τον Θεό, έτσι και η κόλαση είναι η έλλειψη σχέσεως. Δεν είναι ένας τόπος φωτιάς, όπως τον φαντάζονται μερικοί, αλλά η εσωτερική μοναξιά της ψυχής, που δεν αγαπά πια. Ο Άγιος Ισαάκ περιγράφει την κόλαση ως την οδύνη της ψυχής, όταν απομακρυνθεί από τον αγαπημένον. Η ψυχή δημιουργήθηκε για να ζει εν Θεώ, όταν ζει άνευ Θεού, νιώθει όπως το ψάρι που βγήκε από το νερό. Ακόμη και αν όλα τα έχει, θα ασφυκτιεί, γιατί θα είναι έξω από την πηγή του οξυγόνου.

Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2025

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ;

 makedonios1

Νικολάου Μάννη, εκπαιδευτικού


Η εξερεύνηση της Ιστορίας μέσα από τις πηγές είναι πραγματικά ένα υπέροχο ταξίδι για όποιον το κάνει.

Όμως οι επιβλητικότερες στιγμές αυτού του ταξιδιού είναι εκείνες στις οποίες συναντάς καταστάσεις και γεγονότα σχεδόν όμοια με όσα συμβαίνουν σήμερα.

Είναι γνωστοί σε όλους οι θρησκευτικοί διωγμοί των τελευταίων ετών στην Ουκρανία.

Η επίσημη λεγόμενη "Εκκλησία της Ουκρανίας" υπό τον Επιφάνιο Ντουμένκο υποστηριζόμενη από το πολιτικό καθεστώς διώκει με μανία την Κανονική Ουκρανική Εκκλησία του κ. Ονουφρίου, του οποίου οι Κληρικοί του βιώνουν τα πάνδεινα επειδή δεν θέλουν να κοινωνήσουν με τον αναγνωρισμένο από το Κράτος "Μητροπολίτη" Επιφάνιο.

Στο παρόν άρθρο θα δούμε μία παρόμοια περίπτωση, όπως την κατέγραψε ο εκκλησιαστικός ιστορικός Σωκράτης ο Σχολαστικός.

Βρισκόμαστε στην Κωνσταντινούπολη στα μέσα του Δ΄ αιώνα, την εποχή που ο αυτοκράτορας Κωνστάντιος παράνομα εκθρονίσει τον κανονικό Αρχιεπίσκοπο Νέας Ρώμης Παύλο τον Ομολογητή αναγνωρίζοντας στη θέση του τον Μακεδόνιο.

Γράφει ο Σωκράτης (απόδοση ημέτερη - το πρωτότυπο στην έκδοση PG 67, 324-325):

"Ο Μακεδόνιος ανέτρεψε την τάξη πραγμάτων στις πόλεις και τις επαρχίες που γειτνιάζουν με την Κωνσταντινούπολη, προάγοντας σε εκκλησιαστικούς βαθμούς τους βοηθούς του στις δολοπλοκίες του κατά των εκκλησιών.

Χειροτόνησε τον Ελεύσιο επίσκοπο Κυζίκου και τον Μαραθώνιο επίσκοπο Νικομήδειας· ο τελευταίος ήταν προηγουμένως διάκονος υπό τον ίδιο τον Μακεδόνιο και αποδείχθηκε πολύ δραστήριος στην ίδρυση μοναστηριών τόσο ανδρών όσο και γυναικών.

Αλλά πρέπει τώρα να αναφέρουμε με ποιον τρόπο ο Μακεδόνιος ερήμωσε τις εκκλησίες στις πόλεις και τις επαρχίες γύρω από την Κωνσταντινούπολη.

Αυτός ο άνθρωπος, όπως έχω ήδη πει, έχοντας καταλάβει την επισκοπή, προκάλεσε αμέτρητες συμφορές σε όσους δεν ήταν πρόθυμοι να υιοθετήσουν τις απόψεις του.

Οι διωγμοί του δεν περιορίστηκαν σε όσους αναγνωρίστηκαν ως μέλη της Καθολικής Εκκλησίας (σ. δηλαδή τους Ορθοδόξους), αλλά επεκτάθηκαν και στους Νοβατιανούς (σ. Σχισματικοί Ζηλωτές της εποχής), εφόσον γνώριζε ότι κι αυτοί διατηρούσαν το δόγμα του Ομοουσίου.

Γι' αυτό, μαζί με τους άλλους, υπέστησαν τα πιο αφόρητα βάσανα, αλλά ο επίσκοπός τους, ονόματι Αγέλιος, κατάφερε να δραπετεύσει.

Πολλά άτομα, διακεκριμένα για την ευσέβειά τους, συνελήφθησαν και βασανίστηκαν, επειδή αρνήθηκαν να κοινωνήσουν μαζί του.

Μετά τα βασανιστήρια, ανάγκαζαν βίαια τους άνδρες να συμμετάσχουν στα ιερά μυστήρια, ανοίγοντας το στόμα τους με ένα κομμάτι ξύλο και στη συνέχεια τους έβαζαν μέσα τα καθαγιασμένα στοιχεία (σ. της Θείας Κοινωνίας).

Όσοι υπέστησαν τέτοια μεταχείριση το θεωρούσαν αυτό ως μια τιμωρία πολύ πιο βαριά από όλες τις άλλες.

Επιπλέον, έπιαναν γυναικόπαιδα και τα ανάγκαζαν να μυηθούν (σ. δηλαδή τα ξαναβάπτιζαν).

Και αν κάποιος αντιστεκόταν ή μιλούσε εναντίον του, ακολουθούσαν αμέσως μαστιγώσεις, και μετά χτυπήματα, δεσμά και φυλάκιση, και άλλα βίαια μέτρα.

Θα αναφέρω εδώ ένα ή δύο παραδείγματα, μέσω των οποίων ο αναγνώστης μπορεί να σχηματίσει κάποια ιδέα για το μέγεθος της βαναυσότητας και της σκληρότητας που άσκησε ο Μακεδόνιος και όσοι ήταν τότε στην εξουσία.

Πρώτα έβαζαν σε ένα κουτί και μετά έκοβαν με πριόνι τα στήθη τέτοιων γυναικών, που δεν ήταν πρόθυμες να συμμετάσχουν στα μυστήρια.

Τα ίδια μέρη του σώματος και άλλων γυναικών έκαψαν εν μέρει με σίδερο και εν μέρει με αυγά που είχαν θερμανθεί έντονα στη φωτιά.

Αυτός ο τρόπος βασανιστηρίων, που ήταν άγνωστος ακόμη και μεταξύ των ειδωλολατρών, επινοήθηκε από εκείνους που δήλωναν ότι ήταν Χριστιανοί"...

Αυτά ήταν τα μαρτύρια που πέρναγαν τότε οι Ορθόδοξοι που επέλεγαν την Αποτείχιση από τον Μακεδόνιο, αντί για την κοινωνία μαζί του!

Σήμερα όμως υπάρχουν Ορθόδοξοι Επίσκοποι που καταδικάζουν την Αποτείχιση· αυτό όμως είναι κάτι που πραγματικά δεν έχει επαναληφθεί ποτέ στην Ιστορία...

Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2025

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Γ´ ΛΟΥΚΑ 2025 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

DSC 8970


γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Οἱ ἄνθρωποι πλασθήκαμε ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ  γίνουμε συμμέτοχοι τῆς χαρᾶς Του. Μετὰ τὴν ἐξορία τῶν Πρωτοπλάστων, ὡστόσο, βρεθήκαμε ἔξω ἀπὸ τὸ φυσικό μας περιβάλλον, τὸν Παράδεισο. Καὶ ἐφόσον στερηθήκαμε τὴν χαρὰ τοῦ Παραδείσου, ἄρχισαν νὰ δημιουργοῦνται μέσα μας ὁ στεναγμός, ἡ λύπη καὶ ὁ πόνος, ἐνῷ ἐπίσης γίναμε ἀπόλυτοι κληρονόμοι τοῦ θανάτου. Ὁ θάνατος ἀποτελεῖ τὴν μεγαλύτερη αἰτία τοῦ ἀνθρώπινου πόνου, διότι σημαίνει στέρηση, σημαίνει ὅτι ἕνα ἀγαπητό μας πρόσωπο ἔκλεισε τὸν κύκλο του καὶ δὲν θὰ μποροῦμε πλέον νὰ ἀπολαμβάνουμε τὴν παρουσία του στὴ ζωή μας. Ὁ πιὸ ὀδυνηρὸς πόνος ποὺ μπορεῖ νὰ προκαλέσει ὁ θάνατος εἶναι αὐτὸς τῆς μητέρας ὅταν θάβει τὸ παιδί της, πόσο μάλλον ὅταν αὐτὴ ἡ μητέρα εἶναι καὶ χήρα καὶ δὲν ἔχει ἄλλα παιδιὰ ὡς στηρίγματα. 

            Τέτοια ἦταν ἡ μητέρα τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς. Τὴν εἶδε ὁ Κύριός μας ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη Ναΐν, τὴν ὥρα ποὺ μὲ πλῆθος κόσμου ἡ μάνα ἐκείνη πορευόταν πρὸς τὸ νεκροταφεῖο γιὰ τὴν ταφὴ τοῦ μοναχογιοῦ της. Τί νὰ πεῖ κανεὶς σὲ μία τέτοια μάνα ποὺ κλαίει καὶ θρηνεῖ τὸν θάνατο τοῦ παιδιοῦ της; Μὲ ποιά δύναμη μπορεῖ κάποιος νὰ ἀρθρώσει λόγο προσπαθῶντας νὰ τὴν παρηγορήσει; Εἶναι δυνατὸν νὰ τῆς ἀπαλύνει τὸν πόνο, ἢ ἀκόμη περισσότερο νὰ τῆς ὑποδείξει νὰ ἠρεμήσει καὶ νὰ ἡσυχάσει; Δὲν γίνεται κάτι τέτοιο. Δὲν τὸ ἐπιτρέπει ἡ ἀνθρώπινη λογική, διότι ἡ μάνα γνωρίζει ὅτι πλέον δὲν θὰ ξανὰ δεῖ τὸν ἀγαπημένο γιό της.

            Σωστὰ ὅλα αὐτά. Ὅμως, ἦρθε ὁ Χριστὸς ἀνάμεσά μας καὶ ἔφερε τὴν ἀνατροπή. Ὁ Κύριος βλέποντας τὴν γυναίκα νὰ κλαίει καὶ νὰ ὀδύρεται, τὴν σπλαχνίσθηκε, τὴν πλησίασε καὶ τῆς εἶπε μὲ τὴν δύναμη καὶ τὴν ἐξουσία ποὺ μόνο Ἐκεῖνος ἔχει: «Μὴν κλαῖς». Πού ἀκούσθηκε ξανὰ στὴν ἱστορία μία τέτοια φράση; Πουθενά. Καὶ αὐτὸ διότι μόνο ὁ Ἄρχοντας τῆς Ζωῆς, μόνο ἡ προσωποποίηση τῆς Ζωῆς καὶ τῆς Ἀνάστασης μποροῦσε νὰ πεῖ κάτι τέτοιο. Καὶ ἀφοῦ τῆς εἶπε νὰ μὴν κλαίει, τῆς ἀπέδειξε ὅτι ὁ σωματικὸς θάνατος δὲν εἶναι τὸ ὁριστικὸ τέλος, ἀλλὰ κοίμηση, ἀγγίζοντας τὸν νεκρὸ νέο καὶ διατάζοντάς τον: «Νεανίσκε, σὲ σένα λέω, σήκω». Καὶ ἀφοῦ σηκώθηκε ὁ νέος, ὁ Κύριος τὸν παρέδωσε στὴ μητέρα του νὰ τὴν στηρίζει. Οὐσιαστικά, ὅμως, τῆς προσέφερε κάτι πολὺ μεγαλύτερο∙ τὴν βεβαιότητα πὼς ὅ,τι καὶ νὰ γίνει πιά, ὁ θάνατος χωρίζει μόνο προσωρινὰ τοὺς ἀνθρώπους. 

            Αὐτὴ ἡ βεβαιότητα εἶναι ὁ πρῶτος καὶ κύριος λόγος ποὺ βαπτισθήκαμε στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι ἡ βεβαιότητα ὅτι ὅλοι μιὰ μέρα θὰ ἀναστηθοῦμε καὶ οἱ μὲν δίκαιοι θὰ κληρονομήσουν τὴν αἰώνια ζωή, οἱ δὲ ἄδικοι τὸ σκοτάδι τοῦ Ἅδη. Αὐτὴ ἀκριβῶς ἡ βεβαιότητα μᾶς ἐπιβάλλει νὰ μὴν ἀπελπιζόμαστε ὅ,τι καὶ νὰ συμβεῖ γύρω μας. Ἐπιβάλλει ἀκόμη καὶ στὴ μάνα νὰ μὴν ἀπελπιστεῖ ἀκόμη καὶ ἂν δεῖ τὸν υἱό της νεκρό, διότι θὰ ἔρθει ἡ στιγμὴ ποὺ θὰ τὸν ξανὰ συναντήσει. Ἂν δὲν ἠλπίζαμε στὴν Ἀνάσταση, δὲν θὰ ὑπῆρχε λόγος νὰ βαπτισθοῦμε Χριστιανοί. Ἂν δὲν ἤμασταν Μαθητὲς Ἐκείνου, μόνο τότε θὰ μπορούσαμε νὰ ἀπελπιστοῦμε, διότι θάνατος θὰ σήμαινε τέλος ὁριστικό. Γιὰ ἐμᾶς, ὅμως, θάνατος σημαίνει μετάβαση στὴν ἀληθινὴ ζωή. Εἶναι δὲ ἡ μετὰ θάνατον ζωὴ ἀνώτερη ἀπὸ τὴν ἐπίγεια, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἡ ἐπίγεια ἀπὸ τὴν ζωὴ μέσα στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας. 

            Στὸ σημεῖο αὐτὸ, λαμβάνοντας τὴν ἀφορμὴ ἀπὸ τὸ ὅτι ὁ Ἴδιος ὁ Κύριός μας σπλαχνίσθηκε καὶ ἔσπευσε νὰ παρηγορήσει τὴν γυναίκα ἐκείνη μὲ τὸν δικό Του θεϊκὸ τρόπο, ἀναρωτιέμαι: ἐμεῖς, σήμερα, πῶς συμμετέχουμε στὸ πένθος τῶν συνανθρώπων μας; Ὅταν μαθαίνουμε γιὰ τὸν θάνατο κάποιου ἀδελφοῦ, πηγαίνουμε στὸ σπίτι καὶ συλλυπούμαστε. Προσευχόμαστε καὶ στηρίζουμε μὲ δύο καλὰ λόγια τοὺς οἰκείους, ἢ βρίσκουμε εὐκαιρία γιὰ ἀργολογίες; Ὕστερα, πηγαίνουμε στὴν κηδεία ἀπὸ φιλάνθρωπα καὶ φιλάδελφα αἰσθήματα, ἢ ὡς ἕνα ἀναγκαστικὸ κοινωνικὸ γεγονός; Ἡ κηδεία τελείωσε. Ὁ νεκρὸς ἔχει φύγει. Οἱ οἰκεῖοι, ὅμως, εἶναι ἀκόμη ἐδὼ καὶ πονοῦν. Ὁ νεκρὸς ζητᾶ τὶς προσευχές μας καὶ τὴν ἐλεημοσύνη μας γιὰ τὴν ἀνάπαυσή του. Οἱ οἰκεῖοι, ἄσχετα ἂν μπορεῖ νὰ μὴν τὸ παραδέχονται, ἢ νὰ μὴν τὸ συνειδητοποιοῦν, θέλουν τὴν στήριξη μας, τὴν στήριξη τῶν ἐν Χριστῷ ἀδελφῶν τους. Δὲν εἴμαστε Χριστιανοὶ μόνο γιὰ νὰ ἰδωθοῦμε  καὶ νὰ συμπροσευχηθοῦμε τὴν Κυριακὴ στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ συντρέχουμε στὶς ἀνάγκες τῶν ἀδελφῶν στηρίζοντας ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Ἂν παρουσιασθοῦμε μόνο στὴν κηδεία καὶ μετὰ ἀδιαφορήσουμε, σίγουρα δὲν φερόμαστε κατὰ τὸ Θέλημα τοῦ Κυρίου. Οἱ οἰκεῖοι πονοῦν. Τί μποροῦμε νὰ κάνουμε; Μποροῦμε νὰ τοὺς ἐπισκεπτόμαστε τακτικὰ μεταφέροντάς τους λόγια Χριστοῦ; Μποροῦμε νὰ πάμε νὰ προσευχηθοῦμε μαζί τους; Μποροῦμε νὰ τοὺς μαγειρέψουμε τὸν πρῶτο καιρὸ ποὺ ἀκόμη οἱ ἴδιοι δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ τὸ κάνουν; Μποροῦμε νὰ κλέψουμε λίγο χρόνο νὰ τοὺς βοηθήσουμε σὲ τυχὸν ἐργασίες, ἐκκρεμότητες ἢ ἐτοιμασίες γιὰ τὰ ἐννιάμερα ἢ τὰ σαρὰντα; Ὅλα αὐτὰ μπορεῖ νὰ εἶναι ἁπλοϊκὰ γιὰ κάποιους, σίγουρα, ὅμως ὁ Θεὸς ἀναπαύεται σὲ αὐτὲς τὶς πράξεις ἀγάπης καὶ ἐνισχύει τὴν παρηγοριὰ στοὺς πενθοῦντας. 

            Ἐν κατακλείδι, ἐντύπωση προκαλεῖ καὶ τὸ κλείσιμο τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς ποὺ περιγράφει τὴν στάση τοῦ κόσμου ἀπέναντι στὸ θαῦμα. Ἀναφέρει ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς: «ὅλους τοὺς κατέλαβε φόβος καὶ δόξαζαν τὸν Θεὸ λέγοντας ὅτι μεγάλος Προφήτης ἀναδείχθηκε ἀνάμεσά μας καὶ ὅτι ἐπισκέφθηκε ὁ Θεὸς τὸν λαό Του». Καὶ γιατί προκαλοῦν αὐτὰ ἐντύπωση; Διότι ἔχουμε ἀπὸ τὴ μία τὸν ἁπλὸ ὄχλο νὰ βλέπει, νὰ διακρίνει καὶ νὰ κατανοεῖ ὅτι ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶναι ἁπλὸς ἄνθρωπος, ἀλλὰ «Προφήτης μέγας», καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη τοὺς εὐσεβιστὲς Γραμματεῖς καὶ Φαρισαίους νὰ Τὸν κατηγοροῦν ὅτι τὶς θαυματουργίες τὶς κατορθώνει «ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων», ἢ νὰ Τὸν συκοφαντοῦν, νὰ διασπείρουν ψεύδη ἐναντίον Του, νὰ σκέφτονται ὅτι «κάποιον δόλο ἢ σκοπιμότητα θὰ ἔχει γιὰ νὰ λέει καὶ νὰ κάνει ὅλα αὐτά», νὰ Τὸν θεωροῦν «ἄνθρωπο ἁμαρτωλό» καί, τέλος, νὰ ἐπιζητοῦν τὴν θανάτωσή Του. Οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ Γραμματεῖς ἔκριναν ἐξ ἰδίων τὰ ἀλλότρια. Δὲν μιλοῦσαν γιὰ νὰ προστατέψουν τὸ ποίμνιο, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἔπασχαν ἀπὸ τὸν θανάσιμο φθόνο τους, καθὼς ἔβλεπαν ὅτι τὸ ποίμνιο πηγαίνει πρὸς τὸν ἀληθινὸ Ποιμένα, τὸν Κύριό μας, καὶ ὅτι ἔχαναν τοὺς ὀπαδούς τους. Ἡ ἱστορία ἐπαναλαμβάνεται διαχρονικά. Στὸ τέλος, αὐτοὶ ποὺ μένουν εἶναι ὅσοι ὑπηρέτησαν τὴν Ἀλήθεια. Οἱ λοιποὶ ἐξαφανίζονται.

             νοῦς μας, ἀγαπητοί, μιᾶς καὶ εἴμαστε Χριστιανοὶ καὶ ὑπηρετοῦμε Χριστό, νὰ εἶναι στραμμένος ὄχι δεξιὰ καὶ ἀριστερά, ἀλλὰ σὲ Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ἡ Ἀνάστασις καὶ ἡ Ζωή. Τότε, ὅ,τι κακὸ καὶ νὰ συμβεῖ, θὰ μᾶς πλησιάσει καὶ θὰ μᾶς πεῖ: «Μὴν κλαῖς, εἶμαι δίπλα σου». 

Μετ’ εὐχῶν,

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος