
Μια μέρα ο αφέντης κουράστηκε να παρακαλεί τον Άγιο να αλλαξοπιστήσει και θυμωμένος όπως ήταν, τον οδήγησε στην αυλή του Τζαμιού. Εκεί μαζεύτηκαν πολλοί Αγαρηνοί, που προσπαθούσαν με χτυπήματα, φοβέρες και σπαθισμούς να κάνουν τον Μάρτυρα να τουρκίσει. Η απάντηση όμως του Ιωάννη ήταν ξεκάθαρη: Εγώ δεν γίνομαι Τούρκος. Χριστιανός είμαι και Χριστιανός θέλω να πεθάνω.
Εκτός όμως από τον Αγαρηνό και η γυναίκα του προσπαθούσε καθημερινά με μαγείες και σατανικά γοητεύματα να ξεμυαλίσει τον Άγιο ή να τον κάνει να κυριευτεί από σαρκικές επιθυμίες και έτσι να τον τουρκίσουν. Αλλά, ο Ιωάννης, έχοντας τον Θεό μέσα του έμεινε καθαρός απ’ όλα. Η θεία χάρη τον φύλαξε απ’ όλα τα διαβολικά τεχνάσματα της γυναίκας του Αγαρηνού.
Έφθασε όμως η νηστεία της Παναγίας, τον δεκαπενταύγουστο. Ο Τούρκος, μόλις κατάλαβε ότι ο Ιωάννης δεν ήθελε να χαλάσει τη νηστεία και να αρτυθεί, αποφάσισε να τον κλείσει σ’ ένα στάβλο. Εκεί τον κλειδαμπάρωσε για όλο το διάστημα των 15 ημερών και πότε τον κρεμούσε και τον κάπνιζε με άχυρα και πότε τον χτυπούσε με το σπαθί του προσπαθώντας να τον κάνει να φάει και να χαλάσει τη νηστεία. Αλλά ο Άγιος Ιωάννης όχι απλώς δεν έφαγε αρτυμένα φαγητά, αλλά ούτε καν τα δοκίμασε και παρακαλούσε και προσευχόταν στην Παναγία να τον βοηθήσει να μην αρτυθεί, ενώ προτιμούσε καλύτερα να θανατωθεί παρά να χαλάσει τη νηστεία.
Ο αφέντης του, βλέποντας ότι δεν πείθεται, τον άφηνε νηστικό 2 και 3 ημέρες, χωρίς να του δίνει τίποτε να φάει. Από την άλλη μεριά, η μητέρα του Ιωάννη στεκόταν κοντά στο γιο της και βλέποντάς τον αποκαμωμένο από τα βασανιστήρια και από τη νηστεία, τον παρακινούσε να φάει λέγοντάς του: Φάε γιε μου από αυτά τα φαγητά για να μην πεθάνεις και ο Θεός και η Παναγία σε συγχωρούν, γιατί δεν το κάνεις με το θέλημά σου, αλλά από ανάγκη. Λυπήσου με και εμένα τη φτωχή και στενοχωρημένη μητέρα σου και μη θελήσεις να πεθάνεις παράκαιρα και με αφήσεις απαρηγόρητη σ’ αυτή τη σκλαβιά και ξενιτιά.
Στις παρακλήσεις αυτές της μητέρας του ο Ιωάννης απάντησε: Γιατί κάνεις έτσι μητέρα μου και για ποιο λόγο κλαις; Γιατί δεν μιμείσαι και συ τον Πατριάρχη Αβραάμ, ο οποίος για την αγάπη του Θεού θέλησε να θυσιάσει τον μοναδικό γιο του, αλλά μόνο κλαις και θρηνείς; Εγώ είμαι παπά υϊός και πρέπει να φυλάγω καλλίτερα από τους γιους των λαϊκών τους νόμους και τα έθιμα της Εκκλησίας μας, γιατί όταν δεν φυλάμε τα μικρά, πώς μπορούμε να φυλάξουμε τα μεγάλα; Ύστερα από αυτή την απάντηση, εξαγριωμένος πια ο Τούρκος, στις 19 Οκτωβρίου 1773 του έδωσε μια θανατηφόρα μαχαιριά στην καρδιά και μετά από δύο ημέρες ο Άγιος Ιωάννης πέθανε και έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου.
Η μνήμη του τιμάται από την εκκλησία μας στις 21 Οκτωβρίου.
Ἀπολυτίκιον Ἁγίου Νεομάρτυρος Ἰωάννου
Ἦχος γ’ – Θείας πίστεως
Θεῖον γόνον σε, Μονεμβασία, ἀνεβλάστησε, καρποφοροῦντα, Ἰωάννη τὰς τῆς πίστεως χάριτας· τῶν γὰρ πατρῴων θεσμῶν ἀντεχόμενος, τοὺς ἐκ τῆς Ἄγαρ ἀθλήσας κατῄσχυνας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Γεννήθηκε τό 1532 στό χωριό Βέρκολα, στίς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Ντβίνα, στή βόρεια Ρωσία, ἀπό γονεῖς χωρικούς. Ἀπό τήν ἡλικία τῶν πέντε ἐτῶν ἡ συμπεριφορά του δέν ἦταν παιδική. Τοῦ ἄρεσε ἡ σιωπή, ἦταν ἰδιαίτερα ὑπάκουος, ταπεινός καί ἁγνός καί τόν διέκρινε ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Τό 1545, σέ ἡλικία 12 ἐτῶν καί ἐνῶ βοηθοῦσε τόν πατέρα του στίς γεωργικές ἐργασίες, χτυπήθηκε ἀπό κεραυνό καί ἔπεσε νεκρός. Τό Συναξάριό του σημειώνει, ὅτι "ἔτσι ὁ Ἐλεήμων καί Πάνσοφος Κύριος ὁ Θεός, σχεδίασε νά λάβει στά σκηνώματα τῆς Οὐρανίου Βασιλείας Του τήν ψυχή τοῦ δικαίου δούλου Του". Τόν τρόπο τοῦ θανάτου του οἱ ἁπλοϊκοί καί δεισιδαίμονες χωρικοί, τόν ἑρμήνευσαν σάν θεία τιμωρία, σάν σημεῖο ὅτι ὁ Θεός ἦταν θυμωμένος μέ τόν Ἀρτέμιο. Ἔτσι τόν ἄφησαν ἄταφο στό δάσος καί σκέπασαν τό σῶμα του μέ κλαδιά!
Το μοναστήρι του Αγίου Αρτεμίου της Βέρκολα |
…Ο αντίχριστος θα εισηγηθή στην ανθρωπότητα την δημιουργία μιας ανώτατης παγκόσμιας ειρήνης και ευημερίας. Θα προσφέρη τιμές, πλούτη, μεγαλεία, σημαντικές ανέσεις και σαρκικές ηδονές. Και όσοι ποθούν επίγεια πράγματα, θα τον δεχθούν. Και θα τον ονομάσουν «κύριό» τους[13]. Ενώπιον της ανθρωπότητος ο αντίχριστος θα ανοίξη ένα τέτοιο ανεξήγητο με την τότε επιστήμη τσίρκο θαυμάτων, που η κατεργαριά τους θα θυμίζη θέατρο. Θα φέρη φόβο με τις απειλές και θαυμασμό με τα θαύματά του. Θα ικανοποιήση την άκριτη περιέργειά τους και την παχυλή τους άγνοια. Θα ικανοποιήση την ματαιοδοξία τους και τον εγωισμό τους. Θα ικανοποιήση το σαρκικό τους φρόνημα. Θα ικανοποιήση την δεισιδαιμονία και τις προλήψεις τους. Και θα φέρη σε σύγχυση τους σοφούς. Έτσι όλοι οι άνθρωποι με οδηγό την πεπτωκυία φύση τους, χωρίς το φως του Θεού, θα παρασυρθούν και θα καταλήξουν πειθήνια και άβουλα όργανα του πλάνου[14].
Και πρέπει ιδιαίτερα να το προσέξωμε. Και να κλαύσωμε γι’ αυτό. Γιατί τα θαύματα και οι πράξεις του αντιχρίστου θα φέρουν σε δύσκολη θέση και τους πιο εκλεκτούς δούλους του Θεού.
Η αιτία της μεγάλης επίδρασης του αντιχρίστου θα έγκειται στην σατανική δολιότητα και υποκρισία, με τις οποίες σκεπάζει το πιο φρικαλέο κακό, με το αχαλίνωτο και αναίσχυντο θράσος του, με την πλήρη συμπαράσταση των πονηρών πνευμάτων και με την ικανότητα να κάνη θαύματα ψεύτικα μεν, αλλά που προκαλούν κατάπληξη. Η φαντασία του ανθρώπου είναι ανίκανη να συλλάβη την εικόνα ενός τόσο μεγάλου κακούργου, όσος θα είναι ο αντίχριστος.
Θα σαλπίζει για τον εαυτό του, όπως σάλπιζαν οι πρόδρομοί του, οι προτυπώσεις του. Θα ονομάζη τον εαυτό του κήρυκα και παλινορθωτή της αληθινής θεογνωσίας. Έτσι εκείνοι, που δεν κατανοούν τον χριστιανισμό, θα ιδούν σ’ αυτόν έναν αντιπρόσωπο και υπέρμαχο της αληθινής θρησκείας! Και θα πάνε με το μέρος του. Θα σαλπίση και θα ονομάση τον εαυτό του επηγγελμένον Μεσσίαν. Και συναντώντας τον, εκείνοι που ζουν με σαρκικό φρόνημα, και βλέποντας την δόξα του, την δύναμή του, τις πνευματικές του ικανότητες, την ολοσχερή επιβολή του στα στοιχεία του κόσμου, θα τον αναγορεύσουν Θεό και θα γίνουν οπαδοί του.
Ο αντίχριστος θα παρουσιασθή πράος, εύσπλαγχνος, γεμάτος αγάπη, γεμάτος αρετές. Θα τον δεχθούν σαν πράγματι γεμάτον αρετές. Και θα υποταχθούν σ’ αυτόν, εξ αιτίας των υψίστων αρετών του, όλοι εκείνοι που φαντάζονται, πως αλήθεια είναι η «αλήθεια» του πεπτωκότος ανθρώπου, και γι’ αυτό ούτε καν σκέπτονται να την ξεπεράσουν για να γνωρίσουν την αλήθειαν του Ευαγγελίου[12].
Τα σημεία του αντιχρίστου θα γίνουν κατά κύριο λόγο στον αέρα[15], και συγκεκριμένα στο στρώμα, στο οποίο κυριαρχεί ο σατανάς[16]. Τα σημεία αυτά θα επιδρούν ως επί το πλείστον στην αίσθηση της όρασης. Και έτσι και θα γοητεύουν και θα απατούν.
Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος μελετώντας στην Αποκάλυψή του τα γεγονότα, που θα γίνουν πριν από την συντέλεια του κόσμου, λέγει ότι ο αντίχριστος θα κάμη μεγάλα σημεία, ακόμη και να κατεβή «πυρ εκ του ουρανού ενώπιον των ανθρώπων»[17]. Το θαύμα αυτό, μας λέγει η Αγία Γραφή, θα είναι το πιο μεγάλο από τα θαύματα του αντιχρίστου. Και αυτό το θαύμα θα γίνη στον αέρα. Θα είναι ένα μεγαλοπρεπές και φοβερό θέαμα!
_____________________________
[12] Μακαρίου Αιγυπτίου Ομιλία ΛΑ΄ § 4.
[13] Θεοφυλάκτου Βουλγ. Εις το Ιωάν. 5, 43.
[14] Αποκ. 13, 8.
[15] Εφραίμ του Σύρου, βλ. και Εφ. 2, 2 και 6, 12.
[16] Συμεών Νέου Θεολόγου, Περί του τρίτου είδους προσευχής.
[17] Αποκ. 13, 13.
(Ιστότοπος «Τράπεζα Ιδεών», 27-05-2023)
τοῦ Δημητρίου Χατζηνικολάου, πρ. Ἀν. Καθηγητοῦ τοῦ Πανεπιστημίου Ἰωαννίνων
1. Εἰσαγωγή
Ἀπό τήν ἀποτείχισιν τῶν Ὀρθοδόξων τοῦ πατρίου ἑορτολογίου (π.ἑ., 1924) καί ἐντεῦθεν, τίθεται συχνάκις, ὡς μή ὤφελε, τό ἐρώτημα ἐάν ἡ ἀποτείχισις ἀπό αἱρετικούς «ποιμένας» εἶναι προαιρετική ἤ ὑποχρεωτική. Ἐπειδή ἀπό τήν διδασκαλίαν καί τήν πρᾶξιν τῆς Ἐκκλησίας, προκύπτει σαφῶς καί ἀναμφιβόλως ὅτι ἡ ἀποτείχισις εἶναι ὑποχρεωτική (βλ. κατωτέρω, Τμῆμα 3), διότι δέν δυνάμεθα νά κοινωνῶμεν ταυτοχρόνως καί μέ τόν Χριστόν καί μέ τόν Διάβολον, κατά τό «οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν» (Ματ. 6:24), αὐτοί πού ἰσχυρίζονται ὅτι εἶναι δῆθεν δυνητική, κηρύσσουν αἵρεσιν, ἡ ὁποία εἶναι γνωστή ὡς «Δυνητισμός» καί οἱ ὀπαδοί της «Δυνητισταί». Τήν αἵρεσιν αὐτήν ἐκήρυξεν πρό μερικῶν δεκαετιῶν ὁ ἀείμνηστος ἀρχιμανδρίτης π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος. Τινές τῶν «Δυνητιστῶν» ἔχουν ἐκτραπῆ τόσον πολύ, ὥστε νά κατηγοροῦν τούς ἀποτειχιζομένους ὡς δῆθεν «Πρεσβυτεριανούς» (!), ὡς δῆθεν πιστεύοντας ὅτι δέν ὑπάρχει πλέον ὁρατή Ἐκκλησία μετά τήν «σύνοδον» τοῦ Κολυμβαρίου (2016) καί τήν συμμετοχήν τῆς «Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος» εἰς τό Οὐκρανικόν σχίσμα (2019), καί, ὡς ἐκ τούτου, εὑρίσκουν ἕνα ἀποτειχισμένον ἱερέα καί κοινωνοῦν μόνον μέ αὐτόν. Ἐπειδή τοιαῦται διαστροφαί δέν πρέπει νά μένουν ἀναπάντητοι, τό παρόν ἄρθρον ἔχει ὡς στόχον ν’ ἀποσαφηνίσῃ ὅτι οἱ ἀποτειχιζόμενοι πράττουν ἁπλῶς τό χρέος των, ἐνῷ οἱ ἔχοντες γνῶσιν τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων καί μή ἀποτειχιζόμενοι ἐνισχύουν τά καταχθόνια σχέδια τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
2. Ὁ ΙΕ' Κανών τῆς ΑΒ' Συνόδου
Οἱ «Δυνητισταί» ἑστιάζουν εἰς τόν 15ον Κανόνα τῆς ΑΒ' Συνόδου, ἀλλά παραθεωροῦν σκανδαλωδῶς τήν ρηθεῖσαν διδασκαλίαν καί πρᾶξιν τῆς Ἐκκλησίας! Ἡ ΑΒ' Σύνοδος συνεκροτήθη τό 861 μ.Χ. κατά τῶν λειψάνων τῆς Εἰκονομαχίας (βλ. Πηδάλιον, 11η Ἔκδ., 1993, Ἐκδ. «Ἀστήρ», σελ. 345). Ὁ Κανών ἀσχολεῖται μέ δύο κατηγορίας ἀποτειχιζομένων κληρικῶν ἀπό τούς προϊσταμένους των πρό συνοδικῆς διαγνώσεως: (α) μέ αὐτούς πού ἀποτειχίζονται προφάσει ἐγκλήματός τινος πού φέρεται νά ἔχῃ διαπράξει ὁ προϊστάμενός των, χωρίς ὅμως καί νά κηρύξῃ δημοσίως κάποιαν αἵρεσιν· καί (β) μέ αὐτούς πού ἀποτειχίζονται ἐπειδή ὁ προϊστάμενός των ἐκήρυξε δημοσίως αἵρεσιν κατεγνωσμένην ὑπό Συνόδων ἤ Πατέρων. Ὁ Κανών λέγει ὅτι οἱ μέν πρῶτοι κάμνουν σχίσμα, οἱ δέ δεύτεροι εἶναι ἄξιοι τιμῆς. Δέν ἀσχολεῖται μέ τούς μή ἀποτειχιζομένους. Αὐτοί δέν ἐμπίπτουν εἰς τό θέμα του, τό ὁποῖον δέν εἶναι τί δέον γενέσθαι ἐν καιρῷ κηρυσσομένης αἱρέσεως. Ὅστις νομίζει ὅτι αὐτό εἶναι τό θέμα τοῦ Κανόνος καί προσπαθεῖ νά τόν χαρακτηρίση ὡς δυνητικόν ἤ ὡς ὑποχρεωτικόν, ἐνῷ δέν εἶναι οὔτε τό ἕν οὔτε τό ἄλλο, τόν παρερμηνεύει. Δύναται κάποιος νά ἐπικαλεσθῇ τόν Κανόνα προκειμένου ν’ ἀποτειχισθῇ, ἀλλά δέν δύναται νά τόν ἐπικαλεσθῇ διά νά μή ἀποτειχισθῇ!
Εἰς τό γνωστόν βιβλίον του Τά Δύο Ἄκρα: Οἰκουμενισμός καί Ζηλωτισμός, Β' Ἔκδ., 1997, Ἱ. Ἡσυχαστήριον Κεχαριτωμένης Θεοτόκου Τροιζῆνος (σελ. 75-76), ὁ π. Ἐπιφάνιος γράφει: «Ὁ Κανών εἶνε δ υ ν η τ ι κ ό ς καί οὐχί ὑποχρεωτικός. ... Ἀνάγνωτε τόν Κανόνα μετά προσοχῆς καί θά ἴδητε ὅτι δέν νομοθετεῖ ὑ π ο χ ρ έ ω σ ι ν, ἀλλ’ ἁπλῶς παρέχει δικαίωμα. Οὐδαμοῦ λέγει ὅτι ὀ φ ε ί λ ο υ σ ι ν οἱ Κληρικοί νά ἀποχωρίζωνται ἀπό τοιούτου Ἐπισκόπου πρό τῆς καταδίκης αὐτοῦ, οὐδέ ὁμιλεῖ περί τιμωρίας τινός ἤ καί ἁπλῶς ἔστω μέμψεως κατά τῶν μή ἀποχωριζομένων» (ἡ ἔμφασις εἶναι τοῦ π. Ἐπιφανίου). Κατ’ ἀρχάς, ἄς σημειωθῇ ὅτι ἐπιφανεῖς κανονολόγοι θεωροῦν τόν Κανόνα ὑποχρεωτικόν. Χάριν παραδείγματος, ὁ Βαλσαμών γράφει ὅτι ἐάν ὁ αἱρετικός προϊστάμενος ψιθυρίζῃ τά τῆς αἱρέσεώς του κρυφίως καί μετά ὑποστολῆς, τότε «οὐκ ὀ φ ε ί λ ε ι τις ἐξ αὐτοῦ πρό καταδίκης ἀποσχισθῆναι» (βλ. Γ.Α. Ράλλη καί Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα τῶν Θείων καί Ἱερῶν Κανόνων, τ. Β΄, σ. 695, ἡ ἔμφασις προσετέθη ὑπό τοῦ γράφοντος). Ἑρμηνευομένη ἐκ τοῦ ἀντιθέτου, ἡ φράσις αὐτή σημαίνει ὅτι ὅταν ὁ προϊστάμενος κηρύττῃ δημοσίως καί ἀπροκαλύπτως αἵρεσιν, τότε ὁ ὑφιστάμενος ὀ φ ε ί λ ε ι ν’ ἀποσχισθῇ ἀπό τόν αἱρετικόν προϊστάμενον.
Ὡς ἕτερον παράδειγμα, εἰς εἰδικήν μελέτην του ἐπί τοῦ ἐν λόγῳ Κανόνος, ὁ Σέρβος Κανονολόγος, Ἐπίσκοπος Δαλματίας καί Ἰστρίας καί Καθηγητής Νικόδημος Μίλας (1845-1915), γράφει: «Ἐάν ὁ Ἐπίσκοπος ἤ Μητροπολίτης ἤ Πατριάρχης ἄρξηται νά διακηρύττῃ δημοσίᾳ ἐπ’ Ἐκκλησίας αἱρετικήν τινα διδαχήν ἀντικειμένην πρός τήν Ὀρθοδοξίαν, τότε οἱ ὑποτασσόμενοι αὐτῷ κέκτηνται δ ι κ α ί ω μ α ἅμα καί χ ρ έ ο ς νά ἀποσχινισθῶσι π ά ρ α υ τ α ἐκείνου» (βλ. Θεοδωρήτου Ἱερομονάχου Ἁγιορείτου, Τό Ἀντίδοτον: Ἀναίρεσις τῶν κατά τοῦ ζηλωτισμοῦ ἄρθρων τοῦ βιβλίου: ΤΑ ΔΥΟ ΑΚΡΑ τοῦ ἀρχιμ. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου, 1990, σελ. 54, ἡ ἔμφασις ὑπάρχει εἰς τό πρωτότυπον).
3. Ἡ κρυσταλλίνη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ἐπί τοῦ θέματος
Ὡς προανεφέρθη, ἡ προσέγγισις τοῦ θέματος θά ἦτο σκανδαλωδῶς ἀντιεπιστημονική ἐάν περιωρίζετο εἰς τόν ρηθέντα Κανόνα καί παρέλειπε τά σχετικά ἁγιογραφικά καί ἁγιοπατερικά χωρία, τά ὁποῖα οὐδεμίαν ἀμφιβολίαν ἀφήνουν διά τήν ὑποχρεωτικότητα τῆς ἀποτειχίσεως, ὅπως βεβαίως καί αἱ ὑπόλοιποι εὐαγγελικαί ἐντολαί. Ἰδού μικρόν μόνον δεῖγμα τοιούτων χωρίων:
(i) «Τίς δέ κοινωνία φωτί πρός σκότος; τίς δέ συμφώνησις Χριστῷ πρός Βελίαλ; ἤ τίς μερίς πιστῷ μετά ἀπίστου; ... διό ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καί ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καί ἀκαθάρτου μή ἅπτεσθε» (Β´ Κορ. 6:14-18).
(ii) «Οἵτινες τήν ὑγιῆ πίστιν προσποιοῦνται ὁμολογεῖν, κοινωνοῦσι δέ τοῖς ἑτερόφροσι, τούς τοιούτους, εἰ μετά παραγγελίαν μή ἀποστῶσι, μή μόνον ἀκοινωνήτους ἔχειν, ἀλλά μηδέ ἀδελφούς ὀνομάζειν» (Μ. Βασίλειος, Patrologia Graeca ἤ ἐν συντομίᾳ P.G., τ. 160, σ. 101). Ἀξίζει νά σημειωθῇ ὅτι ὁ Ἅγιος δέν ὁμιλεῖ διά κεκριμένους αἱρετικούς, ἀλλά διά «ἑτερόφρονας»!
(iii) «Ἅπαντες οἱ τῆς Ἐκκλησίας διδάσκαλοι, πᾶσαι αἱ Σύνοδοι καί πᾶσαι αἱ θεῖαι Γραφαί φεύγειν τούς ἑτερόφρονας παραινοῦσι καί τῆς αὐτῶν κοινωνίας διΐστασθαι» (Ἅγ. Μᾶρκος Εὐγενικός, P.G., τ. 160, σ. 101). Βλέπομεν, λοιπόν, ὅτι ὅλαι αἱ θεῖαι Γραφαί, ὅλαι αἱ Σύνοδοι καί ὅλοι οἱ Πατέρες προτρέπουν τόν πιστόν νά διακόπτῃ τήν κοινωνίαν ἀκόμη καί μέ τούς «ἑτερόφρονας»!
(iv) «Ἐχθρούς γάρ Θεοῦ ὁ Χρυσόστομος, οὐ μόνον τούς αἱρετικούς, ἀλλά καί τούς τοῖς τοιούτοις κοινωνοῦντας, μεγάλῃ καί πολλῇ τῇ φωνῇ ἀπεφήνατο» (Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, P.G. 99, σ. 1049). Ὥστε, λοιπόν, κατά τούς Ἁγίους Ἰωάννην τόν Χρυσόστομον καί Θεόδωρον τόν Στουδίτην, ἡ (ἐν γνώσει) κοινωνία μέ αἱρετικούς καθιστᾶ τόν πιστόν «ἐχθρόν τοῦ Θεοῦ»!
(v) «Τοῖς κοινωνοῦσιν ἐν γνώσει τοῖς ὑβρίζουσι καί ἀτιμάζουσι τάς σεπτάς Εἰκόνας, ἀνάθεμα» (Ζ’ Οἰκ. Σύνοδος, Πράξεις Α' και Ε', βλ. Πρακτικά τῶν Ἁγίων καί Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τόμος Γ', σελ. 230 καί 325, Ἔκδοσις Καλύβης Τιμίου Προδρόμου, Ἱερᾶς Σκήτης Ἁγίας Ἄννης, Ἅγιον Ὄρος, Αὔγουστος 1986, καί Συνοδικόν τῆς Ὀρθοδοξίας, Τριώδιον, Ἐκδ. «Φῶς», σελ. 161).
Ὡς γνωστόν, ὑπάρχουν πολλαί ἀκόμη δεκάδες παρομοίων χωρίων, τά ὁποῖα παραλείπομεν διά τήν οἰκονομίαν τοῦ χώρου. Ὑπάρχουν βεβαίως καί πολλά παραδείγματα ἁγίων πού ἐφήρμοσαν εἰς τήν πρᾶξιν αὐτήν τήν διδασκαλίαν. Εἶναι συνεπῶς ἀπορίας ἄξιον πῶς εἶναι δυνατόν θεολόγοι νά διατείνωνται ὅτι ἡ ἀποτείχισις εἶναι προαιρετική καί, ἔτι χειρότερον, νά ἐγκαλοῦν τούς ἀποτειχιζομένους διά Προτεσταντισμόν, ἐνῷ, συμφώνως μέ τόν ρηθέντα Κανόνα, θά ἔπρεπε νά τούς ἐπαινοῦν ὡς προστατεύοντας τήν Ἐκκλησίαν ἀπό μερισμούς πού προκαλεῖ ἡ κηρυσσομένη αἵρεσις.
4. Ἕτεραι ἀντιφάσεις καί παρανοήσεις τῶν «Δυνητιστῶν»
Ὁ π. Ἐπιφάνιος ἀντιφάσκει πρός ἑαυτόν, διότι, ἀφενός μέν ἀναγνωρίζει ὅτι ὁ 15ος Κανών τῆς ΑΒ' Συνόδου δίδει τό δικαίωμα τῆς ἀποτειχίσεως («Τά Δύο Ἄκρα», σ. 75) καί ὅτι ὁ Κανών λέγει σαφῶς ὅτι οἱ ἀποτειχιζόμενοι δέν κάμνουν σχίσμα, ἀλλ’ εἶναι ἄξιοι ἐπαίνου, ἀφετέρου δέ κατακρίνει ὡς σχισματικούς ὅσους κάμνουν χρῆσιν αὐτοῦ τοῦ δικαιώματος! Διότι, κατά τόν π. Ἐπιφάνιον, τήν ἀποτείχισιν πρέπει νά τήν ἀποφασίσουν οἱ «ἀξιωματικοί» καί ὄχι οἱ στρατιῶται! («Τά Δύο Ἄκρα», σ. 59). «Ἀξιωματικούς» δέ ὁ π. Ἐπιφάνιος θεωρεῖ τούς «ἐπισκόπους», οἱ ὁποῖοι, χρώμενοι «οἰκονομίας» εἰς τό διηνεκές (!), κοινωνοῦν ἐπί πολλάς δεκαετίας μέ τήν αἵρεσιν τοῦ Οἰκουμενισμοῦ («Τά Δύο Ἄκρα», σ. 111), ἐνῷ τούς ἀποτειχισθέντας Ἐπισκόπους τοῦ π.ἑ. τούς ἐθεώρει ὡς «ἐκτός Ἐκκλησίας»! Τονίζει ἀκόμη ὁ π. Ἐπιφάνιος ὅτι πρίν ὁ πιστός ἀποκηρύξῃ τούς Οἰκουμενιστάς «ψευδεπισκόπους» (ὅρος τοῦ 15ου Κανόνος τῆς ΑΒ' Συνόδου), θά πρέπῃ ν’ ἀπαντήσῃ θετικῶς εἰς τό ἀκόλουθον ἐρώτημα: «Πιστεύω ὅτι σύμπασα ἡ ἀνά τήν Οἰκουμένην Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία κατεπόθη ὑπό τῆς πλάνης καί μόνον ἐγώ καί ὀλίγοι ἀκόμη ἐμείναμεν διασώζοντες τήν ἀλήθειαν;» (σ. 58). Δηλαδή, κατά τόν π. Ἐπιφάνιον, ἡ ἀποκήρυξις τῶν «ψευδεπισκόπων» δέν ἐπιτρέπεται πρίν αὐτοί προλάβουν νά καταστρέψουν τήν Ἐκκλησίαν!
Ἐάν ὁ π. Ἐπιφάνιος ἁπλῶς ἐδημιούργει μίαν νέαν αἵρεσιν καί, ὅπως ὅλοι οἱ προηγούμενοι αἱρεσιάρχαι, προσηλύτιζεν ὀπαδούς εἰς αὐτήν, ἀποσπῶν αὐτούς ἀπό τήν Ὀρθοδοξίαν, τότε τό κακόν δέν θά ἦτο τόσον μέγα ὅσον εἶναι τώρα, ἔστω καί ἄν ὁ ἀριθμός τῶν ὀπαδῶν του ἦτο μεγάλος. Διότι, ὡς γνωστόν, μέχρι τά τέλη τοῦ 19ου αἰῶνος, πρίν δηλαδή ἀναρριχηθοῦν μασσῶνοι εἰς ἐπισκοπικούς καί πατριαρχικούς θρόνους, ἡ Ἐκκλησία εἶχε τήν δύναμιν νά πολεμῇ καί νά νικᾶ τάς αἱρέσεις. Δυστυχῶς, ὅμως, ἡ αἵρεσις τοῦ π. Ἐπιφανίου προξενεῖ πολύ μεγαλυτέραν ζημίαν ἀπ’ ὅσην προξενοῦν αἱ ἄλλαι αἱρέσεις. Ὁ λόγος εἶναι ὅτι ἔχει ὀρθόδοξον προσωπεῖον καί συνίσταται εἰς τό ν’ ἀποτρέπῃ τόν πόλεμον τῆς Ἐκκλησίας κατά τῶν αἱρέσεων μέ «πραγματικά πυρά», δηλαδή μέ τήν ἀποκήρυξιν τῶν αἱρετικῶν «ἐπισκόπων». Ἐπιτρέπει μόνον φραστικάς καί γραπτάς διαμαρτυρίας («Τά Δύο Ἄκρα», σ. 73-74), δηλαδή μόνον τόν «χαρτοπόλεμον», ὅπως εὐστόχως ἔχει χαρακτηρίσει τάς ἀναποτελεσματικάς αὐτάς ἀντιδράσεις ὁ ἀείμνηστος Καθηγητής Ἰ. Κορναράκης. Ἔτσι, ὅμως, παθαίνουν σύγχυσιν ἀκόμη καί ἀληθινοί στρατιῶται τοῦ Χριστοῦ, οἱ ὁποῖοι ἀφοπλίζονται καί ἀκινητοποιοῦνται, ἀποδυναμώνεται καί παραλύει ὁ ἀντιαιρετικός ἀγών τῆς Ἐκκλησίας, ἐπικρατεῖ ἡ αἵρεσις καί χάνονται πολλαί ἐκλεκταί ψυχαί! Διότι ὅλοι αὐτοί εἴτε δέχονται τόν Οἰκουμενισμόν, ἐξαπατῶντες τήν συνείδησίν των μέ τάς ψευδεῖς ἀγαπολογίας τῶν Οἰκουμενιστῶν, εἴτε διαφωνοῦν μέν, ἀλλά παραμένουν εἰς κοινωνίαν μετ’ αὐτοῦ «ἄχρι καιροῦ» («Τά Δύο Ἄκρα», σ. 59). Παραμένουν «στενάζοντες» («Τά Δύο Ἄκρα», σ. 69), ὑποτασσόμενοι «ἄχρι καιροῦ» εἰς «ψευδεπισκόπους», κατά τήν αἵρεσιν τοῦ «Δυνητισμοῦ», ἡ ὁποία συνεπῶς πλανᾶ ἐκλεκτούς, ἐνῷ αἱ ἄλλαι αἱρέσεις συνήθως προσελκύουν ἀνθρώπους πού διέκειντο μᾶλλον ἀδιαφόρως πρός τήν Ὀρθοδοξίαν καί τήν ὀρθοπραξίαν.
5. Συμπέρασμα
Ὁ λόγος διά τόν ὁποῖον ἡ Ἐκκλησία μέχρι καί τόν 19ον αἰῶνα ἐνίκα τάς αἱρέσεις εἶναι ὅτι ἔχει ἐνσωματωμένον ἕνα «αὐτόματον διορθωτικόν μηχανισμόν», ὁ ὁποῖος προκαλεῖ ἀποτελεσματικήν ἀντίδρασιν (καί ὄχι «χαρτοπόλεμον»!) τῶν ὑγιῶν μελῶν Της. Ἡ μόνη δέ κανονική καί ἀποτελεσματική ἀντίδρασις σήμερον εἶναι ἡ ἀποτείχισις ἀπό τάς ὀκτώ τοὐλάχιστον αἱρέσεις πού κηρύττουν οἱ «ἐπίσκοποι» τῆς «Παγκοσμίου Ὀρθοδοξίας», ἤτοι: (1) Οἰκουμενισμόν, ὁ ὁποῖος ἀνεθεματίσθη ὑπό τῆς Ρωσσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς (ΡΟΕΔ) τό 1983, καί ἑπομένως ἔχει ἐφαρμογήν ὁ 15ος Κανών τῆς ΑΒ' Συνόδου· (2) Σεργιανισμόν (πρβλ. τήν σύμπλευσιν «κυβερνήσεως» καί «ἐκκλησίας» εἰς ὅλα τά κακά πού οἱ ἴδιοι ἔχουν ἐπιφέρει εἰς τόν τόπον· (3) Οὐνιτισμόν (ἀπό 7-12-1965, ὅταν ἔγινεν ἐπισήμως «ἄρσις τῆς ἀκοινωνησίας» μέ τόν «πάπαν», ὁ ὁποῖος ἔκτοτε μνημονεύεται εἰς τά δίπτυχα τοῦ Πατρ/χείου Κων-λεως, ὅπως κατήγγειλε τό 1969 ὁ Μητροπολίτης Φιλάρετος τῆς Ρωσσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς εἰς τήν ἀνοικτήν του ἐπιστολήν πρός τόν «ἀρχιεπίσκοπον Ἀμερικῆς» Ἰάκωβον καί οὐδέποτε διεψεύσθη, βλ. http://orthodoxinfo.com/ecumenism/philaret_iakovos.aspx)· (4) Νεο-εικονομαχίαν (πρβλ. τήν ἀπαγόρευσιν τῆς θεἰας κοινωνίας, τῆς προσκυνήσεως τῶν ἱερῶν εἰκόνων κ.λπ. κατά τήν διάρκειαν τῆς «πανδημίας»)· (5) Νεο-αρειανισμόν (πρβλ. τήν νέαν αἵρεσιν, ὅτι ὁ Πατριάρχης Κων-λεως εἶναι δῆθεν «πρῶτος ἄνευ ἴσων», ὅπως εἶναι δῆθεν ὁ Πατήρ εἰς τήν Ἁγίαν Τριάδα, πού εἶναι βλάσφημος ἀντιτριαδική διδασκαλία)· (6) τήν αἵρεσιν «ὁ θάνατός σου ἡ ζωή μου», μέ τά «ἐμβόλια», τά ὁποῖα παρεσκευάσθησαν μέ κυτταρικάς σειράς φονευθέντων ἐπί τῷ σκοπῷ αὐτῷ ἐμβρύων· (7) ὅτι δῆθεν «ἡ ὁμοφυλοφιλία εἶναι θεόσδοτος» καί ἄρα δέν δυνάμεθα νά τήν καταδικάσωμεν (πρβλ. τήν δήλωσιν τοῦ «Ν. Ἰωνίας» Γαβριήλ, τόν ὁποῖον ὄχι μόνον δέν καθῄρεσαν, ἀλλά κοινωνοῦν καί μετ’ αὐτοῦ)· καί (8) τόν «Δυνητισμόν», ὁ ὁποῖος ἀπετέλεσε τόν ἀντικείμενον τοῦ παρόντος ἄρθρου. Οἱ «ἐπίσκοποι» τῆς «Παγκοσμίου Ὀρθοδοξίας» συμμετέχουν ἐπίσης εἰς πολλά σχίσματα, ἤτοι: (1) Ἑορτολογικόν· (2) Αὐστραλιανόν· (3) Οὐκρανικόν· (4) «ἐμβολιαστικόν» (πρβλ. τάς ἀνοήτους φωνασκίας «ψευδεπισκόπων» τινων, ὅτι ὅσοι ἀρνοῦνται τό «ἐμβόλιον» εἶναι δῆθεν «ἐκτός Ἐκκλησίας», «Ναζί» κ.λπ.)· κ.ἄ. Ἡ ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τοιούτους λύκους μέ δοράν προβάτου εἶναι θανάσιμος ἁμαρτία, ἀλλ’ ἡ αἵρεσις τοῦ «Δυνητισμοῦ» ἀκινητοποιεῖ καί ἀκυρώνει τόν ρηθέντα «αὐτόματον διορθωτικόν μηχανισμόν». Ἑπομένως, ἀντιστρέφοντες τήν βαρεῖαν κατηγορίαν πού ἀποδίδει ὁ κ. Τρακάδας εἰς τούς ἀποτειχιζομένους (Ὀρθόδοξος Τύπος, 20-10-2023, ἀρ. φ. 2467, σελ. 1), συμπεραίνομεν ὅτι μή χωριζόμενοι ἀπό τούς αἱρετικούς Οἰκουμενιστάς ἐξυπηρετοῦμεν τοῦ Οἰκουμενισμοῦ τά καταχθόνια σχέδια.