A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Παρασκευή 24 Μαρτίου 2023

"ΕΝΕΝΗΝΤΑ ΕΝΝΕΑ ΧΡΟΝΙΑ ΔΙΧΩΣ ΔΙΚΑΙΩΣΗ" (Άρθρο του Σεβ. Μητρ. Αττικής και Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)



Στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ μυθολογία, ὁ Προμηθέας, ἐξαιτίας τῆς κλοπῆς τῆς φωτιᾶς ἀπὸ τὸν Ὄλυμπο καὶ τῆς μετάδοσης αὐτῆς στοὺς ἀνθρώπους, τιμωρήθηκε σκληρά. Δέθηκε σὲ ἕναν βράχο καὶ κάθε μέρα ἕνας ἀετὸς ἐρχόταν καὶ ἔτρωγε τὸ συκώτι του, τὸ ὁποῖο τὸ βράδυ ἀποκαθίστατο. Πρὸς τί αὐτὴ ἡ εἰσαγωγή; Κάτι ἀνάλογο μὲ αὐτὸ ποὺ ταλαιπωροῦσε τὸν Προμηθέα, ταλαιπωρεῖ καὶ τὴν Ἐκκλησία. Τὴν πληγώνουν καὶ τὴν τραυματίζουν ἀνελέητα, σὰν πεινασμένοι ἀετοί, οἱ ἴδιοι οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί.

            Σήμερα συμπληρώνονται ἐνενήντα ἐννέα χρόνια ἀπὸ τὴν ἀποφράδα ἐκείνη  ἡμέρα ποὺ ἡ Ἐκκλησία ὑπέστη ἕνα μεγάλο πλῆγμα. Μετὰ τοὺς Βαλκανικοὺς Πολέμους, μετὰ τὸν Ἐθνικὸ Διαχασμό, μετὰ τὸν  Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μετὰ ἀπὸ τὶς σφαγὲς Ἑλλήνων χριστιανῶν στὴ Μικρασία καὶ τὸν Πόντο καὶ τὴν ἀπέλαση ὅσων δὲν σφαγιάσθηκαν στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο, μετὰ ἀπὸ αὐτὲς τὶς μεγάλες ταλαιπωρίες ποὺ ὑπέστη ἡ πατρίδα μας, κάποιοι εἶχαν τὴν «πολυτέλεια» νὰ προχωρήσουν καὶ στὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἡμερολογίου, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ χωρισθεῖ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὅλη ἡ πατρίδα μας, σὲ παλαιοημερολογίτες καὶ νεοημερολογίτες. Πολλοὶ ἁγνοὶ καὶ ἄδολοι, πραγματικὰ εὐσεβεῖς χριστιανοὶ μὲ τὸ ἄκουσμα τῆς αὐθαίρετης καὶ ἀντικανονικῆς ἀλλαγῆς τοῦ ἡμερολογίου, βγῆκαν στοὺς δρόμους καὶ φώναζαν: «μᾶς φράγκεψαν!». Ἔβλεπαν οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ τὴν ἀλλαγὴ ὡς μία πράξη ποὺ θὰ ἔφερνε τὴ Δύση τοῦ Βατικανοῦ στὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὴν Ἑλλάδα.  Αὐτοί, λοιπόν, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίστηκαν καὶ προσπάθησαν νὰ παραμείνουν ἐδραῖοι καὶ πιστοὶ στὴν ἐπὶ εἴκοσι ὁλόκληρους αἰῶνες παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, σὲ μία στιγμὴ χαρακτηρίστηκαν «σχισματικοί».

            Μὲ τὴν πάροδο τῶν χρόνων, τὰ ἴδια τὰ γεγονότα ἔδειχναν ὅτι αὐτοὶ οἱ δῆθεν «σχισματικοὶ» δὲν εἶχαν πέσει ἔξω. Λίγες δεκαετίες ἀργότερα, ξεκίνησαν, ὡς μὴ ὤφειλαν, τὰ πρῶτα οἰκουμενιστικὰ ἀνοίγματα τῶν ὀρθοδόξων. Διαχρονικὲς ἐπιταγὲς Οἰκουμενικῶν Συνόδων αὐθαίρετα τέθηκαν στὴν ἄκρη.

            Φωτισμένες προσωπικότητες μὲ ἁγιοπνευματικὴ ζωὴ ἀφιέρωσαν τὴ ζωή τους στὴν διατήρηση τῆς παράδοσης. Αὐτὴ τὴν ἀφιέρωση τὴν ὀνόμασαν «Ἱερὸ Ἀγώνα». Κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ ἦταν ἔτοιμοι νὰ θυσιάσουν τὰ πάντα γιὰ αὐτὸν τὸν ἀγῶνα λόγῳ τῆς καρδιακῆς τους εὐσέβειας. Κάποιοι, μάλιστα, ἀγωνίσθηκαν γιὰ νὰ ἐπουλωθεῖ τὸ τραῦμα. Οἱ προσπάθειές τους ἀπέβησαν ἄκαρπες. Ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία ἀπάντησε μὲ σκληροὺς διωγμούς, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ δημιουργήσει ἕνα ἔντονο κλίμα φανατισμοῦ. Δυστυχῶς, οἱ ἀρχιποιμένες ἐκείνης τῆς ἐποχῆς ἤ βαλτοὶ ἦταν, πράγμα ποὺ εὔκολα μπορεῖ κανεὶς νὰ διαπιστώσει κρίνοντας ἀπὸ τὴν πορεία τοῦ Μελετίου Μεταξάκη,  ἤ -στὴν καλύτερη περίπτωση- ἔπασχαν ἀπὸ ἔλλειψη ποιμαντικῆς διάκρισης. 

          παναλαμβάνω: τὸν Ἱερὸ Ἀγώνα τὸν κόσμησαν ἅγιες φυσιογνωμίες, τέτοιες ποὺ μᾶς γεμίζουν μὲ τὸ καθῆκον νὰ μιμηθοῦμε τὴν ἁγία βιοτή τους. Δυστυχῶς, ὅμως, μαζὶ μὲ τὰ καλὰ στάχυα, βρέθηκαν καὶ πολλὰ ζιζάνια.

            Τὰ περασμένα ἐνενήντα ἐννέα  χρόνια μάθαμε καλὰ ὅλα τὰ περὶ τῆς λέπρας τοῦ οἰκουμενισμοῦ. Λόγῳ τοῦ φανατισμοῦ ποὺ οἱ ἴδιοι οἱ ταγοὶ τῆς κρατούσης Ἐκκλησίας φρόντισαν νὰ σπείρουν, μεγαλώσαμε σὲ ἕνα περιβάλλον ἀπόλυτο, ἰδιαίτερα δὲ μὲ κάποιο αἴσθημα ὑπεροψίας. Μάθαμε καλὰ νὰ βλέπουμε τὰ λάθη τῶν ἄλλων καὶ νὰ τὰ στιγματίζουμε. Δυστυχῶς, ὅμως, ἀκόμη δὲν ἔχουμε μάθει νὰ βλέπουμε τὰ δικά μας λάθη.

             Ἐνενήντα ἐννέα χρόνια ἀπὸ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου καὶ ἡ διαπίστωση θλιβερή: δὲν δικαιώθηκε ὁ Ἱερὸς Ἀγώνας! Καὶ ὄχι μόνο δὲν δικαιώθηκε, ἀλλὰ καταφέραμε νὰ γίνουμε «θέατρον καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις» κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο. Αἴτιο γιὰ ὅλη αὐτὴ τὴν κατάσταση; Ἡ πολυδιάσπαση.

             Χριστὸς εἶπε: «ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταὶ ἐστέ, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις». Κάποιοι αὐτὴ τὴν ἀγάπη τὴ θυσίασαν καὶ τὴ θυσιάζουν στὸν βωμὸ μιᾶς δῆθεν ὁμολογίας, πρὸς ἐξυπηρέτηση, βέβαια, τοῦ ἐγωισμοῦ ἤ ἄλλων ἀλλότριων πρὸς τὴν ὀρθοδοξία σκοπῶν.

            ς πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς, κάποιοι ἐκμεταλλευόμενοι τὴν ἀπουσία νομικῆς κάλυψης τῆς Ἐκκλησίας μας, ἔβρισκαν ποικίλες αἰτίες γιὰ νὰ διασπαστοῦν καὶ νὰ κάνουν τὴ δική τους «σύνοδο», αὐτοτιτλοφορούμενοι ἐλεύθερα ὡς «Γ.Ο.Χ.», μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γεμίσει τὸ πανελλήνιο, καὶ ὄχι μόνο, ἀπὸ «ἐκκλησίες παλαιοημερολογιτῶν». Κυρίαρχη αἰτία, ὁ φθόνος πρὸς τοὺς ἀξίους. Εἶναι αὐτὸ ὀρθόδοξη μαρτυρία; Ὁ Θεὸς «εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσεν». Ἐξυπηρετεῖ αὐτὴ ἡ χαοτικὴ διάσπαση τὴν ὀρθοδοξία; Σὲ τί διαφέρει αὐτὴ ἡ κατάσταση ἀπὸ τὸν οἰκουμενισμό, τὸν ὁποῖο οἱ περισσότεροι λένε ὅτι πολεμοῦν; Νομίζουμε ὅτι μᾶς σώζει ἡ ἀπουσία κρατικῆς κάλυψης, ὅμως ὑπάρχει καὶ θάνατος «ἴνα μὴ τὸ κακὸν ἀθάνατον γένηται».

            Οἱ ἀρχιερεῖς οἱ ὁποῖοι στάθηκαν στὸ ὕψος τῶν περιστάσεων, κράτησαν μὲ ἀληθινὴ ἀγάπη καὶ κατ’ ἐπίγνωσιν ζῆλο τὴν παράδοση, καὶ ἀγωνίσθηκαν στὴν πρώτη γραμμὴ νὰ δοξάσουν τὴν Ἐκκλησία, ἀγωνιζόμενοι θυσιαστικῶς γιὰ τὸ ποίμνιο, ὑπέφεραν ἀπὸ ἕνα ἔντονο κλίμα ἀντιδεσποτισμοῦ. Γιὰ αὐτὸ κάποιοι πνευματικοὶ ἄνθρωποι καὶ ὀραματιστὲς ἔφυγαν. Ἀπὸ τὸ 1924 ἕως τὸ 1935, περίοδο κατὰ τὴν ὁποία δὲν ὑπῆρχε ἀρχιερέας στὴ διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας μας, ἱερεῖς, μοναχοὶ καὶ λαϊκοὶ βρῆκαν τὴν εὐκαιρία νὰ οἰκειοποιηθοῦν τὰ τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ γίνουν βασιλικώτεροι τοῦ βασιλέως, μικροὶ πάπες, ὅμοιοι μὲ ἐκεῖνον ποὺ ἀρέσκονται νὰ ὑβρίζουν.

               Οἱ μοναχοὶ διαμόρφωσαν τὸ κατεστημένο: «ὁ κάθε ἡγούμενος εἶναι δεσπότης στὸ μοναστήρι του». Διαμόρφωσαν τυπικὰ ποὺ οὐδόλως ὑπολογίζουν τὸν ἐπιχώριο ἀρχιερέα, σὰν νὰ πρόκειται γιὰ κάποιον περαστικὸ καὶ ὄχι γιὰ τὸν τύπο τοῦ Χριστοῦ.

            Οἱ ἱερεῖς λάμβαναν (καὶ λαμβάνουν) τὴν χειροτονία καὶ οἰκειοποιοῦνταν (οἰκειοποιοῦνται) τὸ ποίμνιο. Ἔκαναν τὶς φατρίες τους καὶ δὲν ἤθελαν τὸν ἐπίσκοπο γιὰ νὰ μὴν τοὺς «πάρει τοὺς ὀπαδούς». Τελοῦσαν Μυστήρια ὁπουδήποτε χωρὶς ἄδεια, σὰν ἡ Ἐκκλησία νὰ εἶναι –Θεὸς φυλάξοι- ἕνα «ξέφραγο ἀμπέλι».

                Οἱ λαϊκοί, κατὰ κύριο λόγο οἱ ἰδιοκτῆτες ναῶν καὶ οἱ αὐτοδιοριζόμενοι ἐπίτροποι, ὀργανώθηκαν σὲ σωματεῖα, πολλὰ ἀπὸ τὰ ὁποῖα ὑπάρχουν μέχρι σήμερα. Τὸ μεγάλο «πλεονέκτημα» ποὺ ἔχουν τὰ σωματεῖα, δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὴν αὐτοδιοίκηση. Ἡ Ἐκκλησία καὶ ὁ ἐπιχώριος ἀρχιερέας δὲν μποροῦν νὰ ἔχουν λόγο στὸ σωματεῖο, διότι ἁπλούστατα τὸ κάθε σωματεῖο καὶ ὁ κάθε ἰδιοκτήτης ναοῦ μπορεῖ νὰ φύγει ἀπὸ τὴ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ καταφύγει σὲ ἄλλη, ἔστω καὶ σὲ ἀνίερους, ἀρκεῖ νὰ λειτουργεῖ ἀπρόσκοπτα καὶ ἀνενόχλητα ὁ «οἶκος ἐμπορίου». Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ἐμπνεύσθηκαν καὶ τὶς φράσεις: «ὁ παπὰς εἶναι ἀπὸ τὸ ἱερὸ καὶ μέσα» καὶ «ὁ παπὰς εἶναι γιὰ τὰ πνευματικὰ καὶ ὁ λαϊκὸς γιὰ τὰ διοικητικά», ἀγνοῶντας ὅτι καὶ τὰ πνευματικὰ καὶ τὰ διοικητικὰ ταυτίζονται μὲ τὴν ποιμαντικὴ τῆς Ἐκκλησίας.

                 Κάποτε αὐτοὶ οἱ λαϊκοὶ ἔλεγαν: «Οἱ ἀρχιερεῖς δὲν κάνουν τίποτα γιὰ τὸν λαό, τίποτα γιὰ τὴ νεολαία. Χτίζουν μεγάλους ναοὺς στὰ μοναστήρια τους (σὲ αὐτὸ εὐθύνονται οἱ ἴδιοι οἱ ἐπίτροποι ποὺ ἐμπόδιζαν τοὺς ἀρχιερεῖς νὰ ἐργαστοῦν στὴ Μητρόπολή τους), δὲν κάνουν αἱμοδοσία, δὲν κάνουν ἐκδηλώσεις πολιτισμοῦ καὶ  κατασκηνώσεις, δὲν ἔχουν κατηχητικὰ σχολεῖα καὶ ὀργανωμένα μαθήματα, δὲν παραδίδουν μαθήματα βυζαντινῆς μουσικῆς. Τώρα ποὺ μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ γίνονται ὅλα αὐτά, σιγὴ ἰχθύος ἐπικρατεῖ. Σιγὴ ἰχθύος καὶ ἐτοιμότητα λέοντος, ἐτοιμότητα γιὰ νὰ κατασπαράξουν τοὺς συνειδητὰ ἐργαζομένους ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας ἂν κάνουν κάποια λάθη. 

              λοι αὐτοὶ καταρρακώνουν ἐδὼ καὶ ἐνενήντα ἐννέα χρόνια τὸν Ἱερὸ Ἀγώνα. Συνηθίζουμε νὰ λέμε κάποιον ποὺ θάβει ἕνα ἔργο «νεκροθάφτη». Δυστυχῶς, ἡ προκειμένη περίπτωση ἀφορᾶ «ζωντοθάφτες». Τὸν στεῖρο δεκατρημεριτισμὸ καὶ τὴν ἀσυδοσία τὰ ἔχουν βαφτίσει «ὀρθοδοξία». Μιλοῦν γιὰ ὁμολογία χωρὶς ἔργα, χωρὶς ἀγάπη. Διαχειρίζονται τὰ τῆς Ἐκκλησίας (ἄν καὶ δὲν εἶναι ἄριστοι διαχειριστὲς οὔτε στὰ τοῦ οἴκου τους), κάνουν τὸ ὁτιδήποτε στὸν ναὸ χωρὶς ὁ ἐπίσκοπος νὰ ἔχει γνώση. Ἄν λάβουμε ὑπ’ ὄψιν τὸ τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου: «ὁ λάθρα τοῦ ἐπισκόπου τὶ πράσσων τῷ διαβόλῳ λατρεύει», κατανοοῦμε πολλά.

          Εἶναι αὐτοὶ ποὺ μιλοῦν γιὰ τὸ Πηδάλιο γιὰ νὰ κρίνουν τὸ ἀρχιερατικὸ ἀξίωμα, ἀγνοῶντας ὅτι οἱ Ἱεροὶ Κανόνες θεσπίσθηκαν κατὰ κύριο λόγο ἀπὸ ἀρχιερεῖς. Τιμοῦν τοὺς ἁγίους ἱεράρχες, ὅπως τὸν Χρυσόστομο Ἰωάννη, ἀγνοῶντας ὅτι πρῶτος ἀπὸ ὅλους καθαίρεσε πλῆθος ἀσύδοτων κληρικῶν, καὶ ὅτι κάτι ἀνάλογο θὰ ἔκανε καὶ στὶς μέρες μας μὲ ὅλους τοὺς γεροντάδες - πνευματικοὺς ποὺ ἀποστασιοποιημένοι ἔχουν λόγο βλαπτικὸ στὶς ἐνορίες καὶ τὰ μοναστήρια μας.

            ν κατακλείδι, ἡ Ἐκκλησία ἔχει κουραστεῖ ἀπὸ τοὺς διαχρονικοὺς γραμματεῖς καὶ Φαρισαίους. Ἄν συνεχίσει ἡ ὑποκρισία, τὸ μόνο βέβαιο εἶναι ὅτι δὲν ὑπάρχει μέλλον. Οἱ πνευματικὰ μαχόμενοι μάχονται κατὰ τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου. Δὲν μποροῦν νὰ περισπῶνται ἀπὸ τοὺς ἐσωτερικοὺς πολεμίους. Εἶναι ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη νὰ ἔλθουμε εἰς ἑαυτούς, βλέποντας μὲ νηφαλιότητα τὶς ἁρμοδιότητες τοῦ καθενός. «Μὴ πάντες ἀπόστολοι»; Ἡ Ἐκκλησία ἔχει θεσπίσει τὰ πάντα κατὰ τάξιν. Ἄν διασαλεύουμε αὐτὴ τὴν τάξη, οὔτε ὀρθόδοξοι εἴμαστε, οὔτε χριστιανοί. Γιὰ ὅποιον θέλει, ὑπάρχει μετάνοια. Γιὰ ὅποιον δὲν θέλει, ἄς ἐτοιμασθεῖ νὰ ἀκούσει ἀπὸ τὸν Κύριο τὸ «ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος».

            Γιὰ ὅποιον ἀναρωτηθεῖ γιατὶ γράφω, γράφω γιὰ νὰ συνειδητοποιήσουμε ἐπιτέλους τὰ λάθη μας, ὥστε νὰ τὰ διορθώσουμε. Πολὺ θὰ ἤθελα νὰ ἀναφερθῶ στοὺς Ἁγίους τοῦ Ἱεροῦ Ἀγῶνος, ἀλλὰ τὸ νὰ καυχώμαστε γιὰ αὐτοὺς δίχως νὰ μιμούμαστε τὸ παράδειγμά τους, εἶναι σκέτη προσβολή. Ἀρκετὰ στρουθοκαμηλίσαμε πιστεύοντας ὅτι βαδίζουμε μετὰ βεβαιότητος πρὸς τὸν οὐρανὸ προστατεύοντας τὴν ἁγία Ὀρθοδοξία. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι Φῶς. Φῶς πρέπει νὰ εἴμαστε καὶ ἑμεῖς ποὺ τὴν ὑπηρετοῦμε. Τὸ λέω εὐθέως, διότι αὐτὸ εἶναι τὸ ὀρθόδοξο: προσεύχομαι νὰ δώσει ὁ Θεὸς πρῶτα οἱ ὀρθόδοξοι νὰ γίνουμε ἕνα ὅπως ὁρίζουν οἱ ἅγιοι Πατέρες, καὶ ἔπειτα ὅλοι, βλέποντας τὸ Φῶς, νὰ γίνουν ὀρθόδοξοι. 

Μὲ πικρία, ἀλλὰ μὲ ἐλπίδα,

 ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Πηγή

Τετάρτη 22 Μαρτίου 2023

ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ: ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΠΡΟΤΡΟΠΗ


Ἀντίστοιχος πρὸς ὅσα προηγουμένως
ἀνεπτύχθησαν λεπτομερῶς

ΑΝΕΒΑΙΝΕΤΕ, ἀνεβαίνετε, ἀδελφοί, ἐπιθυμώντας ὁλόψυχα τὶς ἀναβάσεις, ἀκούοντας αὐτὸν ποὺ λέγει: «Δεῦτε ἀναβῶμεν εἰς τὸ ὄρος Κυρίου καὶ εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ ἡμῶν» (Ἡσ. β´ 3), ὁ ὁποῖος «δίνει στὰ πόδια μας τὴν εὐκινησία τῆς ἐλάφου καὶ μᾶς ἀνεβάζει σὲ ὑψηλοὺς τόπους» (Ψαλμ. ιζ´ 34), «ὥστε νὰ νικήσωμε, δοξολογώντας Αὐτόν» (Ἀββακ. γ´ 19).

Νὰ τρέξετε, παρακαλῶ, μαζὶ μὲ ἐκεῖνον ποὺ λέγει: «Σπουδάσωμεν, ἕως οὗ καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ Θεοῦ, εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφ. δ´ 13). Τοῦ Χριστοῦ, ποὺ στὴν ἡλικία τῶν τριάκοντα ἐτῶν ὡς ἄνθρωπος ἐβαπτίσθηκε καὶ κατεῖχε τὴν τριακοστὴ βαθμίδα τῆς πνευματικῆς κλίμακος.

(Ἂς προχωρήσωμε μέχρι τὴν τελευταία βαθμίδα τῆς ἀγάπης, γιὰ νὰ συναντήσωμε τὸν Θεόν), ἐφ᾿ ὅσον βέβαια ἡ ἀγάπη εἶναι ὁ Θεός, στὸν ὁποῖο πρέπει ὁ ὕμνος, στὸν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δύναμις καὶ τὸ σθένος, στὸν ὁποῖον ὑπάρχει ἡ αἰτία κάθε καλοῦ καὶ ὑπῆρχε καὶ θὰ ὑπάρχη εἰς τοὺς ἀπεράντους αἰῶνας.

μήν.

Δείτε σχετικά: ΕΔΩ

Τρίτη 21 Μαρτίου 2023

ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΚΡΑΤΙΑ, ΤΗΝ ΥΠΟΜΟΝΗ ΚΑΙ ΤΗ ΣΙΩΠΗ ΣΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ (Ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου)


ΛΟΓΟΣ ΔΩΔΕΚΑΤΟΣ: Για την εγκράτεια, την υπομονή και τη σιωπή στον καιρό της νηστείας (Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος)

Για την εγκράτεια και την υπομονή στην εργασία των αρετών κατά τον καιρό της νηστείας. Και για τη σιωπή. Και πώς πρέπει να ζουν, σε όλη τη νηστεία, όσοι αγωνίζονται αληθινά.

Αδελφοί και πατέρες, εγώ βέβαια, επειδή από την αμαρτωλή και ράθυμη προαίρεση και διάθεσή μου ασθενώ πάντοτε και στην ψυχή και στο σώμα, θα ήθελα να σιωπώ και να εξετάζω μόνο αυτά που αφορούν στον εαυτό μου, ωσότου να νικηθούν αυτά που είναι του κατώτερου εαυτού μου1 και υποταχθούν στον ανώτερο λογισμό, και απολαύσω εντελώς την ειρήνη του πνεύματος, με το να ελευθερωθώ από την ενόχληση του χοϊκού και γήινου φρονήματος και εισέλθω στο λιμάνι της μακάριας ανάπαυσής μας. Αλλά, αφού εκλέχθηκα από σας να είμαι η κεφαλή του αγίου σας σώματος, είμαι αναγκασμένος να παροτρύνω την αγάπη σας, επειδή η σωτηρία της αδελφότητάς σας με ενθαρρύνει˙ διότι, ενώ εγώ ασθενώ ως προς την ψυχή, εσείς σώζεσθε με τις προσευχές του πατέρα μου και πατέρα σας2. Λοιπόν, ενώ δεν μπορώ να ανοίξω το στόμα μου, κατόρθωσα να γράψω έστω και με δυσκολία το λόγο και να υπενθυμίσω στην αδελφότητά σας, παρακαλώντας την αγάπη σας με πολλή επιμονή, ώστε, ως αληθινοί δούλοι του Χριστού και φιλάδελφοι, να προσεύχεσθε για τη δική μου αθλιότητα, για να σώζομαι και εγώ ο ίδιος μ’ εσάς, και να βαδίζω3 το δρόμο των εντολών του Θεού, και να συγκατοικώ με εσάς τους αγαπητούς μου αδελφούς.

Σας παρακαλώ και σας ικετεύω λοιπόν στο όνομα του Ιησού Χριστού να προσέχετε τους εαυτούς σας, και να σκέφτεται με σύνεση ο καθένας από σας και να μην υπερεκτιμά τον εαυτό του περισσότερο από όσο πρέπει, ούτε να βλέπει την αδιάφορη και απρόσεκτη ζωή μου, αλλά να βαδίζει στα βήματα του Κυρίου και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού, στον οποίο χρωστούμε ως σε δίκαιο και αλάθητο κριτή να απολογηθούμε. Χαρίστε μου αυτή την καύχηση, ότι δηλαδή μόνος εγώ, που έπεσα στο βάραθρο του άδη εξαιτίας της αμέλειάς μου, σας άρπαξα από την παγίδα, κραυγάζοντας δυνατά, και, ενώ χρωστώ να θρηνήσω πολύ για τη ραθυμία μου, αρκούμαι και μόνο να σας βλέπω να πετάτε ψηλά και να είστε επάνω από τις παγίδες του διαβόλου. Φυλάξτε λοιπόν, αγαπητοί, όλες τις εντολές του Θεού χωρίς παράλειψη, για να σωθείτε, όπως ακριβώς σώζεται το ζαρκάδι από τις παγίδες και το σπουργιτάκι από τη θηλειά4.

Πρώτη εντολή μάλιστα είναι το να αγαπούμε με όλη μας την ψυχή τον Θεό και ο ένας τον άλλο5, όπως ο ίδιος ο Θεός αγάπησε τον κόσμο6. Η αληθινή αγάπη αναγνωρίζεται άλλωστε απ’ αυτά τα χαρακτηριστικά: από το να μην υπερηφανεύεται κάποιος, από το να μη συμπεριφέρεται με έπαρση, ούτε να ζηλεύει τον αδελφό, αλλά να δείχνει ζήλο για το καλό˙ από το να μην καυχιέται, να μη γογγύζει, να μην αστειεύεται, να μη γελά, να μη διεκδικεί γενικά το δίκαιό του για μικρά ή μεγάλα πράγματα˙ από το να μη χορταίνει όχι μόνο από φαγητά και τροφές, αλλά, αν είναι δυνατό, ούτε από νερό, και κυρίως σ’ αυτές τις μέρες των νηστειών, στις οποίες εκείνος, που με προθυμία και κόπο μετανοεί, λαμβάνει από τον ουρανό, σύμφωνα προς τη θεία γραφή, τη συγχώρηση των αμαρτημάτων όλου του χρόνου7. Γνωρίζετε δηλαδή ότι η θερμότητα της μετάνοιας και η ζέση των δακρύων, που αναβλύζουν από τα βάθη της καρδιάς, λειώνει και κατακαίει, όπως η φωτιά, το ρύπο της αμαρτίας, και καθαρίζει την ψυχή, που μολύνθηκε˙ και όχι μόνο αυτό, αλλά και χαρίζει στην ψυχή πλούσια και γενναιόδωρα την έκχυση του φωτός με την επίσκεψη του Πνεύματος, ώστε να γεμίζει με έλεος και με καλούς καρπούς απ’ αυτή τη ζωή. Ας εργασθούμε λοιπόν, παρακαλώ, πατέρες και αδελφοί, τη μετάνοια και σ’ αυτή την τρίτη εβδομάδα των νηστειών, και στις εβδομάδες που θα ακολουθήσουν μετά απ’ αυτή, προσθέτοντας καθημερινά ζήλο στο ζήλο και προθυμία στην προθυμία, ωσότου να φθάσουμε στην Κυριακή του Πάσχα λαμπροί και στις ψυχές και στα σώματα.

Διότι, να, όπως βλέπετε, περάσαμε με τη βοήθεια του Θεού και αυτό το στάδιο της δεύτερης εβδομάδας των νηστειών με ανδρεία και θερμή προθυμία. Διότι μαρτυρώ ότι δεν υστερήσατε σε κανένα από τα καλά της νηστείας, αλλά και τις ψαλμωδίες τις κάνατε ολονύκτιες με πολλή προσοχή, και την εγκράτεια φυλάξατε και φυλάγετε με δύναμη, με το να αρκείσθε στα λαχανικά και στα όσπρια που προσφέρονται. Εγώ μάλιστα γνωρίζω καλά ότι μερικοί από σας, που κάθονται ανάμεσά σας στην τράπεζα με συντριμμένο πνεύμα και ταπεινό φρόνημα, απέχετε και απ’ αυτά τα ευτελή φαγητά της τράπεζας, επειδή θεωρείτε τους εαυτούς σας ανάξιους να φάτε απ’ αυτά. Και ακόμη ότι, προσέχοντας στους εαυτούς σας και στα εργόχειρά σας, παραμείνατε με σιωπή, χωρίς παρρησία, έχοντας όλοι την ψυχή σας γεμάτη από δάκρυα κατάνυξης, από προσευχές, από δεήσεις, από πνευματικό κόπο, που προέρχεται από τις γονυκλισίες που κάνετε συνεχώς, και ότι έχετε υποστεί την καλή αλλοίωση, με το να αποκτήσετε ασκητικότατη και ωραία την όψη σας.

Τώρα λοιπόν, επειδή πρόκειται και στη συνέχεια να αποδυθούμε στον αγώνα για τη νηστεία, ας αγωνισθούμε, παρακαλώ, να φυλάξουμε και σ’ αυτή την ιερή εβδομάδα το νόμο της ωραιότατης νηστείας και να κάνουμε τον ίδιο αγώνα με τις προηγούμενες εβδομάδες, επειδή έχουμε ανάγκη από πολλή εγρήγορση, από πολλή προθυμία, για να μην περάσουμε και εμείς τις μέρες μας, όπως τις περνούν οι κοσμικοί. Διότι γνωρίζετε ότι, επειδή πέρασε η πρώτη εβδομάδα, οι κοσμικοί νομίζουν ότι πέρασαν όλη την αγία Τεσσαρακοστή˙ και αυτό δεν το νομίζουν μόνο, αλλά και το λένε απερίφραστα ο ένας στον άλλο και σε όλους. Για μας όμως, αδελφοί μου, υπάρχει ο φόβος, και μάλιστα ο μεγαλύτερος, μήπως το νομίσουμε αυτό και εμείς, όπως οι κοσμικοί, και το συζητήσουμε μεταξύ μας, και φανούμε αρνητές της μοναχικής υπόσχεσης. Διότι σ’ εμάς, που φεύγουμε τον κόσμο και σταυρωθήκαμε για τον κόσμο και αφιερωθήκαμε ολοκληρωτικά στον Θεό, δεν δόθηκε μόνο η περίοδος αυτή για το νόμο της εγκράτειας, αλλά και όλη η διάρκεια της παρούσας ζωής μας˙ γι’ αυτό και χρωστούμε να κάνουμε απαραίτητα να εγκρατευόμαστε.

Πώς λοιπόν δεν χρωστούμε να κάνουμε αυτό σε όλο το χρόνο εμείς, που υποσχεθήκαμε να πεινάσουμε και να διψάσουμε και να γυμνητεύσουμε και να πάθουμε όλα και να υποφέρουμε με χαρά, και κυρίως τώρα, στον καιρό των αγώνων της Τεσσαρακοστής; Αν όμως δεν θέλουμε να περνούμε έτσι όλες τις μέρες της ζωής μας, αλλά θέλουμε να γελούμε και να αργολογούμε και να αστειευόμαστε και να αντιμιλούμε, σε τι διαφέρουμε από τους άπιστους και τους ειδωλολάτρες; Αληθινά, δεν διαφέρουμε σε τίποτα. Διότι, αν το να φροντίζουμε και να μεριμνούμε για το ψωμί και το κρασί και τα ενδύματα, μας κάνει όμοιους με τους ειδωλολάτρες, με ποιους θα μας κάνουν ίσους όσα είπαμε, που είναι αισχρότερα και αμαρτωλότερα απ’ αυτά; Δεν θα εκπληρωθεί σ’ εμάς αυτό που ειπώθηκε από τον προφήτη: «Ο άνθρωπος ήρθε στη θέση των ανόητων ζώων και έγινε όμοιος μ’ αυτά»8;

Ας υπακούσουμε, αδελφοί, στον Θεό, που καθημερινά φωνάζει σ’ εμάς και λέει με τους αποστόλους του: «Ούτε, αν φάμε, αποκτούμε κάτι παραπάνω, ούτε, αν δεν φάμε, χάνουμε κάτι»9. Και ακόμη λέει: «Να μη μεριμνήσετε για τη ζωή σας, τι θα φάτε ή τι θα πιείτε ή τι θα ντυθείτε10˙ αλλά να ζητάτε πρώτα τη βασιλεία του Θεού και τη δικαιοσύνη του, και όλα αυτά θα ακολουθήσουν».11 Και για να μην μπορεί κάποιος να λέει, «Αν ο Θεός αργήσει να μου δώσει, και δεν έχω κάτι να φάω, τι θα κάνω;» είπε: «Βλέπετε τα πετεινά του ουρανού, πως δεν σπέρνουν, ούτε θερίζουν, ούτε μαζεύουν στις αποθήκες, και ο ουράνιος Πατέρας σας τα τρέφει»˙ και πρόσθεσε: «Δεν αξίζετε εσείς, ολιγόπιστοι, περισσότερο από πολλά σπουργίτια;»12. Αλλά, για να μη γογγύζουμε, ολιγοψυχώντας για φαγητά και ποτά, φωνάζει σ’ εμάς απερίφραστα: «Μακάριοι είναι εκείνοι, που πεινούν και διψούν τη δικαιοσύνη, διότι αυτοί θα χορτάσουν»13.

Αν λοιπόν πιστεύεις στον Χριστό και ομολογείς ότι αυτός είναι αψευδής, τότε, όταν θα πεινάσεις ή θα διψάσεις, και δεν θα έχεις τι να φας ή τι να πιεις, και θα ζητήσεις από τον αποθηκάριο ψωμί ή κρασί ή κάτι φαγώσιμο, και δεν θα σου δώσει, επειδή εμποδίζεται ίσως από δουλειές, σκέψου, φέροντας στο νου σου τα λόγια του Κυρίου, και πες στον εαυτό σου: «Πεινώ και διψώ, αλλά θα περιμένω με υπομονή τον Κύριο14, και ο Κύριος θα κάνει ανάλογα με την ασθένειά μου, και δεν θα με εγκαταλείψει». Και έτσι να περιμένεις, αδελφέ, με υπομονή, και θα έχεις πλούσια την αμοιβή από τον Θεό. Αλλά έτσι να κάνεις και σε όλους τους άλλους πειρασμούς, που σε συναντούν, και θα γίνεις θαυμαστός στην παρούσα ζωή, και θα καταταχθείς στη μέλλουσα μαζί με τους αγίους μάρτυρες. Πόσοι από τους εν Χριστώ αδελφούς μας, που είναι κατάκοιτοι σε μία γωνιά, επιθυμούν πολλές φορές και μόνο το κρύο νερό, και ευχαριστούν ίσως τον Θεό, και δεν λένε αγανακτώντας τίποτε βλάσφημο, εμείς όμως με τη χάρη του Θεού, με τις πλούσιες δωρεές του, χωρίς καμία στέρηση, έχουμε όλα τα απαραίτητα για το σώμα, αλλά και περισσότερα. Όταν λοιπόν κάποιος από μας δεν έχει διόλου τίποτε, αλλά γογγύσει για την ανέχεια, αυτός κατακρίνεται, διότι δεν έχει υπομονή˙ όταν όμως έχει, και μάλιστα πολλά, αλλά για τη στέρηση κάποιου ασήμαντου δημιουργεί φιλονεικίες και διαμάχες, και ακόμη ξεστομίζει βλάσφημα λόγια, για ποια συγχώρηση θα είναι άξιος ένας τέτοιος; Αλλά, λέγοντας αυτά, γνωρίζω ότι κατακρίνω τον εαυτό μου και ότι θα γίνουν ευθύς τα λόγια μου αιτία για την κατάκριση και τον έλεγχό μου. Ωστόσο ας γίνουν τα λόγια μου και αιτία, παρακαλώ, για τη δική σας υπενθύμιση.

Γι’ αυτό λοιπόν και φέροντας στη μνήμη σας την ωφέλεια από τη νηστεία των περασμένων ημερών, πώς δηλαδή περάσατε τις μέρες αυτές και με πόση προθυμία και θέρμη, ικετεύω να αγωνισθείτε να περάσετε έτσι και όλη την αγία Τεσσαρακοστή, εξετάζοντας την καλή σας διαγωγή˙ ποια δηλαδή ευλάβεια, ποια ταπείνωση, αλλά και ποια σιωπή και ποια προθυμία είχε ο καθένας από σας στον κανόνα της θείας σύναξης και στο εργόχειρό του. Ναι, παρακαλώ, μη λησμονήσετε, αδελφοί, τη νηστεία, που φονεύει τα πάθη, την καθαριστική δηλαδή εγκράτεια, και μην αδρανήσετε από οκνηρία να κάνετε τα ίδια˙ αλλά και αν συμβεί να γίνει κάποιες φορές εναλλαγή στα φαγητά, και αν βρείτε καλό φαγητό15 από κάπου, να είστε ασάλευτοι στην απόφασή σας και αμετάβλητοι στην τάξη σας, ή, καλύτερα, λοιπόν, αν φάτε περισσότερο από το συνηθισμένο, τότε να ενδιαφερθείτε και περισσότερο να κοπιάσετε στο έργο του Θεού, για να μη γίνει σ’ εσάς το καλό αυτό φαγητό αιτία για ραθυμία και για μεγάλη ζημία, αντί για ευχαριστία και ωφέλεια. Ναι, αδελφοί μου, να προσέχετε, και, όπως σας είπα την περασμένη εβδομάδα, να κρατήσετε χωρίς να φάτε ψάρια και αυτή την εβδομάδα που έρχεται, και να συμπεριφέρεστε με φόβο Θεού, χωρίς να εγκαταλείπετε τα διακονήματά σας και τα εργόχειρά σας, και χωρίς να πηγαίνετε εδώ και εκεί, και να ρεμβάζετε, και να αφήνετε εκτεθειμένους τους εαυτούς σας στον δαίμονα της ακηδίας. Αλλά, αν κάποιος από σας, περνώντας από κάπου, βρει κάποιον από τους αδελφούς να στέκεται ή να κάθεται, ας βάλει μετάνοια, περνώντας βιαστικά, και τότε ίσως έρθει και ο αργός αδελφός σε συναίσθηση, και εκείνος, αφού ντραπεί, θα επιστρέψει στο έργο του από μόνος του˙ και κάνοντας ο καθένας από σας έτσι, θα αποφύγετε την καταδίκη για την αργία και την αργολογία.

Δεν ακούτε τι λέει εκείνος ο μακάριος Ζωσιμάς, που εξιστόρησε τη ζωή της οσίας Μαρίας, για εκείνους τους αγίους άνδρες, που έζησαν στο μοναστήρι, στο οποίο κατέληξε τότε και εκείνος με την πρόνοια του Θεού˙ πως δηλαδή, βγαίνοντας αυτοί από το μοναστήρι, περνούσαν στην έρημο όλη την Τεσσαρακοστή, χωρίς ποτέ να συναντήσει ο ένας τον άλλο, αλλά και πως, αν συναντήθηκε κάπου κάποιος με έναν απ’ αυτούς, απέφευγε τη συνάντηση, αλλάζοντας δρόμο, και δεν ανεχόταν ούτε να πλησιάσει ο ένας τον άλλο; Έτσι και όταν επέστρεφαν στο μοναστήρι, κανείς τους, όπως λέει, δεν ρωτούσε ποτέ τον άλλο, τι είδε ή τι έκανε στην έρημο, αλλά σαν να ήταν κάποιοι ξένοι και περαστικοί και αλλόγλωσσοι ως προς την ομιλία, ζούσαν όλοι έτσι και έτσι συμπεριφέρονταν˙ και αυτό δεν το έκαναν οπωσδήποτε για άλλο τίποτε, όπως νομίζω, παρά μόνο επειδή πρόσεχαν με πολλή ακρίβεια να μη βγάλουν ανώφελο λόγο από το στόμα τους. Αν λοιπόν εκείνοι έκαναν τόσα χρόνια και τόσες μέρες, χωρίς καθόλου να μιλούν μεταξύ τους, τι θα υποστούμε εμείς, που δεν φυλαγόμαστε από τις συναντήσεις και τις αργολογίες, ούτε αυτές τις λίγες μέρες; Και γιατί λέω μέρες, εφόσον δεν μπορούμε να κρατήσουμε τους εαυτούς μας ούτε στο διάστημα μιας ώρας; Και τι θα κάνουμε, καλοί μου αδελφοί, αν ξαφνικά, ενώ είμαστε σ’ αυτή την κατάσταση, παρουσιασθεί ο Κριτής όλων και Θεός, που ζητά από μας απολογία και για ανώφελο λόγο τη μέρα της κρίσης16; Πώς μάλιστα θα εξουσιάσουμε και τα άλλα πάθη, εφόσον έχουμε ασυγκράτητη γλώσσα; Διότι, πες μου, ποιο από όλα τα άλλα πάθη είναι ελαφρότερο απ’ αυτό το πάθος; Η σάρκα, έχοντας τη φυσική επιθυμία και πύρωση, επαναστατεί προς το πνεύμα και πολεμά δυνατή την ψυχή˙ η κοιλιά θέλει να χορτάσει από φαγητά, διότι γι’ αυτό και δημιουργήθηκε. Αν λοιπόν δεν νικήσουμε τη συνήθεια της γλώσσας, που είναι πράγμα εύκολο και ελαφρό, πώς θα μπορέσουμε ποτέ να εξουσιάσουμε αυτά τα δύσκολα και μεγάλα, που έχουν πολλή δύναμη, καθώς συνδέονται με τη φύση και την ίδια, να πούμε, την επιθυμία και την ηδονή;

Ας κάνουμε λοιπόν εμείς, αδελφοί, αρχή από σήμερα, και ας τρέξουμε με όση δύναμη έχουμε, ώστε ελαφροί, σαν κάποιοι χρυσόφτεροι αετοί, να φθάσουμε το Πάσχα του Κυρίου, όπου πρόδρομός μας μπήκε ο Χριστός17 ο Θεός μας, με το να απορρίψουμε πίσω μας όλα τα πάθη, που μας τυραννούν. Και ας βάλουμε, αν νομίζετε, νόμο μεταξύ μας, εμείς οι ίδιοι με κοινή απόφαση, ώστε, αν βρεθούν δύο, που να αφήνουν τον εαυτό τους σε αργία, εκτός από Σάββατο και Κυριακή, και να στήνουν ανώφελες συζητήσεις, να μην επιτρέπεται σ’ αυτούς να φάνε τη μέρα εκείνη κατά την ώρα γεύματος τίποτε άλλο, παρά μόνο ξερό ψωμί με αλάτι και κρύο νερό, μένοντας όρθιοι και τρώγοντας στο κάτω μέρος της τράπεζας. Και τηρώντας αυτό, ως απαράβατο νόμο, θα φυλάξετε τους εαυτούς σας, από τη μία, ακατάκριτους για αργολογία και φλυαρία, θα υπηρετήσετε, από την άλλη, τον Θεό, για τον οποίο βάζετε θύρα στα χείλη σας και φρουρά στα στόματά σας18, και θα παρηγορήσετε εμένα τον ανάξιο πατέρα σας μ’ αυτό πάρα πολύ και θα γεμίσετε με χαρά την ταπεινή ψυχή μου και θα ωφελήσετε πολύ τις ψυχές σας, διδάσκοντας στον εαυτό σας καλό παράδειγμα και θαυμαστή συνήθεια για την αγάπη του Θεού. Στη συνέχεια θα δοξασθείτε και θα γίνετε δίκαια θαυμαστοί από όλους τους ανθρώπους, αλλά και ο Θεός θα δοξασθεί και θα γίνει θαυμαστός μ’ εσάς, διότι θα βρεθείτε στη γενεά αυτή να μιμείσθε τους βίους των αγίων, πράγμα που νομίζω ότι δεν θα βρεθεί εύκολα τώρα στους τόπους, που αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε και βλέπουμε, ακόμη και για κάποιους μοναχούς, για τους οποίους ακούμε να γίνεται λόγος, και για τα μοναστήρια τους.

Γι’ αυτό παρακαλώ την αγάπη σας, πατέρες μου άγιοι και δούλοι του Θεού, να μην παρακούσετε τα λόγια μου, εμένα του ανάξιου πατέρα σας, και να μη φανούν μπροστά σας τα διδάγματά μου σαν φλυαρία. Διότι, αν και είμαι ασθενής και γεμάτος από μύρια αμαρτήματα, όμως να κοιτάξετε και να προσέξτε καλά, ότι δεν σας συμβούλεψα τίποτε έξω από τις εντολές του Θεού και τις θείες Γραφές. Κάντε λοιπόν καλή αρχή και δώστε μου λίγη προθυμία, ώστε, παίρνοντας εγώ δύναμη με τις άγιες ευχές σας, να ανανεύσω και να τρίψω το πρόσωπό μου και να νίψω τα μάτια μου και να ξυπνήσω από τον πολύ ύπνο της ραθυμίας, αλλά και να ανταποδώσω στην αγάπη σας, αν και δεν το αξίζω, με τα καλά λόγια που θα πω, από τα λόγια δηλαδή που δίνει σ’ εμένα η χάρη του Θεού, μόλις ανοίξω το ακάθαρτο στόμα μου.

Ναι, αδελφοί μου, σας παρακαλώ, να μην παραβλέψετε την παράκλησή μου, αλλά, όπως ακριβώς αφήσατε εμένα τον ημιθανή και τελείως άλαλο να μιλήσω μπροστά στην τιμιότητά σας, έτσι να μου χαρίσετε και το θέλημά σας, ώστε εσείς, από τη μία, με την απάρνησή του, να ζήσετε τη ζωή των μαρτύρων και των αθλοφόρων του Χριστού, εγώ, από την άλλη, να συνεχίσω να θυσιάζω από σήμερα προθυμότερα για χάρη σας σε εκούσιο θάνατο όλη μου την ψυχή μαζί με το σώμα˙ αυτό άλλωστε εύχομαι να μου γίνει εφόδιο, όταν αναχωρήσω για την εκεί ζωή, στο όνομα του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας, στον οποίο ανήκει η δόξα και η εξουσία, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους απέραντους αιώνες. Αμήν.

 

___________________

Υποσημειώσεις:

1. Στο αρχαίο κείμενο: «τα του χείρονος˙ εννοεί το παθητικό της ψυχής, δηλαδή το θυμικό μαζί με το επιθυμητικό, που πρέπει να υποταχθούν στο λογιστικό.
2. Εννοεί τον Συμεών τον Ευλαβή.
3. Στο αρχαίο κείμενο: οδεύων. Προτιμήσατε τη γραφή οδεύω (SC 104, σ. 170, κριτικό υπόμνημα).
4. Πρβ. Παροιμ. 6, 5. Ψαλμ. 123, 7.
5. Ματθ. 22, 37-39. Μάρκ. 12, 29- 31
6. Πρβ. Ιω. 3, 14
7. Οσίου Δωροθέου, διδασκαλία ΙΕ’, Περί των αγίων νηστειών, 1 PG 88 1788B.
8. Ψαλμ. 48, 13 και 21.
9. Α’ Κορ. 8, 8
10. Ματθ. 6, 25. Λουκ. 12, 22
11. Ματθ. 6, 33
12. Ματθ. 6, 26
13. Ματθ. 5, 6
14. Πρβ. Ψαλ. 39, 1
15. Στο αρχαίο κείμενο: παράκλησις. Στη μοναχική γλώσσα έτσι λέγεται ένα καλό γεύμα – σε εξαιρετικές περιπτώσεις-, ως ευχάριστη και ενισχυτική εναλλαγή στην ασκητική λιτότητα. Πρβ. Την έκφραση: Εις την τράπεζαν γίνεται παράκλησις τοις αδελφοίς εσθίομεν γαρ ιχθύας (Τριώδιον, Κυριακή των Βαΐων).
16. Ματθ. 12, 36
17. Πρβ. Εβρ. 6, 20
18. Πρβ. Ψαλμ. 140, 3

 

(Από το βιβλίο: Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου – Έργα (Νεοελληνική απόδοση). Εκδόσεις: “Περιβόλι της Παναγίας”. Μάιος 2017. Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη)

Πηγή: alopsis.gr

Κυριακή 19 Μαρτίου 2023

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ 2023 (τοῦ σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

77th897 2

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

            Κάποτε ἡ ἀπόλαυση ἀπὸ τὸ ξύλο τοῦ Παραδείσου ἔγινε αἰτία γιὰ νὰ θανατωθοῦν οἱ ἄνθρωποι. Μὲ τὴ Σταύρωση καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας, ἡ προσκύνηση τοῦ ξύλου τοῦ Σταυροῦ ἔγινε αἰτία γιὰ νὰ ἀναστηθοῦν οἱ ἄνθρωποι. Ἡ ἠδονὴ καὶ ἡ ἀπουσία τοῦ πόνου κάποτε μᾶς θανάτωσαν. Ὕστερα, ὅμως, ὁ πόνος καὶ ἡ ὑπομονὴ σὲ αὐτόν, μᾶς ὁδήγησαν στὸν Οὐρανό. 

            Σήμερα, Γ΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, ἔχοντας φτάσει στὴ μέση ἀκριβῶς τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, σὲ ὅλους τοὺς Ναοὺς τῆς Ἁγίας Ὀρθοδοξίας προβάλλεται στὴ μέση ὁ Σταυρὸς γιὰ νὰ τὸν προσκυνήσουμε. Προσκυνοῦμε τὸν Σταυρὸ γιὰ νὰ λάβουμε δύναμη ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ ὑψώθηκε πάνω σὲ αὐτόν, ὥστε νὰ συνεχίσουμε μὲ ἀμείωτο ζῆλο τὸ ὑπόλοιπο τῆς νηστείας, μέχρι νὰ φτάσουμε στὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάδα. 

            Προσκυνῶ τὸν Σταυρὸ σημαίνει ὅτι προσκυνῶ ἐκεῖνον ποὺ ἀπὸ ὑπερβολικὴ ἀγάπη σταυρώθηκε γιὰ μένα. Προσκυνῶ τὸν Σταυρὸ σημαίνει ὅτι ἀποδέχομαι τὸ Θέλημα τοῦ Κυρίου, ὅπως ὁ Υἱὸς ἀποδέχθηκε τὸ Θέλημα τοῦ Πατρός. Ὅλοι μας ἀντιμετωπίζουμε θλίψεις, πόνο, στεναχώριες. Προσκυνῶ τὸν Σταυρὸ σημαίνει ὅτι ἀποδέχομαι ὅλα αὐτὰ ὡς δοκιμασίες ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ ἀποδείξω ἄν πράγματι εἶμαι δικός του. Προσκυνῶ τὸν Σταυρὸ σημαίνει ὅτι ἀποδέχομαι καὶ κάνω ὑπομονὴ στὶς θλίψεις, διότι πιστεύω ὅτι μετὰ τὸν Σταυρὸ ἀκολουθεῖ ἡ Ἀνάσταση. 

            Κάποιος σοφὸς εἶχε πεῖ ὅτι ἄν καὶ ὁ πόνος εἶναι ὑπὲρ φύσιν, ἀποβαίνει τὸ πιὸ ἀποτελεσματικὸ μέσα στὴ φύση. Ἄλλος εἶχε πεῖ: «τὰ ἀγαθὰ μὲ κόπους ἀποκτοῦνται». Ἄν στρέψουμε τὸ βλέμμα στοὺς Ἁγίους, θὰ δοῦμε ὅτι κανένας δὲν ἁγίασε δίχως κόπο καὶ πόνο. Ἄλλωστε, διαχρονικὰ ὁ Κύριος μᾶς προειδοποιεῖ ὅτι χριστιανισμὸς σημαίνει σταύρωση, ὅταν λέει: «ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει, νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του, νὰ σηκώσει τὸν Σταυρό του, καὶ τότε ἄς μὲ ἀκολουθήσει». Δὲν εἶναι, ὅμως, σταύρωση δίχως νόημα. Εἶναι σταύρωση ποὺ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ἐλευθερία, τὴν ἀληθινὴ χαρὰ καὶ τὴν αἰώνια ζωή, ἐν ὀλίγοις, στὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς, τῆς ὁποίας τίποτε πολυτιμότερο δὲν ὑπάρχει. 

γαπητοὶ ἀδελφοί,

            Εἴτε χριστιανός, εἴτε ὁτιδήποτε ἄλλο, κάθε ἄνθρωπος στὴ ζωή του ὑφίσταται θλίψεις. Πῶς λέγονται αὐτές; Ἀσθένεια, ἀπαξίωση, βία, φθόνος, μοναξιά, θάνατος ἀγαπημένων προσώπων; Ποιός γλίτωσε ἀπὸ ὅλα αὐτά; Κανένας! Ἡ διαφορὰ ἔγκειται στὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο στεκόμαστε ἀπέναντι στὴ σταύρωσή μας. Ὁ ἀληθινὸς χριστιανὸς ὑπομένει μὲ χαρὰ τὴ σταύρωση, διότι μέσα ἀπὸ αὐτὴν τοῦ ἀποκαλύπτεται ὁ Θεός. Ἐκεῖνος, ὅμως, ὁ ὁποῖος ἀπέναντι στὴ σταύρωση κρατᾶ ἐχθρικὴ στάση, κάνοντας κακὸ στοὺς συνανθρώπους ἤ στὸν ἑαυτό του ἤ φθάνοντας στὸ σημεῖο νὰ ὑβρίσει ἀκόμη καὶ αὐτὸν τὸν Θεό, ὁμοιάζει μὲ ἐκεῖνον ποὺ κλωτσᾶ τὸν ἀέρα ὅταν φυσᾶ ὀρμητικὰ καταπάνω του. Ἄς ἀφήσουμε αὐτὸν μάταια νὰ κοπιάζει κλωτσῶντας τὸν ἀέρα καὶ ἄς πορευθοῦμε μὲ ἐλπίδα στὸν Γολγοθά μας. Ὅποιος σταυρώθηκε μὲ τὸν Χριστό, συναναστήθηκε μὲ αὐτόν. 

ς μὴν γίνει ἡ φυγοπονία αἰτία νὰ μείνωμεν ἔξω τοῦ νυμφῶνος Χριστοῦ!

Καλὴ πορεία πρὸς τὸ Πάσχα!

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Σάββατο 18 Μαρτίου 2023

ΑΓΩΝΙΖΕΣΘΕ ΑΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΚΑΚΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΨΕΜΑΤΟΣ (Ἁγίου Νικολάου Ἐπισκόπου Ἀχρίδος)

 

Ἀγωνίζεσθε ἐναντίον τῆς κακίας καὶ τοῦ ψέματος

ΟΤΑΝ ρίξει κανεὶς μιὰ ἀναμμένη δάδα σ’ ἕνα σπίτι, πρῶτα ἀρχίζουν νὰ καίγονται τὰ πιὸ εὔφλεκτα ἀντικείμενα τοῦ σπιτιοῦ. Καίγονται αὐτὰ ποὺ εἶναι ἀπὸ ἄχυρο καὶ καλάμι, καὶ στὴ συνέχεια ὅ,τι εἶναι φτιαγμένο ἀπὸ ξύλο καὶ οὕτω καθεξῆς. Ἡ φωτιὰ τότε φουντώνει καὶ καίει ὅλο τὸ σπίτι.

            Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὸν ἄνθρωπο. Ἡ φλόγα τῶν παθῶν καίει πρῶτα τὴν καρδιά, ἐπειδὴ ἡ καρδιὰ εἶναι τὸ πιὸ εὐαίσθητο ὄργανο τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Ὅταν πιάσει φωτιὰ ἡ καρδιά, καίγεται καὶ ὁλόκληρη ἡ ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου. Ὅταν κατακτηθεῖ ἡ καρδιὰ ἑνὸς ἀνθρώπου τότε κατακτιέται καὶ ὅλος ὁ ἄνθρωπος. Ὅταν ἡ καρδιὰ καταστραφεῖ, τότε καταστρέφεται τὸ πᾶν. Ἄν ἡ καρδιὰ γίνει μοχθηρή, τότε γίνεται μοχθηρὸς καὶ ὁ ἄνθρωπος, γιατὶ ἀπὸ τὴν καρδιὰ πηγάζουν ἡ ἀγάπη ἤ τὸ μῖσος, ἡ σοφία ἤ ἡ ἀνοησία, ἡ καθαρότητα ἤ ἡ ἁμαρτία, ἡ ζωὴ ἤ ὁ θάνατος.

            Ἄν ἡ καρδιὰ ἑνὸς χριστιανοῦ πιστεύει στὸ Θεό, τότε ἡ πίστη τοῦ δίνει μεγάλη δύναμη. Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ἡ καρδιὰ δίνει δύναμη καὶ στὴ γλῶσσα νὰ μιλᾶ μὲ πειστικότητα. Ἡ γλῶσσα ἑνὸς ἀνθρώπου, εἴτε εἶναι ἔμπιστος ἀγγελιοφόρος, ποὺ μεταφέρει πιστὰ ὅ,τι τοῦ ζήτησαν νὰ ἀναγγείλλει, εἴτε εἶναι ὁ ψεύτης κήρυκας, ποὺ μεταδίδει παντοῦ καὶ στὸν καθένα ψέματα.

            Ὁ πάνσοφος Σωτήρας μας εἶπε: Ὅσα βγαίνουν ἀπὸ τὸ στόμα προέρχονται ἀπὸ τὴν καρδιὰ (Ματθ. 15, 18). Καὶ ὁ σοφὸς Ἀπόστολος Παῦλος εἶπε: Πραγματικά, ὅποιος πιστεύει μὲ τὴν καρδιά του, ὁδηγεῖται στὴ δικαίωση, κι ὅποιος ὁμολογεῖ μὲ τὸ στόμα, ὁδηγεῖται στὴ σωτηρία (Ρωμ. 10, 10). Μὲ τὴν καρδιὰ πιστεύει ὁ ἄνθρωπος στὴ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, καὶ μὲ τὸ στόμα ὁμολογεῖ τὴν πίστη του. Ὁ Θεὸς κρίνει αὐτὸ ποὺ κρύβει ἡ καρδιὰ καὶ δὲν μποροῦμε νὰ τὸν κοροϊδέψουμε μὲ τὴ γλῶσσα. Οἱ ἄνθρωποι σχηματίζουν θετικὴ ἤ ἀρνητικὴ γνώμη γιὰ ἕναν ἄνθρωπο ἀπὸ ὅσα λέει ἡ γλῶσσα του, ἐπειδὴ δὲν ξέρουν αὐτὸ ποὺ κρύβει ἡ καρδιά του.

            Ἀδελφοί μου, μελετῆστε τὴν Ἁγία Γραφὴ πρὶν ἀπὸ κάθε βιβλίο καὶ περισσότερο ἀπὸ ὅλα τὰ βιβλία. Ἡ κοσμική σας μόρφωση, ἄν δὲν ἔχετε χάρη Θεοῦ, θὰ συμβάλλει στὴν καταστροφή σας καὶ ὄχι στὴν σωτηρία σας. Ἄν διαβάζετε τὰ πάντα καὶ δὲν μελετᾶτε τὴν Ἁγία Γραφή, ἡ μόρφωσή σας δὲν θὰ σᾶς βοηθήσει. Μαζὶ μὲ τὴν Ἁγία Γραφὴ μελετῆστε τοὺς βίους τῶν Ἁγίων τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.

            Ὅλα τὰ βιβλία αὐτοῦ τοῦ κόσμου δὲν μποροῦν νὰ προσφέρουν στὴν ἀνθρώπινη ψυχὴ ἐκείνη τὴ δύναμη, ἐκείνη τὴν παρηγοριὰ καὶ ἐκείνη τὴν γλυκύτητα ποὺ προσφέρει στὴν ψυχὴ ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ ἡ μελέτη τῆς ζωῆς τῶν Ἁγίων.

            Γιὰ παράδειγμα στὸν Βίο τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Χαραλάμπους, αὐτοῦ τοῦ θαρραλέου Ἁγίου, διαβάζουμε πὼς στὴν ἡλικία τῶν 113 ἐτῶν φώναξε στὸν ἄθεο βασανιστή του: στὴ δική μου καρδιὰ δὲν ὑπάρχει κακία, καὶ στὴ δική μου γλῶσσα δὲν ὑπάρχει ψέμα.

            Ὁρίστε ἀδελφοί μου! Αὐτὸ εἶναι τὸ ἀλφαβητάρι τῆς χριστιανικῆς πίστης: Πρῶτο, νὰ μὴν ἔχουμε κακία στὴν καρδιά, δεύτερο, νὰ μὴν ὑπάρχει ψέμα στὴ γλῶσσα μας. Ἀδελφοί μου, στὴν ἔλλειψη αὐτῆς τῆς πίστης ὀφείλεται ἡ κακία καὶ τὸ ψέμα ποὺ ταλαιπωρεῖ τὴν ἀνθρωπότητα σήμερα. Ἡ κακία κυρίεψε τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, καὶ γι’ αὐτὸ τὸ λόγο ἡ γλῶσσα του ἔγινε ἐργαλεῖο τῆς κακίας. Δὲν μπορεῖ ἡ γλῶσσα νὰ μιλάει γιὰ τὴν δικαιοσύνη καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἄν ἡ καρδιὰ εἶναι γεμάτη κακία. Ἄν στὴν πηγὴ τὸ νερὸ εἶναι ἀκάθαρτο, τότε καὶ ἡ βρύση θὰ μᾶς δώσει νερὸ βρώμικο. Ἡ γλῶσσα εἶναι δοῦλος τῆς καρδιᾶς. Ὅταν ἡ γλῶσσα λέει ψέματα πολὺ γρήγορα προδίδει τὸ ἀφεντικό της, τὴν καρδιά.

            Τί εἶναι ψέμα; Εἶναι ἡ παραποιημένη ἀλήθεια.

            Τί σημαίνει «λέω ψέματα»; Σημαίνει πὼς μεταμφιεζόμαστε μὲ τὰ ροῦχα τῆς ἀλήθειας, πὼς χρησιμοποιοῦμε λόγια ἀληθοφανῆ, γιὰ νὰ φαινόμαστε εἰλικρινεῖς, παρουσιάζουμε τὴ γιαγιὰ γιὰ νύφη, ἀλείφοντάς την μὲ ἄσπρη πούδρα καὶ βάφοντάς της μὲ κοκκινάδι. Τὸ ψέμα δὲν τολμάει νὰ κάνει οὔτε ἕνα βῆμα μὲ τὸ πραγματικό του ὄνομα, ἐπειδὴ ὁπουδήποτε τολμήσει νὰ παρουσιαστεῖ ὡς ψέμα, κανεὶς δὲν τὸ δέχεται. Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο τὸ ψέμα εἶναι ἡ σκιὰ τῆς ἀλήθειας. Μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο ἐπιδιώκει τὸ ψέμα νὰ γίνει πιστευτὸ ὡς ἀληθινό.

            Ἡ καρδιὰ ποὺ κρύβει κακία καὶ ἡ γλῶσσα ποὺ λέει ψέματα, ἀδελφοί μου, ἀποτελοῦν τὶς αἰτίες τῆς κακοδαιμονίας τῆς ἀνθρωπότητας στοὺς καιρούς μας. Ἡ μοχθηρία καὶ δολιότητα –αὐτὲς οἱ δύο κακὲς μάγισσες τοῦ κόσμου- νὰ ξέρετε, θὰ συνεργαστοῦν ἀσταμάτητα, γιὰ νὰ προκαλέσουν καὶ τρίτη παγκόσμια πυρκαγιά, ποὺ θὰ εἶναι πολὺ τρομακτική, πιὸ τρομακτικὴ ἀπὸ τὶς δύο προηγούμενες.

            Ἀγωνιστεῖτε, ἀδελφοί μου, ἐναντίον τῆς κακίας καὶ τοῦ ψέματος, ξεκινώντας ἀπὸ τὸν ἑαυτό σας.

            Ἀγωνιστεῖτε ἐναντίον τῆς κακίας ποὺ φωλιάζει στὴν καρδιά σας καὶ ἐναντίον τοῦ ψέματος ποὺ ὑπάρχει στὴ γλῶσσα σας, γιὰ νὰ ἐμποδίσετε ἕνα νέο Παγκόσμιο πόλεμο.

            Ἄς ξεκινήσουμε πρῶτα ὁ καθένας μας ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του. Ἄς γιατρέψει ὁ καθένας μας πρῶτα τὸν ἑαυτό του. Ἔτσι μᾶς διδάσκει ὁ Χριστός μας: Γιατρέ, γιάτρεψε πρῶτα τὸν ἑαυτό σου. Ἀπὸ ὁπουδήποτε ἀλλοῦ ἄν ξεκινήσετε, δὲν θὰ κατορθώσετε τίποτε…

            Στὸν Θεάνθρωπο Χριστὸ ἀνήκει ἡ δόξα καὶ εὐχαριστία εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

(Ἁγίου Νικολάου Ἐπισκόπου Ἀχρίδος, Μέσα ἀπὸ τὸ Παράθυρο τῆς Φυλακῆς –
Μηνύματα πρὸς τὸν λαό, ἐκδ. «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη 2012, σελ. 86-89).

ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ ΚΑΙ Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΓΟΛΓΟΘΑ (Ἄρθρο τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ. Γρηγόριου)



Τῆς Σταυροπροσκυνήσεως καὶ ἡ εἰκόνα τοῦ Γολγοθᾶ.

Ἡ Ἐκκλησία ἔχει καθιερώσει τὴν Γ´ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν στὸ μέσον τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς νὰ ἑορτάζει τὴν Χάρη τοῦ Τιμίου καὶ ζωοποιοῦ Σταυροῦ. Προτρέπει τὸν κάθε πιστὸ νὰ ἀντλήσει δύναμη καὶ παρηγορία μέσα ἀπὸ τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ στὸν προσωπικὸ πνευματικὸ ἀγῶνα τῆς ἄσκησης καὶ τῆς προσευχῆς. Μέσα ἀπὸ τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ ὁ χριστιανὸς προσπαθεῖ νὰ βιώνει μὲ πνευματικὸ τρόπο τὰ Πάθη τοῦ Χριστοῦ, νὰ ταυτίζει τὸν ἑαυτὸ του μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ Γολγοθᾶ στὸν βαθμὸ ποὺ μπορεῖ, νὰ ἀντιμετωπίζει τὰ προσωπικὰ ἀδιέξοδα καὶ προβλήματα τῆς καθημερινότητας ὡς ἐσταυρωμένος χριστιανὸς μιμούμενος τὸ παράδειγμα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ ταυτόχρονα νὰ ὡριμάζει καὶ νὰ αὐξάνει μέσα του τὴν βεβαιότητα τῆς ἀναστάσεως.

 

Τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ βιώνεται ἀνάλογα μὲ τὴν πνευματικὴ ὡριμότητα τοῦ χριστιανοῦ. Ἡ Χάρις τοῦ Σταυροῦ παρόλο ποὺ δίδεται πλυσιοπάροχα σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ὡστόσο ὅμως ὁ κάθε ἄνθρωπος ἔχει διαφορετικὲς πνευματικὲς ἀντοχὲς, διαφορετικὰ πνευματικὰ φίλτρα γιὰ τὴν βίωση τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ. Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος ποὺ λαμβάνει τὴν ἀνάλογη Χάρη, ἡ ὁποία ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸν ἀνάλογο προσωπικὸ ἀγῶνα τοῦ κάθε πιστοῦ. 

 

Τὸ σκηνικὸ τοῦ Γολγοθᾶ περιγράφει τρεῖς σταυρούς, τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ καὶ τοὺς σταυροὺς τῶν δύο ληστῶν. Αὐτὸ ὡς εἰκόνα ἀποτυπώνει τὴν καθημερινότητα τοῦ ἀνθρώπου στὸν ἀγῶνα τῆς σωτηρίας του, ἰδιαιτέρως κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς. Τὸ σκηνικὸ αὐτὸ, δηλαδὴ οἱ τρεῖς σταυροὶ τοῦ Γολγοθᾶ, ἀντιπροσωπεύει τρεῖς  διαφορετικὲς κατηγορίες ἀνθρώπων. Ἄς δοῦμε τὸν κάθε σταυρό καὶ θὰ κατανοήσουμε σὲ ποιὰ κατηγορία μποροῦμε νὰ ἐντάξουμε τὸν ἑαυτὸ μας. 

 

Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ Σταυρὸς τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἀντιπροσωπεύει τοὺς ἁγίους. Ἐδῶ εἶναι ἡ κατηγορία τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων ποὺ μιμήθηκαν τὸν Χριστὸ στὴν καθημερινότητά τους. Σχετίστηκαν με τὸν Χριστὸ, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν συνάνθρωπο μὲ τέτοιο τρόπο ποὺ βίωσαν τὴν σταυρικὴ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ σὲ προσωπικὸ ἐπίπεδο καὶ κατανόησαν ὅτι ἡ συγχωρητικότητα εἶναι μεγαλύτερη σὲ ἀξία ὅταν δίδεται ἀκόμα καὶ ὅταν δὲν ζητεῖται ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ ἔχει κάνει τὸ λάθος. Νὰ λέγει δηλαδὴ ὁ ἄνθρωπος στὸν συνάνθρωπο του, ὅπως ὁ Χριστὸς «πάτερ ἄφες αὐτοῖς». Νὰ συγχωρεῖ δηλαδὴ ἐκεῖνον ποὺ τοῦ ἔχει κάνει κακὸ καὶ ταυτόχρονα νὰ αἰσθάνεται πληρότητα ἀγάπης στὸν συνάνθρωπο, σὲ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα καὶ πρὸς ὅλη τὴν κτίση. 

 

Ὁ δεύτερος σταυρὸς εἶναι ὁ σταυρὸς τῆς μετανοίας τοῦ ληστοῦ ποὺ ἀντιπροσωπεύει τοὺς ἀνθρώπους ποὺ μετανόησαν. Ὁ ἐν ἐπιγνώσει ἁμαρτωλὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ περιγράφει μὲ λίγα ἕως καθόλου λόγια τὴν ἁμαρτωλότητά του. Δὲν περιγράφει τὴν ἁμαρτωλότητά του στὸ περίπου καὶ αὐτὸ τὸ περίπου νὰ τὸ συνοδεύει μὲ ἀκαταμάχητες δικαιολογίες. Εἶναι εἰλικρινὴς καὶ δὲν ντρέπεται ἐνώπιον τῆς Ἀληθείας νὰ πεῖ τὴν δικὴ του ἀλήθεια, τὴν ἀλήθεια τῆς ἁμαρτωλότητάς του μὲ ἐπίγνωση καὶ μὲ βαθειὰ ἀγωνία γιὰ τὴν σωτηρία του.

 

Ὁ τρίτος σταυρὸς εἶναι ὁ σταυρὸς τῆς ἀρνήσεως ποὺ ἀντιπροσωπεύει τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους ποὺ δὲν μετανοοῦν. Εἶναι οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι ποὺ νομίζουν ὅτι  κάνουν τὸ σωστὸ στὴν ζωὴ τους τόσο καλὰ, ἔτσι ὥστε δὲν χρειάζεται νὰ ἀλλάξουν. Εἶναι ἀμετακίνητοι σὲ αὐτὸ ποὺ πιστεύουν ὅπως καὶ ὁ ἐξ εὐωνύμων ληστὴς στὸν Γολγοθᾶ. Φθάνουν στὸ σημεῖο νὰ ἀμφισβητοῦν τὴν Ἀλήθεια μὲ τὴν δικὴ τους ἀλήθεια. Εἶναι οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν τὴν τάση νὰ συμβουλεύουν ἐστιάζοντας στὰ λάθη τοῦ ἄλλου. Ἀπὸ τὴν ἄλλη ὅμως ἐξαπατοῦν τὸν ἑαυτὸ τους καὶ τὸν ἀκροατὴ τους δῆθεν ὅτι βοηθοῦν ἐκφράζοντας αὐστηρότητα, ἀδιαλαξία, ὑποτίμηση, ἀπαξίωση ἔως καὶ ἀπάνθρωπη συμπεριφορά μὲ τὴν δικαιολογία «τὰ λέω γιὰ τὸ καλὸ σου που σὲ ἀγαπῶ». Εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν βλέπουν τὸ καλὸ ποὺ συμβαίνει στὸν διπλανὸ τους καὶ τὸ δικὸ τους καλὸ τὸ παρουσιάζουν ὡς ἐπίτευγμα παρόλο ποὺ τὸ δικὸ τους καλὸ εἶναι μικρότερο ἀκόμα καὶ ἀπὸ τὸν μικρότερο διπλανό τους. Ἀπὸ τὴν ἄλλη δὲν συνειδητοποιοῦν ὅτι αὐτὸ ποὺ κάνουν οὐσιαστικὰ εἶναι νὰ σκεπάζουν τὰ δικὰ τους λάθη καὶ πάθη. 

 

Αὐτὸ τὸ κάνουν ἀσυνείδητα εἶναι ὅτι προβάλουν μία ἀδιόρατη ἀσπίδα ἄρνησης νὰ δεχθοῦνε μία συμβουλὴ, ἕνα καλὸ τοῦ ἄλλου μὲ μία δῆθεν ἠθικὴ ἡ ὁποία ἐνίοτε ἐκφράζεται καὶ μὲ ἀνήθικο χιούμορ. Ἐπίσης δὲν ἐπιτρέπουν ἀκόμα καὶ στὸν ἀδελφὸ τους νὰ τοὺς βοηθήσει παρόλο ποὺ ἔχουν κάνει λάθος. Τέλος τροφοδοτοῦν τὸν ἑαυτὸ τους μὲ ἐωσφορικὴ δῆθεν ἀγάπη καὶ ταυτόχρονα ἀποσυνδέονται ἀπὸ τὴν πραγματικὴ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. 

 

Συνοπτικὰ οἱ τρεῖς κατηγορίες χριστιανῶν εἶναι: ἡ πρώτη τῶν ἁγίων, ἡ δεύτερη τῶν ἁμαρτωλῶν ποὺ μετανοοῦν καὶ ἡ τρίτη τῶν ἁμαρτωλῶν ποὺ δὲν μετανοοῦν. Ὁ καθένας τώρα θὰ μποροῦσε νὰ σκεφτεῖ ποὺ βρίσκεται, ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ σκεφτεῖ γιὰ τὸν ἑαυτὸ του εἶναι νὰ πεῖ «μπορεῖ νὰ μὴν ἀνήκω στὴν πρώτη κατηγορία τῶν ἁγίων,  ἀλλὰ προσπαθῶ νὰ εἶμαι ἢ εἶμαι στὴν κατηγορία τῶν ἁμαρτωλῶν ποὺ ἐκφράζουν μετάνοια». Σὲ καμία ὅμως περίπτωση ἕνας πιστὸς δὲν θὰ πεῖ στὸν ἑαυτὸ του ὅτι ἀνήκει στὴν κατηγορία τῶν ἀμετανοήτων ἤ ἄν ὑπάρχει κάποιος τότε θὰ εἶναι ἐξαίρεση. Δὲν μποροῦμε νὰ γνωρίζουμε τὰ ἄδηλα καὶ τὰ κρύφια τῆς καρδίας τοῦ κάθε ἀνθρώπου, ἀλλὰ ὅμως μποροῦμε νὰ δοῦμε τὶ μποροῦμε νὰ κάνουμε μὲ τὸν ἑαυτό μας.  

 

Αὐτὸ ὅμως ποὺ θὰ πρέπει νὰ δοῦμε κυρίως ὄχι ἁπλῶς τὶ πιστεύουμε γιὰ τὸν ἑαυτὸ μας, ἀλλὰ τὶ σταυρὸ σηκώνουμε στην πραγματικότητα, διότι μέσα ἀπὸ αὐτὴν προοπτικὴ μποροῦμε νὰ ἀξιολογήσουμε τὸν ἑαυτό μας. Ἐάν πιστεύει κάποιος ὅτι σηκώνει σταυρὸ θὰ πρέπει νᾶ δεῖ ἐὰν αὐτὸς ὁ σταυρὸς ποὺ σηκώνει εἶναι ὁ σταυρὸς τῆς μετανοίας συνειδητά, ἢ ὁ σταυρὸς τῆς ἀρνήσεως ἀσυνείδητα. 

 

Ἄν περιγράφεις τὸν ἑαυτὸ σου μὲ ἐσωτερικοὺς διαλόγους στὸ τι δὲν κάνεις καλὰ καὶ πῶς θὰ τὸν βελτιώσεις, 

ἄν συμβουλεύεις μὲ τὴν σιωπὴ σου καὶ τὸ παράδειγμα σου τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἀγαπᾶς, τὸ παιδὶ σου καὶ τὸν διπλανό σου, 

ἄν ἀναζητᾶς στὴν προσωπικὴ σου ζωὴ τὸ καλὸ καὶ τὸ καλὸ νὰ τὸ ἐπιδιώκεις ἐν Χριστῷ, 

ἄν στὴν ζωὴ σου ἀναζητᾶς τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ σὲ χαριτώνει μὲ πληρότητα χαρᾶς, 

ἄν μέσα ἀπὸ μικρὲς στιγμὲς ἀνακαλύπτεις τὸ μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ ποὺ σοῦ δίνει χαρὰ καὶ ἐλπίδα, 

τότε βρίσκεσαι στὴν κατηγορία τῶν μετανοοῦντων, διάλεξες τὸν σταυρὸ τῆς μετανοίας. 

 

Ἄν περιγράφεις τὸν ἑαυτὸ σου τὶ κάνει τόσο καλὰ καὶ αὐτὸ τὸ καλὸ τὸ κάνει ὅσο κανένας ἄλλος παρουσιάζοντας ἀκόμα καὶ τὰ ἐπιτεύγματα καὶ ἀνδραγαθήματα σου, 

ἄν συμβουλεύεις τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἀγαπᾶς, τὸ παιδὶ σου καὶ τὸν διπλανὸ σου μὲ λογικὲς συμβουλὲς οἱ ὁποῖες εἶναι ἀκαταμάχητες καὶ γοητευτικὲς καὶ σὲ θαυμάζει ὁ καθένας ὅπως περιγράφεις αὐτὲς τὶς συμβουλές, 

ἄν ἐπιδιώκεις νὰ βρίσκεις χαρὰ μέσα ἀπὸ ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ θέλεις νὰ τὰ αὐξήσεις εἰς βάρος τοῦ ἄλλου, 

ἄν θέλεις νὰ μιλᾶς γιὰ τὶς δικές σου ἀνάγκες καὶ ἀγνοεῖς τὶς ἀνάγκες τοῦ διπλανοῦ σου, 

τότε ἔχεις ἐπιλέξει τὸν σταυρὸ τῆς ἀρνήσεως, ἀνήκεις στὴν κατηγορία τῶν ἀμετανοήτων. 

Τελικὰ ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ἐξαρτᾶται μὲ τὸν τρόπο ποὺ σχετίζεται κάποιος μὲ τὸν διπλανὸ του καὶ ὄχι μὲ αὐτὸ ποὺ νομίζει ὅτι εἶναι ἢ τὶ κάνει κατὰ τὴν ἄποψη του. 

 

Οἱ περισσότεροι χριστιανοὶ συνήθως μιλάνε γιὰ τὸν σταυρὸ τους, ἀλλὰ ἀσυνείδητα ἐπιλέγουν τὸν σταυρὸ τῆς ἀρνήσεως, μιλάνε τὶ πρέπει νὰ γίνει καλὰ σὲ μία κοινωνία, ἀλλὰ κάνουν τὰ ἀντίθετα στὴν μικρὴ τους κοινωνία στὴν ἐνορία τους ἤ στὴν εὐρύτερη οἰκογένεια τους. Εἶναι σημαντικὸ νὰ γίνεται ἕνας εἰλικρινὴς ἐσωτερικὸς διάλογος μὲ τὸν ἑαυτὸ μας. Αὐτὸ ποὺ ἀλλάζει τὴν κοινωνία καὶ τὸν διπλανὸ μας εἴτε εἶναι πολὺ κοντὰ μας εἴτε ὄχι εἶναι το παράδειγμα μας καὶ ὄχι ἡ εὐφυία καὶ ἡ μόρφωση. 

 

Τὸ πρότυπό μας εἶναι ὁ Χριστὸς, εἶναι ἡ σταυρικὴ του θυσία χωρὶς ἀνταλλάγματα. Αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ κάνω ἐγὼ εἶναι νὰ ἀλλάζω ἐγὼ πρώτα καὶ στὸ ποσοστὸ ποὺ ἀλλάζω ἐγὼ πρώτα, στὸ ἴδιο ποσοστὸ ἀλλάζει ὁ ἄλλος καὶ ἡ κοινωνία μας. Δημιουργοῦμε καὶ πλάθουμε τὴν μελλοντικὴ γενεὰ μὲ τὸ παράδειγμά μας καὶ ὄχι μὲ τα πτυχία μας διότι ἀπὸ μόνα τους δὲν φθάνουν. Ἐπομένως ἡ εἰκόνα τοῦ Γολγοθᾶ καὶ ἡ Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως δὲν εἶναι μόνο ἀνάμνηση, ἀλλὰ προσωπικὴ βιωματικὴ ἐπανάληψη μὲ ἀναστάσιμα ἀποτελέσματα σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα, προσωπικὸ, οἰκογενειακὸ καὶ στὸ ἴδιο τὸ ἔθνος. 

 

Ἄς συνεχίσουμε τὴν σταυροαναστάσιμη πορεία μας ὅσο δύσκολη καὶ ἐὰν εἶναι. Ἄς ἐπιλέξουμε συνειδητὰ τὸν σταυρὸ τῆς μετανοίας. Ἄς κάνουμε τώρα τὴν διαφορὰ συγκρίνοντας τὸ πρὶν καὶ τὸ μετὰ μὲ τὸν ἑαυτὸ μας. Ποτὲ δὲν εἶναι ἀργά, ἔχουμε χρόνο καὶ προλαβαίνουμε διότι ὅλοι μποροῦμε. Στὸ τέλος ἀποζημειωνόμαστε μὲ τὴν ἀναστάσιμη χαρά καὶ ἡ εὐχὴ μας εἶναι νὰ συναντηθοῦμε ὅλοι μας ἐν Χριστῷ.

Καλὸ Πάσχα μὲ ἀγῶνα καὶ ἔργα μετανοίας!

 ὁ Θεσσαλονίκης Γρηγόριος